ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ (19/5/2024)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
Πράξεις των Αποστόλων, κεφ. ΣΤ΄, εδάφια 1-7
1Ἐν δὲ ταῖς ἡμέραις ταύταις πληθυνόντων τῶν μαθητῶν ἐγένετο γογγυσμὸς τῶν ῾Ελληνιστῶν πρὸς τοὺς ῾Εβραίους, ὅτι παρεθεωροῦντο ἐν τῇ διακονίᾳ τῇ καθημερινῇ αἱ χῆραι αὐτῶν. 2 Προσκαλεσάμενοι δὲ οἱ δώδεκα τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν εἶπον· οὐκ ἀρεστόν ἐστιν ἡμᾶς καταλείψαντας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ διακονεῖν τραπέζαις. 3 Ἐπισκέψασθε οὖν, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτά, πλήρεις Πνεύματος ῾Αγίου καὶ σοφίας, οὓς καταστήσομεν ἐπὶ τῆς χρείας ταύτης· 4 ἡμεῖς δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ διακονίᾳ τοῦ λόγου προσκαρτερήσομεν. 5 Καὶ ἤρεσεν ὁ λόγος ἐνώπιον παντὸς τοῦ πλήθους· καὶ ἐξελέξαντο Στέφανον, ἄνδρα πλήρη πίστεως καὶ Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ Φίλιππον καὶ Πρόχορον καὶ Νικάνορα καὶ Τίμωνα καὶ Παρμενᾶν καὶ Νικόλαον προσήλυτον ᾿Αντιοχέα, 6 οὓς ἔστησαν ἐνώπιον τῶν ἀποστόλων, καὶ προσευξάμενοι ἐπέθηκαν αὐτοῖς τὰς χεῖρας 7 καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ηὔξανε, καὶ ἐπληθύνετο ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν ἐν ῾Ιερουσαλὴμ σφόδρα, πολύς τε ὄχλος τῶν ᾿Ιουδαίων ὑπήκουον τῇ πίστει.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παναγιώτη Τρεμπέλα
1Τις ημέρες αυτές, ενώ αυξανόταν ο αριθμός των πιστών, οι Εβραίοι Χριστιανοί που ήταν από ξένα μέρη και γι’ αυτό μιλούσαν την ελληνική γλώσσα, άρχισαν να γογγύζουν εναντίον των ντόπιων Εβραίων Χριστιανών, που μιλούσαν την αραμαϊκή γλώσσα. Τα παράπονα αυτά προέκυψαν, διότι οι χήρες των ελληνόφωνων Ιουδαίων Χριστιανών που δεν ήταν ντόπιοι, παραμελούνταν στην καθημερινή περίθαλψη και υπηρεσία της διανομής τροφών και ελεημοσυνών. 2 Μετά λοιπόν απ’ αυτό οι δώδεκα απόστολοι συγκάλεσαν το πλήθος των μαθητών που πίστευαν στον Χριστό και είπαν: «Δεν μας φαίνεται σωστό να αφήσουμε εμείς το κήρυγμα του λόγου του Θεού και να υπηρετούμε σε τραπέζια φαγητού. 3 Εξετάστε, λοιπόν, προσεκτικά, αδελφοί, και εκλέξτε από σας τους ίδιους, επτά άνδρες, που να έχουν καλή μαρτυρία απ’ όλους και να είναι γεμάτοι από Άγιο Πνεύμα και σύνεση. Αυτούς θα εγκαταστήσουμε για να διεξάγουν την αναγκαία αυτή διακονία 4 και εμείς θα αφοσιωθούμε και θα αφιερωθούμε αποκλειστικά στην προσευχή και στη διακονία του κηρύγματος».
5 Η πρόταση αυτή των αποστόλων φάνηκε αρεστή σε όλο το πλήθος της Εκκλησίας. Έτσι εξέλεξαν τον Στέφανο, άνδρα γεμάτο από πίστη στον Χριστό και από τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, και τον Φίλιππο και τον Πρόχορο και τον Νικάνορα και τον Τίμωνα και τον Παρμενά και τον Νικόλαο από την Αντιόχεια, ο οποίος ήταν κάποτε ειδωλολάτρης και πριν πιστέψει στον Χριστό είχε προσέλθει στον Ιουδαϊσμό 6 Αυτούς τους επτά παρουσίασαν ενώπιον των αποστόλων. Και οι απόστολοι, προσευχήθηκαν, έβαλαν τα χέρια τους πάνω στα κεφάλια των επτά, για να τους μεταδοθεί η θεία χάρη η οποία τους ήταν αναγκαία για τη διεξαγωγή της διακονίας τους. 7 Έτσι το κήρυγμα του λόγου του Θεού προόδευε και διαδιδόταν. Και ο αριθμός των μαθητών στα Ιεροσόλυμα αυξανόταν πάρα πολύ, και πλήθος πολύ από τους ιερείς των Ιουδαίων, αποδέχονταν τις αλήθειες της πίστεως και υποτάσσονταν σε αυτές.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
Κατά Μάρκον, κεφ. ΙΕ΄, εδάφια 42-47 και κεφ. ΙΣΤ΄, εδάφια 1-8
Κεφ. ΙΕ΄ 42 Καὶ ἤδη ὀψίας γενομένης, ἐπεὶ ἦν παρασκευή, ὅ ἐστι προσάββατον, 43 ἐλθὼν ᾿Ιωσὴφ ὁ ἀπὸ ᾿Αριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. 44 Ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε· 45 καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ ᾿Ιωσήφ. 46 Καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου. 47 Ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ᾿Ιωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται.
Κεφ. ΙΣΤ’ 1 Καί διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ ᾿Ιακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν. 2 Καὶ λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. 3 Καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς· τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; 4 Καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος· ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. 5 Καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. 6 Ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· μὴ ἐκθαμβεῖσθε· ᾿Ιησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. 7 Ἀλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. 8 Καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
Κεφ. ΙΕ΄ 42 Και σαν άρχισε πλέον να βραδιάζει, επειδή ήταν ημέρα Παρασκευής και προετοιμασίας, δηλαδή παραμονή του Σαββάτου, προτού δύσει ο ήλιος και αρχίσει η ημέρα του Σαββάτου, η οποία συνέπιπτε και με το πάσχα, 43 ήλθε ο Ιωσήφ που καταγόταν απ’ την πόλη Αριμαθαία, ένα σεβαστό και επίσημο μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου, που είχε πιστέψει κι αυτός στο κήρυγμα του Ιησού για τη βασιλεία του Θεού και περίμενε τη βασιλεία αυτή χωρίς να κλονιστεί η ελπίδα του από τον θάνατο του Ιησού˙ αυτός λοιπόν τόλμησε και παρουσιάστηκε στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού. 44 Ο Πιλάτος μάλιστα έμεινε έκπληκτος και απόρησε που τόσο γρήγορα είχε κιόλας πεθάνει ο Ιησούς. Κι αφού προσκάλεσε τον εκατόνταρχο, τον ρώτησε εάν είχε ώρα πολλή που πέθανε. 45 Κι όταν έμαθε από τον εκατόνταρχο ότι πραγματικά πέθανε ο Ιησούς, χάρισε το σώμα του στον Ιωσήφ. 46 Κι εκείνος, αφού αγόρασε καινούργιο και αμεταχείριστο σεντόνι και κατέβασε τον Ιησού από τον σταυρό, τύλιξε το σώμα του στο σεντόνι και τον έβαλε κάτω σε ένα μνημείο, το οποίο ήταν σκαλισμένο μέσα στον βράχο˙ και κύλισε ένα μεγάλο λίθο πάνω στο στόμιο του μνημείου, κλείνοντας έτσι την είσοδο του μνημείου. 47 Στο μεταξύ η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία του Ιωσή παρακολουθούσαν προσεκτικά και με πολύ ενδιαφέρον πού τοποθετήθηκε το σώμα του Ιησού.
Κεφ.ΙΣΤ΄ 1 Αφού πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν το βράδυ του Σαββάτου αρώματα, για να έλθουν το πρωί στον τάφο και να αλείψουν το σώμα του Ιησού. 2 Και πολύ πρωί της πρώτης ημέρας της εβδομάδας έρχονται στο μνημείο την ώρα που ο ήλιος άρχισε να διαλύει το πρωινό σκοτάδι, καθώς πήρε ν’ ανατέλλει κάτω απ’ τον ορίζοντα. 3 Και έλεγαν μεταξύ τους: «Ποιος θα μας κυλίσει τη μεγάλη πέτρα μακριά από την είσοδο του μνημείου;». 4 Μόλις όμως έστρεψαν τα μάτια τους προς τα εκεί, είδαν ότι είχε μετατοπιστεί η πέτρα μακριά απ’ το μνημείο. Και τα έλεγαν αυτά μεταξύ τους, διότι η πέτρα αυτή ήταν πολύ μεγάλη και δεν ήταν εύκολο να μετακινηθεί. 5 Και αφού μπήκαν στο μνημείο, είδαν έναν νέο που καθόταν στα δεξιά του μνημείου και ήταν ντυμένος με λευκή στολή, και γέμισαν με τρόμο και κατάπληξη. 6 Αυτός όμως τους είπε: «Μην τρομάζετε και μη φοβάστε. Ξέρω ποιον ζητάτε. Ζητάτε τον Ιησού τον Ναζαρηνό, τον εσταυρωμένο. Αναστήθηκε. Δεν είναι εδώ. Να, είναι αδειανό το μέρος που τον έβαλαν. 7 Αλλά πηγαίνετε και πέστε στους μαθητές Του και ιδιαιτέρως στον Πέτρο, που έχει ανάγκη παρηγοριάς και βεβαιώσεως ότι συγχωρήθηκε για την άρνησή του, ότι πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία και σας περιμένει εκεί. Εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είπε πριν σταυρωθεί». 8 Εκείνες τότε βγήκαν κι έφυγαν από το μνημείο. Ήταν μάλιστα γεμάτες τρόμο και έκσταση. Δεν είπαν όμως τίποτε σε κανένα, διότι ήταν φοβισμένες.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ[:Πράξ.6,1-7]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΕΠΤΑ ΔΙΑΚΟΝΩΝ
[υπομνηματισμός των χωρίων Πράξ.6,1-7]
«Ἐν δὲ ταῖς ἡμέραις ταύταις πληθυνόντων τῶν μαθητῶν ἐγένετο γογγυσμὸς τῶν ῾Ελληνιστῶν πρὸς τοὺς ῾Εβραίους, ὅτι παρεθεωροῦντο ἐν τῇ διακονίᾳ τῇ καθημερινῇ αἱ χῆραι αὐτῶν(:Τις ημέρες αυτές, ενώ αυξανόταν ο αριθμός των πιστών, οι Εβραίοι Χριστιανοί που ήταν από ξένα μέρη και γι’ αυτό μιλούσαν την ελληνική γλώσσα, άρχισαν να γογγύζουν εναντίον των ντόπιων Εβραίων Χριστιανών, που μιλούσαν την αραμαϊκή γλώσσα. Τα παράπονα αυτά προέκυψαν, διότι οι χήρες των ελληνόφωνων Ιουδαίων Χριστιανών που δεν ήταν ντόπιοι, παραμελούνταν στην καθημερινή περίθαλψη και υπηρεσία της διανομής τροφών και ελεημοσυνών)»[Πράξ.6,1].
«Ἐν δὲ ταῖς ἡμέραις ταύταις(:Κατά τις ημέρες αυτές)»[Πράξ.6,1].Ποιες ημέρες εννοεί; Όταν συνέβαιναν αυτά, όταν μαστιγώνονταν, όταν απειλούνταν, όταν αυξανόταν ο αριθμός των μαθητών, τότε «άρχισαν να γογγύζουν». Ίσως μάλιστα να συνέβηκε αυτό από το πλήθος, διότι δεν είναι δυνατό στο πλήθος να υπάρχει ακρίβεια και τελειότητα. Δεν εννοεί οπωσδήποτε τις ημέρες εκείνες, αλλά συνηθίζει η Γραφή, και τα μέλλοντα να συμβούν να τα αναφέρει σαν να συνέβησαν, και γι’ αυτό μίλησε έτσι. «῾Ελληνιστές» νομίζω ότι ονομάζει εκείνους που ομιλούν την ελληνική γλώσσα· διότι αυτοί μιλούσαν ελληνικά, αν και ήταν εβραίοι. Να και άλλη δοκιμασία· πόσο μάλλον και εσύ, αν θέλεις να εξετάσεις, θα διαπιστώσεις ότι από την αρχή οι πόλεμοι γίνονται και από μέσα και από έξω.
«Ἐγένετο(:Άρχισαν), λέει, «γογγυσμὸς τῶν ῾Ελληνιστῶν πρὸς τοὺς ῾Εβραίους, ὅτι παρεθεωροῦντο ἐν τῇ διακονίᾳ τῇ καθημερινῇ αἱ χῆραι αὐτῶν(:οι Εβραίοι Χριστιανοί που ήταν από ξένα μέρη και γι’ αυτό μιλούσαν την ελληνική γλώσσα, να γογγύζουν εναντίον των ντόπιων Εβραίων Χριστιανών, που μιλούσαν την αραμαϊκή γλώσσα. Τα παράπονα αυτά προέκυψαν, διότι οι χήρες των ελληνόφωνων Ιουδαίων Χριστιανών που δεν ήταν ντόπιοι, παραμελούνταν στην καθημερινή περίθαλψη και υπηρεσία της διανομής τροφών και ελεημοσυνών)». Άρα η καθημερινή ήταν η φροντίδα για τις χήρες. Και πρόσεχε ότι και αυτός την ονομάζει διακονία, και όχι αμέσως ελεημοσύνη, εξυψώνοντας ταυτόχρονα και εκείνους που προσέφεραν και εκείνους που λάμβαναν. Αυτή η διάκριση σε βάρος εκείνων των χηρών δεν ήταν αποτέλεσμα κακίας, αλλά ίσως αμέλειας του πλήθους. Γι’ αυτό ανέφερε και αυτό (διότι δεν ήταν μικρό κακό), για να διορθωθεί σύντομα. Βλέπεις πως τα κακά και απ’ αρχής δεν προέρχονταν μόνο από έξω, αλλά και από μέσα; Εσύ όμως μην παρατηρήσεις αυτό μόνο, ότι διορθώθηκε, αλλά ότι ήταν μεγάλο κακό.
«Προσκαλεσάμενοι δὲ οἱ δώδεκα τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν εἶπον· οὐκ ἀρεστόν ἐστιν ἡμᾶς καταλείψαντας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ διακονεῖν τραπέζαις(:Μετά, λοιπόν, απ’ αυτό οι δώδεκα απόστολοι συγκάλεσαν το πλήθος των μαθητών που πίστευαν στον Χριστό και είπαν: ‘’Δεν μας φαίνεται σωστό να αφήσουμε εμείς το κήρυγμα του λόγου του Θεού και να υπηρετούμε σε τραπέζια φαγητού)»[Πράξ.6,2].Πρώτα παρουσιάζουν το άτοπο δείχνοντας ότι δεν είναι δυνατόν να γίνουν και τα δύο με μεγάλη προσοχή· διότι και όταν επρόκειτο να χειροτονήσουν τον Ματθία στη θέση του Ιούδα του Ισκαριώτη, πρώτα από όλα δείχνουν την ανάγκη του πράγματος και ότι τους έλειπε ένας και ότι έπρεπε να γίνουν δώδεκα. Και εδώ την ανάγκη έδειξαν και δεν ενέργησαν προηγουμένως, αλλά ανέμεναν να εκδηλωθεί ο γογγυσμός, ούτε όμως ανέχθηκαν για πολύ να συμβεί αυτό.
Και πρόσεχε ότι αναθέτουν την εκλογή στον λαό και αναδεικνύουν εκείνους που ήταν από όλους αρεστοί και από όλους διατυπώνονταν καλές μαρτυρίες. Όταν λοιπόν επρόκειτο να εκλέξουν τον Ματθία έλεγαν: «Δεῖ οὖν τῶν συνελθόντων ἡμῖν ἀνδρῶν ἐν παντὶ χρόνῳ ἐν ᾧ εἰσῆλθε καὶ ἐξῆλθε ἐφ᾿ ἡμᾶς ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ἀρξάμενος ἀπὸ τοῦ βαπτίσματος Ἰωάννου ἕως τῆς ἡμέρας ἧς ἀνελήφθη ἀφ᾿ ἡμῶν, μάρτυρα τῆς ἀναστάσεως αὐτοῦ γενέσθαι σὺν ἡμῖν ἕνα τούτων (:Από τους άνδρες που ήταν μαζί μας και παρακολούθησαν σε όλη τους τη διάρκεια τα γεγονότα και τη δράση του Κυρίου μας Ιησού, ο οποίος μας συναναστρεφόταν και μπαινόβγαινε ανάμεσά μας, από τον καιρό δηλαδή που ξεκίνησε τη δημόσια δράση Του, όταν βαπτίστηκε από τον Ιωάννη, μέχρι την ημέρα που αναλήφθηκε κι έφυγε από κοντά μας˙ από τους ανθρώπους αυτούς λοιπόν πρέπει να εκλεγεί ένας και να γίνει μαζί με μας μάρτυρας της Αναστάσεώς Του)»[Πράξ.1,20-21].
Εδώ, όμως, δεν έγινε έτσι η επιλογή των επτά διακόνων· διότι δεν ήταν παρόμοια η περίπτωση. Γι’ αυτό και δεν έθεσαν αυτήν σε κλήρο. Ούτε πάλι αν και βέβαια μπορούσαν οι ίδιοι να εκλέξουν, εμπνεόμενοι από το Άγιο Πνεύμα, κάνουν αυτό, αλλά μάλλον ενισχύουν τη γνώμη τους με την μαρτυρία των πολλών. Άλλωστε το να ορίσουν μεν τον αριθμό και να χειροτονήσουν για την κάλυψη αυτής της ανάγκης ήταν δικό τους έργο, την εκλογή όμως των ανδρών αναθέτουν σε εκείνους, για να μην φανούν ότι αυτοί χαρίζονται σε κάποιους και τους προωθούν· διότι και ο Θεός επιτρέπει στον Μωυσή να επιλέξει πρεσβύτερους, εκείνους που γνωρίζει. Καθόσον χρειάζεται πολλή σύνεση για την ρύθμιση παρόμοιων υποθέσεων· διότι μην νομίζετε βέβαια ότι επειδή του κάθε διακόνου δεν του ανατίθεται το κήρυγμα του λόγου, αυτός δεν έχει ανάγκη και από σύνεση· διότι φυσικά και χρειάζεται και μάλιστα πολλή σύνεση.
Σωστά εκτίμησαν οι Απόστολοι· διότι από τα αναγκαία τα αναγκαιότερα είναι προτιμότερα. Και πρόσεχε πώς λαμβάνουν πρόνοια για αυτά αμέσως, και δεν παραμελούν το κήρυγμα. Και εφόσον εκείνοι που εξέλεξαν ήταν και εκείνοι που έχαιραν του μεγαλυτέρου σεβασμού από τους άλλους, γι’ αυτό και προτιμούνται: «Ἐπισκέψασθε οὖν, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτά, πλήρεις Πνεύματος ῾Αγίου καὶ σοφίας, οὓς καταστήσομεν ἐπὶ τῆς χρείας ταύτης, ἡμεῖς δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ διακονίᾳ τοῦ λόγου προσκαρτερήσομεν (:Εξετάστε λοιπόν προσεκτικά, αδελφοί, και εκλέξτε από σας τους ίδιους επτά άνδρες, που να έχουν καλή μαρτυρία απ’ όλους και να είναι γεμάτοι από Άγιο Πνεύμα και σύνεση. Αυτούς θα εγκαταστήσουμε για να διεξάγουν την αναγκαία αυτή διακονία και εμείς θα αφοσιωθούμε και θα αφιερωθούμε αποκλειστικά στην προσευχή και στη διακονία του κηρύγματος’’)»[Πράξ.6,3-4].
«Ἐπισκέψασθε οὖν, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτά(:Εξετάστε λοιπόν προσεκτικά, αδελφοί, και εκλέξτε από σας τους ίδιους επτά άνδρες)». Δεν το κάνουν αυτό μόνοι τους, αλλά προηγουμένως απολογούνται στο πλήθος. Έτσι και σήμερα έπρεπε να γίνεται.«Ἡμεῖς δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ διακονίᾳ τοῦ λόγου προσκαρτερήσομεν(:Και εμείς θα αφοσιωθούμε και θα αφιερωθούμε αποκλειστικά στην προσευχή και στη διακονία του κηρύγματος)»[Πράξ.6,4]. Και στην αρχή και στο τέλος απολογούνται. «Θα αφοσιωθούμε» έλεγαν, και όχι απλώς ως έτυχε, αλλά «θα αφοσιωθούμε αποκλειστικά στο κήρυγμα».
«Καὶ ἤρεσεν ὁ λόγος ἐνώπιον παντὸς τοῦ πλήθους· καὶ ἐξελέξαντο Στέφανον, ἄνδρα πλήρη πίστεως καὶ Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ Φίλιππον καὶ Πρόχορον καὶ Νικάνορα καὶ Τίμωνα καὶ Παρμενᾶν καὶ Νικόλαον προσήλυτον ᾿Αντιοχέα οὓς ἔστησαν ἐνώπιον τῶν ἀποστόλων, καὶ προσευξάμενοι ἐπέθηκαν αὐτοῖς τὰς χεῖρας). καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ηὔξανε, καὶ ἐπληθύνετο ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν ἐν ῾Ιερουσαλὴμ σφόδρα, πολύς τε ὄχλος τῶν ᾿Ιουδαίων ὑπήκουον τῇ πίστει (:Η πρόταση αυτή των αποστόλων φάνηκε αρεστή σε όλο το πλήθος της Εκκλησίας. Έτσι εξέλεξαν τον Στέφανο, άνδρα γεμάτο από πίστη στο Χριστό και από τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, και τον Φίλιππο και τον Πρόχορο και τον Νικάνορα και τον Τίμωνα και τον Παρμενά και τον Νικόλαο από την Αντιόχεια, ο οποίος ήταν κάποτε ειδωλολάτρης και πριν πιστέψει στον Χριστό είχε προσέλθει στον Ιουδαϊσμό. Αυτούς τους επτά παρουσίασαν ενώπιον των αποστόλων. Και οι απόστολοι, προσευχήθηκαν, έβαλαν τα χέρια τους πάνω στα κεφάλια των επτά, για να τους μεταδοθεί η θεία χάρη η οποία τους ήταν αναγκαία για τη διεξαγωγή της διακονίας τους. Έτσι το κήρυγμα του λόγου του Θεού προόδευε και διαδιδόταν. Και ο αριθμός των μαθητών στα Ιεροσόλυμα αυξανόταν πάρα πολύ, και πλήθος πολύ από τους ιερείς των Ιουδαίων, αποδέχονταν τις αλήθειες της πίστεως και υποτάσσονταν σε αυτές)»[Πράξ.6,5-7]. Εξέλεξαν λοιπόν ως διακόνους άντρες γεμάτους πίστη ώστε να μη γίνουν τα ίδια με εκείνα που συνέβησαν στην περίπτωση του Ιούδα, και του Ανανία και της Σάπφειρας.
«Καὶ ἤρεσεν ὁ λόγος ἐνώπιον παντὸς τοῦ πλήθους(:Και η πρόταση αυτή των αποστόλων φάνηκε αρεστή σε όλο το πλήθος της Εκκλησίας)»[Πράξ.6,5]. Και αυτό είναι αντάξιο της σοφίας των δώδεκα αποστόλων. Και όλοι επαίνεσαν αυτό που λέχθηκε · τόσο πολύ συνετό ήταν.
«Καὶ ἐξελέξαντο Στέφανον, ἄνδρα πλήρη πίστεως καὶ Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ Φίλιππον καὶ Πρόχορον καὶ Νικάνορα καὶ Τίμωνα καὶ Παρμενᾶν καὶ Νικόλαον προσήλυτον ᾿Αντιοχέα(:Και εξέλεξαν τον Στέφανο, άνδρα γεμάτο από πίστη στο Χριστό και από τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, και τον Φίλιππο και τον Πρόχορο και τον Νικάνορα και τον Τίμωνα και τον Παρμενά και τον Νικόλαο από την Αντιόχεια, ο οποίος ήταν κάποτε ειδωλολάτρης και πριν πιστέψει στον Χριστό είχε προσέλθει στον Ιουδαϊσμό),οὓς ἔστησαν ἐνώπιον τῶν ἀποστόλων, καὶ προσευξάμενοι ἐπέθηκαν αὐτοῖς τὰς χεῖρας(:Αυτούς τους επτά παρουσίασαν ενώπιον των αποστόλων. Και οι απόστολοι, προσευχήθηκαν, έβαλαν τα χέρια τους πάνω στα κεφάλια των επτά, για να τους μεταδοθεί η θεία χάρη, η οποία τους ήταν αναγκαία για την διεξαγωγή της διακονίας τους)».
Από αυτό είναι φανερό ότι ξεχώρισαν αυτούς από το πλήθος, και αυτοί προσελκύουν, δεν καθοδηγούν οι απόστολοι. Πρόσεχε πως δεν λέει περιττά λόγια ο συγγραφέας· διότι δεν λέει πώς, αλλά απλώς ότι χειροτονήθηκαν κατόπιν προσευχής· διότι αυτό είναι η χειροτονία. Το χέρι τοποθετείται επάνω στον άνδρα, ενώ το όλο έργο το επιτελεί ο Θεός και το χέρι Αυτού είναι εκείνο, που αγγίζει το κεφάλι του χειροτονημένου εάν χειροτονείται όπως πρέπει.
Δεν τα είπε αυτά στην τύχη, αλλά για να δείξει πόση είναι η δύναμη της ελεημοσύνης και της σωστής διευθέτησης των πραγμάτων. Και πρόκειται στη συνέχεια να διηγηθεί τα σχετικά με τον Στέφανο, γι’ αυτό και προηγουμένως αναφέρει τις αιτίες αυτών. Ποιο λοιπόν αξίωμα είχαν αυτοί οι διάκονοι και ποια χειροτονία δέχθηκαν είναι ανάγκη να μάθουμε. Άραγε τη χειροτονία των διακόνων; Και όμως αυτή δεν υπάρχει στις εκκλησίες, αλλά η διαχείριση των ναών είναι έργο των πρεσβύτερων· αν και βέβαια κανένας επίσκοπος δεν υπήρχε τότε, παρά μόνο οι απόστολοι. Συνεπώς νομίζω ότι η ονομασία αυτή δεν δηλώνει τους διακόνους, ούτε τους πρεσβύτερους, αλλά κατ’ αρχήν γι’ αυτό το έργο χειροτονήθηκαν. Και δεν έθεσαν απλώς τα χέρια τους επάνω τους, αλλά ευχήθηκαν να έλθει η δύναμη σε αυτούς. Πρόσεχε επίσης σε παρακαλώ, εάν χρειάσθηκαν σε αυτό εφτά άνδρες, άραγε πόσο μεγάλο ήταν το πόσο των χρημάτων που συγκεντρώθηκε και πόσο μεγάλο το πλήθος των χήρων;
Επομένως δεν γινόταν στην τύχη οι προσευχές, αλλά γινόταν με πολλή προσοχή· και αυτό όπως και το κήρυγμα έτσι τελούνταν· διότι τα περισσότερα με τις προσευχές τα κατόρθωναν. Και έτσι ρυθμιζόταν τα πνευματικά, έτσι στέλνονταν σε περιοδείες, έτσι παρέδωσαν το κήρυγμα της πίστης. Και δεν επαινεί, ούτε εξυψώνει αυτούς, αλλά ότι δεν είναι αρεστό να αφήσουν το έργο που τους ανατέθηκε.
Έτσι είχαν διδαχθεί από τον Μωυσή, να μην ασχολούνται οι ίδιοι με όλα. Γι’ αυτό και ο Παύλος λέει: «Μόνον τῶν πτωχῶν ἵνα μνημονεύωμεν, ὃ καὶ ἐσπούδασα αὐτὸ τοῦτο ποιῆσαι(:Μας ζήτησαν μόνο να θυμόμαστε τους φτωχούς Χριστιανούς της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων και να φροντίζουμε γι’ αυτούς. Κι αυτό το επιμελήθηκα με ζήλο, προκειμένου να το εφαρμόσω με ακρίβεια)» [Γαλ. 2,10]. Και για το πώς συντελούσαν στην πρόοδο αυτών, μάθαινε: Νήστευαν, αφοσιώνονταν στην προσευχή. Αυτό πρέπει και τώρα να γίνεται.
Και εξέλεξαν διακόνους όχι απλώς πνευματικούς, αλλά «πλήρεις πνεύματος καί σοφίας», για να δηλωθεί έτσι ότι χρειάζονταν μεγάλη ευσέβεια και αυτοκυριαρχία για να υποφέρει κανείς τις κατηγορίες των χήρων. Διότι ποιο είναι το όφελος, όταν δεν κλέβει κανείς μεν, αλλά καταστρέφει τα πάντα; Ή είναι θρασύς και οργίζεται; Και κατά τούτο ήταν αξιοθαύμαστος ο Φίλιππος· διότι λέει για αυτόν: «Τῇ δὲ ἐπαύριον ἐξελθόντες ἤλθομεν εἰς Καισάρειαν, καὶ εἰσελθόντες εἰς τὸν οἶκον Φιλίππου τοῦ εὐαγγελιστοῦ, ὄντος ἐκ τῶν ἑπτά, ἐμείναμεν παρ᾿ αὐτῷ(:Την άλλη μέρα φύγαμε από την Πτολεμαΐδα και φθάσαμε στην Καισάρεια. Εκεί μπήκαμε στο σπίτι του ευαγγελιστή Φιλίππου, ο οποίος ήταν ένας από τους επτά διακόνους που είχαν χειροτονηθεί βοηθοί των αποστόλων στα κοινά τραπέζια και μείναμε κοντά του)». Βλέπεις ότι τίποτα δεν ρυθμιζόταν κατά ανθρώπινο τρόπο;
«Καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ηὔξανε, καὶ ἐπληθύνετο ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν ἐν ῾Ιερουσαλὴμ σφόδρα(:Έτσι το κήρυγμα του λόγου του Θεού προόδευε και διαδιδόταν. Και ο αριθμός των μαθητών στα Ιεροσόλυμα αυξανόταν πάρα πολύ)»[Πράξ.6,6]. «Πολύς τε ὄχλος τῶν ᾿Ιουδαίων ὑπήκουον τῇ πίστει(:Και πλήθος πολύ από τους ιερείς των Ιουδαίων, αποδέχονταν τις αλήθειες της πίστεως και υποτάσσονταν σε αυτές)»[Πράξ.6,7]. Αυτό αποτελεί υπαινιγμό και δείχνει ότι πολλοί από αυτούς που μηχανεύθηκαν τον θάνατο του Χριστού, πίστεψαν.
Στα Ιεροσόλυμα προόδευε το πλήθος των πιστών. Το περίεργο ήταν ότι εκεί που σταυρώθηκε ο Χριστός, εκεί αυξάνονταν το κήρυγμα. Και όχι μόνο δεν σκανδαλίστηκαν μερικοί από τους μαθητές, βλέποντας τους μεν αποστόλους να μαστιγώνονται, άλλους να τους απειλούν, άλλους να πειράζουν το πνεύμα, άλλους να γογγύζουν, αλλά πολύ περισσότερο αυξανόταν ο αριθμός εκείνων που πίστεψαν· έτσι από το περιστατικό του Ανανία σωφρονίστηκαν και περισσότερος φόβος κατέλαβε αυτούς. Πρόσεχε επίσης πώς αυξανόταν το πλήθος. Μετά τις δοκιμασίες τότε αυξήθηκε, αλλά όχι πριν από αυτές.
Και σκέψου σε παρακαλώ και πόση είναι η φιλανθρωπία του Θεού. Διότι από εκείνους τους αρχιερείς, που παρότρυναν τους όχλους σε φόνο, που κραύγαζαν και έλεγαν: «Ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ βασιλεὺς Ἰσραήλ ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσομεν ἐπ᾿ αὐτῷ (:Άλλους έσωσε με τα αγύρτικά του θαύματα˙ τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει. Εάν είναι βασιλιάς του Ισραήλ, του ευλογημένου δηλαδή λαού του Θεού, ας κατεβεί απ’ τον σταυρό και θα τον πιστέψουμε)»[Ματθ. 27,42], από αυτούς, λέει το ιερό κείμενο, «πολλοί αποδέχονταν τις αλήθειες της πίστεως».
Του Θεού και Δημιουργού μας λοιπόν ας γίνουμε και εμείς μιμητές. Δέχθηκε αυτούς και δεν τους έδιωξε. Έτσι ας αμείβουμε κι εμείς τους εχθρούς, που διέπραξαν σε εμάς άπειρα κακά. Ό,τι αγαθό και αν έχουμε, ας το δίνουμε σε αυτούς· ας μην παραλείψουμε να τους ευεργετούμε· διότι αν μεν χρειάζεται να πάθει κάποιος κάποιο κακό για να ικανοποιήσει τον θυμό τους, πολύ περισσότερο θα τους ικανοποιήσει, με το να τους ευεργετήσει (διότι αυτό είναι λιγότερο από εκείνο)· διότι δεν είναι το ίδιο να ευεργετεί κάποιος τον εχθρό του και να θέλει να πάθει χειρότερα από αυτά που ο εχθρός του επιθυμεί. Από αυτό θα έρθουμε και σε εκείνα.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-acta apostolorum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στις Πράξεις των Αποστόλων, ομιλία ΙΔ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1983, τόμος 15, σελίδες 392-397 και 399-409.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 79, ομιλία ΙΔ΄, σελ. 208-209 και σελ. 213-219.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ[:Μάρκ.15,43-16,8]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[υπομνηματισμός των χωρίων: Ματθ.27,57-66 και Ματθ.28,1-10]
«Ὀψίας δὲ γενομένης ἦλθεν ἄνθρωπος πλούσιος ἀπὸ Ἀριμαθαίας, τοὔνομα Ἰωσήφ, ὃς καὶ αὐτὸς ἐμαθήτευσε τῷ Ἰησοῦ· οὗτος προσελθὼν τῷ Πιλάτῳ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Τότε ὁ Πιλᾶτος ἐκέλευσεν ἀποδοθῆναι τὸ σῶμα. Καὶ λαβὼν τὸ σῶμα ὁ Ἰωσὴφ ἐνετύλιξεν αὐτὸ σινδόνι καθαρᾷ, καὶ ἔθηκεν αὐτὸ ἐν τῷ καινῷ αὐτοῦ μνημείῳ ὃ ἐλατόμησεν ἐν τῇ πέτρᾳ, καὶ προσκυλίσας λίθον μέγαν τῇ θύρᾳ τοῦ μνημείου ἀπῆλθεν(: Όταν προχώρησε το δειλινό, ήλθε κάποιος άνθρωπος πλούσιος που καταγόταν από την Αριμαθαία και ονομαζόταν Ιωσήφ, που κι αυτός υπήρξε μαθητής του Ιησού. Αυτός πήγε στον Πιλάτο και του ζήτησε το σώμα του Ιησού. Τότε ο Πιλάτος διέταξε να του δοθεί το σώμα. Κι αφού ο Ιωσήφ πήρε το σώμα, το τύλιξε σε καθαρό και αμεταχείριστο σεντόνι και το έβαλε στο δικό του καινούριο μνημείο, το οποίο είχε σκαλίσει στον βράχο. Κι αφού κύλισε ένα μεγάλο λίθο στη θύρα του μνημείου, την έκλεισε με τον λίθο αυτόν κι έφυγε)»[Ματθ. 27, 57-60].
Αυτός είναι ο Ιωσήφ, ο οποίος προηγουμένως κρυβόταν. Τώρα όμως, μετά τον θάνατο του Χριστού, έδειξε μεγάλη τόλμη. Διότι ούτε ασήμαντος ήταν, ούτε από εκείνους που μένουν απαρατήρητοι, αλλά ένας από τα μέλη του Συνεδρίου[πρβλ. Λουκ.23,51: «Καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι Ἰωσήφ, βουλευτὴς ὑπάρχων καὶ ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ δίκαιος·οὗτος οὐκ ἦν συγκατατεθειμένος τῇ βουλῇ καὶ τῇ πράξει αὐτῶν- ἀπὸ Ἀριμαθαίας πόλεως τῶν Ἰουδαίων, ὃς προσεδέχετο καὶ αὐτὸς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ(:Και ιδού, παρουσιάζεται τότε ένας άνθρωπος που λεγόταν Ιωσήφ και ήταν βουλευτής, δηλαδή μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου,άνθρωπος καλοκάγαθος και ενάρετος. Αυτός δεν είχε συμφωνήσει με την απόφαση που πήραν τα μέλη του συνεδρίου εναντίον του Ιησού, ούτε με τα μέτρα και τις πράξεις που έκαναν για να εξασφαλίσουν την επικύρωση και την εκτέλεση της αποφάσεως. Αυτός ο άνθρωπος λοιπόν ήταν από την πόλη των Ιουδαίων Αριμαθαία. Είχε πιστέψει στο κήρυγμα του Ιησού για τη βασιλεία του Θεού και περίμενε κι αυτός μαζί με τόσους άλλους μαθητές τη βασιλεία αυτή)»], και πολύ επιφανής.
Από αυτό μάλιστα φαίνεται καθαρά η ανδρεία του. Διότι ουσιαστικά καταδίκασε σε θάνατο τον εαυτό του, τη στιγμή που διακήρυξε την απέχθειά του προς όλους, με την έκφραση-ομολογία της συμπάθειάς του προς τον Ιησού, και τόλμησε να ζητήσει το σώμα Του, και δεν απομακρύνθηκε παρά μόνο αφού πέτυχε αυτό που ήθελε. Την αγάπη μάλιστα και την ανδρεία του την δείχνει όχι μόνο με το ότι παρέλαβε το σώμα του Χριστού και το έθαψε με πολυτέλεια, αλλά και με το ότι Τον έθαψε στο δικό του καινούριο μνημείο. Και αυτό δεν έγινε έτσι στην τύχη, αλλά για να μην υπάρξει ούτε η παραμικρή υποψία ότι αναστήθηκε άλλος αντί άλλου.
«Ἦν δὲ ἐκεῖ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία, καθήμεναι ἀπέναντι τοῦ τάφου(:Ήταν μάλιστα εκεί η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία, οι οποίες κάθονταν απέναντι από τον τάφο)»[Ματθ.27,61]. Γιατί αυτές κάθονται πλησίον του τάφου; Τίποτε ακόμη μεγάλο και υψηλό δεν γνώριζαν, όπως έπρεπε, περί Αυτού· γι’ αυτόν τον λόγο και μύρα έφεραν και παρέμεναν με καρτερία κοντά στον τάφο, ώστε, εάν κατασίγαζε η μανία των Ιουδαίων, να προσέρχονταν και να αλείψουν το Σώμα του Ιησού με αυτά.
Είδες την ανδρεία των γυναικών; Είδες την αγάπη; Είδες τη μεγαλοψυχία την έμπρακτη, η οποία φτάνει μέχρι θανάτου; Ας μιμηθούμε τις γυναίκες αυτές όλοι μας· ας μην εγκαταλείψουμε τον Ιησού στις δοκιμασίες Του· διότι εκείνες μεν, και όταν Εκείνος πέθανε, ξόδεψαν τόσα πολλά και έθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Ενώ εμείς( πάλι τα ίδια θα επαναλάβω), ούτε όταν πεινά Τον τρέφουμε, ούτε όταν είναι γυμνός Τον ντύνουμε, αλλά αντιθέτως και όταν Τον βλέπουμε να ζητιανεύει, Τον προσπερνούμε. Είμαι βέβαιος ότι εάν βλέπατε τον ίδιο τον Κύριο, θα έδινε ο καθένας σας όλα τα υπάρχοντά Του. Αλλά και τώρα ο ίδιος είναι. Άλλωστε και Αυτός είπε ότι «Εγώ είμαι».
«Τῇ δὲ ἐπαύριον, ἥτις ἐστὶ μετὰ τὴν παρασκευήν, συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι πρὸς Πιλᾶτον λέγοντες· κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι. κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης(:Την άλλη τώρα ημέρα, η οποία είναι μετά την Παρασκευή, δηλαδή το Σάββατο, μαζεύτηκαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι και πήγαν όλοι μαζί στον Πιλάτο και του είπαν: ‘’Κύριε, θυμηθήκαμε ότι εκείνος ο λαοπλάνος είχε πει όταν ακόμη ζούσε: «Τρεις ημέρες μετά τον θάνατό μου θα αναστηθώ». Γι’ αυτό δώσε διαταγή να ασφαλιστεί ο τάφος μέχρι την τρίτη ημέρα, μήπως έλθουν οι μαθητές του μέσα στη νύχτα και τον κλέψουν, και πουν στο λαό ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και θα είναι η τελευταία αυτή πλάνη του λαού χειρότερη από την πρώτη, που τον πίστεψαν ως Μεσσία’’. Ο Πιλάτος τότε τους είπε: ‘’Πάρτε φρουρά. Πηγαίνετε και ασφαλίστε μόνοι σας τον τάφο, όπως εσείς ξέρετε’’. Κι αυτοί πήγαν και ασφάλισαν τον τάφο. Έβαλαν δηλαδή σφραγίδες στον λίθο που σκέπαζε το μνημείο. Και τοποθέτησαν εκεί τη φρουρά)»[Ματθ.27,62-66].
Παντού η πλάνη συγκρούεται με τον εαυτό της και άθελά της συνηγορεί υπέρ της αλήθειας. Πρόσεξε όμως. Έπρεπε να πιστευτεί ότι πέθανε, ότι ενταφιάστηκε και ότι αναστήθηκε. Και όλα αυτά γίνονται από τους εχθρούς. Κοίταξε λοιπόν ότι τα λόγια αυτά βεβαιώνουν όλα αυτά. «Θυμηθήκαμε», λέγει, «ότι εκείνος ο λαοπλάνος είχε πει όταν ακόμη ζούσε»· άρα πέθανε· «’’Τρεις ημέρες μετά τον θάνατό μου, θα αναστηθώ’’. Γι’ αυτό δώσε διαταγή να ασφαλιστεί ο τάφος μέχρι την τρίτη ημέρα»· άρα ενταφιάστηκε· «μήπως έλθουν οι μαθητές του μέσα στη νύχτα και τον κλέψουν, και πουν στο λαό ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς». Άρα, εάν ο τάφος σφραγιστεί, δεν θα γίνει καμία απάτη. Δεν έγινε λοιπόν. Επομένως η απόδειξη της αναστάσεως, με όσα προτείνατε εσείς, έγινε αναντίρρητη. Διότι αφού σφραγίστηκε, δεν συνέβη καμία απάτη. Εάν επίσης δεν έγινε καμία απάτη, βρέθηκε όμως κενός ο τάφος, είναι φανερό ότι αναστήθηκε σαφώς και αναντίρρητα.
Είδες ότι και χωρίς να το θέλουν, υποστηρίζουν την απόδειξη της αλήθειας; Εσύ πάλι κάνε μου τη χάρη να προσέξεις τη φιλαλήθεια των μαθητών· ότι δεν αποκρύπτουν τίποτε από όσα λένε οι εχθροί, και όταν ακόμη λένε πράγματα υβριστικά. Να που τον ονομάζουν και πλάνο και αυτοί δεν το αποσιωπούν. Αυτά λοιπόν δείχνουν και τη σκληρότητα εκείνων, αφού ούτε με τον θάνατο απέβαλαν την οργή, και αυτών την απλότητα και φιλαλήθεια.
Αξίζει μάλιστα να αναζητήσουμε και αυτό, δηλαδή το ότι είπε ότι «μετά από τρεις ημέρες θα αναστηθώ». Διότι δεν θα το βρει κανείς πουθενά να λέγεται με τόση σαφήνεια, εκτός από το παράδειγμα του Ιωνά. Ώστε λοιπόν γνώριζαν αυτά που έλεγαν και ηθελημένα τα παραποιούσαν.
Και τι απαντά ο Πιλάτος; «‘’Πάρτε φρουρά. Πηγαίνετε και ασφαλίστε μόνοι σας τον τάφο, όπως εσείς ξέρετε’’. Και αυτοί πήγαν και ασφάλισαν τον τάφο. Έβαλαν δηλαδή σφραγίδες στο λίθο που σκέπαζε το μνημείο. Και τοποθέτησαν εκεί τη φρουρά»[Ματθ.27,65-66]. Δεν αφήνει μόνους τους στρατιώτες να τον σφραγίσουν· διότι επειδή είχε μάθει σχετικά με Αυτόν, δεν ήθελε πλέον να συμπράξει με αυτούς. Αλλά για να απαλλαγεί από αυτά, ανέχεται και τούτο και λέγει: «Σφραγίστε τον τάφο όπως θέλετε εσείς, για να μην μπορείτε να κατηγορείτε άλλους». Διότι εάν τον σφράγιζαν μόνοι τους οι στρατιώτες, θα μπορούσαν να πουν(αν και θα ήσαν απίθανα και ψευδή όσα θα έλεγαν, αλλά όμως, όπως στα άλλα έδειχναν αναισχυντία, έτσι θα μπορούσαν να πουν και στην περίπτωση αυτή), ότι οι στρατιώτες, αφού επέτρεψαν να κλαπεί το σώμα, έδωσαν το δικαίωμα στους μαθητές να πλάσουν το κήρυγμα της αναστάσεως. Τώρα όμως που οι ίδιοι σφράγισαν τον τάφο, ούτε αυτό μπορούν να πουν.
Είδες πώς πασχίζουν άθελά τους υπέρ της αλήθειας; Διότι αυτοί προσήλθαν στον Πιλάτο, αυτοί ζήτησαν να ασφαλιστεί ο τάφος, αυτοί τον σφράγισαν μαζί με τη φρουρά, ώστε να είναι κατήγοροι και ελεγκτές των εαυτών τους. Αν και πότε θα μπορούσαν να τον κλέψουν; Το Σάββατο; Και με ποιον τρόπο, αφού ούτε να εξέλθουν από το σπίτι τους δεν ήταν δυνατόν; Εάν πάλι παρέβαιναν τον μωσαϊκό νόμο, πώς θα τολμούσαν να εξέλθουν από το σπίτι τους οι μαθητές, αυτοί οι τόσο δειλοί; Πώς ακόμη θα μπορούσαν να πείσουν το πλήθος; Τι θα έλεγαν; Τι θα έκαναν; Με ποια διάθεση θα τάσσονταν με το μέρος του νεκρού; Ποια επιτέλους αντιμισθία θα περίμεναν; Ποια ανταμοιβή; Ενώ ακόμη ήταν ζωντανός, και μόνο όταν τον είδαν να συλλαμβάνεται, έφυγαν. Και θα μιλούσαν με θάρρος μετά τον θάνατό Του για Εκείνον, εάν δεν είχε αναστηθεί;
Και πώς θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν; Διότι ότι ούτε σκέφτηκαν, ούτε μπορούσαν να πλάσουν μία ανάσταση η οποία δεν έγινε, είναι φανερό από τα εξής: Πολλά τους είχε πει και συνεχώς τους έλεγε περί της αναστάσεως, όπως είπαν και αυτοί οι ίδιοι ότι «μετά από τρεις ημέρες θα αναστηθώ». Εάν όμως δεν ανασταινόταν, είναι ολοφάνερο ότι επειδή αυτοί είχαν απατηθεί και είχαν παρασυρθεί εξαιτίας του σε πόλεμο με ολόκληρο το έθνος, και είχαν μείνει χωρίς οικογένεια και χωρίς πατρίδα, θα τον αποστρέφονταν και δεν θα ήθελαν να του παραδώσουν τέτοια δόξα, καθόσον είχαν απατηθεί και είχαν περιέλθει σε έσχατο κίνδυνο εξαιτίας του.
Ότι δε δεν θα μπορούσαν εάν η ανάσταση δεν ήταν αληθινή, να την πλάσουν, αυτό δεν χρειάζεται ούτε απόδειξη. Διότι σε τι θα βασίζονταν; Στη δεινότητα των λόγων; Αλλά αυτοί ήσαν πιο αμαθείς από όλους. Μήπως στα πολλά τους χρήματα; Αλλά αυτοί δεν είχαν ούτε ράβδο, ούτε υποδήματα. Μήπως στην ευγενική καταγωγή τους; Αλλά αυτοί ήσαν άσημοι και κατάγονταν από άσημους γονείς. Μήπως στη μεγάλη πατρίδα τους; Αλλά κατάγονταν από άσημα χωριά. Μήπως στον μεγάλο αριθμό τους; Αλλά δεν ήσαν περισσότεροι από έντεκα και αυτοί μάλιστα διασκορπισμένοι. Μήπως στις υποσχέσεις του διδασκάλου τους; Ποιες; Διότι εάν δεν ανασταινόταν, ούτε εκείνες δεν θα ήσαν γι’ αυτούς αξιόπιστες.
Και πώς θα υπέφεραν τον μαινόμενο όχλο; Διότι εάν ο κορυφαίος από αυτούς δεν άντεξε τον λόγο της θυρωρού που ήταν γυναίκα, και όλοι οι υπόλοιποι όταν Τον είδαν δεμένο, διασκορπίστηκαν, πώς θα διανοούνταν να τρέξουν στα πέρατα της οικουμένης και να σπείρουν το φανταστικό κήρυγμα της αναστάσεως; Διότι, εάν ο μεν πρώτος δεν αντιστάθηκε στην απειλή της γυναίκας, οι δε άλλοι ούτε στη θέα των δεσμών, πώς μπορούσαν να αντισταθούν σε βασιλιάδες και άρχοντες και πλήθη, όπου υπήρχαν ξίφη και τηγάνια και κάμινοι και μυρίου είδους θανατώσεις καθημερινά, εάν δεν δέχονταν τη δύναμη και την τόνωση του Αναστάντος; Τόσα και τέτοιου είδους θαύματα είχαν γίνει και τίποτε από αυτά δεν σεβάστηκαν οι Ιουδαίοι, αλλά σταύρωσαν Αυτόν που τα έκανε· και θα έλεγαν σε αυτούς απλά να πιστέψουν στην Ανάσταση. Δεν είναι δυνατόν αυτά, δεν είναι· αλλά μόνο η δύναμη του Αναστάντος τα έκανε.
Κάνε μου τη χάρη να προσέξεις την καταγέλαστη απάτη τους. «Θυμηθήκαμε», λέγει, «ότι εκείνος ο πλάνος είπε όταν ακόμη ζούσε, ότι μετά από τρεις ημέρες θα αναστηθώ». Και εφόσον ήταν πλάνος και καυχιόνταν ψευδώς, γιατί φοβηθήκατε και τρέχετε τριγύρω και δείχνετε τόση βιασύνη; «Φοβόμαστε», λένε, «μήπως Τον κλέψουν οι μαθητές και εξαπατήσουν τα πλήθη». Αν και βεβαίως αποδείχτηκε ότι ο φόβος τους αυτός δεν είχε κανένα λόγο, αλλά η κακία είναι πράγμα φιλόνικο και αναιδές και επιχειρεί και τα παράλογα. Έτσι παρακαλούν να ασφαλιστεί ο τάφος για τρεις μέρες, σαν να αγωνίζονταν για προφάσεις, και θέλοντας να δείξουν ότι και πριν από αυτό ότι είναι πλάνος, γι΄αυτό επεκτείνουν την κακία τους μέχρι τον τάφο.
Γι΄αυτό ακριβώς αναστήθηκε νωρίτερα, για να μην λένε ότι διαψεύστηκε και ότι κλάπηκε· διότι αυτό μεν, το να αναστηθεί νωρίτερα, δεν επέτρεπε κατηγορία, ενώ το να αναστηθεί αργότερα, ήταν γεμάτο υποψίες. Διότι, εάν δεν ανασταινόταν τότε, όταν κάθονταν αυτοί εκεί και φύλασσαν τον τάφο, αλλά όταν θα αναχωρούσαν μετά από τρεις ημέρες, θα είχαν κάτι να ισχυριστούν και να αντιτάξουν, έστω και ανόητα. Γι΄αυτό λοιπόν τους πρόλαβε· διότι έπρεπε, καθώς κάθονταν κοντά στον τάφο και τον φύλασσαν, να γίνει η ανάσταση. Επίσης έπρεπε να γίνει εντός των τριών ημερών, διότι εάν γινόταν όταν παρέρχονταν αυτές και αναχωρούσαν, θα θεωρείτο ύποπτο το πράγμα. Γι’αυτό τον λόγο και επέτρεψε να σφραγίσουν τον τάφο όπως ήθελαν και στρατιώτες φύλασσαν.
Και δεν τους έμελε που έκαναν αυτά σε ημέρα Σαββάτου και ότι εργάζονταν, αλλά μόνο σε ένα πράγμα απέβλεπαν, την πονηρία τους, πώς θα επικρατήσουν με αυτήν, πράγμα το οποίο ήταν δείγμα εσχάτης μωρίας και φόβου, ο οποίος τους τάρασσε δυνατά· διότι αυτοί οι οποίοι Τον συνέλαβαν ζωντανόν, Τον φοβούνταν νεκρό. Αν και, εάν ήταν απλός άνθρωπος, έπρεπε να έχουν θάρρος. Αλλά για να μάθουν ότι και όταν ήταν ζωντανός, με τη θέλησή Του έπαθε αυτά τα οποία έπαθε, τοποθετήθηκε και η σφραγίδα και ο λίθος και η φρουρά, και δεν μπόρεσαν να Τον κρατήσουν. Με όλα αυτά ένα πράγμα μόνο επιτυγχάνεται, να γίνει γνωστή δημοσία η ταφή και έτσι να πιστευτεί η ανάσταση· διότι και στρατιώτες φύλασσαν και οι Ιουδαίοι κάθονταν κοντά.
«Ὀψὲ δὲ σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων, ἦλθε Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία θεωρῆσαι τὸν τάφον. καὶ ἰδοὺ σεισμὸς ἐγένετο μέγας· ἄγγελος γὰρ Κυρίου καταβὰς ἐξ οὐρανοῦ προσελθὼν ἀπεκύλισε τὸν λίθον ἀπὸ τῆς θύρας καὶ ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ. ἦν δὲ ἡ ἰδέα αὐτοῦ ὡς ἀστραπὴ καὶ τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιών. ἀπὸ δὲ τοῦ φόβου αὐτοῦ ἐσείσθησαν οἱ τηροῦντες καὶ ἐγένοντο ὡσεὶ νεκροί (:Αργά λοιπόν τη νύχτα του Σαββάτου, την ώρα που ξημέρωνε η πρώτη ημέρα της εβδομάδος, ήλθε η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία για να δουν τον τάφο. Και ξαφνικά, έγινε σεισμός μεγάλος· διότι ένας άγγελος Κυρίου, αφού κατέβηκε απ’ τον ουρανό και ήλθε στο μνημείο, κύλισε την πέτρα από την είσοδο και καθόταν πάνω σε αυτήν. Το εξωτερικό του σχήμα και το πρόσωπό του ήταν λαμπερό σαν αστραπή, και το ένδυμά του ολόλευκο σαν το χιόνι Από τον φόβο μάλιστα που προκάλεσε, συγκλονίστηκαν οι φρουροί κι έγιναν σαν νεκροί)» [Ματθ.28,1-4].
Μετά την Ανάσταση ήλθε ο άγγελος. Για ποιο λόγο λοιπόν ήλθε και σήκωσε τον λίθο; Προς χάριν των γυναικών· διότι αυτές τον άγγελο είδαν τότε μέσα στον τάφο. Για να πιστέψουν λοιπόν ότι αναστήθηκε, βλέπουν τον τάφο να είναι άδειος από το σώμα. Γι’ αυτό σήκωσε τον λίθο, γι’ αυτό έγινε και σεισμός, για να ξυπνήσουν και να σηκωθούν. Διότι είχαν έλθει για να αλείψουν το σώμα με έλαιο και αυτά συνέβαιναν κατά τη διάρκεια της νύκτας και ήταν φυσικό μερικές να νυστάξουν και να αποκοιμηθούν.
«Αλλά για ποιο λόγο και γιατί», θα ρωτήσει κάποιος, «είπε ο άγγελος προς αυτές: «Μὴ φοβεῖσθε ὑμεῖς(:Μη φοβάστε εσείς);». Πρώτα τις απαλλάσσει από τον φόβο και έπειτα ομιλεί σε αυτές για την Ανάσταση. Και το «εσείς» περιέχει πολύ μεγάλη τιμή και δείχνει ότι η εσχάτη τιμωρία αναμένει εκείνους που διέπραξαν όσα αποτόλμησαν, εάν δεν μετανοήσουν. Λέγει, δηλαδή, «δεν πρέπει εσείς να φοβάστε, αλλά εκείνοι που Τον σταύρωσαν». Αφού τις απάλλαξε λοιπόν από τον φόβο, και με τα λόγια και με την εμφάνισή του(διότι και η εμφάνισή του ήταν χαρωπή, εφόσον έφερνε τέτοια χαρμόσυνη αγγελία),πρόσθεσε λέγοντας: «Οἶδα γὰρ ὅτι Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον ζητεῖτε(:Διότι γνωρίζω ότι ζητάτε με πόθο και ευλάβεια τον Ιησού τον Εσταυρωμένο)».Και δεν ντρέπεται να Τον αποκαλεί Εσταυρωμένο, διότι αυτό ήταν η απαρχή των αγαθών. «Οὐκ ἔστιν ὧδε· ἠγέρθη γὰρ»(:Δεν είναι εδώ · διότι αναστήθηκε)». Από πού είναι φανερό; «Καθὼς εἶπε(:όπως είπε)». «Επομένως», λέγει, «και αν ακόμη δεν έχετε εμπιστοσύνη σε εμένα, θυμηθείτε τα λόγια Εκείνου, και τότε ούτε σε εμένα θα δυσπιστήσετε».
Έπειτα, ακολουθεί και άλλη απόδειξη: «Δεῦτε ἴδετε τὸν τόπον ὅπου ἔκειτο ὁ Κύριος(:Ελάτε να δείτε τον τόπο όπου είχε τεθεί ο Κύριος)»[Ματθ. 28,10].Για τον λόγο αυτό κύλισε τον λίθο ο άγγελος, ώστε και από αυτό να πάρουν αυτές την απόδειξη. «Καὶ ταχὺ πορευθεῖσαι εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν, καὶ ἰδοὺ προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε· ἰδοὺ εἶπον ὑμῖν(:Πηγαίνετε όμως γρήγορα και πείτε στους μαθητές Του ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και ιδού, πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία˙ εκεί θα Τον δείτε. Να λοιπόν, σας είπα αυτά που είχα εντολή να σας πω)»[Ματθ. 28,7]. Και σε άλλους επίσης τις προετοιμάζει να διαδώσουν το χαρμόσυνο μήνυμα, πράγμα το οποίο τις κάνει να πιστέψουν καλύτερα. Και καλώς είπε: «στη Γαλιλαία», απαλλάσσοντάς τις από ενοχλήσεις και κινδύνους, ώστε να μην παρεμποδίσει ο φόβος την πίστη τους.
«Καὶ ἐξελθοῦσαι ταχὺ ἀπὸ τοῦ μνημείου μετὰ φόβου καὶ χαρᾶς μεγάλης ἔδραμον ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ(:Και οι γυναίκες, αφού βγήκαν γρήγορα από το μνημείο με φόβο εξαιτίας της αγγελικής οπτασία, αλλά και με χαρά μεγάλη εξαιτίας του χαρμόσυνου αγγέλματος, έτρεξαν να τα πουν όλα αυτά στους μαθητές)». Γιατί άραγε με φόβο και με χαρά; Διότι είδαν ένα καταπληκτικό και παράδοξο πράγμα, κενό τον τάφο, όπου προηγουμένως Τον είχαν δει να τοποθετείται. Γι’ αυτό και τις οδήγησε να δουν, για να γίνουν μάρτυρες και οι δύο, και του ενταφιασμού και της Αναστάσεως. Διότι κατανοούσαν ότι κανείς δεν μπορούσε να Τον μετακινήσει από εκεί, εφόσον τόσοι στρατιώτες κάθονταν εκεί κοντά φρουροί, εάν δεν ανέσταινε ο Ίδιος τον εαυτό Του. Γι’ αυτό και χαίρονται και απορούν και αμείβονται για την τόση παραμονή τους εκεί πλησίον του τάφου, με το να δουν πρώτες και να διακηρύξουν ευαγγελιζόμενες όχι μόνο όσα ειπώθηκαν προς αυτές, αλλά και όσα είδαν.
Αφού λοιπόν εξήλθαν με φόβο και με χαρά, «ὡς δὲ ἐπορεύοντο ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ Ἰησοῦς ἀπήντησεν αὐταῖς λέγων·χαίρετε(:καθώς όμως πήγαιναν να τα πουν στους μαθητές Του, ξαφνικά ο Ιησούς τις συνάντησε και είπε: ‘’Χαίρετε’’)». Και αφού έτρεξαν πλησίον Του με μεγάλη χαρά, έλαβαν δια της αισθήσεως της αφής απόδειξη και διαβεβαίωση της Αναστάσεως. «Αἱ δὲ προσελθοῦσαι ἐκράτησαν αὐτοῦ τοὺς πόδας καὶ προσεκύνησαν αὐτῷ(:Αυτές τότε, αφού πλησίασαν, δεν τόλμησαν να Τον αγγίξουν στο σώμα, αλλά με ευλάβεια πολλή έπιασαν μόνο τα πόδια Του και Τον προσκύνησαν)».
Τι τους λέγει, λοιπόν, Εκείνος; «Μὴ φοβεῖσθε». Και Αυτός δηλαδή εκδιώκει τον φόβο τους και προετοιμάζει την οδό για την πίστη. «Ὑπάγετε ἀπαγγείλατε τοῖς ἀδελφοῖς μου ἵνα ἀπέλθωσιν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, κἀκεῖ με ὄψονται(:Μη φοβάστε. Πηγαίνετε να αναγγείλετε στους αδελφούς μου να πάνε στη Γαλιλαία και εκεί θα με δουν)». Πρόσεξε ότι και Αυτός διαμέσου των μυροφόρων γυναικών κηρύσσει στους μαθητές το χαρμόσυνο άγγελμα, πράγμα το οποίο ανέφερα πολλές φορές, τιμώντας και οδηγώντας σε χρηστές ελπίδες το γυναικείο φύλο, που κατεξοχήν είχε περιφρονηθεί και θεραπεύοντάς το αυτό το ασθενές και καταπονημένο φύλο.
Μήπως κανείς από σας θα ήθελε να βρισκόταν στη θέση τους και να κρατούσε τα πόδια του Ιησού; Μπορείτε και τώρα όσοι θέλετε, όχι μόνο τα πόδια και τα χέρια, αλλά ακόμη και την ιερή εκείνη κεφαλή να αγκαλιάσετε, συμμετέχοντας στα φρικτά μυστήρια με καθαρή συνείδηση. Και όχι μόνο εδώ, αλλά και εκείνη την ημέρα θα Τον δείτε να έρχεται με την απερίγραπτη εκείνη δόξα και με το πλήθος των αγγέλων, εάν θελήσετε να γίνετε φιλάνθρωποι. Και θα ακούσετε όχι μόνο τα λόγια αυτά, όπως το «Χαίρετε», αλλά και τα άλλα: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου(:Ελάτε εσείς που είστε ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί για σας από τότε που θεμελιωνόταν ο κόσμος)»[Ματθ.25,34].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in–matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΠΗ΄ και ΠΘ΄ (επιλεγμένα αποσπάσματα που αφορούν την ερμηνεία της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής),πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 353-355 και 367-381 αντίστοιχα.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ. 176-177 και σελ.190-193:
http://users.sch.gr/aiasgr/Paterika_keimena/Eurethrio/Agios_Iwannhs_o_Xrusostomos_Apanta.htm
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π.Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία,εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΩΡΟΔΟΚΙΑ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΤΩΝ ΙΟΥΔΑΙΩΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
[Υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.28,11-15]
«Πορευομένων δὲ αὐτῶν, ἰδού τινες τῆς κουστωδίας ἐλθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν τοῖς ἀρχιερεῦσιν ἅπαντα τὰ γενόμενα. καὶ συναχθέντες μετὰ τῶν πρεσβυτέρων συμβούλιόν τε λαβόντες ἀργύρια ἱκανὰ ἔδωκαν τοῖς στρατιώταις λέγοντες·εἴπατε ὅτι οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς ἐλθόντες ἔκλεψαν αὐτὸν ἡμῶν κοιμωμένων. καὶ ἐὰν ἀκουσθῇ τοῦτο ἐπὶ τοῦ ἡγεμόνος, ἡμεῖς πείσομεν αὐτὸν καὶ ὑμᾶς ἀμερίμνους ποιήσομεν. οἱ δὲ λαβόντες τὰ ἀργύρια ἐποίησαν ὡς ἐδιδάχθησαν. καὶ διεφημίσθη ὁ λόγος οὗτος παρὰ Ἰουδαίοις μέχρι τῆς σήμερον(:καθώς λοιπόν αυτές πήγαιναν να αναγγείλουν αυτά στους αποστόλους, ιδού, μερικοί στρατιώτες από τη φρουρά που είχε τοποθετηθεί στον τάφο πήγαν στην πόλη κι ανήγγειλαν στους αρχιερείς όλα όσα είχαν γίνει.Κι αφού συγκεντρώθηκαν εκείνοι μαζί με τους πρεσβυτέρους κι έκαναν σύσκεψη, έδωσαν μεγάλο ποσό ασημένιων νομισμάτων στους στρατιώτες λέγοντάς τους: ’’Πείτε ότι οι μαθητές του ήλθαν μέσα στη νύχτα και τον έκλεψαν, όταν εμείς κοιμόμασταν.Κι αν αυτό καταγγελθεί στον ηγεμόνα, εμείς θα τον πείσουμε και θα σας απαλλάξουμε από κάθε ανησυχία και ευθύνη’’. Κι αυτοί, αφού πήραν τα χρήματα, έκαναν σύμφωνα με τις οδηγίες που πήραν. Και η φήμη αυτή, για τη δήθεν κλοπή του σώματος, διαδόθηκε ανάμεσα στους Ιουδαίους μέχρι σήμερα)»[Ματθ. 28,11-15].
Εξαιτίας αυτών στρατιωτών έγινε ο σεισμός εκείνος, για να τους προκαλέσει μεγάλο φόβο και από αυτούς να προέλθει η μαρτυρία για την Ανάσταση· πράγμα το οποίο και συνέβη. Διότι με αυτόν τον τρόπο η αναγγελία της Αναστάσεως από τους φύλακες στους Ιουδαίους δεν προκάλεσε υποψίες. Διότι από τα θαύματα άλλα μεν έγιναν φανερά σε ολόκληρη την οικουμένη, ενώ άλλα έγιναν φανερά μόνο σε εκείνους που ήταν παρόντες εκεί. Σε όλη μεν την οικουμένη έγινε φανερό το σκοτάδι, ενώ μόνο σε ολίγους ιδιαιτέρως έγιναν γνωστά η εμφάνιση του αγγέλου και ο σεισμός.
Όταν λοιπόν ήλθαν οι στρατιώτες και ανήγγειλαν ( διότι η αλήθεια όταν διακηρύσσεται από τους αντιπάλους λάμπει ακόμα πιο περίτρανα) την Ανάσταση, τους έδωσαν πάλι χρήματα, για να πουν, λέγει ο ευαγγελιστής, ότι τάχα «οι μαθητές Του ήρθαν τη νύκτα και Τον έκλεψαν». Πώς Τον έκλεψαν, σε υπερθετικό βαθμό ανόητοι Ιουδαίοι; Διότι, επειδή η αλήθεια της Αναστάσεως είναι εντυπωσιακή και προφανής, ούτε να κατασκευάσουν δεν μπορούν τον μύθο της κλοπής με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι πειστικός. Άλλωστε ήταν εντελώς απίθανο αυτό το ψεύδος που διέδωσαν ως φήμη έκτοτε και δεν είχε καθόλου πειστική μορφή. Διότι, πες μου, πώς ήταν δυνατόν να Τον κλέψουν οι μαθητές, άνθρωποι φτωχοί και απλοϊκοί, οι οποίοι δεν τολμούσαν ούτε να εμφανιστούν; Μήπως δεν είχε τοποθετηθεί σφραγίδα επάνω στον τάφο από τους Ιουδαίους; Μήπως δεν αγρυπνούσαν παρακαθισμένοι εκεί τόσοι φύλακες και στρατιώτες και Ιουδαίοι;
Μήπως δεν το υποπτεύονταν αυτό ακριβώς εκείνοι και δε μεριμνούσαν και δεν αγρυπνούσαν και δε φρόντιζαν για να μη συμβεί μια πιθανή τέτοια κλοπή;[πρβλ. Ματθ.27, 62-66: «Τῇ δὲ ἐπαύριον, ἥτις ἐστὶ μετὰ τὴν παρασκευήν, συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι πρὸς Πιλᾶτον: λέγοντες· κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι. κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης. ἔφη αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· ἔχετε κουστωδίαν· ὑπάγετε ἀσφαλίσασθε ὡς οἴδατε. οἱ δὲ πορευθέντες ἠσφαλίσαντο τὸν τάφον σφραγίσαντες τὸν λίθον μετὰ τῆς κουστωδίας(:Την άλλη τώρα ημέρα, η οποία είναι μετά την Παρασκευή, δηλαδή το Σάββατο, μαζεύτηκαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι και πήγαν όλοι μαζί στον Πιλάτο και του είπαν: ‘’Κύριε, θυμηθήκαμε ότι εκείνος ο λαοπλάνος είχε πει όταν ακόμη ζούσε: «Τρεις ημέρες μετά το θάνατό μου θα αναστηθώ».Γι’ αυτό δώσε διαταγή να ασφαλισθεί ο τάφος μέχρι την τρίτη ημέρα, μήπως έλθουν οι μαθητές του μέσα στη νύχτα και τον κλέψουν, και πουν στο λαό ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και θα είναι η τελευταία αυτή πλάνη του λαού χειρότερη από την πρώτη, που τον πίστεψαν ως Μεσσία.’’Ο Πιλάτος τότε τους είπε: ‘’Πάρτε φρουρά. Πηγαίνετε και ασφαλίστε μόνοι σας τον τάφο, όπως εσείς ξέρετε’’.Κι αυτοί πήγαν και ασφάλισαν τον τάφο. Έβαλαν δηλαδή σφραγίδες στον λίθο που σκέπαζε το μνημείο. Και τοποθέτησαν εκεί τη φρουρά)»]
Και γιατί να Τον έκλεβαν οι μαθητές; Για να επινοήσουν την αλήθεια της Αναστάσεως; Και πώς θα τους ερχόταν να επινοήσουν κάτι τέτοιο σε βάρος ανθρώπων, οι οποίοι τους αγαπούσαν, αφού ζούσαν κρυπτόμενοι; Πώς επίσης θα μπορούσαν να σηκώσουν τον λίθο που ήταν ασφαλισμένος; Και πώς θα μπορούσαν να διαφύγουν από τους τόσους φρουρούς; Διότι και αν ακόμη περιφρονούσαν τον θάνατο, δε θα επιχειρούσαν να τολμήσουν ενέργειες απερίσκεπτες και μάταιες, αφού υπήρχαν τόσοι φύλακες. Ότι όμως ήσαν και δειλοί, το φανέρωσαν όσα έγιναν προηγουμένως. Όταν Τον είδαν να συλλαμβάνεται, όλοι στο σύνολό τους Τον εγκατέλειψαν και απομακρύνθηκαν. Εάν λοιπόν τότε δεν τόλμησαν να σταθούν κοντά Του, ενώ Τον έβλεπαν ζωντανό, πώς όταν πέθανε δεν θα φοβούνταν το πλήθος τόσων στρατιωτών;
Μήπως επίσης ήταν μια απλή πόρτα και ήταν εύκολο να την ανατρέψουν και να μπουν μέσα στο μνημείο; Ή μήπως ήταν εύκολο να διαφύγουν την προσοχή ενός; Στην είσοδο του μνημείου ήταν τοποθετημένος λίθος μεγάλος, ο οποίος χρειαζόταν πολλά χέρια για να μετακινηθεί. Με το δίκιο τους οι Ιουδαίοι έλεγαν το ότι «θα είναι η τελευταία απάτη χειρότερη από την πρώτη». Εναντίον τους το έλεγαν αυτό, διότι ενώ έπρεπε ύστερα από τόση μανία να μετανοήσουν, αυτοί εξακολουθούσαν να αγωνίζονται περισσότερο από πριν, επινοώντας καταγέλαστα φαντασιοκοπήματα, και όσο Εκείνος ζούσε ακόμη, εξαγόρασαν το Αίμα Του με χρήματα που έδωσαν στον Ιούδα, αλλά και όταν Εκείνος σταυρώθηκε και αναστήθηκε, υπέσκαψαν πάλι με χρήματα προς τους φρουρούς στρατιώτες την αλήθεια της Αναστάσεως.
Εσύ, όμως, κάνε μου τη χάρη να προσέξεις ότι παντού αποκαλύπτονται και συλλαμβάνονται ως ένοχοι και ψεύτες από τα ίδια τους τα έργα. Διότι εάν δεν προσέρχονταν στον Πιλάτο και δε ζητούσαν τη φρουρά, θα μπορούσαν οπωσδήποτε να φλυαρούν τέτοια αναίσχυντα και ανυπόστατα ψεύδη. Όχι όμως και τώρα. Διότι έκαναν τα πάντα έτσι, σαν να ήθελαν οι ίδιοι να ράψουν και να σφραγίσουν έτσι τα στόματά τους. Διότι, εφόσον οι μαθητές δεν άντεξαν να αγρυπνήσουν μαζί Του, και μάλιστα ενώ επιπλήττονταν από Αυτόν, πώς θα το τολμούσαν αυτό; Και γιατί δεν Τον έκλεψαν πριν από αυτό νωρίτερα, παρά όταν εσείς ήλθατε; Εάν ήθελαν να το κάνουν αυτό, θα το έκαναν όταν ακόμη δεν φυλασσόταν ο τάφος, κατά τη διάρκεια της πρώτης νύκτας, τότε που ήταν ένα τέτοιο εγχείρημα ακίνδυνο και σίγουρο ότι θα τελεσφορούσε. Διότι το Σάββατο προσήλθαν οι Ιουδαίοι και ζήτησαν από τον Πιλάτο τη φρουρά και Τον φύλασσαν· ενώ την πρώτη νύκτα, δεν ήταν κανείς από αυτούς παρών στον τάφο, στον οποίο όμως βρήκαν τον Ιησού όταν ανέλαβαν να φυλάσσουν το σώμα Του οι φρουροί.
Τι θέλουν επίσης τα σουδάρια[:πλατιές λωρίδες λευκού υφάσματος με τις οποίες περιτύλισσαν το κεφάλι των νεκρών],τα οποία ήταν δυνατά κολλημένα με την αρωματική σμύρνα; Διότι αυτά τα είδε ο Πέτρος να βρίσκονται μέσα στον τάφο[Λουκ.24,12: «ὁ δὲ Πέτρος ἀναστὰς ἔδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα, καὶ ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτὸν θαυμάζων τὸ γεγονός(:παρόλα αυτά όμως ο Πέτρος σηκώθηκε κι έτρεξε στο μνημείο. Κι αφού έσκυψε από τη θύρα, βλέπει μόνο τους νεκρούς επιδέσμους να είναι κάτω στο μνημείο, χωρίς το σώμα. Τότε επέστρεψε στο σπίτι που έμενε γεμάτος απορία και έκπληξη γι’ αυτό που είχε γίνει)» και Ιω.20,6-7: «ἔρχεται οὖν Σίμων Πέτρος ἀκολουθῶν αὐτῷ, καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ μνημεῖον καὶ θεωρεῖ τὰ ὀθόνια κείμενα, καὶ τὸ σουδάριον, ὃ ἦν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ, οὐ μετὰ τῶν ὀθονίων κείμενον, ἀλλὰ χωρὶς ἐντετυλιγμένον εἰς ἕνα τόπον(:ενώ λοιπόν [ο Ιωάννης] περίμενε απέξω, έρχεται και ο Σίμων Πέτρος ύστερα απ’ αυτόν και, θαρραλέος και ορμητικός όπως ήταν από το χαρακτήρα του, μπήκε στο μνημείο και παρατήρησε από κοντά ότι οι νεκρικοί επίδεσμοι ήταν κάτω στη γη και δεν έλειπαν, όπως θα ήταν φυσικό να συμβεί εάν το σώμα είχε κλαπεί. Παρατήρησε ακόμη ότι το ύφασμα με το οποίο είχαν σκεπάσει το κεφάλι του Ιησού, δεν ήταν ανακατεμένο με τους επιδέσμους ακατάστατα, αλλά ήταν τυλιγμένο χωριστά κάπου εκεί με τάξη, που δεν πρόδιδε βιασύνη και σπουδή)»].
Εάν ήθελαν να το κλέψουν, δεν θα έκλεβαν το σώμα Του γυμνό· όχι μόνο για να μην αποτελέσει η πράξη τους αυτή ύβρη προς το σώμα, αλλά και για να μην καθυστερούν και να βραδυπορούν, κατά τη διάρκεια της απογύμνωσης του σώματος από τις κόλλες και τα οθόνια, και να δώσουν καιρό στο μεταξύ στους φρουρούς να σηκωθούν και να τους συλλάβουν. Και μάλιστα τη στιγμή που επρόκειτο για σμύρνα, τόσο ισχυρό κολλώδες υγρό συγκολλημένο με το σώμα και τα ενδύματα· ως εκ τούτου δεν ήταν εύκολο να αποσπάσουν τα ενδύματα από το σώμα, αλλά χρειάζονταν πολύ χρόνο εκείνοι που θα έκαναν κάτι τέτοιο. Επομένως και από την άποψη αυτή αυτοχαρακτηρίζεται ως απίθανη η ψευδής ιστορία της κλοπής.
Μήπως επίσης δεν γνώριζαν τον θυμό των Ιουδαίων, και ότι σε αυτούς επρόκειτο να ξεσπούσε η οργή τους; Και ποιο θα ήταν τελικά γι’ αυτούς το κέρδος εάν ο Ιησούς δεν είχε πραγματικά αναστηθεί; Όλα αυτά λοιπόν γνωρίζοντας και αυτοί οι οποίοι τα επινόησαν αυτά, έδωσαν χρήματα και λέγουν: «πείτε εσείς, στρατιώτες, αυτά και εμείς θα πείσουμε τον ηγεμόνα». Διότι δεν ήθελαν να πάρει δημοσιότητα η είδηση, μάταια αγωνιζόμενοι ενάντια στην αλήθεια, και με όσα επιχειρούσαν να την επισκιάσουν, με αυτά άθελά τους την έκαναν να λάμπει πεντακάθαρη. Διότι και αυτό επιβεβαιώνει την Ανάσταση, το ότι εκείνοι είπαν αυτά, ότι δηλαδή τάχα Τον έκλεψαν οι μαθητές. Διότι αυτό εξάγεται από την ομολογία τους, ότι δηλαδή το σώμα δεν βρισκόταν εκεί.
Από τη στιγμή λοιπόν που αυτοί οι ίδιοι οι Ιουδαίοι μεν ομολογούσαν ότι δεν ήταν το σώμα εκεί, η παρουσία δε των φρουρών στο μνημείο και οι σφραγίδες στο μεγάλο λίθο που επιπλέον είχαν τοποθετηθεί για να αποφευχθεί τυχόν κλοπή του σώματος και η δειλία επίσης των μαθητών, γίνεται αναμφισβήτητη με αυτά η απόδειξη της Αναστάσεως. Ωστόσο όμως οι ξεδιάντροποι, επιχειρώντας τα πάντα για να επισκιάσουν την αλήθεια, αν και ήταν τόσα που τους αποστόμωναν, λέγουν στους στρατιώτες: «Εἴπατε ὅτι οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς ἐλθόντες ἔκλεψαν αὐτὸν ἡμῶν κοιμωμένων.καὶ ἐὰν ἀκουσθῇ τοῦτο ἐπὶ τοῦ ἡγεμόνος, ἡμεῖς πείσομεν αὐτὸν καὶ ὑμᾶς ἀμερίμνους ποιήσομεν(:πείτε ότι οι μαθητές του ήλθαν μέσα στη νύχτα και τον έκλεψαν, όταν εμείς κοιμόμασταν.Κι αν αυτό καταγγελθεί στον ηγεμόνα, εμείς θα τον πείσουμε και θα σας απαλλάξουμε από κάθε ανησυχία και ευθύνη)»[Ματθ.28,13-14]. Βλέπεις ότι όλοι είναι διεφθαρμένοι; Ο Πιλάτος που πείσθηκε, οι στρατιώτες, ο ιουδαϊκός λαός; Όμως μην απορήσεις γιατί τα χρήματα έκαμψαν τους στρατιώτες που γνώριζαν την αλήθεια. Εάν για τον μαθητή είχαν τόση ελκυστική δύναμη, πολύ περισσότερο θα είχαν και σε αυτούς.
«Καὶ διεφημίσθη ὁ λόγος οὗτος παρὰ Ἰουδαίοις μέχρι τῆς σήμερον(:και η φήμη αυτή, για τη δήθεν κλοπή του σώματος του Ιησού από τους μαθητές Του, διαδόθηκε ανάμεσα στους Ιουδαίους μέχρι σήμερα)»[Ματθ.28,15].Βλέπεις πάλι τη φιλαλήθεια των μαθητών, ότι δεν ντρέπονται ούτε αυτό να πουν στα ευαγγέλιά τους, ότι επικράτησε τέτοια φήμη σε βάρος τους;
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in–matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία Ϛ ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα που αφορούν την ερμηνεία της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής),πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 392-399.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ.201-207 (ή : 97-100 του PDF).
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π.Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία,εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΚΥΡΙΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ
[υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.28,16-20]
«Οἱ δὲ ἕνδεκα μαθηταὶ ἐπορεύθησαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἰς τὸ ὄρος οὗ ἐτάξατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· καὶ ἰδόντες αὐτὸν προσεκύνησαν αὐτῷ, οἱ δὲ ἐδίστασαν(:στο μεταξύ οι έντεκα μαθητές πήγαν στη Γαλιλαία, στο όρος που τους καθόρισε ο Ιησούς. Εκεί Τον είδαν και Τον προσκύνησαν. Μερικοί όμως είχαν κάποια αμφιβολία αν ήταν Αυτός ο Ιησούς)». Αυτή η εμφάνιση στη Γαλιλαία νομίζω ότι είναι η τελευταία[:τις εμφανίσεις του Αναστημένου Κυρίου περιγράφουν διεξοδικότερα οι Ευαγγελιστές Λουκάς και Ιωάννης στα τελευταία χωρία των Ευαγγελίων τους], όταν τους έστειλε να βαπτίζουν. Και αν μερικοί δίστασαν, και από εδώ πάλι θαύμασε την αλήθεια και την ειλικρίνειά τους, ότι δεν αποκρύπτουν ούτε τα μέχρι και την τελευταία ημέρα ελαττώματά τους. Πλην όμως και αυτοί βεβαιώθηκαν για την Ανάσταση δια της εμφανίσεως του Κυρίου.
Τι λέγει, λοιπόν, όταν τους είδε; «Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς(:δόθηκε και στην ανθρώπινη φύση μου κάθε εξουσία στον ουρανό και στη γη)»[Ματθ.28,18]. Πάλι ως άνθρωπος ομιλεί περισσότερο προς αυτούς, διότι δεν είχαν ακόμη λάβει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο μπορούσε να τους οδηγήσει σε ανώτερη πνευματική κατάσταση. «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν(:Λοιπόν πηγαίνετε και κάνετε μαθητές σας όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντάς τους να τηρούν και να εφαρμόζουν στη ζωή τους όλα τα παραγγέλματα που σας έδωσα ως εντολές. Και ιδού, εγώ που έλαβα κάθε εξουσία, θα είμαι πάντα μαζί σας βοηθός και συμπαραστάτης σας, μέχρι να τελειώσει ο αιώνας αυτός, μέχρι δηλαδή τη συντέλεια του κόσμου. Αμήν)»[Ματθ.28,19-20].
Αφενός παραγγέλλει για τις δογματικές αλήθειες, αφετέρου για τις εντολές. Από τα έργα των Ιουδαίων δεν υπενθυμίζει τίποτε, ούτε αναφέρει όσα έγιναν, ούτε κατηγορεί του Πέτρου την άρνηση, ούτε κανενός άλλου τη φυγή. Παραγγέλλει επίσης να διαδοθεί σε ολόκληρη την οικουμένη, εμπιστευόμενος στα χέρια τους σύντομη διδασκαλία, εκείνη η οποία επισφραγίζεται με το βάπτισμα.
Έπειτα, επειδή τους έδωσε μεγάλες και σοβαρές εντολές, για τονώσει το φρόνημά τους, λέγει: «Καί ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος(:Και ιδού, εγώ που έλαβα κάθε εξουσία, θα είμαι πάντα μαζί σας βοηθός και συμπαραστάτης σας, μέχρι να τελειώσει ο αιώνας αυτός, μέχρι δηλαδή τη συντέλεια του κόσμου. Αμήν)».Βλέπεις διακριτικότητα εξουσίας πάλι; Βλέπεις ότι και τα προηγούμενα είχαν ειπωθεί από συγκατάβαση; Μάλιστα, δεν είπε ότι θα είναι μόνο μαζί με εκείνους, αλλά και μαζί με όλους οι οποίοι θα πιστέψουν μετά από εκείνους· διότι δεν επρόκειτο βέβαια να παραμείνουν οι απόστολοι στη ζωή έως της συντελείας του κόσμου.
«Μη μου προβάλλετε», λέγει, «τη δυσκολία των πραγμάτων· διότι εγώ είμαι μαζί σας, εγώ, ο οποίος καθιστώ εύκολα τα πάντα». Αυτό έλεγε διαρκώς και στους προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη και στον Ιερεμία, ο οποίος προέβαλλε ως δικαιολογία το νεαρό της ηλικίας του, και στον Μωυσή και στον Ιεζεκιήλ, οι οποίοι αρχικά προσπαθούσαν να αποφύγουν τις αποστολές που τους ανέθετε ο Κύριος[Πρβ. Ιερεμίας, κεφ. 1, χωρία 4-10: «Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με·πρὸ τοῦ με πλάσαι σε ἐν κοιλίᾳ ἐπίσταμαί σε καὶ πρὸ τοῦ σε ἐξελθεῖν ἐκ μήτρας ἡγίακά σε, προφήτην εἰς ἔθνη τέθεικά σε. καὶ εἶπα· ὦ δέσποτα Κύριε, ἰδοὺ οὐκ ἐπίσταμαι λαλεῖν, ὅτι νεώτερος ἐγώ εἰμι. καὶ εἶπε Κύριος πρός με· μὴ λέγε ὅτι νεώτερος ἐγώ εἰμι, ὅτι πρὸς πάντας, οὓς ἐὰν ἐξαποστείλω σε, πορεύσῃ, καὶ κατὰ πάντα, ὅσα ἐὰν ἐντείλωμαί σοι, λαλήσεις·μὴ φοβηθῇς ἀπὸ προσώπου αὐτῶν, ὅτι μετὰ σοῦ ἐγώ εἰμι τοῦ ἐξαιρεῖσθαί σε, λέγει Κύριος. καὶ ἐξέτεινε Κύριος τὴν χεῖρα αὐτοῦ πρός με καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου, καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἰδοὺ δέδωκα τοὺς λόγους μου εἰς τὸ στόμα σου·ἰδοὺ καθέστακά σε σήμερον ἐπὶ ἔθνη καὶ ἐπὶ βασιλείας ἐκριζοῦν καὶ κατασκάπτειν καὶ ἀπολλύειν καὶ ἀνοικοδομεῖν καὶ καταφυτεύειν(:ο Κύριος μίλησε προς εμένα και μου λέγει: ‘’Σε γνωρίζω πολύ καλά, πριν ακόμη σε πλάσσω ως έμβρυο στην κοιλιά της μητρός σου και πριν γεννηθείς, σε καθιέρωσα σε υπηρεσία του έργου μου,σε εγκατέστησα προφήτη για τα έθνη’’.Και εγώ είπα τότε: ‘’Ω Δέσποτα και Κύριε,δεν είμαι ικανός για το έργο αυτό, διότι ιδού, δεν γνωρίζω να ομιλώ· είμαι άλλωστε μικρός κατά την ηλικία’’. Ο Κύριος μου απάντησε και μου είπε: ‘’Μη λες ότι είσαι μικρός κατά την ηλικία, διότι προς όλους εκείνους, προς τους οποίους εγώ θα σε στείλω να ομιλήσεις, θα πορευθείς και θα ομιλήσεις προς αυτούς, όσα εγώ θα σου δώσω την εντολή να πεις. Μη φοβηθείς ενώπιον αυτών, διότι εγώ θα είμαι μαζί σου, για να σε προφυλάσσω και να σε σώζω από κινδύνους’’,μου απαντά ο Κύριος. Ο Κύριος άπλωσε τότε το χέρι Του προς εμένα, άγγιξε το στόμα μου και μου είπε: ‘’Ιδού εγώ έχω δώσει στο στόμα σου τους λόγους μου. Ιδού σε εγκατέστησα σήμερα προφήτη στα έθνη και στα βασίλεια, για να ξεριζώνεις με τα λόγια σου και να κατασκάπτεις, να καταστρέφεις, αλλά και να ανοικοδομείς και να φυτεύεις’’)»].
Αυτά λοιπόν λέγει και στους μαθητές Του τώρα ο Κύριος. Κάνε μου όμως τη χάρη να προσέξεις και εδώ τη διαφορά τους. Διότι οι προφήτες μεν αποστελλόμενοι σε ένα έθνος, πολλές φορές παραιτούνταν, ενώ οι μαθητές του Ιησού, αν και αποστέλλονταν στην οικουμένη ολόκληρη, δεν είπαν ούτε και σκέφτηκαν ποτέ τίποτα τέτοιο. Τους υπενθυμίζει επίσης και τη συντέλεια του κόσμου, για να τους ενθαρρύνει περισσότερο, και να μη βλέπουν μόνο τα παρόντα δεινά, αλλά και τα μελλοντικά και απέραντα αγαθά. «Διότι οι μεν θλίψεις», λέγει, «τις οποίες θα υποστείτε, θα καταργηθούν μαζί με την παρούσα ζωή, όταν θα φθάσει στο τέλος και αυτός ο κόσμος. Τα αγαθά όμως τα οποία θα απολαύσετε, είναι αθάνατα, όπως σας είπα πολλές φορές στο παρελθόν».
Αφού τους έχρισε με τον τρόπο αυτό, και τους τόνωσε τα φρονήματα και με την υπόμνηση της ημέρας εκείνης, τους εξαπέστειλε με αναπτερωμένο το ηθικό σε όλη την οικουμένη. Διότι η ημέρα εκείνη της Κρίσεως είναι περιπόθητη σε εκείνους οι οποίοι ζουν με αρετή, όπως αντιθέτως, είναι φοβερή σε εκείνους οι οποίοι ζουν στην αμαρτία, όπως και στους καταδίκους. Δεν πρέπει όμως μόνο να φοβόμαστε και να φρίττουμε, αλλά και να διορθωθούμε όσο είναι καιρός και να απαλλαγούμε από την πονηρία· διότι μπορούμε, εάν θέλουμε. Διότι εάν αυτό το έκαναν πολλοί πριν έλθει η χάρις, πολύ περισσότερο αυτό είναι δυνατό μετά την έλευση της χάριτος.
Μπορούμε, αρκεί να το θέλουμε και να το επιδιώξουμε, να κερδίσουμε την αιώνια ζωή. Διότι τι το βαρύ μας είπε ο Κύριος να κάνουμε; Να διασχίσουμε βουνά; Να πετάξουμε στον αέρα; Ή να διαβούμε το Τυρρηνικό πέλαγος; Όχι, αλλά αντιθέτως να επιλέξουμε έναν τόσο εύκολο τρόπο ζωής, ώστε να μη χρειάζεται ούτε εργαλεία, παρά μόνο ψυχή και διάθεση. Διότι ποια μέσα είχαν οι Απόστολοι, που κατόρθωσαν τόσα πράγματα; Δεν περιήλθαν με ένα χιτώνα και ανυπόδητοι τον κόσμο και υπερίσχυσαν όλων; Ποια άλλωστε από τις εντολές του Χριστού είναι δύσκολη; Να μην έχεις κανένα εχθρό· να μη μισείς κανέναν· να μην κακολογείς κανέναν. Δυσκολότερα είναι τα αντίθετα αυτών.
«Είπε όμως ο Χριστός», θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος, «να απαλλαγούμε από τα χρήματα, και αυτό είναι βαρύ και δύσκολο πράγμα». Αυτό λοιπόν είναι το βαρύ και το δύσκολο; Για την ακρίβεια μάλιστα δεν έδωσε εντολή, αλλά συμβουλή. Αλλά και επιταγή να ήταν, πού είναι το βαρύ όταν λέγει να μην περιφέρουμε φορτία και ενοχλητικές φροντίδες; Αλλά πόση είναι η φιλαργυρία και η απληστία! Όλα έγιναν χρήματα· για τούτο και όλα έγιναν άνω-κάτω. Και όταν μακαρίζει κανείς κάποιον, αυτά θυμάται· και όταν τον οικτίρει, από αυτά προέρχεται ο ταλανισμός. Και όλες οι συζητήσεις γίνονται για τα χρήματα, πώς αποκτά πλούτη ο τάδε ή πώς βρίσκεται σε πενία κάποιος άλλος. Και όταν κανείς επιχειρεί εκστρατεία, ή ετοιμάζει γάμο ή ασκεί κάποια τέχνη ή οτιδήποτε άλλο, δεν υλοποιεί το σχέδιό του, παρά μόνο αφού δει χρήματα να έρχονται σε αυτόν άφθονα.
Έπειτα, δεν θα συγκεντρωθούμε να σκεφτούμε πώς θα απομακρύνουμε το νόσημα αυτό; Δεν θα ντραπούμε τα κατορθώματα των πατέρων; Των τριών χιλιάδων, των πέντε χιλιάδων πρώτων Χριστιανών, οι οποίοι τα είχαν όλα κοινά; Ποιο είναι το κέρδος της παρούσης ζωής, όταν δεν τη χρησιμοποιήσουμε για την απόκτηση της μέλλουσας; Μέχρι πότε δε θα υποδουλώνετε εσείς με την περιφρόνησή σας τον μαμωνά, ο οποίος τώρα σας έχει υποδουλώσει; Μέχρι πότε θα είστε δούλοι του χρήματος; Μέχρι πότε δεν θα επιθυμείτε την ελευθερία και δε θα απαρνιέστε τα παζαρέματα της φιλοχρηματίας;
Αλλά όταν μεν γίνεστε δούλοι ανθρώπων, κάνετε τα πάντα, εάν κανείς σας υποσχεθεί να χαρίσει την ελευθερία· τώρα όμως που είστε αιχμάλωτοι της φιλαργυρίας, ούτε καν σκέπτεστε πώς θα απαλλαγείτε από αυτήν την πικρή δουλεία. Μολονότι το πρώτο δεν είναι καθόλου δεινό, ενώ το δεύτερο, δηλαδή η φιλαργυρία, είναι βαρύτατη τυραννία. Σκεφτείτε πόσο μεγάλο τίμημα προς χάριν μας κατέβαλε ο Χριστός. Έχυσε το αίμα Του, παρέδωσε τον εαυτό Του. Εσείς όμως και μετά από όλα αυτά πέσατε και πάλι, και το ακόμη χειρότερο είναι ότι και ευχαριστείστε με την υποδούλωση και βρίσκετε τέρψη στην ατιμία και σας έγινε αξιαγάπητο αυτό που έπρεπε να αποφύγετε.
Αλλά επειδή δεν αρκεί μόνο να θρηνολογούμε και να κατηγορούμε, αλλά και να διορθώνουμε, ας δούμε γιατί έγινε αξιαγάπητο αυτό εδώ το πάθος και το κακό. Γιατί λοιπόν, γιατί έγινε αξιαγάπητο αυτό εδώ; «Διότι», θα μπορούσε να απαντήσει κανείς, «μας κάνει δοξασμένους και μας εξασφαλίζει». Πες μου, με ποια ασφάλεια; «Με το να μας δημιουργεί την πεποίθηση ότι δεν θα πεινάσουμε, δεν θα τρέμουμε από το ψύχος, δεν θα υποστούμε βλάβη, δεν θα περιφρονούμαστε». Επομένως, εάν σου υποσχεθούμε την εξασφάλιση αυτή, θα πάψεις να πλουτίζεις; Διότι εάν ο πλούτος γίνεται αξιαγάπητος γι’ αυτό, εάν είναι δυνατό χωρίς αυτόν να μην αισθάνεσαι ανασφάλεια και να είσαι ασφαλής, ποια είναι η ανάγκη αυτού;
«Και πώς είναι δυνατόν», θα μπορούσε να πει κάποιος, «χωρίς να πλουτίσεις να επιτύχεις αυτά;» Πώς όμως είναι δυνατό (διότι εγώ θα σου πω το αντίθετο) να πλουτίσεις; Διότι για να πλουτίσεις, είναι ανάγκη και να κολακεύεις πολλούς, άρχοντες και αρχομένους, και να παρακαλείς μυρίους, και να υπηρετείς ως δούλος φτάνοντας ακόμη και να γίνεις χαμερπής, και να φοβάσαι και να τρέμεις και να υποψιάζεσαι τα μάτια των φθονερών, και να φοβάσαι τα στόματα των συκοφαντών και τις επιθυμίες των άλλων φιλαργύρων.
Η πενία όμως δεν είναι τέτοια, αλλά εντελώς αντίθετη. Είναι φρούριο απόρθητο και ασφαλές, λιμάνι γαλήνιο, παλαίστρα και γυμναστήριο καρτερίας, ομοίωμα αγγελικού βίου. Ακούστε τα αυτά όσοι είστε φτωχοί, ή μάλλον και όσοι επιθυμείτε να πλουτίσετε. Δεν είναι κακό να είστε φτωχοί, αλλά το να μη θέλετε να είστε φτωχοί. Μην πιστεύεις ότι η φτώχεια είναι κάτι το φοβερό και δε θα σου είναι φοβερό. Άλλωστε ο φόβος αυτός δε βρίσκεται στην ίδια τη φύση της φτώχειας, αλλά στην ιδέα των ανθρώπων που έχουν ασθενική ψυχή και γι’ αυτό ολιγοψυχούν. Μάλλον ντρέπομαι που πρέπει να πω τόσα για την πενία, διότι δεν είναι καθόλου κακό. Διότι εάν είσαι υπομονετικός, θα σου γίνεται και πηγή μυρίων αγαθών. Εάν δε κάποιος σου παρέθετε από το ένα μέρος εξουσία, πολιτική δύναμη και πλούτο και απολαύσεις, και από το άλλο μέρος την πτώχεια, και σου έδινε το δικαίωμα εκλογής, να πάρεις εκείνο ακριβώς το οποίο ήθελες, θα άρπαζες επιλέγοντας αμέσως την πενία, εάν βεβαίως γνώριζες το κάλλος της.
Και γνωρίζω φυσικά ότι πολλοί γελούν καθώς λέγονται αυτά· εμείς όμως δε θορυβούμαστε· αλλά και από εσάς έχουμε την αξίωση να δείξετε υπομονή και γρήγορα θα συμφωνήσετε μαζί μας. Διότι εμένα μου φαίνεται ότι η πτωχεία ομοιάζει με κόρη κόσμια και καλή και ευπαρουσίαστη· αντίθετα, η φιλαργυρία μού φαίνεται ότι ομοιάζει με γυναίκα θηριόμορφη, με κάποια Σκύλλα και Λερναία Ύδρα και με μερικά άλλα παρόμοια τέρατα, που έχουν επινοήσει οι μυθοπλάστες. Και μη μου αναφέρεις εκείνους που κατηγορούν την πτωχεία, αλλά εκείνους οι οποίοι διέπρεψαν χάρη σε αυτήν. Με αυτήν αφού ετράφη ο Ηλίας, έλαβε τη μακαρία εκείνη αρπαγή με πύρινο άρμα στους ουρανούς. Με αυτήν έλαμψε ο Ελισσαίος· με αυτήν ο Ιωάννης· με αυτήν όλοι οι απόστολοι. Για τη φιλαργυρία τους όμως κατεκρίθησαν ο Αχαάβ, η Ιεζάβελ, ο Γιεζή, ο Ιούδας, ο Νέρων, ο Καϊάφας.
Εάν όμως θέλεις, ας μη μείνουμε σε εκείνους μόνο που διέλαμψαν στη ζωή τους με την πενία, αλλά ας εξετάσουμε προσεκτικά και το κάλλος της κόρης αυτής. Διότι πράγματι και οφθαλμούς έχει καθαρούς και διαυγείς, χωρίς τίποτε το θολό και σκοτεινό, όπως αντιθέτως οι οφθαλμοί της φιλαργυρίας άλλοτε μεν είναι γεμάτοι θυμό, άλλοτε δε πλήρεις ηδονής και άλλοτε ταραγμένοι από την ακράτεια. Ενώ της πτωχείας οι οφθαλμοί δεν είναι τέτοιοι, αλλά είναι ήμεροι και γαλήνιοι, βλέπουν προς όλους με γλυκύτητα, είναι μειλίχιοι και καταδεκτικοί, δεν μισούν κανένα και δεν αποστρέφονται κανένα· διότι όπου υπάρχουν χρήματα, εκεί υπάρχει αιτία έχθρας και αναρίθμητων πολέμων.
Το στόμα επίσης της φιλαργυρίας είναι γεμάτο από ύβρεις, από κάποια έπαρση, από πολλή αλαζονεία, από κατάρα και δόλο. Ενώ στην πτωχεία και το στόμα και η γλώσσα είναι υγιής και γεμάτη από διαρκή ευχαριστία και ευλογία, από λόγια καταδεκτικά, στοργικά και εξυπηρετικά, από επαίνους και εγκώμια. Εάν επίσης θέλεις να δεις και την αναλογία των μελών της, είναι αξιόλογη και κατά πολύ υψηλότερη από την ευπορία. Εάν ωστόσο την αποφεύγουν οι περισσότεροι, μην απορείς, διότι και τις άλλες αρετές τις αποφεύγουν οι ανόητοι.
Αλλά ο πτωχός, θα έλεγε κάποιος, περιφρονείται από τον πλούσιο. Πάλι μου αναφέρεις το εγκώμιο της πτωχείας. Διότι, πες μου, ποιος είναι ευτυχής; Εκείνος που περιφρονεί ή εκείνος που περιφρονείται; Είναι φανερό ότι ευτυχής είναι εκείνος που περιφρονείται. Λοιπόν η φιλαργυρία μεν μάς παρακινεί να περιφρονούμε, ενώ η πτωχεία μάς προτρέπει να υπομένουμε. «Αλλά ο πτωχός», θα απαντούσε αυτός ο κάποιος, «πεινά». Και ο Παύλος πεινούσε και βρισκόταν σε συνεχή πείνα. Αλλά δεν έχει ανάπαυση και δε σταματά το έργο του ποτέ. Ούτε ο Υιός του ανθρώπου δεν είχε πού να γείρει το κεφάλι Του.
Είδες σε ποιο σημείο έφθασαν τα εγκώμια της πτωχείας και πού σε τοποθετούν; Κοντά σε ποιους άντρες σε αναβιβάζουν και σε κάνουν μιμητή του Δεσπότου; Εάν ήταν καλό να έχει κανείς υπό την κατοχή του χρυσό, θα τον έδινε στους μαθητές Του ο Χριστός, ο οποίος τους έδωσε εκείνα τα άρρητα αγαθά. Ενώ τώρα, όχι μόνο δεν τους έδωσε, αλλά και τους απαγόρευσε να έχουν. Γι’ αυτό και ο Πέτρος όχι μόνο δε βυθίζεται από την πενία, αλλά και αισθάνεται υπερήφανος λέγοντας: «ἀργύριον καὶ χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι· ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι· ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγειρε καὶ περιπάτει(:ούτε ασημένια ούτε χρυσά νομίσματα έχω. Εκείνο όμως που έχω, αυτό και σου δίνω. Με τη δύναμη που δίνει η επίκληση με πίστη του ονόματος του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω όρθιος και περπάτα”)»[Πράξ.3,6].Ποιος από εσάς δεν θα ήθελε να κραυγάσει αυτά τα λόγια; «Ασφαλώς όλοι και πάρα πολύ μάλιστα», θα μπορούσε να πει κανείς.
Λοιπόν, πέταξε τα αργυρά νομίσματα, πέταξε τα χρυσά. «Και εάν τα πετάξω», θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, «θα αποκτήσω τη δύναμη του Πέτρου;» Πες μου, όμως, τι έκανε τον Πέτρο ευτυχή; Άραγε επειδή θεράπευσε τον χωλό; Όχι· αλλά το ότι δεν είχε αυτά, αυτό του εξασφάλισε τον ουρανό. Διότι άλλοι μεν από εκείνους που έκαναν αυτά έπεσαν στη γέεννα του πυρός, ενώ άλλοι από αυτούς που έκαναν αυτά, πέτυχαν την βασιλεία. Αυτό λοιπόν μάθε το και από αυτόν τον Πέτρο. Διότι δύο ήταν εκείνα που είπε· «αργύριο και χρυσάφι δεν έχω» και «στο όνομα του Ιησού Χριστού, σήκω και περπάτησε». Ποιο λοιπόν τον έκανε ένδοξο και μακάριο; Η θεραπεία του χωλού ή η απόρριψη των χρημάτων;.
Και αυτά διδάξου τα και από τον ίδιο τον αγωνοθέτη, τον Κύριο Ιησού Χριστό. Τι λέγει λοιπόν Αυτός στον πλούσιο ο οποίος ζητούσε την αιώνια ζωή; Δεν είπε «θεράπευε χωλούς», αλλά «πούλησε τα υπάρχοντά σου και δώσε τα στους πτωχούς και ακολούθησέ με· και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς»[Λουκ.18,22]. Αλλά και ο Πέτρος επίσης δεν είπε «να, στο όνομά Σου εκβάλλουμε δαίμονες», αν και εξέβαλλε, αλλά «ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι· τί ἄρα ἔσται ἡμῖν;(:να, εμείς όλα τα αφήσαμε και σε ακολουθήσαμε. Τι άραγε θα μας δοθεί ως αμοιβή;)»[Ματθ.19,27]. Και ο Χριστός πάλι απαντώντας προς αυτόν, δεν είπε «εάν κανείς σηκώσει χωλό», αλλά «πᾶς ὃς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει(:και καθένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια για να μείνει ενωμένος και να μη χωριστεί από μένα, θα πάρει εκατό φορές περισσότερα σε αυτήν τη ζωή και θα κληρονομήσει και την αιώνια ζωή)»[Ματθ.19,29].
Και εμείς λοιπόν θα μιμηθούμε αυτόν, για να μην ντροπιαστούμε, αλλά να εμφανιστούμε με θάρρος στο βήμα του Χριστού, για να Τον ελκύσουμε να βρίσκεται μαζί μας, όπως ήταν και μαζί με τους μαθητές. Διότι θα είναι και μαζί μας όπως ήταν και με εκείνους, εάν θελήσουμε να μιμηθούμε εκείνους και να γίνουμε θαυμαστές του βίου και της συμπεριφοράς τους· διότι από αυτά και ο Θεός στεφανώνει και ανακηρύσσει τους νικητές, χωρίς να απαιτεί να αναστήσεις νεκρό, ή να θεραπεύσεις χωλό. Διότι δεν συντελούν αυτά να γίνουμε όπως ο Πέτρος, αλλά το να απορρίψουμε τα υπάρχοντά μας· διότι αυτό ήταν το κατόρθωμα του αποστόλου.
Αλλά δεν μπορείς να τα απορρίψεις; Είναι πάρα πολύ εύκολο, αλλά δε σε αναγκάζω, εάν δε με θέλεις, ούτε σε βιάζω· αλλά σε παρακαλώ μόνο αυτό, να ξοδεύεις ένα μέρος από εκείνα για τους συνανθρώπους σου που τα έχουν ανάγκη και να μην επιζητείς τίποτε περισσότερο από ό,τι πραγματικά σου χρειάζεται για τις βασικές σου ανάγκες. Έτσι και εδώ θα ζήσουμε ζωή ήσυχη και ασφαλή και την αιώνια ζωή θα απολαύσουμε, την οποία είθε να επιτύχουμε όλοι εμείς, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα και τώρα και πάντοτε και αιωνίως. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in–matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία Ϛ ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα που αφορούν την ερμηνεία της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής),πατερικές εκδόσεις«Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 399-413.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ.205-214 (ή : 97-100 του PDF).
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π.Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr//Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ[:Μάρκ.15,43-16,8]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΤΑΦΗ Η΄ ΚΑΥΣΙΣ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ;»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 28-4-1996]
(Β334)
Προς τιμήν όλων εκείνων των προσώπων, ανδρών και γυναικών, που συνετέλεσαν στην φροντίδα του νεκρού σώματος του Χριστού, είναι αφιερωμένη τούτη η Κυριακή, αγαπητοί μου. Και ονομάζεται Κυριακή των Μυροφόρων. Όπως της Μαρίας της Μαγδαληνής, της Μαρίας του Ιωσή, της Μαρίας του Ιακώβου και άλλων γυναικών, αλλά και ανδρών, όπως ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, και μάλιστα ευσχήμων βουλευτής και ο Νικόδημος, ένας πλούσιος άνθρωπος, που είχε εν καιρώ νυκτός επισκεφθεί τον Κύριον και τον ερώτησε πώς μπορεί να αναγεννηθεί ο άνθρωπος. Αυτοί που απεκαθήλωσαν το σώμα του Ιησού και το ενεταφίασαν.
Μάλιστα δια τον Ιωσήφ, μας πληροφορεί ο Μάρκος ο Ευαγγελιστής ότι: «Τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ». Προσέξτε. Ήτο βουλευτής. Και ήτο εὐσχήμων. Ήταν σπουδαίος, σοβαρός άνθρωπος. Το να ζητήσεις δε εσύ, ο βουλευτής, το σώμα ενός καταδίκου από τον Ρωμαίον διοικητή ήταν πράγματι θέμα τόλμης. Γι’αυτό λέγει εδώ ο Μάρκος: «Τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο», «και εζήτησε το σώμα του Ιησού». Και αφού εκείνος του το παρεχώρησε, λέγει στη συνέχεια: «Καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν (:αγόρασε καινούριο σεντόνι, Τον αποκαθήλωσε, τον ξεκάρφωσε από τον Σταυρόν) ἐνείλησε τῇ σινδόνι (:τον τύλιξε με το σεντόνι) καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν τῷ μνημείῳ (:τον έβαλε… προσέξτε ενάρθρως: ἐν τῷ μνημείῳ· ήταν δικό του), ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου». Ήταν οικογενειακός τάφος, στον οποίον όμως, όπως μας λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, κανείς ποτέ δεν είχε εκεί ενταφιαστεί. Ήταν καινούριος τάφος.
Η πράξις αυτή των δύο αντρών, όπως και των Μυροφόρων γυναικών, θεωρείται πράξις τιμής και σεβασμού προς το νεκρό σώμα του Ιησού, αλλά και προς πάντα άλλον νεκρόν άνθρωπον.
Στις μέρες μας όμως ανακινείται το θέμα και θα το έχετε ασφαλώς ακούσει, το θέμα αν πρέπει να υπάρχει η ταφή ή η καύσις των νεκρών. Θα το έχετε σίγουρα ακούσει. Δεν είναι δε η πρώτη φορά που το θέμα αυτό ανακινείται. Αλλά και αυτές τις μέρες πάλι ανακινείται. Ωστόσο η Ιστορία και το παρελθόν θα μας βοηθήσουν, με την ευκαιρία της ευαγγελικής περικοπής, να απαντήσομε.
Η ταφή των νεκρών, δηλαδή στη γη, σκάβομε έναν λάκκο και θάπτομε το νεκρό σώμα, αυτό λέγεται ταφή, η ταφή των νεκρών είναι η πρώτη και αρχαιοτάτη πράξις της ανθρωπότητος. Σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη. Όλων των εποχών ευρέθησαν τάφοι με σκελετούς ανθρώπους. Δηλαδή εγίνετο ταφή. Και πολιτισμένοι και απολίτιστοι λαοί εχρησιμοποίουν την ταφήν. Όπως οι Σκύθοι – ήτανε άγριοι άνθρωποι, βορείως της Ελλάδος- οι Σκύθοι, οι αρχαίοι Σλάβοι, οι Ινδοί, οι Πέρσαι, οι Έλληνες, οι Ασσύριοι, οι Αιγύπτιοι και βέβαια οι Ιουδαίοι. Όλοι αυτοί χρησιμοποιούσαν την ταφήν. Εξάλλου έχομε την μαρτυρία των ταφικών μνημείων. Εκ των οποίων τα σπουδαιότερα είναι τα ταφικά μνημεία της Αιγύπτου, οι γνωστές μας πυραμίδες. Κάτω από την κάθε πυραμίδα υπήρχε ένας τάφος. Εννοείται βασιλικός.
Και θεωρείτο πολύ μεγάλη προσβολή του νεκρού αν έμενε άταφος. Ας θυμηθούμε εδώ στην πατρίδα μας την Ελλάδα, ας θυμηθούμε την πράξη της Αντιγόνης, όπως ο Σοφοκλής μας διασώζει την υπόθεση σε ένα θεατρικό του έργο, παρά την απαγόρευση να μην ταφεί ένας αδελφός της που θεωρήθηκε ότι ήτο ο επαναστάτης κατά του θείου, του Κρέοντος δηλαδή, εκείνη πήγε να θάψει τον αδελφό της. Και όταν συνελήφθη είπε ότι πρέπει κανείς μάλλον να προσέχει στους θείους νόμους παρά εις τους ανθρωπίνους. Και είχε διαταχθεί από τον Κρέοντα να μην ταφεί ο αδελφός της Αντιγόνης μόνο και μόνο για να προσβληθεί. Σας είπα, εθεωρείτο μεγάλη προσβολή το να μείνει ένα σώμα άταφο.
Ακόμη θυμηθείτε μια ναυμαχία που είχαν κάνει οι Αθηναίοι και δεν περισυνέλεξαν οι αξιωματικοί τους ανθρώπους που επνίγηκαν στην θάλασσα, δέκα στρατηγοί, και κατεδικάσθησαν εις θάνατον δια την ασέβειαν που έδειξαν, το να μην περισυλλεγούν οι ναυαγοί. Πάντως το θέμα είναι ότι άταφος έμενε μόνον εκείνος που είχε πράξει αντικοινωνικές πράξεις. Ακριβώς δια να διαπομπευθεί, για τιμωρία του. Μάλιστα βρίσκομε την περίπτωση στο Λευιτικό, στο 20ό κεφάλαιο, 14ος στίχος, εάν κάποιος άνθρωπος έκανε μία πολύ σοβαρή σαρκική αμαρτία, δηλαδή συγκεκριμένα εάν είχε, συνήρχετο και με την γυναίκα του και με την μητέρα της γυναίκας του, την πεθερά του, η ποινή ήταν να καεί. Καύσις. Μάλιστα με μία διάκριση. Όχι να φονευθεί και να καεί. Να καεί ζωντανός. Πάντως καύσις.
Στην Ελλάδα ήταν γνωστή μόνον η ταφή. Δηλαδή έθαπτον τους νεκρούς. Αργότερα όμως, μετά από την κάθοδο των Δωριέων εδώ στον ελλαδικό μας χώρο, κάπου στα 1100 π.Χ. όταν τελείωνε πια η Μυκηναϊκή εποχή, τότε αυτοί, οι Δωριείς, χρησιμοποιούν και την ταφήν και την καύσιν. Έκτοτε εδώ στην Ελλάδα έχομε και τους δύο αυτούς τρόπους· και της ταφής και της καύσεως. Η καύσις δε είναι γνωστή εις τον Όμηρο που έζησε τον 8ον αιώνα προ Χριστού.
Στον χριστιανικόν όμως κόσμον ουδέποτε έγινε διανοητή η καύσις των νεκρών. Ουδέποτε.Όπως και εις τους Εβραίους, απ΄ όπου και παρελάβαμεν την συνήθειαν αυτήν. Γι’αυτό ο Ιησούς δεν καίγεται, αλλά θάπτεται. Μάλιστα όταν η Μαρία η αδελφή του Λαζάρου, ευγνωμονούσα δια την ανάστασιν του αδελφού της του Λαζάρου, αγόρασε μεγάλη ποσότητα μύρου και ήλθε και άλειψε τα πόδια του Ιησού Χριστού. Κάπου εκεί ο Ιούδας διεμαρτυρήθη, την ιστορία την ξέρετε, γιατί τόση δηλαδή σπατάλη. Και ο Ιησούς είπε εις τον Ιούδα, τον Ισκαριώτην: «Ἄφες αὐτήν(:Άφησέ την, άστην να κάνει αυτό που κάνει), εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό». Το εφύλαξε για την ημέρα του ενταφιασμού μου. Όταν δηλαδή θα με θάψουν. Και τότε που εσυνηθίζετο να χρησιμοποιούν αυτά τα μύρα, όπως χρησιμοποίησε και ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος, αλλά δεν θα προλάβαινε όμως η Μαρία ή οι άλλες γυναίκες, δεν θα προλάβαιναν να αλείψουν το σώμα του Ιησού, διότι όταν πήγαν, επειδή το Σάββατο, λέγει, ησύχασαν, δηλαδή ήταν αργία και δεν μπορούσαν να πάνε, πήγαν πολύ πρωί την τρίτη ημέρα. Ο Χριστός είχε αναστηθεί. Έτσι η πράξη της Μαρίας, της αδελφής του Λαζάρου, έγινε εκ των προτέρων, α priori. Γι΄αυτό ο Κύριος είπε ότι: «Άφησέ την, το φυλάττει το μύρον αυτό για την ημέρα του ενταφιασμού μου. Αλλά το χρησιμοποιεί τώρα, πριν ακόμη εγώ πεθάνω επί του Σταυρού». Είδατε; «Την ημέρα του ενταφιασμού μου». Δηλαδή ταφή.
Βέβαια, αν υποτεθεί, εδώ θέλω να το προσέξετε και να το θυμόσαστε, σας είπα είναι ένα θέμα που ανακινείται πάλι, αν υποτεθεί ότι έχομε καύση νεκρών, ας πούμε ότι θα καθιερωθεί, δεν σημαίνει αυτό ότι γίνεται κώλυμα, δηλαδή εμπόδιο στην ανάσταση των σωμάτων. Όχι. Όποιος κι αν είναι ο τρόπος τύχης ενός νεκρού σώματος, είτε καεί είτε θαφτεί, αυτό θα αναστηθεί. Δεν είναι εμποδιστικό λοιπόν της μελλούσης κοινής αναστάσεως των πάντων. Αυτήν την αλήθειαν την βρίσκομε στην Αποκάλυψη, είναι στο 20ό κεφάλαιο, 13ος στίχος, που λέγει εκεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Καὶ ἔδωκεν ἡ θάλασσα τοὺς νεκροὺς τοὺς ἐν αὐτῇ(:έδωσε η θάλασσα τους νεκρούς της. Δηλαδή όσοι πνίγηκαν εις την θάλασσαν, τους έφαγαν βεβαίως τα ψάρια. Αυτοί δεν ετάφησαν), καὶ ὁ θάνατος καὶ ὁ ᾅδης ἔδωκαν τοὺς νεκροὺς τοὺς ἐν αὐτοῖς». Έχομε λοιπόν μία διαφοροποίηση. Αυτοί που θάφτηκαν κι αυτοί που δεν θάφτηκαν. Είδατε; Και βάζει την θάλασσα. Μπορούσε να βάλει το πυρ, ότι μπορούσαν να καούν οι άνθρωποι. «Όλοι», λέει, «αυτοί», «ἐκρίθησαν ἕκαστος κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν». Δηλαδή αναστήθηκαν και κρίθηκαν σύμφωνα με τα έργα τους. Δεν έχει λοιπόν σημασία ποιος θα είναι ο τρόπος ταφής, διότι η ανάστασις δεν εμποδίζεται από τίποτε. Η μη καύσις, δηλαδή η ταφή απλώς εκφράζει σαν σύμβολο την ανάσταση των νεκρών, σαν σύμβολο. Χωρίς να καθορίζει βεβαίως και την ανάσταση. Δεν την καθορίζει. Είναι ένα σύμβολον και μόνο ένα σύμβολον η ταφή. Ότι θα αναστηθεί ο άνθρωπος.
Ωστόσο είναι κάτι ακόμη. Αν είχαμε την καύση, δεν θα είχαμε τα λείψανα των αγίων· που μας είναι τόσο πολύτιμα. Δεν προχωρώ πιο πολύ. Πάνω σ’ αυτό θα είχα πάρα πολλά να πω. Αλλά και λόγοι ψυχολογικοί, αλλά και συναισθηματικοί το επιβάλλουν να μην υπάρχει η καύσις. Αισθάνεσαι άσχημα να δεις να βάζουν το αγαπημένο σου πρόσωπο μέσα εις τον φούρνον, στα γνωστά μας κρεματόρια, ειδικοί φούρνοι και να σου δίνουν μετά μια φούχτα στάχτη, που την βάζουν μέσα σε μια λήκυθο, όπως έκαναν και οι αρχαίοι, σε ένα σταμνί κ.λπ. ή να σκορπιστεί στο Αιγαίον -κάποιοι, δυο δικοί μας το ζήτησαν αυτό, η Κάλλας η τραγουδίστρια και ο Μητρόπουλος, διευθυντής ορχήστρας· ζήτησαν να σκορπιστεί η τέφρα των εις το Αιγαίον. Ε, ρομαντισμοί και τίποτε περισσότερον. Πάντως δεν αισθάνεσαι καλά, είναι κάτι…δεν αισθάνεσαι καλά, πώς να σας το πω;
Νομίζω ότι εις τον θόρυβον που γίνεται για την καύση, με διάφορα επιχειρήματα, δεν πρέπει να καθιερωθεί. Πρέπει να αντιδράσομε. Εγώ πιστεύω εις την ταφήν των νεκρών. Θα επαναλάβω για δεύτερη και τρίτη φορά. Δεν εμποδίζεται όμως η ανάστασις των νεκρών. Η καύση απλώς είναι κι αυτή ένα σύμβολον. Σύμβολον εκμηδενισμού του ανθρώπου. Κάηκε. Έγινε στάχτη. Οπτικώς τουλάχιστον. Ενώ λοιπόν η ταφή, παραμένει το σώμα, σύμβολον της αναστάσεως, η καύσις σύμβολον της εξαφανίσεως του ανθρώπου. Σύμβολα και τα δύο, ε; Και πόσο θα το επιθυμούσαν αυτό ομολογουμένως πολλοί αμαρτωλοί, να μην αναστηθούν για να μην κριθούν…
Ακόμη και γιατί είναι συνήθεια, δεν θα έπρεπε να γίνεται η καύσις, γιατί είναι συνήθεια και ειδωλολατρική. Αν και όχι βεβαίως ολοκλήρου του εθνικού κόσμου, όπως σας είπα και προηγουμένως. Παρότι δεν αποδεικνύει την ταφή εκείνο το αγιογραφικόν που είπε ο Θεός και που το λέμε σε κάθε κηδεία: «Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσει (:Είσαι χωματένιος και στο χώμα ξαναγυρνάς)». Παρότι αυτό, σας ξαναλέγω, δεν αποδεικνύει ότι πρέπει να θάπτομε τον νεκρόν, όμως μας δίνει μια πολύ ωραία παραστατική εικόνα, ότι ο άνθρωπος επλάσθη από το χώμα, από την γη. Δηλαδή από τα συστατικά του υλικού κόσμου. Ασβέστιο, σίδηρος, τούτο, εκείνο. Και ένεκα της πτώσεώς του βεβαίως, τώρα τι; Επιστρέφει στην γη. Θυμίζει ότι από κει πλαστήκαμε, εκεί γυρνάμε, για να έρθει η ανάστασις των νεκρών εν Χριστώ Ιησού. Όλα αυτά πάντοτε σαν μία εικόνα.
Αλλά, ας ξαναγυρίσομε στην ευαγγελική περικοπή. Τα πρόσωπα που σήμερα τιμούμε, είχαν φροντίσει το νεκρό σώμα του Ιησού και την ταφή Του. Έτσι δημιουργείται σαν έσχατο καθήκον η φροντίδα μας για έναν νεκρόν άνθρωπον. Είναι η τελευταία φροντίδα. Ήταν αυτό και στους αρχαίους Έλληνες και στον αρχαίο εθνικό κόσμο γενικότερα, αλλά προπαντός εις τους Ιουδαίους. Και συνεπώς και εις τους Χριστιανούς, όπως ήδη σας ανέφερα. Εξάλλου το ρήμα «κηδεύω» αυτό σημαίνει. Από το κήδομαι, που θα πει φροντίζω. Λέμε «κήδομαι», «κηδεμών», «Φέρε τον κηδεμόνα σου», λέμε στο σχολείο, λέει ο καθηγητής. Είναι από το φροντίζω. Ακηδία με το στερητικόν α, που θα πει δεν φροντίζω. Ακηδία. Κήδομαι λοιπόν θα πει φροντίζω, επιμελούμαι. Όπως και η λέξη κηδεία, είναι από την λέξιν «κῆδος». «Κήδομαι», «κῆδος». «Κῆδος» σημαίνει φροντίδα.
Ο Τωβίτ – για να πάρομε κάποια παραδείγματα από την Αγίαν Γραφήν- εζήτησε από τον Τωβία, τον γιο του, να τον θάψει, αυτόν και την μητέρα του. Και μετά να φύγει από την Νινευί· διότι εδέχετο την προφητεία του Ιωνά, παρότι θα περνούσαν, πέρασαν εκατόν είκοσι χρόνια ότι η Νινευί οπωσδήποτε θα κατεστρέφετο. Γι’ αυτόν λοιπόν τον λόγον, λέει στο παιδί του τον Τωβία: «Παιδίον, ἐὰν ἀποθάνω, θάψον με -κοιτάξτε: Θάψον με. Δεν λέει: «Κάψε με»–, καὶ μὴ ὑπερίδῃς τὴν μητέρα σου (:μην περιφρονήσεις την μητέρα σου). Ὅταν ἀποθάνῃ, θάψον αὐτὴν παρ᾿ ἐμοὶ ἐν ἑνὶ τάφῳ (:όταν κι αυτή πεθάνει, βάλε την στον ίδιο τάφο)». Ξέρετε εδώ… πόσην ώρα θα μπορούσαμε να μιλάμε γι’αυτό… Ένας συναισθηματισμός. Παρότι, ξέρετε, ο Τωβίτ, πέρασε άσχημα με την γυναίκα του. Ήτανε σκληρή γυναίκα. Ήταν αγαθός ο Τωβίτ. Και τώρα τι ζητάει; Ζητάει εκείνο που κάποιος άλλος αν θα υπέφερε από την γυναίκα του, θα έλεγε: «Να μην με θάψετε με την μάνα σας, με την γυναίκα μου. Να την βάλετε χωριστά». «Θα με βάλετε στον ίδιο τάφο!».
Εξάλλου, η περιπέτεια του Τωβίτ, η περιπέτεια της τυφλώσεώς του, οφείλεται σ’ αυτή του την προσπάθεια να θάπτει τους νεκρούς. Ήταν κάτοικος της Νινευί. Ήτανε το βόρειο βασίλειο, ήταν αιχμάλωτο εις τους Ασσυρίους. Κι επειδή, κάπου επαναστατούσαν οι Εβραίοι, είχε θυμώσει ο Σενναχηρίμ, ο βασιλιάς της Ασσυρίας, και τότε σε μία τέτοια περίπτωση είχε δώσει εντολή να αρπάζουν Εβραίους μέσα από την πόλη και να τους πετούν από το τείχος. Πέφτοντας βέβαια, εσκοτώνοντο. Αλλά είχε δώσει εντολή και να μένουν άταφοι. Ήταν ημέρα της Πεντηκοστής, έρχεται ο γιος του, έπρεπε να φάνε το τραπέζι της Πεντηκοστής και λέει: «Πατέρα, ξέρεις, το και το». Σηκώνεται αμέσως, άφησε το τραπέζι του και πήγε κρυφά να πάρει τα πτώματα των πεθαμένων Εβραίων να τα θάψει. Γιατί, σας είπα, ήτανε μεγάλη προσβολή να μείνουν άταφα τα σώματα. Γι’ αυτό εξάλλου το έκανε και ο Σενναχηρίμ. Να προσβληθούν, σαν επαναστάται.
Βεβαίως γύρισε πίσω σπίτι, εθεωρείτο ακάθαρτος, δεν έφαγε το τραπέζι της Πεντηκοστής, κοιμήθηκε απέξω, έπεσε μια κουτσουλιά ενός πουλιού στα μάτια, έτριψε τα μάτια του, τυφλώθηκε. Αλλά πριν απ’ αυτό όμως λέγει: «Πορευθεὶς δὲ εἷς–σημειώνει στο α΄κεφάλαιο– τῶν ἐν Νινευῆ (:ένας άνθρωπος πήγε εκεί, κάτοικος της Νινευί), ὑπέδειξε τῷ βασιλεῖ περὶ ἐμοῦ ὅτι θάπτω αὐτούς –και είπε ότι ο Τωβίτ θάπτει τους νεκρούς-, καὶ ἐκρύβην(:κρύφτηκα) · ἐπιγνοὺς δὲ ὅτι ζητοῦμαι ἀποθανεῖν(:έμαθα ότι με ζητούν να με φονεύσουν), φοβηθεὶς ἀνεχώρησα(:αφού φοβήθηκα, έφυγα από την Νινευί). Καὶ διηρπάγη πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου –συνήθεια της εποχής: Μου άρπαξαν όλα τα υπάρχοντα–, καὶ οὐ κατελείφθη μοι οὐδὲν πλὴν ῎Αννας τῆς γυναικός μου καὶ Τωβίου τοῦ υἱοῦ μου (:και δεν σώθηκε παρά η γυναίκα μου και το παιδί μου. Όλα τα υπάρχοντά μου τα αρπάξανε. Γιατί με γύρευαν να με φονεύσουν)». Υπέστη όλη αυτή την ταλαιπωρία ακριβώς για να μην παραβεί την εντολήν της ταφής.
Ακόμη, η Σοφία Σειράχ μας λέγει πολλά, αλλά παίρνω μόνον έναν στίχο. «Τέκνον, ἐπὶ νεκρῷ, κατὰ τὴν κρίσιν αὐτοῦ περίστειλον(:ανάλογα με την αξία του να τον σαβανώσεις) τὸ σῶμα αὐτοῦ καὶ μὴ ὑπερίδῃς τὴν ταφὴν αὐτοῦ». «Μην περιφρονήσεις την ταφήν του. Είτε σπουδαίος είναι, είτε άσημος είναι. Φρόντισε, παιδί μου», λέγει, «να θάψεις το νεκρό σώμα. Να το περιποιηθείς και να το θάψεις».
Βέβαια μέσα στα καθήκοντα για έναν νεκρόν, έχουν παρεισφρήσει πολλά απαράδεκτα στην φροντίδα την νεκρική. Και κάθε τόπος έχει τα δικά του. Είναι τόσο πολλά εκείνα που παρείσφρησαν, που δεν μετριούνται. Και που βέβαια όλα αυτά δεν είναι παρά έξω από τον Χριστιανισμόν. Είναι κατάλοιπα ειδωλολατρικά. Ωστόσο, μπορούμε να αναφέρομε μερικά, μόνο κα μόνο, τουλάχιστον αν ξέρομε πέντε δέκα, για να τα αποφεύγομε σαν ειδωλολατρικά και μη έχοντα σχέσιν με τον Χριστιανισμόν.
Πρώτον. Θέτουν χρήματα μέσα εις το φέρετρο, σε άλλους τόπους… εδώ στο στόμα ένα νόμισμα, για να μπορεί ο νεκρός να πληρώσει τον Χάρο! Για να περάσει απέναντι. Δεν σας θυμίζει τον αρχαίον Κέρβερον; Ήταν ένα σκυλί, λέει, το πλήρωνε η κάθε εισερχομένη ψυχή στον Άδη, για να μπορεί να μπει μέσα. Άλλοι βάζουν φρούτα εις το φέρετρο και ξηρούς καρπούς. Όταν τον αλλάζουν τον νεκρόν, όπως είναι γνωστό, τον σαβανώνουν, δεν κουμπώνουν όπου υπάρχει κουμπί και κουμπότρυπα, για να μπορεί, λέει, να πετά στον ουρανό! Του φορούν καινούρια παπούτσια, χωρίς καρφιά. Θα ήμουν περίεργος να πάω να ρωτήσω εις τα γραφεία τελετών, έτσι τώρα λέγονται, τα παπούτσια που βάζουν στους νεκρούς έχουν καρφιά άραγε; Θα ‘θελα να ρωτήσω. Για να μην έχει βάρος, λέει, το σώμα, να μπορεί να φύγει…
Σε κηδεία ιερέως, είναι πασίγνωστο, θέτουν στο φέρετρο ένα μπουκάλι κρασί ή μπουκάλι νερό. Μένει τρία χρόνια, το βγάζουν από κει, το μπουκάλι και τα μάτια τους μάλιστα, είναι το γνωστό μας φρυξονέρι. Όταν λέει, πάθεις φρύξη, σου δίνουν απ’ αυτό το νερό ή ακόμη από το κρασί, δίκην, σαν δηλαδή Θεία Ευχαριστία, σαν θεία κοινωνία. Φρικτά πράγματα. Ακόμη θέτουν στο τραπέζι του σπιτιού, αυτό είναι κοινότατο που σας λέγω, για 40 ημέρες, ένα πιάτο φαΐ, κάθε μέρα βάζουν ένα πιάτο φαΐ κι ένα ποτήρι νερό, για να έχει να πίνει και να τρώγει ο αγαπημένος που πέθανε στο σπίτι μας. Ακόμη ανάβουν και ξεχωριστό καντήλι, έξω από εκείνο που έχομε στις εικόνες μας, γιατί λέτε; Για να έχει φως εις τον Άδη! Ακούστε· να ΄χει φως εις τον Άδη. Σάμπως το φως να φθάνει εκεί. Το φως που βάζομε εις τον τάφον είναι προς τιμήν, όπως και τα κεριά που βάζομε στον νεκρό ή τον θυμιάζουμε, είναι προς τιμήν της εικόνος του Χριστού. Δεν παύει να είναι εικόνα του Χριστού ο νεκρός. Όχι όμως για να μπορεί να περπατάει, να κινείται εις τον Άδην.
Ακόμη με τους καρπούς που σας είπα, που βάζουν στο φέρετρο, στέλνουν και χαιρετίσματα σε προγενεστέρους νεκρούς, συγγενείς ή φίλους: «Πες στον τάδε που έχει πεθάνει προ πολλού, πες του χαιρετίσματα». Για να μη βρυκολακιάσει ο νεκρός, του θέτουν βαμβάκι στο στόμα. Όταν βγάλουν το φέρετρο από το σπίτι, σπάζουν κάποιο πιάτο ή ποτήρι, κυρίως πιάτο. Αλλού αφήνουν, στην Νάξο αυτό, αφήνουν το σπίτι τρεις μέρες ασκούπιστο, ακούστε, ακούστε, γιατί, λέει η ψυχή του πεθαμένου τριγυρνάει εκεί και μπορεί η ψυχή με το σκούπισμα να πεταχτεί στα σκουπίδια… Σκεφτείτε τι αντίληψη περί ψυχής έχουν οι άνθρωποι! Και ακόμη το χειρότερο, για να τιμήσουν τον νεκρό, προπαντός η σύζυγος παρακαλώ, τρία ή επτά χρόνια δεν πηγαίνει στην Εκκλησία. Να την σκοτώνεις, δεν πάει στην Εκκλησία… Θεωρούν ότι οι ψυχές με την ανάσταση του Χριστού, κάθε χρόνο που γιορτάζομε το Πάσχα, ανεβαίνουν στη Γη και επιστρέφουν το Σάββατο της Πεντηκοστής. Όλα αυτά είναι λαϊκές αντιλήψεις.
Αγαπητοί, αριθμός δεν υπάρχει… Σας είπα μόνον μερικά περιστατικά από όσα κάνουν, σε όσα κάνουν οι άνθρωποι για να τιμήσουν τον αγαπημένο τους νεκρό. Σχεδόν όλα είναι κατάλοιπα ειδωλολατρικά. Λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος ότι η ψυχή του ανθρώπου πηγαίνει εις τον οικείον τόπον. Ούτε περιφέρεται στο σπίτι, ούτε εις το μνήμα, ούτε πουθενά. Πηγαίνει εις τον οικείον τόπον. Εκεί που πρέπει να πάει. Και δεν τριγυρνά λοιπόν δώθε κείθε. Θα τιμήσομε τον νεκρόν, όπως ετίμησαν ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος και οι Μυροφόρες γυναίκες, που τίμησαν το σώμα του Χριστού. Θα το τιμήσομε όπως πρέπει. Θα κάνομε τα μνημόσυνά του, θα κάνομε ελεημοσύνες για να την ψυχή του και θα τον μνημονεύομε στις κατ΄ιδίαν προσευχές μας. Ακόμη, και προπαντός, το πρόσφορό μας με το όνομά του στην Εκκλησία να μνημονευτεί. Αν προσέξομε αυτά τα πραγματάκια, είναι πολύ σπουδαία. Αλλιώτικα βαραίνομε την ψυχή του. Προσέξτε, βαραίνομε την ψυχή του.
Τα νεκρικά δείπνα που καλούμε ή στην κηδεία ή στα σαράντα δεν είναι απαραίτητο να γίνουν. Προσέξτε. Έκαναν και οι Εβραίοι. Αλλά δεν είναι απαραίτητο να γίνουν, το ξανατονίζω. Να φροντίσομε, πριν πεθάνει ο άνθρωπός μας να εξομολογηθεί, να συμφιλιωθεί με τον Χριστόν και να κοινωνήσει. Αυτό είναι το μέγιστο που έχομε να προσφέρομε στο πρόσωπο που αγαπάμε. Θα τιμηθεί ο άνθρωπός μας ως νεκρός, σαν εικόνα του Χριστού, όπως σας είπα. Κι εδώ όλα συμπεριλαμβάνονται πραγματικά. Για να λεγόμαστε Χριστιανοί κι όχι ειδωλολάτραι παρακαλώ. Και να μην λησμονούμε ότι οι νεκροί θα αναστηθούν. Μην το ξεχνούμε. Το λέμε κάθε μέρα στην προσευχή μας, στο Πιστεύω: «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_674.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ[:Μάρκ.15,43-16,8]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 3-5-1998]
(Β374)
Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας, Κυριακή των Μυροφόρων γυναικών, τιμά όλως ιδιαιτέρως τα πρόσωπα εκείνα που συνετέλεσαν εις την φροντίδα του νεκρού σώματος του Ιησού, όπως του Ιωσήφ, του Νικοδήμου και των λοιπών μυροφόρων γυναικών.
Για να καταλάβουμε τι υπηρεσίες προσέφεραν και κάτω από ποιες συνθήκες προσέφεραν αυτές των τις υπηρεσίες, θα πρέπει να μεταφερθούμε στο κλίμα των ημερών εκείνων, του πώς δηλαδή εθεωρείτο για τους άρχοντες ο Ιησούς μετά την Σταύρωσή Του· ώστε να γράφει ο Μάρκος ο Ευαγγελιστής ότι ο βουλευτής Ιωσήφ «τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ». Τολμήσας… Επήρε την τόλμη να πάει εκεί στο Διοικητήριον του Πιλάτου να ζητήσει το σώμα του Ιησού. Γιατί βάζει «τολμήσας»; Διότι εθεωρείτο κάτι πολύ φοβερό να υπήρξες γνωστός, μέτοχος του Ιησού Χριστού, του καταδικασθέντος ως κακούργου επί του Σταυρού.
Ωστόσο, η στάσις των γυναικών εκείνων που η Εκκλησία μας, σας είπα, τις ονόμασε «Μυροφόρες γυναίκες» γιατί αγόρασαν μύρα και ήθελαν να αλείψουν το σώμα του Ιησού, φυσικά πάνω από τα εντάφια σπάργανα, αυτό το θέμα, ιδιαιτέρως σήμερα θα μας απασχολήσει.
Είναι γνωστή, αγαπητοί μου, η θέσις της γυναικός εις τον αρχαίον κόσμον. Ακόμη και εις τον πολιτισμένον κόσμον των Ελλήνων. Η θέσις, όμως, της γυναικός στον χώρον της Παλαιάς Διαθήκης κατά πολύ υπερέβαλε την κατάστασιν της εξωβιβλικής γυναικός, της γυναικός που ήταν έξω από τον λαό του Θεού. Δηλαδή της Βίβλου, της Παλαιάς Διαθήκης. Αλλά και αυτήν την θέση της γυναικός στην Παλαιά Διαθήκη κατά πολύ υπερβάλλει η θέσις της γυναικός εις την Καινήν Διαθήκην.
Χωρίς υπερβολή, η θέσις της γυναικός μέσα στον Χριστιανισμό, είναι η θέσις της Εύας εις τον Παράδεισον πριν πέσει. Ακόμη περισσότερο η καταξιωμένη χριστιανή γυναίκα είναι και έχει ως πρότυπον την Θεοτόκον. Αυτήν την γυναίκα προβάλλει η Καινή Διαθήκη: την Θεοτόκον· η οποία βεβαίως, απείρως ανωτέρα είναι της παλαιάς Εύας, πριν αυτή πέσει. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι ο πρώτος άνθρωπος που εισέρχεται εις την Βασιλείαν του Θεού είναι η Θεοτόκος, δηλαδή γυναίκα. Είπα «εισέρχεται»· διότι η Εκκλησία μας πιστεύει απολύτως ότι η Θεοτόκος ανεστήθη, όπως και ο Υιός της και όπως Εκείνος Ανελήφθη μετά της σαρκός εις την Βασιλείαν Του, κατά τον ίδιον τρόπο και η Θεοτόκος ανελήφθη, ανεστήθη, ανελήφθη μετά της σαρκός της. Ενώ εις την Βασιλείαν του Θεού δεν υπάρχει κανείς με την σάρκα του. Ούτε ο Ιωάννης ο Πρόδρομος. Ούτε οι Απόστολοι, ούτε ο Παύλος. Μόνη η Θεοτόκος. Όλοι αναμένομε την ανάσταση των νεκρών. Και τότε θα εισέλθομε μετά της σαρκός, υπογραμμίζω, εις την Βασιλείαν του Θεού. Το ακούσατε καλά, ε; Μετά της σαρκός. Έτσι, αγαπητοί μου, η μόνη που εισέρχεται εις την Βασιλείαν του Θεού μετά σαρκός είναι η Υπεραγία Θεοτόκος. Αυτό τι σημαίνει; Ότι η γυναίκα πρώτη έρχεται εις την Βασιλείαν του Θεού μετά σαρκός, λέει πολλά.
Αλλά αξίζει να δούμε ιστορικά την θέση της γυναικός απέναντι εις τον άνδρα, διότι η γυναίκα παραπαίει στην προσπάθειά της να συνειδητοποιήσει ποια είναι η θέση της. Πραγματικά παραπαίει…
Μια εικόνα του αληθούς ανθρώπου, ανδρός ή γυναικός, είναι ο άνθρωπος μέσα εις τον Παράδεισον. Είναι η αυθεντική δημιουργία, χωρίς τα τραύματα της περιπέτειας της ελευθερίας. Διότι η ελευθερία προς κατάκτησή της, παρέχει όχι λίγα τραύματα. Κάποτε είναι τραύματα και αίματος. Αλλά προπαντός ψυχικά τραύματα, συναισθηματικά τραύματα. Η ελευθερία δεν κατακτάται εύκολα. Πάντως εκεί και ο άνδρας και η γυναίκα, εκεί εις τον Παράδεισον είναι άνθρωποι. Άνθρωπος είναι ο άνδρας, άνθρωπος είναι και η γυναίκα. Διότι αργότερα η γυναίκα, θα θεωρηθεί από τον άνδρα, μετά την πτώση βέβαια, ως res, δηλαδή πράγμα! Σαν ένα πρόσωπο… καταχρηστικά είπα πρόσωπο, μία ύπαρξη, η οποία απλώς θα ικανοποιεί και θα ευχαριστεί τον άνδρα και αυτή δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα αντικείμενον. Res. Πράγμα.
«Καὶ εἶπεν ὁ Θεός -διαβάζομε στην Αγία Γραφή-· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν. Καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς». Ώστε λοιπόν και ο άνδρας και η γυναίκα, και το άρσεν και το θήλυ, είναι άνθρωποι. Το υπογραμμίζω γιατί αυτό αποτελεί το κριτήριον των όσων θα δούμε παρακάτω. Και ο άνδρας είναι άνθρωπος και η γυναίκα είναι άνθρωπος. Η γυναίκα λοιπόν είναι άνθρωπος, σε τίποτα δεν υστερεί του ανδρός, διότι αν υστερούσε, τότε δεν θα ήτο άνθρωπος. Αν υστερούσε του ανδρός. Άλλο τώρα ότι υπάρχουν κάποια γνωρίσματα, τα οποία διαφοροποιούν τον άνδρα από την γυναίκα, για να φέρουν εις πέρας το μυστήριον του γάμου, να φέρουν τον τρίτον άνθρωπο εις τον κόσμον αυτόν. Το παιδί τους, τον τρίτον άνθρωπον.
Η γυναίκα κατάγεται από τον Αδάμ. Και είναι σάρκα από την σάρκα και «ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων» του Αδάμ. Ό,τι είναι ο Αδάμ, είναι και η γυναίκα. Ξαναλέγω· άνθρωπος. Τα λέει όλα αυτό. Δεν έχει λοιπόν ξεχωριστή δημιουργία. Έξω, που σας είπα, ότι υπάρχουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, εκείνα που καθορίζουν τον άνδρα ως άνδρα, ως φύλον κι εκείνα που κάνουν την γυναίκα γυναίκα ως φύλον. Το ξαναλέγω. Για σκοπό που σας εξήγησα.
Η γυναίκα επλάσθη ως βοηθός του ανδρός. Κυριότατα εις το έργον της σωτηρίας. Λέμε, η γυναίκα είναι βοηθός του ανδρός. Σε τι; Εις την σωτηρίαν. Όχι να την βοηθάει, επιτρέψατέ μου, να κατέβω πολύ πεζά, να της πλένει τα πιάτα και να της μαγειρεύει. Άλλο θέμα τώρα ότι πρέπει και ο άνδρας να βοηθάει και εις το νοικοκυριό. Όπως μαζί θα κτίσουν το σπίτι τους, μαζί θα το συγυρίσουν το σπίτι τους, θα το διακοσμήσουν, μαζί πάντα θα το υπηρετούν το σπίτι τους. Για να τους υπηρετεί. Αλλά δεν νομίζετε ότι είναι πολύ πεζόν να λέμε ότι η γυναίκα είναι βοηθός… δηλαδή η έννοια του «βοηθός» της λέξεως «βοηθός» είναι μόνο και μόνον για να τον εξυπηρετεί τον άνδρα; Να τον εξυπηρετεί από πλευράς δηλαδή νοικοκυριού; Άπαγε! Αν είναι δυνατόν…
Η βοήθεια θα ήτο δε αμοιβαία. Διότι θα συνιστούσε τον σκοπόν της υπάρξεως του ανθρώπου, που είναι η κοινωνία του, του ανθρώπου η κοινωνία με τον Θεό. Σ’ αυτό θα βοηθούσε η γυναίκα. Αλλά αυτή θα βοηθούσε τον άνδρα να βρει τον σκοπόν του, την θέωση, αλλά και ο άνδρας θα βοηθούσε την γυναίκα να βρει τον σκοπό της, δηλαδή την θέωση. Διότι ο άνθρωπος -όπως λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός- είναι «ζῷον θεούμενον». Όταν λέμε «ζῷον», μην πάει το μυαλό σας στα κτήνη. Αλλά είναι ύπαρξις που ζει. Αυτό είναι το «ζῷον». Η ύπαρξις που ζει. Και συνεπώς είναι κάτι το ζωντανό με προορισμό την θέωση. Και ο άνδρας και η γυναίκα. Βλέπετε φερειπείν εις το Αγιολόγιον της Εκκλησίας μας και άνδρες και γυναίκες. Λέμε: ο άγιος άλφα, ο άγιος βήτα, η αγία άλφα, η αγία βήτα. Το βλέπετε αυτό.
Όμως τα πράγματα δεν έμειναν όπως ο Θεός τα όρισε, αλλά αλλοιώθηκαν. Η γυναίκα, εδώ θα ήθελα να επιστήσω ιδιαιτέρως την προσοχή σας, η γυναίκα υπερέβη τα όριά της. Να το ξαναπώ; Η γυναίκα υπερέβη τα όριά της· που δεν θα έπρεπε αυτό να το κάνει. Αλλά και ο άνδρας υπερέβη και αυτός τα όριά του, που κι αυτός δεν έπρεπε να το κάνει. Διότι «η σχέσις ανδρός και γυναικός είναι η σχέσις κεφαλής και σώματος», όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος. Έτσι, θα λέγαμε, όρια και υπήρχαν, και έπρεπε να υπάρχουν και εις την γυναίκα και εις τον άνδρα. Και τα όρια αυτά είναι τα ανθρώπινα όρια. Δεν θα τα υπερβούμε, ούτε ο άνδρας, ούτε η γυναίκα. Λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Εἴσω τῶν ἡμετέρων ὅρων φιλοσοφῶμεν». Αν και αυτό είναι βέβαια πολύ πολύ ευρύτερο, που λέει ο άγιος Γρηγόριος, στον 1ον του θεολογικό λόγο, που σημαίνει το «εἴσω», δηλαδή εντός, μέσα, όχι έξω από τα όρια, αλλά εκτός των ορίων της ανθρωπίνης διανοίας. «Εἴσω», μέσα από τα όρια των εντολών του Θεού. Δεν θα υπερβείς τίποτα. Ούτε τις εντολές; Ναι, ούτε τις εντολές. Διότι τότε έχομε παρέκκλιση. Δεν είναι της ώρας να σας το αναπτύξω. Το να έχομε παρεκκλίσεις αριστερά, που είναι η παράβασις, και δεξιά, που είναι η υπερβολή. Εἴσω των εντολών. Εἴσω της φύσεώς του ο άνθρωπος.
Αλλά αυτό είναι πολύ γενικό. Είδατε τι ωραία που το λέει ο άγιος Γρηγόριος; Ότι «εἴσω τῶν ἡμετέρων ὅρων φιλοσοφῶμεν». Ας φιλοσοφούμε. Μέσα από τα όριά μας. Όπως ο άνθρωπος, δεν πρέπει να ξεπερνά τα όρια εκείνα που και η φύσις του τα ορίζει. Ξέρετε, είναι πάρα πολύ σοβαρό το θέμα αυτό. Να, αυτή την στιγμή μιλάμε για κλωνοποίηση, μιλάμε για τέτοια πράγματα, κάπου θα βγάλομε τερατογενέσεις. Διότι ο άνθρωπος υπερβαίνει τα όριά του. Και σημειώσατε ότι αυτό δεν είναι πάντοτε πρόοδος. Διότι αν ήταν πρόοδος, οι σύγχρονοι Οικολόγοι δεν θα ανησυχούσαν δια το μέλλον της ανθρωπότητος. Αλλά ανησυχούν, γιατί ο άνθρωπος, στην ανόητη περιέργειά του και εις τις ανόητες ενέργειές του, βγαίνει από τα όριά του. Ας είναι.
Η γυναίκα έδειξε προπέτεια και όχι βουλήν μετά του ανδρός. Η Εύα με τον Αδάμ. Λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Οὐκ ἀνασχομένη μεῖναι ἐπί τῶν οἰκείων ὅρων» . «Δεν ηνείχετο να μείνει», λέει, «στους δικούς της όρους». Και υπερβαίνουσα τους ιδίους της ὅρους, έφθασε στο σημείο να καταστρατηγήσει το έργον του βοηθού στην σωτηρία, τόσον του ανδρός, όσο και της ιδίας. Έκτοτε δέχεται την ποινήν του Θεού. Από την εποχή της Εύας· που ήτο… -είναι γραμμένο αυτό που θα σας πω στο τρίτο κεφάλαιο, στον 16ον στίχο: «Πρὸς τὸν ἄνδρα σου –της λέγει- ἡ ἀποστροφή σου, καὶ αὐτός σου κυριεύσει». Πωπω!… Ξέρετε τι σημαίνει αυτό; «Ἀποστροφή» θα πει στροφή. Δηλαδή «θα είσαι κάτω από την υπακοή του ανδρός σου και αυτός θα γίνει κύριός σου». Χωρίς να το θέλει η γυναίκα και μάλιστα η σύγχρονη γυναίκα- όχι και η παλαιά, και η Σάρα το έλεγε αυτό: «Ο κύριός μου». Ο Αβραάμ. Σήμερα λένε: «Από δω είναι ο κύριός μου». Ορθώς. Διότι είναι ο άνδρας κύριος της γυναικός. Δεν είναι όμως σωστή η έκφρασις όταν ο άνδρας πει: «Από δω η κυρία μου». Όχι. «Η σύζυγός μου». Όχι «η κυρία μου», «η σύζυγός μου». Διότι ο άνδρας κυριεύει της γυναικός. Όχι η γυναίκα του ανδρός.
Αλλά είναι γνωστόν ότι το κυριαρχικόν θέμα το έδωσε ο Θεός και εις τον άνδρα, τον Αδάμ και εις την γυναίκα. Και είπε: «Και κατακυριεύσετε -εις πληθυντικόν αριθμόν- ολόκληρη τη γη και τα ζώα κα τα πετεινά κ.λπ. κ.λπ. καί τούς ἰχθῦς τῆς θαλάσσης …». Τώρα όμως προσθέτει ο Θεός ότι ο άνδρας θα κατακυριεύσει και την γυναίκα. Αυτό είναι η ποινή της, η τιμωρία της. Και η γυναίκα να αισθάνεται την ασφάλειά της πλάι στον άνδρα.
Αγαπητοί μου, κοιτάξτε. Μπορεί καμία κυρία από σας να λέγει: «Δεν τα ανέχομαι αυτά». Τα λέγει ο Θεός. Δεν τα λέγω εγώ. Μέσα στον Χριστιανισμό, η γυναίκα επιστρέφει στην προπτωτική της κατάσταση. Μες στον Χριστιανισμό όμως. Και μάλιστα στα μέτρα της Θεοτόκου. Εφόσον πάλι τηρήσει ό,τι και τότε στον Παράδεισον. Ήτοι τους ὅρους της, τα όριά της. Αυτό όμως δεν άρεσε εις την Χριστιανή γυναίκα των μετέπειτα χρόνων. Και είτε από τον δικό της εγωισμό δεν της άρεσε αυτό, είτε από τον εγωισμό του ανδρός της, γιατί κι αυτός έκανε υπέρβαση των ὅρων του, με το να είναι εγωιστής και να μην προσέχει την σύζυγό του, ξεχνώντας ότι εξήλθε εκ της πλευράς του, και ότι και οι δύο είναι άνθρωποι και τότε, αγαπητοί μου, τα πράγματα αρχίζουν να μην πηγαίνουν καλά. Αυτή δε η υπέρβαση των ὅρων, των ορίων, και από την γυναίκα και από τον άνδρα, εγέννησε ένα τέρας, που λέγεται… -αφύσικο πράγμα, τέρας– που λέγεται φεμινισμός. Όλοι έχετε ακούσει την λέξιν Φεμινισμόν. Είναι η κίνησις εκείνη που θέλει να δώσει δικαιώματα εις την γυναίκα.
Αλλά γιατί να δώσει δικαιώματα; Δεν τα έχει τα δικαιώματά της η γυναίκα; Ναι, αλλά έκανε υπέρβαση ο άνδρας. Ορθόν. Αυτό είναι αλήθεια. Είπαμε ότι και οι δύο υπερέβησαν τα όριά τους. Αλλά όμως δεν καταλαβαίνει η γυναίκα ότι αυτό το κίνημα του φεμινισμού την οδηγεί στην ίδια της την καταδίκη. Ναι, ναι. Στην υποβάθμισή της, στην φθορά της. Δεν θέλω να προσβάλλω τις κυρίες οι οποίες εργάζονται έξω. Αλλά το να εργάζεται η γυναίκα έξω, ενώ είναι η βασίλισσα του οίκου της, δεν είναι υποβάθμισις; Αν το σκεφθούμε καλά και το φιλοσοφήσουμε και το μελετήσουμε, όταν η γυναίκα βγαίνει έξω να δουλέψει, ουσιαστικά υποβαθμίζεται. Λίγο παλιότερα χρόνια, μερικές δεκαετίες πίσω, μόνον η γυναίκα εκείνη που είχε ανάγκη, δηλαδή ήτανε χήρα, ο πατέρας της ήταν άρρωστος ή υπερήλικας, τότε έβγαινε να δουλέψει η γυναίκα. Ήταν ντροπή να βγει έξω η γυναίκα να δουλέψει. Μερικές δεκαετίες πίσω. Κι αν η γυναίκα φθαρεί, τότε βεβαίως θα φθαρεί και ο άνδρας. Αν η γυναίκα υποβαθμιστεί, θα υποβαθμιστεί ασφαλώς και ο άνδρας.
Και αν θέλετε, να τα δούμε τα πράγματα ως εξής. Διαβάζουμε ένα περίεργο χωρίο του Αποστόλου Παύλου· εκ πρώτης όψεως περίεργο. Δεν θα κάνω πλήρη ανάλυση, παρά μόνον τούτου. Ο Απόστολος Παύλος εντέλλεται οι γυναίκες, όταν προσεύχονται, να φορούν κάλυμμα. Κάλυμμα να φορούν. Μία μαντήλα. Ξέρετε γιατί; Όπως ο άνδρας απαγορεύεται να λειτουργεί ή να προσεύχεται, το λέει ο Απόστολος Παύλος, με καλυμμένο το κεφάλι. Γιατί είναι εις δόξαν του Υιού του Θεού. Η γυναίκα είναι εις δόξαν του ανδρός της. Και δείχνει υποταγή. Σύμβολον είναι. Αλλά εάν καταργήσομε τα σύμβολα, δηλαδή τους τύπους, τότε θα καταργήσομε και την ουσία. Και έτσι ακριβώς γίνεται. Είναι λοιπόν σύμβολον. Όταν η γυναίκα βάζει κάλυμμα, όταν πηγαίνει στην Εκκλησία, δείχνει την υποταγή της εις τον άνδρα.
Λέει ο Απόστολος Παύλος στην πρώτη του επιστολή: «Οὕτω γάρ ποτε καὶ αἱ ἅγιαι γυναῖκες(:κάποτε –λέει- έτσι και οι άγιες γυναίκες) αἱ ἐλπίζουσαι ἐπὶ τὸν Θεὸν, ἐκόσμουν ἑαυτάς(:έτσι στόλιζαν τον εαυτό τους. Υπήρχε το κάλυμμα), ὑποτασσόμεναι τοῖς ἰδίοις ἀνδράσιν(:υποτασσόμενες στους ίδιους τους τους άνδρες), ὡς Σάῤῥα ὑπήκουσε τῷ Ἀβραάμ, κύριον αὐτὸν καλοῦσα (:υπήκουσε και τον αποκαλούσε κύριον τον Αβραάμ, τον άνδρα της)».
Έτσι, στον χώρο της Καινής Διαθήκης, αλλά και στην Εκκλησιαστική Ιστορία, αγαπητοί, βλέπομε ποια είναι η καταξιωμένη γυναίκα. Πρώτα πρώτα οι Μυροφόρες γυναίκες που έχουν ανδρείον φρόνημα, χωρίς να μεταβάλλονται σε άνδρες. Χωρίς να μεταβάλλονται σε άνδρες. Ανδρείον φρόνημα. «Τίς εὗρε ἀνδρεία γυναῖκα –λέει το τελευταίο κεφάλαιο των Παροιμιών στην Παλαιά Διαθήκη- εὗρε θησαυρόν». Η ανδρεία γυναίκα. Όχι η ανδρούτσα! Η ανδρεία γυναίκα. Ανδρεία στο φρόνημα. Όχι στα «ποντίκια», να δίνει ξύλο στον άνδρα της. Στο φρόνημα. Αρρωσταίνει ο σύζυγος, παθαίνει ένα ατύχημα. «Τι στενοχωριέσαι, άνδρα μου; Εγώ θα πάω να δουλέψω». «Τι θα κάνεις;». «Θα πλένω σκάλες πολυκατοικιών. Τι σε νοιάζει εσένα;». Αυτή είναι η ανδρεία γυναίκα· που με ανδρείο φρόνημα θα μεγαλώσει και τα παιδιά της κ.ο.κ. Η Μάρθα και η Μαρία, που γνωρίζουν πώς να αγαπούν και πώς να φιλοξενούν, να ασχολούνται τόσο με το νοικοκυριό τους, όσο και με την ακρόαση του θείου λόγου. Η μητέρα, όπως σημειώνει ο Απόστολος Παύλος, του Ρούφου, την οποία αποκαλεί και δική του μητέρα, ο Παύλος, που τον διακονούσε η μητέρα του Ρούφου: «Ἀσπάσασθε -γράφει εις την προς Ρωμαίους- Ροῦφον τὸν ἐκλεκτὸν ἐν Κυρίῳ καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ ἐμοῦ». Και την μητέρα του, που είναι δική του, αυτή τον γέννησε, «αλλά κι εμένα με έχει βοηθήσει, με έχει περιθάλψει, και την δική μου μητέρα». Είδατε;
Η Λυδία, με τον δυναμικό της χαρακτήρα, που μεταβάλλει το σπίτι της σε Εκκλησία. Και φιλοξενεί εκεί τον Παύλο. Η Χλόη, σαν διάκονος που υπηρετεί την Εκκλησία της Κορίνθου. Κι αν το θέλετε, σ’ αυτήν εμπιστεύτηκε την προς Ρωμαίους επιστολήν του ο Απόστολος Παύλος. Ξέρετε τι σήμαινε εμπιστοσύνη για μια επιστολή; Δεν είναι της ώρας να σας το αναλύσω περισσότερο. Η Πρίσκιλλα, αυτή η θαυμασία απόστολος και θεολόγος, που διορθώνει έναν τρανόν Απολλώ. Και στέκεται δεξί χέρι του Παύλου. Η Ολυμπιάς, στα μετέπειτα χρόνια, η ξακουστή εκείνη διάκονος της Κωνσταντινουπόλεως και δεξί χέρι του Ιερού Χρυσοστόμου στα έργα της φιλανθρωπίας.
Και να έρθουμε εις τους νεοτέρους χρόνους. Η Φιλοθέη η Αθηναία. Η κυρία και αρχόντισσα των Αθηνών· που μέσα στα μαύρα χρόνια της Τουρκοκρατίας, προστατεύει τις Αθηναίες κοπέλες από την αμαρτωλή βουλιμία του κατακτητού. Είναι και όλες εκείνες οι γυναίκες που σκιαγραφούνται στις επιστολές του Παύλου και του Πέτρου.
Πρότυπον όμως πάντων είναι η Κυρία Θεοτόκος. Όλη της την ζωή, που ήταν αληθινά μια ζωή προσφοράς. Από την σύλληψη του Υιού της στα σπλάχνα της, του Υιού του Θεού, μέχρι τον Σταυρό και μέχρι την παρουσία της ανάμεσα στους δώδεκα Αποστόλους και τους 120 Χριστιανούς την ημέρα της Πεντηκοστής.
Αγαπητοί, με αυτά τα κριτήρια θα εξετάσομε και θα ελέγξομε τον σύγχρονον Φεμινισμόν· που είναι προϊόν του αποστρατημένου και παραπαίοντος ανθρώπου. Ενός Φεμινισμού που κινείται με κριτήρια καθαρά υλιστικά, που αρνείται τον Θεό και φθάνει τέλος στην άρνηση και αυτού του ανθρώπου. Ένας φεμινισμός που αρνείται την χριστιανική ηθική και ζητά να κηρύξει την χειραφέτηση από τον Θεό και την ηθική, για να ζήσει αυτόν τον ελευθεριασμόν, είναι κάτι πολύ κακό. Αυτός ο ελευθεριασμός, εξάλλου, όχι ελευθερία, ελευθεριασμός, όπως λέμε, μια πρόστυχη γυναίκα, λέμε «ἐλευθερίων ἠθῶν», αυτός ο ελευθεριασμός εξάλλου θα γεννήσει τον Αντίχριστον. Γιατί λένε οι Πατέρες ότι θα γεννηθεί από πόρνη γυναίκα ο Αντίχριστος. Έτσι, οι αντίποδες, θα λέγαμε, αυτού του φεμινισμού, και που είναι η αγνότης, και που είναι η παρθενία της Θεοτόκου, φέρει τον Χριστόν εις τον κόσμον.
Γι’αυτό είναι ανάγκη η χριστιανή γυναίκα να επανεύρει τον αληθινό της δρόμο και να μην δέχεται θέσεις και επιδράσεις από τον αρνητικόν φεμινισμόν. Σ’ αυτό έχει ευθύνη και ο άνδρας. Όχι να προσφέρει στην γυναίκα του τσιγάρο, για να μάθει κι αυτή να καπνίζει… Τι να λέω, πού να λέω, τα ξέρετε. Πρέπει να μην δέχεται το φεμινιστικό κίνημα. Αλλά πρέπει να παύσει ο άνδρας και να καταδυναστεύει την γυναίκα. Αυτός είναι η κεφαλή. Και η κεφαλή δεν καταδυναστεύει το σώμα. Αλλά το κατευθύνει, το προφυλάττει, το αγαπά και συναλγεί μαζί του.
Αγαπητοί, το αιώνιο παράδειγμα είναι μπροστά μας: ο Χριστός και η Εκκλησία· την οποία ως νύμφη ο Χριστός την αγαπά και παρέδωκε Εαυτόν υπέρ αυτής. Έτσι σήμερα, η τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα, η Εκκλησία μας αφιερώνει την ημέρα αυτή στις θαυμάσιες εκείνες και ανδρείες γυναίκες, τις Μυροφόρες. Για να δείχνει στις χριστιανές γυναίκες όλων των αιώνων και όλων των εποχών, την σωστή πορεία της χριστιανής γυναίκας.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_754.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.