ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΛΟΥΚΑ (10/12/2023)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ι΄ ΛΟΥΚΑ
Προς Εφεσίους, κεφάλαιο ΣΤ΄, εδάφια 10-17
10 Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καὶ ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ. 11 Ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρὸς τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου· 12 ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. 13 Διὰ τοῦτο ἀναλάβετε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι. 14 Στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, 15 καὶ ὑποδησάμενοι τοὺς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης, 16 ἐπὶ πᾶσιν ἀναλαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως, ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι· 17 καὶ τὴν περικεφαλαίαν τοῦ σωτηρίου δέξασθε, καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ὅ ἐστι ρῆμα Θεοῦ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
10 Η προτροπή λοιπόν που μένει να σας κάνω, αδελφοί μου, είναι: Να ενισχύεστε με τη δύναμη που σας δίνει η κοινωνία σας με τον Κύριο και που πηγάζει από την πανίσχυρη δύναμή Του. 11 Ντυθείτε ολόκληρο τον οπλισμό με τον οποίο οπλίζει ο Θεός τους στρατιώτες Του, για να μπορείτε να αντιστέκεστε στα πανούργα τεχνάσματα του διαβόλου. 12 Διότι πραγματικά δεν έχουμε να παλέψουμε με αντιπάλους ίδιους με μας, με αίμα και σάρκα σαν τη δική μας˙ αλλά η πάλη και ο πόλεμός μας είναι με τις αρχές, τις εξουσίες, με τα διαβολικά αυτά τάγματα, με τους κοσμοκράτορες που εξουσιάζουν το πλήθος των ανθρώπων που είναι βυθισμένοι στο ηθικό σκοτάδι που επικρατεί στον κόσμο αυτό. Καλούμαστε να παλέψουμε με τα πνευματικά όντα που είναι γεμάτα πονηρία και κατοικούν ανάμεσα στη γη και στον ουρανό. 13 Επειδή λοιπόν ο αγώνας είναι φοβερός, γι’ αυτό πάρτε πάνω σας και φορέστε την πανοπλία που δίνει ο Θεός, για να μπορέσετε να αντισταθείτε την ημέρα που ο πειρασμός θα σας προσβάλει με δύναμη. Κι αφού επιτελέσετε με ακρίβεια όλα τα καθήκοντά σας, να σταθείτε στη θέση σας και να την κρατήσετε καλά. 14 Σταθείτε λοιπόν στην παράταξη του αγώνα. Ζωστείτε την αλήθεια σαν ζώνη, ώστε ο φωτισμός της αλήθειας να σας δίνει πνευματική δύναμη και ευκινησία. Και φορέστε ως θώρακα τη δικαιοσύνη, ώστε να είστε απλήγωτοι από κάθε βέλος αδικίας και να μην παρασύρεστε σε κανένα άδικο έργο εναντίον των ανθρώπων γύρω σας. 15 Και φορέστε στα πόδια σας ως υποδήματα που θα σας διευκολύνουν να περπατάτε ελεύθερα, την ετοιμότητα και πρόθυμη δραστηριότητα που δίνει στην ψυχή η τήρηση του Ευαγγελίου, το οποίο παρέχει την ειρήνη.
16 Μαζί με όλα αυτά πάρτε επάνω σας και φορέστε ως θυρεό, δηλαδή στενόμακρη ασπίδα που θα σας σκεπάζει ολόκληρους, την πίστη, με την οποία θα μπορέσετε να σβήσετε όλους τους καυστικούς πειρασμούς του πονηρού που μοιάζουν με πύρινα βέλη. 17 Και δεχθείτε σαν περικεφαλαία την ελπίδα της σωτηρίας, ώστε, όπως η περικεφαλαία προστατεύει το κεφάλι του στρατιώτη, έτσι να περιφρουρούν τη διάνοιά σας οι αγαθοί και χαρούμενοι λογισμοί που εμπνέει η χριστιανική ελπίδα. Πάρτε και το μαχαίρι που δίνει το Άγιον Πνεύμα, και το Οποίο είναι ο λόγος του Θεού.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ι΄ΛΟΥΚΑ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο ΙΓ΄, εδάφια 10-17
10 ῏Ην δὲ διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. 11 Καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές. 12 Ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ ᾿Ιησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· 13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. 14 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ ᾿Ιησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου.
15 Ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; 16 Ταύτην δέ, θυγατέρα ᾿Αβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; 17 Καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ᾿ αὐτοῦ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
10 Κάποιο Σάββατο ο Ιησούς δίδασκε πάλι σε μία από τις συναγωγές.11 Εκεί βρισκόταν και μία γυναίκα που υπέφερε δεκαοκτώ χρόνια από μια ασθένεια εξαιτίας κάποιου πονηρού πνεύματος και γι’ αυτό ήταν σκυμμένη διαρκώς με κυρτωμένο το σώμα της και δεν μπορούσε καθόλου να σηκώσει όρθιο το κεφάλι της. 12 Όταν λοιπόν την είδε ο Ιησούς, της φώναξε και της είπε: «Γυναίκα, είσαι λυμένη και ελευθερωμένη από την αρρώστια σου».13 Και έβαλε πάνω της τα χέρια Του. Την ίδια στιγμή εκείνη επανέκτησε την όρθια στάση του σώματός της και δόξαζε τον Θεό για τη θεραπεία της.
14 Τότε ο αρχισυνάγωγος, γεμάτος αγανάκτηση που ο Ιησούς έκανε τη θεραπεία αυτή μέρα Σάββατο, στράφηκε στο πλήθος του λαού κι έλεγε: «Έξι ημέρες έχουμε στη διάθεσή μας να εργαζόμαστε, και μόνο μέσα σε αυτές δικαιούμαστε και πρέπει να το κάνουμε αυτό. Τις εργάσιμες αυτές ημέρες λοιπόν να έρχεστε και να θεραπεύεστε, και όχι την ημέρα του Σαββάτου». 15 Τότε λοιπόν ο Κύριος του απάντησε: «Υποκριτή, κάτω από το πρόσχημα του σεβασμού της αργίας του Σαββάτου κρύβεις φθόνο και μοχθηρία. Ο καθένας σας την ημέρα του Σαββάτου δεν λύνει το βόδι του ή το γαϊδούρι από το παχνί και δεν το πηγαίνει να το ποτίσει; Και το κάνει αυτό χωρίς να θεωρείται παραβάτης της εντολής της αργίας του Σαββάτου, σύμφωνα με την ερμηνεία της εντολής αυτής που είναι αναγνωρισμένη από την παράδοση. 16 Αυτή όμως, που είναι κόρη και απόγονος του Αβραάμ και την έδεσε ο σατανάς με τέτοια αρρώστια, ώστε να μην μπορεί να σηκωθεί όρθια δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, δεν ήταν σωστό και επιβεβλημένο να λυθεί απ’ τα μακροχρόνια αυτά και οδυνηρά δεσμά της την ημέρα του Σαββάτου;». 17 Και ενώ τα έλεγε αυτά ο Ιησούς, ντροπιάζονταν όλοι οι αντίθετοί Του. Και όλος ο λαός χαιρόταν για όλα τα λαμπρά και θαυμαστά έργα που διαρκώς έκανε ο Ιησούς.
ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ΛΟΥΚΑ [:Εφεσ. 6,10-17]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καὶ ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ(:Η προτροπή λοιπόν που μένει να σας κάνω, αδελφοί μου, είναι να ενισχύεστε με τη δύναμη που σας δίνει η κοινωνία σας με τον Κύριο και που πηγάζει από την πανίσχυρη δύναμή Του)»[Εφ.6,10]. Όταν πρόκειται να τελειώσει ο λόγος, πάντοτε χρησιμοποιεί αυτόν τον τρόπο.
Δεν έλεγα καλά από την αρχή ότι η οικία του καθενός είναι ολόκληρο στρατόπεδο; Διότι ιδού, αφού παρέταξε όλες τις εξουσίες, στη συνέχεια τούς εξοπλίζει καλώς και τους οδηγεί σε πόλεμο. Εάν βέβαια δεν αρπάζει κανείς την εξουσία του άλλου, αλλά ο καθένας μένει στο αξίωμά Του, όλα θα είναι διευθετημένα καλώς. «Ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καὶ ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ(:Να ενισχύεστε με τη δύναμη που σας δίνει η κοινωνία σας με τον Κύριο και που πηγάζει από την πανίσχυρη δύναμή Του)», λέγει· δηλαδή ελπίζοντας σε Αυτόν για την βοήθειά Του. Επειδή, λοιπόν, παρήγγειλε πολλά που έπρεπε να γίνουν, «μη φοβάστε», λέγει, «στηρίξτε την ελπίδα σας στον Κύριο, και όλα θα τα ανακουφίσει». «Ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρὸς τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου(:Ντυθείτε ολόκληρο τον οπλισμό με τον οποίο οπλίζει ο Θεός τους στρατιώτες Του, για να μπορείτε να αντιστέκεστε στα πανούργα τεχνάσματα του διαβόλου)»[Εφ.6,11]. Δεν είπε «στις μάχες», ούτε «στους πολέμους», αλλά «στα τεχνάσματα». Διότι ο εχθρός δεν μας πολεμάει ούτε απλά, ούτε φανερά αλλά με τεχνάσματα. Και τι σημαίνει «μεθοδεία»; «Μεταχειρίζομαι τέχνασμα» σημαίνει «παραπλανώ και με επινοήσεις καταβάλλω κάποιον», πράγμα που γίνεται και στην περίπτωση των τεχνασμάτων και με λόγια και με έργα, και με παλαιστικά τεχνάσματα, σε εκείνους οι οποίοι μας παραπλανούν. Επεξηγώ τι εννοώ: Ποτέ δεν παρουσιάζει φανερά τα αμαρτήματα ο διάβολος, την ειδωλολατρία δεν την λέγει, αλλά διαφορετικά παριστάνει τούτο μεταχειριζόμενος τεχνάσματα, δηλαδή, παριστάνει πιθανόν τον λόγο και χρησιμοποιεί επικαλύμματα.
Ήδη λοιπόν και με αυτό διήγειρε τους στρατιώτες και τους έκανε να είναι άγρυπνοι και νηφάλιοι με το να τους πείσει και να τους διδάξει ότι η μάχη μας είναι ενάντια σε κάποιον πολύ έμπειρο στα πολεμικά, που πολεμάει όχι απλώς, ούτε φανερά αλλά με πολλά τεχνάσματα. Και πρώτα μεν από τη φύση και το πλήθος διεγείρει ο Παύλος τους μαθητές. Τους είπε για τα σοφίσματα του αντικείμενου και τους ετοίμασε να είναι άγρυπνοι και να έχουν νήψη, επειδή ήθελε όχι να καταβάλει τους υπό αυτόν παρατεταγμένους στρατιώτες, αλλά να τους ερεθίσει και να τους διεγείρει. Εάν μεν τελείωνε τον λόγο μέχρι τούτου του σημείου διηγούμενος μόνο τη δύναμη των δαιμόνων, ίσως να κατέβαλλε τους χριστιανούς ακροατές του· εάν όμως και πριν από αυτά και μετά δείχνει ότι είναι δυνατό να καταβάλουν τον εχθρό αυτόν, τους διεγείρει περισσότερο. Διότι όσο σαφέστερα από εμάς θα αναγγέλλεται στους δικούς μας η δύναμη των αντιπάλων, τόσο σπουδαιότερους κάνει τους δικούς μας στρατιώτες.
«Ὃτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις(:Διότι πραγματικά δεν έχουμε να παλέψουμε με αντιπάλους ίδιους με μας, με αίμα και σάρκα σαν τη δική μας· αλλά η πάλη και ο πόλεμός μας είναι με τις αρχές, με τις εξουσίες, με τα διαβολικά αυτά τάγματα, με τους κοσμοκράτορες που εξουσιάζουν το πλήθος των ανθρώπων που είναι βυθισμένοι στο ηθικό σκοτάδι που επικρατεί στον κόσμο αυτό. Καλούμαστε να παλέψουμε με τα πνευματικά όντα που είναι γεμάτα πονηρία και κατοικούν ανάμεσα στη γη και στον ουρανό)»[Εφ.6,12].
Αφού λοιπόν τους προέτρεψε από το είδος της μάχης, στο εξής τους διέγειρε από τα έπαθλα που είναι για αυτούς. Τι λοιπόν συμβαίνει; Αφού είπε ότι οι εχθροί μας είναι δυνατοί, πρόσθεσε, ότι μας στερούν μεγάλα αγαθά. Ποια είναι αυτά; Η μάχη κείται στους ουρανούς. Ο αγώνας δεν είναι για χρήματα, ούτε για τη δόξα, αλλά για δουλεία. Ώστε η έχθρα γίνεται αδιάλλακτη. Η φιλονικία και η μάχη είναι σφοδρότερη, όταν γίνεται για μεγάλα αγαθά. Διότι το «ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» τίθεται αντί του «ὑπέρ τῶν ἐπουρανίων». Όχι για να λάβουν αυτοί κάποιο έπαθλο, επειδή μας νίκησαν, αλλά για να το στερήσουν από εμάς, σαν να έλεγε: η συνθήκη εξαρτάται εντελώς από κάτι, το «ἐν» σημαίνει «ὑπέρ» και το «ἐν» σημαίνει «διά». Πρόσεχε πώς μας διεγείρει η δύναμη του εχθρού και μας κάνει να είμαστε προσεκτικοί, η γνώση ότι ο κίνδυνος και η νίκη είναι για τα μεγάλα αγαθά, διότι πασχίζει να μας εκδιώξει από τον ουρανό. Ποιες αρχές, λέγει, και εξουσίες και κοσμοκράτορες του σκοταδιού, που επικρατεί στον αιώνα αυτόν; Ποιου σκοταδιού; Μήπως το σκοτάδι της νύχτας; Καθόλου, αλλά το σκοτάδι της πονηρίας, «διότι είσαστε», λέγει, «κάποτε σκοτάδι», λέγοντας έτσι την πονηρία, που επικρατεί στην παρούσα ζωή. Διότι δε θα έχει πλέον χώρα, ούτε στον ουρανό, ούτε στον αιώνα.
Και ονομάζει τους δαίμονες κοσμοκράτορες, όχι επειδή είναι κύριοι του κόσμου, αλλά επειδή είναι αίτιοι των πονηρών έργων. Διότι γνωρίζει η Γραφή να ονομάζει «κόσμο» τις πονηρές πράξεις, όπως όταν ο Χριστός λέγει: « Ἐγὼ δέδωκα αὐτοῖς τὸν λόγον σου, καὶ ὁ κόσμος ἐμίσησεν αὐτούς, ὅτι οὐκ εἰσὶν ἐκ τοῦ κόσμου, καθὼς ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου(: Εγώ τους έδωσα το λόγο Σου και το Ευαγγέλιό Σου. Όμως ο κόσμος που βρίσκεται μακριά από την αλήθεια τούς μίσησε, διότι δεν έχουν τα φρονήματα του κόσμου και δεν είναι από τον κόσμο, όπως Εγώ δεν έχω καμία σχέση με τον κόσμο της αμαρτίας και δεν είμαι από τον κόσμο)» [Ιω.17,14]. Άρα λοιπόν δεν ήσαν από τον κόσμο; Δεν έφεραν σάρκα; Δεν ήσαν από τους ανθρώπους του κόσμου; Και πάλι: «Οὐ δύναται ὁ κόσμος μισεῖν ὑμᾶς· ἐμὲ δὲ μισεῖ, ὅτι ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ αὐτοῦ ὅτι τὰ ἔργα αὐτοῦ πονηρά ἐστιν(:Δεν υπάρχει λόγος να μισεί εσάς ο κόσμος, και γι’ αυτό κανείς δε σας εμποδίζει να πάτε όποτε θέλετε στα Ιεροσόλυμα. Εμένα όμως ο κόσμος με μισεί, διότι εγώ αποκαλύπτω και καταγγέλλω ότι τα έργα του είναι πονηρά και τον ελέγχω γι’ αυτά. Όταν λοιπόν πάω στα Ιεροσόλυμα, θα με σκοτώσουν)» [Ιω.7,7], αποκαλώντας έτσι πάλι τις πονηρές πράξεις· ή ονομάζει εδώ «κόσμο» τους πονηρούς ανθρώπους, διότι οι δαίμονες περισσότερο αυτούς εξουσιάζουν.
«Πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις(:Η πάλη και ο πόλεμός μας είναι με τις αρχές, με τις εξουσίες, με τα διαβολικά αυτά τάγματα, με τους κοσμοκράτορες που εξουσιάζουν το πλήθος των ανθρώπων που είναι βυθισμένοι στο ηθικό σκοτάδι που επικρατεί στον κόσμο αυτό. Καλούμαστε να παλέψουμε με τα πνευματικά όντα που είναι γεμάτα πονηρία και κατοικούν ανάμεσα στη γη και στον ουρανό)»[Εφ.6,12]. «Αρχές και εξουσίες» λέγει, όπως ακριβώς και στα επουράνια υπάρχουν θρόνοι, κυριότητες, αρχές, εξουσίες.
«Διὰ τοῦτο(:Γι’ αυτό λοιπόν)», λέγει, «ἀναλάβετε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι(:Επειδή ο αγώνας είναι φοβερός, πάρτε πάνω σας και φορέστε την πανοπλία που δίνει ο Θεός, για να μπορέσετε να αντισταθείτε την ημέρα που ο πειρασμός θα σας προσβάλει με δύναμη. Κι αφού επιτελέσετε με ακρίβεια όλα τα καθήκοντά σας να σταθείτε στη θέση σας και να την κρατήσετε καλά)»[Εφ.6,13].Ονομάζει «ημέρα πονηρή» την παρούσα ζωή και «αιώνα πονηρό» τον παρόντα, εξαιτίας των κακών που γίνονται σε αυτόν. Δηλαδή, πάντοτε να είστε εξοπλισμένοι.
«Καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι (:Κι αφού επιτελέσετε με ακρίβεια όλα τα καθήκοντά σας, να σταθείτε στη θέση σας και να την κρατήσετε καλά)», λέγει. Δηλαδή «αφού εκτελέσετε όλα εντελώς και πάθη και παράδοξες επιθυμίες και όλα εκείνα τα οποία προκαλούν σε εμάς ενόχληση». Δεν είπε απλώς «εκτελέσετε», αλλά «εκτελέσετε εντελώς», ώστε όχι μόνο να νικήσετε, αλλά και να σταθείτε στη θέση σας μετά τη νίκη. Διότι πολλοί, αφού πέτυχαν αυτήν τη νίκη, πάλι έπεσαν. «Όλα τα πάθη», λέγει, «αφού τα εκτελέσετε εντελώς», όχι αυτό μεν ναι, εκείνο όμως όχι· διότι είναι ανάγκη και μετά την νίκη να σταθούμε στη θέση μας. Τραυματίστηκαν κάποτε, αλλά πάλι επανέρχονται στη ζωή εκείνα που τραυματίζονται· εάν δεν θα σταθούμε, ήδη και αυτά που έπεσαν σηκώνονται. Έως ότου θα είμαστε όρθιοι, θα είναι πεσμένος ο εχθρός· έως ότου δεν θα είμαστε ασταθείς, εκείνος δε σηκώνεται. Ας ενδυθούμε την πανοπλία του Θεού.
Βλέπεις πώς εκδίωξε τον φόβο; Εάν βέβαια είναι δυνατόν να εκτελείς όλα και να σταθείς όρθιος, γιατί αποφεύγεις τη μάχη; Στάσου όρθιος όταν εκτελείς και έχεις νικήσει. Και μην απορήσεις επειδή λέγει τόσα πολλά για τη δύναμη των εχθρών· διότι με το να πει αυτά, δεν προκαλεί δειλία και φόβο, αλλά αποτινάσσει τη νωθρότητα. «Ἳνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ(:Για να μπορέσετε να αντισταθείτε την ημέρα που ο πειρασμός θα σας προσβάλει με δύναμη)», λέγει.
Και από τον χρόνο τούς παρηγορεί. «Σύντομος», λέγει, «είναι ο καιρός, ώστε πρέπει να σταθείτε στη θέση σας, να μη καταβληθείτε μετά τη μάχη». Εάν λοιπόν υπάρχει πόλεμος, εάν υπάρχουν αυτές οι παρατάξεις, εάν οι αρχές είναι ασώματες, εάν υπάρχουν οι κοσμοκράτορες, εάν υπάρχουν τα πνευματικά όντα της πονηρίας, πες μου, πώς ζεις ζωή τρυφής; Πώς έχεις διαχύσει την προσοχή σου σε τόσες ματαιότητες; Πώς θα μπορέσουμε να νικήσουμε αφοπλισμένοι; Ο καθένας ας λέγει αυτά στον εαυτό του κάθε ημέρα, όταν κυριαρχείται από τον θυμό, από επιθυμίες υλικές, όταν επιζητεί τον φιλήδονο και μάταιο τούτο βίο. Ας ακούει τον μακάριο Παύλο που λέγει: «Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας(:Δεν έχουμε να παλέψουμε με αντιπάλους ίδιους με μας, με αίμα και σάρκα σαν τη δική μας· αλλά η πάλη και ο πόλεμός μας είναι με τις αρχές, με τις εξουσίες του σκότους)». Αυτός ο πόλεμος είναι δυσκολότερος του αισθητού, η πάλη είναι σφοδρότερη. Κατανόησε πόσο χρόνο παλεύει αυτός , για ποιον πυγμαχεί, και γίνε ασφαλέστερος του εαυτού σου.
«Ναι», θα μπορούσε να πει κάποιος, «αλλά έπρεπε να φύγει ο διάβολος από το μέσο και όλοι θα σώζονταν». Μερικοί από τους οκνηρούς προφασιζόμενοι λέγουν αυτά. Είναι ανάγκη να σε ευχαριστήσω, άνθρωπε, διότι υπερισχύεις, αν θέλεις, ενός τέτοιου αντιπάλου, και αγανακτείς λέγοντας τα λόγια ενός νωθρού και υπναλέου στρατιώτη. Γνωρίζεις τις αφορμές, αν θέλεις, πρόσεχε από παντού, οχύρωνε τον εαυτό σου. Διότι η πάλη δεν είναι μόνο προς τον διάβολο, αλλά και προς τις δυνάμεις του. «Πώς λοιπόν», θα απορούσε κάποιος, «θα αντιμετωπίσουμε το σκοτάδι;». Με το να γίνουμε φως. Πώς θα αντιμετωπίσουμε τα πνευματικά όντα της πονηρίας; Με το να γίνουμε αγαθοί. Διότι η πονηρία είναι αντίθετη προς το αγαθό, και το φως απομακρύνει το σκοτάδι. Αν όμως και εμείς οι ίδιοι είμαστε σκοτάδι, θα πέσουμε οπωσδήποτε στο χέρι του εχθρού. Πώς λοιπόν θα γίνουμε υπέρτεροι αυτών; Αν εκείνο που εκ φύσεως είναι αυτοί, τούτο θα γίνουμε εκ προαιρέσεως εμείς, χωρίς σάρκα και αίμα· κατ’ αυτόν τον τρόπο θα τους καταβάλουμε. Επειδή βέβαια ήταν φυσικό να εκδιώκονται από πολλούς, αυτοί, μη νομίσετε, λέγει ο Παύλος, ότι αυτοί μας πολεμούν. Οι δαίμονες, που ενεργούν σε αυτούς, είναι εκείνοι που μας πολεμούν· προς εκείνους πρέπει να πολεμήσουμε. Από αυτά λοιπόν δύο πράγματα κατορθώνει: πρώτο κάνει αυτούς προθυμότερους απέναντι σε εκείνους που τους πολεμούν και δεύτερον εξάπτει τον θυμό προς εκείνους.
Και για ποιο λόγο έχει γίνει σε εμάς η μάχη προς αυτούς; Επειδή έχουμε και σύμμαχο άμαχο, την χάρη του αγίου Πνεύματος, διδαχτήκαμε την τέχνη αυτήν, ώστε να μπορούμε να αγωνιζόμαστε όχι προς ανθρώπους, αλλά προς τους δαίμονες. Αν όμως θέλουμε, ούτε θα παλέψουμε· επειδή βεβαίως θέλουμε, υπάρχει ο αγώνας, Διότι είναι τόσο μεγάλη η δύναμη του Πνεύματος, που ενοικεί μέσα μας, καθώς λέγει: «Ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ(:Ιδού, Εγώ σας δίνω τώρα εξουσία εναντίον του σατανά πολύ μεγαλύτερη απ’ όση σας έδωσα όταν σας έστειλα να κηρύξετε. Σας δίνω εξουσία να νικάτε και να ποδοπατάτε όλα τα όργανα του σατανά, που σαν φίδια και σκορπιοί επιβουλεύονται και χύνουν το δηλητήριό τους ύπουλα στις ψυχές των ανθρώπων, για να τις νεκρώσουν. Σας δίνω εξουσία να κατανικάτε όλη τη δύναμη που διαθέτει ο εχθρός του ανθρώπου, ο σατανάς. Κι έτσι κανένα μέσο να μην τελεσφορεί απ’ όσα θα χρησιμοποιεί για να παρεμποδίσει το έργο σας. Κι απ’ όσα μηχανεύεται εναντίον σας, τίποτε δεν θα σας ζημιώσει ούτε θα σας βλάψει)»[Λουκ.10,19]. Έχει δώσει σε εμάς κάθε εξουσία και να αγωνιζόμαστε και να μην αγωνιζόμαστε, επειδή όμως είμαστε νωθροί, αγωνιζόμαστε προς αυτούς.
Λοιπόν ότι ο Παύλος δεν πάλεψε, άκουσε αυτόν να λέγει: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; Θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα;(:Ποιος λοιπόν θα μπορέσει να μας χωρίσει από την αγάπη αυτή που μας έχει ο Χριστός; Μήπως θα μας καταστήσει λιγότερο αγαπητούς στον Χριστό ή μήπως θα μας χωρίσει από Αυτόν θλίψη από εξωτερικές περιστάσεις ή στενοχώρια και εσωτερική πίεση των καρδιών μας ή διωγμός ή πείνα ή γύμνια και έλλειψη ρούχων ή κίνδυνος ή μαχαίρι που να μας φοβερίζει με σφαγή;)» [Ρωμ.8,35]. Και πάλι άκουε αυτόν να λέγει: «Ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης συντρίψει τὸν σατανᾶν ὑπὸ τοὺς πόδας ὑμῶν ἐν τάχει. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μεθ᾿ ὑμῶν(:Και ο Θεός που δίνει ειρήνη θα συντρίψει γρήγορα κάτω από τα πόδια σας τον σατανά, που είναι ο αίτιος των διαιρέσεων και των σκανδάλων. Η χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού να είναι μαζί σας)» [Ρωμ.16,20].
Βέβαια είχε αυτόν υποτεταγμένο, για τούτο και έλεγε: « Τοῦτο δὲ ἐποίει ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας. Διαπονηθεὶς δὲ ὁ Παῦλος καὶ ἐπιστρέψας τῷ πνεύματι εἶπε· παραγγέλλω σοι ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐξελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῆς. Καὶ ἐξῆλθεν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ(:Και αυτό το έκανε για πολλές ημέρες, όχι βέβαια με καλό σκοπό. Αλλά το μαντικό πνεύμα επιδίωκε να ελκύσει πάνω του την απεριόριστη εμπιστοσύνη του λαού και να την εκμεταλλευθεί τελικά με δολιότητα και πανουργία. Αγανακτώντας λοιπόν ο Παύλος στράφηκε πίσω προς τη δούλη αυτή που τον ακολουθούσε και είπε προς το πνεύμα: ‘’Σε διατάζω, επικαλούμενος το όνομα του Ιησού Χριστού, να βγεις από αυτήν’’. Και πραγματικά την ίδια στιγμή το πονηρό πνεύμα βγήκε)»[Πράξ.16,18].
Τούτο όμως δεν είναι χαρακτηριστικό εκείνου που αγωνίζεται. Διότι ο αγωνιζόμενος δεν νίκησε μέχρι τώρα, και αυτός που νίκησε δεν αγωνίζεται πλέον. Υπέταξε αυτόν, τον αιχμαλώτισε εντελώς. Και ο Πέτρος δεν αγωνιζόταν προς τον διάβολο, αλλά εκείνο που ήταν καλύτερο της πάλης, τούτο έπραττε. Πολλοί από τους πιστούς, αυτούς που υπάκουαν, τους κατεχόμενους που ήσαν γύρω του, ήσαν ανώτεροι από αυτόν. Για τον λόγο αυτόν έλεγε και ο μακάριος Παύλος: «ἵνα μὴ πλεονεκτηθῶμεν ὑπὸ τοῦ σατανᾶ· οὐ γὰρ αὐτοῦ τὰ νοήματα ἀγνοοῦμεν(: έκανα τη χάρη αυτή για την πνευματική σας ωφέλεια και για τη δόξα του Χριστού, για να μη νικηθούμε με απάτη από τον σατανά. Και λέω με απάτη του σατανά, διότι γνωρίζουμε τις δόλιες επινοήσεις του)» [Β΄Κορ.2,11]. Για τον λόγο αυτόν και υπερίσχυσε αυτού κατά πολύ.
Και πάλι άκου αυτόν να λέει: «Οὐ μέγα οὖν εἰ καὶ οἱ διάκονοι αὐτοῦ μετασχηματίζονται ὡς διάκονοι δικαιοσύνης, ὧν τὸ τέλος ἔσται κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν (:Δεν είναι λοιπόν μεγάλο πράγμα εάν και οι υπηρέτες του μεταμφιέζονται και παρουσιάζονται σαν υπηρέτες δικαιοσύνης. Το τέλος τους όμως θα είναι ίδιο με τα έργα τους)»[Β΄Κορ.11,15]. Έτσι γνώριζε όλη τη μάχη και τίποτε δε διέφυγε της προσοχής του. Και πάλι: «Τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας, μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται (: Δεν ήλθε όμως ακόμη ο καθορισμένος καιρός του. Διότι τώρα είναι σε ενέργεια η μυστική δύναμη του κακού και της ανομίας, η οποία σε μεγάλο βαθμό παραμένει κρυμμένη και δε φανερώθηκε ακόμη ολόκληρη· υπάρχει μάλιστα κάποιος που εμποδίζει τον άνομο να φανερωθεί. Η φανέρωση λοιπόν του ανόμου αυτού θα αναβληθεί μόνο μέχρις ότου φύγει από τη μέση αυτός που σύμφωνα με τη θεία πρόνοια παρεμποδίζει την εμφάνισή του)»[Β΄Θεσ.2,7].
Αλλά ο αγώνας είναι προς εμάς. Άκου λοιπόν αυτόν πάλι να λέει: «Πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα·οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν(: Τα υπερνικούμε όλα. Διότι είμαι πεπεισμένος ότι ούτε θάνατος, με τον οποίο ενδεχομένως θα μας φοβερίσουν, ούτε ζωή, με την οποία μας υπόσχονται οποιαδήποτε ευτυχία, ούτε τα τάγματα των ουράνιων πνευμάτων, ούτε οι άγγελοι δηλαδή, ούτε οι αρχές, ούτε οι δυνάμεις, αλλά ούτε και οι περιστάσεις και τα γεγονότα του παρόντος, ούτε τα μελλοντικά γεγονότα, ούτε οι ένδοξες επιτυχίες που υψώνουν τον άνθρωπο πολύ, ούτε οι άδοξες ταπεινώσεις που τον καταρρίπτουν σε μεγάλα βάθη, ούτε οποιαδήποτε άλλη κτίση διαφορετική από αυτήν που βλέπουμε δεν θα μπορέσει να μας χωρίσει και να μας απομακρύνει από την αγάπη που μας έδειξε ο Θεός, μέσω του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, και η οποία μας κρατά στενά συνδεδεμένους μαζί Του και ιδιαιτέρως προστατευόμενους Του)» [Ρωμ.8,38-39]. Δεν είπε μόνο «από τον Χριστό» αλλά «από την αγάπη του Χριστού». Διότι πολλοί είναι ενωμένοι δήθεν με τον Χριστό, δεν αγαπούν όμως Αυτόν. «Όχι μόνο», λέγει, «δε θα με πείσεις να Τον αρνηθώ, αλλά ούτε να Τον αγαπήσω λιγότερο».
Εάν όμως οι ουράνιες δυνάμεις δεν ήταν δυνατόν να κατορθώσουν αυτό, ποιος άλλος θα απομάκρυνε αυτόν; Και όχι επειδή εκείνες το επιχειρούν, τα λέγει αυτά, αλλά καθ’ υπόθεση. Για τον λόγο αυτόν και έλεγε: «είμαι πεπεισμένος». Επομένως δεν πάλευε αλλά όμως φοβάται τις πανουργίες του. Διότι άκου αυτόν να λέει: « Φοβοῦμαι δὲ μήπως, ὡς ὁ ὄφις Εὔαν ἐξηπάτησεν ἐν τῇ πανουργίᾳ αὐτοῦ, οὕτω φθαρῇ τὰ νοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς ἁπλότητος τῆς εἰς τὸν Χριστόν (:Φοβούμαι όμως μήπως, όπως το φίδι εξαπάτησε άλλοτε με την πανουργία του την Εύα, έτσι διαφθαρούν οι σκέψεις σας και χάσετε την ειλικρίνεια και καθαρότητα που οφείλουμε όλοι να έχουμε προς τον νυμφίο μας Χριστό)»[Β΄Κορ.11,3]. «Ναι», θα μπορούσε να πει κάποιος, «αλλά και για τον εαυτό του χρησιμοποιεί το ρήμα αυτό, εφόσον λέγει: ‘’ἀλλ᾿ ὑποπιάζω μου τὸ σῶμα καὶ δουλαγωγῶ, μήπως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι(: αλλά ταλαιπωρώ το σώμα μου και το μεταχειρίζομαι ως δούλο, για να μην αποδοκιμαστώ και αποδειχτώ ανάξιος του βραβείου εγώ ο ίδιος που κήρυξα σε άλλους και με τη δική μου προτροπή και διδασκαλία αυτοί πήραν το βραβείο)’’[Α΄Κορ. 9,27].Πώς λοιπόν είσαι πεπεισμένος, ότι κανείς δεν θα σε χωρίσει;»
Βλέπεις ότι ο λόγος δηλώνει την ταπεινοφροσύνη και τη μετριοφροσύνη; Ήδη εκείνος κατοικούσε στον ουρανό, γι’ αυτό και έλεγε: «Οὐδὲν γὰρ ἐμαυτῷ σύνοιδα· ἀλλ᾿ οὐκ ἐν τούτῳ δεδικαίωμαι· ὁ δὲ ἀνακρίνων με Κύριός ἐστιν (: Και δεν θεωρώ ούτε τον εαυτό μου αρμόδιο για να βγάλω απόφαση για τη διαχείρισή μου ως οικονόμου του Θεού, διότι ναι μεν η συνείδησή μου δεν μου μαρτυρεί καμία ενοχή, αλλά κι αυτό δεν φτάνει για να είμαι δικαιωμένος. Διότι ο Κύριος είναι ο μόνος αρμόδιος να κρίνει αν πράγματι υπήρξα καλός οικονόμος)» [Α΄Κορ. 4,4]· και πάλι: «Τὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα(:Έχω αγωνιστεί τον καλό αγώνα για τη διάδοση του Ευαγγελίου. Έχω φτάσει στο τέλος του δρόμου της αρετής και της εκπληρώσεως τη αποστολή μου. Έχω διαφυλάξει την πίστη)»[Β΄Τιμ.4,7].
Επομένως δεν ήταν κύριος εκείνων μόνο αυτός, αλλά και η προαίρεσή τους. Εκεί κάπως ήταν κύριος, μάλλον δε ούτε εκεί ήταν κύριος αυτού, αλλά της ραθυμίας εκείνων που δεν πρόσεχαν. Διότι, εάν μεν δεν εκπλήρωνε τα καθήκοντά τους, ή εξαιτίας της νωθρότητας ή οποιασδήποτε άλλης αιτίας, ήταν κύριος αυτού· εάν όμως αυτός μεν έπραττε τα πάντα, εκείνοι δε δεν πείθονταν, δεν ήταν κύριος αυτού, αλλά της απείθειας εκείνων. Και η ασθένεια δεν υπερίσχυε του ιατρού, αλλά της αδυναμίας του ασθενούς. Όταν λοιπόν αυτός με έχει κάνει τα πάντα, ο ίδιος όμως ο ασθενής καταστρέφει τα πάντα, εκείνος είναι ηττημένος, όχι αυτός. Ώστε πουθενά δεν υπερίσχυσε του Παύλου. Αλλά όμως είναι αγαπητό σε εμάς το και να μπορούμε να αγωνιζόμαστε.
Στους Ρωμαίους δεν εύχεται αυτό, αλλά το εξής: «Ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης συντρίψει τὸν σατανᾶν ὑπὸ τοὺς πόδας ὑμῶν ἐν τάχει. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μεθ᾿ ὑμῶν(:Και ο Θεός που δίνει ειρήνη θα συντρίψει γρήγορα κάτω από τα πόδια σας τον σατανά, που είναι ο αίτιος των διαιρέσεων και των σκανδάλων. Η χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού να είναι μαζί σας)» [Ρωμ.16,20]· και στους Εφεσίους έτσι εύχεται: «Τῷ δὲ δυναμένῳ ὑπὲρ πάντα ποιῆσαι ὑπερεκπερισσοῦ ὧν αἰτούμεθα ἢ νοοῦμεν, κατὰ τὴν δύναμιν τὴν ἐνεργουμένην ἐν ἡμῖν, αὐτῷ ἡ δόξα ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἰς πάσας τὰς γενεὰς τοῦ αἰῶνος τῶν αἰώνων· ἀμήν(:Στον Θεό λοιπόν που έχει τη δύναμη να κάνει για μας απείρως μεγαλύτερα και περισσότερα από όλα όσα εμείς ζητούμε ή μπορούμε να βάλουμε με το μυαλό μας, και να τα κάνει σύμφωνα με τη δύναμη που ενεργεί μέσα μας για τον αγιασμό και τη σωτηρία μας, σε Αυτόν ας είναι η δόξα μέσα στην Εκκλησία, η οποία έχει οικοδομηθεί πάνω στο θεμέλιο του Ιησού Χριστού και είναι ενωμένη με Αυτόν, σε όλες τις εποχές της ατέλειωτης σειράς ων αιώνων του μέλλοντος. Αμήν)» [Εφ.3,21].
Εκείνος που αγωνίζεται, ακόμη κατέχεται· είναι όμως αγαπητό και το να μην πέσουμε. Ή νίκη τότε γίνεται λαμπρή, όταν εξέλθουμε από την πάλη αυτήν. Επί παραδείγματι, ας υποτεθεί ότι υπάρχει μια πονηρή επιθυμία. Το παράδοξο είναι, όχι να τη δεχθούμε, αλλά να μην την εξαλείψουμε· εάν όμως το ίδιο δεν είναι δυνατόν, τουλάχιστον ας αγωνιζόμαστε και ας την κατέχουμε πάντοτε· αν αγωνιζόμενοι εξέλθουμε, έχουμε νικήσει. Διότι δε συμβαίνει, εδώ έτσι όπως και στην περίπτωση των αθλητών. Διότι εκεί μεν αν δεν καταβάλεις τον αντίπαλο, δεν έχεις νικήσει· εδώ όμως αν δεν σε καταβάλει ο αντίπαλος, είσαι ο νικητής· αν δε σε καταβάλει, νίκησες. Είναι εύλογο· διότι εκεί και οι δύο πασχίζουν για την νίκη και αν ο ένας νικηθεί, ο άλλος στεφανώνεται. Εδώ όμως δε συμβαίνει έτσι, όπως και στην περίπτωση των αθλητών. Διότι εκεί μεν αν δεν καταβάλεις τον αντίπαλο, δεν έχεις νικήσει· εδώ όμως αν δε σε καταβάλει ο αντίπαλος, είσαι ο νικητής· αν δε σε καταβάλει, νίκησες. Είναι εύλογο· διότι εκεί και οι δύο πασχίζουν για την νίκη, και αν ο ένας νικηθεί, ο άλλος στεφανώνεται.
Εδώ όμως δεν συμβαίνει έτσι, αλλά ο διάβολος πασχίζει για τη δική μας ήττα. Όταν λοιπόν αποστερήσω από αυτόν εκείνο για το οποίο πασχίζει, νίκησα· διότι ο διάβολος δεν επείγεται για να νικήσει, αλλά για να νικήσει ολοκληρωτικά. Ήδη λοιπόν έχει νικηθεί, διότι έχει καταβληθεί αυτός και βρίσκεται στην απώλεια. Και η νίκη του δεν αποβλέπει στο να στεφανωθεί αυτός, αλλά στο να απολέσει εμένα. Επομένως αν δεν καταβάλω, αλλά και δεν καταβληθώ, έχω νικήσει. Ποια λοιπόν είναι ένδοξη νίκη; Να καταπατούμε αυτόν δια της περιουσίας, καθώς έκανε ο Παύλος, θεωρώντας ότι δεν έχουν καμία αξία τα παρόντα πράγματα. Ας μιμούμαστε και εμείς αυτόν, και ας επιδιώκουμε να γίνουμε ανώτεροι και να μη δίνουμε από πουθενά αφορμή στον αντικείμενο.
Σε αυτόν δίνει αφορμή ο πλούτος, τα χρήματα, η κενοδοξία· και πολλές φορές μεν ανέστησε αυτόν, πολλές δε φορές τον ερέθισε. Αλλά γιατί έχουμε ανάγκη του αγώνα; Γιατί έχουμε ανάγκη της συμπλοκής; Εκείνος που συμπλέκεται με άλλον έχει αβέβαιο τέλος, ποιο από τα δύο να μην ηττηθεί και αυτός και θα πέσει στα χέρια του αντιπάλου του. Αυτός όμως που καταπατά, έχει βέβαιη τη νίκη. Λοιπόν ας καταπατήσουμε τις αμαρτίες, εννοώ όλα τα βιοτικά, τον θυμό, την επιθυμία, την αλαζονεία, όλα τα πάθη, για να μην βρεθούμε, όταν απέλθουμε στην άλλη ζωή, ότι δεν τηρήσαμε την εξουσία, την οποία μας έδωσε ο Θεός. Διότι κατά αυτόν τον τρόπο θα επιτύχουμε και τα μέλλοντα αγαθά. Αν όμως γινόμαστε κακοί όσον αφορά σε τούτο, ποιος θα μας εμπιστευτεί τα μεγαλύτερα; Διότι, αν δεν μπορέσουμε να πατήσουμε τον αποκρουσθέντα, τον κατησχυμένο, τον περιφρονημένο, τον ευρισκόμενο κάτω από τα πόδια μας, πώς θα μας δώσει ο Πατήρ αυτά που είναι δικά Του; Εάν δεν νικήσαμε αυτόν που είναι έτσι υποτεταγμένος, ποιο θάρρος θα έχουμε να εισέλθουμε στην πατρική οικία; Διότι πες μου, εάν έχεις υιό, και εκείνος αφού εγκαταλείψει τους ευγνώμονες δούλους, συναναστρέφεται με αυτούς που σε έχουν λυπήσει, οι οποίοι έχουν εκδιωχθεί από την πατρική οικία, και ασχολούνται με τους κύβους, και μέχρι τέλος κάνει αυτό, δε θα τον αποκληρώσεις; Είναι ολοφάνερο.
Έτσι και εμείς, αν συναναστρεφόμαστε μαζί με τον διάβολο, αφού εγκαταλείψουμε τους αγγέλους που είναι ευάρεστοι και επιτεταγμένοι σε μας, οπωσδήποτε θα στερηθούμε της κληρονομίας. Αλλά μακάρι να μην πάθει τούτο κανένας μας, αλλά αφού αναλάβουμε τον πόλεμο προς αυτόν, και νικήσουμε με τη βοήθεια της άνωθεν συμμαχίας, αν γίνουμε κληρονόμοι της Βασιλείας των Ουρανών. Εάν κανείς έχει εχθρό, εάν κανείς έχει αδικηθεί από αυτόν, αν κανείς είναι άγριος, αφού συγκεντρώσει όλο εκείνον τον θυμό, όλη την οργή, ας τα αδειάσει στο κεφάλι του διαβόλου. Εδώ ο θυμός είναι καλό, εδώ η οργή είναι χρήσιμη, εδώ η μνησικακία είναι επαινετή. Διότι όπως ακριβώς η μνησικακία αυτή επί τω έξωθεν είναι κακό, έτσι εδώ η μνησικακία είναι αγαθό. Επομένως εάν έχεις ελαττώματα, εδώ να αποβάλεις αυτά, ειδεμή μπορείς εσύ ο ίδιος να τα απομακρύνεις, έστω και με τα δικά σου μέλη. Σε έπληξε κανείς; Να γίνεις μνησίκακος εναντίον του διαβόλου και ποτέ να μη διαλύσεις την προς αυτόν έχθρα. Αλλά δε σε έπληξε κανείς; Και έτσι να είσαι μνησίκακος, διότι εξύβρισε τον Δεσπότη σου, τον πολέμησε, διότι καταστρέφει και πολεμάει τους αδελφούς.
Ας είσαι πάντοτε εχθρός, πάντοτε πικρός, πάντοτε άγριος προς τον διάβολο· έτσι θα είναι εκείνος τόσο ταπεινός, τόσο ευκαταφρόνητος, τόσο ευάλωτος. Εάν είμαστε εμείς άγριοι προς αυτόν, εκείνος δεν θα είναι σε εμάς άγριος· εάν είμαστε εμείς επιεικείς, τότε εκείνος θα είναι άγριος, όχι όπως επί των αδελφών μας. Είναι εχθρός και πολέμιος και της ζωής και της σωτηρίας της δικής μας και της δικής του. Εάν τον εαυτό του δεν αγαπά, πώς θα μπορέσει να αγαπήσει εμάς; Ας παρατασσόμαστε λοιπόν και ας πλήττουμε αυτόν έχοντας ισχυρό σύμμαχο τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο Οποίος θα μπορέσει να καταστήσει και εμάς ακατάβλητους στις παγίδες εκείνου και άξιους των μελλόντων αγαθών, τα οποία είθε να επιτύχουμε όλοι μας, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μετά του Οποίου ανήκει στον Πατέρα και στο Άγιο Πνεύμα δόξα, δύναμη, τιμή, τώρα και πάντοτε, και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………
ΟΜΙΛΙΑ ΚΓ’
«Στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ(:Σταθείτε λοιπόν στην παράταξη του αγώνα. Ζωστείτε την αλήθεια σαν ζώνη, ώστε ο φωτισμός της αλήθειας να σας δίνει πνευματική δύναμη και ευκινησία)»[Εφ.6,14].
Αφού σύνταξε το στράτευμα τούτο των Χριστιανών και αφού διέγειρε τη διάθεσή τους -διότι ήσαν αναγκαία και τα δύο, και να είναι συντεταγμένοι και να διεγείρει τη διάθεσή τους-, και αφού τους έδωσε θάρρος -καθόσον και αυτό ήταν αναγκαίο-, στη συνέχεια τους εξοπλίζει τελείως. Διότι δεν ωφελούν καθόλου τα όπλα, αν δεν έχουν παραταχθεί εκείνοι προηγουμένως και αν δεν διεγερθεί η διάθεση της ψυχής του στρατιώτη. Διότι πρέπει να οπλίζει πρώτα αυτόν εσωτερικά και έπειτα εξωτερικά. Και αν τούτο ισχύει για τους αισθητούς στρατιώτες, κατά πολύ περισσότερο θα ενισχύει για τους νοητούς· και μάλλον αυτοί δεν είναι δυνατόν να οπλισθούν εξωτερικά, αλλά πάντοτε εσωτερικά. Διήγειρε τη διάθεση και την παρόξυνε, πρόσθεσε το θάρρος, παρέταξε αυτούς με τάξη, στη συνέχεια τους οπλίζει.
Πρόσεχε όμως πώς χορηγεί τα όπλα. «Σταθείτε λοιπόν», λέγει. Το πρώτο που πρέπει να προσέχουν οι στρατιώτες είναι, να γνωρίζουν να παρατάσσονται με τάξη, και από αυτό πολλά μπορούν να γίνουν. Για τον λόγο αυτόν πολλά λέγει για τον τρόπο της παρατάξεως και σε άλλο σημείο λέγοντας: «Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε(:Προσέχετε σαν άγρυπνοι φρουροί. Μένετε στερεοί και όρθιοι στην πίστη. Να αγωνίζεστε σαν άνδρες γενναίοι. Πάρτε δύναμη και θάρρος)» [Α΄Κορ.16.13]· και πάλι: «Ὥστε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοὶ καὶ ἐπιπόθητοι, χαρὰ καὶ στέφανός μου, οὕτω στήκετε ἐν Κυρίῳ, ἀγαπητοί(:Συνεπώς, αδελφοί μου αγαπητοί και πολυπόθητοι, εσείς που είστε για μένα τον απόστολο και διδάσκαλό σας χαρά και στεφάνι δόξας λόγω των αρετών σας, σας προτρέπω, αγαπητοί μου, έτσι να μένετε σταθεροί στην εν Κυρίω ζωή· όπως δηλαδή σας είπα προηγουμένως και όπως ταιριάζει σε ανθρώπους που περιμένουν Σωτήρα από τους ουρανούς)» [Φιλιπ.4,1]· και πάλι: «Ὥστε ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ(: Από τα διδακτικά λοιπόν αυτά παραδείγματα της ιστορίας του Ισραήλ βγαίνει ως συμπέρασμα ότι όποιος έχει την ιδέα ότι στέκεται καλά στα πόδια του, ας προσέχει μην πέσει, όπως έπεσαν και οι Ισραηλίτες που ανέφερα)» [Α΄Κορ.10,12]· και πάλι: «Διὰ τοῦτο ἀναλάβετε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι(:Επειδή λοιπόν ο αγώνας είναι φοβερός, γι’ αυτό πάρτε πάνω σας και φορέστε την πανοπλία που δίνει ο Θεός, για να μπορέσετε να αντισταθείτε την ημέρα που ο πειρασμός θα σας προσβάλει με δύναμη. Κι αφού επιτελέσετε με ακρίβεια όλα τα καθήκοντά σας να σταθείτε στη θέση σας και να την κρατήσετε καλά)» [Εφ.6,13]. Άρα δεν εννοεί απλώς οποιανδήποτε παράταξη, αλλά την διατεταγμένη καλώς· και όσοι είναι έμπειροι των πολεμικών ζητημάτων, γνωρίζουν πόσο αξίζει το να γνωρίζουν να παρατάσσονται.
Εάν, λοιπόν, επί των πυγμάχων και παλαιστών ο γυμναστής πριν από οτιδήποτε άλλο διατάσσει αυτό, να στέκονται δηλαδή καλώς, πολύ περισσότερο το ίδιο ακριβώς ισχύει επί των πολέμων και των στρατιωτικών πραγμάτων. Εκείνος που έχει σταθεί όρθιος δεν έχει σταθεί με σύγχυση, ούτε στηρίζεται σε άλλον· η ακριβής όρθια στάση φαίνεται στον τρόπο, με τον οποίο στέκεται κανείς. Ώστε οι όντως όρθιοι, αυτοί έχουν σταθεί· αυτοί όμως που δεν έχουν σταθεί, δε θα έχουν την κανονική στάση, αλλά θα είναι διαλυμένοι και διασκορπισμένοι. Ο φιλήδονος δεν στέκεται όρθιος, αλλά στηρίζεται, καθώς ο λάγνος και ο φιλοχρήματος. Αυτός που γνωρίζει να στέκεται, θα έχει εύκολα όλα τα απαραίτητα όπλα για την πάλη από τη στάση του αυτήν, σαν από κάποιο στήριγμα.
«Στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ(:Σταθείτε λοιπόν στην παράταξη του αγώνα. Ζωστείτε την αλήθεια σαν ζώνη, ώστε ο φωτισμός της αλήθειας να σας δίνει πνευματική δύναμη και ευκινησία)», λέγει. Δεν ομιλεί περί πραγματικής ζώνης, διότι όλα στο χωρίο αυτό τα λέγει με αλληγορικό νόημα. Και πρόσεχε πώς προχωρεί μεθοδικά. Κατά πρώτον ζώνει εκ νέου τον στρατιώτη. Τι τέλος πάντων σημαίνει αυτό; Με τη ζώνη ανακόπτει εκείνον, που είναι διαλυμένος και παραλυμένος από τις επιθυμίες και έχει τις σκέψεις του στραμμένες προς τα ταπεινά, δεν επιτρέπει να εμποδίζεται αυτός από τα συμπλεκόμενα με τις κνήμες ιμάτια, αλλά τον αφήνει να τρέχει με ευλύγιστα πόδια.
«Σταθείτε, λοιπόν», λέγει, «αφού ζώσετε τη μέση σας». «Μέση» εδώ εννοεί το εξής· όπως ακριβώς βάση στα πλοία είναι η καρίνα, έτσι και σε εμάς βάση όλου του σώματος είναι η μέση· διότι είναι σαν θεμέλιο και επάνω σε αυτό οικοδομείται το παν, καθώς βέβαια λέγουν οι ιατροί. Περισφίγγει λοιπόν την ψυχή μας, περιβάλλοντας με ζώνη τη μέση, διότι δεν εννοεί βέβαια τη μέση αυτή, αλλά ομιλεί αλληγορικά. Και όπως η μέση είναι η βάση των κάτω και των άνω μελών του σώματος, έτσι συμβαίνει και επί της νοητής μέσης. Εκείνοι λοιπόν που καταπονήθηκαν πολλές φορές, αφού θέσουν εκεί τα χέρια τους σαν σε ένα στήριγμα, έτσι στηρίζαν σταθερά, τους εαυτούς τους. Και η ζώνη για τον λόγο αυτόν γίνεται στους πολέμους, για να συγκρατεί και αν περισφίγγει το ευρισκόμενο σε εμάς στήριγμα. Για τούτο και όταν τρέχουμε φορούμε ζώνη, για να προφυλάσσει το στήριγμα σε μας. Τούτο λοιπόν λέγει, ας γίνεται και επί της ψυχής, και οτιδήποτε αν κάνουμε, θα είμαστε δυνατοί. Βέβαια η ζώνη κατεξοχήν αρμόζει στους στρατιώτες.
«Ναι», θα μπορούσε να πει κάποιος, «αλλά τη μέση αυτή ζώνουμε με δερμάτινο ιμάντα· εμείς όμως με ποιον;» Με τον κυριότερο των λογισμών, εννοώ με την αλήθεια. «Ζωστείτε την αλήθεια στη μέση σας σαν ζώνη», λέγει. Ας μην αγαπάμε λοιπόν κανένα ψεύδος, να επιδιώκουμε τα πάντα εν αληθεία, ας μην ψευδόμαστε ο ένας στον άλλο. Και αν πρόκειται για δόξα, ας ζητούμε την αληθινή· και αν είναι τρόπος ζωής, τον αληθινό. Αν περιγράφουμε με τούτο τους εαυτούς μας, αν ζωστούμε με την αλήθεια, κανείς δε θα γίνει υπέρτερός μας. Εκείνος που ζητεί το δόγμα της αληθείας, δε θα νικηθεί και δε θα χάσει το θάρρος του στη γη. Ότι βεβαίως τα μη αληθινά κατάγονται από τη γη, είναι φανερό από το ότι όλοι οι κοσμικοί είναι δούλοι στα πάθη, υπακούοντας στις δικές τους σκέψεις.
Για τον λόγο αυτόν εάν είμαστε νηφάλιοι, δε θα έχουμε ανάγκη διδασκαλίας στους λόγους των Ελλήνων. Βλέπεις πώς εκείνοι είναι μαλακοί και νωθροί, χωρίς να μπορούν να αποδεχθούν τίποτε αυστηρό, τίποτε υπεράνω του ανθρώπινου λογικού; Διότι δεν είναι ζωσμένοι με την αλήθεια. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς η μέση τους έχει διαλυθεί, καθώς το μέρος που δέχεται τα γεννητικά σπέρματα και το στήριγμα των λογισμών. Τίποτε λοιπόν δεν είναι ασθενέστερο από αυτούς.
Και βλέπεις πάλι τους Μανιχαίους, πώς τολμούν να λέγουν τα πάντα με τους δικούς τους συλλογισμούς; «Δεν μπορούσε», λένε, «ο Θεός χωρίς ύλη να δημιουργήσει τον κόσμο». Από πού είναι φανερό αυτό; Ισχυρίζονται αυτά από τα όσα συμβαίνουν εδώ κάτω και από τα γήινα και από τα ανθρώπινα. «Διότι ο άνθρωπος», λένε οι οπαδοί του Μάνεντος, «δεν μπορεί να δημιουργήσει με άλλο τρόπο». Πάλι πρόσεχε τι λέγει ο Μαρκίωνας[έζησε τον 2ο αιώνα μ. Χ. , μέγας οπαδός της αίρεσης του Γνωστικισμού, συγκρότησε δυαρχικό θεολογικό σύστημα και ιδιαίτερη εκκλησία, δική του]: «Δεν μπορούσε ο Θεός να παραμείνει αμόλυντος, αφού έγινε άνθρωπος». Από πού είναι φανερό αυτό; «Διότι ούτε οι άνθρωποι μπορούν», λέει. Αν και οι άνθρωποι μπορούν.
Ο Ουαλεντίνος πάλι[:αιρεσιάρχης του 2ου αιώνα· καταγόταν από την Αίγυπτο και διδάχτηκε την ελληνική φιλοσοφία. Αφού εγκαταστάθηκε ση Ρώμη αποσχίστηκε από την Εκκλησία, γενόμενος αρχηγός της αίρεσης του Γνωστικισμού], έχοντας στραμμένους τους λογισμούς του στα γήινα, ομιλεί από όσα συμβαίνουν στη γη· ομοίως και ο Παύλος ο Σαμοσατεύς[: αιρετικός του 3ου αιώνα, επίσκοπος Αντιοχείας. Ήταν μοναρχιανός, αρνιόταν το δόγμα της αγίας Τριάδος και το δόγμα της ενανθρωπήσεως, μη παραδεχόμενος τις υποστάσεις του υιού και του αγίου Πνεύματος· θεωρούσε τον Χριστό όχι ως Θεό, αλλά ως σκήνωμα της θείας σοφίας] και ο Άρειος[: αιρετικός πρεσβύτερος και θεολόγος της Αλεξάνδρειας από τη διδασκαλία του οποίου προήλθε ο αρειανισμός, η γνωστή χριστολογική αίρεση του 4ου αιώνα]. «Τι λοιπόν;», λέγει ο Άρειος. «Δεν μπορούσε ο Θεός όταν γεννά, να γεννήσει απαθώς». Πώς τολμάς να το λέγεις αυτό, Άρειε; Από αυτά που συμβαίνουν σε μας; Βλέπεις οι λογισμοί όλων να σύρονται κάτω στη γη, να είναι χαλαροί, να εμπνέονται από τη γη; Και όσον αφορά μεν τα δόγματα, έτσι συμβαίνει· όσον αφορά δε πάλι τον τρόπο ζωής, οι πόρνοι, όσοι αγαπούν υπερβολικά τα χρήματα, τη δόξα και όλα τα άλλα, κάτω σύρονται· δεν έχουν όρθια αυτή τη μέση, ώστε να αναπαύονται όταν κουραστούν, αλλά εάν κουραστούν, δε θέτουν το χέρι σε αυτήν για να σταθούν, αλλά διαλύονται. Ο ζωσμένος λοιπόν την αλήθεια, πρώτα μεν ουδέποτε θα κουραστεί· δεύτερο δε, και αν ακόμη κουραστεί, θα επαναπαύεται σε αυτήν την αλήθεια.
Τι λοιπόν, πες μου; Η πτωχεία θα αναγκάσει αυτόν να κουραστεί; Καθόλου· διότι επαναπαύεται στον αληθινό πλούτο και με την πτωχεία θα γνωρίσει την πραγματική πτωχεία. Μήπως η δουλεία θα κάνει αυτόν να κουραστεί; Καθόλου· διότι γνωρίζει την πραγματική δουλεία. Μήπως η ασθένεια; Αλλά ούτε αυτή. «Ἔστωσαν ὑμῶν αἱ ὀσφύες περιεζωσμέναι καὶ οἱ λύχνοι καιόμενοι(:Η μέση σας ας είναι ζωσμένη καλά, και τα λυχνάρια σας ας είναι πάντοτε αναμμένα. Δηλαδή αν θέλετε να γίνουν κτήμα σας οι επουράνιοι θησαυροί, πρέπει να είστε πάντοτε έτοιμοι και άγρυπνοι προσέχοντας να εκτελείτε σε κάθε περίσταση τις εντολές του Κυρίου σας και πρόθυμοι να Τον υπηρετήσετε)»[Λουκ.12,35], ώστε να έχουν άσβεστο το φως.
Αυτό διατάσσονταν να κάνουν και οι εξερχόμενοι από την Αίγυπτο και ζωσμένοι έτρωγαν το Πάσχα. «Και γιατί», θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς, «έτρωγαν κατά αυτόν τον τρόπο;». Θέλεις να μάθεις όλη την ιστορική υπόθεση ή την αλληγορική ερμηνεία τους; Εγώ λοιπόν θα τα πω και τα δύο, εσείς πάλι να εμβαθύνετε σε αυτά. Διότι δεν ομιλώ απλώς, για να πω μόνο την εξήγηση, αλλά και για να γίνουν μεταξύ σας οι λόγοι μου έργο. «Οὕτω δὲ φάγεσθε αὐτό· αἱ ὀσφύες ὑμῶν περιεζωσμέναι, καὶ τὰ ὑποδήματα ἐν τοῖς ποσὶν ὑμῶν, καὶ αἱ βακτηρίαι ἐν ταῖς χερσὶν ὑμῶν· καὶ ἔδεσθε αὐτὸ μετὰ σπουδῆς· πάσχα ἐστὶ Κυρίῳ(:Κατ’ αυτόν λοιπόν τον τρόπο θα φάτε το πάσχα: η μέση σας θα είναι ζωσμένη, τα υποδήματά σας φορεμένα στα πόδια σας και οι ράβδοι στα χέρια σας. Θα φάτε αυτό βιαστικά. Αυτό είναι Πάσχα (:διάβαση) Κυρίου)»[Έξ.12,11], λέγει. Φρικτά και φοβερά είναι τα μυστήρια και έχουν πολύ βάθος. Εάν όμως είναι τόσο φοβερά στους τύπους, πολύ περισσότερο είναι στην πραγματικότητα. Εξέρχονται από την Αίγυπτο, τρώγουν το πάσχα. Πρόσεχε, η εξωτερική τους εμφάνιση είναι δείγμα των οδοιπόρων· διότι το να φορούν τα υποδήματα, να κρατούν ραβδιά στα χέρια και να τρώγουν όρθιοι, τίποτε άλλο δε δηλώνει παρά τούτο.
Επιθυμείτε να ακούσετε πρώτα την ιστορία ή την αλληγορική ερμηνεία; Καλύτερα την ιστορία. Τι λοιπόν θέλει να πει η ιστορία; Οι Ιουδαίοι ήσαν αγνώμονες και συνεχώς λησμονούσαν τις ευεργεσίες του Θεού. Επειδή λοιπόν ήθελε να θυμούνται Αυτόν και χωρίς την θέλησή τους, καθορίζει τον τρόπο αυτόν της βρώσεως του πάσχα. Τι τέλος πάντων; Για να έχουν την ανάγκη να τηρούν κάθε χρόνο την νομοθεσία, και να θυμούνται κατ’ ανάγκη και τον Θεό, ο οποίος εξήγαγε αυτούς από την Αίγυπτο. Άρα λοιπόν ο Θεός δεν πρόσδεσε μόνο τις ευεργεσίες Του στον χρόνο, αλλά και στον τρόπο αυτών που έτρωγαν το πάσχα. Για τον λόγο αυτόν βέβαια τρώνε ζωσμένοι και φορώντας τα σανδάλια τους, για να λένε όταν τους ρωτούν, ότι «Είμαστε έτοιμοι προς οδοιπορία» και ότι «Επρόκειτο να εξέλθουμε από την Αίγυπτο στη γη της επαγγελίας». Αυτή μεν είναι η μορφή των γεγονότων, η αλήθεια όμως είναι η εξής:
Και εμείς εσθίουμε πάσχα, τον Χριστό. «Ἐκκαθάρατε οὖν τὴν παλαιὰν ζύμην, ἵνα ἦτε νέον φύραμα, καθώς ἐστε ἄζυμοι. καὶ γὰρ τὸ πάσχα ἡμῶν ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστός(: Ξεκαθαρίστε λοιπόν το παλιό προζύμι της διαφθοράς του παλαιού ανθρώπου, για να είστε νέα μάζα ζυμαριού, καθώς έχετε απαλλαγεί από την παλιά κακή ζύμη με την πίστη και το βάπτισμα. Και οφείλουμε να είμαστε άζυμοι, διότι και εμείς εορτάζουμε θείο και υπερφυσικό Πάσχα. Ο δικός μας πασχαλινός αμνός είναι ο Χριστός, που θυσιάστηκε για χάρη μας)» [Α΄Κορ. 5,7]. Άρα και εμείς εσθίουμε πάσχα πολύ καλύτερο από το ιουδαϊκό. Βέβαια και εμείς οφείλουμε να εσθίουμε έχοντας υποδήματα στα πόδια και ζώνη στη μέση μας. Γιατί; Για να είμαστε και εμείς έτοιμοι για την έξοδο, για την αποδημία από τη ζωή αυτή. Κανείς από όσους τρώνε τούτο το πάσχα ας μην προσέχει προς την Αίγυπτο, αλλά προς τον ουρανό, προς την άνω Ιερουσαλήμ. Για τον λόγο αυτόν εσθίεις ζωσμένος και έχοντας τα υποδήματα στα πόδια, για να μάθεις ότι ευθύς μόλις αρχίσεις να τρώγεις το πάσχα, οφείλεις να αποδημείς και να οδεύεις. Και υπαινίσσεται δύο πράγματα και ότι πρέπει να εξέλθουν από την Αίγυπτο και ότι όταν μένουν, να μένουν στο εξής σαν σε ξένη χώρα.
«Ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν(:Η συμπεριφορά τους και τα φρονήματά τους είναι τελείως αντίθετα με τα δικά μας. Διότι η δική μας πατρίδα και πολιτεία και τα δικά μας πολιτικά δικαιώματα είναι στους ουρανούς, από όπου με πολύ πόθο περιμένουμε και τον Σωτήρα μας, τον Κύριο Ιησού Χριστό)»[Φιλιπ.3,20], λέγει ο Παύλος, και πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι πάντοτε σε όλη τη ζωή μας, ώστε όταν κληθούμε, να μην αναβάλλουμε, αλλά να λέμε «Ἑτοίμη ἡ καρδία μου, ὁ Θεός, ἑτοίμη ἡ καρδία μου, ᾄσομαι καὶ ψαλῶ ἐν τῇ δόξῃ μου(:Είναι έτοιμη η καρδιά μου, ω Θεέ μου, είναι έτοιμη, για να ψάλλω με τη φωνή μου προς δόξα δική Σου, να παίζω μουσικά όργανα με όλη μου την ψυχή)»[Ψαλμ.107,2]. Αλλά αυτό μεν μπορούσε να το λέγει ο Παύλος που δεν συναισθάνεται τίποτε να τον βαραίνει· εγώ όμως που έχω ανάγκη πολλού χρόνου για μετάνοια, δεν μπορώ να το πω.
Και το ότι το να είναι κάποιος ζωσμένος είναι δείγμα της γρηγορούσης ψυχής, άκουε τον Θεό να λέγει προς τον δίκαιο εκείνον άνδρα, τον Ιώβ: «Ζῶσαι ὥσπερ ἀνὴρ τὴν ὀσφύν σου, ἐρωτήσω δέ σε, σὺ δέ μοι ἀποκρίθητι. Ποῦ ἦς ἐν τῷ θεμελιοῦν με τὴν γῆν; Ἀπάγγειλον δέ μοι εἰ ἐπίστῃ σύνεσιν.τίς ἔθετο τὰ μέτρα αὐτῆς, εἰ οἶδας; Ἤ τίς ὁ ἐπαγαγὼν σπαρτίον ἐπ᾿ αὐτῆς;(: Ζώσε, λοιπόν, τη μέση σου ως άνδρας παλαιστής και πάρε θάρρος, διότι Εγώ θα σε ερωτήσω, και εσύ δώσε μου απόκριση: Πού ήσουνα, όταν Εγώ θεμελίωνα την γη; Απάντησέ μου, εάν έχεις σύνεση. Ποιος έθεσε τα μέτρα αυτής; Πες μου, εάν το γνωρίζεις. Ποιος, όταν αυτή χτιζόταν, έβαλε νήμα στάθμης για την ακρίβεια της οικοδομής;)»[Ιώβ, 38,3-5]. Τούτο λέγει και προς όλους τους αγίους, τούτο δε και προς τον Μωυσή. Και ο ίδιος πάλι φαίνεται ζωσμένος στο βιβλίο του Ιεζεκιήλ, μάλλον δε και οι άγγελοι φαίνονται σε μας ζωσμένοι, επειδή είναι στρατιώτες. Από την περίζωση γίνεται γενναίως ο τρόπος κατά τον οποίο στέκεται κανείς, όπως από την στάση η περίζωση.
Ας περιζώσουμε λοιπόν και τους εαυτούς μας, διότι και εμείς πρόκειται να εξέλθουμε και πολλές είναι οι ενδιάμεσες δυσκολίες. Όταν διέλθουμε τούτο το πεδίο, έρχεται αμέσως ο διάβολος και τα πάντα ενεργεί και επινοεί, ώστε, αφού συλλάβει, να καταστρέψει αυτούς που σώθηκαν από την Αίγυπτο, αυτούς που διάβηκαν την Ερυθρά θάλασσα, αυτούς που απελευθερώθηκαν από τους δαίμονες και συγχρόνως από πάρα πολλές συμφορές. Αλλά εάν είμαστε νηφάλιοι, έχουμε και εμείς στήριγμα ισχυρό τη χάρη του αγίου Πνεύματος· το στήριγμα αυτό και φωτίζει και σκιάζει. Έχουμε μάννα· μάλλον δε όχι μάννα, αλλά πολύ περισσότερο του μάννα έχουμε. Από την πέτρα δεν εξέρχεται ύδωρ, αλλά πόμα πνευματικό. Έχουμε και παραπήγματα, κατοικώντας την έρημο και τώρα. Διότι πράγματι και τώρα έχει γίνει η γη έρημη από την αρετή και περισσότερο εκείνης. Για ποιο λόγο έπρεπε να αποφεύγει κανείς εκείνη την έρημο; Άραγε όχι διότι είχε σκορπιούς και έχιδνες; Από την οποία, λέγει, δεν διήλθε άνθρωπος. Αλλά δεν είναι , δεν είναι εκείνη τόσο άκαρπη, όπως η ανθρώπινη φύση;
Πόσοι άνθρωποι σήμερα είναι σκορπιοί στην έρημο αυτήν, πόσοι έχιδνες, πόσοι φίδια, πόσοι γεννήματα εχιδνών, τους οποίους τώρα διήλθαμε; Αλλά ας μη φοβηθούμε, διότι αρχηγός της εξόδου αυτής δεν είναι ο Μωυσής, αλλά ο Ιησούς. Πώς λοιπόν δε θα πάθουμε τα ίδια; Ας μην πράξουμε τα ίδια και δε θα πάθουμε τα ίδια. Εκείνοι γόγγυζαν, εκείνοι ήσαν αγνώμονες. Εμείς λοιπόν ας μην πάθουμε αυτά. Πώς έπεσαν όλοι εκείνοι; Περιφρόνησαν την επιθυμητή γη. Πώς την περιφρόνησαν; Και μάλιστα τη θαύμαζαν. Με το να δείξουν δειλία και να μη θελήσουν να αποδεχθούν υπέρ αυτής κακουχίες. Λοιπόν ας μην περιφρονήσουμε εμείς τον ουρανό· τούτο είναι περιφρόνηση. Μεταφέρθηκε και από εμάς καρπός από τον ουρανό, όχι σταφύλια μεταφερόμενα μέσα σε αμφορείς, αλλά ο αρραβώνας του αγίου Πνεύματος, το ευρισκόμενο στους ουρανούς πολίτευμα, το οποίο δίδαξε ο Παύλος, όλος ο χορός των αποστόλων, οι θαυμάσιοι γεωργοί. Τους καρπούς αυτούς δεν έφερε ο Χάληβ, ο υιός του Ιεφανή[: ο Χάληβ ήταν αφοσιωμένος στο Μωυσή· στάλθηκε από αυτόν να κατασκοπεύσει τη γη Χαναάν. Αξιώθηκε μαζί με τον Ιησού του Ναυή να εισέλθει στη γη της επαγγελίας], ούτε ο Ιησούς, ο υιός του Ναυή[: διάδοχος του Μωυσή ως θεοκρατικός αρχηγός του Ισραήλ κατά την περίοδο της κατακτήσεως της γης Χαναάν], αλλά ο Ιησούς, ο Υιός του Πατρός των οικτιρμών, ο Υιός του αληθινού Θεού έφερε όλη την αρετή, όλους τους καρπούς έφερε από εκεί κάτω και σε μας, εννοώ τους επουράνιους ύμνους. Διότι εκείνα που λέγουν τα Χερουβείμ στους ουρανούς, αυτά διέταξε και εμάς να λέμε, δηλαδή «Άγιος, άγιος, άγιος».
Έφερε σε μας την πολιτεία των αγγέλων. Οι άγγελοι δεν νυμφεύονται, ούτε παντρεύονται. Την αρετή αυτήν φύτεψε και εδώ. Εκείνοι δεν αγαπούν τα χρήματα, ούτε τα άλλα υλικά αγαθά· και τούτο εγκατέσπειρε σε μας. Εκείνοι δεν πεθαίνουν· αυτό χάρισε και σε μας· διότι ο θάνατος δεν είναι πλέον θάνατος, αλλά ύπνος. Διότι άκουε τον Ιησού να λέγει: «Λάζαρος ὁ φίλος ἡμῶν κεκοίμηται· ἀλλὰ πορεύομαι ἵνα ἐξυπνήσω αὐτόν(:Ο φίλος μας ο Λάζαρος έχει κοιμηθεί. Αλλά πηγαίνω να τον ξυπνήσω)»[Ιω.11,11]. Είδες τους καρπούς της άνω Ιερουσαλήμ;
Και το πλέον αξιοθαύμαστο είναι ότι ο πόλεμος δεν κρίθηκε ακόμη, αλλά έχει δωρίσει όλα αυτά πριν από την επαγγελία σε εμάς. Διότι εκείνοι μεν κοπίαζαν, και όταν ακόμη ήρθαν στη Γη της Επαγγελίας. Μάλλον δε δεν κοπίαζαν, διότι εάν ήθελαν να υπακούσουν στον Θεό, θα κατελάμβαναν χωρίς όπλα και μάχη όλες σε πόλεις. Την Ιεριχώ λοιπόν κατατρόπωσαν χορεύοντας μάλλον παρά πολεμώντας. Εμείς όμως αφού εισέλθουμε στη γη της επαγγελίας, δηλαδή στον ουρανό, δεν πολεμούμε, αλλά μόνο όταν είμαστε στην έρημο, δηλαδή στην παρούσα ζωή. «Ὁ γὰρ εἰσελθὼν εἰς τὴν κατάπαυσιν αὐτοῦ καὶ αὐτὸς κατέπαυσεν ἀπὸ τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὥσπερ ἀπὸ τῶν ἰδίων ὁ Θεός(: Πράγματι λοιπόν πρόκειται για ιερή και αιώνια ανάπαυση, για σαββατισμό. Διότι εκείνος που μπαίνει στην ουράνια ανάπαυση του Θεού, αναπαύεται και αυτός από τα έργα του, όπως ακριβώς αναπαύτηκε και ο Θεός από τα δικά Του έργα)» [Εβρ.4,10] και: «Τὸ δὲ καλὸν ποιοῦντες μὴ ἐκκακῶμεν· καιρῷ γὰρ ἰδίῳ θερίσομεν μὴ ἐκλυόμενοι(:Ας μη χάνουμε όμως το κουράγιο μας όταν κάνουμε το καλό. Διότι στον κατάλληλο καιρό θα θερίσουμε τους καρπούς των κόπων μας, εάν δεν αποκάμνουμε τώρα, αλλά είμαστε ακούραστοι στο καλό)» [Γαλ. 6,9]. Βλέπεις ότι καθώς οδήγησε εκείνους, έτσι οδήγησε και εμάς; Εκεί αναφερόμενος στο μάννα και την έρημο λέγει: «Καὶ μετρήσαντες γομόρ, οὐκ ἐπλεόνασεν ὁ τὸ πολύ, καὶ ὁ τὸ ἔλαττον οὐκ ἠλαττόνησεν· ἕκαστος εἰς τοὺς καθήκοντας παρ᾿ ἑαυτῷ συνέλεξαν(:Όταν όμως μέτρησαν το ποσό που είχαν συλλέξει με το δοχείο, που χωρούσε ένα γομόρ, είδαν ότι όποιος είχε συλλέξει πολύ δεν ξεπέρασε το ένα γομόρ, και όποιος μάζεψε λίγο δεν είχε λιγότερο από ένα γομόρ. Ο καθένας δηλαδή είχε στη διάθεσή του ένα γομόρ για το κάθε άτομο της οικογένειάς του)»[Έξ.16,18]. Και σε μας αυτό έχει προστάξει, να μη μαζεύουμε θησαυρούς επάνω στη γη.
Αν όμως μαζεύουμε θησαυρούς, δεν τους καταστρέφει πλέον ο αισθητός σκώληκας, όπως ακριβώς συνέβη στην περίπτωση του μάννα, αλλά αυτός που διαρκεί αιώνια μαζί με το πυρ. Τα πάντα λοιπόν ας πράξουμε καλά, για να μην ετοιμάσουμε τροφή στον σκώληκα. Διότι λέγει η Αγία Γραφή: «Καὶ μετρήσαντες γομόρ, οὐκ ἐπλεόνασεν ὁ τὸ πολύ, καὶ ὁ τὸ ἔλαττον οὐκ ἠλαττόνησεν· ἕκαστος εἰς τοὺς καθήκοντας παρ᾿ ἑαυτῷ συνέλεξαν(:Όταν όμως μέτρησαν το ποσό που είχαν συλλέξει με το δοχείο, που χωρούσε ένα γομόρ, είδαν ότι όποιος είχε συλλέξει πολύ δεν ξεπέρασε το ένα γομόρ, και όποιος μάζεψε λίγο δεν είχε λιγότερο από ένα γομόρ. Ο καθένας δηλαδή είχε στη διάθεσή του ένα γομόρ για το κάθε άτομο της οικογένειάς του)» [Έξ.16,18] και: «Καθὼς γέγραπται· ὁ τὸ πολὺ οὐκ ἐπλεόνασε, καὶ ὁ τὸ ὀλίγον οὐκ ἠλαττόνησε(:Και να γίνει η ισότητα αυτή σύμφωνα με εκείνο που είναι γραμμένο στην Αγία Γραφή: ‘’Εκείνος που μάζεψε πολύ μάννα δεν είχε περίσσευμα, κι εκείνος που μάζεψε λίγο δε στερήθηκε, ούτε πήρε λιγότερο’’. Αυτό λοιπόν που έγινε στους Ισραηλίτες τότε αναγκαστικά με το θαύμα του Θεού, κάντε το εσείς σήμερα με την ελεύθερη προθυμία και γενναιοδωρία σας)» [Β΄Κορ. 8,15].
Και τούτο βέβαια γίνεται καθημερινά και σε μας· διότι όλοι γεμίζουμε την κοιλιά στο ανώτατο όριο· το περιττό όμως είναι προσθήκη των ανόητων φροντίδων. Διότι εκείνο που ήθελε μετά από αυτά να διδάξει λέγοντας: «Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον· ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει τὰ ἑαυτῆς· ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς(:Μην κυριευτείτε λοιπόν από ανήσυχη φροντίδα για όσα ενδέχεται να παρουσιαστούν αύριο. Διότι η αυριανή ημέρα θα φροντίσει για όλα όσα θα σας συμβούν τότε. Αρκεί για την κάθε ημέρα η δική της σκοτούρα και ταλαιπωρία)» [Ματθ.6,34], αυτό ήδη δίδαξε άνωθεν και ούτε έτσι δέχτηκαν. Αλλά εμείς ας μην είμαστε άπληστοι, αγνώμονες, ας μην επιζητούμε λαμπρά σπίτια· διότι βαδίζουμε, δεν κατοικούμε. Ώστε αν κανείς γνωρίζει ότι η παρούσα ζωή είναι μία οδοιπορία και εκστρατεία, και όπως θα μπορούσε να πει κανείς το λεγόμενο από αυτούς «φουσάτο»[:περιχαρακωμένο στρατόπεδο, δηλαδή στίφος ενόπλων, στράτευμα], δεν θα ζητήσει λαμπρά οικοδομήματα. Διότι, πες μου, ποιος ενώ είναι πολύ εύπορος, θα προτιμήσει να κτίζει λαμπρές οικίες πλησίον του λεγομένου «φουσάτου»; Κανείς· διότι θα γίνει καταγέλαστος, και θα κτίσει για τους εχθρούς και μάλλον αυτούς θα προκαλέσει· ώστε εάν είμαστε νηφάλιοι και αγρυπνούμε, ούτε εμείς θα ζητήσουμε εδώ να κτίσουμε λαμπρά οικοδομήματα. Η παρούσα ζωή δεν διαφέρει καθόλου από την εκστρατεία και το φουσάτο.
Για τον λόγο αυτόν, σας παρακαλώ, τα πάντα να πράττουμε ώστε να μη μαζεύουμε καθόλου θησαυρούς εδώ, διότι αν έλθει ο κλέπτης, αμέσως θα απομακρυνθούμε: «Ἐκεῖνο δὲ γινώσκετε ὅτι εἰ ᾔδει ὁ οἰκοδεσπότης ποίᾳ φυλακῇ ὁ κλέπτης ἔρχεται, ἐγρηγόρησεν ἂν καὶ οὐκ ἂν εἴασε διορυγῆναι τὴν οἰκίαν αὐτοῦ(:Από την πείρα σας μάλιστα γνωρίζετε και εκείνο, ότι δηλαδή εάν γνώριζε ο οικοδεσπότης σε ποιο τρίωρο της νύχτας έρχεται ο κλέπτης, θα αγρυπνούσε και δε θα άφηνε να του διαρρήξουν το σπίτι του)» [Ματθ.24,43], λέγει ο Κύριος, αποκαλώντας έτσι τον θάνατο.
Προτού λοιπόν έλθει ο θάνατος, ας αποστέλλουμε τα πάντα στη δική μας πατρίδα. Εδώ πάλι ας είμαστε καλώς ζωσμένοι, για να μπορέσουμε να νικήσουμε τους εχθρούς, τους οποίους είθε να έχουμε νικήσει κατά την ημέρα των επάθλων της άφθαρτης δόξας, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μετά του Οποίου ανήκει στον Πατέρα και στο Άγιο Πνεύμα, δόξα, δύναμη, τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………….
ΟΜΙΛΙΑ ΚΔ’[ένα μέρος της]
«Στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης(:Σταθείτε λοιπόν στην παράταξη του αγώνα. Ζωστείτε την αλήθεια σαν ζώνη, ώστε ο φωτισμός της αλήθειας να σας δίνει πνευματική δύναμη και ευκινησία. Και φορέστε ως θώρακα τη δικαιοσύνη, ώστε να είστε απλήγωτοι από κάθε βέλος αδικίας και να μην παρασύρεστε σε κανένα άδικο έργο εναντίον των ανθρώπων γύρω σας), καὶ ὑποδησάμενοι τοὺς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης(: και φορέστε στα πόδια σας ως υποδήματα που θα σας διευκολύνουν να περπατάτε ελεύθερα, την ετοιμότητα και πρόθυμη δραστηριότητα που δίνει στην ψυχή η τήρηση του Ευαγγελίου, το οποίο παρέχει την ειρήνη), ἐν πᾶσιν ἀναλαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως, ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι(: μαζί με όλα αυτά πάρτε επάνω σας και φορέστε ως θυρεό, δηλαδή στενόμακρη ασπίδα που θα σας σκεπάζει ολόκληρους, την πίστη, με την οποία θα μπορέσετε να σβήσετε όλους τους καυστικούς πειρασμούς του πονηρού που μοιάζουν με πύρινα βέλη)· καὶ τὴν περικεφαλαίαν τοῦ σωτηρίου δέξασθε, καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ πνεύματος, ὅ ἐστιν ῥῆμα Θεοῦ (:και δεχτείτε σαν περικεφαλαία την ελπίδα της σωτηρίας, ώστε, όπως η περικεφαλαία προστατεύει το κεφάλι του στρατιώτη, έτσι να περιφρουρούν τη διάνοιά σας οι αγαθοί και χαρούμενοι λογισμοί που εμπνέει η χριστιανική ελπίδα. Πάρτε και το μαχαίρι που δίνει το Άγιο Πνεύμα, και το οποίο είναι ο λόγος του Θεού)»[ Εφ.6,14-17].
«Περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ(:Ζωστείτε την αλήθεια σαν ζώνη, ώστε ο φωτισμός της αλήθειας να σας δίνει πνευματική δύναμη και ευκινησία)», λέγει. Τι τέλος πάντων σημαίνει αυτό; Έχει λεχθεί σε μας κατά την προηγούμενη ομιλία ότι πρέπει να είμαστε τόσο ελαφρά οπλισμένοι στρατιώτες, ώστε να μην υπάρχει κανένα εμπόδιο για να τρέχουμε.
«Καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης(:Και φορέστε ως θώρακα τη δικαιοσύνη, ώστε να είστε απλήγωτοι από κάθε βέλος αδικίας και να μην παρασύρεστε σε κανένα άδικο έργο εναντίον των ανθρώπων γύρω σας)», λέγει. Όπως ακριβώς ο θώρακας είναι άτρωτος, έτσι και η δικαιοσύνη. Και «δικαιοσύνη» εδώ εννοεί γενικώς τον ενάρετο βίο. Κανείς δε θα μπορέσει ποτέ να καταβάλει ένα τέτοιο βίο, αλλά πολλοί μεν τραυματίζουν, κανείς όμως δεν αποκόπτει, ούτε ο ίδιος ο διάβολος. Όπως θα μπορούσε να πει κανείς, «αφού ενστερνιστείτε τα δίκαια πράγματα». Γι΄αυτούς λέγει ο Χριστός: «Μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται (:Μακάριοι είναι εκείνοι που με σφοδρό εσωτερικό πόθο σαν πεινασμένοι και διψασμένοι επιθυμούν τη δικαιοσύνη και την τελειότητα, διότι αυτοί θα χορτάσουν, καθώς θα ικανοποιηθούν πλήρως οι πόθοι τους)» [Ματθ.5,6]. Εκείνος που ενστερνίζεται τη δικαιοσύνη είναι τόσο ισχυρός, καθώς ο θώρακας· αυτός δεν θα οργιστεί ποτέ.
«Καὶ ὑποδησάμενοι τοὺς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης(:Και φορέστε στα πόδια σας ως υποδήματα που θα σας διευκολύνουν να περπατάτε ελεύθερα, την ετοιμότητα και πρόθυμη δραστηριότητα που δίνει στην ψυχή η τήρηση του Ευαγγελίου, το οποίο παρέχει την ειρήνη)».Κάπως ασαφέστερα έχει λεχθεί αυτό. Τι λοιπόν σημαίνει; Φόρεσε σε μας τις καλές περικνημίδες, την ετοιμασία του Ευαγγελίου. Ή τούτο λοιπόν εννοεί, ώστε να είναι έτοιμοι για το Ευαγγέλιο, και για τον λόγο αυτόν να χρησιμοποιούν τα πόδια τους, και να προπαρασκευάζουν και να προετοιμάζουν την οδό Αυτού, ή εάν όχι τούτο, ώστε να είναι αυτοί έτοιμοι για την έξοδο. Η ετοιμασία λοιπόν του Ευαγγελίου δενσημαίνει τίποτε άλλο παρά βίος άριστος. Πράγμα που έλεγε ο Προφήτης: «Τὴν ἐπιθυμίαν τῶν πενήτων εἰσήκουσε Κύριος, τὴν ἑτοιμασίαν τῆς καρδίας αὐτῶν προσέσχε τὸ οὖς (:Ο Κύριος άκουσε την δίκαιη επιθυμία των πτωχών ανθρώπων. Και το αυτί Του το έτεινε προσεκτικό στους δικαίους πόθους της καρδιάς τους)»[Ψαλμ.9,38], δηλαδή την προετοιμασία.
«Τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης», λέει· εύλογα. Αφού λοιπόν μίλησε περί πολέμου και μάχης, δείχνει ότι η μάχη πρέπει να γίνεται εναντίον των δαιμόνων, διότι το Ευαγγέλιο είναι της ειρήνης. Εκείνος ο πόλεμος διαλύει άλλο πόλεμο, τον πόλεμο εναντίον του Θεού. Αν πολεμούμε εναντίον του Διαβόλου, ειρηνεύουμε με τον Θεό. Να μη φοβηθείς λοιπόν, αγαπητέ, το Ευαγγέλιο είναι· ήδη η νίκη έχει έλθει.
«ἐν πᾶσιν ἀναλαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως(:μαζί με όλα αυτά πάρτε επάνω σας και φορέστε ως θυρεό, δηλαδή στενόμακρη ασπίδα που θα σας σκεπάζει ολόκληρους, την πίστη)». «Πίστη» εδώ δεν εννοεί τη γνώση, διότι δε θα έθετε αυτήν σε κατώτερη θέση, αλλά τη χάρη, με την οποία γίνονται τα θαύματα. Και είναι φυσικό να ονομάζει «ασπίδα» την πίστη· διότι όπως ακριβώς εκείνη υπερασπίζεται όλο το σώμα, σαν να είναι τείχος, έτσι ακριβώς και η πίστη, διότι τα πάντα υποχωρούν σε αυτήν.
«ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι (:με την οποία πίστη θα μπορέσετε να σβήσετε όλους τους καυστικούς πειρασμούς του πονηρού που μοιάζουν με πύρινα βέλη)». Άκου λοιπόν τον Χριστό που έλεγε προς τους μαθητές Του: «Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν(:Αληθινά σας λέω, εάν έχετε πίστη θερμή και δυνατή σαν τον μικρό σπόρο του σιναπιού, θα πείτε στο βουνό αυτό: ‘’Πήγαινε από εδώ, εκεί’’ και θα μετακινηθεί. Και τίποτε δεν θα είναι αδύνατο σε σας)» [Ματθ.17,20]. Πώς όμως θα έχουμε την πίστη; Όταν θα κατορθώσουμε εκείνα. Και «βέλη του διαβόλου» καλεί και τους πειρασμούς και τις παράδοξες επιθυμίες. Και καλώς πρόσθεσε «τα πύρινα», διότι είναι οι επιθυμίες. Εάν όμως η πίστη διέταξε τους δαίμονες, πολύ περισσότερο και τα πάθη της ψυχής.
«καὶ τὴν περικεφαλαίαν τοῦ σωτηρίου δέξασθε(:και δεχτείτε σαν περικεφαλαία την ελπίδα της σωτηρίας)», δηλαδή την ελπίδα της δικής σας σωτηρίας. Προφυλάσσει δηλαδή αυτούς από παντού, σαν να οδηγεί αυτούς σε πόλεμο.
«καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ πνεύματος, ὅ ἐστιν ῥῆμα Θεοῦ(: ώστε, όπως η περικεφαλαία προστατεύει το κεφάλι του στρατιώτη, έτσι να περιφρουρούν τη διάνοιά σας οι αγαθοί και χαρούμενοι λογισμοί που εμπνέει η χριστιανική ελπίδα. Πάρτε και το μαχαίρι που δίνει το Άγιο Πνεύμα, και το οποίο είναι ο λόγος του Θεού)». Δηλαδή λέγει, το Πνεύμα, την πνευματική μάχαιρα. Διότι με αυτήν τα πάντα τέμνονται, τα πάντα κόπτονται, και με αυτήν αποκόπτουμε το κεφάλι του δράκοντος.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-ephesios.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Εφεσίους επιστολή, ομιλίες ΚΒ΄- ΚΔ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1980, τόμος 21, σελίδες 281-323 .
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 13,10-17]
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΚΥΠΤΟΥΣΑΣ
«Καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές(:Εκεί βρισκόταν και μία γυναίκα που υπέφερε δεκαοκτώ χρόνια από μια ασθένεια εξαιτίας κάποιου πονηρού πνεύματος. Και γι’ αυτό ήταν σκυμμένη διαρκώς με κυρτωμένο το σώμα της και δεν μπορούσε καθόλου να σηκώσει όρθιο το κεφάλι της)»[Λουκ.13,11].
Υπήρχε στη Συναγωγή μία γυναίκα που εξαιτίας της ασθένειάς της επί δέκα οκτώ χρόνια ήταν διαρκώς σκυμμένη προς το έδαφος. Και αυτό ωφελεί όχι και λίγο εκείνους που σκέπτονται σωστά· γιατί πρέπει εμείς να συλλέγουμε από παντού αυτό που είναι χρήσιμο. Μπορούμε λοιπόν και από αυτό να δούμε και ότι ο Σατανάς δέχεται πολλές φορές την εξουσία ενάντια σε κάποιους, οι οποίοι προφανώς αμαρτάνουν και αντί των αγώνων της ευσέβειας προτιμούν τη ραθυμία, τους οποίους όταν τους κυριεύσει, τους προκαλεί πολλές φορές τέτοιες σωματικές ασθένειες, επειδή είναι τιμωρός και πολύ σκληρός. Και του επιτρέπει αυτό κατά πολύ μεγάλη οικονομία ο παντεπόπτης Θεός, με σκοπό, καταπονημένοι από το βάρος της δυστυχίας τους, να προτιμήσουν να μεταπηδήσουν προς τα καλύτερα.
Και πράγματι ο σοφότατος Παύλος κάποιον στην Κόρινθο, που είχε κατηγορηθεί για πορνεία, τον παρέδωσε στον Σατανά προς καταστροφή της σάρκας του, ώστε να σωθεί το πνεύμα του. Και η συγκύπτουσα λοιπόν γυναίκα λέγεται ότι το έπαθε αυτό από διαβολική αγριότητα. Δηλαδή, όπως είπα, περιφρονημένη από τον Θεό εξαιτίας των αμαρτημάτων της, δηλαδή γενικά και αποκλειστικά για τον λόγο αυτό, γιατί αίτιος των ασθενειών στα ανθρώπινα σώματα έγινε ο πανούργος Σατανάς, αφού και μέσω αυτού λέμε ότι επιτελέστηκε η παράβαση του Αδάμ, με την οποία τα ανθρώπινα σώματα οδηγήθηκαν στην ασθένεια και στον θάνατο.
Ωστόσο, ενώ οι άνθρωποι βρίσκονταν σ’ αυτά, δεν μας περιφρόνησε ο Θεός, όντας από τη φύση Του αγαθός, και ενώ οι ασθενείς ήταν τιμωρημένοι με μακρά και ανυπόφορη ασθένεια, τους απάλλαξε από τα δεσμά, καθιστώντας κατά άριστο τρόπο απαλλακτική των ανθρωπίνων παθών την παρουσία και ανάδειξή Του σε αυτόν τον κόσμο· γιατί ήρθε για να αναμορφώσει τη ζωή μας όπως ήταν στην αρχή. Γιατί σύμφωνα με αυτό που έχει γραφεί: «Ὁ Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ τέρπεται ἐπ᾿ ἀπωλείᾳ ζώντων. ἔκτισε γὰρ εἰς τὸ εἶναι τὰ πάντα, καὶ σωτήριοι αἱ γενέσεις τοῦ κόσμου, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν αὐταῖς φάρμακον ὀλέθρου οὔτε ᾅδου βασίλειον ἐπὶ γῆς(:Ο Θεός δεν δημιούργησε τον θάνατο, ούτε ευχαριστείται με την απώλεια των ζωντανών. Γιατί δημιούργησε τα πάντα για να υπάρχουν, και τα δημιουργήματα του κόσμου έγιναν για να διατηρούνται σώα, και δεν υπάρχει σε αυτά φάρμακο καταστροφής)» [Σοφία Σολομώντος 1,13-14] και «φθόνῳ δέ διαβόλου θάνατος εἰσῆλθεν εἰς τόν κόσμον(:αλλά από τον φθόνο του διαβόλου μπήκε στον κόσμο ο θάνατος)» [:Σοφία Σολομώντος 2,24].
Για την ανατροπή του θανάτου και της φθοράς και του φθόνου που εκδηλώθηκε εναντίον μας από τον πονηρό και αρχέκακο δράκοντα έγινε η ενσάρκωση του Λόγου, δηλαδή η ενανθρώπηση. Κι αυτό αποδεικνύεται ολοκάθαρα από τα ίδια τα πράγματα. Ελευθέρωνε λοιπόν τη θυγατέρα του Αβραάμ από την τόσο μακροχρόνια ασθένεια, προσφωνώντας και λέγοντας: «Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου(:Γυναίκα, είσαι λυμένη και ελευθερωμένη από την ασθένειά σου)»[Λουκ.13,12]. Η φωνή ήταν πολύ θεοπρεπεστάτη, γεμάτη από την ανώτατη εξουσία! Γιατί με νεύμα βασιλικό διώχνει την ασθένεια. Έθεσε επίσης και τα χέρια Του επάνω σ’ αυτήν. «Καὶ παραχρῆμα(:Και την ίδια στιγμή εκείνη)», λέγει, « ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν(:επανέκτησε την όρθια στάση του σώματός της και δόξαζε τον Θεό για τη θεραπεία της)». Μπορούμε λοιπόν από αυτό να δούμε, ότι η αγία σάρκα φορούσε τη δύναμη και ενέργεια του Θεού· γιατί ήταν δική Του, και όχι κανενός άλλου, που υπήρχε χωριστά και ιδιαίτερα, όπως νομίζουν κάποιοι με τρόπο ανοσιότατο.
«Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου(:Τότε ο αρχισυνάγωγος, γεμάτος αγανάκτηση που ο Ιησούς έκανε τη θεραπεία αυτή μέρα Σάββατο, στράφηκε στο πλήθος του λαού κι έλεγε: “Έξι ημέρες έχουμε στη διάθεσή μας να εργαζόμαστε, και μόνο μέσα σε αυτές δικαιούμαστε και πρέπει να το κάνουμε αυτό. Τις εργάσιμες αυτές ημέρες λοιπόν να έρχεστε και να θεραπεύεστε, και όχι την ημέρα του Σαββάτου”)»[Λουκά 13,14].
Κι όμως, πώς δεν έπρεπε ο αρχισυνάγωγος μάλλον να θαυμάσει τον Χριστό που ελευθέρωσε τη θυγατέρα του Αβραάμ από τα δεσμά; Την είδες να είναι απαλλαγμένη από την πάθησή της με τρόπο θαυματουργικό. Δεν είδες τον ιατρό να προσεύχεται, ο οποίος δεν έλαβε ως αίτημα από άλλον τη θεραπεία της ασθενούς, αλλά αυτό που έκανε ήταν έργο της δικής Του εξουσίας. Αφού είσαι αρχισυνάγωγος, γνωρίζεις οπωσδήποτε τα γραμμένα από τον Μωυσή. Τον είδες αυτόν να προσεύχεται σε πολλές περιπτώσεις και να μην έχει κάνει τίποτε απολύτως με τη δική του δύναμη. Και πράγματι όταν η Μαριάμ προσβλήθηκε από λέπρα απλώς και μόνο επειδή είπε κάτι εναντίον αυτού ως κατηγορία -και αυτό είναι αλήθεια· γιατί λέγει, είχε νυμφευτεί γυναίκα Αιθιόπισσα-, δεν παρουσιάστηκε ανώτερος από το κακό, αλλά ικετεύει γονατιστός τον Θεό, λέγοντας· «Θεέ μου, σε παρακαλώ, θεράπευσέ την».
Και όμως χωρίς να ικετεύει συγχωρήθηκε η ποινή της αμαρτίας της. Αλλά και καθένας από τους άγιους προφήτες, ενώ κάπου έκανε κάτι γενικά, εμφανίζεται να το έκανε αυτό με τη δύναμη του Θεού. Εδώ όμως σε παρακαλώ πρόσεχε, ότι ο Σωτήρας των όλων Χριστός δεν αναπέμπει προσευχή, αλλά αναθέτει στη δική του Δύναμη την επιτέλεση του θαύματος, θεραπεύοντας με τη φωνή Του και με το άγγιγμα του χεριού Του. Γιατί, όντας Κύριος και Θεός, παρουσίαζε την σάρκα Του ισοδύναμη προς τον εαυτό Του, στο να μπορεί, εννοώ, να απαλλάσσει από τα νοσήματα. Έπρεπε λοιπόν από αυτό να αντιληφθεί τη δύναμη του σχετικού με Αυτόν μυστηρίου.
Εάν λοιπόν ήταν κάποιος αρχισυνάγωγος εύστροφος, θα μπορούσε να καταλάβει ποιος και πόσο μεγάλος είναι ο Σωτήρας από την τόσο παράδοξη θεοσημία και να μη λέγει αυτά στα πλήθη, ούτε να κατηγορεί τους θεραπευμένους ότι καταλύουν τον νόμο, ως προς την παράδοση της αργίας του Σαββάτου. Εργασία δηλαδή γενικά αποτελεί η θεραπεία· και αδικείται ο νόμος επειδή ο Θεός δείχνει το έλεός Του κατά την ημέρα του Σαββάτου; Σε ποιον έχει προστάξει να είναι σε αργία το Σάββατο; Στον εαυτό του μάλλον ή σε εσένα; Εάν βέβαια στον εαυτό Του , τότε να μην πέφτουν βροχές,να σταματήσουν οι πηγές των υδάτων και οι διαρκείς ροές των ποταμών και οι ανάγκες των ανέμων. Εάν όμως εσένα έχει προστάξει να είσαι σε αργία, να μην κατηγορείς τον Θεό για το ότι και το Σάββατο παρέχει με εξουσία σε κάποιους το έλεός Του. Και γιατί γενικά διέταξε να αργείς το Σάββατο; Για να αναπαύεται, λέγει, ο υπηρέτης σου και το βόδι σου και το υποζύγιό σου και κάθε κτήνος σου. Όταν λοιπόν αναπαύσεις κάποιους, απαλλάσσοντάς τους από τις ασθένειες, και έπειτα το εμποδίζεις αυτό, κατήργησες ολοκάθαρα τον νόμο του Σαββάτου, μην αφήνοντας να αναπαυθούν αυτούς που βρίσκονται σε πόνους και αρρώστιες, αυτούς δηλαδή τους οποίους έδεσε ο Σατανάς.
Αλλά ο αρχισυνάγωγος της αχάριστης Συναγωγής, όταν είδε τη γυναίκα που είχε παράλυτα τα μέλη της και δεν μπορούσε να σταθεί όρθια, αλλά ήταν σκυμμένη προς τη γη και την κοιλιά της, να ελεείται από τον Χριστό και να ανορθώνεται τελείως μόνο με το άγγιγμα του χεριού Του και να βαδίζει όρθια όπως οι συνηθίζουν οι άνθρωποι, και να δοξάζει γι΄ αυτό τον Θεό, δυσανασχέτησε για τη θεραπεία της και καταφλεγόμενος για τη δόξα του Κυρίου, κυριεύεται από τον φθόνο και κατηγορεί το θαύμα και αφού άφησε τον Κύριο ο οποίος τον ήλεγξε για την υποκρισία του, επιπλήττει το πλήθος, ώστε να φανεί ότι αγανακτεί επειδή ήταν ημέρα Σαββάτου, για να πείσει εκείνους που είναι διασκορπισμένοι τις άλλες ημέρες και απέχουν από τις εργασίες, να μην βλέπουν και να μη θαυμάζουν ούτε το Σάββατο τα μεγαλειώδη θαύματα του Κυρίου, μήπως και πιστέψουν κάποτε. Αλλά πες μας, δούλε του φθόνου, ποιο έργο σου απαγόρευσε ο νόμος , ο οποίος σου λέγει: «Να απέχεις από κάθε έργο χειρωνακτικό την ημέρα του Σαββάτου»; Άραγε από το έργο μέσω του στόματος και του λόγου; Πάψε λοιπόν να τρως και να πίνεις και να μιλάς και να ψάλλεις το Σάββατο. Και εάν δεν τα κάνεις αυτά, ούτε διαβάζεις τον νόμο, τότε σε τι σου χρειάζεται το Σάββατο;
Αλλά ο μωσαϊκός νόμος απαγορεύει την εργασία που γίνεται με τα χέρια. Και ποιο έργο χεριών είναι το να ανορθώσει θεραπεύοντας μια γυναίκα με τη φωνή Του και μόνο; Εάν όμως επειδή η γυναίκα θεραπεύθηκε πραγματικά, αυτό το ονομάζεις έργο, τότε έργο κάνεις και συ, κατηγορώντας τη θεραπεία. Αλλά της λέγει: «Απαλλάσσεσαι από την ασθένεια», και θεραπεύτηκε. Τι λοιπόν; Και συ δεν λύνεις το Σάββατο την ζώνη σου, δεν λύνεις το υπόδημα των ποδιών σου, δεν στρώνεις το στρώμα σου, δεν ξεπλένεις το χέρι σου που είναι λερωμένο από τα φαγητά; Πώς λοιπόν αγανακτείς για μία μόνο λέξη, το «Απολύεσαι»; Και ποια εργασία έκανε η γυναίκα μετά τον λόγο; Άραγε έκανε έργο χαλκευτικής ή ξυλουργικής ή οικοδομικής; Άραγε την ημέρα αυτή έκανε έργο υφαντικής ή υφαντουργίας; «Αλλά όμως ανορθώθηκε», λέγει· «γιατί γενικά η θεραπεία είναι έργο».
Αλλ’ όμως δεν αγανακτείς πραγματικά για το Σάββατο, αλλά βλέποντας τον Χριστό να τιμάται και να προσκυνείται ως Θεός, οργίζεσαι και πνίγεσαι από τον θυμό και λιώνεις από τον φθόνο· και άλλα βέβαια έχεις μέσα στην καρδιά σου, σε άλλον όμως επιτίθεσαι και προβάλλεις προφάσεις. Γι’ αυτό και ελέγχεσαι από τον Κύριο, ο οποίος γνωρίζει τους άδικους διαλογισμούς σου, και δέχεσαι τον χαρακτηρισμό που σου ταιριάζει, ακούοντας να σου λέγει ότι είσαι υποκριτής και αλαζόνας και ύπουλος.
«Ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου;(:Τότε λοιπόν ο Κύριος του απάντησε: “Υποκριτή, κάτω από το πρόσχημα του σεβασμού της αργίας του Σαββάτου κρύβεις φθόνο και μοχθηρία. Ο καθένας σας την ημέρα του Σαββάτου δεν λύνει το βόδι του ή το γαϊδούρι από το παχνί και δεν το πηγαίνει να το ποτίσει; Και το κάνει αυτό χωρίς να θεωρείται παραβάτης της εντολής της αργίας του Σαββάτου, σύμφωνα με την ερμηνεία της εντολής αυτή που είναι αναγνωρισμένη από την παράδοση”.Αυτή όμως, που είναι κόρη και απόγονος του Αβραάμ και την έδεσε ο σατανάς με τέτοια αρρώστια, ώστε να μην μπορεί να σηκωθεί όρθια δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, δεν ήταν σωστό και επιβεβλημένο να λυθεί απ’ τα μακροχρόνια αυτά και οδυνηρά δεσμά της την ημέρα του Σαββάτου;)»[Λουκ.13,15].
Συ λοιπόν, λέγει, απορείς γι’ αυτόν που θεράπευσε τη θυγατέρα του Αβραάμ, αλλά ξεκουράζεις το βόδι και τον όνο, απαλλάσσοντάς τα από τον κόπο και οδηγώντας τα στο νερό, βλέποντας όμως να σώζεται με τρόπο θαυματουργικό ένας άνθρωπος άρρωστος και να τον ευσπλαγχνίζεται ο Θεός, κατηγορείς και τους δύο ότι παρανόμησαν, τον ένα επειδή θεράπευσε, και τον άλλο επειδή απαλλάχθηκε από την ασθένειά του;– Πρόσεχε, σε παρακαλώ, τον αρχισυνάγωγο, πόσο πιο άτιμος από το κτήνος είναι ο άνθρωπος, τη στιγμή που φροντίζει βέβαια το βόδι και τον όνο το Σάββατο, ενώ για την συγκύπτουσα γυναίκα, φθονώντας τον Χριστό, δεν ήθελε να απαλλαγεί από την ασθένειά της, ούτε να λάβει την κανονική ίσια μορφή το σώμα της.
Όμως ο φθονερός άρχοντας της Συναγωγής ήθελε η γυναίκα που ανορθώθηκε να είναι σκυμμένη όπως τα τετράποδα, παρά να πάρει το γνωστό στους ανθρώπους σχήμα, αρκεί μόνο να μη δοξάζεται ο Χριστός, ούτε να κηρύσσεται από τα ίδια τα πράγματα ότι είναι Θεός. Επιτιμάται λοιπόν ο αρχισυνάγωγος επειδή είναι υποκριτής, εφόσον τα άλογα ζώα τα οδηγεί το Σάββατο στο νερό, ενώ τη γυναίκα, που είναι όχι μάλλον εξαιτίας του γένους της, όσο εξαιτίας της πίστεώς της, θυγατέρα του Αβραάμ, δεν την θεωρεί άξια να ελευθερωθεί από τα δεσμά της ασθένειάς της, αλλά χαρακτηρίζει την απαλλαγή της από την αρρώστια παράβαση της αργίας του Σαββάτου.
« Kαὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ᾿ αὐτοῦ(:Κι ενώ τα έλεγε αυτά ο Ιησούς, ντροπιάζονταν όλοι οι αντίθετοί του. Κι όλος ο λαός χαιρόταν για όλα τα λαμπρά και θαυμαστά έργα που διαρκώς έκανε ο Ιησούς)»[Λουκ.13,17].
Καταντροπιάζονταν βέβαια εκείνοι που εκστόμιζαν διεστραμμένες κρίσεις, εκείνοι που σκόνταφταν στον ακρογωνιαίο λίθο, και συντρίβονταν γι’ αυτό, εκείνοι που ήταν αντίθετοι με τον ιατρό, εκείνοι που αντιδρούσαν στον σοφό κεραμοποιό που έκανε την επανόρθωση των παραμορφωμένων σκευών και δεν τους υπολειπόταν καμιά απάντηση, αλλά ήταν οι ίδιοι αναντίρρητος έλεγχος του εαυτού τους, γιατί αποστομώνονταν και απορούσαν τι άραγε να πουν. Έτσι έραψε το θρασύ στόμα τους ο Κύριος! Ενώ τα πλήθη, που ωφελούνταν από τα θαύματα, χαίρονταν· γιατί τα γεμάτα δόξα και λαμπρότητα έργα σταματούσαν κάθε συζήτηση και αμφιβολία εκείνων που δεν τα επιζητούν με τρόπο κακοήθη.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία»[σελίδες 57 και 58 του PDF].
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)
Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Α΄», τόμος 26, κεφάλαιο 13ο, σελ. 27-37.
Παν. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, εκδ. Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 13,10-17]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου
σχετικά με την ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Ι΄ Λουκά με θέμα:
«Η ΣΥΓΚΥΠΤΟΥΣΑ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 7-12-1986]
[Β168]
Κάποτε, αγαπητοί μου, ο Κύριος βρέθηκε σε μία Συναγωγή κατά την ημέρα του Σαββάτου, όπου και δίδαξε τον λόγο του Θεού. Ανάμεσα στο πλήθος, ήτο και μία γυναίκα ραχητική και μη δυναμένη καν να ανορθώσει το κεφάλι της. Την είδε ο Κύριος και της λέγει: «Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου». Και έθεσε τα χέρια Του επάνω της και αμέσως η γυναίκα εκείνη ανορθώθηκε.
Ο αρχισυνάγωγος φθόνησε τον Ιησού και δήθεν γεμάτος από αγανάκτηση, ότι τάχα Σάββατο έγινε η θεραπεία, στρέφεται προς τον όχλο και ζητά να μην προσέρχεται σε ημέρα Σαββάτου και να θεραπεύονται την ημέρα αυτήν, διότι ο νόμος έλεγε ότι ήτο αργία. Και τότε ο Κύριος στρέφεται προς αυτόν και τον αποκαλεί «υποκριτή», λέγοντάς του: «Ο καθένας από σας το Σάββατο δεν ποτίζει το βόδι του ή το υποζύγιό του; Αυτήν λοιπόν η γυναίκα, που είναι θυγατέρα του Αβραάμ, που ο σατανάς την έδεσε δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί από την αρρώστια της την ημέρα του Σαββάτου;».
Αυτό, αγαπητοί μου, το γεγονός της συγκυπτούσης εκείνης γυναικός σ’ εκείνη την Συναγωγή, γίνεται ένα σύμβολο. Σύμβολο της συγκυπτούσης ανθρωπότητος. Πράγματι, η ανθρωπότητα έχει πολλές ομοιότητες με τη συγκύπτουσα εκείνη γυναίκα που θεράπευσε ο Κύριος. Όταν ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο, τον έκανε σωματικά όρθιο. Είναι το μόνο ον μέσα στη Δημιουργία που έχει φυσική στάση όρθια. Όλα τα άλλα ζώα και τα θηλαστικά κυρίως, που είναι κοντινά στον άνθρωπο, και αυτά όλα περιπατούν με τα τέσσερα. Δεν είναι φυσική η θέσις της μαϊμούς να περπατάει με τα δυο της· με τα τέσσερα. Η μαϊμού είναι εκατό τοις εκατό ζώο. Ήταν, είναι και θα είναι μαϊμού πάντοτε. Δεν έχει καμία σχέση ο άνθρωπος με τη μαϊμού. Ο άνθρωπος μόνος επλάσθη όρθιος. Και επλάσθη όρθιος όχι μόνο σωματικά, αλλά και πνευματικά όρθιος· έχοντας ορθό φρόνημα, λογική, με ανδρεία βούληση και με υγιές συναίσθημα. Ο άνθρωπος, με την όρθιά του στάση, μπορούσε να ατενίζει τον ουρανό, εκεί που βρίσκεται και ο Δημιουργός του. Έρχεται όμως ο διάβολος, ο μισόκαλος, αυτός ο οποίος μισεί το καλό, μισεί το ωραίο, έρχεται και υποβάλλει την αμαρτία στον άνθρωπο, που τελικά ο άνθρωπος, υπό το βάρος της ενοχής και της αμαρτίας, συγκύπτει και πίπτει και ηθικά και οντολογικά. Έκτοτε, ο άνθρωπος είναι ο ηθικά πεπτωκώς, ο ηθικά πεσμένος, αλλά και ο οντολογικά θνήσκων. Μην ξεχνάτε ότι ο άνθρωπος παραβαίνοντας την εντολή του Θεού, πίπτει με τον θάνατον. Και γίνεται-από το «πίπτω»- γίνεται πτώμα. Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος από όρθιος γίνεται οριζόντιος· γιατί είναι πεσμένος.
Ακόμα ο διάβολος καθιστά ταπεινωμένο τον άνθρωπο, με γήινο φρόνημα και υλιστικό. Να κοιτάζει πια ο άνθρωπος προς τα κάτω, όχι προς τον ουρανό. Η βούλησή του γίνεται χαλαρή και ανίσχυρη. Και το συναίσθημά του γίνεται νοσηρό. Μια συγκεφαλαίωση αυτής της καταστάσεως της πτώσεως του ανθρώπου είναι η ειδωλολατρία και ο χαμερπής βίος. Σας είπα, συγκεφαλαίωση είναι· διότι τι είναι η ειδωλολατρία παρά μια στροφή προς την κτίση και δεν βλέπει ο άνθρωπος παραπέρα από εκείνο που τον περιβάλλει. Και δεν μπορεί να δει τίποτα παραπέρα· γιατί είναι τυφλός πια, ή καλύτερα, είναι συγκύπτων. Και δεν βλέπει πια τον Δημιουργό του, αλλά βλέπει μόνον το περιβάλλον του. Κι εκεί, μυωπάζουσα η νόησή του, δεν βλέπει παρά μόνο εκείνο που βλέπει. Και δέχεται μόνον εκείνο που αντιλαμβάνεται. Κι έτσι έχοντας μέσα του ο άνθρωπος την ανάγκη έμφυτη να στραφεί προς τον Δημιουργό του, δηλαδή το λεγόμενο θρησκευτικό αίσθημα, στρέφεται προς την κτίση και ειδωλολατρεί. Αλλά η ειδωλολατρία έχει μια βαριά συνέπεια: τον χαμερπή βίο.
Αν θέλετε να δούμε αυτά τα δύο φαινόμενα, θα τα διαβάσουμε στο πρώτο κεφάλαιο της Προς Ρωμαίους επιστολής. Και λέγει ο Απόστολος Παύλος, δεν διστάζει να κάνει τολμηρή και ρεαλιστική περιγραφή και να πει: Ο «ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε». Πλασμένος με τιμή, δεν το κατενόησε. Και ο άνθρωπος αυτός «παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς», όπως λέγει ένας ψαλμικός στίχος[Ψαλμ 48,13]. Όχι, όχι! Δεν «παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς». Όχι. Κάτι παρακάτω.
Κι εκεί λέγει τολμηρά, ότι η ασύνετη καρδιά τους, ο ασύνετος νους τους, επειδή δεν λάτρευσαν τον Θεό, αλλά την κτίση, «παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς πάθη ἀτιμίας».Τι; «Ἂρσενες ἐν ἄρσεσι τὴν ἀσχημοσύνην κατεργαζόμενοι»-ο τίτλος «ἀνήρ» είναι τιμητικός, ενώ ο τίτλος «αρσενικός» είναι υποτιμητικός. «Αἵ τε γὰρ θήλειαι αὐτῶν μετήλλαξαν τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν»… -και οι «θηλυκές»· δεν λέει οι «γυναίκες»- το ίδιο έκαναν και κάνουν. Δηλαδή η ομοφυλοφιλία· που δεν υπάρχει ούτε στα ζώα. Γιατί; Γιατί άφησαν τον αληθινό Θεό, λάτρεψαν την κτίση, που είναι η λατρεία του σατανά, γιατί πίσω από την κτίση είναι ο διάβολος και ο άνθρωπος μετά σύρεται σε χαμερπή βίο. Αυτή είναι η εικόνα του αρχαίου κόσμου, του μακράν του Θεού· όπως τον κατήντησε τον κόσμο ο διάβολος, αγαπητοί μου.
Είναι γνωστό ότι ο Θεός καταράστηκε τον όφιν, τον διάβολο, τον αρχαίο όφιν, που λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, τον σατανά, τον αντικείμενο, με το σχήμα του φιδιού. Να, λέγει ο Θεός ότι να τρώγει χώμα σε όλη του τη ζωή. «Καὶ γῆν φαγῇ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου»(Γέν.3,14): «Να τρως χώμα σε όλη σου τη ζωή». Τι θα πει «να τρως χώμα σε όλη σου τη ζωή;». Να είσαι πάντοτε στραμμένος προς την ύλη, προς την χαμέρπεια. Και το χειρότερο, ότι αυτό το αποτέλεσμα της κατάρας του ο διάβολος, το υποβάλλει τώρα στον άνθρωπο, με την υλιστική θεώρηση της ζωής. Και τον κάνει τώρα τον άνθρωπο, ο οποίος δεν πήρε τέτοια κατάρα από τον Θεό, δεν πήρε καν κατάρα ο άνθρωπος, ο άνθρωπος πήρε μόνο κατάρα εν τη εκτελέσει του έργου του, δηλαδή ενώ θα εργάζεται την γη, εν τω έργω, εν τη επιτελέσει και όχι σ’ αυτήν την ίδια τη γη, στα χέρια του, στην ύπαρξή του. Και τώρα ο άνθρωπος, αγαπητοί μου, βόσκει γη, βόσκει χώμα. Είναι πια ο άνθρωπος υλιστικός.
Έτσι η ανθρωπότητα έγινε πράγματι συγκύπτουσα. Οι εκφράσεις του Λουκά στην σημερινή Ευαγγελική περικοπή, προς εκείνη την συγκύπτουσα γυναίκα, που είπε ο Κύριος, έχουν ως εξής: ότι η γυναίκα αυτή είχε «πνεῦμα ἀσθενείας»· δηλαδή πονηρό πνεύμα, που προκαλούσε αυτήν την πτώση– αυτό θα πει «πνεῦμα ἀσθενείας»· «ἣν(:την οποία) ἔδησεν -κατά τους λόγους του Κυρίου- ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη (:18 ολόκληρα χρόνια)», « καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές(:και μη δυναμένη να σηκώσει τη ράχη της και το κεφάλι της ολότελα)».Αυτά όλα δείχνουν ότι ο διάβολος είχε δεμένη ολόκληρη την ανθρωπότητα, που ήτο αδύνατο η ανθρωπότητα, δια ιδίων μέσων, να ελευθερωθεί.
Έρχεται όμως ο Χριστός, ο Κύριός μας και ελευθερώνει τον άνθρωπον από την δέσμευση του διαβόλου. Μας λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην πρώτη του επιστολή: «Εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου»(Α΄καθολική επιστολή Ιωάννου: 3,8). «Γι’αυτό», λέγει, «φανερώθηκε ο Υιός του Θεού· για να λύσει τα έργα του διαβόλου». Και «έργα του διαβόλου», σας το είπα τι είναι. Είναι η ειδωλολατρία, σαν ασθένεια της ψυχής. Ο άνθρωπος έχει εφεξής μία ροπή να ειδωλολατρεί. Προσέξτε. Μια ροπή να ειδωλολατρεί. Είναι μια μόνιμη αρρώστια. Προσέξτε. Ο λαός του Ισραήλ στην έρημο παίρνει την εντολή να αγνιστεί και να περιμένει τον νόμο. Πόσο να περιμένει; 800 χρόνια; 40 ημέρες! Μόνο. Και δεν έχει υπομονή. Και ειδωλολατρεί! Λατρεύοντας εκείνο το χρυσό μοσχάρι. Είναι καταπληκτικό, αγαπητοί μου. Ήρθε ο Χριστιανισμός στην Ευρώπη, στην Ελλάδα, ξαπλώθηκε στον λεγόμενο «δυτικό κόσμο». Συμπλέχτηκε μαζί με τον Χριστιανισμό και η ειδωλολατρία. Πόσα τέτοια στοιχεία ειδωλολατρικά σέρνομε μέσα στη ζωή μας, την λεγομένη «Χριστιανική»; Ρέπει ο άνθρωπος, ρέπει, είναι η παλιά αρρώστια, ρέπει προς την ειδωλολατρία.
Η ειδωλολατρία λοιπόν είναι έργο του διαβόλου. Και είναι η ασθένεια της ψυχής. Είναι και η ασθένεια του σώματος. Είναι και ο θάνατος. Αυτά είναι τα έργα του διαβόλου. Δεν θα πέθαινε ο άνθρωπος, εάν δεν αμάρτανε. Κατά τη ρητή μάλιστα προειδοποίηση του Θεού.
Και πώς λύει τα έργα του διαβόλου τώρα ο Χριστός; Πρώτον. Ανορθώνει τον άνθρωπο ηθικά και πνευματικά, με τον νέο τρόπο ζωής που φέρει στον κόσμο αυτόν· και που είναι η επιστροφή στον Θεό και η υπακοή σε Αυτόν. Παίρνει το Πνεύμα του Θεού ο άνθρωπος και γίνεται πνευματοφόρος. Δεύτερον. Ανορθώνει και σωματικά τον άνθρωπο, με την ανάσταση των νεκρών. Μην το ξεχνάτε αυτό: ότι κεντρικό σημείο του Χριστιανισμού είναι η ανάστασις των νεκρών. Αδελφοί μου, αν δεν το πιστεύετε, συγκρίνατέ το, αυτό που δεν πιστεύετε, με το Σύμβολο της Πίστεως, που λέγει «προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν», όπως λέει ο πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς, «να συγκρίνεις και να δεις κατά πόσο είσαι Χριστιανός». Αν δεν πιστεύεις ότι θα αναστηθούν οι νεκροί, δεν είσαι Χριστιανός. Γιατί αποτελεί κεντρικό σημείο της πίστεως. Κεντρικό σημείο. Η Ανάστασις του Χριστού και η ανάστασις των νεκρών.
Έτσι λοιπόν, θα αναστηθούν οι νεκροί. Τι θα πει «θα αναστηθούν οι νεκροί»; Από το ἀνά + ἳστημι, ἀνίστημι. Θα ξανασταθώ στα πόδια μου. Αυτό το σώμα που έφαγε ο τάφος. Έπεσα, γιατί έγινα νεκρός. Νεκρός, αυτό που λέμε «θάνατος». Αυτό το σώμα, που το’ φαγε ο θάνατος, ο τάφος, η φωτιά, τα σκουλήκια, τα ψάρια, οι βόμβες… αυτό το ίδιο σώμα. Είναι δυνατός ο Θεός. Θα αναστηθεί. Και θα ξανασταθεί στα πόδια του. Αν μου πείτε: «ανοησίες», θα μείνετε με την ανοησία σας. Αυτός είναι ο λόγος του Θεού. Ο καθαρός, ο ατόφιος, ο γνήσιος. Θα σταθεί πάλι με τα πόδια του. Αυτό θα πει «ἀνάστασις». Από το «ἀνίστημι». Αυτό είναι έργο καθαρά του Χριστού. Γι’ αυτό είπε ο Κύριος εδώ, αν έπρεπε να συνοψίσουμε αυτές τις δύο θέσεις: «Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου». «Είσαι ελεύθερη από αυτήν την ασθένειά σου, από αυτήν την αδυναμία σου. Είσαι ελεύθερη. Δηλαδή δεν είσαι πια εκείνο που ήσουν». Ω συγκύπτουσα ανθρωπότητα, σου λέει ο Κύριός σου, ο Δημιουργός σου, που σε αναδημιουργεί: «Ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου».
Και ένα τρίτο. Επιθέτει ο Κύριος τα χέρια Του επάνω σε αυτήν την γυναίκα. «Καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας Αὐτοῦ». Γιατί; Και κατ’ επέκταση, κατ’ επέκταση, στην ανθρωπότητα. Για να δώσει χαρίσματα· το μέγιστο των οποίων χαρισμάτων είναι η υιοθεσία. Γιατί με την υιοθεσία ο άνθρωπος κληρονομεί την βασιλεία του Θεού.
Αγαπητοί μου, η ημέρα του Σαββάτου, που ο Κύριος θεράπευσε την συγκύπτουσα γυναίκα, είναι μια ξεχωριστή μέρα. Το Σάββατο είναι η εβδόμη ημέρα· που ο Θεός ανεπαύθη. Σάββατο θα πει ανάπαυσις. Εβραϊκά. Δηλαδή τι θα πει «ἀνεπαύθη ο Θεός»; Δεν υπάρχει κόπωση, για να αναπαυθεί ο Θεός. Σημαίνει ότι ο Θεός δεν δημιουργεί πλέον τίποτε καινούριο. Δεν υπάρχει συμπληρωματική δημιουργία, ούτε ένα άτομο της ύλης. Ουδεμία συμπληρωματική δημιουργία δεν υπάρχει.
Μέσα σε αυτήν όμως την έβδομη ημέρα, ο Θεός δεν δημιουργεί κάτι καινούριο, αλλά εργάζεται όμως ένα σπουδαιότατο έργο. Την πρόνοια και την κυβέρνηση του παντός. Εργάζεται ακόμα, μέσα σε αυτή την έβδομη ημέρα, η οποία ξέρετε ποια είναι; Από τότε που επλάσθη ο άνθρωπος και τελείωσε η δημιουργία του… ο άνθρωπος επλάσθη την έκτη ημέρα, δηλαδή εκεί τελειώνει η μεγάλη χρονική περίοδος της έκτης ημέρας. Και αρχίζει η 7η ημέρα. Αυτήν την ημέρα που διερχόμεθα, που διάγουμε, δηλαδή από τότε που τελείωσε η δημιουργία του Αδάμ και της Εύας, μέχρι σήμερα, είμαστε μέσα στην έβδομη ημέρα. Είναι αυτή η 7η ημέρα. Ζούμε στην 7η ημέρα. Μην το ξεχνούμε. Μέσα σε αυτόν τον χρόνο, τώρα ο ίδιος ο Θεός αναδημιουργεί τον άνθρωπο, τον πεσμένο από τον διάβολο άνθρωπο, τον αναδημιουργεί προπαντός με την Ενανθρώπησή Του.
Όταν κατηγορείται, επί παραδείγματι, από τους Ιουδαίους ότι εργάζεται το Σάββατο, όπως και πλάγια τον κατηγόρησε και ο αρχισυνάγωγος, ότι την ημέρα του Σαββάτου επιτέλεσε αυτό το έργον, ο Κύριος απήντησε και απαντούσε: «Ὁ πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται, κἀγὼ ἐργάζομαι»: Ο Πατέρας μου μέχρι τώρα εργάζεται, κι εγώ εργάζομαι. Όχι εργάζεται για κάτι καινούριο. Δηλαδή για να προσθέσει κάτι στην Δημιουργία. Αλλά για να αναδημιουργήσει την παλαιωθείσα Δημιουργία. Και προπαντός τον παλαιωμένο άνθρωπο. Και τον αναδημιουργεί τον άνθρωπο, με τους μεγάλους σταθμούς του δικού Του βίου. Ενανθρώπησις, Σταύρωσις, Ανάστασις, Ανάληψις· που είναι, όπως λέγει ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας, «τά ποιητικά τῆς σωτηρίας μας» .
Την εβδόμη ημέρα ο Χριστός αναπαύτηκε στον τάφο· που είναι ο αληθής σαββατισμός και η αληθινή ανάπαυσις,για να περάσει τώρα ο Χριστός, με την ανθρωπίνη Του, εννοείται, φύση, αυτή που προσέλαβε από μας, για να περάσει στην ογδόη ημέρα· που είναι η ατέρμων αιωνιότης και που προβάλλεται η ανθρώπινη Του φύση, όχι θεία, η ανθρώπινή Του φύσις αληθινά η καινή κτίσις. Η καινούρια Δημιουργία. Και αυτή η καινή κτίσις είναι το αναστημένο Του σώμα· που «θάνατος αὐτοῦ», όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, «οὐκέτι κυριεύει»[Ρωμ 6,9]. Δεν ξανακυριεύεται πια από τον θάνατο το σώμα του Χριστού. Και αυτή είναι η «μία των Σαββάτων». Η ημέρα του Κυρίου. Η Κυριακή. Αυτή τώρα είναι η ογδόη ημέρα. Λέγεται ογδόη γιατί έχομε επανάληψη της εβδομάδος. Αφήνομε την εβδόμη και πάμε πάλι προς την πρώτη ημέρα. Και αυτή η πρώτη, γι’ αυτό λέγεται «η μία των Σαββάτων». «Σάββατο» θα πει εβδομάδα, και είναι αυτή η καινούρια ημέρα, η ημέρα του Κυρίου, η Κυριακή. Είναι η αιωνιότητα. Είναι ο χρόνος της Βασιλείας του Θεού.
Γι’ αυτό, αγαπητοί μου, ο άνθρωπος οφείλει να δοξολογεί πάντοτε τον Κύριο, πάντοτε, για όλα αυτά, ιδιαίτερα όμως την ημέρα της Κυριακής. Αγαπητοί μου, ας θυμηθούμε πάλι την συγκύπτουσα εκείνη γυναίκα, μέσα στη Συναγωγή. Η γυναίκα αυτή είχε κάποια σπουδαία γνωρίσματα· η γυναίκα αυτή εφαίνετο να ήτο ευσεβής· γιατί διαφορετικά ο Κύριος, θεραπεύοντάς την, θα της έλεγε «ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Δεν της το είπε αυτό. Δεν της είπε «σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου». Ώστε να είναι αιτία αυτής ακριβώς της κακοπαθείας της οι αμαρτίες της. Να το ξέρετε αυτό, αγαπητοί μου. Καθένας που πάσχει, δεν είναι πάντοτε αποτέλεσμα των αμαρτιών του. Να το γνωρίζουμε αυτό. Ακόμα, δεν ζητά από αυτήν ούτε καν την πίστη· διότι όταν την απολύει, δεν της λέγει: «Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε». Καθόλου· διότι έβλεπε ο Κύριος την εσωτερική της διάθεση, ότι είχε ήδη πιστέψει στον Κύριο.
Ακόμα, την αποκαλεί «θυγατέρα του Αβραάμ» και όχι του Αδάμ. Και αυτό είναι χαρακτηριστικό. Διότι, όπως λέγει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας: «Τήν οὐ μᾶλλον διά τό γένος, ὅσον διά τήν πίστιν Ἀβραάμ οὔσαν θυγατέρα»: ότι δεν ήταν θυγατέρα για το γένος από τον Αβραάμ, αλλά για την πίστη. Όπως κι ο καθένας που πιστεύει εις τον Χριστό, είναι παιδί του Αβραάμ. Όχι εξ αίματος· αλλά διότι έχει κοινό γνώρισμα την πίστη. Οι Εβραίοι είναι μόνον σαρκικά απόγονοι του Αβραάμ. Όχι όμως ότι είναι και από την πίστη. Γι’ αυτό ο Κύριος τούς είπε: «Ο Αβραάμ, ο Αβραάμ σας κατηγορεί στον Θεό· διότι αν είσαστε γνήσια παιδιά του Αβραάμ, που είναι ο Πατριάρχης της πίστεως, θα γνωρίζατε Ποιος είμαι. Θα γνωρίζατε την φωνή μου. Να σας πω ποιοι είσαστε», λέει ο Κύριος, «παιδιά του σατανά, του διαβόλου είσαστε· και όχι του Αβραάμ». Η γυναίκα αυτή λοιπόν, δεν ήταν καν παιδί, απόγονος του Αδάμ. Αλλά ήτο παιδί του Αβραάμ. Είχε δηλαδή πίστη. Ουσιαστικά ο Κύριος πλέκει εγκώμιο στη γυναίκα αυτήν.
Κι ακόμη μην ξεχνάμε ότι παρά την τρομερή παραμόρφωσή της, δεν παρέλειπε να πηγαίνει κατά Σάββατον στην Συναγωγή, για να υμνεί τον Θεό και να ακούει τον λόγο τον δικό Του. Και αυτή της η επιμέλεια αμείφθηκε. Εκείνο το Σάββατο, μοναδική φορά, ίσως πρώτη και τελευταία φορά, στην παγκόσμια Ιστορία, εκείνο το Σάββατο, είχε επισκεφθεί εκείνη την τοπική Συναγωγή, αυτός ο ίδιος ο Θεός! Ο Γιαχβέ· που ενηνθρώπησε. Και ήρθε σε εκείνη την Συναγωγή. Και αμείφτηκε με το να δει το πρόσωπο του Ενανθρωπήσαντος Θεού. Η γυναίκα αυτή, δεν ζήτησε, αγαπητοί μου, από τον Κύριον καν να θεραπευθεί! Πήγε να ακούσει μόνο τον λόγο Του. Αλλά ο Κύριος την κάλεσε για να την θεραπεύσει· διότι με υπομονή υπέφερε την δοκιμασία της. Ήτο γυναίκα πίστεως, αρετής, υπομονής, επιμονής, γι’ αυτό και εδικαιώθη.
Έτσι, αγαπητοί, από τη μια η συγκύπτουσα γυναίκα, σαν σύμβολο της συγκυπτούσης ανθρωπότητος, κι από την άλλη μεριά, η ίδια η συγκύπτουσα αυτή γυναίκα της Συναγωγής, δείχνουν ότι μοναδικός ιατρός και ελευθερωτής είναι ο Χριστός, και μόνον ο Χριστός. Γι’ αυτό δικαιολογημένα, όπως σημειώνει ο Ευαγγελιστής Λουκάς στον επίλογο αυτού του θαύματος ότι «Πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ᾿ αὐτοῦ». Γι’ αυτό κι εμείς ας δοξάζουμε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό που μας ελευθέρωσε από τα έργα του διαβόλου.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_341.mp3
Απομαγνητοφώνηση δια χειρός του αξιοτίμου κυρίου Αθανασίου Κ.
ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 13, 10-17]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου
σχετικά με την ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Ι΄ Λουκά με θέμα:
«Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΜΑΣ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 9-12-2001]
(Β 448) Έκδοσις Β΄
Σήμερα, αγαπητοί μου, ο Ευαγγελιστής Λουκάς μάς περιγράφει ένα περιστατικό που έλαβε χώρα μέσα σε μία Συναγωγή. Επήγε ο Κύριος να διδάξει και ήταν ημέρα Σάββατο. Εκεί ευρίσκετο μία γυναίκα συγκύπτουσα. Δηλαδή, είχε καμπούρα. Συγκύπτουσα· επί δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, που δεν μπορούσε τελείως να ανορθωθεί. Όταν ο Ιησούς την είδε, της είπε: «Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου». Δηλαδή: «Ελευθερώνεσαι από την ασθένειά σου». Και έθεσε τα χέρια Του επάνω της. Και αμέσως η γυναίκα αυτή ανορθώθηκε. Και εδόξαζε βέβαια τον Θεόν.
Δεν συνέβη όμως το ίδιο και με τον αρχισυνάγωγο, που αμέσως εφθόνησε. Έκρυψε όμως τον φθόνο του με μια δήθεν αγανάκτηση, ότι ο Ιησούς εθεράπευσε σε ημέρα Σαββάτου. Και στρεφόμενος στα πλήθη, τους έλεγε ότι να αποφεύγουν θεραπείες τους και τέτοια την ημέρα του Σαββάτου, γιατί ήταν αργία. Γιατί εφθόνησε; Ω αγαπητοί μου! Γιατί αυτός, ως αρχισυνάγωγος, κατά κάποιο τρόπο εσκιάζετο από την παρουσία του Ιησού… Αλλά ο Κύριος τον αποκαλύπτει. Πράγματι ήταν φθονερός. Και του λέει ο Κύριος: «Ὑποκριτά –αποκάλυψις· πλήρης!-· ἕκαστος ὑμῶν τῷ Σαββάτῳ οὐ λύει τόν βοῦν αὐτοῦ ἤ τόν ὄνον ἀπό τῆς φάτνης καί ἀπαγαγών ποτίζει; – «Το Σάββατο», λέει, «δεν παίρνει το υποζύγιό του να το πάει στο πηγάδι, στη βρύση να πιει νερό;»- ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραάμ οὖσαν –«Αυτή δε υπάρχουσα θυγατέρα του Αβραάμ» –όχι του Αδάμ· αλλά του Αβραάμ-, ἥν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδού δέκα καί ὀκτώ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπό τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Σαββάτου; -Δεν έπρεπε λοιπόν αυτή να θεραπευτεί την ημέρα του Σαββάτου;». Και ενώ έλεγε αυτά, αυτοί που αντετίθεντο, για φανταστείτε, εις τον Ιησούν και το έργον Του, γιατί, φαίνεται, ήσαν αρκετοί, πίσω από τον αρχισυνάγωγο, ντροπιάστηκαν. Όχι όμως και ο λαός, που χαιρόταν και εδόξαζε τον Θεόν.
Στον χώρο της συναγωγής παρατηρούμε, αγαπητοί, ότι τα πρόσωπα είχαν διαφορετική συμπεριφορά. Ο Κύριος διδάσκει, θεραπεύει, τοποθετεί σωστά την έννοια της αργίας του Σαββάτου. Η θεραπευθείσα γυναίκα, σιωπηλή, ακούει τη διδασκαλία του Κυρίου, χαίρεται, και βέβαια καθόλου δεν υποπτεύεται τη μεγάλη ευεργεσία που σε λίγη ώρα θα εδέχετο. Δηλαδή, να θεραπευθεί. Το εκκλησίασμα ακούει, χαίρεται, αλλά όχι όλοι. Ο αρχισυνάγωγος αισθάνεται, όπως είπαμε, φθόνο, γιατί επεσκιάζετο η παρουσία του από την παρουσία του Ιησού Χριστού. Δεν μπορεί όμως να κρύψει τον φθόνο του. Και με προσωπείο δήθεν αγανακτήσεως, περί της μη τηρήσεως της αργίας του Σαββάτου, εκφράζει την πικρία του. Εδώ είναι… Πόσες φορές υποκριτικότατα οι άνθρωποι καλύπτουν τάχα σαν θρησκευτικοί που είναι, μια παράβαση δήθεν κ.λπ.! Είναι και κάποιοι άλλοι που έχουν διεφθαρμένο βίο. Και συμφωνούν βεβαίως με τη στάση του αρχισυναγώγου και αντιτίθενται και αυτοί στον Κύριον· γιατί δεν θέλουν να μη συνεχίσουν τη ζωή τη διεφθαρμένη που κάνουν. Είναι και ο λαός. Ο εκκλησιαζόμενος λαός· που διετήρει μία αγαθή προαίρεση και χαίρεται για ό,τι συνέβη μέσα εις την συναγωγή. Στερεότυπη αυτή η εικόνα. Όπου ο Κύριος επήγαινε, στερεότυπη σας είπα. Έχομε τον καταμερισμό του όχλου, της ομάδος των ανθρώπων, πώς οι μεν από τους δε κινούνται, αισθάνονται, διαφέρουν.
Όλοι αυτοί ήσαν στον χώρο της συναγωγής. Και πήγαν, βέβαια, να προσευχηθούν· διότι κάθε Σάββατο εγίνετο προσευχή εις την όχι λατρεία, αλλά προσευχή. Η λατρεία εγίνετο μόνο εις τον ναόν που ήταν εις τα Ιεροσόλυμα· διότι είναι γνωστό ότι ποτέ δεν επετρέπετο μία θυσία να γίνει στον χώρο της συναγωγής. Και η θυσία είναι πάντοτε λατρεία. Συνεπώς δεν έχομε τη λατρεία εις την συναγωγή, παρά μόνο προσευχή.
Αυτή η ποικίλη και διαφορετική συμπεριφορά, μας θέτει ένα ερώτημα, σε μας. Εμείς, στον χριστιανικό μας ναό, πώς κινούμεθα; Πώς αισθανόμεθα; Πώς συμπεριφερόμεθα; Είσαστε κάποιοι άνθρωποι εδώ. Ο ένας για τον άλλον, πώς αισθάνεσθε; Ο καθένας πώς κινείται εις τον χώρον του ναού; Ο Απόστολος Παύλος, γράφοντας την πρώτη του επιστολή στον επίσκοπο της Εφέσου, τον Τιμόθεο, σημειώνει: «Ταῦτά σοι γράφω(:Αυτά σου γράφω),ἵνα εἰδῇς(:για να μάθεις, να γνωρίσεις) πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι(:πώς πρέπει κανείς μέσα εις τον οίκον του Θεού, εις τον χώρον αυτόν· που εμείς δεν έχομε μόνο προσευχή, έχομε και λατρεία. Και μάλιστα το κατεξοχήν μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Έχομε λατρεία «ἥτις ἐστὶν ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος». Δηλαδή πρέπει να μάθει ο καθένας πώς κινείται εις τον χώρον του ναού, που…- θα το επαναλάβω- προπαντός και κυρίως, τελείται όχι η προσευχή μόνον, αλλά και η λατρεία. Δηλαδή θέτει το θέμα της συμπεριφοράς των Χριστιανών, μέσα εις τον χώρον του ναού. Και αυτό το θέμα, λίγο ας μας απασχολήσει.
Αλήθεια, ποια είναι η συμπεριφορά μας; Πρέπει να πούμε ότι δεν είναι καθόλου καλή. Ἡμῶν, των Χριστιανών… Στερούμεθα μιας λειτουργικής αγωγής. Όλα τα πράγματα, μέσα εις τον χώρον της ζωής μας, χρήζουν μιας αγωγής. Φερειπείν, δεν πρέπει να έχω μία αγωγή τηλεφώνου; Έτσι, για παράδειγμα, σας το είπα. Και μάλιστα από τα ελάχιστα. Τα ελάχιστα… Ότι… πώς θα τηλεφωνήσω; Θα περιμένω να μου πει ο άλλος το όνομά του ή θα πω πρώτος εγώ το όνομά μου; Έχετε προσέξει πόσος χρόνος «τρώγεται» προκειμένου να διασαφησθεί τέλος πάντων ποιος είναι αυτός που τηλεφωνεί; Αυτό παθαίνομε όλοι. Ποιος είναι αυτός που τηλεφωνεί; Γιατί δεν έμαθε να λέει πρώτα το όνομά του. Στο λεωφορείο…· γιατί του αρέσει του αλλουνού να καπνίζει, και βγάζει να καπνίσει. Μα ενοχλείται ο άλλος. Ή θέλει να ανοίξει το παράθυρο γιατί ζεστάθηκε. Ή γιατί θέλει να κλείσει το παράθυρο, γιατί κρυώνει. Δηλαδή καταλαβαίνετε, σε όλους τους τομείς της ζωής μας πρέπει να έχομε μία ανάλογη συμπεριφορά. Όταν δεν είμαστε μόνοι μας· είναι μαζί μας και άλλοι άνθρωποι.
Έτσι, πρέπει να έχομε, αγαπητοί μου, μίαν αγωγήν. Από το σπίτι μας θα πάρομε αυτήν για τον ναό, από το σχολείο μας, αλλά και από αυτήν την ίδια την Εκκλησία. Φερειπείν αυτά τα οποία λέμε σήμερα. Ο καθένας πρέπει να συμμορφωθεί, να μάθει ποια πρέπει να είναι η αγωγή του μέσα εις τον χώρο του ναού. Αν στον χώρο του ναού δεν προσέχομε, αυτό σημαίνει ότι έχομε χάσει το νόημα της λατρείας, αλλά και της φοβερότητος του χώρου του ναού, που τελείται το μυστήριον –κατεξοχήν- της Θείας Ευχαριστίας. Έχετε προσέξει πόσες φορές οι ιερείς κάνουν παρατήρηση όταν γίνεται ένας γάμος, μια βάπτιση· προπαντός ένας γάμος. Πόσες φορές ο ιερεύς να λέγει: «Παρακαλώ ησυχία, παρακαλώ μη γελάτε»· «παρακαλώ τούτο», «παρακαλώ εκείνο». Και να θέλει να επαναφέρει εις την τάξιν τους καλεσμένους που είναι παρόντες εις το μυστήριον του γάμου. Γιατί όλα αυτά κάθε φορά; Γιατί μας λείπει αυτή η αγωγή που πρέπει να έχομε μέσα εις τον ναόν του Θεού. Αν ο Μωυσής, αγαπητοί, διετάχθη να αποβάλει τα υποδήματά του -του ειπώθηκε όταν είδε εκείνη την βάτον να καίεται χωρίς να κατακαίεται… – «Μπα, πάω να δω τι συμβαίνει». Και αμέσως ακούει μίαν φωνήν. «Βγάλε τα υποδήματά σου. Ο χώρος είναι ιερός». Πόσο περισσότερο, αγαπητοί μου, εμείς, που δεν είμεθα προ μιας καιομένης βάτου, αλλά είμεθα εις τον χώρον του ναού, που τελείται το μυστήριον, κατεξοχήν το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας; Πόσο περισσότερο;
Έτσι, στερούμενοι μιας λειτουργικής αγωγής και συναισθήσεως της παρουσίας του φοβερού Θεού, συζητούμε, γελάμε, κατακρίνομε τον πλαϊνό μας, έτοιμοι να κάνομε κριτική προς όλους, ακόμα και στον ιερέα και να το πούμε και εις τον πλαϊνό μας. Δεν έχομε ευλαβή στάση. Αναιδώς κινούμεθα. Πολλές φορές μπαίνομε στον ναό με τα χέρια στις τσέπες. Ναι, ναι, Και προκλητικώς. Όταν μπαίνει μία γυναίκα, ας πούμε, με ανδρική αμφίεση –παντελόνια- δεν είναι μία πρόκληση; Και όταν φθάνουν προ της πύλης του μοναστηριού και σου λέει: «Έχετε καμία φούστα να μου δώσετε;». Εμείς θα δώσουμε φούστα, να βάλεις εσύ, όταν έφυγες από το σπίτι σου, και ήξερες πως θα πας να επισκεφθείς ένα μοναστήρι, θα σου δώσω εγώ φούστα, γιατί φοράς παντελόνια; Ορίστε, παρακαλώ. Τόσο συναίσθηση, παρακαλώ, έχουν εκείνοι που καταστρατηγούν τον χώρον του ναού με τον τρόπο που κινούνται. Έτσι σκανδαλίζουν, σκανδαλίζονται, ενοχλούν τους πάντας, τα πάντα. Έχομε την αίσθηση ότι ο χώρος του ναού είναι αγορά, είναι πεζοδρόμιο. Βγήκαμε στα καταστήματα για να πάμε να ψωνίσουμε… Έτσι κάπως αισθανόμεθα ότι είναι ο ναός του Θεού. Όλα αυτά όμως χαρακτηρίζουν μίαν ασεβή, ασεβή διάθεση. Και όμως. Η βαθεία συναίσθηση το φοβερού χώρου πρέπει να μας κάνει να είμεθα ευλαβέστατοι. Να λέμε μέσα μας: «Κύριε, σε φοβάμαι. Μπαίνω στον ναό Σου». Θα κάνομε τον σταυρό μας, θα προσκυνήσομε στο προσκυνητάρι. Η αμφίεσή μας θα είναι σωστή· κ.λπ.
Ένα πρόχειρο σταχυολόγημα, θα έλεγα, από τις διατάξεις της Θείας Λειτουργίας του αγίου Κλήμεντος Ρώμης, μία από τις αρχαιότερες Λειτουργίες, βλέπομε να διατυπούνται αυτές, ή αυτό το σταχυολόγημα που θα σας πω τώρα, σ’ αυτό το βιβλίο που λέγεται «Διαταγαί Ἀποστόλων». Και βρίσκονται εις το 8ον κεφάλαιον. Πολύ παλιό βιβλίο. Λέει: «Διάκονοι περιπατείτωσαν καί σκοπείτωσαν τούς ἄνδρας καί τάς γυναῖκας(:Να κινούνται οι διάκονοι –υπήρχαν πολλοί διάκονοι– να κινούνται μέσα στο πλήθος του λαού και να βλέπουν και να παρατηρούν και να εξετάζουν πώς κινούνται οι άντρες και οι γυναίκες) ὅπως μή θόρυβός τις γένηται (:να μη γίνει κανένας θόρυβος. Εδώ, πολλές φορές, αγαπητοί μου, δεν ξέρω πώς γίνεται με τον αέρα, δεν ξέρω… και, όπως μπαίνετε απ’ την πόρτα…’’μπαπ’’ χτυπάει η πόρτα…! Ξέρετε ότι οποιαδήποτε κίνησις, θόρυβος, κρότος που μπορεί ο εκκλησιαζόμενος να τρομάξει, προσβάλλει την ευλάβεια, προσβάλλει την συγκέντρωση που μπορεί ο καθένας να διαθέτει όταν προσεύχεται. Το ξέρετε αυτό; Και ακόμη λέγει:) Καί μή τίς νεύσῃ ἤ ψιθυρίσῃ ἤ νυστάξῃ–Επιτηρούν ακόμη οι διάκονοι-«νεύω»-συνεννοούνται από μακριά με τα μάτια τους για κάτι. Όχι! Ή: «ψιθυρίσῃ». Όχι! Ή: «νυστάξῃ», τον παίρνει ο ύπνος στην καρέκλα επάνω. Όχι!) ὅπως μή τίς ἐξέλθοι μήτε ἀνοιχθείη ἡ θύρα(:ούτε να ανοίξει, να κλείσει η πόρτα, να γίνει θόρυβος), κἄν πιστός τίς ᾖ, κατά τόν καιρόν τῆς ἀναφορᾶς -Ο καιρός της αναφοράς είναι η Θεία Λειτουργία, η αγία αναφορά-. Ὀρθοί πρός Κύριον μετά φόβου καί τρόμου ἑστῶτες ὦμεν προσφέρειν». Όχι μετά φόβου, αλλά και τρόμου, που είναι η επίτασις του φόβου, πρέπει να στεκόμαστε στην τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.
Και συνεχίζει ο άγιος Κλήμης Ρώμης: «Τά παιδία προσλαμβάνεσθε, αἱ μητέρες». Τ’ ακούτε; «Να κρατάτε κοντά σας τα παιδάκια». Να μην τα ξαμολάτε – συγχωρήσατέ με για την λέξη πώς την είπα-μέσα στην Εκκλησία και γυρίζουν από δω και από κει κι ενοχλούν, τρέχουν. Όχι… Το παιδάκι από μικρό θα μάθει πώς να στέκεται εις οίκον Κυρίου. Δεν μπορούμε να πιάσομε καρέκλα για το παιδάκι. Όχι. Θα έχομε από κείνα τα σκαμνάκια, τα πτυσσόμενα. Θα το παίρνομε πάντα μαζί μας, όταν έχομε τα παιδιά μας και πηγαίνομε στην Εκκλησία. Θα ανοίγομε το σκαμνάκι και το παιδί θα κάθεται μπροστά μας. Ούτε στασίδι, ούτε καρέκλα. Αυτά είναι για κάποιον μεγάλο.
Σημειώσατε δε ότι, όπως και σήμερα, στην αρχαία Εκκλησία, σε κάποια σημεία της Θείας Λειτουργίας ο λαός εκάθητο. Γι΄αυτό έχομε και τα παραγγέλματα: «Ὀρθοί. -Τελεία-. Μεταλαβόντες τῶν θείων καί ἀχράντων Μυστηρίων…». Δηλαδή, «τώρα σηκωθείτε». Γιατί όσο να κοινωνήσουν όλοι, οι άλλοι περίμεναν. Και βέβαια μπορούσαν να καθίσουν. Και έτσι θα περνούσε πολλή ώρα. Εκάθηντο. Γύριζε ο καθένας στη θέση του και εκάθητο. Τώρα τελειώσαν όλοι. «Ὀρθοί – δηλαδή, «τώρα όρθιοι»-. Μεταλαβόντες…». Αλλά το λέμε εμείς: «Ὀρθοί μεταλαβόντες…». Και αλλάζομε το νόημα της φράσεως. Όρθιοι λοιπόν. Εκείνοι που μεταλάβανε να σηκωθούν, διότι θα συνεχίσομε ό,τι είχαμε προηγουμένως κατά τη Θεία Λειτουργία.
Ώστε λοιπόν «τά παιδία προσλαμβάνεσθε αἱ μητέρες». Να τα κρατάτε κοντά σας τα παιδιά. «Καί μετά τοῦτο μεταλαμβανέτω ὁ ἐπίσκοπος, ἔπειτα οἱ πρεσβύτεροι – εδώ, σειρά πώς θα κοινωνήσει ο λαός, όλοι- καί οἱ διάκονοι καί οἱ ὑποδιάκονοι καί οἱ ἀναγνῶσται, καί οἱ ψάλται καί οἱ ἀσκηταί, καί ἐν ταῖς γυναιξίν, αἱ διάκονοι καί αἱ παρθένοι καί αἱ χῆραι – μια διαφοροποίηση της τάξεως των γυναικών-· εἶτα τά παιδία– ύστερα τα παιδιά-, καί τότε πᾶς ὁ λαός κατά τάξιν μετά αἰδοῦς καί εὐλαβείας– να κοινωνήσουν όλοι με τάξη, με σεβασμό, με ντροπή, με ευλάβεια- ἄνευ θορύβου». Είδατε; Μάλιστα τέτοιες μέρες, δόξα τω Θεώ, δεν το έχομε εμείς εδώ, έχετε πάρει αρκετή αγωγή από δω, δόξα τω Θεώ, δείτε στους ναούς, όχι της Λαρίσης, κάθε πόλεως, μόλις πει το «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως…» τρέχουν όλοι- μπουλούκι!- μπροστά εδώ στον σολέα για να κοινωνήσουν. Και ο ένας σπρώχνεται με τον άλλον. Ήμουνα λαϊκός, όταν κάποτε μία κυρία, όταν έκανε ο ιερεύς παρατήρηση να μην είναι μπουλούκι, ακούστε τι λέει μία κυρία σε μίαν άλλη κυρία δίπλα της: «Ο σιχαμένος -ο ιερεύς!-· ο σιχαμένος με σύγχυσε!». Επειδή είπε ο άνθρωπος να μην είναι μπουλούκια. Αλλά να είναι σε μία σειρά. Είδατε, παρακαλώ; Αποκαλεί τον ιερέα, απ’ το χέρι του οποίου θα κοινωνήσει, τον αποκαλεί «σιχαμένον». «Ταῦτα περί τῆς μυστικῆς λατρείας- συνεχίζει ο άγιος Κλήμης- διατασσόμεθα ἡμεῖς οἱ ἀπόστολοι».
Όλα τα πιο πάνω εκφράζουν την αποστολική διαταγή, επιταγή που γράφει ο Απόστολος Παύλος και είναι: «Πάντα εὐσχημόνως καί κατά τάξιν γινέσθω». Όλα να γίνονται ευσχήμονα, όχι άσχημα, αλλά ευσχήμονα, δηλαδή να έχουν καλό σχήμα. Γιατί «άσχημο» τι θα πει; Δεν έχει καλό σχήμα. «Καί κατά τάξιν γινέσθω». «Και να γίνονται όλα με τάξη». «Οὐ γάρ ἐστίν ἀκαταστασίας ὁ Θεός, ἀλλά εἰρήνης», γράφει στην Α΄Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος στο 14ο κεφάλαιο. Ότι ο Θεός δεν είναι Θεός ακαταστασίας, αλλά ειρήνης. Και πρέπει να συμμορφωθούμε κι εμείς έτσι να κινούμεθα.
Όμως δεν εξαντλείται η καλή μας αναστροφή εις τον χώρο του ναού με την ευλάβεια. Χρειάζεται και η ζωντανή μας συμμετοχή στη Θεία λατρεία. Ο ανελλιπής εκκλησιασμός μας. Αυτή η καημένη η γυναικούλα, η καμπουριασμένη, αν δεν πήγαινε εκείνο το Σάββατο, θα την έκανε καλά ο Κύριος; Πήγαινε όμως ανελλιπώς κάθε Σάββατο. Και κάποιο Σάββατο την ετίμησε ο Κύριος και την έκανε καλά. Αυτήν τη συγκύπτουσα γυναίκα. Και πρέπει να έχομε ανελλιπή εκκλησιασμό. Όχι μία Κυριακή να πηγαίνομε και μία Κυριακή να μην πηγαίνομε.Ανήκει δε ως καθήκον εις τα δικαιώματα του Θεού. Και τούτο γιατί ο σκοπός του εκκλησιασμού είναι η «θεραπεία τοῦ θείου», δηλαδή όταν λέμε «θεραπεία» εννοούμε λατρεία, δηλαδή, Θεία Λειτουργία. Γι΄αυτό γράφει ο Απόστολος Παύλος: «Μή ἐγκαταλιπόντες τήν ἐπισυναγωγήν ἑαυτῶν- «ἐπισυναγωγή» είναι αυτή η συγκέντρωσις. Μην αφήνομε την συγκέντρωση αυτή- καθώς ἔθος τισίν – «όπως είναι συνήθεια», λέει, «σε μερικούς. Μια να πηγαίνουν και μια να μην πηγαίνουν»– ἀλλά παρακαλοῦντες καὶ τοσούτῳ μᾶλλον, ὅσῳ βλέπετε ἐγγίζουσαν τὴν ἡμέραν». Ποια «ἡμέρα»; Το τέλος της Ιστορίας. Πλησιάζει, ὁ Κύριος ἐγγύς. Πότε θα συνέλθομε; Η συγκύπτουσα, παρά τη σωματική της ταλαιπωρία, όπως είπαμε, δεν αμελούσε να φοιτά ανελλιπώς εις την συναγωγήν. Γι’ αυτό και την ετίμησε βέβαια ο Κύριος.
Ακόμη η παρουσία μας στη λατρεία να είναι παρουσία αγαθής καρδίας, γεμάτη από πίστη και αγάπη προς τον Θεόν και τους γύρω μας εκκλησιαζομένους. Να μη λέμε ότι «με ενοχλεί ο άλλος». Γιατί; «Γιατί έτσι μ’ αρέσει εμένα. Να λέω ότι μ’ ενοχλεί ο άλλος». Όχι, αγαπητοί μου! «Ἒχοντες οὖν ἀδελφοί – λέει στην προς Εβραίους ο Απόστολος- ἱερέα μέγαν ἐπί τόν οἶκον τοῦ Θεοῦ, προσερχώμεθα –ας προσερχόμεθα- μετά ἀληθινῆς καρδίας, ἐν πληροφορίᾳ πίστεως, ἐρραντισμένοι τὰς καρδίας ἀπὸ συνειδήσεως πονηρᾶς· καί κατανοῶμεν ἀλλήλους εἰς παροξυσμόν ἀγάπης καί καλῶν ἔργων». «Παροξυσμός;». Λέμε: «Αυτός έχει παροξυσμό πυρετού». Κάτι πολύ θερμό. Εδώ έχομε τον παροξυσμό της αγάπης. Κάτι πολύ ζεστό. Εκεί, στη θεία λατρεία. Αυτό και το σημαντικότατο: Προσφέρεται ο Αμνός του Θεού. Μόνον αυτό, μόνον αυτό, αν κατανοήσομε τι είναι αυτό που κοινωνούμε, τι είναι αυτό που τελεσιουργείται, θα πρέπει να είμεθα ιστάμενοι μετά φόβου και τρόμου μέσα εις τον ναόν του Θεού.
«Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς –λέει ο Απόστολος Παύλος-, ἀδελφοί δια τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ, παραστῆσαι τά σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν– τα σώματά σας. Σαν να μπαίνει το κάθε σώμα επάνω σε μία εσχάρα, προκειμένου να θυσιασθεί. Τα σώματα-ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ, τήν λογικήν λατρείαν ὑμῶν». Όταν ταυτόχρονα κι εγώ ο ίδιος προσφέρομαι, όπως προσφέρεται ο Χριστός, για τη σωτηρίαν του λαού Του. Δηλαδή μία συμμετοχή, μία πραγματική συμμετοχή. Αν μάθομε τι σημαίνει αυτό, ότι έχομε πραγματικά το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Όχι εικονικά, όχι μεταφορικά, όχι συμβολικά, αλλά πραγματικά, τότε όντως συγκλονιζόμαστε.
Να ευχαριστούμε πάντα τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν, πάντοτε, όταν κατανοούμε όλα αυτά τα πράγματα. Να ευχαριστούμε όταν κοινωνούμε, προσέξτε, και την Υπεραγίαν Θεοτόκον, η οποία έδωσε το σώμα της στον Υιόν της, το οποίο σώμα κοινωνούμε εμείς. Η Παναγία Του το έδωσε, Του το εδάνεισε. Ας μην εξηγήσω πιο πολύ, γιατί το εδάνεισε. Θα αργήσομε πολύ. Και πρέπει λοιπόν να ευχαριστήσομε και την Υπεραγίαν Θεοτόκον. Γι΄αυτό και το μυστήριον της Θείας Κοινωνίας, λέγεται: «το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας».
Αγαπητοί, η συναγωγή που ο Κύριος βρέθηκε, υπέστη μία βαθιά τομή. Εκείνοι που δέχτηκαν την ευεργεσία και χάρηκαν με την παρουσία του Κυρίου και εκείνοι που φθόνησαν και αντιστάθηκαν στην παρουσία του Κυρίου. Έτσι πάντα γίνεται. Δυστυχώς, έτσι πάντα γίνεται. Η παρουσία του Κυρίου δημιουργεί δύο στρατόπεδα. Των δικών Του ανθρώπων και των εχθρών Του. Και πολλές φορές συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο της λατρείας, μέσα στον ναό. Γι΄αυτό «ὁ καιρός -λέει ο Απόστολος Πέτρος στην Α΄του επιστολή- τοῦ ἄρξασθαι τό κρίμα ἀπό τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ· εἰ δέ πρῶτον ἀφ’ ἡμῶν– εάν από μας αρχίζει–, τί τό τέλος τῶν ἀπειθούντων τῷ τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίῳ; –Τι θα γίνουν εκείνοι οι οποίοι απειθούν στο Ευαγγέλιο του Θεού; Αν αρχίζει το κρίμα, η καταδίκη, από μας;».
Έτσι, ας μάθομε, επαναλαμβάνω, όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος, «πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι». Να μάθομε. Είδατε; Να μάθομε. Πώς πρέπει να συμπεριφερόμεθα μέσα εις τους χώρους της λατρείας του Θεού. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_695.mp3
Ο Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ἐπισκέφτηκε τη γῆ δυναμικά αλλά ταπεινά, γιά νά διδάξει τούς ἀνθρώπους ν ̓ ἀγαποῦν τό Θεό καί τόν ἄνθρωπο. Οἱ ἄνθρωποι από μόνοι τους εἶναι ἀδύναμοι. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τους κάνει δυνατούς. Από μόνοι τους οἱ ἄνθρωποι εἶναι ὑπερήφανοι. Ἡ ἀγάπη γιά τόν ἄνθρωπο τούς κάνει ταπεινούς. Ἡ ἀγάπη γιά τόν ἄνθρωπο προέρχεται ἀπό τήν ἀγάπη γιά τό Θεό. Ἡ ταπείνωση προέρχεται ἀπό μιά αἴσθηση θεϊκής δύναμης. Ἡ ἀγάπη γιά τόν ἄνθρωπο χωρίς αγάπη γιά τό Θεό είναι ψεύτικη. Κάθε ἄλλη δύναμη ἐκτός ἀπό ἐκείνη τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὑπερήφανη και ψεύτικη. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως ἔχουν βρεῖ κι ἕναν τρίτο δρόμο, πού δέν εἶναι οὔτε ἀγάπη γιά τό Θεό οὔτε ἀγάπη γιά τόν ἄνθρωπο. Εἶναι ἡ ἀγάπη γιά τόν ἑαυτό τους, ἡ φιλαυτία. Ἡ φιλαυτία εἶναι φράγμα πού τούς χωρίζει από Θεό κι ἀπ’ ἀνθρώπους και τούς ἀφήνει ἐντελῶς ἀπομονωμένους.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ μόνο τόν ἑαυτό του, δέν ἀγαπᾶ οὔτε τό Θεό οὔτε το συνάνθρωπό του. Δέν ἀγαπᾶ οὔτε τόν ἄνθρωπο που κρύβει μέσα του. Ἀγαπᾶ μόνο τις σκέψεις γιά τόν ἑαυτό του, τη φαντασίωση τοῦ ἑαυτοῦ του. Αν επρόκειτο ν’ ἀγαπήσει τόν μέσα ἄνθρωπο, θ ̓ ἀγαποῦσε ταυτόχρονα καί τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού φέρει μέσα του καί σύντομα θα κατέληγε ν’ ἀγαπᾶ τό Θεό καί τόν ἄνθρωπο, γιατί τότε θ ̓ ἀναζητοῦσε τό Θεό καί τόν ἄνθρωπο στούς ἄλλους ἀνθρώπους, ὡς ἀντικείμενα τῆς ἀγάπης του.
Ἡ φιλαυτία δέν εἶναι ἀγάπη. Εἶναι ἀπόρριψη τοῦ Θεοῦ καί περιφρόνηση τοῦ ἀνθρώπου, εἴτε φανερή εἶναι εἴτε κρυμμένη. Ἡ φιλαυτία δέν εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἀρρώστια. Εἶναι μιά σοβαρή αρρώστια πού ἀναπόφευκτα συμπαρασύρει μαζί της κι ἄλλες ἀρρώστιες. Ὅπως ἡ εὐλογιά προκαλεί με σιγουριά πυρετό σ’ ολόκληρο τό σῶμα, ἔτσι κι ἡ φιλαυτία παράγει τη φωτιά τοῦ φθόνου καί τῆς ὀργῆς σ’ ὁλόκληρο τόν ἄνθρωπο. Ὁ φίλαυτος ἄνθρωπος εἶναι γεμάτος φθόνο γιά ἐκείνους πού εἶναι καλλίτεροι ἤ πιό πλούσιοι ἀπ’ αὐτόν, πιό μορφωμένοι ἤ πιό σεβαστοί στούς ἀνθρώπους. Τό φθόνο ἀκολουθεῖ πάντα ἡ ὀργή κι ὁ θυμός, ὅπως ἀπό τή φωτιά βγαίνει ὁ καπνός. Ἡ κρυμμένη ὀργή πού ξεπροβάλλει ποῦ καί τοῦ, φανερώνει ὅλη τήν ἀσχήμια τῆς ἄρρωστης καρδιᾶς πού ἔχει προσβληθεῖ ἀπό τό δηλητήριο τῆς φιλαυτίας.
Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή μᾶς παρουσιάζει καθαρά από τη μεριά τήν εἰκόνα τῆς μεγάλης ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ γιά τόν ἄνθρωπο κι ἀπό τήν ἄλλη τή φιλαυτία τῶν Φαρισαίων, μαζί μέ τό φθόνο καί τήν ὀργή τους. «Ην δέ (Ἰησοῦς) διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι· καί ἰδού γυνή ἦν ἔχουσα πνεῦμα ἀσθενείας ἔτη δέκα καί ὀκτώ, καί ἦν συγκύπτουσα καί μή δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τό παντελές» (Λουκ. ιγ’ 10,11).
Το Σάββατο ἦταν ἡμέρα κοινῆς προσευχῆς γιά τούς Ἰουδαίους, ὅπως ἡ Κυριακή εἶναι γιά μᾶς τούς χριστιανούς. Ἄν καί ὁ Κύριος συχνά πήγαινε στήν ἔρημο γιά ἡσυχία καί μόνωση καί περνοῦσε νύχτες ὁλόκληρες στην προσευχή, δέν ἀπέφευγε την κοινή προσευχή μέ τούς ἄλλους στη συναγωγή. «Καί εἰσῆλθε κατά τό ειωθός αὐτῷ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῶν σαββάτων εἰς τήν συναγωγήν», γράφει σ’ ἄλλο σημεῖο ὁ εὐαγγελιστής (Λουκ. δ’ 16). Συνήθιζε να πηγαίνει στη συναγωγή γιά τήν κοινή προσευχή. Δέν τοῦ ἦταν ἀπαραίτητο αὐτό, ἀλλά τό ἔκανε ἀπό ταπείνωση, ἀλλά καί ὡς παράδειγμα γιά μᾶς.
Ἀκοῦμε σήμερα διάφορες ὑπερήφανες φωνές: «Προσεύχομαι στο σπίτι, δέν ἔχω ἀνάγκη νά πάω στήν ἐκκλησία γιά νά προσευχηθῶ». Ἔτσι μιλάει ἡ ἀνοησία κι ἡ ὑπερηφάνεια. Το παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ μᾶς διδάσκει με σαφήνεια πώς πρέπει να κάνουμε καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Καί μόνοι μας να προσευχόμαστε μυστικά και στήν ἐκκλησία μαζί μέ τούς ἀδελφούς μας.
Ὁ Κύριος δέν πήγαινε μόνο γιά νά προσευχηθεῖ στη συναγωγή. Συχνά ερμήνευε τις Γραφές ἐκεῖ καί δίδασκε τούς ἀνθρώπους, λέγοντας λόγια θεϊκά, πού δέν ἔχουν καταγραφεί στα εὐαγγέλια. «Καί πάντες…ἐθαύμαζον ἐπί τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ» (Λουκ. δ’ 22). Υπάρχουν πάρα πολλοί τέτοιοι λόγοι πού δέν ἔφτασαν ὡς ἐμᾶς, ἔχουμε ὅμως ἀρκετούς γιά νά μᾶς γεμίσουν με σοφία καί νά μᾶς σώσουν.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς πήγαινε ἐπίσης στη συναγωγή γιά νά βρεῖ τήν κατάλληλη στιγμή νά ὑπηρετήσει τούς ἀνθρώπους μέ τά θαυμαστά ἔργα του, πού μαρτυροῦσαν τή σωτηρία που προσφέρει καί τή θεότητά Του. Ένα τέτοιο θαυμαστό ἔργο ἔκανε μέ τήν εὐκαιρία που περιγράφεται στο σημερινό εὐαγγέλιο.
Μιά συγκύπτουσα γυναίκα ἦρθε στη συναγωγή. Τήν εἶχε δέσει ὁ σατανάς κι εἶχε μείνει στην κατάσταση αὐτή ὄχι μιά βδομάδα, ἕνα μήνα ἤ ἕνα χρόνο, ἀλλά δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια καί δέν ἦταν δυναμένη ἀνακύψαι εἰς τό παντελές. Μέ τό κεφάλι σκυμμένο ὥς τα γόνατά της ή ταλαίπωρη γυναίκα δέν μποροῦσε νά δεῖ οὔτε τόν ἔναστρο οὐρανό, μά οὔτε καί τά πρόσωπα τῶν ἀνθρώπων γύρω της.
Τό πονηρό πνεῦμα προσπαθοῦσε νά πλανήσει τούς ἀπογόνους τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας. Τούς ἔδινε ψεύτικες ὑποσχέσεις πώς, ἄν τόν ὑπάκουαν, θά γίνονταν ἰσόθεοι. Αντί νά γίνουν θεοί ὅμως, οἱ προπάτορες τοῦ ἀνθρώπινου γένους βρέθηκαν ξαφνικά να φοροῦν δέρματα ζώων. Ἡ γυναίκα τῆς παραβολῆς τώρα, πού ἦταν ἀπόγονός τους, είχε γίνει τόσο δύσμορφη, ὥστε ὅσοι τήν ἔβλεπαν ἔτρεμαν καί τά ζῶα φοβοῦνταν. Αὐτή ἦταν ἡ ἰσοθεΐα πού ὑποσχέθηκε ὁ πονηρός στόν ἄνθρωπο!
Ἡ συγκύπτουσα δέν μποροῦσε μέ κανένα τρόπο ν’ ἀνορθωθεῖ. Ἦταν ἀδύνατο νά ἰσιώσει τό σῶμα της γιά δεκαοκτώ χρόνια. Σερνόταν στή γῆ σάν ἀγελάδα, τό κεφάλι της ήταν γερμένο κι ἔφτανε ὥς τά γόνατα. Εἶναι ζωή αυτή; Ὄχι, αὐτή δέν εἶναι ζωή, εἶναι καταδίκη. Ἡ ἀδυναμία τῆς γυναίκας ἦταν τόσο μεγάλη καί τήν κουβαλούσε τόσα χρόνια, ὥστε ὅσοι τήν ἔβλεπαν για πρώτη φορά την ἀποστρέφονταν· ὅσοι τήν κοίταζαν λίγο περισσότερο δέν τήν ἔβλεπαν σάν ἀνθρώπινη ὕπαρξη ἀλλά σάν ἕνα ξερό καί γερμένο δέντρο πού δέν ἄξιζε τίποτ’ ἄλλο, παρά νά κοπεῖ καί νά γίνει καυσόξυλα. Ἡ σκληρότητα αυτή τῶν ἀνθρώπων πρός τήν τερατόμορφη γυναίκα ἦταν πραγματικά πιό τερατώδης κι ἀπό τήν ἴδια τήν τερατωδία.
Ὁ Κύριος πού ἀγαπᾶ τόν ἄνθρωπο, κοίταξε μ’ ἐνδιαφέρον και συμπάθεια τό ταλαίπωρο αὐτό ἀνθρώπινο πλάσμα. Δέν ἔβλεπε μπροστά Του ἕνα στραβό και κυρτωμένο δέντρο, μά μιά θυγατέρα τοῦ Ἀβραάμ, ἕνα πλάσμα που δημιούργησε ὁ Θεός καί ἄξιζε νά τό ἐλεήσει. «Ἰδών δέ αὐτήν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καί εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· καί ἐπέθηκεν αὐτῇ τάς χεῖρας· καί παραχρῆμα ἀνωρθώθη καί ἐδόξαζε τόν Θεόν» (Λουκ. ιγ’ 12-13).
Ὁ Κύριος ἔκανε τό θαῦμα αὐτό ὄχι ἐπειδή τοῦ τό ζήτησε ἡ γυναίκα οὔτε γιά ν’ ἀνταποκριθεί στην πίστη της. Τό ἔκανε με δική του πρωτοβουλία καί μέ τή δική του δύναμη. Αὐτό εἶναι μιά σαφής αντίκρουση εκείνων πού θέλουν κακόγνωμα νά ὑποβαθμίσουν το μεγαλεῖο τῶν θαυμάτων τοῦ Χριστοῦ, μέ τόν ἰσχυρισμό πώς τά θαύματα γίνονται μόνο μέ τήν αυθυποβολή εκείνων πού δέχονται τό θαῦμα. Ποῦ εἶναι τὸ στοιχεῖο τῆς αυθυποβολῆς στη συγκύπτουσα αὐτή γυναίκα; Ἡ ἀναπηρία της τήν ἐμπόδιζε ἀκόμα καί νά δεῖ τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Δέ ζήτησε από τό Χριστό νά τήν ἐλεήσει, νά τήν σπλαχνιστεί, οὔτε καί ἔδειξε μέ ὁποιοδήποτε τρόπο την πίστη της. Κι ὄχι μόνο αυτό. Ἡ γυναίκα δέ βρισκόταν καν κοντά στο Χριστό. Δέν τόν πλησίασε ἐκείνη, Αὐτός τήν κάλεσε κοντά Του.
Ὅπως ὁ ποιμένας πού βλέπει ἕνα ἀπό τά πρόβατά του μπλεγμένο στ’ ἀγκάθια, μισοπεθαμένο καί ἄφωνο, κάνει την πρώτη κίνηση, ἔτσι ἔκανε κι ὁ στοργικός Κύριος, ὁ Καλός Ποιμένας. Ἔκανε τήν πρώτη κίνηση πρός τό πρόβατό Του, πού εἶχε μπλέξει στα δίχτυα τοῦ σατανᾶ. Τήν ὀνόμασε «γυναίκα». Δέν τήν εἶπε «ἀνάπηρη», «τέρας», «σκιά τῆς ζωῆς» ἤ «ἁμαρτωλή», ἀλλά «γυναίκα». Καί μόνο μέ τή λέξη «γυναίκα» ὁ Κύριος ἀποκατέστησε τη χαμένη της αξιοπρέπεια. Μετά τή θεράπευσε ἀπό τήν ἀναπηρία της καί στό τέλος ἀκούμπησε πάνω της τά πάναγνα χέρια Του, για να ολοκληρώσει τη θεϊκή δωρεά Του.
Νά, ποιά εἶναι ἡ διαδικασία τῆς πράξης τοῦ Κυρίου: Πρῶτα τῆς ἔριξε μια στοργική ματιά ἔπειτα, τῆς ἀπεύθυνε μιά δυναμική λέξη τέλος, ἅπλωσε πάνω της το στοργικό χέρι Του. Τῆς ἔδωσε ὅλα ὅσα εἶχε στερηθεῖ γιά δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια. Αν κάποιος τήν εἶχε ποτέ συμπαθήσει, ή συμπάθειά του δέ θά ἦταν καθαρή, ἀλλά ἀνάμικτη μέ φόβο, μέ οἶκτο καί ὑπερηφάνεια. Ἄν κάποιος τῆς εἶχε ποτέ μιλήσει, θά τό ‘κανε ἀπό ἀνάγκη κι ἔπειτα θά βιαζόταν ν’ ἀπομακρυνθεῖ ἀπό κοντά της. Ἄν κάποιος εἶχε ἀναγκαστεῖ ἀπό τίς συνθήκες νά τήν ἀκουμπήσει, θά τό εἶχε κάνει μέ τ’ ἀκροδάχτυλά του κι ὕστερα θά ‘τρεχε γιά νά πλύνει τα χέρια του. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς ὅμως τήν κάλεσε σκόπιμα κοντά Του, τῆς εἶπε πρῶτα τά θεραπευτικά λόγια του κι ἔπειτα ἀκούμπησε καί τά δυό θαυματουργά χέρια Του πάνω της. Φέρθηκε στην άγνωστη αυτή γυναίκα, ὅπως θά φερόταν ἕνας πατέρας στη θυγατέρα του. Ἄν τέτοια εὐεργεσία γινόταν στη μαύρη γῆ ἤ στό λαμπερό ἥλιο, ἡ γῆ θα σειόταν κι ὁ ἥλιος θά δάκρυζε. Ἡ εὐεργεσία ὅμως ἔγινε στη συγκύπτουσα γυναίκα κι ἐκείνη ἀνορθώθηκε ἀμέσως.
Πῶς μπορεῖ νά ἰσιώσει μιά κυρτή σπονδυλική στήλη χωρίς να σπάσει; Πῶς μπορεῖ ἕνας ἀγκυλωμένος σβέρκος να κινηθεί χωρίς να προκαλέσει πόνο; Θα χρειάζονταν ἕνα ἑκατομμύριο χρόνια, ἀποφαίνονται τά ἀδαή μυαλά τῶν συγχρόνων μας, γιά νά εὐθυαστεῖ ἡ σπονδυλική στήλη ἑνός πίθηκου κι ὁ πίθηκος νά γίνει ἄνθρωπος. Μιλᾶνε ἔτσι ἐπειδή δέ γνωρίζουν τη δύναμη τοῦ Θεοῦ. Χρειάστηκε ἕνα μόνο δευτερόλεπτο κι ἕνας λόγος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιά νά ὀρθωθεῖ ἡ συγκύπτουσα καί νά ἰσιώσει ή σπονδυλική της στήλη, πού ήταν πιό κυρτή ἀπό τοῦ πίθηκου.
Πῶς ἰσιώνει μιά σπονδυλική στήλη; Πῶς λυγίζει ἕνας ἀγκυλωμένος σβέρκος; Πῶς θεραπεύεται ἕνα τέρας; Πῶς ἐλευθερώνονται τα παγιδευμένα πρόβατα; Πῶς μιά ἄφωνη μούμια ἀποκτᾶ φωνή καί τολμά να μιλήσει; Μή ρωτάτε γιά ολ’ αυτά. Δοξολογήστε ἁπλά τό Θεό, ὅπως ἔκανε κι ἡ πρώην συγκύπτουσα γυναίκα: καί παραχρῆμα ἀνωρθώθη καί ἐδόξαζε τόν Θεόν.
Βλέπουμε πώς μαζί μέ τό σῶμα τῆς γυναίκας, θεραπεύτηκε κι ἡ ψυχή της. Μόνο η θεραπευμένη ψυχή μπορεῖ νά δοξολογεί τό Θεό γιά «πᾶν δώρημα τέλειον», ἀπ’ ὅπου κι ἀπ’ ὅποιον κι ἄν προέρχεται. Ἡ ἀνίατη ψυχή ξεχνᾶ πώς ὁ Θεός εἶναι ὁ Δοτήρας παντός ἀγαθοῦ καί γι’ αυτό εὐχαριστεῖ καί δοξάζει μόνο τά θνητά χέρια, μέ τά ὁποῖα ὁ Θεός συνηθίζει να δίνει τις δωρεές Του στούς ἀνθρώπους. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἤθελε νά μᾶς διδάξει πώς πρέπει νά εὐχαριστοῦμε καί νά δοξολογοῦμε πάντα τό Θεό. Γι’ αυτό κι ἔδωσε στον θεραπευμένο Γαδαρηνό τήν ἐντολή: «Υπόστρεφε εἰς τόν οἶκον σου καί διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός» (Λουκ. η ́ 39). Οἱ ἄνθρωποι θαύμαζαν τόν Κύριο καί δοξολογοῦσαν τό Θεό, μόνο ὅταν τόν ἔβλεπαν να κάνει θαύματα. Ὁ Χριστός, ὅταν πλησίαζε τό τέλος Του, ἔλεγε: «Πάτερ…ἐγώ σέ ἐδόξασα ἐπί τῆς γῆς» (Ἰωάν. δ’ 4).
Ὅλ ̓ αὐτά λειτουργοῦν γιά ἔλεγχο δικό μας, πού ὅταν κάνουμε κάποιο καλό στούς ἀνθρώπους, ζητᾶμε νά εὐχαριστοῦν ἐμᾶς κι ὄχι τό Θεό. Ὅλα τα καλά πού δεχόμαστε ἀπό τούς ἀνθρώπους δέν τά παίρνουμε ἀπό ἐκείνους, ἀλλά μέσω ἐκείνων. Ὁ Πατέρας στέλνει τις δωρεές Του στα παιδιά Του μέσω τῶν παιδιῶν Του. Τό κάνει αὐτό μέ τήν καλή του θέληση, με χαρά. Σ’ Ἐκεῖνον πρέπει κάθε δόξα καί ὕμνος στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Τό Εὐαγγελικό ανάγνωσμα ὅμως δέν τελειώνει ἐδῶ. Ὥς τώρα ἀκούσαμε γιά ἕνα θαῦμα φωτεινό, τώρα θ ̓ ἀκούσουμε γιά ἕνα θαῦμα σκοτεινό. «Ἀποκριθείς δέ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσίν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καί μή τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου» (Λουκ. ιγ’ 14). Αὐτά εἶναι λόγια τοῦ πονηροῦ υἱοῦ τοῦ σκότους. Θαρρείς πώς ὁ σατανάς πού ἔφυγε ἀπό τή συγκύπτουσα γυναίκα, μπῆκε μέσα σ’ αὐτόν. Ἔτσι μιλάει ἡ φιλαυτία μαζί μέ τούς ἀχώριστους συντρόφους της, τό φθόνο καί τήν ὀργή. Ὁ Χριστός θεράπευσε, ὁ ἀρχισυνάγωγος ὅμως κατέφυγε στην κατασπίλωση τοῦ θαύματος. Ὁ Χριστός ἐλευθέρωσε μια ἀνθρώπινη ζωή ἀπό τά σατανικά δεσμά κι ὁ ἄλλος κατασυκοφαντοῦσε. Ὁ Χριστός ἔβγαλε το πονηρό πνεῦμα ἀπό τήν ἄρρωστη γυναίκα κι ἐκεῖνος ὀργίστηκε ἐπειδή ὁ θεραπευτής ἔβγαλε τό δαιμόνιο ἀπό μιά πόρτα κι ὄχι ἀπό μιάν ἄλλη. Ὁ Χριστός ἄνοιξε τόν οὐρανό στούς ἀνθρώπους κι ἀποκάλυψε το ζωντανό Θεό· ὁ ἄλλος ἐκνευρίστηκε επειδή ἄνοιξε τόν οὐρανό τό πρωί κι ὄχι τό ἀπόγευμα. Ὁ Χριστός πῆγε μέ φῶς στούς αἰχμαλώτους στη φυλακή κι ὁ ἄλλος τόν ἐπιτίμησε ἐπειδή δέν ἄφησε να κάνει τό καθῆκον αυτό μιά ἄλλη μέρα.
Βλέπετε πόσο φοβερή και τρομερή εἶναι ἡ φιλαυτία! Ὁ ἐγωκεντρικός άρχισυνάγωγος δέν τόλμησε νά ἐπιτιμήσει το Χριστό, γι’ αυτό κι ἐπιτιμοῦσε τούς ἀνθρώπους. Στην πραγματικότητα, μέσα του τό Χριστό ἐπιτιμοῦσε, ὄχι τούς ἀνθρώπους, μ’ όλο πού ἡ γλώσσα του χρησιμοποιοῦσε ἄλλο τρόπο. Γιατί ἦταν ἔνοχοι οἱ ἄνθρωποι ἐδῶ; Ἄν κάποιος ἔφταιγε γιά τήν καλή αυτή πράξη, ἦταν ἡ συγκύπτουσα; Γιατί ἔφταιγε ἡ συγκύπτουσα; Δέν ἔτρεξε πίσω ἀπό τό Χριστό γιά νά τοῦ ζητήσει θεραπεία. Αντίθετα μάλιστα! Ὁ Χριστός την κάλεσε κοντά Του καί τῆς χάρισε την τέλεια θεραπεία, πέρα από κάθε ἐλπίδα ή προσμονή πού θά εἶχε ἀπό τή συναγωγή. Επομένως εἶναι σαφές πώς ἄν κάποιος ἔφταιγε ἐδῶ, αὐτός ἦταν ὁ Χριστός. Ὁ ἀρχισυνάγωγος ὅμως δέν τολμοῦσε νά κοιτάξει το Χριστό στα μάτια καί νά πεῖ: «Εἶσαι ἔνοχος», γι’ αὐτό καί γύρισε πρός τό λαό καί κατηγόρησε τούς ἀνθρώπους. Υπάρχει πιό καθαρή καί πιό πονηρή ὑποκρισία; Γι’ αὐτό κι ὁ Κύριος τόν ἀποκάλεσε ὑποκριτή:
«Ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καί εἶπεν· ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τόν βοῦν αὐτοῦ ἤ τόν ὄνον ἀπό τῆς φάτνης και ἀπαγαγών ποτίζει; ταύτην δέ, θυγατέραν Αβραάμ οὖσαν, ἥν ἔδησε ὁ σατανᾶς ἰδού δέκα και ὀκτώ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπό τοῦ δεσμοῦ τού του τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου;» (Λουκ. ιγ’ 15,16).
Ὁ Κύριος γνωρίζει τις καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ἤξερε πώς ὁ ἀρχισυνάγωγος Ἐκεῖνον ἤθελε νά ἐπιτιμήσει, μ ̓ ὅλο πού ἡ γλώσσα του ἀπευθυνόταν στούς ἄλλους. Ὁ Κύριος τό γνώριζε αὐτό καί δέν ἐπέτρεπε νά ἐπιτιμηθοῦν ἄλλοι γιά κάτι πού μοναδικός αἴτιος ἦταν ὁ ἴδιος.
Ὁ Κύριος εἶναι λαμπρότερος ἀπό τόν ἥλιο και καθαρότερος ἀπό τό κρύσταλλο, γι’ αὐτό καί μέσα του δέ χωροῦσε ὑποκρισία. Δέν μποροῦσε νά ὑποκριθεῖ τόν ἀνόητο και να σιγήσει ὅταν κάποιος ἄλλος ἐπιτιμᾶται στη θέση του. Γι’ αὐτό καί τή στιγμή πού οἱ ἀδύναμοι ἄνθρωποι, χωρίς να ἔχουν καμία ευθύνη, δέ μιλοῦσαν καί ἀνέχονταν να τούς ἐπιπλήττουν, ὁ Κύριος ἄνοιξε το στόμα του κι ἀπάντησε στόν ἀρχισυνάγωγο: ὑποκριτά, τοῦ εἶπε. Μποροῦμε να βοηθήσουμε τά ζῶα το σάββατο καί δέν μποροῦμε να βοηθήσουμε τόν ἄνθρωπο; Τό βόδι κι ὁ γάιδαρος δέ μένουν οὔτε μια μέρα ολόκληρη κλεισμένοι στο σκοτεινό σταῦλο, χωρίς νά τά βγάλετε ἔξω στο φῶς τῆς μέρας καί το φρέσκο ἀέρα. Ἡ γυναίκα αὐτή ἦταν δεμένη ἀπό τό σατανά δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, κι ἐσύ ὀργίστηκες έπειδή ἐλευθερώθηκε; Ο σατανάς ἔχει δέσει ἐσένα χειρότερα ἀπό ἐκείνη. Αὐτήν τήν ἔδεσε ὥστε τό κεφάλι της να φτάνει στα γόνατα. Εσένα σοῦ ἔδεσε την ψυχή στο Σάββατο. Γιατί δέν ἀποδεσμεύεσαι; Το Σάββατο ἔγινε γιά τούς ἀνθρώπους, ὥστε τήν ἡμέρα αὐτή ὁ νοῦς τους να ἀφιερώνεται ἰδιαίτερα στο Θεό. Η θεραπεία τῆς γυναίκας αὐτῆς δέ μᾶς θυμίζει τό Θεό περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι το Σάββατο, ἤ κάθε ἄλλο Σάββατο, ἀπό τό Μωυσή ὥς σήμερα; Δέν εἶναι σπουδαιότερο τό ἔργο αὐτό ἀπό τό Σάββατο; Δέν μπορεῖς νά δεῖς πώς στέκεσαι μπροστά σέ Ἕναν, πού εἶναι ἀνώτερος από το Σάββατο; Κι ὄχι μόνο ἀπό τό Σάββατο ἀλλά κι ἀπό τό ναό (βλ. Ματθ. ιβ’ 6); Δέν μπορεῖς νά νιώσεις, ταπεινέ ἀρχισυνάγωγε, πώς ἐνώπιόν σου εἶναι ὁ Κύριος τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων; Να ξέρεις, πώς οἱ μέρες κι οἱ νύχτες περνοῦν γρήγορα μπροστά στα μάτια του κι άδειάζουν στήν αἰωνιότητα.
Προσέξτε πόσο τιμᾶ ὁ Κύριος γιά μιά ἀκόμα φορά τη σαστισμένη γυναίκα: τήν ὀνομάζει θυγατέρα τοῦ Ἀβραάμ. Θέλει ὄχι μόνο να διακηρύξει τήν ἀνωτερότητα τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς σε σχέση μέ τά ἄλογα ζῶα, ὅπως ὁ γάιδαρος καί τό βόδι, ἀλλά καί πόσο ψηλότερα ἀνέβηκε ἡ πρώην συγκύπτουσα ἀπό τούς ὑποκριτές πρεσβυτέρους τῆς συναγωγής. Τό ὅτι ἡ γυναίκα αὐτή ἦταν θεοφοβούμενη, φαίνεται πρῶτα πρῶτα ἀπό τό γεγονός ὅτι, παρά τήν ἀναπηρία της, προσπάθησε να πάει στη συναγωγή, γιά ν’ ἀκούσει τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά προσευχηθεί. Δεύτερο ἐπειδή, μόλις θεραπεύτηκε καί στάθηκε ὄρθια, ἀμέσως εὐχαρίστησε το Θεό.
Ὁ προπάτοράς μας Αβραάμ εὐχαριστοῦσε τό Θεό γιά ὅλα. Ὑπόμεινε βάσανα, χωρίς να μειωθεῖ οὔτε στό ἐλάχιστο ἡ πίστη του στό Θεό. Γι’ αυτό ἦταν κι ἡ ἴδια ἀληθινή θυγατέρα τοῦ Ἀβραάμ, ὄχι μόνο «ἐξ αἵματος», ἀλλά καί λόγω τῆς ὑπομονῆς καί τῆς εὐλάβειας της. Ήταν περισσότερο γνήσια ἀπόγονος τοῦ πατριάρχη τοῦ Ἰσραήλ ἀπό τόν πρεσβύτερο αὐτόν πού, ὅπως κι οἱ ἄλλοι πρεσβύτεροι, ὑπερηφανεύονταν ἐπειδή κατάγονταν ἀπό τόν Ἀβραάμ. Στην πραγματικότητα αὐτός ἦταν προδότης τοῦ Ἀβραάμ, ἐνῶ ἡ γυναίκα αὐτή ἦταν ἀληθινή θυγατέρα του. Δέν ἔπρεπε λοιπόν νά βοηθηθεῖ; Ἔπρεπε το Σάββατο να γίνει εμπόδιο στη θεραπεία της;
Το Σάββατο εἶχε ὁριστεῖ ὡς ἡμέρα ἀνάπαυσης: «Εὐλόγησε Κύριος τήν ἡμέραν τήν ἑβδόμην και ἡγίασεν αὐτήν» (Εξ. κ’ 11). Δέν πρέπει ὅμως ν’ ἀναπαυτεί κι ἡ ψυχή, ὅπως καί τό σῶμα; Ἡ ψυχή δέν τρέφεται μέ τήν ἀργία καί τήν κατάκλιση, ὅπως τό σῶμα, ἀλλά μέ ἔργα καλά, ἔργα ἀγάπης, ἔργα εὐάρεστα στό Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ πραγματική ανάπαυση τῆς ψυχῆς, ἔτσι ἀνανεώνεται κι ἐνισχύεται ἡ δύναμή της κι ἡ εὐφροσύνη της. Δέν ἔχει κανένας ἀντίρρηση ὅτι τήν ἡμέρα αυτή πρέπει να φροντίσουμε τα ζωντανά μας. Πολύ περισσότερο ὅμως πρέπει να φροντίσουμε και να εὐεργετήσουμε τούς ἀνθρώπους.
Ὁ Κύριος δέ μᾶς λέει ὅτι σέ μιά γιορτή δέν πρέπει να μεριμνήσουμε γιά τά βόδια καί τά γαϊδούρια μας, πώς δέν πρέπει νά τά λύσουμε καί νά τά πᾶμε γιά πότισμα. Μᾶς δίνει ὅμως ἐντολή πώς την πρώτη θέση στη μέριμνα καί τήν εὐεργεσία μας πρέπει νά τήν ἔχει ὁ ἄνθρωπος. Αὐτό εἶναι τό νόημα της τήρησης τῆς ἡμέρας τοῦ Σαββάτου, τό πνεῦμα τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ. Μέ τό πνευματικό σκοτάδι καί τήν ηθική νωθρότητα πού τούς διέκρινε, οἱ Ἰουδαῖοι πρεσβύτεροι μόνο το γράμμα τοῦ Νόμου μποροῦσαν νά δοῦν καί νά τό θεοποιήσουν. Ἔτσι ὁ Νόμος, ἀντί νά γίνει ὁδηγός στο δρόμο τῆς ζωῆς, ἔγινε ἕνα πτῶμα πού ἐκεῖνοι ἔσερναν μαζί τους. Αντί ὁ Νόμος να γίνει αναμμένη λαμπάδα στο σκοτάδι, ἔγινε κρύα στάχτη σε χρυσό δοχεῖο, πού τό προσκυνοῦσαν ὅπως οἱ προπάτορές τους κάποτε τό χρυσό μόσχο (Εξ. λβ’ 4).
Στην περίπτωση αυτή ὅμως δέν ἦταν ὁ ζῆλος τοῦ Νόμου πού ξεσήκωσε τόν άρχισυνάγωγο έναντίον τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἡ ἄρρωστη φιλαυτία του.
Πῶς μποροῦσε κάποιος να δείξει στη συναγωγή πώς είναι πιό δυνατός, πιο σοφός καί πιό εὔσπλαχνος ἀπό τόν ἴδιο; Ἔκανε μιά ἐπίδειξη τοῦ ζήλου του γιά το Νόμο τοῦ Θεοῦ, στα χείλη του ὅμως διαφαινόταν ἕνα δηλητήριο πού ἔβγαινε ἀπό τήν ἄρρωστη καρδιά του. Αὐτός ἦταν ἕνας ἀκόμα λόγος γιά νά τόν ἀποκαλέσει ὁ Κύριος ὑποκριτή. Μέ τήν ἀπάντησή Του, πού ἦταν ὀξεία σάν ξίφος καί καθαρή σάν ἥλιος, ὁ Κύριος αποστόμωσε ὄχι μόνο τόν ἀρχισυνάγωγο, ἀλλά κι ὅλους τούς ἐχθρούς Του:
«Καί ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατησχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καί πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπί πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ’ αὐτοῦ» (Λουκ. ιγ’ 17). Πόσο εὔκολο εἶναι νά ὑπερασπιστεῖς ἕνα ἔργο πού ἔγινε ἀπό ἀγάπη για τόν ἄνθρωπο! Ὁ Θεός στέκεται πίσω από τέτοιο ἔργο ὡς μάρτυρας και προστάτης. Τό καλό ἔργο δίνει μιά ἀκατανίκητη ευγλωττία στη γλώσσα. Ὁ Κύριος γνώριζε ὅλα τά μυστήρια τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. Ἔτσι γνώριζε καί τό μυστήριο αυτό που ἀμφισβητήθηκε ἀπό τούς ὀλιγόπιστους, ἐκείνους πού ἀναζητοῦσαν συνηγόρους τόσο στα καλά ὅσο καί στά πονηρά ἔργα. Ὁ Κύριος συμβούλευε τους μαθητές Του: «Ὅταν δέ προσφέρωσιν ὑμᾶς ἐπί τάς συναγωγάς καί τάς αρχάς καί τάς ἐξουσίας, μή μεριμνᾶτε πῶς ἤ τί ἀπολογήσεσθε ἤ τί εἴπητε» (Λουκ. ιβ’ 11), «οὐ γάρ ὑμεῖς ἐστε οἱ λαλοῦντες, ἀλλά τό Πνεῦμα τοῦ πατρός ὑμῶν τό λαλοῦν ἐν ὑμῖν» (Ματθ. ι’ 20). Παραδειγματιστείτε από τόν τρόπο πού ἀπάντησε ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος στους βασανιστές του. Από τόν τρόπο πού ἀπαντοῦσαν οἱ πρώην ψαράδες Πέτρος καί Ἰωάννης, καθώς κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Δέν εἶναι ἀπαντήσεις ἀνθρώπων αὐτές, πού τίς ἔμαθαν σέ βιβλία, ἀλλά ἐκείνων που διδάχτηκαν ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέ μιλᾶνε ἔτσι οἱ συνήγοροι κι οἱ θνητοί ἄνθρωποι, παρά μόνο ὁ Θεός.
Ὁ σοφός βασιλιάς του παλιοῦ καιροῦ ἔδωσε προφητική φωνή σέ μιά εὐαγγελική ἀλήθεια ὅταν εἶπε: «κακός ὑπακούει γλώσσης παρανόμων, δίκαιος δέ οὐ προσέχει χείλεσι ψευδέσιν» (Παρ. ιζ ́ 4). Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ στόν ἀρχισυνάγωγο ήταν τέτοια, ὥστε προκάλεσε ντροπή στους ἀντιπάλους και χαρά σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Χάρηκαν οἱ ἄνθρωποι, γιατί εἶδαν στα λόγια του μιά λάμψη νίκης τοῦ καλοῦ πάνω στο κακό, ὅπως νωρίτερα είχαν δεῖ τήν ἴδια λάμψη στό θαῦμα ποὺ ἔκανε στη συγκύπτουσα, ἀλλά καί σέ πολλά ἄλλα ἀπό τά θαύματά Του.
Πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπί πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ’ αὐτοῦ. Μέ τό πού γινόταν κάποιο θαῦμα, τά νέα γι’ αὐτό διαδίδονταν γρήγορα, ἀλλά σύντομα ἀκολουθοῦσε κι ἕνα δεύτερο θαῦμα, κι ἕνα τρίτο κ.ο.κ. Το ἕνα θαῦμα ἐπιβεβαίωνε καί τήν ἀλήθεια τοῦ προηγούμενου θαύματος. Κι ὅλα μαζί δημιουργοῦσαν εὐφορία, ἔδιναν χαρά στους κατηφεῖς ἀνθρώπους κι ἐλπίδα στούς ἀπελπισμένους. Ὅλα στέριωναν στην πίστη τους περισσότερο ὀλιγόπιστους, ἐνθάρρυναν τούς καλούς στο δρόμο τοῦ καλοῦ, καθοδηγοῦσαν ἐκείνους πού περιπλανιοῦνταν σε δρόμους στραβούς, ἔσπερναν παντοῦ τό λόγο πώς ὁ Θεός εἶχε ἐπισκεφτεί τό λαό Του καί πώς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔρχεται.
Η σημερινή εὐαγγελική περικοπή περιέχει πολλά νοήματα και πλούσια διδασκαλία, ἀκόμα κι ἄν τήν διαβάσει κανείς πρόχειρα. Ἔχει ὅμως καί κάποιο εσωτερικό, κάποιο μυστικό νόημα, πού εἶναι ἰδιαίτερα διδακτικό γιά τήν πνευματική μας ζωή. Η συγκύπτουσα γυναίκα ὑποδηλώνει τ’ ἀγκυλωμένα μυαλά ὅλων αὐτῶν πού δέν προσεγγίζουν τον Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Εκείνων πού ἔχουν διεστραμμένο νοῦ καί δέν μποροῦν μέ τις δικές τους δυνάμεις να σταθοῦν ἀπέναντι στό Θεό, ἀλλ ̓ ἕρπουν διαρκῶς στή γῆ, τρέφονται ἀπό τή γῆ, μαθητεύουν στή γῆ καί χαίρονται στή γῆ.
Το διεστραμμένο μυαλό είναι ταυτόχρονα καί ἀγκυλωμένο, περιορισμένο. Εξαρτᾶται ἀπό τίς αἰσθήσεις. Τούς προγόνους του τούς ἀναζητά μόνο ἀνάμεσα στά ζῶα. Τήν εὐχαρίστησή του τή βρίσκει μόνο στο φαγητό καί τό ποτό. Δέν ξέρει τίποτα γιά τό Θεό καί τόν πνευματικό κόσμο ἤ γιά τήν αἰώνια ζωή κι επομένως δέ γνωρίζει τίποτα για τήν πνευματική, τήν οὐράνια χαρά. Εἶναι ἀπαρηγόρητο, φοβισμένο, γεμάτο θλίψη και κακία.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς καλεῖ ἕνα τέτοιο μυαλό κοντά Του γιά νά τό ἀνορθώσει, να το φωτίσει, να τοῦ δώσει χαρά. Ἄν πάει γρήγορα κοντά Του, ὅπως ἡ συγκύπτουσα, θ ̓ ἀνορθωθεί πραγματικά, θα φωτιστεῖ, θα χαρεῖ καί θά εὐχαριστήσει τό Θεό μ’ ὅλη του τη δύναμη. Ἄν δέν πάει κοντά Του, θ ̓ ἀφεθεί στο σκοτάδι καί θά πεθάνει μέσα στίς ἁμαρτίες Του, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος στους ἄπιστους Ἰουδαίους: «ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ ὑμῶν ἀποθανείσθε» (Ἰωάν. η’ 21). Τό ἴδιο θά γίνει καί μέ τήν αἰσθησιακή και κολλημένη στα γήινα ψυχή, πού εἶναι στραμμένη πρός τή γῆ καί ἕρπει στην ἐπιφάνειά της.
Δέν εἶναι καλύτερα τα πράγματα γιά τήν ἐξασθενημένη και παραλυμένη ψυχή, πού δέν πιστεύει πώς αὐτό πού ἔχει εἶναι ἀληθινό, πού δέν ἔχει τή δύναμη ν’ ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τό ψέμα και να προσεγγίσει τήν ἀλήθεια. Ὅταν ἀκούει τήν κλήση τῆς ἀλήθειας, βρίσκει πάντα μια πρόφαση, ὅπως: «Σήμερα εἶναι Σάββατο, δέν μπορῶ, δέν μέ κάλεσες μιά βολική μέρα» ἤ «ἡ κλήση σου εἶναι ξαφνική κι ἀπότομη, δέν μπορῶ ἔπρεπε νά βρεῖς καλλίτερα λόγια γιά νά μέ καλέσεις» ἤ «εἶμαι νέος, ἀνήσυχος, δέν μπορῶ κράτα τήν κλήση σου ὡσότου παίξω λίγο ακόμα μέ τά ψέματα» ἤ «ἔχω γυναίκα και παιδιά, δέν μπορῶ πρέπει πρῶτα να φροντίσω γι’ αὐτά κι ἔπειτα νά μέ καλέσεις». Κι ὑπάρχουν καί πολλές ἄλλες δικαιολογίες καί προφάσεις, δεκάδες ἤ καί ἑκατοντάδες.
Τό παραλυμένο μυαλό θά βρεῖ πάντα κάποια ἀληθοφανή κι ἀνόητη δικαιολογία γιά νά μήν ἀκολουθήσει τήν ἀλήθεια. Ἡ ἀλήθεια ὅμως κράζει μία, δύο, τρεῖς φορές καί μετά ἀκολουθεῖ τό δρόμο της. Κι ἡ παράλυτη ψυχή ἐξακολουθεῖ νά ἕρπει στο χῶμα καί θά πεθάνει στίς ἁμαρτίες της. Όποιον ἀρνεῖται τήν κλήση τοῦ Χριστοῦ σ’ αὐτή τή ζωή, ὁ θάνατος θά τόν βρεῖ ξαφνικά. Θά τόν ἁρπάξει καί θά κλείσει πίσω του τις πύλες τῆς ἐπίγειας ζωῆς. Αὐτός δέν ἔχει πιά ἐλπίδα να ξαναγυρίσει στη ζωή αὐτή, να μετανοήσει στη μέλλουσα ζωή ἤ νά λάβει ἔλεος στην Κρίση τοῦ Θεοῦ.
Ὁ θάνατος εἶναι μπροστά μας, ὅπως μπροστά μας εἶναι κι ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ. Αὐτές εἶναι δυό φοβερές ὑπομνήσεις σ’ ἐμᾶς, πώς μπροστά μας πρέπει νά εἶναι καί ἡ μετάνοια. Ἄν ἡ μετάνοια δέν προηγηθεῖ τοῦ θανάτου καί τῆς Κρίσης τοῦ Θεοῦ, τότε θα μείνει γιά πάντα μακριά μας. Τώρα εἶναι στο χέρι μας, τώρα μποροῦμε ἀκόμα νά τή χρησιμοποιήσουμε.
Ἄς βιαστούμε να κάνουμε χρήση τῆς μετάνοιας. Ἡ μετάνοια εἶναι τό πρῶτο καί σπουδαιότερο φάρμακο τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἄς μετανοήσουμε μόνο κι ἔπειτα θ ̓ ἀνοίξουν κι άλλες πόρτες καί θά μάθουμε τί ἄλλο πρέπει να κάνουμε.
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στό θνητό σῶμα του, ἡ ψυχή του εἶναι λίγο ή πολύ ἀγκυλωμένη. Ὁ Χριστός καλεῖ ὅλους ἐκείνους πού ἡ ψυχή τους, τό πνεῦμα κι ὁ νοῦς τους ἔχουν ἀγκυλωθεῖ. Ἐκεῖνος μόνο μπορεῖ ν’ ἀνορθώσει αὐτό πού ὁ μοχθηρός κόσμος ἔχει στρεβλώσει. «Ἄντρα», «γυναίκα», «παιδί». Μᾶς καλεῖ ὅλους μέ τά ὀνόματα αὐτά γιά νά μᾶς προσφέρει τη χαμένη ἀξιοπρέπειά μας, ἀντί νά πεῖ «τυφλέ», «ἀνάπηρε», «λεπρέ», «ζητιάνε». Μᾶς καλεῖ κοντά Του, θέλει νά μᾶς ἀνορθώσει, να καθαρίσει τό νοῦ μας καί νά τόν κάνει δυναμική σάλπιγγα τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ὅταν σαλπίζουμε τη δόξα τοῦ Θεοῦ, θα δοξαστοῦμε στη βασιλεία τῶν ἁγίων ἀγγέλων καί τῶν δοξασμένων ἁγίων στόν οὐρανό, στη βασιλεία τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ μας.
Δόξα καί αἶνος στον Κύριο καί Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστό, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τήν ὁμοούσια καί ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καί πάντα καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.