ΚΥΡΙΑΚΗ ΙB΄ Ματθαίου (4/9/2022)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΒ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Α’ προς Κορινθίους, κεφάλαιο ΙΕ΄, εδάφια 1-11
1Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε, 2 δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῆ ἐπιστεύσατε. 3 Παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις ὃ καὶ παρέλαβον, ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφάς, 4 καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτη ἡμέρᾳ κατὰ τὰς γραφάς, 5 καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ, εἶτα τοῖς δώδεκα· 6 ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ, ἐξ ὧν οἱ πλείους μένουσιν ἕως ἄρτι, τινὲς δὲ καὶ ἐκοιμήθησαν· 7 ἔπειτα ὤφθη ᾿Ιακώβῳ, εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν· 8 ἔσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί. 9 Ἐγὼ γάρ εἰμι ὁ ἐλάχιστος τῶν ἀποστόλων, ὃς οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς καλεῖσθαι ἀπόστολος, διότι ἐδίωξα τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ· 10 χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι· καὶ ἡ χάρις αὐτοῦ ἡ εἰς ἐμὲ οὐ κενὴ ἐγενήθη, ἀλλὰ περισσότερον αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα, οὐκ ἐγὼ δέ, ἀλλ᾿ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σὺν ἐμοί. 11 Εἴτε οὖν ἐγὼ εἴτε ἐκεῖνοι, οὕτω κηρύσσομεν καὶ οὕτως ἐπιστεύσατε.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
1 Σας γνωστοποιώ λοιπόν, αδελφοί, το Ευαγγέλιο που σας δίδαξα, το οποίο και παραλάβατε και στο οποίο μένετε αμετακίνητοι από τότε. 2 Μ’ αυτό και θα σωθείτε, εάν το κρατάτε στερεά, όπως εγώ σας το κήρυξα˙ εκτός αν μάταια και χωρίς λόγο πιστέψατε. Λησμονήσατε όμως μια ουσιώδη αλήθεια του Ευαγγελίου μου αυτού. 3 Με την προφορική δηλαδή διδασκαλία σάς παρέδωσα πρώτα εκείνο που κι εγώ παρέλαβα, ότι δηλαδή ο Χριστός πέθανε για τις αμαρτίες μας, σύμφωνα με όσα προφητεύθηκαν στις Γραφές, 4 και ότι ενταφιάστηκε και την τρίτη ημέρα αναστήθηκε σύμφωνα με τις Γραφές. 5 Και ότι εμφανίστηκε μετά την Ανάστασή του στον Κηφά (Πέτρο), κι έπειτα στους δώδεκα Αποστόλους. 6 Έπειτα εμφανίστηκε για μια φορά συγχρόνως σε περισσότερους από πεντακόσιους αδελφούς, από τους οποίους βέβαια μερικοί πέθαναν, οι περισσότεροι όμως ζουν έως τώρα. 7 Έπειτα εμφανίστηκε στον Ιάκωβο, και ύστερα σ’ όλους τους Αποστόλους.
8 Και τελευταία απ’ όλους εμφανίστηκε και σε μένα σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε απ’ την κοιλιά της μητέρας του. 9 Διότι εγώ είμαι ο ελάχιστος, ο κατώτερος απ’ όλους τους Αποστόλους, που δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι Απόστολος, διότι καταδίωξα την Εκκλησία του Θεού. 10 Με την χάρη του Θεού όμως είμαι ό,τι είμαι τώρα, δηλαδή Απόστολος ίσος με τους άλλους. Και η χάρις που μου έδωσε ο Κύριος δεν έμεινε άκαρπη και χωρίς αποτέλεσμα, αλλά περισσότερο απ’ όλους αυτούς κοπίασα. Και το έργο μάλιστα αυτό δεν το εργάστηκα εγώ, αλλά η χάρις του Θεού που είναι μαζί μου και με ενισχύει. 11 Αφού λοιπόν και στους άλλους Αποστόλους και σε μένα εμφανίστηκε ο Κύριος, και όλοι από Εκείνον αναδειχθήκαμε Απόστολοί Του, είτε εγώ ασκώ το αποστολικό έργο, είτε εκείνοι, με τον ίδιο τρόπο και το ίδιο Ευαγγέλιο κηρύττουμε όλοι˙ και όπως κηρύττουμε, έτσι κι εσείς πιστέψατε.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΒ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Κατά Ματθαίον, κεφάλαιο ΙΘ΄, εδάφια 16-26
16 Καὶ ἰδοὺ εἷς προσελθὼν εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον; 17 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τί με λέγεις ἀγαθόν; Οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. Εἰ δὲ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωήν, τήρησον τὰς ἐντολάς. 18 Λέγει αὐτῷ· ποίας; Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπε· τὸ οὐ φονεύσεις, οὐ μοιχεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐ ψευδομαρτυρήσεις, 19 τίμα τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα, καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. 20 Λέγει αὐτῷ ὁ νεανίσκος· πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου· τί ἔτι ὑστερῶ; 21 Ἒφη αὐτῷ ὁ ῾Ιησοῦς· εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. 22 Ἀκούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά.
23 ῾Ο δὲ ᾿Ἰησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι δυσκόλως πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. 24 Πάλιν δὲ λέγω ὑμῖν, εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ῥαφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. 25 Ἀκούσαντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐξεπλήσσοντο σφόδρα λέγοντες· τίς ἄρα δύναται σωθῆναι; 26 Ἐμβλέψας δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· παρὰ ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστι, παρὰ δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
16 Και ιδού, κάποιος τον πλησίασε και του είπε: «Διδάσκαλε αγαθέ, τί αγαθό και τι καλό να κάνω για να αποκτήσω την αιώνια ζωή;». 17 Κι ο Κύριος τού είπε: «Αφού απευθύνεσαι σε μένα θεωρώντας ότι είμαι ένας απλός άνθρωπος, γιατί με ονομάζεις αγαθό; Κανείς δεν είναι από τον εαυτό του πραγματικά αγαθός παρά μόνο ένας, ο Θεός. Εάν όμως θέλεις να μπεις στην αιώνια και μακάρια ζωή, τήρησε σε όλη τη ζωή σου τις εντολές». 18 Του λέει ο νέος: «Ποιες εντολές;». Κι ο Ιησούς του είπε: «Το να μη σκοτώσεις, να μη μοιχεύσεις, να μην κλέψεις, να μην ψευδομαρτυρήσεις, 19 τίμα τον πατέρα και την μητέρα σου, και να αγαπήσεις το συνάνθρωπό σου σαν τον εαυτό σου». 20 Του λέει ο νέος, ο οποίος δεν είχε διδαχθεί ποια είναι και πώς εφαρμόζεται η αγάπη προς τον συνάνθρωπο: «Όλα αυτά τα φύλαξα από τότε που ήμουν νέος. Τι άλλο μου λείπει ακόμη;» 21 Κι ο Ιησούς τού είπε: «Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς. Κι έλα να με ακολουθήσεις». 22 Μόλις όμως ο νέος άκουσε τον λόγο αυτό, έφυγε λυπημένος˙ διότι είχε πολλά κτήματα, και η καρδιά του ήταν κολλημένη σε αυτά.
23 Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές Του: «Αληθινά σας λέω ότι δύσκολα ένας πλούσιος άνθρωπος θα μπει στη βασιλεία των ουρανών. 24 Πάλι σας λέω, ευκολότερο είναι να περάσει μια καμήλα από την τρύπα που ανοίγει η βελόνα, παρά ο πλούσιος να μπει στην Βασιλεία του Θεού». 25 Αλλά όταν οι μαθητές Του το άκουσαν αυτό, ένιωσαν πολύ μεγάλη έκπληξη και είπαν: «Ποιος τάχα μπορεί να σωθεί;». 26 Ο Ιησούς τότε τους κοίταξε εκφραστικά και τους είπε: «Στους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατο, στον Θεό όμως όλα είναι δυνατά. Μπορεί λοιπόν ο Θεός με την χάρη Του να λύσει τους δεσμούς της καρδιάς κάθε καλοπροαίρετου πλουσίου με το χρήμα και να τον καταστήσει άξιο της σωτηρίας».
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ [:Α΄Κορ.15,1-11]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῆ ἐπιστεύσατε (:Σας γνωστοποιώ λοιπόν, αδελφοί, το Ευαγγέλιο που σας δίδαξα, το οποίο και παραλάβατε και στο οποίο μένετε αμετακίνητοι από τότε. Με αυτό και θα σωθείτε, εάν το κρατάτε στερεά, όπως εγώ σας το κήρυξα· εκτός αν μάταια και χωρίς λόγο πιστέψατε. Λησμονήσατε όμως, μία ουσιώδη αλήθεια του Ευαγγελίου μου αυτού)»[Α΄Κορ.15,1-2].
Αφού ολοκλήρωσε τον λόγο για τα πνευματικά χαρίσματα, έρχεται σε αυτό που είναι το πιο αναγκαίο από όλα, την διδασκαλία για την ανάσταση, καθόσον η πίστη τους σε αυτό ήταν πολύ ασθενής. Και όπως ακριβώς στα σώματα, όταν ο πυρετός προσβάλει τα στερεά, δηλαδή τα νεύρα και τις φλέβες και τα πρώτα στοιχεία που τα συνθέτουν, τότε το κακό γίνεται αθεράπευτο, εάν δεν τύχουν πολλής περιποιήσεως, έτσι λοιπόν υπήρχε κίνδυνος να γίνει και τότε· διότι το κακό βάδιζε ήδη εναντίον των στοιχείων της ευσέβειας. Για τον λόγο αυτόν και καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια ο Παύλος.
Το θέμα βέβαια γι’ αυτόν δεν ήταν για τον τρόπο ζωής, ούτε ότι ο μεν πόρνευε, ο δε ήταν πλεονέκτης, ο άλλος κάλυπτε την κεφαλή, αλλά γι΄αυτό το αποκορύφωμα των αγαθών· καθόσον διαφωνούσαν γι’ αυτήν την ίδια την ανάσταση· διότι επειδή αυτή είναι όλη μας η ελπίδα, προς αυτό έπληττε με δύναμη ο διάβολος, και άλλοτε μεν τελείως εξάλειφε την πίστη σε αυτήν, άλλοτε πάλι έλεγε ότι ήδη έγινε αυτό, πράγμα για το οποίο γράφοντας στον Τιμόθεο ο Παύλος ονομάζει «γάγγραινα» την πονηρή αυτή δοξασία και στιγμάτιζε αυτούς που εισήγαν αυτόν, με τους λόγους: «Καὶ ὁ λόγος αὐτῶν ὡς γάγγραινα νομὴν ἕξει· ὧν ἐστιν ῾Υμέναιος καὶ Φιλητός, οἵτινες περὶ τὴν ἀλήθειαν ἠστόχησαν, λέγοντες τὴν ἀνάστασιν ἤδη γεγονέναι, καὶ ἀνατρέπουσι τήν τινων πίστιν(:Και η διδασκαλία τους θα εξαπλωθεί σαν γάγγραινα. Δύο μάλιστα από αυτούς τους ψευδοδιδασκάλους είναι ο Υμέναιος και ο Φιλητός. Αυτοί αστόχησαν και απομακρύνθηκαν από την αλήθεια λέγοντας ότι έχει γίνει πλέον η ανάσταση των νεκρών, κι έτσι ανατρέπουν και γκρεμίζουν την πίστη μερικών)» [Β΄Τιμ. 2,17-18]. Και άλλοτε λοιπόν αυτό έλεγαν, άλλοτε πάλι ότι το σώμα δεν ανασταίνεται, αλλά ότι ανάσταση είναι η κάθαρση της ψυχής.
Αυτά λοιπόν τους έπειθε να τα λέγουν εκείνος ο πονηρός δαίμονας, καθόσον ήθελε όχι μόνο να καταργήσει την πίστη στην ανάσταση, αλλά και να δείξει ότι όλα όσα έγιναν προς χάριν μας από τον Χριστό είναι μύθος· διότι, εάν πίστευαν ότι δεν υπάρχει ανάσταση των σωμάτων, λίγο λίγο θα τους έπειθε ότι ούτε ο Χριστός αναστήθηκε· από αυτό δε καθώς θα προχωρούσε σε αυτήν την οδό, θα εισήγε και την πλάνη ότι ούτε ήλθε στη γη, ούτε έκανε όσα έκανε. Τέτοια είναι λοιπόν η κακουργία του διαβόλου. Γι΄αυτό και ονομάζει αυτή «μεθοδεία» ο Παύλος, διότι δεν δείχνει ευθέως αυτό που θέλει να κάνει, ώστε να μη φανερωθεί, αλλά, αφού περιβληθεί με άλλο προσωπείο, άλλα μηχανεύεται, και όπως όταν εχθρός και κακούργος προσβάλει πόλη και τα τείχη σκάβει κρυφά από κάτω, ώστε δύσκολα να μπορεί να φυλαχθεί αυτή και να κατορθώσει αυτό που θέλει.
Για τον λόγο αυτόν, επειδή έβρισκε τις παγίδες του και έπιανε τις πονηρές του ενέδρες ο θαυμαστός αυτός και μεγάλος άνδρας, έλεγε: «Οὐ γὰρ αὐτοῦ τὰ νοήματα ἀγνοοῦμεν (:διότι δεν αγνοούμε τις δόλιες επινοήσεις του)»[Β΄Κορ.2,11]. Καθόσον και εδώ ανακαλύπτει ολόκληρη την απάτη του και δείχνει όλα τα πονηρά του σχέδια και προβάλλει όλα όσα θέλει να κάνει, αφού προσβάλλει όλα με πολλή ακρίβεια. Για τον λόγο αυτόν λοιπόν και έθεσε τελευταίο αυτό το κεφάλαιο, επειδή και πάρα πολύ αναγκαίο ήταν και συγκρατεί όλη την πίστη μας.
Και πρόσεχε σύνεση. Αφού ασφάλισε πρώτα τους πιστούς της εκκλησίας, τότε προχωρεί και περαιτέρω στον λόγο και αποστομώνει τελείως και αυτούς που προσβάλλουν από έξω. Και ασφαλίζει τους δικούς του όχι με συλλογισμούς, αλλά με αυτά που ήδη έγιναν και τα οποία αυτοί παραδέχτηκαν και πίστεψαν ότι έγιναν, πράγμα που προκαλούσε πολλή ντροπή και ήταν ικανό να τους συγκρατήσει· διότι εάν ήθελαν μετά από αυτά να απιστήσουν, θα απιστούσαν πλέον όχι στον Παύλο, αλλά στους εαυτούς τους, πράγμα που ήταν κατηγορία για εκείνους που παραδέχτηκαν την πρώτη φορά και πίστεψαν. Γι΄αυτό λοιπόν και αρχίζει από εδώ, για να δείξει ότι δεν χρειάζεται άλλους μάρτυρες για το ότι λέγει την αλήθεια, αλλά ότι αυτοί οι ίδιοι που εξαπατήθηκαν, είναι μάρτυρες.
Για να γίνει όμως σαφέστερο αυτό που λέω, είναι ανάγκη πλέον να ακούσουμε αυτούς τους λόγους. Ποιοι λοιπόν είναι αυτοί; «Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί(:Σας γνωστοποιώ λοιπόν, αδελφοί)», λέγει, «τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν(:το Ευαγγέλιο που σας δίδαξα)»[Α΄Κορ.15,1]. Είδες με πόση επιείκεια; Είδες πως από την αρχή έδειξε ότι δεν εισάγει τίποτε νέο, ούτε ξένο; Διότι αυτός που υπενθυμίζει αυτό που ήδη γνωρίστηκε και ύστερα λησμονήθηκε, το ίδιο γνωρίζει αφού το υπενθυμίσει πάλι.
Επίσης με το να τους ονομάσει αδελφούς έδωσε προκαταβολικά και από αυτό όχι μικρή απόδειξη γι΄αυτό· διότι από πουθενά αλλού δεν γίναμε αδελφοί, παρά από τη σωτηριώδη ένσαρκο οικονομία του Χριστού. Για τον λόγο αυτόν βέβαια και τους ονόμασε έτσι, αφενός μεν για να τους καταπραΰνει και να τους περιποιηθεί, αφετέρου δε για να τους υπενθυμίσει τα άπειρα αγαθά.
Και εκείνο που ακολουθεί πάλι μετά από αυτό αποδεικνύει το ίδιο το πράγμα. Ποιο λοιπόν είναι αυτό; Το ευαγγέλιο· διότι το περιεχόμενο των ευαγγελίων εδώ έχει την αρχή, στο ότι δηλαδή ο Θεός έγινε άνθρωπος και σταυρώθηκε και αναστήθηκε. Αυτό το χαρμόσυνο άγγελμα έφερε και ο Γαβριήλ στην Παρθένο, αυτό και οι προφήτες στην οικουμένη, αυτό και οι απόστολοι όλοι· «δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῆ ἐπιστεύσατε(:με αυτό και θα σωθείτε, εάν το κρατάτε στερεά, όπως εγώ σας το κήρυξα· εκτός αν μάταια και χωρίς λόγο πιστέψατε. Λησμονήσατε όμως, μία ουσιώδη αλήθεια του Ευαγγελίου μου αυτού)»[Β΄Κορ.15,2]. Είδες πώς καλεί αυτούς τους ίδιους μάρτυρες αυτών που ελέχθησαν; Και δεν λέγει «αυτό που ακούσατε», αλλά «αυτό που παραλάβατε», σαν να απαιτεί κάποια παρακαταθήκη από αυτούς και φανερώνει ότι όχι μόνο με λόγο, αλλά και με έργα και σημεία και θαύματα παρέλαβαν αυτό και για να το κρατούν με ασφάλεια.
Στην συνέχεια, επειδή ομιλούσε για τα παλαιά, έστρεψε την προσοχή και στον παρόντα χρόνο όταν είπε: «Ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε (:και στο οποίο μένετε αμετακίνητοι από τότε)», για να τους προκαταλάβει, ώστε να μην μπορούν, και αν ακόμη θελήσουν πολύ, να αρνηθούν. Γι΄αυτό και στην αρχή δεν είπε: «Σας διδάσκω», αλλά: «Σας υπενθυμίζω», αυτό δηλαδή που ήδη γνωρίσατε.
Και πώς αυτούς που κλονίζονται λέγει ότι στέκονται; Προσποιείται άγνοια για το συμφέρον τους, πράγμα που κάνει και στους Γαλάτες, αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο. Επειδή δηλαδή δεν ήταν δυνατόν να προσποιηθεί άγνοια εκεί, πραγματεύεται τον λόγο με άλλο τρόπο και λέει: «Ἐγὼ πέποιθα εἰς ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ ὅτι οὐδὲν ἄλλο φρονήσετε (:Εγώ έχω σε σας την πεποίθηση που εμπνέει η σχέση και η κοινωνία μου με το Κύριο, ότι δεν θα δεχθείτε άλλο φρόνημα, αλλά το φρόνημα της αληθείας που διδαχτήκατε)» [Γαλ.5,10]. Δεν είπε ότι «δεν σχηματίσατε άλλη γνώμη», επειδή το παράπτωμά τους είχε ομολογηθεί και ήταν καταφανές, αλλά εγγυάται για το μέλλον· αν και βέβαια και αυτό ήταν αβέβαιο· αλλά για να τους προσελκύσει περισσότερο.
Εδώ όμως επιπλέον και προσποιείται ότι αγνοεί, λέγοντας: «στο οποίο και στέκεστε». Ύστερα δείχνει την ωφέλεια· «δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε(:με αυτό και θα σωθείτε, εάν το κρατάτε στερεά, όπως εγώ σας το κήρυξα)». Ώστε αυτή η διδασκαλία που γίνεται τώρα αποσκοπεί στο να διασαφηνίσει και να ερμηνεύσει αυτά. «Δεν χρειάζεστε δηλαδή να διδαχτείτε αυτήν την πίστη», λέγει, «αλλά να τη θυμηθείτε και να διορθωθείτε».
Αυτά επίσης τα λέγει για να μην τους αφήσει να γίνουν τελείως αναίσχυντοι. Και τι σημαίνει η πρόταση «όπως εγώ σας κήρυξα»; «Με ποιο τρόπο σας είπα», λέγει, «ότι θα γίνει η ανάσταση· διότι για το ότι μεν υπάρχει ανάσταση, δεν θα μπορούσα να πω ότι αμφιβάλλετε· ίσως όμως ζητείτε να μάθετε σαφέστερα αυτό που ειπώθηκε. Αυτό λοιπόν και θα κάνω· διότι γνωρίζω σαφώς ότι κρατείτε την πίστη σε αυτό το δόγμα».
Στην συνέχεια, επειδή ρητώς έλεγε: «ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε (:το οποίο και παραλάβατε και στο οποίο μένετε αμετακίνητοι από τότε)», για να μην τους κάνει και ραθυμήσουν περισσότερο με αυτό, τους φοβίζει πάλι με τα λόγια: «εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῆ ἐπιστεύσατε(:εάν το κρατάτε στερεά, όπως εγώ σας το κήρυξα· εκτός αν μάταια και χωρίς λόγο πιστέψατε)»· για να δείξει ότι η πληγή βρίσκεται στην ουσία και ότι ο αγώνας γίνεται όχι για τυχόντα πράγματα, αλλά για ολόκληρη την πίστη.
Και τώρα μεν λέγει αυτό σε χαμηλό τόνο, αλλά καθώς προχωρεί και θερμαίνεται, με γυμνή πλέον την κεφαλή φωνάζει και λέει: «Εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν(:Εάν όμως ο Χριστός δεν αναστήθηκε, είναι χωρίς πραγματικό περιεχόμενο και χωρίς νόημα το κήρυγμά μας, αλλά και η πίστη σας είναι κούφια και χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο· αφού και το κήρυγμά μας και η πίστη σας έχει θεμέλιο και βάση την Ανάσταση του Χριστού)»[Α΄Κορ.15,14]. Αλλά στο προοίμιο δεν λέει έτσι διότι έτσι ήταν ωφέλιμο να μιλήσει, με ηρεμία και να προχωρεί προοδευτικά.
«Παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις ὃ καὶ παρέλαβον(:με την προφορική μου δηλαδή διδασκαλία σάς παρέδωσα πρώτα εκείνο που κι εγώ παρέλαβα)». Δεν λέει ούτε εδώ ότι «σας είπα», ούτε ότι «σας δίδαξα», αλλά χρησιμοποιεί την ίδια λέξη πάλι και λέει: «σας παρέδωσα». Και έτσι δύο πράγματα αποδεικνύει, και ότι τίποτε δεν εισάγει επιπροσθέτως, και ότι γνώρισαν αυτά με έμπρακτη απόδειξη και όχι μόνο με θεωρητικά λόγια. Και για να κάνει σταδιακά αξιόπιστο τον λόγο, ανάγει το παν στον Χριστό και δείχνει ότι κανένα από αυτά τα δόγματα δεν είναι ανθρώπινο.
«Και τι σημαίνει: ‘’Παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις’’;», θα πει κάποιος. Από την αρχή, όχι τώρα. Και τα λέγει σαν να φέρει μάρτυρα και τον χρόνο και διότι ήταν μέγιστη ντροπή αφού πίστεψαν για τόσο χρόνο, τώρα να αλλάζουν πίστη· και όχι μόνο αυτό, αλλά διότι ήταν και απαραίτητη η πίστη σε αυτό το δόγμα· γι΄αυτό και παραδόθηκε εξαρχής και αμέσως από την πρώτη στιγμή. Και τι παρέδωσες; Πες μου. Δεν λέει όμως αμέσως αυτό, αλλά πρώτα λέει ότι παρέλαβαν.
Και τι παρέλαβες; «ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν (:ότι δηλαδή ο Χριστός πέθανε για τις αμαρτίες μας)». Δεν είπε αμέσως ότι θα αναστηθούν τα σώματα, αλλά αυτό ακριβώς προετοιμάζει, από μακριά όμως και με άλλα θέματα, λέγοντας ότι ο Χριστός πέθανε και αφού έθεσε από πριν κάποια μεγάλη βάση και θεμέλιο ακλόνητο τον λόγο για την ανάσταση· διότι δεν είπε απλά ότι πέθανε ο Χριστός, αν και αυτό ήταν αρκετό για να δηλώσει την ανάσταση, αλλά πρόσθεσε και ότι ο Χριστός πέθανε για τις αμαρτίες μας.
Αξίζει όμως πρώτα να ακούσουμε τι λένε εδώ αυτοί που προσβλήθηκαν από τη νόσο των Μανιχαίων και που είναι εχθροί της αλήθειας και πολεμούν την ίδια τη σωτηρία τους. Τι λένε λοιπόν αυτοί; «Θάνατο, εδώ», λένε, «τίποτε άλλο δεν ονομάζει ο Παύλος παρά το να πέσει κανείς σε αμαρτία, και ανάσταση το να απαλλαγεί από τις αμαρτίες». Είδες ότι τίποτε δεν είναι ασθενέστερο από την πλάνη; Και πως από τα ίδια τα φτερά της αιχμαλωτίζεται και δεν χρειάζεται να την πολεμήσει κανείς απέξω, αλλά διασκορπίζεται από μόνη της; Πρόσεχε λοιπόν πώς προσπαθούσαν και αυτοί να διαφθείρουν τους εαυτούς τους με όσα είπαν· διότι εάν αυτό είναι θάνατος και σώμα δεν ανέλαβε κατά τη γνώμη σας ο Χριστός, πέθανε όμως, τότε κατά τα λεγόμενά σας, αμάρτησε ο Χριστός. Εγώ όμως όταν λέω ότι ανέλαβε σώμα, λέω και ότι κατά σάρκα πέθανε, ενώ εσύ με το να αρνείσαι αυτό, θα αναγκαστείς να πεις αυτό που ανέφερα πριν. Εάν όμως αμάρτησε ο Χριστός, πώς λέει: «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;(: Ποιος από σας, εξετάζοντας και ελέγχοντας τη ζωή μου, μπορεί να αποδείξει ότι έχω κάνει έστω και την παραμικρή αμαρτία; Κανείς)»[Ιω.8,46]· και: «Ἒρχεται γὰρ ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων, καὶ ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν(:Έρχεται ο σατανάς, που εξουσιάζει τον κόσμο που βρίσκεται μακριά από τον Θεό˙ κι έρχεται για να πραγματοποιήσει την τελευταία και βιαιότερη επίθεσή του εναντίον μου. Αλλά δεν θα βρει σε μένα τίποτε το δικό του, το οποίο θα του δίνει κάποια εξουσία ή κάποιο δικαίωμα επάνω μου)»[Ιω.14,30]; Και πάλι: «Πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην(:Πρέπει να εκπληρώσω κάθε εντολή του Θεού)» [Ματθ.3,15];
Πώς λοιπόν πέθανε μόνο υπέρ των αμαρτωλών, εάν Αυτός βρισκόταν σε αμαρτία; Διότι αυτός που αποθνήσκει υπέρ αμαρτωλών, πρέπει ο ίδιος να είναι αναμάρτητος· καθόσον εάν αμαρτήσει και αυτός, πώς θα πεθάνει για άλλους αμαρτωλούς; Εάν λοιπόν πέθανε υπέρ αμαρτιών άλλων, πέθανε αναμάρτητος. Εάν πάλι πέθανε αναμάρτητος, δεν πέθανε τον θάνατο της αμαρτίας, διότι πώς ήταν δυνατόν αφού είναι αναμάρτητος; Αλλά πέθανε τον θάνατο του σώματος. Εάν όμως απέθανε τον θάνατο του σώματος, τότε και η ανάστασή Του είναι ανάσταση του σώματος. Για τον λόγο αυτόν και ο Παύλος δεν είπε απλώς: «πέθανε», αλλά πρόσθεσε: «για τις αμαρτίες μας»· και για να τους βάλει και χωρίς να θέλουν να ομολογήσουν τον σωματικό θάνατο, και για να δείξει με αυτό ότι και πριν από τον θάνατο ήταν αναμάρτητος· διότι είναι επόμενο ότι αυτός που αποθνήσκει για αμαρτίες άλλων είναι αναμάρτητος.
Και ούτε σε αυτό αρκέστηκε, αλλά πρόσθεσε: «κατὰ τὰς γραφάς(:σύμφωνα με όσα προφητεύτηκαν στις Γραφές)»· ώστε και με αυτό και αξιόπιστο κάνει πάλι τον λόγο, και δηλώνει ποιο θάνατο έλεγε· διότι και οι Γραφές τον θάνατο του σώματος κηρύττουν παντού. Διότι λέγει: «Ὢρυξαν χεῖράς μου καὶ πόδας(:Διατρύπησαν τα χέρια και τα πόδια μου)»[Ψαλμ.21,17]· και: «Καὶ ἐπιβλέψονται πρός με ἀνθ᾿ ὧν κατωρχήσαντο καὶ κόψονται ἐπ᾿ αὐτὸν κοπετόν, ὡς ἐπ᾿ ἀγαπητῷ, καὶ ὀδυνηθήσονται ὀδύνην ὡς ἐπὶ τῷ πρωτοτόκῳ(:Και θα στρέψουν τα βλέμματά τους προς Εμένα, τον Οποίο ύβρισαν, περιφρόνησαν και χλεύασαν, και θα θρηνήσουν για Εκείνον, όπως θρηνούν και οδύρονται με κλαυθμούς και μοιρολόγια για τον θάνατο αγαπητού υιού. Θα θρηνήσουν με οδύνη κατεξοχήν μεγάλη, όμοια με εκείνη που δοκιμάζουν για τον θάνατο πρωτότοκου υιού)» [Ζαχ.12,10].
Και πολλά άλλα, για να μην λέμε όλα και το καθένα ιδιαιτέρως, άλλα μεν με λόγια, και άλλα με προτυπώσεις είναι δυνατό να δούμε να βρίσκονται στη Γραφή αυτά που δηλώνουν τη σφαγή της σαρκός και ότι σφαγιάστηκε για τις αμαρτίες μας. Διότι «ἀπὸ τῶν ἀνομιῶν τοῦ λαοῦ μου(:εξαιτίας των αμαρτιών του λαού μου», λέγει, «ἤχθη εἰς θάνατον οδηγήθηκε σε θάνατο)»[Ησ.53,8] και: «Καὶ Κύριος παρέδωκεν αὐτὸν ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν(:ο Κύριος τον παρέδωσε σε παθήματα και θάνατο για τις αμαρτίες μας)» [Ησ. 53,6] και : «Αὐτὸς δὲ ἐτραυματίσθη διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν καὶ μεμαλάκισται διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν (:Αυτός όμως υπέμεινε πληγές για τις αμαρτίες μας και ταλαιπωρήθηκε για τις ανομίες μας)» [Ησ.53,5].
Εάν όμως δεν πείθεσαι στην Παλαιά Διαθήκη, άκουσε τον Ιωάννη που φωνάζει και φανερώνει και τα δύο, και την σφαγή του σώματος και την αιτία· διότι: «Ἲδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου(:Να Eκείνος που προφήτευσε ο Ησαΐας και μας τον απέστειλε ο Θεός για να θυσιαστεί ως αρνί και να σηκώσει με τη σφαγή και τη θυσία Tου ολόκληρη την αμαρτία και την ενοχή του κόσμου, και έτσι να την εξαλείψει)» [Ιω.1,29], λέγει· και τον Παύλο που λέει: «Τὸν γὰρ μὴ γνόντα ἁμαρτίαν ὑπὲρ ἡμῶν ἁμαρτίαν ἐποίησεν, ἵνα ἡμεῖς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεοῦ ἐν αὐτῷ(:Είναι εύκολο να συμφιλιωθείτε, διότι τον Χριστό, ο Οποίος δεν γνώρισε εκ πείρας αμαρτία, Τον άφησε ο Θεός να κατακριθεί ως αμαρτωλός για χάρη μας, για να γίνουμε εμείς δικαιοσύνη Θεού μέσω της ενώσεώς μας με Αυτόν)» [Β΄Κορ.5,21] · και πάλι: «Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα· γέγραπται γάρ· ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου(:Ο Χριστός μας εξαγόρασε από την κατάρα του νόμου, και ως λύτρα για την εξαγορά μας αυτή κατέβαλε το ότι έγινε για χάρη δική μας καταραμένος. Και έγινε καταραμένος, διότι κρεμάστηκε στον σταυρό· διότι είναι γραμμένο: Καταραμένος να είναι καθένας που κρέμεται και πεθαίνει επάνω στο ξύλο)» [Γαλ. 3,13] · και πάλι: «Ἀπεκδυσάμενος τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας ἐδειγμάτισεν ἐν παρρησίᾳ, θριαμβεύσας αὐτοὺς ἐν αὐτῷ(:Εκεί στον σταυρό έγδυσε τις πονηρές αρχές και εξουσίες και τις διαπόμπευσε, τις καταντρόπιασε φανερά μπροστά σε όλον τον πνευματικό κόσμο και έσυρε τους δαίμονες νικημένους με θριαμβευτική πομπή. Και το πραγματοποίησε αυτό με τον σταυρό Του, ο οποίος έγινε για τον Χριστό θριαμβευτικό άρμα νικητή)» [Κολ. 2,15] · και πάρα πολλά άλλα που δηλώνουν αυτά που έγιναν κατά τη σφαγή του σώματος για τις αμαρτίες μας.
Αλλά και ο ίδιος λέγει: «Καὶ ὑπὲρ αὐτῶν ἐγὼ ἁγιάζω ἐμαυτόν, ἵνα καὶ αὐτοὶ ὦσιν ἡγιασμένοι ἐν ἀληθείᾳ(:Και για χάρη τους εγώ αφιέρωσα τη ζωή μου ολόκληρη σε σένα και προσφέρω και τώρα τον εαυτό μου ως θύμα και ιερό σφάγιο, για να είναι κι αυτοί αγιασμένοι με τη συμμετοχή τους στη θυσία μου αυτή, αφού πρώτα εγκολπωθούν τον λόγο της αλήθειας)» [Ιω.17,19] · και «Ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου κέκριται(:Ο άρχοντας του αμαρτωλού αυτού κόσμου, δηλαδή ο σατανάς, είναι ήδη καταδικασμένος με τον θάνατό μου και έχασε για πάντα την εξουσία του)» [Ιω.16, 11], και έτσι κάνει φανερό ότι σφαγιάστηκε χωρίς να έχει αμαρτία.
«Καὶ ὅτι ἐτάφη(:και ότι ενταφιάστηκε)». Και αυτό επίσης το αποδεικνύει με τα προηγούμενα· διότι αυτό που θάπτεται, οπωσδήποτε είναι σώμα. Και εδώ δεν προσθέτει: «σύμφωνα με τις Γραφές». Βέβαια αναφέρεται μεν, αλλά δεν προσθέτει. Για ποιον λόγο; Ή διότι ο τάφος ήταν σε όλους γνωστός και τότε και τώρα ή ότι ετέθη και γι΄αυτό το «σύμφωνα με τις Γραφές». Γιατί λοιπόν εδώ προσθέτει: «σύμφωνα με τις Γραφές» και « ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτη ἡμέρᾳ κατὰ τὰς γραφάς (:την τρίτη ημέρα αναστήθηκε σύμφωνα με τις Γραφές)»[Α΄Κορ.15,4] και δεν αρκείται στο προηγούμενο που ειπώθηκε κοινώς για όλα; Διότι και αυτό ήταν άγνωστο στους πολλούς. Γι’ αυτόν τον λόγο και εδώ αναφέρει τις Γραφές κατόπιν εμπνεύσεως, αφού κατανόησε αυτό το σοφό και θεϊκό νόημα.
Πώς λοιπόν κάνει το ίδιο και για τον θάνατο του Χριστού; Καθόσον και εκεί ο μεν σταυρός ήταν καταφανής σε όλους και σταυρωνόταν ενώπιον όλων, η αιτία όμως δεν ήταν γνωστή· διότι το ότι πέθανε μεν, το γνώριζαν όλοι, το ότι όμως έπαθε αυτό για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων, καθόλου δεν το γνώριζαν οι πολλοί αυτό. Γι΄αυτό αναφέρει μαρτυρία από τις Γραφές.
Όμως αυτό αποδείχτηκε επαρκώς με όσα ειπώθηκαν σε μας. Πού λένε όμως οι Γραφές ότι ενταφιάστηκε και ότι θα αναστηθεί την τρίτη ημέρα; Με προτύπωση τον Ιωνά, τον οποίο και ο Ίδιος ο Χριστός αναφέρει όταν λέγει: «ᾫσπερ γὰρ ἐγένετο Ἰωνᾶς ὁ προφήτης ἐν τῇ κοιλίᾳ τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας, οὕτως ἔσται καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ καρδίᾳ τῆς γῆς τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας(:Όπως δηλαδή τότε ο Ιωνάς ήταν τρεις ημέρες και τρεις νύχτες μέσα στη κοιλιά του κήτους, έτσι θα είναι και ο υιός του ανθρώπου μέσα στον τάφο και τα βάθη της γης επί τρία μερόνυχτα)» [Ματθ.12,40].
Με την βάτο στην έρημο. Όπως ακριβώς δηλαδή εκείνη φλεγόταν και δεν καιγόταν, έτσι και το σώμα εκείνο πέθανε μεν, αλλά δεν κρατήθηκε από τον θάνατο αιώνια. Αλλά και ο δράκοντας στον Δανιήλ αυτό υπαινίσσεται. Όπως ακριβώς δηλαδή εκείνος, αφού έλαβε την τροφή που του έδωσε ο προφήτης, σχίστηκε στη μέση, έτσι και ο Άδης αφού κατάπιε εκείνο το σώμα σχίστηκε, διότι το σώμα Του κατέκοψε την κοιλία του και αναστήθηκε. Εάν όμως θέλεις να ακούσεις αυτά και με λόγους, αυτά που τα είδες δια των τύπων, άκουσε τον Ησαΐα που λέγει: «Αἴρεται ἀπὸ τῆς γῆς ἡ ζωὴ αὐτοῦ(:Σηκώθηκε βίαια με θάνατο η ζωή του από τη γη)» [Ησ. 53,8] και «Κύριος βούλεται καθαρίσαι αὐτὸν ἀπὸ τῆς πληγῆς. ἐὰν δῶτε περὶ ἁμαρτίας, ἡ ψυχὴ ὑμῶν ὄψεται σπέρμα μακρόβιον· καὶ βούλεται Κύριος ἀφελεῖν ἀπὸ τοῦ πόνου τῆς ψυχῆς αὐτοῦ, δεῖξαι αὐτῷ φῶς καὶ πλάσαι τῇ συνέσει, δικαιῶσαι δίκαιον εὖ δουλεύοντα πολλοῖς, καὶ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν αὐτὸς ἀνοίσει(:Ο Κύριος θέλει να Τον αποδείξει καθαρό και να Τον απαλλάξει από την επενεχθείσα για την ενοχή των άλλων σε Αυτόν πληγή. Εάν προσφέρετε Αυτόν εξιλαστήριο θυσία για τις αμαρτίες σας, η ψυχή σας θα δει τη μακρόβιο και ατελεύτητη γενεά Του. Και ο Κύριος θέλει να αφαιρέσει τον πόνο της ψυχής Του, δείχνοντας σε Αυτόν φως και αναπλαστική δύναμη συνέσεως· πρόκειται να αποδείξει αθώο τον δίκαιο, που διακονεί καλώς πολλούς, και αυτών τις αμαρτίες Αυτός θα βαστάσει)» [Ησ. 53, 10-11] · και τον Δαβίδ πριν από τον Ησαΐα: «Ὃτι οὐκ ἐγκαταλείψεις τὴν ψυχήν μου εἰς ᾅδην, οὐδὲ δώσεις τὸν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν(:Διότι δεν θα εγκαταλείψεις, Κύριε, την ψυχή μου στον Άδη, ώστε να εγκλειστεί σε αυτόν διαπαντός, καθόσον δεν θα επιτρέψεις στον εξαιρετικώς αφοσιωμένο σε εσένα Μεσσία να δοκιμάσει τη φθορά και την αποσύνθεση του τάφου)» [Ψαλμ.15,10].
Για τον λόγο αυτόν και ο Παύλος σε παραπέμπει στις Γραφές, για να μάθεις ότι αυτά δεν έγιναν απλώς και όπως έτυχε· διότι πώς ήταν δυνατόν όταν τόσοι προφήτες περιέγραψαν και ανακήρυξαν αυτά τόσους αιώνες πριν γίνουν, και για να μάθεις ακόμη ότι πουθενά η Γραφή δεν ονομάζει τον θάνατο του Χριστού πτώση στην αμαρτία, όταν μνημονεύει τον θάνατο του δεσπότη, αλλά τον θάνατο και την ταφή και την ανάσταση του σώματος.
«Καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ (:Και ότι εμφανίστηκε μετά την Ανάστασή Του, στον Κηφά(Πέτρο)». Αμέσως αναφέρει αυτόν που ήταν περισσότερο αξιόπιστος από όλους. «Εἶτα τοῖς δώδεκα· ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ, ἐξ ὧν οἱ πλείους μένουσιν ἕως ἄρτι, τινὲς δὲ καὶ ἐκοιμήθησαν· ἔπειτα ὤφθη ᾿Ιακώβῳ, εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν· ἔσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί(:Κι έπειτα στους δώδεκα Αποστόλους· έπειτα εμφανίστηκε για μια φορά συγχρόνως σε περισσότερους από πεντακόσιους αδελφούς, από τους οποίους βέβαια μερικοί πέθαναν, οι περισσότεροι όμως ζουν έως τώρα· έπειτα εμφανίστηκε στον Ιάκωβο, και ύστερα σε όλους τους Αποστόλους. Και τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα, σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)»[Α΄Κορ. 15,5-8].
Επειδή δηλαδή ανάφερε την απόδειξη από τις Γραφές, προσθέτει και την εκ των πραγμάτων απόδειξη και παρουσιάζει ως μάρτυρες της αναστάσεως μετά από τους προφήτες τους αποστόλους και άλλους πιστούς ανθρώπους. Εάν όμως ονόμαζε ανάσταση την απαλλαγή από την αμαρτία, θα ήταν περιττό να πει ότι παρουσιάστηκε στον τάδε και τον τάδε· διότι αυτό πιστοποιεί την ανάσταση του σώματος, δεν υπαινίσσεται την απαλλαγή από την αμαρτία. Για τον λόγο αυτόν δεν είπε μία φορά το «παρουσιάστηκε», αν και βέβαια ήταν αρκετό να πει τη λέξη μία φορά για όλα· τώρα όμως και δύο και τρεις και σε καθένα σχεδόν από όσους είδαν τον Χριστό μετά την ανάσταση αναφέρει αυτήν. «Διότι», λέγει, «παρουσιάστηκε στον Κηφά, παρουσιάστηκε σε περισσότερους από πεντακόσιους αδελφούς, παρουσιάστηκε και σε μένα». Και όμως το ευαγγέλιο λέγει το αντίθετο, ότι δηλαδή πρώτα εμφανίστηκε στη Μαρία. Αλλά στον Κηφά εμφανίστηκε πρώτο από τους άντρες, διότι αυτός ποθούσε πάρα πολύ να τον δει.
Και ποιους αποστόλους ονομάζει εδώ δώδεκα; Διότι ο Ματθίας εξελέγη μετά την Ανάληψη, όχι αμέσως μετά την ανάσταση. Αλλά είναι πιθανό ότι εμφανίστηκε σε αυτόν μετά από την Ανάληψη· αφού αυτός ο Απόστολος μετά από την Ανάληψη και κλήθηκε και είδε τον Χριστό. Για τον λόγο αυτόν δεν αναφέρει συγκεκριμένα τον χρόνο, αλλά απαριθμεί γενικά και απροσδιόριστα τις εμφανίσεις· διότι εμφανίστηκε πολλές φορές· γι’αυτό ο Ιωάννης έλεγε: «Μετὰ ταῦτα ἐφανέρωσεν ἑαυτὸν πάλιν ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς ἐπὶ τῆς θαλάσσης τῆς Τιβεριάδος(:Μετά από λίγες μέρες ο Ιησούς εμφανίστηκε πάλι στους μαθητές Του στην λίμνη της Τιβεριάδος)»[Ιω.21,1] και «Τοῦτο ἤδη τρίτον ἐφανερώθη ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν(:Αυτή ήταν η τρίτη μέχρι τότε φορά που φανερώθηκε ο Ιησούς στους μαθητές Του συγκεντρωμένους, μετά την Ανάστασή Του από τους νεκρούς)» [Ιω.21,14].
«Ἒπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ(:Έπειτα εμφανίστηκε για μια φορά συγχρόνως σε περισσότερους από πεντακόσιους αδελφούς)»[Α΄Κορ.15,6]. Μερικοί λένε ότι με το «ἐπάνω» εννοεί από τους ουρανούς· διότι δεν εμφανίστηκε να βαδίζει πάνω στη γη, αλλά επάνω από την κεφαλή τους· διότι ήθελε να πιστοποιήσει όχι μόνο την Ανάσταση, αλλά και την Ανάληψη. Άλλοι όμως λένε ότι το «ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς» σημαίνει περισσότερους από πεντακόσιους· «ἐξ ὧν οἱ πλείους μένουσιν ἕως ἄρτι(:από τους οποίους οι περισσότεροι ζουν έως τώρα)»[Α΄Κορ.15,6]. «Αν και διηγούμαι δηλαδή πράγματα που έγιναν στο παρελθόν, έχω μάρτυρες που ζουν ακόμη»· «τινὲς δὲ καὶ ἐκοιμήθησαν(:μερικοί όμως και κοιμήθηκαν)». Δεν είπε «πέθαναν», αλλά «κοιμήθηκαν», και βεβαιώνει πάλι και με αυτή τη λέξη την Ανάσταση.
«Ἒπειτα ὤφθη ᾿Ιακώβῳ(:Έπειτα εμφανίστηκε στον Ιάκωβο)». Εγώ νομίζω ότι εννοεί τον αδελφό του· διότι λέγεται ότι ο ίδιος ο Χριστός τον χειροτόνησε και τον κατέστησε πρώτο επίσκοπο Ιεροσολύμων· «εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν(:και ύστερα σε όλους τους Αποστόλους)»· διότι υπήρχαν και άλλοι απόστολοι, όπως οι εβδομήκοντα.
«Ἒσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί(:Και τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα, σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)»[Α΄Κορ.15,8]. Αυτός είναι λόγος μεγάλης μετριοφροσύνης. Καθόσον δεν παρουσιάστηκε τελευταία σε αυτόν επειδή ήταν πολύ μικρής αξίας· διότι αν και ονόμασε τον εαυτό του τελευταίο, από πολλούς που έγιναν πριν από αυτόν, μάλλον δε από όλους αποδείχτηκε λαμπρότερος· αλλά και οι πεντακόσιοι αδελφοί δεν ήσαν βέβαια καλύτεροι από τον Ιάκωβο επειδή παρουσιάστηκε πρώτα σε αυτούς.
Και γιατί δεν παρουσιαζόταν ο Κύριος σε όλους μαζί; Για να σπείρει από πριν τα σπέρματα της πίστεως· διότι αφού θα τον έβλεπε ο πρώτος και θα πληροφορείτο με απόλυτη βεβαιότητα την ανάσταση, θα ανήγγειλε αυτήν στους άλλους· ύστερα αφού θα έφτανε πρώτα ο λόγος, θα έκανε αυτόν που την άκουγε να προσδοκεί το μέγα αυτό θαύμα και θα προετοίμαζε την οδό της εμφανίσεως με την πίστη. Για τον λόγο αυτόν ούτε σε όλους μαζί εμφανίστηκε, ούτε από την αρχή σε όλους, αλλά σε ένα μόνο πρώτα και αυτό στον κορυφαίο και πιο πιστό από όλους· διότι χρειαζόταν πάρα πολύ πιστή ψυχή για να δεχτεί πρώτη αυτήν την εμφάνιση. Διότι εκείνοι μεν που θα Τον έβλεπαν, αφού πρώτα θα άκουγαν για την ανάσταση από αυτούς που πρώτοι Τον είδαν, θα είχαν τη μαρτυρία εκείνων που θα συντελούσε πολύ στο να πιστέψουν και να προετοιμάσει την ψυχή τους· ο πρώτος όμως που θα καταξιωνόταν να Τον δει πρώτος, χρειαζόταν, όπως είπα, πολλή πίστη, για να μη φοβηθεί από το παράδοξο που θα έβλεπε. Για τον λόγο αυτόν εμφανίζεται πρώτα στον Πέτρο· διότι αυτός που ομολόγησε πρώτος τον Χριστό, ήταν εύλογο να αξιωθεί και να δει την ανάσταση.
Δεν εμφανίζεται όμως μόνο για αυτόν τον λόγο πρώτα στον Πέτρο, αλλά και επειδή τον είχε αρνηθεί, για να τον παρηγορήσει και να τον πείσει ότι δεν πρέπει να απελπιστεί γι΄αυτό, τον αξίωσε να δει πρώτος αυτήν την εμφάνιση, και πρώτα σε αυτόν παρέδωκε ως πρόβατα τους πιστούς. Για τον λόγο αυτόν και σε γυναίκες παρουσιάστηκε πρώτα, επειδή το φύλο των γυναικών υποτιμήθηκε· γι΄αυτό και στη Γέννηση και στην Ανάσταση του Χριστού γυναίκα πρώτη αισθάνεται αυτή τη χάρη. Ύστερα δε από τον Πέτρο εμφανίζεται και ιδιαιτέρως στον καθένα, και άλλοτε μεν σε λιγότερους, άλλοτε δε σε περισσότερους και κάνει αυτούς μάρτυρες και διδασκάλους μεταξύ τους και αποδεικνύει τους αποστόλους αξιόπιστους σε όσα έλεγαν.
«Ἒσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί(:Και τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα, σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)»[Α΄Κορ. 15,8]. Τι θέση έχουν εδώ οι λόγοι ταπεινοφροσύνης ή με ποια ευκαιρία ειπώθηκαν; Διότι εάν θέλει να εμφανιστεί ως αξιόπιστος και να απαριθμήσει όλους τους μάρτυρες της Αναστάσεως, τότε κάνει το αντίθετο από αυτό που θέλει· έπρεπε δηλαδή να εξυψώσει τον εαυτό του και να δείξει ότι είναι μέγας, πράγμα που κάνει σε πολλά σημεία όταν το καλεί η περίσταση. Γι΄αυτό λοιπόν και παρουσιάζεται μετριόφρονας εδώ, επειδή αυτό πρόκειται να κάνει· όχι ευθέως όμως, αλλά με τη σύνεση που αρμόζει σε αυτόν. Αφού προηγουμένως δηλαδή έδειξε μετριοφροσύνη και συγκέντρωσε για τον εαυτό του πολλές κατηγορίες, όταν έρχεται η κατάλληλη στιγμή πλέον, τότε επαινεί τα δικά του έργα.
Για ποιον λόγο, άραγε; Για να γίνει περισσότερο εύκολα παραδεκτός ο λόγος όταν λέει εκείνο το «περισσότερον αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα(:περισσότερο από όλους αυτούς εκοπίασα)»[Α’ Κορ.15,10], και όσα ακολουθούν, αλλά χωρίς να λεχτεί από πριν. Γι΄αυτό και όταν γράφει στον Τιμόθεο και πρόκειται να πει μεγάλα για τον εαυτό του, και μάλιστα όταν καλεί ως μάρτυρα τον εαυτό του, ντρέπεται και κοκκινίζει. Για τον λόγο αυτόν λοιπόν και αυτός ο μακάριος πρώτα ελεεινολογεί τον εαυτό του και ύστερα τον επαινεί. Και αυτό το κάνει και για να απαλλαγεί από το βαρύ φορτίο της περιαυτολογίας και για να κάνει με αυτόν τον τρόπο αξιόπιστα αυτά που θα ειπωθούν μετά από αυτά· διότι αυτός που λέγει με ειλικρίνεια αυτά που είναι άξια κατηγορίας και δεν αποκρύπτει τίποτε από αυτά, όπως ότι κατεδίωξε την εκκλησία, ότι πολέμησε την πίστη, απαλλάσσει έτσι από κάθε υποψία και εκείνα που τον τιμούν.
Και πρόσεχε υπερβολική ταπεινοφροσύνη. Αφού είπε δηλαδή: «Ἒσχατον δὲ πάντων ὤφθη κἀμοί(:Και τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα)»[Α΄Κορ.15,8], δεν αρκέστηκε σε αυτό· διότι «Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι(:Πολλοί μάλιστα που είναι στον κόσμο αυτό πρώτοι, θα είναι στον άλλο κόσμο τελευταίοι)», λέγει, «καὶ ἔσχατοι πρῶτοι (:και πολλοί τελευταίοι θα είναι εκεί πρώτοι)» [Ματθ.19,30]. Γι΄αυτό πρόσθεσε «ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι(:σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)». Και ούτε εδώ σταμάτησε, αλλά προσθέτει και τη δική του κρίση και την αιτιολογεί με τους λόγους: «Ἐγὼ γάρ εἰμι ὁ ἐλάχιστος τῶν ἀποστόλων, ὃς οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς καλεῖσθαι ἀπόστολος, διότι ἐδίωξα τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ(: Διότι εγώ είμαι ο ελάχιστος, ο κατώτερος απ΄ όλους τους Αποστόλους, που δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι Απόστολος, διότι κατεδίωξα την εκκλησία του Θεού)»[ Α΄Κορ. 15,9]. Και δεν είπε από τους Δώδεκα μόνο, αλλά και από όλους τους άλλους απόστολους. Αυτά λοιπόν τα έλεγε και από μετριοπάθεια και διότι έτσι αισθανόταν, όπως είπα, και επειδή προετοιμαζόταν και έκανε περισσότερο εύκολα παραδεκτό αυτό που επρόκειτο να πει. Διότι, εάν μεν παρέλειπε αυτά και έλεγε «Πρέπει να με πιστέψετε ότι αναστήθηκε ο Χριστός, διότι Τον είδα και είμαι πιο αξιόπιστος από όλους, επειδή κοπίασα περισσότερο από όλους», θα προκαλούσε ενόχληση αυτό σε εκείνους που τον άκουγαν· τώρα όμως αφού προηγουμένως στάθηκε σε αυτά που προκαλούν ταπείνωση και περιέχουν κατηγορία, και την τραχύτητα από όσα πρόκειται να πει εξαλείφει και προετοίμασε την οδό για να πιστέψουν στη μαρτυρία του. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς δεν λέει τυχαία ότι είναι ελάχιστος και ανάξιος του ονόματος των αποστόλων, αλλά θέτει και την αιτία με τους λόγους: «διότι κατεδίωξα την εκκλησία του Θεού».
Και όμως όλα εκείνα συγχωρήθηκαν, αλλά αυτός ποτέ δεν το λησμονεί, όταν θέλει να δείξει το μέγεθος της χάριτος. Για τον λόγο αυτόν και προσθέτει τους λόγους. «Χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι (:Με την χάρη του Θεού όμως είμαι ό,τι είμαι τώρα, δηλαδή Απόστολος ίσος με τους άλλους)»[Α΄Κορ.15,10]. Είδες πάλι άλλη εκδήλωση υπερβολικής ταπεινοφροσύνης; Τα μεν ελαττώματα δηλαδή στον εαυτό του αποδίδει· ενώ από τα κατορθώματα κανένα, αλλά τα αποδίδει όλα στον Θεό.
Στην συνέχεια, για να μην κάνει τον ακροατή αμελή με αυτό, λέγει: «Καὶ ἡ χάρις αὐτοῦ ἡ εἰς ἐμὲ οὐ κενὴ ἐγενήθη (:Και η χάρις που μου έδωσε ο Κύριος δεν έμεινε άκαρπη και χωρίς αποτέλεσμα)»[Α΄Κορ.15,10]. Και αυτό πάλι με μετριοπάθεια. Διότι δεν είπε ότι «κατέβαλα προσπάθεια αντάξια της χάριτος», αλλά ότι δεν έμεινε χωρίς αποτέλεσμα· «ἀλλὰ περισσότερον αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα(:αλλά περισσότερο από όλους αυτούς κοπίασα)». Δεν είπε: «τιμήθηκα», αλλά «κοπίασα», και ενώ μπορούσε να πει για κινδύνους και θανάτους, με την λέξη «κόπος», πάλι μετριάζει αυτό που είπε. Ύστερα πάλι με τη συνήθη του ταπεινοφροσύνη, προσπέρασε ταχέως και αυτό και απέδωσε το παν στον Θεό με τα λόγια: «Οὐκ ἐγὼ δέ, ἀλλ᾿ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σὺν ἐμοί(:Και το έργο μάλιστα αυτό δεν το εργάστηκα εγώ, αλλά η χάρις του Θεού που είναι μαζί μου και με ενισχύει)»[Α΄Κορ.15,10]. Τι θα ήταν περισσότερο αξιοθαύμαστο από αυτή την ψυχή; Διότι αφού με τόσα εξαφάνισε τον εαυτό του από ταπείνωση και είπε ένα μόνο πράγμα τιμητικό για τον εαυτό του, ούτε αυτό λέγει ότι είναι δικό του, αφού το περικόπτει από παντού και το μετριάζει, και από όσα είπε πριν, και από όσα είπε μετά από αυτόν τον τιμητικό λόγο, και αυτό παρά το ότι αναγκάστηκε να το πει. Πρόσεχε δε πώς με αφθονία λέγει λόγους ταπεινοφροσύνης. Διότι «ἔσχατον δὲ πάντων ὤφθη κἀμοί(:τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα)», λέγει· γι΄αυτό κανένα άλλο δεν θέτει μαζί με τον εαυτό του· και «ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι(:σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)» και λέγει ότι αυτός είναι ο ελάχιστος από τους αποστόλους και ούτε αυτού του τίτλου άξιος.
Και ούτε σε αυτά αρκέστηκε, αλλά για να μην θεωρηθεί ότι μόνο στους λόγους ταπεινοφρονεί, εκθέτει και αιτίες και αποδείξεις των λόγων του, και για το ότι μεν είδε τελευταίος τον Ιησού ως αιτία λέγει ότι είναι έκτρωμα, για το ότι δε είναι ανάξιος και να λέγεται απόστολος, το ότι καταδίωκε την εκκλησία. Διότι αυτός μεν που ταπεινοφρονεί μόνο με τα λόγια, δεν το κάνει αυτό· ενώ αυτός που αναφέρει και τους λόγους της ταπεινότητάς του, λέγει τα πάντα με συντετριμμένη ψυχή. Για τον λόγο αυτόν και αλλού μνημονεύει τα ίδια όταν λέει: «Καὶ χάριν ἔχω τῷ ἐνδυναμώσαντί με Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, ὅτι πιστόν με ἡγήσατο, θέμενος εἰς διακονίαν, τὸν πρότερον ὄντα βλάσφημον καὶ διώκτην καί ὑβριστήν(:Και ευχαριστώ τον Ιησού Χριστό τον Κύριό μας, ο οποίος με ενίσχυσε. Τον ευχαριστώ, διότι με έκρινε άξιο της εμπιστοσύνης Του και με έθεσε στη διακονία του Ευαγγελίου, εμένα που ήμουν πρωτύτερα βλάσφημος και διώκτης και υβριστής της Εκκλησίας Του)»[Α΄Τιμ. 1,12-13].
Για ποιον λόγο όμως είπε και αυτόν τον τιμητικό για τον εαυτό του λόγο, δηλαδή το «περισσότερο από αυτούς κοπίασα»; Έβλεπε ότι τον εξανάγκαζε η περίσταση· διότι εάν δεν έλεγε αυτό, πώς θα μπορούσε να καλεί τον εαυτό του ως μάρτυρα χωρίς δισταγμό και να τον συγκαταλέγει μαζί με τους άλλους και να λέγει: «Εἴτε οὖν ἐγὼ εἴτε ἐκεῖνοι, οὕτω κηρύσσομεν(:Αφού λοιπόν και στους άλλους Αποστόλους και σε μένα εμφανίστηκε ο Κύριος, και όλοι από Εκείνον αναδειχτήκαμε Απόστολοί Του, είτε εγώ ασκώ το αποστολικό έργο, είτε εκείνοι, με τον ίδιο τρόπο και το ίδιο Ευαγγέλιο κηρύττουμε όλοι)»[Α΄Κορ.15,11]. Διότι ο μάρτυρας πρέπει να είναι αξιόπιστος και να τον έχουν σε υπόληψη. Και το με ποιον τρόπο εκοπίασε περισσότερο από αυτούς, το έδειξε παραπάνω όταν έλεγε: «Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν καὶ πιεῖν, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι(:Δεν έχουμε και εγώ και οι συνεργάτες μου δικαίωμα να φάμε και να πιούμε αυτά που μας προσφέρουν οι μαθητές μας, όπως έχουν και οι υπόλοιποι απόστολοι;)»[Α΄Κορ.9,4-5] · και πάλι: «Ἐγενόμην τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος(:Στους εθνικούς που δεν είχαν νόμο όπως οι Ιουδαίοι, για να κερδίσω αυτούς που δεν είχαν νόμο, συμπεριφέρθηκα σαν άνομος, μολονότι δεν διέπραξα καμία ανομία ενώπιον του Θεού, αλλά ζω σύμφωνα με τον νόμο ενώπιον του Χριστού)» [Α΄Κορ.9,21]. Διότι όπου έπρεπε να επιδείξει ακρίβεια, υπερέβαινε τους πάντες, όπου όμως έπρεπε να δείξει συγκατάβαση, πάλι την ίδια υπερβολή έδειχνε. Μερικοί δε λένε ότι το ότι απεστάλη στα έθνη σημαίνει και ότι επισκέφτηκε το μεγαλύτερο μέρος της οικουμένης· από όπου γίνεται φανερό ότι και περισσότερης χάριτος αξιώθηκε. Διότι εάν κοπίασε περισσότερο, περισσότερη ήταν και η χάρη· αξιώθηκε δε περισσότερης χάριτος επειδή και έδειξε μεγαλύτερο ζήλο. Είδες πως ακόμη και με αυτά που μάχεται και βιάζει τον εαυτό του για να κρύψει αυτά που τον τιμούν, αποδεικνύεται ότι ήταν πρώτος από όλους;
Αυτά αφού ακούσαμε και εμείς, τα μεν ελαττώματά μας ας τα κοινοποιούμε για να ταπεινοφρονούμε, ενώ τα κατορθώματα ας τα αποσιωπούμε· και αν μας εξαναγκάζει η περίσταση, ας τα λέμε τουλάχιστον με μετριοφροσύνη και ας αποδίδουμε το παν στην Χάρη του Θεού· αυτό λοιπόν κάνει και ο Παύλος, αφού στιγματίζει συνεχώς την προηγούμενή του ζωή, ενώ αυτά αποδίδει στην Χάρη, για να δείξει παντού την φιλανθρωπία του Θεού, στο ότι δηλαδή, ενώ ήταν τέτοιος, τον έσωσε, και αφού τον έσωσε πάλι τον έκανε τέτοιο. Κανείς λοιπόν, από όσους βρίσκονται στην κακία, ας μην απελπίζεται, κανείς από τους εναρέτους ας μην επαναπαύεται, αλλά και εκείνος ας έχει φόβο μήπως πέσει, και αυτός ας είναι πρόθυμος. Δηλαδή ούτε μπορεί να μένει κανείς στην αρετή εάν είναι ράθυμος, ούτε αυτός που καταβάλλει προσπάθεια είναι δυνατόν να μην αποφύγει την κακία.
Και παράδειγμα γι’ αυτά και τα δύο είναι ο μακάριος Δαβίδ, ο οποίος όταν για λίγο χαλάρωσε την προσοχή, έπεσε σε μέγα βάραθρο, και όταν μετανόησε με συντριβή και κατάνυξη επανήλθε στο προηγούμενο ύψος· διότι και τα δύο είναι εξίσου κακά και το να απελπίζεται και το να αμελεί κανείς· διότι το μεν ένα καταρρίπτει ταχέως και από αυτήν την κορυφή του ουρανού, το δε άλλο δεν αφήνει τον άνθρωπο να ανορθωθεί. Γι΄αυτό προς εκείνον μεν έλεγε ο Παύλος: «Ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ(:Όποιος έχει την ιδέα ότι στέκεται καλά στα πόδια του, ας προσέχει μην πέσει)» [Α΄Κορ.10,12]· σε αυτόν δε: «Σήμερον, ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν(: Σήμερα, οπότε ο Θεός απευθύνεται προς τον καθένα μας και μας προσκαλεί στην σωτηρία, μακάρι να ακούσετε την πατρική φωνή Του, η οποία λέει: ’’Μην κάνετε με την απείθεια σκληρές και ανυπότακτες τις καρδιές σας’’)» [Ψαλμ. 94, 8]· και πάλι: «Τὰς παρειμένας χεῖρας καὶ τὰ παραλελυμένα γόνατα ἀνορθώσατε(:Σηκώστε ψηλά τα χέρια σας που είναι πεσμένα κάτω και στερεώστε όρθια τα παραλυμένα γόνατά σας˙ πάρτε θάρρος και δύναμη)»[Εβρ.12,12]. Αλλά και αυτόν που πόρνευσε, όταν μετανόησε, γι΄αυτό τον δέχεται πάλι ταχέως, «μήπως τῇ περισσοτέρᾳ λύπῃ καταποθῇ ὁ τοιοῦτος(:μήπως ο άνθρωπος τέτοιας διαγωγής εξαιτίας της υπερβολικής λύπης του απελπιστεί και τον καταπιεί ο διάβολος)» [Β΄Κορ.2,7].
Γιατί, λοιπόν, στενοχωριέσαι, άνθρωπε, για τα άλλα; Αφού, εάν στη λύπη για τις αμαρτίες, που μόνο γι’ αυτές είναι χρήσιμη η λύπη, η υπερβολή επιφέρει μεγάλη ζημία, πολύ περισσότερο στα άλλα. Γιατί λοιπόν στενοχωρείσαι; Διότι έχασες χρήματα; Αλλά σκέψου αυτούς που ούτε ψωμί χορταίνουν και αμέσως θα παρηγορηθείς. Αλλά και σε κάθε δυστυχία μην θρηνείς αυτά που συμβαίνουν, αλλά να ευχαριστείς για τις συμφορές που δεν συνέβησαν. Απέκτησες χρήματα και τα έχασες; Μην δακρύσεις για την ζημία, αλλά ευχαρίστησε για τον χρόνο κατά τον οποίο τα είχες ωφεληθεί. Είπε όπως ο Ιώβ: «Εἰ τὰ ἀγαθὰ ἐδεξάμεθα ἐκ χειρὸς Κυρίου, τὰ κακὰ οὐχ ὑποίσομεν;(: Εάν δεχτήκαμε ευχαρίστως τα αγαθά από τον Κύριο, τα πικρά δεν θα τα υπομείνουμε;)» [Ιώβ 2,10]. Μαζί με αυτό δε να σκέπτεσαι και εκείνο, ότι και αν έχασες χρήματα, όμως έχεις το σώμα σου υγιές και δεν θρηνείς μαζί με την πτωχεία και την αναπηρία του σώματος. Αλλά υπέστη κάποια βλάβη και το σώμα σου; Δεν είναι όμως αυτός ο βυθός των ανθρωπίνων κακών, αλλά στο μέσο της επιφανείας και του βυθού βρίσκεσαι ακόμη. Διότι πολλοί μαζί με πτωχεία και σωματική αναπηρία παλεύουν συγχρόνως και με δαίμονες και περιπλανώνται σε ερήμους· άλλοι πάλι υποφέρουν άλλα φοβερότερα από αυτά. Είθε λοιπόν να μη συμβούν όλα όσα μπορούμε να υπομείνουμε.
Αυτά λοιπόν σκεπτόμενος πάντοτε, να αναλογίζεσαι αυτούς που πάσχουν φοβερότερα και για κανένα από αυτά να μην στενοχωριέσαι· αλλά όταν αμαρτήσεις, τότε μόνο να στενάξεις, τότε να δακρύσεις· όχι μόνο δεν εμποδίζω, αλλά μάλλον και προτρέπω· αλλά και τότε με μέτρο, με την σκέψη ότι υπάρχει επιστροφή, ότι υπάρχει συνδιαλλαγή με τον Θεό. Αλλά βλέπεις άλλους να ζουν με πλούτο και ανέσεις, ενώ τον εαυτό σου με πτωχεία, και άλλον με φανταχτερά ενδύματα και δόξα; Μην βλέπεις όμως μόνο αυτά, αλλά και τα λυπηρά που γεννώνται από αυτά. Και στην φτώχεια επίσης όχι μόνο την φτώχεια, αλλά να σκέπτεσαι και την γλυκύτητα που προέρχεται από αυτήν. Διότι ο πλούτος το μεν προσωπείο έχει ευχάριστο, αλλά τα μέσα του είναι τελείως σκοτεινά, ενώ η φτώχεια το αντίθετο. Και εάν φανερώσεις την συνείδηση του καθενός, στην μεν ψυχή του φτωχού θα δεις πολλή την άνεση και την ελευθερία, ενώ στην ψυχή του πλουσίου συγχύσεις, ταραχές, δυσκολίες. Εάν όμως στενοχωριέσαι που τον βλέπεις να πλουτίζει και εκείνος περισσότερο από εσένα να στενοχωριέται όταν βλέπει αυτόν που είναι πλουσιότερος από εκείνον· και όπως εσύ φοβάσαι αυτόν, έτσι και εκείνος άλλον και σε τίποτε δεν πλεονεκτεί από εσένα ως προς αυτό.
Αλλά στενοχωριέσαι επειδή βλέπεις τον άλλον να είναι άρχοντας, ενώ εσύ ασήμαντος, κατώτερος και από τους πολίτες που διοικούνται; Αλλά σκέψου και την ημέρα της αλλαγής, και πριν από εκείνη την ημέρα τους φόβους, τους κινδύνους, τους κόπους, τις απατηλές κολακείες, τις αγρυπνίες, τις ταλαιπωρίες όλες. Και αυτά λέμε σε εκείνους που δεν θέλουν να ζουν και να σκέπτονται βαθύτερα· διότι, εάν γνωρίσεις αυτό, από άλλα σημαντικότερα μπορούμε να σε παρηγορήσουμε· τώρα όμως είναι ανάγκη να ομιλούμε σε εσένα για τα χονδροειδέστερα. Όταν, λοιπόν, δεις πλούσιο, σκέψου αυτόν που είναι από εκείνον πλουσιότερος και θα δεις αυτόν στην ίδια θλίψη με τη δική σου. Μαζί με αυτόν δε πρόσεχε και τον πτωχότερο από εσένα και πόσοι απεβίωσαν μέσα σε πείνα και έχασαν τις πατρικές τους περιουσίες και ζουν σε φυλακή και εύχονται κάθε ημέρα να αποθάνουν. Διότι ούτε η πτωχεία γεννά θλίψη, ούτε ευτυχία ο πλούτος, αλλά και το ένα και το άλλο συνήθως η σκέψη μας το δημιουργεί.
Πρόσεχε δε όταν αρχίζεις από εκείνους που είναι κατώτεροί σου. Αυτός που καθαρίζει ακαθαρσίες δυσφορεί και υποφέρει διότι δεν απαλλάσσεται από αυτό το άθλιο και αξιοκατηγόρητο, όπως νομίζει, επάγγελμα· αλλά αν τον απαλλάξεις από αυτά και τον κάνεις να κερδίζει με ευπορία τα προς το ζην, θα δυσφορήσει πάλι διότι δεν έχει περισσότερα από τα αναγκαία· και εάν του δώσεις περισσότερα, θα θελήσει πάλι να διπλασιαστούν αυτά και θα στενοχωρηθεί γι’ αυτά, όχι λιγότερο από όσο προηγουμένως· και εάν του δώσεις διπλάσια, και εάν του δώσεις τριπλάσια πάλι θα στενοχωρηθεί διότι δεν διακρίνεται στην πολιτική· και αν του δώσεις και αυτό, θα θεωρήσει δυστυχή τον εαυτό του, διότι δεν είναι από τους πρώτους μεταξύ των πολιτών· αλλά και όταν αποκτήσει και αυτήν την τιμή, θα θρηνήσει διότι δεν διοικεί· και όταν γίνει διοικητής, θα δυσανασχετήσει διότι δεν κυβερνά έθνος ολόκληρο· όταν δε κυβερνήσει και έθνος ολόκληρο, διότι δεν εξουσιάζει πολλά έθνη· όταν εξουσιάσει πολλά έθνη, διότι δεν τα εξουσιάζει όλα· όταν γίνει υπαρχηγός, θα λυπηθεί πάλι διότι δεν είναι και βασιλέας· και εάν γίνει βασιλέας, διότι δεν είναι ο μόνος· και αν είναι μόνος, διότι δεν βασιλεύει και στους βαρβάρους· και εάν βασιλεύσει στους βαρβάρους, διότι δεν βασιλεύει και σε όλη την οικουμένη· και εάν βασιλεύσει σε όλη την οικουμένη, γιατί να μη βασιλεύει και σε άλλο κόσμο; Και έτσι καθώς προχωρεί επ’ άπειρον ο λογισμός, δεν τον αφήνει ποτέ να σκεφτεί και να κρίνει με ορθό τρόπο.
Είδες πως και αν ακόμη τον κάνεις από ασήμαντο και πτωχό, βασιλέα, δεν εξαφανίζεις την λύπη εάν προηγουμένως δεν διορθώσεις σε αυτόν που αγαπά την πλεονεξία; Έλα λοιπόν και θα σου δείξω το αντίθετο, ότι δηλαδή και αν από τα υψηλά καταβιβάσεις στα κατώτερα αυτόν που έχει σύνεση, δεν θα τον ρίξεις σε στενοχώρια και λύπη. Και εάν θέλεις, την ίδια κλίμακα ας κατέβουμε και τον υπαρχηγό, με τον λόγο αφού τον κατεβάσεις από τον θρόνο, στέρησέ τον από αυτό το αξίωμα. Λοιπόν καθόλου δεν θα στενοχωρηθεί αυτός από αυτό, εάν θέλει να κατανοήσει αυτά που είπα. Διότι δεν θα σκεφτεί αυτά που του αφαιρέθηκαν, αλλά αυτά που έχει τώρα, την δόξα δηλαδή από την εξουσία που είχε. Κι αν αφαιρέσεις και αυτήν, θα σκεφτεί τους απλούς και ασήμους ανθρώπους, οι οποίοι ποτέ δεν έλαβαν τέτοια εξουσία και θα του αρκέσει ο πλούτος του· αν όμως αφαιρέσεις και αυτόν, θα δει αυτούς που έχουν τα ίσα με αυτόν· αν πάλι αφαιρέσεις και αυτά και του δώσεις μόνο την αναγκαία τροφή, θα μπορέσει να σκεφθεί αυτούς που ούτε τροφή έχουν, αλλά παλεύουν με διαρκή πείνα και κατοικούν σε φυλακή. Εάν πάλι προσθέσεις στη φυλακή και αυτούς που πάσχουν από ανίατα νοσήματα, σκεπτόμενος αυτούς που βρίσκονται σε αθεράπευτες δυστυχίες, θα δει τον εαυτό του να είναι καλύτερος σε πολλά. Και όπως εκείνος που καθαρίζει ακαθαρσίες ούτε όταν γίνει βασιλιάς θα ευθυμήσει, έτσι αυτός ούτε όταν φυλακιστεί, θα στενοχωρηθεί ποτέ.
Άρα δεν είναι ο πλούτος αιτία ευτυχίας, ούτε η φτώχεια αιτία δυστυχίας, αλλά η δική μας γνώμη και το ότι οι οφθαλμοί της ψυχής μας δεν είναι καθαροί, ούτε στεκόμαστε κάπου και μένουμε εκεί, αλλά πετούμε απεριόριστα. Και όπως τα μεν υγιή σώματα και αν ακόμη τρέφονται μόνο με ψωμί, είναι εύρωστα και σφριγηλά, ενώ τα φιλάσθενα, και αν ακόμη απολαμβάνουν πλούσια και με ποικίλα φαγητά τράπεζα, τόσο περισσότερο ασθενή γίνονται, έτσι συμβαίνει συνήθως και με την ψυχή· οι μεν μικρόψυχοι, ούτε με στέμμα και απερίγραπτες τιμές μπορούν να είναι εύθυμοι, ενώ αυτοί που έχουν σοφία και σύνεση και σε φυλακή και με αλυσίδες και σε φτώχεια απολαμβάνουν ευτυχία. Αναλογιζόμενοι λοιπόν αυτά, ας βλέπουμε πάντοτε προς αυτούς που βρίσκονται σε χειρότερη θέση από εμάς.
Βέβαια υπάρχει μεν και άλλη παρηγορία, αλλά είναι πνευματική και σοφή και υπερβαίνει την υλοφροσύνη των πολλών. Ποια είναι αυτή; Ότι τίποτε δεν είναι ο πλούτος, τίποτε η φτώχεια, τίποτε η περιφρόνηση, τίποτε η τιμή, αλλά σε σύντομη διάρκεια και στην ονομασία διαφέρουν μεταξύ τους. Μαζί επίσης με αυτήν υπάρχει και άλλη μεγαλύτερη από αυτήν, το να σκέφτεται δηλαδή κανείς τα αγαθά και τα κακά της μελλούσης ζωής, αυτά που στην πραγματικότητα είναι κακά και αυτά που στην πραγματικότητα είναι αγαθά και να παρηγορείται από εκείνα. Αλλά επειδή πολλοί από αυτούς, όπως είπα, απέχουν πολύ από τους λόγους αυτούς, γι’αυτό αναγκαστήκαμε να χρησιμοποιήσουμε και εκείνους τους λόγους, για να οδηγήσουμε στην ορθή οδό και αυτούς που δέχτηκαν εκείνα.
Αναλογιζόμενοι λοιπόν όλα αυτά, ας τακτοποιήσουμε τον εαυτό μας από κάθε πλευρά, και ποτέ δεν θα στενοχωρηθούμε για τις αιφνίδιες και απροσδόκητες θλίψεις. Διότι, εάν δούμε πλούσιους σε μια εικόνα, δεν θα πούμε ότι είναι αξιοζήλευτοι, όπως ούτε τους φτωχούς που εικονίζονται εκεί, θα θεωρήσουμε άθλιους και αξίους οίκτου· αν και βέβαια εκείνοι οι πλούσιοι της εικόνας μένουν περισσότερο από τους πλούσιους που ζουν μεταξύ μας· διότι περισσότερο διαρκεί ο πλούτος στην εικόνα, παρά στην πραγματικότητα. Διότι αυτός μεν που είναι στην εικόνα, πολλές φορές έφτασε να φαίνεται έτσι και εκατό χρόνια, ενώ αυτός που είναι πλούσιος στην πραγματικότητα ορισμένες φορές, αφού ούτε έναν χρόνο δεν απόλαυσε τα υπάρχοντά του, γυμνώθηκε από όλα μεμιάς. Αναλογιζόμενοι λοιπόν όλα αυτά, ας περιτειχίσουμε από όλες τις πλευρές την επιθυμία εναντίον της παράλογης λύπης, για να ζήσουμε και την παρούσα ζωή με αληθινή ηδονή και τα μελλοντικά αγαθά να επιτύχουμε, με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-i-ad-corinthios.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή, ομιλία ΛΗ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1980, τόμος 18Α, σελίδες 548-587.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ [:Ματθ.19,16-26]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΟΥΣΙΟ ΝΕΟ ΠΟΥ ΕΠΙΘΥΜΟΥΣΕ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ
«Καὶ ἰδοὺ εἷς προσελθὼν εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον;(:Και ιδού Τον πλησίασε κάποιος και Του είπε: ‘’Διδάσκαλε αγαθέ, τι καλό να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;’’)»[Ματθ.19,16].
Ορισμένοι κατηγορούν τον νέο αυτόν ως κάποιον ύπουλο και πονηρό και εκτιμούν ότι πλησίασε τον Ιησού με σκοπό να Τον πειράξει· εγώ όμως δε θα μπορούσα, βέβαια, να αρνηθώ ότι ήταν φιλάργυρος και δούλος των χρημάτων, επειδή και ο Χριστός τον έλεγξε ως άνθρωπο αυτού του είδους, ύπουλο όμως δε θα μπορούσα να τον χαρακτηρίσω με κανέναν τρόπο, και διότι δεν είναι ασφαλές το να επιχειρεί κανείς να καταλήγει σε τολμηρές κρίσεις για ζητήματα που αφορούν τον εσωτερικό κόσμο κάποιου ανθρώπου και πόσο μάλιστα όταν πρόκειται να τον κατηγορήσει για κάτι, καθώς επίσης και για τον πρόσθετο λόγο ότι ο ευαγγελιστής Μάρκος έχει αναιρέσει αυτήν την υποψία για τυχόν δόλιες προθέσεις του συγκεκριμένου νέου· πιο συγκεκριμένα, λέγει τα εξής για τον νεανίσκο αυτόν: «Καὶ ἐκπορευομένου αὐτοῦ εἰς ὁδὸν προσδραμὼν εἷς καὶ γονυπετήσας αὐτὸν ἐπηρώτα αὐτόν(:Και καθώς ο Ιησούς έβγαινε στον δρόμο, έτρεξε προς Αυτόν και αφού γονάτισε εμπρός Του, Τον ρωτούσε)»[Μάρκ.10,17] και ότι «ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐμβλέψας αὐτῷ ἠγάπησεν αὐτὸν καὶ εἶπεν αὐτῷ…(:ο Ιησούς τον κοίταξε με πολλή αγάπη και ενδιαφέρον και τον συμπάθησε και του είπε…)»[Μάρκ.10,21].
Οπωσδήποτε όμως είναι μεγάλη και τυραννική η δύναμη των χρημάτων και αυτό γίνεται φανερό και από το περιστατικό αυτό· διότι και αν ακόμη είμαστε ως προς τα άλλα ενάρετοι, η φιλαργυρία καταστρέφει οποιαδήποτε αρετή διαθέτουμε, καταστρέφει τα πάντα. Δικαιολογημένα λοιπόν και ο Παύλος είπε ότι αυτό το πάθος είναι η ρίζα όλων των κακών[Α΄Τιμ.6,10: «Ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία, ἧς τινες ὀρεγόμενοι ἀπεπλανήθησαν ἀπὸ τῆς πίστεως καὶ ἑαυτοὺς περιέπειραν ὀδύναις πολλαῖς(:Γιατί ρίζα όλων των κακών είναι η φιλαργυρία· μερικοί μάλιστα, λόγω της φιλαργυρίας τους, κυριεύτηκαν από σφοδρή και ακόρεστη επιθυμία για το χρήμα και γι’ αυτό αποπλανήθηκαν από την πίστη και έμπηξαν γύρω από τον εαυτό τους σαν καρφιά πολλούς πόνους και αγωνίες)»].
Για ποιο λόγο λοιπόν ο Χριστός έδωσε τέτοιου είδους απάντηση, λέγοντας: «Οὐδεὶς ἀγαθὸς(:Κανείς δεν είναι αγαθός)»; Επειδή ο νέος αυτός Τον πλησίασε με την ιδέα ότι ο Κύριος είναι ένας οποιοσδήποτε κοινός άνθρωπος ανάμεσα στους πολλούς και κάποιος από τους Ιουδαίους διδασκάλους· για τούτο λοιπόν και σαν να ήταν ένας απλός άνθρωπος ο Ιησούς, ο νέος αυτός συζητεί μαζί Του. Καθόσον ο παντογνώστης Κύριος και σε πολλές άλλες περιπτώσεις δίνει απάντηση στις σκέψεις εκείνων που Τον πλησιάζουν, όπως όταν λέγει: «Ὑμεῖς προσκυνεῖτε ὃ οὐκ οἴδατε, ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ οἴδαμεν(:Εσείς οι Σαμαρείτες, που έχετε απορρίψει τα περισσότερα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, προσκυνείτε εκείνο, το οποίο πολύ λίγο γνωρίζετε. Εμείς οι Ιουδαίοι προσκυνούμε εκείνο που περισσότερο από σας και από τους άλλους λαούς γνωρίζουμε)»· και: «Ἐὰν ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ ἐμαυτοῦ, ἡ μαρτυρία μου οὐκ ἔστιν ἀληθής(:Ίσως μου πείτε: ‘’Εμείς δεν πιστεύουμε σε αυτά που λες για τον εαυτό σου, διότι στηρίζονται στη δική σου εγωιστική μαρτυρία’’. Πράγματι. Εάν εγώ ο ίδιος από μόνος μου έδινα μαρτυρία για τον εαυτό μου, η μαρτυρία μου θα μπορούσε να μην είναι αξιόπιστη)»[Ιω.5,31].
Όταν λοιπόν λέγει: «Οὐδεὶς ἀγαθὸς(:Κανείς δεν είναι αγαθός)», δεν το λέγει αυτό με σκοπό να αποκλείσει τον εαυτό Του από το ότι είναι αγαθός, μη σκεφτείς κάτι τέτοιο σε καμία περίπτωση· διότι δεν είπε: «Για ποιον λόγο με ονομάζεις αγαθό; Δεν είμαι αγαθός» αλλά είπε ότι «οὐδεὶς ἀγαθὸς(:κανείς δεν είναι αγαθός)»· δηλαδή κανείς από τους ανθρώπους. Αλλά και αυτό ακόμη όταν το λέγει, δεν το λέγει για να αποκλείσει τους ανθρώπους από την αγαθότητα, αλλά το λέγει εν συγκρίσει προς την αγαθότητα του Θεού και για να ξεχωρίσει το μέγεθός της. Για τον λόγο αυτό και πρόσθεσε· «εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός(:παρά μόνο ένας, ο Θεός)». Και δεν είπε «παρά μόνον ο Πατήρ μου» για να μάθεις ότι δεν φανέρωσε τον εαυτό Του στον νεανίσκο.
Κατά τον ίδιο τρόπο και παραπάνω αποκαλούσε τους ανθρώπους ‘’πονηρούς’’, λέγοντας: «Εἰ οὗν ὑμεῖς, πονηροὶ ὄντες, οἴδατε δόματα ἀγαθὰ διδόναι τοῖς τέκνοις ὑμῶν(:εάν λοιπόν εσείς, ενώ είστε ατελείς και διεφθαρμένοι από το προπατορικό αμάρτημα, γνωρίζετε να δίνετε στα παιδιά σας ωφέλιμα πράγματα)»[Ματθ.7,11]. Πραγματικά και στην περίπτωση εκείνη τους ονόμασε «πονηρούς», όχι για να αποδώσει το γνώρισμα της πονηρίας σε όλη γενικά την ανθρώπινη φύση πονηρή (διότι το «εσείς» δεν σημαίνει ‘’όλοι εσείς οι άνθρωποι’’),αλλά τους ονόμασε έτσι συγκρίνοντας την αγαθότητα των ανθρώπων προς την αγαθότητα του Θεού· για τούτο και πρόσθεσε· «…πόσῳ μᾶλλον ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς δώσει ἀγαθὰ τοῖς αἰτοῦσιν αὐτόν;(: πόσο περισσότερο ο ουράνιος Πατέρας σας, που είναι γεμάτος αγαθότητα, θα δώσει καλά και ωφέλιμα σ’ εκείνους που του ζητούν;)»[Ματθ.7,11].
Αλλά θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος: «Ποια κατεπείγουσα ανάγκη υπήρχε ή ποια χρησιμότητα επέβαλε στον Κύριο να δώσει αυτήν την απάντηση;». Με τον τρόπο αυτόν ο Ιησούς εξυψώνει πνευματικά τον πλούσιο αυτό νέο σιγά-σιγά και τον διδάσκει να απαλλαγεί εξ ολοκλήρου από την κολακεία, αποσπώντας τον από τα επίγεια πράγματα και προσηλώνοντάς τον στον Θεό, και τον πείθει επίσης να ζητεί τα ουράνια αγαθά και να γνωρίσει Αυτόν που πράγματι είναι αγαθός και ρίζα και πηγή όλων των αγαθών, και σε Αυτόν να αποδίδει τις τιμές.
Διότι και όταν λέγει: «Ὑμεῖς δὲ μὴ κληθῆτε ῥαββί· εἷς γὰρ ὑμῶν ἐστιν ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός· πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοί ἐστε (:Όμως εσείς μην επιδιώκετε να καλείστε ‘’διδάσκαλοι’’· διότι ένας είναι ο διδάσκαλός σας, ο Χριστός, και όλοι εσείς είστε αδέλφια και άρα ίσοι μεταξύ σας)»[Ματθ.23,8], το λέγει σε αντιδιαστολή προς τον εαυτό Του και για να γνωρίσουν οι άνθρωποι ποια είναι η πρώτη αρχή όλων γενικώς των όντων. Ούτε βέβαια ήταν μικρή η προθυμία που έδειξε ο νεανίσκος τότε, καθόσον κυριεύτηκε από τέτοια δυνατή επιθυμία για τα πνευματικά αγαθά, τη στιγμή που άλλοι μεν πείραζαν τον Κύριο, άλλοι Τον πλησίασαν μόνο για να θεραπεύσει τις ασθένειές τους ή τις ασθένειες των συγγενών τους ή των ξένων, αυτός όμως και Τον πλησίασε με κάθε ειλικρίνεια και συζητούσε με πραγματικό ενδιαφέρον για την αιώνια ζωή· διότι η γη μεν, η ψυχή δηλαδή του νέου, ήταν εύφορη και πλούσια, όμως το πλήθος των ακανθών κατέπνιγε τον σπόρο.
Πρόσεχε λοιπόν πώς ήταν τη στιγμή εκείνη προετοιμασμένος για να υπακούει στις εντολές· διότι λέγει: «Τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον;(:Τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή😉».Τόσο ήταν προετοιμασμένος και πρόθυμος προς εφαρμογή των όσων θα του έλεγε. Εάν όμως Τον είχε πλησιάσει με σκοπό να Τον πειράξει, θα μας το έλεγε οπωσδήποτε ο ευαγγελιστής και αυτό, πράγμα που το κάνει και στις άλλες περιπτώσεις, όπως δηλαδή π.χ. στην περίπτωση του νομικού[βλ. Ματθ.22,35-40: «Οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἀκούσαντες ὅτι ἐφίμωσε τοὺς Σαδδουκαίους, συνήχθησαν ἐπὶ τὸ αὐτό,καὶ ἐπηρώτησεν εἷς ἐξ αὐτῶν, νομικός, πειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, ποία ἐντολὴ μεγάλη ἐν τῷ νόμῳ; ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔφη αὐτῷ· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου. αὕτη ἐστὶ πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή. δευτέρα δὲ ὁμοία αὐτῇ· ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. ἐν ταύταις ταῖς δυσὶν ἐντολαῖς ὅλος ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται κρέμανται (:Οι Φαρισαίοι όμως, όταν άκουσαν ότι ο Ιησούς αποστόμωσε τους Σαδδουκαίους, μαζεύτηκαν στο ίδιο μέρος όπου ήταν κι Εκείνος μαζί με τους Σαδδουκαίους, κι ένας απ’ αυτούς, νομοδιδάσκαλος, Τον ρώτησε δοκιμάζοντάς Τον, για να δει ποια απόκριση θα έδινε, και Του είπε: “Διδάσκαλε, ποια είναι η πιο μεγάλη εντολή στον νόμο;” Ο Ιησούς του είπε: “Να αγαπάς τον Κύριο και Θεό σου με όλη σου την καρδιά, ώστε αυτόν ολοκληρωτικά να ποθείς, και με όλη σου την ψυχή, ώστε ολόκληρη η θέλησή σου να είναι παραδομένη σε Αυτόν, και με το νου σου ολόκληρο, ώστε Αυτόν πάντοτε να σκέφτεσαι. Αυτή είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή. Και δεύτερη εντολή όμοια με αυτήν και εξίσου σπουδαία είναι: Να αγαπάς τον συνάνθρωπό σου όπως αγαπάς τον εαυτό σου. Σ’ αυτές τις δύο εντολές στηρίζεται όλος ο νόμος και η διδασκαλία των προφητών”)»].
Αλλά και αν ακόμη το αποσιώπησε ο ευαγγελιστής, ο Χριστός όμως δεν θα ήταν δυνατόν να τον αφήσει απαρατήρητο για τις υστερόβουλες προθέσεις του, αλλά θα τον έλεγχε κατά τρόπο φανερό ή και θα έκανε κάποιον υπαινιγμό, ώστε να μη σχηματισθεί η εντύπωση ότι πλανήθηκε και διέφυγε την προσοχή του και ζημιωθεί έτσι περισσότερο. Εάν επίσης Τον είχε πλησιάσει με σκοπό να Τον πειράξει, ο νέος αυτός δε θα έφευγε λυπημένος για όσα άκουσε· διότι αυτό κανείς ποτέ από τους Φαρισαίους δεν το έπαθε, αλλά εξαγριώνονταν όταν τους αποστόμωνε. Όμως δεν συνέβη αυτό στον νέο, αλλά έφυγε καταλυπημένος και κατηφής, πράγμα που αποτελεί όχι μικρή απόδειξη, ότι δεν Τον πλησίασε με πονηρή διάθεση, αλλά με εξασθενημένη, και επιθυμούσε μεν την αιώνια ζωή, αλλά όμως τον είχε κατακυριεύσει ένα φοβερότατο πάθος, αυτό της φιλαργυρίας.
Όταν λοιπόν ο Χριστός του είπε: «Εἰ δὲ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωήν, τήρησον τὰς ἐντολάς(:Εάν όμως θέλεις να μπεις στην αιώνια και μακάρια ζωή, τήρησε σε όλη τη ζωή σου τις εντολές)», ο νέος ρωτάει: «Ποίας;(:Ποιες εντολές😉», όχι με σκοπό να Τον πειράξει, μη γένοιτο, αλλά επειδή νόμιζε ότι άλλες είναι εκείνες οι εντολές, εκτός από τις εντολές του μωσαϊκού Νόμου, που θα του χάριζαν την αιώνια ζωή, πράγμα που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που είναι κυριευμένος από κάποια σφοδρή επιθυμία. Έπειτα, επειδή ο Ιησούς του είπε να τηρεί τις εντολές του νόμου, απαντά: «Πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου(:Όλα αυτά τα έχω τηρήσει από την νεανική μου ηλικία)». Και δεν σταμάτησε μέχρι εδώ, αλλά και πάλι ρωτά: «Τί ἔτι ὑστερῶ;(:Σε τι ακόμη υστερώ;)», πράγμα που αποδείκνυε επίσης και αυτό τη μεγάλη επιθυμία του. Αλλά και δεν ήταν μικρό πράγμα το ότι νόμιζε ότι υστερεί σε κάτι, και το ότι θεωρούσε ανεπαρκείς τις εντολές του Νόμου για να επιτύχει αυτά που επιθυμούσε.
Τι κάνει λοιπόν ο Χριστός; Επειδή επρόκειτο στη συνέχεια να δώσει κάποια μεγάλη εντολή, προσθέτει τα έπαθλα και λέγει: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι(:Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς· και τότε έλα και ακολούθησέ με)»[Ματθ.19,21]. Είδες πόσα βραβεία και πόσους στεφάνους ορίζει για αυτόν τον αγώνα; Εάν όμως πείραζε τον Κύριο, δε θα Του έδινε αυτήν την απάντηση. Τώρα όμως και του απαντά σχετικώς, και για να τον προσελκύσει, του φανερώνει ότι είναι πολύ μεγάλος ο μισθός, και αφήνει το παν στη διάθεση του νέου, επικαλύπτοντας με όλα όσα λέγει την εντύπωση ότι είναι βαριά η παραίνεση. Για το λόγο αυτόν και πριν καθορίσει το αγώνισμα και τον κόπο, του φανερώνει το βραβείο, λέγοντας: «Εάν θέλεις να είσαι τέλειος», και τότε του λέγει: «πώλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους πτωχούς» και αμέσως πάλι αναφέρει τα βραβεία: «και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς˙ και τότε έλα και ακολούθησέ με». Καθόσον το να ακολουθεί Αυτόν, ήταν πολύ μεγάλη ανταμοιβή.
«Και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς». Επειδή δηλαδή ο λόγος ήταν για τα χρήματα και τον συμβούλευε να απαλλαχθεί από όλα, για να δείξει ότι δεν του αφαιρεί αυτά που έχει, αλλά ότι του προσθέτει και άλλα ακόμη σε αυτά που ήδη έχει, του έδωσε περισσότερα από αυτά που του είπε να προσφέρει· και όχι μόνο περισσότερα, αλλά και τόσο σπουδαιότερα, όσο υπερέχει ο ουρανός από τη γη και ακόμη περισσότερο. ‘’Θησαυρό’’ δε ονόμασε τη μεγαλοδωρία και την αφθονία της ανταμοιβής, με σκοπό να δείξει τη μονιμότητα και την ασφάλειά της· προσπαθούσε δηλαδή όσο ήταν δυνατόν να οδηγήσει τον νέο στη γνώση, χρησιμοποιώντας ανθρώπινα παραδείγματα και να τον κάνει να καταλάβει στο μέτρο των ανθρώπινών του δυνατοτήτων.
Επομένως, δεν αρκεί να περιφρονεί κανείς τα χρήματα, αλλά πρέπει να δώσει τροφή στους φτωχούς και πριν από όλα, να ακολουθεί τον Χριστό, δηλαδή να πράττει όλα τα προστάγματά Του και να είναι έτοιμος ακόμη και για σφαγή χάριν Αυτού και για καθημερινό θάνατο· διότι λέγει ο Κύριος: «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καθ᾿ ἡμέραν καὶ ἀκολουθείτω μοι(:Εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει, να απαρνηθεί τον εαυτό του, να λάβει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί)»[Λουκά 9,23]. Ώστε η εντολή αυτή, το να θυσιάζει δηλαδή κανείς και την ίδια του τη ζωή του είναι πολύ πιο ανώτερη από το να περιφρονήσει τα χρήματα και δεν είναι μικρή η συμβολή της απαλλαγής από τα χρήματα στην εφαρμογή της εντολής αυτής.
«Ἀκούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθε λυπούμενος(:Μόλις όμως ο νέος άκουσε αυτόν τον λόγο, έφυγε λυπημένος)». Και στη συνέχεια, για να δείξει ο ευαγγελιστής ότι δεν ήταν αυτό που έπαθε κάτι το αφύσικο, λέγει: «ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά (:διότι είχε πολλά κτήματα και η καρδιά του ήταν κολλημένη σε αυτά)» [Ματθ.19,22]. Δεν είναι δηλαδή κυριευμένοι από το ίδιο πάθος της φιλαργυρίας αυτοί που έχουν λίγα και αυτοί που έχουν πάρα πολύ μεγάλη περιουσία· διότι τότε γίνεται πιο τυραννικός ο πόθος για τα χρήματα. Συμβαίνει δηλαδή αυτό που δεν θα παύσω να το επαναλαμβάνω συνεχώς, ότι η προσθήκη των εκάστοτε αποκτωμένων χρημάτων ανάπτει κατά πολύ περισσότερο τη φλόγα και κάνει πιο φτωχούς αυτούς που τα αποκτούν, καθόσον εμβάλλει σε αυτούς μεγαλύτερη επιθυμία για αυτά και τους κάνει να αισθάνονται πολύ περισσότερο τη φτώχειά τους. Και πρόσεχε λοιπόν και στην περίπτωση αυτή ποια δύναμη επέδειξε ότι έχει πάνω του το πάθος αυτό της φιλαργυρίας· διότι εκείνον που ήλθε προς τον Κύριο με χαρά και προθυμία, επειδή ο Χριστός τον προέτρεψε να απαρνηθεί τα χρήματα, τόσο πολύ τον εξουθένωσε και κατέβαλε τις δυνάμεις του, ώστε δεν τον άφησε ούτε καν να απαντήσει σε όσα του είπε, αλλά έφυγε σιωπηλός, σκυθρωπός και καταλυπημένος.
Τι λέγει λοιπόν ο Χριστός; «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι δυσκόλως πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν(:Αληθινά σας λέγω ότι δύσκολα θα εισέλθει πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών)», κατηγορώντας όχι τα ίδια τα χρήματα, αλλά αυτούς που είναι δούλοι σε αυτά. Εάν όμως θα εισέλθει δύσκολα ο πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών, πολύ πιο δύσκολα θα εισέλθει ο πλεονέκτης· διότι εάν αποτελεί εμπόδιο για την Βασιλεία των Ουρανών το να μη δίδει κανείς από τα υπάρχοντά του σε όσους έχουν ανάγκη, συλλογίσου πόσο πυρ επισωρεύει και το να αρπάζει κιόλας και τα αγαθά των άλλων. Αλλά με ποιο σκοπό έλεγε στους μαθητές Του ο Κύριος ότι δύσκολα θα εισέλθει ο πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών, εφόσον οι ίδιοι οι μαθητές ήσαν πτωχοί και δεν είχαν τίποτε στην κατοχή τους; Με σκοπό να τους διδάξει να μην αισχύνονται για την πενία τους και απολογούμενος, κατά κάποιο τρόπο, προς αυτούς για το ότι δεν τους επέτρεψε να έχουν τίποτε.
Αφού λοιπόν τους είπε ότι είναι δύσκολο, στη συνέχεια τονίζει ότι είναι και αδύνατο, και όχι απλώς αδύνατο, αλλά αδύνατο σε υπερβολικό βαθμό, πράγμα που το φανέρωσε με το παράδειγμα της καμήλας και της βελόνας· διότι λέγει: «Πάλιν δὲ λέγω ὑμῖν, εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ῥαφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν(:Ευκολότερο είναι να περάσει μία καμήλα από την τρύπα που ανοίγει η βελόνα, παρά να εισέλθει ένας πλούσιος στη βασιλεία του Θεού)». Αποδεικνύεται λοιπόν εξ αυτού ότι δεν θα είναι μικρή και ασήμαντη η αμοιβή εκείνων που ενώ είναι πλούσιοι, μπορούν να ζουν με ευσέβεια. Για τον λόγο αυτό και είπε ότι αυτό είναι έργο του Θεού, για να δείξει δηλαδή ότι χρειάζεται άφθονη χάρη από μέρους του Θεού εκείνος ο πλούσιος που πρόκειται να επιτύχει τη σωτηρία. Επειδή λοιπόν ταράχθηκαν οι μαθητές Του, είπε: «Παρὰ ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστι, παρὰ δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι(:Στους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατο, στο Θεό όμως όλα είναι δυνατά. Μπορεί λοιπόν ο Θεός με τη χάρη του να λύσει τους δεσμούς της καρδιάς κάθε καλοπροαίρετου πλουσίου με το χρήμα και να τον καταστήσει άξιο της σωτηρίας. Αρκεί να έχει την καλή διάθεση της αυταπαρνήσεως και θυσίας)»[Ματθ.19,26].
Και για ποια αιτία ταράσσονται οι μαθητές, ενώ ήσαν πτωχοί και μάλιστα πολύ πτωχοί; Για ποιο λόγο θορυβούνται; Επειδή λυπούνταν και ενδιαφέρονταν για τη σωτηρία των άλλων ανθρώπων και μεγάλη στοργή είχαν για όλους και αισθάνονταν πλέον σαν διδάσκαλοι των άλλων. Έτσι, λοιπόν, έτρεμαν και φοβούνταν για την οικουμένη ολόκληρη, εξαιτίας της αποφάσεως αυτής, ώστε χρειάζονταν μεγάλη παρηγορία. Γι’ αυτό ο Κύριος τούς κοίταξε πρώτα και τους είπε: «Εκείνα που είναι αδύνατα να γίνουν από τους ανθρώπους, αυτά είναι δυνατά να γίνουν από τον Θεό». Αφού λοιπόν με το ήμερο και πράο βλέμμα Του παρηγόρησε τη γεμάτη από ταραχή σκέψη τους και διέλυσε την αγωνία τους (διότι αυτό το έκανε φανερό ο ευαγγελιστής, όταν είπε: «Ἐμβλέψας δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς(:Ο Ιησούς λοιπόν τους κοίταξε κατάματα και εκφραστικά και τους είπε)», στη συνέχεια τους καθησυχάζει και με τα λόγια Του, αφού τους παρουσίασε τη δύναμη του Θεού και έτσι τους γέμισε με θάρρος.
Αλλά εάν επιθυμείς να μάθεις και τον τρόπο και πώς θα μπορούσε το αδύνατο να γίνει δυνατό, άκου· διότι δεν είπε φυσικά αυτά τα παραπάνω λόγια για να απελπιστούμε και να παραιτηθούμε με τη σκέψη ότι είναι αδύνατα, αλλά το είπε με σκοπό, ώστε, αφού κατανοήσουμε το μέγεθος του κατορθώματος, να σπεύσουμε με ευκολία να αναλάβουμε τον αγώνα και επικαλούμενοι και τη βοήθεια του Θεού στους καλούς αυτούς αγώνες και τους άθλους μας, να επιτύχουμε να αποκτήσουμε την αιώνια ζωή.
Πώς λοιπόν θα μπορούσε αυτό να επιτευχθεί; Αν απαρνηθείς τα υπάρχοντά σου, αν μοιράσεις τα χρήματά σου, αν απαλλαγείς από την πονηρή επιθυμία σου. Το ότι λοιπόν αυτό δεν είναι έργο μόνο του Θεού, αλλά το είπε αυτό με σκοπό να δείξει το μέγεθος του κατορθώματος, άκουσε τα όσα λέγει στη συνέχεια. Διότι όταν ο Πέτρος είπε: «Ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι(:Ιδού εμείς αφήσαμε όλα και σε ακολουθήσαμε)» και ρώτησε «Τί ἄρα ἔσται ἡμῖν;(:Ποια τάχα θα είναι η αμοιβή μας;)» [Ματθ.19,27], ορίζοντας τον μισθό για εκείνους ο Κύριος, πρόσθεσε: «Καὶ πᾶς ὃς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει(:Και κάθε ένας, ο οποίος για χάρη μου άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή χωράφια, θα λάβει εδώ στη γη εκατό φορές περισσότερα και, το σπουδαιότερο, θα κληρονομήσει την αιώνια ζωή)»[Ματθ.19,29]. Έτσι το αδύνατο γίνεται δυνατό. Αλλά θα μπορούσε να πει κάποιος: «Πώς αυτό θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί; Πώς είναι δυνατόν αυτός που κατακυριεύτηκε μία φορά από την επιθυμία αυτού του είδους να απαρνηθεί τα χρήματά του;». Αν αρχίσει να μοιράζει τα υπάρχοντά του και να περικόπτει τα περιττά πράγματα· διότι έτσι θα προχωρήσει και πιο πέρα και θα προχωρήσει στο εξής ευκολότερα.
Μη ζητήσεις λοιπόν να ανέβεις αμέσως, εάν σου φαίνεται δύσκολο το ανέβασμα με την πρώτη, αλλά ανέβαινε ήρεμα και σιγά σιγά την κλίμακα αυτήν που σε οδηγεί στον ουρανό· διότι, όπως ακριβώς αυτοί που υποφέρουν από πυρετό, έχοντας μέσα τους ευκολοερέθιστη και πλεονάζουσα χολή, όταν προσθέσουν τροφές και ποτά, όχι μόνο δε σβήνουν τη δίψα τους, αλλά και ανάπτουν τη φλόγα, έτσι και οι φιλοχρήματοι, όταν προσθέτουν τα χρήματα στην πονηρή αυτή επιθυμία, που είναι πολύ πιο ευκολοερέθιστη από εκείνη τη χολή, την ανάπτουν ακόμη περισσότερο. Τίποτε λοιπόν δεν καθησυχάζει αυτήν τη φιλοχρηματία τόσο, όσο η απομάκρυνση καταρχήν της επιθυμίας του κέρδους, όπως ακριβώς βέβαια και την ευκολοερέθιστη χολή το λίγο φαγητό και η αποβολή. «Αλλά», θα πει κάποιος, «πώς θα γίνει αυτό;» Εάν κατανοήσεις ότι όσο μεν αυξάνονται τα πλούτη σου, ποτέ δε θα σταματήσει η δίψα σου γι’ αυτά και να βαστάζεσαι από την επιθυμία του περισσότερου, όταν όμως απαλλαγείς από τα υπάρχοντά σου, θα μπορέσεις και την ασθένεια αυτήν να την καθησυχάσεις.
Μην περιβάλλεσαι λοιπόν από περισσότερα, για να μην επιδιώκεις ακατόρθωτα πράγματα και υποφέρεις αθεράπευτα και να γίνεσαι έτσι, υπό την επίδραση αυτής τη λύσσας, ελεεινότερος από όλους. Διότι πες μου: ποιος θα μπορούσαμε να πούμε βασανίζεται και υποφέρει, αυτός που επιθυμεί πολυτελή φαγητά και ποτά και δεν μπορεί να τα απολαύσει όπως θέλει, ή αυτός που δεν είναι κυριευμένος από μια τέτοια επιθυμία; Είναι ολοφάνερο ότι βασανίζεται αυτός που έχει μεν αυτήν την επιθυμία, αλλά δεν μπορεί να απολαύσει αυτά που επιθυμεί. Τόσο δηλαδή οδυνηρό είναι αυτό, το να μην μπορεί δηλαδή να απολαύσει κανείς αυτό που επιθυμεί και το να διψά αλλά να μην μπορεί να πιει κάτι για να ξεδιψάσει, ώστε, θέλοντας ο Χριστός να μας παρουσιάσει με παράδειγμα την γέεννα που περιμένει τους αμετανόητους, με αυτόν τον τρόπο επέλεξε να την περιγράψει και να παρουσιάσει τον πλούσιο έτσι να κατακαίεται [βλ. παραβολή του πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου: Λουκά 16,19-31]· τιμωρούνταν δηλαδή εκείνος ο άσπλαχνος πλούσιος με το ότι επιθυμούσε μία σταγόνα ύδατος και δεν μπορούσε να την απολαύσει.
Εκείνος λοιπόν που περιφρονεί τα χρήματα κατάπαυσε την επιθυμία αυτήν, ενώ αυτός που επιθυμεί να πλουτίζει και να αποκτήσει περισσότερα, την άναψε περισσότερο την επιθυμία του και ουδέποτε αρκείται σε αυτά που έχει· αλλά και αν ακόμη αποκτήσει άπειρα τάλαντα, επιθυμεί άλλα τόσα· και αν τα αποκτήσει και αυτά, επιθυμεί και πλάι τους άλλα διπλάσια από αυτά, και προχωρώντας, εύχεται και τα όρη και η γη και η θάλασσα κι όλα γενικώς να γίνουν προς χάριν του χρυσός, κατεχόμενος από μία νέα μορφή φοβερής μανίας, που δεν μπορεί έτσι να σβήσει ποτέ. Και για να μάθεις ότι το κακό αυτό δεν σταματά με την προσθήκη, αλλά με την αφαίρεση, πρόσεξε το εξής: Εάν κάποτε σου γεννιόταν η παράλογη επιθυμία να πετάξεις και να μεταβείς κάπου μέσω του αέρος, πώς θα μπορούσες να σβήσεις αυτήν την παράλογη επιθυμία σου; Με το να κάνεις φτερά και να κατασκευάσεις άλλα όργανα, ή με το να πείσεις τον λογισμό σου ότι επιθυμεί ακατόρθωτα πράγματα κι ότι δεν πρέπει να επιχειρεί κανένα από αυτά; Ολοφάνερο είναι ότι θα έσβηνες την άτοπη αυτή επιθυμία σου με το να πείσεις τον λογισμό σου ότι η υλοποίησή της είναι ανέφικτη.
«Αλλά», θα έλεγε κάποιος, «εκείνο είναι αδύνατο». Όμως και αυτό είναι πιο ακατόρθωτο, το να βρεις δηλαδή τέρμα για την επιθυμία σου. Καθόσον είναι ευκολότερο, αν και είμαστε άνθρωποι, να πετάξουμε, παρά με την προσθήκη του επιπλέον να σταματήσουμε την σφοδρή αυτήν επιθυμία· διότι όταν είναι κατορθωτά αυτά που επιθυμούμε, είναι δυνατόν να παρηγορηθεί κανείς και με την απόλαυση, όταν όμως είναι ακατόρθωτα, μία πρέπει να είναι τότε η φροντίδα μας, πώς να απομακρυνθούμε από αυτήν την επιθυμία μας· διότι δεν είναι δυνατόν κατά άλλον τρόπο να ξανακερδίσουμε την ψυχή μας. Ώστε λοιπόν για να μην στενοχωριόμαστε για περιττά πράγματα, αλλά, αφού αποβάλουμε τη σφοδρή επιθυμία για τα χρήματα, που συνεχώς μας λυπεί και ουδέποτε ανέχεται να σταματήσει, ας στραφούμε προς άλλη, που μας κάνει μακαρίους και είναι πολύ εύκολη, και ας επιθυμήσουμε τους θησαυρούς των ουρανών· διότι προς την κατεύθυνση αυτήν δεν υπάρχει ούτε τόσο μεγάλος κόπος, αλλά και το κέρδος είναι απερίγραπτο, και δεν είναι δυνατόν να αποτύχει εκείνος που κατά κάποιον τρόπο επαγρυπνεί, φροντίζει τα μελλοντικά και περιφρονεί τα παρόντα· ενώ αντιθέτως αυτός που είναι δούλος των υλικών πραγμάτων και έχει δώσει εξ ολοκλήρου τον εαυτό του σε αυτά άπαξ δια παντός, οπωσδήποτε αυτός θα αναγκαστεί κάποτε να τα αποχωριστεί.
Αναλογιζόμενος λοιπόν όλα αυτά, βγάλε από μέσα σου την πονηρή επιθυμία των χρημάτων. Βέβαια ούτε και αυτό μπορείς να μου πεις, ότι σου παρέχει μεν αυτή η επιθυμία τα παρόντα· αλλά όμως σου στερεί τα μέλλοντα· και αν ακόμη βέβαια συνέβαινε αυτό, θα ήταν χειρότερη κόλαση και τιμωρία. Τώρα όμως ούτε αυτό είναι δυνατό· διότι μαζί με την γέεννα και πριν από την γέεννα εκείνη, και στην εδώ ζωή σου γίνεται πρόξενος χειρότερης κολάσεως. Καθόσον η επιθυμία αυτή πολλές οικίες κατέστρεψε και φοβερούς πολέμους υποκίνησε και οδήγησε κατ’ ανάγκην τη ζωή σε βίαιο θάνατο· και επίσης, πριν από τους κινδύνους αυτούς, καταστρέφει την ευγένεια της ψυχής και κατέστησε πολλές φορές αυτόν που διακατέχεται από αυτήν, δειλό, άνανδρο, θρασύ, ψεύτη, συκοφάντη, άρπαγα, πλεονέκτη και οτιδήποτε άλλο χειρότερο.
Αλλά μήπως καταγοητεύεσαι, όταν βλέπεις τη λάμψη των χρημάτων και το πλήθος των υπηρετών και το κάλλος των οικοδομημάτων και τις τιμές όταν διέρχεσαι από την αγορά; Ποια λοιπόν θεραπεία θα μπορέσει να βρεθεί για το πονηρό αυτό τραύμα; Αν σκεφτείς, πώς καταντούν όλα αυτά την ψυχή σου· ότι την καθιστούν σκοτεινή, έρημη, αισχρή και άσχημη· αν αναλογιστείς με τη βοήθεια πόσων κακών αποκτήθηκαν αυτά, με πόσους κόπους φυλάσσονται μέχρι τέλους, αλλά και όταν ακόμη αποφύγει κανείς όλων τις αρπαγές, αφού έλθει ο θάνατος, πολλές φορές οδηγεί αυτά στα χέρια των εχθρών σου, ενώ εσένα σε παίρνει γυμνό από όλα και φεύγει, χωρίς να σύρεις από πίσω σου τίποτε από όλα αυτά, παρά μόνο τα τραύματα και τις πληγές, τα οποία πήρε από όλα αυτά η ψυχή και φεύγει.
Όταν λοιπόν δεις κάποιον να λάμπει εξωτερικά από τα ενδύματά του και τη μεγάλη ακολουθία του, ανάλυσε λεπτομερώς τη συνείδησή του, και θα βρεις μέσα της πολλή πονηρία και θα δεις να υπάρχει μέσα της πολλή σκόνη. Αναλογίσου τον Παύλο, τον Πέτρο, σκέψου τον Ιωάννη, τον Ηλία· ή, καλύτερα, σκέψου τον Υιό του Θεού που δεν είχε πού να κλίνει την κεφαλή Του. Γίνε μιμητής Εκείνου και των δούλων Εκείνου και να φέρεις στη φαντασία σου τον απερίγραπτο πλούτο αυτών. Εάν όμως για μια στιγμή ρίξεις το βλέμμα σου προς τα χρήματα και σκοτιστεί και πάλι το μυαλό σου, όπως ακριβώς στην περίπτωση κάποιου ναυαγίου τη στιγμή που έρχεται η καταιγίδα, άκουσε την απόφαση του Χριστού που λέγει ότι είναι αδύνατο ο πλούσιος να εισέλθει στη βασιλεία των ουρανών. Και απέναντι από την απόφαση αυτήν θέσε τα όρη, τη γη και τη θάλασσα και κάνε τα όλα αυτά, εάν θέλεις, με τη σκέψη σου χρυσό· θα διαπιστώσεις λοιπόν τότε ότι τίποτε δεν μπορεί να εξισωθεί με τη ζημία που προέρχεται από αυτά.
Και εσύ μεν σκέπτεσαι τόσα και τόσα στρέμματα γης, και τις δέκα ή είκοσι οικίες ή και περισσότερες και τα τόσο πολλά δημόσια λουτρά, και τους χίλιους δούλους ή τις δύο χιλιάδες αυτών και τα αργυροστόλιστα και χρυσοστόλιστα οχήματα, εγώ όμως σου λέγω εκείνο: Εάν ο καθένας από εσάς τους πλουσίους, εγκατέλειπε αυτήν την φτώχεια (διότι αυτά είναι φτώχεια εν συγκρίσει με εκείνα που πρόκειται να σας πω), και αποκτούσε ολόκληρο τον κόσμο και ο καθένας από αυτούς είχε τόσους πολλούς ανθρώπους, όσοι τώρα κατοικούν σε όλα τα μέρη της γης και της θαλάσσης, και είχε ο καθένας όλη την οικουμένη, και τη γη και τη θάλασσα και παντού είχε οικοδομήματα και πόλεις και έθνη, και από παντού έρρεε προς χάριν του αντί ύδατος, αντί πηγών, χρυσός, δεν θα μπορούσα να πω ότι αυτοί που έχουν αυτά τα τόσα πλούτη ότι αξίζουν τρεις οβολούς, εάν επρόκειτο να αποκλειστούν από την Βασιλεία των Ουρανών· διότι εάν τώρα, επιθυμώντας να αποκτήσουν χρήματα, βασανίζονται όταν δεν επιτύχουν στην προσπάθειά τους αυτήν, εάν επρόκειτο να λάβουν γνώση των απορρήτων εκείνων αγαθών, τι θα αρκούσε τότε για να τους παρηγορήσει; Δεν υπάρχει τίποτε.
Μην μου προβάλλεις λοιπόν την αφθονία των χρημάτων, αλλά να σκέπτεσαι πόσο μεγάλη είναι η ζημία που υφίστανται οι εραστές αυτής, οι οποίοι αντί τούτων χάνουν τη Βασιλεία των ουρανών, και παθαίνουν το ίδιο πράγμα που παθαίνει κάποιος, εάν συνέβαινε να εκπέσει από την τιμητική του θέση στα ανάκτορα, και να θεωρεί πολύ σπουδαίο πράγμα τη μία σωρό κοπριάς που έχει. Καθόσον ως προς τίποτε δεν διαφέρει η συγκέντρωση των χρημάτων από εκείνη, μάλλον δε είναι και καλύτερη· διότι η μεν κοπριά είναι χρήσιμη και για τη γεωργία και για τη θέρμανση του λουτρού και για άλλα παρόμοια, ο κρυμμένος όμως μέσα στη γη χρυσός δεν είναι χρήσιμος για κανένα από αυτά.
Και μακάρι να ήταν μόνο άχρηστος· όμως τώρα ανάπτει και πολλές καμίνους σε εκείνον που τον έχει, εάν συμβεί να μην τον χρησιμοποιεί όπως πρέπει· διότι τα περισσότερα κακά προέρχονται από αυτόν. Για τον λόγο αυτόν οι ειδωλολάτρες αποκαλούσαν την φιλαργυρία «ακρόπολη των κακών», ο δε μακάριος Παύλος τη χαρακτήρισε κατά τρόπο καλύτερο και παραστατικότερο, αφού την ονόμασε ρίζα όλων των κακών[πρβλ. Α΄Τιμ.6,10: «Ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία, ἧς τινες ὀρεγόμενοι ἀπεπλανήθησαν ἀπὸ τῆς πίστεως καὶ ἑαυτοὺς περιέπειραν ὀδύναις πολλαῖς(:Πέφτουν σε πειρασμό και καταστρεπτική παγίδα, διότι ρίζα όλων των κακών είναι η φιλαργυρία. Μερικοί μάλιστα λόγω της φιλαργυρίας τους κυριεύτηκαν από σφοδρή και ακόρεστη επιθυμία για το χρήμα και γι’ αυτό αποπλανήθηκαν από την πίστη και έμπηξαν γύρω από τον εαυτό τους σαν καρφιά πολλούς πόνους και αγωνίες)»].
Έχοντας λοιπόν υπόψη όλα αυτά, ας μάθουμε να είμαστε μιμητές εκείνων που είναι άξιοι μιμήσεως. Όχι τις λαμπρές οικοδομές, ούτε τους πλούσιους αγρούς, αλλά να ζηλεύουμε τους άνδρες εκείνους που έχουν πολλή παρρησία ενώπιον του Θεού, εκείνους που είναι πλούσιοι στον ουρανό, τους κυρίους των θησαυρών εκείνων, τους πραγματικά πλουσίους, τους πτωχούς χάριν του ονόματος του Χριστού, ώστε και των αιωνίων αγαθών να επιτύχουμε με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μετά του οποίου στον Πατέρα μαζί με το Άγιο Πνεύμα ανήκει δόξα, δύναμις και τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
- Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΞΓ΄, σελίδες 208-233.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 196-207 .
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ [:Α΄Κορ. 15,1-11]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 17-8-1980]
[Β33]
Εάν έπρεπε, αγαπητοί μου, να ερωτήσουμε τι είναι το Ευαγγέλιον, θα μπορούσαμε με συντομία να απαντήσουμε: «Η παράδοσις της αληθείας». Αλλά τι είναι αλήθεια; Η αλήθεια είναι ο Χριστός και ο λόγος Του. Όχι ο λόγος Του, αλλά και ο λόγος Του. Διότι ο ίδιος είπε: «Ἐγώ εἰμί ἡ ἀλήθεια». Συνεπώς η αλήθεια είναι τα λόγια Του. Αλλά η πηγή των λόγων Του είναι ο Ίδιος. Συνεπώς η πηγή της αληθείας είναι το πρόσωπό Του.
Επανερχόμενοι λοιπόν εις την ερώτηση, εάν θα πρέπει να ρωτήσουμε τι είναι Ευαγγέλιον, θα απαντούσαμε: «Η Αλήθεια, η Παράδοσις της αληθείας». Δηλαδή ο Χριστός και ο λόγος Του. Αλλ’ όμως πολλές φορές, αγαπητοί μου, ξεχνάμε αυτήν την Παράδοσιν της αληθείας, που είναι το Ευαγγέλιον. Ο Απόστολος Παύλος θα βρεθεί σε μία πολύ δύσκολη θέση, δυσάρεστη, όταν θα γράψει την πρώτη προς Κορινθίους επιστολή του εις την εκκλησία της Κορίνθου και θα τους πει: «Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε, δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῆ ἐπιστεύσατε. Παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις ὃ καὶ παρέλαβον, ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφάς, καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατὰ τὰς γραφάς» κ.λπ. Δηλαδή μερικοί Κορίνθιοι αμφισβητούσαν την ανάστασιν των νεκρών.
Και φυσικά, όπως λέγει ευστοχότατα κάποιος Πατήρ ότι «εάν αμφισβητείς την ανάστασιν των νεκρών, τότε μην μιλάς πια για το Ευαγγέλιο, δεν έχεις τίποτα». Και συνεπώς ο Απόστολος Παύλος βλέποντας πόσο ακριβώς μεγάλο είναι το θέμα αυτό, αφιερώνει ένα ολόκληρο και μακρότατο κεφάλαιον υπέρ της αναστάσεως των νεκρών, αφού βεβαίως η κατοχύρωσις θα γίνει επάνω στην Ανάσταση του Χριστού. Και θα τους πει: «Γνωρίζω δέ ὑμῖν ἀδελφοί», δηλαδή το «γνωρίζω» εδώ έχει την έννοια «Σας υπενθυμίζω. Γιατί το ξέρετε. Αλλά, το ξεχάσατε;». Δεν τους θίγει. Να τους πει: «Το αμφισβητήσατε; Σας υπενθυμίζω, λοιπόν, αδελφοί, το Ευαγγέλιον. Εκείνο που εγώ ευαγγελίστηκα σε σας. Εκείνο το οποίον εσείς παραλάβατε και επάνω στο οποίο σεις σταθήκατε, δια του οποίου Ευαγγελίου σεις σώζεσθε, εἰ κατέχετε, εάν βεβαίως το κρατάτε».
Εδώ βλέπομε, σ’ αυτήν την έκφρασή του, αγαπητοί μου, όλη εκείνη την διαδικασία της παραδόσεως της αληθείας. Γιατί είναι μεγάλο θέμα η παράδοσις της αληθείας. Είναι αυτό που πήρα εγώ, να το δώσω στον άλλον. Αλλά αυτό που θα δώσω στον άλλον, πώς θα το δώσω; Και αυτός που θα το πάρει από μένα και θα το δώσει στην επόμενη γενεά, πώς θα το δώσει; Θα το δώσει ακέραιο, σωστό, όπως ακριβώς βγήκε από την πηγήν; Ή θα είναι διαφορετικό; Έτσι προκύπτει, αγαπητοί μου, ένα πρόβλημα. Φυσικά αυτό που λέγει εδώ ο Απόστολος ότι «εγώ σας έδωκα το Ευαγγέλιον –εὐηγγελισάμην ὑμῖν τό Εὐαγγέλιον- το οποίον εσείς πήρατε και επάνω στο οποίο σταθήκατε», θέμα δεν ετίθετο τόσο τότε εις τον Απόστολον και την γενεά στην οποία υπάρχει, διότι είναι ο ίδιος εκείνος ο οποίος πήρε απευθείας από την πηγήν τον λόγο του Θεού, όπως και οι άγιοι Απόστολοι. Μάλιστα θα πει λίγο πιο κάτω, που ακούσαμε την αποστολικήν περικοπήν, ότι «εἴτε ἐγώ εἴτε ἐκεῖνοι, οὕτῳ κηρύσσομεν καί οὕτως ἐπιστεύσατε». «Έτσι κηρύσσομε και έτσι πιστεύετε. Αλλά το θέμα είναι ότι εκείνο που εγώ σας έδωκα, εσείς πώς το παραλάβατε; Και ακόμη, όταν εσείς θα το δώσετε λίγο πιο κάτω, οι άλλοι οι επιγενέστεροι, πώς θα το παραλάβουν;».
Όταν λέμε, αγαπητοί μου, «Παράδοση», τι ακριβώς εννοούμε; Είναι ό,τι λέγει η λέξις σε μία πρώτη διάσταση. Δηλαδή αυτό το οποίο παίρνω και δίδω. «Ὃ παρέλαβον -λέγει ο Απόστολος- ὃ καί παρέδωκα ὑμῖν». Τι; Ότι ο Χριστός απέθανε και την τρίτη ημέρα ανέστη. Αυτό πήρα, αυτό σας έδωκα. Αυτό βασικά είναι Παράδοσις. Αλλά το θέμα είναι όταν γραφτεί αυτή η Παράδοσις, κι αυτή η Παράδοσις εγράφη, είναι το Ευαγγέλιον – φερ’ ειπείν, αυτά που γράφει στους Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος, αυτά αγαπητοί είναι κατατεθειμένα, έγιναν βιβλίο. Έτσι λοιπόν τίθεται το ερώτημα: Οι επόμενες γενεές, όταν θα διαβάσουν αυτό, πώς θα το καταλάβουν; Δηλαδή πώς θα το ερμηνεύσουν το Ευαγγέλιο; Διότι αν δεν υπήρχε πρόβλημα ερμηνείας, τότε δεν υπήρχε θέμα παραδόσεως. Εάν υπήρχε ένας τρόπος που όλες οι γενεές να καταλαβαίνουν το Ευαγγέλιο σωστά, όπως ακριβώς παρεδόθη από τον Κύριον στους μαθητάς Του, επαναλαμβάνω, δεν θα υπήρχε ανάγκη παραδόσεως.
Η Παράδοσις λοιπόν δεν είναι τίποτε άλλο παρά το φρόνημα της Εκκλησίας, πώς ακριβώς βλέπει τις Γραφές. Πώς η Εκκλησία, πάντοτε η Εκκλησία, από την εποχή των Αποστόλων, από την Αποστολικήν Εκκλησίαν μέχρι σήμερα, πώς η Εκκλησία βλέπει τις Γραφές και τι φρονεί γι’ αυτές. Δηλαδή, πώς ερμηνεύει τις γραφές. Και έτσι το κλειδί της ερμηνείας βρίσκεται μέσα εις αυτό το φρόνημα της Εκκλησίας, δηλαδή μέσα εις αυτήν την Παράδοση της Εκκλησίας. Είναι γνωστό ότι είναι θεμελιωδέστατο αυτό, από τα πιο θεμελιώδη. Γιατί αν αυτό δεν το κρατώ στα χέρια μου, τότε πώς θα καταλάβω την Γραφή; Και μην νομίσετε ότι αυτό είναι μια κουβέντα με την οποία μπορούμε τώρα να απασχολούμεθα και ανήκει σε κάποιους άλλους κύκλους θεωρητικούς. Όχι, δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα. Το πείραμα έγινε. Έγινε στους Προτεστάντες. Επήραν την Γραφή και άρχισαν να την μελετούν. Και επειδή ήθελαν να αντιδράσουν εις την ρωμαϊκήν Εκκλησίαν, την Δυτικήν, την Εκκλησίαν της Ρώμης, γι΄αυτό τον λόγο άρχισαν να λέγουν ότι… «Μελετάτε την Γραφήν κι όπως την καταλαβαίνετε». Κι έτσι ο κάθε ένας μελετητής έγινε μία αυθεντία ερμηνείας. Το αποτέλεσμα; Επειδή δεν δέχτηκαν την Παράδοσιν, το φρόνημα της Εκκλησίας, πώς ερμηνεύει η Εκκλησία, το αποτέλεσμα είναι να διασπαστούν σε χίλια κομμάτια. Και η πίστις να διασπαστεί και να εισαχθούν πλήθος αναρίθμητο αιρέσεων. Επόμενο ήταν. Διότι όταν ο καθένας ερμηνεύει όπως θέλει, δεν θα εισαχθούν αιρέσεις;
Κατηγορούν την Εκκλησία μας ότι κρατούμε την Παράδοση. Προσέξτε. Όχι τας Παραδόσεις· την Παράδοσιν. Προσέξτε. Όχι τας Παραδόσεις· την Παράδοσιν(Το Π με κεφαλαίο και ενάρθρως). Την Παράδοσιν. Όχι «Παράδοσιν», την Παράδοσιν. Συγκεκριμένο στοιχείο. Την Παράδοσιν. Μας κατηγορούν. Ή ακόμη αν θέλετε και η εποχή μας είναι τέτοια, που εμείς οι ίδιοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί να στεκόμεθα εναντίον της Παραδόσεως και να λέμε: «Και πού τα βρήκες αυτά; Και τι είναι αυτά;». Και πολλοί που θα’ θελαν ίσως να ζήσουν μία πνευματική ζωή, έξω όμως από την Εκκλησία, έξω από την Παράδοση της Εκκλησίας, όπως πολλές φορές έχομε λογίους ανθρώπους, που παίρνουν την Γραφή την μελετούν, την θαυμάζουν αλλά την καταλαβαίνουν όπως θέλουν αυτοί. Τότε αυτό δεν έχει καμία αξία. Γιατί απλούστατα η Γραφή κατανοείται μόνο μέσα εις την Εκκλησίαν. Μόνον. Δεν μπορώ ποτέ να βρω τον Χριστό, εάν δεν μελετήσω την Γραφή μες την Εκκλησία· που θα πει μέσα στο φρόνημα, με το φρόνημα της Εκκλησίας. Αυτή όμως η Παράδοσις είναι μέσα εις αυτήν την ουσίαν του Χριστιανισμού.
Θα μπορούσαμε να απαντήσομε λοιπόν το εξής: Όταν ο Χριστός παρέδωκε στους Αποστόλους την αλήθειαν, τι είπε; Είπε το εξής: «Εγώ δεν ελάλησα τίποτε απ’ ό,τι ήκουσα από τον Πατέρα. Τίποτα δεν ελάλησα παραπάνω ή παρακάτω απ’ ό,τι ήκουσα από τον Πατέρα. Κι εκείνο που ήκουσα από τον Πατέρα, τούτο λαλώ». Αλλά αυτό που ο Χριστός λαλεί επιβεβαιούται από το Πνεύμα το Άγιον την ημέρα της Πεντηκοστής. Συνεπώς παρατηρούμε ότι μέσα εις τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος να υπάρχει μία ιδιότυπος παράδοσις. Λέγω «ιδιότυπος» διότι ο Θεός είναι εις. Η ουσία του Θεού είναι μία. Παρά ταύτα, επειδή «ο Χριστιανισμός είναι μίμησις της Αγίας Τριάδος», όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, γι΄αυτό και εις το σημείο αυτό η Εκκλησία μιμείται την Αγία Τριάδα. Σε τι; Στην Παράδοση. Αφού ο Υιός τίποτα δεν λέγει απ’ ό,τι δεν ήκουσε από τον Πατέρα και το Πνεύμα το Άγιον επιβεβαιοί παν ό,τι ο Υιός είπε την ημέρα της Πεντηκοστής, διότι τότε κατενοήθη, αλλά και το σπουδαίον είναι ότι δεν θα ήρχετο ποτέ η Πεντηκοστή εάν ο άνθρωπος Ιησούς, όπως τον έβλεπαν οι άνθρωποι, δεν ήτο αληθής. Συνεπώς το Πνεύμα το Άγιον απέδειξε την ημέρα της Πεντηκοστής ότι ο Ιησούς είναι αληθής, συνεπώς είναι Θεάνθρωπος. Ώστε αυτή η Παράδοσις μέσα στη ζωή της Αγίας Τριάδος, που δείχνει μια πειθαρχία, η οποία μας καταπλήσσει, γίνεται μοντέλο, γίνεται πρότυπον για μας μες την Εκκλησία.
Έτσι τώρα πηγή είναι ο Ιησούς Χριστός. Διδάσκει. Οι μαθηταί ακούν. Κατόπιν εκείνοι παίρνουν την εντολή ότι «Πορευθέντες εἰς πάντα τά ἔθνη, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν». «Αφού τους διδάξετε να τηρούν όσα εγώ σας παρήγγειλα». Προσέξτε: Πάντα. Ούτε παραπάνω ούτε παρακάτω. Και η αξία, αγαπητοί μου, του Αποστόλου είναι η πιστότητα. Ο Απόστολος δεν πρωτοτυπεί. Η αξία του δεν είναι στην πρωτοτυπίαν. Η αξία του είναι εις την πιστότητα. Εάν παρέδωκε επακριβώς εκείνο το οποίον έχει πάρει.
Και κατόπιν, η Παράδοση αυτή περνάει στους αγίους της Εκκλησίας μας, στους Πατέρες. Και συνεπώς η Αποστολική Παράδοσις γίνεται Πατερική Παράδοσις. Και είναι το φρόνημα της Εκκλησίας. Είναι το κλειδί της ερμηνείας της Αγίας Γραφής. Λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης χαρακτηριστικότατα εις την Α΄ του επιστολή. Δια πολλών, εγώ σας λέω μόνον τρεις λέξεις. Το λέγει κατ’ επανάληψιν συνωνύμους λέξεις: «Ὃ ἑωράκαμεν, ὃ ἀκηκόαμεν ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν». «Εκείνο που είδαμε και εκείνο που ακούσαμε, αυτό σας λέμε. Τίποτα παραπάνω από εκείνο που είδαμε και ακούσαμε και τα χέρια μας», λέγει παρακάτω, «εψηλάφησαν περί του λόγου της ζωής. Και σας τα λέμε όχι για να κάνομε τον έξυπνο, αλλά για να έχετε κι εσείς την ζωή, όπως την έχομε και εμείς». Είναι καταπληκτικό, αγαπητοί μου. Αυτή ακριβώς η πιστότης. Θα μας πει δε αργότερα ο Μέγας Αθανάσιος το εξής θαυμάσιον: «Εἴδομεν καί αὐτήν τήν ἐξ ἀρχῆς Παράδοσιν καί διδασκαλίαν καί πίστιν τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἥν (:την οποίαν) ὁ μέν Κύριος ἔδωκεν, οἱ δέ Ἀπόστολοι ἐκήρυξαν καί οἱ Πατέρες ἐφύλαξαν». «Καί οἱ Πατέρες ἐφύλαξαν». Συνεπώς το ταμείον της αληθείας είναι σ’ αυτό που εφύλαξαν οι Πατέρες, που επήραν από κείνο που εδίδαξαν οι Απόστολοι, οι οποίοι ήκουσαν από το στόμα του Χριστού. «Ἐν ταύτῃ γάρ τῇ παραδόσει ἡ Ἐκκλησία τεθεμελίωται». «Εδώ είναι», λέγει, «θεμελιωμένη, έχει θεμελιωθεί η Εκκλησία. Επάνω εις αυτήν την Παράδοσιν».
Έτσι, αγαπητοί, βλέπομε ότι δεν μπορούμε να λέμε ότι θα παίρνομε την Γραφή να την διαβάζομε, για να παίρνομε συνθήματα ζωής και να την εξηγούμε όπως εμείς την θέλομε και μας συμφέρει. Ή ακόμη να βλέπομε κάποια που να νομίζομε ότι μας αρέσουν και κάποια άλλα να τα βάζομε στην άκρη. Η Γραφή ολόκληρη είναι η αλήθεια.
Θα ΄θελα όμως ακόμη να σας τονίσω και κάτι άλλο. Πολλές φορές, όταν μελετούμε την Γραφή, νομίζομε ότι είναι ένα γράμμα η Γραφή. Όπως ακριβώς θα ήταν ένας που μας στέλνει ένα γράμμα, μια επιστολή, και ξεχνάμε για μια στιγμή τον αποστολέα και μένομε μόνο στο γράμμα. Έτσι θέλομε πολλές φορές να μείνομε σε ένα ρητό, το οποίο θα θέλαμε να το εφαρμόσομε. Σωστό. Δεν αντιλέγει κανείς. Ξεχνάμε όμως κάτι που είναι πολύ ουσιώδες. Ότι δεν είναι αρκετό να πεις «Θα βάλω μπροστά να εφαρμόσω το Ευαγγέλιον, με άσκηση φυσικά». Δεν πρέπει να ξεχνώ ότι πίσω από εκείνο που διαβάζω, πίσω από εκείνο το οποίον με πάσαν προσπάθειαν προσπαθώ να το οικειωθώ, είναι ένα πρόσωπο. Δεν είναι ένας λόγος. Είναι ένα πρόσωπο. Και το πρόσωπο αυτό είναι ο Ιησούς Χριστός. Γι΄αυτό η Παράδοσις δεν είναι ένα γράμμα. Είναι μία ζωντανή πραγματικότης. Και η τελειοτάτη έκφρασις αυτής της Παραδόσεως, όχι σαν γράμμα, αλλά σαν ζωή, είναι η Θεία Λειτουργία. Την νύχτα που παρεδίδετο ο Υιός Σου, ω Πάτερ, πήρε στα χέρια Του το ψωμί και το κρασί και είπε: «Αυτό είναι το Σώμα μου και αυτό είναι το Αίμα μου· γιατί είμαι Εγώ σ’ αυτό που τώρα Εγώ σας παραδίδω». Και η Εκκλησία εκράτησε την υψίστην Παράδοσιν, την Θεία Λειτουργία. Τον ανεκτίμητον αυτόν θησαυρόν. Και δεν έχομε πια μια παράδοση γράμματος, αλλά μια Παράδοση προσώπου. Αυτόν τον Ίδιον τον Χριστό· ο Οποίος είναι… το Σώμα Του, η Εκκλησία. Έτσι, ο Χριστός και η Εκκλησία είναι Ένα. Ό,τι η κεφαλή με το σώμα. «Και το σώμα του Χριστού», λέει ο Απόστολος Παύλος, «είναι η Εκκλησία». Όταν κοινωνούμε σωστά, όπως πρέπει, το σώμα και το αίμα του Χριστού, κρατάμε την Παράδοση, την ζώσα Παράδοση. Γι’ αυτόν τον λόγο λέγει ο Απόστολος Παύλος ότι θα τελείται το μυστήριον αυτό ἄχρις οὗ ἄν ἔλθῃ, έως ότου έλθει ο Χριστός. Δεν έχει σημασία, αγαπητοί μου, αν λίγοι άνθρωποι τηρούν αυτό. Έστω κι αν αποτελεστεί ένα λείμμα. Πάντα δε, θα είναι η Ορθοδοξία.
Μην το ταυτίζομε, θέλω να ξυπνήσομε λίγο, να ξυπνήσομε. Μην το ταυτίζομε, «ΕΛΛΑΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ». Κάποτε θα δραπετεύσει η Ορθοδοξία από την Ελλάδα. Θα δραπετεύσει. Δεν ξέρω πού θα πάει. Στην Κίνα θα πάει; Στην Ουγκάντα θα πάει; Στον Βόρειο Πόλο θα πάει; Δεν ξέρω. Στους Εσκιμώους; Δεν ξέρω. Ένα μόνο. Η Ορθοδοξία θα μείνει ἄχρις οὗ ἄν ἔλθῃ ο Χριστός. Μας το είπε ο Απόστολος Παύλος. Βεβαίως, εάν δεν μείνει η Ορθοδοξία στην Ελλάδα, εδώ που κηρύχτηκε κι από δω που ξεκίνησαν οι ιεραπόστολοι, πραγματικά θα ήταν κάτι πολύ λυπηρό για μας. Πάρα πολύ λυπηρό για μας. Αλλά, όπως πηγαίνομε και όπως σκεφτόμαστε και όπως κινούμεθα εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, φοβάμαι ότι γρήγορα θα χάσομε αυτήν μας την μεγάλη δόξα και τιμή. Όπως την έχασαν και οι Εβραίοι· την τιμή να γνωρίσουν τον Χριστό. Μην νομίζετε, ο Θεός δεν μεροληπτεί. Ο Θεός δεν περιορίζεται από συναισθηματισμούς. Όχι. «Τήρησες; Θα σε ανεβάσω και θα σε δοξάσω. Δεν ετήρησες; Θα σε απορρίψω»... Δεν εδίστασε, λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, «να απορρίψει τον Ισραήλ. Εσύ ποιος είσαι; Εσύ είσαι αγριέλαιος. Θα σε απορρίψει. Εάν λέει την φύσει καλλιέλαιον απέρριψε, εσύ που είσαι αγριέλαιος και σε εκέντρισε δηλαδή σε μπόλιασε, πολύ παραπάνω θα σε απορρίψει».
Γι’ αυτόν τον λόγο αν αγαπάμε και την πατρίδα μας, την Ελλάδα, ας προσέξομε. Η Ελλάς υπάρχει γιατί υπάρχει Ορθοδοξία. Ή καλύτερα, η δόξα της Ελλάδος είναι η Ορθοδοξία. Και η Ορθοδοξία είναι η Παράδοση της Εκκλησίας, είναι η Παράδοση των Αποστόλων, είναι η Παράδοση των Πατέρων. Και εμείς είμεθα η ζώσα παρακαταθήκη. Αλλά ακόμη κάτι να μην ξεχνάμε. Οι Πατέρες, όπως και ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης και ο Θαλής ο Μιλήσιος και ο Σωκράτης και ει τις έτερος σοφός και σπουδαίος, όπως και οι μεγάλοι καλλιτέχνες, δεν ανήκουν στην Ελλάδα αλλά σε όλον τον κόσμο. Είναι κληρονομιά όλου του κόσμου. Βεβαίως οι Πατέρες είναι Έλληνες, αλλά δεν ανήκουν παρά σε ολόκληρο τον κόσμο. Μην, λοιπόν, εμείς καυχόμαστε και λέμε ότι οι Πατέρες ήσαν Έλληνες. Είδατε τι σας διάβασα; Την γνώμη του Μεγάλου Αθανασίου. Και όμως οι Πατέρες θα πουν: «Ανήκομε σ’ όλο τον κόσμο. Όπου υπάρχει Ορθοδοξία. Και σας σάς αγνοούμε». Μη μείνομε, δηλαδή, μόνο με το όνομα. Με ψιλό όνομα ότι οι Πατέρες είναι Έλληνες. Αλλά να κρατήσομε την πίστιν μας. Λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Κρατάτε τάς παραδόσεις». Να κρατάτε τις παραδόσεις που εγώ σας παρέδωσα. Θα πει να κρατούμε ,να φυλάττουμε. Και τι λέγει ο Κύριος στην Αποκάλυψη σε μια Του επιστολή σε μία Του Εκκλησία. «Κράτει ὃ ἔχεις ἕως οὗ ἄν ἔλθω». «Κράτησε αυτό που έχεις, έως ότου έλθω». Και θέλετε; Αυτή η Εκκλησία της Μικράς Ασίας… -αν και οι επτά Εκκλησίες της Μικράς Ασίας είναι τύπος της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας με επτά πτυχές, με επτά πλευρές, μία η Εκκλησία. Αυτές οι τοπικές Εκκλησίες αποτελούν τύπον. Αυτή η Εκκλησία που πήρε την εντολή να κρατήσει εκείνο που έχει έως ότου έλθει ο Χριστός, δεν το κράτησε. Η λυχνία της έσβησε. Οριστικά το 1922. Έσβησε. Πάει. Βλέπετε δεν εκράτησε την λυχνίαν έως ότου έλθει ο Χριστός. Τι δυστύχημα… Λοιπόν η φωνή του Χριστού μάς ειδοποιεί: «Κράτει ὃ ἔχεις ἕως οὗ ἄν ἔλθω».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_069.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.