Στὴ θύμηση μιᾶς ἐποχῆς
1. Πιότερα ἀπ᾽ ὅλα νοσταλγῶ τὰ ὄμορφα νυχτέρια μιᾶς ἐποχῆς ἀλλοτινῆς ξένοιαστης καὶ ἀθώας μὲ τὴν κουβέντα νὰ κυλᾶ ἀνάμεσά μας χαρωπὰ μὲ λόγια μεστωμένα καὶ χωρατὰ καμιὰ φορά ποὺ ἔτρεφαν, μᾶς γλύκαιναν καὶ μᾶς καλοταξίδευαν σὲ λογισμοὺς καὶ ὄνειρα τῆς νιότης τὰ σπουδαῖα. Τὸ πνεῦμα μας, ἀνήσυχο φιλόσοφος ὁ νοῦς ἔκρινε καὶ δεχότανε κι ἀβίαστα ἀσπαζότανε ἀπόψεις τῆς ζωῆς.
2. Μιὰ γοητεία ἀλλιώτικη στὴ θύμηση ἀφημένη στὸ νοῦ μου ἀπόψε σεργιανᾶ καὶ ξαναζωντανεύει τὰ χρόνια μας τὰ προτινά τὰ ἁπλὰ κι εὐλογημένα τὰ ἥσυχα καὶ ταπεινά ποὺ ἦταν μυρωμένα μὲ ἦθος καὶ σεμνότητα κι ἀληθινὴ οὐσία μὲ ἀνθρωπιὰ καὶ ὁράματα καὶ λαϊκὴ σοφία.
3. Στὸ μίζερο τὸ «σήμερα» τὸ γκρίζο ἀπὸ σχέσεις ποὺ ἡ μοναξιὰ περίσσεψε καὶ στέρεψαν οἱ λέξεις, τὰ χρόνια ἐκεῖνα ἀνιστοροῦν μὲ ᾽πεθυμιὰ καὶ λένε πόσο καλὰ καὶ ὄμορφα γειτόνευε ὁ κόσμος μὲ σεβασμὸ καὶ εὐπρέπεια σὲ μιὰ κοινὴ πορεία ἐμπιστοσύνης θαρρετῆς κι ἀνάγκης γιὰ φιλία, μὲ τίς καρδιές τους ἀνοιχτές καὶ τίς ψυχὲς γεμᾶτες μὲ σπάνιες, ἀληθινές καὶ ζηλευτὲς ἀγάπες.
4. Ὄμορφο τὸ γειτόνεμα, οἱ ἄνθρωποι ἁπλοί σωστὰ μεγαλωμένοι μὲ πίστη κι ἀρετή, εὐχαριστοῦσαν στὰ πολλά καὶ δόξαζαν στὰ λίγα μὲ σύνεση κι ἀπαντοχή καὶ ἀρχοντιὰ περίσσεια, κι αὐτάρκεις καὶ εὐγνώμονες στὴν ἴδια τὴ ζωή μοιράζονταν καὶ χαίρονταν σχεδὸν τὸ κάθε τί.
ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΜΠΟΥΚΑ ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗ