ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΔ' (Ι' ΛΟYΚΑ) - 5/12/2021
Πρὸς Γαλάτας (ε΄: 22-26, στ΄ 1-2)
22 ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, 23 πρᾳότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος. 24 οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις. 25 Εἰ ζῶμεν πνεύματι, πνεύματι καὶ στοιχῶμεν. 26 μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες. 1 Ἀδελφοί, ἐὰν καὶ προληφθῇ ἄνθρωπος ἔν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱ πνευματικοὶ καταρτίζετε τὸν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πρᾳότητος σκοπῶν σεαυτόν, μὴ καὶ σὺ πειρασθῇς. 2 ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ.
Ερμηνεία (Παν. Τρεμπέλα)
22 Ὁ καρπὸς ὅμως, τὸν ὁποῖον παράγει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα μὲ τὸν φωτισμὸν καὶ τὴν χάριν, ποὺ χορηγεῖ εἰς τὰς ψυχᾶς μας, εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀγαθὴν συνείδησιν, ἡ ἀχώριστος ἀπὸ αὐτὴν εἰρήνη, ἡ ἀνοχὴ καὶ ἡ πλατειὰ καρδία εἰς τὰς ἀδικίας ποὺ μᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι, ἡ ἀγαθὴ διάθεσις καὶ καλοσύνη, ἡ εὐεργετικὴ ἐκδήλωσις καὶ ἡ ἐξωτερίκευσίς της, ἡ ἀξιοπιστία εἰς τοὺς λόγους καὶ τὰς ὑποσχέσεις μας, 23 ἡ πρᾳότης, ἡ εἰς κάθε πονηρόν ἐγκράτεια. Κατὰ τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν, ποὺ ἔχουν τὰς ἀρετὰς αὐτάς, δὲν ἰσχύει νόμος, 24 Ὅσοι δὲ ἀνήκουν πράγματι εἰς τὸν Χριστόν, ἐνέκρωσαν τὸν σαρκικὸν ἄνθρωπον μὲ τὰ πάθη καὶ τὰς ἐπιθυμίας του. 25 Ἐὰν ζῶμεν σύμφωνα πρὸς τὰς ἐμπνεύσεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἂς συμπεριφερώμεθα καὶ σύμφωνα μὲ τὰς ἀπαιτήσεις τοῦ Πνεύματος καὶ ὄχι κινούμενοι ἀπὸ ἐλατήρια ἰδιοτελείας καὶ ματαιοδοξίας. 26 Ἂς μὴ γινώμεθα ματαιόδοξοι, προκαλοῦντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον εἰς φιλονεικίας καὶ φθονοῦντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. 1 Σᾶς κάνω προσεκτικοὺς διὰ τὴν ματαιοδοξίαν καὶ τὸν φθόνον, διότι αἱ ἀδυναμίαι τῶν ἀσθενῶν ἀδελφῶν γίνονται ἀφορμὴ διὰ νὰ ἐκδηλώνῃ ὁ ἕνας καὶ ὁ ἄλλος τὴν φιλαρχίαν του. Ὄχι, ἀδελφοί· καὶ ἐὰν ἀπὸ ἀδυναμίαν περιπέσῃ κανένας ἄνθρωπος εἰς κάποιο ἁμάρτημα, σεῖς οἱ πνευματικῶς ἰσχυροὶ διορθώνετε καὶ παιδαγωγεῖτε τὸν τοιοῦτον μὲ πνεῦμα πραότητος. Πρόσεχε δὲ τὸν ἑαυτόν σου, σὺ ποὺ διορθώνεις τὸν ἄλλον, νὰ μὴ περιπέσῃς καὶ σὺ εἰς πειρασμὸν εἴτε παρασυρόμενος εἰς τὸ αὐτὸ ἁμάρτημα, εἴτε κυριευόμενος ἀπὸ ἀνυπομονησίαν, ἢ ἀπὸ ματαιοδοξίαν καὶ φιλαρχίαν, καὶ ἐν γένει ἀπὸ ἐγωϊσμόν. 2 Διὰ νὰ ἀσφαλίζεσθε δὲ ἀπὸ τὸν κίνδυνον τοῦ νὰ πειραχθῆτε καὶ σεῖς, ὑπομένετε ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου τὰς ἐνοχλήσεις, ποὺ σᾶς γίνονται ἀπὸ τὰ ἐλαττώματά του καὶ τὰς ἐλλείψείς του, καὶ ἔτσι μὲ τὴν ὑπομονητικὴν αὐτὴν ἀνοχὴν ἐκπληρώσατε τελείως τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι τὴν ἐντολὴν τῆς ἀγάπης. Ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ὑπομένει φιλαδέλφως τὴν ἀδυναμίαν τοῦ πλησίον, δὲν συναισθάνεται ὅτι ἔχει καὶ αὐτὸς ἐλαττώματα, ἀλλ’ ἔχει μεγάλην ἰδέαν διὰ τὸν ἑαυτόν του. Ἡ ἰδέα του ὅμως αὐτὴ εἶναι ψευδής.
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν (ιγ΄ 10 – 17)
10 Ἦν δὲ διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. 11 καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακύψαι εἰς τὸ παντελές. 12 ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· 13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. 14 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· Ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. 15 ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά· ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; 16 ταύτην δὲ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; 17 καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ’ αὐτοῦ.
Ερμηνεία (Παν. Τρεμπέλα)
10 Ἐδίδασκε δὲ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου εἰς μίαν ἀπὸ τὰς συναγωγάς. 11 Καὶ ἰδοὺ παρευρίσκετο ἐκεῖ μία γυναῖκα, ἡ ὁποία ἐκ συνεργείας τοῦ πονηροῦ πνεύματος κατείχετο ὑπὸ ἀσθενείας ἐπὶ δεκαοκτὼ ἔτη, καὶ ἦτο δι’ αὐτὸ σκυμμένη διαρκῶς μὲ κυρτωμένον τὸ σῶμα καὶ δὲν ἠδύνατο νὰ σηκώσῃ ὀρθίαν τὴν κεφαλήν της ὁλοτελῶς. 12 Ὅταν δὲ τὴν εἶδεν ὁ Ἰησοῦς, τῆς ἐφώναξε καὶ τῆς εἶπε· Γυναῖκα, εἶσαι λυμένη καὶ ἐλευθερωμένη ἀπὸ τὴν ἀρρώστιάν σου. 13 Καὶ ἔβαλεν ἐπάνω της τὰς χεῖρας του. Καὶ τὴν ἰδίαν στιγμήν, ἐπανέκτησε τὴν ὀρθίαν στάσιν τοῦ σώματός της καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεὸν διὰ τὴν θεραπείαν της. 14 Ἔλαβε δὲ τὸν λόγον ὁ ἀρχισυνάγωγος, γεμᾶτος ἀγανάκτησιν, διότι κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου ἔκαμε τὴν θεραπείαν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἔλεγεν εἰς τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ· Ἓξ ἡμέραι εἶναι εἰς τὴν διάθεσίν μας, κατὰ τὰς ὁποίας δικαιούμεθα καὶ πρέπει νὰ ἐργαζώμεθα. Κατ’ αὐτὰς λοιπὸν τὰς ἐργασίμους ἡμέρας νὰ ἔρχεσθε καὶ νὰ θεραπεύεσθε, καὶ ὄχι κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου. 15 Ἀπεκρίθη λοιπὸν εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά, σὺ ποὺ ὑπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ σεβασμοῦ τοῦ Σαββάτου κρύπτεις φθόνον καὶ μοχθηρίαν· ὁ καθένας σας κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου δὲν λύει τὸ βώδι του ἢ τὸν ὄνον του ἀπὸ τὴν φάτνην καὶ δὲν τὸ πηγαίνει νὰ τὸ ποτίσῃ, χωρίς, σύμφωνα μὲ τὴν ἐκ παραδόσεως ἀνεγνωρισμένην ἑρμηνείαν τῆς ἐντολῆς τοῦ Σαββάτου, νὰ θεωρῆται παραβάτης αὐτῆς; 16 Αὐτὴ δέ, ποὺ εἶναι κόρη καὶ ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ὁποίαν ἔδεσεν ὁ σατανᾶς μὲ τὴν ἀρρώστιαν, ὥστε ἐπὶ δεκαοκτὼ ὁλόκληρα χρόνια νὰ μὴ δύναται νὰ σηκωθῇ ὀρθία, δὲν ἦτο πρέπον καὶ ἐπιβεβλημένον νὰ λυθῇ ἀπὸ τὸ μακροχρόνιον αὐτὸ καὶ ὀδυνηρὸν δέσιμον κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου; 17 Καὶ ἐνῷ ἔλεγεν αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, ἐντροπιάζοντο ὅλοι οἱ ἀντίθετοί του. Καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἔχαιρε δι’ ὅλα τὰ λαμπρὰ καὶ θαυμαστά ἔργα, ποὺ διαρκῶς ἐγίνετο ἀπὸ αύτόν.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.