ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (21/11/2023)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Προς Εβραίους, κεφάλαιο Θ΄, εδάφια 1-7
1 Εἶχε μὲν οὖν καὶ ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε ῞Αγιον κοσμικόν· 2 σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτη, ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται ῞Αγια. 3 Μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη ῞Αγια ῾Αγίων, 4 χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ράβδος ᾿Ααρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης, 5 ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος. 6 Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, 7 εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
1Ας βγάλουμε τώρα κάποιο συμπέρασμα για όσα είπαμε σχετικά με την ιεροσύνη της Παλαιάς Διαθήκης, και ας τα διασαφηνίσουμε περισσότερο. Είχε βέβαια και η πρώτη Διαθήκη νόμους και λατρευτικές διατάξεις, καθώς και ένα επίγειο θυσιαστήριο.2 Κατασκευάστηκε δηλαδή το πρώτο διαμέρισμα της σκηνής, μέσα στο οποίο υπήρχε η λυχνία και η τράπεζα της προθέσεως και οι άρτοι που τοποθετούνταν πάνω σ’ αυτήν ως προσφορά στον Θεό. Και το πρώτο αυτό διαμέρισμα της σκηνής λεγόταν «Άγια». 3 Έπειτα, πίσω από το δεύτερο καταπέτασμα ήταν το μέρος της σκηνής που λεγόταν «Άγια Αγίων». 4 Στα «Άγια των Αγίων» υπήρχε ένα χρυσό θυμιατήριο και η Κιβωτός της Διαθήκης, που ήταν γύρω–γύρω καλυμμένη με χρυσάφι απ’ όλες τις πλευρές της. Μέσα στην κιβωτό αυτή υπήρχε μια χρυσή στάμνα που περιείχε από το περίφημο μάννα, καθώς επίσης και η ράβδος του Ααρών που είχε βλαστήσει θαυματουργικά, και οι θεοχάρακτες πλάκες της Διαθήκης. 5 Πάνω από την κιβωτό υπήρχαν δύο χρυσά Χερουβίμ ένδοξα, που ανάμεσά τους εμφανιζόταν και μιλούσε ο Θεός. Αυτά σκέπαζαν με τα φτερά τους και σκίαζαν το χρυσό κάλυμμα της κιβωτού που ονομαζόταν «Ιλαστήριο». Αλλά για όλα αυτά δεν είναι τώρα καιρός να μιλήσουμε με λεπτομέρειες.
6 Έτσι λοιπόν είχαν αυτά σχεδιαστεί και με αυτόν τον τρόπο είχε κατασκευαστεί η σκηνή, ώστε στο πρώτο διαμέρισμά της, δηλαδή στα «Άγια», να μπαίνουν πάντοτε οι ιερείς και να τελούν τις ιεροτελεστίες.7 Στο δεύτερο, όμως, διαμέρισμα της σκηνής, δηλαδή στα «Άγια των Αγίων», έμπαινε μία φορά τον χρόνο, την ημέρα του εξιλασμού μόνον ο αρχιερέας. Κι αυτός δεν έμπαινε χωρίς αίμα, αλλά έφερνε μαζί του το αίμα των ζώων, το οποίο πρόσφερε ως εξιλαστήρια θυσία για τον εαυτό του και για τις αμαρτίες που από άγνοια είχε διαπράξει ο λαός.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο Ι΄, εδάφια 38-42 και κεφάλαιο ΙΑ΄, εδάφια 27-28
Κεφ.Ι΄ 38 ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. Γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. 39 Καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. 40 Ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; Εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. 41 Ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· 42 ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς.
Κεφ.ΙΑ΄ 27᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. 28 Αὐτὸς δὲ εἶπε· μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
Κεφ. Ι΄ 38 Και ενώ ο Ιησούς μαζί με τους μαθητές Του και όσους Τον ακολουθούσαν προχωρούσαν με κατεύθυνση την Ιερουσαλήμ, μπήκε Αυτός σε ένα χωριό. Και κάποια γυναίκα που ονομαζόταν Μάρθα Τον υποδέχθηκε στο σπίτι της. 39 Αυτή είχε μία αδελφή που λεγόταν Μαρία, η οποία όχι μόνο υποδέχτηκε τον Ιησού όπως η Μάρθα, αλλά και κάθισε κοντά στα πόδια Του ως ταπεινή μαθήτρια και άκουγε με απερίσπαστη προσοχή τη διδασκαλία Του. 40 Η Μάρθα όμως ήταν απασχολημένη και πνιγμένη σε πολλή εργασία, φροντίζοντας να ετοιμάσει το φαγητό και να περιποιηθεί τον Διδάσκαλο. Κάποια στιγμή λοιπόν στάθηκε κοντά στον Χριστό και Του είπε: «Κύριε, δεν σε νοιάζει που η αδελφή μου με άφησε μόνη μου να υπηρετώ και να ετοιμάζω το τραπέζι; Πες της λοιπόν να με βοηθήσει». 41 Τότε της αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Μάρθα, Μάρθα, βασανίζεις και ταλαιπωρείς τον νου σου με πολλές αγωνιώδεις φροντίδες, και κουράζεις το σώμα σου για να προετοιμάσεις πολλά πράγματα, 42 ενώ ένα είναι χρήσιμο και αναγκαίο, η ακρόαση της διδασκαλίας μου. Αυτή είναι η αναγκαία πνευματική τροφή για την ψυχή. Αυτήν την τροφή διάλεξε η Μαρία, την καλή και ωφέλιμη μερίδα, που δεν θα της αφαιρεθεί ποτέ· διότι οι ωφέλειες της πνευματικής αυτής τροφής δεν είναι προσωρινές και φθαρτές, αλλά πνευματικές και αιώνιες.
Κεφ. ΙΑ΄ 27 Και ενώ ο Ιησούς τα έλεγε αυτά, κάποια γυναίκα απ’ το πλήθος, επειδή ενθουσιάσθηκε από την διδασκαλία Του, έβγαλε μια δυνατή φωνή και είπε: «Ευτυχισμένη η κοιλιά που σε βάστασε και οι μαστοί που θήλασες». 28 Κι αυτός της είπε: «Αληθινά, ευτυχισμένη είναι η μητέρα μου˙ αλλά μην ξεχνάτε ότι μακάριοι είναι όσοι ακούνε τον λόγο του Θεού και τον εφαρμόζουν. Με αυτή την έννοια, αυτή που με γέννησε και με θέλησε, γι’ αυτό ακριβώς δέχτηκε τη μεγαλύτερη τιμή και αξιώθηκε να γίνει μητέρα μου, διότι φύλαξε πάντοτε τον λόγο του Θεού».
ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ [:Εβρ.9,1-7]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[:Υπομνηματισμός των εδαφίων Εβρ.9,1-14]
«Εἶχε μὲν οὖν καὶ ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε Ἅγιον κοσμικόν· σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτη, ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται Ἅγια. μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη Ἅγια Ἁγίων, χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ῥάβδος Ἀαρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης, ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος(:Είχε βέβαια και η πρώτη Διαθήκη νόμους και λατρευτικές διατάξεις, καθώς κι ένα επίγειο θυσιαστήριο. Κατασκευάστηκε δηλαδή το πρώτο διαμέρισμα της σκηνής, μέσα στο οποίο υπήρχε η λυχνία και η τράπεζα της προθέσεως και οι άρτοι που τοποθετούνταν πάνω σ’ αυτήν ως προσφορά στον Θεό. Και το πρώτο αυτό διαμέρισμα της σκηνής λεγόταν «Άγια». Έπειτα, πίσω από το δεύτερο καταπέτασμα ήταν το μέρος της σκηνής που λεγόταν «Άγια Αγίων». Στα «Άγια των Αγίων» υπήρχε ένα χρυσό θυμιατήριο και η Κιβωτός της Διαθήκης, που ήταν γύρω –γύρω καλυμμένη με χρυσάφι απ’ όλες τις πλευρές της. Μέσα στην κιβωτό αυτή υπήρχε μια χρυσή στάμνα που περιείχε από το περίφημο μάννα, καθώς επίσης και η ράβδος του Ααρών που είχε βλαστήσει θαυματουργικά, και οι θεοχάρακτες πλάκες της Διαθήκης. Πάνω από την κιβωτό υπήρχαν δύο χρυσά Χερουβίμ ένδοξα, που ανάμεσά τους εμφανιζόταν και μιλούσε ο Θεός. Αυτά σκέπαζαν με τα φτερά τους και σκίαζαν το χρυσό κάλυμμα της κιβωτού που ονομαζόταν «Ιλαστήριο». Αλλά για όλα αυτά δεν είναι τώρα καιρός να μιλήσουμε με λεπτομέρειες)»[Εβρ.9,1-5]·[ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτου Τρεμπέλα].
Έδειξε ο Παύλος από τον ιερέα, από την ιεροσύνη και από τη διαθήκη ότι εκείνη επρόκειτο να έχει τέλος· το δείχνει πλέον και από τη μορφή της ίδιας της σκηνής. Πώς; Μιλώντας για «Ἅγια» και για «Ἅγια Ἁγίων». Τα «Ἅγια» δηλαδή είναι σύμβολο του προηγούμενου καιρού -γιατί τότε γίνονταν όλα με θυσίες-, ενώ τα «Ἅγια Ἁγίων» είναι σύμβολα τούτου του παρόντος καιρού. Ονομάζει «Ἅγια Ἁγίων» τον ουρανό, και το ίδιο και καταπέτασμα του ουρανού, και τη σάρκα που εισέρχεται στο εσώτερο του καταπετάσματος, δηλαδή μέσω του καταπετάσματος της σάρκας Αυτού. Αλλά καλό είναι να μιλήσουμε εξετάζοντας από την αρχή το χωρίο αυτό.
Τι λέγει λοιπόν; «Εἶχε μὲν οὖν καὶ ἡ πρώτη». Ποια «πρώτη»; Η διαθήκη. «Δικαιώματα λατρείας». Τι σημαίνει «δικαιώματα»; Σύμβολα ή διατάξεις. Σαν να έλεγε «τότε είχε, ενώ τώρα δεν έχει». Δείχνει ότι αυτή τα παραχώρησε ήδη σε αυτόν· γιατί λέγει «τότε είχε». Ώστε τώρα, αν και παραμένει, δεν υπάρχει.
«τό τε Ἅγιον κοσμικόν». Και το θυσιαστήριο το επίγειο. Το ονομάζει «κοσμικόν» επειδή επιτρεπόταν σε όλους να εισέρχονται, και ήταν γνωστός ο τόπος μέσα στον ίδιο οίκο, στον οποίο αλλού στέκονταν οι ιερείς, αλλού οι Ιουδαίοι, και αλλού οι προσήλυτοι, οι Έλληνες και οι Ναζωραίοι. Επειδή λοιπόν επιτρεπόταν να μπαίνουν και οι Έλληνες, γι’ αυτό το ονομάζει «κοσμικόν», γιατί βέβαια δεν ήταν ο κόσμος οι Ιουδαίοι. Γιατί λέγει «Σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτη, ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται Ἅγια(:Κατασκευάστηκε δηλαδή το πρώτο διαμέρισμα της σκηνής, μέσα στο οποίο υπήρχε η λυχνία και η τράπεζα της προθέσεως και οι άρτοι που τοποθετούνταν πάνω σε αυτήν ως προσφορά στον Θεό. Και το πρώτο αυτό διαμέρισμα της σκηνής λεγόταν «Άγια»)»[Εβρ.9,2]. Αυτά είναι σύμβολα του κόσμου.
«Μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα». Άρα δεν είχε υπήρχε μόνο ένα καταπέτασμα, αλλά υπήρχε και έξω καταπέτασμα· «σκηνὴ ἡ λεγομένη Ἅγια Ἁγίων(:υπήρχε σκηνή που ονομαζόταν «τα Άγια των Αγίων»)».Πρόσεχε πώς παντού το ονομάζει «σκηνὴ», επειδή διέμεναν εκεί· «χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ῥάβδος Ἀαρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης(:στα Άγια των Αγίων υπήρχε ένα χρυσό θυμιατήριο και η Κιβωτός της Διαθήκης, που ήταν γύρω –γύρω καλυμμένη με χρυσάφι απ’ όλες τις πλευρές της. Μέσα στην κιβωτό αυτή υπήρχε μια χρυσή στάμνα που περιείχε από το περίφημο μάννα, καθώς επίσης και η ράβδος του Ααρών που είχε βλαστήσει θαυματουργικά, και οι θεοχάρακτες πλάκες της Διαθήκης)»[Εβρ.9,4].
Όλα αυτά ήταν σεβαστά και λαμπρά υπομνήματα της ιουδαϊκής αχαριστίας: «Καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης(:και οι θεοχάρακτες πλάκες της Διαθήκης)»· γιατί τις έσπασε ο Μωυσής όταν τους είδε να ειδωλολατρούν· και «τὸ μάννα»· γιατί γόγγυσαν· και γι’ αυτό, παραπέμποντας τη μνήμη στους απογόνους, πρόσταξε να το τοποθετήσουν στη χρυσή στάμνα.
«Ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον (:Πάνω από την κιβωτό υπήρχαν δύο χρυσά Χερουβίμ ένδοξα, που ανάμεσά τους εμφανιζόταν και μιλούσε ο Θεός. Αυτά σκέπαζαν με τα φτερά τους και σκίαζαν το χρυσό κάλυμμα της κιβωτού που ονομαζόταν Ιλαστήριο)»[Εβρ.9,5]. Τι σημαίνει «Χερουβὶμ δόξης»; Ή εννοεί τα ένδοξα ή τα κάτω από τον Θεό. Και σωστά μεγαλοποιεί αυτά με τον λόγο, για να δείξει ότι είναι ανώτερα τα στη συνέχεια· «περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος(:Αλλά για όλα αυτά δεν είναι τώρα καιρός να μιλήσουμε με λεπτομέρειες)».Εδώ υπαινίχτηκε ότι δεν ήταν αυτά μόνο τα βλεπόμενα, αλλά ήταν απλώς κάποια αινίγματα· «για τα οποία δεν μπορούμε», λέγει, «τώρα να μιλήσουμε λεπτομερώς»· ίσως χρειάζονται μακρότερο λόγο.
«Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες(:Έτσι λοιπόν είχαν αυτά σχεδιαστεί και με αυτόν τον τρόπο είχε κατασκευαστεί η σκηνή, ώστε στο πρώτο διαμέρισμά της, δηλαδή στα Άγια, να μπαίνουν πάντοτε οι ιερείς και να τελούν τις ιεροτελεστίες)»[Εβρ.9,6]· δηλαδή υπήρχαν βέβαια αυτά, αλλά όμως δεν απολάμβαναν αυτά οι Ιουδαίοι· γιατί δεν τα έβλεπαν. Ώστε μάλλον δεν ήταν για εκείνους, αλλά για εκείνους για τους οποίους αποτελούσαν προτύπωση. «εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων(:Στο δεύτερο, όμως, διαμέρισμα της σκηνής, δηλαδή στα Άγια των Αγίων, έμπαινε μία φορά τον χρόνο, την ημέρα του εξιλασμού μόνον ο αρχιερέας. Κι αυτός δεν έμπαινε χωρίς αίμα, αλλά έφερνε μαζί του το αίμα των ζώων, το οποίο πρόσφερε ως εξιλαστήρια θυσία για τον εαυτό του και για τις αμαρτίες που από άγνοια είχε διαπράξει ο λαός)»[Εβρ.9,7]. Βλέπεις ότι ήδη έχουν προκαταβληθεί οι τύποι;
Για να μη λένε δηλαδή πως «είναι μία η θυσία» και πως «ο αρχιερέας πρόσφερε μία φορά μόνο θυσία» δείχνει ότι αυτό γίνεται έτσι από την αρχή· εφόσον η αγιότερη θυσία και η φρικτή ήταν μία. Έτσι συνηθιζόταν από την αρχή· γιατί και τότε ο αρχιερέας μία φορά πρόσφερε θυσία. Και σωστά είπε «οὐ χωρὶς αἵματος (:όχι χωρίς αίμα)»· όχι βέβαια χωρίς αίμα, αλλά ασφαλώς όχι με Αυτό το αίμα· γιατί δεν ήταν τόσο μεγάλη η επιμελής αντιστοίχιση περασμένων και μεταγενέστερων. Δείχνει ότι θα συμβεί αυτή η Θυσία, όχι όμως δαπανώμενη από τη φωτιά, αλλά μάλλον ότι θα κατορθωθεί από το αίμα. Επειδή δηλαδή ονόμασε τον σταυρό «θυσία» που δεν είχε ούτε φωτιά ούτε ξύλα ούτε προφέρεται πολλές φορές, αλλά προσφέρθηκε μία φορά με αίμα· «ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων(:το οποίο πρόσφερε ως θυσία εξιλαστήρια για τον εαυτό του και για τις αμαρτίες που από άγνοια είχε κάνει ο λαός)». Πρόσεχε· δεν είπε «για τα αμαρτήματα», αλλά «για τα αγνοήματα», για να μη μεγαλοφρονήσουν. «Αν και βέβαια δεν αμάρτησες», λέγει, «με τη θέλησή σου, αλλά ήταν ακούσιο το αγνόημά σου, και κανείς δεν είναι καθαρός από αυτό». Και παντού αναφέρει το «και για τα δικά του», για να δείξει ότι ο Χριστός είναι πολύ πιο ανώτερος από τον αρχιερέα των Ιουδαίων. Γιατί, αν είναι απαλλαγμένος από τις αμαρτίες μας, πώς πρόφερε θυσία για τον εαυτό Του;
«Γιατί λοιπόν», θα μπορούσε να απορήσει κάποιος, «τα είπες αυτά;». Γιατί αυτό είναι γνώρισμα ανωτέρου. Πουθενά εδώ θεωρία. Τώρα όμως προχωρεί στην εξήγηση και λέγει: «Τοῦτο δηλοῦντος τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου, μήπω πεφανερῶσθαι τὴν τῶν Ἁγίων ὁδόν, ἔτι τῆς πρώτης σκηνῆς ἐχούσης στάσιν(:Κανείς άλλος δεν επιτρεπόταν να μπει στα Άγια των Αγίων. Και με την απαγόρευση αυτή το Άγιον Πνεύμα υποδήλωνε συμβολικά ότι δεν είχε ακόμη φανερωθεί, αλλά ήταν άγνωστος και άβατος στους ανθρώπους ο δρόμος που οδηγούσε στα αληθινά Άγια, δηλαδή στον ουρανό˙ διότι ήταν ακόμη στημένη και σε χρήση η πρώτη και παλαιά σκηνή)»[Εβρ.9, 8]. «Γι’ αυτό», λέγει, «αυτά κατασκευάστηκαν έτσι, για να μάθουμε ότι τα Άγια των Αγίων, δηλαδή ο ουρανός, είναι ακόμη άβατος. Να μην νομίζουμε λοιπόν, επειδή δεν εισερχόμαστε σε αυτόν, και ότι δεν υπάρχει αυτός, αφού ούτε στα Άγια εισήλθαμε».
«ἥτις παραβολὴ εἰς τὸν καιρὸν τὸν ἐνεστηκότα(:Η σκηνή εκείνη ήταν τύπος και σύμβολο αυτών που γίνονται στη σημερινή εποχή του Μεσσία. Τότε, στη σκηνή εκείνη προσφέρονταν δώρα και θυσίες που δεν είχαν τη δύναμη να οδηγήσουν σε εσωτερική τελειότητα αυτόν που λάτρευε τον Θεό και να τον απαλλάξουν από τις τύψεις της συνειδήσεως)»[Εβρ.9,9]. Ποιον ονομάζει «καιρὸν τὸν ἐνεστηκότα»; Τον καιρό πριν από τον ερχομό του Χριστού· γιατί μετά τον ερχομό του Χριστού δεν είναι πλέον καιρός παρών· πώς δηλαδή μπορεί να είναι καιρός παρών αφού παρέρχεται και λαμβάνει τέλος; Θέλει και κάτι άλλο να δηλώσει λέγοντας ότι «αυτά είναι συμβολικά του παρόντος καιρού»· δηλαδή ο τύπος πέρασε· «καθ᾿ ὃν δῶρά τε καὶ θυσίαι προσφέρονται μὴ δυνάμεναι κατὰ συνείδησιν τελειῶσαι τὸν λατρεύοντα(:Και προσφέρονταν στη σκηνή εκείνη και δώρα και θυσίες, που δεν είχαν την δύναμη να κάνουν τέλεια και να απαλλάξουν από την τύψη της συνειδήσεως αυτόν που ασκούσε την λατρεία)»[Εβρ.9,9].
Είδες πως με σαφήνεια έδειξε με αυτό τι σημαίνει το « Οὐδὲν γὰρ ἐτελείωσεν ὁ νόμος, ἐπεισαγωγὴ δὲ κρείττονος ἐλπίδος, δι᾿ ἧς ἐγγίζομεν τῷ Θεῷ(:Διότι τίποτε δεν κατόρθωσε να τελειοποιήσει ο Νόμος. Ενώ τώρα με την νέα Διαθήκη εισάγεται νέα, καλύτερη ελπίδα, δια της οποίας πλησιάζουμε τον Θεό, επιτυγχάνουμε τη λύτρωση και την αιώνια μακαριότητα)»[Εβρ.7,19] και το «εἰ γὰρ ἡ πρώτη ἐκείνη ἦν ἄμεμπτος, οὐκ ἂν δευτέρας ἐζητεῖτο τόπος(:διότι εάν η πρώτη εκείνη διαθήκη ήταν πράγματι πλήρης και τέλεια, δεν θα εζητείτο τόπος και τρόπος να δοθεί δεύτερη διαθήκη)»; Πώς; «Εσωτερικά». Γιατί οι θυσίες δεν καθάριζαν τον ρύπο της ψυχής, αλλά ακόμη προσφέρονταν για το σώμα· γιατί λέγει «ὃς οὐ κατὰ νόμον ἐντολῆς σαρκικῆς γέγονεν(:γίνεται κατά τον νόμο που ισχύει για ανθρώπους σαρκικούς)»[Εβρ.7,16].Δεν μπορούσαν δηλαδή να συγχωρούν μοιχεία, ούτε φόνο,ούτε ιεροσυλία. Βλέπεις να λέγει «αυτό φάγε», «εκείνο να μην το φας»; Πράγματα που ήταν αδιάφορα· «μόνον ἐπὶ βρώμασι καὶ πόμασι καὶ διαφόροις βαπτισμοῖς (:οι θυσίες μάλιστα εκείνες επιβάλλονταν μόνο ως φορτίο, μαζί με τη διάκριση φαγητών και ποτών και με τις διάφορες πλύσεις οι θυσίες αυτές επιβάλλονταν μόνο σαν φορτίο μαζί με τη διάκριση φαγητών και ποτών και με διάφορες πλύσεις)»[Εβρ.9,10]. «Αυτό πιες», λέγει· αν και βέβαια δεν υπήρχε καμία διάταξη για το ποτό, αλλά εξευτελίζοντας αυτά είπε αυτό· «καὶ δικαιώμασι σαρκός, μέχρι καιροῦ διορθώσεως ἐπικείμενα(:και τις εντολές για τον καθαρισμό μόνο του σώματος. Όλα αυτά όμως ήταν προσωρινά, μέχρι τον καιρό της διορθώσεως και μεταρρυθμίσεως που επέφερε ο Χριστός)». Γιατί αυτή είναι η δικαιοσύνη του σώματος. Εδώ υποβιβάζει τις θυσίες δείχνοντας ότι δεν είχαν καμία ισχύ και ότι ίσχυαν μέχρι τον καιρό της διόρθωσης αυτών. Δηλαδή περίμεναν τον καιρό εκείνον που τα διορθώνει όλα.
«Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου(:Αντίθετα ο Χριστός ήλθε ως αρχιερεύς των μελλοντικών αγαθών, των αγαθών δηλαδή της Καινής Διαθήκης. Και εισήλθε στα επουράνια «Άγια των Αγίων» μέσα από μια ανώτερη και τελειότερη σκηνή, που δεν κατασκευάστηκε από χέρια ανθρώπων. Δηλαδή δεν εισήλθε μέσα από μια επίγεια σκηνή, όπως ήταν η Σκηνή του Μαρτυρίου, αλλά δεδομένου ότι το σώμα Του ήταν η σκηνή και κατοικία του Θεού Λόγου, ασυγκρίτως ανώτερη και τελειότερη, εισήλθε μέσα από τη σκηνή αυτή του σώματός Του. Ακριβώς μάλιστα το σώμα Του αυτό, επειδή συνελήφθη εκ Πνεύματος Αγίου, δεν προερχόταν από την κτίση αυτή, αλλά από νέα πνευματική κτίση)»[Εβρ.9,11].
Εδώ ως «μείζονα καί τελειοτέραν σκηνήν» εννοεί τη σάρκα. Και σωστά την ονόμασε και «ανώτερη» και «τελειότερη», εφόσον σε αυτήν κατοικεί ο Θεός Λόγος και όλη η ενέργεια του Πνεύματος· γιατί «Οὐ γὰρ ἐκ μέτρου δίδωσιν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα(:Και τα διδάσκει αυτά αλάνθαστα, διότι ο Θεός δεν Του έδωσε το Άγιο Πνεύμα όπως κάποτε στους προφήτες περιορισμένα και σε ορισμένες στιγμές της ζωής τους, αλλά Του το έδωσε ολοκληρωτικά, αδιάκοπα και απεριόριστα· και συνεπώς Αυτός κατέχει την πλήρη και απόλυτη θεϊκή αποκάλυψη και διδάσκει με ακρίβεια τη διδασκαλία του Θεού)»[Ιω.3,34]· ή το λέγει επειδή είναι τελειότερη, αφού είναι ακατάληπτη, και κατορθώνει μεγαλύτερα.
«Τοῦτ’ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως(:Ακριβώς μάλιστα το σώμα Του αυτό, επειδή συνελήφθη εκ Πνεύματος Αγίου, δεν προερχόταν από την κτίση αυτή, αλλά από νέα πνευματική κτίση)»[Εβρ.9,11]. Να πώς εισήλθε από σκηνή που είναι ανώτερη· γιατί δεν θα ήταν κατασκευασμένη από το Άγιο Πνεύμα, αν την κατασκεύασε άνθρωπος. «Ἒστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως(: Δεν προέρχεται από αυτόν τον κόσμο)»· δηλαδή δεν είναι από αυτά τα κτίσματα, αλλά από τον πνευματικό κόσμο· γιατί έχει κατασκευαστεί από το άγιο Πνεύμα. Βλέπεις πώς ονομάζει το σώμα, και «σκηνή» και «κατασκεύασμα» και «ουρανό»; «Εισήλθε στα επουράνια Άγια των Αγίων», λέγει, «διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς(:μέσα από μία ανώτερη και τελειότερη σκηνή)»· έπειτα, «διὰ τοῦ καταπετάσματος, τοῦτ᾿ ἔστι τῆς σαρκὸς αὐτοῦ(:αφού πρώτος Αυτός εισήλθε μέσα από το καταπέτασμα, δηλαδή με τη σάρκα Του και το αίμα Του)»[Εβρ.10,20] δια του καταπετάσματος, δηλαδή της σάρκας Αυτού· και πάλι, «εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος(:πιο μέσα από το καταπέτασμα της σκηνής)»[Εβρ.6,19]· και πάλι, «εἰσερχομένην εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων(: που εισέρχεται στα Άγια των αγίων)», για να παρουσιαστεί μπροστά στον Θεό.
Και για ποιο λόγο το κάνει αυτό; Επειδή θέλει να μας διδάξει με το καθένα από αυτά τη διαφορετική σημασία που έχει, αλλά έχει την ίδια αιτία. Εννοώ το εξής με αυτό. Ο ουρανός είναι καταπέτασμα· όπως τα Άγια τα αποκρύπτει το καταπέτασμα, έτσι και η σάρκα αποκρύπτει τη θεότητα· και όμοια το σώμα είναι σκηνή, έχοντας μέσα τη θεότητα· και ο ουρανός επίσης είναι σκηνή, γιατί εκεί μέσα είναι ο ιερέας.
«Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς(:Αντίθετα ο Χριστός ήλθε ως αρχιερέας)». Δεν είπε «έγινε», αλλά «ήλθε», δηλαδή ήλθε σε αυτό το ίδιο, δεν έλαβε άλλο. Δεν ήλθε προηγουμένως και μετά έγινε αρχιερέας, αλλά συγχρόνως όταν ήλθε. Και δεν είπε: «ήλθε ως αρχιερέας των θυσιαζομένων», αλλά «τῶν μελλόντων ἀγαθῶν(:των μελλοντικών αγαθών, των αγαθών δηλαδή της Καινής Διαθήκης)»· γιατί ο λόγος δεν μπορούσε να παραστήσει το παν. «οὐδὲ δι’ αἵματος(:ούτε χρησιμοποίησε ο Χριστός ως θυσία το αίμα)», λέγει, «τράγων καὶ μόσχων(:τράγων και μόσχων, όπως οι αρχιερείς των Ιουδαίων)». Όλα είναι αλλαγμένα. «διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ (:αλλά με το δικό Του αίμα μπήκε μια για πάντα)», λέγει, «εἰς τὰ Ἅγια (:στα επουράνια Άγια)». Να, «Ἅγια» ονόμασε τον ουρανό. «Μια για πάντα», λέγει, «εισήλθε στα επουράνια Άγια», «αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος (:εξασφαλίζοντας για μας απολύτρωση όχι προσωρινή, αλλά αιώνια)»[Εβρ.9,12]. Και το «εξασφάλισε», ήταν από τα υπερβολικά αδύνατα και πέρα από κάθε ελπίδα, πώς δηλαδή με μία είσοδο εξασφάλισε αιώνια λύτρωση.
Έπειτα το πειστικό: «Εἰ γὰρ τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς δαμάλεως ῥαντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα, πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι;(: Διότι, εάν το αίμα των ταύρων και των τράγων και το ράντισμα με το νερό και τη στάχτη του δαμαλιού που κατακαιγόταν στο θυσιαστήριο δίνει σους θρησκευτικά μολυσμένους και ακάθαρτους έναν εξωτερικό καθαρμό και εξαγνίζει το σώμα τους, προκειμένου να μπορούν να μετέχουν στη λατρεία, πόσο μάλλον το αίμα του Χριστού, ο οποίος με το αιώνιο Πνεύμα που κατοικούσε μέσα Του πρόσφερε στον Θεό ως θυσία τον εαυτό Του ολοκληρωτικά καθαρό και ελεύθερο από κάθε ρύπο αμαρτίας, θα καθαρίσει τη συνείδησή σας από τα έργα της αμαρτίας που φέρνουν στην ψυχή νέκρωση, και θα σας αξιώσει να λατρεύετε αξίως τον ζωντανό Θεό😉»[Εβρ.9,13-14].
«Εάν δηλαδή», λέγει, «το αίμα των ταύρων μπορεί να καθαρίσει σάρκα, πόσο περισσότερο θα καθαρίσει τον ρύπο της ψυχής το αίμα του Χριστού». Για να μη νομίσεις δηλαδή, ακούοντας ότι «αγιάζει», ότι είναι κάτι το σπουδαίο, αναφέρει και δείχνει τη διαφορά του κάθε καθαρισμού, και πώς ο καθαρισμός αυτός είναι υψηλός, ενώ εκείνος ταπεινός. Και λέγει ότι αυτό είναι πολύ φυσικό, αφού εκείνο ήταν το αίμα ταύρων, ενώ αυτό είναι το Αίμα του Χριστού. Και δεν αρκέστηκε στο όνομα μόνο, αλλά αναφέρει και τον τρόπο της προσφοράς· γιατί, λέγει, «ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ(:ο Οποίος με το αιώνιο Πνεύμα που κατοικούσε μέσα Του πρόσφερε στον Θεό ως θυσία τον εαυτό Του ολοκληρωτικά καθαρό και ελεύθερο από κάθε ρύπο αμαρτίας)»[Εβρ.9,14]· δηλαδή το θυσιαζόμενο ήταν άμωμο και καθαρό από αμαρτίες. Το «διὰ Πνεύματος αἰωνίου» δηλώνει ότι δεν προσφέρθηκε δια πυρός ούτε με κάποιους άλλους.
«Καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν(:Θα καθαρίσει τη συνείδησή σας από τα έργα της αμαρτίας που φέρνουν στην ψυχή νέκρωση)», λέγει, «ἀπὸ νεκρῶν ἔργων (:από τα έργα της αμαρτίας που φέρνουν στην ψυχή νέκρωση)»[Εβρ.9,14]. Και σωστά είπε «ἀπὸ νεκρῶν ἔργων»· γιατί αν κάποιος τότε άγγιζε νεκρό, μολυνόταν· και εδώ αν κάποιος συμβεί να αγγίξει νεκρό έργο, μολύνεται με τη συνείδηση. «εἰς τὸ λατρεύειν(:και θα σας αξιώσει να λατρεύετε αξίως)», λέγει, «Θεῷ ζῶντι (:τον ζωντανό και αληθινό Θεό)». Εδώ δείχνει ότι εκείνος που διαπράττει νεκρά έργα δεν είναι δυνατό να δουλεύει στον ζωντανό Θεό. Και σωστά είπε «τον αληθινό και ζωντανό Θεό», δείχνοντας και με αυτό ότι και τα προσφερόμενα σε Αυτόν είναι τέτοια. Επομένως όλα αυτά τα δικά μας είναι και ζωντανά και αληθινά, ενώ εκείνα τα των Ιουδαίων είναι και νεκρά και ψευδή· και πολύ σωστά.
Κανένας λοιπόν που έχει νεκρά έργα να μην εισέρχεται εδώ. Γιατί αν εκείνος που αγγίζει νεκρό σώμα δεν έπρεπε να εισέρχεται, πολύ περισσότερο δεν πρέπει εκείνος που έχει νεκρά έργα· γιατί είναι μολυσμός φοβερότατος. Και νεκρά έργα είναι όλα εκείνα που δεν έχουν ζωή, που εκπέμπουν δυσωδία. Όπως δηλαδή το νεκρό σώμα δεν είναι χρήσιμο σε καμία αίσθηση, αλλά και προξενεί λύπη σε εκείνους που το πλησιάζουν, έτσι και η αμαρτία πλήττει αμέσως το λογιστικό και δεν αφήνει ούτε τον ίδιο τον νου να ηρεμεί, αλλά τον θορυβεί και τον ταράσσει. Λέγεται ότι και η εμφάνιση λοιμού καταστρέφει τα σώματα. Τέτοια είναι και η αμαρτία· δεν διαφέρει καθόλου από τον λοιμό, διαφθείροντας όχι τον αέρα πρώτα και μετά τα σώματα, αλλά αμέσως υπεισέρχεται στην ψυχή.
Δεν βλέπεις εκείνους που υποφέρουν από λοιμώδη νόσο πώς φλογίζονται, πώς περιστρέφονται, πώς είναι γεμάτοι από δυσωδία, πώς είναι αισχρά τα πρόσωπά τους, πώς όλοι είναι ακάθαρτοι; Τέτοιοι είναι και εκείνοι που αμαρτάνουν, έστω και αν δεν το βλέπουν. Γιατί, πες μου, δεν είναι χειρότερος από εκείνον που υποφέρει από πυρετό, αυτός που κυριεύτηκε από την επιθυμία των χρημάτων ή των σωμάτων; Δεν είναι ακαθαρτότερος από όλους αυτούς, διαπράττοντας όλα τα αδιάντροπα και υποφέροντας από αυτά; Πράγματι τι υπάρχει αισχρότερο από άνδρα που αγαπά υπερβολικά τα χρήματα; Όσα δεν σταματούν να κάνουν οι πόρνες γυναίκες και οι θεατρίνες, αυτά δεν παύει να τα κάνει και αυτός· ή καλύτερα εκείνες είναι δυνατό να σταματήσουν, αυτός όμως όχι. Τι λέγω, δεν σταματά; Υπομένει και δουλοπρεπή πράγματα, κολακεύοντας εκείνους που δεν πρέπει, δείχνοντας επίσης θρασύτητα εκεί που δεν πρέπει, παρουσιάζοντας παντού ανωμαλία. Κάθεται πολλές φορές με πονηρούς ανθρώπους και γόητες και διεφθαρμένους, πολύ πιο φτωχούς και πιο ευτελείς από αυτόν τον ίδιο, ενώ άλλους αγαθούς και κατά πάντα ενάρετους τούς υβρίζει και συμπεριφέρεται προς αυτούς με θρασύτητα.
Είδες και από τα δύο και την ασχημοσύνη και την αδιαντροπιά; Και ταπεινός είναι πέρα από το μέτρο, και αλαζόνας. Διαμένουν βέβαια οι πόρνες σε οίκημα και αυτό είναι άξιο κατηγορίας τους, το ότι πωλούν το σώμα τους έναντι χρημάτων, αλλά έχουν κάποια δικαιολογία τη φτώχεια και την πείνα που τις καταναγκάζει, αν και βέβαια ούτε αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως δικαιολογία· γιατί μπορούν να εργάζονται και να τρέφονται. Εδώ όμως συχνάζει ο πλεονέκτης όχι σε οίκημα, αλλά στο μέσο της πόλης, προσφέροντας όχι το σώμα, αλλά την ψυχή του στον διάβολο, ώστε και να εισέρχεται και να συνευρίσκεται μαζί του σαν προς πόρνη πραγματικά, και αφού εκπληρώσει όλη την επιθυμία του εξέρχεται και βλέπει όλη η πόλη και όχι μόνο δύο και τρεις άνθρωποι. Και αυτό είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των πορνών, το να δίνει σε αυτές κανείς χρήματα· είτε δηλαδή είναι κανείς δούλος είτε ελεύθερος είτε μονομάχος είτε οποιοσδήποτε και προσφέρει αμοιβή, καταδέχονται, ενώ εκείνοι που δεν προσφέρουν τίποτε κι αν ακόμη είναι ευγενέστεροι από όλους, χωρίς τα χρήματα δεν μπορούν να τις πλησιάσουν.
Αυτό κάνουν και αυτοί εδώ· τους ορθούς λογισμούς, όταν δεν έχουν χρήματα, τους αποστρέφονται, ενώ τους μιαρούς και πραγματικά θηριομάχους τούς συναναστρέφονται εξαιτίας των χρημάτων, ασχημονούν μαζί τους και χάνουν την ομορφιά της ψυχής τους. Όπως ακριβώς δηλαδή εκείνες είναι ως προς τη φύση τους αποκρουστικές και γεμάτες πονηριά και άγριες και παχιές και άσχημες και κακόπλαστες και σε όλα αισχρές, τέτοιες γίνονται και οι ψυχές τους , μην μπορώντας με τα εξωτερικά βαψίματα να συγκαλύψουν την ασχήμια τους. Γιατί, όταν η ασχήμια είναι η χειρότερη από όλες, όσα και αν επινοήσουν, δεν μπορούν να υποκριθούν. Το ότι βέβαια η αδιαντροπιά κάνει πόρνες, άκουσε τον προφήτη που λέγει: «Ὂψις πόρνης ἐγένετό σοι, ἀπηναισχύντησας πρὸς πάντας(:Συμπεριφέρθηκες προς όλους με αδιαντροπιά, απέκτησες μορφή πόρνης)»[Ιερ.3,3].
Αυτό μπορούμε να πούμε και προς τους πλεονέκτες· συμπεριφέρθηκες προς όλους με αδιαντροπιά· όχι προς αυτούς και προς εκείνους, αλλά προς όλους. Πώς; Ο άνθρωπος αυτού του είδους δε σέβεται ούτε τον πατέρα του, ούτε το παιδί του, ούτε τη γυναίκα του, ούτε φίλο, ούτε αδελφό, ούτε ευεργέτη, ούτε κανένα άλλο γενικά. Και γιατί λέγω «φίλο και αδελφό και πατέρα»; Δεν σέβεται τον ίδιο τον Θεό, αλλά τα θεωρεί όλα τα σχετικά με Αυτόν ως μύθο, και γελά μεθυσμένος από τη μεγάλη επιθυμία, και ούτε να ακούσει δεν θέλει κάτι από εκείνα που μπορούν να τον ωφελήσουν.
Αλλά πω πω παραλογισμός, ποια είναι και τα λόγια που λένε: «Αλιμόνο σου, μαμωνά, και σε εκείνον που δεν έχει»: Εδώ κατακυριεύομαι από τη φλόγα του θυμού· αλίμονο σε εκείνους που λένε αυτά, και αν ακόμη τα λένε γελώντας. Γιατί, πες μου, δεν απείλησε με αυτήν την απειλή ο Θεός λέγοντας: «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν ·ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ(:Μην απατάτε τον εαυτό σας με την ιδέα ότι είναι δυνατόν να θησαυρίζει κανείς και στη γη και ταυτόχρονα να είναι προσκολλημένος και στο Θεό. Κανείς δεν μπορεί να είναι συγχρόνως δούλος σε δύο κυρίους· διότι ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε συγχρόνως δούλοι και του Θεού και του μαμωνά, δηλαδή του πλούτου. Ή θα μισήσετε τον πλούτο για να αγαπήσετε τον Θεό, ή θα προσκολληθείτε στον πλούτο και θα περιφρονήσετε τότε τον Θεό)» [Ματθ.6,24] και εσύ καταργείς την απειλή τολμώντας να λες τέτοια λόγια προς κακό του εαυτού σου;
Δεν λέγει ο Παύλος ότι αυτή είναι ειδωλολατρία και ονομάζει ειδωλολάτρη τον πλεονέκτη;[Εφ.5,5: «Τοῦτο γάρ ἐστε γινώσκοντες, ὅτι πᾶς πόρνος ἢ ἀκάθαρτος ἢ πλεονέκτης, ὅς ἐστιν εἰδωλολάτρης, οὐκ ἔχει κληρονομίαν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ(:Φυλαχτείτε από αυτά, διότι πρέπει να ξέρετε καλά αυτό, ότι κάθε πόρνος ή ακάθαρτος ή πλεονέκτης, ο οποίος ουσιαστικά είναι ειδωλολάτρης, αφού η λατρεία του χρήματος απορροφά ολόκληρη την καρδιά του, δεν έχει κανένα δικαίωμα κληρονομιάς στη βασιλεία του Χριστού και Θεού)»]. Εσύ όμως στέκεσαι και γελάς όπως οι κοσμικές γυναίκες, προκαλώντας τα γέλια σαν τις γυναίκες του θεάτρου;
Αυτό τα ανέτρεψε όλα, αυτό τα κατέρριψε· κατάντησαν τα δικά μας γέλως και πολιτισμός και αστειότητα· τίποτε το σταθερό, τίποτε το στερεό. Δεν τα λέγω αυτά μόνο προς τους κοσμικούς άντρες, αλλά γνωρίζω ποιους υπαινίσσομαι· γέμισε η Εκκλησία από γέλωτα. Αν ο τάδε πει κάποιο αστείο, αμέσως προκαλούνται γέλια σε αυτούς που κάθονται. Και το θαυμαστό είναι ότι πολλοί δεν σταματούν να γελούν και κατά την ίδια την ώρα της ευχής. Παντού χορεύει ο διάβολος, όλους τους ντύθηκε, όλους τους εξουσιάζει. Ατιμάστηκε ο Χριστός, περιφρονήθηκε, δεν υπάρχει πουθενά η εκκλησία. Δεν ακούτε τον Παύλο που λέγει: «Καὶ αἰσχρότης καὶ μωρολογία ἢ εὐτραπελία,τὰ οὐκ ἀνήκοντα(: Επίσης δεν αρμόζουν σε σας τους Χριστιανούς και δεν πρέπει να αναφέρονται καν ως λέξεις οι αισχρές πράξεις και τα ανόητα φλύαρα λόγια και τα άπρεπα και βρώμικα αστεία)»[Εφ.5,4]; Μαζί με την αισχρότητα αναφέρει τη γελοιότητα και εσύ γελάς; Μωρολογία τι είναι; Εκείνα που δεν έχουν τίποτε το χρήσιμο.
Γελάς λοιπόν διαρκώς και φαιδρύνεις το πρόσωπό του εσύ ο μοναχός; Γελάς, πες μου, εσύ που έχεις σταυρωθεί, εσύ που πενθείς; Πού άκουσες τον Χριστό να το κάνει αυτό; Πουθενά, αλλά πολλές φορές ήταν σκυθρωπός. Πραγματικά, όταν είδε την Ιερουσαλήμ δάκρυσε, όταν σκέφτηκε τον προδότη ταράχτηκε, και όταν επρόκειτο να αναστήσει τον Λάζαρο έκλαψε· και εσύ γελάς; Εάν εκείνος που δεν πονά για τα αμαρτήματα των άλλων είναι άξιος κατηγορίας, εκείνος που συμπεριφέρεται με αναλγησία για τα δικά του και γελά, ποια συγνώμη είναι άξιος να επιτύχει; Ο παρών καιρός είναι καιρός πένθους και θλίψεως, βασάνων και δουλαγωγίας, αγώνων και ιδρώτων· και εσύ γελάς; Δεν βλέπεις πώς επιτιμήθηκε η Σάρρα;
Δεν ακούς τον Χριστό που λέγει «Οὐαὶ ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι πενθήσετε καὶ κλαύσετε(:Αλίμονο και σε σας που έχετε ως μοναδικό σκοπό της ζωής σας τη σαρκική χαρά και γελάτε τώρα από τις διασκεδάσεις και τις απολαύσεις του σαρκικού σας βίου, ουαί και αλίμονό σας, διότι στην άλλη ζωή θα πενθήσετε και θα κλάψετε)»[Λουκά 6,25]; Αυτά ψάλλεις καθημερινά; Πες μου δηλαδή, τι λες; «Γέλασα»; Καθόλου. Αλλά τι; «Ἐκοπίασα ἐν τῷ στεναγμῷ μου(: Απόκαμα από τους στεναγμούς μου για τις παρεκτροπές μου)»[Ψαλμ.6,6].Αλλά ίσως μερικοί είναι τόσο παραλυμένοι και αποχαυνωμένοι, ώστε να γελούν και για την επιτίμηση αυτή, σαν να τα λέμε δηλαδή αυτά για να προκαλέσουμε γέλωτα. Πραγματικά τέτοια είναι η παραφροσύνη, τέτοια η τρέλα, ούτε την επιτίμηση δεν αισθάνεται.
Στέκεται ο ιερέας του Θεού λέγοντας την ευχή για όλους και εσύ γελάς, χωρίς να φοβάσαι τίποτε; Και εκείνος βέβαια λέγει τρέμοντας τις ευχές για σένα, και εσύ τον περιφρονείς; Δεν ακούς τη Γραφή που λέγει: «Οὐαί οἱ καταφρονηταί(:Αλίμονο σε όσους περιφρονούν τα ιερά και τα όσια, τη δικαιοσύνη και την αλήθεια)»[προφήτης Αββακούμ: 1,5]; Δεν φρίττεις; Δεν δείχνεις συστολή; Και βέβαια εισερχόμενος σε ανάκτορα προσέχεις να είναι κόσμιο και το παράστημά σου και το βλέμμα σου και το βάδισμά σου και όλα τα άλλα, ενώ εδώ, όπου είναι τα πραγματικά ανάκτορα, και τέτοια όπως ακριβώς είναι τα ουράνια, γελάς; Εσύ βέβαια γνωρίζω ότι δεν βλέπεις, ακούς όμως ότι παντού παραβρίσκονται άγγελοι και μάλιστα στον οίκο του Θεού στέκονται δίπλα στο βασιλιά, και όλα είναι γεμάτα από τις ασώματες εκείνες δυνάμεις. Ο λόγος μου αυτός απευθύνεται και προς τις γυναίκες, οι οποίες μπροστά στους άνδρες βέβαια δεν τολμούν εύκολα να το κάνουν αυτό, και αν το κάνουν, δεν το κάνουν πάντοτε, αλλά κατά τον χρόνο της ανάπαυσης, ενώ εδώ πάντοτε. Πες μου, γυναίκα, ενώ καλύπτεις το κεφάλι σου, γελάς βρισκόμενη μέσα στην εκκλησία; Εισήλθες να εξομολογηθείς τα αμαρτήματά σου, να προσπέσεις στον Θεό, να Τον παρακαλέσεις και να Τον ικετεύσεις για τα κακά που διέπραξες και τα πλημμελήματα, και το κάνεις αυτό γελώντας; Πώς λοιπόν θα μπορέσεις να καταστήσεις Αυτόν ευμενή;
«Και τι κακό», θα έλεγε κανείς, «είναι το γέλιο»; Δεν είναι κακό το γέλιο, αλλά κακό είναι όταν γίνεται πέρα από το μέτρο και άκαιρα. Το γέλιο υπάρχει σε εμάς ώστε, όταν δούμε φίλους που έχουμε πολύ χρόνο να τους δούμε, να το κάνουμε αυτό, όταν δούμε κάποιους συνεσταλμένους και φοβισμένους, να τους ενθαρρύνουμε με το χαμόγελο, και όχι να καγχάζουμε και να γελάμε πάντοτε. Το γέλιο υπάρχει μέσα στην ψυχή μας, για να ανακουφίζεται κάποτε η ψυχή, όχι για να οδηγείται στη διάχυση. Άλλωστε και η επιθυμία υπάρχει μέσα στα σώματά μας και δεν πρέπει οπωσδήποτε επειδή υπάρχει να τη χρησιμοποιούμε ή να τη χρησιμοποιούμε πέρα από το μέτρο· αλλά και συγκρατούμε αυτήν και δε λέμε «επειδή υπάρχει μέσα μας, ας τη χρησιμοποιήσουμε».
Με δάκρυα δούλευε τον Θεό, για να μπορέσεις να καθαρίσεις τα αμαρτήματά σου. Γνωρίζω ότι πολλοί με κατηγορούν λέγοντας «αμέσως δάκρυα». Γι’ αυτό είναι καιρός δακρύων. Γνωρίζω ότι και αισιοδοξούν όλοι εκείνοι που λένε: «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν(:Ας φάμε, ας πιούμε, διότι αύριο πεθαίνουμε)» [Α΄Κορ.15,32].
Αλλά σκέψου ότι «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης(:Ματαιότης ματαιοτήτων, όλα ανεξαιρέτως τα επίγεια είναι μάταια)»[Εκκλ.1,2]. Δεν το λέγω εγώ, αλλά εκείνος που γνώρισε όλα τα πράγματα έμπρακτα, λέγει τα εξής: «Ἐμεγάλυνα ποίημά μου, ᾠκοδόμησά μοι οἴκους. ἐφύτευσά μοι ἀμπελῶνας, ἐποίησά μοι κήπους καὶ παραδείσους καὶ ἐφύτευσα ἐν αὐτοῖς ξύλον πᾶν καρποῦ·ἐποίησά μοι κολυμβήθρας ὑδάτων τοῦ ποτίσαι ἀπ᾿ αὐτῶν δρυμὸν βλαστῶντα ξύλα· ἐκτησάμην δούλους καὶ παιδίσκας, καὶ οἰκογενεῖς ἐγένοντό μοι, καί γε κτῆσις βουκολίου καὶ ποιμνίου πολλὴ ἐγένετό μοι ὑπὲρ πάντας τοὺς γενομένους ἔμπροσθέν μου ἐν Ἱερουσαλήμ· συνήγαγόν μοι καί γε ἀργύριον καὶ χρυσίον καὶ περιουσιασμοὺς βασιλέων καὶ τῶν χωρῶν· ἐποίησά μοι ᾄδοντας καὶ ᾀδούσας καὶ ἐντρυφήματα υἱῶν ἀνθρώπων, οἰνοχόον καὶ οἰνοχόας· καὶ ἐμεγαλύνθην καὶ προσέθηκα παρὰ πάντας τοὺς γενομένους ἔμπροσθέν μου ἐν Ἱερουσαλήμ·καί γε σοφία μου ἐστάθη μοι. καὶ πᾶν, ὃ ᾔτησαν οἱ ὀφθαλμοί μου, οὐκ ἀφεῖλον ἀπ᾿ αὐτῶν, οὐκ ἀπεκώλυσα τὴν καρδίαν μου ἀπὸ πάσης εὐφροσύνης, ὅτι καρδία μου εὐφράνθη ἐν παντὶ μόχθῳ μου, καὶ τοῦτο ἐγένετο μερίς μου ἀπὸ παντὸς μόχθου. καὶ ἐπέβλεψα ἐγὼ ἐν πᾶσι ποιήμασί μου, οἷς ἐποίησαν αἱ χεῖρές μου, καὶ ἐν μόχθῳ, ᾧ ἐμόχθησα τοῦ ποιεῖν, καὶ ἰδοὺ τὰ πάντα ματαιότης καὶ προαίρεσις πνεύματος, καὶ οὐκ ἔστι περισσεία ὑπὸ τὸν ἥλιον(:Επιδίωξα λοιπόν τα μεγάλα έργα. Έκτισα οικοδομές μεγαλοπρεπείς. Φύτεψα για τον εαυτό μου αμπελώνες. Περιέκλεισα κήπους και δενδρόκηπους και φύτεψα σε αυτούς δένδρα καρποφόρα παντός είδους. Διέταξα και κτίστηκαν δεξαμενές υδάτων, για να ποτίζονται από αυτές όλα τα χλοερά δένδρα του δάσους. Αγόρασα ως κτήμα μου δούλους και δούλες. Και τα παιδιά, που αυτοί γέννησαν στα ανάκτορά μου, έγιναν δικά μου. Απέκτησα μεγάλα κοπάδια βοδιών και προβάτων, περισσότερα από όσα είχαν αποκτήσει όλοι εκείνοι, που υπήρξαν πριν από εμένα στην Ιερουσαλήμ. Συγκέντρωσα για τον εαυτό μου άργυρο και χρυσό, θησαυρούς και περιουσίες βασιλέων και ολοκλήρων περιοχών. Είχα προς διασκέδασή μου τραγουδιστές και τραγουδίστριες. Έκαμα δικές μου και γνώρισα όλες τας διασκεδάσεις και απολαύσεις των ανθρώπων. Είχα οινοχόους, για να με κερνούν κρασί. Έφτασα σε μεγαλείο και δόξα και ξεπέρασα όλους τους ανθρώπους, οι οποίοι πριν από εμένα είχαν ζήσει στην Ιερουσαλήμ. Εν μέσω όμως όλων αυτών των μεγαλείων και των απολαύσεων η σοφία μου μού συμπαραστάθηκε, ώστε να μην εκτραπώ ανεπανόρθωτα. Κάθε τι, το οποίο επιθύμησαν οι οφθαλμοί μου, δεν τους το στέρησα και δεν εμπόδισα την καρδία μου να απολαύσει κάθε τέρψη και χαρά. Η καρδία μου απήλαυσε όλα τα αγαθά των ταλαιπωριών και των κόπων μου. Αυτό άλλωστε υπήρξε και το κέρδος όλων των κόπων της ζωής μου. Και έπειτα από όλες αυτές τις τέρψεις και τις απολαύσεις έριξα εγώ ένα βλέμμα σε όλα όσα έπραξα, σε όλα όσα κατασκεύασαν τα χέρια μου, σε όλα όσα με κόπο και ταλαιπωρία αγωνίστηκα να αποκτήσω, και έβγαλα το συμπέρασμα, ότι όλα αυτά είναι ματαιότητα. Κούφια ορμή παρερχομένου ανέμου και ότι δεν υπάρχει κανένα μόνιμο, αιώνιο κέρδος, καμία ωφέλεια κάτω από τον επίγειο ήλιο)»[Εκκλ.2,4-11]. Και τι λέγει μετά από όλα αυτά; «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης».
Ας πενθήσουμε λοιπόν, αγαπητοί, ας πενθήσουμε, για να γελάσουμε πραγματικά για να νιώσουμε πραγματικά ευφροσύνη κατά τον καιρό της ειλικρινούς χαράς. Γιατί αυτή η χαρά που αισθανόμαστε για τα γήινα οπωσδήποτε είναι αναμιγμένη με λύπη και δεν είναι δυνατό να τη βρούμε αυτήν ποτέ καθαρή, ενώ εκείνη είναι ειλικρινής και άδολη και δεν έχει τίποτε το ύπουλο ούτε κάτι άλλο αναμιγμένο. Με εκείνη, την πνευματική, χαρά ας νιώθουμε ευχαρίστηση, εκείνην ας επιδιώξουμε. Δεν είναι δυνατό να επιτύχουμε αυτήν αλλιώς, παρά με το μην προτιμάμε εδώ τα ευχάριστα, αλλά εκείνα που ωφελούν και να θλιβόμαστε λίγο με τη θέλησή μας και να υποφέρουμε με ευχαριστία όλα εκείνα που μας συμβαίνουν. Γιατί έτσι θα μπορέσουμε να επιτύχουμε και τη βασιλεία των ουρανών, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και στους ατέλειωτους αιώνες. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-hebraeos.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Εβραίους επιστολή, ομιλία ΙΕ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες 562-573 .
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά
ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΣΤΑ ΑΓΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΠΑΝΥΠΕΡΑΓΝΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΜΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Εάν το δέντρο αναγνωρίζεται από τον καρπό και το καλό δέντρο παράγει επίσης καλό καρπό[βλ. Ματθ.7,16: «Ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς. μήτι συλλέγουσιν ἀπὸ ἀκανθῶν σταφυλὴν ἢ ἀπὸ τριβόλων σῦκα;(: Από τη διαγωγή τους και τα έργα τους, που σαν καρπό παράγουν, θα τους μάθετε καλά. Μήπως μαζεύουν από τα αγκάθια σταφύλια ή από τους αγκαθωτούς θάμνους σύκα;)» και Λουκ.6,44: «Ἓκαστον γὰρ δένδρον ἐκ τοῦ ἰδίου καρποῦ γινώσκεται. οὐ γὰρ ἐξ ἀκανθῶν συλλέγουσι σῦκα, οὐδὲ ἐκ βάτου τρυγῶσι σταφυλήν(:Κάθε δέντρο διακρίνεται και αναγνωρίζεται εάν είναι καλό ή κακό από τον καρπό που βγάζει· διότι από αγκάθια δεν μαζεύουν ως καρπό σύκα, ούτε από βάτο τρυγούν ποτέ σταφύλι)»], η μητέρα της αυτοαγαθότητος, η γεννήτρια της αΐδιας καλλονής, πώς δεν θα υπερείχε ασυγκρίτως κατά την καλοκαγαθία από κάθε αγαθό εγκόσμιο και υπερκόσμιο; Διότι η δύναμη που καλλιέργησε τα πάντα, η συναϊδία και απαράλλακτη εικόνα της αγαθότητας, ο προαιώνιος και υπερούσιος και υπεράγαθος Λόγος, από ανέκφραστη φιλανθρωπία και ευσπλαχνία, για χάρη μας θέλησε να περιβληθεί τη δική μας εικόνα, για να ανακαλέσει τη φύση που είχε συρθεί κάτω στους μυχούς του άδη και να την ανακαινίσει, διότι είχε παλαιωθεί, και να την αναβιβάσει προς το υπερουράνιο ύψος της βασιλείας και θεότητός Του.
Για να ενωθεί, λοιπόν, με αυτήν καθ’ υπόσταση, επειδή χρειαζόταν σαρκικό πρόσλημμα και σάρκα νέα συγχρόνως και δική μας, ώστε να μας ανανεώσει από εμάς τους ίδιους, και επιπλέον χρειαζόταν και κυοφορία και γέννα σαν τη δική μας, τροφή μετά τη γέννα και κατάλληλη αγωγή, γινόμενος προς χάριν μας καθ΄όλα σαν εμάς, βρίσκει για όλα πρέπουσα υπηρέτρια και χορηγό αμόλυντης φύσεως από τον εαυτό της αυτήν την αειπάρθενη, η οποία υμνείται από εμάς και της οποίας σήμερα εορτάζουμε την παράδοξη είσοδο στα άγια των αγίων· διότι αυτήν προορίζει πριν από αιώνες ο Θεός για τη σωτηρία και αποκατάσταση του γένους και την εκλέγει ανάμεσα από όλους, όχι απλώς τους πολλούς, αλλά τους από τους αιώνες εκλεγμένους και θαυμαστούς και περιβόητους για την ευσέβεια και σύνεση, καθώς και για τα κοινωφελή και θεοφιλή συγχρόνως ήθη και λόγια και έργα.
Διότι στην αρχή σηκώθηκε εναντίον μας ο νοητός και αρχέκακος όφις και μας κατέρριψε στα βάραθρα του άδη. Και υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους σηκώθηκε εναντίον μας και υποδούλωσε τη φύση μας· φθόνος και ζηλοτυπία και μίσος, αδικία και δόλος και σοφιστεία, και μαζί με τα τέτοια, η θανατηφόρος δύναμη που έχει μέσα του, την οποία πρώτος γέννησε και μόνος του, αφού πρώτος αυτός αποστάτησε από την αληθινή ζωή. Πραγματικά στην αρχή φθόνησε τον Αδάμ, όταν τον είδε να ζει στον τόπο της άφθαρτης τρυφής και να περιλάμπεται με θεοειδή δόξα και να οδηγείται από τη γη στον ουρανό, από όπου αυτός απορρίφθηκε δικαίως και από φθόνο εξεμάνη εναντίον του με τη χειρότερη μανία, ώστε να θελήσει και να τον θανατώσει ακόμη.
Ο φθόνος είναι πατέρας όχι του μίσους μόνο, αλλά και του φόνου, τον οποίο επέφερε σε εμάς αναμειγνύοντάς τον με δόλο ο δολερός και αληθινά μισάνθρωπος όφις. Διότι καταλήφθηκε από έρωτα προς την τυραννία σε βάρος του εντελώς άδικα, για καταστροφή του πλασθέντος κατ’ εικόνα και ομοίωση Θεού· επειδή όμως δεν τόλμησε να επιτεθεί κατά πρόσωπο, χρησιμοποίησε τον δόλο και την πονηρία. Αφού πλησίασε δια του αισθητού όφεως ως φίλος και καλός σύμβουλος ο φοβερός και πραγματικά εχθρός και επίβουλος, κατορθώνει, φευ, κρυφά να επιτύχει και με την αντίθεη συμβουλή χύνει σαν δηλητήριο στον άνθρωπο τη θανατηφόρα δύναμή του.
Εάν λοιπόν ο Αδάμ, κρατώντας δυνατά τότε τη θεία εντολή, απέρριπτε την εχθρική πονηρή συμβουλή, θα φαινόταν νικητής κατά του αντιπάλου και ανώτερος της θανατηφόρας φθοράς, καταντροπιάζοντας τον μανιακό και δόλιο προσβολέα. Επειδή όμως εκείνος υποκύπτοντας εκουσίως, που δεν έπρεπε ποτέ να το κάμει, νικήθηκε και αχρειώθηκε, και έτσι, αφού ήταν ρίζα του γένους μας, ανέδειξε καταλλήλους θνητούς βλαστούς, χρειαζόταν οπωσδήποτε, αν έπρεπε να ανταποδώσουμε την ήττα, να κερδίσουμε την νίκη, να απορρίψομε με ψυχή και σώμα το θανατηφόρο δηλητήριο και να απολαύσουμε ζωή και μάλιστα ζωή αιώνια και απαθή.
Χρειαζόταν λοιπόν το γένος μας νέα ρίζα, δηλαδή νέο Αδάμ, όχι μόνο αναμάρτητο, αλλά και εντελώς ανεξαπάτητο και αήττητο, που επιπλέον μπορεί και να συγχωρεί τις αμαρτίες και να καθιστά αθώους τους ενόχους, που όχι μόνο ζει αλλά και ζωοποιεί, ώστε να μεταδίδει ζωή και άφεση αμαρτιών και στους προσκολλωμένους σε Αυτόν και συγγενείς κατά το γένος, αναζωογονώντας όχι μόνο τους μεταγενεστέρους, αλλά και τους πριν από Αυτόν αποθανόντες.
Γι΄αυτό ο Παύλος, η μεγάλη σάλπιγγα του Πνεύματος, βοά λέγοντας: «Ἐγένετο ὁ πρῶτος ἄνθρωπος Ἀδὰμ εἰς ψυχὴν ζῶσαν· ὁ ἔσχατος Ἀδὰμ εἰς πνεῦμα ζωοποιοῦν(:Έγινε ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, εμψυχωμένος με ψυχή ζωντανή, που δίνει ζωή και στο σώμα. Ο έσχατος Αδάμ, ο Κύριος δηλαδή, ο Οποίος δέχθηκε όλη την παρουσία και κατοίκηση του Αγίου Πνεύματος, υπήρξε γεμάτος Πνεύμα, που μεταδίδει ζωή πνευματική)» [Α΄Κορ.15,45]. Αναμάρτητος δε και ζωοποιός και ικανός να συγχωρεί αμαρτίες δεν είναι κανείς πλην του Θεού. Επομένως ο νέος Αδάμ ήταν αναγκαίο να είναι όχι μόνο άνθρωπος, αλλά και Θεός, να είναι κυριολεκτικώς ζωή και σοφία, δικαιοσύνη και αγάπη, ευσπλαχνία και κάθε άλλο αγαθό, ώστε να διενεργήσει την ανακαίνιση και αναζώωση του παλαιού Αδάμ με έλεος και σοφία και δικαιοσύνη. Ο νοητός και αρχέκακος όφις, χρησιμοποιώντας τα αντίθετα από αυτά, προκάλεσε σε μας την παλαίωση και τη νέκρωση.
Όπως λοιπόν στην αρχή ο ανθρωποκτόνος από φθόνο και μίσος ξεσηκώθηκε εναντίον μας, έτσι ο Αρχηγός της ζωής κινήθηκε προς υπεράσπισή μας από υπερβολή φιλανθρωπίας και αγαθότητας· διότι αγάπησε δίκαια τη σωτηρία του πλάσματός Του, που ήταν να το φέρει πάλι στην εξουσία και να το ξανασώσει, όπως εκείνος ο αρχέκακος άδικα αγάπησε την απώλεια του πλάσματος του Θεού, που ήταν να το υποτάξει στον εαυτό του και να του επιβάλλεται τυραννικώς. Όπως δε αυτός διέπραξε τη νίκη του και την πτώση του ανθρώπου με αδικία και δόλο, με απάτη και σοφιστεία, έτσι ο Ελευθερωτής με δικαιοσύνη και σοφία και αλήθεια πραγματοποίησε την τελική ήττα του αρχέκακου και την ανακαίνιση του πλάσματός Του. Αλλά η ανάπτυξη του θέματος για τη σοφία που υπάρχει σε αυτή τη Θεία Οικονομία δεν είναι του παρόντος καιρού.
Ήταν δε θέμα ακριβούς δικαιοσύνης και η ίδια η ανθρώπινη φύση που ηττήθηκε και εκούσια υποδουλώθηκε, εκούσια να ξαναπαλαίψει και για τη νίκη και να απωθήσει τη δουλεία. Γι’αυτό ο Θεός ευδόκησε να αναλάβει από εμάς τη φύση μας, ενούμενος με αυτήν παραδόξως καθ’ υπόσταση. Ήταν δε αδύνατο η υψίστη εκείνη και υπεράνω του νου καθαρότητα να ενωθεί με μολυσμένη φύση, διότι ένα μόνο πράγμα είναι αδύνατο στον Θεό, το να συνέλθει σε ένωση με ακάθαρτο, πριν αυτό καθαριστεί.
Γι΄αυτό και χρειαζόταν κατ’ ανάγκη μια τελείως αμόλυντη και καθαρότατη παρθένος για κυοφορία και γέννηση Εκείνου που είναι και εραστής της και δοτήρ της καθαρότητας, η οποία και προορίστηκε και αποτελέστηκε και φανερώθηκε, και το σχετικό με αυτήν μυστήριο τελέστηκε, με πολλά παράδοξα γεγονότα που κατά καιρούς συνήλθαν σε ένα.
Γι΄ αυτό και τα γεγονότα που συνετέλεσαν σε αυτό εορτάζονται από εμάς σήμερα, αφού από το αποτέλεσμα αντιληφθήκαμε κυρίως το μεγαλείο των γεγονότων που οδήγησαν προς το τόσο μεγάλο τέλος· διότι Αυτός που είναι εκ Θεού και προς τον Θεό και Θεός, και Λόγος και Υιός του υψίστου Πατρός, συνάναρχος και συναΐδιος, γίνεται υιός ανθρώπου, αυτής της αειπάρθενης. «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας(:Ο Ιησούς Χριστός ήταν χθες, είναι και σήμερα ο ίδιος, και θα είναι ο ίδιος και στους αιώνες)»[Εβρ.13,8], άτρεπτος κατά τη θεότητα, άμεμπτος κατά την ανθρωπότητα. «Αυτός μόνος», όπως ήδη προεμαρτύρησε ο Ησαΐας[Ησ.53,9] «ἀνομίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ(:δεν διέπραξε καμία παράβαση του νόμου, ούτε βρέθηκε δόλος ή λόγος ψεύτικος στο στόμα του)». Και όχι μόνο αυτό, αλλά και Αυτός μόνος δεν συνελήφθηκε με ανομίες, ούτε γεννήθηκε με αμαρτίες, όπως μαρτυρεί ο Δαβίδ στους Ψαλμούς για τον εαυτό του και για κάθε άνθρωπο, ώστε να είναι και κατά το πρόσλημμα τελείως καθαρός και αμόλυντος και να μην χρειάζεται ούτε κατ’ αυτό καθάρσια μέσα για τον εαυτό Του· για να είναι έτσι δυνατό, διαβιβάζοντας σε εμάς για χάρη μας δικαίως μαζί και πανσόφως τόσο την κάθαρση, όσο και το πάθος, να δεχθεί και τον θάνατο και την ανάσταση.
Πραγματικά η κατά τη σάρκα ορμή προς γένεση, που είναι ακουσία και απειθής στον νόμο του νοός, αν και από μερικούς δουλαγωγείται βιαίως, από μερικούς δε σωφρόνως αφήνεται μόνο για παιδοποιία, πάντως φέρει τα σύμβολα της από την αρχή καταδίκης, καθώς είναι και λέγεται φθορά και οπωσδήποτε για τη φθορά γεννά, και είναι εμπαθής κίνηση του ανθρώπου που δεν κράτησε την τιμή, την οποία η φύση μας πήρε από τον Θεό, αλλά ομοιώθηκε με τα κτήνη.
Γι΄αυτό όχι μόνο ήλθε ο Θεός ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά και ήλθε από Παρθένο αγνή και αγία, μάλλον δε Πανυπέραγνη και Υπεραγία, αφού είναι παρθένος όχι μόνο υπερτέρα μολυσμού σαρκός, αλλά και ανωτέρα από μολυσμένους σαρκικούς λογισμούς. Τη σύλληψή της επέφερε επέλευση παναγίου Πνεύματος, όχι ορέξεως σαρκός, προκάλεσε ευαγγελισμό και πίστη στην ενανθρώπηση του Θεού που νικά κάθε λόγο ως εξαίσια και υπέρ λόγο, αλλά δεν πρόλαβε συγκατάθεση και πείρα εμπαθούς· διότι συνέλαβε και γέννησε, ενώ είχε εντελώς απομακρυσμένη τέτοια επιθυμία με την προσευχή και την πνευματική θυμηδία -διότι είπε η παρθένος προς τον ευαγγελιστή άγγελο: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου(:Ιδού είμαι η δούλη του Κυρίου, πρόθυμη να υπηρετήσω τις βουλές Του. Ας γίνει σε ‘μένα όπως το είπες)»[Λουκά 1,38]. Για να ευρεθεί λοιπόν παρθένος ικανή γι΄αυτό, ο Θεός προορίζει προ αιώνων και εκλέγει ανάμεσα στους εκλεγμένους από αιώνες αυτήν την υμνουμένη τώρα από εμάς αειπάρθενη κόρη.
Και βλέπετε από πού άρχισε η εκλογή. Ανάμεσα στα παιδιά του Αδάμ εξελέγη από τον Θεό ο θαυμάσιος Σηθ, που με την ευκοσμία των ηθών, την ευταξία των αισθήσεων και την ευπρέπεια των αρετών έδειχνε τον εαυτό του έμψυχο ουρανό και πέτυχε γι΄αυτό την εκλογή, από την οποία επρόκειτο να βλαστήσει αυτή η παρθένος ως θεοπρεπές όχημα του υπερουράνιου Θεού και να ανακαλέσει τους ανθρώπους προς ουράνια υιοθεσία.
Γι΄αυτό όλοι οι από του Σηθ[Γέν. 4,26: «Καὶ τῷ Σὴθ ἐγένετο υἱός, ἐπωνόμασε δὲ τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐνώς· οὗτος ἤλπισεν ἐπικαλεῖσθαι τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ(:Και από τον Σηθ γεννήθηκε υιός και έδωσε σε αυτόν τον όνομα Ενώς· αυτός πίστεψε και στήριξε τις ελπίδες του στον Θεό και λάτρεψε και έκανε πάντοτε επίκληση στο όνομα Κυρίου του Θεού)» ονομάζονταν «υιοί Θεού», διότι από αυτήν τη γενεά επρόκειτο ο Υιός του Θεού να γίνει υιός ανθρώπου, εφόσον άλλωστε και ο Σηθ γλωσσικώς σημαίνει ανάσταση, μάλλον δε εξανάσταση, η οποία είναι κυρίως ο Κύριος που επαγγέλλεται και χαρίζει αθάνατη ζωή σε όσους πιστεύουν σε Αυτόν.
Και πόσο ταιριαστός είναι ο τύπος! Ο μεν Σηθ έγινε για την Εύα όπως λέγει αυτή στη θέση του Άβελ, τον οποίο φόνευσε από φθόνο ο Κάιν[Γέν. 4,25: «Ἒγνω δὲ Ἀδὰμ Εὔαν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκεν υἱόν, καὶ ἐπωνόμασε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Σήθ, λέγουσα· ἐξανέστησε γάρ μοι ὁ Θεὸς σπέρμα ἕτερον ἀντὶ Ἄβελ, ὃν ἀπέκτεινε Κάϊν(: Και συνευρέθηκε ο Αδάμ με τη γυναίκα του την Εύα, η οποία αφού έμεινε έγκυος γέννησε υιό και έδωσε σε Αυτόν το όνομα Σηθ, λέγοντας με πόνο ψυχής: ‘’Τον ονόμασα Σηθ[:εξανάσταση], διότι ο Θεός μού έδωσε άλλο παιδί αντί του Άβελ, τον οποίο σκότωσε ο Κάιν)»]· ο δε τόκος της Παρθένου, Χριστός, έγινε στη φύση αντί για τον Αδάμ, τον οποίο θανάτωσε από φθόνο ο αρχηγός και προστάτης της κακίας. Αλλά ο μεν Σηθ δεν ανέστησε τον Άβελ, αφού ήταν απλώς τύπος της αναστάσεως· ο δε Κύριός μας Ιησούς Χριστός ανέστησε τον Αδάμ, διότι Αυτός είναι η αληθινή των ανθρώπων Ζωή και Ανάσταση, εξαιτίας της οποίας και οι απόγονοι του Σηθ αξιώθηκαν τη θεία υιοθεσία κατά την ελπίδα τους, ονομαζόμενοι «υιοί του Θεού». Ότι δε ονομάζονταν υιοί του Θεού εξαιτίας αυτής της ελπίδας είναι φανερό από τον πρώτο ονομασθέντα που διαδέχθηκε την εκλογή. Ήταν δε αυτός ο Ενώς του Σηθ, ο οποίος κατά το γεγραμμένο από τον Μωυσή πρώτος «οὗτος ἤλπισεν ἐπικαλεῖσθαι τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ(: αυτός πίστεψε και στήριξε τις ελπίδες του στον Θεό και λάτρεψε και έκανε πάντοτε επίκληση στο όνομα Κυρίου του Θεού)» [Γέν. 4,26]. Βλέπετε σαφώς ότι πέτυχε το θείο όνομα σύμφωνα με την ελπίδα;
Αφού λοιπόν άρχισε από τα ίδια τα παιδιά του Αδάμ η εκλογή γι’ αυτήν που κατά την πρόγνωσή Του θα γινόταν μητέρα του Θεού και επετελείτο διαμέσου των κατά καιρούς γενεών, κατέβηκε μέχρι του βασιλέως και προφήτου Δαβίδ και των διαδόχων του θρόνου και του γένους του. Επειδή δε ο καιρός καλούσε τώρα την αποτελείωση της θείας αυτής εκλογής, εξελέγησαν από τον Θεό ο Ιωακείμ και η Άννα από τον οίκο και τη γενεά του Δαβίδ, που ήσαν μεν άτεκνοι, συζούσαν δε με σωφροσύνη και ήσαν ανώτεροι στην αρετή από όλους όσοι ανάγουν στον Δαβίδ την ευγένεια του γένους και του ήθους. Αυτό το ζεύγος ζητούσε δια της ασκήσεως και προσευχής τη λήξη της ατεκνίας τους από τον Θεό και υποσχόταν να αναθέσουν σε Αυτόν από βρέφος αυτό που θα γεννούσαν.
Τότε παρέχεται η υπόσχεση και δίδεται παιδί, η τωρινή Θεομήτωρ, ώστε η πανάρετη κόρη να γεννηθεί από πολυαρέτους γονείς και η πάναγνη από εξαιρετικά σώφρονες, και να λάβει ως καρπό η σωφροσύνη, συνερχομένη με την προσευχή και την άσκηση, το να γίνει γεννήτρια της παρθενίας, και μάλιστα παρθενίας που προβάλλει αφθόρως κατά τη σάρκα τον προαιωνίως γεννημένο από παρθένο Πατέρα κατά τη θεότητα. Τι φτερά είχε εκείνη τη προσευχή! Τι παρρησία που βρήκε ενώπιον του Κυρίου!
Αλλά επειδή βέβαια εκείνοι πέτυχαν έτσι τα ζητούμενα με την προσευχή τους και είδαν την προς αυτούς θεία επαγγελία να εκπληρώνεται έμπρακτα, σπεύδοντας και αυτοί να εκπληρώσουν την προς τον Θεό υπόσχεση ως φιλαλήθεις και θεοφιλείς και φιλόθεοι συγχρόνως, ευθύς μετά τον απογαλακτισμό οδηγούν την αληθινά ιερά και θεόπαιδα και τώρα θεομήτορα Παρθένο στο ιερό του Θεού και στον ιεράρχη που βρισκόταν σε αυτό.
Αυτή δε, γεμάτη θεία χάρη και τέλειο νου ακόμη και σ’ αυτήν την ηλικία, αντιλαμβανόταν από τότε, και μάλιστα καλύτερα από τους άλλους τα τελούμενα σε αυτήν, και έδειξε, με όποιον τρόπο μπορούσε, ότι δεν οδηγείται, αλλά αυτή μόνη της με ελεύθερη γνώμη προσέρχεται στον Θεό, σαν να είναι από εαυτού της πτερωμένη προς τον ιερό και θείο έρωτα και να θεωρεί αγαπητή και να αναγνωρίζει ως αξία της την είσοδο και κατοικία στα άγια των αγίων.
Γι΄αυτό και ο αρχιερέας του Θεού, αφού αντιλήφθηκε τότε ότι η κόρη είχε ένοικη τη θεοειδή χάρη παραπάνω από όλους, έπρεπε να την αξιώσει το ανώτερο από όλους, να την εισαγάγει στα άγια των αγίων και να πείσει αυτό που γινόταν όλους τους τότε ανθρώπους να αγαπούν, με τη σύμπραξη και απόφαση του Θεού μαζί, που έστελνε από άνω δι’ αγγέλου απόρρητη τροφή στην Παρθένο εκεί.
Με αυτήν την τροφή δυνάμωνε καλύτερα τη φύση της και συντηρούσε και τελειοποιούσε τον εαυτό της κατά το σώμα καθαρότερα και ανώτερα από τις ασώματες δυνάμεις, έχοντας ως υπηρέτες τους ουράνιους νόες, διότι δεν εισήχθηκε απλώς και μόνο στα άγια των αγίων, αλλά και κατά κάποιον τρόπο παραλήφθηκε από τον Θεό σε συνοίκηση με Αυτόν για όχι ολίγα έτη· ώστε έτσι στον κατάλληλο καιρό να ανοιχθούν οι ουράνιες μονές και να δοθούν για αΐδια κατοικία σε όσους πιστεύουν στην παράδοξη γέννα της.
Έτσι λοιπόν και γι’αυτούς τους λόγους απετέθη δικαίως σήμερα στα άγια άδυτα σαν θησαυρός του Θεού η κόρη που εξελέγη ανάμεσα στους εκλεκτούς από αιώνες, που αναδείχθηκε αγία των αγίων, που έχει το σώμα καθαρότερο και θειότερο ακόμη και από τα δια της αρετής κεκαθαρμένα πνεύματα, ώστε να μην είναι δεκτικό μόνο του τύπου των θείων λόγων, αλλά και του ιδίου του Ενυποστάτου και Μονογενούς Λόγου του προανάρχου Πατρός· σαν θησαυρός που ο Λόγος θα τον χρησιμοποιούσε στον καιρό του, όπως και έγινε, για πλουτισμό και υπερκόσμιο και συγχρόνως παγκόσμιο κόσμημα.
Κι έτσι και γι’αυτόν τον λόγο δοξάζει τη μητέρα Του και πριν από τη γέννηση και μετά τη γέννηση. Εμείς δε, κατανοώντας τη σημασία της σωτηρίας που μας ετοιμάστηκε δι’ αυτής, αποδίδουμε με όλη τη δύναμή μας την ευχαριστία και τον ύμνο. Πραγματικά, αν η ευγνώμων γυναίκα που αναφέρεται στο ευαγγέλιο, μόλις άκουσε για λίγο τους σωτηριώδεις λόγους του Κυρίου, απέδωσε τον μακαρισμό και την ευχαριστία στη μητέρα τούτου, υψώνοντας την φωνή της από τον όχλο και λέγοντας προς τον Χριστό: «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας(:Ευτυχισμένη η κοιλιά που σε βάστασε και οι μαστοί που θήλασες)»[Λουκ.11,27], εμείς που έχουμε κοντά μας γραμμένα όλα τα λόγια της αιώνιας ζωής και όχι μόνο τα λόγια, αλλά και τα θαύματα και τα παθήματα και την δι’ αυτών έγερση της φύσεώς μας από τους νεκρούς και ανάληψή της από τη γη στον ουρανό, και την δι’ αυτών επηγγελμένη σε εμάς αθάνατη ζωή και αμετάτρεπτη σωτηρία, πώς δεν θα ανυμνήσουμε και μακαρίσουμε αδιαλείπτως τη μητέρα του χορηγού της σωτηρίας, του δοτήρος της ζωής, εορτάζοντας τώρα και τη σύλληψη αυτής και τη γέννηση και τη μετοίκηση στα άγια των αγίων;
Αλλά ας μετοικήσουμε κι εμείς τους εαυτούς μας, αδελφοί, από την γη στα άνω· ας μεταφερθούμε από την σάρκα επάνω στο πνεύμα· ας μεταθέσουμε τον πόθο από τα πρόσκαιρα στα μόνιμα· ας καταφρονήσουμε τις σαρκικές ηδονές, που έχουν ευρεθεί ως δέλεαρ κατά της ψυχής και παρέρχονται γρήγορα· ας επιθυμήσουμε τα πνευματικά χαρίσματα που μένουν άφθαρτα· ας υψώσουμε από την κάτω τύρβη την στάση και την διάνοιά μας· ας την ανεβάσουμε στα ουράνια ύδατα, εκείνα τα άγια των αγίων, όπου τώρα κατοικεί η Θεοτόκος.
Διότι έτσι θα εισέλθουν σε αυτήν επωφελώς για μας με θεάρεστη παρρησία και τα άσματά μας και οι δεήσεις μας προς αυτήν και έτσι, εκτός από τα παρόντα, με τη μεσιτεία της θα γίνομε κληρονόμοι και των μελλόντων και μενόντων αγαθών, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας που γεννήθηκε από αυτήν για μας, στον Οποίο πρέπει δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το συναΐδιο και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, Ομιλίες ΜΓ΄- ΞΓ΄, ομιλία ΝΒ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 11, σελίδες 237-258.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΞ ΑΥΤΟΥ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 21-11-1982] «Την θεόπαιδα Παρθένον καί Θεοτόκον ἐν ναῷ Κυρίου προσαγομένην εὐσεβῶς ἀνευφημήσωμεν…»
Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας γιορτάζει την Είσοδον της Υπεραγίας Θεοτόκου εις τον ναόν του Σολομώντος, εις τα Άγια των Αγίων. Είναι γνωστό ότι οι γονείς της Υπεραγίας Θεοτόκου, Ιωακείμ και Άννα, ήσαν στείροι. Δηλαδή δεν έκαναν παιδιά. Και είχαν φθάσει σε μία προχωρημένη ηλικία, και παιδί δεν είχαν. Επειδή δε εθεωρείτο όνειδος, κυρίως εις την γυναίκα που δεν έκανε παιδιά, γι’ αυτό τον λόγο νυχθημερόν παρακαλούσαν τον Κύριο να τους δώσει ένα παιδί. Και ο Κύριος εισήκουσε την προσευχή τους. Και τους έδωκε ένα κορίτσι. Την Υπεραγίαν Θεοτόκον. Και στις προσευχές τους μέσα, είχαν τάξει εις τον Θεόν να προσφέρουν το παιδί εις τον ναόν. Ό,τι δηλαδή είχε κάνει παλιότερα η Άννα, η γυναίκα του Ελκανά, η δεύτερη γυναίκα του Ελκανά, που δεν είχε παιδιά, κι εκεί παρακαλούσε τον Θεό, στον ναό να της δώσει παιδί. Διότι η άλλη γυναίκα είχε πολλά παιδιά, και ησθάνετο πολύ δύσκολα, ησθάνετο όνειδος, όπως σας είπα, ντροπή· γι’ αυτόν τον λόγο, παρακαλούσε θερμά τον Θεό, και είπε: «Θεέ μου, δώσε μου ένα παιδί, και θα Σου το αφιερώσω». Και πράγματι, έκανε τον Σαμουήλ. Και τριών ετών τον έφερε εις τον ναόν και τον αφιέρωσε τότε επί αρχιερέως Ηλί. Και έμενε εις τον ναόν. Εκεί εκοιμάτο, εκεί έτρωγε, εκεί έμενε ο Σαμουήλ.
Έτσι, το ίδιο συνέβη και με την Υπεραγίαν Θεοτόκον. Οι γονείς της, ο Ιωακείμ και η Άννα, θερμά παρεκάλεσαν να τους δώσει παιδί, και αν τους έδινε, θα το αφιέρωναν στον Θεό. Και πράγματι, όταν εγεννήθη το παιδί τους, η Μαρία, την απεγαλάκτισαν, διότι έτσι εσυνηθίζετο τότε, εις ηλικίαν τριών ετών. Και μόλις απεγαλακτίσθη, δηλαδή έκοψαν το γάλα το μητρικό, προσέφεραν το μικρό παιδάκι εις τον ναόν. Και οι ιερείς οδήγησαν το κοριτσάκι αυτό, των τριών ετών, την τριετίζουσα Μαρία, εις τα Άγια των Αγίων. Εκεί ουδείς εισήρχετο, ούτε ιερεύς, παρά μόνον ο αρχιερεύς, και αυτός μόνο μία φορά τον χρόνο! Και συνεπώς η παρουσία της Υπεραγίας Θεοτόκου ήτο κατ’ έμπνευση του Θεού να βρίσκεται εκεί, εις τα Άγια των Αγίων.
Το γεγονός αυτό που γιορτάζομε σήμερα, προβάλλεται και σε μας, αγαπητοί μου, με έναν έκτυπον τρόπον, που έρχεται να μας πει πολλά πράγματα. Ας δούμε μερικά σημεία απ’ αυτό το γεγονός που γιορτάζομε σήμερα, τι έχει σε μας να πει.
Προσέξτε ένα σημείο, ένα πρώτο σημείο. Ότι οι γονείς της Θεοτόκου, δεν έκαναν παιδιά, και προσηύχοντο διαρκώς εις τον Θεόν να τους δώσει παιδί. Συνεπώς η Υπεραγία Θεοτόκος ήτο καρπός των προσευχών των. Τίθεται το ερώτημα: Όταν παντρεύονται δύο άνθρωποι, κι αποφασίζουν να κάνουν παιδιά, τα παιδιά είναι καρπός επιθυμίας ή καρπός αγίου πόθου; Τι είναι από τα δυο; Είναι καρπός προσευχών, ή καρπός, ξαναλέγω, σαρκός; Όταν είπα «καρπός επιθυμίας», δεν εννοώ απλώς και μόνον, ασφαλώς και αυτό, το στοιχείον της σαρκικής επιθυμίας, αλλά εννοώ το εξής: γενικά της επιθυμίας των ανθρώπων, από κίνητρο και ελατήριο το «εγώ» των. Δηλαδή επιθυμώ να έχω παιδιά, γιατί θέλω να έχω παιδιά; Να δημιουργήσω απογόνους; Να δημιουργήσω μίαν προέκτασιν της υπάρξεώς μου, ώστε αν εγώ πεθάνω, να υπάρχω στο παιδί μου και στον εγγονό μου; Αυτό δε, το βλέπομε πολλάκις στο όνομα, όταν οι άνθρωποι διαπληκτίζονται, χαλούν τις καρδιές των, να βγάλουν οπωσδήποτε το δικό τους όνομα, και, βάζοντας το δικό τους όνομα, να θέλουν να απαθανατισθούν στο πρόσωπο του παιδιού των ,του εγγονού των, κ.ο.κ. Αυτό είναι φανερό, ότι το ελατήριο της επιθυμίας της δημιουργίας των παιδιών, είναι εγωιστικό. Μ΄ αυτήν λοιπόν, την γενικήν έννοια, λέγω, τι είναι ένα παιδί, καρπός των προσευχών μας, καρπός αγίου πόθου ή καρπός μιας σαρκικής -γιατί όλα αυτά με μία λέξη, έτσι χαρακτηρίζονται- επιθυμίας;
Πάντως είναι παρατηρημένο και η Ιστορία αυτό το διδάσκει, η Ιστορία του Θεού, ότι γονείς που έκαναν παιδιά κατόπιν προσευχών, έκαναν άγια παιδιά. Έτσι κι ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, ήτο καρπός προσευχών. Γι’ αυτό αγαπητοί μου, όταν θα κάνουμε παιδιά, όταν θέλουμε να κάνουμε παιδιά, ιδίως το λέγω πιο πολύ στους νέους ανθρώπους, που θα ήθελαν να δημιουργήσουν και να φτιάξουν οικογένεια, δεν θα κάνουν την οικογένεια μόνο για να έχουν μία δική τους ψυχολογική άνεση ή και περαιτέρω άλλης φύσεως ανέσεις ή απλώς γιατί όπως λένε κατά τη συνήθη έκφραση «παντρευόμενος να μπει κανείς στον δρόμο του». Ποιο δρόμο; Ας το πούμε, τον κοινωνικόν δρόμον. Δηλαδή; Να, αυτό που κάνουν όλοι, θα το κάνουμε κι εμείς. Να μην διαφέρουμε από εκείνο που κάνουν οι άλλοι.
Στην πραγματικότητα την έννοια των πραγμάτων την χάνουμε. Θα πρέπει να αισθανόμαστε ότι είμεθα οικονόμοι μυστηρίων Θεού, όπως και οι ιερείς· και εδώ έχουμε το μυστήριο των παιδιών, τις αθάνατες ψυχές, που πρέπει να μυσταγωγήσουμε στον Θεό. Έτσι λοιπόν πρέπει να βλέπουμε το θέμα του γάμου και τη γέννηση των παιδιών. Το στριφογυρίζω πολλή ώρα στο μυαλό μου αν πρέπει να σας το πω, αλλά θα σας το πω, γιατί «Οὐ βούλομαι σεμνότητι λόγων καλλωπίζεσθαι, ἀλλά σεμνούς ποιῆσαι τούς ἀκούοντας», όπως λέγει ο Μέγας Βασίλειος. Δηλαδή εκείνη η αχαρακτήριστος έκφρασις: «Το παιδί αυτό γεννήθηκε γιατί ξέφυγε!». Ε, όχι δα..! Όχι δα… Που δείχνει ότι όλα τα ελατήρια, όλα τα κίνητρα της δημιουργίας παιδιών, δεν είναι παρά μόνον οι ηδονές μας και τίποτε άλλο. Μα, αν είναι δυνατόν ποτέ, κάτω από τέτοιες καταστάσεις, να έχει ευλογία αυτό το παιδί που θα γεννηθεί.
Γι’ αυτό λέγει ο Κύριος, το σημειώνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είναι εκείνοι οι οποίοι «οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκὸς, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρὸς, ἀλλ᾽ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν». Αναμφισβήτητα μεσολαβεί η σαρκική επιθυμία· αλλά είναι αγιασμένη. Είναι κάτω από το θέλημα του Θεού. Όταν είναι κάτι κάτω από το θέλημα του Θεού, δεν είναι αυτό το πρωταρχικόν ελατήριον, αλλ΄ είναι απλώς κάτι που ακολουθεί, τότε βεβαίως κι αυτό που είναι και μοιάζει για σαρκικό, δεν είναι σαρκικό αλλά είναι πνευματικό. Αυτή η σάρκα η ίδια που φορώ αυτή τη στιγμή και που με τα μάτια αυτά σας βλέπω και με την γλώσσα αυτή σας ομιλώ, δεν είναι σάρκα με την έννοια ότι είναι κάτι απόβλητο και κάτι που δεν θα μπορεί να σταθεί στην αιωνιότητα. Θα αναστηθεί η σάρκα μου. Έχει την σφραγίδα της αιωνιότητος. Γιατί; Διότι η σάρκα μου είναι θέλημα του Θεού. Άλλο πράγμα θα πει σάρκα, κι άλλο πράγμα θα πει ζω σαρκικά. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Έτσι λοιπόν ασφαλώς μπαίνει ο γάμος, με όλα τα συμπαρομαρτούντα του. Αλλά πρέπει να φέρει ο γάμος τη σφραγίδα του Θεού, του θελήματος του Θεού. Και τότε μπορώ να λέγω ότι μπορούμε να έχουμε παιδιά αγιασμένα. Έχουμε δηλαδή άγιες καταβολές. Αυτές είναι οι καταβολές, τα θεμέλια. Πολλές φορές λέμε για τα παιδιά ποιες είναι οι καταβολές των. Και συνήθως ανατρέχουμε στους προγόνους, στις λεγόμενες βιολογικές καταβολές. Μας διαφεύγει όμως ότι η μεγίστη καταβολή είναι η ευλογία του Θεού.
Έτσι, τι βλέπουμε εις αυτό το ζεύγος το αγιασμένο, τον Ιωακείμ και την Άννα; Όταν το παιδάκι τους γίνεται τριών ετών, το έταξαν και το οδήγησαν στον ναό. Εκείνο το «έταξαν» είναι μεγάλο πράγμα. Διότι δεν έταξαν απλώς να του βάλουν μαύρα, όπως μερικοί τάζουν να βάλουν μαύρα στο παιδί τους και βάζουν όταν το παιδί γεννηθεί ή ζήσει. Είναι ίσως και λίγο ανόητο το πράγμα αυτό… Ή άλλα πράγματα. Να ανάψουνε μια λαμπάδα ή ό, τι άλλο. Αφιερώνουν ολόκληρο το παιδί τους, και φεύγει από τη δικαιοδοσία τους, το αφιερώνουν στον Θεό. Και είχανε μόνο ένα· κι αυτό καρπός των γερατειών των και των προσευχών των. Εδώ κάνουν τόσα παιδιά οι άνθρωποι, και αν υποτεθεί ένα παιδί τους, όχι αυτοί να το αφιερώσουν, αλλά το παιδί να θέλει να αφιερωθεί, να γίνει υπηρέτης του Θεού, να γίνει μοναχός, να γίνει κληρικός, τότε ξεσηκώνουν τον κόσμον, γιατί δεν θα ήθελαν το παιδί τους να αφιερωθεί εις τον Θεόν. Τους ελέγχει το γεγονός της σημερινής γιορτής.
Αλλά αφιερώνουν αυτοί οι δύο ευλογημένοι γονείς το παιδί τους στον ναό. Πολλά έχει να μας πει αυτό. Σημειώσατε ότι αφιέρωσαν το παιδί τους στον ναό του Θεού. Αυτό για κάθε οικογένεια σημαίνει ότι οφείλουν να οδηγούν τα παιδιά τους εις τον ναόν. Έκφρασις είναι ο Εκκλησιασμός. Πρέπει τα παιδιά μας να τα εκκλησιάζουμε. Από νήπια, από βρέφη. Διότι τριών ετών το παιδάκι-ήταν βρέφος- σημειώσατε ότι αφιερώθηκε ολοτελώς. Δεν σήμαινε ότι πιο μπροστά δεν πήγαιναν οι γονείς του να προσφέρουν τις θυσίες τους κλπ. μαζί με το νήπιό τους.
Έτσι κι εμείς οι Χριστιανοί γονείς οφείλομε, αγαπητοί μου, να οδηγούμε τα παιδιά μας τακτικώς και εγκαίρως εις τον ναόν του Θεού. Όχι Κυριακή παρά Κυριακή. Όχι Χριστούγεννα και Πάσχα. Κάθε Κυριακή και μεγάλη γιορτή. Προσέξτε, δεν θα στέλνομε το παιδί μας στην Εκκλησία· αλλά θα πηγαίνουμε με τα παιδιά μας στην Εκκλησία. Μην ξεχνάτε ότι το παράδειγμα είναι το Α και το Ω. Διότι δεν είναι επαρκές να στείλω το παιδί μου στην Εκκλησία. Πόσοι το λέγουν αυτό γονείς! «Στέλνω», λέγει , «το παιδί μου». Τρώει το παιδί σου για σένα αδελφέ μου; Κοιμάται το παιδί σου για σένα αδελφέ μου; Ο καθένας έχει το πρόσωπό του, έχει την ατομικότητά του. Το παιδί σου για το παιδί σου και σένα για σένα. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Λοιπόν· δεν θα στείλουμε το παιδί μας στην Εκκλησία, αλλά θα πάμε με το παιδί μας στην Εκκλησία. Ώστε το παιδί μας να λατρεύσει μαζί με μας τον Θεό, αλλά και να αντιληφθεί ότι πρέπει να μιμηθεί-μιμητικός είναι ο άνθρωπος- εκείνο που κάνουν οι γονείς του. Να βαδίσει πάνω στα χνάρια των γονιών του. Αυτό είναι πάρα πολύ σπουδαίο.
Ακόμη εις τον ναόν η Υπεραγία Θεοτόκος τι έκανε; Έμεινε, ξέρετε, 11-12 χρόνια. Δηλαδή έως 15 ετών. Από εκεί παρελήφθη και οδηγήθηκε εις τα χέρια του Ιωσήφ, δια να μνηστευθεί. Από τον ναόν παρελήφθη. Προσέξτε κάτι. Η Υπεραγία Θεοτόκος προσηύχετο, μελετούσε και έκανε δουλειές στον ναό του Θεού. Δηλαδή διακονούσε τον ναό του Θεού. Αυτό το «προσηύχετο και μελετούσε» προδίδεται από την ωδή της. Βλέπομε την ωδή της, αυτήν την οποία είπε, ότι «από ΄δω και μπρος θα με μακαρίζουν οι γενεές» κλπ. κλπ. Αυτήν την ωδή την οποία είπε όταν είδε τη συγγενή της την Ελισάβετ, η οποία εγκυμονούσε τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, και είναι ωδή εφάμιλλος από πλευράς ποιητικής και προφητικής, με τις άλλες ωδές της Παλαιάς Διαθήκης, όπως του Μωυσέως, του Αββακούμ, του Ησαΐου, δεν είναι παρά καρπός παρά μιας διαρκούς μελέτης· διότι έχει στοιχεία πολλά από την ωδή της Άννης, που έζησε 1200 χρόνια πριν από την Υπεραγίαν Θεοτόκον. Και μελετούσε εκεί εις τον ναόν. Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ότι το παιδί μας πολύ νωρίς θα αρχίσουμε να το κατηχούμε.
Τι σημειώνει ο Απόστολος Παύλος στον Τιμόθεο; Του λέει ότι «από βρέφους γνωρίζεις τα ιερά γράμματα». Και ποιοι ήσαν που οδηγούσαν το παιδί από βρέφους εις τα ιερά γράμματα; «Η μάμμη σου», λέει, «η Λωίδα και η μητέρα σου η Ευνίκη».Το Πνεύμα του Θεού καταξίωσε να γραφούν τα ονόματα αυτών των δύο σπουδαίων γυναικών στην Αγία Γραφή. Και να ακούγονται και να μνημονεύονται παντού και πάντοτε. Δεν σημειώνεται γι’ αυτές ότι ήσαν μορφωμένες ή εργάζονταν σε γραφεία. Ή ότι ήσαν επιστήμονες. Ήξεραν την μεγίστην επιστήμην. Την πρώτην και μεγάλην και μοναδική επιστήμη. Την επιστήμη να μεγαλώνουν παιδιά! Να μεγαλώνουν και να ανατρέφουν παιδιά. Και το παιδί τους αυτό, ένα και μοναδικό, γιατί δεν είχε πατέρα, πέθανε- Έλληνας ήτο ο πατέρας του Τιμοθέου- Εβραίες αυτές· και μεγάλωσε ο Τιμόθεος όχι προσκολλημένος στην γιαγιά και στην μαμά. Δεν ήταν ένα μαμόθρεφτο παιδάκι, αλλά ήταν ένα παιδί που το πρόσεχαν να καταρτίζεται πνευματικά και να γίνει εκείνος που έγινε. Ο μεγάλος συνεργάτης του Αποστόλου Παύλου και ο πρώτος επίσκοπος Εφέσου. Αυτής της πρωτευούσης της Μικράς Ασίας, της Εφέσου.
Ναι, αγαπητοί. Έτσι πρέπει να μεγαλώνουμε τα παιδιά μας, με κατήχηση. Να μάθουμε τα παιδιά μας, γι’ αυτό πάνε σχολείο, να μάθουν γράμματα, να διαβάζουν την Αγία Γραφή. Γι’ αυτό είναι δυστύχημα σήμερα που κόψαμε τα Αρχαία Ελληνικά και δεν θα μπορούν τα παιδιά μας να καταλαβαίνουν τα κείμενα. Είναι κι άλλες απόψεις, εθνικές, αλλά από την άποψη τη θρησκευτική, είναι ένα αυτόχρημα δυστύχημα. Ωστόσο όμως θα σας έλεγα βοηθήστε τα παιδιά σας να προσοικειωθούν με το βιβλίο του Λόγου του Θεού. Σιγά σιγά θα γίνεται μια μύησις διαρκής. Μετά στο Κατηχητικό Σχολείο, στην Κατήχηση. Να αγαπούν την κατήχηση, το κήρυγμα, να αγαπούν πολύ τον λόγο του Θεού. Και διαρκώς να καταρτίζονται. Να αγαπούν την Εκκλησία. Ο Κύριος πού ευρέθηκε δωδεκαετής; Στον ναό. Και τι είπε όταν η Θεοτόκος τον ζητούσε; «Οὐκ οἲδατε ὅτι ἐν τοῖς τοῦ Πατρός μου δεῖ εἶναι με;». Ότι έπρεπε να βρίσκομαι εις τα σκηνώματα του Πατρός μου; Το κάθε παιδί πρέπει να αισθάνεται ότι ο οίκος του Θεού είναι οίκος δικός του. Γιατί είναι ο οίκος του Πατρός Του. Να αισθάνεται όμορφα μέσα εις τον ναό του Θεού. Γι’ αυτό, όπως στολίζουμε τα σπίτια μας, να είναι ευχάριστη η διαμονή μας, έτσι στολίζομε και τον ναό του Θεού, όχι μόνο προς τιμήν του Θεού, αλλά και δια την ευχάριστη διαμονή. Δεν είναι πολυτέλεια. Δια την ευχάριστη διαμονήν εκείνων οι οποίοι ευρίσκονται για να λατρεύσουν τον Θεό. Να μην κρυώνουν, να μην κουραστούν αλλά να έχουν όλην την άνεση και δυνατότητα να λατρεύσουν τον Θεό. Να είναι όλα πολύ ωραία. Γιατί και ο Θεός τα έκανε όλα πολύ ωραία.
Και κάτι ακόμα. Η Υπεραγία Θεοτόκος με τι ετρέφετο; Λέγει η Παράδοσις ότι άγγελοι την έτρεφαν. Αλλά ετρέφετο και με τον λόγο του Θεού. Άραγε είχε συλλάβει ότι εκείνη η Κιβωτός, μέσα εις τα Άγια των Αγίων, ήταν η ιδία; Και ότι δεν έπαιρνε τιμή η Υπεραγία Θεοτόκος, όπως λέγει ο Καβάσιλας, επειδή ευρίσκετο εις τα Άγια των Αγίων. Αλλά έδιδε τιμή εις τα Άγια των Αγίων! Διότι η Υπεραγία Θεοτόκος ήτο ανωτέρα από τα Άγια των Αγίων, που ήταν υλικά, κτίσματα ήσαν, και η Υπεραγία Θεοτόκος ήτο ανωτέρα από την Κιβωτόν την οποία έβλεπε απέναντί της· και η Κιβωτός δεν ήταν παρά ο τύπος ο δικός της. Διότι εκείνη η Κιβωτός είχε τις πλάκες του Νόμου, τις πέτρινες, τις πλάκες του Λόγου του Θεού. Αλλά αυτός ο Λόγος όχι πια τυπωμένος επάνω σε πέτρες, χαραγμένος, αλλά αυτός ο Λόγος ζωντανός πια θα ενοικούσε σε μια άλλη Κιβωτό. Στην Κιβωτό των σπλάχνων της Υπεραγίας Θεοτόκου… Και θα εγίνετο η Υπεραγία Θεοτόκος, η ζωντανή, η ζώσα Κιβωτός. Και εκείνη η παλαιά Κιβωτός χάθηκε. Από τις αλλεπάλληλες συμφορές των Εβραίων χάθηκε. Και ο ναός κατεστράφη. Αλλά ο αληθής ναός του Θεού Λόγου, η Υπεραγία Θεοτόκος, είναι στον ουρανό. Και τιμάται από όλους τους αγγέλους του ουρανού κι από όλες τις γενεές των γενεών. Έτσι η Υπεραγία Θεοτόκος ετρέφετο μέσα εις τον ναό.
Αγαπητοί μου. Πώς θα οδηγήσουμε τα παιδιά μας να τραφούν; Μόνο με τον λόγο του Θεού και με την κατήχηση; Όχι. Και με τα μυστήρια του Θεού. Θα κοινωνούμε τα παιδιά μας. Δεν θα λέμε στα παιδιά μας ότι πίνουν «κρασάκι και ψωμάκι». Αλλά θα τους λέμε με όλην τη σοβαρότητα ότι κοινωνούν το σώμα και το αίμα του Χριστού. Το παιδί, ξέρετε, ηρωοποιεί και με τη φαντασία του δίδει άλλες εικόνες στον ρεαλισμό που έχει μπροστά του. Θα πρέπει όμως σιγά-σιγά να του πούμε ότι κάτω από το ψωμί και το κρασί, είναι αυτός ο Χριστός ο ίδιος. Ότι αυτό που παίρνει είναι ο Χριστός. Δεν είναι κάτι άλλο. Δεν είναι σύμβολο, αλλά είναι αυτός ο ίδιος ο Χριστός. Τον Οποίον δεν βλέπουμε. Αλλά είναι ο Ίδιος. Και συνεπώς έτσι το παιδί σιγά-σιγά θα τρέφεται. Με τον εκκλησιασμό, με τη λατρεία, με το κήρυγμα, με την κατήχηση, με τα μυστήρια της Εκκλησίας. Έτσι θα γίνει καλός άνθρωπος. Έτσι θα γίνει καλός Χριστιανός.
Και μάλιστα στην εποχή που περνάμε την πολύ δύσκολη, θα αρχίσει να αποκτά με τον τρόπον αυτόν, κι εκεί πρέπει να αποβλέπουν όλα αυτά, να αποκτηθεί εκκλησιαστικό φρόνημα, εκκλησιαστική συνείδηση. Τι είναι αυτό το εκκλησιαστικό φρόνημα; Να φρονώ εκκλησιαστικά. Να βλέπω τα πάντα μέσα στη Δημιουργία από το πρίσμα της Εκκλησίας. Διότι τα πάντα είναι Εκκλησία. Το ξέρετε ότι όλα καλούνται να γίνουν Εκκλησία; Όλη η κτιστή φύσις, ό,τι κτιστό επί της γης, αυτή αύτη η γη, όλοι οι άνθρωποι… οι άνθρωποι βέβαια δυστυχώς δεν εκκλησιοποιούνται, γιατί δεν θέλουν, αυτός ο ουρανός, με τα απειράριθμα αστέρια του, το ξέρετε ότι καλούνται να εκκλησιαστικοποιηθούν; Δηλαδή να γίνουν Εκκλησία. Να μπουν στον χώρο της αφθαρσίας και της αθανασίας, μέσα στην οποία θα βασιλεύει η δικαιοσύνη και η αγάπη και η παρουσία του Θεού; Το γνωρίζετε αυτό; Κι όλα αυτά δυνάμει αυτού του σαρκωθέντος Θεού Λόγου και αναστηθέντος; Και αφθαρτισθέντος Θεού Λόγου ως προς την ανθρώπινη φύση; Προσέξτε. Αυτό θα πει έχω εκκλησιαστικό φρόνημα. Είναι μεγάλο πράγμα αυτό.
Γι’ αυτό, αγαπητοί μου, οδηγείτε τα παιδιά σας σε αυτό το φρόνημα το εκκλησιαστικό. Θα τα στείλετε να φιλήσουν το χέρι των ιερέων. Να σηκώνονται όταν βλέπουν ιερέα. Να προσέχουν πολύ. Έχουμε κι εμείς αμαρτίες. Οι ιερείς έχουμε. Γιατί ο λαός δίνει τους ανθρώπους να γίνουν ιερείς και κατά τον λαό και οι ιερείς και κατά τους ιερείς και ο λαός. Το ίδιο πράγμα είμαστε. Αλλά παρά ταύτα πρέπει να διασώσουμε μερικά πράγματα. Για να παιδαγωγήσουμε ορθά τα παιδιά μας. Και να βγούμε από αυτήν την κατάσταση την άσχημη, την τρομακτική, τη φοβερή. Να δημιουργήσουμε μια καινούρια γενεά. Μια γενεά αναγεννημένη και που θα ευλαβείται τον Θεό, θα έχει εκκλησιαστικό φρόνημα, μια γενεά που θα αγιάζεται και μια γενεά που θα αγαπάει και τους ανθρώπους και την πατρίδα και ό,τι έχει αξία στον κόσμον αυτόν. Γιατί όλες οι αξίες σήμερα έχουν ανατραπεί. Ας δημιουργήσουμε λοιπόν τέτοια εκκλησιαστική αγωγή στα παιδιά μας. Και τότε πραγματικά θα βλέπουμε ευτυχισμένη γενεά. Θέλετε; Η γιορτή η σημερινή, τα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου, οι γονείς της Υπεραγίας Θεοτόκου, ο Ιωακείμ και η Άννα, αυτό το γεγονός της Εισόδου της Θεοτόκου εις τον ναόν, όλα αυτά δείχνουν τον δρόμο. Στέκονται ένα οροθέσιο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/ueotokos/ueotokos_020.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.