ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ Ματθαίου (Παραβολή των ταλάντων) (11/2/2024)
H ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΣΤ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Β΄προς Κορινθίους, ΣΤ΄,1-10
1 Συνεργοῦντες δὲ καὶ παρακαλοῦμεν μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς- 2λέγει γάρ, Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας- 3μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία, 4 ἀλλ᾽ ἐν παντὶ συνιστάνοντες ἑαυτοὺς ὡς θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, 5 ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, 6 ἐν ἁγνότητι, ἐν γνώσει, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι, ἐν πνεύματι ἁγίῳ, ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ, 7 ἐν λόγῳ ἀληθείας, ἐν δυνάμει θεοῦ· διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν, 8 διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας· ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, 9 ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀποθνῄσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, 10 ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
1Συνεργαζόμενοι λοιπόν με τον Θεό στο έργο αυτό της συμφιλιώσεως και της καταλλαγής των ανθρώπων, σας παρακαλούμε να δείξετε με τη διαγωγή σας ότι δεν δεχτήκατε μάταια και ανώφελα τη χάρη του Θεού. 2 Και μη νομίσετε ότι πάντοτε ο Θεός θα σας στέλνει αντιπροσώπους Του να σας παρακαλούν. Όχι. Διότι λέγει η Γραφή: «Στον κατάλληλο καιρό, όταν ο Θεός δείχνει το έλεός Του και την αγάπη Του, σε άκουσα με προσοχή, και την ημέρα που δίνεται η σωτηρία, σε βοήθησα. Να τώρα λοιπόν είναι καιρός κατάλληλος, να, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας». 3 Και τώρα σας απευθύνουμε αυτά τα παρακλητικά λόγια, χωρίς να δίνουμε καμία αφορμή σκανδάλου σε τίποτε, για να μην κατηγορηθεί στο ελάχιστο η διακονία του κηρύγματος. 4 Αλλά αντίθετα με κάθε τρόπο συστήνουμε τους εαυτούς μας και αποδεικνυόμαστε αληθινοί διάκονοι του Θεού: με υπομονή πολλή, με θλίψεις, με ανάγκες, με στενοχώριες, 5 με δαρμούς και μαστιγώσεις που πληγώνουν το σώμα μας, με φυλακίσεις, με καταδιώξεις, που δεν μας αφήνουν να σταθούμε πουθενά, με κόπους, με αγρυπνίες, με στερήσεις φαγητού, 6 με καθαρότητα από κάθε αμαρτία, με γνώση της αλήθειας, με μακροθυμία, με καλοσύνη, με αγιασμό και χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, με αγάπη πραγματική και ελεύθερη από υποκρισία, 7 με λόγο, που κηρύττει την αλήθεια, με δύναμη Θεού, με τα όπλα τα επιθετικά, που είναι κατάλληλα για την επιβολή της δικαιοσύνης και μοιάζουν προς αυτά που έχουν στο δεξί τους χέρι οι στρατιώτες που μάχονται, όπως και με τα όπλα τα αμυντικά που μοιάζουν με αυτά που έχουν στο αριστερό τους χέρι. Είμαστε δηλαδή πάνοπλοι και για να υπερασπιστούμε τη δικαιοσύνη και αλήθεια και για να δημιουργήσουμε τον θρίαμβό της.
8 Αποδεικνύουμε ποιοι είμαστε με τη δόξα, που μας αποδίδουν όσοι πιστεύουν στο Ευαγγέλιο, και με την ατιμία εκ μέρους των απίστων, με τη δυσφήμηση από τους συκοφάντες μας και με τα εγκώμια και τους επαίνους από τους πιστούς. Παρουσιαζόμαστε ως απατεώνες από τους εχθρούς του Ευαγγελίου και ως ειλικρινείς από τους πιστούς, 9 ως άγνωστοι εξαιτίας της κοινωνικής ασημότητάς μας και ως πολύ γνωστοί και σπουδαίοι· ως άνθρωποι που κινδυνεύουμε να πεθάνουμε, και όμως να που ζούμε· ως άνθρωποι που παιδαγωγούμαστε από τον Θεό με βαρύτατες δοκιμασίες, αλλά δεν φτάνουμε στον θάνατο. 10 Εξαιτίας των δοκιμασιών μας αυτών μας νομίζουν βυθισμένους στην λύπη, εμείς όμως πάντοτε χαιρόμαστε. Θεωρούμαστε ως φτωχοί, εμείς όμως κάνουμε πολλούς να πλουτίζουν με πνευματικούς και ουράνιους θησαυρούς. Παρουσιαζόμαστε σαν να μην έχουμε τίποτε και όμως κατέχουμε τα πάντα.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΣΤ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Κατά Ματθαίον, κεφάλαιο ΚΕ΄, εδάφια 14-30
14 ῞Ωσπερ γὰρ ἄνθρωπος ἀποδημῶν ἐκάλεσε τοὺς ἰδίους δούλους καὶ παρέδωκεν αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ, 15 καὶ ᾧ μὲν ἔδωκε πέντε τάλαντα, ᾧ δὲ δύο, ᾧ δὲ ἕν, ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν, καὶ ἀπεδήμησεν εὐθέως. 16 Πορευθεὶς δὲ ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν εἰργάσατο ἐν αὐτοῖς καὶ ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα. 17 ὡσαύτως καὶ ὁ τὰ δύο ἐκέρδησε καὶ αὐτὸς ἄλλα δύο. 18 Ὁ δὲ τὸ ἓν λαβὼν ἀπελθὼν ὤρυξεν ἐν τῇ γῇ καὶ ἀπέκρυψε τὸ ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ. 19 Μετὰ δὲ χρόνον πολὺν ἔρχεται ὁ κύριος τῶν δούλων ἐκείνων καὶ συναίρει μετ᾿ αὐτῶν λόγον. 20 Καὶ προσελθὼν ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν προσήνεγκεν ἄλλα πέντε τάλαντα λέγων· κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα πέντε τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. 21 ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. 22 Προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὰ δύο τάλαντα λαβὼν εἶπε· κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα δύο τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. 23 Ἒφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! Ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου.
24 Προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὸ ἓν τάλαντον εἰληφὼς εἶπε· κύριε· ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἄνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· 25 καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τὸ σόν. 26 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ! ᾚδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα καὶ συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα! 27 Ἒδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις, καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ. 28 Ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα. 29 Τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ. 30 Καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
14 Για να σας βρει λοιπόν ο Κύριος έτοιμους, δεν αρκεί να είστε μόνο προνοητικοί και φρόνιμοι, αλλά και δραστήριοι και επιμελείς˙ διότι η βασιλεία των ουρανών και η κρίση και ανταπόδοση που θα κάνει ο Κύριος θα μοιάζει με έναν άνθρωπο που σκόπευε να ταξιδέψει, ο οποίος κάλεσε τους δούλους του και τους παρέδωσε τα υπάρχοντά του, για να ζητήσει απ’ αυτούς μετά από καιρό λογαριασμό για τη διαχείρισή τους. 15 Ο άνθρωπος δηλαδή αυτός έδωσε σε άλλον πέντε τάλαντα, σε άλλον δύο και σε άλλον ένα˙ στον καθέναν έδωσε ανάλογα με την ικανότητα που είχε να εμπορευθεί τα όσα θα του έδινε. Κι έφυγε αμέσως για το ταξίδι. (Δηλαδή ο Θεός προίκισε κάθε άνθρωπο ξεχωριστά με διάφορα χαρίσματα, για να τα χρησιμοποιήσει για το καλό και την ωφέλεια του συνανθρώπου του). 16 Εκείνος λοιπόν που πήρε τα πέντε τάλαντα, πήγε, εργάστηκε με αυτά και κέρδισε άλλα πέντε τάλαντα. 17 Το ίδιο κι εκείνος που πήρε τα δύο τάλαντα, κέρδισε άλλα δύο. Και οι δύο αυτοί δούλοι χρησιμοποίησαν στον ίδιο βαθμό καλής διαθέσεως και ζήλου τις ικανότητες και τα χαρίσματα που τους έδωσε ο Θεός για τη δική του δόξα και την ωφέλεια των συνανθρώπων τους. 18 Εκείνος όμως που πήρε το ένα τάλαντο, πήγε και έσκαψε στη γη κι έκρυψε εκεί το χρήμα του κυρίου του. Δηλαδή δεν καταχράσθηκε το τάλαντο, αλλά έδειξε αμέλεια και δεν εργάστηκε να το επαυξήσει.
19Ύστερα λοιπόν από πολύν χρόνο ήλθε ο κύριος των δούλων εκείνων κι έκανε λογαριασμό μαζί τους. 20 Κι αφού προσήλθε εκείνος που πήρε τα πέντε τάλαντα, πρόσφερε άλλα πέντε τάλαντα και είπε: «Κύριε, πέντε τάλαντα μου παρέδωσες˙ να, άλλα πέντε τάλαντα κέρδισα με αυτά». 21 Τότε του είπε ο κύριός του: «Πολύ καλά, δούλε καλέ και πιστέ! Σε λίγα ήσουν πιστός, σε πολλά θα σε εγκαταστήσω. Μπες μέσα για να απολαύσεις την ίδια χαρά με τον κύριό σου. Αφού φάνηκες πιστός στα πέντε τάλαντα, έλα να γίνεις συγκυρίαρχος στη μεγάλη περιουσία μου. Έλα να απολαύσεις την απεριόριστη μακαριότητα του ουρανού». 22 Πλησίασε κατόπιν κι εκείνος που πήρε τα δύο τάλαντα και είπε: «Κύριε, δύο τάλαντα μου παρέδωσες˙ να, άλλα δύο τάλαντα κέρδισα με αυτά». 23 Και ο κύριός του του είπε: «Πολύ καλά, δούλε καλέ και πιστέ! Σε λίγα ήσουν πιστός, σε πολλά θα σε εγκαταστήσω. Μπες και συ μέσα να απολαύσεις τη χαρά του κυρίου σου».
24 Πλησίασε όμως κι εκείνος που είχε πάρει το ένα τάλαντο και είπε: «Κύριε, σε κατάλαβα ότι είσαι άνθρωπος σκληρός˙ διότι θερίζεις εκεί που δεν έσπειρες και μαζεύεις στην αποθήκη σου από εκεί που δεν σκόρπισες και δεν λίχνισες τον αλωνισμένο καρπό. 25 Και επειδή φοβήθηκα, πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου μέσα στη γη. Ορίστε, έχεις το χρήμα σου». 26 Τότε ο κύριός του τού αποκρίθηκε: «Κακέ και τεμπέλη δούλε! Γνώριζες ότι θερίζω εκεί που δεν έσπειρα, και μαζεύω από εκεί που δεν σκόρπισα. 27 Έπρεπε λοιπόν εσύ να καταθέσεις το χρήμα μου στους τραπεζίτες, κι όταν θα ερχόμουν εγώ, θα έπαιρνα με τόκο αυτό που μου ανήκει. 28 Πάρτε λοιπόν απ’ αυτόν το τάλαντο και δώστε το σ’ εκείνον που έχει τα δέκα τάλαντα· 29 διότι σε καθέναν που έχει και αύξησε με επιμέλεια και ζήλο εκείνο που του δόθηκε, θα του δοθούν κι άλλα και θα έχει και περίσσευμα. Από εκείνον όμως που του δόθηκαν χαρίσματα, αλλά τα παραμέλησε και δεν τα εργάστηκε ώστε να έχει κι αυτός κάτι με τη δική του εργασία, θα του πάρουν κι αυτό το λίγο που του δόθηκε και το άφησε ακαλλιέργητο. 30 Και τον άχρηστο δούλο βγάλτε τον από εδώ και ρίξτε τον στο πιο απομακρυσμένο από τη βασιλεία μου και απομονωμένο σκοτάδι. Εκεί οι άνθρωποι θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους».
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[: Β΄Κορ. 6,1-10]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Συνεργοῦντες παρακαλοῦμεν, μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς. Λέγει γάρ· Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος· ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας (:Συνεργαζόμενοι λοιπόν με τον Θεό στο έργο αυτό της συμφιλιώσεως και της καταλλαγής των ανθρώπων, σας παρακαλούμε να δείξετε με τη διαγωγή σας ότι δεν δεχτήκατε μάταια και ανώφελα τη χάρη του Θεού. Και μη νομίσετε ότι πάντοτε ο Θεός θα σας στέλνει τους αντιπροσώπους Του να σας παρακαλούν. Όχι. Διότι λέει η Αγία Γραφή: ‘’Στον κατάλληλο καιρό, όταν ο Θεός δείχνει το έλεός Του και την αγάπη Του, σε άκουσα με προσοχή, και την ημέρα που δίνεται η σωτηρία σε βοήθησα. Να λοιπόν τώρα είναι καιρός κατάλληλος να, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας’’)»[Β΄Κορ., 6, 1-2].
Επειδή δηλαδή είπε ότι «Ὑπὲρ Χριστοῦ οὖν πρεσβεύομεν ὡς τοῦ Θεοῦ παρακαλοῦντος δι᾿ ἡμῶν· δεόμεθα ὑπὲρ Χριστοῦ, καταλλάγητε τῷ Θεῷ(:ο Θεός παρακαλεί και εμείς οι Απόστολοι πρεσβεύουμε και σας ικετεύουμε να συμφιλιωθείτε με τον Θεό)»[Β΄Κορ.5,20], για να μην πέσουν σε αδιαφορία, τους φοβίζει πάλι και τους καθιστά προσεκτικούς, λέγοντας: «παρακαλοῦμεν, μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς (:σας παρακαλούμε να δείξετε με τη διαγωγή σας ότι δε δεχθήκατε μάταια και ανώφελα τη χάρη του Θεού)»[Β΄Κορ.6,1]. «Μη λοιπόν», λέγει, «επειδή παρακαλεί και έστειλε ο Θεός πρεσβευτές, γι’ αυτό μείνουμε αδιάφοροι, αλλά γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να φροντίζουμε να γίνουμε αρεστοί στον Θεό και να αποκομίσουμε πνευματικό κέρδος( πράγμα που έλεγε και παραπάνω, ότι δηλαδή η αγάπη του Θεού μάς συνέχει, που σημαίνει ότι μας θλίβει, μας παρακινεί, μας κάνει να αγρυπνούμε), για να μη συμβεί, μετά την τόση φροντίδα Του, δείχνοντας αδιαφορία και μην εκδηλώνοντας καμία αρετή, να χάσουμε τα τόσα αγαθά. Μη νομίσετε λοιπόν πως, επειδή μας έστειλε να σας παρακαλέσουμε, θα γίνεται πάντοτε το ίδιο. Αυτό θα γίνεται μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία Του, μέχρι τότε θα παρακαλεί, όσον καιρό θα βρισκόμαστε στην εδώ ζωή· μετά από αυτά θα ακολουθήσει η δίκη και η τιμωρία)».
«Γι’ αυτό», λέγει, «μας προφυλάσσει η αγάπη του Θεού». Μας κάνει να βιαζόμαστε για εκεί όχι μόνο από το μέγεθος των αγαθών και τη φιλανθρωπία Του, αλλά και από τον λίγο χρόνο που έχουμε. Γι’ αυτό και αλλού λέγει: «Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν(:Ας κάνουμε λοιπόν τα έργα αυτά της αγάπης ακούραστοι και χωρίς αναβολή, γνωρίζοντας σε ποιο καιρό ζούμε. Ζούμε σε εποχή που απαιτεί επειγόντως την άσκηση της αρετής Διότι είναι πλέον ώρα να σηκωθούμε από τον ύπνο της αμέλειας, που μας κάνει δυσκολοκίνητους στο καλό. Διότι τώρα η ημέρα της δευτέρας παρουσίας που θα σημάνει την πλήρη απολύτρωση των πιστών, είναι πλησιέστερη σε μας παρά τότε που πιστεύαμε. Εάν λοιπόν τότε δείξαμε ζήλο και δραστηριότητα, πολύ περισσότερο πρέπει να το δείξουμε και τώρα)»[Ρωμ.13,11]· και αλλού: «Τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις.ὁ Κύριος ἐγγύς(:Η επιείκειά σας και η υποχωρητικότητά σας ας γίνει γνωστή σε όλους τους ανθρώπους, και σε αυτούς ακόμη τους απίστους. Ο Κύριος πλησιάζει να έλθει, και αυτός θα αποδώσει στον καθένα ό,τι του ανήκει)»[Φιλιπ. 4,5]. Εδώ κάνει κάτι περισσότερο. Προτρέπει δηλαδή όχι μόνο από το ότι μας απομένει μικρό και σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά και από το ότι αυτός μόνο είναι ο κατάλληλος καιρός για τη σωτηρία μας. «Να», λέγει, «τώρα είναι ο καιρός της εύνοιας του Θεού, τώρα είναι η μέρα της σωτηρίας».
Ας μην αφήσουμε λοιπόν να μας φύγει η μεγάλη ευκαιρία, αλλά ας δείξουμε ενδιαφέρον ανάλογο με τη χάρη του Θεού. Γι’ αυτό βιαζόμαστε και εμείς, γνωρίζοντας και το σύντομο και κατάλληλο του καιρού· γι’ αυτό και έλεγε: «Συνεργοῦντες παρακαλοῦμεν (:Συνεργαζόμαστε και σας παρακαλούμε)». Συνεργαζόμαστε με εσάς. Πραγματικά με εσάς συνεργαζόμαστε περισσότερο παρά με τον Θεό, για τον οποίο πρεσβεύουμε· γιατί Εκείνος δεν έχει καμία ανάγκη, αλλά εσείς θα απολαύσετε τη σωτηρία. Και αν λέγει πως είναι συνεργάτης του Θεού, πράγμα που δεν παύει να το λέγει, γιατί και αλλού λέγει: «Θεοῦ γάρ ἐσμεν συνεργοί· Θεοῦ γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε(: Είμαστε συνεργάτες του Θεού, για την δική σας σωτηρία. Εσείς είστε αγρός και ιδιοκτησία του Θεού, που καλλιεργείται από αυτόν τον Ίδιο. Είστε οικοδόμημα του Θεού, που στην πραγματικότητα κτίζεται από τον ίδιο τον Θεό με όργανά Του εμάς)» [Α΄Κορ. 3,9], «με αυτόν τον τρόπο», λέγει, «σώζει πάλι τους ανθρώπους».
«Συνεργοῦντες παρακαλοῦμεν(:Συνεργαζόμενοι λοιπόν με τον Θεό στο έργο αυτό της συμφιλιώσεως και της καταλλαγής των ανθρώπων, σας παρακαλούμε)». Εκείνος παρακαλώντας, δεν παρακαλεί μόνο, αλλά παρέχει και αυτές τις ευεργεσίες. Πρόσφερε δηλαδή τον Υιό Του τον δίκαιο, που δε γνώρισε την αμαρτία, και Τον έκανε αμαρτία για να σώσει εμάς τους αμαρτωλούς, για να γίνουμε εμείς ενάρετοι. Ενώ λοιπόν τα πράγματα έχουν έτσι, και ενώ Εκείνος είναι Θεός και δεν πρέπει να παρακαλεί εμάς, που είμαστε άνθρωποι και αμαρτήσαμε βαριά απέναντί Του, αλλά Τον παρακαλούμε εμείς κάθε μέρα, όμως Αυτός παρακαλεί. «Εμείς οι Απόστολοι παρακαλούμε, χωρίς να έχουμε να αναφέρουμε καμία προσφορά, ούτε ευεργεσία παρά μόνο ένα το ότι σας παρακαλούμε για τον Θεό που σας πρόσφερε τόσες ευεργεσίες. Σας παρακαλούμε να δεχθείτε την ευεργεσία, να μην αρνηθείτε τη δωρεά Του. Πεισθείτε λοιπόν στα λόγια μας και μην αφήσετε τη χάρη να χαθεί».
Για να μην νομίσουν λοιπόν ότι αυτό είναι μόνο συμφιλίωση, το να πιστέψουν δηλαδή σε Εκείνον που τους καλεί, προσθέτει αυτά, ζητώντας να μας απασχολήσει σοβαρά ο τρόπος της ζωής μας. Γιατί η επανάληψη των αμαρτημάτων μετά την απαλλαγή από αυτά και τη συμφιλίωση με τον Θεό σημαίνει επάνοδο στην έχθρα, όπως συμβαίνει συνήθως στη ζωή, και παραίτηση από την ευεργεσία. Γιατί, αν η ζωή μας είναι ακάθαρτη, δεν ωφελούμαστε καθόλου από τη χάρη του Θεού για τη σωτηρία μας, αντίθετα μάλιστα ζημιωνόμαστε περισσότερο και επιβαρυνόμαστε με τις αμαρτίες, γιατί μετά από τέτοια επίγνωση και ευεργεσία γυρίζουμε στα προηγούμενα κακά. Αλλά αυτό βέβαια δεν το λέγει ακόμα, για να μην κάνει τον λόγο του σκληρό, απλώς λέγει μόνο ότι δεν ωφελούμαστε καθόλου.
Έπειτα υπενθυμίζει και κάποια προφητεία, θέλοντας να τους παρακινήσει να βιαστούν και να φροντίσουν όλοι για τη σωτηρία τους. Γιατί λέγει η Αγία Γραφή: «Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος· ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας (:’’Στον κατάλληλο καιρό, όταν ο Θεός δείχνει το έλεός Του και την αγάπη Του, σε άκουσα με προσοχή, και την ημέρα που δίνεται η σωτηρία σε βοήθησα. Να λοιπόν τώρα είναι καιρός κατάλληλος να, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας’’)»[Β΄Κορ.6,2].
«Καιρὸς εὐπρόσδεκτος(:ευπρόσδεκτη ευκαιρία)». Ποια είναι αυτή; Η ευκαιρία της δωρεάς, της ευεργεσίας, κατά την οποία δε μας ζητούνται ευθύνες, ούτε τιμωρούμαστε για τα αμαρτήματά μας, αλλά μαζί με την απαλλαγή από αυτά μπορούμε να απολαύσουμε άπειρα αγαθά, δικαιοσύνη δηλαδή, αγιότητα και όλα τα άλλα. Πόσα λοιπόν έπρεπε να κάνουμε για να κερδίσουμε την ευκαιρία αυτή; Αλλά να, χωρίς να κοπιάσουμε καθόλου, ήρθε και μας συγχώρησε όλα τα προηγούμενα. Γι’ αυτό τη χαρακτηρίζει «καλόδεχτη ευκαιρία», γιατί ο Θεός δεχόταν με ευχαρίστηση και τους πιο αμαρτωλούς. Και δεν τους δεχόταν μόνο, αλλά και τους πρόσφερε την πιο μεγάλη τιμή. Όπως ακριβώς δηλαδή, όταν έρθει ο βασιλιάς δεν είναι τότε ώρα για δικαστήριο, αλλά για ευεργεσία και προσφορά. Γι’ αυτό χαρακτηρίζει «ευπρόσδεκτο» τον καιρό αυτόν, όσον καιρό δηλαδή βρισκόμαστε ακόμη μέσα στο σκάμμα, όσον καιρό εργαζόμαστε στον αμπελώνα, όσο μας απομένει η τελευταία ώρα.
Ας προσέλθουμε και ας ζήσουμε ζωή ενάρετη· καθόσον είναι εύκολο. Γιατί εκείνος που αγωνίζεται τέτοιον καιρό, κατά τον οποίο έχει χυθεί τόση δωρεά, κατά τον οποίο υπάρχει τόση ευεργεσία, εύκολα θα κερδίσει τα βραβεία. Γιατί και οι βασιλιάδες αυτού του κόσμου, τον καιρό που τελούν τις γιορτές τους και παρουσιάζονται με εμφάνιση μεγαλοπρεπών αρχόντων, δίνουν μεγάλες δωρεές ακόμη και σε εκείνους που πρόσφεραν λίγα, τις μέρες όμως που εκτελούν δικαστικά καθήκοντα, προσέχουν ακόμη και τις λεπτομέρειες, ερευνούν πολύ. Και εμείς λοιπόν πρέπει να αγωνιστούμε κατά τον καιρό αυτής της δωρεάς· είναι ημέρα χάριτος, χάριτος θείας· γι’ αυτό εύκολα θα κερδίσουμε στεφάνια. Γιατί, εάν ενώ ήμασταν γεμάτοι με τόσες αμαρτίες, μας συγχώρεσε και μας απάλλαξε από αυτές, τώρα που απαλλαχτήκαμε από όλα και θα προσφέρουμε ό,τι εξαρτάται από εμάς, δε θα μας δεχθεί πολύ περισσότερο;
Έπειτα, εκείνο που κάνει πάντοτε, τοποθετώντας τον εαυτό του ο Παύλος στη μέση και προτρέποντας να παραδειγματίζονται με αυτό, αυτό κάνει και εδώ. Γι΄αυτό και προσθέτει: «Μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία (:δεν δίνουμε σε καμία περίπτωση καμία αφορμή να δυσφημιστεί η διακονία μας)»[Β΄Κορ.6,3], πείθοντάς τους όχι μόνο από τον καιρό, αλλά και από εκείνους που τα κατόρθωσαν αυτά.
Και πρόσεχε πόσο ταπεινά το κάνει. Γιατί δεν είπε «προσέχετε σε εμάς που είμαστε τέτοιοι», αλλά πρώτα αναφέρεται στον εαυτό του για να ανατρέψει ενδεχόμενη κατηγορία. Και αναφέρει δύο περιπτώσεις άψογου τρόπου ζωής, λέγοντας «Μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν(:χωρίς να δίνουμε καμία αφορμή σκανδάλου σε τίποτε)». Και δεν είπε «κατηγορία», αλλά εκείνο που ήταν πολύ πιο ελαφρύ, «προσκοπήν», δηλαδή μην παρέχοντας σε κανέναν αφορμή να μας κατηγορήσει και να μας επικρίνει, «ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία (:για να μην κατηγορηθεί στο ελάχιστο η διακονία του κηρύγματος)». Δηλαδή για να μην τη θίξει κανένας. Και δεν είπε πάλι «για να μην την κατηγορήσει κανένας», αλλά, για να μην έχει ούτε την παραμικρή αιτία, να μην μπορεί να την επικρίνει κανείς για τίποτα. «Ἀλλ᾽ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι (:Αλλά, αντίθετα, με κάθε τρόπο συστήνουμε τους εαυτούς μας και αποδεικνυόμαστε αληθινοί διάκονοι του Θεού)». Αυτό είναι πολύ σπουδαιότερο. Γιατί δεν είναι το ίδιο το να μην μπορεί κανείς να τους κατηγορήσει, και να δείχνουν τέτοια διαγωγή, ώστε από παντού να γίνεται φανερό ότι είναι υπηρέτες του Θεού. Γιατί δεν είναι το ίδιο το να μην μπορούν να σε κατηγορήσουν και το να σε επαινούν. Και δεν είπε: «φαινόμαστε», αλλά «ενεργούμε», δηλαδή «δίνουμε δείγματα».
Έπειτα λέγει και πώς έγιναν τέτοιοι. Πώς έγιναν λοιπόν; «Ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν κόποις(:Με υπομονή πολλή, με κόπους)», λέγει, αναφέροντας το θεμέλιο των αγαθών. Γι’ αυτό δεν είπε απλώς «υπομονή», αλλά «πολλή υπομονή», και δείχνει και το μέγεθός της. Γιατί το να υποφέρει κανείς μία και δύο φορές δεν είναι πολύ σπουδαίο, αλλά προσθέτει και το πλήθος των δοκιμασιών, λέγοντας: «ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις(:με θλίψεις, με ανάγκες)». Αυτό μεγαλώνει τη θλίψη, το να μην μπορείς να αποφύγεις τα κακά, αλλά να σε χτυπούν με μία ατέλειωτη σειρά.
«Ἐν στενοχωρίαις(:με στενοχώριες)». Ή εννοεί τη στέρηση τροφής και άλλων απαραίτητων αγαθών, ή εννοεί γενικά τις δοκιμασίες. «ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις (:με δαρμούς και μαστιγώσεις που πληγώνουν το σώμα μας, με φυλακίσεις, με καταδιώξεις που δε μας αφήνουν να σταθούμε πουθενά)». Αν και το καθένα από αυτά είναι ανυπόφορο, και η μαστίγωση μόνη, και η φυλάκιση μόνη, και το διώξιμο από παντού, γιατί αυτό σημαίνει «σε ταραχές», όταν όμως έρχονται εναντίον σου όλα και μάλιστα όλα μαζί, σκέψου πόσο μεγάλη ψυχή χρειάζεται.
Έπειτα, μαζί με τα παραπάνω κακά, αναφέρει και τα δικά του· «ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, ἐν ἁγνότητι (:με κόπους, με αγρυπνίες, με στερήσεις φαγητού, με καθαρότητα από κάθε αμαρτία)». Με αυτά υπονοεί την κούραση που δοκίμαζε γυρίζοντας και εργαζόμενος, τις νύχτες που δίδασκε, ή ακόμη και τις νύχτες που εργαζόταν. Και μαζί με όλα αυτά δε σταματούσε να νηστεύει, αν και αυτά ισοδυναμούν με άπειρες νηστείες. «Αγνότητα» εδώ εννοεί ή την εγκράτεια πάλι ή γενικά την καθαρότητα ή το αδωροδόκητο ή την κήρυξη του ευαγγελίου χωρίς κανένα αντάλλαγμα. «ἐν γνώσει (:με γνώση της αλήθειας)». Τι σημαίνει «ἐν γνώσει»; Με σοφία, τη δοσμένη από τον Θεό, που είναι η πραγματική γνώση. Όχι όπως εκείνοι που νομίζουν πως είναι σοφοί και κομπάζουν για τη μόρφωσή τους, υστερούν όμως σε αυτή τη γνώση.
«ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι (:με μακροθυμία, με καλοσύνη)». Είναι και αυτό δείγμα γενναιοψυχίας, να αντιμετωπίζει με ανεκτικότητα όλους τους παροξυσμούς και τα κεντρίσματα. Έπειτα, θέλοντας να δείξει πώς άντεξε, πρόσθεσε: «ἐν Πνεύματι ἁγίῳ(:με αγιασμό και με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος)». Με αυτό, λέει, τα κατορθώνουμε όλα αυτά. Αλλά πρόσεχε πότε ανέφερε την εκ μέρους του αγίου Πνεύματος βοήθεια· όταν ανέφερε όλα τα δικά του. Εγώ όμως νομίζω πως και κάτι άλλο εννοεί με αυτό. Και ποιο είναι αυτό; Ότι υπάρχει μέσα μας πολύ Πνεύμα και αποδεικνύουμε από αυτό την αποστολή μας, από το ότι αξιωθήκαμε να λάβουμε πνευματικά χαρίσματα. Αν και αυτό είναι χάρη, αλλά όμως είναι αίτιος και αυτός που κέρδισε με τα κατορθώματα και τους κόπους του τη χάρη του Θεού. Αν όμως πει κανείς ότι εκτός από τα παραπάνω υπονοεί ότι και στη χάρη του αγίου Πνεύματος δεν παρουσίασε κανένα εμπόδιο, δε θα είναι εσφαλμένη η γνώμη του αυτή. Γιατί όσοι έλαβαν το χάρισμα να μιλούν διάφορες γλώσσες και υπερηφανεύτηκαν γι’ αυτό, κατηγορήθηκαν. Γιατί είναι δυνατό να λάβει κάποιος πνευματικό χάρισμα και να μην το χρησιμοποιήσει σωστά. Εμείς όμως λέγει «δεν πάθαμε κάτι τέτοιο, αλλά αναδειχθήκαμε άψογοι και στα πνευματικά χαρίσματα, δηλαδή στη θεία δωρεά»· «ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ (:με αγάπη πραγματική και ελεύθερη από υποκρισία)».
Αυτό είναι η αιτία όλων των αγαθών, αυτό έδωσε στον Παύλο αυτές τις αρετές, αυτό έκανε να μένει μέσα του το άγιο Πνεύμα, με το οποίο κατόρθωνε τα πάντα· «ἐν λόγῳ ἀληθείας (:με λόγο που κηρύττει την αλήθεια)». Πράγμα που λέγει σε πολλά σημεία, «ενεργήσαμε δηλαδή χωρίς να παραποιούμε ποτέ τον λόγο του Θεού, χωρίς να τον νοθεύουμε»· «ἐν δυνάμει Θεοῦ (:με δύναμη Θεού)». Εκείνο που κάνει συνέχεια, μην αποδίδοντας τίποτα στον εαυτό του, αλλά τα πάντα στον Θεό, που Τον θεωρεί αίτιο όλων των κατορθωμάτων του, αυτό έκανε και εδώ. Επειδή δηλαδή μίλησε για μεγάλα κατορθώματα και είπε πως γνώρισμα του βίου του είναι και απόλυτη αγνότητα και μεγάλη σύνεση, αποδίδει αυτά στον Θεό και στο άγιο Πνεύμα. Γιατί δεν ήταν ασήμαντα αυτά που είπε. Γιατί αν είναι δύσκολο σε έναν που ζει σε απραξία να κατορθώνει να είναι αγνός, σκέψου πόσο μεγάλης ψυχής είναι εκείνος που ταλαιπωρείται από τόσες δοκιμασίες και που έλαμψε με όλες. Αν και δεν υπέμεινε μόνο αυτά, αλλά και πολύ περισσότερα από αυτά, που τα αναφέρει στη συνέχεια.
Και το αξιοθαύμαστο βέβαια είναι, όχι το ότι, αν και ταξίδευε μέσα σε τέτοιαν τρικυμία, παρέμεινε άψογος, ούτε το ότι αντιμετώπισε τα πάντα με γενναιότητα, αλλά το ότι τα αντιμετώπισε όλα με χαρά, τα οποία κάνει φανερά με τα όσα λέγει στη συνέχεια· «διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν (:με τα όπλα τα επιθετικά, που είναι κατάλληλα για την επιβολή της δικαιοσύνης και μοιάζουν με αυτά που έχουν στο δεξί τους χέρι οι στρατιώτες που μάχονται, όπως και με τα όπλα τα αμυντικά, που μοιάζουν με αυτά που έχουν στο αριστερό τους χέρι. Είμαστε δηλαδή πάνοπλοι, και για να υπερασπιστούμε τη δικαιοσύνη και την αλήθεια, και για να δημιουργήσουμε τον θρίαμβό της)»[Β΄Κορ.6,7].
Είδες ψυχικό παράστημα και ρωμαλέο φρόνημα; Γιατί δείχνει ότι οι θλίψεις είναι όπλα, που όχι μόνο δεν καταβάλλονται, αλλά και μας περιφρουρούν και μας κάνουν ισχυρότερους. «Αριστερά όπλα» ονομάζει εκείνα που θεωρούνται λυπηρά· γιατί τέτοια είναι εκείνα που έχουν μισθό. Γιατί όμως τα ονομάζει έτσι; Ή σύμφωνα με τη γνώμη των πολλών ή γιατί πρόσταξε ο Θεός να προσευχόμαστε να μην υποπέσουμε σε πειρασμό. «Διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας (:Αποδεικνύουμε ποιοι είμαστε με τη δόξα που δεχόμαστε από αυτούς που πιστεύουν στο Ευαγγέλιο και με την ατιμία από τους απίστους, με τη δυσφήμηση από τους συκοφάντες μας και με τα εγκώμια και τους επαίνους από τους πιστούς)»[Β΄Κορ.6,8]. Τι λες; Πιστεύεις ότι είναι σπουδαίο να σε επαινούν; «Ναι», ίσως λέγει κάποιος. «Γιατί τέλος πάντων; Το να υποφέρεις περιφρόνηση είναι μεγάλο πράγμα, το να μετάσχεις όμως σε δόξα δε χρειάζεται νεανική ψυχή;». Και βέβαια χρειάζεται νεανική και μάλιστα πολύ μεγάλη, ώστε, απολαμβάνοντας αυτήν, να μη λοξοδρομήσει. Γι’ αυτό εγκρίνει την ατίμωση όπως εγκρίνει και τον έπαινο· καθόσον και στα δύο ήταν το ίδιο λαμπρός. Μα πώς γίνεται ο έπαινος αιτία αρετής; Γιατί οδηγεί πολλούς σε ευσέβεια όταν τιμώνται οι δάσκαλοι. Αυτό είναι και δείγμα αγαθών έργων και δοξάζει τον Θεό. Είναι και αυτό γνώρισμα της σοφίας του Θεού, να βγαίνουν ηθικά διδάγματα από τα αντίθετα πράγματα.
Πρόσεχε δηλαδή. Φυλακίστηκε ο Παύλος; Αυτό ωφέλησε τη διάδοση του λόγου του Θεού. Γι’ αυτό λέει: «Γινώσκειν δὲ ὑμᾶς βούλομαι, ἀδελφοί, ὅτι τὰ κατ᾿ ἐμὲ μᾶλλον εἰς προκοπὴν τοῦ εὐαγγελίου ἐλήλυθεν, ὥστε τοὺς δεσμούς μου φανεροὺς ἐν Χριστῷ γενέσθαι ἐν ὅλῳ τῷ πραιτωρίῳ καὶ τοῖς λοιποῖς πᾶσι, καὶ τοὺς πλείονας τῶν ἀδελφῶν ἐν Κυρίῳ πεποιθότας τοῖς δεσμοῖς μου περισσοτέρως τολμᾶν ἀφόβως τὸν λόγον λαλεῖν(:Θέλω λοιπόν να γνωρίζετε, αδελφοί, ότι εκείνα τα δυσάρεστα που μου συνέβησαν, μάλλον συνετέλεσαν στην πρόοδο της διαδόσεως του Ευαγγελίου. Κι έτσι έγινε φανερό σε όλη τη φρουρά των πραιτοριανών και σε όλους τους άλλους κύκλους των κατοίκων της Ρώμης ότι εξαιτίας της πίστεώς μου και της σχέσεώς μου με τον Χριστό ρίχθηκα στη φυλακή δεμένος. Και οι περισσότεροι απ’ τους αδελφούς ενισχύθηκαν στην πίστη τους προς τον Κύριο και απέκτησαν θάρρος από τα δεσμά και τη φυλάκισή μου, ώστε να έχουν τώρα περισσότερη τόλμη να κηρύττουν άφοβα τον λόγο του Ευαγγελίου)» [Φιλιπ. 1,12-14].
Απολάμβανε και δόξα; Και αυτό τους έκανε πιο πρόθυμους. «Διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας (:Με τη δυσφήμηση από τους συκοφάντες μας και με τα εγκώμια και τους επαίνους από τους πιστούς)». Δεν αντιμετώπισε δηλαδή με γενναιότητα μόνο τις σωματικές ταλαιπωρίες, τις θλίψεις και όσα άλλα ανέφερε, αλλά και όσα επηρεάζουν μονάχα την ψυχή. Γιατί και αυτά συνήθως προξενούν πολλή ταραχή. Ο Ιερεμίας, όπως είναι γνωστό, ενώ αντιμετώπισε πολλούς πειρασμούς, δεν άντεξε στα παθήματα της ψυχής και επειδή τον κατηγορούσαν, έλεγε: «Καὶ εἶπα· οὐ μὴ ὀνομάσω τὸ ὄνομα Κυρίου καὶ οὐ μὴ λαλήσω ἔτι ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ. καὶ ἐγένετο ὡς πῦρ καιόμενον φλέγον ἐν τοῖς ὀστέοις μου, καὶ παρεῖμαι πάντοθεν καὶ οὐ δύναμαι φέρειν(:Και είπα τότε από μέσα μου: ’’Δεν θα αναφέρω άλλη φορά το όνομα του Κυρίου και δεν θα λαλήσω πλέον στο Όνομά Του. Αλλά η σκέψη μου αυτή έγινε σαν πυρκαγιά καιόμενη, φλέγουσα, μέσα στα οστά μου. Παρέλυσα από παντού και δεν μπορώ να υποφέρω αυτήν τη φλόγα)»[Ιερ.20,9].
Και ο Δαβίδ θρηνεί σε πολλά σημεία για τις μομφές που δέχεται από τους άλλους. Και ο Ησαΐας μετά από πολύ λόγο για τις επικρίσεις, ενθαρρύνει και λέγει: «Μὴ φοβεῖσθε ὀνειδισμὸν ἀνθρώπων καὶ τῷ φαυλισμῷ αὐτῶν μὴ ἡττᾶσθε(:Μη φοβάστε τους ονειδισμούς των ανθρώπων και μην καταβάλλεστε από τα περιπαίγματα που σας κάνουν)»[Ησ.51,7]. Και ο Χριστός πάλι έλεγε στους μαθητές Του: «Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ῥῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ. χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν(:Μακάριοι είστε εσείς οι μαθητές μου, όταν σας χλευάσουν οι άνθρωποι και σας καταδιώξουν και εξαιτίας μου πουν κάθε είδους ψεύτικες κακολογίες και κατηγορίες εναντίον σας. Να χαίρεστε και να εκδηλώνετε ζωηρά τη χαρά σας, διότι θα είναι μεγάλη η ανταμοιβή σας στους ουρανούς. Έτσι εξάλλου καταδίωξαν και τους προφήτες που έστειλε ο Θεός πριν από σας)»[Ματθ.5,11-12].
Και αλλού λέγει: «Χάρητε ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ καὶ σκιρτήσατε· ἰδοὺ γὰρ ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τῷ οὐρανῷ· κατὰ τὰ αὐτὰ γὰρ ἐποίουν τοῖς προφήταις οἱ πατέρες αὐτῶν(:Χαρείτε την ημέρα εκείνη και σκιρτήστε από τη μεγάλη σας χαρά. Διότι, ιδού, ο μισθός σας και η ανταμοιβή σας θα είναι μεγάλη στον ουρανό˙ αφού μάλιστα και οι πρόγονοι των σημερινών διωκτών σας τα ίδια έκαναν στους προφήτες, που τίμησε και βράβευσε ο Θεός)» [Λουκ. 6,23]. Δεν θα όριζε τόση μεγάλη αμοιβή, αν ο αγώνας δεν ήταν δύσκολος. Γιατί κατά τα βασανιστήρια το σώμα μοιράζεται με την ψυχή τους πόνους, καθόσον ο πόνος πληγώνει και το σώμα και την ψυχή, ενώ για τις επικρίσεις πονάει μόνο η ψυχή.
Πολλοί λοιπόν λύγισαν με τις επικρίσεις και έχασαν την ψυχή τους. Και ο Ιώβ θεώρησε τις επικρίσεις των φίλων πιο βασανιστικές από τα σκουλήκια και τις πληγές. Γιατί δεν υπάρχει, δεν υπάρχει για τους αγωνιζόμενους τίποτα πιο ανυπόφορο από τα λόγια που μπορούν να πληγώσουν την ψυχή. Γι’ αυτό μαζί με τους κινδύνους και τους κόπους αναφέρει και αυτά λέγοντας: «διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας(:με τη δόξα που δεχόμαστε από αυτούς που πιστεύουν στο Ευαγγέλιο και με την ατίμωσή μας από τους απίστους)». Πολλοί βέβαια από τους Ιουδαίους, από φόβο προς τη γνώμη των πολλών, δε θέλησαν να πιστέψουν. Γιατί φοβόνταν όχι μήπως κολαστούν, αλλά μήπως τους διώξουν από τη συναγωγή. Γι’ αυτό λέγει: «Πώς είναι δυνατόν να έχετε πίστη εσείς, αφού δέχεστε τιμές ο ένας από τον άλλο;». Και μπορούμε να δούμε πολλούς, που δεν λύγισαν από τους βασανισμούς, αλλά νικήθηκαν από τη δόξα. «Ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς (:Παρουσιαζόμαστε ως απατεώνες από τους εχθρούς του Ευαγγελίου, και ως ειλικρινείς από τους πιστούς)». Αυτό σημαίνει «ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι(:ως άγνωστοι εξαιτίας της κοινωνικής ασημότητάς μας, και ως πολύ γνωστοί και σπουδαίοι)». Γιατί άλλοι τους γνώριζαν και τους εκτιμούσαν βαθιά και άλλοι δεν ήθελαν ούτε να τους δουν. «Ὡς ἀποθνῄσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν (:Ως άνθρωποι που κινδυνεύουμε να πεθάνουμε, και όμως, να που ζούμε)»[Β΄Κορ.6,9]. Σαν καταδικασμένοι σε θάνατο και σαν κατάδικοι, πράγμα που ήταν και αυτό κακή φήμη.
Αυτό το έλεγε δείχνοντας και την άπειρη δύναμη του Θεού και τη δική τους υπομονή. «Κατά την άποψη δηλαδή των κακόβουλων, είμαστε νεκροί, όπως όλοι νομίζουν, με τη βοήθεια όμως του Θεού αποφύγαμε τους κινδύνους». Έπειτα παρουσιάζοντας και την αιτία που ο Θεός επιτρέπει αυτά, πρόσθεσε: «ὡς ἀποθνῄσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν (:ως άνθρωποι που κινδυνεύουμε να πεθάνουμε, και όμως, να που ζούμε)», δείχνοντας ότι έχουν μεγάλο κέρδος από τις δοκιμασίες τους πριν από την τελική αμοιβή τους και ότι οι εχθροί τους τούς ωφελούν άθελά τους.
«Ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες(: Εξαιτίας των δοκιμασιών μας αυτών μας νομίζουν βυθισμένους στη λύπη, εμείς όμως πάντοτε χαιρόμαστε)». Οι άλλοι δηλαδή έχουν την εντύπωση ότι έχουμε βαθιά στενοχώρια, εμείς όμως δε δίνουμε σημασία σε αυτούς, αλλά είμαστε πολύ ευχαριστημένοι. Και δεν αρκέστηκε στο «χαρούμενοι», αλλά πρόσθεσε και το «πάντοτε». «Πάντοτε», λέει, «είμαστε χαρούμενοι». Τι λοιπόν θα μπορούσε να εξισωθεί με αυτήν τη ζωή, κατά την οποία, αν και παρουσιάζονται τόσα δεινά, η χαρά γίνεται μεγαλύτερη; «ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες(:Μας θεωρούν φτωχούς, εμείς όμως κάνουμε πολλούς να πλουτίζουν με πνευματικούς και ουράνιους θησαυρούς)». Μερικοί έχουν τη γνώμη πως εδώ εννοεί τον πνευματικό πλούτο. Εγώ θα έλεγα πως εννοεί και τον υλικό. Γιατί είχαν και αυτόν τον πλούτο, αφού- κάτι που είναι πρωτοφανές- ήταν ανοιχτά γι΄αυτούς τα σπίτια όλων. Και το δείχνει αυτό στη συνέχεια λέγοντας: «Ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες(:Δεν έχουμε τίποτε και όμως κατέχουμε τα πάντα)». Μα πώς είναι δυνατό αυτό; Πώς είναι δυνατό το αντίθετο; Όποιος έχει πολλά, δεν έχει τίποτα, και όποιος δεν έχει τίποτα, έχει τα πάντα. Και όχι μόνο εδώ, αλλά και στους άλλους από τα αντίθετα γίνονται τα αντίθετα.
Αν όμως απορείς πώς είναι δυνατό να έχει τα πάντα αυτός που δεν έχει τίποτα, ας πάρουμε σαν παράδειγμα αυτόν τον ίδιο τον Παύλο, που είχε επιρροή σε όλη την οικουμένη και ήταν κύριος όχι μόνο των χρημάτων, αλλά ακόμη και των ματιών πολλών ανθρώπων. «Τίς οὖν ἦν ὁ μακαρισμὸς ὑμῶν; μαρτυρῶ γὰρ ὑμῖν ὅτι εἰ δυνατὸν τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν ἐξορύξαντες ἂν ἐδώκατέ μοι(:Πού είναι λοιπόν ο μακαρισμός σας; Γιατί μαρτυρώ για σας ότι, αν ήταν δυνατόν, τα μάτια σας θα βγάζατε και θα μου τα δίνατε)», λέγει[Γαλ.4,15]. Και τα λέγει αυτά, για να τους διδάξει να μην ενοχλούνται από τις δοξασίες των πολλών, ούτε αν τους αποκαλούν λαοπλάνους, ούτε αν τους περιφρονούν, ούτε αν τους θεωρούν κατάδικους ή και θανατοποινίτες ή ότι έχουν βαθιά στενοχώρια, ή ότι οι χαρούμενοι είναι περίλυποι. Γιατί ούτε οι τυφλοί βλέπουν τον ήλιο, ούτε οι παράφρονες αισθάνονται την ευτυχία των φρονίμων. Γιατί μόνο οι πιστοί έχουν την ικανότητα να κρίνουν σωστά τα πράγματα και δε χαίρουν ούτε λυπούνται για τα ίδια πράγματα με τους άλλους. Και αυτοί λοιπόν, επειδή ξέρουν αυτά που υποφέρουμε, αγνοούν όμως εκείνα για τα οποία τα υποφέρουμε, είναι επόμενο να σκέπτονται μόνο αυτά, βλέποντας βέβαια την πάλη και τους κίνδυνους, χωρίς να γνωρίζουν όμως ακόμη τα έπαθλα και τα στεφάνια και την αιτία των αγώνων.
Ποια είναι λοιπόν όλα εκείνα που κατείχε ο Παύλος, λέγοντας «ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες(:Παρουσιαζόμαστε σαν να μην έχουμε τίποτε, κι όμως κατέχουμε τα πάντα)»; Τα βιοτικά αγαθά και τα πνευματικά αγαθά. Γιατί, εκείνον που οι πόλεις τον δέχονταν σαν άγγελο, για χάρη του οποίου θα έβγαζαν και τα μάτια τους και θα του τα έδιναν, για χάρη του οποίου και τη ζωή τους θα θυσίαζαν, πώς δεν είχε όλα εκείνων; Αν όμως θέλεις να δεις και τα πνευματικά αγαθά, θα δεις ότι και σε αυτά είναι πάρα πολύ πλούσιος. Εκείνος που ήταν φίλος με τον Βασιλιά όλων, ώστε να του εμπιστεύεται και απόρρητα ο Κύριος των αγγέλων, πώς δεν ήταν πιο πλούσιος από όλους και είχε τα πάντα; Αν δεν τα είχε, δεν θα υποτάσσονταν έτσι οι δαίμονες, δεν θα δραπέτευαν έτσι τα πάθη και οι αρρώστιες.
Και εμείς λοιπόν, όταν παθαίνουμε κάτι για τον Χριστό, πρέπει όχι μόνο να το αντιμετωπίζουμε με γενναιότητα, αλλά και να χαιρόμαστε. Και όταν νηστεύουμε, να σκιρτούμε από χαρά σαν να διασκεδάζουμε. Όταν βριζόμαστε, να χορεύουμε σαν να μας επαινούν. Όταν δαπανούμε, να φαινόμαστε σαν να κερδίζουμε. Όταν δίνουμε στους φτωχούς, να νομίζουμε ότι παίρνουμε. Γιατί, εκείνος που δεν δίνει τέτοια διάθεση, δεν θα δώσει εύκολα. Όταν θέλεις λοιπόν να μοιράσεις, μη σκεφτείς μόνο αυτό, ότι δαπανάς, αλλά και ότι κερδίζεις περισσότερα, και αυτό πριν από εκείνο. Και όχι μόνο για την ελεημοσύνη, αλλά και για κάθε αγαθοεργία δεν πρέπει να σκέπτεσαι τις πίκρες του αγώνα, αλλά και τη γλυκύτητα των επάθλων, και προπάντων την αιτία των αγώνων, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Έτσι θα αντιμετωπίσεις εύκολα τους αγώνες και θα ζήσεις ευχάριστα όλη σου τη ζωή.
Γιατί συνήθως τίποτα δεν προσφέρει τόση ευχαρίστηση, όσο η αγαθή συνείδηση. Γι’ αυτό ο Παύλος, αν και καθημερινά κόπιαζε, χαιρόταν και σκιρτούσε από αγαλλίαση, ενώ οι σημερινοί, που ούτε στα όνειρά τους υποφέρουν κάτι από αυτά, θλίβονται και θρηνούν, για κανέναν άλλο λόγο, παρά για το ότι δεν έχουν φιλοσοφημένη σκέψη. Γιατί, πες μου σε παρακαλώ, γιατί θρηνείς; Επειδή είσαι φτωχός και δεν έχεις τα αναγκαία; Λοιπόν γι’ αυτό πρέπει να θρηνείς περισσότερο, όχι γιατί κλαις, όχι γιατί είσαι φτωχός, αλλά γιατί είσαι μικρόψυχος· όχι γιατί δεν έχεις χρήματα, αλλά γιατί δίνεις τόση σημασία στα χρήματα. Κάθε μέρα πέθαινε ο Παύλος και δεν έκλαιγε, αλλά χαιρόταν· κάθε μέρα πάλευε με την πείνα, και δεν πονούσε, αλλά παρουσιαζόταν χαρούμενος.
Εσύ λοιπόν υποφέρεις και χτυπιέσαι γιατί δεν έχεις όλα όσα σου χρειάζονται για να συντηρηθείς ένα χρόνο; «Ναι», λέγει ίσως κάποιος· «γιατί εκείνος μεριμνούσε μόνο για τον εαυτό του, ενώ εγώ φροντίζω για τους υπηρέτες μου, για τα παιδιά μου και τη γυναίκα μου». Μα εκείνος μόνος δεν μεριμνούσε μόνο για τον εαυτό του, αλλά για την οικουμένη ολόκληρη· εσύ μεριμνάς για την οικογένειά σου, ενώ εκείνος για τους φτωχούς των Ιεροσολύμων, που ήταν πάρα πολλοί, για τους φτωχούς της Μακεδονίας, για τους φτωχούς όλης της γης, όχι λιγότερο για εκείνους που δίνουν, από όσο για εκείνους που παίρνουν την ελεημοσύνη. Καθόσον ήταν διπλή η φροντίδα του για όλη την οικουμένη, και να μη στερούνται τα απαραίτητα υλικά αγαθά και να έχουν πνευματικό πλούτο.
Και δεν στενοχωριέσαι τόσο για τα παιδιά σου όταν πεινούν, όσο ο Παύλος για όλα τα προβλήματα των πιστών. Μα γιατί λέγω των πιστών; Δεν του έλειπε η φροντίδα ούτε για τους απίστους, αλλά τόσο πολύ τον βασάνιζε αυτή, ώστε να εύχεται να γίνει ανάθεμα για χάρη αυτών, ενώ εσύ, και αν ακόμα πεινάει αμέτρητα ο κόσμος, δε θα δεχόσουν ποτέ να πεθάνεις για χάρη οποιουδήποτε. Και εσύ βέβαια φροντίζεις για μια γυναίκα, ενώ εκείνος για τις Εκκλησίες όλης της οικουμένης. «Χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπισύστασίς μου ἡ καθ᾿ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν(:Εκτός από τα άλλα που παρέλειψα, με στενοχωρούσε και η καθημερινή πίεση και επίθεση των διωκτών μου, αλλά και η αγωνιώδης φροντίδα μου για όλες τις Εκκλησίες)», λέγει [Β΄Κορ.11,28]. Ως πότε, λοιπόν, θα αστειεύεσαι, άνθρωπε, συγκρίνοντας τον εαυτό σου με τον Παύλο, και δεν θα σταματήσεις αυτήν την τόσο μεγάλη μικροψυχία; Καθόσον πρέπει να κλαίμε όχι όταν είμαστε φτωχοί, αλλά όταν κάνουμε αμαρτίες. Γιατί αυτό είναι αξιοθρήνητο, ενώ τα άλλα είναι για γέλια.
«Δεν με στενοχωρεί αυτό μόνο», λέγει, «αλλά το ότι ο τάδε έχει στα χέρια του εξουσία, ενώ εγώ είμαι ταπεινωμένος και περιφρονημένος». Και τι με αυτό; Γιατί και ο μακάριος Παύλος φαινόταν στους πολλούς ταπεινωμένος και περιφρονημένος. «Μα εκείνος», λέγει ίσως κάποιος, «ήταν Παύλος». Επομένως τη στενοχώρια σου δεν σου την προξενεί η φύση των πραγμάτων, αλλά οι αδυναμίες της ψυχής σου. Μη θρηνείς λοιπόν τη φτώχεια σου, αλλά τον εαυτό σου που βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση· ή καλύτερα μη θρηνείς τον εαυτό σου, αλλά διόρθωνέ τον, και μη ζητάς χρήματα, αλλά εκείνο που μας κάνει πιο χαρούμενους από μυριάδες χρήματα, φιλόσοφη γνώμη και αρετή. Γιατί, όταν υπάρχει αυτή, δεν μπορεί να σε βλάψει καθόλου η φτώχεια, όταν δεν υπάρχει αυτή, δεν υπάρχει κανένα όφελος από τα χρήματα. Γιατί, πες μου, ποιο το όφελος από εκείνους που είναι βέβαια πλούσιοι, αλλά έχουν φτωχές ψυχές; Δεν υποφέρεις εσύ τόσο, όσο εκείνος ο πλούσιος, που δεν έχει τα υπάρχοντα όλων. Και αν δεν κλαίει, όπως εσύ, άνοιξε τη συνείδησή του, και θα δεις θρήνους και κλάματα. Θέλεις να σου δείξω τον δικό σου πλούτο, για να πάψεις να μακαρίζεις εκείνους που έχουν υλικά πλούτη;
Βλέπεις αυτόν τον ουρανό, πόσο είναι όμορφος, πόσο μεγάλος, πόσο ψηλά βρίσκεται; Αυτήν την ομορφιά δεν την απολαμβάνει πιο πολύ από εσένα ο πλούσιος, ούτε θα μπορούσε να σε παραμερίσει και να κάνει δικό του το σύμπαν· γιατί, όπως έγινε για εκείνον, έτσι έγινε και για σένα. Και ο ήλιος επίσης, το χαροποιό και το πιο φωτεινό αυτό αστέρι, που δίνει χαρά στα μάτια μας, δεν είναι κοινός και αυτός σε όλους και όλοι, φτωχοί και πλούσιοι, δεν τον απολαμβάνουν το ίδιο; Και το ωραίο σύνολο των άστρων και ο δίσκος της σελήνης δεν απλώνονται το ίδιο μπροστά σε όλους μας;
Μάλλον όμως, αν επιτρέπεται να πω κάτι το θαυμαστό, εμείς οι φτωχοί τα απολαμβάνουμε περισσότερο από εκείνους. Γιατί εκείνοι είναι συχνά βυθισμένοι στο μεθύσι και περνούν τη ζωή τους μέσα σε γλέντια και σε βαθύ ύπνο, και έτσι δεν τα αισθάνονται, γιατί ζουν κάτω από τις στέγες και στη σκιά, ενώ οι φτωχοί περισσότερο από όλους είναι εκείνοι που απολαμβάνουν τα στοιχεία αυτά. Και αν σκεφτείς και τον αέρα, που είναι διάχυτος παντού, θα βρεις ότι ο φτωχός έχει στη διάθεσή του πιο πολύ και πιο καθαρό. Γιατί οι στρατοκόποι και οι γεωργοί τα χαίρονται αυτά πιο πολύ από τους κατοίκους των πόλεων και από αυτούς πάλι πιο πολύ οι εργαζόμενοι από εκείνους που είναι μεθυσμένοι όλη την ημέρα.
Μα και η γη δεν απλώνεται κοινή σε όλους; «Όχι», λέγει ίσως κάποιος. «Πώς το εννοείς αυτό; Πες μου. Γιατί ο πλούσιος και στην πόλη έχει μεγαλύτερες εκτάσεις και τις φράζει με μακρούς τοίχους, και στην ύπαιθρο ξεχωρίζει για τον εαυτό του μεγάλα κτήματα». Και λοιπόν, επειδή τις ξεχωρίζει, τις χαίρεται μόνο αυτός; Ασφαλώς όχι, όσο και αν ο ίδιος διαφωνεί. Γιατί αναγκάζεται και τους καρπούς να μοιράζει σε πολλούς, και γιατί εσύ του καλλιεργείς το σιτάρι και το κρασί και το λάδι και εσύ τον υπηρετείς παντού. Και μετά από πολλά έξοδα και κόπους και ταλαιπωρίες, παραδίνει σε σένα τη χρήση των περίφρακτων χώρων και παίρνει από σένα λίγα χρήματα για την τόση προσφορά του. Τα ίδια μπορεί να διαπιστώσει κανείς και στα λουτρά και παντού. Οι πλούσιοι ξοδεύουν γι’ αυτά και χρήματα και φροντίδες και κόπους, ενώ οι φτωχοί απολαμβάνουν ελεύθερα, με ασήμαντο ποσό χρημάτων, όλα αυτά. Τίποτα, από όσα υπάρχουν στη γη, δεν απολαμβάνει ο πλούσιος πιο πολύ από σένα. Γιατί δεν έχει εκείνος δέκα στομάχια και εσύ ένα. Αλλά αυτός τρώει πολυτελέστερα φαγητά; Αυτό ασφαλώς δεν είναι σπουδαίο πλεονέκτημα. Αλλά και σε αυτό θα διαπιστώσουμε ότι πλεονεκτείς εσύ. Εσύ βέβαια νομίζεις ότι είναι ζηλευτή η πολυτέλεια αυτή, γιατί δημιουργεί περισσότερες απολαύσεις. Μα και οι απολαύσεις είναι περισσότερες για τον φτωχό, και όχι μόνο οι απολαύσεις, αλλά και η υγεία του. Και τελικά ο πλούσιος πλεονεκτεί μόνο σε αυτό, ότι κάνει το σώμα του πιο αδύναμο και δημιουργεί περισσότερες αιτίες για αρρώστιες. Γιατί για τον φτωχό όλα τακτοποιούνται με φυσική τάξη, ενώ ο πλούσιος καταλήγει, εξαιτίας της υπερβολής, σε φθορά και αρρώστια.
Αν θέλετε, μπορούμε να το δούμε αυτό και με ένα παράδειγμα. Αν δηλαδή θελήσουμε να ανάψουμε ένα καμίνι και ο ένας χρησιμοποιεί για προσάναμμα μεταξωτά φορέματα και πάμπολλα λεπτά υφάσματα και το ανάβει με αυτά, ενώ ο άλλος χρησιμοποιεί ξύλα από βελανιδιά και από πεύκο, τι παραπάνω κέρδισε ο πρώτος από τον δεύτερο; Τίποτα. Μάλλον έχασε. Και τι; Αν ο ένας χρησιμοποιήσει ξύλα και ο άλλος σώματα (γιατί δεν εμποδίζει τίποτα να αντιστρέψουμε το παράδειγμα), σε ποιο καμίνι θα πήγαινες πιο ευχάριστα, σε εκείνο με τα ξύλα ή σε εκείνο με τα σώματα; Είναι ολοφάνερο πως θα πήγαινες στο πρώτο. Γιατί αυτό ανάβει με φυσικό τρόπο και είναι θέαμα ευχάριστο σε όσους το βλέπουν, ενώ το άλλο θα τους έδιωχνε όλους με την τσίκνα και τη βρώμα και τον καπνό και τη δυσοσμία των οστών.
Έφριξες που το άκουσες και σιχάθηκες το καμίνι; Τέτοια είναι τα στομάχια των πλουσίων. Γιατί θα βρει κανείς πιο πολλή σαπίλα σε αυτά παρά στο καμίνι εκείνο, καθώς και δύσοσμες αναπνοές και βρωμερές αφοδεύσεις, επειδή σε ολόκληρο το σώμα τους, σε κάθε μόριό τους, υπάρχει αρκετό περίσσευμα, που δεν χωνεύτηκε. Επειδή δηλαδή δεν είναι αρκετή η φυσική θερμοκρασία να τα καταναλώσεις όλα, συσσωρεύονται όλα και καπνίζονται και προξενούν μεγάλη αηδία. Με τι θα σύγκρινε λοιπόν κανείς τα στομάχια τους; Σας παρακαλώ, μην δυσανασχετείτε από τα λόγια μου, αλλά ελέγξετέ με αν δεν λέγω σωστά πράγματα. Με τι θα μπορούσε λοιπόν να τα συγκρίνει κανείς; Γιατί όσα είπα, δεν είναι αρκετά να δείξουν την αθλιότητά τους.
Ήρθε στον νου μου και μια άλλη παρομοίωση. Ποια; Όπως στους υπονόμους, που δημιουργούνται πολλοί σωροί από κοπριά, χόρτα, άχυρα, πέτρες, πηλό, με αποτέλεσμα να φράζουν οι υπόνομοι και να ξεχειλίζει ο βόρβορος, έτσι συμβαίνει και με τα στομάχια τους. Επειδή φράσσονται κάτω, ξεχειλίζουν επάνω τα περισσότερα από τα σιχαμένα αυτά υγρά. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τους φτωχούς, αλλά όπως οι πηγές που βγάζουν καθαρά τρεχούμενα νερά και ποτίζουν κήπους και κατάφυτα χωράφια, έτσι και τα στομάχια τους δεν έχουν τέτοια περισσεύματα. Των πλουσίων και προπάντων των καλοφαγάδων τα στομάχια δεν είναι τέτοια, αλλά είναι γεμάτα με χυμούς, φλέματα, χολή, σάπιο αίμα, σαπισμένα υγρά και άλλα παρόμοια. Γι’ αυτό αν κάποιος ζει συνέχεια μέσα στην ασωτία, δεν θα αντέξει πολύ, αλλά θα ζήσει μέσα σε ατέλειωτες αρρώστιες.
Γι’ αυτό ευχαρίστως θα τους ρωτούσα, γιατί υπάρχουν τα φαγητά; Για να μας θρέφουν ή για να μας καταστρέφουν; Για να χάνουμε την υγεία μας ή για να τη διατηρούμε; Για να χάνουμε τις δυνάμεις μας ή για να τις ενισχύουμε; Είναι ολοφάνερο ότι τα έχουμε για να μας θρέφουν, για να διατηρούν την υγεία μας και τη δύναμή μας. Γιατί λοιπόν τα χρησιμοποιείτε ανάποδα και δημιουργείτε έτσι στο σώμα αρρώστιες και αδυναμία; Ο φτωχός δεν τα χρησιμοποιεί έτσι, αλλά παίρνει σαν αντάλλαγμα της λιτής τροφής του την υγεία και την ευρωστία και τη δύναμη. Μην κλαις λοιπόν, αλλά να χαίρεσαι για τη φτώχεια, που είναι μητέρα της υγείας. Κι αν θέλεις να είσαι πλούσιος, περιφρόνησε τον πλούτο. Γιατί πλούτος δεν είναι το να έχεις χρήματα, αλλά το να μην έχεις ανάγκη από τα χρήματα.
Αν το κατορθώσουμε αυτό, και σε αυτή τη ζωή θα είμαστε πιο εύποροι από όλους τους πλούσιους και στην άλλη ζωή θα κερδίσουμε τα αιώνια αγαθά, τα οποία εύχομαι να τα κερδίσουμε όλοι μας, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στον οποίο μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα, ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ii-ad-corinthios.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Εβραίους επιστολήν , πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 19, ομιλία ΙΒ΄(κατ΄επιλογήν), σελίδες 324-354.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Ματθ.25,14-30]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ
Εάν στον ευαγγελιστή Λουκά εκτίθεται με άλλον τρόπο η παραβολή των ταλάντων[Λουκ. 19,12-21], πρέπει να λεχθεί ως απάντηση το εξής, ότι άλλη είναι η παραβολή αυτή και άλλη εκείνη· διότι σε εκείνη μεν από το ίδιο κεφάλαιο προήλθαν διάφορα έσοδα· διότι από ένα χρυσό νόμισμα των εκατό δραχμών(μία «μνᾶ») ο μεν ένας παρουσίασε πέντε, ενώ ο άλλος δέκα, και γι’ αυτό και δεν αμείφτηκαν κατά τον ίδιο τρόπο. Εδώ όμως συνέβη το αντίθετο, γι’ αυτό και η βράβευση ήταν ίση· διότι εκείνος που έλαβε δύο τάλαντα, έδωσε δύο, και εκείνος που έλαβε τα πέντε τάλαντα πάλι το ίδιο. Ενώ εκεί, επειδή υπό τις ίδιες προϋποθέσεις ο μεν ένας παρουσίασε περισσότερα, ενώ ο άλλος λιγότερα έσοδα, ορθώς και στα έπαθλα δεν τιμώνται και οι δύο εξίσου.
Πρόσεξε επίσης ότι παντού δεν απαιτεί αμέσως αυτά που τους εμπιστεύθηκε. Διότι στην παραβολή του αμπελώνα[βλ. Ματθ.21,33: «Ἄλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν(:Άλλη παραβολή ακούστε: Ήταν κάποιος νοικοκύρης (:ο Θεός δηλαδή), ο οποίος φύτεψε αμπέλι (:δηλαδή το ιουδαϊκό έθνος). Κι έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα γι’ αυτό. Έβαλε δηλαδή τριγύρω του φράκτη κι έσκαψε μέσα σε αυτό πατητήρι, έκτισε πύργο για να μένουν οι φύλακες και εργάτες, και το εμπιστεύθηκε σε γεωργούς (:στους αρχιερείς και στους άρχοντες του λαού), και αναχώρησε σε άλλη χώρα)»], αφού τον παρέδωσε στους γεωργούς, αποδήμησε· και στη σημερινή παραβολή των ταλάντων εμπιστεύθηκε τα τάλαντα και αποδήμησε, για να μάθεις τη μακροθυμία Του.
Εγώ πάλι νομίζω ότι λέγοντας αυτά υπαινίσσεται και την Ανάσταση. Μόνο που εδώ δεν αναφέρονται πλέον γεωργοί και αμπελώνας, αλλά όλοι είναι εργάτες· διότι δεν αναφέρεται μόνο στους άρχοντες, ούτε στους Ιουδαίους, αλλά σε όλους. Και εκείνοι μεν που προσφέρουν, ομολογούν με ευγνωμοσύνη και τα δικά τους αλλά και όσα τους έδωσε ο δεσπότης. Έτσι ο μεν ένας λέγει: «Κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας(:Κύριε, πέντε τάλαντα μου παρέδωσες)»,ο δε άλλος λέγει:«Κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας(:‘’Κύριε, δύο τάλαντα μου παρέδωσες)», δείχνοντας ότι από Εκείνον έλαβαν το κεφάλαιο της εργασίας τους και Του αναγνωρίζουν μεγάλη χάρη και αποδίδουν το παν σε Αυτόν. Τι λέγει λοιπόν ο δεσπότης; «Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ!(:Πολύ καλά, δούλε καλέ και πιστέ!)»-διότι αυτό είναι γνώρισμα του αγαθού, το να βλέπει στον πλησίον– «ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου (:Σε λίγα ήσουν πιστός, σε πολλά θα σε εγκαταστήσω. Μπες μέσα για να απολαύσεις την ίδια χαρά με τον κύριό σου. Αφού φάνηκες πιστός στα πέντε τάλαντα, έλα να γίνεις συγκυρίαρχος στη μεγάλη περιουσία μου. Έλα να απολαύσεις την απεριόριστη μακαριότητα του ουρανού)», δηλώνοντας με την απάντηση αυτήν όλη τη μακαριότητα.
Δεν ομιλεί όμως και ο άλλος έτσι, αλλά πώς; «Κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἀνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ·ἴδε ἔχεις τὸ σόν(:Κύριε, σε κατάλαβα ότι είσαι άνθρωπος σκληρός· διότι θερίζεις εκεί που δεν έσπειρες και μαζεύεις στην αποθήκη σου από εκεί που δεν σκόρπισες και δεν λίχνισες τον αλωνισμένο καρπό. Και επειδή φοβήθηκα, πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου μέσα στη γη. Ορίστε, έχεις το χρήμα σου)»[Ματθ.25,24-25]. Τι του απαντά λοιπόν ο δεσπότης; «Ἒδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις (:Έπρεπε λοιπόν εσύ να καταθέσεις το χρήμα μου στους τραπεζίτες)», δηλαδή, έπρεπε να ομιλήσει, να παραινέσει, να συμβουλεύσει. Αλλά δεν πείθονται όσοι ακούνε αυτά που τους συμβουλεύεις; Αυτό δεν αφορά εσένα. Τι θα μπορούσε να γίνει περισσότερο λογικό από αυτό;
Οι άνθρωποι όμως δεν κάνουν έτσι, αλλά καθιστούν υπεύθυνο του απαιτούμενου εισοδήματος τον ίδιο τον δανειστή τους. Αυτός όμως δεν ενεργεί έτσι, αλλά λέγει ότι «εσύ έπρεπε να πληρώσεις και να μου επιστρέψεις το απαιτούμενο κέρδος». «Καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ(:κι όταν θα ερχόμουν εγώ, θα έπαιρνα με τόκο αυτό που μου ανήκει)»· ως «τόκο» εννοεί την επίδειξη των έργων. «Εσύ έπρεπε να κάνεις το ευκολότερο και να αφήσεις το δυσκολότερο σε εμένα». Επειδή λοιπόν δεν έκανε αυτό, λέγει: «ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα. τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ(:Πάρτε λοιπόν απ’ αυτόν το τάλαντο και δώστε το σε εκείνον που έχει τα δέκα τάλαντα· διότι σε καθέναν που έχει και αύξησε με επιμέλεια και ζήλο εκείνο που του δόθηκε, θα του δοθούν κι άλλα και θα έχει και περίσσευμα. Από εκείνον όμως που του δόθηκαν χαρίσματα αλλά τα παραμέλησε και δεν τα εργάστηκε ώστε να έχει κι αυτός κάτι με τη δική του εργασία, θα του πάρουν κι αυτό το λίγο που του δόθηκε και το άφησε ακαλλιέργητο)»[Ματθ.25,28-29].
Τι σημαίνει λοιπόν αυτό; Εκείνος που έχει το χάρισμα του λόγου και της διδασκαλίας για να ωφελεί και δεν χρησιμοποιεί το χάρισμά του, θα χάσει και το χάρισμα· ενώ εκείνος που καταβάλλει προσπάθεια, θα δεχθεί περισσότερη δωρεά· όπως εκείνος που χάνει και αυτό που έχει λάβει. Δεν περιορίζεται όμως μόνο μέχρι εδώ η ζημία για εκείνον ο οποίος δεν εργάζεται, αλλά τον αναμένει και ανυπόφορη τιμωρία και μαζί με την τιμωρία και η απόφαση η οποία είναι γεμάτη με βαριά κατηγορία. Διότι λέγει: «Καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων(:Και τον άχρηστο δούλο βγάλτε τον από εδώ και ρίξτε τον στο πιο απομακρυσμένο από τη βασιλεία μου και απομονωμένο σκοτάδι. Εκεί οι άνθρωποι θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους)»[Ματθ.25,30]. Είδες ότι δεν τιμωρείται μόνο εκείνος που αρπάζει και είναι πλεονέκτης, ούτε εκείνος που προκαλεί κακά, αλλά τιμωρείται με την εσχάτη τιμωρία και εκείνος που δεν κάνει αγαθές πράξεις.
Ας ακούσουμε λοιπόν τα λόγια αυτά. Όσο είναι καιρός ας επιληφθούμε τη σωτηρία μας, ας πάρουμε λάδι στις λαμπάδες, ας καλλιεργήσουμε το τάλαντο· διότι εάν ολιγωρήσουμε και εάν διερχόμαστε τον χρόνο μας εδώ χωρίς να εργαζόμαστε, δεν θα μας ελεήσει κανείς εκεί, έστω και αν χύσουμε μύρια δάκρυα. Κατηγόρησε τον εαυτό του και εκείνος που είχε βρωμερά ενδύματα, αλλά δεν ωφέλησε τίποτε. Επέστρεψε και ό,τι του εμπιστεύθηκε και εκείνος που έλαβε το ένα τάλαντο, και όμως καταδικάστηκε. Παρακάλεσαν και οι πέντε μωρές παρθένοι και προσήλθαν και έκρουσαν τη θύρα αλλά όμως όλα απέβησαν μάταια .
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας προσφέρουμε και χρήματα και προθυμία και προστασία και όλα για την ωφέλεια του πλησίον· διότι ως «τάλαντα» εδώ εννοείται η δύναμη του καθενός, είτε σε προστασία, είτε σε χρήματα, είτε σε διδασκαλία, είτε σε οποιοδήποτε παρόμοιο πράγμα. Ας μην προφασίζεται κανείς ότι «ένα μόνο τάλαντο έχω και δεν μπορώ να κάνω τίποτε»· διότι μπορείς και με ένα να προκόψεις. Διότι δεν είσαι πτωχότερος από εκείνη τη χήρα[Μαρκ.12,42: «Καὶ πολλοὶ πλούσιοι ἔβαλλον πολλά· καὶ ἐλθοῦσα μία χήρα πτωχὴ ἔβαλε λεπτὰ δύο, ὅ ἐστι κοδράντης καὶ προσκαλεσάμενος τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πάντων ἔβαλε τῶν βαλλόντων εἰς τὸ γαζοφυλάκιον· πάντες γὰρ ἐκ τοῦ περισσεύοντος αὐτοῖς ἔβαλον· αὕτη δὲ ἐκ τῆς ὑστερήσεως αὐτῆς πάντα ὅσα εἶχεν ἔβαλεν, ὅλον τὸν βίον αὐτῆς (:Και πολλοί πλούσιοι έριχναν πολλά χρήματα στο ειδικό κουτί για τους φτωχούς. Ήλθε και μια φτωχή χήρα και έριξε δύο λεπτά, δηλαδή έναν κοδράντη. Κάλεσε τότε ο Ιησούς τους μαθητές Του και τους είπε: ‘’Αληθινά σας λέω ότι η φτωχή αυτή χήρα έριξε περισσότερα απ’ όλους αυτούς που ρίχνουν χρήματα στο θησαυροφυλάκιο· διότι όλοι αυτοί έριξαν απ’ το περίσσευμά τους. Αυτή όμως έριξε από το υστέρημά της και από την τέλεια φτώχειά της όλα όσα είχε, όλη την περιουσία της’’)»].
Ούτε είσαι περισσότερο φτωχός και ακαλλιέργητος από τον Πέτρο και τον Ιωάννη[βλ. Πράξ.3,6: «Εἶπε δὲ Πέτρος· ἀργύριον καὶ χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι· ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι· ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγειρε καὶ περιπάτει (:Αλλά ο Πέτρος του είπε: ‘’Ούτε ασημένια ούτε χρυσά νομίσματα έχω. Εκείνο όμως που έχω, αυτό και σου δίνω. Με τη δύναμη που δίνει η επίκληση με πίστη του ονόματος του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω όρθιος και περπάτα’’)»], οι οποίοι και άπειροι ήσαν και αγράμματοι, αλλά όμως επειδή έδειξαν προθυμία και έκαναν τα πάντα για το κοινό συμφέρον, κέρδισαν τους ουρανούς· διότι τίποτε δεν αγαπά ο Θεός τόσο, όσο το να ζούμε εξυπηρετώντας τους πάντες.
Γι’ αυτό μας έδωσε ο Θεός τον λόγο και τα χέρια και τα πόδια και τη σωματική δύναμη και τον νου και τη φρόνηση, για να τα χρησιμοποιήσουμε όλα αυτά και για τη δική μας σωτηρία, αλλά και για την ωφέλεια του πλησίον· διότι ο λόγος δεν είναι χρήσιμος μόνο για να υμνούμε και να ευχαριστούμε, αλλά είναι χρήσιμος και στο να διδάσκουμε και να παραινούμε. Και εάν μεν τον χρησιμοποιήσουμε για αυτόν τον σκοπό, μιμούμαστε τον Δεσπότη· εάν όμως για τα αντίθετα, τότε μιμούμαστε τον διάβολο.
Διότι και ο Πέτρος, όταν μεν ομολόγησε τον Χριστό, μακαρίστηκε επειδή ομολόγησε τα λόγια του Πατρός[Ματθ.16,16-18: «Ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σάρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ᾿ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς(:Ο Σίμων Πέτρος τότε του αποκρίθηκε: ‘’Εσύ είσαι ο Χριστός, ο φυσικός και μονογενής Υιός του Θεού, που δεν είναι νεκρός όπως τα είδωλα, αλλά ζει παντοτινά”. Τότε του αποκρίθηκε ο Ιησούς: “Μακάριος και ευτυχισμένος είσαι, Σίμων, γιε του Ιωνά, διότι την αλήθεια αυτή της ορθής πίστεως δεν σου τη φανέρωσε κανείς άνθρωπος, αλλά ο Πατέρας μου που είναι στους ουρανούς. Κι εγώ λοιπόν σου λέω ότι εσύ είσαι Πέτρος, και επάνω στο βράχο της αληθινής πίστεως που ομολόγησες, κι έγινες με την ομολογία σου αυτή ο πρώτος λίθος της πνευματικής μου οικοδομής, θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου. Και ο θάνατος και οι οργανωμένες δυνάμεις του κακού δεν θα υπερισχύσουν και δεν θα νικήσουν την Εκκλησία, η οποία θα είναι αιώνια και αθάνατη”)»].
Αντίθετα, όταν παρακαλούσε τον Κύριο να αποφύγει τη σταύρωση, επιτιμήθηκε πολύ, διότι φρονούσε εκείνα που αρέσουν στον διάβολο[Ματθ.16,22-23:«Καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ λέγων· ἵλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο. ὁ δὲ στραφεὶς εἶπε τῷ Πέτρῳ· ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων(:Τότε ο Πέτρος, αφού Τον πήρε ιδιαιτέρως, άρχισε ζωηρά να Τον προτρέπει και να Του λέει: ‘’Ο Θεός να σε φυλάξει απ’ αυτό, Κύριε. Δεν πρέπει να συμβεί αυτό που είπες σε σένα τον Μεσσία”. Ο Κύριος όμως στράφηκε στον Πέτρο και του είπε: ‘’Πήγαινε πίσω μου και φύγε από μπροστά μου, σατανά˙ μου είσαι εμπόδιο στον δρόμο του καθήκοντός μου και πειρασμός. Διότι δεν φρονείς εκείνα που αρέσουν στον Θεό, αλλά εκείνα που αρέσουν στους ανθρώπους’’)»]. Και εάν στην περίπτωση εκείνη, που αυτό που ειπώθηκε από τον Πέτρο ήταν συνέπεια άγνοιας, τόση ήταν η κατηγορία, ποια συγνώμη θα έχουμε, όταν αμαρτάνουμε τόσο πολύ με τη θέλησή μας;
Ας ομιλούμε λοιπόν έτσι, ώστε από την ομιλία μας να γίνονται φανερά τα λόγια του Χριστού. Διότι δεν λέγω τα λόγια του Χριστού εάν πω μονάχα: «Ἀργύριον καὶ χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι· ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι· ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγειρε καὶ περιπάτει(:Ούτε ασημένια ούτε χρυσά νομίσματα έχω. Εκείνο όμως που έχω, αυτό και σου δίνω. Με τη δύναμη που δίνει η επίκληση με πίστη του ονόματος του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω όρθιος και περπάτα’’)»[Πράξ.3,6], ούτε αν πω «Ταβιθά, ἀνάστηθι(:Ταβιθά, σήκω)»[Πράξ.9,40]. Αλλά πολύ περισσότερο, όταν ενώ υβρίζομαι, ευλογώ, ενώ απειλούμαι, προσεύχομαι υπέρ εκείνου που με απειλεί[Ματθ.5,44: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς(:Εγώ όμως σας λέω να αγαπάτε τους εχθρούς σας, να εύχεσθε στο Θεό το καλό γι’ αυτούς που σας καταριούνται, να ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν και να προσεύχεσθε για χάρη εκείνων που σας μεταχειρίζονται υβριστικά και περιφρονητικά και σας καταδιώκουν άδικα, ακόμη κι όταν ο διωγμός τους αυτός σας γίνεται για τις θρησκευτικές σας πεποιθήσεις)»].
Άλλοτε μεν λοιπόν έλεγα ότι η γλώσσα μας είναι χέρι το οποίο ψαύει τα πόδια του Θεού· τώρα όμως με πολλή επίταση λέγω ότι η γλώσσα μας είναι γλώσσα, η οποία μιμείται τη γλώσσα του Χριστού, όταν επιδεικνύει την πρέπουσα προσοχή, όταν ομιλούμε όσα Εκείνος θέλει. Ποια λοιπόν είναι αυτά που Εκείνος θέλει να ομιλούμε; Είναι τα γεμάτα επιείκεια και πραότητα λόγια. Όπως λοιπόν ομιλούσε και Εκείνος, λέγοντας προς όσους Τον ύβριζαν: «Ἦλθε γὰρ Ἰωάννης μήτε ἐσθίων μήτε πίνων, καὶ λέγουσι· δαιμόνιον ἔχει ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐσθίων καὶ πίνων, καὶ λέγουσιν· ἰδοὺ ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης, τελωνῶν φίλος καὶ ἁμαρτωλῶν. καὶ ἐδικαιώθη ἡ σοφία ἀπὸ τῶν τέκνων αὐτῆς! (: Οι άνθρωποι της γενιάς αυτής είναι δύστροποι και δεν μπορεί κανείς να τους βρει πουθενά. Διότι ήλθε ο Ιωάννης, ο οποίος ούτε έτρωγε ούτε έπινε όπως οι άλλοι άνθρωποι, αλλά ζούσε ασκητικά, και είπαν γι’ αυτόν: ‘’Είναι ακοινώνητος και μελαγχολικός και έχει μέσα του δαιμόνιο’’. Ήλθε ο υιός του ανθρώπου, που τρώει και πίνει ως εγκρατής αλλά κοινωνικός άνθρωπος, και λένε: ‘’Να ένας άνθρωπος φαγάς και οινοπότης, φίλος των τελωνών και των αμαρτωλών’’. Κι έτσι θαυμάσθηκε η θεία σοφία επειδή είναι δίκαιη και εργάσθηκε σοφά για τη σωτηρία των ανθρώπων όχι από όλους, όπως θα έπρεπε, αλλά μόνο απ’ τους ανθρώπους που είναι πραγματικά συνετοί κι έχουν πνεύμα σοφίας)»[Ματθ.11,18-19], και αλλού: «Ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περὶ τοῦ κακοῦ· εἰ δὲ καλῶς, τί με δέρεις;(:Του αποκρίθηκε ο Ιησούς: ’’Εάν είπα κάτι κακό, απόδειξε ενώπιον του δικαστηρίου με κανονική μαρτυρία ποιο ήταν αυτό το κακό. Εάν όμως μίλησα καλά, γιατί με χτυπάς;’’)» [Ιω.18,23], εάν έτσι ομιλείς και εσύ, εάν ομιλείς αποβλέποντας στη διόρθωση του πλησίον, έχεις γλώσσα η οποία ομοιάζει προς Εκείνη.
Και αυτά τα λέγει ο ίδιος ο Θεός· διότι λέγει: «Διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἐὰν ἐπιστρέψῃς, καὶ ἀποκαταστήσω σε, καὶ πρὸ προσώπου μου στήσῃ· καὶ ἐὰν ἐξαγάγῃς τίμιον ἀπὸ ἀναξίου, ὡς τὸ στόμα μου ἔσῃ· καὶ ἀναστρέψουσιν αὐτοὶ πρὸς σέ, καὶ σὺ οὐκ ἀναστρέψεις πρός αὐτούς(:Για τον λόγο αυτόν αυτά λέει ο Κύριος προς τον προφήτη: ’’Εάν επιστρέψεις προς εμένα με πίστη και ειλικρίνεια, θα σε αποκαταστήσω στην πρότερη θέση σου και θα σου δώσω το δικαίωμα με θάρρος να στέκεις ενώπιόν μου. Εάν ξεχωρίσεις τον αληθινό και τίμιο λόγο μου από τον ανάξιο και ψευδή, θα είσαι εσύ σαν το δικό μου στόμα, και τότε θα επιστρέψουν οι άλλοι προς εσένα, εσύ όμως δε θα επιστρέψεις προς αυτούς’’)»[Ιερ.15,19].
Όταν λοιπόν η γλώσσα σου είναι όπως η γλώσσα του Χριστού, και το στόμα σου γίνει στόμα του Πατρός, και είσαι ναός του Αγίου Πνεύματος, ποια τιμή θα μπορούσε να γίνει ισάξια προς αυτήν; Διότι ούτε εάν το στόμα σου ήταν κατασκευασμένο από χρυσάφι, ούτε αν ήταν από πολύτιμους λίθους, θα έλαμπε τόσο, όπως τώρα, φωτιζόμενο από τον κόσμο της επιείκειας. Διότι, τι είναι πιο ποθητό από ένα στόμα που δεν ξέρει να υβρίζει, αλλά έχει μάθει να ευλογεί και ομιλεί χρηστά; Εάν όμως δεν ανέχεσαι να ευλογείς εκείνον που σε καταριέται, σώπα, και αυτό κάνε το στην αρχή. Έπειτα βαδίζοντας στην οδό και προσέχοντας όπως πρέπει, θα φτάσεις και σε εκείνο και θα αποκτήσεις στόμα τέτοιο που είπαμε.
Και μη νομίσεις πως είναι τολμηρό αυτό που είπα· διότι ο Δεσπότης είναι φιλάνθρωπος και αυτό θα σου δοθεί σαν δώρο της αγαθότητάς Του. Τολμηρό είναι να έχει στόμα που να ομοιάζει τον διάβολο, να έχει γλώσσα όμοια προς πονηρό δαίμονα, ιδιαίτερα μάλιστα εκείνος ο οποίος συμμετέχει σε τόσο μεγάλα μυστήρια και κοινωνεί την ίδια τη σάρκα του Δεσπότου. Αναλογιζόμενος λοιπόν αυτά, γίνε όπως ταιριάζει σε Εκείνον όσο μπορείς. Όταν λοιπόν γίνεις τέτοιος, δε θα μπορέσει ο διάβολος πλέον να σε δει κατά πρόσωπο. Διότι διακρίνει τον χαρακτήρα τον βασιλικό· γνωρίζει τα όπλα του Χριστού, με τα οποία ηττήθηκε. Και ποια είναι αυτά; Η επιείκεια και η πραότητα· διότι όταν κατά τους πειρασμούς τον ξέσχισε ο Κύριος στο όρος και τον εξέπληξε[βλ.Ματθ.4,1-11], δεν ήταν γνωστό ότι ήταν Χριστός, αλλά τον έδιωξε με τα λόγια μόνο, τον νίκησε με την επιείκεια, τον κατατρόπωσε με την πραότητα.
Αυτό κάνε και εσύ. Όταν δεις άνθρωπο ο οποίος έγινε διάβολος και σε πλησιάζει, έτσι νίκησέ τον και εσύ. Σου έδωσε ο Χριστός τη δύναμη να του μοιάσεις όσο εξαρτάται από εσένα. Μη φοβηθείς ακούγοντας αυτό. Φόβος είναι να μη γίνεις όπως Εκείνος. Μίλα λοιπόν όπως Εκείνος και έγινες ως προς αυτό τέτοιος που είναι Εκείνος, όσο μπορεί κανένας άνθρωπος να γίνει. Για τον λόγο αυτόν είναι ανώτερος εκείνος που ομιλεί έτσι, δηλαδή με επιείκεια και πραότητα απέναντι σε όλους, παρά εκείνος που προφητεύει. Διότι η μεν προφητεία ολόκληρη είναι χάρισμα· εδώ όμως χρειάζεται και κόπος δικός σου και ιδρώτας. Δίδαξε την ψυχή σου να σου διαπλάσει το στόμα έτσι που να μοιάζει το στόμα του Χριστού. Διότι μπορεί να δημιουργήσει τέτοια, εάν θέλει. Γνωρίζει τον τρόπο, εάν ο άνθρωπος αυτός δεν είναι ράθυμος. «Και πώς διαπλάθεται ένα τέτοιο στόμα;», ίσως ρωτήσει κάποιος. «Με ποια χρώματα; Με ποιο υλικό;». Με κανένα υλικό βέβαια και χρώμα, παρά μόνο με αρετή και επιείκεια και ταπεινοφροσύνη.
Ας δούμε πώς διαπλάθεται και το στόμα του διαβόλου, για να μην κατασκευάσουμε ποτέ εκείνο. Πώς πλάσσεται λοιπόν; Με κατάρες, με ύβρεις, με βασκανίες, με επιορκίες· διότι όταν κάποιος χρησιμοποιεί τα δικά λόγια του αντικείμενου, λαμβάνει και τη γλώσσα του. Ποια λοιπόν συγχώρηση θα έχουμε, ή μάλλον ποια τιμωρία δε θα υποστούμε, όταν επιτρέπουμε στη γλώσσα, με την οποία αξιωθήκαμε να γευθούμε τη σάρκα του Δεσπότη, να χρησιμοποιεί λόγια του διαβόλου; Ας μην της επιτρέψουμε λοιπόν, αλλά ας καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια να την εκπαιδεύσουμε να μιμείται τον Δεσπότη της· διότι αν την διδάξουμε αυτό, με πολλή παρρησία θα μας τοποθετήσει στο βήμα του Χριστού. Εάν κανείς δεν γνωρίζει να ομιλεί έτσι, ούτε ο δικαστής θα τον ακούσει· διότι όπως, όταν συμβεί να είναι Ρωμαίος ο δικαστής, δε θα ακούσει εκείνον που απολογείται και δεν γνωρίζει να ομιλεί ρωμαϊκά, έτσι και ο Χριστός, αν δεν ομιλείς με τον δικό Του τρόπο, δεν θα σε ακούσει, ούτε θα σε προσέξει.
Ας μάθουμε λοιπόν να ομιλούμε έτσι, όπως συνήθισε να ακούει ο βασιλιάς ο δικός μας· ας προσπαθήσουμε να μιμούμαστε τη γλώσσα εκείνη. Και αν βρεθείς σε πένθος, πρόσεχε να μη σου διαστρεβλώσει το στόμα η μεγάλη λύπη, αλλά να ομιλήσεις όπως ο Χριστός· διότι πένθησε και Αυτός τον Λάζαρο[Ιω.11,33-35: «Ἰησοῦς οὖν ὡς εἶδεν αὐτὴν κλαίουσαν καὶ τοὺς συνελθόντας αὐτῇ Ἰουδαίους κλαίοντας, ἐνεβριμήσατο τῷ πνεύματι καὶ ἐτάραξεν ἑαυτόν, καὶ εἶπε· ποῦ τεθείκατε αὐτόν; λέγουσιν αὐτῷ· Κύριε, ἔρχου καὶ ἴδε. ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς(:Ο Ιησούς λοιπόν, όταν την είδε να κλαίει, και μαζί της να κλαίνε και οι Ιουδαίοι που είχαν έλθει πίσω της, συγκράτησε με δριμύτητα το συναίσθημα της βαθιάς λύπης μέσα στην ψυχή Του και αντέδρασε έντονα για να επιβληθεί σε αυτό. Και με φωνή ήρεμη, που δεν διακοπτόταν από λυγμούς, είπε: ‘’Πού τον έχετε βάλει;’’. Όσοι ήταν εκεί του είπαν: ‘’Κύριε, έλα να δεις’’. Και καθώς πήγαινε στον τάφο, δάκρυσε ο Ιησούς από συμπάθεια για τη θλίψη των δύο αδελφών)» και τον Ιούδα.
Αν βρεθείς σε φόβο, φρόντισε πάλι να ομιλήσεις όπως Εκείνος· διότι βρέθηκε και Αυτός σε φόβο για εσένα κατ’ οικονομίαν. Πες και εσύ: «Πάτερ, εἰ βούλει παρενεγκεῖν τοῦτο τὸ ποτήριον ἀπ᾿ ἐμοῦ· πλὴν μὴ τὸ θέλημά μου, ἀλλὰ τὸ σὸν γινέσθω(:Πάτερ, εάν είναι θέλημά Σου να απομακρύνεις το ποτήριο αυτό του θανάτου από Εμένα, απομάκρυνέ το. Ας μη γίνει όμως αυτό που θέλει η ανθρώπινη φύση μου λόγω της φυσικής της αποστροφής προς το θάνατο, αλλά αυτό που θέλεις Εσύ)»[Λουκ.22,42]. Και όταν κλαις, δάκρυσε ήρεμα όπως Εκείνος. Και όταν βρεθείς σε σκευωρίες και λύπη, και αυτά αντιμετώπισέ τα όπως ο Χριστός· διότι και μηχανορραφίες αντιμετώπισε και λυπήθηκε, αλλά είπε: «Περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· μείνατε ὧδε καὶ γρηγορεῖτε μετ᾿ ἐμοῦ(:Η ψυχή μου είναι τόσο πολύ λυπημένη, ώστε να κινδυνεύω να πεθάνω απ’ τη λύπη. Μείνετε εδώ άγρυπνοι μαζί μου)»[Ματθ.26,38].
Και σου παρείχε όλα τα υποδείγματα, για να τηρείς αυτά ως μέτρο και να μην καταστρατηγείς τους κανόνες που σου έχουν δοθεί. Έτσι θα μπορέσεις να έχεις στόμα, όμοιο με το στόμα Εκείνου. Έτσι, ενώ θα βαδίζεις επάνω στη γη, θα επιδεικνύεις σε μας γλώσσα όμοια προς τη γλώσσα Εκείνου που κάθεται στον ουρανό, διατηρώντας το μέτρο στη λύπη, στην οργή, στο πένθος, στην αγωνία. Πόσοι από σας είναι εκείνοι που επιθυμούν να δουν τη μορφή Του;
Να λοιπόν, ότι είναι δυνατό όχι μόνο να Τον δούμε, αλλά και να γίνουμε σαν Αυτόν, εάν προσπαθήσουμε. Ας μην αναβάλλουμε λοιπόν· διότι δεν αγαπά τόσο το στόμα των προφητών, όσο εκείνο των επιεικών και πράων ανθρώπων. «Πολλοὶ(:Πολλοί)», λέγει, «ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλὰς ἐποιήσαμεν; (:θα μου πουν εκείνη την ημέρα της κρίσεως: “Κύριε, Κύριε, στο όνομά σου δεν προφητεύσαμε, πιστεύοντας ότι είσαι ο Μεσσίας και Υιός του Θεού; και πιστεύοντας σε σένα δεν βγάλαμε δαιμόνια; Και πιστεύοντας σε σένα δεν κάναμε πολλά θαύματα; Και τώρα λοιπόν δεν θα μπούμε στη βασιλεία σου;”)»[Ματθ.7,22].
Το στόμα επίσης του Μωυσή, επειδή ήταν πολύ επιεικής και πράος( διότι λέγει η Γραφή: «Καὶ ὁ ἄνθρωπος Μωυσῆς πραΰς σφόδρα παρὰ πάντας τοὺς ἀνθρώπους τοὺς ὄντας ἐπὶ τῆς γῆς(:Ο Μωυσής όμως ήταν άνθρωπος πολύ πράος, πραότερος από όλους τους ανθρώπους που βρίσκονταν στη γη, και δε θύμωσε για όσα έλεγαν εναντίον του οι αδελφοί του)» [Αριθμ.12,3], τόσο πολύ το ποθούσε και το αγαπούσε, ώστε να πει: «Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν ἐνώπιος ἐνωπίῳ, ὡς εἴ τις λαλήσει πρὸς τὸν ἑαυτοῦ φίλον. Καὶ ἀπελύετο εἰς τὴν παρεμβολήν, ὁ δὲ θεράπων Ἰησοῦς υἱὸς Ναυῆ νέος οὐκ ἐξεπορεύετο ἐκ τῆς σκηνῆς(:Εκεί μίλησε ο Κύριος προς τον Μωυσή κατά τρόπο προσωπικό και οικείο, όπως ομιλεί κανείς προς τον φίλο του. Όταν ο Μωυσής, αναχωρώντας από τη σκηνή του, επισκεπτόταν το στρατόπεδο, ο Ιησούς, ο υιός του Ναυή, νέος που τον υπηρετούσε, δεν έβγαινε από τη σκηνή, αλλά έμενε μέσα σε αυτήν)» [Εξ.33,11]· βλ. και Αριθμ. 12,8: «Στόμα κατὰ στόμα λαλήσω αὐτῷ, ἐν εἴδει καὶ οὐ δι᾿ αἰνιγμάτων, καὶ τὴν δόξαν Κυρίου εἶδε· καὶ διατί οὐκ ἐφοβήθητε καταλαλῆσαι κατὰ τοῦ θεράποντός μου Μωυσῆ;(: Στόμα με στόμα μίλησα προς αυτόν, κατά πρόσωπο και όχι με παραβολές και σύμβολα. Αυτός είδε τη δόξα του Κυρίου. Εσείς γιατί δεν φοβηθήκατε να καταλαλήσετε ένα τέτοιον υπηρέτη μου, όπως είναι ο Μωυσής;’’)»].
Δεν θα διατάσσεις τους δαίμονες τώρα, αλλά θα διατάσσεις τότε το πυρ της γεένης, εάν έχεις το στόμα σου όμοιο προς το στόμα του Χριστού. Θα διατάσσεις την άβυσσο του πυρός και θα λέγεις: «Σιώπα, πεφίμωσο(:Σώπα, φιμώσου)»[Μάρκ.4,39] και με πολλή παρρησία θα ανεβείς στους ουρανούς και θα απολαύσεις τη βασιλεία, την οποία είθε να επιτύχουμε όλοι εμείς, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, η δόξα, η δύναμη, η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ),εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 12, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΟΗ΄, σελίδες 89-103.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ. 18-27.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Ματθ. 25, 14 -30]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου
με θέμα:
«ΠΩΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΣ ΤΙΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΣΟΥ;»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 5-2-1989]
[Β 209]
Όταν, αγαπητοί μου, ο Κύριος χρησιμοποίησε την παραβολήν των ταλάντων, που ακούσαμε σήμερα, μας την περιγράφει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος και ήθελε να διδάξει με αυτό μια συνέπεια στην αποδοχή του Ευαγγελίου.
Θα ήθελα να σας έλεγα βέβαια ότι δεν έχει σχέση η παραβολή αυτή των ταλάντων που αναφέρει ο Ματθαίος, με την παραβολή των ταλάντων που αναφέρει ο Λουκάς στο 19ον κεφάλαιον. Άλλο εκεί είναι το συμπέρασμα, άλλο είναι εδώ.
Σας είπα ότι ήθελε ο Κύριος να δείξει ότι έπρεπε να υπάρχει μία συνέπεια όταν κανείς απεδέχετο την διδασκαλία Του. Δηλαδή να ήτο συνεπής. Απεδέχθης αυτό το οποίο διδάσκω; Θα ανταποκριθείς. Και θα πρέπει σωστά να ανταποκριθείς. Και η συνέπεια εκφράζεται εδώ στην παραβολή, με την επιμέλεια, την προθυμία, την δραστηριότητα, τόσο στο έργο του Κυρίου, όσο και στο έργον της σωτηρίας της προσωπικής. Ακόμη θέλει να διδάξει η παραβολή αυτή ότι ο χρόνος της ζωής, σαν καιρός εργασίας, όπως μας λέγουν τα τροπάρια της Μεγάλης Τρίτης, που γίνεται αναφορά αυτής της παραβολής, είναι καιρός εργασίας και καιρός εμπορίας. Και συνεπώς πρέπει να χρησιμοποιηθεί ο χρόνος αυτός με πολλή σοφία. Πολλές φορές ο Κύριος εξεικόνισε τον Χριστιανισμόν και την σωτηρία με εμπορικές διαστάσεις. Γι’αυτό σας είπα, λέγει η Υμνογραφία μας ότι είναι καιρός εμπορίας. Και μάλιστα για να δείξει το πόση επιμέλεια πρέπει να έχει ο πιστός, τουλάχιστον να σταθεί τόσο επιμελής, όσο ένας έμπορος επί των συμφερόντων του.
Γι’αυτό έβγαλε ο Κύριος τούτο το συμπέρασμα, που είναι θλιβερό για μας τους Χριστιανούς: «Οἱ υἱοὶ τοῦ αἰῶνος τούτου φρονιμότεροι ὑπὲρ τοὺς υἱοὺς τοῦ φωτὸς εἰς τὴν γενεὰν τὴν ἑαυτῶν εἰσι». Ότι οι άνθρωποι οι κοσμικοί είναι φρονιμότεροι από τα παιδιά του φωτός, τα παιδιά της Βασιλείας· είναι φρονιμότεροι· διότι φροντίζουν να κάνουν τις επενδύσεις των, φροντίζουν να επαυξάνουν τα έσοδά των κ.ο.κ. Γιατί λοιπόν ο Χριστιανός δεν θα πρέπει κι αυτός να φροντίζει, να κάνει επενδύσεις εις τον ουρανόν, να επαυξάνει την πνευματικότητά του; Γι’αυτό ο Κύριος είπε ότι τα παιδιά του κόσμου τούτου είναι πιο φρόνιμα, πιο μυαλωμένα από τα παιδιά του φωτός και της Βασιλείας.
Και το έργον του Θεού, όπως και το έργον της προσωπικής σωτηρίας, στηρίζεται στις δυνατότητες του κάθε πιστού· οι οποίες, βεβαίως, δυνατότητες δεν είναι όλες οι ίδιες για όλους. Και οι δυνατότητες αυτές, καταρχάς, είναι τόσο φυσικά, όσο και έκτακτα χαρίσματα του Θεού στον κάθε πιστό. Θα λέγαμε ότι τα χαρίσματα αυτά, τουλάχιστον εκείνα που μας δίνει το Πνεύμα του Θεού είναι η προίκα που μας δίδει το Πνεύμα το Άγιον μετά την βάπτισή μας στο μυστήριο του Χρίσματος. Γι’ αυτό λέγει ο Μέγας Βασίλειος: «Τὴν παραβολὴν αὐτήν», περί της οποίας γίνεται λόγος, «πρὸς πᾶσαν Θεοῦ δωρεὰν εἰρῆσθαι». «Αναφέρεται σε κάθε δωρεά του Θεού». Ή όπως ερμηνεύει ο Ιερός Χρυσόστομος και λέγει: «Τάλαντα γὰρ ἐνταῦθα ἐστὶν ἡ ἑκάστου δύναμις». «Τι είναι», λέει, τα τάλαντα εδώ στην παραβολή; Τι άλλο είναι παρά ‘’ἡ δύναμις’’, οι δυνατότητες δηλαδή του καθενός μας». Γι’αυτό επιτρέψατέ μου να σας διαβάσω πολύ σύντομα την παραβολή, αλλά σε απόδοση.
«Η Βασιλεία του Θεού μοιάζει με έναν άνθρωπο που ήθελε να πάει ταξίδι. Κάλεσε τους δούλους του και τους εμπιστεύτηκε τα υπάρχοντά του. Σ’ άλλον εμπιστεύτηκε πέντε τάλαντα, σ’ άλλον δύο, σ’ άλλον ένα. Στον καθένα, ανάλογα με την ικανότητά του, κι έφυγε ταξίδι. Αυτός που έλαβε τα πέντε τάλαντα πήγε, τα εκμεταλλεύτηκε και κέρδισε άλλα πέντε. Και αυτός που έλαβε τα δύο, κέρδισε επίσης άλλα δυο. Εκείνος όμως που έλαβε το ένα τάλαντο, πήγε έσκαψε τη γη και έκρυψε εκεί τα χρήματα του κυρίου του.
Ύστερα από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, γύρισε εκείνος ο κύριος των δούλων κι έκανε λογαριασμό μαζί τους. Παρουσιάστηκε εκείνος που είχε λάβει τα πέντε τάλαντα και του έφερε κι άλλα πέντε, λέγοντας «Κύριε, μου εμπιστεύτηκες πέντε τάλαντα, να, κέρδισα άλλα πέντε». Τότε ο Κύριος τού είπε: «Εύγε, μπράβο, καλέ και έμπιστε δούλε. Αποδείχτηκες αξιόπιστος σε μικρές υποθέσεις, γι’αυτό θα σου εμπιστευθώ και μεγαλύτερες. Έλα κι εσύ να γιορτάσεις μαζί μου· έλα στην χαρά του Κυρίου σου». Παρουσιάστηκε και ο άλλος με τα δύο τάλαντα και είπε: «Κύριε, μου εμπιστεύτηκες δύο τάλαντα. Να, κέρδισα άλλα δύο». Του είπε ο Κύριος: «Εύγε, καλέ και έμπιστε δούλε. Απεδείχθης αξιόπιστος σε μικρές υποθέσεις, γι’αυτό θα σου εμπιστευθώ μεγαλύτερες. Έλα κι εσύ μέσα στη χαρά του Κυρίου σου».
Παρουσιάστηκε και εκείνος που είχε λάβει το ένα τάλαντο και είπε: «Κύριε, ήξερα πώς είσαι σκληρός άνθρωπος. Θερίζεις εκεί όπου δεν έσπειρες και συνάζεις καρπούς εκεί που δεν φύτεψες. Γι’ αυτό φοβήθηκα και πήγα και έκρυψα το τάλαντόν σου στη γη. Να λοιπόν το τάλαντό σου, πάρ’ το». Και του αποκρίθηκε ο Κύριός του: «Δούλε κακέ και πονηρέ και τεμπέλη, ήξερες πως θερίζω όπου δεν έσπειρα και συνάζω καρπούς όπου δεν φύτεψα. Τότε έπρεπε να καταθέσεις τα χρήματά μου στην τράπεζα κι εγώ όταν θα γυρνούσα πίσω, θα τα έπαιρνα με τόκο. Πάρτε λοιπόν το τάλαντό του και δώστε το σ’ αυτόν που έχει τα δέκα τάλαντα. Γιατί σε καθέναν που έχει, θα του δοθεί με το παραπάνω και θα έχει περισσότερα και περίσσευμα, ενώ από όποιον δεν έχει, θα του πάρουν και τα λίγα που έχει. Κι αυτόν τον άχρηστο δούλο, πετάξτε τον έξω στο σκοτάδι. Εκεί θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια».
Η όλη, βλέπομε, παραβολή, όπως σας την διάβασα, θέλει να τονίσει τον στίχον που προηγήθηκε της παραβολής και ο οποίος δεν ανεφέρθη στην σημερινή ευαγγελική περικοπή. Ακριβώς ο προηγούμενος στίχος που είπε ο Κύριος, «γρηγορεῖτε», γιατί είχε τελειώσει την παραβολή των δέκα παρθένων, γιατί αυτές οι παραβολές είναι συναφείς με ένα κεντρικό σημείο: «Γρηγορεῖτε οὖν(:Μένετε ξύπνιοι, έχετε τον νου σας, βάλτε μυαλό), ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται (:γιατί δεν ξέρετε ούτε την μέρα ούτε την ώρα που έρχεται ο υιός του ανθρώπου)». Δηλαδή, όπως λέει εδώ η παραβολή, είναι ὁ ἀποδημῶν ἄνθρωπος. Είναι ο Υιός του Θεού. Δηλαδή ο υιός του ανθρώπου, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός. Είναι το έργον που άφησε στη γη που εργάστηκε, πρώτα πρώτα με αυτήν την Ενανθρώπησή Του και ύστερα με ό,τι εργάστηκε. Κυρίως με τα γεγονότα τα μεγάλα, σταθμοί της σωτηρίας μας, που μας προοδοποίησε την σωτηρίαν. Εκείνα τα οποία είναι δημιουργά της σωτηρίας μας, όπως είναι η Βάπτισις, η Σταύρωσις, η Ανάστασις, η Ανάληψις. Κι όλα τα άλλα μετά έρχονται. Αυτά τα έργα τα εδούλεψε στη Γη ο Κύριος, έφυγε με την Ανάληψή Του, θα γυρίσει πίσω με την Δευτέρα Του Παρουσία και τότε θα ζητήσει λογαριασμό των πεπραγμένων της κάθε ψυχής.
Οι τρεις αναφερόμενοι δούλοι εδώ στην παραβολήν, δεν είναι παρά απλώς τρεις κατηγορίες πιστών, που η καθεμιά ανταποκρίνεται ανάλογα στο έργο της ευαγγελικής εργασίας. Πρέπει, λοιπόν, όπως μας λέγει εδώ, να μάθομε ότι το Ευαγγέλιον είναι εργασία, είναι έργον. Θέλετε να επαναλάβω; Είναι εμπορία, με την μεταφορική βέβαια σημασία. Είναι η εργασία των εντολών. Πρέπει να εμπορευθούμε τις εντολές. Δηλαδή, μεταφορικά πάντοτε, πρέπει να επιτύχομε το μέγιστον κέρδος από την εργασία των εντολών, όπως κάθε έμπορος, το μέγιστον, βέβαια, κέρδος επιδιώκει. Είναι ακριβώς ό,τι είχε πει ο Κύριος εις τους πρωτοπλάστους όταν τους είπε: «Ἐργάζεσθε τον Παράδεισον». Και ο Παράδεισος δεν είναι παρά η ψυχή του ανθρώπου· την οποία έπρεπε να εργαστούν. Ή όπως λέγει πολύ χαρακτηριστικά ο Ιερός Χρυσόστομος: «Τάλαντα ἐνταῦθα ἡ ἑκάστου δύναμις». Τι είναι εδώ τα τάλαντα. Η δύναμις του καθενός. «Εἴτε ἐν προστασίᾳ (:είτε, δηλαδή, κηδεμονεύει κάποιους, σαν προϊστάμενος) εἴτε ἐν χρήμασιν(:αν ο Θεός του έδωκε χρήματα και είναι πλούσιος· τα οποία πρέπει να χρησιμοποιήσει καταλλήλως) εἴτε ἐν διδασκαλίᾳ (:εάν ο Κύριος τού έδωκε την δυνατότητα να διδάσκει) εἴτε ἐν οἰῳδήποτε πράγματι (:ή ό,τι άλλο του έχει δώσει ο Κύριος)». Αυτά αποτελούν τα τάλαντα.
Προσέξτε, δεν είναι τα πνευματικά, μόνο, χαρίσματα. Είναι και τα υλικά χαρίσματα. Δεν είναι μόνο ό,τι αναφέρεται στην ψυχή, αλλά και στο σώμα. Αν ο Θεός σου ‘δωσε γερά πόδια ή γερά χέρια, αν σου ‘δωσε καλή υγεία, σου ‘δωσε πλούτο, όλα αυτά είναι χαρίσματα που μπορούν να υπηρετήσουν το έργο του Θεού, το έργον της Εκκλησίας, την δόξα του Θεού, τους αδερφούς και την δική σου την σωτηρία. «Διὰ τοῦτο –λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος- λόγον ἡμῖν ἔδωκεν ὁ Θεός (:Γι’ αυτόν τον λόγον, λέει, μας έδωσε τον λόγον, να ομιλούμε· τον προφορικόν ή, αν θέλετε, και τον γραπτόν ακόμη) καὶ χεῖρας καὶ πόδας καὶ σώματος ἰσχύν -ό,τι σας είπα προηγουμένως: Μας έδωκε χέρια, πόδια και την δύναμιν του σώματος) καὶ νοῦν καὶ σύνεσιν (:και μυαλό και φρονιμάδα) ἵνα πᾶσι τούτοις (:ώστε με όλα αυτά) καὶ εἰς τὴν ἡμῶν αὐτὼν σωτηρίαν καὶ εἰς τὴν τῶν πλησίον ὠφέλειαν χρησόμεθα (: για να τα χρησιμοποιήσομε και για την δική μας και για την των άλλων σωτηρίαν)».
Έτσι τα τάλαντα βλέπομε ότι είναι οι δυνατότητες, είναι τα χαρίσματα, όπως σας είπα, τα φυσικά ή τα επίκτητα ή τα δώρα του Αγίου Πνεύματος· που πρέπει να χρησιμοποιηθούν. Δεν πρέπει να θαφτούν. Αν υπάρχει μία ανισότητα διανομής -γιατί είπε στον έναν δίδει πέντε τάλαντα, στον άλλον δίδει δύο τάλαντα, στον άλλον δίδει ένα, το λέει και η ιδία παραβολή το γιατί: «Ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν». Όλοι οι άνθρωποι δεν είναι το ίδιο. Δεν έχουν ίδια δομή, ίδια κατασκευή, ίδιες δυνατότητες. Αυτό είναι πασίγνωστο. Ποτέ όμως δεν θα ζητηθεί ευθύνη περισσοτέρα από εκείνη την οποία ο άνθρωπος δύναται να ανταποκριθεί. Ποτέ. Μόνο ό,τι ο άνθρωπος έχει, με βάση αυτό ο Θεός θα του ζητήσει ευθύνη.
Έτσι, τόσον ο πρώτος, όσο και ο δεύτερος, βλέπομε στην παραβολή, εδιπλασίασαν τα τάλαντα. Ο έχων τα πέντε, τα έκανε δέκα, ο έχων τα δύο, τα έκανε τέσσερα. Αυτό σημαίνει ότι εργάστηκαν τις εντολές, έδειξαν προκοπή. Έγιναν ενάρετοι και απέδωκαν στο έργον της Εκκλησίας. Πρόβλημα γι’ αυτούς δεν υπάρχει. Θα λέγαμε, κατά έναν πάρα πολύ φυσικόν τρόπον, τα πράγματα λέγονται όπως όφειλαν να γίνουν.
Πρόβλημα υπάρχει στον τρίτον. Χάριν του οποίου έγινε και η παραβολή, ξέρετε. Διότι για τους δύο πρώτους δεν έγινε η παραβολή. Ή, αν θέλετε, έγινε και για τους δύο πρώτους για να τους δώσει μια ηθικήν ικανοποίησιν. Να τους δώσει την χαρά. Ότι καλά περπατάνε, καλά πολιτεύονται. Αλλά η παραβολή κυρίως έγινε για τον τρίτον. Αυτός παρουσιάζει το πρόβλημα. Και το πρόβλημα είναι το εξής: «Ὁ τὸ ἓν –λέγει η παραβολή- λαβὼν (:αυτός ο οποίος πήρε το ένα τάλαντο) ἀπελθὼν ὤρυξεν ἐν τῇ γῇ καὶ ἀπέκρυψε τὸ ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ (:πήγε, έσκαψε, το ‘θαψε και το φύλαξε εκεί, θαμμένο μέσα στο χώμα)». Ποια είναι η «γῆ»; Λέγει ένας ερμηνευτής, ο Ζιγαβηνός: «Γῆν αὐτὸν νόησον». «Γη να εννοήσεις αυτόν τον ίδιον, την ψυχή του». «Ἐν ἑαυτῷ γὰρ κατέχωσε τὸ δοθὲν εἰς ἐργασίαν, ὡς μήτε αὐτῷ μὴθ’ ἑτέρους χρησιμεῦσαι». «Μέσα του το έθαψε το τάλαντο· ώστε να μην χρησιμοποιηθεί ούτε από τον ίδιον, ούτε για λογαριασμό των άλλων».
Λοιπόν, το ‘θαψε. Α, ώστε δεν ήταν καταχραστής. Δεν κατεχράστη τα χρήματα του Κυρίου του. Αλλά τι; Προσέξτε, το υπογραμμίζω, δεν ήτο καταχραστής. Αλλά τι; Ήτο αμελής. Ήτο οκνηρός. Συνεπώς, πάνω σ’ αυτό θα δώσει λόγο. Όχι δια τυχόν κατασπατάλησιν και κατάχρησιν. Πολλοί νομίζουν ότι η αμέλεια δεν είναι σπουδαίο πράγμα. Και πολλές φορές το λέγουν και ως επιχείρημα, εάν δεν ανταποκριθούν σε κάτι. «Ξέρετε», σου λέγουν, «να, δεν είχα καιρό, δεν μπόρεσα, αμέλησα». Το λέγουν πολύ απλά. Ακόμη κι όταν δίδουν ενώπιον δικαστηρίου λόγον, κι εκεί επικαλούνται την αμέλεια. Ποιος σας είπε, αγαπητοί μου, ποιος μας το λέει αυτό; Το ξέρετε ότι η αμέλεια είναι ένα από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα; Ο Απόστολος Παύλος… -μάλιστα λέγεται με την ονομασία «ἀκηδία», ἀ– κήδομαι, δεν φροντίζω, αναμελιά. Ο Απόστολος Παύλος, που είναι μέσα στον χώρο της Καινής Διαθήκης, τρομάζει όταν βλέπει το φαινόμενο της ακηδίας, αυτής της αναμελιάς, της πνευματικής τεμπελιάς. Ακούστε τι γράφει στην προς Εβραίους επιστολή του: «Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, (:εμείς πρέπει, λέγει, περισσότερο να προσέξομε σε εκείνα που ακούστηκαν από τους Αποστόλους) μή ποτε παραῤῥυῶμεν (:για να μην πέσομε έξω). Εἰ γὰρ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος(-δηλαδή πιστοποιήθηκε ο λόγος στην Παλαιά Διαθήκη δι’ αγγέλων), καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν (:όποιος παρέβη, παρήκουσε, ετιμωρήθη αυστηρά από τον Θεόν εις τον χώρον της Παλαιάς Διαθήκης), πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; (:πώς εμείς θα ξεφύγομε από την οργή του Θεού και την τιμωρίαν, αμελήσαντες μιας τόσο μεγάλης σωτηρίας;)». «Τηλικαύτης». Μιας τόσο μεγάλης σωτηρίας. Μια σωτηρία που ήλθε από Αυτό το Αίμα του Χριστού και όχι από το αίμα των ζώων των θυσιαζομένων στην Παλαιά Διαθήκη; Πώς εμείς θα ξεφύγομε την τιμωρία και την δίκη του Θεού, ἀμελήσαντες; Είναι φοβερό. Βλέπετε λοιπόν ότι το θέμα της αμελείας είναι πολύ σοβαρό. Γι’αυτό και η παραβολή των ταλάντων. Ξαναλέγω, δεν θα δικαστεί ο τρίτος για κατάχρηση, αλλά για παραμέληση.
Έρχεται και η ώρα των λογαριασμών: «Μετὰ πολὺν δὲ χρόνον ἔρχεται ὁ κύριος». Μας λέγει η παραβολή. Σας λέγω τώρα από το κείμενο. Ο Κύριος έφυγε, βλέπομε. Πώς έφυγε; Από τον παρόντα κόσμο. Έφυγε με την Ανάληψή Του. Επιστρέφει με την Δευτέρα Του Παρουσία. Ευκαίρως ακαίρως, ο Κύριος δείχνει μέσα στην Αγίαν Γραφήν την Δευτέρα Του Παρουσίαν. Γιατί αυτό είναι θεμελιώδους σημασίας. Σε παραβολές το δείχνει αυτό κ.ο.κ. Αλλά με πολύ σαφή διδασκαλία μάς το λέγει στο ίδιο Ευαγγέλιο στο 25ο κεφάλαιο, στο ίδιο αυτό το οποίο σήμερα αναλύομε: «Ὅταν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ», όταν θα έλθει ο Υιός του ανθρώπου. Θα ‘ρθει με την ανθρωπίνη Του φύση, την οποία έχει τώρα εις τον ουρανόν. Με την ανθρωπίνη Του φύση. Ούτε την απέβαλε, ούτε θα την αποβάλει ποτέ. Αντιθέτως, αυτή Του η ανθρωπίνη φύσις είναι η δόξα Του, είναι το καύχημά Του, είναι τα παράσημά Του. Μια ανθρωπίνη φύση κακοποιηθείσα και κακοπαθήσασα επί του Σταυρού για χάρη ημών. Δηλαδή τα παράσημα της αγάπης του Θεού Λόγου για τα δημιουργήματά Του.
Δυστυχώς πολλοί Χριστιανοί δεν πιστεύουν στην Δευτέρα του Χριστού Παρουσία. Και θα λέγαμε, αφήνουν έτσι τον Χριστιανισμόν και την σωτηρίαν ακέφαλον. Ακέφαλον. Διότι αν ο Χριστός δεν ξανάρθει ή δεν υπάρχει κρίσις και ανάστασις νεκρών, τότε ως προς τι; Ούτε ακόμα πιστεύουν στην ανάσταση των σωμάτων. Τότε ως προς τι το να είσαι Χριστιανός; Το λέγει αυτό ο Απόστολος Παύλος στο 15ο κεφάλαιο στην Α΄ προς Κορινθίους: «Γιατί λέγει να φθάσω μέχρι θηριομαχίας, αν οι νεκροί δεν αναστήνονται με τα σώματά τους; Γιατί να ταλαιπωρούμεθα εις τον παρόντα κόσμον, εάν δεν υπάρχει ανάσταση των νεκρών;». Έτσι δυστυχώς, για πολλούς Χριστιανούς, πολλούς Χριστιανούς, είτε απληροφορήτους, είτε κακοπίστους στο σημείο αυτό, ο Χριστιανισμός δεν είναι παρά ένας κώδικας ηθικής. Αν ξέρατε πόσο είναι το ξέφτισμα αυτό του Χριστιανισμού, να θεωρείς τον Χριστιανισμόν αδελφέ μου, κώδικα ηθικής, μόλις και ανάγκη να το πούμε.
Για άλλους, «χρονιεῖ ο Κύριος. Έχει καιρό. Θα ‘ρθει κάποτε». Πότε κάποτε; Ναι. Λέει η παραβολή ότι θα επιστρέψει μετά πολύν χρόνον. Αυτό είναι αληθές. Γιατί έπρεπε να ‘ρθουν πολλές γενεές και να δουλέψουν στο έργον του Ευαγγελίου. Αλλά δεν έχει σημασία πότε θα ΄ρθει. Σημασία έχει ότι θα έλθει. Ύστερα μην ξεχνάμε ότι η Ιστορία θα κλείσει οπωσδήποτε, όπως κλείνει και η προσωπική ιστορία του καθενός, με τον θάνατόν Του. Δεν έχει σημασία αν έρθει ύστερα από εκατό χρόνια. Για μένα ο Κύριος έρχεται, όταν εγώ φύγω από τον παρόντα κόσμον και θα δώσω φυσικά λόγο εις τον Θεόν. Ο Κύριος θα έλθει όποτε κρίνει, φυσικά. Εγώ όμως πότε θα απέλθω… Αυτό πρέπει να ερωτώ. Εγώ πότε θα φύγω. Όχι πότε θα ‘ρθει ο Κύριος. Ο Κύριος είπε το εξής: «Γρηγορεῖτε οὖν (:Μένετε ξύπνιοι) · οὐκ οἴδατε γὰρ πότε ὁ κύριος τῆς οἰκίας ἔρχεται – ὁ κύριος τῆς οἰκίας: Η οικία είναι η οικία του Θεού, η Βασιλεία του Θεού-, ὀψὲ -δηλαδή βραδάκι- ἢ μεσονυκτίου ἢ ἀλεκτοροφωνίας(:όταν φωνάζουν τα κοκόρια) ἢ πρωΐ (:όταν ξημερώνει πια)· μὴ ἐλθὼν ἐξαίφνης εὕρῃ ὑμᾶς καθεύδοντας(:μην έλθει ξαφνικά και σας βρει να κοιμόσαστε)».
Δηλαδή δεν ενδιαφέρει πότε θα ΄ρθει ο Κύριος. Ενδιαφέρει εγώ πότε θα φύγω, σας είπα. Δηλαδή: Ο θάνατός μου πότε θα έλθει; Στην παιδική μου ηλικία; Στην νεανική μου, στην ώριμο ή στην γεροντική. Ο Κύριος έβαλε τέσσερις σταθμούς χρονικούς. Δεν με ενδιαφέρει πότε θα ‘ ρθει ο Κύριος. Με ενδιαφέρει το πότε θα φύγω εγώ. Έχουν περάσει, αγαπητοί μου, δύο χιλιάδες χρόνια από τότε που είπε ο Κύριος τα λόγια αυτά. Είναι, αν το θέλετε, ο πολύς χρόνος. Φαίνεται όμως ότι ο χρόνος αυτός λιγόστεψε πολύ. Γιατί τα σημάδια που μας άφησε για το τέλειωμα αυτού του χρόνου είναι πια εμφανή. Έτσι, θα γράψει ο Απόστολος Παύλος στην προς Φιλιππησίους: «Ὁ Κύριος ἐγγύς». Όχι τοπικά εγγύς. Χρονικά. Ο Κύριος είναι κοντά. Έρχεται. Και μόνο αν είχαμε αυτήν την αίσθηση, ότι ο Κύριος έρχεται, είναι κοντά, τότε σίγουρα θα διπλασιάζαμε τα τάλαντα. Σας ερωτώ, αν μας έλεγαν ότι το πρωί, θα πάμε να σκάψομε κάπου και ότι θα βρούμε εκεί πολλά πολλά λεφτά, χρυσά νομίσματα…Τι ώρα θα σηκωνόμασταν άραγε το πρωί; Θα έλεγα καλύτερα, μήπως δεν κοιμόμαστε καθόλου όλη την νύχτα, στην λαχτάρα μας πότε θα ‘ρθει η ώρα να πάμε να σκάψουμε να βρούμε τα χρήματα. Θέλω να πω μ’ αυτό, εκείνος που πιστεύει ότι ο Κύριος έρχεται, εργάζεται το τάλαντο που του έχει δώσει ή τα τάλαντα. Τότε, αν έτσι όλοι σκέπτονται, έχουμε μίαν γρηγορούσα Εκκλησία. Μια Εκκλησία η οποία μένει ξύπνια, δηλαδή είναι ακμαία.
Και ερχόμενος ο Κύριος τι κάνει; «Συναίρει λόγον». Κινεί λογαριασμό, ζητά λογοδοσία. Ο πρώτος· κατάφορτος. Δείχνει τον διπλασιασμό του εμπιστευθέντος ποσού. Ο δεύτερος; Το ίδιο. Τι λέγει στους δυο πρώτους ο Κύριος; «Εὖ, -μπράβο- δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! Ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω ». Δηλαδή τι είναι αυτά; Είναι εκείνα τα πολλά, είναι τα μέλλοντα που πρόκειται να απολαύσει ο άνθρωπος και που οφθαλμός δεν είδε. «Πολλῶν χαρίτων σὲ ἀξιώσω, πολλῶν ἀγαθῶν σοὶ μεταδώσω», λέγει ο Ζιγαβηνός. Δείτε τους τίτλους. «Εὖ», μπράβο. «Πιστέ, ἀγαθέ». Θαυμάσιοι τίτλοι. Κι όταν μάλιστα τους λέει αυτούς ο Θεός. Και το κορυφαίον; «Εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου». Μπες στην χαρά του Κυρίου σου. Δηλαδή μέσα στην Βασιλεία του Θεού.
Τι απολογία όμως έδωσε ο τρίτος; Προσέξτε. Καταρχάς επιστρέφει το παραληφθέν ποσόν. «Κύριε, πάρ’ το». Δικαιολογείται. Δικαιολογείται όπως περίπου ο Αδάμ· ο οποίος αποδίδει την αιτία στον Θεό. Όταν του λέγει: «Δεν φταίγω εγώ… η γυναίκα που μου έδωσες». Μετάθεση ενοχής. «Κύριε· ἔγνων σε -λέει ο δούλος της παραβολής… «Σε ξέρω». Αλήθεια, από πού το ξέρεις;- ὅτι σκληρὸς εἶ ἄνθρωπος(:είσαι σκληρός, είσαι αυστηρός), θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας(:ότι θέλεις να θερίσεις εκεί όπου δεν έσπειρες. Και να μαζέψεις εκεί που δεν σκόρπισες. Δηλαδή είσαι παράλογος, είσαι άδικος · καὶ φοβηθεὶς –Τι υποκρισία! Τι φοβήθηκες;- ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τὸ σόν». «Το ΄κρυψα. Πάρ’ το». Υποκρισία. Φοβήθηκες. Και δεν φοβήθηκες να πεις αυτά που λες τώρα στον Κύριό σου; Βλέπετε η ψυχολογία του τρίτου δούλου; Φοβερή ψυχολογία. Θα επαναλάβω. Δεν κατεχράστη. Αμέλησε. Και δείτε χαρακτηρισμούς τώρα γι’ αυτόν. «Πονηρέ, ὀκνηρέ, ἀχρεῖε». Άχρηστε. Και τιμωρία; «Καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων». Δηλαδή η αιώνια κόλασις, αγαπητοί μου. «Καί κολάζεται –όπως λέγει ο Ζιγαβηνός– οὐχ ὅτι ἔπραξε κακά –όχι επειδή έπραξε κακά πράγματα– ἀλλ’ ὅτι οὐκ ἔπραξεν ἀγαθά». Δεν έπραξε καλά πράγματα. «Ἔκκλινον γὰρ, φησὶν, ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν». Και τι λέει η Γραφή. Φύγε από το κακό -δεν είναι αρκετό- και πράξε το αγαθόν.
Αγαπητοί μου, βλέπει κανείς ενδεικτική αυτήν την παραβολήν των ταλάντων, πώς πρέπει να διαθέτομε τις δυνατότητές μας και τα χαρίσματά μας και την σωτηρία μας στη δόξα του Θεού και στη σωτηρία του πλησίον. Και το καταπληκτικόν, ξέρετε, ποιο είναι και κορυφαίον; Ευθύς μετά την παραβολή αυτή, αναφέρεται ο Κύριος στην Κρίση της Δευτέρας Του Παρουσίας. «Καὶ ὅταν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ…». Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Αγαπητέ μου, πώς διαθέτεις τα χαρίσματα και τις δυνατότητές που σου έδωκε ο Θεός;
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_423.mp3
Ο Θεὸς δημιουργεῖ ἀνισότητες καὶ οἱ ἄνθρωποι γογγύζουν γι’ αὐτό. Εἶναι σοφότεροι ἀπὸ τὸ Θεὸ οἱ ἄνθρωποι; Ἀφοῦ ὁ Θεὸς δημιουργεῖ ἀνισότητες, σημαίνει πῶς ἡ ἀνισότητα εἶναι σοφότερη καὶ καλλίτερη ἀπὸ τὴν ἰσότητα. Ὁ Θεὸς δημιουργεῖ τὴν ἀνισότητα γιὰ τὸ καλὸ τοῦ ἀνθρώπου, μὰ οἱ ἄνθρωποι δὲν μποροῦν νὰ δοῦν τὸ καλὸ στὴν ἀνισότητά τους. Ὁ Θεὸς δημιουργεῖ τὴν ἀνισότητα λόγῳ τοῦ κάλλους τῆς ἀνισότητας, οἱ ἄνθρωποι ὅμως δὲ βλέπουν κανένα κάλλος σ’ αὐτήν. Ὁ Θεὸς δημιουργεῖ τὴν ἀνισότητα ἀπὸ ἀγάπη, ποὺ ἀναπτύσσεται καὶ συντηρεῖται ἀπὸ τὴν ἀνισότητα, ὁ ἄνθρωπος ὅμως δὲ βλέπει καμιὰ ἀγάπη σ’ αὐτήν.
Αὐτὴ εἶναι μιὰ πρωτόγονη ἀνθρώπινη ἐπανάσταση τῆς τυφλότητας ἐνάντια στὴν ἐνόραση, τῆς ἀφροσύνης ἐνάντια στὴ σοφία τοῦ κακοῦ ἐνάντια στὸ καλό, τῆς ἀσχήμιας ἐνάντια στὴν ὡραιότητα, τοῦ φθόνου ἐνάντια στὴν ἀγάπη. Ἡ Εὔα κι ὁ Ἀδὰμ παραδόθηκαν στὴ δύναμη τοῦ σατανᾶ, γιὰ νὰ γίνουν ἰσόθεοι. Ὁ Κάιν σκότωσε τὸν ἀδερφὸ τοῦ Ἄβελ, ἐπειδὴ οἱ θυσίες τους δὲ φάνηκαν ἐξίσου ἀρεστὲς στὸ Θεό. Ἀπὸ τότε ὡς σήμερα οἱ ἁμαρτωλοὶ ἔκαναν πολέμους λόγῳ τῆς ἀνισότητας. Ὁ Θεὸς ὅμως εἶχε δημιουργήσει τὴν ἀνισότητα πρὶν ἀπ’ αὐτοὺς κι αὐτὴ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι μαζί μας. Καὶ λέμε πρὶν ἀπ’ αὐτοὺς ἐπειδὴ ὁ Θεὸς δημιούργησε καὶ τοὺς ἀγγέλους ἄνισους.
Ἦταν ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ νὰ εἶναι ἄνισοι οἱ ἄνθρωποι σὲ ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ χαρακτηριστικά: στὸν πλοῦτο, στὴ δύναμη, στὴν κοινωνικὴ θέση. στὴ σοφία κ.τ.ό. Δὲ θέλει ὅμως νὰ ὑπάρχει κανένα εἶδος ἀνταγωνιστικότητας. «Μὴ κατακλιθῆς εἰς τὴν πρωτοκλισίαν» (Λουκ. ἴδ’ 8), δίδαξε ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Ἐκεῖνο ποὺ θέλει ὁ Θεός, εἶναι νὰ ὑπάρχει ἀνταγωνιστικότητα στὸν πολλαπλασιασμὸ τῶν ἀρετῶν: τῆς πίστης, τῆς ἀγάπης, τῆς ταπείνωσης, τῆς πραότητας καὶ τῆς ὑπακοῆς. Ὁ Θεὸς ἔδωσε ἐσωτερικὰ καὶ ἐξωτερικὰ χαρίσματα, ἂν καὶ θεωρεῖ τὰ ἐξωτερικὰ χαρίσματα κατώτερα καὶ πιὸ ἀσήμαντα ἀπὸ τὰ ἐσωτερικά. Ἔδωσε τὰ ἐξωτερικὰ χαρίσματα τόσο στὰ ζῶα ὅσο καὶ στὸν ἄνθρωπο. Σκόρπισε τὸν πλούσιο θησαυρό των ἐσωτερικῶν χαρισμάτων ὅμως μόνο στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Θεὸς ἔδωσε στοὺς ἀνθρώπους κάτι παραπάνω ἀπ’ ὅ,τι ἔδωσε στὰ ζῶα. Γι’ αὐτὸ κι ἔχει περισσότερες ἀπαιτήσεις ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Κι αὐτὸ τὸ παραπάνω ποὺ ἔδωσε στοὺς ἀνθρώπους, συνίσταται στὶς πνευματικὲς δωρεές.
Ό Θεὸς ἔδωσε στοὺς ἀνθρώπους τὰ ἐξωτερικὰ χαρίσματα, γιὰ νὰ ὑπηρετοῦν τὰ ἐσωτερικά. Ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ χαρίσματα λειτουργοῦν ὡς μέσα στὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο. Ὅλα τὰ πρόσκαιρα εἶναι προγραμματισμένα νὰ ὑπηρετοῦν τὰ αἰώνια, ὅλα τὰ θνητὰ νὰ ὑπηρετοῦν τὰ ἀθάνατα. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ λειτουργεῖ ἀντίθετα, ποὺ δαπανᾶ ὅλα τὰ πνευματικά του χαρίσματα ἀποκλειστικὰ γιὰ τὴν ἀπόκτηση ἐξωτερικῶν, πρόσκαιρων ἀγαθῶν, πλούτου, δύναμης, ἐπίγειας δόξας κλπ. εἶναι σάν το γιὸ ποὺ κληρονομεῖ ἀπὸ τὸν πατέρα του μεγάλο πλοῦτο καὶ τὸν ξοδεύει ὅλο γιὰ ν’ ἀγοράσει στάχτες.
Γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔνιωσαν μέσα τους τὰ χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τοὺς προίκισε ὁ Θεός, ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ ἔχουν πολὺ λίγη σημασία, ὅπως εἶναι τὸ δημοτικὸ σχολεῖο σ’ ἐκεῖνον ποὺ προχώρησε σὲ ὑψηλότερα στάδια ἐκπαίδευσης. Ἐκεῖνοι ποὺ ἀγωνίζονται ν’ ἀποκτήσουν ἐξωτερικὰ χαρίσματα εἶναι οἱ ἄφρονες, ὄχι οἱ σοφοί. Οἱ σοφοὶ ἀποδύονται σὲ σκληρότερους μὰ πιὸ ἀποδοτικοὺς ἀγῶνες, ὥστε νὰ πολλαπλασιάσουν τὰ ἐσωτερικά τους χαρίσματα. Γιὰ τὴν ἐξωτερικὴ ἰσότητα ἀγωνίζονται ἐκεῖνοι ποὺ δὲν μποροῦν ἢ δὲν τολμοῦν νὰ κοιτάξουν μέσα τους, ποὺ δὲν βάζουν τὸν ἑαυτό τους ν’ ἀγωνιστεῖ στὸν ἐσωτερικὸ καὶ σπουδαιότερο χῶρο τοῦ ἀνθρωπισμοῦ τους.
Ό Θεὸς δὲν ἐκτιμᾶ τί εἶναι ἢ τί ἔχει ὁ ἄνθρωπος σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, πῶς ντύνεται, πῶς τρέφεται, πῶς διδάσκεται ἢ πόσο τὸν ἐκτιμοῦν οἱ ἄλλοι. Ὁ Θεὸς κοιτάζει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ Θεὸς δὲν προσέχει τὴν ἐξωτερικὴ θέση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ τὴν ἐσωτερική του πρόοδο, τὴν ἀνάπτυξη καὶ τὸν ἐμπλουτισμό του ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ. Γι’ αὐτὰ μᾶς μιλάει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Ἡ παραβολὴ τῶν ταλάντων, δηλαδὴ τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων ποὺ ὁ Θεὸς ἔδωσε στὶς ψυχὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, δείχνει τὴ μεγάλη ἐσωτερικὴ ἀνισότητα τῶν ἀνθρώπων στὴν ἴδια τους τὴ φύση. Δείχνει ὅμως καὶ πολὺ περισσότερα. Στὴν ὑψιπετῆ πτήση της ἢ παραβολὴ αὐτὴ ὑψώνεται πάνω ἀπὸ τὴν ἱστορία τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὡς τὸ τέλος της. Ἄν μποροῦσε καὶ ἄνθρωπος νὰ κατανοήσει στὴν πληρότητά της τὴ διδαχὴ τῆς παραβολῆς αὐτῆς καὶ νὰ τὴν τηρήσει στὴ ζωή του, θὰ κέρδιζε τὴν αἰώνια σωτηρία του στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
«Ὥσπερ γὰρ ἄνθρωπος ἀποδημῶν ἐκάλεσε τοὺς ἰδίους δούλους καὶ παρέδωκεν αὐτοῖς τα ὑπάρχοντα αὐτοῦ καὶ ὦ μὲν ἔδωκε πέντε τάλαντα, ὦ δὲ δύο, ὦ δὲ ἔν, ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν, καὶ ἀπεδήμησεν εὐθέως» (Ματθ. κέ’ 14,15). Μὲ τὸν ἄνθρωπο ἐδῶ πρέπει νὰ κατανοήσουμε τὸν παντογνώστη Θεό, τὸν Δοτήρα παντὸς ἀγαθοῦ. Δοῦλοι εἶναι οἱ ἄγγελοι κι οἱ ἄνθρωποι. Ἀποδημία τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ λογαριαστεῖ ἢ μακροθυμία Του. Τάλαντα εἶναι τὰ πνευματικὰ χαρίσματα, ποὺ χορηγεῖ ὁ Θεὸς σ’ ὅλα τὰ λογικὰ πλάσματά Του. Τὸ ὅτι ὅλα τὰ χαρίσματά του Θεοῦ εἶναι μεγάλα, φαίνεται ἀπὸ τὴν εἰδικὴ ὀνομασία τους, τὰ «τάλαντα». Τάλαντο ἦταν ἕνα νόμισμα μεγάλης ἀξίας, ἴσο μὲ τὴν ἀξία πέντε χρυσῶν δουκάτων. Ἐπαναλαμβάνουμε πῶς ὁ Κύριος σκόπιμα ὀνόμασε τὰ χαρίσματά Τοῦ «τάλαντα», γιὰ νὰ δείξει πῶς ἀξίζουν πολύ, πῶς ὁ μεγαλόδωρος Δημιουργὸς προίκισε πλούσια τὰ πλάσματά Του. Εἶναι τόσο μεγάλα τὰ χαρίσματα αὐτά, ὥστε ἀκόμα κι αὐτὸς ποὺ ἔλαβε τὸ ἕνα τάλαντο, πρέπει νὰ ὑπολογίσουμε πῶς ἔλαβε ἀρκετά. Ὁ ἄνθρωπος ὑποδηλώνει τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ, ποὺ λέει πῶς ἦταν «ἄνθρωπός τις εὐγενής» (Λουκ. ἴθ’ 12). Εὐγενὴς ἄνθρωπος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Υἱὸς τοῦ Ὑψίστου.
Αὐτὸ τὸ διαπιστώνουμε καθαρὰ κι ἀπὸ ἄλλα λόγια τῆς ἴδιας εὐαγγελικῆς περικοπῆς: «Ἄνθρωπός τις εὐγενὴς ἐπορεύθη εἰς χώρας μακρὰν λαβεῖν ἑαυτῷ βασιλείαν καὶ ὑποστρέψαι» (αὐτ.). Μετὰ τὴν Ἀνάληψή Του ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἀνέβηκε στὸν οὐρανὸ γὰ νὰ λάβει τὴ Βασιλεία Του καὶ ὑποσχέθηκε πῶς θὰ ἐπιστρέψει στὴ γῆ ὡς Κριτής.
Ὅταν κατανοήσουμε ὡς ἄνθρωπο τὸν Κύριο Ἰησοῦ, τότε δοῦλοι Του εἶναι οἱ ἀπόστολοι, οἱ ἐπίσκοποι, οἱ κληρικοὶ καὶ ὅλοι οἱ πιστοί. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔχει χορηγήσει πολλὰ χαρίσματα στὸν καθένα τους (μέσα ἀπὸ τὴ διαφορετικότητα καὶ τὴν ἀνισότητά τους). Ἔτσι ὁ ἕνας συμπληρώνει τὸν ἄλλον κι ὅλοι μαζὶ φτάνουν στὴν πνευματικὴ ἀνάπτυξη καὶ στὴν τελείωσή τους. «Διαιρέσεις δὲ χαρισμάτων εἰσί, τὸ δὲ αὐτὸ Πνεῦμα καὶ διαιρέσεις διακονιῶν εἰσι, καὶ ὁ αὐτὸς Κύριος καὶ διαιρέσεις ἐνεργημάτων εἰσίν, ὁ δὲ αὐτὸς ἔστι Θεός, ὁ ἐνεργῶν τὰ πάντα ἐν πᾶσιν. Ἑκάστῳ δὲ δίδοται η φανέρωσις τοῦ Πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον…πάντα δὲ ταῦτα ἐνεργεῖ τὸ ἔν καὶ τὸ αὐτὸ Πνεῦμα, διαιροῦν ἰδίᾳ ἑκάστῳ καθὼς βούλεται» (Α’ Κορ. ἴβ’ 4-7,11).
Μὲ τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος ὅλοι οἱ πιστοὶ δέχονται πλούσια τὰ χαρίσματα αὐτά. Μὲ τὰ ἄλλα μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, τὰ χαρίσματα αὐτὰ ἐνισχύονται καὶ πολλαπλασιάζονται ἀπὸ τὸ Θεό.
Μὲ τὰ πέντε τάλαντα οἱ ἑρμηνευτὲς κατανοοῦν τίς πέντε αἰσθήσεις, μὲ τὰ δύο τάλαντα τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα καὶ μὲ τὸ ἕνα τάλαντο τὴν ἑνιαία ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ πέντε σωματικὲς αἰσθήσεις δόθηκαν στὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ ὑπηρετοῦν τὸ πνεῦμα καὶ τὴ σωτηρία του. Ἀνήκει στὴ θέληση τοῦ ἀνθρώπου νὰ ὑπηρετήσει το Θεὸ μὲ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα του καὶ νὰ ἐμπλουτίσει τὸν ἑαυτό του μὲ τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ καλὰ ἔργα. Όλόκληρος ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἀφεθεῖ στὴ διάθεση τοῦ Θεοῦ.
Στὴν παιδική του ἡλικία ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μὲ τίς πέντε αἰσθήσεις του. Αὐτὴ εἶναι μιὰ ἀπόλυτα σωματικὴ ζωή. Ὅταν ὡριμάσει ὁ ἄνθρωπος κατανοεῖ τὴ δυαδικότητά του καὶ τὸν πόλεμο ποὺ διεξάγεται ἀνάμεσα στὸ σῶμα καὶ τὸ πνεῦμα. Στὴν πλήρη πνευματικὴ ὡριμότητά του ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό του ὡς ἑνιαῖο πνεῦμα, ξεπερνῶντας τὴ διαίρεση τοῦ ἑαυτοῦ του σὲ πέντε ἢ σὲ δύο. Σ’ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν πλήρη ὡριμότητά του ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν αἴσθηση τοῦ νικητῆ, ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἀπειλεῖται ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια, ἀπὸ τὴν ὑποτίμηση τῶν ἄλλων καὶ τὴν ἀνυπακοὴ στὸ Θεό. Ὅταν φτάσει στὰ μέγιστα ὕψη, τότε πέφτει στὴ μεγαλύτερη καταστροφὴ καὶ θάβει τὰ ταλέντα του στὴ γῆ.
Ὁ Θεὸς δίνει στὸν καθένα ἀνάλογα μὲ τὴ δύναμή του, ὅσα δηλαδὴ μπορεῖ κανεὶς ν’ ἀντέξει καὶ νὰ χρησιμοποιήσει. Ὁ Θεὸς βέβαια δίνει στὸν καθένα ἀνάλογα καὶ μὲ τὸ σχέδιο τῆς θείας Του Πρόνοιας. Ὅλα τὰ μέλη μιᾶς οἰκογένειας δὲν ἔχουν τίς ἴδιες ἱκανότητες γιὰ νὰ κάνουν τὴν ἴδια δουλειά. Ἕνας ἔχει μερικὲς ἱκανότητες κι ἄλλος κάποιες ἄλλες. Ὁ καθένας προσφέρει ἀνάλογα μὲ τίς δικές του ἱκανότητες.
Καὶ ἀπεδήμησεν εὐθέως. Τὰ λόγια αὐτὰ φανερώνουν τὴν ταχύτητα τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν κόσμο, τὸ ἔκανε γρήγορα. Ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἦρθε στὴ γῆ γιὰ χάρη τῆς Νέας Κτίσης, γιὰ τὴν ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου, ἔφερε σὲ πέρας τὸ ἔργο Του γρήγορα: ἀποκάλυψε καὶ χορήγησε τίς δωρεές Του κι ἀμέσως ἀκολούθησε το δρόμο Του.
Τί ἔκαναν τώρα οἱ ὑπηρέτες τὰ τάλαντα ποὺ ἔλαβαν; «Πορευθεὶς δὲ καὶ τὰ πέντε τάλαντα λαβῶν εἰργάσατο ἐν αὐτοῖς καὶ ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα. ὡσαύτως καὶ ὸ τὰ δύο ἐκέρδησε καὶ αὐτὸς ἄλλα δύο. ὁ δέ το ἐν λαβῶν ἀπελθὼν ὤρυξεν ἐν τῇ γῆ καὶ ἀπέκρυψε τὸ ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ» (Ματθ. κέ’ 16-18). Ὅλες οἱ ἐφαρμογὲς καὶ οἱ συναλλαγὲς ποὺ γίνονται ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, εἶναι μιὰ εἰκόνα αὐτοῦ ποὺ γίνεται ἢ ποὺ πρέπει νὰ γίνεται στὸ βασίλειο τῶν ψυχῶν τους. Ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ κληρονομεῖ κάποια περιουσία, περιμένουν νὰ τὴν αὐξήσει. Ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἔχει κληρονομήσει ἀγρούς, περιμένουν νὰ τοὺς καλλιεργήσει. Ἀπὸ ἐκεῖνον ποῦ ἔμαθε κάποια δουλειά, περιμένουν νὰ τὴ χρησιμοποιήσει, τόσο γιὰ τὸ δικό του ὄφελος ὅσο καὶ γιὰ τοὺς δικούς του. Ἀπ’ αὐτὸν ποὺ γνωρίζει κάποια τέχνη, ἀναμένουν νὰ τὴν μεταδώσει σὲ κάποιον ἄλλον. Ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ἐπένδυσε χρήματα στό ἐμπόριο, περιμένουν νὰ τ’ αὐξήσει. Οἱ ἄνθρωποι κινοῦνται, ἐργάζονται, βελτιώνουν τὰ πράγματα, μαζεύουν, συναλλάσσονται, ἀγοράζουν καὶ πουλᾶνε. Ὅλοι ἀγωνίζονται ν’ ἀποκτήσουν ἐκεῖνα ποῦ εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τίς σωματικές τους ἀνάγκες, προσπαθοῦν νὰ βελτιώσουν τὴν ὑγεία τους, μεριμνοῦν γιὰ τίς καθημερινὲς ἀνάγκες τους καὶ ἀγωνίζονται νὰ ἐξασφαλίσουν τὴν καλοπέρασή τους γιὰ ὅσο περισσότερο χρόνο γίνεται. Κι αὐτὸ εἶναι ἁπλᾶ ἕνα ἁδρὸ σχέδιο αὐτῶν ποὺ πρέπει νὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὴν ψυχή του, ἀφοῦ ἡ ψυχὴ εἶναι πιὸ σπουδαία ἀπὸ τὸ σῶμα. Ὅλες οἱ ἐξωτερικὲς ἀνάγκες μας εἶναι μιὰ εἰκόνα τῶν πνευματικῶν μας ἀναγκῶν, μιὰ ὑπενθύμιση καὶ μιὰ διδαχὴ πῶς πρέπει ν’ ἀσκοῦμε τὸν ἑαυτό μας. ὥστε νὰ φροντίζει γιὰ τοὺς πεινασμένους καὶ διψασμένους, γιὰ τοὺς γυμνοὺς καὶ τοὺς ἄρρωστους, τοὺς ἀκάθαρτους καὶ τοὺς δυστυχισμένους, τόσο σωματικὰ ὅσο καὶ ψυχικά.
Ὅποιος ἀπὸ μᾶς ἔλαβε ἀπό το Θεὸ πέντε τάλαντα ἢ δύο ἢ ἕνα, τάλαντα πίστης, σοφίας. γενναιοδωρίας, φόβου Θεοῦ, δίψας γιὰ πνευματικὴ καθαρότητα καὶ δύναμη, ταπείνωσης καὶ ὑπακοῆς στὸ Θεό, πρέπει ν’ ἀγωνιστεῖ ὥστε τοὐλάχιστον,τουλάχιστο νὰ τὰ διπλασιάσει, ὅπως ἔκαναν ὁ πρῶτος κι ὁ δεύτερος δοῦλος κι ὅπως κάνουν κατὰ κανόνα οἱ ἄνθρωποι ὅταν ἀσχοληθοῦν μὲ τὸ ἐμπόριο ἢ μὲ κάποια τέχνη. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν πολλαπλασιάζει τὸ χάρισμα ποὺ τοῦ δόθηκε – ὅσο μεγάλο ἢ μικρὸ κι ἂν εἶναι τὸ χάρισμα αὐτό – θὰ κοπεῖ σὰν ἄκαρπο δέντρο καὶ θὰ καεῖ. Αὐτὸ ποὺ κάνει ὁ οἰκοδεσπότης σὲ κάθε καρποφόρο δέντρο ποὺ δὲν καρποφορεῖ, ποῦ μάταια τὸ εἶχε σκάψει, τὸ εἶχε περιποιηθεῖ καὶ φράξει, θὰ κάνει κι ὁ μεγάλος Οἰκοδεσπότης τοῦ σύμπαντος, γιὰ τὸν ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι εἶναι τὰ πολύτιμα δέντρα.
Προσέξτε μὲ πόση ἔκπληξη καὶ χλευασμὸ ἀντιμετωπίζουν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνον ποὺ κληρονόμησε ἐδάφη ἀπὸ τὸν πατέρα του καὶ δὲν κάνει τίποτα, ἀλλὰ κάθεται καὶ σπαταλᾶ τὸν πλοῦτο του στὶς προσωπικὲς σωματικὲς ἀνάγκες καὶ ἀπολαύσεις του. Οὔτε ὁ εὐτελέστερος ἀπὸ τοὺς ζητιάνους δὲν προκαλεῖ τόσο τὴν περιφρόνηση τῶν ἀνθρώπων, ὅσο ὁ τεμπέλης. Τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι ἡ ἴδια ἡ εἰκόνα του πνευματικὰ ὀκνηροῦ ποὺ ἔλαβε ἀπό το Θεὸ ἕνα τάλαντο πίστης ἢ σοφίας ἢ εὐγλωττίας ἢ ὁποιοδήποτε ἄλλο χάρισμα καὶ τὸ ἔθαψε ἀχρησιμοποίητο στὴ λάσπη τοῦ σώματός του. Δὲν τὸ αὔξησε μέ το μόχθο του, δὲν τὸ ἔδειξε σὲ κανέναν ἀπὸ ὑπερηφάνεια, δὲν ὠφέλησε κανέναν μ’ αὐτό, ἀπὸ φιλαυτία.
«Μετὰ δὲ χρόνον πολὺν ἔρχεται ὁ κύριος τῶν δούλων ἐκείνων καὶ συναίρει μετ’ αὐτῶν λόγον» (Ματθ. κέ’ 19). Ὁ Θεὸς δὲν ἀπομακρύνεται οὔτε στιγμὴ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ἡ βοήθειά Τοῦ συνεχίζεται ἀπὸ μέρα σὲ μέρα, σὰν ποτάμι ποὺ ξεχειλίζει. Ὁ καιρὸς τῆς κρίσης Του ὅμως, ὁ καιρὸς τοῦ λογαριασμοῦ ποὺ θὰ κάνει μὲ τούς ἀνθρώπους, ἀργεῖ νὰ ἔρθει. Ὁ Θεὸς εἶναι γρήγορος νὰ βοηθήσει ἐκείνους ποὺ ζητοῦν τὴ βοήθειά Τοῦ, ἀργεῖ ὅμως νὰ ζητήσει το λογαριασμὸ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ τὸν ἐξοργίζουν, ποὺ χαραμίζουν ἄσκοπα τὰ χαρίσματά Του. Ἐδῶ μιλᾶμε γιὰ τὴν Τελική Του Κρίση, ὅταν ἔρθει ἡ συντέλεια τοῦ χρόνου καὶ θὰ κληθοῦν ὅλοι οἱ ἐργάτες νὰ λάβουν το μισθό τους.
«Καὶ προσελθών καὶ τὰ πέντε τάλαντα λαβῶν προσήνεγκεν ἄλλα πέντε τάλαντα λέγων· κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας: ἰδε ἄλλα πέντε τάλαντα εκέρδησα ἐπ’ αὐτούς. ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἧς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σὲ καταστήσω εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὰ δύο τάλαντα λαβῶν εἶπε κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας: ἰδὲ δύο ἄλλα τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ’ αὐτούς. ἔφη αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἧς πιστός. ἐπὶ πολλῶν σὲ καταστήσω εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου» (Ματθ. κέ’ 20-23).
Ἕνας ἕνας οἱ δοῦλοι ἐμφανίστηκαν στὸν κύριο τοὺς καὶ παρουσίασαν το λογαριασμό τους: πόσα ἔλαβαν καὶ πῶς τὰ διαχειρίστηκαν. Θὰ ἐμφανιστοῦμε κι ἐμεῖς ἕνας ἕνας μπροστὰ στὸν Κύριο τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς καὶ θὰ παρουσιάσουμε το λογαριασμὸ μᾶς μπροστὰ σὲ ἑκατομμύρια μαρτύρων: πόσα λάβαμε καὶ τὴ χρήση τους κάναμε. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ μείνει κρυφό. Τὸ φῶς τοῦ Κυρίου θὰ φωτίσει ὅλους ὅσοι θὰ παρευρίσκονται κι ὅλοι θὰ γνωρίζουν τὴν ἀλήθεια ὅλων, ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου. Ἄν στὴ ζωὴ αὐτὴ κατορθώσαμε νὰ διπλασιάσουμε τὰ χαρίσματά μας, θὰ παρουσιαστοῦμε στὸν Κύριο μὲ πρόσωπο λαμπερό, μὲ καρδιὰ ἐλεύθερη, ὅπως οἱ δυὸ πρῶτοι καλοὶ καὶ πιστοὶ δοῦλοι. Θὰ φωτιστοῦμε ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Κυρίου καὶ θὰ παραμείνουμε αἰώνια ζωντανοί, ἀκούγοντας τὰ λόγια Τοῦ: εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! Ἀλίμονό μας ὅμως ἂν παρουσιαστοῦμε στὸν Κύριο καὶ στοὺς ἀγγέλους Τοῦ ὅπως ὁ τρίτος δοῦλος, μὲ ἄδεια χέρια, πονηροὶ καὶ ὀκνηροὶ δοῦλοι. Τί σημαίνουν τὰ λόγια, ἐπὶ ὀλίγα ᾖς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σὲ καταστήσω; Σημαίνουν πῶς ὅλα τὰ χαρίσματα ποὺ λάβαμε ἀπό το Θεὸ σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, ὅσα κι ἂν εἶναι αὐτά, εἶναι λίγα ἂν συγκριθοῦν μὲ τίς εὐλογίες ποὺ ἀναμένουν τοὺς πιστοὺς στὴ μέλλουσα βασιλεία. Ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὔς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τους ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Α ́κόρ. β’ 9). Ἡ παραμικρὴ προσπάθεια ποὺ γίνεται ἀπὸ ἀγάπη στὸ Θεό, ἀνταμείβεται ἀπὸ Ἐκεῖνον μὲ πλούσια καὶ βασιλικὰ δῶρα. Γι’ αὐτὸ τὸ λίγο ποῦ ὑπομένουν οἱ πιστοὶ σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἀπὸ ὑπακοὴ στὸ Θεό, ὅσο μικρὴ κι ἂν εἶναι ἢ προσπάθειά τους γιὰ τὴν ψυχή τους, ὁ Θεὸς θὰ τοὺς στεφανώσει μὲ δόξα τέτοια, ποὺ ποτὲ δὲν ἔχουν γνωρίσει ἢ φανταστεῖ βασιλεῖς αὐτοῦ τοῦ κόσμου.
Τί ἔγινε τώρα μὲ τὸν πονηρὸ καὶ ὀκνηρὸ δοῦλο; «Προσελθὼν δὲ καὶ ὁ το ἕν τάλαντον εἰληφὼς εἶπε κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἄνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ,οὗ διεσκόρπισας. καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῆ ἴδε ἔχεις τὸ σόν» (Ματθ. κέ’ 24-25). Ἔτσι δικαιολόγησε τὴν πονηριὰ καὶ τὴν ὀκνηρία του στὸν κύριό του ὁ τρίτος δοῦλος. Μὰ δὲν ἦταν μόνος τοῦ σ’ αὐτό. Πόσοι τέτοιοι ὑπάρχουν ἀνάμεσά μας, ποὺ κατηγοροῦν καὶ ἐνοχοποιοῦν τὸ Θεὸ γιὰ κάθε κακία, ἀμέλεια, ὀκνηρία καὶ φιλαυτία τους; Δὲν ἀναγνωρίζουν καὶ δὲν ὁμολογοῦν τὴν ἁμαρτία τους, δὲν εἶναι σίγουροι ὅτι ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ γι’ αὐτὸ ἀντιτίθενται στὸ Θεὸ ἀπὸ τὴν κακία, τὴ φτώχεια καὶ τὴν ἀποτυχία τους.
Κάθε λέξη ποὺ ἀπευθύνει ὁ ὀκνηρὸς δοῦλος στὸν κύριό του εἶναι ἀπόλυτα ψευδής. Ποῦ θερίζει ὁ Θεὸς ἐκεῖ ποῦ δὲν ἔσπειρε; Ποῦ συνάζει ἐκεῖ ποὺ δὲ σκόρπισε; Ὑπάρχει ἔστω κι ἕνας μοναδικὸς σπόρος στὴ γῆ ποῦ δὲν τὸν ἔσπειρε ὁ Θεός; Ὑπάρχουν καλοὶ καρποὶ στὸ σύμπαν ὁλόκληρο ποὺ δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ ἔργου τοῦ Θεοῦ; Οἱ πονηροὶ καὶ ἄπιστοι παραπονοῦνται, γιὰ παράδειγμα, ὅταν ὁ Θεός τους παίρνει τὰ παιδιά. «Δέστε, φωνάζουν, πόσο ἄσπλαχνα παίρνει τὰ παιδιὰ μᾶς πρὶν ἀπὸ τὴν ὥρα τους». Ἀπὸ ποιά ἄποψη εἶναι δικά σας τὰ παιδιά; Προτοῦ ἐσεῖς τὰ ὀνομάσετε δικά σας, δὲν ἦταν δικά Του; Καὶ γιατί πρὶν ἀπὸ τὴν ὥρα τους; Ἐκεῖνος ποὺ δημιούργησε το χρόνο, δὲν ξέρει πότε εἶναι ὁ σωστὸς χρόνος τους; Οὔτε ἕνας ἰδιοκτήτης στὴ γῆ δὲν περιμένει νὰ ὡριμάσει ὁλόκληρο τὸ δάσος γιὰ νὰ κάνει τὴν κοπὴ τῶν δέντρων, ἀλλὰ κόβει μικρὰ ἢ μεγάλα δέντρα, ἀνάλογα μὲ τίς ἀνάγκες τοῦ σπιτιοῦ του, εἴτε τὰ φύτεψε πολὺ καιρὸ νωρίτερα εἴτε πρόσφατα. Ἀντὶ νὰ κατηγοροῦμε το Θεὸ καὶ νὰ καταριόμαστε Ἐκεῖνον ἀπὸ τὸν Όποῖο ἐξαρτᾶται ἢ κάθε ἀνάσα μας, θὰ ἦταν καλύτερα νὰ λέμε μαζὶ μὲ τὸν πολύαθλο Ἰώβ: «Ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν, οὕτῳ καὶ ἐγένετο εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἰώβ, ἅ’ 21).
Οἱ πονηροὶ καὶ ἄπιστοι κατηγοροῦν το Θεὸ ὅταν τὸ χαλάζι καταστρέφει τὰ σπαρτά τους, ὅταν τὰ πλοῖα τους ποὺ εἶναι φορτωμένα μὲ ἐμπορεύματα χάνονται στὴ θάλασσα ἢ ὅταν ἀρρωσταίνουν κι εἶναι ἀβοήθητοι. Ὁ γογγυσμὸς κι ἡ ἀγανάκτηση ἐναντίον τοῦ Θεοῦ εἶναι σκληρὸ πρᾶγμα. Τὸ κάνουν αὐτὸ ὅμως οἱ ἄνθρωποι ἐπειδὴ ξεχνοῦν τὴν ἁμαρτία τους, ἢ ἐπειδὴ δὲν μποροῦν ἀπ’ αὐτὰ ν’ ἀντλήσουν διδάγματα γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.
Ὁ Κύριος ἀπαντᾶ στὶς ψεύτικες δικαιολογίες τοῦ δούλου: «Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ! ἤδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὔκ ἔσπειρα καὶ συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα! ἔδει οὖν σὲ βαλεῖν τὸ ἀργύριον μοῦ τους τραπεζίταις, καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ» (Ματθ. κέ’ 26-27). Οἱ τραπεζῖτες κάνουν συναλλαγὲς μὲ χρήματα. Ἀνταλλάσσουν χρήματα καὶ κερδίζουν τὸν τόκο. Ἐδῶ ὅμως κρύβεται κι ἄλλο νόημα. Μὲ τοὺς τραπεζῖτες πρέπει νὰ κατανοήσουμε τοὺς εὐεργέτες. Τὰ χρήματα ὑποδηλώνουν τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ. Τόκος εἶναι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς. Βλέπετε πῶς ὅλα ὅσα γίνονται ἐδῶ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. εἶναι εἰκόνα αὐτῶν ποὺ γίνονται καὶ ποὺ θὰ γίνουν στὸ πνευματικὸ βασίλειο αὐτῆς τῆς ζωῆς; Ἀκόμα κι οἱ τραπεζῖτες μποροῦν νὰ χρησιμοποιηθοῦν σὰν εἰκόνα τῆς πνευματικῆς πραγματικότητας ποὺ ὑπάρχει μέσα στὸν ἄνθρωπο. Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο θέλει νὰ πεῖ ὁ Κύριος στὸν ὀκνηρὸ δοῦλο: Ἔλαβες ἕνα δῶρο ἀπό το Θεό. Δὲ θέλησες νὰ τὸ χρησιμοποιήσεις γιὰ τὴ σωτηρία σου. Γιατί δὲν τὸ ἔδωσες τοὐλάχιστον σὲ κάποιον εὐεργέτη. σὲ κάποιον εὐαίσθητο ἄνθρωπο, ποὺ θὰ ἔδινε τὸ δῶρο αὐτὸ σὲ ἄλλους ποὺ τὸ εἶχαν ἀνάγκη καὶ θὰ τὸ χρησιμοποιοῦσαν γιὰ τὴ σωτηρία τούς; Ἔτσι ὅταν θὰ ἐρχόμουν ‘Ἐγώ, θὰ ‘βρισκα περισσότερους ἀνθρώπους σωσμένους, πολλοὺς ποὺ θὰ ἦταν πιστοί, συμπαθεῖς καὶ ταπεινοί. Ἀντὶ γι’ αὐτὸ ἐσὺ ἔκρυψες τὸ ταλέντο στὴ γῆ τοῦ σώματός σου, αὐτὸ σάπισε στὸν τάφο καὶ τώρα σοῦ εἶναι ἄχρηστο. Αὐτὰ θὰ πεῖ ὁ Κύριος στὴν Τελικὴ Κρίση Του.
Πόσο, ἀλήθεια, καθαρὴ ἀλλὰ καὶ φοβερὴ εἶναι ἢ διδαχὴ αὐτὴ γιὰ ἐκείνους ποὺ διαθέτουν πλοῦτο πολὺ καὶ δὲ δίνουν στοὺς φτωχούς, ἢ σ’ ἐκείνους ποὺ ἔχουν σοφία μεγάλη καὶ τὴν κλειδώνουν μέσα τους, σὰ νὰ ναὶ τάφος, ἢ σ’ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν κάθε εἶδος ἀγαθοῦ ἢ ἱκανότητας καὶ δὲν τὰ δείχνουν σὲ κανέναν, ἢ δύναμη μεγάλη καὶ δὲν προστατεύουν τοὺς ἀδύναμους καὶ δυστυχεῖς, ἢ ἔχουν ὄνομα δυνατό, εἶναι διάσημοι καὶ δὲ ρίχνουν οὔτε μιὰ ἀκτῖνα σ’ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν στὸ σκοτάδι! Τὸ καλλίτερο ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κανεὶς γι’ αὐτούς, εἶναι πῶς εἶναι λῃστές. Τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ τὰ λογαριάζουν δικά τους, παίρνουν αὐτὰ ποὺ ἀνήκουν στοὺς ἄλλους καὶ κρύβουν αὐτὰ πού τους δόθηκαν. Δὲν εἶναι ἁπλᾶ λῃστὲς ἀλλὰ διαρρῆκτες. ἀφοῦ δὲν βοηθοῦν αὐτοὺς ποὺ μποροῦν καὶ δὲν τοὺς ὁδηγοῦν στὴ σωτηρία τους. Ἡ ἁμαρτία τοὺς δὲν εἶναι μικρότερη ἀπὸ ἐκείνην τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου ποὺ καθόταν στὴν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ μ’ ἕνα σχοινὶ κι ἔβλεπε κάποιον ἄλλον ποὺ πνιγόταν, μὰ δὲν τοῦ πέταγε τὸ σχοινὶ γιὰ νὰ σωθεῖ. Σὲ τέτοιους ἀνθρώπους ὁ Κύριος θὰ πεῖ ὁπωσδήποτε αὐτὰ ποὺ εἶπε στὸν ὀκνηρὸ δοῦλο τῆς παραβολῆς:
«Ἄρατε οὔν ἀπ’ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι δέκα τάλαντα τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ καὶ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ’ αὐτοῦ καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμός των ὀδόντων» (Ματθ. κέ’ 28-30). Πολλὲς φορὲς συμβαίνει σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ ὥστε τὸ λίγο ποὺ ἔχει ἕνας ἄνθρωπος νά του τὸ παίρνουν καὶ νὰ τὸ δίνουν σὲ κάποιον ποὺ ἔχει πολλά. Αὐτὸ δὲν εἶναι παρὰ μιὰ εἰκόνα ἐκείνων ποὺ γίνονται στὸ πνευματικὸ βασίλειο. Δὲν παίρνει κάποιος πατέρας χρήματα ἀπὸ ἕνα γιὸ ποὺ ἔχει ἔκλυτη ζωή, γιὰ νὰ τὰ δώσει στὸ σοφὸ γιό του ποὺ ξέρει πῶς νὰ τὰ χρησιμοποιήσει; Δὲν παίρνουν τὸ ὅπλο ἀπὸ ἕναν ἀναξιόπιστο στρατιώτη γιὰ νὰ τὸ δώσουν σ’ ἕναν ἄλλον ἀξιόπιστο; Ὁ Θεὸς παίρνει πίσω τα δῶρα Του ἀπὸ τοὺς ἄπιστους δούλους, ἀκόμα κι ἀπ’ αὐτὴ τὴ ζωή. Σκληρόκαρδοι πλούσιοι ἄνθρωποι συχνὰ χρεωκοποῦν καὶ πεθαίνουν φτωχοί. Φίλαυτοι σoφοὶ ἄνθρωποι καταλήγουν σὲ παράνοια καὶ τρέλα. “Ἅγιοι ποῦ νικήθηκαν ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια πέφτουν στὴν ἁμαρτία καὶ τελειώνουν τὴ ζωὴ τοὺς ὼς μεγάλοι ἁμαρτωλοί. Τύραννοι ἄρχοντες καταντοῦν γελοῖοι καὶ χάνουν τὴν ἐξουσία τους. Ἱερεῖς ποὺ δὲ δίδαξαν τοὺς ἄλλους μέ το λόγο ἢ τὸ παράδειγμά τους πέφτουν ὅλο καὶ πιὸ βαθιὰ στὴν ἁμαρτία, ὡσότου τελειώσουν τὴ ζωὴ αὐτὴ μὲ μεγάλα βάσανα. Χέρια ποὺ δὲ θέλησαν νὰ κάνουν αὐτὸ ποὺ μποροῦσαν, ἀρχίζουν νὰ τρέμουν ἢ νὰ σκληραίνουν, νὰ παθαίνουν ἀγκύλωση. Γλῶσσες ποῦ δὲν ἔλεγαν τὴν ἀλήθεια ποὺ μποροῦσαν νὰ πούν, πρίζονται ἢ μένουν νεκρές. Καὶ γενικὰ ὅλοι ὅσοι κρύβουν τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ τελειώνουν τὴ ζωή τους ὡς ἐπαῖτες, μὲ ἄδεια χέρια.
Ἕνα δῶρο ποὺ δόθηκε σ’ ἕναν πονηρό, σκληρὸ καὶ φίλαυτο ἄνθρωπο, δὲν τὸ παίρνουν ἀμέσως μετὰ τὸ θάνατό του καὶ τὸ δίνουν στοὺς στενότερους συγγενεῖς του, ποὺ τὸν κληρονομοῦν; Τὸ σπουδαιότερο πρᾶγμα εἶναι πῶς τὸ δῶρο ποὺ δόθηκε στὸν ἄπιστο τὸ παίρνουν πρῶτα, του τὸ ἀφαιροῦν κι ἔπειτα τὸν στέλνουν γιὰ νὰ καταδικαστεῖ. Ό Θεὸς δὲν καταδικάζει κανέναν ἐνῶ κρατᾶ ἀκόμα τὸ πολύτιμο δῶρο Του. Ό ἄνθρωπος ποὺ καταδικάστηκε ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια δικαστήρια, προτοῦ τὸν στείλουν νὰ ὑπηρετήσει τὴν ποινή του, τὸν ἀπογυμνώνουν ἀπὸ τὰ δικά του ροῦχα καὶ τοῦ φοροῦν τὴ στολὴ τῆς φυλακῆς, τὴ στολὴ τῆς καταδίκης καὶ τῆς ντροπῆς. Αὐτὸ γίνεται καὶ μὲ κάθε δικασμένο ἁμαρτωλό. Πρῶτα του βγάζουν κάθε θεϊκὸ ποὺ ἔχει πάνω του καὶ μετὰ τὸν στέλνουν στὸ σκότος τὸ ἐξώτερον, ἐκεῖ ὅπου ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμός των ὀδόντων.
Ἡ παραβολὴ αὐτὴ μᾶς δίνει μιὰ ξεκάθαρη διδαχὴ πῶς δὲ θὰ κατακριθεῖ ἐκεῖνος μόνο 64 6 ποὺ διαπράττει τὸ πονηρό, ἀλλὰ κι αὐτὸς ποῦ δὲν πράττει τὸ καλό. Ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος διδάσκει: «Εἴδότι οὔν καλὸν ποιεῖν καὶ μὴ ποιοῦντι, ἁμαρτία αὐτῷ ἐστιν» (Ἰακ. δ’ 17)
Ὅλες οἱ διδαχὲς τοῦ Χριστοῦ, ὅπως καὶ τὸ παράδειγμά Του, μας συνιστοῦν νὰ κάνουμε τὸ καλό. Τὸ νὰ ἀπέχουμε ἀπὸ τὴ διάπραξη τοῦ κακοῦ, εἶναι τὸ σημεῖο ἐκκίνησης. Όλόκληρος ὁ δρόμος τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ὅμως πρέπει νὰ στρωθεῖ μὲ λουλούδια, δηλαδὴ καλὰ ἔργα. Ἡ τέλεση καλῶν ἔργων μας βοηθάει ἄπειρα στὸ νὰ προφυλαχτοῦμε ἀπὸ τὰ κακὰ ἔργα. Εἶναι δύσκολο νὰ προφυλαχτεὶ κανεὶς ἀπὸ τὸ κακό, ἂν ταυτόχρονα δὲν προχωρήσει στὴν τέλεση τοῦ καλοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ προφυλαχτεὶ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἂν δὲν ἀσκήσει τὴ φιλανθρωπία.
Ἡ παραβολὴ αὐτὴ μᾶς διαβεβαιώνει πῶς ὁ Θεὸς εἶναι ἀμέριστα εὔσπλαχνος πρὸς ὅλους μας. ἀφοῦ σε κάθε πλασμένο ἄνθρωπο ἔχει δώσει καὶ κάποιο χάρισμα. Εἶναι ἀλήθεια πῶς σὲ μερικούς ἔχει δώσει περισσότερα καὶ σὲ ἄλλους λιγότερα, αὐτὸ ὅμως δὲν ἀλλάζει μὲ κανένα τρόπο τὴν κατάσταση, ἀφοῦ ὁ Θεὸς ἀπαιτεῖ περισσότερα ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἔλαβε πολλὰ καὶ λιγότερα ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ἔλαβε λίγα. Σὲ ὅλους ὅμως δόθηκαν ἀρκετὰ γιὰ νὰ σωθοῦν οἱ ἴδιοι, ἀλλὰ καὶ νὰ βοηθήσουν στὴ σωτηρία τῶν ἄλλων.
Θὰ εἶναι λάθος νὰ σκεφτεῖ κανεὶς πῶς στὴν παραβολὴ αὐτὴ ὁ Κύριος μιλάει μόνο γιὰ τοὺς πλούσιους αὐτοῦ κόσμου. “Ὄχι. Ὁ Χριστὸς μιλάει γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους χωρὶς διάκριση. Ὅλοι, χωρὶς ἐξαίρεση, ἦρθαν σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο μὲ κάποιο χάρισμα. Ἡ χήρα ποὺ ἔδωσε τὰ τελευταῖα δύο της λεπτὰ στὸ ναὸ τῆς Ἱερουσαλήμ, μὲ μέτρο τὸ χρῆμα ἦταν πάρα πολὺ φτωχή, ἦταν πολὺ πλούσια ὅμως ἀπὸ τὴν ἄποψη τῆς θυσίας καὶ τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ. Καὶ γιὰ τὴν καλὴ χρήση αὐτοῦ τοῦ δώρου – μάλιστα, τοῦ δώρου τῶν δύο λεπτῶν – τὴν ἐγκωμίασε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἢ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πάντων ἔβαλε τῶν βαλλόντων εἰς τὸ γαζοφυλάκιον» (Μάρκ. ἴβ’ 43).
Ἄς πάρουμε ἕνα περιστατικὸ ποὺ εἶναι πιὸ δύσκολο καὶ πιὸ δυσερμήνευτο. Σκέψου ἕναν τυφλὸ ἄνθρωπο, ποὺ εἶναι ταυτόχρονα καὶ κωφάλαλος. “Ὅλη του τὴν ἐπίγεια ζωή, ἀπὸ τὴ γέννησή του ώς το θάνατο, τὴν πέρασε ζῶντας μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο. Θὰ σὲ ρωτήσει κάποιος: «Τί χάρισμα ἔλαβε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀπὸ τὸ Θεό; Πῶς μπορεῖ νὰ σωθεῖ αὐτός;»
Ἔχει κι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἕνα χάρισμα καὶ μάλιστα μεγάλο. Αὐτὸς δὲν μπορεῖ νὰ βλέπει τοὺς ἄλλους, οἱ ἄλλοι ὅμως τὸν βλέπουν ὁ ἴδιος δὲν μπορεῖ νὰ δώσει ἐλεημοσύνη, προκαλεῖ ὅμως τὴν ἐλεημοσύνη τῶν ἄλλων. Δὲν μπορεῖ νὰ χρησιμοποιήσει λόγια γιὰ νὰ μιλήσει γιὰ τὸ Θεό, λειτουργεῖ ὅμως σὰν μιὰ ζωντανὴ ὑπόμνηση στοὺς ἄλλους. Δὲν μπορεῖ νὰ κηρύξει μὲ λόγια, θυμίζει ὅμως στοὺς ἄλλους πῶς πρέπει νὰ ὁμολογοῦν το Θεό. Αὐτὸς μπορεῖ πραγματικὰ νὰ φέρει πολλοὺς στὴ σωτηρία κι ἔτσι νὰ σωθεῖ κι ὁ ἴδιος.
Πρέπει νὰ ξέρουμε πῶς οἱ τυφλοὶ κι οἱ κωφάλαλοι γενικὰ δὲν εἶναι ἀπὸ ἐκείνους ποὺ κρύβουν τὸ ταλέντο τους. Δὲν κρύβονται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, κι αὐτὸ εἶναι ἀρκετό. Ὅλα ὅσα ἔχουν νὰ δείξουν, αὐτὰ δείχνουν: τὸν ἑαυτό τους. Αὐτὰ εἶναι τὰ χρήματα ποὺ δίνουν στοὺς τραπεζῖτες καὶ μετὰ τὰ ἐπιστρέφουν στὸν Κύριο μὲ τὸν τόκο τους. Εἶναι κι αὐτοὶ δοῦλοι τοῦ Θεοῦ. Γεμίζουν τίς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων μὲ φόβο καὶ ἀγάπη. Παρουσιάζουν τὸ κήρυγμα τοῦ Θεοῦ χαραγμένο στὴ σάρκα τους. Αὐτοὶ ποὺ συνήθως θάβουν τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ, εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν μάτια, αὐτιὰ καὶ γλῶσσα. Σ’ αὐτοὺς δόθηκαν πολλά. Κι ὅταν τοὺς ζητηθοῦν πολλά, δὲ θά ‘χοῦν τίποτα νὰ δώσουν.
Ἢ ἀνισότητα λοιπὸν ἔχει τοποθετηθεῖ στὴν ἴδια τὴ βάση τῆς δημιουργίας. Πρέπει νὰ χαιρόμαστε μ’ αὐτὴ τὴν ἀνισότητα, ὄχι νὰ ἐπαναστατοῦμε ἐναντίον της. Ἔχει τοποθετηθεῖ ἐκεῖ ἀπὸ ἀγάπη. ὄχι ἀπὸ μῖσος, ἀπὸ πρόνοια, ὄχι ἀπὸ ἀφροσύνη. Ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου δὲν χειροτέρεψε ἀπὸ τὴν ἀπουσία ἰσότητας, ἀλλ’ ἀπὸ τὴν ἀπουσία τῆς ἀγάπης καὶ τῆς πνευματικῆς γνώσης τῶν ἀνθρώπων. “Ἄς αὐξήσουμε τὴν ἀγάπη μας γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὴν πνευματική μας ἀντίληψη γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τότε θὰ δοῦμε πῶς ἀκόμα καὶ διπλάσια ἀνισότητα δὲ θὰ μείωνε στὸ ἐλάχιστο τίς εὐλογίες ποὺ δόθηκαν στοὺς ἀνθρώπους.
Ἡ Παραβολὴ τῶν ταλάντων φέρνει φώς, γνώση καὶ εἰρήνη στὶς ψυχές μας. Μᾶς ἐνθαρρύνει νὰ μὴν εἴμαστε ἀργοὶ στὴν ἐκτέλεση τοῦ ἔργου γιὰ τὸ ὁποῖο μᾶς ἔστειλε ὁ Κύριος στὴν ἀγορὰ αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ὁ χρόνος περνάει πιὸ γρήγορα κι ἀπὸ τὸ γρηγορότερο ποτάμι. Σύντομα – τὸ ἔπαναλαμβάνω, σύντομα – θὰ μᾶς εὕρει τὸ τέλος τοῦ χρόνου. Κανένας δὲ θὰ μπορέσει νὰ γυρίσει πίσω ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα γιὰ νὰ πάρει αὐτὸ ποὺ ἔχει ξεχάσει καὶ νὰ κάνει αὐτὸ ποὺ ἄφησε ἄφτιαχτο. Γι’ αὐτὸ ἂς βιαστοῦμε, ἂς κάνουμε χρήση τοῦ χαρίσματος ποὺ μᾶς δόθηκε, τὸ ταλέντο ποὺ μᾶς δάνεισε ὁ Κύριος τῶν κυρίων.
Δόξα καὶ αἶνος στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ γιὰ τὴ θεία αὐτὴ διδαχή Του, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.