ΚΥΡΙΑΚΗ ΙZ Ματθαίου (Χαναναίας) (18/2/2024)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΖ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Β΄προς Koρινθίους, κεφ. Στ΄, εδάφια 14-18 και κεφ. Ζ΄, εδάφιο 1
Κεφ. ΣΤ΄ 14Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; Τίς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; 15 Τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; Ἤ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; 16 Τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; Ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός. 17 Διὸ ἐξέλθατε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, 18 καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ.
Κεφ. Ζ΄ 1Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
Κεφ. ΣΤ΄ 14 Μην έχετε στενό σύνδεσμο με τους απίστους, με τους οποίους δεν μπορείτε να αποτελέσετε ταιριαστό ζευγάρι, ώστε να μπαίνετε στον ίδιο ζυγό μαζί τους. Διότι ποια σχέση και κοινωνία μπορεί να υπάρχει μεταξύ δικαιοσύνης και ανομίας; Και ποια επικοινωνία μεταξύ φωτός και σκότους; 15 Ποια συμφωνία μπορεί να γίνει μεταξύ του Χριστού και του Σατανά; Ή ποιο μερίδιο μπορεί να έχει ένας πιστός με έναν άπιστο; 16 Και πώς μπορεί να βρίσκονται μαζί στον ίδιο τόπο ο ναός του Θεού και τα είδωλα; Ναι· δεν έχουν καμία θέση τα είδωλα σε σας· διότι εσείς είστε ναός του ζωντανού Θεού, όπως είπε στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός ότι «θα κατοικήσω μέσα τους και θα περπατήσω ανάμεσά τους, και θα είμαι Θεός δικός τους κι αυτοί θα είναι λαός μου. 17 Γι΄αυτό βγείτε και φύγετε μακριά από τους απίστους και ξεχωρίστε απ’ αυτούς», λέει ο Κύριος, «και μην αγγίζετε οτιδήποτε ακάθαρτο. Και τότε εγώ θα σας δεχθώ με πατρική στοργή. 18 Και θα γίνω πατέρας σας, κι εσείς θα είστε υιοί μου και κόρες μου», λέει ο Κύριος ο Παντοκράτωρ.
Κεφ.Ζ΄ 1Αφού λοιπόν έχουμε αυτές τις υποσχέσεις, αγαπητοί, ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας από καθετί που μολύνει το σώμα και το πνεύμα μας και ας τελειοποιούμαστε στην αγιοσύνη με τον φόβο του Θεού.
H ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΖ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Κατά Ματθαίον, κεφ. ιε΄, εδάφια 21-27
21 Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος. 22 Καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγαζεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυῒδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. 23 Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. Καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. 24 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ. 25 Ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. 26 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. 27 Ἡ δὲ εἶπε· ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. 28 Τότε ἀποκριθεὶς ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῇ· ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. Καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παναγιώτη Τρεμπέλα
21 Και αφού έφυγε από κει ο Ιησούς, αναχώρησε προς τα μέρη της Τύρου και Σιδώνας. 22 Τότε μια γυναίκα Χαναναία που βγήκε από τα σύνορα εκείνα, Του φώναξε δυνατά: «Ελέησέ με, Κύριε, ένδοξε απόγονε του Δαβίδ. Η κόρη μου κατέχεται από δαιμόνιο και υποφέρει φρικτά». 23 Ο Κύριος όμως δεν της αποκρίθηκε ούτε λέξη. Πλησίασαν τότε οι μαθητές Του κι άρχισαν να Τον παρακαλούν λέγοντας: «Κάνε της αυτό που ζητά, για να φύγει, διότι φωνάζει δυνατά από πίσω μας, κι απ’ τις φωνές της θα μαζευτεί πολύς λαός». 24 Αυτός τους αποκρίθηκε: «Δεν με απέστειλε ο Πατέρας μου παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους». 25 Εκείνη όμως, αφού πλησίασε, έπεσε με ευλάβεια στα πόδια του Κυρίου, λέγοντας: «Κύριε, βοήθα με στη δυστυχία μου!». 26 Αυτός της αποκρίθηκε: «Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια». 27 Κι εκείνη είπε: «Ναι, Κύριε˙ δέχομαι ότι είμαι σκυλάκι· διότι και τα σπιτίσια σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». 28 Τότε ο Ιησούς της αποκρίθηκε: «Ω γυναίκα, είναι μεγάλη η πίστη σου. Ας γίνει σε σένα όπως το θέλεις». Και πράγματι, απ’ την ώρα ακριβώς εκείνη γιατρεύτηκε η κόρη της.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ΛΟΥΚΑ[:Β΄Κορ. 6,16-7,1]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
Υπομνηματισμός των εδαφίων Β΄Κορ. Στ΄14-18 και ζ΄ 1
«Μὴ γίνεσθε ἐτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; Τίς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; Τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; Ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; (:Μη συνάπτετε στενό σύνδεσμο προς τους απίστους, με τους οποίους δεν μπορείτε να αποτελέσετε ταιριαστό ζευγάρι, ώστε να μπαίνετε στον ίδιο ζυγό μαζί τους· διότι ποια συνάφεια και ανάμειξη μπορεί να υπάρχει μεταξύ της δικαιοσύνης και της παρανομίας; Και ποια επικοινωνία μεταξύ φωτός και σκότους; Και ποια συμφωνία μπορεί να γίνει μεταξύ του Χριστού και του Σατανά; Ή ποιο μερίδιο δύναται να έχει ένας πιστός με έναν άπιστο;)»[Β΄Κορ. 6,14-15].
Είδες πώς χρησιμοποιεί τις λέξεις αυτές καθ’ εαυτές και που είναι ικανές να αποτρέψουν από σφάλματα; Δεν είπε δηλαδή: «παρανομία», που είναι πιο έντονη, ούτε είπε: «με τους ανθρώπους του σκότους και τους ανθρώπους του φωτός», αλλά χρησιμοποιεί τις ακριβώς αντιφατικές έννοιες, το φως και το σκοτάδι. Ούτε είπε: «ανάμεσα στους ανθρώπους του Χριστού και στους ανθρώπους του διαβόλου», αλλά λέξεις που είναι πολύ πιο αντίθετες, «του Χριστού και του Βελίαρ», με την εβραϊκή αυτή λέξη ονομάζοντας τον αποστάτη.
«Ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου;(: Ή ποιο μερίδιο δύναται να έχει ένας πιστός με έναν άπιστο;)»[Β΄Κορ.6,15]. Εδώ λοιπόν, για να μη θεωρηθεί ότι κατηγορεί αόριστα την κακία και επαινεί την αρετή, αναφέρει και πρόσωπα χωρίς να τα ονομάζει. Και δεν είπε: «κοινωνία», αλλά ανέφερε τα έπαθλα, λέγοντας: «μερίδα». «Τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; Ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἔστε ζῶντος (:Και πώς μπορεί να βρίσκονται μαζί στον ίδιο τόπο ο ναός του Θεού και τα είδωλα; Ναι· δεν έχουν καμία θέση τα είδωλα σε σας. Διότι εσείς είστε ναός του ζώντος Θεού)»[Β΄Κορ.6,16]. Με αυτά εννοεί το εξής: «Ούτε ο βασιλιάς σας έχει τίποτα το κοινό με τον διάβολο(γιατί “ποια συμφωνία υπάρχει μεταξύ του Χριστού και του Βελίαρ;”), ούτε τα ίδια τα πράγματα· γιατί “τι κοινό μπορεί να έχει το φως με το σκοτάδι;”. Επομένως ούτε εσείς δεν πρέπει να έχετε». Πρώτα αναφέρει τον βασιλιά και έπειτα αυτούς, πράγμα με το οποίο προπάντων τους ξεχωρίζει.
Στη συνέχεια, λέγοντας: «ο ναός του Θεού με τον ναό των ειδώλων», και διακηρύσσοντας ότι «εσείς είστε ναός του ζωντανού Θεού», κατ’ ανάγκη προσθέτει και τη μαρτυρία, δείχνοντας ότι το πράγμα δεν είναι κολακεία. Ποια είναι λοιπόν η μαρτυρία; «Ἐνοικήσω(:Θα κατοικήσω)», λέγει, «ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω (:μέσα τους και θα περιπατήσω ανάμεσά τους)», δείχνοντας τον μεγάλο Του δεσμό μαζί τους· «καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός(:και θα είμαι Εγώ ο δικός τους Θεός και αυτοί θα είναι λαός μου)» [Β΄Κορ. 6,16· βλ. και Λευιτικόν 26,11-12: «Καὶ θήσω τὴν σκηνήν μου ἐν ὑμῖν, καὶ οὐ βδελύξεται ἡ ψυχή μου ὑμᾶς, καὶ ἐμπεριπατήσω ἐν ὑμῖν·καὶ ἔσομαι ὑμῶν Θεός, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι λαός(:Θα εγκαταστήσω επίσης την ιερή σκηνή της κατοικίας μου μέσα στον τόπο, όπου θα διαμένετε και δεν θα σας σιχαθεί η ψυχή μου παρ’ όλες τις αδυναμίες σας. Και θα περιπατώ ανάμεσά σας και θα είμαι ο Θεός σας και εσείς θα είστε ο λαός μου)»]. «Τι;», λέγει, «Έχεις τον Θεό μέσα σου και τρέχεις προς τους απίστους; Τον Θεό που δεν έχει τίποτα το κοινό με αυτούς; Και πώς είναι δυνατόν να σου συγχωρεθεί αυτό; Σκέψου καλά Ποιος περιπατεί, Ποιος κατοικεί μέσα σου».
«Διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς(:Γι΄αυτό εξέλθετε ανάμεσα από τους απίστους και ξεχωριστείτε από αυτούς, λέγει ο Κύριος, και μην εγγίζετε οτιδήποτε ακάθαρτο. Και εγώ θα σας δεχθώ με στοργή πατρική)»[Β΄Κορ.6,17]. Και δεν είπε: «μην κάνετε αμαρτίες», αλλά θέλοντας να μιλήσει με περισσότερη ακρίβεια, «ούτε να τους εγγίζετε», λέγει, «ούτε να τους πλησιάζετε». Αλλά ποιος είναι ο μολυσμός του σώματος; Είναι η μοιχεία, η πορνεία, η ασέλγεια. Και ποιος είναι ο μολυσμός της ψυχής; Οι ακάθαρτες σκέψεις, όπως τα αισχρά κοιτάγματα, η μνησικακία, ο δόλος και όλα τα παρόμοια. Θέλει, λοιπόν, να είμαστε καθαροί και στα δύο. Είδες πόσο μεγάλη θα είναι η αμοιβή; Θα απαλλαχθούμε από τα κακά, θα ενωθούμε με τον Θεό. Άκουσε και την συνέχεια: «καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ(:«και θα είμαι για σας πατέρας και εσείς θα είστε για μένα γιοι και θυγατέρες», λέγει ο Κύριος ο Παντοκράτωρ)»[Β΄Κορ.6,18]. Είδες ο προφήτης προαναγγέλλει από την αρχή την τωρινή ευγένεια, την αναγέννησή μας με τη χάρη του Θεού;
«Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί(:Αφού λοιπόν έχουμε τις υποσχέσεις αυτές, αγαπητοί)». Ποιες υποσχέσεις; Ότι είμαστε ναοί του Θεού, υιοί Του και θυγατέρες Του, ότι κατοικεί μέσα μας και περιπατεί μεταξύ μας, ότι είμαστε λαός Του, ότι Τον έχουμε Θεό και Πατέρα μας, «καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ(:ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας από καθετί, που μολύνει το σώμα και το πνεύμα μας και ας τελειοποιούμαστε σε αγιοσύνη με τον φόβο του Θεού)»[Β΄Κορ.7,1]. Ας μην εγγίζουμε ακάθαρτους, γιατί έτσι μολύνουμε το πνεύμα μας. Και δεν σταματάει σε αυτά μόνο, αλλά προσθέτει, «τελειοποιηθείτε στην αγνότητα με φόβο Θεού». Γιατί δεν αρκεί να μην εγγίζουμε ακάθαρτο για να είμαστε καθαροί, αλλά μας χρειάζεται και κάτι άλλο, προσπάθεια, προσοχή, ευλάβεια, για να γίνουμε αγνοί.
Και σωστά είπε: «με φόβο Θεού». Γιατί είναι δυνατό να ενεργεί κανείς φρόνιμα όχι από φόβο Θεού, αλλά από ματαιοδοξία. Εκτός από αυτό και άλλο υπαινίσσεται, λέγοντας τη φράση: «με φόβο Θεού», τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο θα επιτύχουμε την αγνότητα. Γιατί, αν και είναι τυραννική η δύναμη της επιθυμίας, θα εξαφανίσεις τη μανία της, αν περιτειχιστείς με τον φόβο του Θεού. Εδώ ονομάζει «αγιοσύνη» όχι μόνο τη σωφροσύνη, αλλά την απαλλαγή από κάθε αμαρτία. Γιατί «άγιος» είναι ο καθαρός. Καθαρός θα μπορούσε να γίνει κανείς όχι αν αποφύγει μόνο την πορνεία, αλλά και την πλεονεξία και τον φθόνο και τον παραλογισμό και τη ματαιοδοξία, και προπάντων τη ματαιοδοξία, που πρέπει να την αποφεύγουμε πάντοτε βέβαια, αλλά πολύ περισσότερο όταν δίνουμε ελεημοσύνη. Γιατί, αν έχει αυτήν την αρρώστια, δεν είναι ελεημοσύνη, αλλά επίδειξη και σκληρότητα. Πραγματικά, όταν δεν ελεείς, αλλά εξευτελίζεις, αυτό όχι μόνο δεν είναι ελεημοσύνη, αλλά είναι και προσβολή· γιατί διέσυρες τον αδελφό.
Δεν είναι λοιπόν ελεημοσύνη το να δίνεις χρήματα, αλλά το να τα δίνεις από συμπόνια. Γιατί και στα θέατρα δίνουν και στα παιδιά που χρησιμοποιούν για πορνεία και σε όσους βγαίνουν στη σκηνή, αλλά αυτό δεν είναι ελεημοσύνη. Και εκείνοι που ασχημονούν στα σώματα των γυναικών που πορνεύουν δίνουν, αυτό όμως δεν είναι φιλανθρωπία, αλλά αισχρότητα. Με αυτόν μοιάζει και ο ματαιόδοξος. Όπως δηλαδή εκείνος μεταχειρίζεται αισχρά το σώμα της πόρνης και γι΄αυτό την πληρώνει, έτσι και εσύ ζητάς να πληρωθείς από τον άνθρωπο που εξευτελίζεις και να περιβάλλεις με κακή φήμη και τον εαυτό σου και εκείνον.
Και μαζί με αυτά και η ζημία είναι απερίγραπτη. Γιατί η ύπουλη αυτή αρρώστια και αυτή η απανθρωπιά αρπάζει τις αρετές μας σαν θηρίο και σαν ορμητικό και λυσσασμένο σκυλί. Γιατί η πλεονεξία είναι απανθρωπιά και σκληρότητα ή καλύτερα χειρότερη κι απ’ αυτό. Γιατί ο σκληρός δεν ελεεί τον φτωχό, ενώ εσύ κάνεις κάτι χειρότερο· εμποδίζεις να ελεήσουν εκείνοι που θέλουν. Πραγματικά, όταν διαπομπεύεις την ελεημοσύνη, και την υπόληψη του φτωχού καταστρέφεις και αποτρέπεις εκείνον που θέλει να ελεήσει, αν είναι αδιάφορος. Γιατί όχι μόνο δεν πρόκειται να τον ξαναελεήσει, επειδή θα πιστεύει ότι ελεήθηκε και δεν έχει ανάγκη, αλλά και θα τον επικρίνει πολύ, αν ξαναπάει να ζητήσει και θα τον θεωρήσει αδιάντροπο.
Τι ελεημοσύνη είναι λοιπόν αυτή, όταν και τον εαυτό σου προσβάλλεις και εκείνον που την έλαβε κι εκείνον που την όρισε και μάλιστα διπλά· γιατί, αν και έχεις αυτόν θεατή της ελεημοσύνης, επιζητάς μετά από αυτόν και τα βλέμματα των συνανθρώπων σου και ακόμα παραβαίνεις τον νόμο που απαγορεύει αυτό, αν και νομοθετήθηκε από αυτόν. Είχα σκοπό να εξετάσω και τα άλλα, τη νηστεία και την προσευχή, και να δείξω πόση ζημιά κάνει και εκεί η ματαιοδοξία, αλλά θυμήθηκα, ότι δεν ολοκλήρωσα κάτι σπουδαίο στην προηγούμενη ομιλία μου[βλ. ομιλία ΙΒ΄, παράγραφος 4]. Ποιο ήταν αυτό; Όταν μιλούσα για την υγεία και τις απολαύσεις, έλεγα πως ως προς τα επίγεια αγαθά οι φτωχοί βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση από τους πλούσιους, και το απέδειξα καθαρά. Εμπρός λοιπόν, σήμερα ας δείξουμε και κάτι άλλο, ότι όχι μόνο στα επίγεια, αλλά και στα ουράνια αγαθά πλεονεκτούν αυτοί.
Πραγματικά τι μας οδηγεί στη βασιλεία των ουρανών, ο πλούτος ή η φτώχεια; Ας ακούσουμε τα λόγια του ίδιου του Κυρίου των ουρανών, που λέγει για τους πλουσίους: «Εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ραφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν(: Είναι να περάσει μια καμήλα από την τρύπα που ανοίγει η βελόνα, παρά ο πλούσιος να μπει στη βασιλεία του Θεού)»[Ματθ.19,24], ενώ για τους φτωχούς το αντίθετο: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἔξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι (:Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς. Κι έλα να με ακολουθήσεις)» [Ματθ.19,21].
Αν θέλετε, ας εξετάσουμε το λεγόμενο και από τις δύο πλευρές. «Στενός είναι», λέει, «και γεμάτος πίκρες ο δρόμος εκείνος που οδηγεί στη ζωή». Ποιος βαδίζει λοιπόν στον στενό δρόμο, εκείνος που ζει στις απολαύσεις ή εκείνος που ζει με στερήσεις; Εκείνος που είναι απερίσπαστος ή εκείνος που σηκώνει χίλια φορτία; Ο τεμπέλης και ο αδιάφορος ή ο γεμάτος φροντίδες και ενδιαφέροντα; Αλλά τι χρειάζονται οι συλλογισμοί μας, τη στιγμή που μπορούμε να μεταφέρουμε τον λόγο μας στα ίδια τα πρόσωπα; Φτωχός ήταν ο Λάζαρος και μάλιστα πάρα πολύ φτωχός. Πλούσιος ήταν εκείνος που τον περιφρονούσε, όταν ήταν ξαπλωμένος στην είσοδο του σπιτιού του. Ποιος μπήκε όμως στη βασιλεία των ουρανών και χαιρόταν στους κόλπους του Αβραάμ; Ποιος ψηνόταν στο τηγάνι και δεν είχε ούτε σταγόνα νερού; Μα και πολλοί φτωχοί θα πάνε στην κόλαση και πολλοί πλούσιοι θα απολαύσουν τα απερίγραπτα εκείνα αγαθά. Είναι όμως φανερό ότι γίνεται το αντίθετο. Οι πλούσιοι που σώζονται είναι λίγοι, ενώ οι φτωχοί είναι πολύ περισσότεροι.
Σκέψου με ακρίβεια, εξετάζοντας τα εμπόδια του πλούτου και τα αρνητικά στοιχεία της φτώχειας. Ή καλύτερα ούτε του πλούτου ούτε της φτώχειας, αλλά και τα δύο έχουν τα κακά τους. Ας δούμε λοιπόν ποιο από τα δύο αντιμετωπίζεται καλύτερα. Τι μειονεκτήματα λοιπόν πιστεύετε ότι έχει η φτώχεια; Το ψεύδος. Και τι ο πλούτος; Τον εγωισμό, τη μητέρα των κακών, που και τον διάβολο έκαμε διάβολο, ενώ πιο μπροστά δεν ήταν. Πάλι «Ρίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία(: Όλων των κακών ρίζα είναι η φιλαργυρία)»[Α΄Τιμ.6,10]. Ποιος βρίσκεται λοιπόν κοντά σε αυτήν τη ρίζα, ο πλούσιος ή ο φτωχός; Δεν είναι ολοφάνερο πως βρίσκεται ο πλούσιος; Γιατί, όσο πιο πολλά αποκτά κανείς, τόσο πιο πολλά θέλει.
Η ματαιοδοξία επίσης καταστρέφει χιλιάδες κατορθώματα. Αλλά και κοντά σε αυτήν έχει στήσει τη σκηνή του ο πλούσιος. «Αλλά», λέγει ίσως κάποιος, «τα μειονεκτήματα της φτώχειας, τις θλίψεις και τις δυσκολίες, δεν τα λες;». Μα αυτά τα έχουν και οι πλούσιοι και μάλιστα πιο πολύ από τους φτωχούς. Τα κακά επομένως, που νομίζουμε ότι έχει μόνο η φτώχεια, τα έχουν και οι δύο. Εκείνα όμως που έχει ο πλούτος, είναι μόνο δικά του. Μα τι να πούμε, όταν ο φτωχός κάνει μεγάλα κακά από έλλειψη των απαραιτήτων; Αλλά κανένας φτωχός, κανένας δεν κάνει τόσα κακά από τη φτώχεια του, όσα οι πλούσιοι για να αποκτήσουν περισσότερα και να μη χάσουν όσα έχουν· γιατί ο φτωχός δεν επιθυμεί τόσο τα αναγκαία, όσο ο πλούσιος τα περίσσια. Αφού λοιπόν και θέλει και έχει τη δύναμη να αποκτήσει περισσότερα είναι φανερό ότι θα κάνει περισσότερα.
Ούτε βέβαια ο φτωχός φοβάται τόσο πολύ την πείνα, όσο ο πλούσιος τρέμει και στενοχωριέται να μη χάσει την περιουσία του και δεν μπορέσει να πάρει όλα τα υπάρχοντα των άλλων. Όταν λοιπόν τον κυβερνά και η ματαιοδοξία και ο εγωισμός και η φιλαργυρία, αυτή η ρίζα όλων των κακών, ποια ελπίδα σωτηρίας θα έχει, αν δεν τον χαρακτηρίζει βαθιά πίστη; Πώς θα βαδίσει στο στενό δρόμο; Ας μην αναμασούμε λοιπόν τις απόψεις των πολλών, αλλά ας μελετάμε τα πράγματα. Γιατί, πώς δεν είναι παράλογο να μην πιστεύουμε σε άλλους όταν πρόκειται για χρήματα, αλλά να τα μετρούμε και να τα λογαριάζουμε και όταν παίρνουμε αποφάσεις για ουσιαστικά θέματα να παρασυρόμαστε εύκολα από τις γνώμες των άλλων, αν και έχουμε αλάνθαστη ζυγαριά και γνώμονα και κανόνα τις παραγγελίες των θείων νόμων;
Γι΄αυτό σας παρακαλώ όλους και σας ικετεύω, αδιαφορώντας για τις γνώμες του ενός και του άλλου, να αντλείτε για όλα αυτά πληροφορίες από τις Γραφές και αφού μάθουμε ποιος είναι ο αληθινός πλούτος, αυτόν ας επιδιώκουμε, για να κερδίσουμε όλοι μας, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο, μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ii-ad-corinthios.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στη δευτέρα προς Κορινθίους επιστολήν, ομιλία ΙΓ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 19, σελίδες
369-381.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Ματθ.15,21-27]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΗΣ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ
«Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος. καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγαζεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται (:Και αφού έφυγε από κει ο Ιησούς, αναχώρησε προς τα μέρη της Τύρου και Σιδώνας. Τότε μια γυναίκα Χαναναία που βγήκε από τα σύνορα εκείνα, Του φώναξε δυνατά: ‘’Ελέησέ με, Κύριε, ένδοξε απόγονε του Δαβίδ. Η κόρη μου κατέχεται από δαιμόνιο και υποφέρει φρικτά’’)»[Ματθ.15,21-22].
Ο ευαγγελιστής Μάρκος λέγει ότι δεν μπόρεσε να εισέλθει στην οικία διαφεύγοντας την προσοχή του πλήθους[Μάρκ.7,24: «Καὶ ἐκεῖθεν ἀναστὰς ἀπῆλθεν εἰς τὰ μεθόρια Τύρου καὶ Σιδῶνος. καὶ εἰσελθὼν εἰς οἰκίαν οὐδένα ἤθελε γνῶναι, καὶ οὐκ ἠδυνήθη λαθεῖν(:Έπειτα ο Ιησούς έφυγε από εκεί και πήγε κοντά στα σύνορα της Τύρου και της Σιδώνος. Κι αφού μπήκε σ’ ένα σπίτι, όπου διάλεξε να μείνει, δεν ήθελε να γίνει γνωστό ότι ήταν εκεί. Αλλά δεν μπόρεσε να ξεφύγει την προσοχή του κόσμου)»].
Γιατί όμως πήγαινε τακτικά στα μέρη αυτά; Όταν τους απάλλαξε από την φροντίδα της τροφής, τότε πλέον προχωρεί και ανοίγει τη θύρα της σωτηρίας και στα έθνη· όπως ακριβώς λοιπόν και ο Πέτρος, αφού έλαβε εντολή πρώτα να καταργήσει αυτόν τον νόμο, αποστέλλεται στον Κορνήλιο: «Τοῦ δὲ Πέτρου διενθυμουμένου περὶ τοῦ ὁράματος εἶπεν αὐτῷ τὸ Πνεῦμα· ἰδοὺ ἄνδρες τρεῖς ζητοῦσί σε· ἀλλὰ ἀναστὰς κατάβηθι καὶ πορεύου σὺν αὐτοῖς μηδὲν διακρινόμενος, διότι ἐγὼ ἀπέσταλκα αὐτούς. καταβὰς δὲ Πέτρος πρὸς τοὺς ἄνδρας εἶπεν· ἰδοὺ ἐγώ εἰμι ὃν ζητεῖτε· τίς ἡ αἰτία δι᾿ ἣν πάρεστε; οἱ δὲ εἶπον· Κορνήλιος ἑκατοντάρχης, ἀνὴρ δίκαιος καὶ φοβούμενος τὸν Θεόν, μαρτυρούμενός τε ὑπὸ ὅλου τοῦ ἔθνους τῶν Ἰουδαίων, ἐχρηματίσθη ὑπὸ ἀγγέλου ἁγίου μεταπέμψασθαί σε εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ καὶ ἀκοῦσαι ῥήματα παρὰ σοῦ(:Ενώ λοιπόν ο Πέτρος κυκλοφορούσε στον νου του το όραμα που είδε, και προσπαθούσε να το εξηγήσει, του είπε το Άγιο Πνεύμα με εσωτερική έμπνευση: ‘’Ιδού, τρεις άνδρες σε ζητούν. Μην τους αποφύγεις επειδή είναι εθνικοί και ακάθαρτοι. Αλλά σήκω γρήγορα, κατέβα από την ταράτσα και πήγαινε μαζί τους χωρίς να έχεις κανένα δισταγμό, διότι εγώ τους έχω στείλει να σε συναντήσουν’’. Τότε ο Πέτρος κατέβηκε στους άνδρες και τους είπε: ‘’Ιδού, εγώ είμαι εκείνος που ζητάτε. Για ποιον λόγο ήλθατε εδώ και για ποιον σκοπό; ‘’. Και αυτοί απάντησαν: ‘’Ο Κορνήλιος ο εκατόνταρχος, άνθρωπος δίκαιος και θεοφοβούμενος – και το ομολογούν αυτό όλοι όσοι τον γνωρίζουν από το ιουδαϊκό έθνος – πήρε εντολή και οδηγία από έναν άγιο άγγελο να στείλει και να σε καλέσει στο σπίτι του και να ακούσει από εσένα λόγια που θα τον οδηγήσουν στη σωτηρία’’)»[Πράξ. 10,19-21].
Εάν όμως αναρωτιόταν κάποιος: «Πώς λοιπόν, ενώ παραγγέλλει στους μαθητές Του [βλ. Ματθ.10,5: «Τούτους τοὺς δώδεκα ἀπέστειλεν ὁ Ἰησοῦς παραγγείλας αὐτοῖς λέγων· εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε καὶ εἰς πόλιν Σαμαρειτῶν μὴ εἰσέλθητε· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ(:Αυτούς τους δώδεκα μαθητές τους απέστειλε και τους έδωσε τις εξής παραγγελίες: ‘’Μην πάτε σε δρόμο που θα σας οδηγήσει σε χώρα που κατοικούν ειδωλολάτρες, και μην μπείτε σε πόλη που ανήκει σε Σαμαρείτες. Πηγαίνετε καλύτερα στα χαμένα πρόβατα που κατάγονται από το γένος του Ισραήλ’’)»], δέχεται να Τον πλησιάσει αυτή η γυναίκα;» Πρώτον μεν θα μπορούσαμε να πούμε το εξής, ότι ο Ίδιος δεν ήταν υποχρεωμένος να τηρήσει αυτό που πρόσταξε τους μαθητές Του, δεύτερον επίσης ότι δεν μετέβη εκεί για να κηρύξει, πράγμα που υπαινισσόμενος και ο Μάρκος έλεγε ότι δηλαδή κρύφτηκε, αλλά δεν κατάφερε να διαφύγει την προσοχή του πλήθους· διότι όπως ακριβώς ήταν σύμφωνο προς τη φυσική ακολουθία των πραγμάτων, το να μην τρέξει πρώτα προς τους ειδωλολάτρες, έτσι δεν ήταν σύμφωνο προς τη φιλανθρωπία Του να διώξει αυτούς που Τον πλησίαζαν· διότι αν έπρεπε να αναζητεί αυτούς που έφευγαν, πολύ περισσότερο δεν έπρεπε να αποφύγει αυτούς που Τον αναζητούσαν.
Πρόσεξε λοιπόν πως η γυναίκα ήταν άξια κάθε ευεργεσίας, αφού ούτε καν τόλμησε να έλθει στα Ιεροσόλυμα, επειδή φοβούνταν και θεωρούσε ανάξιο τον εαυτό της· διότι το ότι θα μπορούσε να φθάσει εκεί, αν δεν ήταν αυτή η αιτία, φαίνεται καθαρά από τη μεγάλη επιμονή της τώρα, και από το ότι βγήκε έξω από τα σύνορά της. Ορισμένοι πάλι, ερμηνεύοντας αλληγορικά το σημείο αυτό, λέγουν ότι όταν βγήκε έξω από την Ιουδαία ο Χριστός, τότε τόλμησε να Τον πλησιάσει η Εκκλησία, εξερχόμενη και αυτή από τα δικά της όρια. Διότι λέγει: «Ἄκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου(:Εσύ, μελλόνυμφη κόρη, άκουσε τη συμβουλή μου. Κλίνε το αυτί σου, ώστε να ακούει με προσοχή και να δέχεται τις εντολές του και λησμόνησε εντελώς τον λαό, στον οποίο μέχρι τώρα ανήκες, και αυτόν ακόμη τον πατρικό σου οίκο)» [Ψαλμ.44,11]. Καθόσον και ο Χριστός εξήλθε από τα όριά Του, και η γυναίκα από τα δικά της όρια, και έτσι μπόρεσαν να συναντηθούν. Διότι λέγει: «Ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα (:Ιδού μια γυναίκα Χαναναία που βγήκε από τα σύνορα εκείνα)»[Ματθ.15,22].
Ο ευαγγελιστής αναφέρει την ιδιότητα της γυναίκας για να κάνει φανερό το θαύμα και να την εξυμνήσει περισσότερο· διότι ακούγοντας ότι ήταν Χαναναία, φέρε στη σκέψη σου εκείνα τα παράνομα ειδωλολατρικά έθνη, που ανέτρεψαν εκ θεμελίων τους νόμους της φύσεως. Αφού πάλι θυμηθείς αυτά, τότε αναλογίσου και τη δύναμη της παρουσίας του Χριστού· διότι αυτοί που είχαν εκδιωχθεί, για να μη διαφθείρουν τους Ιουδαίους, αυτοί φάνηκαν τόσο περισσότερο πρόθυμοι από τους Ιουδαίους, ώστε και να εξέλθουν από τα όρια της χώρας τους και να πλησιάσουν τον Χριστό, ενώ εκείνοι Τον εκδίωκαν και όταν ερχόταν προς αυτούς.
Αφού λοιπόν Τον πλησίασε, τίποτε άλλο δεν Του λέγει, παρά μόνο «ελέησέ με», και με την κραυγή της προσείλκυσε πολύ πλήθος ανθρώπων. Καθόσον πράγματι ήταν θέαμα ελεεινό να βλέπει κανείς μία γυναίκα να φωνάζει με τόσο πόνο και μάλιστα γυναίκα μητέρα και να παρακαλεί για τη θυγατέρα της, και μάλιστα για τη θυγατέρα της που βρισκόταν σε τόσο θλιβερή κατάσταση· διότι ούτε καν τόλμησε να φέρει τη δαιμονισμένη μπροστά στα μάτια του Διδασκάλου, αλλά αφού την άφησε κατάκοιτη στο σπίτι, έρχεται η ίδια να Τον παρακαλέσει.
Και αναφέρει μόνο το πάθος της και δεν προσθέτει τίποτε επιπλέον, ούτε φέρει τον ιατρό στο σπίτι της όπως ακριβώς εκείνος ο αξιωματικός του βασιλέως που έλεγε: «Κατέβα στην Καπερναούμ γρήγορα πριν πεθάνει το παιδί μου» και όπως εκείνος ο άρχοντας της συναγωγής, ο Ιάειρος που έλεγε στον Κύριο για τη νεκρή του κόρη :«έλα και θέσε επάνω της το χέρι Σου» [βλ. Ιω.4,46-49: «Ἦλθεν οὖν πάλιν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, ὅπου ἐποίησε τὸ ὕδωρ οἶνον. καὶ ἦν τις βασιλικός, οὗ ὁ υἱὸς ἠσθένει ἐν Καπερναούμ· οὗτος ἀκούσας ὅτι Ἰησοῦς ἥκει ἐκ τῆς Ἰουδαίας εἰς τὴν Γαλιλαίαν, ἀπῆλθε πρὸς αὐτὸν καὶ ἠρώτα αὐτὸν ἵνα καταβῇ καὶ ἰάσηται αὐτοῦ τὸν υἱὸν· ἤμελλε γὰρ ἀποθνήσκειν. εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτόν· ἐὰν μὴ σημεῖα καὶ τέρατα ἴδητε, οὐ μὴ πιστεύσητε. λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ βασιλικός· Κύριε, κατάβηθι πρὶν ἀποθανεῖν τὸ παιδίον μου(:Ήλθε λοιπόν ο Ιησούς πάλι στην Κανά της Γαλιλαίας, όπου παλιότερα είχε μετατρέψει το νερό σε κρασί. Εκεί υπήρχε κάποιος άνθρωπος που ανήκε στη βασιλική αυλή του Ηρώδη, και το παιδί του ήταν βαριά άρρωστο στην Καπερναούμ. Αυτός λοιπόν, μόλις άκουσε ότι ο Ιησούς είχε έλθει από την Ιουδαία στη Γαλιλαία, έφυγε από την Καπερναούμ και πήγε να Τον συναντήσει˙ κι άρχισε να Τον παρακαλεί να κατεβεί από την Κανά στην Καπερναούμ και να θεραπεύσει το γιο του˙ διότι ήταν βαριά άρρωστος και κινδύνευε να πεθάνει. Του είπε λοιπόν τότε ο Ιησούς, ενώ Τον άκουγαν και οι άλλοι που ήταν εκεί: ‘’Εάν δεν δείτε θαύματα που να δείχνουν φανερά τη δύναμη του Θεού και να προκαλούν τρόμο και κατάπληξη, δεν θα πιστέψετε’’. Του λέει ο αυλικός: ‘’Κύριε, κατέβα στην Καπερναούμ γρήγορα, πριν πεθάνει το παιδί μου’’)» και Ματθ.9,18: «Ταῦτα αὐτοῦ λαλοῦντος αὐτοῖς ἰδοὺ ἄρχων εἷς προσελθὼν προσεκύνει αὐτῷ λέγων ὅτι ἡ θυγάτηρ μου ἄρτι ἐτελεύτησεν· ἀλλὰ ἐλθὼν ἐπίθες τὴν χεῖρά σου ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ ζήσεται(:Κι ενώ τους έλεγε αυτά ο Ιησούς, την ώρα εκείνη κάποιος άρχοντας της συναγωγής Τον πλησίασε και Τον προσκύνησε λέγοντας ότι ‘’η κόρη μου πριν από λίγο πέθανε. Έλα όμως και βάλε το χέρι σου πάνω της και θα ζήσει’’)»]. Αλλά αφού ανέφερε και τη συμφορά της και τη χειροτέρευση της ασθένειας, επικαλείται την ευσπλαχνία του Κυρίου φωνάζοντας δυνατά. Και δεν λέγει «ελέησε τη θυγατέρα μου», αλλά «ελέησέ με». «Διότι εκείνη μεν δεν έχει συναίσθηση της ασθένειάς της, εγώ όμως είμαι εκείνη που υποφέρω από μύρια κακά, που συναισθάνομαι την ασθένειά μου, που το γνωρίζω ότι είναι μανιακή».
«Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον(:Ο Κύριος όμως δεν της αποκρίθηκε ούτε λέξη)». Γιατί αυτό το πρωτάκουστο και παράξενο; Τους μεν Ιουδαίους παρόλη την αχαριστία τους δεν παύει να τους συμβουλεύει, και αν και Τον βλασφημούν, τους παρακαλεί, και μολονότι Τον πειράζουν, δεν τους εγκαταλείπει. Αυτήν όμως που τρέχει κοντά Του και Τον παρακαλεί και Τον ικετεύει και δείχνει τόση ευλάβεια, αν και δεν ανατράφηκε με τον νόμο και τους προφήτες, αυτή δεν τη θεωρεί άξια ούτε καν να της απαντήσει. Ποιον δεν θα ήταν δυνατόν να σκανδαλίσει αυτή η ενέργεια, όταν έβλεπε αυτά που γίνονταν να είναι αντίθετα προς τη φήμη της ευσπλαχνίας του Ιησού; Καθόσον άκουσαν ότι περιόδευε τα χωριά και θεράπευε· αυτήν όμως που ήλθε μόνη της την απομακρύνει από κοντά Του. Ποιον δεν θα ήταν δυνατόν να συγκινήσει το πάθος και η παράκληση, που έκανε για τη θυγατέρα της, η οποία βρισκόταν σε τόσο κακή κατάσταση; Διότι ούτε προσήλθε, θεωρώντας τον εαυτό της άξιο, ούτε αυτό που ζητούσε, το ζητούσε σαν οφειλή, αλλά απλώς παρακαλούσε να την ευσπλαχνιστεί και τη συμφορά της μόνο θρηνολογούσε, και παρ’ όλ’ αυτά δεν θεωρείται ούτε καν άξια να τύχει απαντήσεως.
Ίσως πολλοί από αυτούς που άκουγαν σκανδαλίστηκαν, εκείνη όμως δεν σκανδαλίστηκε. Και γιατί λέγω από αυτούς που άκουγαν; Καθόσον έχω τη γνώμη ότι και οι ίδιοι οι μαθητές θα ένιωσαν κάτι για τη συμφορά της γυναίκας και ότι θα ταράχτηκαν και θα λυπήθηκαν. Αλλά όμως παρόλο που ταράχτηκαν, δεν τόλμησαν να Του πουν: «χάρισέ της αυτό που ζητεί». Αλλά αφού Τον πλησίασαν οι μαθητές Του Τον παρακαλούσαν, λέγοντας: «Ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν (:Πες της να φύγει διότι κραυγάζει πίσω μας)»[Ματθ.15,23]. Και εμείς βέβαια όταν θέλουμε να πείσουμε κάποιον, του λέμε πολλές φορές τα αντίθετα. Ο Χριστός όμως απάντησε: «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ(:Δεν με απέστειλε ο Πατέρας μου παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους)»[Ματθ.15,24].
Τι έκανε λοιπόν η γυναίκα, όταν άκουσε αυτά; Σιώπησε και έφυγε; Ή εγκατάλειψε την προθυμία της; Κάθε άλλο· αλλά αντίθετα έγινε περισσότερο ορμητική. Δεν ενεργούμε όμως και εμείς έτσι· αλλά όταν δεν ικανοποιηθεί το αίτημά μας, απομακρυνόμαστε, ενώ ακριβώς για τον λόγο αυτόν πρέπει να επιμένουμε περισσότερο. Αν και ποιον δεν θα ήταν δυνατόν να απογοητεύσει εκείνος τότε ο λόγος; Ακόμη και η σιωπή μόνο ήταν αρκετή να την οδηγήσει σε απελπισία, ενώ η απάντηση συντελούσε να αυξηθεί ακόμη περισσότερο η απελπισία της. Διότι το να διαπιστώσει ότι μαζί με αυτήν περιήλθαν σε αμηχανία και οι συνήγοροί της, και το να αντιληφθεί ότι το πράγμα είχε φθάσει στο απροχώρητο, ήταν κάτι που μπορούσε να την οδηγήσει σε απερίγραπτη απορία.
Και όμως δεν τα έχασε η γυναίκα· αλλά όταν είδε ότι οι προστάτες της δεν είχαν καμία δύναμη, έδειξε την ωραία αδιαντροπιά της· διότι πριν από αυτό δεν τολμούσε ούτε μπροστά Του να παρουσιαστεί. Διότι, λέγει, «φωνάζει πίσω από εμάς»· όταν όμως όπως ήταν φυσικό, έπρεπε να φύγει ακόμη πιο μακριά, λόγω της αμηχανίας που την κατέλαβε, τότε και πλησιάζει ακόμη περισσότερο και προσκυνεί τον Κύριο, λέγοντας: «Κύριε, βοήθει μοι (:Κύριε, βοήθα με στη δυστυχία μου)». Τι σημαίνει αυτό, γυναίκα; Μήπως έχεις περισσότερο θάρρος από τους αποστόλους; Μήπως έχεις μεγαλύτερη δύναμη; «Θάρρος και δύναμη», λέγει, «δεν έχω καθόλου, απεναντίας είμαι γεμάτη από ντροπή, αλλά όμως αυτήν την αναισχυντία προβάλλω σαν παράκλησή μου· θα σεβαστεί το θάρρος μου». Και τι σημασία έχει αυτό; Δεν Τον άκουσες να λέγει ότι «οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ (:Δεν με απέστειλε ο Πατέρας μου παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους)»; «Τον άκουσα», λέγει, «αλλά Αυτός είναι ο Κύριος». Για τον λόγο αυτόν δεν Του έλεγε «παρακάλεσε και προσευχήσου», αλλά «βοήθησέ με».
Τι έκανε λοιπόν ο Χριστός; Δεν αρκέστηκε ούτε σε αυτά, αλλά μεγαλώνει και πάλι την αμηχανία της λέγοντας: «Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις(:Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια)»[Ματθ.15,26]. Και όταν της έκανε την τιμή να της ομιλήσει, τότε την πλήγωσε ακόμη περισσότερο, παρά με τη σιωπή Του. Και δε μεταφέρει πλέον σε άλλον την αιτία, ούτε λέγει : «Δεν είναι αυτή η αποστολή μου», αλλά όσο εκείνη μεγάλωνε την παράκλησή της, τόσο και Εκείνος αύξανε την άρνησή Του. Και δεν τους ονομάζει πλέον αυτούς «πρόβατα», αλλά «τέκνα», και αυτήν την ονομάζει «σκυλάκι».
Τι κάνει λοιπόν η γυναίκα; Από τις ίδιες λέξεις του Κυρίου συνθέτει την υπεράσπισή της. «Διότι», λέγει, «αν και είμαι πράγματι σκυλάκι, δεν είμαι όμως ξένη». Είχε δίκιο ο Χριστός που έλεγε: «Εἰς κρῖμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ βλέποντες βλέπωσι καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται(:Μετά λοιπόν από την πίστη αυτή που εκδήλωσε ο τυφλός που θεραπεύτηκε, σε αντίθεση με την απιστία των Ιουδαίων, είπε ο Ιησούς: ‘’Εγώ ήλθα στον κόσμο αυτό για να τον φέρω σε κρίση και να ξεχωρίσουν οι καλοπροαίρετοι από τους διεστραμμένους. Και αυτή η κρίση θα έχει το εξής αποτέλεσμα: Εκείνοι που θεωρούνται από τους νομομαθείς γραμματείς ότι είναι τυφλοί και βυθισμένοι στο σκοτάδι της άγνοιας και της πλάνης, αυτοί θα δουν το φως της αλήθειας. Και εκείνοι που παρουσιάζονται ως γνώστες των Γραφών και νομίζουν αλαζονικά ότι βλέπουν, θα καταντήσουν σε πνευματική τύφλωση’’)» [Ιω.9,39].
Η μεν γυναίκα φιλοσοφεί και αποκαλύπτει όλη την καρτερία και την πίστη της, παρ’ όλες τις προσβολές που δέχεται. Ενώ εκείνοι αν και θεραπεύονται και τιμώνται από Αυτόν, Τον πληρώνουν με τα αντίθετα. «Το ότι η τροφή είναι αναγκαία για τα τέκνα», λέγει η Χαναναία, «το γνωρίζω και εγώ, πλην όμως αυτό σε τίποτε δεν εμποδίζει εμένα, που είμαι σκυλάκι. Διότι αν δεν είναι σωστό το σκυλάκι να πάρει, ούτε στα ψίχουλα θα είναι σωστό να έχει μερίδιο· αν όμως πρέπει να έχει έστω και μικρό μερίδιο, τότε ούτε εγώ εμποδίζομαι, έστω και αν είμαι σκυλάκι. Αλλά ακριβώς για τον λόγο αυτόν δικαιούμαι να έχω μερίδιο σε αυτήν, επειδή είμαι σκυλάκι».
Για τον λόγο αυτόν ανέβαλλε ο Χριστός· διότι γνώριζε ότι θα μιλούσε έτσι. Για τον λόγο αυτόν αρνιόταν τη δωρεά, για να φανερώσει την όλη ευσέβειά της. Διότι εάν δεν επρόκειτο να της δώσει, ούτε και μετά από αυτά θα της έδινε, αλλά και ούτε πάλι θα ήταν δυνατόν να την αποστομώσει. Αυτός όμως όπως κάνει στην περίπτωση του εκατόνταρχου που του λέγει: «Ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν(:Θα έλθω εγώ στο σπίτι σου και θα τον θεραπεύσω)» [Ματθ.8,7], για να μάθουμε την ευλάβειά του και να τον ακούσουμε να λέγει: «Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου(:Κύριε, δεν είμαι άξιος να εισέλθεις κάτω από τη στέγη του σπιτιού μου. Αλλά πες αυτό που θέλεις μόνο μ’ έναν απλό λόγο, και θα γιατρευθεί ο δούλος μου)» [Ματθ.8,8].
Και αυτό ακριβώς που κάνει και στην αιμορροούσα, που της λέγει: «Ἣψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ(:Κάποιος με άγγιξε· διότι εγώ κατάλαβα ότι βγήκε από πάνω μου δύναμη θαυματουργική)» [Λουκ.8,46], για να κάνει φανερή σε όλους την πίστη της και όπως ενήργησε στην περίπτωση της Σαμαρείτιδας, για να δείξει πως δεν απομακρύνεται ούτε και μετά τον έλεγχο που της έκανε, το ίδιο κάνει και στην περίπτωση αυτήν· διότι δεν ήθελε να μείνει κρυμμένη η τόσο μεγάλη αρετή της γυναίκας. Ώστε δεν ήσαν λόγια προσβλητικά τα όσα της έλεγε, αλλά λόγια προκλητικά με σκοπό να αποκαλύψει τον κρυμμένο θησαυρό.
Εσύ όμως σε παρακαλώ, πρόσεξε μαζί με την πίστη της και την ταπεινοφροσύνη της· διότι ο μεν Κύριος ονόμασε «παιδιά» τους Ιουδαίους, αυτή όμως δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτό, αλλά τους ονομάζει και «κυρίους». Τόσο πολύ απείχε από το να λυπάται για τα εγκώμια για τους άλλους. Διότι λέγει: «Ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν(:Ναι, Κύριε˙ δέχομαι ότι είμαι σκυλάκι· διότι και τα σπιτίσια σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους)»[Ματθ.15,27]. Είδες σύνεση γυναικός, που ούτε καν τόλμησε να φέρει αντίρρηση, που ούτε καν πληγώθηκε από τους επαίνους των άλλων, και ούτε αγανάκτησε από την προσβολή; Είδες υπομονή; Αυτός έλεγε «δεν είναι καλό», ενώ εκείνη απαντούσε «ναι, Κύριε». Αυτός ονόμαζε τους Ιουδαίους «παιδιά», ενώ εκείνη «κυρίους». Αυτός την ονόμασε «σκυλάκι», ενώ εκείνη πρόσθεσε και το έργο του σκυλιού.
Είδες την ταπεινοφροσύνη της; Άκουσε τώρα και την καυχησιολογία των Ιουδαίων: «Σπέρμα Ἀβραάμ ἐσμεν καὶ οὐδενὶ δεδουλεύκαμεν πώποτε· πῶς σὺ λέγεις ὅτι ἐλεύθεροι γενήσεσθε;(:Του αποκρίθηκαν οι Ιουδαίοι, οι οποίοι μέσα στην έξαψη και την παραφορά τους λησμόνησαν τη δουλεία της Αιγύπτου και της Βαβυλώνας, και το ρωμαϊκό ζυγό: ‘’Εμείς είμαστε απόγονοι και κληρονόμοι του Αβραάμ, προορισμένοι να κατακτήσουμε ολόκληρο τον κόσμο, και δεν γίναμε ποτέ έως τώρα δούλοι σε κανέναν. Μόνο κυβερνήτη και Κύριό μας έχουμε τον Θεό. Πώς εσύ λες ότι «θα ελευθερωθείτε»’’;)» [Ιω.8,33] και: «Ἡμεῖς ἐκ πορνείας οὐ γεγεννήμεθα· ἕνα πατέρα ἔχομεν, τὸν Θεόν(:Εμείς δεν έχουμε γεννηθεί από αθέμιτη και πορνική επιμειξία με ειδωλολάτρες, ώστε να έχει νοθευθεί η καταγωγή μας από τον Αβραάμ. Δεν ανήκουμε στην οικογένεια του σατανά, τους ειδωλολάτρες, αλλά ανήκουμε στο λαό του Θεού που κατάγεται από τον Αβραάμ. Έναν πατέρα έχουμε, τον Θεό)»[Ιω.8,41].
Αλλά αυτή δεν ενεργεί έτσι· αντιθέτως ονομάζει τον εαυτό της «σκυλάκι» και εκείνους «κυρίους»· και ακριβώς για τον λόγο αυτόν έγινε τέκνο. Τι λέγει λοιπόν ο Χριστός προς αυτήν; «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις(:Ω γυναίκα, είναι μεγάλη η πίστη σου. Ας γίνει σε σένα όπως το θέλεις)»[Ματθ.15,28]. Ακριβώς για τον λόγο αυτόν ανέβαλλε, για να βροντοφωνάξει αυτόν τον λόγο, για να στεφανώσει τη γυναίκα: «Ας γίνει όπως ακριβώς θέλεις». Η σημασία αυτών των λόγων Του είναι η εξής: «Η μεν πίστη σου μπορεί και μεγαλύτερα από αυτά να επιτύχει, αλλά όμως τώρα ας γίνει όπως θέλεις». Αυτός ο λόγος ομοιάζει με τη φωνή εκείνη που έλεγε: «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω στερέωμα ἐν μέσῳ τοῦ ὕδατος καὶ ἔστω διαχωρίζον ἀνὰ μέσον ὕδατος καὶ ὕδατος. καὶ ἐγένετο οὕτως(: Και είπε ο Θεός: ‘’Να γίνει ο ουράνιος θόλος της γης μεταξύ των υδάτων που καλύπτουν την επιφάνειά της και των νεφών που αιωρούνται στην ατμόσφαιρα, και να διαχωρίζει μεταξύ των υδάτων της γης και των υδάτων του ουρανού)» [Γέν.1,6]. «Καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης(:Και πράγματι απ’ την ώρα ακριβώς εκείνη γιατρεύτηκε η κόρη της)»[Ματθ.15,28].
Είδες πόσο πολύ βοήθησε και εκείνη για τη θεραπεία της κόρης της; Για τον λόγο αυτόν λοιπόν δεν είπε ο Χριστός «ας γίνει καλά το κορίτσι σου», αλλά «είναι μεγάλη η πίστη σου, ας γίνει όπως θέλεις», για να μάθεις ότι δεν ήσαν τα λόγια της τυχαία, ούτε ήσαν λόγια κολακείας, αλλά ότι ήταν μεγάλη η δύναμη της πίστεως. Τον ακριβή λοιπόν έλεγχο και την απόδειξή της τα άφησε στην εξέλιξη των πραγμάτων στη συνέχεια· διότι αμέσως θεραπεύτηκε η κόρη της.
Εσύ όμως σε παρακαλώ, πρόσεξε πως, ενώ νικήθηκαν οι απόστολοι και δεν κατόρθωσαν τίποτε, αυτή πέτυχε τόσο μεγάλη ωφέλεια. Τόσο μεγάλη δύναμη έχει η επιμονή στην προσευχή. Καθόσον θέλει για τις δικές μας υποθέσεις να Τον παρακαλούμε μάλλον εμείς που είμαστε οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, παρά να Τον παρακαλούν άλλοι για εμάς. Μολονότι βέβαια οι απόστολοι είχαν περισσότερο θάρρος, όμως αυτή έδειξε περισσότερη υπομονή. Με το τελικό αποτέλεσμα μάλιστα ο Κύριος δικαιολογήθηκε προς τους μαθητές Του για την αναβολή και τους απέδειξε ότι δικαιολογημένα αρνήθηκε όταν αυτοί Του το ζήτησαν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ),εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 11, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΝΒ΄, σελίδες 108-123.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 11-18 .
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[: Ματθ, 15,21-18]
ΙΕΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΗΣ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ
(«Εἰς τήν ἐπίλυσιν τῆς Χαναναίας»)
«Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος(:Και αφού έφυγε από κει ο Ιησούς, αναχώρησε προς τα μέρη της Τύρου και Σιδώνας)»[Ματθ.15,21].
Θαυμάζει ο ευαγγελιστής. «Καὶ ἰδοὺ γυνὴ(:Και τότε ιδού μία γυναίκα)», το παλαιό όπλο του διαβόλου, αυτή που με έβγαλε από τον παράδεισο, η μητέρα της αμαρτίας, ο αρχηγός της παράβασης· η ίδια αυτή γυναίκα έρχεται, η ίδια φύση. Καινούριο και παράξενο θαύμα· οι Ιουδαίοι φεύγουν και η γυναίκα τον καταδιώκει: «Καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγαζεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ(:Τότε μια γυναίκα Χαναναία που βγήκε από τα σύνορα εκείνα του φώναξε δυνατά: “Ελέησέ με, Κύριε, ένδοξε απόγονε του Δαβίδ”)». Η γυναίκα γίνεται ευαγγελίστρια και ομολογεί τη θεότητα και την οικονομία. «Κύριε», λέγει και εννοεί την εξουσία· «Υιέ του Δαβίδ», την ενανθρώπηση. «Ελέησέ με». Πρόσεχε φιλόσοφη ψυχή. «Ελέησέ με· δεν έχω κατορθώματα ζωής· δεν έχω παρρησία συμπεριφοράς· καταφεύγω στο έλεος, όπου δεν υπάρχει δικαστήριο, όπου η σωτηρία είναι χωρίς ανάκριση». Και παρόλο που ήταν τόσο κακή και παράνομη τόλμησε να τον πλησιάσει.
Και πρόσεχε φιλοσοφία γυναίκας. Δεν παρακαλεί τον Ιάκωβο, δεν ικετεύει τον Ιωάννη, ούτε πλησιάζει τον Πέτρο, ούτε διέσχισε τον χορό των αποστόλων. «Δεν έχω ανάγκη από μεσίτη, αλλά πήρα συνήγορο τη μετάνοια και έρχομαι στην ίδια την Πηγή. Γι’ αυτό κατέβηκε, γι’ αυτό έλαβε σάρκα, για να μιλήσω και εγώ μαζί Του. Επάνω τα χερουβείμ Τον τρέμουν, και κάτω η πόρνη συζητάει μαζί Του. Ελέησέ με· γι’ αυτό ήρθες, γι’ αυτό πήρες σάρκα, γι’ αυτό έγινες όπως είμαι εγώ. Επάνω τρόμος και κάτω παρρησία. Ελέησέ με· δεν έχω ανάγκη από μεσίτη, ελέησέ με».
«Τι έχεις;». «Έλεος ζητώ». «Τι έχεις πάθει;». «Ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται(:Η κόρη μου κατέχεται από δαιμόνιο και υποφέρει φρικτά)». Η φύση βασανίζεται, η συμπάθεια γυμνάζεται. Βγήκε συνήγορος της κόρης της. Δεν φέρνει την άρρωστη, αλλά φέρνει την πίστη. Θεός είναι και τα βλέπει όλα. «Η κόρη μου βασανίζεται φρικτά από δαιμόνιο». Πένθος φοβερό· το καρφί της φύσης ξέσχισε τη μήτρα, η τρικυμία βρίσκεται στα σπλάχνα της. «Τι να κάνω; Χάνομαι».
Και γιατί δεν λες: «ελέησε τη θυγατέρα μου», αλλά «ελέησέ με»; Εκείνη δεν αισθάνεται το πάθος, δεν ξέρει τι πάσχει, δεν καταλαβαίνει τον πόνο, επειδή έχει παραπέτασμα της συμφοράς το ανώδυνο ή καλύτερα το αναίσθητο. «Εμένα όμως ελέησε που βλέπω τα καθημερινά κακά· θέατρο συμφοράς έχω στο σπίτι μου. Πού να πάω; Στην έρημο; Αλλά δεν τολμώ να την αφήσω μόνη. Μήπως στο σπίτι; Αλλά βρίσκω τον εχθρό μέσα, τα κύματα στο λιμάνι, θέατρο συμφοράς. Τι να την ονομάσω; Νεκρή; Όμως κινείται. Μήπως ζωντανή; Αλλά δεν ξέρει τι κάνει. Δεν ξέρω να βρω όνομα που να ερμηνεύει το πάθος της. Ελέησέ με. Αν πέθαινε η κόρη μου, δεν θα πάθαινα τέτοια· θα παρέδινα στους κόλπους της γης το σώμα της, και με τον καιρό θα έφερνα τη λήθη και θα απομάκρυνα τη λύπη. Τώρα όμως έχω ένα νεκρό που με κάνει να τον βλέπω συνέχεια, να μου ερεθίζει το τραύμα, να μου αυξάνει το πάθος. Πώς να δω τα μάτια της να αλληθωρίζουν· τα χέρια της να συστρέφονται· τα μαλλιά της να ξεπλέκονται; Αφρό να βγαίνει από το στόμα της; Τον δήμιο να είναι μέσα και να μη φαίνεται; Αυτόν που μαστιγώνει να μη φαίνεται, ενώ οι μαστιγώσεις να φαίνονται; Στάθηκα θεατής των ξένων κακών, στάθηκα ενώ η φύση με κεντρίζει. Ελέησέ με. Φοβερή η τρικυμία, φοβερό το πάθος και φοβερός ο φόβος· το πάθος της φύσης και ο φόβος του δαίμονα. Δεν μπορώ να την πλησιάσω, ούτε να τη συγκρατήσω. Με ωθεί το πάθος και με αποκρούει ο φόβος. Ελέησέ με».
Σκέψου την πίστη της γυναίκας. Δεν πήγε σε μάγους, δεν κάλεσε μάντεις, δεν έκανε φυλαχτά, δεν πλήρωσε γυναίκες που χρησιμοποιούν μαγγανείες, αυτές που γοητεύουν τους δαίμονες και αυξάνουν την πληγή. Αλλά άφησε το εργαστήριο του διαβόλου και έρχεται στον Σωτήρα των ψυχών μας. «Ελέησέ με· η θυγατέρα μου βασανίζεται φρικτά από δαιμόνιο». Γνωρίζετε το πάθος, όσοι γίνατε πατέρες· βοηθήστε μου στον λόγο, όσες γίνατε μητέρες. Δεν μπορώ να εξηγήσω την τρικυμία που υπέφερε η γυναίκα. «Ελέησέ με· η θυγατέρα μου βασανίζεται φρικτά από δαιμόνιο». Είδες την πίστη της γυναίκας; Είδες την καρτερία της; Την ανδρεία της; Την υπομονή της;
«Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον(:Ο Κύριος όμως δεν της αποκρίθηκε ούτε λέξη)». Καινούρια πράγματα. Αυτή παρακαλεί, ικετεύει, κλαίει τη συμφορά της, μεγαλώνει την τραγωδία, διηγείται το πάθος· και ο Φιλάνθρωπος δεν απαντάει. Ο Λόγος σιωπά, η Πηγή κλείνεται, ο Ιατρός κρύβει τα φάρμακα. Τι το καινούριο; Τι το παράδοξο; Τρέχεις κοντά σε άλλους και δείχνεις αυτήν που τρέχει κοντά σου; Αλλά σκέψου τη φιλοσοφία του Ιατρού. «Αυτός όμως δεν της απάντησε ούτε λέξη». Για ποιον λόγο; Γιατί δεν εξέταζε τα λόγια, αλλά ερευνούσε τα μυστικά της ψυχής της.
«Ο Κύριος όμως δεν της αποκρίθηκε ούτε λέξη». Και τι έκαναν οι μαθητές; Επειδή η γυναίκα δεν πήρε απάντηση, Τον πλησίασαν και Του λέγουν: «Ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν(: Κάνε της αυτό που ζητά, για να φύγει, διότι φωνάζει δυνατά από πίσω μας, κι απ’ τις φωνές της θα μαζευτεί πολύς λαός)»[Ματθ.15,23]. «Εσύ όμως ακούς τη φωνή από έξω, ενώ εγώ τη φωνή από μέσα. Είναι μεγάλη η φωνή του στόματος, μεγαλύτερη όμως η φωνή της ψυχής». «Κάνε της αυτό που ζητά, για να φύγει, διότι φωνάζει δυνατά από πίσω μας»· άλλος ευαγγελιστής όμως, λέγει: «ἔμπροσθεν ἡμῶν(: μπροστά μας)». Αντίθετα τα λόγια, αλλά όχι ψεύτικα, γιατί έκανε και τα δύο. Πρώτα δηλαδή φώναζε από πίσω, και όταν δεν απάντησε ο Κύριος, ήρθε μπροστά Του. Σαν σκυλί που γλύφει τα πόδια του κυρίου του. «Διώξε την. Εκείνη έστησε θέατρο γύρω, μάζεψε πλήθος», λένε οι μαθητές. Εκείνοι έβλεπαν τον ανθρώπινο πόνο, ενώ ο Κύριος τη φιλανθρωπία και τη σωτηρία της γυναίκας. «Διώξε την γιατί φωνάζει από πίσω μας».
Τι λοιπόν είπε ο Χριστός; «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ(:Δεν με απέστειλε ο Πατέρας μου παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους)»[Ματθ.15,24]. Όταν απάντησε, έκανε χειρότερη την πληγή της· γιατί ήταν ιατρός για να εγχειρίζει· όχι για να χωρίσει, αλλά για να ενώσει.
Εδώ εντείνατε πάρα πολύ την προσοχή σας και συγκεντρώστε, σας παρακαλώ, τον νου σας· γιατί θέλω να ερευνήσω ζήτημα βαθύ. «Δεν με απέστειλε ο Πατέρας μου παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους». Αυτό είναι όλο; Γι’ αυτό έγινες άνθρωπος, ανέλαβες σάρκα, έκανες τόσο μεγάλες οικονομίες, για να σώσεις μία γωνιά της γης, και αυτή χαμένη; Και η οικουμένη όλη θα μείνει έρημος, Σκύθες, Θράκες, Ινδοί, Μαύροι, Κίλικες, Καππαδόκες, Σύροι, Φοίνικες, όση γη επιβλέπει ο ήλιος; Για τους Ιουδαίους μόνο ήρθες, και περιφρονείς τους εθνικούς που βρίσκονται μέσα στην ερημιά; Και ανέχεσαι την κνίσα; Ανέχεσαι τον καπνό; Ανέχεσαι να βρίζεται ο Πατέρας Σου; Να προσκυνούνται τα είδωλα; Να λατρεύονται οι δαίμονες;
Αν και οι προφήτες δεν λέγουν αυτά, όμως ο πρόγονός σου κατά σάρκα τι λέγει; «Αἴτησαι παρ᾿ ἐμοῦ, καὶ δώσω σοι ἔθνη τὴν κληρονομίαν σου καὶ τὴν κατάσχεσίν σου τὰ πέρατα τῆς γῆς(: Ζήτησε από εμένα και θα σου δώσω ως κληρονομιά όλα τα έθνη και θα θέσω υπό την απόλυτη κυριαρχία σου όλη τη γη μέχρι των άκρων και των περάτων της)» [Ψαλμ.2,8]. Και ο Ησαΐας που είδε τα Σεραφείμ, λέγει: «Καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἡ ῥίζα τοῦ Ἰεσσαὶ καὶ ὁ ἀνιστάμενος ἄρχειν ἐθνῶν, ἐπ᾿ αὐτῷ ἔθνη ἐλπιοῦσι, καὶ ἔσται ἡ ἀνάπαυσις αὐτοῦ τιμή(:Και θα είναι κατά την ημέρα εκείνη ο νεαρός βλαστός ο προερχόμενος από τη ρίζα του Ιεσσαί, δηλαδή ο απόγονός του Μεσσίας, και αυτός θα ανυψωθεί για να εξουσιάζει τα έθνη, και σε Αυτόν θα ελπίζουν τα έθνη· και η έδρα και η διαμονή Του θα είναι ένδοξη και τιμημένη)» [Ησ.11,10].
Και ο Ιακώβ: «Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα καὶ ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕως ἐὰν ἔλθῃ τὰ ἀποκείμενα αὐτῷ, καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν(:Δεν θα λείψει άρχοντας και βασιλικό σκήπτρο από τη φυλή του Ιούδα και δεν θα λείψει αρχηγός από τους απογόνους της γενεάς του, μέχρις ότου έλθει Εκείνος, στον Οποίο ανήκει το βασιλικό αυτό σκήπτρο· και Αυτός θα είναι το πρόσωπο, το οποίο θα περιμένουν με ζωηρή ελπίδα και έντονη προσδοκία τα έθνη και οι λαοί της γης, δηλαδή ο Μεσσίας Χριστός)»[Γέν.49,10]. Και ο Μαλαχίας: «Διότι καὶ ἐν ὑμῖν συγκλεισθήσονται θύραι, καὶ οὐκ ἀνάψεται τὸ θυσιαστήριόν μου δωρεάν· οὐκ ἔστι μου θέλημα ἐν ὑμῖν, λέγει Κύριος παντοκράτωρ, καὶ θυσίαν οὐ προσδέξομαι ἐκ τῶν χειρῶν ὑμῶν. διότι ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου ἕως δυσμῶν τὸ ὄνομά μου δεδόξασται ἐν τοῖς ἔθνεσι, καὶ ἐν παντὶ τόπῳ θυμίαμα προσάγεται τῷ ὀνόματί μου καὶ θυσία καθαρά, διότι μέγα τὸ ὄνομά μου ἐν τοῖς ἔθνεσι, λέγει Κύριος παντοκράτωρ(:Διότι και μεταξύ σας θα κλειστούν τελείως οι θύρες του ναού και δεν θα ανάψει το θυσιαστήριό σου μάταια, όπως γίνεται σήμερα. Δεν αισθάνομαι καμία ευαρέσκεια σε σας, λέγει ο Κύριος Παντοκράτωρ. Και θυσία δεν θα δεχθώ με ευχαρίστηση από τα χέρια σας. Ναι· δεν θα δεχθώ από τα βέβηλα χέρια σας θυσία. Διότι σε όλο τον κόσμο, από την ανατολή έως τη δύση του ηλίου, το Όνομά μου έχει δοξαστεί μεταξύ των εθνών που επέστρεψαν σε εμένα, και σε κάθε τόπο προσφέρεται θυμίαμα λατρείας στο Όνομά μου και θυσία καθαρή, μη μολυσμένη από αίματα και καπνούς και κνίσα κατακαιομένων σαρκών και λίπους· διότι μέγα είναι το Όνομά μου μεταξύ των εθνών, λέγει ο παντοκράτορας Κύριος)»[Μαλαχ. 1,10-11].
Και ο Δαβίδ πάλι λέγει επίσης: «Πάντα τὰ ἔθνη κροτήσατε χεῖρας, ἀλαλάξατε τῷ Θεῷ ἐν φωνῇ ἀγαλλιάσεως. ὅτι Κύριος ὕψιστος, φοβερός, βασιλεὺς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν (: Όλα τα έθνη χειροκροτήστε, επευφημήστε και κραυγάστε θριαμβευτικά προς τιμήν του Θεού με φωνή πλεονάζουσας χαράς· διότι ο Κύριος είναι Ύψιστος, φοβερός, βασιλέας μέγας σε όλη τη γη)» [Ψαλμ.46,2-3] και: «Ἀνέβη ὁ Θεὸς ἐν ἀλαλαγμῷ, Κύριος ἐν φωνῇ σάλπιγγος(: Και αφού κατανίκησε τα έθνη και υπόταξε αυτά σε μας, θριαμβευτής ενάντια σε όλες τις ενάντιες δυνάμεις, ανέβηκε ο Θεός και πάλι στον ουρανό εν μέσω αλαλαγμών, ανήλθε ο Κύριος, ενώ σάλπιγγες αντηχούσαν χαρμόσυνα)» [Ψαλμ.46,6].
Και άλλος λέγει: «Εὐφράνθητε, οὐρανοί, ἅμα αὐτῷ, καὶ προσκυνησάτωσαν αὐτῷ πάντες ἄγγελοι Θεοῦ· εὐφράνθητε, ἔθνη μετὰ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, καὶ ἐνισχυσάτωσαν αὐτῷ πάντες υἱοὶ Θεοῦ· ὅτι τὸ αἷμα τῶν υἱῶν αὐτοῦ ἐκδικᾶται, καὶ ἐκδικήσει καὶ ἀνταποδώσει δίκην τοῖς ἐχθροῖς καὶ τοῖς μισοῦσιν ἀνταποδώσει, καὶ ἐκκαθαριεῖ Κύριος τὴν γῆν τοῦ λαοῦ αὐτοῦ(:Χαρείτε και πανηγυρίστε μαζί Του οι ουρανοί και ας προσκυνήσουν Αυτόν όλοι οι άγγελοι του Θεού. Χαρείτε και πανηγυρίστε και τα άλλα έθνη μαζί με τον ισραηλιτικό λαό Του και ας ενδυναμώσουν τον λαό αυτόν όλοι όσοι είναι οικείοι του αληθινού Θεού· διότι ο Κύριος εκδικείται το αίμα των παιδιών Του. Και θα εκδικηθεί και στο μέλλον και θα τιμωρήσει δίκαια τους εχθρούς τους. Θα πληρώσει μάλιστα όπως πρέπει αυτούς που μισούν Εκείνον και τον λαό Του και θα ξεκαθαρίσει ο Κύριος τη χώρα του λαού Του)» [Δευτ.32,43].
Και εσύ ο ίδιος όταν ήρθες δεν κάλεσες αμέσως τους μάγους, την ακρόπολη των εθνών; Την εξουσία του διαβόλου; Τη δύναμη των δαιμόνων; Δεν τους έκανες προφήτες όταν κατέβηκες; Εσύ καλείς μάγους, οι προφήτες ομιλούν για τα έθνη. Όταν αναστήθηκες από τον Άδη, λέγεις στους μαθητές: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος(:Λοιπόν πηγαίνετε και κάνετε μαθητές σας όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος)» [Ματθ.28,19], και όταν ήρθε αυτή η άθλια, η ταλαίπωρη, να παρακαλέσει για τη θυγατέρα της και να ικετεύσει να λύσεις τη συμφορά της τότε λες, «δεν είμαι σταλμένος παρά μόνο στα πρόβατα τα χαμένα του οίκου Ισραήλ»; Και όταν ήρθε σε σένα ο εκατόνταρχος του λέγεις: «Ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν(:Θα έλθω εγώ στο σπίτι σου και θα τον θεραπεύσω)» Ματθ.8,7]· όταν ο ληστής: «Ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ᾿ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ(:Αληθινά σε βεβαιώνω ότι σήμερα, απ’ τη στιγμή που θα πεθάνουμε, θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο)»[Λουκ.23,43]· όταν ο παράλυτος: «Ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου(:Σήκω όρθιος και πάρε στους ώμους σου το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου)» [Ματθ.9,6]· όταν ο Λάζαρος: «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω(:Λάζαρε, βγες έξω)»[Ιω.11,43], και βγήκε αν και ήταν τέσσερις ημέρες πεθαμένος. Λεπρούς καθαρίζεις, νεκρούς ανασταίνεις, παραλυτικό στερεώνεις, τυφλούς θεραπεύεις, ληστές σώζεις, πόρνη κάνεις πιο εγκρατή από παρθένο, και σε αυτήν δεν απαντάς τίποτε; Τι το πρωτάκουστο; Τι το παράξενο; Τι το παράδοξο;
Προσέχετε καλά για να μάθετε την ανδρεία της γυναίκας και τη σοφία και τη μέριμνα του Κυρίου, για να μάθετε μία αναβολή που έχει κέρδος, για να μάθετε μία άρνηση που προσφέρει πλούτο, για να μην απομακρυνθείς ποτέ και εσύ όταν προσευχηθείς και δεν λάβεις. Πρόσεχε και συγκεντρώσου. Όταν οι Ιουδαίοι απαλλάχθηκαν από την τυραννία των Αιγυπτίων και βάδιζαν στην έρημο, αφού ξέφυγαν από τα χέρια του Φαραώ, και όταν επρόκειτο να μπουν στη χώρα των Χαναναίων, των ανθρώπων που ήταν ειδωλολάτρες και ασεβείς, που προσκυνούσαν λίθους, που λάτρευαν ξύλα, που έδειχναν πολλή ασέβεια, τους έδωσε ο Θεός αυτόν τον νόμο, λέγοντας: «Οὐδὲ μὴ γαμβρεύσητε πρὸς αὐτούς· τὴν θυγατέρα σου οὐ δώσεις τῷ υἱῷ αὐτοῦ, καὶ τὴν θυγατέρα αὐτοῦ οὐ λήψῃ τῷ υἱῷ σου(: Δεν θα κάνετε επίσης γάμους με αυτούς τους λαούς. Δεν θα δώσεις την κόρη σου γυναίκα στον υιό ενός από αυτούς τους αλλοεθνείς και δεν θα πάρεις για τον υιό σου τη θυγατέρα του)» [Δευτ.7,3] και «Οὐ προσκυνήσεις τοῖς θεοῖς αὐτῶν, οὐ δὲ μὴ λατρεύσῃς αὐτοῖς· οὐ ποιήσεις κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν, ἀλλὰ καθαιρέσει καθελεῖς καὶ συντρίβων συντρίψεις τὰς στήλας αὐτῶν(:Δεν πρέπει να προσκυνήσεις, εσύ ο λαός μου, τους θεούς αυτών των λαών, ούτε να προσφέρεις λατρεία σε αυτούς. Πρόσεχε να μην κάνεις ό,τι κάνουν αυτοί, αλλά να γκρεμίσεις οπωσδήποτε τα είδωλά τους και να συντρίψεις ολότελα τις λίθινες στήλες τους, που συμβολίζουν τους θεούς τους)» [Έξ.23,24].
Σαν δηλαδή ο νόμος να τους πρόσταζε αυτό: «Να μην αγοράσεις, να μην πουλήσεις, να μην κάνεις γάμο, ούτε συμβόλαια, αλλά να είσαι ως προς τον τρόπο ζωής χωρισμένος από αυτούς, αν και ως προς τον τόπο είσαι κοντά τους. Να μην έχεις κανένα κοινό με αυτούς, ούτε συναλλαγές, ούτε πωλήσεις, ούτε αγορές, ούτε γάμους, ούτε συμπεθεριά, για να μη σε κάνει η ανάγκη της συγγένειας να γλιστρήσεις στην ασέβεια, για να μη σε κάνουν φίλο τους οι δοσοληψίες μαζί τους· αλλά να είσαι πάντοτε εχθρός με αυτούς. Τίποτε το κοινό ανάμεσα σε εσένα και στους Χαναναίους· να μην πάρεις το χρυσάφι τους, ούτε το ασήμι τους, ούτε τα ρούχα τους, ούτε θυγατέρα, ούτε υιό τους, ούτε κανένα άλλο από αυτά, αλλά να είσαι κλεισμένος στον εαυτό σου. Έχεις γλώσσα που σε χωρίζει, σου έδωσα και τον νόμο· γι’ αυτό και ο νόμος λέγεται φραγμός». Γιατί, όπως γύρω από το αμπέλι βρίσκεται ο φράκτης, έτσι και στους Ιουδαίους είναι ο νόμος, για να μην τον παραβούν και αναμιχθούν με τους Χαναναίους. Γιατί σε αυτόν τον λαό των Χαναναίων υπήρχαν παράνομες επιμιξίες, οι νόμοι της φύσης είχαν διαφθαρεί, είδωλα προσκυνούνταν, ξύλα λατρεύονταν, ο Θεός υβριζόταν, παιδιά σφάζονταν, πατέρες περιφρονούνταν, μητέρες ατιμάζονταν, όλα αλλοιώνονταν, όλα είχαν ανατραπεί, ζούσαν τη ζωή των δαιμόνων.
Γι’ αυτό ποτέ δεν έκαναν συναλλαγές, ούτε συμβόλαια, ούτε πωλήσεις μαζί τους. Και ο νόμος που ίσχυε για τα πιο μεγάλα εμπόδιζε τους γάμους μεταξύ τους, τα συμβόλαια, τα συμπεθεριά. Τίποτε κοινό δεν είχαν με εκείνους. Ήταν λοιπόν απαγορευμένες από τον νόμο οι συναλλαγές με τους Χαναναίους και οι δοσοληψίες για χρυσάφι ή κάτι άλλο, για να μη γίνει η αιτία της φιλίας, αφορμή για ασέβεια. Ο νόμος βρισκόταν γύρω τους σαν φράκτης. Λέγει μέσω του Ησαΐα ο Κύριος: «Ἄσω δὴ τῷ ἠγαπημένῳ ἆσμα τοῦ ἀγαπητοῦ μου τῷ ἀμπελῶνί μου. ἀμπελὼν ἐγενήθη τῷ ἠγαπημένῳ ἐν κέρατι, ἐν τόπῳ πίονι. καὶ φραγμὸν περιέθηκα καὶ ἐχαράκωσα καὶ ἐφύτευσα ἄμπελον Σωρὴχ καὶ ὠκοδόμησα πύργον ἐν μέσῳ αὐτοῦ καὶ προλήνιον ὤρυξα ἐν αὐτῷ· καὶ ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι σταφυλήν, ἐποίησε δὲ ἀκάνθας(:Θα ψάλλω στον αγαπημένο μου αμπελώνα, τον Ισραηλιτικό λαό δηλαδή, άσμα του αγαπητού μου Κυρίου. Άμπελος έγινε κτήμα στον αγαπημένο Κύριο σε υψηλό λόφο, ανοικτό, ευάερο και ευήλιο, σε τόπο παχύ και εύφορο. Και έθεσα τριγύρω φράκτη και άνοιξα χαράκωμα και τάφρο και φύτεψα εκλεκτή άμπελο του είδους Σωρήχ και έχτισα πύργο στο μέσο αυτής και έσκαψα φρεάτιο, για να πέφτει μέσα ο μούστος. Και περίμενα να παραγάγει σταφύλια, έκανε όμως αγκαθιές)»[Ησ.5,1-2], δηλαδή τον νόμο, όχι φράκτη από αγκάθια, αλλά από εντολές, που τους οχύρωνε και τους εμπόδιζε.
Απαγορευμένοι λοιπόν γι΄αυτούς ήταν οι Χαναναίοι, βδελυροί, ασεβείς, μολυσμένοι, μιαροί, ακάθαρτοι· γι’ αυτό ούτε να τους ακούσουν ανέχονταν οι Ιουδαίοι, γιατί τηρούσαν στο εξής τον νόμο αυτόν. Επειδή λοιπόν αυτή η γυναίκα ήταν από τους Χαναναίους –«καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία(:Τότε μια γυναίκα Χαναναία)», λέγει, «ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα (:που βγήκε από τα σύνορα εκείνα)»-, επειδή λοιπόν αυτή η γυναίκα ήταν από τους Χαναναίους, και ήρθε στον Χριστό, γι’ αυτό έλεγε «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας; εἰ δὲ ἀλήθειαν λέγω, διατί ὑμεῖς οὐ πιστεύετέ μοι;(:Ποιος από σας, εξετάζοντας και ελέγχοντας τη ζωή μου, μπορεί να αποδείξει ότι έχω κάνει έστω και την παραμικρή αμαρτία; Κανείς. Συνεπώς ούτε ως ψεύτη μπορείτε να με κατηγορήσετε. Αλλά εάν λέω πάντοτε την αλήθεια, γιατί εσείς δεν με πιστεύετε;)»[Ιω.8,46]·μήπως παρέβηκε τον νόμο; Γιατί αφού ήταν άνθρωπος, παρουσίαζε και ανθρώπινη συμπεριφορά.
Αλλά προσέχετε με ακρίβεια στον λόγο. Αφού η γυναίκα ήταν Χαναναία και από την περιοχή εκείνη, όπου υπήρχαν και λύσσες και μανία και ασέβεια, όπου υπήρχε η εξουσία του διαβόλου, και τα όργια των δαιμόνων, και φύση καταπατημένη, και όπου κατάντησαν στους παραλογισμούς των ζώων και στις μανίες των δαιμόνων, αλλά και ο νόμος πρόσταζε: «να μην έχεις από αυτούς, να μην πάρεις γυναίκα, να μην πάρεις υιό, να μην κάνεις συμβόλαια ούτε συναλλαγές»- γι’ αυτό έβαλα ολόγυρα φράχτη–· αλλά και όταν ο Χριστός ήλθε και ανέλαβε τα ανθρώπινα όλα, αμέσως περιτμήθηκε, πρόσφερε θυσίες, προσφορές, όλα τα άλλα, και επρόκειτο να καταργήσει τον νόμο, για να μην λέγουν: «επειδή δεν είχε τη δύναμη να εκπληρώσει τον νόμο, γι’ αυτό τον κατήργησε», πρώτα τον εκπληρώνει και ύστερα τον καταργεί, για να μη νομίσεις πως δεν έχει την απαραίτητη δύναμη, αλλά τα εκπληρώνει όλα κατά τον νόμο. Γι’ αυτό φωνάζει και λέγει: «Ποιος από σας μπορεί να με ελέγξει για αμαρτία;». Αφού λοιπόν και αυτό ήταν νόμιμο, το να μην έχουν δηλαδή τίποτε το κοινό με τους Χαναναίους, για να μην αρχίσουν να Τον κατηγορούν οι Ιουδαίοι και να Του λέγουν: «Γι’ αυτό δεν πιστέψαμε σε σένα, γιατί είσαι παράνομος, κατάργησες τον νόμο, πήγες στη χώρα των Χαναναίων, αναμίχθηκες με τους Χαναναίους, ενώ ο νόμος έλεγε να μην αναμιχθείς», γι΄αυτό στην αρχή δεν της λέγει ούτε λέξη.
Πρόσεχε πώς εκπληρώνει τον νόμο και δεν προδίδει τη σωτηρία, και τους Ιουδαίους αποστομώνοντας και αυτήν κερδίζοντας. «Αυτός όμως δεν απάντησε», λέγει ο ευαγγελιστής, «ούτε λέξη». «Μην μου προβάλεις προφάσεις. Ιδού, δεν μιλώ· ιδού, δεν συζητώ· ιδού, συμφορά, και δεν κάνω το δικό μου έργο· ιδού, ναυάγιο, και εγώ ο κυβερνήτης δεν σταματώ την τρικυμία εξαιτίας της αχαριστίας σας, για να μην έχετε πρόφαση. Ιδού, μια γυναίκα μού έστησε ολόγυρα θέατρο και δεν παίρνει ακόμη απάντηση, για να μην λέτε ότι “παρέδωσες τον εαυτό σου στους Χαναναίους, παρέβηκες τον νόμο και έχουμε αυτήν την πρόφαση για να μην πιστέψουμε σε σένα”». Κοίταζε πως γι’ αυτό δεν απάντησε στη γυναίκα, για να απαντήσει στους Ιουδαίους. Η σιωπή προς τη γυναίκα, γινόταν φωνή αχαριστίας στους Ιουδαίους.
Και τα έκανε αυτά όχι σύμφωνα με τη δική Του δύναμη, αλλά από συγκατάβαση προς τη δική τους αδυναμία. Γιατί και όταν καθάρισε τον λεπρό, λέγει: «Θέλω, καθαρίσθητι(:Θέλω. Καθαρίσου)»[Ματθ.8,3]. Εσύ τον καθάρισες και τον στέλνεις στον νόμο του Μωυσή; «Ναι. Γιατί; Εξαιτίας των Ιουδαίων, για να μην αρχίσουν να με κατηγορούν ότι παρέβηκα τον νόμο». Γι’ αυτό και όταν θεράπευσε τον λεπρό, τον θεράπευσε με τρόπο παράξενο· και άκου πώς: «Καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὅρα μηδενὶ εἴπῃς, ἀλλὰ ὕπαγε σεαυτὸν δεῖξον τῷ ἱερεῖ καὶ προσένεγκε τὸ δῶρον ὃ προσέταξε Μωσῆς εἰς μαρτύριον αὐτοῖς(:Πρόσεξε να μην πεις σε κανέναν το θαύμα της θεραπείας σου, αλλά πήγαινε και δείξε τον εαυτό σου στον ιερέα και πρόσφερε το δώρο που έχει καθορίσει ο Μωυσής. Για να χρησιμεύσει η εξέτασή σου από τον ιερέα και η προσφορά του δώρου σου ως μαρτυρία και απόδειξη στον ιερέα και στους Ιουδαίους ότι και εσύ θεραπεύτηκες τελείως και εγώ δεν ήλθα να καταργήσω τον νόμο)» [Ματθ.8,4] Σύμφωνα με τον νόμο δεν τόλμησε αυτός να βγει και να δει τον λεπρό και να τον αγγίξει.
Επειδή λοιπόν ο Ελισσαίος καθάρισε ένα λεπρό, για να μη λέγουν οι Ιουδαίοι ότι τον καθάρισε όμοια με τον Ελισσαίο, γι’ αυτό εκείνος δεν τολμάει να τον αγγίξει, ενώ Αυτός τον αγγίζει και λέγει: «Θέλω, καθαρίσου»· και απλώνοντας το χέρι του άγγιξε τον λεπρό. Γιατί τον άγγιξε· για να σου δείξει πως δεν είναι δούλος που βρίσκεται κάτω από τον νόμο, αλλά Κύριος που είναι πάνω από τον νόμο. Πώς λοιπόν τήρησε τον νόμο; Με το να πει: «θέλω, καθαρίσου», και να μην τον αγγίξει αμέσως. Προηγήθηκε ο λόγος, δραπέτευσε η αρρώστια, και έπειτα άγγιξε τον ακάθαρτο και είπε «θέλω, καθαρίσου». Πώς; «Αμέσως καθαρίστηκε». Δεν βρίσκει ο ευαγγελιστής να πει -γιατί και το αμέσως είναι αργό-, δεν βρίσκει λόγο ισοδύναμο με την ταχύτητα της ενέργειας. «Αμέσως»· πώς; Μόλις βγήκε ο λόγος και δραπέτευσε η αρρώστια, διώχθηκε η λέπρα και ο λεπρός ήταν πια καθαρός. Γι’ αυτό λέγει: «Πήγαινε, δείξε τον εαυτό σου στον ιερέα και πρόσφερε το δώρο που πρόσταξε ο Μωυσής, για βεβαίωση σε αυτούς»[Ματθ.8,4] . Σε ποιους; «Στους Ιουδαίους, για να μη λέγουν πως παραβαίνω τον νόμο. Εγώ θεράπευσα κα λέγω «πρόσφερε το δώρο του νόμου», για να τους κατηγορήσει εκείνη την ημέρα ο λεπρός λέγοντας: Μου πρόσταξε να προσφέρω δώρο σύμφωνα με τον νόμο».
Και όπως πολλά έκανε ο Χριστός εξαιτίας των Ιουδαίων, καθιστώντας αυτούς αναπολόγητους σε όλα, έτσι και εδώ. «Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυῒδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν(:“Ελέησέ με, Κύριε, ένδοξε απόγονε του Δαβίδ. Η κόρη μου κατέχεται από δαιμόνιο και υποφέρει φρικτά”. Ο Κύριος όμως δεν της αποκρίθηκε ούτε λέξη. Πλησίασαν τότε οι μαθητές Του κι άρχισαν να Τον παρακαλούν λέγοντας: “Κάνε της αυτό που ζητά, για να φύγει, διότι φωνάζει δυνατά από πίσω μας, κι απ’ τις φωνές της θα μαζευτεί πολύς λαός”)». Τι είπε αυτός τότε; «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ(:Δεν με απέστειλε ο Πατέρας μου παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους)»[Ματθ. 15,24], για να μην λέγουν οι Ιουδαίοι: «μας άφησες και πήγες έξω, και γι’ αυτό δεν πιστέψαμε σε σένα». «Ιδού», λέγει, «και από τα έθνη έρχονται και δεν τους δέχομαι, ενώ σε σας και όταν φεύγετε, σας καλώ» [«Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς(:Ελάτε σε μένα όλοι όσοι είστε κουρασμένοι και φορτωμένοι από το βάρος της αμαρτίας και των θλίψεων, κaι από το φόρτωμα των φαρισαϊκών παραδόσεων, με τις οποίες ο θεόπνευστος νόμος μεταβλήθηκε σε φορτίο δυσβάστακτο. Ελάτε σε μένα, κι εγώ θα σας ξεκουράσω)» Ματθ.11,28], «και δεν έρχεστε· αυτήν τη διώχνω, και παραμένει».
«Ῥύσῃ με ἐξ ἀντιλογίας λαοῦ, καταστήσεις με εἰς κεφαλὴν ἐθνῶν. λαός, ὃν οὐκ ἔγνων, ἐδούλευσέ μοι, εἰς ἀκοὴν ὠτίου ὑπήκουσέ μου(: Με γλύτωσες από τις εμφύλιες διαμάχες του ιουδαϊκού λαού, τον οποίο οι συγγενείς του Σαούλ ζητούσαν να διαιρέσουν. Εσύ με εγκατέστησες αρχηγό και κεφαλή εθνών, ώστε να κυριαρχώ επί των γειτονικών βασιλέων. Λαός μακρινός, τον οποίο δεν είχα γνωρίσει ποτέ, υποδουλώθηκε σε εμένα και μου πρόσφερε φόρο υποταγής)»,λέγει[Ψαλμ.17,44-45]. Και αλλού λέγει: «Ἐμφανὴς ἐγενήθην τοῖς ἐμὲ μὴ ἐπερωτῶσιν, εὑρέθην τοῖς ἐμὲ μὴ ζητοῦσιν. εἶπα· ἰδού εἰμι τῷ ἔθνει, οἳ οὐκ ἐκάλεσάν μου τὸ ὄνομα(:Έγινα φανερός και αποκάλυψα τον εαυτό μου σε εκείνους, οι οποίοι δεν με ικέτευαν, επειδή με αγνοούσαν ολότελα· βρέθηκα από εκείνους, οι οποίοι δεν ζητούσαν να με βρουν. Είπα: Ιδού είμαι παρών. Το είπα σε έθνος το οποίο δεν επικαλέστηκε το όνομά μου)» [Ησ.65,1]. «Διώξε την, γιατί φωνάζει από πίσω μας».
Ας δούμε λοιπόν τι λέγει ο Χριστός. «Δεν είμαι σταλμένος παρά μόνο στα πρόβατα τα χαμένα του οίκου Ισραήλ». Δεν ήταν τα λόγια αυτά αποτρεπτικά; Γιατί σχεδόν λέγει: «Φύγε μακριά γιατί δεν έχεις τίποτε κοινό με μένα· δεν ήρθα για σένα, αλλά ήρθα για τους Ιουδαίους. Δεν είμαι σταλμένος παρά μόνο στα πρόβατα τα χαμένα του οίκου Ισραήλ». Και εκείνη όταν άκουσε αυτά είπε: «Κύριε, βοήθει μοι(:Κύριε, βοήθα με στη δυστυχία μου!)»· και προσκυνούσε όταν τα έλεγε:«ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα»[Ματθ.15,25]).Αυτός όμως δεν της απάντησε. Αλλά πρόσεχε απάντηση: «Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις(:Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια’’)». «Ἡ δὲ εἶπε· ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν(:Εκείνη όμως, αφού πλησίασε, έπεσε με ευλάβεια στα πόδια του Κυρίου λέγοντας: ‘’Κύριε, βοήθα με στη δυστυχία μου!’’. ‘’Αυτός της αποκρίθηκε: ‘’Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια’’. Κι εκείνη είπε: ‘’Ναι, Κύριε˙ δέχομαι ότι είμαι σκυλάκι. Διότι και τα σπιτίσια σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους’’)». Ποιων; Των Ιουδαίων. «Και να το δώσω στα σκυλάκια», δηλαδή «σε σας».
Πραγματικά τα είπε αυτά ο Κύριος για να ντροπιάσει τους Ιουδαίους· γιατί αν και ονομάζονταν τέκνα, έγιναν σκυλιά. Γι’ αυτό και ο Παύλος λέγει: «Εἴγε ἠκούσατε τὴν οἰκονομίαν τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ τῆς δοθείσης μοι εἰς ὑμᾶς, ὅτι κατὰ ἀποκάλυψιν ἐγνώρισέ μοι τὸ μυστήριον, καθὼς προέγραψα ἐν ὀλίγῳ(:Είμαι φυλακισμένος ως δικός σας απόστολος, εξουσιοδοτημένος να κηρύττω το Ευαγγέλιο στα έθνη. Σχετικά με αυτό δεν θα σας μένει καμία αμφιβολία, εάν βεβαίως έχετε ακούσει για τον σοφό τρόπο που μεταχειρίστηκε η χάρη του Θεού για να με προσκαλέσει στο αποστολικό αξίωμα. Αυτή η χάρη μού δόθηκε για σας. Μιλώ για τον σοφό τρόπο που χρησιμοποίησε ο Θεός προκειμένου να γίνω απόστολός σας· διότι Αυτός με αποκάλυψη μου φανέρωσε την αλήθεια που μέχρι τότε ήταν κρυμμένη, ότι δηλαδή θα σώζονταν και οι εθνικοί και θα γίνονταν μέλη της οικογένειας του Θεού, όπως με λίγα λόγια σας έγραψα προηγουμένως)» [Εφ.3,2-3]. Οι εθνικοί ονομάστηκαν σκυλιά και έγιναν τέκνα: «Τεκνία μου, οὓς πάλιν ὠδίνω, ἄχρις οὗ μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ὑμῖν(:Παιδάκια μου, που σας αναγέννησα πνευματικά και που ξαναδοκιμάζω τώρα πόνους και ωδίνες για την αναγέννησή σας, έως ότου ο χαρακτήρας του Χριστού μορφωθεί μέσα σας)»[Γαλ. 4,19]. Ο έπαινος αυτός είναι κατηγορία για τον Ιουδαίο. «Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις(: Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια)»[Ματθ.15,26].
Τι λέγει τότε η γυναίκα; «Ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν(:Ναι, Κύριε˙ δέχομαι ότι είμαι σκυλάκι. Διότι και τα σπιτίσια σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους)»[Ματθ.15,27] . Πωπω, δύναμη γυναίκας, πώπω επιμονή ψυχής! Ο ιατρός λέγει «όχι» και αυτή λέγει «ναι»· ο Κύριος λέγει «δεν», αυτή λέγει «ναι»· όχι με σκοπό να κατηγορήσει ούτε να γίνει αναίσχυντη, αλλά περιμένοντας τη σωτηρία.
«Δεν είναι σωστό να πάρω το ψωμί των τέκνων και να το δώσω στα σκυλάκια» «Ναι, Κύριε. Σκυλί με ονομάζεις, εγώ όμως Κύριο σε λέγω· εσύ με βρίζεις, εγώ όμως σε υμνώ. Ναι, Κύριε, αλλά και τα σκυλάκια τρώγουν από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». Πώπω σοφία γυναίκας! Από το παράδειγμα βρήκε λόγο που ταίριαζε. «Σκυλί με ονομάζεις, σαν σκυλί τρέφομαι. Δεν αρνούμαι την προσβολή, δεν αποφεύγω το όνομα· ας πάρω λοιπόν την τροφή του σκυλιού. Και λέγει ένα πράγμα που συνήθως συμβαίνει. Εσύ κάνε τα δικά σου· με ονόμασες σκυλί, δώσε μου ένα ψίχουλο· έγινες συνήγορος στην αίτησή μου, φανέρωσε τη συγκατάθεση στην άρνησή σου. Ναι, Κύριε, αλλά και τα σκυλάκια τρώγουν από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». Τι λοιπόν είπε Εκείνος που αρνούνταν, που έδιωχνε, που απομάκρυνε, που έλεγε : «Δεν είναι σωστό να πάρω το ψωμί των τέκνων και να το δώσω στα σκυλάκια» και «δεν είμαι σταλμένος.. οίκου Ισραήλ»; «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις(: Ω γυναίκα, είναι μεγάλη η πίστη σου! Ας γίνει σε σένα όπως το θέλεις)»[Ματθ.15,28].
Ξαφνικά άρχισες να την επαινείς; Εγκωμιάζεις τη γυναίκα; Δεν την απομάκρυνες, δεν την έδιωχνες; «Έχε θάρρος· γι’ αυτό ανέβαλα. Γιατί, αν από την αρχή την έδιωχνα, δε θα μάθαινες την πίστη της. Αν από την αρχή την έδιωχνα, θα έφευγε γρήγορα, και κανείς δε θα γνώριζε καλά τον θησαυρό της. Γι’ αυτό καθυστερούσα τη χορήγηση, για να φανερώσω σε όλους την πίστη της». «Ω γυναίκα». Ο Θεός λέγει: «Ω γυναίκα». Ας ακούνε αυτοί που προσεύχονται χωρίς αισθήματα. Όταν πω σε κάποιον: «Παρακάλεσε τον Θεό, προσευχήσου σε Αυτόν, ικέτευσέ Τον», λέγει: «Τον παρακάλεσα μία φορά, δυο, τρεις, δέκα, είκοσι φορές και ακόμη δεν έλαβα». Μην παραιτηθείς, αδελφέ, μέχρι που να λάβεις· τέλος της αίτησης ας είναι η χορήγηση εκείνου που ζητάς. Τότε παραιτήσου, όταν λάβεις, ή καλύτερα ούτε τότε, αλλά και τότε να επιμένεις. Και αν δεν λάβεις, ζήτα για να λάβεις· όταν όμως λάβεις, ευχαρίστησε, γιατί έλαβες.
Μπαίνουν πολλοί στην εκκλησία, απευθύνουν άπειρους στίχους προσευχής, ύστερα βγαίνουν, και δεν ξέρουν τι είπαν. Τα χείλη κινούνται, και η ακοή δεν ακούει. Εσύ δεν ακούς την προσευχή σου και θέλεις ο Θεός να εισακούσει την προσευχή σου; Γονάτισες, λες, αλλά ο νους σου πετούσε έξω· το σώμα σου ήταν μέσα στην εκκλησία, και η ψυχή σου έξω· το στόμα σου έλεγε την προσευχή, και ο νους σου μετρούσε τόκους, συμβόλαια, συναλλαγές, χωράφια, κτήματα, συναναστροφές με φίλους. Γιατί ο διάβολος, επειδή είναι πονηρός και γνωρίζει πως την ώρα της προσευχής κερδίζουμε μεγάλα πράγματα, τότε επιτίθεται. Πολλές φορές αναπαυόμαστε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι, και δεν σκεπτόμαστε τίποτε· ήρθαμε να προσευχηθούμε και έρχονται άπειρες σκέψεις για να μας βγάλουν κενούς.
Γνωρίζοντας, λοιπόν, αγαπητέ, ότι αυτά γίνονται στις προσευχές, μιμήσου τη Χαναναία, ο άνδρας τη γυναίκα, την αλλόφυλη, την αδύνατη, την απόβλητη και περιφρονημένη. Αλλά δεν έχεις θυγατέρα που βασανίζεται από δαιμόνιο; Έχεις όμως ψυχή που αμαρτάνει. Τι είπε η Χαναναία; «Ελέησέ με, η θυγατέρα μου βασανίζεται φρικτά από δαιμόνιο». Πες κι εσύ «ελέησέ με, η ψυχή μου βασανίζεται φρικτά από δαιμόνιο». Γιατί η αμαρτία είναι μεγάλος δαίμονας. Όποιος βασανίζεται από δαιμόνιο, ελεείται, όποιος αμαρτάνει, μισείται· εκείνος βρίσκει συγχώρηση, αυτός δεν έχει δικαιολογία. «Ελέησέ με»· μικρός ο λόγος, και βρήκε πέλαγος φιλανθρωπίας. Γιατί, όπου υπάρχει έλεος, υπάρχουν όλα τα αγαθά.
Και αν είσαι έξω, κραύγαζε και λέγε «ελέησέ με», χωρίς να κινείς τα χείλη αλλά φωνάζοντας με την ψυχή σου· γιατί ο Θεός μάς ακούει και όταν σιωπούμε. Δεν εξετάζεται ο τόπος, αλλά ο τρόπος της προσευχής. Ο Ιερεμίας μέσα σε βόρβορο βρισκόταν και προκάλεσε την προσοχή του Θεού· ο Δανιήλ ήταν μέσα σε λάκκο λιονταριών, και κέρδισε την εύνοια του Θεού· ο ληστής σταυρώθηκε, και δεν τον εμπόδισε ο σταυρός, αλλά του άνοιξε τον παράδεισο· ο Ιώβ ήταν στην κοπριά, και έκαμε ευσπλαχνικό τον Θεό· ο Ιωνάς βρισκόταν στην κοιλιά του κήτους, και τον άκουσε ο Θεός. Και αν είσαι σε λουτρό, να προσεύχεσαι, και αν είσαι σε δρόμο, και αν είσαι στο κρεβάτι, όπου και αν είσαι, να προσεύχεσαι. Είσαι ναός του Θεού, να μην ζητάς τόπο· χρειάζεται μόνο διάθεση. Και αν παρουσιαστείς σε δικαστή, να προσεύχεσαι· όταν οργίζεται ο δικαστής, να προσεύχεσαι. Η θάλασσα ήταν μπροστά, οι Αιγύπτιοι πίσω, ο Μωυσής στη μέση· ήταν μεγάλη η στενότητα του χώρου κατά την προσευχή, αλλά το πλάτος της προσευχής ήταν μεγάλο. Πίσω τους καταδίωκαν οι Αιγύπτιοι, μπροστά ήταν η θάλασσα, στη μέση η προσευχή· και τίποτε δεν μιλούσε ο Μωυσής· και του λέγει ο Θεός: «Εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Μωυσῆν· τί βοᾷς πρός με; λάλησον τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ, καὶ ἀναζευξάτωσαν. καὶ σὺ ἔπαρον τῇ ῥάβδῳ σου καὶ ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου ἐπὶ τὴν θάλασσαν καὶ ῥῆξον αὐτήν, καὶ εἰσελθάτωσαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ εἰς μέσον τῆς θαλάσσης κατὰ τὸ ξηρόν(: Και είπε ο Κύριος προς τον Μωυσή, ο οποίος προσευχήθηκε τη στιγμή εκείνη από τα βάθη της καρδιάς του: Γιατί κραυγάζεις προς Εμένα; Δώσε εντολή στους Ισραηλίτες να ετοιμαστούν προς αναχώρηση. Κι εσύ σήκωσε ψηλά το ραβδί σου και άπλωσε το χέρι σου επάνω από τη θάλασσα και σχίσε την στα δύο και ας περάσουν οι Ισραηλίτες στο στεγνό έδαφος μέσα από τη θάλασσα)» [Έξ.14,15]. Το στόμα του βέβαια δεν μιλάει, η ψυχή του όμως φωνάζει.
Και συ λοιπόν, αγαπητέ, όταν παρουσιαστείς σε δικαστή που οργίζεται πάρα πολύ, που τυραννάει, που απειλεί με τις πιο μεγάλες απειλές, και σε άλλους δήμιους που κάνουν τα ίδια, προσευχήσου στον Θεό, και προσευχόμενος τα κύματα ηρεμούν. Ο δικαστής είναι εναντίον σου; Εσύ να καταφεύγεις στον Θεό. Ο άρχοντας είναι κοντά σου; Εσύ κάλεσε τον Κύριο. Μήπως δηλαδή είναι άνθρωπος, για να πας σε κάποιον τόπο; Ο Θεός είναι πάντοτε κοντά. Αν θέλεις να παρακαλέσεις ένα άνθρωπο, ερωτάς τι κάνει, κοιμάται, ασχολείται· και αν έχει υπηρεσία, δεν σου απαντάει. Στον Θεό όμως δεν συμβαίνει τίποτε από αυτά. Όπου και αν πας και Τον καλέσεις, ακούει· ούτε ασχολία, ούτε μεσίτης, ούτε υπηρέτης εμποδίζει. Πες «Eλέησέ με, Κύριε», και αμέσως ο Θεός έρχεται κοντά σου· γιατί, λέγει: «Τότε βοήσῃ, καὶ ὁ Θεὸς εἰσακούσεταί σου· ἔτι λαλοῦντός σου ἐρεῖ· ἰδοὺ πάρειμι(: Τότε θα φωνάξεις και ο Θεός θα σε εισακούσει· όταν ακόμη λαλείς προς Αυτόν και Τον καλείς, θα πει: ‘’Ιδού, είμαι παρών’’)»[Ησ. 58,9]. Πώπω λόγος γεμάτος ηπιότητα! Δεν περιμένει να τελειώσεις την προσευχή· δεν τελειώνεις ακόμη την προσευχή σου και παίρνεις τη χορήγηση.
«Ελέησέ με». Αυτήν τη Χαναναία ας μιμηθούμε, παρακαλώ. «Ελέησέ με, η θυγατέρα μου βασανίζεται φρικτά από δαιμόνιο». Και ο Κύριος λέγει σε αυτήν· «Ω γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου· ας σου γίνει όπως θέλεις». Πού είναι ο αιρετικός; Μήπως είπε: «Θα παρακαλέσω τον Πατέρα μου;». Μήπως είπε: «Θα ικετεύσω Αυτόν που με γέννησε;». Μήπως χρειαζόταν προσευχή εδώ; Καθόλου. Γιατί; Επειδή μεγάλη ήταν η πίστη, μεγάλο ήταν το σκεύος, μεγάλη ξεχύθηκε και η χάρη. Όπου χρειάζεται η προσευχή, είναι αδύνατο το σκεύος. «Ω γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου. Δεν είδες νεκρό να ανασταίνεται, ούτε λεπρό να καθαρίζεται, δεν άκουσες προφήτες, δεν μελέτησες τον νόμο, δεν είδες τη θάλασσα να σχίζεται, δεν έχεις δει κάποιο άλλο θαύμα να έγινε από μένα· μάλλον περιφρονήθηκες από μένα, και βρέθηκες σε δύσκολη θέση· αρνήθηκα τη συμφορά σου και δεν έφυγες, αλλά παρέμεινες· πάρε τώρα και συ από μένα τον έπαινο όπως σου αξίζει και σου ταιριάζει. Ω γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου».
Πέθανε η γυναίκα και ο έπαινός της μένει, γιατί είναι πιο λαμπρός από στέμμα. Όπου και αν πας, ακούς τον Χριστό να λέγει: «Ω γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου». Πήγαινε στην εκκλησία των Περσών και θα ακούσεις τον Χριστό να λέγει «Ω γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου»· πήγαινε στην εκκλησία των Γότθων, στων βαρβάρων, στων Ινδών, στων Μαύρων, σε όση γη επιβλέπει ο ήλιος. Ένα λόγο είπε ο Χριστός, και ο λόγος δεν σιωπά, αλλά με μεγάλη φωνή διαλαλεί την πίστη της λέγοντας: «Ω γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου· ας σου γίνει όπως θέλεις». Δεν είπε: «ας θεραπευθεί η μικρή σου κόρη», αλλά «ας γίνει όπως θέλεις». Εσύ θεράπευσέ την, εσύ γίνε ιατρός, σε σένα εμπιστεύομαι το φάρμακο· πήγαινε, δώσε το, «ας γίνει όπως θέλεις». Η θέλησή σου ας τη θεραπεύσει.
Είναι δυνατόν η Χαναναία να θεράπευσε με τη θέλησή της, επειδή το θέλησε και το ζήτησε και ο Υιός του Θεού να μην θεραπεύει από μόνος Του; «Ας σου γίνει όπως θέλεις». Δεν πρόσταξε η γυναίκα, ούτε διέταξε το δαιμόνιο, αλλά μόνο θέλησε, και το θέλημα της γυναίκας θεράπευσε και έδιωξε τους δαίμονες. Πού είναι αυτοί που τολμούν να λέγουν ότι με προσευχή το κατόρθωσε αυτό ο Υιός; «Ας σου γίνει όπως θέλεις». Πρόσεχε και την ευγένεια της λέξης· μιμείται τον Πατέρα Του. Γιατί, όταν ο Θεός έκανε τον ουρανό, είπε: «Ας γίνει ο ουρανός, και έγινε ο ουρανός· ας γίνει ο ήλιος, και έγινε ο ήλιος· ας γίνει η γη, και έγινε η γη»· με προσταγή δημιουργούσε την ουσία τους. Έτσι και αυτός είπε «Ας σου γίνει όπως θέλεις». Η συγγένεια της λέξης έδειξε την κοινή φύση τους. «Και θεραπεύτηκε η θυγατέρα της». Πότε; «Από την ώρα εκείνη». Όχι από τότε που ήρθε η μητέρα της στο σπίτι, αλλά πριν έρθει. Ήρθε να τη βρει δαιμονισμένη, και τη βρήκε υγιή, γιατί θεραπεύτηκε με το δικό της θέλημα.
Για όλα λοιπόν αυτά ας ευχαριστήσουμε τον Θεό, γιατί σε Αυτόν αρμόζει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Ομιλίαι κατηχητικαί και ηθικαί, ομιλία Εἰς τήν ἐπίλυσιν τῆς Χαναναίας(εκτενές απόσπασμα), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 31, σελίδες 447-475.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 31, σελ. 88-110.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Β΄Κορ.6,76-7,1]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Ο ΜΟΛΥΣΜΟΣ ΣΑΡΚΟΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 5-2-1995]
[Β311]
Ο Παύλος, αγαπητοί μου, στην σημερινή αποστολική του περικοπή, κάνει ένα προσκλητήριον αποδοχής των πολυτίμων επαγγελιών του Θεού και προβάλλει τις προϋποθέσεις. Αυτές οι πολύτιμες υποσχέσεις του Θεού είναι ότι ο κάθε πιστός αποτελεί ναόν του Θεού και ναός του Θεού είναι ολόκληρη η ύπαρξις του ανθρώπου· και το σώμα του και η ψυχή του. Και εις αυτόν τον ναόν του Θεού, τον άνθρωπον, έρχεται να κατοικήσει ο Ζων Θεός. Εξάλλου, «ναός», αυτό σημαίνει. Κατοικία. Και όχι μόνο θα κατοικήσει ο Θεός στον κάθε άνθρωπο, τον πιστόν, με στατικό χαρακτήρα, αλλά με δυναμικόν. Γιατί, λέγει: «Κατοικήσω και ἐμπεριπατήσω»· που σημαίνει κίνησις, κινητικότητα, δυναμικότητα.
Ακόμη μία σχέσις καταπληκτική υπογραμμίζεται εδώ. Ότι θα γίνει Θεός των και αυτοί λαός Του. Και κάτι περισσότερο: Και θα γίνει πατέρας των και αυτοί παιδιά Του. Και λέγει: Σε «υἱοὺς καὶ θυγατέρας» θα κατοικήσει και θα εμπεριπατήσει. Για να δείξει ισότητα των φύλων στα προνόμια αυτά. Δεν λέγει απλώς και αόριστα «εις τους ανθρώπους». Αλλά λέγει : «Θα είσαστε υιοί μου και θυγατέρες μου». Κι έτσι εδώ βλέπει κανείς αυτήν την αποδοχήν της ισότητος των φύλων, εκ μέρους του Θεού.Αγαπητοί μου, η διαφορά των φύλων δεν είναι παρά μόνο για να υπάρξει αυτό που λέμε γέννησις νέου ανθρώπου. Κατά τα άλλα, ο άνδρας και η γυναίκα είναι το ίδιο. Άνθρωπος ο ένας, άνθρωπος και ο άλλος. Προνόμια ο ένας, προνόμια και ο άλλος· τα ίδια. Αιώνιον ζωήν ο ένας, αιώνιον ζωήν και ο άλλος.
Και βεβαιώνει ακόμη ότι αυτά θα τα δώσει «Κύριος Παντοκράτωρ». Και δίδει αυτά τα προνόμια όχι γιατί είναι Παντοκράτωρ, αλλά γιατί οι άνθρωποι με την ελευθερία τους, την ελευθέρα τους προαίρεση, επιθυμούν να αποκαλούν τον Θεό «Πατέρα». Και τα προνόμια; Τα προνόμια απορρέουν από την πατρικήν αγαθότητα. Πολύ ωραία πράγματα. Προνόμια. Μεγαλειώδη πράγματα. Αλλά χρειάζονται προϋποθέσεις. Γι’αυτό θα προσθέσει ο Απόστολος Παύλος: «Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, (:Έχοντες –λέει- αυτές τις υποσχέσεις του Θεού) καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος(:να καθαρίσομε -λέει- τους εαυτούς μας από κάθε μολυσμόν και της σαρκός και του πνεύματος)». Θέτει, δηλαδή, αυτές τις προϋποθέσεις, για να επιτύχει ο άνθρωπος να έχει τον Θεό ένοικον, να Τον έχει Πατέρα, κι Εκείνος τον άνθρωπο να τον έχει παιδί Του. Και προβάλλει τας επαγγελίας του Θεού, που αποτελούν οπωσδήποτε, όπως ακούσαμε, στη σημερινή αποστολική περικοπή, μια πρόκληση και μία πρόσκληση. Προκαλεί και προσκαλεί. Και ποια είναι αυτή η πρώτη προϋπόθεση; «Καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος».
Όταν λέγει, όμως, «καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς» σημαίνει δυο πράγματα. Πρώτον ότι έχομε μολυσμό. Είμαστε ακάθαρτοι. Διότι όταν παίρνομε την εντολή να καθαρίσομε τον εαυτόν μας, πάει να πει ότι είμεθα ακάθαρτοι. Έχομε μολυσμό. Κι αυτό σημαίνει ότι είμεθα κατάφορτοι από αμαρτίες. Αγαπητοί μου, ουδείς καθαρός από ρύπου. Κανένας δεν είναι καθαρός από ρύπο, από βρωμιά. Αλλά για να το δει κανείς αυτό, να το καταλάβει, χρειάζεται αυτογνωσία. Και μάλιστα μια βαθιά και αντικειμενική αυτογνωσία. Χρειάζεται ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος, για να δει ο άνθρωπος τις μυστικές και αθέατες πτυχές της ψυχής του. Γι’αυτό λέγει ο Ψαλμωδός: «Ὃτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω, καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστι διαπαντός». «Είναι μπροστά μου πάντοτε». Κι ακόμη θα πει ο Ψαλμωδός: «Παραπτώματα τίς συνήσει;». «Ποιος μπορεί να αντιληφθεί το μέγεθος των παραπτωμάτων;». Και συνεχίζει ο Ψαλμωδός: «Ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με». «Από εκείνα που δεν βλέπουν οι άλλοι άνθρωποι, από εκείνα που δεν βλέπω και εγώ ο ίδιος, τα κρυφά, στις κρυφές γωνίτσες και πτυχές της ψυχής μου, Κύριε, καθάρισέ με».
Και η δευτέρα περίπτωσις. Όταν εμείς θα καθαρίσουμε τους εαυτούς μας, σημαίνει ότι πρέπει να ενεργήσουμε, πρέπει να δραστηριοποιηθούμε, πρέπει να προβούμε εις τον καθαρισμό μας. Γι’αυτό λέει «καθαρίσωμεν». Να καθαρίσομε. Να καθαρίσομε, λέγει, τους εαυτούς μας- είναι υποτακτική. Η Χάρις του Θεού θα μας ενισχύσει. Αλλά πρέπει να κάνομε εμείς την αρχήν. Αν εμείς δεν συντρέξομε σ’ αυτόν τον αυτοκαθαρισμό, στην θέλησή μας και στην φροντίδα μας, τότε η χάρις του Θεού μένει ανενέργητη. Έχομε πλείστα σημεία στον λόγο του Θεού, που δίδουν αυτήν την αμοιβαία εργασία. Λέει ο Θεός –πρόχειρα σας λέγω: «Πλάτυνον τό στόμα σου(:Άνοιξε το στόμα σου)». Λέει κανείς: «Κύριε, τι να πω; Τι να πω;». Και λέει ο Κύριος: «Πλάτυνε το στόμα σου, άνοιξέ το κι εγώ θα σου βάλω μέσα εκεί λόγον και θα μιλήσεις. Αλλά εάν δεν ανοίξεις εσύ το στόμα σου Εγώ δεν θα σου βάλω λόγον». Βλέπετε λοιπόν αυτή η συνέργεια της Θείας Χάριτος και της ανθρωπίνης δραστηριότητος.
Από τι θα καθαρίσομε όμως; «Ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ», μας λέγει ο Απόστολος. Τι σημαίνει «μολυσμός»; Κάτι, βέβαια, που προσβάλλει την καθαρότητα. Παραδείγματος χάριν, μολύνω τα χέρια μου; Πηγαίνω και πλένομαι. Εμόλυνα το δάπεδο; Το σπίτι μου; Παίρνω νερό και σφουγγαρόπανο και τα καθαρίζω. Κάτι που προκαλεί βεβαίως ακαθαρσία, η οποία δεν είναι ανεκτή. Αυτό θα πει μολυσμός. Αλλά μπροστά στον Θεό, τι μπορεί να είναι μολυσμένο; Τι μπορεί να είναι ακάθαρτο; Ένα μόνο: Η αμαρτία. Ένα μόνο: Η αμαρτία. Αυτό είναι μόλυσμα στα μάτια του Θεού. Ούτε τα κόπρανα, ούτε τα βρώμικα ζώα, ούτε οτιδήποτε βρωμιά μπορεί να υπάρχει, γιατί κοιμόμαστε μέσα σε μία τρώγλη κι έχομε δέκα χρόνια να σκουπίσουμε… Αυτά δεν είναι ακαθαρσία. Διότι αυτά, αν θέλομε, καθαρίζομε, αν δεν θέλομε, δεν καθαρίζομε. Για τον Θεό δεν είναι ακαθαρσία αυτά. Διότι απλούστατα όλα αυτά είναι έργα του Θεού. Το ότι όλα τα ζώα που ζουν, δημιουργούν κόπρανα, αυτό είναι μόλυσμα; Αυτό είναι αμαρτία; Όχι βεβαίως. Μόνον η αμαρτία, αγαπητοί, η οποία είναι μη ον, δηλαδή είναι που ουσιαστικά δεν υπάρχει σαν ουσία, δεν έχει καμία σχέση με τον Θεό η αμαρτία· και το βασικότερο είναι ότι η αμαρτία, εδώ προσέξατέ το, όταν υπάρξει, γιατί βρίσκεται…πού αλήθεια; Αφού δεν έχει ουσία; Αφού δεν είναι ον. Δεν είναι κάτι που υπάρχει. Είναι στην προαίρεση. Δεν έχει ουσία το κακό. Είναι στην προαίρεση. Εκείνο που θα κάνω και θα είναι κακό.
Θυμηθείτε εκεί που ο Απόστολος Πέτρος βλέπει εκείνο το όραμα με τα ακάθαρτα ζώα, που του λέγεται να θυσιάσει και να φάγει. «Μηδέποτε, Κύριε, να φάγω ακάθαρτο. Δεν έφαγα ποτέ». Ήταν τα ζώα ακάθαρτα νομικώς. Όχι οντολογικώς. Όχι στην πραγματικότητα δηλαδή. Αλλά γιατί απλώς είπε ο Θεός: «Αυτήν την κατηγορία των ζώων Εγώ την λέγω ακάθαρτα». Προσέξτε: «Εγώ την λέω ακάθαρτα». Νομικώς. Στον νόμο. Εδώ όμως η αμαρτία έχει μία οντολογική διάσταση. Προσέξατέ το. Θα το δείτε γιατί παρακάτω. Προσέξατέ το. Και αφήνει, βάζει την σφραγίδα της επάνω και στο σώμα και εις την ψυχή.
Γράφει ο Απόστολος Παύλος ακριβώς γι’αυτό: «Τοὺς πάντας ἡμᾶς –λέγει εις την Β΄προς Κορινθίους επιστολή του– (:Όλοι μας) φανερωθῆναι δεῖ ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ(:θα πρέπει να σταθούμε όλοι, μετά την ανάσταση των νεκρών, μπροστά στο δικαστικόν βήμα του Χριστού), ἵνα κομίσηται ἕκαστος(:για να πάρει ο καθένας) τὰ διὰ τοῦ σώματος πρὸς ἃ ἔπραξεν, εἴτε ἀγαθὸν εἴτε κακόν». Τι έκανες με το σώμα σου; Αυτό θα απολαύσεις. Ενήστευσες; Αμοιβήν. Επόρνευσες; Κατηγορία. Και εις την ψυχήν. Βέβαια προϋποτίθεται. Αλλά τονίζει εδώ το σώμα, γιατί πολλοί θα πίστευαν ότι… «Τι το σώμα; Τι; Και λοιπόν τι;». Αλλά το σώμα είναι γνωστό ότι διαλύεται εις τον τάφον. Όταν θα πάρομε το καινούριο μας σώμα, θα είναι το παλιό, αναστημένο. Αυτό θα έχει τα στίγματα της αμαρτίας. Γι’αυτό σας είπα ότι η αμαρτία έχει μία οντολογική διάσταση εις τον άνθρωπον. Τα στίγματα της αμαρτίας. Είναι φοβερό αυτό. Και όταν το σώμα και η ψυχή ή και τα δυο φέρουν τα στίγματα της αμαρτίας, τα οποία είναι ανεξίτηλα, τότε δεν μπορεί ο άνθρωπος να μπει στην Βασιλεία του Θεού. Απλούστατα είναι ακατάλληλος. Ένα μόνο εξαλείφει αυτήν την οντολογική διάστασιν της αμαρτίας. Ένα μόνον. Η μετάνοια. Αν έχεις μετανοήσει. Αυτό εξαλείφει αυτήν την οντολογική διάσταση, την οντολογική σφραγίδα.
Συνεπώς, η κάθαρση, που λέγει ο Απόστολος εδώ, να καθαρίσομε τους εαυτούς μας, η κάθαρση, πρέπει να σας πω, αγαπητοί, ότι είναι ένα έργο ζωής, ολοκλήρου ζωής. Δεν είναι μία υπόθεσις μίας ώρας, μίας μέρας, ενός μηνός. Είναι έργο ολοκλήρου ζωής. Και η μετάνοια αντίστοιχα είναι έργον ζωής. Γι’αυτό λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Ἀεί (:Πάντοτε –αφού είναι έργον ζωής) φιλοπόνει τήν κάθαρσιν». «Πάντοτε να φιλοπονείς, να εργάζεσαι την κάθαρσή σου».
Θα τονίσει ακόμη ο Παύλος: «Ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ». Προσέξατε. Όχι από του μολυσμού αφηρημένα. «Ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ». Και ο κατάλογος που μολύνει το σώμα και την ψυχή είναι μακρύς. Γι’αυτό λέγει: «ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ». Δεν θα αρχίσομε εμείς, κατά το δοκούν, υποκειμενικά, να αμνηστεύομε τον εαυτόν μας, κάνοντας διάκριση σε μικρές και μεγάλες αμαρτίες. «Α, αυτό δεν πειράζει. Α, εκείνο, ναι, είναι βαρύ». Γι’αυτό λέει ο Παύλος «ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ». Είτε μικρή, είτε μεγάλη, μπορεί να είναι αυτή η αμαρτία. Και θα επαναλάβω ότι ο μολυσμός αναφέρεται και εις το σώμα και εις την ψυχή, και εις την ψυχή και εις το σώμα. Γιατί ο άνθρωπος δεν είναι σώμα, ούτε είναι ψυχή. Ο άνθρωπος είναι σώμα συν ψυχή. Αν για μια στιγμή χωρίζουν αυτά τα δυο, είναι γιατί εξυπηρετείται ό,τι εξυπηρετείται στο σχέδιο του Θεού. Και τιμωρία, ο θάνατος δηλαδή, αλλά και αποκατάσταση μετά του ανθρώπου, για να μην γίνει το κακό αθάνατο.
Έτσι, λέγει ο Οικουμένιος: «Τὰ μὲν τῶν ἁμαρτημάτων μολύνει τὸ σῶμα, οἷον πορνεία, μοιχεία… τά δὲ τὸ πνεῦμα, τοὐτέστιν τὴν ψυχήν, οἷον ἀκάθαρτοι λογισμοί, μνησικακία». Τα μεν αμαρτήματα μολύνουν το σώμα. Όπως είναι, λέει, τα σαρκικά αμαρτήματα. Τα δε μολύνουν την ψυχή. Όπως είναι, εδώ λέγει, οι ακάθαρτοι λογισμοί, η μνησικακία. Εμείς θα μπορούσαμε να προσθέσομε: Η υπερηφάνεια είναι αμαρτία της ψυχής. Ο φθόνος, η απιστία, το μίσος, το ψεύδος, η ειδωλολατρία, η μαγεία, η δειλία στην ομολογία του ονόματος του Χριστού ή στην βίωση της πνευματικής ζωής: «Θα με κατηγορήσουν, θα με κοροϊδέψουν οι άλλοι, εάν βιώσω την πνευματική ζωή». Είναι αμαρτήματα της ψυχής. Ο Παύλος γράφει για τα αμαρτήματα τώρα του σώματος: «Φεύγετε την πορνείαν (:Μακριά. Αποφεύγετε. Γυρίστε την πλάτη σας και πάρετε δρόμο). Πᾶν ἁμάρτημα –με σαφήνεια το λέγει- ὃ ἐὰν ποιήσῃ ἄνθρωπος ἐκτὸς τοῦ σώματός ἐστιν(: Κάθε αμάρτημα που θα κάνει ο άνθρωπος, είναι έξω από το σώμα του -Πού είναι; Στην ψυχή. Ειδικά όμως τα σαρκικά αμαρτήματα, πορνεία, μοιχεία, κ.λπ. αυτά λέγει, είναι στο σώμα), ὁ δὲ πορνεύων εἰς τὸ ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει».
Έχομε λοιπόν δυο σφραγίδες. Και επί του σώματος και επί της ψυχής. Ας μας επιτραπεί να προσθέσομε: Η γαστριμαργία είναι αμάρτημα του σώματος. Η μέθη και η εφάμαρτη τρυφή, η εφάμαρτη τρυφή, εκείνη η αμαρτωλή απόλαυσις: πώς θα καπνίσω το τσιγάρο μου, πώς θα πάρω τα ναρκωτικά, πώς θα στρογγυλοκαθίσω κατά τρόπον που να δείχνω νωχέλεια κ.λπ. στον εαυτό μου, είναι αμαρτήματα του σώματος. Γι’αυτό υπάρχει ο όρος στην Καινή Διαθήκη, ο όρος «σπατάλη». Λέει φερειπείν για την γυναίκα την χήρα η οποία κοιτάζει… κοιτάζει… από δω κι από κει, κοιτάζει: «Αυτή», λέει, «ζώσα, εσπατάλησε τον εαυτόν της». Να εξηγήσω το «σπαταλώ»; Που σημαίνει… πώς να σας το πω; Ας πούμε, τρώγω και τρώγω παραπανίσια και ό,τι περισσεύει το πετάω, το ποδοπατώ… Ναι, ναι. Γιατί υπάρχει αυτή η εικόνα. Είναι ένα θηρίο που βλέπει ο Δανιήλ, στην Μεσόγειο. «Όχι», λέει, «μόνο τρώγει ό,τι τρώει- είναι η ρωμαϊκή αυτοκρατορία- αλλά με τα πόδια», λέγει, «τσαλαβουτάει ό,τι υπάρχει τροφή μπροστά». Αυτό εν ευρεία εννοία είναι η σπατάλη. Ο δε άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος λέγει: «Ἐντρυφήσατε -Είδατε; Η τρυφή. Όχι να μην χαρείς την ζωή σου. Να μην χαρείς ένα ωραίο φαγητό. Αλλά όταν πας παραπέρα. Ο Θεός έκανε τις ωραίες γεύσεις, τις ωραίες οσμές. Πρόσεξε όμως. Η τρυφή είναι κάτι πολύ πολύ παραπέρα .«Ἐντρυφήσατε ἐπὶ τῆς γῆς –λέει ο άγιος Ιάκωβος- καί ἐσπαταλήσατε».
Αυτά αναφέρονται στο σώμα. Το σώμα και η ψυχή είναι στοιχεία, αγαπητοί μου, δοξολογικά. Θα δοξάσουμε τον Θεό και με την ψυχή μας, θα δοξάσουμε τον Θεό και με το σώμα μας. Γι’αυτό, τελειώνοντας τον κατάλογό του περί αμαρτιών σαρκικών ο Απόστολος Παύλος, στο έκτο κεφάλαιο στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή του, τελειώνει έτσι: «Δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν(:Δοξάσατε λοιπόν τον Θεόν) ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν(:και με το σώμα σας και με το πνεύμα σας– Είναι χαρακτηριστικό ότι προτάσσει το σώμα του πνεύματος. Το προτάσσει. Που σημαίνει…δίδει το προβάδισμα επειδή μίλησε περί σαρκικών αμαρτημάτων), ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ (:που και τα δυο -λέγει ο Παύλος- είναι του Θεού)».Και το ένα ανήκει στον Θεό και το άλλο ανήκει στον Θεό. Και το συμπέρασμα μάς το δίδει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Πᾶσαν ἁγνίσωμεν αἴσθησιν (:Να αγνίσομε κάθε αίσθηση), καθαρθῶμεν ἁφήν (:μην πας κι ακουμπάς πάνω στον άλλον άνθρωπο αμαρτωλά), γεῦσιν (:λάρυγγα), φωτισθῶμεν ἀκοήν, φωτισθῶμεν γλῶσσαν». Λέγει ο Ζιγαβηνός: «Οὐ γὰρ τὸ καθαρίσαι μόνον ἀρκεῖ ποιεῖν καθαρὸν, ἀλλὰ καὶ ἑτέρου τινὸς ὑμῖν δεῖ τῆς ἁγιωσύνης». Πράγματι, δεν είναι αρκετό μόνον να καθαρίσεις τον εαυτόν σου. Πρέπει να επιτελέσεις και την αγιοσύνη. Γι’αυτό λέγει ο Παύλος: «Ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ».
Για να το καταλάβομε, με μία εικόνα. Δεν είναι αρκετό να καθαρίσεις από τα ζιζάνια το χωράφι. Δεν είναι αρκετό να το σκάψεις και βαθιά να το αρώσεις, να το προετοιμάσεις, αλλά να μην σπείρεις. Προς τι τότε, λοιπόν, το όργωμα του χωραφιού; Εάν ο καθαρισμός από παντός μολυσμού συνιστά την αρνητικήν όψιν του αγιασμού, η άσκησις της αρετής, δηλαδή της αγιοσύνης, συνιστά την θετική όψη. Είναι και τα δυο αναγκαία να γίνουν. Και ο αγιασμός είναι και ψυχής και σώματος. Και όπως λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους: «Καὶ τὸν ἁγιασμόν -να επιδιώκετε-, οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον». «Κανείς δεν θα δει το πρόσωπο του Κυρίου, χωρίς τον αγιασμό», λέγει στο 12ο κεφάλαιο στην προς Εβραίους.
Ο αγιασμός, αγαπητοί, δεν είναι απλώς η άσκησις μερικών αρετών. Αλλά είναι ο διαποτισμός ολοκλήρου της υπάρξεως από την αγιότητα. Και αυτή η αγιότητα όχι αυτόνομη, γιατί έτσι μ’ αρέσει. Αλλά «ἐν φόβῳ Θεοῦ», λέει ο Παύλος. Δηλαδή ο φόβος του Θεού θα είναι εκείνος, ο οποίος θα τροφοδοτεί την αγιότητα και θα την συντηρεί. Θα εξαρτάται από τον φόβο του Θεού. Θα είναι εξάρτημα του φόβου του Θεού. Επιμένω σ’ αυτό. Γιατί αλλιώτικα δημιουργούμε την αυτόνομη αγιότητα, ηθική έξω από τον Θεό, από ένα καπρίτσιο μας, γιατί έτσι μας αρέσει. Όχι. Μία τέτοια αγιότητα αποβάλλεται, απορρίπτεται από τον Θεό. Και αυτός ο φόβος του Θεού θα είναι εκείνος που θα περιφρουρεί την αγιότητα. Και μάλιστα με τα καγκελάκια της ταπεινώσεως. Έτσι θα περιφρουρεί την αγιότητα. Θέλεις να μην χάσεις καμία αρετή; Και να μειωθεί η αγιότητά σου; Έχε ταπείνωση. Ποια αρετή θέλεις; Την αγάπη; Βάλε την σφραγίδα της ταπεινώσεως. Ποια αρετή θέλεις; Την ελεημοσύνη; Βάλε την αρετή της ταπεινώσεως. Ποια αρετή θέλεις; Την αγνότητα; Βάλε την αρετή της ταπεινοφροσύνης. Η αρετή της ταπεινοφροσύνης θα μπαίνει σαν σφραγίδα στην κάθε αρετή, είτε σωματική, είτε πνευματική. Έτσι και καυχηθήκαμε, αγαπητοί μου, ότι είμαστε κάτι, γιατί πετύχαμε εγκράτεια, γιατί πετύχαμε αγνότητα, δηλαδή δεν βάλομε την σφραγίδα της ταπεινοφροσύνης, θα αναποδογυριστούμε. Θα τα χάσομε όλα.
Αγαπητοί, έχομε ρητή την εντολή του Θεού. «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι Ἐγὼ Ἅγιος εἰμί». «Να γίνεσθε άγιοι, γιατί Εγώ είμαι Άγιος». Έτσι έχομε το πρότυπον του αγιασμού μας, που είναι ο Κύριος. Γι’αυτό σας είπα, δεν θα έχομε αγιότητα αυτόνομον. Και το «καθ’ ὁμοίωσιν» -που πλαστήκαμε «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν»- το «καθ’ ὁμοίωσιν» θα βρίσκει την πληρότητά του εις αυτόν τον αγιασμό.
Μας αναφέρει ο Παύλος- δεν μεταφράζω: «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, ἀδελφοί, διὰ τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ, παραστῆσαι τὰ σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν(:τα σώματά σας θυσία ζωντανή), ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ, τὴν λογικὴν λατρείαν –«λογική» θα πει πνευματική– ὑμῶν, καὶ μὴ συσχηματίζεσθαι τῷ αἰῶνι τούτῳ(:μη γίνεσθε μία φόρμα με τον κόσμον τούτον, με τον αιώνα αυτόν), ἀλλὰ μεταμορφοῦσθαι τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοὸς ὑμῶν, εἰς τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον».
Ναι. Ο αγιασμός, αγαπητοί, δεν είναι μόνον ο μη συσχηματισμός με τον κόσμον. Αλλά και η πνευματική θυσία. Ψυχής και σώματος θυσία. Τσιτσιρίζεσαι όταν θέλεις να μείνεις εγκρατής και δεν θες να παρασυρθείς από την ανηθικότητα. Σαν να μπαίνεις επάνω στη σχάρα με τα κάρβουνα αναμμένα -όπως προσεφέρετο επί εσχάρας το κρέας του θυσιαζομένου ζώου. Γι’αυτό λέει: «Να προσφέρετε θυσία τα σώματά σας, ζώσα θυσία». Είναι λοιπόν η πνευματική θυσία και της ψυχής και του σώματος. Είναι η μεταμόρφωσις, όπως μας λέει ο Παύλος, σε μια καινούρια, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι νοοτροπία. «Τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοὸς ὑμῶν». Και ο πλήρης συντονισμός στο θέλημα του Θεού. Τι το θέλημα του Κυρίου· το ευάρεστον και τέλειον. Τότε, με αυτές τις προϋποθέσεις, τότε, οι υποσχέσεις του Θεού, θα μας καταστήσουν κατοικητήριά Του. Τότε θα έρθει ο Κύριος να κατοικήσει μέσα μας. Τότε γίνονται πραγματικότητα. Θέλετε; Αυτό λέγεται και αυτό είναι η πνευματική ζωή.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_628.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Ματθ.15, 21-28]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΘΕΣΕΙΣ ΓΟΝΙΜΟΥ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 1-2-1998]
[Β369]
Μία από τις ωραιότερες και συγκινητικότερες περικοπές, αγαπητοί μου, της Καινής Διαθήκης, είναι η ιστορία της Χαναναίας γυναικός· που ζητούσε από τον Κύριο την θεραπεία της δαιμονιζομένης κόρης της. Και δεν ξέρει κανείς τι να πρωτοθαυμάσει μέσα εις αυτήν την ιστορία. Πάντως είναι μία ιστορία νίκης. Μια ιστορία νίκης της Χαναναίας γυναικός. Όχι μόνον γιατί ενίκησε το θέλημα του Χριστού με το να της πει: «Γενηθήτω σοι ὡς θέλεις» και να θεραπευθεί βέβαια η θυγατέρα της, αλλά και να αποσπάσει μεγαλειώδη έπαινον από τον Χριστόν υπέρ του δικού της προσώπου, όταν ο Κύριος δημοσίως την επαινούσε κι έλεγε: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις!».
Και ο Κύριος, μαζί με την πίστη της Χαναναίας γυναικός, αλλά και την πίστη του Εκατοντάρχου, που δεν ήταν Εβραίος, ήταν Ρωμαίος και η Χαναναία γυναίκα δεν ήτο Εβραία, ήτο Συροφοινίκισσα, ήτο δηλαδή ειδωλολάτρης, που έφθασε να πει, για την μεγάλη πίστη που βρήκε στα δύο αυτά πρόσωπα, ώστε το εβεβαίωσε ο Χριστός, «Ούτε εις τον Ισραήλ», λέει, «δεν βρήκα τέτοια πίστη».
Είναι γνωστή η ιστορία βέβαια της Χαναναίας, όπως την ακούσαμε σήμερα, αγαπητοί μου, εις την ευαγγελική περικοπή. Η γυναίκα αυτή, ενώ ήτο ειδωλολάτρης, έμαθε, στην πατρίδα της, βόρεια της Παλαιστίνης, ότι υπάρχει ένα πρόσωπο που λέγεται Ιησούς. Και είναι μεγάλο πρόσωπο αυτό· που είναι καταπληκτικό, κάνει θαύματα, έχει υπέροχη διδασκαλία… Έφθασε λοιπόν η μεγάλη φήμη του Χριστού έως και στην χώρα της και η γυναίκα αυτή σπεύδει.
Πρώτος καρπός εδώ του ότι σπεύδει, είναι η πίστις της . Επίστευσε. Ότι όντως είναι σπουδαίο πρόσωπο ο Ιησούς. Και έρχεται, δεομένη τώρα στον Κύριον για την θυγατέρα της.
Αν διαβάσετε ξανά στο σπίτι σας την περικοπή αυτή, αγαπητοί, που είναι στον Ματθαίο, στο 15ο κεφάλαιο και μείνετε με προσοχή στις λεπτομέρειες, θα θαυμάσετε πραγματικά. Γιατί όσα είπε εις τον Κύριον, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μία θαυμασία ζώσα προσευχή. Με όλες τις γόνιμες θέσεις που έχει μια καλή προσευχή.
Τι έλεγε; Και ήταν μάλιστα και ο τρόπος της και το περιεχόμενον της προσευχής. «Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυῒδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Είδατε; Προσευχή. «Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυῒδ. Γιατί η θυγατέρα μου έχει δαιμόνιον και υποφέρει φοβερό δαιμόνιο». Και είναι τελεία προσευχή και για τον τρόπο που σας είπα και για το περιεχόμενό της, όπως θα δούμε εις την συνέχειαν. Και τούτο έχει, θα λέγαμε, μια θεμελιώδη βάση, η προσευχή αυτή της γυναικός, θεολογική βάση έχει η προσευχή αυτής της γυναικός. Αποκαλεί τον Ιησούν «Κύριον». Δηλαδή Θεόν. Τον αποκαλεί ακόμα «υἱόν Δαυῒδ». Δηλαδή άνθρωπον. Δηλαδή Θεάνθρωπον. Όταν λέμε αυτήν την απλή προσευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Κύριε, Ιησού, Χριστέ, τρία πράγματα φανερώνομε. Με το «Κύριε» την θεότητά Του, με το «Ιησού» την ανθρωπότητά Του και με τον «Χριστέ» το έργον που είχε να επιτελέσει επάνω εδώ εις την Γη· την Μεσσιανικότητά Του.
Είδατε πόσο σπουδαία είναι αυτή η προσευχή; Κι επειδή γίνεται ομολογία του προσώπου του Ιησού του Ποιος είναι, της ταυτότητός Του, γι’ αυτό είναι παντοδύναμη προσευχή. «Κύριε Ιησού Χριστέ»: Όλη η θεολογία είναι εδώ. Και όπως είναι γνωστό, όλες οι προσευχές που η Εκκλησία μας έχει συντάξει, είτε στην Θεία Λειτουργία ή σε οποιαδήποτε περίπτωση, κάθε προσευχή, έχει δύο μέρη. Το πρώτο μέρος είναι θεολογικόν. Και αναφέρεται εις το πρόσωπον του Θεού ή της Υπεραγίας Θεοτόκου. Πάντως θεολογικόν. Και το δεύτερον μέρος είναι το πρακτικό. Αποτελεί το αίτημα. Εδώ λοιπόν «Κύριε Ιησού Χριστέ» είναι το θεολογικόν μέρος. «Ελέησόν με» είναι το πρακτικόν μέρος. Αν προσέξετε, θα δείτε ότι όλες οι ευχές έχουν αυτήν την μορφήν συντάξεως.
Και θέτει αυτό το «Ελέησόν με» η γυναίκα αυτή, που δείχνει ότι ο Θεός γνωρίζει τι πρέπει να δώσει, για να ελεήσει τον άνθρωπο. Τι πρέπει να ζητήσουμε από τον Θεό; Δεν ξέρομε. Αν αυτό που θα ζητήσουμε, δεν μας βγει σε καλό; Δεν το ξέρουμε. Και βέβαια ο Θεός προλαβαίνει και δεν μας δίνει το κακό, εκείνο το οποίο ζητούμε και δεν το βλέπομε και δεν το καταλαβαίνομε. Αλλά τι; Μάλιστα λέμε «Θεέ μου, Κύριέ μου, κάνε με καλά». Μα εάν σε κάνει καλά, πιθανώς να ξαναπάς στην αμαρτία. Γιατί πιθανώς να αρρώστησες από την αμαρτία. Για θυμηθείτε την περίπτωση που είπε σε εκείνον τον παράλυτον, τον 38 χρόνια, «Πρόσεξε» -του λέγει, όταν τον συνήντησε μετά εις τον ναόν υγιή- μην ξαναμαρτήσεις, για να μην σου γίνει κάτι χειρότερο». Ώστε υπήρχε ο κίνδυνος, με το να έχει την υγεία του, να του γίνει κάτι χειρότερο; Ναι. Να χάσει την ψυχή του. Δεν μας το δίνει λοιπόν αυτό ο Θεός, όταν το ζητούμε. Τι απλούστερον; Τι φυσικότερον; «Κύριε, κάνε με καλά». Και δεν μας κάνει καλά ο Κύριος. Ξέρομε λοιπόν τι να ζητήσουμε; Δεν ξέρομε τι να ζητήσουμε. Ένα αίτημα όμως τα λέει όλα: «Ἐλέησόν με». Δηλαδή ζητούμε το έλεος του Θεού. Κι Εκείνος ξέρει τι θα μας δώσει. Αυτό είναι το πάρα πολύ σπουδαίο πράγμα.
Έτσι λοιπόν, εδώ δείχνει ότι ο Θεός γνωρίζει τι πρέπει να δώσει, για να ελεήσει τον άνθρωπο. Και το «ελέησόν με» είναι γενικόν, είναι αίτημα γενικόν. Τώρα όμως η γυναίκα αυτή, προχωρεί, εάν θα ήθελε ο Κύριος, και εις το επιμέρους αίτημά της. Ποιο είναι το επιμέρους αίτημα της γυναικός; «Ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Κάποτε ένας τυφλός είπε στον Κύριο: «Δώσε μου Κύριε τα μάτια, την όραση, εάν θέλεις». Και τι είπε ο Κύριος; «Θέλω». Ένας λεπρός, κάποτε. «Κύριε, καθάρισέ με». «Θέλω. Καθαρίσθητι». Αχ, αυτό το θέλω του Θεού! Όταν ταυτίζεται ή, καλύτερα, το θέλημα του ανθρώπου όταν ταυτίζεται με το θέλημα του Θεού.
Kaι ο Κύριος τώρα εδώ προσποιείται ότι δεν την ακούει. Φώναζε από πίσω, φώναζε εκείνη. Και ο Κύριος δεν έδινε καμία σημασία. Γιατί το κάνει αυτό ο Κύριος; Για να αναδείξει περισσότερο την πίστη αυτής της γυναικός. Ώστε να φθάσει να πει: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις!». Διότι θα μπορούσε ακόμη, αν το θέλετε, και να θυμώσει. Και λίγο παρακάτω, όπως θα δούμε, όταν ο Κύριος τής αποδίδει μομφήν, δεν θυμώνει. Εάν βέβαια μας πουν σε εμάς…ο ίδιος ο Θεός μάς πει κάτι, θυμώνομε μαζί Του και τα βάζομε μαζί Του. Τι λέγει εδώ; «Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον». Καμία κουβέντα. Καμία απάντησις.
Και επεμβαίνουν οι μαθηταί. «Κύριε», λέει, «μας κυνηγάει από πίσω. Κάνε της αυτό που σου ζητάει. Να την ξεφορτωθούμε. Μας ενοχλεί. Φωνάζει από πίσω μας». Προσέξτε εδώ. Είπα την λέξη «ξεφορτωθούμε». Ο Κύριος είπε μία παραβολή του αδίκου κριτού· που εκεί μία χήρα επέμενε και επέμενε. Και το είπε αυτό ο άδικος κριτής. «Θέλω να την ξεφορτωθώ. Θα της κάνω το θέλημά της, γιατί μ’ ενοχλεί». «Είδατε», λέγει, «πώς σκέπτεται ο άδικος κριτής;», είπε ο Κύριος. Και για να διδάξει «μή ἐκκακεῖν», να μην αποκάμνομε στις προσευχές μας. Εδώ οι μαθηταί αντιπροσωπεύουν τους αγίους που πρεσβεύουν εις τον Χριστόν. Τι θα έλεγε κανείς, οι άγιοι δεν μας χρειάζονται; Μας χρειάζονται. Δεν είναι επαρκής ο Χριστός να ακούσει; Όπως λένε οι Προτεστάνται; Ο Θεός θέλει να ικετεύουν πολλοί Αυτόν. Και συνεπώς δέχεται τις προσευχές και των αγίων ως προσευχές πρεσβείας. Είναι διάχυτος η Αγία Γραφή, διάχυτος με την θέσιν αυτήν. Μας χρειάζονται λοιπόν οι άγιοι.
Και ο Κύριος εδώ δικαιολογείται ότι, επειδή δεν απαντούσε, λέει στους μαθητάς Του ότι : «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ». Ότι Τον έστειλε ο Πατήρ μόνον για τους Εβραίους! «Για τα χαμένα πρόβατα», λέει, «του οίκου Ισραήλ». Δηλαδή του λαού του Ισραήλ. Όχι για τους λαούς. Όχι δια τα έθνη. Αλήθεια, Αυτός, Αυτός, ο Ιησούς Χριστός, που θα πει ευθύς μετά την Ανάστασή Του: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς». Δεν αδικεί κανέναν. Αυτό που κάνει ο Χριστός ήταν ένα σχήμα. Ήταν ένα σχήμα κατ’ αρχάς, κατά το φαινόμενον, για να μην τον κατηγορήσουν οι Εβραίοι, γιατί το θεωρούσαν μεγάλο κακό πράγμα να αποδίδει κανείς από τον λαό του Θεού, μία ευεργεσία εις τους εθνικούς, εις τους ειδωλολάτρας. Για να τους αφαιρέσει, λοιπόν, την δικαιολογίαν αυτήν, γι’αυτό δεν μιλάει στην γυναίκα τούτη. Θα έλθει η ώρα της. Ποια ώρα; Η ώρα των εθνών· που τότε θα στείλει τους μαθητάς Του και τότε θα δώσουν την σωτηρία στα έθνη. Για να μην πω ότι θα συνέβαινε, εξαιτίας της αρνήσεως του λαού του Θεού, το ακριβώς αντίθετο. Η σωτηρία να προχωρήσει στα έθνη και να μην την εγκολπωθούν οι Εβραίοι, ο λαός του Θεού.
Πάντως η Χαναναία το άκουσε αυτό. Το άκουσε. Ότι δεν απεστάλη ο Ιησούς, παρά μόνον για τα παιδιά του Ισραήλ. Εκείνη όμως τι κάνει; Τον προσκυνάει! «Προσεκύνει αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι». «Κύριε, βοήθησέ με. Ναι. Δεν αξίζομε εμείς οι εθνικοί, αλλά βοήθησέ με». Και ακολούθησε ένας διάλογος μεταξύ του Κυρίου και της γυναικός, που τον παραλείπομε τουλάχιστον στην απόδοσή του, στην ερμηνεία του. Είναι γνωστό ότι ο Κύριος τής είπε: «Δεν είναι σωστό πράγμα να πάρει κανείς το ψωμί, δηλαδή τις ευεργεσίες που δίνει ο Θεός στον δικό Του λαό και να τις σπαταλήσει στα κυνάρια». Κοιτάξτε, ευγενώς «κυνάρια». Θα πει σκυλάκια. Για να μην πει σκυλιά· που πάει βαρύ. Και το λέει «κυνάρια», σκυλάκια. «Ναι», λέγει εκείνη εξυπνότατα, «και τα κυνάρια κάθονται και προσμένουν εκεί, όταν τα παιδιά τρώνε στο τραπέζι και πέφτουν τα ψιχουλάκια». Τα παιδιά είναι απρόσεκτα, όπως ξέρετε, και τους φεύγουν ψίχουλα, φεύγει φαΐ απ’ τα πιάτα τους, ξέρω ΄γω, απ’ τα χέρια τους και πέφτει κάτω. Και το σκυλάκι, όπως και η γάτα κ.τ.λ. πάνε και τρώνε. Τα σκυλάκια είναι γύρω γύρω απ’ το τραπέζι των αφεντικών, είναι πασίγνωστο. Και είναι ωραία εικόνα αυτή. Είναι πάρα πολύ ωραία εικόνα. «Ναι, Κύριε, κυνάριον είμαι, ναι, δεν το αρνούμαι. Σωστά μίλησες. Αλλά όμως κοίταξε και τα κυνάρια που τρέφονται με τα ψιχουλάκια από τα παιδιά, που πέφτουν από τα χέρια τους!».
Εκεί ο Κύριος εθαύμασε! Εδώ είναι το καταπληκτικό. Δεν μένω πιο πολύ όμως, γιατί θα μπορούσαμε πάρα πολλά να πούμε πάνω στο σημείο αυτό. Τούτο μόνο είναι πάρα πολύ σημαντικό, ότι η γυναίκα αυτή έζησε και διεξήλθε τους καλύτερους όρους μιας καλής, γονίμου προσευχής.
Και πρώτα πρώτα η προσευχή αυτής της γυναικός ήταν προσευχή γεμάτη από πίστη. Πιστεύει η γυναίκα αυτή, γι’αυτό ομολογεί και αποκαλύπτει την θεανθρωπίνη φύση του Χριστού. Δεν Τον ήξερε. Άκουσε. Λέει ο Απόστολος Παύλος: «Ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς». Ξέρετε τι σημαίνει η «πίστις ἐξ ἀκοῆς»; Γράφει ο Απόστολος Παύλος στους Κολοσσαείς και όπου αλλού: «Δεν είδατε στο πρόσωπο τον Ιησού Χριστόν. Ακούσατε μόνον. Και πιστέψατε». Μεγάλο πράγμα. Μόνο ακούσατε. Άκουσε κι αυτή στην πατρίδα της και επίστευσε. Αυτή η πίστις αποτελεί την βάση της προσευχής. Γιατί αλλιώτικα, αν δεν υπάρχει πίστις, πέφτει βέβαια η προσευχή στο κενό.
Μια φορά, και δεν είναι η μοναδική, ήρθε κάποιος να εξομολογηθεί. Αλλά δεν πίστευε όμως εις τον Ιησούν Χριστόν. «Άνθρωπέ μου», του λέω, «δυνάμει της πίστεως στην θεανθρωπίνη φύση του Χριστού, τελείται το μυστήριον της Εξομολογήσεως. Εάν δεν πιστεύεις, τότε πέφτει στο κενό το μυστήριον της εξομολογήσεως». Αναμφισβήτητα. Να λοιπόν γιατί η βάσις όλων των μυστηρίων, όλης της πνευματικής ζωής και αυτής της προσευχής είναι βεβαίως η πίστις. Και μετά την πίστη στο θεανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού, έρχεται η πίστις συνδέσεως– προσέξτε αυτό το σημείο, πού χωλαίνομε- συνδέσεως προσώπου και λόγων Χριστού. Δηλαδή, το πρόσωπον του Χριστού κι αυτά που είπε ο Χριστός. Είναι οι λόγοι του Χριστού. Ο Χριστός είπε ότι: «Ὃ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, λήψεσθε». «Ό,τι ζητήσετε» –προσέξτε- «ἐν τῷ ὀνόματί μου, θα το πάρετε». «Εάν το ζητήσετε και δεν είναι στο όνομά μου, δεν θα το πάρετε. Ή θα πέσει στο κενό. Ή δεν ξέρω τι θα σας έρθει».
Πάντως αίτημα και όνομα Χριστού, αυτά τα δύο είναι δεμένα. Θα μου πείτε… είναι αυτονόητο. Όχι, αγαπητοί μου, δεν είναι καθόλου αυτονόητο. Διότι πάρα πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι δέχονται τα λόγια του Χριστού, αλλά όχι το πρόσωπό Του. Ναι. Μην σας κάνει εντύπωση. Στην ακμή της αθεΐας του σοβιετικού καθεστώτος στην Ρωσία, ήταν γραμμένο ένα λόγιον του Ευαγγελίου, του Αποστόλου Παύλου συγκεκριμένα, στη μετώπη του Κρεμλίνου. Κι έλεγε: «Ὁ μὴ ἐργαζόμενος μηδὲ ἐσθιέτω». Αυτός που δεν εργάζεται, ούτε να τρώει. Δηλαδή ο κομμουνισμός, ο υλισμός, χρησιμοποίησε …τι χρησιμοποίησε; Ένα χωρίον της Αγίας Γραφής. Γιατί; Μα είναι άθεος ο υλισμός. Μάλιστα. Διότι απλούστατα έγινε ο χωρισμός προσώπου Χριστού και λόγων του Ευαγγελίου. Είναι κάτι που… πάρα πολλοί Χριστιανοί μας δέχονται, επί παραδείγματι, τον λεγόμενον «Κοινωνικόν Χριστιανισμόν», αλλά δεν δέχονται το θεανθρώπινον πρόσωπον του Χριστού. Μπορεί να πουν: «Λυπούμεθα την ανθρωπότητα. Να φτιάξομε ιατρούς, χωρίς», λέει, «σύνορα. Να φτιάξομε…εκείνα κι εκείνα, εμβόλια κλπ.». Δεν πιστεύουν στον Χριστόν. Γίνεται ο διαχωρισμός αυτός, προσώπου Χριστού και λόγων Χριστού. Ας το προσέξομε. Πρόκειται για καμουφλαρισμένη αθεΐα.
Πίστις ακόμη σημαίνει ότι ο Θεός σε ακούει, σε βλέπει, σε κρίνει, σε ζυγίζει, σου αποδίδει. Κι αυτό ακόμα είναι πίστις. Υπάρχει μία «λογική» θέσις· την λέξη «λογική» την βάζω μέσα σε εισαγωγικά, γιατί δεν θέλω να τονίσω τον ορθολογισμόν που πρέπει να διαθέτομε προκειμένου να δεχθούμε το Ευαγγέλιον, αλλά όμως την λογική την έχει κάνει ο Θεός. Και όταν μας καλεί δια του Ευαγγελίου, η πίστις δεν είναι παράλογος. Είναι λογική. Δεν είναι βέβαια ορθολογισμός, αλλά είναι λογική. Αποτείνεται και εις το συναίσθημα και εις την βούλησιν και εις την λογικήν. Δηλαδή εις τον όλον άνθρωπον, με άλλα λόγια. Γι’αυτό ακούστε τι λέγει εδώ μία βάσις η οποία είναι λογική: Απλώς λογική. Αναφέρεται ο Ψαλμωδός εις τον 93ον Ψαλμόν και λέγει: «Ὁ φυτεύσας τὸ οὖς οὐχὶ ἀκούει; (:Αυτός που έκανε αυτιά, φύτεψε – ωραία έκφρασις- αυτός που φύτεψε τ΄αυτιά, δεν ακούει;) ἢ ὁ πλάσας τὸν ὀφθαλμὸν οὐχὶ κατανοεί; (:Εκείνος που έκανε τα μάτια, δεν βλέπει;)». Είναι τετράγωνη λογική, με πάσαν λογικήν συνέπειαν. Όλοι έχομε αυτιά. Και τα ζώα και τα κουνούπια και οι μύγες, όλοι έχομε αυτιά. Σας ερωτώ: Εκείνος που έκανε τα πάντα με αυτιά, δεν έχει αυτιά; Εκείνος που έκανε τα πάντα με μάτια, δεν υπάρχει κανένα ζώο που να μην έχει μάτια, δεν βλέπει; Αυτό, ξέρετε πόσο ισχυρόν, θα λέγαμε, επιχείρημα είναι, όχι για τους άλλους· για τον εαυτό μας. Όταν πάμε κάπου να απιστήσουμε, να πούμε: «Δεν βλέπει ο Θεός; Βλέπω εγώ, δεν βλέπει ο Θεός; Ακούω εγώ, δεν ακούει ο Θεός;». Για να φανεί ότι η Αγία Γραφή καλεί και τον ανθρώπινον νουν, την ανθρωπίνη λογική, για να πεισθεί ο άνθρωπος.
Η προσευχή πρέπει ακόμα να γίνεται με ταπείνωση, αγαπητοί μου. Επροσέξατε την ταπείνωση της Χαναναίας γυναικός; Δεν ντράπηκε τίποτε, προκειμένου να ζητήσει αυτό που ζητούσε. Ο Κύριος την αποκαλεί ακόμα «κυνάριον», όπως είδαμε. Εκείνη ευφυέστατα έδωσε την απάντηση που κατέπληξε τον Κύριον και τον κέρδισε. Αλλιώτικα έχομε μια φαρισαϊκή προσευχή· που ο Κύριος δεν την προσέχει. Θα έχουμε ταπείνωση. Λέγει ο όσιος Νείλος, που έχει γράψει πάρα πολλά κεφάλαια· κεφάλαιον είναι μία πρότασις μόνον. Είναι στον Α΄ τόμο της Φιλοκαλίας: «Ναὶ μὴν ἐπιγινώσκων τὰ μέτρα σου, ἡδέως πενθήσεις (:Όταν νιώσεις, γνωρίσεις καλά τις δυνατότητές σου, τα μέτρα σου, γρήγορα και ευχάριστα θα πενθήσεις) ταλανίζων σεαυτόν(:θα ταλανίσεις τον εαυτόν σου) κατὰ τὸν Ἠσαΐαν (:που είπε ο Ησαΐας) πῶς ἀκάθαρτος ὤν καὶ ἐν μέσῳ λαοῦ τοιούτου ὑπάρχων, τοὐτέστιν ἐναντίων, τολμᾷς τῷ Κυρίω Σαβαὼθ παρεστάναι;». «Εγώ ο Ησαΐας, πώς τολμώ, που είμαι ακάθαρτος και ζω σε ακάθαρτο λαό, να σταθώ μπροστά εις τον Κύριον, που είδε τον Κύριον επηρμένον, επί θρόνου επηρμένου δόξης». Δηλαδή; Χρειάζεται η τελωνική προσευχή.
Η προσευχή πρέπει ακόμη να γίνεται με προσοχή. Όταν η Χαναναία έκραζε προς τον Κύριον, τίποτε άλλο δεν την απασχολούσε, παρά μόνον, αγαπητοί μου, η θεραπεία της θυγατρός της. Την προσοχή της δεν την διασπούσε, ούτε να ‘χει το μυαλό της στο σπίτι της, ούτε στη γειτονιά της, ούτε στον όχλο που περιστοίχιζε τον Κύριο, τίποτα. Ένα την ενδιέφερε: η θεραπεία της θυγατρός της. Δηλαδή είχε συγκεντρωμένη την προσοχή της εις το αίτημά της. Στην προσευχή δεν πρέπει τίποτα άλλο να μας απασχολεί, αγαπητοί, τίποτε άλλο. Αλλιώτικα έχομε διάσπαση και του νου και της καρδιάς και είναι πολύ κακό πράγμα αυτό. Είναι περίεργο να λέμε στην προσευχή μας, όπως στον 69ον Ψαλμό: «Ὁ Θεός, εἰς τὴν βοήθειάν μου πρόσχες». «Πρόσχες» θα πει πρόσεξε. «Πρόσεξέ με». Κι εμείς να μην προσέχομε. Δεν είναι περίεργο; Ζητάμε απ΄τον Θεό να προσέχει εμάς, κι εμείς δεν προσέχομε καν εκείνα που λέμε. Αντίθετα, όπως λέγει ο 122ος Ψαλμός: «Πρὸς σὲ ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου, τὸν κατοικοῦντα ἐν τῷ οὐρανῷ (:Σήκωσα τα μάτια μου σε Σένα στον ουρανό, Κύριε). Ἰδοὺ ὡς ὀφθαλμοὶ δούλων εἰς χεῖρας τῶν κυρίων αὐτῶν, ὡς ὀφθαλμοὶ παιδίσκης εἰς χεῖρας τῆς κυρίας αὐτῆς, οὕτως οἱ ὀφθαλμοὶ ἡμῶν πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν, ἕως οὗ οἰκτειρῆσαι ἡμᾶς». «Όπως», λέει, «οι δούλοι κοιτάζουνε τ’ αφεντικό τους τι θα τους πει, τι δουλειά θα κάνουν σήμερα, όπως», λέει, «η δούλη την κυρία της, την προσέχει, έτσι», λέει, «κι εμείς με τα μάτια μας προσέχομε Εσένα για να μας λυπηθείς». Δηλαδή, προσοχή όπως πρέπει.
Πρέπει να πούμε ότι το δυσκολότερο σημείο της προσευχής μας είναι η σύναξη της καρδιάς μας. Το δυσκολότερο σημείο. Γι’αυτό, προσέξτε, απαιτείται πολύς αγών. Ένα σημείο που ενισχύει την προσοχή είναι η προσευχή να γίνεται κατ’ αίσθησιν· ένα καινούριο, τώρα, στοιχείο. Τι θα πει κατ’ αίσθησιν; Λέγει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος ότι «θα προσεύχεσαι κατ’ αίσθησιν». Και όπως λέγει ο άγιος Νείλος πάλι: «Εἰ μετὰ ἀδελφῶν, εἴτε κατὰ μόνας προσεύχῃ, ἀγώνισαι μὴ ἔθει (:όχι κατά συνήθεια να προσεύχεσαι) ἀλλὰ αἰσθήσει προσεύχεσθαι». «Αλλά με αίσθηση», λέει, «να προσεύχεσαι, να καταλαβαίνεις». Μ’ άλλα λόγια, λέει πάλι ο άγιος Νείλος: «Αἴσθησις ἐστὶ προσευχῆς, σύννοια -δηλαδή βαθιά σκέψη, και στο γράμμα και στο πνεύμα μιας λέξεως. Γι’ αυτό είναι ευλογία Θεού να ξέρει κανείς και μερικά γράμματα- μετ΄ευλαβείας καὶ κατανύξεως καὶ ὀδύνης ψυχῆς ἐν ἐξαγορεύσει πταισμάτων, μετὰ στεναγμῶν ἀφανῶν» κ.λπ. Θα νιώθεις όταν κάνεις την προσευχή σου τι λες.
Και τέλος, αν μπορούμε να μιλάμε για τέλος, είναι μία προσευχή με εγκαρτέρησιν· αληθινό γνώρισμα της προσευχής της Χαναναίας. Επέμενε: «Θα πάρω το αποτέλεσμα». Ήταν σίγουρη. Εκείνη είχε να αντιμετωπίσει τη σιωπή του Κυρίου. Ο Κύριος μάς είπε· ακούστε: «Αἰτεῖτε, ζητεῖτε, κρούετε». Τρία ρήματα κατά κλιμακωτόν σχήμα. «Αἰτῶ» θα πει απλώς «ζητώ». «Ζητῶ» θα πει «μετ’ επιμονής». «Κρούω», «αρχίζω να χτυπάω το χέρι μου». Πάμε σε ένα γραφείο και λέμε με το στόμα μας κάτι. Αλλά δεν μας δίνει προσοχή εκεί ο διευθυντής του γραφείου, ξέρω΄γω. Τότε αρχίζω να ζητώ, να υψώνω φωνήν. Πάλι δεν μου δίνει σημασία. Και αρχίζω να χτυπάω το χέρι μου επάνω στο γραφείο. Κλιμακωτόν σχήμα. «Αἰτεῖτε, ζητεῖτε, κρούετε». «Και θα σας ανοιχθεί», λέει, «θα σας δοθεί», λέει ο Κύριος. Και πάλι λέει ο όσιος Νείλος: «Οὐκοῦν, μὴ ἐκκάκει τέως (:Μην αποκάμνεις), μηδὲ ἀθύμει, ὡς μὴ λαβών (:ούτε να αθυμείς ότι δεν έλαβες). Λήψῃ γὰρ ὕστερον. Εὐθύμει τοιγαροῦν προσκαρτερῶν ἐμπόνως τῇ ἁγίᾳ προσευχῇ». «Θα το πάρεις αργότερα. Μην αθυμείς».
Αγαπητοί, όσοι θέλομε την επικοινωνία μας με τον ουρανό, αλλά πολλάκις αγνοούμε τον τρόπο, ας προσέξομε αυτούς τους τρόπους. Και τελικά η προσευχή μας γίνεται άγονη. Κρίμα δεν είναι; Ας μάθομε λοιπόν να προσευχόμεθα. Να προσευχόμεθα με πίστη, με ταπείνωση, με προσοχή, με αίσθηση, με εγκαρτέρηση. Και με άλλα πολλά στοιχεία, θα μπορούσαμε να πούμε, αλλά αρκετά αυτά για να πλαισιώσουν μία καλή και γόνιμη προσευχή. Και τότε θα γευθούμε το μεγάλο προνόμιο σε μας τους ανθρώπους που μας εδόθη, να προσευχόμεθα στον Θεό τον Ζώντα και Αληθινό.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_743.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.