[Γράμμα ποὺ βρέθηκε στὸ παλτὸ ἑνὸς 20χρονου νεκροῦ ῾Ρώσου στρατιώτη στὶς 11 Μαΐου]
Ἄκου, Θεέ μου…
Δὲν σοῦ ἔχω μιλήσει ποτὲ στὴ ζωή μου, ἀλλὰ σήμερα θέλω νὰ σὲ χαιρετήσω.
Ξέρεις, ἀπὸ παιδὶ μοῦ ἔλεγαν ὅτι δὲν ὑπάρχεις. Καὶ ἐγώ, ἕνας ἀνόητος, τοὺς πίστεψα.
Δὲν σκέφτηκα ποτὲ τίς δημιουργίες σου. Καὶ ἀπόψε κοίταξα ἀπὸ τὸν κρατήρα ποὺ χτύπησε μιὰ χειροβομβίδα τὸν ἔναστρο οὐρανὸ ποὺ ἤταν ἀπὸ πάνω μου.
Ξαφνικὰ συνειδητοποίησα θαυμάζοντας τὸ σύμπαν πόσο σκληρὴ εἶναι ἡ ἐξαπάτηση πὼς δὲν ὑπάρχεις.
Δὲν ξέρω, Θεέ μου, ἂν θὰ μοῦ δώσεις ἕνα χέρι βοηθείας, ἀλλὰ θὰ στὸ πῶ καὶ θὰ μὲ καταλάβεις: δὲν εἶναι παράξενο ποὺ μέσα σὲ μιὰ τρομακτικὴ κόλαση ἄνοιξε ξαφνικὰ ἕνα φῶς καὶ ἐγὼ σὲ ἀναγνώρισα;
Καὶ ἐκτὸς αὐτοῦ, δὲν ἔχω τίποτα νὰ πῶ, μόνο ὅτι χαίρομαι ποὺ σὲ γνώρισα.
Τὰ μεσάνυχτα ἔχουμε προγραμματίσει νὰ ἐπιτεθοῦμε, ἀλλὰ δὲν φοβᾶμαι: Μᾶς κοιτᾶς…
Ὅταν ἔρθει τὸ Σῆμα θὰ πρέπει νὰ φύγω.
Ἔνιωσα καλὰ μαζί σου. Θέλω ἐπίσης νὰ σοῦ πῶ ὅτι, ὅπως ξέρεις ἡ μάχη θὰ εἶναι σκληρή, καὶ ἴσως τὴ νύχτα νὰ σοῦ χτυπήσω τὴν πόρτα.
Καὶ ἔτσι, παρόλο ποὺ δὲν ἤμουν φίλος σου μέχρι τώρα, θὰ μοῦ ἐπιτρέψεις νὰ μπῶ ὅταν ἔρθω;
Ἀλλὰ νομίζω ὅτι κλαίω. Θεέ μου, βλέπεις, αὐτὸ ποὺ μοῦ συνέβη εἶναι ὅτι σήμερα ἔλαβα τὴν ὅρασή μου.
Ἀντίο, Θεέ μου, φεύγω γιὰ τὴν ἐπιχείρηση. Καὶ μᾶλλον δὲν θὰ ἐπιστρέψω ξανὰ πίσω σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο.
Τί περίεργο, ἀλλὰ τώρα δὲν φοβᾶμαι τὸν θάνατο!
[πηγή:https://ok.ru crime-study.gr]