ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ (13/11/2022) - Μνήμη Ιερού Χρυσοστόμου
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ΛΟΥΚΑ
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Προς Εβραίους, κεφάλαιο Ζ΄,εδάφια 26-28 και κεφάλαιο Η΄, εδάφια 1-2
ΚΕΦ. Ζ΄ 26 Τοιοῦτος γὰρ ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος, 27 ὃς οὐκ ἔχει καθ’ ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας. 28 ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν, ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον.
KEΦ. Η΄ 1Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, 2 τῶν ῾Αγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
ΚΕΦ. Ζ΄ 26Αντικαταστάθηκε λοιπόν η λευιτική ιεροσύνη· διότι τέτοιος και με τέτοια προσόντα Αρχιερεύς μάς χρειαζόταν: ευσεβής και άγιος, απαλλαγμένος από κακία και πονηρία, αμόλυντος, χωρισμένος από τους αμαρτωλούς και ανέγγιχτος από την αμαρτία. Κι όσο ζούσε στη γη, ήταν τελείως χωρισμένος και ανέγγιχτος από τις αμαρτίες των ανθρώπων, επειδή ήταν απόλυτα αναμάρτητος˙ επιπλέον όμως τώρα και επειδή ανυψώθηκε πάνω από τους ουρανούς και κάθεται στα δεξιά του Θεού. 27 Αυτός ο νέος Αρχιερέας δεν έχει ανάγκη, όπως οι αρχιερείς του νόμου, να προσφέρει κάθε μέρα θυσίες πρώτα για τις δικές Του και έπειτα για του λαού τις αμαρτίες. Δεν έχει ανάγκη να προσφέρει θυσίες για τον εαυτό Του, διότι ήταν αναμάρτητος. Δεν έχει ανάγκη να προσφέρει κάθε μέρα θυσίες και για τον λαό Του, διότι αυτό το έκανε μια για πάντα θυσιάζοντας τον εαυτό Του για χάρη του λαού Του. 28 Ο Αρχιερέας μας άλλωστε διαφέρει πάρα πολύ από τους αρχιερείς του νόμου· διότι ο νόμος εγκαθιστά ως αρχιερείς ανθρώπους που έχουν ηθική ασθένεια και είναι θνητοί. Ο λόγος όμως και η ένορκη υπόσχεση που δόθηκε ύστερα από τον νόμο και συνεπώς τον αντικατέστησε, εγκαθιστά Αρχιερέα τον Υιό του Θεού, ο οποίος αναδείχθηκε στην επίγεια ζωή Του αναμάρτητος και τέλειος και μένει αναμάρτητος και τέλειος αιωνίως.
KEΦ. Η΄ 1Το σπουδαιότερο λοιπόν απ’ όσα είπαμε είναι αυτό: ότι έχουμε τέτοιον Αρχιερέα, ο Οποίος κάθισε στα δεξιά του θρόνου της μεγαλειότητας του Θεού στους ουρανούς 2 και έγινε λειτουργός των Αγίων που βρίσκονται στους ουρανούς, και της αληθινής σκηνής, που δεν την κατασκεύασε κάποιος άνθρωπος, αλλά ο ίδιος ο Κύριος.
H EYAΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Η΄ ΛΟΥΚΑ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο Ι΄, εδάφια 25-37
25 Καὶ ἰδοὺ νομικός τις ἀνέστη ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; 26 Ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; Πῶς ἀναγινώσκεις; 27 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· 28 εἶπε δὲ αὐτῷ· ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. 29 Ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν· καὶ τίς ἐστί μου πλησίον;
30 ῾Υπολαβὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ ῾Ιερουσαλὴμ εἰς ῾Ιεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. 31 Κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν. 32 Ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε. 33 Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ᾿ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη, 34 καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ· 35 καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅτι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι. 36 Τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς; 37 Ὁ δὲ εἶπεν· ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾿ αὐτοῦ. εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
25 Εκεί που κάθονταν, ιδού, σηκώθηκε κάποιος νομοδιδάσκαλος για να δοκιμάσει τον Χριστό και να αποδείξει ότι δεν γνώριζε τον νόμο, και του είπε: «Διδάσκαλε, ποιο έργο αρετής ή ποια θυσία πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω τη μακάρια και αιώνια ζωή;». 26 Και ο Κύριος τού είπε: «Στον μωσαϊκό νόμο τι έχει γραφεί; Εσύ που σπουδάζεις και ερευνάς τον νόμο, τι διαβάζεις εκεί για το ζήτημα αυτό; Και πώς το αντιλαμβάνεσαι;». 27 Ο νομικός τότε του αποκρίθηκε: «Στον νόμο είναι γραμμένο το εξής: ‘’Να αγαπάς τον Κύριο και Θεό σου με όλη σου την καρδιά, ώστε σε Αυτόν να είσαι ολοκληρωτικά παραδομένος, με όλα τα βάθη της εσωτερικής και πνευματικής υπάρξεώς σου˙ και με όλη σου την ψυχή, ώστε Αυτόν να ποθείς με όλο το συναίσθημά σου˙ και με όλη τη θέληση και τη δύναμή σου, ώστε καθετί που θα κάνεις να είναι σύμφωνο με το θέλημά Του. Και με όλη σου τη δύναμη και με δραστηριότητα ακούραστη να εργάζεσαι για την εφαρμογή του θελήματός Του. Να Τον αγαπάς και με το νου σου ολόκληρο, ώστε Αυτόν πάντοτε να σκέφτεσαι. Να αγαπάς επίσης και τον πλησίον σου, τον συνάνθρωπό σου, όσο και όπως αγαπάς τον εαυτό σου. 28 Του είπε τότε ο Κύριος: «Σωστή απάντηση έδωσες. Να κάνεις πάντοτε αυτό που είπες, και θα κληρονομήσεις τη βασιλεία του Θεού και θα ζήσεις σε αυτή». 29 Ο νομοδιδάσκαλος όμως θέλοντας να δικαιολογήσει τον εαυτό του, επειδή, όπως αποδείχθηκε, έθεσε στον Ιησού ένα ερώτημα πάνω στο οποίο του ήταν γνωστή η απάντηση, είπε στον Ιησού: «Και ποιον πρέπει να θεωρώ ‘’πλησίον’’ μου σύμφωνα με την Αγία Γραφή;».
30 Τότε ο Ιησούς με την αφορμή αυτή πήρε τον λόγο και είπε: «Κάποιος άνθρωπος κατέβαινε από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ και έπεσε σε ενέδρα ληστών. Αυτοί δεν αρκέστηκαν μόνο να του πάρουν τα χρήματά του, αλλά και τον έγδυσαν, τον τραυμάτισαν, τον γέμισαν με πληγές και έφυγαν, αφού τον άφησαν μισοπεθαμένο. 31 Κατά σύμπτωση τότε, κατέβαινε στον δρόμο εκείνο κάποιος ιερεύς, και ενώ τον είδε, τον προσπέρασε από το απέναντι μέρος του δρόμου χωρίς να του δώσει σημασία ή κάποια βοήθεια. 32 Το ίδιο και κάποιος Λευίτης που περνούσε από το μέρος εκείνο, ενώ πλησίασε και είδε τον πληγωμένο, απομακρύνθηκε αμέσως και τον προσπέρασε και αυτός από το απέναντι μέρος του δρόμου. 33 Ένας Σαμαρείτης όμως που περνούσε από τον δρόμο εκείνο, ήλθε στο μέρος όπου ήταν ξαπλωμένος, και όταν τον είδε τον σπλαχνίστηκε και τον πόνεσε. 34 Τον πλησίασε τότε και του έδεσε με επιδέσμους τα τραύματά του, αφού προηγουμένως τα έπλυνε και τα άλειψε με λάδι και με κρασί. Και έπειτα τον ανέβασε στο ζώο του, τον πήγε σε κάποιο πανδοχείο και τον περιποιήθηκε, διακόπτοντας έτσι το ταξίδι του.
35 Την άλλη μέρα το πρωί, φεύγοντας από το πανδοχείο που είχε διανυκτερεύσει, έβγαλε δύο δηνάρια, τα έδωσε στον ξενοδόχο και του είπε: «Περιποιήσου τον για να γίνει καλά. Και ό,τι παραπάνω ξοδέψεις, εγώ καθώς θα επιστρέφω στην πατρίδα μου και θα ξαναπεράσω από εδώ, θα σου τα πληρώσω». 36 Λοιπόν, ρώτησε συμπερασματικά ο Ιησούς, ποιος από τους τρεις αυτούς σου φαίνεται ότι έκανε το καθήκον του προς τον συνάνθρωπο και αποδείχθηκε στην πράξη ‘’πλησίον’’ και αδελφός εκείνου που έπεσε στα χέρια των ληστών;». 37 Και αυτός είπε: «‘’Πλησίον’’ του αποδείχθηκε αυτός που τον σπλαχνίστηκε και τον ελέησε». Του είπε λοιπόν ο Ιησούς: «Πήγαινε και κάνε κι εσύ το ίδιο. Δείχνε, δηλαδή, συμπάθεια σε κάθε άνθρωπο που πάσχει, χωρίς να εξετάζεις αν αυτός είναι συγγενής σου ή συμπατριώτης σου, και χωρίς να λογαριάζεις τις θυσίες και τους κόπους και τις δαπάνες που θα υποστείς για να βοηθήσεις και να συντρέξεις αυτόν που πάσχει, έστω κι αν αυτός είναι εχθρός σου». Έτσι κι ο Χριστός, που οι εχθροί Του τον έβριζαν «Σαμαρείτη», στην καταπληγωμένη και μισοπεθαμένη από τις αμαρτίες ανθρωπότητα έγινε ο καλός και αγαθός Σαμαρείτης. Και για να την θεραπεύσει απ’ τις πληγές της, όχι μόνο υπέστη κόπους, αλλά υποβλήθηκε και σε θάνατο σταυρικό.
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ
ΜΝΗΜΗ ΙΕΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ[:Εβρ.7,26-28 και 8,1-2]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Τοιοῦτος γὰρ ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος(:Aντικαταστάθηκε λοιπόν η λευιτική ιεροσύνη. Διότι τέτοιος και με τέτοιες ιδιότητες Αρχιερέας μάς χρειαζόταν· ευσεβής και άγιος, απαλλαγμένος από κακία και πονηρία, αμόλυντος, χωρισμένος από τους αμαρτωλούς και ανέγγιχτος από την αμαρτία. Και όσο ζούσε στη γη, ήταν τελείως χωρισμένος και ανέγγιχτος από τις αμαρτίες των ανθρώπων, επειδή ήταν απόλυτα αναμάρτητος· επιπλέον όμως τώρα και επειδή ανυψώθηκε πάνω από τους ουρανούς και κάθεται στα δεξιά του Θεού)»[Εβρ.7,26].
Βλέπεις ότι όλα έχουν λεχθεί για την ανθρώπινη φύση του Κυρίου; Όταν όμως λέγω «ανθρώπινη φύση», εννοώ αυτήν που έχει θεότητα· δεν τη χωρίζω, αλλά αφήνω να σκέπτεται κανείς αυτά που πρέπει. Είδες τη διαφορά του αρχιερέα; Ανακεφαλαίωσε όσα λέχθηκαν παραπάνω, λέγοντας : « Οὐ γὰρ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν, πεπειραμένον δὲ κατὰ πάντα καθ᾿ ὁμοιότητα χωρὶς ἁμαρτίας(: Και να μην περάσει ποτέ από τον νου μας ότι αφού Αυτός είναι τώρα στους ουρανούς, δε θα δείξει ενδιαφέρον για μας· διότι δεν έχουμε αρχιερέα που να μην μπορεί να μας συμπαθήσει στις ηθικές και φυσικές αδυναμίες μας, επειδή τάχα δεν γνωρίζει τα όσα μας συμβαίνουν ή επειδή υψώθηκε τόσο πολύ· αλλά έχουμε αρχιερέα ο οποίος έχει αντιμετωπίσει πειρασμούς, με όλους τους τρόπους που μπορεί να δοκιμαστεί η ανθρώπινη φύση. Έχει αντιμετωπίσει πειρασμούς εξ ολοκλήρου όμοια με εμάς, χωρίς όμως να υποπέσει σε καμία αμαρτία)»[Εβρ.4,15].
«Τοιοῦτος γὰρ ἀρχιερεύς(:Τέτοιος λοιπόν αρχιερέας)», λέγει, «ἡμῖν ἔπρεπεν· ὅσιος, ἄκακος(:μάς χρειαζόταν· ευσεβής και άγιος, απαλλαγμένος από κακία και πονηρία)». Τι σημαίνει «ἄκακος»; Απονήρευτος· όχι ύπουλος. Και ότι είναι τέτοιος άκου τον προφήτη που λέγει: «ἀνομίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ(:δε διέπραξε καμία παρανομία, ούτε βρέθηκε ποτέ δόλος και ψεύδος στο στόμα Του)» [Ησ. 53,9]. Θα μπορούσε λοιπόν να το πει αυτό κανείς για τον Θεό; Δεν ντρέπεται όμως να λέγει ότι ο Θεός δεν είναι ύπουλος, ούτε δολερός; Για τον Θεό βέβαια που έγινε άνθρωπος θα μπορούσε να είναι δικαιολογημένο. «ὅσιος, ἀμίαντος(:ευσεβής και άγιος, αμόλυντος)». Και αυτό δεν θα μπορούσε να το πει κανείς για τον Θεό, γιατί έχει φύση που δεν μολύνεται.
«κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν(:χωρισμένος από τους αμαρτωλούς και ανέγγιχτος από την αμαρτία)». Αυτό λοιπόν μόνο δείχνει τη διαφορά ή και η ίδια η θυσία; Ασφαλώς και η θυσία. Πώς; Λέγει: «ὃς οὐκ ἔχει καθ᾿ ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας(:Αυτός ο νέος αρχιερέας δεν έχει ανάγκη, όπως οι αρχιερείς του νόμου, να προσφέρει κάθε μέρα θυσίες πρώτα για τις δικές Του αμαρτίες και έπειτα για τις αμαρτίες του λαού. Δεν έχει ανάγκη να προσφέρει θυσίες για τον εαυτό Του, διότι ήταν αναμάρτητος. Δεν έχει ανάγκη να προσφέρει κάθε μέρα θυσίες, και για τον λαό Του, διότι αυτό το έκανε μία για πάντα θυσιάζοντας τον εαυτό Του για χάρη του λαού Του)»[Εβρ.7,27].
Κάνοντας αυτό εδώ, υποδηλώνει ήδη την υπεροχή της πνευματικής θυσίας. Ανέφερε τη διαφορά του ιερέα, ανέφερε τη διαφορά της διαθήκης, όχι βέβαια όλη, αλλά πάντως την ανέφερε. Εδώ ήδη υποδηλώνει και την ίδια τη θυσία. Να μη νομίζεις λοιπόν, όταν ακούσεις ότι είναι ιερέας, ότι πάντοτε είναι ιερέας. Γιατί μία φορά υπήρξε ιερέας· και στη συνέχεια κάθισε. Για να μην νομίσεις ότι στέκεται στους ουρανούς και είναι λειτουργός, δείχνει ότι το πράγμα είναι έργο οικονομίας. Όπως έγινε δούλος, έτσι έγινε και ιερέας και λειτουργός. Αλλά όπως όταν έγινε δούλος δεν παρέμεινε δούλος, έτσι και όταν έγινε λειτουργός δεν παρέμεινε λειτουργός· γιατί γνώρισμα του λειτουργού δεν είναι το να κάθεται, αλλά το να στέκεται. Αυτό λοιπόν υπαινίσσεται εδώ το μεγαλείο της θυσίας, η οποία, αν και ήταν μία και προσφέρθηκε μία φορά, κατόρθωσε τόσα πολλά, όσα δεν μπόρεσαν οι άλλες όλες.
Αλλά γι’ αυτό δεν μίλησε ακόμη· προς το παρόν αυτό μόνο λέγει: «Τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας(:Δεν έχει ανάγκη να προσφέρει κάθε μέρα θυσίες, και για τον λαό Του, διότι αυτό το έκανε μία για πάντα θυσιάζοντας τον εαυτό Του για χάρη του λαού Του)». «Τοῦτο(:αυτό)»,ποιο; «Είναι ανάγκη», λέγει, «να έχει και Αυτός κάτι να προσφέρει, όχι για τον εαυτό Του(πώς δηλαδή θα πρόσφερε για τον εαυτό Του, αφού ήταν αναμάρτητος;), αλλά για τον λαό». Τι λες; Και δε χρειάζεται να προσφέρει για τον εαυτό Του και μπορεί τόσο πολύ; «Ναι», λέγει. Και για να μην νομίσεις ότι το «τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ» λέγεται και για τον εαυτό του, άκουσε τι προσθέτει: «Ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν(:Ο αρχιερέας μας άλλωστε διαφέρει πάρα πολύ από τους αρχιερείς του νόμου· διότι ο νόμος εγκαθιστά ως αρχιερείς ανθρώπους που έχουν ηθική ασθένεια και είναι θνητοί)». Γι’ αυτό και προσφέρουν πάντοτε για τον εαυτό τους. Εκείνος όμως που είναι δυνατός και δεν έχει αμαρτίες για ποιο λόγο προσφέρει για τον εαυτό Του; Άρα δεν πρόσφερε για τον εαυτό Του, αλλά για τον λαό· και αυτό το έκανε μία για πάντα.
«Ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον(:Ο λόγος όμως και η ένορκη υπόσχεση που δόθηκε ύστερα από τον νόμο και συνεπώς τον αντικατέστησε, εγκαθιστά αρχιερέα τον Υιό του Θεού, ο οποίος αναδείχθηκε στην επίγεια ζωή Του αναμάρτητος και τέλειος, και μένει αναμάρτητος και τέλειος αιωνίως)»[Εβρ.7,28].Τι σημαίνει «τετελειωμένον(:που είναι τέλειος)»; Πρόσεχε· δεν αναφέρει ο Παύλος τις διακρίσεις κανονικά. Γιατί, αφού είπε: «οι οποίοι έχουν αδυναμίες», δεν είπε «τον Υιό που είναι δυνατός», αλλά «που είναι τέλειος», δηλαδή που είναι «δυνατός», όπως θα μπορούσε να πει κανείς. Βλέπεις ότι το όνομα «Υιός» λέχθηκε σε αντιδιαστολή του δούλου; Όμως «ἀσθένειαν(:αδυναμία)» ή την αμαρτία εννοεί ή τον θάνατο. Τι σημαίνει «εἰς τὸν αἰῶνα (:αιώνια)»; «Όχι μόνο τώρα είναι αναμάρτητος», λέγει, «αλλά πάντοτε». Αφού λοιπόν είναι τέλειος, αφού ποτέ δεν αμαρτάνει, αφού ζει αιώνια, για ποιο λόγο θα προσφέρει πολλές φορές θυσίες για μας; Τώρα όμως δεν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, αλλά ισχυρίζεται ότι δεν προσφέρει ο Ίδιος για τον εαυτό Του.
Αφού λοιπόν έχουμε τέτοιον αρχιερέα, ας Τον μιμηθούμε και ας ακολουθούμε τα ίχνη Του. Δεν υπάρχει άλλη θυσία, μία μας έκανε καθαρούς, μετά από αυτό υπάρχει φωτιά και κόλαση. Και γι’ αυτό παντού απευθύνεται και λέγει ότι υπάρχει ένας ιερέας και μία θυσία, για να μη νομίζει κανείς ότι υπάρχουν πολλές και αμαρτάνει ασύστολα.
Όσοι λοιπόν αξιωθήκαμε τη σφραγίδα του βαπτίσματος, όσοι απολαύσαμε τη θυσία, όσοι πήραμε μέρος στην αθάνατη τράπεζα, ας διαφυλάσσουμε διαρκώς την ευγενική μας καταγωγή και την τιμή, γιατί η πτώση δεν είναι ακίνδυνη. Όσοι όμως δεν τα αξιώθηκαν ακόμη αυτά, ας μην ελπίζουν γι’ αυτό. Γιατί όταν κανείς αμαρτάνει γι’ αυτό, για να λάβει το άγιο βάπτισμα στο τέλος της ζωής του, πολλές φορές δεν θα το πετύχει. Και, πιστέψτε με, αυτό που πρόκειται να πω δεν το λέγω για να σας φοβίσω· ξέρω ότι το έπαθαν αυτό πολλοί, οι οποίοι με την προσδοκία του βαπτίσματος έκαναν πολλές αμαρτίες, αλλά την ημέρα του θανάτου τους έφυγαν χωρίς βάπτισμα. Ο Θεός γι’ αυτό έδωσε το βάπτισμα, για να εξαλείψει τις αμαρτίες και όχι να τις αυξήσει. Αν όμως κάποιος το χρησιμοποιεί για να κάνει άφοβα περισσότερες αμαρτίες, αυτό γίνεται πλέον αιτία ραθυμίας. Γιατί, αν δεν ήταν το βάπτισμα, θα μπορούσαν να ζουν με περισσότερη ασφάλεια, επειδή δεν θα είχαν τη συγχώρηση.
Βλέπεις ότι το «καὶ μὴ καθὼς βλασφημούμεθα καὶ καθὼς φασί τινες ἡμᾶς λέγειν ὅτι ποιήσωμεν τὰ κακὰ ἵνα ἔλθῃ τὰ ἀγαθά; ὧν τὸ κρῖμα ἔνδικόν ἐστι(: και μήπως -όπως ισχυρίζονται μερικοί ότι δήθεν το λέμε κιόλας- θα κάνουμε τα κακά για να έλθουν τα αγαθά; Αλλά η καταδίκη και η τιμωρία αυτών των συκοφαντών είναι δίκαιη)» [Ρωμ.3,8], εμείς είμαστε εκείνοι που το κάνουμε να λέγεται; Γι’ αυτό, παρακαλώ, και εσείς οι αμύητοι στα μυστήρια να είστε προσεκτικοί. Κανείς να μην ασκεί την αρετή σαν μισθωτός και αχάριστος ή σαν να είναι κάτι δυσάρεστο και ενοχλητικό. Ας την ασκήσουμε λοιπόν με προθυμία και χαρά. Αν δεν υπήρχε μισθός, δεν έπρεπε να είναι κανείς αγαθός; Αλλά όμως ας γίνουμε αγαθοί έστω και με μισθό. Πώς λοιπόν δεν είναι ντροπή αυτό και μέγιστη κατάκριση; «Αν δε μου δώσεις μισθό», λέγει κάποιος, «δεν γίνομαι σώφρων». Λοιπόν να τολμήσω να πω κάτι; Ποτέ δεν θα γίνεις σώφρων, ούτε όταν σωφρονείς, εφόσον αυτό το κάνεις με μισθό· γιατί, αν δεν αγαπάς την αρετή, τη θεωρείς ότι δεν είχε καμία αξία. Αλλά ο Θεός εξαιτίας της μεγάλης μας αδυναμίας θέλησε πρώτα να γίνει αυτή έστω και με μισθό· εμείς όμως ούτε έτσι την ασκούμε.
Ας υποθέσουμε, αν θέλετε, ότι ένας άνθρωπος πεθαίνει, αφού έπραξε άπειρα κακά και αξιώθηκε το βάπτισμα, που πιστεύω ότι δεν συμβαίνει εύκολα· πώς, σε ερωτώ, θα πάει εκεί; Χωρίς κατηγορία βέβαια γι’ αυτά που έπραξε, αλλά και χωρίς παρρησία· και σωστά. Γιατί, το να ζήσει εκατό χρόνια και δεν δείξει κανένα αγαθό έργο, αλλά μόνο ότι δεν αμάρτησε, ή καλύτερα ούτε αυτό, αλλά ότι σώθηκε μόνο με τη χάρη, και δει άλλους στεφανωμένους, λαμπρούς και δοξασμένους, και αν ακόμη δεν πέσει στη γέενα, πες μου θα υποφέρει άραγε τη στενοχώρια;
Για να κάνω το πράγμα σαφέστερο με παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι υπάρχουν δύο στρατιώτες, και ο ένας κλέβει, αδικεί, είναι πλεονέκτης, ενώ ο άλλος δεν κάνει τίποτε από αυτά, αλλά κάνει ανδραγαθίες, κατορθώνει μεγάλα πράγματα, στήνει τρόπαια σε πολέμους, τραυματίζεται στο δεξιό του χέρι. Έπειτα, όταν έρθει ο καιρός, ο ένας από τη θέση εκείνη, στην οποία βρισκόταν και ο κλέφτης, ξαφνικά οδηγείται στο βασιλικό θρόνο και ντύνεται την πορφύρα, ενώ ο άλλος, ο κλέφτης, μένει εκεί όπου ήταν και μόνο από τη φιλανθρωπία του βασιλιά δεν τιμωρείται για εκείνα που έπραξε, αλλά μένει στο χειρότερο τόπο και υποταγμένος στο βασιλιά, άραγε θα υποφέρει την στενοχώρια, πες μου, όταν δει ότι αυτός που ήταν μαζί του ανέβηκε στην κορυφή των αξιωμάτων και έγινε τόσο λαμπρός και εξουσιάζει την οικουμένη, ενώ ο ίδιος παραμένει ακόμη κάτω και ότι δεν τιμωρήθηκε όχι επειδή το άξιζε, αλλά από τη χάρη και τη φιλανθρωπία του βασιλιά; Γιατί, και αν ακόμη τον αφήσει ο βασιλιάς και τον απαλλάξει από τις κατηγορίες, θα ζήσει ντροπιασμένος, επειδή και οι άλλοι δεν θα τον θαυμάζουν.
Σε τέτοιες περιπτώσεις χάριτος δεν θαυμάζουμε εκείνους που παίρνουν τα δώρα, αλλά εκείνους που τα δίνουν. Και όσα μεγαλύτερα δώρα θα δώσουν, τόσο περισσότερο ντροπιάζονται όσοι τα παίρνουν, όταν είναι μεγάλα τα αμαρτήματά τους. Με ποια λοιπόν μάτια θα μπορέσει να αντικρύσει ένας τέτοιος εκείνους που βρίσκονται στα ανάκτορα, όταν εκείνοι έχουν να επιδείξουν άπειρους ιδρώτες και τραύματα, ενώ αυτός δεν έχει να επιδείξει τίποτε, αλλά και αυτή τη σωτηρία του την έχει μόνο από τη φιλανθρωπία του Θεού; Όπως δηλαδή αν κάποιος έσωζε ένα δολοφόνο ή ένα κλέφτη ή μοιχό που επρόκειτο να θανατωθεί και τον πρόσταζε να στέκεται στην εξώπορτα των ανακτόρων, εκείνος δε θα μπορέσει τότε να αντικρύσει κανέναν, παρόλο που έχει απαλλαχθεί από την τιμωρία· έτσι ακριβώς και αυτός.
Να μη νομίσετε, επειδή ο λόγος είναι για βασιλικά ανάκτορα, ότι όλοι απολαμβάνουν τα ίδια. Γιατί, αν εδώ και ο ύπαρχος και όλοι όσοι αποτελούν την ακολουθία του βασιλιά και αυτοί ακόμη που είναι πολύ κατώτεροι και κατέχουν τη θέση αυτών που λέγονται «δεκανοί» είναι μέσα στα ανάκτορα, αν και υπάρχει τόσο μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον ύπαρχο και τον «δεκανό», πολύ περισσότερο θα συμβεί αυτό στα ουράνια ανάκτορα. Και αυτό δεν το λέγω μόνος μου, γιατί ο Παύλος αναφέρει και άλλη διαφορά μεγαλύτερη από αυτές. «Όσες», λέγει, «διαφορές υπάρχουν από τον ήλιο έως τη σελήνη και τα αστέρια και το πιο μικρό αστέρι, τόσες πολλές υπάρχουν και σε αυτούς που βρίσκονται στη βασιλεία». Και ότι η διαφορά του ήλιου και του πιο μικρού αστεριού είναι πολύ μεγαλύτερη από τη διαφορά του δεκανού και του υπάρχου είναι φανερό σε όλους. Γιατί ο ήλιος συγχρόνως φωτίζει και φαιδρύνει όλη την οικουμένη και κρύβει τη σελήνη και τα αστέρια, ενώ πολλές φορές δεν φαίνεται και αυτά βρίσκονται στο σκοτάδι· γιατί υπάρχουν πολλά αστέρια που δεν τα βλέπουμε. Όταν λοιπόν βλέπουμε άλλους να γίνονται ήλιοι, ενώ εμείς έχουμε τη θέση των πιο μικρών αστεριών που δε φαίνονται καθόλου, ποια παρηγοριά θα έχουμε;
Ας μην είμαστε, παρακαλώ, τόσο νωθροί και τόσο οκνηροί, ας μη μετατρέπουμε τη σωτηρία από τον Θεό σε αδιαφορία, αλλά ας την εκμεταλλευόμαστε και ας την αυξάνουμε πάρα πολύ. Γιατί και αν ακόμη κάποιος είναι κατηχούμενος, αλλά γνωρίζει τον Χριστό, γνώρισε την πίστη και ακούει τα θεία λόγια, δεν είναι μακριά από τη θεία γνώση και γνωρίζει το θέλημα του Κυρίου του. Για ποιο λόγο λοιπόν αναβάλλει; Για ποιον λόγο διστάζει και καθυστερεί;
Τίποτε δεν είναι ανώτερο από την καλή ζωή, και εδώ και εκεί, και για τους βαπτισμένους και για τους κατηχουμένους. Γιατί, πες μου, ποια ενοχλητική εντολή πήραμε; «Το να έχεις», λέγει κάποιος, «γυναίκα και παρ’όλ’αυτά να είσαι εγκρατής». Αυτό πες μου είναι ενοχλητικό; Και πώς είναι, όταν πολλοί και χωρίς γυναίκα είναι εγκρατείς, όχι μόνο Χριστιανοί αλλά και εθνικοί; Αυτό λοιπόν που ο εθνικός ξεπερνάει από ματαιοδοξία, εσύ ούτε αυτό τηρείς από φόβο Θεού; «ἐκ τῶν ὑπαρχόντων σοι (:από τα υπάρχοντά σου)», λέγει, «ποίει ἐλεημοσύνην (: δίνε ελεημοσύνη στους φτωχούς)»[Τωβίτ, 4,7]. Αυτό είναι βαρύ; Αλλά και εδώ μας κατηγορούν οι εθνικοί που από ματαιοδοξία μόνο ξόδεψαν ολόκληρες περιουσίες.
«Να μην αισχρολογείς». Αυτό είναι δύσκολο; Αν λοιπόν δε δινόταν τέτοια εντολή, δεν έπρεπε να το κατορθώνουμε αυτό, για να μη φαινόμαστε ανήθικοι; Ότι το αντίθετο είναι δύσκολο, δηλαδή η αισχρολογία, φαίνεται από το ότι η ψυχή ντρέπεται και κοκκινίζει, αν φθάσει στο να πει κάτι τέτοιο, και δεν θα το πει, αν ίσως δεν είναι μεθυσμένη. Γιατί όταν κάθεσαι στην αγορά, αν το κάνεις αυτό στο σπίτι, δεν το κάνεις εκεί; Άραγε όχι για τους παρόντες; Γιατί δεν κάνεις το ίδιο εύκολα και στη γυναίκα σου; Άραγε όχι για να μην την υβρίσεις; Για να μην υβρίσεις λοιπόν τη γυναίκα σου δεν το κάνεις, όταν όμως υβρίζεις τον Θεό, δεν κοκκινίζεις από ντροπή; Γιατί είναι παρών παντού και ακούει τα πάντα.
«Να μη μεθάς», λέγει. Σωστά. Γιατί αυτό καθεαυτό δεν είναι τιμωρία; Δεν είπε «βασάνιζε το σώμα», αλλά τι; Να μη μεθάς, δηλαδή να μην το εξουθενώνεις έτσι, ώστε να αφαιρεθεί η εξουσία της ψυχής. Τι λοιπόν; Δεν πρέπει κανείς να φροντίζει για το σώμα; Μακριά μία τέτοια σκέψη· δεν εννοώ αυτό, αλλά να μην το φροντίζεις για να ικανοποιήσεις τις επιθυμίες του, γιατί έτσι πρόσταξε και ο Παύλος λέγοντας: «ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας(: αλλά φορέστε σαν ένδυμα της ψυχής σας τον Κύριο Ιησού Χριστό, ώστε στην όλη ζωή σας να μοιάσετε με Αυτόν. Και μη φροντίζετε για τη σάρκα, πώς να ικανοποιείτε τις παράνομες επιθυμίες της. Τέτοια πρέπει να είναι η συμπεριφορά σας μέσα στην κοινωνία που ζείτε)»[Ρωμ.13,14].
«Να μην αρπάζεις», λέγει, «αυτά που δεν είναι δικά σου, να μην είσαι πλεονέκτης, ούτε επίορκος». Ποια από αυτά χρειάζονται κόπους και ποια ιδρώτες; «Να μην κακολογείς», λέει μία άλλη εντολή, «ούτε να συκοφαντείς». Τι κόπο έχει αυτό; Το αντίθετο λοιπόν είναι κόπος. Γιατί, όταν κακολογήσεις κάποιον, αμέσως κινδυνεύεις και σε τρώει η υποψία, μήπως άκουσε γι’ αυτό που είπες, είτε είναι μεγάλος είτε είναι μικρός. Και αν είναι μεγάλος, θα κινδυνεύσεις αμέσως με έργα· αν όμως είναι μικρός, θα σου το ανταποδώσει με τα ίδια, ή καλύτερα με πολύ χειρότερα, γιατί θα σε κακολογήσει περισσότερο.
Δεν πήραμε λοιπόν καμία δύσκολη και ενοχλητική εντολή, αν θέλουμε. Αν όμως δεν θέλουμε και τα πιο εύκολα θα μας φανούν δύσκολα. Τι είναι πιο εύκολο από το φαγητό; Και όμως από πολλή βλακεία πολλοί είναι εκείνοι που δυσανασχετούν γι’ αυτό και ακούω πολλούς να λένε ότι και το φαγητό είναι κούραση. Τίποτε από αυτά δεν έχει κούραση εάν βέβαια έχεις τη θέληση. Γιατί από την θέλησή μας εξαρτώνται όλα, ύστερα από την χάρη του Θεού.
Ας θελήσουμε λοιπόν τα αγαθά, για να επιτύχουμε και τα αιώνια αγαθά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
ΟΜΙΛΙΑ ΙΔ΄(υπομνηματισμός των εδαφίων Εβρ.8,1-2)
«Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, τῶν ἁγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος(:Το σπουδαιότερο λοιπόν από όσα είπαμε είναι αυτό: ότι έχουμε τέτοιον Αρχιερέα, ο οποίος κάθισε στα δεξιά του θρόνου της μεγαλειότητας του Θεού στους ουρανούς. Και έγινε λειτουργός των Αγίων που βρίσκονται στους ουρανούς, και της αληθινής σκηνής, που δεν την κατασκεύασε κάποιος άνθρωπος, αλλά ο ίδιος ο Κύριος)»[Εβρ.8,2].
Αναμιγνύει τα ταπεινά με τα υψηλά ο Παύλος, αυτός που πάντοτε μιμείται τον Διδάσκαλό του, ώστε τα ταπεινά να γίνουν οδός προς τα υψηλά και μέσω αυτών να οδηγηθούν σε εκείνα και όταν φθάσουν στα υψηλά να μάθουν ότι αυτά ήταν αποτέλεσμα της συγκατάβασης του Θεού. Αυτό λοιπόν κάνει και εδώ. Γιατί αφού είπε ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός πρόσφερε τον εαυτό Του και έδειξε ότι είναι αρχιερέας, προσθέτει: «Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς (:Το σπουδαιότερο λοιπόν από όσα είπαμε είναι αυτό: ότι έχουμε τέτοιον Αρχιερέα, ο οποίος κάθισε στα δεξιά του θρόνου της μεγαλειότητας του Θεού στους ουρανούς)». Αν και βέβαια αυτό δεν είναι γνώρισμα ιερέα, αλλά εκείνου στον οποίο πρέπει να είναι ιερέας.
«τῶν ἁγίων λειτουργὸς(:και έγινε λειτουργός των Αγίων που βρίσκονται στους ουρανούς)». Όχι απλώς υπηρετεί, αλλά «υπηρετεί στα άγια των αγίων». «Καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος(:και λειτουργός της αληθινής σκηνής, που δεν την κατασκεύασε κάποιος άνθρωπος, αλλά ο ίδιος ο Κύριος)». Βλέπεις τη συγκατάβασή Του; Δεν έκανε πριν από λίγο τη διάκριση λέγοντας: «Οὐχὶ πάντες εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν;(:Δεν είναι όλοι οι άγγελοι υπηρετικά πνεύματα, που ενεργούν όχι από δική τους πρωτοβουλία, αλλά αποστέλλονται από τον Θεό για να υπηρετούν εκείνους που πρόκειται να κληρονομήσουν την αιώνια ζωή;)» [Εβρ.1,14];
Και για τον λόγο αυτόν δεν ακούνε την φράση «Κάθου ἐκ δεξιῶν μου(:Κάθισε στα δεξιά μου)»[ πρβ. Εβρ.1,13: «Πρὸς τίνα δὲ τῶν ἀγγέλων εἴρηκέ ποτε· κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου;(:Σε ποιον άλλωστε από τους αγγέλους έχει πει ποτέ ο Θεός Πατέρας:’’ Κάθισε τώρα στα δεξιά μου, ωσότου υποτάξω τους εχθρούς σου νικημένους κάτω από τα πόδια σου ως υποπόδιο, για να έχεις αιωνίως αδιαφιλονίκητη την εξουσία;’’. Σε κανέναν)»]. Το λέγει αυτό, γιατί οπωσδήποτε δεν είναι υπηρέτης αυτός που κάθεται. Επομένως αυτό το ακούει εξαιτίας του σώματος. «Σκηνήν» όμως εδώ εννοεί τον ουρανό. Γι’ αυτό και δείχνοντας τη διαφορά από τη σκηνή των Ιουδαίων προσθέτει και λέγει: «ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος (:την οποία έστησε ο Κύριος και όχι άνθρωπος)».
Πρόσεχε πώς εξύψωσε τις ψυχές των εξ Ιουδαίων πιστών, λέγοντας αυτό. Επειδή δηλαδή ήταν φυσικό να σκέπτονται αυτοί και να λένε «δεν έχουμε σκηνή τέτοια», «να», λέγει, «ο ιερέας, και μεγάλος, και πολύ μεγαλύτερος από εκείνον, και θυσία πρόσφερε πιο θαυμαστή». Αλλά μήπως αυτά είναι λόγια, μήπως αλαζονεία και ψυχαγωγία; Γι’ αυτό όμως τα βεβαίωσε πρώτα από τον όρκο και στη συνέχεια και από τη σκηνή. Ήταν βέβαια και η διαφορά αυτή φανερή, αλλά αυτός επινοεί και άλλη. «Την οποία σκηνή», λέγει, «έστησε ο Κύριος και όχι άνθρωπος». Πού λοιπόν είναι εκείνοι που λένε ότι κινείται ο ουρανός; Πού είναι αυτοί που διακηρύττουν ότι έχει σχήμα σφαίρας; Και τα δύο έχουν αναιρεθεί εδώ. «Κεφάλαιον δὲ(:Το σπουδαιότερο λοιπόν)», λέγει, «ἐπὶ τοῖς λεγομένοις(: από όσα είπαμε)»· «Κεφάλαιον» λέγεται πάντοτε το μέγιστο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-hebraeos.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Εβραίους επιστολήν , πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 24, ομιλίες ΙΓ΄ και ΙΔ΄(κατ΄επιλογήν),σελίδες 526-539 και 540-543 αντίστοιχα.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκ.10,25-37]
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
«Ὁμιλία εἰς τὴν παραβολὴν τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς»
Ακούσαμε, αδελφοί μου, στο Ευαγγέλιο, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό να λέει: «Κατέβαινε κάποιος άνθρωπος από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ κι έπεσε στα χέρια ληστών· αυτοί αφού τον έγδυσαν από τα ρούχα του, τον χτύπησαν γεμίζοντάς τον με πληγές και τον παράτησαν μισοπεθαμένο. Ένας ιερέας κι ένας Λευίτης, περνώντας από εκείνο τον δρόμο, αν και τον είδαν, τον προσπέρασαν και συνέχισαν τον δρόμο τους. Ένας Σαμαρείτης όμως που ήρθε στον τόπο αυτό, όταν τον είδε τον σπλαχνίστηκε, και αφού έβαλε λάδι και κρασί και τα ανακάτεψε, τα έβαλε στις πληγές του, έδεσε προσεκτικά τα τραύματά του, κι αφού τον έβαλε πάνω στο δικό του ζώο, τον οδήγησε σε ένα πανδοχείο και έδωσε στον πανδοχέα δύο δηνάρια και του είπε: ‘’Φρόντισε τον άνθρωπο αυτόν και αν ξοδέψεις περισσότερα, εγώ όταν θα επανέλθω, θα σου τα αποδώσω’’». Ας δούμε λοιπόν το νόημα της παραβολής και με συνετή καρδιά κατανοώντας το σε βάθος, ας γνωρίσουμε τα μυστήρια του Θεού.
«Άνθρωπος» είναι ο Αδάμ· «Ιερουσαλήμ» είναι η επουράνια πολιτεία και η σύνεση· «Ιεριχώ» δε ο κόσμος. Όσο λοιπόν ο Αδάμ, πριν από την παρακοή, είχε το επουράνιο φρόνημα και τον ισάγγελο τρόπο συμπεριφοράς, ανεμπόδιστη είχε την είσοδο και την κατοικία και τη ζωή στην επουράνια πόλη Ιερουσαλήμ, εφαρμόζοντας τις εντολές του Θεού, και κανείς δεν τον νικούσε, ούτε τον τραυμάτιζε. Όταν όμως παράκουσε τον Θεό και δε φύλαξε την εντολή Του, αλλά παρασύρθηκε από το φίδι, τότε κατέβηκε στην «Ιεριχώ», δηλαδή στη γη, και απασχολούνταν με τις εργασίες της γης· γιατί η Ιερουσαλήμ ερμηνεύεται ως ανάβαση, ενώ η Ιεριχώ ως κατακλυσμός. Κατέβηκε λοιπόν από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ, από τη ζωή δηλαδή των ουρανών, στη ζωή όπου επικρατεί η απάτη του διαβόλου.
Πράγματι όταν κάποιος φυλάσσει τις εντολές του Θεού, τότε ζει ως πολίτης στους ουρανούς, όπως ακριβώς λέει ο Απόστολος Παύλος: «Ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν(:Η συμπεριφορά και τα φρονήματα των κοσμικών ανθρώπων είναι τελείως αντίθετα με τα δικά μας· διότι η δική μας πατρίδα, των πιστών μαθητών του Κυρίου, και τα δικά μας πολιτικά δικαιώματα είναι στους ουρανούς, από όπου με πολύ πόθο περιμένουμε τον Σωτήρα μας, τον Κύριο Ιησού Χριστό)» [Φιλιππ.3,20].
Κατέβηκε από τη δόξα στην αδοξία, από τον παράδεισο της απολαύσεως στη γη με τα αγκάθια, από τη ζωή στον θάνατο· «ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ»(:διότι από την ημέρα που τυχόν φάτε από αυτό το δένδρο», λέει, «θανάτῳ ἀποθανεῖσθε(:θα σας κυριαρχήσει ο θάνατος)»[Γέν.2,17], δηλαδή η αμαρτία· επειδή η αμαρτία, η παρακοή στο θέλημα του Θεού είναι θάνατος της ψυχής. Κατέβηκε από τη δικαιοσύνη του Παραδείσου, από την αγιοσύνη του ουρανού και ήρθε στην Ιεριχώ, δηλαδή στο βάραθρο της παρακοής, στον θάνατο στον οποίο οδηγεί η αμαρτία. Και «πέφτει στα χέρια των ληστών», δηλαδή του διαβόλου και των δυνάμεών του.
«Δρόμος», είναι η ζωή αυτή όπου βάδισε ο Αδάμ κι έπεσε στα χέρια των ληστών και τον απογύμνωσαν. Και ποια στολή τού έβγαλαν; Τη στολή της υπακοής, τη φιλία με τους αγγέλους, την αθάνατη δόξα, τη συναναστροφή με τον Χριστό, την απόλαυση του παραδείσου, την επουράνια ζωή. Αυτήν την στολή του έβγαλαν. Και πληγές προξένησαν σε αυτόν, δηλαδή τις αμαρτίες, πορνείες, μοιχείες, ειδωλολατρίες, δηλητηριάσεις με μαγικά φίλτρα, δολοφονίες, φιλονικίες, θυμό και όλη την υπόλοιπη εργασία των κακών. Αυτά τα έργα μαστιγώνουν τον άνθρωπο, αυτά προξενούν δυσωδία και φθορά.
Και ότι είναι αυτό ακριβώς, μάθε το από τον Δαβίδ, το πώς δηλαδή, απεικονίζοντας στον εαυτό του τις πληγές του Αδάμ, λέει ορθά αποκαλώντας τις, «μώλωπες»: «Προσώζεσαν καὶ ἐσάπησαν οἱ μώλωπές μου ἀπὸ προσώπου τῆς ἀφροσύνης μου (:Βρώμισαν και σάπισαν τα τραύματα των αμαρτιών μου εξαιτίας της αφροσύνης μου)» [Ψαλμός 37,6]. Κάθε, επίσης, αμαρτία προκαλεί μώλωπα και τραύμα στον άνθρωπο. Τραυματίστηκε λοιπόν από την παρακοή, πληγώθηκε από τις ανομίες, όπως λέει ο προφήτης: «Ἐπλήγην ὡσεὶ χόρτος καὶ ἐξηράνθη ἡ καρδία μου, ὅτι ἐπελαθόμην τοῦ φαγεῖν τὸν ἄρτον μου(:Μαράθηκα και χτυπήθηκα σαν το χορτάρι που το ξηραίνει ο ήλιος και στέγνωσε η καρδιά μου, επειδή λησμόνησα να φάω τον άρτο μου)»[Ψαλμ. 101,5]· αυτό σημαίνει ότι ‘’λησμόνησα να φυλάξω δηλαδή την εντολή του Θεού’’.
«Τον άφησαν», λέει, «μισοπεθαμένο», όχι γιατί δεν ήθελαν να τον σκοτώσουν, αλλά επειδή δεν το επέτρεψε ο Θεός. «Οὐ θελήσει θέλω τόν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ (:Δεν θέλω κανένας άνθρωπος αμαρτωλός, καμία ψυχή να χαθεί και να κολασθεί με τον αιώνιο θάνατο, αλλά θα την περιμένω)», λέγει, «ὡς τό ἐπιστρέψαι καί ζῆν αὐτόν (:μέχρι να εξαντλήσω κάθε περιθώριο χρόνου και κάθε προσμονή για την επιστροφή της με τη μετάνοια στη ζωή)»[Ιεζ.18,23]. Και πού τον εγκαταλείπουν; Στον «δρόμο», δηλαδή στη ζωή αυτή· «δρόμος» λέγεται τούτη η ζωή, επειδή όλοι οι άνθρωποι περνούν απ’ αυτήν.
«Κι όταν έφτασε στον δρόμο ο ιερεύς», λέει, «και τον είδε, τον προσπέρασε». «Ιερέα» ονομάζει τον μακάριο Μωυσή και τον Ααρών. Σε αυτό προσμαρτυρεί και ο Δαβίδ, λέγοντας ότι ο Μωυσής κι ο Ααρών είναι από τους ιερείς του και ο Σαμουήλ απ’ αυτούς που επικαλούνται το όνομά του. Αυτός λοιπόν ο αξιοθαύμαστος Μωυσής που έγινε ένδοξος, αυτός που με δεκαπλή μάστιγα χτύπησε τους Αιγυπτίους· αυτός που την Ερυθρά θάλασσα έσχισε στα δύο και αποξήρανε και οδήγησε περνώντας μέσα απ’ αυτήν τον λαό, αυτός που γλύκανε το νερό στο Μαρρά, αυτός που πίσω από ένα πυκνό σύννεφο συνομίλησε με τον Θεό, αυτός που πολλά αξιοθαύμαστα έκανε, αυτός, καθώς βάδιζε τον δρόμο της ζωής αυτής και είδε τον άνθρωπο να κείται στη γη γεμάτος με τραύματα, τον προσπέρασε, χωρίς να τον σηκώσει.
Όμοια επίσης και ο Λευίτης, δηλαδή η τάξη των προφητών. Και εκείνοι, πράγματι, που εμφανίστηκαν ύστερα από τον Μωυσή και βάδισαν τον ίδιο δρόμο της ζωής, ενώ βρήκαν γεμάτο πληγές άνθρωπο, τον Αδάμ, δεν τον σήκωσαν. Ούτε ο Μωυσής με τον νόμο, ούτε οι προφήτες με τα θαυμαστά σημεία τους, δεν θεράπευσαν το τραύμα του Αδάμ. Κανένας δεν τον λύτρωσε από τον θάνατο, κανένας δεν έκλεισε της αμαρτίας το τραύμα· επειδή και οι ίδιοι ήταν δεσμώτες της αμαρτίας. Παρά το ότι με τη σεμνή ζωή τους έγιναν φίλοι του Θεού, επειδή ωστόσο ήσαν ομόσαρκοι με τον Αδάμ και καρποφορούσαν από τη ρίζα τη νεκρή, δεν μπορούσαν, κλαδιά όντας αυτοί, να ανασπάσουν τη ρίζα από την αμαρτία.
Κάποιος όμως Σαμαρείτης, λέγει, σπουδαίος στα έργα, σπλαχνικός στην προαίρεση, με συμπάθεια προς τους ομοδούλους του, όταν ήρθε στο μέρος αυτό και τον είδε καταπληγωμένο, τον σπλαχνίστηκε, και του έβαλε λάδι και κρασί και κατέδεσε τα τραύματά του, δηλαδή τις αμαρτίες του. Το πρόσωπο και την μορφή του Σαμαρείτη παίρνει ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Αλλά θα πει κάποιος από τους ακροατές· «Τι; Αποκαλείς τον Κύριο, ‘’Σαμαρείτη’’;» Ναι, Σαμαρείτη Τον λέγω, όχι για τη φύση της Θεότητάς Του, αλλά για τον σπλαχνικό τρόπο Του. Ο Σαμαρείτης ως προς τη φύση του σώματός του ήταν όμοιος με τους άλλους, κατά τη σπλαχνική προαίρεσή του όμως δεν ήταν όμοιος, αλλά αναδείχτηκε ανώτερός τους· έτσι και ο Κύριος, άνθρωπος ως προς την όψη του σώματος, φάνηκε όμοιος με τους προφήτες και τους πατριάρχες κατά την ανθρώπινη φύση που έλαβε από την Μαρία, με τη δύναμη της θεότητός Του όμως αναδείχθηκε απ’ όλους ανώτερος· ίσος με αυτούς ως προς το ανθρώπινο σχήμα, όχι ίσος στην υπερκόσμια δόξα.
Εκείνοι από αδιαφορία και ασπλαχνία, προσπέρασαν χωρίς έλεος τον κατατραυματισμένο άνθρωπο· ο Σαμαρείτης όμως φάνηκε πιο σπλαχνικός και πιο ευσεβής και ελεήμονας. Όμοια κι ο Χριστός, ενώ οι πατριάρχες κι οι προφήτες αδιαφόρησαν για τον άνθρωπο, που ξέπεσε με την παρακοή του, Εκείνος μόνο φάνηκε σπλαχνικός και ελεητικός, κατά τον λόγο του προφήτη: «Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος(:Οικτίρμονας και ελεήμονας είναι ο Κύριος, μακρόθυμος και πολυέλαιος)»[Ψαλμ.102,8]· και πάλι: «επειδή Εσύ, Κύριε, είσαι ευσπλαχνικός». Και όπως ακριβώς ο Σαμαρείτης δεν ήταν από το έθνος των Ιουδαίων, αλλά προερχόταν από άλλη χώρα, έτσι κι ο Χριστός δεν ήταν από τη γη, αλλά από τον ουρανό.
Ήρθε στη γη· ήταν Θεός κι έγινε άνθρωπος για χάρη μας· ήταν Δεσπότης και ντύθηκε τη μορφή του δούλου. Ένιωσε συμπάθεια για μας· από τον ουρανό κατέβηκε στη γη, είδε τον άνθρωπο ριγμένο, καταληστευμένο, καταλαβωμένο από τις πορνείες, τις ειδωλολατρίες, τις μοιχείες, τους φόνους· είδε και σπλαχνίσθηκε το δικό Του το πλάσμα και του έβαλε κρασί και λάδι· αφού δηλαδή ανάμειξε τα δύο, έκαμε αλοιφή και τα έβαλε στον άνθρωπο. Τι σημαίνει τώρα: «ανάμειξε κρασί με λάδι»; Αυτό σημαίνει ότι αφού έμιξε την Θεότητα με την ανθρωπότητα, αφού έμιξε την ευσπλαχνία με τη σωτηρία, έσωσε τον άνθρωπο. Αφού έμιξε οίνο και λάδι, δηλαδή αφού έμιξε Πνεύμα άγιο με το αίμα Του, ζωοποίησε τον άνθρωπο· διότι με το να στάξει το αίμα του Κυρίου από την πλευρά Του στην γη, ξέπλυνε το χειρόγραφό μας από τις αμαρτίες. Και τι σημαίνει «Κατέδεσε τις πληγές του»; Σημαίνει το εξής, ότι έδεσε τον διάβολο και έλυσε τον άνθρωπο· έδεσε το σκάφος και ζωοποίησε το πλοίο που ναυάγησε· δέσμευσε και υπόταξε τις δυνάμεις του πονηρού, και ελευθέρωσε τον άνθρωπο.
Αν θέλεις να το σκεφτείς και διαφορετικά, άκου: «Αφού έμιξε οίνο με έλαιο»· σαν έλαιο προσκομίζει τον λόγο της παρακλήσεως, και προσθέτει σαν στυπτικό κρασί τη διδασκαλία, που περιμαζεύει τη διασκορπισμένη σκέψη, κατά τον λόγο του Αποστόλου: «Ἒλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον(:Να ελέγξεις, να επιτιμήσεις, να παρακαλέσεις)»[Β΄Τιμ. 4,2]. «Και τον ανέβασε πάνω στο ίδιο του το ζώο»· αφού πήρε δηλαδή ο Χριστός την ανθρώπινη σάρκα πάνω στους δικούς Του ώμους της θεότητας, την ανέβασε στον Πατέρα από τη γη στον ουρανό· διότι ούτε χρυσό, ή άργυρο, ή πολύτιμους λίθους ανέβασε, αλλά τον κατ’ εικόνα άνθρωπο ανέβασε από τη γη στους ουρανούς, στο μεγάλο και θαυμαστό και ευρύχωρο πανδοχείο, σε αυτήν την καθολική Εκκλησία.
Και την παράδωσε στον πανδοχέα, στον μακάριο Παύλο, στον στύλο των Χριστιανών, τον γνήσιο πανδοχέα, δίδοντάς του δύο δηνάρια· και διαμέσου του Παύλου στους αρχιερείς και τους δασκάλους και τους λειτουργούς κάθε Εκκλησίας· «Έδωσε δύο δηνάρια», την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, λέγοντας: «Περιποιήσου τούτον τον άνθρωπο, κι αν ξοδέψεις κάτι ακόμα, εγώ θα επιστρέψω και θα σου το ξεπληρώσω». Εννοεί τούτο· «Φρόντισε», λέγει, «για τον λαό που προέρχεται από τα έθνη και τον εμπιστεύτηκα σε σένα μέσα στην Εκκλησία. Επειδή είναι άρρωστοι οι άνθρωποι, τραυματισμένοι από της αμαρτίες, θεράπευσέ τους, θέτοντας επάνω σαν θεραπευτικό έμπλαστρο, τους προφητικούς λόγους και τα ευαγγελικά διδάγματα, αποκαθιστώντας την υγεία τους με τις νουθεσίες και τις παρακλήσεις της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης και πείθοντάς τους να στέκονται μακριά από την αμαρτία και να αφήσουν την πλάνη της αμαρτίας. Αν όμως κι έτσι μείνουν αδιόρθωτοι, πείσε τους με τα δικά σου κατορθώματα, λύγισέ τους με τους αυστηρούς σου λόγους· γίνε το πρότυπο και το καλό παράδειγμά τους, με τους λόγους, με τα έργα σου, την συμπεριφορά, την πίστη, την αγάπη, την σεμνότητα, για να ακολουθήσουν τα ίχνη σου και να μιμηθούν την ενάρετη ζωή σου.
Κι αν κάμεις τούτο, αν από μέρους σου κάμεις κάποια προσθήκη λόγων ή έργων, αν δαπανήσεις κάτι ακόμα, θα σου το δώσω στην επιστροφή, δηλαδή στην Δευτέρα Παρουσία μου, την ανταποδοτική, θα σου δώσω μισθό άξιο των κόπων σου». Γι’ αυτό κι ο Παύλος με το θάρρος των υποσχέσεων αυτών λέει : « Εγώ με πολλή χαρά θα ξοδέψω για χάρη του Χριστού και θα αναλωθώ για τις ψυχές σας», εννοώντας την διδασκαλία του προς τους εθνικούς και την κηρυκτική του διακονία· γιατί αυτός είναι που οικοδομεί και στηρίζει τις Εκκλησίες του Θεού και με τις πνευματικές νουθεσίες του θεραπεύει όλους τους ανθρώπους και μοιράζοντας τα ωφέλιμα στον καθένα, οδηγεί τις ψυχές στην αιώνια ζωή. «Στους πάντες έγινα», λέει, « τα πάντα, για να σώσω τους πάντες».
Αυτός είναι της Εκκλησίας ο καλός πανδοχέας, όλους τους δέχεται κι όλους τους φροντίζει· δεν απομακρύνει τον πόρνο, ούτε τον μέθυσο, ούτε τον μοχθηρό και υβριστή των άλλων, ούτε τον άρπαγα αποστρέφεται, ούτε τον ειδωλολάτρη βδελύσσεται, ούτε κανένα άλλον ασεβή κι ακάθαρτο δεν αποδιώχνει, αλλά τους δέχεται όλους. Όπως ακριβώς ένας γιατρός πλένει τις πληγές, τις καθαρίζει και σφουγγίζει την βρωμιά τους με λουτρό της αναγεννήσεως. Προσφέρει τους στυπτικούς λόγους, όπως το κρασί, για να μην οδηγούμαστε στις αμαρτίες που διαπράχθηκαν από άγνοιά μας, δηλαδή τις κακίες μας.
Και πάλι μας θεραπεύει με παράκληση, σαν με λάδι αλείφοντας τις ψυχές μας· μας λέει αυτός (δηλαδή ο Παύλος)· «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, ἀδελφοί, διὰ τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ, παραστῆσαι τὰ σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ, τὴν λογικὴν λατρείαν ὑμῶν(: Αφού τόση αγαθότητα μάς δείχνει ο Θεός, οφείλουμε και εμείς να δείξουμε διαγωγή αντάξια με τις δωρεές Του. Σας προτρέπω, λοιπόν, αδελφοί, στο όνομα της ευσπλαχνίας και των οικτιρμών που μας έδειξε ο Θεός, να προσφέρετε τα σώματά μας ως θυσιαστήριο και θυσία ζωντανή, αγία ,ευάρεστη από τον Θεό, χρησιμοποιώντας τα μέλη σας ως όργανα αποκλειστικά και μόνο αγίων πράξεων και ποτέ ως όργανα αμαρτίας. Αυτή η θυσία είναι και η μόνη κατάλληλη και καθαρά πνευματική λατρεία, αυτή που γίνεται με τις λογικές δυνάμεις του ανθρώπου)»[Ρωμ.12,1] Όσοι λοιπόν τυχαίνει να είμαστε μαθητές των λόγων του Παύλου, ας φυλάξουμε τις εντολές του Χριστού, για να μην ξεπέσουμε από την επουράνιο Ιερουσαλήμ, την πόλη του αληθινού και ζωντανού Θεού.
Και μακάρι, με θεραπευμένα τα τραύματα της ψυχής και του σώματός μας, υγιείς και τέλειοι στην πίστη να παρουσιαστούμε στον Χριστό, σώοι και θαρραλέοι, χωρίς να υστερούμε σε κανένα καλό έργο και να απολαύσουμε την αγαθή υπόσχεση στους ουρανούς με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο, στον Πατέρα και το Πανάγιο Πνεύμα, ας είναι δόξα τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
Μετάφραση και επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20parabolam%20Samaritani.pdf(Δρόμοι της πίστης-Ψηφιακή Πατρολογία, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας,2006)
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 10, 25-37]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΟΥ: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΩΣ ΠΑΝΔΟΧΕΙΟΝ, ΙΑΤΡΕΙΟΝ, ΚΙΒΩΤΟΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 15-11-1981]
[Β 60]
Και μόνη, αγαπητοί μου, η παραβολή του καλού Σαμαρείτου, που ηκούσαμε σήμερα στην ευαγγελικήν περικοπήν, αν εγράφετο, μαζί με την άλλη παραβολή του ασώτου υιού, θα ήτο αρκετό να μας δώσει ένα θαυμάσιο διάγραμμα της πτώσεως του ανθρώπου, της αγάπης του Θεού και της σωτηρίας του ανθρώπου. Αυτό το βλέπομε ιδίως σήμερα, όπου, όπως αναφέρεται, κάποιος άνθρωπος κατήρχετο από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ, που γεωγραφικά η Ιερουσαλήμ είναι υψηλοτέρα της Ιεριχούς. Η Ιερουσαλήμ είναι ο τύπος του αρχεγόνου Παραδείσου· και η Ιεριχώ είναι η γη της απαθλιώσεως και της αποστασίας. Η πτώσις εις τους ληστάς δεν είναι παρά η πτώσις του ανθρώπου στα χέρια των δαιμόνων και των παθών. Ακόμα, ο ιερεύς και ο Λευίτης που προσέρχονται, περνούν, παρέρχονται, αλλά δεν δύνανται να βοηθήσουν, είναι ο τελετουργικός νόμος, ο ηθικός νόμος, αν θέλετε, ακόμη και η φιλοσοφία.
Περνάει ο καλός Σαμαρείτης. Είναι ο Ενανθρωπήσας Υιός του Θεού. Είναι η ευσπλαχνία του Θεού. Παραδίδει τον τραυματίαν αυτόν, που έπεσε στα χέρια των ληστών, που είναι η ανθρωπότητα, στο Πανδοχείον που λέγεται Εκκλησία. Και το οποίον πανδοχείον δέχεται τους πάντας και στο οποίον πανδοχείον έτυχε θεραπείας αυτός που έπεσε εις τους ληστάς, δηλαδή η ανθρωπότης, και που η Εκκλησία είναι πανδοχείον, είναι ιατρείον, αλλά και σωστική Κιβωτός.
Εκεί που πέφτει όλο το βάρος της παραβολής είναι το πρόσωπον του Σαμαρείτου και το πανδοχείον. Εκεί πέφτει όλο το βάρος. Θα παρακαλέσω ας προσέξομε. Είναι η Εκκλησία το πανδοχείον. Πράγματι, η Εκκλησία είναι ένα πανδοχείον. Όπως θα γνωρίζετε, στην παλιά εποχή δεν υπήρχαν ξενοδοχεία, παρά μόνον πανδοχεία· διότι στο πανδοχείο εδέχοντο κάθε άνθρωπο, είτε καλοντυμένον, είτε κακοντυμένον, είτε πλούσιον, είτε πτωχόν. Εάν σήμερα πάει ένας κουρελής, ένας ζητιάνος, σε ένα ξενοδοχείο, όχι και πολυτελές, αλλά και τρίτης κατηγορίας, αν θέλετε, δεν θα γίνει δεκτός ο ζητιάνος, με τα βρώμικα και… κουρελιασμένα του ρούχα. Στο πανδοχείο εγίνοντο όλοι δεκτοί. Όχι μόνον άνθρωποι, αλλά και ζώα. Διότι ήσαν οι περαστικοί ταξιδιώτες που είχαν τα ζώα τους. Έτσι, οδηγούσαν τα ζώα τους εις τους στάβλους του πανδοχείου, αυτοί δε στα καταλύματα, στα δωμάτια του πανδοχείου. Έτσι, το πανδοχείο ήτο ό,τι λέει και η λέξις, ό,τι λέει το όνομά του. Εδέχετο τους πάντας και τα πάντα.
Σκεφθήκατε ότι πράγματι η Εκκλησία είναι ένα Πανδοχείον; Ότι δέχεται τους πάντας και τα πάντα; Αν έπρεπε να απλωθούμε πάνω στο σημείο αυτό, του ότι η Εκκλησία είναι ένα πανδοχείον, αγαπητοί μου, θα έπρεπε ώρα πολλή να μιλάμε. Σκεφθείτε ότι δέχεται τους ανθρώπους σε οποιαδήποτε κατάσταση κι αν βρίσκονται. Δηλαδή, κουρελιασμένοι, βρώμικοι, άρρωστοι· σε οποιαδήποτε κατάσταση κι αν βρίσκονται. Δηλαδή αμαρτωλοί. Σε οποιαδήποτε κλιμάκωση αμαρτωλότητος κι αν είναι. Τους δέχεται όλους η Εκκλησία. Με σκοπόν τον αγιασμόν των. Να τους καταρτίσει. Όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, ότι δεν είναι άλλος ο σκοπός της Εκκλησίας παρά ο καταρτισμός των αγίων. Είναι η επεξεργασία μέσα εκεί μιας εντολής του Θεού: «Ἃγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι». Μέσα εκεί θα μπουν οι οποιοιδήποτε, για να γίνουν άγιοι. Πολύ ωραία το λέγει αυτό ο Ιερός Χρυσόστομος ως εξής: «Ἐλθών εἰς τό καταφύγιον αὐτῆς -δηλαδή ο Χριστός- καί εὑρών -την ανθρωπότητα- ῥυπῶσαν, αὐχμῶσαν(:κακοτράχαλη), γυμνήν, πεφυρμένην αἴματι, ἔλουσεν, ἤλειψεν, ἔθρεψεν, ἐνέδυσεν ἰμάτιον, Αὐτός αὐτῇ γενόμενος περιβολή(:Αυτός ο Ίδιος έγινε ιμάτιον αυτής της ανθρωπότητος). Καί λαβών αὐτήν, οὓτως ἀνάγει».
Πραγματικά, βλέπει κανείς με πόσην αγάπην ο Θεός «ἀνάγει», αναλαμβάνει αυτήν την ανθρωπότητα και την οδηγεί εις το πανδοχείον της Εκκλησίας. Βάζει λοιπόν η Εκκλησία, δέχεται αμαρτωλούς και βγάζει αγίους. Στην αρχαία Εκκλησία ήταν κάτι πολύ συγκινητικό, που το ’βλεπε κανείς αυτό σε μικρό χρονικό διάστημα, να εισέρχονται πρώην ειδωλολάτραι, πρώην ανήθικοι, πρώην βρωμεροί άνθρωποι, να γίνονται άγιοι, μπαίνουν από την πόρτα την κεντρική όλοι μέσα, και από μιαν άλλη πόρτα της Εκκλησίας έβγαιναν για το μαρτύριον! Και εγίνοντο μάρτυρες! Τι ωραία αυτή η εικόνα! Το έβλεπε κανείς πολύ σύντομα, γιατί σήμερα το βλέπομε, αλλά σε έναν μακρύ χρόνο, ώστε δεν μπορούμε να έχομε μίαν σύντομη εικόνα. Ενώ τότε το έβλεπε κανείς μέσα σε μια σύντομη, αλλά και συναρπαστική εικόνα. Πώς η Εκκλησία εδέχετο αμαρτωλούς και έβγαζε αγίους και μάρτυρες.
Αλλά η Εκκλησία δέχεται και ολόκληρον την κτίσιν. Σας είπα, είναι πανδοχείον. Δεν δέχεται μόνον τους ανθρώπους. Δέχεται και τα υλικά στοιχεία. Βλέπετε, προηγουμένως, κάναμε μνημόσυνο. Βάλαμε κόλυβα. Κάναμε αρτοκλασία. Είχαμε τους άρτους. Μπορούμε να βάλομε λουλούδια μέσα εις τον ναόν. Όλα τα αντικείμενα είναι υλικά. Αυτά είναι αντιπροσωπευτικά της κτίσεως· τα οποία η Εκκλησία δέχεται, αγιάζει, για να αγιάσει ολόκληρον την κτίσιν, να εκκλησιαστικοποιήσει ολόκληρον την κτίσιν και να την κάνει Βασιλεία του Θεού. Όταν θα γίνει, τότε στα έσχατα, ο μεγάλος σεισμός, δεν θα είναι τι άλλο παρά η μετάθεσις από την παλαίωσιν εις την ανακαίνισιν αυτού τούτου του σύμπαντος, ολοκλήρου του σύμπαντος, το οποίον δεν χάνεται, αλλά περνά με τον σεισμόν, δηλαδή την μετάθεσιν, από την φθοράν εις την αφθαρσίαν και από τον θάνατον εις την αθανασίαν. Είναι πραγματικά κάτι μεγαλειώδες. Όντως η Εκκλησία είναι πανδοχείον.
Αλλ’ είναι και Ιατρείον η Εκκλησία. Διότι οι πιστοί εις τον παρόντα κόσμον δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να μάχονται διαρκώς προς τας αρχάς και εξουσίας του σκότους, «ἐν τοῖς ἐπουρανίοις», όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος. Συνεπώς η παρούσα ζωή δεν είναι τι άλλο παρά ένα διαρκές στρατόπεδον μάχης. Εδώ δίδονται οι μάχες με τους πονηρούς ανθρώπους, με τους πονηρούς δαίμονες, αλλά και με τον κακόν, περασμένον, φθαρτόν, αδαμικόν εαυτόν μας. Είναι επόμενον, όπως σε κάθε μάχη, όταν γίνεται πόλεμος, υπάρχουν και τραυματίαι, υπάρχουν τραύματα, υπάρχουν πληγές. Έτσι, εκείνοι που πληγώνονται από πτώσεις, μέσα στον αγώνα τους και την προσπάθειά τους, έρχονται στο Ιατρείον της Εκκλησίας, δια να θεραπευθούν.
Θεραπευτήριο η Εκκλησία. Τι ωραίο! Θεραπευτήριον. Σκεφθείτε, ο αρχαίος κόσμος δεν εγνώριζε νοσοκομεία και θεραπευτήρια. Τα θεραπευτήρια είχαν μία ειδική μορφή, όπως ήταν τα ιερεία, αλλά με την έννοια που σήμερα γνωρίζομε, δεν υπήρχαν τότε τα θεραπευτήρια. Κι έρχεται η Εκκλησία να σταθεί αληθινό θεραπευτήριο και ψυχών αλλά όχι ολιγότερον και σωμάτων. Γιατί όταν ο Κύριος στέλνει τους μαθητάς Του και δια των μαθητών Του, τους διαδόχους των, να θεραπεύουν πάσαν ασθένειαν εις τον λαόν, αυτό δεν είναι τι άλλο, παρά ότι η Εκκλησία είναι ένα θεραπευτήριον, ένα ιατρείον.
Τα φάρμακά της; Ω, τα φάρμακά της! Είναι τα δύο δηνάρια που έδωκεν ο καλός Σαμαρείτης, εις τον πανδοχέα, που είναι ο κλήρος, είναι ο ιερεύς· που του δίδει αυτά τα δύο δηνάρια και του λέγει: «Με αυτά να θεραπεύσεις τον μεγάλο μου ασθενή, τον μεγάλο μου τραυματία, την ανθρωπότητα». Είναι ο λόγος Του και τα μυστήρια. Με αυτά τα δύο δηνάρια, τον λόγο του Θεού και τα μυστήρια της Εκκλησίας, έρχεται, αγαπητοί μου, να θεραπεύσει η Εκκλησία. Πολλές φορές μου λέγουν οι άνθρωποι: «Πώς μπορώ να διορθωθώ; Τι πρέπει να κάνω;». Και απαντώ: «Να έρχεσαι να ακούς λόγον Θεού». Γιατί το έχω δει αυτό και είναι μία πραγματικότητα. Ότι εκείνος που ακούει συνεχώς και επιμελώς λόγον Θεού, καλλιεργείται η ψυχή του και θεραπεύεται από τα τραύματα που του επιφέρει η αμαρτία. Σταματά να αμαρτάνει. Είναι μεγάλης-μεγάλης αξίας, αγαπητοί μου, αυτά τα φάρμακα. Ο λόγος του Θεού και τα μυστήρια! Όπως είναι η Εξομολόγησις, η Θεία Ευχαριστία, η προσευχή… Όλα αυτά είναι εκείνα τα μέσα με τα οποία η Εκκλησία θεραπεύει τους τραυματισμένους πιστούς της.
Αλλ΄η Εκκλησία είναι και μία Κιβωτός. Μία Κιβωτός σωτηρίας. Ενθυμείσθε την παλιά ιστορία, τον Νώε με την Κιβωτό του. Ό,τι έμεινε απέξω από την Κιβωτόν, επνίγη. Ό,τι έμεινε και διεφυλάχθη μέσα εις την Κιβωτόν, εσώθη. Έτσι κι εδώ η Εκκλησία, αγαπητοί μου, είναι μία Κιβωτός. Εξάλλου η παλαιά Κιβωτός ήτο τύπος της Εκκλησίας. Ό,τι μένει απέξω, χάνεται. Πώς χάνεται; Από τα ρεύματα και τον κατακλυσμό των ιδεών και των θεωριών και της ανηθικότητος και της ποικίλης αμαρτίας. Χάνεται κάθε άνθρωπος. Είναι αδύνατο να σωθεί έξω από την Εκκλησία. Όποιος είναι μέσα εις την Εκκλησίαν, αυτός μόνο φυλάσσεται, αυτός μόνο σώζεται.
Όταν όμως λέμε «Είμαι μέσα στην Εκκλησία», εδώ προσέξτε να άρομε μία παρανόηση, μία παρεξήγηση, που μπορούν οι άνθρωποι να έχουν. Όταν λέμε «είμαι μέσα στην Εκκλησία» δεν σημαίνει είμαι μέσα εις τον ναόν. Κατά συνεκδοχήν ο ναός λέγεται Εκκλησία, επειδή ο πιστός λαός είναι μέσα εις τον ναόν. Και κατ’ επέκτασιν, τα ντουβάρια, ο ναός, λέγονται Εκκλησία. Είμαι λοιπόν μέσα στην Εκκλησία, δεν σημαίνει είμαι μέσα εις τον ναόν. Γιατί μπορεί να είμαι μέσα εις τον ναόν, αλλά να μη μετέχω των μυστηρίων του Θεού και συνεπώς να είμαι αλλοτριωμένος, να είμαι αποξενωμένος από εκείνα τα σωστικά στοιχεία που μου δίδει ο Χριστός. «Είμαι μες στην Εκκλησία», θα πει «είμαι σύμφυτος», όπως λέγει εδώ ο Απόστολος Παύλος, «σύμφυτος τῷ σώματι τοῦ Χριστοῦ». Είμαι φυτεμένος, είμαι οργανικά δεμένος με το σώμα του Χριστού. Αυτή είναι η Εκκλησία.
Η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού. Όταν κοινωνώ σώματος και αίματος Χριστού, τότε λέγομαι ότι είμαι μέσα εις την Εκκλησίαν. Όταν τηρώ τις εντολές του Θεού. Θυμηθείτε την περίπτωση που λέει ο Κύριος: «Αυτός ο οποίος ως κληματόβεργα δεν θα μείνει ηνωμένος με την άμπελον, τον κορμόν, που είμαι Εγώ, τότε αυτός δεν αποφέρει καρπόν, αυτός ξηραίνεται και συνάγεται προς καύσιν, προς φωτιά». Σημαίνει ότι πρέπει να είμαι οργανικά δεμένος, όπως είναι η κληματόβεργα με τον κορμόν της κληματαριάς, που αντλεί χυμούς. Έτσι κι εγώ πρέπει να είμαι ηνωμένος με τον Χριστόν, να είμαι σύμφυτος τω σώματι του Χριστού, να αντλώ από κει τους χυμούς της ζωής, το σώμα Του και το αίμα Του, που είναι για μένα εις ζωήν αιώνιον. Τότε μπορώ να πω ότι είμαι μέσα εις την Εκκλησία. Αλλιώτικα δεν είμαι. Μην πλανάσθε. Αν προσπαθώ να κοροϊδέψω τον εαυτό μου ότι είμαι ψάλτης, ότι είμαι επίτροπος, ότι είμαι φροντιστής της Εκκλησίας, δηλαδή του ναού, αλλά δεν κοινωνώ, μην πλανώμαι, είμαι έξω από την Εκκλησία. Κι ας είμαι κάτω από τα κεραμίδια της Εκκλησίας. Είμαι έξω από την Κιβωτόν. Θα παρασυρθώ από τον κατακλυσμόν και δεν πρόκειται να σωθώ.
Αγαπητοί μου, κάμποσα χρόνια είμαι κληρικός. Σπάνια από τα πιο σπάνια έχω δει ψάλτες και επιτρόπους να κοινωνούν και να εξομολογούνται. Δεν ξέρω γιατί. Δεν είναι της στιγμής να σας πω το γιατί. Μόνο τούτο έχω βεβαιώσει και έχω διαπιστώσει. Οι ψάλται και οι επίτροποι δεν μετέχουν των μυστηρίων της Εκκλησίας. Κάποτε στην κρίση, θα συμβεί με αυτούς εκείνο που ο Κύριος ήδη μας έχει πει: «Κύριε, εσύ δεν μίλησες στις πλατείες μας και στο σπίτι μας δεν ήρθες να φας;». Όπως θα πουν τότε οι επίτροποι και οι ψάλται και όποιοι άλλοι…: «Κύριε, δεν ήρθες στο πρόσωπο του ιερέως, του επισκόπου, να μας κηρύξεις στον ναό; Δεν σε πήραμε στο σπίτι και σε φιλοξενήσαμε; Δεν σου κάναμε ένα ωραίο τραπέζι; Πώς λες ότι δεν μας γνωρίζεις;». «Σας βεβαιώνω», λέει ο Κύριος, «Οὐκ οἶδα ὑμᾶς, ἐργάται τῆς ἀνομίας». Φύγετε από δω, δεν σας αναγνωρίζω». Ακούσατε; Είναι φοβερό. Ας βγάλομε τις αυταπάτες, αγαπητοί μου, ας βγάλομε τις ψευδαισθήσεις. Μόνο εάν είμαι μετανοημένος άνθρωπος, μόνον εάν γίνομαι κοινωνός σώματος και αίματος Χριστού, κατά το ανθρώπινον, άξιος, όσο είναι δυνατόν, μόνο εάν τηρώ τις εντολές του Θεού, τότε μόνο μπορώ να λέγω ότι είμαι μέσα στην Εκκλησία. Και τότε μόνο μπορώ να διατηρώ την ελπίδα ότι μπορώ να σωθώ. Μόνον τότε. Αλλά να το ξέρομε. Έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει η σωτηρία, όπως σαφώς το λέγει ο άγιος Κυπριανός αυτό. Έξω της Εκκλησίας σωτηρία δεν υπάρχει.
Αγαπητοί μου, η Εκκλησία, είδαμε, ότι είναι το μεγάλο εργαστήρι της αγιότητος, το πανδοχείον που δέχεται την έλλογον και την άλογον κτίσιν, για να την αγιάσει, να την αφθαρτίσει, να την αθανατίσει, να την εισαγάγει εις την μακαριότητα του Θεού. Η Εκκλησία ακόμη είναι το θαυμάσιον θεραπευτήριον. Η Εκκλησία είναι η κιβωτός η αληθής που σώζει.
Αλλά ας κλείσομε με αυτά τα θαυμάσια λόγια του Ιερού Χρυσοστόμου: «Μή απέχου ἀπό Ἑκκλησίας. Οὐδέν γάρ Ἑκκλησίας ισχυρότερον(:Μην απομακρύνεσαι από την Εκκλησία. Δεν υπάρχει τίποτα ισχυρότερο από την Εκκλησία). Ἡ ἐλπίς σου; Ἡ Ἑκκλησία. Ἡ σωτηρία σου; Ἡ Ἑκκλησία. Ἡ καταφυγή σου; Ἡ Ἑκκλησία».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_123.mp3
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
ΜΝΗΜΗ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ:
α) Η απόδοση τιμής προς τον Χρυσορρήμονα Πατέρα της Εκκλησίας μας
β)Ερμηνεία της προτάσεως της Θείας Λειτουργίας του Ιερού Χρυσοστόμου: «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε»
[εκφωνήθηκε στις 13-11-2000]
Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας τιμά και γιορτάζει τη μνήμη του μεγάλου διδασκάλου της, του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Ό,τι να πει κανείς ή να εγκωμιάσει, πάντα θα έμενε φτωχό μπροστά σε μία τόσο μεγάλη μορφή του λόγου της εκκλησιαστικής διακονίας και της αγιότητος που ήτο ο Ιερός Χρυσόστομος. Αλλ΄έστω και ελλιπώς, κάτι θα μπορούσαμε να πούμε.
Η Εκκλησία μας τον χαρακτηρίζει με πολλά επίθετα, τα οποία και σας απαριθμώ: «χρυσήλατον σάλπιγγα» -δηλαδή μία σάλπιγγα χρυσή-, «θεόπνευστον ὄργανον», «δογμάτων πέλαγος ἀνεξάντλητον», «Ἐκκλησίας στήριγμα», «νοῦν οὐράνιον», «σοφίας βυθόν», «κρατῆρα πάγχρυσον», «ἀστέρα ἄδυτον», «μετανοίας κήρυκα», «πιστῶν ὑπογραμμόν», «μαρτύρων ἐφάμιλλον», «ἀγγέλων ἰσοστάσιον», «ἐνδιαίτημα Γραφῶν», και, τέλος, «Χρυσόστομον». Έτσι βλέπομε ότι ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αγαπητοί μου, στάθηκε μια πάρα πολύ μεγάλη μορφή.
Ο άγιος Ιωάννης εγεννήθη στη Μεγάλη Αντιόχεια της Συρίας το 354 από γονείς επισήμους. Ο πατέρας του ήταν ανώτερος αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού, που όμως ενωρίτατα απέθανεν και άφησε τον μικρόν Ιωάννην, ορφανόν, στη φροντίδα της μητέρας του, Ανθούσης, που ήταν τότε μόλις είκοσι ετών, η μητέρα του, είκοσι ετών…Και οι δύο οι γονείς του ήσαν Χριστιανοί. Μεγάλη όμως φροντίδα μορφώσεως ανέλαβε η μητέρα του. Σε ηλικία 18 ετών ο Ιερός Χρυσόστομος, ο οποίος Ιωάννης ελέγετο, το «Χρυσόστομος» είναι επίθετο όπως ήδη σας είπα, εγκατέλειψε τις ρητορικές του σπουδές – δηλαδή θα λέγαμε ό,τι ακριβώς θα σπούδαζε κανείς για δικηγόρος- και άρχισε την παρακολούθηση θεολογικών μαθημάτων, όπου και εβαπτίσθη. Τότε εβαπτίζοντο σε μεγάλην ηλικίαν.
Μετά από τρία χρόνια, κατέφυγε στην έρημο όπου έμεινε σε υποταγή γέροντος τέσσερα χρόνια, αλλά άλλα δύο χρόνια έμεινε μόνος του σε σπήλαιον ασκούμενος- γι΄αυτό και η υγεία του ήτο πάρα πάρα πολύ ευαίσθητη. Αφού επέστρεψε στην Αντιόχεια, εχειροτονήθη διάκονος και ύστερα από πέντε χρόνια εχειροτονήθη πρεσβύτερος. Τώρα η δράσις του στην Αντιόχεια είναι πολύ μεγάλη. Είναι άοκνος· δεν τεμπελιάζει σε τίποτα. Θέλει τα πάντα να προσφέρει. Εκτός βέβαια το φιλανθρωπικό έργο και το ποιμαντικό, εκήρυττε διαρκώς. Διαρκώς- διαρκώς. Ομίλει κάθε Κυριακή και κάθε Παρασκευή, αλλά και σε περιόδους όπως οι Σαρακοστές, η Διακαινήσιμος κλπ., ωμίλει κάθε μέρα. Έστω και αν υποτεθεί- λέγεται μάλιστα ένα περιστατικό ότι κάποτε ένας άνθρωπος μόνο ήταν και του έκανε κήρυγμα ο άγιος Ιωάννης. Και έτσι διαρκώς ωμίλει, ευκαίρως-ακαίρως.
Οι λόγοι του είναι τόσοι πολλοί, ώστε υπερβάλλουν όλους τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Όλους! Έχουν μαζευτεί όλα σε τόμους που εκεί βλέπουμε ότι πράγματι- η λεγομένη «Ελληνική Πατρολογία»- βλέπουμε πόσο υπερέβαλλε όλων των άλλων Πατέρων της Εκκλησίας μας εις τον λόγο του Θεού· διότι τον αγαπούσε πάρα πολύ τον λόγο του Θεού και έτσι είναι ο βαθύτερος ερμηνευτής που έχομεν εις την Αγίαν Γραφήν. Θα μπορούσε να συγκριθεί ίσως, μόνον, με τον Ωριγένη -όσοι έχετε μίαν παιδείαν του πράγματος, θα με καταλάβετε. Ίσως. Γιατί και ο Ωριγένης ήτο πλούσιος στον λόγο του Θεού. Πραγματικά.
Ως Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως απέκτησε πολλούς θαυμαστάς. Αυτό που λέμε εμείς σήμερα εκκλησιαστικό πρόβλημα της περιοχής μας, ξέρετε ότι δημιουργήθηκε στην εποχή του αυτό το εκκλησιαστικό πρόβλημα όταν ήλεγξε την αυτοκράτειρα ο Ιερός Χρυσόστομος και τον έστειλε στην εξορία; Εκράτησε αυτή η ταραχή μέσα στην Κωνσταντινούπολη τριάντα ολόκληρα χρόνια· και δεν ησύχασε ο λαός της Κωνσταντινουπόλεως παρά μόνο πια όταν επανέφεραν – τι;- τα λείψανά του πίσω πια· διότι πρέπει να σας πω, δύο φορές φυσικά τον έστειλαν στην εξορία- ανεκλήθη η πρώτη περίπτωσις, αλλά στη δευτέρα περίπτωση έχουμε τρία ολόκληρα χρόνια που ο Ιερός Χρυσόστομος περπατάει, περπατάει, περπατάει την γη της Μικράς Ασίας για να πάει, πού; Πουθενά. Δηλαδή από τόπου εις τόπον. Πήγαιναν άνθρωποι να τον συναντήσουν, τον έπαιρναν από κει οι στρατιώται και τον πήγαιναν πιο πέρα, πιο πέρα… Ώστε έφτασε στα Κόμανα της Μικράς Ασίας κατεξαντλημένος, τρία χρόνια περπατούσε… Χωρίς καμία άνεση σε τίποτα πουθενά.
Και στις 14 Σεπτεμβρίου, αγαπητοί μου, αφού ελειτούργησε, παρέδωκε το πνεύμα εις τον Θεόν με τη φράση που έμεινε παροιμιώδης για μας: «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν », δηλαδή «Δόξα τῷ Θεῷ για όλα». Αυτός υπήρξε ο Ιερός Χρυσόστομος που έχουμε σήμερα τη μνήμη του. Και σας είπα, εκοιμήθη στις 14 Σεπτεμβρίου. Ήταν η εορτή του Τιμίου Σταυρού. Θα μου πείτε: «Μα εμείς γιορτάζουμε σήμερα, 13 Νοεμβρίου». Ναι, διότι η Εκκλησία μας, που τιμά ιδιαιτέρως ιδιαιτέρως τον Ιερό Χρυσόστομο, και επειδή η εορτή του Τιμίου Σταυρού είναι πάρα πολύ μεγάλη, για να μην σκιάσει η μία εορτή την άλλην εορτήν, μετέθεσε την κοίμησιν του Ιερού Χρυσοστόμου στις 13 Νοεμβρίου. Για να μπορεί να τον τιμήσει λαμπρά, περίλαμπρα, εκτός από την γιορτή, βέβαια, της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Αυτός είναι ο λόγος της μεταθέσεως της ημερομηνίας που γιορτάζουμε τον Ιερόν Χρυσόστομον.
Δεν ξέρω αν γνωρίζετε ότι η Θεία Λειτουργία, αυτή που τελέσαμε τώρα, λέγεται του Ιερού Χρυσοστόμου. Όπως ακριβώς λέμε «τη Μεγάλην Σαρακοστήν έχουμε τη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου». Δηλαδή συνέθεσε τη Θεία Λειτουργία ο Ιερός Χρυσόστομος; Όχι, αγαπητοί μου. Προσέξτε. Η Θεία Λειτουργία ως τύπος, υπήρξε ως παράδοσις από την αρχαία Εκκλησία. Όμως υπήρχε μία συνήθεια τότε, η Θεία Λειτουργία να είναι ένας ανοιχτός χώρος, που μπορούσε ο εκάστοτε επίσκοπος- ή και πρεσβύτερος ενίοτε- να προσθέτει ή να αφαιρεί από την ακολουθία της Θείας Λειτουργίας κάποια στοιχεία. Να βάλει μία ευχή παραπάνω, μία ευχή παρακάτω, και είχαμε έτσι μία μεγάλη ποικιλία μορφής Θείας Λειτουργίας. Αυτό κράτησε πολύ καιρό, μερικούς αιώνες. Βέβαια, υπήρχε ένας κίνδυνος από τους αιρετικούς, που μπορούσαν να προσθέτουν και να αφαιρούν από τη Θεία Λειτουργία και έτσι με τον τρόπον αυτόν να εισαγάγουν τις αιρετικές των δοξασίες. Γι΄αυτό η Εκκλησία έκλεισε το θέμα της Θείας Λειτουργίας, το έκανε θέμα κλειστόν. Δεν μπορείς ούτε να προσθέσεις, ούτε να αφαιρέσεις. Για τον λόγο που σας εξήγησα.
Ωστόσο, κάποιες μορφές έφτασαν μέχρι τον Μέγαν Βασίλειο- Θείας Λειτουργίας μορφές- μέχρι τον Ιερό Χρυσόστομο. Έτσι ο μεν Μέγας Βασίλειος φιλοτέχνησε τη Θεία Λειτουργία, δηλαδή την εστόλισε τόσο πολύ, την έκανε τόσο ωραία- ο Μέγας Βασίλειος ώστε την παρέδωσε στην Εκκλησία, αλλά ήτο λίγο μακρά. Είναι η γνωστή Θεία Λειτουργία που έχουμε τη Μεγάλη Σαρακοστή τις Κυριακές. Τη Μεγάλη Σαρακοστή. Ο Ιερός Χρυσόστομος πήρε τη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου και την έκανε, τη σμίκρυνε, τη συντόμευσε. Έτσι και εκείνος εστόλισε τη Θεία Λειτουργία- η γνωστή που επικράτησε πλέον να λέγεται «του Ιερού Χρυσοστόμου». Σημειώσατε ότι οπουδήποτε πάτε στον ορθόδοξο κόσμο θα βρείτε πάντα τη Λειτουργία του Ιερού Χρυσοστόμου, εκτός βέβαια από τη Μεγάλη Σαρακοστή, αν θέλετε, των Θεοφανείων, αν θέλετε στη γιορτή του Μεγάλου Βασιλείου κλπ. Δέκα φορές τον χρόνο λέγεται η Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, αλλά όλες τις άλλες φορές λέγεται η Λειτουργία του Ιερού Χρυσοστόμου. Έτσι λοιπόν ο τύπος, η μορφή της Θείας Λειτουργίας είναι έργο δικό του, του Ιερού Χρυσοστόμου.
Και τι δεν μας παρέδωσε ο Ιερός Χρυσόστομος; Πραγματικά… Ένα πράγμα μόνο θα είχα πάνω στο σημείο αυτό να πω. Δυστυχώς οι Χριστιανοί μας δεν καταλαβαίνουν τη Θεία Λειτουργία και δεν μπορούν να εκτιμήσουν την αξία της. Βέβαια, όχι με την έννοια της γλώσσης- διότι στην εποχή μας, επί παραδείγματι, επικρατούν κάποια εγκόλπια-που μπορεί ο πιστός να κρατάει ένα τέτοιο εγκόλπιο, βλέπει από δω το κείμενο της Θείας Λειτουργίας όπως λέγεται από τους ιερείς κλπ. τους ψάλτες, και από την άλλη, έχει μίαν μετάφρασιν ή, αν θέλετε, ακόμη και μίαν ερμηνείαν. Όμως δεν είναι αρκετό αυτό. Ο λαός μας δεν έχει κατηχηθεί εις τον χώρον της Θείας Λειτουργίας. Και έτσι δεν εκτιμά όσο θα έπρεπε τη Θεία Λειτουργία.
Βέβαια, δεν έχουμε παράπονο, έχουνε περάσει 2000 χρόνια από Γεννήσεως Χριστού και πάλι έχουμε κάποιο κόσμο στη Θεία Λειτουργία, παρότι γνωρίζουμε ότι προϊόντος του χρόνου, φθάνοντας στα έσχατα της Ιστορίας, οι πιστοί θα γίνονται λιγότεροι και λιγότεροι… Μη μας τρομάζει αυτό· διότι θα αρχίσει να ενεργεί ο Αντίχριστος, η αθεΐα, ο Αντίχριστος θα επιτρέψει την αθεΐα κλπ. κλπ. και στο τέλος τη λατρεία του εαυτού του· κι έτσι, θα ‘χουμε μείωση των πιστών που θα προσέρχονται στη Θεία Λειτουργία ή που θα μένουν πιστοί, θα ‘χουμε μία μείωση. Σας το λέω να το ξέρετε για να μην παραξενευόμαστε διότι ευρισκόμεθα, αγαπητοί μου, σε ημέρες έσχατες, τελευταίες και πρέπει να το ξέρουμε αυτό, για να μην σκανδαλιζόμεθα. Δεν εξόφλησε ο Χριστιανισμός, εξόφλησαν οι πιστοί… Κι αυτό είναι η τραγική τους κατάσταση. Των Χριστιανών! Λοιπόν. Ας είναι.
Πρέπει να βαθαίνουμε, συνεπώς, εις την Θεία Λειτουργία, να την γνωρίζουμε, τι είναι η Θεία Λειτουργία. Θα μείνω μόνο σε ένα σημείο, από έλλειψη χρόνου, που φυσικά, αν έπρεπε να ερμηνεύουμε τη Θεία Λειτουργία, θα θέλαμε πάρα πολύ καιρό. Προσέξτε… Όταν τελεστεί το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας, βγαίνει ο διάκονος- αν υπάρχει- και λέγει: «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε». Όλοι το ξέρουμε αυτό, όλοι το έχουμε ακούσει. Και τώρα προ ολίγου το ακούσαμε.
«Προσέλθετε». Αυτό θα ερμηνεύσω μόνο, τίποτε άλλο. Το «προσέλθετε» σημαίνει κάλεσμα, μία κλήση που θα πρέπει όλοι να προσέλθουν, για να γίνουν κοινωνοί του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Βέβαια, στην αρχαία Εκκλησία κοινωνούσαν όλοι. Μηδενός εξαιρουμένου! Σήμερα ελάχιστοι κοινωνούν και, αν καλώς αντιλήφθηκα, αν και ίσως θα είπατε μερικοί: «Πού να νηστέψουμε Κυριακή για να κοινωνήσουμε σήμερα, Δευτέρα;». Κανείς δεν κοινώνησε από σας… Αν καλώς αντιλήφθηκα…
Στην αρχαία Εκκλησία κοινωνούσαν όλοι! Εάν κάποιος δεν κοινωνούσε- υπάρχουν κανόνες της Εκκλησίας μας πάνω σ’ αυτό- εάν κάποιος δεν κοινωνούσε, έπρεπε να δώσει εξήγηση, το γιατί δεν κοινώνησε, γιατί αλλιώτικα θα εθεωρείτο, επειδή δεν κοινώνησε, ότι προκάλεσε αταξίαν. Για σκεφθείτε, για σκεφθείτε… Προκάλεσε αταξίαν…
Εν τοιαύτη περιπτώσει, καλούνται όλοι να κοινωνήσουν. «Προσέλθετε», λέει. «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε». Έπρεπε να προσέλθουν, με τρεις προϋποθέσεις. Η πρώτη προϋπόθεσις, «μετά φόβου Θεοῦ»· η δευτέρα προϋπόθεσις, «μετά πίστεως» και η τρίτη προϋπόθεσις, «μετά ἀγάπης». Θα μου πείτε «Είναι πολύ απλά, τα καταλαβαίνουμε». Είναι κάτι βαθύτερο. Ας τα αναλύσουμε, λοιπόν.
Ο πρώτος όρος: «Μετὰ φόβου Θεοῦ». Γιατί με φόβο Θεού; Όταν πηγαίνουμε στο πηγάδι, στην πηγή, στη βρύση να πάρουμε νερό, έχουμε φόβο Θεού; Ούτε έχουμε, ούτε δεν έχουμε. Εδώ γιατί λέγεται ότι για να λάβω κάτι, πρέπει να το λάβω αυτό με φόβο Θεού; Γιατί ο χώρος είναι του Θεού. Η Θεία Λειτουργία, ο χρόνος, είναι του Θεού. Πρέπει λοιπόν να προσέλθω εις τον Θεόν με φόβο. Και ως προς τον χώρον, που είναι ο ναός, και ως προς τον χρόνον, που είναι η διάρκεια της Θείας Λειτουργίας. Έτσι λοιπόν έχουμε τον ευχαριστιακόν χωροχρόνον, ευχαριστιακόν, επειδή τελέσαμε το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας· χωροχρόνον, χώρον και χρόνον, που βεβαίως τώρα δεν θα πάμε όπως πηγαίναμε για οποιοδήποτε άλλο θέμα μας που μας απασχολεί στην καθημερινότητα, αλλά θα πάμε με φόβο Θεού.
Δεύτερος όρος. «Μετά πίστεως». Δηλαδή; Αυτό ίσως δεν το ξέρουμε. Όταν λέμε «μετά πίστεως», δηλαδή να πιστεύουμε ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Θεός Λόγος, ο Ενανθρωπήσας κ.τ.λ. κ.τ.λ., εκείνα τα οποία μπορούμε να λέμε εις το Σύμβολον της Πίστεως; Που λέμε: «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν» κλπ. κλπ.; Βλέπετε το σύμβολον της Πίστεως λέγεται μέσα στη Θεία Λειτουργία· και ανανεώνεται αυτή η πίστις. Όταν λοιπόν λέμε «μετά πίστεως», αυτό εννοούμε; Όχι, αγαπητοί μου. Δεν εννοούμε αυτό· διότι, εάν δεν πιστεύαμε εις τον Ιησούν Χριστόν δεν θα προσερχόμεθα εις την Θείαν Λειτουργίαν. Οι άθεοι έρχονται στη Λειτουργία; Ποτέ. Τότε τι σημαίνει αυτό το «μετά πίστεως»; Αυτό θέλω να κρατήσετε, σας παρακαλώ θερμά. «Πιστεύω ότι αυτό που θα πάρω είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού». Αυτό είναι το καινούριο. Όχι λοιπόν γενικά περί πίστεως, αλλά ειδικά ότι αυτό που θα πάρω είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Και αυτό το πράγμα εκφράζεται, αγαπητοί μου, σε πολλά σημεία.
Αν έχετε την καλή πρόθεση και όταν πρόκειται να κοινωνήσετε, μελετάτε την ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως στο σπίτι σας, αυτό θα το έχετε συναντήσει. Και παρακαλώ, να μελετάτε, να λέτε την ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως. Είναι χωρισμένη σε μερικά κομμάτια. Ένα τμήμα το λέμε αποβραδίς στο απόδειπνο. Ένα άλλο τμήμα το λέμε το πρωί πριν φύγουμε για την Εκκλησία. Ένα άλλο τμήμα – τρίτο τμήμα- το λέμε λίγο πριν κοινωνήσουμε, μέσα στην Εκκλησία. Και το τελευταίο- τέταρτο- τμήμα το λέμε αφού θα ‘ χουμε κοινωνήσει, γυρίζουμε στην καρέκλα μας πίσω και λέμε το υπόλοιπον της ακολουθίας.
Ε, λοιπόν, δεν θα σας κουράσω πιο πολύ, δεν θα μείνω σε λεπτομέρειες, παρά μόνο σε ένα σημείον. Λίγο πριν κοινωνήσουμε και κρατάμε το εγκόλπιό μας, η πρώτη ευχή ξέρετε τι λέει; «Ἔτι πιστεύω ὅτι αὐτό τοῦτο ἐστι τὸ ἄχραντον Σῶμά σου καὶ αὐτό τοῦτο ἐστι τὸ τίμιον Αἷμά σου». «Ακόμη», λέει ο πιστός, «πιστεύω ότι αυτό που θα πάρω τώρα, σε λίγα λεπτά είναι το Τίμιον Σώμα Σου, το Τίμιον Αίμα Σου». Όταν λέει «αὐτό τοῦτο»- λίγα, λίγα ελληνικά να ξέρουμε, σχολείο να πήγαμε- «αὐτό τοῦτο» θα πει: «αὐτό τοῦτο»! Δηλαδή; «Αυτό που το στόμα μου, η γεύσις μου θα με πληροφορεί ότι είναι κρασί και ψωμί», αλλά δεν θα είναι, διότι μυστηριακά μετεβλήθη σε Σώμα και Αίμα του Χριστού. Αυτό, το ανανεώνω την τελευταία στιγμή, ότι είναι το Σώμα Σου και το Αίμα Σου. Πραγματικά!
Φτάνει ο απόστολος Παύλος να πει στους Κορινθίους ότι πολλοί που έρχονται να κοινωνήσουν – λέει στους Κορινθίους – όταν προσέρχονται, δεν πιστεύουν ότι είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, γι΄αυτό – ακούστε τη συνέπεια- «ανάμεσά μας υπάρχουνε άρρωστοι, αλλά και πεθαίνουν αρκετοί, επειδή δεν διακρίνουν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού». Θα’ φτανα να σας πω, με βάση τον Απόστολο Παύλο, να σας πω το εξής: Αγαπητοί μου, αμαρτίες κάνουμε όλοι. Έχουμε μικρές αμαρτίες, έχουμε μεγάλες αμαρτίες. Δεν υπάρχει αντίρρησις. Αν μου λέγατε: «Ποια είναι η πιο μεγάλη αμαρτία;», θα σας έλεγα, αν το φανταζόσαστε…: «Όταν πηγαίνω να κοινωνήσω και δεν πιστεύω ότι είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού». Γι’ αυτό πολλές φορές εσείς οι μανάδες λέτε στα παιδάκια σας: «Έλα, θα σου δώσει ο παππούλης κρασάκι, ψωμάκι». Τι «κρασάκι»; Τι «ψωμάκι»; Είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Με καταλαβαίνετε, αγαπητοί μου; Προσοχή λοιπόν και επειδή αυτό με συνέχει εμένα, σας το λέγω αλήθεια, γι΄αυτό επέλεξα σήμερα στην αγάπη σας να πάρω σήμερα από τη Θεία Λειτουργία του Ιερού Χρυσοστόμου μόνον αυτό το σημείον και να σας το αναλύσω.
Και επειδή περνάει ο χρόνος πολύ γρήγορα, να προχωρήσω και εις τον τρίτον όρον που με καλεί η Εκκλησία να κοινωνήσω: «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης». Ποια αγάπη; Βέβαια, θα λέγαμε, την αγάπη προς τον πλησίον. Δεν υπάρχει αντίρρησις. Αλλά δεν είναι η αγάπη προς τον πλησίον. Βέβαια, λέει ο λόγος του Θεού, ο Χριστός μάς το είπε: «Εκεί που θα θυμηθείς -πας, λέει, το δώρο σου στον ναό, το πρόσφορό σου, κι εκεί θυμάσαι ότι…τσακώθηκες με τη γειτόνισσά σου. Άφησε το δώρο σου, πήγαινε να συμφιλιωθείς και μετά γυρίζεις να προσφέρεις το δώρο σου». Δεν υπάρχει αντίρρησις ότι είναι και αυτό.
Αλλά εδώ ειδικά όταν λέγει «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε», αυτή η αγάπη δεν είναι προς τον πλησίον. Πάντα, πάντα και κατά κανόνα μιλάμε για την αγάπη προς τον πλησίον, αγάπη προς τον πλησίον, σε όλες τις νότες και τις…, όχι, αγαπητοί μου. Είναι η αγάπη προς τον Ιησούν Χριστόν. Τον αγαπάς; Σου προσφέρει το Αίμα Του. Σου προσφέρει το Σώμα Το. Τον αγαπάς τον Ιησούν Χριστόν; Είναι η αγάπη σου πολύ μεγάλη; Θα μπορούσε να φτάσει, μέχρι τον βαθμό του μαρτυρίου; Τι νομίζετε, όταν οι μάρτυρες, τα εκατομμύρια των μαρτύρων, έδωσαν τη ζωή τους, την έδωσαν για την πίστη στον Χριστό; Διορθώνω. Βεβαίως και για την πίστη στον Χριστό. Την έδωσαν τη ζωή τους, προσέξτε, για την αγάπη του Χριστού. Περί αυτής της αγάπης μας ομιλεί σήμερα αυτό το σημείο που λέμε στη Θεία Λειτουργία: «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε». Η αγάπη μου μπορεί να φτάσει εις το επίπεδον εις τον βαθμόν του μαρτυρίου; Τότε, μάλιστα, τότε μπορώ να κοινωνήσω.
Αγαπητοί μου, αυτά τα λίγα είχα να σας πω. Τα πολύ λίγα, παίρνοντας ένα μικρό δείγμα από τη Λειτουργία του Ιερού Χρυσοστόμου για να σας βοηθήσω πώς να καταλάβουμε τη Θεία Λειτουργία, αλλά και ακόμα επειδή έχουμε ανάγκη κατηχήσεως, κι εμείς οι ιερείς φταίμε όταν δεν κατηχούμε τον λαό του Θεού. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, αναμφισβήτητα, για να τιμήσουμε και τον Ιερόν Χρυσόστομον, που σήμερα έχομεν την μνήμη του, αυτού του μεγάλου ανδρός, του μεγάλου προσώπου, του γνησίου τέκνου της Ορθοδοξίας μας και της Εκκλησίας μας, που τόσο πολύ, ομολογουμένως, αγαπάμε. Γιατί, αν αγαπάμε τον Χριστόν, αγαπάμε και τους φίλους του Χριστού. Έτσι λέει ο Ψαλμωδός Δαβίδ: «Για μένα», λέει, «οι φίλοι σου μου είναι πολύ αγαπητοί». Και ποιοι είναι οι φίλοι του Χριστού; Οι άγιοι. Όταν λοιπόν αγαπάμε και τους αγίους, αγαπάμε και τον Χριστόν.
Εύχομαι ο Ιερός Χρυσόστομος με τις πρεσβείες του να μας φωτίζει και να μας καθοδηγεί, για να κατανοούμε πώς πρέπει και εμείς να ζούμε και να αγαπάμε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
απομαγνητοφώνηση και ηλεκτρονική επιμέλεια κειμένου:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΗ:
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 10,25-37]
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗ
«Καὶ ἰδοὺ νομικός τις ἀνέστη ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;(:Εκεί που κάθονταν, ιδού σηκώθηκε κάποιος νομοδιδάσκαλος για να δοκιμάσει τον Χριστό και να αποδείξει ότι δεν γνώριζε ο Ιησούς τον νόμο και Του είπε: ‘’Διδάσκαλε, ποιο έργο αρετής ή ποια θυσία πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω τη μακάρια και αιώνια ζωή;’’). Ὁ δὲ εἶπεν πρὸς αὐτόν, ᾽Εν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν, Ἀγαπήσεις κύριον τὸν θεόν σου ἐξ ὅλης [τῆς] καρδίας σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ἰσχύϊ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν(: Και ο Κύριος τού είπε: ‘’Στον νόμο τι έχει γραφεί; Εσύ που σπουδάζεις και ερευνάς τον νόμο, τι διαβάζεις εκεί για το ζήτημα αυτό; Και πώς το αντιλαμβάνεσαι;’’. Ο νομικός τότε του αποκρίθηκε: ‘’Στον νόμο είναι γραμμένο το εξής: ‘’Να αγαπάς τον Κύριο και Θεό σου με όλη σου την καρδιά, ώστε σε Αυτόν να είσαι ολοκληρωτικά παραδομένος, με όλα τα βάθη της εσωτερικής και πνευματικής υπάρξεώς σου· και με όλη σου την ψυχή, ώστε Αυτόν να ποθείς, με όλο το συναίσθημά σου· και με όλη τη θέληση και τη δύναμή σου, ώστε καθετί που θα κάνεις να είναι σύμφωνο με το θέλημά Του. Και με όλη σου τη δύναμη και με δραστηριότητα ακούραστη να εργάζεσαι για την εφαρμογή του θελήματός Του. Να Τον αγαπάς και με τον νου σου ολόκληρο, ώστε Αυτόν πάντοτε να σκέφτεσαι. Να αγαπάς επίσης και τον πλησίον σου, τον συνάνθρωπό σου, όσο και όπως αγαπάς τον εαυτό σου)»[Λουκά, 10,25-27].
Λέγοντας «καιρόν» εννοεί εκείνον κατά τον οποίο διέμενε ο Σωτήρας στη γη, Αυτός που είναι παντού παρών, και δεν απομακρύνεται από τα πατρικά Του. Νομικό βέβαια εδώ ο ευαγγελιστής, ονομάζει τον γνώστη των νόμων, σύμφωνα με τη συνήθεια των Ιουδαίων, δηλαδή εκείνον που νομίζει ότι γνωρίζει τον νόμο, αλλά στην πραγματικότητα δεν τον γνωρίζει ακόμα. Αυτός νόμισε ότι θα συναρπάσει τον Χριστό. Και σε ποιους, θα σας πω. Κάποιοι λογοποιοί που ήταν συνηθισμένοι στις αθυροστομίες, περιφέρονταν σε όλη τη χώρα των Ιουδαίων, ακόμα και σε αυτήν την Ιερουσαλήμ, κατηγορώντας τον Χριστό και λέγοντας, ότι η εντολή βέβαια που δόθηκε μέσω του Μωυσή είναι ανώφελη, Αυτός όμως φέρνει καινούργιες διδασκαλίες. Υπήρχαν όμως και κάποιοι από εκείνους που είχαν ήδη πιστέψει, οι οποίοι αντιδρούσαν στα λεγόμενα εκείνων, αποδεχόμενοι παντού το ευαγγελικό και σωτήριο κήρυγμα.
Θέλοντας λοιπόν ο νομικός, δηλαδή νομίζοντας ότι θα παγιδεύσει τον Χριστό να πει κάτι εναντίον του Μωυσή, δηλαδή εναντίον των εντολών που είχε παραδώσει ο Μωυσής, λέγοντας ότι η δική Του διδασκαλία είναι ανώτερη, πλησίασε Αυτόν, πειράζοντάς Τον και λέγοντας: «Τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;». Τον πλησιάζει με υποκρισία και ύφος προσποιητό, και υποκρινόμενος ότι τον τιμά, τον ονομάζει διδάσκαλο, ώστε με τα καλόλογά του να μη γίνει αντιληπτό το δόλιο πείραγμά του. Αλλά θα μπορούσε κάποιος από αυτούς που γνωρίζουν το μυστήριο της Ενσάρκου οικονομίας να του πει: «Εάν γνώριζες καλά τον νόμο και το βαθύτερο νόημα της διδασκαλίας που είναι κρυμμένη σε αυτόν, δεν θα αγνοούσες ότι Αυτός τον οποίο επιχειρείς να πειράξεις, γνωρίζει τα απόκρυφα και μπορεί να δει καθαρά τις καρδιές αυτών που Τον πλησιάζουν. Τον αποκαλείς διδάσκαλο, ενώ δεν ανέχεσαι να μάθεις. Υποκρίνεσαι ότι Τον τιμάς, περιμένοντας να Τον παγιδεύσεις».
Πρόσεχε, σε παρακαλώ, πάλι την κακοήθεια στα λόγια του νομικού. Γιατί ενώ μπορούσε να πει: «Τι να κάνω για να σωθώ;», δηλαδή «να αρέσω στον Θεό και να λάβω την αμοιβή από Αυτόν;». Όμως εκείνα τα αφήνει και χρησιμοποιεί μάλλον τα λόγια του Σωτήρα, ρίχνοντας στο δικό του κεφάλι τα γέλια. Επειδή δηλαδή ο Σωτήρας των όλων Χριστός συνήθιζε να μιλά συχνά για την αιώνια ζωή σε εκείνους που Τον πλησίαζαν, μιλώντας, όπως είπα, ο περιαυτολόγος νομικός, χρησιμοποιεί τα δικά Του λόγια.
Όμως αν ήσουν πραγματικά φιλομαθής, νομικέ, θα είχε ακούσει από Αυτόν αυτά που οδηγούν στην αιώνια ζωή, επειδή όμως Τον πειράζεις με κακή πρόθεση, δεν θα ακούσεις τίποτε άλλο, παρά μόνο αυτά που έχουν νομοθετηθεί από παλαιά τα χρόνια μέσω του Μωυσή, τα οποία προφανώς δεν είχαν την αιώνια ζωή ως ανταμοιβή, αλλά μόνο αυτήν που είναι δοσμένη εδώ και την απαλλαγή από τα κακά και την ανταπόδοση των καλύτερων. Γιατί λέγει ο προφήτης Ησαΐας: «Καὶ ἐὰν θέλητε καὶ εἰσακούσητέ μου, τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς φάγεσθε· ἐὰν δὲ μὴ θέλητε, μηδὲ εἰσακούσητέ μου, μάχαιρα ὑμᾶς κατέδεται· τὸ γὰρ στόμα Κυρίου ἐλάλησε ταῦτα(:Εάν λοιπόν θελήσετε και με ακούσετε και συμμορφωθείτε προς τις εντολές μου, θα φάγετε πλούσια τα αγαθά της γης. Εάν όμως δεν θελήσετε και δεν με υπακούσετε και απομακρυνθείτε από εμένα, η μάχαιρα των εχθρών σας θα σας καταφάει”. Το στόμα του Κυρίου είναι εκείνο, το οποίο διεκήρυξε αυτά και θα γίνουν όπως τα είπε)» [Ησ.1,19-20].
«Εἶπεν δὲ αὐτῷ, ᾽Ορθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. ὁ δὲ θέλων δικαιῶσαι ἑαυτὸν εἶπεν πρὸς τὸν ᾽Ιησοῦν, Καὶ τίς ἐστίν μου πλησίον;(:Του είπε τότε ο Κύριος: “Σωστή απάντηση έδωσες. Να κάνεις πάντοτε αυτό που είπες, και θα κληρονομήσεις τη βασιλεία του Θεού και θα ζήσεις σε αυτή”. Ο νομοδιδάσκαλος όμως θέλοντας να δικαιολογήσει τον εαυτό του , επειδή όπως αποδείχθηκε, έθεσε στον Ιησού ένα ερώτημα πάνω στο οποίο του ήταν γνωστή η απάντηση, είπε στον Ιησού: ‘’Και ποιον πρέπει να θεωρώ πλησίον μου σύμφωνα με την Αγία Γραφή;’’)»[Λουκ. 10,28-29].
Πλην όμως, όταν ο νομικός ανέφερε όσα αναγράφονται στον νόμο, επιτιμώντας την πονηρία και ελέγχοντας το δύστροπο αλαζονικό φρόνημά του, ο Χριστός που τα γνωρίζει όλα είπε: «Σωστά απάντησες. Αυτό να κάνεις και θα ζήσεις». Έχασε το θήραμά του ο νομικός, σχίσθηκε το δίχτυ της απάτης. Ας πούμε λοιπόν προς αυτόν τα λόγια του Ιερεμία: «Εὑρέθης καὶ ἐλήφθης, ὅτι τῷ Κυρίῳ ἀντέστης(:Βρέθηκες από τους εχθρούς σου αδύνατος πλέον, κυριεύτηκες από αυτούς· και τούτο, διότι εσύ πεισματικά αντιστάθηκες στον Κύριο)» [Ιερ.27,24].
Αφού απέτυχε στο κυνήγι, κυλίστηκε στη φιλοδοξία. Από την απάτη στην υπερηφάνεια, δανείζοντάς τον κατά κάποιο τρόπο οι κακίες μεταξύ τους. Γιατί ρώτησε όχι επειδή ήθελε να μάθει, αλλά όπως λέγει ο ευαγγελιστής, για να δικαιώσει τον εαυτό του. Πρόσεχε λοιπόν πώς με εγωισμό και μαζί και με υπεροψία, φώναζε με αναίδεια: «Και ποιος είναι ο πλησίον μου;». «Ποιος είναι αυτός», λέγει, «για να τον αγαπήσω σαν τον εαυτό μου; Είμαι ανώτερος όλων, είμαι νομικός, κρίνω τους πάντες, δεν κρίνομαι από κανένα· δικάζω και δεν δικάζομαι· διαφέρω από όλους· όλοι έχουν την ανάγκη μου, εγώ δεν έχω την ανάγκη κανενός· ποιος λοιπόν είναι ο πλησίον μου, για να τον αγαπήσω σαν τον εαυτό μου;». Κανένας πάλι, νομικέ, δεν είναι σαν εσένα; Τοποθετείς τον εαυτό σου πέρα από όλους; Κατέβασε τα φρύδιά σου· θυμήσου τον Παροιμιαστή που λέγει: «Κακὸς μεθ᾿ ὕβρεως πράσσει κακά, οἱ δὲ ἑαυτῶν ἐπιγνώμονες σοφοί(:Ο αμετανόητος κακός άνθρωπος διαπράττει με θρασύτητα το κακό και καυχάται γι’ αυτό. Όσοι όμως έχουν αυτογνωσία είναι σοφοί και ταπεινόφρονες)» [Παροιμ.13,10].
Πραγματικά το νόημα της ζωής βρίσκεται σε αυτό, στο να αγαπάμε τον Θεό και τον πλησίον, χωρίς να εναλλάσσονται από εμάς, αλλά επεκτείνοντας αυτούς πέρα από τα ιουδαϊκά μέτρα, και εντάσσοντας την επέκταση στο νόημα των εντολών που έχουν λεχθεί. Γιατί το να αγαπάμε τον Θεό με όλη την καρδιά μας και την ψυχή μας και τη δύναμή μας, αποκλείει την αγάπη προς τα χρήματα, προς την ηδονή και προς την κενοδοξία, μας βγάζει από την κοσμική διάθεση, μας κάνει εκλεκτούς από τον κόσμο, μας ενώνει με τον Χριστό και για να μιλήσουμε γενικά μας κάνει από Ιουδαίους, Χριστιανούς. Και η καλώς νοούμενη αγάπη προς τον πλησίον, όταν δεν απευθύνεται μόνο προς τον ομοεθνή, αλλά προς κάθε ομογενή, γίνεται ακόλουθος της αγάπης προς τον Θεό, προσλαμβάνοντας και το κατά μίμηση του Χριστού, το να τον αγαπάμε όχι μόνο όπως τον εαυτό μας, αλλά και περισσότερο από τον εαυτό μας, ώστε να θυσιάζουμε τη ζωή μας για τους φίλους, πράγμα βέβαια που έκανε ο Κύριος.
Και επαινέθηκε βέβαια ο νομικός για την καλή απάντησή του, όμως εκδήλωσε το πάθος της αλαζονείας του, λέγοντας ότι κανένας δεν είναι πλησίον του, γιατί κανείς δεν ήταν εφάμιλλος με αυτόν ως προς τη δικαιοσύνη. Πίστευε δηλαδή αυτά που πίστευε και ο Φαρισαίος εκείνος που έλεγε: «Ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης(:Σε ευχαριστώ, Θεέ μου, διότι δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί ή και όπως αυτός ο τελώνης)»[Λουκά 18,11], μη γνωρίζοντας ότι αυτό βλάπτει τη δικαιοσύνη, το να μην κάνει από αγάπη αυτό που κάνει. Συλλαμβάνεται λοιπόν και αυτός φτωχός από αγάπη, οπωσδήποτε βέβαια και της αγάπης προς τον Θεό, αλλά όπως είναι φανερό και της προς τον πλησίον, αφού θεωρεί ότι δεν υπάρχει κάποιος πλησίον γι΄αυτόν. Και είναι φανερό ότι, αφού δεν αγαπά τον αδελφό που τον έχει δει, δεν μπορεί να αγαπά τον Θεό, τον οποίο δεν έχει δει.
«Ὑπολαβὼν ὁ ᾽Ιησοῦς εἶπεν, ῎Ανθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ ᾽Ιερουσαλὴμ εἰς ᾽Ιεριχὼ καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν, οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ. κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν· ὁμοίως δὲ καὶ Λευίτης [γενόμενος] κατὰ τὸν τόπον ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθεν. Σαμαρίτης δέ τις ὁδεύων ἦλθεν κατ᾽ αὐτὸν καὶ ἰδὼν ἐσπλαγχνίσθη(: Τότε ο Ιησούς με την αφορμή αυτή πήρε τον λόγο και είπε: Κάποιος άνθρωπος κατέβαινε από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ κι έπεσε σε ενέδρα ληστών. Αυτοί δεν αρκέστηκαν μόνο να του πάρουν τα χρήματά του, αλλά και τον έγδυσαν, τον τραυμάτισαν, τον γέμισαν με πληγές και έφυγαν, αφού τον άφησαν μισοπεθαμένο. Κατά σύμπτωση τότε κατέβαινε στον δρόμο εκείνο κάποιος ιερέας, και ενώ τον είδε, τον προσπέρασε από το απέναντι μέρος του δρόμου χωρίς να του δώσει σημασία ή κάποια βοήθεια. Το ίδιο και κάποιος Λευίτης που περνούσε από το μέρος εκείνο, ενώ πλησίασε και είδε τον πληγωμένο, απομακρύνθηκε αμέσως και τον προσπέρασε και αυτός από το απέναντι μέρος του δρόμου. Ένας Σαμαρείτης όμως που περνούσε από το δρόμο εκείνο, ήλθε στο μέρος όπου ήταν ξαπλωμένος, και όταν τον είδε τον σπλαχνίστηκε και τον πόνεσε)»[Λουκ.10,29-33].
Πρόσεχε πώς παρουσιάζει ο Σωτήρας ποιος είναι ο πλησίον, καθαρίζοντάς τον όχι από το γένος, ούτε εξετάζοντας την αρετή του, αλλά συνδέοντάς τον με τη φύση, διηγούμενος για εκείνον που έπαθε δεινά από ληστές, στον οποίο ταιριάζει φιλανθρωπία από κάθε άνθρωπο, γιατί αυτό απαιτεί η ίδια η φύση. Δείχνεται όμως με την παραβολή και τούτο, ότι βρίσκει τον από τη φύση του πλησίον αυτός που δεν είναι υπερήφανος, παρά ο υπερόπτης. Γιατί ο Σαμαρείτης παρουσιάζεται ανώτερος από τον ιερέα και τον Λευίτη. Γιατί αυτοί, ενώ κείτονταν μισοπεθαμένος και με πολύ μεγάλες κακώσεις, τον προσπέρασαν, χωρίς να αισθανθούν γι΄αυτόν τίποτε το ανθρώπινο, χωρίς να στάξουν το λάδι της αγάπης, αλλά εκδηλώνοντας μάλλον άσπλαχνο και σκληρό φρόνημα, ενώ ο αλλογενής που ανήκε στους Σαμαρείτες εκτέλεσε τον νόμο της αγάπης. Άκουε βέβαια και την παραβολή:
«Καὶ προσελθὼν κατέδησεν τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐκβαλὼν ἔδωκεν δύο δηνάρια τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν, ᾽Επιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ τι ἂν προσδαπανήσῃς ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι (: Τον πλησίασε τότε και του έδεσε με επιδέσμους τα τραύματά του αφού προηγουμένως τα έπλυνε και τα άλειψε με λάδι και με κρασί. Κι έπειτα τον ανέβασε στο ζώο του, τον πήγε σε κάποιο πανδοχείο και τον περιποιήθηκε, διακόπτοντας έτσι το ταξίδι του. Την άλλη μέρα το πρωί, φεύγοντας από το πανδοχείο που είχε διανυκτερεύσει, έβγαλε δύο δηνάρια, τα έδωσε στον ξενοδόχο και του είπε: Περιποιήσου τον για να γίνει καλά. Και ό,τι παραπάνω ξοδέψεις, εγώ καθώς θα επιστρέφω στην πατρίδα μου και θα ξαναπεράσω από εδώ, θα σου τα πληρώσω)»[Λουκ.10,34-35].
Κατά άλλη ερμηνεία: Επειδή σύμφωνα με αυτό που έχει γραφεί: «Καὶ ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς(:Ω, τον ταλαίπωρο τον άνθρωπο! Ενώ έχει λάβει από τον Θεό την ανυπολόγιστη τιμή της λογικής του φύσεως, δεν το κατανόησε και δεν συνετίστηκε, αλλά εξισώθηκε με τα άλογα και ανόητα κτήνη και έγινε όμοιος με αυτά κατά τον τρόπο της ζωής και τα ένστικτα)»[Ψαλμ.48,21], και κυριεύτηκε από κάθε ζωώδη και ακόλαστη επιθυμία, αφού έγινε απαρχή του γένους μας ο Χριστός, ο οποίος δεν γνώρισε αμαρτία, έδειξε πρώτος στον εαυτό Του να υπερβούμε αυτά τα κτηνώδη πάθη· γιατί Αυτός ανέλαβε τις αδυναμίες μας και βάσταξε τις αρρώστιες μας. Γι’ αυτό είπε ότι εκείνον που θεραπεύθηκε τον ανέβασε στο δικό του υποζύγιο. Γιατί μας έφερε στον εαυτό Του, επειδή είμαστε μέλη του σώματός Του. Αλλά και σε πανδοχείο τον πήγε· πανδοχείο βέβαια ονομάζει την Εκκλησία, η οποία δέχεται και χωρεί όλους.
Γιατί δεν θα ακούσουμε πια σύμφωνα με τη στενότητα της νομικής σκιάς και της τυπικής λατρείας: «Οὐκ εἰσελεύσεται Ἀμμανίτης καὶ Μωαβίτης εἰς ἐκκλησίαν Κυρίου· καὶ ἕως δεκάτης γενεᾶς οὐκ εἰσελεύσεται εἰς τὴν ἐκκλησίαν Κυρίου καὶ ἕως εἰς τὸν αἰῶνα (: στην ενώπιον του Κυρίου συνάθροιση δεν επιτρέπεται να προσέλθει Αμμανίτης και Μωαβίτης και έως δεκάτης ακόμη γενεάς. Στον αιώνα τον άπαντα δεν θα εισέλθει κανείς από αυτούς σε συγκέντρωση Κυρίου)»[Δευτ.23,4], αλλά «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος(:Λοιπόν, πηγαίνετε τώρα και διδάξατε σε όλα τα έθνη την αλήθεια. Και αυτούς που θα πιστέψουν και θα γίνουν μαθητές σας, βαπτίστε τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος)» [Ματθ.28,19] και «ἀλλ᾿ ἐν παντὶ ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτὸν καὶ ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῷ ἐστι(:αλλά σε κάθε έθνος, καθένας που ευλαβείται τον Θεό και εφαρμόζει δικαιοσύνη στη ζωή του, γίνεται δεκτός από Αυτόν)» [Πράξ.10,35].
Και αφού τον οδήγησε στο πανδοχείο, ζήτησε να τύχει μεγαλύτερης φροντίδας. Και πράγματι όταν συγκροτήθηκε η Εκκλησία από τα νεκρωμένα από την πολυθεΐα έθνη, ό ίδιος ο Χριστός ήταν σύμφωνα με αυτό που έχει γραφεί, που κατοικούσε και περπατούσε μέσα σε αυτήν και δώριζε κάθε πνευματικό χάρισμα.
Γι’ αυτό και στον προϊστάμενο του πανδοχείου (αυτός μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί τύπο των αποστόλων και των μετά από αυτούς ποιμένων και διδασκάλων), ανεβαίνοντας στον ουρανό, έδωσε δύο δηνάρια, για να φροντίσει με πολλή επιμέλεια τον άρρωστο. Και επιπρόσθετα του είπε: «Εάν δαπανήσει και περισσότερα, όταν επανέλθω εγώ θα σου τα δώσω». Δύο δηνάρια ονομάζει τις δύο Διαθήκες, και εκείνη που δόθηκε με τον νόμο του Μωυσή και των προφητών κα αυτή που δόθηκε με τα Ευαγγέλια και τις αποστολικές διατάξεις, που και οι δύο ήταν ενός Θεού, και έφεραν μία εικόνα του ουράνιου και ενός βασιλέως, όπως και τα δηνάρια, και σφράγιζαν και αποτύπωναν μέσα στις καρδιές μας, με τα ιερά λόγια, τον ίδιο χαρακτήρα, γιατί και μέσα σε αυτές είχε μιλήσει το ίδιο Πνεύμα.
Ας χαθούν ο Μάνης, και πριν από αυτόν ο Μαρκίων, οι αθεότατοι, οι οποίοι αποδίδουν αυτές σε διάφορους θεούς· γιατί ενός βασιλεία είναι τα δύο δηνάρια, και μαζί και τα δύο και ισότιμα δόθηκαν στον προϊστάμενό του πανδοχείου από τον Χριστό, τα οποία, παίρνοντάς τα οι ποιμένες των αγιότατων εκκλησιών, τα αύξησαν με τους κόπους και τους ιδρώτες των διδασκαλιών, και τα δαπάνησαν μέσα στην Εκκλησία, και με τη δαπάνη τα αύξησαν περισσότερο(γιατί τέτοιο είναι το νοητό αργύριο, ενώ δαπανάται, δε μειώνεται, αλλά αυξάνεται, πράγμα που είναι ο λόγος της διδασκαλίας) και όταν θα επανέλθει ο Κύριος, κατά την τελευταία ημέρα, θα πει ο καθένας: Κύριε, δύο δηνάρια μού έδωσες· Να ξοδεύοντάς τα μέσα στο ποίμνιό μου, έχω κερδίσει και άλλα δύο, με τα οποία αύξησα το ποίμνιο. Και απαντώντας θα πει: «Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου(:Εύγε δούλε, αγαθέ και πιστέ! Σε λίγα υπήρξες πιστός, σε πολλά θα σε εγκαταστήσω. Είσελθε για να λάβεις μέρος στη χαρά του Κυρίου σου)»[Ματθ.25,16-21].
«Τίς τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς; ὁ δὲ εἶπεν, ῾Ο ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾽ αὐτοῦ. εἶπεν δὲ αὐτῷ ὁ ᾽Ιησοῦς, Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως(: Λοιπόν, ρώτησε συμπερασματικά ο Ιησούς, ποιος από τους τρεις αυτούς σου φαίνεται ότι έκανε το καθήκον του προς τον συνάνθρωπο και αποδείχθηκε στην πράξη πλησίον και αδελφός εκείνου που έπεσε στα χέρια των ληστών; Και αυτός είπε: ‘’ Πλησίον’’ του αποδείχθηκε αυτός που τον σπλαχνίστηκε και τον ελέησε. Του είπε λοιπόν ο Ιησούς: “Πήγαινε και κάνε κι εσύ το ίδιο”)».
Δείχνε δηλαδή συμπάθεια σε κάθε άνθρωπο που πάσχει, χωρίς να εξετάζεις αν αυτός είναι συγγενής σου ή συμπατριώτης σου,και χωρίς να λογαριάζεις τις θυσίες και τους κόπους και τις δαπάνες που θα υποστείς για να βοηθήσεις και να συντρέξεις αυτόν που πάσχει, έστω και αν αυτός είναι εχθρός σου. Έτσι και ο Χριστός, που οι εχθροί του Τον έβριζαν «Σαμαρείτη», στην καταπληγωμένη και μισοπεθαμένη από τις αμαρτίες ανθρωπότητα έγινε ο καλός και αγαθός Σαμαρείτης. Και για να τη θεραπεύσει από τις πληγές της, όχι μόνο υπέστη κόπους, αλλά υποβλήθηκε και σε θάνατο σταυρικό)»[Λουκά,10,36-37]·[ερμην.απόδοση Παναγιώτου Τρεμπέλα].
Εύλογα ο Κύριος ρώτησε ποιον από τους τρεις θεώρησε ότι έγινε πλησίον εκείνου που έπαθε. Και αυτός απάντησε: «Εκείνος που του έδειξε ευσπλαχνία. Γιατί ούτε ο ιερέας, ούτε ο Λευίτης, έγινε πλησίον εκείνου που έπαθε, αλλά εκείνος που του έδειξε ευσπλαχνία». Και ο Κύριος σε αυτά απάντησε: «Πήγαινε και κάνε κι εσύ το ίδιο». Γιατί είναι ανώφελο το αξίωμα της ιεροσύνης σε εκείνους που το έλαβαν, και σε εκείνους που νομίζουν ότι είναι νομομαθείς με το να ονομάζονται νομομαθείς, εάν δεν ευδοκιμούν με τα ίδια τα έργα τους. Να λοιπόν έχει πλεχθεί το στεφάνι της αγάπης σε εκείνον ο οποίος αγάπησε τον πλησίον. Αυτός ήταν Σαμαρείτης, αλλά όχι αξιοκαταφρόνητος.
Γι’ αυτό ομολόγησε ο πρώτος μεταξύ των μαθητών, δηλαδή ο μακάριος Πέτρος, λέγοντας τα εξής: «Ἐπ᾿ ἀληθείας καταλαμβάνομαι ὅτι οὐκ ἔστι προσωπολήπτης ὁ Θεός, ἀλλ᾿ ἐν παντὶ ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτὸν καὶ ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῷ ἐστι(:Αλήθεια, καταλαβαίνω τώρα πολύ καλά, ότι ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης. Αλλά σε κάθε έθνος, καθένας, που ευλαβείται τον Θεό και εφαρμόζει δικαιοσύνη στη ζωή του, γίνεται δεκτός από Αυτόν)» [Πράξ.10,34-35]· γιατί ο Κύριος που αγαπά την αρετή, δέχεται όλους εκείνους που είναι εραστές των αγαθών έργων και τους ασπάζεται και τους θεωρεί γνήσιους και τους καθιστά άξιους των μελλοντικών αγαθών.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία».
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)
- Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Α΄», κεφάλαιο 10ο, σελ. 437-447.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.