ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΟΣΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ) (2/4/2023)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ε΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ
Προς Εβραίους, κεφ. Θ΄, εδάφια 11-14
11 Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ’ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, 12 οὐδὲ δι’ αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ Ἅγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος 13 Εἰ γὰρ τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς δαμάλεως ῥαντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα 14 πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι;
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
11 Αντίθετα ο Χριστός ήλθε ως Αρχιερέας των μελλοντικών αγαθών, των αγαθών δηλαδή της Καινής Διαθήκης. Και εισήλθε στα επουράνια Άγια των Αγίων μέσα από μία ανώτερη και τελειότερη σκηνή, που δεν κατασκευάστηκε από χέρια ανθρώπων. Δηλαδή δεν εισήλθε μέσα από μία επίγεια σκηνή, όπως ήταν η Σκηνή του Μαρτυρίου, αλλά δεδομένου ότι το σώμα Του ήταν η σκηνή και κατοικία του Θεού Λόγου, ασυγκρίτως ανώτερη και τελειότερη, εισήλθε μέσα από τη σκηνή αυτή του σώματός Του. Ακριβώς μάλιστα το σώμα Του αυτό, επειδή συνελήφθη εκ Πνεύματος Αγίου, δεν προερχόταν από την κτίση αυτή, αλλά από νέα πνευματική κτίση. 12 Ούτε χρησιμοποίησε ο Χριστός ως θυσία το αίμα τράγων και μόσχων, όπως οι αρχιερείς των Ιουδαίων. Αλλά με το δικό Του αίμα μπήκε μια για πάντα στα επουράνια Άγια και εξασφάλισε για μας απολύτρωση όχι προσωρινή, αλλά αιώνια. 13 Διότι, εάν το αίμα των ταύρων και των τράγων και το ράντισμα με το νερό και τη στάχτη του δαμαλιού που κατακαιγόταν στο θυσιαστήριο δίνει στους θρησκευτικά μολυσμένους και ακάθαρτους έναν εξωτερικό καθαρμό και εξαγνίζει το σώμα τους, προκειμένου να μπορούν να μετέχουν στη λατρεία, 14 πόσο μάλλον το Αίμα του Χριστού, ο Οποίος με το αιώνιο Πνεύμα που κατοικούσε μέσα Του πρόσφερε στον Θεό ως θυσία τον εαυτό Του ολοκληρωτικά καθαρό και ελεύθερο από κάθε ρύπο αμαρτίας, θα καθαρίσει τη συνείδησή σας από τα έργα της αμαρτίας που φέρνουν στην ψυχή νέκρωση, και θα σας αξιώσει να λατρεύετε αξίως τον ζωντανό Θεό;
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ε΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ
Κατά Μάρκον, κεφ. Ι΄, εδάφια 32-45
32 ῏Ησαν δὲ ἐν τῇ ὁδῷ ἀναβαίνοντες εἰς ῾Ιεροσόλυμα· καὶ ἦν προάγων αὐτοὺς ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ ἐθαμβοῦντο, καὶ ἀκολουθοῦντες ἐφοβοῦντο. Καὶ παραλαβὼν πάλιν τοὺς δώδεκα ἤρξατο αὐτοῖς λέγειν τὰ μέλλοντα αὐτῷ συμβαίνειν, 33 ὅτι ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς ῾Ιεροσόλυμα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσι, 34 καὶ ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτὸν καὶ ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.
35 Καὶ προσπορεύονται αὐτῷ ᾿Ιάκωβος καὶ ᾿Ιωάννης υἱοὶ Ζεβεδαίου λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ἵνα ὃ ἐὰν αἰτήσωμεν ποιήσῃς ἡμῖν. 36 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· τί θέλετε ποιῆσαί με ὑμῖν; 37 Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου. 38 Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι; 39 Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δυνάμεθα. Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τὸ μὲν ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε· 40 τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται.
41 Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ ᾿Ιακώβου καὶ ᾿Ιωάννου. 42 Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς λέγει αὐτοῖς· οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν· 43 οὐχ οὕτω δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, 44 καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος· 45 καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι, καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
32 Προχωρούσαν λοιπόν και ανέβαιναν τον δρόμο προς τα Ιεροσόλυμα. Και ο Ιησούς προχωρούσε μπροστά από τους μαθητές Του και αυτοί θαμπώνονταν από θαυμασμό και δέος, καθώς Τον έβλεπαν τόσο άφοβα και με τόσο θαρραλέα απόφαση να προχωρά προς την πόλη όπου τόσα θα πάθαινε. Και ενώ από σεβασμό τον ακολουθούσαν, φοβούνταν για όσα θα τους έβρισκαν στα Ιεροσόλυμα. Και ο Ιησούς, αφού πήρε ιδιαιτέρως τους δώδεκα, άρχισε να τους λέει εκείνα που θα του συνέβαιναν. 33 Τους έλεγε δηλαδή ότι, «ιδού, ανεβαίνουμε στα Ιεροσόλυμα, και ο υιός του ανθρώπου, ο Μεσσίας, θα παραδοθεί στους αρχιερείς και τους γραμματείς, και αυτοί θα τον καταδικάσουν σε θάνατο και θα τον παραδώσουν στους εθνικούς στρατιώτες της Ρώμης. 34 Και εκείνοι θα τον εμπαίξουν και θα τον μαστιγώσουν και θα τον φτύσουν και θα τον θανατώσουν, και την τρίτη ημέρα από τον θάνατό Του θα αναστηθεί».
35 Πλησιάζουν τότε τον Ιησού ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι γιοι του Ζεβεδαίου, και του λένε: «Διδάσκαλε, θέλουμε να μας κάνεις αυτό που θα σου ζητήσουμε». 36 Και αυτός τους ρώτησε: «Τι θέλετε να σας κάνω;». 37 Αυτοί Του είπαν: «Όταν έλθεις στη δόξα Σου και ανεβείς στον επίγειο βασιλικό θρόνο του Δαβίδ, βάλε μας να καθίσουμε ο ένας στα δεξιά σου κι ο άλλος στ’ αριστερά σου». 38 Ο Ιησούς τότε τους είπε: «Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Δεν είναι τώρα καιρός κοσμικών μεγαλείων και αξιωμάτων, αλλά κόπων και διωγμών και μαρτυρικού θανάτου. Μπορείτε να πιείτε το ποτήριο του θανάτου που πρόκειται να πιω εγώ μετά από λίγο, και να βαπτισθείτε το βάπτισμα του μαρτυρίου που μετά από λίγο θα υποστώ;». 39 Και αυτοί, θέλοντας να εξασφαλίσουν το αίτημά τους, Του είπαν χωρίς να το σκεφτούν καλά: «Μπορούμε». Τότε τους είπε ο Ιησούς: «Το ποτήριο του μαρτυρίου που εγώ θα πιω μετά από λίγο, θα το πιείτε κι εσείς, και το βάπτισμα που μετά από λίγο θα υποστώ στη θάλασσα των παθημάτων μου, θα το υποστείτε κι εσείς· διότι κι εσείς θα υποστείτε διωγμούς και μαρτύριο για το ευαγγέλιό μου. 40 Το να καθίσετε όμως στα δεξιά μου και στα αριστερά μου δεν εξαρτάται από μένα να το δώσω σε όποιον μου το ζητήσει, αλλά αυτό θα δοθεί σε εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί από τον δικαιοκρίτη Πατέρα μου, που κανονίζει τις ανταμοιβές σύμφωνα με την αρετή του καθενός».
41 Όταν τα άκουσαν αυτά οι άλλοι δέκα μαθητές, άρχισαν να αγανακτούν για τη συμπεριφορά αυτή του Ιακώβου και του Ιωάννου, οι οποίοι ζητούσαν να τους παραγκωνίσουν και να τιμηθούν περισσότερο απ’ αυτούς. 42 Ο Ιησούς όμως τους κάλεσε κοντά Του και τους είπε: «Γνωρίζετε ότι αυτοί που θεωρούνται και φαίνονται άρχοντες των εθνών, ασκούν απόλυτη κυριαρχία στους λαούς τους σαν να είναι ανεξέλεγκτοι κύριοί τους και σαν να είναι οι λαοί κτήμα τους. Κι εκείνοι που έχουν μεγάλο αξίωμα, όπως είναι οι ανώτεροι αξιωματούχοι, καταδυναστεύουν τους λαούς τους με απόλυτη εξουσία, σαν να είναι αυτοί οι δούλοι τους. 43 Μεταξύ σας όμως δεν μπορεί, ούτε επιτρέπεται να συμβαίνει αυτό. Αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας, πρέπει να είναι υπηρέτης σας και να προσπαθεί να γίνεται εξυπηρετικός στους άλλους. 44 Και όποιος από σας θέλει να γίνει πρώτος, πρέπει να γίνει δούλος όλων, ασκώντας με κάθε ταπεινοφροσύνη την αγάπη. 45 Διότι και ο υιός του ανθρώπου, ο Μεσσίας, δεν ήλθε στον κόσμο για να υπηρετηθεί, αλλά ήλθε για να υπηρετήσει και να δώσει τη ζωή Του λύτρο, προκειμένου να εξαγοραστούν και να ελευθερωθούν πολλοί από την αμαρτία και τον θάνατο».
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ [:Εβρ.9,11-14]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου(:Ο Χριστός ήλθε ως αρχιερέας των μελλοντικών αγαθών, των αγαθών δηλαδή της Καινής Διαθήκης. Και εισήλθε στα επουράνια Άγια των Αγίων μέσα από μία ανώτερη και τελειότερη σκηνή, που δεν κατασκευάστηκε από χέρια ανθρώπων. Δηλαδή δεν εισήλθε μέσα από μία επίγεια σκηνή, όπως ήταν η Σκηνή του Μαρτυρίου, αλλά δεδομένου ότι το σώμα Του ήταν η σκηνή και κατοικία του Θεού Λόγου, ασυγκρίτως ανώτερη και τελειότερη, εισήλθε μέσα από τη σκηνή αυτή του σώματός Του)»[Εβρ.9,11].
Εδώ ως «μείζονα καί τελειοτέραν σκηνήν» εννοεί τη σάρκα. Και σωστά την ονόμασε και «ανώτερη» και «τελειότερη», εφόσον σε αυτήν κατοικεί ο Θεός Λόγος και όλη η ενέργεια του Πνεύματος· γιατί «οὐ γὰρ ἐκ μέτρου δίδωσιν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα(:και τα διδάσκει αυτά αλάνθαστα, διότι ο Θεός δεν Του έδωσε το Άγιο Πνεύμα όπως κάποτε στους προφήτες περιορισμένα και σε ορισμένες στιγμές της ζωής τους, αλλά Του το έδωσε ολοκληρωτικά, αδιάκοπα και απεριόριστα· και συνεπώς Αυτός κατέχει την πλήρη και απόλυτη θεϊκή αποκάλυψη και διδάσκει με ακρίβεια τη διδασκαλία του Θεού)»[Ιω.3,34]· ή το λέγει επειδή είναι τελειότερη, αφού είναι ακατάληπτη, και κατορθώνει μεγαλύτερα.
«Τοῦτ’ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως(:Ακριβώς μάλιστα το σώμα Του αυτό, επειδή συνελήφθη εκ Πνεύματος Αγίου, δεν προερχόταν από την κτίση αυτή, αλλά από νέα πνευματική κτίση)»[Εβρ.9,11]. Να πώς εισήλθε από σκηνή που είναι ανώτερη· γιατί δεν θα ήταν κατασκευασμένη από το Άγιο Πνεύμα, αν την κατασκεύασε άνθρωπος. «Ἒστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως(: Δεν προέρχεται από αυτόν τον κόσμο)»· δηλαδή δεν είναι από αυτά τα κτίσματα, αλλά από τον πνευματικό κόσμο· γιατί έχει κατασκευαστεί από το άγιο Πνεύμα. Βλέπεις πώς ονομάζει το σώμα, και «σκηνή» και «κατασκεύασμα» και «ουρανό»; «Εισήλθε στα επουράνια Άγια των Αγίων», λέγει, «διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς(:μέσα από μία ανώτερη και τελειότερη σκηνή)»· έπειτα, «διὰ τοῦ καταπετάσματος, τοῦτ᾿ ἔστι τῆς σαρκὸς αὐτοῦ(:αφού πρώτος Αυτός εισήλθε μέσα από το καταπέτασμα, δηλαδή με τη σάρκα Του και το αίμα Του)»[Εβρ.10,20] δια του καταπετάσματος, δηλαδή της σάρκας Αυτού· και πάλι: «Εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος(:Πιο μέσα από το καταπέτασμα της σκηνής)»[Εβρ.6,19]· και πάλι: «εἰσερχομένην εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων(: που εισέρχεται στα Άγια των αγίων)», για να παρουσιαστεί μπροστά στον Θεό.
Και για ποιον λόγο το κάνει αυτό; Επειδή θέλει να μας διδάξει με το καθένα από αυτά τη διαφορετική σημασία που έχει, αλλά έχει την ίδια αιτία. Εννοώ το εξής με αυτό. Ο ουρανός είναι καταπέτασμα· όπως τα Άγια τα αποκρύπτει το καταπέτασμα, έτσι και η σάρκα αποκρύπτει τη θεότητα· και όμοια το σώμα είναι σκηνή, έχοντας μέσα τη θεότητα· και ο ουρανός επίσης είναι σκηνή, γιατί εκεί μέσα είναι ο ιερέας.
«Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς(:Αντίθετα ο Χριστός ήλθε ως αρχιερέας)». Δεν είπε «έγινε», αλλά «ήλθε», δηλαδή ήλθε σε αυτό το ίδιο, δεν έλαβε άλλο. Δεν ήλθε προηγουμένως και μετά έγινε αρχιερέας, αλλά συγχρόνως όταν ήλθε. Και δεν είπε: «Ήλθε ως αρχιερέας των θυσιαζομένων», αλλά «τῶν μελλόντων ἀγαθῶν(:των μελλοντικών αγαθών, των αγαθών δηλαδή της Καινής Διαθήκης)»· γιατί ο λόγος δεν μπορούσε να παραστήσει το παν. «Οὐδὲ δι’ αἵματος(:ούτε χρησιμοποίησε ο Χριστός ως θυσία το αίμα)», λέγει, «τράγων καὶ μόσχων(:τράγων και μόσχων, όπως οι αρχιερείς των Ιουδαίων)». Όλα είναι αλλαγμένα. «Διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ (:αλλά με το δικό Του αίμα μπήκε μια για πάντα», λέγει, «εἰς τὰ Ἃγια (:στα επουράνια Άγια)». Να, «Ἃγια» ονόμασε τον ουρανό. «Μια για πάντα», λέγει, «εισήλθε στα επουράνια Άγια», «αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος (:εξασφαλίζοντας για μας απολύτρωση όχι προσωρινή, αλλά αιώνια)»[Εβρ.9,12]. Και το «εξασφάλισε», ήταν από τα υπερβολικά αδύνατα και πέρα από κάθε ελπίδα, πώς δηλαδή με μία είσοδο εξασφάλισε αιώνια λύτρωση.
Έπειτα το πειστικό: «Εἰ γὰρ τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς δαμάλεως ῥαντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα, πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι;(: διότι, εάν το αίμα των ταύρων και των τράγων και το ράντισμα με το νερό και τη στάχτη του δαμαλιού που κατακαιγόταν στο θυσιαστήριο δίνει σους θρησκευτικά μολυσμένους και ακάθαρτους έναν εξωτερικό καθαρμό και εξαγνίζει το σώμα τους, προκειμένου να μπορούν να μετέχουν στη λατρεία, πόσο μάλλον το αίμα του Χριστού, ο οποίος με το αιώνιο Πνεύμα που κατοικούσε μέσα Του πρόσφερε στον Θεό ως θυσία τον εαυτό Του ολοκληρωτικά καθαρό και ελεύθερο από κάθε ρύπο αμαρτίας, θα καθαρίσει τη συνείδησή σας από τα έργα της αμαρτίας που φέρνουν στην ψυχή νέκρωση, και θα σας αξιώσει να λατρεύετε αξίως τον ζωντανό Θεό😉»[Εβρ.9,13-14].
«Εάν δηλαδή», λέγει, «το αίμα των ταύρων μπορεί να καθαρίσει σάρκα, πόσο περισσότερο θα καθαρίσει τον ρύπο της ψυχής το αίμα του Χριστού». Για να μη νομίσεις δηλαδή, ακούοντας ότι «αγιάζει», ότι είναι κάτι το σπουδαίο, αναφέρει και δείχνει τη διαφορά του κάθε καθαρισμού, και πώς ο καθαρισμός αυτός είναι υψηλός, ενώ εκείνος ταπεινός. Και λέγει ότι αυτό είναι πολύ φυσικό, αφού εκείνο ήταν το αίμα ταύρων, ενώ αυτό είναι το Αίμα του Χριστού. Και δεν αρκέστηκε στο όνομα μόνο, αλλά αναφέρει και τον τρόπο της προσφοράς· γιατί, λέγει: «Ὅς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ(:ο Οποίος με το αιώνιο Πνεύμα που κατοικούσε μέσα Του πρόσφερε στον Θεό ως θυσία τον εαυτό Του ολοκληρωτικά καθαρό και ελεύθερο από κάθε ρύπο αμαρτίας)»[Εβρ.9,14]· δηλαδή το θυσιαζόμενο ήταν άμωμο και καθαρό από αμαρτίες. Το «διὰ Πνεύματος αἰωνίου» δηλώνει ότι δεν προσφέρθηκε δια πυρός ούτε με κάποιους άλλους.
«Καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν(:Θα καθαρίσει τη συνείδησή σας από τα έργα της αμαρτίας που φέρνουν στην ψυχή νέκρωση)», λέγει, «ἀπὸ νεκρῶν ἔργων (:από τα έργα της αμαρτίας που φέρνουν στην ψυχή νέκρωση)». Και σωστά είπε «ἀπὸ νεκρῶν ἔργων»· γιατί αν κάποιος τότε άγγιζε νεκρό, μολυνόταν· και εδώ αν κάποιος συμβεί να αγγίξει νεκρό έργο, μολύνεται με τη συνείδηση. «Εἰς τὸ λατρεύειν(:και θα σας αξιώσει να λατρεύετε αξίως)», λέγει, «Θεῷ ζῶντι(:τον ζωντανό και αληθινό Θεό)». Εδώ δείχνει ότι εκείνος που διαπράττει νεκρά έργα δεν είναι δυνατό να δουλεύει στον ζωντανό Θεό. Και σωστά είπε «τον αληθινό και ζωντανό Θεό», δείχνοντας και με αυτό ότι και τα προσφερόμενα σε Αυτόν είναι τέτοια. Επομένως όλα αυτά τα δικά μας είναι και ζωντανά και αληθινά, ενώ εκείνα τα των Ιουδαίων είναι και νεκρά και ψευδή· και πολύ σωστά.
Κανένας λοιπόν που έχει νεκρά έργα να μην εισέρχεται εδώ. Γιατί αν εκείνος που αγγίζει νεκρό σώμα δεν έπρεπε να εισέρχεται, πολύ περισσότερο δεν πρέπει εκείνος που έχει νεκρά έργα· γιατί είναι μολυσμός φοβερότατος. Και νεκρά έργα είναι όλα εκείνα που δεν έχουν ζωή, που εκπέμπουν δυσωδία. Όπως δηλαδή το νεκρό σώμα δεν είναι χρήσιμο σε καμία αίσθηση, αλλά και προξενεί λύπη σε εκείνους που το πλησιάζουν, έτσι και η αμαρτία πλήττει αμέσως το λογιστικό και δεν αφήνει ούτε τον ίδιο τον νου να ηρεμεί, αλλά τον θορυβεί και τον ταράσσει. Λέγεται ότι και η εμφάνιση λοιμού καταστρέφει τα σώματα.Τέτοια είναι και η αμαρτία· δεν διαφέρει καθόλου από τον λοιμό, διαφθείροντας όχι τον αέρα πρώτα και μετά τα σώματα, αλλά αμέσως υπεισέρχεται στην ψυχή.
Δεν βλέπεις εκείνους που υποφέρουν από λοιμώδη νόσο πώς φλογίζονται, πώς περιστρέφονται, πώς είναι γεμάτοι από δυσωδία, πώς είναι αισχρά τα πρόσωπά τους, πώς όλοι είναι ακάθαρτοι; Τέτοιοι είναι και εκείνοι που αμαρτάνουν, έστω και αν δεν το βλέπουν. Γιατί, πες μου, δεν είναι χειρότερος από εκείνον που υποφέρει από πυρετό, αυτός που κυριεύτηκε από την επιθυμία των χρημάτων ή των σωμάτων; Δεν είναι ακαθαρτότερος από όλους αυτούς, διαπράττοντας όλα τα αδιάντροπα και υποφέροντας από αυτά; Πράγματι τι υπάρχει αισχρότερο από άνδρα που αγαπά υπερβολικά τα χρήματα; Όσα δεν σταματούν να κάνουν οι πόρνες γυναίκες και οι θεατρίνες, αυτά δεν παύει να τα κάνει και αυτός· ή καλύτερα εκείνες είναι δυνατό να σταματήσουν, αυτός όμως όχι. Τι λέγω, δε σταματά; Υπομένει και δουλοπρεπή πράγματα, κολακεύοντας εκείνους που δεν πρέπει, δείχνοντας επίσης θρασύτητα εκεί που δεν πρέπει, παρουσιάζοντας παντού ανωμαλία. Κάθεται πολλές φορές με πονηρούς ανθρώπους και γόητες και διεφθαρμένους, πολύ πιο φτωχούς και πιο ευτελείς από αυτόν τον ίδιο, ενώ άλλους αγαθούς και κατά πάντα ενάρετους τούς υβρίζει και συμπεριφέρεται προς αυτούς με θρασύτητα.
Είδες και από τα δύο και την ασχημοσύνη και την αδιαντροπιά; Και ταπεινός είναι πέρα από το μέτρο, και αλαζόνας. Διαμένουν βέβαια οι πόρνες σε οίκημα και αυτό είναι άξιο κατηγορίας τους, το ότι πωλούν το σώμα τους έναντι χρημάτων, αλλά έχουν κάποια δικαιολογία την φτώχεια και την πείνα που τις καταναγκάζει, αν και βέβαια ούτε αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως δικαιολογία· γιατί μπορούν να εργάζονται και να τρέφονται. Εδώ όμως συχνάζει ο πλεονέκτης όχι σε οίκημα, αλλά στο μέσο της πόλης, προσφέροντας όχι το σώμα, αλλά την ψυχή του στον διάβολο, ώστε και να εισέρχεται και να συνευρίσκεται μαζί του σαν προς πόρνη πραγματικά, και αφού εκπληρώσει όλη την επιθυμία του εξέρχεται και βλέπει όλη η πόλη και όχι μόνο δύο και τρεις άνθρωποι. Και αυτό είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των πορνών, το να δίνει σε αυτές κανείς χρήματα· είτε δηλαδή είναι κανείς δούλος είτε ελεύθερος είτε μονομάχος είτε οποιοσδήποτε και προσφέρει αμοιβή, καταδέχονται, ενώ εκείνοι που δεν προσφέρουν τίποτε κι αν ακόμη είναι ευγενέστεροι από όλους, χωρίς τα χρήματα δεν μπορούν να τις πλησιάσουν.
Αυτό κάνουν και αυτοί εδώ· τους ορθούς λογισμούς, όταν δεν έχουν χρήματα, τους αποστρέφονται, ενώ τους μιαρούς και πραγματικά θηριομάχους τούς συναναστρέφονται εξαιτίας των χρημάτων, ασχημονούν μαζί τους και χάνουν την ομορφιά της ψυχής τους. Όπως ακριβώς δηλαδή εκείνες είναι ως προς τη φύση τους αποκρουστικές και γεμάτες πονηριά και άγριες και παχιές και άσχημες και κακόπλαστες και σε όλα αισχρές, τέτοιες γίνονται και οι ψυχές τους , μην μπορώντας με τα εξωτερικά βαψίματα να συγκαλύψουν την ασχήμια τους. Γιατί, όταν η ασχήμια είναι η χειρότερη από όλες, όσα και αν επινοήσουν, δεν μπορούν να υποκριθούν. Το ότι βέβαια η αδιαντροπιά κάνει πόρνες, άκουσε τον προφήτη που λέγει: «Ὄψις πόρνης ἐγένετό σοι, ἀπηναισχύντησας πρὸς πάντας(:Συμπεριφέρθηκες προς όλους με αδιαντροπιά, απέκτησες μορφή πόρνης)»[Ιερ.3,3].
Αυτό μπορούμε να πούμε και προς τους πλεονέκτες· συμπεριφέρθηκες προς όλους με αδιαντροπιά· όχι προς αυτούς και προς εκείνους, αλλά προς όλους. Πώς; Ο άνθρωπος αυτού του είδους δε σέβεται ούτε τον πατέρα του, ούτε το παιδί του, ούτε τη γυναίκα του, ούτε φίλο, ούτε αδελφό, ούτε ευεργέτη, ούτε κανένα άλλο γενικά. Και γιατί λέγω «φίλο και αδελφό και πατέρα»; Δεν σέβεται τον ίδιο τον Θεό, αλλά τα θεωρεί όλα τα σχετικά με Αυτόν ως μύθο, και γελά μεθυσμένος από τη μεγάλη επιθυμία, και ούτε να ακούσει δεν θέλει κάτι από εκείνα που μπορούν να τον ωφελήσουν.
Αλλά πω πω παραλογισμός, ποια είναι και τα λόγια που λένε: «Αλιμόνο σου, μαμωνά, και σε εκείνον που δεν έχει»: Εδώ κατακυριεύομαι από τη φλόγα του θυμού· αλίμονο σε εκείνους που λένε αυτά, και αν ακόμη τα λένε γελώντας. Γιατί, πες μου, δεν απείλησε με αυτήν την απειλή ο Θεός λέγοντας: «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν ·ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ(:Μην απατάτε τον εαυτό σας με την ιδέα ότι είναι δυνατόν να θησαυρίζει κανείς και στη γη και ταυτόχρονα να είναι προσκολλημένος και στο Θεό. Κανείς δεν μπορεί να είναι συγχρόνως δούλος σε δύο κυρίους· διότι ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε συγχρόνως δούλοι και του Θεού και του μαμωνά, δηλαδή του πλούτου. Ή θα μισήσετε τον πλούτο για να αγαπήσετε τον Θεό, ή θα προσκολληθείτε στον πλούτο και θα περιφρονήσετε τότε τον Θεό)» [Ματθ.6,24] και εσύ καταργείς την απειλή τολμώντας να λες τέτοια λόγια προς κακό του εαυτού σου;
Δεν λέγει ο Παύλος ότι αυτή είναι ειδωλολατρία και ονομάζει ειδωλολάτρη τον πλεονέκτη;[Εφ.5,5: «Τοῦτο γάρ ἐστε γινώσκοντες, ὅτι πᾶς πόρνος ἢ ἀκάθαρτος ἢ πλεονέκτης, ὅς ἐστιν εἰδωλολάτρης, οὐκ ἔχει κληρονομίαν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ(:Φυλαχτείτε από αυτά, διότι πρέπει να ξέρετε καλά αυτό, ότι κάθε πόρνος ή ακάθαρτος ή πλεονέκτης, ο οποίος ουσιαστικά είναι ειδωλολάτρης, αφού η λατρεία του χρήματος απορροφά ολόκληρη την καρδιά του, δεν έχει κανένα δικαίωμα κληρονομιάς στη βασιλεία του Χριστού και Θεού)»]. Εσύ όμως στέκεσαι και γελάς όπως οι κοσμικές γυναίκες, προκαλώντας τα γέλια σαν τις γυναίκες του θεάτρου;
Αυτό τα ανέτρεψε όλα, αυτό τα κατέρριψε· κατάντησαν τα δικά μας γέλως και πολιτισμός και αστειότητα· τίποτε το σταθερό, τίποτε το στερεό. Δεν τα λέγω αυτά μόνο προς τους κοσμικούς άντρες, αλλά γνωρίζω ποιους υπαινίσσομαι· γέμισε η Εκκλησία από γέλωτα. Αν ο τάδε πει κάποιο αστείο, αμέσως προκαλούνται γέλια σε αυτούς που κάθονται. Και το θαυμαστό είναι ότι πολλοί δεν σταματούν να γελούν και κατά την ίδια την ώρα της ευχής. Παντού χορεύει ο διάβολος, όλους τους ντύθηκε, όλους τους εξουσιάζει. Ατιμάστηκε ο Χριστός, περιφρονήθηκε, δεν υπάρχει πουθενά η εκκλησία. Δεν ακούτε τον Παύλο που λέγει: «Καὶ αἰσχρότης καὶ μωρολογία ἢ εὐτραπελία,τὰ οὐκ ἀνήκοντα(: Επίσης δεν αρμόζουν σε σας τους Χριστιανούς και δεν πρέπει να αναφέρονται καν ως λέξεις οι αισχρές πράξεις και τα ανόητα φλύαρα λόγια και τα άπρεπα και βρώμικα αστεία)»[Εφ.5,4]; Μαζί με την αισχρότητα αναφέρει τη γελοιότητα και εσύ γελάς; Μωρολογία τι είναι; Εκείνα που δεν έχουν τίποτε το χρήσιμο.
Γελάς λοιπόν διαρκώς και φαιδρύνεις το πρόσωπό του εσύ ο μοναχός; Γελάς, πες μου, εσύ που έχεις σταυρωθεί, εσύ που πενθείς; Πού άκουσες τον Χριστό να το κάνει αυτό; Πουθενά, αλλά πολλές φορές ήταν σκυθρωπός. Πραγματικά, όταν είδε την Ιερουσαλήμ δάκρυσε, όταν σκέφτηκε τον προδότη ταράχτηκε, και όταν επρόκειτο να αναστήσει τον Λάζαρο έκλαψε· και εσύ γελάς; Εάν εκείνος που δεν πονά για τα αμαρτήματα των άλλων είναι άξιος κατηγορίας, εκείνος που συμπεριφέρεται με αναλγησία για τα δικά του και γελά, ποια συγνώμη είναι άξιος να επιτύχει; Ο παρών καιρός είναι καιρός πένθους και θλίψεως, βασάνων και δουλαγωγίας, αγώνων και ιδρώτων· και εσύ γελάς; Δεν βλέπεις πώς επιτιμήθηκε η Σάρρα;
Δεν ακούς τον Χριστό που λέγει: «Οὐαὶ ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι πενθήσετε καὶ κλαύσετε(:Αλίμονο και σε σας που έχετε ως μοναδικό σκοπό της ζωής σας τη σαρκική χαρά και γελάτε τώρα από τις διασκεδάσεις και τις απολαύσεις του σαρκικού σας βίου, ουαί και αλίμονό σας, διότι στην άλλη ζωή θα πενθήσετε και θα κλάψετε)»[Λουκά 6,25]; Αυτά ψάλλεις καθημερινά; Πες μου δηλαδή, τι λες; «Γέλασα»; Καθόλου. Αλλά τι; «Ἐκοπίασα ἐν τῷ στεναγμῷ μου(:Απέκαμα από τους στεναγμούς μου για τις παρεκτροπές μου)»[Ψαλμ.6,6].Αλλά ίσως μερικοί είναι τόσο παραλυμένοι και αποχαυνωμένοι, ώστε να γελούν και για την επιτίμηση αυτή, σαν να τα λέμε δηλαδή αυτά για να προκαλέσουμε γέλωτα. Πραγματικά τέτοια είναι η παραφροσύνη, τέτοια η τρέλα, ούτε την επιτίμηση δεν αισθάνεται.
Στέκεται ο ιερέας του Θεού λέγοντας την ευχή για όλους και εσύ γελάς, χωρίς να φοβάσαι τίποτε; Και εκείνος βέβαια λέγει τρέμοντας τις ευχές για σένα, και εσύ τον περιφρονείς; Δεν ακούς τη Γραφή που λέγει: «Οὐαί οἱ καταφρονηταί(:Αλίμονο σε όσους περιφρονούν τα ιερά και τα όσια, τη δικαιοσύνη και την αλήθεια)»[προφήτης Αββακούμ: 1,5]; Δεν φρίττεις; Δεν δείχνεις συστολή; Και βέβαια εισερχόμενος σε ανάκτορα προσέχεις να είναι κόσμιο και το παράστημά σου και το βλέμμα σου και το βάδισμά σου και όλα τα άλλα, ενώ εδώ, όπου είναι τα πραγματικά ανάκτορα, και τέτοια όπως ακριβώς είναι τα ουράνια, γελάς; Εσύ βέβαια γνωρίζω ότι δεν βλέπεις, ακούς όμως ότι παντού παραβρίσκονται άγγελοι και μάλιστα στον οίκο του Θεού στέκονται δίπλα στο βασιλιά, και όλα είναι γεμάτα από τις ασώματες εκείνες δυνάμεις. Ο λόγος μου αυτός απευθύνεται και προς τις γυναίκες, οι οποίες μπροστά στους άνδρες βέβαια δεν τολμούν εύκολα να το κάνουν αυτό, και αν το κάνουν, δεν το κάνουν πάντοτε, αλλά κατά τον χρόνο της ανάπαυσης, ενώ εδώ πάντοτε. Πες μου, γυναίκα, καλύπτεις το κεφάλι του και γελάς βρισκόμενη μέσα στην εκκλησία; Εισήλθες να εξομολογηθείς τα αμαρτήματά σου, να προσπέσεις στον Θεό, να Τον παρακαλέσεις και να Τον ικετεύσεις για τα κακά που διέπραξες και τα πλημμελήματα, και το κάνεις αυτό γελώντας; Πώς λοιπόν θα μπορέσεις να καταστήσεις Αυτόν ευμενή;
«Και τι κακό», θα έλεγε κανείς, «είναι το γέλιο»; Δεν είναι κακό το γέλιο, αλλά κακό είναι όταν γίνεται πέρα από το μέτρο και άκαιρα. Το γέλιο υπάρχει σε εμάς ώστε, όταν δούμε φίλους που έχουμε πολύ χρόνο να τους δούμε, να το κάνουμε αυτό, όταν δούμε κάποιους συνεσταλμένους και φοβισμένους, να τους ενθαρρύνουμε με το χαμόγελο, και όχι να καγχάζουμε και να γελάμε πάντοτε. Το γέλιο υπάρχει μέσα στην ψυχή μας, για να ανακουφίζεται κάποτε η ψυχή, όχι για να οδηγείται στη διάχυση. Άλλωστε και η επιθυμία υπάρχει μέσα στα σώματά μας και δεν πρέπει οπωσδήποτε επειδή υπάρχει να τη χρησιμοποιούμε ή να τη χρησιμοποιούμε πέρα από το μέτρο· αλλά και συγκρατούμε αυτήν και δεν λέμε «επειδή υπάρχει μέσα μας, ας τη χρησιμοποιήσουμε».
Με δάκρυα δούλευε τον Θεό, για να μπορέσεις να καθαρίσεις τα αμαρτήματά σου. Γνωρίζω ότι πολλοί με κατηγορούν λέγοντας «αμέσως δάκρυα». Γι’ αυτό είναι καιρός δακρύων. Γνωρίζω ότι και αισιοδοξούν όλοι εκείνοι που λένε: «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν(:Ας φάμε, ας πιούμε, διότι αύριο πεθαίνουμε)» [Α΄Κορ.15,32].
Αλλά σκέψου ότι «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης(:Ματαιότης ματαιοτήτων, όλα ανεξαιρέτως τα επίγεια είναι μάταια)»[Εκκλ.1,2]. Δεν το λέγω εγώ, αλλά εκείνος που γνώρισε όλα τα πράγματα έμπρακτα, λέγει τα εξής: «Ἐμεγάλυνα ποίημά μου, ᾠκοδόμησά μοι οἴκους. Ἐφύτευσά μοι ἀμπελῶνας, ἐποίησά μοι κήπους καὶ παραδείσους καὶ ἐφύτευσα ἐν αὐτοῖς ξύλον πᾶν καρποῦ·ἐποίησά μοι κολυμβήθρας ὑδάτων τοῦ ποτίσαι ἀπ᾿ αὐτῶν δρυμὸν βλαστῶντα ξύλα· ἐκτησάμην δούλους καὶ παιδίσκας, καὶ οἰκογενεῖς ἐγένοντό μοι, καί γε κτῆσις βουκολίου καὶ ποιμνίου πολλὴ ἐγένετό μοι ὑπὲρ πάντας τοὺς γενομένους ἔμπροσθέν μου ἐν Ἱερουσαλήμ· συνήγαγόν μοι καί γε ἀργύριον καὶ χρυσίον καὶ περιουσιασμοὺς βασιλέων καὶ τῶν χωρῶν· ἐποίησά μοι ᾄδοντας καὶ ᾀδούσας καὶ ἐντρυφήματα υἱῶν ἀνθρώπων, οἰνοχόον καὶ οἰνοχόας· καὶ ἐμεγαλύνθην καὶ προσέθηκα παρὰ πάντας τοὺς γενομένους ἔμπροσθέν μου ἐν Ἱερουσαλήμ·καί γε σοφία μου ἐστάθη μοι. καὶ πᾶν, ὃ ᾔτησαν οἱ ὀφθαλμοί μου, οὐκ ἀφεῖλον ἀπ᾿ αὐτῶν, οὐκ ἀπεκώλυσα τὴν καρδίαν μου ἀπὸ πάσης εὐφροσύνης, ὅτι καρδία μου εὐφράνθη ἐν παντὶ μόχθῳ μου, καὶ τοῦτο ἐγένετο μερίς μου ἀπὸ παντὸς μόχθου. Καὶ ἐπέβλεψα ἐγὼ ἐν πᾶσι ποιήμασί μου, οἷς ἐποίησαν αἱ χεῖρές μου, καὶ ἐν μόχθῳ, ᾧ ἐμόχθησα τοῦ ποιεῖν, καὶ ἰδοὺ τὰ πάντα ματαιότης καὶ προαίρεσις πνεύματος, καὶ οὐκ ἔστι περισσεία ὑπὸ τὸν ἥλιον(:Επιδίωξα λοιπόν τα μεγάλα έργα. Έκτισα οικοδομές μεγαλοπρεπείς. Φύτεψα για τον εαυτό μου αμπελώνες. Περιέκλεισα κήπους και δενδρόκηπους και φύτεψα σε αυτούς δένδρα καρποφόρα παντός είδους. Διέταξα και κτίστηκαν δεξαμενές υδάτων, για να ποτίζονται από αυτές όλα τα χλοερά δένδρα του δάσους. Αγόρασα ως κτήμα μου δούλους και δούλες. Και τα παιδιά, που αυτοί γέννησαν στα ανάκτορά μου, έγιναν δικά μου. Απέκτησα μεγάλα κοπάδια βοδιών και προβάτων, περισσότερα από όσα είχαν αποκτήσει όλοι εκείνοι, που υπήρξαν πριν από εμένα στην Ιερουσαλήμ. Συγκέντρωσα για τον εαυτό μου άργυρο και χρυσό, θησαυρούς και περιουσίες βασιλέων και ολοκλήρων περιοχών. Είχα προς διασκέδασή μου τραγουδιστές και τραγουδίστριες. Έκαμα δικές μου και γνώρισα όλες τας διασκεδάσεις και απολαύσεις των ανθρώπων. Είχα οινοχόους, για να με κερνούν κρασί. Έφτασα σε μεγαλείο και δόξα και ξεπέρασα όλους τους ανθρώπους, οι οποίοι πριν από εμένα είχαν ζήσει στην Ιερουσαλήμ. Εν μέσω όμως όλων αυτών των μεγαλείων και των απολαύσεων η σοφία μου μού συμπαραστάθηκε, ώστε να μην εκτραπώ ανεπανόρθωτα. Κάθε τι, το οποίο επιθύμησαν οι οφθαλμοί μου, δεν τους το στέρησα και δεν εμπόδισα την καρδία μου να απολαύσει κάθε τέρψη και χαρά. Η καρδία μου απήλαυσε όλα τα αγαθά των ταλαιπωριών και των κόπων μου. Αυτό άλλωστε υπήρξε και το κέρδος όλων των κόπων της ζωής μου. Και έπειτα από όλες αυτές τις τέρψεις και τις απολαύσεις έριξα εγώ ένα βλέμμα σε όλα όσα έπραξα, σε όλα όσα κατασκεύασαν τα χέριά μου, σε όλα όσα με κόπο και ταλαιπωρία αγωνίστηκα να αποκτήσω, και έβγαλα το συμπέρασμα, ότι όλα αυτά είναι ματαιότητα. Κούφια ορμή παρερχομένου ανέμου και ότι δεν υπάρχει κανένα μόνιμο, αιώνιο κέρδος, καμία ωφέλεια κάτω από τον επίγειο ήλιο)»[Εκκλ.2,4-11]. Και τι λέγει μετά από όλα αυτά; «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης».
Ας πενθήσουμε, λοιπόν, αγαπητοί, ας πενθήσουμε, για να γελάσουμε πραγματικά για να νιώσουμε πραγματικά ευφροσύνη κατά τον καιρό της ειλικρινούς χαράς. Γιατί αυτή η χαρά που αισθανόμαστε για τα γήινα οπωσδήποτε είναι αναμιγμένη με λύπη και δεν είναι δυνατό να τη βρούμε αυτήν ποτέ καθαρή, ενώ εκείνη είναι ειλικρινής και άδολη και δεν έχει τίποτε το ύπουλο ούτε κάτι άλλο αναμιγμένο. Με εκείνη, την πνευματική, χαρά ας νιώθουμε ευχαρίστηση, εκείνην ας επιδιώξουμε. Δεν είναι δυνατό να επιτύχουμε αυτήν αλλιώς, παρά με το μην προτιμάμε εδώ τα ευχάριστα, αλλά εκείνα που ωφελούν και να θλιβόμαστε λίγο με τη θέλησή μας και να υποφέρουμε με ευχαριστία όλα εκείνα που μας συμβαίνουν. Γιατί έτσι θα μπορέσουμε να επιτύχουμε και τη βασιλεία των ουρανών, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και στους ατέλειωτους αιώνες. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-hebraeos.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην προς Εβραίους επιστολήν», ομιλία ΙΕ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες 568-583.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ [:Ματθ.20,20-28]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΩΝ ΥΙΩΝ ΤΟΥ ΖΕΒΕΔΑΙΟΥ
Σε τόσο μεγάλο βαθμό έφθασε η αδυναμία των μαθητών να αντιληφθούν καθαρά τα λόγια του Κυρίου για το επικείμενο Πάθος και την Ανάστασή Του, ώστε ευθύς αμέσως να Τον πλησιάσουν οι υιοί του Ζεβεδαίου και να συζητήσουν μαζί Του για την πρωτοκαθεδρία που θα ήθελαν να τους παραχωρήσει στο μέλλον· διότι, όπως αναφέρει ο ευαγγελιστής Μάρκος, είπαν τότε στον Κύριο: «Δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου(:Όταν έλθεις στη δόξα σου και ανεβείς στον επίγειο βασιλικό θρόνο του Δαβίδ, βάλε μας να καθίσουμε ο ένας στα δεξιά σου κι ο άλλος στ’ αριστερά σου)»[Μάρκ.10,37].
Πώς τότε λοιπόν ο ευαγγελιστής Ματθαίος λέγει ότι πλησίασε τον Κύριο η μητέρα τους και το ζήτησε αυτό και όχι οι ίδιοι οι μαθητές; «Τότε προσῆλθεν αὐτῷ ἡ μήτηρ τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου μετὰ τῶν υἱῶν αὐτῆς προσκυνοῦσα καὶ αἰτοῦσά τι παρ᾿ αὐτοῦ(: Τότε Τον πλησίασε η μητέρα των παιδιών του Ζεβεδαίου με τους γιους της, η οποία Τον προσκύνησε και έδειξε ότι σκόπευε να Του ζητήσει κάτι)»[Ματθ.20,20]. Φυσικό ήταν και τα δύο να συνέβησαν· διότι παρέλαβαν τη μητέρα τους, με σκοπό να μεγαλώσουν την παράκλησή τους, και κατ’ αυτόν τον τρόπο να συγκινήσουν τον Χριστό. Το ότι λοιπόν είναι αληθινό αυτό που είπα και ότι η παράκληση ήταν μάλλον δική τους, αλλά παρουσιάζουν από ντροπή τη μητέρα τους, πρόσεξε πως ο Χριστός απευθύνει προς αυτούς τον λόγο. Καλύτερα όμως ας προσπαθήσουμε να γνωρίσουμε κατά πρώτον τι είναι αυτό που ζητούν, με ποια διάθεση το ζητούν και τι ήταν εκείνο που τους οδήγησε να ενεργήσουν κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Από τι λοιπόν παρακινούμενοι έφθασαν σε αυτήν την ενέργειά τους; Έβλεπαν ότι έχαιραν εκτιμήσεως εκ μέρους των άλλων ανθρώπων και ήλπισαν ότι εξαιτίας αυτού θα επιτύχουν να εκπληρωθεί και αυτή η αίτησή τους. Αλλά τι τέλος πάντων είναι αυτό το οποίο ζητούν; Άκουσε άλλον ευαγγελιστή, τον Λουκά, ο οποίος αποκαλύπτει αυτό πολύ καθαρά. Διότι, λέγει, ζητούσαν αυτά «διὰ τὸ ἐγγὺς αὐτὸν εἶναι Ἱερουσαλὴμ καὶ δοκεῖν αὐτοὺς ὅτι παραχρῆμα μέλλει ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀναφαίνεσθαι(:διότι πλησίαζε στα Ιεροσόλυμα κι αυτοί νόμιζαν ότι θα φανερωνόταν αμέσως η βασιλεία του Θεού με λαμπρότητα και δόξα)»[Λουκ.19,11]. Νόμιζαν δηλαδή ότι η βασιλεία του Θεού βρίσκεται κοντά τους και ότι είναι αισθητή και ότι δεν επρόκειτο να υποστούν τίποτε το δυσάρεστο, εάν ήθελαν να επιτύχουν αυτό που ζητούσαν. Διότι δεν ζητούσαν τη βασιλεία του Θεού μόνο γι’αυτήν καθ’εαυτήν, αλλά και για να αποφύγουν τα δυσάρεστα. Για τον λόγο αυτόν και ο Χριστός κατ΄αρχήν τους απαλλάσσει από αυτές τις σκέψεις, λέγοντάς τους ότι πρέπει να αναμένουν σφαγές, κινδύνους και τα πιο φοβερά κακά. Διότι, λέγει, «δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ μέλλω πίνειν; (:Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι του θανάτου που πρόκειται εγώ σε λίγο να πιω;)».
Αλλά κανείς ας μην ανησυχεί, επειδή είναι τόσο ατελής η πνευματική κατάσταση των μαθητών· διότι δεν είχε ακόμη λάβει χώρα το σταυρικό πάθος του Κυρίου και ούτε είχε ακόμη δοθεί η χάρις του αγίου Πνεύματος. Εάν όμως θέλεις να γνωρίσεις την αρετή τους, εξέτασέ τους μετά από αυτά τα γεγονότα, και θα τους βρεις να είναι ανώτεροι από κάθε πάθος· διότι ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο φανερώνει τα ελαττώματά τους, ώστε στη συνέχεια να γνωρίσεις ποιοι έγιναν με την ενίσχυση της χάριτος του Θεού. Το ότι λοιπόν δεν ζητούσαν τίποτε το πνευματικό, ούτε είχαν καμία ιδέα για την ουράνια βασιλεία, γίνεται φανερό από τα όσα ελέχθησαν. Πλην όμως εμείς ας εξετάσουμε και πώς Τον πλησιάζουν και τι Του λέγουν.
«Διδάσκαλε, θέλομεν(:‘’Διδάσκαλε, θέλουμε)», λέγει ο ευαγγελιστής Μάρκος, «ἵνα ὃ ἐὰν αἰτήσωμεν ποιήσῃς ἡμῖν(:να μας κάνεις αυτό που θα σου ζητήσουμε)»[Μάρκ.10,35]. Και ο Χριστός απαντά προς αυτούς: «Τί θέλετε ποιῆσαί με ὑμῖν;(:Τι θέλετε να σας κάνω;)»[Μάρκ.10,36]· όχι επειδή το αγνοούσε, αλλά για να τους εξαναγκάσει να απαντήσουν για να αποκαλύψει το τραύμα και έτσι να θέσει το φάρμακο. Εκείνοι όμως, κατακόκκινοι από εντροπή, επειδή έφθασαν σε αυτήν την ενέργειά τους υποκινούμενοι από ανθρώπινο πάθος, Τον πήραν ιδιαιτέρως, μακριά από τους άλλους μαθητές και Τον ρώτησαν· διότι, όπως λέγει ο ευαγγελιστής Μάρκος: «πλησίασαν πολύ κοντά Του»[Μάρκ.10,35:«Προσπορεύονται αὐτῷ»], ώστε να μην τους αντιληφθούν οι άλλοι μαθητές, και έτσι Του είπαν αυτά που ήθελαν.
Ήθελαν επίσης, κατά τη γνώμη μου, επειδή άκουαν ότι «καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους(:θα καθίσετε κι εσείς σε δώδεκα θρόνους)»[Ματθ.19,28], να λάβουν την προεδρία αυτής της καθέδρας. Και το γνώριζαν βέβαια ότι έχαιραν ιδιαιτέρας εκτιμήσεως από τον Κύριο έναντι των άλλων μαθητών, αλλά φοβούνταν τον Πέτρο και έτσι Του λέγουν: «Δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου(:Όταν έλθεις στη δόξα σου και ανεβείς στον επίγειο βασιλικό θρόνο του Δαβίδ, βάλε μας να καθίσουμε ο ένας στα δεξιά σου κι ο άλλος στ’ αριστερά σου)»[Μάρκ.10,37]· και μάλιστα Του ασκούν μεγάλη πίεση για να επισπεύσει την πραγματοποίηση του αιτήματός τους, λέγοντάς Του: «δώσε εντολή».
Τι κάνει λοιπόν ο Κύριος; Για να αντιληφθούν ότι δεν ζητούσαν τίποτε το πνευματικό, ούτε πάλι, εάν γνώριζαν αυτό που ζητούσαν, θα τολμούσαν να το ζητήσουν κατά τέτοιον τρόπο, τους λέγει: «Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε(:Δεν γνωρίζετε τι ζητάτε)», «διότι αυτό είναι πολύ μεγάλο, πάρα πολύ άξιο θαυμασμού, που υπερβαίνει και τις ουράνιες δυνάμεις». Ακολούθως προσθέτει: «Δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι;(:Μπορείτε να πιείτε το ποτήριο του θανάτου που πρόκειται να πιω εγώ μετά από λίγο, και να βαπτιστείτε το βάπτισμα του μαρτυρίου που μετά από λίγο θα υποστώ;)»[Μάρκ.10,38].
Βλέπεις πώς τους απάλλαξε από τη σκέψη αυτήν, ομιλώντας τους για τα αντίθετα από αυτά που ζήτησαν; «Διότι», λέγει, «εσείς μου ομιλείτε περί τιμής και στεφάνων, ενώ εγώ σας ομιλώ για αγώνες και ιδρώτες. Καθόσον ο παρών καιρός δεν είναι καιρός επάθλων, ούτε τώρα πρόκειται να αποκαλυφθεί η δόξα μου εκείνη, αλλά ο παρών καιρός είναι καιρός σφαγής, πολέμων και κινδύνων». Και πρόσεξες ότι, με την ερώτηση που τους κάνει, και τους προτρέπει και τους προσελκύει; Διότι δεν είπε «Μπορείτε να σφαγιαστείτε; Μπορείτε να χύσετε το αίμα σας;», αλλά τι τους είπε; «Μπορείτε να πιείτε αυτό το ποτήρι;». Έπειτα για να τους προσελκύσει, λέγει: «το οποίο πρόκειται εγώ να πιω;», ώστε να τους κάνει προθυμότερους στις σχέσεις τους με Αυτόν. Και στη συνέχεια το ονομάζει και βάπτισμα το Πάθος Του, για να δείξει ότι θα είναι πολύ μεγάλος ο καθαρισμός της οικουμένης που θα προέλθει από αυτά που θα συμβούν.
«Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δυνάμεθα(:Και αυτοί, θέλοντας να εξασφαλίσουν το αίτημά τους, Του είπαν χωρίς να το σκεφτούν καλά: ‘’Μπορούμε’’)». Λόγω της προθυμίας τους υποσχέθηκαν αμέσως, χωρίς να γνωρίζουν ούτε και αυτό που είπαν τι σήμαινε, αλλά το είπαν με την ελπίδα να ακούσουν αυτό που ζήτησαν. Τι λοιπόν τους απαντά Εκείνος; «Τὸ μὲν ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε(:Το ποτήριο του μαρτυρίου που εγώ θα πιω μετά από λίγο, θα το πιείτε κι εσείς, και το βάπτισμα που μετά από λίγο θα υποστώ στη θάλασσα των παθημάτων μου, θα το υποστείτε κι εσείς· διότι κι εσείς θα υποστείτε διωγμούς και μαρτύριο για το ευαγγέλιό μου)»[Μάρκ. 10,39]. Με τους λόγους αυτούς τους προφήτευσε πολύ μεγάλα αγαθά· δηλαδή, «θα αξιωθείτε να υποστείτε και εσείς το μαρτύριό μου και θα πάθετε αυτά που θα υποστώ εγώ, διότι θα τελειώσετε τη ζωή σας με βίαιο θάνατο, και έτσι θα γίνετε μέτοχοι των παθημάτων μου».
«Τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται(:Το να καθίσετε όμως στα δεξιά μου και στα αριστερά μου δεν εξαρτάται από μένα να το δώσω σε όποιον μου το ζητήσει, αλλά αυτό θα δοθεί σε εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί από τον δικαιοκρίτη Πατέρα μου, που κανονίζει τις ανταμοιβές σύμφωνα με την αρετή του καθενός)»[Μάρκ.10,40].Αφού δηλαδή γέμισε τις ψυχές τους με θάρρος και τις ανύψωσε πνευματικά και τις έκανε ακατάβλητες από τη λύπη, τότε πλέον διορθώνει και το αίτημά τους. Αλλά τι τέλος πάντων σημαίνουν οι λόγοι αυτοί του Κυρίου; Καθόσον δύο είναι τα ζητήματα που θέτουν οι πολλοί εν προκειμένω: το πρώτο είναι εάν έχει ετοιμαστεί για ορισμένους να καθίσουν στα δεξιά Του, ενώ το δεύτερο, εάν ο Κύριος όλων εκείνων, για τους οποίους έχουν ετοιμαστεί, δεν έχει τη δύναμη να τους τα παράσχει.
Τι λοιπόν σημαίνουν οι λόγοι αυτοί του Κυρίου; Εάν λύσουμε το πρώτο ερώτημα, τότε θα γίνει σαφές στους ερευνητές και το δεύτερο. Ποια λοιπόν η σημασία αυτού; Κανείς δεν θα καθίσει στα δεξιά Του, ούτε στα αριστερά Του· διότι ο θρόνος εκείνος είναι απλησίαστος για όλους γενικώς· και δεν εννοώ για τους ανθρώπους, τους αγίους και τους αποστόλους, αλλά και για τους αγγέλους και αρχαγγέλους και για όλες γενικώς τις ουράνιες δυνάμεις, καθώς βέβαια και ο Παύλος παρουσιάζει αυτό ως αποκλειστικό, εξαίρετο γνώρισμα του Μονογενούς Υιού με τους λόγους Του: «Πρὸς τίνα δὲ τῶν ἀγγέλων εἴρηκέ ποτε· κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου;(:Σε ποιον άλλωστε από τους αγγέλους έχει πει ποτέ ο επουράνιος Πατέρας: ’’Κάθισε τώρα μετά την Ανάληψή Σου στα δεξιά μου, έως ότου υποτάξω τους εχθρούς Σου νικημένους κάτω από τα πόδια Σου ως υποπόδιο, για να έχεις αιωνίως αδιαφιλονίκητη την εξουσία’’; Σε κανέναν)»[Εβρ.1,13]· «Καὶ πρὸς μὲν τοὺς ἀγγέλους λέγει· ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα, καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα(:και για τους αγγέλους, λέει: ‘’Ο Θεός κάνει τους αγγέλους Του ταχυκίνητους και αιθέριους σαν τους ανέμους, και τους λειτουργούς που Τον υπηρετούν λαμπρούς και δραστικούς σαν την πύρινη φλόγα’’)»[Εβρ.1,7]· «πρὸς δὲ τὸν υἱόν· ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος(:για τον Υιό όμως λέει:’’ Ο βασιλικός Σου θρόνος, Θεέ, μένει στερεός και ασάλευτος στους ατέλειωτους αιώνες. Η βασιλική Σου ράβδος είναι ράβδος και εξουσία ευθύτητας και δικαιοσύνης’’)» [Εβρ.1,8].
Πώς λοιπόν, λέγει: «Τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται (:Το να καθίσετε όμως στα δεξιά μου και στα αριστερά μου δεν εξαρτάται από μένα να το δώσω σε όποιον μου το ζητήσει, αλλά αυτό θα δοθεί σε εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί από τον δικαιοκρίτη Πατέρα μου, που κανονίζει τις ανταμοιβές σύμφωνα με την αρετή του καθενός)»[Μάρκ.10,40], σαν να υπάρχουν ορισμένοι που ήδη κάθονται εκεί; Δεν το λέγει σαν να υπάρχουν εκεί καθισμένοι· μακριά από εδώ αυτή η σκέψη· αλλά απάντησε στη σκέψη αυτών που Τον ρώτησαν, δείχνοντας συγκατάβαση στην ατελή ακόμη πνευματικότητά τους· διότι δεν γνώριζαν ακόμη τον υψηλό εκείνο θρόνο και την στα δεξιά του Πατρός καθέδρα του Υιού, κατά την οποία στιγμή αγνοούσαν ακόμη και εκείνα που ήσαν κατά πολύ κατώτερα αυτών και άκουγαν καθημερινώς να τους ομιλεί γι’ αυτά. Αλλά ένα μόνο ζητούσαν· να απολαύσουν τα πρωτεία και να τοποθετηθούν μπροστά από τους άλλους και να μην είναι κανείς πριν από αυτούς κοντά στον Κύριο. Και όπως προανέφερα, επειδή άκουσαν να τους ομιλεί για δώδεκα θρόνους, επειδή δεν αντιλήφθηκαν το βαθύτερο νόημα των λόγων Του, ζήτησαν να τους δοθεί η πρωτοκαθεδρία.
Οι λόγοι του Χριστού έχουν την εξής σημασία: «Θα πεθάνετε βέβαια για Εμένα και θα σφαγιαστείτε χάριν του κηρύγματος της Διδασκαλίας Μου και θα υποστείτε το ίδιο πάθος με το δικό Μου, αλλά αυτό δεν αρκεί για να σας κάνει να απολαύσετε την πρωτοκαθεδρία και να καταλάβετε την πρώτη θέση· διότι εάν έλθει κάποιος άλλος, ο οποίος, μαζί με τον μαρτυρικό θάνατο, έχει αποκτήσει και όλη την άλλη γενικώς την αρετή κατά πολύ περισσότερο από εσάς, δεν σημαίνει, επειδή σας αγαπώ τώρα εσάς και σας προτιμώ από τους άλλους, ότι θα παραβλέψω εξαιτίας αυτού εκείνον που λάμπει με τα έργα του, και θα δώσω σε σας τα πρωτεία».
Όμως δεν τους μίλησε έτσι, για να μην τους λυπήσει, αλλά κατά τρόπο αινιγματικό τούς είπε το ίδιο πράγμα, λέγοντάς τους: «Τὸ μὲν ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε. τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται(:Το ποτήριο βέβαια που θα πιω εγώ θα το πιείτε και σεις, και το βάπτισμα που πρόκειται να βαπτισθώ σε λίγο μέσα στη θάλασσα των παθημάτων μου θα το βαπτιστείτε· διότι κι εσείς θα υποστείτε διωγμούς και μαρτύριο για το ευαγγέλιο. Το να καθίσετε όμως στα δεξιά και στα αριστερά μου δεν είναι δικό μου δικαίωμα να το δώσω σε όποιον μου το ζητήσει, αλλά αυτό θα δοθεί σε εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί από τον δικαιοκρίτη Πατέρα μου. Αυτός θα δώσει τις αμοιβές και τις διακρίσεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του και την αρετή του)»[Μάρκ.10,39-40].
Για ποιους όμως έχει ετοιμαστεί; Για εκείνους που μπορούν να γίνουν ένδοξοι με τα έργα τους. Για τον λόγο αυτόν δεν είπε: «Δεν εξαρτάται από εμένα να το δώσω αυτό», αλλά είπε «τούτο είναι δικαίωμα του Πατρός μου», ώστε να μην μπορεί κανείς να πει ότι Αυτός δεν μπορεί ή ότι δεν έχει τη δύναμη της ανταποδόσεως αγαθών. Αλλά ποια απάντηση έδωσε; «Δεν εξαρτάται από εμένα, αλλά θα δοθεί σε εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί». Για να γίνει όμως ακόμη πιο σαφές αυτό που λέγω, ας το εξηγήσουμε βάσει ενός παραδείγματος, και ας υποθέσουμε ότι υπάρχει κάποιος αγωνοθέτης και ότι στη συνέχεια προσήλθαν πολλοί άριστοι αθλητές για να μετάσχουν στον αγώνα. Δύο μάλιστα από τους αθλητές, που ήσαν πάρα πολύ γνωστοί στον αγωνοθέτη, στηριζόμενοι στην εύνοια και φιλία αυτού, αφού Τον πλησίασαν, Του είπαν να ενεργήσει έτσι ώστε να στεφανωθούν και να ανακηρυχθούν νικητές. Εκείνος όμως λέγει προς αυτούς, ότι αυτός δεν έχει δικαίωμα να το πράξει αυτό, αλλά η νίκη θα δοθεί σε εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί, οι οποίοι θα κοπιάσουν και θα ιδρώσουν. Μπορούμε άραγε να του καταλογίσουμε αδυναμία; Ασφαλώς όχι· αλλά αντίθετα θα αναγνωρίσουμε ότι αυτός είναι δίκαιος και αμερόληπτος.
Όπως ακριβώς λοιπόν δεν θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό ο αγωνοθέτης δεν έχει δύναμη, επειδή δεν δίνει τον στέφανο, με σκοπό να μην καταλύσει τον νόμο των αγώνων και να μη διαταράξει την τάξη του δικαίου, έτσι λοιπόν θα μπορούσα να πω ότι και ο Χριστός το είπε αυτό με σκοπό να τους παρακινήσει με κάθε τρόπο να στηρίζουν τις ελπίδες της σωτηρίας τους και της προκοπής τους στην αρετή στα προσωπικά τους κατορθώματα που γίνονται με τη χάρη του Θεού. Για τον λόγο αυτόν, λέγει, «σε εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί». «Διότι», λέγει, «τι θα συμβεί εάν παρουσιαστούν άλλοι καλύτεροι από εσάς;». Τι λοιπόν θα συμβεί, εάν επιτελέσουν μεγαλύτερα έργα; Ή νομίζετε επειδή έχετε γίνει μαθητές μου, ότι θα απολαύσετε εξαιτίας αυτού και τα πρωτεία, εάν δεν φανείτε εσείς οι ίδιοι άξιοι της εκλογής;
Το ότι λοιπόν Αυτός είναι Κύριος του σύμπαντος, είναι φανερό από το ότι Αυτός κρίνει το σύμπαν. Καθόσον λέγει τα εξής στον Πέτρο: «Καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καὶ ὃ ἐὰν δήσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καὶ ὃ ἐὰν λύσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς(:Και θα σου δώσω την εξουσία να εισάγεις στη βασιλεία των ουρανών κάθε άνθρωπο άξιο να εισέλθει και να αποκλείεις απ’ αυτήν κάθε ανάξιο. Και οποιοδήποτε αμάρτημα δέσεις και το διακηρύξεις ασυγχώρητο πάνω στη γη, θα είναι δεμένο και ασυγχώρητο και στους ουρανούς˙ ενώ οποιοδήποτε αμάρτημα λύσεις με συγχώρηση πάνω στη γη, θα είναι συγχωρημένο και στους ουρανούς)»[Ματθ.16,19].
Και ο Παύλος επίσης, για να δηλώσει αυτό, έλεγε: «Λοιπὸν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δὲ ἐμοί, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ(:Λοιπόν τώρα πια με περιμένει στεφάνι που ανήκει ως βραβείο στη δικαιοσύνη και την αρετή. Το στεφάνι αυτό θα μου το δώσει ως ανταμοιβή ο Κύριος κατά την ένδοξη εκείνη ημέρα της Κρίσεως, ο δίκαιος κριτής. Θα το δώσει μάλιστα όχι μόνο σε μένα, αλλά και σε όλους όσους έχουν περιβάλλει με αγάπη και ευγνωμοσύνη την ενσάρκωσή Του για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους)»[Β΄Τιμ.4,8]. Η ένσαρκη εμφάνιση του Χριστού στον κόσμο έχει γίνει. Το ότι επίσης κανείς δεν θα σταθεί πριν από τον Παύλο, είναι φυσικά ολοφάνερο. Εάν όμως αυτά ο Κύριος τα έχει πει κατά τρόπο μη σαφή, μην απορείς· διότι ήθελε, δείχνοντας όλη τη συγκατάβασή Του, να τους προφυλάξει με τους λόγους Του, ώστε να μην τον ενοχλούν άδικα και άσκοπα για τα πρωτεία(καθόσον αυτό συνέβαινε σε αυτούς από ανθρώπινη αδυναμία), και επειδή δεν ήθελε να τους στενοχωρήσει· και με την ασάφεια αυτήν επιτυγχάνει και τα δύο.
«Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἠγανάκτησαν περὶ τῶν δύο ἀδελφῶν(:Όταν τα άκουσαν αυτά οι δέκα μαθητές, αγανάκτησαν για τη συμπεριφορά αυτή των δύο αδελφών, οι οποίοι ζητούσαν να τους παραγκωνίσουν και να τιμηθούν περισσότερο απ’ αυτούς)».
Τότε αγανάκτησαν λοιπόν οι υπόλοιποι μαθητές. Πότε δηλαδή; Όταν ο Κύριος επιτίμησε τους γιους του Ζεβεδαίου για το αίτημά τους· διότι, όσο χρόνο η προτίμηση αποτελούσε απόφαση του Χριστού, δεν αγανακτούσαν, αλλά βλέποντας αυτούς να προτιμώνται, το αποδέχονταν και σιωπούσαν επειδή σέβονταν τον διδάσκαλο και Τον τιμούσαν· αλλά και αν ακόμη λυπούνταν στη σκέψη τους, όμως δεν τολμούσαν να το φανερώσουν αυτό. Και στην περίπτωση επίσης του Πέτρου, όταν του έδωσε τα δίδραχμα[πρβ. Ματθ.17,24-27], μολονότι παρουσίασαν κάποια ανθρώπινη αδυναμία, όμως δε λυπήθηκαν, αλλά απλώς Τον ρώτησαν: «Τίς ἄρα μείζων ἐστὶν ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν;(:Ποιος λοιπόν άραγε είναι μεγαλύτερος και περισσότερο διακεκριμένος απ’ τους άλλους στη βασιλεία των ουρανών;)»[Ματθ.18,1]. Επειδή όμως στην περίπτωση αυτήν το αίτημα ήταν των μαθητών, αγανακτούν. Αλλά ούτε και πάλι αγανακτούν αμέσως, μόλις το ζήτησαν, αλλά όταν ο Χριστός τούς επιτίμησε και τους είπε ότι δεν θα απολαύσουν τα πρωτεία, εάν δεν κάνουν τους εαυτούς τους άξιους γι’ αυτά.
Είδες πόσο ατελής ήταν η πνευματικότητα όλων των μαθητών Του, ώστε και αυτοί οι δύο να επιχειρούν να επιβληθούν των δέκα, και εκείνοι να φθονούν τους δύο; Αλλά, όπως προανέφερα, σε παρακαλώ να μου τους δείξεις μετά από όλα αυτά, μετά την επενέργεια της Θείας Χάριτος που τα σωτήρια πάθη του Κυρίου μας ανέβλυσαν και θα τους δεις όλους να είναι απαλλαγμένοι από τα πάθη τους αυτά. Άκουσε λοιπόν πώς αυτός ο ίδιος ο Ιωάννης, που τώρα προσήλθε και ήθελε να εξουσιάζει αυτούς, σε κάθε περίπτωση παραχωρεί τα πρωτεία στον Πέτρο, και στο κήρυγμα και στην επιτέλεση θαυμάτων στις Πράξεις των Αποστόλων[πρβ. Πράξ.3,1 κ.ε.]. Και δεν αποκρύπτει τα κατορθώματα αυτού, αλλά και την ομολογία της πίστεως του Πέτρου διακηρύττει, πράγμα που το έκανε όταν όλοι σιωπούσαν, και την είσοδό του Πέτρου στον τάφο πριν από εκείνον αναφέρει και παρουσιάζει πριν από τον εαυτό του τον Πέτρο. Επειδή όμως και οι δύο παρευρέθησαν πλησίον του Κυρίου κατά την ώρα της σταυρώσεώς Του, μειώνοντας το δικό του εγκώμιο, λέγει χωρίς να αναφέρει το δικό του το όνομα: «Ὁ μαθητὴς ὁ ἄλλος, ὃς ἦν γνωστὸς τῷ ἀρχιερεῖ(:Εκείνος ο άλλος μαθητής, που ήταν γνωστός στον αρχιερέα)»[Ιω.18,16].
Όσο για τον Ιάκωβο, τον άλλο γιο του Ζεβεδαίου που τότε είχε ζητήσει την πρωτοκαθεδρία, δεν έζησε βέβαια για πολύ ακόμα, αλλά ευθύς εξαρχής έδειξε τόση θέρμη πίστεως και αφού εγκατέλειψε όλα τα ανθρώπινα, έφθασε σε ύψος απερίγραπτο, ώστε αμέσως να σφαγιαστεί για την πίστη του στον Ενανθρωπήσαντα Υιό του Θεού. Έτσι αργότερα εξαιτίας όλων αυτών και οι υπόλοιποι μαθητές έφθασαν στις ανώτερες βαθμίδες της αρετής. Αλλά τότε, πριν το θείο Πάθος, αγανάκτησαν.
Τι κάνει λοιπόν ο Χριστός; «Ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς εἶπεν· οἴδατε ὅτι οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν(:Ο Ιησούς όμως, αφού τους κάλεσε να πλησιάσουν, είπε: ‘’Γνωρίζετε ότι οι άρχοντες που ηγεμονεύουν στα έθνη συμπεριφέρονται στους λαούς τους ως κύριοί τους, σαν να τους έχουν στα χέρια τους και σαν να είναι οι λαοί κτήματά τους˙ κι εκείνοι που έχουν μεγάλο αξίωμα, όπως είναι οι ανθύπατοι, τους μεταχειρίζονται με μεγάλη εξουσία, σαν να είναι δούλοι τους)»[Μάρκ.10,42]· διότι επειδή θορυβήθηκαν και ταράχτηκαν, τους καθησυχάζει πριν να τους ομιλήσει, με την πρόσκλησή Του και με το ότι τους κάλεσε κοντά Του. Καθόσον οι δύο, επειδή είχαν αποσπαστεί από την ομάδα των δέκα, στέκονταν πλησιέστερα προς Αυτόν, συνομιλώντας με Αυτόν ιδιαιτέρως. Για τον λόγο αυτόν, και αυτούς τους προσκαλεί πλησίον Του, θέλοντας μαζί με αυτό και το αίτημα των υιών του Ζεβεδαίου να διαπομπεύσει και να το ανακοινώσει στους άλλους, θεραπεύοντας το πάθος και αυτών και εκείνων.
Και δεν θεραπεύει το πάθος τους αυτό στην περίπτωση αυτήν με τον ίδιο τρόπο που είχε κάνει λίγο πριν την υποβολή αυτού του αιτήματος[Μάρκ.10,13-16· Ματθ.19,16-30· Λουκά 18,18-30]. Στην προηγούμενη περίπτωση οδηγεί παιδιά στο μέσο και τους παροτρύνει να μιμούνται την αφέλεια και την ταπείνωση αυτών[Μάρκ.10,14-15: «Ἂφετε τὰ παιδία ἔρχεσθαι πρός με, καὶ μὴ κωλύετε αὐτά· τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὃς ἐὰν μὴ δέξηται τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ὡς παιδίον, οὐ μὴ εἰσέλθῃ εἰς αὐτήν(:Όταν όμως το είδε αυτό ο Ιησούς, αγανάκτησε και είπε στους μαθητές: ‘’Αφήστε τα παιδιά να έρχονται κοντά μου και μην τα εμποδίζετε˙ διότι η βασιλεία του Θεού είναι γι’ αυτούς που θα γίνουν σαν αυτά και θα αποκτήσουν παιδική καρδιά και διάθεση. Αληθινά σας λέω˙ εκείνος που δεν θα δεχθεί το λόγο και το κήρυγμα της βασιλείας του Θεού με απλότητα, εμπιστοσύνη και ταπείνωση σαν αυτή που δείχνουν τα παιδιά στους γονείς και δασκάλους τους, δεν θα μπει σε αυτήν’’)»].
Στην περίπτωση, όμως, αυτήν, η προτροπή γίνεται με αυστηρότερο τόνο, και με αντίθετα παραδείγματα, με τα εξής λόγια: «Οἴδατε ὅτι οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν. οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος(:Γνωρίζετε ότι οι άρχοντες που ηγεμονεύουν στα έθνη συμπεριφέρονται στους λαούς τους ως κύριοί τους, σαν να τους έχουν στα χέρια τους και σαν να είναι οι λαοί κτήματά τους˙ κι εκείνοι που έχουν μεγάλο αξίωμα, όπως είναι οι ανθύπατοι, τους μεταχειρίζονται με μεγάλη εξουσία, σαν να είναι δούλοι τους. Μεταξύ σας όμως δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό. Αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας, ας είναι υπηρέτης σας κι ας φροντίζει με επιμέλεια πώς να γίνεται ευεργετικός και εξυπηρετικός στους άλλους)»[Μάρκ.10,43], αποδεικνύοντας ότι είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των ειδωλολατρών το να επιδιώκουν με μανία τα πρωτεία.
Πράγματι, είναι τυραννικό το πάθος αυτό και συνεχώς ενοχλεί και τους μεγάλους άντρες, και ακριβώς για τον λόγο αυτόν χρειάζεται και βαθύτερη πληγή. Έτσι λοιπόν προχωρεί σε μεγαλύτερο βάθος, και καταπραΰνει την οργισμένη ψυχή τους, παραθέτοντας το παράδειγμα των εθνικών. Και θεραπεύει των μεν τον φθόνο, των δε την αλαζονεία, λέγοντάς τους σχεδόν τα εξής: «Μην αγανακτείτε σαν να έχετε υβρισθεί· διότι αυτοί που ζητούν τα πρωτεία κατ’ αυτόν τον τρόπο, βλάπτουν κατεξοχήν και καταντροπιάζουν τους εαυτούς τους, διότι τοποθετούν τους εαυτούς τους μεταξύ των τελευταίων. Δεν είναι όμως τα δικά μας διδάγματα όμοια με των εθνικών· διότι οι μεν άρχοντες των εθνικών κατατυραννούν τους λαούς τους, ενώ σύμφωνα με τα δικά μας διδάγματα αυτός που είναι δούλος των άλλων, είναι πρώτος σε αξία. Το ότι επίσης αυτά δεν αποτελούν απλώς λόγο, λάβε ως απόδειξη των λόγων μου, αυτά τα οποία κάνω και πάσχω. Αλλά εγώ έκανα και κάτι περισσότερο· διότι μολονότι ήμουνα βασιλιάς των ουρανίων δυνάμεων, θέλησα να γίνω άνθρωπος και καταδέχθηκα να περιφρονηθώ και να υβρισθώ. Και ούτε και σε αυτά αρκέστηκα, αλλά και έφθασα μέχρι και σε αυτόν τον θάνατο».
Για τον λόγο αυτόν λέγει: «Ὣσπερ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν(:Όπως και ο υιός του ανθρώπου δεν ήλθε για να Τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να δώσει τη ζωή του λύτρο προκειμένου να εξαγορασθούν και να ελευθερωθούν από την αμαρτία και το θάνατο πολλοί)»[Ματθ.20,28]. «Δεν σταμάτησα δηλαδή», λέγει, «μέχρι σε αυτό το σημείο, αλλά και την ψυχή μου έδωσα ως λύτρο. Και χάριν ποιων έκανα αυτήν τη θυσία; Προς χάριν των εχθρών. Και εσύ μεν εάν ταπεινωθείς, το κάνεις χάριν του εαυτού σου, ενώ εγώ ταπεινώθηκα προς χάριν δική σου».
Επομένως μην φοβηθείς με τη σκέψη ότι χάνεται η αξιοπρέπειά σου. Διότι όσο και αν ταπεινωθείς, δεν μπορείς να κατέλθεις σε τόσο χαμηλό σημείο, στο οποίο κατήλθε ο Κύριός σου. Αλλά όμως η ταπείνωση αυτή έγινε αιτία ανυψώσεως όλων των ανθρώπων και συνετέλεσε ώστε να εκλάμψει η δόξα του Χριστού· διότι πριν γίνει άνθρωπος, ήταν γνωστός μόνο στους αγγέλους, όταν όμως έγινε άνθρωπος και σταυρώθηκε, όχι μόνο δεν ελάττωσε εκείνη τη δόξα, αλλά και άλλη απέκτησε, από το ότι Τον γνώρισε όλη η οικουμένη. Μη λοιπόν φοβηθείς, με τη σκέψη ότι δήθεν χάνεις την αξιοπρέπειά σου, εάν ταπεινωθείς· διότι με την ταπείνωσή σου αυτήν αυξάνεται η δόξα σου, με αυτήν γίνεται ακόμη μεγαλύτερη. Αυτή είναι η πόρτα της βασιλείας των ουρανών. Ας μην ακολουθήσουμε λοιπόν την αντίθετη οδό, ούτε να πολεμούμε τους εαυτούς μας· διότι εάν θελήσουμε να φαινόμαστε μεγάλοι, δεν θα γίνουμε μεγάλοι, αλλά αντιθέτως θα γίνουμε οι πιο ασήμαντοι από όλους.
Είδες ότι σε κάθε περίπτωση τούς διδάσκει με τα αντίθετα παραδείγματα, δίνοντάς τους αυτό που επιθυμούν; Και αυτό προηγουμένως το αποδείξαμε πολλές φορές, διότι και στην περίπτωση των φιλάργυρων και των κενόδοξων έτσι ενήργησε. «Γιατί λοιπόν», λέγει, «κάνεις την ελεημοσύνη μπροστά στους ανθρώπους; Για να απολαύσεις δόξα; Μην το κάνεις λοιπόν αυτό και οπωσδήποτε θα απολαύσεις δόξα. Προς ποιο λοιπόν σκοπό θησαυρίζεις; Για να έχεις πλούτη; Λοιπόν, μη θησαυρίσεις εδώ και θα γίνεις πλούσιος εκεί. Έτσι και στην περίπτωση αυτήν. Γιατί ποθείς τα πρωτεία; Για να είσαι πριν από τους άλλους; Λοιπόν διάλεξε την τελευταία θέση και τότε θα απολαύσεις τα πρωτεία. Ώστε εάν θέλεις να γίνεις μεγάλος, μη ζητείς να γίνεις μεγάλος, και τότε θα γίνεις μεγάλος. Διότι αυτό θα πει να είσαι μικρός».
Βλέπεις πώς τους απομάκρυνε από το νόσημα, με το ότι τους απέδειξε ότι η μεν φιλοπρωτία τούς οδηγεί σε αποτυχία, ενώ η ταπείνωση σε επιτυχία, ώστε το ένα να το αποφύγουν, ενώ το άλλο να το επιδιώκουν; Και τους εθνικούς επίσης για τούτο τους ανέφερε, ώστε και με το παράδειγμα αυτό να αποδείξει ότι το πράγμα αυτό είναι επονείδιστο και σιχαμερό. Διότι πρέπει ο μεν υπερήφανος να είναι ασήμαντος, ενώ αντιθέτως ο ταπεινόφρονας να είναι υψηλός. Καθόσον αυτό είναι το αληθινό και γνήσιο ύψος, και το οποίο δεν είναι μόνο κατά λέξη, ούτε ως προς την ονομασία. Και το μεν ύψος του κόσμου είναι αποτέλεσμα ανάγκης και φόβου, ενώ το ύψος της ταπεινοφροσύνης ομοιάζει με το ύψος του Θεού. Ο παρόμοιος άνθρωπος και αν ακόμη δεν θαυμάζεται από κανέναν, παραμένει υψηλός, όπως ακριβώς πάλιν εκείνος, και αν ακόμη υπηρετείται από όλους, είναι πιο ασήμαντος από όλους. Και η μεν μία τιμή είναι αποτέλεσμα ανάγκης, οπότε για τον λόγο αυτόν και χάνεται εύκολα, ενώ η άλλη πηγάζει από τη θέληση, και για τον λόγο αυτόν παραμένει σταθερή. Εξάλλου, και τους αγίους για τον λόγο αυτόν τους θαυμάζουμε, διότι, μολονότι ήσαν ανώτεροι όλων, παρά ταύτα ταπείνωσαν τους εαυτούς τους περισσότερο από όλους. Για τον λόγο αυτόν και μέχρι σήμερα παραμένουν υψηλοί και ούτε ο θάνατός τους κατέστρεψε το ύψος εκείνο.
Εάν όμως θέλετε, ας εξετάσουμε το ίδιο αυτό θέμα βάσει συλλογισμών. Κάποιος λέγεται ότι είναι υψηλός ή όταν είναι υψηλός ως προς το μήκος του σώματός του, ή όταν συμβαίνει να στέκεται σε υψηλό μέρος. Κατά τον ίδιο συλλογισμό κάποιος ονομάζεται χαμηλός, επί τη βάσει των αντίθετων γνωρισμάτων. Ας δούμε λοιπόν ποιος είναι πραγματικά ο υψηλός, ο αλαζόνας ή ο ταπεινός, ώστε να αντιληφθείς ότι τίποτε δεν είναι υψηλότερο από την ταπεινοφροσύνη και τίποτε χαμηλότερο από την αλαζονεία. Ο μεν λοιπόν αλαζόνας επιθυμεί να είναι ανώτερος από όλους και κανένα δεν παραδέχεται ως ισάξιό του, και οποιασδήποτε τιμής και αν τύχει, επιθυμεί και επιδιώκει μεγαλύτερη τιμή και πιστεύει ότι δεν έτυχε καμίας τιμής και περιφρονεί τους ανθρώπους, ενώ ο ίδιος επιθυμεί να τον τιμούν. Τι θα μπορούσε λοιπόν να θεωρηθεί πιο παράλογο από αυτό; Πράγματι αυτό ομοιάζει με αίνιγμα· διότι εκείνους που δεν υπολογίζει καθόλου, από αυτούς θέλει να δοξάζεται.
Είδες πώς εκείνος που θέλει να υψώνεται, καταπίπτει και ίσταται χαμηλά; Διότι το ότι θεωρεί όλους τους ανθρώπους ως μη έχοντες καμία αξία, σε σύγκριση προς τον εαυτό του, το διακηρύσσει ο ίδιος. Αυτό βέβαια είναι αλαζονεία. Γιατί λοιπόν καταφεύγεις προς εκείνον που τον θεωρείς τελείως ασήμαντο; Γιατί ζητείς να τιμηθείς από εκείνον; Γιατί φέρνεις μαζί σου τόσο πλήθος ανθρώπων;
Βλέπεις τον ταπεινό, που στέκει χαμηλά; Εμπρός λοιπόν, ας εξετάσουμε τον πνευματικά υψηλό. Αυτός γνωρίζει πόσο αξίζει ο άνθρωπος και ότι ο άνθρωπος είναι μεγάλος, αλλά συγχρόνως ότι είναι και έσχατος όλων, και για τον λόγο αυτόν οποιαδήποτε τιμή και αν του αποδοθεί, τη θεωρεί μεγάλη. Ώστε, αυτός ακολουθεί τον εαυτό του και είναι υψηλός και δεν αλλάζει τη γνώμη του. Διότι εκείνους τους θεωρεί μεγάλους, θεωρεί και τις τιμές τους μεγάλες, και αν ακόμη συμβαίνει να είναι μικρές, επειδή θεωρεί αυτούς μεγάλους. Ο αλαζόνας όμως εκείνους που τον τιμούν, δεν τους υπολογίζει καθόλου, ενώ τις τιμές τους τις θεωρεί μεγάλες. Επίσης ο ταπεινός δεν κυριεύεται από κανένα πάθος. Ούτε η οργή μπορεί να τον ενοχλήσει, ούτε ο έρωτας της δόξας, ούτε ο φθόνος, ούτε η ζηλοτυπία. Τι λοιπόν μπορεί να θεωρηθεί υψηλότερο από μία τέτοια ψυχή, που είναι απαλλαγμένη από όλα αυτά; Ο αλαζόνας, αντιθέτως, εξουσιάζεται από όλα αυτά όπως ακριβώς κάποιος σκώληκας που κυλιέται μέσα στον βούρκο. Διότι και η ζηλοτυπία και ο φθόνος και ο θυμός ενοχλούν συνεχώς την ψυχή του.
Ποιος λοιπόν είναι ο υψηλός; Αυτός που εξουσιάζει τα πάθη του ή αυτός που είναι δούλος σε αυτά; Αυτός που τρέμει και τα φοβείται ή αυτός που είναι ακατανίκητος και με κανέναν τρόπο δεν κυριεύεται από αυτά; Ποιο πτηνό θα μπορούσαμε να πούμε ότι πετά ψηλότερα; Αυτό που βρίσκεται υψηλότερα από τα χέρια και τα καλάμια του κυνηγού, ή εκείνο που δεν αφήνει τον κυνηγό ούτε καν να χρειαστεί καλάμια, καθόσον πετά χαμηλά και δεν μπορεί ποτέ να πετάξει υψηλά; Τέτοιος λοιπόν είναι ο αλαζόνας· καθόσον κάθε παγίδα τον συλλαμβάνει εύκολα, επειδή σύρεται στο χώμα.
Εάν όμως θέλεις εξέτασε αυτό και από το γεγονός του πονηρού εκείνου δαίμονος. Διότι πράγματι τι θα μπορούσε να θεωρηθεί πιο ταπεινό από τον διάβολο, επειδή κυριεύτηκε από αλαζονεία; Τι αντίστοιχα θα μπορούσε να θεωρηθεί πιο υψηλό από τον άνθρωπο εκείνον που με τη θέλησή του ταπεινώνει τον εαυτό του; Διότι ο μεν διάβολος σύρεται επάνω στη γη και βρίσκεται κάτω από την πτέρνα μας. Διότι λέγει: «Ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων(:Σας δίνω εξουσία να νικάτε και να ποδοπατάτε όλα τα όργανα του σατανά, που σαν φίδια και σκορπιοί επιβουλεύονται και χύνουν το δηλητήριό τους ύπουλα στις ψυχές των ανθρώπων, για να τις νεκρώσουν)»[Λουκά 10,19]. Αντιθέτως, ο ταπεινός άνθρωπος στέκει ψηλά με τους αγγέλους.
Εάν μάλιστα θέλεις το ίδιο πράγμα να διδαχθείς και από τους ανθρώπους, σκέψου τον βάρβαρο εκείνον, που οδηγεί τόσο μεγάλη στρατιά και ο οποίος δεν γνώριζε ούτε αυτά ακόμη που είναι σε όλους γνωστά. Όπως επί παραδείγματι ότι η πέτρα ήταν πέτρα και ότι τα είδωλα ότι ήσαν είδωλα. Για τον λόγο αυτόν και ήταν κατώτερος από αυτά. Αντίθετα, οι ευσεβείς και πιστοί άνθρωποι ανεβαίνουν υψηλότερα και από τον ήλιο. Τι λοιπόν μπορεί να θεωρηθεί υψηλότερο από αυτούς; Διότι αυτοί υπερβαίνουν και αυτές τις αψίδες του ουρανού και προσπερνώντας τους αγγέλους στέκουν γύρω από τον βασιλικό θρόνο.
Αλλά για να αντιληφθείς και από άλλη άποψη την ευτέλεια των αλαζόνων, σε ερωτώ: Ποιος θα ήταν δυνατόν να ταπεινωθεί; Αυτός που βοηθείται από τον Θεό ή αυτός που πολεμείται από Αυτόν; Είναι ολοφάνερο ότι θα ταπεινωθεί αυτός που πολεμείται. Άκουσε λοιπόν τι λέγει για τον καθένα από αυτούς η αγία Γραφή: «Μείζονα δὲ δίδωσι χάριν· διὸ λέγει· ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν(:Ο Θεός αντιστρατεύεται τους υπερηφάνους, οι οποίοι με τις ηδονές τους περιφρονούν το θέλημά Του και προτιμούν τον κόσμο παρά τον Θεό. Στους ταπεινούς όμως δίνει τη χάρη Του. Αυτοί απαρνούνται τις ηδονές και τον κόσμο για χάρη Του)»[Ιάκ.4,6].
Αλλά θα σε ερωτήσω και κάτι άλλο. Ποιος είναι υψηλότερος; Αυτός που είναι αφιερωμένος στον Θεό και προσφέρει θυσία σε Αυτόν ή αυτός που βρίσκεται πολύ μακριά της παρρησίας προς Αυτόν; Αλλά θα ρωτήσει κάποιος: «Και ποια θυσία προσφέρει ο ταπεινόφρονας;». Άκουσε τον Δαβίδ που λέγει: «Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον(:Θυσία ευάρεστη και ευπρόσδεκτη στον Θεό είναι εκείνη που προσφέρεται με εσωτερική συντριβή και ειλικρινή μετάνοια· ποτέ ο Θεός δε θα απορρίψει μια καρδιά που αισθάνεται αληθινή συντριβή και ταπείνωση)»[Ψαλμ.50,19]. Είδες του ταπεινού την καθαρότητα;
Πρόσεξε και το ακάθαρτο φρόνημα του υπερήφανου. «Ἀκάθαρτος παρὰ Θεῷ πᾶς ὑψηλοκάρδιος(:Ακάθαρτος είναι ενώπιον του Κυρίου κάθε επηρμένος και υπερήφανος)»[Παροιμ.16,5]. Εκτός από αυτά ο ταπεινός έχει τον Θεό που ευχαριστείται με αυτόν. Διότι λέγει: «Πάντα γὰρ ταῦτα ἐποίησεν ἡ χείρ μου, καὶ ἔστιν ἐμὰ πάντα ταῦτα, λέγει Κύριος· καὶ ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ᾿ ἢ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντα τοὺς λόγους μου;(:Προς ποιον να ρίξω στοργικό και προστατευτικό το βλέμμα μου, παρά μόνο στον άνθρωπο τον ταπεινό, τον ήσυχο, ο οποίος τρέμει με σεβασμό τα λόγια μου και αγωνίζεται να τα εφαρμόζει στη ζωή του;)»[Ησ.66,2], ενώ αυτός σύρεται μαζί με τον διάβολο· διότι ο υπερήφανος θα πάθει αυτά που έπαθε εκείνος.
Για τον λόγο αυτόν και ο Παύλος έλεγε: «Μὴ νεόφυτον, ἵνα μὴ τυφωθεὶς εἰς κρῖμα ἐμπέσῃ τοῦ διαβόλου(:Δεν πρέπει ο επίσκοπος να είναι νεοκατήχητος και νεοφυτευμένος στο πνευματικό αμπέλι του Κυρίου. Κι αυτό, για να μην υπερηφανευθεί και πέσει έτσι στην ίδια καταδίκη που έπεσε και ο διάβολος)»[Α΄Τιμ.3,6]. Αλλά του συμβαίνει και το αντίθετο από εκείνο που θέλει· διότι θέλει να είναι υπερήφανος, για να τιμάται. Αλλά αυτός είναι εκείνος που περιφρονείται περισσότερο από όλους· διότι αυτοί κατεξοχήν είναι περισσότερο από όλους οι καταγέλαστοι, οι εχθροί και αντίπαλοι όλων, οι νικώμενοι εύκολα από τους εχθρούς τους, οι παρασυρόμενοι εύκολα από την οργή, οι ακάθαρτοι ενώπιον του Θεού.
Τι λοιπόν θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερο από αυτό; Διότι αυτό είναι το τέλος των κακών. Τι είναι όμως γλυκύτερο από τους ταπεινούς; Και τι μακαριότερο από τη στιγμή που τους ποθεί και τους αγαπά ο Θεός; Οι άνθρωποι αυτοί και από τους συνανθρώπους τους εκτιμώνται πάρα πολύ, και όλοι τους τιμούν ως πατέρες, τους αγαπούν ως αδελφούς και τους πλησιάζουν ως δικά τους πρόσωπα.
Ας γίνουμε λοιπόν ταπεινοί, για να γίνουμε υψηλοί. Καθόσον η υπερηφάνεια ταπεινώνει σε υπερβολικό βαθμό. Αυτή ταπείνωσε τον Φαραώ. Διότι, λέγει η Γραφή, εκείνος ο Φαραώ είπε γεμάτος αλαζονεία: «Τίς ἐστιν οὗ εἰσακούσομαι τῆς φωνῆς αὐτοῦ, ὥστε ἐξαποστεῖλαι τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ; οὐκ οἶδα τὸν Κύριον καὶ τὸν Ἰσραὴλ οὐκ ἐξαποστέλλω(:Ποιος είναι αυτός ο Κύριος και Θεός, στην εντολή του οποίου εγώ θα υπακούσω, ώστε να αφήσω ελεύθερους τους Ισραηλίτες; Δεν γνωρίζω εγώ αυτόν τον Κύριο και δεν θα αφήσω ελεύθερους τους Ισραηλίτες να αναχωρήσουν)»[Έξ.5,2], και έγινε έτσι κατώτερος από τις μύγες, τους βατράχους και την κάμπια και στη συνέχεια καταποντίστηκε μαζί με τα όπλα του και τα άλογά του.
Τελείως το αντίθετο όμως συνέβη με τον Αβραάμ, που είπε: «Νῦν ἠρξάμην λαλῆσαι πρὸς τὸν Κύριόν μου, ἐγὼ δέ εἰμι γῆ καὶ σποδός(:Έχω ήδη αρχίσει να ομιλώ προς τον Κύριο, αν και εγώ είμαι χώμα και στάχτη)»[Γέν.18,27], και κατανίκησε άπειρους βαρβάρους και μολονότι βρέθηκε ανάμεσα στους Αιγύπτιους επέστρεψε φέρνοντας λαμπρότερο τρόπαιο από το προηγούμενο, και ακολουθώντας αυτήν την αρετή γινόταν διαρκώς και υψηλότερος. Για τον λόγο αυτόν εγκωμιάζεται σε κάθε περίπτωση, για τον λόγο αυτόν στεφανώνεται και επαινείται, ενώ ο Φαραώ έγινε και χώμα και στάχτη και οτιδήποτε άλλο υπάρχει ευτελέστερο από αυτά.
Διότι τίποτε δεν αποστρέφεται τόσο ο Θεός, όσο την υπερηφάνεια. Για τον λόγο αυτόν ευθύς εξαρχής έκανε τα πάντα, για να εξαφανίσει αυτό το πάθος. Εξαιτίας της γίναμε θνητοί και μας συνοδεύουν διαρκώς η λύπη και οι οδυρμοί. Για τον λόγο αυτόν ζούμε μέσα στον πόνο, τους ιδρώτες και με διαρκή και καταπιεστική εργασία. Καθόσον η αλαζονεία οδήγησε τον πρώτο άνθρωπο στην αμαρτία, επειδή ήλπισε να γίνει ίσος με τον Θεό. Για τον λόγο αυτόν ούτε και εκείνα που είχε διατήρησε, αλλά εξέπεσε και από αυτά. Τόσο μεγάλο κακό είναι η αλαζονεία· διότι όχι μόνο δεν προσθέτει κανένα κατόρθωμα στη ζωή μας, αλλά εξαφανίζει και τα όσα έχουμε. Όπως ακριβώς πάλι η ταπεινοφροσύνη όχι μόνο δεν καταστρέφει κανένα από αυτά που έχουμε, αλλά προσθέτει και αυτά που δεν έχουμε.
Την ταπεινοφροσύνη λοιπόν ας ποθήσουμε, αυτήν ας επιδιώξουμε, ώστε και την επίγεια τιμή να απολαύσουμε και να επιτύχουμε τη μέλλουσα δόξα, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο ανήκει στον Πατέρα και συγχρόνως και στο άγιο Πνεύμα δόξα και δύναμη, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΞΕ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, σελίδες 275-305.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 68, σελ. 15-34.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Ε΄ ΚΥΡΙΑΚH ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΑΡΕΣΤΗ ΝΗΣΤΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΨΥΧΟΣΩΤΗΡΙΑ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ
Υπάρχουν μερικά θαλάσσια μέρη που τρέφουν μεγάλα κητώδη θηρία. Όσοι λοιπόν πλέουν σε αυτά τα μέρη κρεμούν κώδωνες στα πλευρά των πλοίων, ώστε τα θηρία τρομαγμένα από τον ήχο τους να φεύγουν. Και του δικού μας βίου η θάλασσα τρέφει πολλά και φοβερότερα θηρία, τα πονηρά πάθη δηλαδή και τους εφόρους των παθών, τους δαίμονες, που είναι πονηρότεροι. Επιπλέει σε αυτή τη θάλασσα σαν πλοίο η Εκκλησία του Θεού και αντί για κώδωνες έχει τους πνευματικούς διδασκάλους, ώστε με τον ιερό ήχο της διδασκαλίας τους νʼ απομακρύνει τα νοητά θηρία. Αυτό προφανώς προτυπώνοντας η στολή του Ααρών, είχε εύηχους κώδωνες ραμμένους στα άκρα της και σύμφωνα με όσα είχαν θεσμοθετηθεί, έπρεπε να ακούγεται ο ήχος τους, όταν λειτουργούσε ο Ααρών.
Και εμείς από την άλλη, μεταφέροντας καλά τους τύπους στην πνευματική τους διάσταση, ας ηχήσουμε τώρα σε σας πνευματικά, και μάλιστα κατά τον καιρό της νηστείας, οπότε επιτίθενται αγρίως φανερά και αφανή θηρία• φανερά μεν η γαστριμαργία, η μέθη και τα παρόμοια, ενώ άλλα που ενεδρεύουν αφανώς, η κενοδοξία και η υπερηφάνεια, η υπεροψία και η υποκρισία. Ο ίδιος λοιπόν ήχος είναι και φυγαδευτήριο των θηρίων τέτοιου είδους και φυλακτήριο των όσων ασκούν τη νηστεία.
Είναι λοιπόν η νηστεία και η ακρασία αντίθετα μεταξύ τους, όπως η ζωή και ο θάνατος. Η νηστεία είναι εντολή ζωής, που είναι συνομήλικη της ανθρώπινης φύσεως, αφού δόθηκε από τον Θεό στον Αδάμ κατά την αρχή στον παράδεισο, για διαφύλαξη της ζωής και της θείας χάριτος που είχε δοθεί σʼ αυτόν από τον Θεό. Η δε ακρασία είναι συμβουλή για τον θάνατο σώματος και ψυχής, που δόθηκε δολίως από τον Διάβολο στον Αδάμ διά της Εύας για έκπτωση της ζωής και απομάκρυνσή της από τον Θεό θείας χάριτος• διότι ο Θεός θάνατο δεν δημιούργησε, ούτε ευχαριστείται με την απώλεια των ζώντων. Ποιος άνθρωπος λοιπόν θέλει να βρει ζωή και χάρη στον Θεό από τον Θεό; Ας αποφύγει την θανατηφόρο ακρασία και ας προστρέξει στη θεοποιό νηστεία και εγκράτεια, για να επανέλθει χαρούμενος στον παράδεισο.
Ο Μωυσής, νηστεύοντας επάνω στο όρος σαράντα ημέρες, πέταξε σε ύψος θεοπτίας και δέχθηκε πλάκες θεοσέβειας• ο δε λαός των Εβραίων κάτω μεθώντας, εξέπεσαν σε ασέβεια και κατασκεύασαν είδωλο μόσχου σε ομοίωμα του αιγυπτίου θεού Άπιδος, και αν δεν στεκόταν μεσίτης προς τον Θεό, αφού με την ανηλεή εξόντωση των ομογενών του που προηγήθηκε, τον εξιλέωσε, δεν θα τους λυπόταν καθόλου ο Θεός[Έξ.32,1 κ.ε.].
Αν λοιπόν χρειαζόμαστε κι εμείς το έλεος του Θεού, να μη μεθούμε με οίνο, ούτε να βαρυνόμαστε από υπερκορεσμό, πράγματα στα οποία υπάρχει η ασωτία και η ασέβεια[Εφ.5,18: «Καὶ μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ, ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία, ἀλλὰ πληροῦσθε ἐν Πνεύματι (:Και μη μεθάτε με κρασί. Στη μέθη υπάρχει διαφθορά και ασωτία. Αλλά να γεμίζετε μέσα σας με Άγιο Πνεύμα)»]. • θεόπτης ήταν και ο Ηλίας, αλλά αφού και αυτός καθαρίστηκε προηγουμένως με νηστεία[ βλ. Γ΄Βασ. 19,8-13 κ.ε: «Καὶ ἀνέστη καὶ ἔφαγε καὶ ἔπιε· καὶ ἐπορεύθη ἐν ἰσχύϊ τῆς βρώσεως ἐκείνης τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας ἕως ὄρους Χωρήβ. καὶ εἰσῆλθεν ἐκεῖ εἰς τὸ σπήλαιον καὶ κατέλυσεν ἐκεῖ· καὶ ἰδοὺ ρῆμα Κυρίου πρὸς αὐτὸν καὶ εἶπε· τί σὺ ἐνταῦθα, ᾿Ηλιού; καὶ εἶπεν ᾿Ηλιού· ζηλῶν ἐζήλωκα τῷ Κυρίῳ παντοκράτορι, ὅτι ἐγκατέλιπόν σε οἱ υἱοὶ ᾿Ισραήλ· τὰ θυσιαστήριά σου κατέσκαψαν καὶ τοὺς προφήτας σου ἀπέκτειναν ἐν ρομφαίᾳ, καὶ ὑπολέλειμμαι ἐγὼ μονώτατος, καὶ ζητοῦσι τὴν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν. καὶ εἶπεν· ἐξελεύσῃ αὔριον καὶ στήσῃ ἐνώπιον Κυρίου ἐν τῷ ὄρει· ἰδοὺ παρελεύσεται Κύριος, καὶ ἰδοὺ πνεῦμα μέγα κραταιὸν διαλῦον ὄρη καὶ συντρίβον πέτρας ἐνώπιον Κυρίου, οὐκ ἐν τῷ πνεύματι Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πνεῦμα συσσεισμός, οὐκ ἐν τῷ συσσεισμῷ Κύριος· καὶ μετὰ τὸν συσσειμὸν πῦρ, οὐκ ἐν τῷ πυρὶ Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πῦρ φωνὴ αὔρας λεπτῆς, κἀκεῖ Κύριος. καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ᾿Ηλιού, καὶ ἐπεκάλυψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐν τῇ μηλωτῇ αὐτοῦ καὶ ἐξῆλθε καὶ ἔστη ὑπὸ σπήλαιον· καὶ ἰδοὺ πρὸς αὐτὸν φωνὴ καὶ εἶπε· τί σὺ ἐνταῦθα ᾿Ηλιού;(: Ο Ηλίας σηκώθηκε και ήπιε. Και με τη δύναμη της τροφής εκείνης βάδισε σαράντα ημέρες και σαράντα νύχτες μέχρις ότου έφτασε στο όρος Χωρήβ. Στο Χωρήβ μπήκε σε ένα σπήλαιο και εγκαταστάθηκε εκεί. Και να: ξαφνικά λόγος Κυρίου κατέφτασε σε αυτόν και του είπε: ‘’Τι κάνεις εδώ; Γιατί βρίσκεσαι εδώ, Ηλία;’’. Ο Ηλίας τότε απάντησε: ‘’Ζήλος ιερός και φλογερός, αγανάκτηση ιερή και μεγάλη έχει κυριεύσει την ψυχή μου για Εσένα, τον παντοκράτορα Κύριο. Πονώ και αγανακτώ πολύ, διότι οι Ισραηλίτες αθέτησαν τη διαθήκη Σου και Σε εγκατέλειψαν· τα θυσιαστήριά Σου τα κατέστρεψαν και τους προφήτες Σου τους φόνευσαν με ξίφος· και εγώ, μόνο εγώ, έχω μείνει ολομόναχος. Και ζητούν να αφαιρέσουν και τη δική μου ζωή’’. Και ο λόγος του Κυρίου είπε προς τον Ηλία:’’ Να βγεις αύριο από το σπήλαιο και να σταθείς μπροστά στον Κύριο στο όρος. Και να· θα περάσει από μπροστά σου ο Κύριος. Αυτό θα γίνει με αυτόν τον τρόπο: Θα φυσήξει ξαφνικά θύελλα μεγάλη και ισχυρή, που διαλύει όρη και κατακομματιάζει πέτρες ενώπιον του Κυρίου· αλλά ο Κύριος δεν θα είναι στη φοβερή εκείνη θύελλα. Μετά τη θύελλα θα ακολουθήσει σεισμός· αλλά ο Κύριος δεν θα είναι ούτε στον σεισμό. Μετά τον σεισμό θα ακολουθήσει φωτιά· αλλά δεν θα είναι ούτε στη φωτιά ο Κύριος. Μετά τη φωτιά θα ακολουθήσει ο απαλός ψίθυρος λεπτής, δροσερής και σιγαλής αύρας· εκεί θα είναι ο Κύριος’’. Και συνέβη τότε το εξής: Όταν ο Ηλίας άκουσε τα λόγια αυτά, σκέπασε από φόβο και βαθύ σεβασμό το πρόσωπό του με τον μανδύα που είχε κατασκευαστεί από δέρμα προβάτου, τον οποίο φορούσε, και βγήκε από το σπήλαιο και στάθηκε στην είσοδό του. Και να· ξαφνικά η φωνή του Θεού τον ρώτησε και πάλι: ‘’Τι κάνεις εδώ; Γιατί βρίσκεσαι εδώ, Ηλία;’’)» κ.ε.].
Επέτυχε και ο Δανιήλ θεοπτία και οπτασία ενός από τους αρχαγγέλους, ο οποίος του παρείχε γνώση των μελλόντων, αλλά αφού προηγουμένως έμεινε άσιτος επί είκοσι ολόκληρες ημέρες[Δαν.10,2-14: «Ἐν ἔτει τρίτῳ Κύρου βασιλέως Περσῶν λόγος ἀπεκαλύφθη τῷ Δανιήλ, οὗ τὸ ὄνομα ἐπεκλήθη Βαλτάσαρ, καὶ ἀληθινὸς ὁ λόγος, καὶ δύναμις μεγάλη καὶ σύνεσις ἐδόθη αὐτῷ ἐν τῇ ὀπτασίᾳ. ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἐγὼ Δανιὴλ ἤμην πενθῶν τρεῖς ἑβδομάδας ἡμερῶν· ἄρτον ἐπιθυμιῶν οὐκ ἔφαγον, καὶ κρέας καὶ οἶνος οὐκ εἰσῆλθεν εἰς τὸ στόμα μου, καὶ ἄλειμμα οὐκ ἠλειψάμην ἕως πληρώσεως τριῶν ἑβδομάδων ἡμερῶν. ἐν ἡμέρᾳ εἰκοστῇ τετάρτῃ τοῦ μηνὸς τοῦ πρώτου, καὶ ἐγὼ ἤμην ἐχόμενα τοῦ ποταμοῦ τοῦ μεγάλου, αὐτός ἐστι Τίγρις, ᾿Εδδεκέλ, καὶ ᾖρα τοὺς ὀφθαλμούς μου καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ εἷς ἐνδεδυμένος βαδδίν, καὶ ἡ ὀσφὺς αὐτοῦ περιεζωσμένη ἐν χρυσίῳ ᾿Ωφάζ, καὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ ὡσεὶ θαρσίς, καὶ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡσεὶ ὅρασις ἀστραπῆς, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ὡσεὶ λαμπάδες πυρός, καὶ οἱ βραχίονες αὐτοῦ καὶ τὰ σκέλη ὡς ὅρασις χαλκοῦ στίλβοντος καὶ ἡ φωνὴ τῶν λόγων αὐτοῦ ὡς φωνὴ ὄχλου. καὶ εἶδον ἐγὼ Δανιὴλ μόνος τὴν ὀπτασίαν, καὶ οἱ ἄνδρες οἱ μετ’ ἐμοῦ οὐκ εἶδον τὴν ὀπτασίαν, ἀλλ’ ἢ ἔκστασις μεγάλη ἐπέπεσεν ἐπ’ αὐτούς, καὶ ἔφυγον ἐν φόβῳ. καὶ ἐγὼ ὑπελείφθην μόνος, καὶ εἶδον τὴν ὀπτασίαν τὴν μεγάλην ταύτην, καὶ οὐχ ὑπελείφθη ἐν ἐμοὶ ἰσχύς, καὶ ἡ δόξα μου μετεστράφη εἰς διαφθοράν, καὶ οὐκ ἐκράτησα ἰσχύος. καὶ ἤκουσα τὴν φωνὴν τῶν λόγων αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ ἀκοῦσαί με αὐτοῦ ἤμην κατανενυγμένος, καὶ τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ τὴν γῆν. καὶ ἰδοὺ χεὶρ ἁπτομένη μου καὶ ἤγειρέ με ἐπὶ τὰ γόνατά μου. καὶ εἶπε πρός με· Δανιὴλ ἀνὴρ ἐπιθυμιῶν, σύνες ἐν τοῖς λόγοις, οἷς ἐγὼ λαλῶ πρός σε, καὶ στῆθι ἐπὶ τῇ στάσει σου, ὅτι νῦν ἀπεστάλην πρός σε. καὶ ἐν τῷ λαλῆσαι αὐτὸν πρός με τὸν λόγον τοῦτον ἀνέστην ἔντρομος. καὶ εἶπε πρός με· μὴ φοβοῦ, Δανιήλ, ὅτι ἀπὸ τῆς πρώτης ἡμέρας, ἧς ἔδωκας τὴν καρδίαν σου τοῦ συνεῖναι καὶ κακωθῆναι ἐναντίον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, ἠκούσθησαν οἱ λόγοι σου, καὶ ἐγὼ ἦλθον ἐν τοῖς λόγοις σου. καὶ ὁ ἄρχων βασιλείας Περσῶν εἱστήκει ἐξ ἐναντίας μου εἴκοσι καὶ μίαν ἡμέραν, καὶ ἰδοὺ Μιχαὴλ εἷς τῶν ἀρχόντων τῶν πρώτων ἦλθε βοηθῆσαί μοι, καὶ αὐτὸν κατέλιπον ἐκεῖ μετὰ τοῦ ἄρχοντος βασιλείας Περσῶν, καὶ ἦλθον συνετίσαι σε ὅσα ἀπαντήσεται τῷ λαῷ σου ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν, ὅτι ἔτι ἡ ὅρασις εἰς ἡμέρας (:Κατά τις ημέρες εκείνες εγώ, ο Δανιήλ, πενθούσα και έκλαιγα για τρεις ολόκληρες εβδομάδες. Δεν έφαγα κανένα απολαυστικό φαγητό, κρέας και κρασί δεν έβαλα στο στόμα μου, ούτε άλειψα με αρώματα το σώμα μου, μέχρι που συμπληρώθηκε η περίοδος των τριών αυτών εβδομάδων του πένθους. Κατά την εικοστή τέταρτη ημέρα του πρώτου μήνα του ιουδαϊκού θρησκευτικού έτους, δηλαδή του Νισάν- αντιστοιχεί στον δικό μας Μάρτιο- Απρίλιο- εγώ, ο Δανιήλ, βρισκόμουνα κοντά στον μεγάλο ποταμό- ο ποταμός αυτός είναι ο Τίγρης, ο οποίος στα εβραϊκά ονομάζεται Εδδεκέλ- και σήκωσα τα μάτια μου και ξαφνικά, ιδού, είδα έναν άντρα, ο οποίος ήταν ντυμένος με μεγαλοπρεπές ένδυμα λινό λευκό, και η μέση του ήταν ζωσμένη με ζώνη κοσμημένη με χρυσάφι Ωφάζ, δηλαδή χρυσάφι λαμπρότατο και καθαρότατο· το δε σώμα του φαινόταν σαν τον πολύτιμο λαμπερό λίθο Θαρσίς, ενώ το πρόσωπό του είχε τη λάμψη και την ακτινοβολία της αστραπής· τα μάτια του ήσαν λαμπερά και αστραφτερά σαν πύρινες λαμπάδες· οι βραχίονες και τα σκέλη του είχαν την όψη λαμπερού ακτινοβόλου χαλκού, ενώ ο ήχος της φωνής του ήταν σαν το βουητό πλήθους πολλού λαού. Την οπτασία αυτήν είδα εγώ μόνος, ο Δανιήλ, ενώ οι άντρες που ήταν μαζί μου δεν είδαν την οπτασία, αλλά τους κυρίευσε κατάπληξη, φόβος μεγάλος και έφυγαν κατατρομαγμένοι. Εγώ λοιπόν απέμεινα μόνος και είδα αυτή τη μεγάλη οπτασία και εξαιτίας του συγκλονιστικού αυτού οράματος δεν μου απέμεινε δύναμη· όλη όμως η εμφάνιση του προσώπου μου άλλαξε και παραμορφώθηκε, ενώ η δύναμή μου με εγκατέλειψε και δεν μπορούσα να σταθώ όρθιος. Άκουσα τη φωνή των λόγων του και ενώ την άκουγα, κυριεύτηκα από βαθύτατη συγκίνηση, θαυμασμό και φόβο, και μην μπορώντας να αντικρύζω το φοβερό εκείνο θέαμα, έπεσα μπρούμυτα με το πρόσωπό μου κατά γης. Και ιδού! Εγώ βρισκόμουνα σε αυτή τη στάση, ένα χέρι με άγγιξε και με σήκωσε στα γόνατά μου και μου είπε: ‘’Δανιήλ, άνθρωπε ιδιαιτέρως αγαπητέ του Θεού, που έχεις ευγενείς πόθους και επιθυμίες· άκου με προσοχή και προσπάθησε να κατανοήσεις με σύνεση τα λόγια που θα σου πω· διώξε τον φόβο και στάσου όρθιος, διότι τώρα έχω αποσταλεί από τον Θεό προς εσένα’’. Μόλις λοιπόν μου είπε αυτόν τον λόγο, σηκώθηκα όρθιος, αλλά και γεμάτος φόβο. Και ο ουράνιος απεσταλμένος είπε προς εμένα: «Μη φοβάσαι, Δανιήλ, διότι από την πρώτη ημέρα κατά την οποία έλαβες σταθερή και αμετάκλητη απόφαση να εννοήσεις βαθύτερα την αλήθεια, να κακοπαθήσεις εκούσια και να ταλαιπωρηθείς με νηστεία και πένθος ενώπιον του Κυρίου του Θεού σου, ακούστηκαν τα λόγια σου από τον Θεό· και απόδειξη αυτού είναι η παρουσία μου, το ότι ήρθα εγώ να δώσω απάντηση στα αιτήματα της δεήσεώς σου. Εγώ αποστάλθηκα προς εσένα από την πρώτη ημέρα της προσευχής σου, όμως ο άρχων άγγελος που υπερασπίζεται τα συμφέροντα του βασιλείου των Περσών στεκόταν μπροστά μου και με εμπόδιζε για είκοσι μία μέρες· όμως ιδού! Ο Μιχαήλ, ένας από τους πρώτους άρχοντες του ουρανού, ήλθε για να με βοηθήσει. Αυτόν λοιπόν άφησα εκεί να ομιλεί με τον άρχοντα άγγελο των Περσών. Και ήλθα να σε διαφωτίσω και να σε πληροφορήσω ποια γεγονότα πρόκειται να συμβούν στον λαό σου κατά το πολύ απομακρυσμένο μέλλον, μέχρι της περιόδου που θα έλθει ο Μεσσίας· διότι το όραμα αυτό δεν θα πραγματοποιηθεί τώρα· εκτείνεται πολύ μακριά, αναφέρεται στο απώτατο μέλλον)» κ.ε.].
Άλλος, πάλι, προφήτης φονεύθηκε από λιοντάρι, αλλά αφού έφαγε, παρά την εντολή του Θεού. Γνωρίζετε επίσης όλοι τον Ησαύ, τον υιό του Ισαάκ, ο οποίος λόγω γαστριμαργίας εξέπεσε και από τα άλλα πρωτοτόκια και από την πατρική ευλογία[Γέν. 25, 29-34: «Ἣψησε δὲ ᾿Ιακὼβ ἕψημα· ἦλθε δὲ ῾Ησαῦ ἐκ τοῦ πεδίου ἐκλείπων, καὶ εἶπεν ῾Ησαῦ τῷ ᾿Ιακώβ· γεῦσόν με ἀπὸ τοῦ ἑψήματος τοῦ πυρροῦ τούτου, ὅτι ἐκλείπω. διὰ τοῦτο ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾿Εδώμ. Εἶπε δὲ ᾿Ιακὼβ τῷ ῾Ησαῦ· ἀπόδου μοι σήμερον τὰ πρωτοτόκιά σου ἐμοί. καὶ εἶπεν ῾Ησαῦ· ἰδοὺ ἐγὼ πορεύομαι τελευτᾶν, καὶ ἵνα τί μοι ταῦτα τὰ πρωτοτόκια; Καὶ εἶπεν αὐτῷ ᾿Ιακώβ· ὄμοσόν μοι σήμερον. καὶ ὤμοσεν αὐτῷ· ἀπέδοτο δὲ ῾Ησαῦ τὰ πρωτοτόκια τῷ ᾿Ιακώβ. ᾿Ιακὼβ δὲ ἔδωκε τῷ ῾Ησαῦ ἄρτον καὶ ἕψημα φακοῦ, καὶ ἔφαγε καὶ ἔπιε καὶ ἀναστὰς ᾤχετο· καὶ ἐφαύλισεν ῾Ησαῦ τὰ πρωτοτόκια(: Ο Ιακώβ μαγείρευε κάποτε φαγητό και την ημέρα εκείνη επέστρεψε ο Ησαύ από την πεδιάδα κατακουρασμένος και εξαντλημένος και είπε στον Ιακώβ: ‘’ Δώσε μου να γευθώ από αυτό το κόκκινο φαγητό που μαγειρεύεις, διότι είμαι εξαντλημένος και πεθαίνω από την πείνα’’. Για τον λόγο αυτό ο Ησαύ ονομάστηκε Εδώμ, που σημαίνει κόκκινος. Ο Ιακώβ τότε απάντησε στον Ησαύ: ‘’ Δώσε μου, πούλησέ μου σήμερα τα προνόμια και τα δικαιώματα που έχεις διότι γεννήθηκες πρώτος από εμένα και κατόπιν θα σου δώσω φαγητό’’. Ο Ησαύ, που δεν είχε ποτέ εκτιμήσει τα πρωτοτόκια, απάντησε: ‘’ Τι με ωφελούν τα προνόμια που έχω, διότι γεννήθηκα πρώτος, όταν εγώ κοντεύω να πεθάνω από την πείνα, εάν δεν φάω; Πάρε τα λοιπόν’’. Και ο Ιακώβ πρόσθεσε: ‘’ Ορκίσου μου σήμερα ότι μου τα έδωσες· ότι παραιτείσαι οριστικά από τα δικαιώματα αυτά. Πράγματι ο Ησαύ ορκίστηκε, ότι του τα παραχωρεί. Έτσι ο Ησαύ πούλησε στον Ιακώβ τα δικαιώματα που είχε ως πρωτότοκος. Και τότε ο Ιακώβ έδωσε στον πεινασμένο Ησαύ ψωμί και φαγητό από τις φακές που μαγείρευε· και ο Ησαύ έφαγε και ήπιε και αφού σηκώθηκε από το φαγητό έφυγε. Με τον τρόπο αυτόν ο Ησαύ περιφρόνησε τα δικαιώματα που είχε ως πρωτότοκος· τα εξευτέλισε, τα ύβρισε και δεν τα τίμησε καθόλου. Φάνηκε αγνώμονας για το τιμητικό αξίωμα που του δόθηκε και έχασε τα μεγάλα αυτά δώρα για ένα πιάτο με φακές)»]. Ας φοβηθούμε λοιπόν μήπως και εμείς, προσέχοντας σε αυτήν την γαστριμαργία, εκπέσουμε από την υπεσχημένη εκείνη ευλογία και κληροδοσία του ανωτάτου Πατρός. Δεν αγνοείτε επίσης τους Τρεις Παίδες, οι οποίοι, παραδεδομένοι στη νηστεία, καταπάτησαν με άφλεκτα πόδια και σώματα την κάμινο στη Βαβυλώνα που είχε αναφτεί εναντίον τους επταπλασίως.
Εάν επιδοθούμε κι εμείς σε αληθινή νηστεία, και την εδώ πύρωση της σαρκός θα καταπατήσουμε και θα σβήσουμε, και τη μελλοντική κάμινο θα περάσουμε άθικτοι, όταν του καθενός το έργο θα δοκιμάσει το πυρ. Τι χρειάζεται να αναφέρουμε τον Κύριο των προφητών; Αυτός, αφού έλαβε σάρκα και έγινε για μας άνθρωπος, που μας υποδεικνύει τον τρόπο της νίκης κατά του Διαβόλου, νηστεύοντας σε όλα, νίκησε τον πειρασμό που κίνησε τα πάντα εναντίον Του, και προς τους μαθητές Του έλεγε περί του άλαλου και κωφού δαιμονίου: «Τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ(:Αυτό το είδος των δαιμόνων δεν βγαίνει από τον άνθρωπο που έχει καταληφθεί από αυτό, παρά μόνο με προσευχή που συνοδεύεται και με νηστεία, ώστε η προσευχή να γίνεται με διάνοια όσο δυνατόν ελαφρότερη και περισσότερο προσηλωμένη στον Θεό)»[Ματθ.17,21].
Αλλά εμπρός, αδελφοί, ας δείξουμε τι είναι η θεάρεστη κι αληθινή νηστεία. Να γνωρίζετε τούτο, ότι δεν επαινούμε αυτή καθʼ εαυτήν τη σωματική νηστεία, αλλά για την ενέργειά της προς άλλα ψυχωφελέστερα• διότι για τη σωματική άσκηση, λέγει και ο θείος Παύλος, ότι ολίγο ωφελεί[Α΄Τιμ.4,8: «Ἡ γὰρ σωματικὴ γυμνασία πρὸς ὀλίγον ἐστὶν ὠφέλιμος, ἡ δὲ εὐσέβεια πρὸς πάντα ὠφέλιμός ἐστιν, ἐπαγγελίας ἔχουσα ζωῆς τῆς νῦν καὶ τῆς μελλούσης(:Και σου συνιστώ την άσκηση αυτή, διότι η σωματική εξάσκηση και εκγύμναση είναι ωφέλιμη σε μικρό βαθμό, επειδή αποβλέπει μόνο στο σώμα, το οποίο είναι φθαρτό˙ η ευσέβεια όμως είναι ωφέλιμη σε όλα, και στο σώμα δηλαδή και στην ψυχή, διότι υπόσχεται αγαθά και ανταμοιβές και για τη ζωή αυτή και για τη μελλοντική)»]. Γιʼ αυτό και οι θεοφόροι πατέρες που ομιλούν από πείρα, δεν δέχονται τις πολυήμερες νηστείες, αλλά κρίνουν δοκιμότερο να τρώμε καθημερινώς μια φορά και να μη χορταίνουμε• και τούτο λέγουν σύμμετρη και συνετή νηστεία, πράγμα που λέγει και η Γραφή, το να μην παρασύρεται κανείς από τη χορτασιά της κοιλίας και την ηδονή του λαιμού, αλλά να αφήνει το φαγητό ενώ έχει ακόμη όρεξη, η δε ποιότητα και ποσότητά της να είναι κατάλληλη προς τη δύναμη και διάθεση του τρεφομένου σώματος, ώστε να συντηρείται κατά το δυνατό και η υγεία του. Πραγματικά το να τρώει ο ασθενής από τα υπάρχοντα τρόφιμα καταλλήλως προς την ασθένεια και συμμέτρως, χωρίς να προσθέτει στα αναγκαία τα πολύ περιττά και συμφέροντα, και το να ζητεί κανείς την τροφή αλλά όχι την τρυφή, και την πόση αλλά όχι τη μέθη, και τη σύμμετρη χρήση, αλλά όχι την αμετρία και την ακρασία και την κατάχρηση, δεν αφαιρεί την αγιότητά του.
Τέτοια λοιπόν είναι η αρχή της αληθινής και θεάρεστης νηστείας, ο δε σκοπός για τον οποίο θεσμοθετήθηκε και τιμήθηκε από τους Χριστιανούς είναι η κάθαρση της ψυχής. Διότι ποια είναι η ωφέλεια, αν απέχουμε της σωματικής τροφής, αλλά κυριαρχούμαστε από σαρκικά φρονήματα και πάθη; Ποιο είναι το όφελος αν απέχουμε οίνου και πιεζόμαστε από δίψα, να μεθούμε δε όχι από οίνο, σύμφωνα με τον λέγοντα, «αλίμονο στους μεθύοντας όχι από οίνο», και να ταρασσόμαστε ψυχικά από θυμό και βασκανία; Ποιο είναι το όφελος, αν απέχουμε από τρυφηλή τράπεζα, αλλά έχουμε αταπείνωτη την ψυχή, και αν έχουμε αλλοιωμένη τη σάρκα για έλαιο, αλλά δεν έχουμε ταπεινωμένη την ψυχή κατά τη νηστεία; Ποιο είναι το όφελος, αν απαλλαχτήκαμε μεν από την ομίχλη που αναθυμιάται από τα πολλά φαγητά, αλλά αχρειώνεται ο νους μας με φροντίδες και ματαίους λογισμούς και αχρειώνονται μαζί του οι προσευχές προς τον Θεό;
Γιʼ αυτό καλή νηστεία είναι αυτή που τελείται για τον μαρασμό της επιθυμίας, για την ταπείνωση της ψυχής, για τη μεταποίηση του μίσους, για το σβήσιμο του θυμού, για την απάλειψη της μνησικακίας, για την καθαρότητα της διανοίας και την επιτέλεση της προσευχής. Εάν δε είσαι εύπορος, το περίσσευμα της τροφής σου να προσφέρεται για την παρηγοριά των απόρων. Εάν νηστεύεις έτσι, όχι μόνο θα συμπάσχεις και θα συννεκρώνεσαι, αλλά και θα συνανίστασαι και θα συμβασιλεύεις με τον Χριστό στους απέραντους αιώνες· διότι, αφού γίνεις δια της νηστείας αυτού του είδους σύμφυτος με το ομοίωμα του θανάτου Του, θα γίνεις και κοινωνός της αναστάσεως και κληρονόμος της ζωής σʼ Αυτόν.
Αυτός που νηστεύει, εάν μεν πειράζεται, νικά τον πειράζοντα• εάν δε δεν πειράζεται, συντηρεί την ειρήνη της ψυχής και του σώματος, ταλαιπωρώντας και δουλαγωγώντας το σώμα κατά τον Παύλο[Α΄Κορ.9,27: «Ἀλλ᾿ ὑποπιάζω μου τὸ σῶμα καὶ δουλαγωγῶ, μήπως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι(:Αλλά ταλαιπωρώ το σώμα μου και το μεταχειρίζομαι ως δούλο, για να μην αποδοκιμασθώ και αποδειχθώ ανάξιος του βραβείου εγώ ο ίδιος που κήρυξα σε άλλους και με τη δική μου προτροπή και διδασκαλία αυτοί πήραν το βραβείο)»], που δείλιαζε μήπως φανεί αδόκιμος• εάν δε ο Παύλος δειλιάζει, πόσο μάλλον πρέπει να δειλιάζουμε εμείς; Αυτός που νηστεύει λοιπόν, δουλαγωγεί το σώμα και καθιστά δόκιμη την ψυχή• ενώ αυτός που παχαίνει τη σάρκα που έπειτα από λίγο θα φθαρεί, αυτός δηλαδή που δεν τρώγει για να ζήσει, αλλά μάλλον ζει για να τρώει, όπως τα ζώα που προετοιμάζονται από μας για σφαγή και στα αναγκαία προσθέτει τα περιττά για να λιπαίνει το σώμα ή να το διεγείρει σε κακές επιθυμίες ή απλώς έτσι για φιληδονία σωματική, πάντως δεν κάνει τίποτε άλλο παρά ετοιμάζει πλουσιότερη τροφή στους σκώληκες. Επομένως καλώς ψάλλει ο προφήτης Δαβίδ: «Τίς ὠφέλεια ἐν τῷ αἵματί μου ἐν τῷ καταβαίνειν με εἰς διαφθοράν;(:Λυπήσου με, Κύριε, και μην παρατείνεις την οργή Σου εναντίον μου. Σε τι θα ωφελήσει, εάν χυθεί το αίμα μου και κατεβώ στον τάφο, για να υποστώ τη φθορά και τη διάλυση του θανάτου;)»[Ψαλμ.29,10].
Όταν λοιπόν νηστεύεις και τρέφεσαι με εγκράτεια, να μην αποθηκεύεις για αύριο τα περισσεύματα, αλλά όπως ο Κύριος πτωχεύοντας, μας πλούτισε, έτσι και εσύ πεινώντας εκουσίως, χόρτασε τον ακουσίως πεινασμένο, τότε η νηστεία σου θα είναι σαν περιστερά που φέρει κάρφος ελαίας κι ευαγγελίζεται στην ψυχή σου τη σωτηρία από τον κατακλυσμό. «Ἐὰν ἀφέλῃς ἀπὸ σοῦ σύνδεσμον καὶ χειροτονίαν καὶ ῥῆμα γογγυσμοῦ(:Εάν αφαιρέσεις από σένα και σταματήσεις κάθε άδικη καταπίεση, κάθε εμπαικτική και απειλητική χειρονομία, κάθε λόγο γογγυσμού)», λέγει ο μέγας Ησαΐας, «καὶ δῷς πεινῶντι τὸν ἄρτον ἐκ ψυχῆς σου καὶ ψυχὴν τεταπεινωμένην ἐμπλήσῃς, τότε ἀνατελεῖ ἐν τῷ σκότει τὸ φῶς σου, καὶ τὸ σκότος σου ὡς μεσημβρία(: και δώσεις με όλη σου την καρδιά ψωμί στον πεινασμένο, εάν χορτάσεις μια ψυχή, η οποία βρίσκεται σε κατάσταση ταπεινώσεως και πόνου, τότε μέσα στο σκοτάδι της θλίψεώς σου θα ανατείλει το φως της χαράς και της ειρήνης σου. Και το σκοτάδι της πλάνης και της αθλιότητάς σου, θα μεταβληθεί και θα λάμψει σαν το φως του μεσημεριού)»[Ησ.58,9].
Εάν πάλι δεν θέλεις να δώσεις τα δικά σου, τουλάχιστον νʼ απέχεις από τα ξένα και να μη κάμεις κατοχή στα πράγματα που δεν είναι δικά σου, αρπάζοντας και θησαυρίζοντας και από τους πτωχότερους μερικές φορές αδίκως, για να μην ακούσεις από τον ίδιο τον προφήτη δικαίως τούτο: «Δεν είναι αυτή η νηστεία που προτιμώ εγώ», λέγει ο Κύριος: «Οὐ ταύτην τὴν νηστείαν ἐξελεξάμην καὶ ἡμέραν ταπεινοῦν ἄνθρωπον τὴν ψυχὴν αὐτοῦ· οὐδ᾿ ἂν κάμψῃς ὡς κρίκον τὸν τράχηλόν σου καὶ σάκκον καὶ σποδὸν ὑποστρώσῃ, οὐδ᾿ οὕτω καλέσετε νηστείαν δεκτήν. οὐχὶ τοιαύτην νηστείαν ἐγὼ ἐξελεξάμην, λέγει Κύριος, ἀλλὰ λύε πάντα σύνδεσμον ἀδικίας, διάλυε στραγγαλιὰς βιαίων συναλλαγμάτων, ἀπόστελλε τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει καὶ πᾶσαν συγγραφὴν ἄδικον διάσπα· διάθρυπτε πεινῶντι τὸν ἄρτον σου καὶ πτωχοὺς ἀστέγους εἴσαγε εἰς τὸν οἶκόν σου· ἐὰν ἴδῃς γυμνόν, περίβαλε, καὶ ἀπὸ τῶν οἰκείων τοῦ σπέρματός σου οὐχ ὑπερόψει. τότε ῥαγήσεται πρώϊμον τὸ φῶς σου, καὶ τὰ ἰάματά σου ταχὺ ἀνατελεῖ, καὶ προπορεύσεται ἔμπροσθέν σου ἡ δικαιοσύνη σου, καὶ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ περιστελεῖ σε(:Εγώ δεν επέλεξα και δεν ενέκρινα αυτού του είδους τη νηστεία. Δεν μου είναι ευάρεστη η ημέρα, κατά την οποία ο άνθρωπος με μία τέτοια νηστεία ταπεινώνει τον εαυτό του. Ούτε εάν από την πολλή νηστεία κάμψεις τον τράχηλό σου, σαν τον κρίκο, και στρώσεις να κοιμηθείς επάνω στη στάχτη, ούτε αυτή την κακουχία σας δεν μπορείτε να την χαρακτηρίσετε ως νηστεία δεκτή από εμένα. Δεν εξέλεξα και δεν όρισα Εγώ τέτοια νηστεία, αλλά λύε κάθε δεσμό και σύνδεσμο με την αδικία. Ακύρωσε και σκίσε τις διεστραμμένες συμφωνίες, τις οποίες εσύ δια βίας και εξαναγκασμού έχεις συνάψει με τους άλλους. Στείλε ελεύθερους τους συντετριμμένους από τον πόνο και τη συμφορά, και κάθε συμβόλαιο άδικης συναλλαγής, σκίσε το. Κόβε το ψωμί σου και μοίρασέ το με τον φτωχό. Βάλε αστέγους στο σπίτι σου, εάν δεις γυμνό, ντύσε τον. Και απέναντι στους οικείους σου, μη δείξεις αδιαφορία και καταφρόνηση. Εάν τηρήσεις αυτά, τότε θα αναλάμψει σαν της αυγής χαρούμενο το φως της ειρήνης και της χαράς σου. Γρήγορα θα ανατείλει η θεραπεία των πληγών σου και θα αποκατασταθεί η υγεία σου. Μπροστά σου θα προπορεύεται η αρετή και η δικαιοσύνη σου, ενώ η δόξα του Θεού θα σε περιβάλλει πάντοτε)»[Ησ.58,5-8].
Εάν λοιπόν δεν δίνεις στον πτωχό από τα δικά σου, και μάλιστα τα περισσεύματα, τουλάχιστον να μην τα αποκτάς σε βάρος του πτωχού• αν και ο δεσπότης των όλων Χριστός αποπέμποντας τους της αριστεράς μερίδας στο πυρ και καταρώμενος αυτούς, δεν τους καταδικάζει σαν άρπαγες, αλλά ως μη μεταδίδοντες στους ενδεείς. Επομένως οι άρπαγες και οι άδικοι ούτε θʼ αναστηθούν για παρουσίαση και κρίση, αλλά αμέσως για μεγαλύτερη καταδίκη και κατάκριση, αφού κι εδώ, όπως φαίνεται, αυτοί ποτέ δεν παρουσιάσθηκαν στον Θεό εντελώς από ψυχή• διότι, λέγει: «Οἱ ἐσθίοντες τὸν λαόν μου βρώσει ἄρτου τὸν Κύριον οὐκ ἐπεκαλέσαντο(:Αυτοί που κατασπαράσσουν τον λαό μου με τόση ευχαρίστηση και ασυνειδησία, σαν να έτρωγαν ψωμί, δεν επικαλέστηκαν ποτέ τον Κύριο, και η προσευχή είναι άγνωστη σε αυτούς)»[Ψαλμ.13,4].
Ο πλούσιος του οποίου οι αγροί καρποφόρησαν άφθονα[Λουκ.12,16-17: «Ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου;(:Κάποιου πλουσίου ανθρώπου τα εκτεταμένα του χωράφια απέδωσαν άφθονη σοδειά και μεγάλη παραγωγή. Αντί όμως να ευχαριστήσει τον Θεό και να ευχαριστηθεί κι ο ίδιος για την ευφορία αυτή, συλλογιζόταν μέσα του, αγωνιούσε κι αναστατωνόταν λέγοντας: “Τι να κάνω, διότι δεν έχω πού να μαζέψω τους καρπούς των χωραφιών μου που μου περισσεύουν; Θέλω να γίνουν όλοι δικοί μου, για να τους απολαύσω μόνος μου”)»] και ο ενδεδυμένος με πορφύρα και βύσσο[Λουκ.16,19: «Ἄνθρωπος δέ τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ᾿ ἡμέραν λαμπρῶς (: Υπήρχε κάποιος πλούσιος άνθρωπος, ο οποίος φορούσε βασιλικά ενδύματα. Απ’ έξω φορούσε ένα μάλλινο κόκκινο και πανάκριβο ρούχο, κι από μέσα φορούσε λευκό χιτώνα πολυτελή από λεπτό αιγυπτιακό λινάρι. Και διασκέδαζε σε πλούσια συμπόσια κάθε μέρα με μεγαλοπρέπεια)»] δικαίως καταδικάζονται, όχι διότι αδίκησαν κάποιον, αλλά διότι δεν μετέδωσαν από όσα δικαίως απέκτησαν αυτοί• διότι τα θησαυρίσματα είναι κοινά από τα κοινά ταμεία των κτισμάτων του Θεού. Πώς λοιπόν δεν είναι πλεονέκτης αυτός που οικειοποιείται τα κοινά, έστω και αν δεν είναι σαν εκείνον που σφετερίζεται φανερά τα ξένα; Επομένως ο μεν πρώτος θα υποστεί, αλίμονο, την φρικτή διχοτόμηση ως κακός δούλος, ο δε άλλος θα υποστεί τα δεινότερα και φρικωδέστερα, και κανένας από τούς δύο δεν θα μπορέσει να τα διαφύγει, αν δεν δεξιωθεί τους πτωχούς, ώστε ο ένας να διαχειριστεί καλώς τα εμπιστευμένα σ’ αυτόν από τον Θεό, ο δε άλλος να σκορπίσει καλώς τα κακώς συναχθέντα.
Ο μέγας Παύλος γράφοντας προς τους Θεσσαλονικείς, τους προγόνους σας βέβαια, περί φιλαδελφίας, λέγει: «Περὶ δὲ τῆς φιλαδελφίας οὐ χρείαν ἔχετε γράφειν ὑμῖν· αὐτοὶ γὰρ ὑμεῖς θεοδίδακτοί ἐστε εἰς τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους(:Για την αγάπη τώρα προς τους αδελφούς σας Χριστιανούς δεν έχετε ανάγκη να σας γράψουμε, διότι εσείς μόνοι σας έχετε διδαχθεί από τον Θεό να αγαπάτε ο ένας τον άλλο)» [Α΄Θεσ.4,9].
Αφού λοιπόν ο Κύριος είπε προς μερικούς: «Εἰ τέκνα τοῦ Ἀβραὰμ ἦτε, τὰ ἔργα τοῦ Ἀβραὰμ ἐποιεῖτε(:Εάν ήσασταν παιδιά του Αβραάμ, θα του μοιάζατε και στην αρετή και θα κάνατε τα έργα του Αβραάμ)»[Ιω.8,39], ας φοβηθούμε κι εμείς τον λόγο τούτον, που δεν λέγεται μεν προς εμάς εδώ, αλλά θα λεχθεί –είθε να μη συμβεί αυτό- κατά τη φρικτή ημέρα, όταν η συγγένεια κρίνεται μάλλον από την ομοιότητα των πεπραγμένων• όταν όλοι όσοι έχουν αγαπήσει την εν Χριστώ πτωχεία ή, αν όχι, τουλάχιστον τους πτωχούς, οι καταφρονητές της δόξας, οι εραστές της εγκράτειας, οι όχι μόνο ακροατές, αλλά και εκτελεστές των ευαγγελικών θεσπισμάτων, κατά την ευχή του κοινού κατά χάριν Πατρός, θα είναι υπερφυώς ένα: «Δώσε», λέγει, «ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν, ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ σὺ ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσι τετελειωμένοι εἰς ἕν, καὶ ἵνα γινώσκῃ ὁ κόσμος ὅτι σύ με ἀπέστειλας (:Σε παρακαλώ για όλους αυτούς, για να είναι όλοι ένα με την αγάπη και την ομοφροσύνη που θα κυριαρχεί μεταξύ τους. Όπως εσύ, Πάτερ, είσαι ενωμένος με Εμένα κι εγώ ενωμένος με Εσένα, επειδή έχουμε και οι δύο την ίδια ουσία και φύση, έτσι σε παρακαλώ να είναι κι αυτοί ένα έχοντας κοινωνία και ένωση με μας, για να πιστέψει ο κόσμος ότι Εσύ με απέστειλες)»[Ιω.17,22].
Όταν φανερά η κριτικωτάτη μάχαιρα του Πνεύματος θα διχάσει τον άνθρωπο κατά του πατρός και τη θυγατέρα κατά της μητρός και θα καταστήσει ξένους μεταξύ τους όσους είναι ανόμοιοι στους τρόπους• διότι αν τους ξεχωρίζει εδώ, πόσο περισσότερο εκεί, όπου ο Παντογνώστης αποφαίνεται προς τους μη ομοιωμένους προς Αυτόν: «Δεν σας γνωρίζω»; Διότι δεν έχουν, όπως έπρεπε την εικόνα του Επουρανίου, δεν έγιναν οικτίρμονες όπως ο κοινός Πατήρ, δεν έκαμαν τα υπάρχοντα κοινά με τους ενδεείς, όπως Εκείνος μετέδωσε δωρεάν από τα αγαθά Του σε όλους, δεν έγιναν ευμενείς προς τους πλησίον, δεν έκαμαν πλησίον τους μακρινούς με την ευεργεσία• εξαιτίας άρα της ανομοιότητας αυτής ούτε γνωρίζει, ούτε δέχεται στον οίκο τέτοιου είδους ανοικτίρμονες ανθρώπους ο Αγαθός. Και εάν Αυτός πει έτσι, τα ίδια περίπου θα πουν και όσοι έζησαν κατά το παράδειγμά Του εδώ και θα συμβασιλεύσουν εκεί μαζί Του προς τους εξ αίματος συγγενείς τους που δεν είναι παραπλήσιοι στην αρετή με αυτούς.
Και αν πει κάποιος: «Εγώ είμαι παιδί σου, εγώ ήμουν πατέρας σου, εγώ αδελφός σου»• τότε ο μεν τελευταίος θʼ ακούσει ότι «κανείς δεν είναι πατέρας πλην ενός, του Θεού», ο δε πρώτος θʼ ακούσει: «Αν ήσουν δικό μου τέκνο, θα ήσουν μιμητής μου, τώρα δε είσαι εκείνου του πατρός τέκνο, του οποίου και των επιθυμιών ήσουν εργάτης• φύγε για να μείνεις αιωνίως με αυτόν, διότι εγώ δεν σε γνωρίζω• διότι όλα όσα είναι του Θεού είναι δικά μου, εσύ όμως δεν είσαι του Θεού. Το δικό μου και το δικό σου έχει εκδιωχτεί τώρα πλέον, αφού εμείς το μισήσαμε και στον εκλείψαντα εκείνον βίο• γι’ αυτό και γίναμε κληρονόμοι της βασιλείας αυτής)». Όπου υπήρχε αυτός ο κατά τους θείους πατέρες ψυχρός λόγος: «το δικό μου και το δικό σου», απουσίαζε ο δεσμός της αγάπης και ο Χριστός είχε εκδιωχθεί• σ’ αυτούς που τους κυριαρχούσε τότε το πάθος τούτο, προξενούσε φιλαυτία, φιλαργυρία, μισαδελφία και κάθε είδος κακίας• το ίδιο πάθος τους καταισχύνει και τώρα.
Ας φοβηθούμε λοιπόν, αδελφοί, αυτά τα πράγματα, παρακαλώ• διότι πραγματικά είναι φρικτά. Ας ρυθμίσουμε τη διαγωγή μας, όπως αρέσει στον Θεό• ας αφήσουμε για να αφεθούμε, ας ελεήσουμε για να ελεηθούμε πολλαπλασίως• διότι Αυτός για χάρη μας πτώχευσε τελευταία, αναδεχόμενος στον εαυτό Του την ελεημοσύνη, από μεγαλοδωρία πολλαπλασιάζει την αμοιβή• πρέπει λοιπόν κανείς ή να είναι κατά το παράδειγμά Του πτωχός, και θα ζήσει μαζί με Εκείνον, ή να έχει τα αγαθά κοινά με τους για Εκείνον πτωχούς, και δι’ αυτών θα σωθεί. Ας αποκτήσουμε ευσπλαγχνία• ας δώσουμε αυτοβούλως δείγμα της προς τον αδελφό αγάπης και της προς τον κοινό Πατέρα και δεσπότη αφοσιώσεως. Καταλληλότερο δε γιʼ αυτά καιρό δεν θα βρει κανείς από τις ημέρες αυτές της νηστείας· διότι, αν συνάψει με τη νηστεία τη συμπάθεια, θα απαλείψει κάθε αμάρτημα, θα προσκυνήσει με παρρησία τα σωτήρια πάθη, θα συνευφρανθεί με την ανάσταση του Χριστού και θα επιτύχει την αιώνια απολύτρωση.
Αυτήν είθε όλοι εμείς να επιτύχουμε ἐν Χριστῷ τῷ Θεῶ ἡμῶν, στον Οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνησις μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το Πανάγιο και Αγαθό και Ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
- Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά Άπαντα τα έργα, Ομιλίες Α΄- Κ΄, ομιλία ΙΓ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2004, τόμος 9, σελίδες 352-371.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 27-3-1988]
(Β193)
Το τέλος, αγαπητοί μου, της επιγείου ζωής και δράσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού είναι κοντά. Ήδη οι εχθροί Του έχουν δείξει φανερά πια τις διαθέσεις τους τις φονικές. Και ο Κύριος γνωρίζει πλέον ποια είναι η πορεία. Εξάλλου γι’ αυτήν την πορεία ήλθε εις τον κόσμον αυτόν. Την πορείαν της θυσίας.
Ο Κύριος όμως, λίγο πριν το πάθος Του, που το γνωρίζει πολύ καλά, αποκαλύπτει τα πάντα εις τους μαθητάς Του, το τι επρόκειτο να συμβεί. Δηλαδή προφητεύει το άμεσο μέλλον, που αφορά στο πρόσωπό Του. Ας δούμε όμως το ιερόν κείμενο στην απόδοσή του· σε μία του απόδοση: «Ανηφόριζαν προς τα Ιεροσόλυμα και ο Ιησούς προχωρούσε μπροστά από τους μαθητάς Του, που ήσαν γεμάτοι από δέος. Τον ακολουθούσαν, αλλά είχαν φόβο, τόσο δια τον Ιησούν, όσο και δια τον εαυτόν τους, το τι τους περίμενε στην πόλη. Τότε, εκάλεσε κοντά Του τους δώδεκα και άρχισε να τους λέγει για όσα επρόκειτο να τους συμβούν. ‘’Δηλαδή, να, τους έλεγε, αναβαίνουμε στα Ιεροσόλυμα και ο Υιός του ανθρώπου, δηλαδή Εγώ ο Μεσσίας, θα παραδοθεί στους αρχιερείς και στους γραμματείς, που θα Τον καταδικάσουν σε θάνατον και θα Τον παραδώσουν στους ειδωλολάτρας. Θα Τον περιγελάσουν, θα Τον μαστιγώσουν, θα Τον φτύσουν και θα Τον θανατώσουν. Ύστερα όμως από τρεις ημέρες, θα αναστηθεί’’».
Τίθεται όμως εύλογο το ερώτημα: Γιατί ο Κύριος αποκαλύπτει αυτό το άμεσο μέλλον; Τόσο άμεσο, που ήταν θέμα ημερών· διότι ήτο η τρίτη πρόρρησις του Κυρίου αυτή. Είχαν προηγηθεί άλλες δύο προρρήσεις του Κυρίου, προφητείες, για το ίδιο θέμα. Αυτή λοιπόν είναι η τρίτη πρόρρησις. Και είναι επί θύραις του μαρτυρίου Του. Γιατί λοιπόν ο Κύριος αποκαλύπτει αυτό το άμεσο μέλλον; Δεν θα εθορυβούντο οι μαθηταί ακούγοντάς το εκ των προτέρων; Δηλαδή τι σκοπό θα μπορούσε να εξυπηρετήσει μία τέτοια προφητεία; Κι αν ακόμη αν θέλετε, και ποια είναι η αξία μιας τέτοιας προφητείας; Αυτό το θέμα θα δούμε, αγαπητοί μου.
Καταρχάς να δούμε ποιο είναι το πρόσωπον που προφητεύει. Εν προκειμένω, είναι ο Ιησούς Χριστός. Ο Ιησούς προεφητεύθη από όλους τους προφήτας της Παλαιάς Διαθήκης. Οι προφητείες όλων των προφητών συγκλίνουν μόνον σε ένα πρόσωπον. Το πρόσωπον το δικό Του. Όταν ο Κύριος προφητεύει, ουσιαστικά, αναγνωρίζει σε όλους τους παλαιούς προφήτας, τους επικυρώνει, τους επαληθεύει, τους ανανεώνει ό,τι εκείνοι είπαν, με τη βασική όμως θέση ότι αυτό το πρόσωπο, είναι το πρόσωπο το δικό Του. Εκείνοι ωμίλουν και έλεγαν για ένα πρόσωπο. Ο Κύριος τούς επικυρώνει, όπως σας είπα, λέγοντας τώρα ότι «το πρόσωπον αυτό είμαι Εγώ». Συνεπώς είναι προφήτης, όπως και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είναι προφήτης και μάλιστα ο μέγιστος των προφητών. Ξέρετε, δεν έγραψε τίποτα ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής. Μόνο μία κίνηση έκανε. Εμαρτύρησε περί του Ιησού. «Είναι Αυτός». Διότι, μεταξύ του να πεις για κάποιο πρόσωπο και να δείξεις αυτό το πρόσωπο, υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη διαφορά. Και το να δείξεις το πρόσωπο, αν δεν είσαι αληθινός προφήτης, δεν μπορείς ποτέ αυτό να το κάνεις. Έτσι, ο Ιωάννης είναι ο μείζων των προφητών, σε αυτό το σημείο. Και ο Κύριος ταυτίζει τώρα το πρόσωπο του Μεσσίου των προφητών, με το πρόσωπό Του: «Ἐγώ εἰμί». «Είμαι Εγώ».
Ας θυμηθούμε τον προφήτη Ησαΐα, με πόση παραστατικότητα περιγράφει το πάθος του Μεσσίου στο 53 του κεφάλαιον. Όταν τώρα ο Κύριος προφητεύει το ίδιο Του το πάθος – θα δούμε εκεί με πόση ζωηρότητα το προφητεύει ο Ησαΐας- ο Κύριος, θα έλεγα με λιγότερη ζωηρότητα και τραγικότητα, ταυτίζει όμως το προφητικό πρόσωπο του Ησαΐου, θα επαναλάβω, με το δικό Του. Για να κατοχυρώσει πρώτα-πρώτα την αλήθεια που προφητεύει ο Ιησούς, τι πρόκειται τώρα να Του συμβεί στα Ιεροσόλυμα. Μην ξεχνάμε ακόμα ότι το θεμελιωδέστερο στοιχείο της αληθείας της Αγίας Γραφής, είναι η προφητεία. Θα ήθελα να σας έλεγα ότι δεν είναι το θαύμα. Το θαύμα μπορεί για μια στιγμή να σταθεί και ψεύτικο. Και το επιτελεί επιτέλους και ο σατανάς το θαύμα. Έστω και ψεύτικα. Έστω και κατ’ επίφασιν. Ο σατανάς όμως δεν γνωρίζει το μέλλον. Και συνεπώς ο σατανάς δεν μπορεί ποτέ να εκφέρει προφητεία. Και την προφητεία ακόμη, αν θέλετε, ο σατανάς δεν μπορεί ούτε καν -την υπάρχουσα προφητεία- ούτε καν να την ερμηνεύσει σωστά, διότι απαιτείται η παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Αλλά ο σατανάς δεν έχει το Πνεύμα το Άγιον. Και συνεπώς ούτε την ερμηνεία μπορεί να κάνει.
Λέγει ο Απόστολος Πέτρος ότι καμία προφητεία δεν λύθηκε, δηλαδή δεν ερμηνεύτηκε, παρά μόνον άνδρες που έφεραν το Πνεύμα το Άγιον. Έτσι, για να γράψεις προφητεία, πρέπει να σου βάλει στο στόμα την προφητεία το Πνεύμα το Άγιον. Για να λύσεις προφητεία, δηλαδή να ερμηνεύσεις προφητεία, πρέπει πάλι το Πνεύμα το Άγιον να σου βάλει την λύσιν, την ερμηνείαν της προφητείας εις το στόμα σου το Πνεύμα το Άγιον. Θα επαναλάβω λοιπόν, ο σατανάς δεν έχει το Πνεύμα το Άγιον. Θαύματα κάνει. Προφητεία δεν μπορεί να κάνει. Γι΄αυτό, η σιγουριά της πίστεως της αληθείας του λόγου του Θεού και του προσώπου του Ιησού Χριστού, δεν βρίσκεται εις το θαύμα ή εις τα θαύματα. Αυτά συμπληρώνουν, αλλά δεν είναι το κύριον σημείον. Το κύριον σημείον είναι η προφητεία. Το λέγω γιατί μέσ’ την Ιστορία πολλοί πολλά θαύματα έκαναν. Βέβαια, δαιμονικά ενεργούμενοι. Ο Απολλώνιος ο Τυανεύς επί παραδείγματι, μάγος ήταν, στην αρχαιότητα. Μπορούσε να βλέπει μακριά, να κάνει θαύματα καταπληκτικά. Αλλά προφητεία δεν έκανε ποτέ κανένας. Και μάλιστα προφητεία που να είναι 500 χρόνια πριν, 1000, 2000 χρόνια ή, αν θέλετε, προφητεία από την εποχή του Αδάμ και της Εύας. Κανείς, μα κανείς!
Έτσι, θα λέγαμε, όλες οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ ήταν στην διάθεσή του -τίνος στην διάθεση; Του σατανά-, όμως ήταν σφραγισμένες. Δεν μπορούσε να τις ερμηνεύσει ο διάβολος. Δεν μπορούσε να καταλάβει. Διάβαζε. Μάλιστα, την ξέρει απέξω και ανακατωτά τη Γραφή. Όπως την ξέρουν και οι αιρετικοί. Άμα δεν έχεις το Πνεύμα του Θεού, δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Όχι το γράμμα. Το Πνεύμα. Και για να καταλάβεις το πνεύμα του Ευαγγελίου, πρέπει να έχεις το πνεύμα το Άγιον. Έτσι, δεν έγραφαν οι προφητείες ποιος είναι ο Ιησούς; Δεν άκουσε ο διάβολος: «Συ είσαι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον Οποίον Εγώ έχω ευδοκήσει», κατά την Βάπτισιν; Τ’ άκουσε όλα ο διάβολος. Εξάλλου, βάσει αυτού του τελευταίου δεν ήρθε να πειράξει τον Κύριον; «Εάν είσαι Υιός του Θεού- του λέγει εκεί στην έρημο– πες οι πέτρες να γίνουν ψωμιά» με τον τριπλόν εκείνον πειρασμόν. Τελικά αμφιβάλλει ο διάβολος ποιος είναι ο Ιησούς. Γιατί; Διότι… θα το πω άλλη μία φορά, δεν είχε το Πνεύμα το Άγιον. Και τότε εσταύρωσε τον Κύριον. Δηλαδή ο διάβολος εσταύρωσε τον Κύριον. Ναι. Διότι όργανά του στάθηκαν οι άρχοντες του λαού. Και στάθηκαν όργανα του σατανά, επειδή του έμοιαζαν, είχαν φθόνο. Και ο διάβολος έχει φθόνο και τους χρησιμοποίησε σαν όργανά του.
Έτσι βλέπει κανένας, αγαπητοί, ότι τελικά η προφητεία δεν μπορεί να γίνει κατανοητή, έξω από τον χώρον του Αγίου Πνεύματος. Μόνον όταν ο διάβολος έλαβε πείραν από την κάθοδο του Χριστού στον Άδη. Τότε αντελήφθη με Ποιον είχε να κάνει. Αλλά γι’ αυτόν ήταν πια πολύ αργά. Ήδη είχε καταβληθεί. Τον είχε ήδη νικήσει ο Κύριος.
Ποίοι όμως είναι οι αποδέκται μιας προφητείας; Τότε, στην Παλαιά Διαθήκη, ήταν όλος ο λαός του Θεού. Τώρα είναι οι Απόστολοι και η Εκκλησία. Μόνο μεσ’ την Εκκλησία υπάρχει η γνήσια προφητεία. Αν υπάρχουν εκτός της Εκκλησίας άνθρωποι που προφητεύουν και… -προσέξτε- βγαίνει η προφητεία τους, είναι εκτός Εκκλησίας. Είναι γνωστό, όπως αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη, ότι το επιτρέπει αυτό ο Θεός, ώστε εκείνοι που θα πιστέψουν σε αυτούς να αποκτήσουν το πνεύμα της πλάνης. Είναι η τιμωρία τους. Κι αυτό είναι το φοβερό. Αν θα πας να σου πει η χαρτορίχτρα, η καφετζού ή το μέντιουμ το μέλλον σου, που δύναται να θεωρηθεί για μία στιγμή ότι είναι μία προφητεία, αν θα βγει…, ξέρετε, δεν ξέρει τίποτε ο διάβολος, ε; Αν θα βγει, το επιτρέπει ο Θεός. Κι όταν εσύ λες: «Μα εμένα μου βγήκε», ναι, σημαίνει… ω αλίμονό σου, επέτρεψε ο Θεός να έρθει επάνω σου το πνεύμα της πλάνης. Και είναι φοβερό. Είναι, θα έλεγα, η έσχατη τιμωρία που μπορεί να δώσει ο Θεός εις τον υπερήφανον άνθρωπον.
Πάντως οι άπιστοι δεν μπορούν να δεχθούν την προφητεία. Διότι, θα επαναλάβω, δεν έχουν το Πνεύμα το Άγιον και την απωθούν. Και δεν την καταλαβαίνουν και την απωθούν. Γι΄αυτό γράφει ο Απόστολος Παύλος: «Ἡ δὲ προφητεία οὐ τοῖς ἀπίστοις, ἀλλὰ τοῖς πιστεύουσιν σημεῖον ἐστίν», Α΄Κορ. 14,22. «Η δε προφητεία», λέγει, «δεν είναι για τους απίστους αλλά είναι για εκείνους που πιστεύουν σημάδι, θαύμα, σημείον». Για ποιους; Για κείνους που πιστεύουν. Έτσι, προηγείται η πίστις της Εκκλησίας και ακολουθεί η προφητεία, πάντοτε μέσα εις την Εκκλησίαν. Πιστεύεις στον Χριστό, μετά βλέπεις πόσο φοβερά πειστική είναι η προφητεία που αφορά στο πρόσωπο το Θεανθρώπινο του Χριστού. Αλλά πρώτα θα πιστέψεις. Και μετά θα δεις δια της προφητείας Ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός. Έτσι έχουμε, αγαπητοί μου, πάντοτε μέσα εις την Εκκλησίαν, για τους άλλους απέξω δεν έχει καμία σημασία, έτσι έχουμε τις χριστολογικές προφητείες, δηλαδή εκείνες που αφορούν στο πρόσωπο του Χριστού, που κυριολεκτικά στηρίζουν στην πίστη. Αν πίστεψες, αδελφέ μου, στον Χριστό και τώρα ασχοληθείς με τις προφητείες, ειλικρινά θα αποκτήσεις την πιο σίγουρη πίστη για το θεανθρώπινον πρόσωπον του Χριστού. Ο δε σκοπός αυτής της χριστολογικής προφητείας είναι να κατοχυρωθεί πάντοτε και μεσ’ την Εκκλησία και στον κάθε πιστό η ταυτότητα του Ιησού Χριστού. Γι’ αυτόν τον λόγο γράφουν οι ιεροί Ευαγγελισταί, παίρνουν, χρησιμοποιούν από την Παλαιά Διαθήκη προφητείες, γι΄αυτό τον σκοπό επισφραγίζουν την ταυτότητα του Ιησού Χριστού.
Υπάρχει όμως και η προφητεία που αναφέρεται στην Εκκλησία. Εκτός από τις χριστολογικές προφητείες. Λέγει ο Θεοφύλακτος: «Τίνος ἕνεκεν προλέγει τά μέλλοντα αὐτῷ συμβαίνειν;(Για ποιον λόγο -λέγει– ο Κύριος αναφέρει στους μαθητάς Του εκείνα που θα Του συμβούν;) Διά τό προομαλεῖσαι τῶν μαθητῶν τήν διάνοιαν(:να την προλειάνει τη διάνοιά τους)ὡσάν ἀκούσαντες εὐφορώτερον ἀνέγκωσι καί μή τῷ ἀθρόῳ καταπλαγῶσι(:ώστε επειδή θα έχουν προακούσει, να μπορούν να φέρουν καλύτερα, ώστε να μην μείνουν έκπληκτοι από το ξαφνικόν, από το αθρόον, από το ξαφνικόν)».
Ώστε η προφητεία που αφορά στην Εκκλησία, προετοιμάζει τον κάθε πιστό, μα και την Εκκλησία, με μία προετοιμασία ψυχολογική. Κατά το «ἡτοιμάσθην καὶ οὐκ ἐταράχθην». Ετοιμάστηκα, γι΄αυτό και δεν ταράχτηκα.
Ακόμη, ετοιμάζει η προφητεία ένα ενδεχόμενο μαρτύριον. Ώστε να γνωρίζει η Εκκλησία και ο πιστός πού ανήκει. Για να φανεί συνεπής στο βάπτισμά του. Μην πει: «Μα δεν ήξερα». Ακόμα, τον προετοιμάζει η προφητεία για την εμφάνιση ημερών πνευματικής παρακμής. Ώστε να μείνει όρθιος και να μην παρασυρθεί. Να μην πει: «Όλοι έτσι κάνουν». Όχι. Ειδοποιεί το Πνεύμα το Άγιον. Λέγει ο Απόστολος Παύλος στον Τιμόθεο: «Τοῦτο δὲ γίνωσκε(οφείλεις να το γνωρίζεις), ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται (θα σταθούν) καιροὶ χαλεποί (δύσκολοι καιροί)· ἔσονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι (Γιατί οι άνθρωποι θα είναι) φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεῦσιν ἀπειθεῖς(Πάρτε το θέμα των παιδιών που αντιδρούν και αφήνουν τα σπίτια τους…), ἀχάριστοι(όσα θέλεις λεφτά δώσε στους ανθρώπους, θέλουν κι άλλα… Έχει μπει το μικρόβιο της αχαριστίας. Κανείς δεν φτάνει να πει: ’’Φτάνει, είμαι ευχαριστημένος’’. Φοβερό!), ἀνόσιοι, ἄστοργοι, ἄσπονδοι, διάβολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι, ἀφιλάγαθοι, προδόται, προπετεῖς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μᾶλλον ἢ φιλόθεοι (χαρακτηριστικό του 20ού αιώνος είναι η φιληδονία. Είναι το σήμα κατατεθέν της), ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι(έχουν βέβαια ένα σχήμα ευσεβείας. Δηλαδή πρόκειται περί Χριστιανών. Όχι περί ανθρώπων μη χριστιανών. Αλλά την δύναμιν της πίστεως, την δύναμιν της πνευματικής ζωής δεν την έχουν)».
Ακόμη προετοιμάζει η προφητεία για την εμφάνισιν αιρετικών και αιρέσεων εις τον γύρω χώρον. Λέει στους πρεσβυτέρους της Μιλήτου ο Απόστολος Παύλος: «Ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο(Αυτό ξέρω και αυτό σας λέγω. Προφητεία), ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς( οι λύκοι βαρεῖς είναι οι αιρετικοί) μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα(και από σας τους ίδιους, τους χριστιανούς δηλαδή, θα σηκωθούν άνθρωποι, άνδρες που μιλάνε διεστραμμένα. Δηλαδή έξω απ΄ την αλήθεια του Ευαγγελίου) τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. διὸ γρηγορεῖτε(ώστε να αποκτούν μαθητάς, να τους αποσπούν από τον Χριστόν και να τους κάνουν δικούς των. Μένετε ξυπνητοί)». Ώστε λοιπόν ο σκοπός της προφητείας, να μένω ξυπνητός, να ξέρω τι θα γίνει. Να μην καταληφθώ, σας είπα, από έναν αιφνιδιασμόν.
Προφητεύει ακόμα η Εκκλησία και τον Αντίχριστο. Και οι Πατέρες μάλιστα αναλύουν το θέμα για να βοηθήσουν τους πιστούς. Ο σκοπός όμως της προφητείας του Αντιχρίστου δεν είναι να τρομάξουν ή να θορυβηθούν οι πιστοί. Το υπογραμμίζω αυτό. Αλλά να οπλιστούν και να αναμένουν όχι παθητικά, αλλά ενεργητικά. Είδατε τελευταία πόσος θόρυβος έγινε γύρω από το θέμα αυτό. Έφθασαν να λένε γονείς σε εκπαιδευτικούς, σε ιερείς: «Μα τα παιδιά μας, οι άνθρωποί μας, δεν μπορούν να κοιμηθούν το βράδυ». Γιατί; Θα το δούμε παρακάτω. Θέλει λοιπόν μία χαρούμενη, θα λέγαμε, αγωνιστικότητα. «Έλα. Σε περιμένουμε. Θα αγωνιστούμε». Ό,τι δηλαδή έκαναν οι 300 του Λεωνίδα, αναμένοντας τους Πέρσες στα στενά των Θερμοπυλών. Όταν οι Πέρσες έστειλαν κάποιους κατασκόπους των να δουν τι κάνουν οι 300, γύρισαν και είπαν ότι «χτενίζονται, χορεύουν και ασκούνται!». Δηλαδή μία χαρούμενη αντιμετώπισις, μία χαρούμενη αγωνιστικότης. Έτσι ήσαν, αγαπητοί μου, και οι μάρτυρες της Εκκλησίας μας· χαρούμενοι. Δεν κλαίγαν όταν πήγαιναν στο μαρτύριο. Είχαν χαρά. Γιατί λοιπόν πρέπει να θορυβηθούμε όταν ακούσουμε την προφητεία του Αντιχρίστου; Μήπως κάτι λείπει; Ναι. Μήπως δεν έχουμε το Πνεύμα του Θεού; Φοβάμαι…
Προετοιμάζει με όλα αυτά την ενατένισιν των εσχάτων. «Οὐ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν». Ακόμα, αυτοί οι πειρασμοί της Εκκλησίας, δεν είναι ατελείωτοι. «Ἀρχομένων δὲ τούτων γίνεσθαι -Λέει ο Κύριος: Όταν αρχίσουν οι πειρασμοί, οι μεγάλοι πειρασμοί- ἀνακύψατε καὶ ἐπάρατε τὰς κεφαλὰς ὑμῶν -κοιτάξτε επάνω, στον ουρανό-, διότι ἐγγίζει ἡ ἀπολύτρωσις ὑμῶν -γιατί πλησιάζει η απολύτρωσή σας-». Έτσι, υπάρχει η χαρά ότι όλοι οι πειρασμοί θα περάσουν και θα βρεθούμε στη Βασιλεία του Θεού.
Έχουμε και προφητείες, αγαπητοί μου, που αφορούν σε εντελώς συγκεκριμένα πρόσωπα ή σε τοπικές Εκκλησίες, όπως προφητεύει για τον Απόστολο Παύλο ο Κύριος, το Πνεύμα το Άγιον για τον Απόστολο Πέτρο, για τις επτά Μικρασιατικές Εκκλησίες κ.ο.κ. Έχομε όμως και προφητείες που δεν αναφέρονται μόνον στο μέλλον. Αλλά και εις το παρόν και εις το παρελθόν. Προσέξτε αυτό το σημείο. Στην Αποκάλυψη λέει ο Κύριος στον Ιωάννη: «Γράψον οὖν ἃ εἶδες -εκείνα τα οποία είδες-, καὶ ἅ εἰσι -εκείνα που υπάρχουν- καὶ ἃ μέλλει γίνεσθαι μετὰ ταῦτα -και εκείνα που πρόκειται να γίνουν μετά ταύτα-». Δηλαδή τα παρόντα και τα μέλλοντα. Η προφητεία του παρόντος είναι η αποκάλυψις, ό,τι αφορά στο παρόν που είναι κρυμμένο. Κι αυτό το βλέπομε στη ζωή των αγίων, σε πλείστες όσες περιπτώσεις. Να προφητεύουν το παρόν οι άγιοι.
Αλλά υπάρχει όμως και η προφητεία του παρελθόντος, αγαπητοί μου. Αυτό προσέξατε λιγάκι. Δυνάμει αυτής της προφητείας του παρελθόντος έγραψε ο προφήτης Μωυσής τη δημιουργία του κόσμου και τη δημιουργία του ανθρώπου. Όπως λέγει ένας πατήρ της Εκκλησίας μας: «Τό προφητικόν ἃπαν εἶδος τριχῇ τέμνεται· εἰς τε τό μέλλον, τό ἐνεστώς καί τό παρεληλυθός». Η προφητεία αναφέρεται σε κάτι που ανήκει στο μέλλον, στο παρόν και στο παρελθόν. Πού είναι η αξία του πράγματος; Ότι πάντα για τους πιστούς είναι η γνώσις του παρελθόντος ορθή και σωστή· που δεν επιτρέπει να παρασυρθεί ο πιστός από θεωρίες που υπάρχουν στην κάθε εποχή, που καθορίζουν το παρελθόν. Έτσι έχουμε την θεωρία περί της αιωνιότητος της ύλης. Υλισμός δηλαδή. Έχομε περί της αυτομάτου γενέσεως της ζωής. «Η ζωή, λέει, μόνη της έγινε»… Έχομε τη θεωρία του Δαρβίνου, την καταγωγή των ειδών. Ο πιστός θα πει: «Έχω προφητεία. Και η προφητεία μού λέγει ο Θεός έκανε τον κόσμον και τον άνθρωπον». Να η αξία. Βλέπετε ποια είναι η αξία της προφητείας μέσα στην Εκκλησία;
Αγαπητοί μου, η αξία της προφητείας διά την Εκκλησία είναι πολύ μεγάλη. Αλλά και στις ημέρες μας υπάρχει το προφητικόν χάρισμα· που ποτέ δεν θα λείψει, μέχρι τέλους της Ιστορίας. Μόνο προσοχή σε μερικούς που έχουν υπερήφανη ψυχή, πυρήνα περίεργον της ψυχής, που είναι σφετερισταί των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος και δήθεν προφητεύουν, για να προσπορίζουν δόξαν στον εαυτό τους. Αυτοί δεν είναι λίγοι, σε κάθε εποχή. Και φαίνεται στην εποχή μας είναι αρκετοί. Πολλή προσοχή. «Αλίμονο σε εκείνον», λέγει η Παλαιά Διαθήκη, «που προφητεύει, χωρίς να του βάλει ο Θεός την προφητεία στο στόμα. Αυτός είναι ένας ψευδοπροφήτης». Το γνήσιον προφητικόν χάρισμα διαρκώς διαμαρτύρεται ότι έρχονται ημέρες μέσα εις την Εκκλησία, ότι έρχονται ημέρες δύσκολες διά την Εκκλησίαν. Και πρέπει να το ξέρομε. Όχι για να απογοητευτούμε. Αλλά για να οπλιστούμε με χαρά. Κι αυτή η χαρά είναι η χαρά του Χριστού που πήγαινε στα Ιεροσόλυμα για να σταυρωθεί! Και προλέγει το πάθος Του. Είναι η χαρά του Παύλου, είναι η χαρά των αγίων μαρτύρων. Δεν μας μένει παρά να έχομε μόνον το Πνεύμα το Άγιον για να τοποθετηθούμε σωστά έναντι της προφητείας και τότε θα ανακαλύψουμε την αξία της μέσα εις την Εκκλησία.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_391.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ[:Μάρκ.8,34-9,1]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ: Η ΚΑΤΑΝΥΞΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 8-4-1984]
[ Β 111 ]
Η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου, την Ε΄ Κυριακή των Νηστειών, την έχει αφιερωμένη εις την οσία Μαρία την Αιγυπτία. Δεν είναι η μνήμη της σήμερα. Είναι την 1η Απριλίου. Αλλά την τοποθετεί, όπως τοποθετεί και τις μνήμες άλλων, τις προηγούμενες Κυριακές, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, έχει μία Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως και μία Κυριακή της Ορθοδοξίας, ακριβώς γιατί θέλει κάτι να προβάλει. Και αυτό που θέλει να προβάλει η Εκκλησία, είναι τούτο: Ότι ο βίος της οσίας μητρός ημών Μαρίας της Αιγυπτίας υπήρξε πανάθλιος. Ο καρπός της μετανοίας της και των δακρύων της, όμως, την εισήγαγε εις την Βασιλείαν του Θεού και έγινε αγία. Συνεπώς θέλει να πει με αυτό η Εκκλησία μας: «Μην απογοητεύεστε. Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι ένα σκάμμα, είναι ένα στάδιον, είναι ένα πεδίον αγώνος. Αγωνιστείτε, μετανοήσατε, δακρύσατε, κλάψατε και θα συγχωρηθείτε· όχι μόνο θα συγχωρηθείτε, αλλά και θα αγιασθείτε. Όχι μόνο θα αγιασθείτε, αλλά και θα δικαιωθείτε. Δηλαδή θα αναγνωριστείτε παιδιά του Θεού αγαπημένα, ζώντας μέσα στην αιωνιότητα, μαζί με Εκείνον».
Πράγματι, αγαπητοί, αν ερωτήσετε τι ακριβώς ήταν εκείνο που έκανε την οσίαν Μαρίαν να μετανοήσει, είναι τούτο: Κατά τον βίο της -έζησε επί Ιουστινιανού του Μεγάλου, τον 6ο αιώνα- ήτο Αιγυπτία, ήτο ακόλαστος, ζούσε πολλά χρόνια στην αμαρτία και κάποτε με τους φίλους της, τους εραστάς της, ήλθε στα Ιεροσόλυμα κι αυτή να προσκυνήσει. Όπως ακριβώς βλέπουμε και σήμερα αγαπητοί, στον Επιτάφιο, επί παραδείγματι, πηγαίνουνε οι νέοι με τις φιλενάδες τους, πορνικές φιλενάδες εννοείται, ανήθικες φιλενάδες, με την κακή σημασία της λέξεως «φιλενάδες», πηγαίνουν, παρακολουθούν τον Επιτάφιο, πηγαίνουν στην περιφορά, πηγαίνουν στα πανηγύρια, στις περιφορές αγίων εικόνων κ.λπ. κ.λπ. Μη σας φαίνεται παράξενο, είναι ένα ξέφτισμα αυτό πια των Χριστιανών, που ζουν μια ασυνέπεια. Διότι αν έπρεπε λίγο να σκεφθούν, θα έπρεπε να πουν: «Τι κάνω τώρα; Ακολουθώ τι; Τι ακολουθώ; Τον Επιτάφιον του Χριστού; Κι έχω δίπλα μου την φίλη μου, τον φίλο μου, και αμαρτάνω;». Είναι αδιανόητο πράγμα.
Έτσι λοιπόν κάπως εκινείτο και η οσία Μαρία. Πήγε με τους εραστάς της στα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσει. Ήταν η ημέρα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, 14 Σεπτεμβρίου. Πήγε να μπει μέσα, αλλά ένα αόρατο χέρι την κρατούσε στην πόρτα και δεν μπορούσε να μπει. Προσπαθούσε, αδύνατον. Προσπαθούσε, αδύνατον! Κατάλαβε. Άρχισε να συνέρχεται. «Είμαι αμαρτωλή! Είμαι πόρνη! Παναγία μου», λέγει, «βοήθησέ με να μπω μέσα και θα σταματήσω τον ακόλαστο βίο μου». Και μόλις το είπε αυτό, κατενύγη. Δάκρυα ήρθαν στα μάτια της και τότε σταμάτησε να εμποδίζει εκείνο το αόρατο χέρι. Μπήκε μέσα, προσεκύνησε. Βγήκε μετά έξω, όταν τελείωσε η Λειτουργία και εξαφανίστηκε. Επέρασε τον Ιορδάνη κι εκεί στην έρημο του Ιορδάνου, αγαπητοί μου, ησκήτευσε μόνη προς μόνον τον Θεόν 41 ολόκληρα χρόνια. Και τότε κάποτε εκεί, στο τέλος της ζωής της επέρασε ο όσιος Ζωσιμάς, ιερεύς, προς τον οποίον είπε τον βίο της, την εκοινώνησε και του λέγει: «Έλα και του χρόνου να με κοινωνήσεις». Αλλά την ίδια ημέρα που κοινώνησε η οσία Μαρία, προαισθανθείσα το τέλος της, απέθανε. Βρήκε το λείψανό της και το έθαψε ο Ζωσιμάς ύστερα από ένα χρόνο.
Αυτήν λοιπόν προβάλλει η Εκκλησία μας. Είναι μεγάλο πράγμα, αγαπητοί. Τι ήταν το προκαταρκτικόν της σωτηρίας της; Η κατάνυξις και τα δάκρυα. Πράγματι, ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέγει ότι ο γέροντάς του, ο όσιος Συμεών ο ευλαβής, έλεγε: «Ποτέ μην κοινωνήσετε, εάν δεν έχετε δακρύσει». Είναι πολύ μεγάλο αυτό, ότι πρέπει να προσεγγίζει κανείς τον Θεόν με κατάνυξη. Η κατάνυξις είναι η αφετηρία να προσεγγίσει κανείς τον Θεόν, αλλά είναι και ακόμη, αν θέλετε, και ένας καρπός. Όπως καρπός της κατανύξεως είναι τα δάκρυα.
Πράγματι, θα λέγαμε, ότι η κατάνυξις… -Τι θα πει κατάνυξις, αλήθεια; Πολλές φορές το λέμε. Ξέρετε, πρέπει να το εξηγήσομε. Πολλές φορές νομίζομε κατάνυξη ότι είναι ένα ημίφως, ένας μικρός χώρος, ένας χώρος, ένα περιβάλλον που υποβάλλει. Λέμε: «Κατανυκτικός ναός αυτός· κατανυκτικός ναός»· ή: «Κατανυκτική Θεία Λειτουργία»· ή: «Κατανυκτικοί ήσαν οι ψάλτες». Όλα αυτά αλήθεια τι σημαίνουν; Δεν ξέρω αν προσεγγίζουν την πραγματικότητα. «Κατανύσσω» θα πει κατά+νύττω, νύσσω. Θα πει: κατά+τρυπώ. «Νύττω» θα πει τρυπώ. Κατατρυπώ λοιπόν θα πει κατανύσσω. Δηλαδή είναι το κατατρύπημα της καρδιάς. Όταν η καρδιά, με άλλα λόγια, τρυπηθεί. Από τι τρυπηθεί; Από κάτι. Αυτό το κάτι που θα την τρυπήσει, θα την πληγώσει. Και το πλήγωμα θα επιφέρει τα δάκρυα. Αυτό θα πει κατάνυξις. Τρύπημα και πλήγωμα της καρδιάς, με αποτέλεσμα τα δάκρυα.
Έτσι, η αφετηρία της κατ΄αίσθησιν πνευματικής ζωής, είναι, αγαπητοί μου, η κατάνυξις. Και ο καρπός της, όπως σας είπα, τα δάκρυα. Πράγματι, εγώ προσωπικά είμαι μάρτυς κάπου κάπου τέτοιων ψυχών, που βλέπει κανένας ότι σε αυτούς τους ανθρώπους ήδη επεσκέφθη την καρδιά τους η χάρις του Θεού και έχουν ήδη κατανυγεί. Και το βλέπει κανείς να δημιουργεί στο πρόσωπό τους, γιατί ήδη έχει γίνει στην καρδιά τους, στην ψυχή τους, μία αλλοίωσις. Και αυτή η αλλοίωσις είναι «ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου». Όταν το χέρι το δεξί του Θεού ακουμπήσει επάνω στην ψυχή και η ψυχή πυρπολείται, πληγώνεται, κατανύσσεται. Τότε έρχονται και τα δάκρυα. Κι όταν δει κανείς αυτό σε μία ψυχή, τότε λέγει: «Αυτή η ψυχή μετενόησε». Επιστρέφει κατ΄αίσθησιν. Δηλαδή κατά συνείδησιν. Καταλαβαίνει, νιώθει. Πιστέψτε με, αγαπητοί μου, δεν ξέρω αν είναι φοβερός ο λόγος που θα πω, φοβάμαι ότι στους εκατό ανθρώπους που μετανοούν, μόνον ο ένας ξεκινάει με κατάνυξιν. Οι πιο πολλοί, ψυχροί έρχονται να μετανοήσουν και ψυχροί φεύγουν… Είναι σαν την κατσαρόλα που την βάλαμε στη φωτιά, αλλά φωτιά από κάτω δεν υπάρχει. Και δεν μπορεί να γίνει μαγείρεμα. Έτσι ακριβώς, όταν δεν υπάρχει το πυρ της θείας, θα λέγαμε, πληγώσεως, δεν μπορεί να υπάρξει πνευματική ζωή. Δεν είναι δυνατόν.
Γι΄αυτό βλέπει κανείς τους Χριστιανούς μας, ενώ ξεκίνησαν ή ξεκινούν να εξομολογούνται και να κοινωνούν και να πηγαίνουν στην Εκκλησία, στην πραγματικότητα είναι περιφερόμενα ψυγεία. Και είναι φοβερό αυτό το πράγμα… Γι’ αυτό και είναι έτοιμοι σε κάθε περίπτωση πειρασμού, να εγκαταλείψουν την πνευματική τους ζωή, διότι επιτέλους δεν τους εκόστισε… Δεν θ’ αφήσεις ποτέ κάτι που σου έχει κοστίσει. Ένα παιδί που το γέννησες, δεν το εγκαταλείπεις. Γιατί δεν το εγκαταλείπεις; Γιατί πόνεσες. Και μια πνευματική ζωή που βγήκε μέσα από μία πνευματική γέννηση, από έναν πόνο πνευματικό, από ένα πλήγωμα της καρδιάς, δεν την αφήνεις. Γιατί απλούστατα σε έχει πονέσει. Έχεις προκαλέσει πνευματικόν τοκετόν. Λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης ένα θαυμάσιο: Ότι «ο Θεός Πατήρ είναι ο τοξότης· ο Υιός είναι το βέλος. Και τοξεύει με το τόξο Του ο Θεός Πατήρ τις ανθρώπινες καρδιές, ρίπτοντας το βέλος «Ιησούς Χριστός». Και όταν η καρδιά τρωθεί, πληγωθεί, τότε… ω, τότε…!». Πληγωθεί από το βέλος, δηλαδή Ιησούς Χριστός, τότε, αγαπητοί μου, είναι άλλο πράγμα. Είναι πραγματικά άλλο πράγμα…
Θυμηθείτε τον Απόστολο Πέτρο όταν είχε αρνηθεί τον Χριστόν. Τον ηρνήθη με κάποια ευκολία. Όπως με κάποια ευκολία Του είπε ότι δεν θα Τον αρνηθεί. Και μόλις Τον ηρνήθη ο Πέτρος, ο Κύριος ήτο λίγα μέτρα πιο πέρα, ως υπόδικος. Τότε Τον αρνείται ο Πέτρος, φωνάζει ο πετεινός και γυρίζει ο Κύριος και βλέπει τον Πέτρον. Κοιτάξτε· μόνον εγύρισε και Τον κοίταξε. Α, εκείνο το μάτι! Α, εκείνο το μάτι ήταν βέλος. Με κέντρον, στόχο, την καρδιά του Πέτρου. Τόσο επληγώθη, ώστε αμέσως εβγήκε έξω, όπως μας λέει το Ιερόν Ευαγγέλιον, και έκλαυσε πικρώς.
Θυμηθείτε ακόμη εκείνη την πόρνη γυναίκα, όταν ο Κύριος επήγε στο σπίτι κάποιου Φαρισαίου, Σίμωνος ονόματι, και εκείνη εμπήκε μέσα και με δάκρυα Τού έπλενε τα πόδια, με δάκρυα. Γιατί; Γιατί είχε κατανυγεί από την παρουσία του Κυρίου, αισθανομένη την αμαρτωλή της ζωή. Γι’αυτό και ο Κύριος είπε… αξίζει να το πούμε, στον Σίμωνα, που του λέγει: «Δεν μου λες, Σίμων, να σε ρωτήσω κάτι -Γιατί ο ίδιος διενοήθη και είπε… «Αν ήταν προφήτης»– ούτε καν προφήτη δεν τον είχε ο Σίμων· απλώς έναν διδάσκαλον τον είχε: «θα έπρεπε να ξέρει ποια είναι αυτή τώρα που του πλένει τα πόδια και θα ‘πρεπε να της δώσει μία κλωτσιά και να την αποδοκιμάσει». – «Σίμων, θα σου πω μια ιστορία. Δύο άνθρωποι χρωστούσαν σε ένα αφεντικό χρήματα. Ο ένας χρωστούσε 50 και ο άλλος 500. Επειδή, όμως, ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος είχαν να δώσουν, τους εχάρισε και στους δύο το ποσόν. Πες μου, από τους δυο ποιος θα είναι πιο ευγνώμων;». «Ε, προφανώς», λέγει, «εκείνος που του χαρίστηκε το μεγαλύτερο ποσόν, τα 500 νομίσματα». -«Ε, λοιπόν, αυτή είναι εδώ τώρα που της χαρίστηκαν τα 500 νομίσματα. Αυτή είναι η πόρνη που συγχωρήθηκε. Γι’αυτό κλαίει. Εσύ καημένε, ταλαίπωρε, είσαι των 50. Σου χαρίστηκαν οι αμαρτίες, αλλά δεν έχεις αίσθηση, δεν έχεις αίσθηση…». Είναι καταπληκτικό!
Θυμηθείτε ακόμη, αγαπητοί μου, τα πλήθη την ημέρα της Πεντηκοστής. Όταν ο Απόστολος Πέτρος βγήκε στον εξώστη του υπερώου για να πει ότι αυτό που ακούν και βλέπουν είναι η επιφοίτησις του Αγίου Πνεύματος, που ήρθε να μαρτυρήσει ότι ο Ιησούς δεν ήταν εγκληματίας, δεν ήταν πλάνος του λαού, δεν ήταν ψευδομεσσίας. Έρχεται να δώσει την μαρτυρία Του ο ουρανός. Διότι εάν ο Ιησούς ήτο πλάνος και ψευδόχριστος, τότε πώς ήρθε η Πεντηκοστή; Το είχε πει ο Χριστός. «Εγώ θα φύγω και θα στείλω το Πνεύμα το Άγιον». Γιατί ο Ίδιος είπε: «Εμένα θα με δείτε εγκληματία, λαοπλάνο, αλλά Εκείνος, ο Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιον, θα μαρτυρήσει περί Εμού Ποιος είμαι». Η μαρτυρία του Ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός είναι η Πεντηκοστή. Και βγήκε ο Απόστολος Πέτρος στον εξώστη· ακριβώς τέτοια τους έλεγε. Και το πλήθος εκείνο που συγκεντρώθηκε, κατενύγη, πληγώθηκε η καρδιά του. «Καί ἀκούσαντες», λέει το ιερόν κείμενον, «κατενύγησαν τῇ καρδίᾳ». Πληγώθηκαν στην καρδιά τους. Και είπαν: «Αδελφοί, τι πρέπει να κάνομε, για να σωθούμε;».
Πάντως, όπως αντιλαμβάνεσθε, το θέμα της κατανύξεως είναι ένα έργο του Θεού. Ένα έργο της δεξιάς του Υψίστου. Αλλά δεν είναι μόνον έργο του Θεού. Είναι ένα έργο και της αγαθής προαιρέσεως. Αν ο άνθρωπος δεν διαθέτει αγαθή προαίρεση, τότε ο Θεός δεν μπορεί τίποτα να κάνει. Ακριβώς γιατί μπροστά Του έχει το θέμα της προαιρέσεως, δηλαδή της ελευθερίας. Και βλέπετε, ούτε Αυτός ο Θεός επεμβαίνει στην ανθρώπινη καρδιά, αν ο ίδιος ο άνθρωπος δεν ανοίξει. Τι λέγει εκεί στο βιβλίο της Αποκαλύψεως; «Ἰδού, ἕστηκα ἐπί τήν θύραν καί κρούω». «Να, στάθηκα στην πόρτα και χτυπώ». Τι θα πει «χτυπώ»; Πληγώνω, έρχομαι να πληγώσω. «Αλλά, αλλά, εάν κανείς ακούσει την φωνή μου, τότε θα μου ανοίξει. Αν δεν ακούσει την φωνή μου, τότε αναμφισβήτητα δεν θα μου ανοίξει».
Λέγει ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος κάτι πραγματικά θαυμάσιο, το οποίον, παρακαλώ, ακούσατέ το. Μας ενδιαφέρει: «Επειδή ο Θεός μάς αγαπάει όλους και θέλει όλοι να σωθούμε, τότε έρχεται η Χάρις Του και από πάνω υπερίπταται απ’ την καρδιά μας. Υπερίπταται. Η καρδιά είναι ακάθαρτη, είναι γεμάτη πάθη. Τότε πετάει ένα βέλος. Έρχεται και τρυπά την καρδιά, λίγο. Και δημιουργεί μία κατάνυξη, αλλά χωρίς εμείς να έχομε ίσως αγαθήν προαίρεσιν. Τίποτα. Είμεθα αμαρτωλοί άνθρωποι. Ο Θεός, λοιπόν, πληγώνει λίγο την καρδιά. Από ένα κήρυγμα, από ένα περιβάλλον, από έναν λόγο, από ένα περιστατικό, από μια κατάσταση. Και πληγώνεται η καρδιά, δηλαδή κατα-νύσσεται και τότε αισθάνεται μία γλυκύτητα. Και δίνει ο Θεός ένα δείγμα και σου λέει: ‘’Αυτό θα νιώθεις, όταν καθαρίσεις την καρδιά σου. Εγώ τώρα έριξα το βέλος και φεύγω. Το αποσύρω το βέλος μου. Εσύ, αν θέλεις, να διαθέσεις την προαίρεσή σου και τότε θα δημιουργήσεις προϋποθέσεις και καταστάσεις που θα έχεις μόνιμη γλυκύτητα’’». Δηλαδή, με άλλα λόγια, μας δίνει ένα δείγμα. Ένα δείγμα της δικής Του αγάπης και της δικής Του παρουσίας. Ποιο είναι το έργο το δικό μας παρακάτω; Να καθαρίσομε την καρδιά μας.
Αλλά ας πούμε και δυο λόγια, αγαπητοί μου, και δια τα δάκρυα. Λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος στον 7ο του λόγο: «Ὁ περί τῶν δακρύων λόγος ἐκ πολλῶν καί διαφόρων τρόπων τίκτεσθαι λέγεται (ότι τα δάκρυα, λέει, από διάφορες αιτίες δημιουργούνται)· λέγω δή, ἐκ φύσεως(είναι κάποιος άνθρωπος ο οποίος έτσι έχει εύκολα τα δάκρυα από την φύση του. Είναι μία κυρίως χαλάρωση του νευρικού συστήματος πολλές φορές και με το παραμικρό ο άλλος δακρύει. Με το παραμικρό), ἐκ Θεοῦ, ἐκ θλίψεως ἐναντίας(από μία στενοχώρια), ἐξ ἐπαινουμένης -όταν επαινεθεί ένας άνθρωπος, αμέσως συγκινείται και δακρύζει· όταν τον επαινέσουν, τον ανεβάσουν, του δώσουν ένα παράσημο, δακρύει, κλαίει-, ἐκ κενοδοξίας (μπορεί να δακρύσει), ἐκ πορνείας(μπορεί να δακρύσει), ἐξ ἀγάπης(μπορεί να δακρύσει), ἐκ μετανοίας, ἐκ μνήμης θανάτου (όταν ενθυμείται τον θάνατον. Όχι με την παθητική έννοια. Αλλά με την έννοια ότι: «Τι κάνω εγώ; Τι κάνω εγώ; Αδικώ, αμαρτάνω, σαν να ζήσω στην ζωή αυτή αιώνες αιώνων… Τι κάνω εγώ;». Αυτή είναι η μνήμη του θανάτου, η γόνιμη μνήμη του θανάτου) καί ἑτέρων πολλῶν», λέγει ο άγιος Ιωάννης.
Βλέπετε ότι είναι πολλές οι αιτίες των δακρύων. Ποιες όμως από αυτές είναι οι νόμιμες; Ποιες είναι εκείνες οι οποίες θα καθαρίσουν την καρδιά, οι καταστάσεις; Εκείνες που πραγματικά θα μου δώσουν πνευματικότητα; Είναι τρεις. Είναι τα δάκρυα της μετανοίας, τα δάκρυα της μνήμης του θανάτου και τα δάκρυα της αγάπης του Θεού. Και τα δάκρυα της μετανοίας, αγαπητοί μου, είναι τα δάκρυα εκείνα τα οποία κανείς χύνει, όταν καταλάβει την κατάστασή του την φοβερή. Ότι υπήρξε αμαρτωλός. Φθάνει να πει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος έναν τολμηρόν λόγον. Το λέγει ο ίδιος. Λέγει: «Τολμηρός είναι ο λόγος, αλλά κάπως έτσι είναι. Ότι τα δάκρυα αποτελούν ένα δεύτερο βάπτισμα!». Διότι με το βάπτισμα, το νερό του βαπτίσματος, καθαριζόμεθα από τον ρύπον της αμαρτίας. Και με τα δάκρυα καθαριζόμεθα από τον ρύπον, την βρωμιά της αμαρτίας.
Αλλά είναι και τα δάκρυα από το κατά Θεόν πένθος, από την μνήμη του θανάτου. Όταν ο άνθρωπος βλέπει τις αμαρτίες του και πενθεί για τον εαυτόν του και οδύρεται. Αν κάποιος δει έναν τέτοιον άνθρωπο, θα πει ότι είναι δυστυχισμένος, ότι είναι μελαγχολικός. Δεν είναι. Είναι ευτυχισμένος. Αγαπητοί, μπορείτε να φανταστείτε, πίσω από ένα κατά Θεόν πένθος ότι υπάρχει ευτυχία; Ότι υπάρχει ειρήνη; Αν γνωρίζατε ότι όταν ο άνθρωπος δει τις αμαρτίες του και κλάψει και κλαίει γι’ αυτές, έχει μία ανείπωτη ειρήνη, την ειρήνη του Θεού… Το συλλαμβάνετε αυτό; Νομίζει κάποιος που είναι άγευστος τέτοιων καταστάσεων, ότι μπορεί αυτός ο άνθρωπος να είναι δυστυχισμένος. Αλλά είναι μία ελπιδοφόρος μνήμη του θανάτου. Δηλαδή είναι τούτο· προσέξατέ το. Αυτό που λέγει ο γέρων Σιλουανός: «Έχε τον νου σου εις τον άδη και μην απελπίζεσαι». Τι θα πει «Έχε τον νου σου στον άδη»;. Γιατί ο άδης είναι ο τόπος των κολασμένων ψυχών, για την ώρα. Μέχρι να ξανάρθει ο Χριστός και να γίνει η ανάστασις των νεκρών. Ο άδης είναι η πρόγευσις της κολάσεως. Όχι κόλασις. Η πρόγευσις της κολάσεως. «Έχε λοιπόν τον νου σου στον άδη» θα πει, «έχε τον νου σου εκεί στον τόπο των τιμωριών και της βασάνου». Να λες: «Δεν θα σωθώ». Είναι μεγάλο πράγμα αυτό. Κλαις και οδύρεσαι για τις αμαρτίες σου. «Δεν θα σωθώ. Είμαι πολύ αμαρτωλός…».
Προσέξτε· μερικοί το λένε υποκριτικά: «Δεν θα σωθώ». Δεν το πιστεύουν στο βάθος. Να το πιστέψει κανείς: «Δεν θα σωθώ». Και ταυτοχρόνως, να μην χάσει την ελπίδα του ότι μπορεί να σωθεί. Διότι αν πενθεί τις αμαρτίες του και χάσει την ελπίδα της σωτηρίας του, τότε πράγματι είναι δυστυχισμένος άνθρωπος. Τότε πράγματι κινδυνεύει ακόμη και από αρρώστια ψυχική να πάθει. Ο άνθρωπος όμως ο οποίος πενθεί, έχει το κατά Θεόν πένθος, αλλά υπάρχει η ελπίδα της σωτηρίας, τότε είναι μακάριος. Είναι εκείνο που λέει ο Κύριος στους Μακαρισμούς: «Μακάριοι οι πενθούντες, γιατί αυτοί θα γελάσουν». Είδατε; Ευτυχίζει τους πενθούντας. Δεν εννοεί βέβαια να σου πεθάνουν οι συγγενείς σου, να χάσεις τα υπάρχοντά σου. Δεν το λέει αυτό. Δεν εννοεί αυτό ο Κύριος. Αλλά εννοεί να πενθήσεις μια κατάστασή σου αμαρτωλή. Τότε αναμφισβήτητα θα έχεις την ειρήνη. Βλέπετε; Μέθοδοι αντίθετοι από εκείνες τις μεθόδους που εισηγείται ο κόσμος. Ο κόσμος τι εισηγείται; «Ρίχ΄το έξω, διασκέδασε, γλέντησε, μην αφήνεις τίποτα που να μην το δοκιμάσεις! Και θα δεις πόσο χαρά θα έχεις!». Εκεί θα αποκτήσεις την κατάθλιψη και την απουσία της ειρήνης… Βλέπετε μέθοδοι; Αντίθετοι! Αντίθετοι αι μέθοδοι του Θεού από τας μεθόδους του κόσμου. Εντελώς αντίθετα πράγματα!
Και τέλος είναι τα δάκρυα από την αγάπη του Θεού. Εκείνος ο οποίος αγαπάει τον Θεό, αγαπάει και τα δημιουργήματά Του. Και τους ανθρώπους και τα πουλιά και τα φυτά και τις πέτρες. Τ’ αγαπάει όλα. Γιατί είναι όλα δημιουργήματα του Θεού και ανακλούν την σοφία Του, την αγάπη Του και την θεία Του δύναμη. Έτσι εκείνος που έχει πραγματικά αγαπήσει τον Θεό, είναι άλλο πράγμα. Λέγει μάλιστα ο Ιερός Χρυσόστομος: «Κοίταξε, όταν προσκρούσεις τον Θεό με μια αμαρτία, να λυπηθείς· όχι γιατί θα τιμωρηθείς, αλλά γιατί ελύπησες τον Θεό». Αυτό μπορεί να το λέγει κανένας μόνο όταν αγαπάει τον Θεό. Όταν Τον αγαπάει πραγματικά τον Θεό. Και τότε, όπως λέγει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, σε μία θαυμασία του ομιλία: «Και όταν έχει κανείς αυτήν την θεωρία της κτίσεως(«θεωρία» δηλαδή το να βλέπει την δημιουργία) καί ἐκ τῆς μνήμης αὐτῶν τῶν κτισμάτων καί τῆς θεωρίας αὐτῶν (με το να τα βλέπει) ῥέουσι ὀφθαλμοί αὐτοῦ δάκρυα!». Και είναι αυτή η αγάπη η ανείπωτη. Η ανείπωτη αγάπη. Η αγάπη προς τον Θεό και τα δημιουργήματά Του. Ημερώνει τον άνθρωπο, τον κάνει Άνθρωπο με Α κεφαλαίο.
Αν έπρεπε να δούμε πρότυπον ανθρώπου, ποιο είναι αυτό το πρότυπον του ανθρώπου; Που προβάλλονται μέσα στην Ιστορία και από τα διάφορα κοινωνικά και φιλοσοφικά συστήματα, πρότυπα ανθρώπων. Θα λέγαμε: Αυτό είναι το πρότυπον του ανθρώπου: Ο αληθινός άνθρωπος· που έχει την χάρη του Θεού και έχει την αγάπη του Θεού, την αγάπη όλων των δημιουργημάτων και είναι αληθινός παράδεισος…
Ω αγαπητοί, η Εκκλησία μας έβαλε την μνήμη της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας σήμερα, για να μας πει ότι η κατάνυξις και τα δάκρυα είναι η αφετηρία της πνευματικής μας ζωής.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_226.mp3
Ἡ ταπείνωση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνα γεγονὸς τόσο ἀξιοθαύμαστο, ὅσο εἶναι τὰ θαύματα καὶ ἡ Ἀνάστασή Του. Εἶναι τὸ θαῦμα τῶν θαυμάτων. Φόρεσε τὸ στενόχωρο ἀνθρώπινο σῶμα σὰν σκλάβος κι ἔγινε Δοῦλος τῶν δούλων Του.
Γιατί οἱ ἄνθρωποι προσπαθοῦν νὰ φαίνονται πιὸ σπουδαῖοι καὶ πιὸ καλοὶ ἀπ’ ὅ,τι πραγματικὰ εἶναι; Τὰ χόρτα τοῦ ἀγροῦ δὲν τὸ ἐπιδιώκουν αὐτό, οὔτε τὰ ψάρια στὸ νερὸ ἢ τὰ πουλιὰ στὸν ἀέρα. Γιατί τότε οἱ ἄνθρωπου τὸ θέλουν τόσο πολὺ καὶ τὸ προσπαθοῦν; Ἐπειδὴ ἕναν καιρὸ ἦταν πραγματικὰ πιὸ σπουδαῖοι καὶ πιὸ καλοὶ ἀπ’ ὅ,τι εἶναι σήμερα κι ἡ σκιὰ τῆς μνήμης αὐτῆς τοὺς πιέζει νὰ ὑπερβάλουν σὲ μεγαλοσύνη καὶ καλοσύνη. Κινοῦνται πάνω σ’ ἕνα νῆμα ποὺ πότε τεντώνουν καὶ πότε χαλαρώνουν οἱ δαίμονες.
Ἀπ’ ὅλα τὰ πράγματα ποὺ ἔχουν νὰ μάθουν οἱ ἄνθρωποι, ἡ ταπείνωση εἶναι τὸ πιὸ δύσκολο. Ὁ Κύριος Ἰησους ἑπομένως διατύπωσε τὴ διδασκαλία του γιὰ τὴν ταπείνωση μὲ τὸν καλλίτερο δυνατὸ τρόπο, τόσο μὲ τὸ λόγο ὅσο καὶ μὲ τὸ ἔργο, μὲ τὸ παράδειγμά Του. Ἔτσι κανένας δὲ θὰ μποροῦσε ν’ ἀμφισβητήσει τὴν ἀνυπολόγιστη κι ἀναπόδραστη σπουδαιότητα τῆς ταπείνωσης στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ἐμφανίστηκε μ’ ἕνα θνητὸ ἀνθρώπινο σῶμα, ὅπως ἐκεῖνο ποὺ εἶχε ὁ Ἀδὰμ μετὰ τὴν τιμωρία του γιὰ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν πτώση του. Ὁ ἀναμάρτητος Κύριος καὶ Δημιουργὸς τῶν φωτεινῶν καὶ ἀστραπόμορφων χερουβίμ, ἐνδύθηκε τὴ βαριὰ καὶ τραχιὰ στολὴ ἑνὸς καταδικασμένου ἁμαρτωλοῦ. Δὲν εἶναι ἀπὸ μόνο του αὐτὸ ἕνα μέγιστο καὶ σαφὲς μάθημα ταπείνωσης, ποὺ πρέπει νὰ μάθει κάθε ἁμαρτωλός; Ὁ Κύριος ἐπανέλαβε τὸ μάθημα αὐτὸ μὲ τὸ νὰ γεννηθεῖ σ’ ἕνα ποιμενικὸ σπήλαιο κι ὄχι σὲ βασιλικὸ παλάτι μὲ τὸ νὰ κάνει συντροφιὰ μὲ τοὺς φτωχοὺς καὶ τοὺς περιφρονημένους ἁμαρτωλοὺς μὲ τὸ νὰ πλύνει τὰ πόδια τῶν μαθητῶν Του μὲ τὸ νὰ ὑποστεῖ θεληματικὰ τὰ πάθη καὶ τελικὰ νὰ σταυρωθεῖ μὲ τὸ νὰ πιεῖ τὸ πικρότερο ποτήρι τῶν βασάνων ὼς τὴν τελευταία σταγόνα.
Οἱ ἄνθρωποι βρῆκαν πῶς τὸ μάθημα τῆς ταπείνωσης εἶναι τὸ δυσκολότερο ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ μάθουν καὶ νὰ ἐγκολπωθοῦν. Ἀκόμα κι οἱ ἴδιοι οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ζοῦσαν μὲ τὸν πρᾶο καὶ ταπεινὸ Κύριο καθημερινά, ἀδυνατοῦσαν νὰ κατανοήσουν τὴν πραότητά Τοῦ καὶ νὰ μιμηθοῦν τὴν ταπείνωσή Του. Ἡ ἀποκλειστικὴ ἐνασχόλησή τους μὲ τὸν ἑαυτό τους καὶ τὴν κατάστασή τους, μὲ τὴ δόξα καὶ τὴν ἀναμενόμενη ἀνταμοιβή τους, ἀποκαλύφτηκε ἀκόμα καὶ στὶς πιὸ κρίσιμες στιγμές, ὅταν τέτοια πράγματα δὲν ἔπρεπε οὔτε κὰν νὰ τὰ σκέφτονται. Οἱ ἀδυναμίες τους αὐτὲς ὅμως φάνηκαν τέτοιες στιγμὲς μὲ τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὥστε οἱ ἐπερχόμενες γενιὲς νὰ δοῦν ὅλες αὐτὲς τίς ἀνεπάρκειες, καθὼς καὶ τίς ἁμαρτωλὲς πτώσεις καὶ τὴ μηδαμινότητα τῆς ἀνθρώπινης φύσης. Ἔτσι, ὅταν γιὰ παράδειγμα ὁ Κύριος εἶπε τὰ σκληρὰ λόγια γιὰ τοὺς πλουσίους, πῶς: «εὔκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ραφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν», ὁ Πέτρος ρώτησε τὸν Κύριο γιὰ τὴν ἀνταμοιβὴ ποὺ περίμενε τὸν καθένα ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους: «τί ἄρα ἔσται ἡμῖν;» (Ματθ. ἴθ’24,27).
Σὲ ἄλλη περίπτωση ποὺ ὁ Κύριος μιλοῦσε στοὺς μαθητές Του γιὰ τὴν προδοσία, τὸ πάθος καί το θάνατο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, οἱ μαθητὲς ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν, διαφωνοῦσαν μεταξύ τους, ποιός θὰ ἦταν ὁ μείζων ἀνάμεσά τους. Ὁ Κύριος ποὺ γνώριζε τίς σκέψεις τους καὶ διάβαζε τίς κρυφὲς διαφωνίες τους, πῆρε σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση ἕνα παιδί, τὸ ἔβαλε στὴ μέση, τὸ ἀγκάλιασε καὶ τοὺς ἐπιτίμησε γιὰ τὴ διαφωνία ποὺ εἶχαν σχετικὰ μὲ τὴν πρωτοκαθεδρία, φέρνοντας σὰν παράδειγμα τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν ἀθωότητα τοῦ παιδιοῦ (βλ. Μάρκ. θ’31-37). Ἀλλὰ καὶ στὸ τελευταῖο ταξίδι Του στὴν Ἱερουσαλήμ, ποὺ ὁ Κύριος τοὺς μιλοῦσε πιὸ καθαρὰ καὶ μὲ λεπτομέρειες γιὰ τὸ πάθος Του καὶ προεῖπε πῶς ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου θὰ παραδοθεῖ στὰ χέρια τῶν ἀνόμων, «καὶ ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτὸν καὶ ἔμπτύσουσιν αὐτὸ καὶ ἀποκτενούσιν αὐτόν, καὶ τὴ τρίτη ἡμέρα ἀναστήσεται» (Μάρκ. 1’34), τὴν ἱερὴ καὶ φοβερὴ αὐτὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Κύριος τῆς Δόξης προφήτευε τὴν τελικὴ ταπείνωσή Του, το φίδι τῆς ὑπερηφάνειας σήκωσε γιὰ μιὰ ἀκόμα φορὰ τὸ κεφάλι του καὶ ὁδήγησε δυὸ ἀπὸ τοὺς κορυφαίους μαθητές Του νὰ διατυπώσουν μιὰ φιλοφρονητικὴ ἐρώτηση, ποὺ ἔμοιαζε περισσότερο μὲ ἐμπαιγμὸ στὰ μέγιστα καὶ φοβερὰ πάθη τοῦ Κυρίου. Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο μᾶς μιλάει γιὰ τὸ τελευταῖο αὐτὸ γεγονός.
Καὶ παραλαβῶν,παραλαβών τοὺς δώδεκα ἤρξατο αὐτοϊς λέγειν τὰ μέλλοντα αὐτὸ συμβαίνειν» (Μάρκ. ἰ΄ 32). Αὐτὴ δὲν ἦταν ἡ πρώτη οὔτε ἡ δεύτερη οὔτε κι ἡ τελευταία φορὰ ποὺ ὁ Σωτῆρας μας θὰ τοὺς μιλοῦσε γιὰ τὸ ἐπικείμενο πάθος Του. Ταξιδεύοντας γιὰ τελευταία φορὰ ὡς ἄνθρωπος ἀπὸ τὴ Γαλιλαία πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα, ὁ Κύριος τοὺς μίλησε ξανὰ γιὰ πράγματα ποὺ τοὺς εἶχε ξαναπεῖ ἀρκετὲς φορές. Γιατί ἐπανελάμβανε τὰ ἴδια πράγματα ξανὰ καὶ ξανά; Γιὰ νὰ ξεριζώσει καὶ τὸ τελευταῖο μικρόβιο ὑπερηφάνειας ποὺ διέκρινε μέσα τους καὶ ποὺ ἀποκαλύφτηκε τὴν ἴδια αὐτὴ στιγμή. Ἤθελε ἐπίσης νὰ μὴν τοὺς βροῦν ἀπροετοίμαστους τὰ φοβερὰ γεγονότα ποὺ θ’ ἀκολουθοῦσαν, νὰ μὴν τοὺς ὁδηγήσουν σὲ ἀπόγνωση, νὰ μὴν χάσουν κάθε ἐλπίδα ποὺ διατηροῦσαν στὴν καρδιά τους. Ἔτσι ἡ σαφὴς διόρασή Τοῦ νὰ τοὺς προμηνύσει ὅλα ὅσα ἐπρόκειτο νὰ γίνουν, θὰ τοὺς ἄγγιζε σὰν μιὰ παράξενη καὶ μυστηριώδης ἀκτῖνα, θὰ φώτιζε καὶ θὰ θέρμαινε τίς ψυχές τους τίς σκοτεινὲς στιγμὲς τῆς σύντομης νίκης ποὺ θὰ κατήγαγαν οἱ ἁμαρτωλοὶ ἐναντίον τοῦ Δίκαιου. Καὶ τελικὰ ἤθελε νὰ τοὺς προετοιμάσει γιὰ ν’ ἀντιμετωπίσουν τίς δικές τους δοκιμασίες καὶ τὸ σταυρό. Τοὺς εἶχε προειδοποιήσει γι’ αὐτὸ σὲ ἄλλες περιπτώσεις. «Ὅτι εἰ,εἶ ἐν τῷ ὑγρῷ ξύλῳ ταῦτα ποιοῦσιν, ἐν τῷ ξηρῷ τί γένηται;» (Λουκ. κγ’31). «Eὶ ἐμὲ ἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσιν» (Ἰωάν. ἰε’20).
‘Ἐκεῖνος ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ θὰ ἔπασχε, δίνοντας τὸ παράδειγμα σὲ ὅλους. Στὸ τελευταῖο Του ταξίδι στὰ Ἱεροσόλυμα ὁ Κύριος τὸ ἔδειξε αὐτὸ στοὺς ἀποστόλους τόσο μὲ λόγια ὅσο καὶ μὲ ἔργα. Ὁ εὐαγγελιστὴς Μάρκος στὴν ἀρχὴ τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου κάνει τὸ περίεργο αὐτὸ σχόλιο: «Ἦσαν δὲ ἐν τη ὁδῷ, ἀναβαίνοντες εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ ἢν προάγων αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐθαμβοῦντο, καὶ ἀκολουθοῦντες ἔφοβοῦντο» (Μάρκ. ἰ’32). Βάδιζαν το δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὰ Ἱεροσόλυμα.
Ὁ Ἰησοῦς πήγαινε μπροστά. Κι ἐκεῖνοι καθὼς τὸν ἔβλεπαν νὰ προχωρεῖ ἦταν ἀνήσυχοι, τοὺς εἶχε πιάσει δέος, τὸν ἀκολουθοῦσαν ἀλλὰ φοβόντουσαν.
Φαίνεται πῶς ἀντίθετα μὲ ὅ,τι συνήθιζε, βάδιζε πιὸ μπροστὰ ἀπ’ αὐτούς. Ἤθελε ἔτσι νὰ τοὺς δείξει πῶς ἐπειγόταν νὰ φτάσει στὸ πάθος Του θεληματικά, νὰ τοὺς διδάξει τὴν ὑποταγή Του στὸ θέλημα τοῦ Πατέρα Του, ἀλλὰ καὶ ὅτι ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ θὰ ἔπασχε. Οἱ μαθητές Του ἔπρεπε ἔπειτα ν’ ἀκολουθήσουν τὸ θεῖο Διδάσκαλό τους, τὸν Πρῶτο ποὺ θὰ ἔπασχε μὲ τὴ θέλησή Τοῦ, νὰ ὁδεύσουν κι αὐτοὶ πρὸς τὸ μαρτυρικὸ τέλος τους. Οἱ μαθητές του ὅμως ἐθαμβοῦντο, εἶχαν μείνει κατάπληκτοι, τοὺς εἶχε πιάσει δέος. Δὲν εἶχαν κατανοήσει τὴν ταπείνωση καί το θάνατο Ἐκείνου, ποὺ τόσες φορὲς εἶχε δείξει μπροστὰ στὰ μάτια τους πῶς ἦταν πιὸ δυνατὸς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀπὸ τὴ φύση κι ἀπὸ τίς λεγεῶνες τῶν δαιμόνων. Γι’ αὐτὸ τὸν ἀκολουθοῦσαν καὶ ἐφοβοῦντο, γιατί μπορεῖ μὲν νὰ μὴν κατανοοῦσαν, εἶχαν ὅμως τὸ προαίσθημα πῶς όλ’ αὐτὰ τὰ τρομερὰ κι ἀκατανόητα πράγματα ποὺ τοὺς εἶχε πεῖ τόσες φορές, θὰ γίνονταν.
«Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τους ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσι, καὶ ἔμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτόν, καὶ ἔμπτύσουσιν αὐτὸ καὶ ἀποκτενούσιν αὐτόν, καὶ τὴ τρίτη ἡμέρα ἀναστήσεται» (Μάρκ. ἰ’33-34). Ἀναβαίνουμε στὰ Ἱεροσόλυμα, τοὺς εἶπε. Ἐκεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ παραδοθεῖ στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς κι αὐτοὶ ἀφοῦ τὸν καταδικάσουν σὲ θάνατο, θὰ τὸν παραδώσουν στοὺς εἰδωλολάτρες (Ρωμαίους). Αὐτοὶ θὰ τὸν περιπαίξουν, θὰ τὸν μαστιγώσουν, θὰ τὸν φτύσουν καὶ θὰ τὸν θανατώσουν, ἀλλ’ αὐτὸς τὴν τρίτη μέρα θ’ ἀναστηθεῖ.
Όλ’ αὐτὰ ἔγιναν λέξη πρὸς λέξη, φράση πρὸς φράση, λίγες μόνο μέρες ἀργότερα. Τέτοια ἀκριβὴς πρόβλεψη μποροῦσε νὰ κάνει μόνο Ἐκεῖνος, ποὺ στὰ μάτια Του δὲν ὑπῆρχε κάποιο παραπέτασμα νὰ χωρίζει τὸ παρὸν ἀπὸ τὸ μέλλον, ποὺ βλέπει ὅσα πρόκειται νὰ γίνουν τόσο καθαρά, σὰ νὰ γίνονται ἐκείνη τὴ στιγμή. Ὁ Κύριος βρισκόταν ψηλότερα ἀπὸ τὰ ὑλικὰ στοιχεῖα, ὅπως κι ἀπό το χρόνο. “Ὅποτε κι ἂν λάβαιναν χώρα τὰ γεγονότα, στὰ μάτια του ἀποκαλύπτονταν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ βλέπει ὁ ἄνθρωπος αὐτὰ ποὺ γίνονται μπροστά του στὸ δρόμο. Μποροῦσε νὰ δεῖ ὅλο τὸ παρελθόν της Σαμαρείτιδας, τὸ μέλλον τοῦ κόσμου ὼς τὸ τέλος τοῦ χρόνου. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ποὺ ὅδευε γιὰ τελευταία φορὰ πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ, περπατῶντας στοὺς λόφους τῆς Ἰουδαίας, ἔβλεπε ἄνετα καὶ καθαρὰ αὐτὰ ποὺ θὰ συνέβαιναν στὸν ἴδιο λίγες μέρες ἀργότερα. Οἱ μαθητές Του, μὲ τὴν ἀνθρώπινη λογική τους, περίμεναν νὰ δοὺν ἀπ’ Αὐτὸν ὅλο καὶ μεγαλύτερα θαύματα, ὅλο καὶ περισσότερη δόξα, ὁ ἴδιος ὅμως ἔβλεπε τὴν ἴδια ἀκριβῶς στιγμὴ τὸν Ἑαυτὸ Τοῦ ἀνάμεσα σὲ μεγάλο πλῆθος νὰ προπηλακίζεται, νὰ ἐμπαίζεται, νὰ τὸν φτύνουν, νὰ χύνει τὸ αἷμα Του καὶ νὰ σταυρώνεται. Προτοῦ φτάσει στὸ τελευταῖο καὶ μέγιστο θαῦμα Του, ἔπρεπε νὰ γίνει ἀποδιοπομπαῖος γιὰ τὸν κόσμο, ἕνα ἄθυρμα γιὰ νὰ τὸν φτύνουν οἱ πιὸ ἀποκρουστικοὶ καὶ ἀπαίσιοι ἁμαρτωλοὶ ποὺ γνώρισε ποτὲ ὁ κόσμος. Πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάληψή Τοῦ στοὺς οὐρανούς, ἔπρεπε νὰ κατεβεῖ κάτω ἀπὸ τὴ γῆ, κάτω ἀπὸ τὰ μνήματα, νὰ φτάσει στὰ βάθη τοῦ Ἅδη. Προτοῦ δοξαστεῖ καὶ λάβει τὴ θέση του στὸ θρόνο ὡς Κριτης οὐρανοῦ καὶ γῆς, ἔπρεπε νὰ ὑποστεῖ μάστιγες καὶ ὀνειδισμούς. «Ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει» (Ἰωάν. ἴβ’24). Χωρὶς πάθος, δὲν ὑπάρχει ἀνάσταση. Χωρὶς ταπείνωση, δὲν ὑπάρχει παραμυθία. Τὰ ἐξηγοῦσε αὐτὰ στοὺς μαθητές Του τρία ὁλόκληρα χρόνια. Τώρα ὅμως, λίγο προτοῦ χωριστεῖ ἀπ’ αὐτούς, εἶναι φανερὸ πῶς δὲν τὸν εἶχαν καταλάβει. Γιατί τώρα βλέπουμε δυὸ ἀπὸ τοὺς κορυφαίους μαθητές Του νὰ τὸν πλησιάζουν καὶ νὰ τὸν ρωτοῦν:
«Καὶ προσπορεύονται αὐτῷ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης υἱοὶ Ζεβεδαίου λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ἶνα καὶ ἐὰν αἰτήσωμεν ποιήσῃς ἡμῖν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς: τί θέλετε μοὶ ποιήσαί μοὶ ὑμῖν, οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ: δὸς ἡμῖν ἶνα,ἵνα εἵς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἵς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σοῦ» (Μάρκ. 135-37). Θέλουμε, ὅταν δοξαστεῖς, νὰ μᾶς βάλεις καὶ τοὺς δύο, ἕνα στὰ δεξιὰ καὶ τὸν ἄλλον στ’ ἀριστερά Σου. Αὐτὲς οἱ σκέψεις κι αὐτὲς οἱ ἐπιθυμίες βασάνιζαν τοὺς δυὸ μαθητὲς τὴν παραμονὴ τῆς μέρας ποῦ Διδάσκαλός τους ἐπρόκειτο νὰ ὑποστεῖ τὸ μεγαλύτερο μαρτύριο! Αὐτὴ εἶναι ἡ σκληρυμένη καὶ τραχιὰ ἀνθρώπινη φύση. Αὐτὴν ἤθελε ὁ Κύριος καὶ Θεραπευτὴς νὰ μαλακώσει, νὰ θεοποιήσει. Μετὰ ἀπὸ τόση ἔμφαση ποὺ ὁ ἴδιος ἔδινε στὸ «ἔσονται οἱ ἔσχατοι πρῶτοι καὶ οἱ πρῶτοι ἔσχατοι», μετὰ ἀπὸ τόσες καὶ τόσες ἔπανειλημμένες διδαχὲς ὅτι πρέπει ν’ ἀποφεύγουν τὴν κοσμικὴ δόξα καὶ τὴν πρωτοκαθεδρία, μετὰ ἀπὸ τόσο μεγάλο παράδειγμα ὑποταγῆς στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ μετὰ τὴν πρόσφατη τρομερὴ προφητεία του γιὰ τὴν τελική Του ταπείνωση καὶ τὸ ἄδικο πάθος Του, οἱ δυὸ αὐτοὶ μαθητές Του, καὶ μάλιστα ἀπὸ τοὺς πρωτοκορυφαίους, ἐκτέθηκαν ζητῶντας ἀπὸ τὸν Κύριο τὴν προσωπική τους ἀνταμοιβὴ καὶ δόξα.
Ἡ σκέψη τους δὲν ἦταν συγκεντρωμένη στὸ πάθος τοῦ Κυρίου ποὺ τοὺς εἶχε προφητέψει, ἀλλὰ στὴν προαναγγελμένη δόξα. Ἀπὸ τὴ δόξα αὐτὴ ζητοῦν γιὰ τὸν ἑαυτό τους τὴ μερίδα τοῦ λέοντος: νὰ καθίσουν ὁ ἕνας στὰ δεξιὰ κι ὁ ἄλλος στ’ ἀριστερὰ τοῦ Κυρίου ὅταν θὰ ἔρθει στὴ βασιλεία Του! Τί σόϊ φίλοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ δὲν ὑποφέρουν στὴ σκέψη τοῦ ἐπικείμενου πάθους τοῦ φίλου τους; «Ὑμεῖς φίλοι μου ἔστε» (Ἰωάν. ἰε14), τοὺς εἶχε πεὶ ὁ Κύριος. Κι ἐκεῖνοι συμπεριφέρονταν ἐντελῶς ἀπερίσκεπτα μπροστὰ τὰ πάθη Του. Ζητοῦν τὸ μερίδιό τους – καὶ μάλιστα μεγάλο μερίδιο – στὴ δόξα ποὺ θὰ γίνει δική Του ἀφοῦ πρῶτα θὰ ἔχει ὑποστεῖ ταπεινώσεις, θὰ ἔχει χύσει ἱδρῶτα καὶ αἷμα καὶ θά ‘χοῦν τελειώσει τὰ πάθη Του. Δὲ ζητᾶνε νὰ συμμετάσχουν στὰ πάθη Του, ἀλλὰ μόνο στὴ δόξα Του.
Γιατί ὅμως, σὲ ποιά βάση κατηγοροῦμε τοὺς δυὸ αὐτοὺς ἀδελφούς; “Όλ’ αὐτὰ ἔγιναν γιὰ ν’ ἀποκαλύψουν τὴ βαθιὰ φθορὰ τῆς ἀνθρώπινης φύσης. Αὐτὸ ποὺ ἔκαναν ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἰάκωβος, νὰ ζητήσουν νὰ συμμετάσχουν δηλαδὴ στὴ δόξα χωρὶς νὰ ὑποφέρουν, χωρὶς νὰ πάθουν, τὸ κάνουν κι ὅλοι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ. Πάντα ὅλοι ζητοῦν νὰ δοξαστοῦν χωρὶς νὰ ὑποφέρουν. Ὅσες φορὲς μίλησε ὁ Κύριος γιὰ τὴ μέλλουσα δόξα Του, μίλησε καὶ γιὰ τὰ πάθη ποὺ θὰ προηγηθοῦν. Οἱ ἀπόστολοι ὅμως, ὅπως κι ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι ἄνθρωποι, ἤθελαν νὰ ὑπερπηδήσουν τὰ πάθη καὶ νὰ φτάσουν κατευθεῖαν στὴ δόξα. Σ’ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἔχουν μυηθεῖ στὰ μυστήρια τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ, ἡ σύνδεση τοῦ πάθους μὲ τὴ ζωή, του πόνου μὲ τὴ δόξα, δὲν εἶναι ξεκάθαρη. Κι αὐτὸ κρατάει μέχρι σήμερα. Αὐτοὶ θὰ ἤθελαν κατὰ κάποιο τρόπο νὰ χωρίσουν τὴ ζωὴ καὶ τὴ δόξα ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὸν πόνο, νὰ εὐλογήσουν τὰ πρῶτα καὶ νὰ τὰ κάνουν δικά τους, ἀλλὰ νὰ καταραστοῦν καὶ ν’ ἀπορρίψουν τὰ δεύτερα.
Αὐτὸ προσπάθησαν νὰ κάνουν σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση ὁ Ἰωάννης κι ὁ Ἰάκωβος. Κι ἔτσι, μὲ τὸν τρόπο τους, ἀποκάλυψαν πῶς ἡ ἀδυναμία αὐτὴ δὲν ἦταν μόνο δική τους, μὰ καὶ ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Κι ὁ Κύριος ἤθελε νὰ μὴ μείνει κρυφὴ καμιὰ ἀδυναμία τῶν μαθητῶν του, γιὰ νὰ βοηθηθοῦν ἔτσι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι.
Ἦρθε σὰν θεραπευτής, σὰν πηγὴ κάθε θεραπείας. Ἡ ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου φανερώνεται μέσῳ τῶν ἀποστόλων, ὅπως ἀπ’ αὐτοὺς ἀποκαλύπτεται κι ἡ θεραπεία, καθὼς κι ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ὁ Κύριος παρουσίασε γιὰ μιὰ ἀκόμα φορὰ στοὺς ἀποστόλους εἰκόνες τῶν παθῶν καὶ τῆς δόξας Του. Γιὰ τοὺς γιοὺς τοῦ Ζεβεδαίου αὐτὸς ἦταν ἕνας πειρασμός, στὸν ὁποῖο ὑπέκυψαν. Διάλεξαν τὴ δόξα κι ἀπόρριψαν τὰ πάθη. Ὁ Κύριος ἤθελε ν’ ἀπαλείψει κάθε κηλῖδα ἀπὸ τίς ψυχὲς τῶν μαθητῶν Τοῦ πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση. Τὰ λόγια Του γιὰ τὰ πάθη καὶ τὴ δόξα Του ἄσκησαν μεγάλη πίεση στοὺς δυὸ αὐτοὺς μαθητές. Κι ἀπὸ τὴν πίεση αὐτὴ ἀναγκάστηκαν νὰ βγοῦν βίαια ἀπὸ τὴν ψυχή τους καὶ τὰ τελευταῖα ὑπολείμματα ὑπερηφάνειας. Ὁ Κύριος ἔκανε αὐτὴ τὴν πνευματικὴ χειρουργικὴ ἐπέμβαση στὶς ψυχὲς τῶν ἀγαπημένων του μαθητῶν τόσο γιὰ τὴ δική τους θεραπεία ὅσο καὶ γιὰ τὴ δική μας.
Κανένας μᾶς ἂς μὴ σκεφτεῖ πῶς ἔχει ἤδη θεραπευτεῖ ἀπὸ τίς ἁμαρτωλές του τάσεις, ἀκόμα κι ἂν γι’ ἀρκετο διάστημα κατόρθωσε ν’ ἀποφύγει τὸ κακό, νὰ νηστεψει, νὰ δώσει ἐλεημοσύνες καὶ νὰ ἐπικαλεῖται τὸν Κύριο γιὰ βοήθεια. Οἱ δυὸ αὐτοὶ ἀπόστολοι εἶχαν περάσει τρία χρόνια συντροφιὰ μὲ τὸ σαρκωμένο Σωτῆρα. Εἶδαν τὸ πρόσωπό Τοῦ, ἄκουσαν τίς διδαχὲς Τοῦ ἀπὸ τὰ ἴδια Του τὰ χείλη, βρέθηκαν μάρτυρες στὰ θαύματά Τοῦ, ἔφαγαν κι ἤπιαν μαζί Του. Κι ὕστερα ἀπ’ όλ’ αὐτὰ φανέρωσαν τίς ἀγιάτρευτες ἀκόμα πληγὲς τῆς ματαιότητας, τῆς φιλαυτίας, τοῦ ἔγκόσμιου προσανατολισμοῦ καὶ τοῦ πνευματικοῦ παραλογισμοῦ τους. Σκέφτονταν ἀκόμα σὰν Ἰουδαῖοι, ὄχι σὰν χριστιανοί. Πίστευαν ἀκόμα σὲ μιὰ ἐπίγεια βασιλεία τοῦ Μεσσία, ποὺ θὰ κυριαρχοῦσε πάνω στοὺς ἐπίγειους ἐχθρούς του μὲ τὴν κοσμικὴ δύναμη καὶ δόξα Του, μιὰ δύναμη καὶ δόξα σὰν κι αὐτὴν ποὺ εἶχαν περιβληθεῖ ὁ Δαβὶδ κι ὁ Σολομῶν.
Χριστιανοί μου! Σκεφτεῖτε κι ἀποφασίστε. Πῶς θὰ γιατρέψετε τίς πληγές σας, πῶς θ’ ἀποκτήσετε τὴν τελειότητα τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ τῆς ὑποταγῆς στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅταν αὐτὰ τὰ δυὸ ὑπέροχα ἀδέρφια δὲν κατόρθωσαν νὰ τὸ ἐπιτύχουν μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια ποὺ ἔζησαν κοντὰ στὸν Κύριο, σὲ ἀδιάσπαστη προσωπικὴ ἐπαφὴ μαζί Του; Αὐτὸ τὸ κατόρθωσαν ἀργότερα, τότε ποῦ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατέβηκε ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν στὶς καρδιές τους καὶ τοὺς «κατέκαυσε» μὲ τὸ πῦρ τῆς ἀγάπης γιὰ τὸ Χριστό. Τότε δὲν ἐκλιπάρησαν γιὰ δόξα χωρὶς πάθη, ἀλλὰ μὲ συστολὴ γιὰ τὴν προηγούμενη ματαιοδοξία τους συμμετεῖχαν θεληματικὰ στὰ πάθη τοῦ Κυρίου τους καὶ σταύρωσαν τίς καρδιές τους στὸ Σταυρὸ τοῦ Φίλου τους.
Ἄς ἀκούσουμε ὅμως τὴν ἀπάντηση ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος στὸ αἴτημα τῶν δύο μαθητῶν: «Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον καὶ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα καὶ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ δυνάμεθα. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς τὸ μὲν ποτήριον καὶ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα καὶ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἄλλοις ἤτοίμασται» (Μάρκ. ἰ’38-40).
Πόσο εὐγενικὸς καὶ πόσο ταπεινὸς εἶναι ὁ Κύριος! Ὁποιοσδήποτε θνητὸς δάσκαλος θὰ εἶχε ἐξοργιστεῖ μὲ τέτοιους μαθητές, θὰ τοὺς διαπόμπευε: «Φύγετε μακριὰ ἀπὸ μένα. Δὲν εἶστε ἄξιοι νὰ διδάσκεστε πνευματικὰ θέματα! Σᾶς διδάσκω καὶ σᾶς ἐξηγῶ γιὰ τρία συνεχῆ χρόνια καὶ σεὶς μιλᾶτε ἀκόμα σὰ νὰ μὴν καταλάβατε τίποτα!» Ὁ Κύριος ὅμως τοὺς μίλησε καθαρά, μὰ εὐγενικὰ καὶ ταπεινά. «Δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε», τοὺς εἶπε. Οἱ σκέψεις σας γιὰ Μένα εἶναι κοσμικές, ὄχι πνευματικές. Δὲ ζητᾶτε τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, μὰ τὴ δική σας. Δὲν ἔχετε συνειδητοποιήσει ἀκόμα ποιός εἶμαι καὶ ποιά εἶναι ἡ βασιλεία Μου. Μὲ βλέπετε ἀκόμα σὰν Μεσσία τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, τὴ βασιλεία Μοῦ ὡς βασιλεία τοῦ Ἰσραήλ. Μά ‘Ἐγὼ εἶμαι Μεσσίας ὅλων τῶν ἐθνῶν, Σωτῆρας ζώντων καὶ νεκρῶν, βασιλιᾶς τῆς ἀόρατης Βασιλείας, ὅπου ὅλα τὰ ἔθνη κι ὅλοι οἱ λαοὶ θὰ εἶναι σὰν ἕνας. Οἱ ἀναρίθμητοι ἄγγελοι χαίρονται κι ἀγάλλονται καὶ ὀνομάζονται ὑπηρέτες τῆς βασιλείας αὐτῆς. “Ὅποιος εἶναι ἔσχατος ἐδῶ, στὴ Βασιλεία Μου θὰ εἶναι πρῶτος καὶ ἐνδοξότερος ἀπὸ τὸν πιὸ ἔνδοξο τῶν βασιλιάδων αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Γι’ αὐτὸ δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε. “Ἄν γνωρίζατε τὴ βασιλεία Μου, δὲ θὰ σκεφτόσασταν καθόλου τί θέση θὰ παίρνατε σ’ αὐτήν. Τὸ μόνο ποὺ θ’ ἀναζητούσατε, θὰ ἦταν ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ σ’ αὐτήν. Κι αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος τῶν παθῶν καὶ τοῦ πόνου, γιὰ τὰ ὁποῖα σᾶς μιλάω κάθε φορὰ ποὺ σᾶς κάνω λόγο γιὰ τὴ βασιλεία Μου. Αὐτὸ ποὺ σᾶς ζητάω ἑπομένως εἶναι πιὸ σπουδαῖο καὶ πιὸ χρήσιμο ἀπὸ τίς δικές σας μάταιες ἐπιδιώξεις κι ἐπιθυμίες: Δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον καὶ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα καὶ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι;
Ὁ Κύριος ἐδῶ μιλάει γιὰ τὸ ποτήριο τοῦ θανάτου Του καὶ τὸ βάπτισμα τοῦ Αἵματὸς Τοῦ, γιὰ τὸ μαρτυρικό Του θάνατο δηλαδή. Αὐτὸ εἶναι τὸ τρίτο βάπτισμα. Τὸ πρῶτο βάπτισμα ἦταν τοῦ Ἰωάννη, μὲ νερὸ τὸ δεύτερο εἶναι τοῦ Χριστοῦ, ἐν ὕδατι καὶ Πνεύματι κι εἶναι μερικοὶ ποὺ δέχτηκαν καὶ τὸ τρίτο βάπτισμα, ποὺ εἶναι τοῦ αἵματος, τὸ μαρτυρικὸ στεφάνι.
Ἀναμφισβήτητα τὸ βάπτισμα τοῦ αἵματος συνδέεται μὲ τὴ μέγιστη θυσία, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ μέγιστη δόξα. Οἱ ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ θὰ βαπτίζονταν μ’ αὐτὸ τὸ βάπτισμα. Γι’ αὐτὸ κι ὁ Κύριος ἀφιέρωσε τόσο χρόνο σ’ αὐτὸ τὸ στάδιο, ὥστε νὰ τοὺς προετοιμάσει γιὰ τὸ μελλοντικὸ μαρτύριό τους. Δὲν ὑπάρχει πιὸ ὀλέθριο καὶ ψυχοφθόρο πρᾶγμα ἀπὸ τὸ νὰ ὑποχωρήσει κανεὶς στὰ βάσανα καὶ ν’ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Ὁ Ἰούδας, μέ το ποὺ εἶδε πῶς πλησίαζε ἡ ταπείνωση καὶ τὸ πάθος τοῦ Διδασκάλου Του, τὸν ἀρνήθηκε καὶ χάθηκε γιὰ πάντα. Ἠταν ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ περίμεναν μάταια νὰ δοῦν τὸ Χριστο βασιλιᾶ στὴν Ἱερουσαλήμ, νὰ συμμετάσχουν στὴ δόξα Του. Ὅταν ὅμως διαπίστωσε πῶς ἀντὶ γιὰ βασιλικὸ στέμμα ὁ Χριστὸς θὰ φοροῦσε ἀκάνθινο στεφάνι, ὑποχώρησε. Συμμάχησε μ’ ἐκείνους ποὺ ἐμφανίστηκαν πιὸ πλούσιοι καὶ πιὸ δοξασμένοι ἀπὸ τὸν Σωτῆρα σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο.
Ὁ Ἰάκωβος κι ὁ Ἰωάννης ἀπάντησαν στὴν ἐρώτηση τοῦ Χριστοῦ χωρὶς δισταγμό: Δυνάμεθα. Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ δείχνει ὁπωσδήποτε τὴ μεγάλη τους ἀγάπη γιὰ τὸν Κύριο. Εἶναι ξεκάθαρο πῶς ἡ φοβερὴ ἐρώτηση τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸ ποτήριο καὶ τὸ βάπτισμα ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση στὰ δυὸ ἀδέρφια. Ἦταν ὅπως τὸ πικρὸ φάρμακο σ’ ἕναν ἄρρωστο. Σύντομα συνῆλθαν, κατάλαβαν τὸ σφάλμα τους, ντράπηκαν ποὺ σκέφτηκαν τὴ δόξα, τὴ στιγμὴ ποὺ ἔπρεπε νὰ τοὺς ἀπασχολεῖ τὸ πάθος. Ὁ Κύριος ὅμως εἶναι ἀπαράμιλλος στὴν ἱκανότητα νὰ ὁδηγεῖ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Σὲ μιὰ στιγμὴ ἄλλαξε τὸν προσανατολισμό τους στὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τῆς δόξας, σὲ ἑτοιμότητα γιὰ τὸ μαρτύριο καί το θάνατο.
Πόσο ὄμορφη, πόσο ὑπέροχη εἶναι ἡ διδαχὴ αὐτὴ γιὰ ὅλους ἐμᾶς τοὺς χριστιανούς! “Ὅταν φανταζόμαστε τὸν ἑαυτό μας στὴν ἀθάνατη βασιλεία τοῦ Χριστοῦ καὶ περιπλανιόμαστε μέσα σ’ αὐτήν, ἀναζητῶντας τὴ θέση μας, ὁ Κύριος μᾶς θέτει τὸ ἴδιο ἐρώτημα ποὺ ἔθεσε στοὺς γιοὺς τοῦ Ζεβεδαίου: Mπορείτε νὰ πιεῖτε τὸ ποτήριό Μοῦ καὶ νὰ λάβετε τὸ δικὸ Mου βάπτισμα; Μᾶς ὀδηγει πάντα σὲ μιὰ σοβαρὴ θεώρηση καὶ σκέψη, ὄχι τῆς οὐράνιας πόλης, ὅπου δὲν φτάσαμε ἀκόμα, ἀλλὰ τοῦ δρόμου ποὺ ὁδηγεῖ σ’ αὐτὴν καὶ ποὺ δὲν κατορθώσαμε ἀκόμα νὰ βαδίσουμε. Πρῶτα πρέπει νὰ ὑπομείνουμε τὸ πάθος κι ἔπειτα θὰ φτάσουμε στὴ δόξα. Τὰ ὄνειρά μας γιὰ δόξα εἶναι μάταια ἂν τὸ πάθος μᾶς βρεὶ ἀπροετοίμαστους κι ἀρνηθοῦμε τὸ Χριστό. Καὶ τότε ἀντὶ γιὰ δόξα θὰ μᾶς περιμένει ντροπή, ἀντὶ γιὰ ζωὴ αἰώνιος ὄλεθρος. Εὐλογημένοι εἶναι ἐκεῖνοι ἀνάμεσά μας ποῦ, στὴν ἐρώτηση τοῦ Κυρίου κατὰ πόσο μποροῦν νὰ πιοῦν τὸ ποτήριο τοῦ πάθους Του, εἶναι ἕτοιμοι ν’ ἀπαντήσουν κάθε στιγμή: Δυνάμεθα. Ναί, Κύριε, μποροῦμε. Τὸ ποιός ὅμως θὰ καθίσει δεξιά Του καὶ ποιός ἀριστερά Του, δὲν ἔχει ἀξία νὰ τὸ γνωρίζουμε. Ὁ Κύριος ἀπάντησε ταπεινά: Οὔκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι. Μόνο μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψή Τοῦ θὰ γίνει, ὡς Θεός, Κριτης ζώντων καὶ νεκρῶν. Τώρα φοράει ἀκόμα σάρκα, εἶναι θνητός, δὲν ἦρθε ἡ ὥρα Του νὰ δοξαστεῖ, κατέχει ἀκόμα τὴν ἔσχατη θέση τοῦ δούλου ὁλόκληρου τοῦ κόσμου. Καί τὴ στιγμὴ ποὺ φτάνει στὴ μεγαλύτερη δοκιμασία τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς τελείωσης τῆς ὑποταγῆς Του στὸ θέλημα τοῦ Πατέρα Του, πρὶν ἀπὸ τὰ φριχτὰ πάθη καὶ τίς ταπεινώσεις Του, δὲ θ’ ἀποφασίσει γιὰ τίς θέσεις καὶ τίς τιμὲς στὴ μέλλουσα βασιλεία Του. Σὰν ἄνθρωπος δὲ θὰ σφετεριστεῖ ἐκεῖνα ποὺ θὰ ἔχει ὡς Θεός. Μόνο ἀφοῦ πιεῖ τὸ πικρὸ ποτήριο καὶ βαπτιστεῖ μὲ τὸ αἷμα Του, κατὰ τὴ σταύρωση, θὰ τολμήσει νὰ ὑποσχεθεῖ παράδεισο στὸν μετανιωμένο λῃστή. “Ἤθελε μὲ τὴ συμπεριφορά του αὐτὴ νὰ διδάξει στοὺς ἀνθρώπους τὴν ταπείνωση, μόνο τὴν ταπείνωση, χωρὶς τὴν ὁποία ὁλόκληρο τὸ οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας θὰ χτιζόταν χωρὶς θεμέλιο. Τὸ σχόλιο τοῦ Χριστοῦ οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, δὲν πρέπει σὲ καμιὰ περίπτωση νὰ ἑρμηνευτεῖ πῶς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι λιγότερο Θεὸς ἀπὸ τὸν Πατέρα στὴν οὐράνια βασιλεία, ὅπως τὸ ἑρμήνευσαν κάποιοι αἱρετικοί. Ἐκεῖνος ποὺ εἶπε, «ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἔν ἔσμεν» (Ἰωάν. ἰ’30), δὲ θὰ μποροῦσε ν’ ἀρνηθεῖ τὸν Ἑαυτό Του. Τὰ λόγια οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι μποροῦν νὰ κατανοηθοῦν σωστὰ μόνο ὅταν τὰ ἑρμηνεύσουμε μὲ πρόσκαιρους, ὄχι μὲ αἰώνιους ὅρους. Μὲ ὅρους ποὺ ἀφοροῦν τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ἐν χρόνῳ, στὴν ταπεινὴ κατάσταση ποὺ ζοῦσε σωματικὰ ὡς ἄνθρωπος.
Λίγο προτοῦ ὑποστεῖ τίς μεγάλες Του ταπεινώσεις ὁ Κύριος Ἰησοῦς, μὲ τὴν ἐλεύθερη βούλησή Τοῦ καὶ γιὰ τὴν ὠφέλεια καὶ τὴ σωτηρία μας, δὲ θὰ διεκδικοῦσε ὅλα τὰ δικαιώματα καὶ τὴ δύναμη ποὺ θά ‘τὰν δικὰ Τοῦ μετὰ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του. Μόνο ἀφοῦ ἀναστήθηκε καὶ δοξάστηκε σωματικά, ὅταν νίκησε το σατανᾶ, τὸν κόσμο καί το θάνατο, δήλωσε στοὺς μαθητές Του ὁ Κύριος: «Ἔδόθη μοὶ πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανὸ καὶ ἐπὶ γῆς» (Ματθ. κή18).
Γιὰ νά ‘χουμε μιὰ ὁλοκληρωμένη ἑρμηνεία ὅμως πρέπει νὰ προσθέσουμε κάτι ἀκόμα, κάτι ποὺ δείχνει τὴν πανσοφία καὶ παντογνωσία Του στὴ διαχείριση τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Κύριος ἐπιθυμεῖ νὰ δείξει πῶς δὲν ὑπάρχει προκατάληψη ἐδῶ, δὲν ὑπάρχει μεροληψία. «Οὐ,Οὗ γὰρ ἔστι προσωποληψία παρὰ τῷ Θεῷ» (Ρωμ. βί1). Ὁ Κύριος θέλει νὰ πεῖ πῶς οἱ ἀπόστολοι δὲν πρέπει νὰ ἐμπιστεύονται τὴ σωτηρία καὶ τὴ δόξα τοὺς στὸν ἑαυτό τους, μόνο ἐπειδὴ εἶχαν ὀνομαστεῖ ἀπόστολοί Του. Γιατί ἀκόμα κι ἀνάμεσα στοὺς ἀποστόλους Του ὑπῆρχε κάποιος ποὺ χάθηκε. Ἡ Βασιλεία Του προετοιμάστηκε γιὰ ὅλους ἐκείνους ποὺ δείχνουν σ’ αὐτὴν τὴ ζωὴ πῶς εἶναι ἄξιοι γι’ αὐτήν. Δὲν ὑπάρχει διάκριση στὴν κλήση, δὲν μετράει ἡ ἐξωτερικὴ προσέγγιση τους στὸ Χριστὸ ἢ ἡ τυχὸν συγγένεια αἵματος μαζί Του, ὅπως γινόταν μὲ τὰ δυὸ ἀδέρφια, τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Ἰάκωβο. Τὰ δυὸ μαθήματα ποὺ ἤθελε ὁ Κύριος νὰ ἐμφυτέψει στὶς καρδιὲς τῶν μαθητῶν Του, ἦταν καὶ μέχρι αὐτοεξευτελισμοῦ ταπείνωση κι ἡ μέχρι θανάτου ἀγάπη Του. Νὰ ξεριζώσει ἀπ’ αὐτὲς τοὺς σπόρους τῆς ὑπερηφάνειας, τῆς φιλαυτίας καὶ τῆς ἀλαζονικῆς ματαιοδοξίας.
«Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ Ἰακώβου καὶ Ἰωάννου» (Μάρκ. 1’41). Ἀγανάκτησαν οἱ δέκα μόλις ἄκουσαν τὴν ἀπαίτηση τοῦ Ἰάκωβου καὶ τοῦ Ἰωάννη. Ὁ θυμός τους δὲν προῆλθε ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτοὶ κατανόησαν καλύτερα καὶ πιὸ πνευματικὰ τὴ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὰ δυὸ ἀδέρφια. Ἠταν ἁπλᾶ ἡ ἀνθρώπινη ζήλεια τούς. Μπορεῖ ἡ περικοπὴ αὐτὴ νὰ μᾶς ὁδηγήσει νὰ σκεφτοῦμε πῶς ἡ ἀντίληψη τοῦ Ἰούδα γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὴ Βασιλεία Του ἦταν πιὸ πνευματικὴ ἀπὸ ἐκείνην τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ Ἰωάννη; «Γιατί ἔπρεπε ὁ Ἰάκωβος κι ὁ Ἰωάννης νὰ τοποθετηθοῦν ψηλότερα ἀπὸ μᾶς τοὺς ἄλλους;» Αὐτὴ ἦταν ἡ κρυφὴ ἐρώτηση ποὺ ἤθελαν νὰ κάνουν, ἡ κύρια πηγὴ τῆς ἀγανάκτησης καὶ τῆς διαμαρτυρίας τῶν δέκα ἔναντίον τῶν δύο.
Μέ το θυμὸ τῆς ζήλειας τους οἱ δέκα φανέρωσαν ἀθέλητα πῶς εἶχαν τὴν ἴδια ἀντίληψη μὲ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, ἢ μᾶλλον πῶς δὲν εἶχαν καταλάβει οὔτε αὐτοὶ τὴν πνευματικὴ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν οὐράνια δόξα Του. Γνωρίζουμε ὅμως πῶς ὁ Κύριος Ἰησους δὲ διάλεξε γιὰ μαθητὲς Τοῦ τοὺς σοφότερους ἀπὸ τοὺς σοφοὺς αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀλλ’ ἀντίθετα τοὺς ἀπλοϊκότερους ἀπὸ τοὺς ἁπλοῦς. Διάλεξε τοὺς ἔσχατους, γιὰ νὰ τοὺς κάνει πρώτους. Διάλεξε τοὺς πιὸ ἁπλοῦς, γιὰ νὰ τοὺς μετατρέψει στοὺς πιὸ σοφούς. Διάλεξε τοὺς πιὸ ἀδύνατους, γιὰ ν’ ἀναδείξει ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς πιὸ ἰσχυρούς. Διάλεξε τοὺς περιφρονημένους, γιὰ νὰ τοὺς κάνει τοὺς πιὸ ἔνδοξους. Κι ὁ Κύριος πέτυχε στὸ δύσκολο αὐτὸ ἔργο τόσο καλά, ὅπως καὶ σὲ κάθε ἄλλο ἔργο. Ἡ θαυματουργικὴ δύναμή Τοῦ δὲ φάνηκε λιγότερο ἐδῶ ἀπ’ ὅ,τι ὅταν γαλήνευε τὴ θάλασσα ἢ ὅταν πολλαπλασίαζε τοὺς ἄρτους.
Ὅταν οἱ θεόπνευστοι εὐαγγελιστές μας ἀποκαλύπτουν τίς ἀδυναμίες τῶν μαθητῶν, πετυχαίνουν δυὸ στόχους: πρῶτα μας δείχνουν μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ τίς δικές μας ἀδυναμίες καὶ δεύτερο δείχνουν τὴ μεγαλοσύνη καὶ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, τὴ σοφία τῶν μεθόδων ποὺ χρησιμοποιεῖ γιὰ τὴ θεραπεία καὶ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Τώρα, ποὺ οἱ ἄλλοι δέκα μαθητὲς φανέρωσαν τὴν ἄγνωσία τους γιὰ τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ καὶ ταυτόχρονα ἔδειξαν πῶς ὑπόφεραν κι ἀπὸ τὴ συνηθισμένη ἀνθρώπινη ζήλεια, ὁ Κύριος ἄδραξε τὴν εὐκαιρία νὰ τοὺς δώσει ἕνα ἀκόμα μάθημα γιὰ τὴν ταπείνωση.
«Ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς λέγει αὐτοὺς οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν οὔχ οὕτῳ δὲ ἔστω ὑμῖν, ἀλλ’ ὸς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καὶ ὸς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος» (Μάρκ. ἰ’42-44).
‘Ἐδῶ ἔχουμε μιὰ καινούργια κατάσταση πραγμάτων. Ἐδῶ ἔχουμε μιὰ καινούργια κοινωνικὴ συνταγή, ἄγνωστη κι ἀνήκουστη στὸν πρὸ Χριστοῦ εἰδωλολατρικὸ κόσμο. Στοὺς εἰδωλολάτρες οἱ ἄρχοντες ἔδειχναν τὴν κυριαρχία τους μὲ τὴ δύναμη, μὲ τὴ βία. Οἱ κυβερνῶντες κυβερνοῦσαν μὲ τὴν αὐθεντία τῆς ἐξουσίας καὶ τῆς δύναμης, τῆς κληρονομιᾶς ἢ τοῦ πλούτου. Κυβερνοῦσαν καὶ ἐξουσίαζαν. Οἱ ἄλλοι ὑποτάσσονταν ἀπὸ φόβο καὶ τοὺς ὑπηρετοῦσαν μὲ τρόμο. Αὐτοὶ τὸν ἑαυτό τους τὸν λογάριαζαν πρῶτο, ἀνώτερο καὶ καλλίτερο, μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ βρίσκονταν στὴν ἐξουσία λόγῳ κοινωνικῆς θέσης, δύναμης καὶ τιμῆς. Ἡ κοινωνικὴ θέση, ἡ δύναμη κι ὁ πλοῦτος ἦταν ὁ τρόπος ποὺ μετροῦσαν τὴν ὑπεροχὴ τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἀπορρίπτει τὴ μέθοδο αὐτὴ καὶ θεσμοθετεῖ τὴ διακονία ὡς μέτρο ὑπεροχῆς σ’ ἐκείνους ποὺ τὸν πιστεύουν. Πρῶτος δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων τὸν βλέπουν ἀνεβασμένο ψηλά, ἀλλ’ αὐτὸς ποὺ οἱ καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων νιώθουν ὅτι εἶναι καλός. Σὲ μιὰ χριστιανικὴ κοινωνία τὸ στέμμα δὲν προσφέρει τὴν πρώτη θέση αὐτοδίκαια, τὰ πλούτη κι ἡ δύναμη δὲν ἀπονέμουν ἀνωτερότητα. Ἡ κλήση κι ἡ κοινωνικὴ θέση εἶναι κενὰ σχήματα, ἂν δὲ συμπληρώνονται μὲ τὴν ὑπηρεσία τῶν ἄλλων στὸ ὄνομα τοῦ Χριστου. “Ὅλα τ’ ἄλλα ἐξωτερικὰ σημάδια καὶ σύμβολα ὑπεροχῆς εἶναι ἕνα ἁπλὸ καλειδοσκόπιο, ἂν ἢ ὑπεροχὴ δὲν ἔχει ἀποκτηθεῖ καὶ δικαιωθεῖ μὲ τὴν ὑπηρεσία τῶν ἄλλων. Ἐκεῖνος ποὺ παραμένει στὴν κορυφὴ μὲ τὴ βία, βρίσκεται ἐκεῖ μὲ μεγάλη ἀνασφάλεια. Κι ὅταν πέσει, θὰ λάβει σίγουρα τὴν κατώτερη θέση. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγοράζει τὴν ἀνωτερότητά του, θὰ λάβει τὴν ἀνταπόδοσή του ἀπὸ τὰ χείλη καὶ τὰ χέρια τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ θὰ περιφρονηθεῖ ἀπὸ τίς καρδιές τους. Ἐκεῖνος ποὺ στέκεται πάνω ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴ βία, εἶναι σὰ νὰ στέκεται πάνω σὲ ἡφαίστειο φθόνου καὶ μίσους, ὡσότου τὸ ἡφαίστειο ἐκραγεῖ καὶ χαθεῖ μὲς τὴ λάβα.
«Οὔχ οὕτῳ δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν», εἶναι ἡ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου. Τέτοια κοινωνικὴ πρακτικὴ προέρχεται ἀπὸ τὸν πονηρό, ὄχι ἀπὸ τὸν ἀγαθό. “Ἔτσι ζοῦν τὰ τέκνα τοῦ σκότους, ὄχι τὰ τέκνα τοῦ φωτός. Κι ἐσεῖς εἶστε τέκνα τοῦ φωτός. Ἀνάμεσά σας ἀφῆστε νὰ βασιλεύει ἡ ὑπεροχὴ τῆς ἀγάπης, ἢ ἀνωτερότητα τῆς ἀγάπης ἂς κυριαρχήσει τῆς ἐξουσίας. Ἐκεῖνος ἀπό σας ποὺ προσφέρει τὴ μεγαλύτερη ὑπηρεσία στοὺς ἀδελφούς του ἀπὸ ἀγάπη, θὰ εἶναι πρῶτος στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὑπεροχὴ τοῦ θ’ ἀντέξει τόσο στὴν πρόσκαιρη ζωὴ ὅσο καὶ στὴ μέλλουσα. Ὁ θάνατος δὲν ἔχει ἐξουσία στὴν ἀγάπη, οὔτε σ’ ὅ,τι ἔχει δημιουργήσει ἡ ἀγάπη. Ἐκεῖνος ποὺ ἀποκτᾷ ὑπεροχὴ σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο λόγῳ τῆς ἀγάπης του, θὰ τὴν κρατήσει καὶ στὴ μέλλουσα ζωή. Δὲ θὰ τοῦ ἀφαιρεθεῖ, ἀλλὰ θ’ αὐξάνεται καὶ θὰ βεβαιώνεται αἰώνια.
Ὅποιος γνωρίζει πόσο κακὸ ἔχει συσσωρευτεῖ καὶ συσσωρεύεται στὸν κόσμο μὲ τὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν ἀπόκτηση ὑπεροχῆς, θὰ καταλάβει πῶς ἡ διδαχὴ αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ εἶναι πρόξενος εἰρήνης. Μ’ αὐτὴν ξεκίνησε ἡ μεγαλύτερη καὶ πιὸ εὐλογημένη ἐπανάσταση στὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων – ἀπὸ τότε ποὺ ἐμφανίστηκε στὸν κόσμο ἢ κοινωνία αὐτή. Ἀναλογίσου τί θὰ σήμαινε γιὰ τὸν κόσμο ἂν ἡ ἰσότητα καὶ ἡ κοινωνικὴ θέση ἐξαρτιούνταν ἀπὸ τὴν παροχὴ ὑπηρεσίας καὶ τὴν ἀγάπη, ἀντὶ τῆς βίας, τοῦ πλούτου, τῆς πολυτέλειας ἢ τῆς ὑποτιθέμενης γνώσης. Ἀλήθεια, πόσοι ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ νομίζουν ὅτι εἶναι πρῶτοι, θὰ βρίσκονταν στὴν τελευταία θέση! Πόσοι ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ θὰ πίστευαν πῶς ἦταν τελευταῖοι, θὰ βρίσκονταν πρῶτοι! Ἀλήθεια, πόση χαρὰ θὰ γέμιζε τίς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, πόση εὐταξία, εἰρήνη κι ἁρμονία θὰ βασίλευε! Θὰ συναγωνίζονταν ὅλοι ποιός θὰ ὑπηρετήσει τὸν ἄλλον, ὄχι ποιός θὰ τὸν κυβερνήσει. “Ὅλοι θὰ βιάζονταν νὰ δώσουν καὶ νὰ βοηθήσουν, παρὰ νὰ πάρουν καὶ νὰ ἐμποδίσουν. Κάθε καρδιὰ θὰ γέμιζε μὲ χαρὰ καὶ φώς, ὄχι μὲ κακία καὶ σκότος. Τότε ὁ διάβολος θά ‘παιρνε ἕνα φανάρι καὶ θά ‘ψαχνε ὅλον τὸν κόσμο γιὰ νὰ βρεῖ ἕναν ἄπιστο, ἀλλὰ δὲ θά ‘βρισκε κανέναν.
Ὅπου βασιλεύει ἡ ἀγάπη, ὁ Θεὸς εἶναι φανερὸς καὶ ὁρατὸς ἀπ’ ὅλους. Αὐτὸ δὲν εἶναι οὐτοπία, δὲν εἶναι ἀπραγματοποίητο ὄνειρο. Ἡ ἀλήθειά του φανερώνεται στὰ τελευταῖα λόγια τοῦ Χριστοῦ στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο: «Ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι, καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν» (Μάρκ. 1’45). Ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἦρθε στὴ γῆ γιὰ νὰ τὸν διακονήσουν οἱ ἄλλοι, ἀλλὰ νὰ τοὺς διακονήσει ὁ ἴδιος. Ἦρθε γιὰ νὰ δώσει τὴ ζωή του ὡς λύτρο καὶ ἀντάλλαγμα γιὰ τίς ἁμαρτίες πολλῶν.
Ὁ Κύριός μας δὲν ἔδωσε στοὺς ἀνθρώπους οὔτε μιὰ ἐντολὴ ποὺ δὲν τὴν τήρησε πρῶτα ὁ ἴδιος καὶ μάλιστα σὲ τέλειο βαθμό. Ἀφησε ἔτσι τὸ παράδειγμά Του σὲ ὅλους μας. Ὁ Κύριος τήρησε τὴν ἐντολὴ τῆς διακονίας τῶν ἀνθρώπων σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του, ἀκόμα καὶ μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἦρθε στὴ γῆ, μὲ τὸ θάνατό του καὶ τελικὰ μὲ τὴν ἀκατάπαυστη ἀγαπητικὴ δραστηριότητά Του γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ μετὰ τὸ θάνατό του, μὲ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασή Τοῦ καὶ μὲ τὴν ἀποστολὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μὲ τὸ θάνατό Τοῦ ἔδωσε τὴ ζωή Του λύτρον ἀντὶ πολλῶν. Δὲ λέει γιὰ ὅλους, ἀλλὰ γιὰ πολλούς. Αὐτὸ σημαίνει πῶς θὰ βρεθοῦν καὶ μερικοὶ ποὺ δὲ θὰ δεχτοῦν τὴν ἀγάπη Του, δὲ θὰ ἐκτιμήσουν τὴ θυσία Του. Ἡ διακονία τῆς ἀγάπης Τὸν ὁδήγησε στὸ πάθος καί το θάνατο. Ἐκεῖνος ποὺ διακονεῖ ἀπὸ ἀγάπη κι ὄχι ἀπὸ αἴσθηση καθήκοντος, δὲ θὰ ὑποχωρήσει μπροστὰ στὸ θάνατο.
Ἡ διακονία τοῦ Χριστοῦ στοὺς ἀνθρώπους δὲν περιορίζεται ἀπό το χρόνο. Τὸ πάθος ἢ ὁ θάνατος ἑπομένως ἔχουν ὅλα τὰ σημάδια τῆς τέλειας, τῆς λυτρωτικῆς θυσίας. Μὲ τὴ διακονία Του ὁ Κύριος λύτρωσε τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ διαβόλου, ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καί το θάνατο. Δὲ θὰ μποροῦσε ὁ Κύριος ὅμως ν’ ἀναλάβει ἢ νὰ ὁλοκληρώσει τέτοια διακονία χωρὶς τὴ μέγιστη κι ἀνυπέρβλητη ταπείνωσή Του. Ἐνῶ ἦταν ἄναρχος, προαιώνιος, ἔγινε ἔσχατος. Ἐμφανίστηκε στὸν κόσμο ὡς δοῦλος, ὡς διάκονος, ὥστε μὲ τὴ διακονία Του στοὺς ἀνθρώπους νὰ φτάσει γιὰ μιὰ ἀκόμα φορὰ στὸ ἀνυπέρβλητο ὕψος Του, γιὰ νὰ δείξει στοὺς ἀνθρώπους τὸ δρόμο τοῦ πραγματικοῦ ὕψους, τῆς ἀληθινῆς ὑπεροχῆς, τῆς μέγιστης καὶ διαρκοῦς ἀνωτερότητας. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ δέχτηκαν τὸ παράδειγμα αὐτὸ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ στὴν καρδιά τους, ἀκολούθησαν τὸ παράδειγμά Τοῦ καὶ στὸ ὄνομὰ Τοῦ δόθηκαν ὁλοκληρωτικὰ στὴν ἀγαπητικὴ διακονία τῶν ἀνθρώπων. Ἦταν κι ἄλλοι ὅμως ποὺ περιφρόνησαν τὸ παράδειγμα καὶ τὴ διδαχή Του. Ποιά τύχη περίμενε τοὺς πρώτους καὶ ποιά τοὺς δεύτερους; Τὴν ἀπάντηση θὰ τὴ βροῦμε στὴν ἱστορία τῶν ἀποστόλων τοῦ Χριστοῦ:
Ὁ Ἰούδας ἀπόρριψε τόσο τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ ὅσο καὶ τὴ διδασκαλία Του καὶ τέλειωσε τὴν ἐπίγεια ζωὴ Τοῦ μ’ ἕναν ἐπονείδιστο τρόπο. Κρεμάστηκε. Οἱ ὑπόλοιποι ἕντεκα ἀπόστολοι ποὺ ἔβαλαν στὴν καρδιά τους τὰ λόγια τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου γιὰ τὴν ταπείνωση καὶ στὴ συνέχεια προσπάθησαν νὰ μιμηθοῦν τὸ παράδειγμα τοῦ Διδασκάλου τους στὴν ἀγαπητικὴ διακονία, δοξάζονται στὴ γῆ καὶ τὸν οὐρανό, στὸ χρόνο καὶ τὴν αἰωνιότητα. “Ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἀπόρριψαν τὴ διδασκαλία καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ, ἀκολούθησαν τὰ βήματα τοῦ Ἰούδα. Ἐκεῖνοι ὅμως ποὺ ἔκαναν δική τους τὴ σωτήρια διδασκαλία Του καὶ μιμήθηκαν τὸ ἀνυπέρβλητο παράδειγμά Τοῦ, ἀκολούθησαν τὰ βήματα τῶν ἕντεκα ἀποστόλων.
Ἡ Ἱστορία ἀναφέρει χιλιάδες Ἰοῦδες, ὅπως καὶ χιλιάδες χιλιάδων ἀληθινοὺς καὶ πιστοὺς μαθητὲς κι ἀκόλουθους τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. “Ὅπως βγῆκε Νικητὴς ὁ Κύριος στὸ τέλος τῆς σύντομης ἐπίγειας ζωῆς Του, ἔτσι θὰ βγεῖ Νικητὴς καὶ στὸ τέλος ὁλόκληρης τῆς μακρᾶς ἱστορίας τοῦ κόσμου. Ὁ στρατὸς τῶν σεσωσμένων καὶ ἔνδοξων πιστῶν Του θὰ εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερος ἀπὸ ἐκεῖνον τοῦ ἀντικείμενου, τοῦ πονηροῦ, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς φίλους τοῦ διαβόλου κι ἐχθροὺς τοῦ Θεοῦ.
Εὔχομαι νὰ βρεθοῦμε στὸ στρατὸ ἐκεῖνο τῶν σεσωσμένων καὶ δοξασμένων. Εὔχομαι ὁ Κύριος Ἰησοῦς νὰ γίνει ἵλεως,ἵλεῳς σέ μας τὴν “Ἔσχατη Μέρα, ὅταν θὰ σκοτιστεῖ ὁ αἰσθητὸς ἥλιος καὶ δὲ θὰ ξαναφωτίσει πιά. Γλυκύτατε καὶ Ζωοποιε Κύριε, συχώρεσε τίς ἁμαρτίες μας προτοῦ φτάσει ἡ μέρα ἐκείνη! Ἀπόρριψε ὅλα τὰ ἔργα μᾶς ὡς ἀνάξια κι ἀκάθαρτα καὶ σῶσε μας μὲ τὸ ἀμέτρητο ἔλεὸς Σοῦ, μ’ αὐτὸ ποὺ ἦρθες στὴ γῆ γιὰ νὰ σώσεις ἐμᾶς τοὺς ἀνάξιους. Σὲ Σένα πρέπει ἡ δόξα, μεγάλε καὶ θαυματουργὲ Κύριε, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ “Ἁγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.