ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ (2/10/2022)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Β΄ ΛΟΥΚΑ
Β΄ προς Κορινθίους, κεφ. ΣΤ΄, εδάφια 1-10
1 Συνεργοῦντες δὲ καὶ παρακαλοῦμεν μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς. 2 Λέγει γάρ· καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας 3 μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία, 4 ἀλλ᾿ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, 5 ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, 6 ἐν ἁγνότητι, ἐν γνώσει, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι, ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ, ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ, 7 ἐν λόγῳ ἀληθείας, ἐν δυνάμει Θεοῦ, διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν, 8 διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας, ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, 9 ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀποθνήσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, 10 ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
1 Συνεργαζόμενοι λοιπόν με τον Θεό στο έργο αυτό της συμφιλιώσεως και της καταλλαγής των ανθρώπων, σας παρακαλούμε να δείξετε με τη διαγωγή σας ότι δεν δεχθήκατε μάταια και ανώφελα τη χάρη του Θεού. 2 Και μη νομίσετε ότι πάντοτε ο Θεός θα σας στέλνει τους αντιπροσώπους Του να σας παρακαλούν. Όχι. Διότι λέει η Αγία Γραφή: «Στον κατάλληλο καιρό, όταν ο Θεός δείχνει το έλεός Του και την αγάπη Του, σε άκουσα με προσοχή, και την ημέρα που δίνεται η σωτηρία, σε βοήθησα». Να λοιπόν, τώρα είναι καιρός κατάλληλος, να, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας. 3 Και τώρα σας απευθύνουμε αυτά τα παρακλητικά λόγια χωρίς να δίνουμε καμία αφορμή σκανδάλου σε τίποτε, για να μην κατηγορηθεί στο ελάχιστο η διακονία του κηρύγματος. 4 Αλλά αντίθετα, με κάθε τρόπο συστήνουμε τους εαυτούς μας και αποδεικνυόμαστε αληθινοί διάκονοι του Θεού: Με υπομονή πολλή, με θλίψεις, με ανάγκες, με στενοχώριες, 5 με δαρμούς και μαστιγώσεις που πληγώνουν το σώμα μας, με φυλακίσεις, με καταδιώξεις που δεν μας αφήνουν να σταθούμε πουθενά, με κόπους, με αγρυπνίες, με στερήσεις φαγητού, 6 με καθαρότητα από κάθε αμαρτία, με γνώση της αλήθειας, με μακροθυμία, με καλοσύνη, με αγιασμό και με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, με αγάπη πραγματική κι ελεύθερη από υποκρισία, 7 με λόγο που κηρύττει την αλήθεια, με δύναμη Θεού, με τα όπλα τα επιθετικά, που είναι κατάλληλα για την επιβολή της δικαιοσύνης και μοιάζουν με αυτά που έχουν στο δεξί τους χέρι οι στρατιώτες που μάχονται, όπως και με τα όπλα τα αμυντικά, που μοιάζουν μ’ αυτά που έχουν στο αριστερό τους χέρι. Είμαστε δηλαδή πάνοπλοι, και για να υπερασπιστούμε τη δικαιοσύνη και την αλήθεια, και για να δημιουργήσουμε τον θρίαμβό της. 8 Αποδεικνύουμε ποιοι είμαστε με τη δόξα που δεχόμαστε απ’ αυτούς που πιστεύουν στο Ευαγγέλιο και με την ατιμία από τους απίστους, με τη δυσφήμιση από τους συκοφάντες μας και με την καλή φήμη και τους επαίνους από τους πιστούς. Παρουσιαζόμαστε ως απατεώνες από τους εχθρούς του Ευαγγελίου, και ως ειλικρινείς από τους πιστούς˙9 ως άγνωστοι εξαιτίας της κοινωνικής ασημότητάς μας, και ως πολύ γνωστοί και σπουδαίοι˙ ως άνθρωποι που κινδυνεύουμε να πεθάνουμε, κι όμως, να που ζούμε˙ ως άνθρωποι που παιδαγωγούμαστε από τον Θεό με βαρύτατες δοκιμασίες, αλλά δεν φτάνουμε στον θάνατο. 10 Εξαιτίας των δοκιμασιών μας αυτών, μας νομίζουν βυθισμένους στη λύπη, εμείς όμως πάντοτε χαιρόμαστε. Μας θεωρούν φτωχούς, εμείς όμως κάνουμε πολλούς να πλουτίζουν με πνευματικούς και ουράνιους θησαυρούς. Παρουσιαζόμαστε σαν να μην έχουμε τίποτε, κι όμως κατέχουμε τα πάντα.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Β΄ ΛΟΥΚΑ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο ΣΤ΄, εδάφια 31-36
31 Καὶ καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. 32 Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. 33 Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. 34 Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. 35 Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. 36 Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
31 Και με λίγες λέξεις, όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται και να σας κάνουν οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σε αυτούς και να τους κάνετε τα ίδια. 32 Διότι εάν αγαπάτε μόνο εκείνους που σας αγαπούν, ποια εύνοια και ποια αμοιβή σάς ανήκει από τον Θεό; Καμία. Διότι και οι αμαρτωλοί αγαπούν εκείνους που τους αγαπούν. 33 Κι αν κάνετε το καλό σε εκείνους που σας ευεργετούν, ποια εύνοια και χάρη και ανταμοιβή σάς ανήκει από τον Θεό; Καμία. Διότι και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν. 34 Κι αν δανείζετε σε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να πάρετε πίσω αυτά που δανείσατε, ποια χάρη και ανταπόδοση από τον Θεό σάς ανήκει; Καμία· διότι και οι αμαρτωλοί δανείζουν σε άλλους αμαρτωλούς για να πάρουν πίσω ολόκληρο το ποσό που δάνεισαν ή και σε ώρα ανάγκης να πάρουν και αυτοί ίσα οφέλη και δάνεια από εκείνους στους οποίους δάνεισαν.
35 Εσείς όμως να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να τους ευεργετείτε και να τους δανείζετε χωρίς να ελπίζετε σε καμία ανταπόδοση απ’ αυτούς. Και θα είναι πολύς ο μισθός σας και μεγάλη η ανταμοιβή σας από τον Θεό. Και θα είστε στη Βασιλεία των ουρανών κατά χάριν παιδιά του Υψίστου Θεού, με τον Οποίο θα μοιάζετε πνευματικώς. Διότι κι Αυτός είναι ευεργετικός και ωφέλιμος στους ανθρώπους που δείχνουν αχαριστία στις τόσες ευεργεσίες Του και που δεν έχουν καλή διάθεση και προαίρεση, αλλά είναι πονηροί. 36Να γίνεστε λοιπόν σπλαχνικοί προς τον συνάνθρωπό σας και συμπονετικοί στις δυστυχίες του και στις ανάγκες του, όπως και ο ουράνιος Πατέρας σας είναι σπλαχνικός σε όλους.
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ[: Β ΄Κορ. 6,1-10]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Συνεργοῦντες παρακαλοῦμεν, μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς. Λέγει γάρ· Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος· ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας (:Συνεργαζόμενοι λοιπόν με τον Θεό στο έργο αυτό της συμφιλιώσεως και της καταλλαγής των ανθρώπων, σας παρακαλούμε να δείξετε με τη διαγωγή σας ότι δεν δεχτήκατε μάταια και ανώφελα τη χάρη του Θεού. Και μη νομίσετε ότι πάντοτε ο Θεός θα σας στέλνει τους αντιπροσώπους Του να σας παρακαλούν. Όχι. Διότι λέει η Αγία Γραφή: ‘’Στον κατάλληλο καιρό, όταν ο Θεός δείχνει το έλεός Του και την αγάπη Του, σε άκουσα με προσοχή, και την ημέρα που δίνεται η σωτηρία σε βοήθησα. Να λοιπόν τώρα είναι καιρός κατάλληλος να, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας’’)»[Β΄Κορ., 6, 1-2].
Επειδή δηλαδή είπε ότι «Ὑπὲρ Χριστοῦ οὖν πρεσβεύομεν ὡς τοῦ Θεοῦ παρακαλοῦντος δι᾿ ἡμῶν· δεόμεθα ὑπὲρ Χριστοῦ, καταλλάγητε τῷ Θεῷ(:ο Θεός παρακαλεί και εμείς οι Απόστολοι πρεσβεύουμε και σας ικετεύουμε να συμφιλιωθείτε με τον Θεό)»[Β΄Κορ.5,20], για να μην πέσουν σε αδιαφορία, τους φοβίζει πάλι και τους καθιστά προσεκτικούς, λέγοντας: «παρακαλοῦμεν, μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς (:σας παρακαλούμε να δείξετε με τη διαγωγή σας ότι δε δεχθήκατε μάταια και ανώφελα τη χάρη του Θεού)»[Β΄Κορ.6,1]. «Μη λοιπόν», λέγει, «επειδή παρακαλεί και έστειλε ο Θεός πρεσβευτές, γι’ αυτό μείνουμε αδιάφοροι, αλλά γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να φροντίζουμε να γίνουμε αρεστοί στον Θεό και να αποκομίσουμε πνευματικό κέρδος( πράγμα που έλεγε και παραπάνω, ότι δηλαδή η αγάπη του Θεού μάς συνέχει, που σημαίνει ότι μας θλίβει, μας παρακινεί, μας κάνει να αγρυπνούμε), για να μη συμβεί, μετά την τόση φροντίδα Του, δείχνοντας αδιαφορία και μην εκδηλώνοντας καμία αρετή, να χάσουμε τα τόσα αγαθά. Μη νομίσετε λοιπόν πως, επειδή μας έστειλε να σας παρακαλέσουμε, θα γίνεται πάντοτε το ίδιο. Αυτό θα γίνεται μέχρι τη δευτέρα παρουσία Του, μέχρι τότε θα παρακαλεί, όσον καιρό θα βρισκόμαστε στην εδώ ζωή· μετά από αυτά θα ακολουθήσει η δίκη και η τιμωρία)».
«Γι’ αυτό», λέγει, «μας προφυλάσσει η αγάπη του Θεού». Μας κάνει να βιαζόμαστε για εκεί όχι μόνο από το μέγεθος των αγαθών και τη φιλανθρωπία Του, αλλά και από τον λίγο χρόνο που έχουμε. Γι’ αυτό και αλλού λέγει: «Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν(:Ας κάνουμε λοιπόν τα έργα αυτά της αγάπης ακούραστοι και χωρίς αναβολή, γνωρίζοντας σε ποιο καιρό ζούμε. Ζούμε σε εποχή που απαιτεί επειγόντως την άσκηση της αρετής Διότι είναι πλέον ώρα να σηκωθούμε από τον ύπνο της αμέλειας, που μας κάνει δυσκολοκίνητους στο καλό. Διότι τώρα η ημέρα της δευτέρας παρουσίας που θα σημάνει την πλήρη απολύτρωση των πιστών, είναι πλησιέστερη σε μας παρά τότε που πιστεύαμε. Εάν λοιπόν τότε δείξαμε ζήλο και δραστηριότητα, πολύ περισσότερο πρέπει να το δείξουμε και τώρα)»[Ρωμ.13,11]· και αλλού, «τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις.ὁ Κύριος ἐγγύς(:η επιείκειά σας και η υποχωρητικότητά σας ας γίνει γνωστή σε όλους τους ανθρώπους, και σε αυτούς ακόμη τους απίστους. Ο Κύριος πλησιάζει να έλθει, και αυτός θα αποδώσει στον καθένα ό,τι του ανήκει)»[Φιλιπ. 4,5]. Εδώ κάνει κάτι περισσότερο. Προτρέπει δηλαδή όχι μόνο από το ότι μας απομένει μικρό και σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά και από το ότι αυτός μόνο είναι ο κατάλληλος καιρός για τη σωτηρία μας. «Να», λέγει, «τώρα είναι ο καιρός της εύνοιας του Θεού, τώρα είναι η μέρα της σωτηρίας».
Ας μην αφήσουμε λοιπόν να μας φύγει η μεγάλη ευκαιρία, αλλά ας δείξουμε ενδιαφέρον ανάλογο με τη χάρη του Θεού. Γι’ αυτό βιαζόμαστε και εμείς, γνωρίζοντας και το σύντομο και κατάλληλο του καιρού· γι’ αυτό και έλεγε: «Συνεργοῦντες παρακαλοῦμεν (:Συνεργαζόμαστε και σας παρακαλούμε)». Συνεργαζόμαστε με εσάς. Πραγματικά με εσάς συνεργαζόμαστε περισσότερο παρά με τον Θεό, για τον οποίο πρεσβεύουμε· γιατί Εκείνος δεν έχει καμία ανάγκη, αλλά εσείς θα απολαύσετε τη σωτηρία. Και αν λέγει πως είναι συνεργάτης του Θεού, πράγμα που δεν παύει να το λέγει, γιατί και αλλού λέγει: «Θεοῦ γάρ ἐσμεν συνεργοί· Θεοῦ γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε(: Είμαστε συνεργάτες του Θεού, για τη δική σας σωτηρία. Εσείς είστε αγρός και ιδιοκτησία του Θεού, που καλλιεργείται από αυτόν τον Ίδιο. Είστε οικοδόμημα του Θεού, που στην πραγματικότητα κτίζεται από τον ίδιο τον Θεό με όργανά Του εμάς)» [Α΄Κορ. 3,9], «με αυτόν τον τρόπο», λέγει, «σώζει πάλι τους ανθρώπους».
«Συνεργοῦντες παρακαλοῦμεν(: Συνεργαζόμενοι λοιπόν με τον Θεό στο έργο αυτό της συμφιλιώσεως και της καταλλαγής των ανθρώπων, σας παρακαλούμε)». Εκείνος παρακαλώντας, δεν παρακαλεί μόνο, αλλά παρέχει και αυτές τις ευεργεσίες. Πρόσφερε δηλαδή τον Υιό Του τον δίκαιο, που δε γνώρισε την αμαρτία, και Τον έκανε αμαρτία για να σώσει εμάς τους αμαρτωλούς, για να γίνουμε εμείς ενάρετοι. Ενώ λοιπόν τα πράγματα έχουν έτσι, και ενώ Εκείνος είναι Θεός και δεν πρέπει να παρακαλεί εμάς, που είμαστε άνθρωποι και αμαρτήσαμε βαριά απέναντί Του, αλλά Τον παρακαλούμε εμείς κάθε μέρα, όμως Αυτός παρακαλεί. «Εμείς οι Απόστολοι παρακαλούμε, χωρίς να έχουμε να αναφέρουμε καμία προσφορά, ούτε ευεργεσία παρά μόνο ένα το ότι σας παρακαλούμε για τον Θεό που σας πρόσφερε τόσες ευεργεσίες. Σας παρακαλούμε να δεχθείτε την ευεργεσία, να μην αρνηθείτε τη δωρεά Του. Πεισθείτε λοιπόν στα λόγια μας και μην αφήσετε τη χάρη να χαθεί».
Για να μην νομίσουν λοιπόν ότι αυτό είναι μόνο συμφιλίωση, το να πιστέψουν δηλαδή σε Εκείνον που τους καλεί, προσθέτει αυτά, ζητώντας να μας απασχολήσει σοβαρά ο τρόπος της ζωής μας. Γιατί η επανάληψη των αμαρτημάτων μετά την απαλλαγή από αυτά και τη συμφιλίωση με τον Θεό σημαίνει επάνοδο στην έχθρα, όπως συμβαίνει συνήθως στη ζωή, και παραίτηση από την ευεργεσία. Γιατί, αν η ζωή μας είναι ακάθαρτη, δεν ωφελούμαστε καθόλου από τη χάρη του Θεού για τη σωτηρία μας, αντίθετα μάλιστα ζημιωνόμαστε περισσότερο και επιβαρυνόμαστε με τις αμαρτίες, γιατί μετά από τέτοια επίγνωση και ευεργεσία γυρίζουμε στα προηγούμενα κακά. Αλλά αυτό βέβαια δεν το λέγει ακόμα, για να μην κάνει τον λόγο του σκληρό, απλώς λέγει μόνο ότι δεν ωφελούμαστε καθόλου.
Έπειτα υπενθυμίζει και κάποια προφητεία, θέλοντας να τους παρακινήσει να βιαστούν και να φροντίσουν όλοι για τη σωτηρία τους. Γιατί λέγει η Αγία Γραφή: «Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος· ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας (:Στον κατάλληλο καιρό, όταν ο Θεός δείχνει το έλεός Του και την αγάπη Του, σε άκουσα με προσοχή, και την ημέρα που δίνεται η σωτηρία σε βοήθησα. Να λοιπόν τώρα είναι καιρός κατάλληλος να, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας)»[Β΄Κορ.6,2].
«Καιρὸς εὐπρόσδεκτος(:ευπρόσδεκτη ευκαιρία)». Ποια είναι αυτή; Η ευκαιρία της δωρεάς, της ευεργεσίας, κατά την οποία δε μας ζητούνται ευθύνες, ούτε τιμωρούμαστε για τα αμαρτήματά μας, αλλά μαζί με την απαλλαγή από αυτά μπορούμε να απολαύσουμε άπειρα αγαθά, δικαιοσύνη δηλαδή, αγιότητα και όλα τα άλλα. Πόσα λοιπόν έπρεπε να κάνουμε για να κερδίσουμε την ευκαιρία αυτή; Αλλά να, χωρίς να κοπιάσουμε καθόλου, ήρθε και μας συγχώρησε όλα τα προηγούμενα. Γι’ αυτό τη χαρακτηρίζει «καλόδεχτη ευκαιρία», γιατί ο Θεός δεχόταν με ευχαρίστηση και τους πιο αμαρτωλούς. Και δεν τους δεχόταν μόνο, αλλά και τους πρόσφερε την πιο μεγάλη τιμή. Όπως ακριβώς δηλαδή, όταν έρθει ο βασιλιάς δεν είναι τότε ώρα για δικαστήριο, αλλά για ευεργεσία και προσφορά. Γι’ αυτό χαρακτηρίζει «ευπρόσδεκτο» τον καιρό αυτόν, όσον καιρό δηλαδή βρισκόμαστε ακόμη μέσα στο σκάμμα, όσον καιρό εργαζόμαστε στον αμπελώνα, όσο μας απομένει η τελευταία ώρα.
Ας προσέλθουμε και ας ζήσουμε ζωή ενάρετη· καθόσον είναι εύκολο. Γιατί εκείνος που αγωνίζεται τέτοιον καιρό, κατά τον οποίο έχει χυθεί τόση δωρεά, κατά τον οποίο υπάρχει τόση ευεργεσία, εύκολα θα κερδίσει τα βραβεία. Γιατί και οι βασιλιάδες αυτού του κόσμου, τον καιρό που τελούν τις γιορτές τους και παρουσιάζονται με εμφάνιση μεγαλοπρεπών αρχόντων, δίνουν μεγάλες δωρεές ακόμη και σε εκείνους που πρόσφεραν λίγα, τις μέρες όμως που εκτελούν δικαστικά καθήκοντα, προσέχουν ακόμη και τις λεπτομέρειες, ερευνούν πολύ. Και εμείς λοιπόν πρέπει να αγωνιστούμε κατά τον καιρό αυτής της δωρεάς· είναι ημέρα χάριτος, χάριτος θείας· γι’ αυτό εύκολα θα κερδίσουμε στεφάνια. Γιατί, εάν ενώ ήμασταν γεμάτοι με τόσες αμαρτίες, μας συγχώρεσε και μας απάλλαξε από αυτές, τώρα που απαλλαχτήκαμε από όλα και θα προσφέρουμε ό,τι εξαρτάται από εμάς, δε θα μας δεχθεί πολύ περισσότερο;
Έπειτα, εκείνο που κάνει πάντοτε, τοποθετώντας τον εαυτό του ο Παύλος στη μέση και προτρέποντας να παραδειγματίζονται με αυτό, αυτό κάνει και εδώ. Γι΄αυτό και προσθέτει: «Μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία (:δεν δίνουμε σε καμία περίπτωση καμία αφορμή να δυσφημιστεί η διακονία μας)»[Β΄Κορ.6,3], πείθοντάς τους όχι μόνο από τον καιρό, αλλά και από εκείνους που τα κατόρθωσαν αυτά.
Και πρόσεχε πόσο ταπεινά το κάνει. Γιατί δεν είπε «προσέχετε σε εμάς που είμαστε τέτοιοι», αλλά πρώτα αναφέρεται στον εαυτό του για να ανατρέψει ενδεχόμενη κατηγορία. Και αναφέρει δύο περιπτώσεις άψογου τρόπου ζωής, λέγοντας «Μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν(:χωρίς να δίνουμε καμία αφορμή σκανδάλου σε τίποτε)». Και δεν είπε «κατηγορία», αλλά εκείνο που ήταν πολύ πιο ελαφρύ, «προσκοπήν», δηλαδή μην παρέχοντας σε κανέναν αφορμή να μας κατηγορήσει και να μας επικρίνει, «ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία (:για να μην κατηγορηθεί στο ελάχιστο η διακονία του κηρύγματος)». Δηλαδή για να μην τη θίξει κανένας. Και δεν είπε πάλι «για να μην την κατηγορήσει κανένας», αλλά, για να μην έχει ούτε την παραμικρή αιτία, να μην μπορεί να την επικρίνει κανείς για τίποτα. «ἀλλ᾽ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι (:Αλλά, αντίθετα, με κάθε τρόπο συστήνουμε τους εαυτούς μας και αποδεικνυόμαστε αληθινοί διάκονοι του Θεού)». Αυτό είναι πολύ σπουδαιότερο. Γιατί δεν είναι το ίδιο το να μην μπορεί κανείς να τους κατηγορήσει, και να δείχνουν τέτοια διαγωγή, ώστε από παντού να γίνεται φανερό ότι είναι υπηρέτες του Θεού. Γιατί δεν είναι το ίδιο το να μην μπορούν να σε κατηγορήσουν και το να σε επαινούν. Και δεν είπε: «φαινόμαστε», αλλά «ενεργούμε», δηλαδή «δίνουμε δείγματα».
Έπειτα λέγει και πώς έγιναν τέτοιοι. Πώς έγιναν λοιπόν; «Ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν κόποις(:με υπομονή πολλή, με κόπους)», λέγει, αναφέροντας το θεμέλιο των αγαθών. Γι’ αυτό δεν είπε απλώς «υπομονή», αλλά «πολλή υπομονή», και δείχνει και το μέγεθός της. Γιατί το να υποφέρει κανείς μία και δύο φορές δεν είναι πολύ σπουδαίο, αλλά προσθέτει και το πλήθος των δοκιμασιών, λέγοντας: «ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις(:με θλίψεις, με ανάγκες)». Αυτό μεγαλώνει τη θλίψη, το να μην μπορείς να αποφύγεις τα κακά, αλλά να σε χτυπούν με μία ατέλειωτη σειρά.
«Ἐν στενοχωρίαις(:με στενοχώριες)». Ή εννοεί τη στέρηση τροφής και άλλων απαραίτητων αγαθών, ή εννοεί γενικά τις δοκιμασίες. «Ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις (:με δαρμούς και μαστιγώσεις που πληγώνουν το σώμα μας, με φυλακίσεις, με καταδιώξεις που δε μας αφήνουν να σταθούμε πουθενά)». Αν και το καθένα από αυτά είναι ανυπόφορο, και η μαστίγωση μόνη, και η φυλάκιση μόνη, και το διώξιμο από παντού, γιατί αυτό σημαίνει «σε ταραχές», όταν όμως έρχονται εναντίον σου όλα και μάλιστα όλα μαζί, σκέψου πόσο μεγάλη ψυχή χρειάζεται.
Έπειτα, μαζί με τα παραπάνω κακά, αναφέρει και τα δικά του· «ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, ἐν ἁγνότητι (:με κόπους, με αγρυπνίες, με στερήσεις φαγητού, με καθαρότητα από κάθε αμαρτία)». Με αυτά υπονοεί την κούραση που δοκίμαζε γυρίζοντας και εργαζόμενος, τις νύχτες που δίδασκε, ή ακόμη και τις νύχτες που εργαζόταν. Και μαζί με όλα αυτά δε σταματούσε να νηστεύει, αν και αυτά ισοδυναμούν με άπειρες νηστείες. «Αγνότητα» εδώ εννοεί ή την εγκράτεια πάλι ή γενικά την καθαρότητα ή το αδωροδόκητο ή την κήρυξη του ευαγγελίου χωρίς κανένα αντάλλαγμα. «ἐν γνώσει (:με γνώση της αλήθειας)». Τι σημαίνει «ἐν γνώσει»; Με σοφία, τη δοσμένη από τον Θεό, που είναι η πραγματική γνώση. Όχι όπως εκείνοι που νομίζουν πως είναι σοφοί και κομπάζουν για τη μόρφωσή τους, υστερούν όμως σε αυτή τη γνώση.
«ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι (:με μακροθυμία, με καλοσύνη)». Είναι και αυτό δείγμα γενναιοψυχίας, να αντιμετωπίζει με ανεκτικότητα όλους τους παροξυσμούς και τα κεντρίσματα. Έπειτα, θέλοντας να δείξει πώς άντεξε, πρόσθεσε: «ἐν Πνεύματι ἁγίῳ(:με αγιασμό και με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος)». Με αυτό, λέει, τα κατορθώνουμε όλα αυτά. Αλλά πρόσεχε πότε ανέφερε την εκ μέρους του αγίου Πνεύματος βοήθεια· όταν ανέφερε όλα τα δικά του. Εγώ όμως νομίζω πως και κάτι άλλο εννοεί με αυτό. Και ποιο είναι αυτό; Ότι υπάρχει μέσα μας πολύ Πνεύμα και αποδεικνύουμε από αυτό την αποστολή μας, από το ότι αξιωθήκαμε να λάβουμε πνευματικά χαρίσματα. Αν και αυτό είναι χάρη, αλλά όμως είναι αίτιος και αυτός που κέρδισε με τα κατορθώματα και τους κόπους του τη χάρη του Θεού. Αν όμως πει κανείς ότι εκτός από τα παραπάνω υπονοεί ότι και στη χάρη του αγίου Πνεύματος δεν παρουσίασε κανένα εμπόδιο, δε θα είναι εσφαλμένη η γνώμη του αυτή. Γιατί όσοι έλαβαν το χάρισμα να μιλούν διάφορες γλώσσες και υπερηφανεύτηκαν γι’ αυτό, κατηγορήθηκαν. Γιατί είναι δυνατό να λάβει κάποιος πνευματικό χάρισμα και να μην το χρησιμοποιήσει σωστά. Εμείς όμως λέγει «δεν πάθαμε κάτι τέτοιο, αλλά αναδειχθήκαμε άψογοι και στα πνευματικά χαρίσματα, δηλαδή στη θεία δωρεά»· «ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ (:με αγάπη πραγματική και ελεύθερη από υποκρισία)».
Αυτό είναι η αιτία όλων των αγαθών, αυτό έδωσε στον Παύλο αυτές τις αρετές, αυτό έκανε να μένει μέσα του το άγιο Πνεύμα, με το οποίο κατόρθωνε τα πάντα· «ἐν λόγῳ ἀληθείας (με λόγο που κηρύττει την αλήθεια)». Πράγμα που λέγει σε πολλά σημεία, «ενεργήσαμε δηλαδή χωρίς να παραποιούμε ποτέ τον λόγο του Θεού, χωρίς να τον νοθεύουμε»· «ἐν δυνάμει Θεοῦ (:με δύναμη Θεού)». Εκείνο που κάνει συνέχεια, μην αποδίδοντας τίποτα στον εαυτό του, αλλά τα πάντα στον Θεό, που Τον θεωρεί αίτιο όλων των κατορθωμάτων του, αυτό έκανε και εδώ. Επειδή δηλαδή μίλησε για μεγάλα κατορθώματα και είπε πως γνώρισμα του βίου του είναι και απόλυτη αγνότητα και μεγάλη σύνεση, αποδίδει αυτά στον Θεό και στο άγιο Πνεύμα. Γιατί δεν ήταν ασήμαντα αυτά που είπε. Γιατί αν είναι δύσκολο σε έναν που ζει σε απραξία να κατορθώνει να είναι αγνός, σκέψου πόσο μεγάλης ψυχής είναι εκείνος που ταλαιπωρείται από τόσες δοκιμασίες και που έλαμψε με όλες. Αν και δεν υπέμεινε μόνο αυτά, αλλά και πολύ περισσότερα από αυτά, που τα αναφέρει στη συνέχεια.
Και το αξιοθαύμαστο βέβαια είναι, όχι το ότι, αν και ταξίδευε μέσα σε τέτοιαν τρικυμία, παρέμεινε άψογος, ούτε το ότι αντιμετώπισε τα πάντα με γενναιότητα, αλλά το ότι τα αντιμετώπισε όλα με χαρά, τα οποία κάνει φανερά με τα όσα λέγει στη συνέχεια· «διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν (:με τα όπλα τα επιθετικά, που είναι κατάλληλα για την επιβολή της δικαιοσύνης και μοιάζουν με αυτά που έχουν στο δεξί τους χέρι οι στρατιώτες που μάχονται, όπως και με τα όπλα τα αμυντικά, που μοιάζουν με αυτά που έχουν στο αριστερό τους χέρι. Είμαστε δηλαδή πάνοπλοι, και για να υπερασπιστούμε τη δικαιοσύνη και την αλήθεια, και για να δημιουργήσουμε τον θρίαμβό της)»[Β΄Κορ.6,7].
Είδες ψυχικό παράστημα και ρωμαλέο φρόνημα; Γιατί δείχνει ότι οι θλίψεις είναι όπλα, που όχι μόνο δεν καταβάλλονται, αλλά και μας περιφρουρούν και μας κάνουν ισχυρότερους. «Αριστερά όπλα» ονομάζει εκείνα που θεωρούνται λυπηρά· γιατί τέτοια είναι εκείνα που έχουν μισθό. Γιατί όμως τα ονομάζει έτσι; Ή σύμφωνα με τη γνώμη των πολλών ή γιατί πρόσταξε ο Θεός να προσευχόμαστε να μην υποπέσουμε σε πειρασμό. «Διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας (:Αποδεικνύουμε ποιοι είμαστε με τη δόξα που δεχόμαστε από αυτούς που πιστεύουν στο Ευαγγέλιο και με την ατιμία από τους απίστους, με τη δυσφήμηση από τους συκοφάντες μας και με τα εγκώμια και τους επαίνους από τους πιστούς)»[Β΄Κορ.6,8]. Τι λες; Πιστεύεις ότι είναι σπουδαίο να σε επαινούν; «Ναι», ίσως λέγει κάποιος. «Γιατί τέλος πάντων; Το να υποφέρεις περιφρόνηση είναι μεγάλο πράγμα, το να μετάσχεις όμως σε δόξα δε χρειάζεται νεανική ψυχή;». Και βέβαια χρειάζεται νεανική και μάλιστα πολύ μεγάλη, ώστε, απολαμβάνοντας αυτήν, να μη λοξοδρομήσει. Γι’ αυτό εγκρίνει την ατίμωση όπως εγκρίνει και τον έπαινο· καθόσον και στα δύο ήταν το ίδιο λαμπρός. Μα πώς γίνεται ο έπαινος αιτία αρετής; Γιατί οδηγεί πολλούς σε ευσέβεια όταν τιμώνται οι δάσκαλοι. Αυτό είναι και δείγμα αγαθών έργων και δοξάζει τον Θεό. Είναι και αυτό γνώρισμα της σοφίας του Θεού, να βγαίνουν ηθικά διδάγματα από τα αντίθετα πράγματα.
Πρόσεχε δηλαδή. Φυλακίστηκε ο Παύλος; Αυτό ωφέλησε τη διάδοση του λόγου του Θεού. Γι’ αυτό λέει: «Γινώσκειν δὲ ὑμᾶς βούλομαι, ἀδελφοί, ὅτι τὰ κατ᾿ ἐμὲ μᾶλλον εἰς προκοπὴν τοῦ εὐαγγελίου ἐλήλυθεν, ὥστε τοὺς δεσμούς μου φανεροὺς ἐν Χριστῷ γενέσθαι ἐν ὅλῳ τῷ πραιτωρίῳ καὶ τοῖς λοιποῖς πᾶσι, καὶ τοὺς πλείονας τῶν ἀδελφῶν ἐν Κυρίῳ πεποιθότας τοῖς δεσμοῖς μου περισσοτέρως τολμᾶν ἀφόβως τὸν λόγον λαλεῖν(:Θέλω λοιπόν να γνωρίζετε, αδελφοί, ότι εκείνα τα δυσάρεστα που μου συνέβησαν, μάλλον συνετέλεσαν στην πρόοδο της διαδόσεως του Ευαγγελίου. Κι έτσι έγινε φανερό σε όλη τη φρουρά των πραιτοριανών και σε όλους τους άλλους κύκλους των κατοίκων της Ρώμης ότι εξαιτίας της πίστεώς μου και της σχέσεώς μου με τον Χριστό ρίχθηκα στη φυλακή δεμένος. Και οι περισσότεροι απ’ τους αδελφούς ενισχύθηκαν στην πίστη τους προς τον Κύριο και απέκτησαν θάρρος από τα δεσμά και τη φυλάκισή μου, ώστε να έχουν τώρα περισσότερη τόλμη να κηρύττουν άφοβα τον λόγο του Ευαγγελίου)» [Φιλιπ. 1,12-14].
Απολάμβανε και δόξα; Και αυτό τους έκανε πιο πρόθυμους. «Διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας (:με τη δυσφήμηση από τους συκοφάντες μας και με τα εγκώμια και τους επαίνους από τους πιστούς)». Δεν αντιμετώπισε δηλαδή με γενναιότητα μόνο τις σωματικές ταλαιπωρίες, τις θλίψεις και όσα άλλα ανέφερε, αλλά και όσα επηρεάζουν μονάχα την ψυχή. Γιατί και αυτά συνήθως προξενούν πολλή ταραχή. Ο Ιερεμίας, όπως είναι γνωστό, ενώ αντιμετώπισε πολλούς πειρασμούς, δεν άντεξε στα παθήματα της ψυχής και επειδή τον κατηγορούσαν, έλεγε: «καὶ εἶπα· οὐ μὴ ὀνομάσω τὸ ὄνομα Κυρίου καὶ οὐ μὴ λαλήσω ἔτι ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ. καὶ ἐγένετο ὡς πῦρ καιόμενον φλέγον ἐν τοῖς ὀστέοις μου, καὶ παρεῖμαι πάντοθεν καὶ οὐ δύναμαι φέρειν(:και είπα τότε από μέσα μου: ’’Δεν θα αναφέρω άλλη φορά το όνομα του Κυρίου και δεν θα λαλήσω πλέον στο Όνομά Του. Αλλά η σκέψη μου αυτή έγινε σαν πυρκαγιά καιόμενη, φλέγουσα, μέσα στα οστά μου. Παρέλυσα από παντού και δεν μπορώ να υποφέρω αυτήν τη φλόγα)»[Ιερ.20,9].
Και ο Δαβίδ θρηνεί σε πολλά σημεία για τις μομφές που δέχεται από τους άλλους. Και ο Ησαΐας μετά από πολύ λόγο για τις επικρίσεις, ενθαρρύνει και λέγει: «Μὴ φοβεῖσθε ὀνειδισμὸν ἀνθρώπων καὶ τῷ φαυλισμῷ αὐτῶν μὴ ἡττᾶσθε(:μη φοβάστε τους ονειδισμούς των ανθρώπων και μην καταβάλλεστε από τα περιπαίγματα που σας κάνουν)»[Ησ.51,7]. Και ο Χριστός πάλι έλεγε στους μαθητές Του: «Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ῥῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ. χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν(:Μακάριοι είστε εσείς οι μαθητές μου, όταν σας χλευάσουν οι άνθρωποι και σας καταδιώξουν και εξαιτίας μου πουν κάθε είδους ψεύτικες κακολογίες και κατηγορίες εναντίον σας. Να χαίρεστε και να εκδηλώνετε ζωηρά τη χαρά σας, διότι θα είναι μεγάλη η ανταμοιβή σας στους ουρανούς. Έτσι εξάλλου καταδίωξαν και τους προφήτες που έστειλε ο Θεός πριν από σας)»[Ματθ.5,11-12].
Και αλλού λέγει: «Χάρητε ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ καὶ σκιρτήσατε· ἰδοὺ γὰρ ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τῷ οὐρανῷ· κατὰ τὰ αὐτὰ γὰρ ἐποίουν τοῖς προφήταις οἱ πατέρες αὐτῶν(:Χαρείτε την ημέρα εκείνη και σκιρτήστε από τη μεγάλη σας χαρά. Διότι, ιδού, ο μισθός σας και η ανταμοιβή σας θα είναι μεγάλη στον ουρανό˙ αφού μάλιστα και οι πρόγονοι των σημερινών διωκτών σας τα ίδια έκαναν στους προφήτες, που τίμησε και βράβευσε ο Θεός)» [Λουκ. 6,23]. Δεν θα όριζε τόση μεγάλη αμοιβή, αν ο αγώνας δεν ήταν δύσκολος. Γιατί κατά τα βασανιστήρια το σώμα μοιράζεται με την ψυχή τους πόνους, καθόσον ο πόνος πληγώνει και το σώμα και την ψυχή, ενώ για τις επικρίσεις πονάει μόνο η ψυχή.
Πολλοί λοιπόν λύγισαν με τις επικρίσεις και έχασαν την ψυχή τους. Και ο Ιώβ θεώρησε τις επικρίσεις των φίλων πιο βασανιστικές από τα σκουλήκια και τις πληγές. Γιατί δεν υπάρχει, δεν υπάρχει για τους αγωνιζόμενους τίποτα πιο ανυπόφορο από τα λόγια που μπορούν να πληγώσουν την ψυχή. Γι’ αυτό μαζί με τους κινδύνους και τους κόπους αναφέρει και αυτά λέγοντας: «διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας(:με τη δόξα που δεχόμαστε από αυτούς που πιστεύουν στο Ευαγγέλιο και με την ατίμωσή μας από τους απίστους)». Πολλοί βέβαια από τους Ιουδαίους, από φόβο προς τη γνώμη των πολλών, δε θέλησαν να πιστέψουν. Γιατί φοβόνταν όχι μήπως κολαστούν, αλλά μήπως τους διώξουν από τη συναγωγή. Γι’ αυτό λέγει: «Πώς είναι δυνατόν να έχετε πίστη εσείς, αφού δέχεστε τιμές ο ένας από τον άλλο;». Και μπορούμε να δούμε πολλούς, που δεν λύγισαν από τους βασανισμούς, αλλά νικήθηκαν από τη δόξα. «Ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς (:Παρουσιαζόμαστε ως απατεώνες από τους εχθρούς του Ευαγγελίου, και ως ειλικρινείς από τους πιστούς)». Αυτό σημαίνει «ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι(:ως άγνωστοι εξαιτίας της κοινωνικής ασημότητάς μας, και ως πολύ γνωστοί και σπουδαίοι)». Γιατί άλλοι τους γνώριζαν και τους εκτιμούσαν βαθιά και άλλοι δεν ήθελαν ούτε να τους δουν. «Ὡς ἀποθνῄσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν (:ως άνθρωποι που κινδυνεύουμε να πεθάνουμε, και όμως, να που ζούμε)»[Β΄Κορ.6,9]. Σαν καταδικασμένοι σε θάνατο και σαν κατάδικοι, πράγμα που ήταν και αυτό κακή φήμη.
Αυτό το έλεγε δείχνοντας και την άπειρη δύναμη του Θεού και τη δική τους υπομονή. «Κατά την άποψη δηλαδή των κακόβουλων, είμαστε νεκροί, όπως όλοι νομίζουν, με τη βοήθεια όμως του Θεού αποφύγαμε τους κινδύνους». Έπειτα παρουσιάζοντας και την αιτία που ο Θεός επιτρέπει αυτά, πρόσθεσε: «Ὡς ἀποθνῄσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν (:ως άνθρωποι που κινδυνεύουμε να πεθάνουμε, και όμως, να που ζούμε)», δείχνοντας ότι έχουν μεγάλο κέρδος από τις δοκιμασίες τους πριν από την τελική αμοιβή τους και ότι οι εχθροί τους τούς ωφελούν άθελά τους.
«Ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες(: Εξαιτίας των δοκιμασιών μας αυτών μας νομίζουν βυθισμένους στη λύπη, εμείς όμως πάντοτε χαιρόμαστε)». Οι άλλοι δηλαδή έχουν την εντύπωση ότι έχουμε βαθιά στενοχώρια, εμείς όμως δε δίνουμε σημασία σε αυτούς, αλλά είμαστε πολύ ευχαριστημένοι. Και δεν αρκέστηκε στο «χαρούμενοι», αλλά πρόσθεσε και το «πάντοτε». «Πάντοτε», λέει, «είμαστε χαρούμενοι». Τι λοιπόν θα μπορούσε να εξισωθεί με αυτήν τη ζωή, κατά την οποία, αν και παρουσιάζονται τόσα δεινά, η χαρά γίνεται μεγαλύτερη; «Ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες(:Μας θεωρούν φτωχούς, εμείς όμως κάνουμε πολλούς να πλουτίζουν με πνευματικούς και ουράνιους θησαυρούς)». Μερικοί έχουν τη γνώμη πως εδώ εννοεί τον πνευματικό πλούτο. Εγώ θα έλεγα πως εννοεί και τον υλικό. Γιατί είχαν και αυτόν τον πλούτο, αφού- κάτι που είναι πρωτοφανές- ήταν ανοιχτά γι΄αυτούς τα σπίτια όλων. Και το δείχνει αυτό στη συνέχεια λέγοντας: «ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες(:δεν έχουμε τίποτε και όμως κατέχουμε τα πάντα)». Μα πώς είναι δυνατό αυτό; Πώς είναι δυνατό το αντίθετο; Όποιος έχει πολλά, δεν έχει τίποτα, και όποιος δεν έχει τίποτα, έχει τα πάντα. Και όχι μόνο εδώ, αλλά και στους άλλους από τα αντίθετα γίνονται τα αντίθετα.
Αν όμως απορείς πώς είναι δυνατό να έχει τα πάντα αυτός που δεν έχει τίποτα, ας πάρουμε σαν παράδειγμα αυτόν τον ίδιο τον Παύλο, που είχε επιρροή σε όλη την οικουμένη και ήταν κύριος όχι μόνο των χρημάτων, αλλά ακόμη και των ματιών πολλών ανθρώπων. «Τίς οὖν ἦν ὁ μακαρισμὸς ὑμῶν; μαρτυρῶ γὰρ ὑμῖν ὅτι εἰ δυνατὸν τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν ἐξορύξαντες ἂν ἐδώκατέ μοι(:Πού είναι λοιπόν ο μακαρισμός σας; Γιατί μαρτυρώ για σας ότι, αν ήταν δυνατόν, τα μάτια σας θα βγάζατε και θα μου τα δίνατε)», λέγει[Γαλ.4,15]. Και τα λέγει αυτά, για να τους διδάξει να μην ενοχλούνται από τις δοξασίες των πολλών, ούτε αν τους αποκαλούν λαοπλάνους, ούτε αν τους περιφρονούν, ούτε αν τους θεωρούν κατάδικους ή και θανατοποινίτες ή ότι έχουν βαθιά στενοχώρια, ή ότι οι χαρούμενοι είναι περίλυποι. Γιατί ούτε οι τυφλοί βλέπουν τον ήλιο, ούτε οι παράφρονες αισθάνονται την ευτυχία των φρονίμων. Γιατί μόνο οι πιστοί έχουν την ικανότητα να κρίνουν σωστά τα πράγματα και δε χαίρουν ούτε λυπούνται για τα ίδια πράγματα με τους άλλους. Και αυτοί λοιπόν, επειδή ξέρουν αυτά που υποφέρουμε, αγνοούν όμως εκείνα για τα οποία τα υποφέρουμε, είναι επόμενο να σκέπτονται μόνο αυτά, βλέποντας βέβαια την πάλη και τους κίνδυνους, χωρίς να γνωρίζουν όμως ακόμη τα έπαθλα και τα στεφάνια και την αιτία των αγώνων.
Ποια είναι λοιπόν όλα εκείνα που κατείχε ο Παύλος, λέγοντας «ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες(:Παρουσιαζόμαστε σαν να μην έχουμε τίποτε, κι όμως κατέχουμε τα πάντα)»; Τα βιοτικά αγαθά και τα πνευματικά αγαθά. Γιατί, εκείνον που οι πόλεις τον δέχονταν σαν άγγελο, για χάρη του οποίου θα έβγαζαν και τα μάτια τους και θα του τα έδιναν, για χάρη του οποίου και τη ζωή τους θα θυσίαζαν, πώς δεν είχε όλα εκείνων; Αν όμως θέλεις να δεις και τα πνευματικά αγαθά, θα δεις ότι και σε αυτά είναι πάρα πολύ πλούσιος. Εκείνος που ήταν φίλος με τον Βασιλιά όλων, ώστε να του εμπιστεύεται και απόρρητα ο Κύριος των αγγέλων, πώς δεν ήταν πιο πλούσιος από όλους και είχε τα πάντα; Αν δεν τα είχε, δεν θα υποτάσσονταν έτσι οι δαίμονες, δεν θα δραπέτευαν έτσι τα πάθη και οι αρρώστιες.
Και εμείς λοιπόν, όταν παθαίνουμε κάτι για τον Χριστό, πρέπει όχι μόνο να το αντιμετωπίζουμε με γενναιότητα, αλλά και να χαιρόμαστε. Και όταν νηστεύουμε, να σκιρτούμε από χαρά σαν να διασκεδάζουμε. Όταν βριζόμαστε, να χορεύουμε σαν να μας επαινούν. Όταν δαπανούμε, να φαινόμαστε σαν να κερδίζουμε. Όταν δίνουμε στους φτωχούς, να νομίζουμε ότι παίρνουμε. Γιατί, εκείνος που δεν δίνει τέτοια διάθεση, δεν θα δώσει εύκολα. Όταν θέλεις λοιπόν να μοιράσεις, μη σκεφτείς μόνο αυτό, ότι δαπανάς, αλλά και ότι κερδίζεις περισσότερα, και αυτό πριν από εκείνο. Και όχι μόνο για την ελεημοσύνη, αλλά και για κάθε αγαθοεργία δεν πρέπει να σκέπτεσαι τις πίκρες του αγώνα, αλλά και τη γλυκύτητα των επάθλων, και προπάντων την αιτία των αγώνων, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Έτσι θα αντιμετωπίσεις εύκολα τους αγώνες και θα ζήσεις ευχάριστα όλη σου τη ζωή.
Γιατί συνήθως τίποτα δεν προσφέρει τόση ευχαρίστηση, όσο η αγαθή συνείδηση. Γι’ αυτό ο Παύλος, αν και καθημερινά κόπιαζε, χαιρόταν και σκιρτούσε από αγαλλίαση, ενώ οι σημερινοί, που ούτε στα όνειρά τους υποφέρουν κάτι από αυτά, θλίβονται και θρηνούν, για κανέναν άλλο λόγο, παρά για το ότι δεν έχουν φιλοσοφημένη σκέψη. Γιατί, πες μου σε παρακαλώ, γιατί θρηνείς; Επειδή είσαι φτωχός και δεν έχεις τα αναγκαία; Λοιπόν γι’ αυτό πρέπει να θρηνείς περισσότερο, όχι γιατί κλαις, όχι γιατί είσαι φτωχός, αλλά γιατί είσαι μικρόψυχος· όχι γιατί δεν έχεις χρήματα, αλλά γιατί δίνεις τόση σημασία στα χρήματα. Κάθε μέρα πέθαινε ο Παύλος και δεν έκλαιγε, αλλά χαιρόταν· κάθε μέρα πάλευε με την πείνα, και δεν πονούσε, αλλά παρουσιαζόταν χαρούμενος.
Εσύ λοιπόν υποφέρεις και χτυπιέσαι γιατί δεν έχεις όλα όσα σου χρειάζονται για να συντηρηθείς ένα χρόνο; «Ναι», λέγει ίσως κάποιος· «γιατί εκείνος μεριμνούσε μόνο για τον εαυτό του, ενώ εγώ φροντίζω για τους υπηρέτες μου, για τα παιδιά μου και τη γυναίκα μου». Μα εκείνος μόνος δεν μεριμνούσε μόνο για τον εαυτό του, αλλά για την οικουμένη ολόκληρη· εσύ μεριμνάς για την οικογένειά σου, ενώ εκείνος για τους φτωχούς των Ιεροσολύμων, που ήταν πάρα πολλοί, για τους φτωχούς της Μακεδονίας, για τους φτωχούς όλης της γης, όχι λιγότερο για εκείνους που δίνουν, από όσο για εκείνους που παίρνουν την ελεημοσύνη. Καθόσον ήταν διπλή η φροντίδα του για όλη την οικουμένη, και να μη στερούνται τα απαραίτητα υλικά αγαθά και να έχουν πνευματικό πλούτο.
Και δεν στενοχωριέσαι τόσο για τα παιδιά σου όταν πεινούν, όσο ο Παύλος για όλα τα προβλήματα των πιστών. Μα γιατί λέγω των πιστών; Δεν του έλειπε η φροντίδα ούτε για τους απίστους, αλλά τόσο πολύ τον βασάνιζε αυτή, ώστε να εύχεται να γίνει ανάθεμα για χάρη αυτών, ενώ εσύ, και αν ακόμα πεινάει αμέτρητα ο κόσμος, δε θα δεχόσουν ποτέ να πεθάνεις για χάρη οποιουδήποτε. Και εσύ βέβαια φροντίζεις για μια γυναίκα, ενώ εκείνος για τις Εκκλησίες όλης της οικουμένης. «Χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπισύστασίς μου ἡ καθ᾿ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν(:Εκτός από τα άλλα που παρέλειψα, με στενοχωρούσε και η καθημερινή πίεση και επίθεση των διωκτών μου, αλλά και η αγωνιώδης φροντίδα μου για όλες τις Εκκλησίες)», λέγει [Β΄Κορ.11,28]. Ως πότε, λοιπόν, θα αστειεύεσαι, άνθρωπε, συγκρίνοντας τον εαυτό σου με τον Παύλο, και δεν θα σταματήσεις αυτήν την τόσο μεγάλη μικροψυχία; Καθόσον πρέπει να κλαίμε όχι όταν είμαστε φτωχοί, αλλά όταν κάνουμε αμαρτίες. Γιατί αυτό είναι αξιοθρήνητο, ενώ τα άλλα είναι για γέλια.
«Δεν με στενοχωρεί αυτό μόνο», λέγει, «αλλά το ότι ο τάδε έχει στα χέρια του εξουσία, ενώ εγώ είμαι ταπεινωμένος και περιφρονημένος». Και τι με αυτό; Γιατί και ο μακάριος Παύλος φαινόταν στους πολλούς ταπεινωμένος και περιφρονημένος. «Μα εκείνος», λέγει ίσως κάποιος, «ήταν Παύλος». Επομένως τη στενοχώρια σου δεν σου την προξενεί η φύση των πραγμάτων, αλλά οι αδυναμίες της ψυχής σου. Μη θρηνείς λοιπόν τη φτώχεια σου, αλλά τον εαυτό σου που βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση· ή καλύτερα μη θρηνείς τον εαυτό σου, αλλά διόρθωνέ τον, και μη ζητάς χρήματα, αλλά εκείνο που μας κάνει πιο χαρούμενους από μυριάδες χρήματα, φιλόσοφη γνώμη και αρετή. Γιατί, όταν υπάρχει αυτή, δεν μπορεί να σε βλάψει καθόλου η φτώχεια, όταν δεν υπάρχει αυτή, δεν υπάρχει κανένα όφελος από τα χρήματα. Γιατί, πες μου, ποιο το όφελος από εκείνους που είναι βέβαια πλούσιοι, αλλά έχουν φτωχές ψυχές; Δεν υποφέρεις εσύ τόσο, όσο εκείνος ο πλούσιος, που δεν έχει τα υπάρχοντα όλων. Και αν δεν κλαίει, όπως εσύ, άνοιξε τη συνείδησή του, και θα δεις θρήνους και κλάματα. Θέλεις να σου δείξω τον δικό σου πλούτο, για να πάψεις να μακαρίζεις εκείνους που έχουν υλικά πλούτη;
Βλέπεις αυτόν τον ουρανό, πόσο είναι όμορφος, πόσο μεγάλος, πόσο ψηλά βρίσκεται; Αυτήν την ομορφιά δεν την απολαμβάνει πιο πολύ από εσένα ο πλούσιος, ούτε θα μπορούσε να σε παραμερίσει και να κάνει δικό του το σύμπαν· γιατί, όπως έγινε για εκείνον, έτσι έγινε και για σένα. Και ο ήλιος επίσης, το χαροποιό και το πιο φωτεινό αυτό αστέρι, που δίνει χαρά στα μάτια μας, δεν είναι κοινός και αυτός σε όλους και όλοι, φτωχοί και πλούσιοι, δεν τον απολαμβάνουν το ίδιο; Και το ωραίο σύνολο των άστρων και ο δίσκος της σελήνης δεν απλώνονται το ίδιο μπροστά σε όλους μας;
Μάλλον όμως, αν επιτρέπεται να πω κάτι το θαυμαστό, εμείς οι φτωχοί τα απολαμβάνουμε περισσότερο από εκείνους. Γιατί εκείνοι είναι συχνά βυθισμένοι στο μεθύσι και περνούν τη ζωή τους μέσα σε γλέντια και σε βαθύ ύπνο, και έτσι δεν τα αισθάνονται, γιατί ζουν κάτω από τις στέγες και στη σκιά, ενώ οι φτωχοί περισσότερο από όλους είναι εκείνοι που απολαμβάνουν τα στοιχεία αυτά. Και αν σκεφτείς και τον αέρα, που είναι διάχυτος παντού, θα βρεις ότι ο φτωχός έχει στη διάθεσή του πιο πολύ και πιο καθαρό. Γιατί οι στρατοκόποι και οι γεωργοί τα χαίρονται αυτά πιο πολύ από τους κατοίκους των πόλεων και από αυτούς πάλι πιο πολύ οι εργαζόμενοι από εκείνους που είναι μεθυσμένοι όλη την ημέρα.
Μα και η γη δεν απλώνεται κοινή σε όλους; «Όχι», λέγει ίσως κάποιος. «Πώς το εννοείς αυτό; Πες μου. Γιατί ο πλούσιος και στην πόλη έχει μεγαλύτερες εκτάσεις και τις φράζει με μακρούς τοίχους, και στην ύπαιθρο ξεχωρίζει για τον εαυτό του μεγάλα κτήματα». Και λοιπόν, επειδή τις ξεχωρίζει, τις χαίρεται μόνο αυτός; Ασφαλώς όχι, όσο και αν ο ίδιος διαφωνεί. Γιατί αναγκάζεται και τους καρπούς να μοιράζει σε πολλούς, και γιατί εσύ του καλλιεργείς το σιτάρι και το κρασί και το λάδι και εσύ τον υπηρετείς παντού. Και μετά από πολλά έξοδα και κόπους και ταλαιπωρίες, παραδίνει σε σένα τη χρήση των περίφρακτων χώρων και παίρνει από σένα λίγα χρήματα για την τόση προσφορά του. Τα ίδια μπορεί να διαπιστώσει κανείς και στα λουτρά και παντού. Οι πλούσιοι ξοδεύουν γι’ αυτά και χρήματα και φροντίδες και κόπους, ενώ οι φτωχοί απολαμβάνουν ελεύθερα, με ασήμαντο ποσό χρημάτων, όλα αυτά. Τίποτα, από όσα υπάρχουν στη γη, δεν απολαμβάνει ο πλούσιος πιο πολύ από σένα. Γιατί δεν έχει εκείνος δέκα στομάχια και εσύ ένα. Αλλά αυτός τρώει πολυτελέστερα φαγητά; Αυτό ασφαλώς δεν είναι σπουδαίο πλεονέκτημα. Αλλά και σε αυτό θα διαπιστώσουμε ότι πλεονεκτείς εσύ. Εσύ βέβαια νομίζεις ότι είναι ζηλευτή η πολυτέλεια αυτή, γιατί δημιουργεί περισσότερες απολαύσεις. Μα και οι απολαύσεις είναι περισσότερες για τον φτωχό, και όχι μόνο οι απολαύσεις, αλλά και η υγεία του. Και τελικά ο πλούσιος πλεονεκτεί μόνο σε αυτό, ότι κάνει το σώμα του πιο αδύναμο και δημιουργεί περισσότερες αιτίες για αρρώστιες. Γιατί για τον φτωχό όλα τακτοποιούνται με φυσική τάξη, ενώ ο πλούσιος καταλήγει, εξαιτίας της υπερβολής, σε φθορά και αρρώστια.
Αν θέλετε, μπορούμε να το δούμε αυτό και με ένα παράδειγμα. Αν δηλαδή θελήσουμε να ανάψουμε ένα καμίνι και ο ένας χρησιμοποιεί για προσάναμμα μεταξωτά φορέματα και πάμπολλα λεπτά υφάσματα και το ανάβει με αυτά, ενώ ο άλλος χρησιμοποιεί ξύλα από βελανιδιά και από πεύκο, τι παραπάνω κέρδισε ο πρώτος από τον δεύτερο; Τίποτα. Μάλλον έχασε. Και τι; Αν ο ένας χρησιμοποιήσει ξύλα και ο άλλος σώματα (γιατί δεν εμποδίζει τίποτα να αντιστρέψουμε το παράδειγμα), σε ποιο καμίνι θα πήγαινες πιο ευχάριστα, σε εκείνο με τα ξύλα ή σε εκείνο με τα σώματα; Είναι ολοφάνερο πως θα πήγαινες στο πρώτο. Γιατί αυτό ανάβει με φυσικό τρόπο και είναι θέαμα ευχάριστο σε όσους το βλέπουν, ενώ το άλλο θα τους έδιωχνε όλους με την τσίκνα και τη βρώμα και τον καπνό και τη δυσοσμία των οστών.
Έφριξες που το άκουσες και σιχάθηκες το καμίνι; Τέτοια είναι τα στομάχια των πλουσίων. Γιατί θα βρει κανείς πιο πολλή σαπίλα σε αυτά παρά στο καμίνι εκείνο, καθώς και δύσοσμες αναπνοές και βρωμερές αφοδεύσεις, επειδή σε ολόκληρο το σώμα τους, σε κάθε μόριό τους, υπάρχει αρκετό περίσσευμα, που δεν χωνεύτηκε. Επειδή δηλαδή δεν είναι αρκετή η φυσική θερμοκρασία να τα καταναλώσεις όλα, συσσωρεύονται όλα και καπνίζονται και προξενούν μεγάλη αηδία. Με τι θα σύγκρινε λοιπόν κανείς τα στομάχια τους; Σας παρακαλώ, μην δυσανασχετείτε από τα λόγια μου, αλλά ελέγξετέ με αν δεν λέγω σωστά πράγματα. Με τι θα μπορούσε λοιπόν να τα συγκρίνει κανείς; Γιατί όσα είπα, δεν είναι αρκετά να δείξουν την αθλιότητά τους.
Ήρθε στον νου μου και μια άλλη παρομοίωση. Ποια; Όπως στους υπονόμους, που δημιουργούνται πολλοί σωροί από κοπριά, χόρτα, άχυρα, πέτρες, πηλό, με αποτέλεσμα να φράζουν οι υπόνομοι και να ξεχειλίζει ο βόρβορος, έτσι συμβαίνει και με τα στομάχια τους. Επειδή φράσσονται κάτω, ξεχειλίζουν επάνω τα περισσότερα από τα σιχαμένα αυτά υγρά. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τους φτωχούς, αλλά όπως οι πηγές που βγάζουν καθαρά τρεχούμενα νερά και ποτίζουν κήπους και κατάφυτα χωράφια, έτσι και τα στομάχια τους δεν έχουν τέτοια περισσεύματα. Των πλουσίων και προπάντων των καλοφαγάδων τα στομάχια δεν είναι τέτοια, αλλά είναι γεμάτα με χυμούς, φλέματα, χολή, σάπιο αίμα, σαπισμένα υγρά και άλλα παρόμοια. Γι’ αυτό αν κάποιος ζει συνέχεια μέσα στην ασωτία, δεν θα αντέξει πολύ, αλλά θα ζήσει μέσα σε ατέλειωτες αρρώστιες.
Γι’ αυτό ευχαρίστως θα τους ρωτούσα, γιατί υπάρχουν τα φαγητά; Για να μας θρέφουν ή για να μας καταστρέφουν; Για να χάνουμε την υγεία μας ή για να τη διατηρούμε; Για να χάνουμε τις δυνάμεις μας ή για να τις ενισχύουμε; Είναι ολοφάνερο ότι τα έχουμε για να μας θρέφουν, για να διατηρούν την υγεία μας και τη δύναμή μας. Γιατί λοιπόν τα χρησιμοποιείτε ανάποδα και δημιουργείτε έτσι στο σώμα αρρώστιες και αδυναμία; Ο φτωχός δεν τα χρησιμοποιεί έτσι, αλλά παίρνει σαν αντάλλαγμα της λιτής τροφής του την υγεία και την ευρωστία και τη δύναμη. Μην κλαις λοιπόν, αλλά να χαίρεσαι για τη φτώχεια, που είναι μητέρα της υγείας. Κι αν θέλεις να είσαι πλούσιος, περιφρόνησε τον πλούτο. Γιατί πλούτος δεν είναι το να έχεις χρήματα, αλλά το να μην έχεις ανάγκη από τα χρήματα.
Αν το κατορθώσουμε αυτό, και σε αυτή τη ζωή θα είμαστε πιο εύποροι από όλους τους πλούσιους και στην άλλη ζωή θα κερδίσουμε τα αιώνια αγαθά, τα οποία εύχομαι να τα κερδίσουμε όλοι μας, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στον οποίο μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα, ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ii-ad-corinthios.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην δευτέρα Προς Κορινθίους επιστολήν , πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 19, ομιλία ΙΒ΄(κατ΄επιλογήν), σελίδες 324-354.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ [: Λουκ. 6,31-36]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΟΛΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ
«Ἠκούσατε ὅτι ἐῤῥέθη, ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος·Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ· ἀλλ᾿ ὅστις σε ῥαπίσει ἐπὶ τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην·καὶ τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνά σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον(:Ακούσατε ότι έχει λεχθεί: ‘’Εκείνος που πλήγωσε και τραυμάτισε κάποιον, πρέπει να δώσει ένα μάτι του για το μάτι που έβλαψε, και ένα δόντι του για το δόντι που έσπασε ή πέταξε έξω με το χτύπημά του’’. Εγώ όμως σας λέω να μην προβάλετε αντίσταση στον Πονηρό, που χρησιμοποιεί ως όργανό του εκείνον που σας βλάπτει. Αλλά όποιος σε ραπίσει στο σαγόνι σου από το δεξιό μέρος, στρέψε σε αυτόν και το άλλο μέρος, για να το ραπίσει κι αυτό. Και σε εκείνον που θέλει να κάνει δίκη μαζί σου και να σου πάρει το πουκάμισο, άφησέ του και το πανωφόρι σου)»[Ματθ.5,38-40].
Βλέπεις ότι δεν εννοούσε τον ίδιο τον οφθαλμό μας προηγουμένως, όταν νομοθετούσε να βγάζουμε τον οφθαλμό που μας σκανδαλίζει[Ματθ. 5,29: «Εἰ δὲ ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζει σε, ἔξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμα σου βληθῇ εἰς γέενναν(:Και αν κάποιο πρόσωπο που είναι χρήσιμο, φιλικό και αγαπητό σε σένα σαν το δεξί σου μάτι, σου γίνεται αφορμή εμπαθούς επιθυμίας και αμαρτίας, χωρίσου οριστικά απ’ αυτό και πέταξέ το μακριά από σένα˙ όπως θα έκανες και με το μάτι σου, εάν κινδύνευε να πάθει και να βλαφτεί απ’ αυτό όλο το σώμα σου· διότι σε συμφέρει να χαθεί ένα από τα μέλη σου και να μη ριχτεί όλο το σώμα σου στη φωτιά της κολάσεως. Σε συμφέρει να στερηθείς τη φιλία και τη χρησιμότητα του προσώπου αυτού και να μη ριχτείς μαζί με εκείνο στη φωτιά της κολάσεως)»], αλλά έκανε λόγο για εκείνους που μας βλάπτουν με τη φιλία τους και μας ρίπτουν στο βάραθρο της απώλειας. Πραγματικά, Αυτός που τονίζει εδώ με τόση έμφαση και δεν επιτρέπει να αφαιρεί ως ανταπόδοση κάποιος τον οφθαλμό ακόμα και εκείνου που του βγάζει τον δικό του, πώς είναι δυνατόν να νομοθέτησε να βγάζουμε τον δικό μας οφθαλμό;
Εάν, τώρα, κάποιος κατηγορεί τον παλαιό νόμο[τον μωσαϊκό],επειδή διέτασσε να αμυνόμαστε με αυτόν τον τρόπο, μου φαίνεται ότι είναι πολύ άπειρος από τη σοφία που ταιριάζει σε έναν νομοθέτη και ότι αγνοεί τη δύναμη των περιστάσεων κάθε εποχής και το κέρδος της συγκαταβάσεως· διότι, εάν σκεφτεί ποιοι ήσαν τότε οι ακροατές των εντολών αυτών του μωσαϊκού νόμου, σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκονταν και πότε δέχτηκαν τη νομοθεσία αυτή, τότε θα παραδεχτεί απολύτως τη σοφία του νομοθέτη, και θα αντιληφτεί ότι ο ίδιος Νομοθέτης έθεσε και εκείνους και τους παρόντες νόμους και ακόμη, ότι κάθε μία νομοθεσία υπήρξε πολύ ωφέλιμη και δόθηκε στον κατάλληλο καιρό. Πραγματικά, εάν έδινε από την αρχή τις υψηλές και δύσκολες αυτές εντολές, ασφαλώς, ούτε αυτές θα δέχονταν οι Ιουδαίοι εκείνη την εποχή, ούτε βέβαια εκείνες τις παλαιές. Τώρα όμως, αφού έδωσε την κάθε νομοθεσία στην κατάλληλη στιγμή, διόρθωσε την οικουμένη ολόκληρη διαμέσου των δύο διαθηκών[της Παλαιάς και της Καινής].
Εξάλλου, έδωσε την εντολή αυτήν τότε όχι για να βγάζουμε ο ένας τα μάτια του άλλου, αλλά για να μην απλώνουμε τα χέρια μας ο ένας εναντίον του άλλου και να τα συγκρατούμε· διότι η απειλή να πάθουμε κάτι, εμποδίζει την ορμή που οδηγεί στη βιαιοπραγία εκ μέρους μας. Και έτσι, όμως, ρίπτει σιγά-σιγά άφθονα τα σπέρματα της φιλοσοφίας, με το να ορίζει αρχικά ότι ο παθών μπορεί να αμύνεται, ανταποδίδοντας το ίδιο πάθημα· μολονότι, βέβαια, εκείνος που αρχίζει την παρανομία αυτήν είναι άξιος μεγαλύτερης τιμωρίας, πράγμα το οποίο απαιτεί και η δικαιοσύνη. Αλλά, επειδή ήθελε να αποδίδεται το δίκαιο επί τη βάσει της φιλανθρωπίας, καταδικάζει σε μικρότερη τιμωρία εκείνον που έφταιξε περισσότερο, για να μας διδάξει ότι, ακόμη και όταν πάσχουμε, πρέπει να είμαστε πολύ επιεικείς.
Αφού ανέφερε, λοιπόν, τον παλαιό νόμο και τον ανέγνωσε ολόκληρο, δείχνει και πάλι ότι δεν είναι ο αδελφός που κάνει αυτές τις ενέργειες, αλλά ο πονηρός. Γι’ αυτό και πρόσθεσε: «Εγώ όμως σας λέω να μην προβάλετε αντίσταση στον πονηρό». Δεν είπε: «Να μην προβάλλετε αντίσταση στον αδελφό», αλλά «στον πονηρό», αποδεικνύοντας ότι με την υποκίνηση αυτού αποτολμώνται αυτές οι πράξεις. Έτσι, μετριάζει και παύει την υπερβολική οργή εναντίον αυτού που διέπραξε το αδίκημα, με το να μεταθέτει την αιτία του κακού σε άλλον.
«Τι λοιπόν; Δεν πρέπει να αντιστεκόμαστε στον πονηρό;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Πρέπει, βέβαια, αλλά όχι με αυτόν τον τρόπο, αλλά όπως ο ίδιος ο Ιησούς υπέδειξε με την εντολή αυτή, δηλαδή, με το να προσφέρουμε τον εαυτό μας στο πάθος, στο να κακοποιηθεί, διότι μόνο έτσι θα υπερνικήσουμε το κακό. Πραγματικά, η φωτιά δεν σβήνει με τη φωτιά, αλλά η φωτιά σβήνει με το νερό. Για να αντιληφτείς, όμως, ότι και στον παλαιό νόμο νικητής ήταν αυτός που έπαθε από τον άλλο και ότι αυτός στεφανώνεται, εξέτασε το γεγονός καθ’ εαυτό και θα δεις ότι μεγάλη είναι η δική του υπεροχή· διότι αυτός που άρχισε την αδικία, αυτός θα είναι και η αιτία της τυφλώσεως και των δύο οφθαλμών, δηλαδή και του πλησίον του και του δικού του. Γι’ αυτό και μισείται δίκαια από όλους και αναρίθμητες κατηγορίες διατυπώνονται σε βάρος του· ενώ ο αδικημένος και μετά την άμυνα δια της ανταποδόσεως των ίσων, δεν θα έχει διαπράξει τίποτε το φοβερό. Γι’ αυτό και πολλοί συμπάσχουν μαζί του, επειδή είναι καθαρός και μετά τη διάπραξη του πλημμελήματος αυτού.
Και η μεν συμφορά είναι ίση και στους δύο, ενώ η δόξα δεν είναι η ίδια, ούτε ενώπιον του Θεού, ούτε ενώπιον των ανθρώπων. Γι’ αυτό, λοιπόν, και η συμφορά δεν είναι η αδικία. Πραγματικά, έλεγε λοιπόν στην αρχή : «Ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ῥακά, ἔνοχος ἔσται τῷ συνεδρίῳ· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ μωρέ, ἔνοχος ἔσται εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός(:Εγώ όμως σας λέω ότι καθένας που οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς σοβαρό πνευματικό λόγο, διαπράττει έγκλημα ανάλογο με εκείνο το οποίο δικαζόταν άλλοτε από το τοπικό επταμελές δικαστήριο, την «κρίση». Και εκείνος που θα πει περιφρονητικά στον αδελφό του «ανόητε», είναι ένοχος βαρύτερου εγκλήματος, σαν εκείνα που δικάζουν από το ανώτατο δικαστήριο των Ιουδαίων, το Συνέδριο. Κι εκείνος που με μίσος και κακία θα πει στον αδελφό του «ηλίθιε», θα είναι ένοχος εγκλήματος που πρέπει να τιμωρηθεί με τη γέεννα του πυρός που βρίσκεται στον Άδη)»[Ματθ.5,22], στην προκειμένη περίπτωση, όμως, απαιτεί μεγαλύτερη πνευματικότητα, διότι δεν προστάζει τον πάσχοντα, απλώς και μόνο να μην αντιδρά και να παραμένει ατάραχος χωρίς καμία ανταπόδοση, αλλά να αντιπαραθέτει μεγαλύτερη φιλοτιμία, με το να προσφέρει και την άλλη σιαγόνα.
Και δεν τα λέγει αυτά μόνο αναφορικά με το πάθημα αυτό, αλλά για να μας διδάξει την ανεξικακία για όλες εν γένει τις σε βάρος μας αδικίες. Όπως δηλαδή, όταν λέγει ότι «όποιος ονομάζει τον αδελφό του μωρό είναι ένοχος στη γέενα», δεν ομιλεί μόνο για τη λέξη «μωρός», αλλά αναφέρεται σε κάθε είδους ύβρη, κατά όμοιο τρόπο και εδώ δεν θέτει νόμο μόνο για να φερόμαστε με γενναιότητα, όταν μας ραπίζουν, αλλά και για να μην ταρασσόμαστε, οτιδήποτε και αν παθαίνουμε. Γι’ αυτό και εκεί διάλεξε τη βαρύτερη ύβρη και εδώ ανέφερε το κτύπημα που θεωρείται πιο ταπεινωτικό και περικλείει μεγάλη προσβολή, δηλαδή, το ράπισμα στη σιαγόνα.
Και δίνει την εντολή αυτήν και προς το συμφέρον αυτού που χτυπάει και προς το συμφέρον αυτού που δέχεται το χτύπημα ή την ύβρη. Πραγματικά, και αυτός που υπέστη την προσβολή δεν θα νομίσει ότι παθαίνει κάτι κακό, όταν έχει συνηθίσει να φιλοσοφεί έτσι τα πράγματα(διότι δεν θα αισθανθεί καν την προσβολή, επειδή μάλλον θα αγωνίζεται παρά θα αντιλαμβάνεται τα χτυπήματα), αλλά και αυτός που αδικεί θα νιώσει ντροπή και δεν θα δώσει πλέον δεύτερο χτύπημα, έστω και αν είναι σκληρότερος και από το κάθε θηρίο, μα θα κατηγορήσει πολύ τον εαυτό του και για το πρώτο που έδωσε· διότι τίποτε δε συγκρατεί τόσο αυτούς που αδικούν όσο το να υποφέρουν με επιείκεια τις αδικίες αυτοί που αδικούνται.
Και δεν τους συγκρατεί μόνο την ορμή να συνεχίσουν, αλλά και τους προετοιμάζει να μετανοήσουν και για όσα έπραξαν και φεύγουν γεμάτοι από θαυμασμό για την ανεξικακία αυτών που αδικούνταν, και έτσι τους καθιστά πιο οικείους και όχι μόνο φίλους μας, αλλά και δούλους μας ακόμη τους κάνει. Όπως πάλι, η αντίσταση προκαλεί ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα· δηλαδή ντροπιάζει και τους δύο και τους κάνει χειρότερους και ανάπτει μεγαλύτερη τη φλόγα της οργής. Πολλές φορές μάλιστα τους οδηγεί και στον θάνατο, όταν το κακό προχωρήσει πολύ. Γι’ αυτό, όχι μόνο όταν ραπίζεσαι, διέταξε να μην οργίζεσαι, αλλά επιπλέον έδωσε εντολή να ικανοποιείς την επιθυμία αυτού που αδικοπραγεί εις βάρος σου, για να μη δώσεις την εντύπωση ότι υπέστης το αρχικό χτύπημα χωρίς τη θέλησή σου· διότι έτσι, και αν ακόμη είναι αναίσχυντος, θα κατορθώσεις να του δώσεις καίριο χτύπημα, παρά εάν τον χτυπούσες με το χέρι σου, και ενώ είναι αναιδής, θα τον καταστήσεις πιο επιεική.
«Καὶ τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνά σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον(:Και σε εκείνον που θέλει να σε οδηγήσει στα δικαστήρια, για να σου πάρει το πουκάμισο, άφησέ του και το επανωφόρι σου)». Δεν θέλει, όμως, στα χτυπήματα μόνο, αλλά και στα χρήματα να έχουμε την ανεξικακία αυτού του είδους. Γι’ αυτό και εδώ χρησιμοποιεί την ίδια υπερβολή. Πραγματικά, όπως ακριβώς εκεί διατάσσει να νικάμε με το να πάσχουμε, έτσι και εδώ, με το να χάνουμε περισσότερα από όσα περίμενε ο πλεονέκτης. Αλλά και την εντολή αυτήν δεν την έθεσε έτσι απλή, μα με την ανάλογη προσθήκη· διότι δεν είπε: «Να δώσεις το πανωφόρι σου σε εκείνον που το ζητεί», αλλά «σε εκείνον που θέλει να κάνει δίκη εναντίον σου», δηλαδή, εάν σε σύρει στο δικαστήριο και σου προξενεί ενοχλήσεις. Και όπως, όταν είπε να μην ονομάζουμε τον συνάνθρωπό μας μωρό, ούτε να οργιζόμαστε χωρίς λόγο εναντίον του, αφού προχώρησε, απαίτησε περισσότερα, με το να διατάξει να δίνουμε και τη δεξιά σιαγόνα, έτσι και εδώ, αφού είπε να φερόμαστε με συμφιλιωτική διάθεση προς τον αντίδικο, πάλι επιτείνει την εντολή. Δηλαδή, δεν ορίζει να δώσουμε μόνο όσα θέλει να πάρει ο αντίδικός μας, αλλά να δείξουμε και μεγαλύτερη μεγαλοδωρία.
«Τι λοιπόν; Γυμνός πρόκειται να γυρίζω;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Δεν θα είμαστε γυμνοί, εάν υπακούμε με ακρίβεια στους λόγους αυτούς, αλλά θα είμαστε ενδεδυμένοι πολύ καλύτερα από όλους· διότι, κατά πρώτον, κανένας δεν θα μας έκανε επίθεση, εάν είχαμε το φρόνημα αυτό. Δεύτερον, εάν υπήρχε κανένας τόσο άγριος και ανήμερος, ώστε να φτάσει μέχρις αυτού του σημείου, τότε, ασφαλώς, θα φανούν πολλοί περισσότεροι, οι οποίοι όχι μόνο με ενδύματα, αλλά και με τη σάρκα τους θα καλύψουν, εάν ήταν δυνατό, εκείνον που έδειξε τόση πνευματικότητα και ανεξικακία.
Αλλά και αν ακόμη ήταν ανάγκη να περιφέρεσαι γυμνός εξαιτίας της φιλόσοφης στάσης αυτού του είδους, και πάλι δε θα ήταν ντροπή αυτό· διότι και ο Αδάμ[ πρβλ. Γέν. 2,25: « Καὶ ἦσαν οἱ δύο γυμνοί, ὅ τε Ἀδὰμ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ, καὶ οὐκ ᾐσχύνοντο(:Ήσαν δε και οι δύο γυμνοί, ο Αδάμ και η γυναίκα αυτού, και δεν ντρέπονταν ο ένας τον άλλον, διότι ήσαν αγνοί και αθώοι)»] στον παράδεισο ήταν γυμνός, αλλά δεν ένιωθε ντροπή. Και ο Ησαΐας[ Ησ. 20.3: «Καὶ εἶπε Κύριος· ὃν τρόπον πεπόρευται ὁ παῖς μου Ἡσαΐας γυμνὸς καὶ ἀνυπόδετος τρία ἔτη, τρία ἔτη ἔσται εἰς σημεῖα καὶ τέρατα τοῖς Αἰγυπτίοις καὶ Αἰθίοψιν(:Κατόπιν ο Κύριος προσέθεσε και είπε: “Όπως έχει πορευτεί ο δούλος μου ο Ησαΐας, γυμνός δηλαδή και ανυπόδητος επί τρία έτη, έτσι επί τρία έτη θα γίνουν σημεία και τέρατα στους Αιγυπτίους και τους Αιθίοπες)»] ήταν γυμνός και ανυπόδητος και όμως ήταν πιο ένδοξος από όλους τους Ιουδαίους. Και ο Ιωσήφ(βλ. Γέν. 39,1 κ.ε.) επίσης όταν έμεινε γυμνός, τότε έλαμψε περισσότερο. Πραγματικά δεν είναι κακό να παραμένει κανείς γυμνός υπό τις συνθήκες αυτές, αλλά να ενδύεται δια του τρόπου αυτού, όπως ακριβώς τώρα εμείς με πολυτελή ενδύματα, αυτό είναι αισχρό και καταγέλαστο. Γι’ αυτό, βέβαια, και ο Θεός επαινεί αυτούς που ανήκουν στην πρώτη κατηγορία και καταδικάζει τους άλλους διαμέσου των προφητών και των αποστόλων.
Συνεπώς, ας μη νομίζουμε ότι οι εντολές είναι δύσκολο να εφαρμοστούν· διότι, εκτός του ότι μας συμφέρουν, είναι πολύ εύκολες, εάν αγρυπνούμε. Και περικλείουν τόσο μεγαλύτερη ωφέλεια, διότι όχι μόνο εμάς, αλλά και εκείνους, που μας αδικούν, τα μέγιστα ωφελούν. Και το εξαιρετικό είναι τούτο σε αυτές, ότι δηλαδή, ενώ πείθουν εμάς να υποφέρουμε, συγχρόνως διδάσκουν να φιλοσοφούν και εκείνους που μας αδικούν· διότι όταν εκείνος θεωρεί κατόρθωμα μεγάλο το να αρπάζει τα πράγματα των άλλων, και εσύ του αποδείξεις ότι για εσένα είναι μικρό το να του δίνεις και εκείνα που δεν σου ζητεί, και εισάγεις ως αντιστάθμισμα της πνευματικής πτωχείας εκείνου τη μεγαλοδωρία τη δική σου και τη φιλοσοφία στην πλεονεξία του, σκέψου πόσο θα διδαχτεί, όχι με λόγια, αλλά με τα ίδια τα έργα αυτά, διδασκόμενος να καταφρονεί την κακία και να επιθυμεί την αρετή· διότι ο Θεός δεν θέλει να είμαστε χρήσιμοι και ωφέλιμοι μόνο στους εαυτούς μας, αλλά και στους πλησίον μας όλους.
Αν λοιπόν, υποχωρήσεις και δεν διεξαχθεί η δίκη, τότε επεδίωξες το δικό σου συμφέρον μόνο. Αν όμως, δώσεις και κάτι επιπλέον, τότε θα αφήσεις αυτόν να φύγει για το σπίτι του, αφού τον έχεις κάνει καλύτερο. Αυτό είναι το αλάτι [Ματθ.5,13: «Ὑμεῖς ἐστε τὸ ἅλας τῆς γῆς· ἐὰν δὲ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι ἁλισθήσεται; εἰς οὐδὲν ἰσχύει ἔτι εἰ μὴ βληθῆναι ἔξω καὶ καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων(:Εσείς οι μαθητές μου είστε το πνευματικό αλάτι των ανθρώπων της γης, επειδή έχετε προορισμό να προλαβαίνετε την ηθική σαπίλα. Αλλά εάν το αλάτι χάσει τη δύναμή του, με τι θα αλατιστεί, ώστε να αποκτήσει πάλι τη δύναμη που έχασε; Δεν χρησιμεύει πλέον σε τίποτε, παρά να πεταχτεί έξω στους δρόμους και να καταπατείται από τους ανθρώπους. Εάν λοιπόν κι εσείς χάσετε την ηθική σας δύναμη, δεν θα γίνετε μόνο άχρηστοι, αλλά και θα περιφρονηθείτε από τους ανθρώπους)»], που ο Χριστός θέλει να είναι αυτοί. Διότι το αλάτι και τον εαυτό του και τα άλλα σώματα, με τα οποία έρχεται σε επαφή, συντηρεί.
Τέτοιο είναι και το φως[Ματθ.5,14: «Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη(:Εσείς είστε το φως του κόσμου, διότι έχετε προορισμό με το φωτεινό σας παράδειγμα και με τα λόγια σας που μεταδίδουν το φως της αλήθειας να φωτίζετε τους ανθρώπους που βρίσκονται στο σκοτάδι της αμαρτίας και της πλάνης. Μια πόλη που βρίσκεται πάνω σε βουνό δεν είναι δυνατόν να κρυφτεί. Έτσι και η δική σας ζωή θα γίνεται αντιληπτή απ’ όλους)»]· διότι και στον εαυτό του και στους άλλους φέγγει. Αφού λοιπόν σε παρομοίασε με τα στοιχεία αυτά, δώσε την ωφέλειά σου και σε εκείνον που κάθεται στο σκοτάδι, δίδαξέ τον ότι ούτε τα πρώτα αγαθά σου έλαβε δια της βίας, αλλά και να τον πείσεις ότι δεν σε έβλαψε. Πραγματικά, έτσι και εσύ θα αποδειχτείς περισσότερο άξιος τιμής και σεβασμού, εάν αποδείξεις ότι τα χάρισες αυτά που άδικα απαιτεί από εσένα και δεν έπεσες θύμα αρπαγής. Δηλαδή, με την επιείκειά σου μετάβαλε την αμαρτία εκείνου σε δική σου μεγαλοδωρία.
Εάν όμως θεωρείς ότι αυτό είναι μεγάλο πράγμα, περίμενε και θα δεις καθαρά ότι δεν έφτασες ακόμη στην τελειότητα· διότι δεν σταματά εδώ Αυτός που θέτει τους νόμους για την ανεξικακία, αλλά προχωρεί πιο πέρα, ομιλώντας ως εξής: «Καὶ ὅστις σε ἀγγαρεύσει μίλιον ἕν, ὕπαγε μετ᾿ αὐτοῦ δύο(:Και εκείνον που θέλει να σε αγγαρεύσει για να τον συνοδεύσεις ένα μίλι, πήγαινε μαζί του δύο μίλια[:να φανείς δηλαδή υποχωρητικός και να αποφύγεις έτσι φιλονικίες και διαπληκτισμούς]»[Ματθ.5,41]. Είδες υπερβολή φιλοσοφίας και αυταπαρνήσεως; Μετά την εντολή να δίνουμε το πουκάμισο και επανωφόρι μας, δεν πρέπει, λέγει, και έτσι να εμποδίσουμε αυτόν, εάν ακόμη και με γυμνό το σώμα μας, θέλει να μας επιβάλει σε ταλαιπωρίες και κόπους· διότι ο Κύριος θέλει να έχουμε τα πάντα κοινά, και τα σώματα και τα χρήματα, και με τους πτωχούς και με τους άρπαγες· διότι το τελευταίο είναι απόδειξη ανδρείας, ενώ το πρώτο απόδειξη φιλανθρωπίας.
Γι’ αυτό και έλεγε: «Όποιος σου επιβάλλει αγγαρεία ενός μιλίου, πήγαινε μαζί του δύο μίλια», οδηγώντας εσένα υψηλότερα, πάλι, και προτρέποντας να επιδεικνύεις την ίδια μεγαλοδωρία. Πραγματικά, εάν όσα έλεγε στην αρχή της ομιλίας του ο Ιησούς, που ήσαν πολύ κατώτερα από αυτά εδώ, ήσαν άξια τόσων μακαρισμών, σκέψου ποια τύχη περιμένει εκείνους, που εφαρμόζουν αυτά, και σε ποια τελειότητα φτάνουν αυτοί προ της απονομής των επάθλων, αφού επιτυγχάνουν την τέλεια απάθεια με το ευπαθές ανθρώπινο σώμα. Πραγματικά, όταν δεν τους στενοχωρούν ούτε οι ύβρεις και τα χτυπήματα, ούτε η αρπαγή των χρημάτων, ούτε υποχωρούν μπροστά σε κανένα παρόμοιο πάθημα, αλλά και αποκτούν μεγαλύτερη δύναμη με το πάθος, συλλογίσου πόσο ισχυρή γίνεται η ψυχή τους. Γι’ αυτό λοιπόν, ό,τι είπε για τα χτυπήματα και τα χρήματα, το ίδιο και εδώ διέταξε να κάνουμε. «Τι εννοώ», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, « προσβολή και χρήματα;». Και αν ακόμη επιθυμεί να χρησιμοποιήσει το σώμα σου για την εκτέλεση κοπιαστικής και βαριάς εργασίας, και αυτό αδίκως, πάλι να νικήσεις και να υποσκελίσεις την άδικη επιθυμία εκείνου· διότι αυτήν τη σημασία έχει το ρήμα ‘’αγγαρεύω’’, δηλαδή, το να σε σύρουν άδικα και χωρίς καμία αιτία και να σε βλάψουν. Αλλά όμως να είσαι προετοιμασμένος και γι’ αυτό, ώστε να υποστείς περισσότερα από όσα εκείνος θέλει.
«Τῷ αἰτοῦντί σε δίδου καὶ τὸν θέλοντα ἀπὸ σοῦ δανείσασθαι μὴ ἀποστραφῇς(:Σε εκείνον που σου ζητά ελεημοσύνη δίνε, αλλά πάντοτε με διάκριση που θα την διαπνέει η ειλικρινής αγάπη. Και μην περιφρονήσεις εκείνον που σου ζητά δανεικά χωρίς τόκο)»[Ματθ.5,42]. Η εντολή αυτή είναι ευκολότερη από τις προηγούμενες. Αλλά μην σε παραξενεύει αυτό· διότι αυτό συνηθίζει να το κάνει συνέχεια, δηλαδή, να αναμειγνύει τις μικρές εντολές στις μεγάλες. Εάν όμως αυτά είναι μικρά σε σύγκριση προς εκείνα, ας τα ακούσουν όσοι αρπάζουν τα αγαθά των άλλων και σκορπίζουν τα δικά τους στις πόρνες και έτσι ανάπτουν διπλή φωτιά για τους εαυτούς τους, αφενός μεν με τα άδικα έσοδα, αφετέρου δε με την ολέθρια δαπάνη.
Και όταν μιλάει για δανεισμό στην παρούσα εντολή, δεν εννοεί τη σύναψη συμβολαίου, που καθορίζει και τον τόκο, αλλά την απλή άτοκη χρήση των χρημάτων. Σε άλλη, πάλι, περίπτωση επιτείνει την εντολή, όταν λέγει να δίδουμε σε εκείνους από τους οποίους δεν ελπίζουμε να τα ξαναπάρουμε[πρβ. Λουκ.6,34: «Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα(:Και αν δανείζετε σε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να πάρετε πίσω αυτά που δανείσατε, ποια χάρη και ανταπόδοση από τον Θεό σάς ανήκει; Καμία· διότι και οι αμαρτωλοί δανείζουν σε άλλους αμαρτωλούς για να πάρουν πίσω ολόκληρο το ποσό που δάνεισαν ή και σε ώρα ανάγκης να πάρουν και αυτοί ίσα οφέλη και δάνεια από εκείνους στους οποίους δάνεισαν)»].
«Ἠκούσατε ὅτι ἐῤῥέθη, ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου καὶ μισήσεις τὸν ἐχθρόν σου. Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς. ὅπως γένησθε υἱοὶ τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς, ὅτι τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους. (:Ακούσατε ότι έχει δοθεί η εντολή: ‘’Να αγαπάς τον πλησίον σου και να μισείς τον εχθρό σου”. Εγώ όμως σας λέω να αγαπάτε τους εχθρούς σας, να εύχεστε στον Θεό το καλό γι’ αυτούς που σας καταριούνται, να ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν και να προσεύχεστε για χάρη εκείνων που σας μεταχειρίζονται υβριστικά και περιφρονητικά και σας καταδιώκουν άδικα, ακόμη κι όταν ο διωγμός τους αυτός σας γίνεται για τις θρησκευτικές σας πεποιθήσεις. Για να μοιάσετε έτσι και να γίνετε παιδιά του Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς· διότι και Αυτός τον ήλιο, που είναι δικός Του, τον ανατέλλει χωρίς διακρίσεις σε πονηρούς και καλούς, και βρέχει τη βροχή Του σε δικαίους και αδίκους)»[Ματθ. 5,45].
Πρόσεξε ότι την κορωνίδα των αγαθών την άφησε τελευταία. Γι’ αυτό και μας διδάσκει όχι μόνο να συγκρατείται κανείς όταν ραπίζεται, αλλά να δίνει και τη δεξιά του σιαγόνα· κι όχι μόνο να δίνουμε μαζί με τον χιτώνα και το ιμάτιο, αλλά και να ακολουθούμε δύο μίλια όποιον μας αγγαρεύει για ένα, για να δεχτούμε με κάθε ευκολία την εντολή που είναι ανώτερη από αυτές. «Και τι είναι ανώτερο απ’ αυτές;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Το να μην θεωρείς ούτε εχθρό σου όποιον κάνει όλα αυτά εις βάρος σου· ή μάλλον και κάτι άλλο ανώτερο από αυτό: διότι δεν είπε: «Να μη μισήσεις», αλλά «Να αγαπήσεις». Δεν είπε: «Να μην αδικήσεις», αλλά «Να ευεργετήσεις».
Εάν όμως εξετάσει κανένας με προσοχή αυτά που ειπώθηκαν παραπάνω, θα βρει και σε αυτά τα ίδια να υπάρχει μια προσθήκη πολύ ανώτερή τους· γιατί δεν έδωσε εντολή απλά να αγαπούμε, αλλά και να προσευχόμαστε για τους εχθρούς μας. Είδατε πόσα σκαλοπάτια ανέβηκε και πώς μας έστησε στην ίδια την κορυφή της αρετής; Πρόσεξε τώρα μετρώντας προς τα άνω. Πρώτο σκαλί, να μην κάμεις αρχή στην αδικία· δεύτερο, μετά την αρχή της αδικίας από τον άλλο, να μην ανταποδώσεις το ίδιο· τρίτο, να μην προξενήσεις ό,τι ο ίδιος έπαθες αλλά να μείνεις ήσυχος, συγκρατώντας την οργή σου· τέταρτο, να προσφέρεις τον εαυτό σου με την θέλησή σου στην αδικία· πέμπτο, να προσφέρεις πολύ περισσότερα από όσα θέλει αυτός που σε αδικεί· έκτο, να μην μισήσεις αυτόν που σε έβλαψε· έβδομο, να τον αγαπήσεις κιόλας· όγδοο, και να τον ευεργετήσεις· ένατο το και να παρακαλείς συνάμα για χάρη του τον Θεό.
Βλέπετε ύψος πνευματικότητας; Γι’ αυτό κι έχει λαμπρό έπαθλο. Επειδή η εντολή ήταν μεγάλη και χρειαζόταν γενναία ψυχή και πολλή προθυμία, γι΄αυτό και ορίζει μισθό αυτής τέτοιο, που για καμία από τις προηγούμενες εντολές Του δεν όρισε. Πραγματικά ούτε τη γη αναφέρει εδώ, όπως όταν μιλάει (στους μακαρισμούς) για τους πράους, ούτε την παρηγοριά κι ευσπλαχνία, όπως στην περίπτωση εκείνων που πενθούν ή εκείνων που ελεούν, ούτε τη Βασιλεία των Ουρανών, αλλά αναφέρει αυτό που ήταν το φρικτότερο απ’ όλα αυτά, να γίνουμε όμοιοι με τον Θεό, όπως είναι φυσικό να γίνουν οι άνθρωποι. «Για να γίνετε», λέει, «όμοιοι με τον Πατέρα σας στον ουρανό». Εσείς προσέξετε πως μήτε εδώ, μήτε και προηγουμένως δεν Τον αποκαλεί Πατέρα Του· αλλά εκεί τον ονομάζει Θεό και Μεγάλο Βασιλέα, όταν μιλούσε για τους όρκους· εδώ τον αποκαλεί δικό τους Πατέρα. Αυτό το κάνει φυλάσσοντας την εξήγηση για την κατάλληλη ώρα.
Έπειτα, και παρουσιάζοντας την ομοιότητα που πρέπει να έχουν οι άνθρωποι με τον Θεό Πατέρα, λέει ότι Εκείνος ανατέλλει τον ήλιο και για τους πονηρούς και τους αγαθούς και ρίχνει τη βροχή Του και για τους δίκαιους και για τους άδικους. «Γιατί Αυτός όχι μόνο», λέει, «δεν μισεί, αλλά και ευεργετεί όσους Τον υβρίζουν». Μολονότι βέβαια σε καμία περίπτωση δεν είναι ίδια η ενέργεια αυτή, όχι μόνο για την υπερβολή της ευεργεσίας, αλλά και για την υπεροχή της αξίας · συ περιφρονείσαι από τον όμοιο με σένα δούλο, ενώ Εκείνος από τον δούλο Του, που τον έχει άπειρα ευεργετήσει. Εσύ μεν λόγια προσφέρεις, όταν προσεύχεσαι για κάποιον, ενώ Αυτός προσφέρει πράγματα πολύ μεγάλα και αξιοθαύμαστα, με το να ανάβει τον ήλιο και να δίνει τις βροχές σε όλη τη διάρκεια του έτους. Κι όμως, παρά τις διαφορές αυτές, δέχομαι πως είσαι ίσος του, όσο μπορεί να είναι ο άνθρωπος.
Μην μισείς λοιπόν όποιον σου κάνει κακό, αφού γίνεται η αιτία να αποκτήσεις τόσα αγαθά και σε οδηγεί σε τόσο μεγάλη τιμή. Μην καταριέσαι αυτόν που σε βλάπτει, γιατί και τον πόνο της αδικίας υποφέρεις και τον καρπό δεν κερδίζεις· και τη ζημία θα υποστείς, αλλά και την αμοιβή σου θα χάσεις. Αυτό είναι το αποκορύφωμα της ανοησίας, να υπομένουμε δηλαδή το βαρύτερο και να μην δεχόμαστε το ελαφρότερο από αυτό. Και πώς είναι δυνατό να γίνει αυτό; Αφού είδες τον Θεό να γίνεται άνθρωπος και να δείχνει τόση συγκατάβαση και να παθαίνει τόσα για σένα, ρωτάς ακόμα κι αμφιβάλλεις για το πώς γίνεται να μη λογαριάσεις στους ομοδούλους σου τις αδικίες που σου κάνουν; Δεν Τον ακούς από τον Σταυρό που σου παραγγέλλει με το παράδειγμά Του: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι(:Πατέρα, συγχώρεσέ τους· δεν γνωρίζουν τι κάνουν)»[Λουκά,23,34]; Δεν ακούς τον Παύλο που λέει: «Χριστὸς ὁ ἀποθανών, μᾶλλον δὲ καὶ ἐγερθείς, ὃς καί ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, ὃς καὶ ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν(:Ο Χριστός και όχι κανείς άλλος πέθανε για μας. Και όχι μόνον αυτό, αλλά πολύ περισσότερο και αναστήθηκε από τους νεκρούς για μας. Αυτός και είναι ενθρονισμένος στα δεξιά του Θεού και μεσιτεύει στον Πατέρα Του για χάρη μας)»[Ρωμ.8,34]; Δεν βλέπεις ότι και μετά τη Σταύρωση και μετά την Ανάληψη έστελνε στους Ιουδαίους, που Τον φόνευσαν, τους αποστόλους, για να τους φέρουν αναρίθμητα αγαθά και μάλιστα ενώ τους έμελλε να υποστούν απ’ αυτούς μύρια δεινά;
Αλλά μήπως υπέστης μεγάλες αδικίες; Και τι παρόμοιο κακό έπαθες εσύ προς όσα υπέφερε ο Δεσπότης σου; Εκείνος φυλακίστηκε, μαστιγώθηκε, δέχτηκε ραπίσματα και από τους υπηρέτες εμπτυσμούς, υπέμεινε θάνατο, και μάλιστα τον πιο ατιμωτικό από όλους τους θανάτους, ύστερα από τόσες ευεργεσίες που έκανε. Αν πάλι έχεις πραγματικά πολύ αδικηθεί, γι’ αυτό ακριβώς να ευεργετείς περισσότερο, ώστε και για τον εαυτό σου να ετοιμάσεις λαμπρότερο στεφάνι και τον αδελφό σου ν’ απαλλάξεις από την έσχατη ασθένεια. Γιατί και οι γιατροί, όταν δέχονται τα λακτίσματα και τις βρισιές από τους τρελούς, τότε περισσότερο τους λυπούνται κι ενδιαφέρονται για την αποκατάσταση της υγείας τους, επειδή γνωρίζουν ότι η άπρεπη συμπεριφορά προέρχεται από τον παροξυσμό της αρρώστιας τους.
Έτσι να σκέφτεσαι κι εσύ γι’ αυτούς που σε καταδιώκουν κι έτσι να μεταχειρίζεσαι όσους σε αδικούν· διότι εκείνοι είναι πιο πολύ οι άρρωστοι κι αυτοί υφίστανται ολόκληρη την βίαιη δύναμη της αρρώστιας τους. Ελευθέρωσέ τον λοιπόν από τη βαριά αυτή επίδραση και δώσε του την ευκαιρία να αφήσει την οργή και να γλυτώσει από φοβερό δαίμονα, δηλαδή τον θυμό. Γιατί αν δούμε δαιμονισμένους δακρύζουμε, γι΄αυτό και δν σπεύδουμε να δαιμονίζουμε κι εμείς τους άλλους με την δική μας αντεπίθεση. Αυτό ας κάνουμε τώρα και στην περίπτωση αυτών που οργίζονται· γιατί μοιάζουν με τους δαιμονισμένους όσοι θυμώνουν· μάλλον είναι αθλιότεροι απ’ αυτούς, επειδή παραφέρονται, έχοντας συναίσθηση της κατάστασής τους. Γι’ αυτό και η παραφροσύνη τους είναι ασυγχώρητη.
Μην ποδοπατείς λοιπόν αυτόν που έπεσε, αλλά να τον ελεείς· γιατί αν δούμε κάποιον που τον πειράζει η χολή του, έχει σκοτοδίνη και προσπαθεί επειγόντως να αποβάλει με τον εμετό αυτό το κακό υγρό, απλώνουμε το χέρι μας και τον κρατούμε μέσα στους σπασμούς του, και ακόμη κι αν λερώνουμε το ρούχο μας, δεν απομακρυνόμαστε, αλλά επιδιώκουμε ένα μονάχα, με κάθε τρόπο να τον ελευθερώσουμε από τη φοβερά δύσκολη αυτή και στενάχωρη θέση του. Τούτο λοιπόν ας κάνουμε και σε αυτούς, κι ας τους κρατούμε, όταν κάνουν εμετό ή όταν σπαράζουν. Ούτε πρωτύτερα να τους αφήσουμε, παρά έως να απαλλαγούν απ’ όλη την πικρία. Και τότε θα σου αναγνωρίσει πολύ μεγάλη ευγνωμοσύνη, όταν του περάσει, τότε θα καταλάβει από πόση ταραχή τον ελευθέρωσες. Και γιατί αναφέρω την ευγνωμοσύνη από μέρους εκείνου, τη στιγμή που ο ίδιος ο Θεός ευθύς θα σε στεφανώσει και με μύρια αγαθά θα σε ανταμείψει, επειδή ελευθέρωσες τον αδελφό σου από βαρύ νόσημα; Αλλά κι ο αδελφός σου αυτός σαν κύριό του θα σε τιμήσει, ενθυμούμενος διαρκώς την επιείκεια και την καλοσύνη με την οποία τον αντιμετώπισες.
Εάν όμως οι εντολές αυτές σου φαίνονται δύσκολες, σκέψου ότι γι’ αυτό ήρθε κοντά μας ο Χριστός· για να τις φυτέψει μέσα στη δική μας τη διάνοια και να μας καταστήσει ωφέλιμους και στους εχθρούς μας και στους φίλους μας. Γι’ αυτό και μας προτρέπει να φροντίζουμε και για τους δύο· για μεν τους αδελφούς μας μάς διδάσκει όταν λέει «κι αν προσφέρεις το δώρο σου», ενώ για τους εχθρούς, όταν νομοθετεί να τους αγαπούμε και να προσευχόμαστε γι’ αυτούς.
Και δεν μας οδηγεί προς τη διαγωγή αυτή με το παράδειγμα του Θεού μόνο, αλλά και με το αντίθετο παράδειγμα. «Αν αγαπήσετε», λέει, «όσους σας αγαπούν, τι μισθό θα λάβετε; Το ίδιο δεν κάνουν κι οι τελώνες;». Αν λοιπόν εφαρμόζεις αυτά, τότε στέκεσαι κοντά στον Θεό· αν τα παραμελείς, κατατάσσεσαι στην ίδια παράταξη με τους τελώνες.
Είδες πως η απόσταση μεταξύ των εντολών δεν είναι τόσο μεγάλη, όση η διαφορά μεταξύ των προσώπων; Ας μην σκεπτόμαστε λοιπόν ότι είναι βαριά η εντολή, αλλά ας λογαριάσουμε και το έπαθλο, κι ας στοχαστούμε με Ποιον γινόμαστε όμοιοι, όταν τηρήσουμε τις εντολές, και με Ποιον εξισωνόμαστε, όταν τις παραμελήσουμε. Με τον αδελφό μας, μάς προτρέπει να συμφιλιωνόμαστε και να μην τον αφήνουμε, προτού διαλύσουμε τελείως την έχθρα μας. Όταν όμως ομιλεί για όλους, δεν μας δεσμεύει πια με αυτή την υποχρέωση, αλλά ζητεί μόνο ό,τι εξαρτάται από μας και κάνει πιο εύκολη την τήρηση του νόμου μ’ αυτό τον τρόπο. Επειδή δηλαδή είπε ότι «Οὕτω γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν(:Να χαίρεστε και να εκδηλώνετε ζωηρά τη χαρά σας, διότι θα είναι μεγάλη η ανταμοιβή σας στους ουρανούς. Έτσι εξάλλου καταδίωξαν και τους προφήτες που έστειλε ο Θεός πριν από σας)»[Ματθ.5,12], για να μη νιώσουν απέχθεια απέναντί τους γι’ αυτό, προστάζει όχι μόνο να τους δείχνουν ανοχή, όταν φέρονται έτσι, αλλά και να τους αγαπούν.
Βλέπεις με ποιον τρόπο ξεριζώνει τελείως τον θυμό και αφανίζει τελείως την επιθυμία για τις σαρκικές απολαύσεις, για τα χρήματα, για τη δόξα, τα πράγματα της παρούσας ζωής; Αυτό βέβαια το έκαμε από την αρχή της ομιλίας Του, αλλά τώρα πολύ περισσότερο το καθόρισε. Πραγματικά, και ο φτωχός και ο πράος και ο πενθών αδειάζει απ’ την ψυχή του τον θυμό. Ο δίκαιος και ο ελεήμονας αδειάζει την ψυχή του από την επιθυμία των χρημάτων. Όποιος έχει καθαρή καρδιά, ελευθερώνεται από την πονηρή επιθυμία. Όποιος καταδιώκεται και κακολογείται και υπομένει τις ύβρεις, επιτυγχάνει ακέραια την περιφρόνηση των πραγμάτων της ζωής αυτής και είναι καθαρός από υπερηφάνεια και κενοδοξία.
Αφού ελευθέρωσε λοιπόν από τα δεσμά αυτά τον ακροατή Του και τον προετοίμασε για τους αγώνες, πάλι με άλλο τρόπο ξεριζώνει τα πάθη αυτά και μάλιστα με μεγαλύτερη ακρίβεια. Δηλαδή αφού άρχισε από την οργή κι αφού από παντού έκοψε τα νεύρα του πάθους αυτού, είπε: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ῥακά, ἔνοχος ἔσται τῷ συνεδρίῳ· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ μωρέ, ἔνοχος ἔσται εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός. Ἐὰν οὖν προσφέρῃς τὸ δῶρόν σου ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κἀκεῖ μνησθῇς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατὰ σοῦ, ἄφες ἐκεῖ τὸ δῶρόν σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου, καὶ ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, καὶ τότε ἐλθὼν πρόσφερε τὸ δῶρόν σου(:Εγώ όμως σας λέω ότι καθένας που οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς σοβαρό πνευματικό λόγο, διαπράττει έγκλημα ανάλογο με εκείνο το οποίο δικαζόταν άλλοτε από το τοπικό επταμελές δικαστήριο, την «κρίση». Κι εκείνος που θα πει περιφρονητικά στον αδελφό του «ανόητε», είναι ένοχος βαρύτερου εγκλήματος, σαν εκείνα που δικάζουν από το ανώτατο δικαστήριο των Ιουδαίων, το Συνέδριο. Κι εκείνος που με μίσος και κακία θα πει στον αδελφό του «ηλίθιε», θα είναι ένοχος εγκλήματος που πρέπει να τιμωρηθεί με τη γέεννα του πυρός που βρίσκεται στον Άδη. Κάθε προσβολή λοιπόν εναντίον των αδελφών μας είναι αξιόποινη. Γι’ αυτό, εάν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο κι εκεί θυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίον σου για κάποια αδικία που του έκανες, άφησε εκεί το δώρο σου μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε πρώτα και συμφιλιώσου με τον αδελφό σου, και τότε, αφού συνδιαλλαγείς, έλα και πρόσφερε το δώρο σου, διότι μόνο τότε αυτό θα γίνει δεκτό από τον Θεό)»[Ματθ. 5, 22-24].
Περνά αμέσως στην επιθυμία και λέει: «Όποιος παρατηρεί γυναίκα με ακόλαστο βλέμμα, να τιμωρείται ως μοιχός· Όποιος σκανδαλίζεται από γυναίκα ακόλαστη ή από άνδρα ή κάποιον από τους φίλους του, όλους αυτούς ας τους απομακρύνει. Όποιος έχει νόμιμη σύζυγο, ας μην τη διώχνει ποτέ, κι ας μη ρίχνει τα βλέμματά του σε άλλη». Με όλα αυτά αποσπά τις ρίζες της πονηρής επιθυμίας. Έπειτα περιορίζει την επιθυμία για τα χρήματα, προτρέποντας μήτε να ορκιζόμαστε, μήτε να ψευδόμαστε, μήτε να κρατούμε το πουκάμισο που τυχαίνει να φοράμε, αλλά και το επανωφόρι μας να παρέχουμε σε όποιον το ζητεί, καθώς και να προσφέρουμε εθελοντικώς τη σωματική μας δύναμη για τη διακονία του πλησίον, αφανίζοντας έτσι εξ ολοκλήρου τον πόθο για τα χρήματα.
Τότε, έπειτα από όλα αυτά, προσθέτει και τον πλουμιστό στέφανο όλων αυτών των εντολών λέγοντας: «Προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς(:Προσεύχεσθε για εκείνους, οι οποίοι σας υβρίζουν και σας συκοφαντούν και σας καταδιώκουν αδίκως)». Μας οδηγεί έτσι στην ίδια την υψηλότερη κορυφή της πνευματικότητας. Όπως δηλαδή από του να είναι κανείς πράος, είναι ανώτερο να ανέχεται να ραπίζεται, και από του να είναι κανείς ελεήμονας, είναι ανώτερο να αφήνει το επανωφόρι μαζί με το πουκάμισο, και από του να είναι δίκαιος, είναι ανώτερο το να υπομένει όταν αδικείται, και από του να είναι κανείς ειρηνοποιός, είναι ανώτερο το να ακολουθεί όταν τον ραπίζουν και τον αγγαρεύουν, έτσι είναι ανώτερος από αυτόν που καταδιώκεται, αυτός που ενώ τον καταδιώκουν, ευλογεί.
Βλέπεις ότι σιγά σιγά μας ανυψώνει στις ίδιες τις αψίδες του Ουρανού; Ποια είναι λοιπόν η αξία μας, εμάς που ενώ έχουμε εντολή να γίνουμε όμοιοι με τον Θεό, δεν κατορθώνουμε να γίνουμε όμοιοι ούτε με τους τελώνες; Διότι εάν το να αγαπάμε αυτούς που μας αγαπούν, είναι γνώρισμα των τελωνών, των αμαρτωλών και των ειδωλολατρών, όταν ούτε αυτό δεν το κάνουμε (πραγματικά δεν κάνουμε αυτό, όταν φθονούμε τους συνανθρώπους μας που ευδοκιμούν), ποια τιμωρία δε θα μας αξίζει, όταν, παρ΄όλη την εντολή να φανούμε ανώτεροι από τους γραμματείς, αποδεικνυόμαστε κατώτεροι και από τους ειδωλολάτρες; Πώς λοιπόν θα δούμε τη Βασιλεία των Ουρανών, πες μου; Πώς θα φτάσουμε στα ιερά εκείνα πρόθυρα, αφού δεν υπερβαίνει η αρετή μας εκείνη των τελωνών; Για τούτο κάνει υπαινιγμό, όταν λέει: «Οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι τὸ αὐτὸ ποιοῦσι; (:Μήπως και οι τελώνες το ίδιο δεν κάνουν😉».
Επίσης και τούτο είναι το πιο αξιοθαύμαστο σημείο της διδασκαλίας Του, ότι δηλαδή σε κάθε περίπτωση αναφέρει με αφθονία τα έπαθλα της αρετής,(όπως είναι ότι θα βλέπουμε τον Θεό, ότι θα κληρονομήσουμε την βασιλεία των ουρανών, ότι θα λάβουμε την υιοθεσία του Θεού, ότι θα ομοιάσουμε με τον Θεό, ότι θα ελεηθούμε, ότι θα παρηγορηθούμε και θα λάβουμε μεγάλη αμοιβή) εντούτοις, όπου ήταν ανάγκη να αναφέρει και τις τιμωρίες, το κάνει σε χαμηλούς τόνους, αφού σε τόσο πολλούς λόγους μόνο μια φορά ανέφερε το όνομα της γεένης.
Και σε άλλους πάλι λόγους με ήπιο ύφος, και περισσότερο με προτρεπτικούς παρά απειλητικούς λόγους, θέλει να διορθώσει τον ακροατή, λέγοντας: «Μήπως το ίδιο δεν κάνουν κι οι τελώνες;» , «εάν το αλάτι μωρανθεί»· και «ελάχιστος θα ονομαστεί μέσα στη βασιλεία των Ουρανών». Σε μερικές περιπτώσεις αναφέρει το αμάρτημα αντί της τιμωρίας για να κάνει τον ακροατή να αντιληφθεί το βάρος της τιμωρίας, όπως όταν λέγει· «όποιος εκδιώκει την γυναίκα του, την παρωθεί προς την μοιχεία» και ακόμη ότι «το επιπλέον του ναι και του όχι προέρχεται από τον πονηρό». Γιατί όσους έχουν νου, φτάνει να τους σωφρονίσει και μόνο με το μέγεθος της αμαρτίας, χωρίς την απαγγελία της τιμωρίας.
Γι’ αυτό και στην περίπτωσή μας, αναφέρει τους ειδωλολάτρες και τους τελώνες, θέλοντας με το ποιόν των προσώπων αυτών να προκαλέσει ντροπή στον μαθητή. Το ίδιο έκαμε κι ο Παύλος όταν έλεγε: «Οὐ θέλομεν δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, περὶ τῶν κεκοιμημένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα(:Ας έλθουμε τώρα και σ’ ένα άλλο σοβαρό ζήτημα. Δεν θέλουμε, αδελφοί μου, να έχετε άγνοια σχετικά με αυτούς που έχουν πεθάνει, για να μη λυπάστε όπως λυπούνται και οι υπόλοιποι που δεν έχουν ελπίδα αναστάσεως)»[Α΄Θεσ.4,13].
Και για να αποδείξει ότι δεν ζητεί τίποτε υπερβολικό, αλλά λίγο περισσότερο από το συνηθισμένο, προσθέτει: «Μήπως και οι ειδωλολάτρες δεν κάνουν το ίδιο;» Δεν διακόπτει όμως στο σημείο αυτό τον λόγο, αλλά τον ολοκληρώνει με τα έπαθλα και τις αγαθές ελπίδες, λέγοντας· «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν(:Πρέπει λοιπόν να γίνετε τέλειοι με την αγάπη προς όλους, όπως είναι τέλειος και ο ουράνιος Πατέρας σας, ο οποίος είναι αγάπη)»[Ματθ.5,48]. Και συνεχώς αναφέρει στους λόγους Του τη λέξη ‘’ουρανός’’, θέλοντας να αναπτερώσει το φρόνημά τους, καθώς και με την υπόμνηση του τόπου· διότι ως τότε ήσαν πνευματικά πιο αδύνατοι και περισσότερο προσκολλημένοι στα υλικά.
Ας εννοήσουμε, λοιπόν, καλά όλα όσα ειπώθηκαν παραπάνω, ας δείξουμε μεγάλη αγάπη προς τους εχθρούς μας κι ας αποβάλουμε επίσης την γελοία εκείνη συνήθεια, την οποία έχουν πολύ ανόητοι άνθρωποι, να περιμένουν, δηλαδή, να τους χαιρετίσουν πρώτοι οι άλλοι με τους οποίους συναντιούνται. Δεν ζηλεύουν αυτό που προξενεί πολύ μακαρισμό, αλλά επιδιώκουν αυτό που είναι ολότελα γελοίο. Γιατί δεν χαιρετάς πρώτος; «Επειδή αυτό περιμένει ο άλλος», απαντά. Μα ακριβώς γι’ αυτό έπρεπε να τρέξεις να τον χαιρετήσεις, για να πάρεις εσύ τον στέφανο. «Όχι», λέει, «επειδή αυτό επιζητεί εκείνος». Υπάρχει χειρότερη ανοησία; Επειδή ο άλλος θέλει να γίνει σε μένα πρόξενος αμοιβής, λέγει, δεν επιθυμώ να επωφεληθώ από το πράγμα αυτό. Αν λοιπόν σε χαιρετήσει πρώτος αυτός, δεν κερδίζεις τίποτε και αν αντιχαιρετήσεις. Ενώ αν προηγηθείς στον χαιρετισμό, εμπορεύεσαι την υπερηφάνεια εκείνου και τρυγάς άφθονο κέρδος από την ανοησία εκείνου. Πώς λοιπόν δεν μαρτυρεί εσχάτη ανοησία, ενώ τόσα πολλά πρόκειται να κερδίσεις πό κενές λέξεις, να εγκαταλείπεις το κέρδος και ενώ κατηγορείς τους άλλους, να περιπίπτεις στο ίδιο σφάλμα; Αν κατηγορείς κάποιον επειδή περιμένει να τον χαιρετήσουν, για ποιο λόγο ζηλεύεις αυτό που κατηγορείς; Και βιάζεσαι να μιμηθείς ως αγαθό, αυτό που είπες ότι είναι κακό; Βλέπεις ότι δεν υπάρχει τίποτε πιο ανόητο από έναν άνθρωπο που ζει μέσα στην κακία;
Για αυτόν τον λόγο σας παρακαλώ να αποφύγουμε την κακή αυτή και γελοία συνήθεια. Αμέτρητες φιλίες διέσπασε αυτή η ασθένεια και προκάλεσε πολλές εχθρότητες. Για τον λόγο αυτό εμείς τους προλαβαίνουμε εκείνους. Εμείς που έχουμε διαταγή να δεχόμαστε ραπίσματα, αγγαρείες, γυμνώσεις από τους εχθρούς μας και να υπομένουμε, ποιας συγνώμης θα μπορούσαμε να είμαστε άξιοι, αν δείχνουμε τόση εριστικότητα για ένα κούφιο χαιρετισμό; «Περιφρονούμαστε και γελοιοποιούμαστε», απαντά, «όταν του κάνουμε αυτήν τη χάρη». Και για να μη σε περιφρονήσει ο μαινόμενος σύνδουλός σου, περιφρονείς τον Κύριό σου, που τόσες ευεργεσίες σου έκαμε; Διότι, αν είναι άτοπο να καταφρονείς τον ισότιμό σου άνθρωπο, είναι, οπωσδήποτε πολύ πιο άτοπο είναι να καταφρονείς εσύ τον Θεό που σε δημιούργησε. Ύστερα από αυτά, σκέψου και τούτο, ότι όταν σε καταφρονήσει κάποιος, τότε γίνεται αιτία να λάβεις μεγαλύτερο μισθό, διότι αυτό το υπέμεινες χάριν του Θεού, επειδή υπάκουσες και πειθάρχησες στους νόμους Του. Και η υπακοή αυτή ποια τιμή δεν αξίζει, πόσα διαδήματα δεν της πρέπουν; Μακάρι εγώ και εξευτελισμούς και περιφρόνηση να δεχόμουνα για χάρη του Θεού, παρά να δεχόμουν τιμές από όλους τους βασιλιάδες· διότι τίποτα δεν είναι ίσο με τη δόξα αυτή, τίποτα.
Αυτήν την δόξα λοιπόν ας επιδιώκουμε, όπως Αυτός διέταξε, αλλά έχοντας ορθή πνευματικότητα σε όλες τις περιστάσεις, με αυτήν την ακριβή φιλοσοφία ας συμμορφώνουμε την ζωή μας· διότι πραγματικά, θα αποκτήσουμε διαμέσου αυτής τα αγαθά των ουρανών και τους εκεί στεφάνους, βαδίζοντας ως άγγελοι μεταξύ των ανθρώπων, περιφερόμενοι στη γη, όπως οι αγγελικές δυνάμεις, παραμένοντας ξένοι προς κάθε επιθυμία και ταραχή. Μαζί λοιπόν με αυτά θα αποκτήσουμε και τα απόρρητα αγαθά, τα οποία είθε να τα επιτύχουμε όλοι μας με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος και η προσκύνηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα και το Άγιο και Αγαθό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια υλικού: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloadsfiles.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΙH΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 9, σελίδες 620-651.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 64, τόμος 64, σελ. 132 – 150.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 6,31-36]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου σχετικά με την ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Β΄ Λουκά με θέμα:
«Γίνεσθε οἰκτίρμονες»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 1-10-2000]
(Β 423), έκδοσις Β΄
Η ευαγγελική διδασκαλία του πνευματικού βίου, αγαπητοί μου, είναι ανύποπτα ανωτέρα από κάθε άλλη ανθρώπινη διδασκαλία, κυρίως φιλοσοφική διδασκαλία, που θέλει να διορθώσει τον πνευματικό βίο του ανθρώπου.Έτσι, ο Χριστός, ο Κύριός μας, για να μας υπενθυμίσει το «κατ’εἰκόνα» και να ανορθώσει το «καθ’ ὁμοίωσιν», μας έδωσε και την ηθικήν διδασκαλίαν. Διακρίνομε δηλαδή τόσο την δογματικήν διδασκαλίαν, όσο και την ηθικήν διδασκαλίαν. Γιατί αυτό συνιστά τον σκοπό της ανθρωπίνης υπάρξεως· η ηθική διδασκαλία. Είναι ο δρόμος. Δεν είναι το τέρμα. Είναι ο δρόμος που θα μας οδηγήσει εις το να δεχθούμε, ό,τι ο Θεός έχει ετοιμάσει για μας. Και κυρίως είναι η θέωσις.
Έτσι ο Κύριος εισάγει την έννοια της φιλανθρωπίας, με την κυριολεκτική, θα λέγαμε, σημασία και μας προτρέπει: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες».
Αυτά ακούσαμε, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί μου. Αδιάφορον της ηθικής στάθμης του άλλου, όποιος και να είναι αυτός, οφείλεις συ να τον αγαπάς και να τον φροντίζεις με κάθε τρόπο. Αυτές οι ηθικές θέσεις ήταν άγνωστες, αγαπητοί, εις τον αρχαίον κόσμον, που στο βάθος ήταν άσπλαχνος και σκληρός. Κανένα φιλανθρωπικόν ίδρυμα δεν υπήρχε στην αρχαιότητα. Αυτό που σήμερα λέμε Γηροκομείον, Βρεφοκομείον, Νοσοκομείον… Δεν υπήρχε τίποτα από όλα αυτά. Όλα αυτά είναι έργα του Χριστιανισμού. Ρίξτε μια ματιά σε καμία αρχαία πόλη, εννοείται προ Χριστού, είτε ελληνική και λεγομένη «πολιτισμένη», είτε βάρβαρη πόλη, δεν θα βρείτε πουθενά τέτοια ιδρύματα να υπάρχουν. Η πρόνοια η κοινωνική ήταν ανύπαρκτη, τελείως ανύπαρκτη. Η φιλανθρωπία ήταν άγνωστη. Και το σπουδαίον είναι ότι αυτός ο πνευματικός βίος, δεν έχει φιλοσοφικήν προέλευσιν ή εξάρτησιν. Παρ’ ότι φιλοτίμως βέβαια προ Χριστού, δικαιολογημένα, μπορούσαν οι φιλόσοφοι να λέγουν ηθικούς κανόνες, για να βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής των ανθρώπων. Όπως λέει κάποιος ξένος ότι ο Σωκράτης δεν κατάφερε να διορθώσει ούτε τους ανθρώπους της γειτονιάς του. Βέβαια σπουδαία ήταν αυτά τα οποία έλεγαν, αλλά όλα αυτά δεν είχαν γνώμονα τον Θεόν. Ούτε εκ του Θεού εξηρτώντο. Συνεπώς ήτανε, θα λέγαμε, μία φιλοσοφία ανθρωπιστική, που ξεκινούσε από τον άνθρωπο, και προ Χριστού δικαιολογημένα, γιατί δεν υπήρχε η Αποκάλυψις, και φιλότιμη μάλιστα, αλλά ξεκινούσε από τον άνθρωπο για να φθάσει εις τον άνθρωπο και με τον τρόπο αυτόν δεν υπήρχε εξάρτηση από τον Θεό, εις τρόπον ώστε οι άνθρωποι να έχουν αυθεντία εις τον τρόπο του βιώματός των. Γιατί ο Θεός είναι βεβαίως Αυθεντία, έχει το κύρος.
Έτσι ο Κύριος είπε, συμπερασματικά απ’ όλα εκείνα τα οποία προηγουμένως ανέφερε, δηλαδή «Δανείζετε», λέει, «μηδέν ἀπελπίζοντες»· είναι και στην Παλαιά Διαθήκη αυτό, το «να δανείζετε». «Ἀπελπίζω» θα πει: «ελπίζω από». Δεν έχει την έννοια του «απελπίζουμε» στη σύγχρονη έννοια του όρου, αλλά «ελπίζω από». Δηλαδή δεν θα πάρετε τόκον. Δεν θα έχετε ελπίδα ότι θα δώσω μεν αυτά αλλά θα πάρω τον τόκο, θα πάρω περισσότερα από το κεφάλαιον το οποίον εδάνεισα. Και όταν λέμε «δανείζω», σημαίνει, προϋποθέτει το ρήμα ότι θα πάρω πίσω το κεφάλαιο. Βέβαια εκείνος που δανείζει, ας το ξέρομε, να είναι έτοιμος κάποτε να μην του επιστραφεί ούτε το κεφάλαιον. Να είμεθα έτοιμοι γι΄αυτό, σας το είπα. Θα δώσομε όμως χρήματα, ό,τι χρειαστεί ο άλλος. Δεν πειράζει αν δεν είναι σε θέση να μας επιστρέψει. Εξάλλου δεν θα δώσουμε καμία ολόκληρη περιουσία. Ούτε ακόμη- έμεινα σ’ αυτό το «δανείζω»- ούτε ακόμη θα δανείζουμε εις τρόπον ώστε ο άλλος να κάνει βιομηχανίες, εταιρείες…όχι. Όχι. Ας πάει να βρει απ’ όπου θέλει χρήματα, αυτός που θέλει να κάνει περιουσία και να αυξήσει τα αγαθά του. Όχι. Θα δανείσομε σε εκείνον ο οποίος έχει ανάγκη. Και που δεν μπορεί να πάρει ίσως-ίσως ούτε το ψωμί του. «Μηδέν ἀπελπίζοντες».
Και μάλιστα η Παλαιά Διαθήκη λέγει το εξής: «Αν σου αφήσει ενέχυρον», λέει, «το παλτό του», δηλαδή το ιμάτιό του, το οποίο ήταν, θα λέγαμε, δίκην παλτού το ιμάτιον, το εξωτερικό αυτό κάλυμμα που είχε ο άνθρωπος, «πρόσεξε» –επειδή χρησιμοποιείτο αυτό και σαν κουβέρτα τη νύχτα σε πολλούς ανθρώπους, φτωχούς ανθρώπους, το ιμάτιον, «πρόσεξε, θα το κρατήσεις ενέχυρο μέχρι το βράδυ. Μετά θα το επιστρέψεις. Γιατί όταν ο άνθρωπος δεν έχει να σκεπαστεί και γογγύσει, αυτό δεν θα είναι εις βάρος σου;». Είδατε φιλανθρωπία; Από τον Θεό πάντοτε.
Ωστόσο, το συμπέρασμα σε όλα αυτά που είπε, να αγαπάμε τους εχθρούς μας, τούτο ή εκείνο, το συμπέρασμα: «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί». «Τοῦτο ἐστίν ὃ λέγει, ἐξισοῦται πῶς δυνάμεθα τῷ Θεῷ», λέγει εδώ ο Ιερός Χρυσόστομος, «τό ἐλεεῖν καί οἰκτίρειν. Οὐκ εἶπεν, ἐάν νηστεύσητε, ὃμοιοι ἐστέ τῷ Πατρί ὑμῶν, οὐκ εἶπεν ἐάν παρθενεύσητε, οὐδέ εἶπεν ἐάν εὒχησθε, ὃμοιοι ἐστέ τῷ Πατρί ὑμῶν» . Αλλά τι; «Γίνεσθε οἰκτίρμονες». «Δεν θα ομοιάσεις», λέει, «του Θεού, εάν παρθενεύσεις, εάν νηστεύσεις, εάν, τέλος πάντων, αλλάξει η διαγωγή σου απέναντι στον Θεό. Αλλά τι είπε;», λέει ο Ιερός Χρυσόστομος· «Αυτό που θα σε κάνει ίσον με τον Πατέρα, εννοείται στην ποιότητα. Τι; Γίνεσθε οικτίρμονες». Εάν γίνομε οικτίρμονες προς πάντας, άνευ διακρίσεως, όπως σας είπα στην αρχή, τότε εξισούμεθα κατά κάποιον τρόπο με τον Θεόν, γιατί Εκείνος είναι οικτίρμων, προς τους ανθρώπους και μάλιστα προς τους αχαρίστους ακόμη. Μπορεί να βρέξει ο Θεός και να μην πούμε ένα ευχαριστώ εις τον Θεόν. «Α», λέμε, «α, έβρεξε, α…ωραία, το χωράφι μου, α, καλά». Άνθρωπε, σήκωσε το κεφάλι σου προς τον ουρανό και πες εις τον Θεόν ένα ευχαριστώ. «Γιατί λέει ο Θεός», λέει ο Κύριος, «ανατέλλει τον ήλιόν Του και βρέχει και για τα χωράφια των πονηρών ανθρώπων και για τα χωράφια των ευχαρίστων ανθρώπων, των ανθρώπων που είναι ευχάριστοι, δηλαδή δεν είναι αχάριστοι».
Αλλά τι θα πει οικτίρμων; Αυτός που έχει αισθήματα οίκτου ή συμπαθείας ή ελέους ή λύπης προς τον άλλον άνθρωπο, ξαναλέγω δια τρίτην φοράν, ανεξάρτητα από κάθε ιδιοτέλεια προς τον άλλον άνθρωπον. Αυτόν τον συμπαθώ, τον βοηθώ· τον άλλον δεν τον συμπαθώ, δεν τον βοηθώ. Δηλαδή σε όποια ηθική κατάσταση και ποιότητα μπορεί να βρίσκεται ο άλλος άνθρωπος. Έτσι, «οἰκτίρμων», λέει ο Απόστολος Παύλος, «σπλάχνα οἰκτιρμῶν». Διότι εθεωρείτο ότι εδώ εις τα σπλάχνα του ανθρώπου, όπου είναι η καρδιά, όπου είναι τα ευγενή, θα λέγαμε, όργανα, μέσ’ τον άνθρωπο, είναι εκείνα τα οποία, πραγματικά στρέφονται προς τον άλλον άνθρωπο. Κι εκεί φωλιάζει το να είσαι οικτίρμων άνθρωπος.
Έτσι οικτίρμων είναι ο Θεός ως ελεήμων, και ως πλήρους ελέους προς τα δημιουργήματά Του· και που αποτελεί για τους ανθρώπους ένα αρχέτυπον μιμήσεως. Διότι αν πούμε αυτός ο άνθρωπος για μένα είναι αρχέτυπον, άνθρωπος είναι. Θα υστερεί. Μπορώ βέβαια να πάρω παραδείγματα κι από ανθρώπους που έχουνε σπλάχνα οικτιρμών. Αλλά κυρίως θα πάρω από τον Θεόν. Γιατί, ξαναλέγω, οι άνθρωποι είναι άνθρωποι και κάπου μπορούν να υστερούν· ενώ ο Θεός βεβαίως δεν υστερεί.
Για να εκτιμήσομε και για να συνειδητοποιήσομε τι σημαίνει ότι ο Θεός είναι οικτίρμων, ώστε να Τον μιμηθούμε, κατά την προτροπήν του Κυρίου μας, «όπως», λέει, «ο Πατήρ σας είναι οικτίρμων», θα αναλύσομε κάποιες θέσεις από τον 102ον Ψαλμόν, που εμφανίζει τον Θεόν πράγματι οικτίρμονα. Θα δούμε τον Ψαλμόν αυτόν. Μερικές μόνο θέσεις θα πάρομε.
«Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος», λέγει ο Ψαλμός, «μακρόθυμος καὶ πολυέλεος». Ότι ο Κύριος είναι ἐλεήμων, οἰκτίρμων, λυπάται τον άνθρωπο που είναι δυστυχής. Και είναι και μακρόθυμος. Δηλαδή αναβάλλει την οργή Του. Γιατί βέβαια μην ξεχνάμε μία θέση βασικοτάτη, βασικοτάτη. Είναι η εξής: Ο Θεός είναι και αγάπη, αλλά είναι και τιμωρός. Είναι δίκαιος. Έχει αγάπη, αλλά είναι και δίκαιος. Και η μία ιδιότητά Του δεν αναιρεί την άλλη ιδιότητά Του. Αλλά αναβάλλει όμως να τιμωρήσει, για να έρθουν σε συναίσθηση οι άνθρωποι και να μετανοήσουν. Αυτό θα πει «μακρόθυμος». «Αναβάλλω την τιμωρία εις τον άνθρωπο, μήπως μετανοήσει ο άνθρωπος αυτός». Και πολυέλεος. Δηλαδή έχει μέσα Του σε έναν μεγάλο αριθμό, σε ένα πλήθος και ποιότητα και αριθμό, το έλεός Του, το οποίον δίδει στους ανθρώπους.
Ανάλυσις λοιπόν του «οἰκτίρμων» είναι αυτός ο στίχος του 102ου ψαλμού. Και είναι, όπως σας είπα, οι χαρακτηρισμοί, αν αναλύσομε, εννοείται, «ἐλεήμων», «μακρόθυμος», «πολυέλεος». Αυτά είναι επιμέρους αναλυόμενα στοιχεία των οικτιρμών. Και αυτά γράφονται στην Παλαιά Διαθήκη, σημειώσατέ το· που είναι παιδαγωγός εις Χριστόν η Παλαιά Διαθήκη. Διότι η διάστασις του πολυελέου του Θεού είναι η Ενανθρώπησις. Το μέγα έλεός Του, το κορυφαίον, είναι η Ενανθρώπησις. Να πώς το λέγει αυτό και το γράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον –τόσο, λέει, πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμον–, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον». Όλα τα άλλα, να βρέξει ο Θεός, να βγάλει τον ήλιο Του, να σου δώσει να φας, είναι μικρά και επιμέρους στοιχεία του ότι είναι πολυέλεος. Αλλά το κορυφαίο, ποιο είναι; Ότι έστειλε τον Υιόν Του να σώσει τον κόσμο.
Ποίες είναι οι πτυχές των οικτιρμών του Κυρίου; Ακούστε. Συνέχεια: «Οὐκ εἰς τέλος ὀργισθήσεται, οὐδὲ εἰς τὸν αἰῶνα μηνιεῖ». Τι θα πει αυτό; Ο Θεός μπορεί να εξοργιστεί μαζί μας. Και να προβεί και σε τιμωρία. Αλλά δεν θα το κρατήσει έως το τέλος αυτό. Δηλαδή θα είναι πάντοτε εκείνο που σας είπα προηγουμένως· ότι θα είναι μακρόθυμος. Θα περιμένει. Μήπως επιστρέψει ο αμαρτωλός. Και δεν μας συμφέρει, αγαπητοί μου, να υποβάλομε την μακροθυμίαν του Θεού, ας το πούμε, ας το πούμε, πώς να το πούμε, σε πειρασμό. Να εξαντλήσομε, δηλαδή, τη μακροθυμία του Θεού. Να το προσέξομε. Μη λέμε «Α, ο Θεός είναι αγαθός κι εγώ μπορώ να αμαρτάνω και να αναβάλω διαρκώς τη διόρθωσή μου». Όχι.
«Οὐδὲ εἰς τὸν αἰῶνα μηνιεῖ». Τι θα πει αυτό; Θα πει ότι δεν θα μείνει με μῆνιν, δηλαδή με οργή ως το τέλος. Όχι. Είναι φιλάνθρωπος ο Κύριος. Και θα μας λυπηθεί. Έτσι αναβάλλει διαρκώς, θα λέγαμε, την οργή Του. Κι όπως λέγει ο Μέγας Αθανάσιος ότι έστειλε τον μονογενή Υιόν Του δια να αθετήσει την φθοράν. Όταν ο Χριστός λέει «Δεν ήρθα να κρίνω τον κόσμον, αλλά ίνα σώσω τον κόσμον», κι όμως ο Ίδιος είπε ότι «θα έρθω να κρίνω τον κόσμον». Πότε; Εις το τέλος. Εις το τέλος. Ας το προσέξομε αυτό. Μακροθυμεί, είπαμε ο Κύριος. Ούτε εις τον αιώνα· ούτε στον παρόντα, εννοείται, αιώνα. Ο παρών· γιατί εδώ είναι το προσκήνιον κάθε δοκιμασίας μας. Μηνιεῖ. Θα μείνει με μῆνιν, με οργήν εναντίον μας. Αλλά μας συγχωρεί. Τούτο μόνο να θυμηθούμε, αγαπητοί. Ό,τι να έχομε διαπράξει, όταν προσέλθομε εις τον πνευματικόν και ζητήσομε συγχώρεση από τον Θεό, διά του πνευματικού, δεν συγχωρεί ο Θεός; Αρκεί να έχομε πράγματι μετάνοια. Αρκεί να μην κρυβόμαστε, να μην ψευδόμεθα. Θα μου πείτε «Είναι δυνατόν στην εξομολόγηση να ψευδόμεθα;». Πολλές φορές, για να δημιουργήσουμε μίαν καλήν εντύπωσιν εις τον πνευματικόν, μπορούμε κι αυτό να το μετέλθουμε. «Αλλά άνθρωποι, άνθρωποι», θα λέγαμε, «ο πνευματικός είναι άνθρωπος. Μπορεί να ξέρει το εσωτερικό σου; Το βλέπει μόνον ο Θεός. Κι αν έχεις ειλικρίνειαν, ποτέ δεν θα φθάσεις να θέλεις να δικαιολογείσαι ή να ψεύδεσαι και εις αυτήν την Εξομολόγησιν. Αλίμονό σου. Καλύτερα να μην εξομολογηθείς, παρά να θέλεις να ψευσθείς εις τον Θεόν». «Θεός», λέγει η Αγία Γραφή, «οὐ μυκτηρίζεται». Μυκτηρίζω θα πει εμπαίζω. Ήταν ένας τρόπος κοροϊδίας των αρχαίων Εβραίων να πιάνουν τα ρουθούνια τους. Τα δικά μας τα παιδιά βγάζουν τη γλώσσα τους. Και κοροϊδεύουν. Εδώ να πιάνεις τα ρουθούνια σου και να μιλάς, να μονολογείς και ακόμη να κάνεις φσου, φσου, απ’ τη μύτη σου. Αυτό θα πει μυκτηρίζω. «Ο Θεός», λέγει, «δεν μυκτηρίζεται, δεν εμπαίζεται ο Θεός». Έχεις πολύ λανθασμένη, αδελφέ μου, αντίληψη περί του Θεού.
Και συνεχίζει ο Ψαλμός: « Οὐ κατὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν ἐποίησεν ἡμῖν, οὐδὲ κατὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν, ὅτι κατὰ τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τῆς γῆς ἐκραταίωσε Κύριος τὸ ἔλεος αὐτοῦ ἐπὶ τοὺς φοβουμένους αὐτόν· καθόσον ἀπέχουσιν ἀνατολαὶ ἀπὸ δυσμῶν, ἐμάκρυνεν ἀφ᾿ ἡμῶν τὰς ἀνομίας ἡμῶν».
Παίρνει δύο μέτρα, δύο αποστάσεις. Ο Θεός, λέει, είναι τόσο οικτίρμων, μας συγχωρεί, όσο απέχει η ανατολή από τη δύση. Μία εικόνα. Δεύτερη εικόνα: Όσο απέχει η γη από τον ουρανό. Είναι εκείνο το χαριτωμένο χαριτωμένο που λέμε σε ένα μικρό παιδάκι: «Με αγαπάς;(πολύ μικρό παιδάκι). Με αγαπάς;». «Σε αγαπώ». «Πόσο;». Και ανοίγει τα χέρια του και λέει: «Τόσο σε αγαπάω». Ε, αυτό το «τόσο» εις τον Θεόν είναι η ανατολή με την δύση, η γη με τον ουρανόν.
Έτσι ο Κύριος, δεν μετρά τα ελέη Του με το βάρος των αμαρτιών μας. Εννοείται, εάν μετανοήσουμε. Βέβαια να σας πω εδώ τι έκανε ο αρχαίος κόσμος για να εξιλεωθεί έναντι, αν το θέλετε, ψευδών θεών; Έκανε θυσίες. Έκανε ακόμη και ανθρωποθυσίες. Ναι, ναι. Θυμηθείτε την Ιφιγένεια. Για να πάει καλός καιρός, να ταξιδέψουν εις την Τροία κ.λπ. Ακόμη, έκανε εκατόμβες. Τι ήταν η εκατόμβη; Άνοιγαν ένα μεγάλο τετράγωνο λάκκο, έβαζαν επάνω δοκάρια κι επάνω εκεί στα δοκάρια έσφαζαν εκατό βόδια! Εκατό βόδια; Ολόκληρη περιουσία. Κι εκείνος που ήθελε να εξιλεωθεί ήταν κάτω από τα δοκάρια και το αίμα των βοών, των βοδιών έπεφτε επάνω στην κεφαλή του. Ακούτε; Λέει ο Απόστολος Παύλος: «Ούτε το αίμα τράγων και βοών κ.λπ. ωφελεί τίποτα». Ήταν τύπος της θυσίας του Χριστού. Πολύ απλά, έχυσε ο Κύριος το αίμα Του. Μετενόησες; Εξομολογήθηκες; Θα πας να κοινωνήσεις. Τι ωραίο! Ούτε εκατόμβες, ούτε ανθρωποθυσίες, ούτε απολύτως τίποτε.
Σημειώσατε, όποτε εξέκλιναν σε ειδωλολατρία οι Εβραίοι, θυσίαζαν ακόμη και τα παιδιά τους! Ακούσατε;Τα παιδιά τους. Τι ήταν, παρακαλώ, ο Βάαλ; Ήταν ένα τενεκεδένιο άγαλμα, τενεκεδένιο, σιδηρούν, και είχε σαν καμινάδα ήτανε κι έβγαινε ο καπνός από πάνω, από κάτω η φωτιά, είχε τις αγκάλες του ανοιχτές ο Βάαλ, κι εκεί έριχναν τα μικρά παιδιά τους, τα οποία όταν έβλεπαν τι γίνεται, το ένα παιδί με το άλλο, ξέρετε, συνεννοείται, επικοινωνεί, τσίριζαν, κυριολεκτικά τσίριζαν τα παιδιά… Και ρίχναν τα μικρά παιδιά στην αγκαλιά του αγάλματος του σιδερένιου, του πυρακτωμένου, για να καούν. Σου ζητάει ο Θεός τέτοια πράγματα; Ο ίδιος ο Θεός δεν είναι Εκείνος ο Οποίος εστηλίτευσε αυτήν την κατάσταση; Τι; Θα μετανοήσεις και θα αλλάξει η ζωή σου. Αυτό είναι όλο.
Ακόμα, λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, λέει το εξής: «Εάν οι αμαρτίες σου είναι πολλές– έρχονται πολλοί και λένε: ‘’Έχω πάρα πολλές αμαρτίες’’– ξέρεις πώς μοιάζει το έλεος του Θεού; Με έναν ωκεανόν. Ξέρεις πώς μοιάζουν οι αμαρτίες σου; Μοιάζουν με μερικές σπίθες φωτιάς. Τι λες, αν πέσουν οι σπίθες μέσα στον ωκεανό, δεν θα σβήσει αυτή η φωτιά;». Και λέει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Τι λέγω, ωκεανός; Ο ωκεανός έχει όρια». Πάρτε από την Ευρώπη, φερ’ ειπείν, τον Ατλαντικό ωκεανό. Πού τερματίζει; Τερματίζει στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Ο ωκεανός», λέει, «έχει όρια. Το έλεος του Θεού δεν έχει όρια». Αυτά μας λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, αγαπητοί. Έτσι, θα πρέπει να προσέξομε πολύ.
Λέει ακόμα ένα σημείο: «Τὸν λυτρούμενον ἐκ φθορᾶς τὴν ζωήν σου». Ναι. Από τη φθοράν του σώματος και την φθοράν της ψυχής. Όπως είναι τα δυστυχήματα. Όπως είναι οι συντυχούσες αμαρτίες. Όπως είναι, όπως είναι η εμπερίστατος αμαρτία· η οποία πραγματικά φθείρει, λιώνει τον άνθρωπο και στην ψυχή και στο σώμα. «Τὸν στεφανοῦντά σε», λέει άλλο σημείο, «ἐν ἐλέει καὶ οἰκτιρμοῖς». Είναι ο στέφανος της Βασιλείας του Θεού. Αφού προηγουμένως εδώ στη Γη στεφανώθηκες με την προαίρεσή σου την αγαθή. Και θα ‘ρθει η ώρα που ο Θεός θα σου δώσει τη Βασιλεία Του. Και τι μπορεί να συγκριθεί με τη Βασιλεία του Θεού;
Τέλος, αν υπάρχει τέλος, «τὸν ἐμπιπλῶντα ἐν ἀγαθοῖς τὴν ἐπιθυμίαν σου». «Αυτός», λέει, «ο Οποίος χορηγεί, χορταίνει, γεμίζει με αγαθά εκείνο που επιθυμείς». Και «ἀνακαινισθήσεται ὡς ἀετοῦ ἡ νεότης σου». Αυτό που το λέει τόσο ωραία ο Δαβίδ. «Θα γίνεις καινούριος σαν τον αετό». «Ο αετός», λέγει, «ανακαινίζεται, ανανεώνεται ο αετός, έτσι η νεότητά σου θα ανακαινισθεί, θα γίνει καινούρια και καινούρια». Και μάλιστα, επιτραπείτω μοι να σας πω και τούτο, γιατί μερικοί, όταν είναι νέοι άνθρωποι, νομίζουν ότι θα κερδίσουνε τον κόσμον αυτόν, αν τον απολαύσουν. «Τώρα», λέει, «που είμαι νέος. Άμα γεράσω, πάει πια». Ξέρετε τι λέει ο Δαβίδ πάνω σ’αυτό; Λέει: «Τόν εὐφραίνοντά μου τήν νεότητα». «Αυτός που ευφραίνει τη νεότητά μου». Παλικάρι μου, κοπέλα μου, μην πας σ’ αυτά τα βαλτονέρια για να βρεις την ευχαρίστηση και τη χαρά. Εκείνος που ευφραίνει τη νεότητά σου, είσαι έφηβος, είσαι νέος, είναι μόνον ο Θεός. Τίποτε άλλο. Μόνον ο Θεός. Όλα τ’ άλλα είναι πραγματικά μία απάτη.
Αγαπητοί, «οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος». Γι΄αυτό θέλει τα γνήσια παιδιά Του να είναι κι αυτοί οικτίρμονες στους συνανθρώπους των. Ν’ αγαπούν τους συνανθρώπους των, όπως και να είναι. Ο Κύριος μάς είπε: «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν». Και αυτή η τελειότης βεβαίως είναι στα μέτρα του ανθρώπου, όσο τούτο είναι δυνατόν. Άλλο είναι η τελειότητα του Θεού και άλλο η τελειότητα του ανθρώπου. Οφείλει όμως, οφείλει να αντιγράφει τον Θεόν ως Πατέρα Του, να είναι τέλειος και οικτίρμων. Τι είναι λοιπόν τελειότης, που μας καλεί ο Κύριος να επιτύχομε; Τι είναι η τελειότης; Να γίνομε οικτίρμονες. Είναι η αγάπη που θα έχει κάνει καινούρια, ολόκληρη τη ζωή μας. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_851.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 6,31-36]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου σχετικά με την ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Β΄ Λουκά με θέμα:
«Η ΧΡΗΣΤΟΤΗΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 1-10-1989]
(Β224)
Ακούσαμε, σήμερα, αγαπητοί μου, στην ευαγγελική περικοπή, που είναι ένα απόσπασμα από την επί του Όρους ομιλία του Κυρίου μας, τον χρυσό κανόνα συμπεριφοράς προς τον πλησίον.
Είπε ο Κύριος: «Καὶ καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως». Πώς θέλετε να σας συμπεριφέρονται; Κατά τον ίδιο τρόπο και εσείς να συμπεριφέρεστε προς τους άλλους ανθρώπους. Και όπως ερμηνεύει ο Θεοφύλακτος: «Ὃ ἐάν θέλῃς σύ ἐπί σεαυτοῦ, τοῦτο ἒνδειξε καί τοῖς ἑτέροις». Ό,τι θέλεις να συμβεί στον εαυτό σου, αυτό να δείξεις και στους άλλους. Και συμπληρώνει ο αυτός πατήρ: «Ὁρᾶς νόμον ἒμφυτον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἐγγεγραμμένον;». «Βλέπεις», λέγει, «έμφυτο νόμο στις καρδιές μας;»
Γιατί; Γιατί το κριτήριο του πώς να σταθείς απέναντι στους άλλους, είναι ο εαυτός σου. Δεν θέλω να μου το κάνουν αυτό. Δεν θα το κάνω κι εγώ. Θέλω να μου κάνουν αυτό. Να μ’ αγαπούν· θα αγαπώ και εγώ. Δεν θέλω να με κουτσομπολεύουν· δεν θα κουτσομπολεύω και εγώ. Δηλαδή βλέπει κανείς μία λογική και φυσική συνέπεια, ηθική συνέπεια. Δηλαδή με άλλα λόγια κριτήριο είναι ο εαυτός μας. Όπως ακόμα και εκείνη η λεγομένη δευτέρα εντολή, που μαζί με την πρώτη: «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου» κ.λπ. και που λέγει αυτή η δευτέρα «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» κι εδώ έχομε το κριτήριο του εαυτού μας. Τι λέγει; Θα αγαπήσεις τον πλησίον σου, όπως αγαπάς τον εαυτό σου. Οπότε, εάν δεν αγαπάς τον εαυτό σου, δεν μπορείς να αγαπάς τον άλλον. Εάν αγαπάς τον εαυτό σου νοσηρά, τότε νοσηρά θα αγαπάς και τον άλλον. Εάν αγαπάς τον εαυτό σου ορθά και υγιώς, σωστά, όπως πρέπει, τότε θα αγαπάς όπως πρέπει και τον αδελφό σου, και τον πλησίον σου. Μ’ άλλα λόγια, αντιλαμβάνεστε ότι ακραία περίπτωση, ακροτάτη και κορυφαία περίπτωση είναι να θέλω να σωθώ, τη σωτηρία μου. Άρα, τι θα πει «αγαπώ τον πλησίον μου»; Αφού εγώ επιθυμώ να σωθώ, τότε θα πρέπει να αγαπώ τον άλλον στον βαθμό να σωθεί. Θα ήθελα να δείτε δηλαδή ότι εδώ έχομε το κριτήριο του εαυτού μας. Γι’ αυτό θα πρέπει ο εαυτός μας να είναι σε καλή κατάσταση, για να αποτελεί ένα σωστό κριτήριο.
Όμως, θα λέγαμε ακόμα ότι για τον Χριστιανό υπάρχει μία υπέρβαση αυτής της εντολής· για την οποία υπέρβαση, ο ίδιος ο Κύριος μάς ομίλησε ευθύς παρακάτω· διότι όταν ο άλλος δεν ανταποκρίνεται, εσύ θες μεν να δείξεις εκείνο που πρέπει να δείξεις, γιατί έτσι πρέπει· όταν όμως ο άλλος όμως δεν ανταποκρίνεται, τότε τι θα κάνεις εσύ; Ποια θα πρέπει να είναι η συμπεριφορά σου; Αν ο Κύριος είπε στη συνέχεια: «αν αγαπάς αυτούς που σε αγαπούν, τότε τι κέρδος έχεις; Τι χάρη έχεις;». Αν αγαθοποιείς εκείνους που σε αγαθοποιούν ή δανείζεις εκεί από τους οποίους θα πάρεις πίσω ή τόκο ή κάποια οφέλη, τότε ποια είναι η χάρις που έχεις;
Γι’ αυτό τι μας είπε ο Κύριος; Κάτι που είναι μία υπέρβαση του εαυτού μας. «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν». Να αγαπάτε τους εχθρούς σας. Να αγαθοποιείτε, χωρίς να ζητάτε απολαβή όταν δανείζετε. Με άλλα λόγια, αυτό δεν είναι πια παρά μία υπέρβαση του εαυτού μας. Δεν με ενδιαφέρει πώς ο άλλος θα μου συμπεριφερθεί. Με ενδιαφέρει πώς θα συμπεριφερθώ εγώ. Κι αυτό είναι η υπέρβασις του εγώ μου.
Μας καλεί ο Κύριος να γίνουμε μάλιστα οικτίρμονες, που αυτό κρύβει ή μάλλον περιέχει όλα αυτά που λέμε, δηλαδή να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να αγαθοποιείτε κ.τ.λ., κατά το μέτρο του ουρανίου Πατρός. Έτσι πια το μέτρο δεν είναι ο εαυτός μας, αλλά το μέτρο είναι ο ουράνιος Πατήρ. Γιατί; «Ὃτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς»· γιατί Αυτός είναι ευεργετικός και για τους αχάριστους και για τους πονηρούς.
Ώστε λοιπόν, αγαπητοί μου, ο Πατέρας μας ο ουράνιος είναι το μέτρο. Εκεί θα βλέπουμε πια· διότι ποιος με πληροφορεί εμένα ότι μπορώ να έχω υγιή αντίληψη για τον εαυτό μου; Ένας ο οποίος καπνίζει, φθείρει τον εαυτό του; Είναι δυνατόν ποτέ να έχει καλή αντίληψη περί του εαυτού του και να αγαπά τον εαυτό του; Λέγει κάπου ένας ψαλμικός στίχος: «Εκείνος που κατακρίνει, κουτσομπολεύει, δεν αγαπά την ψυχή του» κ.ο.κ. Έχουμε χάσει το μέτρο. Το μέτρο λοιπόν τώρα τίθεται ο Θεός. Ο Πατέρας μας λοιπόν είναι χρηστός. Τι θα πει «αλήθεια»; Τι σημαίνει «χρηστότης»; Τι σημαίνει; Χρηστότης είναι η ευεργετικότης. Είναι η χρησιμότης. Είναι η ωφελιμότης. Συνεπώς ο Θεός είναι χρηστός(από το «χρήσιμος» και όχι από το «χρισμένος», που θα πει «χρίω», που παράγεται από το επίθετο «Χριστός», Ιησούς Χριστός. Όχι. Το «χρη» με ήτα). Είναι ο ευεργετικός, είναι ο χρήσιμος, είναι ο ωφέλιμος. Πράγματι, αγαπητοί μου, ο Θεός είναι ο ευεργετικός και ο χρήσιμος και ωφέλιμος σε μας.
Πολλές φορές λέμε: Αυτός ο άνθρωπος- γιατί σ’ αυτό το σημείο θα μείνουμε, στο θέμα της χρηστότητος- πολλές φορές λέμε: «αυτός ο άνθρωπος είναι άχρηστος»· που σημαίνει το αντίθετο του χρησίμου. Καταλαβαίνετε τι θα πει «άχρηστος άνθρωπος»; Για να αντιληφτείτε τι θα πει χρήσιμος άνθρωπος: στην αρχαιότητα έδιναν στους δούλους το όνομα «Χρήστος». Το όνομα «Χρήστος» με ήτα. Κακώς γράφουν μερικοί το όνομα Χρήστος, που έχουμε σήμερα, κακώς το γράφουν με γιώτα. Κακώς. Δεν είναι σωστή η γραφή. Γράφεται με ήτα· που θα πει χρήσιμος. Και έδιναν το όνομα αυτό στους δούλους, για να εκφράσουν ότι αυτός ο δούλος είναι χρήσιμος. Όπως ομοίως έδιναν και το όνομα Ονήσιμος· που θα πει ωφέλιμος, θα πει χρήσιμος.
Το βλέπομε αυτό στην επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς τον Φιλήμονα, που λογοπαίζει εκεί ο Απόστολος και γράφει στον Φιλήμονα· λογοπαίζει, παίζει με το όνομα: «Ὁνήσιμον τόν ποτέ σοι ἄχρηστον, νυνί δέ σοί καί ἐμοί εὔχρηστον». Δηλαδή επειδή ο Ονήσιμος είχε κλέψει το αφεντικό του, δραπέτευσε από τη Μ. Ασία που έμενε το αφεντικό του, ήρθε στη Ρώμη, που ήταν ο Παύλος δέσμιος και κάποια στιγμή μετανόησε, σκέφτηκε καλύτερα και πήγε και βρήκε και τον Παύλο στη φυλακή. Τον είδε ο Παύλος, κ.λπ., οπότε τον δίδαξε, τον έκανε Χριστιανό, διότι δεν ήταν Χριστιανός, και τον στέλνει πίσω στο αφεντικό του, τον Φιλήμονα· και του λέγει: «Σε παρακαλώ να δεχτείς τον Ονήσιμο(Ονήσιμος θα πει εύχρηστος, χρήσιμος, ωφέλιμος), τόν ποτέ σοι ἄχρηστον(που κάποτε στάθηκε για σένα άχρηστος) νυνί δέ σοί καί ἐμοί εὔχρηστον». Τώρα όμως και για μένα και για σένα χρήσιμο. Λογοπαίζει με το όνομα Ονήσιμος.
Ποιος είναι λοιπόν ο χρηστός άνθρωπος; Πάντα ξαναλέγω, το χρη με ήτα. Είναι ο άνθρωπος εκείνος ο ευλογημένος άνθρωπος, που ό,τι πιάσει, τελεσφορεί στα χέρια του. Είναι χρήσιμος. Ο Ιωσήφ, όπως θα ενθυμείσθε, όταν πουλήθηκε από τα αδέλφια του στην Αίγυπτο, τότε, αγαπητοί μου, έδειξε όλη του τη χρηστότητα στο σπίτι του Πετεφρή. Και ξέρετε, με τον τρόπο αυτόν επέσυρε την ευλογία του Θεού στο σπίτι του Πετεφρή. Ώστε να του πει ο Πετεφρής, ο Πετεφρής ο ειδωλολάτρης, να του πει: «Παιδί μου», του λέγει, «από τον καιρό που ήρθες στο σπίτι μου, ο Θεός σου μου ευλόγησε όλα τα αγαθά μου, μου ευλόγησε το σπιτικό μου».
Ακόμα «χρηστός» είναι εκείνος ο άνθρωπος που ευεργετεί καθ’ οιονδήποτε τρόπον, είτε πλούσιος, είτε φτωχός. Έχεις χρήματα; Ευεργετείς. Δεν είναι όμως τα χρήματα. Μπορείς να ευεργετείς και ως φτωχός. Όταν πεις μία καλή κουβέντα, μία καλή συμβουλή, μία οδηγία, μία διευκόλυνση, μία εξυπηρέτηση. Έτσι που στον πλαϊνό σου να είσαι χρήσιμος άνθρωπος, ωραίος άνθρωπος.
Η χρηστότητα, αγαπητοί μου, είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. Λέγει ο Απόστολος Παύλος, γράφει στους Γαλάτες: «Ὁ δέ καρπός τοῦ Πνεύματος ἐστίν -Ένας καρπός. Και δεν είναι κομματιασμένος. Ένας.- ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθοσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια». Βλέπετε λοιπόν ότι ανάμεσα στα εννιά επιμέρους σημεία του καρπού του Αγίου Πνεύματος είναι και η χρηστότητα. Είναι κάτι που το αποκτά κανείς, όταν αποκτήσει το Πνεύμα του Θεού που έρχεται να δώσει αυτόν τον βότρυν, το τσαμπί το σταφύλι, που είναι ο καρπός του Αγίου Πνεύματος, που οι ρώγες το είναι οι επιμέρους αρετές και τα επιμέρους χαρίσματα.
Ακόμη η χρηστότητα είναι μία κοινωνική αρετή· που δίδει μία ανακούφιση στο περιβάλλον. Όταν ένας τέτοιος άνθρωπος υπάρχει στο περιβάλλον, ξεκουράζει εκείνους οι οποίοι είναι γύρω του. Γι’ αυτό ο χρηστός άνθρωπος είναι αξιαγάπητος, είναι συμπαθής. Γράφει ο απόστολος Παύλος στους Κορινθίους στη Β΄ του επιστολή: «… Μηδεμίαν ἐν μηδενί διδόντες προσκοπήν, ἳνα μή μωμηθῇ ἡ διακονία, ἀλλ’ ἐν παντί συνιστῶντες ἑαυτούς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν χρηστότητι». Προσπαθούμε να μη δώσουμε πουθενά καμία αφορμή να κατηγορηθεί το Ευαγγέλιο. Αλλά παντού συνιστούμε τον εαυτό μας σαν διακόνους του Θεού και υπηρετούμε το έργο του Θεού ἐν χρηστότητι. Δηλαδή να είμεθα ευεργετικοί.
Θα μπορούσαμε να πούμε, αγαπητοί μου, ότι οι άγιοι Απόστολοι είναι οι κορυφαίοι ἐν χρηστότητι, γιατί αυτοί στάθηκαν οι φορείς εκείνοι που με τον κόπο τους μετέφεραν το Ευαγγέλιο και συνεπώς τη σωτηρία στα πέρατα της Οικουμένης. Υπήρξαν ποτέ στην Ιστορία πιο ευεργετικοί άνθρωποι από τους Αποστόλους; Ασφαλώς όχι. Αλλά και σε πρακτικά πράγματα. Θα σας θυμίσω γιατί δεν μπορεί να ασχολείται η Αγία Γραφή με καθημερινότητες, αλλά ένα είναι πολύ ενδεικτικό, που αναφέρεται στον Απόστολο Παύλο. Δέσμιος, με αλυσίδες, πηγαίνει στη Ρώμη, με άλλους φυλακισμένους. Και το καράβι είναι γεμάτο από επιβάτες, αλλά και από σιτάρι, από φορτίο. Έπιασε φοβερή τρικυμία. Αφού βεβαίως είπε τη γνώμη του, να μη φύγουν από την Κρήτη, αλλά να ξεχειμωνιάσουν εκεί και την άνοιξη να πάνε στη Ρώμη. Γιατί πήγαινε ο Παύλος να δικαστεί από τον Καίσαρα. Δεν τον άκουσε όμως ο καπετάνιος. Συνεννοήθηκε με τον εκατόνταρχο που είχε τους κρατουμένους και ξεκίνησαν. Στον δρόμο, τι ήταν; «Δεκατέσσερις ημέρες», λέει, «δεν είδαμε ούτε άστρο ούτε ήλιο. Συννεφιά, τρικυμία φοβερή». Και τότε 14 ημέρες οι άνθρωποι δεν είχαν φάει τίποτα, ήσαν νηστικοί. Εμφανίζεται ο Κύριος στον Παύλο, άγγελος Κυρίου και του είπε: «Για χάρη σου, δεν θα πνιγεί το πλοίο». Το πρωί λέει σε όλους μέσα στο καράβι: «Ακούσατέ μου, αδελφοί, ο Κύριος τον Οποίον υπηρετώ, μου αποκάλυψε ότι κανείς δεν θα χαθεί. Μη λοιπόν λυπάστε, μη φοβάστε. Και σας παρακαλώ, 14 μέρες δεν βάλατε μπουκιά στο στόμα. Πρέπει να φάτε». Ποιος να φάει; Τότε εκείνος έκανε την προσευχή του και ενώπιον πάντων άρχισε να τρώγει. Ακούτε: «Καί τά νῦν ἀδελφοί, εὐθυμεῖτε!». Και τώρα, αδελφοί, να ευθυμείτε. Μέσα σε εκείνη τη φοβερή κατάσταση να λέει κάποιος να ευθυμούν; Δεν είναι ευεργετικός; «Γιατί», λέει, «πώς θα μπορέσουμε να βγούμε από το πλοίο κολυμπώντας(τους το προφητεύει) γιατί το πλοίο θα χαθεί, αν είμαστε νηστικοί και δεν μπορούμε να κολυμπήσουμε;».
Ακόμη, όταν έφθασαν στη Μελίτη, στη Μάλτα, δεν πήγε να πει «πω πω, κρυώνω». Στη θάλασσα είχαν πέσει, ήταν βρεγμένος, χειμώνας ήταν. Ξέρετε τι έκανε; Ο ευλογημένος Απόστολος… Σε ένα υπόστεγο τους έβαλαν. Και πήγε να μαζέψει φρύγανα για να βάλει φωτιά να στεγνώσουν. Δεν περιμένει κάποιους να τους στεγνώσουν. Πάει και μαζεύει φρύγανα, για να βάλει φωτιά για να στεγνώσουν όλοι. Βλέπετε πόσο ευεργετικός; Πόσο ωραίος, πόσο ωφέλιμος. Κι εκεί πετάχτηκε μια οχιά και του δάγκωσε το χέρι κ.λπ. κ.λπ. διαβάστε τα, είναι στα τελευταία κεφάλαια των Πράξεων των Αποστόλων. Αυτό θα πει ευεργετικός άνθρωπος, αγαπητοί μου, αυτό θα πει.
Έτσι, ένας εκπαιδευτικός, όταν έχει το Πνεύμα του Θεού, μπορεί να γίνει χρηστός άνθρωπος. Ένας ιερεύς, στο ποιμαντικό του έργο, που αγαπά το ποίμνιό του, μπορεί να γίνει ένας χρηστός άνθρωπος. Μία αδελφή νοσοκόμος, ένας γιατρός, ένας οποιοσδήποτε που έχει κοινωνικό έργο, μπορεί να γίνει ένας χρηστός άνθρωπος. Καθένας μπορεί να προσεύχεται για τους άλλους. Και να γίνει ένας χρηστός άνθρωπος· δηλαδή ένας χρήσιμος άνθρωπος. Όλοι πρέπει να είμεθα εύχρηστοι. Εὔχρηστοι ἐν Κυρίῳ. Όργανα χρήσιμα στα χέρια του Θεού. Και να ευεργετούμε τους άλλους. Κανείς δεν πρέπει να είναι άχρηστος. Αν κανείς φιλοτιμείται, έτσι πρέπει να αισθάνεται. Δεν πρέπει κανείς ποτέ να είναι άχρηστος.
Σημειώστε, αγαπητοί μου, ότι ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος μάς αναφέρει για τον άγιο Αντώνιο ότι: «οὐδέποτε ἒκρινε καθεαυτόν ποιῆσαι τι· ὠφελοῦν αὐτόν πλέον τοῦ πλησίον αὐτοῦ, ὃτι εἲχε τήν ἐλπίδα ταύτην, ὃτι τό κέρδος τοῦ πλησίον αὐτοῦ ἐστί αὐτῷ ἐργασίαν ἀρίστην». Πώς, λέει, μπορώ να έχω ωφέλεια; Όταν κοιτάζω μόνο τον εαυτό μου; Όταν θα κοιτάξω και τον άλλον. Τότε αυτό είναι ωφέλεια δική μου· γιατί αποκτώ την αρετή της χρηστότητας. Αναφέρεται μάλιστα στον αββά Αγάθωνα, που λέγει ότι: «Πόσο θα ήθελα να έβρισκα έναν λεπρό, να του πάρω τη λέπρα και να του δώσω το δικό μου υγιές σώμα!». Ποιος το λέει αυτό; Το λέει κανείς μας; Ακόμη ο ίδιος αναφέρει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος ότι πάντα ήθελε να αναπαύει τον αδελφό. Να είναι χρήσιμος πάντοτε. Μπήκε κάποτε ένας μοναχός στο κελί του και είδε μία σμίλη. «Α», του λέει, «πόσο ωραία και πόσο χρήσιμη είναι!». «Πάρτην», του λέει ο αββάς Αγάθων. «Μα, πώς θα την πάρω, αφού είναι δική σου;». «Πάρτην», του λέει. Αυτό σημαίνει το πραγματικά ευεργετικός άνθρωπος.
Αλλά ακόμη η χρηστότητα, αγαπητοί, είναι ενέργεια του Θεού. Αυτό πρέπει να το ξέρουμε. Είναι ενέργεια του Θεού, ιδιότητα του Θεού. Γι’ αυτό ακριβώς και ο Κύριος αναφέρει ότι πρότυπο είναι ο Θεός, προς τον Οποίον πρέπει να προσβλέπουμε· «ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς»· Γιατί είναι χρηστός, λέγει, επί τους αχάριστους και πονηρούς· «ὅτι τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους». Βγάζει τον ήλιο Του για όλους. Πονηρούς και αγαθούς. Δίνει τη βροχή Του για όλους, πονηρούς και καλούς. Βλέπετε; Είναι χρήσιμος.
Αλλά αυτή η χρηστότητα του Θεού, είναι πολύ προσιτή στους νεοφώτιστους. Σε εκείνους που πρωτοεγγίζουν τον Κύριο. Λέγει ο απόστολος Πέτρος κάτι πολύ χαριτωμένο: «Ἀποθέμενοι οῦν πᾶσαν κακίαν-αφού αποθέσουμε κάθε κακία-ὡς ἀρτιγέννητα βρέφη[:σαν νεογέννητα βρέφη] τό λογικόν ἄδολον γάλα ἐπιποθήσατε[:να επιποθήσετε το άδολο και λογικό, νοερό, πνευματικό γάλα] ἳνα ἐν αὐτῷ αὐξηθεῖτε εἰς σωτηρίαν [:για να αυξηθείτε στη σωτηρία με αυτό το άδολο γάλα] εἲπερ ἐγεύσασθε ὃτι χρηστός ὁ Κύριος». Εάν βέβαια έχετε γευτεί ότι ο Κύριος είναι χρηστός, χρήσιμος, αγαθός, ωραίος, μπορείς να Τον προσεγγίσεις.
Ο Θεός, αγαπητοί μου, ακόμη προβάλλει τη χρηστότητά Του και για τη μετάνοια των ανθρώπων. Λέγει ο απόστολος Παύλος στους Ρωμαίους: «Ἤ τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος αὐτοῦ καταφρονεῖς, ἀγνοῶν ὃτι τό χρηστόν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιάν σε ἄγει;». Ή ακόμα, λέγει, αγνοείς «τό χρηστόν τοῦ Θεοῦ», ότι ο Θεός είναι χρηστός και αυτό το κάνει ακριβώς για να σε οδηγήσει στη μετάνοια. Οπότε εδώ το θέμα «χρηστότης» παίρνει και την έννοια «μακροθυμία». Είναι εκείνο που πολλές φορές λέμε: «κάνω-επιτρέψατέ μου να πω- τον Καραγκιόζη μπροστά σε κάποιον που είναι θυμωμένος, που είναι στριμμένος, που είναι δύσκολος, κάνω τον Καραγκιόζη μπροστά του, δηλαδή παίζω έναν ρόλο, τρόπον τινά, για να τον βοηθήσω, να τον καταπραΰνω». Αυτό είναι μία χρηστότης.
Ακόμη, από τη μια προβάλλεται η χρηστότητα του Θεού στην Αγία Γραφή και από την άλλη προβάλλεται η μη χρηστότητα του ανθρώπου. Λέγει πάλι ο Απόστολος Παύλος: «Οὐκ ἔστιν ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός». Εμείς; Άχρηστοι είμαστε. Ο Θεός είναι χρηστός. Ε, λοιπόν, τι πρέπει τώρα να κάνουμε; Πρέπει να Τον μιμηθούμε. «Καὶ ἔσεσθε,», λέει ο Κύριος, «υἱοὶ ὑψίστου [:παιδιά του Υψίστου Κυρίου] ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς». Πρέπει να γίνουμε λοιπόν και εμείς χρηστοί επί τους αχάριστους και πονηρούς, μιμούμενοι τον ουράνιο Πατέρα μας.
Αγαπητοί, η χρηστότης είναι μία αρετή. Είναι μία αρετή που στολίζει μία αρετή. Είναι μία αρετή που στολίζει τον άνθρωπο και τον αποδεικνύει πνευματικό άνθρωπο· διότι για να έχεις αυτόν τον καρπό του Αγίου Πνεύματος, έχεις το Πνεύμα το Άγιο. Τόσο πολύ πρέπει να φανερώνει αυτήν τη χρηστότητα κάθε μας εκδήλωση, ώστε φθάνει ο Απόστολος Παύλος να παρομοιάσει την χρηστότητα με ένα πουκάμισο, με ένα ένδυμα, με ένα ρούχο. Και τι λέει τώρα παρακαλώ στους Κολοσσαείς; «Ἐνδύσασθε οὖν ὡς ἐκλεκτός τοῦ Θεού ἃγιοι καί ἠγαπημένοι, χρηστότητα»· «Ντυθείτε», λέγει, «τη χρηστότητα». Βγαίνουμε γυμνοί ποτέ έξω; Όχι. Είμεθα πάντα ντυμένοι· που σημαίνει πάντα θα έχεις χρηστότητα. Ἐν παντί τόπῳ καί χρόνῳ. Τόσο πολύ, σαν να είναι ρούχο σου, σαν να είναι πουκάμισό σου, σαν να έχει γίνει κύτταρό σου, πρέπει παντού και πάντα να είσαι ο χρήσιμος άνθρωπος, ο ωφέλιμος, ο ευεργετικός προς όλους.
Ακόμη παρακαλεί ο Απόστολος Παύλος τους Εφεσίους στην επιστολή του και τους λέγει: «Γίνεσθε εἰς ἀλλήλους χρηστοί». Τους παρακαλεί. «Ο ένας με τον άλλον να γίνεστε χρήσιμοι, εις αλλήλους, μεταξύ σας». Να είσαστε οι χρήσιμοι άνθρωποι. Εκείνοι οι οποίοι δεν θα δώσετε ποτέ αφορμή να σας κουτσομπολέψουν, γιατί δεν κουτσομπολεύετε, να σας βρίσουν γιατί δεν βρίζετε, να σας κατηγορήσουν, γιατί δεν κατηγορείτε. Εσείς που τρέχετε ανά πάσα στιγμή να βοηθήσετε οπουδήποτε. Ακούσατε στη γειτονιά σας για κάποιον άρρωστο, που δεν έχει αλλού ανθρώπους, μια άρρωστη γυναίκα ηλικιωμένη, τρέχετε να βοηθήσετε, να σκουπίσετε, να θεραπεύσετε, να φωνάξετε έναν γιατρό. Τρέχετε να εξυπηρετήσετε με κάθε τρόπο, να πείτε μια καλή κουβέντα, οπουδήποτε, στο νέο παιδί, στο παλικάρι, στην κοπέλα, παντού· που δεν ξέρουν ακόμη, δεν έχουν την πείρα της ζωής. Αυτό θα πει ο ένας με τον άλλον, μεταξύ σας, να είσαστε άνθρωποι ευεργετικοί, άνθρωποι χρηστοί.
Αν αυτήν, αγαπητοί μου, την τελευταία παραγγελία εφαρμόσουμε, που λέγει ο ίδιος ο Κύριος, τότε αντιλαμβάνεστε ότι δημιουργούμε μια θαυμάσια κοινωνία που μας καθιστά αληθινά ομοιώματα του Θεού στη Γη. Πραγματώνουμε εκείνο το «καθ’ ομοίωσιν Θεού» και ακόμη μεταβάλλει τον κόσμο τούτο σε έναν ωραίο Παράδεισο. Επαναφέρομε τον Παράδεισο πάνω σε αυτή τη Γη όταν έχουμε χρηστότητα, όταν είμαστε χρηστοί. Θα επαναλάβουμε το του Αποστόλου Παύλου: «Ἀγαπητοί, γίνεσθε εἰς ἀλλήλους χρηστοί».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_453.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ[: Β΄ Κορ.6,1-10]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ ΜΑΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 22-9-1996]
[Β344]
Και πάλιν ο Παύλος, αγαπητοί μου, εις το μέσον. Μας είπε σήμερα: «Συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν». «Διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης». Δια των όπλων της αγιότητος. Των δεξιών όπλων και των αριστερών.
Όπως βλέπομε, μας αναφέρει εδώ μία εικόνα πολεμική. Και για να το κατανοήσομε ας δούμε ποιος ήταν ο οπλισμός ενός στρατιώτου, που μπορούσε την ώρα της μάχης να χρησιμοποιήσει. Με το δεξί του χέρι κρατούσε το δόρυ ή την σπάθην, το σπαθί. Και με αυτά επετίθετο. Έτσι τα δεξιά όπλα ήταν τα επιθετικά. Με το αριστερό χέρι χρησιμοποιούσε την ασπίδα· που ήταν όπλο αμυντικό. Τα αριστερά, λοιπόν, όπλα είναι τα αμυντικά.
Και ο Παύλος παίρνει την εικόνα του πολεμιστού για να μας δείξει τον πνευματικό αγώνα του πώς πρέπει να πολεμούμε. Δεν υπάρχει αντίρρησις ότι ο πιστός έχει διαρκή πόλεμο και αγώνα. Και μάλιστα πόλεμο εσωτερικό, πόλεμο πνευματικό.
Και ο αντίπαλος… αυτός ανήκει εις τον πνευματικό χώρο. Είναι οι δαίμονες. Αλλά και ο διεφθαρμένος εαυτός μας. Γράφει ο Απόστολος Παύλος ότι: «Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις». Πόλεμον λοιπόν έχει ο πιστός ατερμάτιστον, ατέρμονα πόλεμον.
Πώς όμως, τίθεται το ερώτημα, θα πολεμήσει; Αυτό μας το περιγράφει κατά θαυμάσιον τρόπον ο όσιος Ησύχιος ο πρεσβύτερος. Μας λέγει: «Δεῖ τόν ἀγωνιζόμενον ἔνδον, κατά στιγμήν χρόνου ἔχειν τά τέσσερα ταῦτα(:Εκείνος που αγωνίζεται, κάθε στιγμή, πρέπει να έχει υπόψιν του τούτα τα τέσσερα): ταπείνωσιν, προσοχήν τε ἄκραν, ἀντίρρησιν καί προσευχήν». Και όπλα αμύνης είναι η προσοχή και η ἀντίρρησις. Θα δούμε τι είναι αυτή η ἀντίρρησις. Όπλα επιθέσεως είναι η ταπεινοφροσύνη και η προσευχή. Κι επειδή όταν μαχόμεθα, ούτε συνεχώς επιτιθέμεθα, ούτε συνεχώς αμυνόμεθα, αλλά κατά έναν εναλλασσόμενον τρόπον, γι’ αυτό και η σειρά τους είναι: Πρώτον: ταπείνωσις· δεύτερον: προσοχή· τρίτον: ἀντίρρησις· τέταρτον: προσευχή.
Πρέπει όμως αυτά να τα αναλύσουμε. Πρέπει ακριβώς να δούμε τι είναι. Για να μπορούμε να τα χρησιμοποιήσομε καταλλήλως. Και πρώτα η ταπείνωσις. Η ταπείνωσις είναι το θεμέλιον του πνευματικού αγώνος. Ματαιοπονούμε αν υπάρχει αγώνας χωρίς να υπάρχει ταπείνωση. Κυριολεκτικώς ματαιοπονούμε. Η ταπείνωση ανοίγει τα μάτια να δεις τον ακριβή σου στόχο, που είναι οι δαίμονες. Έτσι, μην ψάχνομε αλλού. Είναι ακόμη και ο ακριβής καθορισμός των παθών μας. Δηλαδή το κοίταγμα του εαυτού μας. Ο υπερήφανος ποτέ δεν βλέπει τα πάθη του, ούτε βεβαίως και τα αναγνωρίζει. Η ταπείνωση κάνει διάφανη όχι μόνον την συνείδηση, αλλά και αυτό το υποσυνείδητο.
Το υποσυνείδητο που απέκτησε ο Αδάμ μόλις στάθηκε ένοχος και απώθησε την ενοχή του σε έναν χώρο που δεν υπήρχε πρώτα, που λέγεται σήμερα υποσυνείδητο, όταν δικαιολογήθηκε εις τον Θεόν: «Όχι εγώ, η γυναίκα που μου έδωσες με παρέσυρε και παρέβην την εντολήν Σου, όχι εγώ». Αλλά και η Εύα απέκτησε εκείνη την ώρα υποσυνείδητο. «Όχι εγώ. Ο όφις». Έτσι, λοιπόν, το υποσυνείδητον είναι ο χώρος όλων των απωθήσεων. Των απωθήσεων των ενοχών. Αλλά και όλων εκείνων των κρυφών, ακαθάρτων επιθυμιών· που πολλάκις αναδύονται αυτά από το υποσυνείδητο στον ύπνο του καθενός μας. Δηλαδή όλος ο παλαιός άνθρωπος, όλες οι κλίσεις και οι ροπές των προγόνων, που προκαλούν ντροπή. Δεν θα θέλαμε ποτέ να ανακαλύψομε τι υπάρχει μέσα στο υποσυνείδητό μας. Ό,τι τουλάχιστον μπορούμε να βλέπομε. Γιατί δεν μπορούμε να βλέπομε. Και όλα αυτά έρχονται στο φως όταν υπάρχει η ταπείνωσις. Γι’αυτό ο ψαλμωδός έλεγε, στον 18ο Ψαλμό του: «Ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με». Ποια είναι τα κρύφια; Αυτά που σας ανέφερα. «Από τα κρύφιά μου», λέει, «Κύριε, καθάρισέ με».
Είναι και κάτι ακόμα πολύ σοβαρό, που πρέπει να το έχομε υπόψιν μας. Η ταπείνωση καθιστά τον άνθρωπο σύμμαχο του Θεού. Διότι ο Θεός αγαπά τον ταπεινό άνθρωπο. Ποτέ τον υπερήφανο. Δηλαδή δεν υπάρχει καμία συμμαχία με τον Θεό, όταν υπάρχει υπερηφάνεια. Αλλά δεν είναι δυνατόν ποτέ κανείς να πετύχει κάτι χωρίς την βοήθεια του Θεού. Αδύνατον! Αδύνατον! Λέγει η Γραφή στο βιβλίο των Παροιμιών: «Ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν». Κλωτσάει τους υπερήφανους. Στους ταπεινούς δίδει χάρη. Ακόμη λέγει δια του προφήτου Ησαΐου, στο 66ον κεφάλαιον: «Ἐπί τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ’ ἤ ἐπί τόν ταπεινόν καί ἡσύχιον καί τρέμοντα τούς λόγους μου;». «Σε ποιον», λέγει, «θα επιβλέψω, παρά στον ταπεινό άνθρωπο, που τρέμει μήπως παραβεί τις εντολές μου;». Έτσι ο πιστός έχει αμέριστη την βοήθεια του Χριστού. Αμέριστη. Όταν βέβαια διαθέτει, όπως είπαμε την ταπείνωση, την οποία ασφαλώς δεν διαθέτουν οι δαίμονες.
Το δεύτερο είναι η προσοχή. Η προσοχή, όπως είδαμε, ανήκει στα αμυντικά όπλα. Επανειλημμένως η Γραφή συνιστά την προσοχή. Δηλαδή θα έλεγα κατά κόρον. Και εις την Παλαιά και εις την Καινή Διαθήκη. Εάν οι πρωτόπλαστοι είχαν την προσοχή, δεν θα έπεφταν. Εάν επρόσεχαν. Γι’αυτό η Γραφή τονίζει στο Δευτερονόμιο, ενδεικτικώς πήρα αυτό, γιατί σας είπα, υπάρχουν πάμπολλα σημεία που αναφέρονται εις το θέμα της προσοχής: «Πρόσεχε σεαυτῷ καί φύλαξον τήν ψυχήν σου σφόδρα». Δεν λέγει: «Πρόσεχε τον γείτονά σου». Δεν λέει: «Πρόσεχε τον γείτονά σου». Δεν λέει «Πρόσεχε τον φίλο σου, τον εχθρό σου». Δεν λέγει τίποτα απ’ όλα αυτά. Αλλά τον εαυτόν σου πρόσεχε. Πρόσεχε και φύλαξε την ψυχή σου καθ’ υπερβολήν. Σφόδρα.
Η προσοχή, αγαπητοί μου, παντού μας χρειάζεται. Το παιδί μας να στείλομε στον μπακάλη, θα του πούμε «Πρόσεχε στον δρόμο τ’ αυτοκίνητα» κ.ο.κ. Τώρα, αυτές τις μέρες, κάθε Σαββατοκύριακο που βγαίνουν οι άνθρωποι έξω και γίνονται τόσα δυστυχήματα, λέμε: «Προσέχετε, προσέχετε». Η προσοχή λοιπόν παντού μας είναι χρήσιμη. Προπαντός όμως εις τον πνευματικόν αγώνα. Εκεί που πραγματικά μπορούμε να διακινδυνεύσουμε αναμφισβήτητα. Προσέχω σημαίνει γρηγορώ, γρηγορέω-ῶ. Δηλαδή μένω ξύπνιος. Κι ο Κύριος πολλές φορές μας είπε: «Γρηγορεῖτε». Ακριβώς γιατί ήθελε να μας επιστήσει την προσοχή. Βλέπετε πώς είναι η προσοχή στην Καινή Διαθήκη; Τι λέει ο Κύριος; «Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε». Μάλιστα λίγο πριν είχανε φθάσει ήδη στον κήπο της Γεσθημανή, λίγο πριν ο Κύριος παραδοθεί … «Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε ἵνα μή εἰσέλθετε εἰς πειρασμόν». Συνδέει εδώ την εγρήγορση, την προσοχή με την προσευχή. «Για να μην μπείτε», λέει, «σε πειρασμό». Τι πειρασμό; «Όταν θα ‘ρθουν να με συλλάβουν, θα περάσετε κρίση. Θα πείτε: ‘’Ο Ιησούς ποιος ήταν, που τον ακολουθήσαμε τρία χρόνια; Δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του; Τι είδους Μεσσίας είναι;’’». Σε αυτόν τον πειρασμό έπεσαν και οι σταυρωταί Του, οι άρχοντες. «Εάν», λέγει, «είσαι Υιός του Θεού, εάν σε θέλει ο Θεός, να σε κατεβάσει από τον Σταυρό τώρα». Και μάλιστα εκείνο το ανόητο: «Κι έτσι να πιστεύσομε». Δηλαδή ζητούσαν πρώτα την γνώση και μετά την πίστη. Ενώ δεν είναι έτσι τα πράγματα.
Η προσοχή λοιπόν προϋποθέτει την ταπείνωση. Γιατί ο υπερήφανος θεωρεί τον εαυτόν του άτρωτον και άπτωτον, απλήγωτο και που δεν πέφτει. Σημειώνει ο όσιος Ησύχιος, που πήραμε την περικοπή του και θα πάρομε κι άλλα σημεία του: «Προσοχήν δέ, ἳνα ἀεί τήν ἑαυτοῦ καρδίαν ποιῇ μηδένα λογισμόν ἔχειν, κἄν δῆθεν ἀγαθός φαίνηται». Τι είναι η προσοχή; Αναλύοντας εκείνα τα τέσσερα που μας είπε, τι άλλο είναι παρά να φυλάει κανείς την καρδιά του από κάθε λογισμό. Εννοείται την σκέψη του, από κάθε λογισμό. Κι αν ακόμη δήθεν ένας λογισμός φαίνεται ότι είναι αγαθός. Αγαπητοί μου, αυτό το «δήθεν αγαθός» -τι πονηρός που είναι ο διάβολος- κάθομαι και σκέφτομαι και λέω: «Αλήθεια, πώς με φύλαξε ο Θεός από την πορνεία;». Προσέξτε. Τον δοξάζω τον Θεό, Τον ευχαριστώ. Αγαθός λογισμός δεν είναι αυτό; Αλλά κάποια περιστατικά που δεν υπάρχει άνθρωπος, εκτός αν πέθανε ενός έτους, κάποια περιστατικά που μας έτυχαν, μπορούσαμε να είχαμε πέσει εις την πορνείαν. Αυτά, με την ευχαριστία μας στον Θεό, γίνεται ανακύκλησις της μνήμης και κάπου εκεί σκαλώνει η μνήμη, σκαλώνει, κι αρχίζει να αναζωγραφίζει εκείνους τους πειρασμούς και δημιουργεί πειρασμόν. Γι’ αυτό ακριβώς λέγει εδώ, σωστά, πολύ σωστά, ορθότατα, πρέπει κανείς να φυλάγει τον λογισμό του «κἄν δῆθεν ἀγαθός φαίνηται λογισμός».
Η προσοχή είναι στον ένδον χώρον των λογισμών. Εκεί πρέπει να προσέχομε. Βέβαια θα φυλάμε τα μάτια μας. Βέβαια θα φυλάμε τα αυτιά μας. Αλλά τούτο, παντελώς είναι αδύνατον. Εφόσον ζούμε σε ένα κόσμο, και θα ακούσουμε και θα δούμε. Συνεπώς «πάσῃ φυλακῇ -λέγει η Γραφή- τήρει σήν καρδίαν». «Με κάθε φύλαγμα, να φυλάγεις την καρδιά σου, τον νου σου». Πρόσεξε. Γιατί αλλιώτικα, θα έπρεπε ουδεμίαν κοινωνίαν να έχομε με τους ανθρώπους, τίποτα να μην ακούμε από αυτούς, να βάλομε βύσματα εις τ’ αυτιά μας και να βάλομε ένα τυφλοπάνι στα μάτια μας. Είναι δυνατόν; Θα δούμε… δεν θα επιδιώξομε, όχι, όταν πάω στην τηλεόραση, επιδιώκω να δω· εκεί, δεν θα με φυλάξει ο Θεός, δεν θα με φυλάξει και θα επιτρέψει η αγάπη Του να πέσω στο βάραθρο. Τώρα αυτό το βάραθρο έχει ποικίλα βάθη. Ο νοών νοείτω. Τι μπορεί να πάθω.
Λοιπόν, τι θα πρέπει εδώ; Μόλις δεχθώ την προσβολήν, αμέσως να προστατευτώ να μην κατεβεί στην καρδιά μου, δηλαδή στον νου μου. Να μην καλλιεργήσω τίποτα. Διότι οι κακοί λογισμοί θα έρθουν και θα γκρεμίσουν το κάστρο της υπάρξεώς μου, της πνευματικής μου, αλλά και της σωματικής μου υπάρξεως.
Ο ίδιος πατήρ, ο όσιος Ησύχιος, σημειώνει τα εξής: «Τήν φαντασίαν πυκνά σκοπεῖν (: Πολύ πυκνά να εξετάζεις την φαντασία σου). Ἤγουν τήν προσβολήν». «Δηλαδή την προσβολήν». Εκεί πρέπει να προσέξομε. Ακόμη λέγει:«Τό παρακαλεῖν -τρόπους δηλαδή να αμυνθεί κανείς. «Τό παρακαλεῖν τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν εἰς βοήθειαν συνεχῶς ἐν ταπεινώσει». Με ταπείνωση να παρακαλείς συνεχώς στην προσευχή τον Κύριον Ιησούν Χριστόν. Ναι. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Ένα τρίτο σημείο μας αναφέρει. «Τήν μνήμην ἔχειν θανάτου ἀδιάλειπτον τῇ ψυχῇ». Άνθρωπε, πεθαίνεις. Δεν έχει σημασία αν πεθάνεις ύστερα από πενήντα χρόνια. Μπορεί και σήμερα. Γιατί; Και νέοι πεθαίνουν και παιδιά πεθαίνουν και από αρρώστιες και από ατυχήματα. Άνθρωπε, πεθαίνεις… Το έχεις υπόψιν σου αυτό το πράγμα; Έχεις αυτή την μνήμη του θανάτου; Λέγει η Γραφή πάλι: «Μνήσθητι τά ἔσχατά σου καί οὐχ ἁμαρτήσεις εἰς τόν αἰῶνα». «Θυμήσου ότι θα πεθάνεις και δεν θα αμαρτήσεις ποτέ».
Όλα αυτά, ο όσιος πατήρ μάς λέγει ότι στέκονται «δίκην πυλωρῶν». «Πυλωρός» είναι ο πορτιέρης, αυτός που στέκεται στην πόρτα και φυλάει μια πόρτα. Όλα αυτά λοιπόν είναι «πυλωροί», είναι σκοποί, για να μην μπούνε μέσα στον νου μας, στην καρδιά μας. Εμποδίζουν δηλαδή.
Ερχόμεθα εις το τρίτο. Την αντίρρηση. Ἀντίρρησις θα πει αντιλογία, αντίδρασις, αντιλογία ακριβέστερα. Συνηθίζει ο διάβολος, αγαπητοί μου, σε όλους μας -αν το προσέξομε, θα το διαπιστώσουμε- να ανοίγει διάλογο, όπως άνοιξε και με την Εύα. Από την στιγμή που η Εύα εδέχθη διάλογον με τον διάβολον, έκτοτε οι άνθρωποι δέχονται τον διάλογον αυτόν. Ένας τέτοιος διάλογος είναι θανάσιμος. Επειδή ο λόγος του Θεού έγινε Υιός ανθρώπου, κι Εκείνος εδέχθη διάλογον με τον διάβολον. Θυμηθείτε το, στην έρημο, που ο διάβολος πήγε να ανοίξει διάλογον με τον Κύριον. Διότι έβλεπε βεβαίως έναν άνθρωπο, βέβαια υπερβολικά καλλιεργημένον, αλλά δεν μπορούσε να υποπτευθεί Ενανθρώπηση Θεού. Έτσι, από την αρχή χρειάζεται αυτή η αντίρρησις, αυτή η αντιλογία. Ποτέ δεν πρέπει να έχομε διάλογο με το κακό και με τον σατανά. Ο Κύριος τι είπε στον σατανά; «Ὕπαγε ὀπίσω μου,σατανᾶ». Το «ὕπαγε ὀπίσω μου», αυτό θα το πούμε απλοελληνικά «άι χάσου». «Άι χάσου». «Πήγαινε πίσω μου», σημαίνει δεν σε βλέπω. Γιατί μόνο εκείνο που είναι μπροστά μου βλέπω. Εκείνο που είναι από πίσω μου δεν το βλέπω. «Να μη σε βλέπω». «Άι χάσου». Βλέπετε; Και το είπε αυτό… πώς το είπε; Για λογαριάστε την πρόταση.
«Ὕπαγε ὀπίσω μου,σατανᾶ». Το είπε. «Σας παρακαλώ, σε παρακαλώ, μη σε βλέπω». Έτσι; Με την οργήν. Γι’ αυτό λέγει ο άγιος Ησύχιος: «Εὐθύς μετ’ ὀργῆς ἀντιλογηθείη τῷ πονηρῷ». Αμέσως. Χωρίς να αφήσεις χρόνο. Εγώ δε χρησιμοποιώ την εξής εικόνα. Όταν παίζομε βόλεϊ, αν κρατήσομε την μπάλα 2-3 δευτερόλεπτα, λάθος. Μόλις την πάρομε την στέλνομε πίσω. Ε, πόσος θα ναι ο χρόνος; Όπως ακριβώς ο χρόνος είναι εις το βόλεϊ που παίζομε κρατώντας την μπάλα. Σχεδόν τίποτα. Στέλνομε αμέσως πίσω την πάσα. Έτσι κι εδώ. Πρέπει ευθύς. Και τι λέγει ο όσιος Ησύχιος; Μετ΄οργής. Με οργή. Με αγανάκτηση. Λέγει ο Μέγας Βασίλειος: «Γι’αυτό μας έβαλε την οργή μέσα μας ο Θεός, όχι κατά του αδελφού, αλλά κατά του σατανά και του κακού».
Η αντιλογία λοιπόν με οργή. Εκεί μόνον είναι χρήσιμη, επιτρεπτή, σωτήρια αλλά και επιβεβλημένη. Η Εύα δεν οργίσθη κατά του διαβόλου. Πήγε να της πει μία «καλημέρα». Είναι εκείνο που λένε μερικοί για τον αιρετικό, για τον ανήθικο. «Μία καλημέρα», λέει, «θα πω. Η καλημέρα δεν είναι του Θεού;». Όχι. Υπάρχει και η καλημέρα του διαβόλου. Γιατί ο διάβολος ήρθε να πει «καλημέρα» εις τους πρωτοπλάστους. Για να δημιουργήσει το ανύποπτον του πράγματος. Όχι. Θα φθάσω, εάν ξέρω ότι μπορώ να πειραχθώ, ούτε καλημέρα. Δεν μου λες κυρά μου, όταν ξέρεις ότι η γειτόνισσα πειράζει τον άνδρα σου, θα της λες «Καλημέρα»; Και αντίστροφα. Αν ξέρεις, αγαπητέ μου, ότι ο γείτονας πειράζει και βλέπει παράξενα την γυναίκα σου, θα του λες «καλημέρα»; Δεν είναι από κακία. Αλλά είναι από προστασία. Είναι από πρόνοια.
Η αντίρρησις λοιπόν είναι σπουδαία. Ανήκει στα αμυντικά όπλα. Και ερχόμεθα εις το τελευταίον, την προσευχή. Η προσευχή. Ναι. Είναι το δεύτερο επιθετικό όπλο. Σπουδαιότατο. Ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ. Η προσευχή δημιουργεί καταφύγιο από τα μαστίγματα του πονηρού. Σε μαστίζει ο διάβολος; Κάνε προσευχή. Είναι όπλο αήττητο. Άμεσα έχει ο άνθρωπος βοηθό του με την προσευχή τον Θεό. Λέγει πάλι ο όσιος Ησύχιος ότι: «Μέ τήν προσευχή κραυγάζει πρός Χριστόν στεναγμῷ ἀλαλήτω». Και τότε αυτός, ο αγωνιζόμενος «βλέψεται(:θα δει) τόν ἐχθρόν λυόμενον (:να διαλύεται ο εχθρός) ἤ διωκόμενον τῷ προσκυνητῷ ὀνόματι τοῦ Ἰησοῦ (:να διώκεται, να φεύγει, να εξαφανίζεται με το προσκυνητόν όνομα που αναφέρεται, του Ιησού Χριστού) ὡς χοῦν ὑπό ἀνέμου (:σαν το χώμα που το σηκώνει ο άνεμος) ἤ ὡς καπνόν ἐκλειπόντα μετά τῆς φαντασίας αὐτοῦ». Είναι απορίας άξιον, αγαπητοί μου, πως πάμπολλοι χριστιανοί μας, εγώ ξέρω ανθρώπους που χρόνια τους το λέω και δεν το διορθώνουν και μου κάνει εντύπωση· είναι αδιόρθωτοι. Πάμπολλοι χριστιανοί μας, χριστιανοί μας, εξομολογούμενοι χριστιανοί μας, ναι, δεν χρησιμοποιούν την προσευχή. Αν θέλετε, ούτε τους τακτούς χρόνους. Το πρωί και το βράδυ. Απορώ. Πόσο περισσότερο σε μία έκτακτη περίπτωση που υπάρχει ανάγκη.
Αγαπητοί, πρέπει να μάθομε να πολεμάμε. Για να μην ματαιοπονούμε. Να μάθομε την πολεμική τέχνη. Ο Παύλος γράφει: «Οὐ γάρ αὐτοῦ(:του διαβόλου)τά νοήματα ἀγνοοῦμεν». «Δεν αγνοούμε», λέει, «τα νοήματα του σατανά, του διαβόλου». «Και τούτο γιατί διαθέτομε -λέγει ο ίδιος- νουν Χριστού». Και ο νους Χριστού αποκτάται με την ενοίκηση του Αγίου Πνεύματος. Να είσαι δηλαδή πνευματικός άνθρωπος. Να ζεις τη ζωή του Αγίου Πνεύματος. Να έχεις μεταμορφωθεί. «Τῇ ἀνακαινώσει ὑμῶν – όπως λέει ο Παύλος- τοῦ νοὸς». Η ανακαίνωσις του νοός. Δηλαδή της νοοτροπίας σου η ανακαίνιση. Να αποκτήσεις άλλη νοοτροπία «εἰς τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον». Λέει στην προς Ρωμαίους επιστολή του. Χρειάζεται κατά τον Παύλον, ο μη συσχηματισμός μας, που είναι τόσο εύκολος, εις την εποχή μας, ο συσχηματισμός μας. Να μπαίνομε στη νοοτροπία του κόσμου, να μπαίνομε στο σχήμα του κόσμου, να συσχηματιζόμαστε, να γινόμαστε ένα. «Καί μή συσχηματίζεσθε– λέει- τῷ αἰῶνι τούτῳ». Όταν έτσι έχομε το Πνεύμα το Άγιον, τότε με ευκολία, ναι, με αρκετή ευκολία θα μπορούμε να μάθομε να πολεμάμε. Να πολεμάμε με την ταπείνωση, την άκρα προσοχή, την αντίρρηση και την προσευχή. Με τα όπλα τα αριστερά και τα δεξιά, που μας υποδεικνύει το Πνεύμα το Άγιον δια γραφίδος Παύλου.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_693.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 6,32-36]
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΗΣ ΔΙΑΓΩΓΗΣ
[Με αφορμή το εδάφιο: «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως(:Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται και να σας κάνουν οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σ’ αυτούς και να τους κάνετε τα ίδια)» -Λουκά 6,31].
Εκείνος που έπλασε με ξεχωριστή φροντίδα τις καρδιές μας, που παρατηρεί όλα τα έργα μας[Ψαλμ.32,15: «Ἐξ ἑτοίμου κατοικητηρίου αὐτοῦ ἐπέβλεψεν ἐπὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας τὴν γῆν, ὁ πλάσας κατὰ μόνας τὰς καρδίας αὐτῶν, ὁ συνιεὶς πάντα τὰ ἔργα αὐτῶν(:Από το μεγαλοπρεπές και ασάλευτα ετοιμασμένο ουράνιο κατοικητήριό Του έριξε το παντέφορο βλέμμα Του σε όλους τους κατοίκους της γης και παρακολουθεί αυτούς και όλα τα έργα τους. Τα παρακολουθεί με τρόπο αλάνθαστο, Αυτός που μόνος χωρίς την βοήθεια κανενός έπλασε τις καρδιές τους και ο Οποίος κατανοεί τα έργα τους σε όλο τους το βάθος και το πλάτος, γνωρίζοντας και αυτά ακόμη τα μυστικά ελατήρια από τα οποία προήλθαν αυτά)»], που εμφανίστηκε σε εμάς με σάρκα και καταξίωσε να γίνει διδάσκαλός μας, εκείνα ζητεί από μας τώρα που τα αναπλάττει, αφού παρεφθάρησαν, όσα αρχικά πλάθοντάς μας ενέβαλε στις ψυχές μας. Διότι στην αρχή μαζί έπλασε κατάλληλα προς την μέλλουσα διδασκαλία και ύστερα αποδίδει την διδασκαλία κατάλληλη προς την από την αρχή πλάση, μην κάνοντας τίποτε άλλο παρά ανακαθαίροντας την καλλονή του πλάσματος που είχε αμαυρωθεί με την πρόσληψη της αμαρτίας.
Και αυτό δείχνει περισσότερο από όλα η σήμερα αναγιγνωσκόμενη και προβαλλόμενη από μας για ερμηνεία περικοπή του Ευαγγελίου· διότι, λέγει: «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως(:Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται και να σας κάνουν οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σ’ αυτούς και να τους κάνετε τα ίδια)» [Λουκά 6,31]. Καλώς προείπε ο προφήτης Ησαΐας ότι «λόγον συντετμημένον Κύριος ποιήσει ἐν τῇ οἰκουμένῃ ὅλῃ(:την σταθερή απόφαση Του για τιμωρία του κακού και επιβράβευση του καλού θα την πραγματοποιήσει για ολόκληρη την οικουμένη)». [Ησ. 10,23]. Διότι σε αυτόν τον ένα και βραχύ λόγο συμπεριέλαβε κάθε αρετή, κάθε εντολή, κάθε σχεδόν αγαθή πράξη και γνώμη. Γι΄αυτό και κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο, αφού προέταξε αυτό ο Κύριος πρόσθεσε: «Οὗτος γάρ ἐστιν ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται(:Αυτός είναι ουσιαστικά και συνοπτικά ο νόμος και οι προφήτες, το να αγαπάτε δηλαδή τον διπλανό σας σαν τον εαυτό σας)» [Ματθ.7,12: «Πάντα οὖν ὅσα ἂν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιῆτε αὐτοῖς· οὗτος γάρ ἐστιν ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται(:Και για να συγκεφαλαιώσω λοιπόν όλα όσα προηγουμένως σας είπα, σας προσθέτω: Όλα όσα θέλετε να σας κάνουν οι άνθρωποι, τα ίδια να κάνετε και σεις σ’ αυτούς· διότι αυτός είναι ουσιαστικά και συνοπτικά ο νόμος και οι προφήτες, το να αγαπάτε δηλαδή τον διπλανό σας σαν τον εαυτό σας)»]. Πραγματικά συγκεφαλαιώνοντας σε κάποιο άλλο σημείο είπε ότι όλος ο νόμος και οι προφήτες κρέμονται σε δύο εντολές, στην αγάπη προς τον Θεό και στην αγάπη προς τον πλησίον [Ματθ.22,40: «Ἐν ταύταις ταῖς δυσὶν ἐντολαῖς ὅλος ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται κρέμανται(:Σ’ αυτές τις δύο εντολές στηρίζεται όλος ο νόμος και η διδασκαλία των προφητών)»]· τώρα δε συνήγαγε το όλο σε ένα και συμπεριέλαβε όχι μόνο την δικαιοσύνη κατά τον νόμο και τους προφήτες, αλλά και όλη γενικά την ανάμεσα στους ανθρώπους αγαθοεργία, διότι τώρα δεν νομοθετεί μόνο σε ένα γένος, αλλά σε όλη την οικουμένη, μάλλον δε στους προσελθόντες σε Αυτόν δια της πίστεως από κάθε έθνος κάτω από τον ουρανό.
Και όχι μόνο συμπεριέλαβε, αλλά και έδειξε ότι καθεμιά από τις εντολές που δόθηκαν από Αυτόν είναι σε εμάς έμφυτη. Πραγματικά αυτό είναι εκείνο, για το οποίο ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος μάς δίδει την παραγγελία: «Ἀποθέμενοι πᾶσαν ῥυπαρίαν καὶ περισσείαν κακίας ἐν πραΰτητι δέξασθε τὸν ἔμφυτον λόγον τὸν δυνάμενον σῶσαι τὰς ψυχὰς ὑμῶν (:Πετάξτε μακριά από τις ψυχές σας ως ακάθαρτο ένδυμα κάθε ηθική ρυπαρότητα και ακαθαρσία και κάθε περιττό στις σκέψεις, τους λόγους και τις πράξεις σας, το οποίο ως περιττό που είναι προέρχεται απ’ την κακία˙ και δεχθείτε με πραότητα τον ευαγγελικό λόγο που φυτεύτηκε μέσα σας με την εν Χριστώ αναγέννησή σας και έχει τη δύναμη να σώσει τις ψυχές σας)» [Ιακ.1,21].
Αυτό επίσης προαναφώνησε ο Θεός και μέσω του Ιερεμία, λέγοντας: «Ἰδοὺ ἡμέραι ἔρχονται, φησὶ Κύριος, καὶ διαθήσομαι τῷ οἴκῳ Ἰσραὴλ καὶ τῷ οἴκῳ Ἰούδα διαθήκην καινήν, οὐ κατὰ τὴν διαθήκην, ἣν διεθέμην τοῖς πατράσιν αὐτῶν ἐν ἡμέρᾳ ἐπιλαβομένου μου τῆς χειρὸς αὐτῶν ἐξαγαγεῖν αὐτοὺς ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ὅτι αὐτοὶ οὐκ ἐνέμειναν ἐν τῇ διαθήκῃ μου, καὶ ἐγὼ ἠμέλησα αὐτῶν, φησὶ Κύριος. ὅτι αὕτη ἡ διαθήκη μου, ἣν διαθήσομαι τῷ οἴκῳ Ἰσραὴλ μετὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, φησὶ Κύριος· διδοὺς δώσω νόμους εἰς τὴν διάνοιαν αὐτῶν καὶ ἐπὶ καρδίας αὐτῶν γράψω αὐτούς· καὶ ἔσομαι αὐτοῖς εἰς Θεόν, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι εἰς λαόν(: Ιδού έρχονται μέρες, λέει ο Κύριος, και θα συνάψω με τον οίκο Ισραήλ και με τον οίκο Ιούδα, ‘’με τον νέο Ισραήλ της χάριτος’’, διαθήκη νέα. Η νέα αυτή διαθήκη δεν θα είναι όμοια με εκείνη που έκανα με τους προπάτορες του παλαιού Ισραήλ και του Ιούδα την ημέρα κατά την οποία τους έπιασα από το χέρι, για να τους βγάλω ελεύθερους από την χώρα της Αιγύπτου. Η διαθήκη εκείνη θα καταργηθεί, διότι αυτοί δεν έμειναν πιστοί στην διαθήκη μου, για τον λόγο αυτόν και Εγώ τους παραμέλησα, λέει ο Κύριος. Διότι αυτή είναι η νέα διαθήκη, την οποία θα συνάψω με τον οίκο του νέου πνευματικού Ισραήλ ύστερα από τις ημέρες εκείνες, λέει ο Κύριος. Δηλαδή θα δώσω οπωσδήποτε τους νόμους μου κατανοητούς και ικανοποιητικούς στην διάνοιά τους και θα γράψω αυτούς όχι σε πλάκες λίθινες, αλλά βαθιά στις καρδιές τους και θα είμαι σε αυτούς Θεός, ενώ αυτοί θα είναι σε Εμένα λαός εκλεκτός)» [Ιερ.38,31-33] διότι το να θέλει κανείς κάτι συνειδητά είναι ιδιότητα της διανοίας. Αφού σε αυτόν τον έμφυτο νόμο έδειξε τώρα αναγραμμένα όλα τα ευαγγελικά παραγγέλματα ο Κύριος, προστάζει και νομοθετεί να ζούμε σύμφωνα με αυτά· διότι ενέβαλε μέσα στη φύση μας την γνώση του πρακτέου, ως φιλάγαθος και φιλάνθρωπος που είναι.
Και δεν έδειξε μόνο έμφυτη κάθε ευαγγελική εντολή ο Κύριος με αυτήν την κεφαλαιώδη παραίνεση λέγοντας: «Όπως θέλετε να κάνουν σε σας οι άνθρωποι, να κάνετε και εσείς σε αυτούς ομοίως», αλλά και δίκαιη και εύκολη και συμφέρουσα, εύληπτη επίσης σε όλους και αναγνωρίσιμη από μόνη της. Τι δηλαδή; Δεν γνωρίζεις ότι το να οργίζεσαι ενάντια στον αδελφό σου και να τον λοιδορείς, και μάλιστα χωρίς λόγο, είναι κακό; Και πώς εσύ δεν θέλεις να υποστείς από εκείνον οργή και λοιδορία, και ούτε καν φθάνεις σε αυτήν την γνώμη έπειτα από σκέψη, αλλά αμέσως δυσανασχετείς προς την εναντίον σου κινουμένη οργή και λοιδορία και την αποφεύγεις με κάθε τρόπο, διότι δεν την καταδέχεσαι, οπωσδήποτε ως κακή, ως άθεσμη, ως ασύμφορη; Έτσι θεωρείς την προς την σύζυγό σου εμπαθή και περίεργη θέα από έναν άλλο, έτσι θεωρείς όχι μόνο το εναντίον σου, αλλά και το προς εσένα από οποιονδήποτε λεγόμενο ψεύδος· και γενικώς αυτή την διάθεση έχομε απέναντι σε όλα τα απαγορευμένα από την ευαγγελική εντολή. Τι πρέπει να πούμε για τις αμαρτωλές πράξεις που έχουν προαπαγορευθεί από τον παλαιό νόμο, του φόνου, της μοιχείας, της επιορκίας, της αδικίας και των ομοίων; Επίσης δε και για τις αντίθετες προς αυτά αρετές, και πώς μας αρέσουν αυτοί που τις χρησιμοποιούν υπέρ μας; Βλέπεις ότι και γνωρίζεις καθεμία από τις αρετές και κρίνεις ότι είναι και δίκαιη και συμφέρουσα; Και όχι μόνο αυτό, αλλά και εύκολη; Διότι άλλωστε δεν θα θεωρούσες πολύ αξιόμεμπτο όποιον θυμώνει εναντίον σου ή ψεύδεται ή σε επιβουλεύεται κατά άλλον τρόπο, αν νόμιζες ότι είναι δυσκατόρθωτο ή αδύνατο να απέχει εκείνος από το καθένα από αυτά.
Να μη συμβαίνει λοιπόν, όταν μεν κακοποιείσαι εσύ από άλλον, υβριζόμενος ή απατώμενος ή ζημιούμενος, να δικάζεσαι σωστά, όταν όμως εσύ ο ίδιος υβρίζεις και αδικείς και επιχειρείς να απατάς τον πλησίον, να δικάζεις μη βγάζοντας την ίδια ψήφο για τα ίδια πράγματα· αλλά ως νηφάλιος κριτής, όσα μεν κακά δεν θέλεις να πάθεις από άλλον οπωσδήποτε να μην τα κάνεις ούτε εσύ στον άλλον, όσα δε αγαθά ποθείς να σου γίνονται από άλλον, αυτά να γίνονται και από σένα προς εκείνον. Ζητείς από κάποιον κάτι, τυχόν βοήθεια ή άλλη ανάγκη, και θέλεις οπωσδήποτε να το λάβεις, επειδή το θεωρείς καλό; Γιατί όχι; Όταν λοιπόν κάποιος άλλος ζητεί από σένα κάτι, σπεύσε να του φανείς ομόλογος, και να θεωρείς καλό και να εργάζεσαι ώστε και εκείνος να λάβει από εσένα. Αλλά εκείνος σου ζητεί κάτι περισσότερο από όσα έχεις; Δείξε από όσα έχεις ότι, κι αν είχες περισσότερα, θα παρείχες· «διότι αν υπάρχει η θέληση», λέγει ο Παύλος, «είναι κανείς ευπρόσδεκτος από όσα έχει, όχι από όσα δεν έχει» [Β΄Κορ.8,11 κ.ε.: «Νυνὶ δὲ καὶ τὸ ποιῆσαι ἐπιτελέσατε, ὅπως καθάπερ ἡ προθυμία τοῦ θέλειν, οὕτω καὶ τὸ ἐπιτελέσαι ἐκ τοῦ ἔχειν(:Τώρα λοιπόν συντελέστε και αποτελειώστε το έργο της συνεισφοράς, ώστε, όπως είχατε την προθυμία της καλής θελήσεως, έτσι να τελειώσει και να ολοκληρωθεί με επιτυχία και η συνεισφορά, ανάλογα με όσα έχετε)»].
Θέλεις να αγαπάσαι από όλους, να κερδίζεις συγνώμη, και θεωρείς την κατάκριση βαριά και δυσβάστακτη, και μάλιστα ενώ έφταιξες λίγο; Να αγαπάς λοιπόν και εσύ όλους, να δίνεις πρόθυμα συγνώμη, να απέχεις από την κατάκριση, βλέποντας κατά κάποιον τρόπο τον εαυτό σου στον κάθε άνθρωπο και έτσι αποφασίζοντας και έτσι διατιθεμένος και έτσι ενεργώντας. «Ὃτι οὕτως ἐστὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ(:Δείξτε νομιμοφροσύνη και υποταγή, διότι έτσι είναι το θέλημα του Θεού)», λέγει ο κορυφαίος των αποστόλων Πέτρος, «ἀγαθοποιοῦντας φιμοῦν τὴν τῶν ἀφρόνων ἀνθρώπων ἀγνωσίαν (:με την αγαθοεργία να επιβάλλετε σιωπή στην άγνοια των ανθρώπων που σας κατηγορούν, χωρίς να ξέρουν ποιοι είστε)»[Α΄Πέτρ.2,15], δηλαδή όσων είναι ανάμεσά μας και μας εχθρεύονται χωρίς λόγο και δεν θέλουν να δώσουν σε άλλους όσα επιθυμούν αυτοί να λαμβάνουν από άλλους.
Πραγματικά πώς δεν είναι άφρονας όποιος με την ίδια φύση δεν θέλει το ίδιο, ούτε αποδίδει την ίδια κρίση, παρόλο που φυσικά ενυπάρχουν σε εμάς και η κρίση αυτή και η θέληση; Διότι όλοι από την φύση μας αυτοκινούμαστε προς την θέληση να αγαπιόμαστε και να ευεργετούμαστε από όλους, όπως και από τους εαυτούς μας. Επομένως και η θέληση να αγαθοποιούμε και να είμαστε προς όλους καλά διατεθειμένοι, όπως και προς τους εαυτούς μας, είναι έμφυτη σε εμάς· κι αυτό επειδή έχομε μεν γίνει όλοι κατ’ εικόνα Θεού, αλλά επειδή υπεισήλθε και πληθύνθηκε η αμαρτία, την μεν αγάπη του καθενός μας προς τον εαυτό του δεν έσβησε, διότι κατά τίποτε δεν εναντιώνεται σε εκείνη, την δε αγάπη μεταξύ μας, ως κορύφωμα των αρετών, κατέψυξε και αλλοίωσε και αχρείωσε. Γι’αυτό Εκείνος που ανανεώνει την φύση μας και την ανακαλεί προς την χάρη της εικόνας της, δίνοντας τους νόμους Του κατά τον προφητικό λόγο στις καρδιές μας[Ιερεμ.38,33], λέγει: «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως(:Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται και να σας κάνουν οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σ’ αυτούς και να τους κάνετε τα ίδια)» [Λουκά 6,32]· και «Ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα (:Αν δανείζετε σε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να πάρετε πίσω αυτά που δανείσατε, ποια χάρη και ανταπόδοση από τον Θεό σας ανήκει; Καμία· διότι και οι αμαρτωλοί δανείζουν σε άλλους αμαρτωλούς για να πάρουν πίσω ολόκληρο το ποσό που δάνεισαν ή και σε ώρα ανάγκης να πάρουν και αυτοί ίσα οφέλη και δάνεια από εκείνους στους οποίους δάνεισαν)» [Λουκά 6,34].
Εδώ λέγει αμαρτωλούς όσους δεν φέρουν το όνομά Του και όσους δεν περνούν την ζωή τους σύμφωνα με το ευαγγέλιό Του, αφού τους συμπεριέλαβε σε ένα όνομα και δείχνοντας με αυτό ότι δεν υπάρχει όφελος να ονομαζόμαστε Χριστιανοί, αν με τα έργα δεν διαφέρομε από τα έθνη. Όπως δηλαδή έλεγε προς τους Ιουδαίους ο μέγας Παύλος, ότι «περιτομὴ μὲν γὰρ ὠφελεῖ, ἐὰν νόμον πράσσῃς· ἐὰν δὲ παραβάτης νόμου ᾖς, ἡ περιτομή σου ἀκροβυστία γέγονεν(:Κι έτσι, ενώ έχεις περιτμηθεί, αυτό δεν σε ωφελεί σε τίποτε. Διότι η περιτομή ωφελεί βέβαια, εάν τηρείς τα προστάγματα του νόμου˙ εάν όμως είσαι παραβάτης του νόμου, η περιτομή σου έχασε κάθε αξία ενώπιον του Θεού και έγινε σαν την ακροβυστία˙ και συνεπώς είσαι κι εσύ σαν να μην έχεις περιτμηθεί)» [Ρωμ.2,25].
Έτσι τώρα ο Χριστός λέγει σε εμάς δια του ευαγγελίου, ότι «σε σας τους δικούς μου θα υπάρχει χάρις πλησίον μου, αν τηρείτε τις εντολές μου· εάν όμως επιτελείτε τα έργα των αμαρτωλών και τίποτε περισσότερο, με το να αγαπάτε αυτούς που σας αγαπούν και να αγαθοποιείτε όσους σας αγαθοποιούν, καμία παρρησία δεν θα έχετε γι’ αυτά προς εμένα»[ βλ. Λουκά 6,31-38: «Καὶ καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί. Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε· μὴ καταδικάζετε, καὶ οὐ μὴ καταδικασθῆτε· ἀπολύετε, καὶ ἀπολυθήσεσθε· δίδοτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν· μέτρον καλόν, πεπιεσμένον καὶ σεσαλευμένον καὶ ὑπερεκχυνόμενον δώσουσιν εἰς τὸν κόλπον ὑμῶν· τῷ γὰρ αὐτῷ μέτρῳ ᾧ μετρεῖτε, ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν(:Και με λίγες λέξεις, όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται και να σας κάνουν οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σ’ αυτούς και να τους κάνετε τα ίδια. Διότι εάν αγαπάτε μόνο εκείνους που σας αγαπούν, ποια εύνοια και ποια αμοιβή σας ανήκει από τον Θεό; Καμία. Διότι και οι αμαρτωλοί αγαπούν εκείνους που τους αγαπούν. Κι αν κάνετε το καλό σ’ εκείνους που σας ευεργετούν, ποια εύνοια και χάρη και ανταμοιβή σάς ανήκει από τον Θεό; Καμία. Διότι και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν. Κι αν δανείζετε σε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να πάρετε πίσω αυτά που δανείσατε, ποια χάρη και ανταπόδοση από τον Θεό σας ανήκει; Καμία· διότι και οι αμαρτωλοί δανείζουν σε άλλους αμαρτωλούς για να πάρουν πίσω ολόκληρο το ποσό που δάνεισαν ή και σε ώρα ανάγκης να πάρουν και αυτοί ίσα οφέλη και δάνεια από εκείνους στους οποίους δάνεισαν. Εσείς όμως να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να τους ευεργετείτε και να τους δανείζετε χωρίς να ελπίζετε σε καμία ανταπόδοση απ’ αυτούς. Και θα είναι πολύς ο μισθός σας και μεγάλη η ανταμοιβή σας από τον Θεό. Και θα είστε στην Βασιλεία των ουρανών κατά χάριν παιδιά του υψίστου Θεού, με τον οποίο θα μοιάζετε πνευματικώς. Διότι κι Αυτός είναι ευεργετικός και ωφέλιμος στους ανθρώπους που δείχνουν αχαριστία στις τόσες ευεργεσίες Του και που δεν έχουν καλή διάθεση και προαίρεση, αλλά είναι πονηροί. Να γίνεστε λοιπόν σπλαχνικοί προς τον συνάνθρωπό σας και συμπονετικοί στις δυστυχίες του και στις ανάγκες του, όπως και ο ουράνιος Πατέρας σας είναι σπλαχνικός σε όλους. Και μην κατακρίνετε από ασυμπάθεια και εγωισμό τις πράξεις των συνανθρώπων σας˙ ασφαλώς τότε κι εσείς δεν θα κατακριθείτε από τον Θεό στη μέλλουσα Κρίση. Μη γίνεσθε δικαστές απρόσκλητοι και εύκολοι για να καταδικάζετε τον συνάνθρωπό σας˙ έτσι δεν θα καταδικασθείτε από τον Θεό. Εφόσον δεν σας έχει ανατεθεί ως καθήκον να δικάζετε, να κρίνετε στις ιδιωτικές σας συζητήσεις με συμπάθεια και να αθωώνετε τους άλλους, και θα κριθείτε κι εσείς με επιείκεια και θα αθωωθείτε από τον Θεό. Δίνετε σε εκείνους που έχουν ανάγκη βοήθειας, και θα δώσει και σε σας βοήθεια ο Θεός. Η πρόνοια, η δικαιοσύνη και η αγαθότητα του Θεού θα σας δώσει στην αγκαλιά σας ένα μέτρο καλό, στοιβαγμένο και κουνημένο, ώστε να μη μένει καθόλου κενός χώρος στο δοχείο της μετρήσεως, ένα μέτρο που θα πλεονάζει και θα ξεχύνεται· διότι με την ίδια πλούσια διάθεση και με το ίδιο μέτρο της ευεργεσίας με το οποίο μετράτε τις δωρεές σας προς τους άλλους, θα μετρήσει και θα ανταποδώσει και σε σας ο Θεός)»].
Και δεν λέγει τέτοια πράγματα για να αποτρέψει όσους αγαπούν από το να αγαπούν και όσους αγαθοποιούν να αγαθοποιούν και να δανείζουν σε εκείνους από τους οποίους πρόκειται να ξαναπάρουν· αλλά παριστάνει το καθένα από αυτά ως άμισθο, διότι έχει εδώ την ανταπόδοση και δεν φέρει καμία χάρη στην ψυχή μήτε την καθαρίζει από την κηλίδα της αμαρτίας που έχει αποτυπωθεί σε αυτήν. Αυτά λοιπόν, αν μεν είναι παρόντα δεν φέρουν στην ψυχή κανένα κέρδος και καμία χάρη ως αντίθετη ανταπόδοση, αν πάλι απουσιάζουν, πολλή μέμψη και ζημία επιφέρουν. Όσοι δεν αγαπούν ούτε εκείνους που τους αγαπούν και τους φροντίζουν είναι χειρότεροι και από τους τελώνες και αμαρτωλούς· όσοι όμως τους ανταμείβουν και με τα αντίθετα, με έργα ή με λόγια, πόσο περισσότερο; Τέτοιοι είναι πάντως και όσοι αφηνιάζουν προς τους άρχοντες της πόλεως που μάλιστα καθημερινά καταβάλλουν γι’ αυτούς σημαντικές φροντίδες, όσοι δεν αποδίδουν την αρμόζουσα εύνοια προς τους από τον Θεό τοποθετημένους βασιλείς, όσοι δεν ταπεινώνονται κάτω από το κραταιό χέρι του Θεού, αλλά απειθούν στην Εκκλησία του Χριστού και αγανακτούν μάταια κατά των προστατών της Εκκλησίας, που μάλιστα νοιάζονται γι’ αυτούς και θέλουν και εύχονται και πράττουν με όλη τους την δύναμη κάθε αγαθό και ωφέλιμο γι’ αυτούς.
Αλλά και εκείνοι που δεν θέλουν να δανείζουν στους υποσχόμενους να ξαναδώσουν τα ίσα στον καιρό τους, ενώ απαιτούν τόκους, και μάλιστα υψηλούς, και χωρίς αυτούς δεν επιτρέπουν ούτε να εμφανίζεται ο κήνσος και το αργύριο, είναι σχεδόν άνομοι και χειρότεροι από τους αμαρτωλούς, ως μη πειθόμενοι ούτε στον παλαιό Νόμο, ούτε στην Νέα Διαθήκη. Από αυτά η μεν Διαθήκη προτρέπει να δανείζομε και σε εκείνους από τους οποίους δεν υπάρχει ελπίδα να ξαναπάρουμε ως δάνειο[Λουκά 6,34: «Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα» ], ο δε Νόμος λέγει «να μην τοκίζεις τα χρήματά σου» [Λευίτ.25,37: «Τὸ ἀργύριόν σου οὐ δώσεις αὐτῷ ἐπὶ τόκῳ καὶ ἐπὶ πλεονασμῷ οὐ δώσεις αὐτῷ τὰ βρώματά σου(:Δεν θα δανείσεις τα χρήματά σου στον φτωχό με τόκο και δεν θα του δώσεις τα τρόφιμά σου με σκοπό να αποκτήσεις περισσότερα)»· και Δευτ.23,20: «Οὐκ ἐκτοκιεῖς τῷ ἀδελφῷ σου τόκον ἀργυρίου καὶ τόκον βρωμάτων καὶ τόκον παντὸς πράγματος, οὗ ἐὰν ἐκδανείσῃς(: Δεν θα δανείζεις με σκοπό να παίρνεις τόκο από τον αδελφό σου, τόκο για χρήματα ή τόκο για τρόφιμα ή τόκο για οποιοδήποτε άλλο πράγμα που θα του δανείσεις)» κ.ε.], και επαινεί [Ψαλμ. 14,5: «Τὸ ἀργύριον αὐτοῦ οὐκ ἔδωκεν ἐπὶ τόκῳ καὶ δῶρα ἐπ᾿ ἀθῴοις οὐκ ἔλαβεν. Ὁ ποιῶν ταῦτα, οὐ σαλευθήσεται εἰς τὸν αἰῶνα(:Ο άνθρωπος αυτός δεν εκμεταλλεύτηκε ποτέ τον φτωχό στην ανάγκη του, αλλά δάνεισε άτοκα τα χρήματά του και δεν έλαβε ποτέ δώρα για να βλάψει και να αδικήσει τους αθώους. Εκείνος που πράττει αυτά, θα παραμείνει αιώνια ασάλευτος και ακλόνητος εν μέσω οποιωνδήποτε προσβολών και κινδύνων)»] και συνιστά επίσης να αποφεύγουν την πόλη, της οποίας στις πλατείες, δηλαδή δημόσια, συνάπτονται δάνεια με τόκο και δόλο [Ψαλμ.54,11-12: «Ἡμέρας καὶ νυκτὸς κυκλώσει αὐτὴν ἐπὶ τὰ τείχη αὐτῆς, καὶ ἀνομία καὶ κόπος ἐν μέσῳ αὐτῆς καὶ ἀδικία, καὶ οὐκ ἐξέλιπεν ἐκ τῶν πλατειῶν αὐτῆς τόκος καὶ δόλος(:Ημέρα και νύκτα η αντιλογία αυτή την κυκλώνει και κάνει τον γύρο της επί των τειχών της, σαν άλλο εχθρικό στράτευμα που την πολιορκεί, κατά τον οποίο χρόνο στο εσωτερικό και το κέντρο της πόλεως κυριαρχεί η παραβίαση των νόμων και η καταπίεση των φιλήσυχων και ο εκβιασμός τους και κάθε είδος αδικίας. Και δεν έλειψε από τις πλατείες της ολοφάνερα και αναιδώς διεξαγομένη η τοκογλυφία και η απάτη)»].
Βλέπετε ότι ο τοκογλύφος δεν αφαιρεί μόνο της ψυχής του αλλά και της πολιτείας την δόξα, διότι της προσάπτει κατηγορία απανθρωπίας και την αδικεί όλη από κοινού σοβαρά; Διότι, ενώ είναι πολίτης αυτής και όσα έχει τα απέκτησε από αυτήν, δεν τα χρησιμοποιεί υπέρ αυτής· σε αυτούς που δεν έχουν δεν θέλει να δανείζει, σε αυτούς δε που έχουν, αλλά πάντως λίγα, δίνει με τόκο, ώστε μαζί με την τέχνη να τους αφαιρέσει και εκείνα τα λίγα χρήματα που έχουν. Γι΄ αυτό προφανώς ο προφήτης με τον τόκο συνάπτει τον δόλο λέγοντας : «Ἰδοὺ ἐμάκρυνα φυγαδεύων καὶ ηὐλίσθην ἐν τῇ ἐρήμῳ. Καταπόντισον, Κύριε, καὶ καταδίελε τὰς γλώσσας αὐτῶν, ὅτι εἶδον ἀνομίαν καὶ ἀντιλογίαν ἐν τῇ πόλει. Καὶ οὐκ ἐξέλιπεν ἐκ τῶν πλατειῶν αὐτῆς τόκος καὶ δόλος(:Εάν πραγματικά είχα τέτοιες φτερούγες θα απομακρυνόμουν φεύγοντας μακριά από τους εχθρούς που με επιβουλεύονται και θα κατοικούσα στο ύπαιθρο και σε έρημο τόπο. Καταπόντισε, Κύριε, ως σε βυθό θαλάσσης τις συκοφαντικές τους γλώσσες, και φέρε διαίρεση και πλήρη σύγχυση σε αυτούς, ώστε να διασπαστεί η εγκληματική προς το κακό συμφωνία των παρανόμων αυτών ανθρώπων, διότι αυτοί με τις διαβολές τους διέφθειραν την πόλη, και βλέπω τώρα σε αυτή να επικρατεί παρανομία και η παραβίαση των νόμων και ο από την αντιλογία διχασμός και διαπληκτισμός. Και δεν έλειψε από τις πλατείες της ολοφάνερα και αναιδώς διεξαγομένη η τοκογλυφία και η απάτη)» [Ψαλμ.54,8-12].
Σπεύδει, λοιπόν, να πλουτίσει ο τοκιστής όχι τόσο με χρήματα όσο με αμαρτήματα, καταστρέφοντας και τον πλούτο και την ψυχή του δανειστή· διότι οι τόκοι είναι σαν γεννήματα εχιδνών, που φωλιάζουν στους κόλπους των φιλάργυρων και υποδεικνύουν ότι δεν θα διαφύγουν τους ακοίμητους σκώληκες που απειλούνται για τον μέλλοντα αιώνα. Και αν κάποιος από αυτούς λέγει ότι «επειδή δεν μου επιτρέπεις να λαμβάνω τόκους, θα κρατήσω κοντά μου το αργύριο που μου περισσεύει και δεν θα το προσφέρω σε όσους χρειάζονται να δανειστούν», ας γνωρίζει ότι κατέχει στους κόλπους του τις μητέρες των εχιδνών, που θα του γίνουν μητέρες και των ακοιμήτων εκείνων σκωλήκων.
Γι’ αυτά λοιπόν ο Κύριος, για να μας απομακρύνει εκ του ασφαλούς από τέτοια κακά, παραγγέλλει να αγαπούμε και να αγαθοποιούμε και τους εχθρούς και να δανείζομε στους μη έχοντες να αποδώσουν χωρίς να απελπιζόμαστε· διότι, λέγει: «Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς(:Εσείς όμως να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να τους ευεργετείτε και να τους δανείζετε χωρίς να ελπίζετε σε καμία ανταπόδοση απ’ αυτούς. Και θα είναι πολύς ο μισθός σας και μεγάλη η ανταμοιβή σας από τον Θεό. Και θα είστε στη Βασιλεία των ουρανών κατά χάριν παιδιά του υψίστου Θεού, με τον Οποίο θα μοιάζετε πνευματικώς. Διότι κι Αυτός είναι ευεργετικός και ωφέλιμος στους ανθρώπους που δείχνουν αχαριστία στις τόσες ευεργεσίες Του και που δεν έχουν καλή διάθεση και προαίρεση αλλά είναι πονηροί)» [Λουκά 6,35]. «Να μη νομίζεις», λέγει, «επειδή αγαθοποιείς όσους κάνουν κακό και δίνεις σε όσους δεν αποδίδουν πίσω αυτό που τους δάνεισες, ότι θα χάσεις τα δικά σου· διότι ο παρών καιρός είναι του σπόρου της αγαθοεργίας, ο δε καιρός του κατάλληλου θερισμού είναι ο μέλλοντας αιώνας». Μην απελπιστείς λοιπόν για τον ορισμένο χρόνο μεταξύ σποράς και θερισμού, αλλά γνώριζε ότι θα συγκομίσεις τα αγαθά σου πολλαπλάσια, όπως και οι εδώ κακοποιούντες θα συγκομίσουν τα δικά τους κακά. Διότι όποια σπείρει κανείς εδώ, τέτοια θα θερίσει εκεί, αλλά με μεγάλη προσθήκη.
Αν λοιπόν με τα έργα σου ομοιώσεις τον εαυτό σου με τον Υιό του Θεού και δείξεις ότι είσαι σε όλους χρηστός, όπως και Εκείνος είναι σε όλους χρηστός, εκεί θα λάβεις με αύξηση και προς Αυτόν ομοίωση, περιλαμπόμενος με το φως της δόξης του Υψίστου και συζώντας αιωνίως με εκείνους, με τους οποίους θα είναι Χριστός ο Θεός ανάμεσα σε θεούς[Ψαλμ.81,1: «Ὁ Θεὸς ἔστη ἐν συναγωγῇ θεῶν, ἐν μέσῳ δὲ θεοὺς διακρινεῖ(:Ο Θεός στάθηκε στο μέσο συνάξεως κριτών και αρχόντων, τους οποίους ως αντιπροσώπους Του εγκατέστησε και με θείο κύρος περιέβαλε, κατά την απονομή της δικαιοσύνης, και ανάμεσά τους λοιπόν, αφού καταλάβει την πρέπουσα σε Αυτόν θέση, θα κρίνει όσους έχουν περιβεβληθεί θεία εξουσία και την διαχειρίζονται)»], διαμοιράζοντας τα αξιώματα της αϊδίας μακαριότητος· διότι αυτό δήλωσε με την προσθήκη: «Ἒσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς (:Και θα είστε στην Βασιλεία των ουρανών κατά χάριν παιδιά του υψίστου Θεού, με τον Οποίο θα μοιάζετε πνευματικώς. Διότι κι Αυτός είναι ευεργετικός και ωφέλιμος στους ανθρώπους που δείχνουν αχαριστία στις τόσες ευεργεσίες Του και που δεν έχουν καλή διάθεση και προαίρεση, αλλά είναι πονηροί)» [Λουκά 6,35].
Γι’αυτό λοιπόν ο Υιός του Θεού κατήλθε στην γη, αφού έκλινε τους ουρανούς, και έγινε υιός ανθρώπου και είπε και έπραξε τα τοιαύτα, και τέλος πάντων πέθανε για χάρη μας και αναστήθηκε και πάλι ανήλθε στους ουρανούς, για να κάνει εμάς ουρανίους και αθάνατους και υιούς Θεού. Ώστε όσα απαιτεί τώρα από μας, να αγαπούμε τους εχθρούς, να αγαθοποιούμε, να δανείζουμε σε αυτούς που δεν έχουν να αποδώσουν, όχι μόνο είναι κατάλληλα και συμφέροντα για μας, όπως έχει προαποδειχθεί, αλλά και είναι μικρά παραβαλλόμενα προς όσα δίδονται από Εκείνον. Διότι Αυτός μεν έδωσε τον εαυτό Του για μας που όχι μόνο δεν είχαμε να ανταποδώσουμε τίποτε, αλλά αναφανήκαμε πρωτύτερα και αχάριστοι και πονηροί με πολλές ενέργειες· και μας προτρέπει να δανείζομε από τα περιττά και να ευεργετούμε από όσα έχομε. Ποια και πόσα; Και για τα μικρά αυτά ανταποδίδει την προς εαυτόν ομοιότητα και την υψίστη υιοθεσία και τους ουρανίους μισθούς, λέγοντας: «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.(:Να γίνεστε λοιπόν σπλαχνικοί προς τον συνάνθρωπό σας και συμπονετικοί στις δυστυχίες του και στις ανάγκες του, όπως και ο ουράνιος Πατέρας σας είναι σπλαχνικός σε όλους)»[Λουκά 6,36] και «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν (:Πρέπει λοιπόν να γίνετε τέλειοι με την αγάπη προς όλους, όπως είναι τέλειος και ο ουράνιος Πατέρας σας, ο οποίος είναι αγάπη)» [Ματθ.5,48].
Μαζί με τον Οποίο και με το Άγιο Πνεύμα πρέπει σε Αυτόν δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, Ομιλίες ΜΓ΄- ΞΓ΄, ομιλία ΜΕ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 11, σελίδες 67-85.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.