ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ - ΣΠΟΡΕΩΣ (15/10/2023)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Δ΄ΛΟΥΚΑ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Προς Τίτον επιστολή, κεφάλαιο 3, εδάφια 8 έως 15
8 Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· 9μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. 10 Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, 11 εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος.
12 ῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. 13 Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. 14 Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι.15 ᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει.῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
8Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη. Και γι’ αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα και με κύρος, για να φροντίζουν όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα. Αυτά είναι τα καλά έργα και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους· αυτά για τα οποία σας μίλησα. 9 Απόφευγε τις ανόητες συζητήσεις και τις γενεαλογίες για τους μυθικούς θεούς ή τους ευγενείς προγόνους, όπως και τις φιλονικίες και διαμάχες για τον ιουδαϊκό νόμο, διότι δεν φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες. 10 Αιρετικό άνθρωπο που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μολονότι τον συμβούλευσες για πρώτη και δεύτερη φορά, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. 11 Γνώριζε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος έχει διαστραφεί και αμαρτάνει· και για την αμαρτία του αυτή ελέγχεται και κατακρίνεται από τη συνείδησή του και από τον ίδιο του τον εαυτό.
12 Όταν σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, φρόντισε γρήγορα να έλθεις στη Νικόπολη, διότι εκεί αποφάσισα να περάσω τον χειμώνα. 13 Τον Ζηνά τον νομοδιδάσκαλο και τον Απολλώ κατευόδωσέ τους, ετοιμάζοντας με επιμέλεια ό,τι τους χρειαστεί, για να μην τους λείπει τίποτε στο ταξίδι τους. 14 Με την ευκαιρία μάλιστα της προετοιμασίας αυτής παίρνουν μάθημα και οι δικοί μας να πρωτοστατούν και να εργάζονται καλά έργα και να συντρέχουν τους αδελφούς στις απαραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μη στερούνται από πνευματικούς καρπούς. 15 Σε χαιρετούν εγκάρδια όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε όσους μας αγαπούν, επειδή έχουν κοινή πίστη με μας. Σας εύχομαι η χάρις του Θεού να είναι με όλους σας. Αμήν.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Δ΄ΛΟΥΚΑ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο Η΄, εδάφια 4-15
4 Συνιόντος δὲ ὄχλου πολλοῦ καὶ τῶν κατὰ πόλιν ἐπιπορευομένων πρὸς αὐτὸν εἶπε διὰ παραβολῆς·5 Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό·6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα·7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. 8 Καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.
9 Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη; 10 Ὁ δὲ εἶπεν· ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν.11 Ἒστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· 12 Οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν.13 Οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ῥίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. 14 Τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. 15 Τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
4 Και ενώ μαζευόταν πολύς λαός και έρχονταν από κάθε πόλη κοντά Του για να Τον ακούσουν, ο Κύριος τούς είπε με παραβολή: 5 «Βγήκε ο σποριάς στο χωράφι του, για να σπείρει τον σπόρο του. Και καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν κοντά στον δρόμο του χωραφιού και καταπατήθηκαν από τους διαβάτες, και τους κατέφαγαν τα πουλιά του ουρανού. 6 Άλλοι σπόροι πάλι έπεσαν πάνω σε πετρώδες έδαφος, κι αφού φύτρωσαν, ξεράθηκαν, επειδή δεν είχαν υγρασία. 7 Και άλλοι σπόροι έπεσαν σε έδαφος γεμάτο από σπόρους αγκαθιών, κι όταν τα αγκάθια φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν τελείως. 8 Κι άλλοι σπόροι έπεσαν μέσα στη γη τη μαλακή και εύφορη, και όταν φύτρωσαν, έκαναν καρπό εκατό φορές περισσότερο απ’ τον σπόρο. Κι ενώ τα έλεγε αυτά, για να δώσει μεγαλύτερο τόνο στους λόγους Του και για να διεγείρει την προσοχή των ακροατών Του, φώναζε δυνατά: «Αυτός που έχει αυτιά πνευματικά και ενδιαφέρον πνευματικό για να ακούει και να εγκολπώνεται αυτά που λέω, ας ακούει».
9 Οι μαθητές Του τότε Τον ρωτούσαν και Του έλεγαν: «Ποια είναι η έννοια και η σημασία αυτής της παραβολής;». 10 Και Αυτός τους απάντησε: «Σε σας που έχετε ενδιαφέρον και καλή διάθεση σάς έδωσε ο Θεός τη χάρη Του να μάθετε τις μυστηριώδεις αλήθειες της Βασιλείας του Θεού˙ στους άλλους όμως μιλάω με παραβολές. Αυτοί δεν έχουν ενδιαφέρον να γνωρίσουν και να δεχθούν τις πνευματικές αλήθειες, και ο νους τους είναι αμαθής και ανίκανος για πνευματική διδασκαλία. Γι’ αυτό διδάσκω με τον τρόπο αυτό, για να μην μπορούν να δουν βαθύτερα και καθαρότερα, αν και θα βλέπουν με τα σωματικά τους μάτια, και για να μην μπορούν να καταλάβουν, αν και θα ακούν τη διδασκαλία που τους εξηγεί τα μυστήρια. Και το κάνω αυτό όχι μόνο για λόγους δικαιοσύνης, αλλά και από αγαθότητα, για να μην επιβαρύνουν τη θέση τους περιφρονώντας την αλήθεια, και σκληρυνθούν περισσότερο.
11 Η σημασία της παραβολής είναι αυτή: Ο σπόρος συμβολίζει τον λόγο του Θεού. 12 Το έδαφος που είναι κοντά στον δρόμο συμβολίζει αυτούς που άκουσαν απλώς και μόνο τον λόγο. Έπειτα έρχεται ο διάβολος και αφαιρεί τον λόγο από τις καρδιές τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν. 13 Το πετρώδες έδαφος εξάλλου που δέχθηκε τον σπόρο, συμβολίζει αυτούς, οι οποίοι όταν ακούσουν τον λόγο του Θεού, τον δέχονται με χαρά και ενθουσιασμό. Μέσα τους όμως δεν έχει αυτός βαθιά ρίζα, για να στερεωθεί. Γι’ αυτό ακριβώς αυτοί για λίγο χρόνο πιστεύουν, όταν όμως έλθει καιρός πειρασμού ή διωγμού, απομακρύνονται από την πίστη. 14 Οι σπόροι που έπεσαν στα αγκάθια συμβολίζουν εκείνους που άκουσαν τον λόγο του Θεού και αρχίζουν με κάποια προθυμία να βαδίζουν στον δρόμο της πίστεως. Πνίγονται όμως από τις αγωνιώδεις φροντίδες για να αποκτήσουν πλούτη, καθώς και από τις απολαύσεις της σαρκικής ζωής, στην οποία διευκολύνουν τα πλούτη που απέκτησαν, και έτσι δεν προκόπτουν, ούτε φτάνουν μέχρι το τέλος, προκειμένου να δώσουν τον καρπό. 15 Οι σπόροι τώρα που έπεσαν στην εύφορη γη συμβολίζουν τους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι με καρδιά καλοπροαίρετη, ευθεία και αγαθή, άκουσαν και κατανόησαν τον λόγο και τον κρατούν σφιχτά μέσα τους, και καρποφορούν τις αρετές, δείχνοντας υπομονή και καρτερία στις θλίψεις και τους πειρασμούς και σε όλα τα εμπόδια που συναντούν στην άσκηση της πνευματικής ζωής».
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ [:Τίτ.3,8-15]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος(:Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη. Και γι’ αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα και με κύρος, για να φροντίζουν όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα . Αυτά είναι τα καλά έργα και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους, αυτά για τα οποία σας μίλησα. Τις ανόητες συζητήσεις και γενεαλογίες για τους μυθικούς θεούς ή τους ευγενείς προγόνους, όπως και τις έριδες και τις διαμάχες για τον μωσαϊκό νόμο να τις αποφεύγεις, γιατί δε φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες. Αιρετικό άνθρωπο, που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μετά την πρώτη και τη δεύτερη νουθεσία, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. Να ξέρεις ότι έχει διαστραφεί τέτοιου είδους άνθρωπος και αμαρτάνει· και για την αμαρτία του αυτή ελέγχεται και καταδικάζεται από τη συνείδησή του και από τον ίδιο του τον εαυτό)»[Τίτ.3,8-11· ερμην. απόδοση Παναγ. Τρεμπέλα].
Αφού μίλησε ο Παύλος για τη φιλανθρωπία του Θεού και για την ανέκφραστη πρόνοιά Του για εμάς, και αφού είπε ποιοι ήμασταν εμείς και ποιους μας έκανε, προσθέτει και λέγει : «Και αυτά τα λόγια θέλω να τα διαβεβαιώνεις εσύ, ώστε, όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα». Δηλαδή, «αυτά πρέπει να λέγεις και από αυτά να τους προτρέπεις για ελεημοσύνη. Γιατί τα λόγια αυτά δεν είναι κατάλληλα μόνο για ελεημοσύνη και να μην υπερηφανευόμαστε και να μην κακολογούμε τους άλλους, αλλά και για κάθε άλλη αρετή». Έτσι λοιπόν μιλώντας και στους Κορινθίους, λέγει: «Γινώσκετε γὰρ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτι δι᾿ ὑμᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὤν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσητε(:Διότι γνωρίζετε την ανεκτίμητη δωρεά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ότι δηλαδή ενώ ήταν απείρως πλούσιος σε όλες τις τελειότητες της θείας Του υποστάσεως, έγινε πτωχός προς χάριν σας· και φόρεσε την πτωχή ανθρώπινη φύση και έγινε άνθρωπος, για να γίνετε εσείς πνευματικά πλούσιοι με την πτωχεία Εκείνου)»[Β΄Κορ.8,9]. Αφού θυμήθηκε την πρόνοια του Θεού και την υπερβολική φιλανθρωπία Του, τους προτρέπει να κάνουν την ελεημοσύνη, όχι έτσι απλώς και σαν δευτερεύον έργο, αλλά με ποιο κύριο σκοπό; «Για να φροντίζουν», λέγει, «να πρωτοστατούν σε καλά έργα». Δηλαδή και τους αδικημένους να βοηθούν όχι μόνο με χρήματα, αλλά και με προστασία που θα μπορούσαν να τους προσφέρουν, και τις χήρες και τα ορφανά να υπερασπίζονται και όλους όσους υποφέρουν να προστατεύουν, γιατί αυτό σημαίνει το «να πρωτοστατούν σε καλά έργα». «Αυτά», λέγει, «είναι τα καλά και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους».
«Και να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις και τις γενεαλογίες και τις φιλονικίες και τις διαμάχες για τον νόμο, γιατί είναι ανωφελείς και μάταιες». Τι δηλαδή θέλουν οι γενεαλογίες; Γιατί και στην επιστολή του προς τον Τιμόθεο το αναφέρει αυτό λέγοντας: «Μηδὲ προσέχειν μύθοις καὶ γενεαλογίαις ἀπεράντοις, αἵτινες ζητήσεις παρέχουσι μᾶλλον ἢ οἰκονομίαν Θεοῦ τὴν ἐν πίστει(:Μήτε να προσέχουν σε μύθους και σε γενεαλογίες απέραντες, οι οποίες προκαλούν μάλλον άσκοπες αναζητήσεις, παρά βοηθούν τη διαχείριση του έργου του Θεού που βασίζεται στην πίστη)»[Α΄Τιμ.1,4]. Ίσως και εδώ και εκεί να εννοεί τους Ιουδαίους, που υπερηφανεύονται για το ότι είχαν πρόγονό τους τον Αβραάμ και αδιαφορούσαν για τα δικά τους. Γι’ αυτό τις ονομάζει και «ανόητες» και «ανωφελείς», γιατί το να πιστεύει κανείς σε πράγματα που δεν ωφελούν είναι απόδειξη ανοησίας.
«Φιλονικίες» εννοεί αυτές με τους αιρετικούς, για να μην κουραζόμαστε στα χαμένα, όταν δεν υπάρχει κανένα κέρδος, αφού το τέλος τους είναι το τίποτε. Γιατί, όταν κάποιος είναι διεστραμμένος και προδιατεθειμένος, να μην αλλάξει καθόλου τη γνώμη του, ό,τι και αν γίνει, για ποιο λόγο κουράζεσαι άσκοπα σπέρνοντας επάνω σε πέτρες, ενώ έπρεπε να διαθέτεις τον καλό αυτόν κόπο στους δικούς σου, μιλώντας σε αυτούς για την ελεημοσύνη και τις άλλες αρετές; Πώς λοιπόν λέγει αλλού: «Ἐν πρᾳότητι παιδεύοντα τοὺς ἀντιδιατιθεμένους, μήποτε δῷ αὐτοῖς ὁ Θεὸς μετάνοιαν εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας(:Εκπαιδεύοντας με πραότητα εκείνους που είναι αντίθετα διατεθειμένοι, μην τυχόν τους δώσει ο Θεός μετάνοια, για να έρθουν σε επίγνωση της αλήθειας)»[Β΄Τιμ.2,25], ενώ εδώ λέγει: «Τον αιρετικό άνθρωπο μετά την πρώτη και τη δεύτερη νουθεσία άφηνέ τον, γνωρίζοντας ότι έχει διαστραφεί αυτός και αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του»; Εκεί μιλάει για αυτούς που έχουν κάποια ελπίδα για διόρθωση και για αυτούς που απλώς έχουν αντίθετη γνώμη. Όταν όμως είναι φανερός και γνωστός σε όλους για την ισχυρογνωμοσύνη και την αδιαλλαξία του, για ποιο λόγο αγωνίζεσαι άδικα; Γιατί χτυπάς τον αέρα; Τι σημαίνει «καταδικάζοντας ο ίδιος τον εαυτό του»; Σημαίνει ότι δεν μπορεί δηλαδή να πει: «Κανείς δεν μου μίλησε, κανείς δεν με συμβούλευσε». Όταν λοιπόν μετά τη συμβουλή ο ίδιος επιμένει, τότε καταδικάζει ο ίδιος τον εαυτό του.
Τον αδιόρθωτο λοιπόν ονομάζει «αιρετικό». Όπως δηλαδή το να παραβλέπουμε όσους έχουν ελπίδα για κάποια μεταβολή είναι απόδειξη οκνηρίας, έτσι το να θεραπεύουμε όσους πάσχουν από ανίατες ασθένειες είναι απόδειξη ανοησίας και της χειρότερης παραφροσύνης. Γιατί έτσι τους κάνουμε θρασύτερους.
Πώς λοιπόν παροτρύνεις τον Τίτο να κλείνει το στόμα εκείνων που αντιλέγουν(«Οὓς δεῖ ἐπιστομίζειν, οἵτινες ὅλους οἴκους ἀνατρέπουσι διδάσκοντες ἃ μὴ δεῖ αἰσχροῦ κέρδους χάριν(:Τους ψευδοδιδασκάλους πρέπει ο επίσκοπος να τους αποστομώνει· είναι άνθρωποι οι οποίοι ανατρέπουν ολόκληρα σπίτια, διδάσκοντας πράγματα που δεν πρέπει, μόνο και μόνο για να κερδίσουν χρήματα με αθέμιτο και αισχρό τρόπο)»[Τίτ.1,11]), όταν τα κάνουν όλα για την καταστροφή τους; Λέγει όμως προηγουμένως, ότι δεν πρέπει να το κάνει αυτό αποβλέποντας σε δικό τους κέρδος· γιατί δεν θα ωφελούνταν ποτέ σε τίποτε τέτοιοι άνθρωποι, αφού είναι μια για πάντα διεστραμμένοι στη γνώμη τους. Αν όμως καταστρέφουν άλλους, πρέπει να διαφωνείς και να τους πολεμείς και να αντιστέκεσαι προς αυτούς με πολλή δύναμη· και αν βρεθείς σε ανάγκη, βλέποντας άλλους να διαφθείρονται, να μη σιωπάς, αλλά να τους αποστομώνεις, φροντίζοντας έτσι για εκείνους που πρόκειται να καταστραφούν από τις αιρετικές διδασκαλίες αυτών των πλανεμένων ανθρώπων. Και γενικά δεν είναι δυνατό να ανέχεται τις διαμάχες εκείνος που δείχνει πολλή φροντίδα και έχει σωστό τρόπο ζωής. Αλλά, όπως είπα, έτσι να κάνεις· γιατί από την αργία και την περιττή φιλοσοφία φθάνει κανείς να ασχολείται μόνο με τα ονόματα. Γιατί πραγματικά τα περιττά λόγια είναι μεγάλη ζημία, ενώ πρέπει ή να διδάσκουμε ή να προσευχόμαστε ή να ευχαριστούμε. Ούτε πρέπει να αποφεύγουμε να ξοδεύουμε βέβαια τα χρήματα, όχι όμως και τα λόγια· αλλά περισσότερο πρέπει να αποφεύγουμε τα λόγια από τα χρήματα, και να μην παραδίδουμε χωρίς λόγο τον εαυτό μας σε όλους.
«Ὃταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν(:Όταν θα στείλω τον Αρτεμά προς εσένα ή τον Τυχικό, φρόντισε να έρθεις προς εμένα στη Νικόπολη)»[Τιτ.3,12].Τι λέγεις; Εγκατέστησες τον Τίτο στην Κρήτη και τον καλείς πάλι κοντά σου; Όχι για να τον απομακρύνει από το έργο εκείνο, αλλά για να τον συμβουλέψει περισσότερο. Ότι δεν τον καλεί κοντά του για να τον έχει παντού όπου πηγαίνει ακόλουθό του, άκουσε τι λέγει παρακάτω: «Ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι(:Γιατί εκεί έχω αποφασίσει να παραχειμάσω)». Η Νικόπολη όμως βρίσκεται στη Θράκη.
«Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ(:Τον Ζηνά τον νομοδιδάσκαλο και τον Απολλώ, πρόπεμψέ τους εφοδιάζοντάς τους με ιδιαίτερη επιμέλεια, για να μην τους λείπει τίποτα)». Αυτοί δεν είχαν αναλάβει ακόμη εκκλησίες, αλλά ήταν από τους συντρόφους του Παύλου· περισσότερο δραστήριος ήταν ο Απολλώς, αφού γνώριζε πολύ καλά την Αγία Γραφή, είχε τη δυνατότητα να την ερμηνεύει· διέθετε επίσης και το χάρισμα της ευγλωττίας[βλ. Πράξ.18,24: «Ἰουδαῖος δέ τις Ἀπολλὼς ὀνόματι, Ἀλεξανδρεὺς τῷ γένει, ἀνὴρ λόγιος, κατήντησεν εἰς Ἔφεσον, δυνατὸς ὢν ἐν ταῖς γραφαῖς(:Στο μεταξύ ήλθε στην Έφεσο κάποιος Ιουδαίος που λεγόταν Απολλώς και καταγόταν από την Αλεξάνδρεια. Ο άνθρωπος αυτός είχε ευγλωττία, γνώριζε πολύ καλά την Αγία Γραφή και είχε μεγάλη ικανότητα να την ερμηνεύει)»]. «Αν λοιπόν εκείνος ήταν νομικός, δεν έπρεπε», λέγει, «να τρέφεται από άλλους». «Νομικό» όμως εδώ εννοεί τον γνώστη των ιουδαϊκών νόμων. Είναι σαν να έλεγε: «να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα, ώστε να μην τους λείψει τίποτε».
«Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. ᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν(:Με την ευκαιρία μάλιστα της προετοιμασίας αυτής, ας παίρνουν μάθημα επίσης και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα και να συντρέχουν τους αδελφούς στις απαραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μην στερούνται από πνευματικούς καρπούς. Σε χαιρετούν εγκάρδια όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε αυτούς που μας αγαπούν επειδή έχουν κοινή πίστη με εμάς. Σας εύχομαι η Θεία Χάρη να είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.)».
Τι σημαίνει «για να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα»; Να μην περιμένουν όσους έχουν ανάγκη να έρθουν σε αυτούς, αλλά και οι ίδιοι να ενδιαφέρονται για εκείνους που χρειάζονται τη βοήθειά τους. Γιατί αυτός που φροντίζει, έτσι φροντίζει· και έτσι μάλιστα θα κάμει αυτό το πράγμα με πολύ ενδιαφέρον. Γιατί πραγματικά με όσα ευεργετεί, δεν ωφελεί και δεν παρέχει κέρδος σε εκείνους που ευεργετούνται τόσο, όσο σε αυτούς που ευεργετούν· γιατί τους δίνει παρρησία ενώπιον του Θεού. Εκεί όμως δεν υπάρχει κανένα τέλος της μάχης.
«Και ας μαθαίνουν», λέγει «και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα στις αναγκαίες περιπτώσεις, για να μην είναι άκαρποι». Βλέπεις ότι φροντίζει περισσότερο γι’ αυτούς παρά για εκείνους που παίρνουν; Γιατί μπορούσε ίσως να τους στείλει από πολλούς άλλους εφόδια· αλλά «για τους δικούς μας», λέγει, «φροντίζω». Ποιο λοιπόν, πες μου, είναι το όφελος; Αν δηλαδή άλλοι βγάζοντας θησαυρούς έτρεφαν τους διδασκάλους, αυτοί δεν είχαν κανένα κέρδος, γιατί έμεναν άκαρποι. Τι λοιπόν, πες μου, δεν μπορούσε ο Χριστός, που έθρεψε από πέντε άρτους πέντε χιλιάδες ανθρώπους και από επτά άρτους τέσσερις χιλιάδες ανθρώπους, να θρέψει τον εαυτό Του και όσους ήταν μαζί Του; Για ποιο λόγο λοιπόν τρέφονταν από γυναίκες; Διότι λέγει ο ευαγγελιστής Μάρκος: «Αἳ καὶ ὅτε ἦν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ἠκολούθουν αὐτῷ καὶ διηκόνουν αὐτῷ, καὶ ἄλλαι πολλαὶ αἱ συναναβᾶσαι αὐτῷ εἰς Ἱεροσόλυμα(:Αυτές και όταν βρισκόταν ο Ιησούς στην Γαλιλαία Τον ακολουθούσαν και Τον υπηρετούσαν. Ήταν ακόμη και πολλές άλλες, οι οποίες είχαν ανεβεί μαζί με Αυτόν από την Γαλιλαία στα Ιεροσόλυμα)»[ Μάρκ. 15,41]). Για να μας διδάξει από την αρχή ότι φροντίζει γι΄αυτούς που ευεργετούν.
Δεν μπορούσε ο Παύλος, που με τα δικά του χέρια ικανοποιούσε πλήρως και τις ανάγκες άλλων, να μην παίρνει από πουθενά ό,τι του πρόσφεραν; Τον βλέπεις όμως και να παίρνει και τη ζητάει. Και άκουσε το γιατί: «Οὐχ ὅτι ἐπιζητῶ τὸ δόμα, ἀλλ᾿ ἐπιζητῶ τὸν καρπὸν τὸν πλεονάζοντα εἰς λόγον ὑμῶν(:Σας τα γράφω αυτά, όχι διότι εγώ ενδιαφέρομαι και ζητώ το δώρο, αλλά διότι ενδιαφέρομαι και ζητώ τον πνευματικό καρπό, ο οποίος από την καλή αυτή πράξη σας, θα προκύψει πλούσιος για σας)»[Φιλιπ.4,17], λέγει. Και στην αρχή του κηρύγματος, όταν οι πιστοί πουλούσαν όλα τα υπάρχοντά τους και κατέθεταν τα χρήματα στα πόδια των αποστόλων, βλέπεις τους αποστόλους να φροντίζουν περισσότερο γι΄αυτούς, παρά για εκείνους που έπαιρναν. Γιατί, αν φρόντιζαν αποκλειστικά μόνο για τους φτωχούς, δεν θα έκαναν κανένα λόγο για τη Σαπφείρα και τον Ανανία, όταν κράτησαν ένα μέρος από τα χρήματα για τον εαυτό τους[βλ.Πράξ.5,1-11], ούτε θα προέτρεπε ο Παύλος λέγοντας: «Ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδία, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός(:Ο καθένας ας δίδει σύμφωνα με την αγαθή διάθεση της καρδιάς του, όχι με λύπη ή από ανάγκη· διότι ο Θεός “αγαπά εκείνον, που δίδει με καλοσύνη, γλυκύτητα και χωρίς γογγυσμό”)» [ Β΄Κορ. 9,7]. Τι λέγεις, Παύλε; Φέρνεις εμπόδια στους φτωχούς; «Όχι», λέγει· «γιατί δεν βλέπω το δικό τους συμφέρον, αλλά το συμφέρον εκείνων που δίνουν».
Πρόσεχε όμως και τον προφήτη Δανιήλ που όταν έδωσε στον Ναβουχοδονόσορα την άριστη εκείνη συμβουλή, δε φρόντιζε μόνο για τους φτωχούς, αλλά και για τον ίδιο τον βασιλιά ώστε να επιδείξει μακροθυμία ο Θεός για τις αμαρτίες που είχε διαπράξει. Γιατί δεν είπε: «Δώσε στους φτωχούς» μόνο, αλλά τι; : «Διὰ τοῦτο, βασιλεῦ, ἡ βουλή μου ἀρεσάτω σοι καὶ τὰς ἁμαρτίας σου ἐν ἐλεημοσύναις λύτρωσαι καὶ τὰς ἀδικίας ἐν οἰκτιρμοῖς πενήτων· ἴσως ἔσται μακρόθυμος τοῖς παραπτώμασί σου ὁ Θεός(:Γι’ αυτό, βασιλιά μου, ας φανεί αρεστή και ας γίνει δεκτή από εσένα η συμβουλή μου· φρόντισε να εξαλείψεις τις αμαρτίες σου με ελεημοσύνες και τις αδικίες σου με έλεος και φιλανθρωπία προς τους πτωχούς. Ίσως θα φανεί έτσι μακρόθυμος ο Θεός για τα αμαρτήματά σου”)»[Δαν. 4,24]. «Δώσε όλα τα χρήματα», λέγει, «όχι μόνο για να τραφούν άλλοι, αλλά για να απαλλαγείς και ο ίδιος από την τιμωρία». Και πάλι ο Χριστός λέγει: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι (:Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε τα υπάρχοντά σου, μοίρασέ τα στους πτωχούς και θα αποκτήσεις θησαυρό στον ουρανό, και έλα ακολούθησέ με)»[Ματθ.19,21]. Βλέπεις ότι και εκεί το διέταξε αυτό για εκείνους που θα Τον ακολουθούσαν; Επειδή λοιπόν τα χρήματα είναι εμπόδιο, γι’ αυτό πρόσταξε να τα δίνουμε στους φτωχούς, διδάσκοντας έτσι την ψυχή να είναι φιλεύσπλαχνη και συμπονετική, να περιφρονεί τα χρήματα, να αποφεύγει την πλεονεξία. Γιατί, όποιος μαθαίνει να δίνει σε όποιον δεν έχει, θα συνηθίσει με το πέρασμα του χρόνου και να μην παίρνει από εκείνους που έχουν. Αυτό μας κάνει όμοιους με τον Θεό.
Παρόλο που η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα απαιτούν πιο δύσκολο κόπο από αυτή, όμως τίποτε δεν είναι τόσο ισχυρό και δυνατό στο να σβήνει τη φωτιά των αμαρτημάτων μας, όσο η ελεημοσύνη. Αυτή είναι ανώτερη από όλα, στήνει τους εραστές της κοντά στον ίδιο τον βασιλιά. Και πολύ σωστά· γιατί η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα σταματάει μόνο γύρω από αυτόν που την ασκεί και δεν έσωσε κανέναν άλλο· η ελεημοσύνη όμως απλώνεται σε όλους και αγκαλιάζει τα μέλη του Χριστού. Άλλωστε τα κατορθώματα εκείνα που απλώνονται σε πολλούς είναι πολύ μεγαλύτερα απ’ αυτά που σταματούν γύρω από έναν.
Η ελεημοσύνη είναι η μητέρα της αγάπης, της αγάπης που χαρακτηρίζει τον Χριστιανισμό, που είναι μεγαλύτερη από όλα τα θαύματα, με την οποία φαίνονται οι μαθητές του Χριστού. Αυτή είναι φάρμακο για τα δικά μας αμαρτήματα, σαπούνι για την ακαθαρσία της ψυχής μας, σκάλα στηριγμένη στον ουρανό· αυτή συνδέει το σώμα του Χριστού. Θέλετε να μάθετε πόσο μεγάλο αγαθό είναι αυτή; Στην εποχή των αποστόλων όλοι πουλούσαν τα υπάρχοντά τους και έφερναν σε αυτούς τα χρήματα, τα οποία και μοιράζονταν ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός. «Διεδίδετο δὲ ἑκάστῳ καθότι ἄν τις χρείαν εἶχεν(:Τα χρήματα αυτά διαμοιράζονταν στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες που είχε)»[Πράξ.4,35], λέγει. Πες μου λοιπόν, και χωρίς να αναφέρω τα μελλοντικά (ας μην κάνουμε λόγο τώρα για τη βασιλεία των ουρανών, αλλά ας δούμε μόνο στο παρόν) ποιοι κερδίζουν, όσοι παίρνουν ή όσοι δίνουν; Γιατί αυτοί που έπαιρναν παραπονούνταν και διαπληκτίζονταν μεταξύ τους, ενώ αυτοί που έδιναν είχαν μία ψυχή. Λέγει ο Λουκάς : «Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά(:Συγχρόνως όμως και το πλήθος εκείνων που είχαν πιστέψει στο Ευαγγέλιο είχαν αρμονική και αδιάσπαστη ομοφροσύνη, μια ψυχή και μια καρδιά˙διότι τόσο οι καρδιές τους όσο και ολόκληρη η πνευματική τους ύπαρξη ήταν ενωμένα. Επικρατούσε δηλαδή μεταξύ τους πλήρης συμφωνία και αρμονία φρονημάτων και συναισθημάτων. Και κανείς απ’ αυτούς δεν βρισκόταν να λέει ότι και το ελάχιστο από τα υπάρχοντά του και την περιουσία του ήταν δικό του, αλλά τα είχαν μεταξύ τους όλα σε κοινή ωφέλεια και χρήση)»[Πράξ.4,32] και η χάρη του Θεού ήταν επάνω σε όλους αυτούς και ζούσαν με πολύ όφελος.
Βλέπεις ότι και από εδώ κέρδιζαν εκείνοι; Πες μου λοιπόν από ποιους θα ήθελες να είσαι, από αυτούς που κατέθεταν όλα τα υπάρχοντά τους και δεν είχαν τίποτε, ή από εκείνους που έπαιρναν και τα πράγματα των άλλων; Πρόσεχε τον καρπό της ελεημοσύνης. Τα διαφράγματα και τα εμπόδια εξαλείφτηκαν και αμέσως ενώθηκαν οι ψυχές τους· «όλοι είχαν μία καρδιά και μία ψυχή». Ώστε και χωρίς την ελεημοσύνη, το να προσφέρει κανείς όλα τα χρήματά του έχει μεγάλο κέρδος. Αυτά όμως τα είπα για να μη λυπούνται όσοι δεν έλαβαν κληρονομία από τους προγόνους τους, ούτε να στεναχωρούνται, επειδή έχουν λιγότερα από τους πλουσίους· γιατί, αν θέλουν, έχουν μεγαλύτερα. Και πραγματικά και ελεημοσύνη θα κάνουν με περισσότερη ευκολία, όπως η χήρα, και δεν θα δώσουν καμία αφορμή για έχθρα προς τον πλησίον, και από όλους θα είναι πιο ελεύθεροι. Κανείς δε θα μπορέσει να τον απειλήσει αυτόν με δήμευση, αλλά βρίσκεται πάνω από όλα τα κακά.
Και όπως τους γυμνούς, όταν φεύγουν, κανείς δεν θα μπορούσε να τους πιάσει γρήγορα, ενώ αυτούς που φορούν και σύρουν μαζί τους πολλά ενδύματα και στολίδια, εύκολα μπορεί να τους συλλάβει κανείς, έτσι είναι και ο πλούσιος και ο φτωχός. Γιατί ο φτωχός, και αν ακόμη συλληφθεί, εύκολα θα μπορέσει να δραπετεύσει· ο πλούσιος όμως, έστω και αν δεν πιαστεί, εμποδίζεται από τα δικά του σχοινιά, τις άπειρες φροντίδες, τις στενοχώριες, την οργή, τους ερεθισμούς του. Όλα αυτά κατακαλύπτουν στο χώμα την ψυχή. Και όχι μόνο αυτά, αλλά και πολλά άλλα, τα οποία μας ακολουθούν από τον πλούτο. Γιατί είναι πιο δύσκολο να σωφρονιστεί ο πλούσιος παρά ο φτωχός, και να ζει με λιτότητα, και είναι πιο δύσκολο να απαλλαγεί από τον θυμό ο πρώτος παρά ο δεύτερος. «Λοιπόν», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «θα έχει περισσότερο μισθό ο πλούσιος, εάν καταφέρει να σωφρονιστεί τελικά;» Καθόλου. «Για ποιο λόγο, όμως, αφού κατορθώνει τα δύσκολα;» Γιατί ο ίδιος επινόησε για τον εαυτό του τις δυσκολίες. Δεν πήρε εντολή να πλουτίζει, αλλά ακριβώς το αντίθετο· αυτός όμως δημιουργεί άπειρα σκάνδαλα και εμπόδια.
Άλλοι πάλι όχι μόνο τα χρήματα δεν αποθέτουν ως ελεημοσύνη στους απόρους, αλλά και την υγεία του σώματος καταφθείρουν, σαν να βαδίζουν στενό δρόμο· εσύ πάλι δεν κάνεις μόνο αυτό, αλλά και αυξάνεις το καμίνι των παθών και περιβάλλεσαι με άλλα. Πήγαινε λοιπόν στον ευρύχωρο δρόμο, γιατί εκείνος δέχεται τέτοιους ανθρώπους. Ο στενός όμως δέχεται αυτούς που θλίβονται, που στενάζουν, που δε βαστάζουν τίποτε, παρά αυτά μόνο τα φορτία που μέσω του δρόμου αυτού είναι δυνατόν να μεταφερθούν, την ελεημοσύνη, τη φιλανθρωπία, την καλοσύνη, την επιείκεια. Αν βαστάζεις αυτά, εύκολα θα μπορέσεις να περάσεις· αν όμως φέρεις την αλαζονεία και τα πάθη της ψυχής και το φορτίο των φροντίδων, τον πλούτο, θα χρειαστείς πολλή ευρυχωρία. Ούτε βέβαια μέσα στον όχλο θα μπορέσεις να μπεις, ώστε να μην χτυπήσεις άλλους ανεβαίνοντας ψηλά, αλλά θα έπρεπε εδώ να υπάρχει μεγάλη διάσταση. Όποιος όμως μεταφέρει χρυσάφι και ασήμι, τα κατορθώματα δηλαδή της αρετής, όχι μόνο δεν τον αποφεύγουν οι συνάνθρωποί του, αλλά τον πλησιάζουν και ενώνονται μαζί του.
Αλλά αν ο πλούτος αυτός είναι αγκάθι, τι είναι η πλεονεξία; Για ποιο λόγο τη φέρεις εκεί; Για να κάνεις μεγαλύτερη τη φλόγα, ρίχνοντας φορτία στη φωτιά; Δεν φτάνει δηλαδή η φωτιά της κόλασης; Σκέψου πώς διασώθηκαν στο καμίνι οι τρεις νέοι[βλ. Δαν.3,19-33]. Θεώρησέ το ότι ήταν κόλαση. Θλιμμένοι έπεσαν μέσα σε αυτό, δεμένοι στα χέρια και στα πόδια όλοι μαζί, αλλά μέσα βρήκαν πολλή ευρυχωρία· όχι όμως και όσοι τους περιστοίχιζαν από έξω.
Κάτι τέτοιο θα γίνει και τώρα, αν θέλουμε να στεκόμαστε με γενναιότητα και ανδρεία στους επερχόμενους πειρασμούς. Αν στηρίζουμε τις ελπίδες μας στον Θεό, θα βρεθούμε εμείς σε ασφαλή και ευρύχωρο τόπο, ενώ αυτοί που μας ωθούν θα χαθούν, γιατί «Ὁ ὀρύσσων βόθρον εἰς αὐτὸν ἐμπεσεῖται, καὶ ὁ ἱστῶν παγίδα ἐν αὐτῇ ἁλώσεται(:Εκείνος που σκάπτει λάκκο για τον άλλο, θα πέσει ο ίδιος μέσα. Και όποιος στήνει παγίδα εις βάρος άλλων, θα συλληφθεί με αυτήν ο ίδιος)»[Σοφ. Σειρ. 27,26]. Και αν μας δέσουν τα χέρια και τα πόδια η θλίψη θα μπορέσει να τα λύσει. Γιατί πρόσεχε το θαυμαστό· αυτούς που έδεσαν άνθρωποι, αυτούς έλυσε η φωτιά. Όπως δηλαδή αν κάποιος παραδώσει μερικούς φίλους στους υπηρέτες, και αυτοί σεβόμενοι τη φιλία του κυρίου όχι μόνο δεν τους βλάπτουν αλλά και τους αποδίδουν πολλή τιμή, αυτό έκανε και η φωτιά, επειδή γνώρισε ότι οι νέοι εκείνοι είναι φίλοι του Κυρίου της, έσπασε τα δεσμά τους, τους έλυσε και τους άφησε ελεύθερους, και γινόταν έδαφος γι’ αυτούς και το πατούσαν· και σωστά· γιατί είχαν ριφθεί για τη δόξα του Θεού. Όσοι βρισκόμαστε σε θλίψεις ας έχουμε αυτά τα παραδείγματα.
«Αλλά να», θα έλεγε ίσως κάποιος, «εκείνοι απαλλάχθηκαν από τη θλίψη, εμείς όμως όχι». Και σωστά, γιατί δεν μπήκαν έτσι στο καμίνι, για να απαλλαγούν, αλλά για να πεθάνουν πραγματικά. Άκουσέ τους που λέγουν: «Ἔστι γὰρ Θεὸς ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς, ᾧ ἡμεῖς λατρεύομεν, δυνατὸς ἐξελέσθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς καμίνου τοῦ πυρὸς τῆς καιομένης, καὶ ἐκ τῶν χειρῶν σου, βασιλεῦ, ῥύσεται ἡμᾶς·καὶ ἐὰν μή, γνωστὸν ἔστω σοι, βασιλεῦ, ὅτι τοῖς θεοῖς σου οὐ λατρεύομεν καὶ τῇ εἰκόνι, ᾗ ἔστησας, οὐ προσκυνοῦμεν(:Διότι υπάρχει ο Θεός μας, που βρίσκεται στους ουρανούς, και τον οποίον εμείς λατρεύουμε και ο Οποίος είναι δυνατός να μας περιφρουρήσει από την φλόγα της καμίνου της καιομένης και να μας γλυτώσει από τα χέρια σου, ω βασιλιά. Αλλά και αυτό εάν δεν γίνει, μάθε, ω βασιλιά, ότι εμείς τους θεούς σου δεν θα λατρεύσουμε, και το άγαλμα, το οποίο εσύ έστησες, δεν θα το προσκυνήσουμε”)»[Δαν.3,17-18].
Εμείς όμως σαν να διαπραγματευόμαστε τις τιμωρίες του Θεού, ορίζουμε και χρόνο λέγοντας: «αν μέχρι τότε δεν μας ελεήσει». Γι’ αυτό και δεν απαλλασσόμαστε. Άλλωστε και ο Αβραάμ δεν πήγαινε με σκοπό να λάβει σώο τον υιό του, αλλά για να τον θυσιάσει· και εντελώς απροσδόκητα τον έλαβε σώο. Και εσύ όταν πέσεις σε θλίψη, μην ενεργήσεις γρήγορα, μη βιάζεσαι να απαλλαγείς, όπλισε την ψυχή σου με κάθε υπομονή, και τότε θα απαλλαγείς γρήγορα από τη θλίψη· γιατί γι’ αυτό τη στέλνει ο Θεός, για να σε διδάξει. Όταν λοιπόν από την αρχή μάθουμε να υποφέρουμε τη θλίψη και να μη χάνουμε το θάρρος μας, μάς ελευθερώνει στη συνέχεια, σαν να έχουμε κατορθώσει το παν.
Θέλω να σας διηγηθώ μία ιστορία χρήσιμη και πολλή ωφέλιμη. Και ποια είναι αυτή; Όταν κάποτε έπεσε διωγμός και άναψε σφοδρός πόλεμος εναντίον της Εκκλησίας, συνελήφθησαν δύο άντρες. Και ο ένας ήταν έτοιμος να πάθει οτιδήποτε, ενώ ο άλλος ήταν και αυτός έτοιμος και γενναίος στο να τον αποκεφαλίσουν, αλλά φοβόταν και έτρεμε τα άλλα βασανιστήρια. Πρόσεχε λοιπόν την οικονομία του Θεού· όταν κάθισε ο δικαστής διέταξε να αποκεφαλίσουν εκείνον που ήταν έτοιμος να πάθει οτιδήποτε, τον άλλο όμως, αφού τον κρέμασε, τον έγδερνε, όχι μία και δύο φορές, αλλά τον περιέφερε και σε όλες τις πόλεις. Γιατί λοιπόν επιτράπηκε αυτό; Για να θεραπεύσει με τα βασανιστήρια την ολιγωρία της ψυχής του, για να απομακρύνει κάθε δειλία, για να μη φοβάται ποτέ πια ούτε να διστάζει, ούτε να τρέμει για το πράγμα αυτό. Και ο Ιωσήφ, όταν βιαζόταν πάρα πολύ να βγει από τη φυλακή, τότε κυρίως αυξανόταν η παραμονή του σε αυτήν.
Άκουσέ τον που λέγει στον αρχιοινοχόο στον οποίο και ερμήνευσε σωστά το όνειρο που είχε δει: «Ὃτι κλοπῇ ἐκλάπην ἐκ γῆς Ἑβραίων(:Αν είμαι δούλος, είμαι διότι μερικοί άνθρωποι με έκλεψαν από την χώρα των Εβραίων)» και «Μνησθήσει περὶ ἐμοῦ πρὸς Φαραώ καὶ ἐξάξεις με ἐκ τοῦ ὀχυρώματος τούτου (:Μη με λησμονήσεις ενώπιον του Φαραώ και φρόντισε να με βγάλεις από τη φυλακή αυτή)»[Γέν.40,14 και Γέν.40,15]. Γι’ αυτό παρέμεινε τελικά και άλλο στη φυλακή κατ’ οικονομία Θεού, για να μάθει ότι δεν πρέπει να έχει εμπιστοσύνη, ούτε να ελπίζει σε ανθρώπους, αλλά να στηρίζει τα πάντα στον Θεό.
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας ευγνωμονούμε τον Θεό και ας κάνουμε όλα εκείνα που μας συμφέρουν, για να επιτύχουμε τα μελλοντικά αγαθά με τη βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-titum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Τίτον επιστολή, ομιλία ΣΤ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες 118-135.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκ. 8,4-15]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ
[Υπομνηματισμός στα εδάφια 13,1-30 του Κατά Ματθαίον ευαγγελίου]
«Ἐν δὲ τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐξελθὼν ὁ Ἰησοῦς τῆς οἰκίας ἐκάθητο παρὰ τὴν θάλασσαν(:Την ίδια εκείνη ημέρα βγήκε ο Ιησούς από το σπίτι στο οποίο φιλοξενούνταν και κάθισε κοντά στη θάλασσα)»[Ματθ.13,1]. «Εάν θέλετε λοιπόν», λέγει, «να με δείτε και να ακούσετε τους λόγους μου, ορίστε, έρχομαι έξω και συζητώ μαζί σας». Επειδή δηλαδή έκανε πολλά θαύματα, στη συνέχεια τούς παρέχει και την ωφέλεια της διδασκαλίας Του. Και κάθεται κοντά στη θάλασσα αλιεύοντας και ελκύοντας πλησίον Του όσους κατοικούν στη γη. Δεν κάθισε τυχαία κοντά στη θάλασσα, πράγμα που και αυτό το υπαινίχτηκε ο Ευαγγελιστής. Στόχος του Ευαγγελιστή δηλαδή στο συγκεκριμένο σημείο ήταν να δείξει ότι ο Κύριος ήθελε με ακρίβεια να βάλει σε τάξη τους ακροατές Του. Πιο συγκεκριμένα, ο Κύριος προέβη σε αυτήν την ενέργειά Του, για να μην έχει κανένα πίσω Του, αλλά όλοι να βρίσκονται απέναντί Του.
«Καὶ συνήχθησαν πρὸς αὐτὸν ὄχλοι πολλοί, ὥστε αὐτὸν εἰς πλοῖον ἐμβάντα καθῆσθαι, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἐπὶ τὸν αἰγιαλὸν εἱστήκει (:Και μαζεύτηκαν κοντά Του πολλά πλήθη λαού, ώστε να αναγκαστεί Αυτός να μπει στο πλοίο και να καθίσει σε αυτό, ενώ όλος ο λαός στεκόταν στην αμμουδιά της παραλίας)»[Ματθ.13,2]. Αφού λοιπόν κάθισε εκεί, άρχισε να τους διδάσκει με παραβολές. «Καὶ ἐλάλησεν αὐτοῖς πολλὰ ἐν παραβολαῖς λέγων(:Και τους μίλησε για πολλά πράγματα με παραβολές και είπε)». Και είναι αλήθεια ότι δεν έκανε το ίδιο κατά την επί του όρους ομιλία Του, ούτε έπλεξε τον λόγο Του με τόσες πολλές παραβολές, επειδή τότε το ακροατήριό Του ήταν λαός απλοϊκός και πλήθος αδιάπλαστο, ενώ εδώ τώρα παρευρίσκονταν και οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι.
Εσύ όμως πρόσεξε, σε παρακαλώ, ποια παραβολή λέει πρώτη ο Κύριος και πώς ο ευαγγελιστής τις παραθέτει με τη σειρά. Ποια λοιπόν λέγει πρώτη; Αυτήν που πριν απ’ όλες τις άλλες έπρεπε να πει, αυτήν που κάνει τον ακροατή προσεκτικότερο. Επειδή επρόκειτο να μιλήσει κάπως αλληγορικά, κεντρίζει πρώτα τη διάνοια των ακροατών Του με την παραβολή. Γι’ αυτό και άλλος ευαγγελιστής λέγει ότι ο Κύριος τούς επιτίμησε, γιατί δεν αντιλαμβάνονταν τη σημασία των λόγων Του και τους είπε: «Οὐκ οἴδατε τὴν παραβολὴν ταύτην, καὶ πῶς πάσας τὰς παραβολὰς γνώσεσθε;(:Δεν καταλάβατε τη σημασία της παραβολής αυτής, που δεν είναι η δυσκολότερη από όλες τις άλλες. Τότε λοιπόν πώς θα μπορέσετε να κατανοήσετε όλες τις άλλες παραβολές;)» [Μάρκ. 4,13] Και δεν ομιλεί με παραβολές γι’ αυτόν τον λόγο μονάχα, αλλά και για να κάνει τον λόγο Του πιο παραστατικό και να τον εντυπώσει βαθύτερα στη μνήμη τους και να θέσει υπόψη τους ξεκάθαρα τα πράγματα. Το ίδιο κάνουν και οι προφήτες.
Ποια είναι λοιπόν η παραβολή; «Ἰδοὺ ἐξῆλθεν ὁ σπείρων(:Ιδού, o σπορέας βγήκε έξω στο χωράφι του)», λέει, «τοῦ σπεῖραι (:για να σπείρει)». Από πού βγήκε Αυτός που είναι παρών σε όλα τα μέρη, Αυτός που γεμίζει με την παρουσία Του τα πάντα; Και πώς βγήκε; Όχι φυσικά τοπικά, αλλά κατά τη σχετική με εμάς οικονομία Του, με το ότι ήρθε πιο κοντά σε μας με την ένδυση της ανθρώπινης σάρκας. Επειδή δεν είχαμε τη δυνατότητα να εισέλθουμε, διότι τα αμαρτήματα μάς απέκλειαν σαν ένα τείχος την είσοδο, εξέρχεται ο Ίδιος προς εμάς. Και με ποιο σκοπό βγήκε; Μήπως για να καταστρέψει τη γεμάτη από αγκάθια γη; Μήπως για να τιμωρήσει τους γεωργούς; Ασφαλώς όχι, αλλά εξήλθε για να καλλιεργήσει και να φροντίσει τη γη των ψυχών μας και να σπείρει μέσα τους τον λόγο της ευσέβειας. «Σπόρο» εδώ εννοεί τη διδασκαλία, «χωράφι», τις ψυχές των ανθρώπων, και «σπορέα» τον εαυτό Του.
Και τι γίνεται λοιπόν με τον σπόρο αυτό; Τρία μέρη χάνονται και σώζεται το ένα. «Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν(:Και καθώς ο γεωργός αυτός έσπερνε)», λέγει, «ἃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ ἐλθόντα τὰ πετεινὰ κατέφαγεν αὐτά (:άλλοι σπόροι έπεσαν κοντά στο δρόμο του χωραφιού, και επειδή παρέμειναν εκτεθειμένοι στην επιφάνεια του εδάφους, ήλθαν τα πουλιά και τους κατέφαγαν)»[Ματθ.13,4]. Δεν είπε ότι Αυτός τους έριξε εκεί αυτούς τους σπόρους, αλλά ότι μόνοι τους έπεσαν.
«Ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὰ πετρώδη, ὅπου οὐκ εἶχε γῆν πολλήν, καὶ εὐθέως ἐξανέτειλε διὰ τὸ μὴ ἔχειν βάθος γῆς, ἡλίου δὲ ἀνατείλαντος ἐκαυματίσθη, καὶ διὰ τὸ μὴ ἔχειν ῥίζαν ἐξηράνθη· ἄλλα δὲ ἔπεσεν επὶ τὰς ἀκάνθας, καὶ ἀνέβησαν αἱ ἄκανθαι καὶ ἀπέπνιξαν αὐτά· ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλὴν καὶ ἐδίδου καρπὸν ὃ μὲν ἑκατόν, ὃ δὲ ἑξήκοντα, ὃ δὲ τριάκοντα. Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω(:Και άλλοι σπόροι κατέπεσαν πάνω σε εδάφη που είχαν από κάτω στρώμα πετρώδες χωρίς πολύ χώμα. Κι αμέσως βλάστησαν, προτού να ρίξουν βαθιές ρίζες, διότι δεν είχαν βάθος γης για να στεριώσουν οι ρίζες τους. Και όταν ανέτειλε ο ήλιος, κάηκαν από τη ζέστη, κι επειδή δεν είχαν ρίζα, ξεράθηκαν. Και άλλοι σπόροι έπεσαν σε μέρη που είχαν σπόρους αγκαθιών. Και τα αγκάθια βλάστησαν και τους έπνιξαν τελείως. Και άλλοι σπόροι έπεσαν πάνω στη γη την αφράτη και εύφορη και απέδωσαν καρπό, άλλος σπόρος εκατό φορές περισσότερο, άλλος εξήντα και άλλος τριάντα. Εκείνος που έχει αυτιά πνευματικά για να ακούει και καλή διάθεση, για να δέχεται και να εγκολπώνεται αυτό που λέω, ας ακούει)»[Ματθ.13,5-9].
Το ένα τέταρτο από τον σπόρο σώθηκε. Και αυτό όχι σε ίση ποσότητα, αλλά και εδώ με μεγάλη διαφορά. Τα έλεγε αυτά δείχνοντας ότι προς όλους μιλούσε με αφθονία. Κι όπως αυτός που σπέρνει, δεν χωρίζει σε κομμάτια το χωράφι που απλώνεται μπροστά του, αλλά απλά και χωρίς να κάνει διάκριση, ρίχνει τους σπόρους, έτσι κι Αυτός δεν ξεχωρίζει πλούσιο και φτωχό, σοφό και άσοφο, οκνηρό και φιλόπονο, γενναίο και δειλό· αντιθέτως, μιλούσε προς όλους, εκπληρώνοντας την αποστολή Του, αν και γνώριζε εκ των προτέρων τι θα συνέβαινε, ώστε να έχει το δικαίωμα και τη δυνατότητα να πει: «Τί ποιήσω ἔτι τῷ ἀμπελῶνί μου καὶ οὐκ ἐποίησα αὐτῷ; διότι ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι σταφυλήν, ἐποίησε δὲ ἀκάνθας(:Τι υπολείπεται να κάμω ακόμη για την άμπελό μου αυτή και τι έως τώρα δεν έκανα γι’ αυτήν; Έκανα τα πάντα, για να καρποφορήσει αυτή σταφύλια. Εκείνη όμως έκανε αγκάθια!)» [Ησ.5,4]. Και οι μεν προφήτες μιλούσαν για τον λαό σαν να επρόκειτο για αμπελώνα: «Ἀμπελὼν ἐγενήθη τῷ ἠγαπημένῳ(:Ο αγαπημένος Κύριος απέκτησε έναν αμπελώνα)» [Ησ. 5,1], γράφει ο Ησαΐας. Και ο Ψαλμωδός επίσης λέγει: «Ἂμπελον ἐξ Αἰγύπτου μετῇρας, ἐξέβαλες ἔθνη καὶ κατεφύτευσας αὐτήν(:Τον λαό του Ισραήλ, σαν πολύκαρπη ευλογημένη άμπελό σου, μετέφερες από την Αίγυπτο στην Παλαιστίνη. Έδιωξες από εκεί τα ειδωλολατρικά έθνη και τη μεταφύτεψες και τη ρίζωσες σε αυτήν)» [Ψαλμ 79,9].
Ο Κύριος όμως μιλάει για σπόρο. Τι θέλει λοιπόν να δείξει; Ότι τώρα θα είναι γρήγορη η υπακοή και ευκολότερη και θα δώσει αμέσως τον καρπό της. Κι όταν ακούσεις ότι «βγήκε αυτός που σπέρνει για να σπείρει», μην το θεωρήσεις τούτο ταυτολογία· διότι αυτός που σπέρνει, βγαίνει πολλές φορές και για άλλη εργασία, να σκαλίσει, να κόψει τα άχρηστα χόρτα, να ξεριζώσει τα αγκάθια ή για να φροντίσει για κάτι παρόμοιο. Αυτός όμως βγήκε για να σπείρει.
Πες μου όμως τώρα, σε παρακαλώ, για ποια αιτία χάθηκε το μεγαλύτερο μέρος του σπόρου; Ασφαλώς όχι εξαιτίας Αυτού που έριξε τον σπόρο, αλλά εξαιτίας της γης που δέχτηκε την σπορά, δηλαδή εξαιτίας της ψυχής που δεν Τον υπάκουσε. Και γιατί δεν λέει ότι άλλους σπόρους δέχτηκαν οι οκνηροί και τους έχασαν, άλλους οι πλούσιοι και τους απέπνιξαν, κι άλλους οι αδιάφοροι και τους άφησαν να αχρηστευτούν; Δεν θέλει να τους θίξει κατευθείαν με σφοδρότητα και με τρόπο σκληρό, για να μην τους οδηγήσει στην απόγνωση, αλλά αφήνει τον έλεγχο στην συνείδηση των ακροατών Του. Και δεν το έπαθε αυτό όμως ο σπόρος μονάχα, αλλά και το δίχτυ. Γιατί κι αυτό πολλά άχρηστα πράγματα ανέσυρε επάνω. Και τους λέει αυτή την παραβολή για να προγυμνάσει και να διδάξει τους μαθητές Του να μην απογοητεύονται, ακόμα κι αν χάνονται περισσότεροι απ’ όσους θα δέχονται το κήρυγμά τους· καθόσον βέβαια και στον Δεσπότη αυτό συνέβη· και Αυτός που οπωσδήποτε ήξερε εκ των προτέρων ότι θα συμβούν αυτά, δεν παρέλειψε το έργο της σποράς.
«Και πώς θα μπορούσε να δικαιολογηθεί», θα ρωτούσε ίσως κάποιος, «το ότι έσπειρε πάνω στα αγκάθια, στο πετρώδες έδαφος και στον δρόμο;». Στην περίπτωση βέβαια του πραγματικού σπόρου και της πραγματικής γης, δεν υπάρχει δικαιολογία για κάτι τέτοιο από την πλευρά που γεωργού που κάνει τη σπορά. Στην περίπτωση όμως των ψυχών των ανθρώπων και των διδαγμάτων της αλήθειας, όχι μόνο δικαιολογείται η σπορά, αλλά και γίνεται αυτό αφορμή για πολύ έπαινο. Εύλογα και κατά πολύ φυσικό τρόπο θα μπορούσε κανείς να κατηγορήσει τον γεωργό που σπέρνει με τέτοιο τρόπο· διότι δεν είναι δυνατόν η πέτρα να γίνει χώμα, ούτε ο δρόμος να μην είναι δρόμος και ούτε τα αγκάθια να μην είναι αγκάθια· στις λογικές όμως υπάρξεις δεν συμβαίνει το ίδιο· διότι είναι δυνατό η πετρώδης ψυχή να μεταβληθεί και να γίνει γη εύφορη, και ο δρόμος να μην καταπατιέται πια, μήτε να είναι στη διάθεση όλων των περαστικών, αλλά να γίνει χωράφι εύφορο, παραγωγικό· και τα αγκάθια είναι δυνατό να αφανιστούν και να αφήσουν εντελώς ελεύθερα τα σπέρματα της αληθείας να αναπτυχθούν· διότι, αν δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα να συμβούν αυτά και να γίνει αυτή η μεταβολή, δεν θα έσπερνε ο Κύριος. Κι αν δεν πραγματοποιήθηκε σε όλους τους ανθρώπους αυτή η μεταβολή με τη μετάνοια, αυτό δεν οφείλεται σε Αυτόν που έσπειρε, αλλά σε αυτούς που δε θέλησαν να αλλάξουν. Ο Κύριος βέβαια ό,τι εξαρτιόταν από Αυτόν, το έκανε. Αν όμως εκείνοι πρόδωσαν και απέρριψαν την προσφορά Του, δεν έχει ευθύνη Αυτός που τόση φιλανθρωπία επέδειξε.
Εσύ επίσης να προσέξεις, σε παρακαλώ, το εξής, ότι δεν είναι μία η οδός που οδηγεί στην απώλεια, αλλά πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους. Πράγματι, οι άνθρωποι που παρομοιάζονται με δρόμο είναι οι βάναυσοι και οι οκνηροί και οι αδιάφοροι· εκείνοι που παρομοιάζονται με την πέτρα, είναι αυτοί μόνο που είναι ασθενέστεροι στην πίστη. «Ὁ δὲ ἐπὶ τὰ πετρώδη σπαρείς(:Και εκείνος που σπάρθηκε σε πετρώδες έδαφος)», λέγει ο Κύριος, «οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ εὐθέως μετὰ χαρᾶς δεχόμενος καὶ λαμβάνων αὐτόν(:αυτός είναι ο άνθρωπος που ακούει τον λόγο του Ευαγγελίου και τον δέχεται με χαρά)· οὐκ ἔχει δὲ ῥίζαν ἐν ἑαυτῷ, ἀλλὰ πρόσκαιρός ἐστι, γενομένης δὲ θλίψεως ἢ διωγμοῦ διὰ τὸν λόγον εὐθὺς σκανδαλίζεται (:Ο λόγος όμως δεν ρίχνει μέσα του βαθιές ρίζες, αλλά ο άνθρωπος αυτός είναι ασταθής, και η προθυμία που έδειξε διαρκεί λίγο χρόνο. Κι όταν συμβεί θλίψη ή διωγμός για τον λόγο του ευαγγελίου, αμέσως ο άνθρωπος αυτός σκοντάφτει και χάνει τον ενθουσιασμό και την πίστη του)».
«Παντὸς(:Από καθέναν)», λέγει, «ἀκούοντος τὸν λόγον τῆς βασιλείας καὶ μὴ συνιέντος, ἔρχεται ὁ πονηρὸς καὶ αἴρει τὸ ἐσπαρμένον ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ· οὗτός ἐστιν ὁ παρὰ τὴν ὁδὸν σπαρείς(:που ακούει τον λόγο της βασιλείας και εξαιτίας αδιαφορίας και ψυχρότητας δεν τον κατανοεί, έρχεται ο πονηρός και αρπάζει εκείνο που έχει σπαρεί στην καρδιά του. Αυτός είναι ο πνευματικός σπόρος που σπάρθηκε κοντά στον δρόμο, δηλαδή ο άνθρωπος στου οποίου τη ράθυμη ψυχή έπεσε ως σπόρος ο λόγος του θείου κηρύγματος, αλλά αυτός δεν κατάλαβε τίποτε από αυτόν)»· διότι δεν είναι δηλαδή το ίδιο να μαραθεί η διδασκαλία, χωρίς κανένας να την βλάπτει ούτε να την καταπολεμεί, με το όταν πολλοί πειρασμοί την απειλούν. Αυτοί πάλι που μοιάζουν με τα αγκάθια είναι πολύ περισσότερο ασυγχώρητοι από τους προηγούμενους.
Για να μην πάθουμε λοιπόν τίποτα παρόμοιο, ας επικαλύψουμε με την προθυμία μας όσα λέγονται, καθώς και με την αδιάκοπη θύμησή τους. Κι αν τους αρπάζει τους σπόρους ο διάβολος, στο χέρι μας είναι να μην τους αρπάζει· κι αν ξεραίνονται οι σπόροι, δε γίνεται αυτό από τον καύσωνα (γιατί δεν είπε ότι ξεράθηκαν από τον καύσωνα, αλλά επειδή δεν είχαν ρίζα)· επίσης αν και αποπνίγονται τα λεγόμενα, αυτό δε συμβαίνει από τα αγκάθια, αλλά απ’ αυτούς που επιτρέπουν στα αγκάθια να μεγαλώσουν· εφόσον είναι δυνατό, αν θέλεις, να εμποδίσεις τη βλαβερή αυτή βλάστηση και να χρησιμοποιήσεις τον πλούτο σου, όπως πρέπει. Και ακριβώς γι’ αυτό δεν είπε «ο ”αιώνας”»(:η ζωή αυτή), αλλά «η μέριμνα για τον ”αιώνα”». Ούτε είπε «ο πλούτος», αλλά «η απάτη του πλούτου».
Ας μην κατηγορούμε λοιπόν τα χρήματα αλλά την διεφθαρμένη διάθεση· διότι είναι δυνατό να έχουμε πλούτο, χωρίς να μας παρασύρει η απάτη του· και να ζούμε στον «αιώνα» αυτό(: στη ζωή αυτή) χωρίς να μας αποπνίγουν οι μέριμνες· πράγματι έχει ο πλούτος δύο μειονεκτήματα αντίθετα· το ένα ότι δημιουργεί ένταση και προκαλεί συσκότιση, η αγχωτική μέριμνα, δηλαδή· το άλλο είναι ότι μας καθιστά μαλθακότερους, δηλαδή η τρυφή. Και σωστά είπε «η απάτη του πλούτου»· διότι όλα όσα παρέχει ο πλούτος είναι μία απάτη. Είναι μόνο ονόματα, που δεν ανταποκρίνονται προς την πραγματικότητα. Πραγματικά, η ηδονή και η δόξα και ο καλλωπισμός και όλα αυτά, είναι ένα είδος φαντασίας και όχι η αλήθεια των πραγμάτων.
Αφού περιέγραψε τους τρόπους της απώλειας, αναφέρει έπειτα την εύφορη γη, ώστε να μη μας αφήνει να περιπέσουμε στην απόγνωση, αλλά μας δίνει την ελπίδα της μετανοίας και μας αποδεικνύει ότι είναι δυνατόν από την κατάσταση που περιέγραψε, να φθάσουμε σε αυτήν και να αλλάξουμε. Αλλά πάλι μολονότι η γη είναι εύφορη, ένας είναι ο σπορέας και ίδιος ο σπόρος, γιατί άλλος αποδίδει εκατό, άλλος εξήντα κι άλλος τριάντα; Και στην παρούσα περίπτωση πάλι η διαφορά οφείλεται στη φύση της γης· διότι όπου η γη είναι εύφορη, εκεί παρατηρείται και η μεγαλύτερη διαφορά στην απόδοση. Βλέπεις ότι δεν είναι αίτιος ο γεωργός, ούτε οι σπόροι, αλλά η γη που τους δέχεται; Όχι βέβαια εξαιτίας της φύσεως, αλλά εξαιτίας της διαθέσεως. Και στην περίπτωση αυτή μεγάλη αποδεικνύεται η φιλανθρωπία του Κυρίου, επειδή δεν ζητεί ένα μέτρο αρετής, αλλά δέχεται τους πρώτους, και τους δεύτερους δεν απορρίπτει, και στους τρίτους δίδει τόπο. Και αυτά τα λέγει για να μη νομίσουν όσοι Τον ακολουθούσαν ότι είναι αρκετή για τη σωτηρία η ακρόαση των λόγων Του μονάχα.
«Και για ποιον λόγο», θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος, «δεν ανέφερε και τις άλλες πονηρίες, όπως είναι για παράδειγμα, η σαρκική επιθυμία και η κενοδοξία;». Μα όταν έκανε λόγο για την μέριμνα της παρούσης ζωής κα για την απάτη του πλούτου συμπεριέλαβε τα πάντα· διότι πράγματι και η κενοδοξία και τα άλλα όλα ανήκουν στα πράγματα της παρούσης ζωής και στην απάτη του πλούτου· όπως, για παράδειγμα, είναι η ηδονή και η γαστριμαργία και ο φθόνος και η κενοδοξία και όλα τα παρόμοια.
Πρόσθεσε επίσης και τον δρόμο και την πέτρα, για να δείξει ότι δεν αρκεί να απαλλαγούμε από τα χρήματα μόνο, αλλά είναι ανάγκη να ασκούμε και την άλλη αρετή· διότι τι σημασία έχει, εάν είσαι ελεύθερος από τα χρήματα, αλλά είσαι άνανδρος και μαλθακός; Και ποιο το όφελος, αν δεν είσαι μεν άνανδρος, αλλά είσαι ράθυμος και αδιάφορος για την ακρόαση λόγων σωτηρίας; Διότι δεν είναι αρκετό ένα μόνο μέρος της αρετής για τη σωτηρία, αλλά χρειάζεται κατά πρώτον προσεκτική ακρόαση και συνεχής επαναφορά στη μνήμη μας όλων των λεγομένων, έπειτα ανδρεία, κατόπιν περιφρόνηση των χρημάτων και απαλλαγή από κάθε βιοτική φροντίδα.
Γι’ αυτό λοιπόν προτάσσει την ακρόαση του λόγου του Θεού από όλα τα άλλα, επειδή αυτή χρειάζεται κατά πρώτον[πρβ. Ρωμ.10,14: «Πῶς οὖν ἐπικαλέσονται εἰς ὃν οὐκ ἐπίστευσαν; Πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; Πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος;(:Να λοιπόν γιατί οι Ισραηλίτες αποξενώθηκαν από τη σωτηρία και δεν πέτυχαν τη δικαίωση. Για να δικαιωθούν και να σωθούν, πρέπει να επικαλεστούν το όνομα του Κυρίου, αλλά πώς θα επικαλεστούν Εκείνον στον οποίο δεν πίστεψαν; Και πώς θα πιστέψουν σε Εκείνον τον οποίο δεν άκουσαν να κηρύττεται; Και πώς θα ακούσουν χωρίς να υπάρχει κάποιος που να κηρύττει;)»]· κατά παρόμοιο τρόπο και εμείς, εάν δεν προσέχουμε σε όσα λέγονται, δεν θα μπορέσουμε να μάθουμε τι πρέπει να πράττουμε· έπειτα, τοποθετεί την ανδρεία και την περιφρόνηση κάθε αγωνιώδους φροντίδας για την παρούσα ζωή.
Ακούγοντας λοιπόν αυτά, ας προφυλάσσουμε τους εαυτούς μας από παντού, προσέχοντας στα λεγόμενα, και αφήνοντας αυτά τα θεοδίδακτα λόγια να ριζώνουν βαθιά μέσα μας και καθαρίζοντας τους εαυτούς μας από όλες τις βιοτικές φροντίδες. Αν λοιπόν πράττουμε τα μεν και αδιαφορούμε για τα δε, δεν θα έχουμε κανένα επιπλέον όφελος· διότι και αν ακόμη δεν χαθούμε εξαιτίας του ενός, οπωσδήποτε όμως θα χαθούμε εξαιτίας του άλλου· διότι τι διαφέρει, αν δεν χαθούμε εξαιτίας του πλούτου, αλλά εξαιτίας της ραθυμίας ή αν όχι εξαιτίας της ραθυμίας, αλλά εξαιτίας της ανανδρίας; Διότι και ο γεωργός, είτε με τον έναν τρόπο χάσει τον σπόρο, είτε με τον άλλο, πενθεί ομοίως. Επομένως, ας μην μας παρηγορεί το γεγονός ότι δε χανόμαστε με όλους τους τρόπους, αλλά να πονούμε με οποιονδήποτε τρόπο και αν χανόμαστε. Και αυτό το γνωρίζουν οι πλούσιοι, οι οποίοι όχι μόνο δεν είναι χρήσιμοι για αυτά, αλλά ούτε και για άλλα· διότι με το να γίνονται αιχμάλωτοι των ηδονών, καθίστανται άχρηστοι και για τα πολιτικά πράγματα. Εάν πάλι είναι άχρηστοι για αυτά, θα είναι πολύ περισσότερο άχρηστοι και για τα ουράνια πράγματα. Καθόσον είναι διπλή η καταστροφή της διανοίας η προερχόμενη από τον πλούτο, και από την τρυφή και από τις φροντίδες· διότι το καθένα από αυτά τα πάθη είναι ικανό να καταποντίσει το σκάφος. Όταν όμως και τα δύο ενεργήσουν από κοινού, αναλογίσου πόσο μεγάλο θα αποβεί το ναυάγιο.
Και μην παραξενεύεσαι επειδή αποκάλεσε την τρυφή «αγκάθια»· διότι εσύ δεν το αντιλαμβάνεσαι αυτό, επειδή σε μεθά το πάθος· όσοι όμως είναι υγιείς, γνωρίζουν καλά ότι πληγώνει περισσότερο από αγκάθι και ότι η τρυφή περισσότερο παρά η μέριμνα φθείρει την ψυχή. Και βαρύτερες προκαλεί τις οδύνες και για το σώμα και για την ψυχή. Πραγματικά δεν βλάπτεται κανείς τόσο από την φροντίδα, όσο από την αφθονία· διότι όταν τον άνθρωπο αυτού του είδους τον βασανίζουν αγρυπνίες, σπασμοί στους κροτάφους, πονοκέφαλοι και ψυχική οδύνη, αναλογίσου από πόσα αγκάθια είναι αυτά χειρότερα. Και όπως ακριβώς τα αγκάθια, από όπου κι αν τα πιάσεις, πληγώνουν τα χέρια που τα κρατούν, κατά όμοιο τρόπο και η τρυφή, τα πόδια, τα χέρια, το κεφάλι, τα μάτια και όλα εν γένει τα μέλη του σώματος τα φθείρει στην κυριολεξία. Επίσης, είναι ξηρή και άκαρπη, όπως το αγκάθι, και τραυματίζει περισσότερο από αυτό και μάλιστα στα καίρια σημεία. Πραγματικά, η τρυφή προκαλεί πρόωρο γήρας, εξασθενεί τις αισθήσεις, συσκοτίζει τη σκέψη, αχρηστεύει τον οξύ νου, κάνει το σώμα πλαδαρό, κάνει ευρύτερη την αποθήκη της κόπρου, συγκεντρώνει άφθονα κακά και μεγαλώνει το φορτίο και κάνει υπέρογκο το βάρος· γι΄αυτό πολλές και συνεχείς είναι οι πτώσεις και πυκνά τα ναυάγια.
Για ποιον λόγο, πες μου, φορτώνεις το σώμα σου με λίπος; Μήπως σε έχουμε για να σε θυσιάσουμε; Μήπως θα σε προσφέρουμε σε κάποιο τραπέζι; Τις όρνιθες καλά κάνεις και τις τρέφεις για να παχύνουν· ή μάλλον ούτε και αυτές καλά κάνεις να τις ταΐζεις πολύ, διότι όταν παραπαχύνουν, είναι ακατάλληλες για μια υγιεινή διατροφή. Τόσο μεγάλο κακό είναι η τρυφή, ώστε και στα ίδια τα άλογα τα ζώα φανερώνει την καταστρεπτική της δύναμη. Καθόσον με το να τις παρατρέφουμε τις κότες τις καθιστούμε άχρηστες και για αυτές τις ίδιες και για εμάς. Καθόσον τα περιττώματα μένουν ακατέργαστα και το σάπισμα προέρχεται ακριβώς από το πάχος αυτό. Τα ζώα όμως που δεν τρέφονται κατά παρόμοιο τρόπο, αλλά που ζουν, θα έλεγε κανείς, με νηστεία και τρώγουν μέτρια και κοπιάζουν και ταλαιπωρούνται, αυτά είναι πάρα πολύ χρήσιμα και για τον εαυτό τους και για τους άλλους, και ως τροφή και ως προς όλα τα άλλα· διότι όσοι άνθρωποι διατρέφονται με αυτά είναι περισσότερο υγιείς, ενώ όσοι διατρέφονται με τα προαναφερθέντα ομοιάζουν με αυτά, γίνονται νωθροί και φιλάσθενοι και περιβάλλονται με βαρύτερο δεσμό.
Διότι τίποτε δεν είναι για το σώμα τόσο εχθρικό και βλαβερό, όσο η τρυφή. Τίποτε δεν συντελεί τόσο στη διάρρηξη, τον αφανισμό και τη διαφθορά του σώματος, όσο η ασωτία. Για τον λόγο αυτόν μάλιστα θα μπορούσε κανείς εξαιτίας αυτού να μείνει κατάπληκτος για την ανοησία τους αυτή, διότι δεν θέλουν να επιδείξουν για τον εαυτό τους ούτε τόση φροντίδα, όση επιδεικνύουν οι άλλοι για τους ασκούς τους· διότι οι έμποροι του οίνου δεν βάζουν μέσα στους ασκούς τους περισσότερο οίνο από όσο πρέπει, για να μη διαρραγούν, ενώ αυτοί για την άθλιά τους κοιλία δεν επιδεικνύουν ούτε καν μία παρόμοια φροντίδα, αλλά αφού τη γεμίσουν και την κάνουν να σκάσει από την πολυφαγία, γεμίζουν τα πάντα μέχρι τα αυτιά, μέχρι τη μύτη, μέχρι τον φάρυγγα, και έτσι προξενούν διπλή στενοχώρια και στο πνεύμα τους και στη δύναμη που εξουσιάζει το ζώο.
Μήπως όμως και ο φάρυγγας σού δόθηκε για να τον γεμίζεις μέχρι πάνω στο στόμα με σάπιο κρασί και με όλη την άλλη διαφθορά που το συνοδεύει; Όχι βέβαια, δεν σου δόθηκε για τον σκοπό αυτό, άνθρωπέ μου, αλλά κατά πρώτον για να υμνείς τον Θεό και να αναπέμπεις τις ιερές προσευχές και να αναγιγνώσκεις τους θείους νόμους και να συμβουλεύεις τα συμφέροντα στους συνανθρώπους σου. Εσύ όμως σαν να έλαβες από τον Θεό τον φάρυγγα για να πίνεις κρασί, δεν τον αφήνεις ούτε ελάχιστο χρόνο να επιτελέσει την αληθινή αυτή αποστολή και λειτουργία του που αναφέρθηκε προηγουμένως, αλλά σε ολόκληρη τη ζωή σου τον υποτάσσεις στην πονηρή αυτή δουλεία. Και όπως εάν κάποιος, που πήρε μία κιθάρα που είχε χρυσές χορδές και ήταν καλά κουρδισμένη, αντί να παίξει με αυτήν, την παναρμόνια μελωδία, να την κατάχωνε μέσα σε μια μεγάλη σωρό από κοπριά και λάσπη, έτσι και αυτοί κάνουν το ίδιο.
«Κοπριά» βέβαια δεν ονόμασα την τροφή, αλλά την τρυφή(:την καλοπέραση και τη ζωή μέσα σε κάθε πολυτέλεια και αφθονία) και την υπερβολική εκείνη ασέλγεια. Διότι ό,τι υπερβαίνει αυτό που χρειαζόμαστε για να ζήσουμε δεν είναι τροφή, αλλά φθορά μόνο· διότι μόνο η κοιλιά έγινε μόνο για να δέχεται τις τροφές, ενώ το στόμα και ο φάρυγγας και η γλώσσα έγιναν για άλλα πολύ πιο αναγκαία από αυτά· ή μάλλον ούτε η κοιλιά δεν πλάσθηκε απλώς για να δέχεται τις τροφές, αλλά για να δέχεται μια κανονική και σύμμετρη ποσότητα τροφών. Και αυτό το φανερώνει η ίδια, που διαμαρτύρεται έντονα, όταν την βλάψουμε με την πλεονεξία αυτή· και όχι μόνο διαμαρτύρεται, αλλά και αμυνόμενη απαιτεί από μας την έσχατη τιμωρία για την αδικία που της γίνεται.
Και κατά πρώτον τιμωρεί τα πόδια που μας σηκώνουν και μας οδηγούν στα πονηρά εκείνα συμπόσια. Έπειτα, παραλύει τα χέρια, που την υπηρετούσαν, επειδή της έδιναν τόσο πολλά και τέτοιας λογής εδέσματα· πολλοί μάλιστα άνθρωποι και το ίδιο το στόμα τους κατέστρεψαν και τα μάτια και το κεφάλι. Και όπως ακριβώς ένας υπηρέτης, στον οποίο ανατέθηκε κάποιο έργο που υπερβαίνει τις δυνάμεις του, χάνει πολλές φορές τον νου του και υβρίζει εκείνον που του έδωσε την διαταγή, κατά όμοιο τρόπο και η κοιλιά μαζί με την φθορά που προκαλεί στα μέλη αυτά του σώματος, όταν πιεστεί και παραφορτωθεί με τροφές, πολλές φορές βλάπτει και διαφθείρει και τον ίδιο τον εγκέφαλο. Αλλά και αυτό το οικονόμησε ορθά ο Θεός, ώστε από την υπερβολή και την απουσία κάθε μέτρου να προκαλείται τόσο μεγάλη βλάβη, με τον σκοπό, όταν εσύ δεν φιλοσοφείς με την θέλησή σου, να διδαχθείς, έστω και χωρίς την θέλησή σου, να ζεις με μέτρο, φοβούμενος μια τόσο μεγάλη φθορά για τον οργανισμό σου.
Αφού, λοιπόν, γνωρίζουμε αυτά καλά, ας αποφεύγουμε την τρυφή και ας φροντίζουμε για τη μετρημένη ζωή, για να απολαύσουμε και του σώματος την υγεία και την ψυχή μας να απαλλάξουμε από κάθε ασθένεια και να αποκτήσουμε τα μελλοντικά αγαθά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Ομιλία ΜΕ΄(κατ΄επιλογήν)
«Καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ εἶπον αὐτῷ· διατί ἐν παραβολαῖς λαλεῖς αὐτοῖς; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· ὅτι ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἐκείνοις δὲ οὐ δέδοται(:Και τότε ήλθαν κοντά Του οι μαθητές και Του είπαν: “Γιατί τους μιλάς με παραβολές;” Και ο Ιησούς τούς αποκρίθηκε: “Μιλάω με παραβολές, διότι σε σας που έχετε καλή και ειλικρινή διάθεση δόθηκε από τον Θεό ως χάρη να μάθετε τις μυστηριώδεις αλήθειες της βασιλείας των ουρανών, σε εκείνους όμως δεν έχει δοθεί αυτή η χάρη”)»[Ματθ.13,10-11].
Αξίζει να θαυμάσουμε τους μαθητές, πώς, επιθυμώντας να μάθουν, γνώριζαν πότε έπρεπε να ρωτήσουν. Δεν έκαναν δηλαδή παρουσία όλων την ερώτηση, πράγμα που το δήλωσε ο ευαγγελιστής Ματθαίος, λέγοντας: «Καὶ προσελθόντες(:και αφού προσήλθαν)». Και το ότι οι λόγοι αυτοί δεν είναι φανταστικοί, το δήλωσε σαφέστερα ο ευαγγελιστής Μάρκος, λέγοντας ότι κατ ’ιδίαν προσήλθαν σε Αυτόν[βλ. Μάρκ.4,10: «Ὅτε δὲ ἐγένετο κατὰ μόνας, ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ περὶ αὐτὸν σὺν τοῖς δώδεκα τὴν παραβολήν(:Όταν έμεινε μόνος Tου, Tον ρώτησε ο ευρύτερος κύκλος των μαθητών Tου μαζί με τους δώδεκα τη σημασία της παραβολής)»].
Αυτό λοιπόν έπρεπε να κάνουν προηγουμένως και οι αδελφοί και η μητέρα Του, και όχι να Τον καλέσουν έξω και να επιδειχθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο[βλ. Μάρκ.3,31-32: «Ἔρχονται οὖν ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ, καὶ ἔξω ἑστῶτες ἀπέστειλαν πρὸς αὐτὸν φωνοῦντες αὐτόν·εἶπον δὲ αὐτῷ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου καὶ οἱ ἀδελφοί σου ἔξω ζητοῦσί σε (: Έφτασαν τότε η μητέρα Του και αυτοί που πολλοί νόμιζαν ότι είναι αδελφοί Του, κι αφού στάθηκαν έξω απ’ το σπίτι, έστειλαν κάποιους σε Αυτόν και Τον φώναξαν. Κι ενώ γύρω Του καθόταν πολύς λαός, Του είπαν: “Για δες, η μητέρα σου και οι αδελφοί σου στέκονται απ’ έξω και σε ζητούν”)»].
Αλλά πρόσεξε και τη φιλοστοργία των μαθητών· πώς δηλαδή συζητούν με τον διδάσκαλό τους για χάρη των άλλων και πρωτίστως ενδιαφέρονται για εκείνους και έπειτα για του εαυτούς τους. Διότι λέγουν: «Διατί ἐν παραβολαῖς λαλεῖς αὐτοῖς;(:Για ποιον λόγο τους μιλάς με παραβολές😉». Δεν είπαν: «Γιατί ομιλείς προς εμάς με παραβολές;». Αλλά και σε άλλες περιπτώσεις φαίνονται με πολλούς τρόπους να εκδηλώνουν τη φιλοστοργία τους προς όλους, όπως για παράδειγμα όταν λένε: «Ἀπόλυσον τὸν ὄχλον, ἵνα πορευθέντες εἰς τὰς κύκλῳ κώμας καὶ τοὺς ἀγροὺς καταλύσωσι καὶ εὕρωσιν ἐπισιτισμόν, ὅτι ὧδε ἐν ἐρήμῳ τόπῳ ἐσμέν(:Στο μεταξύ όμως η ημέρα άρχισε να γέρνει προς το βράδυ. Και τότε Τον πλησίασαν οι δώδεκα απόστολοι και Του είπαν: “Δώσε εντολή στα πλήθη του λαού να φύγουν, να πάνε στα γύρω χωριά και τα χωράφια και να βρουν εκεί καταλύματα να περάσουν τη νύχτα τους και τρόφιμα να φάνε· διότι εδώ βρισκόμαστε σε ερημικό τόπο”)»[Λουκ.9,12]· και επίσης: «Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ εἶπον αὐτῷ· οἶδας ὅτι οἱ Φαρισαῖοι ἐσκανδαλίσθησαν ἀκούσαντες τὸν λόγον;(: Τότε Tον πλησίασαν οι μαθητές Tου και Tου είπαν: “Γνωρίζεις ότι οι Φαρισαίοι σκανδαλίστηκαν και αγανάκτησαν, όταν άκουσαν το λόγο που είπες για τις τροφές;’’)»[Ματθ.15,12].
Και ποια απάντηση λοιπόν δίνει ο Χριστός; «Ὑμῖν (:Σε εσάς)», λέγει, «δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν· ἐκείνοις δὲ οὐ δέδοται (:έχει δοθεί το προνόμιο να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, σε εκείνους όμως δεν δόθηκε αυτό το προνόμιο)»[Ματθ.13,11]. Και αυτό το είπε όχι για να δηλώσει ότι αυτό συνέβη κατ’ ανάγκην, ούτε ότι έγινε απλώς και ως έτυχε κάποια προτίμηση προς αυτούς, αλλά για να δείξει ότι οι ίδιοι οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι είναι αίτιοι όλων των συμφορών, και επειδή ίσως θέλει να καταστήσει γνωστό ότι αυτό το γνώρισμα είναι δωρεά και χάρη που δίνεται άνωθεν· επειδή όμως είναι δωρεά δεν σημαίνει ότι έχει καταργηθεί το δικαίωμα να ενεργήσουν ελεύθερα. Και αυτό καθίσταται φανερό από τα όσα ειπώθηκαν στη συνέχεια.
Πρόσεξε λοιπόν πώς φανερώνει ότι μέσα μας βρίσκεται η αιτία της ελεύθερης εκλογής, ώστε ούτε εκείνοι να απογοητευθούν, αλλά ούτε και αυτοί να αδιαφορήσουν όταν θα ακούσουν γιατί τους δόθηκε το προνόμιο αυτό. «Ὃστις γὰρ ἔχει, δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται· ὅστις δὲ οὐκ ἔχει, καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ(:Διότι σε εκείνον που έχει πίστη και προθυμία, θα δοθεί η γνώση των θείων μυστηρίων, και θα δοθεί πλούσια και με πλεονασμό. Από εκείνον όμως που δεν έχει πίστη και αγαθή διάθεση, θα του αφαιρεθεί και η λίγη ακόμη γνώση που έχει)»[Ματθ.13,12]. Και είναι μεν γεμάτα από ασάφεια όσα ειπώθηκαν, παρά ταύτα όμως φανερώνουν ανεκδιήγητη δικαιοσύνη.
Το νόημα των λόγων Του είναι το εξής: «Όταν κανείς δείχνει προθυμία και ενδιαφέρον, θα δοθούν σε αυτόν από τον Θεό και όλα τα άλλα, όταν όμως είναι άδειος από αυτά και δεν προσπαθεί όσο εξαρτάται από τον ίδιο, τότε δεν του δίνονται ούτε και αυτά του Θεού». «Καθόσον», λέγει, «αυτό που νομίζει ότι έχει θα του αφαιρεθεί»· όχι ότι του το αφαιρεί ο Θεός, αλλά επειδή ο ίδιος δεν αξιοποιεί αυτά που είχε. Το ίδιο κάνουμε και εμείς· όταν δηλαδή δούμε κάποιον να ακούει με ραθυμία και δεν μπορούμε παρά όλες τις παρακλήσεις μας να τον πείσουμε να προσέχει, παύουμε στη συνέχεια να επιμένουμε· διότι εάν συνεχίσουμε να επιμένουμε, τότε μεγαλώνει η αδιαφορία του. Εκείνον όμως που ενδιαφέρεται για να μάθει, τον προσελκύουμε και του διδάσκουμε πάρα πολλά. Και πολύ ορθά είπε «και αυτό που νομίζει ότι έχει»· διότι ούτε και αυτό που νομίζει ότι έχει το έχει.
Ακολούθως κατέστησε περισσότερο σαφές αυτό που είπε, αφού εξήγησε τη σημασία των λόγων Του: «Ὃστις γὰρ ἔχει, δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται· ὅστις δὲ οὐκ ἔχει, καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ(:Διότι σε εκείνον που έχει πίστη και προθυμία, θα δοθεί η γνώση των θείων μυστηρίων, και θα δοθεί πλούσια και με πλεονασμό. Από εκείνον όμως που δεν έχει πίστη και αγαθή διάθεση, θα του αφαιρεθεί και η λίγη ακόμη γνώση που έχει)». «Διὰ τοῦτο(:Για τον λόγο αυτόν)», λέγει, «ἐν παραβολαῖς αὐτοῖς λαλῶ, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι(:ομιλώ με παραβολές προς αυτούς, διότι αν και έχουν μάτια και βλέπουν τα θαύματά μου, εντούτοις δεν θέλουν να δουν και να πιστέψουν)». «Έπρεπε λοιπόν», θα μπορούσε να πει κανείς, «να ανοίξουν τα μάτια τους, εφόσον τα έχουν κλειστά». Αλλά εάν μεν η τύφλωσή τους αυτή ήταν εκ φύσεως, έπρεπε να ανοίξουν τα μάτια τους, επειδή όμως η τύφλωσή τους οφείλεται στους ίδιους και είναι αυθαίρετη, για τούτο δεν είπε απλώς «δεν βλέπουν», αλλά «μολονότι έχουν μάτια, δεν βλέπουν».
Επομένως η τύφλωσή τους οφείλεται στην πονηρία τους· διότι είδαν οι Φαρισαίοι και δαίμονες να εκβάλλονται από τους δαιμονισμένους κα έλεγαν: «Οὗτος οὐκ ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια εἰμὴ ἐν τῷ Βεελζεβούλ, ἄρχοντι τῶν δαιμονίων(:Αυτός δεν βγάζει τα δαιμόνια παρά μόνο με τη βοήθεια κα τη δύναμη του Βεελζεβούλ, που είναι ο άρχοντας των δαιμονίων)»[Ματθ. 12,24]. Τον άκουσαν να τους οδηγεί προς τον Θεό και να συμφωνεί απολύτως προς Αυτόν και όμως λέγουν ότι «οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ(:αυτός ο άνθρωπος δεν προέρχεται από τον Θεό)»[Ιω.9,16].
Επειδή λοιπόν διεκήρυσσαν τα αντίθετα και από όσα έβλεπαν και από όσα άκουγαν, «για τον λόγο αυτόν», λέγει, «τους αφαιρώ και τη δυνατότητα να ακούνε· διότι δεν έχουν να ωφεληθούν τίποτε επιπλέον από αυτό, αντίθετα μάλιστα αυξάνουν και επιπλέον την καταδίκη τους»· διότι όχι μόνο δεν πίστευαν, αλλά και Τον κατέκριναν, Τον κατηγορούσαν και Τον επιβουλεύονταν. Αλλά όμως δεν το λέγει αυτό· διότι δεν θέλει να είναι σκληρός κατήγορός τους κατά παρόμοιο τρόπο, αλλά αυτό συνέβη με πάρα πολλή σαφήνεια. Επειδή όμως ήσαν διεστραμμένοι και δεν έβλεπαν αυτά, για τον λόγο αυτόν στο εξής μιλάει με παραβολές.
Έπειτα, για να μη νομίσει κανείς ότι τα όσα ειπώθηκαν είναι απλώς και μόνο κατηγορίες και ούτε να λένε ότι επειδή είναι εχθρός μας, μας κατηγορεί για όλα αυτά και μας διαβάλλει, επικαλείται και τους λόγους του προφήτη που συμφωνούν με τους δικούς Του. Διότι, λέγει: «Καὶ τότε πληρωθήσεται αὐτοῖς ἡ προφητεία Ἡσαΐου ἡ λέγουσα·ἀκοῇ ἀκούσετε καὶ οὐ μὴ συνῆτε, καὶ βλέποντες βλέψετε καὶ οὐ μὴ ἴδητε· ἐπαχύνθη γὰρ ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου, καὶ τοῖς ὠσὶ βαρέως ἤκουσαν, καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἐκάμμυσαν, μήποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς (:Έτσι επαληθεύεται πλήρως σε αυτούς η προφητεία του Ησαΐα που λέει: ‘’Θα ακούσετε με τα σωματικά σας αυτιά το κήρυγμα της αλήθειας και δεν θα το καταλάβετε. Και βλέποντας με τα σωματικά σας μάτια, θα δείτε, αλλά δεν θα δουν και οι ψυχές σας για να φωτιστούν, αλλά θα παραμείνετε πνευματικώς τυφλοί. Και θα τους συμβεί αυτό, διότι εξαιτίας της κακής τους διαθέσεως ο νους του λαού αυτού σκληρύνθηκε και σκοτίστηκε, και με τα πνευματικά τους αυτιά άκουσαν με δυσφορία και έκλεισαν τα μάτια της ψυχής τους, μη θέλοντας να δουν κάποια φορά με τα πνευματικά τους μάτια και να ακούσουν με τα εσωτερικά τους αυτιά και να κατανοήσουν με την καρδιά τη σωτηριώδη αλήθεια και με τη μετάνοια να επιστρέψουν, οπότε και θα τους θεραπεύσω’’)»[Ησ. 6,9-10].
Είδες ότι είναι ακριβώς ίδια και η κατηγορία του Ησαΐα; Διότι ούτε και αυτός είπε ότι «δεν βλέπετε», αλλά «θα βλέπετε και δεν θα κατανοείτε»· ούτε είπε ότι «δεν θα ακούτε» αλλά «θα ακούσετε και δεν θα καταλαβαίνετε». Ώστε λοιπόν από την αρχή αυτοί οι ίδιοι απομάκρυναν τους εαυτούς τους από τη δυνατότητα να σωθούν, αφού βούλωσαν τα αυτιά τους, έκλεισαν τα μάτια τους και σκλήρυναν την καρδιά τους· διότι όχι μόνο δεν πρόσεχαν τις εντολές του Θεού, αλλά και «βαρέως ἤκουον(:τις άκουγαν με δυσφορία)». «Και αυτό το έκαναν», λέγει, «μήπως επιστρέψουν και τους θεραπεύσω», εννοώντας με αυτά τη μεγάλη πονηρία τους και την, κατά τρόπο πολύ πεισματώδη, αποστροφή τους.
Και αυτό το λέγει με σκοπό να τους προσελκύσει και να διεγείρει την προσοχή τους και να τους δείξει ότι θα τους θεραπεύσει εάν επιστρέψουν. Είναι σαν να έλεγε κάποιος: «Δεν θέλησε να με δει και τον ευγνωμονώ· διότι αν αξιωνόμουνα να τον δω, επρόκειτο αμέσως να υποχωρήσω». Αυτό λοιπόν το λέγει για να δείξει με ποιον τρόπο θα ήταν δυνατόν να συμφιλιωθεί. Το ίδιο βέβαια λέγει και εδώ· «μήπως κάποτε επιστρέψουν και τους θεραπεύσω», δείχνοντας ότι και η επιστροφή είναι δυνατή, και ότι,εφόσον μετανοήσουν, είναι δυνατό να σωθούν· και ότι όλα τα έκανε όχι για τη δόξα Του, αλλά χάριν της σωτηρίας τους.
Διότι, εάν δεν ήθελε να ακούσουν και να σωθούν, έπρεπε να σιγήσει και να μην τους ομιλούσε με παραβολές. Τώρα όμως ακριβώς για τούτο το πράγμα τους προτρέπει, με το να τους ομιλεί κατά τρόπο αλληγορικό. «Μὴ θελήσει θελήσω τὸν θάνατον τοῦ ἀνόμου, λέγει Κύριος, ὡς τὸ ἀποστρέψαι αὐτὸν ἐκ τῆς ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆν αὐτόν;(:Μήπως, τάχα, εγώ θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού, λέγει ο Κύριος, όπως και όσο θέλω και επιθυμώ να απαρνηθεί αυτός τον αμαρτωλό τρόπο της ζωής, να επιστρέψει μετανοημένος προς εμένα, για να ζήσει επί μακρόν;)»[Ιεζ. 18,23]. Το για το ότι βέβαια η αμαρτία δεν οφείλεται στη φύση, ούτε είναι αποτέλεσμα ανάγκης και βίας αλλά ελεύθερης επιλογής του κάθε ανθρώπου, άκουσε τι λέγει προς τους αποστόλους: «Ὑμῶν δὲ μακάριοι οἱ ὀφθαλμοί, ὅτι βλέπουσι, καὶ τὰ ὦτα ὑμῶν, ὅτι ἀκούουσιν(:Αυτά προείπε ο προφήτης για εκείνους. Τα δικά σας όμως πνευματικά μάτια είναι άξια μακαρισμού, διότι βλέπουν. Αλλά και τα αυτιά των ψυχών σας είναι μακάρια, διότι ακούνε)». Και δεν εννοώ την όραση ούτε την ακοή του σώματος, αλλά της διανοίας. Καθόσον και οι απόστολοι ήσαν Ιουδαίοι και είχαν την ίδια ανατροφή με αυτούς, αλλά όμως δεν υπέστησαν καμία βλάβη από την προφητεία, επειδή είχαν ευμενώς διακείμενη την προαίρεση και τη διάθεση, που αποτελεί τη ρίζα των αγαθών.
Βλέπεις ότι το «δόθηκε σε σας» δεν ήταν αποτέλεσμα ανάγκης; Διότι δεν θα μακαρίζονταν, εάν το κατόρθωμα δεν ήταν προσωπικό. Αλλά, σε παρακαλώ, μη μου πεις ότι δεν ήσαν σαφή αυτά που τους έλεγε· διότι μπορούσαν να Τον πλησιάσουν και να Τον ρωτήσουν, όπως ακριβώς έκαναν και οι μαθητές Του. Αλλά δεν θέλησαν, επειδή ήσαν ράθυμοι και αναίσθητοι. Αλλά γιατί λέγω «δεν θέλησαν»; Διότι έκαναν τα τελείως αντίθετα. Όχι δηλαδή μόνο δεν πίστευαν, ούτε μόνο δεν άκουγαν, αλλά και Τον καταπολεμούσαν και περιφρονούσαν τελείως τους λόγους Του· και ακριβώς για τούτον τον λόγο παρουσιάζει τον προφήτη να τους κατηγορεί, λέγοντας ότι «βαρέως ἤκουον(:με δυσφορία άκουγαν)».
Αλλά όμως δεν ήσαν τέτοιοι και οι μαθητές Του και για τον λόγο λοιπόν αυτόν και τους μακάριζε. Και σε άλλη ευκαιρία τους παρέχει την ίδια διαβεβαίωση πάλι, λέγοντας: «Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν ὅτι πολλοὶ προφῆται καὶ δίκαιοι ἐπεθύμησαν ἰδεῖν ἃ βλέπετε, καὶ οὐκ εἶδον, καὶ ἀκοῦσαι ἃ ἀκούετε, καὶ οὐκ ἤκουσαν(: Και οι πνευματικές σας αισθήσεις είναι μακάριες, διότι αληθινά σας λέω ότι πολλοί προφήτες και δίκαιοι επιθύμησαν να δουν αυτά που βλέπετε εσείς και δεν αξιώθηκαν να τα δουν. Επιθύμησαν και να ακούσουν αυτά που εσείς ακούτε, και δεν τα άκουσαν· διότι έζησαν σε παλαιότερα χρόνια και δεν πρόφτασαν να δουν την επίγεια παρουσία μου)»[Ματθ.13,17]· «και λέγοντας αυτά εννοώ», λέγει, «την έλευσή Μου στον κόσμο, αυτά τα θαύματα, τη φωνή, τη διδασκαλία μου». Στην προκειμένη περίπτωση τούς παρουσιάζει ως καλύτερους όχι μόνο από τους διεφθαρμένους, αλλά και από εκείνους που είχαν προκόψει στην αρετή, καθόσον λέγει ότι είναι περισσότερο αξιομακάριστοι αυτοί από εκείνους.
Και τι σημαίνουν οι λόγοι αυτοί; Σημαίνουν ότι αυτοί βλέπουν όχι μόνο όσα δεν είδαν οι Ιουδαίοι, αλλά και όσα επιθύμησαν εκείνοι να δουν· διότι οι Δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης μεν Τον είδαν μόνο δια της πίστεως, ενώ αυτοί Τον βλέπουν και με τα μάτια τους και πολύ πιο καθαρότερα. Βλέπεις πώς πάλι συνδέει την Παλαιά Διαθήκη με την Καινή, παρουσιάζοντας όχι μόνο εκείνους να γνωρίζουν τα μέλλοντα να συμβούν, αλλά και με το να τα επιθυμούν πάρα πολύ; Δεν θα ήταν δυνατό να το επιθυμήσουν εάν ήσαν οπαδοί κάποιου ξένου και αντίθετου Θεού.
«Ὑμεῖς οὖν ἀκούσατε τὴν παραβολὴν τοῦ σπείραντος(:Εσείς λοιπόν που δεχθήκατε από τον Θεό τη δωρεά να γνωρίσετε τα μυστήρια της Βασιλείας των ουρανών, ακούστε τη σημασία της παραβολής του σπορέα)»,λέγει· και αναφέρει όλα όσα προηγουμένως ειπώθηκαν, δηλαδή τα περί ραθυμίας και προσπάθειας, τα περί δειλίας και ανδρείας, τα περί χρημάτων και ακτημοσύνης, δείχνοντας έτσι τη βλάβη που προέρχεται από το ένα μέρος και την ωφέλεια από το άλλο. Στη συνέχεια επίσης παρουσιάζει και τους διάφορους τρόπους της αρετής· διότι σαν φιλάνθρωπος που είναι δεν όρισε μία μόνο οδό, ούτε είπε ότι εάν κανείς δεν αυξήσει σε εκατό αυτά που έλαβε θα χαθεί· αλλά και αυτός που τα αυξάνει σε εξήντα, σώζεται· και όχι μόνο αυτός, αλλά και αυτός που τα αυξάνει σε τριάντα. Και αυτό το έκανε, για να κάνει εύκολη την σωτηρία.
Και εσύ λοιπόν δεν μπορείς να ασκήσεις παρθενία; Σύναψε γάμο με σωφροσύνη. Δεν μπορείς να ασκήσεις την ακτημοσύνη; Δώσε κάτι από αυτά που έχεις. Δεν μπορείς να σηκώνεις εκείνο το φορτίο; Μοίρασε τα υπάρχοντά σου με τον Χριστό. Δεν θέλεις να Του τα παραχωρήσεις όλα; Δώσε Του έστω και τα μισά ή και το ένα τρίτο μόνο. Αδελφός του φτωχού Χριστιανού αδερφού σου είσαι και συγκληρονόμος· κάνε τον και στην εδώ ζωή συγκληρονόμο. Όσα επρόκειτο να δώσεις σε εκείνον, τα δίνεις στον εαυτό σου. Δεν ακούς τι λέει ο προφήτης; «Διάθρυπτε πεινῶντι τὸν ἄρτον σου καὶ πτωχοὺς ἀστέγους εἴσαγε εἰς τὸν οἶκόν σου· ἐὰν ἴδῃς γυμνόν, περίβαλε, καὶ ἀπὸ τῶν οἰκείων τοῦ σπέρματός σου οὐχ ὑπερόψει(:Κόβε το ψωμί σου και μοιράσου το με τον πτωχό. Βάλε αστέγους στο σπίτι σου· εάν δεις γυμνό, ντύσε τον. Και απέναντι των οικείων σου μη δείξεις αδιαφορία και καταφρόνηση)» [Ησ.58,7].
Εάν λοιπόν δεν πρέπει να περιφρονούμε τους συγγενείς, πολύ περισσότερο δεν πρέπει να περιφρονούμε τον Δεσπότη, που μας έδωσε όχι μόνο το δικαίωμα της δεσποτείας αλλά και της συγγένειας και άλλα ακόμη πολύ περισσότερα. Καθόσον και μέτοχο των αγαθών Του μας κατέστησε, χωρίς μάλιστα να πάρει τίποτε από εμάς, αλλά και πρώτος έκανε αρχή της ανέκφραστης αυτής ευεργεσίας. Επομένως, πώς δεν είναι έσχατη ανοησία το να μη γίνει κανείς φιλάνθρωπος ούτε χάρη αυτής της δωρεάς, ούτε να δώσει αμοιβή έναντι της χάριτος, και να προσφέρει ελάχιστα, έναντι τόσο πολλών και σπουδαίων που έλαβε; Διότι αυτός μεν σε έκανε κληρονόμο των ουρανών, ενώ εσύ δεν Του δίνεις ούτε τα γήινα πράγματά σου; Αυτός, χωρίς καμία δική σου προκοπή, αλλά και μολονότι ήσουν εχθρός Του, σε συμφιλίωσε με τον εαυτό Του, ενώ εσύ δεν δίνεις ούτε σε αυτόν που είναι φίλος και ευεργέτης σου;
Άραγε δεν θα ήταν δίκαιο πριν από τη βασιλεία και πριν από όλες τις δωρεές να ευγνωμονεί κανείς αυτόν και για τον λόγο ότι του χαρίζει όλες αυτές; Καθόσον και οι δούλοι, όταν προσκαλούν τους κυρίους τους για να τους προσφέρουν γεύμα, πιστεύουν ότι δεν προσφέρουν, αλλά λαμβάνουν. Εδώ όμως συνέβη το αντίθετο· διότι δεν προσκάλεσε ο δούλος τον κύριό του, αλλά ο Κύριος πρώτος προσκάλεσε τον δούλο Του στην τράπεζά Του. Εσύ όμως ούτε και μετά από αυτό τον προσκαλείς; Πρώτος σε έβαλε μέσα στην οικία Του, εσύ όμως δεν κάνεις το ίδιο ούτε και δεύτερος; Αυτός όταν εσύ ήσουν γυμνός σε έντυσε, εσύ όμως δεν Τον βάζεις στην οικία σου, τώρα που είναι ξένος, ούτε και μετά από αυτά; Πρώτος σε πότισε από το ποτήριό Του, αλλά εσύ δεν Του δίνεις ούτε λίγο κρύο νερό; Σε πότισε με το άγιο Πνεύμα, εσύ όμως δεν ικανοποιείς ούτε τη σωματική Του δίψα; Αυτός, αν και είσαι άξιος κολάσεως, σε πότισε με Πνεύμα, εσύ όμως, αν και διψάει, Τον περιφρονείς, αν και πρόκειται όλα αυτά να τα κάνεις από τις δικές Του δωρεές;
Δεν θεωρείς δηλαδή σπουδαίο πράγμα το να κρατήσεις στα χέρια σου το ποτήρι, από το οποίο πρόκειται να πιει ο Χριστός, και να το φέρεις στο στόμα σου; Δεν βλέπεις ότι μόνο στον ιερέα επιτρέπεται να προσφέρει το ποτήριο του Αίματος; «Εγώ όμως», λέγει, «δεν έχω ακριβή απαίτηση για όλα αυτά, αλλά δέχομαι και αν ακόμη ο ίδιος το προσφέρεις· και αν ακόμη είσαι λαϊκός δεν σε αποφεύγω. Και δεν ζητώ να μου δώσεις αυτό που σου έδωσα· διότι δεν σου ζητώ αίμα, αλλά κρύο νερό». Αναλογίσου σε Ποιον δίνεις νερό και φρίξε.
Σκέψου ότι εσύ γίνεσαι ιερέας του Χριστού, δίνοντάς Του με το ίδιο το χέρι σου, όχι σάρκα, αλλά άρτο, όχι αίμα, αλλά ποτήριο κρύου νερού. Σε έντυσε με το ένδυμα της σωτηρίας, σε έντυσε με τον ίδιο Του τον εαυτό· εσύ ντύσε Τον στο πρόσωπο κάθε φτωχού και αναγκεμένου συνανθρώπου σου, έστω και με το ένδυμα δούλου. Σε έκανε ένδοξο στους ουρανούς· εσύ τουλάχιστον απάλλαξέ τον από τη φρίκη και τη γυμνότητα και την ασχημοσύνη. Σε έκανε συμπολίτη των αγγέλων· εσύ δώσε Του έστω και στέγη μόνο, δέξου Τον στην οικία σου έστω και όπως θα δεχόσουνα τον υπηρέτη σου. «Δεν περιφρονώ αυτό εδώ το καταφύγιο, και αν ακόμη προς χάριν σου άνοιξα ολόκληρο τον ουρανό. Σε απάλλαξα από πάρα πολύ φοβερή φυλακή· εγώ δεν ζητώ αυτό, ούτε λέγω, απάλλαξέ με και εσύ· αλλά και μόνο να με δεις με συμπάθεια, όταν θα είμαι δεμένος, αρκεί αυτό για να με παρηγορήσει. Εγώ, ενώ εσύ ήσουν νεκρός, σε ανέστησα· όμως δεν ζητώ το ίδιο και από εσένα, αλλά απλώς λέγω να με επισκεφτείς όταν θα είμαι άρρωστος».
Όταν λοιπόν είναι τόσο μεγάλα αυτά που μας έχει δώσει και τόσο ασήμαντα αυτά που ζητεί από εμάς, και δεν Του παρέχουμε ούτε αυτά, πόσης τιμωρίας άραγε δεν θα είμαστε άξιοι; Δικαιολογημένα θα οδηγηθούμε στο πυρ, το ετοιμασμένο για τον διάβολο και τους αγγέλους του, εφόσον είμαστε πιο αναίσθητοι και από την πέτρα. Διότι, πες μου, πόσο μεγάλη είναι η αναισθησία μας, που, αν και λάβαμε τόσα πολλά και πρόκειται να λάβουμε ακόμη περισσότερα, παραμένουμε δούλοι των χρημάτων, τα οποία μετά από λίγο θα αποχωριστούμε και χωρίς να το θέλουμε; Και άλλοι μεν και την ψυχή τους έδωσαν και και το αίμα τους έχυσαν· εσύ όμως ούτε τα περιττά δεν απορρίπτεις χάριν των ουρανών και χάριν των τόσων στεφάνων; Και ποιας συγνώμης θα μπορούσες να αξιωθείς και ποιας απολογίας, κατά τη στιγμή που ευχαρίστως μεν κάνεις τα πάντα για τον σπόρο της γης και δανείζεις στους ανθρώπους χωρίς καμία φειδώ, όμως, όταν πρόκειται να φιλοξενήσεις τον Κύριό σου, διαμέσου αυτών που έχουν ανάγκη, γίνεσαι τόσο ωμός και απάνθρωπος;
Όλα αυτά λοιπόν αφού τα χαράξουμε βαθιά στον νου μας και αναλογιστούμε αυτά που έχουμε λάβει, αυτά που πρόκειται να λάβουμε και αυτά που ζητούμε από τον Θεό, ας συγκεντρώσουμε όλο το ενδιαφέρον μας στα πνευματικά πράγματα. Ας γίνουμε επιτέλους ήπιοι και φιλάνθρωποι, για να μην επισύρουμε κατά του εαυτού μας την ανυπόφορη καταδίκη. Διότι τι δεν θα είναι ικανό να μας καταδικάσει; Οι τόσο πολλές και τόσο σπουδαίες δωρεές του Θεού σε σχέση με τη δική μας αχαριστία; Το ότι δεν επιδιώξαμε τίποτε το αξιόλογο; Το ότι δεν ενδιαφερθήκαμε για τέτοια πράγματα, τα οποία θα αφήσουμε εδώ και αν ακόμη δεν το θέλουμε; Το ότι συγκεντρώσαμε όλο το ενδιαφέρον μας και την αγάπη μας στα βιοτικά πράγματα; Διότι το καθένα από αυτά είναι ικανό και μόνο του να μας καταδικάσει· ποια όμως θα είναι η ελπίδα για τη σωτηρία μας όταν συγκεντρωθούν όλα μαζί;
Ώστε λοιπόν για να αποφύγουμε όλη αυτήν την καταδίκη πρέπει να επιδείξουμε γενναιοδωρία προς τους πτωχούς· διότι έτσι θα απολαύσουμε όλα τα αγαθά, και τα εδώ και τα εκεί, τα οποία μακάρι να επιτύχουμε όλοι μας, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμις στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΜΔ΄ και ΜΕ΄(κατ΄επιλογήν), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11, σελίδες 175-213.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 66, σελ. 113-131.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Κυριακή Δ΄ Λουκά και των Αγίων Πατέρων της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου[: Τίτ. 3, 8-15]
ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ
[απόδοση στην απλή ελληνική και πρόσθετα σχόλια: Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης]
«Πιστὸς ὁ λόγος (:Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη)»[Τίτ.3,8].
Επειδή παραπάνω είπε ο Απόστολος για μέλλοντα πράγματα, το δε μέλλον είναι άδηλο και αόρατο, γι΄αυτό εδώ προσθέτει και το αξιόπιστο στον λόγο του και λέγει ότι αυτό που είπα είναι αξιόπιστο και βέβαιο από τα περασμένα και προηγούμενα αγαθά, που απολαύσαμε· επειδή ο Θεός που μας έδωσε τόσα αγαθά στον προηγούμενο καιρό, Αυτός θα μας δώσει και στον μέλλοντα
«Καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ (:Και γι’ αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα και με κύρος, για να φροντίζουν όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα)».
Επειδή παραπάνω ανέφερε ο Απόστολος για την υπερβολική αγαθότητα που έδειξε ο Θεός σε εμάς, επειδή μας έσωσε με τη χάρη, ενώ ήμασταν απελπισμένοι, γι΄αυτό τώρα λέγει στον Τίτο, ότι «θέλω να διδάσκεις γι’ αυτά τον λαό σου, για να μάθουν οι Χριστιανοί, όχι μόνο να είναι ταπεινόφρονες και να μην κατακρίνουν τους άλλους ως αμαρτωλούς, αλλά και να ελεούν και να ευσπλαχνίζονται τους αδελφούς τους, διότι όποιος στοχάζεται το έλεος που έκανε ο Θεός προς αυτόν, οπωσδήποτε θα ελεήσει και αυτός τον αδελφό του. Και τι θα διδάσκεις τους Χριστιανούς για να φροντίζουν, Τίτε; Δηλαδή το να έχουν ένα μόνο έργο και μία φροντίδα ακατάπαυστη, να βοηθούν τους αδικουμένους, να προνοούν και να προστατεύουν(διότι αυτό δηλώνει το «προΐστασθαι καλῶν ἔργων») τις χήρες και τα ορφανά και να μην περιμένουν να έρχονται προς αυτούς όσοι έχουν ανάγκη και να τους παρακαλούν, αλλά αυτοί μόνοι από μόνοι τους να μεριμνούν και να φροντίζουν γι’αυτούς»1.
«ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις (:Αυτά είναι τα καλά έργα και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους· αυτά για τα οποία σας μίλησα)».
«Αυτά είναι», λέγει, «Τίτε, τα καλά και ωφέλιμα πράγματα στους ανθρώπους, δηλαδή, αυτή η φροντίδα και η προστασία των καλών έργων, ή αυτά τα ίδια καλά έργα».
«Μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιαι (:Απόφευγε τις ανόητες συζητήσεις και τις γενεαλογίες για τους μυθικούς θεούς ή τους ευγενείς προγόνους, όπως και τις φιλονικίες και διαμάχες για τον ιουδαϊκό νόμο, διότι δεν φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες)»[Τίτ.3,9].
«Μωράς ζητήσεις» λέγει ο Παύλος τις ανωφελείς και μάταιες, όπως μόνος το ερμηνεύει, αυτές δηλαδή, που οι άπιστοι Ιουδαίοι προβάλλουν στους Χριστιανούς· «γενεαλογίες» ονομάζει εκείνες που απαριθμούν οι ίδιοι Ιουδαίοι, γενεαλογούντες τους παλαιούς Πατριάρχες και τους προγόνους τους και καυχώμενοι σε αυτούς, ότι τάχα είναι απόγονοι αυτών· διότι ποιο όφελος έχει ένας που αμαρτάνει με το να έχει πατέρα και πρόγονό του τον Αβραάμ; Μάλλον όμως και βλάβη και καταδίκη μεγαλύτερη του συμβαίνει, διότι από τον δίκαιο Αβραάμ καταγόμενος, δεν πράττει τα έργα του Αβραάμ 2.
«Περιΐστασο» λοιπόν, λέγει, «ταύτας», δηλαδή «να τις αποφεύγεις, επειδή δεν πρέπει να αφήνεις τα αναγκαία και πνευματικά έργα, τα οποία είναι χρήσιμα για τη δική σου ωφέλεια και την ωφέλεια των Χριστιανών και να ξοδεύεις τον καιρό σου σε ματαιολογίες και φιλονικίες ακερδείς· διότι ποιο κέρδος υπάρχει», λέγει, «με το να μάχεσαι και να φιλονικείς, Τίτε, εκεί που δεν μπορείς να φέρεις κάποιον στην πίστη του Χριστού και να τον σώσεις; Βέβαια, κανένα». Αλλά πιθανόν να απορήσει κανείς: Πώς παραπάνω διέταξε τον Τίτο ο Παύλος, να αποστομώνει εκείνους που αντιλέγουν;[Τίτ.1,11: «Οὓς δεῖ ἐπιστομίζειν, οἵτινες ὅλους οἴκους ἀνατρέπουσι διδάσκοντες ἃ μὴ δεῖ αἰσχροῦ κέρδους χάριν(:Αυτούς πρέπει ο επίσκοπος να τους αποστομώνει. Είναι άνθρωποι που αναστατώνουν και αναποδογυρίζουν ολόκληρα σπίτια, διδάσκοντας πράγματα που δεν πρέπει, μόνο και μόνο για να κερδίσουν χρήματα με αθέμιτο τρόπο)»]. Και απαντούμε, ότι όταν μερικοί αντιλέγουν για βλάβη άλλων αδελφών, τότε πρέπει να τους αποστομώσουμε, για να μη ζημιωθούν από αυτό οι αδελφοί μας· για την ωφέλεια όμως των αντιλεγόντων δεν πρέπει τελείως ούτε να προσπαθήσουμε να μιλήσουμε με αυτούς, επειδή αυτοί δεν θα ωφεληθούν από τα λόγια μας, όντας αδιόρθωτοι και αγιάτρευτοι.
«Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν3 καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος(:Αιρετικό άνθρωπο που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μολονότι τον συμβούλευσες για πρώτη και δεύτερη φορά, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. Γνώριζε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος έχει διαστραφεί και αμαρτάνει· και για την αμαρτία του αυτήν ελέγχεται και κατακρίνεται από τη συνείδησή του και από τον ίδιο του τον εαυτό )»[Τίτ.3,10-11].
Γιατί εδώ λέγει ο Παύλος, να αφήνουμε μετά από πρώτη και δεύτερη φορά τον αιρετικό άνθρωπο και να μην του ομιλούμε πλέον, προς τον Τιμόθεο όμως λέγει να παιδεύει με πραότητα τους εναντίους, μήπως τους δώσει ο Θεός μετάνοια; Διότι λέγει τα εξής: «Ἐν πρᾳότητι παιδεύοντα τοὺς ἀντιδιατιθεμένους, μήποτε δῷ αὐτοῖς ὁ Θεὸς μετάνοιαν εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας καὶ ἀνανήψωσιν ἐκ τῆς τοῦ διαβόλου παγίδος, ἐζωγρημένοι ὑπ᾿ αὐτοῦ εἰς τὸ ἐκείνου θέλημα(:Πρέπει ο δούλος του Κυρίου να παιδαγωγεί και να συνετίζει με πραότητα εκείνους που έχουν αντίθετα φρονήματα. Ποιος ξέρει μήπως καμιά φορά τους δώσει ο Θεός μετάνοια, και οδηγηθούν στην πλήρη και ορθή γνώση της αλήθειας και συνέλθουν από τη μέθη στην οποία έχουν βυθιστεί από το πνεύμα της πλάνης, στην οποία τους έπιασε ο διάβολος, και τους συλλάβει τώρα ως αιχμαλώτους ο δούλος του Θεού, έτσι ώστε να φροντίζουν να εφαρμόζουν το θέλημα Εκείνου)»[Β΄Τιμ.2,25]· και απαντούμε, ότι εκεί μεν λέγει ο Απόστολος για εκείνους, που δείχνουν ελπίδα διορθώσεως, ενώ εδώ λέγει για τον αδιόρθωτο και αγιάτρευτο αιρετικό, που είναι ξεστραμμένος σε όλα και αυτοκατάκριτος, δηλαδή αναπολόγητος, επειδή δεν μπορεί να πει ότι δεν με νουθέτησε κανείς, ούτε κανένας με δίδαξε να μάθω την αλήθεια, διότι μολονότι νουθετήθηκε και διδάχθηκε και μία και δύο φορές, έμεινε στην πλάνη του. Όταν λοιπόν αυτός μετά από μία και δεύτερη νουθεσία και διδαχή επιμένει στην πλάνη του, τότε είναι αυτοκατάκριτος και αναπολόγητος και γι΄αυτό πρέπει να τον αποφεύγουν οι Χριστιανοί4.
«῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι (:Όταν σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, φρόντισε γρήγορα να έλθεις στη Νικόπολη, διότι εκεί αποφάσισα να περάσω τον χειμώνα)»[Τίτ.3,12].
Για ποιον λόγο ο Παύλος, αφού εμπιστεύτηκε τόση μεγάλη νήσο της Κρήτης στον Τίτο και, αφού του εμπιστεύθηκε τόσο πολυάριθμο πλήθος Χριστιανών, δεν τον αφήνει να επιμένει στην ποιμαντική του επιστασία, αλλά πάλι τον παίρνει κοντά του; Και απαντούμε, ότι αυτό το κάνει ο Απόστολος για να ωφελήσει τον Τίτο περισσότερο και για να τον δείξει τέλειο στο επάγγελμα και στο έργο της Επισκοπής· επειδή ήθελε να τον εξετάσει, αν οικονόμησε καλώς και φύλαξε εκείνα, που αυτός του εμπιστεύτηκε και παρέδωσε. Η δε Νικόπολις είναι πόλις της Θράκης, αλλά πλησιάζει στη Μακεδονία, ευρισκόμενη επάνω στον Ίστρο ποταμό, κατά τον Θεοδώρητο και Θεοφύλακτο5.
«Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ(:Τον Ζηνά τον νομοδιδάσκαλο και τον Απολλώ κατευόδωσέ τους, ετοιμάζοντας με επιμέλεια ό,τι τους χρειαστεί, για να μην τους λείπει τίποτε στο ταξίδι τους)»[Τίτ.3,13].
Ο Ζηνάς αυτός ήταν νομικός, δηλαδή έμπειρος των ιουδαϊκών νόμων· ο δε Απολλώ ήταν λογιότερος από τον Ζηνά και με δύναμη στις θείες Γραφές, όπως μαρτυρούν οι Πράξεις[κεφ.18]6· οι Απόστολοι όμως αυτοί ακόμη δεν είχαν εμπιστευτεί Εκκλησίες· το δε «ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ» δηλώνει: αντί του «κάνε τους να έχουν κάθε αυτάρκεια των αναγκαίων», φαγητών δηλαδή, και ενδυμάτων, ώστε να μη στερούνται κανένα από αυτά.
«Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι(:Με την ευκαιρία μάλιστα της προετοιμασίας αυτής παίρνουν μάθημα και οι δικοί μας να πρωτοστατούν και να εργάζονται καλά έργα και να συντρέχουν τους αδελφούς στις απαραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μη στερούνται από πνευματικούς καρπούς)»[Τίτ.3,14].
Με τα λόγια αυτά είναι σαν να λέγει ο θεσπέσιος Παύλος προς τον Τίτο: «Μπορούσα και με άλλον τρόπο να κάνω ανενδεείς τον Ζηνά και τον Απολλώ, αλλά δεν θέλω· γιατί; «Ἳνα καὶ οἱ ἡμέτεροι», δηλαδή, για να μπορέσουν οι επαρχιώτες σου και δικοί μου μαθητές, Χριστιανοί Κρητικοί, από τα εφόδια και αναγκαία που θα δώσουν σε αυτούς, να μάθουν να προΐστανται καλών έργων δηλαδή να μεριμνούν γι’ αυτούς τους αδελφούς, που έχουν ανάγκη και με το δόσιμο των χρημάτων και με λόγια και με κάθε άλλο τρόπο, όχι τόσο για να κερδίσουν οι πτωχοί και όσοι έχουν ανάγκη αδελφοί, αλλά μάλλον για να αποκτήσουν αυτοί που δίνουν καρπό και ωφέλεια στην ψυχή τους από τη φιλανθρωπία και το έλεος, που θα δείξουν στους πτωχούς· διότι και ο Κύριος, που έθρεψε μία φορά πέντε χιλιάδες άντρες, μπορούσε να τρέφει πάντοτε και τον εαυτό Του και τους μαθητές Του· αλλά όμως θέλησε να τρέφεται και Αυτός και οι μαθητές Του(αφού βαπτίστηκε δηλαδή, και όχι προ του βαπτίσματος) από γυναίκες7, γιατί; Για να κερδίσουν εκείνες τον της ελεημοσύνης μισθό· έτσι και τώρα κάνει σε εμάς· και δεν ωφελεί τόσο ο Θεός τους πτωχούς, με τη δική μας δόση και ελεημοσύνη, όσο ωφελεί εμάς τους ίδιους, που ελεούμε διαμέσου των ελεουμένων πτωχών· επειδή και οι πτωχοί γίνονται αίτιοι σε εμάς να λάβουμε τη συγχώρηση των αμαρτιών μας και να αποκτήσουμε την προς τον Θεό παρρησία· γι΄αυτό και ο Κύριος είπε: «Ποιήσατε ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας, ἵνα, ὅταν ἐκλίπητε, δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς(:Κάντε λοιπόν κι εσείς φίλους απ’ τον άδικο πλούτο ευεργετώντας με φιλανθρωπίες τους συνανθρώπους σας, ώστε όταν πεθάνετε, να σας υποδεχθούν οι φίλοι σας αυτοί στις αιώνιες σκηνές του παραδείσου)»[Λουκ.16,9].
«᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. (:Σε χαιρετούν εγκάρδια όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε όσους μας αγαπούν, επειδή έχουν κοινή πίστη με μας)» [Τίτ.3,15].
«Σε χαιρετούν», λέγει, «όσοι ευρίσκονται μαζί με εμένα· χαιρέτισε και εσύ από μέρους μου εκείνους που μας αγαπούν εν πίστει, δηλαδή πιστά και άδολα και καθαρά· χαιρέτισε εκ μέρους μου τους πιστούς Χριστιανούς που μας αγαπούν».
«῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν (:Σας εύχομαι η χάρις του Θεού να είναι με όλους εσάς. Αμήν)»[Τίτ.3,15].8
Με αυτά τα τελευταία λόγια εύχεται ο Παύλος να φυλάγεται στον Τίτο και στους επαρχιώτες του Χριστιανούς σώα και ολόκληρη η χάρις και δωρεά του Θεού· ή εύχεται να είναι μαζί τους πάντοτε η φιλανθρωπία του Θεού, διαφυλάσσοντάς τους με τη θεία χάρη, η οποία θεία χάρις εύχομαι να είναι ιδιαίτερα και με εμάς που την έχουμε ιδιαίτερα ανάγκη και να φυλάγει τις ψυχές και τα σώματά μας « ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι »· ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Η προς Τίτον τον πρώτο της Κρήτης Επίσκοπο επιστολή αυτή, γράφτηκε από τη Νικόπολη της Μακεδονίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ:
Λέγει και ο Θεοδώρητος στην ερμηνεία του ρητού αυτού: «Δεν επαρκεί η πίστη, όταν είναι απογυμνωμένη από τα αγαθά έργα».
Ο Οικουμένιος λέει ότι πιθανόν να εννοεί εδώ τις γενεαλογίες των Ελλήνων, οι οποίοι γενεαλογώντας τους θεούς τους λέγουν ότι ο Κρόνος γέννησε τον Δία και άλλος τον άλλο.
Έτσι αναφέρεται το ρητό από τον Χρυσόστομο, Οικουμένιο, Θεοφύλακτο και στις περισσότερες εκδόσεις, αν και σε μερικά χειρόγραφα αναφέρεται με το «μετά πρώτην».
Γι΄αυτό και ο Μέγας Βασίλειος λέγει: «Τον αιρετικό πρέπει να τον αποφεύγει κανείς»(Λόγος περί Ασκήσεως). Γι΄αυτό διαβάζουμε στην Εκκλησιαστική Ιστορία ότι οι Σαμοσατείς δεν ήθελαν να μπαίνουν στα θερμά λουτρά, διότι σε αυτά είχε πλυθεί ο Αρειανός Ευνόμιος.
Πρβ. Β΄Τιμ.2,17: «καὶ ὁ λόγος αὐτῶν ὡς γάγγραινα νομὴν ἕξει(:και η διδασκαλία τους θα εξαπλωθεί σαν γάγγραινα)».Έτσι ο Ιερός Αυγουστίνος βεβαίωσε με το παράδειγμα τούτο της φάγουσας, που αναφέρει ο Απόστολος εδώ, ότι των αιρετικών η κακοδοξία, πάντοτε πηγαίνει στο χειρότερο και γίνεται μεγαλύτερη πληγή, όπως η φάγουσα· διότι οι Μανιχαίοι αρχίζοντας από τη μύγα έκαναν αρχή του κακού τον Θεό· ρωτά λοιπόν καθ’ υπόθεσιν, ένας Μανιχαίος: «Ποιος δημιούργησε τη μύγα;» Και απαντά ο άλλος ομόφρονάς του πως «δεν τη δημιούργησε ο Θεός αλλά ο διάβολος· επειδή η μύγα είναι ένα ζώο, που πειράζει και ενοχλεί τους ανθρώπους εκείνους, επάνω στους οποίους θα καθίσει· τέτοιο όμως πειραστικό και βλαβερό ζώο είναι και η μέλισσα, λοιπόν και αυτήν ο διάβολος την εδημιούργησε·τέτοιο είναι και η ακρίδα· οπωσδήποτε και αυτήν ο διάβολος την έκανε; Ποιος έκανε τα πουλιά; Ποιος τα πρόβατα; Ποιος τον άνθρωπο; Όλα αυτά ο διάβολος τα δημιούργησε». Τέτοια ήταν η πολύπλοκη σειρά των αιρετικών φρονημάτων των Μανιχαίων· γι΄αυτό πρέπει να αποφεύγουν οι Χριστιανοί αυτούς και όλους τους αιρετικούς σαν λοιμούς και πανούκλες, για να μην πανουκλιάσουν κι αυτοί μαζί με αυτούς και απωλεσθούν· γι΄αυτό παραγγέλλει ο Σολομώντας: «Ἒκβαλε ἐκ συνεδρίου λοιμόν(:Διώξε από κάθε συνέδριο τον χλευαστή και αυθάδη άνθρωπο)»[Παρ.22,10] και ο προφήτης Δαβίδ ο πατέρας του μακαρίζει εκείνον τον άνθρωπο, που δεν κάθισε μαζί με τους λοιμούς· «Μακάριος ἀνήρ, ὃς ἐπὶ καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν(:Μακάριος και πανευτυχής είναι ο άνθρωπος που δεν κάθισε εκεί, όπου επιμένουν αμετανοήτως να κάθονται διεφθαρμένοι και φθοροποιοί άνθρωποι και όπου θα μεταδιδόταν και σε αυτόν το ψυχοφθόρο και ολέθριο μόλυσμά τους)»[Ψαλμ.1,1]. Γι’αυτόν και τον θεσπέσιο Πολύκαρπο όταν τον ρώτησε ο αιρετικός Μαρκίωνας, εάν γνωρίζει ποιος είναι, του απάντησε ο Άγιος ότι τον γνωρίζει πως είναι ο πρωτότοκος υιός του διαβόλου.
Και ο Μέγας Αθανάσιος γράφει στον βίο του Μεγάλου Αντωνίου, ότι ο Αντώνιος απέφευγε ως πανούκλα τους Αρειανούς και αιρετικούς· γι’αυτό και η ΣΤ΄Σύνοδος προστάζει να κατακαίγονται τα πλασθέντα και ψευδομαρτυρολόγια που έχουν δημιουργηθεί από τους αιρετικούς, στον ξγ΄ κανόνα της· και οι Απόστολοι προστάζουν να μη δημοσιεύονται τα ψευδεπίγραφα των ασεβών βιβλία, ως άγια, κανών ζ΄. Ο δε βασιλεύς Σολομώντας προστάζει τους όμοιούς του βασιλείς να απομακρύνουν τους ασεβείς και να μην τους αφήνουν να σπέρνουν τα ζιζάνια της ασέβειάς τους στους Χριστιανούς: «Λικμήτωρ ἀσεβῶν βασιλεὺς σοφός(: Ο σοφός βασιλιάς λιχνίζει και ξεχωρίζει από τους καλούς τους κακοποιούς και τους ασεβείς)»[Παρ.22,10].
Πρβ. επίσης: «Ἒλεγχε αὐτοὺς ἀποτόμως(:Γι΄αυτόν τον λόγο έλεγχέ τους απότομα)»[Τίτ.1,13]. Σημείωσε ότι κατά τον Θεοδώρητο δεν είναι αντίθετο αυτό που λέγει εδώ ο Παύλος: «Ἒλεγχε αὐτοὺς ἀποτόμως» με εκείνο που λέγει στην προς Τιμόθεο Β΄: «ἐν πρᾳότητι παιδεύοντα τοὺς ἀντιδιατιθεμένους»[Β΄Τιμ.2,25], διότι σε εκείνους μεν που ακόμη δεν πίστεψαν στον Χριστό, πρέπει κανείς να προσφέρει τη θεία διδασκαλία με πραότητα και με μαλακό τρόπο· σε εκείνους όμως που πίστεψαν και έπειτα κάνουν ενάντια της πίστεως πρέπει να τους ελέγχει κανείς και με αυστηρά ιατρικά να τους θεραπεύει.
Η Νικόπολις είναι πόλις της Ηπείρου, όπως λέγει ο Μαρκιανός· υπάρχει και άλλη Νικόπολις της Βιθυνίας(η οποία τώρα λέγεται Μουντανία), υπάρχει και άλλη Νικόπολις της μικράς Αρμενίας. Λέγει ο Θεοδώρητος ότι έγραψε την Επιστολή αυτή ο Παύλος τον καιρό εκείνο, που ήταν στη Μακεδονία. Οπότε και αληθέστερο είναι ότι η Νικόπολις, για την οποία γράφει εδώ ο Παύλος, είναι πόλις της Θράκης. Ο Στράβων γράφει ότι η Νικόπολις της Ηπείρου Αμβρακία ονομαζόταν· την ονομάσε έτσι ο Σεβαστός, αφού καταναυμάχησε και νίκησε τον Αντώνιο και την Κλεοπάτρα, τη βασίλισσα των Αιγυπτίων(Βιβλίο Ζ΄).
Βλ. και Α΄Κορ.3,4: «Ὃταν γὰρ λέγῃ τις, ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἕτερος δὲ ἐγὼ Ἀπολλώ, οὐχὶ σαρκικοί ἐστε;(:όταν δηλαδή ο ένας λέει, εγώ είμαι του Παύλου, ο άλλος πάλι εγώ είμαι του Απολλώ, δεν είστε άνθρωποι σαρκικοί;)».
Λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς: «Καὶ γυναῖκές τινες αἳ ἦσαν τεθεραπευμέναι ἀπὸ νόσων καὶ μαστίγων καὶ πνευμάτων πονηρῶν καὶ ἀσθενειῶν, Μαρία ἡ καλουμένη Μαγδαληνή, ἀφ᾿ ἧς δαιμόνια ἑπτὰ ἐξεληλύθει, καὶ Ἰωάννα γυνὴ Χουζᾶ ἐπιτρόπου Ἡρῴδου, καὶ Σουσάννα καὶ ἕτεραι πολλαί, αἵτινες διηκόνουν αὐτῷ ἀπὸ τῶν ὑπαρχόντων αὐταῖς».
Σημείωσε ότι κατά τον Θεοδώρητο το «Ἡ χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν» ήταν ασπασμός του Παύλου, τον οποίο συνήθιζε να γράφει με τα άγια του τα χέρια και είναι αντί του «Υγιαίνετε» που εμείς συνηθίζουμε να γράφουμε τώρα στο τέλος των Επιστολών.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Βενεδίκτου ιερομονάχου αγιορείτου, Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Ερμηνεία των δεκατεσσάρων επιστολών του αποστόλου Παύλου, τόμος δεύτερος, σελ. 722-726, Έκδοση συνοδίας Σπυρίδωνος ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄», Νέα Σκήτη Αγίου Όρους, 2020.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ[:Τίτ.3,8-15]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου
με θέμα:
«ΜΙΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 15-10-1989]
(Β225)
Στέλνοντας, αγαπητοί μου, την επιστολή του ο Απόστολος Παύλος στον Τίτο, Επίσκοπο Κρήτης, όπως ακούσαμε στη σημερινή αποστολική περικοπή και που είναι γεμάτη από προτροπές ποιμαντικού και ιεραποστολικού χαρακτήρος, αλλά και προσωπικού ακόμη χαρακτήρος, την κατακλείνει την επιστολή του με δύο ακόμη λόγια ποιμαντικών προτροπών, όπως και με δύο λόγια ιεραποστολικών προτροπών.
Αν λάβουμε υπόψη ότι οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου αποτελούν μαζί με τα Ευαγγέλια την Καινή Διαθήκη και συνεπώς είναι θεόπνευστες οι επιστολές του, κάθε φράση και κάθε λέξη και κάθε συλλαβή είναι για μας και για όλους τους πιστούς όλων των αιώνων και όλων των εποχών, ο λόγος του Θεού και οι επιταγές του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό ας προσπαθήσουμε να δούμε τι γράφει, τι μας προσφέρει σήμερα ο λόγος του Θεού, στη σημερινή αποστολική περικοπή, όπως σας είπα, για να μείνουμε σε κάποια σημεία και έτσι να ωφεληθούμε. Σας διαβάζω το ιερό κείμενο σε μία απόδοσή του, για να έχουμε μία εικόνα.
«Αυτά τα λόγια όσα πιο πάνω σου έγραψα και όσα θα σου γράψω πιο κάτω, είναι αξιόπιστα. Και θέλω να τα βεβαιώνεις με την προσωπική σου μαρτυρία. Ώστε όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε έργα καλά. Αυτά είναι τα καλά και ωφέλιμα στους ανθρώπους. Αντίθετα, να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις σε γενεαλογικούς καταλόγους, τις φιλονικίες και τις διαμάχες γύρω από τις διατάξεις του ιουδαϊκού νόμου· γιατί αυτά είναι ανόητα και μάταια. Τον άνθρωπο που ακολουθεί πλανεμένη διδασκαλία ή ακολουθεί διχοστασίες και σκάνδαλα, συμβούλευσέ τον μία ή δύο φορές. Και αν δεν ακούσει, άφησέ τον με τη βεβαιότητα πως αυτός έχει πια διαστραφεί και αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του.
Όταν θα σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, έλα το συντομότερο να με συναντήσεις στη Νικόπολη. Γιατί εκεί αποφάσισα να περάσω τον χειμώνα. Τον Ζηνά τον νομικό και τον Απολλώ, να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα με ό,τι χρειάζονται για το ταξίδι τους, ώστε να μην τους λείπει τίποτε. Ας μαθαίνουν και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα, για να αντιμετωπίζουν τις επείγουσες υλικές ανάγκες, ώστε η ζωή τους να μην είναι άκαρπη. Σε χαιρετούν όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε τους πιστούς που μας αγαπούν. Η χάρις του Θεού να είναι με όλους σας».
Τι ωραία επιστολή, αγαπητοί μου! Όταν μάλιστα είναι γεμάτη από το Πνεύμα του Θεού… Κι όποιος μπορεί να βαθαίνει μέσα στον λόγο του Θεού, πραγματικά αισθάνεται μια παραδεισία τρυφή, απόλαυση.
«Πιστὸς ὁ λόγος». Έτσι τελειώνει ο απόστολος Παύλος την επιστολή του, τα τελευταία της επιστολής του. Πιστός ο λόγος. Αξιόπιστος ο λόγος του Θεού. Ό,τι ο Θεός έχει πει και έχει υποσχεθεί, είναι αξιόπιστο. Τι είπε; Το προηγούμενο χωρίο στην επιστολή λέει: «ἵνα δικαιωθέντες τῇ ἐκείνου-δηλαδή του Χριστού– χάριτι κληρονόμοι γενώμεθα κατ’ ἐλπίδα ζωῆς αἰωνίου». Ποια είναι εκείνα τα οποία μας έδωκε ο Θεός; Η δικαίωσή μας στο όνομα και το αίμα του Θεού Λόγου που ενηνθρώπησε, του Ιησού Χριστού. Κι έτσι γινόμαστε, με τη χάρη του Θεού κληρονόμοι, κατά την ελπίδα της αιωνίου ζωής. Αυτά είναι αξιόπιστα. Είναι τελείως αξιόπιστα, γιατί τα λέγει ο Θεός. «Κι αυτός ο πιστός λόγος πρέπει να προβληθεί», λέγει ο Απόστολος στον Τίτο, «με τη δική σου βεβαιότητα». Προσέξτε αυτό. «Με τη δική σου βεβαιότητα».
Πράγματι. Όπως γράφει αλλού ο Απόστολος Παύλος, ότι «ὡμίλει ἐν ἀποδείξει Πνεύματος». Όχι απλά λόγια. Όχι δηλαδή εκείνο που δυστυχώς έχουμε όλοι μας και μιλάμε ακαδημαϊκά. Αλλά «ἐν ἀποδείξει Πνεύματος». Κι όπως λέγει εδώ συγκεκριμένα ότι θα είναι εν βεβαιώσει. Θα βεβαιώνεις εσύ με την παρουσία σου, με τον τρόπο σου, με την πίστη σου ότι εκείνα τα οποία είπε ο Θεός, είναι αληθινά.
Έτσι, δυστυχώς αγαπητοί μου, δεν μιλά πια η ζωή μας στους άλλους ανθρώπους, για να πιστέψουν. Αυτό είναι φοβερό. Όταν ο κήρυκας του λόγου του Θεού, ο φορέας του λόγου του Θεού άφησε την καριέρα του, τα κτήματά του, την οικογένειά του ή δεν έκανε οικογένεια, όλα αυτά είναι ακριβώς ό,τι είπε ο Απόστολος στον Τίτο. Δηλαδή ότι «θα δίνεις τη βεβαιότητα ότι ο λόγος είναι πιστός. Με τον δικό σου τρόπο· διότι πώς ο άλλος θα νιώσει και θα πιστέψει ότι αυτά που λες είναι αληθινά, αν εσύ δεν έχεις δείξει κατά κάποιον τρόπο με τη ζωή σου, ότι αυτά που ζεις είναι αυτά που λες ή αυτά που λες είναι αυτά που ζεις». Κι αυτό είναι το πάρα πολύ σπουδαίο πράγμα. Όμως, όπως σας είπα, δυστυχώς η ζωή μας δεν μιλάει στους άλλους για να πιστέψουν.
Ακόμα, δεν μας έχουν δει να κακοπαθούμε. Ακόμα και να αδικούμεθα. Δεν μας έχουν δει. Ο Απόστολος Παύλος, έναν ολόκληρο κατάλογο καταστάσεων κάπου στη Β΄ προς Κορινθίους επιστολή του εκθέτει τι έχει περάσει. Και πώς ζει. Τι κακοπάθειες έχει περάσει. Πού λοιπόν είναι, θα λέγαμε, η δύναμις του Αγίου Πνεύματος για να φανεί μέσα στην πίστη μας και μέσα στη ζωή μας; Πού είναι; Νομίζω ότι αυτό λείπει από τη ζωή των Χριστιανών και των ποιμένων και των ποιμενομένων. Η ζωή του Αγίου Πνεύματος. Ἐν βεβαιώσει.
«ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι», λέγει ευθύς πιο κάτω. Για να φροντίζουν να προΐστανται εκείνοι που θα πιστέψουν από τον δικό σου τρόπο που θα τους βεβαιώσεις ότι «πιστός ο λόγος», αξιόπιστος ο λόγος του Θεού, να φροντίζουν και να προΐστανται έργων καλών. Βέβαια, συνέπεια, θα λέγαμε, της αξιοπιστίας των λόγων του Θεού είναι και την εκφράζει ο ποιμένας και οι ποιμενόμενοι, με την ανάληψη καλών έργων. Τα καλά έργα είναι εκείνα που επισφραγίζουν και την πίστη μας και τη ζωή μας.
Τι είναι όμως τα καλά έργα; Όχι βέβαια μόνο εν στενή εννοία, που είναι οι αγαθοεργίες που λέμε «να έχουμε καλά έργα». Αλλά έργα, σε ένα ευρύτερο φάσμα. Όπως γράφει στους Φιλιππησίους, χωρίς να σας αναλύσω: «Ὃσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα[:έχουν καλή φήμη], εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος[:ό,τι ακριβώς χαρακτηρίζει κάτι που είναι αρετή, ό,τι ακριβώς χαρακτηρίζει κάτι που δέχεται τον έπαινο, και από τον Θεό και από τους ανθρώπους], ταῦτα λογίζεσθε[-γράφει στους Φιλιππησίους–] ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε». Αυτά να σκέπτεστε, αυτά να ενεργείτε, αυτά να ζείτε. Αυτά, αγαπητοί μου, είναι τα έργα τα καλά εν ευρεία εννοία.
Έτσι η βεβαιότητα της πίστεως δίδει τον καρπό των καλών έργων αλλά και της ανακαινισμένης ζωής. Κι όταν η ζωή του πιστού είναι καινούρια, τότε πρέπει να προΐσταται ο πιστός, να πρωτοστατεί δηλαδή σε έργα αγάπης. Λέγει ο Θεοφύλακτος, ένας ερμηνευτής: «Καί μή ἀναμένωσι τούς δεομένους πρός αὐτούς ἐλθεῖν». Αυτοί που προΐστανται των αγαθών έργων, μην περιμένουν τους άλλους να έλθουν. Αυτοί πρέπει να τρέξουν. Όπως, δεν πήγαμε εμείς στον ουρανό. Ήλθε ο Λόγος του Θεού σαν άνθρωπος, από τον ουρανό στη Γη. Έτσι κι εμείς θα πάμε σ’ αυτούς. «Ο Θεός», αλλού λέει, στην προς Ρωμαίους ο Απόστολος Παύλος «με τέτοιες θυσίες ευαρεστείται».
«Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις» σημειώνει στην επιστολή του προς Τίτον ο Απόστολος. Δηλαδή αυτά είναι τα καλά, αυτά είναι τα ωφέλιμα, τα χρήσιμα στους ανθρώπους. Δηλαδή αν καταλαβαίνουμε, έτσι μόνον μπορούμε να έχουμε τον αληθινό κοινωνικό άνθρωπο. Πολλές φορές λέμε· ποιος είναι ο τύπος του κοινωνικού, όχι κοσμικού, γιατί η κοινωνικότητα αντιδιαστέλλεται από την κοσμικότητα. Ο Χριστιανός δεν είναι κοσμικός, είναι κοινωνικός. Εκείνο το «χαίρειν μετά χαιρόντων καί κλαίειν μετά κλαιόντων», που είναι ο τύπος της κοινωνικότητος, πού θα βρίσκαμε αυτόν τον τύπο, τον αληθινό τύπο του κοινωνικού ανθρώπου; Πού αλλού, παρά στην εφαρμογή του Ευαγγελίου. Στο εφαρμοσμένο Ευαγγέλιο. Υπάρχουν και κάποιες βέβαια άγονες ή και επιζήμιες ασχολίες, λέει ο Απόστολος Παύλος στον Τίτο και του γράφει: «Πρόσεξε, μην ασχολείσαι με αυτές».
Τι είναι αυτές οι άγονες ασχολίες; Είναι στο να καταγίνεται ο πιστός σε στείρες συζητήσεις ή αναζητήσεις. Είναι οι νομικές μάχες, που γράφει στον Τίτο. Τότε ήταν οι λεγόμενες «ιουδαϊκές ερμηνείες» του νόμου· που υπήρχαν, αγαπητοί μου, ακούστε μέσα στο Ταλμούδ. Έξι χιλιάδες διατάξεις! Πλήθος. Πλήθος. Όλες αυτές οι διατάξεις έλεγαν: «Μη αυτό, μη εκείνο, μη εκείνο, μη αυτό»· που έκαναν τη ζωή του Ιουδαίου, του Εβραίου βαριά. Δυστυχώς πολλές φορές αυτά περνούν, πέρασαν και μέσα στην Εκκλησία μας. Ο Κύριος τα είπε «εντάλματα των ανθρώπων». Δηλαδή εντολές των ανθρώπων. Δεν έχουν καμία σχέση με τις εντολές του Θεού. Προσέξτε όμως. Δεν πρόκειται για την Παράδοση της Εκκλησίας· γιατί η Παράδοση της Εκκλησίας δεν είναι εντολές ανθρώπων. Αλλά είναι η ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ερμηνεία του λόγου του Θεού· που είναι κατατεθειμένη μέσα στην Εκκλησία. Αλλά ομιλεί δια τις παραδόσεις των ανθρώπων. Όχι δια την Παράδοσιν του Θεού. Ακόμη και ο νόμος, παράδοση ήταν. Αν θέλετε, ακόμη και η Καινή Διαθήκη, Παράδοση είναι. Αυτά που παρέδωκε ο Υιός του Θεού, ο Ιησούς Χριστός στους ανθρώπους.
Είναι «μωραί ζητήσεις» ακόμη και κάθε ενασχόληση με τη φιλοσοφία· που ζητάμε ώστε η φιλοσοφία να γίνει ο ρυθμιστής της ζωής μας… Είναι ακόμη και όλες εκείνες οι παλιές και οι σύγχρονες θεωρίες, που ζητούν να προσανατολίζουν και αυτές με τη σειρά τους τη ζωή μας και να την καθοδηγούν. Αυτά τα πράγματα δεν έχουν σχέση στη ζωή του πιστού. Το Ευαγγέλιο είναι ο οδηγός του. Είναι ο τρόπος που θα τον οδηγήσει και η Εκκλησία στην πνευματική ζωή. Να βρει τις απαντήσεις της υπάρξεώς του. Γιατί υπάρχω και πού πηγαίνω. «Για όλα τα άλλα», λέει ο Απόστολος, «είναι ανώφελα και μάταια». Σας λέγω αλήθεια, αγαπητοί μου, απορώ πώς μπορεί, Χριστιανοί που έχουν το Ευαγγέλιο και το γνωρίζουν, να ζητούν πορεία στη ζωή τους από τη φιλοσοφία. Δεν μπορώ να το καταλάβω. Ούτε είναι δυνατόν αυτά τα πράγματα να συμβαδίζουν. Φιλοσοφία; Προϊόν του νου, του ανθρώπινου νου. Το Ευαγγέλιο; Η αποκάλυψη του Θεού. Τι σχέση έχει το ένα με το άλλο;
Αλλά είναι και οι αιρετικοί, στη συνέχεια, όπως καταγράφει. Σας είπα μερικά πράγματα θα δούμε από αυτά τα τελευταία της επιστολής, που γράφει ο Απόστολος στον Τίτον. Είναι αυτοί «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ» κ.τ.λ. Είναι αυτοί που αστόχησαν στην πίστη και εναυάγησαν. Βέβαια θα τους βοηθήσουμε. Αλλά όταν δεν πείθονται, θα τους αφήσουμε. Γιατί έχουν διαστραφεί. «Ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος», λέγει ο Απόστολος.
Ακόμη θα θελα να σας έλεγα ότι η λέξη «αιρετικός» και «αίρεσις» δεν σημαίνει πάντοτε μόνον εκείνον ο οποίος έχει αποκλίνει από την ορθή πίστη. Έχει και άλλη σημασία. Είναι εκείνος που δημιουργεί σκάνδαλα και διχοστασίες. Μέσα στην Καινή Διαθήκη ο όρος αυτός, πάλι στον Απόστολο Παύλο, έχει αυτήν την έννοια ή σε άλλα σημεία της Καινής Διαθήκης, όχι στον Απόστολο Παύλο. Φερειπείν, γράφει στους Ρωμαίους ο απόστολος Παύλος: «Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, σκοπεῖν[:να εξετάζετε] τοὺς τὰς διχοστασίας καὶ τὰ σκάνδαλα παρὰ τὴν διδαχὴν ἣν ὑμεῖς ἐμάθετε ποιοῦντας, καὶ ἐκκλίνατε ἀπ᾿ αὐτῶν». Εκείνους οι οποίοι δημιουργούν τις διχοστασίες και τα σκάνδαλα, παρά την διδασκαλία την οποία έχετε μάθει από μας και οι οποίοι αυτοί ξεφεύγουν. Και σεις λοιπόν προσέξτε. Εκκλίνατε απ’ αυτών. Ξεφύγετε. Φύγετε μακριά. «Οἱ γὰρ τοιοῦτοι τῷ Κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ οὐ δουλεύουσιν[:αυτοί δεν είναι κάτω από την υπακοή του Θεού. Δεν δουλεύουν το έργο του Θεού], ἀλλὰ τῇ ἑαυτῶν κοιλίᾳ[:δηλαδή τα συμφέροντά τους] καὶ διὰ τῆς χρηστολογίας καὶ εὐλογίας[:και με τα ωραία τους λόγια, με τις ευλογίες τους, και με τούτα και εκείνα, να μην κάνω πιο πολλές περιγραφές] ἐξαπατῶσι τὰς καρδίας τῶν ἀκάκων[:εξαπατούν τις καρδιές, λέγει, των αφελών και απλών ανθρώπων]». «Αυτούς», λέγει ο Απόστολος, «μακριά». Και ο Κύριος το είπε. Και δεν εννοούσε,όταν το είπε, την αίρεση. Όταν είπε ότι αν κάποιος κάνει κάτι, φώναξέ τον. «Έλα εδώ, μην το ξανακάνεις αυτό. Δεν σε άκουσε. Πάρε και άλλον αδελφόν. Δεν άκουσε ούτε τον αδελφό. Πάρε δύο- τρεις. Δεν άκουσε ούτε αυτούς. Πες στο στην Εκκλησία, στο σύνολο. Δεν άκουσε ούτε την Εκκλησία. «Ἐὰν δὲ καὶ τῆς ἐκκλησίας παρακούσῃ», λέει ο Κύριος, «ἔστω σοι ὥσπερ ὁ ἐθνικὸς καὶ ὁ τελώνης». Να είναι για σένα σαν τον ειδωλολάτρη και σαν τον αμαρτωλό. Να μην έχεις καμία σχέση μαζί του.
Εξάλλου και η Παλαιά Διαθήκη το λέγει, είναι στο Δευτερονόμιο, αλλά και ο Απόστολος Παύλος το ανανεώνει στην Καινή Διαθήκη. «Καὶ ἐξαρεῖτε τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ». Θα βγάλετε από μέσα από τη σύναξή σας, μέσα από την Εκκλησία, τον πονηρό, τον άνθρωπο ο οποίος δεν θέλει να διορθωθεί. Η ιδέα ότι θα τον διορθώσουμε κρατώντας τον, μοιάζει σαν τα πορτοκάλια στο καφάσι, που ένα είναι σάπιο. Τα άλλα τα γερά, θα κάνουν το σάπιο γερό; Το σάπιο θα κάνει τα γερά σάπια. Αλλά δυστυχώς, επειδή αυτό δεν το προσέχουμε, γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο, μέσα στην Εκκλησία υπάρχουν και εκείνοι που αιρετίζουν και εκείνοι που διχοστασίες προκαλούν και εκείνοι, που κατά κάποιον τρόπο σκανδαλίζουν και γενικά αναστατώνουν καθ’ οιονδήποτε τρόπον την Εκκλησία,με το ντύσιμό τους, με τα λόγια τους, με τα φερσίματά τους, με τις κοσμικότητές του, με τις θεωρίες που πιστεύουν και στο τέλος να λέγουν: «εγώ πιστεύω κατά τον τρόπο μου». Α, δηλαδή, έχεις τόση υπερηφάνεια, ώστε δεν συμμορφώνεσαι να πιστέψεις κατά την υπόδειξη της Εκκλησίας, αλλά πιστεύεις κατά τον τρόπο σου. Βλέπετε όλα αυτά τα σκάνδαλα, οι διχοστασίες που δημιουργούν και όλα αυτά τα πράγματα, δεν είναι από τον Θεό· είναι από τον πονηρό. Και αυτοί πρέπει να κόβονται από την Εκκλησία. Όλοι αυτοί, σας το ξαναλέγω.
Και τώρα κάποιες, θα λέγαμε, προσωπικές προτροπές που έχει να δώσει ο Απόστολος Παύλος, σε θέματα ιεραποστολής στον Τίτο, που είναι συνεργάτης του βέβαια, στο έργο της διακονίας του Ευαγγελίου. Ζητά λοιπόν να συναντηθεί με τον Τίτο. Εκείνος θα πάει στη Νικόπολη. Ακόμη δεν έχει πάει. Στη Νικόπολη της Ηπείρου. Αυτή που λέμε σήμερα Πρέβεζα. Είναι όχι ακριβώς, είναι κάτι δίπλα, αλλά πολύ κοντά. Χοντρικά θα λέγαμε είναι η σημερινή Πρέβεζα. Και ακόμη δεν έχει πάει. Θα πάει. Στέλνει την επιστολή και ζητάει από τον Τίτο να έλθει από την Κρήτη στη Νικόπολη να τον συναντήσει. Σε αντικατάστασή του, του λέγει ότι θα στείλει ή τον Αρτεμά ή τον Τυχικό. Άλλους βοηθούς του και συνεργάτες του. Αυτές οι προσωπικές συναντήσεις των συνεργατών ήταν πάρα πολύ σημαντικές. Γιατί έτσι οι συνεργάτες του ανανεώνονταν. Είναι η ανανέωση.
Αγαπητοί μου, στην ιεραποστολή υπάρχουν τριβές. Κινείσαι μέσα στον κόσμο. Και υπάρχουν πολλές πολλές τριβές. Πώς θα γίνει κανείς να ανανεωθεί από τις τριβές αυτές; Όταν έχει κοινωνία με τους πνευματικούς αδελφούς. Ακόμη αναφύονται και προβλήματα στην ιεραποστολή, στο κήρυγμα του λόγου του Θεού. Τι θα κάνεις; Πρέπει να ρωτήσεις, πρέπει να δώσεις στους άλλους μία απάντηση άμα σε ρωτήσουν. Με ποιους; Με τους αδελφούς, με τους συνεργάτες. Όλα αυτά κουράζουν βέβαια τον ιεροκήρυκα, τον ιεραπόστολο και ζητά αυτήν την ανανέωση, αυτόν τον εμπλουτισμό. Έτσι, εκείνος που ασχολείται με την ιεραποστολή, με το έργο του Θεού, σε οποιαδήποτε μορφή είναι αυτή η ιεραποστολή, σε οποιαδήποτε, μην πηγαίνει το μυαλό σας στην Αφρική ή στην Άπω Ανατολή· και μέσα στον τόπο μας και στη γειτονιά μας, εκείνος ο οποίος θα είναι φορέας του λόγου του Θεού, πάντοτε έχει ανάγκη κατ’ αρχάς να μελετά τον λόγο του Θεού, αλλά και να ακροάται τον λόγο του Θεού. Να ζει τη μυστηριακή ζωή έντονα. Να έχει μία πλουσία προσευχή και να έχει και μια κοινωνία με τους πνευματικούς ανθρώπους, τους πνευματικούς του συνεργάτες.
Έτσι βλέπουμε αγαπητοί μου ότι ο Απόστολος καλεί τώρα τον Τίτο να τον επισκεφτεί στη Νικόπολη, στην οποία Νικόπολη σκόπευε να ξεχειμωνιάσει. Πόσο πραγματικά, πόσο ανθρώπινα! Δεν βλέπει κανείς πράγματα σαν να είναι στην ιστορία των αγγέλων, αν οι άγγελοι έχουν ιστορία. Εκεί δεν υπάρχουν συμβεβηκότα. Αλλά στους ανθρώπους, πόσο ανθρώπινα, πόσο απλά!
Σας είπα ότι στη Νικόπολη θα πήγαινε ο απόστολος Παύλος. Δηλαδή στη σημερινή Πρέβεζα. Αισθανόμαστε μία βαθιά έτσι συγκίνηση, όταν αυτά τα αγιασμένα πόδια του μεγάλου Αποστόλου Παύλου πάτησαν τα εδάφη μας. Την Ελλάδα μας, ο Απόστολος Παύλος, θα έλεγα ότι την όργωσε. Πόσο αισθανόμαστε… έτσι… ιδιαίτερα… Γι’ αυτό, αυτό το σημείο, ότι ο Παύλος ήρθε στην πατρίδα μας, ξεχειμώνιασε, έμεινε καιρό πολύ, πήγε από δω, πήγε από εκεί. Όλα αυτά πρέπει να γίνονται ένα κέντρισμα και μία φιλοτιμία στο να εργαζόμαστε στη διακονία του έργου του Θεού.
Και τώρα δίνει ακόμη μία ιεραποστολική παραγγελία. Λέει: «Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον (:Να τους στείλεις φροντισμένα) ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. (:Να έχουν όλα τα αγαθά μαζί τους. Να μην τους λείπει τίποτε). Μανθανέτωσαν δέ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι». Έπρεπε οι εργάτες του Ευαγγελίου να συντηρούνται από τους πιστούς. Εφόσον ο χρόνος τους ήταν ολόκληρος αφιερωμένος στο έργο της Εκκλησίας, έπρεπε πια οι πιστοί να φροντίζουν γι΄αυτούς. Εξάλλου ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος ερμηνεύει εκείνο το της Παλαιάς Διαθήκης: «Οὐ φιμώσῃς βοῦν ἀλοῶντα». Δεν θα βάλεις φίμωτρο στο βόδι το οποίο αλωνίζει. Γιατί; «Ἄξιος γὰρ ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ» σημειώνει στην Α΄προς Τιμόθεον επιστολή του.
Θέλει ακόμη να τονίσει ότι οι πιστοί πρέπει να φροντίζουν για τις ιεραποστολές και για τους ιεραποστόλους. Ο λόγος του Θεού πρέπει να είναι απρόσκοπτος. Πρέπει να τρέχει. Σήμερα δεν είναι μόνο, θα λέγαμε, ο ιεραπόστολος, αλλά είναι και το χριστιανικό έντυπο. Είναι το έντυπο Ευαγγέλιο ακόμη. Είναι κάθε μέσο με το οποίο ακούγεται ο λόγος του Θεού. Αυτό πρέπει να τρέχει. Οι πιστοί που δεν φροντίζουν για το έργο αυτό, θα μείνουν, όπως λέγει ο απόστολος, άκαρποι.
Και τέλος: «᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες (:Σε χαιρετούν όλοι εκείνοι που είναι μαζί μου). Ἂσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει». Είναι η κοινωνία των αγίων. Και ποιοι οι φιλοῦντες; «Ἐν πίστει ὄντας καί ἐμμένοντας ἡμῖν», λέγει ο Ζιγαβηνός. Εκείνοι οι οποίοι είναι στην πίστη και μας περιμένουν και μας αγαπούν. Οι πιστοί πρέπει να έχουν κοινωνία, όπως σας είπα· που είναι μία πλευρά και επιτυγχάνεται σε μία πλευρά του εκκλησιασμού. Βλέπετε, είμεθα όλοι μαζί. Αυτό πρέπει να είναι μία αφορμή μιας επικοινωνίας.
Αγαπητοί μου, είδαμε μια σελίδα ποιμαντική και ιεραποστολική γραμμένη από το χέρι του αποστόλου Παύλου. Θα μπορούσε να μας πει κανείς ότι ό,τι έγραφε στην επιστολή του στους Γαλάτες: «Ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί». «Είδατε με τι γράμματα, μεγάλα γράμματα σας έγραψα», λέει, «με το δικό μου χέρι την επιστολή αυτή». Και βέβαια δεν σώθηκε ούτε ένα κομματάκι από τη χειρόγραφη επιστολή του Παύλου. Όμως διασώθηκε το πνεύμα. Εκείνο που κατέγραψε το Άγιο Πνεύμα. Αυτά θα κρατήσουμε, για να προκόψουμε στην πνευματική μας ζωή αλλά και στο έργο της διακονίας του λόγου του Θεού.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_455.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
[:Λουκά 8,5-15]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου
με θέμα:
«ΧΡΗΣΗ ΚΑΙ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΟΛΗΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 11-10-1998]
[Β384]
Ακούσαμε, σήμερα, αγαπητοί μου, την παραβολήν του σπορέως, που ο Κύριος με αυτήν ήθελε να δείξει εις τους ακροατάς Του ότι όλοι δεν ήσαν εξίσου διατεθειμένοι έναντι της διδασκαλίας Του. Και με την παραβολήν που τους είπε, δείχνει ότι ήσαν τέσσερις κατηγορίες ακροατών. Εκείνοι που είχαν μίαν πώρωση καρδιάς έναντι του λόγου του Θεού, εκείνοι που είχαν μια επιπολαιότητα, πάντα έναντι του λόγου του Θεού και εκείνοι που είχαν μια προσωπική ρηχότητα. Έπεσε, λέγει, ο σπόρος επάνω εις την πέτραν και «διά τό μή ἔχειν ἰκμάδα», μη έχοντας υγρασία, φύτρωσε αλλά ξεράθηκε. Εκείνοι που έχουν μία ρηχότητα. Και εκείνοι που οι μέριμνες του βίου τούτου δεν τους αφήνουν να αναπτύξουν την πνευματική ζωή. Είναι εκεί που έπεσε ο σπόρος στις αγκαθιές. Αλλά όμως, ευτυχώς, υπάρχει και «ἡ ἀγαθή γῆ», που είναι η καρδιά η αγαθή· «που εκεί έπεσε ο σπόρος», λέγει, «και απέφερε εκατονταπλάσια».
Βλέπετε, βλέπει κανείς μια κοσμοσυρροή να υπάρχει, όπως μας το σημειώνει και ο Λουκάς και ο Ματθαίος εις το κήρυγμα του Χριστού. Λέγει ο Λουκάς: «Συνιόντος δὲ ὄχλου πολλοῦ καὶ τῶν κατὰ πόλιν ἐπιπορευομένων πρὸς αὐτὸν εἶπε διὰ παραβολῆς» κ.τ.λ. Ώστε λοιπόν ήταν πάρα πολύς όχλος. «Συνιόντος δὲ ὄχλου πολλοῦ». Εμαζεύετο όχλος πολύς, κόσμος, κόσμος, κοσμοσυρροή.
Αλλά γιατί ο Κύριος μίλησε με παραβολή; Ήταν μια συνήθεια του Κυρίου να ομιλεί με παραβολή. Η παραβολή είναι μία μικρή φανταστική, αλλά εντός της πραγματικότητος όμως ιστορία, που έχει διαφορετικούς και ποικίλους σκοπούς. Λέγω εντός της πραγματικότητος. Φερειπείν, οι μύθοι ή οι παραβολές του Αισώπου, λέγει ότι ένας κόρακας κρατούσε ένα κομμάτι τυρί και του λέγει η αλεπού: «Α, τι ωραία που κελαηδάς…». Αυτό δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί. Διότι ούτε η αλεπού μιλάει, ούτε ο κόρακας μιλάει. Συνεπώς είναι μύθοι ή εικόνες ή παραβολές μη πραγματικές. Ενώ όλες κατά κανόνα οι παραβολές του Χριστού είναι μεν ιστορίες φανταστικές, αλλά είναι όμως πραγματοποιήσιμες. Δύνανται να πραγματοποιηθούν.
Η παραβολή αποτελεί μία εσωτερική εποπτεία που διασαφίζει την έννοια. Προσέξατέ το αυτό. Λέγει ο Μάρκος: «Χωρίς δέ παραβολῆς οὐχ ἐλάλει αὐτοῖς». «Χωρίς δε παραβολή δεν μιλούσε στα πλήθη ποτέ». Έτσι, όταν είπε: «Προσέχετε ἀπό πάσης πλεονεξίας» είπε μίαν έννοιαν, διασαφίζει όμως με μίαν παραβολήν τον κίνδυνο που υφίσταται εκείνος ο οποίος είναι πλεονέκτης. Και είπε την παραβολή του άφρονος πλουσίου. Ή ακόμη για να δείξει το μέγεθος του γεγονότος της σωτηρίας και πόσο του αμαρτωλού ανθρώπου, και πόσο είναι αποδεκτή έναντι του Θεού, είπε τρεις παραβολές. Είπε την παραβολή της απωλεσθείσης δραχμής, του χαμένου προβάτου, αλλά και του ασώτου υιού. Βλέπετε ότι ο Κύριος λέγει μία θέση του ήθους ή της πίστεως και κατόπιν παραθέτει μία παραβολή. Γιατί; Για να διασαφήσει εκείνο το οποίο λέγει.
Η παραβολή έχει την φαινομενική αδυναμία να μη δίδει ορισμόν. Αν θέλετε, προσέξατέ το αυτό. Ο ορισμός ορίζει. Εξ ου και ο ορισμός. Δηλαδή περιορίζει. Βάζει όρια. Σ’ αυτό που θέλει να πει. Ο ορισμός της δικαιοσύνης, ο ορισμός της αληθείας. Τι είναι; Είναι πέντε κουβέντες που μιλάνε γι’αυτό το θέμα, αλλά και που περιορίζουν αυτό το θέμα σε κάποια όρια. Πέραν των οποίων ορίων δεν έχομε τίποτε άλλο να πούμε. Αυτό λέγεται ορισμός. Και είναι γνωστό ότι ορισμούς έχομε επί πολλών πολλών πραγμάτων. Ιδιαιτέρως δε οι Έλληνες, οι αρχαίοι Έλληνες αγαπούσαν πάρα πολύ να ορίζουν τα πράγματα. Δηλαδή πάντοτε διατυπώνουν έναν ορισμόν. Λέμε ότι ο Θεός είναι α-όριστος. Δηλαδή δεν ορίζεται. Τι να πούμε για τον Θεό; Θα λέγαμε για ένα τραπέζι…: «Έχει τέσσερα ποδάρια, είναι μία επίπεδος επιφάνεια…». Τι μπορούμε να πούμε για τον Θεό; Ο Θεός δεν ορίζεται. Γιατί δεν γνωρίζομε τον Θεό παραπάνω απ’ ό,τι γνωρίζομε. Και συνεπώς ο Θεός είναι αόριστος. Δεν ορίζεται.
Αντίθετα, η παραβολή εκφράζει τον πλούτο μιας εννοίας που μπορείς να την δεις σφαιρικά. Και από δω και από κει και από κει. Αυτό το πλεονέκτημα έχει η παραβολή. Ενώ δεν μπορείς να πεις τίποτα περισσότερο στον ορισμό, όμως μπορείς να πεις πάρα πολλά πράγματα και να βγάλεις πολλά εξαγόμενα συμπεράσματα, όταν ειπωθεί μία παραβολή. Και λέμε -χωρίς περιορισμό- και λέμε: «Κι αυτό σημαίνει η παραβολή, σημαίνει κι αυτό, σημαίνει κι αυτό». Χωρίς να μπορούμε να περιορίσουμε εκείνα τα οποία μπορούμε να βγάλομε από την παραβολή.
Η παραβολή ακόμη, αγαπητοί μου, αποτελεί μία ευσύνοπτη διδασκαλία. Μια διδασκαλία με λίγα λόγια. Με μία εικόνα συμπεριλαμβάνει τα πάντα. Κυκλοφορεί στην εποχή μας η θέση ότι μία φωτογραφία λέγει χίλια πράγματα. Φερειπείν δημοσιεύεται μία φωτογραφία ενός περιστατικού, ενός γεγονότος, που δεν μπορεί αυτά τα χίλια πράγματα να τα πει ένα κύριο άρθρο. Το λέμε, στην εποχή μας. Έτσι κι εδώ. Η παραβολή είναι μία εικόνα που συμπεριλαμβάνει τα πάντα, κατά ευσύνοπτον τρόπον. Εκείνο που θα έλεγες, δηλαδή, αλλιώτικα, με πολλήν φλυαρίαν. Επικρατεί συνήθεια στην Ανατολή, πάντοτε, μέχρι σήμερα, από αρχαιοτάτων χρόνων να υπάρχει μία ευσύνοπτη διδασκαλία, πάντοτε, διαμέσου εικόνων που πάντοτε λένε πολλά.
Η παραβολή, ακόμη, είναι μία αξιομνημόνευτη διδασκαλία. Μπορείς δηλαδή να την θυμάσαι. Γιατί είναι ντυμένη με εικόνες. Και αφού είναι ντυμένη με εικόνες αυτή η διδασκαλία, με παραστάσεις, ο άνθρωπος τις θυμάται πολύ καλά. Αλλά είναι ταυτόχρονα η παραβολή και ένα ορυχείο από το οποίο μπορεί στο μέλλον, όσο ο άνθρωπος μορφώνεται, διευρύνει τις γνώσεις του, από εκεί μέσα να βγάζει περισσότερα και περισσότερα, θα έλεγα, μέχρι βαθμού ανεξαντλήτου, συμπεράσματα. Ό,τι του συμβεί, κάτι πάντα καινούριο θα συμβαίνει στον άνθρωπο και θα καταφύγει εις την παραβολή, για να βρει εκείνο που τον καλύπτει. Και να πει: «Να, η παραβολή λέγει αυτό».
Με την παραβολή εκφράζονται τα ανέκφραστα. Οι άκτιστοι λόγοι πώς θα εκφραστούν μέσα εις τον κτιστόν κόσμον; Παρά με μίαν παραβολήν. Έτσι η παραβολή είναι μία εικόνα θείων πραγματικοτήτων, ντυμένη με επίγεια ενδύματα. Ο Παύλος επί παραδείγματι, αρπαγείς έως τρίτου ουρανού, είδε και άκουσε, όπως μας λέγει ο ίδιος, «ἄρρητα ῥήματα». Ρήματα που δεν λέγονται. Και ακόμη είπε εκείνο το «οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι». Το «ἐξὸν» θα πει και δεν επιτρέπεται να πεις, αλλά και δεν μπορείς να πεις. Δεν υπάρχει δυνατότητα να πεις. Ότι ηρπάγη εκεί. Πού; Εις τον Παράδεισον! Έτσι λοιπόν ο Παράδεισος, ο ουράνιος Παράδεισος, εδώ τώρα εκφράζεται με έναν κήπο· που αντίγραφό του είναι ο Παράδεισος της Εδέμ, που ήταν εδώ κάτω στη Γη. Και ήταν πράγματι ένας κήπος. Αλλά πώς να εκφράσεις τον ουράνιον Παράδεισον;
Ακόμη ο Κύριος, προκειμένου να μιλήσει για την Βασιλεία του Θεού λέγει: «Τίνι ὁμοιώσω τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν;». «Με τι να την παρομοιάσω την βασιλείαν του Θεού;». Τρόπον τινά ο Κύριος βρίσκεται σε μία δυσκολία- τρόπον τινά. Πώς να παρομοιάσει την Βασιλείαν του Θεού; Πώς να την παρομοιάσω; Και είπε τρεις παραβολές. Δεν είπε μία. Είπε τρεις παραβολές· που στην κάθε παραβολή μπορούσε να αναπτύξει μία πτυχή της Βασιλείας του Θεού. Δηλαδή η παραβολή εκφράζει τα ανέκφραστα. Η κτιστή γλώσσα, αυτήν την οποία έχομε, όχι γλώσσα το όργανον, αλλά η ομιλία, η κτιστή γλώσσα είναι πτωχή και ανεπαρκής. Αυτό το βλέπομε και στην καθημερινότητα. Πόσες φορές βρίσκομε δυσκολία να μεταφέρομε από τη μία γλώσσα στην άλλη, μία μετάφραση να κάνομε, κάποιες έννοιες. Δεν μπορούμε εύκολα. Πόσο περισσότερο να εκφράσομε πράγματα που δεν εκφράζονται. Η γλώσσα, λοιπόν, είναι πάρα πολύ, η ανθρώπινη γλώσσα, είναι πάρα πολύ πτωχή. Όσο κι αν λέμε εμείς οι Έλληνες ότι η ελληνική γλώσσα είναι πλουσία. Ναι, έναντι άλλων γλωσσών. Στην πραγματικότητα όμως τι να εκφράσεις από τα ουράνια;
Η παραβολή ακόμα διαφοροποιεί το ακροατήριον. Λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Ἡ παραβολή τόν ἄξιον καί οὐκ ἄξιον διαιρεῖ». Διαιρεί, ξεχωρίζει, τον άξιον από τον ανάξιον. Και αυτό συμβαίνει εδώ στην παρούσα παραβολή, του σπορέως. Ήταν εκείνοι οι οποίοι πήγαν να ακούσουν τον Κύριο, αλλά με τι διάθεση πήγαν να ακούσουν; Από περιέργεια; Το συναντούμε αυτό, να μας το λέγουν οι ιεροί Ευαγγελισταί, σε άλλες περιπτώσεις. Από κακεντρέχεια; Όπως οι Φαρισαίοι; Δεν μίλησε πουθενά ο Χριστός δημοσίως και να μην είναι παρόντες οι κακεντρεχείς Φαρισαίοι. Από επιπολαιότητα πήγαν; «Να, έτσι, πάμε να δούμε». Ή από έναν γνήσιο πόθο; Εδώ βλέπετε ότι η παραβολή διαφοροποιεί τους ακροατάς.
Η παραβολή ακόμη -και αυτό είναι σπουδαίο- αποκαλύπτει και αποκρύπτει, διασαφίζει και συσκοτίζει. Και τα δύο κάνει αυτά. Τα δύο ζεύγη. Αποκαλύπτει, ξαναλέγω, αλλά και αποκρύπτει. Μοιάζει με το φως που είχαν οι Εβραίοι στην Αίγυπτο. Ηλιόλουστη ημέρα, όταν ταυτόχρονα.. ή στην Αίγυπτο, γιατί αυτοί ήσαν στη γη Γεσέμ, λιγάκι νοτιοανατολικά που ήσαν οι Αιγύπτιοι, υπήρχε βαθύ σκοτάδι. Μάλιστα μας λέγει ο ιερός συγγραφεύς ότι το σκοτάδι ήταν ψηλαφητόν. Δηλαδή ψηλαφούσες για να αντιληφθείς κάτι. Οι Εβραίοι είχαν άπλετο φως! Έτσι μοιάζει η παραβολή. Άλλοι βλέπουν και άλλοι δεν βλέπουν. Σε όλους η παραβολή μπορεί να διασαφίσει και σε κάποιους μπορεί να συσκοτίσει.
Ακούστε τι γράφει ο Ματθαίος: «Καί προσελθόντες οἱ μαθηταί εἶπον αὐτῷ (:«Τον ρώτησαν τον Κύριο». Και μάλιστα επάνω στην παραβολή του σπορέως)· διατί ἐν παραβολαῖς λαλεῖς αὐτοῖς; (: «Γιατί», λέγει, «μιλάς στα πλήθη με παραβολές;»). Ὁ δέ ἀποκριθείς εἶπεν αὐτοῖς· ὅτι ὑμῖν δέδοται γνῶναι τά μυστήρια τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἐκείνοις δέ οὐ δέδοται (:«Σε σας», λέει, «δόθηκε να γνωρίσετε τα μυστήρια της Βασιλείας των ουρανών, που είναι κρυμμένα με το ένδυμα μιας παραβολής. Ή δια των παραβολών. Σε εκείνους, τους πολλούς; Αυτό το χάρισμα δεν δόθηκε»). Ὅστις γάρ ἔχει, δοθήσεται αὐτῶν καί περισσευθήσεται· ὅστις δέ οὐκ ἔχει, καί ὁ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ’ αὐτοῦ». Δηλαδή εάν έχεις λίγο Πνεύμα Θεού, εάν διαθέτεις κάποια μάτια, τότε θα σου δοθεί και πιο πολλή δυνατότητα να ξεχωρίσεις. Αντίθετα, εάν έχεις βέβαια κάτι, αλλά δεν έχεις μέσα σου την πίστη, κι εκείνο που έχεις για να μπορείς να ξεχωρίσεις, κι αυτό θα σου το πάρει ο Θεός. Μη σας κάνει εντύπωση… «Δια τοῦτο -συμπληρώνει ο Κύριος- ἐν παραβολαῖς αὐτοῖς λαλῶ (: «Γι’ αυτόν τον λόγο», λέει, «μιλάω με παραβολές»),ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν (:ώστε να βλέπουν και να μην βλέπουν, να ακούνε και να μην ακούνε, και να μην καταλαβαίνουνε)».
Θα μου πείτε ο Κύριος δεν ήθελε όλοι να καταλαβαίνουν; Όχι, αγαπητοί μου. Γιατί εξαρτάται από την διάθεση που προσεγγίζεις τον λόγο του Θεού. Είναι σφραγισμένος ο λόγος του Θεού με επτά σφραγίδες. Επτασφράγιστος είναι, αν δεν έχεις αγαθήν διάθεσιν. Γι΄αυτό πολλοί που δεν έχουν το Πνεύμα του Θεού, ερμηνεύουν την Αγία Γραφή και λένε –επιτρέψατέ μου την λέξη- αρλούμπες. Θέλετε ακόμη; Και βέβηλα συμπεράσματα. Και βλάσφημα συμπεράσματα. Γιατί δεν έχουν το Πνεύμα του Θεού. Ώστε να βλέπεις αλλά να μην βλέπεις, να ακούς, αλλά να μην ακούς. Γιατί λέει κανείς: «Να, δεν ακούς τώρα; Δεν βλέπεις τώρα τον Κύριο που ομιλεί;». Ο Κύριος τούς είπε: «Είσαστε τυφλοί». «Τυφλοί; Και σε βλέπομε και σε ακούμε!». «Όχι», λέει, «αν βλέπατε, θα στεκόσαστε απέναντί μου διαφορετικά». «Ὑμῶν δὲ μακάριοι οἱ ὀφθαλμοί -λέει τώρα στους μαθητάς- (:«Τα μάτια τα δικά σας», λέει στους μαθητάς, «είναι μακάρια, ευτυχή») ὅτι βλέπουσι, καὶ τὰ ὦτα ὑμῶν, ὅτι ἀκούουσιν». Γιατί βλέπουν τα μάτια σας. Ποια μάτια; Της ψυχής τα μάτια. Ποια αυτιά ακούνε; Της ψυχής τα αυτιά. Είσαστε ευτυχείς.
Βλέπετε λοιπόν να υπάρχει εδώ μία διαφοροποίησις. Οι μεν έτσι, οι δε έτσι. Και προχωρώ. Αλλά και αυτή η κτίσις είναι μία παραβολή. Ολόκληρη η Δημιουργία. Είναι μία παραβολή. Που οι μεν, ω, αποκρυπτογραφούν την Ενυπόστατον Σοφία του Θεού, παντού την βλέπουν, την Ενυπόστατον Σοφίαν του Θεού. Ποια είναι η Ενυπόστατος Σοφία; Η προσωπική Σοφία του Θεού, δηλαδή ο μετέπειτα Ιησούς Χριστός, ο Θεός Λόγος. Παντού βλέπουν την σφραγίδα του Ιησού Χριστού, ότι ο Θεός Λόγος τα έκανε όλα. Και μένουν έκπληκτοι. «Πώς σοφία! Πώς δύναμις! Πώς ωραιότης μέσα στην Δημιουργία!». Έτσι λένε. Οι δε… Ποιοι; Εκείνοι που δεν έχουν τον τρόπο να δουν, δεν διακρίνουν τίποτα. Έτσι βγαίνουν οι διάφορες θεωρίες, αγαπητοί, εκείνες οι θεωρίες οι κοσμολογικές, ή, ξέρω γω, ανθρωπολογικές θεωρίες, γιατί δεν μπορούν να διακρίνουν την Ενυπόστατον Σοφίαν μέσα εις την Δημιουργία. Τι είναι λοιπόν η Δημιουργία; Κι αυτή είναι μία παραβολή που χρειάζεται ερμηνεία.
Αλλά γιατί; Θα μου πείτε, τα πράγματα έχουν έτσι; Αγαπητοί μου, από φιλανθρωπία του Θεού. Για να μην έχουν μεγαλυτέρα τιμωρία σαν καταφρονηταί οι άνθρωποι. Ξέρετε τι θα πει καταφρονητής; Φοβερό πράγμα! Να βλέπεις κάτι να μην δίνεις σημασία σ΄ αυτό, να μην το εκτιμάς και να γυρίζεις τα νώτα σου. Θα θυμόσαστε οι άνδρες… τρώγαμε την κουραμάνα, το ψωμί. Και πολλές φορές, πολλές φορές, άστε ότι καθαρίζαμε και την καραβάνα μας από τις σάλτσες με το ψωμί, αλλά και ψωμιά που περίσσευαν, τα… κλωτσούσαμε, σαν να παίζαμε ποδόσφαιρο. Παπ, μια κλωτσιά στο ψωμί. Το ψωμί κλωτσάς; Άνθρωπέ μου, μη φθάσεις να πεις το ψωμί ψωμάκι. Το ψωμί κλωτσάς; Έτσι κι εδώ. Για να μην περιφρονήσεις τα άγια των αγίων, τα ουράνια άγια δεν σου τα αποκαλύπτει ο Θεός. Ναι, ναι, δεν σου τα αποκαλύπτει ο Θεός. Είναι χαρακτηριστικό. Δεν είπε ο Χριστός «Μην πετάξετε τά ἅγια τοῖς κυσί»; Δηλαδή στα σκυλιά. Και «ούτε να βάλετε», λέει, «μπροστά στα γουρούνια τα μαργαριτάρια». Ποια; Τα άγια και τα μαργαριτάρια της πίστεως. Γιατί; Γιατί τα γουρούνια δεν τρώνε διαμάντια και μαργαριτάρια. Τρώνε βαλανίδια. Και όταν δουν ότι δεν είναι βαλανίδια, εκείνα που τους πέταξες, τα μαργαριτάρια, θα τα ποδοπατήσουνε, και όχι μόνον, λέει, αυτό, αλλά θα στραφούν τα γουρούνια, θα στραφούν και ῥίξωσιν ὑμᾶς, θα επιτεθούν εναντίον σας. Και θα σας ανατρέψουν. Γιατί δεν τους δώσατε βαλανίδια που αγαπούν αλλά τους δώσατε τι; Μαργαριτάρια που δεν τρώγονται. Αυτά είπε ο Χριστός. Αυτός είναι ο λόγος. «Για να μην πλέον -λέγει ο Θεοφύλακτος– κατακριθῶσιν(:για να μην κατηγορηθούν, να μην καταδικαστούν περισσότερο οι καταφρονηταί) ὡς μετά τό γνῶναι τά μυστήρια καταφρονήσαντες αὐτῶν, τούτου ἕνεκεν, ἀπέκρυψεν ὁ Χριστός ἀπ’ αὐτῶν ταῦτα (:Γι΄αυτό –λέει- τα απέκρυψε). Ὁ γάρ γνούς εἶτα καταφρονήσας, βαρυτέρας ἄξιος τιμωρίας». «Γιατί εκείνος που γνώρισε και κατεφρόνησε, έχει μεγαλυτέρα τιμωρία».
Αγαπητοί, το κλειδί της ερμηνείας και κατανοήσεως ολοκλήρου της Αγίας Γραφής, φυσικά και των παραβολών, είναι κατατεθειμένο. Είναι ο Χριστός. Επίστευσες εις τον Χριστόν; Θα βρίσκεις μία αποκάλυψη μέσα εις την Αγίαν Γραφήν καταπληκτική. Και η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη θα σου μιλάνε συνέχεια για τον Χριστό. Εάν όμως δεν επίστεψες, τίποτα δεν θα βγάζεις, τίποτα δεν θα καταλαβαίνεις.
Η παραβολή μοιάζει με τη σάρκα του Χριστού. Δηλαδή την ανθρωπίνη φύση του Θεού Λόγου. Έτσι μοιάζει η παραβολή. Βλέπεις… αλλά δεν βλέπεις. Θα ‘λεγαν οι ακροαταί του Χριστού. Τι είναι αυτά που είπε αυτός ο άνθρωπος; Τι είναι αυτά που είπε; Τίποτα δεν καταλαβαίνουν. Οι μαθηταί τι λένε; «Φράσον ἡμῖν», «εξήγησέ μας, τι είναι αυτά που είπες;». Όταν πιστεύεις, βλέπεις. Όταν δεν πιστεύεις, δεν βλέπεις. Γι΄αυτό σας είπα, είναι κατατεθειμένη η ερμηνεία. Είναι ο Χριστός· τον Οποίον πρέπει να πιστέψομε.
Λέγει ο Ωριγένης… με δικά μου λόγια θα σας το πω, ότι τον Ιησούν Τον είδαν οι πάντες. Δηλαδή τον άνθρωπον Ιησούν, τον είδαν οι πάντες. Και ο Ηρώδης και ο Καϊάφας και ο Άννας και ο Πιλάτος. Όλοι είδαν τον Ιησούν. Αλλά τον Λόγον, την θεότητα, μόνον εκείνοι που επίστευσαν εις Αυτόν. Βλέπετε; Θαυμάσια. Αυτός ο λόγος του Ωριγένους τα λέγει όλα.
Η Αγία Γραφή, ομοίως, αγαπητοί, είναι μία παραβολή που αποκαλύπτει και συγκαλύπτει. Αποκαλύπτει και συγκαλύπτει. Εξαρτάται από την όραση που διαθέτεις. Λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἐστίν τό ποιοῦν ἑτέρους ὀφθαλμούς». Το Πνεύμα το Άγιο, λέει, είναι εκείνο που καθιστά καινούρια μάτια. Έχεις το Πνεύμα το Άγιον; Τότε βλέπεις εκείνα που δεν βλέπει ο άλλος, που δεν έχει το Πνεύμα το Άγιον. Το Πνεύμα το Άγιον μάς αλλάζει τα μάτια. Μας δημιουργεί καινούρια μάτια. Τα μάτια του Πνεύματος. Πώς λέμε επί παραδείγματι, για τον Ιωάννη τον Θεολόγο. Πω! Πω! Και μάλιστα το σύμβολο του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, ξέρετε ποιο είναι. Είναι ο αετός. Είναι γνωστό ότι ο αετός είναι οξυδερκέστατος. Δηλαδή έχει μάτι… το λέμε στη γλώσσα μας, αετίσιο. Δηλαδή βλέπει πάρα πολύ καλά. Αν σας πω ότι μπορεί να δει τα ψιλά γράμματα μιας εφημερίδος, ο αετός, τα ψιλά γράμματα μιας εφημερίδος σε απόσταση εκατό μέτρων! Γι’αυτό το σύμβολο του Ιωάννου είναι ο αετός. Δηλαδή ότι είναι οξυδερκέστατος, που το βλέμμα του διείσδυσε μέσα εις τα πνευματικά και τα ουράνια και είπε: «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος καί ὁ Λόγος ἦν πρός τόν Θεόν καί Θεός ἦν ὁ Λόγος». Και ότι «Χωρίς αὐτοῦ -χωρίς τον Θεόν Λόγον- οὐδέ ἕν γέγονεν ὃ γέγονεν». Απ’ ό,τι έχει γίνει, τίποτα δεν έχει γίνει, χωρίς τον Θεόν Λόγον.
Συνεπώς αυτό πρέπει κι εμείς, αγαπητοί μου, να ζητάμε. Το Πνεύμα το Άγιον. Για να ανοίγουν τα μάτια μας. Στην σημερινή, επί παραδείγματι, παραβολή, μπορώ να διακρίνω τι μέρος λόγου ακροατής είμαι; Πωρωμένος; Σκληρυμένος; Επιπόλαιος; Ρηχός; Ή γῆ ἀγαθή; Να κάνω δηλαδή μία αυτοσκόπηση. Να τρομάξω. Να διορθωθώ. Και να σωθώ. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_774.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
[:Λουκά 8,5-15]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου
με θέμα:
«Ο ΣΠΟΡΕΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΠΟΡΕΙΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 12-10-1997]
(Β 363)
Ερχόμεθα και πάλι, αγαπητοί μου, στη θαυμασία παραβολή του σπορέως, όπως την ακούσαμε στη σημερινή ευαγγελική περικοπή του Λουκά. Εδώ ο Κύριος, με τέσσερις εικόνες, δείχνει τέσσερις κατηγορίες ακροατών. Όλοι οι άνθρωποι δεν ακούν εξίσου τα ευαγγελικά μηνύματα. Ο καθένας διαθέτει τη δική του προαίρεση ή τη δική του καλλιέργεια ψυχής. Άλλος είναι προσεκτικός ακροατής, άλλος επιπόλαιος, άλλος πορωμένος, άλλος βρίσκει ανεπαρκή αυτά που ακούει και επιδιώκει αναζήτηση έξω του ευαγγελικού χώρου, άλλος κάτι άλλο κ.ο.κ. Πάντως, βασικά στοιχεία της παραβολής είναι:
Πρώτον, ότι «ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ». Ἐξῆλθεν ο Θεός. Ἐξῆλθεν. Πώς εξήλθε; Από πού εξήλθε; Και πού πήγε; Είναι ο Θεός Λόγος, ο Οποίος εξέρχεται εις τον κόσμον με την Ενανθρώπησή Του. Δεύτερον. Ο σκοπός της Ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου που εξέρχεται, είναι να σπείρει τον σπόρον της αληθείας. Και η αλήθεια είναι ότι ο Θεός είναι Τριαδικός. Η πρώτη αλήθεια. Εκ της οποίας εξαρτώνται όλες οι άλλες αλήθειες. Και ο δεύτερος λόγος, ότι ο Θεός Λόγος ενηνθρώπησε. Το δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος ενηνθρώπησε. Αυτές οι δύο μεγάλες αλήθειες, που καθορίζουν αυτό που λέμε: «Χριστιανισμός».
Τρίτον. Ότι ο Θεός, τόσο αγάπησε τον κόσμον, που έδωσε τον Υιόν Του, για να σωθεί ο κόσμος διαμέσου της πίστεως. Και ένα τέταρτο. Ότι με τις παραβολές αποσκοπούσε ο Κύριος τη γνώση σε εκείνους που είχαν ενδιαφέρον να γνωρίσουν τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού. Είναι χαρακτηριστική αυτή η φράση που ακούσαμε σήμερα· «Ὑμῖν» –είπε στους μαθητάς Του…· γιατί κι εκείνοι δεν κατάλαβαν την παραβολή, τι εννοούσε ο Κύριος:- «Ὑμῖν δέδοται –είπε- γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ». «Σε σας δόθηκε να γνωρίσετε τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού». Σε σας δόθηκε.
Αλλά αν ο Θεός Λόγος εξέρχεται ως σπορέας του σπόρου των αληθειών Του στις ανθρώπινες καρδιές, γιατί αυτή είναι η γη που έρχεται να σπείρει, είναι οι ανθρώπινες καρδιές, ταυτόχρονα εξέρχεται και ο διάβολος να σπείρει τον δικό του σπόρο στις ανθρώπινες ψυχές. Ταυτόχρονα. Εξάλλου γίνεται υπαινιγμός εις την τρίτη περίπτωση ακροατών, στην παραβολή του σπορέως πάντοτε, που λέγει εδώ ότι ακούν κάποιοι τον λόγο του Θεού, αλλά έρχεται ο διάβολος και παίρνει από την καρδιά τους τον λόγο του Θεού. Εδώ παίρνει ο διάβολος. Κατά παθητικόν τρόπον. Κατά ενεργητικόν τρόπον, σπείρει ο διάβολος το δικό του δαιμονικό σπέρμα. Να πώς το λέγει ο Κύριος στην παραβολή πάντα του σπορέως: «Εἶτα –έπειτα- ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν -τον παίρνει-, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν». «Με σκοπό να μην φθάσουν να πιστέψουν και να σωθούν».
Αναφορά λοιπόν στον διάβολο, που και αυτός κάνει μια διπλή δουλειά. Εμποδίζει τον λόγο του Θεού, σπέρνει το δικό του το σπέρμα. Αυτή είναι η διπλή δουλειά που κάνει ο διάβολος. Δηλαδή αφαιρεί, εξουδετερώνει τον σπόρο του Χριστού από τις ανθρώπινες καρδιές, για να σπείρει τον δαιμονικό του σπόρο. Ο Κύριος, γι’ αυτόν τον δαιμονικό σπόρο, προσέξατε, γιατί ίσως δεν το έχομε κατανοήσει, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά τα ζιζάνια που σπέρνει μέσα στους ανθρώπους, μίλησε σε ειδική παραβολή, τη λεγόμενη «παραβολή των ζιζανίων».
Έτσι, θα κάναμε μία παρέκβαση από την παραβολή, μια έτσι, μία μικρή έξοδο από την παραβολή του σπορέως στην παραβολή των ζιζανίων· γιατί είδατε ότι έχει πάρα πολλή σχέση. Όταν έρχεται και παίρνει τον σπόρο, τον λόγο του Θεού από τις ανθρώπινες καρδιές. Μία δηλαδή αντίπραξη, θα λέγαμε, στο έργο του Μεγάλου Σπορέως. Αξίζει λοιπόν να δούμε, είναι εξάλλου συντομοτάτη, αυτήν την παραβολή, επειδή έχει σχέση, είδαμε, με την παρούσα παραβολή. Την παραβολή των ζιζανίων αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος εις το 13ο κεφάλαιο. Με δύο λόγια: «Ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ σπείραντι καλὸν σπέρμα ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ». Πώς μοιάζει η Βασιλεία του Θεού; Με έναν άνθρωπο που σπέρνει το καλόν σπέρμα στο χωράφι το δικό του. «Ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ». Βλέπετε, αυτή η φράση είναι εννοιολογικά, για να μην πω και σε κάποιες λέξεις μοιάζει, που λέει «ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ». Στην παραβολή του σπορέως. Είδατε σχέση που έχει; «Ἐν δὲ τῷ καθεύδειν τοὺς ἀνθρώπους ἦλθεν αὐτοῦ ὁ ἐχθρὸς καὶ ἔσπειρε ζιζάνια ἀνὰ μέσον τοῦ σίτου καὶ ἀπῆλθεν». Πήγαν οι άνθρωποι να κοιμηθούν. Οι αγρότες, οι εργάτες αυτού του ανθρώπου, πήγαν σπίτι τους να κοιμηθούν. Ο εχθρός ήρθε και έριξε μέσα στο χωράφι ζιζάνια· ανάμεσα στον σίτον που εσπάρη από την ημέρα. «Ὃτε δὲ ἐβλάστησεν ὁ χόρτος καὶ καρπὸν ἐποίησε –όταν βγήκε το σιτάρι, σαν χορτάρι και μετά έκανε καρπό- «τότε ἐφάνη καὶ τὰ ζιζάνια -τότε φάνηκαν τα ζιζάνια-».
Και ερμηνεύει ο Κύριος την παραβολή αυτή στους μαθητάς Του πάλι, όπως ερμήνευσε και την παραβολή του σπορέως. «Ὁ σπείρων», λέει, «τὸ καλὸν σπέρμα ἐστὶν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου». Δηλαδή ο Ιησούς Χριστός. Καλόν σπέρμα. Ακόμη: «Ὁ δὲ ἀγρός ἐστιν ὁ κόσμος». Ποιος είναι ο «ἀγρός»; Είναι ο κόσμος, οι άνθρωποι, οι προαιρέσεις των καρδιών των. «Τὸ δὲ καλὸν σπέρμα, οὗτοί εἰσιν οἱ υἱοὶ τῆς βασιλείας».Το καλό σπέρμα ποιο είναι; Είναι οι άνθρωποι που αποδέχονται. Είναι της τετάρτης κατηγορίας· που λέει εκεί ότι εκείνος που ακούει, αποδέχεται τον λόγο του Θεού, κατέχει– ακούστε αυτό το κατέχει- τον κρατά τον λόγον του Θεού και καρποφορεί, ακούσαμε την παραβολή του σπορέως- εκατό φορές παραπάνω. «Τὰ δὲ ζιζάνιά εἰσι οἱ υἱοὶ τοῦ πονηροῦ». Αλλά τα ζιζάνια είναι τα παιδιά του διαβόλου. «Ὁ δὲ ἐχθρὸς ὁ σπείρας αὐτά ἐστιν ὁ διάβολος». Ο εχθρός που τα έσπειρε είναι ο διάβολος. Και εννοείται, με βοηθούς τους ανθρώπους του διαβόλου να γίνει αυτή η σπορά.
Θα λέγαμε ότι η παραβολή των ζιζανίων συμπληρώνει την παραβολή του σπορέως. Σαφώς. Το είδατε. Και μάλιστα την διασαφίζει την παραβολήν του σπορέως ως προς τα αποτελέσματα συμπεριφοράς των τεσσάρων κατηγοριών ακροατών.
Έχομε λοιπόν τον Σπορέα και τους σπορείς. Τον Σπορέα, τον Χριστόν και τους σπορείς, τους ανθρώπους του διαβόλου. Και ο σπόρος του αγαθού σπορέα, θα επαναλάβω, είναι ο Υιός του Θεού. Βέβαια δεν αμφισβητείται ότι ό,τι σπείρει ο Υιός του Θεού, είναι σπέρμα καλόν. Δεν υπάρχει αμφισβήτησις γι΄αυτό. Αμφισβητείται όμως το σπέρμα, τα σπόρια να το πω απλά, των διαφόρων σπορέων· που είναι «οἱ υἱοὶ τοῦ πονηροῦ», όπως λέει ο Κύριος· που πίσω τους βέβαια κρύβεται ο διάβολος. Και ποια είναι αυτή η ποιότητα την οποία αυτοί σαν σπόρο σπέρνουν στον αγρό του Χριστού; Ποιος είναι ο αγρός του Χριστού; Είναι η Εκκλησία. Προσέξατέ το. Είναι η Εκκλησία. Πρώτιστα, εκείνοι που σπέρνουν, οι υιοί του διαβόλου, τα παιδιά του πονηρού, του διαβόλου, είναι οι αιρετικοί. Κι αυτά που σπέρνουν είναι οι ποικίλες αιρέσεις.
Το ακούσαμε αυτό στη σημερινή αποστολική περικοπή. Με την ευκαιρία που γιορτάζομε τους Πατέρες της 7ης Οικουμενικής Συνόδου, οι οποίοι δούλεψαν και πολύ κοπίασαν όλοι οι Πατέρες όλων των Οικουμενικών Συνόδων, δια να καθορίσουν και στερεώσουν την Αλήθειαν, με Α κεφαλαίο, την Αλήθειαν, και να βγάλουν καθετί που θα ήταν αιρετικό· διότι την αφορμή κάθε φορά που συνεκροτείτο μία Οικουμενική Σύνοδος, ήταν η αίρεσις. Ανεφύετο μία αίρεσις, συγκαλούντο οι Πατέρες να την μελετήσουν, να την αποβάλουν και να διατηρήσουν την αλήθεια του Ευαγγελίου. Μάλιστα η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος εκλήθη να αντιμετωπίσει όσους αιρετικούς ηρνούντο δια της απαλείψεως των εικόνων την ανθρωπίνη φύση του Χριστού. Όπως η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος εκλήθη να αντιμετωπίσει όσους αιρετικούς ηρνούντο την θείαν φύσιν του Χριστού.
Επτά Οικουμενικές Σύνοδοι. Έχομε και τας τοπικάς. Στην Α΄ λοιπόν οι αιρετικοί αρνούνται την θεότητα του Χριστού, στην Ζ΄ αρνούνται την ανθρωπίνη φύση του Χριστού· διότι όταν ηρνούντο την παρουσία των εικόνων-… πρώτιστα η εικόνα του Χριστού· οι όλες οι άλλες δεν θα μας ενδιέφεραν, γιατί… ή της Παναγίας ή ενός αγίου, γιατί υπήρξαν ως άνθρωποι. Το θέμα είναι, μπορεί ο Υιός του Θεού να εικονισθεί; Μα, εάν έγινε άνθρωπος, βεβαίως μπορεί να εικονισθεί. Αν λοιπόν εσύ αρνείσαι την εικόνα του Χριστού, αρνείσαι στην πραγματικότητα την Ενανθρώπηση του Υιού του Θεού. Και λέγαν κάποιοι άλλοι αιρετικοί που προσήγγιζαν αυτούς τους αιρετικούς, τους λεγομένους Μονοφυσίτας, και πρέπει να σας πω ότι ο Μονοφυσιτισμός μέσα σε όλο το μήκος της ιστορίας της Εκκλησίας, διαρκώς έρπει, κι όταν βρίσκει την κατάλληλη στιγμή, ξεπετιέται. Ήσαν οι Δοκήται. Ότι το σώμα του Χριστού ήταν κατά δόκησιν, κατά φαντασίαν… Ότι «ο Χριστός σταυρώθηκε στον Σταυρό κατά φαντασία… Γιατί το σώμα Του ήταν φανταστικό, κατά φαντασία… Αντιλαμβάνεστε; Άρα, δεν πήρε την ανθρωπίνη φύση. Και αφού δεν πήρε την ανθρωπίνη φύση, δεν μπορεί ο άνθρωπος να σωθεί». Και όπως λένε οι Πατέρες, εκείνο που δεν προσλαμβάνεται, το απρόσληπτον, είναι και αθεράπευτον. Δηλαδή δεν θεραπεύεται. Δηλαδή δεν έχομε σωτηρία. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν. Έτσι έρχονται οι αιρετικοί να προσφέρουν, να προσβάλουν την αλήθεια του Ευαγγελίου με την αίρεσή τους.
Τι λέει ο Απόστολος Παύλος στη σημερινή αποστολική περικοπή, που είναι προς τον Τίτον; «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον –λέει στον Τίτο- μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ –άστονε, άστονε-, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος». Αυτό το «ἐξέστραπται», του ἐκ + στρέφω. Να το πω μ’ ένα παράδειγμα: Το τραίνο που εκτροχιάζεται, βγαίνει από τις γραμμές του. Δεν είναι πάνω στις γραμμές του. Αυτό θα πει: ἐκστρέφω. Δηλαδή οι άνθρωποι αυτοί, οι αιρετικοί, βγήκαν από τις ράγες, τις γραμμές της αλήθειας, του Ευαγγελίου. Και αυτοί, λέγει, αμαρτάνουν «αὐτοκατάκριτοι ὂντες». Άστους. Φύγε. Μάλιστα, παραλείπω, «μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν». Τους είπες μία φορά; Τους είπες δύο φορές; Δεν καταλαβαίνει; Άστονε. Θα τον αποβάλλεις από την Εκκλησία. Δεν έχει καμία σχέση με την Εκκλησία. Ξέρετε πώς λέει την αίρεση ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος; «Βοτάνην διαβόλου». Όπως είναι η διαβολή του σίτου, εδώ είναι η βοτάνη του διαβόλου. Δηλαδή «ὃ ἐστίν ἡ αἳρεσις».
Μία προσφιλής μέθοδος του διαβόλου, αγαπητοί μου, είναι η νοθεία. Είναι η διαστροφή της αληθείας, αλλά και ό,τι είναι πραγματικόν. Το διαστρέφει. Όπως σας είπα, το ξεστράτισμα από τη χριστιανική πίστη και το ευαγγελικόν ήθος. Δύο πράγματα είναι. Η πίστις και το ήθος. Αυτά, λέγει, αυτά κατά κάποιον τρόπον, ξεστρατίζονται, διαστρέφονται, βγαίνουν από τη ράγα τους. Γνωρίζει πολύ καλά ο διάβολος ότι με την αίρεση δεν υπάρχει η σωτηρία. Διότι η αίρεσις, θα πείτε, «Να, κάτι καλό δεν λένε;». Όχι. Μπορεί να είναι όπως ένα καλό φαΐ και να έχει μέσα δηλητήριο. Στο τέλος θα ζήσεις; Ή θα πεθάνεις; Γιατί απλούστατα δεν υπάρχει η σωτηρία στην αίρεση· διότι η αίρεσις είναι βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος. Γι΄αυτό λέγει ο Κύριος ο ίδιος και οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης ότι ο αιρετικός βλασφημά κατά του Αγίου Πνεύματος. Δεν μπορεί να σωθεί, δεν έχει σωτηρία. Ούτε εις τον παρόντα, λέει, ούτε στον μέλλοντα αιώνα, είπε ο Χριστός. Η αίρεση λοιπόν είναι το πρώτο ζιζάνιο ποιοτικώς και ποσοτικώς, που σπέρνει ο διάβολος στον αγρό του Κυρίου, στην Εκκλησία.
Άλλη μορφή ζιζανίων ανάμεσα στους Χριστιανούς, είναι οι ποικίλες θεωρίες, όπως περί υπάρξεως. «Γιατί υπάρχω;». Ποια είναι η απάντησις; «Ε, να φάω και να πιω και να πεθάνω». Ή «Να χαζεύω ανάμεσα στ΄ αστέρια», όπως πιστεύει ο Βουδισμός κ.ο.κ. Περί υπάρξεως. Ποιος είναι ο σκοπός της υπάρξεώς μου.
Η θεωρία περί ελευθερίας, περί καταγωγής των ειδών και του Δαρβινισμού. Περί πανσεξουαλισμού και φροϋδισμού. Περί ισότητος των φύλων και φεμινισμού. Σπορές του διαβόλου είναι αυτά. Κατά δαιμονιώδη μάλιστα τρόπο ο φεμινισμός. Περί περιορισμού, με τον έλεγχο, καλύτερα, των γεννήσεων. Να μη γεννιώνται παιδιά. Γιατί δεν θέλει ο διάβολος να πλουτίζεται η Βασιλεία του Θεού. Περί εκτρώσεων. «Δεν χρειάζονται πολλά παιδιά». Ήρθε κάποιο παιδί; Ας πούμε, δεύτερο ή τρίτο; «Να το πετάξομε». Περί ορίου λιμοκτονίας των εργαζομένων. Ορίου λιμοκτονίας. «Τόσο μισθό θα πάρεις, όσο να ζήσεις». Περί αναρχισμού. Περί υλιστικής φιλοσοφίας. Βέβαια, εδώ που τα λέμε,για την ακρίβεια, και πνευματικής διαστάσεως φιλοσοφία, όπως είναι ο Πλατωνισμός, ο οποίος ηρνείτο την ύλην, είναι καταδικαστέες αυτές οι φιλοσοφίες. Μην σας κάνει εντύπωση. Γιατί «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο». Και αφού ο Λόγος, ο Θεός, έγινε σαρξ, εσύ αρνείσαι την ύλην, άρα αρνείσαι την Ενανθρώπηση. Άρα λοιπόν είναι μία φιλοσοφία, η οποία οδηγεί εις την αίρεσιν, στη διαστροφή. Ακόμα περί Οικουμενισμού· συγχωνεύσεως όλων των θρησκειών, αληθείας και ψεύδους κλπ. κλπ. κλπ. Όλα αυτά είναι σπέρματα, είναι γεννήματα του διαβόλου· που τεχνηέντως σπείρει ο διάβολος στον αγρό της Εκκλησίας του Χριστού. Για να μην πούμε ότι σπείρει τα ζιζάνιά του ανάμεσα εις τους πιστούς με έριδες, με διχοστασίες, με ζήλειες κλπ.
Περιγράφοντας το ήθος του αρχαίου κόσμου ο Παύλος εις το 1ο κεφάλαιο προς Ρωμαίους, μας δίνει ανάγλυφη την εικόνα ποιος ήταν ο αρχαίος κόσμος. Θα μπορούσαμε να πούμε όμως ότι η ιδία εικόνα ισχύει σήμερα, αλίμονο, εις τους Χριστιανούς. Αλίμονο. Μυριάκις αλίμονο. Ακούστε τι γράφει: «Πεπληρωμένους-τότε οι ειδωλολάτραι· γεμάτοι… Τώρα είναι οι Χριστιανοί…- πάσῃ ἀδικίᾳ, πορνείᾳ –Δεν πάνε οι Χριστιανοί στην πορνεία;-, πονηρίᾳ, πλεονεξία, κακίᾳ, μεστοὺς φθόνου, φόνου, ἔριδος, δόλου κακοηθείας, ψιθυριστάς, καταλάλους, θεοστυγεῖς, ὑβριστάς, ὑπερηφάνους, ἀλαζόνας, ἐφευρετὰς κακῶν, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀσυνέτους, ἀσυνθέτους, ἀστόργους, ἀσπόνδους, ἀνελεήμονας». Εικόνα του αρχαίου κόσμου. Η ιδία εικόνα τώρα των Χριστιανών. Έχετε αντίρρηση; Και όλα αυτά αποτελούν την σπορά του διαβόλου.
Πρέπει ακόμη να έχομε υπ’ όψιν μας, αγαπητοί μου, ότι προς τα έσχατα ο διάβολος- και τώρα είμεθα προς τα έσχατα, δηλαδή προοίμια των εσχάτων, από πολλά, πολλά σημάδια, όπως και αυτά που σας διάβασα, γιατί λέει σε άλλη του επιστολή ο Απόστολος Παύλος: «Και μην ξεχνάς– λέει στον Τιμόθεο- ότι τους εσχάτους καιρούς οι άνθρωποι θα είναι τέτοιοι, τέτοιοι, τέτοιοι». Στο πλάνο που προηγουμένως σας διάβασα, που γράφει στην προς Ρωμαίους επιστολή του· ότι ο διάβολος θα δραστηριοποιηθεί περισσότερο· γιατί θα έχει καταληφθεί από φοβερό θυμό εναντίον των ανθρώπων.
Ακούστε τι γράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψή του στο 12ο κεφάλαιο: «Οὐαὶ τὴν γῆν –αλίμονο στη γη- καὶ τὴν θάλασσαν, ὅτι κατέβη ὁ διάβολος πρὸς ὑμᾶς –προς εσάς- ἔχων θυμὸν μέγαν, εἰδὼς -γνωρίζοντας- ὅτι ὀλίγον καιρὸν ἔχει». «Ότι φθάνει πια στο τέλος». Και τι κάνει; Ανακατώνει την γη. Ανακατώνει, ανακατώνει, ανακατώνει. Πρόσωπα, καταστάσεις, οικογένειες, τις Εκκλησίες… Δεν είμεθα στα πρόθυρα του Οικουμενισμού; Για να μην πω προχωρημένες καταστάσεις; Και τους πάντες και τα πάντα ανακατώνει. Οπότε η διαβολική σπορά του στην ανθρωπότητα θα έχει, όσο προχωράει ο καιρός, θα έχει πυκνώσει. Μπορούμε να πούμε ότι όπως το δισάκι του γεωργού περιέχει τον σπόρον που σπέρνει, πάρτε την παλιά αυτή εικόνα, που έπαιρνε σπόρο ο σποριάς και έριχνε. Όχι σήμερα με τα τρακτέρ. Έτσι, δισάκι θαυμαστό του διαβόλου που σπέρνει εύκολα και γρήγορα στη Γη, τι είναι, λέτε; Η τηλεόρασις. «Το κουτί του διαβόλου», όπως έλεγε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, προφητεύοντας για την τηλεόραση. Και όσοι χαζεύουν μπροστά στην τηλεόραση τα δαιμονικά σπόρια τρώγουν. Σπόρια καταστροφής και απωλείας.
Αγαπητοί, τι πρέπει να κάνομε; Πρέπει να μετέλθομε τρία πράγματα. Το πρώτο είναι η ταπείνωση. Ο ταπεινός ποτέ δεν θέλει να φύγει από τον δρόμο του Θεού. Ποτέ. Ο υπερήφανος φεύγει. Όταν του πεις ότι ο Θεός, για παράδειγμα, δεν θέλει να βλέπεις τηλεόραση, θα ακούσει. Γιατί είναι ταπεινός.
Δεύτερον. Είναι η πυκνή μελέτη της Αγίας Γραφής και του λόγου του Θεού· αλλά και η ακρόασις. Να ακούσομε, πού γίνεται λόγος Θεού, να διαβάσομε τον λόγο του Θεού. Με την μελέτη αποκτάται η λυδία λίθος, που μπορεί να δοκιμάζει το γνήσιο από το νόθο, το σκάρτο. Φθάνει μάλιστα ο Ιερός Χρυσόστομος να λέγει: «Ἀδύνατον γάρ, ἀδύνατον σωθῆναι ἄνευ τῆς τῶν Γραφῶν ἀναγνώσεως». Δεν μπορείς, δεν μπορείς να σωθείς, αν δεν μελετάς τον λόγο του Θεού. Αλλά και οι συνάξεις. Μάλιστα συνάξεις και αγιογραφικές και λειτουργικές. Λέει ο Απόστολος Παύλος εις την προς Εβραίους επιστολή του: «Μὴ ἐγκαταλείποντες τὴν ἐπισυναγωγὴν ἑαυτῶν –να μην εγκαταλείπουμε-τώρα εδώ μετοχή-την επισυναγωγή μας, τις συγκεντρώσεις μας. Σας είπα· μελέτης λόγου Θεού και λειτουργικές συνάξεις-, καθὼς ἔθος τισίν– όπως σε μερικούς, λέει, είναι συνήθεια να το κάνουν αυτό-, ἀλλὰ παρακαλοῦντες, καὶ τοσούτῳ μᾶλλον, ὅσῳ βλέπετε ἐγγίζουσαν τὴν ἡμέραν» . Πολύ δε περισσότερο, όταν βλέπετε να προσεγγίζει η Δευτέρα του Χριστού παρουσία. Εβραίους, 10ο κεφάλαιο.
Έτσι, ο μεν θείος σπόρος του Μεγάλου Σπορέως Χριστού θα μας τρέφει πνευματικά. Οι δε δαιμονικοί σπόροι, που τόσο άφθονα στην εποχή μας κυκλοφορούν, θα αποβάλλονται, σαν δηλητηριώδης τροφή. Και όπως σημειώνει η παραβολή του σπορέως, ο θείος σπόρος του Χριστού θα πίπτει στη γη την αγαθή, στη γη της καρδίας και θα αποφέρει καρπόν εκατονταπλασίονα.
Και τελειώνει η παραβολή, και εγώ τον λόγο τον δικό μου: «Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω». Εκείνος που έχει αυτιά για να ακούει, αυτιά ψυχής, ας ακούει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_732.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 8,5-15]
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ
Στο ευαγγέλιο της Δ΄ Κυριακής του Λουκά που λέγει: «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ(:Βγήκε ο σποριάς στο χωράφι του, για να σπείρει τον σπόρο του)»· όπου γίνεται λόγος και για την καλλιέργεια που οφείλουμε να κάνουμε πριν από αυτήν την σπορά.
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός εξέλεξε τους μαθητές Του όχι από τους σοφούς, όχι από τους ευγενείς, όχι από τους πλούσιους ή ένδοξους, αλλά από αλιείς και σκηνορράφους, φτωχούς και αγράμματους· κι αυτό για να υποδείξει σε όλους ότι ούτε η φτώχεια, ούτε η απαιδευσία, ούτε η ευτέλεια, ούτε τίποτε άλλο τέτοιο είναι εμπόδιο για την απόκτηση της αρετής και την επίγνωση των θείων λόγων και των μυστηρίων του Πνεύματος· αλλά και ο φτωχότερος και ο ευτελέστερος και ο πιο αμόρφωτος, αν δείξει προθυμία και την απαραίτητη στροφή προς το καλό, μπορεί όχι μόνο να γνωρίσει σε βάθος την θεία διδασκαλία, αλλά και ο ίδιος να καταστεί διδάσκαλος δια της χάριτος του Θεού. Όσο για εκείνα που εμποδίζουν προς την σύνεση και την κατανόηση των πνευματικών διδαγμάτων είναι η ραθυμία μας και η με όλη την δύναμη προσκόλλησή μας στα πρόσκαιρα και στα βιοτικά, λόγω των οποίων δεν παρέχουμε τόπο και ευκαιρία για την ακρόαση και μελέτη και ανάμνηση όσων ακούστηκαν, ούτε φροντίζουμε για τα μέλλοντα και τα αιώνια.
Και γίνεται εμφανές αυτό περισσότερο από όλα και από την αναγινωσκομένη σήμερα περικοπή του ευαγγελίου. Αφού ο Κύριος μίλησε στον λαό με παραβολές, αφού προσήλθαν οι μαθητές Του ιδιαιτέρως ζητούσαν να μάθουν τον σκοπό και τη σημασία της παραβολής που ειπώθηκε τότε, και ρωτούσαν για ποιον λόγο ομιλεί στον λαό με παραβολές, που δεν καταστούν εύκολη την κατανόηση. Ο δε Κύριος τότε λέει προς αυτούς: «Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν(:Σε σας που έχετε ενδιαφέρον και καλή διάθεση σας έδωσε ο Θεός την χάρη Του να μάθετε τις μυστηριώδεις αλήθειες της βασιλείας του Θεού˙ στους άλλους όμως μιλάω με παραβολές. Αυτοί δεν έχουν ενδιαφέρον να γνωρίσουν και να δεχθούν τις πνευματικές αλήθειες και ο νους τους είναι αμαθής και ανίκανος για πνευματική διδασκαλία. Γι’ αυτό διδάσκω με τον τρόπο αυτό, για να μην μπορούν να δουν βαθύτερα και καθαρότερα, αν και θα βλέπουν με τα σωματικά τους μάτια, και για να μην μπορούν να καταλάβουν, αν και θα ακούν τη διδασκαλία που τους εξηγεί τα μυστήρια. Και το κάνω αυτό όχι μόνο για λόγους δικαιοσύνης, αλλά και από αγαθότητα, για να μην επιβαρύνουν τη θέση τους περιφρονώντας την αλήθεια, και σκληρυνθούν περισσότερο)» [Λουκά 8,10].
Θα μπορούσε να ξεθαρρέψει κάποιος και να πει: «Τι είναι τούτο, Δέσποτα; Εσύ που μόνος προάγεις τα πάντα, ο μόνος δεσπότης και προνοητής των όλων, ο μόνος κοινός πατέρας, ο μόνος κοινός Σωτήρας, το φως όσων βρίσκονται στο σκοτάδι της άγνοιας, το φως που ‘’φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον’’ [Ιω.1,9], τώρα φωτίζεις μόνο τους επίλεκτους μαθητές Σου, στους άλλους όμως ομιλείς με ασάφειες, για να μην αντιληφθούν και φωτιστούν;». «Ναι», θα μας απαντούσε. «Το μοναδικό ζώο σε αυτόν τον κόσμο που θέλησα να πλάσω αυτοπροαίρετο είναι ο άνθρωπος· ήλθα δε στον κόσμο όχι για να καταλύσω το πλάσμα των χειρών μου επειδή παραφθάρηκε, αλλά να το σώσω. Γι’αυτό δεν σύρω βίαια κανένα απολύτως· μόνους αξίους να φωτιστούν κρίνω δίκαια αυτούς που προαιρούνται και ποθούν και ζητούν να εφαρμόσουν την σωτήρια γνώση· «Πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιχθήσεται(:Διότι όποιος ζητά από τον Θεό παίρνει, κι όποιος ψάχνει βρίσκει, και σε όποιον χτυπά την θύρα της θείας προστασίας θα του ανοιχτεί αυτή)»[Λουκά 11,10]. Από υπερβολική φιλανθρωπία όμως διαλέγομαι και σε εκείνους που δεν ακολουθούν αυτήν την γραμμή, αν και όχι με σαφήνεια, για να τους παρακινήσω και να τους προτρέψω να προτιμήσουν και να μάθουν να ζητούν, ώστε να εφαρμόσουν την σωτήρια γνώση. Διότι έτσι θα δοθεί και σε αυτούς να γνωρίσουν τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού». «Σε σας λοιπόν», λέγει, «έχει δοθεί να γνωρίσετε, σε σας που επιζητείτε με ιδιαίτερη φιλοπονία, πώς την γνώση να την μετατρέψετε σε έργο. Καλό πραγματικά είναι όχι απλά η γνώση, αλλά η έμπρακτη γνώση, όπως και η κατά λόγο πράξη». «Οὐ γὰρ (:διότι)», λέγει, «οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται(:δίκαιοι ενώπιον του Θεού είναι όχι όσοι ακούν απλώς την ανάγνωση του θείου νόμου, αλλά όσοι τηρούν τον νόμο˙ αυτοί θα αναγνωριστούν δίκαιοι)» [Ρωμ.2,13].
Αλλά βλέπετε ότι από την απραξία και ραθυμία μας, αδελφοί, γίνεται το να μην αντιλαμβανόμαστε και να μην καταλαβαίνουμε εύκολα την ιερά διδαχή; Αυτό λέγω και εγώ τώρα προς την αγάπη σας, αφού με θεϊκές κρίσεις που ο Κύριος γνωρίζει καταστάθηκα διδάσκαλός σας. Όποιος δεν μπορεί να αντιληφθεί τελείως το νόημα των διδασκομένων από εμένα στην Εκκλησία, ας προσέρχεται σε εμένα ιδιωτικώς για να με επερωτά, και θα ακούσει με πολύ μεγάλη σαφήνεια και θα μετατρέψει σε έργο ό,τι ακούστηκε, με τη συνέργεια του Θεού με αυτόν, που μου δίνει λόγο, όταν ανοίγω το στόμα μου, λόγω της επίμονης αυτής επιζητήσεως.
Τώρα όμως ας δούμε από την αρχή την παραβολή. «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ(:Βγήκε ο σποριάς στο χωράφι του, για να σπείρει τον σπόρο του)» [Λουκά 8,5]. Καλώς η χάρη του Πνεύματος νομοθέτησε να διαβάζεται στην Εκκλησία ενώπιον όλων τώρα αυτή η παραβολή· διότι τώρα είναι η εποχή της σποράς και οι περισσότεροι φροντίζουν να παραχώνουν στη γη τους από τη γη σπόρους. Αυτός δε που σπέρνει στη γη τους ετήσιους καρπούς, επειδή σπέρνει φθαρτά, που αν δεν φθαρούν, δεν φυτρώνουν, οπωσδήποτε φθαρτά και θα θερίσει και θα καρπωθεί, πρόσκαιρη συντήρηση της σάρκας που έπειτα από λίγο θα διαλυθεί. Θα διδαχθούμε δε με την παραβολή αυτή, ποια είναι τα πνευματικά και άφθαρτα σπέρματα και ποιος ο καιρός της σποράς αυτής και ποιος ο σπορέας αυτού και ποια κατάλληλη γι’ αυτά γη, για να μην κοπιάζουμε με την ελπίδα του θερισμού που θα μας θρέψει πρόσκαιρα, αλλά και να κάνουμε τα πάντα με την ελπίδα που θα παράσχει αιώνια ζωή.
Διότι, λέγει, «εξήλθε ο σπορέας να σπείρει τον σπόρο του». Ποιος είναι αυτός; Είναι ο ίδιος ο Κύριος που δια του ψαλμωδού προείπε για τον εαυτό Του: «Ἀνοίξω ἐν παραβολαῖς τὸ στόμα μου(:Θα αρχίσω να διηγούμαι διδακτικές παραβολικές ιστορίες, γεμάτες σωτήρια διδάγματα)» [Ψαλμ.77,2]. Αλλά από πού εξήλθε ο πανταχού παρών; Και πού ήλθε Αυτός που δεν είναι από πουθενά απών; Αυτός λέγει πάλι για τον εαυτό Του: «Ἐξῆλθον παρὰ τοῦ πατρὸς καὶ ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον(:Ήμουν στους κόλπους του Πατρός μου ως γνήσιος Υιός Του και βγήκα από τον Πατέρα όταν έγινα άνθρωπος και ήλθα στον κόσμο)» [Ιω.16,28]. Εξήλθε δε από τον Πατέρα χωρίς να χωριστεί από τους πατρικούς κόλπους, και ήλθε στον κόσμο Αυτός ο Οποίος είναι μέσα στον κόσμο και δια του Οποίου έγινε ο κόσμος[Ιω.1,9: «Ἐν τῷ κόσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο (:Ήταν από την αρχή στον κόσμο, προνοούσε και κυβερνούσε τον κόσμο. Και όλα τα ορατά και αόρατα κτίσματα απ’ τα οποία αποτελείται ο επίγειος κι ο ουράνιος κόσμος, διαμέσου Αυτού έγιναν)»] και κατέβηκε από τον ουρανό στη γη[Ιω. 3,13: «Καὶ οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ(:Και κανείς από τους ανθρώπους δεν έχει ανεβεί στον ουρανό για να μάθει τα επουράνια και να σας τα διδάξει, παρά μόνο Εκείνος που κατέβηκε απ’ τον ουρανό και έγινε με την ενανθρώπησή Του υιός του ανθρώπου. Αυτός, ενώ τώρα είναι στη γη, εξακολουθεί να είναι και στον ουρανό ως Θεός πανταχού παρών)»], Αυτός που πληρώνει την γη, ώστε το να εξέλθει ο μονογενής του Θεού και το να έχει κατέβει από τους ουρανούς δεν παριστάνει τίποτε άλλο, παρά την δια της σάρκας επιφάνειά Του και την κένωσή Του από το απόρρητο ύψος της θεότητας στην εσχατιά της ανθρωπίνης φύσεως.
Εξήλθε λοιπόν Αυτός έτσι «για να σπείρει τον σπόρο του». Ποιος είναι αυτός ο σπόρος; Ο λόγος της διδασκαλίας, τα λόγια της αιώνιας ζωής, οι εντολές της αθανασίας, η επαγγελία της παλινζωίας, το Ευαγγέλιο της Βασιλείας των ουρανών. Αυτού λοιπόν είναι αυτά· διότι και Αυτός λέει για τον εαυτό Του: «Τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, πνεῦμά ἐστι καὶ ζωή ἐστιν(:Τα λόγια που Εγώ σας λέω, επειδή είναι λόγια Θεού, έχουν μέσα τους Πνεύμα και γι’ αυτό μεταδίδουν ζωή)» [Ιω.6,63] και ο Πέτρος έλεγε προς Αυτόν: «Ῥήματα ζωῆς αἰωνίου ἔχεις(:Εσύ έχεις λόγια που μεταδίδουν ζωή αιώνια)» [Ιω.6,68]. Μόνο Αυτού είναι ο σπόρος με τέτοια χαρακτηριστικά και μόνο Αυτός είναι που τον σπέρνει αδιάλειπτα. Με αυτό δείχνει ότι Αυτός είναι ο επάνω από όλους Θεός.
Βέβαια κάθε διδάσκαλος και ευαγγελιστής και κήρυκας της ευσέβειας και της ευσεβούς πολιτείας σπέρνει μεν και αυτός τα λόγια της ζωής, τον λόγο της ευαγγελικής και ουράνιας διδασκαλίας, αλλά, αφού υπηρετήσει στη γενιά του την βουλή του Θεού, παρέρχεται, ενώ δεν υπήρχε ούτε προηγουμένως· και ο λόγος επίσης της σωτηρίας, που διδάσκοντας σπέρνει δεν είναι δικός του, αλλά του Θεού, που και συνεργεί με αυτόν και «του δίνει λόγο όταν ανοίξει το στόμα του» [Εφεσ.6,18-19: «Διὰ πάσης προσευχῆς καὶ δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντὶ καιρῷ ἐν Πνεύματι, καὶ εἰς αὐτὸ τοῦτο ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καὶ δεήσει περὶ πάντων τῶν ἁγίων, καὶ ὑπὲρ ἐμοῦ, ἵνα μοι δοθῇ λόγος ἐν ἀνοίξει τοῦ στόματός μου, ἐν παῤῥησίᾳ γνωρίσαι τὸ μυστήριον τοῦ εὐαγγελίου(:Αλλά και με όλο αυτό τον οπλισμό που θα φέρετε, πάλι θα εξαρτάτε τη νίκη σας από τη θεία δύναμη και βοήθεια. Να παρακαλείτε λοιπόν τον Θεό με όλα τα είδη της προσευχής και της αιτήσεως. Και να προσεύχεστε συνεχώς και κάθε στιγμή με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Να επιμένετε σε αυτό ακριβώς το έργο της προσευχής και να είστε άγρυπνοι με κάθε δυνατή επιμονή και δέηση για όλους τους Χριστιανούς. Και ιδιαιτέρως να προσεύχεστε για μένα να μου δοθεί απ’ τον Θεό σοφία, για να μιλώ κατάλληλα και σωστά˙ να μου ανοίξει δηλαδή ο Θεός το στόμα μου για να διακηρύξω με παρρησία και αφοβία το μυστήριο του Ευαγγελίου,, την αλήθεια που ήταν μέχρι πριν από λίγο καιρό κρυμμένη και φανερώθηκε τώρα απ’ τον Θεό)»].
Ο δε Κύριος Ιησούς Χριστός, σαν αληθινός Θεός, έχει δικό Του αυτόν τον σπόρο της αιώνιας ζωής και Αυτός σπέρνει παντοτινά και δια του φυσικού νόμου μέσα στην κτίση και δια νόμου που έχει δοθεί γραπτά στους Ισραηλίτες και δια του προφητικού λόγου και δια του ευαγγελίου της χάριτος ύστερα. Και καιρός του σπόρου με τέτοια χαρακτηριστικά είναι όλος ο βίος κάθε ανθρώπου, και μάλιστα όλος ο χρόνος μετά την παρουσία του Κυρίου μέχρι την συντέλεια. Καιρός δε θερισμού του σπόρου αυτού είναι κατά την προσδοκώμενη δεύτερη έλευση και επιφάνεια του Κυρίου· γι’αυτό και ο απόστολος λέγει: «Δι᾿ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ᾿ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ᾿ ἐλπίδι(:Διότι για τους πνευματικούς εργάτες και καλλιεργητές γράφτηκε ότι ο καλλιεργητής οφείλει να καλλιεργεί την γη με την ελπίδα να απολαύσει την σοδειά· και εκείνος που γεμάτος ελπίδα αλωνίζει, οφείλει να μετέχει να απολαμβάνει τον καρπό που με ελπίδα περίμενε να αποκτήσει από τον αγρό του)»[Α΄Κορ.9,10] και «Ὁ σπείρων εἰς τὴν σάρκα ἑαυτοῦ ἐκ τῆς σαρκὸς θερίσει φθοράν, ὁ δὲ σπείρων εἰς τὸ πνεῦμα ἐκ τοῦ πνεύματος θερίσει ζωὴν αἰώνιον(:Έτσι, όποιος σπέρνει στη σάρκα του, όπως ο γεωργός στο χωράφι, και ενεργεί σύμφωνα με τις επιθυμίες της, αυτός από τα έργα της σάρκας θα θερίσει τη φθορά και την αιώνια κόλαση. Ενώ όποιος εργάζεται έτσι ώστε τα έργα του να είναι καρπός του Πνεύματος, αυτός από τα έργα του Πνεύματος θα θερίσει αιώνια ζωή)» [Γαλ.6,8]· και ο ψαλμωδός προφήτης επίσης λέγει: «Οἱ σπείροντες ἐν δάκρυσιν ἐν ἀγαλλιάσει θεριοῦσι(:Όσοι με δάκρυα μετανοίας σπείρουν τους αγρούς τους, όταν πέσουν οι βροχές και καρποφορήσουν οι αγροί τους, θα θερίσουν σκιρτώντας από αγαλλίαση)» [Ψαλμ.125,5].
Εξήλθε δε ο Κύριος να σπείρει τον σπόρο Του. Πού; Στις καρδιές των ανθρώπων· διότι αυτές είναι τα χωράφια, που δέχονται τα πνευματικά σπέρματα. Από αυτές άλλες ομοιάζουν με δρόμο, σαν καταπατημένες και συμπιεσμένες από τους πονηρούς λογισμούς και τα πάθη και από τους επόπτες αυτών πονηροτάτους δαίμονες· άλλες ομοιάζουν με πετρώδη γη, όσες από μικροψυχία και πόρωση δεν μπορούν να συγκρατήσουν έως το τέλος τα σπέρματα της διδασκαλίας και δι’ αυτών να καρποφορήσουν στην αιώνια ζωή· και άλλες ομοιάζουν με ακανθοφόρο έδαφος, διότι προσέχουν σε κτήματα και πλούτο και πρόσκαιρες απολαύσεις και σε όσα αναφύονται από αυτές.
Όπως λοιπόν παρατηρούνται πολλές διαφορές στις καρδιές των ανθρώπων, λέγει: «Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό(:Και καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν κοντά στον δρόμο του χωραφιού και καταπατήθηκαν από τους διαβάτες, και τους κατέφαγαν τα πουλιά του ουρανού)». Λέγει λοιπόν ότι μέρος της σποράς έπεσε στον δρόμο, δηλαδή σε καρδιές που ή ήσαν έξω από την κύρια και ευθεία οδό[πρβ. Πράξ.13, 9-10: «Σαῦλος δέ, ὁ καὶ Παῦλος, πλησθεὶς Πνεύματος ἁγίου καὶ ἀτενίσας πρὸς αὐτὸν εἶπεν· ὦ πλήρης παντὸς δόλου καὶ πάσης ῥαδιουργίας, υἱὲ διαβόλου, ἐχθρὲ πάσης δικαιοσύνης, οὐ παύσῃ διαστρέφων τὰς ὁδοὺς Κυρίου τὰς εὐθείας;(:Αλλά ο Σαύλος, ο οποίος είχε και το εθνικό όνομα Παύλος, επειδή είχε την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη, αφού γέμισε μέσα του με Πνεύμα Άγιο και έριξε ένα διαπεραστικό βλέμμα στον μάγο Ελύμα, του είπε: ‘’Γιε του διαβόλου, που είσαι γεμάτος από κάθε είδους δόλο και απάτη, κάθε πονηριά και ραδιουργία˙ εσύ που είσαι εχθρός κάθε αρετής, δεν θα σταματήσεις να διαστρέφεις και να παρουσιάζεις πλανεμένους και στραβούς τους ευθείς και ίσιους δρόμους του Θεού;’’ (δηλαδή το φωτιστικό και αληθινό κήρυγμα της θείας διδασκαλίας, με το οποίο ο Κύριος θέλει να οδηγήσει τους ανθρώπους στην σωτηρία)»], γι’αυτό και καταπατήθηκε από τους πονηρούς δαίμονες που περιπατούν στον αδιέξοδο δρόμο, ή ήσαν στην πονηρή οδό, γι΄αυτό και τα πετεινά του ουρανού, δηλαδή τα εναέρια πονηρά πνεύματα, το κατέφαγαν και το αφάνισαν, και έτσι οι άνθρωποι εκείνοι είναι σαν να μην άκουσαν καθόλου τον λόγο του Θεού· διότι λέγει ο Κύριος: «Οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν(:Το έδαφος που είναι κοντά στον δρόμο συμβολίζει αυτούς που άκουσαν απλώς και μόνο τον λόγο. Έπειτα έρχεται ο διάβολος και αφαιρεί τον λόγο από τις καρδιές τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν)»[Λουκά 8,12].
«Καὶ ἕτερον(:Άλλοι σπόροι πάλι)», λέγει, «ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν(:έπεσαν πάνω σε πετρώδες έδαφος)», ο δε Ματθαίος λέγει «ἐπὶ τὰ πετρώδη(:πάνω σε εδάφη που είχαν από κάτω στρώμα πετρώδες, χωρίς πολύ χώμα)»[Ματθ.13,5], δηλαδή σε πεπορωμένη και σκληρή καρδιά, μέσα στην οποία δεν μπορεί να προχωρήσει ο λόγος και να την αρπάξει με δύναμη και να ριζωθεί κατά κάποιον τρόπο σε αυτήν. Γι’αυτό και λέγει: «Καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα (:Κι αμέσως βλάστησαν, προτού να ρίξουν βαθιές ρίζες, διότι δεν είχαν βάθος γης για να στεριώσουν οι ρίζες τους)»· δηλαδή αφού έμεινε λίγο και φάνηκε να προοδεύει κάπως, έπειτα εξαφανίστηκε, καθώς επήλθαν κάποιοι πειρασμοί, χωρίς να μπορέσει να τελεσφορήσει εξαιτίας της ασθένειας της προαιρέσεως· διότι ερμηνεύει στη συνέχεια ο Κύριος: «Οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ῥίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται(:Το πετρώδες έδαφος εξάλλου που δέχθηκε τον σπόρο, συμβολίζει αυτούς, οι οποίοι όταν ακούσουν τον λόγο του Θεού, τον δέχονται με χαρά και ενθουσιασμό. Μέσα τους όμως δεν έχει αυτός βαθιά ρίζα, για να στερεωθεί. Γι’ αυτό ακριβώς αυτοί για λίγο χρόνο πιστεύουν, όταν όμως έλθει καιρός πειρασμού ή διωγμού, απομακρύνονται από την πίστη)» [Λουκά 8,13].
«Καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό(:Και άλλοι σπόροι έπεσαν σε έδαφος γεμάτο από σπόρους αγκαθιών, κι όταν τα αγκάθια φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν τελείως)»· έπεσαν δηλαδή οι σπόροι αυτοί σε καρδιές που είναι ολότελα προσκολλημένες στα σωματικά και πρόσκαιρα και βιοτικά και βυθισμένες στις φροντίδες γι’ αυτά και στις ηδονές από αυτά. Γι’αυτό και τέτοια αγκάθια, καθώς έκαναν συμφύσεις, τους απέπνιξαν και τους αφάνισαν. Διότι λέγει: «Τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι(:Οι σπόροι που έπεσαν στα αγκάθια συμβολίζουν εκείνους που άκουσαν τον λόγο του Θεού κι αρχίζουν με κάποια προθυμία να βαδίζουν στον δρόμο της πίστεως. Πνίγονται όμως από τις αγωνιώδεις φροντίδες για να αποκτήσουν πλούτη, καθώς κι από τις απολαύσεις της σαρκικής ζωής, στην οποία διευκολύνουν τα πλούτη που απέκτησαν, κι έτσι δεν προκόπτουν, ούτε φτάνουν μέχρι το τέλος, προκειμένου να δώσουν τον καρπό)»[Λουκά 8,14].
Πρώτα ο Κύριος εξέβαλε έτσι και αποδοκίμασε και εκείνους που δεν πρόσεξαν στην διδασκαλία του θείου Πνεύματος, που είναι όσοι έπεσαν στο έδαφος κοντά στον δρόμο, και εκείνους που πρόσεξαν μεν, αλλά για λίγο, που είναι όσοι μοιάζουν με πετρώδη γη και εκείνους που δέχτηκαν και την κρατούν με γνώση, αλλά έχουν διαφθαρεί από τον πλούτο και την δόξα και την τρυφή(διότι αυτοί είναι οι ακανθώδεις).
Έπειτα δια της παραβολής εισάγει και παριστάνει ποιοι είναι οι ευδόκιμοι, λέγοντας ότι «καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν(:και κάποιοι άλλοι σπόροι έπεσαν μέσα στη γη τη μαλακή και εύφορη)», δηλαδή σε ψυχή που έχει καλή και αγαθή προαίρεση, η οποία και δέχεται πρόθυμα και κρατεί κοντά της τον λόγο της διδασκαλίας, μη επιτρέποντας στους εχθρούς της σωτηρίας της να δημιουργήσουν δι’ αυτής πάροδο, και τον φυλάττει υπομονετικά εμμένοντας με βεβαιότητα σε όσα άκουσε με το να υποφέρει γενναίως τους πειρασμούς και μεστώνει, αποκρούοντας τον φιλοχρήματο και φιλήδονο και ρευστό βίο και φέρει καρπό, όπως λέγει ο ιερός ευαγγελιστής Μάρκος, «που ανεβαίνει και αυξάνει σε τριάντα και εξήντα και εκατό» [ βλ. Μάρκ.4,8: «Καὶ ἄλλο ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν καλὴν καὶ ἐδίδου καρπὸν ἀναβαίνοντα καὶ αὐξάνοντα, καὶ ἔφερεν ἐν τριάκοντα καὶ ἐν ἑξήκοντα καὶ ἐν ἑκατόν(:Τέλος άλλοι σπόροι έπεσαν σε γόνιμη και εύφορη γη και απέδωσαν καρπό που βλάσταινε και μεγάλωνε και μέστωνε. Κι έβγαλαν αλλού τριανταπλάσιο καρπό και αλλού εξηνταπλάσιο και αλλού εκατονταπλάσιο)»].
Θα μπορούσε βέβαια κάποιος να τα πει αυτά δουλεία, μισθοφορία, υιότητα. Πραγματικά αυτός που πλησιάζει τον Θεό, αρχικά μεν ως υπεύθυνος είναι δούλος εξαιτίας της πρώτης ανυποταξίας και απείθειας, έπειτα, αφού δουλεύσει, επιθυμεί και μισθό, και αφού προκόψει στην αγάπη, είναι σαν υιός πλέον, που έχει φθάσει στην κατοχή της αρετής και υπακούει κατά τρόπο φυσικό και αβίαστο στον ουράνιο Πατέρα. Ας προσπαθήσουμε, αδελφοί, ή την θεία υιοθεσία να κερδίσουμε δια της αγάπης προς τον Θεό, της διακοπής από όλα τα γήινα, και της διαρκούς προσευχής και ψαλμωδίας και απερίσπαστης προσηλώσεως, ή να συνταχθούμε με τους μισθωτούς επιτυγχάνοντας την σε όλα εγκράτεια κατά τον αγώνα, ή να συναριθμηθούμε με τους δούλους πενθώντας τις προηγούμενες αμαρτίες μας· όποιος είναι έξω και από τα τρία αυτά είναι έξω από την χορεία των σωζομένων.
Αλλά, λέγει: «Ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω(:Κι ενώ τα έλεγε αυτά, για να δώσει μεγαλύτερο τόνο στους λόγους Του και για να διεγείρει την προσοχή των ακροατών Του, φώναζε δυνατά: «Αυτός που έχει αυτιά πνευματικά και ενδιαφέρον πνευματικό για να ακούει και να εγκολπώνεται αυτά που λέω, ας ακούει)» [Λουκά 8,8]. Όχι ότι δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι αυτιά, αλλά ότι δεν τα έχουν όλοι για να ακούουν τον λόγο της σωτηρίας. Επειδή δε κατά το λεγόμενο «Νοῦς ὁρᾶ καί νοῦς ἀκούει» [Πυθαγόρας, Πορφυρίου βίος, Πυθαγόρα 46], όσοι ακούνε με νου και σύνεση, εκείνοι έχουν αυτιά και ακούνε. Αν δε και «Ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου, σύνεσις δὲ ἀγαθὴ πᾶσι τοῖς ποιοῦσιν αὐτήν(:Αρχή και θεμέλιο της πραγματικής σοφίας είναι η ευλάβεια και ο φόβος τον οποίο εμπνέει το όνομα του Κυρίου, η δε σύνεση αποδίδει καρπούς σε όλους όσους την εφαρμόζουν έμπρακτα και ζουν σύμφωνα με αυτήν)» [Ψαλμ.110,10] και ο λόγος αναγινώσκεται δια των πράξεων, εκείνος έχει αυτιά να ακούει, που όχι απλώς ακούει, αλλά υπακούει και φέρει σε έργο αυτό που ακούστηκε.
Ας ακούσουμε λοιπόν και εμείς με σύνεση, αδελφοί, παρακαλώ, προπάντων ότι δεν είπε ο Κύριος ότι εξήλθε να οργώσει τα λογικά χωράφια, ούτε να κατακόψει δύο και τρεις φορές και να ανασκάψει τις ρίζες των αγρίων βοτάνων και να λειάνει τους βόλους, δηλαδή να προκαλλιεργήσει τις καρδιές και διάνοιές μας, αλλά εξήλθε αμέσως να σπείρει. Γιατί; Επειδή η πριν από την σπορά αυτή καλλιέργεια της ψυχής πρέπει να γίνεται από εμάς. Γι΄αυτό και ο Πρόδρομος του ευαγγελίου της χάριτος εκ των προτέρων παρήγγειλε με μεγάλη φωνή: «Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ(: Ετοιμάστε τον δρόμο απ’ τον οποίο θα έλθει σε εσάς ο Κύριος˙ κάνετε ίσιους και ομαλούς τους δρόμους απ’ τους οποίους θα περάσει. Ξεριζώστε δηλαδή απ’ τις ψυχές σας τις αγκαθιές των αμαρτωλών παθών και ρίξτε μακριά τις πέτρες του εγωισμού και της σκληρότητας. Και καθαρίστε με τη μετάνοια το εσωτερικό σας, για να δεχθεί τον Κύριο)» [Ματθ.3,3]. Ετοιμασία δε και αρχή μετανοίας είναι η αυτομεμψία, η εξομολόγηση, η αποχή από τα κακά. Αλλά και επιπλέον απειλεί όσους δεν είναι έτσι προετοιμασμένοι, ώστε να φέρουν καρπούς άξιους της μετανοίας· διότι, λέγει: «Πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται(:Κάθε δένδρο λοιπόν που δεν κάνει καλό καρπό, κόβεται απ’ τη ρίζα και ρίχνεται στη φωτιά. Αυτό θα πάθει και κάθε άνθρωπος που δεν έχει καρπό αρετής)»[Ματθ.3,10]. Εκκοπή δε είναι η απόφαση του Θεού κατά των αμετανοήτως αμαρτανόντων, κατά την οποία, αφού αποσπαστούν και από την παρούσα και από την μέλλουσα ζωή, παραπέμπονται στην άσβεστη, φευ, γέενα του πυρός.
Ας μετανοήσουμε λοιπόν, αδελφοί, και ας δείξουμε καρπούς αξίους της μετανοίας· ας μάθουμε να λέμε και να πράττουμε καλά· ας ετοιμάσουμε τους εαυτούς μας για την υποδοχή του ουράνιου σπόρου, του λόγου της ζωής· ας σταματήσουμε τη γλώσσα μας από τα κακά– Ποια δηλαδή; Την ματαιολογία, την λοιδορία, την καταλαλιά- και τα χείλη μας, ώστε να μην εκφέρουν όρκους και ψεύδη και φλυαρίες. Προφανώς αυτά είναι τα από την παραβολή λεγόμενα «πονηρά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ», τα οποία κατατρώγουν και αφανίζουν το αγαθό σπέρμα. Διότι κάθε λόγος είναι σαν εναέριο πτηνό· γι΄αυτό μερικοί ονόμασαν τους λόγους «πτερόεντας» [Ιλιάδος Α 201: «Καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα(:Και φωνάζοντάς την της μιλούσε με λόγια του αέρα)»]. Ο δε πονηρός λόγος, αφηνόμενος από τον πονηρό θησαυρό της καρδιάς σαν από φωλιά δια του στόματος, αφαιρεί τον αγιασμό της ψυχής· γι’αυτό ο Κύριος λέγει αλλού ότι «οὐ τὸ εἰσερχόμενον εἰς τὸ στόμα κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον, ἀλλὰ τὸ ἐκπορευόμενον ἐκ τοῦ στόματος τοῦτο κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον (:Δεν κάνει τον άνθρωπο βέβηλο και θρησκευτικώς ακάθαρτο εκείνο που εισάγεται με την τροφή στο στόμα, αλλά εκείνο που βγαίνει από το στόμα, δηλαδή οι πονηροί και αμαρτωλοί λόγοι)» [Ματθ.15,10]. Να μην εξέρχεται λοιπόν λόγος σαπρός από το στόμα σου, αλλά όποιος είναι ικανός, να δώσει πνευματική οικοδομή σε όσους ακούνε.
Κανείς σας λοιπόν να μην είναι προσηλωμένος στα βιοτικά, ώστε κατά κάποιον τρόπο να απολιθωθεί από αυτά, να μην μπορεί να ανοίγει τα αυτιά και την καρδιά στην δροσιά των λόγων της διδασκαλίας του Πνεύματος. Γιατί τάχα η μεν γη, όταν δέχεται την βροχή, φουσκώνει και μαλακώνει και λιπαίνεται, το κεραμίδι όμως μένει σκληρό και ξηρό και αδιάλυτο; Όχι διότι η μεν γη θερμαίνεται με τις ακτινοβολίες του ηλίου, αλλά δεν κατακαίεται, γι’αυτό και έχει ανοιχτούς τους πόρους προς υποδοχή της βροχής, το δε κεραμίδι καιόμενο από τη βίαια επαφή με την φωτιά έχει τους πόρους στο βάθος δυνατά σφραγισμένους και κλειστούς, ώστε να μην μπορούν να δέχονται την βροχή, έστω και αν είναι ψιλή; Έτσι και όποιος κατέχεται από τα σωματικά και τα γήινα και τα βιοτικά σκληρύνεται δυνατά και για πάντα στην καρδιά και νεκρωμένος στη διάνοια πριν επιστρέψει στη γη δεν συναισθάνεται την από τον Θεό διδαχή· όποιος δε απλώς χρησιμοποιεί και δεν αποφεύγει οποιαδήποτε κατάχρηση του κόσμου αυτού κατά την παραίνεση του αποστόλου[Α΄Κορ.7,31: «Καὶ οἱ χρώμενοι τῷ κόσμῳ τούτῳ ὡς μὴ καταχρώμενοι· παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου(:και εκείνοι που μεταχειρίζονται τα εγκόσμια αγαθά, και βρίσκονται σε οποιαδήποτε σχέση με τον κόσμο, ας αποφεύγουν κάθε άμετρη απόλαυση και κατάχρησή τους και μόνο στα αναγκαία να αρκούνται· διότι η εξωτερική μορφή του κόσμου αυτού περνά και χάνεται σαν σκιά)»], θα είναι έτοιμος να ζητεί και να ακούει με σύνεση και να ενεργεί με ζήλο και προθυμία και τα ουράνια· και όχι μόνο να ακούει έτσι, αλλά και να κρατεί μέσα του την διδαχή και να την μετατρέπει σε έργο, για να μακαριστεί από τον Κύριο εξομοιούμενος με τον πιστό και φρόνιμο δούλο· διότι, λέγει: «Πᾶς οὖν ὅστις ἀκούει μου τοὺς λόγους τούτους καὶ ποιεῖ αὐτούς, ὁμοιώσω αὐτὸν ἀνδρὶ φρονίμῳ, ὅστις ᾠκοδόμησε τὴν οἰκίαν αὐτοῦ ἐπὶ τὴν πέτραν(:Θα αναγνωρίσω ως δικούς μου μόνο εκείνους που θα έχουν καλά και ενάρετα έργα. Καθέναν λοιπόν που ακούει τους λόγους μου αυτούς και τους εφαρμόζει, θα τον θεωρήσω όμοιο με έναν συνετό άνθρωπο, που έκτισε το σπίτι του πάνω στην πέτρα, στο στερεό δηλαδή και αδιάσειστο θεμέλιο της διδασκαλίας μου και του παραδείγματός μου)» [Ματθ.7,24].
Όποιος διασκεδάζει με γαστριμαργία και υπερβολικό ποτό και τρυφή και μέθη να μην κάνει αυτό στο εξής· αλλιώς μάταια θα δεχθεί το ουράνιο σπέρμα, τον λόγο της διδασκαλίας. Διότι δεν θα μπορέσει να φανεί καρποφόρα γη για τον Θεό. Εσείς όλοι γνωρίζετε ότι, όταν το υγρό υπερεκχειλίζει στα σπαρμένα χωράφια, αυτά δεν μπορούν να φέρουν καρπό. Πώς λοιπόν θα μπορέσει να παρουσιάσει ουράνιο καρπό μια καρδιά που είναι βρεγμένη με τρυφές και κρασοπότια; Όποιος περιέπεσε σε κάποια ακαθαρσία πορνείας, ας επιστρέψει και ας απομακρυνθεί από αυτήν και ας καθαρίσει εαυτόν δια της μετανοίας. «Ὅτι τάδε λέγει Κύριος· μὴ ὁ πίπτων οὐκ ἀνίσταται; ἢ ὁ ἀποστρέφων οὐκ ἀναστρέφει;(:Διότι αυτά λέγει ο Κύριος: ‘’Μήπως δηλαδή εκείνος ο οποίος πέφτει, δεν σηκώνεται; Ή μήπως εκείνος ο οποίος έχασε τον δρόμο του και πλανήθηκε, δεν προσπαθεί να τον βρει πάλι και να επιστρέψει;’’)» [Ιερ.8,4]. Πραγματικά, αν κυλιέται σε αυτόν τον βόρβορο, πώς δεχόμενος το θείο μύρο θα το κρατήσει κοντά του αβλαβή, τον πολύτιμο μαργαρίτη, τον σωτήριο λόγο δηλαδή; Ο μαργαρίτης δεν φοριέται σε χοίρο[Ματθ.7,6: «Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσὶ μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς(:Προσέχετε να μη δώσετε το άγιο μυστήριο της πίστεως σε ανθρώπους που σαν σκυλιά ζουν ζωή ασεβή και αναίσχυντη· ούτε να ρίξετε τα πολύτιμα μαργαριτάρια της χριστιανικής πίστεως μπροστά σε ανθρώπους που σαν χοίροι ζουν στον βόρβορο των παθών. Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος μήπως τα καταπατήσουν με τα πόδια τους και στραφούν να σας κατασπαράξουν ή να σας βλάψουν με οποιονδήποτε τρόπο)»] και το μύρο από τους εχέφρονες δεν ανακατεύεται με τον βόρβορο· και αν άλλωστε κάποιος χύσει από αυτά και το ανακατέψει με την κόπρο, και αν το βάλει σε ακάθαρτο σκεύος, ομοίως αχρειώνει και καταστρέφει το μύρο. Και όμως το θείο μύρο είναι απαθές· αλλά ό,τι θα πάθαινε, αν ήταν παθητό, αχρειωνόμενο, αυτό οπωσδήποτε θα πάθει αυτός που το χρησιμοποίησε και δεν απομακρύνεται από την αμαρτία. Ο πλεονέκτης να μην πλεονεκτεί πλέον, αλλά και να μεταδίδει από όσα έχει σε όσους δεν έχουν. Διότι, αν δεν κάνει αυτό, δεν θα διαφύγει την θεία οργή· και αν δεν διαφύγει την θεία οργή, πώς θα υποδεχθεί το θείο σπέρμα; Διότι προς όσους ρώτησαν πώς θα αποφύγουμε την θεία οργή, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος του Κυρίου έλεγε: «Ὁ ἔχων δύο χιτῶνας μεταδότω τῷ μὴ ἔχοντι, καὶ ὁ ἔχων βρώματα ὁμοίως ποιείτω(:Εκείνος που έχει δυο χιτώνες ας τους μοιραστεί με εκείνον που δεν έχει. Κι εκείνος που έχει τρόφιμα ας κάνει το ίδιο κι ας τα μοιραστεί με εκείνον που πεινά)» [Λουκά 3,11].
Και γενικά ο καθένας σας τα αγκάθια και τα τριβόλια της αμαρτίας που έθρεψε μέσα του με την εμπαθή και φιλήδονη ζωή να τα εκβάλει δια της αμαρτίας σύρριζα. Έτσι και θα καλλιεργήσει τον εαυτό του και θα ετοιμαστεί για υποδοχή του σωτήριου σπέρματος και αφού το λάβει, θα θρέψει και θα καρποφορήσει την αιώνια ζωή. Γι’ αυτήν την ζωή, όχι μόνο τις ορέξεις του σώματος, αλλά αν χρειαστεί, και την ίδια την ψυχή πρέπει να απορρίπτουμε· διότι έτσι θα ακολουθήσουμε στα δεσποτικά ίχνη και θα μετάσχουμε της εν Χριστώ δόξας και βασιλείας, συζώντας και συνδοξαζόμενοι με Αυτόν αιωνίως.
Και μάρτυς αδιάψευστος είναι για μας ο κορυφαίος των μαρτύρων, ο θαυματουργός και μυροβλήτης Δημήτριος, στου οποίου την εικόνα προσπίπτουν και παρίστανται χαρούμενοι και βασιλείς και ιερείς, επειδή ακολούθησε τα δεσποτικά ίχνη κατά τον βίο και τον λόγο και τα πάθη. Ευπρόσδεκτος σε αυτόν πανηγυριστής και κοινωνός της ήδη προκηρυσσόμενης τελετής θα είναι όχι γενικώς οποιοσδήποτε, αλλά όποιος έχει προετοιμαστεί δια της μετανοίας. Πραγματικά αυτός που απομακρύνθηκε από κάθε υλική προσπάθεια και κατά τον Παύλο[Β΄Κορ.2,15: «ὅτι Χριστοῦ εὐωδία ἐσμὲν τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σῳζομένοις καὶ ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις(:Διότι πραγματικά εμείς οι Απόστολοι και κήρυκες του Ευαγγελίου είμαστε ευωδία Χριστού, ευχάριστη στον Θεό. Ευωδία γι’ αυτούς που σώζονται, όπως και για εκείνους που καταδικάζονται σε αιώνια απώλεια)»] απέδειξε τον εαυτό του ολόκληρο ευωδία μέχρι σημείου, ώστε μετά την άθληση να αποδείξει και την σορό του πηγή ευωδεστάτων μύρων, πώς θα δεχθεί να χορεύει γύρω και να προσάδει αυτόν που πνέει εμπαθή ύλη και μυρίζει από ανίατους μώλωπες αμαρτημάτων; «Οὐχ ὡραῖος αἶνος ἐν στόματι ἁμαρτωλοῦ(:Δεν είναι ωραίος ο ύμνος των μαρτύρων σε στόματα αμαρτωλών)»σύμφωνα με την αντίστοιχη μαρτυρία της Αγίας Γραφής[ βλ. Σοφία Σειράχ, 15,9]. Επομένως, προεορτάζοντας, ας προκαθαρίσουμε επίσης τους εαυτούς μας για την προσεχή ημέρα της πανηγύρεως του μεγαλομάρτυρος, ώστε αφού ευφρανθούμε πνευματικά, με την ανάμνηση των άθλων του για τον Χριστό και τον πριν από τους άθλους βίο κατά Χριστόν και συνευφρανθούμε με αυτόν, να λάβουμε τον αρραβώνα αυτόν της ελπιζομένης από μας συμβιώσεως μαζί με τους αϊδίως ευφραινομένους στους ουρανούς.
Αυτήν την συμβίωση είθε να επιτύχουμε όλοι μας με τις πρεσβείες του πολιούχου μας και Χριστομάρτυρος σε δόξα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, Ομιλίες ΜΓ΄- ΞΓ΄, ομιλία ΜΖ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 11, σελίδες 107-134.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 8,4-15]
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ
«Εἶπε διὰ παραβολῆς(:μίλησε με παραβολή)»[Λουκά 8,4]:
Οι μακάριοι προφήτες παρουσίαζαν με πολλούς τρόπους τους λόγους τους για τον Χριστό. Γιατί άλλοι Τον προανήγγειλαν ότι θα έρθει ως φως, και άλλοι ότι θα έρθει με τάξη και μεγαλοπρέπεια βασιλική. Και πράγματι είπε κάποιος από αυτούς: «Ἰδοὺ γὰρ βασιλεὺς δίκαιος βασιλεύσει, καὶ ἄρχοντες μετὰ κρίσεως ἄρξουσι. καὶ ἔσται ὁ ἄνθρωπος κρύπτων τοὺς λόγους αὐτοῦ καὶ κρυβήσεται ὡς ἀφ᾿ ὕδατος φερομένου· καὶ φανήσεται ἐν Σιὼν ὡς ποταμὸς φερόμενος ἔνδοξος ἐν γῇ διψώσῃ(:Διότι ιδού, ένας βασιλέας δίκαιος θα βασιλεύσει στην Ιερουσαλήμ και οι άρχοντες αυτού θα κρίνουν και θα αποφασίζουν με δικαιοσύνη και ευθύτητα. Τότε ο άνθρωπος θα κρύπτει και θα φυλάττει στο βάθος της καρδιάς του ως θησαυρό τους λόγους της δικαιοσύνης και προστατευόμενος για τη δικαιοσύνη του από τον Θεό, θα αποφύγει τα δεινά, τα οποία σαν πλημμύρα ύδατος θα επέρχονται εναντίον του. Και θα φανεί στην Ιερουσαλήμ σαν πλούσιος ποταμός, περίφημος, σε ξηρά και διψασμένη γη)» [Ησ.32,1-2].
Ότι βέβαια ο λόγος του Κυρίου είναι κατά κάποιο τρόπο πάντοτε κρυμμένος, είναι φανερό. Έτσι μας τον παρουσίασε και ο μακάριος Ψαλμωδός να λέγει: «Ἀνοίξω ἐν παραβολαῖς τὸ στόμα μου, φθέγξομαι προβλήματα ἀπ᾿ ἀρχῆς(:Θα αρχίσω με διδακτικές παραβολικές ιστορίες, γεμάτες ιερά διδάγματα. Θα σας διηγηθώ αρχαία γεγονότα με βαθύτατα νοήματα)» [Ψαλ.77,2]. Πρόσεχε λοιπόν ότι εκπληρώθηκε αυτό που ειπώθηκε από τον Ψαλμωδό· γιατί συγκεντρώθηκε μεγάλο πλήθος γύρω από τον Ιησού από όλη την Ιουδαία, και τους μιλούσε με παραβολές. Επειδή όμως εκείνοι δεν ήταν ικανοί να γνωρίσουν τα μυστήρια τη βασιλείας των ουρανών, ο λόγος δεν ήταν φανερός και απόλυτα κατανοητός σε όλους· γιατί δεν ζητούσαν κανένα λόγο προκείμενου να αποδεχθούν την πίστη σε Αυτόν, αντίθετα αντιδρούσαν με τρόπο ανόσιο και στα κηρύγματά Του. Και πράγματι επέπλητταν εκείνους που ήθελαν να κάθονται κοντά Του και ασεβώντας προς εκείνους που διψούσαν τη δική Του διδασκαλία έλεγαν: «Δαιμόνιον ἔχει καὶ μαίνεται· τί αὐτοῦ ἀκούετε;(:Για να έχει τέτοια ιδέα για τον εαυτό του, πρέπει να έχει δαιμόνιο και γι’ αυτό παραλογίζεται. Γιατί τον προσέχετε και ακούτε αυτά που λέει;
)»[Ιω.10,20].
Δεν δόθηκε λοιπόν σε εκείνους η δυνατότητα να γνωρίσουν τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, αλλά μάλλον σε εμάς που είμαστε πιο πρόθυμοι για την πίστη· γιατί ο ίδιος ο Κύριος μάς έδωσε τη δύναμη να κατανοούμε την παραβολή και τον μυστικό λόγο, τα λόγια των σοφών και τα αινίγματα. Πρέπει όμως να πούμε ακόμα ότι οι παραβολές είναι εικόνες κατά κάποιο τρόπο των πραγμάτων που δεν φαίνονται, αλλά είναι περισσότερο νοητά και πνευματικά. Αυτό δηλαδή που δεν είναι δυνατό να το δούμε με τα μάτι του σώματος, αυτό το δείχνει η παραβολή στα μάτια της διάνοιας, η οποία μέσω των αισθητών και κατά κάποιο τρόπο απτών πραγμάτων διαμορφώνει καλά τη λεπτότητα των νοητών. Ας δούμε λοιπόν ποιο κρυφό νόημα μας παρουσιάζει ο λόγος του Σωτήρα.
«Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη;(:Οι μαθητές Του τότε Τον ρωτούσαν και Του έλεγαν: “Ποια είναι η έννοια και η σημασία αυτής της παραβολής;”)»[Λουκά 8,9]:
Και ποιος άραγε είναι ο σκοπός της παραβολής και πού τέλος πάντων αποβλέπει το βαθύτερο νήμα της παραβολής, θα το μάθουμε από τον Ίδιο που την είπε. Τα αγνοούσαν αυτά πριν από εμάς οι μακάριοι μαθητές, και, πλησιάζοντας τον Σωτήρα, Τον παρακαλούσαν και Του έλεγαν: «Τι σημαίνει η παραβολή αυτή;». Αλλά ας δούμε ποια είναι η αφορμή εξαιτίας της οποίας αρπάζονται οι σπόροι που βρίσκονται στο δρόμο. Κάθε δρόμος είναι σκληρός και ακαλλιέργητος γιατί βρίσκεται κάτω από τα πόδια όλων, και δεν εισχωρεί σε αυτούς κανένας σπόρος. Όσοι λοιπόν έχουν σκληρό νου, σε αυτούς δεν εισχωρεί κάποια θεία και ιερή νουθεσία, με την οποία μπορούν να καρποφορήσουν τα άξια καύχησης έργα της αρετής. Αυτοί έγιναν πατημένος δρόμος για τα ακάθαρτα πνεύματα και τον ίδιο τον Σατανά, οι οποίοι δεν μπορούν ποτέ να γίνουν τροφοί αγίων καρπών, αφού έχουν στείρα και άγονη καρδιά.
Υπάρχουν επίσης κάποιοι που έχουν ακατέργαστη την πίστη μέσα τους, ως απλούς λόγους. Αυτοί έχουν ευσέβεια χωρίς ρίζες· γιατί μπαίνοντας στις εκκλησίες, χαίρονται βέβαια με το πλήθος των συναγμένων και προσέρχονται με ευχαρίστηση στις ιερές τελετές, πλην όμως όχι συνειδητά, αλλά από επιπόλαια θέληση. Όταν όμως αποχωρούν από τις εκκλησίες, οδηγούνται στη λήθη των ιερών μαθημάτων. Και όταν βέβαια δε δοκιμάζονται τα των Χριστιανών, διατηρούν αυτοί την πίστη, όταν όμως κηρυχθεί διωγμός, έχουν τον νου τους στη φυγή. Προς αυτούς ο προφήτης Ιερεμίας λέγει: «Ἀναλάβετε ὅπλα καὶ ἀσπίδας καὶ προσαγάγετε εἰς πόλεμον(:Λάβετε, λοιπόν, όπλα και ασπίδες, λέγει ειρωνικά ο προφήτης προς τους ράθυμους και χλιαρούς στην πίστη τους, και προχωρήστε σε πόλεμο)» [Ιερ.26,3].
Κατεξοχήν βέβαια ακαταμάχητο έχει το χέρι που διασώζει ο Θεός και όπως λέγει ο πάνσοφος Παύλος: «Πειρασμὸς ὑμᾶς οὐκ εἴληφεν εἰ μὴ ἀνθρώπινος· πιστὸς δὲ ὁ Θεός, ὃς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπὲρ ὃ δύνασθε, ἀλλὰ ποιήσει σὺν τῷ πειρασμῷ καὶ τὴν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν(:Δεν σας κατάλαβε μέχρι τώρα πειρασμός μεγάλος, αλλά κάθε πειρασμός που αντιμετωπίσατε ήταν προσωρινός και ανάλογος με τις ανθρώπινες δυνάμεις σας. Και όσο για τους πειρασμούς που ενδέχεται να σας βρουν στο μέλλον, και επειδή με την αποφυγή των ειδωλόθυτων θα γίνεστε δυσάρεστοι στους ειδωλολάτρες, μην ξεχνάτε ότι είναι απόλυτος αξιόπιστος ο Θεός, ο οποίος σύμφωνα με τις υποσχέσεις Του δεν θα σας αφήσει να πειραχτείτε παραπάνω από την δύναμη σας· αλλά μαζί με τον πειρασμό θα φέρει και το τέλος του, ώστε να μπορείτε να τον αντέξετε)» [Α΄Κορ.10,13].
Όμως εάν συμβεί, αγωνιζόμενοι κατά κάποιο τρόπο για την πίστη του Χριστού, να πάθουμε, τότε οπωσδήποτε και χωρίς αμφιβολία θα γίνουμε αξιοθαύμαστοι. Και πράγματι έλεγε στους αγίους αποστόλους ο Σωτήρας: «Λέγω δὲ ὑμῖν τοῖς φίλοις μου· μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεινόντων τὸ σῶμα, καὶ μετὰ ταῦτα μὴ ἐχόντων περισσότερόν τι ποιῆσαι· ὑποδείξω δὲ ὑμῖν τίνα φοβηθῆτε· φοβήθητε τὸν μετὰ τὸ ἀποκτεῖναι ἔχοντα ἐξουσίαν ἐμβαλεῖν εἰς τὴν γέενναν· ναί, λέγω ὑμῖν, τοῦτον φοβήθητε (:Σε σας όμως τους φίλους μου λέω: Θα αντιμετωπίσετε κινδύνους και διωγμούς. Μην παρασυρθείτε στην υποκρισία, για να γλυτώσετε από αυτούς. Μη φοβηθείτε εκείνους που σκοτώνουν το σώμα, ύστερα όμως δεν μπορούν να κάνουν τίποτε περισσότερο. Εγώ τώρα θα σας υποδείξω ποιον να φοβηθείτε. Να φοβηθείτε τον Θεό, που μετά τον θάνατό σας, αφού σας αφαιρέσει την πρόσκαιρη και επίγεια ζωή, έχει την εξουσία να σας ρίξει και στο αιώνιο πυρ της κολάσεως. Ναι, σας λέω, Αυτόν πρέπει να φοβηθείτε.)» [Λουκά, 12,4-5] και τα λοιπά.
Και δεν μας τα δίδαξε αυτά μόνο με τα λόγια, αλλά και με τα έργα· γιατί θυσίασε για μας τη ζωή Του, και με το αίμα Του κατέκτησε την υφήλιο. Επομένως δεν ανήκουμε στους εαυτούς μας, αλλά μάλλον σε Αυτόν που μας εξαγόρασε και μας διέσωσε, και σε Αυτόν οφείλουμε τη ζωή μας. Γιατί , όπως λέγει ο θεόπνευστος Παύλος: «Εἰς τοῦτο γὰρ Χριστὸς καὶ ἀπέθανε καὶ ἀνέστη καὶ ἔζησεν, ἵνα καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων κυριεύσῃ(:διότι και ο Χριστός γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό και πέθανε επί του σταυρού και αναστήθηκε εκ των νεκρών και έλαβε πάλι ως άνθρωπος την ζωή, για να είναι κύριος και εξουσιαστής νεκρών και ζώντων)» [Ρωμ.14,9].
Ας δούμε όμως και τα αγκάθια μέσα στα οποία πνίγεται ο θεϊκός σπόρος. Τι λέγει πάλι ο Σωτήρας; Σπέρνει βέβαια αυτό τον σπόρο, και αυτός, αν και παραμένει μέσα στις ψυχές εκείνων που τον δέχθηκαν και κατά κάποιο τρόπο ανέβηκε ψηλά και έφτασε να φαίνεται το φύτρωμα, πνίγεται από τις κοσμικές φροντίδες και όπως λέγει ο προφήτης Ωσηέ για εκείνους τους ανθρώπους χάνονται επειδή παρασύρονται από τα κοσμικά: « ὅτι ἀνεμόφθορα ἔσπειραν, καὶ ἡ καταστροφὴ αὐτῶν ἐκδέξεται αὐτά· δράγμα οὐκ ἔχον ἰσχὺν τοῦ ποιῆσαι ἄλευρον· ἐὰν δὲ καὶ ποιήσῃ, ἀλλότριοι καταφάγονται αὐτό(:Τα όσα έσπειραν θα τα κατακάψει ο λίβας. Καταστροφή αναμένει τα σιτηρά τους. Οι θεριστές θα δένουν σε δεμάτια στάχυα άκαρπα, που δεν θα είναι σε θέση να δώσουν αλεύρι. Αλλά και εάν η χώρα τους ευφορήσει και παραγάγει σιτάρι και καρπούς, ξένοι θα καταφάουν τα προϊόντα της)» [Ωσ.8,7].
Άλλος επίσης προφήτης, ο Ιερεμίας, λέγει: «Ὃτι τάδε λέγει Κύριος τοῖς ἀνδράσιν Ἰούδα καὶ τοῖς κατοικοῦσιν Ἱερουσαλήμ· νεώσατε ἑαυτοῖς νεώματα καὶ μὴ σπείρητε ἐπ᾿ ἀκάνθαις(:Αυτά λέγει ο Κύριος γενικά στους Ιουδαίους και ειδικότερα σε εκείνους, που κατοικούν στην Ιερουσαλήμ: Εκχερσώστε και ανανεώστε για τον εαυτό σας τους αγρούς των ψυχών σας και μην σπείρετε πλέον σε γη γεμάτη από αγκάθια)» [Ιερ.4,3]. Άρα λοιπόν για να ανθίσει μέσα μας ο θεϊκός σπόρος, πρέπει να αποβάλουμε προηγουμένως τις κοσμικές φροντίδες μας.
Γη βέβαια παχιά που παράγει καλούς καρπούς και φέρει καρπό εκατονταπλάσιο, θα μπορούσαν να είναι οι καλές και αγαθές ψυχές, οι οποίες δέχονται βαθιά τους σπόρους του λόγου και τους κρατούν και τους τρέφουν γενναία. Γι΄αυτούς θα μπορούσε να λεχθεί, και πολύ δίκαια, αυτό που λέχθηκε από έναν από τους αγίους προφήτες του Θεού: «Καὶ μακαριοῦσιν ὑμᾶς πάντα τὰ ἔθνη, διότι ἔσεσθε ὑμεῖς γῆ θελητή, λέγει Κύριος παντοκράτωρ(:Για την πλούσια αυτήν καρποφορία και συγκομιδή θα σας καλοτυχίζουν όλα τα έθνη, διότι η χώρα σας θα έχει γίνει επιθυμητή και ζηλευτή, λέγει Κύριος ο Παντοκράτορας)» [Μαλαχ. 3,12]· γιατί όταν σε νου καθαρό από αυτά που συνήθως τον παρενοχλούν, πέσει κάποτε θείος λόγος, τότε ριζώνει σε βάθος, και σαν στάχυ ανεβαίνει ψηλά και φέρνει καλό καρπό.
Ωστόσο νομίζω ότι είναι χρήσιμο να πούμε σε εκείνους που θέλουν να μάθουν χρήσιμα πράγματα τούτο: εξηγώντας μας δηλαδή ο Ματθαίος αυτό ακριβώς το κεφάλαιο είπε ότι η καλή γη απέδωσε καρπούς με τρεις διαφορές[βλ. Ματθ.13,23: «Ὁ δὲ ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλὴν σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ συνιῶν· ὃς δὴ καρποφορεῖ καὶ ποιεῖ ὃ μὲν ἑκατόν, ὃ δὲ ἑξήκοντα, ὃ δὲ τριάκοντα(:Ο σπόρος όμως που σπάρθηκε στην καλή και εύφορη γη είναι ο άνθρωπος που ακούει το λόγο και τον κατανοεί. Και αυτός λοιπόν παράγει καρπό, και αποδίδει άλλος εκατό κι άλλος εξήντα κι άλλος τριάντα φορές περισσότερο)»]· γιατί η μία λέγει ότι απέδωσε εκατό, η άλλη εξήντα, και η τρίτη τριάντα.
Πρόσεχε λοιπόν ότι ο Χριστός είπε ότι τρεις είναι οι ζημιές, και επίσης ίσες σε αριθμό είναι και οι ευκαρπίες. Εκείνοι δηλαδή από τους σπόρους που πέφτουν στον δρόμο αρπάζονται από τα πτηνά, οι άλλοι που πέφτουν σε έδαφος πετρώδες αφού ανθίσουν μόνο, ύστερα από λίγο ξηραίνονται. Τέλος, εκείνοι που πέφτουν μέσα σε αγκάθια αποπνίγονται. Η γη όμως η εύφορη αποδίδει, όπως είπα, τρεις διαφορετικούς σε ποσότητα καρπούς, εκατό, εξήντα και τριάντα· γιατί, όπως γράφει ο Παύλος: «Θέλω γὰρ πάντας ἀνθρώπους εἶναι ὡς καὶ ἐμαυτόν· ἀλλ᾿ ἕκαστος ἴδιον χάρισμα ἔχει ἐκ Θεοῦ, ὃς μὲν οὕτως, ὃς δὲ οὕτως(:Διότι εγώ θέλω να είναι όλοι οι άνθρωποι όπως είμαι και εγώ, δηλαδή άγαμοι. Όμως ο καθένας έχει δικό του χάρισμα από τον Θεό. Άλλος έχει το χάρισμα να ζει έτσι δηλαδή άγαμος, και άλλος να ζει διαφορετικά, δηλαδή παντρεμένος)» [Α΄Κορ. 7,7]· γιατί δεν βρίσκουμε τις ευδοκιμήσεις των αγίων να είναι πάντοτε και οπωσδήποτε ισόμετρες. Πλην όμως είναι ανάγκη να επιδιώκουμε τα μεγαλύτερα και τα ανώτερα από τα χαμηλότερα.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Ἐξήγησις ὑπομνηματική εἰς τό κατά Λουκάν εὐαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία»
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)
Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Α΄», κεφάλαιο 8ο, σελ. 365-371.
Παν. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, εκδ. Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
Ὁλόκληρος ὁ κόσμος εἶναι μιὰ μεγάλη παραβολή. Εἶναι φτιαγμένος ἀπὸ ἀμέτρητες παραβολές. Ὁ κόσμος αὐτὸς καὶ ὅλα ὅσα ὑπάρχουν μέσα του δὲν εἶναι παρὰ ἕνα ἐφήμερο παραμύθι. Ὁ πνευματικὸς πυρῆνας ποὺ κρύβεται ἀνάμεσα στὶς γραμμὲς κάθε παραβολῆς ὅμως εἶναι διαρκής, δὲν ὑφίσταται παρακμή. Ἐκεῖνοι ποὺ μὲ τὴν ἀνάγνωση τῶν παραβολῶν τέρπονται μόνο μὲ τὰ μάτια καὶ τ’ αὐτιά τους, δὲν μποροῦν νὰ εἰσχωρήσουν στὸν πυρῆνα καὶ παραμένουν πνευματικὰ νηστικοὶ καὶ πεινασμένοι. Τὸ πνεῦμα τρέφεται μόνο μὲ τὸν πυρῆνα τῶν παραβολῶν. Ἕνας μὴ πνευματικὸς καὶ αἰσθησιακὸς ἄνθρωπος τρέφεται μόνο μὲ τὰ πράσινα φύλλα πολλῶν παραβολῶν καὶ παραμένει πάντα πεινασμένος Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος ἀναζητᾶ τὸν πυρῆνα, τὴν οὐσία τῶν παραβολῶν, τρέφεται μ’ αὐτήν, ἱκανοποιεῖται καὶ διατηρεῖται εἰρηνικός. Ὅλα τὰ ὑπαρκτὰ πράγματα εἶναι παραβολές. Ὅλα εἶναι σὰν πράσινα φύλλα, τυλιγμένα γύρω ἀπὸ τὸν κρυμμένο πυρῆνα. Ὅλα ὅσα γίνονται εἶναι ἡ ὕλη τῆς παραβολῆς, εἶναι τὸ περιτύλιγμα τοῦ πνευματικοῦ περιεχομένου, τοῦ πυρῆνα.
Ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο περιτριγυρισμένος ἀπὸ μιὰ θάλασσα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐκφράζεται μὲ παραβολές. Αὐτὸς ποὺ βλέπει τὴ σοφία αὐτὴ μόνο μὲ τὰ μάτια του δὲ βλέπει τίποτ’ ἄλλο, παρὰ τὸ περιτύλιγμα ποὺ καλύπτει τὴν κρυμμένη σοφία. Κοιτάζει καὶ βλέπει τὸ ἔνδυμα τῆς φύσης, δὲ βλέπει ὅμως τὸ πνεῦμα, τὴν οὐσία της. Ἀφουγκράζεται γιὰ ν’ ἀκούσει τὴ φύση, μὰ ἀκούει μόνο ἄδειες φωνές, ποὺ δὲν καταλαβαίνει τὸ νόημά τους. Τὸ μάτι δὲ δόθηκε γιὰ νὰ βλέπει τὸν πυρῆνα τῆς φύσης, οὔτε τὸ αὐτὶ γιὰ ν’ ἀκούει τὸ μήνυμά της. Τὸ πνεῦμα συναντᾶ τὸ πνεῦμα. Ἡ οὐσία συναντᾶ τὴν οὐσία. Ἡ κατανόηση συναντᾶ τὴν κατανόηση. Ἡ ἀγάπη νιώθει τὴν ἀγάπη.
Ὁ κόσμος αὐτὸς εἶναι πραγματικὰ φτωχός, ἕνας θλιβερὸς τόπος. Ὅλα εἶναι βιαστικά, παροδικά. Αὐτὸς ποὺ προσκολλᾶται σ’ αὐτὸν σὰ νά ‘τανε κάτι οὐσιαστικὸ ἀπὸ μόνος του, ἀναπόφευκτα θ’ ἀποτύχει καὶ θὰ κραυγάσει μὲ πόνο καὶ ντροπή. Ό κόσμος αὐτὸς ὅμως εἶναι καὶ πλούσιος θησαυρὸς διδαχῶν μὲ παραβολές. Ὅποιος ἀντιλαμβάνεται τὸν κόσμο καὶ τὸν χρησιμοποιεῖ μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, δὲ θὰ ντροπιαστεῖ, δὲ θ’ ἀποτύχει.
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔκανε συχνὰ χρήση παραβολῶν ἀπὸ τὴ φύση, ἀπὸ πράγματα καὶ περιστατικὰ ποὺ συμβαίνουν σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο. Χρησιμοποίησε τίς παραβολὲς ὼς μέσα, γιὰ νὰ βοηθήσει τοὺς ἀνθρώπους. Συχνὰ χρησιμοποιοῦσε συνηθισμένα γεγονότα στὴ διδασκαλία Του, γιὰ νὰ δείξει τὸ νόημα ποὺ ἔχουν οἱ πυρῆνες τους καὶ τὸ βάθος ποὺ κρύβεται μέσα τους. Οἱ συνηθισμένοι ἄνθρωποι ἀναζητοῦν κάποιο νόημα σὲ περίεργα καὶ σπάνια γεγονότα, ὅπως στοὺς διάτoντες ἀστέρες, στοὺς σεισμούς, στοὺς μεγάλους πολέμους κ.τ.ό. Ἐκεῖνοι ποὺ ἀναζητοῦν καὶ βρίσκουν πνευματικὸ νόημα στὰ συνηθισμένα καὶ καθημερινὰ γεγονότα, εἶναι σπάνιοι.
Ὁ σπανιότερος ἀπ’ ὅλους τοὺς σπάνιους ποὺ περπάτησε ποτὲ στὴ γῆ, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, πῆρε σκόπιμα τὰ πιὸ συνηθισμένα πράγματα ἀπὸ τὴ ζωή, γιὰ ν’ ἀποκαλύψει στοὺς ἀνθρώπους τὰ μυστήρια τῆς αἰώνιας ζωῆς. Τί εἶναι πιὸ συνηθισμένο ἀπὸ τὸ ἁλάτι, τὴ ζύμη, ἕνα δέντρο ποὺ ἀναπτύσσεται ἀπὸ τὸν κόκκο σινάπεως, τὸν ἥλιο, τὰ σπουργίτια, τὰ χόρτα καὶ τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ, τὸ ψωμί, τὴν πέτρα καὶ τὴν ἄμμο; Κανένας ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ βλέπουν κάθε μέρα μὲ τὰ μάτια τους τὰ πράγματα αὐτὰ δὲ θὰ μποροῦσε νὰ σκεφτεῖ ν’ ἀναζητήσει μέσα τους τὰ κρυμμένα μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστὸς ὅμως σταμάτησε δίπλα σ’ αὐτὰ καὶ κάλεσε τοὺς ἀνθρώπους νὰ τὰ προσέξουν, τοὺς φανέρωσε τ’ ἀμέτρητα οὐράνια μυστήρια ποὺ εἶναι κρυμμένα κάτω ἀπὸ τὸ ἐξωτερικὸ περίβλημά τους. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ὁ Κύριος χρησιμοποίησε τὰ ἁπλᾶ καὶ συνηθισμένα γεγονότα γιὰ νὰ παρουσιάσει καὶ νὰ ἐξηγήσει ὁλόκληρη τὴν πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ὅλη τὴν ἱστορία τῆς πτώσης τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς σωτηρίας του, τὸ τέλος τοῦ κόσμου, τὴν Τελικὴ Κρίση καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἁμαρτωλούς.
Οἱ ἄνθρωποι ἔβλεπαν γιὰ αἰῶνες νὰ συμβαίνουν περιστατικὰ σὰν κι αὐτὰ ποὺ περιγράφονται στὶς παραβολὲς τοῦ Σπορέα, τῆς ζύμης καὶ τοῦ ἄρτου, τῶν ταλάντων καὶ τοῦ “Ἄσωτου Υἱοῦ. Κανένας ὅμως δὲ φαντάστηκε πῶς κάτω ἀπὸ τὰ φύλλα τῶν γεγονότων αὐτῶν ὑπῆρχαν τέτοιοι πυρῆνες γιὰ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου, ὡσότου ὁ ἴδιος ὁ Κύριος διηγηθεῖ τίς παραβολὲς αὐτές, ἐξηγήσει τὴν οὐσία κι ἀποκαλύψει τὸν πυρῆνα τους.
Tο σημερινὸ εὐαγγέλιο ἀναπτύσσει τὴ γνωστὴ παραβολὴ τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸν Σπορέα.
Ἐπιφανειακὰ εἶναι ἕνα συνηθισμένο γεγονός, μέσα στὸν πυρῆνα του ὅμως κρύβει τὸν ἴδιο τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, τὴν εὐαγγελικὴ διδασκαλία, καθὼς καὶ τίς πηγὲς καὶ τοὺς δρόμους τῆς ἀπώλειας ἢ τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Κι όλ’ αὐτὰ μὲ μιὰ διδαχή.
«Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων του σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ» (Λουκ. ἡ’5). Πόσο ἁπλὸ μὰ καὶ οὐσιαστικὸ ξεκίνημα! Ἦρθε ὁ καιρὸς τῆς σπορᾶς. Ὁ πάγος καὶ τὸ χιόνι ἔχουν προετοιμάσει τὸ ἔδαφος, ὁ ἄνθρωπος τὸ ὄργωσε. Ἡ ἄνοιξη ἔφτασε κι ὁ σπορέας πῆγε γιὰ νὰ σπείρει το σπόρο του. Ὁ σπορέας βγαίνει ἀπὸ τὸ σπίτι του, πηγαίνει στὸν ἀγρό του γιὰ νὰ σπείρει το σπόρο. Πηγαίνει στὸ δικό του ἀγρό, ὄχι σὲ ἄλλον.
Ἐδῶ ἔχουμε ἁπλᾶ ἐξωτερικὰ γεγονότα καὶ μεγάλα ἐσωτερικὰ βάθη. Σπορέας εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ σπόρος εἶναι ἡ ζωηφόρα διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ ἄνθρωπος εἶχε προετοιμαστεῖ ἀπὸ χιλιάδες χρόνια δοκιμασιῶν καὶ βασάνων, περιπλανήσεων κι ἀναζητήσεων, γιὰ νὰ δεχτεῖ τὸ θεϊκὸ σπόρο τῆς ζωηφόρας διδασκαλίας. Οἱ προφῆτες εἶχαν ὀργώσει τὸν ἀγρὸ τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Τότε ὁ Χριστὸς ἔλαμψε σὰν τὴν ἄνοιξη μετὰ ἀπὸ ἕναν μακρὺ καὶ παγωμένο χειμῶνα καὶ βγῆκε σὰν Σπορέας νὰ σπείρει. Οἱ προφῆτες εἶναι οἱ ζευγολάτες, ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Σπορέας. “Ἄν οἱ προφῆτες φύτεψαν κάπου κάπου ἕνα μικρὸ σπόρο, αὐτὸς δὲν ἦταν δικός τους, τὸν δανείστηκαν ἀπὸ τὸ Θεό. Ὁ Χριστὸς βγῆκε νὰ σπείρει τὸ δικό του σπόρο. Οἱ ψευδοδιδάσκαλοι πρὶν ἀπὸ τὸ Χριστό εἶχαν λάβει το σπόρο ἀπὸ τὸ διάβολο καὶ τὸν ἔσπειραν στὸν κόσμο σὰν δικό τους Ό Χριστὸς δὲ δανείστηκε ἀπὸ κανέναν. “Ἔσπειρε πραγματικὰ τὸ δικό του σπόρο.
Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων. Πῶς βγῆκε κι ἀπὸ ποῦ; Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ βγῆκε ἀπὸ τοὺς αἰώνιους κόλπους τοῦ Πατέρα, χωρὶς ὅμως νὰ τοὺς ἐγκαταλείψει. Βγῆκε φορῶντας ἀνθρώπινη σάρκα, γιὰ νὰ ὑπηρετήσει τοὺς ἀνθρώπους ὡς ἄνθρωπος. Βγῆκε ὅπως τὸ φὼς ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὸν ἥλιο, χωρὶς ν’ ἀποχωριστεῖ ἀπὸ τὴν πηγή του. Βγῆκε ὅπως τὸ δέντρο ἀπὸ τὴ ρίζα του, χωρὶς ν’ ἀποχωριστεῖ ἀπ’ αὐτήν. Οἱ ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων εἶναι ὁ ἀγρός Του, κι Ἐκεῖνος τὸν ἐπισκέπτεται. «Ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ ἐγένετο» (βλ. Ἰωάν. ἅ’10). Κι Αὐτὸς ἦρθε στὸν κόσμο Του. Ἄφησε τὸ σπίτι Του καὶ πῆγε στὸν ἀγρό Του γιὰ νὰ σπείρει το σπόρο Του. Εἶναι ὁ ἀληθινὸς Σπορέας, περιβαλλόμενος μὲ εἰρήνη ἀπὸ κάθε πλευρά, λόγῳ τῆς ἀδιαμφισβήτητης ἰδιοκτησίας καὶ τῆς δικαιοσύνης Του. Δὲν εἶναι σὰν τὸ δοῦλο ποὺ βγαίνει ἀπὸ ξένο σπίτι, πηγαίνει σὲ ξένο ἀγρὸ καὶ κάποτε ποὺ ἔχει κακὴ διάθεση ξεχνάει ὅτι ὁ ἀγρὸς εἶναι ξένος καὶ τὸν λογαριάζει γιὰ δικό του. Κι ἀπὸ τότε κυριαρχεῖται ἀπὸ ἀδιαφορία κι ἀμέλεια.
«Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν καὶ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό, καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ικμάδα καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν,ἕν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτὸ καί ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ταῦτα λέγων ἐφώνει» ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω» (Λουκ. ἠ8). Τὰ τελευταῖα λόγια τοῦ Χριστοῦ δείχνουν πῶς ἢ παραβολὴ ἔχει ἕνα μυστικό, ἕνα κρυφὸ νόημα. “Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν αὐτιὰ καὶ μποροῦν εὔκολα ν’ ἀκούσουν τὰ λόγια τῆς παραβολῆς. Δὲν ἔχουν ὅλοι ὅμως πνευματικὴ ἀκοὴ γιὰ ν’ ἀκούσουν τὸ Πνεῦμα ποὺ πνέει μέσα τους. Γι’ αὐτὸ εἶπε ὁ Κύριος. ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.
Ἡ παραβολὴ ὁλόκληρη εἶναι σαφής, ἀκριβής, ἀκόμα κι ἂν τὴ δεῖ κανεὶς σὰν περιγραφὴ κάποιας συνηθισμένης ἐργασίας. Κάθε ἀγρότης θὰ μποροῦσε νὰ βεβαιώσει ἀπὸ τὴν προσωπική του ἐμπειρία πῶς αὐτὸ ἀκριβῶς γίνεται ὅταν ὁ σπόρος σπέρνεται σ’ ἕναν ἀγρό. Κι ὅλοι μποροῦν νὰ σᾶς ποὺν γιὰ τοὺς ἀγῶνες καὶ τίς δυσκολίες ποὺ συναντᾶ κανεὶς στὶς ἀγροτικὲς ἐργασίες, ὅπως νὰ κλείσει τὰ μονοπάτια ποὺ τὸν διαπερνοῦν, νὰ τὸν καθαρίσει ἀπὸ τίς πέτρες, νὰ ξεριζώσει καὶ νὰ κάψει τ’ ἀγκάθια, γιὰ νὰ κάνει ἔτσι γόνιμο τὸν ἀγρό. Ἡ παραβολὴ αὐτὴ ὅμως δὲν εἰπώθηκε γιὰ κάτι ποὺ ὅλοι γνωρίζουν, ἀλλὰ γιὰ τὸ κρυφὸ μήνυμά της, γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀλήθεια ποὺ εἶναι κρυμμένη μέσα της.
Ὁ ἀγρὸς σημαίνει τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ διάφορα κομμάτια τοῦ ἀγροῦ σημαίνουν τίς διάφορες ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Μερικὲς εἶναι σὰν τὴ γῆ ποὺ βρίσκεται δίπλα στὸ δρόμο, ἄλλες με πετρῶδες ἔδαφος κι πάλι σάν γῆ γεμάτη μέ ἀγκάθια. Εἶναι κι ἄλλες ὅμως πού μοιάζουν μέ καλή γῆ, μακριά ἀπό το δρόμο καί καθαρή ἀπό πέτρες κι ἀγκάθια. Γιατί ὁ γεωργός δέ σπέρνει το σπόρο του μόνο στή καλή γῆ κι ὄχι στό πετρῶδες ἔδαφος ἤ σ’ ἐκεῖνο πού εἶναι γεμᾶτο ἀγκάθια; Ἐπειδή τά καλά νέα τοῦ εὐαγγελίου εἶναι κοινά σέ ὅλους. Δέν εἶναι κρυφά, δέν περιορίζονται καί δέν εἶναι γνωστά μόνο σέ μιά ὁμάδα ἀνθρώπων, ὅπως γινόταν μέ τή σκοτεινή καί «μαγική» διδασκαλία τῶν Ἑλλήνων καί τῶν Αἰγυπτίων, πού σκοπό τους εἶχαν τήν ἀπόκτηση δύναμης ἀπό τόν ἄνθρωπο γιά νά στραφεῖ ἐναντίον ἄλλου ἀνθρώπου ἤ σέ ὁμάδα ἀνθρώπων. Σκοπός τῆς διδασκαλίας τοῦ εὐαγγελίου εἶναι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς. «Ὁ λέγω ὑμῖν ἐν τῇ σκοτίᾳ, εἴπατε ἐν τῷ φωτί. καί εἰς τό οὔς ἀκούετε, κηρύξατε ἐπί τῶν δωμάτων» (Ματθ. ἰ’ 27). Αὐτές τίς ἐντολές δίνει ὁ Κύριος στούς μαθητές Του. Ὁ Μέγας Σπορέας δίνει ἐντολή στούς σποριάδες. Ὁ Θεός ἐπιθυμεῖ τή σωτηρία τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι» (ATιμ. β’ 4), «μή βουλόμενός τινας ἀπολέσθαι» (Β’ Πέτρ. Υ 9). “Ἄν ὁ Κύριος εἶχε σπείρει τή διδασκαλία Του μόνο σέ καλούς ἀνθρώπους, οἱ κακοί θά εἶχαν τή δικαιολογία πῶς δέν ἄκουσαν ποτέ τό εὐαγγέλιο καί θά χρέωναν τήν ἀπώλειά τους στό Θεό κι ὄχι στή δική τους ἀμαρτωλότητα. Κανένας καί ποτέ δέ θά χαθεῖ ἀπό σφάλμα ἤ λάθος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός εἶναι δίκαιος καί δέν μπορεῖ κανένα λάθος νά σκιάσει τό φῶς τῆς δικαιοσύνης Του.
Τό γεγονός ὅτι τά τρία μέρη τοῦ σπόρου θά χαθοῦν δέν εἶναι λάθος οὔτε τοῦ σπόρου οὔτε τοῦ σπορέα, ἀλλά τῆς γῆς. Οὔτε ὁ Χριστός οὔτε ἤ θεία διδασκαλία Του φταῖνε ἐπειδή χάνονται πολλοί ἄνθρωποι. Τό σφάλμα εἶναι τῶν ἴδιων τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ἐπειδή δέν ἀφοσιώθηκαν καί δέν ἀσχολήθηκαν μέ ἀγάπη στή φροντίδα τοῦ σπόρου πού δέχτηκαν, δέν τόν προστάτεψαν ἀπό τ’ ἀγκάθια, δέν τό ἔβαλαν βαθιά μέσα στό γόνιμο ἔδαφος τῆς ψυχῆς καί δέν τό πρόσεξαν ὡσότου ἔρθει ὁ καιρός τῆς καρποφορίας καί τοῦ θερισμοῦ. Μ’ ὅλο ὅμως πού τά τρία τέταρτα τοῦ ἀγροῦ δέν καρποφόρησαν, ὁ Θεός ἔδρεψε πλούσια καρποφορία ἀπό το λόγο Του. Εἶπε μέσῳ τοῦ προφήτη Του: «Οὕτως ἔσται τό ρῆμα μου, καί ἐάν ἐξέλθη ἐκ τοῦ στόματός μου, οὐ,οὗ μή ἀποστραφῆ. ἕως ἄν τελεσθῆ ὅσα ἄν ἠθέλησα καί εὐοδώσω τάς ὁδούς μου καί τά ἐντάλματά μου» (Ψαλμ. νέ’ 11). “Ἄν ὑπάρχουν ἐκεῖνοι πού δέν κάνουν χρήση τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ, δέ σημαίνει πῶς ὁ λόγος αὐτός ἔπεσε στό κενό. Γιά το Θεό τά πάντα εἶναι δυνατά. Μπορεῖ ν’ ἀποδειχτεῖ πῶς ὁ θερισμός ἀπό τήν καλή γῆ εἶναι καλλίτερος. Στή χειρότερη περίπτωση ὁ λόγος Του θά γυρίσει στόν ἴδιο. Θά συμβεῖ αὐτό πού ἔγινε μέ τό τάλαντο ποῦ ἔκρυψε στή γῆ ὁ πονηρός καί ὀκνηρός δοῦλος ἤ σάν τήν εἰρήνη πού ἐπισκέφτηκε ἕνα σπίτι καί δέ τή δέχτηκαν. Ὁ Κύριος εἶπε στούς ἀποστόλους νά ἐπικαλεστοῦν τήν εἰρήνη σέ κάθε σπίτι πού θά ἐπισκεφτοῦν: «καί ἐάν μέν ἤ ἡ οἰκία ἀξία, ἐλθέτω ἡ εἰρήνη ὕμῶν ἐπ’ αὐτήν: ἐάν δέ μή ἤ ἀξία, ἡ εἰρήνη ὑμῶν πρός ὑμᾶς ἐπιστραφήτω» (Ματθ. ἰ’ 13).
Εἶναι καλύτερα ὅμως ν’ ἀκούσουμε τόν ἴδιο τόν Κύριο ν’ ἀποκαλύπτει τό μυστικό νόημα τῆς παραβολῆς αὐτῆς. Αὐτή εἶναι μιά ἀπό τίς σπάνιες παραβολές τοῦ εὐαγγελίου πού ὁ Χριστός τήν ἐξήγησε ὁ ἴδιος. Καί τό ἔκανε αὐτό ἐπειδή του τό ζήτησαν οἱ ἀπόστολοι:
«Ἔπηρώτων δέ αὐτόν οἱ μαθηταί αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἤ παραβολή αὕτη; ὁ δέ εἶπεν ὑμῖν δέδοται γνῶναι τά μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δέ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἶνα,ἵνα βλέποντες μή βλέπωσι καί ἀκούοντες μή συνιώσιν» (Λουκ. ἡ’ 9,10). Τήν παραβολή αὐτή, ἴσως ἐπειδή ἦταν πολύ ἁπλή, ἦταν δύσκολο στούς ἀποστόλους νά τήν ἐξηγήσουν καί νά τήν συνδέσουν μέ τήν πνευματική ζωή. Σύμφωνα μέ τόν εὐαγγελιστή Ματθαῖο, οἱ μαθητές ρώτησαν πρῶτα: «Διατί ἕν παραβολαῖς λαλεῖς αὐτοῖς;» (Ματθ. ἴγ’ 10). Ὁ Λουκᾶς παραλείπει τήν ἐρώτηση αὐτή κι ἀναφέρει μιά ἄλλη: τίς εἴη ἡ παραβολή αὕτη; Ὁ Χριστός ἀπάντησε καί στίς δυό ἐρωτήσεις. Πρῶτα ἔκανε τή διάκριση ἀνάμεσα στούς μαθητές του πού τόν ἄκουγαν διαρκῶς καί στούς ἄλλους πού τόν ἄκουσαν τότε. Οἱ μαθητές Του ἦταν ἁπλοί ἄνθρωποι, εἶχαν ὅμως τή χάρη τοῦ Θεοῦ. “Ἄν καί τότε δέν εἶχαν τελειοποιηθεῖ ἀκόμα, τά πνευματικά μάτια τους ἦταν ἀρκετά ἀνοιχτά γιά νά κατανοοῦν τά μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Πολλές φορές τούς μιλοῦσε ἄμεσα, χωρίς παραβολές, σέ ἄλλες περιπτώσεις ὅμως αὐτό δέν ἦταν δυνατό νά γίνει. Τό ὅτι δέν ἦταν πάντα δυνατό νά μιλᾶ στούς ἀποστόλους χωρίς παραβολές, φαίνεται ἀπό τήν τελευταία συζήτηση πού εἶχε μαζί τους πρίν ἀπό τό πάθος καί τό θάνατό Τοῦ: «Ταῦτα ἐν παροιμίαις λελάληκα ὑμῖν ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα ὅτε οὐκέτι ἐν παροιμίαις λαλήσω ὑμῖν, ἀλλά παρρησία περί τοῦ πατρός ἀναγγελῶ ὑμῖν» (Ἰωάν. ἴστ’ 25).
Γιατί ὁ Χριστός μιλοῦσε μέ παραβολές στό λαό; Ἶνα βλέποντες μή βλέπωσι καί ἀκούοντες μή συνιώσιν. Αὐτό σημαίνει: “Ἄν τούς εἶχε μιλήσει καθαρά, χωρίς παραβολές, θά κοίταζαν μέ τά σωματικά μάτια τους καί δέ θά ἔβλεπαν τίποτα. Θ’ ἄκουγαν μέ τά σωματικά αὐτιά τους καί δέ θά καταλάβαιναν τίποτα. Τά πνευματικά πράγματα δέν μπορεῖ νά τά δεῖ κανείς μέ τή σωματική ὅραση, οὔτε καί νά τ’ ἀκούσει μέ τή σωματική ἀκοή. Τό ὅτι τά λόγια Του ἔχουν τή σημασία αὐτή εἶναι φανερό ἀπό τόν τρόπο πού χρησιμοποιεῖ διαφορετικά τά λόγια αὐτά ὁ Ματθαῖος στό εὐαγγέλιό του: «…ἕνα βλέποντες μή βλέπωσι καί ἀκούοντες μή ἀκούωσι μηδὲ συνώσι» (ἴγ 13).
“Ὅταν ὁ Θεός λέει καθαρά τίς πνευματικές ἀλήθειες, χωρίς νά τίς καλύψει μέ παραβολές καί νά τίς συνδέσει μέ πράγματα καί γεγονότα ἀπό τόν αἰσθητό κόσμο, οἱ ἄνθρωποι δέν μποροῦν οὔτε νά δοῦν τήν ἀλήθεια οὔτε καί νά τήν κατανοήσουν.
Οἱ πνευματικές ἀλήθειες ἔχουν νά κάνουν μέ τόν ἄλλο κόσμο, τόν πνευματικό καί οὐράνιο. Ό ἄνθρωπος μπορεῖ νά τίς συλλάβει καί νά τίς κατανοήσει μόνο μέ τίς πνευματικές αἰσθήσεις (ὅραση, ἀκοή καί ἀντίληψη). Οἱ πνευματικές ἀλήθειες ἐμφανίζονται στόν κόσμο μέ τή μορφή πραγμάτων καί περιστατικῶν. Πολλοί ἔχουν χάσει τήν ὅραση, τήν ἀκοή καί τήν κατανόηση τῶν πνευματικῶν ἀληθειῶν. Πολλοί βλέπουν μόνο τόν τύπο, ἀκοῦνε μόνο τήν ἐξωτερική φωνή καί καταλαβαίνουν μόνο τό ἐξωτερικό, τό ἐπιφανειακό περιεχόμενο, τόν τύπο καί τή φύση τῶν πραγμάτων καί τῶν γεγονότων. Αὐτή εἶναι σωματική ὅραση, σωματική ἀκοή καί σωματική ἀντίληψη. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς γνώριζε τήν τυφλότητα τῶν ἀνθρώπων καί γι’ αὐτό, ὡς πάνσοφος Διδάσκαλος, τούς ὁδηγοῦσε ἀπό τά ὑλικά πράγματα κι ἀπό τά φυσικά γεγονότα στά πνευματικά. Γι’ αὐτό καί τούς μιλοῦσε μέ παραβολές, μ’ ἕναν τρόπο πού μποροῦσαν νά δοῦν, ν’ ἀκούσουν καί νά κατανοήσουν.
Ὁ Κύριος ἀπάντησε στήν πρώτη ἐρώτησή τους κι ἔπειτα προχώρησε στή δεύτερη: «Ἔστι δέ αὕτη ἤ παραβολή ὁ σπόρος ἐστίν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: οἱ δέ παρά τήν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες. εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καί αἴρει,αἵρει τόν λόγον ἀπό τῆς καρδίας αὐτῶν, ἶνα μή πιστεύσαντες σωθῶσιν» (Λουκ. ἡ 11,12). “Ὅταν ὁ Κύριος εἶχε ἀπευθυνθεῖ στό λαό εἶχε πεῖ «καί κατεπατήθη καί τά πετεινά κατέφαγεν αὐτά». Στούς μαθητές Του ὅμως εἶπε, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καί αἴρει,αἵρει τόν λόγον ἀπό τῆς καρδίας αὐτῶν. Καί οἱ δύο ἐκφράσεις ἔχουν τό ἴδιο νόημα, ἤ μιά ἐξηγεῖ τήν ἄλλη. “Ὅπως οἱ ἄνθρωποι ποδοπατοῦν το σπόρο πού ἔπεσε δίπλα στό δρόμο καί τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ τόν τσιμπᾶνε, ἔτσι κι ὁ διάβολος ποδοπατεῖ καί τσιμπάει το σπόρο τοῦ Θεοῦ, δηλαδή το λόγο Του, ἀπό τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ὁ σοφός ἰδιοκτήτης φράζει τόν ἀγρό του καί κλείνει τίς εἰσόδους. Ἔτσι κι ὁ σοφός ἄνθρωπος φράζει τούς δρόμους τῆς καρδιᾶς του γιά νά μήν περάσει τό πονηρό πνεῦμα, νά μήν ποδοπατήσει καί νά μήν καταστρέψει ὅλα ὅσα ἔσπειρε ἐκεῖ ὁ Θεός. “Ὅταν φτιάχνουμε μιά δίοδο στήν καρδιά μας, τήν ἀνοίγουμε σ’ ἕνα συρφετό ἀνθρώπων καί δαιμόνων. Τότε ὁ θεϊκός σπόρος σαπίζει καί χαλάει. Κι ὁ πονηρός ὄχι μόνο ποδοπατεῖ καί καταστρέφει τό θεϊκό σπόρο, μά σπέρνει καί τό δικό του διαβολικό σπόρο. Τέτοια καρδιά πού εἶναι ἀνοιχτή στούς περαστικούς κι ἐπηρεάζεται ἀπ’ αὐτούς, εἶναι ὅπως ἡ ἐλεύθερη κι ἀχαλίνωτη γυναῖκα πού ἀπιστεῖ στό σύζυγό της καί μοιάζει μέ σωρό σκουπιδιῶν πού μυρίζει ἤ μέ μονοπάτι πού δέν ὁδηγεῖ πουθενά, μέ ἁρπακτικά όρνια (δηλαδή δαίμονες) πού ἐπιπίπτουν στό θήραμά τους. Γι’ αὐτούς καμιά ἀνθρώπινη ψυχή δέν εἶναι τόσο πολύτιμη ὅσο ἐκεῖνες πού τούς ἐπιτρέπουν τήν εἴσοδο ἐλεύθερα.
Ὁ σπόρος πού ἔπεσε στό πετρῶδες ἔδαφος ἤ ἀνάμεσα στ’ ἀγκάθια δέν ἀναπτύσσεται σχεδόν καθόλου. Ἐκεῖνος πού πέφτει δίπλα στό δρόμο ὅμως δέν μπορεῖ οὔτε νά φυτρώσει γιατί ποδοπατιέται ἀπό τούς ταξιδιῶτες καί τούς περαστικούς κι οἱ δαίμονες τούς ἁρπάζουν. Ὁ θεϊκός σπόρος καρποφορεῖ μόνο στήν παρθενική ψυχή πού δέν ἀνοίγει εἰσόδους, ἀλλά εἶναι φραγμένη καί δέν ἐπιτρέπει νά τήν ποδοπατοῦν. Ἄν χρειαζόταν μιά παραβολή γιά νά ἐξηγήσει μιάν ἄλλη, τότε ἡ παραβολή αὐτή γιά το σπόρο πού ἔπεσε δίπλα στό δρόμο θά ἦταν τό καλλίτερο σχόλιο γιά τήν παραβολή μιᾶς ἁμαρτωλῆς καί ἄσεμνης γυναίκας.
Γιατί ὁ πονηρός ἀφαιρεῖ το λόγο ἀπό τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων; Ὁ Κύριος τό ἐξηγεῖ αὐτό μέ τά ἀκόλουθα λόγια: ἶνα μή πιστεύσαντες σωθῶσιν. Ἀπό τά λόγια αὐτά εἶναι φανερό πῶς ἤ πίστη στό λόγο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ρίζα τῆς σωτηρίας μας. Ἐκεῖνος πού δέ φυλάει το λόγο τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά του, μόνο τό λόγο τοῦ Θεού, τίποτ’ ἄλλο, δέν μπορεῖ νά θερμάνει τήν καρδιά του μέ πίστη κι ἑπομένως ἡ ψυχή του δέν μπορεῖ νά σωθεῖ. Ὅσο ἡ καρδιά του δέν ἔχει θερμανθεῖ ἀπό το λόγο τοῦ Θεοῦ, ὁ διάβολος καραδοκεῖ νά τόν ἁρπάξει καί νά τόν βγάλει ἀπό τήν καρδιά. Μακάριος εἶναι ἐκεῖνος πού τηρεῖ το λόγο τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά του ὡς τό πολυτιμότερο ἀγαθό καί δέν ἀφήνει οὔτε τούς ἀνθρώπους οὔτε τούς δαίμονες νά ποδοπατήσουν τόν ἱερό αὐτό σπόρο ἤ νά τόν κλέψουν.
«Οἱ δέ ἐπί τῆς πέτρας οἴ ὅταν ἀκούσωσι. μετά χαρᾶς,χαράς δέχονται τόν λόγον, καί οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἴ πρός καιρόν πιστεύουσι καί ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται» (Λουκ. ἡ’13). Αὐτοί εἶναι πού στήν ἀρχή δέχονται το λόγο τοῦ Θεοῦ μέ χαρά καί πού πρόσκαιρα πιστεύουν. Τελικά ὅμως ἀπομακρύνονται ἀπό φόβο, ὅπως ὁ σκλάβος πού πέρασε πολλά χρόνια στή φυλακή κι ὅταν βλέπει πῶς κάποιος τοῦ ἀνοίγει τήν πόρτα καί τοῦ φωνάζει: «Φύγε, εἶσαι ἐλεύθερος!», στήν ἀρχή χαίρεται κι ἑτοιμάζεται νά φύγει. “Ὅταν ὅμως συνειδητοποιεῖ πῶς θά πρέπει τώρα ν’ ἀκολουθήσει ἕνα νέο τρόπο ζωῆς καί νά δουλέψει, φοβᾶται γι’ αὐτήν τήν καινούργια ζωή καί προτιμᾶ νά γυρίσει πίσω στή φυλακή, κλείνοντας πίσω του τήν πόρτα.
Ἡ καρδιά πού εἶναι βαθιά προσκολλημένη στή γῆ φοβᾶται. Ἡ προσκόλληση αὐτή τήν κάνει σκληρή σάν πέτρα. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀναπτύσσεται εὐκολότερα μέ ἐξωτερικές καταιγίδες καί ἀνέμους, ὅπως τά πεῦκα στά βουνά. Ὁ φοβισμένος ἄνθρωπος ὅμως πού δέχτηκε το λόγο τοῦ Θεοῦ μέ χαρά, νιώθει τρομοκρατημένος ἀπό τίς καταιγίδες καί τούς ἀνέμους κι ἐγκαταλείπει το λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν ἀπορρίπτει καί ξαναγυρίζει στά γήινα. Ἡ γῆ ἀποδίδει συντομότερα, γιά νά δεχτεῖ τήν καρποφορία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ ὅμως πρέπει νά περιμένει. Τόν φοβισμένο ἄνθρωπο τόν κατατρώει ἤ ἀμφιβολία: «Ἄν ἐγκαταλείψω τούς γήινους αὐτούς καρπούς πού ἔχω στά χέρια μου, ποιός ξέρει ἄν θά ζήσω γιά νά γευτῶ τούς καρπούς πού μοῦ ὑποσχέθηκε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ;» Αὐτό δείχνει πῶς ὁ φοβισμένος ἄνθρωπος ἀμφιβάλλει γιά το Θεό, ἐνῶ εἶναι σίγουρος γιά τή γῆ. Ἄμφιβάλλει γιά τήν ἀλήθεια καί πείθεται ἀπό τό ψέμα. Ἡ πίστη ὅμως δέ ριζώνει στήν πέτρινη καρδιά του κι ἐξαφανίζεται. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πού σπάρθηκε στήν καρδιά του ξαναγυρίζει στό Σπορέα.
Ἀνάμεσά μας σήμερα ὑπάρχουν πολλοί τέτοιου ἄνθρωποι. Ἡ πίστη στό Θεό βοηθάει ν’ ἀναπτυχθεῖ λίγο πράσινο στήν ἐπιφάνεια τῆς καρδιᾶς τους, τό χῶμα ὅμως εἶναι πολύ ρηχό κι ἀπό κάτω ὑπάρχει βράχος σκληρός. “Ὅταν ὁ δυνατός ἥλιος τῆς ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ πέφτει πάνω τους, στό φώς του βλέπουν πῶς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀναζητᾶ χῶμα βαθύ γιά ν’ ἁπλώσει τίς ρίζες του στήν καρδιά τους, στό νοῦ καί τήν ψυχή τους. Καί τότε φοβοῦνται. Εἶναι ἕτοιμοι νά δεχτοῦν το Θεό στήν εἴσοδο τοῦ σπιτιοῦ τους, ἀλλά κρατοῦν τ’ ἄλλα δωμάτια κλειστά γιά τόν ἑαυτό τους. Ὅταν βλέπουν τό μεγαλεῖο τοῦ ἥλιου τοῦ Θεοῦ καί πῶς δέν ὑπάρχει κανένα δωμάτιο πού μπορεῖ νά μείνει σκοτεινό μέ τήν παρουσία του, τούς κυριεύει ὁ φόβος. “Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται πῶς μπορεῖ νά τόν διώξουν γιά χάρη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ (καταιγίδες καί ἄνεμοι), κάνει ἀμέσως πίσω. Ἡ ἀσυνέπεια στήν πίστη εἶναι ὑπηρεσία στόν ἕνα κύριο, ἐνῶ ἔχει ὑποσχεθεῖ νά ὑπηρετήσει τόν ἄλλον. Οἱ ἀσυνεπεῖς στήν πραγματικότητα ὑπηρετοῦν τό διάβολο, ἐνῶ ὑπόσχονται νά ὑπηρετήσουν το Θεό. Πῶς μπορεῖ ὁ Θεός νά δώσει ἐμπιστοσύνη στίς ὑποσχέσεις τους, ὅταν ἐκεῖνοι δέν ἔχουν πιστέψει τίς ἐπαγγελίες τῶν λόγων Του;
«Τό δέ εἰς τάς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοι εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καί ὑπό μεριμνῶν καί πλούτου καί ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καί οὐ,οὗ τελεσφοροῦσι» (Λουκ. 14). Οἱ μέριμνες εἶναι ἀγκάθια. Εἶναι ἡ ἀγάπη γιά τά πλούτη καί τίς ἐπίγειες ἀπολαύσεις. Ὅταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πέφτει ἀνάμεσα στ’ ἀγκάθια, ἀρχίζει νά φυτρώνει. Δέ μεγαλώνει ὅμως, δέν ὡριμάζει. Τόν πνίγουν τ’ ἀγκάθια. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ ν’ ἀναπτυχθεῖ σέ καμία σκιά. Μπορεῖ ν’ ἀναπτυχθεῖ μόνο στόν ἀγρό ὅπου εἶναι ὁ κυρίαρχος σπόρος κι ὅλα τ’ ἄλλα εἶναι στή σκιά. Μέ τίς μέριμνες ἐννοεῖ ἐδῶ τίς φροντίδες γιά τήν ἐπίγεια ζωή μας. Μέ τά πλούτη, τόν ἐξωτερικό πλουτισμό. Μέ τίς ἡδονές, τίς κοσμικές, σωματικές κι ἐφήμερες ἀπολαύσεις. Αὐτά εἶναι τά ζιζάνια, ἀνάμεσα στά ὁποῖα εἶναι ἀδύνατο ν’ ἀναπτυχθεῖ τό ἁγνό φυτό τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος λέει: «Πᾶσαν τήν μέριμναν ὑμῶν ἐπιρρίψαντες ἐπ’ αὐτόν, ὅτι αὐτό μέλει περί ὑμῶν» (Ἀπέτρ. ἔ’ 7). Ὁ Χριστός ἀφήνει μιά μόνο καί μοναδική μέριμνα σέ μας: τή φροντίδα γιά τήν ψυχή μας καί τή σωτηρία της. Αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη μέριμνα. Κι ὅταν ἐπικεντρωθοῦμε σ’ αὐτήν, ὅλες οἱ ἄλλες ἐξυπηρετοῦνται μόνες τους. “Ὅλες οἱ ἄλλες μικρομέριμνες πνίγουν τόν σπόρο τῆς μιᾶς καί μοναδικῆς μέριμνας, τῆς μέγιστης. Κι ὅταν ἀμελοῦμε τή μέριμνα αὐτή ὅλες οἱ ἄλλες μένουν ἐγκαταλειμμένες, ἀκόμα κι ἄν ὁ ἄνθρωπος ζήσει μαζί τους στή γῆ χίλια χρόνια.
Σχετικά μέ τά πλούτη τώρα: Τ’ ἀληθινά πλούτη στέλνονται ἀπό το Θεό, δέν ἀποχτιοῦνται ἀπό τούς ἀνθρώπους ἤ ἀπό τή φύση. «Ὁ πεποιθώς ἐπί πλοῦτο οὗτος πεσεῖται» (Παρ. ἰα’ 28). Ὁ ἄνθρωπος πού ἐξαρτᾶ τά πάντα στόν πλοῦτο θά ἔχει πικρό θάνατο, θά πεθάνει ἀνικανοποίητος καί θά ἐμφανιστεῖ στήν Κρίση τοῦ Θεοῦ σάν ἐπαίτης. μέ ἄδεια χέρια.
Τί νά ποῦμε τώρα πρί τῶν ἡδονῶν τοῦ βίου; Δέν εἶναι κι αὐτές ζιζάνια κι ἀγκάθια πού καταπνίγουν το λόγο τοῦ Θεοῦ; Οἱ ἐπίγειες ἡδονές σ’ αὐτούς πού τίς ἐπιθυμοῦν καί τίς γυρεύουν, εἶναι αὐτές πού θά ἤθελαν νά εἶναι; “Ἄς ἀκούσουμε κάποιον πού εἶχε βυθιστεῖ μέσα στίς ἡδονές τοῦ βίου, το βασιλιᾶ Σολομῶντα, νά ἐξομολογεῖται: «Καί πάν, ό ἤτησαν οἱ ὀφθαλμοί μου, οὐκ ἀφεῖλον ἀπ’ αὐτῶν, οὐκ ἀπεκώλυσα τήν καρδίαν μοῦ ἀπό πάσης εὐφροσύνης, ὅτι καρδία μου εὐφράνθη… καί ἐπέβλεψα ἐγῶ…και ἰδού τά πάντα ματαιότης καί προαίρεσις πνεύματος, καί οὐκ ἔστι περισσεία ὑπό τόν ἥλιον» (Ἐκκλ. β’ 10-11). Κι ὁ πατέρας του, πού ἦταν σοφότερος ἀπό τό Σολομώντα, εἶπε: «Τά δικαιώματα Κυρίου εὐθέα, εὐφραίνοντα καρδίαν» (Ψαλμ. ἰη’ 9): «Ἐκληρονόμησα τά μαρτύριά σου εἰς τόν αἰῶνα, ὅτι ἀγαλλίαμα τῆς καρδίας μοῦ εἶσιν,εἷσιν» (Ψαλμ. ριη 111), «Ἀγαλλιάσομαι ἐγώ ἐπί τά λόγια σου, ὡς ὁ εὑρίσκων σκύλα πολλά» (Ψαλμ. ριη’ 162).
Ἡ ἀληθινή ἡδονή, τά πλούτη κι ἡ εὐφροσύνη βρίσκονται στό λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅλα τά πλούτη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, οἱ ἡδονές κι οἱ χαρές του, εἶναι ἁπλά μιᾷ χλωμῇ εἰκόνα τοῦ πλούτου, τῆς ἡδονῆς καί τῆς χαρᾶς τοῦ πνευματικοῦ κόσμου, στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
«Τό δέ ἐν τῇ καλῇ γῆ, οὗτοι εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλή καί ἀγαθή ἀκούσαντες τόν λόγον κατέχουσι καί καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ» (Λουκ. ἡ’ 15). Καί «ταῦτα λέγων ἔφώνει» ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω» (Λουκ. 18). Καλή γῆ εἶναι οἱ καλές ψυχές πού διψᾶνε γιά τήν ἀλήθεια καί πεινᾶνε γι’ ἀγάπη. Ὅπως τό διψασμένο ἐλάφι τρέχει στίς πηγές γιά νά βρεῖ νερό (βλ. Ψαλμ. μά’ 1), ἔτσι καί οἱ καλές ψυχές τρέχουν στήν ἄνυδρη ἔρημο αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀναζητῶντας νερό γιά νά κορέσουν τή δίψα τους μέ πνευματικές ἀλήθειες καί ἀληθινή ἀγάπη.
Ὅταν ἡ πρωινή δρόσος καί τό οὐράνιο μάννα πέφτουν σέ τέτοιες ψυχές ἀπό τά χείλη τοῦ Χριστοῦ, τότε αὐτές γεμίζουν χαρά, ἀναπτύσσονται, ἐκτείνονται πρός τόν οὐρανό καί καρποφοροῦν πλούσια. Ἀπό τέτοιες ψυχές μόνο ἕνας δρόμος περνάει: ὁ δρόμος πού βαδίζει ὁ Χριστός. Ὁ δρόμος αὐτός εἶναι κλειστός σέ ὅλους τούς ἄλλους ταξιδιῶτες καί περαστικούς. Στίς ψυχές αὐτές δέν ὑπάρχουν σωροί ἀπό πέτρες, πυκνοί θάμνοι ἤ ἀγκάθια, ἀλλά μόνο καθαρή γῆ, εὔφορη, ὅπου μόνο ἕνας σπόρος ἀναπτύσσεται: αὐτός πού ἔσπειρε ὁ Χριστός. Τόν σπόρο αὐτό τόν φυλλάσσουν σέ τίμια καί ἀγαθή καρδιά. Οἱ καλοί ἄνθρωποι δέν τηροῦν το λόγο τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι γραμμένος σέ χαρτί. Τό χαρτί εἶναι ἔξω από τόν ἄνθρωπο κι εὔκολα χάνεται. Δέν τόν τηροῦν οὔτε στό νοῦ τους. Ὁ νοῦς βρίσκεται στήν ἐπιφάνεια τοῦ ἀνθρώπου καί μπορεῖ νά ξεχαστεῖ. Τόν τηροῦν μέσα τους, στήν καρδιά τους, σέ μιά τίμια καί ἀγαθή καρδιά, ὅπου δέ χάνεται οὔτε ξεχνιέται, ἀλλ’ ἀναπτύσσεται σάν τή ζύμη καί καρποφορεῖ ὅπως τό σιτάρι, κάνει τόν ἄνθρωπο χαρούμενο, ὅπως τόν κάνει τό κρασί καί εἶναι σά νά χρίει ὁλόκληρη τή ζωή του μέ λάδι, γιά νά λάμπει σάν τόν ἥλιο.
Ποιά εἶναι ἡ ἀπόδοση τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ στήν καλή γῆ; «…καρποφορεῖ καί ποιεῖ ὁ μέν ἑκατόν, ό δέ ἑξήκοντα, ὁ δέ τριάκοντα» (Ματθ. ἴγ’ 23). Ὁ Κύριος τό εἶπε αὐτό ἀπό τήν ἄμετρη εὐσπλαχνία καί τή συγκατάβασή Του πρός τό ἀνθρώπινο γένος. Δέν ἀπαιτεῖ τό ἴδιο ἐξίσου ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἀπ’ ἄλλους ζητάει περισσότερα κι ἀπ’ ἄλλους λιγότερα, ὥστε νά σωθοῦν ὅσο τό δυνατό περισσότεροι καί νά κληρονομήσουν τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἀναφέρει μόνο τόν ἑκατονταπλάσιο καρπό πού ἀποδίδει ὁ σπόρος πού ἔπεσε στήν ἀγαθή γῆ, γιά ν’ ἀποδείξει τό μεγαλεῖο τῆς γῆς αὐτῆς. Ὁ Ματθαῖος κι ὁ Μάρκος δέ μιλᾶνε μόνο γιά τήν πλούσια ἀπόδοση τῆς ἀγαθῆς γῆς, ἀλλά καί γιά τίς τρεῖς κατηγορίες ἀπόδοσης πού ἱκανοποιοῦν τόν οἰκοδεσπότη. Ἔτσι ἔχουμε τό ἴδιο νόημα καί παίρνουμε κι ἐδῶ τό ἴδιο μάθημα πού πήραμε μέ τήν παραβολή τῶν ταλάντων. Ὁ Κύριος χρησιμοποίησε τά ἴδια λόγια γιά τό δοῦλο πού πῆρε τά δέκα τάλαντα καί γιά τόν ἄλλον πού πῆρε τά πέντε. Καί στούς δυό ἔδωσε τήν ἴδια ὑπόσχεση: «Εὔ, δοῦλε, ἀγαθέ καί πιστέ…εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ κυρίου σου» (Ματθ. κέ’ 21, 23). Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἔχει διαβαθμίσεις μεγαλοσύνης καί ἀπόλαυσης. Δέ βρίσκονται ὅλοι οἱ σωζόμενοι στό ἴδιο ἐπίπεδο, μ’ ὅλο πού ὅλοι θ’ ἀπολαμβάνουν ἀνέκφραστη λαμπρότητα κι ἀνεκλάλητη χαρά.
Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω! Μέ τά λόγια αὐτά τέλειωσε ὁ Κύριος τήν ἐξήγηση 2 τῆς παραβολῆς Του, ὅπως νωρίτερα τήν εἶχε τελειώσει ὅταν τήν διηγήθηκε στόν κόσμο. Καί μάλιστα δέν τά εἶπε ἁπλά τά λόγια αὐτά, ἀλλά ἔφώνει, τά φώναξε δυνατά. Καί ὅταν τήν διηγήθηκε τήν παραβολή καί ὅταν τήν ἐξήγησε, στό τέλος ἔφώνει. Γιατί; Γιά νά διεγείρει τά ἐσωτερικά αὐτιά τῶν κουφῶν. Γιά ν’ ἀντηχεῖ ἡ ἠχώ τῆς σοφίας του ἀνά τούς αἰῶνες, ὥστε νά τήν ἀκοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ώς τή συντέλεια τοῦ κόσμου. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού ἐπανέλαβε τήν κραυγή, πού ξαναεῖπε τά ἴδια λόγια:
Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω! Αὐτή ἦταν ἡ κραυγή τοῦ στοργικοῦ φίλου τῶν ἀνθρώπων, τοῦ μοναδικοῦ φίλου ἐκείνων ἐναντίον τῶν ὁποίων εἶχαν ἐπιπέσει τά μαῦρα κοράκια τῆς κόλασης. Ἦταν κραυγή-προειδοποίηση γιά τόν ἐπερχόμενο κίνδυνο. Ἦταν κραυγή γιά νά ὑποδείξει τόν ἕνα καί μοναδικό δρόμο πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία καί νά προφυλάξει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν κίνδυνο καί τόν ἀποπνικτικό καπνό αὐτοῦ τοῦ κόσμου. “Ἦταν ἡ κραυγή τοῦ πράου καί ταπεινοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Ἤθελε ἔτσι νά προειδοποιήσει πῶς αὐτό πού διακυβευόταν ἐδῶ ἦταν ἡ σωτηρία τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Δέν ἦταν γιά τά ροῦχα του, γιά τά σπίτια ἤ γιά τήν περιουσία του, ἀλλά γιά τή ζωή του. Ἡ κραυγή του δέν προερχόταν ἀπό ὀργή ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων. Ἦταν ἡ κραυγή τῆς στοργικῆς μάνας πού βλέπει τά παιδιά της τριγυρισμένα ἀπό φίδια καί τά φωνάζει. Τά παιδιά παίζουν, δέν παρατηροῦν τά φίδια, ἤ μάνα ὅμως τά βλέπει. “Ὅταν τά παιδιά βλέπουν τά φίδια δέν ξέρουν ἀπό ποιό δρόμο νά τούς ξεφύγουν γιά νά σωθοῦν. Ἤ μάνα ὅμως ξέρει, γι’ αὐτό καί φωνάζει. Γι’ αὐτό κραυγάζει κι ὁ Χριστός στούς ἀνθρώπους, ἀπό τήν ἀρχή τῆς Ἱστορίας ώς τή συντέλεια: Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω!
Δόξα καί αἶνος στόν Ζωοποιό καί Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστό, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τήν ὁμοούσια καί ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καί πάντα καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
[:Λουκά 8,5-15]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΟΙ ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΙ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 16-10-1988]
[Β204]
Η παραβολή του σπορέως, αγαπητοί μου, που κάθε χρόνο τέτοιο καιρό μας δίνει την ευκαιρία να κοιτάξομε τον εαυτό μας, το πώς ακούμε τον λόγο του Θεού και πώς ο λόγος του Θεού, που μοιάζει κατά την παραβολή, με σπόρο, μπορεί να καρποφορεί ή να τελεσφορεί στο χωράφι της ψυχής μας. Είναι λοιπόν μία ευκαιρία να ξανακαθρεπτιστούμε. Και βέβαια η ποιότητα του σπόρου είναι μία. Και δεν υπάρχει καμία αμφισβήτησις, αφού είναι ο λόγος του Θεού.
Αλλά στην αμφισβήτηση μπαίνει το έδαφος. Το τι έδαφος διαθέτει ο κάθε ένας εκ των ακροατών. Δηλαδή τι έδαφος καρδιάς διαθέτει. Και το έδαφος αυτό είναι ποικίλο και συνεπώς τα αποτελέσματα του σπόρου, δηλαδή του θείου λόγου, είναι ποικίλα. Έτσι, ο Κύριος στην παραβολή αυτή αναφέρει τέσσερις κατηγορίες ακροατών.
Είναι οι αναίσθητοι και οι πωρωμένοι που ακούνε τον λόγο του Θεού. Είναι ακόμα οι επιπόλαιοι, που αλλάζουν πάρα πολύ εύκολα αισθήματα. Είναι κι εκείνοι που θέλουν να συμβιβάζουν τον Χριστόν με τον κόσμον. Και είναι, τέλος, τέταρτοι, οι σοβαροί, εκείνοι που έχουν ένα αίσθημα ευθύνης, όταν ακούνε τον λόγο του Θεού, για την αθάνατη ψυχή τους και για την σωτηρία τους. Αυτοί αποδέχονται, –«κατέχουσι», λέει στην παραβολή- αποδέχονται και κρατούν τον λόγον του Θεού. Όχι «έχουν», κατέχουν. Κρατούν τον λόγον του Θεού. Και αποδίδουν καρπόν, με υπομονήν βεβαίως πολλήν, όπως σημειώνει ο Κύριος.
Είναι λοιπόν, αγαπητοί μου, σήμερα μια καλή ευκαιρία να δούμε αυτήν την εδαφικήν ποιότητα της πρώτης κατηγορίας των ακροατών. Δηλαδή ο σπόρος, λέγει, όπως μας σημειώνει εδώ ο Ευαγγελιστής Λουκάς «Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν…». Ποιος σπέρνει; Σπέρνει το δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, ως Ενανθρωπήσαν, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός που ωμίλει στα πλήθη. Και βγήκε να σπείρει τον σπόρον Αυτού. Βγήκε. Βγήκε. Σημαίνει, βγήκε από την αορασία ο Θεός Λόγος. Και γίνεται ορατός με την Ενανθρώπησή Του. Εξέρχεται από τον εαυτόν Του και έρχεται εις τον κόσμον αυτόν, για να σπείρει τον λόγο Του.
«Ὃ μὲν ἔπεσε …». «Ὃ » θα πει μέρος, όχι ο σπόρος. Θα έπρεπε να πει «ὃς». Μέρος του σπόρου από εκείνο που εσπάρη. Είναι η γνωστή παλιά εικόνα, που ο γεωργός με το δισάκι βάζει το χέρι μέσα στο δισάκι, παίρνει μία χούφτα καρπό, σιτάρι και το σκορπά, το πετά. Ε, αυτό όπως πετιέται, πέφτει σε ποικίλα σημεία στο χωράφι, που το χωράφι αυτό διαφοροποιείται. Ένα, λοιπόν, μέρος από το χωράφι, «ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη». «Έπεσε», λέγει, «πλάι στον δρόμο». Τα χωράφια έχουν πλάι τους κάποια μονοπάτια, που περνούν οι άνθρωποι. Και τα μονοπάτια αυτά βεβαίως είναι πατημένα. Σκληρή γη δηλαδή. Αλλά και επιπλέον εκείνοι που περνούν, πατούν τον σπόρον αυτόν. «Και κατεπατήθη», λέει, «το μέρος αυτό». Εννοείται από τους ανθρώπους. «Καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό». Αυτό δε το μέρος του σπόρου τελικά ήρθαν τα πουλιά και το φάγανε. Το βρήκαν άθαφτο, το βρήκαν στην επιφάνεια και φυσικά το έφαγαν.
Τι σημαίνει αυτό; Την ερμηνεία την δίδει ο ίδιος ο Κύριος. Αφού ερωτήθη από τους μαθητάς Του τι σημαίνει αυτή η παραβολή, είπε: «Οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες». Είναι μια κατηγορία ακροατών που ακούνε τον λόγο του Θεού, που μοιάζουνε με τον σπόρο που είναι «παρὰ τὴν ὁδόν», πλάι στο χωράφι, αλλά στον δρόμο επάνω. «Εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν (:Ύστερα, κατοπινά, έρχεται ο διάβολος) καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν (:Δεν φυτρώνει τίποτα. Παίρνει τον λόγον από την καρδιά τους) ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν(:ώστε να μη φθάσει ο λόγος να τους δημιουργήσει μέσα τους την πίστιν για να σωθούν)».
Είναι οι ακροαταί εκείνοι του λόγου του Θεού, που ακούν μόνο με τα εξωτερικά τους αυτιά, αγαπητοί μου, αλλά τίποτα δεν εισδύει μέσα στην καρδιά τους, μέσα στην ψυχή τους. Δεν γεννιέται μες στην καρδιά τους κανένα αίσθημα συγκινήσεως ή εκπλήξεως ή χαράς, όπως βλέπομε στην δευτέρα κατηγορία των επιπολαίων βέβαια, ανθρώπων. Χαίρονται, εκπλήσσουν, δακρύουν, κατανύγονται, κατανύσσονται· βέβαια σαν επιπόλαιοι το χάνουν αυτό… Η πρώτη κατηγορία, οι πωρωμένοι άνθρωποι, αυτοί δεν αισθάνονται τίποτε απολύτως, μα τίποτε απολύτως. Και θα λέγαμε, έστω και φευγαλέα να ησθάνοντο μία συγκίνηση, μιαν έκπληξη. Τίποτε απολύτως. Γράφει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας: «Ὅσοι τὸν νοῦν ἔχουσι σκληρόν (: Όσοι έχουν –λέει- τον νουν σκληρόν, την καρδίαν) οὐκ εἰσδύεται ἐν αὐτοῖς θεῖον τί καὶ ἱερὸν νουθέτημα (:δεν μπορεί να μπει τίποτα το ιερό και θείον μέσα στην καρδιά τους. Μα τίποτα). Στείραν καὶ ἄγονον ἔχοντες τὴν καρδίαν (:Έχουν την καρδιά τους –λέει- στείρα και άγονη)». Φοβερό! Φοβερό! Είναι μία κατάστασις της ανθρωπίνης ψυχής, που, πώς να την χαρακτηρίσει κανείς; Πλέον να μην υπάρχει γι’ αυτήν την καρδιά σωτηρία. Δηλαδή η καρδιά τους είναι γη πεπατημένη. Είναι γη πατημένη. Είναι μια καρδιά που δεν φυτρώνει τίποτα, δεν καταλαβαίνει τίποτα. Και το έργον της καταστροφής, το συμπληρώνει αυτός ο διάβολος, που έρχεται και παίρνει από την καρδιά, ό,τι θεϊκό έχει σπαρεί. Τα δε πουλιά που παίρνουν τον υπόλοιπο σπόρο, είναι οι διάφορες θεωρίες· φιλοσοφικές, κοινωνιολογικές, που έρχονται και δεν τους αφήνουν να μείνει στην καρδιά ο θείος σπόρος. Σαρώνουν σαν μια άλλη σκούπα αυτές όλες οι θεωρίες των ανθρώπων, ώστε την ώρα που ακούν, κάνουν κριτική· την ίδια στιγμή. Και δεν αποδέχονται, την ίδια στιγμή. Είναι «τα πουλιά», δηλαδή οι θεωρίες που αρπάζουν τον λόγο του Θεού. Σας είπα, κάνοντας δυσμενή κριτική στον λόγο του Θεού. Κι ο διάβολος τελικά παίρνει κάθε ευκαιρία πίστεως για να σωθεί ο άνθρωπος.
Δύο, λοιπόν, παράγοντες βλέπομε ότι διαμορφώνουν αυτήν την εδαφικήν ποιότητα, αυτής της πρώτης κατηγορίας των ακροατών. Είναι η κακή προαίρεσις και η αναίσθητη καρδιά και ο διάβολος. Εδώ μάλιστα, επιτρέψατέ μου μία παρένθεση, έχομε ένα ισχυρόν επιχείρημα ότι ο διάβολος είναι πρόσωπον. Γιατί αμφισβητούν κάποιοι ότι ο διάβολος δεν είναι πρόσωπον, αλλά είναι απλώς μία προσωποποίησις των κακών δυνάμεων ή των δυνάμεων που έρχονται σε αντίθεση από μέσα μας, μέσα μας. Από μέσα μας, μέσα μας. Δηλαδή καταστάσεις που αναφύονται κι έρχονται σε μία σύγκρουση μέσα στην ίδια την ψυχή μας, την ύπαρξή μας. Όχι. Ο διάβολος είναι απέξω. Είναι πρόσωπον. Έρχεται απέξω. Και ενεργεί μέσα εις τον άνθρωπον. Σας είπα αυτό το σημείο, είναι ένα ισχυρόν επιχείρημα, υπέρ της προσωπικότητος, δηλαδή του προσώπου του διαβόλου, υπέρ του προσωπικού διαβόλου.
Και βλέπομε ότι είναι μια κατηγορία που βρίσκεται σε μια απελπιστική κατάσταση. Αν με ρωτήσετε, γιατί θίγομε το θέμα αυτό; Οίκοθεν νοείται ότι εσείς που ήρθατε να ακούσετε τον λόγο του Θεού, ε, δεν είσαστε πατημένη γη. Υποτίθεται. Είσαστε με μία καρδιά έτοιμη να δεχθεί τον λόγο του Θεού. Και νομίζω ότι έρχεστε εδώ για να ακούσετε και τον λόγο του Θεού, γιατί φεύγετε πολλά χιλιόμετρα από το σπίτι σας, για να ‘ρθείτε να ακούσετε, πιστεύω ακριβώς τον λόγο του Θεού· και τον λόγο του Θεού. Παραλλήλως με την Θεία Λειτουργία. Άρα λοιπόν ίσως μου πείτε ότι… «Σε μας δεν υπάρχει ούτε ένας πιθανώς, που να έχει καρδίαν αναίσθητη, γη πεπατημένη, το χωράφι του να είναι τέτοιο που να μη φυτρώσει τίποτα. Αντιθέτως έχομε μία πρόσφορη καρδιά». Θα με ρωτήσετε, επαναλαμβάνω, γιατί τότε διαλέξαμε το θέμα αυτό; Αγαπητοί μου, το ξέρετε ότι… σήμερα είμαι χωράφι εύφορον και αύριο ανοίγεται ένα μονοπάτι μέσα στο χωράφι αυτό, όπως συμβαίνει στα φυσικά χωράφια. Όταν κάποια χρονιά δεν σπαρεί, και δεύτερη χρονιά, οι άνθρωποι, για να συντομεύουν κάποιον δρόμον, να μην κάνουν γωνία, μέσα απ’ αυτό το χωράφι που τώρα δεν σπέρνεται, κάνουν μονοπάτι. Περίεργο; Φυσικότατον. Ποιος ξέρει, λοιπόν, αν αύριο, αυτό το καλό χωράφι της καρδιάς μου γίνει μια πατημένη γη; Συνεπώς αυτό που λέμε, δεν είναι για να θεραπεύσει. Γιατί η πατημένη γη δεν θεραπεύεται. Αλλά είναι για να προλάβει. Είναι μία πρόληψις ιατρική. Πρόληψις. Όχι ιατρική θεραπεία. Και το έδαφος αυτό της καρδιάς μπορεί, που σήμερα είναι μαλακό, ωραίο, αύριο να σκληρύνει με μια επίμονη επανάληψη της αμαρτίας, μέσα σε μια απρόσεκτη, χρονίζουσα κοινωνία μας μέσα εις αυτόν τον κόσμον και με μια προοδευτικήν α-θεοφοβία μας· που να φθάσομε να μην έχομε πια τον φόβο του Θεού. Γι’αυτό ας τ’ ακούσουμε, τι μπορούμε να πάθομε εάν δεν προσέξομε: Η καρδιά πρώτα κρυώνει. Δηλαδή σκανδαλίζεται. Ύστερα, αρρωσταίνει. Δηλαδή γεμίζει από πάθη. Κατόπιν σκληραίνει, γίνεται δηλαδή αναίσθητη. Και τέλος, νεκρώνεται.
Αλλά τι είναι αυτή η πνευματική αναισθησία που μπορεί να υπάρχει μες στην καρδιά σαν μία κατάσταση, η οποία βεβαίως επισημαίνεται έντονα από τον Κύριον; Είναι μία νόσος, αγαπητοί μου, βαρυτάτη. Νόσος βαρυτάτη. «Ἀναισθησία ἐστὶ νενεκρωμένη αἴσθησις ἐκ χρονίας νόσου καὶ ἀμελείας εἰς ἀναισθησίαν καταλήξασα», λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. «Τι είναι», λέγει, «αναισθησία»; Μια νεκρωμένη αίσθησις, από μια χρόνια αρρώστια, που με τη συνεργία της αμελείας, καταλήγει στην αναισθησία. Αυτό είναι, λέγει. Ο Ιούδας, αγαπητοί μου, ο Ιούδας, ο μαθητής –μαθητής!- είχε τη μεγάλη τιμή, το μέγα προνόμιο να είναι ανάμεσα στους δώδεκα, της πρώτης σειράς απόστολος. Βεβαίως άκουγε την διδασκαλίαν του Κυρίου. Αλλά το πάθος της φιλαργυρίας τον έκανε να μην την προσέχει την διδασκαλίαν του Κυρίου. Γιατί η φιλαργυρία σιγά σιγά του σκλήρυνε την καρδιά. Κι αυτή η κατάστασις, που δεν φρόντιζε να την διορθώσει, δηλαδή από αμέλεια, άρχισε να χρονίζει. Έτσι η καρδιά του νεκρώθηκε και δεν δίστασε, ο ταλαίπωρος αυτός, τραγικός άνθρωπος να προδώσει τον Διδάσκαλον. Σας ανέφερα σαν ένα πολύ χαρακτηριστικό, το παράδειγμα του Ιούδα, για να αντιληφθούμε αυτά τα στάδια, από μια πολύ μεγάλη καλοσύνη να φθάσεις σε μια πολύ μεγάλη κακότητα.
Η αναισθησία, αγαπητοί μου, έχει δύο φάσεις. Και θα ήθελα να τις προσέξομε αυτές τις δύο φάσεις. Η τελευταία φάσις λέγεται πώρωσις. Λέμε: «πωρωμένος άνθρωπος». Σ’ αυτήν την φράση, την τελευταία, δεν υπάρχει πλέον καμία διάκρισις καλού και κακού. Είναι ισοπεδωμένες αυτές οι θέσεις, οι έννοιες, μέσα στην καρδιά του πωρωμένου ανθρώπου. «Τι θα πει καλό, τι θα πει κακό;». Καμία διάκρισις. Μας είναι ακατανόητο. Αν έχομε εμείς λίγη ευαισθησία καρδιάς, να πούμε: «Μα, πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν άνθρωποι, που να μην κάνουν ουδεμία διάκρισιν μεταξύ καλού και κακού;». Είναι περίεργο. Είναι πραγματικά περίεργο. Αλλά είναι πραγματικότης. Είναι αληθινό. Κι ακόμη, δεν διαθέτουν ουδεμίαν αυτογνωσίαν. Διάκρισις και αυτογνωσία είναι στο μηδέν.Αυτή λοιπόν η δευτέρα φάσις, η φοβερή -την βάζομε στην άκρη- είναι αθεράπευτη. Είναι νέκρωσις πριν από την νέκρωση, είναι θάνατος πριν από τον θάνατο, είναι κόλασις πριν από την κόλαση.
Ας έρθομε όμως εις την πρώτην φάσιν της αναισθησίας, διότι αυτή μας ενδιαφέρει πολύ. Εμφανίζεται βέβαια σαν μία πρακτική αμετανοησία. Λέμε στον άλλον να μετανοήσει. Έρχεται στην Εκκλησία, ακούει κήρυγμα, κάθεται, κάθε Κυριακή μπορεί να έρχεται, δεν αποφασίζει όμως να μετανοήσει, να εξομολογηθεί κ.τ.λ. Έχουμε λοιπόν μία κατάσταση πρακτικής αμετανοησίας. Λέω «πρακτικής» γιατί δεν προχωράει να κάνει κάτι που να δείχνει αυτή την επιστροφή του. Ακόμη, σαν μία έλλειψη- παρακαλώ προσέξτε να ιδείτε πόσο θα βρούμε τον εαυτόν μας- σαν μία έλλειψη πνευματικής προόδου. Όταν δηλαδή παρουσιάζομε μια απουσία, θα λέγαμε, προόδου στην πνευματική μας ζωή, μια τελμάτωση. Δηλαδή κάποτε ξεκινήσαμε, εξομολογηθήκαμε πιθανώς, ξέρω ‘γω, αρχίσαμε να κοινωνούμε και μετά μένομε εκεί. Προσέξτε, δεν προχωρούμε. Κι έχομε αυτήν την εικόνα του τελματώδους πνευματικά ανθρώπου. Και αυτή η αμετανοησία, θα λέγαμε, αυτή η ακινησία της ψυχής, περιγράφεται από τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, κατά έναν αριστοτεχνικόν τρόπον. Έκανα μία επιλογή, δεν πήρα όλα γιατί έχει πολλά και σας διαβάζω σε μια απόδοση, αυτά που γράφει.
Λέει ο άνθρωπος, ο οποίος υποτίθεται εξωτερικά ότι έχει μία ευσέβεια -αλλά είναι τελματώδης, σας είπα, ε;- λέει αυτός: «Άσχημα κάνω» φωνάζει και με ευχαρίστηση επιμένει στην αμαρτία. Το στόμα προσεύχεται εναντίον του πάθους, του όποιου πάθους, αλλά το σώμα εύχεται γι’αυτό το πάθος. Περί θανάτου φιλοσοφεί και συμπεριφέρεται σαν να μείνει αθάνατος. Ομιλεί για την εγκράτεια και δίνει αγώνες για τη γαστριμαργία. Μακαρίζει την υπακοή και πρώτος αυτός παρακούει. Διαβάζει για την Κρίση και αρχίζει και χαμογελά. -Ξέρετε πόσες φορές μιλάμε για την κόλαση, για την Κρίση με μία ειρωνεία; «Α! Εσύ… Εμείς… θα πάμε, ουουου… θα πάμε στην Κόλαση». Και γελάμε. Και γελάμε. Κοιτάξτε, θα βρούμε τον εαυτό μας σε όλα αυτά τα σημεία. Εδώ θα πιαστούμε, θα μας πιάσει αυτή η ανάλυση που κάνει ο λόγος του Θεού δια του αγίου πατρός. Θα μας πιάσει… Και γελάμε και αστειευόμεθα και λέμε ανέκδοτα για την κόλαση. Σαν να ‘ναι κάτι που μπορούμε να γελάμε, να αστειευόμεθα-… «Με εμπάθεια ατενίζει στα όμορφα πρόσωπα και ομιλεί για τη σωφροσύνη και την αγνότητα. Πάντοτε γίνεται κατήγορος του εαυτού του, αλλά να συνέλθει δεν θέλει, για να μην πω, δεν μπορεί», λέει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος.
Και ο άγιος Ιωάννης, προσωποποιώντας την αναισθησία, είναι μία συνήθειά του σε όλους τους λόγους του αυτούς, στο τέλος της ομιλίας να προσωποποιεί το κάθε πάθος ή την κάθε αρετή και να δίδει έμφαση σε εκείνα που γράφει. Προσωποποιώντας λοιπόν και λέγει ότι… «Έκανα πολλή προσευχή, να την ζουλήξω να ομολογήσει κι άλλα πράγματα. Έλα εδώ, αναισθησία! Θα μου ομολογήσεις κι άλλα». Κι εκείνη λέει: «Οι δικοί μου οι σύντροφοι όταν βλέπουν νεκρούς, γελούν. ‘’Πάει κι αυτός, ξόφλησε κι αυτός…!’’. Και γελούν. Ενώ βρίσκονται στην προσευχή, είναι πέτρινοι και σκληροί και σκοτεινοί -Αυτό και στην Εκκλησία μέσα στην Λειτουργία- . Αντικρίζουν την αγία Τράπεζα και μένουν αναίσθητοι. Μεταλαμβάνουν τα άγια Δώρα και μοιάζουν σαν να γεύτηκαν απλό ψωμί. Εγώ, η αναισθησία, όταν βλέπω κάποιον να κατανύσσεται, τον περιγελώ. Εγώ, η αναισθησία, είμαι η μάνα του αναίσθητου γέλιου. Εγώ, η αναισθησία, τρέφω τον πολύν ύπνον. Εγώ είμαι η φιλενάδα του χορτασμού. Εγώ, όταν ελέγχομαι, δεν πονάω. Εγώ είμαι σφιχταγκαλιασμένη με την ψευτοευλάβεια». Αυτό το τελευταίο, πόσα πράγματα λέει!
Μέσα λοιπόν σε όλα αυτά, τι λέτε; Τι λέτε, αγαπητοί μου; Βρίσκετε τον εαυτό σας; Εγώ τον βρίσκω. Δηλαδή όλοι μας βρίσκουμε τον εαυτό μας. Α, ώστε λοιπόν έχομε μία δόσιν αναισθησίας. Όταν πρωτοδιάβασα αυτόν τον λόγον, δεν είχα την δύναμη, εδώ και χρόνια, να τον τελειώσω, γιατί σας βεβαιώνω, δεν άντεχα. Έβρισκα σε κάθε βήμα τον εαυτό μου. Και είπα: «Είμαι αναίσθητος;». Φαίνεται έχομε μίαν δόσιν, λίγο ή πολύ, μιας κάποιας αναισθησίας.
Και ερωτάμε, σύμφωνα με την παραβολή που είπε ο Κύριος: «Κάτω από τέτοιες συνθήκες αναισθησίας, πώς μπορεί κανείς να ακούει τον λόγο του Θεού; Και τι μπορεί να αποδώσει;». Θα πρέπει να ρωτήσομε, τι πρέπει να κάνομε; Εξαναγκάζει πάλι την αναισθησία κατά τον τρόπο που γράφει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, να ομολογήσει και πάλι τι μπορεί να κάνομε για να την διώξομε: «Εμένα», λέγει, «με αύξησε η πολυκαιρία. Εμένα με έχει παγιώσει, στερεώσει, η κακή συνήθεια».
Ώστε, λοιπόν, ευρισκόμενοι σε αυτήν την πρώτην φάσιν της αναισθησίας όλοι μας, αγαπητοί, σημαίνει ότι αντιλαμβανόμεθα μεν την κατάστασή μας, παρατηρούμε όμως να εδραιώνονται μέσα μας δύο πράγματα. Να εδραιώνονται αυτά τα δύο. Ποια; Ο πολυκαιρισμός, κάτι που χρονίζει, και η συνήθεια. Και αυτά τα δυο είναι τα φοβερά όπλα της αναισθησίας, που ζει, κινείται και κραταιώνεται. Γι’αυτό πρέπει να πολεμούμε, αγαπητοί μου, αμέσως μόλις κάποιο κακό παρατηρήσουμε στον εαυτό μας και να μην το αφήνουμε ούτε να χρονίζει, ούτε να περνά μέσα εις τον χώρον της συνηθείας. Αυτό που πολλοί λένε: «Συνήθειά μου». Να την κόψεις. «Μα…». Να την κόψεις την συνήθειά σου. Αλλά είναι τόσο δυνατή η συνήθεια, σχοινί, παλαμάρι, που δεν μπορούμε να την κόψομε. Κόβεται. Θέλεις; Στο βάθος – ακούστε με, σας λέω αλήθεια- δεν θέλομε. Γιατί; Αγαπάμε την συνήθειά μας ή τις συνήθειές μας. Τις αγαπούμε.
Και συμπληρώνει εδώ ο άγιος Ιωάννης, δηλαδή η αναισθησία: «Εάν μελετάς επίμονα και με πολλή αγρυπνία την αιωνία Κρίση, ίσως με κάνεις να χαλαρώσω λίγο. Βρες την αιτία που σου συμβαίνουν αυτά. Κοντά στα φέρετρα να προσεύχεσαι συχνά. Έχε έντονη την εικόνα τους. Μένε στην αδιάλειπτη προσευχή, στη νηστεία, στον φόβο του Θεού. Ίσως κάτι καταφέρεις».
Αυτή η αναισθησία, αγαπητοί μου, πρέπει να πούμε ότι κάποτε πιάνει ολόκληρο λαό. Οι Εβραίοι δυστυχώς, δυστυχώς ήταν ένας λαός πωρωμένος. Γι’αυτό, σε μετάφραση σάς διαβάζω αυτό που λέει ο Ησαΐας: «Κύριε, ποιος πίστεψε στο μήνυμά μας; Σε ποιον φανέρωσε ο Κύριος την δύναμή Του; Ο Θεός παρεχώρησε, από την αναισθησία τους να τυφλωθούν τα μάτια τους και σκότισε τον νου τους έτσι, που να μην μπορούν να δουν τα μάτια τους και με τον νου τους να καταλάβουν και επιστρέψουν σε εμένα για να τους γιατρέψω».
Με μελαγχολία λέει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στο ευαγγέλιό του για τον Χριστό: «Τοσαῦτα δὲ αὐτοῦ σημεῖα πεποιηκότος ἔμπροσθεν αὐτῶν οὐκ ἐπίστευον εἰς αὐτόν». Ήταν πωρωμένοι. Εξάλλου αυτήν την προφητείαν χρησιμοποιεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης για να το δείξει το θέμα.
Και ο απόστολος Παύλος τι λέει για τους Εβραίους; «Ἐπωρώθη τὰ νοήματα αὐτῶν ἄχρι της σήμερον(:πωρώθηκαν). Τὸ αὐτὸ κάλυμμα ἐπὶ τῇ ἀναγνώσει τῆς παλαιᾶς διαθήκης μένει». Τίθεται όμως το ερώτημα, αγαπητοί: Αν και στον νέον Ισραήλ, της χάριτος, δηλαδή στην Εκκλησία, υπάρχει μια τέτοια αναισθησία, θα πρέπει να προσέξουμε ότι υπάρχει σε απελπιστικό βαθμό αυτή η αναισθησία στον λαό μας, τον ορθόδοξο λαό μας… Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος ονομάζει την αναισθησία «λιθώδη»-πέτρινη-, «μαινάδα»– δηλαδή μανιασμένη- και «μωράν»-ανόητη. Σήμερα, τον λαό μας, τον ορθόδοξο λαό μας τον βλέπομε να μένει ασυγκίνητος και λιθώδης σε θέματα πίστεως και ζωής. Προσβάλλεται η πίστις; Δεν συγκινείται ο λαός μας. Προσβάλλεται και υπονομεύεται η Εκκλησία του; Τίποτα δεν τον συγκινεί. Δηλαδή λιθώδης. Όσοι δεν είναι ανυποψίαστοι και διαμαρτύρονται για την κατάσταση, θεωρούνται παρεκκλησιαστικοί και φανατικοί. Θα είχα πολλά να πω στο σημείο αυτό αλλά δεν έχω χρόνο. Ακόμη, βλέπομε τον λαό μας να μαίνεται, να είναι τρελός για ό,τι υγιές έχει απομείνει σ’ αυτόν τον ταλαίπωρο τόπο. Ζητά την αλλαγή, πάντα στο χειρότερο, εν ονόματι όμως της προόδου. Και προσβάλλει κάθε πιστόν που αντιστέκεται, κρατώντας τις παραδόσεις της πίστεως. Ακόμη τον λαό μας τον διακρίνει και μια μωρία, που είναι συνέπεια αυτής του της αναισθησίας. Βλέπει ότι πηγαίνει κατά κρημνού ο λαός μας και δεν ανησυχεί. Αρκεί να έχει να φάει. Εχθροί μας υπονομεύουν μεθοδευμένα και την πατρίδα μας και την Ορθοδοξία μας και ο λαός μας μένει ανυποψίαστος. Αρκεί που έχει να τρώει… Είχε δίκαιο λοιπόν ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος όταν αποκαλεί την αναισθησία «λιθώδη καί μαινάδα καί μωράν».
Αγαπητοί, ο Κύριος σήμερα μας μίλησε για τους αναισθήτους ακροατάς του θείου λόγου. Είναι η χειρότερη κατηγορία ακροατών. Θα σας υπενθυμίσω ότι σε κάποιο βαθμό, το είπαμε, αναισθησίας έχομε όλοι μας. Ας σπεύσομε να την θεραπεύσομε. Ίσως αύριο να φθάσομε στην πώρωσιν, που δεν θεραπεύεται. Ίσως αύριο είναι αργά. Ίσως αύριο είναι πολύ αργά…
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_413.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
[:Λουκά 8,5-15]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΟΙ ΕKKOΣΜΙΚΕΥΜΕΝΟΙ ΑΚΡΟΑΤΑΙ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 15-10-1995]
[Β323]
Όταν μιλούσε ο Κύριος, αγαπητοί μου, είχε πάντοτε μπροστά Του ένα πυκνό ακροατήριον. Και ο λόγος του Θεού έπεφτε στις καρδιές άλλοτε απαλά, άλλοτε συγκλονιστικά και άλλοτε υποκριτικά και αδιάφορα. Και ο λόγος ήταν πάντοτε ο ίδιος για όλους. Οι καρδιές, όμως, των ακροατών ήταν διαφορετικές. Ο σπόρος του λόγου έπεφτε σε διαφορετικά εδάφη. Γι’αυτό ο Κύριος είπε την παραβολή του σπορέως, που ακούσαμε στη σημερινή ευαγγελική περικοπή. Ήθελε οι ακροαταί Του να συνειδητοποιήσουν την ποιότητα του εδάφους που ο καθένας είχε.
Και ο Κύριος μίλησε για τέσσερις κατηγορίες «εδαφών»-ακροατών. Στην πρώτη κατηγορία, μας πληροφορεί ο Κύριος, ο σπόρος, ο λόγος του Θεού, πέφτει, λέει, «παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό». Δεν έπεσε ένα μέρος του σπόρου εις το χωράφι. Αλλά στο μονοπάτι δίπλα, εις τον δρόμον, που ήταν πατημένη γη. Ήρθαν όμως και τα πουλιά, αφού δεν μπόρεσε αυτός ο σπόρος να ανακατευθεί με το χώμα και το μέρος αυτό του σπόρου, το κατέφαγαν, λέγει, τα πουλιά του ουρανού. Πρόκειται για τους ανθρώπους εκείνους που η καρδιά τους είναι γη πατημένη. Δηλαδή δεν φυτρώνει τίποτα. Είναι οι πωρωμένοι άνθρωποι. Τίποτε δεν εγγίζει την καρδιά τους. Ούτε κι αυτή ακόμη δύναται να εγγίσει η χάρις του Θεού. Γιατί ο άνθρωπος είναι ελεύθερος.
Επιπλέον, κι αν έμεινε κάτι μέσα στην καρδιά, έρχεται, λέγει η παραβολή, έρχεται ο διάβολος και παίρνει από την καρδιά τους ό,τι άκουσαν. Και συμπληρώνει ο Κύριος ερμηνεύοντας την παραβολή: «ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν». Για να φθάσουν, αφού δεν θα άκουγαν ή δεν θα ήθελαν να ακούσουν ή δεν θα ήθελαν να κατανοήσουν, ώστε να φθάσουν να μην πιστέψουν κι έτσι να μη σωθούν. Στο βάθος οι άνθρωποι αυτοί είναι άνθρωποι άπιστοι. Αυτό το έδειξαν τελευταία -μην σας κάνει εντύπωση, πιστεύω θα συμφωνήσετε μαζί μου- οι γιορτές της Πάτμου. Μαζεύτηκαν άνθρωποι, είπαν, έκαναν, έδειξαν, προεβλήθησαν και μοιάζουν όλοι αυτοί σαν την πρώτη κατηγορία, που έπεσε ο σπόρος παρά την οδόν, από την γιορτή -όπως τουλάχιστον φάνηκε- δεν άγγιξε τίποτα την καρδιά τους. Από το βιβλίο της Αποκαλύψεως δεν ήγγισε τίποτα στην καρδιά τους… Αντίθετα μάλιστα, προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την γιορτή χωρίς να πάρουν τίποτε. Κρίμα…
Έχομε και την δευτέρα κατηγορία ακροατών. Είναι οι «ἐπὶ τὴν πέτραν», μας λέγει ο Κύριος, που ο σπόρος γίνεται δεκτός, αλλά γρήγορα χάνεται η ικμάδα, η υγρασία. Γιατί πάνω στην πέτρα έχει λίγο χώμα, εκεί πήγε να φυτρώσει, κάτω από το χώμα αυτό το λίγο δεν μπορούσε να διατηρηθεί υγρασία, ικμάδα, και ξηραίνεται ο σπόρος αυτός. Δηλαδή με άλλα λόγια είναι οι άνθρωποι, οι επιπόλαιοι άνθρωποι, που δεν διαθέτουν βάθος ψυχής και ακούν, χαίρονται, αλλά γρήγορα ξεχνούν.
Είναι και η τρίτη κατηγορία ακροατών. Εκεί, μας λέγει ο Κύριος ότι ο σπόρος πέφτει «ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό». Ήταν ένα μέρος που στο χωράφι, που εκεί φύτρωσαν και αγκάθια. Μεγάλωσε ο σίτος, μεγάλωσαν και τα αγκάθια και επειδή τα αγκάθια, τα αγριόχορτα, μεγαλώνουν πιο εύκολα και πιο γρήγορα, έπνιξαν, λέγει, τα βλαστάρια του σίτου. Ο λόγος του Θεού εκεί δεν μπορεί να αναπτυχθεί, όπως ερμηνεύει ο Κύριος, γιατί οι ποικίλες βιοτικές φροντίδες αποπνίγουν κάθε αγαθή προαίρεση. Και τέλος, μας λέγει η παραβολή, ότι υπάρχει και η τέταρτη κατηγορία, που είναι η γη η αγαθή· που καρποφορεί τριακονταπλάσια, εξηκονταπλάσια και εκατονταπλάσια.
Από τις τρεις πρώτες στείρες κατηγορίες που δεν καρποφορούν, η τρίτη ίσως θα πρέπει να είναι και η πιο χαρακτηριστική. Αλλά ας δούμε. Η τρίτη κατηγορία είναι εκείνη που, όπως σας είπα, ακούν, αλλά η θέλησή τους συμπνίγεται με τα αγκάθια της βιοτικής μερίμνης. Αυτοί οι Χριστιανοί έχουν δυνάμεις και νοητικές και συναισθηματικές και βουλητικές. Εντούτοις έχουν κάνει ένα κάποιο λάθος, μια λανθασμένη εκτίμηση. Δεν ιεράρχησαν σωστά όλες τις αξίες της ζωής. Και βέβαια πολλά πράγματα στη ζωή είναι αξίες. Το επάγγελμα, ο γάμος, οι ποικίλες επιτυχίες. Όλα αυτά είναι αξίες. Αλλά δεν μπόρεσαν να εννοήσουν ότι η αξία της σωτηρίας είναι πιο πάνω απ΄ όλες τις αξίες της ζωής. Ότι κατέχει την κορυφή, θα λέγαμε, των αξιών η σωτηρία. Είναι εκείνο που κάποτε είπε ο Κύριος: «Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, ἀλλά ζημιώσῃ εἰς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;». Τι ωφελεί;
Γι΄αυτό λοιπόν τα πράγματα έχουν μία ιεράρχηση. Πρέπει να μπει πάνω πάνω η αξία της σωτηρίας. Έτσι οι άνθρωποι αυτοί, αξιόλογοι άνθρωποι, αλλά έκαναν και κάνουν αυτό το λάθος, να μην ιεραρχούν σωστά τα πράγματα. Έτσι θυσιάζουν πολλές φορές την σωτηρία τους, με πολύ κατώτερα πράγματα. Ή αν θέλετε, απολυτοποιούν κατώτερα πράγματα. Φερειπείν, σου λέει: «Για να μεγαλώσω τα παιδιά μου και δεν φθάνει ο μισθός, μισθός λιτότητος, πρέπει και να… καταχραστώ το ταμείον εις το οποίο εργάζομαι. Ή στα εμπορεύματα που εγώ κινούμαι ή δεν ξέρω τι. Δηλαδή να κλέψω. Αλλά αυτό δεν είναι κακό. Δεν είναι κακό, γιατί θα μεγαλώσω τα παιδιά μου». Εδώ τι κάνω; Απολυτοποιώ μερικά πράγματα. Όπως, φερειπείν, την οικογένεια. Απολυτοποιώ τα παιδιά. Και παραβαίνω τον νόμο του Θεού. Πολύ συχνά το λέγουν ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Δεν έχει σημασία αν παραβαίνω κάτι. Σημασία έχει τι επιτυγχάνω. Μία χήρα γυναίκα, μπορεί ακόμη να δοθεί εις την ανηθικότητα, μόνο και μόνο για να μεγαλώσει τα παιδιά της. Και μπορεί να σου λέγει: «Τι να κάνω; Δεν μπορούσα να κάνω διαφορετικά». Εδώ λοιπόν, τι κάνομε; Βάζουν οι άνθρωποι αυτοί πράγματα κοσμικά, πράγματα κατώτερα, πιο κάτω από το θέμα της σωτηρίας. Είναι ο άνθρωπος που θέτει ακόμα και αυτήν την θρησκευτικότητα σαν μέσο για να αποκτήσει κοσμικά οφέλη. Όπως έγινε, θα επαναλάβω, όπως έγινε με τις γιορτές της Πάτμου. Πάρα πολλοί από αυτούς, τίποτα δεν πιστεύουν. Βρήκαν την ευκαιρία ή να προβληθούν -θα επαναλάβω τι είπα προηγουμένως- ή να κερδίσουν χρήματα ή ό,τι άλλο.
Όλα αυτά όμως τι είναι; Πρόκειται για τον εκκοσμικευμένο Χριστιανό, που θέλει να ακούει μεν τον λόγο του Θεού, αλλά με μέτρο. Και ο καθένας βέβαια διατηρεί το δικό του μέτρο. Δεν υπάρχει εξ αντικειμένου μέτρον. Αλλά μέτρον εξ υποκειμένου. Γιατί φοβάται την πνευματική ανάπτυξη, μήπως στερηθεί κοσμικές χαρές. Είναι… αθλιότης. Έτσι, αν δουν κάποτε οι γονείς τα παιδιά τους ή το παιδί τους να αυξάνει πνευματικά, αμέσως έρχονται και το εμποδίζουν. Αυτοί οι ίδιοι που έστειλαν το παιδί τους στην Εκκλησία, στην εξομολόγηση, στο κατηχητικό σχολείο. Όταν δουν ότι τα πράγματα πηγαίνουν παραπανίσια… «Α! Έλα δω». Γιατί; Φοβούνται το παιδί τους να αναπτυχθεί πνευματικά. Το θέλουν εγκλωβισμένο μέσα στο κλουβί της κοσμικότητος. Ότι το παιδί τους θα στερηθεί τα αγαθά του κόσμου τούτου. Έτσι κορυφαία αξία οι ταλαίπωροι αυτοί άνθρωποι, οι οποίοι έχουν μόνο επίχρισμα Χριστιανισμού, όχι βάθος, τοποθετούν την κοσμικότητα, και πιο κάτω, τον λόγο του Θεού, που σώζει…
Ακόμη και η νόμιμη μέριμνα μπορεί να γίνει εμπόδιο. Η νόμιμη μέριμνα είναι να φροντίσω για το σπίτι μου, για την διατροφή μου, για την εργασία μου, για τις σπουδές μου. Είναι μια νόμιμη μέριμνα. Κι αυτή ακόμη μπορεί να σταθεί εμπόδιο όταν ο άνθρωπος δεν προσέξει. Ο Κύριος παρέστησε αυτήν την κατάσταση με αγκαθιές που μεγαλώνουν και συμπνίγουν το νόημα της σωτηρίας του ανθρώπου. Αλλά αυτή η κατάσταση αν συνεχιστεί, τότε οι άνθρωποι της τρίτης αυτής κατηγορίας, γρήγορα περνούν στις δύο πρώτες κατηγορίες. Δηλαδή στον επιπόλαιο τύπο και εις τον λιθώδη τύπο, τον πωρωμένον άνθρωπο. Αρκεί η κατάσταση αυτή να χρονίσει. Κι εκεί ο κίνδυνος είναι μέγιστος. Γιατί εγγίζει πλέον την αμετανοησία. Και μόνο γιατί θα μπορούσαμε να το σκεφθούμε αυτό αγαπητοί μου, θα μας έπρεπε να μας τρομάζει.
Αν έπρεπε να χαρακτηρίσομε τους ανθρώπους της τρίτης κατηγορίας, τον άνθρωπο, τον ακροατή της τρίτης κατηγορίας, που έχει εκκοσμικευθεί, θα βρίσκαμε ότι στο βάθος έχει απιστία. Ναι. Όχι απιστία στην ύπαρξη του Θεού, ομνύει ότι «Δεν έχω απιστία, πιστεύω στον Θεό», αλλά απιστία στην πρόνοια του Θεού, εις την φροντίδα του Θεού. «Τι περισσότερο», θα μπορούσε να του πει κανείς, «άνθρωπέ μου, θα προσέθετες σε όλο εκείνο το βάρος της βιοτικής μερίμνης; Τι θα μπορούσες περισσότερο; Μάλλον θα κέρδιζες το γνωστό άγχος της εποχής. Και κάθε κέρδος θα έμενε τότε, αν έτσι τοποθετείς τα πράγματα, θα έμενε ανευλόγητο». Θυμάμαι μια φορά έναν άνθρωπο, τσαγκάρης ήταν, δεν πήγαινε ποτέ την Κυριακή στην Εκκλησία και του λέγω: «Α, δεν κάνετε καλά. Παρακαλώ να πηγαίνετε στην Εκκλησία». «Α», μου λέει, έτσι, με αυτό το ύφος- «α, η εργασία είναι ιερόν πράγμα». Τι έκανε ο άνθρωπος αυτός; Απολυτοποίησε την εργασία. Κι έχασε τη σωτηρία. Και αν κάθε μας προσπάθεια μένει ανευλόγητη, θα επαναλάβω, τότε ποιο θα είναι το κέρδος; Εδώ ας θυμηθούμε, αγαπητοί μου, τον Ψαλμωδό που λέγει: «Ἐὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες». Είναι ο 126ος Ψαλμός. «Εάν», λέει, ο Κύριος, «δεν οικοδομήσει σπίτι και σπιτικό, μάταια κοπιάζουν εκείνοι που οικοδομούν». Το σπιτικό είναι η οικογένεια, είναι ο γάμος, είναι η γυναίκα και τα παιδιά, είναι ο σύζυγος και τα παιδιά. Οἶκος είναι και το ντουβάρι, τα ντουβάρια. Πόσες φορές δεν έχομε δει ανθρώπους, κατά ιδιωτικόν τρόπον, ή να κτίζουν το σπίτι τους σήμερα Κυριακή ή να σοφατίζουν ή να ασπρίζουν ή να διορθώνουν κάτι. Περνάς, τους βλέπεις και λες: «Καημένοι άνθρωποι, αυτό που κάνετε, είναι ανευλόγητο. Και είναι ανευλόγητο γιατί ο Θεός είπε να μην κάνομε τέτοιες δουλειές εν ημέρα Κυριακή».
«Ἐὰν μὴ Κύριος φυλάξῃ πόλιν, εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων». Εάν ο Κύριος δεν φυλάξει μια πόλη, ένα κράτος, δεν είναι δυνατόν ποτέ να φυλάξεις την πόλη σου. Εάν ο Κύριος δεν φυλάξει. « Εἰς μάτην ὑμῖν ἐστι τὸ ὀρθρίζειν, ἐγείρεσθαι μετὰ τὸ καθῆσθαι, οἱ ἐσθίοντες ἄρτον ὀδύνης, ὅταν δῷ τοῖς ἀγαπητοῖς αὐτοῦ ὕπνον». Δηλαδή ματαίως σηκώνεσαι πολύ πρωί για να πας στην δουλειά σου και όταν καθίσεις να φας, γρήγορα πάλι σηκώνεσαι, για να τρέξεις στη δουλειά σου, και τρως ψωμί οδύνης, γρήγορα γρήγορα, δεν πάει στο στομάχι σου το ψωμί, το φαΐ, δεν πετυχαίνεις τίποτα. «Όταν ο Κύριος», λέει, «δίδει σε εκείνους που τους αγαπά, ύπνον». Εκείνον τον ύπνον τον μακάριον να κοιμηθούν ήσυχα την νύχτα, χωρίς εφιάλτες, χωρίς προβλήματα, χωρίς αγωνίες και άγχος.
Ο Κύριος, αγαπητοί μου, μας ειδοποίησε: «Προσέχετε δὲ ἑαυτοῖς, μήποτε βαρυνθῶσι ὑμῶν αἱ καρδίαι, ἐν κρεπάλῃ καὶ μέθῃ καὶ μερίμναις βιοτικαῖς». «Προσέξτε», λέει, «μη βαρύνουν οι καρδιές σας, οι ψυχές σας, με την κραιπάλη, με τη μέθη και με τις βιοτικές μέριμνες». Α, ώστε λοιπόν αυτά βαραίνουν τον άνθρωπο. Ναι. Μας θυμίζει ακόμη την παραγγελία του Θεού, που λέγει… στην Παλαιά Διαθήκη: «Πρόσεχε σεαυτῷ καὶ φύλαξον τὴν ψυχὴν σοῦ σφόδρα». Πρόσεξε τον εαυτόν σου. Και φύλαξε πάρα πολύ την ψυχή σου. Οι βιοτικές μέριμνες -για να μείνω σ’ αυτές- εμποδίζουν να καθίσεις στο τραπέζι της Βασιλείας του Θεού. Θυμηθείτε εκείνη την άλλη παραβολή, αγαπητοί, που ο Κύριος στέλνει τον δούλο Του να παραγγείλει: «Το τραπέζι είναι έτοιμο, το τραπέζι της Βασιλείας», τι λέγει ο πρώτος; «Ἀγρόν ἠγόρασα». Τι λέγει ο δεύτερος; «Ζεύγη βοῶν πέντε ἠγόρασα». Τι λέγει ο τρίτος; «Γυναῖκα ἔγημα». Παντρεύτηκα. Και οι τρεις δεν είχαν καιρό. Είχαν εμπλακεί μέσα στις βιοτικές μέριμνες. Νόμιμον είναι να αγοράσεις χωράφι. Νόμιμον είναι να αγοράσεις βόδια να πας να οργώσεις το χωράφι του. Νόμιμον είναι να παντρευτείς. Αλλά δεν μπορούν αυτά να γίνουν εμπόδιο. Και ο λόγος του Θεού να πηγαίνει χαμένος. Αλλά αν η μέθη και η κραιπάλη παραλύουν και βαραίνουν την βούληση του ανθρώπου, εξίσου ενεργούν και οι βιοτικές μέριμνες. Παραλύουν την βούληση του ανθρώπου. Δεν έχει διάθεση για κάτι άλλο.
Ο Κύριος, αναλύοντας την παραβολή, είπε ότι αυτή η κατηγορία ακροατών, που ακούσαμε σήμερα στο Ευαγγέλιο, είναι οι άνθρωποι που ακούν μεν τον λόγο του Θεού, στην ερμηνεία τώρα ο Κύριος, «ἀλλ΄ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι». Τις αγκαθιές τώρα τις αναλύει ο Κύριος. Οι μέριμνες, ο πλούτος και οι ηδονές. Τελικά δεν μπορούν οι άνθρωποι αυτοί να φέρουν καρπόν. Αναφέρει, δηλαδή, τρία εμπόδια, τρεις «πέδες», τρία φρένα. Τις βιοτικές μέριμνες, τον πλούτο και τις ηδονές.
Η επιθυμία του πλουτισμού ομοίως δεν βοηθάει τον άνθρωπο στην εφαρμογή των όσων θα ακούσει. Γιατί πάντοτε δεν έχει καιρό. Γράφει ο Απόστολος Παύλος εις την Α΄προς Τιμόθεον επιστολήν του: «Οἱ βουλόμενοι πλουτεῖν(:Εκείνοι που θέλουν να πλουτίσουν) ἐμπίπτουσιν εἰς πειρασμὸν καὶ παγίδα καὶ ἐπιθυμίας πολλὰς ἀνοήτους καὶ βλαβεράς, αἵτινες(:οι οποίες)βυθίζουσι τοὺς ἀνθρώπους εἰς ὄλεθρον καὶ ἀπώλειαν(:τους βυθίζουν στην καταστροφή). Ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία –Όχι ως τσιγκουνιά. Ως αγάπη προς τα χρήματα. Δηλαδή, η φιλοχρηματία–, ἧς τινες ὀρεγόμενοι ἀπεπλανήθησαν(:Μερικοί –λέγει– επεθύμησαν την φιλοχρηματία και πλανήθηκαν) ἀπὸ τῆς πίστεως καὶ ἑαυτοὺς περιέπειραν ὀδύναις πολλαῖς(:έφυγαν από την πίστη και ‘’περιέπειραν’’, θα πει εκάρφωσαν τον εαυτό τους με καρφιά πολλών οδυνών)».
Αλλά και οι ποικίλες ανέσεις και ηδονές, που είπε ο Κύριος, από τον πλούτο, λέει, και τις ηδονές, είναι το ίδιο πράγμα. Αρκεί να σκεφθεί κανένας ότι ο πλούτος, οι ανέσεις και οι ηδονές, έχουν, προσέξτε, αντισταυρικό χαρακτήρα. Αντισταυρικό χαρακτήρα· που δεν σε αφήνουν να ακούσεις και να ζήσεις το σταυρικό μήνυμα του Ευαγγελίου. Και όχι μόνο, αλλά και σε μεταβάλλουν σε εχθρό του Ευαγγελίου, εχθρό του Χριστού. Να πώς το λέγει: «Εχθρό του Χριστού». Να πώς το λέγει ο Απόστολος Παύλος, το γράφει εις τους Φιλιππησίους: «Πολλοὶ γὰρ περιπατοῦσιν(:Πολλοί, λέει, εκ των Χριστιανών μας ζουν), οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν(:για τους οποίους πολλές φορές σας είχα πει), νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω(:τώρα δε που σας γράφω, το χαρτί –να το πω έτσι με μία σύγχρονη έκφραση– βρέχεται από τα δάκρυά μου), τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια(:που το τέλος τους είναι η απώλεια, η καταστροφή), ὧν(:των οποίων) ὁ θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν(:κάνουν πορνείες, μοιχείες, ασωτίες, γλέντια, διασκεδάσεις), οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες(:αυτοί οι οποίοι φρονούν τα επίγεια)!». Πώς τους είπε; «Ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ». Συνεπώς η ζωή τους… ναι μεν, Χριστιανοί βαφτίστηκαν, είναι αντισταυρική. Και λέγονται «εχθροί του σταυρού του Χριστού».
Αγαπητοί, η κατηγορία των εκκοσμικευμένων ακροατών, δηλαδή η τρίτη κατηγορία, είναι όντως αξιολύπητη. Είναι αξιόλογοι άνθρωποι. Το είπαμε. Αλλά οι μέριμνες του βίου, η επιθυμία του πλουτισμού και οι ηδονές της ζωής τούς ανακόπτουν. Κι αν ακούσουν ή ακούουν, ίσως κάποτε χρόνια ολόκληρα να ακούουν τον λόγο του Θεού, όμως δεν τελεσφορούν, δεν φέρουν τέλος, δηλαδή σκοπόν. Δεν καρποφορούν. Αλλά κινδυνεύουν και να απολιθωθούν κάποια φορά. Παγιώνεται μία περίεργη κατάσταση μες στην ψυχή τους. Αν κάποια στιγμή τους πεις ότι είναι απολιθωμένοι άνθρωποι, θα σου πουν ότι χρόνια ακούν λόγο Θεού. Κι όμως είναι απολιθωμένοι άνθρωποι. Γιατί δεν παρουσιάζουν καμίαν αύξησιν.
Εμείς, αγαπητοί μου, εμείς, ας εξετάσομε σε ποια κατηγορία ακροατών βρισκόμαστε. Ας προσπαθήσομε, με πολλή φιλοτιμία να καταστήσομε τον εαυτό μας γη αγαθή. Δεν είναι εύκολο. Είναι κοπιαστικόν. Δεν είναι εύκολο. Κι εκεί θα πέφτει άφθονος ο θείος σπόρος. Και θα φυτρώνει το φυτό της θεολογίας και της πρακτικής. Κι εμείς θα έχομε την χαρά της καρποφορίας. Μια χαρά που κανείς δεν μπορεί να μας την κλέψει ή να μας την αφαιρέσει. Η δοκιμή θα μας πείσει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_651.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
[:Λουκά 8,5-15]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΟΙ ΕΠΙΠΟΛΑΙΟΙ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 15-10-2000]
[Β423]
Βεβαίως ο Κύριος, αγαπητοί μου, είχε πάντοτε ένα πυκνό ακροατήριο. Όλοι εκρέμοντο από τα χείλη Του. Κάποιοι, όμως, απεσταλμένοι των Φαρισαίων που θέλησαν να Τον συλλάβουν, όταν Τον άκουσαν -κι αυτό είναι ένα δείγμα- γύρισαν και είπαν στους άρχοντές των, τους Φαρισαίους: «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος». «Ποτέ», λέγει, «δεν λάλησε άνθρωπος, σαν κι αυτόν τον άνθρωπον».
Εντούτοις ο Κύριος, ως καρδιογνώστης, δεν έβλεπε τα ίδια αποτελέσματα του λόγου Του στις καρδιές των ακροατών Του. Γι’αυτό ακριβώς και είπε την παραβολή του σπορέως, που ακούσαμε σήμερα. Και με αυτήν θέλησε να δείξει ότι οι ακροαταί Του και μάλιστα διαχρονικά μέσα εις τους αιώνας, όλοι οι ακροαταί Του, διαχρονικά, το υπογραμμίζω, μοιράζονται σε τέσσερις κατηγορίες.
Η πρώτη κατηγορία, μας είπε ο Κύριος και όπως ο Ίδιος ηρμήνευσε την παραβολήν εις τους μαθητάς, που εζήτησαν την ερμηνεία της, είναι εκείνοι οι «παρὰ τὴν ὁδόν». «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ». Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Σπείρεται ο λόγος του Θεού. Και πάρτε την παλιά αυτήν εικόνα που είχαμε στα χωράφια μας. Χαριτωμένη εικόνα, όσο κι αν είναι ίσως πεζή, ίσως όχι πάρα πολύ πρακτική, αλλά χαριτωμένη εικόνα, που κρατάει, έχει το δισάκι, παίρνει τον σπόρο με την φούχτα και αρχίζει να σπέρνει. Πολύ φυσικό είναι ο σπόρος αυτός να πέσει σε διάφορα σημεία του εδάφους, του χωραφιού. Και λέγει ότι ένα μέρος αυτού του σπόρου έπεσε παρὰ τὴν ὁδόν. Δηλαδή στο δίπλα μονοπάτι· που ήταν πατημένη γη. Και αυτό θέλει να δείξει -όπως μας ερμηνεύει, ξαναλέγω, ο Κύριος εις τους μαθητάς Του- τους ανθρώπους, οι οποίοι ακούνε τον λόγο του Θεού, έχουνε πωρωμένη καρδίαν και ουδεμία αίσθηση τούς κάνει. Όχι μόνον δεν τους συγκλονίζει, καμία αίσθηση, τίποτε, απολύτως τίποτε, και έτσι η χάρις του Θεού δεν αγγίζει αυτές τις καρδιές. «Ο διάβολος παίρνει από την καρδιά τους», λέει στη συνέχεια ο Κύριος, «τον θείον λόγον». Πάει ο διάβολος, επιτρέψατέ μου την λέξη, βουτάει, αρπάζει, βουτάει τον λόγον του Θεού «ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν». Για να μην πιστεύσουν κι έτσι να μη σωθούν.
Αυτοί στο βάθος δείχνουν απιστία. Η δευτέρα κατηγορία, μας λέγει ο Κύριος, είναι ο σπόρος που έπεσε «ἐπὶ τὴν πέτραν». Δηλαδή όπως έπεσε ο σπόρος, είχε μεν λίγο χωματάκι από πάνω, αλλά από κάτω ήταν πέτρα. Και δεν μπόρεσε φυσικά εκεί να αναπτυχθεί ο σπόρος αυτός· «διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα». Με το να μην υπάρχει εκεί υγρασία. Γιατί η πέτρα δεν κρατάει την υγρασία· χάνεται. Είναι εκείνοι οι οποίοι δέχονται με χαρά τον λόγο του Θεού, αλλά δεν έχουν βάθος. Και έτσι τελικά τον χάνουν τον λόγο του Θεού. Είναι οι επιπόλαιοι άνθρωποι αυτοί.
Είναι και η τρίτη κατηγορία, μας λέει ο Κύριος, που ο θείος σπόρος πέφτει μέσα στις καρδιές κατά τρόπον τέτοιον, που δεν μπορεί κι εκεί να καρποφορήσει. «Έπεσε», λέει, «στις αγκαθιές». Γιατί δίπλα εκεί, κάπου στον δρόμο, έχει αγκαθιές το χωράφι. Και φυσικά έπεσε ο σπόρος, φύτρωσε, πήγε να αναπτυχθεί, αλλά τα αγκάθια δεν τον άφησαν να αναπτυχθεί. Τον απέπνιξαν. Προσέξτε την λέξη: απέπνιξαν. «Είναι», λέγει, «οι φροντίδες του βίου τούτου: ‘’Τι θα κάνομε, τι θα φάμε, τι θα πιούμε, πώς θα κινηθούμε, πώς θα δουλέψομε, τι λεφτά θα βγάλομε’’. Το κοσμικό φρόνημα σε μία υπερθετική του θέση, που τελικά δεν αφήνουν όλα αυτά τα πράγματα να αναπτυχθεί μες στην καρδιά ο λόγος του Θεού».
Και τέλος, μας λέγει ο Κύριος, υπάρχει και η κατηγορία της αγαθής γης. Όταν ο σπόρος πέφτει «εἰς τὴν ἀγαθήν γῆν», δηλαδή την καλή γη, την καρποφόρον γη· που ετοιμάστηκε ακριβώς για να αποδώσει καρπόν. Κι εκεί πράγματι αποδίδει καρπόν άλλοτε τριακονταπλάσιον, εξηκονταπλάσιον και άλλοτε εκατονταπλάσιον.
Βλέπομε εδώ όμως ότι από τις τέσσερις αυτές κατηγορίες, που θα θέλαμε πολύν χρόνον δια να τις αναλύσουμε, θα πάρομε μόνον μία. Θα πάρομε την δεύτερη κατηγορία των ακροατών· oι οποίοι ακούνε τον λόγο του Θεού με χαράν, έχουν όμως αυτήν την επιπολαιότητα, που τελικά δεν μπορεί να καρποφορήσει, να αναπτυχθεί και να καρποφορήσει ο λόγος του Θεού. Να πώς το λέγει ο Κύριος: «Οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ(:οι οποίοι ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ῥίζαν οὐκ ἔχουσιν(:δεν έχουνε ρίζα), οἳ(:οι οποίοι) πρὸς καιρὸν πιστεύουσι(:εντυπωσιάζονται, προς καιρόν –λέει– πιστεύουν) καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται(:Μόλις έρθει όμως κάποιος πειρασμός –θα δούμε τι είδους πειρασμός– φεύγουν από την πίστιν)». «Ἀφίστανται».
Αυτή η κατηγορία είναι βέβαια αξιοσυμπάθητη, αλλά και εξοργιστική ταυτοχρόνως. Έχουν όλα τα καλά γνωρίσματα της αρχής της πίστεως. Και της προκοπής της πνευματικής. Ακούν με πολλή προθυμία. Αποδέχονται με χαρά. Στην αρχή νομίζεις ότι μέσα σε λίγες μέρες οι άνθρωποι αυτοί θα ανεβούν σε μεγάλα ύψη αρετής. Την κλίμακα, δηλαδή, των αρετών θα αρχίσουν να ανεβαίνουν γρήγορα- γρήγορα. Αλλά όχι όμως έτσι. Τρέχουν να ακούσουν τον λόγο του Θεού όπου λαλείται. Βέβαια καταβροχθίζουν τον λόγο του Θεού με πολλήν όρεξιν, όλη την χριστιανική γραμματεία και το Ευαγγέλιον βεβαίως, κινούν τον φθόνον, ναι, ναι, ή αν θέλετε την λέξη την βάζω μέσα σε εισαγωγικά «τον φθόνον». Είναι εκείνοι που ζηλεύουνε: «Πώς αυτός προκόβει κι εγώ δεν έχω προκόψει;». Ή τον θαυμασμόν του περιβάλλοντός των: «Πώς τόσο απότομα, πώς τόσο γρήγορα έφθασαν σε τόσα μέτρα υψηλά!». Εντούτοις είναι άριζοι. Έχετε δει στην ζωή σας εσείς τέτοιους ακροατάς; Δυστυχώς. Είναι ίσως ίσως οι περισσότεροι εκ των χριστιανών μας. Δεν έχουνε ρίζα. Δεν έχουνε βάθος. Είναι ρηχοί. Είναι αβαθείς.
Πού οφείλεται, όμως, αυτή των η κατάστασις; Με το να είναι ρηχοί και αβαθείς, ώστε όταν έλθει ένας πειρασμός τα πράγματα να αναποδογυριστούν; Λοιπόν, στη δομή τους, όταν… κατασκεύαζαν τον εαυτό τους, στη δομή τους… Μην πει κανείς: «Τέτοιος είμαι». Τέτοιος έγινες– ο κάθε άνθρωπος γίνεται, δεν είναι, γίνεται. Είναι εκείνο που έθεσε σαν ερώτημα ο Σωκράτης στον Πρωταγόρα, εάν είναι διδακτή η αρετή. Αν το θυμόσαστε από το σχολείο σας. Αν είναι διδακτή η αρετή. Είναι διδακτή η αρετή. Βέβαια υπάρχουν κάποιες, ίσως έμφυτες προϋποθέσεις. Δεν υπάρχει αντίρρηση γι’αυτό. Αλλά κυρίως, δεν είναι ποιος είσαι, αλλά ποιος έγινες. Έτσι λοιπόν, δεν πρόσεξαν εις την δομή τους. Επειδή χρησιμοποιώ την λέξη δομή, γι’ αυτόν τον λόγο είπα αυτά που τώρα σας είπα.
Απουσιάζει σε αυτούς, πείτε από το σπίτι, πείτε από το σχολείο, πείτε από την κοινωνία, πείτε όπως θέλετε, απουσιάζει απ’ αυτούς η σοβαρότητα στη σκέψη. Αυτό τα λέει όλα. Εδώ να σταματούσα, αγαπητοί μου, και σας έλεγα: «Δι’ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν· τελειώσαμε» · θα καταλαβαίνατε πολλά. Όταν λείπει αυτή η σοβαρότητα στη σκέψη. Δεν σκέπτονται σοβαρά. Δεν σκέπτονται σωστά. Δηλαδή παρέρχονται τα πράγματα στην επιφάνειά τους. Τα βλέπουν όλα επιφανειακά. Δεν κάνουν τον κόπο να βαθύνουν. Δεν επιμένουν. Δεν βασανίζονται. Ένα κείμενο, μια λέξη, δεν την βασανίζουν, τι θα πει αυτή η λέξη, γιατί; Και τι σημαίνει; Και πώς μπορεί να διαφοροποιηθεί από μίαν άλλη λέξη, που πιθανώς πιθανώς να είναι συνώνυμος. Δηλαδή σε αυτούς υπάρχει η απουσία καταρτισμού σε βάθος. Αυτό συμβαίνει σε όλα τα πράγματα. Και στο επάγγελμα και στην εργασία και στην τέχνη. Στην επιστήμη, αν είναι επιστήμων, αλίμονό του, αλίμονό του… Επιπόλαιος επιστήμων; Δεν υπάρχει χειροτέρα εικόνα. Στα Γράμματα, στις κουβέντες του, στις συνεντεύξεις του, στα λόγια του, στις υποσχέσεις του, σε όλα είναι επιπόλαιος. Κι αυτό είναι το δυστύχημά του. Ό,τι έμαθε το έμαθε και συνεχίζει να το μαθαίνει, ό,τι μαθαίνει καινούριο, επιδερμικά. Εξάλλου αυτό θα πει επιπόλαιος. Δηλαδή ο άνθρωπος που επιπολάζει, δηλαδή είναι στο δέρμα επάνω, είναι στην επιφάνεια. Δεν έχει βάθος. Το βάθος, όπως λέει ο ίδιος, όταν τον πουν επιπόλαιο, ξέρετε τι απαντάει; «Ω, το βάθος με κουράζει». Έτσι λένε. Θέλουν να δουν ένα ελαφρύ κινηματογραφικό έργο. Ένα σοβαρό, δεν μπορούν… Θέλουν να διαβάσουν ένα ελαφρύ βιβλίο. Το σοβαρό δεν μπορούν… Γιατί; Τους κουράζει, λέει. Ποιος φταίει σ’ αυτό;
Συνήθως σ’ αυτούς υπάρχει μία έωλος συναισθηματική κατάστασις. Αγαπούν και σε λίγο δεν αγαπούν. Μάλιστα κινούνται επάνω εις τον συναισθηματικόν άξονα. Πάρτε τον αλγεβρικό άξονα, θυμάστε απ’ το σχολείο, από την Άλγεβρα. Το μηδέν· εδώ είναι τα αρνητικά, εδώ τα θετικά. Εδώ είναι η αγάπη, εδώ είναι το μίσος. Και βλέπετε, μπορεί να κινηθούν με πάσαν άνεσιν. Αυτή τη στιγμή μου ΄ρχεται… ένα πρόσωπον, μία κυρία είναι, πω, πω, πω, το λέει και η ίδια: «Εγώ», λέει, «άμα αγαπώ, αγαπώ πολύ. Αλλά εάν μισώ, μισώ πολύ». Έτσι έλεγε αυτή η ταλαίπωρη κυρία. Αχ, να ΄φθανε καμία φορά αυτή η ομιλία να την ακούσει! Έτσι λοιπόν κινούνται στον συναισθηματικόν άξονα της αγάπης, όλος ο άξονας είναι συναισθηματικός, αγαπούν, με λαχτάρα, βλέπετε, λέτε: «Πω, πω..!» και κάτι να συμβεί, κάτι το ελάχιστον, δεν λογαριάζουν τίποτε για να φθάσουν στην άλλη πλευρά που είναι το μίσος. Δεν νομίζετε πως είναι κάτι πάρα πολύ σοβαρό; Τέτοιοι άνθρωποι, αγαπητοί μου, να φυλάγει ο Θεός! Κι αν συμβαίνει το θέμα αυτό μέσα εις τον γάμον; Να έχει ο άνδρας ή η γυναίκα, τέτοια ευκολία κινήσεως επάνω εις τον συναισθηματικόν άξονα; Τότε τι γίνεται; Μια τέτοια ψυχολογία, επόμενον είναι να στερείται εκείνο που σας είχα πει, σοβαρότητος. Και σταθεράς βουλήσεως. Λέει και ξελέει. Έχομε ανθρώπους που λένε και ξελένε. «Είπα, ξείπα», σου λέει. Διότι όταν είπε, δεν λογάριασε, δεν βυθομέτρησε. Δείχνει μία ορμή, έναν ενθουσιασμό και ξαφνικά όλα αδρανοποιούνται. Θα λέγαμε, ανεπιφύλακτα, ότι έχομε απουσία μίας σοβαράς προσωπικότητος. Δεν έχομε σοβαρή προσωπικότητα.
Και ποιο είναι εκείνο το στοιχείο που αποκαλύπτει αυτήν την επιπολαία και ακατάστατη ψυχολογία; Χμ, εδώ είναι τώρα. Ο Κύριος μάς το αποκαλύπτει. «Είναι», λέει, «ο πειρασμός». Τι θα πει «πειρασμός»; Ο γενικός πειρασμός. Γενικός πειρασμός θα πει οτιδήποτε που μπορεί να με πειράξει. Οτιδήποτε που μπορεί να με ενοχλήσει. Μπορεί να με ενοχλήσει η ζέστη, το κρύο, μια κουβέντα του αλλουνού. Οτιδήποτε που μπορεί να με πειράξει, αυτό είναι ικανό να με κάνει να αφίσταμαι, να αλλάξω. Το λέγει, όπως είπαμε, ο Κύριος. Και πρέπει ιδιαιτέρως να το προσέξομε. Στον χώρο της πίστεως ο πειρασμός είναι, αγαπητοί μου, πωωω…, πάρα πολύ εύκολος. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο εύκολος είναι, μέσα εις αυτήν την καθημερινότητα. Κάτι να δούμε στον άλλον, κάτι ξέρω γω στον ιερέα να δούμε κάτι κ.λπ., αμέσως αρπαζόμαστε, σκανδαλιζόμαστε και λέμε…ό,τι θα πούμε. Τον ιερέα τον οποίον εθαυμάζαμε και επαινούσαμε, τώρα είμεθα έτοιμοι να τον κατηγορήσομε. Το Ευαγγέλιο το ίδιο, τι να πάω στον ιερέα, που δεν τον καταλαβαίνομε και πολλές φορές νομίζομε ότι αντιφάσκει το Ευαγγέλιο. Από τη μια δηλαδή λέει αυγά, από την άλλη καλάθια. Το Ευαγγέλιο αντιφάσκει; Η αγραμματοσύνη σου αντιφάσκει, αδελφέ μου, και όχι το Ευαγγέλιον. Αλλά εάν είχες σκέψη και έλεγες: «Είναι δυνατόν ποτέ;». Θα το πάρεις δεδομένον ότι το Ευαγγέλιον δεν αντιφάσκει. Τότε τα πράγματα θα τα βρεις. Τότε σημαίνει αρχίζεις να γίνεσαι σοβαρός άνθρωπος. Ακούσατε; Τότε αρχίζεις να γίνεσαι σοβαρός άνθρωπος.
Έτσι λοιπόν, ο επιπόλαιος άνθρωπος διαμαρτύρεται ακόμη και μπροστά εις τον Θεό και μπροστά εις τους ανθρώπους. Επιρρίπτει ευθύνες εις τον πειρασμόν -τον όποιον πειρασμόν- απαντά δε σ’ αυτό ωραιότατα ο Ωριγένης. Εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον εις το υπόμνημά του λέει το εξής, αγαπητοί μου: «Δεν φταίει», λέει, «ο άνεμος του πειρασμού – προσέξτε να δείτε- όταν εσύ αποδεικνύεσαι άχυρο και όχι σίτος». Είδατε το λίκνισμα, ε; Κι αυτή παλιά εικόνα· που λιχνίζομε το σιτάρι. Και το μεν άχυρο το παίρνει ο άνεμος, αυτό επωφελούμεθα, ότι ο άνεμος παίρνει το άχυρο, ο δε σίτος πέφτει μέσα εις το αλώνι. «Αμ», λέει, «δεν φταίει ο άνεμος. Φταις εσύ, που δεν είσαι σιτάρι, αλλά είσαι άχυρο». Αυτό λοιπόν ένας άνθρωπος ο οποίος αρχίζει να θέλει να είναι σοβαρός, να κάνει ερώτημα στον εαυτό του: «Μήπως είμαι άχυρον;».
Και ποιος είναι αυτός ο πειρασμός; Είναι ο κόσμος. Πρώτα πρώτα, πρώτα πρώτα ο κόσμος. Δεν είναι ο διάβολος. Ο διάβολος είναι τελευταίος, αγαπητοί μου. Είναι ο κόσμος. Εν εννοία ηθική. Εν εννοία πνευματική. Που άλλοτε συνοφρυώνεται όταν δεν του αρέσεις και άλλοτε σου χαμογελά ο κόσμος, όταν του αρέσεις. Αν του αρέσεις, όλα έχουν καλά. Αν δεν του αρέσεις… Και τότε εσύ θέλεις να συμμορφώνεσαι με την γνώμη του κόσμου. Κι αν βεβαίως στραφείς στο τι θα πει ο κόσμος σε εκείνο που ξεκίνησε, ε, βέβαια, είσαι επιπόλαιος. Ε, βέβαια δεν έχεις σοβαρότητα. Ε, βέβαια δεν έχεις δική σου γνώμη. Δεν είσαι άνθρωπος με βαρύτητα, αλλά είσαι πράγματι άχυρο, ελαφρύς και σε παίρνει ο άνεμος. Πόσο περισσότερο αν κάποτε ο κόσμος σου δείξει γροθιά. Ότι θα σε πολεμήσει. «Α, θα με πολεμήσει;». Κι αρχίζεις να φοβάσαι. Η δειλία. Η δειλία. Ξέρετε; Όπως λέει στο βιβλίο της Αποκαλύψεως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, οι πρώτοι που θα πάνε στην κόλαση, θα είναι οι δειλοί. «Τοῖς δὲ δειλοῖς -λέει προς το τέλος της Αποκαλύψεως- τὸ μέρος αὐτῶν ἐν τῇ λίμνῃ τῇ καιομένῃ ἐν πυρὶ καὶ θείῳ, ὅ ἐστιν ὁ θάνατος ὁ δεύτερος». «Το μέρος», λέει, «των δειλών, σε θέματα, πρώτα πρώτα πίστεως». Πρώτα πρώτα πίστεως. Να απαρνηθείς, να απαρνηθείς πραγματικά τον Χριστόν, γιατί φοβήθηκες. Γιατί θα σε κακοποιήσει ο κόσμος. Γιατί θα σε κακοχαρακτηρίσει ο κόσμος. Κ.ο.κ. Τι δείχνει εδώ; Δείχνει μία πίστη, η οποία είναι αβαθής. Είναι μία πίστη άριζος.
Ακόμη, είναι ο εγωισμός. Εκείνος ο οποίος θα σε κάνει να αποτραπείς από την πίστη. Είναι πειρασμός ο εγωισμός· ο οποίος και αυτός με τη σειρά του μας πλήττει. Και όταν ακόμα η άνεσις μάς λείψει… σ’ αυτό δα… δεν μπορούμε να αντέξουμε ποικίλες κακοπάθειες της ζωής. Γι’αυτό στην αρχή, σας είπα, ακόμα και του ότι κάνει ζέστη, τα βάζουμε με τον Θεόν. Και λέμε: «Ουφ…». Αλλά δεν έχομε την εικόνα των μαρτύρων. Αγαπητοί μου, όταν πηγαίνω να προσκυνήσω τις εικόνες μου και είναι εικόνες μαρτύρων, άγιος Γεώργιος, άγιος Δημήτριος κ.τ.λ. σας βεβαιώνω, κάθε φορά ντρέπομαι. Ντρέπομαι…: «Εκείνοι έτσι· εγώ πώς;»… Και πρέπει πράγματι η συμπεριφορά των αγίων, και μάλιστα των μαρτύρων, πρέπει όντως να μας ελέγχει. Εδώ δηλαδή με άλλα λόγια υπάρχει η απόρριψις του λεγομένου σταυρικού ευαγγελίου. Το Ευαγγέλιον είναι σταυρικόν. Διότι από τη στιγμή που θα το ακολουθήσεις, είναι σταυρός. Εκείνο που είπε ο Χριστός: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, να σηκώσει τον σταυρό του και να με ακολουθήσει» κ.τ.λ.
Όταν ακόμα αφαιρούνται, τι με κάνει επιπόλαιο και κυρίως σε θέματα πίστεως, όταν αφαιρούνται τα συμφέροντα. Τα κακώς νομιζόμενα συμφέροντα. Όπως φερειπείν αν απειλείται η περιουσία μου και δεν ξέρω τι άλλο. Γι’ αυτό γράφει στην προς Εβραίους ο Απόστολος Παύλος μια περίφημη περικοπή. Λέγει σ’ αυτούς: «Ἀναμιμνήσκεσθε δὲ τὰς πρότερον ἡμέρας(:Θυμηθείτε τις πρώτες μέρες, θυμηθείτε τον παλιό καιρό), ἐν αἷς (:εν τις οποίαις ημέραις) φωτισθέντες πολλὴν ἄθλησιν ὑπεμείνατε παθημάτων(:αφού σας φώτισε ο Θεός, υπομείνατε πολλήν άθλησιν), εν αις φωτισθέντες πολλήν άθλησιν υπεμείνατε παθημάτων. Τοῦτο μὲν ὀνειδισμοῖς τε καὶ θλίψεσι θεατριζόμενοι (:Από τη μια μεριά να σας θεατρίζουν οι άνθρωποι, να σας ονειδίζουν. Απ’ την άλλη μεριά), τοῦτο δὲ κοινωνοὶ τῶν οὕτως ἀναστρεφομένων γενηθέντες (:αφού γίνατε κοινωνοί όλων εκείνων που έτσι συμπεριφέρονται) καὶ τὴν ἁρπαγὴν τῶν ὑπαρχόντων ὑμῶν μετὰ χαρᾶς προσεδέξασθε(:και δεχθήκατε την αρπαγή των υπαρχόντων σας)». Θυμόσαστε, μέχρι τώρα, μέχρι τώρα, φερειπείν στην Ρωσία, δεν ξέρω πού αλλού, επί καθεστώτος κομμουνιστικού, τι δηλαδή; Δήμευσις της περιουσίας σου! Δημεύεται η περιουσία σου. Αυτό θα πει εδώ. «Μετὰ χαρᾶς προσεδέξασθε». «Μετά χαράς», λέει, «προσεδέξασθε(: Το δεχθήκατε αυτό με πολλή χαρά), γινώσκοντες ἔχειν ἐν ἑαυτοῖς κρείττονα ὕπαρξιν(: –ὕπαρξις θα πει περιουσία-: γνωρίζοντες ότι έχετε καλύτερη περιουσία) ἐν οὐρανοῖς καὶ μένουσαν(:που την έχετε στον ουρανό και η οποία δεν μπορεί να αρπαχθεί από κανέναν)».
Ακόμη είναι, αγαπητοί μου, και η αγωνιστικότητα, που έχει πεθάνει. Όταν πεθάνει η αγωνιστικότητα στον άνθρωπο, τότε κι αυτή συντελεί εις το να γίνει ο άνθρωπος επιπόλαιος. Η υπομονή είναι ανύπαρκτη ή εξηντλημένη.
Και τέλος, αυτοκαλλιέργεια δεν γίνεται. Όλα αυτά συνιστούν την εικόνα του επιπολαίου ανθρώπου, του ρηχού ανθρώπου, του αβαθούς, του άριζου ανθρώπου. Και είναι κρίμα, πολύ κρίμα, όταν υπάρχουν όλα αυτά τα στοιχεία που συνιστούν μίαν προσωπικότητα τέτοια, που δεν είναι, επαναλαμβάνω, μόνον εις τον χώρον της πίστεως, αλλά είναι εις όλους τους χώρους της ζωής.
Αγαπητοί, ένα καλό καθρέπτισμα μάς έκανε σήμερα ο Κύριος με τη σημερινή Του παραβολή του σπορέως. Αν διαθέτομε επιπόλαιον χαρακτήρα, στο χέρι μας είναι να διορθωθούμε. Αρκεί να το θέλομε. Μπορούμε να διορθωθούμε. Ο Κύριος το θέλει· και είναι έτοιμος να μας βοηθήσει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_852.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
[:Λουκά 8,5-15]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Ἡ ἀγαθὴ γῆ τῆς καρδίας»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 14-10-1990]
[Β240]
Όταν αγαπητοί μου, ο Κύριος περιήρχετο όλην την χώραν του Ισραήλ, εκήρυττε και εθεράπευε τους ανθρώπους που είχαν ή ασθένεια ή αναπηρία. Ήταν λοιπόν πολύ φυσικό να τρέχει ο κόσμος από κοντά, ξοπίσω Του. Αλλά γιατί έτρεχε; Γιατί εθεραπεύετο. Όχι λοιπόν διότι ήθελε να ακούσει την διδασκαλία Του, αλλά γιατί εθεραπεύετο. Το τονίζω αυτό. Αυτή όμως η περίπτωσις, του ότι εθεραπεύετο, ήτο δευτερεύουσα. Δεν ήτο η πρωτεύουσα. Ο Κύριος ήθελε να ακούσουν την διδασκαλία Του. Αν θέλετε, ένας τρόπος προσελκύσεως ήτο η θεραπεία.
Αν ο σκοπός ήτο η θεραπεία, τότε θα έπρεπε να θεραπεύσει όλους τους ανθρώπους του Ισραήλ ή ακόμη θα έπρεπε να αναστήσει όλους τους νεκρούς του Ισραήλ. Ύστερα δεν θα μπορούσε να τέλειωνε ο Χριστιανισμός όσο ο Κύριος ήταν στην Γη. Θα πρέπει λοιπόν κατά τη διάρκεια του Χριστιανισμού μες στους αιώνες να εθεραπεύοντο όσοι ήσαν Χριστιανοί και να μην πέθαινε κανείς από όσοι ήσαν Χριστιανοί. Άτοπον… Εδώ βλέπει κανείς πραγματικά ότι το θέμα της θεραπείας, της αποκαταστάσεως της υγείας ή της ολοκληρίας, αν κανείς ήτο χωλός, τυφλός κ.λπ. παράλυτος, είναι δευτερεύον. Θα ήθελα να το υπογραμμίσω. Είναι δευτερεύον. Το πρώτον είναι η διδασκαλία και το Θεανθρώπινον πρόσωπον του Ιησού Χριστού. Είδατε, αγαπητοί μου, όταν κάπου ακουστεί ένα θαύμα πώς τρέχουν οι άνθρωποι; Θα έπρεπε τουλάχιστον με την ίδια προθυμία να έτρεχαν οι άνθρωποι όταν ηκούετο και λόγος Θεού. Με την ίδια προθυμία, το ξαναλέγω.
Ο ιερός Ευαγγελιστής σημειώνει το περιστατικόν. Λέγει: «Συνιόντος δὲ ὄχλου πολλοῦ καὶ τῶν κατὰ πόλιν ἐπιπορευομένων πρὸς αὐτὸν εἶπε διὰ παραβολῆς». Γιατί είπε δια παραβολής; Της γνωστής παραβολής του σπείροντος γεωργού, του σπορέως. Γιατί δια παραβολής είπε αυτά που ήθελε να πει; Γιατί ήταν κόσμος που έτρεχε ξωπίσω Του. Εγύρισε προς τον κόσμον και τους είπε την παραβολή. Και η παραβολή αυτή του σπορέως, δεν είναι παρά μια παραβολή με εικόνα που έρχεται να δείξει και να καταδείξει τις ποικίλες διαθέσεις του ακροατηρίου Του. «Τρέχετε -σαν να τους έλεγε- από πίσω μου; Θα σας πω Εγώ ποια είναι η καρδιά σας». Και βέβαια, όλων των ακροατών δεν ήτο ιδία η καρδία· ήτο ποικίλη. Ε, αυτήν την ποικίλη κατάσταση την εκθέτει εις την παραβολή του σπορέως.
Είναι γνωστή η παραβολή. Την ακούσαμε και προηγουμένως. «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ». «Εβγήκε αυτός που σπέρνει, να σπείρει τον σπόρο του και ένα μέρος του σπόρου», λέγει, «έπεσε κατά την οδόν και ένα μέρος έπεσε», λέγει, «εις την πέτραν». Δηλαδή σε έδαφος που από κάτω είχε πέτρα. Ένα μέρος έπεσε μέσα σε τόπο που βγήκαν και αγκαθιές και ένα μέρος έπεσε εις την γην την αγαθήν.
Η πρώτη κατηγορία είναι εκείνη, που έπεσε, λέει, «παρὰ τὴν ὁδόν». Η οδός είναι το μονοπάτι δίπλα στο χωράφι. Είναι πατημένη γη. Δεν φυτρώνει τίποτα. Είναι πατημένη γη. Είναι αυτός ο σπόρος ο «παρὰ τὴν ὁδόν», είναι οι πωρωμένοι άνθρωποι. «Έρχεται», λέει, «ο διάβολος, παίρνει από την καρδιά ό,τι άκουσαν». Δεν μένει τίποτα. Δεν μένει τίποτα…
Κατόπιν είναι η δευτέρα κατηγορία, που ο σπόρος πέφτει, αλλά δεν έχει ικμάδα, δεν έχει υγρασία. Και τότε ξεραίνεται. Δηλαδή είναι οι επιπόλαιοι άνθρωποι. Χαίρονται, ακούν τον λόγο του Θεού. Μπορεί να δακρύσουν, να κλάψουν, να πουν: «Τι ωραίος που ήτο ο λόγος του Θεού!». Αλλά σε λίγο όλα έχουνε φύγει. Γιατί ήτο επιπολαία αυτή η επίδρασις του λόγου του Θεού στην καρδιά τους.
Και ακόμη είναι εκείνοι που ο σπόρος πέφτει στις αγκαθιές. Δηλαδή καλή γη, αλλά ταυτόχρονα φυτρώνουν και αγκαθιές. Φυτρώνει ο σπόρος, φυτρώνουν και τ’ αγκάθια. Μεγαλώνει ο σπόρος, μεγαλώνουν και τα αγκάθια. Είναι εκείνοι που συμπνίγονται -χαρακτηριστικό ρήμα που ο Κύριος ερμηνεύει- συμπνίγονται μαζί με τις αγκαθιές· ο σπόρος συμπνίγεται. Είναι οι άνθρωποι οι οποίοι έχουν καλή διάθεση, αλλά οι βιοτικές μέριμνες δεν τους αφήνουν περιθώρια να φροντίσουν για την ανάπτυξη της πνευματικής των ζωής.
Τέλος, είναι και η τετάρτη κατηγορία. Είναι εκείνη «ἡ γῆ ἡ ἀγαθή». Λέει ο Κύριος ότι αυτή η γη είναι αγαθή. «Ἀγαθή» θα πει καλή. Και αποφέρει, όταν εκεί πέσει ο σπόρος, καρπόν εκατονταπλασίονα, πολλήν καρποφορίαν.
Ας μείνομε, αγαπητοί μου, στην αγάπη σας, στην τετάρτη κατηγορία των ακροατών. Σ’ αυτήν την γη την αγαθή. Όταν ο Κύριος έμεινε με τους μαθητάς Του, Του εζήτησαν να τους ερμηνεύσει την παραβολή. Και ο Κύριος την ηρμήνευσεν. Γι’ αυτή την τετάρτη κατηγορία είπε το εξής: «Τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ». «Τι είναι», λέγει, «ο σπόρος που πέφτει στην καλή γη; Είναι που πέφτει στην καρδιά την καλή και την αγαθή. Και ακούουν, κρατάνε τον λόγο και καρποφορούν με πολλή υπομονή».
Ας δούμε, αγαπητοί μου, αυτήν την κατηγορία, όπως σας είπα, σε μια κάποια ανάλυσή της. Και πρώτα πρώτα ομιλεί περί καλής γης. Τι είναι αυτή η καλή γη; Είναι η καλή και αγαθή καρδία, όπως ο Κύριος ερμηνεύει. Συνεπώς είναι κάτι έξω από την ποιότητα του σπόρου. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Σημειώνει ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας ότι ο σπόρος ήταν μιας και της αυτής ποιότητος. Τι διαφοροποιείτο; Διαφοροποιείτο το έδαφος. Ο σπόρος ο ίδιος. Το έδαφος διαφοροποιείται. Δηλαδή οι καρδιές. Έτσι το πρόβλημα δεν υπάρχει στον σπόρο, υπάρχει στη γη. Εκεί είναι το πρόβλημα που έχομε διαφορετικήν απόδοσιν. Είναι οι ποικίλες ποιότητες των καρδιών.
«Και πώς διαμορφώνεται μια καρδιά;», θα θέλατε ασφαλώς να ερωτήσετε. Πώς μπορεί να διαμορφωθεί και να γίνει αυτή η καρδιά εκείνο που πρέπει; Τι είναι οι παράγοντες εκείνοι που συντελούν στο να γίνει μία α ή β ή γ ή δ ποιότητα καρδιάς; Τι είναι; Προσέξτε. Καταρχάς είναι η κληρονομικότητα. Είναι οι πρόγονοι. Είναι πολύ σπουδαίος παράγων η κληρονομικότης. Γι’αυτό λέει κάποιος σύγχρονος συγγραφεύς, ο Τίχαμερ Τοθ (Tihamer Toht) ότι όταν, λέει, κάνεις ένα γερό παιδί, όταν αύριο θα παντρευτείς και κάνεις ένα γερό, καλό παιδί, εισπράττεις συγχαρητήρια από τους άλλους. Γιατί; Κληροδότησες καλά στοιχεία στο παιδί σου. Αγαπητοί μου, το θέμα αυτό είναι πολύ σημαντικό. Επιτρέψατέ μου μόνο μία μικρή παρένθεση. Σήμερα έχομε και κάποιους παράγοντες παρελκυστικούς της κληρονομικότητος. Εάν η μητέρα πάρει κάποιο φάρμακο κατά τη διάρκεια της κυήσεως και το παιδί δεν βγει σωστό, βεβαίως δεν έχομε θέμα κληρονομικότητος. Έχομε θέμα επιδράσεως του φαρμάκου. Θα ‘θελα λοιπόν αυτό να το σημειώσω, για να μην πιστεύει κανείς ότι… «Μα ποιοι στάθηκαν οι πρόγονοί μου, ώστε το παιδί μου να είναι έτσι κι έτσι;». Σας ξαναλέγω, έχομε επίδραση των φαρμάκων. Τι απλούστερον της ασπιρίνης; Κι όμως, είναι πολύ μεγάλη η επίδραση της ασπιρίνης. Ναι! Εν τοιαύτη περιπτώσει έχομε την κληρονομικότητα. Έχομε τους προγόνους.
Ακόμη, είναι η περίοδος της κυήσεως του εμβρύου, που δέχεται ποικίλες επιδράσεις, από τις ποικίλες ψυχικές καταστάσεις της μητέρας. Αν η μητέρα είναι σε ευχάριστη κατάσταση ή δυσάρεστη. Αν έχει πικρία, αν έχει αδημονία, αν έχει άγχος, αν έχει ειρήνη, όλα αυτά ενσταλάζουν εις το έμβρυον, τον αυριανό άνθρωπο.
Ακόμα, είναι η αγωγή στα πολύ βρεφικά χρόνια. Δηλαδή από την πρώτη ημέρα της γεννήσεως. Μην σας κάνει εντύπωση. Έχει διαπιστωθεί αυτό. Το παιδί, επί παραδείγματι, δεν μπορεί να ακούει φωνές! Όταν οι γονείς μαλώνουν πάνω από την κούνια θα πίστευαν ότι… πού το παιδί καταλαβαίνει; Κι όμως το παιδί δεν μπορεί να ακούει φωνές. Δεν θα σας πει βέβαια ότι «Πάψτε επιτέλους, δεν μπορώ να σας ακούω». Δεν μπορεί το παιδί αυτό να σας το πει. Δέχεται όμως επιδράσεις. Είναι, λοιπόν, αυτά τα πρώτα, τα καταπρώτα βρεφικά χρόνια της ζωής του ως αγωγή, ως περιβάλλον.
Κατόπιν είναι και η αγωγή των μετέπειτα χρόνων. Και έρχεται και η αγωγή του σχολείου, η αγωγή της οικογενείας, η αγωγή του σχολείου και η αγωγή της κοινωνίας. Όλα αυτά, όπως αντιλαμβάνεσθε, χωρίς να παραλείψομε και την ιστορική εποχή στην οποία ζει ο κάθε άνθρωπος. Άλλη είναι η εποχή των παππούδων μας και άλλη η εποχή η σύγχρονη· που ένα σύγχρονο παιδί μεγαλώνει σε μία κοινωνία… αυτή που γνωρίζομε όλοι σήμερα. Είναι λοιπόν και η ιστορική εποχή. Όλα αυτά, αντιλαμβάνεσθε, έρχονται να διαμορφώσουν τον χαρακτήρα του ανθρώπου, την καρδιά του, το έδαφος επί του οποίου θα δεχθεί ο άνθρωπος τον σπόρον του Θεού.
Όμως πρέπει να σας πω ότι πέρα και πάνω απ’ όλα αυτά, τον λόγον τον έχει η προαίρεσις. Και η προαίρεσις είναι το μυστήριον των μυστηρίων. Μπορεί να είναι οι πιο δυσμενείς καταστάσεις, κι όμως να έχομε μίαν αγαθή προαίρεσιν και το αντίστροφο. Τι είναι αυτή η προαίρεσις; Είναι εκπληκτικόν! Σας είπα, είναι το μυστηριωδέστερο μυστήριο, αν επιτρέπεται η έκφρασή μου αυτή. Είναι αυτό που με δύο λόγια, με μια παροιμία ο λαός λέγει: «Από το ρόδο βγαίνει αγκάθι, αλλά και από το αγκάθι βγαίνει ρόδο». Τι είναι αυτό; Πάνε όλα στην άκρη. Και η κληρονομικότητα και η αγωγή, όλα πάνε στην άκρη. Και προβάλλει η προαίρεση. Γι΄αυτό, αγαπητοί μου, τελικά ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τον εαυτόν του, έξω από την εποχή του και το περιβάλλον του και τις αγωγές τις οποίες έχει υποστεί.
Έτσι η καρδιά του ανθρώπου συνιστά τη γη που θα δεχθεί τον σπόρο του Θεού. Ή θα τον δεχθεί σωστά ή δεν θα τον δεχθεί σωστά. Και κάθε καρδιά, όπως σας είπα, είναι υπεύθυνη γι’ αυτήν της την διαμόρφωση. Γι’αυτό δεν θα ερωτηθεί ο κάθε άνθρωπος εν ημέρα κρίσεως, ούτε θα θεωρηθούν ελαφρυντικά ότι… «Σε ποια εποχή έζησες; Πώς διαμορφώθηκες;». Τέτοια πράγματα δεν μας αναφέρει πουθενά ο λόγος του Θεού. Μάλιστα μια μαρτυρία είναι οι άγιοι του 20ού αιώνος. Θα ειπωθεί: «Πώς ο Νεκτάριος έγινε άγιος; Έζησε τον 20όν αιώνα. Εσύ γιατί επικαλείσαι την διεφθαρμένη εποχή σου;». Επιμένω πάρα πολύ, όπως αντιλαμβάνεσθε, εις τον παράγοντα προαίρεση.
Αλλά μία αγαθή και καλή καρδιά, πώς δέχεται τον λόγο του Θεού; Για να δούμε τις διαδικασίες περνά. Καταρχάς λέει: «Ἀκούσαντες τόν λόγον». Σε πληθυντικό αριθμό. Είναι εκείνοι που ακούνε τον λόγο του Θεού. Είναι η ακρόασις. Είναι και η μελέτη του λόγου του Θεού. Γι’ αυτόν τον άνθρωπο που ακούει, γίνεται αναζήτησις όχι μόνο αυτού καθ’ εαυτόν του λόγου του Θεού, αλλά και η εμβάθυνσις. Όχι δηλαδή να αναζητήσει να ακούσει, αλλά και αναζητώντας και βρίσκοντας, να εμβαθύνει εις τον λόγον του Θεού. Σ’ αυτές, αγαπητοί μου, τις καρδιές, ο λόγος του Θεού ασκεί μια γοητεία. Θέλγονται από τον λόγο του Θεού, εκθαμβώνονται. Όπως πολύ συχνά μας λέγουν τα Ευαγγέλια, ότι ακούγοντας τον λόγον του Θεού, κάποιοι ακροαταί εθαμβούντο, εξεπλήσσοντο, ανοίγουν τα μάτια, η ψυχή εξίσταται. Τι είναι αυτά! Τα οποία ακούγονται! Και τίποτα μία τέτοια ψυχή δεν βάζει τον λόγο του Θεού, τίποτα ίσο της, ίσο του. Ποτέ ίσο του, τίποτα δεν βάζει. Όλα είναι κατώτερα από τον λόγο του Θεού.
Γράφει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Νόει μοι (:Κατανόησέ μου, δηλαδή, κατάλαβέ με) οὗν κιβώτιον τόν Χριστοῦ Εὐαγγέλιον καὶ τὰς λοιπὰς θείας γραφάς(:ότι… τι είναι το ευαγγέλιον του Χριστού; Ένα κιβωτίδιον), ἐχούσας ἐν αὐταῖς ἐγκεκλεισμένην καὶ ἐσφραγισμένην τὴν αἰώνιον ζωὴν(:εκεί κλεισμένη και σφραγισμένη είναι η αιώνιος ζωή) καὶ σὺν αὐτῇ τά ἐν αὐτῇ ἄρρητα(:εκεί είναι τα ανείπωτα, τα άρρητα λόγια του Θεού, οι άρρητες έννοιες) καὶ αἰσθητοῖς ὄμμασι μὴ καθορώμενα αἰώνια ἀγαθὰ κατὰ τὴν τοῦ Κυρίου φωνὴν (:εκεί που δεν τα βλέπουν τα αισθητά μάτια αυτά τα αγαθά, όπως ο Κύριος είπε: «Ἐρευνᾶτε τὰς γραφάς». Είδατε τι ρήμα βάζει; «Ἐρευνᾶτε») ὃτι ἐν αὐταῖς (:ταῖς γραφαῖς) ἐστὶν ἡ ζωὴ ἡ αἰώνιος». Και έτσι κανείς το αντιληφθεί, όπως σας είπα, μένει έκθαμβος. Έχουν οι άνθρωποι αυτοί την αίσθηση της ευωδίας. Και διαρκώς έλκονται, όπως οι μέλισσες από τις οσμές των λουλουδιών. Ανακαλύπτουν χρυσόν και πολύτιμα μαργαριτάρια. Θυμηθείτε και την ανάλογη παραβολή του πολυτίμου μαργαρίτου και του θησαυρού. Αισθάνονται όπως εκείνος που βλέπει έργα τέχνης εκπληκτικά μέσα σε ένα μουσείο. Δεν μπορεί να φύγει η σκέψη του, γιατί ελκύεται από εκείνα που βλέπει. Και ο λόγος του Θεού μένει διαρκώς στην ακοή τους και στην καρδιά τους.
Ένα δεύτερο στάδιο. «Καί ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι». Τι θα πει «κατέχω»; Κρατώ, συγκρατώ. Δεν είναι… επιτραπείτω μοι, εκείνο το «Μπαινάκης και βγαινάκης» που λέει ο λαός. Από δω μπήκε και από δω βγήκε. Όχι. Κρατιέται ο λόγος του Θεού. Συγκρατείται ο λόγος του Θεού. Τον συγκρατούν τον λόγον του Θεού, χωρίς διαρροές. Κρίνουν ότι είναι ολόκληρος χρυσάφι. Δεν έχει σκουριά για να αποβληθεί κάτι. Ακόμη, δεν κάνουν στον λόγο του Θεού επιλογή. Κρατώ αυτό και πετάω εκείνο. Σαν λόγος Θεού, γίνεται ολότελα αποδεκτός, χωρίς κριτική. Δεν κάνουν κριτική, γιατί έτσι και γιατί αλλιώς. Αν θα κάνουν ερώτημα «Γιατί άραγε το λέει έτσι;» είναι για να βαθύνουν περισσότερο. Όχι για να κριτικάρουν και να απορρίψουν. Πιστεύουν απόλυτα εις τον λόγον του Θεού. Λέγουν αυτό που λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος». «Ο λόγος του Θεού είναι αξιόπιστος και ακόμη άξιος πάσης αποδοχής».
Βέβαια είναι γνωστό ότι η εκκοσμίκευσις σακατεύει τον λόγο του Θεού. Κυριολεκτικά. Γιατί τον νοθεύει με τις ιδέες του κόσμου τούτου. Όμως, εκείνος που προσλαμβάνει τον λόγο του Θεού, δεν θέλει το κοσμικό φρόνημα, ακριβώς για να μην κατακομματιαστεί και νοθευτεί και χαλάσει ο λόγος του Θεού. Ακόμη «κατέχουσι» σημαίνει ότι δεν αφήνουν τίποτε να παρερμηνευθεί απ’ ό,τι εγράφη στα Ευαγγέλια και απ’ ό,τι οι Πατέρες σαν ερμηνεία μας παρέδωκαν. Σήμερα είναι των Αγίων Πατέρων της 7ης εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου. Δεν θέλουν παρά μόνον τι είναι γραμμένο και πώς οι Πατέρες ερμηνεύουν αυτό που είναι γραμμένο. Δεν αφήνουν τίποτε από έξω ιδέες, από εκκοσμικευμένες τοποθετήσεις να ερμηνευθεί ο λόγος του Θεού. «Κατέχουσι» ακόμη σημαίνει ότι ιδιοποίησαν, έκαναν δικό τους, θυμηθείτε την πρόθεση «κατά», «ἔχω+κατά», «κατέχουσι», έκαναν καταδικό τους, ιδιοποίησαν τον λόγο του Θεού.
Ακόμη, έχοντας στην κατοχή τους τον λόγο του Θεού, μια τρίτη φάσις, «καρποφοροῦσιν». Είναι ο λόγος του Θεού γόνιμος μέσα εις την ψυχή τους. Είδατε τι είπε ο Κύριος; Αποφέρει εκατονταπλασίονα καρπόν. Δηλαδή τι; Μες στην ψυχή τους, ο λόγος του Θεού διαρκώς γεννά, γεννά αρετές. Και όταν ο αναγνώστης μάλιστα προσέχει στον λόγο του Θεού και κάθε λεπτομέρεια, μεταφέρει αυτήν την λεπτομέρεια μέσα εις την ψυχή του και τότε γίνεται «ὀσμὴ Χριστοῦ εἰς ζωήν», όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος. Δηλαδή οι λεπτομέρειες είναι οι ψηφίδες που απαρτίζουν το μωσαϊκό της προσωπικότητος του Χριστού μέσα στο δικό τους το πρόσωπο. Έτσι γίνονται ζωντανή εικόνα του Χριστού. Γίνονται, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, «ἐπιστολὴ Χριστοῦ γινωσκομένη καὶ ἀναγινωσκομένη ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων». Πουθενά δεν σταματούν. Όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Μηδαμοῦ ἵστασθε». Δεν πιστεύουν κάποια στιγμή ότι έφθασαν, ότι είναι φτασμένοι ποτέ. Αλλά διαρκώς ανεβαίνουν, προκόβουν, αισθάνονται έλλειψιν. Και όσο πιο πολύ αισθάνονται αυτήν την έλλειψιν, τόσο και πιο πολύ προκόπτουν. Κυριολεκτικά καρποφορούν τον λόγο του Θεού με μια ολοφάνερη προκοπή, αγαπητοί μου.
Και τα τρία, η ακρόασις του λόγου του Θεού, η κατοχή του και η καρποφορία του, γίνονται βεβαίως πάντοτε, όπως λέγει ο Κύριος στην παραβολή, «ἐν ὑπομονῇ». Είναι το μυστικό της επιτυχίας. Μέσα στην κτίση, αγαπητοί, τίποτα δεν γίνεται απότομα. Τα πάντα έχουν συνάρτηση τον χρόνον. Είτε είναι μικρός, είτε είναι μακρύς, είτε είναι αιώνες. Έχουν συνάρτηση τον χρόνο. Το ίδιο συμβαίνει και στην πνευματική καρποφορία. Θες να καρποφορήσεις; Θα δέσεις την προσπάθειά σου με την υπομονή. Χρειάζεται λοιπόν υπομονή και επιμονή. Ο Κύριος μάς είπε: «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν». «Αποκτήσατε, κερδίσατε τις ψυχές σας με την υπομονή σας». Ακόμη, «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος οὗτος σωθήσεται». «Αυτός που θα υπομείνει έως το τέλος, αυτός θα σωθεί». Ο Θεός είναι γνωστό ότι αγαπά να κρύπτεται σε εκείνους που Τον αναζητούν. Και μόνο σε εκείνους που έχουν επιμονή και υπομονή, αποκαλύπτεται και παραδίδεται.
Αγαπητοί μου, ο Κύριος σήμερα μας εδίδαξε την πορεία της σωτηρίας. Μας είπε να ακούμε τον λόγο του Θεού. Μας είπε να τον κρατούμε. Και να καρποφορούμε, με το εργαλείον της υπομονής. Όποιος νομίζει ότι η γη της καρδιάς του θέλει μια προετοιμασία για να δεχθεί τον σπόρο του Θεού, μη διστάσει. Ας ξεκινήσει. Και θα επιτύχει πολλά. Γι’ αυτό εξάλλου ο Κύριος είπε και την παραβολήν αυτήν, για να αφυπνίσει. Και θα επιτύχει πολλά. Όταν το θέλει. Η χάρις του Θεού, σίγουρα, αγαπητοί μου, είναι έτοιμη να τον βοηθήσει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_486.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.