ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ (26/2/2023)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ
Προς Ρωμαίους, κεφ.ΙΓ΄, εδάφια 11-14 και κεφ. ΙΔ΄, εδάφια 1-4
Κεφ. ΙΓ΄ 11 Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. 12 Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. 13 Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, 14 ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας.
Κεφ. ΙΔ΄ 1Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. 2 Ὅς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. 3 Ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. 4 Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; Τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
Κεφ. ΙΔ΄ 11 Ας κάνουμε λοιπόν τα έργα αυτά της αγάπης, ακούραστοι και χωρίς αναβολή, γνωρίζοντας σε ποιον καιρό ζούμε. Ζούμε σε εποχή που απαιτεί επειγόντως την άσκηση της αρετής· διότι είναι πλέον ώρα να σηκωθούμε από τον ύπνο της αμέλειας, που μας κάνει δυσκολοκίνητους στο καλό. Διότι τώρα η ημέρα της δευτέρας παρουσίας που θα σημάνει την πλήρη απολύτρωση των πιστών, είναι πλησιέστερη σε μας παρά τότε που πιστέψαμε. Εάν λοιπόν τότε δείξαμε ζήλο και δραστηριότητα, πολύ περισσότερο πρέπει να το δείξουμε και τώρα. 12 Η ζωή αυτή, που μοιάζει με νύχτα σκοτεινή, προχώρησε, ενώ η ημέρα της άλλης ζωής πλησίασε. Και αν ακόμη δεν έλθει ο Κύριος σύντομα με την ένδοξη Δευτέρα Του παρουσία, έρχεται όμως για τον καθένα μας με τον θάνατο. Πλησιάζει λοιπόν για τον καθένα μας η ημέρα της άλλης ζωής. Ας αποθέσουμε λοιπόν σαν νυκτερινά ενδύματα τα έργα της αμαρτίας, που γίνονται στο σκοτάδι, και ας ντυθούμε σαν άλλα όπλα τα φωτεινά έργα της αρετής. 13 Όπως συμπεριφέρεται κανείς την ημέρα, που τα βλέμματα πολλών τον παρακολουθούν, έτσι και εμείς ας συμπεριφερθούμε με ευπρέπεια και σεμνότητα· όχι με άσεμνα φαγοπότια και μεθύσια, ούτε με πράξεις αισχρότητας και ασέλγειας, ούτε με φιλονικίες και ζηλοτυπίες. 14 Αλλά φορέστε σαν ένδυμα της ψυχής σας τον Κύριο Ιησού Χριστό, ώστε στην όλη ζωή σας να μοιάσετε με Αυτόν. Και μη φροντίζετε για τη σάρκα πώς να ικανοποιείτε τις παράνομες επιθυμίες της. Τέτοια πρέπει να είναι η συμπεριφορά σας μέσα στην κοινωνία που ζείτε.
Κεφ.ΙΔ΄ 1Υπάρχουν όμως και μερικοί Χριστιανοί αδύνατοι στην πίστη. Να λοιπόν ποια πρέπει να είναι και προς αυτούς η συμπεριφορά σας. Να δέχεστε με καλοσύνη εκείνον που είναι αδύνατος στην πίστη και εξαρτά τη σωτηρία του και από τη διάκριση των φαγητών και των ημερών, χωρίς να συζητάτε και να επικρίνετε τις ιδέες του. 2 Άλλος βέβαια πιστεύει ότι δεν απαγορεύεται να φάει όλα τα φαγητά. Ενώ ο αδύνατος στην πίστη τρώει λαχανικά και αποφεύγει τα άλλα φαγητά από τον φόβο μήπως μολυνθεί από αυτά. 3Εκείνος που λόγω της ισχυρότερης πίστης του τρώει από όλα τα φαγητά, ας μην περιφρονεί ως στενοκέφαλο εκείνον που δεν τρώει από όλα. Και αυτός που δεν τρώει από όλα, ας μην κατακρίνει εκείνον που τρώει· διότι και αυτόν που τρώει από όλα ο Θεός τον προσέλαβε στην Εκκλησία Του. 4 Ποιος είσαι εσύ που κατακρίνεις ξένο δούλο; Αυτός δεν έχει εσένα Κύριο, αλλά τον Θεό. Σε σχέση με τον Κύριό του στέκεται ή πέφτει πνευματικά. Μάθε λοιπόν ότι ενώ εσύ τον κατακρίνεις, αυτός θα σταθεί στερεός στην πίστη· διότι ο Θεός έχει τη δύναμη να τον ανορθώσει και να τον στερεώσει.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ
Κατά Ματθαίον, κεφ. ΣΤ΄, εδάφια 14-21
14 ᾿Εὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· 15 ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. 16 ῞Οταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. 17 Σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, 18 ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ.
19 Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι· 20 θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· 21 ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
14 Πρέπει λοιπόν, όταν ζητάτε τη συγχώρηση των αμαρτιών σας, να συγχωρείτε κι εσείς τους άλλους· διότι εάν συγχωρήσετε τα αμαρτήματα που σας έκαναν οι άνθρωποι, και ο Πατέρας σας ο ουράνιος θα συγχωρήσει και τα δικά σας αμαρτήματα. 15 Εάν όμως δεν συγχωρήσετε τους ανθρώπους που αμάρτησαν απέναντί σας, ούτε ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τις δικές σας αμαρτίες προς Αυτόν.
16 Και όταν νηστεύετε, μη γίνεστε σκυθρωποί και περίλυποι σαν τους υποκριτές· διότι αυτοί αλλοιώνουν τα πρόσωπά τους και παίρνουν την όψη και την έκφραση ανθρώπου καταβεβλημένου από τις στερήσεις, για να φανούν στους ανθρώπους ότι νηστεύουν. Αληθινά σας λέω ότι πήραν ολοκληρωτικά την αμοιβή τους από τους επαίνους των ανθρώπων. 17 Εσύ όμως όταν νηστεύεις, άλειψε το κεφάλι σου και νίψε το πρόσωπό σου, ώστε να φαίνεσαι χαρούμενος, 18 και να μη φανείς στους ανθρώπους ότι νηστεύεις. Αλλά η νηστεία σου να φανεί μόνο στον Πατέρα σου, που είναι βέβαια αόρατος, αλλά βρίσκεται παρών και στα πιο απόκρυφα μέρη. Κι ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά, θα σου αποδώσει την αμοιβή σου στα φανερά.
19 Μη μαζεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς πάνω στη γη, όπου ο σκόρος και η φθορά της σαπίλας ή της σκουριάς αφανίζουν τα αποθηκευμένα είδη του πλούτου και όπου οι κλέφτες τρυπούν τους τοίχους των θησαυροφυλακίων και τα κλέβουν. 20 Μαζεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς στον ουρανό, όπου ούτε ο σκόρος ούτε η σαπίλα και η σκουριά αφανίζουν τους αποθηκευμένους θησαυρούς σας και όπου οι κλέφτες δεν τρυπούν τους τοίχους των θησαυροφυλακίων σας, ούτε κλέβουν. 21Πρέπει λοιπόν να θησαυρίζετε θησαυρούς στον ουρανό, για να είναι και η καρδιά σας προσκολλημένη στον Θεό και στα ουράνια· διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ [:Ρωμ. 13,11-14 και 14,1-4]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι (:Ας κάνουμε λοιπόν τα έργα αυτά της αγάπης, ακούραστοι και χωρίς αναβολή, γνωρίζοντας σε ποιον καιρό ζούμε. Ζούμε σε εποχή που απαιτεί επειγόντως την άσκηση της αρετής· διότι είναι πλέον ώρα να σηκωθούμε από τον ύπνο της αμέλειας, που μας κάνει δυσκολοκίνητους στο καλό)»[Ρωμ.13,11].
Αφού υπέδειξε όλα όσα έπρεπε ο Παύλος, τους παρακινεί πάλι προς την εκτέλεση των αγαθών από το πιο επείγον. «Γιατί ο καιρός της Κρίσεως», λέγει, «είναι πολύ κοντά», όπως ακριβώς έγραφε και στους Κορινθίους, ότι «ὁ καιρὸς συνεσταλμένος τὸ λοιπόν ἐστιν(:ο καιρός της ζωής αυτής είναι πολύ μικρός και λιγοστός)»[Α΄Κορ.7,29]· και στους Εβραίους πάλι: «Ἒτι γὰρ μικρὸν ὅσον ὅσον, ὁ ἐρχόμενος ἥξει καὶ οὐ χρονιεῖ(:Δείξτε υπομονή διότι πολύ λίγος χρόνος μένει ακόμη και ο Κύριος που περιμένουμε να έλθει και πάλι, θα έλθει και δεν θα αργήσει)»[Εβρ.10,37]. Αλλά εκεί τα έλεγε αυτά για να τονώσει εκείνους που κοπίαζαν και για να τους παρηγορήσει για τους ιδρώτες για τους διαδοχικούς πειρασμούς, ενώ εδώ για να ξυπνήσει εκείνους που κοιμούνταν· καθόσον αυτός ο λόγος μας είναι χρήσιμος και για τα δύο.
Τι όμως σημαίνει αυτό που λέγει: «Ὣρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι (:Είναι ώρα να σηκωθούμε από τον ύπνο)»; Δηλαδή, κοντά είναι η ανάσταση, κοντά η φοβερή κρίση, κοντά η ημέρα που καίγεται σαν φούρνος, και πρέπει πλέον να απαλλαγούμε από την αδιαφορία. «Νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν (:Διότι τώρα η ημέρα της δευτέρας παρουσίας που θα σημάνει την πλήρη απολύτρωση των πιστών, είναι πλησιέστερη σε μας παρά τότε που πιστέψαμε. Εάν λοιπόν τότε δείξαμε ζήλο και δραστηριότητα, πολύ περισσότερο πρέπει να το δείξουμε και τώρα)»[Ρωμ.13,11]. Βλέπεις ότι παρουσιάζει σε αυτούς τώρα την ανάσταση; «Γιατί καθώς περνάει ο χρόνος», λέγει, «ξοδεύεται ο καιρός της παρούσας ζωής, ενώ έρχεται πιο κοντά ο καιρός της μέλλουσας ζωής. Εάν λοιπόν είσαι προετοιμασμένος και έχεις κάνει όλα όσα διέταξε, η ημέρα γίνεται για σένα σωτηρία, εάν όμως συμβαίνει το αντίθετο, δεν είναι ακόμη».
Στην αρχή όμως δεν προτρέπει από τα λυπηρά, αλλά από τα χρηστά, για να τους απαλλάξει και έτσι από τη συμπάθεια για τα παρόντα. Στη συνέχεια, επειδή ήταν φυσικό να δείχνουν περισσότερη προθυμία στην αρχή και στο ξεκίνημα, αφού ήταν σφοδρός ο πόθος τους, αλλά με το πέρασμα του χρόνου να σβήσει εντελώς κάθε ζήλος, λέγει ότι πρέπει να κάνουν το αντίθετο, να μη χαλαρώνουν όσο περνάει ο καιρός, αλλά να εντείνουν περισσότερο την προσπάθειά τους. Γιατί όσο πλησιάζει ο βασιλιάς, τόσο περισσότερο πρέπει να προετοιμαζόμαστε· όσο περισσότερο κοντά είναι το βραβείο, τόσο περισσότερο πρέπει να μεγαλώνει η προθυμία μας για τους αγώνες. Γιατί και οι δρομείς αυτό κάνουν· όταν φτάνουν κοντά στο τέλος του δρόμου και στην παραλαβή του βραβείου, τότε εντείνουν περισσότερο την προσπάθεια. Γι’ αυτό έλεγε «τώρα είναι πιο κοντά η σωτηρία μας, παρά τότε που πιστέψαμε».
«Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν(:Η ζωή αυτή, που μοιάζει με νύχτα σκοτεινή, προχώρησε ενώ η ημέρα της άλλης ζωής πλησίασε. Και αν ακόμη δεν έλθει ο Κύριος σύντομα με την ένδοξη Δευτέρα Του παρουσία, έρχεται όμως για τον καθένα μας με τον θάνατο. Πλησιάζει λοιπόν για τον καθένα μας η ημέρα της άλλης ζωής)»[Ρωμ.13,12]. Εάν λοιπόν αυτή τελειώνει, εκείνη όμως πλησιάζει· ας κάνουμε πλέον τα έργα εκείνης και όχι τα έργα αυτής. Καθόσον και στα βιοτικά πράγματα αυτό συμβαίνει. Όταν δούμε ότι η νύχτα τρέχει προς το χάραμα και ακούσουμε να κελαηδεί το χελιδόνι, ο καθένας μας ξυπνάει τον πλησίον του, αν και βέβαια είναι ακόμη νύχτα. Αλλά επειδή ήδη φεύγει, βιαζόμαστε λέγοντας ο ένας στον άλλο ότι ξημέρωσε, και κάνουμε όλα όσα ανήκουν στην ημέρα, δηλαδή ντυνόμαστε και λυτρωνόμαστε από τα όνειρα και απομακρύνουμε από μας τον ύπνο, για να μας βρει προετοιμασμένους η ημέρα και για να μην αρχίσουμε τότε να σηκωνόμαστε από το κρεβάτι και τεντωνόμαστε, όταν ανατέλλει ο ήλιος. Αυτά λοιπόν που κάνουμε εκεί, ας τα κάνουμε και εδώ. Ας αποβάλουμε τις φαντασίες, ας απαλλαγούμε από τα όνειρα της παρούσας ζωής, ας αποθέσουμε τον βαθύ ύπνο και ας ντυθούμε αντί για ρούχα την αρετή.
Για να δηλώσει λοιπόν όλα αυτά έλεγε: «Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός(:Ας αποθέσουμε λοιπόν σαν νυκτερινά ενδύματα τα έργα της αμαρτίας, που γίνονται στο σκοτάδι, και ας ντυθούμε σαν άλλα όπλα τα φωτεινά έργα της αρετής)»[Ρωμ.13,12]. Καθόσον η ημέρα μάς καλεί για παράταξη και μάχη. Αλλά μη φοβηθείς, ακούοντας για παράταξη και μάχη. Γιατί στην υλική πανοπλία το να οπλίζεται κανείς είναι βαρύ και ανεπιθύμητο, ενώ εδώ ποθητό και άξιο ευχής, γιατί τα όπλα είναι του φωτός. Γι’ αυτό και σε φανερώνουν πιο λαμπρό από την ακτίνα του ήλιου, επειδή εκπέμπουν πολλή λάμψη, και σε ασφαλίζουν, γιατί είναι όπλα, και σε κάνουν να λάμπεις πάρα πολύ, γιατί είναι όπλα του φωτός. Τι λοιπόν; Δε χρειάζεται να πολεμούμε; Χρειάζεται να πολεμούμε, όχι βέβαια να ταλαιπωρούμαστε και να κοπιάζουμε, γιατί ούτε πόλεμος είναι αυτός, αλλά χορός και πανηγύρι. Τέτοια είναι η φύση των όπλων, τέτοια είναι η δύναμη του στρατηγού. Και όπως ακριβώς ο γαμπρός στολίζεται και βγαίνει από το νυφικό δωμάτιο, έτσι και εκείνος που είναι ενισχυμένος με τα όπλα αυτά. Καθόσον είναι μαζί και στρατιώτης και γαμπρός.
Αφού είπε όμως ότι η ημέρα πλησίασε, δεν την αφήνει να είναι κοντά, αλλά την παρουσιάζει αμέσως· γιατί λέγει: «ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν (:όπως συμπεριφέρεται κανείς την ημέρα, που τα βλέμματα πολλών τον παρακολουθούν, έτσι και εμείς ας συμπεριφερθούμε με ευπρέπεια και σεμνότητα)»[Ρωμ.13,13]. Τώρα λοιπόν φθάνει η ημέρα. Και από εκείνα που προτρέπονται προπάντων οι πολλοί, απ’ αυτά προσελκύει και αυτούς, δηλαδή τη σεμνότητα. Γιατί γίνονταν πολύς λόγος σε αυτούς για τη δόξα από τους πολλούς. Και δεν είπε «να συμπεριφέρεστε» αλλά «ας συμπεριφερθούμε», για να κάνει ανενόχλητη την παραίνεση και ελαφριά την επίπληξη.
«Μὴ κώμοις καὶ μέθαις(:όχι με άσεμνα φαγοπότια και μεθύσια)»· όχι για να εμποδίσει το να πίνει κανείς, αλλά το να πίνει υπερβολικά· όχι το να απολαμβάνει το κρασί, αλλά το να το απολαμβάνει με κραιπάλη, όπως ακριβώς και το επόμενο αναφέρει με το ίδιο μέτρο λέγοντας: «μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις (:ούτε με πράξεις αισχρότητας και ασέλγειας)». Και βέβαια δεν καταργεί εδώ τη σαρκική μείξη με τις γυναίκες, αλλά την πορνεία.
«Μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ (:ούτε με φιλονικίες και ζηλοτυπίες)»· δηλαδή σβήνει τα θανάσιμα από τα πάθη, την επιθυμία και τον θυμό. Γι’ αυτό ακριβώς δεν καταργεί μόνο αυτά, αλλά και τις πηγές τους. Γιατί τίποτε δεν ανάβει τόσο την επιθυμία και δεν εξάπτει την οργή, όσο το μεθύσι και η κραιπάλη. Γι’ αυτό, αφού είπε πρώτα: «μὴ κώμοις καὶ μέθαις(:όχι με άσεμνα φαγοπότια και μεθύσια)», τότε πρόσθεσε: «μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ (:ούτε με πράξεις αισχρότητας και ασέλγειας, ούτε με φιλονικίες και ζηλοτυπίες)». Και ούτε εδώ σταμάτησε, αλλά αφού μας έβγαλε τα πονηρά ρούχα, άκουσε πώς μας στολίζει στη συνέχεια λέγοντας: «ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν (:αλλά φορέστε σαν ένδυμα της ψυχής σας τον Κύριο Ιησού Χριστό, ώστε στην όλη ζωή σας να μοιάσετε με Αυτόν)»[Ρωμ.13,14]. Δεν ανέφερε πια έργα, αλλά τους παρότρυνε σε μεγαλύτερο βαθμό. Γιατί, όταν τους μιλούσε για την κακία, ανέφερε έργα, αλλά όταν μιλούσε για την αρετή, δεν ανέφερε πια έργα, αλλά όπλα, δείχνοντας ότι η αρετή οδηγεί σε κάθε ασφάλεια εκείνον που την έχει και σε κάθε λαμπρότητα. Και ούτε εδώ σταμάτησε, αλλά οδηγώντας τον λόγο στο μεγαλύτερο, που ήταν πολύ πιο τρομερό, μας δίνει τον ίδιο τον Κύριο ως ένδυμα, τον ίδιο τον βασιλιά. Γιατί εκείνος που είναι ντυμένος με Αυτόν, έχει ολόκληρη την αρετή.
Όταν όμως λέγει «ντυθείτε», προστάζει να ντυνόμαστε με Αυτόν από παντού, όπως ακριβώς λέγει αλλού: «Εἰ δὲ Χριστὸς ἐν ὑμῖν, τὸ μὲν σῶμα νεκρὸν δι᾿ ἁμαρτίαν, τὸ δὲ πνεῦμα ζωὴ διὰ δικαιοσύνην(:Εάν όμως ο Χριστός είναι μέσα σας με το Πνεύμα Του, τότε, ενώ το σώμα σας υπόκειται στον φυσικό θάνατο εξαιτίας της προπατορικής μας αμαρτίας, η ψυχή όμως που έγινε πνευματική θα έχει ζωή αιώνια λόγω της δικαιώσεως που μας έδωσε ο Χριστός και της αρετής που ήδη αποκτά με τη χάρη του Θεού)»[Ρωμ.8,10]· και πάλι: «ἵνα δῴη ὑμῖν κατὰ τὸν πλοῦτον τῆς δόξης αὐτοῦ δυνάμει κραταιωθῆναι διὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ εἰς τὸν ἔσω ἄνθρωπον, κατοικῆσαι τὸν Χριστὸν διὰ τῆς πίστεως ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν(: και Τον παρακαλώ θερμά να σας δώσει σύμφωνα με τον πλούτο της δοξασμένης και άπειρης τελειότητάς Του, ώστε δια του αγίου Πνεύματός Του να γεμίσετε με δύναμη μέσα σας, στον εσωτερικό σας άνθρωπο, για να κατοικήσει ο Χριστός με την πίστη μέσα στις καρδιές σας)»[Εφ.3,16-17].
Καθόσον θέλει να είναι η ψυχή μας κατοικία γι΄ Αυτόν και να Τον φορούμε γύρω μας σαν ρούχο, για να είναι Αυτός σε μας τα πάντα από μέσα και από έξω. Γιατί Αυτός είναι το συμπλήρωμά μας, αφού η Εκκλησία Του «ἐστὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ,τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου(:η Εκκλησία αυτή είναι το σώμα Του, το συμπλήρωμα του Χριστού ως ανθρώπου· συμπλήρωμα του Χριστού, ο οποίος ως Θεός γεμίζει τα πάντα ικανοποιώντας όλες τις ανάγκες τους, και παρέχει σε κάθε δημιούργημά Του ό,τι Του χρειάζεται)»[Εφ.1,23]· και οδός και άνδρας και γαμπρός, γιατί λέγει: «Ἡρμοσάμην γὰρ ὑμᾶς ἑνὶ ἀνδρί, παρθένον ἁγνὴν παραστῆσαι τῷ Χριστῷ(:Σας αρραβώνιασα με έναν άνδρα, τον Χριστό, για να παρουσιάσω τον καθένα από εσάς ως παρθένο αγνή σε Αυτόν· δηλαδή να παρουσιάσω τις ψυχές σας αγνές και καθαρές από κάθε πλάνη και αμαρτία, ενωμένες με την πίστη και την αγάπη σε μία πνευματική νύμφη, της οποίας νυμφίος να είναι ο Χριστός)»[Β΄Κορ. 11,2]· και ρίζα και ποτά και τροφή και ζωή, «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ(:γιατί δε ζω πια εγώ)», λέγει, «ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός(: αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός)»[Γαλ. 2,20].
Και να είναι επίσης απόστολος και αρχιερέας και διδάσκαλος και πατέρας και αδελφός και συγκληρονόμος και μέτοχος του τάφου και του σταυρού μας: «Συνετάφημεν οὖν αὐτῷ(:γιατί έχουμε ταφεί μαζί Του)», λέγει, και «διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον (:έχουμε ενωθεί μαζί Του με το βάπτισμά μας σε ένα θάνατο σαν τον δικό Του)»[Ρωμ.6,4-5]· και ικέτης, «ὑπὲρ Χριστοῦ οὖν πρεσβεύομεν(:γιατί είμαστε πρεσβευτές του Χριστού)»[Β΄Κορ.5,20]· και συνήγορός μας στον Πατέρα: «Ὅς καὶ ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν(: γιατί πραγματικά μεσιτεύει για μας)»[Ρωμ. 8,34], λέγει· και σπίτι και κάτοικος: «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ(:Εκείνος που τρώει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου, ενώνεται μαζί μου σ’ ένα σώμα και συνεπώς μένει μέσα μου και γίνεται έτσι μέλος δικό μου˙ κι εγώ μένω μέσα στην ψυχή του, η οποία γίνεται ναός μου)»[Ιω.6,56]· και φίλος: «Ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν (:Εσείς είστε φίλοι μου. Κι εγώ σας δείχνω την τέλεια και ανυπέρβλητη αγάπη μου θυσιάζοντας τη ζωή μου. Και θα εξακολουθείτε να είστε φίλοι μου, εάν κάνετε όσα εγώ σας ζητώ)»[Ιω.15,14]· και θεμέλιος και ακρογωνιαίος λίθος, και εμείς είμαστε μέλη του και χωράφι και οικοδομή και κλήματα και συνεργάτες Του.
Και τι δεν θέλει να είναι από μας, για να μας συνδέει και να μας ενώνει μαζί Του με κάθε τρόπο; Πράγμα που είναι γνώρισμα εκείνου που αγαπάει πάρα πολύ. Να υπακούς λοιπόν, και αφού σηκωθείς από τον ύπνο να ντυθείς τον Χριστό, και αφού Τον ντυθείς να παρέχεις υπάκουη τη σάρκα σου σε Αυτόν. Γιατί αυτό υπαινίχθηκε λέγοντας: «Καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας(:Και μη φροντίζετε για τη σάρκα πώς να ικανοποιείτε τις παράνομες επιθυμίες της. Τέτοια πρέπει να είναι η συμπεριφορά σας μέσα στην κοινωνία που ζείτε)»[Ρωμ.13,14]. Γιατί όπως ακριβώς δεν εμπόδισε το ποτό αλλά το μεθύσι, ούτε τον γάμο αλλά την ασέλγεια, έτσι δεν εμπόδισε τη φροντίδα για τη σάρκα, αλλά τη φροντίδα προς ικανοποίηση των επιθυμιών της, δηλαδή την υπέρβαση της ανάγκης. Γιατί, το ότι προστάζει να φροντίζουμε γι’ αυτή, άκουσε τι λέγει στον Τιμόθεο: «Μηκέτι ὑδροπότει, οἴνῳ ὀλίγῳ χρῶ διὰ τὸν στόμαχόν σου καὶ τὰς πυκνάς σου ἀσθενείας(:Να μην πίνεις πλέον μόνο νερό όταν τρως το φαγητό σου, αλλά να χρησιμοποιείς και λίγο κρασί για το στομάχι σου και τις συχνές αρρώστιές σου)»[Α΄Τιμ.5,23]. Έτσι λοιπόν και εδώ να τη φροντίζεις, αλλά για την υγεία της και όχι για ασέλγεια. Γιατί δεν μπορεί να είναι αυτό πλέον φροντίδα, όταν ανάβεις τη φλόγα, όταν κάνεις φοβερό το καμίνι.
Για να μάθετε όμως και πιο καλά, τι τέλος πάντων σημαίνει το να φροντίζει κανείς για τη σάρκα προς ικανοποίηση των επιθυμιών της, και να αποφύγετε μία τέτοια φροντίδα, σκεφτείτε τους μεθυσμένους, τους κοιλιόδουλους, εκείνους που καμαρώνουν για τα ρούχα τους, τους ακόλαστους, εκείνους που ζουν ζωή φιλήδονη και γεμάτη απολαύσεις και θα μάθετε αυτό που λέχθηκε. Γιατί εκείνοι τα κάνουν όλα, όχι για να υγιαίνουν, αλλά για να σκιρτούν, για να ανάβουν την επιθυμία.
Εσύ όμως που είσαι ντυμένος τον Χριστό, αφού περικόψεις όλα εκείνα, ένα μόνο να ζητάς, πώς να έχεις υγιή τη σάρκα σου. Και μέχρι τόσο φρόντιζε γι’ αυτήν και όχι πιο πέρα, αλλά όλη την προθυμία σου να την αφιερώνεις στη φροντίδα των πνευματικών αγαθών. Έτσι λοιπόν θα μπορέσεις και από τον ύπνο αυτόν να σηκωθείς, χωρίς να αισθάνεσαι βάρος από τις ποικίλες αυτές επιθυμίες. Καθόσον ύπνος είναι η παρούσα ζωή, και δεν διαφέρουν καθόλου από τα όνειρα όσα συμβαίνουν σε αυτήν. Και όπως ακριβώς εκείνοι που κοιμούνται και παραμιλούν και δεν βλέπουν πολλές φορές τίποτε υγιές, έτσι και εμείς, ή μάλλον και πολύ χειρότερα. Γιατί εκείνος που έκαμε κάποιες αισχρές πράξεις ή διηγήθηκε ένα όνειρο, αφού απαλλάχτηκε από τον ύπνο, και από την ντροπή έχει απαλλαχθεί και δεν τιμωρείται· εδώ όμως δεν συμβαίνει το ίδιο, αλλά και η ντροπή και η τιμωρία είναι αθάνατη. Πάλι, όσοι γίνονται πλούσιοι στο όνειρο, όταν ξημερώσει ελέγχονται γιατί πλούτισαν τυχαία, ενώ εδώ και πριν έρθει η ημέρα ακολουθεί πολλές φορές ο έλεγχος, και πριν μεταβούμε εκεί, τα όνειρα αυτά πέταξαν.
Ας αποτινάξουμε λοιπόν τον πονηρό αυτόν ύπνο. Γιατί, αν η ημέρα μας πιάσει να κοιμόμαστε, θα ακολουθήσει θάνατος αιώνιος. Αλλά και πριν από την ημέρα εκείνη θα είμαστε ευάλωτοι σε όλους τους εχθρούς που προέρχονται από εδώ, και στους ανθρώπους και στους δαίμονες· και αν θελήσουν να μας εξοντώσουν, δεν υπάρχει κανείς που θα τους εμποδίσει. Γιατί, αν ήταν πολλοί όσοι επαγρυπνούσαν, δεν θα ήταν τόσο μεγάλος ο κίνδυνος, επειδή όμως ένας και ίσως και δεύτερος, έχει ανάψει λυχνάρι και μένει επάγρυπνος, ενώ οι άλλοι κοιμούνται όπως ακριβώς στα βαθιά μεσάνυχτα, γι’ αυτό επιβάλλεται σε εμάς πολλή επαγρύπνηση και πολλή ασφάλεια, για να μην πάθουμε ανεπανόρθωτα κακά. Δεν φαίνεται τώρα πως είναι φωτεινή η ημέρα; Δεν νομίζουμε όλοι ότι έχουμε ξυπνήσει και είμαστε νηφάλιοι; Αλλά όμως (ίσως και να περιγελάσετε τον λόγο, εγώ όμως θα τον πω), μοιάζουμε όλοι με εκείνους που κοιμούνται μέσα στη βαθειά νύχτα και ροχαλίζουν. Και αν υπήρχε δυνατότητα να δούμε ουσία ασώματη, θα σας έδειχνα πως οι περισσότεροι ροχαλίζουν, ενώ ο διάβολος τρυπάει τους τοίχους και κατασφάζει όσους κοιμούνται και αφαιρεί αυτά που υπάρχουν μέσα, κάνοντας όλα με ασφάλεια σαν μέσα σε βαθύ σκοτάδι. Ή καλύτερα, επειδή και στα μάτια αυτό είναι αδύνατο να το δουν, ας το περιγράψουμε με τον λόγο και ας σκεφτούμε πόσοι έχουν ενοχληθεί από κακές επιθυμίες, πόσοι κατέχονται από τη φοβερή νάρκη της ασέλγειας και πόσοι σβήνουν εντελώς το φως του Πνεύματος. Γι’ αυτό λοιπόν βλέπουν άλλα αντί άλλων, ακούν άλλα αντί άλλων και δεν προσέχουν σε τίποτε από τα λεγόμενα εδώ.
Αλλά αν εγώ ψεύδομαι λέγοντας αυτά και στάθηκες ξυπνητός, πες μου, τι έγινε εδώ σήμερα, αν δεν άκουσες αυτά σαν σε όνειρο; Και ξέρω βέβαια, ότι θα το πουν μερικοί, γιατί δεν τα λέγω αυτά εναντίον όλων. Αλλά εσύ που είσαι ένοχος για τα προηγούμενα, που μπήκες εδώ ανώφελα, πες, ποιος προφήτης, ποιος απόστολος μας μίλησε σήμερα και για ποια πράγματα. Αλλά δεν μπορείς να πεις, γιατί ασφαλώς πολλά μίλησες εδώ σαν σε όνειρο, χωρίς να ακούσεις τα αληθινά πράγματα. Αυτά όμως ας τα πω και στις γυναίκες, καθόσον και σε εκείνες είναι πολύς ο ύπνος· και είθε να είναι ύπνος. Γιατί όποιος κοιμάται ούτε κακό λέγει ούτε καλό, ενώ όποιος είναι ξυπνητός έτσι όπως εσείς, λέγει πολλά και για δικό του κακό, μετρώντας τόκους, κάνοντας υπολογισμούς δανείων, φέρνοντας στη μνήμη του αναίσχυντο εμπόριο, φυτεύοντας πυκνά τα αγκάθια στη δική του ψυχή, μην αφήνοντας ποτέ τον σπόρο ούτε για λίγο να βγει. Αλλά ξύπνησε τελείως, και κατάστρεψε από τη ρίζα τα αγκάθια αυτά και αποτίναξε τη μέθη· γιατί και από εδώ προέρχεται ο ύπνος. Μέθη όμως δεν εννοώ μόνο του κρασιού, αλλά και των βιοτικών φροντίδων, και μαζί με αυτές και τη μέθη που προέρχεται από το κρασί.
Και αυτά τα συμβουλεύω όχι μόνο στους πλουσίους, αλλά και στους φτωχούς και ιδιαίτερα σε εκείνους που κάνουν τα φιλικά συμπόσια. Γιατί δεν είναι αυτό απόλαυση ούτε ανάπαυση αλλά ποινή και τιμωρία. Γιατί απόλαυση δεν είναι να πούμε αισχρά λόγια, αλλά να μιλήσουμε σεμνά, να χορτάσουμε, όχι να σκάσουμε. Εάν όμως το νομίζεις αυτό ηδονή, δείξε μου το βράδυ την ηδονή. Αλλά δεν μπορείς να τη δείξεις. Και δε λέγω ακόμη τις βλάβες που προέρχονται από εδώ, αλλά πρώτα σου μιλάω για την ηδονή που μαραίνεται αμέσως. Γιατί συγχρόνως και το συμπόσιο διαλύεται και η χαρά εξαφανίζεται. Αλλά όταν αναφέρω και τον εμετό και τους πονοκεφάλους και τις άπειρες αρρώστιες και την αιχμαλωσία της ψυχής, τι θα πεις σε αυτά; Μήπως λοιπόν, επειδή είμαστε φτωχοί, πρέπει να φερόμαστε και άσεμνα; Και τα λέγω αυτά όχι για να εμποδίσω να συγκεντρώνεστε, ούτε να κάνετε κοινά δείπνα, αλλά για να εμποδίσω να φέρεστε άσεμνα, και γιατί θέλω η απόλαυση να είναι πραγματική απόλαυση, και να μην είναι ποινή ούτε τιμωρία και μέθη και διασκέδαση. Ας πληροφορηθούν οι εθνικοί ότι οι Χριστιανοί προπάντων ξέρουν να διασκεδάζουν, και να διασκεδάζουν με σεμνότητα. «Δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ(:Υπηρετείστε τον Κύριο με φόβο)», λέγει, «καὶ ἀγαλλιᾶσθε αὐτῷ ἐν τρόμῳ(:για να δοκιμάσετε στην καρδιά σας την αγαλλίαση, που φέρει η ευλάβεια προς τον Θεό και ο φόβος, μήπως τυχόν Τον παροργίσετε με κάποιαν αμαρτία σας)»[Ψαλμ. 2,11]. Και πώς είναι δυνατό να χαιρόμαστε; Λέγοντας ύμνους, κάνοντας προσευχές, εισάγοντας ψαλμούς στη θέση των αισχρών εκείνων ασμάτων.
Έτσι και ο Χριστός θα παραβρεθεί στο τραπέζι και θα γεμίσει με ευλογία όλη την ευωχία, όταν προσεύχεσαι, όταν τραγουδάς πνευματικά, όταν προσκαλείς φτωχούς στη συμμετοχή των προσφερομένων φαγητών, όταν επιβάλλεις μεγάλη πειθαρχία και σεμνότητα στο συμπόσιο. Έτσι και εκκλησία θα κάνεις το φαγοπότι υμνώντας τον Κύριο όλων στη θέση των άκαιρων κραυγών και επαίνων. Και μη μου λέγεις ότι επικράτησε άλλος νόμος, αλλά διόρθωνε τα βρισκόμενα σε κακή κατάσταση. «Εἴτε οὖν ἐσθίετε(: Είτε λοιπόν τρώτε)», λέγει, «εἴτε πίνετε εἴτε τι ποιεῖτε, πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε(:είτε πίνετε είτε κάνετε οτιδήποτε άλλο, όλα για τη δόξα του Θεού να τα κάνετε)»[Α΄ Κορ. 10,31]. Καθόσον από τέτοια τραπέζια προέρχονται σε σας οι κακές επιθυμίες, από εδώ οι ασέλγειες, από εδώ οι γυναίκες σας είναι σε περιφρόνηση, ενώ οι πόρνες σε τιμή από μέρους σας· από εδώ η διάλυση στις οικογένειες, και τα άπειρα κακά, και όλα έγιναν άνω-κάτω, και αφού αφήσατε την καθαρή πηγή, τρέχετε στο αυλάκι του βούρκου. Το ότι βέβαια το σώμα της πόρνης είναι βούρκος, δεν ερωτώ κανέναν άλλο, αλλά εσένα τον ίδιο που κυλιέσαι στο βούρκο, αν δεν ντρέπεσαι τον εαυτό σου, αν δε νομίζεις πως είσαι ακάθαρτος μετά την αμαρτία.
Γι’ αυτό, σας παρακαλώ, αποφεύγετε την πορνεία και τη μητέρα της τη μέθη. Γιατί σπέρνεις όπου δεν είναι δυνατό να θερίσεις ή μάλλον και αν ακόμη θερίσεις, σου φέρνει πολλή ντροπή ο καρπός; Γιατί και αν ακόμη γεννηθεί παιδί, και σένα ντρόπιασε και αυτό έχει αδικηθεί εξαιτίας σου, αφού γεννιέται νόθο και με κακή καταγωγή. Και αν ακόμη του αφήσεις άπειρα χρήματα, περιφρονημένος στο σπίτι, περιφρονημένος στην πόλη, περιφρονημένος στο δικαστήριο είναι και εκείνος που γεννιέται από πόρνη και εκείνος που γεννιέται από δούλη. Αλλά και εσύ πάλι περιφρονημένος είσαι, και όταν ζεις και όταν έχεις πεθάνει· γιατί, και αν ακόμη πεθάνεις, μένουν οι αναμνήσεις της αισχρής πράξεώς σου. Γιατί λοιπόν τα καταντροπιάζεις όλα; Γιατί σπέρνεις όπου η γη προσπαθεί να καταστρέψει τον καρπό; Όπου είναι πολλά τα άγονα μέρη; Όπου πριν από τη γέννηση υπάρχει φόνος; Καθόσον και την πόρνη δεν την αφήνεις να παραμείνει πόρνη μόνο, αλλά την κάνεις και δολοφόνο. Είδες πορνεία από τη μέθη, μοιχεία από την πορνεία, φόνο από τη μοιχεία; Ή μάλλον και κάτι χειρότερο από τον φόνο, γιατί δεν μπορώ πώς να το ονομάσω αυτό. Γιατί δεν το σκοτώνει αφού γεννηθεί, αλλά και να γεννηθεί το εμποδίζει. Γιατί λοιπόν περιφρονείς και τη δωρεά του Θεού, και πολεμάς τους νόμους Του, και αυτό που είναι κατάρα, το επιδιώκεις εσύ σαν ευλογία, και το ταμείο της γεννήσεως το κάνεις ταμείο σφαγής, και τη γυναίκα που δόθηκε σε σένα για τη γέννηση των παιδιών την προετοιμάζεις για φόνο; Γιατί για να είναι πάντοτε στους εραστές ευχάριστη και ποθητή και για να συγκεντρώσει περισσότερα χρήματα ούτε αυτό δεν αποφεύγει να κάνει, μαζεύοντας από εδώ πολλή φωτιά πάνω στο κεφάλι σου. Γιατί, αν και το τόλμημα είναι δικό της, όμως η αιτία γίνεται δική σου.
Από εδώ προέρχονται οι ειδωλολατρίες. Γιατί πολλές, για να γίνουν θελκτικές, επινοούν και ξόρκια και σπουδές και μαγικά ερωτικά μέσα και άπειρα άλλα. Αλλά όμως ύστερα από τόσο μεγάλη ασχημοσύνη, ύστερα από φόνους, ύστερα από ειδωλολατρίες, στους πολλούς το πράγμα φαίνεται πως είναι αδιάφορο, μολονότι πολλοί έχουν και γυναίκες. Εδώ είναι και περισσότερο το μέγεθος των κακών. Γιατί και μαγείες προκαλούνται στη συνέχεια, όχι στην κοιλιά της πόρνης, αλλά στην αδικημένη γυναίκα, και χίλιες επιβουλές, και επικλήσεις δαιμόνων, και νεκρομαντείες, και καθημερινοί πόλεμοι και άγριες μάχες και καθημερινές φιλονικίες. Γι’ αυτό και ο Παύλος αφού είπε «όχι με ακολασίες και ασέλγειες», πρόσθεσε, «όχι με έριδες και ζηλοτυπίες», επειδή γνώριζε τους πολέμους που προέρχονται από εδώ, τη διάλυση των οικογενειών, τις αδικίες των ευγενών παιδιών, τα άπειρα κακά.
Για να αποφύγουμε λοιπόν όλα αυτά, ας ντυθούμε τον Χριστό και ας είμαστε παντοτινά μαζί Του. Επειδή και αυτό σημαίνει ντύσιμο, το να μην Τον εγκαταλείψουμε ποτέ, το να φαίνεται από παντού Αυτός μέσα μας με την αγιοσύνη μας, με την αγαθότητά μας. Έτσι και στους φίλους λέμε «ο τάδε ντύθηκε τον τάδε» εννοώντας τη μεγάλη αγάπη και την αδιάκοπη συναναστροφή. Γιατί εκείνος που ντύθηκε, φαίνεται εκείνο, εκείνο που έχει ντυθεί.
Ας φαίνεται λοιπόν από παντού μέσα μας ο Χριστός. Και πώς θα φαίνεται; Εάν κάνεις τα δικά Του. Και τι έκαμε Εκείνος; «Ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ(: Ο υιός του ανθρώπου [δηλαδή εγώ που γεννήθηκα χωρίς πατέρα αλλά μόνον από την Παρθένο και είμαι ο κατεξοχήν άνθρωπος, γνωστός από την υπόσχεση του Θεού προς τον Αδάμ] δεν έχει πού να ακουμπήσει το κεφάλι του. Μην περιμένεις λοιπόν κι εσύ σωματικές ανέσεις και αναπαύσεις, αλλά πάρε τις αποφάσεις σου γνωρίζοντας από πριν ότι η ζωή των πιστών μου είναι γεμάτη από στερήσεις και θυσίες όπως η δική μου)»,λέγει[Λουκ.9,58]. Αυτόν και συ να μιμηθείς. Έπρεπε να ζει απολαμβάνοντας φαγητό, και έτρωγε κριθαρένια ψωμιά. Χρειαζόταν να ταξιδέψει, και πουθενά δεν υπήρχαν άλογα και υποζύγια, αλλά τόσο πολύ βάδιζε, ώστε και να κουραστεί. Χρειαζόταν να κοιμηθεί και σε προσκέφαλο ξάπλωνε πάνω στην πλώρη του πλοίου. Χρειαζόταν να καθίσουν για φαγητό, και διέτασσε να ξαπλώσουν επάνω στο χορτάρι. Αλλά και τα ρούχα του ήταν ευτελή· και σε πολλές περιπτώσεις έμενε μόνος Του, χωρίς να φέρνει κανένα μαζί του. Και αφού μάθεις όλα όσα έγιναν στο σταυρό και τις ύβρεις και γενικά όλα να τα μιμηθείς. Και έτσι ντύθηκες τον Χριστό, αν δε φροντίζεις για τη σάρκα προς ικανοποίηση των επιθυμιών της. Γιατί ούτε ευχαρίστηση έχει το πράγμα. Καθόσον οι επιθυμίες αυτές γεννούν πάλι άλλες δριμύτερες, και ποτέ δε θα χορτάσεις, αλλά θα προκαλέσεις μεγάλη δοκιμασία στον εαυτό σου. Γιατί, όπως ακριβώς εκείνος που διψάει διαρκώς και αν ακόμη έχει κοντά του άπειρες πηγές, τίποτε δεν κερδίζει από εδώ, αφού δεν μπορεί να σβήσει το πάθος του, έτσι και εκείνος που ζει διαρκώς με επιθυμίες.
Εάν όμως βρίσκεσαι μέσα στη στέρηση, ποτέ δε θα δεχθείς αυτόν τον πυρετό, αλλά όλα εκείνα θα φύγουν, και η μέθη και οι ασέλγειες. Τόσο λοιπόν να τρως όσο να σταματήσεις την πείνα, τόσο να ντύνεσαι όσο να σκεπάζεσαι μόνο, και να μη στολίζεις με ρούχα τη σάρκα, για να μην την καταστρέψεις. Καθόσον και πιο αδύνατη την κάνεις και την υγεία της βλάπτεις, αφού την αδυνατίζεις με πολλή ανοησία. Για να την έχεις λοιπόν καλό όχημα της ψυχής, για να κάθεται με ασφάλεια ο κυβερνήτης στο τιμόνι και για να μεταχειρίζεται με ευκολία ο στρατιώτης τα όπλα, κάνε τα όλα όπως πρέπει. Γιατί δε μας κάνει ακατανίκητους το να έχουμε πολλά, αλλά το να χρειαζόμαστε λίγα. Γιατί εκείνος, και αν ακόμη δεν αδικηθεί, φοβάται, ενώ αυτός, και αν ακόμη αδικηθεί, θα είναι σε καλύτερη κατάσταση από εκείνους που δεν έχουν αδικηθεί, και γι’ αυτό θα βρίσκεται και σε περισσότερη ευθυμία.
Ας μην επιζητούμε λοιπόν αυτό, πώς δηλαδή να μη μας βλάψει κανείς, αλλά πώς, και αν ακόμη θέλει να μας βλάπτει, να μην μπορεί. Και αυτό από πουθενά αλλού δε θα συμβεί, παρά μόνο από το να ανεχόμαστε τη στέρηση και να μην επιθυμούμε περισσότερα. Γιατί έτσι και εδώ θα μπορέσουμε να ζήσουμε μία ζωή γεμάτη απολαύσεις, και τα μελλοντικά αγαθά θα επιτύχουμε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μέσω του οποίου και μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
ΟΜΙΛΙΑ ΚΣΤ΄[επιλεγμένο απόσπασμα]
«Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει (: Υπάρχουν όμως και μερικοί Χριστιανοί αδύνατοι στην πίστη. Να λοιπόν ποια πρέπει να είναι και προς αυτούς η συμπεριφορά σας: Να δέχεστε με καλοσύνη εκείνον που είναι αδύνατος στην πίστη και εξαρτά τη σωτηρία του και από τη διάκριση των φαγητών και των ημερών, χωρίς να συζητάτε και να επικρίνετε τις ιδέες του. Άλλος βέβαια πιστεύει ότι δεν απαγορεύεται να φάει όλα τα φαγητά, ενώ ο αδύνατος στην πίστη τρώει λαχανικά και αποφεύγει τα άλλα φαγητά από φόβο μήπως μολυνθεί από αυτά)»[Ρωμ.14,1-2].
Γνωρίζω ότι αυτό που ειπώθηκε είναι ακατανόητο στους πολλούς. Γι’ αυτό πρέπει πρώτα να πω την υπόθεση όλου του χωρίου αυτού και τι θέλοντας να κατορθώσει, τα γράφει αυτά. Τι λοιπόν θέλει να διορθώσει; Υπήρχαν πολλοί από τους πιστούς που προέρχονταν από τους Ιουδαίους, οι οποίοι προσκολλημένοι στη συνείδηση του μωσαϊκού νόμου και ύστερα στην πίστη, φύλαγαν ακόμη τη διάκριση των φαγητών, χωρίς να τολμούν ακόμη να απομακρυνθούν οριστικά από τον νόμο. Έπειτα, για να μη γίνουν αντιληπτοί, αποφεύγοντας μόνο το χοιρινό κρέας, απέφευγαν στο εξής όλα τα κρέατα και έτρωγαν μόνο λάχανα, ώστε να φανεί αυτό που γινόταν ότι είναι μάλλον νηστεία και όχι τήρηση του νόμου. Άλλοι πάλι ήταν τελειότεροι, χωρίς να κάνουν κάποια παρόμοια διάκριση, οι οποίοι γίνονταν ενοχλητικοί και δυσάρεστοι σε εκείνους που τηρούσαν αυτά, επιτιμώντας, κατηγορώντας, προκαλώντας στενοχώρια.
Φοβούμενος λοιπόν ο μακάριος Παύλος, μήπως,θέλοντας να κατορθώσουν κάτι μικρό, ανατρέψουν το παν, και προσπαθώντας να τους οδηγήσουν στην αδιαφορία των φαγητών, τους κάνουν να χάσουν και την πίστη τους, και, σπεύδοντας να διορθώσουν το παν πριν από τον κατάλληλο καιρό, προκαλέσουν ζημία στα καίρια, κλονίζοντας αυτούς από την ομολογία στον Χριστό με το να τους επιτιμούν συνέχεια, και μείνουν έτσι αδιόρθωτοι και στα δύο, βλέπε πόση σύνεση χρησιμοποιεί και πώς φροντίζει και για τα δύο μέρη με τη συνηθισμένη σε αυτόν σοφία. Γιατί ούτε τολμάει να πει σε εκείνους που επιτιμούσαν ότι «ενεργείτε κακώς», για να μη φανεί ότι υποστηρίζει εκείνους στην τήρηση του νόμου, ούτε πάλι ότι «κάνετε καλά» για να μην κάνει πιο σφοδρούς τους κατήγορους, αλλά επιτιμάει με σύνεση. Και φαίνεται βέβαια ότι επιτιμάει τους πιο δυνατούς πνευματικά, αλλά όμως το παν του λόγου του προς αυτούς, το στρέφει προς εκείνους. Γιατί αυτή η διόρθωση προπάντων ενοχλεί λιγότερο, όταν κανείς, στρέφοντας σε άλλον τον λόγο, χτυπάει άλλον. Γιατί ούτε εκείνον που επιτιμάται τον αφήνει να φτάσει σε θυμό και παράλληλα, χωρίς να γίνεται αντιληπτό, ρίχνει το φάρμακο της διορθώσεως.
Πρόσεχε λοιπόν πώς το κάνει αυτό με σύνεση και στην κατάλληλη στιγμή. Γιατί, αφού είπε: «Τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας(:Να μη φροντίζετε για τη σάρκα, πώς να ικανοποιείτε τις παράνομες επιθυμίες της)»[Ρωμ.13,14], τότε φέρει τον λόγο σε αυτούς, για να μη φανεί ότι μιλάει υπερασπίζοντας εκείνους που επιτιμούν και προτρέπουν να τρώνε από όλα τα φαγητά· καθόσον το αδύνατο μέρος πάντοτε χρειάζεται περισσότερη φροντίδα. Γι’ αυτό και προς το ισχυρό μέρος αμέσως απευθύνεται, λέγοντας αυτό: «Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει (:Εκείνον όμως που είναι αδύνατος στην πίστη)». Είδες το πρώτο χτύπημα που δόθηκε αμέσως σε εκείνον; Γιατί λέγοντας «εκείνον που είναι αδύνατος», έδειξε πως αυτός είναι άρρωστος. Έπειτα προσθέτει δεύτερο χτύπημα, λέγοντας «να τον δέχεστε». Δείχνει λοιπόν πάλι πως χρειάζεται πολλή φροντίδα, πράγμα που είναι δείγμα της χειρότερης αρρώστιας. «Αλλά όχι για συζητήσεις ιδεών». Να και τρίτο χτύπημα πρόσθεσε. Γιατί από εδώ φανερώνει ότι τέτοιο είναι το αμάρτημά του, ώστε να διακρίνονται και εκείνοι που δεν κάνουν τα ίδια αμαρτήματα με αυτόν, αλλά που όμως είναι φίλοι με αυτόν και «επιτρέπεται να φάει όλα τα φαγητά», ανακηρύσσοντας αυτόν από την πίστη, «ενώ ο αδύνατος στην πίστη τρώει λάχανα», κακίζοντας και αυτόν πάλι από την αδυναμία του.
Στη συνέχεια, επειδή έδωσε καίριο το χτύπημα, παρηγορεί πάλι αυτόν, λέγοντας αυτά: «Ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω (:Εκείνος που λόγω της ισχυρότερης πίστης του τρώει από όλα τα φαγητά, ας μην περιφρονεί ως στενοκέφαλο εκείνον που δεν τρώει απ’ όλα)»[Ρωμ.14,3]. Δεν είπε: «ας αφήνει», δεν είπε: «ας μην κατηγορεί», δεν είπε: «ας μη διορθώνει», αλλά «ας μην τον περιπαίζει», «ας μην τον περιφρονεί», για να δείξει ότι έκαναν πράγμα άξιο πολλού γέλωτος.
Σε αυτόν όμως δεν λέει έτσι, αλλά πώς; «Ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω (:Αυτός που δεν τρώει απ΄όλα, ας μην κατακρίνει εκείνον που τρώει)»[Ρωμ. 14,3]. Γιατί όπως ακριβώς οι τελειότεροι στην πίστη τούς υποτιμούσαν σαν ολιγόπιστους κα ύπουλους και νόθους και ιουδαΐζοντες ακόμη, έτσι εκείνοι έκριναν αυτούς σαν παράνομους ή σαν λαίμαργους· απ’ αυτούς πολλοί ήταν φυσικό να είναι και από τους εθνικούς. Γι’ αυτό και πρόσθεσε: «Ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο(:διότι κι αυτόν που τρώει απ’ όλα ο Θεός τον προσέλαβε στην Εκκλησία Του)»[Ρωμ.14,3]. Σε εκείνον όμως δεν το είπε αυτό· αν και βέβαια η περιφρόνηση ανήκε σε εκείνον που έτρωγε, επειδή ήταν ολιγόπιστος. Αλλά αντάλλαξε αυτά, για να δείξει ότι όχι μόνο δεν είναι άξιος περιφρονήσεως, αλλά και μπορεί να κατηγορεί. «Αλλά», λέγει, «και εγώ τον κατακρίνω;». Καθόλου. Γιατί γι’ αυτό πρόσθεσε ότι «ο Θεός τον δέχτηκε».
Γιατί λοιπόν κατακρίνεις αυτόν για τον νόμο ότι τάχα τον παραβαίνει; «Ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο (:διότι κι αυτόν που τρώει απ’ όλα ο Θεός τον προσέλαβε στην Εκκλησία Του)». Δηλαδή έδειξε γι’ αυτόν την απερίγραπτη χάρη Του και τον απάλλαξε από όλες τις κατηγορίες. Έπειτα πάλι προς τον ισχυρό λέει: «Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; (:Ποιος είσαι εσύ που κατακρίνεις ξένο δούλο;)». Επομένως είναι φανερό ότι και εκείνοι τους κατέκριναν, και όχι μόνο τους περιφρονούσαν. «Τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν (:Αυτός δεν έχει εσένα Κύριο, αλλά τον Θεό. Σε σχέση με τον Κύριό Του στέκεται ή πέφτει πνευματικά· μάθε λοιπόν ότι ενώ εσύ τον κατακρίνεις, αυτός θα σταθεί στερεός στην πίστη· διότι ο Θεός έχει τη δύναμη να τον ανορθώσει και να τον στερεώσει)»[Ρωμ.14,4]. Να πάλι άλλο πλήγμα. Και φαίνεται βέβαια ότι η αγανάκτηση είναι εναντίον του ισχυρού, αλλά απευθύνεται προς εκείνον. Γιατί όταν λέει: «Μάθε λοιπόν ότι ενώ εσύ τον κατακρίνεις, αυτός θα σταθεί στερεός στην πίστη˙ διότι ο Θεός έχει τη δύναμη να τον ανορθώσει και να τον στερεώσει)», δείχνει ότι κλονίζεται ακόμη και ότι χρειάζεται πολλή προσοχή και τόσο μεγάλη φροντίδα, ώστε να καλεί τον Θεό ιατρό σε αυτά· «γιατί ο Θεός», λέγει, «έχει τη δύναμη να τον κάνει να σταθεί», πράγμα που το λέμε για εκείνους που είναι υπερβολικά απελπισμένοι.
Στη συνέχεια, για να μην απελπιστεί, τον αποκαλεί και υπηρέτη παρόλο που είναι αδύνατος, λέγοντας: «Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;(:Ποιος είσαι εσύ που κατακρίνεις ξένο υπηρέτη;)»[Ρωμ.14,4]. Και εδώ πάλι αυτόν επιτιμά κρυφά. «Όχι γιατί κάνει πράγματα άξια μη κατακρίσεως, και γι’ αυτό προτρέπω να μην κατακρίνεται, αλλά γιατί είναι ξένος υπηρέτης»· δηλαδή «δεν είναι δικός σου, αλλά του Θεού».
Στη συνέχεια, παρηγορώντας αυτόν πάλι, δεν είπε ότι «πέφτει», αλλά τι; «Στέκεται ή πέφτει». Είτε συμβαίνει το ένα είτε το άλλο, τον Κύριο ενδιαφέρουν αυτά τα δύο˙ καθόσον και η ζημία εκεί πηγαίνει, όταν πέσει, όπως ακριβώς βέβαια και ο πλούτος, όταν στέκεται. Αυτά βέβαια, αν δεν κατανοήσουμε τον σκοπό πάλι του Παύλου, που θέλει να μην επιτιμώνται αυτοί πριν από τον κατάλληλο καιρό, είναι πάρα πολύ ανάξια για τη φροντίδα που ταιριάζει στους Χριστιανούς. Αλλά, πράγμα που πάντοτε λέγω, πρέπει να εξετάζουμε την πρόθεση με την οποία λέγονται, και την αφορμή για την οποία λέγονται, και τι προσπαθώντας να επιτύχει τα λέγει. Και δεν επέπληξε λίγο λέγοντας αυτό. «Γιατί αν ο Θεός», λέγει, «που υφίσταται τη ζημία, δεν κάνει τίποτε πρώτα, πώς δεν θα ήσουν άκαιρος εσύ και περισσότερο από το μέτρο περίεργος, στενοχωρώντας και ενοχλώντας αυτόν;».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloadsfiles.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-romanos.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Ρωμαίους επιστολήν , πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1985, τόμος 17, ομιλίες ΚΕ΄και ΚΣΤ΄, σελίδες 527-555.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ[:Ματθ.6,14-21]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[…] Έπειτα, όπως είπα παραπάνω, θέλοντας ο Κύριος να δείξει ότι περισσότερο από όλα τα πάθη αποστρέφεται και μισεί τη μνησικακία και πιο πολύ από όλα επιδοκιμάζει την αρετή της συγχωρητικότητας που είναι αντίθετη στην κακία αυτή, και αμέσως μετά την παράδοση της Κυριακής προσευχής, υπενθύμισε πάλι το κατόρθωμα αυτό, οδηγώντας τον ακροατή στην τήρηση της εντολής αυτής και μέσω της επικείμενης τιμωρίας από την παράβασή της και μέσω της καθορισμένης αμοιβής από την υπακοή σε αυτήν. «Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν(:Πρέπει λοιπόν να έχετε υπόψη σας ότι, αν και εσείς συγχωρείτε με όλη σας την καρδιά τα αμαρτήματα που έκαμαν σε σας οι άλλοι)», λέγει, «ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος(:και ο Πατέρας σας ο ουράνιος θα συγχωρήσει τα δικά σας αμαρτήματα)· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν (:εάν όμως δεν δώσετε συγχώρηση στους ανθρώπους για τα αμαρτήματά τους απέναντι σε σας, τότε ούτε ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τις δικές σας αμαρτίες προς Αυτόν)»[Ματθ.6,14-15].
Για τον λόγο αυτόν πάλι ανέφερε τους ουρανούς και τον Πατέρα, ώστε και με αυτά να συγκρατήσει τον ακροατή, εάν επρόκειτο, μολονότι κατάγεται από τέτοιον Πατέρα, να μεταβληθεί σε θηρίο και, παρά την κλήση του στον ουρανό, να έχει φρόνημα γήινο, βιοτικό και υλιστικό˙διότι δεν πρέπει βέβαια να γίνουμε παιδιά Του δια της χάριτος μόνο, αλλά και με τις πράξεις μας. Και τίποτε δεν μας εξομοιώνει τόσο με τον Θεό, όσο το να παρέχουμε τη συγνώμη μας στους πονηρούς και σε όσους μας αδικούν· όπως ακριβώς λίγο πρωτύτερα είχε διδάξει, όταν έλεγε ότι «ο ήλιος ανατέλλει καθημερινά και για τους πονηρούς και τους αγαθούς»[Ματθ.5,45: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς. ὅπως γένησθε υἱοὶ τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς, τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους(:Εγώ όμως σας λέω να αγαπάτε τους εχθρούς σας, να εύχεστε στον Θεό το καλό γι’ αυτούς που σας καταριούνται, να ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν και να προσεύχεστε για χάρη εκείνων που σας μεταχειρίζονται υβριστικά και περιφρονητικά και σας καταδιώκουν άδικα, ακόμη κι όταν ο διωγμός τους αυτός σάς γίνεται για τις θρησκευτικές σας πεποιθήσεις. Για να μοιάσετε έτσι και να γίνετε παιδιά του Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς˙ διότι και Αυτός τον ήλιο, που είναι δικός Του, τον ανατέλλει χωρίς διακρίσεις σε πονηρούς και καλούς, και βρέχει τη βροχή Του σε δικαίους και αδίκους)»].
Για τον λόγο αυτόν και σε κάθε αίτημα της προσευχής μας μάς προτρέπει να προσευχόμαστε από κοινού για όλους τους συνανθρώπους μας λέγοντας: «Πάτερ ἡμῶν» και «γενηθήτω τὸ θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς·» και «δὸς ἡμῖν τὸν ἄρτον» και «ἂφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν» και «μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν» και «ῥῦσαι ἡμᾶς». Παντού μας παροτρύνει να χρησιμοποιούμε πάντοτε τον πληθυντικό αριθμό, για να μην έχουμε εναντίον του αδελφού μας ούτε ίχνος οργής. Για πόση λοιπόν τιμωρία θα ήταν άξιοι, όσοι έπειτα από όλα αυτά, όχι μόνο δεν συγχωρούν οι ίδιοι τους συνανθρώπους τους, αλλά επικαλούνται και τον Θεό να τους βοηθήσει να εκδικηθούν τους εχθρούς τους και εκτελούν με διαμετρικά αντίθετο τρόπο τον νόμο αυτό και μάλιστα τη στιγμή που ο Θεός κάνει το παν και χρησιμοποιεί κάθε μέσο, ώστε να μην ερχόμαστε σε συγκρούσεις μεταξύ μας;
Επειδή, δηλαδή, ρίζα όλων των αγαθών είναι η αγάπη, αφανίζοντας όλα όσα την φθείρουν, από κάθε πλευρά μάς συνενώνει μεταξύ μας και μας συνδέει τον ένα με τους άλλους˙ διότι δεν υπάρχει κανένας, πραγματικά δεν υπάρχει κανένας, ούτε πατέρας, ούτε μητέρα, ούτε φίλος, ούτε οποιοσδήποτε άλλος που να μας έχει αγαπήσει τόσο, όσο μας αγάπησε ο Θεός που μας δημιούργησε. Και η αγάπη αυτή αποδεικνύεται πάρα πολύ ξεκάθαρα και από τις καθημερινές ευεργεσίες Του, και από τις εντολές που μας δίδει. Αν τώρα μου αναφέρεις τις λύπες και τις οδύνες και τα δεινά της ζωής, σκέψου σε πόσα γίνεσαι αντίθετος στο θέλημά Του καθημερινά και δεν θα απορήσεις πλέον αν σε βρουν περισσότερα από αυτά δεινά· πιο πολύ θα απορήσεις και θα καταπλαγείς αν δοκιμάσεις και κάποιο καλό. Τώρα όμως στην περίπτωση των συμφορών βλέπουμε αυτές που θα μας βρουν μελλοντικά, δεν αντιλαμβανόμαστε όμως τις καθημερινές παραβάσεις του θελήματος του Θεού και για τον λόγο αυτό αγωνιούμε και ταρασσόμαστε. Μιας ημέρας τα αμαρτήματα αν τα υπολογίζαμε λεπτομερώς και με ακρίβεια, τότε θα καταλαβαίναμε καλά για πόσα δεινά θα ήμασταν υπεύθυνοι.
Και αφού παραλείψω τα άλλα, δηλαδή τα ιδιαίτερα πλημμελήματα του καθενός, ας αναφέρω ενδεικτικά αυτά που γίνονται σήμερα εδώ στην εκκλησία που είμαστε συγκεντρωμένοι, αν και βέβαια δεν γνωρίζω σε ποιο συγκεκριμένο αμάρτημα έπεσε ο καθένας από μας. Είναι όμως τόσο μεγάλη η αφθονία των πλημμελημάτων μας, ώστε και εκείνος ακόμη που δεν τα γνωρίζει όλα με ακρίβεια, να μπορεί να αναφέρει μερικά από αυτά. Ποιος λοιπόν από σας δεν έδειξε ραθυμία κατά την προσευχή; Ποιος δεν απογοητεύθηκε; Ποιος δεν έδειξε κενοδοξία, ποιος δεν κακολόγησε τον αδελφό του, ούτε και δέχθηκε πονηρή επιθυμία; Ποιος δεν απηύθυνε ακόλαστα βλέμματα, δεν θυμήθηκε με μίσος και οργή τον εχθρό του και δεν έκανε την καρδιά του να φουσκώνει από εγωισμό;
Αν λοιπόν τώρα που βρισκόμαστε συγκεντρωμένοι στην εκκλησία, και εντός ολίγου διαστήματος γίναμε υπεύθυνοι για τόσα σφάλματα, τι θα γίνουμε όταν βγούμε από εδώ; Αν μέσα στο λιμάνι μας χτυπούν τόσο μεγάλα κύματα, όταν ανοιχτούμε στο πέλαγος των δεινών, δηλαδή την αγορά, τα πολιτικά πράγματα και τις οικογενειακές μέριμνες, θα μπορέσουμε τάχα τότε να αναγνωρίσουμε τους εαυτούς μας; Αλλά όμως για την απαλλαγή από τόσο πολλά και μεγάλα αμαρτήματα μάς έδωσε ο Θεός σύντομο και εύκολο δρόμο που δεν προκαλεί κανένα κόπο. Τι κόπος απαιτείται να συγχωρήσεις αυτόν που σε λύπησε; Αποτελεί κόπο το να μη συγχωρήσεις, αλλά να διατηρείς την έχθρα σου, ενώ το να απαλλαγείς από τον θυμό και πολλή άνεση σου προξενεί και για όποιον θέλει είναι πολύ εύκολο.
Πραγματικά δεν χρειάζεται να περάσεις πέλαγος, ούτε να κάνεις μακρινό ταξίδι, ούτε να διαβείς κορυφές βουνών, να δαπανήσεις χρήματα ή να ταλαιπωρήσεις το σώμα σου· φτάνει να θελήσεις και όλα τα αμαρτήματά σου έχουν διαγραφεί. Αν όμως, όχι μόνο δεν συγχωρείς ο ίδιος τον αδερφό σου, αλλά και στον Θεό προσεύχεσαι εναντίον του, ποια ελπίδα σωτηρίας έχεις, όταν την ώρα που προσπαθείς να προσελκύσεις το έλεος του Θεού και Τον παρακαλείς, την ίδια στιγμή Τον εξοργίζεις, παίρνοντας από τη μία πλευρά την όψη ικέτη, και από την άλλη βγάζοντας φωνές θηρίου ή εξακοντίζοντας εναντίον του εαυτού σου τα βέλη του Πονηρού; Για τον λόγο αυτό και ο απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στην προσευχή, τίποτε δεν ζήτησε με τόση επιμονή, όσο τη φύλαξη της εντολής αυτής. «Βούλομαι οὖν προσεύχεσθαι τοὺς ἄνδρας ἐν παντὶ τόπῳ, ἐπαίροντας ὁσίους χεῖρας χωρὶς ὀργῆς καὶ διαλογισμοῦ(:Θέλω, λοιπόν, να προσεύχονται οι άντρες σε κάθε τόπο, υψώνοντας προς τον ουρανό ευλαβικά χέρια, καθαρά από κάθε μολυσμό, ελεύθεροι από οργή και δισταγμό ολιγοπιστίας)»[Α΄Τιμ.2,8].
Αν λοιπόν όταν έχεις ανάγκη το έλεος του Θεού, μήτε και τότε δεν αφήνεις την οργή σου, αλλά και πολύ μάλιστα την κρατείς μέσα σου, αν και γνωρίζεις ότι ωθείς το ξίφος προς τον εαυτό σου, πότε θα κατορθώσεις να γίνεις φιλάνθρωπος και να αποβάλεις το θανάσιμο δηλητήριο της κακίας αυτής;
Αν όμως δεν έχεις ακόμη αντιληφθεί το μέγεθος αυτού του ατοπήματος, συλλογίσου ότι αυτό συμβαίνει μεταξύ των ανθρώπων και τότε θα διαπιστώσεις το μέγεθος της ύβρεως. Εάν δηλαδή ερχόταν κάποιος σε σένα που είσαι άνθρωπος και σε παρακαλούσε να τον ελεήσεις, στη συνέχεια όμως και ενώ είχε πέσει ο ίδιος ικέτης προς εσένα στη γη, έβλεπε έναν εχθρό του και αφήνοντας την παράκλησή του προς εσένα, άρχιζε να κτυπά εκείνον, άραγε δεν θα αισθανόσουνα περισσότερο οργή εναντίον του, παρά έλεος; Το ίδιο σκέψου ότι συμβαίνει και με τον Θεό˙ διότι και εσύ, ενώ ικετεύεις τον Θεό, διακόπτοντας στο μεταξύ την ικεσία σου, κτυπάς με τα λόγια σου τον εχθρό σου και υβρίζεις τους νόμους του Θεού, επικαλούμενος Αυτόν που νομοθέτησε να αφήνουμε κάθε οργή εναντίον εκείνων που μας λύπησαν και αξιώνοντας να ενεργήσει αντίθετα προς τις δικές Του τις εντολές. Δεν είναι επαρκής λόγος για να τιμωρηθείς, που εσύ παραβαίνεις τον νόμο του Θεού, αλλά παρακαλείς και Αυτόν να κάνει το ίδιο;
Μήπως τάχα λησμόνησε όσα μας παρήγγειλε; Μήπως τάχα είναι άνθρωπος Αυτός που μας τα είπε αυτά; Είναι ο Θεός, ο οποίος γνωρίζει τα πάντα και θέλει να φυλάσσονται με κάθε ακρίβεια οι νόμοι Του, και τόσο απέχει από το να υλοποιεί αυτά που εσύ αξιώνεις, ώστε και εσένα που τα λέγεις αυτά σε αποστρέφεται και σε μισεί, μόνο διότι τα λέγεις αυτά παρακαλώντας ενάντια στον αδελφό σου και απαιτεί να υποστείς τη μέγιστη τιμωρία. Με ποια λογική λοιπόν έχεις την αξίωση να λάβεις από τον Θεό εκείνα τα οποία Αυτός εντέλλεται να αποφεύγεις με κάθε προσοχή;
Αλλά όμως υπάρχουν μερικοί που παραλογίζονται σε τέτοιο βαθμό, ώστε όχι μόνο εύχονται ενάντια στους εχθρούς τους, αλλά και τα παιδιά των εχθρών τους καταριούνται, και εύχονται, αν ήταν δυνατόν, να γευτούν ακόμα και τις σάρκες τους ή μάλλον τις γεύονται κιόλας. Μη μου το πεις αυτό, ότι δεν έμπηξες τα δόντιά σου στο σώμα εκείνου που σε έχει λυπήσει. Έκαμες κάτι πολύ χειρότερο από ό,τι μπορούσες, διατυπώνοντας την αξίωση να πέσει πάνω του η οργή από τον ουρανό, να παραδοθεί σε αιώνια τιμωρία και να καταστραφεί με όλη την οικογένειά του. Δεν είναι αυτά λοιπόν χειρότερα από όλα τα δαγκώματα; Δεν είναι οδυνηρότερα από όλα τα βέλη; Δεν σου δίδαξε αυτά ο Χριστός. Δεν σου όρισε να ματώνεις το στόμα σου με αυτόν τον τρόπο. Οι γλώσσες αυτές, που λένε τέτοια πράγματα, είναι χειρότερες από τα στόματα εκείνα που είναι ματωμένα από ανθρώπινες σάρκες.
Πώς λοιπόν θα ασπασθείς τον αδελφό σου; Πώς θα προσέλθεις στη Θυσία; Πώς θα γευθείς το Τίμιο Αίμα του Δεσπότου κατά τη Θεία Κοινωνία, έχοντας τόσο δηλητήριο μέσα στην ψυχή σου; Όταν προσεύχεσαι και λέγεις «σύντριψέ τον και το σπίτι του γκρέμισέ το, κατάστρεψέ του τα πάντα» και εύχεσαι να τον βρει κάθε είδος καταστροφής, τότε δεν διαφέρεις σε τίποτε από ένα φονιά ή μάλλον από ένα σαρκοφάγο θηρίο.
Ας σταματήσουμε λοιπόν την νόσο και την μανία αυτήν και ας δείξουμε σε όσους μας λύπησαν την αγάπη που όρισε ο Κύριος, για να γίνουμε όμοιοι με τον Πατέρα μας τον ουράνιο. Και θα σταματήσουμε τα πάθη αυτά, αν φέρουμε στον νου μας τα δικά μας αμαρτήματα, αν εξετάσουμε με ακρίβεια όλα τα παραπτώματα που έχουμε διαπράξει, είτε μέσα στο σπίτι μας, είτε έξω, είτε στην αγορά, είτε στην εκκλησία.
Πραγματικά, εάν για τίποτε άλλο, τουλάχιστο για την αδιαφορία που επιδεικνύουμε εδώ στην εκκλησία, μας αξίζει να υποστούμε την βαρύτερη τιμωρία. Ενώ δηλαδή ψάλλουν οι προφήτες, υμνούν οι απόστολοι, ομιλεί ο Θεός, ο νους μας περιπλανιέται έξω από την εκκλησία και μεταφέρουμε μέσα σε αυτήν τον θόρυβο των βιοτικών φροντίδων. Και δεν προσφέρουμε στους νόμους του Θεού ούτε τόση ησυχία, όση σιγή κρατούν στις βασιλικές ανακοινώσεις οι θεατές μέσα στο θέατρο˙διότι εκεί όταν διαβάζονται τα διατάγματα αυτά και οι ύπατοι και οι διοικητές και η βουλή και ο δήμος στέκονται όλοι ορθοί και ακούνε με ησυχία όσα λέγονται. Και αν στη μέση της βαθύτατης ησυχίας αυτής, εισέλθει απότομα κάποιος και μιλήσει δυνατά, δέχεται την βαρύτερη τιμωρία, διότι έχει φερθεί προσβλητικά στον βασιλέα. Εδώ, όμως, ενώ διαβάζονται ουράνια διατάγματα, επικρατεί μεγάλος θόρυβος από παντού, μολονότι και ο Αποστολέας των γραφών αυτών είναι πολύ ανώτερος από τούτον τον επίγειο βασιλέα και το «θέατρο» είναι πιο σεβαστό, διότι δεν αποτελείται μόνο από ανθρώπους, αλλά και από αγγέλους. Επίσης τα επινίκια αυτά που μας ευαγγελίζονται οι γραφές του Θεού, είναι πολύ φρικωδέστερα από τα επίγεια. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς, δεν προτρεπόμαστε να επευφημούμε οι άνθρωποι μόνο, αλλά και οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι και τα τάγματα του ουρανού και όλοι οι κάτοικοι της γης: «Εὐλογεῖτε τὸν Κύριον, πάντα τὰ ἔργα αὐτοῦ(:Δοξολογείτε τον Κύριο όλα τα δημιουργήματά Του)», λέγει ο ψαλμωδός Δαβίδ [Ψαλμ.102,22].
Διότι δεν είναι μικρά όσα επιτυγχάνονται, αλλά ξεπερνούν κάθε λογική και νου και ανθρώπινη σκέψη. Και αυτά τα αναγγέλλουν καθημερινά οι προφήτες, διακηρύσσοντας διαφορετικά ο καθένας την λαμπρή αυτή νίκη. Ο ένας λέγει: «Ἀνέβης εἰς ὕψος, ᾐχμαλώτευσας αἰχμαλωσίαν, ἔλαβες δόματα ἐν ἀνθρώποις(:Ύψιστε Κύριε, ανέβηκες στη Σιών. Ανέβηκες στα ανώτατα ύψη του ουρανού, αφού διεξήγαγες θρίαμβο τη γη, συνέλαβες αιχμαλώτους, δέχθηκες προσφορές από τους ανθρώπους)»[Ψαλμ.67,19] και «Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατός, Κύριος δυνατὸς ἐν πολέμῳ(:Αυτός είναι ο Θεός, ο κραταιός και δυνατός, ο Κύριος ο πανίσχυρος στους πολέμους)»[Ψαλμ. 23,8]. Άλλος προφήτης λέγει: «Τῶν ἰσχυρῶν μεριεῖ σκῦλα(:Από τους ισχυρούς θα πάρει και θα διαμοιράσει λάφυρα)»[Ησ.53,12]˙ διότι για τον λόγο αυτόν εξάλλου ήλθε, για να κηρύξει στους αιχμαλώτους την απελευθέρωση και στους τυφλούς την ανάβλεψη. Και ψάλλοντας θριαμβευτικά τον επινίκιο ύμνο κατά του θανάτου, έλεγε: «Ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος;(:Πού είναι, θάνατε, το φαρμακερό κεντρί σου; Άδη, πού είναι η νίκη σου;)»[Α΄Κορ.15,55].
Και άλλος πάλι προφήτης ευαγγελιζόμενος την απόλυτη ειρήνη έλεγε: «Καὶ συγκόψουσι τὰς μαχαίρας αὐτῶν εἰς ἄροτρα καὶ τὰς ζιβύνας αὐτῶν εἰς δρέπανα(:Και έτσι οι τότε εχθροί και πολέμιοι μεταξύ τους θα μετατρέψουν τα φονικά μαχαίρια τους σε αλέτρια και τα πολεμικά δόρατά τους σε δρεπάνια)»[Ησ.2,4] . Ένας άλλος προφήτης καλεί την Ιερουσαλήμ, λέγοντας: «Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ Ἱερουσαλήμ· ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός, πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον(:Χαίρε λοιπόν παρά πολύ, κόρη μου Σιών, διαλάλησε Ιερουσαλήμ· ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται σε σένα δίκαιος, λυτρωτής και σωτήρας, πράος, καθισμένος επάνω σε ένα υποζύγιο, σε ένα νεαρό πουλάρι)»[Ζαχ.9,9].
Άλλος, επίσης, προφήτης εξαγγέλλει και την Δευτέρα παρουσία του Κυρίου, λέγοντας τα εξής: «Ἣξει Κύριος, ὃν ὑμεῖς ζητεῖτε καὶ τίς ὑπομενεῖ ἡμέραν εἰσόδου αὐτοῦ;(:Θα έλθει ο Κύριος, τον οποίον Κύριο εσείς ζητείτε. Ποιος όμως θα μπορέσει, να αντέξει κατά την ημέρα εκείνην της ελεύσεώς Του;)»· και: «Σκιρτήσετε ὡς μοσχάρια ἐκ δεσμῶν ἀνειμένα(:Θα σκιρτήσετε από χαρά ωσάν τα μοσχάρια, τα οποία αφέθηκαν ελεύθερα από τα δεσμά τους)»[Μαλαχ.3,1-2 και 4,2]. Και άλλος πάλι έλεγε κατάπληκτος: «Οὗτος ὁ Θεὸς ἡμῶν, οὐ λογισθήσεται ἕτερος πρὸς αὐτόν(:Αυτός είναι ο Θεός μας· κανείς άλλος δεν μπορεί να αντιμετρηθεί προς Αυτόν)»[Βαρούχ,3,36].
Κι όμως, ενώ λέγονται αυτά και πολύ περισσότερα εδώ στην εκκλησία και πρέπει να δοκιμάζουμε φρίκη και να μη νομίζουμε ότι βρισκόμαστε στη γη, εντούτοις εμείς θορυβούμε σαν να βρισκόμαστε στο μέσο της αγοράς, προκαλούμε ταραχή συζητώντας για θέματα που καθόλου δεν μας αφορούν και χάνουμε άσκοπα όλο τον χρόνο της συνάξεώς μας.
Όταν λοιπόν και στα μικρά και στα μεγάλα, και ακούγοντας και πράττοντας, και έξω και μέσα στην εκκλησία, είμαστε τόσο αδιάφοροι και εκτός και από όλα αυτά προσευχόμαστε και ενάντια στους εχθρούς μας, από πού θα λάβουμε ελπίδα σωτηρίας αφού στα τόσα αμαρτήματά μας, προσθέτουμε κάτι βαρύτερο ακόμη από αυτά, δηλαδή την παράλογη αυτή προσευχή ενάντια στους ίδιους μας αδελφούς;
Είναι λοιπόν δίκαιο να παραξενευόμαστε, αν μας συμβεί κάτι απροσδόκητο και λυπηρό, ενώ πρέπει να παραξενευόμαστε όταν δε μας συμβαίνει; Διότι η πρώτη περίπτωση είναι φυσική συνέπεια της ακολουθίας των πραγμάτων, ενώ η δεύτερη είναι πέρα από κάθε λογική και προσδοκία. Πραγματικά είναι πέρα από τη λογική, ενώ έχουμε γίνει εχθροί του Θεού και Τον παροργίζουμε, να απολαμβάνουμε τον ήλιο και την βροχή και όλα τα άλλα αγαθά εμείς, άνθρωποι που νικούμε τα θηρία στη σκληρότητα, που στρεφόμαστε εναντίον των άλλων, που ματώνουμε τη γλώσσα μας δαγκώνοντας με τα λόγια που εκστομίζουμε τους άλλους, έπειτα από τη συμμετοχή μας στο πνευματικό τραπέζι και τις τόσες ευεργεσίες και τα άπειρα παραγγέλματα για τη διευκόλυνση της ψυχικής μας σωτηρίας.
Έχοντας αυτά στον νου μας, ας αποβάλουμε το δηλητήριο, ας διαλύσουμε τις εχθρότητες και ας κάνουμε τις προσευχές που μας αρμόζουν: αντί της θηριωδίας των δαιμόνων, ας λάβουμε την ημερότητα των αγγέλων· και όσες αδικίες και αν μας έχουν γίνει, αφού φέρουμε στον νου μας τα δικά μας αμαρτήματα και τον μισθό που μας περιμένει εφόσον τηρήσουμε αυτήν την εντολή της μακροθυμίας και της συγχωρητικότητας, ας μετριάσουμε την οργή μας, ας καταστείλουμε τη θαλασσοταραχή μέσα μας, για να περάσουμε και την παρούσα ζωή ατάραχη και φθάνοντας εκεί να βρούμε τον Δεσπότη, όπως εμείς φανήκαμε συγκαταβατικοί και ευσπλαχνικοί προς τους συνδούλους μας.
Αν, πάλι, μας φαίνεται τούτο βαρύ και φοβερό, ας το κάνουμε ελαφρύ και επιθυμητό και ας ανοίξουμε τις λαμπρές πύλες της παρρησίας ενώπιον του Θεού. Και αυτό που δεν μπορέσαμε να επιτύχουμε με την αποχή από τα αμαρτήματα, αυτό ας το επιτύχουμε με το να γίνουμε ήμεροι προς αυτούς που μας έφταιξαν, διότι τούτο δεν είναι ούτε βαρύ, ούτε δύσκολο. Ευεργετώντας τους εχθρούς μας, ας σοδιάσουμε πολύ έλεος για εμάς˙ διότι έτσι και στη ζωή αυτήν θα μας αγαπήσουν όλοι, και περισσότερο από όλους ο Θεός και θα μας αγαπήσει και θα μας στεφανώσει και θα μας αξιώσει των μελλοντικών αγαθών, τα οποία μακάρι όλοι να τα επιτύχουμε με την χάρη και την φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
ΟΜΙΛΙΑ Κ΄
«῞Οταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν (:Και όταν νηστεύετε, μη γίνεστε σκυθρωποί και περίλυποι σαν τους υποκριτές·διότι αυτοί αλλοιώνουν τα πρόσωπά τους και παίρνουν την όψη και την έκφραση ανθρώπου καταβεβλημένου από τις στερήσεις, για να φανούν στους ανθρώπους ότι νηστεύουν· Αληθινά σας λέω ότι πήραν ολοκληρωτικά την αμοιβή τους από τους επαίνους των ανθρώπων)»[Ματθ.6,16].
Αρμόζει να στενάξουμε εδώ πολύ και να θρηνήσουμε πικρά. Δεν μιμούμαστε μόνο τους υποκριτές αλλά και τους έχουμε ξεπεράσει· διότι γνωρίζω, γνωρίζω πολλούς που όχι μόνο νηστεύουν και κάνουν επίδειξη, αλλά και πολλούς άλλους που δεν νηστεύουν και λαμβάνουν εντούτοις το ύφος ανθρώπων που νηστεύουν και κάνουν έτσι απολογία χειρότερη από την αμαρτία. «Για να μη σκανδαλίσω», λέγει, «τους πολλούς, το κάνω αυτό». Μα τι είναι αυτό που λες; Είναι ο νόμος του Θεού που τα ορίζει αυτά και θυμήθηκες το σκάνδαλο; Και νομίζεις ότι σκανδαλίζεις, όταν τον τηρείς και αποσοβείς το σκάνδαλο, όταν τον παραβαίνεις; Μπορεί να υπάρξει χειρότερη ανοησία από αυτήν; Δεν θα σταματήσεις να γίνεσαι χειρότερος και από τους υποκριτές και να διπλασιάζεις την υποκρισία κατανοώντας τη μεγάλη υπερβολή της κακίας αυτής, δεν θα ντραπείς την έμφαση της διατυπώσεως;
Δεν είπε μόνο ότι υποκρίνονται, αλλά επειδή ήθελε να τους θίξει περισσότερο, λέγει: «Ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν(:διότι αυτοί αλλοιώνουν τα πρόσωπά τους)», τα χαλούν δηλαδή, τα καταστρέφουν. Και αν τούτο λέγεται αφανισμός του προσώπου, το να φαίνεται ωχρό για λόγους κενοδοξίας, τι θα μπορούσαμε να πούμε για τις γυναίκες εκείνες που παραμορφώνουν με σκόνες και βαφές τα πρόσωπά τους προς καταστροφή των ακόλαστων νέων; Διότι εκείνοι τον εαυτό τους μόνο βλάπτουν, ενώ αυτές και τον εαυτό τους και όσους τις βλέπουν. Πρέπει και τη μία και την άλλη βλάβη να αποφεύγουμε με όλη τη δύναμή μας.
«Σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ (:Εσύ όμως όταν νηστεύεις, άλειψε το κεφάλι σου και νίψε το πρόσωπό σου, ώστε να φαίνεσαι χαρούμενος, και να μη φανείς στους ανθρώπους ότι νηστεύεις· αλλά η νηστεία σου να φανεί μόνο στον Πατέρα σου, που είναι βέβαια αόρατος, αλλά βρίσκεται παρών και στα πιο απόκρυφα μέρη)»[Ματθ.6,17-18].
Μας έχει δώσει εντολή όχι μόνο να μην επιδεικνυόμαστε, αλλά και να προσπαθούμε να παραμένουμε απαρατήρητοι, πράγμα που έκαμε και προηγουμένως. Και στη μεν περίπτωση της ελεημοσύνης δεν το έθεσε απλά, αλλά όταν είπε: «Προσέχετε τὴν ἐλεημοσύνην ὑμῶν μὴ ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων (:Προσέχετε να μην κάνετε την ελεημοσύνη σας μπροστά στους ανθρώπους)», πρόσθεσε: «πρὸς τὸ θεαθῆναι αὐτοῖς (:για να σας δουν και να σας θαυμάσουν)»[Ματθ.6,1]. Στην περίπτωση όμως της νηστείας και της προσευχής δεν όρισε τίποτα τέτοιο. Γιατί τάχα; Επειδή η ελεημοσύνη είναι αδύνατον να κρυφτεί ολότελα, είναι όμως δυνατόν να κρυφτεί η προσευχή και η νηστεία. Όπως λοιπόν όταν είπε: «Σοῦ δὲ ποιοῦντος ἐλεημοσύνην μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου(:Εσύ όμως όταν κάνεις ελεημοσύνη, ας μη μάθει το αριστερό σου χέρι τι κάνει το δεξί σου)»[Ματθ.6,3], δεν εννοούσε τα χέρια, αλλά ότι πρέπει με προσοχή να περνάς απαρατήρητος από όλους.
Και όταν συμβούλευσε να αποσυρόμαστε για προσευχή στο ιδιαίτερο δωμάτιό μας, δεν όρισε αποκλειστικά ή κυρίως εκεί μόνο να προσευχόμαστε, αλλά υπονοούσε πάλι το ίδιο[βλ.Ματθ.6,6: «Σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸν ταμιεῖόν σου, καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ(:Εσύ όμως, αντίθετα, όταν πρόκειται να προσευχηθείς, μπες μέσα στο ιδιαίτερο δωμάτιό σου, κι αφού κλείσεις την πόρτα σου, κάνε την προσευχή σου στον Πατέρα σου που είναι αόρατος και κρυμμένος)»]. Έτσι και εδώ, η εντολή Του να αλειφόμαστε για να μην καταλάβουν οι άλλοι ότι νηστεύουμε, δεν έχει το νόημα να αλειφόμαστε οπωσδήποτε· διότι τότε θα βρεθούμε όλοι ότι παραβαίνουμε αυτόν τον νόμο και περισσότερο από όλους αυτοί που έκαναν κύριο έργο τους τη φύλαξή του, οι κοινότητες των μοναχών που κατέφυγαν ως ασκητές στα βουνά.
Δεν όρισε λοιπόν αυτό. Αλλά επειδή οι παλαιοί συνήθιζαν να αλείφονται σε κάθε ευχάριστο και χαρούμενο γεγονός– και αυτό μπορεί να το διαπιστώσει κανείς και στην εποχή του Δαβίδ και του Δανιήλ- είπε να αλειφόμαστε και εμείς, όχι για να το κάνουμε αυτό οπωσδήποτε, αλλά να φροντίζουμε με κάθε τρόπο και πολλή προσοχή να κρύπτουμε το πράγμα αυτό. Και για να μάθεις ότι έτσι είναι όταν Εκείνος παρουσίασε στην πράξη αυτό που όρισε με τον λόγο, και νήστεψε για σαράντα μέρες, παραμένοντας απαρατήρητος ούτε αλείφτηκε ούτε πλύθηκε. Ωστόσο και χωρίς να τα κάνει αυτά έφερε εις τέλος την άσκησή Του περισσότερο ακενόδοξα από κάθε άλλον.
Αυτό ακριβώς ορίζει και σε μας και με το να φέρει τους υποκριτές στη μέση και με το να αποτρέψει με διπλό παράγγελμα τους ακροατές Του. Και κάτι άλλο μας αφήνει να εννοήσουμε με το όνομα «υποκριτές». Όχι δηλαδή μόνο με το ότι το πράγμα είναι καταγέλαστο και προκαλεί ζημία εξαιρετική, αλλά και με το να παρουσιάσει ως εφήμερη την απάτη αυτήν, μας εμποδίζει από την πονηρή επιθυμία· διότι ο υποκριτής έως τότε φαίνεται λαμπρός, έως ότου τον παρακολουθούν οι θεατές· μάλλον ούτε και τότε δεν έχουν όλοι την ίδια γνώμη επειδή γνωρίζουν οι περισσότεροι ποιος είναι και ποιον υποκρίνεται. Όταν όμως τελειώσει η παράσταση, φανερώνεται σε όλους ξεκάθαρα. Αυτό λοιπόν είναι απόλυτη ανάγκη να το υπομείνουν οι κενόδοξοι. Και είναι εδώ φανερό στους περισσότερους ότι αυτοί δεν είναι ό,τι φαίνονται αλλά φορούν ένα προσωπείο μόνο. Θα συλληφθούν πολύ περισσότερο μετά τη ζωή αυτήν, οπότε παρουσιάζονται όλα γυμνά και ξεσκέπαστα.
Και με άλλον τρόπο πάλι τους απομακρύνει από τους υποκριτές, παρουσιάζοντας την εντολή Του ότι είναι ελαφρά. Δεν κάνει αυστηρότερη τη νηστεία, ούτε διατάζει να την παρουσιάσουμε μεγαλύτερη, αλλά να μη χάσουμε τον στέφανο από αυτήν. Ώστε αυτό που φαίνεται βαρύ είναι κοινό και για εμάς και για τους υποκριτές, επειδή νηστεύουν και αυτοί. Εκείνο όμως που είναι ελαφρύτερο, το να μη χάσουμε τον μισθό επειδή κουραστήκαμε, «αυτό είναι», μας λέγει, «που ορίζω». Δεν προσθέτει τίποτε στον κόπο μας, εξασφαλίζει όμως για χάρη μας τους μισθούς μας και δεν αφήνει να φύγουμε αστεφάνωτοι όπως εκείνοι: «Καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ(:Και ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά, θα σου αποδώσει την αμοιβή σου στα φανερά)»[Ματθ.6,18].Ούτε θέλουν να μιμηθούν αυτούς που αγωνίζονται στους Ολυμπιακούς αγώνες, οι οποίοι παρόλο που τους παρακολουθεί τόσο πλήθος και τόσοι άρχοντες, ένα μόνο επιδιώκουν να ικανοποιήσουν, αυτόν που θα βραβεύσει τη νίκη τους, και ας είναι πολύ κατώτερος. Και εσύ που έχεις διπλή αιτία να παρουσιάσεις σε εκείνον την νίκη σου, διότι και ο βραβευτής είναι αυτός και ασύγκριτα υπερέχει από όλους όσοι κάθονται στο θέατρο, κάνεις επίδειξη της αρετής σου σε άλλους που όχι μόνο δεν σε ωφελούν, αλλά και σου προξενούν υπερβολική ζημία.
«Αλλά», λέγει, «και τούτο δεν σου το αποκλείω. Αν θέλεις να επιδειχτείς και στους ανθρώπους, περίμενε, και Εγώ θα σου το παραχωρήσω και τούτο πιο απλόχερα και με περισσότερο κέρδος. Σε αποσπά τώρα αυτό από τη δόξα μου, όπως σε συνδέει η περιφρόνησή τους. Τότε θα τα απολαύσεις όλα με κάθε ελευθερία. Αλλά και πριν από αυτά δεν θα είναι μικρή η ωφέλειά σου και εδώ να καταπατήσεις όλη τη δόξα των ανθρώπων, να ελευθερωθείς από τη βαριά ανθρώπινη δουλεία και να γίνεις γνήσιος εργάτης της αρετής. Επειδή με τέτοιου είδους αντιλήψεις, αν βρεθείς στην έρημο, θα γίνεις έρημος από κάθε αρετή, αφού δεν θα έχεις θεατές».
Αυτό όμως το κάνει ένας που υβρίζει την ίδια την αρετή, αν όχι γι’ αυτήν, αλλά πρόκειται να την ασκήσεις για τον σχοινοπλέχτη και τον σιδηρουργό και το πλήθος των ανθρώπων της αγοράς, για να σε θαυμάσουν οι κακοί και οι απομακρυσμένοι από αυτήν. Και καλείς τους εχθρούς της να σε δουν και να σε θαυμάσουν. Είναι το ίδιο να προτιμά κανείς τη σωφροσύνη όχι για την αξία της σωφροσύνης, αλλά για να την επιδείξει σε όσους ζουν με εταίρες. Και εσύ λοιπόν δεν θα προτιμούσες την αρετή, παρά μόνο για τους εχθρούς της. Αξίζει και από αυτό να τη θαυμάσει κανείς, επειδή την επαινούν και οι εχθροί της. Πρέπει όμως να τη θαυμάζουμε όχι για τους άλλους, αλλά γι’ αυτήν την ίδια. Επειδή και εμείς θεωρούμε προσβολή να μη μας αγαπούν για τον εαυτό μας, αλλά χάρη στους άλλους.
Να σκέπτεσαι το ίδιο και για την αρετή. Μην την επιδιώκεις προς χάριν των άλλων, μήτε να υπακούς στον Θεό για χάρη των ανθρώπων, αλλά στους ανθρώπους για χάρη του Θεού. Αν κάνεις το αντίθετο, ακόμη και αν νομίζεις ότι επιδιώκεις την αρετή, Τον ερεθίζεις όμοια με εκείνον που δεν την επιδιώκει· διότι όπως εκείνος παράκουσε με το να μην πράξει, έτσι και εσύ με το να πράξεις παράνομα.
«Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διαρύσσουσι καὶ κλέπτουσι· θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:Μη συσσωρεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς πάνω στη γη, όπου ο σκόρος και η φθορά της σαπίλας ή της σκουριάς αφανίζουν τα αποθηκευμένα είδη του πλούτου και όπου οι κλέφτες τρυπούν τους τοίχους των θησαυροφυλακίων και τα κλέβουν. Μαζεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς στον ουρανό, όπου ούτε ο σκόρος ούτε η σαπίλα και η σκουριά αφανίζουν τους αποθηκευμένους θησαυρούς σας και όπου οι κλέφτες δεν τρυπούν τους τοίχους των θησαυροφυλακίων σας, ούτε κλέβουν. Πρέπει λοιπόν να θησαυρίζετε θησαυρούς στον ουρανό, για να είναι και η καρδιά σας προσκολλημένη στον Θεό και στα ουράνια˙διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)»[Ματθ.6,19-21].
[…]Αφού έβγαλε από την ψυχή μας το νόσημα της κενοδοξίας, στην κατάλληλη στιγμή πλέον ομιλεί και περί ακτημοσύνης˙διότι τίποτε δεν προετοιμάζει τόσο τον άνθρωπο στην αγάπη των χρημάτων, όσο ο έρως της κενοδοξίας: για τη δόξα οι άνθρωποι επινοούν και τις αγέλες των δούλων, και το πλήθος των ευνούχων, και τα χρυσοστόλιστα άλογα και τα αργυρά τραπέζια και τα άλλα που είναι περισσότερο ακόμη καταγέλαστα· όχι βέβαια για να ικανοποιήσουν κάποια ανάγκη, ούτε για να απολαύσουν κάποια ηδονή, αλλά για να επιδειχθούν στους πολλούς.
Πιο πάνω βέβαια έλεγε μόνο ότι πρέπει να ελεούμε, εδώ όμως υποδεικνύει και πόσο πρέπει να δίδουμε, όταν λέγει: «Μη θησαυρίζετε». Επειδή δεν ήταν δυνατόν να παρουσιάσει από την αρχή όλο μαζί τον λόγο για την περιφρόνηση των χρημάτων, καθόσον είναι τυραννική η κυριαρχία του πάθους, αφού τον χώρισε σε μέρη και τον ελευθέρωσε από αυτήν, τον σταλάζει στην ψυχή των ακροατών Του, ώστε να γίνει εύκολα παραδεκτός. Για τον λόγο αυτό έλεγε πρώτα, «Μακάριοι οι ελεήμονες» και έπειτα «Ἴσθι εὐνοῶν τῷ ἀντιδίκῳ σου ταχὺ ἕως ὅτου εἶ ἐν τῇ ὁδῷ μετ᾿ αὐτοῦ(:Να είσαι συμβιβαστικός και να έχεις συμφιλιωτικές διαθέσεις απέναντι στον δανειστή με τον οποίο βρίσκεσαι σε δίκη)»[Ματθ.5,25]. Και στη συνέχεια: «Καὶ τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνά σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον(:Και σε εκείνον που θέλει να κάνει δίκη μαζί σου και να σου πάρει το πουκάμισο, άφησέ του και το πανωφόρι σου)»[Ματθ.5,40]. Εδώ όμως είπε το μεγαλύτερο από όλα. Εκεί είχε πει: «Αν δεις να πλησιάζει δικαστικός αγώνας, να κάνεις τούτο: αντί να το κρατήσεις με φιλονικία, καλύτερα να αποφύγεις τη διαμάχη και ας μην το έχεις». Αλλά εδώ χωρίς να παρουσιάζει ούτε αντίδικο, ούτε κατηγορούμενο, ούτε να μνημονεύει κάποιον άλλο σχετικό, μας συμβουλεύει την ίδια την περιφρόνηση των χρημάτων, και μας δείχνει ότι θέτει αυτόν τον νόμο όχι τόσο για αυτούς που ευεργετούνται, όσο για αυτόν που ευεργετεί. Ώστε και αν ακόμη δεν υπάρχει κανείς να μας αδικεί ή να μας σέρνει στο δικαστήριο, ακόμη και έτσι να περιφρονούμε τα υπάρχοντά μας και να τα μοιράζουμε σε όσους έχουν ανάγκη.
Και εδώ όμως δεν έθεσε τον νόμο στο σύνολό του, αλλά και τώρα σιγά σιγά προχωρεί, μολονότι παρουσίασε τους αγώνες Του ενάντια σε αυτά στην έρημο με πολλή την υπερβάλλουσα σημασία. Ούτε όμως το αναφέρει, ούτε το εξιστορεί· δεν ήταν ακόμη καιρός να το φανερώσει. Μέχρι τώρα εξετάζει σκέψεις, και λαμβάνει περισσότερο την θέση συμβούλου στους λόγους αυτούς και όχι νομοθέτου. Αφού λοιπόν είπε «Μη θησαυρίζετε επάνω στη γη», πρόσθεσε «όπου το σαράκι και το σκουλήκι αφανίζουν και όπου οι κλέπτες ανοίγουν και κλέπτουν». Παρουσίασε και του εδώ «θησαυρού» τη βλάβη και του εκεί την ωφέλεια και από τον τόπο και από τους καταστροφείς τους.
Δεν σταματά όμως μέχρις εδώ, αλλά προσθέτει και άλλη σκέψη. Πρώτα, στηρίζει την προτροπή Του σε εκείνα που φοβούνται. «Τι φοβάσαι;» λέγει. «Μήπως ξοδευθούν τα χρήματά σου ,όταν δώσεις ελεημοσύνη; Δώσε λοιπόν ελεημοσύνη και τότε ακριβώς δεν θα ξοδευθούν.» Και το μεγαλύτερο βέβαια είναι ότι όχι μόνο δεν θα ξοδευθούν, αλλά και προσθήκη μεγαλύτερη θα λάβουν καθόσον προστίθενται σε αυτά και τα ουράνια αγαθά. Δεν το λέγει όμως αυτό από την αρχή· το προσθέτει έπειτα.
Μέχρι τώρα ό, τι μπορούσε να αποτελέσει για αυτούς τη μεγαλύτερη προτροπή αυτό φέρει στο κέντρο, το ότι ο θησαυρός τους παραμένει άθικτος και τους προσελκύει με δύο σκέψεις. Δεν είπε δηλαδή μόνο ότι διατηρείται ο θησαυρός μονάχα αν δώσει κανείς ελεημοσύνη, αλλά διατύπωσε και την αντίθετη απειλή: αν δεν δώσεις, χάνεται. Πρόσεξε την απερίγραπτη σοφία Του. Διότι δεν είπε: «Αφήνεις τα πλούτη σου σε άλλους», επειδή και τούτο ευχαριστεί τους ανθρώπους. Τους εκφοβίζει και από άλλη άποψη, δείχνοντας ότι δεν το επιτυγχάνουν μήτε αυτό· διότι και εάν δεν αδικήσουν άνθρωπο, υπάρχουν οπωσδήποτε αυτοί που αδικούν, το σαράκι και το σκουλήκι˙ διότι μολονότι η φθορά που προκαλούν αυτά φαίνεται ότι είναι δυνατόν εύκολα να αντιμετωπιστεί, στην πραγματικότητα είναι ακαταμάχητη και ασυγκράτητη. Και οτιδήποτε μηχανευθείς, δεν θα επιτύχεις να αναχαιτίσεις τη ζημία που προκαλούν.
Τι λοιπόν; Το σαράκι αφανίζει το χρυσάφι; Όχι βέβαια το σαράκι, οπωσδήποτε όμως οι κλέφτες. Και έπεσαν όλοι θύματα κλοπής; Αν όχι όλοι, οπωσδήποτε έπεσαν οι περισσότεροι. Για τον λόγο αυτό προσθέτει, όπως είπα προ ολίγου και άλλη σκέψη· «ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:πρέπει λοιπόν να θησαυρίζετε θησαυρούς στον ουρανό, για να είναι και η καρδιά σας προσκολλημένη στον Θεό και στα ουράνια˙ διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)»[Ματθ.6,21]. Ακόμη και τίποτε από αυτά να μη γίνει, δεν θα υποστείς μικρή βλάβη να είσαι προσηλωμένος στα κάτω, να γίνεις δούλος από ελεύθερος που είσαι, να χάσεις τα ουράνια, τίποτε από τα υψηλά να μην μπορείς να εννοήσεις, αλλά να τα βλέπεις όλα σαν χρήματα και τόκους και δάνεια και κέρδη και ανελεύθερες συναλλαγές. Υπάρχει μεγαλύτερη αθλιότητα από αυτήν; Διότι ο άνθρωπος αυτό είναι χειρότερος από κάθε ανδράποδο, είναι δούλος στη χειρότερη τυραννία και έχει προδώσει το σημαντικότερο από όλα, την ευγένεια του ανθρώπου και την ελευθερία. Όσα και να σου λέγει κανείς, όταν ο νους σου είναι προσηλωμένος στα χρήματα, τίποτε δε θα μπορέσεις να ακούσεις από όσα σου αρμόζουν. Αλλά σαν το σκυλί δεμένο σε τάφο με τη βαρύτερη αλυσίδα, την τυραννία των χρημάτων, θα γαυγίζεις όλους όσους πλησιάζουν και θα έχεις τούτο μόνο το αδιάκοπο έργο, να φυλάγεις για άλλους τον θησαυρό. Υπάρχει μεγαλύτερη αθλιότητα από αυτό;
Επειδή όμως τούτο ήταν ανώτερο από την αντιληπτική ικανότητα των ακροατών του και δεν ήταν εύκολο στους πολλούς να δουν με μία ματιά τη βλάβη και δεν ήταν και το κέρδος φανερό, αλλά χρειαζόταν μία πιο πνευματική διάθεση για να διακρίνουν το ένα από το άλλο, το έθεσε τούτο έπειτα από τα φανερά εκείνα λέγοντας· «όπου βρίσκεται ο θησαυρός του ανθρώπου εκεί είναι και η καρδιά του». Και τούτο πάλι το αποσαφηνίζει, οδηγώντας τον λόγο από τα νοητά στα αισθητά και λέγοντας· «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός(: Και δεν είναι μικρή συμφορά να κολλήσει ο νους και η καρδιά σας στα γήινα και τα μάταια. Για να το καταλάβετε αυτό, σας φέρνω μία εικόνα: Το λυχνάρι που δίνει φως στο σώμα είναι το μάτι˙ και το λυχνάρι που φωτίζει την ψυχή είναι ο νους)»[Ματθ.6,22]. Η σημασία δε αυτού που λέγει είναι η εξής: «Μην κρύψεις τον χρυσό μέσα στη γη, ούτε κάτι άλλο από τα παρόμοια, διότι τα συγκεντρώνεις αυτά για το σαράκι και το σκουλήκι και για τους κλέφτες. Εάν δε και αυτές τις βλάβες τις αποφύγεις δεν θα διαφύγεις την υποδούλωση της καρδιάς σου και την προσήλωσή σου σε όλα τα επίγεια»˙ «ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)».
Έτσι λοιπόν αν τον αποθέσεις στον ουρανό, δεν καρπούσαι μόνον αυτό, το να λάβεις δηλαδή τα έπαθλα γι’ αυτά, αλλά λαμβάνεις ήδη και εδώ τον μισθό, που τον μεταφέρεις εκεί,με το να μεταφέρεσαι νοερώς στον ουρανό, να σκέπτεσαι συνεχώς τα εκεί υπάρχοντα και να φροντίζεις διαρκώς για αυτά· διότι όπου απέθεσες τον θησαυρό, είναι φανερό ότι εκεί έχεις και τη σκέψη σου. Ώστε εάν αυτό το κάνεις στη γη, θα πάθεις τα αντίθετα. Εάν δε αυτό που ειπώθηκε σου είναι ασαφές, άκουσε τα εξής: «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός· ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινόν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον;(:Ο λύχνος του σώματος είναι το μάτι. Αν το μάτι σου είναι υγιές, όλο το σώμα σου θα είναι γεμάτο φως, σαν να ήταν ολόκληρο το σώμα σου μάτι. Έτσι θα φωτίζεται και η ψυχή σου εάν ο νους σου και η καρδιά σου δεν έχουν τυφλωθεί από τη φιλαργυρία και από την προσκόλληση στα μάταια. Εάν όμως το μάτι σου είναι βλαμμένο και τυφλωμένο, όλο το σώμα σου θα είναι βυθισμένο στο σκοτάδι. Εάν λοιπόν εκείνο που σου δόθηκε για να σου μεταδίδει φως, γίνει σκοτάδι, σε πόσο σκοτάδι θα βυθιστείς; Κάτι ανάλογο θα συμβεί εάν και ο νους σκοτιστεί από την προσκόλληση στον πλούτο. Σε πόσο ηθικό σκοτάδι θα βυθιστεί τότε η ψυχή σου;)»[Ματθ.6,22-23].
Στρέφει τον λόγο στα περισσότερο αισθητά. Επειδή δηλαδή ανέφερε τη διάνοια, ότι καταδουλώνεται και αιχμαλωτίζεται και αυτό δεν μπορούν να το δουν πολλοί αμέσως, μεταθέτει τη διδασκαλία Του στα εξωτερικά που βρίσκονται μπροστά στα μάτια τους, ώστε από αυτά να κατανοήσουν και εκείνα. Αν όμως δεν γνωρίζεις, λέγει, τι τέλος πάντων είναι «βλάβη του νου», κατανόησέ το αυτό από τα σωματικά. Ό,τι δηλαδή είναι για το σώμα το μάτι, αυτό είναι ο νους για την ψυχή. Ασφαλώς λοιπόν δεν θα προτιμούσες να φορείς χρυσά και να είσαι ενδεδυμένος με ρούχα μεταξωτά, και να είναι χαλασμένα τα μάτια σου, αλλά θεωρείς την υγεία των ματιών σου πιο ποθητή από όλα αυτά˙ διότι αν την καταστρέψεις και τη χαλάσεις, δεν σε ωφελεί πλέον να ζεις, διότι όπως με την τύφλωση των ματιών χάνεται το μεγαλύτερο ποσοστό της ενεργητικότητας των άλλων μελών, όταν σβήσει για αυτά το φως, έτσι και όταν καταστραφεί ο νους σου, η ζωή σου θα γεμίσει από μύρια δεινά. Όπως λοιπόν στη φροντίδα του σώματος θέτουμε αυτόν τον σκοπό, να έχουμε τα μάτια μας γερά, έτσι και στην ψυχή σκοπούμε να έχουμε υγιή τον νου. Αν τραυματίσουμε αυτό που οφείλει και στα άλλα να παρέχει το φως, πώς θα μπορέσουμε αν δούμε; Όπως αυτός που φράζει την πηγή, ξηραίνει τον ποταμό, έτσι και όποιος αφανίζει τον νου του, θολώνει όλη τη δραστηριότητά του στη ζωή αυτή. Για τον λόγο αυτόν λέγει: «Αν το δικό σου φως είναι σκοτάδι, το σκοτάδι πόσο είναι;». Όταν ο κυβερνήτης βουλιάξει και σβήσει το λυχνάρι και ο αρχηγός αιχμαλωτισθεί, ποια ελπίδα απομένει στους υπηκόους;
Για τούτον ακριβώς τον λόγο, λοιπόν, αφού άφησε να αναφέρει τώρα τους κινδύνους, τον φθόνο τις φιλονικίες, τις δίκες, που προκαλούνται εξαιτίας του πλούτου (βέβαια έκανε υπαινιγμό παραπάνω όταν είπε· «Θα σε παραδώσει ο αντίδικος στον κριτή και ο κριτής στον δεσμοφύλακα»[Ματθ.5,25] με το να αναφέρει τα βαρύτερα και χειρότερα περιστατικά, που συμβαίνουν, απομακρύνει με τον τρόπο αυτόν από την πονηρή επιθυμία. Πραγματικά είναι πολύ φοβερότερο να υποδουλωθεί ο νους σου σε αυτό το πάθος παρά να κλεισθείς στη φυλακή. Και το μεν τελευταίο δεν συμβαίνει συχνά, το πρώτο όμως έχει συνδεθεί με την επιθυμία των χρημάτων. Για τον λόγο αυτό θέτει την υποδούλωση του νου, επειδή ένα βαρύτερο κακό, μετά τη φυλάκιση, που οπωσδήποτε βέβαια συμβαίνει. «Ο Θεός», λέγει, «μας έδωσε νου, για να διαλύσουμε την άγνοιά μας και να σχηματίσουμε ορθή κρίση για τα πράγματα κι ακόμη να μείνουμε ασφαλισμένοι έναντι όσων μας λυπούν και μας βλάπτουν χρησιμοποιώντας αυτόν ως κάποιο όπλο και φως».
Εμείς όμως σπαταλούμε το χάρισμα σε περιττά και ανώφελα. Τι ωφελούν οι χρυσοντυμένοι στρατιώτες, όταν ο στρατηγός σύρεται στην αιχμαλωσία; Ποιο το κέρδος από το στολισμένο πλοίο, όταν ο κυβερνήτης καταποντισθεί; Και τι αξία έχει το τέλειο σώμα, όταν από τα μάτια αποκοπεί η όραση; Δηλαδή, όπως ακριβώς ο γιατρός που οφείλει να παραμένει υγιής για να θεραπεύει τις ασθένειες, εάν κάποιος, αφού τον κάνει να ασθενήσει, ορίσει έπειτα να είναι ξαπλωμένος ως ασθενής σε ασημένιο κρεβάτι και χρυσό θάλαμο, δε θα προσφέρει καμία ωφέλεια στους υπόλοιπους αρρώστους, κατά όμοιο τρόπο αν, αφού καταστρέψεις τον νου που έχει τη δύναμη να θεραπεύει τα πάθη, καθίσεις δίπλα στον θησαυρό σου, όχι μόνο δεν θα έχεις καμία ωφέλεια, αλλά θα πάθεις μεγίστη ζημία και την ψυχή σου ολόκληρη θα βλάψεις.
Είδες πως διαμέσου εκείνων με τα οποία οι άνθρωποι επιθυμούν σε κάθε περίπτωση την πονηρία, με αυτά τους απομακρύνει από αυτήν και τους επαναφέρει στην αρετή; Για ποιο λόγο, ρωτάει , επιθυμείς τα χρήματα; Όχι για να χαρείς την ηδονή και την απόλαυση; Αυτό ακριβώς δεν θα το δοκιμάσεις με τον τρόπο αυτόν, αλλά με τον εντελώς αντίθετο. Αν με τη στέρηση των ματιών δεν αισθανόμαστε κανένα από τα ευχάριστα εξαιτίας αυτής της συμφοράς μας, παθαίνουμε το ίδιο σε μεγαλύτερο βαθμό εξαιτίας της διαστροφής και της αναπηρίας του νου.
Και για ποιο λόγο τα κρύβεις στη γη; Για να φυλάγονται με ασφάλεια; Και εδώ, λέγει, συμβαίνει το αντίθετο. «Για ποιον λόγο», λέγει, «προσεύχεσαι και ελεείς; Επιθυμείς τη δόξα των ανθρώπων; Μην προσεύχεσαι λοιπόν γι’ αυτήν και θα την έχεις κατά την ημέρα της κρίσεως». Όπως λοιπόν εκείνον που νηστεύει και ελεεί και προσεύχεται για λόγους κενοδοξίας, τον οδηγεί στην έλλειψη κενοδοξίας χρησιμοποιώντας την ίδια την επιθυμία του, ομοίως και τον φιλάργυρο τον αποσπά με όσα ακριβώς τράβηξαν την επιθυμία του. «Τι θέλεις;» , του λέγει. «Να φυλάσσονται τα χρήματά σου και να απολαύσεις την ηδονή; Θα σου τα δώσω και τα δύο με μεγάλη αφθονία, αν καταθέσεις το χρυσάφι σου όπου σου ορίζω».
Στα επόμενα έδειξε σαφέστερα τη βλάβη του νου που προέρχεται από αυτά, όταν μνημόνευσε τα αγκάθια. Προ ολίγου και εδώ δεν έκανε αυτόν τον υπαινιγμό τυχαία, παρουσιάζοντας ότι είναι σκοτισμένος όποιος έχει αυτή τη μανία. Και όπως όσοι βαδίζουν στα σκοτεινά δεν βλέπουν τίποτε με σαφήνεια, αλλά το σχοινί το νομίζουν φίδι και αν δουν βουνά και φαράγγια πεθαίνουν από τον φόβο, έτσι και αυτοί υποψιάζονται τα μη φοβερά για όσους βλέπουν. Τρέμουν τη φτώχεια και όχι μόνο αυτήν, αλλά και τη ζημία που θα τύχαινε να τους συμβεί. Αν στερηθούν κάτι ασήμαντο, θρηνούν και υποφέρουν περισσότερο από όσους στερούνται την απαραίτητη τροφή. Πολλοί από τους πλούσιους έφθασαν στην αγχόνη, επειδή δεν μπόρεσαν να αντέξουν τις κακές αυτές ημέρες. Αλλά και την προσβολή και την κακομεταχείριση τόσο ανυπόφορα τα θεωρούν, ώστε πολλοί και γι’ αυτήν την αιτία αποσπάστηκαν από τη ζωή.
Σε όλα, εκτός από τη διακονία του, τους έκανε ο πλούτος μαλακούς. Όταν διατάζει να του δουλεύουν, δεν δειλιάζουν ούτε μπροστά στο φόνο, ούτε στα μαστίγια, ούτε στις κατηγορίες, ούτε σε κάθε εξευτελισμό. Τούτο αποτελεί εσχάτη αθλιότητα, να δειλιάζεις περισσότερο από όλους όπου πρέπει να δείχνεις γενναιότητα· και εκεί που πρέπει να είσαι πιο προσεκτικός, να γίνεσαι αναιδέστερος και θρασύτερος. Αυτοί εδώ παθαίνουν ό, τι και αυτός που σπαταλά την περιουσία του εκεί που δεν πρέπει. Αυτός όταν φθάσει ο καιρός για τη δαπάνη που πρέπει να γίνει, επειδή δεν έχει τι να δώσει, υποφέρει αθεράπευτα δεινά, αφού έχει ξοδέψει κακώς πριν της ώρας τους τα δικά του.
Και όπως αυτοί που ασχολούνται με τις πονηρές εκείνες τέχνες επάνω στη σκηνή, υπομένουν ένα πλήθος από επικίνδυνους και περίεργες ασκήσεις, ενώ σε εργασίες χρήσιμες και απαραίτητες είναι από όλους πιο καταγέλαστοι, έτσι και αυτοί εδώ˙διότι αυτοί που βαδίζουν πάνω στο τεντωμένο σχοινί επιδεικνύοντας τόσο θάρρος, αν κάτι από τα αναπόφευκτα της ζωής απαιτήσει τόλμη και θάρρος, ούτε να το εννοήσουν κάτι τέτοιο μπορούν, ούτε να το ανεχθούν. Έτσι και εκείνοι που πλουτούν, ενώ τολμούν τα πάντα για τα χρήματα, για την πνευματική ζωή ούτε μικρό ούτε μεγάλο δεν θέλουν να υπομείνουν. Και όπως εκείνοι ασκούν κάτι και επικίνδυνο και ανώφελο, έτσι και αυτοί υπομένουν πολλούς κινδύνους και πολλές κακοτοπιές, δεν καταλήγουν όμως σε τέλος καλό και υπομένουν διπλό σκότος και από τη διαστροφή του νου τυφλωμένοι και από την απατηλή θολούρα των φροντίδων τυλιγμένοι. Για τον λόγο αυτό, ούτε να διακρίνουν εύκολα κάτι δεν μπορούν˙ διότι όποιος βρίσκεται στα σκοτεινά, μόνο όταν φανεί ο ήλιος ελευθερώνεται από το σκοτάδι. Όποιος όμως έχει χαλασμένα μάτια, δεν βλέπει ούτε όταν φανεί ο ήλιος. Αυτό ακριβώς έπαθαν και αυτοί εδώ. Δεν αντιλαμβάνονται μήτε τον Ήλιο της Δικαιοσύνης που έλαμψε και τους καλεί, επειδή ο πλούτος τους έκλεισε τα μάτια. Για τον λόγο αυτό και υπομένουν διπλό σκότος· το ένα από τον εαυτό τους, το άλλο επειδή δεν προσέχουν τον Διδάσκαλο. Ας Τον παρακολουθούμε λοιπόν με προσοχή, για να ξαναβρούμε τέλος κάποτε το φως μας.
Και πώς είναι δυνατόν να ξαναδείς; Αν μάθεις πως τυφλώθηκες. Και πώς λοιπόν τυφλώθηκες; Από την πονηρή επιθυμία βεβαίως. Διότι, όπως σε μάτι καθαρό, έρχεται, ως υγρό ερεθιστικό, η επιθυμία των χρημάτων και δημιουργεί πυκνό νέφος. Αλλά είναι εύκολο και να σπάσει και να διαλυθεί το νέφος τούτο, αν δεχθούμε την ακτίνα από τη διδασκαλία του Χριστού. Αν ακούσουμε τις συμβουλές και τους λόγους Του· «Μη θησαυρίζετε για τον εαυτό σας θησαυρούς επάνω στη γη».
«Και τι θα κερδίσω από την ακρόαση», θα ρωτήσει κάποιος, «όταν με κατέχει η επιθυμία;». Αλλά ακριβώς η συνεχής ακρόαση μπορεί να εξαλείψει και την επιθυμία. Και αν επιμένεις να κυριαρχείσαι από αυτήν, κατανόησε ότι δεν πρόκειται για επιθυμία. Τι είδους επιθυμία είναι να βρίσκεσαι σε σκληρή δουλεία, να είσαι κάτω από τυραννικό ζυγό, κλεισμένος πίσω από τους τοίχους μιας φυλακής, να ζεις στο σκοτάδι, να είσαι γεμάτος από ταραχή, να υπομένεις ανώφελους κόπους, να φυλάττεις τα χρήματα για άλλους και συχνά και για τους εχθρούς; Σε ποιου είδους επιθυμία ταιριάζουν αυτά; Ποια φυγή ή δρόμο δεν αξίζουν αυτά; Τι είδους επιθυμία είναι αυτή, να εμπιστεύεσαι τον θησαυρό σου στους κλέπτες; Αν επιθυμείς τα χρήματά σου στο σύνολό τους, τοποθέτησέ τα όπου μπορούν να μείνουν ασφαλισμένα και απείρακτα˙διότι αυτά που κάνεις τώρα δεν δείχνουν άνθρωπο που επιθυμεί χρήματα, αλλά μαρτυρούν δουλεία, επιβουλή, ζημία, αγωνία αδιάκοπη.
Εσύ όμως αν κάποιος σου δείξει ένα μέρος απαραβίαστο επάνω στη γη, και αν σε φέρει στην ίδια την έρημο υποσχόμενος την ασφαλισμένη φύλαξη των χρημάτων σου, ούτε διστάζεις ούτε επιφυλάσσεσαι, αλλά δείχνεις εμπιστοσύνη και μεταφέρεις εκεί τα χρήματά σου. Όταν όμως σου υπόσχεται το ίδιο ο Θεός και όχι κάποιος άνθρωπος και σου προτείνει όχι την έρημο αλλά τον ουρανό, πράττεις τα αντίθετα. Και όμως, αν χίλιες φορές αυτά είναι ασφαλισμένα εδώ κάτω, ποτέ δεν θα μπορέσεις να ελευθερωθείς από τη φροντίδα. Και αν ακόμα δεν τα χάσεις, δεν θα ελευθερωθείς ποτέ από την αγωνία μήπως τα χάσεις Εκεί όμως δεν θα υποφέρεις τίποτε από αυτά. Και επιπλέον θα ωφεληθείς, διότι δεν κρύβεις μόνο το χρυσάφι σου, αλλά και το σπείρεις. Το ίδιο γίνεται θησαυρός και σπόρος και κάτι περισσότερο από τα δύο˙διότι ο σπόρος δεν κρατεί για πάντοτε, ενώ τούτο μένει παντοτινά. Και ο θησαυρός δεν βλαστάνει, ενώ αυτό σου δίδει καρπούς αθανάτους.
Και αν μου προβάλλεις τον χρόνο και την αναβολή της ανταποδόσεως, μπορώ και εγώ να σου δείξω και να σου πω, πόσα και εδώ κερδίζεις. Χωριστά όμως από αυτά θα προσπαθήσω να σου αποδείξω και από αυτές τις βιοτικές φροντίδες ότι αυτά αποτελούν προφάσεις μάταιες. Πολλά στη ζωή αυτή δημιουργείς, που δεν πρόκειται να τα χαρείς ο ίδιος. Και αν σε κατηγορήσει κανείς, προβάλλεις τα παιδιά σου και τα παιδιά των παιδιών σου και νομίζεις ότι ανακάλυψες ικανοποιητική δικαιολογία για περιττούς κόπους. Όταν στα έσχατα γηρατειά σου κτίζεις σπίτια μεγαλόπρεπα, που προτού τελειώσουν, θα έχεις εσύ πολλές φορές αναχωρήσει, και όταν φυτεύεις δένδρα, που μετά από χρόνο πολύ θα σου δώσουν καρπό, και όταν αγοράζεις περιουσίες και κτήματα, που θα αποκτήσεις την κυριότητά τους έπειτα από πολύ διάστημα, και όταν πολλά άλλα παρόμοια δημιουργείς, που δεν θα δοκιμάσεις εσύ τη χαρά τους, τα ετοιμάζεις τάχα για τον εαυτό σου ή για τους άλλους; Δεν είναι λοιπόν εσχάτη ανοησία να μη στενοχωρείσαι καθόλου εδώ για την αργοπορία του χρόνου, τη στιγμή μάλιστα που από την αργοπορία αυτή θα χάσεις όλη την αμοιβή σου, για την εκεί όμως καθυστέρηση να αδρανείς, τη στιγμή που αυτή σου δίδει μεγαλύτερο κέρδος και δεν προορίζει σε άλλους τα αγαθά, αλλά φέρει τις απολαβές σε εσένα;
Εκτός από αυτά και η αναβολή δεν είναι και πολλή. Τα πράγματα έχουν πλησιάσει πολύ και δεν γνωρίζουμε μήπως και στη δική μας γενιά πάρει τέλος η ζωή αυτή και φθάσει η φοβερή εκείνη ημέρα, που θα μας παρουσιάσει το φρικτό και αδέκαστο δικαστήριο. Τα περισσότερα σημεία έχουν πραγματοποιηθεί και το Ευαγγέλιο έχει κηρυχθεί σε όλα τα μέρη του κόσμου και οι πόλεμοι και οι σεισμοί και οι λιμοί έχουν γίνει και η απόσταση πια δεν είναι μεγάλη. Δεν βλέπεις τα σημεία; Αυτό ακριβώς είναι το μεγαλύτερο σημείο. Ούτε οι επί Νώε δεν είχαν διακρίνει τα προμηνύματα της καταστροφής εκείνης, αλλά ενώ έπαιζαν και έτρωγαν και νυμφεύονταν και έπρατταν όλα τα συνηθισμένα της ζωής, τους βρήκε η φοβερή εκείνη τιμωρία. Τα ίδια και στα Σόδομα: ενώ διασκέδαζαν και δεν υποψιάζονταν τίποτε, κεραυνοβολήθηκαν από τους κεραυνούς που έπεσαν.
Αυτά ας έχουμε στον νου μας και ας κατευθύνουμε τον εαυτό μας στην προετοιμασία της αποδημίας μας από εδώ. Διότι και αν ακόμη δεν φθάσει ποτέ η κοινή ημέρα της συντέλειας, το τέλος του καθενός μας είναι πλησίον, είτε γέροντας είναι είτε νέος. Και δεν μπορούμε, όταν φύγουμε από εδώ, ούτε λάδι πια να αγοράσουμε, ούτε να παρακαλέσουμε και να λάβουμε συγνώμη, είτε ο Αβραάμ μεσολαβήσει, είτε ο Νώε, ο Ιώβ ή ο Δανιήλ. Έως ότου λοιπόν έχουμε καιρό, ας ετοιμάσουμε για τον εαυτό μας από τώρα για τότε την παρρησία μας πολλή, ας συγκεντρώσουμε τα πάντα στον ουρανό, για να τα απολαύσουμε την κατάλληλη ώρα και όταν τα χρειαζόμαστε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δύναμις και η δόξα και τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΙΘ΄και Κ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 9, σελίδες 685-727.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 64, σελ. 81-92.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ[:Ματθ. 6, 14-21]
Πνευματικά θησαυρίσματα από ομιλίες του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
ΤΟ ΜΙΣΟΣ ΚΑΙ Η ΕΧΘΡΑ ΩΣ ΕΜΠΟΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΧΩΡΗΣΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΚΩΝ ΜΑΣ ΑΜΑΡΤΙΩΝ
Αν κανείς έχει αδικηθεί από τον πλησίον του, ας φέρει στο νου του τον Δαβίδ. Μόλις θυμηθεί τον πράο και ανεξίκακο προφητάνακτα, θα σβήσει την οργή, που σαν φωτιά κατακαίει την ψυχή του.
Για ποιον λόγο, πες μου, είναι εχθρός σου ο αδελφός σου; Μήπως σε έβρισε; Μήπως σε έκλεψε; Μήπως σε αδίκησε; Ό,τι κι αν σου έκανε, μην αναβάλλεις να κόψεις τα σκοινιά, που σε κρατούν δεμένο με την έχθρα. Αν δεν το κάνεις σήμερα, αύριο θα είναι δυσκολότερο. Μεθαύριο ακόμα πιο δύσκολο. Μέρα με τη μέρα η ντροπή σου θα μεγαλώνει και η έχθρα θα ριζώνει βαθύτερα στην καρδιά σου.
Δώσε μου, σε παρακαλώ, τη χαρά να ακούσω ότι πήγες και βρήκες τον εχθρό σου, τον αγκάλιασες και με τα δυο σου χέρια, τον έσφιξες με αγάπη, τον ασπάστηκες με δάκρυα. Και θηρίο αν είναι, θα συγκινηθεί από τη συμπεριφορά σου και θα ημερώσει. Έτσι, και τον εαυτό σου θα απαλλάξεις από κάθε κατηγόρια και εκείνον θα κερδίσεις, κάνοντάς τον να μεταβάλει την εχθρική του διάθεση σε φιλία και αγάπη.
Μη μου πεις: «Έχω εχθρό δύστροπο, κακόβουλο και αδιόρθωτο, γι’ αυτό δεΝ θα μπορέσω ποτέ να τον κάνω φίλο». Ό,τι κι αν είναι, δεν μπορεί να ξεπερνάει σε κακότητα τον Σαούλ, που μολονότι μια και δύο και πολλές φορές σώθηκε από τον Δαβίδ, αυτός χίλιες φορές σκέφτηκε κακό εναντίον του. Και μολονότι, παρά τη διαγωγή του αυτή, πάλι ευεργετήθηκε από τον αμνησίκακο Δαβίδ, εξακολούθησε να τον επιβουλεύεται και να ζητάει τη θανάτωσή του.
Τι μπορείς να πεις για τον εχθρό σου; Ότι καταπάτησε τα χωράφι σου; Ότι άρπαξε τα ζώα σου; Ότι σε χλεύασε; Ότι σε απάτησε; Δεν προσπάθησε, πάντως, να σου αφαιρέσει και τη ζωή, όπως επανειλημμένα αποπειράθηκε αν κάνει ο Σαούλ σε βάρος του Δαβίδ. Αλλά κι αυτό αν έγινε, πάλι ο Δαβίδ είναι ανώτερος από εσένα. Γιατί, μολονότι έζησε στην εποχή του μωσαϊκού νόμου, που, όντας ατελής, δίδασκε το: «Ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος (:Μάτι αντί για μάτι, δόντι αντί για δόντι)»[Έξ.21,24],εντούτοις έφτασε στο ύψος της αρετής που διδάσκει ο τέλειος νόμος του Ευαγγελίου: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς(:Αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευεργετείτε αυτούς που σας μισούν)»[Λουκ.6,27].Και ενώ εσύ πολλές φορές φουντώνεις από τη μνησικακία, οργισμένος καθώς είσαι με όσα σου έκανε ο εχθρός σου στο παρελθόν, ο Δαβίδ, αδιαφορώντας για όσα θα πάθαινε στο μέλλον από τον Σαούλ, δεν έπαυε να τον προστατεύει και να τον σώζει από κάθε κίνδυνο. Να σώζει ποιον; Τον άνθρωπο που ζητούσε ευκαιρία για να τον σκοτώσει!
Πες μου, λοιπόν, τι είναι εκείνο για το οποίο κατηγορείς τον εχθρό σου; Τι σου έκανε, και δε θέλεις να συμφιλιωθείς μαζί του; Σου άρπαξε χρήματα; Αλλά, υπομένοντας την αρπαγή με μακροθυμία, θα αμειφθείς τόσο από τον Θεό, όσο αν τα μοίραζες στους φτωχούς. Γιατί, είτε ελεείς τους φτωχούς, είτε υπομένεις αγόγγυστα την αδικία, την ίδια καλή πράξη κάνεις. Μήπως αποπειράθηκε να σε σκοτώσει; Αλλά θα θεωρηθείς από τον Θεό μάρτυρας, αν τον άνθρωπο που θέλησε να σου πάρει τη ζωή, τον λογαριάζεις σαν ευεργέτη σου και προσεύχεσαι για τη συγχώρησή του και τη σωτηρία του.
Και στην περίπτωση του Δαβίδ, όπως και στη δική σου, ο Θεός δεν άφησε να θανατωθεί ο εκλεκτός Του από τον Σαούλ. Διπλό και τριπλό και τετραπλό μαρτυρικό στεφάνι φόρεσε, ωστόσο, στο κεφάλι του από την επιβουλή του βασιλιά εναντίον του, αφού, υπακούοντας στις εντολές του Κυρίου, έσωσε, όταν είχε τη δυνατότητα να εξοντώσει, ποιον; Εκείνον που,όσο έμενε ζωντανός, θα συνέχιζε αμείλικτα και αναίτια να τον κατατρέχει. Είναι ολοφάνερο, λοιπόν, ότι χίλιες φορές θανατώθηκε ο Δαβίδ ως προς την προαίρεση. Και αφού χίλιες φορές θανατώθηκε για τον Θεό, χίλια μαρτυρικά στεφάνια του αξίζουν. Θα μπορούσε και αυτός να πει ό,τι έλεγε ο απόστολος Παύλος: «Καθ᾿ ἡμέραν ἀποθνήσκω(:Καθημερινά αντικρίζω τον θάνατο)»[Α΄Κορ.15,31].Γιατί,μολονότι δόθηκαν στον Δαυίδ αρκετές ευκαιρίες να απαλλαγεί από αυτόν που επιβουλευόταν τη ζωή του, δε θέλησε να βάψει τα χέρια του με αίμα. Προτίμησε να αντιμετωπίζει κάθε μέρα τον κίνδυνο του θανάτου, παρά να κάνει μια πράξη αντίθετη στο θείο θέλημα. Ποιο είναι, λοιπόν, το συμπέρασμα και το δίδαγμά μας από αυτήν τη στάση του Δαβίδ; Ότι αν δεν πρέπει να μισούμε και να εκδικούμαστε ακόμα κι αυτόν που επιβουλεύεται τη ζωή μας, πολύ περισσότερο αυτόν που μας βλάπτει σε οτιδήποτε άλλο.
Επειδή, όμως, νομίζεις ότι δεν είναι δυνατό να αλλάξει διάθεση απέναντί σου ένας εχθρός δύστροπος και αδιόρθωτος, θα σου πω τούτο μόνο: Υπάρχει ζώο πιο άγριο από το λιοντάρι; Ωστόσο, κι αυτό ακόμα το ημερεύουν οι άνθρωποι. Με τον κατάλληλο τρόπο, κατορθώνουν να μεταβάλουν την ίδια τη φύση του και να το κάνουν πιο ήσυχο κι από το πρόβατο. Ε, λοιπόν, δεν θα μπορέσεις εσύ με τα πανίσχυρα όπλα της αγάπης και της ταπεινοφροσύνης να ημερέψεις έναν άνθρωπο, που, όσο κακός κι αν είναι, έχει ψυχή λογική, πλασμένη από τον Θεό σύμφωνα με την εικόνα Του;
Ποιαν απολογία θα δώσουμε, αλήθεια, και ποια συγχώρηση θα βρούμε, όταν τα θηρία τα ημερεύουμε, αλλά τους ανθρώπους όχι, μολονότι η ημερότητα είναι αντίθετη στη φύση του θηρίου, ενώ η αγριότητα αντίθετη στη φύση του ανθρώπου; Αφού κατορθώνουμε να μεταβάλλουμε τη φύση, πώς λέμε ότι δεν μπορούμε να διορθώσουμε την προαίρεση; Όσο πιο σκληροτράχηλος, μάλιστα, είναι ο εχθρός σου, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αμοιβή σου από τον Θεό, αν με την επιμονή και την υπομονή σου τον θεραπεύσεις από την κακία του.
«Μα είπε τόσα σε βάρος μου», παραπονιέσαι. Και τι με αυτό; Αν έχει δίκιο, να διορθωθείς. Αν πάλι έχει άδικο, να γελάσεις και να τον περιφρονήσεις. Ή καλύτερα, να μη γελάσεις και να μην τον περιφρονήσεις, αλλά να χαρείς και να σκιρτήσεις, φέρνοντας στο νου σου τα λόγια του Κυρίου: «Ὅταν ἀφορίσωσιν ὑμᾶς καὶ ὀνειδίσωσι καὶ ἐκβάλωσι τὸ ὄνομα ὑμῶν ὡς πονηρὸν ἕνεκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, χάρητε ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ καὶ σκιρτήσατε· ἰδοὺ γὰρ ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τῷ οὐρανῷ(:Μακάριοι είστε όταν σας μισήσουν οι άνθρωποι και όταν σας αφορίσουν και διακόψουν κάθε θρησκευτική και κοινωνική σχέση μαζί σας και όταν σας βρίσουν και όταν σας δυσφημήσουν και σας βγάλουν κακό όνομα και σας διαπομπεύσουν˙ και σας τα κάνουν όλα αυτά επειδή είστε μαθητές και πιστοί ακόλουθοι του υιού του ανθρώπου. Χαρείτε την ημέρα εκείνη και σκιρτήστε από τη μεγάλη σας χαρά·διότι, ιδού, ο μισθός σας και η ανταμοιβή σας θα είναι μεγάλη και ανεκτίμητη στον ουρανό˙ αφού μάλιστα και οι πρόγονοι των σημερινών διωκτών σας τα ίδια έκαναν στους προφήτες, που τίμησε και βράβευσε ο Θεός)»[Λουκ.6,22-23]. Μήπως όμως ο αντίδικός σου λέει την αλήθεια; Ε, τότε θα πάρεις την ίδια ανταμοιβή, αν με ταπεινοφροσύνη υπομείνεις τα λόγια του, αν δεν τον βρίσεις και δεν τον προσβάλεις, αλλά στενάξεις πικρά και μετανοήσεις ειλικρινά για τα αμαρτήματα που διέπραξες. Γιατί, πολλές φορές, όσο καλό δεν μας κάνουν οι φίλοι με τους επαίνους και τις καλοσύνες τους, ας το κάνουν οι εχθροί με τα πικρόλογά τους. Οι φίλοι, βλέπεις, είτε από αγάπη, είτε από διάθεση κολακείας, δε μας λένε την αλήθεια, κι έτσι κάνουν τα ελαττώματά μας να μεγαλώνουν. Οι εχθροί, από το άλλο μέρος, μολονότι παρακινούνται από την κακία τους, όταν μας κατηγορούν για τα σφάλματά μας, μας αναγκάζουν να διορθωθούμε-αν,βέβαια,είμαστε καλοπροαίρετοι-, και με αυτόν τον τρόπο η έχθρα τους γίνεται για μας αφορμή μεγάλης ωφέλειας.
Ας μη λέμε, λοιπόν, ότι «Ετούτος με εκνεύρισε πάρα πολύ» ή «Εκείνος με έκανε να ξεστομίσω βαριά λόγια». Σε όλες τις περιπτώσεις εμείς είμαστε ένοχοι γι’ αυτά τα παραπτώματα. Γιατί, αν θελήσουμε να εξετάσουμε τα πράγματα με περίσκεψη και ειλικρίνεια, θα παραδεχθούμε πως όχι μόνο οποιοσδήποτε εχθρός, μα ούτε και ο ίδιος ο διάβολος δε θα μπορέσει να μας εξοργίσει. Είναι κι αυτό φανερό από την ιστορία του Δαβίδ:
Ο Σαούλ τον καταδίωκε με τρεις χιλιάδες άνδρες για να τον σκοτώσει. Στην περιοχή Σαδεέμ, κοντά στα μαντριά των προβάτων, ο βασιλιάς μπήκε μόνος σε μια μεγάλη σπηλιά για να ξεκουραστεί. Εκεί τον πήρε ο ύπνος. Στο βάθος της σπηλιάς, όμως, έτυχε να βρίσκεται ο Δαβίδ με τους συντρόφους του. Θα μπορούσε τότε να θανατώσει εύκολα τον κοιμισμένο Σαούλ. Ωστόσο, παρά τις προτροπές των ανδρών του, δε θέλησε να κάνει κακό στον άσπονδο εχθρό του. Τον πλησίασε μόνο αθόρυβα κι έκοψε μιαν άκρη από το μανδύα του, χωρίς εκείνος να το αντιληφθεί. Σε λίγο ο Σαούλ σηκώθηκε κι έφυγε. Ο Δαβίδ βγήκε από τη σπηλιά και φώναξε πίσω του: «Κύριέ μου, βασιλιά!». Ο Σαούλ γύρισε το κεφάλι του. Ο Δαβίδ γονάτισε, τον προσκύνησε από μακριά και συνέχισε: «Γιατί ακούς αυτούς που σου λένε πως ο Δαβίδ ζητάει τη ζωή σου; Σήμερα είδες με τα μάτια σου ότι ο Κύριος σε είχε παραδώσει στα χέρια μου μέσα στη σπηλιά! Δεν θέλησα, όμως, να σε σκοτώσω. Σε λυπήθηκα. ’’Δεν θα απλώσω χέρι στον κύριό μου’’, σκέφτηκα, ’’γιατί αυτός έχει χρισθεί βασιλιάς από τον Θεό’’. Κοίτα την άκρη του μανδύα σου, που την κρατάω στα χέρια μου. Εγώ την έκοψα…». Αυτά και άλλα παρόμοια είπε, όπως ξέρετε, ο Δαβίδ στον Σαούλ. Κι εκείνος αποκρίθηκε: «Η φωνή σου είναι αυτή, παιδί μου Δαβίδ;». Και ξέσπασε σε δυνατό κλάμα(Α΄Βασ. 24,1-17).
Τι μεταβολή έγινε στην ψυχή του εξαγριωμένου βασιλιά από τα λόγια του Δαβίδ, λόγια γεμάτα ακακία, ταπείνωση, σεβασμό και καλοσύνη! Έτσι εκείνος που πρωτύτερα δεν ανεχόταν ούτε το όνομα του Δαβίδ να ακούει, τώρα ένιωσε γι’ αυτόν πατρική αγάπη και τον αποκάλεσε «παιδί του». Η έχθρα έφυγε από την καρδιά του, για να δώσει αναπάντεχα τη θέση της στη συμπάθεια και την ευμένεια. Αληθινά μεγάλος είναι ο Δαβίδ! Τον φονιά τον έκανε στοργικό πατέρα, τον λύκο τον μεταμόρφωσε σε πρόβατο, το καμίνι της οργής το έσβησε με τη δροσιά της αγάπης.
Ας προσέχουμε, λοιπόν, όχι μόνο να μην πάθουμε κανένα κακό από τους εχθρούς μας, αλλά και να μην προξενήσουμε κι εμείς κακό σε αυτούς. Τότε ο Κύριος θα μας ευλογεί και θα μας προστατεύει, όπως προστάτευσε τον Δαβίδ όταν κινδύνευε η ζωή του, Τότε από τους εχθρούς μας θα είμαστε ανώτεροι και σοφότεροι, σεμνότεροι και τιμιότεροι. Τότε σε όλους, και στους ανθρώπους και στον Θεό, θα είμαστε αγαπητοί. Μήπως ο άγιος εκείνος άνθρωπος, που τόσα τράβηξε από τον μοχθηρό Σαούλ, ζημιώθηκε από την ανεξικακία του; Όχι, βέβαια! Απεναντίας, μέχρι σήμερα επαινείται, θαυμάζεται και δοξάζεται, τόσο στη γη όσο και στον ουρανό, όπου απολαμβάνει τα ανέκφραστα αγαθά της αιώνιας ζωής. Ο ταλαίπωρος Σαούλ, πάλι, τι κέρδισε από την κακία του; Τίποτα. Και οικτρό θάνατο βρήκε και τη βασιλεία των ουρανών έχασε και από όλους μέχρι σήμερα κατηγορείται.
Να γιατί, όταν αντικρίζεις ή όταν θυμάσαι τον εχθρό σου, δεν πρέπει να λες: «Αυτά κι αυτά μου έκανε» ή «Το και το είπε σε βάρος μου». Γιατί έτσι θα ανάψεις τον θυμό σου και θα φουντώσεις ακόμα περισσότερο τη φλόγα της οργής σου. Ξέχνα όλα τα λυπηρά που έπαθες ή άκουσες απ΄αυτόν. Και όταν αθέλητα έρχονται στον νου σου, να τα καταλογίζεις στο διάβολο, όχι στον συνάνθρωπό σου. Να θυμάσαι μόνο ό,τι καλό σου έκανε ή σου είπε ποτέ. Με αυτόν τον τρόπο, γρήγορα θα διαλύσεις την έχθρα που σας χωρίζει. Και αν χρειαστεί να τον καλέσεις για συζήτηση και παροχή εξηγήσεων, διώξε πρώτα από την καρδιά σου την οργή, και ύστερα άρχισε να του μιλάς. Γιατί, αν είσαι θυμωμένος, ούτε να πεις, ούτε να ακούσεις κάτι σωστό θα μπορέσεις. Αν, αντίθετα, είσαι ήρεμος, ούτε εσύ θα ξεστομίσεις κακό λόγο, ούτε τους άλλους θα ακούσεις να σου απαντούν με βρισιές. Συνήθως, βλέπεις, δεν μας εξαγριώνουν τόσο τα λόγια αυτά καθ’ εαυτά, όσο η προκατάληψή μας από την έχθρα που νιώθουμε για τον άλλο. Όπως, δηλαδή, τη νύχτα δεν αναγνωρίζουμε ένα φίλο μας, έστω κι αν βρίσκεται κοντά μας, ενώ την ημέρα, και από μακριά να τον δούμε, τον αναγνωρίζουμε, έτσι και όταν είμαστε χολωμένοι με κάποιον, τον αντικρίζουμε και τον ακούμε με κακή διάθεση· όταν όμως διώξουμε την οργή από μέσα μας, τότε και η όψη του μας φαίνεται φιλική και τα λόγια του ευχάριστα.
Ας εξετάσουμε τώρα την περίπτωση-γιατί είναι η πιο συνηθισμένη- που ο εχθρός σου σε προσβάλλει για ελάττωμά σου πραγματικό ή για αμάρτημα που πραγματικά διέπραξες. Αν, ακούγοντάς τον, δεν θυμώσεις, δεν τον βρίσεις, δεν τον προσβάλεις κι εσύ, αλλά αναστενάξεις πικρά κι παρακαλέσεις τον Θεό να σε συγχωρήσει, αμέσως απαλλάσσεσαι από την αμαρτία σου. Και θα σου το αποδείξω με ένα παράδειγμα από την Αγία Γραφή:
Δύο άνθρωποι, ο ένας Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης, ανέβηκαν μια μέρα στον ναό για να προσευχηθούν. Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά στη μέση του ναού και έλεγε: «Ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης(:Θεέ μου, σε ευχαριστώ που δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγας, άδικος, μοιχός, ή και σαν αυτόν εδώ τον τελώνη)»[Λουκ.18,11]. Ο τελώνης, που στεκόταν ταπεινά πολύ πίσω, ακούγοντας τα περιφρονητικά λόγια του Φαρισαίου δε διαμαρτυρήθηκε, δεν τον έβρισε, δεν τον πρόσβαλε. Αλλά τι έκανε; Με κατεβασμένα μάτια, χτύπησε το στήθος του και είπε: «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ(:Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό)»[Λουκ.18,13]. Αυτός βγήκε από τον ναό αθωωμένος και δίκαιος ενώπιον του Θεού.
Βλέπεις πόσο γρήγορα συγχωρήθηκε; Δέχτηκε μια προσβολή και ξέπλυνε την προσβολή. Αναγνώρισε τα αμαρτήματά του και λυτρώθηκε από τα αμαρτήματά του. Η κατηγορία για την αμαρτία έγινε απαλλαγή από την αμαρτία. Και ο εχθρός τους, χωρίς να το θέλει, έγινε ευεργέτης του. Υπάρχει, πες μου, ευκολότερος τρόπος απαλλαγής από τις αμαρτίες; Για να λυτρωθεί από το βάρος τους ο τελώνης, πόσους κόπους και αγώνες, νηστείες και αγρυπνίες, ασκήσεις και ελεημοσύνες δεν έπρεπε να κάνει; Ενώ τώρα με έναν απλό λόγο έδιωξε μακριά του όλη την κακία. Οι προσβολές και οι κακολογίες του Φαρισαίου, που νόμισε ότι τον εξουθένωσε, του χάρισαν το στεφάνι της δικαιοσύνης άκοπα και άμεσα.
Γι’ αυτό ο Θεός μας λέει: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμῖν, προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς(:Να αγαπάτε τους εχθρούς σας,να ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν,να ευλογείτε όσους σας καταριούνται, να προσεύχεσθε στον Θεό για εκείνους που σας δυσφημούν και σας προσβάλλουν και σας βλάπτουν)»[Λουκ. 6,27-28]. Δεν φτάνει, με άλλα λόγια, να συγχωρούμε τους εχθρούς μας για ό,τι μας έχουν φταίξει, αλλά και να τους βλέπουμε σαν φίλους. Αν λοιπόν, δεν αδικείς τον εχθρό σου, τον αντικρίζεις όμως με εχθρότητα και διατηρείς στην καρδιά σου άσβεστη τη φλόγα του μίσους εναντίον του, δεν εκπλήρωσες ακόμα την εντολή που μας έδωσε ο Χριστός. Και πώς θέλεις να σε σπλαχνιστεί ο Θεός, αφού δεν αποδεικνύεις έμπρακτα ότι συγχωρείς και αγαπάς όσους έσφαλαν απέναντί σου;
«Μα ο εχθρός μου», ίσως θα μου πεις, «είναι τόσο κακόβουλος, που αν του δείξω καλοσύνη και αγάπη, όχι μόνο δεν θα διορθωθεί, αλλά και θα πάρει περισσότερο αέρα». Τήρησε εσύ την εντολή του Κυρίου, και Εκείνος, ως πάνσοφος, αν πρόκειται να γίνει χειρότερος ο εχθρός σου λόγω της δικής σου ανεξικακίας, δεν θα τον συγχωρήσει. Θα σου διηγηθώ μια σχετική ιστορία από την Παλαιά Διαθήκη:
Κάποτε η προφήτισσα Μαριάμ κακολόγησε τον αδελφό της, τον θεόπτη Μωυσή. Ο πράος και άκακος Μωυσής δεν θύμωσε για όσα είπε εναντίον του η Μαριάμ. Ο Θεός, όμως, τι έκανε για να τη συνετίσει; Της έστειλε την αρρώστια της λέπρας. Και όταν ο ίδιος ο αδικημένος αδελφός της παρακάλεσε τον Κύριο να τη θεραπεύσει, Εκείνος αποκρίθηκε: «Αν είχε πατέρα και την είχε διώξει από μπροστά του για κάποιο παράπτωμά της, δε θα ανεχόταν την επίπληξη; Εσένα σε επιδοκιμάζω για την πραότητα και την ανεξικακία σου. Τη Μαριάμ, ωστόσο, δε θα την απαλλάξω αμέσως από την τιμωρία της. Εφτά μέρες θα παραμείνει λεπρή, έξω από τον καταυλισμό σας, για να μετανοήσει. Ύστερα θα γίνει καλά»[πρβλ. Αριθ. 12,1-15].
Προσωρινή ήταν η σωφρονιστική τιμωρία της Μαριάμ. Αιώνια, όμως, θα είναι-αλίμονο!- η τιμωρία των αμετανόητων αμαρτωλών. Φοβερή η λέπρα. Ασύγκριτα φοβερότερη όμως, η ατελεύτητη κόλαση, όπου θα βρεθούν όσοι πέθαναν μέσα στο μίσος, την έχθρα και τη μνησικακία.
Συλλογίσου τη φρικτή μελλοντική Κρίση. Τότε θα κριθείς από τον μεγάλο και δίκαιο Κριτή. Αν λοιπόν, συγχωρήσεις κι εσύ όσους σε πίκραναν ή σε έβλαψαν, θα συγχωρηθούν και τα δικά σου αμαρτήματα από τον Θεό σε τούτην εδώ τη ζωή. Έτσι θα φύγεις για την άλλη ζωή, χωρίς να τα σέρνεις μαζί σου. Έτσι δεν θα σου τα καταλογίσει ο Κύριος, όταν θα σε κρίνει.
Όπως καταλαβαίνεις, συγχωρώντας τον εχθρό σου, παίρνεις πολύ περισσότερα από όσα δίνεις. Γιατί πολλές φορές έκανε αμαρτίες που κανένας άλλος δεν είδε. Όταν όμως σκεφθείς ότι την ημέρα εκείνη θα αποκαλυφθούν κι αυτές ακόμα μπροστά σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, δεν θα πονέσεις περισσότερο για την αιώνια καταδίκη σου, καθώς μάλιστα θα σε πνίγει η συνείδησή σου με τον βασανιστικό έλεγχό της; Αλλά τη μεγάλη αυτή ντροπή και την απερίγραπτη αυτή οδύνη μπορείς να τις αποφύγεις με τη συγχώρηση του πλησίον. Το βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος στο Ευαγγέλιο: «Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος·ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν(:Αν συγχωρήσετε τους ανθρώπους για τα παραπτώματά τους, θα σας συγχωρήσει κι εσάς ο ουράνιος Πατέρας σας. Αν όμως δεν συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε κι ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα)»[ Ματθ.6,14-15].
Για να αντιληφθείς τη δύναμη που έχουν αυτά τα λόγια του Κυρίου μας, φτάνει να μάθεις τι είπε ο Θεός στον μεγάλο προφήτη Ιερεμία, όταν εκείνος Τον παρακάλεσε να λυπηθεί τον ισραηλιτικό λαό. «Ἐὰν στῇ Μωσῆς καὶ Σαμουὴλ πρὸ προσώπου μου, οὐκ ἔστιν ἡ ψυχή μου πρὸς αὐτούς(:Ακόμα κι αν ο Μωυσής και ο Σαμουήλ με ικέτευαν γι’ αυτόν τον λαό, δε θα τον ελεούσα)»[Ιερ.15,1]. Ακούς; Οι προσευχές ενός Μωυσή και ενός Σαμουήλ δε θα μπορούσαν να ελκύσουν το έλεος του Θεού! Και μπορεί η συγχωρητικότητα, η ανεξικακία, η μακροθυμία! Γι’ αυτό ο Κύριος, με το στόμα του προφήτη Ζαχαρία, έλεγε στους Ιουδαίους, αλλά λέει και σε μας: «Κακίαν ἕκαστος τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ μὴ μνησικακείτω ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν(:Μην κρατάτε μέσα στις καρδιές σας μνησικακία εναντίον αδελφού σας που σας αδίκησε)»[Ζαχ.7,10]. Και: «Καί ἕκαστος τὴν κακίαν τοῦ πλησίον αὐτοῦ μὴ λογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν(:Να μη συλλογίζεστε, ο καθένας στην καρδιά του, την κακία και αδυναμία του πλησίον)»[Ζαχ.8,17].
Τι να πω, πάλι, γι’ αυτούς που μισούν, που αντιπαθούν, που αποστέργουν ένα συνάνθρωπό τους, χωρίς αυτός να τους έχει βλάψει; «Τον τάδε δεν τον χωνεύω», σου λένε. «Ο δείνα μού κάθεται στο στομάχι». Κι αν τους ρωτήσεις το γιατί, μασάνε τα λόγια τους. Πού θα σταθούν τέτοιοι άνθρωποι; Πώς θα αντικρίσουν το πρόσωπο του Κυρίου στη Δευτέρα παρουσία Του; Και πώς θα γλυτώσουν από την αιώνια κόλαση, όταν είναι χειρότεροι κι από τους ειδωλολάτρες; Οι ειδωλολάτρες, βλέπεις, μολονότι δεν είχαν να περιμένουν κάποια ανταμοιβή, πολλές φορές δίδαξαν την αγάπη, την καλοσύνη, την ανεξικακία. Κι εμείς, οι Χριστιανοί, μισούμε εκείνους για τους οποίους ο Κύριος σταυρώθηκε, εκείνους με τους οποίους έχουμε την ίδια πίστη και ελπίδα, εκείνους με τους οποίους αποτελούμε ένα σώμα, το θεανθρώπινο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία.
Γι’ αυτό γινόμαστε όλοι και πιο αδύνατοι, ενώ ο μοναδικός εχθρός μας, ο διάβολος, όλο και πιο ισχυρός, επειδή δε συνεργαζόμαστε με αδελφική αγάπη και ταπείνωση, για να πολεμήσουμε ενωμένοι εναντίον του, αλλά συμμαχούμε μαζί του και πολεμάμε ο ένας τον άλλον. Εύχομαι, όμως, με τη χάρη του Χριστού, να τον εγκαταλείψουμε όλοι, να διώξουμε από την καρδιά μας το σατανικό μίσος και να αποκτήσουμε την ευλογημένη αγάπη. «Ἀγαπητοί, ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὅτι ἡ ἀγάπη ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι, καὶ πᾶς ὁ ἀγαπῶν ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται καὶ γινώσκει τὸν Θεόν. ὁ μὴ ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τὸν Θεόν, ὅτι ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν(:Αγαπητοί, ας αγαπάμε ο ένας τον άλλον, διότι η αγάπη προέρχεται από τον Θεό, ο οποίος είναι αγάπη. Και καθένας που αγαπά με ειλικρίνεια τους άλλους, έχει αναγεννηθεί από τον Θεό, ζει εν τω Θεώ και ως εκ τούτου γνωρίζει τον Θεό. Εκείνος όμως που δεν έχει αυτήν την αγάπη, δεν γνώρισε ποτέ τον Θεό, διότι ο Θεός είναι αγάπη και η πηγή της αγάπης)»[Α΄Ιω.4,7-8].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Θέματα ζωής(από τις ομιλίες του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου), τόμος Β΄, θέμα: Μίσος και έχθρα, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2010, σελ. 73-84.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ[:Ματθ.6,14-21]
Ιερού Χρυσοστόμου, Η ΘΕΑΡΕΣΤΗ ΝΗΣΤΕΙΑ
«Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν(:Όταν νηστεύετε, μη γίνεστε όπως οι υποκριτές, σκυθρωποί και κατηφείς· διότι αυτοί αλλοιώνουν και μαραίνουν το πρόσωπό τους, παίρνουν την εμφάνιση αδυνατισμένου ανθρώπου, για να φανούν στους άλλους ότι νηστεύουν· αληθινά σας λέγω ότι απολαμβάνουν ολόκληρο τον μισθό τους ,δηλαδή τους επαίνους των ανθρώπων)».[Ματθ. 6,16]
Αρμόζει να στενάξουμε εδώ πολύ και να θρηνήσουμε πικρά. Δεν μιμούμαστε μόνο τους υποκριτές, αλλά και τους έχουμε ξεπεράσει. Διότι γνωρίζω βέβαια, γνωρίζω πολλούς άλλους που δεν νηστεύουν και καυχώνται γι’ αυτό, αλλά γνωρίζω και άλλους, οι οποίοι δε νηστεύουν και όμως εξωτερικώς λαμβάνουν εντούτοις το ύφος ανθρώπων που νηστεύουν και κάνουν έτσι απολογία γι’ αυτήν τους την ενέργεια, χειρότερη από την αμαρτία που διαπράττουν. «Για να μη σκανδαλίσω», λέγει ένας τέτοιος άνθρωπος, «τους πολλούς, το κάνω αυτό». Μα τι είναι αυτό που λέγεις; Είναι ο νόμος του Θεού που ορίζει τη νηστεία και εσύ θυμήθηκες το σκάνδαλο; Και νομίζεις ότι σκανδαλίζεις, όταν τον τηρείς και αποσοβείς το σκάνδαλο, όταν τον παραβαίνεις;
Μπορεί να υπάρξει χειρότερη ανοησία από αυτήν; Δεν θα σταματήσεις να γίνεσαι χειρότερος και από τους υποκριτές και να διπλασιάζεις την υποκρισία, κατανοώντας τη μεγάλη υπερβολή της κακίας αυτής, δεν θα ντραπείς την έμφαση της διατυπώσεως; Πράγματι, δεν είπε μόνο ότι υποκρίνονται, αλλά, επειδή ήθελε να τους επιτιμήσει περισσότερο, λέγει: «Ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν(:αφανίζουν τα πρόσωπά τους) δηλαδή τα παραμορφώνουν, τα αλλοιώνουν. Και αν τούτο λέγεται αφανισμός του προσώπου, το να φαίνεται ωχρό για λόγους κενοδοξίας, τι θα μπορούσαμε να πούμε για τις γυναίκες εκείνες που παραμορφώνουν με σκόνες και βαφές τα πρόσωπά τους για να προσελκύουν τους ακόλαστους νέους; Διότι εκείνοι τον εαυτό τους μόνο βλάπτουν, ενώ αυτές και τον εαυτό τους και όσους τις βλέπουν. Γι’ αυτό πρέπει και τη μία και την άλλη βλάβη να αποφεύγουμε με όλη τη δύναμή μας.
Ο Κύριος μάς έχει δώσει εντολή όχι μόνο να μην επιδεικνυόμαστε, αλλά και να προσπαθούμε να παραμένουμε απαρατήρητοι, πράγμα που έκαμε και προηγουμένως. Και στην μεν περίπτωση της ελεημοσύνης δεν το έθεσε απλά, αλλά όταν είπε: «Προσέχετε τὴν ἐλεημοσύνην ὑμῶν μὴ ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων(:Προσέχετε να μην κάνετε την ελεημοσύνη σας μπροστά στα μάτια των ανθρώπων)», πρόσθεσε: «πρὸς τὸ θεαθῆναι αὐτοῖς(:για να σας δουν και σας θαυμάσουν και να σας επαινέσουν)»[Ματθ.6,1]. Στην περίπτωση δε της νηστείας και της προσευχής δεν όρισε τίποτα τέτοιο. Γιατί τάχα; Επειδή η ελεημοσύνη είναι αδύνατον να γίνει κρυφά εξ ολοκλήρου, είναι όμως δυνατό να παραμείνουν κρυφές η προσευχή και η νηστεία. Όπως λοιπόν όταν είπε: «Να μη γνωρίζει το αριστερό σου χέρι τι πράττει το δεξιό σου», δεν εννοούσε τα χέρια, αλλά ότι πρέπει με μεγάλη προσοχή να αποκρύπτουμε την ελεημοσύνη από όλους. Και όταν συμβούλευσε να αποσυρόμαστε στον ιδιωτικό μας χώρο προσευχής [Ματθ.6,6: «Σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸν ταμιεῖον σου, καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ(:Εσύ όμως, όταν θέλεις να προσευχηθείς, να προτιμάς να μπαίνεις στο ιδιαίτερο δωμάτιό σου, και αφού κλείσεις την πόρτα,κάμε την προσευχή σου στον Πατέρα σου, που είναι αόρατος και σαν κρυμμένος. Και ο Πατέρας σου, που βλέπει και τα πλέον απόκρυφα, θα σου αποδώσει στα φανερά την αμοιβή σου)»], δεν καθόρισε οπωσδήποτε εκεί μόνο να προσευχόμαστε, αλλά υπονοούσε πάλι το ίδιο. Έτσι και εδώ, όταν έδωσε εντολή να αλείφουμε το κεφάλι μας[Ματθ.6,17:«Σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν»], δεν έθεσε νόμο για να αλειφόμαστε όλοι οπωσδήποτε· διότι τότε θα βρεθούμε όλοι ότι παραβαίνουμε αυτόν τον νόμο και περισσότερο από όλους αυτοί που έκαμαν κύριο έργο τους τη φύλαξή του, οι κοινότητες των μοναχών οι οποίοι έχουν καταφύγει στα όρη.
Δεν όρισε λοιπόν τούτο. Αλλά επειδή οι παλαιοί συνήθιζαν να αλείφονται σε κάθε ευχάριστο και χαρούμενο γεγονός- και τούτο μπορεί να το διαπιστώσει κανείς και στην εποχή του Δαυίδ και του Δανιήλ- είπε να αλειφόμαστε και εμείς, όχι για να το κάνουμε αυτό οπωσδήποτε, αλλά να φροντίζουμε με κάθε τρόπο και πολλή προσοχή να αποκρύπτουμε τη νηστεία που κατορθώνουμε να κάνουμε.
Και για να αντιληφθείς ότι αυτή τη σημασία έχει η εντολή Του, ο Ίδιος το απέδειξε εμπράκτως αυτό, το οποίο με τα λόγια νομοθέτησε, δηλαδή αφού νήστεψε για σαράντα ημέρες, παραμένοντας απαρατήρητος, εντούτοις ούτε άλειψε το κεφάλι Του, ούτε έπλυνε το πρόσωπό Του. Ωστόσο και χωρίς να τα κάνει αυτά έφερε εις τέλος την άσκησή Του περισσότερο ακενόδοξα από κάθε άλλον. Αυτό ακριβώς ορίζει και σε μας και με το να φέρει τους υποκριτές ως παράδειγμα και με το να προτρέψει με διπλό παράγγελμα τους ακροατές Του [« Σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων»:Ματθ.6,16-17].
Και κάτι άλλο μας αφήνει να εννοήσουμε με τον χαρακτηρισμό «υποκριτές». Δηλαδή όχι μόνο ότι το πράγμα είναι καταγέλαστο και ότι συνεπάγεται και εσχάτη τιμωρία, αλλά και με το να αποδείξει ότι η απάτη αυτή είναι πρόσκαιρη, μας οδηγεί μακριά από την πονηρή αυτή επιθυμία. Πραγματικά, ο υποκριτής έως τότε φαίνεται λαμπρός, έως ότου τον παρακολουθούν οι θεατές, όσο διαρκεί η παράσταση· μάλλον ούτε και τότε δεν έχουν όλοι την ίδια γνώμη, επειδή γνωρίζουν οι περισσότεροι από τους θεατές ποιος είναι και ποιον υποκρίνεται. Όταν όμως τελειώσει η παράσταση, αποκαλύπτεται πλέον σε όλους ολοκάθαρα. Το ίδιο λοιπόν υπομένουν κατ’ ανάγκη και οι κενόδοξοι. Και είναι εδώ φανερό στους περισσοτέρους ότι αυτοί δεν είναι ό,τι φαίνονται, αλλά φορούν ένα προσωπείο μόνο. Θα αποκαλυφθούν εντούτοις ολοκληρωτικά μετά από την επίγεια αυτή ζωή, όταν τα πάντα θα παρουσιαστούν γυμνά και ξεσκέπαστα.
Και με άλλο τρόπο πάλι τους αποτρέπει από την υποκρισία, παρουσιάζοντας την εντολή Του ότι είναι ελαφρά· διότι ούτε κάνει αυστηρότερη την νηστεία, ούτε εντέλλεται να επιδείξουμε μεγαλύτερο ζήλο, αλλά μας συμβουλεύει για να μη χάσουμε τον στέφανο από αυτήν. Ώστε αυτό που φαίνεται βαρύ και φορτικό, είναι κοινό και για εμάς και για τους υποκριτές, επειδή νηστεύουν και αυτοί. Εκείνο όμως που είναι ελαφρότερο, το να μη χάσουμε δηλαδή τον μισθό, μολονότι κοπιάσαμε, αυτό είναι, μας λέγει, που σας συμβουλεύω.
Έτσι, δεν προσθέτει τίποτε στους κόπους μας, εξασφαλίζει όμως προς χάριν μας τους μισθούς μας και δεν αφήνει να φύγουμε χωρίς στεφάνι, όπως οι υποκριτές. Αυτοί δεν θέλουν να μιμηθούν ούτε αυτούς που αγωνίζονται στους Ολυμπιακούς αγώνες, οι οποίοι, παρά το ότι τους παρακολουθεί τόσο πλήθος και τόσοι άρχοντες, εντούτοις έναν μονάχα επιδιώκουν να ικανοποιήσουν, αυτόν που είναι αρμόδιος να βραβεύσει την νίκη τους, και ας είναι πολύ ασήμαντος. Εσύ όμως αν και έχεις διπλή αιτία για να επιδεικνύεις σε Εκείνον τη νίκη σου, διότι αφενός Αυτός είναι που δίνει το βραβείο και αφετέρου ασύγκριτα υπερέχει από όλους όσοι κάθονται στο θέατρο, εντούτοις κάνεις επίδειξη της αρετής σου σε άλλους, που όχι μόνο δε σε ωφελούν αλλά και σου προξενούν υπερβολικά μεγάλη ζημία.
«Αλλά», λέγει ο Κύριος, «και τούτο δεν σου το αποκλείω. Αν θέλεις να επιδειχθείς και στους ανθρώπους, περίμενε, και Εγώ θα σου το παραχωρήσω και τούτο πιο απλόχερα και με περισσότερο κέρδος. Τώρα βέβαια η επίδειξη αυτή σε απομακρύνει από τη δική Μου δόξα, όπως πάλι σε συνδέει προς αυτήν η περιφρόνηση αυτών. Τότε, όμως, θα τα απολαύσεις όλα με κάθε ελευθερία· αλλά και πριν από αυτά, δεν θα είναι μικρή η ωφέλειά σου και εδώ αν αδιαφορήσεις εντελώς για όλη τη δόξα των ανθρώπων, καθώς θα ελευθερωθείς από τη βαριά ανθρώπινη δουλεία και θα γίνεις γνήσιος εργάτης της αρετής».
Τώρα, βέβαια, αν έτσι σκέπτεσαι για τη νηστεία, αν βρεθείς σε έρημο μέρος, θα χάσεις τελείως αυτήν την αρετή, επειδή δε θα έχεις εκείνους που θα σε βλέπουν. Τούτο όμως είναι γνώρισμα εκείνου που υβρίζει την ίδια την αρετή, εάν βέβαια όχι για αυτήν την ίδια, αλλά πρόκειται να την ασκήσεις προς χάριν των σχοινοποιών και των σιδηρουργών και του πλήθους των ανθρώπων της αγοράς, για να σε θαυμάζουν οι κακοί και οι απομακρυσμένοι από αυτήν. Και προκαλείς τους εχθρούς της για να κάνεις επίδειξη και να σε θαυμάσουν που νηστεύεις. Είναι το ίδιο να αποφάσιζε κανείς να είναι σαρκικά εγκρατής όχι επειδή πραγματικά αναγνωρίζει την αξία της εγκρατείας, αλλά για να κάνει επίδειξη στους ακολάστους. Και εσύ λοιπόν δε θα προτιμούσες την αρετή, παρά μόνο εξαιτίας των εχθρών της, αλλά αξίζει και από τούτο να την θαυμάσει κανείς, διότι την επαινούν και οι εχθροί της. Πρέπει όμως να τη θαυμάζουμε όχι εξαιτίας των άλλων, αλλά εξαιτίας της αξίας της. Επειδή και εμείς θεωρούμε προσβολή να μη μας αγαπούν επειδή το αξίζουμε, αλλά χάρις στους άλλους.
Την ίδια γνώμη να έχεις λοιπόν και για την αρετή: μην την επιδιώκεις προς χάριν των άλλων μήτε να υπακούς στον Θεό χάριν των ανθρώπων, αλλά να πείθεσαι στους ανθρώπους χάριν του Θεού. Αν κάνεις το αντίθετο, ακόμη και αν νομίζεις ότι ασκείς την αρετή, παροξύνεις τον θυμό του Κυρίου, όμοια με εκείνον που δεν ασκεί· διότι όπως εκείνος παράκουσε με το να μην τηρήσει την εντολή, έτσι και εσύ έκανες το ίδιο με το να την εφαρμόσεις με τρόπο αντίθετο από τον νόμο[…].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία Κ΄, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 9, σελίδες 698-705 .
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 64, σελ. 85-87.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ [:Ματθ. 6, 14-21]
Πνευματικά θησαυρίσματα από ομιλίες του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
H ΩΦΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
Πολλοί χριστιανοί, αγνοώντας τη μεγάλη ωφέλεια της νηστείας, την τηρούν με δυσφορία ή και την αθετούν. Και όμως, τη νηστεία πρέπει να τη δεχόμαστε με χαρά, όχι με βαρυγκόμια ή φόβο. Γιατί δεν είναι σε εμάς φοβερή, αλλά στους δαίμονες. Φέρτε την μπροστά σε έναν δαιμονισμένο, και θα παγώσει από τον φόβο, θα μείνει ακίνητος σαν πέτρα, θα δεθεί με δεσμά αόρατα, όταν μάλιστα δει να τη συνοδεύει η αδελφή της και αχώριστη συντρόφισσά της, η προσευχή. Γι’ αυτό και ο Χριστός είπε: «Τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ(:Αυτό όμως το είδος των δαιμόνων δεν βγαίνει από τον άνθρωπο που έχει καταληφθεί από αυτό, παρά μόνο με προσευχή που συνοδεύεται και με νηστεία, ώστε η προσευχή να γίνεται με διάνοια όσο δυνατόν ελαφρότερη και περισσότερο προσηλωμένη στον Θεό)»[Ματθ.17,21].
Αφού, λοιπόν, η νηστεία διώχνει μακριά τους εχθρούς της σωτηρίας μας και είναι τόσο φοβερή στους δυνάστες της ζωής μας, πρέπει να την αγαπάμε και όχι να τη φοβόμαστε. Αν πρέπει κάτι να φοβόμαστε, αυτό είναι η πολυφαγία, προπαντός όταν συνδυάζεται με τη μέθη· γιατί αυτή μας δένει πισθάγκωνα και μας σκλαβώνει στα τυραννικά πάθη, ενώ η νηστεία, απεναντίας, μας απαλλάσσει από την τυραννία των παθών και μας χαρίζει την πνευματική ελευθερία. Όταν, λοιπόν και εναντίον των εχθρών μας πολεμάει και από τη δουλεία μάς λυτρώνει και στην ελευθερία μάς ξαναφέρνει, ποιαν άλλη απόδειξη της αγάπης της χρειαζόμαστε;
Δεν είναι μόνο οι μοναχοί που έχουν σε όλη τους την ισάγγελη ζωή σύντροφο τη νηστεία, μα και πολλοί κοσμικοί χριστιανοί, που με τα φτερά της έχουν ανέβει κι αυτοί σε ύψη ουράνιας φιλοσοφίας.
Σας θυμίζω πως οι δύο κορυφαίοι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ο Μωυσής και ο Ηλίας, μολονότι και από άλλες αρετές είχαν πολλή παρρησία στον Θεό, όποτε ήθελαν να μιλήσουν μαζί Του, στη νηστεία κατέφευγαν. Αυτή τους οδηγούσε κοντά στον Κύριο. Μα και πολύ πιο πριν, στις αρχές της Δημιουργίας, όταν ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο, αμέσως τον παρέδωσε στα χέρια της νηστείας, αναθέτοντας σε αυτήν, σαν σε φιλόστοργη μητέρα και άριστη δασκάλα, να φροντίσει για τη σωτηρία του. Γιατί το «ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ(:από τους καρπούς όλων των δέντρων του παραδείσου να τρώτε ελεύθερα, από τους καρπούς όμως του δέντρου της γνώσεως του καλού και του κακού να μη φάτε)»[Γέν.2,16-17],δεν ήταν παρά εντολή νηστείας. Κι αν στον παράδεισο ήταν αναγκαία η νηστεία, πολύ περισσότερο μετά έξω από τον παράδεισο. Αν πριν από το πλήγωμα ήταν φάρμακο χρήσιμο, πολύ περισσότερο μετά το πλήγωμα. Αν πριν ανάψει ο πόλεμος των επιθυμιών και των δαιμόνων ήταν όπλο απαραίτητο, πολύ περισσότερο μετά το ξέσπασμα του πολέμου. Αν είχε ακούσει αυτή τη φωνή ο Αδάμ, δε θα άκουγε την άλλη, που του είπε: «Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ(:χώμα είναι το σώμα σου και στο χώμα θα καταλήξεις)»[Γέν.3,19]. Επειδή όμως δεν υπάκουσε, γι’ αυτό ακολούθησαν θάνατος και φροντίδες και πόνοι και λύπες και ζωή βαρύτερη από κάθε θάνατο.
Είδατε πως ο Θεός αγανακτεί, όταν η νηστεία περιφρονείται; Μάθετε τώρα και πώς ευφραίνεται, όταν αυτή τιμάται. Τον θάνατο επέβαλε όταν η νηστεία περιφρονήθηκε, τον θάνατο ανακάλεσε, όταν αυτή τιμήθηκε. Από ποιους; Από τους Νινευίτες.
«Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου (:Και μίλησε ο Κύριος)», λέει η Αγία Γραφή, «πρὸς Ἰωνᾶν τὸν τοῦ Ἀμαθὶ λέγων· ἀνάστηθι καὶ πορεύθητι εἰς Νινευὴ τὴν πόλιν τὴν μεγάλην καὶ κήρυξον ἐν αὐτῇ, ὅτι ἀνέβη ἡ κραυγὴ τῆς κακίας αὐτῆς πρός με (:στον Ιωνά, τον γιο του Αμαθί, και του είπε: ‘’Σήκω και πήγαινε στη Νινευί, την πόλη τη μεγάλη’’)»[Ιων.1,1].Ο Θεός τόνισε το μέγεθος της πόλης για να συγκινήσει τον προφήτη, επειδή γνώριζε τη μελλοντική φυγή του. Πάντως, μετά την παρακοή του και τη γνωστή περιπέτειά του με το θαλάσσιο κήτος που τον κατάπιε και μέσα στο οποίο παρέμεινε ζωντανός για τρεις μέρες (βλ. Ιων.1,3 έως 2,11), ο Ιωνάς πήγε επιτέλους στη Νινευί και έφερε στους κατοίκους της το θεϊκό μήνυμα της καταστροφής τους: «ἔἜτι τρεῖς ἡμέραι καὶ Νινευὴ καταστραφήσεται(: Ακόμα τρεις μέρες και η Νινευί θα καταστραφεί)»[Ιων. 3,4]. Σαν το άκουσαν εκείνοι, δεν έδειξαν δυσπιστία ή αδιαφορία. Γρήγορα κατέφυγαν στη νηστεία όλοι, άνδρες, γυναίκες, κύριοι, δούλοι, άρχοντες, λαός, παιδιά, γέροι. Νηστεία επέβαλαν ακόμα και στα δίχως νοημοσύνη ζώα. Και μαζί με τη νηστεία, παντού πένθιμα ρούχα, παντού κλάμα, παντού προσευχή, παντού μετάνοια. Βλέπετε γιατί είπα πριν ότι την πολυφαγία και τη μέθη πρέπει να φοβόμαστε, όχι τη νηστεία; Γιατί η μέθη και η πολυφαγία παραλίγο να καταστρέψουν την πόλη, ενώ η νηστεία την έσωσε από την καταστροφή.
Ο προφήτης Δανιήλ, επίσης, μπήκε στο λάκκο των λιονταριών μαζί με τη νηστεία, και γι΄αυτό βγήκε σώος, σαν να είχε ριχτεί σε μαντρί προβάτων(Δαν. 6,16-23). Μα και οι Τρεις Παίδες με τη νηστεία μπήκαν στο καμίνι, γι’ αυτό βγήκαν από εκεί με τα σώματά τους ακέραια και πιο λαμπρά(Δαν. 3,19-27). Αν η φωτιά εκείνη ήταν αληθινή, πώς δεν έκανε ό,τι κάνει η φωτιά; Αν τα σώματα εκείνα ήταν αληθινά, πώς δεν έπαθαν ό,τι παθαίνουν τα σώματα; Πώς; Ρώτησε τη νηστεία. Αυτή θα σου δώσει την απάντηση. Αυτή θα σου λύσει το αίνιγμα. Γιατί, πραγματικά, αίνιγμα ήταν το να παλεύουν σώματα με τη φωτιά και να νικούν τα σώματα. Βλέπεις παράδοξη πάλη; Βλέπεις ακόμα πιο παράδοξη νίκη; Θαύμασε τη νηστεία και δέξου την με ανοιχτή την αγκαλιά. Γιατί όταν και από τη φωτιά σώζει και από τα λιοντάρια φυλάει και τους δαίμονες απομακρύνει και θεϊκή απόφαση ακυρώνει και τη μανία των παθών καταστέλλει και στην ελευθερία μας ξαναφέρνει και τους λογισμούς μας γαληνεύει, όταν τόσα αγαθά έχει στα χέρια της, δεν είναι τρέλα να την αποφεύγουμε και να τη φοβόμαστε;
«Τη φοβόμαστε», θα πεις, «γιατί φθείρει και εξασθενίζει το σώμα». Θα μπορούσα να σου απαντήσω, ότι όσο ο εξωτερικός άνθρωπος, δηλαδή το σώμα, φθείρεται, τόσο ο εσωτερικός, δηλαδή η ψυχή, μέρα με την μέρα ανανεώνεται[πρβλ. Β΄Κορ.4,16: «Διὸ οὐκ ἐκκακοῦμεν, ἀλλ᾿ εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται, ἀλλ᾿ ὁ ἔσωθεν ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ καὶ ἡμέρᾳ(:Κι επειδή γνωρίζουμε ότι όλα τα δυσάρεστα που μας συμβαίνουν καταλήγουν στην ευχαριστία και στη δόξα του Θεού, γι’ αυτό δεν χάνουμε το θάρρος μας, αλλά κι αν ο εξωτερικός μας άνθρωπος, δηλαδή το σώμα μας, φθείρεται από τις θλίψεις και τους κινδύνους αυτούς, ο εσωτερικός μας όμως άνθρωπος, δηλαδή η ψυχή μας, γίνεται νεότερη μέρα με τη μέρα)»].Από το άλλο μέρος, όμως, αν θελήσεις να εξετάσεις καλά το πράγμα, θα διαπιστώσεις πως η νηστεία περιφρουρεί και τη σωματική υγεία. Κι αν δεν πιστεύεις στα λόγια μου, ρώτησε τους γιατρούς, και καλύτερα θα σου τα πουν αυτοί, που ονομάζουν την ολιγοφαγία «μητέρα της υγείας», ενώ, απεναντίας, λένε πως από την πολυφαγία προέρχονται πάρα πολλές αρρώστιες, οι οποίες, σαν αυλάκια νερού που πηγάζουν από μολυσμένη πηγή, καταστρέφουν το σώμα.
Ας μη φοβόμαστε, λοιπόν, τη νηστεία, που από τόσα κακά μας απαλλάσσει. Αυτό δεν το λέω χωρίς λόγο. Βλέπω πολλούς ανθρώπους να ρίχνονται ασυγκράτητοι στο φαγητό και το πιοτό τόσο πριν, όσο και μετά τη νηστεία, καταστρέφοντας την ωφέλειά της. Έτσι, δηλαδή, γίνεται στην ψυχή μας ό,τι και σε ένα άρρωστο σώμα, που, μόλις αρχίσει να συνέρχεται και κάνει να σηκωθεί από το κρεβάτι, του δίνει κάποιος μια δυνατή κλωτσιά και το ρίχνει κάτω χειρότερα. Κάτι τέτοιο, λοιπόν, γίνεται και στην ψυχή μας, όταν πριν ή μετά τη νηστεία επισκιάσουμε τη νηφαλιότητα, που χαρίζει αυτή, με τον σκοτισμό, που φέρνει η κραιπάλη.
Αλλά και όταν νηστεύουμε, δεν φτάνει η αποχή από ορισμένες τροφές, για να ωφεληθούμε ψυχικά. Υπάρχει κίνδυνος, τηρώντας τις νηστείες της Εκκλησίας, να μην κερδίσουμε τίποτα. Πώς; Όταν μένουμε μακριά από τα φαγητά, δεν μένουμε όμως μακριά από την αμαρτία· όταν δεν τρώμε κρέατα, τρώμε όμως το βιος των φτωχών· όταν δεν μεθάμε με κρασί, μεθάμε όμως από την πονηρή επιθυμία· όταν περνάμε τη μέρα νηστικοί, βλέποντας όμως αισχρά θεάματα. Έτσι η νηστεία μας είναι ανώφελη. Γι’ αυτό ας τη συνδυάσουμε με τον πόλεμο εναντίον των παθών, με την εγκράτεια από κάθε αμάρτημα, με την προσευχή και τον πνευματικό αγώνα. Έτσι μόνο θα έχει καρπούς και θα είναι μια θυσία ευάρεστη στον Θεό.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Θέματα ζωής(από τις ομιλίες του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου), τόμος Β΄, θέμα: Μίσος και έχθρα, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2010, σελ. 200-204.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ[:Ματθ.6,14-21]
Ιερού Χρυσοστόμου, Οι επίγειοι και οι ουράνιοι θησαυροί
«Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διαρύσσουσι καὶ κλέπτουσι· θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:Μη συσσωρεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς εδώ στη γη, όπου ο σκόρος και η αποσύνθεση καταστρέφουν και αφανίζουν, και όπου οι κλέφτες διατρυπούν τοίχους και χρηματοκιβώτια και κλέπτουν. Να θησαυρίζετε όμως για τον εαυτό σας και να αποταμιεύετε θησαυρούς στον ουρανό, όπου ούτε ο σκόρος, ούτε η σαπίλα τούς αφανίζουν, και όπου οι κλέφτες δεν τρυπούν τοίχους και δεν κλέπτουν. Διότι, όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)»[Ματθ.6,19].
[…]Αφού έβγαλε από την ψυχή μας το νόσημα της κενοδοξίας, στην κατάλληλη στιγμή πλέον ομιλεί και περί ακτημοσύνης˙διότι τίποτε δεν προετοιμάζει τόσο τον άνθρωπο στην αγάπη των χρημάτων, όσο ο έρως της κενοδοξίας: για τη δόξα οι άνθρωποι επινοούν και τις αγέλες των δούλων, και το πλήθος των ευνούχων, και τα χρυσοστόλιστα άλογα και τα αργυρά τραπέζια και τα άλλα που είναι περισσότερο ακόμη καταγέλαστα· όχι βέβαια για να ικανοποιήσουν κάποια ανάγκη, ούτε για να απολαύσουν κάποια ηδονή, αλλά για να επιδειχθούν στους πολλούς.
Πιο πάνω βέβαια έλεγε μόνο ότι πρέπει να ελεούμε, εδώ όμως υποδεικνύει και πόσο πρέπει να δίδουμε, όταν λέγει: «Μη θησαυρίζετε». Επειδή δεν ήταν δυνατόν να παρουσιάσει από την αρχή όλο μαζί τον λόγο για την περιφρόνηση των χρημάτων, καθόσον είναι τυραννική η κυριαρχία του πάθους, αφού τον χώρισε σε μέρη και τον ελευθέρωσε από αυτήν, τον σταλάζει στην ψυχή των ακροατών Του, ώστε να γίνει εύκολα παραδεκτός. Για τον λόγο αυτό έλεγε πρώτα, «Μακάριοι οι ελεήμονες» και έπειτα «Ἴσθι εὐνοῶν τῷ ἀντιδίκῳ σου ταχὺ ἕως ὅτου εἶ ἐν τῇ ὁδῷ μετ᾿ αὐτοῦ(:Να είσαι συμβιβαστικός και να έχεις συμφιλιωτικές διαθέσεις απέναντι στον δανειστή με τον οποίο βρίσκεσαι σε δίκη)»[Ματθ.5,25]. Και στη συνέχεια: «Καὶ τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνά σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον(:Και σε εκείνον που θέλει να κάνει δίκη μαζί σου και να σου πάρει το πουκάμισο, άφησέ του και το πανωφόρι σου)»[Ματθ.5,40]. Εδώ όμως είπε το μεγαλύτερο από όλα. Εκεί είχε πει: «Αν δεις να πλησιάζει δικαστικός αγώνας, να κάνεις τούτο: αντί να το κρατήσεις με φιλονικία, καλύτερα να αποφύγεις τη διαμάχη και ας μην το έχεις». Αλλά εδώ χωρίς να παρουσιάζει ούτε αντίδικο, ούτε κατηγορούμενο, ούτε να μνημονεύει κάποιον άλλο σχετικό, μας συμβουλεύει την ίδια την περιφρόνηση των χρημάτων, και μας δείχνει ότι θέτει αυτόν τον νόμο όχι τόσο για αυτούς που ευεργετούνται, όσο για αυτόν που ευεργετεί. Ώστε και αν ακόμη δεν υπάρχει κανείς να μας αδικεί ή να μας σέρνει στο δικαστήριο, ακόμη και έτσι να περιφρονούμε τα υπάρχοντά μας και να τα μοιράζουμε σε όσους έχουν ανάγκη.
Και εδώ όμως δεν έθεσε τον νόμο στο σύνολό του, αλλά και τώρα σιγά σιγά προχωρεί, μολονότι παρουσίασε τους αγώνες Του ενάντια σε αυτά στην έρημο με πολλή την υπερβάλλουσα σημασία. Ούτε όμως το αναφέρει, ούτε το εξιστορεί· δεν ήταν ακόμη καιρός να το φανερώσει. Μέχρι τώρα εξετάζει σκέψεις, και λαμβάνει περισσότερο την θέση συμβούλου στους λόγους αυτούς και όχι νομοθέτου. Αφού λοιπόν είπε «Μη θησαυρίζετε επάνω στη γη», πρόσθεσε «όπου το σαράκι και το σκουλήκι αφανίζουν και όπου οι κλέπτες ανοίγουν και κλέπτουν». Παρουσίασε και του εδώ «θησαυρού» τη βλάβη και του εκεί την ωφέλεια και από τον τόπο και από τους καταστροφείς τους.
Δεν σταματά όμως μέχρις εδώ, αλλά προσθέτει και άλλη σκέψη. Πρώτα, στηρίζει την προτροπή Του σε εκείνα που φοβούνται. «Τι φοβάσαι;» λέγει. «Μήπως ξοδευθούν τα χρήματά σου ,όταν δώσεις ελεημοσύνη; Δώσε λοιπόν ελεημοσύνη και τότε ακριβώς δεν θα ξοδευθούν.» Και το μεγαλύτερο βέβαια είναι ότι όχι μόνο δεν θα ξοδευθούν, αλλά και προσθήκη μεγαλύτερη θα λάβουν καθόσον προστίθενται σε αυτά και τα ουράνια αγαθά. Δεν το λέγει όμως αυτό από την αρχή· το προσθέτει έπειτα.
Μέχρι τώρα ό, τι μπορούσε να αποτελέσει για αυτούς τη μεγαλύτερη προτροπή αυτό φέρει στο κέντρο, το ότι ο θησαυρός τους παραμένει άθικτος και τους προσελκύει με δύο σκέψεις. Δεν είπε δηλαδή μόνο ότι διατηρείται ο θησαυρός μονάχα αν δώσει κανείς ελεημοσύνη, αλλά διατύπωσε και την αντίθετη απειλή: αν δεν δώσεις, χάνεται. Πρόσεξε την απερίγραπτη σοφία Του. Διότι δεν είπε: «Αφήνεις τα πλούτη σου σε άλλους», επειδή και τούτο ευχαριστεί τους ανθρώπους. Τους εκφοβίζει και από άλλη άποψη, δείχνοντας ότι δεν το επιτυγχάνουν μήτε αυτό· διότι και εάν δεν αδικήσουν άνθρωπο, υπάρχουν οπωσδήποτε αυτοί που αδικούν, το σαράκι και το σκουλήκι˙ διότι μολονότι η φθορά που προκαλούν αυτά φαίνεται ότι είναι δυνατόν εύκολα να αντιμετωπιστεί, στην πραγματικότητα είναι ακαταμάχητη και ασυγκράτητη. Και οτιδήποτε μηχανευθείς, δεν θα επιτύχεις να αναχαιτίσεις τη ζημία που προκαλούν.
Τι λοιπόν; Το σαράκι αφανίζει το χρυσάφι; Όχι βέβαια το σαράκι, οπωσδήποτε όμως οι κλέφτες. Και έπεσαν όλοι θύματα κλοπής; Αν όχι όλοι, οπωσδήποτε έπεσαν οι περισσότεροι. Για τον λόγο αυτό προσθέτει, όπως είπα προ ολίγου και άλλη σκέψη· «ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:πρέπει λοιπόν να θησαυρίζετε θησαυρούς στον ουρανό, για να είναι και η καρδιά σας προσκολλημένη στον Θεό και στα ουράνια˙ διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)»[Ματθ.6,21]. Ακόμη και τίποτε από αυτά να μη γίνει, δεν θα υποστείς μικρή βλάβη να είσαι προσηλωμένος στα κάτω, να γίνεις δούλος από ελεύθερος που είσαι, να χάσεις τα ουράνια, τίποτε από τα υψηλά να μην μπορείς να εννοήσεις, αλλά να τα βλέπεις όλα σαν χρήματα και τόκους και δάνεια και κέρδη και ανελεύθερες συναλλαγές. Υπάρχει μεγαλύτερη αθλιότητα από αυτήν; Διότι ο άνθρωπος αυτό είναι χειρότερος από κάθε ανδράποδο, είναι δούλος στη χειρότερη τυραννία και έχει προδώσει το σημαντικότερο από όλα, την ευγένεια του ανθρώπου και την ελευθερία. Όσα και να σου λέγει κανείς, όταν ο νους σου είναι προσηλωμένος στα χρήματα, τίποτε δε θα μπορέσεις να ακούσεις από όσα σου αρμόζουν. Αλλά σαν το σκυλί δεμένο σε τάφο με τη βαρύτερη αλυσίδα, την τυραννία των χρημάτων, θα γαυγίζεις όλους όσους πλησιάζουν και θα έχεις τούτο μόνο το αδιάκοπο έργο, να φυλάγεις για άλλους τον θησαυρό. Υπάρχει μεγαλύτερη αθλιότητα από αυτό;
Επειδή όμως τούτο ήταν ανώτερο από την αντιληπτική ικανότητα των ακροατών του και δεν ήταν εύκολο στους πολλούς να δουν με μία ματιά τη βλάβη και δεν ήταν και το κέρδος φανερό, αλλά χρειαζόταν μία πιο πνευματική διάθεση για να διακρίνουν το ένα από το άλλο, το έθεσε τούτο έπειτα από τα φανερά εκείνα λέγοντας· «όπου βρίσκεται ο θησαυρός του ανθρώπου εκεί είναι και η καρδιά του». Και τούτο πάλι το αποσαφηνίζει, οδηγώντας τον λόγο από τα νοητά στα αισθητά και λέγοντας· «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός(: Και δεν είναι μικρή συμφορά να κολλήσει ο νους και η καρδιά σας στα γήινα και τα μάταια. Για να το καταλάβετε αυτό, σας φέρνω μία εικόνα: Το λυχνάρι που δίνει φως στο σώμα είναι το μάτι˙ και το λυχνάρι που φωτίζει την ψυχή είναι ο νους)»[Ματθ.6,22]. Η σημασία δε αυτού που λέγει είναι η εξής: «Μην κρύψεις τον χρυσό μέσα στη γη, ούτε κάτι άλλο από τα παρόμοια, διότι τα συγκεντρώνεις αυτά για το σαράκι και το σκουλήκι και για τους κλέφτες. Εάν δε και αυτές τις βλάβες τις αποφύγεις δεν θα διαφύγεις την υποδούλωση της καρδιάς σου και την προσήλωσή σου σε όλα τα επίγεια»˙ «ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)».
Έτσι λοιπόν αν τον αποθέσεις στον ουρανό, δεν καρπούσαι μόνον αυτό, το να λάβεις δηλαδή τα έπαθλα γι’ αυτά, αλλά λαμβάνεις ήδη και εδώ τον μισθό, που τον μεταφέρεις εκεί,με το να μεταφέρεσαι νοερώς στον ουρανό, να σκέπτεσαι συνεχώς τα εκεί υπάρχοντα και να φροντίζεις διαρκώς για αυτά· διότι όπου απέθεσες τον θησαυρό, είναι φανερό ότι εκεί έχεις και τη σκέψη σου. Ώστε εάν αυτό το κάνεις στη γη, θα πάθεις τα αντίθετα. Εάν δε αυτό που ειπώθηκε σου είναι ασαφές, άκουσε τα εξής: «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός· ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινόν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον;(:Ο λύχνος του σώματος είναι το μάτι. Αν το μάτι σου είναι υγιές, όλο το σώμα σου θα είναι γεμάτο φως, σαν να ήταν ολόκληρο το σώμα σου μάτι. Έτσι θα φωτίζεται και η ψυχή σου εάν ο νους σου και η καρδιά σου δεν έχουν τυφλωθεί από τη φιλαργυρία και από την προσκόλληση στα μάταια. Εάν όμως το μάτι σου είναι βλαμμένο και τυφλωμένο, όλο το σώμα σου θα είναι βυθισμένο στο σκοτάδι. Εάν λοιπόν εκείνο που σου δόθηκε για να σου μεταδίδει φως, γίνει σκοτάδι, σε πόσο σκοτάδι θα βυθιστείς; Κάτι ανάλογο θα συμβεί εάν και ο νους σκοτιστεί από την προσκόλληση στον πλούτο. Σε πόσο ηθικό σκοτάδι θα βυθιστεί τότε η ψυχή σου;)»[Ματθ.6,22-23].
Στρέφει τον λόγο στα περισσότερο αισθητά. Επειδή δηλαδή ανέφερε τη διάνοια, ότι καταδουλώνεται και αιχμαλωτίζεται και αυτό δεν μπορούν να το δουν πολλοί αμέσως, μεταθέτει τη διδασκαλία Του στα εξωτερικά που βρίσκονται μπροστά στα μάτια τους, ώστε από αυτά να κατανοήσουν και εκείνα. Αν όμως δεν γνωρίζεις, λέγει, τι τέλος πάντων είναι «βλάβη του νου», κατανόησέ το αυτό από τα σωματικά. Ό,τι δηλαδή είναι για το σώμα το μάτι, αυτό είναι ο νους για την ψυχή. Ασφαλώς λοιπόν δεν θα προτιμούσες να φορείς χρυσά και να είσαι ενδεδυμένος με ρούχα μεταξωτά, και να είναι χαλασμένα τα μάτια σου, αλλά θεωρείς την υγεία των ματιών σου πιο ποθητή από όλα αυτά˙ διότι αν την καταστρέψεις και τη χαλάσεις, δεν σε ωφελεί πλέον να ζεις, διότι όπως με την τύφλωση των ματιών χάνεται το μεγαλύτερο ποσοστό της ενεργητικότητας των άλλων μελών, όταν σβήσει για αυτά το φως, έτσι και όταν καταστραφεί ο νους σου, η ζωή σου θα γεμίσει από μύρια δεινά. Όπως λοιπόν στη φροντίδα του σώματος θέτουμε αυτόν τον σκοπό, να έχουμε τα μάτια μας γερά, έτσι και στην ψυχή σκοπούμε να έχουμε υγιή τον νου. Αν τραυματίσουμε αυτό που οφείλει και στα άλλα να παρέχει το φως, πώς θα μπορέσουμε αν δούμε; Όπως αυτός που φράζει την πηγή, ξηραίνει τον ποταμό, έτσι και όποιος αφανίζει τον νου του, θολώνει όλη τη δραστηριότητά του στη ζωή αυτή. Για τον λόγο αυτόν λέγει: «Αν το δικό σου φως είναι σκοτάδι, το σκοτάδι πόσο είναι;». Όταν ο κυβερνήτης βουλιάξει και σβήσει το λυχνάρι και ο αρχηγός αιχμαλωτισθεί, ποια ελπίδα απομένει στους υπηκόους;
Για τούτον ακριβώς τον λόγο, λοιπόν, αφού άφησε να αναφέρει τώρα τους κινδύνους, τον φθόνο τις φιλονικίες, τις δίκες, που προκαλούνται εξαιτίας του πλούτου (βέβαια έκανε υπαινιγμό παραπάνω όταν είπε· «Θα σε παραδώσει ο αντίδικος στον κριτή και ο κριτής στον δεσμοφύλακα»[Ματθ.5,25] με το να αναφέρει τα βαρύτερα και χειρότερα περιστατικά, που συμβαίνουν, απομακρύνει με τον τρόπο αυτόν από την πονηρή επιθυμία. Πραγματικά είναι πολύ φοβερότερο να υποδουλωθεί ο νους σου σε αυτό το πάθος παρά να κλειστείς στη φυλακή. Και το μεν τελευταίο δεν συμβαίνει συχνά, το πρώτο όμως έχει συνδεθεί με την επιθυμία των χρημάτων. Για τον λόγο αυτό θέτει την υποδούλωση του νου, επειδή ένα βαρύτερο κακό, μετά τη φυλάκιση, που οπωσδήποτε βέβαια συμβαίνει. «Ο Θεός», λέγει, «μας έδωσε νου, για να διαλύσουμε την άγνοιά μας και να σχηματίσουμε ορθή κρίση για τα πράγματα κι ακόμη να μείνουμε ασφαλισμένοι έναντι όσων μας λυπούν και μας βλάπτουν χρησιμοποιώντας αυτόν ως κάποιο όπλο και φως».
Εμείς όμως σπαταλούμε το χάρισμα σε περιττά και ανώφελα. Τι ωφελούν οι χρυσοντυμένοι στρατιώτες, όταν ο στρατηγός σύρεται στην αιχμαλωσία; Ποιο το κέρδος από το στολισμένο πλοίο, όταν ο κυβερνήτης καταποντισθεί; Και τι αξία έχει το τέλειο σώμα, όταν από τα μάτια αποκοπεί η όραση; Δηλαδή, όπως ακριβώς ο γιατρός που οφείλει να παραμένει υγιής για να θεραπεύει τις ασθένειες, εάν κάποιος, αφού τον κάνει να ασθενήσει, ορίσει έπειτα να είναι ξαπλωμένος ως ασθενής σε ασημένιο κρεβάτι και χρυσό θάλαμο, δε θα προσφέρει καμία ωφέλεια στους υπόλοιπους αρρώστους, κατά όμοιο τρόπο αν, αφού καταστρέψεις τον νου που έχει τη δύναμη να θεραπεύει τα πάθη, καθίσεις δίπλα στον θησαυρό σου, όχι μόνο δεν θα έχεις καμία ωφέλεια, αλλά θα πάθεις μεγίστη ζημία και την ψυχή σου ολόκληρη θα βλάψεις.
Είδες πως διαμέσου εκείνων με τα οποία οι άνθρωποι επιθυμούν σε κάθε περίπτωση την πονηρία, με αυτά τους απομακρύνει από αυτήν και τους επαναφέρει στην αρετή; Για ποιο λόγο, ρωτάει , επιθυμείς τα χρήματα; Όχι για να χαρείς την ηδονή και την απόλαυση; Αυτό ακριβώς δεν θα το δοκιμάσεις με τον τρόπο αυτόν, αλλά με τον εντελώς αντίθετο. Αν με τη στέρηση των ματιών δεν αισθανόμαστε κανένα από τα ευχάριστα εξαιτίας αυτής της συμφοράς μας, παθαίνουμε το ίδιο σε μεγαλύτερο βαθμό εξαιτίας της διαστροφής και της αναπηρίας του νου.
Και για ποιο λόγο τα κρύβεις στη γη; Για να φυλάγονται με ασφάλεια; Και εδώ, λέγει, συμβαίνει το αντίθετο. «Για ποιον λόγο», λέγει, «προσεύχεσαι και ελεείς; Επιθυμείς τη δόξα των ανθρώπων; Μην προσεύχεσαι λοιπόν γι’ αυτήν και θα την έχεις κατά την ημέρα της κρίσεως». Όπως λοιπόν εκείνον που νηστεύει και ελεεί και προσεύχεται για λόγους κενοδοξίας, τον οδηγεί στην έλλειψη κενοδοξίας χρησιμοποιώντας την ίδια την επιθυμία του, ομοίως και τον φιλάργυρο τον αποσπά με όσα ακριβώς τράβηξαν την επιθυμία του. «Τι θέλεις;» , του λέγει. «Να φυλάσσονται τα χρήματά σου και να απολαύσεις την ηδονή; Θα σου τα δώσω και τα δύο με μεγάλη αφθονία, αν καταθέσεις το χρυσάφι σου όπου σου ορίζω».
Στα επόμενα έδειξε σαφέστερα τη βλάβη του νου που προέρχεται από αυτά, όταν μνημόνευσε τα αγκάθια. Προ ολίγου και εδώ δεν έκανε αυτόν τον υπαινιγμό τυχαία, παρουσιάζοντας ότι είναι σκοτισμένος όποιος έχει αυτή τη μανία. Και όπως όσοι βαδίζουν στα σκοτεινά δεν βλέπουν τίποτε με σαφήνεια, αλλά το σχοινί το νομίζουν φίδι και αν δουν βουνά και φαράγγια πεθαίνουν από τον φόβο, έτσι και αυτοί υποψιάζονται τα μη φοβερά για όσους βλέπουν. Τρέμουν τη φτώχεια και όχι μόνο αυτήν, αλλά και τη ζημία που θα τύχαινε να τους συμβεί. Αν στερηθούν κάτι ασήμαντο, θρηνούν και υποφέρουν περισσότερο από όσους στερούνται την απαραίτητη τροφή. Πολλοί από τους πλούσιους έφθασαν στην αγχόνη, επειδή δεν μπόρεσαν να αντέξουν τις κακές αυτές ημέρες. Αλλά και την προσβολή και την κακομεταχείριση τόσο ανυπόφορα τα θεωρούν, ώστε πολλοί και γι’ αυτήν την αιτία αποσπάστηκαν από τη ζωή.
Σε όλα, εκτός από τη διακονία του, τους έκανε ο πλούτος μαλακούς. Όταν διατάζει να του δουλεύουν, δεν δειλιάζουν ούτε μπροστά στο φόνο, ούτε στα μαστίγια, ούτε στις κατηγορίες, ούτε σε κάθε εξευτελισμό. Τούτο αποτελεί εσχάτη αθλιότητα, να δειλιάζεις περισσότερο από όλους όπου πρέπει να δείχνεις γενναιότητα· και εκεί που πρέπει να είσαι πιο προσεκτικός, να γίνεσαι αναιδέστερος και θρασύτερος. Αυτοί εδώ παθαίνουν ό, τι και αυτός που σπαταλά την περιουσία του εκεί που δεν πρέπει. Αυτός όταν φθάσει ο καιρός για τη δαπάνη που πρέπει να γίνει, επειδή δεν έχει τι να δώσει, υποφέρει αθεράπευτα δεινά, αφού έχει ξοδέψει κακώς πριν της ώρας τους τα δικά του.
Και όπως αυτοί που ασχολούνται με τις πονηρές εκείνες τέχνες επάνω στη σκηνή, υπομένουν ένα πλήθος από επικίνδυνους και περίεργες ασκήσεις, ενώ σε εργασίες χρήσιμες και απαραίτητες είναι από όλους πιο καταγέλαστοι, έτσι και αυτοί εδώ˙διότι αυτοί που βαδίζουν πάνω στο τεντωμένο σχοινί επιδεικνύοντας τόσο θάρρος, αν κάτι από τα αναπόφευκτα της ζωής απαιτήσει τόλμη και θάρρος, ούτε να το εννοήσουν κάτι τέτοιο μπορούν, ούτε να το ανεχθούν. Έτσι και εκείνοι που πλουτούν, ενώ τολμούν τα πάντα για τα χρήματα, για την πνευματική ζωή ούτε μικρό ούτε μεγάλο δεν θέλουν να υπομείνουν. Και όπως εκείνοι ασκούν κάτι και επικίνδυνο και ανώφελο, έτσι και αυτοί υπομένουν πολλούς κινδύνους και πολλές κακοτοπιές, δεν καταλήγουν όμως σε τέλος καλό και υπομένουν διπλό σκότος και από τη διαστροφή του νου τυφλωμένοι και από την απατηλή θολούρα των φροντίδων τυλιγμένοι. Για τον λόγο αυτό, ούτε να διακρίνουν εύκολα κάτι δεν μπορούν˙ διότι όποιος βρίσκεται στα σκοτεινά, μόνο όταν φανεί ο ήλιος ελευθερώνεται από το σκοτάδι. Όποιος όμως έχει χαλασμένα μάτια, δεν βλέπει ούτε όταν φανεί ο ήλιος. Αυτό ακριβώς έπαθαν και αυτοί εδώ. Δεν αντιλαμβάνονται μήτε τον Ήλιο της Δικαιοσύνης που έλαμψε και τους καλεί, επειδή ο πλούτος τους έκλεισε τα μάτια. Για τον λόγο αυτό και υπομένουν διπλό σκότος· το ένα από τον εαυτό τους, το άλλο επειδή δεν προσέχουν τον Διδάσκαλο. Ας Τον παρακολουθούμε λοιπόν με προσοχή, για να ξαναβρούμε τέλος κάποτε το φως μας.
Και πώς είναι δυνατόν να ξαναδείς; Αν μάθεις πως τυφλώθηκες. Και πώς λοιπόν τυφλώθηκες; Από την πονηρή επιθυμία βεβαίως. Διότι, όπως σε μάτι καθαρό, έρχεται, ως υγρό ερεθιστικό, η επιθυμία των χρημάτων και δημιουργεί πυκνό νέφος. Αλλά είναι εύκολο και να σπάσει και να διαλυθεί το νέφος τούτο, αν δεχθούμε την ακτίνα από τη διδασκαλία του Χριστού. Αν ακούσουμε τις συμβουλές και τους λόγους Του· «Μη θησαυρίζετε για τον εαυτό σας θησαυρούς επάνω στη γη».
«Και τι θα κερδίσω από την ακρόαση», θα ρωτήσει κάποιος, «όταν με κατέχει η επιθυμία;». Αλλά ακριβώς η συνεχής ακρόαση μπορεί να εξαλείψει και την επιθυμία. Και αν επιμένεις να κυριαρχείσαι από αυτήν, κατανόησε ότι δεν πρόκειται για επιθυμία. Τι είδους επιθυμία είναι να βρίσκεσαι σε σκληρή δουλεία, να είσαι κάτω από τυραννικό ζυγό, κλεισμένος πίσω από τους τοίχους μιας φυλακής, να ζεις στο σκοτάδι, να είσαι γεμάτος από ταραχή, να υπομένεις ανώφελους κόπους, να φυλάττεις τα χρήματα για άλλους και συχνά και για τους εχθρούς; Σε ποιου είδους επιθυμία ταιριάζουν αυτά; Ποια φυγή ή δρόμο δεν αξίζουν αυτά; Τι είδους επιθυμία είναι αυτή, να εμπιστεύεσαι τον θησαυρό σου στους κλέπτες; Αν επιθυμείς τα χρήματά σου στο σύνολό τους, τοποθέτησέ τα όπου μπορούν να μείνουν ασφαλισμένα και απείρακτα˙διότι αυτά που κάνεις τώρα δεν δείχνουν άνθρωπο που επιθυμεί χρήματα, αλλά μαρτυρούν δουλεία, επιβουλή, ζημία, αγωνία αδιάκοπη.
Εσύ όμως αν κάποιος σου δείξει ένα μέρος απαραβίαστο επάνω στη γη, και αν σε φέρει στην ίδια την έρημο υποσχόμενος την ασφαλισμένη φύλαξη των χρημάτων σου, ούτε διστάζεις ούτε επιφυλάσσεσαι, αλλά δείχνεις εμπιστοσύνη και μεταφέρεις εκεί τα χρήματά σου. Όταν όμως σου υπόσχεται το ίδιο ο Θεός και όχι κάποιος άνθρωπος και σου προτείνει όχι την έρημο αλλά τον ουρανό, πράττεις τα αντίθετα. Και όμως, αν χίλιες φορές αυτά είναι ασφαλισμένα εδώ κάτω, ποτέ δεν θα μπορέσεις να ελευθερωθείς από τη φροντίδα. Και αν ακόμα δεν τα χάσεις, δεν θα ελευθερωθείς ποτέ από την αγωνία μήπως τα χάσεις Εκεί όμως δεν θα υποφέρεις τίποτε από αυτά. Και επιπλέον θα ωφεληθείς, διότι δεν κρύβεις μόνο το χρυσάφι σου, αλλά και το σπείρεις. Το ίδιο γίνεται θησαυρός και σπόρος και κάτι περισσότερο από τα δύο˙διότι ο σπόρος δεν κρατεί για πάντοτε, ενώ τούτο μένει παντοτινά. Και ο θησαυρός δεν βλαστάνει, ενώ αυτό σου δίδει καρπούς αθανάτους.
Και αν μου προβάλλεις τον χρόνο και την αναβολή της ανταποδόσεως, μπορώ και εγώ να σου δείξω και να σου πω, πόσα και εδώ κερδίζεις. Χωριστά όμως από αυτά θα προσπαθήσω να σου αποδείξω και από αυτές τις βιοτικές φροντίδες ότι αυτά αποτελούν προφάσεις μάταιες. Πολλά στη ζωή αυτή δημιουργείς, που δεν πρόκειται να τα χαρείς ο ίδιος. Και αν σε κατηγορήσει κανείς, προβάλλεις τα παιδιά σου και τα παιδιά των παιδιών σου και νομίζεις ότι ανακάλυψες ικανοποιητική δικαιολογία για περιττούς κόπους. Όταν στα έσχατα γηρατειά σου κτίζεις σπίτια μεγαλόπρεπα, που προτού τελειώσουν, θα έχεις εσύ πολλές φορές αναχωρήσει, και όταν φυτεύεις δένδρα, που μετά από χρόνο πολύ θα σου δώσουν καρπό, και όταν αγοράζεις περιουσίες και κτήματα, που θα αποκτήσεις την κυριότητά τους έπειτα από πολύ διάστημα, και όταν πολλά άλλα παρόμοια δημιουργείς, που δεν θα δοκιμάσεις εσύ τη χαρά τους, τα ετοιμάζεις τάχα για τον εαυτό σου ή για τους άλλους; Δεν είναι λοιπόν εσχάτη ανοησία να μη στενοχωρείσαι καθόλου εδώ για την αργοπορία του χρόνου, τη στιγμή μάλιστα που από την αργοπορία αυτή θα χάσεις όλη την αμοιβή σου, για την εκεί όμως καθυστέρηση να αδρανείς, τη στιγμή που αυτή σου δίδει μεγαλύτερο κέρδος και δεν προορίζει σε άλλους τα αγαθά, αλλά φέρει τις απολαβές σε εσένα;
Εκτός από αυτά και η αναβολή δεν είναι και πολλή. Τα πράγματα έχουν πλησιάσει πολύ και δεν γνωρίζουμε μήπως και στη δική μας γενιά πάρει τέλος η ζωή αυτή και φθάσει η φοβερή εκείνη ημέρα, που θα μας παρουσιάσει το φρικτό και αδέκαστο δικαστήριο. Τα περισσότερα σημεία έχουν πραγματοποιηθεί και το Ευαγγέλιο έχει κηρυχθεί σε όλα τα μέρη του κόσμου και οι πόλεμοι και οι σεισμοί και οι λιμοί έχουν γίνει και η απόσταση πια δεν είναι μεγάλη. Δεν βλέπεις τα σημεία; Αυτό ακριβώς είναι το μεγαλύτερο σημείο. Ούτε οι επί Νώε δεν είχαν διακρίνει τα προμηνύματα της καταστροφής εκείνης, αλλά ενώ έπαιζαν και έτρωγαν και νυμφεύονταν και έπρατταν όλα τα συνηθισμένα της ζωής, τους βρήκε η φοβερή εκείνη τιμωρία. Τα ίδια και στα Σόδομα: ενώ διασκέδαζαν και δεν υποψιάζονταν τίποτε, κεραυνοβολήθηκαν από τους κεραυνούς που έπεσαν.
Αυτά ας έχουμε στον νου μας και ας κατευθύνουμε τον εαυτό μας στην προετοιμασία της αποδημίας μας από εδώ. Διότι και αν ακόμη δεν φθάσει ποτέ η κοινή ημέρα της συντέλειας, το τέλος του καθενός μας είναι πλησίον, είτε γέροντας είναι είτε νέος. Και δεν μπορούμε, όταν φύγουμε από εδώ, ούτε λάδι πια να αγοράσουμε, ούτε να παρακαλέσουμε και να λάβουμε συγνώμη, είτε ο Αβραάμ μεσολαβήσει, είτε ο Νώε, ο Ιώβ ή ο Δανιήλ. Έως ότου λοιπόν έχουμε καιρό, ας ετοιμάσουμε για τον εαυτό μας από τώρα για τότε την παρρησία μας πολλή, ας συγκεντρώσουμε τα πάντα στον ουρανό, για να τα απολαύσουμε την κατάλληλη ώρα και όταν τα χρειαζόμαστε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δύναμις και η δόξα και τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία Κ΄,Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 9, σελίδες 707-727.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 64, σελ. 87-92.
https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLUnhXelZwYTVqWWs/view
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΜΕΣΤΟΙ ΑΓΑΘΟΣΥΝΗΣ, ΠΟΥ ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑ,ΤΗ ΝΗΣΤΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 28-2-1982]
Β67
Μήνυμα αγαθοσύνης, αγαπητοί μου, σήμερα, η Εκκλησία μας μάς δίνει. Ενόψει της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, μας λέγει ποιοι πρέπει να είμαστε. Και έτσι στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, μας δίνει αυτό το μήνυμα της αγαθοσύνης.
Η αγαθοσύνη δεν είναι απλώς μία τήρηση εντολών. Διότι, όπως θα ακούσετε λίγο πιο κάτω, θα δοθεί ίσως η εντύπωσις, αλλά η ψευδής εντύπωσις, ότι πρόκειται περί κάποιων εντολών σαν κάτι που έρχονται να βοηθήσουν απλώς τον άνθρωπο να κάνει κάτι στη ζωή του. Και ακόμη για να δώσει και ένα χρώμα εις αυτήν την περίοδον της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Όχι, αγαπητοί μου. Αλλά έχουμε μία μεταβολή, μια αλλαγή μέσα στον άνθρωπο. Η αγαθοσύνη δεν είναι παρά η ροπή προς κάτι το καινούριο, το πνευματικό, το αγαθό, κάτι που ο άνθρωπος θέλει να κάνει το καλό. Λέγει ο Απόστολος Παύλος εις την προς Ρωμαίους επιστολήν του τα εξής: «Πέπεισμαι δέ, ἀδελφοί μου, καὶ αὐτὸς ἐγὼ περὶ ὑμῶν, ὅτι καὶ αὐτοὶ(εσείς δηλαδή)μεστοί ἐστε ἀγαθωσύνης(Είσαστε γεμάτοι από αγαθοσύνη)».
Για να καταλάβουμε τι θα πει αγαθοσύνη, θα σας έλεγα τούτο. Θα πάρω το αντίθετο. Ρωτούμε πολλές φορές έναν άνθρωπο: «Γιατί έκανες αυτό το κακό; Γιατί έσπασες εκείνο το πράγμα; Γιατί κατέστρεψες εκείνο το αντικείμενον;». Και απαντάει: «Δεν είχα λόγους». «Τότε γιατί;». «Έτσι το ήθελα, έτσι, έτσι το επιθυμούσα». Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος αυτός έχει μία ροπή στο κακό. Σαν να είναι το κακό μέσα στο κύτταρό του. Και δεν ευχαριστιέται παρά μόνο όταν βλέπει το κακό. Ε, το αντίθετο αυτού είναι η αγαθοσύνη. Σαν να είναι το καλό μέσα στο κύτταρό του και να επιθυμεί να κάνει πάντα το καλό. Να είναι τρόπον τινά από τη φύση του την ίδια τέτοιος που να θέλει να κάνει πάντα το καλό. Αλλά προσέξτε. Σαν να είναι από τη φύση του την ίδια…
Όχι αγαπητοί μου, ακριβώς. Η αγαθοσύνη είναι δώρο του Αγίου Πνεύματος. Λέει στην προς Γαλάτας επιστολήν του ο Απόστολος Παύλος: «ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη», και τα λοιπά, «… ἀγαθωσύνη ». Ώστε αυτή η ροπή, αυτό το σπρώξιμο της ψυχής μας πάντα προς το καλό, είναι κάτι που το δίδει το Πνεύμα το Άγιον. Ρίξτε μια ματιά στην εποχή μας, εις τους συγχρόνους μας ανθρώπους και μάλιστα στη νεολαία μας, ιδιαιτέρως εις την νεολαία μας, όχι όμως αποκλειστικά εις την νεολαία μας και θα δείτε να έχουν αυτή τη ροπή και αυτήν την μανία στην καταστροφή. Άρα βλέπομε οι καρποί του Αγίου Πνεύματος έχουν αρθεί. Δεν υπάρχουν. Είναι λοιπόν καρπός του Αγίου Πνεύματος. Γι΄αυτό λέγει ο Απόστολος Παύλος εις την προς Ρωμαίους επιστολή του ότι «πέπεισμαι», «έχω πειστεί ότι όχι απλώς έχετε αγαθοσύνη αλλά ότι είσαστε μεστοί αγαθοσύνης, είσαστε γεμάτοι από αγαθοσύνη». Από αυτή τη ροπή προς το καλό. Αλήθεια, αυτό δείχνει ότι το Πνεύμα το Άγιον πραγματικά διαμορφώνει ολόκληρη τη ζωή του πιστού ανθρώπου. Αυτό είναι μία αληθινή ευλογία. Ο άνθρωπος αισθάνεται καινούριος πια. Αυτό είναι το «καινούριος άνθρωπος». Αισθάνεται κάτι άλλο. Αισθάνεται ότι είναι ελευθερωμένος από τον εαυτό του, ελευθερωμένος ακόμη και από αυτόν τον χώρο και τον χρόνο. Και ήδη ζει μέσα στη Βασιλεία του Θεού. Είναι ένα άλλο πράγμα. Είναι μία αληθινή εμπειρία που αισθάνεται ο άνθρωπος. Δεν είναι κάτι που κατανοείται. Είναι κάτι που βιώνεται.
Αλλά έχοντας αυτά υπόψη η Εκκλησία μας έρχεται να μας πει τώρα πώς πρέπει να κινηθούμε μέσα στη Μεγάλη Σαρακοστή, που σημαίνει ότι όχι μόνο ειδικά στη Μεγάλη Σαρακοστή, αλλά σε ολόκληρη τη ζωή μας. Αλλά επειδή όμως θέλει να βοηθήσει τον νωθρόν άνθρωπον, τον αμελή, γι΄αυτό βάζει αυτές τις, αυτά τα κομμάτια του χρόνου, όπως είναι μία Σαρακοστή, για να βοηθηθεί ο άνθρωπος να κάνει πάντα μια αρχή. Δεν είναι τίποτα άλλο, παρά εκείνο που έλεγαν οι ασκηταί: «Βάζω αρχή». Έτσι είναι οι Σαρακοστές μέσα στον χρόνο. Και είναι σε μία κυκλική κίνηση. Βάζω αρχή, κάνω αρχή. Και δεν έρχεται να μας δώσει, σας είπα, μία ρετσέτα, μία συνταγή για κάποια πραγματάκια, για κάποιες προϋποθέσεις, αλλά μας θέλει να είμαστε αλλαγμένοι άνθρωποι.
Και μας λέγει… Όπως ακούσατε, είναι από το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, στο έκτο κεφάλαιο. Λέγει: «Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος» κτλ. Ώστε το μήνυμα της συγχωρήσεως, της αφέσεως. Δεύτερον: «Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί» κλπ· που σημαίνει… δεύτερο μήνυμα. Η νηστεία. «Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς». Τρίτο μήνυμα. Είναι η ελεημοσύνη.
Αλλά ας τα δούμε αυτά, αγαπητοί μου, λίγο πιο λεπτομερέστερα. Και πρώτα πρώτα είναι η νηστεία. Ο Κύριος διορθώνει την εντολή της νηστείας. Όπως ετέθη στην Παλαιά Διαθήκη, δεν νομοθετεί για τη νηστεία, αλλά διορθώνει τη νηστεία. Αν θέλετε, ακόμη την επανατοποθετεί. Επειδή οι Εβραίοι είχαν παρανοήσει και έγινε γι’αυτούς μία υπόθεση εξωτερική και μάλιστα μία υπόθεση επιδείξεως. Και ο Κύριος λέγει: «Όχι, δεν θα κινηθείς να νηστεύσεις όπως οι υποκριταί. Αλλά θα νηστεύσεις έτσι και έτσι»· που δείχνει μία επανατοποθέτηση και όχι θεσμοθέτηση της νηστείας. Γιατί η νηστεία προϋπήρχε. Το λέγω αυτό για να δείτε πόσο παλιά είναι η νηστεία και ότι Αυτός ο ίδιος ο Θεός τη θεσμοθετεί μέσα εις αυτήν την Παλαιά Διαθήκη, για να μην πω ότι η νηστεία είναι συνηλικιώτης με το ανθρώπινο γένος.
Αλλά τι είναι εδώ τώρα η νηστεία; Η νηστεία είναι το αντιστάθμισμα της παρακοής των πρωτοπλάστων· που στον πυρήνα είναι η υπακοή. Οι πρωτόπλαστοι δεν ετήρησαν την εντολήν της νηστείας, παρακούσαντες. Για να γίνουν θεοί χωρίς τον Θεό. Ζητώντας μία αυτόνομη θέωση. Αλλά τώρα, για να πετύχουμε αυτό, γιατί ο Υιός του ανθρώπου, ο Υιός του Θεού, ήρθε στον κόσμο για να μας ξαναβάλει εις στον Παράδεισο, μας ξαναβάλει πάλι στη Βασιλεία του Θεού ή, καλύτερα, να μας βάλει στη Βασιλεία του Θεού. Αφού θα περνούσαμε ξανά από τον Παράδεισο, κι έναν Παράδεισο κρείττονα, καλύτερο, αγαθότερο Παράδεισο. Έρχεται να μας πει: «Θα βαδίσουμε τον ίδιο δρόμο. Εκείνον που βάδισαν οι πρωτόπλαστοι κατά την έξοδό των από τον Παράδεισον. Εκείνοι έφαγαν και δεν υπήκουσαν. Εσείς δεν θα φάτε και θα υπακούσετε. Πρέπει λοιπόν να έχετε υπακοή και νηστεία, για να ξαναγυρίσετε πάλι εις τον Παράδεισον». Κανείς, αγαπητοί μου, άγιος δεν μπήκε στον Παράδεισον χωρίς νηστεία και χωρίς υπακοή. Είναι λοιπόν μία επαναφορά, μία αποκατάσταση του κακού που κάναμε. Ερχόμαστε να πούμε: «Κύριε, ἐν τῷ Ἀδάμ (γιατί είμεθα εις την οσφύν του Αδάμ· όλο το ανθρώπινο γένος) παρέβημεν τήν ἐντολήν Σου. Τώρα υπακούομε και νηστεύομε».
Ακόμα νηστεύομε για να πενθήσουμε. Γιατί η νηστεία είναι δείγμα πένθους. Όταν κάποτε κατηγόρησαν οι Φαρισαίοι τον Κύριον, γιατί οι μαθηταί οι δικοί Του δεν νηστεύουν, ενώ οι μαθηταί οι δικοί των και οι μαθηταί του Ιωάννου ενήστευαν, ο Κύριος είπε: «Εφόσον έχουν τον Νυμφίο μαζί τους, πώς είναι δυνατόν να νηστεύσουν; Σε ένα γάμο δεν νηστεύουν. Θα ‘ρθουν οι μέρες που θα αρθεί ο Νυμφίος(που είναι ο Χριστός, ο Νυμφίος της Εκκλησίας) και τότε θα νηστέψουν. Και θα νηστεύουν μέχρι τη Δευτέρα του Χριστού Παρουσία». Ώστε είναι ένα πένθος η νηστεία, αγαπητοί μου. Δεν το κάνομε για τον Θεό. Το κάνομε για τον εαυτό μας. Μερικοί νομίζουν ότι υποχρεώνουν τον Θεό με το να νηστέψουν. Είναι ανοησία. Πενθούμε. Και τη Μεγάλη Παρασκευή δεν πενθούμε τον Θεό. Πολύ περίεργο θα ήταν. Πενθούμε τη δική μας κατάσταση, που έφθασε να σταυρώσει η ανθρωπότητα τον Θεό της.
Έτσι η νηστεία είναι σπουδαίο στοιχείο. Αλλά δεν πρέπει να είναι κάτι αναγκαστικό. Βέβαια αναγκαστικό θα είναι με την έννοια να σπρώξουμε, να κινήσουμε τη νωθρή μας φύση. Αλλά θα κινεί όμως από την ελευθερία μας, θα είναι κάτι που θα το έχουμε καταλάβει. Θα αισθανόμαστε ότι πραγματικά πρέπει να δείξουμε το πένθος μας. Και τη μεταβολή μας ενώπιον του Θεού.
Αλλά ακόμα το δεύτερο είναι η συγχώρησις. Για σκεφτείτε αυτό το θέμα της συγχωρήσεως, πόσο σπουδαίο είναι. Μας κάνει μιμητάς του Χριστού· που επάνω εις τον Σταυρό συγχωρούσε τους σταυρωτάς Του. Μας κάνει μιμητάς του Θεού, ο Οποίος μας συγχωρεί. Και όχι μόνο μας συγχωρεί αλλά έρχεται να μας συναντήσει με την Ενανθρώπηση εδώ στη γη, αφού ολότελα άφησε εκείνο που εμείς το κάναμε και μας προσλαμβάνει πάλι στη δική Του την βασιλεία. Για σκεφθείτε! Το μίσος χωρίζει τον άνθρωπο από τον Θεό.
Όπως θα ξέρετε, εκείνο το στοιχείο που χωρίζει το ανδρόγυνο είναι η μοιχεία. Δεν είναι ούτε οι καυγάδες ούτε τι άλλο. Ασυμφωνία χαρακτήρος και άλλα πολλά. Ένα πράγμα μόνο χωρίζει το ανδρόγυνο. Η μοιχεία. Διότι ο γάμος είναι εις τύπον ενώσεως Χριστού και Εκκλησίας. Και η μοιχεία είναι μία άρνηση αυτής της ενώσεως και συνεπώς μία καταστροφή αυτού του τύπου ενώσεως Χριστού και Εκκλησίας. Το μίσος είναι μία άρνηση του τύπου της ενώσεως των τριών προσώπων στην Αγία Τριάδα. Διότι οι πιστοί είναι ηνωμένοι εις τύπον της ενώσεως της Αγίας Τριάδος. Ο Χριστός είπε: «ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν». «Να είναι, Κύριε, οι Χριστιανοί ένα, όπως εμείς είμαστε ένα». Όταν όμως οι Χριστιανοί δεν είναι ένα αλλά τους χωρίζει το μίσος, τότε η συμπεριφορά τους αυτή καταστρέφει την εικόνα του μυστηρίου της ενώσεως εν μια ουσία των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος. Και αυτό είναι πάρα πολύ σοβαρό. Δεν είναι δυνατόν ποτέ εκείνος που έχει το μίσος να μπει στη Βασιλεία του Θεού. Διότι ο Χριστιανισμός είναι μίμησις, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, είναι μίμησις της Αγίας Τριάδος. Αν λοιπόν δεν μιμηθούμε αυτήν την ενότητα των προσώπων της Αγίας Τριάδος, πώς μπορούμε να ειπωθούμε ότι είμαστε Χριστιανοί; Δεν είναι δυνατόν αυτό ποτέ να γίνει. Συνεπώς, αγαπητοί μου, θα πρέπει να συγχωρούμε. Με όλη μας την καρδιά. Λέγει εδώ ο Κύριος, να συγχωρούμε τόσο με την καρδιά μας, γιατί αλλιώτικα κινδυνεύουμε να μη μας συγχωρήσει ο Θεός.
Και ερχόμεθα εις το τρίτο στοιχείο, που είναι το θέμα των θησαυρών, της συλλογής χρημάτων, του θησαυρού γενικά, το να θησαυρίζω, το να πλουτίζω. Λέγει εδώ ο Κύριος: «Μη θησαυρίζετε θησαυρούς επί της γης, που η σκουριά και οι κλέφτες καταστρέφουν, η σκουριά και το σκουλήκι καταστρέφει…». Και αναφέρεται όχι μόνο στα χρήματα, αλλά και στα αντικείμενα. Γι΄αυτό λέει «το σκουλήκι». Αλλά και οι κλέπται κλέπτουν. Βλέπετε, σήμερα, δεν ξέρουμε πώς να ασφαλίσομε τα αγαθά μας, γιατί έχει πολύνει η κλοπή. Είναι ένα σημάδι των καιρών αυτό, του ότι οι άνθρωποι κλέπτουν. Κλέπτουν, κλέπτουν, φοβερά κλέπτουν. Φανερά και κρυφά κλέπτουν.
Αλλά εδώ πρώτα- πρώτα έχει το μήνυμα της απλής ζωής. Ότι να μην είσαι πλούσιος άνθρωπος, γιατί ο πλούτος σου θα σε δυσκολέψει μέχρι του βαθμού του αδυνάτου να δεις τον Θεό. Είναι σχεδόν αδύνατον. Βάζω το «σχεδόν», διότι λέγει «τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν». Έξω όμως από αυτό το θέμα του πλούτου, έρχεται να μας πει ο Κύριος και τούτο. Όταν τοποθετείς σαν αντικείμενο των ενδιαφερόντων σου τα χρήματα. Γιατί για μια στιγμή, δεν ξέρω, μπορεί κάτι να συνέβη και να βρέθηκες πάρα πολύ πλούσιος. Αλλά δεν είναι το θέμα αν βρέθηκες ή δεν βρέθηκες πλούσιος. Το θέμα είναι ποιο είναι το αντικείμενο των βλέψεών σου, ποιος είναι ο στόχος της ζωής σου. Είναι τα χρήματα; Στην εποχή μας είναι τα χρήματα δυστυχώς ο στόχος της ζωής μας. Μέχρι τέτοιου βαθμού που φθάνομε να καταστρέψομε τη ζωή μας για τα χρήματα, ανοητότατα φυσικά, διότι πια καμιά αξία δεν θα είχαν αν καταστρέφαμε τη ζωή μας. Το να καταστρέψω τη ζωή μου, αγαπητοί μου, για να βγάλω χρήματα, τότε σε τι θα με ωφελήσουν τα χρήματα, αφού ήδη κατέστρεψα τη ζωή μου; Για να τα έχω να πηγαίνω στους γιατρούς; Ή να πεθάνω και να τα βρουν άλλοι; Μα είναι πολύ κουτό, μα είναι αφάνταστα κουτό. Ο πλούσιος άνθρωπος είναι ο πιο κουτός άνθρωπος απ’ όλα τα δημιουργήματα που υπάρχουν. Είναι ο πιο κουτός άνθρωπος. Πολύ δε παραπάνω όταν είναι κολλημένος επάνω εις τα χρήματα. Είναι πολύ κουτός άνθρωπος. Είναι αξιολύπητος, αξιοθρήνητος. Ακόμα και τα πουλιά του ουρανού τον λυπούνται και τα σκουλήκια της γης. Είναι πιο ευτυχισμένα αυτά. Πράγματι, βλέπω πολλές φορές τα σκουλήκια της γης και λέει κανείς: «Είναι ευτυχισμένα;». Ο Θεός, αγαπητοί μου, δεν έκανε κανένα δημιούργημά Του δυστυχισμένο. Μπορεί να βλέπομε την σκουληκαντέρα να τρώει χώμα και να τρυπάει και να μένει μέσα στη γη. Είναι ευτυχής. Όπως την έκανε ο Θεός είναι ευτυχής. Ο άνθρωπος όμως επειδή δεν γίνεται αυτό που τον έκανε ο Θεός, είναι δυστυχής. Γι΄αυτό τον λόγο θα πρέπει να προσέχει στο σημείο αυτό.
Αλλά όταν ο Κύριος λέγει «Μη θησαυρίζετε» θέλει να πει και κάτι άλλο. Διότι αν υποτεθεί ότι έρχονται χρήματα στα χέρια μου, τι να κάνω; Βεβαίως θα ζήσω. Αλά θα πρέπει να γίνω και κοινωνός των άλλων. Είναι η ελεημοσύνη. Θα πρέπει δηλαδή να προσέξω πάρα πολύ το θέμα αυτό, το κεφάλαιο αυτό της ελεημοσύνης. Οι άλλοι άνθρωποι να γίνουν κοινωνοί των δικών μου αγαθών. Η ελεημοσύνη έχει πάρα πολλές βεβαίως πτυχές. Δεν είναι μόνο απλώς να πάρω χρήματα και να πω στον άλλον: «Πάρε αυτά». Όταν είμαι ο ευεργετικός άνθρωπος καθ’ οιονδήποτε τρόπον. Και το μέσον της ευεργετικότητός μου είναι τα χρήματα. Μπορεί να κάνω κτίσματα στον τόπο που βρίσκομαι. Να φτιάξω ένα σχολείο. Να φτιάξω μία Εκκλησία. Να φτιάξω έναν δρόμο. Να βοηθήσω τους ανθρώπους να βελτιώσουν τη ζωή τους. Ξαναλέγω, μπορεί να μη βάλω στα χέρια των ανθρώπων τα χρήματα. Όταν όμως δώσω τις δυνατότητες, αυτοί δουλεύοντας να μπορούν να ζήσουν, γιατί εγώ έκανα μιαν αρχή να φτιάξω, όπως σας είπα ένα δρόμο σε ένα ορεινό χωριό, κι αυτοί οι άνθρωποι μετά να μπορούν να κινηθούν με τα εμπορεύματά τους και να ζήσουν. Είμαι ένας ευεργέτης. Δεν κάθομαι στα δικά μου τα χρήματα. Μέχρι τον περασμένο αιώνα και αρχές τούτου του αιώνος, αγαπητοί μου, είχαμε πολλούς ευεργέτες. Πλούσιοι, σπουδαίοι. Μεγάλοι πλούσιοι. Αλλά και ευεργέτες ταυτοχρόνως.
Στην εποχή μας δεν έχουμε ευεργέτες… Όχι βεβαίως ότι η ταπεινοφροσύνη τους κάνει να κρύβονται. Αντιθέτως μάλιστα, αν κάτι δώσουν κάποτε, τρέχουν γρήγορα γρήγορα να διαφημισθούν από τις εφημερίδες. Αλλά δεν έχομε ευεργέτες. Που οι άνθρωποι σημαίνει έχουν χάσει την αντίληψη της κοινωνικότητος. Ότι πια οι άνθρωποι δεν σκέφτονται, δεν αισθάνονται ότι υπάρχει δίπλα τους ο άλλος άνθρωπος. Ζουν μόνοι τους. Ζουν πραγματικά, ηθικά ζουν μόνοι τους. Είναι μεμονωμένοι. Είναι φοβερό πράγμα. Γι’ αυτό τον λόγο ας προσέξουμε πάρα πολύ και το σημείο αυτό.
Έτσι, βλέπομε, αγαπητοί μου, ότι ενόψει της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η Εκκλησία μας μας προβάλλει αυτά τα τρία συνθήματα. Τα είπα «συνθήματα». Τις τρεις προτάσεις. Της νηστείας, της συγχωρητικότητος και της ελεημοσύνης. Όχι κατά έναν τρόπο, όπως σας είπα και στην αρχή, τυπικόν, εξωτερικόν να κινηθούμε σε αυτά. Αλλά κάτι που θα βγαίνει από μέσα μας πραγματικά. Εκείνο το «μεστοί πάσης ἀγαθωσύνης». Να είμαστε γεμάτοι από αυτά τα κίνητρα τα αγαθά, για το καλό.
Πότε θα γίνει αυτό; Ε, να σας πω πότε θα γίνει αυτό. Ιδιαιτέρως μάλιστα ως προς το θέμα του θησαυρού μας. Ξέρετε ότι τον στόχο που βάζω, στέκεται ταυτόχρονα και κριτήριο των όσων θα ενεργήσω. Αν βάλω στόχο μου τα χρήματα, τότε θα ενεργώ με κάθε τρόπο για τα χρήματα. Αν βάλω στόχο μου σαν ορειβάτης να ανεβώ στην κορυφή του Ολύμπου, ασφαλώς θα περπατήσω και θα γίνει ταυτοχρόνως και το κριτήριο για να ανεβώ επάνω εις την κορυφή του Ολύμπου. Ποιος λοιπόν είναι ο στόχος μου; Ποιος είναι ο θησαυρός μου; Γιατί ο θησαυρός είναι στόχος. Ποιος είναι ο θησαυρός μου; Είναι το Πάσχα του Χριστού. Είναι ο Χριστός. Αν βάλω λοιπόν σαν στόχο τον Χριστό μου, το Πάσχα του Χριστού μου, τότε δεν χρειάζεται να μου ειπωθεί ότι πρέπει να είμαι ο άνθρωπος που θα συγχωρώ ή ο άνθρωπος που θα μεταφέρω τα αγαθά μου στους άλλους ανθρώπους. Όχι. Τότε μόνος μου πια το καταλαβαίνω. Γιατί; Έλεγε ο Τερτυλλιανός ότι ο άνθρωπος, η ψυχή του ανθρώπου είναι «φύσει χριστιανή». Έτσι μας έκανε ο Θεός. Μας έκανε αγαθούς, μας έκανε αγαθούς, με αγαθοσύνη. Αλλά τότε γιατί μας το λέει η Αγία Γραφή; Γιατί το ξεχάσαμε. Γιατί διαστραφήκαμε. Και επειδή έγινε η διαστροφή, έρχεται να γίνει τώρα εδώ η διόρθωσις και η υπόμνησις. Και με τον τρόπον αυτόν να μπορούμε να ξαναγυρίσομε στον αρχικό μας στόχο, που είναι Αυτός ο Χριστός, ο Θεός Λόγος, που μας δημιούργησε.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_137.mp3
Τὸ πρῶτο μάθημα ποὺ μαθαίνει ὁ στρατιώτης ὅταν πάει στὴ μάχη, εἶναι ὅτι δὲν πρέπει νὰ παραδοθεῖ στὸν ἐχθρό. Ὁ διοικητὴς τὸν προειδοποιεῖ πῶς ὅλοι οἱ στρατιῶτες ὀφείλουν νὰ προσέχουν γιὰ νὰ μὴν πέσουν στὶς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ, νὰ μὴν ξεγελαστοῦν κι αἰχμαλωτιστοῦν. Ὁ στρατιώτης ποὺ εἶναι μόνος του καὶ γυμνός, πεινάει καὶ κρυώνει, ἀντιμετωπίζει μεγάλο πειρασμὸ ν’ αὐτομολήσει στὸν ἐχθρό. Ὁ πανοῦργος ἐχθρὸς θὰ ἐκμεταλλευτεῖ μὲ κάθε δυνατὸ τρόπο τὴ δυσχερῆ θέση του. Ἴσως νὰ πεινάει κι αὐτὸς (ὁ ἐχθρός). Σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση ὅμως θὰ δείξει τὴ γαλαντομία του, θὰ προσποιηθεῖ πῶς ἔχει ἀρκετὰ ἀγαθὰ καὶ θὰ δώσει ἕνα κομμάτι ψωμὶ στὸ στρατιώτη ποὺ παραδόθηκε. Ἴσως κι ὁ ἐχθρὸς νὰ κρυώνει, νά ‘ναι ρακένδυτος ἢ γυμνός. Τότε ὅμως θὰ δώσει κάποιο ροῦχο στὸ στρατιώτη, σὰ νά ‘τὰν ὁ ἴδιος πλούσιος καὶ καλοντυμένος, σὰ νὰ τοῦ περίσσευαν τὰ ροῦχα. Θὰ τοῦ δώσει φυλλάδια, ὅπου θὰ κομπάζει πῶς ἡ νίκη του εἶναι σίγουρη, θὰ πεῖ στὸ φτωχὸ στρατιώτη πῶς δεξιὰ κι ἀριστερά του ὑπάρχουν ὁμάδες πολλὲς φίλων καὶ συναδέλφων του ποὺ παραδόθηκαν, ἢ πῶς ὁ στρατηγός τους σκοτώθηκε ἢ πῶς ὁ βασιλιᾶς τους ζήτησε νὰ συνάψει εἰρήνη μαζί τους. Θὰ ὑποσχεθεῖ στὸ στρατιώτη σύντομη ἐπιστροφὴ στὸ πατρικό του σπίτι, μιὰ καλὴ θέση, λεφτὰ καὶ ὅσα ἄλλα ὀνειρεύεται ὁ ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται σὲ μεγάλη ἀνάγκη. Ὁ στρατηγὸς ἐπισημαίνει ὅλες αὐτὲς τίς παγίδες καὶ τὰ τεχνάσματα τοῦ ἐχθροῦ ἀπὸ τὴν ἀρχή, προειδοποιεῖ τοὺς στρατιῶτες του πῶς δὲν πρέπει νὰ τὰ πιστέψουν, ὁποιοδήποτε κι ἂν εἶναι τὸ τίμημα. Τοὺς συμβουλεύει νὰ μὴν ἐγκαταλείψουν τὴ θέση τους, νὰ μὴν παραδοθοῦν, ἀλλὰ νὰ μείνουν πιστοί, ἔστω κι ἂν χρειαστεῖ νὰ τὸ πληρώσουν αὐτὸ μὲ τὴ ζωή τους.
Ἡ μὴ παράδοση στὸν ἐχθρὸ εἶναι ἕνας ἰδιαίτερα σπουδαῖος κανόνας καὶ γιὰ τοὺς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ, στὴ μάχη ποὺ δίνουν μὲ τὰ πονηρὰ πνεύματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Κι ὁ Χριστός, ποὺ στὴ μάχη αὐτὴ εἶναι ὁ Βασιλιᾶς καὶ στρατηγός μας, τὸ ἐπισημαίνει αὐτὸ καὶ μᾶς προειδοποιεῖ: «Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν» (Ματθ. κδ’ 25), εἶπε στοὺς μαθητές Του.
Ὁ κίνδυνος εἶναι μεγάλος. Ὁ ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπινου γένους εἶναι πιὸ φοβερὸς καὶ πιὸ πανοῦργος ἀπὸ κάθε ἄλλον ἐχθρὸ ποὺ θὰ μποροῦσες νὰ φανταστεῖς. Τὸ εἶπε αὐτὸ ὁ Κύριος σ’ ἕνα ἄλλο σημεῖο: «Ἰδοὺ ὁ σατανᾶς ἐξητήσατο ὑμᾶς τοῦ σινιάσαι ὡς τὸν σίτον» (Λουκ. κβ’ 31). Ὁ σατανᾶς θέλει νὰ σᾶς ξεκοσκινίσει, ὅπως τὸ σιτάρι μέσα στὸ κόσκινο. Κυνηγάει διαρκῶς τοὺς ἀνθρώπους, ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ στιγμὴ ποὺ ἐξαπάτησε τὸν πρῶτο ἄνθρωπο – ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ ἀξίωσε δικαιώματα πάνω στοὺς ἀνθρώπους καὶ τὰ πῆρε ἀπό το Θεὸ γιὰ λογαριασμό του. Προσπαθεῖ νὰ σύρει κοντά του τὸ στρατιώτη τοῦ Χριστοῦ χρησιμοποιῶντας κάθε ἀπάτη, τὸν δελεάζει μὲ ψεύτικες ὑποσχέσεις καὶ τοῦ δείχνει φανταστικὰ πλούτη. Δὲν ὑπάρχει πιὸ πεινασμένη ὕπαρξη ἀπὸ κεῖνον, ἀλλὰ δείχνει τὸ ψωμὶ στοὺς πεινασμένους καὶ τοὺς καλεῖ νὰ παραδοθοῦν. Δὲν ὑπάρχει πιὸ γυμνὸ ὄν ἀπ’ αὐτόν, μὰ τραβάει τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὰ χρώματα τῆς φανταστικῆς κι ἀπατηλῆς ἀμφίεσής του. Δὲν ὑπάρχει φτωχότερος ἀπ’ αὐτὸν ὅπως ὁ μάγος στὰ πανηγύρια ὅμως τρίβει δυὸ νομίσματα μεταξύ τους καὶ δείχνει στοὺς θεατές του τα ἑκατομμύρια ποὺ ὑποτίθεται πὼς ἔχει.
Δὲν ὑπάρχει κανένας ποὺ νά ‘χει πέσει τόσο πολὺ ὅσο ἐκεῖνος. Δὲν παύει ποτὲ μὲ τὰ ψέμματά του ὅμως νὰ παρουσιάζεται αὐτὸς σὰν νικητὴς κι οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ σὰν νικημένοι, σὰ νά ‘φυγε ἀπὸ τὸ πεδίο τῆς μάχης ὁ Χριστὸς καὶ κρύφτηκε. «Ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ», εἶπε ὁ Κύριος (Ἰωάν. ἡ’44). Εἶναι ψεύτης, πατέρας τοῦ ψεύδους. Ὅλη του ἡ δύναμη κι ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα ἔχουν μόνο φανταστικὴ ὕπαρξη. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἐπισήμανε στοὺς μαθητές Του ὅλες τίς ἀπάτες καὶ τὰ ὅπλα τοῦ ἐχθροῦ καὶ τοὺς ἔδειξε τόσο μὲ λόγια ὅσο καὶ μὲ ἔργα πῶς ν’ ἀντισταθοῦν καὶ μὲ ποιά ὅπλα νὰ τὸν πολεμήσουν.
Τὸ κυριότερο ὅπλο γιά μας τοὺς χριστιανοὺς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἡ παρουσία Τοῦ ἀνάμεσά μας κι ἡ δύναμή Τοῦ μέσα μας εἶναι τὰ βασικά μας ὅπλα. Τὰ τελευταῖα λόγια Του ποὺ βλέπουμε στὸ εὐαγγέλιο εἶναι: «Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κή’20). Ἡ παρουσία Του ἦταν ὁλοφάνερη στοὺς αἰῶνες ποὺ πέρασαν σὲ ἑκατομμύρια ἀτρόμητους στρατιῶτες Του – ἀποστόλους, μάρτυρες, ὁμολογητές, θεοφόρους πατέρες, ἀφοσιωμένες παρθένες καὶ ἁγίους ἄντρες καὶ γυναῖκες. Καὶ δὲ φανερωνόταν μόνο στὰ παλιὰ χρόνια ἀλλὰ καὶ στὶς μέρες μας, καθαρὰ κι ἀληθινά, σ’ ὅλους ἐκείνους ποὺ δὲν παραδόθηκαν στὸν πονηρό. Δὲ φανερώνεται σήμερα μόνο, ἀλλὰ θὰ φανερώνεται καὶ μέχρι τὴ συντέλεια, μέχρι τὸ τέλος τοῦ χρόνου, ἀφοῦ προφήτεψε πῶς στὸ τέλος τοῦ χρόνου θὰ ἐμφανιστοῦν μεγαλομάρτυρες (βλ. Ἀποκ. ια’ 3). Ἔχουμε καθαρῇ καὶ σίγουρη δύναμη ἀπὸ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του, ἀπὸ τὸ Πάθος Του, το λόγο Του, τὸν τίμιο καὶ ζωοποιὸ Σταυρό, τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν ἀθάνατη δόξα Του.
Ἐσὺ ποὺ ἔχεις πειστεῖ γιὰ τὴν ἀκατανίκητη δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ διαπερνάει σὰν ἠλεκτρικὸ ρεῦμα τοὺς πιστούς, δεῖξε το καὶ στοὺς ἄλλους. Ἐσὺ ποὺ δὲν πείστηκες ἀκόμα, ἀλλὰ θέλεις νὰ πειστεῖς, κάνε ὅλα ὅσα σοῦ ζητάει τὸ εὐαγγέλιο. Ἐκείνους ποὺ ἐπιμένουν κακόβουλα ν’ ἀμφιβάλλουν, ἄσε τους στὴν ἀμφιβολία τους. Αὐτοὶ δὲν πληγώνουν το Θεὸ μὰ τὸν ἑαυτό τους. Δὲν ἀμφιβάλλουν γιὰ τὴν ἀπώλεια τοῦ Θεοῦ, μὰ γιὰ τὴ δική τους. Σύντομα θά ‘ρθεὶ ὁ καιρὸς ποὺ δὲ θὰ μποροῦν πιὰ ν’ ἀμφιβάλλουν, ἀλλὰ τότε δὲ θὰ μποροῦν καὶ νὰ πιστέψουν.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν παρουσία καὶ τὴ δύναμη τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι τὸ κύριο ὅπλο μας στὴ μάχη ἐνάντια στὶς πονηρὲς δυνάμεις, ὁ Κύριος Ἰησοῦς μας πρόσφερε κι ἄλλα εἴδη ὅπλων, γιὰ νὰ τὰ χρησιμοποιήσουμε μὲ τὴ βοήθειά Του. Τὰ ὅπλα αὐτὰ εἶναι τὰ ἑξῆς: διαρκὴς μετάνοια, διαρκὴς ἐλεημοσύνη, ἀδιάλειπτη προσευχή, συνεχὴς χαρὰ ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ, ὁ φόβος τῆς μέλλουσας κρίσης καὶ τῆς καταδίκης τῶν ψυχῶν μας, ἡ ἐπιθυμία νὰ ὑπομένουμε καρτερικὰ τὰ βάσανα γιὰ χάρη Του, μὲ πίστη κι ἐλπίδα, ἡ συγχώρηση τῶν προσβολῶν, ἡ θέαση τοῦ κόσμου αὐτοῦ σὰ νὰ μὴν ὑπῆρχε καθόλου, ἡ συμμετοχὴ στὰ ἅγια μυστήρια, οἱ ἀγρυπνίες κι ἡ νηστεία. Μνημονεύουμε τελευταῖα τὴ νηστεία ὄχι ἐπειδὴ σὰν ὅπλο δὲν εἶναι σπουδαῖο (μὴ γένοιτο!), ἀλλὰ ἐπειδὴ τὸ εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς ἡμέρας μιλάει γιὰ τὴ νηστεία καὶ σκοπεύουμε νὰ τὸ σχολιάσουμε ἰδιαίτερα.
Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τους ἀνθρώποις τὰ παραπτώμα« τα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοὺς ἀνθρώπους τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. στ14-15). “Ἄν συγχωρήσετε τὰ ἁμαρτήματα ποὺ σᾶς ἔκαναν οἱ ἄλλοι, θὰ συγχωρήσει καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας τὰ δικά σας ἁμαρτήματα: ἂν ὅμως ἐσεῖς δὲ συγχωρήσετε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων, οὔτε καὶ τὰ δικά σας ἁμαρτήματα θὰ συγχωρήσει ὁ οὐράνιος Πατέρας.
Ἔτσι ἀρχίζει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Γιατί ἀρχίζει ἔτσι; Ἴσως διερωτηθεῖς: Τί σχέση ἔχει αὐτὸ μὲ τὴ νηστεία; Συνδέεται καὶ μάλιστα πολὺ στενά. Ὑπάρχει ἐπίσης πολὺ στενὴ σχέση ἀνάμεσα στὴ νηστεία καὶ στὸ τέλος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου, ὅπου δὲν ἀναφέρεται ἡ νηστεία, ἀλλὰ ἡ θησαύριση τῶν ἀγαθῶν ὄχι στὴ γῆ ἀλλὰ στὸν οὐρανό, ἐκεῖ ὅπου οὔτε καὶ σκόρος ἢ ἡ σαπίλα μποροῦν ν’ ἀφανίσουν, ἀλλ’ οὔτε οἱ κλέφτες νὰ κλέψουν.
Ὅταν τὴ νηστεία τὴν κατανοοῦμε ὅπως πρέπει, μὲ χριστιανικὴ κι ὄχι μὲ νομικίστικη ἀντίληψη, δηλαδὴ μὲ φαρισαϊκὸ τρόπο, τότε ἡ συγχώρηση τῶν προσβολῶν καὶ ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὴν ἀπληστία εἶναι νηστεία καὶ μάλιστα ἡ πιὸ σπουδαία νηστεία ἤ, ἂν θέλεις, ὁ πολυτιμότερος καρπὸς τῆς νηστείας. Ἡ ἀποχὴ μόνο ἀπὸ τροφή, ἂν δὲν ἀποφεύγουμε ταυτόχρονα τὴν ἀνταπόδοση στὶς προσβολὲς ποὺ μᾶς ἔκαμαν ἢ ἂν προσκολλιόμαστε στὰ ἐγκόσμια πλούτη, ἔχει πραγματικὰ πολὺ λίγη ἀξία.
Ὁ Κύριος δὲ μᾶς δίνει ἐντολὴ μὲ τὴ δύναμη τῆς αὐθεντίας Του ὅταν λέει πῶς πρέπει νὰ συγχωροῦμε τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων. Μᾶς ἀφήνει στὴν ἐλεύθερη ἐπιλογή μας νὰ συγχωρήσουμε ἢ ὄχι. Τὴν ἐλευθερία μας δὲ θὰ τὴν παραβιάσει, δὲ θὰ μᾶς πιέσει νὰ κάνουμε κάτι, γιατί τότε τὸ ἔργο αὐτὸ δὲ θὰ εἶναι δικό μας ἀλλὰ δικό Του. Καὶ τότε δὲ θὰ ἔχει τὴν ἀξία ποὺ θὰ εἶχε ἂν τὸ κάναμε ἐλεύθερα, μὲ τὴ θέλησή μας. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τίς ἐντολὲς δὲν τίς δίνει μὲ δύναμη ἐξουσίας, μὲ αὐθεντία. Ἁπλᾶ μας ἐπισημαίνει τί θὰ πάθουμε σὲ ἀντίθετη περίπτωση: Οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Καὶ ποιός ἄλλος, ἐκτὸς ἀπό το Θεό, θὰ συγχωρήσει τίς ἁμαρτίες μας; Κανένας, οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε στὴ γῆ. Κανένας ἀπολύτως.
Οἱ ἄνθρωποι δὲ θὰ μᾶς συγχωρήσουν, ἐπειδὴ δὲν τοὺς συγχωρήσαμε. Ὁ Θεὸς δὲ θὰ μᾶς συγχωρήσει, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι δὲ μᾶς συγχωροῦν. Ποὺ βρισκόμαστε τότε καὶ ποὺ θὰ βρεθοῦμε; Θὰ περάσουμε τίς μέρες μας κάτω ἀπὸ ἕνα βουνὸ ἁμαρτίες. Καὶ στὴν ἄλλη ζωὴ τὸ βάρος αὐτοῦ τοῦ βουνοῦ θὰ βαρύνει ἀκόμα περισσότερο, σὲ ὅλη τὴν αἰωνιότητα. Γι’ αὐτὸ ἂς ἀσκηθοῦμε νὰ μὴν ἀνταποδίδουμε προσβολὲς στὶς προσβολὲς καὶ κακὸ στὸ κακὸ ἢ νὰ πληρώνουμε τὴν ἁμαρτία μὲ ἁμαρτία.
Ὅταν βλέπεις ἕναν μεθυσμένο πεσμένο στὴ λάσπη, θὰ ξαπλώσεις καὶ σὺ δίπλα του; Δὲ θὰ προσπαθήσεις νὰ τὸν σηκώσεις καὶ νὰ τὸν βγάλεις ἀπὸ τὴ λάσπη; Κάθε ἁμαρτία εἶναι λάσπη καὶ κάθε πάθος εἶναι μέθη. Ἄν ὁ ἀδερφός σου ἔχει βυθίσει τὴν ψυχή του στὴ λάσπη τῆς ἁμαρτίας, γιατί θ’ ἀφήσεις καὶ τὴ δική σου ψυχὴ νὰ κυλιστεῖ στὴν ἴδια λάσπη; Πρέπει ν’ ἀποφύγεις ἐκεῖνο ποὺ κάνει ὁ ἀδερφός σου, νὰ βιαστεῖς νὰ τὸν βγάλεις ἀπὸ τὴ λάσπη, νὰ τὸν καθαρίσεις, ὥστε ὁ οὐράνιος Πατέρας σου νὰ σηκώσει καὶ σένα, νά σε καθαρίσει ἀπὸ κάθε ἁμαρτία καὶ στὴν τελικὴ κρίση νά σε τοποθετήσει μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους.
Καὶ συνεχίζει ὁ Κύριος: «Ὅταν δὲ νηστεύετε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριται σκυθρωποὶ ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανώσει τους ἀνθρώποις νηστεύοντες: ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν» (Ματθ. στ’16). Ὅταν νηστεύετε δὲν πρέπει νὰ φαίνεστε σκυθρωποι καὶ κατηφεῖς, ὅπως οἱ ὑποκριτές. Αὐτοὶ ἄλλοιώνουν τὸ πρόσωπό τους γιὰ νὰ φαίνεται μαραμένο, ὥστε νὰ δείξουν στοὺς ἀνθρώπους πῶς νηστεύουν. Αὐτοὶ ὅ,τι μισθὸ εἶχαν νὰ πάρουν, τὸν πῆραν ἤδη.
Οἱ ὑποκριτὲς δὲ νηστεύουν γιά το Θεό, οὔτε γιὰ τὴν ψυχή τους. Αὐτοὶ τὸ κάνουν ἀπὸ ἀνθρωπαρέσκεια, γιὰ νὰ τοὺς βλέπουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι νηστεύουν καὶ νὰ τοὺς ἐπαινοῦν. Ἀλλ’ ἐπειδὴ ὅλοι οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι δὲ γίνεται νὰ τοὺς παρατηροῦν κάθε μέρα τί τρῶνε καὶ τί πίνουν, αὐτοὶ ἀγωνίζονται νὰ φαίνονται πῶς νηστεύουν, νὰ τὸ διαβάζουν αὐτὸ οἱ ἄλλοι στὰ πρόσωπά τους. Παραμορφώνουν τὰ πρόσωπά τους, τὰ κάνουν νὰ φαίνονται ὠχρὰ καὶ λυπημένα, κάτισχνα καὶ μαραμένα. Δὲν πλένουν τὰ πρόσωπά τους, οὔτε καὶ χρησιμοποιοῦν ἀρώματα. Κι οἱ ἄνθρωποι τοὺς κοιτάζουν καὶ τοὺς θαυμάζουν, τοὺς ἐπαινοῦν. Οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἀνταμείβουν μέ το θαυμασμό τους, τοὺς δίνουν τὸ τίμημα τῆς νηστείας τους. Τότε τί ἄλλο μποροῦν νὰ περιμένουν ἀπὸ τὸ Θεό; Αὐτοὶ δὲ νήστεψαν γιά το Θεὸ ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Τί σόϊ πληρωμὴ ἀναζητοῦν γιὰ τὴν ψυχή τους; Ἀφοῦ δὲ νήστεψαν γιὰ χάρη τῆς ψυχῆς τους ἀλλὰ γιὰ χάρη τῶν ἀνθρώπων. Κι οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἐγκωμίασαν γι’ αὐτό, τοὺς πλήρωσαν. Τὴν ἀνταμοιβή τους τὴν ἔλαβαν. Ὁ Θεὸς δὲν τοὺς χρωστᾷ τίποτα, οὔτε καὶ θὰ τοὺς ἀνταμείψει στὴ μέλλουσα ζωὴ γιὰ τὴ νηστεία τους.
«Σὺ δὲ νηστεύων», συνεχίζει ὁ Κύριος, «ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τους ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου το ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου καὶ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοὶ ἐν τῷ φανερῷ» (Ματθ. στ’17-18). Ἐσὺ ὅταν νηστεύεις νὰ περιποιεῖσαι τὰ μαλλιά σου καὶ νὰ πλένεις τὸ πρόσωπό σου, γιὰ νὰ μὴ δείχνεις στοὺς ἀνθρώπους πῶς νηστεύεις. Αὐτὸ ἂς τὸ βλέπει ὁ οὐράνιος Πατέρας σου ποὺ βλέπει καὶ τὰ πιὸ ἀπόκρυφα πράγματα. Κι Ἐκεῖνος ποὺ βλέπει τὰ κρυφά, θὰ σοῦ ἀνταποδώσει τὸν κόπο τῆς νηστείας σου φανερά.
Αὐτὸς εἶναι ὁ πιὸ σπουδαῖος κανόνας ποὺ μᾶς ἔχει δοθεῖ γιὰ τὴ νηστεία. Κι ἡ ἄμεση σημασία του εἶναι καθαρή. Τὴ νηστεία τὴν κάνεις γιά το Θεὸ καὶ γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σου, ὄχι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν ἔχει καμιὰ ἐντελῶς ἀξία ἂν οἱ ἄνθρωποι βλέπουν ἢ ξέρουν πῶς ἐσὺ νηστεύεις. Κι εἶναι πραγματικὰ πολὺ πιὸ καλὸ γιὰ σένα νὰ μὴν ξέρουν. Ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν περιμένεις καμιὰ ἀνταμοιβὴ γιὰ τὴ νηστεία σου. Τί μποροῦν νὰ σοῦ δώσουν ἐκεῖνοι, ἀφοῦ περιμένουν, ὅπως καὶ σύ, τὰ πάντα ἀπὸ τὸ Θεό; Ἐκεῖνο ποὺ ἔχει σημασία, ποὺ ἀξίζει, εἶναι νὰ βλέπει καὶ νὰ γνωρίζει ὁ Θεός. Κι ὁ Θεὸς θὰ δεῖ ὁπωσδήποτε. Εἶναι ἀδύνατο νὰ κρύψεις κάτι ἀπ’ Αὐτόν. Γι’ αὐτὸ μὴν ἐπιδείχνεις τὴ νηστεία σου μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο. Ὁ Θεὸς τὸ διαβάζει μέσα σου αὐτό, στὴν ἴδια τὴν καρδιά σου. Ὅπως ἔβαζες ἀρωματικὸ λάδι στὸ κεφάλι σου προτοῦ νηστέψεις, τὸ ἴδιο κάνε καὶ τώρα. Ὅπως ἔλουζες τὸ πρόσωπό σου πρὶν ἀπὸ τὴ νηστεία, λοῦσε το κι ὅταν νηστεύεις. Εἴτε τὸ κάνεις αὐτὸ εἴτε δὲν τὸ κάνεις, δὲν πρόκειται ν’ αὐξήσει τὸ μισθό σου. Εἴτε τὸ κάνεις εἴτε ὄχι, οὔτε θὰ σὲ σώσει, οὔτε καὶ θά σε ὁδηγήσει στὴν ἀπώλεια.
Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ ὅμως (ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι), ποὺ εἰπώθηκαν τόσο ἐπιγραμματικά, ἔχουν καὶ τὸ δικό τους βαθύτερο ἐσωτερικὸ νόημα. Ἄν ὁ Κύριος εἶχε κατὰ νοῦ μόνο τὸ σωματικὸ κεφάλι καὶ πρόσωπο, σίγουρα δὲ θὰ μᾶς ἔδινε τὴν ἐντολὴ πῶς, ὅταν νηστεύουμε, πρέπει ν’ ἀλείφουμε τὸ κεφάλι καὶ νὰ λούζουμε τὸ πρόσωπό μας. Θὰ εἶχε πεὶ πῶς, σχετικὰ μὲ τοὺς καρποὺς τῆς νηστείας, εἶναι ἐντελῶς δευτερεύουσας σημασίας τὸ γεγονὸς πῶς ἀλείφουμε ἢ ὄχι τὸ κεφάλι μας, λούζουμε ἢ δὲ λούζουμε τὸ πρόσωπό μας. Εἶναι φανερὸ πῶς στὰ λόγια αὐτὰ κρύβεται ἕνα ἄλλο, μυστικὸ νόημα. Διαφορετικά, αὐτὸς ποὺ ἐξηγεῖ τίς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ ἐπιφανειακὰ κι ὅταν νηστεύει ἀρχίζει ν’ ἀλείφει μὲ λάδι τὸ κεφάλι του καὶ νὰ λούζει τὸ πρόσωπό του, θὰ πέσει στὴν ἀντίθετη μορφὴ τῆς ὑποκρισίας. Γιατί θὰ φανερώνει πάλι στοὺς ἀνθρώπους τὴ νηστεία του, ἀλλὰ μὲ διαφορετικὸ τρόπο. Μὰ αὐτὸ εἶναι ποὺ ὁ Χριστὸς ἤθελε νὰ διδάξει στοὺς ἀνθρώπους, πῶς δὲν πρέπει νὰ κάνουν. Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία λοιπὸν πῶς ἡ ἐντολὴ αὐτὴ ἔχει τὸ βαθύτερο ἐσωτερικό της νόημα. Ποιό εἶναι αὐτό;
Τὸ νόημα τῆς ἐντολῆς αὐτῆς μοιάζει μὲ κεῖνο ποὺ ἔδωσε ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν περιτομή. Ὁ μεγάλος ἀπόστολος περισσότερη ἔμφαση ἔδωσε στὴν περιτομὴ τῆς καρδιᾶς, ποὺ τὴ θεώρησε ὡς σωστικὴ ἀρχή. Τὴν ἄλλη περιτομή, τὴ σωματική, τὴ λογάριασε σὰν δευτερεύουσας σημασίας, πῶς δὲν ἔχει καμιὰ διαφορὰ ἀπὸ τὴ μὴ περιτομὴ (βλ. Γαλ. στ΄ 15, Ρωμ. β’ 29). Άλειψόν σου τὴν κεφαλὴν ἑπομένως σημαίνει: Χρῖσε το νοῦ σοῦ μὲ τὸ Ἁγιο Πνεῦμα. Τὸ κεφάλι ὑπονοεῖ το νοῦ, τὴν ψυχὴ ὁλόκληρη. Τὸ ἄρωμα τοῦ μύρου μὲ τὸ ὁποῖο χρίεται τὸ κεφάλι ὑποδηλώνει τὸ Ἁγιο Πνεῦμα. Κι αὐτὸ σημαίνει πῶς πρέπει ν’ ἀπέχεις ἀπὸ κάθε πονηρὴ σκέψη καὶ ν’ ἀποφεύγεις κάθε ἀργὸ καὶ ἄσεμνο λόγο. Ἀντίθετα μάλιστα, πρέπει νὰ γεμίζεις το νοῦ σου μὲ σκέψεις θεϊκές, μὲ στοχασμοὺς ἱεροὺς γιὰ τὴν ἁγνότητα, τὴν πίστη, τὴν ἀγάπη καὶ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ προσελκύουν τὸ Ἁγιο Πνεῦμα. Τὸ ἴδιο νὰ κάνεις καὶ μὲ τὴ γλῶσσα σου, ἀφοῦ νοὺς καὶ γλῶσσα εἶναι τὸ ἴδιο. Φρόντιζε εἴτε ν’ ἀπέχεις ἐντελῶς ἀπὸ τὸ νὰ μιλᾷς ἤ, ὅταν διακόπτεις τὴ σιωπή σου, νὰ λὲς μόνο ὅσα ἀναφέρονται στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Μὰ καὶ μὲ τὴν καρδιά σου τὸ ἴδιο πρέπει νὰ κάνεις. Ν’ ἀπέχεις ἀπὸ τὸ φθόνο καὶ τὴν κακία, τὴ ζήλεια καὶ τὴν ὑπερηφάνεια, τίς βλασφημίες καὶ τίς ὕβρεις ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων, ἀπὸ κάθε ἁμαρτία ἢ καὶ ἁμαρτωλὴ ἐπιθυμία, ἀπὸ κάθε πάθος καὶ λαγνεία. Φυλάξου ἀπ’ όλ’ αὐτὰ καὶ ἄφησε ἐλεύθερο τὸ “Ἁγιο Πνεῦμα νὰ φυτέψει στὴν καρδιά σου κάθε ἀγαθὸ καὶ θεϊκὸ δέντρο, κάθε θεάρεστο καὶ οὐράνιο ἄνθος. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο νὰ χρησιμοποιήσεις τὴ θέληση τῆς ψυχῆς σου. Νήστεψε ἀπὸ κάθε ἁμαρτωλὴ κλίση, ἀπὸ κάθε ἁμαρτωλὴ πράξη, φύλαξε τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ κάθε πονηρό. Ἔτσι θὰ ἐπιτρέψεις στὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ χρίσει τὴ σκληρυμένη καρδιά σου μὲ τὸ ἅγιο μύρο, νὰ γειάνει τίς πληγές της, νὰ τὴ στρέψει πρὸς ἔργα ἀγαθὰ καὶ νὰ τὴ γεμίσει μὲ πόθο γιὰ ὁτιδήποτε καλὸ καὶ θεάρεστο.
Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς φράσης ἄλειψαί σου τὴν κεφαλήν. Μὲ ἄλλα λόγια μας λέει ὁ Χριστὸς πῶς πρέπει νὰ χαλιναγωγήσουμε καὶ νὰ περιορίσουμε ἀπὸ κάθε κακία τὸν ἐσωτερικό μας ἄνθρωπο, ποὺ ἀξίζει περισσότερο ἀπ’ ὁτιδήποτε ἄλλο, καὶ νὰ τὸν στρέψουμε πρὸς κάθε ἀγαθό.
Τώρα, τί σημαίνουν τὰ λόγια καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι;
Τὸ πρόσωπο ὑποδηλώνει τὸν ἐξωτερικό, τὸν σωματικὸ καὶ αἰσθησιακὸ ἄνθρωπο – τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ψυχὴ ἀποκαλύπτεται στὸν κόσμο μέσα ἀπὸ τὸ σῶμα. Γιὰ τὸ Θεό, πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ψυχή, γιὰ τὸν κόσμο ὅμως εἶναι τὸ σῶμα. Μὲ τίς σωματικὲς αἰσθήσεις καὶ τὰ αἰσθητήρια ὄργανα δείχνουμε στὸν κόσμο τί σκεφτόμαστε, τί νιώθουμε καὶ τί θέλουμε. Ἡ γλῶσσα λέει ὅσα ὁ νοῦς σκέφτεται, τὰ μάτια δείχνουν τὰ αἰσθήματα τῆς καρδιᾶς καὶ τὰ πόδια ὁδηγοῦν ἐκεῖ ποὺ ἡ ψυχὴ θέλει.
Τὸ πρόσωπόν σου νίψαι σημαίνει: Νὰ καθαρίσεις τὸ σῶμα σοῦ ἀπὸ τὴ διάπραξη κάθε ἁμαρτίας, κάθε ἀκαθαρσίας καὶ κάθε πονηρίας. Φύλαξε τίς αἰσθήσεις σοῦ ἀπὸ κάθε τί τὸ ἐπιπόλαιο καὶ ἐπικίνδυνο. Περιόρισε τὰ μάτια σου ὥστε νὰ μὴν περιεργάζονται διαρκῶς τὰ περίεργα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Περιόρισε τ’ αὐτιὰ σοῦ νὰ μὴν ἀκοῦνε αὐτὰ ποὺ δὲ συντελοῦν στὴν ψυχική σου σωτηρία. Περιόρισε τὴ μύτη σου, ὥστε ἡ ψυχὴ σοῦ νὰ μὴν ὀσμίζεται τὸ ἄρωμα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ποὺ γρήγορα μεταβάλλεται σὲ βρωμιά. Περιόρισε τὸ στομάχι σου, γιὰ νὰ μὴν ἐπιθυμεῖ συνέχεια περισσότερη τροφὴ καὶ ποτό. Χαλιναγώγησε τὸ σῶμα σου ὁλόκληρο, νὰ μὴ γίνει εὐαίσθητο καὶ ἀπαιτεῖ ἀπὸ σένα περισσότερα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ἐπιβίωσή του. Πρέπει νὰ συγκρατήσεις τὰ χέρια σου ὥστε νὰ μὴ χτυπᾶνε καὶ βασανίζουν ἀνθρώπους ἢ καὶ ζῶα. Συγκράτησε τὰ πόδια σοῦ γιὰ νὰ μὴ σὲ ὁδηγοῦν στὴν ἁμαρτία, σὲ ἀνόητες ψυχαγωγίες καὶ ἄθεες διασκεδάσεις, σὲ τσακωμοὺς καὶ σὲ κλοπές. Σὲ ἀντίθεση πρὸς όλ’ αὐτὰ πρέπει ν’ ἀλλάξεις τὸ σῶμα σου ὁλόκληρο, νὰ τὸ κάνεις πραγματικὸ ναὸ τῆς ψυχῆς κι ὄχι ταβέρνα ὅπου συχνάζουν οἱ λῃστὲς γιὰ νὰ μοιράσουν τὰ κλοπιμαῖα τους καὶ νὰ σχεδιάσουν καινούργιες ἐξορμήσεις. Τὸ σῶμα σου πρέπει νὰ τὸ κάνεις ναὸ τοῦ Ζῶντος Θεοῦ.
Αὐτὸ τὸ νόημα ἔχουν τὰ λόγια τὸ πρόσωπόν σου νίψαι. Αὐτὴ εἶναι ἡ νηστεία ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία. Αὐτὴ τὴ νηστεία συνιστᾷ ὁ Κύριος. Μιὰ νηστεία ποὺ εἶναι ἐλεύθερη ἀπὸ ὑποκρισία, ποὺ ἐκβάλλει τὰ πονηρὰ πνεύματα καὶ βοηθᾷ τὸν ἄνθρωπο νὰ καταγάγει ἔνδοξη νίκη, ποὺ θὰ τοῦ ἀποφέρει πλούσιους καρπούς, τόσο στὴν παροῦσα ζωὴ ὅσο καὶ στὴ μέλλουσα.
Ἀξίζει νὰ ἐπισημάνουμε πῶς ὁ Κύριος μιλάει πρῶτα γιὰ τὸ κεφάλι κι ὕστερα γιὰ τὸ πρόσωπο, πρῶτα γιὰ τὴν ψυχὴ κι ὕστερα γιὰ τὸ σῶμα. Οἱ ὑποκριτὲς νήστευαν μόνο σωματικὰ κι ἔδειχναν τὴ νηστεία τους στοὺς ἀνθρώπους μὲ σωματικὰ μέσα. Ὁ Χριστὸς ἀντίθετα, βάζει τὴν πνευματικὴ νηστεία στὴν πρώτη θέση. Πρώτη τοποθετεῖ τὴ νηστεία τῆς ψυχῆς κι ἔπειτα τὴν ἐξωτερική, τοῦ σώματος. Μ’ αὐτὸ δὲ θέλει νὰ ὑποβαθμίσει τὴ σωματικὴ νηστεία – ἀφοῦ κι ὁ ἴδιος ἄσκησε τὴ νηστεία αὐτή – ἀλλὰ γιὰ νὰ καθαρίσει πρῶτα τὴν ψυχὴ κι ἔπειτα τὸν καθρέφτη τῆς ψυχῆς.
Ὁ ἄνθρωπος πρέπει ν’ ἀγωνιστεῖ, νὰ ἐνστερνιστεῖ τὴ νηστεία πρῶτα μέ το νοῦ, τὴν καρδιὰ καὶ τὴ θέλησή του καὶ μετὰ νὰ τὴν ἐφαρμόσει πρόθυμα μὲ τὸ σῶμα, ὅπως κάνει κι ὁ καλλιτέχνης, ποὺ πρῶτα μορφώνει τὴν εἰκόνα στὴν ψυχή του καὶ μετὰ τὴν πραγματοποιεῖ μὲ τὰ χέρια του.
Ἡ σωματικὴ νηστεία πρέπει νὰ γίνεται μὲ χαρά, ὄχι μὲ λύπη. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὁ Κύριος χρησιμοποιεῖ τίς λέξεις ἄλειψαι καὶ νίψον. Ὅπως οἱ οὐσίες αὐτὲς δίνουν εὐχαρίστηση καὶ ξεκούραση στὸ σῶμα ἔτσι καὶ ἡ νηστεία, τόσο ἡ σωματικὴ ὅσο κι ἡ ψυχική, πρέπει νὰ δίνει χαρὰ κι εὐχαρίστηση στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ νηστεία εἶναι ὅπλο, ἕνα πολὺ δυνατὸ ὅπλο στὸν πόλεμο μὲ τὰ πονηρὰ πνεύματα. Ὁ στρατιώτης ποὺ τὴν ὥρα τῆς μάχης θὰ χάσει τὸ ὅπλο του πέφτει κάτω, γιατί δὲν ἔχει ἄλλῃ ἐπιλογῇ. Εἴτε θὰ τραπεῖ σὲ φυγή, εἴτε θὰ παραδοθεῖ. Ὅταν ὅμως τοῦ δώσουν ὅπλα χαίρεται, γιατί τότε μπορεῖ νὰ σταθεῖ στὴ θέση του καὶ ν’ ἀποκρούσει τὸν ἐχθρό. Πῶς μπορεῖ νὰ μὴ χαρεῖ ὁ χριστιανὸς ὅταν ὁπλίζεται μὲ τὴ νηστεία ἐναντίον τῶν πιὸ φοβερῶν ἀντιπάλων του; Πῶς νὰ μὴ σκιρτήσει ἀπὸ χαρὰ ἡ καρδιά του καὶ νὰ μὴ λάμψει τὸ πρόσωπό του ὅταν κρατᾷ στὰ χέρια του ἕνα ὅπλο, ποὺ μὲ τὸ ποὺ τὸ βλέπουν οἱ ἐχθροί του συγχίζονται καὶ τὸ βάζουν στὰ πόδια;
Ἡ λαιμαργία κάνει μελαγχολικὸ τὸν ἄνθρωπο, τὸν φοβίζει, ἐνῶ ἡ νηστεία τὸν εὐφραίνει, τοῦ δίνει κουράγιο. Ἡ λαιμαργία προκαλεῖ κι ἄλλη λαιμαργία, ἀκόμα μεγαλύτερη, ἐνῶ ἡ νηστεία ἐνισχύει τὴν ἀντοχή, τὴν κάνει πιὸ ἰσχυρή. Ὁ βασιλιᾶς Δαβὶδ ἄσκησε τὴ νηστεία τόσο πολύ, ὥστε ἀναφωνοῦσε ὁ ἴδιος: «τὰ γόνατά μου ἠσθένησαν ἀπὸ νηστείας» (Ψαλμ. ρή’24). Ὅταν ὁ ἄνθρωπος συνειδητοποιεῖ τη χάρη ποὺ λαβαίνει ἀπὸ τὴ νηστεία, τότε θέλει νὰ νηστεύει ὅλο καὶ περισσότερο. Κι οἱ δωρεὲς ποὺ φέρνει ἡ νηστεία εἶναι ἀμέτρητες.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ ἄνθρωπος ἐλαφραίνει καὶ τὸ σῶμα καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ πνευματικοῦ σκότους καὶ τῆς παχύτητας. Τὸ σῶμα του γίνεται ἐλαφρύ, ζωντανὸ καὶ τὸ πνεῦμα του φωτεινὸ καὶ καθαρό.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ ἄνθρωπος ὑψώνει τὴν ψυχὴ τοῦ πάνω ἀπὸ τὰ γήινα δεσμὰ καὶ εἰσχωρεῖ μέσα ἀπὸ τὸ σκότος τῆς κτηνώδους ζωῆς στὸ φῶς τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, στὴν ἀληθινή του πατρίδα.
Ἡ νηστεία ἐνισχύει τὸν ἄνθρωπο, τὸν κάνει ἀποφασιστικὸ καὶ θαρραλέο μπροστὰ σὲ δαίμονες κι ἀνθρώπους.
Ἡ νηστεία κάνει τὸν ἄνθρωπο γενναιόδωρο, πρᾶο, εὔσπλαγχνο καὶ ὑπάκουο.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ Μωυσῆς ἀξιώθηκε νὰ λάβει τίς δέκα ἐντολὲς ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεό.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ Ἠλίας ἔκλεισε τοὺς οὐρανοὺς καὶ δὲν ἔβρεξε γιὰ τρία χρόνια. Μὲ τὴ νηστεία προκάλεσε τὴ φωτιὰ ποὺ ἔπεσε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πάνω στοὺς εἰδωλολάτρες. Μὲ τὴ νηστεία ἐξαγνίστηκε τόσο πολύ, ὥστε ἀξιώθηκε νὰ συνομιλήσει στὸ ὄρος Χωρὴβ μέ το Θεό.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ Δανιὴλ σώθηκε ἀπὸ τὰ δόντια τῶν λεόντων καὶ οἱ τρεῖς παῖδες γλίτωσαν ἀπὸ τὴν κάμινο τοῦ πυρός.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ βασιλιᾶς Δαβὶδ ὕψωσε τὴν καρδιὰ τοῦ στὸν Κύριο καὶ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν ἐπισκίασε. Ἔτσι ἔγραψε καὶ ἔψαλε τοὺς γλυκύτατους καὶ ἀνυπέρβλητους ψαλμοὺς ποὺ ἀνύψωναν ὅλους τοὺς πρὸ Χριστοῦ ἀνθρώπους στὸ Θεό.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ βασιλιᾶς Ἰωασαφὰτ κατατρόπωσε τοὺς ἐχθρούς του, τούς ‘Ἀμμωνίτες καὶ τοὺς Μωαβίτες.
Μὲ τὴ νηστεία οἱ Ἑβραῖοι σώθηκαν ἀπὸ τὴν καταδίωξη τοῦ Ἀμὰν (βλ. Ἐσθήρ, κεφ. δ’).
Μὲ τὴ νηστεία ἡ πόλη τῆς Νινευὶ σώθηκε ἀπὸ τὴν καταστροφὴ ποὺ εἶχε προφητέψει ὁ προφήτης Ἰωνάς.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἔγινε ὁ «μείζων ἕν γεννητοὶς γυναικών».
Ὁπλισμένος μὲ τὴ νηστεία ὁ ὅσιος Ἀντώνιος συνέτριψε τίς ὀρδὲς τῶν δαιμόνων καὶ τίς ἐκδίωξε. Ἀλλὰ τί λέω; Μόνο ὁ ὅσιος Ἀντώνιος; Ἀμέτρητο πλῆθος χριστιανῶν ἁγίων, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ἐξαγνίστηκαν μὲ τὴ νηστεία, ἐνδυναμώθηκαν μὲ τὴ νηστεία καὶ ἔγιναν οἱ μεγαλύτεροι ἥρωες στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Γιατί κατόρθωσαν νὰ κατανικήσουν ἐκεῖνον ποὺ ἦταν ὁ ἀνυπέρβλητος ἐχθρός τους: τὸν ἑαυτό τους. Καὶ μὲ τὴ νίκη κατα τοῦ ἑαυτοῦ τους, κατατρόπωσαν ταυτόχρονα τὸν κόσμο καί το σατανᾶ.
Ὁ ἅγιος Βασίλειος λέει: «Ἡ νηστεία ἐνδυναμώνει τὸ νού».
Ὁ ἅγιος Διόδωρος: «Οἱ πραγματικοὶ ἀσκητὲς ἀπέχουν ἀπὸ τροφὲς ὄχι ἐπειδὴ λογαριάζουν τίς ἴδιες σὰν κάτι κακό, ἀλλὰ γιατί μὲ τὴν ἀποχὴ καὶ τὴν ἔγκράτεια θέλουν νὰ χαλιναγωγήσουν τὰ φλέγοντα μέλη τους».
Κι ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος: «Στὸ Θεό, το Δημιουργὸ καὶ Κύριο τοῦ Σύμπαντος, ὁ ἦχος τοῦ στομαχιοῦ ποὺ γουργουρίζει δὲν εἶναι ἀπαραίτητος, χωρὶς αὐτὸν ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἁγνότητα».
Καὶ σὲ τελευταία ἀνάλυση, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος δὲν ξεκίνησε τὸ θεῖο ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπινου γένους μὲ μιὰ μακρά, σαρανταήμερη νηστεία; Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο δὲ μᾶς ἔδειξε καθαρὰ πῶς, σὰν χριστιανοί, πρέπει νὰ κάνουμε σοβαρὸ ξεκίνημα μὲ τὴ νηστεία; Πρῶτα ἡ νηστεία. Καὶ μετὰ ὅλα τ’ ἄλλα ἔρχονται μαζί της. Μὲ τὸ δικό του παράδειγμα ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε πόσο σπουδαῖο ὅπλο εἶναι ἡ νηστεία. Μὲ τὸ ὅπλο αὐτὸ κατατρόπωσε τὸ σατανᾶ στὴν ἔρημο καὶ ἀντιμετώπισε τὰ τρία σατανικὰ πάθη μὲ τὰ ὁποῖα τὸν πείραξε ὁ διάβολος, δηλαδὴ τὰ πάθη τῆς ἄνεσης, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιλαργυρίας. Αὐτὲς εἶναι οἱ τρεῖς ὀλέθριες πλεονεξίες, οἱ τρεῖς μεγαλύτερες παγίδες ποὺ μέσα τους προσπαθεῖ ὁ ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπινου γένους νὰ παγιδεύσει τοὺς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ. Ἡ φιλαργυρία ἀνοίγει τὴν πόρτα καὶ σὲ ἄλλα πάθη. Σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου, εἶναι ρίζα πάντων τῶν κακῶν» (Ἀτιμ. στ10). Γι’ αὐτὸ κι ὁ Κύριος τελειώνει τὴ διδαχή Του γιὰ τὴ νηστεία μὲ τὴν προειδοποίηση νὰ μὴν ἀγαπᾶμε τὸ χρῆμα, ν’ ἀποφεύγουμε τὴν ὀλέθρια συγκέντρωση ὑλικῶν ἀγαθῶν, ποὺ ἀπομακρύνει τὴν καρδιὰ μᾶς ἀπό το Θεὸ καὶ τὴν προσκολλᾷ στὴ γῆ. «Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σῆς καὶ βρῶσις ἀφανίζει καὶ κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι» θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν. ὅπου γὰρ ἔστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν» (Ματθ. στ19-21). Μὴ μαζεύετε θησαυροὺς στὴ γῆ, ποὺ κινδυνεύουν νὰ καταστραφοῦν ἀπὸ τὸ σκόρο ἢ νὰ κλαποῦν ἀπὸ τοὺς λῃστές. Εἶναι καλύτερα νὰ μαζεύετε θησαυροὺς στὸν οὐρανό, ὅπου δὲν κινδυνεύουν οὔτε ἀπὸ σκόρο οὔτε ἀπὸ λῃστές. Γιατί ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται ὁ θησαυρός σας, ἐκεῖ θὰ εἶναι προσκολλημένη κι ἡ καρδιά σας.
Ὅποιος συνάζει ἐπίγεια ἀγαθά, εἶναι σὰ νὰ συγκεντρώνει φόβο καὶ βάσανα. Χάνεται ὁ ἴδιος μέσα στοὺς θησαυρούς του, ἡ καρδιά του μοιάζει νά ‘ναι καλυμμένη μὲ σκόνη. Ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνὸς λέει: «Πολλοὶ ἅγιοι τὸν παλιὸ καιρό, εἶναι ἀλήθεια ὅτι κατεῖχαν μεγάλα πλούτη, ὅπως ὁ ‘Ἀβραάμ, ὁ Ἰώβ, ὁ Δαβὶδ καὶ πολλοὶ ἄλλοι. Δὲν εἶχαν ὅμως τὸ πάθος τοῦ πλουτισμοῦ, γιατί λογάριαζαν ὅλα τὰ πλούτη τους σὰν ἀγαθὰ καὶ ὑπάρχοντα τοῦ Θεοῦ».
Βρισκόμαστε πάντα μαζὶ μὲ τοὺς θησαυρούς μας, εἴτε αὐτοὶ βρίσκονται στὴ γῆ εἴτε στὸν οὐρανό. Ἡ σκέψη μας εἶναι στοὺς θησαυρούς μας, ἡ καρδιά μας ἐπίσης, τὸ ἴδιο κι ἡ θέλησή μας – εἴτε στὴ γῆ εἴτε στὸν οὐρανό. Εἴμαστε τόσο δεμένοι μὲ τοὺς θησαυρούς μας, ὅσο κι ἕνα ποτάμι μὲ τὸν παραπόταμό του – εἴτε στὴ γῆ εἴτε στὸν οὐρανό. Ἄν συγκεντρώνουμε θησαυροὺς στὴ γῆ, γιὰ κάποιο διάστημα θὰ εἴμαστε πλούσιοι, στὴν αἰωνιότητα ὅμως θά ‘μαστε φτωχοί. Ἄν συνάζουμε θησαυροὺς στὸν οὐρανό, θά ‘μαστε στερημένοι γιὰ κάποιο διάστημα στὴ γῆ, ἀλλὰ πλούσιοι στὴν αἰωνιότητα. Στὴ θέλησή μας ἀπόκειται νὰ διαλέξουμε τὸ ἕνα ἢ τὸ ἄλλο. Στὴν ἐλευθερία τῆς ἐπιλογῆς αὐτῆς βρίσκεται ἡ δόξα μας, καθὼς καὶ τὰ βάσανά μας. Ἄν διαλέξουμε τοὺς αἰώνιους θησαυρούς, ποὺ δὲν κινδυνεύουν οὔτε ἀπὸ τὸ σκόρο οὔτε ἀπὸ τοὺς λῃστές, ἡ δόξα μας θά ‘ναι αἰώνια. Ἄν ὅμως διαλέξουμε τοὺς ἄλλους θησαυρούς, ποὺ πρέπει νὰ τοὺς προστατεύουμε ἀπὸ τὸ σκόρο καὶ τοὺς λῃστές, αἰώνια θὰ εἶναι τὰ βάσανά μας.
Τὸ βαθύτερο νόημα τῶν ἐπίγειων θησαυρῶν περιλαμβάνει βέβαια καὶ κάθε ἐγκόσμια γνώση, ἐπιστήμη καὶ πολιτισμό, ὅταν αὐτὰ διαχωρίζονται ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τὸ εὐαγγέλιο. Ἡ λήθη καταστρέφει το θησαυρὸ αὐτὸν ὅπως ὁ σκόρος, οἱ δυστυχίες καὶ τὰ βάσανα τῆς ζωῆς τὸν σαπίζουν ὅπως ἡ σκουριά, καὶ τὸ πονηρὸ πνεῦμα τὸν ὑποσκάπτει καὶ τὸν κλέβει σὰν κλέφτης καὶ λῃστής. Τὸ νὰ διαλέξουμε τὸν οὐράνιο θησαυρό, σύμφωνα μὲ τὸ βαθύτερο νόημα τῶν λόγων τοῦ Κυρίου, σημαίνει νὰ ἐμπλουτίσουμε το νοῦ μας μὲ τὴ γνώση τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ θελήματός Του, νὰ γεμίσουμε τίς καρδιὲς καὶ τίς ψυχές μας μὲ τὴ γνώση τοῦ εὐαγγελίου, ἀφοῦ τέτοιος θησαυρὸς δὲν ἐκτίθεται γιὰ νὰ φθαρεῖ ἢ νὰ κλαπεῖ. Ὅταν ἀποκτήσουμε τέτοιο θησαυρό, τὸν ἀποθέτουμε ἀμέσως στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ γιὰ ἀσφαλῆ φύλαξη. Καὶ ὅ,τι φυλάει ὁ Θεός, δὲν ἔχει κίνδυνο οὔτε ἀπὸ σκόρο οὔτε κι ἀπὸ λῃστές.
Τὸν θησαυρὸ αὐτὸ ὁ Θεὸς τὸν ἔχει ἕτοιμο γιὰ νὰ μᾶς προϋπαντήσει ὅταν, μετά το θάνατό μας, πορευτοῦμε νὰ τὸν συναντήσουμε. Ὁ θησαυρὸς αὐτὸς θὰ μᾶς ὁδηγήσει μπροστὰ στὸ Θεό. Ὅλοι οἱ ἄλλοι θησαυροὶ ποὺ εἴχαμε ἀποκτήσει στὴ γῆ καὶ ποὺ μᾶς χώριζαν ἢ μᾶς ἀπομάκρυναν ἀπὸ κοντά Του, θὰ μᾶς χωρίσουν καὶ θὰ μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπὸ Ἐκεῖνον στὸν οὐρανὸ αἰώνια. ‘Ἀφοῦ οἱ καρδιές μας προσκολλήθηκαν στοὺς ἐπίγειους θησαυρούς, οἱ ψυχές μας παραδόθηκαν στὸ σατανᾶ. Θὰ γίνουμε τότε σὰν τοὺς στρατιῶτες ποὺ δὲν πίστευαν στὸ σκοπό τους κι ἔτσι παραδόθηκαν στοὺς μανιασμένους καὶ ὕπουλους ἐχθρούς τους.
Ὅσο ἔχουμε ἀκόμα καιρό, ἂς ἀνοίξουμε τὰ μάτια μας. Ἄς πιστέψουμε μὲ σιγουριὰ πῶς ἡ τελικὴ νίκη δὲν ἀνήκει στὸ σατανᾶ καὶ τοὺς ὑπηρέτες του, ἀλλὰ στὸ Χριστό, το βασιλιᾶ καὶ ἀρχηγό μας. Ἄς κάνουμε γρήγορα λοιπόν, ἂς ἀναλάβουμε τὸ νικηφόρο ὅπλο μὲ τὸ ὁποῖο μᾶς ὅπλισε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴ μάχη, τὴν πολύτιμη νηστεία. Τὸ ὅπλο αὐτὸ ποὺ ἔχουμε στὰ χέρια μας, τὸ λαμπρό, ποὺ ἐμεῖς τὸ κουβαλᾶμε μὲ καμάρι, ἀλλὰ γιὰ τὸν ἐχθρό μας εἶναι φοβερὸ καὶ τρομερό.
Ἄς ἀποφύγουμε τὸ ὑπερβολικὸ φαγητὸ καὶ ποτὸ γιὰ νὰ μὴν ἀποκάμει ἡ καρδιά μας, γιὰ νὰ μὴ βυθιστεῖ στὸ σκοτάδι καὶ τὴ φθορά.
Ἄς μὴν ἐπιδιώξουμε ἐπίγειους θησαυρούς, γιὰ νὰ μὴν ἐπιτρέψουμε στὸ σατανᾶ νὰ μᾶς κάνει νὰ παραιτηθοῦμε ἀπὸ τὴ μάχη καὶ νὰ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸ Χριστό.
Κι ὅταν νηστεύουμε, ἂς μὴ τὸ κάνουμε γιὰ νὰ μᾶς ἐπαινέσουν οἱ ἄνθρωποι ἀλλὰ γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καὶ γιὰ τὴ δόξα τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὸν δοξολογοῦν οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανὸ καὶ οἱ ὅσιοι καὶ δίκαιοι στὴ γῆ, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.