ἀπομάκρυνση τοῦ Ἐσταυρωμένου στὴ Μητρόπολη Περιστερίου – Ἀπὸ τὴν διακόνισσα στὴν βλάσφημη ἀφίσσα

Σκέψεις γύρω ἀπὸ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ Ἐσταυρωμένου ἀπὸ τοὺς χώρους τῶν ἱερῶν στὴ Μητρόπολη Περιστερίου

«Ο ὐ γὰρ ἔκρινα τοῦ εἰδέναι τί ἐν ὑμῖν εἰ μὴ Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον» (1 Κορ. 2,2). Ἦταν ἡ τοποθέτηση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἀπέναντι σ’ ἐκείνους τοὺς Κορινθίους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν συνηθίσει νὰ ἐκτιμοῦν τὴν ἀνθρώπινη σοφία καὶ τὴ ρητορικὴ τέχνη. Κέντρο τοῦ κηρύγματός του ἀποτελοῦσε ὁ ἐσταυρωμένος Ἰησοῦς. Αὐτὸ δημιουργεῖ ἀνάλογη ὑποχρέωση τοποθέτησης τῆς εἰκόνας τοῦ ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ σὲ κεντρικὰ σημεῖα τῶν ναῶν (καὶ στὸ ἱερό).

Ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι ἡ ἀρχαία παράδοση δὲν τοποθετοῦσε ἐσταυρωμένους στὸ ἱερὸ βῆμα δὲν μπορεῖ νὰ δικαιολογήσει τὴν ἀπομάκρυνση. Ὑπάρχουν ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες μὲ διαφορετικὲς παραδόσεις. Μερικὲς κατοπινὲς παραδόσεις ἔγιναν τόσο δημοφιλεῖς στὸν ὀρθόδοξο λαό, ὥστε θὰ θεωροῦνταν βεβήλωση ἀκόμη καὶ ἡ σκέψη κατάργησής τους. Διανοεῖται κανεὶς σήμερα νὰ ἀπομακρύνει τὰ ἐπιτάφια ἐγκώμια ἀπὸ τὴ λατρεία τῆς Μ. Παρασκευῆς, ἐπειδὴ εἰσήχθηκαν μόλις τὸν 15ο αἰ.;

Οὔτε θυμίζει προτεσταντικὴ ἢ ρωμαιοκαθολικὴ ἐπίδραση ὁ Ἐσταυρω­μένος. Οἱ μὲν Προτεστάντες στὴ συντριπτικὴ πλειονότητά τους δὲν ἔχουν ἐσταυρωμένους στοὺς ναούς τους παρὰ μόνο μοντέρνους σταυρούς, μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀπαιτοῦν ἰσχυρὴ φαντασία, γιὰ νὰ ἐκληφθοῦν ὡς σταυροί. Αὐτὸ ἐπιδιώκει καὶ ὁ σεβασμιότατος Περιστερίου, ἐνῷ κατηγορεῖ ἐπὶ προτεσταντισμῷ, τοὺς ἐμμένοντες στὸν Ἐσταυρωμένο;

Οὔτε ὑπενθυμίζει ἄγαλμα τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν ἡ εἰκόνα τοῦ ὀρθοδόξου Ἐσταυρωμένου, ἐπειδὴ δὲν ἔχει διαστάσεις ἀγάλματος. Παραμένει εἰκόνα.

Κύριο γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἡ συνοδικότητα. Ἀπὸ πότε κάθε ἐπίσκοπος, ἀκόμη καὶ μὲ πανεπιστημιακὲς περγαμηνές, ἐνεργεῖ «δίχα τῆς συνόδου» καὶ κατὰ τὸ δοκοῦν; Ἂν κάθε ἐπίσκοπος ἐνεργοῦσε παρόμοια στὴ μητρόπολή του, τότε θὰ ὁδηγούμασταν σὲ ἀναρχία. Ὁ καθηγητὴς τοῦ κανονικοῦ δικαίου ὀφείλει τιμὴ στὸ ἀντικείμενο τῆς ἐπιστήμης του καὶ νὰ θέσει στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅλους τοὺς ἰσχυρισμούς του καί, ἐὰν ἐκείνη ταχθεῖ ὑπὲρ τῆς ἀπόψεώς του, τότε καὶ μόνο μπορεῖ νὰ προβεῖ σὲ ἐνέργειες ἀπομάκρυνσης τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ἄλλως φανερώνει ἔλλειψη σεβασμοῦ πρὸς τὸ συνοδικὸ σύστημα καὶ πρὸς τὴν ἐπιστήμη ποὺ διδάσκει στοὺς φοιτητές του.

δρ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΑΡ. ΤΣΑΚΑΛΙΔΗΣ

θεολόγος-θρησκειοπαιδαγωγὸς

Ἀπὸ τὴν διακόνισσα στὴν βλάσφημη ἀφίσσα

Τὸ Μάρτιο τοῦ τρέχοντος ἔτους ἔγινε μεγάλος θόρυβος γιὰ μία βλάσφημη ἀφίσσα ταινίας ποὺ προβλήθηκε σὲ φεστιβὰλ στὴ Θεσσαλονίκη, ποὺ ἔδειχνε μία γυναίκα ἐσταυρωμένη (γιατὶ τὴν ἐμποδίζουν νὰ κά­νῃ ἐκτρώσεις, δηλαδὴ δολοφονίες παιδιῶν). Τότε εἰπώθηκε πὼς αὐτὸ ἦ­ταν βλασφημία γιὰ τὴν Παναγία. Νομίζουμε, ὅτι ἦταν κάτι χειρότερο. Ἦταν βλασφημία γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου. Ἡ γυναίκα αὐτὴ ἀπεικόνιζε τὸ «θηλυκὸ Χριστό».

Ὁ ἀκραῖος φεμινισμὸς ἀπορρίπτει τὴν ἐνσάρκωσι τοῦ Θεοῦ στὸ πρό­σωπο τοῦ Κυρίου, μεταξὺ ἄλλων, γιατὶ ἐνανθρώπησε ὡς ἄνδρας καὶ ὄχι ὡς γυναίκα. Θεωρεῖ ὅτι κάτι τέτοιο προσβάλλει τὸ γυναικεῖο φῦλο καὶ ἀναπαράγει τὰ πρότυπα μιᾶς ἀν­δροκρατούμενης κοινωνίας.

Τὸ πόσο βέβαια πέφτουν ἔξω γίνε­ται καταφανὲς σὲ ἕναν πιστό, ὁ ὁ­ποῖ­ος πιστεύει στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅ­που περιγράφεται ἡ δημιουργία πρῶ­τα τοῦ Ἀδὰμ καὶ κατόπιν τῆς Εὔας ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Ἀδάμ. Ὅπως χαριτω­μένα ἔ­λεγε ὁ ἅγ. Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, τὴ γυναίκα «δὲν τὴν ἔχει ὁ Θεὸς κατωτέραν. Διὰ τοῦτο δὲν τὴν ἔ­καμεν ἀ­πὸ τὸ κεφάλι, διὰ νὰ μὴ καταφρονῆ τὸν ἄνδρα. Ὁμοίως πάλιν δὲν τὴν ἔκα­μεν ἀ­πὸ τὰ ποδάρια, διὰ νὰ μὴ καταφρονῆ ὁ ἄνδρας τὴ γυναῖκα» (Α´ Διδαχή).

Στὶς 2 Μαΐου στὴ Ζιμπάπουε χειροτονήθηκε μία διακόνισσα. Ἡ χειροτονία της, ὅπως φάνηκε ἀπὸ τὰ καθήκοντα ποὺ τῆς ἀνατέθηκαν (ἐκ­φώνησι εὐχῶν διακόνου, μετάδοσι τῆς θ. κοινωνίας στὸ ἐκκλησίασμα κ.λπ.) δὲν ἀκολούθησε οὔτε κἂν τὶς ἀρχαῖες χειροθεσίες διακονισσῶν ποὺ εἶχαν καθαρὰ βοηθητικὸ χαρακτήρα στὴν φιλανθρωπία τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὴν τέλεσι τῶν ἁγίων μυστηρίων σὲ γυναῖκες (π.χ. στὸ βάπτισμα).

Τί εἶνε ὅμως αὐτὸ ποὺ σπρώχνει τὸ φεμινισμὸ νὰ ἐπιδιώκει αὐτὰ ποὺ δὲν τοῦ ἀνήκουν ποὺ δὲν εἶνε δικαιώματά του; Ἀσφαλῶς ἡ ἔλλειψι πίστεως στὰ ἐπουράνια. Ἄνθρωπος ποὺ ὁ ὁρίζοντάς του σταματᾷ στὰ ἐπίγεια κυ­νηγᾷ διαρκῶς καὶ ἀχόρταστα τὴν ἐπίγεια ἐπικράτησί του. Κι αὐτὴ ὅμως δὲν πρό­κειται ποτὲ νὰ τὸν ἱκανοποιήσῃ, γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ γεμίσῃ τὴν ψυχή του.

Μπορεῖ ἡ διακόνισσα ποὺ χειροτο­νήθηκε στὴ Ζιμπάμπουε νὰ εἶνε πιστή, ἡ χειροτονία ὅμως αὐτὴ καθ᾽ ἑ­αυ­τὴν ἔχει ὡς θεμέλιό της τὴν πρόφα­σι τοῦ «δικαιωματισμοῦ» τοῦ φεμινισμοῦ καὶ ὁδηγεῖ σὲ ἕνα ὀλισθηρὸ δρό­μο ποὺ βγάζει ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ σιγὰ – σιγὰ καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν πίστι.

Ὅπως σημειώνει ὁ μακαριστὸς π. Σαράντης Σαράντος («Χειροτονία δι­ακονισσῶν» βλ. orthros.eu), «Ἕνα …μπουρλότο θά μπεῖ καί στούς ἐν τῷ κόσμῳ ἱερούς ναούς, ἄν ἡ μεταπτωτική γυναικεία κενοδοξία (φιλήδονα ἡμῶν τῶν ἀνδρῶν ποιμένων συ­ρομένων) κορυφουμένη καταφέρει νὰ στήσει τὰ ὑπερφίαλα δαιμονικά λά­βαρά της ἐν μέσῳ τῆς ἁγίας Ὀρ­θοδό­ξου ἱερωσύνης καί Ἀρχιερωσύνης».

Ὅσοι πιστοί, ἂς ἀγωνιστοῦμε νὰ κρατήσουμε καὶ νὰ κρατηθοῦν στὴν Ἐκκλησία οἱ αἰώνιες παραδόσεις της ποὺ μᾶς ὁδηγοῦν πραγματικὰ στὴν αἰώνια ζωή.