ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (28/7/2024)
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ε΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Κατά Ματθαίον, κεφ. Η΄, εδάφια 28-34 και κεφ. Θ΄, εδάφιο 1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄: 28Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. 29 Καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς; 30 Ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. 31 Οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. 32 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. Οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. 33 Οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. 34 Καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ΄: 1 Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ ΠΑΝ. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄: 28Και όταν ο Κύριος ήλθε στην απέναντι όχθη, στη χώρα των Γεργεσηνών, Τον συνάντησαν δύο δαιμονισμένοι που έβγαιναν από τα μνήματα που υπήρχαν εκεί, στα οποία ευχαριστιούνταν να κατοικούν. Ήταν και οι δύο επιθετικοί και πολύ επικίνδυνοι· τόσο, ώστε να μην μπορεί κανείς να περάσει απ’ τον δρόμο εκείνο. 29 Και ξαφνικά απ’ τον φόβο τους κραύγασαν δυνατά και είπαν: «Ποιa σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε Σένα, Ιησού, Υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ πρόωρα, πριν από τον καιρό της παγκόσμιας κρίσεως, για να μας βασανίσεις;». 30 Στο μεταξύ υπήρχε μακριά απ’ αυτούς ένα κοπάδι με πολλούς χοίρους, που έβοσκαν εκεί. 31 Οι δαίμονες τότε άρχισαν να Τον παρακαλούν λέγοντας: «Εάν πρόκειται να μας βγάλεις έξω από εδώ, δώσε μας την άδεια να φύγουμε και να μπούμε μέσα στο κοπάδι των χοίρων». 32 Και επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, που απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας, ο Κύριος, τιμωρώντας την παρανομία τους αυτή, είπε στους δαίμονες: «Πηγαίνετε». Και αυτοί βγήκαν απ’ τους ανθρώπους και πήγαν στους χοίρους. Και ξαφνικά όλο το κοπάδι των χοίρων όρμησε με μανία από το επάνω μέρος του γκρεμού προς τα κάτω, στη θάλασσα, και πνίγηκαν στα νερά της λίμνης. 33 Τότε εκείνοι που έβοσκαν τους χοίρους έφυγαν, και αφού πήγαν στην πόλη, ανήγγειλαν όλα όσα έγιναν, και ιδιαιτέρως το τι συνέβη με τους δαιμονισμένους. 34 Και τότε όλοι οι κάτοικοι της πόλεως βγήκαν για να συναντήσουν τον Ιησού˙ και όταν Tον είδαν, Tον παρακάλεσαν να φύγει από τα σύνορά τους, από φόβο μήπως πάθουν και μεγαλύτερα κακά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ΄: 1 Και αφού μπήκε σε ένα πλοίο, πέρασε στην απέναντι όχθη της λίμνης, και ήλθε στη δική Του πόλη, την Καπερναούμ.
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Ρωμ. 10,1-10]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Ἀδελφοί, ἡ μὲν εὐδοκία τῆς ἐμῆς καρδίας καὶ ἡ δέησις πρὸς τὸν Θεὸν ὑπὲρ αὐτῶν εἰς σωτηρίαν(:Ενώ όμως αδελφοί, οι Ισραηλίτες απίστησαν και αποξενώθηκαν από τη σωτηρία του Μεσσία, η σφοδρή επιθυμία και ευαρέσκεια της καρδιάς μου και η δέηση που απευθύνω στον Θεό είναι για χάρη των Ισραηλιτών, για να πετύχουν τη σωτηρία)»[Ρωμ.10,1].
Πρόκειται πάλι να ασχοληθεί με αυτούς σφοδρότερα από ό,τι προηγουμένως. Γι’ αυτό πάλι αναιρεί την υποψία κάθε αποστροφής και χρησιμοποιεί πολύ την εκ των προτέρων διόρθωση. «Να μην προσέχετε λοιπόν», λέγει, «στα λόγια, ούτε στις κατηγορίες μου, αλλά ότι λέγω αυτά όχι από εχθρική διάθεση». Γιατί δεν είναι γνώρισμα του ίδιου ατόμου και να επιθυμεί να σωθούν αυτοί, και όχι μόνο να επιθυμεί, αλλά και να προσεύχεται, και πάλι να τους μισεί και να τους αποστρέφεται· καθόσον με τη λέξη «εὐδοκία» εδώ εννοεί τη σφοδρή επιθυμία και την προσευχή που κάνει. Όχι μόνο λοιπόν για να απαλλαγούν από την κόλαση, αλλά και για να σωθούν αυτοί, και φροντίζει και προσεύχεται πολύ. Όχι όμως μόνο από εδώ, αλλά και από τα επόμενα δείχνει την αγάπη που έχει προς αυτούς· γιατί από τα ίδια τα πράγματα, όσο μπορούσε, αγωνίζεται και μάχεται ζητώντας να βρει γι΄αυτούς έστω και κάποια ασήμαντη απολογία· και δεν μπορεί, γιατί νικιέται από τη φύση των πραγμάτων.
«Μαρτυρῶ γὰρ αὐτοῖς ὅτι ζῆλον Θεοῦ ἔχουσιν, ἀλλ΄ οὐ κατ΄ ἐπίγνωσιν(:Και επιθυμώ να σωθούν, διότι δίνω γι΄αυτούς μαρτυρία ότι έχουν ζήλο για τον Θεό· αλλά ο ζήλος τους αυτός δεν διευθύνεται από ορθή και πλήρη γνώση σχετικά με τον Θεό και για τα καθήκοντα προς Αυτόν)»[Ρωμ.10,2], λέγει. Ασφαλώς αυτά είναι άξια για συγνώμη, όχι για κατηγορία. Εάν λοιπόν είναι αποχωρισμένοι όχι για άνθρωπο, αλλά για ζήλο, είναι δίκαιο να ελεούνται αυτοί μάλλον, παρά να τιμωρούνται.
Αλλά πρόσεχε ότι με σύνεση και τους έκανε χάρη με τον λόγο του και έδειξε την άκαιρη φιλονικία τους: «ἀγνοοῦντες γὰρ τὴν τοῦ Θεοῦ δικαιοσύνην(:δεν φρόντισαν δηλαδή να γνωρίσουν τη δικαίωση που δίνει ο Θεός από αγαθότητα)», λέγει. Πάλι τα λόγια αυτά δείχνουν συγνώμη, αλλά τα επόμενα δείχνουν πολύ έντονη κατηγορία, και αναιρεί κάθε δικαιολογία: «καὶ τὴν ἰδίαν ζητοῦντες στῆσαι, τῇ δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ οὐχ ὑπετάγησαν(:και ζητούν να στήσουν τη δική τους αντίληψη σχετικά με τη δικαίωση. Γι’ αυτό και δεν υπέταξαν τον εαυτό τους στη δικαίωση του Θεού)»[Ρωμ.10,3].
Και τα έλεγε αυτά, για να δείξει ότι πλανήθηκαν περισσότερο από φιλονικία και φιλαρχία, παρά από άγνοια, και ότι δεν έστησαν ούτε αυτήν τη δικαίωση που προέρχεται από την εκτέλεση του νόμου· γιατί με το να πει «επειδή ζητούσαν να στήσουν», φανερώνει αυτό ακριβώς. Και αυτό δεν το ανέφερε βέβαια καθαρά, γιατί δεν είπε: «ότι έχασαν κάθε δικαίωση», αλλά υπαινίχτηκε αυτό με υπερβολική σύνεση και με τη σοφία που αρμόζει σε αυτόν· γιατί, αν ακόμη ζητούν να τη στήσουν εκείνη, είναι ολοφάνερο ότι δεν την έστησαν· αν δεν υποτάχτηκαν σε αυτήν, και αυτήν την έχασαν. Και την ονομάζει «δική τους δικαίωση», ή γιατί δεν ισχύει πια ο μωσαϊκός νόμος ή γιατί εξαρτάται από τους κόπους και τους ιδρώτες, ενώ αυτήν που προέρχεται από την πίστη την ονομάζει «δικαίωση του Θεού», γιατί ολόκληρη εξαρτάται από τη χάρη του Θεού, και λαμβάνεται όχι με κόπους, αλλά με τη δωρεά του Θεού. Όμως εκείνοι που πάντοτε αντιστέκονται στο Άγιο Πνεύμα και αγωνίζονται να δικαιωθούν με τον νόμο, δεν προσήλθαν στην πίστη. Επειδή όμως δεν προσήλθαν στην πίστη, ούτε έλαβαν τη δικαίωση που προέρχεται από αυτήν, και επειδή δεν μπόρεσαν να δικαιωθούν και από τον νόμο, από παντού έχασαν τη δικαίωση.
«Τέλος γὰρ νόμου Χριστὸς εἰς δικαιοσύνην παντὶ τῷ πιστεύοντι(:Διότι ο Χριστός έδωσε τέλος στην αποστολή και την ισχύ του νόμου· και έτσι τώρα αποκτά τη δικαίωση και τη σωτηρία του καθένας που πιστεύει στον Χριστό, και όχι όποιος εξαρτά τη δικαίωσή του από τον νόμο, όπως την εξαρτούν οι Ισραηλίτες που απίστησαν)»[Ρωμ.10,4].Βλέπε τη σύνεση του Παύλου. Επειδή λοιπόν είπε «δικαίωση» και «δικαίωση», για να μη νομίσουν όσοι από τους Ιουδαίους πίστεψαν, ότι έχουν τη μία και έχασαν την άλλη, και ότι κατηγορούνται για παράβαση του νόμου( γιατί πραγματικά και αυτοί δεν έπρεπε να φοβούνται λιγότερο, αφού ακόμη ήταν νεοφώτιστοι), ούτε οι Ιουδαίοι πάλι να έχουν προσδοκίες πως θα την κατορθώσουν αυτήν και να πουν ότι «αν και δεν την πετύχαμε τώρα, οπωσδήποτε όμως θα την επιτύχουμε» , πρόσεχε τι κάνει. Δείχνει ότι μία είναι η δικαίωση, και εκείνη ανακεφαλαιώνεται σε αυτήν, και ότι εκείνος που προτίμησε αυτήν που προέρχεται από την πίστη, πραγματοποίησε και εκείνην· εκείνος όμως που περιφρόνησε αυτήν, έχασε και εκείνην μαζί με αυτήν· γιατί, αν το τέλος του νόμου είναι ο Χριστός, εκείνος που δεν έχει τον Χριστό, και αν ακόμη νομίζει πως έχει τη δικαίωση εκείνη, δεν την έχει· ενώ εκείνος που έχει τον Χριστό, και αν ακόμη δεν έχει κατορθώσει τον νόμο, τα έλαβε όλα.
Γιατί και ο σκοπός της ιατρικής είναι η υγεία. Όπως ακριβώς λοιπόν εκείνος που μπορεί να κάνει κάποιον υγιή, και αν ακόμη δεν έχει την ιατρική, τα έχει όλα, ενώ εκείνος που δεν ξέρει να θεραπεύει, και αν ακόμη νομίζει πως ασκεί την ιατρική τέχνη, έχασε τα πάντα· έτσι στον νόμο και την πίστη, εκείνος που βρίσκεται έξω από την πίστη, είναι ξένος και από τα δύο. Τι λοιπόν ήθελε ο νόμος; Να δικαιώσει τον άνθρωπο. Δεν τα κατάφερε όμως, γιατί κανένας δεν τον εκπλήρωσε. Αυτό λοιπόν ήταν το τέλος του νόμου, και σε αυτό αποσκοπούσαν όλα, και γι’ αυτό γίνονταν όλα, και οι γιορτές και οι εντολές και οι θυσίες και όλα τα υπόλοιπα, για να δικαιωθεί ο άνθρωπος. Αλλά το τέλος αυτό το κατόρθωσε ο Χριστός σε μεγαλύτερο βαθμό με την πίστη. «Μη φοβηθείς λοιπόν», λέγει, «ότι παραβαίνεις τον νόμο, επειδή προσήλθες στην πίστη· γιατί τότε παραβαίνεις αυτόν, όταν εξαιτίας αυτού δεν πιστέψεις στον Χριστό· γιατί αν πιστέψεις σε Αυτόν, και εκείνον εκπλήρωσες, και πολύ περισσότερο από όσο διέταξε· γιατί έλαβες πολύ μεγαλύτερη δικαίωση».
Στη συνέχεια, επειδή αυτά ήταν απόφαση, τα επιβεβαιώνει πάλι από τις Γραφές. «Μωϋσῆς γὰρ γράφει τὴν δικαιοσύνην τὴν ἐκ τοῦ νόμου ὅτι ὁ ποιήσας ἄνθρωπος ζήσεται ἐν αὐτῇ(:Και η σωτηρία δίνεται μόνο με την πίστη, διότι ο Μωυσής γράφει για τη δικαίωση που προέρχεται από τον μωσαϊκό νόμο, ότι ο άνθρωπος που θα τηρήσει ανεξαιρέτως όσα ο νόμος διατάζει, θα ζήσει χάρη σε αυτά, και συνεπώς αυτός κα μόνο θα σωθεί. Η ακριβής όμως τήρηση του νόμου είναι αδύνατη)»[Ρωμ.10,5], λέγει. Αυτό που λέγει, σημαίνει το εξής: ο Μωυσής μάς δείχνει τη δικαίωση που προέρχεται από τον νόμο, ποια είναι και τι λογής. Ποια λοιπόν είναι και από τι αποτελείται; Από την εκπλήρωση των εντολών. «Ὁ ποιήσας ἄνθρωπος ζήσεται ἐν αὐτῇ(:Ο άνθρωπος που θα τηρήσει ανεξαιρέτως όσα ο νόμος διατάζει, θα ζήσει χάρη σε αυτά, και συνεπώς αυτός κα μόνο θα σωθεί. Η ακριβής όμως τήρηση του νόμου είναι αδύνατη)», λέγει. Άλλωστε δεν είναι δυνατό να γίνει δίκαιος με τον νόμο, παρά μόνο όταν εκπληρώσει όλες τις εντολές· αυτό όμως σε κανέναν δεν έγινε δυνατό. Συνεπώς εξέπεσε η δικαίωση αυτή.
Αλλά πες μας, Παύλε, και την άλλη δικαίωση που προέρχεται από τη χάρη. Ποια λοιπόν είναι αυτή και από τι αποτελείται; Άκουσε αυτόν που την περιγράφει με σαφήνεια. Επειδή λοιπόν κατηγόρησε εκείνη, πηγαίνει στη συνέχεια σε αυτήν και λέγει: «Ἡ δὲ ἐκ πίστεως δικαιοσύνη οὕτως λέγει· Μὴ εἴπῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου· Τίς ἀναβήσεται εἰς τὸν οὐρανόν; τοῦτ΄ ἔστι Χριστὸν καταγαγεῖν ἤ, Τίς καταβήσεται εἰς τὴν ἄβυσσον; τοῦτ΄ ἔστι Χριστὸν ἐκ νεκρῶν ἀναγαγεῖν. Ἀλλὰ τί λέγει; Ἐγγύς σου τὸ ῥῆμά ἐστιν, ἐν τῷ στόματί σου καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ σου· τοῦτ΄ ἔστι τὸ ῥῆμα τῆς πίστεως ὃ κηρύσσομεν. Ὅτι ἐὰν ὁμολογήσῃς ἐν τῷ στόματί σου Κύριον Ἰησοῦν, καὶ πιστεύσῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου ὅτι ὁ Θεὸς αὐτὸν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν· σωθήσῃ καρδίᾳ γὰρ πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι δὲ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν (:Αντιθέτως, σχετικά με τη δικαίωση από την πίστη λέει ο Μωυσής στο “Δευτερονόμιο”: “Μην εισχωρήσει στην καρδιά σου ο λογισμός: Ποιος θα ανεβεί στον ουρανό;” Για να κατεβάσει δηλαδή από εκεί τον Χριστό, που θα με οδηγήσει στη σωτηρία. Ή: “Ποιος θα κατεβεί στα σκοτεινά και βαθιά μέρη του Άδη;”. Για να αναστήσει δηλαδή τον Χριστό από τους νεκρούς, που θα μας δώσει τη σωτηρία και τη ζωή. Αλλά τι λέει η Αγία Γραφή για τη σωτηρία από την πίστη; Λέει τα εξής: “Είναι κοντά σου ο λόγος, κοντά στο στόμα σου και στην καρδιά σου”. Δηλαδή είναι κοντά σου ο λόγος που πρέπει να πιστέψεις, και τον οποίο εμείς οι Απόστολοι κηρύττουμε. Και είναι κοντά στο στόμα σου και στην καρδιά σου ο λόγος αυτός, διότι, εάν ομολογήσεις με το στόμα σου τον Ιησού ως υπέρτατο Κύριο και πιστέψεις με την καρδιά σου ότι ο Θεός Τον ανέστησε από τους νεκρούς, θα σωθείς. Και θα σωθείς, επειδή με την καρδιά του πιστεύει κανείς και με όλη την ψυχή του, και ως καρπό της πίστεως αυτής έχει τη δικαίωσή του και με το στόμα του ομολογεί την πίστη, και ως καρπό έχει τη σωτηρία του)»[Ρωμ.10,6-10].
Για να μη λέγουν λοιπόν οι Ιουδαίοι πως βρήκαν μεγαλύτερη δικαίωση εκείνοι που δεν βρήκαν τη μικρότερη, αναφέρει αναντίρρητη σκέψη, ότι ο δρόμος αυτός είναι πιο εύκολος από εκείνον· γιατί αυτός ο δρόμος απαιτεί εκπλήρωση όλων των εντολών· όταν λοιπόν τα κάνεις όλα, τότε θα ζήσεις. Η δικαίωση όμως από την πίστη δεν λέγει αυτό, αλλά τι; «Εάν ομολογήσεις με το στόμα σου ότι ο Ιησούς είναι ο Κύριος και πιστέψεις με την καρδιά σου ότι ο Θεός Τον ανέστησε από τους νεκρούς, θα σωθείς».
Στη συνέχεια, για να μη φανεί πάλι ότι την κάνει ευκαταφρόνητη με το να δείχνει πως είναι εύκολη και απλή, πρόσεχε πώς πλαταίνει τον λόγο γι’ αυτή· γιατί δεν ήρθε αμέσως σε αυτό, που έχουμε πει, αλλά τι λέγει; «Αντιθέτως, σχετικά με τη δικαίωση από την πίστη λέει ο Μωυσής στο “Δευτερονόμιο”: “Μην εισχωρήσει στην καρδιά σου ο λογισμός: Ποιος θα ανεβεί στον ουρανό;” Για να κατεβάσει δηλαδή από εκεί τον Χριστό, που θα με οδηγήσει στη σωτηρία. Ή: “Ποιος θα κατεβεί στα σκοτεινά και βαθιά μέρη του Άδη;”. Για να αναστήσει δηλαδή τον Χριστό από τους νεκρούς, που θα μας δώσει τη σωτηρία και τη ζωή)». Γιατί, όπως στην αρετή που εκδηλώνεται με τα έργα αντιστέκεται η ραθυμία, χαλαρώνοντας τις δυνάμεις, και πρέπει να αγρυπνεί πάρα πολύ η ψυχή, ώστε να μην υποχωρεί, έτσι και όταν πρέπει να πιστέψουμε, υπάρχουν σκέψεις που προκαλούν σύγχυση και βλάπτουν τη διάνοια των πολλών και χρειάζεται πιο ρωμαλέα ψυχή, ώστε να αποκρούσει αυτές.
Γι’ αυτό ακριβώς και αναφέρει τις σκέψεις αυτές, και εκείνο που έκανε στην περίπτωση του Αβραάμ, αυτό κάνει και εδώ· γιατί και εκεί, αφού έδειξε πως αυτός δικαιώθηκε από την πίστη, για να μη φανεί ότι είχε λάβει μάταια και χωρίς λόγο τόσο μεγάλο στεφάνι, σαν να μην ήταν τίποτε το πράγμα, εξυψώνοντας τη φύση της πίστεως, λέγει: «Ὅς παρ᾿ ἐλπίδα ἐπ᾿ ἐλπίδι ἐπίστευσεν, εἰς τὸ γενέσθαι αὐτὸν πατέρα πολλῶν ἐθνῶν κατὰ τὸ εἰρημένον· οὕτως ἔσται τὸ σπέρμα σου· καὶ μὴ ἀσθενήσας τῇ πίστει οὐ κατενόησε τὸ ἑαυτοῦ σῶμα ἤδη νενεκρωμένον, ἑκατονταέτης που ὑπάρχων, καὶ τὴν νέκρωσιν τῆς μήτρας Σάῤῥας· εἰς δὲ τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Θεοῦ οὐ διεκρίθη τῇ ἀπιστίᾳ, ἀλλ᾿ ἐνεδυναμώθη τῇ πίστει, δοὺς δόξαν τῷ Θεῷ. καὶ πληροφορηθεὶς ὅτι ὃ ἐπήγγελται δυνατός ἐστι καὶ ποιῆσαι. διὸ καὶ ἐλογίσθη αὐτῷ εἰς δικαιοσύνην(:Αυτήν την υπόσχεση έδωσε ο Θεός στον Αβραάμ· αυτός λοιπόν αν και η γεροντική του ηλικία δεν του έδινε καμία ελπίδα να αποκτήσει παιδί, ελπίζοντας στη δύναμη του Θεού πίστεψε ότι θα γινόταν πατέρας πολλών εθνών, σύμφωνα με εκείνο που του είπε ο Θεός: “Θα είναι οι απόγονοί σου τόσο πολλοί και λαμπροί όπως τα άστρα του ουρανού”. Και επειδή δεν κλονίστηκε στην πίστη του αυτή, δεν συλλογίστηκε ότι το σώμα του ήταν πια νεκρό και ανίκανο να κάνει παιδιά, διότι ήταν περίπου εκατό ετών. Ούτε συλλογίστηκε τη νέκρωση της μήτρας της γυναίκας του της Σάρας. Και δεν ταλαντεύτηκε από αμφιβολίες απιστίας στην υπόσχεση που του έδωσε ο Θεός, αλλά αντίθετα ενδυνάμωσε τον εαυτό του στην πίστη και δόξασε τον Θεό, σαν να είχε ήδη πραγματοποιηθεί η υπόσχεσή του. Και απέκτησε απόλυτη βεβαιότητα ότι εκείνο που υπόσχεται ο Θεός έχει τη δύναμη και να το εκπληρώσει. Και επειδή πίστεψε με τέτοια πεποίθηση, γι’ αυτό λογαριάστηκε σε αυτόν η πίστη του αυτή ως δικαίωση)» [Ρωμ.4,18-22]. Και έδειξε ότι χρειάζεται δύναμη και ψυχή ανώτερη που να δέχεται εκείνα που υπερβαίνουν την ελπίδα και να μη σκοντάφτει στα ορατά πράγματα. Αυτό λοιπόν και εδώ κάνει και δείχνει πως χρειάζεται φιλόσοφη διάνοια και διάθεση υψηλή μέχρι τον ουρανό και μεγάλη. Και δεν είπε απλώς: «μην πεις», αλλά «μην πεις στην καρδιά σου»· δηλαδή, ούτε να σκεφτείς να αμφιβάλλεις και να πεις στον εαυτό σου: «Και πώς είναι δυνατόν αυτό;».
Βλέπεις ότι αυτό προπάντων είναι το γνώρισμα της πίστεως, το να επιζητούμε δηλαδή αφού αφήσουμε κάθε φυσική συνέχεια των πραγμάτων, το υπερφυσικό, και αφού απομακρύνουμε την ασθένεια των σκέψεων, να παραδεχόμαστε πως όλα προέρχονται από τη δύναμη του Θεού; Αν και βέβαια οι Ιουδαίοι δεν έλεγαν μόνο αυτά, αλλά ότι δεν είναι δυνατό να δικαιωθούν από την πίστη. Όμως αυτός σε άλλο οδηγεί αυτό που έχει γίνει, με σκοπό, όταν δείξει ότι είναι τόσο μεγάλο, ώστε και αφού πραγματοποιηθεί να χρειάζεται την πίστη, να φανεί πως δίκαια πλέκει το στεφάνι σε αυτούς. Και χρησιμοποιεί λόγια της Παλαιάς Διαθήκης, φροντίζοντας πάντοτε να αποφεύγει τις κατηγορίες για καινοτομία και σύγκρουση με εκείνη· γιατί αυτό που λέγει εδώ για την πίστη, το λέγει σε αυτούς για την εντολή ο Μωυσής, για να δείξει ότι απόλαυσαν πολλές ευεργεσίες από τον Θεό· γιατί «δεν είναι δυνατό να πει», λέγει, «ότι πρέπει να ανέβει στον ουρανό και να περάσει μεγάλο πέλαγος, και τότε να λάβει τις εντολές, αλλά τα τόσο μεγάλα και υπέρογκα μάς τα έκανε εύκολα ο Θεός».
Τι σημαίνει όμως: «ἐγγύς σου τὸ ῥῆμά ἐστιν(:κοντά σου είναι ο λόγος, τον οποίο πρέπει να πιστέψεις)»; Δηλαδή, είναι εύκολος, γιατί η σωτηρία βρίσκεται στη σκέψη σου και στη γλώσσα σου. Χωρίς να βαδίζουμε πολύ δρόμο, ούτε να πλεύσουμε πέλαγος, ούτε να περάσουμε βουνά, έτσι πρέπει να σωθούμε. Αλλά κι αν δεν θέλεις ούτε αυτόν τον δρόμο να βαδίσεις, είναι δυνατό παραμένοντας και στο σπίτι σου να σωθείς, γιατί η αφετηρία της σωτηρίας σου βρίσκεται στο στόμα σου και στην καρδιά σου.
Στη συνέχεια, κάνοντας και από αλλού εύκολο τον λόγο για την πίστη, λέγει ότι «ο Θεός ανέστησε Αυτόν από τους νεκρούς». Σκέψου λοιπόν την αξία Εκείνου που Τον ανέστησε, και δεν θα δεις πια καμία δυσκολία στο πράγμα. Επομένως, το ότι βέβαια είναι Κύριος, είναι φανερό από την Ανάσταση, πράγμα που και στην αρχή της επιστολής έλεγε: «τοῦ ὁρισθέντος υἱοῦ Θεοῦ ἐν δυνάμει κατὰ πνεῦμα ἁγιωσύνης ἐξ ἀναστάσεως νεκρῶν, Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν(:και αποδείχτηκε ότι είναι Υιός του Θεού με δύναμη υπερφυσική που προερχόταν από το Πνεύμα που μεταδίδει αγιασμό· και προπάντων αποδείχτηκε με την ανάστασή Του από τους νεκρούς. Μιλώ για τον Ιησού Χριστό, τον Κύριό μας)»[Ρωμ.1,4], το ότι όμως και η Ανάσταση είναι εύκολη, έχει αποδειχτεί από τη δύναμη Εκείνου που την έκανε και σε αυτούς που πάρα πολύ δύσκολα πιστεύουν. Όταν λοιπόν και μεγαλύτερη είναι η δικαίωση και εύκολη και εύκολα αποδεκτή, και δεν είναι δυνατό να δικαιωθούμε διαφορετικά, δεν είναι τότε δείγμα της χειρότερης μορφής φιλονικίας το να επιχειρούν τα αδύνατα, εγκαταλείποντας τα εύκολα και τα ελαφρά; Γιατί δεν θα μπορούσαν να πουν ότι εγκατέλειψαν το πράγμα επειδή ήταν βαρύ.
Είδες πώς τους στερεί από κάθε συγνώμη; Για ποια απολογία λοιπόν μπορεί να είναι άξιοι, αφού προτίμησαν το βαρύ και ακατόρθωτο, ενώ περιφρόνησαν το εύκολο και αυτό που μπορούσε να τους σώσει και να τους δώσει εκείνα, που δεν μπόρεσε να τους δώσει ο νόμος; Γιατί αυτά δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μόνο απόδειξη διάθεσης που φιλονικεί και ξεσηκώνεται εναντίον του Θεού. Καθόσον ο μωσαϊκός νόμος είναι δυσβάστακτος, ενώ η χάρη εύκολη· ο νόμος, και αν ακόμη προσπαθήσουν πάρα πολύ δεν σώζει ενώ η χάρη χορηγεί και τη δική της δικαίωση και τη δικαίωση του νόμου. Ποιος λόγος λοιπόν θα τους σώσει όταν φέρονται με εχθρική διάθεση σε αυτήν, ενώ προσηλώνονται σε εκείνον άσκοπα και στα χαμένα;
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-romanos.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην προς Ρωμαίους επιστολήν, ομιλία ΙΗ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1985, τόμος 17, σελίδες 325-335.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ [:Ματθ. 8,28-9,1]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΓΕΡΓΕΣΗΝΩΝ
«Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:Και όταν ο Κύριος ήλθε στην απέναντι όχθη, στη χώρα των Γεργεσηνών, τον συνάντησαν δύο δαιμονισμένοι που έβγαιναν από τα μνήματα που υπήρχαν εκεί, στα οποία ευχαριστιούνταν να κατοικούν. Ήταν και οι δύο επιθετικοί και πολύ επικίνδυνοι˙ τόσο, ώστε να μην μπορεί κανείς να περάσει απ’ τον δρόμο εκείνο. Και ξαφνικά απ’ τον φόβο τους κραύγασαν δυνατά και είπαν: “Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σένα, Ιησού, υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ πρόωρα, πριν από τον καιρό της παγκόσμιας κρίσεως, για να μας βασανίσεις;”)»[Ματθ.8,28-29].
Επειδή ο κόσμος θεωρούσε τον Ιησού ακόμη ως έναν απλό άνθρωπο, ήρθαν τώρα οι δαίμονες και ανακηρύσσουν τη θεότητά Του. Και αυτοί που την τρικυμισμένη πρώτα και τώρα, έπειτα από την εντολή Του, ησυχασμένη θάλασσα, δεν την άκουγαν που μαρτυρούσε με την απότομη γαλήνευσή της την ομολογία του Δημιουργού της, άκουγαν τους δαίμονες που κραύγαζαν αυτά, που ακριβώς και εκείνη κραύγαζε με τη γαλήνη της. Κι έπειτα, για να μη θεωρηθεί ότι η διακήρυξη αυτή των δαιμόνων απέβλεπε στην κολακεία του Ιησού που λίγο πριν με ένα πρόσταγμά Του είχε επιβληθεί στα στοιχεία της φύσης και είχε κοπάσει την τρικυμία, φωνάζουν δυνατά, βασιζόμενοι στην πείρα τους και λέγουν: «Ήρθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;». Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ομολογούν την έχθρα τους προς τον Κύριο, για να μη θεωρηθεί ύποπτη κολακείας η παράκλησή τους· γιατί δέχονταν αόρατα χτυπήματα και τους έδερνε χειρότερη από όσο την θάλασσα τρικυμία κι ένιωθαν να τρυπιούνται και να καίγονται και να παθαίνουν αθεράπευτα κακά και από την παρουσία Του μονάχα.
Πραγματικά, επειδή κανένας δεν είχε την τόλμη να τους πλησιάσει μέχρι τότε, ο ίδιος ο Χριστός έρχεται προς αυτούς. Και ο μεν Ματθαίος λέγει ότι Του έλεγαν: «Ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:Ήρθες εδώ να μας βασανίσεις, πριν έλθει ο προκαθορισμένος καιρός της κρίσεως και της τιμωρίας μας;)»[Ματθ.8,29], ενώ οι άλλοι ευαγγελιστές πρόσθεσαν ότι Τον παρακαλούσαν και Τον εξόρκιζαν για να μην τους ρίξει στην άβυσσο[πρβ. Μάρκ. 5,10: «Καὶ παρεκάλει αὐτὸν πολλὰ ἵνα μὴ ἀποστείλῃ αὐτοὺς ἔξω τῆς χώρας(:Και παρακαλούσε πολύ τον Ιησού να μην τους στείλει έξω από τη χώρα εκείνη)» και Λουκ.8,51: «Καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν(:Και τα δαιμόνια αυτά με το στόμα του δαιμονισμένου Τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στα τρίσβαθα του Άδη)». Διότι νόμιζαν ότι έφτασε γι’ αυτούς η κόλαση και φοβήθηκαν ότι θα τιμωρηθούν πλέον.
Εάν πάλι όσοι μελετούν το Ευαγγέλιο του Λουκά λέγουν ότι ο δαιμονιζόμενος ήταν ένας [βλ. Λουκ. 8,27: «Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν(:Και όταν ο Ιησούς βγήκε στη στεριά, τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που καταγόταν από την πόλη, ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια. Αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα)»], ενώ ο Ματθαίος κάνει λόγο για δύο δαιμονιζόμενους[βλ. Ματθ.8,28: «Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης(:Όταν λοιπόν ήλθε στην απέναντι παραλία, στη χώρα των Γεργεσηνών, ήρθαν να Τον συναντήσουν δύο δαιμονιζόμενοι που έβγαιναν από τα μνημεία και οι οποίοι ήσαν άγριοι και επιθετικοί, ώστε να μην μπορεί να περάσει κανείς από τον δρόμο εκείνον)»], ούτε και το γεγονός αυτό παρουσιάζει διαφωνία μεταξύ των δύο ευαγγελιστών· διότι εάν έγραφε ο Λουκάς ότι ένας μόνο δαιμονιζόμενος υπήρξε και δεν υπήρχε άλλος, θα φαινόταν ότι διαφωνούσε προς τον Ματθαίο. Τώρα όμως που ο ένας μίλησε για έναν δαιμονιζόμενο και ο άλλος για δύο δαιμονιζόμενους, δεν προέρχεται από αντίφαση το πράγμα, αλλά από τον διαφορετικό τρόπο αφηγήσεως. Πραγματικά προσωπικά νομίζω ότι ο Λουκάς διάλεξε τον φοβερότερο από τους δύο και γι’ αυτόν έκανε λόγο. Γι’ αυτό και περιγράφει πιο τραγικά τη συμφορά του, όπως για παράδειγμα ότι έσπαζε τα δεσμά και τις αλυσίδες με τις οποίες προσπαθούσαν να τον δέσουν και περιπλανιόταν στην έρημο. Ο Μάρκος επίσης προσθέτει ότι καταξέσκιζε τον εαυτό του με τις πέτρες[ βλ. Μάρκ. 5,5: «Καὶ διὰ παντὸς νυκτὸς καὶ ἡμέρας ἐν τοῖς μνήμασι καὶ ἐν τοῖς ὄρεσιν ἦν κράζων καὶ κατακόπτων ἑαυτὸν λίθοις(:Και συνεχώς νύχτα και μέρα έμενε στα μνήματα και στα βουνά κι έβγαζε κραυγές και καταπλήγωνε τον εαυτό του με πέτρες)»].
Και οι λόγοι των δαιμονιζόμενων προς τον Ιησού ήσαν αρκετοί για να αποδείξουν τη σκληρότητα και την αναισχυντία τους. «Ήλθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;», λέγουν. Δεν μπορούσαν βέβαια να ισχυριστούν ότι δεν αμάρτησαν, διατυπώνουν όμως την αξίωση να μην τιμωρηθούν πριν από την καθορισμένη ώρα. Επειδή δηλαδή τους βρήκαν τα αθεράπευτα κακά και επειδή αυτοί ενεργούσαν παράνομα και διέστρεφαν και βασάνιζαν με κάθε τρόπο το δημιούργημα του Θεού, γι’ αυτό νόμιζαν ότι εξαιτίας της υπερβολής των συμβάντων, δεν θα περίμενε τον καθορισμένο καιρό της κολάσεως, γι’ αυτό Τον παρακαλούσαν και Τον ικέτευαν. Και εκείνοι που δεν τους συγκρατούσαν τα σιδηρά δεσμά, έρχονται δέσμιοι. Εκείνοι που τριγύριζαν στα βουνά, κατέβηκαν στην πεδιάδα. Εκείνοι που εμπόδιζαν τους άλλους να περνούν από εκεί, μόλις είδαν τον Ιησού να τους φράσσει τον δρόμο, στάθηκαν. Για ποιο λόγο όμως παρέμεναν στα μνήματα οι δαιμονιζόμενοι; Επειδή ήθελαν να δημιουργήσουν στους ανθρώπους ολέθρια αντίληψη, ότι δηλαδή οι ψυχές των αποθανόντων γίνονται δαίμονες, πράγμα που εύχομαι να μη σας περάσει από τον νου ούτε και σαν απλή σκέψη.
«Ναι, αλλά ποια απάντηση», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «μπορείς να δώσεις στο γεγονός ότι πολλοί από τους μάγους αρπάζουν παιδιά και τα σφάζουν, ώστε στη συνέχεια να έχουν την ψυχή τους βοηθό στις μαγείες τους;». Και πώς αποδεικνύεται αυτό; Το ότι βέβαια, σφάζουν τα παιδιά, το λέγουν πολλοί, αλλά το ότι οι ψυχές των παιδιών που σφαγιάζονται συνεργάζονται με τους μάγους, από πού το γνωρίζεις; Πες μου, σε παρακαλώ. «Αυτοί», θα απαντούσε αυτός που πιθανόν να εξέφραζε αυτήν την απορία, « οι δαιμονισμένοι φωνάζουν ότι εγώ είμαι η ψυχή του δείνα». Μα κι αυτό είναι πλεκτάνη και απάτη διαβολική· διότι δεν είναι η ψυχή του αποθανόντος που φωνάζει, αλλά ο δαίμονας που υποκρίνεται αυτά, με σκοπό να εξαπατήσει εκείνους που τον ακούνε. Διότι εάν ήταν δυνατόν να εισέλθει η ψυχή στην υπόσταση του δαίμονος, πολύ ευκολότερα θα εισερχόταν στο δικό της σώμα. Έπειτα, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί λογικά το να συνεργάζεται η σφαγείσα ψυχή με τον σφαγέα της. Ούτε πάλι δικαιολογείται να μπορεί ο άνθρωπος να μεταβάλλει ασώματη δύναμη σε άλλου είδους υπόσταση. Πραγματικά εάν αυτό είναι αδύνατο για τα σώματα και δεν υπάρχει περίπτωση να μεταμορφώσει κανείς το σώμα ανθρώπου σε σώμα όνου, πολύ περισσότερο είναι αυτό αδύνατο για την αόρατη ψυχή και κανένας δεν θα μπορέσει να την μετασχηματίσει στην υπόσταση του δαίμονος.
Κατά συνέπεια, οι απόψεις αυτές προέρχονται από μεθυσμένα γραΐδια και προορίζονται να εκφοβίζουν τα μικρά παιδιά· διότι δεν είναι δυνατόν η ψυχή που αποχωρίζεται από το σώμα να πλανάται πλέον στη γη. Πράγματι, «δικαίων δὲ ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος(:η ζωή των δικαίων βρίσκεται κάτω από το παντοδύναμο προστατευτικό χέρι του Θεού και καμία θλίψη και βάσανος δεν θα τους εγγίσει, χωρίς ο Θεός να το επιτρέψει)»[Σοφ. Σολ.3,1]. Εάν όμως βρίσκονται στα χέρια του Κυρίου οι ψυχές των δικαίων, τότε βρίσκονται και των παιδιών οι ψυχές, διότι τα παιδιά δεν είναι πονηρά. Αλλά και των αμαρτωλών ανθρώπων οι ψυχές αμέσως φεύγουν μακριά από τη γη. Και αυτό γίνεται φανερό από την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου( πρβ. Λουκ. 16,19-31).
Και σε άλλη περίπτωση όμως λέγει ο Κύριος: «Ἂφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;(:Άμυαλε και ανόητε άνθρωπε, που στήριξες την ευτυχία σου μόνο στις απολαύσεις της κοιλιάς και νόμισες ότι η μακροζωία σου εξαρτιόταν από τα πλούτη σου και όχι από Εμένα˙ τη νύχτα αυτή, που εδώ και πολύ καιρό ονειρευόσουν ως νύχτα ευτυχίας και νόμιζες ότι θα άρχιζε από εδώ και πέρα η αναπαυτική και απολαυστική ζωή σου, οι φοβεροί δαίμονες απαιτούν να πάρουν την ψυχή σου. Σε λίγο θα πεθάνεις. Αυτά λοιπόν που ετοίμασες και αποθήκευσες σε ποιον θα ανήκουν και σε ποιους κληρονόμους θα περιέλθουν;)»[Λουκ.12,20].
Βέβαια δεν είναι δυνατόν η ψυχή που εξήλθε από το σώμα να περιφέρεται εδώ κάτω. Και αυτό είναι πολύ φυσικό· διότι, ενώ όταν βαδίζουμε επάνω στη συνηθισμένη και γνώριμη περιοχή της γης, έχοντας το σώμα μας, δεν γνωρίζουμε ποια κατεύθυνση να πάρουμε κάθε φορά που θα βρεθούμε σε άγνωστο δρόμο, εάν δεν έχουμε οδηγό, κατά ποια λογική η ψυχή, που χωρίστηκε από το σώμα και αποξενώθηκε από όλες τις συνήθειές της, θα γνωρίσει πού πρέπει να βαδίζει χωρίς να έχει τον οδηγό της;
Αλλά και από άλλες περιπτώσεις μπορεί κανείς να πληροφορηθεί ότι δεν είναι δυνατόν η ψυχή χωρίς το σώμα της να παραμείνει στη γη. Πραγματικά, ο Στέφανος λέγει: «Κύριε Ἰησοῦ, δέξαι τὸ πνεῦμά μου(:Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου)»[Πράξ.7,59].Και ο Παύλος, επίσης, λέγει: «Ἐμοὶ γὰρ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος(:Διότι για μένα η ζωή είναι ο Χριστός, αφού ζω τη νέα ζωή του Χριστού και ζει μέσα μου ο Χριστός. Όμως και το να πεθάνω είναι κέρδος, διότι με τον θάνατο θα ενωθώ πλήρως με τον Χριστό)»[Φιλιπ.1,21].Και για τον πατριάρχη Αβραάμ λέγει η Γραφή: «Καὶ ἐκλείπων ἀπέθανεν Ἁβραὰμ ἐν γήρᾳ καλῷ πρεσβύτης καὶ πλήρης ἡμερῶν καὶ προσετέθη πρὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ(:Και αφού τον εγκατέλειψαν οι δυνάμεις του, πέθανε ο Αβραάμ σε ευτυχισμένα γηρατειά, γέροντας πλήρης ημερών, και προστέθηκε στους προγόνους του που εκδήμησαν από τον κόσμο αυτόν)»[Γέν.25,8].
Το ότι βέβαια, ούτε οι ψυχές των αμαρτωλών μπορούν να παραμείνουν εδώ, άκουσε που ο πλούσιος της παραβολής θερμά παρακαλούσε γι’ αυτό, χωρίς να το επιτυγχάνει[ βλ. Λουκ. 16, 27-31]· διότι εάν αυτό ήταν δυνατόν, θα ερχόταν αυτός στη γη και θα γνωστοποιούσε όσα συνέβαιναν εκεί. Κατά συνέπεια, είναι φανερό ότι οι ψυχές μετά την αποδημία τους από τη γη μεταβαίνουν σε κάποιο χώρο, από όπου δεν έχουν τη δυνατότητα να επιστρέψουν στη γη, αλλά περιμένουν τη φοβερή ημέρα της κρίσεως.
Κι αν κανένας ρωτήσει: Για ποιον λόγο πραγματοποίησε ο Χριστός ό,τι του ζήτησαν οι δαίμονες, δίνοντάς τους την άδεια να εισέλθουν στην αγέλη των χοίρων;[Ματθ.8,31-32: « Οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν(:Οι δαίμονες τότε άρχισαν να τον παρακαλούν λέγοντας: “Εάν πρόκειται να μας βγάλεις έξω από εδώ, δώσε μας την άδεια να φύγουμε και να μπούμε μέσα στο κοπάδι των χοίρων”. Και επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, που απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας, ο Κύριος τιμωρώντας την παρανομία τους αυτή είπε στους δαίμονες: “Πηγαίνετε”. Και αυτοί βγήκαν απ’ τους ανθρώπους και πήγαν στους χοίρους. Και ξαφνικά όλο το κοπάδι των χοίρων όρμησε με μανία από το επάνω μέρος του γκρεμού προς τα κάτω, στη θάλασσα, και πνίγηκαν στα νερά της λίμνης)».
Θα λέγαμε ότι ο Κύριος δεν το έκανε αυτό υπακούοντας σε αυτούς, αλλά επειδή πολλά ήθελε με την ενέργειά Του αυτή να διδάξει· το πρώτο που δίδαξε αυτούς που ελευθερώθηκαν από τους πονηρούς εκείνους τυράννους τους ήταν το μέγεθος της καταστροφής που προκαλούν αυτοί που τους επιβουλεύονται, δηλαδή οι αντίχριστοι δαίμονες. Δεύτερο, να μάθουν όλοι οι άνθρωποι ότι ούτε στους χοίρους τολμούν οι δαίμονες να εισέλθουν, εάν προηγουμένως δεν δώσει άδεια ο Ιησούς. Τρίτο ότι θα μπορούσαν να προξενήσουν σε εκείνους φοβερότερα κακά από ό,τι στους χοίρους, εάν δεν προστατεύονταν σε μεγάλο βαθμό και μέσα ακόμα στη συμφορά τους από την πρόνοια του Θεού· διότι στον καθένα βέβαια είναι φανερό από κάθε άποψη ότι εμάς τους ανθρώπους οι δαίμονες μάς μισούν περισσότερο από τα άλογα ζώα.
Επομένως αυτοί που δεν λυπήθηκαν τους χοίρους, αλλά μονάχα μέσα σε μια στιγμή τούς κατέρριξαν όλους στον γκρεμό, πολύ περισσότερο θα το έκαναν στους ανθρώπους, που τους είχαν κυριεύσει, παρασύροντας και επαναφέροντάς τους στις ερημιές, εάν μέσα σε αυτή την τυραννική καταπίεση δεν επιδεικνυόταν σε μεγάλο βαθμό πολλή φροντίδα από μέρους του Θεού, που χαλιναγωγούσε και συγκρατούσε και σταματούσε την περαιτέρω ορμή τους. Επομένως, είναι φανερό ότι δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος που να μην τον προστατεύει η πρόνοια του Θεού. Εάν ωστόσο δεν μας προστατεύει όλους όμοια, ούτε με τον ίδιο τρόπο, και αυτό είναι ένα είδος μεγάλης προνοίας· διότι αναλόγως προς το ωφέλιμο για τον καθένα εκδηλώνει και την πρόνοιά Του ο Θεός.
Εκτός από όσα ειπώθηκαν παραπάνω, διδασκόμαστε και κάτι άλλο απ’ αυτό το θαύμα, ότι δηλαδή δεν προνοεί μονάχα από κοινού για όλους μας, αλλά και για τον καθένα χωριστά, πράγμα που δήλωσε προς τους μαθητές Του, λέγοντάς τους ότι ακόμα και οι τρίχες του κεφαλιού τους έχουν αριθμηθεί[Ματθ.10,30:«Ὑμῶν δὲ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί(:Και όσο για σας, μάθετε ότι ο Θεός έχει μετρημένες ακόμη και τις τρίχες του κεφαλιού σας όλες, τη στιγμή που εσείς για μια απ’ αυτές δείχνετε μικρή ή καμία φροντίδα, και αγνοείτε τον αριθμό τους. Ο Θεός δηλαδή γνωρίζει και αυτά ακόμη τα ελάχιστα που σας συμβαίνουν, στα οποία εσείς δίνετε μικρή σημασία)»]. Μα και από τους δαιμονισμένους τούτους ανθρώπους μπορεί κανένας να το διαπιστώσει καθαρά αυτό. Πραγματικά θα τους είχαν πνίξει προ πολλού οι δαίμονες, εάν δεν τους προστάτευε αποτελεσματικά η εκ του ουρανού φροντίδα.
Γι’ αυτούς λοιπόν τους λόγους επέτρεψε στους δαίμονες να εισέλθουν στην αγέλη των χοίρων, και επιπλέον για να πληροφορηθούν και όσοι κατοικούσαν στα μέρη εκείνα την δύναμή Του· διότι όπου ήταν πολύ γνωστό το όνομά Του, δεν άφηνε τη δύναμή Του να εκδηλωθεί σε μεγάλο βαθμό, όπου όμως κανένας δεν τον γνώριζε, αλλά είχαν πλήρη άγνοια γι’ Αυτόν, εκεί άφηνε να ακτινοβολούν τα θαύματά Του, ώστε να τους προσελκύσει στο να γνωρίσουν τη θεϊκή Του υπόσταση. Ότι βρίσκονταν σε χονδροειδή άγνοια οι κάτοικοι της πόλεως αυτής φαίνεται από το τέλος· διότι ενώ έπρεπε να Τον προσκυνήσουν και να εκδηλώσουν τον θαυμασμό τους για τη δύναμη Του, αντιθέτως αυτοί ήθελαν να Τον απομακρύνουν και «ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν(:και τότε όλοι οι κάτοικοι της πόλεως βγήκαν για να συναντήσουν τον Ιησού˙ και όταν Τον είδαν, Τον παρακάλεσαν να φύγει από τα σύνορά τους, από φόβο μήπως πάθουν και μεγαλύτερα κακά)»[Ματθ.8,34].
Αλλά για ποιο λόγο έριξαν στον γκρεμό και σκότωσαν οι δαίμονες τους χοίρους; Ο λόγος είναι ότι παντού προσπαθούν κάθε στιγμή με μεγάλη προθυμία να ρίχνουν τους ανθρώπους στη λύπη και πάντοτε χαίρονται με την καταστροφή. Αυτό άλλωστε έκαμε ο διάβολος και στον Ιώβ. Μολονότι και εκεί ο Θεός το επέτρεψε, όχι βέβαια επειδή και στην περίπτωση αυτή υπάκουσε στον διάβολο, αλλά επειδή ήθελε να αποδείξει τον δούλο Του πιο λαμπρό με την υπομονή και την καρτερία που επρόκειτο να επιδείξει στις δοκιμασίες και να αφαιρέσει κάθε πρόφαση γι’ αναισχυντία από τον δαίμονα και ακόμη να στρέψει κατά της κεφαλής του όσα έκανε σε βάρος του δικαίου Ιώβ. Πραγματικά και τώρα συνέβη το αντίθετο από εκείνο που επιδίωκαν οι δαίμονες· γιατί και η δύναμη του Χριστού ανακηρυσσόταν περίτρανα και παρουσιαζόταν πιο καθαρά η κακία των δαιμόνων, απ’ την οποία ελευθέρωσε αυτούς που είχαν στην κατοχή τους, και ακόμα ότι μήτε τους χοίρους δεν μπορούσαν να αγγίξουν, αν δεν το επέτρεπε ο Θεός των όλων.
Αν επιχειρούσε τώρα να τα εξετάσει κανένας αυτά και αλληγορικά, δεν θα υπήρχε καμιά δυσκολία στους συσχετισμούς. Πρέπει να γνωρίζουμε καλά, ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που γίνονται πνευματικώς όμοιοι με τους χοίρους εξαιτίας της απουσίας προσπάθειας για χαλιναγώγηση των παθών τους και αυτοί φυσικά επηρεάζονται πιο εύκολα από τις προσπάθειες των δαιμόνων να τους οδηγήσουν στο κακό. Και εφόσον εκείνοι που υφίστανται αυτά, παραμένουν άνθρωποι και δεν φτάνουν στο σημείο να πωρωθούν παντελώς χωρίς μετάνοια, μπορούν και καταφέρνουν να νικήσουν τα δαιμονικά πάθη τους πολλές φορές και με τη μετάνοια και την εξομολόγηση να τα εξαλείψουν· αν όμως μεταμορφωθούν από την αμετανοησία τους και καταντήσουν ολότελα σε κατάσταση χοίρων και ως άλογα ζώα ακολουθούν αμετανόητοι τα πάθη τους, δεν δαιμονίζονται μόνο αλλά και κατακρημνίζονται, χάνουν δηλαδή οριστικά την ψυχή τους.
Επιπλέον, για να μη σχηματίσει κανείς την εντύπωση ότι η θεραπεία των δαιμονιζόμενων Γεργεσηνών αυτών νέων και η συνομιλία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού με τους δαίμονες που τους είχαν κυριεύσει ήταν κάτι πλαστό και σκηνοθετημένο, αλλά να πιστέψει απόλυτα ότι πραγματικά βγήκαν οι δαίμονες από τους δύο ταλαίπωρους αυτούς νέους, έρχεται ο θάνατος των χοίρων και το πιστοποιεί αυτό.
Πρόσεξε τώρα εκτός από τη θεϊκή δύναμη, και την πραότητα του Κυρίου . Όταν δηλαδή, ύστερα από τόσες ευεργεσίες που είδαν απ’ Αυτόν οι κάτοικοι της περιοχής, επειδή θίχτηκαν τα οικονομικά τους συμφέροντα από τον πνιγμό των χοίρων, όντας οι ίδιοι όμοιοι με τους χοίρους εξαιτίας του ανεξέλεγκτου πάθους της φιλαργυρίας, ήθελαν να Τον διώξουν, δεν έφερε αντίρρηση, αλλά αναχώρησε, και εγκατέλειψε αυτούς που μόνοι τους έκριναν και παρουσίασαν τον εαυτό τους ανάξιο για τη διδασκαλία Του· έφυγε και τους άφησε πλέον ως δασκάλους για τη θεϊκή Του υπόσταση και δύναμη, αυτούς που ελευθερώθηκαν από τους δαίμονες, καθώς και τους χοιροβοσκούς που έμειναν εντελώς ξαφνικά χωρίς τους χοίρους τους που αφηνιασμένοι όρμησαν και κατακρημνίστηκαν, ώστε απ’ αυτούς να κατανοούν πλέον εις βάθος-άσχετα αν η κακή προαίρεσή τους δεν τους άφηνε να παραδεχτούν τα λάθη και τα πάθη τους- όλα όσα είχαν συμβεί. Ο Κύριος έφυγε, όμως άφησε ζωηρό στις ψυχές τους τον φόβο. Πραγματικά το μέγεθος της ζημίας συντελούσε στη διάδοση της ειδήσεως του γεγονότος αυτού και το συμβάν άγγιζε την ψυχή τους. Από πολλούς ακούονταν φωνές που επιβεβαίωναν το παράξενο αυτό θαύμα· το διακήρυτταν περίτρανα οι θεραπευμένοι, το διακήρυττε το γεγονός του καταποντισμού των ζώων, το διακήρυτταν οι ιδιοκτήτες των χοίρων και οι χοιροβοσκοί.
Παρόμοιες καταστάσεις και σήμερα ακόμη μπορεί να δει κανένας. Πολλοί είναι δυστυχώς οι δαιμονιζόμενοι και στην εποχή μας, άνθρωποι κυριευμένοι από τα δαιμονικά πάθη τους, που τίποτα δεν τους συγκρατεί από τη μανία τους, ούτε σίδερα, ούτε αλυσίδες, ούτε συστάσεις από πνευματικούς ανθρώπους, ούτε συμβουλές, ούτε απειλές ούτε τίποτα παρόμοιο από αυτά.
Πραγματικά, όταν κάποιος για παράδειγμα είναι ακόλαστος και έχει γίνει αιχμάλωτος του σωματικού κάλλους και των σαρκικών επιθυμιών και ηδονών, σε τίποτα δεν διαφέρει από έναν άνθρωπο δαιμονισμένο· αλλά περιφέρεται γυμνός όπως εκείνοι οι δαιμονισμένοι Γεργεσηνοί νέοι, ντυμένος βέβαια με ρούχα, αλλά στερημένος από την αληθινή ενδυμασία και είναι γυμνός από τη δόξα που ως πλάσματος του Θεού τού ταιριάζει· και ναι μεν δεν καταπληγώνει το σώμα του με πέτρες, όπως έκαναν οι δύστυχοι εκείνοι νέοι της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, όμως καταξεσκίζεται με αμαρτήματα που είναι πολύ πιο κοπτερά από πολλές μαζί πέτρες. Ποιος λοιπόν θα μπορέσει να δέσει έναν τέτοιον άνθρωπο; Ποιος θα τον σταματήσει από την ασχημοσύνη και την μανία αυτή που δεν τον αφήνει να συγκεντρωθεί και να ανακτήσει τον αυτοέλεγχό του, αλλά τον κάνει να επιθυμεί να βρίσκεται πάντα στα μνήματα; Διότι τι άλλο από μνήματα δεν είναι τα καταγώγια της πορνείας, γεμάτα από δυσωδία και σαπίλα;
Τέτοιος δεν είναι επίσης και κάθε άνθρωπος που υποφέρει από το δαιμονιώδες πάθος της φιλαργυρίας; Κάθε μέρα αντιμετωπίζει τον φόβο μήπως χάσει τα χρήματά του ή δεν καταφέρει να τα αυξήσει, καθώς και την απειλή ότι κάποιοι μπορούν να του τα κλέψουν, παρά το ότι ακούει συστάσεις των πνευματικών ανθρώπων που προσπαθούν να τον συνετίσουν και προειδοποιήσεις για τη φθορά που η αρρωστημένη φιλοχρηματία του αυτή προξενεί στην ψυχή του. Όλα αυτά τα δεσμά τα σπάει και όταν έλθει κανείς με την πρόθεση να τον απελευθερώσει από τη δουλεία της φιλαργυρίας, τον εξορκίζει να μην τον ελευθερώσει, επειδή θεωρεί μεγάλο βάσανο το να μην βρίσκεται κάτω από την βάσανο αυτήν.
Αλλά τι μπορεί να θεωρηθεί αθλιότερο από τον άνθρωπο αυτόν; Διότι εκείνος ο δαίμονας στην περιοχή των Γεργεσηνών, αν και είχε καταφρονήσει τους ανθρώπους, εντούτοις υποχώρησε στην προσταγή του Χριστού και αμέσως βγήκε από το σώμα του ανθρώπου. Αυτός όμως δεν υπακούει ούτε στην προσταγή του Θεού. Πραγματικά, ενώ κάθε ημέρα ακούει τον Θεό να του λέγει ότι «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ(:Μην απατάτε τον εαυτό σας με την ιδέα ότι είναι δυνατόν να θησαυρίζει κανείς και στη γη και ταυτόχρονα να είναι προσκολλημένος και στον Θεό. Κανείς δεν μπορεί να είναι συγχρόνως δούλος σε δύο κυρίους· διότι ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε συγχρόνως δούλοι και του Θεού και του μαμωνά, δηλαδή του πλούτου. Ή θα μισήσετε τον πλούτο για να αγαπήσετε τον Θεό, ή θα προσκολληθείτε στον πλούτο και θα περιφρονήσετε τότε τον Θεό)»[Ματθ.6,24], και να απειλεί με τη γέενα και τις ατέλειωτες κολάσεις, εντούτοις δεν υπακούει. Όχι βέβαια επειδή είναι ισχυρότερος του Χριστού, αλλά επειδή ο Χριστός δεν μας κάνει σώφρονες χωρίς να το θέλουμε.
Γι’ αυτό οι άνθρωποι αυτοί ζουν σαν να βρίσκονται στην έρημο, έστω και αν βρίσκονται στο κέντρο των πόλεων. Διότι ποιος άνθρωπος με μυαλό θα ήθελε να συναναστρέφεται με τους ανθρώπους αυτού του είδους; Εγώ τουλάχιστον θα προτιμούσα να συγκατοικώ με πλήθος δαιμονισμένους, παρά με έναν άνθρωπο που να έπασχε από την νόσο αυτήν. Και για το ότι δεν κάνω λάθος, όταν λέγω αυτά, μας το αποδεικνύει η συμπεριφορά του καθενός από αυτούς. Πραγματικά, οι φιλάργυροι νομίζουν ως εχθρό τους και εκείνον που καμία αδικία δεν τους έχει κάνει και επιθυμούν να τον καταστήσουν δούλο τους, όταν είναι ελεύθερος, και με μύρια κακά τον απειλούν. Αντίθετα, οι δαιμονισμένοι δεν κάνουν τίποτε παρόμοιο, αλλά στρέφουν τη νόσο εναντίον του εαυτού τους. Οι φιλάργυροι, επίσης, καταστρέφουν πολλά σπίτια και γίνονται αιτία να βλασφημείται το όνομα του Θεού και γενικά είναι καταστροφή για την πόλη και την οικουμένη ολόκληρη. Όσοι όμως ενοχλούνται από τους δαίμονες είναι άξιοι μάλλον οίκτου και δακρύων. Και οι τελευταίοι ως επί το πλείστον παραφέρονται κατόπιν σκέψεως συμπεριφερόμενοι σαν έξαλλοι, κατεχόμενοι από μια παράδοξη μανία.
Αληθινά, ποιο παρόμοιο κάνουν όλοι οι δαιμονισμένοι, σαν εκείνο που αποτόλμησε ο Ιούδας και διέπραξε την έσχατη παρανομία; Και όλοι όσοι μιμούνται τη διαγωγή του Ιούδα, σαν τα φοβερά θηρία που δραπέτευσαν από τα κλουβιά τους κατατρομάζουν τις πόλεις· επειδή κανείς δεν τα συγκρατεί. Βέβαια, και αυτούς τους ανθρώπους, δηλαδή τους κατεχόμενους από το πάθος της φιλαργυρίας, τούς περιβάλλουν από παντού δεσμά, όπως είναι ο φόβος των δικαστών, η απειλή των νόμων, η κατακραυγή του κόσμου και άλλα περισσότερα από αυτά, αλλά όμως και τα δεσμά αυτά τα σπάζουν και αναστατώνουν τα πάντα. Και εάν κανείς εξαφάνιζε τελείως τις δεσμεύσεις αυτές, τότε θα έβλεπε καθαρά ότι ο δαίμονας που έχουν μέσα τους αυτοί είναι πολύ αγριότερος και πιο μανιώδης από αυτόν που βγήκε τώρα από τους δαιμονισμένους των Γεργεσηνών.
Αλλά επειδή αυτό δεν είναι δυνατόν να συμβεί στην πράξη, ας το λάβουμε ως υπόθεση για λίγο και ας αφαιρέσουμε όλες τις δεσμεύσεις από τον φιλάργυρο και τότε θα γνωρίσουμε τη μεγάλη του μανία. Αλλά να μη φοβηθείτε το θηρίο, όταν θα το αποκαλύψουμε· διότι η σκηνή είναι υποθετική και δεν υφίσταται στην πραγματικότητα. Έστω λοιπόν ένας άνθρωπος που βγάζει φωτιά από τα μάτια του, μαύρος, έχοντας σε κάθε ώμο δράκοντες αντί για χέρια. Έχει επίσης και στόμα όπου αντί για δόντια έχει καρφωμένα ξίφη και αντί για γλώσσα έχει πηγή που βγάζει δηλητήριο και φαρμάκι. Η κοιλιά του πάλι είναι πιο αδηφάγος από κάθε καμίνι και κατατρώγει ό,τι της ρίπτουν. Και τα πόδια του έχουν φτερά και είναι πιο γρήγορα από τη φωτιά. Το πρόσωπό του επίσης ας υποθέσουμε ότι είναι κατασκευασμένο μεικτό από σκύλο και λύκο και ότι δεν ομιλεί σαν άνθρωπος, αλλά εκβάλλει έναν ήχο απαίσιο, αηδιαστικό και φοβερό. Ας πούμε λοιπόν ότι έχει φωτιά και στα χέρια του.
Ίσως να σας φαίνονται φοβερά όσα ειπώθηκαν. Ωστόσο δεν τον σκιαγραφήσαμε ακόμη αντάξιο της πραγματικότητας, διότι ύστερα από αυτά πρέπει να προσθέσουμε και άλλα. Πραγματικά, ας υποθέσουμε ακόμη ότι σφάζει εκείνους που συναντά, ότι τους κατατρώγει και γεύεται τις σάρκες τους. Αλλά και από αυτόν είναι πιο φοβερός ο φιλάργυρος, διότι επέρχεται εναντίον όλων σαν Άδης, τους καταβροχθίζει όλους και τριγυρίζει σαν κοινός εχθρός ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους. Επειδή επιθυμεί να μην υπάρχει κανένας άνθρωπος, για να κατέχει αυτός τα πάντα. Δεν σταματά, όμως μέχρι εδώ, αλλά, αφού τους αφανίσει όλους με την επιθυμία του, κατέχεται από τον πόθο να αλλάξει την ουσία του χώματος και να το κάνει χρυσάφι. Και όχι μόνον το χώμα, αλλά και τα όρη και τα φαράγγια και τις πηγές και όλα εν γένει όσα φαίνονται πάνω στη γη.
Και για να αντιληφθείτε ότι δεν παραστήσαμε ακόμη την μανία αυτού, ας μην υπάρχει ο κατήγορος και αυτός που εκφοβίζει, αλλά αφαίρεσε υποθετικώς μόνο τον φόβο των νόμων και τότε θα δεις αυτόν να αρπάζει το ξίφος και να φονεύει τους πάντες, χωρίς να ξεχωρίζει, ούτε φίλο, ούτε συγγενή, ούτε αδελφό, ούτε και τον πατέρα του ακόμη. Μάλλον, όμως, στην προκειμένη περίπτωση δεν χρειάζεται ούτε καν να κάνουμε υπόθεση, αλά ας ρωτήσουμε αυτόν, εάν δεν δημιουργεί στη φαντασία του παρόμοιες φαντασιώσεις και δεν επιτίθεται νοερώς για να φονεύσει τους πάντες, φίλους, συγγενείς και τους ίδιους τους γονείς του. Αλλά μάλλον ούτε και η ερώτηση χρειάζεται· διότι όλοι γνωρίζουν καλά ότι όσοι κατέχονται από το πάθος αυτό αγανακτούν και για το γήρας του πατέρα τους και εκείνο που είναι γλυκύ και ποθητό από όλους, να έχουν, δηλαδή, παιδιά, το θεωρούν βαρύ και φορτικό. Γι’ αυτό πολλοί, παρακινούμενοι από την ιδέα αυτήν, θεώρησαν καλό την ατεκνία και κατέστησαν ανίκανη τη φύση, όχι με το να φονεύσουν τα παιδιά που γεννήθηκαν, αλλά με το να μην επιτρέψουν να λάβουν καν αρχή.
Λοιπόν, να μην παραξενεύεστε, επειδή σας παρουσίασα κατ’ αυτόν τον τρόπο τον φιλάργυρο, διότι στην πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερος από ό,τι τον περιέγραψα. Αλλά ας σκεφτούμε πώς θα μπορέσουμε να τον απαλλάξουμε από τον δαίμονα. Πώς θα τον απαλλάξουμε, λοιπόν; Εάν αντιληφθεί πλήρως ότι η φιλαργυρία του είναι αντίθετη προς αυτό ακριβώς, δηλαδή, στο να του δίνει χρήματα· διότι εκείνοι που επιθυμούν να κερδίσουν τα μικρά υφίστανται μεγάλες ζημίες. Γι’ αυτό ακριβώς και έχει γίνει παροιμία ανάλογη με την επιθυμία αυτήν. Πραγματικά, πολλοί πολλές φορές που θέλησαν να δανείσουν με υπερβολικούς τόκους και παρασυρόμενοι από την προσδοκία του κέρδους, δεν ερεύνησαν το ποιόν αυτών που τους δάνειζαν χρήματα, έχασαν μαζί με τον τόκο και το κεφάλαιο ολόκληρο. Άλλοι πάλι που περιέπεσαν σε κινδύνους και δεν θέλησαν να ξοδέψουν λίγα, έχασαν και τη ζωή τους μαζί με την περιουσία τους. Επίσης, ενώ τους δόθηκε η ευκαιρία να αποκτήσουν ή αξιώματα προσοδοφόρα, ή κάτι άλλο παρόμοιο, επειδή κόλλησαν στις λεπτομέρειες, έχασαν το παν.
Επειδή δηλαδή δεν γνωρίζουν να σπείρουν, αλλά πάντοτε φροντίζουν να θερίζουν, γι’ αυτό συνεχώς χάνουν τη συγκομιδή· διότι κανείς δεν μπορεί πάντα να θερίζει, όπως δεν μπορεί διαρκώς να κερδίζει. Αφού λοιπόν δεν θέλουν να ξοδεύουν, δεν γνωρίζουν και να κερδίζουν. Αλλά είτε πρέπει να νυμφευτούν, πάλι παθαίνουν το ίδιο·διότι ή εξαπατήθηκαν και πήραν πλούσια γυναίκα, αλλά με πολλά ελαττώματα, πάλι υπέστησαν μεγαλύτερη ζημία· διότι τον πλούτο δεν τον δημιουργεί η περιουσία, αλλά η αρετή. Πραγματικά, ποια η ωφέλεια του πλούτου, όταν η γυναίκα είναι πολυέξοδη και άσωτη και διασκορπίζει τα πάντα χειρότερα από τον άνεμο; Ποια η ωφέλεια εάν είναι ακόλαστη και έχει πλήθος εραστών; Ποια η ωφέλεια, εάν είναι μέθυση; Μήπως δεν θα κάνει τον σύζυγό της πιο πτωχό από όλους; Και όχι μόνο στο θέμα του γάμου σκέπτονται έτσι, αλλά, παρασυρόμενοι από τη μεγάλη τους αγάπη προς τα χρήματα, αγοράζουν από κακό υπολογισμό όχι τους καλούς δούλους, αλλά φροντίζουν να βρουν τους φτηνούς.
Όλα αυτά λοιπόν αφού τα σκεφτείτε καλά(επειδή δεν μπορείτε ακόμη να ακούσετε τη διδασκαλία για τη γέενα και τη βασιλεία) και αφού καταλάβετε τις ζημίες που υπομένετε κάθε φορά από τη φιλοχρηματία, όταν δανείζετε, όταν αγοράζετε, όταν νυμφεύεστε, όταν υπερασπίζεστε κάποιον, όταν κάνετε οτιδήποτε άλλο, σταματήστε να αγαπάτε υπερβολικά τα χρήματα· διότι έτσι θα μπορέσετε και εδώ στη γη να ζήσετε με ασφάλεια και αφού κάνετε μικρή προσπάθεια, θα μπορέσετε να ακούσετε και το κήρυγμα για την ευσέβεια και όταν κοιτάξετε με προσοχή , θα δείτε τον ίδιο τον Ήλιο της δικαιοσύνης και θα αποκτήσετε τα αγαθά που Αυτός έχει υποσχεθεί, τα οποία είθε όλοι μας να επιτύχουμε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΚΗ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 10, σελίδες 253-277.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 65, σελ. 80- 91.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[: Ματθ.8,28-9,1]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 8-7-1990]
(Β234)
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί μου, ο ευαγγελιστής Ματθαίος μάς αναφέρει το περιστατικό της συναντήσεως του Κυρίου με δύο δαιμονιζομένους ανθρώπους, στην περιοχή της πόλεως των Γεργεσών. Η όλη ιστορία, αφενός με τη θεραπεία τους και την απαλλαγή τους από τους δαίμονες, αφετέρου με τον δαιμονισμό και τον πνιγμό των δύο χιλιάδων περίπου χοίρων στη λίμνη, κατετρόμαξε τους κατοίκους των Γεργεσών. Και η συμπεριφορά των κατοίκων της πόλεως εκείνης, μπροστά στο διπλούν αυτό θαύμα, εστάθη αρνητική. Αυτό περισσότερο μας καταπλήσσει από την παρουσία των θαυμάτων του Κυρίου. Δηλαδή η αρνητική στάση των Γεργεσηνών.
Αλλά ας δούμε πώς ακριβώς μας τα διηγείται ο ευαγγελιστής Ματθαίος, σε μια νεοελληνική απόδοση. «Όταν έφθασε στην πέρα όχθη ο Ιησούς, στην περιοχή των Γεργεσηνών, Τον συνήντησαν δύο δαιμονισμένοι, που έβγαιναν από τα μνήματα και ήταν τόσο φοβεροί, που κανείς δεν μπορούσε να περάσει από εκείνον τον δρόμον. Και άρχισαν να φωνάζουν και να λένε: ‘’Τι σχέσις υπάρχει ανάμεσά μας, Ιησού, Υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ να μας βασανίσεις πριν την ώρα μας;’’. Μακριά απ’ αυτούς έβοσκε ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους. Και οι δαίμονες Τον παρακαλούσαν και Του έλεγαν: ‘’Αν είναι να μας διώξεις, επίτρεψέ μας να πάμε στο κοπάδι των χοίρων’’. Και τους είπε: ‘’Πηγαίνετε’’. Και αυτοί εβγήκαν και επήγαν στο κοπάδι των χοίρων. Και τότε, όλο το κοπάδι των χοίρων όρμησε και γκρεμίστηκε στη λίμνη και επνίγησαν μέσα στα νερά. Τότε, οι βοσκοί έφυγαν και αφού πήγαν στην πόλη, ανήγγειλαν όλα τα διατρέξαντα και ό,τι συνέβη με τους δαιμονισμένους. Και τότε όλη η πόλις εβγήκε να συναντήσει τον Ιησού. Και όταν Τον είδαν, Τον παρεκάλεσαν να φύγει από την περιοχή τους…».
Βλέπετε ότι μας εντυπωσιάζει πραγματικά αυτή η περίεργη μεν αλλά όχι ψυχολογικά ανερμήνευτη συμπεριφορά των κατοίκων της πόλεως. Θα σας το πω στο κείμενο: «Καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν. Καί ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν». Δηλαδή ο Ιησούς ξαναμπήκε εις το πλοιάριο και έφυγε και πήγε εις την Καπερναούμ.
Βέβαια κάποιος φόβος κατέλαβε τις ψυχές αυτών των ανθρώπων και ο φόβος αυτός ήταν ένας περίεργος φόβος. Είναι ο φόβος του αμαρτωλού, που δεν θέλει να διορθωθεί. Διότι σκέφτηκαν και είπαν: «Και άλλα στραβά πράγματα θα βρει ο Ιησούς μέσα στην πόλη μας», διότι το να τρέφουν οι Εβραίοι χοίρους ήταν στραβό πράγμα. Ο νόμος έλεγε σαφώς ότι ούτε χοιρινό κρέας έπρεπε να φάγουν, ούτε ακόμη να βόσκουν χοίρους και να εμπορεύονται το χοιρινό κρέας. Συνεπώς σκέφτηκαν ότι «αν ο Ιησούς έλθει και δει κι άλλα πράγματα μέσα εις την πόλη, θα μας ζημιώσει υλικά». Και έτσι φοβήθηκαν μεν, αλλά όπως μας λέγουν άλλοι Ευαγγελισταί, «κατετρόμαξαν», αλλά ωστόσο όμως εκείνοι ζήτησαν ο Κύριος να φύγει.
Εμείς θα μείνομε όχι στην εξήγηση αυτής της συμπεριφοράς αυτών των ανθρώπων, όσο στην ενέργειά τους. «Ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν». Να φύγει από τα όριά τους. Και η προσπάθειά τους και η επιθυμία τους ήταν να αποπέμψουν τον Κύριον από τα όριά τους. Υπογραμμίζω αυτό το «από τα όριά τους», γιατί ακριβώς αυτό θα αποτελέσει, πρώτα ο Θεός, το κύριο θέμα μας. Από τα όριά τους.
Είναι ο άνθρωπος που δεν δέχεται, αγαπητοί μου, την παρουσία του Θεού στον κύκλο της υπάρξεώς του. Δεν Τον αρνείται, αλλά Τον εξορίζει. Και «εξορίζω» θα πει βγάζω από τα όρια. Τον βγάζω έξω. Όμως πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο Θεός πάντοτε θέτει όρια. Μόνο που τα όρια αυτά ποικίλλουν στην ιστορία μέσα των ανθρώπων και έτσι ο άνθρωπος πρέπει να γνωρίζει τα όριά του. Ώστε αν θέλει κάτι να βγάλει από τα όριά του, να ξέρει τι θα βγάλει. Κι αν πρέπει κάτι να κρατήσει εντός των ορίων του, τι θα κρατήσει. Σε ποια περιοχή θα κρατήσει.
Η λέξις «ὃριον», να σας κάνω και μία μικρή, έτσι, γραμματική, θα έλεγα, παρατήρηση, είναι η λέξη «ὃρος»(με δασεία· όχι το «ὂρος» που θέλει ψιλή και θα πει «βουνό». Αλλά «ὁ ὃρος»). Αρσενικού γένους, με δασεία. Και είναι το ὃριον. Για να το καταλάβομε, τη λέξη αυτή τη λέμε σήμερα με την πρόθεση «συν». Λέμε «σύνορον». Σε ουδέτερο γένος. Δηλαδή αυτό που είναι…, που με περιβάλλει και τρόπον τινά με περιορίζει και κινούμαι εντός αυτού του συνόρου, εντός αυτών των ορίων, εντός αυτού του όρου. Συχνά θα χρησιμοποιήσω παρακάτω τη λέξη «ὃρος», γιατί είναι πάρα πολύ σπουδαίος.
Ο Θεός βάζει τα όρια. Θυμηθείτε ότι στην ομιλία του ο Απόστολος Παύλος είπε εκείνο που αναφέρει στο Δευτερονόμιον ο Μωυσής εις την τελευταίαν του ωδή, ότι «ο Θεός είναι Εκείνος, ο Οποίος έβαλε τα όρια των Εθνών». Δηλαδή τα σύνορα. Και ο Θεός είναι Εκείνος που ή κατ΄ευδοκίαν ενεργεί ή κατά παραχώρησιν, είναι Εκείνος ο οποίος ρυθμίζει τα όρια των Εθνών. Είχε πει εις τον Δαβίδ: «Θα σου μεγαλώσω τα όρια της πατρίδος σου». Και τα βρήκε τα ευρύτερα όρια που ποτέ είχε ο Ισραήλ στην ιστορία του,ο Σολομών. Αλλά άρχισαν όμως να συρρικνούνται τα όρια του χώρου του Σολομώντος, της πατρίδος, γιατί άρχισε να αμαρτάνει. Το είπε σαφώς ο Θεός. Και είπε ακόμη: «Θα σε τιμωρήσω -είπε στον Σολομώντα-, όχι εσένα, χάριν του πατρός σου, αλλά τους απογόνους σου». Και ήδη μόλις ο Σολομών πέθανε, όχι μόνο συρρικνώθηκαν τα όρια αλλά και αυτός ούτος ο Ισραήλ χωρίστηκε σε δύο βασίλεια. Εις το νότιον και εις το βόρειον βασίλειον. Το βασίλειο του Ιούδα και το βασίλειον του Ισραήλ.
Έτσι λοιπόν ο Θεός είναι Εκείνος ο Οποίος βάζει όρια. Τα βάζει μέσα στην Ιστορία. Τα βάζει και μέσα εις την φύσιν. Λέγει ο 103ος ψαλμός: «Ὃριον ἔθου, ὃ οὐ παρελεύσονται, οὐδὲ ἐπιστρέψουσι καλύψαι τὴν γῆν». Εδώ ειδικά ομιλεί για την θάλασσα. Αν δείτε όμως το πιο πάνω όμως κείμενο -είναι από τον προοιμιακό Ψαλμό- θα δείτε όμως ότι δεν είναι μόνον το θέμα της θαλάσσης, που έβαλε όριον, που δεν θα περάσουν. Δεν λέει «δεν θα περάσει». Δεν θα περάσουν, ούτε θα γυρίσουν να καλύψουν την γη. Σε μία πρώτη προσέγγιση είναι η θάλασσα· η οποία ό,τι να κάνει, δεν μπορεί να προσπεράσει την ξηρά. Όσο και αν είναι τρικυμισμένη. Όμως, επειδή είναι σε πληθυντική εκφορά, θα λέγαμε, αναφέρεται και αφορά εις όλους τους φυσικούς νόμους και όλα τα φυσικά φαινόμενα. Κανένα φυσικό φαινόμενον δεν ξεπερνάει κάποια όρια. Όσο να κάνει κατακλυσμό, θα περάσει. Όσο να κάνει ζέστη, θα περάσει. Όσο να κάνει σεισμό, θα περάσει. Υπάρχουν όρια. Και ο Θεός βάζει τα όρια μέσα εις την Δημιουργία Του, διότι αν υπήρχε απεριόριστη παρουσία ενός φαινομένου, τότε θα εδημιουργείτο μία αταξία εις την φύσιν.
Μάλιστα για τη θάλασσα ο συγγραφεύς της προς Διόγνητον επιστολής λέγει: «Τὴν θάλασσαν ἰδίοις ὅροις ἐνέκλεισεν». «Κάτω από ειδικούς όρους», δηλαδή κάτω από ειδικά σύνορα, «έκλεισε ο Θεός την θάλασσαν». Και ο ίδιος ο Θεός διαμαρτύρεται για τον άνθρωπο, που ενώ η φύσις τηρεί τους όρους αυτής, ο άνθρωπος όμως δεν τηρεί τους όρους αυτού· διότι εάν η φύσις έγινε με όρους, δηλαδή με όρια, πολύ παραπάνω πρέπει να είναι ο άνθρωπος. Τα όρια δεν περιορίζουν την ελευθερία. Ποιος διενοήθη ποτέ, βάζοντας κάγκελα στην ταράτσα του ή στο μπαλκόνι του, ότι του περιορίστηκε η ελευθερία; Κι όμως εκεί είναι ένας όρος, ένα όριον. Γιατί αν το περάσεις, θα πέσεις και θα σκοτωθείς. Κανείς λοιπόν δεν διανοήθηκε ότι τα κάγκελα μιας ταράτσας είναι δέσμευση της ελευθερίας. Το λέω αυτό γιατί έχομε ένα κόμπλεξ ελευθερίας στην εποχή μας, το οποίον υπερέβαλε καθετί άλλο. Υπερέβαλε παν όριον και πάντα όρον πραγματικά.
Ακούστε λοιπόν τι λέγει ο Θεός δια του προφήτου Ιερεμίου: «Ἀκούσατε δὴ ταῦτα, λαὸς μωρὸς καὶ ἀκάρδιος(:Άκουσε, λαέ μου, συ που είσαι μωρός και ανόητος και χωρίς αισθήματα), μὴ ἐμὲ οὐ φοβηθήσεσθε;(:Εμένα δεν θα με φοβηθείτε;) λέγει Κύριος, ἢ ἀπὸ προσώπου μου οὐκ εὐλαβηθήσεσθε;(: Μπροστά μου, λέγει, δεν θα με ντραπείτε;) τὸν τάξαντα ἄμμον ὅριον τῇ θαλάσσῃ, πρόσταγμα αἰώνιον, καὶ οὐχ ὑπερβήσεται αὐτό καὶ ταραχθήσεται καὶ οὐ δυνήσεται, καὶ ἠχήσουσι τὰ κύματα αὐτῆς καὶ οὐχ ὑπερβήσεται αὐτό; (: Συ, λαέ, δεν βλέπεις; Δεν βλέπεις τη θάλασσα, που Εγώ είμαι Εκείνος ο Οποίος έθεσα το όριον, αιώνιον πρόσταγμα.- Ώστε λοιπόν ο όρος είναι πρόσταγμα. Ναι. Και δεν θα το υπερβεί η θάλασσα αυτό ποτέ- Θα ταραχθεί μέσα, θα λέγαμε, εις την κοίτην της αλλά θα ηχήσουν τα κύματά της, θα έχομε τον σάλον, αλλά δεν θα μπορέσει να υπερβεί ποτέ εκεί που την έβαλε ο Θεός τη θάλασσα). Τῷ δὲ λαῷ τούτῳ ἐγενήθη καρδία ἀνήκοος καὶ ἀπειθής καὶ ἐξέκλιναν καὶ ἀπήλθοσαν (:Αλλά σ’ αυτόν τον λαό, σ’ αυτόν τον λαό που γίνηκε καρδιά ανυπάκουη και απειθής)· καὶ οὐκ εἶπον ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῶν· φοβηθῶμεν δὴ Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν(:Και δεν είπαν: ‘’Να φοβηθούμε Κύριον τον Θεό μας. Εάν βάζει όρια μέσα στη φύσιν, κι εμείς υπερβαίνομε τα δικά μας όρια, να Τον φοβηθούμε)». Δεν μετέφρασα, γιατί ήθελα αυτό το σημείο να χρησιμοποιήσω.
«Καὶ ἐξέκλιναν καὶ ἀπήλθοσαν». «Ἐκκλίνω» θα πει «τραβάω άλλο δρόμο». Και «ἀπήλθοσαν» θα πει «ἀπῆλθον», έφυγαν. Αυτές οι δύο λεξούλες εκφράζουν την υπέρβαση των όρων του λαού αυτού ή του ανθρώπου. Ξεπέρασε τα όριά του ο άνθρωπος. Και πράγματι, δυστυχώς για τον άνθρωπο, από την πρώτη στιγμή ο άνθρωπος υπερέβη τους όρους του. Ο Θεός τού έθεσε έναν πρώτον όρον. «Δεν θα δοκιμάσεις από τον καρπόν αυτόν». Υπερέβη τον όρον αυτόν. Μέσα στον Παράδεισον. Και εδοκίμασε ο Αδάμ και η Εύα τον καρπόν. Το αποτέλεσμα, ποιο ήταν; Η υπέρβασις αυτού του όρου; Ξαναλέγω, υπενθυμίζω, ὃρος θα πει σύνορον, θα πει όριον. Αλλά χρησιμοποιώ την λέξιν «ὃρος». Είναι προτιμότερος. Βγαίνοντας από τον όρο του ή από τους όρους του, βγήκε από τον Παράδεισο. Να λοιπόν ένα πρώτο αποτέλεσμα.
Ακόμη, από τότε βγαίνει από τους ὃρους της ζωής του. Και μπαίνει μέσα στον χώρο του θανάτου. Βγήκε από τον προορισμό του που είναι η θέωσις και η Βασιλεία του Θεού. Είδε τον προορισμό του ότι είναι ο θάνατος. Άκουγα προχθές μια εκπομπή για τον Μότσαρτ. Έβλεπε ότι ο προορισμός του -βέβαια ο Μότσαρτ, αν δεν το ξέρετε, ήταν τέκτων, ήταν Μασώνος. Και… συμπεράνετε και τα παρακάτω- έβλεπε ότι ο προορισμός του ανθρώπου είναι ο θάνατος. Ωραία η μουσική Μότσαρτ, αλλά ταλαίπωρε και φτωχέ… «Ο προορισμός του ανθρώπου είναι ο θάνατος, είναι να πεθάνει»… Έτσι κάπως και ο Σαρτρ. Έτσι κάπως και ο παρακάτω και ο παρακάτω, να μην αναφέρομαι σε ονόματα, εκείνοι που δηλητηρίασαν την Ευρώπη. Και η Ευρώπη με τη σειρά της δηλητηρίασε ολόκληρη την Υφήλιο. Έτσι ο άνθρωπος μπήκε εις τον χώρον της κολάσεως.
Bγήκε ακόμα από την ίδια του τη φύση. Και παρουσίασε το φαινόμενον της ομοφυλοφιλίας. Τι είναι αυτό; Υπέρβασις δεν είναι του ὃρου; Ξεπέρασες τη φύση σου. Και τι έγινες; Αυτό που δεν έπρεπε να γίνεις. Εκείνο που ο Θεός δεν ήθελε να γίνεις. Αλλά και ο πολιτισμός δεν είναι τίποτε άλλο παρά θεοποιούμενος, να είναι μια υπέρβαση των συνθηκών και των όρων της ζωής του ανθρώπου. Ένα μικρό μόνο παράδειγμα. Η καταστροφή του περιβάλλοντος που ζει ο άνθρωπος. Έκανε κάτι, το ξεπέρασε και κατέστρεψε αυτό το ίδιο το σπίτι του, τη Γη. Και την καταστρέφει διαρκώς. Τη Γη. Δεν είναι υπέρβασις αυτό; Έτσι ο σύγχρονος άνθρωπος έγινε αγνώριστα αφύσικος. Επειδή ξεπέρασε τους ὃρους του.
Αλλά ο άνθρωπος ηκολούθησε το παράδειγμα του διαβόλου. Γιατί αυτός είναι ο πρώτος που έφυγε από τους ὃρους που του έθεσε ο Θεός. Διαβάζομε εις τον ιερόν Δαμασκηνόν να μας λέγει ότι: «Πρωτοστάτης ῆς περιγείου τάξεως καί τῆς γῆς τήν φυλακὴν ἐγχειρισθεὶς παρά Θεοῦ ἐπήρθη κατὰ τοῦ πεποιηκότος αὐτὸν Θεοῦ». Ο Θεός τον έβαλε τον Εωσφόρον- ακούστε τι τον έβαλε τον Εωσφόρον…- πρωτοστάτην, δηλαδή αρχηγόν, της περιγείου τάξεως και της Γης. Ό,τι αφορά τη Γη και το περιβάλλον της Γης. Η περίγειος τάξις είναι… να το φανταστώ κάπως έτσι, να το φανταστούμε, θα λέγαμε, ο πλανητικός χώρος. Εκείνος ο χώρος που ζει και υπάρχει και κινείται η Γη· που γυρίζει γύρω από τον ήλιον και οι άλλοι πλανήται. Αυτή είναι η περίγειος. Ό,τι αφορά τον χώρον της Γης. Αλλά και την ίδια τη Γη, ήταν πρωτοστάτης να την φυλάττει. «Φυλακὴν ἐγχειρισθεὶς παρά Θεοῦ». Επήρε από τον Θεό την εντολή να φυλάττει τη Γην. Ἐπήρθη όμως, υπερηφανεύθηκε. Τι θα πει «υπερηφανεύθηκε»; Ξεπέρασε τους όρους τους και τα έχασε όλα.
Μας λέγει ο Μέγας Αθανάσιος που το παίρνει από τον Ησαΐα και από τον Ιεζεκιήλ: «Οὕτω γάρ εἲρηκεν (:Γιατί έτσι είπε) ἀναβήσομαι καί θήσομαι τόν θρόνον μου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ἒσομαι ὃμοιος τῷ Ὑψίστῳ». «Θα ανεβώ και θα βάλω τον θρόνο μου ενώπιον του Θεού και θα είμαι ίσος με τον Θεό». Αυτό που εμπνέει και στον ταλαίπωρο άνθρωπο. Τι; «Δεν υπάρχει Θεός»... Και μάλιστα ξεπερνάει τον διάβολο ο άνθρωπος, γιατί ο διάβολος πιστεύει, «οι δαίμονες», λέει, «πιστεύουσι και φρίττουσι», λέει η Αγία Γραφή. Ο άνθρωπος λέει: «Δεν υπάρχει Θεός». Ξεπέρασε τον διάβολο. Έγινε δαιμονικότερος του δαίμονος. Και τι λέγει ο άνθρωπος; «Εγώ είμαι ο Θεός. Δεν υπάρχει Θεός». Αυτός ο ανθρωποκεντρισμός.
Και έτσι ο Εωσφόρος υπερέβη τους όρους του και κατέληξε…, χμ, πού κατέληξε; Τι ειρωνεία! Να ζητάει να καταφύγει στην αγέλη των χοίρων! «Κύριε», λέει, «επίτρεψέ μας- ‘’Επίτρεψέ μας’’!, ακόμη κι εκεί δεν έχει δικαίωμα- να πάμε -να το πω έτσι απλοελληνικά- στα γουρούνια». Βλέπετε, από πρωτοστάτης της Γης και της περιγείου, κατέληξε να μπει, να ζητάει να μπει μέσα στους χοίρους. Είναι κατάντημα. Γι΄αυτό λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος εις τον πρώτον θεολογικόν του λόγον, στην πέμπτη παράγραφο, λέει -και προσέξατέ το πολύ αυτό-: «Εἲσω τῶν ἡμετέρων ὅρων φιλοσοφῶμεν (:Μέσα· –μέσα από τους όρους, μέσα από τα σύνορα, ένθεν, όχι εκείθεν, ή εκείσε, ένθεν, εδώ, από μέσα, από μέσα από τα σύνορα-, φιλοσοφῶμεν. Το «φιλοσοφῶμεν» εννοεί το «θεολογῶμεν», να θεολογούμε) «καί μή εἰς Αἲγυπτον ἐκφερόμεθα, μηδέ εἰς Ἀσσυρίους κατασυρόμεθα, μηδέ ἂδωμεν τήν ὠδήν Κυρίου ἐπί γῆς ἀλλοτρίας». Τι θέλει να πει αυτό; Ξέρετε ότι οι Εβραίοι, επειδή υπερέβαιναν τους όρους των, ποιοι ήταν οι όροι των; Ειδωλολατρούσαν. Και ο Θεός επέτρεπε να υπερβούν και τα όρια της πατρίδος των. Και άλλοτε μεν εσύροντο εις την Αίγυπτον, άλλοτε εσύροντο από τους Ασσυρίους και άλλοτε εσύροντο από τους Ασσυρίους και άλλοτε εσύροντο από τους Βαβυλωνίους· που λέει: «Ούτε σε ξένη γη (είναι η Βαβυλώνα) εκεί να ψάλλομε την ωδή μας», είπαν οι Εβραίοι. «Πώς να ψάλλομε ωδήν Κυρίου εις αλλοτρίαν γην;». Σε ξένη γη; Γιατί; Αυτά ο λαός; Γιατί είχε βγει τους όρους του. Και λέγει τώρα ο άγιος Γρηγόριος, μη βγούμε κι εμείς για να μην υποστούμε ό,τι υπέστησαν εκείνοι. Και τι μπορεί να είναι αυτό; Δύνασαι να φιλοσοφήσεις εφόσον δεν έχεις θεολογία; Ο αρχαίος κόσμος δεν είχε θεολογία. Να φιλοσοφήσεις αλλά κατά τις δυνατότητές σου. Δύνασαι να θεολογήσεις; Κατά τις δυνατότητές σου. Όχι παραπάνω, όχι πιο πολύ. Γιατί θα βγεις έξω και τότε πραγματικά θα βρεθείς σε αλλότριους χώρους. Όπως το βλέπομε αυτό στον χώρο της φιλοσοφίας, ανόητα πράγματα. Είδατε ο Σαρτρ. «Τι είναι», λέγει, «ο προορισμός του ανθρώπου; Ο θάνατος. Απ’ το μηδέν στο μηδέν». Τι ακριβώς μπορούσε να πει ένας θεολόγος ο οποίος υπερβαίνει τους όρους του; Να γίνει αιρετικός. Η αίρεσις δεν είναι παρά η υπέρβασις της θεολογίας, αλλά τι υπέρβασις; Όπως ο άνθρωπος θέλει και καταλαβαίνει. Ας προσέχομε λοιπόν. Γι΄αυτό λέγει: «Ἐπί τῶν ἡμετέρων ὅρων (εἲσω) ἱστάμενοι». Θα σταθούμε στους ἡμετέρους νόμους, ὃρους. Ξέρετε, είναι μία του μυαλού υπόθεση αυτή. Η υπερηφάνεια του νοός. Να θέλει ο άνθρωπος να ξεπερνάει τα όριά του.
Γι΄αυτό, ερμηνεύοντας ο Ιερός Χρυσόστομος τη συμπεριφορά και το πάθημα της Εύας, λέγει ότι «οὐκ ἀνασχομένη μήν ἐπί τῶν οἰκείων ὅρων», έφθασε να υποταγεί στον άνδρα. Δεν υπέμεινε στους δικούς της ὅρους. Αλλά έφθασε να υπερβεί τους όρους της και τελικά να υποτάσσεται εις τον άνδρα. Ενώ πρώτα, ο Θεός, δεν έκανε την Εύα να υποτάσσεται εις τον άνδρα. Τώρα την υποτάσσει υπό τον άνδρα. Αλλά και η σύγχρονη γυναίκα, για Δευτέρα φορά, μετά από εκείνο που συνέβη εις την Εύα, αποπειράται να εξέλθει των οικείων της όρων, και κατασκεύασε αυτό που λέμε «φεμινισμός». Ο φεμινισμός δεν είναι τίποτε άλλο παρά εκείνο που νομίζει ότι της δίνει αίγλη, ενώ στην πραγματικότητα την καταρρακώνει. Ναι. Δεν έχω χρόνο να σας εξηγήσω πιο πολλά. Αυτό γίνεται αντιληπτό. Και έγινε αντιληπτό. Η γυναίκα άρχισε να καταλαβαίνει ότι εξευτελίζεται, με τον φεμινισμόν. Ναι, ναι. Εξευτελίζεται. «Ενώ πάει για μαλλί, βγαίνει κουρεμένη», να πω αυτήν την λαϊκή παροιμία. Εξευτελίζεται η γυναίκα. Ήδη στην Ευρώπη, στη Γαλλία συγκεκριμένα, οι γυναίκες είπαν: «Τι κάνομε;». Και όπως λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος για την Εύα αλλά και για κάθε γυναίκα της κάθε εποχής: «Ἐμάνθανε δια τῆς πείρας αὐτῆς, μετ’ οὐ πολύ τῆς συμβουλῆς τό ὀλέθριον (:Έμαθε από πείρα πόσο ολεθρία ήταν εκείνη η συμβουλή του διαβόλου, να ξεπεράσει τα όριά της)».
Ο Απόστολος Παύλος θέλει τη γυναίκα όταν προσεύχεται στην Εκκλησία, με κάλυμμα. Μία μαντήλα. Ξέρετε γιατί; Διότι το θεωρεί ότι είναι σύμβολον της υποταγής της γυναικός εις τον άνδρα. Και αν κρατήσομε το σύμβολον, δεν θα χάσομε την ουσία. Πετώντας το σύμβολον, χάνομε την ουσία. Κάποτε στον Παράδεισο, αγαπητοί μου, ο άνθρωπος, ἐξελθών τῶν ἰδίων του ὃρων, εξήλθε του Παραδείσου, βγήκε από τον Παράδεισον. Τώρα όμως, από αγάπη, ο Λόγος του Θεού έρχεται να αναζητήσει τον άνθρωπον που είναι έξω από τους όρους του. Και ο άνθρωπος, το είδαμε στους Γεργεσηνούς, αντί να πει: «Εγώ βγήκα από τους όρους μου, ήλθες εσύ να με ξαναβάλεις μέσα», όπως ο τσομπάνης… χάθηκε ένα πρόβατο, έφυγε από τους όρους του στάβλου και φεύγει και γυρίζει τα βουνά και το παίρνει και το γυρίζει πίσω· ο ταλαίπωρος άνθρωπος να πει: «Όχι, εγώ θέλω να είμαι έξω από τους όρους μου, σε παρακαλώ, έξελθε των ορίων μου!». Τώρα καταλαβαίνετε αυτήν την ευαγγελική σημασία; «Βγες από τα σύνορά μου. Δεν σε θέλω». Το συμπέρασμα είναι ότι οπότε ο άνθρωπος… και φεύγει ο Θεός, όποτε ο άνθρωπος διώχνει τον Θεό από την ζωή του, φθάνει να βγαίνει ο ίδιος από τα όρια της δικής του ζωής. Εξορίζοντας τον Θεόν ο ταλαίπωρος άνθρωπος αυτεξορίζεται. Απομακρύνοντας τον Θεό, αλλοτριώνεται. Ξεπερνά τα όρια ακόμα και της σωματικής του αντοχής. Από τον αθλητισμό μέχρι την καθημερινή βιοπάλη. Αν ακούσετε, για να έχουν επιδόσεις οι αθληταί, τι μετέρχονται, που είναι καταστροφή του σώματος, για να έχουν ξεπέρασμα, ξεπερνούν τους όρους της αντοχής του ανθρωπίνου σώματος. Δεν έχω καιρό να σας πω παραδείγματα. Ξεπερνά ακόμα και την οικονομική του αντοχή. Και τι κάνει; Χρεωκοπεί. Ξεπερνά τα ταλέντα του. Και νομίζει ότι είναι κάτι. Και γελοιοποιείται. Γιατί περνάει τους όρους του.
Αγαπητοί, ο άνθρωπος ξεχνά ότι βρίσκεται ανάμεσα σε δύο οροθέσια, τα οποία δεν μπορεί ποτέ να ξεπεράσει. Είναι ο χώρος και ο χρόνος. Αυτά τα δυο, ποτέ δεν θα μπορέσει να τα ξεπεράσει. Θα τα ξεπεράσει όμως. Αλλά όχι ο ίδιος. Θα τον βγάλει Αυτός ο Θεός από εκεί μέσα· γιατί ο Θεός έβαλε τον χρόνο και τον χώρο. Όταν θα τον βάλει τον άνθρωπο στη Βασιλεία του Θεού. Τώρα όμως δεν μπορεί να ξεπεράσει ούτε τον χώρο ούτε τον χρόνο. Ούτε να με βάζουν στο ψυγείο και να μείνω στην κατάψυξη 192 βαθμούς υπό το μηδέν, μήπως κάποια χρόνια μερικά παρακάτω βρει κάτι η Επιστήμη να με ξανααναστήσει. Είδατε; Προσπαθούμε να βγούμε διαρκώς από τους όρους μας…
Ακόμη, οι όροι των Συνόδων, των Οικουμενικών και των Τοπικών Συνόδων, όροι λέγονται, και δεν είναι παρά οι κανόνες οι οποίοι περιορίζουν μία κατάσταση, άμα τους ξεπεράσεις, έχεις αταξία. Όταν η Εκκλησία ξεπερνάει τους ὃρους της, τους κανόνες, έχει αταξία. Το βλέπει κανείς ολοκάθαρα. Και στην εποχή μας και σε κάθε εποχή. Οι όροι λοιπόν των Συνόδων μάς περισώζουν- ακούσατε- μας περισώζουν τους όρους της φύσεως! Δεν μας αφήνουν να βγούμε από τη φύση μας. Και η ταπείνωσις της διανοίας είναι εκείνη που κάθε στιγμή θα μας εμποδίζει να ξεπερνάμε τους όρους μας. Να λέμε : «Φθάνει, έως εδώ, όχι παρακάτω». Αλλά και η λιτότητα του βίου, από πρακτικής πλευράς, δεν θα επιτρέπει ποτέ στην Τεχνική και στην Επιστήμη απεριόριστες αναζητήσεις, κατά το ψαλμικόν του 16ου Ψαλμού: «Καὶ τῶν κεκρυμμένων σου ἐπλήσθη ἡ γαστὴρ αὐτῶν»…
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_474.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.