Αρχή της Ινδίκτου (1/9/2022)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ
Α΄ προς Τιμόθεον, κεφ. Β΄, εδάφια 1-7
1Παρακαλῶ οὖν πρῶτον πάντων ποιεῖσθαι δεήσεις, προσευχάς, ἐντεύξεις, εὐχαριστίας, ὑπὲρ πάντων ἀνθρώπων, 2 ὑπὲρ βασιλέων καὶ πάντων τῶν ἐν ὑπεροχῇ ὄντων, ἵνα ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι. 3 Τοῦτο γὰρ καλὸν καὶ ἀπόδεκτον ἐνώπιον τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, 4 ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν. 5 Εἷς γὰρ Θεός, εἷς καὶ μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστὸς ᾿Ιησοῦς, 6 ὁ δοὺς ἑαυτὸν ἀντίλυτρον ὑπὲρ πάντων, τὸ μαρτύριον καιροῖς ἰδίοις, 7εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος, ἀλήθειαν λέγω ἐν Χριστῷ, οὐ ψεύδομαι, διδάσκαλος ἐθνῶν ἐν πίστει καὶ ἀληθείᾳ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
1Σύμφωνα λοιπόν με όλα τα προηγούμενα, οφείλουμε να αγαπάμε όλους τους ανθρώπους. Και ο Ιησούς Χριστός άλλωστε ήλθε στον κόσμο για να σώσει όλους τους αμαρτωλούς. Γι’ αυτό λοιπόν κι εγώ σε προτρέπω, Τιμόθεε, και εσένα και τους άλλους αδελφούς, πρώτα απ’ όλα να κάνετε δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις, ευχαριστίες για όλους τους ανθρώπους, 2 για τους βασιλείς και για όλους όσους έχουν κάποιο αξίωμα ή κάποια ανώτερη θέση, να τους φωτίζει και να τους ενδυναμώνει ο Θεός, ώστε να εξασφαλίζουν την ειρηνική συμβίωση των πολιτών· και έτσι να ζούμε κι εμείς ζωή ήρεμη και ήσυχη, με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα. 3 Διότι αυτό, το να προσευχόμαστε δηλαδή για όλους, είναι καλό και ευάρεστο ενώπιον του σωτήρος μας Θεού. 4 Διότι Αυτός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και με την πίστη να γνωρίσουν βαθύτερα και πληρέστερα την αλήθεια. 5 Και θέλει τη σωτηρία όλων, διότι ένας και μόνος είναι ο Θεός, Θεός όλων των ανθρώπων και όχι μόνο κάποιου ορισμένου έθνους. Ένας είναι και ο μεσίτης μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων, ο Ιησούς Χριστός, που έγινε άνθρωπος 6 και έδωσε τον εαυτό Του λύτρο για να εξαγοράσει όλους τους ανθρώπους. Για το γεγονός αυτό της εξαγοράς μας δίνουμε εμείς οι απόστολοι την μαρτυρία μας, αλλά προπαντός ο ίδιος ο Κύριος, ο Οποίος και την επισφράγισε με τον θάνατό Του στον καιρό που καθόρισε ο Ίδιος. 7 Για την μαρτυρία αυτή ο Θεός με ανέδειξε και με έταξε κήρυκα και απόστολο. Λέω αλήθεια, όπως μου το επιβάλλει η κοινωνία μου με τον Χριστό. Δεν ψεύδομαι. Με έταξε ο Θεός να είμαι διδάσκαλος των εθνικών στην πίστη και την αλήθεια.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ
Κατά Ματθαίον, κεφ. ΙΓ΄, εδάφια 53-58
53 Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ ᾿Ιησοῦς τὰς παραβολὰς ταύτας μετῆρεν ἐκεῖθεν, 54 καὶ ἐλθὼν εἰς τὴν πατρίδα αὐτοῦ ἐδίδασκεν αὐτοὺς ἐν τῇ συναγωγῇ αὐτῶν, ὥστε ἐκπλήττεσθαι αὐτοὺς καὶ λέγειν· πόθεν τούτῳ ἡ σοφία αὕτη καὶ αἱ δυνάμεις; 55 Oὐχ οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ τέκτονος υἱός; Oὐχὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ λέγεται Μαριὰμ καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ ᾿Ιάκωβος καὶ ᾿Ιωσῆς καὶ Σίμων καὶ ᾿Ιούδας; 56 Kαὶ αἱ ἀδελφαὶ αὐτοῦ οὐχὶ πᾶσαι πρὸς ἡμᾶς εἰσι; Πόθεν οὖν τούτῳ ταῦτα πάντα; 57 Kαὶ ἐσκανδαλίζοντο ἐν αὐτῷ. ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐκ ἔστι προφήτης ἄτιμος εἰ μὴ ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ. 58 Καὶ οὐκ ἐποίησεν ἐκεῖ δυνάμεις πολλὰς διὰ τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν.Τρεμπέλα
53 Και όταν ο Ιησούς τελείωσε τις παραβολές αυτές, αναχώρησε από εκεί. 54 Και αφού ήλθε στην πατρίδα Του τη Ναζαρέτ, δίδασκε τους κατοίκους της στη συναγωγή τους με τόση σοφία και δύναμη, ώστε αυτοί να εκπλήσσονται και να λένε: «Από πού αυτός απέκτησε αυτή τη σοφία και τα θαύματα; 55 Δεν είναι αυτός ο γιος του μαραγκού; Δεν ονομάζεται η μητέρα του Μαριάμ, και οι αδελφοί του Ιάκωβος και Ιωσής και Σίμων ο Ιούδας; 56 Και οι αδελφές του δεν είναι όλες μαζί μας; Από πού λοιπόν τα απέκτησε όλα αυτά;» 57 Και δυσπιστούσαν σε Αυτόν και Τον παρακολουθούσαν με φθόνο και υποψία. Και ο Ιησούς τούς είπε: «Πουθενά αλλού δεν περιφρονείται ένας προφήτης περισσότερο παρά στην πατρίδα του και απ΄ τους ανθρώπους του σπιτιού του». 58 Και εκεί δεν έκανε πολλά θαύματα εξαιτίας της απιστίας τους.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ
Κατά Λουκάν, κεφ. Δ΄, εδάφια 16-30
16 Καὶ ἦλθεν εἰς τὴν Ναζαρέτ, οὗ ἦν τεθραμμένος, καὶ εἰσῆλθε κατὰ τὸ εἰωθὸς αὐτῷ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῶν σαββάτων εἰς τὴν συναγωγήν, καὶ ἀνέστη ἀναγνῶναι. 17 Καὶ ἐπεδόθη αὐτῷ βιβλίον ῾Ησαΐου τοῦ προφήτου, καὶ ἀναπτύξας τὸ βιβλίον εὗρε τὸν τόπον οὗ ἦν γεγραμμένον· 18 Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν, 19 κηρῦξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρῦξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν.
20Καὶ πτύξας τὸ βιβλίον ἀποδοὺς τῷ ὑπηρέτῃ ἐκάθισε· καὶ πάντων ἐν τῇ συναγωγῇ οἱ ὀφθαλμοὶ ἦσαν ἀτενίζοντες αὐτῷ. 21 Ἤρξατο δὲ λέγειν πρὸς αὐτοὺς ὅτι σήμερον πεπλήρωται ἡ γραφὴ αὕτη ἐν τοῖς ὠσὶν ὑμῶν. 22 Καὶ πάντες ἐμαρτύρουν αὐτῷ καὶ ἐθαύμαζον ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ ἔλεγον· οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ᾿Ιωσήφ; 23 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ Καπερναούμ, ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου. 24 Εἶπε δέ· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ. 25 Ἐπ᾿ ἀληθείας δὲ λέγω ὑμῖν, πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις ᾿Ηλιοὺ ἐν τῷ ᾿Ισραήλ, ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ ἔτη τρία καὶ μῆνας ἕξ, ὡς ἐγένετο λιμὸς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν, 26 καὶ πρὸς οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπέμφθη ᾿Ηλίας εἰ μὴ εἰς Σάρεπτα τῆς Σιδωνίας πρὸς γυναῖκα χήραν. 27 Καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ ᾿Ελισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ ᾿Ισραήλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος.
28Καὶ ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα, 29 καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ ὄρους, ἐφ᾿ οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν. 30 Αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
16 Έπειτα ήλθε στη Ναζαρέτ, εκεί όπου είχε ανατραφεί και είχε μεγαλώσει. Και όπως συνήθιζε από την παιδική Του ακόμη ηλικία, μπήκε την ημέρα του Σαββάτου στη συναγωγή και σηκώθηκε από τη θέση Του για να διαβάσει κάποια προφητική περικοπή από τη Βίβλο. 17 Και Του παρέδωσαν το βιβλίο του προφήτη Ησαΐα. Ξεδίπλωσε τότε το βιβλίο που ήταν τυλιγμένο σε κυλινδρικό σχήμα και βρήκε το μέρος όπου ήταν γραμμένο το εξής: 18 «Το Πνεύμα του Κυρίου μένει και αναπαύεται σε Εμένα τον Μεσσία, για να συνεργάζεται μαζί μου στο σωτηριώδες έργο μου. Και μένει το Πνεύμα αυτό σε Εμένα, διότι ο Κύριος με έχρισε ως άνθρωπο και με απέστειλε να κηρύξω το ευαγγέλιο της βασιλείας σε εκείνους που στερούνται τη χάρη του Θεού, είναι πνευματικά φτωχοί και βρίσκονται σε άθλια κατάσταση. Με έστειλε να θεραπεύσω εκείνους που η καρδιά τους έχει συντριβεί από το βάρος της αμαρτίας. 19 Με έστειλε να κηρύξω άφεση και ελευθερία στους δούλους και αιχμάλωτους της αμαρτίας και να χαρίσω το φως σε εκείνους που έχουν τυφλωμένο τον νου τους από τον σκοτισμό των παθών. Με έστειλε να ελευθερώσω από κάθε ενοχή εκείνους που έχουν καταπληγωθεί και συντριβεί από την αμαρτία. Με έστειλε να κηρύξω και να αναγγείλω την έναρξη της νέας περιόδου, η οποία είναι αρεστή στον Θεό και επιθυμητή στους ανθρώπους˙ διότι την περίοδο αυτή πραγματοποιείται από τον Μεσσία η βουλή του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων».
20 Και αφού τύλιξε το βιβλίο, το έδωσε πάλι στον υπηρέτη της συναγωγής και κάθισε για να εξηγήσει και να αναπτύξει την περικοπή που διάβασε. Και τα μάτια όλων όσων ήταν στη συναγωγή είχαν στραφεί με πολύ ενδιαφέρον και προσοχή σε Αυτόν. 21 Άρχισε λοιπόν να τους λέει ότι σήμερα πραγματοποιήθηκε και επαληθεύθηκε η προφητεία αυτή με το κήρυγμα που ακούγεται τη στιγμή αυτή στα αυτιά σας από μένα, στον οποίο αναφέρεται η προφητεία αυτή. 22 Και όλοι όσοι άκουσαν την εξήγηση της προφητείας που στη συνέχεια έκανε ο Ιησούς, ομολογούσαν ότι κήρυξε εξαίρετα. Και απορούσαν για τα λόγια που έβγαιναν από το στόμα Του και ήταν γεμάτα με θεία χάρη και γλυκύτητα˙ και έλεγαν: “Περίεργο! Δεν είναι αυτός ο γιος του Ιωσήφ, που μέχρι χθες εργαζόταν σαν ένας από μας;” 23 Ο Ιησούς τους είπε: «Οπωσδήποτε θα μου πείτε την παροιμία αυτή: ‘’Γιατρέ, θεράπευσε τον εαυτό σου. Υπόσχεσαι να μας θεραπεύσεις από τις αθλιότητές μας. Θεράπευσε την ασημότητά σου και στήριξε τη θέση και το κύρος σου πρώτα στην πατρίδα σου. Κάνε κι εδώ όσα θαύματα ακούσαμε ότι έκανες στην Καπερναούμ’’». 24 Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Αληθινά σας λέω ότι κανέναν προφήτη δεν υποδέχονται με την πρέπουσα τιμή στην πατρίδα του. 25 Σας λέω επίσης αληθινά ότι πολλές χήρες υπήρχαν την εποχή του Ηλία στο ισραηλιτικό έθνος, όταν κλείστηκε ο ουρανός και δεν έβρεξε για τρία χρόνια και έξι μήνες, και είχε πέσει τότε μεγάλη πείνα σε όλη τη γη της Παλαιστίνης˙26 ο Θεός όμως σε καμία απ’ αυτές τις γυναίκες των Ιουδαίων δεν έστειλε τον Ηλία, παρά μόνο στα Σάρεπτα της Σιδωνίας σε μια γυναίκα χήρα, ξένη και άγνωστη σε αυτόν. 27 Και πολλοί λεπροί υπήρχαν στο ισραηλιτικό έθνος την εποχή του προφήτη Ελισαίου˙ κανείς όμως απ’ αυτούς δεν καθαρίστηκε από τη λέπρα του παρά μόνον ο Νεεμάν ο Σύρος, που ήλθε από χώρα μακρινή για να βρει τον Ελισαίο».
28 Και όλοι μέσα στη συναγωγή κυριεύτηκαν από θυμό, όταν άκουσαν αυτά που τους είπε ο Κύριος, 29 και κυριευμένοι από την παραφορά τους σηκώθηκαν και Τον έβγαλαν έξω από την πόλη και Τον έφεραν μέχρι την άκρη κάποιου υψώματος του βουνού πάνω στο οποίο ήταν χτισμένη η πόλη τους, για να Τον ρίξουν κάτω στο γκρεμό. 30 Αυτός όμως με τρόπο θαυμαστό πέρασε ανάμεσά τους και έφυγε.
ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ [:Α΄Τιμ.2,1-7]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Παρακαλῶ οὖν πρῶτον πάντων ποιεῖσθαι δεήσεις, προσευχάς, ἐντεύξεις, εὐχαριστίας, ὑπὲρ πάντων ἀνθρώπων, ὑπὲρ βασιλέων καὶ πάντων τῶν ἐν ὑπεροχῇ ὄντων, ἵνα ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι τοῦτο γὰρ καλὸν καὶ ἀπόδεκτον ἐνώπιον τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν(:Σύμφωνα λοιπόν με όλα τα προηγούμενα οφείλουμε να αγαπάμε όλους τους ανθρώπους. Και ο Ιησούς Χριστός άλλωστε ήλθε στον κόσμο για να σώσει όλους τους αμαρτωλούς. Γι’ αυτό λοιπόν και εγώ σε προτρέπω, Τιμόθεε, και εσένα και τους άλλους αδελφούς, πρώτα απ’ όλα να κάνετε δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις, ευχαριστίες για όλους τους ανθρώπους, για τους βασιλείς και για όλους όσους έχουν κάποιο αξίωμα ή κάποια ανώτερη θέση, να τους φωτίζει και να τους ενδυναμώνει ο Θεός, ώστε να εξασφαλίζουν την ειρηνική συμβίωση των πολιτών. Κι έτσι να ζούμε και εμείς ζωή ήρεμη και ήσυχη, με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα· διότι αυτό, το να προσευχόμαστε δηλαδή για όλους, είναι καλό και ευάρεστο ενώπιον του σωτήρα μας Θεού· διότι Αυτός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και με την πίστη να γνωρίσουν βαθύτερα και πληρέστερα την αλήθεια)»[Α΄Τιμ.2,1-4].
Ο ιερέας είναι σαν κάποιος κοινός πατέρας όλης της οικουμένης. Αυτός λοιπόν πρέπει να φροντίζει για όλους, όπως και ο Θεός, του Οποίου είναι ιερέας· γι’ αυτό λέγει ο απόστολος Παύλος: «Παρακαλῶ οὖν πρῶτον πάντων ποιεῖσθαι δεήσεις, προσευχάς (:Παρακαλώ λοιπόν πριν από όλα να κάνετε δεήσεις, προσευχές)». Δύο είναι τα αγαθά που προέρχονται από εδώ· και η έχθρα που έχουμε προς τους έξω διαλύεται (γιατί κανένας δεν μπορεί να αισθάνεται μίσος προς εκείνον για τον οποίο προσεύχεται), και εκείνοι οι ίδιοι γίνονται καλύτεροι με το να γίνονται προσευχές για εκείνους, και με το να μη γίνονται σαν τα θηρία εναντίον μας· γιατί τίποτε δεν προσελκύει τόσο στη διδασκαλία, όσο το να αγαπά και να αγαπιέται κανείς.
Σκέψου ποια εντύπωση έκανε σε εκείνους που επιβουλεύονταν, που μαστίγωναν, που καταδίωκαν, που φόνευαν, όταν άκουγαν εκείνους που πάθαιναν αυτά να κάνουν εκτενείς προσευχές προς τον Θεό για να συγχωρέσει αυτούς που τους υποβάλλουν σε τέτοια φοβερά βασανιστήρια. Βλέπεις πως θέλει να είναι ο Χριστός ανώτερος από όλους; Γιατί, όπως ακριβώς στην περίπτωση των μικρών παιδιών, και αν ακόμα το παιδί που βαστάζεται, χτυπά το πρόσωπο του πατέρα, δεν μειώνει καθόλου τη φιλοστοργία του προς αυτό, έτσι και εμείς και αν δεχόμαστε χτυπήματα από τους έξω, πρέπει να μη μειώνουμε την αγάπη μας προς αυτούς.
Τι σημαίνει όμως το «πρώτο από όλα»; Δηλαδή στην καθημερινή λατρεία. Και αυτό το γνωρίζουν οι μύστες ότι γίνεται κάθε μέρα, και την εσπέρα και το πρωί· ότι για όλον τον κόσμο και για τους βασιλείς και για όλους που βρίσκονται σε αξιώματα κάνουμε την προσευχή. Αλλά ίσως πει κάποιος ότι δεν μίλησε για όλους, αλλά για τους πιστούς. Τι λοιπόν εννοεί όταν λέγει «για τους βασιλείς»; Γιατί τότε οι βασιλείς δεν ήταν θεοσεβείς, αλλά για μεγάλο χρονικό διάστημα διαδέχονταν οι ασεβείς τους ασεβείς. Έπειτα, για να μη θεωρηθεί κολακεία το πράγμα, προηγουμένως είπε «για όλους» και έπειτα «για τους βασιλείς»· γιατί αν έλεγε μόνο για τους βασιλείς, ίσως κάποιος το σκεπτόταν αυτό.
Έπειτα, επειδή φυσικό ήταν να ναρκώνεται η ψυχή του Χριστιανού, ακούγοντας αυτά, και να μην αποδέχεται τη συμβουλή, εφόσον πρέπει να δεηθεί κατά την ώρα των μυστηρίων για τον ειδωλολάτρη, πρόσεχε τι λέγει και πώς θέτει το κέρδος, για να δεχθείς έστω και έτσι την προτροπή: «ἵνα διάγωμεν (:Για να περνούμε)», λέγει, «ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον(:ήρεμη και ήσυχη ζωή)». Δηλαδή η σωτηρία εκείνων είναι δική μας ξενοιασιά, όπως ακριβώς έγραφε και στην επιστολή προς Ρωμαίους, όπου, προτρέποντας αυτούς να πείθονται στους άρχοντες, λέγει: «Διὸ ἀνάγκη ὑποτάσσεσθαι οὐ μόνον διὰ τὴν ὀργήν, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν συνείδησιν(: Γι’ αυτό είναι ανάγκη να υποτάσσεστε όχι μόνο για τον φόβο της τιμωρίας, αλλά και διότι η συνείδηση επιβάλλει ως δίκαιη την υποταγή αυτή)» [Ρωμ.13,5]· διότι ο Θεός όρισε τις αρχές για κοινή ωφέλεια. Πώς λοιπόν δεν είναι άτοπο να στρατεύονται και να πιάνουν τα όπλα, για να είμαστε εμείς σε ασφάλεια, εμείς όμως να μην προσευχόμαστε ούτε γι΄αυτούς που κινδυνεύουν και στρατεύονται;
Ώστε το πράγμα δεν είναι κολακεία, αλλά είναι θέμα δικαιοσύνης. Αν αυτοί δεν σώζονταν και ούτε σημείωναν επιτυχία στους πολέμους, κατ’ ανάγκη και εμείς θα βρισκόμασταν σε ταραχές και θορύβους· γιατί ή θα έπρεπε και εμείς οι ίδιοι να στρατευτούμε, αν σκοτώνονταν εκείνοι, ή να φύγουμε και να περιπλανιόμαστε παντού. «Σαν να είναι δηλαδή κάποια οχυρώματα», λέγει, «που φυλάγουν εκείνους που είναι μέσα για να ζουν με ειρήνη».
«Δεήσεις», λέγει, «προσευχές, παρακλήσεις, ευχαριστίες». Πρέπει να ευχαριστούμε τον Θεό και για τα αγαθά που δίνει στους άλλους· όπως το ότι ανατέλλει τον ήλιο σε πονηρούς και αγαθούς, το ότι βρέχει για δικαίους και αδίκους. Βλέπεις ότι όχι μόνο με την προσευχή, αλλά και με την ευχαριστία μάς ενώνει και μας συγκολλάει; Γιατί αυτός που αναγκάζεται να ευχαριστήσει τον Θεό για τα αγαθά που δίνει στον πλησίον του, αναγκάζεται και να τον αγαπά και να φέρεται φιλικά προς αυτόν. Αν πρέπει να ευχαριστούμε τον Θεό για τα αγαθά που δίνει στον πλησίον μας, πολύ περισσότερο πρέπει για τα δικά μας και για εκείνα που τα αγνοούμε και θέλουμε δεν θέλουμε μας τα δίνει, και ακόμα και για εκείνα που τα θεωρούμε λυπηρά· γιατί ο Θεός όλα τα ρυθμίζει προς το καλό μας.
Κάθε προσευχή μας λοιπόν ας περιέχει ευχαριστία. Αν μας προστάζει να ευχόμαστε για τους πλησίον όχι μόνο τους πιστούς, αλλά και τους απίστους, σκέψου πόσο κακό είναι να προσευχόμαστε κατά των αδελφών. Τι λες; Εκείνος σε προέτρεψε να προσεύχεσαι για τους εχθρούς και εσύ προσεύχεσαι κατά του αδελφού σου; Δεν προσεύχεσαι εναντίον εκείνου, αλλά εναντίον του εαυτού σου, γιατί παροργίζεις τον Θεό, λέγοντας εκείνα τα ανόσια λόγια: «έτσι δείξε σε αυτόν, έτσι κάνε τον, χτύπησέ τον, ανταπόδωσέ του». Πολύ απέχουν αυτά από τους μαθητές του Χριστού, τους επιεικείς και ειρηνικούς.
Το στόμα που αξιώθηκε τέτοια μυσταγωγία ας μη βγάλει τίποτε πικρό· τίποτε αηδές ας μη βγάλει η γλώσσα που άγγιξε το θείο σώμα. Ας τη φυλάγουμε καθαρή, ας μην προσφέρουμε με αυτήν κατάρες. Αν οι κακολόγοι δεν θα κληρονομήσουν την βασιλεία των ουρανών[Α΄Κορ. 6,10: «Οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι(:Ούτε οι πλεονέκτες, ούτε οι κλέφτες, ούτε οι μέθυσοι, ούτε αυτοί που εμπαίζουν και βρίζουν τους άλλους, ούτε οι άρπαγες με κανένα τρόπο δεν θα κληρονομήσουν την βασιλεία του Θεού)»], πολύ περισσότερο αυτοί που καταριούνται· γιατί κατ’ ανάγκη αυτός που καταριέται, βρίζει· η ύβρη και η ευχή απέχουν πολύ η μία από την άλλη. Η κατάρα και η ευχή απέχουν πολύ· η κατηγορία και η ευχή απέχουν πολύ. Προσεύχεσαι στον Θεό να σε ελεήσει κι εσύ καταριέσαι άλλον; «Ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν(:Εάν όμως δεν συγχωρήσετε τους ανθρώπους που αμάρτησαν απέναντί σας, ούτε ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τις δικές σας αμαρτίες προς Αυτόν)»[Ματθ.6,15]. Και εσύ όχι μόνο δεν συγχωρείς, αλλά παρακαλείς και τον Θεό να μην τον συγχωρήσει; Είδες υπερβολική κακία; Αν δεν συγχωρείται αυτός που δεν συγχωρεί, αυτός που παρακαλεί τον Κύριο να μη συγχωρήσει, πώς θα συγχωρηθεί; Δεν βλάπτεις εκείνον, αλλά τον εαυτό σου.
Γιατί άραγε; Γιατί και αν ακόμα επρόκειτο να εισακουστείς για τα δικά σου αιτήματα, γι’ αυτό που κάνεις ποτέ δεν θα εισακουστείς· επειδή κάνεις με μιαρό στόμα τις ευχές· πραγματικά είναι μιαρό ένα τέτοιο στόμα και ακάθαρτο, γεμάτο από κάθε δυσωδία, κάθε ακαθαρσία. Ενώ πρέπει να τρέμεις για τα δικά σου αμαρτήματα και όλος ο αγώνας σου να γίνεται γι’ αυτά, εσύ προσέρχεσαι να παρακινήσεις τον Θεό κατά του αδελφού σου; Δεν φοβάσαι και δεν φροντίζεις για τα δικά σου; Δεν βλέπεις τι κάνεις; Μιμήσου έστω και τα παιδιά που φοιτούν στο διδασκαλείο, τα οποία, αν δουν μέσα τη συντροφιά τους να εξετάζεται, και εξαιτίας της τεμπελιάς τους να τα χτυπούν όλα, και το καθένα να εξετάζεται αυστηρά και να κλαίει από τα χτυπήματα, πεθαίνουν από τον φόβο. Και αν κάποιος από τους συμφοιτητές τα χτυπήσει πάρα πολύ, δεν έχει τη δύναμη να οργιστεί, γιατί ο φόβος κατέχει την ψυχή του, ούτε και να απευθυνθεί στον δάσκαλο, αλλά σε ένα μόνο αποβλέπει, να μπει στην τάξη χωρίς να δεχθεί ξυλιές και σε εκείνον τον χρόνο έχει στραμμένη την προσοχή του· και αν βγει από την τάξη, αφού δέχθηκε ή όχι ξυλιές, δεν σκέπτεται εκείνα από τη χαρά του.
Εσύ όμως ενώ στέκεσαι και μεριμνάς για τα αμαρτήματά σου, δεν φρίττεις που θυμάσαι τα ξένα; Και πώς παρακαλείς τον Θεό; Γιατί αυτά που ζητάς από τον Θεό εναντίον εκείνου, με αυτά ετοιμάζεις για σένα φοβερότερα, μην αφήνοντας τον Θεό να συγχωρήσει τα δικά σου αμαρτήματα. «Πώς λοιπόν», λέγει ο Κύριος, «εάν θέλεις να γίνω εγώ αυστηρός εγώ αυστηρός εξεταστής των πλημμελημάτων που έγιναν σε βάρος σου, ζητάς να συγχωρήσω αυτά που έκανες εσύ σε Εμένα;». Ας μάθουμε κάποτε να είμαστε Χριστιανοί. Αν δεν γνωρίζουμε να προσευχόμαστε, πράγμα που είναι εύκολο και πολύ απλό, τι θα γνωρίσουμε από τα άλλα; Ας μάθουμε να προσευχόμαστε σαν Χριστιανοί· εκείνες οι προσευχές, οι γεμάτες με μίσος και κατάρες για όσους αποστρέφονται, είναι των ειδωλολατρών, εκείνες οι δεήσεις είναι των Ιουδαίων, ενώ του Χριστιανού είναι αντίθετες· με αυτές ζητούμε άφεση και αμνηστία των σφαλμάτων που έγιναν σε μας.
Λέγει ο Παύλος σε άλλη του επιστολή: «Λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν(:Την ώρα που μας βρίζουν εκείνοι που απιστούν στο ευαγγέλιο και μας περιγελούν, εμείς ευχόμαστε το καλό τους· ενώ μας καταδιώκουν, δείχνουμε ανοχή στους διώκτες μας ·ενώ μας δυσφημούν και μας συκοφαντούν, απαντάμε με λόγια γλυκά και παρηγορητικά)»[Α΄ Κορ. 4,12-13]. Άκου επίσης τον Στέφανο που λέγει: «Κύριε, μὴ στήσῃς αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην(:Κύριε, μην τους λογαριάσεις την αμαρτία αυτή)» [Πράξ.7,59]. Όχι μόνο δεν καταριόταν, αλλά και προσευχόταν γι΄αυτούς, ενώ εσύ όχι μόνο δεν προσευχήθηκες γι΄αυτούς, αλλά και τους καταράστηκες. Όσο θαυμάσιος λοιπόν ήταν εκείνος, τόσο πιο κακός είσαι εσύ. Ποιον θαυμάζουμε, πες μου; Εκείνους για τους οποίους προσευχήθηκε ή αυτόν που προσευχόταν γι’ αυτούς; Οπωσδήποτε αυτόν. Εάν εμείς, πολύ περισσότερο ο Θεός.
Θέλεις να πλήξεις τον εχθρό; Προσευχήσου γι΄ αυτόν· όχι όμως με τέτοια διάθεση, όχι σαν να πλήττεις· αυτό βέβαια γίνεται, εσύ όμως μην το κάνεις με αυτόν τον σκοπό. Αν και βέβαια εκείνος ο μακάριος [:ο Στέφανος] όλα τα πάθαινε άδικα, και όμως προσευχόταν γι΄αυτούς, ενώ εμείς πολλά και δίκαια τα παθαίνουμε από τους εχθρούς. Αν λοιπόν αυτός που έπαθε άδικα, δεν τόλμησε να μην προσευχηθεί γι΄αυτούς, εμείς που πάσχουμε δίκαια, και όχι μόνο δεν προσευχόμαστε, αλλά και καταριόμαστε, ποιας τιμωρίας δεν είμαστε άξιοι; Νομίζεις βέβαια ότι δίνεις σε εκείνον το χτύπημα, η αλήθεια όμως είναι ότι τραβάς το ξίφος εναντίον σου, μην αφήνοντας τον δικαστή να γίνει πράος για τα αμαρτήματά σου με τα οποία τον εξοργίζεις με την προσευχή σου εναντίον των άλλων. Γιατί λέγει: «Ἐν ᾧ γὰρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, καὶ ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε μετρηθήσεται ὑμῖν(:Με την ίδια αυστηρή και ασυμπαθή κρίση με την οποία κατακρίνετε, θα κατακριθείτε. Και με το ίδιο μέτρο με το οποίο εξετάζετε και καταδικάζετε τις πράξεις του άλλου, θα μετρήσει ο Θεός και τη δική σας πολιτεία και συμπεριφορά)»[Ματθ.7,2]. Ας γίνουμε λοιπόν συγχωρητικοί, για να έχουμε τέτοιον και τον Θεό.
Αυτά δεν θέλω μόνο να τα ακούτε, αλλά και να τα φυλάσσετε. Τώρα όμως η μνήμη περιορίζεται μόνο ως τα λόγια, και ίσως ούτε ως εκεί, αλλά όταν διαλυθούμε, αν κάποιος από αυτούς που δεν ήρθαν ρωτήσει τι είπαμε, άλλοι ούτε θα πουν, ενώ άλλοι που γνωρίζουν θα πουν μόνο την υπόθεση που διαπραγματευτήκαμε, δηλαδή ότι μίλησα για το ότι δεν πρέπει να μνησικακούμε, αλλά και να προσευχόμαστε για τους εχθρούς μας, έπειτα όμως παραλείπουν να που όλα όσα λέχτηκαν(γιατί δεν είναι δυνατό να τα θυμηθούν), άλλοι πάλι θυμούνται ελάχιστα και ασήμαντα. Γι’ αυτό, παρακαλώ, αν δεν κερδίζετε τίποτε από αυτά που λέμε, ούτε και να τα προσέχετε. Γιατί ποιο το όφελος; Η καταδίκη γίνεται μεγαλύτερη, η τιμωρία φοβερότερη, αφού, μετά από μύριες συμβουλές, εξακολουθούμε να κάνουμε τα ίδια. Γι’ αυτό ο Θεός μάς όρισε προσευχή για να μη ζητούμε τίποτε το βιοτικό ούτε το ανθρώπινο.
Γνωρίζετε βέβαια οι πιστοί γιατί πρέπει να προσεύχεστε, πως κάθε προσευχή είναι κοινή. «Αλλά», λέγει ίσως κάποιος, «δεν λέχθηκε εκεί να προσευχόμαστε για τους απίστους». Επειδή δεν γνωρίζετε τη δύναμη της προσευχής, ούτε αντιλαμβάνεστε το βάθος και τον θησαυρό της· γιατί αν κάποιος την αναπτύξει, θα βρει ακόμα και τούτο σε αυτήν. Όταν δηλαδή λέγει ο προσευχόμενος: «Γενηθήτω τὸ θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς(:Ας γίνει το θέλημά Σου όπως στον ουρανό, έτσι και στη γη)», τίποτε άλλο δεν εννοεί παρά αυτό. Ποιο; Ότι στον ουρανό δεν υπάρχει κανένας άπιστος, κανένας ενάντιος. Αν λοιπόν επρόκειτο οι πιστοί να κάνουν το θέλημά Του, οι άπιστοι όμως όχι, δεν θα ήταν το θέλημά Του όπως στον ουρανό, αλλά τι; «Όπως στον ουρανό», λέγει, «δεν υπάρχει κανένας πονηρός, έτσι ας μην υπάρχει ούτε στη γη. Αλλά όλους προσέλκυσέ τους», λέγει, «στον φόβο Σου, όλους τους ανθρώπους κάνε τους αγγέλους, είτε εχθροί μας είναι, είτε πολέμιοι».
Δεν βλέπεις πόσο βλασφημείται ο Θεός κάθε μέρα; Πόσο υβρίζεται από τους απίστους και τους πιστούς και με τα λόγια και με τα έργα; Τι λοιπόν; Μήπως έσβησε γι΄ αυτό τον ήλιο; Μήπως κοίμισε τη σελήνη; Έριξε ο ουρανός καταρρακτώδη βροχή, συγκλόνισε τη γη; Ξήρανε τη θάλασσα; Εξαφάνισε τις πηγές των υδάτων; Αναστάτωσε τον αέρα; Καθόλου, αλλά εντελώς το αντίθετο· ανατέλλει τον ήλιο, ρίχνει τη βροχή, δίνει καρπούς, δίνει ετήσιες τροφές στους βλάσφημους, στους ανόητους, στους μιαρούς, στους διώκτες, όχι μόνο μία μέρα, ούτε δύο, ούτε τρεις, αλλά σε όλη τη ζωή. Αυτόν μιμήσου και εσύ, Αυτόν ζήλεψε όσο σου το επιτρέπουν οι ανθρώπινες δυνάμεις. Δεν μπορείς να κάνεις τον ήλιο να ανατέλλει; Μην κακολογήσεις. Δεν μπορείς να δώσεις βροχή; Μην βρίζεις. Δεν μπορείς να θρέψεις; Μη φέρεσαι σαν μεθυσμένος. Αυτά τα δώρα είναι αρκετά για σένα. Η ευεργεσία του Θεού προς τους εχθρούς γίνεται με έργα. Εσύ κάνε με λόγια την ευεργεσία, προσευχήσου για τον εχθρό. Έτσι θα είσαι όμοιος με τον Πατέρα σου τον ουράνιο.
Άπειρες φορές μιλήσαμε γι’ αυτά και δεν θα σταματήσουμε να μιλάμε. Μόνο ας γίνει κάτι παραπάνω. Εμείς δεν ναρκωνόμαστε, ούτε κουραζόμαστε, εμείς δεν απελπιζόμαστε να μιλάμε. Μόνο εσείς μην δείξετε ότι ενοχλείστε ακούγοντάς τα. Φαίνεται να ενοχλείται κάποιος, όταν δεν κάνει αυτά που λέγονται. Γιατί αυτός που τα εφαρμόζει, συνέχεια θέλει να ακούει τα ίδια, σαν να μην ενοχλείται, αλλά να εγκωμιάζεται. Ώστε από πουθενά αλλού δεν προέρχεται η ενόχληση, παρά από το ότι δεν πράττουμε τα λεγόμενα. Εξαιτίας αυτού καταντάει φορτικός και ο ομιλητής. Πες μου, αν κάποιος κάνει ελεημοσύνη, και έπειτα κάποιος ομιλεί για την ελεημοσύνη, όχι μόνο δεν ενοχλείται από την ακρόαση, αλλά και χαίρεται, καθώς ακούει να ομιλούν για τα κατορθώματά του και να ανακηρύττονται.
Έτσι λοιπόν και εμείς, επειδή δεν έχουμε τίποτε κοινό με την ανεξικακία, και ούτε εμείς το κατορθώσαμε αυτό, γι’ αυτό τον λόγο και στενοχωριόμαστε με αυτά τα λόγια. Αν υπήρχαν οι πράξεις, τα λόγια δεν θα μας στενοχωρούσαν. Αν λοιπόν θέλετε να μην είμαστε φορτικοί και βαρετοί, έτσι ενεργήστε, με τα έργα αποδείξτε το. Δεν θα πάψουμε ποτέ να σας μιλάμε για τα ίδια, μέχρι που να κατορθώσετε κάτι. Και αυτό το κάνουμε προπάντων από κηδεμονία και φιλοστοργία που αισθανόμαστε προς εσάς.
Έπειτα και για τον κίνδυνο που επίκειται σε μας· γιατί αυτός που σαλπίζει, και αν κανείς δεν βγει στον πόλεμο, πρέπει να σαλπίζει, κάνοντας το δικό του καθήκον. Δεν το κάνουμε αυτό λοιπόν για να προκαλέσουμε τιμωρία μεγαλύτερη σε σας, αλλά να την απομακρύνουμε κατά το δυνατόν από εμάς. Και μαζί με αυτό είναι και η αγάπη σας που μας κατέχει· αν συμβεί κάτι τέτοιο, πληγώνονται και σχίζονται τα σπλάχνα μας. Αλλά μακάρι να μη γίνει. Δεν απαιτεί δαπάνη αυτό που είπαμε τώρα, δεν απαιτεί ζημία χρημάτων, δεν είναι μακρύς ο δρόμος. Χρειάζεται μόνο θέληση, λόγος είναι, προαίρεση είναι. Ας φυλάγουμε το στόμα μας, ας βάλουμε πόρτα και μοχλό, για να μη λέμε τίποτε που δεν αρέσει στον Θεό. Για μας τους ίδιους γίνεται αυτό, όχι γι΄αυτούς που προσευχόμαστε.
Αυτό ας σκεπτόμαστε πάντοτε, ότι και αυτός που ευλογεί τον εχθρό, ευλογεί τον εαυτό του, και αυτός που καταριέται, καταριέται τον εαυτό του· και αυτός που προσεύχεται για τον εχθρό, προσεύχεται για τον εαυτό του, όχι για εκείνον. Αν έτσι τα κάνουμε αυτά, θα μπορέσουμε αυτό το κατόρθωμα να το κάνουμε πράξη και να επιτύχουμε τα υπεσχημένα αγαθά, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο μαζί με τον Πατέρα και συγχρόνως και στο Άγιο Πνεύμα, ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και αιώνια. Αμήν.
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
[ Ομιλία Ζ΄]
«ἵνα ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι τοῦτο γὰρ καλὸν καὶ ἀπόδεκτον ἐνώπιον τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν(:και έτσι να ζούμε και εμείς ζωή ήρεμη και ήσυχη, με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα· διότι αυτό, το να προσευχόμαστε δηλαδή για όλους, είναι καλό και ευάρεστο ενώπιον του σωτήρα μας Θεού· διότι Αυτός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και με την πίστη να γνωρίσουν βαθύτερα και πληρέστερα την αλήθεια)»[Α΄Τιμ.2,2-7].
Εάν ο Παύλος θέλει να διαλύσει τους κοινούς πολέμους και τις μάχες και τις ταραχές, και γι’ αυτό παρακαλεί τον ιερωμένο να προσεύχεται για τους βασιλείς και για τους άρχοντες, πολύ περισσότερο πρέπει αυτό να το κάνουν οι ιδιώτες. Τρία είναι τα φοβερότερα είδη των πολέμων· ένας είναι αυτός ο κοινός, όταν οι στρατιώτες μας πολεμούνται από τους βαρβάρους· δεύτερος, όταν ενώ επικρατεί ειρήνη, εμείς πολεμούμε μεταξύ μας· τρίτος, όταν καθένας πολεμάει προς τον εαυτό του. Αυτός είναι ο φοβερότερος από όλους. Γιατί εκείνος ο πόλεμος που προέρχεται από τους βαρβάρους δεν μπορεί να μας βλάψει σε τίποτε μεγάλο. Πες μου, γιατί; Έσφαξε και σκότωσε, αλλά δεν έβλαψε σε τίποτε την ψυχή. Αλλά ούτε ο δεύτερος, αν δεν θέλουμε, θα μπορέσει να μας βλάψει σε τίποτε. Και αν άλλοι μας πολεμούν, είναι δυνατό εμείς να είμαστε ειρηνικοί· γιατί άκουε τον προφήτη που λέγει: «Ἀντὶ τοῦ ἀγαπᾶν με ἐνδιέβαλλόν με, ἐγὼ δὲ προσηυχόμην(:Αντί να με αγαπούν, με συκοφαντούσαν, εγώ όμως προσευχόμουν γι΄αυτούς)» [Ψαλμ.108,4]· και πάλι: «Μετὰ τῶν μισούντων τὴν εἰρήνην ἤμην εἰρηνικός· ὅταν ἐλάλουν αὐτοῖς, ἐπολέμουν με δωρεάν(:Με τους ανθρώπους που μισούσαν την ειρήνη, εγώ ήμουν ειρηνικός· όταν συνομιλούσα με αυτούς, εκείνοι με πολεμούσαν χωρίς λόγο και αφορμή)» [Ψαλμ.119,7]· και πάλι: «Καὶ λόγοις μίσους ἐκύκλωσάν με καὶ ἐπολέμησάν με δωρεάν(:Με περικύκλωσαν με λόγια μίσους και με πολέμησαν χωρίς καμιάν αιτία και αφορμή)» [Ψαλμ.108,3].
Τον τρίτο όμως πόλεμο, τον πόλεμο με τον εαυτό μας, δεν είναι δυνατό να τον διαφύγουμε ακίνδυνα· γιατί όταν το σώμα μας επαναστατεί προς την ψυχή και ξεσηκώνει επιθυμίες φοβερές και οπλίζει τις ηδονές των σωμάτων, της οργής, του φθόνου, δεν είναι δυνατό, αν δεν λυθεί αυτός ο πόλεμος, να επιτύχουμε τα υπεσχημένα αγαθά, αλλά είναι ανάγκη εκείνος που δεν καταστέλλει αυτήν την ταραχή, να πέσει και να δεχτεί τραύματα, που γεννούν τον θάνατο της γέενας.
Πρέπει λοιπόν εμείς κάθε μέρα να μεριμνούμε και να φροντίζουμε πολύ, ώστε ούτε να ξεσηκώνεται μέσα μας αυτός ο πόλεμος, ούτε να παραμένει, όταν ξεσηκωθεί, αλλά να καταστέλλεται και να κοιμίζεται. Γιατί ποιο θα ήταν το όφελος, όταν η οικουμένη απολαμβάνει βαθιά ειρήνη, εσύ όμως πολεμάς με τον εαυτό σου; Αυτήν την ειρήνη πρέπει να έχουμε, την ειρήνη με τον εαυτό μας· αν έχουμε αυτήν, τίποτε από τα έξω δεν θα μπορέσει να μας βλάψει. Συντελεί προς αυτήν βέβαια όχι λίγο και η κοινή ειρήνη, η ειρήνη με όλους τους ανθρώπους· γι’ αυτό λέγει εδώ ο Παύλος: «ἵνα ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν (:για να ζούμε ήρεμο και ήσυχο βίο)». Αν όμως κάποιος, ενώ είναι ησυχία, ταράσσεται, είναι πάρα πολύ άθλιος. Βλέπεις ότι αυτήν την ειρήνη εννοεί, την οποία εγώ ονομάζω τρίτη;
Γι’ αυτό αφού είπε «για να ζούμε ήρεμη και ήσυχη ζωή», δεν σταμάτησε μέχρι εδώ, αλλά πρόσθεσε: «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι(:με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα)». Δεν είναι δυνατό να ζει κανείς με ευσέβεια και σεμνότητα, αν δεν κατορθώσει εκείνη την ειρήνη. Γιατί όταν λογισμοί αναζητήσεως ταράσσουν την πίστη μας, ποια ειρήνη υπάρχει; Όταν πνεύματα ασέλγειας, ποια ειρήνη; Για να μη νομίσεις λοιπόν ότι απλώς αυτήν τη ζωή εννοεί, που όλοι οι άνθρωποι ζουν, αφού είπε «για να ζούμε ήρεμη και ήσυχη ζωή», προσθέτει «με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα»· επειδή είναι δυνατόν ήρεμη και ήσυχη ζωή να περνούν και οι ειδωλολάτρες, και ακόμη μπορείς να βρεις να ζουν τον βίο αυτό και ακόλαστοι και σπάταλοι και φιλήδονοι.
Για να μάθεις λοιπόν ότι δεν εννοεί αυτό, προσθέτει το «με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα»· γιατί εκείνη η ζωή έχει επιβουλές και μάχες, αφού η ψυχή κάθε μέρα πληγώνεται από τους θορύβους που γεννιούνται στους λογισμούς. Το ότι θέλει να δηλώσει αυτή τη ζωή, είναι φανερό από την προσθήκη, αλλά είναι φανερό και από το ότι δεν είπε απλώς «με ευσέβεια», αλλά πρόσθεσε και το «κάθε»· γιατί λέγοντας αυτό φάνηκε ότι απαιτεί όχι μόνο την πολιτεία εκείνη που προέρχεται από τα δόγματα, αλλά και εκείνη που ασφαλίζεται από τον βίο· γιατί πρέπει να αναζητούμε την ευσέβεια και στα δύο· γιατί ποιο το όφελος να είμαστε ευσεβείς στην πίστη, στη ζωή όμως ασεβείς;
Ότι είναι δυνατό να ασεβείς στη ζωή, άκουε πάλι αυτόν τον μακάριο Παύλο που λέγει αλλού: «Θεὸν ὁμολογοῦσιν εἰδέναι, τοῖς δὲ ἔργοις ἀρνοῦνται, βδελυκτοὶ ὄντες καὶ ἀπειθεῖς καὶ πρὸς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἀδόκιμοι(: Ομολογούν ότι γνωρίζουν τον Θεό, με τα έργα τους όμως Τον αρνούνται. Είναι σιχαμεροί και απείθαρχοι, άχρηστοι και ανίκανοι για κάθε καλό έργο)»[Τίτ.1,16]· και πάλι: «Εἰ δέ τις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καὶ ἔστιν ἀπίστου χείρων(:Κι αν κανείς από τους απογόνους αυτούς δεν προνοεί για τους δικούς του, και μάλιστα για τους στενούς συγγενείς και τους ανθρώπους του σπιτιού του, αυτός έχει αρνηθεί την πίστη του Χριστού και είναι χειρότερος ακόμη κι απ’ αυτόν τον άπιστο, ο οποίος συνήθως δεν στερείται τη φυσική στοργή)»[Α΄Τιμ.5,8]· και πάλι: «Νῦν δὲ ἔγραψα ὑμῖν μὴ συναμίγνυσθαι ἐάν τις ἀδελφὸς ὀνομαζόμενος ᾖ πόρνος ἢ πλεονέκτης ἢ εἰδωλολάτρης ἢ λοίδορος ἢ μέθυσος ἢ ἅρπαξ, τῷ τοιούτῳ μηδὲ συνεσθίειν(:Τώρα όμως σας έγραψα να μην συναναστρέφεστε με κάποιον που, ενώ φέρει το όνομα μόνο του αδελφού, στην πραγματικότητα όμως είναι πόρνος ή πλεονέκτης ή ειδωλολάτρης ή υβριστής ή κακόγλωσσος, ή μέθυσος ή άρπαγας. Με τέτοιον χριστιανό δεν πρέπει ούτε να τρώτε μαζί του)» [Α΄Κορ.5,11]· και πάλι: «Ὁ λέγων ἐν τῷ φωτὶ εἶναι, καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῶν, ἐν τῇ σκοτίᾳ ἐστὶν ἕως ἄρτι(:Εκείνος που λέει ότι ζει μέσα στο πνευματικό φως, συγχρόνως όμως μισεί τον αδελφό του Χριστιανό, αυτός ακόμη και τώρα που το αληθινό φως φωτίζει, βρίσκεται μέσα στο πνευματικό και ηθικό σκοτάδι)»[Α΄Ιω.2,9].
Βλέπεις πόσοι είναι οι τρόποι της ασέβειας; Γι’ αυτό λέγει «με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα»· γιατί άσεμνος δεν είναι μόνο ο πόρνος, αλλά και ο πλεονέκτης θα μπορούσε να ονομαστεί άσεμνος και ακόλαστος· γιατί και αυτό είναι επιθυμία όχι χειρότερη από αυτή των σωμάτων· αυτός λοιπόν που δεν αναχαιτίζει τα πάθη του λέγεται ακόλαστος· ακριβώς επειδή δεν αναχαιτίζουν την επιθυμία λέγονται ακόλαστοι. Ώστε λοιπόν θα μπορούσα εγώ να ονομάσω ακόλαστο και τον οργίλο και τον φθονερό και τον φιλάργυρο και τον ύπουλο, και ο καθένας που βρίσκεται στην αμαρτία είναι ακόλαστος και άσεμνος και ασελγής· γιατί λέγει «Τοῦτο γὰρ καλὸν καὶ ἀπόδεκτον ἐνώπιον τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ(:διότι αυτό, το να προσευχόμαστε δηλαδή για όλους, είναι καλό και ευάρεστο ενώπιον του σωτήρα μας Θεού)»[Α΄Τιμ.2,3]. Ποιο αυτό; Το να προσευχόμαστε για όλους· αυτό δέχεται ο Θεός, αυτό επιθυμεί. Γιατί λέγει: «ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν(:διότι Αυτός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και με την πίστη να γνωρίσουν βαθύτερα και πληρέστερα την αλήθεια)»[Α΄Τιμ.2,4].
Να μιμείσαι τον Θεό. Αν θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, είναι εύλογο ότι πρέπει να προσευχόμαστε για όλους· εάν Αυτός θέλησε να σωθούν όλοι, θέλει να σωθείς και εσύ· αν θέλεις να σωθείς, να προσεύχεσαι· γιατί η προσευχή είναι γι΄αυτούς τους ανθρώπους. Βλέπεις πώς έπεισε την ψυχή από παντού, ώστε να προσεύχεται και για τους ειδωλολάτρες; Και δείχνοντας πόσο είναι το κέρδος που γεννιέται από αυτό, λέγει «για να ζούμε ήρεμη και ήσυχη ζωή» και το μεγαλύτερο από αυτό, ότι αυτό αρέσει και στον Θεό, και ότι γινόμαστε όμοιοι με Αυτόν ως προς αυτό, ως προς το να θέλουμε τα ίδια με Αυτόν. Αυτά είναι ικανά να εξημερώσουν και θηρία. Μη φοβηθείς λοιπόν να προσεύχεσαι για τους ειδωλολάτρες· και Αυτός το θέλει αυτό· φοβήσου μόνο την κατάρα· γιατί αυτό δεν το θέλει. Αν λοιπόν πρέπει να προσεύχεσαι για τους ειδωλολάτρες, είναι ολοφάνερο ότι πρέπει και για τους αιρετικούς· γιατί πρέπει να προσευχόμαστε για όλους τους ανθρώπους, και όχι να τους διώκουμε.
Αυτό είναι καλό και από άλλη σκοπιά· από το ότι γινόμαστε κοινωνοί της ίδιας φύσεως, ενώ ο Θεός επαινεί και δέχεται την αγάπη, τη φιλοστοργία μεταξύ μας. «Αν λοιπόν», λέγει ίσως κάποιος, «ο ίδιος ο Κύριος θέλει να δώσει, τι χρειάζονται οι προσευχές μας;». Αυτό βοηθά πολύ εκείνους και εσένα, έλκοντας εκείνους στην αγάπη και μην αφήνοντας εσένα να γίνεις θηρίο· αυτά είναι ικανά να προσελκύσουν στην πίστη· γιατί πολλοί άνθρωποι εξαιτίας της μεταξύ τους φιλονικίας απομακρύνθηκαν από τον Θεό.
Αυτό τώρα το ονομάζει σωτηρία του Θεού, λέγοντας «ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν(:διότι Αυτός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και με την πίστη να γνωρίσουν βαθύτερα και πληρέστερα την αλήθεια)», επειδή και αυτή είναι η πραγματική σωτηρία· γιατί χωρίς αυτήν η άλλη δεν είναι τίποτε το μεγάλο, αλλά μόνο όνομα σωτηρίας και προσηγορία. «Και να γνωρίσουν», λέγει, «την αλήθεια». Την αλήθεια· ποια; Την πίστη σε Αυτόν. Και πριν απ’ αυτό βέβαια είπε: «Καθὼς παρεκάλεσά σε προσμεῖναι ἐν ᾿Εφέσῳ, πορευόμενος εἰς Μακεδονίαν, ἵνα παραγγείλῃς τισὶ μὴ ἑτεροδιδασκαλεῖν(:Όπως σε παρακάλεσα να παραμείνεις στην Έφεσο, όταν πήγαινα στη Μακεδονία, το ίδιο σε παρακαλώ και τώρα. Σε παρακάλεσα τότε να παραμείνεις στην Έφεσο, για να παραγγείλεις σε μερικούς να μη διδάσκουν αιρετικές διδασκαλίες, διαφορετικές από τη διδασκαλία του Ευαγγελίου)», όμως για να μην τους βλέπει κανείς αυτούς σαν εχθρούς και ούτε να δημιουργεί διαμάχες από αυτό, λέγει: «όλοι οι άνθρωποι θέλει να σωθούν και να γνωρίσουν την αλήθεια».
Έπειτα, αφού είπε αυτό, πρόσθεσε: «Εἷς γὰρ Θεός, εἷς καὶ μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστὸς ᾿Ιησοῦς(:και θέλει τη σωτηρία όλων, διότι ένας και μόνος είναι ο Θεός, Θεός όλων των ανθρώπων και όχι μόνο κάποιου ορισμένου έθνους. Ένας είναι και ο μεσίτης μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων, ο Ιησούς Χριστός, που έγινε άνθρωπος)»[Α΄Τιμ.2,5]. Είπε «για να γνωρίσουν την αλήθεια», για να δείξει ότι η οικουμένη δεν βρίσκεται στην αλήθεια. Είπε πάλι: «γιατί ένας είναι ο Θεός», για να δείξει ότι δεν είναι πολλοί, όπως νομίζουν μερικοί.
Είπε ότι έχει στείλει και μεσίτη και Υιό, για να δείξει ότι θέλει όλοι να σωθούν. Τι λοιπόν; Ο Υιός δεν είναι Θεός; Και πάρα πολύ είναι. Πώς λοιπόν λέγει: «ένας»; Προς αντιδιαστολή από τα είδωλα, όχι προς τον Υιό, καθόσον ο λόγος Του ήταν για αλήθεια και πλάνη. Ο μεσίτης οφείλει να βρίσκεται σε σχέση και με τους δύο, στους οποίους είναι μεσίτης· γιατί το έργο του μεσίτη είναι αυτό, το να έχει σχέση και κοινωνία και με τους δύο, των οποίων είναι μεσίτης· εάν όμως κοινωνεί με τον ένα, αλλά αποχωρίζεται από τον άλλο, δεν είναι μεσίτης. Εάν λοιπόν δεν μετέχει της φύσεως του Πατρός, δεν είναι μεσίτης, αλλά αποσχίστηκε από Αυτόν. Όπως ακριβώς λοιπόν μετέχει της φύσεως των ανθρώπων, επειδή ερχόταν προς ανθρώπους, έτσι μετέχει και της φύσεως του Θεού, επειδή ερχόταν από τον Θεό.
Επειδή δηλαδή γεννήθηκε ανάμεσα σε δύο φύσεις, πρέπει Αυτός να βρίσκεται πλησίον των δύο φύσεων· γιατί όπως ακριβώς το μέσον ενός τόπου είναι πλησίον και των δύο τόπων που τους χωρίζει, έτσι και το μέσον των δύο φύσεων οφείλει να είναι πλησίον των δύο φύσεων. Όπως ακριβώς λοιπόν έγινε άνθρωπος, έτσι ήταν και Θεός. Άνθρωπος δεν θα μπορούσε να γίνει μεσίτης· γιατί έπρεπε να συνομιλεί και με τον Θεό· Θεός δεν θα μπορούσε να γίνει μεσίτης· γιατί δεν θα τον δέχονταν εκείνοι για τους οποίους μεσίτευε. Όπως ακριβώς εκεί λέγει «ἀλλ᾿ ἡμῖν εἷς Θεὸς ὁ πατήρ, ἐξ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς εἰς αὐτόν, καὶ εἷς Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, δι᾿ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς δι᾿ αὐτοῦ(:για μας όμως υπάρχει ένας Θεός, ο Πατήρ, από τον οποίο έγιναν τα πάντα, και γι’ Αυτόν οφείλουμε να ζούμε και σε Αυτόν οφείλουμε να αποβλέπουμε και εμείς ως τελικό σκοπό της ζωής μας· και ένας Κύριος υπάρχει ο Ιησούς Χριστός, διαμέσου του οποίου δημιουργήθηκαν τα πάντα, και εμείς διαμέσου Αυτού γεννηθήκαμε)»[Α΄Κορ.8,6], έτσι και εδώ, «ένας» και «ένας». Βλέπεις πως η Γραφή χρησιμοποιεί τον λόγο με πολλή ακρίβεια; Γιατί το «ένας» και «ένας» είναι δύο, αλλά δεν θα το πούμε αυτό, αν και ο λογισμός το υποβάλλει. Εδώ δεν λες «ένας και ένας, δύο»· λες αυτό που ούτε ο λογισμός υποβάλλει, εάν δηλαδή γέννησε, έπαθε.
Λέγει λοιπόν: «Εἷς γὰρ Θεός, εἷς καὶ μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστὸς ᾿Ιησοῦς ὁ δοὺς ἑαυτὸν ἀντίλυτρον ὑπὲρ πάντων, τὸ μαρτύριον καιροῖς ἰδίοις(:Και θέλει τη σωτηρία όλων, διότι ένας και μόνος είναι ο Θεός, Θεός όλων των ανθρώπων και όχι μόνο κάποιου ορισμένου έθνους. Ένας είναι και ο μεσίτης μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων, ο Ιησούς Χριστός, που έγινε άνθρωπος και έδωσε τον εαυτό Του λύτρο για να εξαγοράσει όλους τους ανθρώπους. Για το γεγονός αυτό της εξαγοράς μας δίνουμε εμείς οι απόστολοι τη μαρτυρία μας, αλλά προπαντός ο ίδιος ο Κύριος, ο οποίος και την επισφράγισε με τον θάνατό Του στον καιρό που καθόρισε ο Ίδιος)»[Α΄Τιμ.2,6].
Τι λοιπόν; Πες μου, και για τους Έλληνες το έδωσε; Ναι. Και ο Χριστός βέβαια και πέθανε για τους ειδωλολάτρες, και εσύ δεν ανέχεσαι να προσευχηθείς; «Πώς λοιπόν», λέγει, «δεν πίστεψαν;». Γιατί δεν θέλησαν· εκείνο που εξαρτιόταν από Αυτόν έγινε. «Μαρτύριο» λέγει το πάθος· γιατί, λέγει, ήθελε να μαρτυρήσει για την αλήθεια του Πατέρα και σφάχθηκε. Ώστε δεν μαρτυρεί μόνο ο Πατέρας γι’ Αυτόν, αλλά και Αυτός για τον Πατέρα· γιατί λέγει: «Ἐγὼ ἐλήλυθα ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ πατρός μου(:Εγώ ήλθα εξ ονόματος του Πατρός μου ως αντιπρόσωπός Του, για να φανερώσω το όνομά Του και το θέλημά Του)» [Ιω.5,43]· και πάλι: «Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε· ὁ μονογενὴς υἱὸς ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο(:και ήταν φυσικό από τον Χριστό να λάβουμε την τέλεια αποκάλυψη της αλήθειας· διότι τον Θεό δεν Τον έχει δει κανείς ποτέ. Ο Υιός, που μόνο Αυτός γεννήθηκε από την ουσία του Πατρός και είναι μέσα στους κόλπους Του αχώριστος πάντοτε από Αυτόν, Εκείνος μας εξήγησε και μας γνώρισε τον Θεό)» [Ιω.1,18]· και πάλι: «Αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν(:Αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν οι άνθρωποι συνεχώς όλο και περισσότερο Εσένα, τον μόνο αληθινό Θεό, και τον Ιησού Χριστό, τον οποίο απέστειλες στον κόσμο, έχοντας ζωντανή επικοινωνία με σένα και απολαμβάνοντας τις άπειρες τελειότητές Σου)» [Ιω.17,3]· και πάλι: «Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν(:Ο Θεός είναι πνεύμα, γι’ αυτό και δεν περιορίζεται σε τόπους. Κι εκείνοι που Τον λατρεύουν πρέπει να Τον προσκυνούν με τις εσωτερικές τους πνευματικές δυνάμεις, με αφοσίωση της καρδιάς και του νου, αλλά και με αληθινή επίγνωση του Θεού και της λατρείας που του αρμόζει)»[Ιω.4,24].
Μέχρι θανάτου λοιπόν μαρτύρησε. Το «καιροῖς ἰδίοις(:στον καιρό που καθόρισε ο Ίδιος)» λοιπόν αυτό σημαίνει στους κατάλληλους. «Εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος, ἀλήθειαν λέγω ἐν Χριστῷ, οὐ ψεύδομαι, διδάσκαλος ἐθνῶν ἐν πίστει καὶ ἀληθείᾳ (:Για τη μαρτυρία αυτή ο Θεός με ανέδειξε και με έταξε κήρυκα και απόστολο. Λέω αλήθεια, όπως μου το επιβάλλει η κοινωνία μου με τον Χριστό. Δεν ψεύδομαι. Με έταξε ο Θεός να είμαι διδάσκαλος των εθνικών στην πίστη και την αλήθεια)»[Α΄Τιμ.2,7]. «Αφού λοιπόν ο Χριστός έπαθε για τα έθνη, και εγώ ορίστηκα δάσκαλος των εθνών, για ποιο λόγο εσύ δεν προσεύχεσαι γι΄αυτούς;» Πολύ σωστά εδώ για να δείξει την αξιοπιστία του, λέγει: «για το οποίο τοποθετήθηκα εγώ κήρυκας», δηλαδή «ορίστηκα»· γιατί οι απόστολοι ήταν πάρα πολύ επιφυλακτικοί γι’ αυτό.
Έπειτα πρόσθεσε: «διδάσκαλος των εθνικών στην πίστη και την αλήθεια». «Με πίστη» πάλι· αλλά μη νομίσεις, επειδή άκουσες «με πίστη», ότι το πράγμα είναι απάτη· γιατί λέγει «με αλήθεια»· εάν είναι αλήθεια, δεν είναι ψεύδος. Βλέπεις πόσο η χάρη επεκτάθηκε; Γιατί στους Ιουδαίους οι προσευχές δεν γίνονταν για τέτοια, ενώ τώρα η χάρη επεκτάθηκε. Γι’ αυτό είπε ότι ορίστηκε και δάσκαλος των εθνών, υπονοώντας τη χάρη που χύθηκε σε όλη την οικουμένη. «Αυτός» λέγει, «που έδωσε τον εαυτό Του αντίλυτρο». Πώς λοιπόν παραδόθηκε από τον Πατέρα; Άρα λοιπόν αυτό ήταν έργο της αγαθότητας Αυτού. Τι σημαίνει «ἀντίλυτρον»; Επρόκειτο να τιμωρηθούν· αυτό δεν το έκανε. Επρόκειτο να χαθούν· αλλά αντί για εκείνους έδωσε τον Υιό Του και έστειλε εμάς κήρυκες, ώστε να κηρύττουμε τον σταυρό.
Είναι αρκετά αυτά να προσελκύσουν όλους και να δείξουν την αγάπη του Χριστού· γιατί πραγματικά είναι μεγάλα και ανεκδιήγητα αυτά που επέδειξε ο Θεός σε μας. Θυσίασε τον εαυτό Του για τους εχθρούς, γι΄αυτούς που Τον μισούν, γι΄αυτούς που Τον αποστρέφονται. Πράγμα που δεν το έκανε κανείς, ούτε για τους φίλους του, ούτε για τα παιδιά του, ούτε για τους αδελφούς του, το έκανε ο Κύριος για τους δούλους Του. Κύριος όχι τέτοιος, όμοιος με τους δούλους, αλλά Θεός για τους ανθρώπους, και για ανθρώπους που δεν ευδοκιμούσαν· γιατί αν ευδοκιμούσαν, αν ήταν ευάρεστοι, δεν θα ήταν τόσο θαυμαστό· τώρα όμως αυτό είναι που εκπλήττει κάθε διάνοια, το ότι πέθανε για τέτοιους αχάριστους και αγνώμονες. Αυτό που δεν γίνεται από ανθρώπους προς τους ομοφύλους τους, αυτό έγινε από τον Θεό σε μας, και ενώ απολαύσαμε τόση αγάπη, δείχνουμε άρνηση ακόμα και δεν αγαπούμε τον Χριστό.
Αυτός θυσίασε τον εαυτό Του για μας, εμείς όμως Τον παραβλέπουμε τη στιγμή που δεν έχει ούτε και την αναγκαία τροφή; Και ενώ είναι άρρωστος και ενώ είναι γυμνός, δεν Τον επισκεπτόμαστε. Πόσης οργής είναι άξια αυτά, πόσης τιμωρίας, πόσης γέενας; Αν όχι τίποτε άλλο, αυτό λοιπόν μόνο, το ότι καταδέχτηκε να οικειοποιηθεί τα ανθρώπινα παθήματα και να λέγει «πεινώ και διψώ», δεν ήταν αρκετό να μας προτρέψει όλους; Αλλά πω πω μέγεθος της τυραννικής εξουσίας των χρημάτων, ή καλύτερα της μοχθηρίας αυτών που με τη θέλησή τους είναι δούλοι των χρημάτων· δεν έχουν εκείνα μεγάλη δύναμη, αλλά εμείς είμαστε υπερβολικά έκλυτοι και υποδουλωμένοι σε αυτά, εμείς ταπεινοί και γαιώδεις, εμείς σαρκικοί, εμείς ανόητοι· γιατί δεν είναι μεγάλη η δύναμη εκείνων. Πες μου, τι μπορούν εκείνα; Είναι κουφά και αναίσθητα. Εάν ο διάβολος δεν είναι τίποτε, ο μιαρός δαίμονας, αυτός που είναι τόσο πονηρός και που κάνει άνω κάτω τα πάντα, ποια δύναμη έχουν τα χρήματα;
Αν δεις άργυρο, θεώρησέ τον κασσίτερο. Αλλά δεν μπορείς; Λοιπόν, αυτό που είναι αληθές, αυτό θεώρησέ τον, ότι είναι χώμα· γιατί είναι χώμα. Αλλά δεν δέχεσαι ούτε αυτή τη σκέψη; Σκέψου ότι χανόμαστε και εμείς, ότι πολλοί δεν απόλαυσαν σχεδόν τίποτε από αυτά που απέκτησαν, ότι άπειροι που κόμπασαν γι΄ αυτόν, έγιναν στάχτη και σκόνη, ότι και τώρα τιμωρούνται με τη χειρότερη τιμωρία, ότι είναι φτωχότεροι από εκείνους που έτρωγαν σε σκεύη οστράκινα και γυάλινα, και πολλές φορές είναι φτωχότεροι εκείνοι που κοιμούνταν σε κρεβάτια από ελεφαντοστό, από αυτούς που κοιμούνταν στην κοπριά. Αλλά ευχαριστεί τα μάτια; Κι όμως υπάρχουν πολλά άλλα που μπορούν να ευχαριστούν περισσότερο. Πραγματικά τα άνθη, ο αέρας, όταν είναι καθαρός, και ο ουρανός και ο ήλιος πολύ περισσότερο ευχαριστεί. Ενώ αυτός έχει και πολλή σκουριά, και γι’ αυτό πολλοί είπαν ότι αυτός είναι μαύρος, και γίνεται αυτό φανερό από τα εκμαγεία που είναι σκούρα, ενώ στον ήλιο τίποτε δεν είναι μαύρο, όπως και στον ουρανό και στα άστρα. Πολλή είναι η απόλαυση σε αυτά τα άνθη παρά σε εκείνο το χρώμα. Δεν είναι λοιπόν το άνθος που ευχαριστεί, αλλά η πλεονεξία, η αδικία· αυτό ευχαριστεί τις ψυχές, όχι ο άργυρος.
Βγάλε αυτήν από την ψυχή και θα δεις αυτό που φαίνεται ότι είναι πολύτιμο, ότι είναι ευτελέστερο από τον πηλό. Βγάλε το πάθος· γιατί και αυτοί που πάσχουν από πυρετό, αν δουν ακόμη και βόρβορο, τον επιποθούν σαν να είναι πηγές, ενώ οι πραγματικά υγιείς πολλές φορές ούτε νερό δεν επιθυμούν. Απομάκρυνε την αρρώστια και θα δεις τα πράγματα όπως είναι. Και για να μάθεις ότι δεν ψεύδομαι, έχω πολλούς να σου δείξω που το έκαναν αυτό. Σβήσε τη φωτιά, και θα δεις ότι αυτά είναι ευτελέστερα από τα άνθη.
Είναι καλό το χρυσάφι; Αλλά είναι καλό για ελεημοσύνη, καλό για τη βοήθεια φτωχών, όχι για ανόητη χρήση, για να αποθηκεύεται, για να παραχώνεται στη γη, για να περιτίθεται στα χέρια, στα πόδια και στα κεφάλια. Γι’ αυτό εφευρέθηκε, όχι για να δεσμεύουμε με αυτό την εικόνα του Θεού, αλλά για να λύνουμε τους δεσμευμένους· γι’ αυτό χρησιμοποίησε τον χρυσό· λύσε τον δεμένο, μη δέσεις τη λυμένη. Πες μου, για ποιο λόγο προτιμάς απ΄όλα το πιο μηδαμινό; Μήπως δηλαδή επειδή είναι χρυσός, δεν δημιουργεί δεσμά; Μήπως η ύλη δημιουργεί τα δεσμά; Είτε λοιπόν είναι χρυσός, είτε σίδηρος, το ίδιο είναι, αν και αυτό είναι βαρύτερο από εκείνο. Αλλά ποιο είναι εκείνο που κάνει ελαφρότερο το πράγμα; Η κενοδοξία και το ότι την βλέπουν όλοι ότι είναι δεμένη στο χρυσό, πράγμα που για το οποίο έπρεπε πολύ περισσότερο να ντρέπονται. Και για να καταλάβεις ότι αυτό είναι αλήθεια, δέσε την με τον χρυσό και άφησέ την στην ερημιά, όπου δεν υπάρχει κανείς να τη βλέπει, και τότε θεωρεί βαρύ τον δεσμό και μισητό.
Ας φοβηθούμε, αγαπητοί, μήπως ακούσουμε εκείνα τα φοβερά λόγια: «Δήσαντες αὐτοῦ πόδας καὶ χεῖρας ἄρατε αὐτὸν καὶ ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων(:Δέστε τα χέρια και τα πόδια του και πάρτε τον και ρίξτε τον έξω, στο πιο βαθύ σκοτάδι, που είναι μακριά από τη βασιλεία του Θεού. Εκεί οι άνθρωποι θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους)»[Ματθ.22,13]. Γιατί λοιπόν, γυναίκα, κάνεις αυτό στον εαυτό σου; Κανένας δεσμώτης δεν δένει χέρια και πόδια. Γιατί περιβάλλεις και τον λαιμό με μύρια δεσμά; Αφήνω βέβαια κατά μέρος τη φροντίδα που δημιουργούν αυτά, τον φόβο, την αγωνία, τη διαμάχη με τον άνδρα γι’ αυτά , αν κάποτε τα χρειαστεί, τον θάνατο που υπομένουν, αν κάποτε κάτι από αυτά χαθεί. Πες μου λοιπόν είναι ηδονή; Για να ευχαριστούνται τα μάτια άλλου, υποβάλλεις τον εαυτό σου σε δεσμά και φροντίδες και κινδύνους και αηδίες και διαμάχες καθημερινές; Άραγε δεν είναι αυτό άξιο κάθε κατηγορίας και καταδίκης;
Ας μην κάνουμε αυτά, παρακαλώ, αλλά ας λύνουμε κάθε σύνδεσμο αδικίας, ας προσφέρουμε ψωμί στον πεινασμένο, ας κάνουμε όλα τα άλλα, που μπορούν να μας δημιουργήσουν παρρησία προς τον Θεό, για να επιτύχουμε τα αγαθά που μας έχει υποσχεθεί, με τη χάρη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως και στο άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-i-ad-timotheum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Α΄προς Τιμόθεον επιστολήν, ομιλίες ΣΤ΄ και Ζ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 23, σελίδες 212-243.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ [:Ματθ. 13, 53-58]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ ᾿Ιησοῦς τὰς παραβολὰς ταύτας μετῆρεν ἐκεῖθεν (:Και όταν ο Ιησούς τελείωσε τις παραβολές αυτές, αναχώρησε από εκεί)»[Ματθ.13,53].Γιατί είπε ο Κύριος τις παραβολές αυτές; Επειδή επρόκειτο και άλλες να πει. Και για ποιο λόγο μεταβαίνει από εκεί; Επειδή ήθελε να σπείρει παντού τον λόγο.
«Καὶ ἐλθὼν εἰς τὴν πατρίδα αὐτοῦ ἐδίδασκεν αὐτοὺς ἐν τῇ συναγωγῇ αὐτῶν (:Και αφού ήλθε στην πατρίδα Του, δίδασκε τους κατοίκους της στη συναγωγή τους)». Και ποια πόλη ονομάζει τώρα πατρίδα Του; Εγώ νομίζω τη Ναζαρέτ· διότι λέγει: «Καὶ οὐκ ἐποίησεν ἐκεῖ δυνάμεις πολλὰς(:και δεν έκανε εκεί πολλά θαύματα)»[Ματθ.13,58]· ενώ στην Καπερναούμ έκανε θαύματα. Για τον λόγο αυτόν και έλεγε: «Καὶ σὺ Καπερναούμ, ἡ ἕως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσα, ἕως ᾅδου καταβιβασθήση· ὅτι εἰ ἐν Σοδόμοις ἐγενήθησαν αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν σοί, ἔμειναν ἂν μέχρι τῆς σήμερον(:Κι εσύ, Καπερναούμ, που έγινες κατοικία του ενανθρωπήσαντος Κυρίου και γι’ αυτό υψώθηκες δοξασμένη μέχρι τον ουρανό, θα κατεβείς ντροπιασμένη μέχρι τον Άδη· διότι εάν είχαν γίνει στα Σόδομα τα μεγάλα θαύματα που έγιναν σε σένα, δεν θα καταστρέφονταν, αλλά οι κάτοικοί τους θα μετανοούσαν, και τα Σόδομα θα έμεναν μέχρι τη σημερινή ημέρα)»[Ματθ.11,23].
Όταν λοιπόν ήλθε εκεί, τα μεν θαύματα τα άφησε, για να μην ανάψει περισσότερο τον φθόνο τους, ούτε να είναι μεγαλύτερη η καταδίκη τους· αντιθέτως προτιμά τη διδασκαλία που δεν περιέχει μικρότερο θαύμα έναντι των θαυμάτων· διότι και οι πλέον ανόητοι έπρεπε να θαυμάσουν και να εκπλαγούν από τη δύναμη των λόγων Του, αυτοί όμως όλως αντιθέτως Τον ταπεινώνουν από τον νομιζόμενο ως πατέρα Του, Ιωσήφ[«Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ τέκτονος υἱός;(:Δεν είναι αυτός ο γιος του μαραγκού;)»:Ματθ.13,55]· μολονότι βέβαια πολλά παρόμοια παραδείγματα από την παλαιά εποχή και είχαν δει γενναία παιδιά από άσημους πατέρες.
Καθόσον και ο Δαβίδ ήταν υιός κάποιου άσημου γεωργού, του Ιεσσαί· και ο Αμμώς ήταν υιός αιγοβοσκού και ο ίδιος επίσης ήταν αιγοβοσκός· αλλά και ο Μωυσής ο νομοθέτης είχε πατέρα, που απείχε πάρα πολύ από αυτόν. Και ακριβώς για τον λόγο αυτόν έπρεπε κατεξοχήν να προσκυνούν και να καταλαμβάνονται από θαυμασμό, επειδή μολονότι προερχόταν από ταπεινούς γονείς, τους δίδασκε τόσο υψηλά νοήματα· διότι ήταν ολοφάνερο ότι αυτά δεν προέρχονταν από ανθρώπινη φροντίδα, αλλά ήταν αποτέλεσμα της θείας χάριτος. Αυτοί όμως από αυτά που έπρεπε να Τον θαυμάζουν, από αυτά ορμώμενοι Τον περιφρονούν. Συνεχώς μάλιστα συχνάζει στις συναγωγές για να μην Τον κατηγορήσουν ακόμη περισσότερο, ότι, δαπανώντας τον χρόνο Του στην έρημο, δημιουργεί σχίσμα και κάνει πόλεμο ενάντια στην πολιτεία.
Γεμάτοι λοιπόν από έκπληξη και απορία έλεγαν: «Από πού αυτός έλαβε αυτήν τη σοφία και αυτές τις θαυματουργικές δυνάμεις;», ονομάζοντας τα θαύματα δυνάμεις ή και αυτήν ακόμη τη σοφία. «Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ τέκτονος υἱός; (:Δεν είναι αυτός ο γιος του μαραγκού;)». Τώρα λοιπόν το θαύμα ήταν μεγαλύτερο και ακόμη μεγαλύτερη η έκπληξη. «Οὐχὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ λέγεται Μαριὰμ καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ ᾿Ιάκωβος καὶ ᾿Ιωσῆς καὶ Σίμων καὶ ᾿Ιούδας; καὶ αἱ ἀδελφαὶ αὐτοῦ οὐχὶ πᾶσαι πρὸς ἡμᾶς εἰσι; πόθεν οὖν τούτῳ ταῦτα πάντα; καὶ ἐσκανδαλίζοντο ἐν αὐτῷ(:Δεν ονομάζεται η μητέρα του Μαριάμ, και οι αδελφοί του Ιάκωβος και Ιωσής και Σίμων ο Ιούδας; Και οι αδελφές του δεν είναι όλες μαζί μας; Από πού λοιπόν τα απέκτησε όλα αυτά;” Και δυσπιστούσαν σε Αυτόν)»[Ματθ.13, 55-57].
Βλέπεις ότι δίδασκε στη Ναζαρέτ; «Δεν είναι», λέγει, «αδελφοί του ο τάδε και ο τάδε;» Και τι σημασία έχει αυτό; Διότι αυτό έπρεπε να σας κάνει να πιστέψετε ακόμη περισσότερο. Ο φθόνος όμως είναι πάρα πολύ κακό πράγμα και πολλές φορές βάλλει και εναντίον αυτού που τον κατέχει· διότι αυτά που ήσαν παράδοξα και άξια θαυμασμού και ικανά για να προσελκύσουν την πίστη τους, αυτά τους έκαναν να δυσπιστούν.
Και τι τους είπε λοιπόν ο Χριστός; «Οὐκ ἔστι(:Δεν υπάρχει)», τους λέγει, «προφήτης ἄτιμος εἰ μὴ ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ (:πουθενά άλλος τόπος που δεν περιφρονείται ένας προφήτης περισσότερο παρά στην πατρίδα του και απ΄ τους ανθρώπους του σπιτιού του)».
«Καὶ οὐκ ἐποίησεν ἐκεῖ δυνάμεις πολλὰς διὰ τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν(:Και εκεί δεν έκανε πολλά θαύματα εξαιτίας της απιστίας τους)», λέγει ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Ο Λουκάς πάλι λέγει: «Καὶ οὐκ ἐποίησεν ἐκεί σημεία πολλά (: και δεν έκανε εκεί πολλά θαύματα)». Αν και φυσικό ήταν να κάνει· διότι εάν σιγά σιγά αύξανε ο θαυμασμός τους προς Αυτόν (και πράγματι και τότε θαυμαζόταν), για ποιο λόγο δεν έκανε θαύματα; Διότι δεν απέβλεπε να κάνει επίδειξη της δυνάμεώς Του, αλλά προς το συμφέρον εκείνων. Επειδή λοιπόν αυτό δεν παρουσίαζε πρόοδο, για τον λόγο αυτόν παρέβλεψε το δικό του, ώστε να μη γίνει αιτία και αυξηθεί η τιμωρία τους. Και πρόσεξε βέβαια μετά από πόσο χρόνο ήλθε προς αυτούς και μετά από πόσα θαύματα, και παρά ταύτα όμως δεν συνήλθαν ούτε και έτσι, αλλά εξακολουθούσε ο φθόνος τους να τους κατακαίει.
Γιατί λοιπόν εδώ έκανε λίγο μόνο θαύματα; Για να μη λένε: «Ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν (:‘’Γιατρέ, θεράπευσε τον εαυτό σου. Υπόσχεσαι να μας θεραπεύσεις από τις αθλιότητές μας. Θεράπευσε την ασημότητά σου και στήριξε τη θέση και το κύρος σου πρώτα στην πατρίδα σου)» [Λουκά 4,23]· για να μη λένε «μας πολεμά, είναι εχθρός μας και περιφρονεί τους δικούς του»· για να μη λένε ότι «εάν είχαν γίνει θαύματα, θα ήταν δυνατό και εμείς να πιστέψουμε». Για τον λόγο αυτόν και έκανε θαύματα, αλλά και κατά τρόπο συγκρατημένο. Και τούτο, αφενός μεν για να εκπληρώσει το χρέος του, αφετέρου δε για να μην είναι πάρα πολύ μεγάλη η καταδίκη τους.
Σκέψου λοιπόν τη δύναμη των λόγων Του, διότι μολονότι βέβαια κατέχονταν από φθόνο, παρά ταύτα Τον θαύμαζαν. Αλλά όπως ακριβώς στην περίπτωση των έργων Του δεν κατηγορούν αυτό που συνέβαινε, αλλά επινοούν ανύπαρκτες αιτίες, λέγοντας: «Ἐν Βεελζεβοὺλ τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια(:Με τη βοήθεια και τη δύναμη του Βεελζεβούλ, του αρχηγού των δαιμονίων, βγάζει τα δαιμόνια)» [Λουκά 11,15]· [βλ. και Δ΄Βασ.1,2,16: «Καὶ ἔπεσεν Ὀχοζίας διὰ τοῦ δικτυωτοῦ τοῦ ἐν τῷ ὑπερῴῳ αὐτοῦ τῷ ἐν Σαμαρείᾳ καὶ ἠῤῥώστησε. καὶ ἀπέστειλεν ἀγγέλους καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· δεῦτε καὶ ἐπιζητήσατε ἐν τῷ Βάαλ μυῖαν θεὸν Ἀκκαρών, εἰ ζήσομαι ἐκ τῆς ἀῤῥωστίας μου ταύτης· καὶ ἐπορεύθησαν ἐπερωτῆσαι δι᾿ αὐτοῦ(:Στη Σαμάρεια ο βασιλιάς Οχοζίας έπεσε από το δικτυωτό του υπερώου του και κατέκειτο ασθενής. Απέστειλε λοιπόν αγγελιοφόρους, στους οποίους είπε: Πηγαίνετε και αναζητήστε στην πόλη Ακκαρών τον ειδωλικό θεό των μυγών τον Βάαλ και ρωτήστε τον εάν θα διαφύγω τον θάνατο από την αρρώστιά μου αυτήν. Οι απεσταλμένοι λοιπόν πορεύτηκαν εκεί για να ρωτήσουν τον Βάαλ)», όπου απαντά η λέξη Βεελ-ζεβούλ(: θεός μύγα), που ήταν φοινικική ή φιλισταϊκή θεότητα την οποία θεωρούσαν ως κυρίαρχη του καταχθονίου κόσμου. Στην Καινή Διαθήκη, όπου αναφέρεται, σημαίνει τον άρχοντα των δαιμονίων, τον Σατανά)], έτσι και τώρα δεν κατηγορούν τη διδασκαλία Του, αλλά καταφεύγουν στην ταπεινή καταγωγή Του.
Εσύ όμως σε παρακαλώ, πρόσεξε την επιείκεια του Διδασκάλου, ότι δηλαδή δεν τους υβρίζει, αλλά και με πολλή ηπιότητα τους λέει: «Οὐκ ἔστι προφήτης ἄτιμος εἰ μὴ ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ(:Δεν υπάρχει προφήτης που να περιφρονείται, παρά μόνο στην πατρίδα του)»[Ματθ.13,57]. Και δεν αρκέστηκε σε αυτό και μόνο, αλλά πρόσθεσε «καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ(:και από τους ανθρώπους του σπιτιού του)». Έχω τη γνώμη ότι αυτό το πρόσθεσε υπονοώντας τους αδελφούς Του[Τα τέκνα του Ιωσήφ από προηγούμενο γάμο].
Κατά τον Λουκά όμως αναφέρει και παραδείγματα προς τον σκοπό αυτό, λέγοντας ότι ούτε ο Ηλίας μετέβη προς τους δικούς του, αλλά μετέβη προς τη χώρα που προερχόταν από άλλη φυλή. Ούτε και από τον Ελισσαίο θεραπεύτηκε κανείς άλλος λεπρός παρά μόνο ο Νεεμάν που καταγόταν από άλλη φυλή. Οι Ισραηλίτες όμως ούτε ευεργετήθηκαν, ούτε ευεργέτησαν, αλλά οι ξένοι [Λουκά 4,27: «Καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ ᾿Ελισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ ᾿Ισραήλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος(:Και πολλοί λεπροί υπήρχαν στο ισραηλιτικό έθνος την εποχή του προφήτη Ελισαίου˙ κανείς όμως απ’ αυτούς δεν καθαρίστηκε από τη λέπρα του παρά μόνον ο Νεεμάν ο Σύρος, που ήλθε από χώρα μακρινή για να βρει τον Ελισαίο)»]. Και αυτά τα λέει για να φανερώσει σε κάθε περίπτωση την πονηρή συνήθειά τους και ότι τίποτε το καινούργιο δεν συμβαίνει τώρα με Αυτόν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΜΗ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 10, σελίδες 854-861.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 66, σελ. 155-158.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ [:Λουκά 4,16-30]
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ
«Καὶ ὑπέστρεψεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἐν τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ φήμη ἐξῆλθε καθ᾿ ὅλης τῆς περιχώρου περὶ αὐτοῦ· καὶ αὐτὸς ἐδίδασκεν ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν δοξαζόμενος ὑπὸ πάντων. Καὶ ἦλθεν εἰς τὴν Ναζαρέτ, οὗ ἦν τεθραμμένος, καὶ εἰσῆλθε κατὰ τὸ εἰωθὸς αὐτῷ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῶν σαββάτων εἰς τὴν συναγωγήν, καὶ ἀνέστη ἀναγνῶναι (: Και ο Ιησούς γύρισε πίσω στη Γαλιλαία γεμάτος με τη δύναμη του Πνεύματος, το οποίο με τη νίκη Του κατά του διαβόλου Τον ενίσχυε πιο αισθητά. Και εξαιτίας των θαυμάτων Του διαδόθηκε σε όλα τα περίχωρα της Γαλιλαίας η φήμη ότι είναι θαυματουργός προφήτης, απεσταλμένος από τον Θεό. Και Αυτός δίδασκε μέσα στις συναγωγές τους, και όλοι Τον δόξαζαν και Τον επαινούσαν. Έπειτα ήλθε στη Ναζαρέτ, εκεί όπου είχε ανατραφεί και είχε μεγαλώσει. Και, όπως συνήθιζε από την παιδική Του ακόμη ηλικία, μπήκε την ημέρα του Σαββάτου στη συναγωγή και σηκώθηκε από τη θέση Του για να διαβάσει κάποια προφητική περικοπή από τη Βίβλο)»[Λουκά 4,14-16].
Επειδή λοιπόν έπρεπε να φανερώσει τον εαυτό Του στους εξ αίματος Ισραηλίτες και να λάμψει το μυστήριο της ενανθρώπησης σε εκείνους που δεν Τον γνώρισαν, και ότι είχε χριστεί από τον Θεό Πατέρα για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους, το κάνει και αυτό με μεγάλη σοφία. Και κάνει αυτή τη χάρη πριν από τους άλλους, στους κατοίκους της Ναζαρέτ, με τους οποίους είχε συναναστραφεί, εννοώ ως άνθρωπος. Μπαίνοντας λοιπόν στη συναγωγή, Του δόθηκε βιβλίο για να το αναγνώσει, και ανοίγοντάς το, διάλεξε προφητική περικοπή που μιλούσε για το δικό Του μυστήριο. Ολοφάνερα βέβαια Αυτός ο Ίδιος ήταν που τα έλεγε αυτά με τη φωνή του προφήτη, ότι και θα γίνει άνθρωπος, και θα έρθει για να σώσει την υφήλιο. Και λέμε ότι ο Υιός δεν χρίσθηκε με άλλον τρόπο, αλλά ότι ήρθε με σάρκα, δηλαδή σαν εμάς και έγινε άνθρωπος· γιατί, όντας Θεός μαζί και άνθρωπος, ο Ίδιος δίνει με τρόπο θεϊκό το Πνεύμα στην κτίση, αλλά και δέχεται Αυτό από τον Θεό και Πατέρα ως άνθρωπος, Αυτός που αγιάζει όλη την κτίση, καθόσον και από τον άγιο Πατέρα είχε φανερωθεί, και το άγιο Πνεύμα που αναβλύζει από Αυτόν το μεταδίδει στις ουράνιες δυνάμεις ως δικό Του και επιπλέον και σε εκείνους που έχουν αναγνωρίσει την παρουσία Του.
«Καὶ ἐπεδόθη αὐτῷ βιβλίον ῾Ησαΐου τοῦ προφήτου, καὶ ἀναπτύξας τὸ βιβλίον εὗρε τὸν τόπον οὗ ἦν γεγραμμένον: Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν, κηρῦξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρῦξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν(:Και Του παρέδωσαν το βιβλίο του προφήτη Ησαΐα. Ξεδίπλωσε τότε το βιβλίο που ήταν τυλιγμένο σε κυλινδρικό σχήμα και βρήκε το μέρος όπου ήταν γραμμένο το εξής: ‘’Το Πνεύμα του Κυρίου μένει και αναπαύεται σε Εμένα τον Μεσσία, για να συνεργάζεται μαζί μου στο σωτηριώδες έργο μου. Και μένει το Πνεύμα αυτό σε Εμένα, διότι ο Κύριος με έχρισε ως άνθρωπο και με απέστειλε να κηρύξω το ευαγγέλιο της βασιλείας σε εκείνους που στερούνται τη χάρη του Θεού, είναι πνευματικά φτωχοί και βρίσκονται σε άθλια κατάσταση. Με έστειλε να θεραπεύσω εκείνους που η καρδιά τους έχει συντριβεί από το βάρος της αμαρτίας. Με έστειλε να κηρύξω άφεση και ελευθερία στους δούλους και αιχμάλωτους της αμαρτίας και να χαρίσω το φως σε εκείνους που έχουν τυφλωμένο τον νου τους από τον σκοτισμό των παθών. Με έστειλε να ελευθερώσω από κάθε ενοχή εκείνους που έχουν καταπληγωθεί και συντριβεί από την αμαρτία. Με έστειλε να κηρύξω και να αναγγείλω την έναρξη της νέας περιόδου, η οποία είναι αρεστή στον Θεό και επιθυμητή στους ανθρώπους˙ διότι την περίοδο αυτή πραγματοποιείται από τον Μεσσία η βουλή του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων’’)»[Λουκά 4,17-19].
Με τα λεγόμενα αυτά φανερώνει καθαρά ότι την ταπείνωση της κενώσεως και τη μείωση και αυτό το ίδιο το όνομα Χριστός και το χρίσμα τα καταδέχθηκε για μας· «γιατί το Πνεύμα», λέγει, «το οποίο υπάρχει μέσα μου κατά τρόπο φυσικό λόγω της ταυτότητας της ουσίας και της θεότητας, Αυτό ήρθε σε Εμένα από έξω, όπως επιφοίτησε και στον Ιορδάνη με τη μορφή περιστεράς, όχι επειδή δεν υπήρχε μέσα μου, αλλά γιατί με έχρισε». Και για ποιο λόγο θέλησε να χρισθεί; Για εμάς που απογυμνωθήκαμε το Πνεύμα εξαιτίας εκείνης της παλαιάς απόφασης: «Οὐ μὴ καταμείνῃ τὸ πνεῦμά μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας(:Δεν θα παραμείνει πλέον το πνεύμα μου στους ανθρώπους τούτους, διότι κυριαρχούνται εξ ολοκλήρου από σαρκικά φρονήματα)»[Γέν.6,3]. Αυτά λέγει ο Λόγος του Θεού που έγινε άνθρωπος· γιατί ενώ είναι Θεός αληθινός από αληθινό Θεό, τον Πατέρα, και έγινε για εμάς άνθρωπος χωρίς να μεταβληθεί, χρίσθηκε μαζί μας με το λάδι της αγαλλίασης, όταν κατέβηκε σε Αυτόν στον Ιορδάνη το Πνεύμα με τη μορφή περιστεράς· γιατί παλαιά βέβαια οι βασιλείς και οι ιερείς χρίονταν συμβολικά, κερδίζοντας από αυτό κάποια συμμετοχή στον αγιασμό, Αυτός όμως που έγινε άνθρωπος για εμάς χρίσθηκε με το λάδι της αγαλλίασης και με την ίδια την επιφοίτηση του Πνεύματος. Και Αυτό Το έλαβε όχι για τον εαυτό Του, αλλά για εμάς· γιατί όταν πέταξε και έφυγε το Πνεύμα και δεν έμεινε σε εμάς, επειδή εμείς είχαμε γίνει σαρκικοί, η γη ολόκληρη γέμισε πένθος, επειδή στερήθηκε τη μέθεξη του Θεού.
Κήρυξε όμως και απελευθέρωση των αιχμαλώτων, την οποία και πραγματοποίησε δένοντας τον ισχυρό Σατανά, ο οποίος καταδυνάστευσε τυραννικά το γένος μας και άρπαξε τα σκεύη του, δηλαδή εμάς. Όπως όμως με το «έχρισε» ταιριάζει στην ανθρώπινη φύση(γιατί δεν χρίεται η θεία φύση, αλλά το όμοιο με εμάς), έτσι και το «με έστειλε» πρέπει να θεωρηθεί ότι λέγεται για το ανθρώπινο στοιχείο Του.
Και τους παλαιούς, που είχαν την ομίχλη εκ μέρους του διαβόλου στην καρδιά τους, τους κατέστησε λαμπρούς, ανατέλλοντας κατά κάποιον τρόπο ως ήλιος δικαιοσύνης, και τους ανέδειξε όχι πια υιούς της νύχτας και του σκότους, αλλά του φωτός και της ημέρας, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Παύλου[Α΄Θεσ.5,5: «Πάντες ὑμεῖς υἱοὶ φωτός ἐστε καὶ υἱοὶ ἡμέρας. οὐκ ἐσμὲν νυκτὸς οὐδὲ σκότους(:Όλοι εσείς είστε παιδιά του φωτός και παιδιά της ημέρας, και συνεπώς, όποτε κι αν έλθει η ημέρα του Κυρίου, θα σας βρει να επιτελείτε έργα αρετής φωτεινά. Δεν είμαστε παιδιά της νύχτας ούτε του σκότους)»].
Και εκείνοι που ήταν τυφλοί(γιατί ο αποστάτης είχε τυφλώσει τις καρδιές τους) απέκτησαν το φως τους και γνώρισαν την αλήθεια και όπως λέγει ο Ησαΐας, έγινε το σκοτάδι τους φως[Ησ.42,16: «Καὶ ἄξω τυφλοὺς ἐν ὁδῷ, ᾗ οὐκ ἔγνωσαν, καὶ τρίβους ἃς οὐκ ᾔδεισαν, πατῆσαι ποιήσω αὐτούς· ποιήσω αὐτοῖς τὸ σκότος εἰς φῶς καὶ τὰ σκολιὰ εἰς εὐθεῖαν· ταῦτα τὰ ῥήματα ποιήσω καὶ οὐκ ἐγκαταλείψω αὐτούς(:Θα οδηγήσω τους τυφλούς στον ορθό ασφαλή δρόμο, τον οποίο δεν γνώρισαν ποτέ, και σε οδούς τις οποίες δεν είχαν μάθει. Θα τους κάνω να πατήσουν και περιπατήσουν σε αυτές. Θα μεταβάλω για χάρη τους το σκοτάδι τους σε φως και τα ανώμαλα και οφιοειδή σε ευθεία και ομαλή οδό. Αυτά τα οποία λέγω θα τα πραγματοποιήσω και δεν θα τους εγκαταλείψω)» ]· δηλαδή οι αμαθείς έγιναν σοφοί, εκείνοι που είχαν παραπλανηθεί κάποτε γνώρισαν τους δρόμους της δικαιοσύνης.
Λέγει επίσης κάπου και ο Πατέρας προς τον Υιό Του: «Ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ἐκάλεσά σε ἐν δικαιοσύνῃ καὶ κρατήσω τῆς χειρός σου καὶ ἐνισχύσω σε καὶ ἔδωκά σε εἰς διαθήκην γένους, εἰς φῶς ἐθνῶν ἀνοῖξαι ὀφθαλμοὺς τυφλῶν, ἐξαγαγεῖν ἐκ δεσμῶν δεδεμένους καὶ ἐξ οἴκου φυλακῆς καθημένους ἐν σκότει(:Εγώ, ο Κύριος και Θεός, σε κάλεσα για την δικαιοσύνη· θα σε κρατήσω από το χέρι σου, θα σε ενισχύσω, θα σε δώσω ως νέα διαθήκη για το γένος των ανθρώπων, φως των εθνών· για να ανοίξεις τους οφθαλμούς της διανοίας των σκοτισμένων και τυφλωμένων ανθρώπων, να βγάλεις και να ελευθερώσεις τους δεμένους από τα δεσμά της αμαρτίας, και από τη φυλακή εκείνους, που κάθονται στο πνευματικό σκοτάδι)»[Ησ.42,6-7]· πράγματι, ήρθε ο Μονογενής σε αυτόν τον κόσμο, και τους απογόνους, δηλαδή εκείνους που κατάγονταν από το αίμα του Ισραήλ(γιατί από αυτούς φανερώθηκε ως προς τη σάρκα), έδωσε την καινή διαθήκη, η οποία είχε από παλιά προαναγγελθεί με τη φωνή των προφητών. Αλλά άστραψε και στα έθνη το θείο και ουράνιο φως, και πηγαίνοντας στα πνεύματα του άδη κήρυξε και σε αυτά, αλλά και εμφανίστηκε και σε εκείνους που ήταν κλεισμένοι στη φυλακή και τους ελευθέρωσε όλους από τα δεσμά και την ανάγκη. Αυτά λοιπόν πώς δεν αποτελούν σαφή απόδειξη, ότι ο Χριστός είναι και Θεός και προέρχεται κατά φύση από τον Θεό;
Και τι σημαίνει το «ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει»; Σημαίνει «να εξαποστείλει ελεύθερους εκείνους που τους είχε συντρίψει νοητά ραβδίζοντάς τους ο Σατανάς». Τι σημαίνει επίσης το «κηρῦξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν»; Σημαίνει «να κηρύξει την ευχάριστη είδηση της παρουσίας Του, το ότι ήρθε ο καιρός του Κυρίου, δηλαδή του Υιού»· γιατί το δεκτό έτος είναι εκείνο κατά το οποίο σταυρώθηκε ο Χριστός για εμάς· γιατί τότε γίναμε δεκτοί από τον Θεό και Πατέρα καρποφορώντας μέσω Αυτού. Γι’ αυτό έλεγε: «Κἀγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτόν(:Αντίθετα όμως εγώ, όταν υψωθώ με τον σταυρό από τη γη και αναληφθώ στους ουρανούς, θα αποσπάσω από τη δουλεία του διαβόλου και θα ελκύσω κοντά μου όλους τους ανθρώπους˙ όχι μόνο τους Ιουδαίους, αλλά και τους Έλληνες που θα πιστέψουν σε μένα)»[Ιω.12,32]. Και πράγματι αναστήθηκε μετά από τρεις ημέρες, καταπατώντας τη δύναμη του θανάτου.
Έπειτα έλεγε στους μαθητές Του: «Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς(:δόθηκε και στην ανθρώπινη φύση μου κάθε εξουσία στον ουρανό και στη γη)» [Ματθ.28,18] και τα εξής. Χρόνος λοιπόν δεκτός είναι οπωσδήποτε εκείνος κατά τον οποίο δεχθήκαμε την οικείωση με Εκείνον, αφού καθαρίσαμε την αμαρτία με το άγιο βάπτισμα, και γίναμε κοινωνοί της θείας φύσεώς Του με τη μετοχή του Αγίου Πνεύματος. Δηλαδή έτος δεκτό είναι εκείνο κατά το οποίο φανέρωσε τη δόξα Του με τα πάνω από κάθε λόγο θαύματά Του· γιατί δεχθήκαμε με ευχαρίστηση τον καιρό της σωτηρίας μας από Αυτόν, τον Οποίο κήρυξε ο πάνσοφος Παύλος λέγοντας: «Λέγει γάρ· καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας(:Και μη νομίσετε ότι πάντοτε ο Θεός θα σας στέλνει τους αντιπροσώπους Του να σας παρακαλούν. Όχι· διότι το λέγει η Αγία Γραφή: Στον κατάλληλο καιρό, όταν ο Θεός δείχνει το έλεός Του με την αγάπη Του, σε άκουσα με προσοχή, και την ημέρα που δίνεται η σωτηρία σε βοήθησα. Να λοιπόν, τώρα είναι καιρός κατάλληλος, να, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας)»[Β΄Κορ.6,2], όταν οι φτωχοί εκείνοι που κάποτε έπασχαν από την έλλειψη κάθε αγαθού και δεν είχαν ελπίδα και ήταν άθεοι στον κόσμο(αυτοί βέβαια ήταν οι ειδωλολάτρες), απέκτησαν την πίστη σε Αυτόν, κέρδισαν τον θείο και ουράνιο θησαυρό, δηλαδή το ευαγγελικό και σωτήριο κήρυγμα, με το οποίο έγιναν και μέτοχοι της βασιλείας των ουρανών, και συμμέτοχοι των αγίων, και κληρονόμοι αυτών που είναι πάνω από τον νου και λόγο· γιατί λέγει: «ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν(:αλλά συνέβη έτσι όπως έχει γραφτεί από τον Ησαΐα: “Aυτά που ετοίμασε ο Θεός για αυτούς που τον αγαπούν μάτι δεν τα είδε και αυτί δεν τα άκουσε και ανθρώπινος νους δεν τα φαντάστηκε. Αυτά ήταν τα μυστηριώδη και κρυμμένα”)»[Α΄Κορ.2,9]. Ή ίσως ο λόγος αυτός λέγει ότι και στους πνευματικά φτωχούς έχει δωριθεί η άφθονη χορηγία των χαρισμάτων δια του Χριστού.
«Συντετριμμένους τὴν καρδίαν» ονομάζει τους ασθενείς και εκείνους που έχουν αποχαυνωμένο νου, και δεν μπορούν να αντιδράσουν στις επιθέσεις των παθών, και έτσι υποτάσσονται σε αυτούς, ώστε να φαίνονται ότι είναι αιχμάλωτοι. Σε αυτούς υπόσχεται θεραπεία και συγχώρηση, και αν είναι τυφλοί τους κάνει να ξαναδούν· γιατί αυτοί που λατρεύουν την κτίση και όχι Αυτόν που την έκτισε[[Ιερ.2,27: «Τῷ ξύλῳ εἶπαν, ὅτι πατήρ μου εἶ σύ, καὶ τῷ λίθῳ· σὺ ἐγέννησάς με(:είπαν αυτοί στο ξόανο, στο ξύλινο άγαλμα ότι “εσύ είσαι ο πατέρας μας”· και στο λίθινο άγαλμα ότι “εσύ μας έχεις γεννήσει”)»], μην έχοντας γνωρίσει τον από την φύση Του και αληθινό Θεό, πώς μπορεί να μην είναι τυφλοί και να μην έχουν την καρδιά τους γυμνή από το θείο και νοητό φως;
Μέσα σε αυτούς ο Πατέρας βάζει το φως της αληθινής γνώσεως του Θεού· γιατί έχουν κληθεί μέσω της πίστεως και Τον γνώρισαν ή μάλλον γνωρίστηκαν από Αυτόν και ενώ ήταν υιοί της νύχτας και του σκότους, έγιναν τέκνα του φωτός, γιατί ξημέρωσε η ημέρα τους και έλαμψε ο ήλιος της δικαιοσύνης και ανέτειλε λαμπρός ο αυγερινός. Και δεν μας ενοχλεί καθόλου να εφαρμόσουμε όλα όσα ειπώθηκαν και στους απογόνους του Ισραήλ· γιατί ήταν φτωχοί και συντριμμένοι στην καρδιά, και κατά κάποιον τρόπο αιχμάλωτοι και σκοτισμένοι, γιατί δεν υπήρχε κανείς επάνω στη γη που να εφαρμόζει καλοσύνη, δεν υπήρχε ούτε ένας, αλλά «πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός τάφος ἀνεῳγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν, ταῖς γλώσσαις αὑτῶν ἐδολιοῦσαν(:Αλίμονο! Όλοι εξετράπησαν από την ευθεία οδό. Εξαχρειώθηκαν και διεφθάρησαν. Δεν υπάρχει κανείς, που να πράττει το αγαθό. Δεν υπάρχει ούτε ένας. Ο λάρυγγάς τους, σαν ανοικτός τάφος, αναδίδει δυσώδεις αναθυμιάσεις. Με τις πονηρές τους γλώσσες επινοούν και εκφράζουν δόλια ψεύδη και φαρμακερές συκοφαντίες)»[Ψαλμ.13,3]· βλ. και Ψαλμ. 13,1: «Οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός(:Το κακό διαδόθηκε τόσο πολύ, ώστε δεν υπάρχει κανείς, που να πράττει σήμερα το αγαθό. Δεν υπάρχει ούτε ένας)»].
Ήρθε όμως ο Χριστός και πριν από τους άλλους κηρύττοντας στους Ισραηλίτες τα κατορθώματα της παρουσίας Του (τέτοια ήταν και τα αρρωστήματα των εθνικών) και λυτρώθηκαν από Αυτόν· γιατί απέκτησαν τον πλούτο της σοφίας Του και έγιναν συνετοί, και δεν έχουν πια τον νου τους ασθενή και συντριμμένο, αλλά υγιή και δυναμωμένο και κατάλληλο να αποδεχθεί και να εφαρμόσει κάθε καλό και σωτήριο πράγμα· γιατί χρειάζονταν σοφία και σύνεση εκείνοι που είχαν παραπέσει στην πλάνη, και οι οποίοι εξαιτίας της ανοησίας τους προσκύνησαν την κτίση και όχι τον Κτίστη[Ρωμ.1,25: «Οἵτινες μετήλλαξαν τὴν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει, καὶ ἐσεβάσθησαν καὶ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα, ὅς ἐστιν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας(:Αυτοί αντικατέστησαν τον αληθινό Θεό με τους ψεύτικους θεούς των ειδώλων και απέδωσαν το σεβασμό της καρδιάς τους και την εξωτερική λατρεία τους στην κτίση, αντί να σέβονται και να λατρεύουν Εκείνον που τη δημιούργησε, ο οποίος είναι σωστό και δίκαιο να ευλογείται και να δοξάζεται στους αιώνες)»] και ονόμαζαν θεούς ξύλο και λίθους. Αλλά οι παλαιοί που δεν γνώριζαν τον Χριστό, επειδή βρίσκονταν μέσα σε ομίχλη και σκοτάδι, ονόμασαν αυτόν θεό.
Όταν αναγνώστηκαν αυτά σε εκείνους που ήταν συγκεντρωμένοι, ο Ίδιος βέβαια έστρεψε προς τον εαυτό Του τα μάτια όλων, που θαύμαζαν πώς γνωρίζει γράμματα χωρίς να έχει διδαχθεί. Επειδή όμως υπήρχε συνήθεια στους Ισραηλίτες να λένε ότι οι προφητείες γι’ Αυτόν έχουν εκπληρωθεί, ή σε κάποιους από εκείνους που είχαν βασιλεύσει ένδοξα, ή ίσως σε άγιους προφήτες(γιατί επειδή δεν καταλάβαιναν τίποτε από αυτά που ήταν γραμμένα γι’ Αυτόν σωστά, ακολούθησαν άλλο δρόμο, πέφτοντας έξω από τον σκοπό), για να μη λένε πάλι κάτι τέτοιο για την προφητεία που αναγνώστηκε, κατ’ ανάγκη ασφαλίζεται από πριν και λέγει: «Ἤρξατο δὲ λέγειν πρὸς αὐτοὺς ὅτι σήμερον πεπλήρωται ἡ γραφὴ αὕτη ἐν τοῖς ὠσὶν ὑμῶν (:Άρχισε λοιπόν να τους λέει ότι σήμερα πραγματοποιήθηκε και επαληθεύθηκε η προφητεία αυτή με το κήρυγμα που ακούγεται τη στιγμή αυτή στα αυτιά σας από μένα, στον οποίο αναφέρεται η προφητεία αυτή)»[Λουκά 4,21], παρουσιάζοντας με αυτά τον εαυτό Του ξεκάθαρα ότι είναι Αυτός που έχει προαναγγελθεί με την προφητεία.
Πράγματι, Αυτός είχε κηρύξει τη βασιλεία των ουρανών στους εθνικούς, καθόσον αυτοί ήταν φτωχοί και δεν είχαν τίποτε, ούτε Θεό, ούτε νόμο, ούτε προφήτες, ή απλώς και σε όλα δεν έχουν κανέναν πνευματικό πλούτο. Αυτός όταν ήταν αιχμάλωτοι τους ελευθέρωσε, συντρίβοντας τον αποστάτη τύραννο, δηλαδή τον Σατανά. Αυτός άστραψε το θείο και πνευματικό φως σε εκείνους που είχαν σκεπασμένη από σκοτάδι την καρδιά τους· γιατί είπε: «Ἐγὼ φῶς εἰς τὸν κόσμον ἐλήλυθα, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ ἐν τῇ σκοτίᾳ μὴ μείνῃ(:Εγώ ήλθα στον κόσμο ως φως πνευματικό για να τον φωτίζω, έτσι ώστε να μη μείνει στο σκοτάδι της αμαρτίας και της πλάνης κανείς από εκείνους που πιστεύουν σε μένα)»[Ιω.12,46]. Αυτός τους απελευθέρωσε από τα δεσμά της αμαρτίας, εκείνους δηλαδή που είχαν κομματισμένη την καρδιά τους και ο Ίδιος τους έδειξε τη μέλλουσα ζωή και τους απείλησε με τη δίκαιη κρίση. Αυτός κήρυξε «ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν (:τη δεκτή περίοδο του Κυρίου)»[Λουκά 4,18], κατά την οποία έγινε το κήρυγμα του Σωτήρα· γιατί «έτος αποδεκτό» νομίζω ότι εννοεί την πρώτη Του παρουσία, και «ημέρα της ανταποδόσεως» την ημέρα της Κρίσεως.
«Καὶ πτύξας τὸ βιβλίον ἀποδοὺς τῷ ὑπηρέτῃ ἐκάθισε· καὶ πάντων ἐν τῇ συναγωγῇ οἱ ὀφθαλμοὶ ἦσαν ἀτενίζοντες αὐτῷ. ἤρξατο δὲ λέγειν πρὸς αὐτοὺς ὅτι σήμερον πεπλήρωται ἡ γραφὴ αὕτη ἐν τοῖς ὠσὶν ὑμῶν. καὶ πάντες ἐμαρτύρουν αὐτῷ καὶ ἐθαύμαζον ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ ἔλεγον· οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ᾿Ιωσήφ; (:Και αφού τύλιξε το βιβλίο, το έδωσε πάλι στον υπηρέτη της συναγωγής και κάθισε για να εξηγήσει και να αναπτύξει την περικοπή που διάβασε. Και τα μάτια όλων όσων ήταν στη συναγωγή είχαν στραφεί με πολύ ενδιαφέρον και προσοχή σε Αυτόν. Άρχισε λοιπόν να τους λέει ότι σήμερα πραγματοποιήθηκε και επαληθεύθηκε η προφητεία αυτή με το κήρυγμα που ακούγεται τη στιγμή αυτή στα αυτιά σας από μένα, στον οποίο αναφέρεται η προφητεία αυτή. Και όλοι όσοι άκουσαν την εξήγηση της προφητείας που στη συνέχεια έκανε ο Ιησούς, ομολογούσαν ότι κήρυξε εξαίρετα. Και απορούσαν για τα λόγια που έβγαιναν από το στόμα Του και ήταν γεμάτα με θεία χάρη και γλυκύτητα˙ και έλεγαν: “Περίεργο! Δεν είναι αυτός ο γιος του Ιωσήφ, που μέχρι χθες εργαζόταν σαν ένας από μας;”)»[Λουκά 4,20-22].
Επειδή δηλαδή δεν κατάλαβαν Αυτόν που ήταν χρισμένος και απεσταλμένος και εκτελεστής των τόσο αξιοθαύμαστων πραγμάτων, κατέληγαν στα συνηθισμένα και μιλούσαν ψυχρά με απερισκεψία· γιατί μολονότι είχαν θαυμάσει για τα χαριτωμένα λόγια που έβγαιναν από το στόμα Του, ήθελαν να Τον κατεξευτελίσουν. Γιατί έλεγαν: «Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ᾿Ιωσήφ;». Και σε τι αυτό μειώνει τη δόξα του θαυματουργού; Τι είναι αυτό που Τον εμποδίζει να είναι σεβαστός και αξιαγάπητος, αν είναι και υιός του Ιωσήφ, όπως νομιζόταν; Δεν βλέπεις τα θαύματα, τον Σατανά που έπεσε, τις αγέλες των δαιμόνων νικημένες, τους πολλούς που ελευθερώθηκαν από διάφορες ασθένειες; Επαινείς τη χάρη που υπάρχει στις διδασκαλίες Του και έπειτα μικρολογείς κατά τρόπο ιουδαϊκό, επειδή είχε πατέρα Του τον Ιωσήφ; Πόσο μεγάλη, αλήθεια, απερισκεψία! Είναι αλήθεια να πούμε γι΄αυτούς: «Ἀκούσατε δὴ ταῦτα, λαὸς μωρὸς καὶ ἀκάρδιος, ὀφθαλμοὶ αὐτοῖς καὶ οὐ βλέπουσιν, ὦτα αὐτοῖς καὶ οὐκ ἀκούουσι(:Ακούστε, λοιπόν, αυτά, λαέ ανόητε και άκαρδε. Υπάρχουν σε αυτούς οφθαλμοί και δεν βλέπουν, υπάρχουν αυτιά και δεν άκουνε)»[Ιερ.5,21].
«Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ Καπερναούμ, ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου. εἶπε δέ· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ (:Ο Ιησούς τούς είπε: “Οπωσδήποτε θα μου πείτε την παροιμία αυτή: ‘’Γιατρέ, θεράπευσε τον εαυτό σου. Υπόσχεσαι να μας θεραπεύσεις από τις αθλιότητές μας. Θεράπευσε την ασημότητά σου και στήριξε τη θέση και το κύρος σου πρώτα στην πατρίδα σου. Κάνε κι εδώ όσα θαύματα ακούσαμε ότι έκανες στην Καπερναούμ”. Αλλά ο Ιησούς τους είπε: “Αληθινά σας λέω ότι κανέναν προφήτη δεν υποδέχονται με την πρέπουσα τιμή στην πατρίδα του)»[Λουκά 4,22-23].
Ήταν συνηθισμένη στους Ιουδαίους η παροιμία που λεγόταν χάριν αστεϊσμού· γιατί στους γιατρούς που αρρώσταιναν έλεγαν κάποιοι: «Γιατρέ, θεράπευσε τον εαυτό σου». Αναφέροντας λοιπόν το ρητό αυτό ο Χριστός σε αυτούς, ήταν σαν να τους έλεγε: «Θέλετε να γίνουν πολλά θαύματα από εμένα, σε σας μάλιστα μαζί με τους οποίους ανατράφηκα. Όμως γνωρίζω οπωσδήποτε το καινό πάθος που συμβαίνει σε όλους, ότι δηλαδή καταφρονούνται κάπως πάντοτε και τα εξαίρετα των πραγμάτων όταν δεν είναι σπάνια σε κάποιους, αλλά έχουν αυτά άφοβα. Έτσι και στους ανθρώπους· γιατί αυτός που είναι συνηθισμένος και πάντοτε παρών, χάνει πολλές φορές την οφειλόμενη σε αυτόν τιμή από αυτούς που τον γνωρίζουν».
Τους έλεγξε λοιπόν αυτούς που έλεγαν απερίσκεπτα αυτά: «Δεν είναι αυτός ο υιός του Ιωσήφ;». Πλην όμως παραμένει στον σκοπό της διδασκαλίας και λέγει: «Σας βεβαιώνω, ότι κανένας προφήτης δεν είναι δεκτός στην πατρίδα του»[Λουκά 4,23].
«Ἐπ᾿ ἀληθείας δὲ λέγω ὑμῖν, πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις ᾿Ηλιοὺ ἐν τῷ ᾿Ισραήλ, ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ ἔτη τρία καὶ μῆνας ἕξ, ὡς ἐγένετο λιμὸς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν, καὶ πρὸς οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπέμφθη ᾿Ηλίας εἰ μὴ εἰς Σάρεπτα τῆς Σιδωνίας πρὸς γυναῖκα χήραν. καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ ᾿Ελισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ ᾿Ισραήλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος(:Σας λέω επίσης αληθινά ότι πολλές χήρες υπήρχαν την εποχή του Ηλία στο ισραηλιτικό έθνος, όταν κλείστηκε ο ουρανός και δεν έβρεξε για τρία χρόνια και έξι μήνες, και είχε πέσει τότε μεγάλη πείνα σε όλη τη γη της Παλαιστίνης˙ο Θεός όμως σε καμία απ’ αυτές τις γυναίκες των Ιουδαίων δεν έστειλε τον Ηλία παρά μόνο στα Σάρεπτα της Σιδωνίας σε μια γυναίκα χήρα, ξένη και άγνωστη σε αυτόν. Και πολλοί λεπροί υπήρχαν στο ισραηλιτικό έθνος την εποχή του προφήτη Ελισαίου˙ κανείς όμως απ’ αυτούς δεν καθαρίστηκε από τη λέπρα του παρά μόνον ο Νεεμάν ο Σύρος, που ήλθε από χώρα μακρινή για να βρει τον Ελισαίο)»[Λουκά 4,25-27].
Επειδή δηλαδή, όπως είπα, κάποιοι από τους Ιουδαίους διαβεβαίωναν ότι οι προφητείες γι΄αυτόν είχαν τελειώσει και είχαν εκπληρωθεί ή στους αγίους προφήτες ή σε κάποιους που υπήρξαν ένδοξοι σε αυτούς, τους απομακρύνει σκόπιμα από την υπόνοια αυτήν, λέγοντας ότι σε μία μόνο χήρα είχε αποσταλεί ο Ηλίας[Γ΄Βασ.17,9 κ.ε.] και ο προφήτης Ελισσαίος θεράπευσε έναν λεπρό, τον Νεεμάν από τη Συρία[Δ΄Βασ.5,1 κ.ε.], υποδηλώνοντας με αυτούς την Εκκλησία των εθνικών, η οποία επρόκειτο να τον υποδεχθεί και να ελευθερωθεί από την λέπρα, εξαιτίας της αναισθησίας του ισραηλιτικού λαού.
«Καὶ ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα, καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ ὄρους, ἐφ᾿ οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν. αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο (:Και όλοι μέσα στη συναγωγή κυριεύτηκαν από θυμό, όταν άκουσαν αυτά που τους είπε ο Κύριος, και κυριευμένοι από την παραφορά τους σηκώθηκαν και Τον έβγαλαν έξω από την πόλη και Τον έφεραν μέχρι την άκρη κάποιου υψώματος του βουνού πάνω στο οποίο ήταν χτισμένη η πόλη τους, για να Τον ρίξουν κάτω στο γκρεμό. Αυτός όμως με τρόπο θαυμαστό πέρασε ανάμεσά τους και έφυγε)»[Λουκά 4,28-30].
Επειδή στιγμάτισε την πονηρή γνώμη τους, εξαιτίας αυτού εξοργίστηκαν, αλλά και επειδή είπε: «Σήμερα εκπληρώθηκε η γραφή αυτή που λέγει: ‘’Πνεύμα Κυρίου υπάρχει σε Εμένα’’»[Λουκά 4,18] και τα παρακάτω· γιατί νόμισαν ότι εξισώνει τον εαυτό Του με τους προφήτες, και Τον έβγαλαν έξω από την πόλη, αποφασίζοντας την τιμωρία μάλλον εναντίον του εαυτού τους, και βεβαιώνοντας αυτό που είπε ο Σωτήρας· γιατί έχουν εκπέσει αυτοί από την ουράνια πόλη, επειδή δεν αποδέχθηκαν με ευχαρίστηση τον Χριστό. Για να μην τους ελέγξει όμως, μόνο επειδή ασέβησαν εναντίον Του με επιχειρήματα, τους επέτρεψε να προβούν στις τολμηρές πράξεις εναντίον Του· γιατί η ορμή εκείνων ήταν ασυλλόγιστη και ο φθόνος ατίθασος. Οδηγώντας Τον λοιπόν μέχρι το χείλος του βουνού, επιχειρούσαν να Τον ρίξουν στον γκρεμό. «Αυτός όμως πέρασε ανάμεσα από αυτούς και έφυγε», χωρίς να πει τίποτε για τη σκευωρία τους, όχι για να αποφύγει τον θάνατο, γιατί γι΄αυτόν είχε έρθει, αλλά περιμένοντας τον κατάλληλο καιρό· γιατί τη στιγμή εκείνη ήταν αρχή του κηρύγματος, και ήταν άκαιρο το να πάθει, πριν ακόμα κηρύξει τον λόγο της αλήθειας· γιατί από αυτόν εξαρτιόταν το να πάθει ή να μην πάθει, και ήταν Κύριος των καιρών και των πραγμάτων. Αυτό είναι απόδειξη του ότι και όταν έπαθε, έπαθε με τη θέλησή Του, και δεν θα πάθαινε, εάν δεν παρέδιδε τον εαυτό Του.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Αγίου Κυρίλλου αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Ἐξήγησις ὑπομνηματική εἰς τό κατά Λουκάν Εὐαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία»
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf,
σελ. 138)
- Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Α΄», σελ. 240-255.
- Παν. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, εκδ. Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ[: Λουκά 4,16-30]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Ο ΔΕΚΤΟΣ ΕΝΙΑΥΤΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 1-9-1996]
[Β΄έκδοσις]
Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας γιορτάζει την πρωτοχρονιά της. Δηλαδή το ξεκίνημα του χρόνου για κάποιο σπουδαίο έργο. Και κάθε πρωτοχρονιά μπορεί βεβαίως να είναι συμβατική, κατά συμφωνίαν, αλλά όμως το θέλημα του Θεού βρίσκεται στην μέτρηση του χρόνου. Και είναι αναγκαία αυτή η μέτρησις του χρόνου, τόσο για τα έργα του ανθρώπου, όσο και για την σωτηρία του. Γι’αυτό γράφει ο Μωυσής εις το πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως: «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτωσαν –δηλαδή να γίνουν- φωστῆρες ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ– δηλαδή ο ήλιος και η σελήνη- εἰς φαῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς– για να φωτίζουν την γη-, τοῦ διαχωρίζειν ἀνὰ μέσον τῆς ἡμέρας καὶ ἀνὰ μέσον τῆς νυκτός· καὶ ἔστωσαν εἰς σημεῖα καὶ εἰς καιροὺς καὶ εἰς ἡμέρας καὶ εἰς ἐνιαυτούς». Βλέπετε εδώ, ο χωρισμός του χρόνου. Και μέσα σ’ αυτήν την αίσθηση, θα λέγαμε, του χρόνου, θα αποδοθεί εκείνο το θεόπνευστον «Καιρός παντί πράγματι», που λέγει ο Εκκλησιαστής, «Το κάθε πράγμα είναι στον καιρό του». «Καιρός παντί πράγματι».
Ο χρόνος, αγαπητοί, είναι δημιούργημα του Θεού μαζί με τον χώρο. Έτσι σήμερα η 1η Σεπτεμβρίου είναι η 1η του εκκλησιαστικού έτους. «Ἀρχῆς Ἰνδίκτου» λέγει το Ωρολόγιον. Κι ενώ για τους λαούς καθορίστηκαν συμβατικές πρωτοχρονιές, όμως για τους ανθρώπους του Θεού καθορίστηκαν κάποιες πολύ μεγάλες και παγκόσμιες πρωτοχρονιές. Οι Εβραίοι γιόρταζαν την εορτή των Σαλπίγγων την 1η Σεπτεμβρίου. Ο μήνας Νισάν, που είναι από 15 Μαρτίου έως την 15η Απριλίου καθορίζεται από τον Θεό σαν ο πρώτος μήνας του έτους, διότι κατ’ αυτόν τον μήνα διέβησαν οι Εβραίοι την Ερυθρά Θάλασσα, φεύγοντας από την Αίγυπτο. Γι’αυτό ο Θεός είπε «Θα είναι αυτός ο πρώτος μήνας του έτους. Πρώτον θα τον αριθμείτε». Όπου και το Πάσχα. Πάσχα θα πει «διάβασις», διάβασις από την Ερυθρά Θάλασσα. Έτσι και ο Κύριος έπαθε τον μήνα Νισάν. Δηλαδή η Ανάστασίς Του συμπίπτει με το εβραϊκό Πάσχα που, σας είπα, ήταν στον μήνα Νισάν, μεταξύ Μαρτίου και Απριλίου.
Έτσι, η έννοια της Πρωτοχρονιάς έχει σημασία για την έναρξη μιας νέας χρονικής περιόδου. Για το Πάσχα, επί παραδείγματι, εμείς –ξέρετε το Ευαγγέλιον, το μεγάλο Ευαγγέλιο που έχομε τα αναγνώσματα- ξεκινάμε το πρώτο ευαγγέλιο από την Κυριακή του Πάσχα. Και αυτό βέβαια είναι μία μέτρησις εκκλησιαστική με αρχή το Πάσχα. Πάντως η αρχαιοτέρα και πρώτη και η πιο χαρούμενη πρωτοχρονιά του κόσμου ήταν η 27η Νοεμβρίου του εξακοσιοστού πρώτου έτους της ηλικίας του Νώε. Όταν ο Νώε βγήκε από την Κιβωτό, όλοι οι άνθρωποι είχανε πνιγεί- η αμαρτία είχε κατακλύσει την γη και έφθειρε την γη, τα πάντα κατεκλύσθησαν από τα νερά- όταν λοιπόν ο Νώε βγήκε από την Κιβωτό, ήταν εξακοσίων ενός έτους. Κι αυτό συνέβη γιατί έμεινε περίπου –περίπου- ένα χρόνο, έμεινε μέσα στην Κιβωτό, για να κατασιγάσουν τα νερά -ήτανε φοβερά νερά…· αυτό συνέβη την 27η Νοεμβρίου. Έτσι, ο παλαιός κόσμος απήλθε με τον Κατακλυσμό και ανέτειλε ένας καινούριος κόσμος με πολλές ελπίδες.
Αλλά και αυτός ο κόσμος επαλαιώθη και ήταν ανάγκη να τεθεί μια νέα αληθινή πρωτοχρονιά. Και αυτή τώρα την καινούρια πρωτοχρονιά την εγκαινιάζει πλέον ο Θεός με την Ενανθρώπηση του Υιού Του. Πριν όμως την εγκαινιάσει ο Θεός, την εξαγγέλλει προφητικά δια του Ησαΐου.
Αλλά ας δούμε τα πράγματα με την σειρά τους. Ο Κύριος βρέθηκε στην Ναζαρέτ, «οὗ ἦν τεθραμμένος», όπως μας λέγει ο ευαγγελιστής Λουκάς, εκεί που μεγάλωσε. Και κατά την συνήθειά Του, ημέρα Σάββατο, εισήλθε στην Συναγωγή, εσηκώθη να αναγνώσει, όπως ήταν η συνήθεια τότε, το αγιογραφικό ανάγνωσμα. Όποιος μπορούσε, διάβαζε και ανέλυε εκείνο το οποίο διάβαζε, δηλαδή θα λέγαμε όπως έχομε σήμερα την ευαγγελική περικοπή και την ανάλυσή της· το κήρυγμα επάνω στην ευαγγελική περικοπή. Έτσι, ο Κύριος εσηκώθη να αναγνώσει το αγιογραφικόν ανάγνωσμα του Σαββάτου εκείνου. Του εδόθη το βιβλίο του Ησαΐου, το άνοιξε και επέλεξε την περικοπή τούτη- μας την αναφέρει ο Λουκάς, του Ησαΐου, ξαναλέγω: «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν, κηρῦξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρῦξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν».
Βλέπουμε ο Κύριος Ιησούς, σ’ αυτήν την περικοπή, να προφητεύεται ο Ίδιος. Και έρχεται τώρα να ερμηνεύσει την προφητεία ο Ίδιος. Ο προφητευόμενος ερμηνεύει την προφητεία υπέρ του εαυτού Του. Είναι η ιδανικοτέρα περίπτωσις προφητείας. Δηλαδή να ερμηνεύσει την προφητεία Εκείνος που ενδιαφέρει η προφητεία Αυτόν. Έτσι βλέπομε ότι ο Κύριος αρχίζει να αναφέρεται στο πρόσωπό Του, όχι μόνον αυτήν την φορά εις την συναγωγή της Ναζαρέτ, αλλά και σε άλλες περιπτώσεις αρχίζει από τους προφήτας ό, τι είπαν για το πρόσωπό Του. Βλέπουμε, επί παραδείγματι, να συνδυάζονται τα γεγονότα με την προφητεία κατά έναν καταπληκτικό δηλαδή τρόπο. Γράφει ο Απόστολος Πέτρος: «Καὶ ἔχομεν βεβαιότερον τὸν προφητικὸν λόγον -από τι βεβαιότερον; Από τα γεγονότα-, ᾧ καλῶς ποιεῖτε(:στον οποίο καλά κάνετε) προσέχοντες ὡς λύχνῳ φαίνοντι ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ (:καλά κάνετε και προσέχετε, γιατί είναι το λυχνάρι που φωτίζει ένα κακοτράχαλο μονοπάτι)».
Η προφητεία είναι ανωτέρα από το γεγονός αλλά επαληθεύεται από το γεγονός και στερεώνει την προφητεία το γεγονός. Και μην λησμονούμε: εδώ, εφόσον θα βρούμε την προφητεία στην Παλαιά Διαθήκη, την αξία της Παλαιάς Διαθήκης, χωρίς την οποία η Καινή Διαθήκη είναι, το υπογραμμίζω, μετέωρη. Δεν ξέρομε ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός χωρίς την Παλαιά Διαθήκη, που τόσοι και τόσοι την υποτιμούν. Λάθος! Καινή και Παλαιά Διαθήκη είναι η Αγία Γραφή. Δεν είναι ούτε ανώτερη, ούτε κατώτερη η Παλαιά Διαθήκη από την Καινή Διαθήκη, είναι η Αγία Γραφή. Κι εκεί θα βρούμε τις προφητείες, την ταυτότητα του Ιησού Χριστού. Τι έχομε στην Παλαιά Διαθήκη; Τις προφητείες. Τι έχομε στην Καινή Διαθήκη; Τα γεγονότα. Το πρόσωπον του Ιησού Χριστού. Μην λησμονούμε λοιπόν αυτό το πράγμα γιατί η γνώσις των προφητειών είναι η αρχή και η βάσις της συνειδητής πίστεως. Θέλεις να πιστέψεις συνειδητά; Να μην έχεις ταλαντεύσεις στην πίστη σου; Πήγαινε στις προφητείες. Πήγαινε στην Παλαιά Διαθήκη.
Και η βέβαιη προφητεία από μόνη της είναι ερμητικά κλειστή. Ερμητικά κλειστή. Θυμηθείτε τον Αιθίοπα εκείνον που διάβαζε τον Ησαΐα. Διάβαζε δυνατά, ήταν μια συνήθεια τότε να διαβάζουν δυνατά. Τον έστειλε ο Θεός τον Φίλιππον, ο οποίος γαντζώθηκε πίσω από το άρμα του ευνούχου αυτού -σπουδαίος ήταν· δεν ήταν Εβραίος, ήταν Αφρικανός- και του λέει: «Γινώσκεις ἅ ἀναγινώσκεις;». «Καταλαβαίνεις αυτά που διαβάζεις;». «Πώς θα μπορούσα», λέγει, «να καταλάβω εάν δεν έχω κάποιον να μου τα εξηγήσει;». Και σε ρωτώ: «Εδώ ο προφήτης για ποιον μιλάει; Για τον εαυτό του ή για κάποιον άλλον;». Δεν καταλαβαίνει τίποτα. Είναι ερμητικά κλειστή η προφητεία. Γράφει ο απόστολος Πέτρος: «Τοῦτο πρῶτον γινώσκοντες (:Αυτό πρώτα πρέπει να ξέρετε), ὅτι πᾶσα προφητεία γραφῆς ἰδίας ἐπιλύσεως οὐ γίνεται». Δεν μπορεί κανείς να εξηγήσει την προφητεία εάν δεν έχει κάτι. Τι; Χρειάζεται προφήτης. Προφήτης έγραψε την προφητεία, προφήτης χρειάζεται να εξηγήσει την προφητεία. Προφήτης διατυπώνει και προφήτης ερμηνεύει. Είναι πολύ σπουδαίο.
Και τώρα εδώ ποιος προφητεύει; Ο Ιησούς Χριστός. Ο προφητευόμενος και αναλύων την προφητείαν. Υπέρ του προσώπου Του. Όταν την ημέρα της Αναστάσεώς Του, πρόφθασε τους δύο προς Εμμαούς, «Ἀρξάμενος», λέγει ο Λουκάς εκεί, «ἀπὸ Μωϋσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν διηρμήνευεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ»· εξηγούσε εις τους δύο μαθητάς, ό,τι αφορούσε τον εαυτό Του από τους προφήτας. Από όλους τους προφήτας. Είδατε;
Αλλά και οι αποδέκται, όμως, μιας προφητείας πρέπει να έχουν το Πνεύμα το Άγιον. Αν δεν έχουν το Πνεύμα το Άγιον θα αντιδράσουν. Γι΄αυτό οι δύο προς Εμμαούς απεδέχθησαν εκείνα τα οποία τους έλεγε ο Ιησούς, τον Οποίον όμως δεν είχαν γνωρίσει – εκρατούντο τα μάτια των. Και όταν για μια στιγμή ο Ιησούς εξηφανίσθη από μπροστά τους, εκεί στο τραπέζι του σπιτιού ενός εκ των δύο, είπαν μεταξύ τους: «Οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἦν ἐν ἡμῖν, ὡς ἐλάλει ἡμῖν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς γραφάς;». «Η καρδιά μας», λέει, «δεν εφλέγετο, όπως μας εξηγούσε τις Γραφές;». Τι σημαίνει αυτό; Ότι οι δύο μαθηταί απεδέχοντο εκείνα που τους έλεγε ο Κύριος. Χωρίς να ξέρουν ότι είναι ο Κύριος – Τον ήξεραν από πρώτα, αλλά ήταν ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ. Δεν είναι της ώρας να πω πιο πολλά πάνω σ’ αυτό.
Τώρα, τώρα ο Κύριος είναι στην Ναζαρέτ, όπως είδαμε στην σημερινή ευαγγελική περικοπή, και ερμηνεύει ο Ίδιος την προφητεία του Ησαΐου που αφορούσε τον εαυτό Του. Αλλά οι ακροαταί Του, παρότι για μια στιγμή εγοητεύθησαν και εκρέμοντο, λέει, από τα χείλη Του, και είπαν: «Πῶς οὗτος γράμματα οἶδεν μή μεμαθηκώς;»· «Αφού δεν επήγε σχολείο, πώς ξέρει τέτοια γράμματα…». Παρά ταύτα, όταν επροχώρησε λίγο πιο κάτω ο Κύριος, επειδή δεν διετίθετο εις αυτούς το Πνεύμα το Άγιον, γιατί στο βάθος δεν ήθελαν να αποδεχθούν εκείνα που τους έλεγε ο Κύριος, γι’αυτό είπε ο Κύριος εκείνον τον λόγο: «Κανείς προφήτης», λέει, «δεν είναι τίμιος στην ίδια του την πατρίδα». Δεν γίνεται αποδεκτός· κατά το: «Εσύ θα μας τα πεις αυτά; Εσύ ποιος είσαι;». Ακούσατε; «Εσύ θα μας τα πεις αυτά; Εσύ ποιος είσαι;». Και τι έκαναν; Ακούστε: «Ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ – Γέμισαν από θυμό όλοι– ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα – όταν τα άκουγαν αυτά στη συναγωγή- καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ ὄρους, ἐφ᾿ οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν». Τον άρπαξαν, Τον έβγαλαν έξω, ήτανε σε ορεινή περιοχή η Ναζαρέτ, και πήγαν εκεί σε μια χαράδρα να τον γκρεμίσουν… Δεν είχαν το Πνεύμα το Άγιο… Δεν είναι λοιπόν μόνο, προφήτης θα γράψει, προφήτης θα αναλύσει, πρέπει και ο αποδέκτης, οι αποδέκται, να έχουν το Πνεύμα το Άγιον.
Και τι ο Κύριος ερμηνεύει εδώ; Ότι ήρθε να θέσει μια καινούρια Πρωτοχρονιά. Το θέμα του ήταν αυτό. Να κηρύξει, όπως λέγει, τελειώνοντας την περικοπή «ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν». «Ἐνιαυτὸς» θα πει χρόνος. Χρόνος με τις 360 ημέρες. Δηλαδή χρόνος που να είναι δεκτός από τον Κύριον- εκ μέρους των ανθρώπων, εννοείται. Μια αρχή χρόνου που να είναι αποδεκτή στον Θεό. Από τα έργα των ανθρώπων. Οι πρωτόπλαστοι ξεκίνησαν κάποτε την ζωή τους. Γι’ αυτούς ήταν μία πρωτοχρονιά. Αλλά απέτυχον. Και η αρχή των ήταν εις τον Παράδεισο. Μετά, οι απόγονοι του Νώε, που σας είπα προηγουμένως. Και αυτοί απέτυχον. Και γίνεται τρίτη απόπειρα- προσέξτε αυτά που θα υπογραμμίσω- και τελευταία -θα δείτε παρακάτω γιατί- και τελευταία. Κι αυτή η πρωτοχρονιά, δηλαδή αυτό το ξεκίνημα του νέου χρόνου, αυτής της νέας εποχής, είχε σαν περιεχόμενο, όπως τα περιγράφει η προφητεία, και τα εξήγησε ο Κύριος, πρώτον: τον ευαγγελισμό των πτωχών από γνώση Θεού- δεν ήσαν οι πτωχοί που δεν θα είχαν να φάνε, αλλά οι άνθρωποι ήσαν πτωχοί από γνώση Θεού. Θα ευαγγελιστεί λοιπόν ο Κύριος εις τους φτωχούς την γνώση του Θεού. Στην θεογνωσία. Θα φανερώσει ποιος είναι ο Θεός. Θα αποκαλύψει τον Θεό.
Δεύτερον. Θα προχωρήσει στη θεραπεία των συντετριμμένων στην καρδιά. Από τι; Από την αμαρτία. Συντρίβει τον άνθρωπο η αμαρτία, αγαπητοί. Τρίτον. Εξαγγέλλεται η απελευθέρωσις των αιχμαλώτων. Ποιων αιχμαλώτων; Από μία πολεμική κατάσταση, σύρραξη; Όχι! Από τα δεσμά και την αιχμαλωσία του διαβόλου, την φθορά και τον θάνατο. Αυτά τα τρία: διάβολος, φθορά, θάνατος. Τέταρτον. Ήρθε να εξαγγείλει το άνοιγμα των ματιών της ψυχής σε νέες προοπτικές και διαστάσεις. Να βλέπουν αλλιώτικα. Δηλαδή να βλέπουν υπό το πρίσμα της αιωνιότητος· ότι ο θάνατος θα υπερνικηθεί, η φθορά θα υπερνικηθεί, ο διάβολος θα δεσμευτεί και πρέπει λοιπόν να βλέπουν με άλλη προοπτική. Και πέμπτον, το δόσιμο της αληθινής ελευθερίας. Όπως είπε ο Χριστός ότι «ήλθε ο Υιός του ανθρώπου να σας ελευθερώσει». Κι αυτό δεν το κατάλαβαν οι Εβραίοι τότε. Είθε να το καταλαβαίνουμε εμείς.
Ο «ἐνιαυτὸς Κυρίου», ο «ἐνιαυτὸς Κυρίου», πώς θα το εννοούμε αυτό το έτος του Κυρίου; Είναι έτος με την ευρεία έννοια της λέξεως. Είναι η εποχή του Χριστού στη γη. Είναι ο χρόνος ανάμεσα στις δυο παρουσίες του Χριστού, μεταξύ της πρώτης και της δευτέρας Του παρουσίας, αυτός ο χρόνος είναι ο δεκτός εις τον Κύριον. Γιατί ό,τι ζητήσεις θα το έχεις μέσα σ’ αυτό το χρονικό διάστημα. Είναι τα χίλια χρόνια της Αποκαλύψεως, που οι αιρετικοί Χιλιασταί βεβαίως παρερμηνεύουν και λέγουν ό,τι λέγουν. Τι; Ποια είναι αυτή η χιλιετής Βασιλεία του Χριστού; Ο χρόνος ο περικλειόμενος μεταξύ των δύο Παρουσιών, της πρώτης και δευτέρας, δηλαδή, του Χριστού. Είναι ακόμη ο καιρός, ο «ἐνιαυτὸς Κυρίου», είναι ο καιρός της μετανοίας. Για ένα λαό, για μια ψυχή, για ένα σύνολο, για ένα πρόσωπο. Είναι ο καιρός της γνώσεως του αληθινού Θεού. Αυτός είναι ο «ἐνιαυτὸς Κυρίου», η αληθινή πρωτοχρονιά που είναι δεκτή από τον Θεό.
Προσέξτε κάτι. Στις ημέρες μας – σας είπα, η τρίτη και η τελευταία πρωτοχρονιά, δεν υπάρχει άλλη· εν ευρεία εννοία πρωτοχρονιά, δηλαδή ξεκίνημα αξιοποιήσεως του χρόνου. Στις ημέρες μας πρόβαλλε και μία νέα πρωτοχρονιά. Ας πούμε, τετάρτη πρωτοχρονιά… Είναι η λεγομένη Νέα Εποχή, New Age, όπως την λένε στην Ευρώπη και στην Αμερική. Η Νέα Εποχή… Προσέξτε: η Νέα Εποχή. Έγινε τραγούδια, έγινε… λαϊκά τραγούδια η Νέα Εποχή, έγινε…, έγινε, έγινε και τι δεν γίνεται, μόνο και μόνο να μεταδοθεί σε όλη τη γη. Είναι, όπως λένε, η πρωτοχρονιά του Υδροχόου. «Πέρασε», λένε, «η εποχή των Ιχθύων». Έχομε τα δώδεκα ζώδια. Είναι ένα ζώδιο που λέγεται «οἱ ἰχθῦς», δύο ψάρια, δύο ιχθύς. Έτσι τα βάφτισαν αυτά οι αρχαίοι Έλληνες. Είναι ακόμη ένα ζώδιο που λέγεται Υδροχόος. Μάλιστα παριστάνεται από τους αρχαίους Έλληνες- αστέρια είναι· αυτά είναι σταθερά μεταξύ τους, οι αποστάσεις τους· φαινομενικώς τουλάχιστον, για να είμαι ακριβέστερος– εμφανίζεται ένας νέος που κρατά ένα σταμνί και χύνει νερό, υδροχόος… Και λένε λοιπόν αυτοί- ποιοι;- οι άνθρωποι της Νέας Εποχής ότι η εποχή του Ιχθύος, των Ιχθύων, πέρασε. Είναι η εποχή του Χριστιανισμού. Είπαν: «Πέρασε. Ξόφλησε»… Αν το θέλετε, ΙΧΘΥΣ, κατά συγκυρία, είναι η ακροστιχίδα, προσέξτε: Ι- Χ- Θ- Υ- Σ, Ι.Χ.Θ.Υ.Σ. ακροστιχίδα των εξής λέξεων: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ. «Πέρασε λοιπόν η εποχή του Χριστιανισμού. Πέρασε ο Χριστός, ξόφλησε. Ό,τι είχε να δώσει, το έδωσε, δεν έχει πλέον τίποτα να δώσει. Έρχεται τώρα μια Νέα Εποχή, η εποχή του Υδροχόου»· που είναι η πρωτοχρονιά -Ναι! Ναι!- η πρωτοχρονιά του Αντιχρίστου. Το καταλάβατε; Θα το ξαναπώ: Η πρωτοχρονιά του Αντιχρίστου. Αυτού του «πιθήκου», όπως λέει ο Ιερός Αυγουστίνος, «του Χριστού». Μιμείται τον Χριστό, να ξεγελάσει τους ανθρώπους και να εμφανιστεί ότι αυτός είναι ο Χριστός. Κι αλίμονο όποιος, αλίμονο όποιος ξεγελαστεί…
Αγαπητοί. Έχομε την πρωτοχρονιά του λεγομένου πολιτικού ή οικονομικού έτους. Λέμε 1η Ιανουαρίου. Πολιτικόν έτος. Οικονομικό έτος. Αλλά αληθινά δεκτή πρωτοχρονιά είναι αυτή που εγκαινίασε ο Χριστός πάνω στην γη. Και αυτή η Ενανθρώπησή Του αποτελεί αφετηρία. Αυτή η πρωτοχρονιά αποτελεί το κέντρον της Ιστορίας. Γι΄αυτό και ο απόστολος Παύλος μάς καταμηνύει: «Ἰδού νῦν – Να! Τώρα!- καιρός εὐπρόσδεκτος – τώρα!-, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας». «Τώρα! Τώρα να μετανοήσεις! Τώρα είναι ο καιρός ευπρόσδεκτος από τον Θεόν γιατί ήρθε ο Χριστός να κηρύξει «ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν», άφεση αμαρτιών» κ.λπ. κ.λπ. Ας προσέξουμε- θα το επαναλάβω- είναι η τελευταία πρωτοχρονιά της Ιστορίας. Αλλά και του κάθε ανθρώπου.
Κάθε άλλη πρωτοχρονιά, όπως η της Νέας Εποχής, είναι νόθος και παραπλανητική. Όποιος ξεκινήσει, όποτε ξεκινήσει, πραγματοποιεί μία πρωτοχρονιά Κυρίου. Και είναι η αρχή της πίστεως, είναι η αρχή της μετανοίας, αυτά τα δυο. Και μετάνοια σημαίνει επιστροφή στον Θεό. Επιστροφή στον Χριστό. Γι΄αυτό ας παρακαλέσουμε τον Δημιουργόν της Κτίσεως και των αιώνων, του χρόνου, να ευλογήσει «τόν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός Του», να είναι «ἐνιαυτὸς» μετανοίας, αρχής πνευματικής ζωής και ευλογίας. «Ἐνιαυτὸς» δεκτός εις τον Κύριον. Καλό μήνα, καλή χρονιά!
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
απομαγνητοφώνηση και ψηφιοποίηση ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΗ: