ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ (23/10/2022)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ
Προς Γαλάτας, κεφάλαιο Α΄, εδάφια 11-19
11 Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ’ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· 12 οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι’ ἀποκαλύψεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. 13 ᾿Ηκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ, ὅτι καθ’ ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν, 14 καὶ προέκοπτον ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων.
15῞Οτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ 16 ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, 17 οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς ᾿Αραβίαν, καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. 18 ῎Επειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε· 19 ἕτερον δὲ τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ ᾿Ιάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
11 Σας γνωστοποιώ λοιπόν, αδελφοί, ότι το Ευαγγέλιο που σας κήρυξα δεν αποτελεί ανθρώπινη επινόηση. 12 Διότι όχι μόνο οι υπόλοιποι απόστολοι, αλλά κι εγώ δεν το παρέλαβα ούτε το διδάχθηκα από κάποιον άνθρωπο, αλλά το παρέλαβα με αποκάλυψη του Θεού, ο οποίος απευθείας μου φανέρωσε και μου αποκάλυψε τον Κύριο Ιησού. 13 Και το ότι το Ευαγγέλιο μου παραδόθηκε με υπερφυσική αποκάλυψη από τον ίδιο τον Θεό, αποδεικνύεται από τη δράση μου στο παρελθόν. Διότι ασφαλώς έχετε ακούσει για τη διαγωγή που έδειξα κάποτε, όταν ακολουθούσα τον νόμο και τα έθιμα των Ιουδαίων. Ακούσατε δηλαδή ότι καταδίωκα υπερβολικά την Εκκλησία του Θεού και προσπαθούσα να την καταστρέψω. 14 Και προόδευα στον Ιουδαϊσμό περισσότερο από πολλούς συνομήλικους συμπατριώτες μου και έδειχνα περισσότερο ζήλο απ’ αυτούς για τις παραδόσεις που κληρονομήσαμε από τους πατέρες μας.
15 Όταν όμως ευαρεστήθηκε ο Θεός, ο οποίος με ξεχώρισε και με διάλεξε από τον καιρό ακόμη που ήμουν στην κοιλιά της μητέρας μου, και με κάλεσε με τη χάρη Του, χωρίς εγώ από τα έργα μου να είμαι άξιος για μία τέτοια εκλογή, 16 να αποκαλύψει στο βάθος της ψυχής μου τον Υιό Του, για να Τον κηρύττω στα έθνη, αμέσως δεν συμβουλεύθηκα σάρκα και αίμα, δηλαδή κάποιον θνητό άνθρωπο, 17 ούτε ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να συναντήσω τους αποστόλους που είχαν κληθεί πριν από μένα στο αποστολικό αξίωμα, αλλά πήγα στην Αραβία και πάλι επέστρεψα στη Δαμασκό. 18 Έπειτα, μετά από τρία χρόνια από τότε που είχα επιστρέψει στο Χριστό, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσω από κοντά τον Πέτρο, κι έμεινα μαζί του δεκαπέντε μέρες. 19 Άλλον από τους αποστόλους δεν είδα, παρά μόνο τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Κυρίου.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΣΤ΄ΛΟΥΚΑ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο Η’, εδάφια 26-39
26 Καὶ κατέπλευσεν εἰς τὴν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν, ἥτις ἐστὶν ἀντίπερα τῆς Γαλιλαίας. 27Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν. 28 Ἰδὼν δὲ τὸν ᾿Ιησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς. 29 Παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους. 30 Ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· 31 καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. 32 Ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. 33Ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη.
34 Ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. 35 Ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ᾿ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν. 36 Ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς. 37 Καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο· αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. 38 Ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ᾿ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· 39 Ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. Καὶ ἀπῆλθε καθ᾿ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
26 Έπειτα έφθασε με το πλοίο στη χώρα των Γαδαρηνών, που είναι απέναντι από τη Γαλιλαία. 27 Και όταν βγήκε στη στεριά, τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που καταγόταν από την πόλη, ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια. Αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα. 28 Όταν όμως είδε τον Ιησού, από τον φόβο του έβγαλε μια δυνατή κραυγή, έπεσε στα πόδια του και με φωνή μεγάλη είπε: «Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σένα και τι ζητάς από μένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και μη μου επιβάλεις την τιμωρία να κλειστώ από τώρα μέσα στο σκοτάδι του Άδη». 29 Και είπε τα λόγια αυτά ο δαιμονισμένος, διότι ο Ιησούς είχε διατάξει το ακάθαρτο δαιμονικό πνεύμα να βγει από τον άνθρωπο· διότι από πολλά χρόνια τον είχε κυριεύσει, και του δημιουργούσε άγρια έξαψη. Γι ‘ αυτό τον έδεναν με αλυσίδες και με σιδερένια δεσμά στα πόδια, και τον φύλαγαν να μην κάνει κανένα κακό ή βλάψει κανέναν. Αλλά αυτός έσπαζε τα δεσμά και συρόταν βίαια από τον δαίμονα στις ερημιές. 30 Τον ρώτησε τότε ο Ιησούς: «Ποιο είναι το όνομά σου;». Κι αυτός του απάντησε: «Λεγεών, δηλαδή ταξιαρχία στρατιωτών». Και είχε αυτό το όνομα, διότι είχαν μπει μέσα στον άνθρωπο αυτό όχι μόνο ένα, αλλά πολλά δαιμόνια. 31 Και τα δαιμόνια αυτά με το στόμα του δαιμονισμένου Τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στα τρίσβαθα του Άδη.
32 Στο μεταξύ εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό. Και τα δαιμόνια Τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν σε εκείνους τους χοίρους. Και ο Κύριος τούς το επέτρεψε, επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, ο οποίος απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας. Με τον τρόπο αυτό ο Κύριος τιμώρησε την παρανομία τους αυτή. 33 Κι αφού βγήκαν τα δαιμόνια απ’ τον άνθρωπο, μπήκαν στους χοίρους. Τότε το κοπάδι όρμησε με ασυγκράτητη μανία προς το γκρεμό, κι έπεσε κάτω στη λίμνη και πνίγηκε. 34 Μόλις είδαν αυτό που έγινε εκείνοι που έβοσκαν τους χοίρους, έφυγαν και ανήγγειλαν το συμβάν της καταστροφής των χοίρων στους κατοίκους της πόλεως και σε όσους έμεναν έξω στην ύπαιθρο. 35 Τότε οι άνθρωποι βγήκαν από την πόλη και τα περίχωρα για να δουν αυτό που έγινε, και ήλθαν στον Ιησού. Και πράγματι, βρήκαν τον άνθρωπο από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια να κάθεται κοντά στα πόδια του Ιησού και να είναι ντυμένος και σωφρονισμένος. Και φοβήθηκαν. 36 Κι όσοι είχαν δει το περιστατικό τούς διηγήθηκαν πώς έγινε καλά και σώθηκε ο δαιμονισμένος. 37 Τότε όλο το πλήθος της περιφέρειας των Γαδαρηνών παρακάλεσαν τον Ιησού να φύγει από κοντά τους, διότι κυριεύτηκαν από μεγάλο φόβο όταν είδαν τη δίκαιη τιμωρία που επιβλήθηκε σε εκείνους που εξέτρεφαν χοίρους παρά την απαγόρευση του νόμου. Και ο Ιησούς μπήκε στο πλοίο και επέστρεψε στο μέρος από το οποίο είχε έλθει.
38 Ο άνθρωπος όμως από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια, τον παρακαλούσε να μένει μαζί Του. Ο Ιησούς όμως του έδωσε την εντολή να φύγει λέγοντας: 39 «Γύρισε πίσω στο σπίτι σου και να διηγείσαι όσα σου έκανε ο Θεός, ο Οποίος σε απάλλαξε από τα δαιμόνια». Κι εκείνος έφυγε και διεκήρυττε σε όλη την πόλη όσα του έκανε ο Ιησούς.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ[: Γαλ.1,11-19]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ’ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι’ ἀποκαλύψεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ(:Σας γνωστοποιώ, λοιπόν, αδελφοί, ότι το Ευαγγέλιο που σας κήρυξα δεν αποτελεί ανθρώπινη επινόηση· διότι όχι μόνο οι υπόλοιποι απόστολοι, αλλά κι εγώ δεν το παρέλαβα ούτε το διδάχθηκα από κάποιον άνθρωπο, αλλά το παρέλαβα με αποκάλυψη του Θεού, ο Οποίος απευθείας μου φανέρωσε και μου αποκάλυψε τον Κύριο Ιησού)»[Γαλ.1,11-12].
Πρόσεξε ότι με κάθε τρόπο υποστηρίζει αυτό θερμώς, ότι έγινε μαθητής του Χριστού, όχι με την μεσολάβηση ανθρώπου, αλλά αφού ο Ίδιος αυτοπροσώπως τον έκρινε άξιο να αποκαλύψει σε αυτόν όλη την αλήθεια. Και ποια απόδειξη υπάρχει για όσους απιστούν, Παύλε, ότι ο Θεός σου αποκάλυψε αυτοπροσώπως, και όχι διαμέσου κάποιου άλλου, εκείνα τα απόρρητα μυστήρια; «Η μεταστροφή μου από την προηγούμενη κατάσταση στην οποία βρισκόμουν», λέγει· «διότι αν εκείνος που ενήργησε την αποκάλυψη δεν ήταν ο Θεός, δεν θα δεχόμουνα τόσο ακαριαία μεταβολή· διότι εκείνοι μεν οι οποίοι διδάσκονται από ανθρώπους, όταν είναι διακαείς και φανατικοί στα αντίθετα, χρειάζονται χρόνο και επινοητικότητα πολλή για να πενθούν· εκείνος όμως ο οποίος μεταβλήθηκε τόσο ακαριαία και ανένηψε και σε αυτό ακόμη το αποκορύφωμα της μανίας στο οποίο βρισκόταν καταδιώκοντας τους Χριστιανούς, είναι ολοφάνερο ότι επειδή αξιώθηκε θεϊκής οράσεως και διδασκαλίας, για τον λόγο αυτόν αμέσως επανήλθε στην τέλεια υγεία».
Για τον λόγο αυτόν αναγκάζεται να διηγηθεί την προηγούμενη του μεταστροφή και καλεί αυτούς ως μάρτυρας των όσων έγιναν· «διότι για το ότι μεν ο μονογενής Υιός του Θεού με έκρινε άξιο για να με καλέσει ο ίδιος αυτοπροσώπως από τον ουρανό, εσείς δεν γνωρίζετε- διότι πώς είναι δυνατόν, εφόσον δεν ήσασταν παρόντες; Αλλά το ότι ήμουν φανατικός διώκτης το γνωρίζετε · διότι μέχρι και εσάς διαδόθηκε ο φανατισμός μου, αν και ήταν μεγάλη η απόσταση μεταξύ Παλαιστινίων και Γαλατών· ώστε δεν θα έφθανε τόσο μακρά η φήμη εάν αυτά που συνέβησαν δεν γίνονταν με τόση πολλή και ανυπόφορη σε όλους υπερβολή».
Για τούτο και λέγει: «Ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ, ὅτι καθ’ ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν,(:Και το ότι το Ευαγγέλιο μου παραδόθηκε με υπερφυσική αποκάλυψη από τον ίδιο τον Θεό, αποδεικνύεται από τη δράση μου στο παρελθόν·, διότι ασφαλώς έχετε ακούσει για τη διαγωγή που έδειξα κάποτε, όταν ακολουθούσα τον νόμο και τα έθιμα των Ιουδαίων. Ακούσατε δηλαδή ότι καταδίωκα υπερβολικά την Εκκλησία του Θεού και προσπαθούσα να την εξολοθρεύσω)»[Γαλ.1,13]. Βλέπεις πως το καθένα το γράφει με έμφαση και δεν ντρέπεται; Όχι λοιπόν απλώς εδίωκε, αλλά και με κάθε υπερβολή, και όχι μόνο εδίωκε αλλά και πολεμούσε, δηλαδή επιχειρούσε να σβήσει την εκκλησία, να την καταστρέψει και να την κατακρημνίσει, να την αφανίσει· διότι αυτό είναι έργο εκείνου που πολεμάει για κάτι.
«Καὶ προέκοπτον ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων(:Και προόδευα στον ιουδαϊσμό περισσότερο από πολλούς συνομήλικους συμπατριώτες μου και έδειχνα περισσότερο ζήλο απ’ αυτούς για τις παραδόσεις που κληρονομήσαμε από τους πατέρες μας)»[Γαλ.1,14]. Για να μη νομίσεις λοιπόν ότι το πράγμα προερχόταν από θυμό, δείχνει ότι από ζήλο τα έκανε όλα, αν και όχι κατ’ επίγνωση, ούτε από κενοδοξία, ούτε για να εκδικηθεί κάποια έχθρα, αλλά «από υπερβολικό ζήλο για τις παραδόσεις που κληρονομήσαμε από τους πατέρες μας».
Εκείνο λοιπόν το οποίο εννοεί εδώ, είναι αυτό· «εάν όσα έκανα εναντίον της εκκλησίας, τα έκανα κινούμενος όχι από ανθρώπινα πάθη, αλλά από ζήλο θεϊκό- εσφαλμένο μεν, αλλά πάντως ζήλο-, πώς τώρα που τρέχω υπέρ της εκκλησίας και έχω γνωρίσει την αλήθεια είναι δυνατόν να ενεργώ από κενοδοξία; Διότι εάν όταν έσφαλα δεν επικρατούσε σε μένα τέτοιο πάθος, αλλά ο ζήλος του Θεού με οδήγησε σε αυτό πολύ περισσότερο, όταν γνώρισα την αλήθεια, δικαίως θα έπρεπε να απαλλαγώ από κάθε τέτοια υπόνοια· διότι συγχρόνως μεταστράφηκα προς την πίστη της εκκλησίας και αποστράφηκα κάθε ιουδαϊκή προκατάληψη, και επέδειξα εδώ πολύ περισσότερο ζήλο· πράγμα το οποίο είναι σημείο ότι αληθώς μεταστράφηκα, και ότι κατέχομαι από θείο ζήλο· διότι, εάν δεν ήταν αυτό, τι άλλο, πες μου, θα προκαλούσε τόσο μεγάλη μεταβολή ώστε να αλλάξω την τιμή με την ατιμία, την άνεση με τους κινδύνους και την ανάπαυση με την ταλαιπωρία; Τίποτε άλλο δεν είναι, παρά μόνο ο έρωτας της αλήθειας».
«Ὃτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ, ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, (:Όταν όμως ευαρεστήθηκε ο Θεός, ο οποίος με ξεχώρισε και με διάλεξε από τον καιρό ακόμη που ήμουν στην κοιλιά της μητέρας μου και με κάλεσε με τη χάρη Του, χωρίς εγώ από τα έργα μου να είμαι άξιος για μια τέτοια εκλογή, να αποκαλύψει στο βάθος της ψυχής μου τον Υιό Του, για να Τον κηρύττω στα έθνη, αμέσως δεν συμβουλεύτηκα σάρκα και αίμα, δηλαδή κάποιον θνητό άνθρωπο)»[Γαλ.1,15-16].Πρόσεξε τι προσπαθεί να δείξει εδώ, ότι και κατά τον χρόνο κατά τον οποίο εγκαταλείφτηκε, για κάποια απόρρητη οικονομία παραμελήθηκε· διότι εάν από την κοιλία της μητρός του προορίστηκε να γίνει απόστολος και να κληθεί σε αυτήν τη διακονία, κλήθηκε όμως τότε, και μόλις κλήθηκε υπάκουσε, είναι φανερό ότι για κάποια απόρρητη αιτία ανέβαλλε ο Θεός μέχρι τότε.
Ποια είναι λοιπόν αυτή η οικονομία; Ίσως έχοντας ακούσει το προοίμιο έχετε απορήσει γιατί δεν κάλεσε αυτόν μαζί με τους δώδεκα· αλλά για να μην κάνω μακρότερο τον λόγο, απομακρυνόμενος από εκείνο το οποίο επείγει, παρακαλώ την αγάπη σας να μη μαθαίνει τα πάντα από εμένα, αλλά και μόνοι σας να ζητείτε, και τον Θεό να παρακαλείτε να σας αποκαλύπτει. Και σε σας βέβαια έχει εκφωνηθεί κάποιος λόγος γι’ αυτά, όταν μιλούσαμε για την αλλαγή της ονομασίας αυτού και για ποιο λόγο, ενώ ονομαζόταν Σαύλος, τον ονόμασε Παύλο· αν όμως έχετε λησμονήσει, αφού διαβάσετε εκείνο το βιβλίο, θα τα γνωρίσετε όλα αυτά. Εν τω μεταξύ όμως ας έλθουμε στη συνέχεια, και ας εξετάσουμε πώς δείχνει πάλι ότι τίποτε το ανθρώπινο δεν έγινε γύρω από αυτόν, αλλά όλα έγιναν από τον Θεό, ο Οποίος προνοούσε γι΄αυτόν με πολλή φροντίδα.
«Καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ (: Και με κάλεσε με τη χάρη Του, χωρίς εγώ από τα έργα μου να είμαι άξιος για μια τέτοια εκλογή)· ὅτι σκεῦος ἐκλογῆς μοί ἐστιν οὗτος(: διότι Τον διάλεξα εγώ) –έλεγε προς τον Ανανία- τοῦ βαστάσαι τὸ ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων υἱῶν τε Ἰσραήλ (:για να βαστάσει και να διαδώσει το κήρυγμα για το όνομά μου και το ευαγγέλιό μου, και να το μεταφέρει με τις περιοδείες του ενώπιον εθνικών και βασιλέων και των σημερινών απογόνων του Ισραήλ)»[Πράξ.9,15], δηλαδή ικανός να υπηρετήσει και να επιδείξει μέγα έργο· και αυτήν την αιτία της κλήσεως εκθέτει.
Ο Παύλος, από την άλλη μεριά, παντού διακηρύττει ότι το παν είναι έργο της χάριτος και της άρρητης φιλανθρωπίας του Θεού λέγοντας έτσι: «Ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἠλεήθην, ἵνα ἐν ἐμοὶ πρώτῳ ἐνδείξηται ᾿Ιησοῦς Χριστὸς τὴν πᾶσαν μακροθυμίαν, πρὸς ὑποτύπωσιν τῶν μελλόντων πιστεύειν ἐπ’ αὐτῷ εἰς ζωὴν αἰώνιον(:Αλλά ακριβώς γι’ αυτό ελεήθηκα, για να δείξει ο Ιησούς Χριστός σε μένα περισσότερο από κάθε άλλον όλη τη μακροθυμία, ώστε να χρησιμεύσω ως υπόδειγμα σε εκείνους που πρόκειται να πιστέψουν σε Αυτόν και να κληρονομήσουν έτσι την αιώνια ζωή)»[Α΄Τιμ.1,16]. Είδες υπερβολή ταπεινοφροσύνης; «Για τον λόγο αυτόν ελεήθηκα εγώ», λέγει, «για να μην απελπιστεί κανείς, εφόσον εγώ, ο κάκιστος όλων των ανθρώπων, απόλαυσα φιλανθρωπίας από τον Θεό»· διότι αυτό φανερώνει όταν λέγει «για να δείξει την όλη μακροθυμία Του πρώτα σε εμένα και να χρησιμεύσω ως πρότυπο σε εκείνους οι οποίοι μελλοντικώς θα πιστέψουν σε Αυτόν».
«ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί (:να αποκαλύψει στο βάθος της ψυχής μου τον Υιό Του)». Αλλού επίσης λέγει ο Χριστός: «Οὐδεὶς ἐπιγινώσκει τίς ἐστιν ὁ υἱός, εἰ μὴ ὁ πατήρ, καὶ τίς ἐστιν ὁ πατήρ, εἰ μὴ ὁ υἱὸς καὶ ᾧ ἐὰν βούληται ὁ υἱὸς ἀποκαλύψαι(:Κανείς δεν γνωρίζει τον Πατέρα στο βάθος και στην ουσία Του, παρά μόνο ο Υιός. Σε κάποιο βαθμό βέβαια Τον γνωρίζει κι εκείνος στον οποίο ο Υιός θα θελήσει να του Τον αποκαλύψει)»[Λουκά 10,22]. Είδες ότι και ο Πατήρ αποκαλύπτει τον Υιό και ο Υιός τον Πατέρα; Έτσι και ως προς τη δόξα και ο Υιός δοξάζει τον Πατέρα και ο Πατήρ τον Υιό· «Δόξασόν σου τὸν υἱόν(:Δόξασε τον Υιό σου και ως προς την ανθρώπινη φύση του)», λέγει, «ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε(:για να σε δοξάσει και ο Υιός σου με την απολύτρωση και τη σωτηρία των ανθρώπων, η οποία θα ολοκληρωθεί με τη θυσία Του αυτή και με την αιώνια αρχιερατική μεσιτεία του που θα ακολουθήσει μετά απ’ αυτή)» [Ιωάν.17,1]· και «Ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω(:Εγώ γνωστοποίησα το όνομά σου στους ανθρώπους και υπάκουσα τελείως στο θέλημά σου, κι έτσι σε δόξασα πάνω στη γη· και με τη θυσία μου, την οποία θα προσφέρω σε λίγο πάνω στον σταυρό, ολοκλήρωσα τελείως το έργο που μου έδωσες να επιτελέσω)» [Ιωάν. 17,4].
Γιατί όμως δεν είπε «να αποκαλύψει τον Υιό Του σε εμένα», αλλά «στα βάθη της ψυχής μου»; Για να δείξει ότι τα της πίστεως δεν τα άκουσε μόνο με λόγια, αλλά ότι και από πολλή χάρη του Αγίου Πνεύματος έγινε πλήρης, καθώς η αποκάλυψη κατέλαμπε την ψυχή του και είχε τον ίδιο τον Χριστό ο Οποίος ομιλούσε μέσα του.
«ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν(:για να Τον κηρύττω στα έθνη)» · διότι, όχι μόνο το να πιστέψει, αλλά και η χειροτονία του από τον Θεό έγινε· «διότι μου αποκάλυψε τον εαυτό του, όχι μόνο για να Τον δω, αλλά και για να Τον φανερώσω και σε άλλους». Και δεν είπε απλώς «άλλους», αλλά «για να κηρύττω Αυτόν στα έθνη», προαναγγέλλοντας ήδη από εδώ κεφάλαιο απολογίας όχι μικρό, ενώπιον των μαθητών· διότι δεν ήταν απαραίτητο να κηρύττει παρομοίως στους Ιουδαίους και στα έθνη.
«Εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι(:Αμέσως δεν συμβουλεύτηκα σάρκα και αίμα, δηλαδή κάποιον θνητό άνθρωπο)». Εδώ υπαινίσσεται τους αποστόλους, αποκαλώντας αυτούς έτσι από την ανθρώπινη φύση τους. Εάν όμως και για όλους τους ανθρώπους λέγει αυτό, ούτε εμείς θα φέρουμε αντίρρηση.
«Οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους(:Ούτε ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να συναντήσω τους αποστόλους που είχαν κληθεί πριν από μένα στο αποστολικό αξίωμα)»[Γαλ.1,17]. Αυτούς μεν τους λόγους, εάν τους εξετάσει κανείς αυτούς καθ’ εαυτούς, φαίνονται ότι είναι πλήρεις από πολλή μεγαλοστομία και ότι απέχουν πολύ από το αποστολικό φρόνημα· διότι το να αποφασίζει κανείς στηριζόμενος μόνο στον εαυτό του και να μη συμβουλεύεται κανένα για την απόφασή του, φαίνεται ότι είναι σημείο ανοησίας· διότι «Εἶδον (:Είδα)», λέει ο Παροιμιαστής, «ἄνδρα δόξαντα παρ᾿ αὑτῷ σοφὸν εἶναι, ἐλπίδα μέντοι ἔσχε μᾶλλον ἄφρων αὐτοῦ (:έναν άνθρωπο, ο οποίος φαντάστηκε τον εαυτό του ότι είναι, σοφός· μεγαλύτερη ελπίδα διορθώσεως υπάρχει για έναν άφρονα, παρά για τον αυτοθαυμαζόμενο αυτόν δοκησίσοφο)»[Παροιμ.26,12]· και «Οὐαὶ οἱ συνετοὶ ἐν ἑαυτοῖς καὶ ἐνώπιον αὐτῶν ἐπιστήμονες(:Αλίμονο σε εκείνους οι οποίοι είναι σοφοί απέναντι στους δικούς τους οφθαλμούς και νουνεχείς κατά τη δική τους κρίση, ως τάχα τα πάντα να γνωρίζουν)» [Ησ.5,21]. Και ο ίδιος πάλι: «Μὴ γίνεσθε φρόνιμοι παρ᾿ ἑαυτοῖς(:Μη σχηματίζετε για τον εαυτό σας την ψευδαίσθηση ότι είστε συνετοί και ότι γνωρίζετε τα πάντα, ώστε να μη χρειάζεστε τις συμβουλές των άλλων)» [Ρωμ.12,16].
Αυτός λοιπόν ο οποίος τόσα άκουσε από τους άλλους, και ο ίδιος παραινεί τα ίδια σε άλλους δεν θα περιέπιπτε σε τέτοιο σφάλμα όχι επειδή ήταν ο Παύλος, αλλά ούτε ο οποιοσδήποτε άνθρωπος. Αλλά, όπως είπα, αυτή καθ’ εαυτήν εξεταζόμενη η φράση είναι δυνατόν και να κάνει να παραμονεύουν με έχθρα και να ενοχλεί μερικούς από τους ακροατές· αν όμως δείξουμε την αιτία για την οποία λέγονταν αυτά, και θα επικροτήσουν και θα θαυμάσουν όλοι εκείνον ο οποίος τα είπε.
Αυτό λοιπόν ας κάνουμε· διότι δεν πρέπει να εξετάζουμε τους λόγους καθ’ εαυτούς, διότι τότε πολλά άτοπα θα ακολουθήσουν· ούτε τη λέξη να βασανίζουμε καθ’ εαυτήν, αλλά να προσέχουμε στο πνεύμα του γράφοντος· διότι και στις δικές μας ομιλίες, εάν δεν χρησιμοποιούμε αυτόν τον τρόπο, θα υποστούμε την εχθρότητα πολλών, και όλα θα κατακρημνιστούν. Και τι χρειάζεται να λέμε για τους λόγους, εκεί όπου και για τα πράγματα, αν δεν τηρεί κανείς αυτόν τον κανόνα, όλα θα γίνουν άνω-κάτω; Διότι και οι ιατροί και κόπτουν και θραύουν ορισμένα οστά, αλλά και οι ληστές πολλές φορές κάνουν αυτά. Πόσης αθλιότητας λοιπόν θα ήταν σημείο, αν δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε τον ληστή από τον ιατρό; Επίσης οι δολοφόνοι και οι μάρτυρες τα ίδια βασανιστήρια υπομένουν· αλλά υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ των δύο. Και εάν δεν τηρούμε αυτόν τον κανόνα, δεν θα δυνηθούμε να γνωρίσουμε αυτά, αλλά και τον Ηλία θα ονομάσουμε δολοφόνο, και τον Σαμουήλ και τον Φινεές, ενώ τον Αβραάμ και παιδοκτόνο, εάν πρόκειται να εξετάζουμε τα πράγματα γυμνά, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη σε αυτά την προαίρεση εκείνων οι οποίοι τα πράττουν.
Ας εξετάσουμε λοιπόν και του Παύλου τη σκέψη, για την οποία έγραφε αυτά· ας δούμε τον σκοπό του, και ποιος ήταν γενικώς για τους αποστόλους, και τότε θα γνωρίσουμε με ποια προαίρεση λέγονταν αυτά· διότι ούτε υποτιμώντας εκείνους, ούτε εξυψώνοντας τον εαυτό του είπε αυτά ή τα προηγούμενα· διότι πώς είναι δυνατόν, εφόσον και τον εαυτό του αναθεμάτισε; Αλλά τα είπε αυτά, διαφυλάττοντας παντού την ασφάλεια του ευαγγελίου· διότι επειδή έλεγαν όσοι τον πολεμούσαν ότι έπρεπε να ακολουθεί τους αποστόλους, οι οποίοι δεν εμπόδιζαν αυτά, και όχι τον Παύλο ο οποίος τα εμποδίζει, και από αυτό το σημείο σιγά σιγά εισαγόταν η ιουδαϊκή πλάνη, αναγκάζεται να αντισταθεί γενναίως προς αυτά, όχι επειδή θέλει να πει κακό για τους αποστόλους, αλλά θέλοντας να καταστείλει την αφροσύνη εκείνων οι οποίοι εσφαλμένως εξυψώνουν τους εαυτούς τους.
Για τον λόγο αυτόν γράφει: «Δεν συμβουλεύτηκα ανθρώπους»· διότι θα ήταν η μεγίστη ατοπία, αυτός ο οποίος διδάχτηκε από τον ίδιο τον Θεό, να συμβουλεύεται ανθρώπους· διότι ο μεν διδασκόμενος από ανθρώπους, δικαιολογημένα λαμβάνει ως κοινωνούς πάλι ανθρώπους· αλλά εκείνος ο οποίος αξιώθηκε εκείνης της θείας και μακαρίας φωνής, και διδάχτηκε τη σοφία από Αυτόν ο οποίος έχει τον θησαυρό, για ποιο λόγο να συμβουλεύεται ανθρώπους; Διότι αυτός θα ήταν εύλογο όχι να μαθαίνει από ανθρώπους, αλλά να διδάσκει ανθρώπους. Δεν έλεγε αυτά λοιπόν από αφροσύνη, αλλά για να δείξει το αξίωμα του δικού του κηρύγματος.
«Οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα (:Ούτε ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα)», λέγει, «πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους (:για να συναντήσω τους αποστόλους που είχαν κληθεί πριν από μένα στο αποστολικό αξίωμα)»[Γαλ.1,17]· διότι επειδή συνεχώς αυτό έλεγαν, ότι πριν από αυτόν ήσαν εκείνοι, ότι πριν από αυτόν κλήθηκαν, «δεν ανήλθα προς εκείνους», λέγει· διότι εάν έπρεπε να συναντήσει τους αποστόλους, Εκείνος ο οποίος του αποκάλυψε το κήρυγμα, θα έδινε εντολή στον Παύλο και γι’ αυτό. Τι λοιπόν, δεν ανήλθε εκεί; Βεβαίως και ανήλθε, και όχι απλώς ανήλθε αλλά και για να μάθει κάτι από αυτούς. Πότε; Όταν στην πόλη των Αντιοχέων, η οποία επέδειξε πολύ ζήλο, έγινε κατά θείο θέλημα σύναξη γι’ αυτό το ίδιο θέμα, για το οποίο πρόκειται και τώρα και συζητούσαν, ποιο από τα δύο πρέπει, να περιτέμνονται οι εξ εθνών προερχόμενοι πιστοί, ή να μην τους αναγκάζουν να υφίστανται τίποτε τέτοιο, τότε ανήλθε αυτός ο ίδιος ο Παύλος και ο Σίλας.
Πώς λοιπόν, λέγει, «δεν ανήλθα στα Ιεροσόλυμα, ούτε συμβουλεύτηκα τους αποστόλους»; Διότι πρώτα μεν δεν ανήλθε από μόνος του, αλλά στάλθηκε από άλλους· και δεύτερον δεν ήλθε για να μάθει, αλλά για να πείσει άλλους· διότι αυτός μεν από την αρχή αυτήν τη γνώμη είχε, την οποία μετά από αυτά επικύρωσαν και οι απόστολοι, ότι δηλαδή δεν πρέπει να περιτέμνονται· επειδή δε έως τότε δεν φαινόταν σε αυτούς ότι είναι αξιόπιστος, αλλά ακολουθούσαν αυτούς που βρίσκονταν στα Ιεροσόλυμα, ανήλθε, όχι για να γνωρίσει αυτός κάτι περισσότερο, αλλά για να πείσει όσους αντέλεγαν, ότι και αυτοί που βρίσκονταν στα Ιεροσόλυμα αυτά προτιμούν. Έτσι και από την αρχή κατανοούσε τα πρέποντα και κανένα διδάσκαλο δεν χρειαζόταν, αλλά αυτά τα οποία με πολλή διάκριση επρόκειτο να επικυρώσουν οι απόστολοι, αυτά ο Παύλος πριν από τη διάκριση είχε άνωθεν μέσα του ακλόνητα.
Και γράφοντας γι’ αυτά ο Λουκάς έλεγε, ότι απηύθυνε μακρό και διεξοδικό λόγο γι’ αυτά ο Παύλος προς αυτούς και πριν έλθει στα Ιεροσόλυμα[Πράξ.15,2: «Γενομένης οὖν στάσεως καὶ ζητήσεως οὐκ ὀλίγης τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Βαρνάβᾳ πρὸς αὐτούς, ἔταξαν ἀναβαίνειν Παῦλον καὶ Βαρνάβαν καί τινας ἄλλους ἐξ αὐτῶν πρὸς τοὺς ἀποστόλους καὶ πρεσβυτέρους εἰς Ἱερουσαλὴμ περὶ τοῦ ζητήματος τούτου(:Επειδή λοιπόν δημιουργήθηκε αναστάτωση και μεγάλη συζήτηση ανάμεσα σε αυτούς και στον Παύλο και τον Βαρνάβα, για να τα αναιρέσουν αυτά, αποφάσισαν να ανεβούν ο Παύλος και ο Βαρνάβας και μερικοί άλλοι απ’ αυτούς στα Ιεροσόλυμα προς τους αποστόλους και τους πρεσβυτέρους, για να λυθεί εκεί αυθεντικά και οριστικά το ζήτημα αυτό)»]. Επειδή όμως στους αδελφούς φάνηκε καλό να μάθουν και από εκείνους, ανήλθε, όχι για τον εαυτό του, αλλά χάριν εκείνων. Και εάν λέγει «δεν ανήλθα», είναι για να πει ότι ούτε στην αρχή του κηρύγματος ανήλθε, ούτε όταν ανήλθε, ανήλθε για να μάθει. Και μάλιστα και τα δύο αυτά γνωστοποιεί, λέγοντας: «εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι (:αμέσως δεν συμβουλεύτηκα σάρκα και αίμα, δηλαδή κάποιον θνητό άνθρωπο)». Δεν είπε απλώς «δεν συμβουλεύτηκα», αλλά «αμέσως». Και αν μετά από αυτά ανήλθε, δεν το έκανε για να προσλάβει κάτι.
«ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς ᾿Αραβίαν (:αλλά πήγα στην Αραβία)». Κοίταξε κοχλάζουσα ψυχή· προσπαθούσε με ζήλο να κυριεύσει τους τόπους οι οποίοι ακόμη δεν είχαν καλλιεργηθεί, αλλά βρίσκονταν ακόμη σε αγριότερη κατάσταση· διότι εάν ανέμενε μαζί με τους αποστόλους, ενώ δεν είχε τίποτε να μάθει, θα εμποδιζόταν το κήρυγμα· αλλά έπρεπε αυτοί να διαδώσουν τον λόγο παντού. Για τον λόγο αυτόν αυτός ο μακάριος, κοχλάζοντας από τη χάρη του Πνεύματος, άρχιζε αμέσως τη διδασκαλία ανθρώπων βαρβάρων και αγρίων, εκλέγοντας βίο πλήρη αγωνίας και πολλού κόπου.
Και πρόσεξε την ταπεινοφροσύνη· διότι αφού είπε: «ἀπῆλθον εἰς ᾿Αραβίαν (: πήγα στην Αραβία)», πρόσθεσε και «καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν (:και πάλι επέστρεψα στη Δαμασκό)». Δεν λέγει τα κατορθώματά του, ούτε ποιους κατήχησε και πόσους, αν και βεβαίως από τότε που βαπτίστηκε τόσο ζήλο έδειξε, ώστε να ταράσσονται οι Ιουδαίοι· και τόση οργή προκάλεσε σε αυτούς, ώστε να τον παραμονεύουν και να θέλουν να τον φονεύσουν και αυτοί και οι Έλληνες· πράγμα το οποίο δεν θα συνέβαινε, εάν δεν πρόσθετε πολλούς πιστούς σε εκείνους που ήδη είχαν πιστέψει. Επειδή λοιπόν ηττώντο στη διδασκαλία, οδηγούνταν σε φόνο, πράγμα το οποίο ήταν καθαρό σημείο της νίκης του Παύλου. Αλλά δεν άφησε αυτόν ο Χριστός να πεθάνει, προφυλάσσοντας αυτόν για να συνεχίζει το κήρυγμα.
Αλλά όμως τίποτε δεν λέγει από τα κατορθώματα αυτά· έτσι, όσα λέγει πάντα, δεν τα λέγει από φιλοδοξία, ούτε για να νομιστεί ο μεγαλύτερος των αποστόλων, ούτε οργιζόμενος για το ότι υποτιμάται, αλλά φοβούμενος μήπως από αυτό προκληθεί ζημία στο κήρυγμα. Και μάλιστα ονομάζει έκτρωμα τον εαυτό του, και πρώτο από τους αμαρτωλούς και τελευταίο από τους αποστόλους, και ανάξιο της προσηγορίας του αποστόλου· και αυτά έλεγε αυτός ο οποίος κοπίασε περισσότερο από όλους, πράγμα το οποίο είναι σημείο μεγάλης ταπεινοφροσύνης· διότι ο εκείνος που δεν γνωρίζει κανένα καλό στον εαυτό του και ομιλεί με ταπεινό τρόπο για τον εαυτό του, δεν είναι ταπεινόφρων, αλλά ευγνώμονας· αυτός όμως ο οποίος μετά από τόσους στεφάνους λέγει τέτοια, εκείνος είναι αυτός που γνωρίζει να μετριοφρονεί.
«Και πάλι επέστρεψα», λέγει, «στη Δαμασκό». Και όμως, πόσα θα πρέπει να κατόρθωσε αυτός εκεί; Διότι για την πόλη αυτήν λέγει ότι τη φρουρούσε ο εθνάρχης του βασιλέως Αρέτα, επειδή ήθελε να συλλάβει αυτόν τον μακάριο [Β΄Κορ.11,32: «Ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης Ἀρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ(:Στη Δαμασκό ο διοικητής που είχε διοριστεί από τον βασιλιά Αρέτα, φρουρούσε την πόλη των Δαμασκηνών, επειδή ήθελε να με συλλάβει. Κι από κάποιο παράθυρο με κατέβασαν κάτω μέσα σε δικτυωτό καλάθι, μέσα από κάποιο άνοιγμα του τείχους της πόλεως, και ξέφυγα από τα χέρια του)»]· πράγμα το οποίο ήταν μεγίστη απόδειξη του ότι έντονα και με όλες τους τις δυνάμεις τον κατεδίωκαν οι Ιουδαίοι. Αλλά τίποτε από αυτά δεν λέγει εδώ, ούτε θα έγραφε αυτά εκεί τότε, αν και τότε δεν έβλεπε ότι η περίσταση απαιτούσε την διήγηση, αλλά θα το αποσιωπούσε· όπως ακριβώς λοιπόν και τώρα, που λέγει ότι ήλθε και απήλθε, καθόλου δεν προβάλλει τα όσα έγιναν εδώ.
«῎Επειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον(:(:Έπειτα, μετά από τρία χρόνια από τότε που είχα επιστρέψει στον Χριστό, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσω από κοντά τον Πέτρο)»[Γαλ. 1,18]. Τι θα μπορούσε να είναι ταπεινοφρονέστερο αυτής της ψυχής; Μετά από τόσα και τέτοια κατορθώματα, μην έχοντας ανάγκη σε τίποτε τον Πέτρο, ούτε τη διδασκαλία του, αλλά ενώ ήταν ισότιμος με αυτόν, διότι δεν θα πω τίποτε περισσότερο έως εδώ, ανέρχεται παρ΄όλ’ αυτά στον Πέτρο ως προς μεγαλύτερο και πρεσβύτερο· και αιτία της εκεί αποδημίας του είναι μόνο η γνωριμία με τον Πέτρο. Βλέπεις πώς αποδίδει σε αυτούς την πρέπουσα τιμή, και όχι μόνο καλύτερο, αλλά ούτε ίσο με εκείνους θεωρεί τον εαυτό του; Και αυτό είναι φανερό από αυτήν την αποδημία· διότι όπως ακριβώς πολλοί από τους δικούς μας αδελφούς αποδημούν προς αγίους άντρες, έτσι αισθανόταν και ο Παύλος τότε, όταν απήλθε στον Πέτρο· ή μάλλον και πολύ ταπεινότερο· διότι οι μεν σημερινοί αποδημούν για να ωφεληθούν· ενώ τότε ο μακάριος εκείνος, ούτε για να μάθει κάτι από αυτόν, ούτε για να δεχτεί κάποια διόρθωση, αλλά μόνο για τούτο, για να δει αυτόν και να τον τιμήσει με την παρουσία του· διότι «για να γνωρίσω», λέγει, «τον Πέτρο».
Και δεν είπε «να δω τον Πέτρο» αλλά «να γνωρίσω τον Πέτρο», όπως λέγουν εκείνοι οι οποίοι γνωρίζουν τις μεγάλες και λαμπρές πόλεις. Τόσο πολλού κόπου θεωρούσε ότι είναι άξιο και το να δει μόνο τον άντρα. Και τούτο είναι φανερό και από τις Πράξεις· διότι όταν ήλθε στα Ιεροσόλυμα, αφού μετέστρεψε πολλούς από τους εθνικούς και κατόρθωσε τόσα, όσα κανείς από τους άλλους, την Παμφυλία, την Λυκαονία, την Κιλικία, όλους αφού διόρθωσε στην περιοχή εκείνη της οικουμένης και αφού οδήγησε στον Χριστό, πρώτα μεν έρχεται στον Ιάκωβο με πολλή ταπεινοφροσύνη, ως προς μεγαλύτερο και άξιο μεγαλύτερης τιμής.
Ύστερα δέχεται να τον συμβουλεύει ο Ιάκωβος και ενώ συμβουλεύει αντίθετα των τωρινών· διότι λέγει: «Θεωρεῖς, ἀδελφέ, πόσαι μυριάδες εἰσὶν Ἰουδαίων τῶν πεπιστευκότων, καὶ πάντες ζηλωταὶ τοῦ νόμου ὑπάρχουσι(:Βλέπεις, αδελφέ, πόσο μεγάλος είναι ο αριθμός των Ιουδαίων που έχουν πιστέψει στον Κύριο κι έγιναν Χριστιανοί. Κι όλοι αυτοί με ζήλο υπερασπίζονται το κύρος του νόμου)»[Πράξ.21,20]–«Τούτους παραλαβὼν ἁγνίσθητι σὺν αὐτοῖς καὶ δαπάνησον ἐπ᾿ αὐτοῖς ἵνα ξυρήσωνται τὴν κεφαλήν, καὶ γνῶσι πάντες ὅτι ὧν κατήχηνται περὶ σοῦ οὐδέν ἐστιν, ἀλλὰ στοιχεῖς καὶ αὐτὸς τὸν νόμον φυλάσσων(:Πάρ’ τους μαζί σου και κάνε κι εσύ μαζί τους τους αγνισμούς που ορίζει ο μωσαϊκός νόμος. Και πλήρωνε γι’ αυτούς τις δαπάνες που θα χρειαστούν για τις θυσίες που πρέπει να γίνουν για να ξυρίσουν οι άνθρωποι αυτοί τα κεφάλια τους. Κάν’ το αυτό, κι έτσι θα μάθουν όλοι ότι όσα έχουν πληροφορηθεί για σένα είναι ανυπόστατα και ότι κι εσύ βαδίζεις και συμπεριφέρεσαι σύμφωνα με τον μωσαϊκό νόμο)»[Πράξ.21,24]. Και ξυρίστηκε και όλους τους ιουδαϊκούς κανόνες επιτέλεσε· διότι όπου μεν δεν βλαπτόταν το ευαγγέλιο, ήταν ταπεινότερος από όλους· όταν όμως από την ταπεινοφροσύνη έβλεπε μερικούς να αδικούνται, δεν χρησιμοποιούσε τούτο το πλεονέκτημα· διότι τούτο δεν θα ήταν ταπεινοφροσύνη, αλλά θα έβλαπτε και θα κατέστρεφε τους μαθητές.
«Καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε(:Και έμεινα κοντά του δεκαπέντε ημέρες)»[Γαλ.1,19]. Το να αποδημήσει μεν λοιπόν ήταν γι΄αυτόν δείγμα μεγάλης εκτιμήσεως· αλλά το και να παραμείνει τόσες ημέρες, ήταν δείγμα φιλίας και σφοδρότατης αγάπης. «Ἓτερον δὲ τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ ᾿Ιάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου(:Άλλον από τους αποστόλους δεν είδα, παρά μόνο τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Κυρίου)»[Γαλ.1,19]. Πρόσεξε πόσο μεγαλύτερη φιλία αισθάνεται για τον Πέτρο· διότι γι΄αυτόν αποδήμησε και σε αυτόν διέμεινε. Αυτά λοιπόν λέγω συνεχώς και ζητώ να τα θυμάστε, ώστε όταν ακούσετε αυτά τα οποία φαίνεται ότι έχει πει εναντίον του Πέτρου, κανείς να μην υποπτευτεί τον απόστολο· διότι για τον λόγο αυτόν και αυτός, για να διορθώσει εκ των προτέρων τούτο λέγει αυτά, ώστε, όταν λέει ότι «αντιστάθηκα στον Πέτρο», κανείς να μην νομίσει ότι αυτοί οι λόγοι προέρχονταν από έχθρα και φιλονικία· «διότι σε κανέναν από τους αποστόλους δεν ανήλθα», λέγει, «παρά μόνο για αυτόν».
«Άλλον από τους αποστόλους δεν είδα», λέγει, «παρά τον Ιάκωβο». «Είδα», όχι «διδάχτηκα». Αλλά πρόσεξε με πόση εκτίμηση ονόμασε και τον Ιάκωβο. Δεν είπε απλώς «Ιάκωβο», αλλά πρόσθεσε και τον επαινετικό λόγο, τόσο απαλλαγμένος από κάθε φθόνο· διότι εάν ήθελε να δηλώσει αυτόν για τον οποίο έγραφε, ήταν δυνατόν και από άλλο γνώρισμα να κάνει τούτο φανερό, και να πει «τον υιό του Κλωπά», όπως γράφει και ο ευαγγελιστής. Δεν είπε όμως έτσι, αλλά επειδή τους επαίνους των αποστόλων αισθανόταν ως δικούς του, σαν να εξυψώνει τον εαυτό του, έτσι επαινεί εκείνον. Δεν ονόμασε λοιπόν αυτόν έτσι, αλλά πώς; «Τον αδελφό του Κυρίου». Αν και βεβαίως δεν ήταν κατά σάρκα αδελφός του Κυρίου, αλλά έτσι νομιζόταν· αλλά δεν απέφυγε ούτε γι΄αυτόν τον λόγο να αποδώσει το αξίωμα στον άντρα. Και από πολλά άλλα δείχνει ότι προς όλους τους αποστόλους συμπεριφερόταν με πολλή αγάπη, όπως ήταν πρέπον σε αυτόν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad galatas-commentarius.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην προς Γαλάτας επιστολήν, κεφ. Α΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 20, σελίδες 206-229.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 8,26-39]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΓΕΡΓΕΣΗΝΩΝ
[:Υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.8,28-34]
«Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. Καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:Και όταν ο Κύριος ήλθε στην απέναντι όχθη, στη χώρα των Γεργεσηνών, Τον συνάντησαν δύο δαιμονισμένοι που έβγαιναν από τα μνήματα που υπήρχαν εκεί, στα οποία ευχαριστιούνταν να κατοικούν. Ήταν και οι δύο επιθετικοί και πολύ επικίνδυνοι˙ τόσο, ώστε να μην μπορεί κανείς να περάσει απ’ τον δρόμο εκείνο. Και ξαφνικά απ’ τον φόβο τους κραύγασαν δυνατά και είπαν: “Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σένα, Ιησού, υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ πρόωρα, πριν από τον καιρό της παγκόσμιας κρίσεως, για να μας βασανίσεις;”)»[Ματθ.8,28-29].
Επειδή ο κόσμος θεωρούσε τον Ιησού ακόμη ως έναν απλό άνθρωπο, ήρθαν τώρα οι δαίμονες και ανακηρύσσουν την θεότητά Του. Και αυτοί που την τρικυμισμένη πρώτα και τώρα, έπειτα από την εντολή Του, ησυχασμένη θάλασσα, δεν την άκουγαν που μαρτυρούσε με την απότομη γαλήνευσή της την ομολογία του Δημιουργού της, άκουγαν τους δαίμονες που κραύγαζαν αυτά, που ακριβώς και εκείνη κραύγαζε με τη γαλήνη της. Κι έπειτα, για να μη θεωρηθεί ότι η διακήρυξη αυτή των δαιμόνων απέβλεπε στην κολακεία του Ιησού που λίγο πριν με ένα πρόσταγμά Του είχε επιβληθεί στα στοιχεία της φύσης και είχε κοπάσει την τρικυμία, φωνάζουν δυνατά, βασιζόμενοι στην πείρα τους και λέγουν: «Ήρθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;». Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ομολογούν την έχθρα τους προς τον Κύριο, για να μη θεωρηθεί ύποπτη κολακείας η παράκλησή τους· γιατί δέχονταν αόρατα χτυπήματα και τους έδερνε χειρότερη από όσο την θάλασσα τρικυμία κι ένιωθαν να τρυπιούνται και να καίγονται και να παθαίνουν αθεράπευτα κακά και από την παρουσία Του μονάχα.
Πραγματικά, επειδή κανένας δεν είχε την τόλμη να τους πλησιάσει μέχρι τότε, ο ίδιος ο Χριστός έρχεται προς αυτούς. Και ο μεν Ματθαίος λέγει ότι Του έλεγαν: «Ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:Ήρθες εδώ να μας βασανίσεις, πριν έλθει ο προκαθορισμένος καιρός της κρίσεως και της τιμωρίας μας;)»[Ματθ.8,29], ενώ οι άλλοι ευαγγελιστές πρόσθεσαν ότι Τον παρακαλούσαν και Τον εξόρκιζαν για να μην τους ρίξει στην άβυσσο[πρβ. Μάρκ. 5,10: «Καὶ παρεκάλει αὐτὸν πολλὰ ἵνα μὴ ἀποστείλῃ αὐτοὺς ἔξω τῆς χώρας(:Και παρακαλούσε πολύ τον Ιησού να μην τους στείλει έξω από τη χώρα εκείνη)» και Λουκ.8,51: «Καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν(:Και τα δαιμόνια αυτά με το στόμα του δαιμονισμένου Τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στα τρίσβαθα του Άδη)»· διότι νόμιζαν ότι έφτασε γι’ αυτούς η κόλαση και φοβήθηκαν ότι θα τιμωρηθούν πλέον.
Εάν πάλι όσοι μελετούν το Ευαγγέλιο του Λουκά λέγουν ότι ο δαιμονιζόμενος ήταν ένας [βλ. Λουκ. 8,27: «Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν(:Και όταν ο Ιησούς βγήκε στη στεριά, τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που καταγόταν από την πόλη, ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια. Αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα)»], ενώ ο Ματθαίος κάνει λόγο για δύο δαιμονιζόμενους[βλ. Ματθ.8,28: «Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης(:Όταν λοιπόν ήλθε στην απέναντι παραλία, στη χώρα των Γεργεσηνών, ήρθαν να Τον συναντήσουν δύο δαιμονιζόμενοι που έβγαιναν από τα μνημεία και οι οποίοι ήσαν άγριοι και επιθετικοί, ώστε να μην μπορεί να περάσει κανείς από τον δρόμο εκείνον)»], ούτε και το γεγονός αυτό παρουσιάζει διαφωνία μεταξύ των δύο ευαγγελιστών· διότι εάν έγραφε ο Λουκάς ότι ένας μόνο δαιμονιζόμενος υπήρξε και δεν υπήρχε άλλος, θα φαινόταν ότι διαφωνούσε προς τον Ματθαίο. Τώρα όμως που ο ένας μίλησε για έναν δαιμονιζόμενο και ο άλλος για δύο δαιμονιζόμενους, δεν προέρχεται από αντίφαση το πράγμα, αλλά από τον διαφορετικό τρόπο αφηγήσεως.
Πραγματικά προσωπικά νομίζω ότι ο Λουκάς διάλεξε τον φοβερότερο από τους δύο και γι’ αυτόν έκανε λόγο. Γι’ αυτό και περιγράφει πιο τραγικά τη συμφορά του, όπως για παράδειγμα ότι έσπαζε τα δεσμά και τις αλυσίδες με τις οποίες προσπαθούσαν να τον δέσουν και περιπλανιόταν στην έρημο. Ο Μάρκος επίσης προσθέτει ότι καταξέσκιζε τον εαυτό του με τις πέτρες[ βλ. Μάρκ. 5,5: «Καὶ διὰ παντὸς νυκτὸς καὶ ἡμέρας ἐν τοῖς μνήμασι καὶ ἐν τοῖς ὄρεσιν ἦν κράζων καὶ κατακόπτων ἑαυτὸν λίθοις(:Και συνεχώς νύχτα και μέρα έμενε στα μνήματα και στα βουνά κι έβγαζε κραυγές και καταπλήγωνε τον εαυτό του με πέτρες)»].
Και οι λόγοι των δαιμονιζόμενων προς τον Ιησού ήσαν αρκετοί για να αποδείξουν τη σκληρότητα και την αναισχυντία τους. «Ήλθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;», λέγουν. Δεν μπορούσαν βέβαια να ισχυριστούν ότι δεν αμάρτησαν, διατυπώνουν όμως την αξίωση να μην τιμωρηθούν πριν από την καθορισμένη ώρα. Επειδή δηλαδή τους βρήκαν τα αθεράπευτα κακά και επειδή αυτοί ενεργούσαν παράνομα και διέστρεφαν και βασάνιζαν με κάθε τρόπο το δημιούργημα του Θεού, γι’ αυτό νόμιζαν ότι εξαιτίας της υπερβολής των συμβάντων, δεν θα περίμενε τον καθορισμένο καιρό της κολάσεως, γι’ αυτό Τον παρακαλούσαν και Τον ικέτευαν. Και εκείνοι που δεν τους συγκρατούσαν τα σιδηρά δεσμά, έρχονται δέσμιοι. Εκείνοι που τριγύριζαν στα βουνά, κατέβηκαν στην πεδιάδα. Εκείνοι που εμπόδιζαν τους άλλους να περνούν από εκεί, μόλις είδαν τον Ιησού να τους φράσσει τον δρόμο, στάθηκαν. Για ποιο λόγο όμως παρέμεναν στα μνήματα οι δαιμονιζόμενοι; Επειδή ήθελαν να δημιουργήσουν στους ανθρώπους ολέθρια αντίληψη, ότι δηλαδή οι ψυχές των αποθανόντων γίνονται δαίμονες, πράγμα που εύχομαι να μη σας περάσει από τον νου ούτε και σαν απλή σκέψη.
«Ναι, αλλά ποια απάντηση», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «μπορείς να δώσεις στο γεγονός ότι πολλοί από τους μάγους αρπάζουν παιδιά και τα σφάζουν, ώστε στη συνέχεια να έχουν την ψυχή τους βοηθό στις μαγείες τους;». Και πώς αποδεικνύεται αυτό; Το ότι βέβαια, σφάζουν τα παιδιά, το λέγουν πολλοί, αλλά το ότι οι ψυχές των παιδιών που σφαγιάζονται συνεργάζονται με τους μάγους, από πού το γνωρίζεις; Πες μου, σε παρακαλώ. «Αυτοί», θα απαντούσε αυτός που πιθανόν να εξέφραζε αυτήν την απορία, « οι δαιμονισμένοι φωνάζουν ότι εγώ είμαι η ψυχή του δείνα». Μα κι αυτό είναι πλεκτάνη και απάτη διαβολική· διότι δεν είναι η ψυχή του αποθανόντος που φωνάζει, αλλά ο δαίμονας που υποκρίνεται αυτά, με σκοπό να εξαπατήσει εκείνους που τον ακούνε· διότι εάν ήταν δυνατόν να εισέλθει η ψυχή στην υπόσταση του δαίμονος, πολύ ευκολότερα θα εισερχόταν στο δικό της σώμα. Έπειτα, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί λογικά το να συνεργάζεται η σφαγείσα ψυχή με τον σφαγέα της. Ούτε πάλι δικαιολογείται να μπορεί ο άνθρωπος να μεταβάλλει ασώματη δύναμη σε άλλου είδους υπόσταση. Πραγματικά εάν αυτό είναι αδύνατο για τα σώματα και δεν υπάρχει περίπτωση να μεταμορφώσει κανείς το σώμα ανθρώπου σε σώμα όνου, πολύ περισσότερο είναι αυτό αδύνατο για την αόρατη ψυχή και κανένας δεν θα μπορέσει να την μετασχηματίσει στην υπόσταση του δαίμονος.
Κατά συνέπεια, οι απόψεις αυτές προέρχονται από μεθυσμένα γραΐδια και προορίζονται να εκφοβίζουν τα μικρά παιδιά· διότι δεν είναι δυνατόν η ψυχή που αποχωρίζεται από το σώμα να πλανάται πλέον στη γη. Πράγματι, «δικαίων δὲ ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος(:η ζωή των δικαίων βρίσκεται κάτω από το παντοδύναμο προστατευτικό χέρι του Θεού και καμία θλίψη και βάσανος δεν θα τους εγγίσει, χωρίς ο Θεός να το επιτρέψει)»[Σοφ. Σολ.3,1]. Εάν όμως βρίσκονται στα χέρια του Κυρίου οι ψυχές των δικαίων, τότε βρίσκονται και των παιδιών οι ψυχές, διότι τα παιδιά δεν είναι πονηρά. Αλλά και των αμαρτωλών ανθρώπων οι ψυχές αμέσως φεύγουν μακριά από τη γη. Και αυτό γίνεται φανερό από την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου( πρβ. Λουκ. 16,19-31).
Και σε άλλη περίπτωση όμως λέγει ο Κύριος: «Ἂφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;(:Άμυαλε και ανόητε άνθρωπε, που στήριξες την ευτυχία σου μόνο στις απολαύσεις της κοιλιάς και νόμισες ότι η μακροζωία σου εξαρτιόταν από τα πλούτη σου και όχι από Εμένα˙ τη νύχτα αυτή, που εδώ και πολύ καιρό ονειρευόσουν ως νύχτα ευτυχίας και νόμιζες ότι θα άρχιζε από εδώ και πέρα η αναπαυτική και απολαυστική ζωή σου, οι φοβεροί δαίμονες απαιτούν να πάρουν την ψυχή σου. Σε λίγο θα πεθάνεις. Αυτά λοιπόν που ετοίμασες και αποθήκευσες σε ποιον θα ανήκουν και σε ποιους κληρονόμους θα περιέλθουν;)»[Λουκ.12,20].
Βέβαια δεν είναι δυνατόν η ψυχή που εξήλθε από το σώμα να περιφέρεται εδώ κάτω. Και αυτό είναι πολύ φυσικό· διότι, ενώ όταν βαδίζουμε επάνω στη συνηθισμένη και γνώριμη περιοχή της γης, έχοντας το σώμα μας, δεν γνωρίζουμε ποια κατεύθυνση να πάρουμε κάθε φορά που θα βρεθούμε σε άγνωστο δρόμο, εάν δεν έχουμε οδηγό, κατά ποια λογική η ψυχή, που χωρίστηκε από το σώμα και αποξενώθηκε από όλες τις συνήθειές της, θα γνωρίσει πού πρέπει να βαδίζει χωρίς να έχει τον οδηγό της;
Αλλά και από άλλες περιπτώσεις μπορεί κανείς να πληροφορηθεί ότι δεν είναι δυνατόν η ψυχή χωρίς το σώμα της να παραμείνει στη γη. Πραγματικά, ο Στέφανος λέγει: «Κύριε Ἰησοῦ, δέξαι τὸ πνεῦμά μου(:Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου)»[Πράξ.7,59].Και ο Παύλος, επίσης, λέγει: «Ἐμοὶ γὰρ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος(:διότι για μένα η ζωή είναι ο Χριστός, αφού ζω τη νέα ζωή του Χριστού και ζει μέσα μου ο Χριστός. Όμως και το να πεθάνω είναι κέρδος, διότι με τον θάνατο θα ενωθώ πλήρως με τον Χριστό)»[Φιλιπ.1,21].Και για τον πατριάρχη Αβραάμ λέγει η Γραφή: «Καὶ ἐκλείπων ἀπέθανεν Ἁβραὰμ ἐν γήρᾳ καλῷ πρεσβύτης καὶ πλήρης ἡμερῶν καὶ προσετέθη πρὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ(:Και αφού τον εγκατέλειψαν οι δυνάμεις του, πέθανε ο Αβραάμ σε ευτυχισμένα γηρατειά, γέροντας πλήρης ημερών, και προστέθηκε στους προγόνους του που εκδήμησαν από τον κόσμο αυτόν)»[Γέν.25,8].
Το ότι βέβαια, ούτε οι ψυχές των αμαρτωλών μπορούν να παραμείνουν εδώ, άκουσε που ο πλούσιος της παραβολής θερμά παρακαλούσε γι’ αυτό, χωρίς να το επιτυγχάνει[ βλ. Λουκ. 16, 27-31]· διότι εάν αυτό ήταν δυνατόν, θα ερχόταν αυτός στη γη και θα γνωστοποιούσε όσα συνέβαιναν εκεί. Κατά συνέπεια, είναι φανερό ότι οι ψυχές μετά την αποδημία τους από τη γη μεταβαίνουν σε κάποιο χώρο, από όπου δεν έχουν τη δυνατότητα να επιστρέψουν στη γη, αλλά περιμένουν τη φοβερή ημέρα της κρίσεως.
Κι αν κανένας ρωτήσει: Για ποιον λόγο πραγματοποίησε ο Χριστός ό,τι του ζήτησαν οι δαίμονες, δίνοντάς τους την άδεια να εισέλθουν στην αγέλη των χοίρων;[Ματθ.8,31-32: « Οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. Οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν(:Οι δαίμονες τότε άρχισαν να τον παρακαλούν λέγοντας: “Εάν πρόκειται να μας βγάλεις έξω από εδώ, δώσε μας την άδεια να φύγουμε και να μπούμε μέσα στο κοπάδι των χοίρων”. Και επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, που απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας, ο Κύριος τιμωρώντας την παρανομία τους αυτή είπε στους δαίμονες: “Πηγαίνετε”. Και αυτοί βγήκαν απ’ τους ανθρώπους και πήγαν στους χοίρους. Και ξαφνικά όλο το κοπάδι των χοίρων όρμησε με μανία από το επάνω μέρος του γκρεμού προς τα κάτω, στη θάλασσα, και πνίγηκαν στα νερά της λίμνης)».
Θα λέγαμε ότι ο Κύριος δεν το έκανε αυτό υπακούοντας σε αυτούς, αλλά επειδή πολλά ήθελε με την ενέργειά Του αυτή να διδάξει· το πρώτο που δίδαξε αυτούς που ελευθερώθηκαν από τους πονηρούς εκείνους τυράννους τους ήταν το μέγεθος της καταστροφής που προκαλούν αυτοί που τους επιβουλεύονται, δηλαδή οι αντίχριστοι δαίμονες. Δεύτερο, να μάθουν όλοι οι άνθρωποι ότι ούτε στους χοίρους τολμούν οι δαίμονες να εισέλθουν, εάν προηγουμένως δεν δώσει άδεια ο Ιησούς. Τρίτο ότι θα μπορούσαν να προξενήσουν σε εκείνους φοβερότερα κακά από ό,τι στους χοίρους, εάν δεν προστατεύονταν σε μεγάλο βαθμό και μέσα ακόμα στη συμφορά τους από την πρόνοια του Θεού· διότι στον καθένα βέβαια είναι φανερό από κάθε άποψη ότι εμάς τους ανθρώπους οι δαίμονες μάς μισούν περισσότερο από τα άλογα ζώα.
Επομένως αυτοί που δεν λυπήθηκαν τους χοίρους, αλλά μονάχα μέσα σε μια στιγμή τούς κατέρριξαν όλους στον γκρεμό, πολύ περισσότερο θα το έκαναν στους ανθρώπους, που τους είχαν κυριεύσει, παρασύροντας και επαναφέροντάς τους στις ερημιές, εάν μέσα σε αυτή την τυραννική καταπίεση δεν επιδεικνυόταν σε μεγάλο βαθμό πολλή φροντίδα από μέρους του Θεού, που χαλιναγωγούσε και συγκρατούσε και σταματούσε την περαιτέρω ορμή τους. Επομένως, είναι φανερό ότι δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος που να μην τον προστατεύει η πρόνοια του Θεού. Εάν ωστόσο δεν μας προστατεύει όλους όμοια, ούτε με τον ίδιο τρόπο, και αυτό είναι ένα είδος μεγάλης προνοίας· διότι αναλόγως προς το ωφέλιμο για τον καθένα εκδηλώνει και την πρόνοιά Του ο Θεός.
Εκτός από όσα ειπώθηκαν παραπάνω, διδασκόμαστε και κάτι άλλο απ’ αυτό το θαύμα, ότι δηλαδή δεν προνοεί μονάχα από κοινού για όλους μας, αλλά και για τον καθένα χωριστά, πράγμα που δήλωσε προς τους μαθητές Του, λέγοντάς τους ότι ακόμα και οι τρίχες του κεφαλιού τους έχουν αριθμηθεί[Ματθ.10,30:«Ὑμῶν δὲ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί(:Και όσο για σας, μάθετε ότι ο Θεός έχει μετρημένες ακόμη και τις τρίχες του κεφαλιού σας όλες, τη στιγμή που εσείς για μια απ’ αυτές δείχνετε μικρή ή καμία φροντίδα, και αγνοείτε τον αριθμό τους. Ο Θεός δηλαδή γνωρίζει και αυτά ακόμη τα ελάχιστα που σας συμβαίνουν, στα οποία εσείς δίνετε μικρή σημασία)»]. Μα και από τους δαιμονισμένους τούτους ανθρώπους μπορεί κανένας να το διαπιστώσει καθαρά αυτό. Πραγματικά θα τους είχαν πνίξει προ πολλού οι δαίμονες, εάν δεν τους προστάτευε αποτελεσματικά η εκ του ουρανού φροντίδα.
Γι’ αυτούς λοιπόν τους λόγους επέτρεψε στους δαίμονες να εισέλθουν στην αγέλη των χοίρων, και επιπλέον για να πληροφορηθούν και όσοι κατοικούσαν στα μέρη εκείνα την δύναμή Του· διότι όπου ήταν πολύ γνωστό το όνομά Του, δεν άφηνε τη δύναμή Του να εκδηλωθεί σε μεγάλο βαθμό, όπου όμως κανένας δεν τον γνώριζε, αλλά είχαν πλήρη άγνοια γι’ Αυτόν, εκεί άφηνε να ακτινοβολούν τα θαύματά Του, ώστε να τους προσελκύσει στο να γνωρίσουν τη θεϊκή Του υπόσταση. Ότι βρίσκονταν σε χονδροειδή άγνοια οι κάτοικοι της πόλεως αυτής φαίνεται από το τέλος· διότι ενώ έπρεπε να Τον προσκυνήσουν και να εκδηλώσουν τον θαυμασμό τους για τη δύναμη Του, αντιθέτως αυτοί ήθελαν να Τον απομακρύνουν και «ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν(:και τότε όλοι οι κάτοικοι της πόλεως βγήκαν για να συναντήσουν τον Ιησού˙ και όταν Τον είδαν, Τον παρακάλεσαν να φύγει από τα σύνορά τους, από φόβο μήπως πάθουν και μεγαλύτερα κακά)»[Ματθ.8,34].
Αλλά για ποιο λόγο έριξαν στον γκρεμό και σκότωσαν οι δαίμονες τους χοίρους; Ο λόγος είναι ότι παντού προσπαθούν κάθε στιγμή με μεγάλη προθυμία να ρίχνουν τους ανθρώπους στη λύπη και πάντοτε χαίρονται με την καταστροφή. Αυτό άλλωστε έκαμε ο διάβολος και στον Ιώβ. Μολονότι και εκεί ο Θεός το επέτρεψε, όχι βέβαια επειδή και στην περίπτωση αυτή υπάκουσε στον διάβολο, αλλά επειδή ήθελε να αποδείξει τον δούλο Του πιο λαμπρό με την υπομονή και την καρτερία που επρόκειτο να επιδείξει στις δοκιμασίες και να αφαιρέσει κάθε πρόφαση γι’ αναισχυντία από τον δαίμονα και ακόμη να στρέψει κατά της κεφαλής του όσα έκανε σε βάρος του δικαίου Ιώβ. Πραγματικά και τώρα συνέβη το αντίθετο από εκείνο που επιδίωκαν οι δαίμονες· γιατί και η δύναμη του Χριστού ανακηρυσσόταν περίτρανα και παρουσιαζόταν πιο καθαρά η κακία των δαιμόνων, απ’ την οποία ελευθέρωσε αυτούς που είχαν στην κατοχή τους, και ακόμα ότι μήτε τους χοίρους δεν μπορούσαν να αγγίξουν, αν δεν το επέτρεπε ο Θεός των όλων.
Αν επιχειρούσε τώρα να τα εξετάσει κανένας αυτά και αλληγορικά, δεν θα υπήρχε καμιά δυσκολία στους συσχετισμούς. Πρέπει να γνωρίζουμε καλά, ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που γίνονται πνευματικώς όμοιοι με τους χοίρους εξαιτίας της απουσίας προσπάθειας για χαλιναγώγηση των παθών τους και αυτοί φυσικά επηρεάζονται πιο εύκολα από τις προσπάθειες των δαιμόνων να τους οδηγήσουν στο κακό. Και εφόσον εκείνοι που υφίστανται αυτά, παραμένουν άνθρωποι και δεν φτάνουν στο σημείο να πωρωθούν παντελώς χωρίς μετάνοια, μπορούν και καταφέρνουν να νικήσουν τα δαιμονικά πάθη τους πολλές φορές και με τη μετάνοια και την εξομολόγηση να τα εξαλείψουν· αν όμως μεταμορφωθούν από την αμετανοησία τους και καταντήσουν ολότελα σε κατάσταση χοίρων και ως άλογα ζώα ακολουθούν αμετανόητοι τα πάθη τους, δεν δαιμονίζονται μόνο αλλά και κατακρημνίζονται, χάνουν δηλαδή οριστικά την ψυχή τους.
Επιπλέον, για να μη σχηματίσει κανείς την εντύπωση ότι η θεραπεία των δαιμονιζόμενων Γεργεσηνών αυτών νέων και η συνομιλία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού με τους δαίμονες που τους είχαν κυριεύσει ήταν κάτι πλαστό και σκηνοθετημένο, αλλά να πιστέψει απόλυτα ότι πραγματικά βγήκαν οι δαίμονες από τους δύο ταλαίπωρους αυτούς νέους, έρχεται ο θάνατος των χοίρων και το πιστοποιεί αυτό.
Πρόσεξε τώρα εκτός από τη θεϊκή δύναμη, και την πραότητα του Κυρίου. Όταν δηλαδή, ύστερα από τόσες ευεργεσίες που είδαν απ’ Αυτόν οι κάτοικοι της περιοχής, επειδή θίχτηκαν τα οικονομικά τους συμφέροντα από τον πνιγμό των χοίρων, όντας οι ίδιοι όμοιοι με τους χοίρους εξαιτίας του ανεξέλεγκτου πάθους της φιλαργυρίας, ήθελαν να Τον διώξουν, δεν έφερε αντίρρηση, αλλά αναχώρησε, και εγκατέλειψε αυτούς που μόνοι τους έκριναν και παρουσίασαν τον εαυτό τους ανάξιο για τη διδασκαλία Του· έφυγε και τους άφησε πλέον ως δασκάλους για τη θεϊκή Του υπόσταση και δύναμη, αυτούς που ελευθερώθηκαν από τους δαίμονες, καθώς και τους χοιροβοσκούς που έμειναν εντελώς ξαφνικά χωρίς τους χοίρους τους που αφηνιασμένοι όρμησαν και κατακρημνίστηκαν, ώστε απ’ αυτούς να κατανοούν πλέον εις βάθος-άσχετα αν η κακή προαίρεσή τους δεν τους άφηνε να παραδεχτούν τα λάθη και τα πάθη τους- όλα όσα είχαν συμβεί. Ο Κύριος έφυγε, όμως άφησε ζωηρό στις ψυχές τους τον φόβο. Πραγματικά το μέγεθος της ζημίας συντελούσε στη διάδοση της ειδήσεως του γεγονότος αυτού και το συμβάν άγγιζε την ψυχή τους. Από πολλούς ακούονταν φωνές που επιβεβαίωναν το παράξενο αυτό θαύμα· το διακήρυτταν περίτρανα οι θεραπευμένοι, το διακήρυττε το γεγονός του καταποντισμού των ζώων, το διακήρυτταν οι ιδιοκτήτες των χοίρων και οι χοιροβοσκοί.
Παρόμοιες καταστάσεις και σήμερα ακόμη μπορεί να δει κανένας. Πολλοί είναι δυστυχώς οι δαιμονιζόμενοι και στην εποχή μας, άνθρωποι κυριευμένοι από τα δαιμονικά πάθη τους, που τίποτα δεν τους συγκρατεί από τη μανία τους, ούτε σίδερα, ούτε αλυσίδες, ούτε συστάσεις από πνευματικούς ανθρώπους, ούτε συμβουλές, ούτε απειλές ούτε τίποτα παρόμοιο από αυτά.
Πραγματικά, όταν κάποιος για παράδειγμα είναι ακόλαστος και έχει γίνει αιχμάλωτος του σωματικού κάλλους και των σαρκικών επιθυμιών και ηδονών, σε τίποτα δεν διαφέρει από έναν άνθρωπο δαιμονισμένο· αλλά περιφέρεται γυμνός όπως εκείνοι οι δαιμονισμένοι Γεργεσηνοί νέοι, ντυμένος βέβαια με ρούχα, αλλά στερημένος από την αληθινή ενδυμασία και είναι γυμνός από τη δόξα που ως πλάσματος του Θεού τού ταιριάζει· και ναι μεν δεν καταπληγώνει το σώμα του με πέτρες, όπως έκαναν οι δύστυχοι εκείνοι νέοι της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, όμως καταξεσκίζεται με αμαρτήματα που είναι πολύ πιο κοπτερά από πολλές μαζί πέτρες. Ποιος λοιπόν θα μπορέσει να δέσει έναν τέτοιον άνθρωπο; Ποιος θα τον σταματήσει από την ασχημοσύνη και την μανία αυτή που δεν τον αφήνει να συγκεντρωθεί και να ανακτήσει τον αυτοέλεγχό του, αλλά τον κάνει να επιθυμεί να βρίσκεται πάντα στα μνήματα; Διότι τι άλλο από μνήματα δεν είναι τα καταγώγια της πορνείας, γεμάτα από δυσωδία και σαπίλα;
Τέτοιος δεν είναι επίσης και κάθε άνθρωπος που υποφέρει από το δαιμονιώδες πάθος της φιλαργυρίας; Κάθε μέρα αντιμετωπίζει τον φόβο μήπως χάσει τα χρήματά του ή δεν καταφέρει να τα αυξήσει, καθώς και την απειλή ότι κάποιοι μπορούν να του τα κλέψουν, παρά το ότι ακούει συστάσεις των πνευματικών ανθρώπων που προσπαθούν να τον συνετίσουν και προειδοποιήσεις για τη φθορά που η αρρωστημένη φιλοχρηματία του αυτή προξενεί στην ψυχή του. Όλα αυτά τα δεσμά τα σπάει και όταν έλθει κανείς με την πρόθεση να τον απελευθερώσει από τη δουλεία της φιλαργυρίας, τον εξορκίζει να μην τον ελευθερώσει, επειδή θεωρεί μεγάλο βάσανο το να μην βρίσκεται κάτω από την βάσανο αυτήν.
Αλλά τι μπορεί να θεωρηθεί αθλιότερο από τον άνθρωπο αυτόν; Διότι εκείνος ο δαίμονας στην περιοχή των Γεργεσηνών, αν και είχε καταφρονήσει τους ανθρώπους, εντούτοις υποχώρησε στην προσταγή του Χριστού και αμέσως βγήκε από το σώμα του ανθρώπου. Αυτός όμως δεν υπακούει ούτε στην προσταγή του Θεού. Πραγματικά, ενώ κάθε ημέρα ακούει τον Θεό να του λέγει ότι «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ(:Μην απατάτε τον εαυτό σας με την ιδέα ότι είναι δυνατόν να θησαυρίζει κανείς και στη γη και ταυτόχρονα να είναι προσκολλημένος και στον Θεό. Κανείς δεν μπορεί να είναι συγχρόνως δούλος σε δύο κυρίους· διότι ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε συγχρόνως δούλοι και του Θεού και του μαμωνά, δηλαδή του πλούτου. Ή θα μισήσετε τον πλούτο για να αγαπήσετε τον Θεό, ή θα προσκολληθείτε στον πλούτο και θα περιφρονήσετε τότε τον Θεό)»[Ματθ.6,24], και να απειλεί με τη γέενα και τις ατέλειωτες κολάσεις, εντούτοις δεν υπακούει. Όχι βέβαια επειδή είναι ισχυρότερος του Χριστού, αλλά επειδή ο Χριστός δεν μας κάνει σώφρονες χωρίς να το θέλουμε.
Γι’ αυτό οι άνθρωποι αυτοί ζουν σαν να βρίσκονται στην έρημο, έστω και αν βρίσκονται στο κέντρο των πόλεων· διότι ποιος άνθρωπος με μυαλό θα ήθελε να συναναστρέφεται με τους ανθρώπους αυτού του είδους; Εγώ τουλάχιστον θα προτιμούσα να συγκατοικώ με πλήθος δαιμονισμένους, παρά με έναν άνθρωπο που να έπασχε από την νόσο αυτήν. Και για το ότι δεν κάνω λάθος, όταν λέγω αυτά, μας το αποδεικνύει η συμπεριφορά του καθενός από αυτούς. Πραγματικά, οι φιλάργυροι νομίζουν ως εχθρό τους και εκείνον που καμία αδικία δεν τους έχει κάνει και επιθυμούν να τον καταστήσουν δούλο τους, όταν είναι ελεύθερος, και με μύρια κακά τον απειλούν. Αντίθετα, οι δαιμονισμένοι δεν κάνουν τίποτε παρόμοιο, αλλά στρέφουν τη νόσο εναντίον του εαυτού τους. Οι φιλάργυροι, επίσης, καταστρέφουν πολλά σπίτια και γίνονται αιτία να βλασφημείται το όνομα του Θεού και γενικά είναι καταστροφή για την πόλη και την οικουμένη ολόκληρη. Όσοι όμως ενοχλούνται από τους δαίμονες είναι άξιοι μάλλον οίκτου και δακρύων. Και οι τελευταίοι ως επί το πλείστον παραφέρονται κατόπιν σκέψεως συμπεριφερόμενοι σαν έξαλλοι, κατεχόμενοι από μια παράδοξη μανία.
Αληθινά, ποιο παρόμοιο κάνουν όλοι οι δαιμονισμένοι, σαν εκείνο που αποτόλμησε ο Ιούδας και διέπραξε την έσχατη παρανομία; Και όλοι όσοι μιμούνται τη διαγωγή του Ιούδα, σαν τα φοβερά θηρία που δραπέτευσαν από τα κλουβιά τους κατατρομάζουν τις πόλεις· επειδή κανείς δεν τα συγκρατεί. Βέβαια, και αυτούς τους ανθρώπους, δηλαδή τους κατεχόμενους από το πάθος της φιλαργυρίας, τούς περιβάλλουν από παντού δεσμά, όπως είναι ο φόβος των δικαστών, η απειλή των νόμων, η κατακραυγή του κόσμου και άλλα περισσότερα από αυτά, αλλά όμως και τα δεσμά αυτά τα σπάζουν και αναστατώνουν τα πάντα. Και εάν κανείς εξαφάνιζε τελείως τις δεσμεύσεις αυτές, τότε θα έβλεπε καθαρά ότι ο δαίμονας που έχουν μέσα τους αυτοί είναι πολύ αγριότερος και πιο μανιώδης από αυτόν που βγήκε τώρα από τους δαιμονισμένους των Γεργεσηνών.
Αλλά επειδή αυτό δεν είναι δυνατόν να συμβεί στην πράξη, ας το λάβουμε ως υπόθεση για λίγο και ας αφαιρέσουμε όλες τις δεσμεύσεις από τον φιλάργυρο και τότε θα γνωρίσουμε τη μεγάλη του μανία. Αλλά να μη φοβηθείτε το θηρίο, όταν θα το αποκαλύψουμε· διότι η σκηνή είναι υποθετική και δεν υφίσταται στην πραγματικότητα. Έστω λοιπόν ένας άνθρωπος που βγάζει φωτιά από τα μάτια του, μαύρος, έχοντας σε κάθε ώμο δράκοντες αντί για χέρια. Έχει επίσης και στόμα όπου αντί για δόντια έχει καρφωμένα ξίφη και αντί για γλώσσα έχει πηγή που βγάζει δηλητήριο και φαρμάκι. Η κοιλιά του πάλι είναι πιο αδηφάγος από κάθε καμίνι και κατατρώγει ό,τι της ρίπτουν. Και τα πόδια του έχουν φτερά και είναι πιο γρήγορα από τη φωτιά. Το πρόσωπό του επίσης ας υποθέσουμε ότι είναι κατασκευασμένο μεικτό από σκύλο και λύκο και ότι δεν ομιλεί σαν άνθρωπος, αλλά εκβάλλει έναν ήχο απαίσιο, αηδιαστικό και φοβερό. Ας πούμε λοιπόν ότι έχει φωτιά και στα χέρια του.
Ίσως να σας φαίνονται φοβερά όσα ειπώθηκαν. Ωστόσο δεν τον σκιαγραφήσαμε ακόμη αντάξιο της πραγματικότητας, διότι ύστερα από αυτά πρέπει να προσθέσουμε και άλλα. Πραγματικά, ας υποθέσουμε ακόμη ότι σφάζει εκείνους που συναντά, ότι τους κατατρώγει και γεύεται τις σάρκες τους. Αλλά και από αυτόν είναι πιο φοβερός ο φιλάργυρος, διότι επέρχεται εναντίον όλων σαν Άδης, τους καταβροχθίζει όλους και τριγυρίζει σαν κοινός εχθρός ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους. Επειδή επιθυμεί να μην υπάρχει κανένας άνθρωπος, για να κατέχει αυτός τα πάντα. Δεν σταματά, όμως μέχρι εδώ, αλλά, αφού τους αφανίσει όλους με την επιθυμία του, κατέχεται από τον πόθο να αλλάξει την ουσία του χώματος και να το κάνει χρυσάφι. Και όχι μόνον το χώμα, αλλά και τα όρη και τα φαράγγια και τις πηγές και όλα εν γένει όσα φαίνονται πάνω στη γη.
Και για να αντιληφθείτε ότι δεν παραστήσαμε ακόμη την μανία αυτού, ας μην υπάρχει ο κατήγορος και αυτός που εκφοβίζει, αλλά αφαίρεσε υποθετικώς μόνο τον φόβο των νόμων και τότε θα δεις αυτόν να αρπάζει το ξίφος και να φονεύει τους πάντες, χωρίς να ξεχωρίζει, ούτε φίλο, ούτε συγγενή, ούτε αδελφό, ούτε και τον πατέρα του ακόμη. Μάλλον, όμως, στην προκειμένη περίπτωση δεν χρειάζεται ούτε καν να κάνουμε υπόθεση, αλά ας ρωτήσουμε αυτόν, εάν δεν δημιουργεί στη φαντασία του παρόμοιες φαντασιώσεις και δεν επιτίθεται νοερώς για να φονεύσει τους πάντες, φίλους, συγγενείς και τους ίδιους τους γονείς του. Αλλά μάλλον ούτε και η ερώτηση χρειάζεται· διότι όλοι γνωρίζουν καλά ότι όσοι κατέχονται από το πάθος αυτό αγανακτούν και για το γήρας του πατέρα τους και εκείνο που είναι γλυκύ και ποθητό από όλους, να έχουν, δηλαδή, παιδιά, το θεωρούν βαρύ και φορτικό. Γι’ αυτό πολλοί, παρακινούμενοι από την ιδέα αυτήν, θεώρησαν καλό την ατεκνία και κατέστησαν ανίκανη τη φύση, όχι με το να φονεύσουν τα παιδιά που γεννήθηκαν, αλλά με το να μην επιτρέψουν να λάβουν καν αρχή.
Λοιπόν, να μην παραξενεύεστε, επειδή σας παρουσίασα κατ’ αυτόν τον τρόπο τον φιλάργυρο, διότι στην πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερος από ό,τι τον περιέγραψα. Αλλά ας σκεφτούμε πώς θα μπορέσουμε να τον απαλλάξουμε από τον δαίμονα. Πώς θα τον απαλλάξουμε, λοιπόν; Εάν αντιληφθεί πλήρως ότι η φιλαργυρία του είναι αντίθετη προς αυτό ακριβώς, δηλαδή, στο να του δίνει χρήματα· διότι εκείνοι που επιθυμούν να κερδίσουν τα μικρά υφίστανται μεγάλες ζημίες. Γι’ αυτό ακριβώς και έχει γίνει παροιμία ανάλογη με την επιθυμία αυτήν. Πραγματικά, πολλοί πολλές φορές που θέλησαν να δανείσουν με υπερβολικούς τόκους και παρασυρόμενοι από την προσδοκία του κέρδους, δεν ερεύνησαν το ποιόν αυτών που τους δάνειζαν χρήματα, έχασαν μαζί με τον τόκο και το κεφάλαιο ολόκληρο. Άλλοι πάλι που περιέπεσαν σε κινδύνους και δεν θέλησαν να ξοδέψουν λίγα, έχασαν και τη ζωή τους μαζί με την περιουσία τους. Επίσης, ενώ τους δόθηκε η ευκαιρία να αποκτήσουν ή αξιώματα προσοδοφόρα, ή κάτι άλλο παρόμοιο, επειδή κόλλησαν στις λεπτομέρειες, έχασαν το παν.
Επειδή δηλαδή δεν γνωρίζουν να σπείρουν, αλλά πάντοτε φροντίζουν να θερίζουν, γι’ αυτό συνεχώς χάνουν τη συγκομιδή· διότι κανείς δεν μπορεί πάντα να θερίζει, όπως δεν μπορεί διαρκώς να κερδίζει. Αφού λοιπόν δεν θέλουν να ξοδεύουν, δεν γνωρίζουν και να κερδίζουν. Αλλά είτε πρέπει να νυμφευτούν, πάλι παθαίνουν το ίδιο· διότι ή εξαπατήθηκαν και πήραν πλούσια γυναίκα, αλλά με πολλά ελαττώματα, πάλι υπέστησαν μεγαλύτερη ζημία· διότι τον πλούτο δεν τον δημιουργεί η περιουσία, αλλά η αρετή. Πραγματικά, ποια η ωφέλεια του πλούτου, όταν η γυναίκα είναι πολυέξοδη και άσωτη και διασκορπίζει τα πάντα χειρότερα από τον άνεμο; Ποια η ωφέλεια εάν είναι ακόλαστη και έχει πλήθος εραστών; Ποια η ωφέλεια, εάν είναι μέθυση; Μήπως δεν θα κάνει τον σύζυγό της πιο πτωχό από όλους; Και όχι μόνο στο θέμα του γάμου σκέπτονται έτσι, αλλά, παρασυρόμενοι από τη μεγάλη τους αγάπη προς τα χρήματα, αγοράζουν από κακό υπολογισμό όχι τους καλούς δούλους, αλλά φροντίζουν να βρουν τους φτηνούς.
Όλα αυτά λοιπόν αφού τα σκεφτείτε καλά(επειδή δεν μπορείτε ακόμη να ακούσετε τη διδασκαλία για τη γέενα και τη βασιλεία) και αφού καταλάβετε τις ζημίες που υπομένετε κάθε φορά από τη φιλοχρηματία, όταν δανείζετε, όταν αγοράζετε, όταν νυμφεύεστε, όταν υπερασπίζεστε κάποιον, όταν κάνετε οτιδήποτε άλλο, σταματήστε να αγαπάτε υπερβολικά τα χρήματα· διότι έτσι θα μπορέσετε και εδώ στη γη να ζήσετε με ασφάλεια και αφού κάνετε μικρή προσπάθεια, θα μπορέσετε να ακούσετε και το κήρυγμα για την ευσέβεια και όταν κοιτάξετε με προσοχή , θα δείτε τον ίδιο τον Ήλιο της δικαιοσύνης και θα αποκτήσετε τα αγαθά που Αυτός έχει υποσχεθεί, τα οποία είθε όλοι μας να επιτύχουμε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΚΗ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 10, σελίδες 253-277.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 65, σελ. 80- 91.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ΛΟΥΚΑ[:Γαλ.1,11-19]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΕΙΣΑΙ ΒΕΒΑΙΟΣ ΟΤΙ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΚΑΙ ΖΕΙΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΣ ΟΡΘΑ;»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 21-10-1990]
[Β241]
Ο Απόστολος Παύλος, αγαπητοί μου, εις την προς Γαλάτας επιστολή του, που ανεγνώσθη προηγουμένως, μας δίδει την ευκαιρία να κάνομε μερικές σκέψεις οικοδομητικές. Η αιτία που έγραψε την επιστολή αυτή ήταν ότι μερικοί εξ Ιουδαίων Χριστιανοί, μετά από την αποχώρηση του Παύλου από τις εκκλησίες της Γαλατίας – η Γαλατία ήταν μία μεγάλη περιοχή, επαρχία ήτο της Μικράς Ασίας- άρχισαν αυτοί να καταρρακώνουν το κύρος του το αποστολικόν και να τονίζουν και να λέγουν ότι «για να γίνεις Χριστιανός, πρέπει προηγουμένως να περάσεις από τον Ιουδαϊσμόν· να τηρήσεις και να τηρείς τις νομικές διατάξεις της Παλαιάς Διαθήκης και ιδιαιτέρως μάλιστα την περιτομήν». Δηλαδή να μετέλθει κανείς την περιτομή. Να περιτμηθεί. Αυτό θα πει «να περάσει από τον Ιουδαϊσμόν», και κατόπιν να περάσει στον Χριστιανισμόν.
Ο Απόστολος Παύλος, όταν έμαθε τι αυτοί δίδασκαν και πώς συνετάρασσαν την Εκκλησία της Γαλατίας, τις εκκλησίες της Γαλατίας, έστειλε αυτή του την επιστολή. Και ήθελε να πει ότι ο Κύριος που είπε εις τον Πέτρον να διδάσκει εις τους εξ Ιουδαίων Χριστιανούς, ο ίδιος Κύριος είπε και εις τον Παύλον να διδάσκει τους ειδωλολάτρας, χωρίς να υπάρχει ανάγκη να περάσει κανείς από τον Ιουδαϊσμόν. Αυτός είναι ο κύριος σκοπός που εγράφη η προς Γαλάτας επιστολή. Και για να δείξει ότι δεν υπάρχει διάστασις μεταξύ του Παύλου που κηρύσσει μη περιτομήν και του Πέτρου που κηρύσσει στους Ιουδαίους– δεν εκήρυσσε την περιτομή, αλλά στους Χριστιανούς τους εκ περιτομής, δεν υπάρχει καμία διαφορά και ότι υπήρχε αγαθή συνεργασία, γράφει στην επιστολή του τα εξής: «Ἒπειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε». Λέγει ότι ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα μετά τρία χρόνια, μετά από την επιστροφή του εις τον Χριστόν, εκεί βρήκε τον Πέτρον, του περιέγραψε τα της ιεραποστολής του και έμεινε κοντά του 15 ημέρες. Πιο κάτω γράφει στην επιστολή του: «Ἒπειτα διὰ δεκατεσσάρων ἐτῶν πάλιν ἀνέβην εἰς Ἱεροσόλυμα(:Ύστερα από δεκατέσσερα χρόνια, πάλι ξανανέβηκα στα Ιεροσόλυμα), ἀνέβην δὲ κατὰ ἀποκάλυψιν(: δηλαδή, μου απεκάλυψε ο Χριστός για να ανέβω στα Ιεροσόλυμα)· καὶ ἀνεθέμην αὐτοῖς τὸ εὐαγγέλιον ὃ κηρύσσω ἐν τοῖς ἔθνεσιν(:τους εξέθεσα το Ευαγγέλιον που κηρύττω εις τους ειδωλολάτρας), κατ᾿ ἰδίαν δὲ τοῖς δοκοῦσι (:επειδή όλοι δεν ήσαν κατηρτισμένοι και μπορούσαν να παρανοήσουν και να παρεξηγήσουν, ‘’ εἰς τούς δοκοῦντας στύλους εἶναι’’, ότι ήσαν οι στύλοι της Εκκλησίας –όπως οι Απόστολοι και ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος– και σ’ αυτούς, λέγει, ιδιαιτέρως τα είπα αυτά), μήπως εἰς κενὸν τρέχω ἢ ἔδραμον(:Μήπως, λέει, τρέχω κούφια ή έχω τρέξει κούφια- Δηλαδή χωρίς αποτέλεσμα, χωρίς καρπόν)».
Ο Παύλος, όμως, προσέξτε αυτό το σημείο, ήτο θεόπνευστος, ήτο θεοδίδακτος. Και συνεπώς ό,τι εδίδασκε ήτο γνήσιο και αληθινό. Ήθελε όμως να κάνει κοινωνούς της διδασκαλίας του, των όσων εδίδασκε δηλαδή, και τους άλλους Αποστόλους. Όχι να πάρει την έγκρισή τους. Δεν υπήρχε τέτοιο θέμα. Κι όταν γράφει «μήπως έτρεξα ή τρέχω στον αέρα, στο κενό», θα λέγαμε τούτο, ο ίδιος ο Παύλος γράφει κάπου ότι ήτο «ἰδιώτης». «Ἰδιώτης» στην αρχαία Ελληνική θα πει αγράμματος. Ο Ιερός Χρυσόστομος, που ερμηνεύει το χωρίο αυτό και γενικά ήταν ο θαυμαστής του Παύλου και ο εξαίσιος ερμηνευτής του Παύλου, γράφει, ο πολύς Χρυσόστομος: «Ἰδιώτης ὁ Παῦλος;». Δηλαδή: «Αγράμματος ο Παύλος;». Όπως λοιπόν γράφει ο ίδιος για τον εαυτόν του ότι είναι αγράμματος, έτσι κι εδώ τώρα εμφανίζεται να φοβείται «μήπως εἰς κενὸν τρέχει ἢ ἔδραμε». Δεν υπήρχε αυτή η περίπτωση. Όμως το αναφέρει. Θα έλεγα όμως ότι για τον Παύλο δεν υπήρχε, υπάρχει όμως για μας. Διότι ούτε θεόπνευστοι είμαστε, ούτε Απόστολοι είμαστε. Και θα πρέπει ακριβώς να εκφράσομε φόβους για τον εαυτό μας, σας είπα, λίγες σκέψεις θα πούμε, που αφορούν στην οικοδομή μας, πρέπει λοιπόν να φοβόμαστε τον εαυτό μας ως προς το θέμα και της πίστεως και της ζωής. Πώς πιστεύομε; Πώς ζούμε; Αυτό ακριβώς, αγαπητοί μου, θα πρέπει να δούμε με λίγα λόγια σήμερα.
Πολλές φορές μας δίδεται η ψευδαίσθησις ότι η πίστις μας είναι ορθή. Και η ζωή μας είναι σύμφωνη με το Ευαγγέλιο. Όλοι έτσι νομίζομε. Κάθε Χριστιανός. Αυτό πιστεύει. Θα δείτε να σου λένε: «Είμαι καλός Χριστιανός. Ζω όπως θέλει ο Θεός». Έτσι λένε οι άνθρωποι οι Χριστιανοί. Αυτό όμως δεν είναι το δεδομένον, αλλά είναι το ζητούμενον. Λες ότι είσαι καλός Χριστιανός. Θα πάρω την φράση σου, και θα βάλω ένα ερωτηματικό. Είσαι καλός Χριστιανός; Και πρώτιστα εσύ πρέπει να ερωτήσεις: «Είμαι καλός Χριστιανός; Η ζωή μου και η πίστις μου είναι σύμφωνα με το Ευαγγέλιον;». Γιατί αν δεν είναι, τότε χάνω μία μεγάλη υπόθεση. Χάνω την σωτηρία.
Ο Απόστολος Παύλος λέγει: «Ἐὰν δὲ καὶ ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ». «Εάν», λέγει, «κανείς αθλεί» –δηλαδή είναι αθλητής εις τον χώρον, εις το σκάμμα, εις τον στίβον, αν θέλετε, τον πνευματικόν– εάν λοιπόν κανείς αθλεί, θα πρέπει να εξετάσει και να έχει υπόψιν του ότι δεν στεφανώνεται, εάν νόμιμα δεν αθλήσει». Τι είναι το «νόμιμα»; Να σας πω ένα μικρό παράδειγμα. Είναι πέντε στη σειρά και ξεκινούν για να τρέξουν. Περιμένουν το σύνθημα για να τρέξουν. Εάν κάποιος τρέξει πιο γρηγορότερα, δηλαδή σηκωθεί, ξεκινήσει πιο γρηγορότερα, αναμφισβήτητα αυτός αποκλείεται από τον αγώνα. Γιατί; Διότι δεν ήθλησε νόμιμα, σύμφωνα με τους κανονισμούς και τους νόμους του αθλήματος. Αυτό λοιπόν το «νομίμως» το ερευνούμε; Ζω νόμιμη άθληση; Ζω νόμιμον Χριστιανισμόν; Ζω νόμιμα; Όπως δηλαδή θα ήταν σύμφωνα με τους κανόνες; Ποιους κανόνες; Της Εκκλησίας, του Ευαγγελίου. Όπως ο Θεός θα ήθελε; Γι’αυτό και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας αγαπητοί μου, ηγωνίζοντο δια την ορθήν πίστιν, βλέπετε, συγκροτούσαν Οικουμενικάς Συνόδους – μερικοί τους λένε ότι ήσαν φανατικοί. Δεν ήσαν φανατικοί. Αλλά, όπως θα δείτε στην συνέχεια, το θέμα είναι ότι πρέπει να φθάσομε στην ακρίβεια, στην αληθή γνώση. Από αυτήν δε την γνώση, τη σωστή, την αληθινή, την γνώση της πίστεως, Ποιος είναι ο Θεός, πώς λατρεύεται ο Θεός, απορρέει η ορθή ζωή. Έτσι, εκ της Ορθο-δοξίας, απορρέει η ορθο-πραξία. Από την ορθήν πίστιν, η ορθή πράξις.
Πώς όμως μπορούμε να γνωρίζομε ότι η ζωή μας και η πίστη μας είναι σύμφωνη με το Ευαγγέλιο; Από πού μπορούμε να το γνωρίζομε αυτό;
Πρώτον. Αν μελετούμε παντοτινά και σωστά τον λόγο του Θεού. Και όταν λέω «σωστά» εννοώ όχι μετά προσοχής μόνο, αλλά θα δω, οι Πατέρες πώς ερμηνεύουν την Αγίαν Γραφήν; Μια λέξη, να πάω να δω, στους Πατέρες. Είναι δύσκολο; Όχι, δεν είναι δύσκολο. Δεν είναι της ώρας να σας πω πόσο εύκολο είναι να τα βρούμε αυτά τα πράγματα. Υπάρχουν άφθονα βιβλία, άφθονα. Να μπορώ να βρω αυτή την λέξη, πώς την ερμηνεύουν; Να μην την εκλάβω εσφαλμένα. Γιατί αν εσφαλμένα την εκλάβω και την ερμηνεύσω, εσφαλμένα και θα την ζήσω. Είναι πάρα πολύ φυσικό. Πρέπει λοιπόν εκεί γνωρίζοντας να συγκρίνομε την ζωή μας με εκείνα που λέγει ο λόγος του Θεού. «Η άγνοια των Γραφών», λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, «και την λύμην (:την καταστροφή) των αιρέσεων εισάγει και τον διεφθαρμένο βίο συντηρεί». Πάρα πολλοί άνθρωποι ζουν διεφθαρμένα, μόνο και μόνο διότι δεν γνωρίζουν τι λέγει ο Θεός πάνω σ’ αυτό. Σας βεβαιώνω, στους χίλιους Χριστιανούς μας, ίσως ο ένας ξέρει τι σημαίνει πορνεία. Ίσως ο ένας ξέρει. Άστε ότι πάρα πολλοί, ούτε καν θεωρούν ότι είναι αμαρτία, αλλά γιατί είναι αμαρτία, δεν το γνωρίζουν. Ίσως ένας στους χίλιους. Δεν είμαι υπερβολικός, σας λέγω την αλήθεια. «Κι ακόμα», λέγει, «η άγνοια των γραφών τα πάντα αναποδογυρίζει», λέει ο ιερός πατήρ.
Δεύτερον. Χρειάζεται ταπείνωσις. Όταν προσεγγίζομε την Αγία Γραφή, δεν θα την μελετούμε με το πνεύμα ότι αυτά τα λέει για τους άλλους. Ξέρετε πόσες φορές όταν ακούγεται ένα κήρυγμα και ακούσουν οι ακροαταί, μάλιστα δείχνουν, αν υποτεθεί ότι υπήρχαν σημεία που ηλέγχθησαν, ότι αυτοί είναι αδιάφοροι, ότι είναι πολύ εντάξει, ότι εκείνα τα οποία ελέγχθησαν, δεν τους εγγίζουν. Και λέγουν μεταξύ τους μετά: «Ωραία τους τα είπε ο ιεροκήρυκας». Δεν λένε: «Ωραία μας τα είπε». Βγάζουν τον εαυτό τους. Γι’αυτό λένε οι Πατέρες: «Εκείνος που έχει έργο πνευματικό, ό,τι μελετά, εις εαυτόν – λέγει– νοήσει(:θα τα λογαριάσει, θα τα σκεφθεί για τον εαυτό του) και όχι εις ετέρους-όχι εις τους άλλους)». Αυτό λέγουν οι Πατέρες. Συνεπώς βλέπομε ότι χρειάζεται η ταπείνωσις. Ούτε θα κάνω κριτική στον λόγο του Θεού. Ούτε θα λέγω αν τα λέει καλά ή δεν τα λέει καλά ο λόγος του Θεού. Ούτε θα κάνω επιλογή· αυτό μ’ αρέσει και το κρατώ κι εκείνο δεν μ’ αρέσει και το απορρίπτω. Αυτό θα πει προσεγγίζω με ταπείνωση.
Τρίτον. Χρειάζεται ακόμη και γνώσις και βίωσις ακριβής. Αν απαγορεύεται η άγνοια του νόμου μιας πολιτείας, πόσο περισσότερο απαγορεύεται η άγνοια του νόμου του Θεού; Δεν επιτρέπεται. Από πού θα τον μάθω; Όπως σας είπα προηγουμένως, με την μελέτη και με την ακρόαση. Αλλά χρειάζεται και βίωσις ακριβής. Δηλαδή να βιώσω εκείνα τα οποία πληροφορούμαι από τον λόγο του Θεού με ακρίβεια. Ο Παύλος λέγει για τον εαυτόν του, πώς ζούσε πρώτα εις τον Ιουδαϊσμόν, σε μια του απολογία. Λέγει ότι ήτο «πεπαιδευμένος κατὰ ἀκρίβειαν τοῦ πατρῴου νόμου». Δηλαδή, είχε παιδαγωγηθεί, είχε μορφωθεί σύμφωνα με τον νόμο «τοῦ πατρῴου», δηλαδή των προγόνων –προσέξτε- «κατὰ ἀκρίβειαν», ακριβώς. Αλλά και ο ίδιος ο Παύλος συνιστά και λέγει στην προς Εφεσίους επιστολή του: «Βλέπετε πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε!». «Περιπατῶ» θα πει ζω, πολιτεύομαι. «Προσέχετε», λέγει, «πώς με ακρίβεια πολιτεύεστε την ζωή σας». Αυτό το «ἀκριβῶς». Επιμένω σ’ αυτό.
Αν αυτή η ακρίβεια, αγαπητοί, δεν ήτο αναγκαία, τότε δεν θα εσημειούτο εκείνη η περίπτωση διορθώσεως του Απολλώ. Ποιος ήτο ο Απολλώ; Ο Απολλώ ήταν ένας Ιουδαίους, έγινε Χριστιανός, Αλεξανδρεύς ήτο. Ακούστε, να μην σας τα διηγούμαι, λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς τα εξής εις το 18ον κεφάλαιον των Πράξεων: «᾿Ιουδαῖος δέ τις ᾿Απολλὼς ὀνόματι(:Κάποιος Ιουδαίος, ονόματι Απολλώς), ᾿Αλεξανδρεὺς τῷ γένει(:κατήγετο από την Αλεξάνδρειαν), ἀνὴρ λόγιος(: μορφωμένος), κατήντησεν εἰς ῎Εφεσον, δυνατὸς ὢν ἐν ταῖς γραφαῖς(: έφτασε στην Έφεσο και ήτο δυνατός εις την ερμηνείαν των γραφών- Βλέπετε πόσα προσόντα;). Οὗτος ἦν κατηχημένος τὴν ὁδὸν τοῦ Κυρίου, καὶ ζέων τῷ πνεύματι ἐλάλει καὶ ἐδίδασκεν ἀκριβῶς τὰ περὶ τοῦ Κυρίου(:Ήταν –λέγει– ζωντανός στο πνεύμα, έβραζε το πνεύμα του. Και ακόμη κατηχημένος το περιεχόμενο της πίστεως και εδίδασκε με ακρίβεια), ἐπιστάμενος μόνον τὸ βάπτισμα ᾿Ιωάννου(: εγνώριζε όμως μόνο το βάπτισμα του Ιωάννου, το οποίον δεν ήτο βάπτισμα αφέσεως, αλλά ήτο βάπτισμα μετανοίας). Οὗτός τε ἤρξατο παρρησιάζεσθαι ἐν τῇ συναγωγῇ(:Άρχισε να παρουσιάζεται στην συναγωγή και να κηρύττει). Ἀκούσαντες δὲ αὐτοῦ ᾿Ακύλας καὶ Πρίσκιλλα –Αυτό το θαυμάσιο ζευγάρι, σύζυγοι ήσαν. Προπαντός η Πρίσκιλλα, καταπληκτική γυναίκα!- προσελάβοντο αὐτὸν καὶ ἀκριβέστερον αὐτῷ ἐξέθεντο τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ». Τον άκουσαν. «Α… Κάποια σημεία δεν τα λέει καλά». Τον πήραν ιδιαιτέρως και τον εδίδαξαν ακριβέστερον. Ήτο ακριβής και τον διδάσκουν ακόμη ακριβέστερον. Γιατί τα γράφει άραγε ο λόγος του Θεού αυτά; Έτσι για φιλολογία; Γιατί απλούστατα μόνο εάν έχομε ακρίβεια εις την γνώσιν και εις την πνευματική ζωή, τότε μόνον δεν θα τρέχομε εις κενόν, που λέγει ο Απόστολος Παύλος.
Τέταρτον. Χρειάζεται ακόμα και μία ανακοινωτικότης. Να είμαστε ανακοινωτικοί εις τους αδελφούς και εις τους οικείους της πίστεως. Κάτι θα μας βρουν. Κάτι θα τους βρούμε. Να μας το πουν, να τους το πούμε. Αυτή η ανακοινωτικότητα. Αλλά και στην προσευχή μας πρέπει να ανακοινώνουμε τα σχέδιά μας εις τον Θεόν. «Κύριε, σκέπτομαι να κάνω αυτό. Το εγκρίνεις; Το θέλεις;». Δεν πρέπει να μένω στις δικές μου τις σκέψεις, γιατί είναι επικίνδυνο πράγμα. Θα το δούμε λίγο πιο κάτω. Ιδιαιτέρως θα πούμε τι σκεφτόμαστε και πώς ενεργούμε. Πού; Στον πνευματικό μας. Στον πνευματικό μας θα πούμε τα σχέδιά μας, θα πούμε τις σκέψεις μας, τους λογισμούς μας. Διότι έστω κι αν μοιάζουν ότι οι λογισμοί μας και τα σχέδιά μας είναι αγαθά, αλλά εάν δεν ανακοινώσουμε, τότε «ο διάβολος μάς κλέπτει», όπως λένε οι Πατέρες, «από τα δεξιά».
Ένα ακόμα σημείον, πέμπτον είναι η ιδιορρυθμία. Η ιδιορρυθμία είναι επικίνδυνο πράγμα. Ο sui generis άνθρωπος, ο ιδιόρρυθμος άνθρωπος, ο ιδιότυπος άνθρωπος, ο οποίος πάρα πολύ εύκολα μπορεί να πλανηθεί. Γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης: «Κοντά και γύρω στους ιδιόρρυθμους, περιφέρονται οι δαίμονες, ετοιμάζοντας παγίδες λογισμών και λάκκους πτώσεων και όλεθρο διαμέσου των φαντασιών. Και δεν πρέπει να απορούμε αν κάποιος πλανήθηκε ή έχασε τον νου του ή δέχεται πλάνη. Ή βλέπει πράγματα ξένα προς την αλήθεια ή λέει από απειρία και άγνοια πράγματα που δεν πρέπει». Αυτός κινείται ιδιόρρυθμα. Κινείται με οδηγό του το ίδιο του το μυαλό. Ό,τι του πει το μυαλό του, αυτό κάνει. Δεν θέλει κανέναν να συμβουλευτεί.
Και τέλος, τέλος, αγαπητοί, είναι οι κρυπτόμενοι λογισμοί. Οι λογισμοί που υπάρχουν μέσα μας και δεν τους λέμε. Χρειάζεται εξαγόρευσις. Και κυρίως εις τον πνευματικό μας. Ποτέ μην εμπιστευθούμε τον εαυτόν μας στους λογισμούς μας. Σας το είπα και προηγουμένως, είτε κακοί είναι αυτοί, είτε αγαθοί είναι αυτοί. Οι λογισμοί οδηγούν εις την υπερηφάνειαν, εάν δεν αποκαλυφθούν. Και συνηθίζουν οι δαίμονες να υποβάλλουν την ιδέαν ότι δεν πρέπει να πούμε τους λογισμούς μας. Ότι οι άλλοι δεν θα μας κατανοήσουν, δεν θα μας καταλάβουν. «Μην το πεις στον πνευματικό σου, δεν θα σε καταλάβει. Θα σε εμποδίσει. Δεν θα σε αφήσει να κάνεις το σχέδιό σου, το οποίον είναι τόσο ωραίο, τόσο σπουδαίο. Μην πεις τους λογισμούς σου». Εκεί ακριβώς, αγαπητοί μου, είναι η μεγάλη παγίδα, που τελικά μας κάνει να απομακρυνόμεθα από την σωτηρία μας.
Αγαπητοί μου, αν θέλομε να υπακούσομε στην ψυχή και να γνωρίζουμε ότι βαδίζομε έναν σωστό δρόμο, πρέπει να διαθέτομε μιαν αυτογνωσία. Και η αυτογνωσία αυτή δημιουργείται με την ταπείνωση και την γνώση του λόγου του Θεού. Μ΄ αυτά τα δυο. Πρέπει κάθε στιγμή να κάνομε αναθεώρηση της πορείας μας. Πηγαίνω καλά; Ή αν θέλετε, επιθεώρηση της πορείας μας. Πώς πηγαίνω στην ζωή μου; Περπατάω καλά; Ποτέ μην μας καταλάβει το αίσθημα της πνευματικής αυταρκείας. Ότι πηγαίνω καλά. Είδατε, οι Φαρισαίοι είχαν αυτήν την πνευματικήν αυτάρκειαν. Πίστευαν οι ταλαίπωροι ότι είναι φτασμένοι και ότι είναι επάνω στον σωστό δρόμο. Ο θεόπνευστος Παύλος εφοβείτο και διαρκώς επέβλεπε στην πνευματική του πορεία. Ένας θεόπνευστος Παύλος έλεγε: «Ἐγώ τοίνυν οὕτω τρέχω, ὡς οὐκ ἀδήλως (:Εγώ λοιπόν έτσι τρέχω, μετά γνώσεως, όχι χωρίς γνώση), οὕτω πυκτεύω (=πυγμαχώ· έτσι, λέει, πυγμαχώ) ὡς οὐκ ἀέρα δέρων (:όχι χτυπώντας τον αέρα – Θα το λέγαμε αν το μεταφράζαμε νεοελληνικά: «Δεν κοπανάω αέρα». Αυτήν την έκφραση θα το λέγαμε), ἀλλ᾿ ὑποπιάζω μου τὸ σῶμα καὶ δουλαγωγῶ(-ὑποπιάζω =το υποβάλλω σε δοκιμασία και το κρατώ δούλο το σώμα μου), μήπως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι». «Μήπως στους άλλους τα είπα καλά, εγώ όμως αποδειχθώ αδόκιμος άνθρωπος». Βλέπετε πώς επιτηρούσε τον εαυτόν του; Ο θεόπνευστος Παύλος.
Και πάλι μας λέγει: «Μετά φόβου καί τρόμου κατεργαζόμενοι τήν ἡμῶν σωτηρίαν». «Να κατεργάζεστε», όχι «να εργάζεστε», «να κατεργάζεστε –βάζει και την πρόθεση «κατά» για να δείξει το έντονον– όχι με φόβο την σωτηρία σας, αλλά και με τρόμο να κατεργάζεστε την σωτηρία σας». Αν, λοιπόν, μπει ο φόβος και ο τρόμος του Θεού μέσα στην ψυχή μας, δεν θα ζούμε τότε κατά τύχην, αλλά «κατά τέχνην», όπως έλεγε ο Πλάτων. Δηλαδή κατ’ επιστήμην, δηλαδή θα ξέρομε τι κάνομε. Γιατί οι πιο πολλοί Χριστιανοί μας ζουν πνευματική ζωή κατά τύχην, όπως έρθει. Ακούσατε; Όπως έρθει. Κατά τύχην. Πρέπει λοιπόν, όταν λέω «κατά τέχνην», να συγκρίνω και την ζωή μου και την πίστη μου με το Ευαγγέλιον και με την ζωή των αγίων. Βέβαια αιώνιον πρότυπον είναι ο Ιησούς Χριστός ως άνθρωπος. Καλούμεθα να μιμηθούμε. Μην πει κανείς: «Μα, θα μοιάσω του Χριστού;». Αυτό λέει η Αγία Γραφή. Ο Απόστολος Πέτρος λέγει, για να ακολουθήσομε τα χνάρια Του: «Ὑπολιμπάνων ὑμῖν ὑπογραμμόν». «Ὑπογραμμός» θα πει υπόδειγμα. Ναι. Έχομε λοιπόν τον Χριστόν. Έχομε το Ευαγγέλιο που μιλά για τον Χριστόν. Έχομε την ζωή των αγίων. Ο Παύλος ο θεόπνευστος, αγαπητοί μου, έτσι έκανε. Κι εμείς οφείλομε να κάνομε το ίδιο. Αυτό εξάλλου αποτελεί και την ασφάλεια και την δική μας την σωτηρία.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_487.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ [: Λουκά 8,26-39]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Η ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΣΤΑΣΙΣ ΜΙΑΣ ΠΟΛΕΩΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 22-10-2000]
(Β424)
Ο Κύριος, αγαπητοί μου, μαζί με τους μαθητάς Του κατέπλευσε με πλοιάριο απέναντι από τη Γαλιλαία, ανατολικά, στην περιοχή των Γεργεσηνών. Τα Γέργεσα ή Γάδαρα, ήταν πόλις της Δεκαπόλεως της Παλαιστίνης και κατοικούσαν εκεί κυρίως Έλληνες. Μη σας κάνει εντύπωση. Λέγεται μάλιστα ότι αυτοί οι Έλληνες εκεί ήσαν επίγονοι εκ των στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Είναι γνωστό πού πέθανε ο Μέγας Αλέξανδρος και το στράτευμά του έμεινε σκορπισμένο από δω και από εκεί, εγκατεστάθησαν οι άνθρωποι κ.λπ. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ζωή των κατοίκων ήταν απρόσεκτη· α φού μάλιστα έτρεφαν χοίρους, πράγμα που απαγορευόταν βεβαίως στους Εβραίους.Έτσι ακόμη μπορούμε να κατανοήσουμε και την παρουσία δαιμονιζομένων ανθρώπων.
Ωστόσο η πόλις αυτή έδειξε μία αρνητική στάση στον Κύριό μας. Και μάλιστα ζήτησαν να απομακρυνθεί ο Κύριος από την πόλη τους, να φύγει. Ευγενώς μεν, αλλά να φύγει. Και ευγενώς διότι εφοβούντο από ό,τι είδαν. Είναι μία θλιβερή στάση που διαρκώς επαναλαμβάνεται στην Ιστορία και γι’ αυτό πρέπει να σταθεί για μας παράδειγμα, για μας τους Έλληνες, ένα παράδειγμα προς αποφυγή.
Ο Κύριος διερχόταν την έρημο της περιοχής των Γεργεσηνών, όταν κάποια στιγμή είδαν μπροστά τους κάποιον άνθρωπο από εκείνη την πόλη. Ήταν σαφώς δαιμονισμένος άνθρωπος. Πρέπει ωστόσο να διακρίνουμε -και θα ήταν μεγάλο λάθος αν δεν το διακρίναμε- τον δαιμονισμό από την τρέλα. Άλλο είναι ο τρελός και άλλο ο δαιμονισμένος. Θυμάμαι κάποτε που είχα επισκεφτεί εγώ ένα δαιμονισμένο νέο στο σπίτι του, μου είπε τι έχω μέσα στην τσάντα μου, στον χαρτοφύλακά μου. Και τι βιβλίο είχα και στη σελίδα εκείνη την α σελίδα τι έγραφε! Ο τρελός αυτά δεν τα ξέρει. Τα ξέρει όμως ο δαιμονισμένος άνθρωπος, διότι του υπαγορεύεται ό,τι νομίζει ο διάβολος και συνεπώς έτσι μας δίνει την εικόνα αυτή.
Ο άνθρωπος αυτός, μας πληροφορεί ο ιερός Ευαγγελιστής, είχε προ πολλού χρόνου δαιμόνια πολλά. Ιματισμό δεν φορούσε. Σε σπίτι δεν έμενε. Αλλά στους θολωτούς τάφους- έτσι μπορούμε να εννοήσουμε πώς έμενε στους τάφους εκείνης της περιοχής. Ήταν τάφοι, όπως ακριβώς ήταν και ο τάφος του Λαζάρου και του Χριστού. Δηλαδή τάφοι σκαλισμένοι μέσα σε βαθουλώματα, σε βράχους κ.λπ. Δεν ήταν δηλαδή τάφοι υπόγειοι. Οπότε εκεί μπορούσε κανείς πράγματι κάποιος να πάει να μείνει.
Ήταν δε ο φόβος και ο τρόμος των διερχομένων από την περιοχή εκείνη, όπως μας το λέγει αυτό άλλος Ευαγγελιστής. Τον έδεναν με αλυσίδες, αλλά τις έσπαζε και έφευγε πάλι προς την έρημο. Όταν τον ρώτησε ο Κύριος ποιο είναι το όνομά του, αυτός απάντησε: «Λεγεών». Λεγεών είναι το ρωμαϊκό σύνταγμα που αποτελείται από 6.000 στρατιώτες. Δηλαδή σήμαινε πλήθος δαιμόνων. «Αυτό είναι το όνομά μου. Πλήθος δαιμόνων». Φυσικά μίλησε ένας δαίμων, εξ ονόματος και των άλλων δαιμόνων. Και οι δαίμονες ζήτησαν αν ο Κύριος τούς φυγάδευε, διότι αντελήφθησαν τη δύναμη του Χριστού, να μην τους στείλει στον Άδη, καλύτερα, στην κόλαση, στην άβυσσο, αλλά στους χοίρους, εκείνους που εκεί γύρω έβοσκαν. Και ο Κύριος τούς είπε: «Πηγαίνετε». «Αυτό ζητάτε. Πηγαίνετε». Βλέπετε εδώ ο Κύριος πραγματοποιεί τη θέληση των δαιμόνων. Βέβαια είναι μία θέληση κατά παραχώρηση. Δεν είναι μία θέληση κατ’ ευδοκίαν. Μην ξεχνάμε τα δύο αυτά θελήματα του Θεού. Το κατά παραχώρηση και το κατά ευδοκίαν. Και τότε οι δαίμονες έφυγαν από τον άνθρωπο αυτόν, πήγαν στους χοίρους, που ήσυχοι και ήρεμοι έβοσκαν εκεί στην ακρολιμνιά, δαιμονίστηκαν οι χοίροι και τότε έπεσαν όλοι οι χοίροι μαζί, ένα κοπάδι δύο χιλιάδων, μέσα στη λίμνη και πνίγηκαν.
Οι βόσκοντες, οι χοιροβοσκοί κατατρόμαξαν κυριολεκτικά. Έφυγαν και απήγγειλαν οι χοιροβοσκοί στους Γεργεσηνούς το γεγονός. Ότι αυτό και αυτό συνέβη. Εκείνοι βγήκαν από την πόλη τους να δουν τα ανατρέξαντα, τι συνέβη. Τους κατέλαβε μόλις είδαν ένας φόβος απίστευτος· που δεν ήξεραν πώς να κινηθούν. Γιατί από τη μια έβλεπαν τους πνιγμένους χοίρους – δεν μπορούσαν αυτό να το αρνηθούν- και από την άλλη έβλεπαν αυτόν τον πρώην συμπατριώτη τους βέβαια, δαιμονισμένο, να κάθεται παρά τους πόδας του Ιησού σωφρονών και ιματισμένος. Δεν μπορούσαν ούτε το ένα να αρνηθούν, ούτε το άλλο, αγαπητοί μου, να αρνηθούν. Κι όταν η πόλις όλη βγήκε και είδε τα διατρέξαντα, τότε, όπως μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Λουκάς «ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο». Τον παρακάλεσαν τον Κύριο, δεν το έκαναν με το ζόρι, σου λέει, «εδώ πράγματα υπερφυσικά υπάρχουν», πώς λοιπόν να κινηθούν με το ζόρι; «Σε παρακαλούμε, Κύριε, φύγε από εδώ».
Αλήθεια, γιατί φοβήθηκαν; Υπάρχουν, αγαπητοί μου, δύο στάσεις στον φόβο μπροστά στον Θεό. Η μία στάση είναι η συναίσθηση της αμαρτωλότητας. Αυτό που συνέβη στον Απόστολο Πέτρο όταν ο Κύριος μίλησε από το καΐκι του, διότι το πλήθος Τον ζουλούσε, Τον έσπρωχνε και παρακάλεσε ο Κύριος να μιλήσει από το καΐκι του, κοντά στην παραλία, και όταν μετά την ομιλία ο Κύριος είπε στον Πέτρο να προβούν σε αλιεία, μεσημεριάτικα, τρόμαξε ο Πέτρος όταν είδε τόση αλιεία, τόσα ψάρια και κατάλαβε ότι πρόκειται- άκουσε και το κήρυγμα- ότι πρόκειται περί σπουδαίου προσώπου, θείου προσώπου. Χωρίς βέβαια ακόμη να ξέρει ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός. Αν θέλετε, οι μαθητές, ξέρετε πότε έμαθαν ακριβώς ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός; Μετά την Πεντηκοστή. Αν το θέλετε. Και τότε γονάτισε μπροστά στον Κύριο ο Πέτρος και είπε: «Κύριε, έξελθε, βγες από το καΐκι μου. Είμαι αμαρτωλός άνθρωπος εγώ· μη ο Θεός δει τις δικές μου αμαρτίες και με τιμωρήσει». Εδώ τι βλέπουμε; Έναν φόβο απέναντι στον Θεό, για την αμαρτωλότητά του ο άνθρωπος.
Αλλά και η άλλη στάση του φόβου απέναντι στον Θεό. Είναι από την ενοχλητική παρουσία του Θεού, ένεκα αμετανοησίας. Εγώ θέλω να αμαρτάνω. Δεν θέλω να με βλέπει ο Θεός. Κρύβομαι-τι ανόητος που είναι ο άνθρωπος…- πίσω από το δάχτυλό μου· να το πω όπως το λέει και ο λαός.
Και έτσι λοιπόν, ας φύγει αυτός ο θεϊκός άνθρωπος, ο Ιησούς, για να μπορούμε άνετα να ζούμε όπως εμείς θέλουμε. Θα έχουμε τα μεζεδάκια μας από τα χοιρινά κρέατα, το λιγότερο, και όλες τις άλλες αμαρτίες. Γιατί είπα «τα μεζεδάκια μας»; Ο νόμος απαγόρευε το χοιρινό κρέας. Αυτοί τρώγανε χοιρινό κρέας. Αφού έβοσκαν πολλά κοπάδια. Δύο χιλιάδες τον αριθμό από χοίρους. Γι’ αυτό επέτρεψε ο Κύριος να μπουν οι δαίμονες, για να μην μπουν στους ανθρώπους, που παρέβαιναν την εντολή του Θεού, να μπούνε τουλάχιστον στους χοίρους. Ήθελαν όμως οι Γεργεσηνοί να ζουν τη ζωή τους. Όταν είπα προηγουμένως ότι κατοικούσαν Έλληνες, βέβαια δεν ήταν αμιγώς Έλληνες. Ήσαν και Εβραίοι. Αλλά επειδή όμως αρκετοί από αυτούς, από τους Έλληνες, είχαν επιβάλλει τον τρόπο της ζωής τους και στους Εβραίους της περιοχής, γι’ αυτό θεωρούνταν πάρα πολύ αμαρτωλοί άνθρωποι αυτοί.
Και προφανώς, βλέπουμε εδώ, έπρεπε οι Γεργεσηνοί να συναισθανθούν το θαύμα που έγινε στον συμπατριώτη τους. Συγκινήθηκαν; Όχι, αγαπητοί μου. Μόνο φοβήθηκαν. Αλλά για τον λόγο που σας εξήγησα. Γιατί θα μπορούσαν να στερηθούν εκείνα τα αγαθά που ήδη απολάμβαναν· τα αμαρτωλά τους αγαθά. Έτσι, δεν πρόσεξαν. Πώς να προσέξει ο άνθρωπος, που έχει τυφλοπάνι στα μάτια του και δεν βλέπει τα θαυμάσια του Θεού…
Δεν πρόσεξαν ότι υπήρξε τρομακτική διαφορά και συμπεριφορά, ανάμεσα στον πρώην δαιμονισμένο συμπατριώτη τους με τώρα το τι βλέπουν. Πρώτα ο άνθρωπος αυτός και το ήξεραν «ἠλαύνετο», όπως μας λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, «ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους». Τώρα κάθεται σωφρονών και ιματισμένος παρά τους πόδας του Ιησού. Πρώτα ιματισμό δεν φορούσε. Άνθρωποι τέτοιοι σχίζουν τα ρούχα τους, τα βγάζουν, το ξέρετε. Μια μικρή παρενθεσούλα. Μήπως και εκείνοι που το καλοκαίρι βγάζουν τα ρούχα τους και περπατάνε γυμνοί, μήπως έχουν εν τινι βαθμώ δαιμονισμό; Ο καθένας ας σκεφτεί…
Πρώτα είχε συμπεριφορά μανιακού ο άνθρωπος αυτός· ενώ τώρα είναι ήρεμος και μυαλωμένος. Αυτή τη διαφορά δεν την είδαν οι ταλαίπωροι οι Γεργεσηνοί; Πρώτα, ο άνθρωπος αυτός, ο συμπατριώτης τους, ήταν ακοινώνητος. Με ποιον θα μπορούσε να κάνει συντροφιά; Ποιος θα τον έκανε συντροφιά; Τώρα τον βλέπουμε να βρίσκεται ανάμεσα στους ανθρώπους, τον Κύριο και τους μαθητές Του. Το θέμα είναι ότι όλα αυτά που βλέπουν…βλέπουν; Δεν συγκινούνται. Και αυτό είναι το δυστύχημά τους.
Πρόσθετα, πληροφορούνται οι Γεργεσηνοί και τον διάλογο ανάμεσα στον δαιμονισμένο και τον Ιησού. Λέγει εδώ το Ιερό Ευαγγέλιο: «Ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες(κυρίως ήταν οι βοσκοί των χοίρων) πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς». Είπαν: «Το και το. Αυτά είπε ο Κύριος, αυτά είπε στον Κύριο αυτός». Έμαθαν και αυτές τις λεπτομέρειες. Δηλαδή αυτόν τον διάλογο. Και ο διάλογος αποκάλυψε καταπληκτικά πράγματα. Με πολύ πλούτο, αν θέλετε και με θεολογία πολλή. Και ότι δεν ήταν φαντασιώσεις εκείνα τα οποία ειπώθηκαν από τους άλλους. Δηλαδή που τα ανακοίνωσαν. Δηλαδή ποιοι μίλησαν; Ο Ιησούς και ο δαιμονισμένος. Δεν ήσαν φαντασιώσεις. Δεν ήσαν πράγματα που τα σκέφτηκαν εκείνη την ώρα για να τα πουν, για να τα κάνουν· διότι από τη μια μεριά, θα επαναλάβω, θεραπεύεται ο δαιμονισμένος, και από την άλλη πνίγονται 2.000 χοίροι! Είναι δυνατόν ποτέ να είναι όλα αυτά φαντασιώσεις;
Οι δαίμονες, λοιπόν, αγαπητοί μου, είναι πραγματικότης, είναι πνεύματα, είναι πρόσωπα. Όταν λέμε πρόσωπο, σημαίνει ότι έχουμε λογική και αυτογνωσία. Οι άνθρωποι είναι πρόσωπα. Οι γάτες μας δεν είναι πρόσωπα. Το πρόσωπο δεν είναι αυτό που λέμε μάτια, μύτη, φρύδια. Πρόσωπο είναι αυτό που λέμε ότι έχω αυτογνωσία του εαυτού μου. Ο άνθρωπος λοιπόν είναι πρόσωπο. Οι δαίμονες είναι πρόσωπα. Όπως και οι άγιοι άγγελοι είναι πρόσωπα. Εξάλλου στη φύση τους οι δαίμονες δεν άλλαξαν από τους αγίους αγγέλους. Άγγελοι ήσαν, αλλά με την υπερηφάνειά τους μεταβλήθηκαν σε δαίμονες. Δηλαδή απεχωρίσθησαν της θείας δόξης. Απεχωρίσθησαν του Θεού. Συνεπώς οι δαίμονες είναι πρόσωπα.
Αλλά εδώ θα ήθελα να σημειώσω ότι υπάρχουν και σήμερα χριστιανοί μας που δεν πιστεύουν,-εγώ δε το έχω ακούσει πολλές φορές- δεν πιστεύουν στην ύπαρξη και αγγέλων και δαιμόνων. «Α, λέει, εγώ δεν πιστεύω ότι υπάρχουν άγγελοι». Τους αγγέλους, ξέρετε, πώς τους θεωρούν; Διακοσμητικά στοιχεία μέσα στις διηγήσεις της Αγίας Γραφής. Τους δε δαίμονες, ξέρετε πώς τους θεωρούν; Προσωποποίηση του κακού. Φερειπείν οι αρχαίοι Έλληνες μιλούσαν για τις Ερινύες. Αλλά εκεί βέβαια μιλούσαν για μια προσωποποίηση του κακού. Έτσι κι εδώ τώρα λένε: «Οι δαίμονες δεν υπάρχουν». Απλώς επαναλαμβάνω λένε ότι είναι προσωποποίηση του κακού. Όχι, αγαπητοί μου. Δεν είναι προσωποποίηση του κακού. Είναι πρόσωπα οι δαίμονες.
Μας λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής στην πρώτη του επιστολή: «Εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου». Αυτός είναι ο σκοπός που εφανερώθη στον κόσμο αυτόν ο υιός του Θεού. Για να λύσει τα έργα του διαβόλου. Να διαλύσει τα έργα του διαβόλου. Και σας ερωτώ. Η παρουσία, συνεπώς του Χριστού στον κόσμο είναι ένας Δονκιχωτισμός; Ξέρετε τι ήταν ο Δον Κιχώτης. Αυτό το ποίημα του Ισπανού κτλ κτλ. Όταν έβλεπε ανεμόμυλους τους περνούσε για ήρωες φοβερούς. Και είχε ένα κοντάρι και προσπαθούσε να τους χτυπήσει. Αλλά δεν ήταν παρά ανεμόμυλοι. Δεν ήταν βέβαια γίγαντες. Έτσι λοιπόν ήρθε ο Χριστός εδώ με ένα δονκιχωτικό τρόπο; Να πολεμήσει ανύπαρκτα πράγματα; Ανύπαρκτα πρόσωπα; Αν είναι δυνατόν!
Οι δαίμονες, αγαπητοί μου, είναι φρικτή πραγματικότητα. Η παρουσία αγγέλων και η παρουσία δαιμόνων στην καθημερινότητα των ανθρώπων, πρέπει να το πούμε αυτό, είναι συχνότατη. Ξέρετε πόσοι άνθρωποι σε μας μάς έχουν πει ότι έχουν δει τον διάβολο; Όχι στον ύπνο τους. Στον ξύπνιο τους. Να σου λέει: «Μου τραβάει την κουβέρτα από το κρεβάτι. Να πω ότι είναι ιδέα;». Μα σου τραβάει την κουβέρτα από το κρεβάτι. Κι άλλα πολλά φαινόμενα περίεργα και παράξενα, που έχουμε πλήθος πλήθος μαρτυρίες της καθημερινότητας. Πολλοί άνθρωποι έχουν δει τους δαίμονες. Και πολλοί άνθρωποι έχουν δει και αγγέλους. Έχουμε λοιπόν αυτήν εδώ τη μαρτυρία της καθημερινότητας. Μία εμπειρία. Ακόμη αν θέλετε, ολόκληρη η Αγία Γραφή, Καινή και Παλαιά Διαθήκη, είναι καταγεμάτη από την παρουσία και δαιμόνων και αγγέλων.
Αλλά εγώ θα σας έλεγα μια αρνητική περίπτωση. Δεν πιστεύεις, αδελφέ, στην Αγία Γραφή; Πρόσεξε θα σου πάρω μία μαρτυρία που δεν μπορείς να την αρνηθείς. Είναι η μαρτυρία της μαγείας και η μαρτυρία του πνευματισμού. Ο πνευματισμός και η μαγεία υπηρετούνται από τον διάβολο. Όταν σου λέει πράγματα που δεν είναι δυνατόν άνθρωπος να τα ξέρει… Όταν σου λέει «ο μακαρίτης σε εκείνο το σημείο του περιβολιού σας έκρυψε χρήματα», αυτός πού τα ξέρει; Σημειώστε δε,έξω από το κλίμα του μεσάζοντος(μέντιουμ θα πει μεσάζων) δεν ξέρει τίποτα ο άνθρωπος αυτός. Μέσα στο κλίμα του πράγματος γνωρίζει πού είναι αυτά τα χρήματα και σου λέει: «Είναι εκεί». Δεν έχετε ακούσει ανθρώπους που λένε «θα πάω στο μέντιουμ, να μάθω τούτο ή εκείνο». Από πού θα τα μάθει το μέντιουμ και θα σου τα πει εσένα; Του τα πληροφορούν οι δαίμονες. Αν θέλεις, αδελφέ, πάρε αυτήν τη μαρτυρία. Τη μαρτυρία αν όχι της Αγίας Γραφής, επαναλαμβάνω, τουλάχιστον τη μαρτυρία του Πνευματισμού.
Σημασία έχει ότι ολόκληρες κοινωνίες ανθρώπων δεν θέλουν σήμερα τον Ιησού Χριστό. Δεν Τον θέλουν. Όπως τότε οι Γεργεσηνοί δεν ήθελαν τον Κύριο Ιησού. Ήθελαν να ζουν στην ησυχία της αμαρτωλότητάς τους. Αισθάνονται ότι θα στερηθούν αυτούς τους ποικίλους ηδονισμούς τους. Αφού το Ευαγγέλιο είναι ασκητικό. Γι’ αυτό και σήμερα δεν θέλουν οι άνθρωποι να δεχθούν το Ευαγγέλιο. Ξαναλέγω, γιατί το Ευαγγέλιο είναι ασκητικό. Ασκητικό. Και τι προτιμούν; Θα τρομάξετε. Τον Ισλαμισμό! Ξέρετε ότι η Ευρώπη κοντεύει να γίνει ισλαμική; Ναι, ναι. Η χριστιανική Ευρώπη. Η χριστιανική Δύση. Το ξέρετε ότι κοντεύει να γίνει ισλαμική; Γιατί όλα αυτά τα συγχωρεί ο Ισλαμισμός. Τα δέχεται. Συνεπώς; Γιατί να πάω στον Χριστιανισμό, που είναι ασκητικός; Και αν ο Ισλαμισμός-προσέξατε αυτό το σημείο- νικήθηκε έξω από τη Βιέννη, το θυμόσαστε από την Ιστορία, από το σχολείο, που οι Τούρκοι φτάσανε έξω από τη Βιέννη; Νίκησαν τότε τελικά τους Τούρκους. Και νικήθηκε ο Ισλαμισμός. Όμως σήμερα ο Ισλαμισμός νικά και διεισδύει στην Ευρώπη και στην Αμερική με τον τρόπο του. Κατά τρόπο ειρηνικό. Ναι. Γιατί; Γιατί απλούστατα οι χριστιανοί μας διαρκώς υποβαθμίζονται πνευματικώς. Και αφήνουν περιθώρια, ναι περιθώρια να μπαίνει ο Ισλαμισμός. Ύστερα, μην ξεχνάτε, αυτός ο άνθρωπος πώς δαιμονίστηκε, ξέρετε; Άφησε παράθυρα στον διάβολο. Και σήμερα οι Ευρωπαίοι και οι Δυτικοί γενικώς, αφήνουν παράθυρα στον διάβολο, υποβαθμίζεται η πνευματική τους ζωή, για να φτάσουν να δεχτούν τελικά αυτόν τον ισλαμισμό ο οποίος όλα τα συγχωρεί.
Έτσι λοιπόν οι Χριστιανοί της Δύσεως, διαρκώς και διαρκώς απωθούν τον Χριστό από τις κοινωνίες τους. «Καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν -μας λέει ο ευαγγελιστής, προσκάλεσαν τον Κύριο- ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο». Να φύγει από κοντά τους γιατί, λέει, είχαν κυριευτεί από πάρα πολύ μεγάλο φόβο. Τι λέει; Να φύγει. Να φύγει… Και ο Κύριος τι έκανε; Ακούστε. «Αὐτὸς δὲ (ο Ιησούς) ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν». Ξαναγύρισε πίσω. Μπήκε στο πλοίο και γύρισε πίσω. Δηλαδή έφυγε ο Ιησούς. Ο Κύριος αφήνει εκείνους που αγαπούν περισσότερο τους χοίρους τους και φεύγει.
Τι σημαίνει όμως ότι ο Κύριος φεύγει; Αίρει την χάρη Του από τον λαό αυτόν. Και τότε έρχονται όλα τα δεινά. Προπαντός ο δαιμονισμός. Βασιλεύει πλέον ο διάβολος. Ο Κύριος είπε σαφώς: «Ἐὰν γὰρ μὴ πιστεύσητε ὅτι ἐγώ εἰμι(το βάρος πέφτει στο Εγώ ειμί. Ποιος; Ο Υιός του Θεού ο Ενανθρωπήσας), ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν». Είναι βαρύς, τρομερός, απόλυτος λόγος αυτός. «Εάν δεν πιστέψετε ότι είμαι εγώ, θα χαθείτε». Αυτό πρέπει να το έχουμε υπόψη μας.
Αλλά αν η πόλη εκείνη δεν δέχτηκε τον Κύριο, όπως ο θεραπευθείς αυτός, «ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ᾿ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ», δηλαδή Τον παρακαλούσε τον Κύριο, ο πρώην δαιμονισθείς, να είναι μαζί Του. «Να έρθω κι εγώ Κύριε μαζί Σου». Τρομερή αντίθεση, αλήθεια, για την ημέρα της Κρίσεως. Θα πει ο Κύριος: «Αυτός ήθελε να έρθει μαζί μου. Εσείς, ολόκληρη πόλη, δεν θελήσατε». Αλλά τι λέει ο Κύριος; «Ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός». «Πήγαινε στο σπίτι σου και να διηγείσαι όσα αγαθά και σπουδαία έκανε για σένα ο Θεός». Ναι. Ο Κύριος έφευγε αλλά άφηνε ένα ζωντανό μνημείο της αγάπης Του και της ευεργεσίας Του, αυτόν τον άνθρωπο, μέσα σ’ αυτήν την αμαρτωλή πόλη.
Αλλά τι σημαίνει «ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου», «γύρνα στο σπίτι σου;» Σημαίνει, «γύρισε πίσω στον εαυτό σου». Διότι ήσουν μέχρι τώρα εκτός εαυτού. Γυρίζω στον εαυτό μου σημαίνει πρώτον αυτογνωσία. Δεύτερον, ανάκληση των δυνάμεων της ψυχής, επειδή υπήρχε μέχρι τώρα σκορπισμός της προσωπικότητος. Τρίτον, σύνδεση του εαυτού σου, του εαυτού μου με τον Θεό, ώστε να μην υπάρχουν ανοίγματα στον διάβολο, παράθυρα, μπουκαπόρτες για να μπαίνει ο διάβολος μέσα στη ζωή μου. Και τέταρτον: εξωραϊσμός του οίκου του εαυτού μου. Δηλαδή θα προσπαθήσω να ζω την αγιότητα. Να στολίζομαι. Και επιπρόσθετα: Γίνου ιεραπόστολος στην πόλη αυτή· που αρνήθηκε Εμένα, τον Κύριο, να με δεχτεί. Και ο άνθρωπος έπραξε όπως του ειπώθηκε. Είναι πολύ συγκινητικό.
Αγαπητοί, έχουμε πολλά να πάρουμε από μία πόλη που αρνήθηκε να δεχτεί τον Χριστό. Κι επειδή και σήμερα δεν γίνεται αποδεκτός ο Χριστός στην πατρίδα μας, λίγο-λίγο αποχριστιανοποιούμαστε, ας αναλογιστούμε τι τρομερές συνέπειες θα μπορούσαμε να έχουμε, εάν δεν μετανοήσουμε… Ναι. Από μας εξαρτάται.
Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvnmp3
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ’ ΛΟΥΚΑ [:Λουκ.8,27-39]
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΓΑΔΑΡΗΝΩΝ
«Ὁ ὢν ἐκ τοῦ Θεοῦ τὰ ῥήματα τοῦ Θεοῦ ἀκούει (:Εκείνος που κατάγεται από τον Θεό και απέκτησε με την άσκηση της αρετής πραγματική συγγένεια με τον Θεό, ακούει με προσοχή και ενδιαφέρον τους λόγους του Θεού και τους εγκολπώνεται)»[Ιω.8,47], λέγει ο Κύριος. Δηλαδή υπακούει στις εντολές του Θεού και μετατρέπει τους λόγους σε έργα, ζει και πολιτεύεται κατά Χριστόν, εκτελεί το θέλημα του ουρανίου Πατρός, και γίνεται « κληρονόμος μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμος δὲ Χριστοῦ»[βλ. Ρωμ.8,17: «Εἰ δὲ τέκνα, καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ, εἴπερ συμπάσχομεν ἵνα καὶ συνδοξασθῶμεν(:αφού λοιπόν είμαστε παιδιά, είναι φυσικό να είμαστε και κληρονόμοι του Θεού ως πατέρα μας και συγκληρονόμοι του Χριστού ως αδελφού μα. Και γινόμαστε συγκληρονόμοι του Χριστού εάν βεβαίως πάσχουμε μαζί με Αυτόν, έτσι ώστε και να δοξαστούμε μαζί Του)»].
Όποιος όμως παρακούει τον Θεό, διαπράττει την αμαρτία, και επιδίδεται σε αυτήν αμετανόητα. Είναι δούλος της αμαρτίας και δεν είναι από τον Θεό αλλά από τον Πονηρό, αφού με την κακή προαίρεση μεταπλάσσει την φύση την οποίαν έλαβε από τον Θεό, και την εξομοιώνει με τον πατέρα της απωλείας. Γι’ αυτό και ο Κύριος έλεγε στους Ιουδαίους: «Ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν. ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς καὶ ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν, ὅτι οὐκ ἔστιν ἀλήθεια ἐν αὐτῷ· ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος, ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ, ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ(:Εσείς, που καυχιέστε ότι είστε παιδιά του Θεού, έχετε πατέρα τον διάβολο. Απ’ αυτόν κατάγεστε και τον δικό του χαρακτήρα και τα ιδιώματα κληρονομήσατε. Κι όσα αμαρτωλά και φονικά επιθυμεί ο πατέρας σας αυτός, αυτά και σεις θέλετε και είστε αποφασισμένοι να κάνετε. Εκείνος που από την αρχή της δημιουργίας του ανθρώπου ήταν φονιάς του ανθρώπου˙ και με το ψέμα του παρέσυρε τον άνθρωπο στην αμαρτία και το θάνατο. Και δεν μπορεί να σταθεί στην αλήθεια, διότι δεν υπάρχει μέσα του κανένας πόθος για την αλήθεια και καμία διάθεση να πει κάποτε την αλήθεια. Όταν λέει το ψέμα, το βγάζει από μέσα του. Λέει ψέματα, διότι είναι ψεύτης και πατέρας του ψεύδους, ο πρώτος επινοητής και ο κύριος υποβολέας του)»[Ιω.8,44].
Αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι φανερά αθλιότεροι και από τους δαιμονιζόμενους, έστω και αν διαφεύγουν την προσοχή των πολλών. Πράγματι, ενώ οι δαιμονιζόμενοι κατακόπτουν τα σώματά τους και μερικές φορές βλάπτουν σωματικώς όποιους συναντούν, εκείνοι που δια των πονηρών επιθυμιών τους έχουν εξομοιωθεί με τον αρχέκακο εχθρό, διαφθείρουν τις ψυχές τις δικές τους και όσων τους συναναστρέφονται απρόσεκτα. Και ενώ οι πρώτοι στον καιρό του θανάτου αποβάλλουν μαζί με το σώμα και την επήρεια των δαιμόνων, οι δεύτεροι, επειδή αμαρτάνουν αμετανόητα, έχουν αθάνατη και μόνιμη την βλάβη. Επίσης, τον ενοχλούμενο φανερά στο σώμα από τον δαίμονα όλοι τον λυπούμαστε όταν τον αντικρύσουμε, ενώ τον φονιά και τον φιλάργυρο, τον υπερήφανο και τον αναίσχυντο, και τον ανυπότακτο και όλους τους ομοίους των, όχι μόνον δεν τους λυπόμαστε, αλλά και τους μισούμε· διότι ο ένας περιπίπτει στο πάθος ακούσια, ενώ αυτός που αγαπά την αμαρτία προσελκύει με την ελεύθερή του προαίρεση το κακό, μερικές φορές μάλιστα αποκρύπτοντας τη βλαπτικότητα και την κακοήθεια της νόσου του.
Επειδή όμως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν την εναντίον μας μανία του διαβόλου, από τις επιθέσεις εκείνου κατά της ψυχής και από την συνεργία του στην αμαρτία, παραχώρησε ο Θεός να υπάρχουν και κατά το σώμα δαιμονοφόρητοι, ώστε να μάθουμε από αυτούς όλοι, πόσο φοβερή είναι η κατάσταση της ψυχής που έκαμε αυτόν ένοικό της δια των πονηρών έργων.
Όταν λοιπόν ο Μονογενής Υιός του Θεού, από απροσμέτρητο πέλαγος φιλανθρωπίας, χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη[πρβ. Ψαλμ,143,5:«Κύριε, κλῖνον οὐρανοὺς καὶ κατάβηθι, ἅψαι τῶν ὀρέων, καὶ καπνισθήσονται(:Εσύ όμως, Κύριε, που είσαι τόσο συγκαταβατικός προς εμάς τους ευτελείς ανθρώπους, χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβα. Άγγιξε με τα χέρια Σου τα βουνά και θα ανάψουν και θα γεμίσουν καπνό)»], για να ελευθερώσει τις ψυχές μας από την τυραννία του διαβόλου, απεδίωκε τα δαιμόνια και από τους φανερά κατά το σώμα δαιμονιζόμενους. Το έκαμε αυτό για να παρουσιάσει και να επιβεβαιώσει με τη φανερώς ενεργούμενη ελευθερία και ίαση, τη συντελούμενη κρυφά απελευθέρωση και ίαση της ψυχής.
Πράγματι, και όταν χάρισε την θεραπεία στην ψυχή του παραλυτικού, όχι μόνον δεν επευφημήθηκε από εκείνους που έβλεπαν μόνο τα φαινόμενα, αλλά και βλασφημήθηκε. Γι’ αυτό θεράπευσε και τη σωματική του παράλυση, για να μάθουν, όπως ο ίδιος έλεγε προς τους παρόντες, «ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας(:ότι ο υιός του ανθρώπου, ο Μεσσίας, ο εκπρόσωπος της ανθρωπότητας και ένδοξος Κριτής της κατά τη δευτέρα παρουσία Του, έχει εξουσία να συγχωρεί στη γη τις αμαρτίες των ανθρώπων)»[Ματθ.9,6].
Κυρίως γι’ αυτό λοιπόν απομακρύνει τους δαίμονες από τους δαιμονιζόμενους, για να μάθουμε ότι Αυτός είναι που τους αποδιώκει και από τις ψυχές μας, και μας χαρίζει την αιώνια ελευθερία.
«Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν(:Και όταν βγήκε στη στεριά)», σύμφωνα με την περικοπή του Ευαγγελίου που διαβάστηκε σήμερα, «ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν(:Τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που καταγόταν από την πόλη, ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια. Αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα)»[Λουκ.8,27].«Εξήλθε», λέγει, όχι «ήλθε στην ξηρά», για να δείξει ότι ήλθε με πλοίο, αφού ήδη και τη θύελλα του ανέμου κατέπαυσε, και την θάλασσα γαλήνευσε με την επιτίμησή Του· διότι όταν από την Γαλιλαία επιβιβάστηκε στο πλοίο με τους μαθητές Του, είπε προς αυτούς, όπως λέγει παραπάνω ο Ευαγγελιστής: «Διέλθωμεν εἰς τὸ πέραν τῆς λίμνης(:Ας περάσουμε στο απέναντι μέρος της λίμνης Γεννησαρέτ)»[Λουκ.8,22]. Από εδώ φαίνεται ότι προείδε το γεγονός, και από ευσπλαχνία ήλθε αυτόκλητος βοηθός στον βασανιζόμενο τόσο φοβερά και τόσο πολλά έτη από τους δαίμονες.
Ο Λουκάς λοιπόν λέγει ότι ήταν ένας και είχε πολλά δαιμόνια, ο Μάρκος όμως ομιλεί και αυτός περί ενός, «ἐν πνεύματι ἀκαθάρτῳ(:κυριευμένος από πνεύμα ακάθαρτο)». Ο δε Ματθαίος ισχυρίζεται ότι ήσαν δύο μαζί και βασανίζονταν από πολλά δαιμόνια. Την αιτία λοιπόν, για την οποία άλλοι Ευαγγελιστές ομιλούν για έναν, άλλοι δε για περισσοτέρους, και δαιμονιζόμενους και δαιμόνια, την φανέρωσε και ο Λουκάς και ο Μάρκος· διότι το ένα, το οποίο ο Μάρκος ονόμασε ακάθαρτο πνεύμα, εξεταζόμενο στη συνέχεια από τον Κύριο λέγει: «Λεγεὼν ὄνομά μοι, ὅτι πολλοί ἐσμεν(:Το όνομά μου είναι Λεγεών, δηλαδή ταξιαρχία στρατιωτών. Κι έχω αυτό το όνομα, διότι εδώ μέσα είμαστε πολλοί)»[Μάρκ.5,9]. Πράγματι η «λεγεώνα» είναι ορμαθός και πολυάριθμο σύστημα αγγέλων ή ανθρώπων, οι οποίοι στέκονται, μετακινούνται μαζί και αποβλέπουν και κινούνται προς ένα έργο και σκοπό. Γι’ αυτό και οι δαιμονιζόμενοι εκείνοι, αφού ως ενεργούμενοι και φερόμενοι κατά τέτοιο σύστημα συνευρίσκονταν μαζί και στα μνήματα και στα όρη και διώκονταν μαζί αδιάσπαστα, άλλοτε μεν αναφέρονται σε ενικό αριθμό, άλλοτε δε σε πληθυντικό, και αυτοί και τα πονηρά πνεύματα που τους ταλαιπωρούσαν.
Επίσης, δεν συνάντησε και δεν ανεγνώρισε απλώς τον Ιησού ο Λεγεών των πονηρών πνευμάτων διαμέσου του ανθρώπου εκείνου, αλλά και «ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε·τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς(:όταν όμως είδε τον Ιησού, από το φόβο του έβγαλε μια δυνατή κραυγή, έπεσε στα πόδια Tου και με φωνή μεγάλη είπε: “Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σένα και τι ζητάς από μένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και μη μου επιβάλεις την τιμωρία να κλειστώ από τώρα μέσα στο σκοτάδι του Άδη”)»[Λουκ.8,28].
«Παρήγγειλε γὰρ», λέγει, «τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου (:ο Χριστός διέταξε το ακάθαρτο πνεύμα να βγει και να φύγει από τον άνθρωπο)»[Λουκ.8,29].Έχοντας καταπλεύσει για τον σκοπό αυτόν ο Κύριος από ευσπλαχνία στην παραλία εκείνη όπου ζούσε ο δαιμονιζόμενος, διέταξε μεν τον λεγεώνα των δαιμόνων να εξέλθει από τον άνθρωπο, δεν του είπε όμως πού να απέλθει. Γι’ αυτό εκείνο το παμμίαρο σμήνος των πονηρών πνευμάτων κατελήφθη από αμηχανία, και φοβήθηκε μήπως παραδοθεί τώρα από τον Κύριο στη μέλλουσα καταδίκη, στην προετοιμασμένη γι’ αυτά γέεννα του πυρός, με την οποία θα παραδοθούν σε τέλεια ακινησία, αφού θα καταργηθεί κάθε ενέργειά τους. Αναγκάστηκε λοιπόν να προσέλθει, και να προσπέσει, χρησιμοποιώντας ταπεινότερα και αληθινά λόγια προς τον Κύριο, τα οποία Τον μαρτύρησαν ότι είναι Υιός του Υψίστου. Μέσα στην πονηρία τους νόμιζαν ότι με αυτήν την μαρτυρία, σαν με κάποια κολακεία, θα μεταπείσουν τον Κύριο των όλων.
Και ο Κύριος ανέχτηκε την μαρτυρία των δαιμόνων, προς καταρτισμό των ευρισκομένων στο πλοίο· διότι πριν από λίγο, βλέποντας ο κόσμος τα τόσο μεγάλα θαύματά του στη θάλασσα, έλεγαν μεταξύ τους με απορία: «Τίς ἄρα οὗτός ἐστιν, ὅτι καὶ τοῖς ἀνέμοις ἐπιτάσσει καὶ τῷ ὕδατι, καὶ ὑπακούουσιν αὐτῷ;(: Ποιος λοιπόν να είναι αυτός; Είναι πολύ μεγαλύτερος απ’ ό,τι Τον θεωρούσαμε μέχρι τώρα· διότι διατάζει ακόμη και τους ανέμους και τα κύματα της λίμνης, και Τον υπακούουν)»[Λουκ.8,25]. Τώρα όμως έμαθαν ότι είναι ο Υιός του Θεού του Υψίστου· διότι πάντοτε, ακόμη και ο διάβολος, είναι συνεργός στη βουλή του Θεού, όχι όμως επειδή το θέλει ούτε αποβλέποντας σε αυτό. Γι’ αυτό και κάποιος από τους θεοφόρους λέγει, ότι «το κακό συνεργεί στο αγαθό, όχι με καλή προαίρεση» [ βλ. Ιω. Χρυσοστόμου «Προς Σταγείριον» και Μεγάλου Βασιλείου « Ὅτι οὐκ ἐστίν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός»] .
Ο Κύριος, λοιπόν, θέλοντας να φανερώσει στους παρόντες ότι ο δαίμονας που τόσο φρίττει ενώπιόν Του δεν είναι ένας, αλλά πλήθος πολύ, τον ρώτησε: «Τί σοί ἐστιν ὄνομα; Ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν(:Τον ρώτησε λοιπόν ο Ιησούς λέγοντάς του: ’’Ποιο είναι το όνομά σου;”. Και εκείνος απάντησε: ‘’Λεγεών’’, δηλαδή ταξιαρχία στρατιωτών. Και είχε αυτό το όνομα, διότι είχαν μπει μέσα στον άνθρωπο αυτό όχι μόνο ένα αλλά πολλά δαιμόνια)». Λέγουν ορισμένοι ότι το τάγμα της λεγεώνας αποτελείται από έξι περίπου χιλιάδες.
«Καὶ παρεκάλει αὐτὸν(:Και Τον παρακαλούσαν τα δαιμόνια)», λέγει, «ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν(:να μην τα διατάξει και πάνε στα τρίσβαθα του Άδου)». Βλέπεις ότι είναι ο φόβος, όπως είπαμε παραπάνω, αυτός που τους ανάγκασε και να προσέλθουν, και να προσπέσουν, και να χρησιμοποιήσουν σχήματα και λόγια αληθινά και ταπεινότερα. Κοίταξε όμως και την παντοκρατορική εξουσία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Πράγματι· ο δαίμονας και χωρίς να το θέλει Τον μαρτύρησε Κύριο και της αβύσσου. Και ποιος είναι Αυτός που επιβλέπει αβύσσους; Βεβαίως Αυτός που κάθεται στους ουρανούς, Αυτός που περιέχει και κατευθύνει τα πάντα.
Βλέπε επίσης και ότι το στίφος των δαιμόνων δεν μπορεί να μένει πουθενά, αν δεν έχει πάρει από Αυτόν την άδεια ή την παραχώρηση. Γι’ αυτό και όταν προστάχτηκε από τον Κύριο να φύγει, αλλά δεν έλαβε εντολή πού να απέλθει, κατελήφθη από μεγάλη βία, και βρήκε ως καταφύγιο τους χοίρους, οι οποίοι έβοσκαν στο όρος, ώστε να διαφύγει μέσω αυτών. Αλλά ούτε κατ’ αυτών είχε από μόνον του την εξουσία, πολύ δε περισσότερο δεν την έχει εναντίον των ανθρώπων. Διότι, λέγει: «Ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. Ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη(:Στο μεταξύ εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό. Και τα δαιμόνια Τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν σε εκείνους τους χοίρους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, ο οποίος απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας. Με τον τρόπο αυτό ο Κύριος τιμώρησε την παρανομία τους αυτή. Και αφού βγήκαν τα δαιμόνια απ’ τον άνθρωπο, μπήκαν στους χοίρους. Τότε το κοπάδι όρμησε με ασυγκράτητη μανία προς τον γκρεμό, και έπεσε κάτω στη λίμνη και πνίγηκε)».
Τα δαιμόνια λοιπόν, ζητώντας δήθεν πρόφαση φυγής, και έχοντας κακοποιό προαίρεση, ζήτησαν την άδεια κατά των χοίρων, επειδή ο Σωτήρας τα έδιωχνε από τους ανθρώπους. Συνειδητοποίησαν ότι την στιγμή εκείνη δεν διώκονταν από έναν ή δύο, αλλά δια του Ενός από όλους τους ανθρώπους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, για να γνωρίσουμε εμείς από όσα έπαθαν οι χοίροι, ότι ούτε τον άνθρωπο εκείνον δεν θα λυπούνταν να τον καταστρέψουν τελείως, αν δεν αναχαιτίζονταν και πριν αοράτως από την δύναμη Εκείνου.
«Ἰδόντες δὲ(:Όταν όμως είδαν)», λέγει, «οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς(:Μόλις είδαν αυτό που έγινε εκείνοι που έβοσκαν τους χοίρους, έφυγαν και ανήγγειλαν το συμβάν της καταστροφής των χοίρων στους κατοίκους της πόλεως και σε όσους έμεναν έξω στην ύπαιθρο)»[Λουκ.8,34]. Λάβετε τώρα παρακαλώ στον νου σας τον άσωτο υιό του Ευαγγελίου, που σώθηκε με την απομάκρυνση από τους χοίρους, για να καταλάβετε ποιοι ήσαν αυτοί που έβοσκαν τους χοίρους, ή μάλλον ποιοι ομοιάζουν με αυτούς. Πράγματι ο χοιρώδης βίος εξ αιτίας της ακαθαρσίας του, συμβολίζει κάθε πονηρό πάθος. Και χοίροι είναι κυρίως αυτοί που περιφέρουν τον ρυπωμένο από τη σάρκα χιτώνα. Προϊστάμενοί τους, ένα είδος βοσκών, είναι εκείνοι που υπερέχουν από αυτούς στην ηδυπάθεια, και λαμβάνουν πρόνοια για την σάρκα και την δίαιτά τους, με τέτοιο τρόπο ώστε να εκπληρώνουν την επιθυμία τους.
Σ’ εμάς όμως δεν επιτρέπει ο χρόνος ούτε, όπως βλέπετε, ο θόρυβος του πλήθους, να ασχοληθούμε λεπτομερώς με τη συνέχεια, ποια δηλαδή είναι η γύμνωση που προκαλείται στην ψυχή από την αμαρτία, την οποία υποδήλωνε ο δαιμονιζόμενος εκείνος, και ποια η διαβίωση στα όρη [διότι, λέγει «ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν(:αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα)»] και ποιες οι αλυσίδες, οι χειροπέδες και τα δεσμά τα οποία εκείνος έσπαζε και έφευγε διωκόμενος.
Αλλά ας αποφύγουμε και εμείς, μάλιστα οι μοναχοί, την συναναστροφή και συμβίωση με τους χοίρους· διότι κατά τη ρήση του Παύλου «Μὴ πλανᾶσθε· φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί. φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί (: Μην πλανάτε τον εαυτό σας με ψέματα. Και μη συναναστρέφεστε με τους παλιούς σας φίλους που είχατε όταν ήσασταν ειδωλολάτρες. Μην ξεχνάτε ότι οι κακές συναναστροφές διαφθείρουν τα καλά ήθη)»[Α΄Κορ.15,33], και ως επί το πλείστον καθένας είναι ή γίνεται όμοιος με τους συντρόφους του. Τι το όφελος να φύγεις οριστικώς από τον κόσμο και να καταφύγεις στα αφιερωμένα στον Θεό φροντιστήρια, να εξέρχεσαι όμως καθημερινώς από αυτά και να συμφύρεσαι πάλι με τον κόσμο; Πώς, πες μου, τριγυρνώντας στις αγορές θα αποφύγεις τα προσανάμματα των παθών, δια των οποίων επέρχεται ο θάνατος της ψυχής, που χωρίζει τον άνθρωπο από τον Θεό; Αυτός είναι ο θάνατος «ὁ ἀναβαίνων εἰς ἡμᾶς διά τῶν θυρίδων», οι οποίες είναι μέσα μας, δηλαδή των αισθήσεων. Αυτές έγιναν αφορμή να εκπέσουν από την αθανασία και οι προπάτορες εκείνοι.
Ας φύγουμε λοιπόν όλοι μας μακριά, άλλοι από την συμβίωση με τα κακά, έστω και αν μας φαίνεται ότι υπερτερούμε πολλών στην καταγωγή και στην δόξα και στην σωματική ρώμη και στον υλικό πλούτο, και άλλοι από την ομοίωση προς τους χοίρους, λαμβάνοντας στον νου μας την λίμνη εκείνη του ασβέστου πυρός, μέσα στην οποίαν, φευ!, θα πέσουν όσοι αμετανόητα υπηρετούν τις προσβολές των δαιμόνων. Και βλέποντας το βάραθρο στο οποίο κρημνίζονται όταν πεθαίνουν, όσοι μέχρι το τέλος τους ομοιάζουν ως προς τον τρόπον της ζωής με τους χοίρους, ας απομακρυνθούμε χωρίς επιστροφή από τον όντως δυσώδη βίο της αμαρτίας, και ας προσέλθουμε έτσι καλώς και δικαίως στην πηγή των μύρων, την οποία μας χάρισε ο Θεός, και εκχύνεται μέσα από τη λάρνακα από την σωρό του εντοπίου μας Χριστομάρτυρος αγίου Δημητρίου.
Και αφού με την χρήση τούτων αγιασθούμε και ενισχυθούμε, να κηρύττουμε και στους αγρούς και στις πόλεις, όπου και αν είμαστε, την θειότατη δύναμη και ενέργεια του θείου αυτού μύρου. Δεν εννοώ με την γλώσσα και τα λόγια –διότι ποιος δεν άκουσε με την δική του ακοή την συρροή των θαυμάτων που γίνονται εδώ;-, αλλά με την μεταβολή της ζωής μας προς το καλύτερο, ώστε βλέποντάς μας όλοι να πουν: «Αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου(:Αυτή η μεταβολή της καταστάσεώς μας είναι έργο της δεξιάς του Υψίστου Θεού μας)»[Ψαλ.76,11], με την οποία δεξιά έχει αγιογραφηθεί ο μέγας Δημήτριος, και δια της οποίας μετασχηματίζει αυτούς που τον πλησιάζουν προς το θειότερο, ώστε να έχει και στον ουρανό συμπολίτες αυτούς που ευτύχησαν να είναι στη γη συγκάτοικοί του. Αυτό είθε να συμβεί με τις πρεσβείες εκείνου, και να επιτύχουμε όλοι τις υπεσχημένες ουράνιες μονές, και την εκεί συνοίκηση με τους αγίους, χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο πρέπει δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Γρηγορίου του Παλαμά Άπαντα τα έργα, Ομιλίαι (ΜΓ΄-ΞΓ΄), ομιλία Ν΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 11, σελίδες 197-211.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 8,26-39]
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΓΑΔΑΡΗΝΩΝ
«Καὶ κατέπλευσεν εἰς τὴν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν, ἥτις ἐστὶν ἀντίπερα τῆς Γαλιλαίας(:Και έφτασαν με το πλοίο στη χώρα των Γαδαρηνών, η οποία βρίσκεται απέναντι από τη Γαλιλαία)»[Λουκ. 8, 26].
Κατέβηκε ο Σωτήρας στη χώρα των Γαδαρηνών μαζί με τους άγιους μαθητές. Έπειτα τους συνάντησε κάποιος άνδρας, ο οποίος ήταν κατοικία πολλών και ακαθάρτων πνευμάτων, χωρίς νου και μυαλό, και δεν ξεχώριζε καθόλου από εκείνους που είχαν πεθάνει και βρίσκονταν στη γη και μάλλον ήταν ίσως ακόμα χειρότερος γιατί τριγυρνώντας γυμνός στα μνήματα των πεθαμένων, ήταν απόδειξη της απανθρωπιάς των δαιμόνων. Επιτρέπει βέβαια ο Θεός των όλων κατ’ οικονομίαν κάποιοι να υποταχτούν σε αυτούς, όχι για να υποφέρουν, αλλά μάλλον για να μάθουμε εμείς μέσω αυτών πόσο μισάνθρωποι και μισόκαλοι είναι οι δαίμονες απέναντι εμάς, και έτσι να πάψουμε να θέλουμε να υποτασσόμαστε σε αυτούς, γιατί όταν πάσχει ένας, οικοδομούνται πολλοί…
Ο Γαδαρηνός αυτός, δηλαδή η αγέλη των δαιμονίων που κρυβόταν μέσα του, έτρεχε πίσω από τον Χριστό και φώναζε τα εξής: «Τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς(:Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σένα και τι ζητάς από μένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και μη μου επιβάλεις την τιμωρία να κλειστώ από τώρα μέσα στο σκοτάδι του Άδη)»[Λουκ.8,28]. Πρόσεξε, σε παρακαλώ, εδώ, δειλία περιπλεγμένη με πολύ θράσος και απόγνωση. Δείγμα βέβαια της διαβολικής απόγνωσης είναι το ότι τολμά να λέγει: «Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σε σένα, Ιησού, Υιέ του Θεού;», ενώ δείγμα δειλίας το ότι παρακαλεί να μη βασανιστεί. Αλλά όμως, εάν γνωρίζεις ότι Αυτός είναι οπωσδήποτε Υιός του Υψίστου Θεού, ομολογείς ότι είναι Θεός του ουρανού και της γης, και όλων όσα υπάρχουν σε αυτά, τότε γιατί αρπάζεις αυτά που δεν είναι δικά σου ή μάλλον αυτά που είναι δικά Του; Έπειτα λέγεις: «Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα σε εμένα και σε εσένα;». Και ποιος από τους βασιλείς της γης θα ανεχθεί μέχρι τέλους να είναι υποταγμένοι στους βαρβάρους αυτοί που είναι κάτω από τα σκήπτρα του; Βγάζε από το στόμα σου τις κραυγές που σου πρέπουν. Και αυτές είναι αυτό που λες: «σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις».
Και πρόσεχε σε παρακαλώ πάλι την ασύγκριτη δόξα Εκείνου που είναι πέρα από όλα, εννοώ την ακατανίκητη δύναμη του Χριστού. Συντρίβει τον Σατανά, θέλοντας να πάθει μόνο αυτός αυτό. Τα λόγια του Χριστού είναι γι΄αυτόν φωτιά και φλόγες. Είναι λοιπόν αλήθεια όσα λέγει ο μακάριος Ψαλμωδός: «Τὰ ὄρη ὡσεὶ κηρὸς ἐτάκησαν ἀπὸ προσώπου Κυρίου, ἀπὸ προσώπου Κυρίου πάσης τῆς γῆς(:Όπως το κερί λιώνει μπροστά στη φωτιά, έτσι λιώνουν τα όρη μπροστά στην παντοδύναμη παρουσία του Κυρίου, ενώπιον του κυρίαρχου και εξουσιαστή όλης της γης)» [Ψαλμ.96,5]· με «ὄρη» βέβαια παρομοιάζει εδώ ο Ψαλμωδός τις υψηλές και υπερήφανες δυνάμεις, δηλαδή τις πονηρές. Όμως, προσβάλλοντας τη δύναμη και εξουσία του Σωτήρα μας που είναι φωτιά, αυτές λιώνουν σαν κερί.
Τον ρώτησε ο Χριστός και τον πρόσταξε να πει ποιο είναι το όνομά του. Τον ρωτούσε άραγε επειδή δεν ήξερε και ζητούσε σαν ένας από εμάς να μάθει; Και πώς δεν είναι τελείως ανόητο το να πούμε ή να σκεφτούμε κάτι τέτοιο; Γιατί ως Θεός τα γνωρίζει όλα, και εξετάζει την καρδιά και τους νεφρούς. Ρώτησε κατ’ οικονομία για να μάθουμε ότι μεγάλο πλήθος δαιμονίων κατακυρίευσε μία ψυχή ανθρώπου. Επειδή δηλαδή ο Κύριος γνώριζε το πλήθος των δαιμόνων που κατοικούσαν μέσα σε εκείνον τον άνθρωπο, ενώ εκείνοι που έβλεπαν, έβλεπαν έναν άνδρα και άκουαν μία φωνή, λέγει: «τί σοί ἐστιν ὄνομα;(:ποιο είναι το όνομά σου;)», για να μην πει ο Ίδιος ότι είναι πολλοί και δεν γίνει πιστευτός, αλλά να ομολογήσουν οι ίδιοι ότι είναι πολλοί.
«Καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν· ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν·καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς·ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη(:και τα δαιμόνια αυτά με το στόμα του δαιμονισμένου Τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στα τρίσβαθα του Άδη. Στο μεταξύ εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό. Και τα δαιμόνια Τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν σε εκείνους τους χοίρους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, ο οποίος απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας. Με τον τρόπο αυτό ο Κύριος τιμώρησε την παρανομία τους αυτή. Και αφού βγήκαν τα δαιμόνια απ’ τον άνθρωπο, μπήκαν στους χοίρους. Τότε το κοπάδι όρμησε με ασυγκράτητη μανία προς το γκρεμό, κι έπεσε κάτω στη λίμνη και πνίγηκε)»[Λουκ.8,31-33].
Παρακάλεσαν λοιπόν τον Κύριο οι δαίμονες που βρίσκονταν μέσα σε εκείνον τον άνθρωπο να μην τους στείλει από τώρα στα τρίσβαθα του Άδη, επειδή προφανώς προηγουμένως είχαν ήδη αποσταλεί άλλοι δαίμονες στην άβυσσο και γι’ αυτό εκείνοι που είχαν απομείνει είχαν καταληφθεί τώρα από φρίκη ενώπιον του Ιησού, μήπως πάθαιναν κάτι ανάλογο. Κατόπιν ζήτησε η αγέλη των ακαθάρτων πνευμάτων την ίση και όμοια με τον εαυτό της αγέλη των χοίρων για να εισχωρήσει. Και ο Χριστός συγκατάνευσε κατ’ οικονομία, αν και δεν αγνοούσε αυτό που θα έκαναν. Τους έδωσε λοιπόν αυτήν την εξουσία, για να γίνει σε εμάς μαζί με τα άλλα και αυτό αφορμή ωφέλειας και ελπίδα ασφάλειας. Γιατί ζητούν την εξουσία των χοίρων, επειδή δηλαδή δεν την είχαν, και αυτοί που δεν είχαν την εξουσία των τόσο μικρών και ευτελών, πώς θα μπορούσαν να βλάψουν κάποιον από τους σφραγισμένους από τον Χριστό με το άγιο Βάπτισμα, και που είχαν στηριγμένη την ελπίδα τους σε Αυτόν;
Αλλά όμως μαζί με αυτό μπορούμε να μάθουμε από αυτό που συνέβη στην αγέλη των χοίρων και τούτο, ότι δηλαδή οι ασεβείς δαίμονες είναι κακοί και επιβουλεύονται εκείνους που τίθενται κάτω από την εξουσία τους· γιατί αυτό θα μπορούσε να το δείξει, και πολύ καθαρά, το ότι καταγκρέμισαν τους χοίρους και τους κατέπνιξαν στα νερά. Και γι’ αυτό ο Χριστός συγκατένευσε όταν Του το ζήτησαν, με σκοπό να μάθουμε εμείς από το συμβάν ποιοι ακριβώς είναι, ότι δηλαδή είναι σκληροί και θηριώδεις.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Ἐξήγησις ὑπομνηματική εἰς τό κατά Λουκάν εὐαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία»
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)
- Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εἰς το κατά Λουκάν Α΄», κεφάλαιο 8ο, σελ. 379-383.
- Παν. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, εκδ. Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.