ΚΥΡΙΑΚΗ Αγίων Πατέρων Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου (16/7/2023)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Προς Τίτον, κεφάλαιο Γ΄, εδάφια 8-15
8 Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· 9 μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. 10 Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, 11 εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος.
12 ῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. 13 Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. 14 Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι.15 ᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
8 Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη. Και γι’ αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα και με κύρος, για να φροντίζουν όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα. Αυτά είναι τα καλά έργα και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους· αυτά για τα οποία σας μίλησα. 9 Απόφευγε τις ανόητες συζητήσεις και τις γενεαλογίες για τους μυθικούς θεούς ή τους ευγενείς προγόνους, όπως και τις φιλονικίες και διαμάχες για τον ιουδαϊκό νόμο, διότι δεν φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες. 10 Αιρετικό άνθρωπο που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μολονότι τον συμβούλευσες για πρώτη και δεύτερη φορά, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. 11 Γνώριζε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος έχει διαστραφεί και αμαρτάνει· και για την αμαρτία του αυτή ελέγχεται και κατακρίνεται από τη συνείδησή του και από τον ίδιο του τον εαυτό.
12 Όταν σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, φρόντισε γρήγορα να έλθεις στη Νικόπολη, διότι εκεί αποφάσισα να περάσω τον χειμώνα. 13 Τον Ζηνά τον νομοδιδάσκαλο και τον Απολλώ κατευόδωσέ τους, ετοιμάζοντας με επιμέλεια ό,τι τους χρειαστεί, για να μην τους λείπει τίποτε στο ταξίδι τους. 14 Με την ευκαιρία μάλιστα της προετοιμασίας αυτής παίρνουν μάθημα και οι δικοί μας να πρωτοστατούν και να εργάζονται καλά έργα και να συντρέχουν τους αδελφούς στις απαραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μη στερούνται από πνευματικούς καρπούς. 15 Σε χαιρετούν εγκάρδια όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε όσους μας αγαπούν, επειδή έχουν κοινή πίστη με μας. Σας εύχομαι η χάρις του Θεού να είναι με όλους σας. Αμήν.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Κατά Ματθαίον, κεφάλαιο Ε΄, εδάφια 14-19
14 ῾Υμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· 15 οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασι αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ᾿ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. 16Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς.
17 Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι. 18 Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται. 19 Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
14 Εσείς είστε το φως του κόσμου, διότι έχετε προορισμό με το φωτεινό σας παράδειγμα και με τα λόγια σας που μεταδίδουν το φως της αλήθειας να φωτίζετε τους ανθρώπους που βρίσκονται στο σκοτάδι της αμαρτίας και της πλάνης. Μια πόλη που βρίσκεται πάνω σε βουνό δεν είναι δυνατόν να κρυφτεί. Έτσι και η δική σας ζωή θα γίνεται αντιληπτή απ’ όλους. 15 Ούτε οι άνθρωποι ανάβουν λυχνάρι για να το βάλουν κάτω απ’ τον κάδο με τον οποίο μετρούν τα σιτάρι. Αλλά το τοποθετούν πάνω στον λυχνοστάτη κι έτσι φωτίζει με τη λάμψη του όλους όσους είναι μέσα στο σπίτι. 16 Έτσι σαν λυχνάρι που είναι σωστά τοποθετημένο ας λάμψει το φως της αρετής σας μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν για τα ενάρετα και άγια παιδιά Του τον Πατέρα σας, ο Οποίος είναι βέβαια παρών παντού, αλλά κυρίως φανερώνει την παρουσία Του στους ουρανούς.
17 Μη νομίσετε ότι ήλθα να καταργήσω και να ακυρώσω τον ηθικό νόμο του Μωυσή ή την ηθική διδασκαλία των προφητών. Δεν ήλθα να τα καταργήσω αυτά, αλλά να τα συμπληρώσω και να σας τα παραδώσω τέλεια. 18 Διότι αληθινά σας λέω και με κάθε επισημότητα σας διαβεβαιώνω ότι όσο παραμένει και δεν καταστρέφεται ο ουρανός και η γη, ούτε ένα γιώτα ή ένα κόμμα, ούτε δηλαδή η πιο μικρή από τις εντολές δεν θα παραπέσει από τον Νόμο και δεν θα χάσει το κύρος της, μέχρι να επαληθευτούν και να εκπληρωθούν όλα όσα διατάζει ο Νόμος˙ και θα εκπληρωθούν με τα γεγονότα της ζωής μου όσα λέχθηκαν προφητικώς, αλλά και με τη ζωή των γνήσιων μαθητών μου, οι οποίοι θα τηρούν όλες τις εντολές του Νόμου με ακρίβεια. 19 Αφού λοιπόν οι εντολές έχουν κύρος και ισχύ ακατάλυτη, οποιοσδήποτε παραβεί μία κι από εκείνες ακόμη τις εντολές μου που φαίνονται πολύ μικρές και διδάξει έτσι τους ανθρώπους, να τις θεωρούν δηλαδή μικρές κι ασήμαντες, θα κηρυχτεί ελάχιστος και τελευταίος στη βασιλεία των ουρανών. Εκείνος όμως που θα εφαρμόσει όλες ανεξαιρέτως τις εντολές και θα διδάξει και τους άλλους να τις τηρούν, αυτός θα ανακηρυχτεί μεγάλος στη βασιλεία των ουρανών.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ [:Τίτ.3,8-15]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος(:Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη. Και γι’ αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα και με κύρος, για να φροντίζουν όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα . Αυτά είναι τα καλά έργα και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους, αυτά για τα οποία σας μίλησα. Τις ανόητες συζητήσεις και γενεαλογίες για τους μυθικούς θεούς ή τους ευγενείς προγόνους, όπως και τις έριδες και τις διαμάχες για τον μωσαϊκό νόμο να τις αποφεύγεις, γιατί δεν φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες. Αιρετικό άνθρωπο, που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μετά την πρώτη και τη δεύτερη νουθεσία, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. Να ξέρεις ότι έχει διαστραφεί τέτοιου είδους άνθρωπος και αμαρτάνει· και για την αμαρτία του αυτή ελέγχεται και καταδικάζεται από τη συνείδησή του και από τον ίδιο του τον εαυτό)»[Τίτ.3,8-11· ερμην. απόδοση Παναγ. Τρεμπέλα].
Αφού μίλησε ο Παύλος για τη φιλανθρωπία του Θεού και για την ανέκφραστη πρόνοιά Του για εμάς, και αφού είπε ποιοι ήμασταν εμείς και ποιους μας έκανε, προσθέτει και λέγει : «και αυτά τα λόγια θέλω να τα διαβεβαιώνεις εσύ, ώστε, όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα». Δηλαδή, «αυτά πρέπει να λέγεις και από αυτά να τους προτρέπεις για ελεημοσύνη. Γιατί τα λόγια αυτά δεν είναι κατάλληλα μόνο για ελεημοσύνη και να μην υπερηφανευόμαστε και να μην κακολογούμε τους άλλους, αλλά και για κάθε άλλη αρετή». Αφού θυμήθηκε την πρόνοια του Θεού και την υπερβολική φιλανθρωπία Του, τους προτρέπει να κάνουν την ελεημοσύνη, όχι έτσι απλώς και σαν δευτερεύον έργο, αλλά με ποιο κύριο σκοπό; «Για να φροντίζουν», λέγει, «να πρωτοστατούν σε καλά έργα». Δηλαδή και τους αδικημένους να βοηθούν όχι μόνο με χρήματα, αλλά και με προστασία που θα μπορούσαν να τους προσφέρουν, και τις χήρες και τα ορφανά να υπερασπίζονται και όλους όσους υποφέρουν να προστατεύουν, γιατί αυτό σημαίνει το «να πρωτοστατούν σε καλά έργα». «Αυτά», λέγει, «είναι τα καλά και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους».
Έτσι, λοιπόν, μιλώντας και στους Κορινθίους, λέγει: «Γινώσκετε γὰρ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτι δι᾿ ὑμᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὤν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσητε(:Διότι γνωρίζετε καλά τη χάρη που έδειξε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός· διότι, ενώ ήταν πλούσιος λόγω του απείρου μεγαλείου της θεότητάς Του, έγινε για σας φτωχός. Και φόρεσε τη φτωχή ανθρώπινη φύση και έγινε άνθρωπος, για να γίνεται εσείς πλούσιοι πνευματικά με τη φτώχεια Εκείνου)»[Β΄Κορ.8,9].
«Μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι(:Και να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις και τις γενεαλογίες και τις φιλονικίες και τις διαμάχες για τον νόμο, γιατί είναι ανωφελείς και μάταιες)»[Τίτ.3,9]. Τι δηλαδή θέλουν οι γενεαλογίες; Γιατί και στην επιστολή του προς τον Τιμόθεο το αναφέρει αυτό λέγοντας: «Μηδὲ προσέχειν μύθοις καὶ γενεαλογίαις ἀπεράντοις, αἵτινες ζητήσεις παρέχουσι μᾶλλον ἢ οἰκονομίαν Θεοῦ τὴν ἐν πίστει(:Μήτε να προσέχουν σε μύθους και σε γενεαλογίες απέραντες, οι οποίες προκαλούν μάλλον άσκοπες αναζητήσεις, παρά βοηθούν τη διαχείριση του έργου του Θεού που βασίζεται στην πίστη)»[Α΄Τιμ.1,4]. Ίσως και εδώ και εκεί να εννοεί τους Ιουδαίους, που υπερηφανεύονται για το ότι είχαν πρόγονό τους τον Αβραάμ και αδιαφορούσαν για τα δικά τους. Γι’ αυτό τις ονομάζει και «ανόητες» και «ανωφελείς», γιατί το να πιστεύει κανείς σε πράγματα που δεν ωφελούν είναι απόδειξη ανοησίας.
«Φιλονικίες» εννοεί αυτές με τους αιρετικούς, για να μην κουραζόμαστε στα χαμένα, όταν δεν υπάρχει κανένα κέρδος, αφού το τέλος τους είναι το τίποτε. Γιατί, όταν κάποιος είναι διεστραμμένος και προδιατεθειμένος να μην αλλάξει καθόλου τη γνώμη του, ό,τι και αν γίνει, για ποιο λόγο κουράζεσαι άσκοπα σπέρνοντας επάνω σε πέτρες, ενώ έπρεπε να διαθέτεις τον καλό αυτόν κόπο στους δικούς σου, μιλώντας σε αυτούς για την ελεημοσύνη και τις άλλες αρετές; Πώς λοιπόν λέγει αλλού: «Ἐν πρᾳότητι παιδεύοντα τοὺς ἀντιδιατιθεμένους, μήποτε δῷ αὐτοῖς ὁ Θεὸς μετάνοιαν εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας(:Να παιδαγωγεί και να συνετίζει ο δούλος του Κυρίου με πραότητα εκείνους που έχουν αντίθετα φρονήματα. Ποιος ξέρει μήπως καμία φορά τους δώσει ο Θεός μετάνοια και οδηγηθούν στην πλήρη και ορθή γνώση της αλήθειας)»[Β΄Τιμ.2,25], ενώ εδώ λέγει «τον αιρετικό άνθρωπο μετά την πρώτη και τη δεύτερη νουθεσία άφηνέ τον, γνωρίζοντας ότι έχει διαστραφεί αυτός και αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του»; Εκεί μιλάει γι΄αυτούς που έχουν κάποια ελπίδα για διόρθωση και γι’ αυτούς που απλώς έχουν αντίθετη γνώμη.
Όταν όμως ο άλλος είναι φανερός και γνωστός σε όλους για την ισχυρογνωμοσύνη και την αδιαλλαξία του, για ποιο λόγο αγωνίζεσαι άδικα; Γιατί χτυπάς τον αέρα; Τι σημαίνει «καταδικάζοντας ο ίδιος τον εαυτό του»; Σημαίνει ότι δεν μπορεί δηλαδή να πει «κανείς δεν μου μίλησε, κανείς δεν με συμβούλευσε»· όταν λοιπόν μετά τη συμβουλή ο ίδιος επιμένει, τότε καταδικάζει ο ίδιος τον εαυτό του. Τον αδιόρθωτο λοιπόν ονομάζει «αιρετικό». Όπως δηλαδή το να παραβλέπουμε όσους έχουν ελπίδα για κάποια μεταβολή είναι απόδειξη οκνηρίας, έτσι το να θεραπεύουμε όσους πάσχουν από ανίατες ασθένειες είναι απόδειξη ανοησίας και της χειρότερης παραφροσύνης· διότι έτσι τους κάνουμε θρασύτερους.
Πώς λοιπόν, Παύλε, παροτρύνεις τον Τίτο να κλείνει το στόμα εκείνων που αντιλέγουν(«Οὓς δεῖ ἐπιστομίζειν, οἵτινες ὅλους οἴκους ἀνατρέπουσι διδάσκοντες ἃ μὴ δεῖ αἰσχροῦ κέρδους χάριν(:Τους ψευδοδιδασκάλους πρέπει ο επίσκοπος να τους αποστομώνει· είναι άνθρωποι οι οποίοι ανατρέπουν ολόκληρα σπίτια, διδάσκοντας πράγματα που δεν πρέπει, μόνο και μόνο για να κερδίσουν χρήματα με αθέμιτο και αισχρό τρόπο)»[Τιτ.1,11]), όταν τα κάνουν όλα για την καταστροφή τους; Λέγει όμως προηγουμένως ότι δεν πρέπει να το κάνει αυτό, αποβλέποντας σε δικό τους κέρδος εφόσον αυτοί είναι αμετάπειστοι· γιατί δεν θα ωφελούνταν ποτέ σε τίποτε τέτοιοι άνθρωποι, αφού είναι μια για πάντα διεστραμμένοι στη γνώμη τους.
Αν όμως καταστρέφουν άλλους, πρέπει να διαφωνείς και να τους πολεμείς και να αντιστέκεσαι προς αυτούς με πολλή δύναμη· και αν βρεθείς σε ανάγκη, βλέποντας άλλους να διαφθείρονται και να κινδυνεύει η σωτηρία τους από τα λόγια αυτών των ψευδοδιδασκάλων, να μη σιωπάς, αλλά να τους αποστομώνεις, φροντίζοντας έτσι για εκείνους που πρόκειται να καταστραφούν από τις αιρετικές διδασκαλίες αυτών των πλανεμένων ανθρώπων. Και γενικά δεν είναι δυνατό να ανέχεται τις διαμάχες εκείνος που δείχνει πολλή φροντίδα και έχει σωστό τρόπο ζωής.
Αλλά, όπως είπα, έτσι να κάνεις· γιατί από την αργία και την περιττή φιλοσοφία φθάνει κανείς να ασχολείται μόνο με τα ονόματα· γιατί πραγματικά τα περιττά λόγια είναι μεγάλη ζημία, ενώ πρέπει ή να διδάσκουμε ή να προσευχόμαστε ή να ευχαριστούμε. Ούτε πρέπει να αποφεύγουμε να ξοδεύουμε βέβαια τα χρήματα, όχι όμως και τα λόγια· αλλά περισσότερο πρέπει να αποφεύγουμε τα λόγια από τα χρήματα, και να μην παραδίδουμε χωρίς λόγο τον εαυτό μας σε όλους.
«Ὃταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν(:Όταν θα στείλω τον Αρτεμά προς εσένα ή τον Τυχικό, φρόντισε να έρθεις προς εμένα στη Νικόπολη)»[:Τιτ.3,12].Τι λέγεις; Εγκατέστησες τον Τίτο στην Κρήτη και τον καλείς πάλι κοντά σου; Όχι για να τον απομακρύνει από το έργο εκείνο, αλλά για να τον συμβουλέψει περισσότερο. Ότι δεν τον καλεί κοντά του για να τον έχει παντού όπου πηγαίνει ακόλουθό του, άκουσε τι λέγει παρακάτω: «ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι(:γιατί εκεί έχω αποφασίσει να παραχειμάσω)». Η Νικόπολη όμως βρίσκεται στη Θράκη.
«Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ(:Τον Ζηνά τον νομοδιδάσκαλο και τον Απολλώ, πρόπεμψέ τους εφοδιάζοντάς τους με ιδιαίτερη επιμέλεια, για να μην τους λείπει τίποτα)»[Τίτ.3,13]. Αυτοί δεν είχαν αναλάβει ακόμη εκκλησίες, αλλά ήταν από τους συντρόφους του Παύλου· περισσότερο δραστήριος ήταν ο Απολλώς, αφού γνώριζε πολύ καλά την Αγία Γραφή, είχε τη δυνατότητα να την ερμηνεύει· διέθετε επίσης και το χάρισμα της ευγλωττίας[βλ. Πράξ.18,24: «Ἰουδαῖος δέ τις Ἀπολλὼς ὀνόματι, Ἀλεξανδρεὺς τῷ γένει, ἀνὴρ λόγιος, κατήντησεν εἰς Ἔφεσον, δυνατὸς ὢν ἐν ταῖς γραφαῖς(:Στο μεταξύ ήλθε στην Έφεσο κάποιος Ιουδαίος που λεγόταν Απολλώς και καταγόταν από την Αλεξάνδρεια. Ο άνθρωπος αυτός είχε ευγλωττία, γνώριζε πολύ καλά την Αγία Γραφή και είχε μεγάλη ικανότητα να την ερμηνεύει)»].
«Αν λοιπόν εκείνος ήταν νομικός, δεν έπρεπε», λέγει, «να τρέφεται από άλλους». «Νομικό» όμως εδώ εννοεί τον γνώστη των ιουδαϊκών νόμων. Είναι σαν να έλεγε: «να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα, ώστε να μην τους λείψει τίποτε». «Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. ᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν(:Με την ευκαιρία μάλιστα της προετοιμασίας αυτής, ας παίρνουν μάθημα επίσης και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα και να συντρέχουν τους αδελφούς στις απαραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μην στερούνται από πνευματικούς καρπούς. Σε χαιρετούν εγκάρδια όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε αυτούς που μας αγαπούν επειδή έχουν κοινή πίστη με εμάς. Σας εύχομαι η Θεία Χάρη να είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.)».
Τι σημαίνει «για να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα»; Να μην περιμένουν όσους έχουν ανάγκη να έρθουν σε αυτούς, αλλά και οι ίδιοι να ενδιαφέρονται για εκείνους που χρειάζονται τη βοήθειά τους· γιατί αυτός που φροντίζει, έτσι φροντίζει· και έτσι μάλιστα θα κάμει αυτό το πράγμα με πολύ ενδιαφέρον. Γιατί πραγματικά με όσα ευεργετεί, δεν ωφελεί και δεν παρέχει κέρδος σε εκείνους που ευεργετούνται τόσο, όσο σε αυτούς που ευεργετούν· γιατί τους δίνει παρρησία ενώπιον του Θεού. Εκεί όμως δεν υπάρχει κανένα τέλος της μάχης.
«Και ας μαθαίνουν», λέγει «και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα στις αναγκαίες περιπτώσεις, για να μην είναι άκαρποι». Βλέπεις ότι φροντίζει περισσότερο γι’ αυτούς που δίνουν, παρά για εκείνους που παίρνουν; Γιατί μπορούσε ίσως να τους στείλει από πολλούς άλλους εφόδια· αλλά «για τους δικούς μας», λέγει, «φροντίζω». Ποιο λοιπόν, πες μου, είναι το όφελος; Αν δηλαδή άλλοι βγάζοντας ουράνιους θησαυρούς έτρεφαν τους διδασκάλους, αυτοί δεν είχαν κανένα κέρδος, γιατί έμεναν άκαρποι.
Τι λοιπόν, πες μου, δεν μπορούσε ο Χριστός, που έθρεψε από πέντε άρτους πέντε χιλιάδες ανθρώπους και από επτά άρτους τέσσερις χιλιάδες ανθρώπους, να θρέψει τον εαυτό Του και όσους ήταν μαζί Του; Για ποιον λόγο λοιπόν τρεφόταν από γυναίκες; Διότι λέγει ο ευαγγελιστής Μάρκος: «Αἳ καὶ ὅτε ἦν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ἠκολούθουν αὐτῷ καὶ διηκόνουν αὐτῷ, καὶ ἄλλαι πολλαὶ αἱ συναναβᾶσαι αὐτῷ εἰς Ἱεροσόλυμα(:Αυτές, και όταν ήταν ο Ιησούς στη Γαλιλαία, Τον ακολουθούσαν και Τον υπηρετούσαν. Μαζί με αυτές ήταν εκεί κι άλλες πολλές γυναίκες, οι οποίες ανέβηκαν μαζί Του από τη Γαλιλαία στα Ιεροσόλυμα)»[:Μάρκ. 15,41]). Για να μας διδάξει από την αρχή ότι φροντίζει γι΄αυτούς που ευεργετούν.
Δεν μπορούσε ο Παύλος, που με τα δικά του χέρια ικανοποιούσε πλήρως και τις ανάγκες άλλων, να μην παίρνει από πουθενά ό,τι του πρόσφεραν; Τον βλέπεις όμως και να παίρνει και να ζητάει. Και άκουσε το γιατί: «Οὐχ ὅτι ἐπιζητῶ τὸ δόμα, ἀλλ᾿ ἐπιζητῶ τὸν καρπὸν τὸν πλεονάζοντα εἰς λόγον ὑμῶν(:Το λέω αυτό όχι επειδή ενδιαφέρομαι για τη δωρεά σας˙ αλλά ενδιαφέρομαι και επιζητώ την πνευματική σας ωφέλεια, που θα προέλθει από την αγαθοεργία αυτή για το δικό σας κέρδος)»[Φιλιπ.4,17], λέγει.
Και στην αρχή του κηρύγματος, όταν οι πιστοί πουλούσαν όλα τα υπάρχοντά τους και κατέθεταν τα χρήματα στα πόδια των αποστόλων, βλέπεις τους αποστόλους να φροντίζουν περισσότερο γι΄αυτούς που έδιναν, παρά για εκείνους που έπαιρναν· γιατί, αν φρόντιζαν αποκλειστικά μόνο για τους φτωχούς, δεν θα έκαναν κανένα λόγο για τη Σαπφείρα και τον Ανανία, όταν κράτησαν ένα μέρος από τα χρήματα για τον εαυτό τους[βλ.Πράξ.5,1-11], ούτε θα προέτρεπε ο Παύλος λέγοντας: «Ἓκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδία, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός(:Ο καθένας ας δίδει ελεύθερα ό,τι έχει διάθεση η καρδιά του, χωρίς να στενοχωριέται ή να εξαναγκάζεται· διότι ο Θεός αγαπά εκείνον που δίνει με προθυμία και χαρούμενο πρόσωπο)» [Β΄Κορ. 9,7]. Τι λέγεις, Παύλε; Φέρνεις εμπόδια στους φτωχούς; «Όχι», λέγει· «γιατί δεν βλέπω το δικό τους συμφέρον, αλλά το συμφέρον εκείνων που δίνουν».
Πρόσεχε όμως και τον προφήτη Δανιήλ που όταν έδωσε στον Ναβουχοδονόσορα την άριστη εκείνη συμβουλή, δεν φρόντιζε μόνο για τους φτωχούς, αλλά και για τον ίδιο τον βασιλιά ώστε να επιδείξει μακροθυμία ο Θεός για τις αμαρτίες που είχε διαπράξει. Γιατί δεν είπε μόνο: «δώσε στους φτωχούς», αλλά τι; : «Διὰ τοῦτο, βασιλεῦ, ἡ βουλή μου ἀρεσάτω σοι καὶ τὰς ἁμαρτίας σου ἐν ἐλεημοσύναις λύτρωσαι καὶ τὰς ἀδικίας ἐν οἰκτιρμοῖς πενήτων· ἴσως ἔσται μακρόθυμος τοῖς παραπτώμασί σου ὁ Θεός(: Γι’ αυτό, βασιλιά μου, ας φανεί αρεστή και ας γίνει δεκτή από εσένα η συμβουλή μου· φρόντισε να εξαλείψεις τις αμαρτίες σου με ελεημοσύνες και τις αδικίες σου με έλεος και φιλανθρωπία προς τους πτωχούς. Ίσως θα φανεί έτσι μακρόθυμος ο Θεός για τα αμαρτήματά σου)»[Δαν. 4,24]. «Δώσε όλα τα χρήματα», λέγει, «όχι μόνο για να τραφούν άλλοι, αλλά και για να απαλλαγείς και ο ίδιος από την τιμωρία».
Και πάλι ο Χριστός λέγει: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι (:Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε τα υπάρχοντά σου, μοίρασέ τα στους φτωχούς και θα αποκτήσεις θησαυρό στον ουρανό· και έλα, ακολούθησέ με)»[Ματθ.19,21]. Βλέπεις ότι και εκεί το διέταξε αυτό για εκείνους που θα Τον ακολουθούσαν; Επειδή λοιπόν τα χρήματα είναι εμπόδιο, γι’ αυτό πρόσταξε να τα δίνουμε στους φτωχούς, διδάσκοντας έτσι την ψυχή να είναι φιλεύσπλαχνη και συμπονετική, να περιφρονεί τα χρήματα, να αποφεύγει την πλεονεξία· γιατί, όποιος μαθαίνει να δίνει σε όποιον δεν έχει, θα συνηθίσει με το πέρασμα του χρόνου και να μην παίρνει από εκείνους που έχουν. Αυτό μας κάνει όμοιους με τον Θεό.
Παρόλο που η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα απαιτούν πιο δύσκολο κόπο από αυτή, όμως τίποτε δεν είναι τόσο ισχυρό και δυνατό στο να σβήνει τη φωτιά των αμαρτημάτων μας, όσο η ελεημοσύνη. Αυτή είναι ανώτερη από όλα, στήνει τους εραστές της κοντά στον ίδιο τον βασιλιά. Και πολύ σωστά· γιατί η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα σταματάει μόνο γύρω από αυτόν που την ασκεί και δεν έσωσε κανέναν άλλο· η ελεημοσύνη όμως απλώνεται σε όλους και αγκαλιάζει τα μέλη του Χριστού. Άλλωστε τα κατορθώματα εκείνα που απλώνονται σε πολλούς είναι πολύ μεγαλύτερα απ’ αυτά που σταματούν γύρω από έναν.
Η ελεημοσύνη είναι η μητέρα της αγάπης, της αγάπης που χαρακτηρίζει τον Χριστιανισμό, που είναι μεγαλύτερη από όλα τα θαύματα, με την οποία φαίνονται οι μαθητές του Χριστού. Αυτή είναι φάρμακο για τα δικά μας αμαρτήματα, σαπούνι για την ακαθαρσία της ψυχής μας, σκάλα στηριγμένη στον ουρανό· αυτή συνδέει το σώμα του Χριστού. Θέλετε να μάθετε πόσο μεγάλο αγαθό είναι αυτή; Στην εποχή των αποστόλων όλοι πουλούσαν τα υπάρχοντά τους και έφερναν σε αυτούς τα χρήματα, τα οποία και μοιράζονταν ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός. «Διεδίδετο δὲ ἑκάστῳ καθότι ἄν τις χρείαν εἶχεν(:Τα χρήματα αυτά διαμοιράζονταν στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες που είχε)»[Πράξ.4,35], λέγει. Πες μου λοιπόν, και χωρίς να αναφέρω τα μελλοντικά (ας μην κάνουμε λόγο τώρα για τη βασιλεία των ουρανών, αλλά ας δούμε μόνο στο παρόν) ποιοι κερδίζουν, όσοι παίρνουν ή όσοι δίνουν; Γιατί αυτοί που έπαιρναν παραπονούνταν και διαπληκτίζονταν μεταξύ τους, ενώ αυτοί που έδιναν είχαν μία ψυχή.
Λέγει ο Λουκάς : «Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά(:Συγχρόνως όμως και το πλήθος εκείνων που είχαν πιστέψει στο Ευαγγέλιο είχαν αρμονική και αδιάσπαστη ομοφροσύνη, μια ψυχή και μια καρδιά ˙ διότι τόσο οι καρδιές τους όσο και ολόκληρη η πνευματική τους ύπαρξη ήταν ενωμένα. Επικρατούσε δηλαδή μεταξύ τους πλήρης συμφωνία και αρμονία φρονημάτων και συναισθημάτων. Και κανείς απ’ αυτούς δεν βρισκόταν να λέει ότι και το ελάχιστο από τα υπάρχοντά του και την περιουσία του ήταν δικό του, αλλά τα είχαν μεταξύ τους όλα σε κοινή ωφέλεια και χρήση)»[Πράξ.4,32] και η χάρη του Θεού ήταν επάνω σε όλους αυτούς και ζούσαν με πολύ όφελος.
Βλέπεις ότι και από εδώ κέρδιζαν εκείνοι; Πες μου λοιπόν από ποιους θα ήθελες να είσαι, από αυτούς που κατέθεταν όλα τα υπάρχοντά τους και δεν είχαν τίποτε, ή από εκείνους που έπαιρναν και τα πράγματα των άλλων; Πρόσεχε τον καρπό της ελεημοσύνης. Τα διαφράγματα και τα εμπόδια εξαλείφτηκαν και αμέσως ενώθηκαν οι ψυχές τους· «όλοι είχαν μία καρδιά και μία ψυχή». Ώστε και χωρίς την ελεημοσύνη, το να προσφέρει κανείς όλα τα χρήματά του έχει μεγάλο κέρδος.
Αυτά όμως τα είπα για να μη λυπούνται όσοι δεν έλαβαν κληρονομία από τους προγόνους τους, ούτε να στεναχωρούνται, επειδή έχουν λιγότερα από τους πλουσίους· γιατί, αν θέλουν, έχουν μεγαλύτερα. Και πραγματικά και ελεημοσύνη θα κάνουν με περισσότερη ευκολία, όπως η χήρα, και δεν θα δώσουν καμία αφορμή για έχθρα προς τον πλησίον, και από όλους θα είναι πιο ελεύθεροι. Κανείς δεν θα μπορέσει να τον απειλήσει αυτόν με δήμευση, αλλά βρίσκεται πάνω από όλα τα κακά.
Και όπως τους γυμνούς, όταν φεύγουν, κανείς δεν θα μπορούσε να τους πιάσει γρήγορα, ενώ αυτούς που φορούν και σύρουν μαζί τους πολλά ενδύματα και στολίδια, εύκολα μπορεί να τους συλλάβει κανείς, έτσι είναι και ο πλούσιος και ο φτωχός. Γιατί ο φτωχός, και αν ακόμη συλληφθεί, εύκολα θα μπορέσει να δραπετεύσει· ο πλούσιος όμως, έστω και αν δεν πιαστεί, εμποδίζεται από τα δικά του σχοινιά, τις άπειρες φροντίδες, τις στενοχώριες, την οργή, τους ερεθισμούς του. Όλα αυτά κατακαλύπτουν στο χώμα την ψυχή. Και όχι μόνο αυτά, αλλά και πολλά άλλα, τα οποία μας ακολουθούν από τον πλούτο· γιατί είναι πιο δύσκολο να σωφρονιστεί ο πλούσιος παρά ο φτωχός, και να ζει με λιτότητα, και είναι πιο δύσκολο να απαλλαγεί από τον θυμό ο πρώτος παρά ο δεύτερος. «Λοιπόν», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «θα έχει περισσότερο μισθό ο πλούσιος, εάν καταφέρει να σωφρονιστεί τελικά;» Καθόλου. «Για ποιο λόγο, όμως, αφού κατορθώνει τα δύσκολα;» Γιατί ο ίδιος επινόησε για τον εαυτό του τις δυσκολίες. Δεν πήρε εντολή να πλουτίζει, αλλά ακριβώς το αντίθετο· αυτός όμως δημιουργεί άπειρα σκάνδαλα και εμπόδια.
Άλλοι πάλι όχι μόνο τα χρήματα δεν αποθέτουν ως ελεημοσύνη στους απόρους, αλλά και την υγεία του σώματος καταφθείρουν, σαν να βαδίζουν στενό δρόμο· εσύ πάλι δεν κάνεις μόνο αυτό, αλλά και αυξάνεις το καμίνι των παθών και περιβάλλεσαι με άλλα. Πήγαινε λοιπόν στον ευρύχωρο δρόμο, γιατί εκείνος δέχεται τέτοιους ανθρώπους. Ο στενός όμως δέχεται αυτούς που θλίβονται, που στενάζουν, που δεν βαστάζουν τίποτε, παρά αυτά μόνο τα φορτία που μέσω του δρόμου αυτού είναι δυνατόν να μεταφερθούν, την ελεημοσύνη, τη φιλανθρωπία, την καλοσύνη, την επιείκεια. Αν βαστάζεις αυτά, εύκολα θα μπορέσεις να περάσεις· αν όμως φέρεις την αλαζονεία και τα πάθη της ψυχής και το φορτίο των φροντίδων, τον πλούτο, θα χρειαστείς πολλή ευρυχωρία. Ούτε βέβαια μέσα στον όχλο θα μπορέσεις να μπεις, ώστε να μην χτυπήσεις άλλους ανεβαίνοντας ψηλά, αλλά θα έπρεπε εδώ να υπάρχει μεγάλη διάσταση. Όποιος όμως μεταφέρει χρυσάφι και ασήμι, τα κατορθώματα δηλαδή της αρετής, όχι μόνο δεν τον αποφεύγουν οι συνάνθρωποί του, αλλά τον πλησιάζουν και ενώνονται μαζί του.
Αλλά αν ο πλούτος αυτός είναι αγκάθι, τι είναι η πλεονεξία; Για ποιο λόγο τη φέρεις εκεί; Για να κάνεις μεγαλύτερη τη φλόγα, ρίχνοντας φορτία στη φωτιά; Δεν φτάνει δηλαδή η φωτιά της κόλασης; Σκέψου πώς διασώθηκαν στο καμίνι οι τρεις νέοι[βλ. Δαν.3,19-33]. Θεώρησέ το ότι ήταν κόλαση. Θλιμμένοι έπεσαν μέσα σε αυτό, δεμένοι στα χέρια και στα πόδια όλοι μαζί, αλλά μέσα βρήκαν πολλή ευρυχωρία· όχι όμως και όσοι τους περιστοίχιζαν από έξω.
Κάτι τέτοιο θα γίνει και τώρα, αν θέλουμε να στεκόμαστε με γενναιότητα και ανδρεία στους επερχόμενους πειρασμούς. Αν στηρίζουμε τις ελπίδες μας στον Θεό, θα βρεθούμε εμείς σε ασφαλή και ευρύχωρο τόπο, ενώ αυτοί που μας ωθούν θα χαθούν, γιατί «ὁ ὀρύσσων βόθρον εἰς αὐτὸν ἐμπεσεῖται, καὶ ὁ ἱστῶν παγίδα ἐν αὐτῇ ἁλώσεται(:εκείνος που σκάπτει λάκκο για τον άλλο, θα πέσει ο ίδιος μέσα. Και όποιος στήνει παγίδα εις βάρος άλλων, θα συλληφθεί με αυτήν ο ίδιος)»[Σοφ. Σειρ. 27,26].
Και αν μας δέσουν τα χέρια και τα πόδια η θλίψη θα μπορέσει να τα λύσει. Γιατί πρόσεχε το θαυμαστό· αυτούς που έδεσαν άνθρωποι, αυτούς έλυσε η φωτιά. Όπως δηλαδή αν κάποιος παραδώσει μερικούς φίλους στους υπηρέτες, και αυτοί σεβόμενοι τη φιλία του κυρίου όχι μόνο δεν τους βλάπτουν αλλά και τους αποδίδουν πολλή τιμή, αυτό έκανε και η φωτιά, επειδή γνώρισε ότι οι νέοι εκείνοι είναι φίλοι του Κυρίου της, έσπασε τα δεσμά τους, τους έλυσε και τους άφησε ελεύθερους και γινόταν έδαφος γι’ αυτούς και το πατούσαν· και σωστά· γιατί είχαν ριφθεί για τη δόξα του Θεού. Όσοι βρισκόμαστε σε θλίψεις ας έχουμε αυτά τα παραδείγματα.
«Αλλά να», θα έλεγε ίσως κάποιος, «εκείνοι απαλλάχθηκαν από τη θλίψη, εμείς όμως όχι». Και σωστά, γιατί δεν μπήκαν έτσι στο καμίνι, για να απαλλαγούν, αλλά για να πεθάνουν πραγματικά. Άκουσέ τους που λέγουν: «Ἒστι γὰρ Θεὸς ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς, ᾧ ἡμεῖς λατρεύομεν, δυνατὸς ἐξελέσθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς καμίνου τοῦ πυρὸς τῆς καιομένης, καὶ ἐκ τῶν χειρῶν σου, βασιλεῦ, ῥύσεται ἡμᾶς·καὶ ἐὰν μή, γνωστὸν ἔστω σοι, βασιλεῦ, ὅτι τοῖς θεοῖς σου οὐ λατρεύομεν καὶ τῇ εἰκόνι, ᾗ ἔστησας, οὐ προσκυνοῦμεν(:Διότι υπάρχει ο Θεός μας, που βρίσκεται στους ουρανούς, και τον Οποίο εμείς λατρεύουμε και ο Οποίος είναι δυνατός να μας περιφρουρήσει από την φλόγα της καμίνου της καιομένης και να μας γλυτώσει από τα χέρια σου, ω βασιλιά. Αλλά και αυτό εάν δεν γίνει, μάθε, ω βασιλιά, ότι εμείς τους θεούς σου δεν θα λατρεύσουμε, και το άγαλμα, το οποίο εσύ έστησες, δεν θα το προσκυνήσουμε”)»[Δαν.3,17-18].
Εμείς όμως σαν να διαπραγματευόμαστε τις τιμωρίες του Θεού, ορίζουμε και χρόνο λέγοντας: «αν μέχρι τότε δεν μας ελεήσει». Γι’ αυτό και δεν απαλλασσόμαστε. Άλλωστε και ο Αβραάμ δεν πήγαινε με σκοπό να λάβει σώο τον υιό του, αλλά για να τον θυσιάσει· και εντελώς απροσδόκητα τον έλαβε σώο. Και εσύ όταν πέσεις σε θλίψη, μην ενεργήσεις γρήγορα, μη βιάζεσαι να απαλλαγείς, όπλισε την ψυχή σου με κάθε υπομονή, και τότε θα απαλλαγείς γρήγορα από τη θλίψη· γιατί γι’ αυτό τη στέλνει ο Θεός, για να σε διδάξει. Όταν λοιπόν από την αρχή μάθουμε να υποφέρουμε τη θλίψη και να μη χάνουμε το θάρρος μας, μάς ελευθερώνει στη συνέχεια, σαν να έχουμε κατορθώσει το παν.
Θέλω να σας διηγηθώ μία ιστορία χρήσιμη και πολλή ωφέλιμη. Και ποια είναι αυτή; Όταν κάποτε έπεσε διωγμός και άναψε σφοδρός πόλεμος εναντίον της Εκκλησίας, συνελήφθησαν δύο άντρες. Και ο ένας ήταν έτοιμος να πάθει οτιδήποτε, ενώ ο άλλος ήταν και αυτός έτοιμος και γενναίος στο να τον αποκεφαλίσουν, αλλά φοβόταν και έτρεμε τα άλλα βασανιστήρια. Πρόσεχε λοιπόν την οικονομία του Θεού· όταν κάθισε ο δικαστής διέταξε να αποκεφαλίσουν εκείνον που ήταν έτοιμος να πάθει οτιδήποτε, τον άλλο όμως, αφού τον κρέμασε, τον έγδερνε, όχι μία και δύο φορές, αλλά τον περιέφερε και σε όλες τις πόλεις. Γιατί λοιπόν επιτράπηκε αυτό; Για να θεραπεύσει με τα βασανιστήρια την ολιγωρία της ψυχής του, για να απομακρύνει κάθε δειλία, για να μη φοβάται ποτέ πια ούτε να διστάζει, ούτε να τρέμει για το πράγμα αυτό.
Και ο Ιωσήφ, όταν βιαζόταν πάρα πολύ να βγει από τη φυλακή, τότε κυρίως αυξανόταν η παραμονή του σε αυτήν. Άκουσέ τον που λέγει στον αρχιοινοχόο στον οποίο και ερμήνευσε σωστά το όνειρο που είχε δει: «Ὃτι κλοπῇ ἐκλάπην ἐκ γῆς Ἑβραίων(:Αν είμαι δούλος, είμαι διότι μερικοί άνθρωποι με έκλεψαν από την χώρα των Εβραίων)» και «Μνησθήσει περὶ ἐμοῦ πρὸς Φαραώ καὶ ἐξάξεις με ἐκ τοῦ ὀχυρώματος τούτου (:Μη με λησμονήσεις ενώπιον του Φαραώ και φρόντισε να με βγάλεις από τη φυλακή αυτή)»[Γέν.40,14 και Γέν.40,15]. Γι’ αυτό παρέμεινε τελικά και άλλο στη φυλακή κατ’ οικονομία Θεού, για να μάθει ότι δεν πρέπει να έχει εμπιστοσύνη, ούτε να ελπίζει σε ανθρώπους, αλλά να στηρίζει τα πάντα στον Θεό.
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας ευγνωμονούμε τον Θεό και ας κάνουμε όλα εκείνα που μας συμφέρουν, για να επιτύχουμε τα μελλοντικά αγαθά με τη βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-titum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Τίτον επιστολή, ομιλία ΣΤ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες 118-135 .
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΓ. ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ [:Ματθ. 5,14-19]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Ὑμεῖς ἐστε τὸ ἅλας τῆς γῆς· ἐὰν δὲ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι ἁλισθήσεται; εἰς οὐδὲν ἰσχύει ἔτι εἰ μὴ βληθῆναι ἔξω καὶ καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων(:Εσείς οι μαθητές μου είστε το πνευματικό αλάτι των ανθρώπων της γης (επειδή με το παράδειγμα και την διδασκαλία σας έχετε την δυνατότητα να νοστιμεύετε τη ζωή των ανθρώπων και να προλαβαίνετε την ηθική σαπίλα)· εάν όμως το αλάτι χάσει αυτήν την ιδιότητά του, με τι άλλο θα αλατιστεί, ώστε να αποκτήσει πάλι την ουσία και δύναμή του; Δεν έχει πλέον καμία αξία και σε τίποτε άλλο δεν χρειάζεται, παρά να πεταχτεί στον δρόμο και να καταπατείται από τους ανθρώπους. Εάν λοιπόν και εσείς χάσετε την ηθική σας δύναμη, δεν θα γίνετε μόνο άχρηστοι, αλλά και θα περιφρονηθείτε από τους ανθρώπους)»[Ματθ.5,13].
Παρατήρησε, αγαπητέ μου, μετά από πόσες εντολές στην επί του όρους ομιλία Του ο Κύριος καθόρισε την αμοιβή των ουρανίων αγαθών[Ματθ.5,12: «Χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς(:Να χαίρεστε και να γεμίσετε από αγαλλίαση, διότι η ανταμοιβή σας στους ουρανούς θα είναι μεγάλη και ανυπολόγιστη)»]. Και δεν το έκανε τυχαίως, αλλά για να δείξει ότι δεν είναι δυνατόν να αντεπεξέλθει στον αγώνα αυτόν εκείνος που δεν είναι εφοδιασμένος με όλες εκείνες τις αρετές και δεν έχει υποστεί την απαιτούμενη δοκιμασία. Για τον λόγο αυτό μεταβαίνει προοδευτικά από την προηγούμενη στην επόμενη εντολή μέσω των μακαρισμών και μας υφαίνει σαν κέντημα μία χρυσή σειρά εντολών· διότι ο ταπεινός θα λυπηθεί και θα πενθήσει ολόψυχα και για τις δικές του αμαρτίες. Όποιος πενθεί, θα είναι και πράος και δίκαιος και ελεήμονας. Ο ελεήμονας και δίκαιος και πράος θα είναι και ταπεινός και καθαρός στην ψυχή του. Ο τελευταίος αυτός θα είναι και ειρηνοποιός. Και όποιος θα έχει κατορθώσει όλα αυτά, θα είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει και κινδύνους και δεν θα χάσει την ψυχραιμία του όταν κακολογείται και όταν υφίσταται αναρίθμητα δεινά.
Αφού λοιπόν τους έδωσε τις παραινέσεις που έπρεπε, πάλι τους ανακουφίζει και τους αναπαύει με τους εγκωμιασμούς που ακολουθούν. Επειδή οι εντολές ήσαν υψηλές και πολύ ανώτερες από αυτές της Παλαιάς Διαθήκης, για να μην ανησυχούν και να μη χάσουν το θάρρος τους οι μαθητές και να μη διερωτώνται: «Πώς θα μπορέσουμε να κάνουμε αυτά τα κατορθώματα;», άκουσε τι λέγει: «Ὑμεῖς ἐστε τὸ ἅλας τῆς γῆς(:Εσείς οι μαθητές μου είστε το αλάτι της γης [επειδή με το παράδειγμα και τη διδασκαλία σας έχετε την δυνατότητα να νοστιμεύετε την ζωή των ανθρώπων και να προλαμβάνετε την ηθική σαπίλα])». Έτσι κάνει γνωστό ότι δίνει αυτές τις εντολές κατ’ ανάγκη. «Διότι», λέγει, «η διδασκαλία σας θα αποβλέπει στη ζωή όχι των μεμονωμένων ατόμων, αλλά ολόκληρης της ανθρωπότητας· επειδή δεν σας στέλνω, όπως απέστειλα τους προφήτες, σε δύο ή δέκα ή είκοσι πόλεις, ούτε σε ένα έθνος, αλλά στην ξηρά και τη θάλασσα και σε ολόκληρη την οικουμένη, η οποία μάλιστα δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση».
Από τη φράση «Ὑμεῖς ἐστε τὸ ἅλας τῆς γῆς» προκύπτει πως εννοεί ότι έχασε τα λογικά του όλο το ανθρώπινο γένος και ότι έπαθε σήψη εξαιτίας των αμαρτιών του. Για τον λόγο αυτό επιζητεί να έχουν αυτοί αυτές τις αρετές, οι οποίες είναι απολύτως απαραίτητες και ωφέλιμες για όσους προορίζονται να αναλάβουν τη νουθεσία των πολλών. Πραγματικά, ο πράος και συνετός και ελεήμονας και δίκαιος δεν περιορίζει την αρετή στον εαυτό του μόνο, αλλά ετοιμάζει τις καλές αυτές πηγές να τις διοχετεύσει και προς ωφέλεια άλλων ανθρώπων. Επίσης, ο καθαρός στην ψυχή και ο ειρηνοποιός και ο καταδιωκόμενος για τους αγώνες του υπέρ της αλήθειας ρυθμίζει τον βίο του σύμφωνα με το κοινό συμφέρον. «Μη νομίσετε λοιπόν, λέγει, ότι καλείστε σε συνηθισμένους αγώνες, ούτε ότι η διδασκαλία σας θα αναφέρεται σε μικροπράγματα».
«Ὑμεῖς ἐστε τὸ ἅλας τῆς γῆς». Λοιπόν; Οι μαθητές θεράπευσαν τη νόσο και αποκατέστησαν ό,τι ήταν ήδη σάπιο; Ασφαλώς όχι· διότι δεν ήταν δυνατόν να παστώσουν με αλάτι και να επαναφέρουν στην αρχική τους κατάσταση όσα είχαν σαπίσει πλέον. Δεν έκαναν λοιπόν αυτό, αλλά αφού τα ανανέωσε πρώτα ο Χριστός και τους τα παρέδωσε και τα απήλλαξε από τη δυσωδία, τα αλάτιζαν και τα διατηρούσαν και τα συντηρούσαν στη νέα αυτή κατάσταση, στην οποία τα παρέλαβαν. Η απαλλαγή επομένως από τη σήψη της αμαρτίας είναι έργο του Χριστού· η αποφυγή όμως της επανόδου στην κατάσταση εκείνη ήταν έργο της φροντίδας και του επίπονου αγώνα των αποστόλων.
Βλέπεις πώς σιγά-σιγά τους υποδεικνύει ότι είναι ανώτεροι και από τους προφήτες; Διότι λέγει ότι είναι διδάσκαλοι όχι μόνο της Παλαιστίνης, αλλά ολόκληρης της οικουμένης. Και δεν είναι μόνο διδάσκαλοι, αλλά και φοβεροί διδάσκαλοι. Και είναι άξιο μεγάλου θαυμασμού αυτό, ότι δηλαδή έγιναν ιδιαίτερα αγαπητοί σε όλους, αν και δεν κολάκευαν κανέναν, ούτε είχαν ίχνος δουλοπρέπειας, αλλά τους καυτηρίαζαν τις ηθικές πληγές τους, όπως το αλάτι.
«Μην εκπλαγείτε λοιπόν», λέγει, «αν άφησα τους άλλους και συζητώ μαζί σας και σας οδηγώ σε τόσους κινδύνους· διότι πρέπει να αναλογιστείτε σε πόσες πόλεις και χωριά και έθνη πρόκειται να σας αποστείλω ως διδασκάλους και πνευματικούς καθοδηγητές. Για τον λόγο αυτό δεν μου είναι αρκετό να είστε εσείς μόνο ηθικοί και συνετοί, αλλά να κάνετε και άλλους όμοιους με εσάς. Αυτοί λοιπόν, που αναλαμβάνουν τέτοιο έργο, πρέπει να είναι συνετοί, αφού πρόκειται για ζητήματα από τα οποία εξαρτάται η σωτηρία των άλλων, και να έχουν τόσο περίσσευμα αρετής, ώστε να κάνουν ενάρετους και τους άλλους· διότι, αν δεν το κατορθώσετε, δεν θα είστε ικανοί ούτε τους εαυτούς σας να σώσετε». «Μη δυσανασχετείτε λοιπόν», λέγει, «για τη δυσκολία που παρουσιάζει η συμμόρφωση προς τις εντολές· διότι εάν απομακρυνθούν οι άλλοι από τον ηθικό δρόμο, είναι δυνατό να τους επαναφέρετε εσείς σε αυτόν· αν όμως απομακρυνθείτε εσείς, θα καταστρέψετε και άλλους εκτός από τους εαυτούς σας. Επομένως, όσο μεγαλύτερη είναι η αποστολή σας, τόσο έχετε ανάγκη μεγαλύτερης προσοχής».
Για τον λόγο αυτόν λέγει: «Ἐὰν δὲ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι ἁλισθήσεται; εἰς οὐδὲν ἰσχύει ἔτι εἰ μὴ βληθῆναι ἔξω καὶ καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων(:Εάν όμως το αλάτι χάσει τη δύναμή του, με τι θα αλατιστεί, ώστε να αποκτήσει πάλι την ουσία και τη δύναμη που έχασε; Δεν έχει πια καμία αξία και δεν χρησιμεύει πλέον σε τίποτε, παρά να πεταχτεί έξω στους δρόμους και να καταπατείται από τους ανθρώπους. Εάν λοιπόν κι εσείς χάσετε την ηθική σας δύναμη, δεν θα γίνετε μόνο άχρηστοι, αλλά και θα περιφρονηθείτε από τους ανθρώπους)»[Ματθ.5,13].
Οι άλλοι λοιπόν είναι δυνατόν να συγχωρηθούν, έστω και αν αμαρτήσουν αναρίθμητες φορές. Αν όμως αμαρτήσει μία φορά ο διδάσκαλος, δεν θα έχει ούτε την παραμικρή δικαιολογία και θα τιμωρηθεί αυστηρότατα. Για να μη διστάσουν λοιπόν να αναλάβουν τον αγώνα να εξέλθουν στη δημόσια δράση, όταν ακούσουν ότι «θα είναι μακάριοι εάν τους ονειδίζουν οι άλλοι άνθρωποι και τους καταδιώξουν και τους πουν κάθε κακολογία και ψευδή κατηγορία εναντίον τους εξαιτίας της πίστης τους στον Χριστό», τους λέγει ότι «εάν δεν είστε έτοιμοι να αγωνιστείτε για αυτά, σας διάλεξα άδικα· διότι δεν πρέπει να σας φοβίζουν οι κακολογίες, αλλά η υποκριτική συμμόρφωσή σας προς τις απόψεις των άλλων· διότι τότε θα φύγετε από τον ηθικό δρόμο και θα καταπατηθείτε από τους ανθρώπους. Αν σας κακολογούν όμως επειδή επιμένετε να τους ελέγχετε, πρέπει τότε πολύ να χαίρεστε· διότι το αλάτι έχει αυτήν την ιδιότητα, να «δαγκώνει», να προξενεί πόνο και λύπη στους αδιάφορους και αποχαυνωμένους από την αμαρτία και τις κοσμικές μέριμνες και απολαύσεις. Η κακολογία επομένως είναι το αναγκαίο επακόλουθο, αλλά δεν σας βλάπτει. Αποτελεί αντίθετα απόδειξη της επιμονής και της σταθερότητάς σας. Αν όμως φοβηθείτε την κακολογία και μειώσετε τον ζήλο που πρέπει να έχετε, θα πάθετε πολύ χειρότερα και θα σας κακολογούν και θα σας περιφρονούν όλοι. Αυτό εννοώ όταν λέγω ότι ‘’θα καταπατηθείτε’’».
Μετά από αυτά τους διδάσκει με άλλο υψηλότερο παράδειγμα: «Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου(:Εσείς είστε το φως του κόσμου, διότι έχετε προορισμό με το φωτεινό σας παράδειγμα και με τα λόγια σας που μεταδίδουν το φως της αλήθειας να φωτίζετε τους ανθρώπους που βρίσκονται στο σκοτάδι της αμαρτίας και της πλάνης)»[Ματθ.5,14].Ομιλεί πάλι για τον κόσμο, όχι για ένα λαό ούτε για είκοσι πόλεις, αλλά για ολόκληρη την οικουμένη. Και εννοεί το πνευματικό φως, το νοητό, που είναι πολύ ανώτερο ακόμη και από τις ακτίνες του ήλιου, όπως και το πνευματικό αλάτι. Και προηγουμένως τους ονόμασε «αλάτι» και έπειτα «φως» τους ονομάζει, για να αντιληφθείς ποιο είναι το κέρδος των αυστηρών λόγων και της αξιοσέβαστης διδασκαλίας η ωφέλεια· διότι σε συγκρατεί καθώς θέτει σε ενέργεια τη συνείδησή σου και δεν αφήνει να καταπέσεις και σε καθιστά προνοητικό οδηγώντας σε προς την αρετή.
«Οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ᾿ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ (:Μια πόλη που βρίσκεται πάνω σε βουνό δεν είναι δυνατόν να κρυφτεί· έτσι και η δική σας ζωή θα γίνεται αντιληπτή απ’ όλους. Ούτε οι άνθρωποι ανάβουν λυχνάρι για να το βάλουν κάτω απ’ τον κάδο με τον οποίο μετρούν τα σιτάρι, αλλά το τοποθετούν πάνω στον λυχνοστάτη κι έτσι φωτίζει με τη λάμψη του όλους όσους είναι μέσα στο σπίτι)»[Ματθ.5,14-15].
Προσπαθεί πάλι με αυτά τα λόγια να τους οδηγήσει σε ηθική τελείωση και τους διδάσκει να βρίσκονται σε διαρκή επαγρύπνηση, διότι θα παρακολουθούνται από όλους και θα έχουν ως θεατές ολόκληρη την ανθρωπότητα. «Μην βλέπετε», λέγει, «ότι τώρα καθόμαστε εδώ και ότι βρισκόμαστε σε κάποια απόμερη γωνιά της γης· διότι θα γίνετε τόσο περίβλεπτοι, τόσο πολύ θα σας βλέπουν όλοι, όπως βλέπουν μία πόλη που είναι κτισμένη στην κορυφή, και όπως βλέπουν μέσα σε ένα σπίτι το λυχνάρι, που βρίσκεται επάνω στον λυχνοστάτη και σκορπίζει γύρω το φως».
Πού είναι τώρα εκείνοι που αμφιβάλλουν για τη δύναμη του Χριστού; Ας τα ακούσουν αυτά, ας θαυμάσουν την προφητική Του δύναμη και ας προσκυνήσουν την εξουσία Του. Αναλογίσου δηλαδή ποιες μεγάλες υποσχέσεις έδινε προς ανθρώπους που ήσαν άγνωστοι ακόμη και στην ιδιαίτερή τους πατρίδα. Τους υποσχόταν ότι θα τους γνωρίσει η ξηρά και η θάλασσα και ότι η φήμη τους θα φτάσει στα πέρατα της οικουμένης. Ή ορθότερα, όχι απλώς η φήμη, αλλά και η ευεργετική τους επίδραση· διότι πράγματι δεν τους έκανε παντού γνωστούς μόνο η φήμη, αλλά τα ίδια τα έργα τους, εφόσον διέτρεξαν όλη τη γη σαν να είχαν φτερά, σαν να ήταν ταχύτεροι από τις ακτίνες, και έσπειραν το φως της ευσεβείας.
Έχω μάλιστα την εντύπωση ότι στο σημείο αυτό τους προετοιμάζει για την ποιμαντορική δράση τους και για να έχουν παρρησία· η φράση λοιπόν «Οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη» αποδεικνύει τη δύναμή Του· διότι, όπως δεν υπάρχει τρόπος να κρυφτεί η πόλη αυτή, έτσι είναι αδύνατο να αποσιωπηθεί και να μείνει απαρατήρητο το κήρυγμά Του. Επειδή δηλαδή μίλησε για διωγμούς και κακολογίες και παγίδες και πολέμους, τους ενθαρρύνει και, για να μη νομίσουν ότι αυτά θα μπορέσουν να τους λυγίσουν και να τους κάνουν να σιωπήσουν, τους λέγει ενθαρρύνοντάς τους ότι όχι μόνο δεν θα μείνει απαρατήρητο το κήρυγμά τους από τους ανθρώπους, αλλά και θα φωτίσει ολόκληρη την οικουμένη. Και για τον λόγο αυτό ακριβώς θα γίνουν ένδοξοι και επιφανείς.
Με αυτό λοιπόν φανερώνει τη δύναμή Του. Με το αμέσως επόμενο όμως τους ζητεί να επιδοθούν με ζήλο στο έργο τους και τους λέγει: «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς(:Έτσι σαν λυχνάρι που είναι σωστά τοποθετημένο ας λάμψει το φως της αρετής σας μπροστά στους ανθρώπους για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν για τα ενάρετα και άγια παιδιά Του τον Πατέρα σας, ο Οποίος είναι βέβαια παρών παντού, αλλά κυρίως φανερώνει την παρουσία Του στους ουρανούς)»[Ματθ.5,16]. «Εγώ δηλαδή άναψα», λέγει, «το φως· έργο δικό σας είναι να παραμείνει αναμμένο. Και όχι μόνο για τον εαυτό σας, αλλά και για εκείνους που θα θελήσουν να απολαύσουν αυτό το λαμπερό φως και να κατευθυνθούν προς την αλήθεια. Αν ζείτε λοιπόν ενάρετα και όπως ταιριάζει σε εκείνους που προορίζονται να διδάξουν όλη την οικουμένη, δεν θα μπορέσουν οι κακολογίες να μειώσουν τη λάμψη σας. Επιδιώξετε λοιπόν να είναι η ζωή σας άξια της ευλογίας του Θεού, ώστε να είναι συμπαραστάτης σας παντού, όπως θα την κηρύσσετε παντού».
Έπειτα, εκτός από τη σωτηρία των ανθρώπων, υπόσχεται και άλλη ωφέλεια, ικανή να τους ενισχύσει στους αγώνες τους και να τους καταστήσει πολύ πρόθυμους. «Αν είναι», λέγει, «ενάρετος ο βίος σας, δεν θα συμβάλλετε μόνο στον φρονηματισμό της οικουμένης, αλλά και στη δόξα του Θεού, όπως πάλι εάν ενεργείτε διαφορετικά και τους ανθρώπους θα οδηγήσετε στην αιώνια καταστροφή και θα τους κάνετε να βλασφημούν το πανάγιο όνομα του Θεού». «Πώς θα δοξαστεί, όμως», θα μπορούσε να απορήσει κάποιος, «ο Θεός με τη δική μας συμβολή, αφού θα μας κακολογούν οι άνθρωποι;». Δεν θα σας κακολογούν όλοι. Και εκείνοι ακόμη που θα σας κακολογούν από φθόνο, θα σας θαυμάζουν και θα σας σέβονται κρυφά μέσα στη συνείδησή τους, όπως ακριβώς κατηγορούν ενδόμυχα οι κόλακες εκείνους που ζουν ανήθικα.
Λοιπόν; Μας συμβουλεύεις να ζούμε προς αυτοπροβολή και με σκοπό την απόκτηση δόξας; «Όχι! Δεν εννοώ αυτό. Για τούτο δεν σας είπα να φροντίζετε να κάνετε γνωστά και να προβάλλετε τα κατορθώματά σας, ούτε πάλι σας είπα να τα επιδεικνύετε, αλλά «οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν(:έτσι ας λάμψει το φως σας)». Τούτο σημαίνει: «να είναι πολλή η αρετή σας και άφθονη η φλόγα σας και άπειρο το φως σας»· διότι όταν είναι τόσο πολλή η αρετή, είναι αδύνατον να μην την προσέξουν, ακόμη και αν προσπαθεί να την κρύψει ο ενάρετος. Η ζωή σας είναι αδιάβλητη και μην τους δίνετε καμία αφορμή να σας κακολογούν. Και τότε δεν θα μπορέσει κανείς να κηλιδώσει τη ζωή σας, έστω και αν σας κακολογούν χιλιάδες.
Και πολύ ωραία είπε: «τὸ φῶς»· διότι, όσο και αν επιθυμεί ο άνθρωπος να μείνει απαρατήρητος, όσο και αν προσπαθεί με κάθε τρόπο να παραμένει στην αφάνεια, δεν υπάρχει τίποτε που να του δίνει τόση δόξα, όση η άσκηση της αρετής· διότι είναι φωτεινότερος από την ίδια την ακτίνα, σαν να ακτινοβολεί ο ίδιος, και εκπέμπει τη λάμψη του όχι μόνο πάνω στη γη, αλλά και πάνω από τον ουρανό. Από την άποψη αυτή τους ενθαρρύνει περισσότερο. «Και αν πονάτε και στενοχωριέστε», λέγει, «επειδή σας κακολογούν, να είστε βέβαιοι ότι θα είναι πολλοί εκείνοι που θα λατρέψουν τον Θεό με τη βοήθειά σας. Η αμοιβή σας επομένως προέρχεται από δύο πηγές, και επειδή δοξάζεται ο Θεός με τη δική σας συμβολή και επειδή σας κακολογούν εξαιτίας της διδασκαλίας σας περί του Θεού».
Για να μην επιδιώκουμε λοιπόν να κακολογούμαστε όταν μάθουμε ότι θα αμειφτούμε γι’ αυτό, δεν αναφέρει αυτό μόνο, αλλά προσθέτει και δύο προσδιορισμούς· «όταν η κατηγορία είναι ψευδής» και «όταν γίνεται εξαιτίας της πίστεώς μας προς τον Θεό». Και κάνει γνωστό συγχρόνως ότι δεν ωφελεί η κακολογία μόνο, αλλά ωφελούν πολύ και οι έπαινοι, διότι η δόξα μεταβαίνει προς τον Θεό. Και έτσι τους δημιουργεί καλές ελπίδες. «Διότι», λέγει, «δεν έχουν τόση δύναμη οι συκοφαντίες των κακών ανθρώπων, ώστε να τυφλώσουν τους άλλους και να τους κάνουν να μη δουν το δικό σας φως. Τότε μόνο λοιπόν θα σας καταπατήσουν, όταν απομακρυνθείτε από τον ηθικό δρόμο, όχι όταν ενεργείτε ηθικά και σας συκοφαντούν. Στη δεύτερη αυτή περίπτωση μάλιστα θα σας θαυμάζουν πολλοί και όχι μόνο εσάς, αλλά, με τη δική σας συμβολή, και τον Πατέρα σας. Και δεν είπε τον Θεό, αλλά τον Πατέρα, διότι ήθελε να ρίξει από τώρα τα σπέρματα της υιοθεσίας την οποία επρόκειτο να λάβουν».
Έπειτα, για να δείξει την ομοτιμία Του με τον Πατέρα, ενώ είπε παραπάνω: «μη στενοχωριέστε όταν σας κακολογούν, διότι σας είναι αρκετό ότι σας κακολογούν εξαιτίας μου», εδώ αναφέρει τον Πατέρα και κάνει γνωστό ότι η ισοτιμία ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις «οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς (:έτσι σαν λυχνάρι που είναι σωστά τοποθετημένο ας λάμψει το φως της αρετής σας μπροστά στους ανθρώπους για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν για τα ενάρετα και άγια παιδιά Του τον Πατέρα σας, ο Οποίος είναι βέβαια παρών παντού, αλλά κυρίως φανερώνει την παρουσία Του στους ουρανούς)»[Ματθ.5,16].
Αφού λοιπόν γνωρίσαμε το κέρδος που θα αποκομίσουμε από την προθυμία αυτήν και τον ζήλο μας για την άσκηση των αρετών και τη διάδοση του θείου λόγου, καθώς και τον κίνδυνο που περικλείει η τυχόν ραθυμία μας (διότι πολύ χειρότερο από τη δική μας απώλεια είναι το να βλασφημείται ο Κύριός μας εξαιτίας μας), ας μη γινόμαστε αφορμή σκανδαλισμού και αιτία πτώσεως ούτε για τους Ιουδαίους, ούτε για τους ειδωλολάτρες ούτε ακόμη για όσους πιστεύουν στον αληθινό Θεό· αντίθετα ας παρέχουμε τη ζωή μας πιο λαμπρή και από τον ήλιο, και αν κάποιος θέλει να μας κατηγορεί, να μη λυπόμαστε όταν άδικα μας κατηγορούν, αλλά όταν δίκαια μας κατηγορούν· διότι εάν ζούμε μέσα στην πονηρία, και αν ακόμη δεν μας κατηγορεί κανένας, θα είμαστε πιο άθλιοι από όλους, ενώ εάν φροντίζουμε για την αρετή, και αν ακόμη η οικουμένη ολόκληρη μας κατηγορεί, τότε θα είμαστε οι πιο αξιοζήλευτοι από όλους και θα προσελκύσουμε όλους εκείνους, οι οποίοι επιθυμούν τη σωτηρία· διότι δεν θα προσέξουν την κατηγορία των πονηρών, αλλά την αρετή της δικής μας ζωής. Πράγματι, η απόδειξη που γεννιέται από τα ενάρετα έργα μας είναι πιο ηχηρή από τη φωνή κάθε σάλπιγγας και από το ίδιο το φως είναι πιο λαμπερός ο καθαρός ηθικός βίος, έστω και αν είναι αναρίθμητοι οι συκοφάντες.
Συνεπώς, εάν έχουμε όλες τις ανωτέρω αρετές, τότε θα είμαστε και πράοι και ταπεινοί και ελεήμονες και καθαροί και ειρηνοποιοί και δεν θα ανταποδίδουμε τις ύβρεις, όταν υβριζόμαστε, αλλά και θα χαιρόμαστε, διότι θα προσελκύσουμε εκείνους που μας βλέπουν περισσότερο από όσο τους προσελκύουν τα θαύματα, και ακόμη, όλοι θα διατεθούν ευνοϊκά προς εμάς, είτε είναι άγριοι σαν θηρία ή σαν δαίμονες ή σαν οτιδήποτε άλλο. Εάν όμως υπάρχουν κα μερικοί που θα μας κατηγορούν, να μη φοβηθείς καθόλου και να μη θορυβηθείς, και να μη λάβεις υπόψη σου ότι σε υβρίζουν δημόσια, αλλά ερεύνησε το βάθος της ψυχής τους και θα διαπιστώσεις ότι σε επιδοκιμάζουν και αισθάνονται θαυμασμό και πολύ σε επαινούν.
Κοίταξε, λοιπόν, με ποιο τρόπο επαινεί ο Ναβουχοδονόσορας τους τρεις παίδες που έβαλε μέσα στο καμίνι, μολονότι ήταν εχθρός και διώκτης τους. Όταν είδε ότι κράτησαν γενναία στάση, τους επαινεί και τους στεφανώνει, όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά για το γεγονός ότι παράκουσαν αυτόν και υπάκουσαν τον νόμο του Θεού [βλ. Δαν. 3,1-23]. Πραγματικά, ο διάβολος, όταν αντιληφθεί ότι δεν κατορθώνει τίποτε, τότε πλέον απομακρύνεται, επειδή φοβάται μήπως γίνει αίτιος μεγαλύτερων στεφάνων για εμάς. Όταν όμως απομακρυνθεί εκείνος, και αν ακόμη κάποιος είναι μιαρός και διεφθαρμένος, θα αναγνωρίσει την αρετή, αφού διαλυθεί το σκοτάδι εκείνο. Μα και όταν ακόμη οι άνθρωποι κυριευτούν από παραλογισμό και εξαπατηθούν, θα σε επαινέσει και θα σε θαυμάσει περισσότερο ο Θεός, και αυτό είναι που έχει μεγάλη αξία.
Επομένως να μη λυπάσαι, ούτε να χάνεις το θάρρος σου· διότι και οι απόστολοι για άλλους μεν ήσαν μυρωδιά θανάτου, για άλλους όμως ήσαν άρωμα ζωής[βλ. Β΄Κορ. 2,14-16: «Τῷ δὲ Θεῷ χάρις τῷ πάντοτε θριαμβεύοντι ἡμᾶς ἐν τῷ Χριστῷ καὶ τὴν ὀσμὴν τῆς γνώσεως αὐτοῦ φανεροῦντι δι᾿ ἡμῶν ἐν παντὶ τόπῳ· ὅτι Χριστοῦ εὐωδία ἐσμὲν τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σῳζομένοις καὶ ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις, οἷς μὲν ὀσμὴ θανάτου εἰς θάνατον, οἷς δὲ ὀσμὴ ζωῆς εἰς ζωήν. καὶ πρὸς ταῦτα τίς ἱκανός;(:Οφείλουμε λοιπόν ευχαριστία στον Θεό, ο οποίος νικώντας και θριαμβεύοντας περιφέρει και εμάς πάντοτε στον θρίαμβό Του, ως διακόνους της νίκης Του που συντελείται για τον Χριστό και το ευαγγέλιό Του. Ο Θεός κατά την θριαμβευτική αυτή πορεία του Ευαγγελίου Του φανερώνει μέσα από εμάς την ευωδία της γνώσης Του σε κάθε τόπο· διότι πραγματικά εμείς οι απόστολοι και κήρυκες του Ευαγγελίου είμαστε ευωδία Χριστού, ευχάριστη στον Θεό. Ευωδία γι’ αυτούς που σώζονται όπως και γι’ αυτούς που καταδικάζονται σε αιώνια απώλεια. Και σε άλλους βέβαια είμαστε οσμή θανατηφόρα, που οδηγεί στο θάνατο, ενώ σε άλλους οσμή ζωηφόρο που οδηγεί στη ζωή. Και ποιος είναι ικανός να επιτελέσει τα φοβερά αυτά έργα και αποτελέσματα; Όντως κανείς άλλος παρά μόνο ο Θεός)»].
Πραγματικά, εάν εσύ δεν δίνεις καμία αφορμή προς κατηγορία, έχεις απαλλαγεί από όλες τις κατηγορίες και μάλλον είσαι πιο μακάριος. Να ακτινοβολείς, λοιπόν, με τη ζωή σου και να μη δίνεις καμία σημασία στους κατηγόρους· διότι δεν είναι δυνατό, οπωσδήποτε δεν είναι δυνατόν, να μην έχει πολλούς εχθρούς όποιος φροντίζει για την αρετή. Όμως αυτό δεν σημαίνει τίποτε για τον ενάρετο, διότι διαμέσου όλων αυτών θα δοξασθεί πολύ περισσότερο.
Αφού λοιπόν σκεφτούμε αυτά, ας φροντίζουμε για ένα πράγμα μόνο, δηλαδή να ρυθμίζουμε με ακρίβεια τη ζωή μας με γνώμονα την ηθική, διότι έτσι θα κατευθύνουμε προς την ηθική ζωή όσους κάθονται στο σκοτάδι· διότι η ηθική μας συμπεριφορά έχει τόση δύναμη, ώστε να μην περιορίζεται εδώ η λάμψη της, αλλά και να οδηγεί επιπλέον στη λύτρωση όσους την ακολουθούν. Πραγματικά, όταν θα μας δουν να περιφρονούμε όλα τα εγκόσμια και προετοιμαζόμαστε για τη μέλλουσα ζωή, θα επηρεαστούν από τα έργα μας περισσότερο παρά από τα λόγια μας. Διότι ποιος είναι τόσο ανόητος, ώστε να βλέπει εκείνον που καλοπερνούσε και ήταν πλούσιος μέχρι χθες και προχθές, να περιφρονεί όλα αυτά και να αποκτά πτερά και να είναι έτοιμος να αγωνιστεί προς κάθε ταλαιπωρία και πείνα και ανέχεια και κινδύνους και θάνατο και σφαγή και προς όλα όσα θεωρούνται φοβερά και να μη βεβαιωθεί εξαιτίας αυτών για τα μέλλοντα αγαθά; Αν ασχολούμαστε όμως υπέρμετρα με τα παρόντα και βυθιζόμαστε βαθύτερα μέσα σε αυτά, πώς είναι δυνατόν να πιστέψουν ότι φροντίζουμε για την άλλη ζωή;
Τι θα απολογηθούμε λοιπόν, όταν δεν υπερισχύει σε εμάς τόσο ο φόβος του Θεού, όσο υπερίσχυσε στους Έλληνες φιλοσόφους η ανθρώπινη δόξα; Διότι μερικοί[εδώ εννοεί ασφαλώς τον Σωκράτη(469-399 π.Χ.) και μερικούς άλλους, όπως π.χ. τον παλαιότερο Πυθαγόρα(570-496 π.Χ.), τον κυνικό Αντισθένη(445-365 π. Χ.) κ.λπ.] από αυτούς και για τα χρήματα αδιαφόρησαν και τον θάνατο καταφρόνησαν, για να εντυπωσιάσουν τους ανθρώπους. Για τούτο οι ελπίδες τους δεν καρποφόρησαν. Ποια δικαιολογία λοιπόν θα μας σώσει αν, παρά το ότι μας περιμένουν τόσο μεγάλες αμοιβές και έχουμε ενώπιόν μας τη θαυμάσια διδασκαλία του Χριστού, δεν κατορθώσουμε να πράξουμε ούτε όσα εκείνοι οι φιλόσοφοι, αλλά επιπλέον καταστρέφουμε και τους εαυτούς μας και τους άλλους; Και δεν βλάπτει τόσο ο ειδωλολάτρης όταν αμαρτάνει, όσο βλάπτει ο Χριστιανός. Και είναι τούτο πολύ λογικό, διότι η δική τους δόξα στερείται ηθικού μεγαλείου και η πίστη τους είναι διεφθαρμένη, ενώ τη δική μας τη σέβονται με τη χάρη του Θεού και την αναγνωρίζουν ακόμη και οι εχθροί της πίστεως. Για τον λόγο αυτόν, όταν θέλουν να μας δείξουν μεγάλη περιφρόνηση και να μας προσβάλουν περισσότερο, προσθέτουν και τον χαρακτηρισμό «ο Χριστιανός». Τον χαρακτηρισμό αυτόν δεν θα τον έλεγαν, αν δεν έδιναν μεγάλη σημασία στην πίστη μας.
Άκουσες πόσες και πόσο σπουδαίες εντολές έδωσε ο Χριστός. Πότε λοιπόν θα κατορθώσεις να εκτελέσεις μία από αυτές τις εντολές; Όταν αδιαφορείς για τα πάντα και τρέχεις για να εισπράττεις τόκους, να χορηγήσεις δάνεια, να κάνεις διαπραγματεύσεις, να αγοράσεις κοπάδια, να εφοδιαστείς με ασημικά, να προμηθευτείς χωράφια και σπίτια και χιλιάδες έπιπλα; Και μακάρι να έφθανε έως εδώ το κακό. Πότε θα βρεις όμως τον καιρό να εκτελέσεις μία από αυτές τις εντολές, όταν μάλιστα συνοδεύει και η αδικία τις εφάμαρτες αυτές ενέργειές σου, αφού σφετερίζεσαι ξένα χωράφια, παίρνεις δια της βίας σπίτια, ταλαιπωρείς τους πτωχούς και αυξάνεις την πείνα τους;
Αλλά κάποτε- κάποτε δίνεις και ελεημοσύνη στους πτωχούς. Μου είναι γνωστό. Αλλά και η ενέργειά σου αυτή σου προξενεί μεγάλη βλάβη· διότι τη χαρακτηρίζει ο εγωισμός ή η ματαιοδοξία, με αποτέλεσμα να μην ωφελείσαι ούτε από τις καλές πράξεις σου. Και δεν υπάρχει τίποτα λυπηρότερο από το να ναυαγείς ακόμη και μέσα στο λιμάνι.
«Για να μη συμβεί λοιπόν αυτό, μη ζητείς να σου ανταποδώσω το καλό που μου έκανες», λέγει ο πτωχός, «για να σου το ανταποδώσει ο Θεός»· διότι λέγει ο Κύριος: «Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς(:Και αν κάνετε το καλό σε εκείνους που σας ευεργετούν, ποια εύνοια και χάρη και ανταμοιβή σάς ανήκει από τον Θεό; Καμία· διότι και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν. Κι αν δανείζετε σε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να πάρετε πίσω αυτά που δανείσατε, ποια χάρη και ανταπόδοση από τον Θεό σας ανήκει; Καμία· διότι και οι αμαρτωλοί δανείζουν σε άλλους αμαρτωλούς για να πάρουν πίσω ολόκληρο το ποσό που δάνεισαν ή και σε ώρα ανάγκης να πάρουν και αυτοί ίσα οφέλη και δάνεια από εκείνους στους οποίους δάνεισαν. Εσείς όμως να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να τους ευεργετείτε και να τους δανείζετε χωρίς να ελπίζετε σε καμία ανταπόδοση απ’ αυτούς. Και θα είναι πολύς ο μισθός σας και μεγάλη η ανταμοιβή σας από τον Θεό. Και θα είστε στη βασιλεία των ουρανών κατά χάριν παιδιά του υψίστου Θεού, με τον Οποίο θα μοιάζετε πνευματικώς· διότι και Αυτός είναι ευεργετικός και ωφέλιμος στους ανθρώπους που δείχνουν αχαριστία στις τόσες ευεργεσίες Του και που δεν έχουν καλή διάθεση και προαίρεση αλλά είναι πονηροί)»[Λουκ.6,33-36].
«Υπάρχει Εκείνος που θα σε πληρώσει. Γιατί λοιπόν Τον λησμονείς και απαιτείς να σε πληρώσω εγώ ο πτωχός και το ταλαίπωρος άνθρωπος;» Μήπως αγανακτεί ο Οφειλέτης σου όταν Του ζητάς; Μήπως δεν έχει; Μήπως αρνείται να σε πληρώσει; Δεν βλέπεις τους απείρους θησαυρούς Του; Δεν βλέπεις την άπειρη γενναιοδωρία Του; Κέρδισε λοιπόν την αγάπη Του και ζήτησέ Του· διότι είναι χαρά Του να Του ζητείς με αυτόν τον τρόπο. Αν δει όμως ότι ζητείς από άλλον αυτά που σου οφείλει Εκείνος, σε θεωρεί υβριστή Του. Και όχι μόνο δεν σε πληρώνει, αλλά δικαίως διατυπώνει και κατηγορία εναντίον σου. «Γιατί», λέγει, «με θεώρησες αγνώμονα; Πώς σχημάτισες τη γνώμη ότι είμαι πτωχός και με περιφρονείς και τρέχεις να ζητείς από άλλους; Σε άλλον δάνεισες και από άλλον ζητείς να πληρωθείς;».
Άνθρωπος βέβαια εισέπραξε, αλλά ο Θεός έδωσε την εντολή να του τα δώσεις. Και Αυτός θέλει να είναι μοναδικός χρεώστης και εγγυητής και για τον λόγο αυτόν σου παρέχει άπειρες ευκαιρίες να Του ζητείς. «Μην αφήνεις λοιπόν τόση προθυμία και τόσο πλούτο από τον Θεό και ζητείς να σε πληρώσω εγώ που δεν έχω τίποτε», λέγει ο φτωχός χρεώστης. «Γιατί επιδεικνύεσαι σε εμένα όταν ελεείς τους πτωχούς; Μήπως σου είπα εγώ να δώσεις; Μήπως σου έδωσα εγώ την εντολή, ώστε να ζητείς να σε πληρώσω εγώ;». Ο Κύριος είπε: «Δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν(:Όποιος ελεεί τον πτωχό, δανείζει τον Θεό)»[Παροιμ.19,17]. Στον Θεό δεν έδωσες τα δανεικά; Σε Αυτόν θα απευθυνθείς. Όμως δεν θα σου επιστρέψει τα πάντα τώρα. Και αυτό το κάνει προς το συμφέρον σου, διότι είναι τέτοιος οφειλέτης: ρυθμίζει και εκτελεί τα πάντα όχι όπως οι άλλοι, οι οποίοι φροντίζουν μόνο να επιστρέψουν τα χρέη τους, ενώ Εκείνος φροντίζει και να είναι εξασφαλισμένα τα επιστρεφόμενα. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς άλλα επιστρέφει κατά την παρούσα ζωή, ενώ άλλα τα επιστρέφει στην άλλη ζωή.
Αφού λοιπόν γνωρίζουμε αυτά, ας ελεούμε πλουσιοπάροχα και ας αποδείξουμε και με χρήματα και με πράγματα τη φιλανθρωπία μας. Και αν δούμε να βασανίζουν και να δέρνουν κάποιον στην αγορά και έχουμε τη δυνατότητα να πληρώσουμε, ας το κάμουμε. Και αν είναι δυνατόν να φέρουμε τη συμφιλίωση με τα λόγια, ας μη διστάσουμε· διότι υπάρχει αμοιβή και για τα λόγια μας και περισσότερο για τους αναστεναγμούς μας. Αυτήν την αμοιβή ζητεί ο μακάριος Ιώβ: «Ἐγὼ δὲ ἐπὶ παντὶ ἀδυνάτῳ ἔκλαυσα, ἐστέναξα ἰδὼν ἄνδρα ἐν ἀνάγκαις(:Εγώ ο οποίος άσπλαχνα σήμερα έχω εγκαταλειφτεί από όλους, όταν έβλεπα βασανιζόμενο κάποιον αδύνατο άνθρωπο, έκλαιγα και στέναζα για την δυστυχία του)»[Ιώβ,30,25].
Αφού λοιπόν υπάρχει αμοιβή για τα δάκρυα και τους αναστεναγμούς μας, σκέψου πόσο αυξάνεται η αμοιβή, όταν προστεθούν και τα λόγια και οι φροντίδες και άλλα πολλά. Είναι γνωστό ότι και εμείς δεν είχαμε αγαθές σχέσεις με τον Θεό και ότι μας συμφιλίωσε ο Μονογενής Υιός, αφού μεσολάβησε αυτοπροσώπως και δέχτηκε να Του προκαλέσουν πληγές για τη σωτηρία μας και ανέχτηκε να σταυρωθεί για τη σωτηρία μας. Ας φροντίσουμε λοιπόν και εμείς να απαλλάσσουμε από τα κακά όσους συναντούμε και ας μην κάνουμε ό, τι κάνουμε τώρα που, όταν δούμε κάποιους να μαλώνουν μεταξύ τους και να συμπλέκονται, στεκόμαστε και διασκεδάζουμε με την κακή συμπεριφορά τους και σχηματίζουμε γύρω τους διαβολικό θέατρο. Υπάρχει τίποτε περισσότερο απάνθρωπο από αυτό; Βλέπεις ανθρώπους που υβρίζονται, μαλώνουν, σχίζουν τα ρούχα τους, χτυπιούνται στα πρόσωπα, και έχεις τη δύναμη να στέκεσαι ήσυχος εκεί κοντά; Μήπως είναι αρκούδες αυτοί που μαλώνουν; Μήπως είναι θηρία; Μήπως είναι φίδια; Άνθρωποι είναι και αυτοί, αδελφοί σου είναι, μέλη της ανθρώπινης κοινωνίας. Μην τους βλέπεις αμέτοχος, αλλά συμφιλίωσέ τους. Μη διασκεδάζεις με τον καβγά τους, αλλά συνέτισέ τους. Μην παρακινείς τους άλλους σε κακή συμπεριφορά, αλλά απομάκρυνε και διάλυσε τους συγκεντρωμένους από περιέργεια και διάθεση περίγελου· διότι την ιδιότητα να χαίρονται για τα λυπηρά αυτά γεγονότα την έχουν οι αδιάντροποι και οι άνθρωποι που είναι υπόδουλοι στα προσωπικά τους πάθη, και τα καθάρματα και οι άλογοι όνοι. Κάθεσαι και βλέπεις άνθρωπο που ασχημονεί και δεν νομίζεις ότι ασχημονείς ο ίδιος; Και δεν επεμβαίνεις και δεν διαλύεις τη διαβολική συγκέντρωση και δεν φροντίζεις να σταματήσει η κακή συμπεριφορά των ανθρώπων;
«Για να χτυπήσουν κι εμένα; Εσύ μου δίνεις αυτή τη συμβουλή;», θα ρωτούσε κάποιος. Πρώτα-πρώτα δεν θα σου συμβεί αυτό· αλλά και αν σου συμβεί, θα δοκιμάσει τη δύναμη της πίστεώς σου ο Θεός, διότι κακοπάθησες προς χάριν του Θεού. Αλλά αν διστάζεις επειδή φοβάσαι μήπως χτυπηθείς κι εσύ, σκέψου ότι ο Κύριός σου δεν δίστασε να υποστεί τη σταύρωση προς χάριν σου. Εκείνοι εξάλλου, αυτός που αδικεί και αυτός που αδικείται, είναι μεθυσμένοι και έχουν πάθει σύγχυση, διότι τους κυβερνά και τους κατευθύνει η οργή, και έχουν ανάγκη κάποιου συνετού να τους βοηθήσει. Ο ένας, για να πάψει να βασανίζεται, ο άλλος για να πάψει να βασανίζει.
Προχώρησε λοιπόν εσύ που έχεις τα λογικά σου και πρόσφερε τη βοήθειά σου στον μεθυσμένο· διότι το μεθύσι, που οφείλεται στην οργή, είναι χειρότερο από το μεθύσι που οφείλεται στην οινοποσία. Δεν βλέπεις τους ναύτες, οι οποίοι ανοίγουν τα πανιά και τρέχουν πολύ βιαστικοί όταν δουν ότι άλλοι ναυάγησαν, για να σώσουν από την καταστροφή τους συναδέλφους τους; Και αφού δείχνουν αυτοί τόση διάθεση να σώσουν τους συναδέλφους τους, πόσο είναι ορθότερο να κάνουμε το ίδιο για τους συνανθρώπους μας; Αφού μάλιστα έχουμε και εδώ ναυάγιο και χειρότερο από το πρώτο· διότι πραγματικά ο άνθρωπος είτε εξύβρισε και δεν παρέλειψε καμία ύβρη, επειδή κάποιοι τον ενόχλησαν· είτε επιόρκησε, επειδή έγινε δούλος της οργής του, οπότε και πάλι υπέπεσε σε μεγάλη αμαρτία· ή χτυπά κάποιον και προσπαθεί να τον σκοτώσει, έχουμε πάλι ακριβώς το ίδιο ναυάγιο.
Πρέπει λοιπόν να τρέξεις και να σταματήσεις το κακό, να κατεβείς μέσα στο τρικυμισμένο πέλαγος και να σώσεις αυτούς που πνίγονται. Και αφού διαλύσεις όσους συγκέντρωσε ο διάβολος και καλέσεις ιδιαιτέρως τον καθένα, συμβούλευσέ τους να σβήσουν τη φωτιά και να εξαφανίσουν τα κύματα. Και μη φοβηθείς αν ανάψει περισσότερο η φωτιά και γίνει φοβερότερο το καμίνι· διότι, αν κάνεις αρχή, είναι πολλοί εκείνοι που θα συνεργαστούν μαζί σου και θα σε βοηθήσουν, και προπάντων ο Θεός της ειρήνης. Αν καταστείλεις πρώτος τη φωτιά, θα σε ακολουθήσουν και πολλοί άλλοι και θα αμειφθείς εσύ για τα έργα εκείνων. Άκουσε ποια συμβουλή έδωσε ο Χριστός στους Ιουδαίους που κυλιόντουσαν μέσα στην αμαρτία: «Ἐὰν δὲ ἴδῃς τὸ ὑποζύγιον τοῦ ἐχθροῦ σου πεπτωκὸς ὑπὸ τὸν γόμον αὐτοῦ, οὐ παρελεύσῃ αὐτό, ἀλλὰ συναρεῖς αὐτὸ μετ᾿ αὐτοῦ(:Εάν δεις το υποζύγιο του εχθρού σου να έχει πέσει υπό το βάρος του φορτίου του, δεν θα το προσπεράσεις με αδιαφορία, αλλά μαζί με αυτόν θα το σηκώσεις)»[Εξ.23,5]. Και βέβαια είναι πολύ πιο ασήμαντο να σηκώσεις επάνω το ζώο του εχθρού σου που έπεσε από το πολύ φορτίο, από να χωρίσεις και να συμφιλιώσεις ανθρώπους που φιλονικούν μεταξύ τους. Αφού έχεις καθήκον λοιπόν να βοηθήσεις το υποζύγιο των εχθρών σου, έχεις πολύ μεγαλύτερο να σηκώνεις τις ψυχές των φίλων σου, αφού μάλιστα η πτώση είναι τρομερότερη· διότι οι ψυχές δεν πέφτουν μέσα στη λάσπη, αλλά στην αιώνια κόλαση, επειδή δεν αντέχουν το φορτίο της οργής. Εσύ όμως προσπερνάς εντελώς αδιάφορος και ασυγκίνητος, αν και βλέπεις ότι τον έχει σκεπάσει το φορτίο και ότι στέκεται επάνω του ο διάβολος και του ανάπτει τη φωτιά. Αυτή η αδιαφορία ενέχει κινδύνους ακόμη και όταν πρόκειται για ένα υποζύγιο.
Ο Σαμαρείτης όταν είδε ένα τραυματία που του ήταν εντελώς άγνωστος και δεν είχαν καμία σχέση, σταμάτησε και τον ανέβασε στο ζώο του και τον μετέφερε σε ξενοδοχείο και μίσθωσε γιατρό και του έδωσε χρήματα και του υποσχέθηκε και άλλα[βλ. Λουκά 10,33 κ.ε.: «Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ᾿ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη (:Ένας Σαμαρείτης όμως που περνούσε από τον δρόμο εκείνο, ήλθε στο μέρος όπου ήταν ξαπλωμένος, και όταν τον είδε τον σπλαχνίστηκε και τον πόνεσε)»]. Εσύ, αντιθέτως, αν και δεν βλέπεις άνθρωπο που έπεσε σε ενέδρα ληστών, αλλά σε ενέδρα μιας ομάδας διαβόλων, και τον πολιορκεί η οργή του, όχι σε έρημο τόπο, αλλά στο μέσο της αγοράς, εσύ που δεν πρόκειται να ξοδέψεις χρήματα, ούτε να νοικιάσεις ζώο, ούτε να συνοδεύσεις σε μακρινό δρόμο, αλλά να απευθύνεις λίγες συμβουλές, διστάζεις και αλλάζεις δρόμο και προσπερνάς απάνθρωπα και χωρίς οίκτο. Πώς περιμένεις λοιπόν και εσύ, όταν επικαλεστείς τον Θεό, να σε ευσπλαχνιστεί ποτέ;
Θα απευθυνθώ τώρα και προς εσάς, οι οποίοι συμπεριφέρεστε κακώς και μάλιστα ενώπιον πολλών ανθρώπων, προς εκείνους που προσβάλλουν και αδικούν. Απάντησέ μου. Χτυπάς και κλωτσάς και δαγκώνεις; Έγινες αγριόχοιρος και όνος άγριος; Και δεν ντρέπεσαι ούτε κοκκινίζεις που γίνεσαι θηρίο και προδίδεις την ανθρώπινη φύση σου; Μπορεί να είσαι πτωχός, αλλά είσαι ελεύθερος άνθρωπος. Μπορεί να είσαι ένας απλός τεχνίτης, αλλά είσαι Χριστιανός. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς, διότι είσαι πτωχός, πρέπει να είσαι ήσυχος. Οι φιλονικίες είναι χαρακτηριστικό των πλουσίων, όχι των πτωχών· των πλουσίων, που έχουν μεγάλη ανάγκη των φιλονικιών. Εσύ που δεν έχεις τις απολαύσεις του πλούτου, περιφέρεσαι και συγκεντρώνεις για τον εαυτό σου τα κακά του πλούτου, τα μίση και τις φιλονικίες και τις μάχες. Και αγωνίζεσαι να πνίξεις τον αδελφό σου και να τον απαγχονίσεις και να τον εξευτελίσεις ενώπιον όλων. Και δεν συναισθάνεσαι ότι συμπεριφέρεσαι πολύ κακώς, διότι μιμείσαι τα κακά ένστικτα των θηρίων και γίνεσαι πολύ χειρότερος από αυτά· διότι τα θηρία έχουν κοινά τα πάντα και βόσκουν μαζί και περιφέρονται μαζί.
Εμείς, αντιθέτως, δεν έχουμε τίποτε από κοινού, αλλά είναι τα πάντα άνω-κάτω. Εμείς αντιπαθούμε, φιλονικούμε, υβρίζουμε, μισούμε και προσβάλλουμε. Και δεν ντρεπόμαστε ούτε τον ουρανό, στον οποίο μας κάλεσε όλους μαζί ο Θεός, ούτε τη γη την οποία πρόσφερε κοινή σε όλους, ούτε την ανθρώπινη φύση μας, αλλά όλα τα πήραν μαζί τους και έφυγαν η οργή και η φιλαργυρία μας. Δεν είδες πόσα κακά έπαθε και πώς ρίχτηκε στην αιώνια κόλαση εκείνος που χρωστούσε δέκα χιλιάδες τάλαντα και αφού του τα χάρισε ο δανειστής του, εκείνος βασάνισε σκληρά ένα συνάνθρωπό του, επειδή του χρωστούσε εκατό δηνάρια: «Ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις (:Όταν όμως βγήκε έξω ο δούλος εκείνος, βρήκε έναν από τους συνδούλους του που του χρώσταγε εκατό δηνάρια, δηλαδή ένα μικρό ποσό και αφού τον σταμάτησε, τον πίεζε σκληρά λέγοντας: “Εξόφλησέ μου ό,τι μου χρωστάς”)»[Ματθ.18,28 κ.ε.]; Δεν σε φοβίζει το παράδειγμα; Δεν φοβάσαι μήπως πάθεις και εσύ τα ίδια; Διότι και τα δικά μας χρέη προς τον Κύριο είναι πολλά και μεγάλα. Εκείνος όμως δεν μας ενοχλεί και αναμένει με υπομονή και ούτε μας πιέζει, όπως πιέζουμε εμείς τους συνανθρώπους μας, ούτε μας ταλαιπωρεί ούτε μας βασανίζει. Αν και θα είχαμε εξοντωθεί από καιρό, αν αποφάσιζε να ζητήσει να Του επιστρέψουμε έστω κι ένα μικρό μέρος από τα χρέη μας.
Ας έχουμε, λοιπόν, αυτά υπόψη μας, αγαπητοί, ας γίνουμε ταπεινόφρονες και ας δείχνουμε μεγάλη επιείκεια προς τους οφειλέτες μας· διότι αν αντιμετωπίζουμε με σύνεση τα πράγματα, αυτοί γίνονται αιτία να μας συγχωρηθούν πολλά και κερδίζουμε πολλά με την προσφορά λίγων. Γιατί λοιπόν τον πιέζεις να σου τα επιστρέψει, ενώ έπρεπε να του τα χαρίσεις ακόμη και αν εκείνος ήθελε να σου τα επιστρέψει, για να σου χαρίσει ο Θεός τα πάντα; Τώρα όμως κάνεις το παν και εκβιάζεις και φιλονικείς, για να μη σου χαριστεί τίποτε από τα χρέη σου. Και έχεις την εντύπωση ότι ενοχλείς τον πλησίον σου, αλλά η αλήθεια είναι ότι χτυπάς με το ξίφος τον εαυτό σου και πολλαπλασιάζεις την αιώνια τιμωρία σου. Αν δείξεις όμως λίγη σύνεση εδώ, εξαφανίζεις σχεδόν τις ευθύνες σου· διότι ο Θεός θέλει να δείξουμε αυτήν τη φιλότιμη συμπεριφορά, για να Του δώσουμε τη χαρά να μας ανταποδώσει περισσότερα. Άφησε λοιπόν ελεύθερους όλους, όσοι σου οφείλουν χρήματα ή αμαρτήματα και ζήτησε από τον Θεό να αμείψει τη μεγαλοψυχία σου αυτήν· διότι έως ότου σου οφείλουν εκείνοι, δεν σου οφείλει ο Θεός. Μόλις όμως τους τα χαρίσεις, θα μπορέσεις να απευθυνθείς προς τον Θεό και να ζητήσεις με πολύ σεβασμό να σε αμείψει για την τόση ευσέβειά σου.
Αν περνούσε π.χ. ένας άνθρωπος και σε έβλεπε να έχεις στην εξουσία σου τον οφειλέτη σου και σε παρακαλούσε να τον αφήσεις και να ζητείς από αυτόν ό,τι οφείλει ο άλλος, δεν θα δεχόταν ποτέ να φανεί αχάριστος, αφού ανέλαβε εκείνος την ευθύνη για όλα. Πώς είναι δυνατόν να μη μας καταβάλει ο Θεός πολύ περισσότερα, χιλιάδες περισσότερα, όταν, πιστοί στην εντολή Του, αφήσουμε να φύγουν και χαρίσουμε όλες τις οφειλές σε εκείνους που μας χρωστούν, χωρίς να τους ζητήσουμε καμία, μικρή ή μεγάλη, ευθύνη; Ας μη λογαριάζουμε λοιπόν την πρόσκαιρη ευχαρίστηση που θα αισθανθούμε από τις απαιτήσεις μας προς τους χρεώστες μας, αλλά τη ζημία, την οποία θα υποστούμε εκ της διαγωγής μας αυτής στη μέλλουσα ζωή, αφού η ζημία μας θα αναφέρεται στα αιώνια αγαθά.
Ας ανεβούμε λοιπόν σε υψηλά ηθικά επίπεδα και ας χαρίσουμε στους οφειλέτες μας τα χρήματα και ας συγχωρήσουμε τα πλημμελήματά τους απέναντι σε μας, για να εφοδιάσουμε τους εαυτούς μας με καλή απολογία ενώπιον του Θεού. Και αφού επιτύχουμε με την επιείκειά μας προς τους συνανθρώπους μας ό,τι δεν κατορθώσαμε να επιτύχουμε με τις άλλες αρετές μας, ας απολαύσουμε τα αιώνια αγαθά με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….
ΟΜΙΛΙΑ ΙΣΤ΄ από το Υπόμνημα του Ιερού Χρυσοστόμου
στο «Κατά Ματθαίον» ευαγγέλιο
«Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας(:Μη νομίσετε ότι ήλθα να καταργήσω και να ακυρώσω τον ηθικό νόμο του Μωυσή ή την ηθική διδασκαλία των προφητών· δεν ήλθα να τα καταργήσω αυτά, αλλά να τα συμπληρώσω και να σας τα παραδώσω τέλεια)»[ Ματθ.5,17].
Ποιος εξέφρασε αυτήν την υποψία ή ποιος διατύπωσε αντίστοιχη κατηγορία εναντίον του Ιησού, ώστε να δώσει την απάντηση αυτήν; Διότι όσα προηγουμένως είχαν ειπωθεί δεν δημιουργούσαν βέβαια αυτήν την υποψία· διότι οι εντολές να είμαστε πράοι και επιεικείς και ελεήμονες και καθαροί από κάθε αμαρτία και να αγωνιζόμαστε για τη δικαιοσύνη, δεν περιείχαν καμία τέτοια ένδειξη, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Γιατί λοιπόν είπε αυτά; Όχι τυχαία, ούτε χωρίς λόγο, αλλά επειδή επρόκειτο να καθιερώσει σπουδαιότερες από τις παλαιές εντολές με τα εξής λόγια: «Ἠκούσατε ὅτι ἐῤῥέθη τοῖς ἀρχαίοις, οὐ φονεύσεις· ὃς δ᾿ ἂν φονεύσῃ, ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει. Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ῥακά, ἔνοχος ἔσται τῷ συνεδρίῳ· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ μωρέ, ἔνοχος ἔσται εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός(:Έχετε ακούσει από την ανάγνωση του Νόμου στις συναγωγές ότι είπε ο Θεός στους προγόνους μας: ‘’Δεν θα σκοτώσεις’’. Επίσης έχετε ακούσει ότι εκείνος που θα σκοτώσει θα είναι ένοχος σε τέτοιο βαθμό, ώστε να παραπεμφθεί σε δίκη στο τοπικό επταμελές δικαστήριο που ονομάζεται «κρίση». Εγώ όμως σας λέω ότι καθένας που οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς σοβαρό πνευματικό λόγο, διαπράττει έγκλημα ανάλογο με εκείνο το οποίο δικαζόταν άλλοτε από το τοπικό επταμελές δικαστήριο, την «κρίση». Και εκείνος που θα πει περιφρονητικά στον αδελφό του «ανόητε», είναι ένοχος βαρύτερου εγκλήματος, σαν εκείνα που δικάζουν από το ανώτατο δικαστήριο των Ιουδαίων, το Συνέδριο. Και εκείνος που με μίσος και κακία θα πει στον αδελφό του «ηλίθιε», θα είναι ένοχος εγκλήματος που πρέπει να τιμωρηθεί με τη γέεννα του πυρός που βρίσκεται στον Άδη)»[Ματθ.5,21-22].
Επρόκειτο ακόμη να ανοίξει τον δρόμο προς μία θεία και ουράνια ζωή. Για να μην καταπλήξει ο πρωτάκουστος λόγος Του τις ψυχές των ακροατών Του και τους κάνει να αντιμετωπίζουν με καχυποψία τα λεγόμενα, προβαίνει σε αυτήν την προειδοποίηση· διότι, αν και δεν εφάρμοζαν τον μωσαϊκό νόμο, είχαν μεγάλη ευθιξία γι’ αυτόν και, αν και τον παρέβαιναν καθημερινά με τις πράξεις τους, ήθελαν να παραμένει απολύτως αμετάβλητο το γράμμα του και να μην προσθέσει κανείς τίποτε σε αυτό. Ορθότερο είναι όμως ότι δεν είχαν αντίρρηση να προσθέτουν οι αρχηγοί της συναγωγής, όχι όμως προς το καλύτερο, αλλά προς το χειρότερο. Έτσι π.χ. μείωναν με τις προσθήκες τους τον σεβασμό προς τους γονείς. Και πολλές άλλες από τις διατάξεις του καταργούσαν με τις ακατάλληλες αυτές προσθήκες. Επειδή λοιπόν ο Χριστός δεν ανήκε σε κανένα ιερατικό γένος, και όσα επρόκειτο να διδάξει, αποτελούσαν προσθήκη, η οποία βεβαίως δεν ελάττωνε, αλλά αύξανε την αρετή, επειδή γνώριζε εκ των προτέρων ότι επρόκειτο να τους ενοχλήσουν και τα δύο αυτά, προσπαθεί, προτού να κάνει τις θαυμαστές προσθήκες Του, να εξαφανίσει ό,τι επρόκειτο να δημιουργήσει στην ψυχή τους υποψίες.
Αλλά τι ήταν εκείνο που δημιουργούσε υποψίες και αντιδράσεις; Νόμιζαν ότι με τη διδασκαλία Του αυτήν ενεργούσε για την κατάργηση του μωσαϊκού νόμου. Αυτήν την υποψία λοιπόν επιθυμεί να θεραπεύσει. Και δεν το κάνει μόνο εδώ, αλλά και αλλού. Επειδή π.χ. Τον θεωρούσαν ότι είναι ασεβής για τον λόγο ότι δεν τηρούσε την αργία του Σαββάτου, ήθελε να σβήσει αυτήν την υποψία τους και φροντίζει να παρουσιάσει δικαιολογίες, άλλοτε σύμφωνες με τη θεία φύση Του, όπως π.χ. όταν λέγει: « Ὁ πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται, κἀγὼ ἐργάζομαι (:Ο Θεός Πατέρας μου εργάζεται έως τώρα συνεχώς και χωρίς διακοπή ˙ διότι όχι μόνο δημιούργησε αλλά και κυβερνά τον κόσμο και προνοεί γι’ αυτόν. Κι εγώ λοιπόν, ο Υιός του εργάζομαι συνεχώς όπως ο Πατέρας μου, χωρίς να διακόπτω το σωτήριο έργο μου τις ημέρες του Σαββάτου)»[Ιω.5,17]· άλλοτε με μεγάλη συγκατάβαση, όταν π.χ. όταν φέρει ως παράδειγμα πρόβατο που χάθηκε το Σάββατο και αποδεικνύει ότι παραβαίνεται ο νόμος, για να σωθεί εκείνο, και υπενθυμίζει την περιτομή, που οδηγεί στο ίδιο συμπέρασμα [Η περιτομή γινόταν την ογδόη ημέρα από τη γέννηση ,έστω και αν συνέπιπτε να είναι Σάββατο][βλ.Ιω.7,22: «Μωϋσῆς δέδωκεν ὑμῖν τὴν περιτομήν, οὐχ ὅτι ἐκ τοῦ Μωϋσέως ἐστίν, ἀλλ᾿ ἐκ τῶν πατέρων, καὶ ἐν σαββάτῳ περιτέμνετε ἄνθρωπον(:Ο Μωυσής σάς έδωσε την περιτομή. Για την ακρίβεια, δεν έχει καθιερωθεί από τον Μωυσή η περιτομή, αλλά από την παράδοση των παλαιοτέρων προγόνων σας. Και εάν τύχει η ογδόη ημέρα από την γέννηση του βρέφους να είναι Σάββατο, και τότε κάνετε περιτομή στον άνθρωπο)»].
Για να αντικρούσει λοιπόν την ψευδή γνώμη ότι είναι ασεβής, χρησιμοποιεί πολλές φορές απλά λόγια[π.χ. βλ. Ματθ.12,11-12: «Τίς ἔσται ἐξ ὑμῶν ἄνθρωπος ὃς ἕξει πρόβατον ἕν, καὶ ἐὰν ἐμπέσῃ τοῦτο τοῖς σάββασιν εἰς βόθυνον, οὐχὶ κρατήσει αὐτὸ καὶ ἐγερεῖ; πόσῳ οὖν διαφέρει ἄνθρωπος προβάτου; ὥστε ἔξεστι τοῖς σάββασι καλῶς ποιεῖν(:Ποιος άνθρωπος από σας, που θα έχει ένα πρόβατο, εάν πέσει το πρόβατο κατά την ημέρα του Σαββάτου σε λάκκο, δεν θα το πιάσει και δεν θα το βγάλει από εκεί; Πόσο, λοιπόν, διαφέρει ο άνθρωπος από το πρόβατο; Ασυγκρίτως περισσότερο. Ώστε εάν επιτρέπεται να κάνουμε καλό στα ζώα κατά την ημέρα του Σαββάτου, πόσο μάλλον στον άνθρωπο;)»].
Για τον λόγο αυτό Αυτός που ανέστησε χιλιάδες νεκρούς με μία λέξη μόνο, πρόσθεσε και προσευχή όταν κάλεσε τον Λάζαρο να σηκωθεί από τον τάφο του[Ιω.11,41: «Ἦραν οὖν τὸν λίθον οὗ ἦν ὁ τεθνηκὼς κείμενος. ὁ δὲ Ἰησοῦς ἦρε τοὺς ὀφθαλμοὺς ἄνω καὶ εἶπε· πάτερ, εὐχαριστῶ σοι ὅτι ἤκουσάς μου(:Σήκωσαν, λοιπόν, τον λίθο από την είσοδο του σπηλαίου, όπου είχε τεθεί ο πεθαμένος Λάζαρος. Ο δε Ιησούς σήκωσε τα μάτια του επάνω και είπε: “Πάτερ μου, Σε ευχαριστώ, διότι με άκουσες και θα γίνει και τούτο το θαύμα)»]. Έπειτα, για να μη θεωρηθεί κατώτερος από τον Πατέρα, φρόντισε να εξουδετερώσει την υποψία και πρόσθεσε ότι: «Ἐγὼ δὲ ᾔδειν ὅτι πάντοτέ μου ἀκούεις· ἀλλὰ διὰ τὸν ὄχλον τὸν περιεστῶτα εἶπον, ἵνα πιστεύσωσιν ὅτι σύ με ἀπέστειλας(:Εγώ το ήξερα ότι πάντοτε με ακούς, αλλά είπα μεγαλόφωνα το “ευχαριστώ”, για να το ακούσει ο λαός που στέκεται γύρω μου. Έτσι λοιπόν, αφού όλοι αυτοί δουν πόση βεβαιότητα έχω ότι θα εισακουστώ, να πιστέψουν ότι Εσύ με απέστειλες, όταν ακολουθήσει το θαύμα)»[Ιω.11,42].
Ωστόσο δεν ενεργεί πάντα σαν να είναι αυτεξούσιος, για να θεραπεύσει την ασθένειά τους. Ούτε ενεργεί πάντα κατόπιν προσευχής, για να μη δώσει αφορμή στους μεταγενέστερους να υποψιασθούν ότι στερούνταν δυνάμεως και εξουσίας, αλλά χρησιμοποιεί πότε τον ένα και πότε τον άλλο τρόπο. Και δεν το κάνει ούτε αυτό κατά τύχη, αλλά με τη σύνεση που Του ταιριάζει· διότι απευθύνεται προς τον ουρανό όταν κάνει κάτι μικρό, ενώ για τα μεγαλύτερα ενεργεί με απόλυτη εξουσία. Όταν π.χ. συγχωρεί αμαρτίες και αποκαλύπτει μυστικά και ανοίγει τον παράδεισο και διώχνει τα δαιμόνια και θεραπεύει λεπρούς και χαλιναγωγεί τον θάνατο και επαναφέρει στη ζωή χιλιάδες νεκρούς, ενεργεί με μία απλή προσταγή σε όλες αυτές τις περιπτώσεις. Όταν όμως πολλαπλασίαζε τους ολίγους άρτους, πράγμα πολύ κατώτερο από τα προηγούμενα, τότε απευθυνόταν στον ουρανό και έκανε κατανοητό ότι ενεργεί έτσι όχι από αδυναμία. Διότι πώς είναι δυνατόν να χρειάζεται να προσευχηθεί για τα μικρά, αφού μπορούσε να κάνει τα μεγαλύτερα με απόλυτη εξουσία; Αλλά, όπως είπα, αυτό το κάνει, για να χαλιναγωγήσει την αναισχυντία τους.
Πρέπει λοιπόν να σκέπτεσαι τα ίδια και για τα λόγια Του, όταν Τον ακούς να διδάσκει με απλά λόγια· διότι είναι πολλά τα αίτια των λόγων και των πράξεών Του, όπως π.χ. να μη θεωρείται ότι δεν είναι ίδιος με τον Θεό, να διδάσκει και να θεραπεύει τους πάντες, να διδάσκει την ταπεινοφροσύνη, να έχει ανθρώπινο σώμα, να μην μπορούν οι Ιουδαίοι να διδαχθούν τα πάντα συγχρόνως, να τους διδάσκει να μην περιαυτολογούν ποτέ. Για τον λόγο αυτόν είπε πολλές φορές ο Ίδιος πολλά ταπεινά για τον εαυτό Του και άφησε να λέγουν άλλοι τα μεγάλα.
Αυτός π.χ. απευθυνόμενος προς τους Ιουδαίους έλεγε: «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, πρὶν Ἀβραὰμ γενέσθαι ἐγώ εἰμι(:Αληθινά σας λέω, προτού ακόμη να έλθει στην ύπαρξη ο Αβραάμ, εγώ υπάρχω παντοτινά πριν από τους αιώνες)»[Ιω.8,58]. Ο μαθητής Του όμως ο Ιωάννης δεν λέγει έτσι, αλλά: « Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος(:Στην αρχή της δημιουργίας υπήρχε ο Υιός του Θεού, που γεννήθηκε αχρόνως από τον Πατέρα ως άπειρος και ζωντανός Λόγος από απειροτέλειο και πάνσοφο Νου. Και ο Λόγος, ως δεύτερο πρόσωπο της Θεότητος, ήταν αχώριστος από τον Θεό Πατέρα και πάντοτε ενωμένος μαζί Του. Και ήταν Θεός τέλειος ο Λόγος)»[Ιω.1,1].
Επίσης ο Ίδιος ο Κύριος, από ταπεινοφροσύνη, δεν είπε πουθενά σαφώς ότι Αυτός δημιούργησε τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα και όλα τα ορατά και τα αόρατα. Ο μαθητής όμως το λέγει και μία και δυο και πολλές φορές, με πολλή σαφήνεια, χωρίς κανένα δισταγμό. Γράφει: «Πάντα δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν(:Όλα τα δημιουργήματα δημιουργήθηκαν δι’ Αυτού, σε συνεργασία με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα˙ και χωρίς Αυτόν δεν έγινε το παραμικρό απ’ όλα όσα έχουν γίνει)»[Ιω.1,3]. Και παρακάτω: «Ἐν τῷ κόσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω(:Ήταν από την αρχή στον κόσμο, προνοούσε και κυβερνούσε τον κόσμο. Και όλα τα ορατά και αόρατα κτίσματα απ’ τα οποία αποτελείται ο επίγειος κι ο ουράνιος κόσμος, διαμέσου Αυτού έγιναν. Κι όμως, όταν Αυτός σαρκώθηκε κι έγινε άνθρωπος, ο διεφθαρμένος κόσμος των ανθρώπων που ήταν προσκολλημένος στα γήινα δεν Τον αναγνώρισε ως δημιουργό του)»[Ιω.1,10].
Γιατί σου κάνει εντύπωση ότι άλλοι είπαν γι’ Αυτόν περισσότερα από όσα είπε ο Ίδιος, αφού είναι γνωστό ότι ενώ έδειχνε συχνά τη δύναμή Του με τα έργα Του, δεν την παρουσίαζε καθαρά με τα λόγια Του; Με τη θεραπεία του τυφλού π.χ. έδειξε σαφώς ότι Αυτός έπλασε τον άνθρωπο. Όταν όμως ομιλούσε για τη δημιουργία του ανθρώπου γενικώς, δεν είπε «Εγώ τον έπλασα», αλλά: «Οὐκ ἀνέγνωτε ὅτι ὁ ποιήσας ἀπ᾿ ἀρχῆς ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτοὺς καὶ εἶπεν ἕνεκεν τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα καὶ κολληθήσεται τῇ γυναικὶ αὐτοῦ, καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν;(: Δεν διαβάσατε στο βιβλίο της Γενέσεως ότι ο Θεός, που δημιούργησε τα πάντα, έκανε εξαρχής το πρώτο ανδρόγυνο από έναν άνδρα και μία γυναίκα; Εάν ο Δημιουργός νομοθετούσε τότε και το διαζύγιο, δεν θα δημιουργούσε μόνο μία αλλά περισσότερες γυναίκες για τον έναν άνδρα)»[Ματθ.19,4]· καθώς επίσης και: «Καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς(:και πράγματι ο απειροτέλειος Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο, τον οποίο προίκισε με δικά Του χαρακτηριστικά γνωρίσματα, ώστε να είναι με αυτά εικόνα του Θεού. Δημιούργησε απ’ αρχής άνδρα και γυναίκα)»[ Γέν.1,27].
Απέδειξε επίσης με τα θαύματα του πολλαπλασιασμού των ιχθύων, της μεταβολής του νερού σε κρασί, του πολλαπλασιασμού των άρτων, της γαλήνευσης της θάλασσας, της διακοπής της λάμψης των ακτίνων του ηλίου, που τις ανάγκασε, όταν βρισκόταν επάνω στο σταυρό, να μη φωτίζουν τη γη, και πολλών άλλων, ότι δημιούργησε τον κόσμο και όλα τα εγκόσμια. Με λόγια όμως δεν το είπε πουθενά καθαρά, αλλά οι μαθητές το λέγουν πολλές φορές, και ο Ιωάννης και ο Παύλος και ο Πέτρος.
Αφού λοιπόν εκείνοι, που Τον άκουγαν ημέρα και νύκτα να ομιλεί και Τον έβλεπαν να κάνει θαύματα, και τους έλυσε ειδικότερα πολλές απορίες και τους έδωσε τόση δύναμη, ώστε και νεκρούς να επαναφέρουν στη ζωή, και τους κατήχησε τόσο, ώστε να εγκαταλείψουν τα πάντα γι΄ Αυτόν, δεν είχαν τη δύναμη προτού να φωτιστούν από το Άγιο Πνεύμα, παρά την τόση αρετή και πίστη τους, να κατανοήσουν τα πάντα, πώς θα πειθόταν ο ιουδαϊκός λαός, ο οποίος δεν είχε την απαιτούμενη νοημοσύνη και δεν είχε τόση αρετή και παρευρισκόταν σποραδικά και κατά τύχη κατά τις ομιλίες και τα θαύματά Του, ότι Αυτός δεν είναι άλλος από τον Θεό του παντός, αν δεν κατέβαλλε με κάθε τρόπο τόση προσπάθεια για να Τον κατανοήσουν; Για τον λόγο αυτόν ακριβώς και, όταν δεν τηρούσε την αργία του Σαββάτου, δεν διετύπωσε αμέσως αυτήν την εντολή, αλλά παρουσιάζει πολλές και ποικίλες δικαιολογίες. Και αφού χρησιμοποιεί τόσο μετρημένα λόγια προκειμένου να κάνει να τονίσει μία εντολή, για να μην ερεθίσει τους ακροατές Του ήταν επόμενο να ενεργήσει με περισσότερη λεπτότητα και προσοχή όταν πρόσθετε ολόκληρη άλλη νομοθεσία σε όλο τον μωσαϊκό νόμο, για να μην αντιδράσουν οι ακροατές Του.
Είναι φανερό ότι γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν διδάσκει παντού με σαφήνεια για τη θεϊκή φύση Του· διότι, αφού τους ενοχλούσε τόσο πολύ κάθε προσθήκη στον μωσαϊκό νόμο, θα τους ενοχλούσε πολύ περισσότερο να παρουσιάσει τη θεϊκή φύση Του. Για τον λόγο αυτόν λέγει πολλά κατώτερα από την αξία Του. Και στο σημείο αυτό, που πρόκειται να συμπληρώσει τον νόμο, λαμβάνει πολλά προφυλακτικά μέτρα. Για τον λόγο αυτόν δεν είπε μία φορά «Δεν καταργώ τον νόμο», αλλά το επανέλαβε και για δεύτερη φορά. Αφού δηλαδή είπε «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας(:Μη νομίσετε ότι ήλθα να καταργήσω και να ακυρώσω τον ηθικό νόμο του Μωυσή ή την ηθική διδασκαλία των προφητών)», πρόσθεσε: «οὐκ ἦλθον καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι(:δεν ήλθα να τα καταργήσω αυτά, αλλά να τα συμπληρώσω και να σας τα παραδώσω τέλεια)»[Ματθ.5,17].
Αυτό δεν εξουδετερώνει μόνο την αναίδεια των Ιουδαίων, αλλά κλειδώνει και τα στόματα των αιρετικών εκείνων που λέγουν ότι της Παλαιάς Διαθήκης συντάκτης είναι ο διάβολος· διότι, αφού ήλθε στον κόσμο ο Χριστός για να εξαφανίσει την εξουσία του διαβόλου, πώς όχι μόνο δεν την καταργεί ο Χριστός, αλλά και τη συμπληρώνει; Για τον λόγο αυτόν δεν είπε απλώς: «Δεν την καταλύω», αν και αυτό ήταν αρκετό, αλλά είπε: «Τη συμπληρώνω». Αυτό αποδεικνύει ότι όχι μόνο δεν την καταπολεμούσε, αλλά και ότι τη δεχόταν.
«Αλλά πώς δεν την κατήργησε;», θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς. «Με ποιον τρόπο συμπλήρωσε τον νόμο και τους προφήτες;». Τους προφήτες, διότι επιβεβαίωσε εμπράκτως όλα όσα είπαν γι΄Αυτόν. Για τον λόγο αυτόν έλεγε σε κάθε περίπτωση ο ευαγγελιστής την πρόταση: «Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος(:Και όλο αυτό το θαυμαστό και μοναδικό γεγονός έγινε, για να πραγματοποιηθεί και επαληθεύσει αυτό, που είχε λεχθεί από τον Κύριο δια του προφήτου)».
Και πρόσθετε για παράδειγμα, ο ευαγγελιστής, αυτό το συμπλήρωμα για την επαλήθευση των προφητειών και όταν ο Κύριος γεννήθηκε[βλ. Ματθ.1,22-23: «Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος: ‘’ Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός’’(:Με όλο αυτό το θαύμα της υπερφυσικής συλλήψεως της Παρθένου, πραγματοποιήθηκε πλήρως και επαληθεύθηκε εκείνο που είπε ο Κύριος μέσω του προφήτη Ησαΐα, ο οποίος πριν από πολλούς αιώνες είπε: ‘’Να, η παρθένος που δεν γνώρισε άνδρα, θα συλλάβει και θα γεννήσει υιό, και όσοι θα πιστεύουν σε Αυτόν θα Τον ονομάσουν Εμμανουήλ, όνομα εβραϊκό που σημαίνει “ο Θεός είναι μαζί μας”)».
Aντίστοιχα έγινε πάλι λόγος για επαλήθευση προφητείας και όταν έψαλλαν τα παιδιά τον θαυμαστό εκείνον ύμνο προς Αυτόν[Ματθ.21,9: «Ὡσαννὰ τῷ υἱῷ Δαυΐδ· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις (:Και τα πλήθη του λαού, όσα προπορεύονταν και όσα ακολουθούσαν, με δυνατές φωνές κραύγαζαν: “Δόξα στον απόγονο του Δαβίδ, που περιμέναμε έως τώρα. Δοξασμένος να είναι Αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο. Δόξα στον Θεό ας κράζουν και οι άγγελοι που βρίσκονται στα υψηλότερα μέρη του ουρανού”)» — Ματθ.21,16: «Καὶ εἶπον αὐτῷ· ἀκούεις τί οὗτοι λέγουσιν; Ὁ δὲ Ἰησοῦς λέγει αὐτοῖς· ναί· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ὅτι ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον;(: Και Του είπαν: “Ακούς τι λένε αυτοί;” Κι ο Ιησούς τους λέει: “Ναι. Δεν διαβάσατε ποτέ εκείνο που λέει ότι από το στόμα νηπίων και μικρών παιδιών που θηλάζουν ακόμα έφτιαξες, Θεέ, τέλειο ύμνο; Γιατί λοιπόν αγανακτείτε, σαν να ανέχομαι κάτι που δεν το προφήτευσε το Πνεύμα του Θεού;”)»].
Πρόσθεσε επίσης την πρόταση αυτή για την εκπλήρωση της αντίστοιχης προφητείας ο ευαγγελιστής Ματθαίος και όταν ο Κύριος κάθισε επάνω στο γαϊδουράκι[βλ.Ματθ.21,5: «Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών, ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον καὶ πῶλον υἱὸν ὑποζυγίου(:Και αυτό όλο έγινε για να πραγματοποιηθεί εκείνο που προφήτευσε ο προφήτης Ζαχαρίας λέγοντας: “Πείτε στη θυγατέρα Σιών, δηλαδή την Ιερουσαλήμ: ιδού ο βασιλιάς σου, ο Μεσσίας, έρχεται σε σένα πράος και καθισμένος πάνω σε γαϊδούρι και σε πουλάρι, γέννημα ζώου που μπήκε σε ζυγό”)» και σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Αυτά όλα θα έμεναν απραγματοποίητα, αν ο Κύριος δεν λάμβανε ανθρώπινη μορφή.
Τον μωσαϊκό νόμο εξάλλου τον τελειοποίησε όχι μόνο με ένα τρόπο, αλλά και με δεύτερο και με τρίτο. Ο πρώτος είναι ότι δεν παρέβη καμία διάταξή του. Άκουσε τι λέγει στον Ιωάννη τον Βαπτιστή, για να δεις ότι τον εφάρμοζε πάντοτε: «Ἂφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην(:Άφησε τώρα τις αντιρρήσεις και μη φέρνεις δυσκολία στο να βαπτιστώ· διότι με αυτόν τον τρόπο, με τον οποίο ταπεινώνομαι, πρέπει να εκπληρώσω κάθε εντολή του Θεού, ο οποίος σου ανέθεσε ως καθήκον να βαπτίζεις)» [Ματθ.3,15].
Και στους Ιουδαίους έλεγε: «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας; Εἰ δὲ ἀλήθειαν λέγω, διατί ὑμεῖς οὐ πιστεύετέ μοι;(:Ποιος από σας, εξετάζοντας και ελέγχοντας τη ζωή μου, μπορεί να αποδείξει ότι έχω κάνει έστω και την παραμικρή αμαρτία; Κανείς. Συνεπώς ούτε ως ψεύτη μπορείτε να με κατηγορήσετε. Αλλά εάν λέω πάντοτε την αλήθεια, γιατί εσείς δεν με πιστεύετε;)»[Ιω.8,46].Και στους μαθητές επίσης: «Οὐκέτι πολλὰ λαλήσω μεθ᾿ ὑμῶν· ἔρχεται γὰρ ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων, καὶ ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν(:Δεν θα πω πλέον πολλά μαζί σας. Δεν μένει άλλωστε καιρός για να σας πω περισσότερα· διότι έρχεται ο σατανάς, που εξουσιάζει τον κόσμο που βρίσκεται μακριά από τον Θεό˙ και έρχεται για να πραγματοποιήσει την τελευταία και βιαιότερη επίθεσή του εναντίον μου. Αλλά δεν θα βρει σε μένα τίποτε το δικό του, το οποίο θα του δίνει κάποια εξουσία ή κάποιο δικαίωμα επάνω μου)»[Ιω.14,30].
Και ο προφήτης έλεγε παλαιότερα ότι ο Εμμανουήλ δεν επρόκειτο να κάνει καμία αμαρτία: «Καὶ δώσω τοὺς πονηροὺς ἀντὶ τῆς ταφῆς αὐτοῦ καὶ τοὺς πλουσίους ἀντὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ· ὅτι ἀνομίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ(:Εγώ όμως, σε εκδίκηση του αδίκου θανάτου και της ταφής Του, θα τιμωρήσω και θα παραδώσω σε θάνατο τους κακούς ανθρώπους και για τον θάνατο Αυτού θα παραδώσω τους πονηρούς πλουσίους και άρχοντας· διότι ο Παις μου Αυτός δεν διέπραξε καμία παρανομία, ούτε βρέθηκε ποτέ δόλος και ψεύδος στο στόμα Του)»[Ησ. 53,9].
Αυτός λοιπόν είναι ο ένας τρόπος συμπληρώσεως του μωσαϊκού νόμου. Άλλος τρόπος είναι το ότι τον συμπλήρωσε και μέσω εμάς των ίδιων. Το σπουδαίο δηλαδή είναι ότι όχι μόνο ο Ίδιος τον εφάρμοσε, αλλά ζήτησε να κάνουμε και εμείς το ίδιο. Τούτο διδάσκει και ο Παύλος με τα εξής λόγια: «Τέλος γὰρ νόμου Χριστὸς εἰς δικαιοσύνην παντὶ τῷ πιστεύοντι(:Διότι ο Χριστός έδωσε τέλος στην αποστολή και στην ισχύ του νόμου· και έτσι τώρα αποκτά την δικαιοσύνη και την σωτηρία του καθένας που πιστεύει στο Χριστό, και όχι όποιος εξαρτά την δικαίωσή του από τον μωσαϊκό νόμο, όπως την εξαρτούν οι Ισραηλίτες που απίστησαν)»[Ρωμ.10,4].
Και για την αμαρτία λέγει: «ἵνα τὸ δικαίωμα τοῦ νόμου πληρωθῇ ἐν ἡμῖν τοῖς μὴ κατὰ σάρκα περιπατοῦσιν, ἀλλὰ κατὰ πνεῦμα(:συνεπώς όλα όσα δικαίως απαιτούσε από εμάς ο νόμος, τα εφαρμόσαμε πλήρως, και πολιτευόμαστε τώρα όχι σύμφωνα με τις επιθυμίες της σάρκας, αλλά σύμφωνα με τις απαγορεύσεις των ανώτερων πνευματικών μας δυνάμεων, όπως τις φωτίζει και τις ενισχύει το Άγιο Πνεύμα)»[Ρωμ.8,4].Και αλλού: «Νόμον οὖν καταργοῦμεν διὰ τῆς πίστεως; Μὴ γένοιτο, ἀλλὰ νόμον ἱστῶμεν(:Μήπως όμως με την πίστη καταργούμε το κύρος και την ισχύ του νόμου; Μην συμβεί να υποθέσει κανείς κάτι τέτοιο. Όχι μόνο δεν καταργούμε τον νόμο, αλλά αντίθετα στηρίζουμε το κύρος του νόμου, αφού ο νόμος προλέγει τις υποσχέσεις που πραγματοποίησε ο Χριστός και αφού για να μας συγχωρεθούν οι παραβάσεις του νόμου σταυρώθηκε ο Χριστός)»[Ρωμ.3,31].Επειδή δηλαδή ο νόμος είχε σκοπό να κάνει δίκαιο τον άνθρωπο, αλλά δεν εφαρμοζόταν, ήλθε ο Κύριος, μας δίδαξε ότι η αρετή έχει θεμέλιο την πίστη και έδωσε ισχύ στις εντολές του νόμου. Και κατόρθωσε δια της πίστεως ό,τι δεν κατόρθωσε ο νόμος με τις εντολές του. Για τον λόγο αυτόν λέγει: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον(:Μη νομίσετε ότι ήλθα να καταλύσω τον νόμο του Μωυσή)».
Αν εξετάσει κανείς με προσοχή, θα βρει και τρίτο τρόπο, με τον οποίο έγινε αυτό. Ποιος είναι αυτός; Η νομοθεσία, την οποία επρόκειτο να καθιερώσει στο μέλλον· διότι η διδασκαλία Του δεν καταργούσε τα προηγούμενα, αλλά τα επεξέτεινε και τα συμπλήρωνε. Για παράδειγμα, η εντολή να μην οργιζόμαστε δεν καταργεί την εντολή να μη φονεύουμε, αλλά τη συμπληρώνει και την τελειοποιεί. Το ίδιο συμβαίνει και με όλες τις άλλες. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς, επειδή έριχνε τότε απλώς τον σπόρο των νέων εντολών χωρίς να δημιουργείται καχυποψία, φροντίζει να προλάβει την παρεξήγηση, διότι επρόκειτο να Τον υποψιάζονται αργότερα, ένεκα της συγκρίσεως των νέων προς τις παλαιές εντολές, ότι θέλει να καταργήσει τις δεύτερες.
Έριξε λοιπόν από τώρα έμμεσα τον σπόρο με τη διδασκαλία Του αυτή. Διότι η εντολή: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι (:Μακάριοι και τρισευτυχισμένοι είναι εκείνοι που συναισθάνονται ταπεινά την πνευματική τους φτώχεια και την εξάρτηση ολόκληρου του εαυτού τους από τον Θεό, διότι είναι δική τους η βασιλεία των ουρανών)»[Ματθ.5,3] ισοδυναμεί με την εντολή: «Να μην οργίζεστε». Και η εντολή: «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ(:Μακάριοι είναι εκείνοι που έχουν την καρδιά τους καθαρή από κάθε μολυσμό αμαρτίας)» ισοδυναμεί με την εντολή: «Να μη στρέψεις το βλέμμα σου προς γυναίκα με πόθο σαρκικό». Και η εντολή να μη συγκεντρώνουμε θησαυρούς επί της γης ισοδυναμεί με το «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες(:Μακάριοι είναι οι ευσπλαχνικοί και επιεικείς, που συμπονούν τους συνανθρώπους τους στη δυστυχία τους, διότι αυτοί θα ελεηθούν από τον Θεό την ημέρα της κρίσεως)»[Ματθ.5,7].
Αντιστοίχως, οι εντολές να πενθούμε, να καταδιωκόμαστε, να υβριζόμαστε, ισοδυναμούν με την εντολή να περνούμε από τη στενή πύλη· και η εντολή να πεινούμε και να διψούμε τη δικαιοσύνη δεν σημαίνει τίποτε άλλο, παρά εκείνο που λέγει στη συνέχεια: «Πάντα οὖν ὅσα ἂν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιῆτε αὐτοῖς· οὗτος γάρ ἐστιν ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται(:Και για να συγκεφαλαιώσω λοιπόν όλα όσα προηγουμένως σας είπα, σας προσθέτω: Όλα όσα θέλετε να σας κάνουν οι άνθρωποι, τα ίδια να κάνετε και εσείς σε αυτούς· διότι αυτός είναι ουσιαστικά και συνοπτικά ο νόμος και οι προφήτες, το να αγαπάτε δηλαδή τον διπλανό σας σαν τον εαυτό σας)»[Ματθ.7,12].
Kaι όταν μακάρισε τον ειρηνοποιό, είπε πάλι το ίδιο σχεδόν με τις εντολές που έδωσε να αφήσουμε το δώρο μας κοντά στο θυσιαστήριο και να τρέξουμε να συμφιλιωθούμε με εκείνον που αδικήσαμε κα να είμαστε επιεικείς προς τους αντιπάλους μας. Αλλά εκεί καθόρισε την αμοιβή εκείνων που εκτελούν τις εντολές, εδώ όμως την τιμωρία εκείνων που τις παραβαίνουν. Για τον λόγο αυτόν έλεγε εκεί ότι, όσοι διακρίνονται για την αυτοκυριαρχία τους, θα λάβουν ως κληρονομία τη γη της επαγγελίας, εδώ όμως ότι, όποιος υβρίσει τον αδελφό του, θα τιμωρηθεί με την αιώνια κόλαση. Έλεγε ακόμη εκεί ότι οι αναμάρτητοι θα δουν τον Θεό. Εδώ πάλι λέγει ότι είναι τέλειος μοιχός, όποιος απλώς κοιτάξει με πονηρία μια γυναίκα. Και ενώ εκεί χαρακτήρισε τους ειρηνοποιούς ‘’παιδιά του Θεού’’, εδώ αντιθέτως φοβερίζει με τα εξής λόγια: «Μήποτέ σε παραδῷ ὁ ἀντίδικος τῷ κριτῇ».
Το ίδιο συμβαίνει και με εκείνους που πενθούν για τις αμαρτίες τους και καταδιώκονται για την αρετή τους, που τους μακαρίζει πρώτα και έπειτα προσπαθεί να επιτύχει το ίδιο αποτέλεσμα και τους απειλεί με αφανισμό αν δεν ακολουθήσουν αυτόν τον δρόμο· διότι λέγει ότι όσοι βαδίζουν στην ευρεία λεωφόρο, καταστρέφονται μέσα σε αυτήν. Και η εντολή «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. Οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ(:Μην απατάτε τον εαυτό σας με την ιδέα ότι είναι δυνατόν να θησαυρίζει κανείς και στη γη και ταυτόχρονα να είναι προσκολλημένος και στον Θεό. Κανείς δεν μπορεί να είναι συγχρόνως δούλος σε δύο κυρίους· διότι ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε συγχρόνως δούλοι και του Θεού και του μαμωνά, δηλαδή του πλούτου. Ή θα μισήσετε τον πλούτο για να αγαπήσετε τον Θεό, ή θα προσκολληθείτε στον πλούτο και θα περιφρονήσετε τότε τον Θεό)»[Ματθ.6,24], νομίζω ότι ισοδυναμεί με την εντολή «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες(:Μακάριοι είναι οι ευσπλαχνικοί και επιεικείς, που συμπονούν τους συνανθρώπους τους στη δυστυχία τους, διότι αυτοί θα ελεηθούν από τον Θεό την ημέρα της κρίσεως)»[Ματθ.5,7] και «Οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην(:Μακάριοι είναι εκείνοι που με σφοδρό εσωτερικό πόθο σαν πεινασμένοι και διψασμένοι επιθυμούν τη δικαιοσύνη και την τελειότητα, διότι αυτοί θα χορτάσουν, καθώς θα ικανοποιηθούν πλήρως οι πόθοι τους)»[Ματθ. 5,6].
Επειδή, ωστόσο, πρόκειται να μιλήσει καθαρότερα, όπως είπα και παραπάνω, και όχι μόνο καθαρότερα, αλλά να προσθέσει και άλλα ακόμη (διότι π.χ. δεν ζητεί απλώς να είμαστε ελεήμονες, αλλά αξιώνει να προσφέρουμε ακόμη και τα ενδύματά μας, ούτε να είμαστε απλώς ήρεμοι, αλλά να στρέφουμε και το άλλο μάγουλο σε όποιον θέλει να μας κτυπήσει), φροντίζει να απαλείψει εκ των προτέρων τη γνώμη ότι καταπολεμεί τον μωσαϊκό νόμο. Για τον λόγο αυτόν, όπως είπα και παραπάνω, δεν το λέγει μία φορά, αλλά και δεύτερη. Αφού είπε δηλαδή: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον(:Μη νομίσετε ότι ήλθα να καταργήσω και να ακυρώσω τον ηθικό νόμο του Μωυσή ή την ηθική διδασκαλία των προφητών)», πρόσθεσε: «ἀλλὰ πληρῶσαι(:δεν ήλθα να τα καταργήσω αυτά, αλλά να τα συμπληρώσω και να σας τα παραδώσω τέλεια)»[Ματθ.5,17].
«Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται(:Διότι αληθινά σας λέω και με κάθε επισημότητα σας διαβεβαιώνω ότι όσο παραμένει και δεν καταστρέφεται ο ουρανός και η γη, ούτε ένα γιώτα ή ένα κόμμα, ούτε δηλαδή η πιο μικρή από τις εντολές δεν θα παραπέσει από τον Νόμο και δεν θα χάσει το κύρος της, μέχρι να επαληθευτούν και να εκπληρωθούν όλα όσα διατάζει ο Νόμος˙ και θα εκπληρωθούν με τα γεγονότα της ζωής μου όσα λέχθηκαν προφητικώς, αλλά και με τη ζωή των γνήσιων μαθητών μου, οι οποίοι θα τηρούν αυτά με ακρίβεια)»[Ματθ.5,18].
Εκείνο που εννοεί είναι το εξής: «Είναι αδύνατον να μείνουν ανεκτέλεστα αυτά, αλλά θα εφαρμοστούν και οι μικρότερες λεπτομέρειες του νόμου». Τούτο ακριβώς εφάρμοσε ο Ίδιος, αφού μάλιστα τον συμπλήρωσε με κάθε λεπτομέρεια. Εδώ μάλιστα μας γνωστοποιεί εμμέσως και ότι θα αλλάξει μορφή ο κόσμος όλος. Και δεν το αναφέρει αυτό άνευ λόγου, αλλά για να παρακινήσει τον ακροατή και να του αποδείξει ότι ορθώς εισηγείται νέο τρόπο ζωής, αφού βεβαίως πρόκειται να μεταβληθεί προς το καλύτερο όλη η κτίση και να προσκληθεί το ανθρώπινο γένος σε άλλη πατρίδα και να προετοιμαστεί για ηθικότερη ζωή.
«Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν(:Αφού λοιπόν οι εντολές έχουν κύρος και ισχύ ακατάλυτη, οποιοσδήποτε παραβεί μία κι από εκείνες ακόμη τις εντολές μου που φαίνονται πολύ μικρές και διδάξει έτσι τους ανθρώπους, να τις θεωρούν δηλαδή μικρές κι ασήμαντες, θα κηρυχθεί ελάχιστος και τελευταίος στη βασιλεία των ουρανών)»[Ματθ.5,19].
Αφού δηλαδή, απάλλαξε τον εαυτό Του από την υποψία ως προς τον μωσαϊκό νόμο και αποστόμωσε εκείνους που ήθελαν να έχουν διαφορετική γνώμη, τότε πλέον εκφοβίζει και καθορίζει μεγάλη απειλή για την τήρηση της μελλοντικής νομοθεσίας. Ότι βέβαια δεν το είπε αυτό για τους νόμους της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά υπέρ εκείνων, τους οποίους ο Ίδιος σκόπευε να νομοθετήσει, άκουσε τα ακόλουθα: «Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι ἐὰν μὴ περισσεύσῃ ἡ δικαιοσύνη ὑμῶν πλεῖον τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν(:Διότι σας λέω ότι εάν η αρετή σας δεν υπερτερήσει και δεν ξεπεράσει κατά πολύ την εξωτερική αρετή των γραμματέων και Φαρισαίων, δεν θα εισέλθετε στη βασιλεία των ουρανών)»[Ματθ.5,20]. Εάν όμως διετύπωνε τις απειλές για τους παλαιούς νόμους, τότε γιατί έλεγε «εάν δεν περισσεύσει»; Διότι εκείνοι οι οποίοι έκαναν τα ίδια με τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, δεν ήταν δυνατόν να είναι ανώτεροι αυτών, όσον αφορά την αρετή. Αλλά ποιο ήταν το περισσό; Το να μην οργίζονται, το να μην κοιτάζουν γυναίκα με ακόλαστο βλέμμα.
Για ποιο λόγο, όμως, ονόμασε αυτές τις εντολές «ελάχιστες», μολονότι είναι τόσο σπουδαίες και υψηλές; Επειδή επρόκειτο να εισαγάγει τη νομοθεσία ο Ίδιος. Όπως ακριβώς, δηλαδή, ταπείνωσε τον εαυτό Του και σε πολλές περιπτώσεις μίλησε με μετριοφροσύνη για το άτομό Του, κατά τον ίδιο τρόπο ομιλεί και για τη νομοθεσία Του, διδάσκοντάς μας και με αυτό να είμαστε πάντοτε μετριόφρονες. Εξάλλου, επειδή υπήρχε και κάποια υποψία ότι καινοτομεί, χρησιμοποιεί χαμηλό ύφος στον λόγο Του.
Όταν όμως ακούσεις ότι κάποιος θα ονομαστεί «ελάχιστος» στη βασιλεία των ουρανών να μη σκέπτεσαι τίποτε άλλο, παρά γέενα και κόλαση· διότι «Βασιλεία» συνηθίζει να ονομάζει όχι μόνο την απόλαυση των αγαθών, αλλά και τον καιρό της αναστάσεως και τη φοβερή εκείνη παρουσία Του· επειδή πώς θα ήταν λογικό, εκείνος μεν, που είπε τον αδελφό του μωρό και παραβίασε την εντολή, να καταδικαστεί στη γέενα
[Ματθ.5,22: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ῥακά, ἔνοχος ἔσται τῷ συνεδρίῳ· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ μωρέ, ἔνοχος ἔσται εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός(:Εγώ όμως σας λέγω ότι καθένας που οργίζεται αδίκως και χωρίς σοβαρό πνευματικό λόγο εναντίον του αδελφού του, έχει την ίδια ενοχή, όπως εκείνος που δικάζεται για φόνο στο επταμελές συνέδριο. Εκείνος επίσης που θα υβρίσει τον αδελφό του και θα του πει με περιφρόνηση “ανόητε, τιποτένιε”, είναι ένοχος εγκλήματος βαρύτερου, από εκείνα που δικάζει το μεγάλο συνέδριο, το ανώτατο δηλαδή δικαστήριο των Εβραίων. Και εκείνος που θα πει με μίσος στον αδελφό του: “Άμυαλε, τρελέ”, είναι βαρύτατα ένοχος και άξιος να τιμωρηθεί με την στον Άδη γέενα του πυρός)»], ενώ εκείνος που παραβίασε όλες τις εντολές και παρέσυρε και άλλους στην παρανομία αυτή, να βρίσκεται στη Βασιλεία;
Δεν εννοεί αυτό, λοιπόν, αλλά ότι κατά τον καιρό εκείνο της κρίσεως θα είναι ελάχιστος, δηλαδή παραπεταμένος, τελευταίος. Και ο τελευταίος οπωσδήποτε, τότε θα ριφθεί στη γέενα· διότι επειδή ήταν Θεός γνώριζε εκ των προτέρων τη ραθυμία των πολλών και ότι μερικοί θα νόμιζαν ότι οι λόγοι Του ήταν υπερβολικοί και συλλογιζόμενοι τους νόμους θα έλεγαν: «Εάν λοιπόν αποκαλέσει κάποιος τον συνάνθρωπό του ‘’ανόητο’’, τιμωρείται; Εάν πάλι κανείς κοιτάξει μόνο μία γυναίκα, γίνεται μοιχός;». Για τον λόγο αυτόν λοιπόν, καταργώντας εκ των προτέρων την αδιαφορία αυτήν, διετύπωσε μεγάλη απειλή και για τους δύο, δηλαδή, και για τους παραβάτες των εντολών Του και για όσους παρασύρουν και άλλους στην παράβαση αυτήν. Συνεπώς, αφού γνωρίζουμε την απειλή, ούτε οι ίδιοι να παραβαίνουμε τις εντολές του Κυρίου, ούτε να παρωθούμε προς την αδιαφορία εκείνους, που επιθυμούν να τις εφαρμόζουν.
«Ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν(:Εκείνος όμως που θα εφαρμόσει όλες ανεξαιρέτως τις εντολές και θα διδάξει και τους άλλους να τις τηρούν, αυτός θα ανακηρυχτεί μεγάλος στη Βασιλεία των Ουρανών. Και αυτές λοιπόν τις εντολές που οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι παραμερίζουν με τις ανθρώπινες παραδόσεις τους, πρέπει να τις προσέχετε και να τις εφαρμόζετε)»[Ματθ.5,19].
Δεν είναι επομένως αρκετό να είμαστε χρήσιμοι στους εαυτούς μας μόνο, αλλά πρέπει να ωφελούμε και τους άλλους· διότι ο μισθός εκείνου που αρκείται στην προσωπική του αρετή, δεν είναι ίσος προς τον μισθό εκείνου που εκτός της δικής του αρετής καθιστά και άλλον ενάρετο. Όπως ακριβώς, δηλαδή, η διδασκαλία, που δεν ακολουθείται από την εφαρμογή των όσων λέγονται, καταδικάζει τον διδάσκαλο[βλ. Ρωμ.2,21: «Ὁ οὖν διδάσκων ἕτερον σεαυτὸν οὐ διδάσκεις;(:Εσύ λοιπόν που διδάσκεις τον άλλο, δεν διδάσκεις καλύτερα τον εαυτό σου; Εσύ που κηρύττεις στους άλλους να μην κλέβουν, κλέβεις;)»], έτσι και η εφαρμογή των εντολών, χωρίς την καθοδήγηση και άλλων προς την αρετή, ελαττώνει την αμοιβή. Πρέπει λοιπόν και στα δύο να είναι κανείς τέλειος και αφού κατά πρώτον εκπληρώσει ο ίδιος τις εντολές, τότε να προχωρήσει στη φροντίδα των άλλων· διότι για τον λόγο αυτό και ο Ιησούς έθεσε την εφαρμογή των εντολών από εμάς τους ίδιους πρώτα πριν από τη διδασκαλία τους στους άλλους από εμάς, για να δείξει ότι έτσι προπάντων θα μπορέσει να φέρει σε πέρας το διδακτικό έργο και κατ΄ουδένα τρόπο διαφορετικά.
Διότι θα ακούσει: «Πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ Καπερναούμ, ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου(:Οπωσδήποτε θα μου πείτε την παροιμία αυτή: ‘’Γιατρέ, θεράπευσε τον εαυτό σου. Υπόσχεσαι να μας θεραπεύσεις από τις αθλιότητές μας. Θεράπευσε την ασημότητά σου και στήριξε τη θέση και το κύρος σου πρώτα στην πατρίδα σου. Κάνε κι εδώ όσα θαύματα ακούσαμε ότι έκανες στην Καπερναούμ’’)» [Λουκ. 4,23]. Πραγματικά, όποιος δεν μπορέσει να διδάξει τον εαυτό του και επιχειρεί να διορθώσει τους άλλους, αυτός θα έχει πολλούς που θα τον διακωμωδήσουν. Μάλλον, όμως, ούτε να διδάξει θα κατορθώσει ο άνθρωπος, επειδή θα του αντιστρατεύονται τα έργα του. Εάν όμως είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος και από τις δύο απόψεις[δηλαδή και εφαρμόζει τις εντολές και τις διδάσκει και σε άλλους], «οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν».
«Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι ἐὰν μὴ περισσεύσῃ ἡ δικαιοσύνη ὑμῶν πλεῖον τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν(:Διότι σας λέω ότι εάν η αρετή σας δεν υπερτερήσει και δεν ξεπεράσει κατά πολύ την εξωτερική αρετή των γραμματέων και Φαρισαίων, δεν θα εισέλθετε στη βασιλεία των ουρανών)» [Ματθ.5,20],στην προκειμένη περίπτωση «δικαιοσύνη» ονομάζει την αρετή εν γένει, όπως έλεγε και όταν έκανε λόγο για τον Ιώβ: «Ἄνθρωπος τις ἦν ἐν χώρᾳ τῇ Αὐσίτιδι, ᾧ ὄνομα Ἰώβ, καὶ ἦν ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ἀληθινός, ἄμεμπτος, δίκαιος, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπὸ παντὸς πονηροῦ πράγματος(:Στην Αυσίτιδα χώρα ζούσε ένας άνθρωπος ο οποίος ονομαζόταν Ιώβ. Ήταν ευθύς και έντιμος, άμεμπτος, δίκαιος απέναντι όλων, ευσεβής προς τον Θεό, απέφευγε κάθε πονηρό πράγμα, κάθε αμαρτωλή πράξη)»[Ιώβ, 1,1].
Σύμφωνα με αυτήν τη σημασία της λέξεως, ονόμασε και ο Παύλος «δίκαιο» εκείνον, για τον οποίο έλεγε ότι δεν ισχύει ο νόμος: «Εἰδὼς τοῦτο, ὅτι δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται, ἀνόμοις δὲ καὶ ἀνυποτάκτοις, ἀσεβέσι καὶ ἁμαρτωλοῖς, ἀνοσίοις καὶ βεβήλοις, πατρολῴαις καὶ μητρολῴαις, ἀνδροφόνοις(:Ας γνωρίζει λοιπόν αυτό όποιος χρησιμοποιεί τον μωσαϊκό νόμο, ότι δηλαδή ο νόμος δεν ορίστηκε ούτε είναι αναγκαίος για τον δίκαιο· διότι αυτός έχει οδηγό του τον έμφυτο ηθικό νόμο, που φυσικά είναι γραμμένος στην καρδιά του. Ο νόμος ορίστηκε για τους άνομους και τους ανυπότακτους, για τους ασεβείς και αμαρτωλούς, για εκείνους που δεν έχουν ιερό και όσιο και βεβηλώνουν τα πάντα, για όσους κακοποιούν και σκοτώνουν τον πατέρα τους και τη μητέρα τους, για τους φονιάδες)»[Α΄Τιμ.1,9], λέγει. Και σε πολλές άλλες περιπτώσεις θα συναντήσει κανείς τη λέξη «δικαιοσύνη» να χρησιμοποιείται προς δήλωση της καθόλου αρετής.
Εσύ όμως πρόσεξε την πρόοδο της χάριτος, όταν τους νεοφώτιστους μαθητές Του, θέλει να είναι ανώτεροι από τους διδασκάλους της Παλαιάς Διαθήκης· διότι εδώ τους Γραμματείς και Φαρισαίους δεν ανέφερε απλώς ως παρανόμους, αλλά με την έννοια των εναρέτων, καθόσον, εάν δεν ήσαν ενάρετοι, δεν θα έλεγε ότι έχουν δικαιοσύνη, ούτε θα συνέκρινε την ανύπαρκτη δικαιοσύνη προς την υπάρχουσα.
Πρόσεξε ακόμη εδώ με ποιο τρόπο συνιστά την Παλαιά Διαθήκη, αφού συγκρίνει αυτήν προς την Καινή, πράγμα το οποίο αποδεικνύει ότι αυτή είναι ομόφυλος και συγγενής προς εκείνη, διότι και το ανώτερο και το κατώτερο είναι του ίδιου γένους. Δεν διαβάλλει, λοιπόν, την Παλαιά Διαθήκη, αλλά επιθυμεί να επιταθεί αυτή. Εάν όμως ήταν πονηρή, δεν θα ζητούσε το ανώτερο από αυτήν, ούτε θα τη διόρθωνε, αλλά θα την απέρριπτε τελείως. «Και γιατί, αφού είναι τέτοια», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «δεν έχει τη δύναμη να εισάγει τους ανθρώπους που την εφαρμόζουν στη Βασιλεία των ουρανών;». Τώρα δεν εισάγει ασφαλώς όλους εκείνους που έζησαν σύμφωνα με αυτήν.
Πραγματικά, λέγει ότι «Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσι καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν(: Σας διαβεβαιώνω λοιπόν ότι πολλοί σαν τον εκατόνταρχο θα έλθουν από ανατολή και δύση, απ’ όλα τα μέρη του κόσμου, και θα καθίσουν μαζί με τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ στο ευφρόσυνο δείπνο της βασιλείας των ουρανών)»[Ματθ.8,11]. Και ο φτωχός Λάζαρος, που απολαμβάνει τα μεγάλα έπαθλα, φαίνεται να διατρέφεται στους κόλπους του Αβραάμ «καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν (:και εκτός απ’ όλα αυτά υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σας μεγάλο χάσμα, ώστε πολλοί που θέλουν να διαβούν από εδώ σε σας να μην μπορούν, αλλά ούτε κι όσοι είναι από εκεί να μπορούν να περάσουν απέναντι σε μας)»[βλ. Λουκά 16,26]. Και όλοι εκείνοι οι οποίοι διακρίθηκαν υπερβολικά στην Παλαιά Διαθήκη έλαμψαν όλοι τους με την εφαρμογή της. Όμως και ο Χριστός εάν η Παλαιά Διαθήκη ήταν κακή και ξένη προς Αυτόν, δεν θα την εφάρμοζε στο σύνολό της, όταν ήλθε. Εάν όμως το έκανε αυτό μόνο για να προσελκύσει τους Ιουδαίους και όχι για να δείξει ότι η Παλαιά Διαθήκη είναι συγγενής και σύμφωνη προς την Καινή, τότε για ποιον λόγο δεν τηρούσε και τους νόμους και τις συνήθειες των ειδωλολατρών, για να προσελκύσει και τους ειδωλολάτρες;
Συνεπώς, είναι φανερό από πάσης απόψεως ότι όχι επειδή είναι πονηρά η Παλαιά Διαθήκη δεν εισάγει στη βασιλεία των ουρανών όσους την τηρούν, αλλά επειδή είναι καιρός για υψηλότερες εντολές. Το γεγονός επίσης ότι είναι πιο ατελής από την Καινή, δεν αποδεικνύει ούτε αυτό ότι είναι πονηρή, επειδή σύμφωνα με τη σκέψη αυτήν, θα πάθει το ίδιο ακριβώς και η Καινή· διότι πραγματικά η γνώση την οποία προσφέρει αυτή,όταν συγκριθεί προς τη μελλοντική, αποδεικνύεται μερική και ατελής και θα καταργηθεί, όταν έλθει εκείνη[βλ. Α΄Κορ. 13,10: «Ὃταν δὲ ἔλθῃ τὸ τέλειον, τότε τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται(:Όταν όμως στην άλλη ζωή έλθει το τέλειο και μας δοθεί η τέλεια γνώση, τότε το μερικό και ατελές θα καταργηθεί)»], πράγμα το οποίο έπαθε ακριβώς και η Παλαιά από την Καινή Διαθήκη. Αλλά όμως εξαιτίας αυτού δεν κατηγορούμε αυτήν, μολονότι και αυτή παραθεωρείται, όταν επιτύχουμε τη βασιλεία· «διότι τότε το μερικό θα καταργηθεί», λέγει. Αλλά υποστηρίζουμε ότι είναι μεγάλη.
Αφού λοιπόν τα έπαθλα είναι μεγαλύτερα και πλουσιότερη η δύναμη, την οποία δίνει ο Πατήρ, κατά φυσική ακολουθία απαιτεί και μεγαλύτερους αγώνες. Πραγματικά δεν υπόσχεται πλέον γη ρέουσα γάλα και μέλι, ούτε γήρας ζωηρό, ούτε πολλά τέκνα, ούτε σίτο και οίνο, και κοπάδια και αγέλες, αλλά προσφέρει τον ουρανό και τα αγαθά του ουρανού, την υιοθεσία, την αδελφότητα προς τον Μονογενή Υιό, τη συμμετοχή στην κληρονομία και το δικαίωμα να συνδοξαστούμε και να συμβασιλεύσουμε και τα αναρίθμητα εκείνα βραβεία.
Σχετικά επίσης με το ότι λάβαμε μεγαλύτερη βοήθεια εκ μέρους του Θεού, άκουσε τον Παύλο τι λέγει: «Οὐδὲν ἄρα νῦν κατάκριμα τοῖς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μὴ κατὰ σάρκα περιπατοῦσιν, ἀλλὰ κατὰ πνεῦμα. ὁ γὰρ νόμος τοῦ πνεύματος τῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἠλευθέρωσέ με ἀπὸ τοῦ νόμου τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου(:Ως προς το γεγονός όμως ότι πεθάναμε ως προς τον νόμο εξάγεται και άλλο συμπέρασμα: ότι δηλαδή δεν υφίσταται πλέον κανένα είδος καταδίκης γι’ αυτούς που είναι ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό και δεν πολιτεύονται σύμφωνα με τις επιθυμίες της σαρκός, αλλά σύμφωνα με τις υπαγορεύσεις του Πνεύματος· διότι η δύναμη του Αγίου Πνεύματος, που είναι ζωή και μεταδίδει ζωή σε αυτούς που είναι ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό, μαζί με όλους αυτούς ελευθέρωσε και εμένα από τον νόμο και τη δύναμη της αμαρτίας και του θανάτου)»[Ρωμ.8,1-2].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΙΕ΄ και ΙΣΤ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 9, σελίδες 489-521 και 522-545 αντίστοιχα .
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 64, σελ. 58-74 και 75-89.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου[: Τίτ. 3, 8-15]
ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ
[Aπόδοση στην απλή ελληνική και πρόσθετα σχόλια: Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης]
«Πιστὸς ὁ λόγος (:Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη)»[Τίτ.3,8].
Επειδή παραπάνω είπε ο Απόστολος για μέλλοντα πράγματα, το δε μέλλον είναι άδηλο και αόρατο, γι΄αυτό εδώ προσθέτει και το αξιόπιστο στον λόγο του και λέγει ότι αυτό που είπα είναι αξιόπιστο και βέβαιο από τα περασμένα και προηγούμενα αγαθά, που απολαύσαμε· επειδή ο Θεός που μας έδωσε τόσα αγαθά στον προηγούμενο καιρό, Αυτός θα μας δώσει και στον μέλλοντα
«Καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ (:Και γι’ αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα και με κύρος, για να φροντίζουν όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα)».
Επειδή παραπάνω ανέφερε ο Απόστολος για την υπερβολική αγαθότητα που έδειξε ο Θεός σε εμάς, επειδή μας έσωσε με τη χάρη, ενώ ήμασταν απελπισμένοι, γι΄αυτό τώρα λέγει στον Τίτο, ότι «θέλω να διδάσκεις γι’ αυτά τον λαό σου, για να μάθουν οι Χριστιανοί, όχι μόνο να είναι ταπεινόφρονες και να μην κατακρίνουν τους άλλους ως αμαρτωλούς, αλλά και να ελεούν και να ευσπλαχνίζονται τους αδελφούς τους, διότι όποιος στοχάζεται το έλεος που έκανε ο Θεός προς αυτόν, οπωσδήποτε θα ελεήσει και αυτός τον αδελφό του. Και τι θα διδάσκεις τους Χριστιανούς για να φροντίζουν, Τίτε; Δηλαδή το να έχουν ένα μόνο έργο και μία φροντίδα ακατάπαυστη, να βοηθούν τους αδικουμένους, να προνοούν και να προστατεύουν(διότι αυτό δηλώνει το «προΐστασθαι καλῶν ἔργων») τις χήρες και τα ορφανά και να μην περιμένουν να έρχονται προς αυτούς όσοι έχουν ανάγκη και να τους παρακαλούν, αλλά αυτοί μόνοι από μόνοι τους να μεριμνούν και να φροντίζουν γι’αυτούς»1.
«Tαῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις (:Αυτά είναι τα καλά έργα και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους· αυτά για τα οποία σας μίλησα)».
«Αυτά είναι», λέγει, «Τίτε, τα καλά και ωφέλιμα πράγματα στους ανθρώπους, δηλαδή, αυτή η φροντίδα και η προστασία των καλών έργων, ή αυτά τα ίδια καλά έργα».
«Μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιαι (:Απόφευγε τις ανόητες συζητήσεις και τις γενεαλογίες για τους μυθικούς θεούς ή τους ευγενείς προγόνους, όπως και τις φιλονικίες και διαμάχες για τον ιουδαϊκό νόμο, διότι δεν φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες)»[Τίτ.3,9].
«Μωράς ζητήσεις» λέγει ο Παύλος τις ανωφελείς και μάταιες, όπως μόνος το ερμηνεύει, αυτές δηλαδή, που οι άπιστοι Ιουδαίοι προβάλλουν στους Χριστιανούς· «γενεαλογίες» ονομάζει εκείνες που απαριθμούν οι ίδιοι Ιουδαίοι, γενεαλογούντες τους παλαιούς Πατριάρχες και τους προγόνους τους και καυχώμενοι σε αυτούς, ότι τάχα είναι απόγονοι αυτών· διότι ποιο όφελος έχει ένας που αμαρτάνει με το να έχει πατέρα και πρόγονό του τον Αβραάμ; Μάλλον όμως και βλάβη και καταδίκη μεγαλύτερη του συμβαίνει, διότι από τον δίκαιο Αβραάμ καταγόμενος, δεν πράττει τα έργα του Αβραάμ 2.
«Περιΐστασο» λοιπόν, λέγει, «ταύτας», δηλαδή «να τις αποφεύγεις, επειδή δεν πρέπει να αφήνεις τα αναγκαία και πνευματικά έργα, τα οποία είναι χρήσιμα για τη δική σου ωφέλεια και την ωφέλεια των Χριστιανών και να ξοδεύεις τον καιρό σου σε ματαιολογίες και φιλονικίες ακερδείς· διότι ποιο κέρδος υπάρχει», λέγει, «με το να μάχεσαι και να φιλονικείς, Τίτε, εκεί που δεν μπορείς να φέρεις κάποιον στην πίστη του Χριστού και να τον σώσεις; Βέβαια, κανένα». Αλλά πιθανόν να απορήσει κανείς: Πώς παραπάνω διέταξε τον Τίτο ο Παύλος, να αποστομώνει εκείνους που αντιλέγουν;[Τίτ.1,11: «Οὓς δεῖ ἐπιστομίζειν, οἵτινες ὅλους οἴκους ἀνατρέπουσι διδάσκοντες ἃ μὴ δεῖ αἰσχροῦ κέρδους χάριν(:Αυτούς πρέπει ο επίσκοπος να τους αποστομώνει. Είναι άνθρωποι που αναστατώνουν και αναποδογυρίζουν ολόκληρα σπίτια, διδάσκοντας πράγματα που δεν πρέπει, μόνο και μόνο για να κερδίσουν χρήματα με αθέμιτο τρόπο)»]. Και απαντούμε, ότι όταν μερικοί αντιλέγουν για βλάβη άλλων αδελφών, τότε πρέπει να τους αποστομώσουμε, για να μη ζημιωθούν από αυτό οι αδελφοί μας· για την ωφέλεια όμως των αντιλεγόντων δεν πρέπει τελείως ούτε να προσπαθήσουμε να μιλήσουμε με αυτούς, επειδή αυτοί δεν θα ωφεληθούν από τα λόγια μας, όντας αδιόρθωτοι και αγιάτρευτοι.
«Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν3 καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος(:Αιρετικό άνθρωπο που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μολονότι τον συμβούλευσες για πρώτη και δεύτερη φορά, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. Γνώριζε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος έχει διαστραφεί και αμαρτάνει· και για την αμαρτία του αυτήν ελέγχεται και κατακρίνεται από τη συνείδησή του και από τον ίδιο του τον εαυτό )»[Τίτ.3,10-11].
Γιατί εδώ λέγει ο Παύλος, να αφήνουμε μετά από πρώτη και δεύτερη φορά τον αιρετικό άνθρωπο και να μην του ομιλούμε πλέον, προς τον Τιμόθεο όμως λέγει να παιδεύει με πραότητα τους εναντίους, μήπως τους δώσει ο Θεός μετάνοια; Διότι λέγει τα εξής: «Ἐν πρᾳότητι παιδεύοντα τοὺς ἀντιδιατιθεμένους, μήποτε δῷ αὐτοῖς ὁ Θεὸς μετάνοιαν εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας καὶ ἀνανήψωσιν ἐκ τῆς τοῦ διαβόλου παγίδος, ἐζωγρημένοι ὑπ᾿ αὐτοῦ εἰς τὸ ἐκείνου θέλημα(:Πρέπει ο δούλος του Κυρίου να παιδαγωγεί και να συνετίζει με πραότητα εκείνους που έχουν αντίθετα φρονήματα. Ποιος ξέρει μήπως καμιά φορά τους δώσει ο Θεός μετάνοια, και οδηγηθούν στην πλήρη και ορθή γνώση της αλήθειας και συνέλθουν από τη μέθη στην οποία έχουν βυθιστεί από το πνεύμα της πλάνης, στην οποία τους έπιασε ο διάβολος, και τους συλλάβει τώρα ως αιχμαλώτους ο δούλος του Θεού, έτσι ώστε να φροντίζουν να εφαρμόζουν το θέλημα Εκείνου)»[Β΄Τιμ.2,25]· και απαντούμε, ότι εκεί μεν λέγει ο Απόστολος για εκείνους, που δείχνουν ελπίδα διορθώσεως, ενώ εδώ λέγει για τον αδιόρθωτο και αγιάτρευτο αιρετικό, που είναι ξεστραμμένος σε όλα και αυτοκατάκριτος, δηλαδή αναπολόγητος, επειδή δεν μπορεί να πει ότι δεν με νουθέτησε κανείς, ούτε κανένας με δίδαξε να μάθω την αλήθεια, διότι μολονότι νουθετήθηκε και διδάχθηκε και μία και δύο φορές, έμεινε στην πλάνη του. Όταν λοιπόν αυτός μετά από μία και δεύτερη νουθεσία και διδαχή επιμένει στην πλάνη του, τότε είναι αυτοκατάκριτος και αναπολόγητος και γι΄αυτό πρέπει να τον αποφεύγουν οι Χριστιανοί4.
«῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι (:Όταν σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, φρόντισε γρήγορα να έλθεις στη Νικόπολη, διότι εκεί αποφάσισα να περάσω τον χειμώνα)»[Τίτ.3,12].
Για ποιον λόγο ο Παύλος, αφού εμπιστεύτηκε τόση μεγάλη νήσο της Κρήτης στον Τίτο και, αφού του εμπιστεύθηκε τόσο πολυάριθμο πλήθος Χριστιανών, δεν τον αφήνει να επιμένει στην ποιμαντική του επιστασία, αλλά πάλι τον παίρνει κοντά του; Και απαντούμε, ότι αυτό το κάνει ο Απόστολος για να ωφελήσει τον Τίτο περισσότερο και για να τον δείξει τέλειο στο επάγγελμα και στο έργο της Επισκοπής· επειδή ήθελε να τον εξετάσει, αν οικονόμησε καλώς και φύλαξε εκείνα, που αυτός του εμπιστεύτηκε και παρέδωσε. Η δε Νικόπολις είναι πόλις της Θράκης, αλλά πλησιάζει στη Μακεδονία, ευρισκόμενη επάνω στον Ίστρο ποταμό, κατά τον Θεοδώρητο και Θεοφύλακτο5.
«Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ(:Τον Ζηνά τον νομοδιδάσκαλο και τον Απολλώ κατευόδωσέ τους, ετοιμάζοντας με επιμέλεια ό,τι τους χρειαστεί, για να μην τους λείπει τίποτε στο ταξίδι τους)»[Τίτ.3,13].
Ο Ζηνάς αυτός ήταν νομικός, δηλαδή έμπειρος των ιουδαϊκών νόμων· ο δε Απολλώ ήταν λογιότερος από τον Ζηνά και με δύναμη στις θείες Γραφές, όπως μαρτυρούν οι Πράξεις[κεφ.18]6· οι Απόστολοι όμως αυτοί ακόμη δεν είχαν εμπιστευτεί Εκκλησίες· το δε «ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ» δηλώνει: αντί του «κάνε τους να έχουν κάθε αυτάρκεια των αναγκαίων», φαγητών δηλαδή, και ενδυμάτων, ώστε να μη στερούνται κανένα από αυτά.
«Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι(:Με την ευκαιρία μάλιστα της προετοιμασίας αυτής παίρνουν μάθημα και οι δικοί μας να πρωτοστατούν και να εργάζονται καλά έργα και να συντρέχουν τους αδελφούς στις απαραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μη στερούνται από πνευματικούς καρπούς)»[Τίτ.3,14].
Με τα λόγια αυτά είναι σαν να λέγει ο θεσπέσιος Παύλος προς τον Τίτο: «Μπορούσα και με άλλον τρόπο να κάνω ανενδεείς τον Ζηνά και τον Απολλώ, αλλά δεν θέλω· γιατί; «Ἳνα καὶ οἱ ἡμέτεροι», δηλαδή, για να μπορέσουν οι επαρχιώτες σου και δικοί μου μαθητές, Χριστιανοί Κρητικοί, από τα εφόδια και αναγκαία που θα δώσουν σε αυτούς, να μάθουν να προΐστανται καλών έργων δηλαδή να μεριμνούν γι’ αυτούς τους αδελφούς, που έχουν ανάγκη και με το δόσιμο των χρημάτων και με λόγια και με κάθε άλλο τρόπο, όχι τόσο για να κερδίσουν οι πτωχοί και όσοι έχουν ανάγκη αδελφοί, αλλά μάλλον για να αποκτήσουν αυτοί που δίνουν καρπό και ωφέλεια στην ψυχή τους από τη φιλανθρωπία και το έλεος, που θα δείξουν στους πτωχούς· διότι και ο Κύριος, που έθρεψε μία φορά πέντε χιλιάδες άντρες, μπορούσε να τρέφει πάντοτε και τον εαυτό Του και τους μαθητές Του· αλλά όμως θέλησε να τρέφεται και Αυτός και οι μαθητές Του(αφού βαπτίστηκε δηλαδή, και όχι προ του βαπτίσματος) από γυναίκες7, γιατί; Για να κερδίσουν εκείνες τον της ελεημοσύνης μισθό· έτσι και τώρα κάνει σε εμάς· και δεν ωφελεί τόσο ο Θεός τους πτωχούς, με τη δική μας δόση και ελεημοσύνη, όσο ωφελεί εμάς τους ίδιους, που ελεούμε διαμέσου των ελεουμένων πτωχών· επειδή και οι πτωχοί γίνονται αίτιοι σε εμάς να λάβουμε τη συγχώρηση των αμαρτιών μας και να αποκτήσουμε την προς τον Θεό παρρησία· γι΄αυτό και ο Κύριος είπε: «Ποιήσατε ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας, ἵνα, ὅταν ἐκλίπητε, δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς(:Κάντε λοιπόν κι εσείς φίλους απ’ τον άδικο πλούτο ευεργετώντας με φιλανθρωπίες τους συνανθρώπους σας, ώστε όταν πεθάνετε, να σας υποδεχθούν οι φίλοι σας αυτοί στις αιώνιες σκηνές του παραδείσου)»[Λουκ.16,9].
«᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. (:Σε χαιρετούν εγκάρδια όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε όσους μας αγαπούν, επειδή έχουν κοινή πίστη με μας)» [Τίτ.3,15].
«Σε χαιρετούν», λέγει, «όσοι ευρίσκονται μαζί με εμένα· χαιρέτισε και εσύ από μέρους μου εκείνους που μας αγαπούν εν πίστει, δηλαδή πιστά και άδολα και καθαρά· χαιρέτισε εκ μέρους μου τους πιστούς Χριστιανούς που μας αγαπούν».
«῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν (:Σας εύχομαι η χάρις του Θεού να είναι με όλους εσάς. Αμήν)»[Τίτ.3,15].8
Με αυτά τα τελευταία λόγια εύχεται ο Παύλος να φυλάγεται στον Τίτο και στους επαρχιώτες του Χριστιανούς σώα και ολόκληρη η χάρις και δωρεά του Θεού· ή εύχεται να είναι μαζί τους πάντοτε η φιλανθρωπία του Θεού, διαφυλάσσοντάς τους με τη θεία χάρη, η οποία θεία χάρις εύχομαι να είναι ιδιαίτερα και με εμάς που την έχουμε ιδιαίτερα ανάγκη και να φυλάγει τις ψυχές και τα σώματά μας « ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι »· ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Η προς Τίτον τον πρώτο της Κρήτης Επίσκοπο επιστολή αυτή, γράφτηκε από τη Νικόπολη της Μακεδονίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ:
- Λέγει και ο Θεοδώρητος στην ερμηνεία του ρητού αυτού: «Δεν επαρκεί η πίστη, όταν είναι απογυμνωμένη από τα αγαθά έργα».
- Ο Οικουμένιος λέει ότι πιθανόν να εννοεί εδώ τις γενεαλογίες των Ελλήνων, οι οποίοι γενεαλογώντας τους θεούς τους λέγουν ότι ο Κρόνος γέννησε τον Δία και άλλος τον άλλο.
- Έτσι αναφέρεται το ρητό από τον Χρυσόστομο, Οικουμένιο, Θεοφύλακτο και στις περισσότερες εκδόσεις, αν και σε μερικά χειρόγραφα αναφέρεται με το «μετά πρώτην».
- Γι΄αυτό και ο Μέγας Βασίλειος λέγει: «Τον αιρετικό πρέπει να τον αποφεύγει κανείς»(Λόγος περί Ασκήσεως). Γι΄αυτό διαβάζουμε στην Εκκλησιαστική Ιστορία ότι οι Σαμοσατείς δεν ήθελαν να μπαίνουν στα θερμά λουτρά, διότι σε αυτά είχε πλυθεί ο Αρειανός Ευνόμιος.
Πρβ. Β΄Τιμ.2,17: «Kαὶ ὁ λόγος αὐτῶν ὡς γάγγραινα νομὴν ἕξει(:Kαι η διδασκαλία τους θα εξαπλωθεί σαν γάγγραινα)».Έτσι ο Ιερός Αυγουστίνος βεβαίωσε με το παράδειγμα τούτο της φάγουσας, που αναφέρει ο Απόστολος εδώ, ότι των αιρετικών η κακοδοξία, πάντοτε πηγαίνει στο χειρότερο και γίνεται μεγαλύτερη πληγή, όπως η φάγουσα· διότι οι Μανιχαίοι αρχίζοντας από τη μύγα έκαναν αρχή του κακού τον Θεό· ρωτά λοιπόν καθ’ υπόθεσιν, ένας Μανιχαίος: «Ποιος δημιούργησε τη μύγα;» Και απαντά ο άλλος ομόφρονάς του πως «δεν τη δημιούργησε ο Θεός αλλά ο διάβολος· επειδή η μύγα είναι ένα ζώο, που πειράζει και ενοχλεί τους ανθρώπους εκείνους, επάνω στους οποίους θα καθίσει· τέτοιο όμως πειραστικό και βλαβερό ζώο είναι και η μέλισσα, λοιπόν και αυτήν ο διάβολος την εδημιούργησε·τέτοιο είναι και η ακρίδα· οπωσδήποτε και αυτήν ο διάβολος την έκανε; Ποιος έκανε τα πουλιά; Ποιος τα πρόβατα; Ποιος τον άνθρωπο; Όλα αυτά ο διάβολος τα δημιούργησε». Τέτοια ήταν η πολύπλοκη σειρά των αιρετικών φρονημάτων των Μανιχαίων· γι΄αυτό πρέπει να αποφεύγουν οι Χριστιανοί αυτούς και όλους τους αιρετικούς σαν λοιμούς και πανούκλες, για να μην πανουκλιάσουν κι αυτοί μαζί με αυτούς και απωλεσθούν· γι΄αυτό παραγγέλλει ο Σολομώντας: «Ἒκβαλε ἐκ συνεδρίου λοιμόν(:Διώξε από κάθε συνέδριο τον χλευαστή και αυθάδη άνθρωπο)»[Παρ.22,10] και ο προφήτης Δαβίδ ο πατέρας του μακαρίζει εκείνον τον άνθρωπο, που δεν κάθισε μαζί με τους ανθρώπους – λοιμούς· «Μακάριος ἀνήρ, ὃς ἐπὶ καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν(:Μακάριος και πανευτυχής είναι ο άνθρωπος που δεν κάθισε εκεί, όπου επιμένουν αμετανοήτως να κάθονται διεφθαρμένοι και φθοροποιοί άνθρωποι και όπου θα μεταδιδόταν και σε αυτόν το ψυχοφθόρο και ολέθριο μόλυσμά τους)»[Ψαλμ.1,1]. Γι’ αυτόν και τον θεσπέσιο Πολύκαρπο όταν τον ρώτησε ο αιρετικός Μαρκίωνας, εάν γνωρίζει ποιος είναι, του απάντησε ο Άγιος ότι τον γνωρίζει πως είναι ο πρωτότοκος υιός του διαβόλου.
Και ο Μέγας Αθανάσιος γράφει στον βίο του Μεγάλου Αντωνίου, ότι ο Αντώνιος απέφευγε ως πανούκλα τους Αρειανούς και αιρετικούς· γι’αυτό και η ΣΤ΄Σύνοδος προστάζει να κατακαίγονται τα πλασθέντα και ψευδομαρτυρολόγια που έχουν δημιουργηθεί από τους αιρετικούς, στον ξγ΄ κανόνα της· και οι Απόστολοι προστάζουν να μη δημοσιεύονται τα ψευδεπίγραφα των ασεβών βιβλία, ως άγια, κανών ζ΄. Ο δε βασιλεύς Σολομώντας προστάζει τους όμοιούς του βασιλείς να απομακρύνουν τους ασεβείς και να μην τους αφήνουν να σπέρνουν τα ζιζάνια της ασέβειάς τους στους Χριστιανούς: «Λικμήτωρ ἀσεβῶν βασιλεὺς σοφός(: Ο σοφός βασιλιάς λιχνίζει και ξεχωρίζει από τους καλούς τους κακοποιούς και τους ασεβείς)»[Παρ.22,10].
Πρβ. επίσης: «Ἒλεγχε αὐτοὺς ἀποτόμως(:Γι΄αυτόν τον λόγο έλεγχέ τους απότομα)»[Τίτ.1,13]. Σημείωσε ότι κατά τον Θεοδώρητο δεν είναι αντίθετο αυτό που λέγει εδώ ο Παύλος: «Ἒλεγχε αὐτοὺς ἀποτόμως» με εκείνο που λέγει στην προς Τιμόθεο Β΄: «ἐν πρᾳότητι παιδεύοντα τοὺς ἀντιδιατιθεμένους»[Β΄Τιμ.2,25], διότι σε εκείνους μεν που ακόμη δεν πίστεψαν στον Χριστό, πρέπει κανείς να προσφέρει τη θεία διδασκαλία με πραότητα και με μαλακό τρόπο· σε εκείνους όμως που πίστεψαν και έπειτα κάνουν ενάντια της πίστεως πρέπει να τους ελέγχει κανείς και με αυστηρά ιατρικά να τους θεραπεύει.
- Η Νικόπολις είναι πόλις της Ηπείρου, όπως λέγει ο Μαρκιανός· υπάρχει και άλλη Νικόπολις της Βιθυνίας(η οποία τώρα λέγεται Μουντανία), υπάρχει και άλλη Νικόπολις της μικράς Αρμενίας. Λέγει ο Θεοδώρητος ότι έγραψε την Επιστολή αυτή ο Παύλος τον καιρό εκείνο, που ήταν στη Μακεδονία. Οπότε και αληθέστερο είναι ότι η Νικόπολις, για την οποία γράφει εδώ ο Παύλος, είναι πόλις της Θράκης. Ο Στράβων γράφει ότι η Νικόπολις της Ηπείρου Αμβρακία ονομαζόταν· την ονομάσε έτσι ο Σεβαστός, αφού καταναυμάχησε και νίκησε τον Αντώνιο και την Κλεοπάτρα, τη βασίλισσα των Αιγυπτίων(Βιβλίο Ζ΄).
- Βλ. και Α΄Κορ.3,4: «Ὃταν γὰρ λέγῃ τις, ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἕτερος δὲ ἐγὼ Ἀπολλώ, οὐχὶ σαρκικοί ἐστε;(:Όταν δηλαδή ο ένας λέει: ‘’Εγώ είμαι του Παύλου’’, ο άλλος πάλι: ‘’Εγώ είμαι του Απολλώ’’, δεν είστε άνθρωποι σαρκικοί;)».
- Λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς: «Καὶ γυναῖκές τινες αἳ ἦσαν τεθεραπευμέναι ἀπὸ νόσων καὶ μαστίγων καὶ πνευμάτων πονηρῶν καὶ ἀσθενειῶν, Μαρία ἡ καλουμένη Μαγδαληνή, ἀφ᾿ ἧς δαιμόνια ἑπτὰ ἐξεληλύθει, καὶ Ἰωάννα γυνὴ Χουζᾶ ἐπιτρόπου Ἡρῴδου, καὶ Σουσάννα καὶ ἕτεραι πολλαί, αἵτινες διηκόνουν αὐτῷ ἀπὸ τῶν ὑπαρχόντων αὐταῖς».
- Σημείωσε ότι κατά τον Θεοδώρητο το «Ἡ χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν» ήταν ασπασμός του Παύλου, τον οποίο συνήθιζε να γράφει με τα άγια του τα χέρια και είναι αντί του «Υγιαίνετε» που εμείς συνηθίζουμε να γράφουμε τώρα στο τέλος των Επιστολών.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Βενεδίκτου ιερομονάχου αγιορείτου, Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Ερμηνεία των δεκατεσσάρων επιστολών του αποστόλου Παύλου, τόμος δεύτερος, σελ. 722-726, Έκδοση συνοδίας Σπυρίδωνος ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄», Νέα Σκήτη Αγίου Όρους, 2020.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΑΓΩΝΑΣ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΦΡΟΝΗΜΑΤΟΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 19-7-1981]
[Β53]
«Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν».
Υπάρχει, αγαπητοί μου, μία τάσις εις τους ανθρώπους, ένεκα ακριβώς αυτής της πεσμένης των καταστάσεως, να αλλοιώνουν πάντοτε την αλήθειαν. Υπάρχει η τάσις να βάζουν πολλοί το υποκείμενό τους μέσα εις το αντικείμενον· με αποτέλεσμα να επέρχεται μία αλλοίωσις, μία φθορά. Φυσικά αυτό είναι αποτέλεσμα του εγωισμού του ανθρώπου, ο οποίος εγωισμός είναι ο πυρήνας της αμαρτίας που υπάρχει στον κάθε άνθρωπο, απόγονο του Αδάμ, που είναι πεσμένος. Περιττό να σας πω ότι αυτό υπάρχει και εις τον διάβολον. Ο διάβολος, ακριβώς κατεξοχήν υπερήφανος, δεν θα ήθελε ποτέ να δεχθεί την αλήθειαν του Θεού, όπως προσφέρεται, αλλά θα ήθελε να βάλει το υποκείμενό του μέσα. Και να διαστρέψει την αλήθειαν του Θεού.
Έτσι, όπως αντιλαμβάνεσθε, η ακεραιότης του λόγου του Θεού, είναι ένα σπουδαιότατον κεφάλαιον, που πρέπει ο κάθε πιστός, αν θα ήθελε πράγματι να σωθεί, να το προσέξει. Ο Κύριος, έχοντας ακριβώς υπόψη Του ότι Τον ακούουν άνθρωποι, όχι απλώς άνθρωποι πεπτωκότες, αλλά και ικανά διεστραμμένοι, όπως ήσαν οι άρχοντες του λαού, οι ιερείς, ο κλήρος, οι Φαρισαίοι, οι Γραμματείς και οι Νομικοί, αυτοί οι οποίοι ήσαν ταγοί του λαού, οι άνθρωποι αυτοί είχαν πολύ μεγάλον εγωισμόν και έτσι ήθελαν πάντοτε να διαστρέφουν τον λόγο του Θεού. Μόνο, αγαπητοί μου, μόνο αγαπητοί μου, αν λογαριάσει κανείς αυτήν την ραβινική τους παραγωγή που λέγεται Ταλμούδ και περιέχει μέσα έξι χιλιάδες εντολές, μόνο αυτό είναι αρκετό για να καταλάβετε…- εκ των οποίων οι πιο πολλές εντολές είναι μία διαστροφή, είναι μία διαστροφή της αληθείας, μπορείτε να καταλάβετε από κει πώς οι άνθρωποι αυτοί εκινούντο.
Ο Κύριος είπε ακριβώς γι’ αυτή την περίπτωση ότι όλα αυτά τα κατασκευάσματα είναι εντάλματα ανθρώπων. Καθίστανται τόσο βαριά, ώστε οι ίδιοι οι οποίοι εντέλλονται αυτά δεν μπορούν ούτε με το μικρό τους δακτυλάκι να τα σηκώσουν. Δηλαδή τίποτα, ούτε το πιο ελάχιστο απ’ αυτά δεν μπορούν να κρατήσουν. Και όμως οι άνθρωποι αυτοί απαιτούσαν αυτά τα πράγματα όλα να επιβληθούν στον λαό. Και μάλιστα περιέχει η Αγία Γραφή, η Καινή Διαθήκη μερικές τέτοιες περιπτώσεις. Ότι αν δεν έπλυναν τα χέρια τους – στο κάτω-κάτω της γραφής είναι θέμα καθαριότητος, όχι όμως και θέμα θρησκευτικόν- ότι ήταν αμαρτία, διότι με να φάγουν με άπλυτα χέρια, καθίσταντο αμαρτωλοί… Και άλλα πολλά. Έχοντας λοιπόν μπροστά Του ο Κύριος ένα πλήθος ανθρώπων, που μπορούσαν να διαστρέφουν την αλήθειαν, αλλά και να έχουν μίαν εκλεκτικότητα έναντι του λόγου του Θεού, είπε αυτόν τον λόγον τον βαρυσήμαντο: ότι «Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν».
Γιατί ονόμασε ο Κύριος «μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων»; Ποιες είναι αυτές οι εντολές; «Τούτων». Ποιες αυτές; Ποιων «τούτων»; Εκείνα τα οποία ο Κύριος διδάσκει. Και γιατί τις λέει «ἐλάχιστες»; Διότι ελάχιστες εθεωρούντο από τους ανθρώπους, κάνοντας μίαν επιλογήν. Και λέγαν: «αυτή η εντολή είναι σπουδαία», «εκείνη δεν είναι σπουδαία, στο καλάθι των αχρήστων, δεν μας ενδιαφέρει». Σημειώσατε δε ότι αυτό υπάρχει πάντοτε μέσα στην Εκκλησίαν. Οι πιστοί πάντα το κάνουν αυτό. Ρίξτε μια ματιά, να πω, τι; Στο περιβάλλον; Αγαπητοί μου, στον εαυτό μας να ρίξομε μία ματιά, βλέπομε ότι κι εμείς επιλέγομε τον λόγον του Θεού. Όταν διαβάζομε την Γραφή ή όταν ακούμε κήρυγμα, κρατούμε εκείνο το οποίον δεν είναι οδυνηρόν εις την εφαρμογήν του· το ανώδυνον. Και εγκαταλείπομε το οδυνηρόν και το βάζομε στην άκρη. Και λέμε «Ε, αυτά είναι για κάποιους άλλους». Και έτσι υποτιμούμε τον λόγον του Θεού και έχομε μίαν διάκρισιν περί σπουδαίων και περί μη σπουδαίων εντολών του Θεού. Μπροστά ακριβώς σε αυτό το φαινόμενον ο Κύριος είπε…- ειρωνεύεται, τρόπον τινά, σαν να λέγει: «Θεωρείτε ελάχιστες τις εντολές; Ε, λοιπόν, σας λέγω εάν λύσετε, δηλαδή παραβείτε, εάν δεν εφαρμόσετε, εάν υποτιμήσετε μία απ’ αυτές τις νομιζόμενες για σας ελάχιστες εντολές, ελάχιστοι θα κληθείτε στη Βασιλεία του Θεού». Δηλαδή τιποτένιοι. Δηλαδή δεν θα μπείτε στην Βασιλεία του Θεού.
Βλέπετε λοιπόν, αγαπητοί, ότι το θέμα της τηρήσεως των εντολών είναι πολύ σπουδαίο και ότι πρέπει μετ’ ακριβείας να βλέπομε τον λόγον του Θεού και να μην τον περιτέμνομε; Και να μην τον επιλέγομε; Αλλά να τον εφαρμόζομε ολόκληρον; Γιατί; Διότι δεν σώζεσαι, αδελφέ μου, εάν όλον τον νόμον τηρήσεις, εις έναν πταίσεις. Έτσι δεν μας λέγει ο αδελφόθεος Ιάκωβος; Εάν εις έναν νόμον πταίσεις, σε μίαν εντολή δεν πας καλά, τότε είσαι παραβάτης όλου του νόμου. Για να το καταλάβετε αυτό, μπορείς να είσαι ένας καλός πολίτης, αλλά εάν έναν νόμον παραβείς, μπαίνεις στη φυλακή. Μπορείς να επικαλεστείς στο δικαστήριο ότι είσαι καλός πολίτης; Δεν αμφισβητεί το δικαστήριο ότι είσαι καλός πολίτης. Αλλά βλέπει μπροστά του την παραβαινομένην εντολήν. Και σε βάζει στη φυλακή. Αυτό ακριβώς εννοεί ο λόγος του Θεού.
Αλλά το σπουδαίον δεν είναι μόνον αυτό. Το σπουδαίον, αγαπητοί μου, είναι ότι αν διαστρέψομε την αλήθειαν του Ευαγγελίου, τότε δεν έχομε την Ορθοδοξίαν. Δεν έχομε το ορθόδοξον, που προσφέρεται από τον Θεόν ατόφιο. Αυτό θα πει ορθόδοξον. Να πιστεύω τον λόγον του Θεού, όπως ακριβώς προσφέρεται ο λόγος του Θεού, χωρίς προσθαφαιρέσεις και χωρίς περιτομές. Και το ακόμα σπουδαιότερον: Εκ της Ορθοδοξίας προκύπτει η ορθοπραξία. Πρέπει δηλαδή, αν έχω ακριβή αντίληψη περί του λόγου του Θεού, να εφαρμόσω ορθά τον λόγο του Θεού. Εάν έχω διαστρέψει την αλήθειαν, και τα βιώματά μου δεν θα είναι διεστραμμένα; Οπωσδήποτε ναι. Όπως λοιπόν αντιλαμβάνεσθε, είναι μία πάρα πολύ σπουδαία υπόθεσις, που πρέπει να την προσέξομε πολύ.
Ας δούμε λοιπόν τι πρέπει να κάνομε. Πρέπει πρώτα να γνωρίσομε το περιεχόμενο της πίστεώς μας. Όπως ερμηνεύεται από την Εκκλησία και μέσα εις την Εκκλησία. Μην ξεχνάμε ότι οι αιρέσεις γεννήθηκαν με την προσπάθεια να ερμηνευθεί ο λόγος του Θεού κατά το δοκούν. Όπως κανείς νόμιζε, όπως κανείς ήθελε. Η Εκκλησία ερμηνεύει το Ευαγγέλιον και είναι η ταμιούχος της ορθής ερμηνείας. Όταν προέκυψαν οι αιρέσεις, όπως σήμερα η Εκκλησία μας γιορτάζει την μνήμη των 630 θεοφόρων Πατέρων της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, η οποία συνήλθε στην Χαλκηδόνα, για να στερεώσει το δόγμα των δύο φύσεων του Χριστού, κατ΄ουσίαν λοιπόν να χτυπήσει τον Μονοφυσιτισμόν, ότι ο Ιησούς είναι τέλειος Θεός, είναι και τέλειος άνθρωπος, διότι στο θέμα του Αρείου χτυπήθηκε η θεότητα του Χριστού από τον Αρειανισμόν και η Α΄Οικουμενική Σύνοδος ετόνισε την τελειότητα της θείας φύσεως του Ιησού, η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος -χριστολογική η Α΄, χριστολογική και η Δ΄- έρχεται να στερεώσει την τελείαν ανθρωπίνην φύσιν του Χριστού. Δηλαδή το ακριβώς αντίθετο από εκείνο το οποίον έλεγε ο Άρειος, το λέγουν τώρα καινούριοι αιρετικοί· όπως ο Ευτυχής, ο Διόσκουρος κ.λπ.
Όπως λοιπόν αντιλαμβάνεσθε, αυτά όλα ήταν κατατεθειμένα στην Εκκλησία. Πολλοί νομίζουν ότι εξ αφορμής των Συνόδων, η Εκκλησία απέκτησε νέα δόγματα. Δεν υπάρχει πιο μεγάλη πλάνη. Αγαπητοί μου, τα δόγματα αυτά ήσαν κατατεθειμένα εις την Εκκλησίαν. Πάντοτε η Εκκλησία επίστευε, επί παραδείγματι, ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός, δηλαδή τέλειος Θεάνθρωπος. Όταν προέκυψε θέμα, τότε η Εκκλησία ηναγκάσθη εν Συνόδω να κατοχυρώσει αυτήν την αλήθειαν. Αυτή η αλήθεια, αυτή η πίστις, δεν είναι καινούρια, δεν έρχεται στο φως με την παρουσία μίας Συνόδου. Απλώς είναι υπάρχουσα και κατατεθειμένη στην Εκκλησίαν. Είναι η πίστις της Εκκλησίας. Και έρχεται τώρα μία Σύνοδος να μαντρώσει και να κατοχυρώσει εκείνο το οποίον η Εκκλησία ανέκαθεν επίστευε. Δεν είναι λοιπόν καινούρια πράγματα. Πώς είναι μερικοί που λέγουν ότι «Τα δόγματα και τα δόγματα και οι Σύνοδοι…» και τ’ απορρίπτουν συλλήβδην. Πόσο φοβερό πράγμα είναι αυτό! Και νομίζουν ότι είναι ακίνητα πράγματα. Ακίνητα είναι, γιατί η αλήθεια είναι ακίνητη. Και τους φιλοσόφους αν πάρετε, αγαπητοί μου, αυτό πιστεύουν. Ότι η αλήθεια είναι ακίνητη, αμετάβλητη. Δεν είναι δυνατόν να μεταβάλλεται. Πώς, λοιπόν, εσύ θα ήθελες την αλήθειαν να μην μεταβάλλεται και τα δόγματα να τα θεωρείς, αδελφέ μου, σκουριασμένα και παρωχημένα και άχρηστα; Και ακόμη εμπόδιον δήθεν για μία επέκταση της χριστιανικής σου ζωής και πίστεως μέσα στον σύγχρονον κόσμον;
Αλλά, αγαπητοί, θα σας έλεγα, δύο πράγματα γέννησαν την αίρεσιν. Η άγνοια και ο εγωισμός. Και αν μεν κανείς είναι εγωιστής με δαιμονικόν εγωισμόν, θα γίνει αιρετικός και θα επιμείνει στην αίρεσή του. Οι πολλοί, όμως, δεν κινούνται έτσι. Οι πολλοί, οι πάρα πολλοί, οι πιστοί μας, κινούνται από άγνοια. Δεν γνωρίζουν το περιεχόμενο της πίστεως. Λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος ότι «ἡ ἄγνοια τῶν γραφῶν εἰσήγαγεν καί τήν λύμην τῶν αἱρέσεων καί τόν διεφθαρμένον βίον ἀλλά καί τά ἄνω κάτω πεποίηκεν». Τα πάντα τα αναποδογύρισε. Γιατί; Υπάρχει η άγνοια των γραφών. Δεν μελετούμε επαρκώς τον λόγον του Θεού. Δεν γνωρίζομε το περιεχόμενο της πίστεώς μας. Είναι τραγικόν. Είναι τραγικό να λεγόμαστε Χριστιανοί και να μη γνωρίζομε το περιεχόμενον της πίστεώς μας.
Θα ήθελα να σας πω ένα παράδειγμα. Πέστε μου, σας παρακαλώ, σήμερα μάλιστα που τα επαγγέλματα βγαίνουν, θα λέγαμε, σαν κατάρτιση από σχολές, λίγο πολύ. Και τα πιο μικρά επαγγέλματα και εύκολα, κι αυτά βγαίνουν από σχολές. Δεν μαθαίνομε κάποτε και την ιστορία του επαγγέλματός μας; Ή δεν θα είχαμε την περιέργεια να μάθομε την Ιστορία του επαγγέλματός μας; Η ιστορία της επιστήμης διδάσκεται πάντοτε στο Πανεπιστήμιο. Η ιστορία κάθε επιστήμης. Η ιστορία της Ιατρικής. Η ιστορία της Φυσικής κ.ο.κ. Εσύ, αδελφέ μου, δεν έχεις την περιέργεια να μάθεις την ιστορία του Χριστιανισμού; Σήμερα δεν μπορεί κανείς να ζήσει και να είναι καλός επιστήμων, να βγάλει και χρήματα και να έχει περιωπή, εάν δεν γνωρίζει καλά την δουλειά του, εάν δεν ανανεώνει την γνώση του, επειδή οι γνώσεις διαρκώς γίνονται καινούριες στο κάθε επάγγελμα. Αδελφέ μου, δεν έχεις την περιέργεια να γνωρίσεις το περιεχόμενο της πίστεώς σου; Δεν ερώτησες ποτέ, αδελφέ μου, να πεις… Πόθεν έρχομαι και πού πηγαίνω; Ποιος είμαι; Τι θα πει άνθρωπος; Γιατί υπάρχω; Πού πηγαίνω; Ποιος είναι ο προορισμός μου; Ποιος είναι ο σκοπός μου; Να παντρευτώ; Να κάνω παιδιά; Μετά θα πεθάνω. Κι ύστερα τα παιδιά μου θα κάνουν κι αυτά παιδιά κι ύστερα θα πεθάνουν». Μα αυτό πια δεν αφορά το πρόσωπό μας· αφορά το γένος. Δεν αφορά εμένα, αφορά την γενιά. «Εγώ όμως σαν πρόσωπο τι θα γίνω; Θα τελειώσω; Δηλαδή τελειώνω, κι είμαι σίγουρος ότι τελειώνω;» Δεν έχω την περιέργεια λοιπόν να το γνωρίσω; Η Γραφή θα με βοηθήσει. Η μελέτη του λόγου του Θεού. Οι Πατέρες είναι το κλειδί· γιατί είναι η ερμηνεία της Αγίας Γραφής μέσ’ την Εκκλησία και με την Εκκλησία. Γιατί αν δεν έχω το κλειδί αυτό να μελετήσω την Γραφή κι αρχίζω να μελετώ και να κατανοώ όπως εγώ θέλω, τότε αντιλαμβάνεσθε, αγαπητοί μου, ότι γρήγορα θα γίνω αιρετικός, θα διαστραφώ, θα παρεκκλίνω.
Αλλά, τι να πω; Να πω κανένα παράδειγμα; Να πω ότι πάμε σε μία κηδεία, βλέπομε έναν άνθρωπο που πέθανε, συγγενή μας ή φίλο μας, οδυρόμεθα, φεύγομε και λέμε: «Ε, αυτή είναι η ζωή. Όλοι θα πεθάνομε. Είναι η τελευταία μας κατοικία ο τάφος». Αδελφέ μου, η τελευταία σου κατοικία ο τάφος; Αλήθεια, όλοι θα πεθάνουμε; Αλήθεια αυτός είναι ο προορισμός μας, να πεθάνουμε; Δεν ήχησε στα αυτιά σου, αδελφέ μου, το «Χριστός Ἀνέστη…και τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωήν χαρισάμενος»; Αυτά δεν ήχησαν στα αυτιά σου ποτέ; Πώς ακούς την Λειτουργία; Πώς ακούς τις ακολουθίες και τις εορτές του έτους; Πώς διαβάζεις την Γραφή; Λέγει ο Κύριος: «Βλέπετε πῶς ἀκούετε». «Προσέχετε πώς ακούτε». Κι αν θέλετε, ακριβώς αυτή η γνώσις είναι η λυδία λίθος για κάθε αίρεση. Δεν είναι ανάγκη να μελετήσομε τις αιρέσεις. Είναι περιττόν. Επιτρέψατέ μου να σας πω. Είναι περιττόν. Γνωρίζεις την αλήθειαν; Ό,τι κίβδηλον, ό,τι ψεύτικον έλθει, τότε θα δοκιμάσεις το ψεύτικο στο αληθινό που κατέχεις και θα πεις: «Αυτό είναι ψεύτικον». Έμαθες να αναγνωρίζεις τον χρυσόν; Αληθινά τον χρυσόν; Αν σου ‘ρθει μπρούντζος με μείγμα χρυσού, θα πεις: «Αυτό δεν είναι χρυσός». Έτσι, αγαπητοί, η γνώσις της Γραφής είναι και η λυδία λίθος της αληθείας.
Αλλά πρέπει όμως όχι μόνον να γνωρίσομε την αλήθεια, πρέπει να γνωρίσομε και το περιεχόμενον, να ζήσομε το περιεχόμενο της αληθείας. Γιατί αλλιώτικα δημιουργούμε διανοητικούς ανθρώπους. Μην ξεχνάμε, είναι οι άνθρωποι οι οποίοι ασχολούνται με την υψηλήν γνώσιν της Γραφής, αλλά δεν βιώνουν εκείνο το οποίον πρέπει να βιώσουν. Μην ξεχνάμε ότι ο λόγος του Θεού δεν έρχεται να ικανοποιήσει τον νου. Αλλά έρχεται να σώσει ολόκληρον τον άνθρωπο. Να γίνει αίμα μας, να γίνει σώμα μας. Αυτός ο λόγος του Θεού. Πρέπει να μας θρέψει ο λόγος του Θεού. Και πρέπει να ζήσομε. Αλλά όχι απλώς να τηρήσομε τις εντολές του Θεού κατά έναν ηθικιστικόν τρόπον. Όχι. Αλλά πρέπει κάτι άλλο. Πρέπει να κάνομε, να πετύχομε αυτό που λέγει ο Απόστολος Παύλος. Να μεταμορφωθούμε. «Μεταμορφοῦσθε», λέγει, «τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοός ὑμῶν, εἰς τό δοκιμάζειν τί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό εὐάρεστον καί τέλειον». «Να μεταμορφώνεσθε με την ανακαίνιση του νοός σας». Και αλλού λέγει: «Εμείς έχομε νουν Χριστού και γνωρίζομε τα νοήματα του σατανά». Τι είναι αυτός ο «νοῦς τοῦ Χριστοῦ»; Είναι το να γίνω ένας μικρός Χριστός. Να σκέπτομαι όπως σκέπτεται ο Χριστός. Σας έχουν πει καμία φορά, αγαπητοί μου, ότι σκέπτεσθε με εκείνον τον τάδε και μοιάζετε πολύ στην νοοτροπία; Σας το έχουν πει αυτό; Αν σας το έχουν πει είναι αυτό το ίδιο που λέμε τώρα. Το να αναγνωρίσει ο άλλος ότι σκέπτομαι όπως σκέπτεται ο Χριστός. Αυτό θα πει «έχω νουν Χριστού». Δεν σκέπτομαι διαφορετικά. Ενεργώ όπως θα ενήργει ο Χριστός. Δεν είναι μακρινά πράγματα αυτά. Μην πούμε ότι… «εγώ με τον Χριστό θα συγκριθώ; Εγώ με τον Χριστό θα συγκριθώ;
Αγαπητοί μου, δεν είναι θέμα συγκρίσεως. Είναι θέμα να μιμηθώ να φτάσω να γίνω σαν τον Χριστό. Όσο μπορώ, όσο φτάνω. Διαρκώς, συνεχώς. Γιατί νομίζετε ότι ενηνθρώπησε ο Λόγος του Θεού; Ας μου επιτραπεί να πω αυτήν την απλή κουβέντα: «για τα μαύρα μάτια»; Έτσι για το θεαθήναι; Έτσι να πούμε για γούστο; Ο Υιός του Θεού ενηνθρώπησε για δύο λόγους. Πρώτον για να δούμε την ζωή Του και να την μιμηθούμε. Να φέρει το Ευαγγέλιον πάνω στη γη· που σημαίνει να φέρει τον τρόπο ζωής του ουρανού πάνω στη γη και ότι είναι δυνατόν να εφαρμοστεί το Ευαγγέλιον επάνω στη γη. Το δεύτερον είναι οντολογικό. Με την ενανθρώπησή Του να σώσει την ύπαρξή μας ολόκληρη από τον θάνατο και την φθορά και να αναστηθούμε και να βρεθούμε στην Βασιλεία του Θεού και στην μακαριότητά Του. Αυτός είναι ο λόγος. Τι λέτε, λοιπόν; Πρέπει να μείνομε με την ψιλήν γνώσιν; Με την γυμνή γνώσιν; Απλώς να ικανοποιούμε τον νου μας; Απλώς να λέμε ότι μελετούμε; Και να μην εφαρμόζομε εκείνο το οποίον ο λόγος του Θεού εντέλλεται;
Αλλά και κάτι ακόμη. Σας είπα προηγουμένως ότι σήμερα η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη των 630 θεοφόρων Πατέρων που έλαβαν μέρος στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Χαλκηδόνα, απέναντι από την Μικρά Ασία, από την Κωνσταντινούπολη απέναντι. Γνωρίζετε, παρακαλώ, ότι οι Πατέρες όχι ορθώς φρονούσαν μόνον, όχι ορθώς ζούσαν μόνον, αλλά και ορθώς διεκήρυσσον την πίστιν. Και την διεκήρυσσον. Δηλαδή πρέπει τώρα να εκθέσομε εις τους άλλους το περιεχόμενον της πίστεώς μας. Διότι έρχονται διαρκώς καινούριοι άνθρωποι εις τον κόσμον. Και πρέπει όχι μόνο οι καινούριοι άνθρωποι -τα παιδιά σας δηλαδή- να μάθουν την αλήθειαν, αλλά θα πρέπει και να διορθώνω εκείνους που δεν πήραν καλή γνώση του περιεχομένου της πίστεώς μας. Και συνεπώς πρέπει διαρκώς να γίνομαι ένας ιεραπόστολος. Να λέγω παντού πάντα την αλήθεια. Μπήκατε καμία φορά σε κανένα ταξί; Ασφαλώς ναι. Είδατε πλάι στον σταυρό, που έχει κρεμασμένο μπροστά στο παρμπρίζ ο οδηγός, να έχει και ένα πεταλάκι με μία μπλε χάντρα; Το έχετε δει αυτό; Αυτήν είναι μία στραβή πίστη. Ο άνθρωπος αυτός δεν ξέρει ακριβώς τι πιστεύει. Πιστεύει ότι από τον σταυρό βγαίνει μία δύναμις. Αλλά και από την μπλε χάντρα και το πέταλο, βγαίνει μία κάποια άλλη δύναμη, ε, ή η μία ενεργήσει ή η άλλη ενεργήσει, δεν πειράζει, ας τα έχομε και τα δύο και όποιο πιάσει… Είπατε ποτέ αγαπητοί μου στον οδηγό, όταν είδατε αυτό το φαινόμενο, ότι αυτό που κάνει δεν είναι σωστό; Του το έχετε πει αυτό; Και πλήθος άλλα υπάρχουν, για να μην πολυπραγμονώ, πλήθος άλλα· που πρέπει πάντοτε να διορθώνομε. Προσέξτε όμως, όχι εισαγγελικά, σαν να είμαστε εισαγγελείς και δημόσιοι κατήγοροι. Και να λέμε: «Κοίταξε να ιδείς το και το και αλίμονό σου…». Όχι, αγαπητοί. Με πολλή αγάπη, με πολλή αδελφικότητα θα διορθώσομε τον άλλον να μην τον προσβάλλομε. Να τον διορθώσομε. Ακόμη να του πούμε να μας συγχωρεί που θα του πούμε αυτό το κάτι, ότι ίσως το παρέλειψε. Ξέρει ίσως πολλά αλλά αυτό του διέφυγε. Κι ερχόμαστε τώρα να του το πούμε, για να το διορθώσει και αυτό. Όταν με αγάπη του το πούμε, τότε, τι νομίζετε, ο ένας αδελφός θα διορθώνει τον άλλον.
Και τότε θα έχομε μία χριστιανική κοινωνία, δηλαδή την Εκκλησία του Χριστού, η οποία θα ορθοδοξεί αλλά και θα ορθοβιοί, θα ζει σωστά. Και δεν θα έχομε αυτό το φοβερό φαινόμενο μέσ’ την Εκκλησία, ο καθένας να ζει ή να πιστεύει κατά το δοκούν. Δεν λέμε στη Θεία Λειτουργίαν να μας δώσει ο Κύριος «τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»; Τι είναι αυτό; Εδώ ακριβώς, αγαπητοί μου, είναι όλη η προσφορά της Εκκλησίας. Η ενότης της πίστεως είναι εκείνο που πιστεύω να το πιστεύει και ο άλλος και ο άλλος. Η πίστις της Εκκλησίας. Και ποια είναι η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος; Είναι ο τελικός μας σκοπός. Να γίνομε κοινωνοί του Αγίου Πνεύματος. Να αποκτήσομε το Πνεύμα το Άγιον. Να έχομε Θεό. Για να ζήσομε από την παρούσα ζωή μέσα στην Βασιλεία του Θεού. Να καταστήσομε την Βασιλεία του Θεού πρώτα πρώτα γεγονός της υπάρξεώς μας. Θα κλείσουμε εμείς μέσα μας την Βασιλείαν του Θεού. Και όταν θα πάμε εκεί, στην Βασιλεία του Θεού, τότε Εκείνη θα μας κλείσει μέσα στον εαυτόν της.
Έτσι λοιπόν βλέπετε, αγαπητοί, η σημερινή ημέρα, που η Εκκλησία μας προβάλλει τους 630 Θεοφόρους Πατέρας, τους προβάλλει προς μίμησιν. Δεν είναι ένα γεγονός που απλώς ανήκει στο παρελθόν. Διάβαζα χθες το βράδυ τον δογματικόν Όρον της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου. Δεν είναι πάρα πολύ εκτενής. Είναι μόλις 5-6 φύλλα ενός βιβλίου. Είναι πάρα πολύ λίγο. Και εκεί είναι αποκρυσταλλωμένη όλη η απόφασις περί του προσώπου του Ιησού Χριστού. Αν, λοιπόν, όλα αυτά σιγά σιγά τα γνωρίσομε… μάλιστα αν θέλετε να ξέρετε, όταν άρχισα να διαβάζω, για μια στιγμή δεν αντελήφθηκα ότι είναι η αρχαία γλώσσα. Δεν ήμουνα καλός στα Αρχαία. Για να μην πείτε ότι ήμουνα καλός στα φιλολογικά και έτσι τα ξέρω. Όχι. Όταν συνήντησα ένα «τοίνυν», ένα «λοιπόν», α, λέω, είναι αρχαία γλώσσα. Δηλαδή, με άλλα λόγια, θέλω να σας πω, λίγο το παλιό γυμνάσιο να είχαμε τελειώσει, την γλώσσα αυτή την καταλαβαίνομε. Πιστέψτε με, την καταλαβαίνομε. Άλλο τώρα ότι είναι μία συμφορά ότι πια τα παιδιά μας δεν ξέρουν Αρχαία Ελληνικά και δηλαδή δεν ξέρουν Ελληνικά. Άλλη παράγραφος αυτό. Αλλ΄ όμως νομίζω ότι πρέπει να έχομε πάντοτε την φιλομάθειαν, να πηγαίνομε να διαβάζομε. Να ερωτούμε. Να ακούμε λόγο Θεού, λόγο Θεού άρτον· ο Οποίος θα μας φέρει εις το επίπεδο του κηρύγματος, εις το επίπεδον της προσφοράς, όλα τα κατατεθειμένα της Εκκλησίας. Μη μιλάμε μόνο και να λέμε… – θα μου πείτε αυτό είναι δικό μας θέμα· ναι· μη μιλάμε πάντα και να λέμε: «Να είμαστε καλοί άνθρωποι». Πρέπει να γνωρίσομε το περιεχόμενο της πίστεώς μας, για να γνωρίσομε τον δρόμο μας, να γνωρίσομε την πορεία μας.
Έτσι λοιπόν, η προβολή των 630 Θεοφόρων Πατέρων, δεν είναι μία ανάμνησις, μία μνήμη που ανήκει στο παρελθόν, μία μνήμη μουσειακή. Είναι μία μνήμη ζωντανή. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντοτε. Υπάρχουν στη Βασιλεία του Θεού. Υπάρχουν με τα κηρύγματά τους. Υπάρχουν με τα θεσπίσματά τους και με τα δόγματά τους. Υπάρχουν στη ζωή μας, οδηγοί σε ένα δύσκολο δρόμο, σε μία δύσκολη εποχή, που τα πάντα διαλύονται, που τα πάντα καταρρακώνονται και που πρέπει να μείνομε όρθιοι. Οι Πατέρες λοιπόν είναι οι φωτοδόται, είναι οι στυλοβάται. Είναι η βακτηρία εκείνη, επί της οποίας θα στηριχθούμε, για να ομολογήσομε ορθήν πίστιν, ορθήν βίωσιν, για να δούμε μίαν ημέραν το πρόσωπο του Θεού.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_110.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Η ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΗΘΟΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 18-7-1999]
(Β402) [Β΄έκδοσις]
Σήμερα η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου, τιμά τους Πατέρες της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου. Ένα γνώρισμα των Πατέρων, είτε εν Συνόδω είτε εκτός Συνόδου, ήταν πάντοτε η ακρίβεια εις την διατύπωση των όρων της πίστεως και του ήθους. Και τούτο γιατί εγνώριζαν την αξία και την σημασία της ακριβείας. Είναι γνωστή η περίπτωσις μεταξύ των όρων του Μεγάλου Αθανασίου «ὁμοιούσιος» και «ὁμοούσιος». Καβγάς ολόκληρος. Αλλά ήταν ουσιώδης καβγάς. Άλλο είναι ο «ὁμοιούσιος», δηλαδή ο Υιός προς τον Πατέρα και άλλο είναι ο «ὁμοούσιος». Άλλο είναι να πω άργυρος και άλλο είναι να πω ψευδάργυρος. Το ίδιο είναι; Έτσι, λοιπόν, οι Πατέρες έμεναν πάντοτε εις την ακρίβειαν. Ακριβολογούσαν. Και η ακρίβεια εις το δόγμα, δίδει ακρίβεια και εις το ήθος, την πνευματική ζωή. Γι΄αυτό η Εκκλησία μας σήμερα, Κυριακή των Αγίων Πατέρων της, όπως σας είπα, της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, εξέλεξε κατάλληλη ευαγγελική περικοπή, όπως ακούσαμε, για να τονιστεί η αξία της ακριβείας.
Ο Κύριος Ιησούς είπε εκείνον τον βαρυσήμαντο λόγο: «Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν(:Σας βεβαιώνω), ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ -α, θα παρέλθει λοιπόν ο ουρανός και η γη…- (:έως ότου περάσει ο ουρανός και η γη), ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται». Και όλο αυτό σημαίνει την ακρίβεια της προφητείας δια την πραγμάτωσή της σε ό,τι αφορούσε στο πρόσωπον του Ιησού Χριστού, αλλά και του νόμου Του και συνεπώς την ακρίβεια και του γράμματος και του πνεύματος της Γραφής. Το «ἰῶτα » ή «ἰώδ» ή «γιοντ», είναι το πιο μικρό γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Θα ξέρετε ότι αυτό το γιοντ, έτσι το λέμε, το χρησιμοποιούμε ως φανταστικόν αριθμόν εις την Άλγεβρα. Θα το ξέρετε αυτό. Αυτό είναι το γιοντ που λέμε εις την Άλγεβρα. Κάτι ανάλογο με την ελληνικήν υπογεγραμμένην. Δηλαδή κάτι πολύ μικρό. Κεραία δε, που είπε ο Κύριος «ιώτα ἓν ή μία κεραία δεν θα περάσει, δεν θα χαθεί αλλά θα πραγματοποιηθούν όλα» είναι σημείον του εβραϊκού αλφαβήτου, όπως είναι η απόστροφος, όπως είναι το κόμμα ή στο ελληνικό αλφάβητο είναι ο τόνος. Κάτι πολύ λίγο, κάτι πολύ μικρό. Και θέλει να εκφραστεί το ελάχιστον της Γραφής απ’ ό,τι περιέχει. Η Γραφή ζητά να την προσέξομε. Με ακρίβεια. Γιατί η απουσία της ακρίβειας οδηγεί σε σφάλματα, κάποτε κυριολεκτικώς κεφαλαιώδη.
Τι σημαίνει «ακρίβεια»; Προσοχή στην λεπτομέρεια. Πιστότης σε όλο το φάσμα του πράγματος, που πρέπει να ασκηθεί με ακρίβεια. Η ακρίβεια στην έκφραση, στην διατύπωση, στο γράμμα και στο πνεύμα, ώστε να μην εμφιλοχωρήσει η παρερμηνεία. Συνεπώς, η ακρίβεια σαν σαφήνεια. Σπουδαίο πράγμα… Διάβαζα χθες το βράδυ… κάτι ζητούσα στην Παλαιά Διαθήκη και λέει ο Θεός εκεί: «Θα γράψετε τον Νόμο επάνω σε πινακίδες με σαφήνεια –ακούστε:- σφόδρα». Σαφήνεια σφόδρα. Και καθαρογραμμένα και η διατύπωσις και όλα θα είναι με ακρίβεια. Το λέγει ο ίδιος ο Θεός όπως σας είπα.
Ακόμα είναι η ορθή απόδοσις και η ερμηνεία. Ακόμη είναι η επιμελημένη εξακρίβωσις. Ως ακρίβεια πάντοτε. Λέγει ο Ηρόδοτος, ο δικός μας, ο ιστορικός, ο καθ’ ημάς Ηρόδοτος. Λέγει δια την ακρίβεια ότι είναι «τό ἀκριβῶς εἰδέναι». Το να γνωρίζεις με ακρίβεια. «Ἐπίστασθαι». Να γνωρίζω καλά. «Καθορᾱν, μαθεῖν». Απαρέμφατα αυτά. Δηλαδή δίνει τον τόνο τι θα πει, την εικόνα τι θα πει ακρίβεια.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, αγαπητοί μου, αγαπούσαν την ακριβολογία. Γι΄αυτό συναντάμε εκφράσεις, όπως του Γελασίου, που λέγει: «Τήν τῶν ἀποστολικῶν δογμάτων ἀκρίβειαν». Όπως του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, που λέγει: «Ἐν τῇ περί τόν Κύριόν μου ἀκρίβειαν ἠμέληκα». «Έχω αμελήσει», λέει, «για την ακρίβεια που αφορά εις τον Κύριό μου». Λέει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Τήν ἀκρίβειαν τῆς πολιτείας». Ακρίβεια παντού, ακρίβεια. Στην επιστολή δε του Βαρνάβα, αρχαίο κείμενο: «Ἀκριβεύοντες οὖν ὀφείλομεν περί τῆς σωτηρίας ἡμῶν». «Οφείλομε», λέει, «να ακριβεύομεν». Να μένομε με ακρίβεια. Ο δε Αμμώνιος λέγει: «Τό ἀκριβές τῆς πίστεως». Και ο Επιφάνιος Κύπρου λέγει: «Τά ἀκριβῆ τοῦ κηρύγματος».
Αγαπητοί μου, είναι κάτι που το φροντίζω, σας το λέγω. Να υπάρχει ακρίβεια εις το κήρυγμα. Αλλά και σαφήνεια. Και ακρίβεια και σαφήνεια. Δόξα τω Θεώ, εμείς οι Έλληνες τουλάχιστον που έχομε την ελληνική μας γλώσσα, είναι η γλώσσα της ακριβείας. Και μάλιστα κατά τέτοιο τρόπο που μας εκπλήσσει η ακρίβεια της εκφράσεως στην ελληνική γλώσσα. Λέγει ένας άλλος εκκλησιαστικός συγγραφεύς: «Ὁ προαμαρτήσας ἀκριβῶς δέ μετανοήσας». Εκείνος που προαμάρτησε, οφείλει με ακρίβεια να μετανοήσει. Και τέλος ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς μας λέγει: «Ἀκρίβεια δέ δεῖ πολύς». Πρέπει να υπάρχει πολλή ακρίβεια.
Βέβαια, να σας πω την αλήθειά μου, όταν πρέπει να μείνομε σε θέματα σπουδαία και να μιλάμε με ακρίβεια, θα πρέπει να μιλάμε σε ολόκληρη την ζωή μας και σε ολόκληρο το 24ωρο με ακρίβεια. Οι άνθρωποι, μας έλεγε ένας καθηγητής μας κάποτε, ξέρετε γιατί μαλώνουν; Γιατί δεν υπάρχει ακρίβεια εις την έκφρασή τους. Ο άλλος δεν καταλαβαίνει καλά, δεν το υπονοεί και στο τέλος μαλώνουν οι άνθρωποι. Όχι, αγαπητοί μου. Θα συνηθίσομε και εις την καθημερινή μας ομιλία να είμεθα με τους άλλους ανθρώπους, καθημερινά πράγματα, εννοείται, να μένουμε εις αυτήν την ακρίβειαν. Και να μάθουμε να κυριολεκτούμε.
Αυτή η ακρίβεια στην πίστη και στο ήθος παραγγέλλεται αλλά και διαφαίνεται σε όλο το μήκος και πλάτος της Αγίας Γραφής. Το πράγμα θα ήταν σαφές, ό,τι τόσην ώρα λέμε, αν διαβάσομε τις «Πράξεις», εκεί που γράφει ο Λουκάς, εις το 18ον κεφάλαιον τα εξής: Σας το διαβάζω γρήγορα: «᾿Ιουδαῖος δέ τις ᾿Απολλὼς ὀνόματι, ᾿Αλεξανδρεὺς τῷ γένει, ἀνὴρ λόγιος (:άνδρας λόγιος, μορφωμένος), κατήντησεν εἰς ῎Εφεσον (:έφθασε στην Έφεσο), δυνατὸς ὢν ἐν ταῖς γραφαῖς (:δυνατός στις γραφές) οὗτος ἦν κατηχημένος τὴν ὁδὸν τοῦ Κυρίου, καὶ ζέων τῷ πνεύματι ἐλάλει καὶ ἐδίδασκεν ἀκριβῶς τὰ περὶ τοῦ Κυρίου, ἐπιστάμενος μόνον τὸ βάπτισμα ᾿Ιωάννου -δεν εγνώριζε το βάπτισμα του Χριστού, αλλά το βάπτισμα του Ιωάννου, το οποίον και είχε χρονικώς βεβαίως προηγηθεί- οὗτός τε ἤρξατο παρρησιάζεσθαι ἐν τῇ συναγωγῇ (:άρχισε να παρουσιάζεται στη συναγωγή και να ομιλεί. – Λόγιος. Μιλούσε με ακρίβεια)· ἀκούσαντες δὲ αὐτοῦ ᾿Ακύλας καὶ Πρίσκιλλα -αυτό το θαυμάσιον ζεύγος, ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα, που ήταν από τον Πόντο, Εβραίοι ήσαν όμως- προσελάβοντο αὐτὸν (:τον πήραν ιδιαιτέρως, τον άκουσαν για πρώτη φορά, τον πήραν ιδιαιτέρως, τον Απολλώ– ακούστε:) καὶ ἀκριβέστερον αὐτῷ ἐξέθεντο τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ (:και εξέθεσαν, ανέλυσαν την οδόν του Θεού ακριβέστερον)». Δηλαδή μιλούσε με ακρίβεια· και συνεπώς εδώ έχομε μια ακρίβεια παραπάνω από την ακρίβεια. Για να αντιληφθούμε πόσο σημασία έχει, αγαπητοί μου, η ακρίβεια κυρίως σε θέματα πνευματικά, δογματικά και ηθικά. Κι εδώ βλέπομεν το ακριβέστερον του ακριβούς.
Όπως θα γράψει και ο Απόστολος Παύλος εις τους Θεσσαλονικείς: «Αὐτοὶ γὰρ ἀκριβῶς οἴδατε(: «Σεις», λέει, «με ακρίβεια γνωρίζετε») ὅτι ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτὶ οὕτως ἔρχεται». Γνωρίζετε με ακρίβεια. Και βέβαια αναφέρεται στα έσχατα, που είναι μέρος της πίστεως τα έσχατα. Ξέρετε δε σήμερα τι κυκλοφορεί… Είδατε, πέρασε η 4η Ιουλίου. Πού είναι εκείνοι που φλυαρούσαν επί φλυαριών φλυαρίες, ότι ήρθε το τέλος του κόσμου και να ανοίγουν τα κιτάπια του Νοστράδαμου και να λένε και να λένε και να λένε… Και μόνον ο Νοστράδαμος; Και τόσοι άλλοι ψευδοπροφήται…Είδατε τίποτα να γίνεται; Είδατε τίποτε; Την ημέρα εκείνη ήταν συννεφιά. Το άκουσα στο ραδιόφωνο, και ήταν συννεφιά. Και έπιασε κουβέντα εκεί ο δημοσιογράφος με μια γυναικούλα. Είχε βγει από την Εκκλησία. Λέει: «Τι νομίζεις;». «Δεν βλέπεις», του λέει, «που συννέφιασε και τελειώνει ο κόσμος;». Επειδή συννέφιασε τελειώνει ο κόσμος; Έγινε τίποτε; Τώρα περιμένομε κάπου εδώ μετά τις 21-22 Ιουλίου, περιμένουνε κάτι άλλο, που είπαν εκείνοι που είπαν κ.λπ. κ.λπ. Δεν έχω καιρό να σας τα αναλύσω περισσότερο. Δηλαδή δεν μένουν εις την ακρίβειαν της Γραφής, αλλά ό,τι κατεβάσει το μυαλό τους, ό,τι έχουν μέσα στην κοιλιά τους, κατά την λαϊκή έκφραση, αυτά εκφράζουν. Δεν είναι σωστά πράγματα. Γι΄αυτό σας λέγω αυτό το θέμα σήμερα, για να καταλάβομε ότι πρέπει να μένομε εις την ακρίβειαν.
Αλλά εάν πρέπει να μιλάμε δια τα έσχατα με ακρίβεια, αναφέρεται και το ήθος για το οποίο πρέπει να μιλάμε με ακρίβεια. Γράφει εις τους Εφεσίους ο Απόστολος Παύλος τα εξής: «Βλέπετε οὖν πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε». «Βλέπετε» θα πει προσέχετε. «Περιπατεῖτε» θα πει πολιτεύεσθε. Πολιτεύεσθε από πλευράς ήθους. «Ἀκριβῶς». Είδατε;) μὴ ὡς ἄσοφοι(:όχι σαν άσοφοι), ἀλλ᾿ ὡς σοφοί (:αλλ’ ως σοφοί)… συνιέντες τί τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου». Η ακρίβεια λοιπόν στην πίστη η ακρίβεια και εις το ήθος· που αγωνίστηκαν οι Πατέρες εν Συνόδοις, αλλά και εις τις προσωπικές τους διδασκαλίες και συγγραφές, δεν είναι μία σχολαστικότητα που καταναλώνομε τον καιρό μας σαν κάτι το στείρο και άγονο. Αλλά μία ανάγκη, σας είπα, σπουδαιοτάτη.
Η απουσία αυτής της ακριβείας είναι το έργο του διαβόλου. Αλλά και της ανθρωπίνης ραθυμίας, τεμπελιάς. Με αποτέλεσμα την μεγάλη ποικιλία απόψεων περί πίστεως, αλλά και περί ήθους. Ήθος είναι η ηθική ζωή. Φθάνομε να έχομε, αφού δεν ακριβολογούμε, τις προσωπικές μας απόψεις, τις προσωπικές μας θέσεις. Φθάνομε να λέμε ότι το Ευαγγέλιον πρέπει να προσαρμόζεται στην εποχή μας -ακούτε, το Ευαγγέλιο να προσαρμόζεται στην εποχή μας…- και σε εκείνο που εγώ θέλω, κι όχι εγώ να προσαρμόζομαι, ανεξάρτητα της εποχής που ζω, σε εκείνο που επιτάσσει το αιώνιο Ευαγγέλιο. Δηλαδή πλάθομε ο καθένας ένα ατομικό του, προσωπικό του, κατά το δοκούν Ευαγγέλιο. Εγώ έτσι το θέλω. Ο άλλος έτσι το θέλει. Μα το Ευαγγέλιον είναι ένα. Δεν θα ‘ρθει στην εποχή μας και στο κάθε πρόσωπο και στο κάθε υποκείμενο να προσαρμόζεται. Αλλά εμείς σε κάθε εποχή και κάθε πρόσωπο πρέπει να προσαρμοζόμεθα.
Μην λησμονούμε ότι, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Χριστός χθές καί σήμερον καί εἰς τούς αἰῶνας ὁ αὐτός». Δεν μεταβάλλεται ο Χριστός. Δεν αλλάζει. Μην λέμε λοιπόν… αναχρονισμένο το Ευαγγέλιο και ότι χρήζει, χρειάζεται μίαν ανανέωσιν. Στην πραγματικότητα ξέρετε τι θα ήταν; Μία εκκοσμίκευσις. Ο Χριστός είπε αυτό που ακούσαμε: «Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων -ακούσαμε το πρωί στο Ευαγγέλιο- τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν». Άνθρωπε, ελαχιστοποιείς το Ευαγγέλιο και το κηρύσσεις όπως θέλεις. Ε, λοιπόν, θα ελαχιστοποιηθείς κι εσύ. Θα κριθείς δηλαδή τιποτένιος. Λένε: «Και τι είναι η νηστεία;». Για παράδειγμα σας το λέω. Και τι είναι η νηστεία; Τι είναι η νηστεία; Εντολή είναι η νηστεία. «Μα… δεν είναι σπουδαία». Δεν είναι σπουδαία; Είτε σπουδαία, είτε όχι σπουδαία, είναι εντολή του Θεού. Και όλες οι εντολές του Θεού, σίγουρα είναι σπουδαίες. Γιατί; Γιατί εντέλλεται ο Θεός. Και δείχνει ότι δεν μπορείς, συ ο άνθρωπος, να αυξομειώνεις τις εντολές και να λες: «Αυτή είναι σπουδαία εντολή και μεγάλη, αυτή δεν είναι σπουδαία, είναι μικρή». Όχι αγαπητοί. Είναι ένας άκρατος εγωισμός, που γίνεται κριτής των εντολών του Θεού. Καλείσαι με ταπείνωση, άνθρωπε, να αποδεχθείς αυτό που σου λέγει ο Θεός. Τι θα λες; Το λέγει ο Θεός. Τι θα λες; Το λέγει ο Θεός. Τίποτε άλλο.
Πάντως, μέσα σε αυτόν τον λαόν του Θεού, μέσα σ’ αυτήν την Εκκλησία, σ’ αυτήν την διοίκηση της Εκκλησίας, επικρατεί μία πάλη ανάμεσα στην ακρίβειαν και την ανακρίβειαν, το γνήσιο και νόθο. Τα δόγματα, κατά δυστυχίαν, παραμερίζονται, όταν μας ενοχλούν· γιατί απ’ αυτά βγαίνει το ήθος. Ναι. Από τα δόγματα βγαίνει το ήθος. Επί παραδείγματι, όταν λέμε: «Μην πορνεύεις» αυτό τι είναι; Ήθος. Ναι, αλλά αυτό βγαίνει από το δόγμα. «Ποιο δόγμα;», θα μου πείτε. Δεν λέει ο Απόστολος Παύλος ότι τα σώματά μας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος; Αυτό τι αποτελεί; Δεν αποτελεί μίαν αλήθειαν, ένα δόγμα; Από πού λοιπόν βγαίνει το ήθος; Ότι δεν πρέπει να πορνεύεις; Από το δόγμα ότι το σώμα σου είναι ναός του Αγίου Πνεύματος. Έτσι λοιπόν αν χαλάσω το δόγμα, το μετατρέψω, το αλλοιώσω, κατά ανάγκην θα αλλοιωθεί και το ήθος. Είναι πάρα πολύ, αγαπητοί μου, φυσικό.
Το ήθος το θέλομε μάλλον όχι όπως μας το προσφέρει το Ευαγγέλιον, αλλά μάλλον επί μίας φιλοσοφικής ηθικής. Όχι ευαγγελικής ηθικής· φιλοσοφικής ηθικής. Είναι γνωστό ότι όλα τα φιλοσοφικά συστήματα, έχουν την ηθική τους. Όλα. Και το υλιστικόν σύστημα έχει την ηθική του, κ.ο.κ. Το θέμα είναι τεράστιο, όπως βλέπετε. Γιατί κρίνει τη σωτηρία μας. Ένα νόθο Ευαγγέλιον δεν σώζει ποτέ. Γι΄αυτό πολέμησαν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, δια την ακρίβειαν του δόγματος, εις τας Οικουμενικάς και εις τας τοπικάς Συνόδους. Ναι . Κάποτε άκουσα ένα πολύ σπουδαίον, έναν πολύν πολιτικόν, είναι πάρα πολλά χρόνια, πάνω από 40 χρόνια, που απεκάλεσε τον Μέγα Αθανάσιον ότι ήταν σχολαστικός και περιοριζόταν, δεν είχε δηλαδή ένα ευρύ πνεύμα. Μακαρίτης αυτός ο πολιτικός, προ πολλών ετών. Την ίδια στιγμή είπα… -ήτανε δίπλα μου και τον άκουσα: «Ταλαίπωρε και φτωχέ άνθρωπε, λες με στενό μυαλό τον Μέγαν Αθανάσιον; Ποιος είσαι συ; Που θα πεις με στενό μυαλό τον Μέγαν Αθανάσιον;». Απλώς είναι ένα επικάλυμμα ένα νοθευμένο Ευαγγέλιον, των αδυναμιών μας. Και ένας σιγαστήρας της συνειδήσεώς μας. Λέμε και νομίζομε, όταν λέμε και λέμε για την αγάπη, αγάπη, όλο, λέει το Ευαγγέλιο είναι αγάπη… Είναι κι άλλα πράγματα, που εκφράζουν την αγάπη. Μην θέλομε να τα συνοψίσομε τον εαυτόν μας στα λοιπά θέματα, χαλαρόν.
Στην εποχή μας, οι έννοιες των λέξεων διαφοροποιούνται. Μιλάνε για αγάπη. Ναι. Και εννοούν τον έρωτα στην πορνική του μορφή... Μιλάνε για την αγάπη του Θεού και του έχουν αφαιρέσει την ιδιότητα του Κριτού. «Α, λέει, ο Θεός είναι αγάπη, τι θα πει θα κρίνει;». Θα σε κρίνει, άνθρωπε. Και το ένα και το άλλο. Μιλάνε για Παράδοση -ω, εδώ δα…- και εννοούν την ελληνικήν Παράδοσιν κατά το πλείστον την αρχαιοελληνική παράδοση και βέβαια όχι την χριστιανική παράδοση της Εκκλησίας. Και εισάγουν… και τι δεν εισάγουν μέσα εις την ζωήν μας, με αυτήν την, επ’ ονόματι της παραδόσεως, κατάστασή μας. Γιατί η παράδοσις η αρχαιοελληνική μπήκε μέσα εις την ζωή μας την χριστιανική και βέβαια έχει αλλοιώσει πάρα πολλά πράγματα.
Και το αποτέλεσμα; Βήμα με βήμα να προχωρούμε εις την αποχριστιάνισιν του λαού μας, ώστε παγκόσμια πια να λέμε ότι – ακούστε συνέπειες… – ότι ο αστερισμός του Ιχθύος, δηλαδή η περίοδος του Χριστιανισμού, 2000 χρόνια τώρα, ξόφλησε πλέον. Και έρχεται ο αστερισμός του Υδροχόου, δηλαδή η περίοδος του Αντιχρίστου, με το όνομα «Νέα Εποχή»( New Age) και που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εποχή της αποστασίας. Με το να μην κρατούμε λοιπόν την ακρίβεια, βλέπετε πού φθάνομε; Να ποια είναι λοιπόν η σημασία και η αξία των όσων είπε ο Χριστός για την ακρίβεια και της πίστεως και του ήθους.
Αγαπητοί, η ακρίβεια της πίστεως και του ήθους έχει παραμεριστεί σαν κάτι το αναχρονισμένο. Και συνεπώς δύσχρηστο. Σημειώνεται μία ραγδαία δε εξέλιξη παρακμής χριστιανικής! Και μην νομίσετε, όταν ο πνευματικός άνθρωπος παρακμάζει, συμπαρασύρει μαζί του πάσης μορφής παρακμήν. Έχετε την εντύπωση ότι ο πολιτισμός μας δεν βρίσκεται σε παρακμή; Μην μου πείτε ότι έχομε ύψιστα άλματα εις την τεχνολογία, στον τεχνικόν πολιτισμόν. Ουσιαστικά έχομε πνευματικήν παρακμήν. Γενικά. Παρακμήν. Ναι. Μιλάμε για ανθρωπισμό και είναι ο πιο απάνθρωπος αιώνας απ’ όλους τους αιώνες του Χριστιανισμού.
Σήμερα ο σωστός και ακριβής Χριστιανός περνάει μία δοκιμασία. Γίνεται μάρτυρας συνειδήσεως· που ίσως αύριο θα γίνει και μάρτυρας αίματος. Είναι το μαρτύριο που περνούσε και ο Λωτ σαν κάτοικος των παρηκμασμένων Σοδόμων, ώστε να γράφει ο Απόστολος Πέτρος στην δευτέρα του επιστολή: «Καὶ δίκαιον Λὼτ καταπονούμενον ὑπὸ τῆς τῶν ἀθέσμων ἐν ἀσελγείᾳ ἀναστροφῆς ἐρρύσατο (:γλύτωσε ο Θεός) βλέμματι γὰρ καὶ ἀκοῇ (:με τα μάτια και με την ακοή) ὁ δίκαιος -Λωτ- ἐγκατοικῶν ἐν αὐτοῖς (:κατοικώντας ανάμεσα σε αυτές τις πόλεις -Πεντάπολις ήτο) ἡμέραν ἐξ ἡμέρας ψυχήν δικαίαν ἀνόμοις ἔργοις ἐβασάνισεν». Όλα αυτά που έβλεπε, τα βρώμικα, τα φοβερά, στον δρόμο να κυλίονται οι άνθρωποι από την ομοφυλοφιλία. «Πωπω», να λέει! Να κλείνει τα μάτια. «Πώπω, εκεί…» Ξέρετε εκείνο το περιστατικό, που έφθασαν από μικρού έως μεγάλου στο σπίτι του Λωτ, όταν είδαν τους δύο άνδρας, οι δύο άγγελοι, εις τύπον του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και ήταν, λέει, ωραίοι νέοι κτλ. και πήγαν στην πόρτα του Λωτ. Την χτυπούν. «Άνοιξέ μας». «Τι θέλετε;». «Δώσε μας», λέει, «αυτούς τους νέους να γαμβρεύσομε», δηλαδή ομοφυλικώς να συνέλθομε μαζί τους. Ακούτε; Δεν μπορούσε πια να μείνει αυτή η πόλις. Μπορούσε να μείνει; Και ήλθε η καταστροφή, όπως ήλθε, που την ξέρετε όλοι σας.
Μην λησμονούμε ότι θα κριθούμε με βάση το Ευαγγέλιον που άφησε ο Χριστός και οι Απόστολοι. Και όπως διετηρήθη στην εκκλησιαστική μας παράδοση. Και όπως μας το διασώζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας και όχι όπως διαμορφώνει- ακούστε- το Ευαγγέλιον, το λεγόμενον «Εκκλησιαστικόν Δίκαιον». Τι είναι το Εκκλησιαστικόν Δίκαιον; Ο τρόπος σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας. Κι επειδή η Πολιτεία αλλάζει διαρκώς τους νόμους της, αλλάζει και τις σχέσεις της με την Εκκλησία. Θυμηθείτε, αυτόματο διαζύγιο· θυμηθείτε, μοιχεία· θυμηθείτε, έκτρωση· θυμηθείτε, θυμηθείτε…
Αγαπητοί, ό,τι άλλο κι αν είναι από τον κόσμο, είναι από τον διάβολο. Να το ξέρομε αυτό το πράγμα. Όσοι κατανοούν, ας κατανοούν. Και όσοι θέλουν να σωθούν, βεβαίως θα σωθούν. Μόνον η ακρίβεια στην πίστη και στο ήθος σώζει. Και μόνον αυτή.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_809.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
Θέσις της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου: «Ο Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 17-7-1983]
«Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν».
Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη των 630 θεοφόρων Πατέρων, που συνεκρότησαν την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Χαλκηδόνα. Το θέμα της Συνόδου ήταν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος.
Βέβαια, πριν ξεκινήσουμε να δούμε το περιεχόμενο της Συνόδου αυτής, το εξαιρετικά επίκαιρο σε κάθε εποχή, θα ήθελα να έκανα μια διασάφηση γύρω από το θέμα «δόγμα», διότι όλες οι Σύνοδοι φυσικά δογμάτισαν. Στην εποχή μας, η οποία δεν θα ήθελε να ακούσει ούτε τη λέξη, ούτε το περιεχόμενο «δόγμα»- άλλη παράγραφος ότι η πιο δογματική εποχή είναι η εποχή μας, αυτή που φιλελευθεριάζει, η πιο δογματική- θα ήθελα να κάνω μία διασάφηση το τι είναι δόγμα· το οποίο, όπως σας είπα, τόσο τρομάζει στον σύγχρονο άνθρωπο, όταν ακούει για δόγματα. Νομίζει ο σύγχρονος άνθρωπος ότι το δόγμα είναι κάτι που θες δεν θες πρέπει να το δεχτείς ή σου αρέσει ή δεν σου αρέσει, άλλο εάν αυτό σου δεσμεύει ή δεν σου δεσμεύει την ελευθερία. Ένα είδος δηλαδή πειθαναγκασμού νομίζει ότι είναι το δόγμα. Αυτή η αντίληψη υπάρχει.
Σας είπα όμως ότι η εποχή μας είναι δογματική. Είναι δογματική με αυτήν την έννοια η εποχή μας· διότι βλέπετε σαν κοπάδια, θα ξαναπώ τη λέξη, σαν κοπάδια οι άνθρωποι πηγαίνουν σε ποικίλους δογματισμούς της εποχής μας να ενταχθούν. Τι είναι παρακαλώ η μόδα; Η μόδα δεν είναι παρά ένας δογματισμός. «Τάδε ἒφη Παρίσι». «Τάδε ἒφη Νέα Υόρκη». Αυτό είπε το Παρίσι, αυτό είπε η Νέα Υόρκη, αυτό είπε η Δύσις, αυτό είπε η μόδα. Και βλέπετε, θα ξαναπώ για τρίτη φορά, τους ανθρώπους σαν κοπάδια, να πηγαίνουν να ενταχθούν σε αυτήν τη μάνδρα, με αυτήν την έννοια που λέγεται «δόγμα».
Αλλά δεν είναι, αγαπητοί μου, αυτό το πράγμα το δόγμα. Και επειδή βλέπετε τους ανθρώπους να θέλουν να είναι θρησκευτικά αχρωμάτιστοι, άλλο ότι πάλι έχουν την πιο αυστηρή πίστη στην αθεΐα τους-πίστη είναι, πίστη είναι στην αθεΐα· διότι απέδειξες ότι δεν υπάρχει ο Θεός; Το πιστεύεις ότι δεν υπάρχει ο Θεός. Ε, βλέπετε λοιπόν σήμερα τους ανθρώπους με αυτήν την έννοια, που έχουν θεοποιήσει την ελευθερία, ενώ είναι οι πιο ανελεύθεροι άνθρωποι όλων των αιώνων και όλων των εποχών, σκλαβωμένοι στα πάθη τους οι σύγχρονοι άνθρωποι, θέλοντας να αντιδράσουν, λέγουν ότι το δόγμα δεσμεύει την ανθρώπινη ελευθερία, την ανθρώπινη διάνοια να δεχθεί ό,τι θέλει.
Δεν είναι αυτό, αγαπητοί μου. Το δόγμα είναι αλήθεια αποκεκαλυμμένη και κατοχυρωμένη. Αυτό είναι. Εξηγώ. Ο ήλιος είναι μία αλήθεια. Αυτή η αλήθεια είναι ένα δόγμα. Είτε το θέλεις, είτε δεν το θέλεις, είναι μία πραγματικότητα. Θα δεχθείς λοιπόν ότι υπάρχει ο ήλιος και έχει τις ιδιότητες αυτές που έχει. Τι κάνω τώρα όταν σου πω τι είναι ο ήλιος; Μια κατοχύρωση. Όταν η επιστήμη αποκαλύπτει τι είναι ο ήλιος, ερευνά και φανερώνει τι είναι ο ήλιος, αυτό είναι μία επιστημονική αλήθεια. Αυτό θα το λέγαμε για μια στιγμή στο χώρο της θρησκείας, της πίστεως, ένα δόγμα. Αυτό λοιπόν είναι μία πραγματικότητα. Και τι κάνει τώρα η επιστήμη; Κατοχυρώνει αυτή την αλήθεια και μας την παρουσιάζει. Αυτό είναι αγαπητοί μου το δόγμα.
Έρχεται να μας πει η Εκκλησία ότι ο Θεός είναι Τριαδικός. Δεν το επινοήσαμε. Μας απεκαλύφθη. Και αφού μας απεκαλύφθη, σημαίνει ότι θα το δεχθούμε ως αποκεκαλυμμένο. Όταν έρχεται κάποιος να το αμφισβητήσει, τότε η Εκκλησία φροντίζει να περιφρουρήσει αυτήν την αλήθεια· και αυτή η περιφρούρηση αυτής της αλήθειας λέγεται «δόγμα». Γιατί όμως έρχεται η Εκκλησία να περιφρουρήσει την αλήθεια; Έρχεται διότι πιστεύει -κι έτσι είναι- ότι το δόγμα, δηλαδή αυτή η αποκεκαλυμμένη αλήθεια είναι η βάση της σωτηρίας του ανθρώπου. Συνεπώς εάν χάσει αυτήν τη βάση, τότε δεν μπορεί να έχει τη σωτηρία. Για λόγους λοιπόν αγάπης και φιλανθρωπίας, κατοχυρώνει αυτήν την αλήθεια ακριβώς για να επιτύχει ο άνθρωπος τη σωτηρία του. Όπως ακριβώς, θα λέγαμε, έρχεται η Ιατρική να μας κατοχυρώσει με μίαν αλήθεια και να μας πει ότι «θα ζήσετε έτσι κι έτσι κι έτσι, θα λάβετε τα μέτρα σας εναντίον μιας ασθένειας έτσι κι έτσι κι έτσι, για να μην αρρωστήσετε». Συνεπώς δεν κάνει τίποτε άλλο η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου, παρά να περιφρουρεί, να περιχαρακώνει και να φανερώνει την αποκεκαλυμμένη αλήθεια. Πώς τη φανερώνει; Προσέξτε. Με μια διατύπωση. Και πώς την φανερώνει; Με το στόμα ολοκλήρου της Εκκλησίας. Αυτό ακριβώς κάνει η Εκκλησία. Αυτό είναι το δόγμα. Γιατί λοιπόν φοβόμαστε; Γιατί τρομάζουμε; Και έχουμε βγάλει και το ρήμα ότι «δογματίζεις» με αυτά που λες. Και εννοούμε ότι μιλάς αυθαίρετα. Σήμερα άμα λέμε το ρήμα «δογματίζω» σημαίνει ότι μιλάω αυθαίρετα. Η Εκκλησία δεν μιλάει αυθαίρετα. Αλλά εκείνο που απεκαλύφθη, το ξαναλέγω άλλη μία φορά, το κατοχυρώνει και το παρουσιάζει.
Κάνοντας αυτήν την διασάφηση ερχόμαστε τώρα στο κύριό μας θέμα. Αγαπητοί μου, η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος τι κατοχύρωσε; Ότι ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος σε μία υπόσταση. Αυτή είναι η διατύπωση που έκανε η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος. Αυτή η διατύπωσις είναι αναγκαιοτάτη και επικαιροτάτη, διότι δεν απασχόλησε τότε τους ανθρώπους με τις χριστολογικές εκείνες έριδες, αλλά απασχολεί και σήμερα τον άνθρωπο. Με άλλα λόγια, αυτό που διετύπωσε η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος, είναι το ερώτημα του Κυρίου στους μαθητές Του, αλλά και προς ολόκληρη την ανθρωπότητα: «τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου;»[Ματθ.16,13]. «Εγώ παρουσιάζομαι ως άνθρωπος· οι άνθρωποι τι λέγουν για μένα; Ποιος είμαι;». Το πρόσωπο του Χριστού, αγαπητοί μου, είναι το μέγα πρόβλημα και το μέγα ερωτηματικό σε ολόκληρη την παγκόσμια ιστορία. Δεν υπάρχει κανένα απολύτως φλέγον, θεμελιώδους σημασίας, ζωής και θανάτου θέμα, όσο το θέμα: «το πρόσωπο του Ιησού Χριστού». Ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός.
Δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε, αγαπητοί, τι ακριβώς είναι το πρόβλημα αυτό. Εάν υπάρχει ή δεν υπάρχει Αμερική μπορώ να ζήσω ευτυχισμένος. Εάν υπάρχουν ή δεν υπάρχουν αστέρια και πόσα είναι και αν κατοικούνται ή δεν κατοικούνται, δεν με αφορά εμένα. Εάν δεν γνωρίζω τίποτε από την Επιστήμη και την Τεχνική, δεν με αφορά. Μπορώ να ζήσω πάλι ευτυχισμένος. Αν όμως ο Χριστός είναι αυτό που είναι ή δεν είναι, αφορά και την παρούσα μου ζωή και την αιώνιά μου ζωή. Γιατί το πρόσωπο του Χριστού είναι η απάντηση ποιος είμαι εγώ ο άνθρωπος και ποιος είναι ο προορισμός μου. Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν είναι θεμελιώδους σημασίας το ερώτημα: «Οι άνθρωποι τι λένε για μένα; Ποιος είμαι;». Και ναι μεν, όπως τότε απήντησαν οι σύγχρονοι του Χριστού, όπως μεταφέρουν οι μαθητές, αυτά που έλεγαν οι σύγχρονοί του: «οἱ μὲν Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἱερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν»: Άλλοι λένε ότι είσαι ο Ιερεμίας, άλλοι λένε ότι είσαι ο Ηλίας, άλλοι λέγουν ότι είσαι ένας διδάσκαλος, άλλοι ένας προφήτης». Δηλαδή ποικίλες απόψεις.
Οι άνθρωποι σήμερα τι λένε; Ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός; Επικαιρότατο θέμα. Ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός; «Είναι κοινωνιολόγος», λένε οι άνθρωποι. Είναι σοφός, λένε άλλοι. «Είναι μάγος», λένε κάποιοι τρίτοι· «που σπούδασε δεν ξέρω πού, μαγικά πράγματα και φακιρικά. Και ήρθε να τα παρουσιάσει». «Είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος», λένε κάποιοι τέταρτοι κ.ο.κ. Και ο Κύριος θέτει το ερώτημα: «Εσείς, (ποιοι εσείς; Εσείς που ζείτε μαζί μου και –προσέξτε- έχετε την εμπειρία του προσώπου μου. Θα το πω άλλη μία φορά. Έχετε την εμπειρία του προσώπου μου. Όχι την ψιλή γνώση, αλλά την εμπειρία του προσώπου μου)·εσείς τι λέτε;». Διότι αυτό το ερώτημα τίθεται για τον κάθε πιστό της κάθε εποχής. «Εσείς τι λέτε;».
Και ο Απόστολος Πέτρος λέγει: «σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Σαν να του έλεγε: «είσαι Θεάνθρωπος. Τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος». Να μην το αναλύσω πιο πολύ. Διότι το «Χριστός» αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση. «Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» αναφέρεται στην θεία φύση. Λοιπόν αυτή ήταν η απάντηση του Αποστόλου Πέτρου. Αυτή είναι η απάντηση του κάθε πιστού στο πρόσωπο του Χριστού, στο πρόβλημα αυτό· ποιος είναι ο Χριστός. Αλλά βλέπετε όμως ότι εκείνοι που βαφτίστηκαν και ανήκουν στη μάντρα του Χριστού, πάντοτε δεν μπορούν να σκέπτονται ή να έχουν την εμπειρία του Χριστού, του προσώπου του Χριστού. Το γιατί, είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο που δεν είναι της ώρας να σας το πω. Αλλά μόνο τούτο. Ότι σαν αποτέλεσμα είναι ότι οι άνθρωποι θέτουν το ερώτημα: «Ποιος άραγε είναι ο Χριστός;» Δεν έχεις άρα εμπειρία. Τέλος πάντων ερωτάς. Τι απάντηση θα σου δώσω;
Και επειδή αρχίζεις να λέγεις εσύ κάποιες απαντήσεις, έρχεται η Εκκλησία να κατοχυρώσει και να σου πει, ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος σε ένα πρόσωπο, σε μία υπόσταση. Τι σημαίνει αυτό; Αυτή είναι μία τεράστια αλήθεια, αγαπητοί μου. Προσέξατε. Ο Άρειος, τον οποίο αντιμετώπισε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, είπε ότι ο Ιησούς Χριστός δεν είναι Θεός, αλλά είναι κτίσμα. Δηλαδή δεν έχει θεότητα. Αλλά τώρα στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο έγινε το αντίστροφο. Ότι είναι πραγματικά ο Θεός, αλλά ότι δεν είναι δυνατόν να πήρε ανθρώπινη φύση. Και αν πήρε ανθρώπινη φύση, αυτή ή ήταν φαινόμενη ή απερροφήθη από τη θεία φύση και δεν έχει και πάρα πολλή σημασία. Αυτό δηλαδή που έμεινε στην Ιστορία ως Μονοφυσιτισμός. Δηλαδή η πίστη ότι ο Χριστός έχει μόνο μία φύση, τη θεία, όχι την ανθρώπινη. Είναι δύο ακρότητες. Η μία θέση αρνείται τη θεία φύση του Χριστού και η άλλη αρνείται την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Και οι δύο αυτές ακρότητες είναι θεμελιώδους σημασίας, που προσβάλλουν τη σωτηρία. Πώς την προσβάλλουν τη σωτηρία;
Ως προς την πρώτη θέση, εάν ο Χριστός δεν είναι Θεός, τότε δεν είναι δυνατόν και να σώσει· διότι όλα τα κτίσματα έχουν ανάγκη σωτηρίας. Έχουν ανάγκη και οι άγγελοι σωτηρίας. Δεν είναι της ώρας να σας το πλατύνω πολύ, γιατί δυστυχώς σε ένα λειτουργικό κήρυγμα δεν μπορεί να πει κανείς πάρα πολλά πράγματα. Γι’ αυτό θα πρέπει να παρακολουθούμε τις ομιλίες που είναι τακτές και άνετες και ωριαίες κα να μελετούμε, για να διαφωτιζόμαστε. Και οι άγγελοι, σας είπα, έχουν ανάγκη σωτηρίας. Και ξέρετε πότε σώθηκαν οι άγγελοι; Όταν έγινε η Ενανθρώπησις του Υιού του Θεού και Τον ανεγνώρισαν ότι είναι ο Υιός του Θεού που ενηνθρώπησε. Διότι τον Θεό δεν Τον είδαν ούτε οι άγγελοι. Και όταν έψαλλαν το «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ» σημαίνει Τον ανεγνώρισαν τον Ιησού Χριστό ότι είναι ο Υιός του Θεού. Δεν λέγει ο Απόστολος ότι «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων»; Και οι άγγελοι θα κάμψουν γόνυ στον Υιό του Θεού. Είναι θέμα πίστεως. Πιστεύοντας- είναι η τελευταία τους δοκιμασία των αγγέλων. Πιστεύοντας στη θεανθρωπίνη φύση του Χριστού, εστερεώθησαν και παγιώθησαν στη σωτηρία και τώρα πλέον δεν κινδυνεύουν. Όχι ότι δεν μπορούν. Δεν είναι άτρεπτοι. Αλλά δεν κινδυνεύουν να πέσουν. Όπως έπεσαν κάποιοι, ας μου επιτραπεί η έκφρασις, συνάδελφοί των άγγελοι. Είναι οι δαίμονες. Και οι άγγελοι έχουν ανάγκη της σωτηρίας. Και οι άγγελοι έχουν ανάγκη της πίστεως. Επίστεψαν οι άγγελοι και εσώθησαν. Επίστεψε και ο εκπρόσωπος του ανθρωπίνου γένους, η Θεοτόκος και εσώθημεν. Και καθένας που πιστεύει στο πρόσωπο του Χριστού, σώζεται. Αλλά δεν μπορώ να σωθώ εγώ ο άνθρωπος που φέρω ύλη και πνεύμα, είτε αν είμαι άγγελος και φέρω μόνο πνεύμα, εάν αυτόν που πιστεύω είναι μόνο κτίσμα· διότι αν ήταν κτίσμα, δεν ήταν Θεός και Εκείνος θα είχε ανάγκη σωτηρίας. Αλλά δεν μπορεί έχοντας ο ίδιος την ανάγκη της σωτηρίας να σώσει την κτίση.
Πάμε στο άλλο άκρο. Εκείνοι οι οποίοι δέχονται μόνον τη θεία φύση και όχι την ανθρώπινη. Αν μου πείτε «αυτό δεν υπάρχει σήμερα». Αρνούνται τη θεότητα του Χριστού, αλλά όχι την ανθρωπότητα. Λάθος. Ο Μονοφυσιτισμός έρπει σε ολόκληρη τη ζωή των Χριστιανών. Έρπει. Και μόνο γιατί αρνούμαι την εικόνα του Χριστού, μονοφυσίτης είμαι στην πραγματικότητα. Γιατί αρνούμαι την ανθρώπινη Του φύση. Και λέγω: «Το θείον εικονίζεται;». Βέβαια το θείον δεν εικονίζεται. Αλλά εάν ο Θεός έγινε άνθρωπος, εικονίζεται. Εάν αρνούμαι λοιπόν την εικόνα, πράγμα το οποίο κατοχύρωσε η 7η Οικουμενική Σύνοδος(Ζ΄),τότε αναμφισβήτητα πιστεύω στον Χριστό ότι είναι πραγματικός άνθρωπος.
Λοιπόν εάν αρνηθώ την ανθρώπινη φύση, τι συνέπειες έχει αυτό; Έχει φοβερές, εξίσου όπως και η πρώτη περίπτωσις, συνέπειες. Ποιες; Σημαίνει ότι ο Θεός δεν έγινε πραγματικά άνθρωπος. Σημαίνει λοιπόν ότι ο Θεός δεν προσέλαβε την κτίση. Και αφού δεν την προσέλαβε, δεν μπορεί να τη θεραπεύσει. Λέγουν οι Πατέρες: «Εκείνο που δεν προσλαμβάνεται, δεν θεραπεύεται». Ο Χριστός ανέλαβε όχι μόνο το υλικό σώμα αλλά και την ανθρώπινη ψυχή. Είναι τρία πράγματα. Είναι ο Θεός Λόγος, είναι η ανθρώπινη ψυχή Του και το ανθρώπινο σώμα Του. Όταν λέμε «έγινε άνθρωπος» σημαίνει έγινε και τα δύο αυτά. Ψυχή και σώμα. Παρά ταύτα, είναι ένα πρόσωπο. Δεν είναι δύο πρόσωπα, το θείον και το ανθρώπινο. Αλλά είναι ένα πρόσωπο.
Θα μου πείτε «μυστήριο». Μα ναι. Γι’ αυτό ακριβώς θα πει «πιστεύω». Γιατί δεν μπορώ να καταλάβω εκείνα τα οποία είναι γύρω μου. Μήπως στο χώρο της επιστήμης δεν υπάρχουν μυστήρια; Στο χώρο της φύσεως δεν υπάρχουν μυστήρια; Τι νομίζετε; Ότι κατανοούμε τα μυστήρια της κτίσεως; Ξέρουμε τι είναι κύτταρο; Ξέρουμε τι είναι ζωή; Ξέρουμε τι είναι άνθρωπος; Τι ξέρουμε; Ξέρουμε τι είναι ύλη; Ξέρουμε τι είναι ενέργεια; Δεν ξέρουμε τίποτε. Μόνο περιγράφουμε. Δε διαφέρουμε πάρα πολύ από τον Αριστοτέλη, ο οποίος έκανε περιγραφή των όντων. Τη λεγομένη «περιγραφική επιστήμη». Δε διαφέρουμε πολύ. Βέβαια εξηγήσαμε πολλά πράγματα. Αλλά δε διαφέρουμε πολύ. Γιατί στο βάθος και στην ουσία των πραγμάτων, περιγραφή των όντων κάνουμε, περιγραφή των φαινομένων κάνουμε, αλλά δεν μπήκαμε στην ουσία των πραγμάτων. Τι είναι ύλη; Ξαναλέγω άλλη μία φορά. Τι είναι ενέργεια; Τι είναι ζωή; Ουδείς απάντησε μέχρι τώρα. Γιατί λοιπόν πρέπει να λέμε ότι υπάρχουν μυστήρια στη κτίση και όχι μυστήρια στην πίστη; Πολύ περισσότερο υπάρχουν μυστήρια στον μεταφυσικό κόσμο.
Αλλά το θέμα «πίστη στον Ιησού Χριστό ότι είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος» δεν είναι επαρκές. Δεν είναι δηλαδή κάτι που θα πω «το παραδέχομαι». Όχι αγαπητοί μου, δεν είναι απλώς αυτό. Είναι κάτι παραπέρα. Αυτό θέλω να προσέξετε τώρα. Μπορεί κάποιος να πει ότι «πιστεύω ότι είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος». Αυτό όμως τι βγαίνει; Βγαίνει ότι ο Θεός ήρθε να μας επισκεφτεί. Και ήρθε να μας επισκεφθεί όχι όπως στο Σινά. Αλλά να γίνει όμοιος με εμάς και όχι μόνο να γίνει όμοιος με εμάς και να κουβεντιάσουμε αλλά να Τον πάρουμε μέσα μας και να μας πάρει μέσα Του. Δηλαδή μία ένωση ασύλληπτη, ασύλληπτη. Αυτό κάναμε σήμερα. Κοινωνήσαμε. Τι θα πει «κοινωνήσαμε»; Γινήκαμε κοινωνοί του Θεού. Του Θεού κοινωνοί; Ναι. Δια της ανθρωπίνης Του φύσεως. Και επειδή είναι ένα πρόσωπο, γινόμαστε κοινωνοί του Θεού. Αυτό είναι το μεγάλο θέμα το ανεξερεύνητο, το πολυτιμότατο. Εκείνο το οποίο και στην παρούσα ζωή και στη μέλλουσα ζωή είναι η κορυφή. Ότι ο άνθρωπος έχει κοινωνία με τον Θεό! Το καταλαβαίνετε αυτό; Είναι ασύλληπτο. Είναι ασύλληπτο. Και όμως, αγαπητοί μου, αυτή είναι η πραγματικότητα.
Το δόγμα λοιπόν της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου αυτό θέλει να κατοχυρώσει. Ότι ο Χριστός είναι τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός. Ένα δόγμα που πραγματικά όχι μόνο πρέπει να το πιστεύουμε απλά, αλλά πρέπει και να το βιώσουμε. Ότι έχουμε κοινωνία μετά του Θεού. Ακούτε τον Ευαγγελιστή Ιωάννη να λέγει στο προοίμιο του Ευαγγελίου του: «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος». Εδώ αναφέρεται στη θεία φύση. «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν». Εδώ αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση. Είδατε; Ο Λόγος έγινε σαρξ. Δεν λέγει -προσέξτε- δεν λέγει «έγινε άνθρωπος». Αλλά λέγει «έγινε σαρξ». Διότι η λέξις «σαρξ», «σάρκα» έχει βέβαια την έννοια του ανθρώπου, έχει την έννοια, όπως σε πολλά σημεία η Αγία Γραφή λέγει τον άνθρωπο «σάρκα». Και εννοεί τον άνθρωπο. Αλλά έχει και μία ιδιαίτερη ερμηνεία η λέξη «σάρκα». Μια λεπτή ερμηνεία. Είναι η εξής: ότι όταν λέμε «σάρκα» εννοούμε ρεαλιστικά κρέας. Κρέας, κρέας, κρέας. Ρεαλιστικά. Όταν λοιπόν λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο», αν θέλουμε να το ερμηνεύσουμε, να το μεταφράσουμε, θα λέγαμε: «Ο Υιός του Θεού έγινε κρέας!». Ωμό! Δεν το ακούμε καλά. Αυτό όμως κατά λέξη θα πει. Τι θα πει αυτό;
Επίτηδες το βάζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης αυτό. Γράφει τελευταίος το Ευαγγέλιό Του και ήδη ο Απόστολος Παύλος, όταν προφητεύει για τους Γνωστικούς τι θα πουν για τον Χριστό, γνωρίζει τι είπαν, ήδη και ο Παύλος αλλά και η πραγματικότητα, οι Γνωστικοί που αρνούνταν την Ενανθρώπηση του Υιού του Θεού, και τότε βάζει τον όρο «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο». Το ίδιο πράγμα θα μας το πει, αγαπητοί μου , στην Α΄του Επιστολή, στο προοίμιο πάλι: «Εκείνο που τα μάτια μας είδαν, τα χέρια μας έπιασαν και τα αυτιά μας άκουσαν· περί του Λόγου της ζωής». Μα ο Λόγος της ζωής βλέπεται; Οράται δηλαδή; Ακούγεται; Ψηλαφάται; Θέλει με τον τρόπο αυτόν, με άλλα δηλαδή λόγια, με τρεις αισθήσεις από τις πέντε, να μας κάνει με αυτόν ρεαλιστικό τρόπο να καταλάβουμε ότι πραγματικά ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος. Άρα τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Τι μεγαλειώδες είναι αυτό, αγαπητοί! Αν κάποτε αυτό περάσει από την ψιλή, δηλαδή γυμνή γνώση του μυαλού μας, κατεβεί στην ύπαρξή μας, κατεβεί στην καρδιά μας, τότε θα γίνει εμπειρία. Και τότε παντού και πάντοτε θα αισθανόμαστε τη θεανθρωπίνη φύση του Χριστού. Και μόνο ο Θεάνθρωπος Ιησούς σώζει. Αυτός που είναι τέλειος Θεός και Αυτός που είναι τέλειος άνθρωπος.
Στα κηρύγματα της εποχής μας τα ανόητα, ας κωφεύουμε, που λέγουν ό,τι λέγουν, παραμύθια, γραώδεις μύθους, για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Εμείς ας μελετάμε τον λόγο του Θεού και εκεί θα τον ανακαλύπτουμε. Ας ζούμε τις εντολές Του και τότε θα έρθει να μείνει μέσα μας. Ακούστε τι είπα: «Ας τηρούμε τις εντολές Του και τότε θα έρθει να μείνει μέσα μας». Δηλαδή θα έχουμε εμπειρία. Το είπε ο Ίδιος: «Αυτός που τηρεί τις εντολές μου, θα έρθουμε να μείνουμε μέσα του. Και εγώ ο Υιός και ο Πατήρ και το Πνεύμα το Άγιον». Και δεν μπορεί να μην έχεις εμπειρία. Να γιατί σας είπα ότι είναι εμπειρία το θέμα. Το μαθαίνω πρώτα λογικά, δηλαδή νοητικά, όχι λογικά, νοητικά και κατόπιν τι; Κατόπιν αυτό το κάτι γίνεται ζωή μου, γίνεται εμπειρία μου. Και τότε μπορώ να λέγω ότι και η παρούσα ζωή και η μέλλουσα δεν είναι παρά ένα πράγμα. Ο παρών κόσμος και η βασιλεία του Θεού θα γίνουν ένα πράγμα. Όλα ανήκουν στην αγάπη του Θεού, όλα μέσα στο σχέδιο του Θεού, όλα μέσα στην κοινωνία του Θεού. Είμαι ο ευτυχέστερος άνθρωπος.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- http://www.theognosia.gr/el/kyriakodromio (απομαγνητοφωνημένες ομιλίες μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου δια χειρός του κυρίου Αθανασίου Κ.)
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_193.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.