Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού (14/9/2022)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
Α΄ προς Κορινθίους, κεφάλαιο Α΄, εδάφια 18-25
18 ῾Ο λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι. 19 Γέγραπται γάρ· ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω. 20 Ποῦ σοφός; Ποῦ γραμματεύς; Ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; 21 Ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας. 22 Ἐπειδὴ καὶ ᾿Ιουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καὶ ῞Ελληνες σοφίαν ζητοῦσιν, 23 ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, ᾿Ιουδαίοις μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν, 24 αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, ᾿Ιουδαίοις τε καὶ ῞Ελλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν· 25 ὅτι τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί, καὶ τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
18 Πράγματι λοιπόν η διάδοση του κηρύγματος αυτού οφείλεται στην θεία του δύναμη. Διότι το κήρυγμα για τον σταυρό σ’ εκείνους βέβαια που βαδίζουν τον δρόμο της απώλειας φαίνεται μωρία και κουταμάρα˙ σε μας όμως που είμαστε στον δρόμο της σωτηρίας είναι δύναμη Θεού που σώζει. 19 Ναι. Τους φαίνεται μωρία και δεν μπορούν να νιώσουν τη δύναμη του Ευαγγελίου, αν και παρουσιάζονται με την αξίωση ότι είναι σοφοί. Διότι έχει γραφεί από τον Ησαΐα, που μίλησε εκ μέρους του Θεού: «Θα εξαφανίσω τη σοφία αυτών που παρουσιάζονται ως σοφοί, και θα παραμερίσω ως ανώφελη και άχρηστη τη φρόνηση εκείνων που κομπάζουν με την ιδέα ότι είναι συνετοί». 20 Πού υπάρχει τώρα σοφός; Πού υπάρχει έμπειρος διδάσκαλος του Μωσαϊκού νόμου; Πού επιδέξιος συζητητής της άπιστης και άθεης αυτής εποχής; Δεν απέδειξε ο Θεός μωρή τη σοφία των ανθρώπων που έχουν τα κοσμικά φρονήματα της εποχής μας;
21 Και η αποδοκιμασία αυτή του Θεού έγινε με κάθε δικαιοσύνη. Διότι, αφού με τη σοφία του Θεού, η οποία γίνεται φανερή στα δημιουργήματά Του, δεν γνώρισαν οι άνθρωποι τον Θεό με την έμφυτη λογική και την άλλη σοφία τους, αποφάσισε ο Θεός μέσα στην αγαθότητά Του να σώσει όλους όσους θα πιστέψουν σε κάθε εποχή, με το κήρυγμα, που φαίνεται μωρό και ανόητο στους σοφούς του αμαρτωλού κόσμου. 22 Και φαίνεται μωρό και ανόητο, επειδή οι Ιουδαίοι απαιτούν υπερφυσικό σημείο για να πιστέψουν, και οι Έλληνες ζητούν φιλοσοφικούς συλλογισμούς που να ικανοποιούν το περίεργο πνεύμα τους. 23 Εμείς όμως κηρύττουμε τον Χριστό που έχει σταυρωθεί. Και ο σταυρωμένος Χριστός για τους Ιουδαίους που περιμένουν τον Μεσσία Χριστό ως επίγειο βασιλιά είναι σκάνδαλο, εμπόδιο πάνω στο οποίο σκοντάφτουν και δεν πιστεύουν. Για τους Έλληνες πάλι ο σταυρωμένος Θεός που δεν νίκησε τους εχθρούς Του παρουσιάζεται ως ιδέα μωρή και ανόητη. 24 Σ’ αυτούς όμως που ο Θεός βρήκε άξιους να καλέσει στη σωτηρία, είτε Ιουδαίοι είναι είτε Έλληνες, κηρύττουμε Χριστό, ο Οποίος είναι Θεού δύναμη που αναγεννά και αγιάζει, και Θεού σοφία που φωτίζει κάθε πιστό. 25 Διότι εκείνο που ενεργεί ο Θεός και οι άπιστοι άνθρωποι το θεωρούν μωρό και ανόητο, είναι σοφότερο από τους ανθρώπους, με ό,τι κι αν έχουν και όση σοφία κι αν επιδεικνύουν αυτοί. Και το κήρυγμα του φαινομενικά ασθενούς και αδύνατου Εσταυρωμένου, που το ενεργεί ο Θεός μ’ εμάς, είναι ισχυρότερο από τους ανθρώπους, όσο δυνατοί κι αν είναι αυτοί σε κοσμική δύναμη.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
Κατά Ιωάννην, κεφάλαιο ΙΘ΄, εδάφια 6-37
6 Καὶ λέγει αὐτοῖς· ἴδε ὁ ἄνθρωπος. Ὃτε οὖν εἶδον αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ὑπηρέται, ἐκραύγασαν λέγοντες· Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν. Λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· λάβετε αὐτὸν ὑμεῖς καὶ σταυρώσατε· ἐγὼ γὰρ οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν. 7 Ἀπεκρίθησαν αὐτῷ οἱ ᾿Ιουδαῖοι· ἡμεῖς νόμον ἔχομεν, καὶ κατὰ τὸν νόμον ἡμῶν ὀφείλει ἀποθανεῖν, ὅτι ἑαυτὸν Θεοῦ υἱὸν ἐποίησεν. 8 ῞Οτε οὖν ἤκουσεν ὁ Πιλᾶτος τοῦτον τὸν λόγον, μᾶλλον ἐφοβήθη, 9 καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ πραιτώριον πάλιν καὶ λέγει τῷ ᾿Ιησοῦ· Πόθεν εἶ σύ; Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀπόκρισιν οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ.
10 Λέγει οὖν αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· ἐμοὶ οὐ λαλεῖς; Οὐκ οἶδας ὅτι ἐξουσίαν ἔχω σταυρῶσαί σε καὶ ἐξουσίαν ἔχω ἀπολῦσαί σε; 11Ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς· οὐκ εἶχες ἐξουσίαν οὐδεμίαν κατ’ ἐμοῦ, εἰ μὴ ἦν σοι δεδομένον ἄνωθεν· διὰ τοῦτο ὁ παραδιδούς μέ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει. 12 Ἐκ τούτου ἐζήτει ὁ Πιλᾶτος ἀπολῦσαι αὐτόν· οἱ δὲ ᾿Ιουδαῖοι ἔκραζον λέγοντες· ἐὰν τοῦτον ἀπολύσῃς, οὐκ εἶ φίλος τοῦ Καίσαρος. Πᾶς ὁ βασιλέα ἑαυτὸν ποιῶν ἀντιλέγει τῷ Καίσαρι. 13 Ὁ οὖν Πιλᾶτος ἀκούσας τοῦτον τὸν λόγον ἤγαγεν ἔξω τὸν ᾿Ιησοῦν, καὶ ἐκάθισεν ἐπὶ τοῦ βήματος εἰς τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον, ἑβραϊστὶ δὲ Γαββαθᾶ· 14 ἦν δὲ παρασκευὴ τοῦ πάσχα, ὥρα δὲ ὡσεὶ ἕκτη· καὶ λέγει τοῖς ᾿Ιουδαίοις· ἴδε ὁ βασιλεὺς ὑμῶν. 15 Οἱ δὲ ἐκραύγασαν· ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν. Λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τὸν βασιλέα ὑμῶν σταυρώσω; ἀπεκρίθησαν οἱ ἀρχιερεῖς· οὐκ ἔχομεν βασιλέα εἰ μὴ Καίσαρα. 16 Τότε οὖν παρέδωκεν αὐτὸν αὐτοῖς ἵνα σταυρωθῇ.
17 Παρέλαβον δὲ τὸν ᾿Ιησοῦν καὶ ἤγαγον· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον, ὃς λέγεται ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ, 18 ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν, καὶ μετ’ αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν, μέσον δὲ τὸν ᾿Ιησοῦν. 19 Ἒγραψε δὲ καὶ τίτλον ὁ Πιλᾶτος καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ· ἦν δὲ γεγραμμένον· ᾿Ιησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν ᾿Ιουδαίων. 20 Τοῦτον οὖν τὸν τίτλον πολλοὶ ἀνέγνωσαν τῶν ᾿Ιουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τῆς πόλεως ὁ τόπος ὅπου ἐσταυρώθη ὁ ᾿Ιησοῦς· καὶ ἦν γεγραμμένον ῾Εβραϊστί, ῾Ελληνιστί, Ρωμαϊστί. 21 Ἒλεγον οὖν τῷ Πιλάτῳ οἱ ἀρχιερεῖς τῶν ᾿Ιουδαίων· μὴ γράφε, ὁ βασιλεὺς τῶν ᾿Ιουδαίων, ἀλλ’ ὅτι ἐκεῖνος εἶπε, βασιλεύς εἰμι τῶν ᾿Ιουδαίων. 22 Ἀπεκρίθη ὁ Πιλᾶτος· ὃ γέγραφα, γέγραφα.
23 Οἱ οὖν στρατιῶται ὅτε ἐσταύρωσαν τὸν ᾿Ιησοῦν, ἔλαβον τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ ἐποίησαν τέσσαρα μέρη, ἑκάστῳ στρατιώτῃ μέρος, καὶ τὸν χιτῶνα· ἦν δὲ ὁ χιτὼν ἄρραφος, ἐκ τῶν ἄνωθεν ὑφαντὸς δι’ ὅλου. 24 Εἶπον οὖν πρὸς ἀλλήλους· μὴ σχίσωμεν αὐτόν, ἀλλὰ λάχωμεν περὶ αὐτοῦ τίνος ἔσται· ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ ἡ λέγουσα· διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς, καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον.
25 Οἱ μὲν οὖν στρατιῶται ταῦτα ἐποίησαν. εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή. 26 ᾿Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου. 27 Εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. καὶ ἀπ’ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια. 28 Μετὰ τοῦτο εἰδὼς ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι πάντα ἤδη τετέλεσται, ἵνα τελειωθῇ ἡ γραφή, λέγει· Διψῶ. 29 Σκεῦος οὖν ἔκειτο ὄξους μεστόν· οἱ δὲ πλήσαντες σπόγγον ὄξους καὶ ὑσσώπῳ περιθέντες προσήνεγκαν αὐτοῦ τῷ στόματι. 30 Ὃτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπε, τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα.
31 Οἱ οὖν ᾿Ιουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ, ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν· ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ σαββάτου· ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν. 32 Ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ· 33 ἐπὶ δὲ τὸν ᾿Ιησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, 34 ἀλλ’ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ.
35 Καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε. 36Ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ. 37 Καὶ πάλιν ἑτέρα γραφὴ λέγει· ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
6 Τους λέει ο Πιλάτος: «Για δείτε σε τι άθλια κατάσταση κατάντησε ο άνθρωπος!». Όταν λοιπόν τον είδαν οι αρχιερείς και οι υπηρέτες του συνεδρίου, άρχισαν να φωνάζουν δυνατά και να λένε: «Σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον». Τους λέει ο Πιλάτος: «Πάρτε τον εσείς και σταυρώστε τον· διότι εγώ δεν του βρίσκω καμία ενοχή, καμία αιτία καταδίκης, και δεν μπορώ να τον σταυρώσω». 7 Αλλά επειδή το ρωμαϊκό κράτος συνήθιζε να αναγνωρίζει τους νόμους των λαών που υποδούλωνε, υπενθυμίζοντας αυτό στον Πιλάτο οι Ιουδαίοι του αποκρίθηκαν: «Εμείς έχουμε νόμο, και σύμφωνα με τον νόμο μας πρέπει να πεθάνει, διότι ισχυρίστηκε ότι είναι υιός του Θεού και έτσι βλασφήμησε τον Θεό».
8 Όταν λοιπόν ο Πιλάτος άκουσε τον λόγο αυτό, ότι δηλαδή ο Ιησούς θεωρούσε τον εαυτό του Υιό του Θεού, τρόμαξε περισσότερο. Διότι ως ειδωλολάτρης που ήταν παραδεχόταν πολλούς θεούς και ημιθέους. Και γι’ αυτό φοβήθηκε μήπως πράγματι ο Ιησούς ήταν γιος κάποιου θεού και με την δύναμή του τον εξολοθρεύσει. 9 Μπήκε τότε πάλι στο πραιτώριο και λέει στον Ιησού: «Από πού είσαι εσύ; Κατάγεσαι από τη γη ή ήλθες από τον ουρανό;». Ο Ιησούς όμως δεν του έδωσε απάντηση. 10 Μετά λοιπόν από τη σιωπή του αυτή του λέει ο Πιλάτος: «Σε μένα δεν μιλάς; Δεν ξέρεις ότι έχω εξουσία να σε σταυρώσω, όπως έχω και εξουσία να σε αφήσω ελεύθερο;» 11 Ο Ιησούς τότε του αποκρίθηκε: «Δεν θα είχες καμία εξουσία εναντίον μου, εάν δεν σου είχε δοθεί η εξουσία αυτή από επάνω, δηλαδή από τον Θεό. Η ανοχή του Θεού σε κρατάει άρχοντα στη δικαστική έδρα, και σου επιφύλαξε το καθήκον να με δικάσεις. Επειδή λοιπόν την εξουσία αυτή σου την έχει δώσει ο Θεός και δεν μπορείς να αποφύγεις το καθήκον σου να με δικάσεις, γι’ αυτό ο Καϊάφας και το συνέδριο των Ιουδαίων έχουν μεγαλύτερη αμαρτία από σένα. Διότι αυτοί με παρέδωσαν σε σένα από φθόνο κα μίσος και σε πιέζουν να με καταδικάσεις. Κι εσύ τώρα, επειδή τους φοβάσαι, κάνεις κατάχρηση της εξουσίας σου». 12 Η απάντηση αυτή του Ιησού κατέπληξε και θορύβησε τον Πιλάτο, και γι’ αυτό επεδίωκε με μεγαλύτερη τώρα επιμονή να τον ελευθερώσει. Οι Ιουδαίοι όμως φώναζαν δυνατά και έλεγαν: «Εάν τον αφήσεις ελεύθερο, δεν είσαι φίλος του Καίσαρα. Όποιος κάνει τον εαυτό του βασιλιά αντιτίθεται και επαναστατεί εναντίον του Καίσαρα».
13 Ο Πιλάτος λοιπόν, όταν άκουσε τα τελευταία αυτά λόγια, με τα οποία οι Ιουδαίοι αναγνώριζαν καθαρά ότι είχαν βασιλιά τους τον Καίσαρα, οδήγησε τον Ιησού έξω από το πραιτώριο. Κι αυτός κάθισε πάνω στην δικαστική του έδρα, που είχε τοποθετηθεί πρόχειρα στον τόπο που ήταν στρωμένος με πέτρες και μωσαϊκά και γι’ αυτό λεγόταν στην ελληνική γλώσσα Λιθόστρωτο, και στην εβραϊκή Γαββαθά, δηλαδή ύψωμα, εξαιτίας του σχήματός του. 14 Ήταν μάλιστα ημέρα της παραμονής και προετοιμασίας του Πάσχα, και η ώρα ήταν περίπου έξι από την ανατολή του ηλίου, δηλαδή δώδεκα το μεσημέρι. Λέει τότε ο Πιλάτος στους Ιουδαίους: «Για δείτε σε ποια αθλιότητα και καταφρόνηση κατάντησε ο βασιλιάς σας». 15 Αυτοί όμως, αντί να παρακινηθούν να δείξουν συμπάθεια και οίκτο, άρχισαν να φωνάζουν δυνατά: «Πάρ’ τον πάρ τον να μην τον βλέπουμε. Σταύρωσέ τον». Τους λέει ο Πιλάτος: «Τον βασιλιά σας να σταυρώσω;». Αποκρίθηκαν οι αρχιερείς: «Δεν έχουμε άλλον βασιλιά παρά μόνο τον Καίσαρα». Και με τα λόγια τους αυτά οι Ιουδαίοι αρνήθηκαν όχι μόνο τον Μεσσία, αλλά και τη θεμελιώδη αρχή της θεοκρατίας τους, σύμφωνα με την οποία βασιλιάς τους ήταν μόνο ο Θεός. 16 Τότε λοιπόν ο Πιλάτος τους παρέδωσε τον Ιησού για να σταυρωθεί.
17 Παρέλαβαν τότε οι στρατιώτες τον Ιησού και άρχισαν να τον οδηγούν προς τον τόπο όπου θα τον σταύρωναν. Κι αυτός βαστάζοντας επάνω στον ώμο τον σταυρό του βγήκε έξω από τα τείχη της πόλεως μέχρι κάποια τοποθεσία που λέγεται Κρανίου τόπος, και στην εβραϊκή γλώσσα λέγεται Γολγοθά. 18 Εκεί τον σταύρωσαν. Και μαζί του σταύρωσαν άλλους δύο, τον ένα από τη μια μεριά, και τον άλλο από την άλλη. Για να ατιμάσουν μάλιστα περισσότερο τον Ιησού, του έδωσαν την κεντρική θέση, ανάμεσα στους δύο κακούργους. 19 Ο Πιλάτος διέταξε επίσης κι έγραψαν μία επιγραφή και την τοποθέτησαν στο επάνω μέρος του σταυρού. Στην επιγραφή αυτή ήταν γραμμένο το εξής: «Ιησούς ο Ναζωραίος, ο βασιλεύς των Ιουδαίων». 20 Αυτή λοιπόν η επιγραφή, που διεκήρυττε ότι ο Ιησούς ήταν βασιλιάς του νέου Ισραήλ της χάριτος, την διάβασαν πολλοί απ’ τους Ιουδαίους, διότι ο τόπος που σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν κοντά στην πόλη. Το κείμενο της επιγραφής ήταν γραμμένο σε τρεις γλώσσες: Στην εβραϊκή, που ήταν η εθνική γλώσσα των Εβραίων, στην ελληνική, που ήταν διεθνής γλώσσα, και στη ρωμαϊκή, που ήταν η επίσημη γλώσσα του κράτους. Έτσι δόθηκε στο περιεχόμενο της επιγραφής όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δημοσιότητα. 21 Επειδή όμως οι αρχιερείς των Ιουδαίων θεωρούσαν προσβολή και ατίμωση γι’ αυτούς να λέγεται βασιλιάς τους ένας σταυρωμένος, διαμαρτύρονταν και έλεγαν στον Πιλάτο: Μη γράφεις: «Ο βασιλεύς των Ιουδαίων», αλλά γράψε ότι «εκείνος είπε: Είμαι βασιλεύς των Ιουδαίων». 22 Ο Πιλάτος όμως τους αποκρίθηκε: «Ό,τι έγραψα, το έγραψα πλέον. Δεν το ξεγράφω».
23 Στο μεταξύ, όταν οι στρατιώτες σταύρωσαν τον Ιησού, πήραν τα ρούχα του και τα μοίρασαν σε τέσσερα μερίδια, από ένα μερίδιο για κάθε στρατιώτη. Το εσωτερικό του όμως ένδυμα, τον χιτώνα του, το έκαναν ξεχωριστό μερίδιο. Ο χιτώνας αυτός ήταν χωρίς καμία ραφή, υφασμένος ολόκληρος από πάνω ως κάτω. 24 Είπαν λοιπόν μεταξύ τους: «Ας μην τον σχίσουμε, αλλά ας ρίξουμε κλήρο γι’ αυτόν, κι όποιος τον πάρει». Έτσι εκπληρώθηκε η προφητεία της Αγίας Γραφής που λέει: «Μοίρασαν μεταξύ τους τα διάφορα εξωτερικά μου ενδύματα, και για το εσωτερικό μου ένδυμα έβαλαν κλήρο». 25 Αυτά λοιπόν έκαναν οι στρατιώτες.
Εκεί όμως κοντά στον σταυρό του Ιησού στεκόταν επίσης και η μητέρα Του και η αδελφή της μητέρας Του, η Μαρία η γυναίκα του Κλωπά και η Μαρία τη Μαγδαληνή. 26 Ο Ιησούς λοιπόν, όταν είδε τη μητέρα Του και τον μαθητή που αγαπούσε να στέκεται εκεί κοντά, λέει στη μητέρα Του: «Γυναίκα, να ποιος από τώρα θα είναι ο γιος σου». 27 Έπειτα λέει στον μαθητή: «Να η μητέρα σου». Και από εκείνη την ώρα την πήρε ο μαθητής στο κατάλυμά του. 28 Ύστερα απ’ αυτό, αφού βεβαιώθηκε ο Ιησούς ότι είχαν πλέον συντελεσθεί όλα όσα θα πάθαινε και είχαν τελείως εκπληρωθεί σύμφωνα με τις προφητείες, για να επαληθευθεί σε όλα και μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια η Αγία Γραφή, είπε: «Διψώ». 29 Ήταν λοιπόν εκεί κάτω κάποιο πήλινο δοχείο γεμάτο ξίδι. Εκείνοι τότε που άκουσαν το λόγο αυτό του Ιησού, γέμισαν με ξίδι ένα σφουγγάρι, κι αφού το στήριξαν πάνω σ’ ένα κλωνάρι υσσώπου, το έφεραν κοντά στο στόμα του. 30 Όταν λοιπόν γεύθηκε το ξίδι ο Ιησούς είπε: «Όλα πια έχουν τελειώσει. Οι προφητείες όλες ολοκληρώθηκαν, και το έργο μου πήρε αίσιο τέλος. Όλα όσα έπρεπε να πάθω τελείωσαν, και η σωτηρία των ανθρώπων εξασφαλίσθηκε πλήρως». Κι αφού άφησε μόνος Του το κεφάλι του να γείρει προς τα κάτω, παρέδωσε εξουσιαστικά την ψυχή Του στον Πατέρα Του, όταν Αυτός θέλησε.
31 Στο μεταξύ οι Ιουδαίοι έπαιρναν τα μέτρα τους για να μη μείνουν πάνω στον σταυρό νεκρά τα σώματα των καταδίκων και κατά τη διάρκεια του Σαββάτου. Διότι η ημέρα που έγινε η σταύρωση ήταν ημέρα έκτακτης προπαρασκευής και εξαιρετικής προετοιμασίας, καθώς η ημέρα του Σαββάτου εκείνου που θα άρχιζε από την δύση του ηλίου ήταν μεγάλη και επίσημη. Διότι, εκτός απ’ το ό,τι ήταν Σάββατο, συνέπιπτε ακόμη και με την πρώτη ημέρα της μεγάλης εορτής του Πάσχα. Εξάλλου, απαγορευόταν ρητά στο Δευτερονόμιο να μείνουν άταφα τα σώματα την νύχτα πάνω στο σταυρό. Παρακάλεσαν, λοιπόν, τον Πιλάτο να διατάξει να σπάσουν τα σκέλη των καταδίκων, για να συντομευθεί έτσι ο θάνατός τους, και να τους σηκώσουν το συντομότερο από εκεί. 32 Ήλθαν λοιπόν οι στρατιώτες για να σπάσουν τα κόκκαλα των καταδίκων˙ και έσπασαν τα σκέλη του ληστή τον οποίο πλησίασαν πρώτο, όπως και του άλλου ληστή που σταυρώθηκε μαζί με τον Ιησού. 33 Όταν όμως ήλθαν στον Ιησού, σαν τον είδαν ότι ήταν ήδη νεκρός, δεν του έσπασαν τα σκέλη,34 αλλά ένας από τους στρατιώτες, για να διαπιστώσει με μεγαλύτερη βεβαιότητα το θάνατό του, του τρύπησε την πλευρά με λόγχη, κι αμέσως βγήκε από το σημείο που τρυπήθηκε αίμα και ύδωρ. Αυτό όμως ήταν ένα φαινόμενο πρωτοφανές και παράδοξο˙ διότι σε κάθε νεκρό το αίμα πήζει, και όσο κι αν τον τρυπήσει κανείς, δεν βγαίνει ποτέ καθαρό αίμα και διαυγές ύδωρ. 35 Το γεγονός όμως αυτό είναι αληθινό, και είναι πραγματικά αυτά που υποδηλώνει, δηλαδή η κάθαρση του βαπτίσματος και ο αγιασμός από το Αίμα του Κυρίου. Κι εκείνος που το είδε με τα μάτια του έδωσε μαρτυρία γι’ αυτό, και η μαρτυρία του είναι αληθινή. Ο ίδιος δεν έχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό, αλλά ξέρει καλά ότι λέει την αλήθεια. Κι έδωσε μαρτυρία τόσο για το γεγονός αυτό, όσο και για το ότι οι στρατιώτες δεν έσπασαν τα σκέλη του Ιησού, αλλά μόνο την πλευρά Του τρύπησαν. Και έδωσε τη μαρτυρία του αυτή, για να πιστέψετε κι εσείς ότι ο Ιησούς που βρίσκεται επάνω στον σταυρό είναι ο Μεσσίας, που προκήρυξαν οι προφήτες. 36 Διότι πράγματι όλα αυτά έχουν προφητευθεί και έγιναν, και επαληθεύθηκε έτσι το χωρίο της Αγίας Γραφής που λέει: «Δεν θα συντριβεί κανένα κόκαλό Του». 37 Και πάλι σε άλλο σημείο η Αγία Γραφή λέει: «Όταν η χάρις επισκεφθεί και τους Ιουδαίους, θα δουν συντετριμμένοι και μετανοημένοι Εκείνον που τρύπησαν με την λόγχη, όπως θα Τον δουν περίφοβοι και όσοι επέμειναν στην απιστία».
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ[: Α΄Κορ. 1,18-25]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«῾Ο λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι. Γέγραπται γάρ· ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω. Ποῦ σοφός; Ποῦ γραμματεύς; Ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;(:Πράγματι λοιπόν η διάδοση του κηρύγματος αυτού οφείλεται στην θεία του δύναμη· διότι το κήρυγμα για τον σταυρό σε εκείνους βέβαια που βαδίζουν τον δρόμο της απώλειας φαίνεται μωρία και κουταμάρα˙ σε μας όμως που είμαστε στον δρόμο της σωτηρίας είναι δύναμη Θεού που σώζει. Ναι. Τους φαίνεται μωρία και δεν μπορούν να νιώσουν τη δύναμη του Ευαγγελίου, αν και παρουσιάζονται με την αξίωση ότι είναι σοφοί. Διότι έχει γραφεί από τον Ησαΐα, που μίλησε εκ μέρους του Θεού: ‘’Θα εξαφανίσω την σοφία αυτών που παρουσιάζονται ως σοφοί, και θα παραμερίσω ως ανώφελη και άχρηστη τη φρόνηση εκείνων που κομπάζουν με την ιδέα ότι είναι συνετοί ’’. Πού υπάρχει τώρα σοφός; Πού υπάρχει έμπειρος διδάσκαλος του Μωσαϊκού νόμου; Πού επιδέξιος συζητητής της άπιστης και άθεης αυτής εποχής; Δεν απέδειξε ο Θεός ανόητη τη σοφία των ανθρώπων που έχουν τα κοσμικά φρονήματα της εποχής μας;)»[Α΄Κορ.1,18-20]
Για τους ασθενείς και για όσους ψυχορραγούν, ακόμη και οι υγιεινές τροφές είναι αηδιαστικές και οι φίλοι και οι συγγενείς φορτικοί και πολλές φορές ούτε καν αναγνωρίζονται, αλλά επιπλέον φαίνονται ενοχλητικοί. Το ίδιο λοιπόν συνήθως συμβαίνει και με όσους έχουν χάσει τις ψυχές τους· αγνοούν δηλαδή όσα τους φέρνουν τη σωτηρία και νομίζουν ότι τους ενοχλούν όσοι ενδιαφέρονται γι’ αυτούς. Αυτό συμβαίνει όχι λόγω της φύσεως του πράγματος, αλλά λόγω της νόσου εκείνων. Και ό,τι ακριβώς κάνουν όσοι παραπαίουν, που αποστρέφονται δηλαδή και υβρίζουν συνεχώς όσους φροντίζουν γι’ αυτούς, αυτό παθαίνουν και οι άπιστοι. Αλλά όπως ακριβώς όσοι υβρίζονται από εκείνους, δεν ανταποδίδουν τις ύβρεις, αλλά τότε πολύ περισσότερο τους ελεούν και δακρύζουν –και είναι τούτο η τελευταία απόδειξη της δύναμης της ασθένειάς τους, όταν αγνοούν τα πλέον αγαπημένα τους πρόσωπα – έτσι και εμείς ας πράττουμε για τους ειδωλολάτρες και ας θρηνούμε γι’ αυτούς περισσότερο από τις γυναίκες, διότι αγνοούν την κοινή σωτηρία. Δεν πρέπει δηλαδή γυναίκα να αγαπά τόσο πολύ έναν άντρα όσο εμείς πρέπει να αγαπάμε όλους τους ανθρώπους και να τους προσελκύουμε προς τη σωτηρία είτε κάποιος είναι ειδωλολάτρης, είτε οποιοσδήποτε άλλος.
Ας θρηνούμε λοιπόν γι’ αυτούς, διότι ο λόγος του σταυρού είναι γι’ αυτούς μωρία, ενώ είναι ο ίδιος σοφία και δύναμη· «το κήρυγμα για τον σταυρικό θάνατο του Χριστού είναι μωρία για εκείνους που χάνονται», λέγει ο απόστολος. Επειδή, δηλαδή, ήταν επόμενο, όταν οι εθνικοί χλεύαζαν τον σταυρό, εκείνοι να αποκρούουν την δήθεν σοφία τους και να τους πολεμούν ταραγμένοι από τα λόγια των εθνικών, ο Παύλος παρηγορώντας τους, τους λέγει: «Μην νομίσετε ότι συμβαίνει κάτι παράξενο και παράδοξο· είναι φυσικό όσοι βαδίζουν στον δρόμο της απωλείας να μη γνωρίζουν την δύναμή του, διότι έχουν παραφρονήσει και παραπαίουν· και για τον λόγο αυτόν χλευάζουν και αποστρέφονται τα φάρμακα της σωτηρίας».
Αλλά τι λέγεις, άνθρωπε; Ο Χριστός έγινε δούλος για εσένα, αφού έλαβε μορφή δούλου και σταυρώθηκε και αναστήθηκε· και αφού αναστήθηκε, πρέπει για τον λόγο αυτόν να Τον προσκυνήσεις και να θαυμάσεις την φιλανθρωπία Του, διότι αυτό που δεν έκανε για εσένα ούτε ο πατέρας ούτε ο φίλος ούτε ο γιος σου, αυτά όλα τα έκανε ο Κύριος για εσένα τον εχθρό και αντίθετο· ενώ λοιπόν πρέπει να Τον θαυμάζεις γι’ αυτά, εσύ ακόμη κα μωρία ονομάζεις πράγμα που είναι γεμάτο με τόση σοφία; Αλλά τίποτε δεν είναι παράξενο, διότι είναι χαρακτηριστικό όσων βαδίζουν στον δρόμο της απωλείας να μην αναγνωρίζουν όσα οδηγούν στη σωτηρία.
Μην θορυβείσθε λοιπόν· δεν είναι παράξενο ούτε απροσδόκητο το γεγονός να χλευάζονται τα μεγάλα από τους παράφρονες. Αυτοί που έτσι αισθάνονται δεν είναι δυνατόν να πεισθούν με ανθρώπινη σοφία· αλλά, και αν θελήσεις έτσι να τους πείσεις, κάνεις το αντίθετο, διότι αυτά που υπερβαίνουν το λογικό, χρειάζονται μόνο πίστη. Αν θέλομε δηλαδή να τους πείσομε με λογικά επιχειρήματα πως ο Θεός έγινε άνθρωπος και εισήλθε σε παρθενική μήτρα, και αν δεν αναγάγουμε το θέμα στην πίστη, μάλλον θα μας χλευάσουν εκείνοι. Επομένως αυτοί που ζητούν να πείσουν με λογικά επιχειρήματα, αυτοί είναι οι απολλυμένοι. Και τι λέγω για τον Θεό; Διότι, αν κάνουμε αυτό για τα κτίσματα, θα μας περιγελάσουν πολύ· έστω δηλαδή ένας άνθρωπος που όλα θέλει να τα μαθαίνει με λογικά επιχειρήματα, και γίνεται προσπάθεια να πεισθεί από εσένα με επιχειρήματα πως βλέπουμε το φως· εσύ λοιπόν προσπάθησε να τον πείσεις με λογικά επιχειρήματα, αλλά δεν θα μπορέσεις· αν δηλαδή πεις ότι αρκεί να ανοίξει τους οφθαλμούς του και να δει, δεν αναφέρεσαι στον τρόπο, αλλά στο γεγονός.
«Γιατί τότε», λέει ίσως κάποιος, «δεν βλέπουμε με τα αυτιά και δεν ακούμε με τα μάτια; Και γιατί δεν ακούμε με την μύτη και δεν μυρίζουμε με τα αυτιά;». Αν λοιπόν στις απορίες αυτές δεν μπορούμε να του δώσουμε την εξήγηση γι’ αυτά, εκείνος θα γελά, αλλά και εμείς θα γελάσουμε πολύ περισσότερο. Εάν δηλαδή και οι δύο αισθήσεις προέρχονται από τον ίδιο εγκέφαλο και είναι το ένα κοντά στο άλλο και τα δύο μέλη, γιατί δεν είναι δυνατόν να έχουν τις ίδιες ενέργειες; Αλλά δεν θα μπορέσουμε να πούμε την αιτία ούτε τον τρόπο της ανεξήγητης και ποικίλης ενέργειας, αλλά και αν επιχειρήσουμε, θα χλευαστούμε. Για τον λόγο λοιπόν αυτόν ας σιγήσουμε αφήνοντας το θέμα στην δύναμη και στην άπειρο σοφία του Θεού. Έτσι, λοιπόν, εάν θελήσουμε να εκφράσουμε τα του Θεού με την κοσμική σοφία, θα επακολουθήσει πολύς γέλωτας όχι λόγω της αδυναμίας των πραγμάτων να εκφραστούν, αλλά λόγω της αδυναμίας της ανθρώπινης νοήσεως, διότι τα μεγάλα κανένας λόγος δεν μπορεί να τα εκφράσει.
Πρόσεξε όμως. Όταν πω «σταυρώθηκε», ο εθνικός λέγει: «Και πώς εξηγείται αυτό με τη λογική; Όταν ήταν σταυρωμένος και κατά την ώρα του σταυρού έπασχε, δεν βοήθησε τον εαυτό Του, και πώς κατόπιν αναστήθηκε και βοήθησε άλλους;». Εάν δηλαδή είχε δύναμη, έπρεπε να την είχε δείξει πριν από τον θάνατό του· αυτό εξάλλου και οι Ιουδαίοι το έλεγαν: «Αυτός όμως που δεν βοήθησε τον εαυτό του, πώς βοήθησε άλλους;». «Είναι παράλογο», λέγει. Βεβαίως, άνθρωπε, ο σταυρός είναι παράλογο πράγμα και η δύναμή του δεν μπορεί να εκφραστεί με λόγια· διότι το να βρεθεί κάποιος σε κινδύνους και να φανεί ανώτερος των κινδύνων, να τους αντιμετωπίσει και να τους υπερνικήσει, αυτό δείχνει ότι Αυτός έχει άπειρη δύναμη. Όπως ακριβώς δηλαδή με την περίπτωση των Τριών Παίδων· το ότι εισήλθαν στην κάμινο και κατενίκησαν την φλόγα ήταν πιο θαυμαστό από το να μην είχαν εισέλθει σε αυτήν. Και ο Ιωνάς, αν και έπεσε μέσα στο κήτος, δεν έπαθε τίποτε το δυσάρεστο, ήταν πολύ μεγαλύτερο από το να μην πέσει σε αυτό· έτσι και με τον Χριστό· το ότι, αν και πέθανε, διέλυσε τον θάνατο, ήταν πιο παράδοξο από το να μην πεθάνει. Μη λες λοιπόν: «Γιατί δεν βοήθησε τον εαυτό του στον σταυρό;». Διότι βιαζόταν να συμπλακεί με τον ίδιο τον θάνατο. Δεν κατέβηκε από τον σταυρό, όχι επειδή δεν μπορούσε, αλλά επειδή δεν ήθελε. Αυτόν δηλαδή που δεν τον κράτησε η τυραννία του θανάτου, πώς θα μπορούσαν να τον κρατήσουν τα καρφιά του σταυρού;
Αλλά αυτά είναι γνωστά σε μας, είναι όμως ακόμη άγνωστα στους απίστους· για τον λόγο αυτόν έλεγε ότι «Ο λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι. Γέγραπται γάρ· ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω (:Πράγματι λοιπόν η διάδοση του κηρύγματος αυτού οφείλεται στην θεία του δύναμη. Διότι το κήρυγμα για τον σταυρό σ’ εκείνους βέβαια που βαδίζουν τον δρόμο της απώλειας φαίνεται μωρία και κουταμάρα˙ σε μας όμως που είμαστε στο δρόμο της σωτηρίας είναι δύναμη Θεού που σώζει. Ναι. Τους φαίνεται μωρία και δεν μπορούν να νιώσουν την δύναμη του Ευαγγελίου, αν και παρουσιάζονται με την αξίωση ότι είναι σοφοί. Διότι έχει γραφεί από τον Ησαΐα, που μίλησε εκ μέρους του Θεού: ‘’Θα εξαφανίσω τη σοφία αυτών που παρουσιάζονται ως σοφοί, και θα παραμερίσω ως ανώφελη και άχρηστη τη φρόνηση εκείνων που κομπάζουν με την ιδέα ότι είναι συνετοί ’’)» [Α΄Κορ.1,18-19].
Έως εδώ δεν αναφέρει τίποτε δικό του φορτικό, αλλά πρωτίστως έρχεται στην μαρτυρία της Γραφής και κατόπιν, αφού έλαβε την παρρησία που στηρίζεται εκεί, χρησιμοποιεί περισσότερο έντονους λόγους και λέγει: «Ποῦ σοφός; Ποῦ γραμματεύς; Ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; Ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας(: Πού υπάρχει τώρα σοφός; Πού υπάρχει έμπειρος διδάσκαλος του Μωσαϊκού νόμου; Πού επιδέξιος συζητητής της άπιστης και άθεης αυτής εποχής; Δεν απέδειξε ο Θεός μωρή τη σοφία των ανθρώπων που έχουν τα κοσμικά φρονήματα της εποχής μας; Και η αποδοκιμασία αυτή του Θεού έγινε με κάθε δικαιοσύνη. Διότι, αφού με τη σοφία του Θεού, η οποία γίνεται φανερή στα δημιουργήματά Του, δεν γνώρισαν οι άνθρωποι τον Θεό με την έμφυτη λογική και την άλλη σοφία τους, αποφάσισε ο Θεός μέσα στην αγαθότητά Του να σώσει όλους όσους θα πιστέψουν σε κάθε εποχή, με το κήρυγμα, που φαίνεται μωρό και ανόητο στους σοφούς του αμαρτωλού κόσμου)»[Α΄Κορ. 1,20-21]. Αφού είπε ότι «Είναι γραμμένο: Θα εξαφανίσω την κοσμική σοφία των σοφών», προσθέτει την απόδειξη από την πραγματικότητα λέγοντας: «Πού τώρα είναι ο σοφός; Πού είναι ο διδάσκαλος του μωσαϊκού νόμου;»· Έτσι κατηγορούσε συγχρόνως και τους εθνικούς και τους Ιουδαίους· διότι ποιος φιλόσοφος, ποιος από εκείνους που έχουν ασχοληθεί με τους συλλογισμούς, ποιος σοφός Ιουδαίος έσωσε και γνώρισε την αλήθεια; Κανείς, αλλά το παν είναι έργο των αλιέων.
Αφού έφθασε λοιπόν στο συμπέρασμα αυτό και αφού συνέτριψε την αλαζονεία αυτών και είπε «Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; (:Δεν απέδειξε ο Θεός μωρία τη σοφία των ανθρώπων που έχουν τα κοσμικά φρονήματα της εποχής μας;)»[Α΄Κορ. 1,20]», αναφέρει και την αιτία, για την οποία συνέβησαν αυτά έτσι. «Ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν(:Και η αποδοκιμασία αυτή του Θεού έγινε με κάθε δικαιοσύνη. Διότι, αφού με τη σοφία του Θεού, η οποία γίνεται φανερή στα δημιουργήματά Του, δεν γνώρισαν οι άνθρωποι τον Θεό με την έμφυτη λογική και την άλλη σοφία τους)», φάνηκε ο σταυρός. Και τι σημαίνει «ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ»; Διαμέσου της σοφίας που φαίνεται από τα δημιουργήματα, με τα οποία θέλησε να Τον γνωρίσουν οι άνθρωποι. Αυτά δηλαδή τα κατασκεύασε τέτοια γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, για να θαυμάζουν τον δημιουργό ανάλογα με το τι θα βλέπουν. Είναι μέγας ο ουρανός και απέραντη η γη; Θαύμασε λοιπόν τον δημιουργό· και μάλιστα ο μέγας αυτός ουρανός όχι μόνο δημιουργήθηκε από Αυτόν, αλλά δημιουργήθηκε και με ευκολία· και η άπειρη εκείνη γη και αυτή δημιουργήθηκε ως κάτι το εύκολο· για τον λόγο αυτόν για Εκείνον μεν λέγει ότι «ὅτι ὄψομαι τοὺς οὐρανούς, ἔργα τῶν δακτύλων σου (: Θα δω τους ουρανούς, που είναι έργα των δακτύλων Σου)» [Ψαλ.8,4], ενώ για την γη: «τὴν δὲ γῆν ὡς οὐδὲν ἐποίησεν(:δημιούργησε την γη σαν ένα τίποτε ενώπιόν Του)» [Ησ.40,23]. Επειδή λοιπόν ο άνθρωπος δεν θέλησε να γνωρίσει τον Θεό δι’ αυτής της σοφίας, τον έπεισε με την θεωρούμενη μωρία του κηρύγματος, όχι με τη λογική, αλλά με την πίστη.
Όπου λοιπόν υπάρχει η σοφία του Θεού δεν χρειάζεται πλέον η ανθρώπινη σοφία· το να πει δηλαδή κάποιος ότι Αυτός που έκτισε τον κόσμο τον τόσο απέραντο και μεγάλο είναι φυσικό να είναι Θεός που έχει κάποια ακαταγώνιστη και μυστική δύναμη ήταν έργο της λογικής που χρειαζόταν την ανθρώπινη σοφία και με αυτά μπορούσαν να κατανοήσουν τον Θεό· τώρα όμως δεν χρειάζεται πλέον η λογική, αλλά μόνη η πίστη· διότι το να πιστεύει κανείς στον Σταυρωθέντα και Ταφέντα και να είναι βέβαιος ότι Αυτός ο Ίδιος και αναστήθηκε και βρίσκεται στον ουρανό, αυτό δεν χρειάζεται σοφία ούτε λογική, αλλά πίστη· διότι βέβαια οι απόστολοι δεν προσήλθαν με σοφία, αλλά με πίστη και έχουν γίνει σοφότεροι και ανώτεροι από τους σοφούς του κόσμου, και μάλιστα τόσο περισσότερο, όσο το να δέχεται κανείς με την πίστη τις αλήθειες του Θεού είναι ανώτερο από την ενέργεια της λογικής· διότι αυτό υπερβαίνει την ανθρώπινη διάνοια.
Και πώς καταδίκασε την σοφία; Με το να γνωρίσουμε δια του Παύλου και των απλοϊκών αποστόλων έδειξε ότι αυτή είναι ανώφελη· διότι προκειμένου να δεχθεί το ευαγγελικό κήρυγμα, ούτε ο απλοϊκός βλάπτεται σε τίποτε από την αμάθειά του· αλλά αν πρέπει να πούμε και κάτι περίεργο, η απλοϊκότητα μάλλον παρά η σοφία είναι κατάλληλη και πλέον ευνοϊκή για να δεχθεί κανείς το κήρυγμα· διότι ο ποιμένας και ο χωρικός θα δεχτεί αυτό γρηγορότερα και την λογική περιορίζοντας και τον εαυτό του παραδίδοντας στον Κύριο. Έτσι λοιπόν καταδίκασε την κοσμική σοφία· επειδή δηλαδή πρώτη η ίδια καταδίκασε τον εαυτό της, στο εξής για τίποτε δεν είναι χρήσιμη· διότι, όταν έπρεπε να δείξει την δύναμή της και δια των έργων της να δει τον Κύριο, δεν θέλησε. Για τον λόγο αυτόν, και αν ακόμη θέλει τώρα να επαναφέρει τον εαυτό της στην προηγούμενη κατάσταση, δεν μπορεί· δεν είναι έτσι τα πράγματα, διότι η οδός που οδηγεί στην γνώση του Θεού είναι πολύ ανώτερη από εκείνη. Για τον λόγο αυτόν βέβαια χρειάζεται πίστη και απλότητα, και πρέπει να ζητούμε αυτήν παντού και να την προτιμούμε από την σοφία· διότι λέγει «ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν (:Ο Θεός απέδειξε μωρία την σοφία)». Και τι σημαίνει «απέδειξε μωρία»; Την απέδειξε μωρία, προκειμένου για την κατανόηση της πίστεως. Επειδή δηλαδή μεγαλοφρονούσαν γι’ αυτήν, την επέκρινε ταχέως· ποια δηλαδή σοφία, όταν δεν βρίσκει τα ανώτερα αγαθά;
Την έκανε λοιπόν να φανεί μωρία, επειδή εκείνη πρώτη υποτίμησε τον εαυτό της. Εφόσον δηλαδή τίποτε δεν έδειξε, όταν με την λογική ήταν δυνατόν να βρεθεί η αλήθεια, τώρα που τα πράγματα φαίνονται ανώτερα, πώς θα δυνηθεί να κατορθώσει κάτι, την στιγμή που χρειάζεται μόνον πίστη και όχι δεινότητα; Ο Θεός λοιπόν απέδειξε αυτήν μωρία, και με την αγαθότητά Του αποφάσισε να προσφέρει την σωτηρία με την μωρία του κηρύγματος, μωρία, που δεν είναι πραγματική μωρία, αλλά που φαίνεται ότι είναι· διότι το σπουδαιότερο είναι το εξής, ότι δηλαδή δεν έφερε άλλη τέτοια σοφία ανώτερη εκείνης, αλλά υπερύψωσε τόσο πολύ εκείνη που εθεωρείτο μωρία· διότι εκτόπισε τον Πλάτωνα όχι με άλλον σοφότερο φιλόσοφο, αλλά με αμαθή αλιέα· έτσι δηλαδή η ήττα έχει καταστεί μεγαλύτερη και λαμπρότερη η νίκη.
Έπειτα, δείχνοντας την δύναμη του σταυρού λέγει: «Ἐπειδὴ καὶ ᾿Ιουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καὶ ῞Ελληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, ᾿Ιουδαίοις μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, ᾿Ιουδαίοις τε καὶ ῞Ελλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν(:Και φαίνεται μωρό και ανόητο, επειδή οι Ιουδαίοι απαιτούν υπερφυσικό σημείο για να πιστέψουν και οι Έλληνες ζητούν φιλοσοφικούς συλλογισμούς που να ικανοποιούν το περίεργο πνεύμα τους. Εμείς όμως κηρύττουμε τον Χριστό που έχει σταυρωθεί. Και ο σταυρωμένος Χριστός για τους Ιουδαίους που περιμένουν τον Μεσσία Χριστό ως επίγειο βασιλιά, είναι σκάνδαλο, εμπόδιο πάνω στο οποίο σκοντάφτουν και δεν πιστεύουν. Για τους Έλληνες πάλι ο σταυρωμένος Θεός που δεν νίκησε τους εχθρούς Του παρουσιάζεται ως ιδέα μωρή και ανόητη.Σ’ αυτούς όμως που ο Θεός βρήκε άξιους να καλέσει στη σωτηρία, είτε Ιουδαίοι είναι είτε Έλληνες, κηρύττουμε Χριστό, ο Οποίος είναι Θεού δύναμη που αναγεννά και αγιάζει, και Θεού σοφία που φωτίζει κάθε πιστό)»[Α΄Κορ.1,22-24].
Υπάρχει πολλή σύνεση στους λόγους· θέλει δηλαδή να πει ότι με τους δυσμενείς παράγοντες υπερίσχυσε ο Θεός, και ότι το κήρυγμα δεν είναι ανθρώπινο· και αυτό που λέγει είναι το εξής: «Όταν πούμε στους Ιουδαίους: ‘’Πιστέψτε’’, απαντούν: ‘’Αναστήσετε νεκρούς, θεραπεύστε δαιμονισμένους, δείξτε σε εμάς σημεία’’». Εμείς όμως τι λέμε αντί αυτών; Ότι σταυρώθηκε και ότι πέθανε Αυτός τον Οποίο κηρύττουμε. Αυτό όμως είναι ικανό όχι μόνο να μην προσελκύει όσους δεν θέλουν, αλλά να απομακρύνει και αυτούς που θέλουν· και όμως δεν απομακρύνει, αλλά προσελκύει και κρατεί και υπερισχύει.
Οι εθνικοί εξάλλου απαιτούν από εμάς ρητορεία λόγων και δεινότητα σοφισμάτων, εμείς όμως και σε αυτούς κηρύττουμε τον σταυρό· και αυτό που φαίνεται στους Ιουδαίους ότι είναι αδυναμία, αυτό για τους Έλληνες είναι μωρία· διότι ο σταυρός όχι μόνο δεν θεωρείται ότι είναι σημείο που είναι δυνατόν να εξεταστεί με τη λογική, αλλά απεναντίας έλλειψη σημείου· όχι μόνο δεν θεωρείται απόδειξη δυνάμεως, αλλά αντιθέτως διαπίστωση αδυναμίας· όχι μόνο δεν θεωρείται ένδειξη σοφίας, αλλά αντιθέτως υπόνοια μωρίας. Και έτσι λοιπόν, όταν όχι μόνο δεν τους δίνουμε όσα ζητούν, αλλά ακριβώς τα αντίθετα αυτών που ζητούν, όταν δηλαδή αυτοί που ζητούν σημεία και σοφία, όχι μόνο δεν λαμβάνουν όσα ζητούν, αλλά ακούουν μάλιστα τα αντίθετα αυτών που επιθυμούν και όμως κατόπιν πείθονται με αυτά τα αντίθετα, πώς τότε δεν είναι απερίγραπτη η δύναμη του κηρυττόμενου;
Όπως ακριβώς, εάν σε κάποιον, που ταλαιπωρείται από τα κύματα και επιθυμεί λιμάνι, δεν υποδεικνύεις λιμάνι, αλλά άλλο τόπο αγριότερο του πελάγους, και αυτόν μπορέσεις να τον κάνεις να σε ακολουθήσει με ευγνωμοσύνη· ή εάν ένας ιατρός κάποιον, να σε ακολουθήσει με ευγνωμοσύνη· ή εάν ένας γιατρός κάποιον, που είναι πληγωμένος και επιθυμεί φάρμακα, του υπόσχεται ότι θα τον κάνει υγιή όχι με φάρμακα, αλλά με καυτηριασμό, και τον κερδίζει με το μέρος του· αυτό δηλαδή είναι απόδειξη μεγάλης δυνάμεως· έτσι και οι απόστολοι όχι μόνο δεν χρησιμοποίησαν σημεία, αλλά και με μέσα που θεωρούνταν ότι ήσαν αντίθετα προς τα σημεία υπερίσχυσαν· αυτό ακριβώς έκανε ο Χριστός και στην περίπτωση του τυφλού· ήθελε δηλαδή να τον θεραπεύσει και τον θεράπευσε με πράγμα που αύξανε την τυφλότητα· έθεσε, δηλαδή, πηλό στους οφθαλμούς. Όπως λοιπόν με πηλό θεράπευσε τον τυφλό, έτσι έλαβε με το μέρος Του την οικουμένη δια του σταυρού, και αυτό αύξανε το σκάνδαλο, δεν το εξαφάνιζε.
Το ίδιο έκανε και στην κτίση, επιτυγχάνει δηλαδή δια των αντιθέτων τα αντίθετα. Την θάλασσα, ως γνωστόν, την τείχισε με άμμο και έτσι χαλιναγώγησε το ισχυρό με το ασθενές· τοποθέτησε την γη επάνω στο νερό, και έτσι έκανε το βαρύ και πυκνό να βρίσκεται πάνω στο πλαδαρό και ρευστό. Εξάλλου δια των προφητών ανύψωσε σίδηρο με μικρό ξύλο. Έτσι λοιπόν και με τον σταυρό κέρδισε την οικουμένη· όπως δηλαδή το νερό βαστάζει την γη, έτσι και ο σταυρός βαστάζει την οικουμένη. Είναι λοιπόν απόδειξη μεγάλης δυνάμεως και σοφίας το να πείθει κανείς με τα αντίθετα· διότι ο σταυρός φαίνεται ότι είναι πράγμα που σκανδαλίζει, αλλ’ όμως όχι μόνο δεν σκανδαλίζει, αλλά και ελκύει.
Αυτά όλα είχε υπόψη του ο Παύλος και γεμάτος από έκπληξη έλεγε ότι «ὅτι τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί, καὶ τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί(:διότι εκείνο που ενεργεί ο Θεός και οι άπιστοι άνθρωποι το θεωρούν μωρό και ανόητο, είναι σοφότερο από τους ανθρώπους, με ό,τι κι αν έχουν και όση σοφία κι αν επιδεικνύουν αυτοί. Και το κήρυγμα του φαινομενικά ασθενούς και αδύνατου Εσταυρωμένου, που το ενεργεί ο Θεός με εμάς, είναι ισχυρότερο από τους ανθρώπους, όσο δυνατοί κι αν είναι αυτοί σε κοσμική δύναμη)»[Α΄Κορ. 1,25]. Το «μωρόν τοῦ Θεοῦ» και το «ἀσθενές τοῦ Θεοῦ» τα αναφέρει για τον σταυρό, όχι ότι είναι στην πραγματικότητα, αλλά ότι φαίνονται τέτοια· απαντά σύμφωνα με την αντίληψη εκείνων. Δηλαδή ό,τι δεν κατόρθωσαν να κάνουν φιλόσοφοι με τους συλλογισμούς τους, αυτό το κατόρθωσε αυτή που εθεωρείτο μωρία.
Ποιος λοιπόν είναι σοφότερος; Αυτός που πείθει τους πολλούς ή αυτός που πείθει λίγους, μάλλον δε δεν πείθει κανένα; Αυτός που πείθει για τα σοβαρότερα θέματα ή αυτός που πείθει για ανύπαρκτα πράγματα; Πόσο κοπίασε ο Πλάτωνας με τους μαθητές του με το να μας συζητεί περί γραμμής και γωνίας και σημείου, και περί αριθμών αρτίων και περιττών και ίσων μεταξύ τους και ανίσων, και για τέτοια θέματα λεπτεπίλεπτα ως ο ιστός της αράχνης – διότι αυτά είναι για την ζωή περισσότερο άχρηστα από εκείνα τα υφάσματα- και χωρίς να ωφελήσει πολύ ή λίγο με τις συζητήσεις αυτές εγκατέλειψε έτσι την ζωή; Πόσο κοπίασε επιχειρώντας να αποδείξει ότι η ψυχή είναι αθάνατη, και χωρίς να πει τίποτε σαφές ή να πείσει κάποιον από τους ακροατές του, πέθανε έτσι χωρίς αποτέλεσμα; Ο σταυρός όμως έπεισε με απλοϊκούς ανθρώπους και κέρδισε όλη την οικουμένη, αφού κήρυξε όχι για τυχόντα πράγματα, αλλά για τον Θεό, για την αληθινή ευσέβεια, για την ευαγγελική ζωή [[Ο Μέγας Βασίλειος μάς έδωσε συνοπτικά το περιεχόμενο του «ευαγγελικού βίου» και της «ευαγγελικής πολιτείας»: ‘’Μάθε, διδάχθητι εὐαγγελικήν πολιτείαν· ὀφθαλμῶν ἀκρίβειαν, γλώσσης ἐγκράτειαν, σώματος δουλαγωγίαν, φρόνημα ταπεινόν, ἐννοίας καθαρότητα, ὀργῆς ἀφανισμόν. Ἀγγαρευόμενος προστίθει· ἀποστερούμενος μή δικάζου· μισούμενος ἀγάπα· διωκόμενος ἀνέχου· βλασφημούμενος παρακάλει»[Τόμος ΙΙ, ρ.306D]]και την μέλλουσα κρίση· και όλους τους αγροίκους και τους απλοϊκούς τους έκανε αληθινούς φιλοσόφους.
Πρόσεξε πως «τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ» Θεού είναι το σοφότερο από τους ανθρώπους και πως το αδύνατο είναι το ισχυρότερο. Πώς είναι το ισχυρότερο; Διότι διαδόθηκε σε όλη την οικουμένη και κατανίκησε εξ ολοκλήρου τους πάντες και ενώ άπειροι επιχειρούσαν να σβήσουν το όνομα του Σταυρωθέντος, συνέβη το αντίθετο· δηλαδή αυτό μεν άνθησε και προόδευσε, εκείνοι όμως χάθηκαν και καταστράφηκαν· και ενώ οι ζωντανοί πολεμούσαν εναντίον του νεκρού, δεν πέτυχαν τίποτα. Ώστε, όταν ο εθνικός με αποκαλέσει «μωρόν», τότε αποδεικνύει τον εαυτό του υπερβολικά «μωρόν», όταν δηλαδή εγώ που θεωρούμαι από αυτόν μωρός φαίνομαι σοφότερος από τον σοφό· όταν με αποκαλέσει ασθενή, τότε αποδεικνύει τον εαυτό του ασθενέστερο. Όσα δηλαδή μπόρεσαν να κατορθώσουν με την χάρη του Θεού τελώνες και αλιείς, αυτά φιλόσοφοι και ρήτορες και τύραννοι και γενικά όλη η οικουμένη, αν και έκανε το παν, δεν μπόρεσαν ούτε καν να τα φανταστούν· διότι τι δεν εισήγαγε ο Σταυρός; Το θέμα περί της αθανασίας της ψυχής, της αναστάσεως των σωμάτων, το θέμα περί της περιφρονήσεως των εγκοσμίων, περί της επιθυμίας των μελλοντικών. Και έκανε τους ανθρώπους αγγέλους, και όλοι ασχολούνται με την κατά Θεόν φιλοσοφία[Φιλοσοφία: Στους εκκλησιαστικούς συγγραφείς ο όρος σημαίνει γενικά την χριστιανική θεολογία και την κατά Χριστόν άσκηση] και παρουσιάζουν κάθε γενναιότητα.
«Αλλά και μεταξύ των εθνικών», λέγει ίσως κάποιος, «πολλοί υπήρξαν που περιφρόνησαν τον θάνατο». Ποιοι, πες μου; Μήπως εκείνος που ήπιε το κώνειο; Αλλά, εάν θέλεις, τέτοιους μπορώ να σου αναφέρω μυρίους ανθρώπους της Εκκλησίας· διότι εάν παρίστατο ανάγκη σε εποχή διωγμού να πιουν κώνειο και να απέλθουν, όλοι θα είχαν αναδειχθεί λαμπρότεροι εκείνου. Άλλωστε εκείνος ήπιε το κώνειο χωρίς να έχει την δυνατότητα να το πιει ή να μην το πιει· αυτό έπρεπε να το πάθει είτε ήθελε, είτε δεν ήθελε και αυτό βέβαια δεν ήταν ένδειξη ανδρείας, αλλά αποτέλεσμα ανάγκης· διότι και ληστές και δολοφόνοι, αφού καταδικάστηκαν με την ψήφο των δικαστών έπαθαν χειρότερα. Σε εμάς όμως συμβαίνει το εντελώς αντίθετο· οι μάρτυρες δηλαδή δεν υπέμειναν χωρίς να το θέλουν, αλλά με την θέλησή τους και ενώ μπορούσαν να μην πάθουν, παρουσίασαν ανδρεία σταθερότερη παντός αδάμαντος.
Δεν είναι λοιπόν αυτό αξιοθαύμαστο, το ότι δηλαδή ήπιε εκείνος το κώνειο, όταν πλέον δεν εξαρτιόταν από τον ίδιο το να μην το πιει και είχε προχωρήσει σε βαθύ γήρας· διότι έλεγε ότι ήταν εβδομήντα ετών, όταν καταφρόνησε την ζωή, αν βέβαια αυτό είναι καταφρόνηση· διότι εγώ τουλάχιστον δεν θα το ονόμαζα έτσι, ούτε μάλλον κανείς άλλος. Αλλά δείξε μου κάποιον εθνικό που να έμεινε ατάραχος στα βασανιστήρια χάριν της ευσεβείας, όπως εγώ έχω να δείξω μυρίους μάρτυρες του Χριστού σε όλα τα μέρη της οικουμένης. Ποιος εθνικός υπέφερε με γενναιότητα, όταν του έβγαζαν τα νύχια; Ποιος όταν ανέσκαπταν τις αρθρώσεις του; Ποιος, όταν λίγο κατ’ ολίγον, του κατάστρεφαν το σώμα ή την κεφαλή; Ποιος, όταν του διέστρεφαν τα οστά; Ποιος υπέφερε με γενναιότητα, όταν τον έθεταν συνεχώς επάνω σε τηγάνι; Ποιος, όταν τον έριχναν σε λέβητα; Αυτά τα κατορθώματα δείξε μου· διότι το να πεθάνει κάποιος με κώνειο είναι ίσο με το να πεθάνει στον ύπνο του, διότι λέγεται ότι ο θάνατος αυτός είναι γλυκύτερος από ύπνο. Εάν δε μερικοί εθνικοί υπέμειναν και βασανιστήρια, ούτε και αυτοί είναι δυνατόν να εγκωμιασθούν· διότι απέθαναν για ευτελή αιτία, άλλοι μεν διότι κοινολόγησαν απόρρητα πράγματα, άλλοι διότι επιτέθηκαν εναντίον τυραννίας, άλλοι διότι συνελήφθησαν να κάνουν αισχρές πράξεις· άλλοι τέλος χωρίς σκοπό, ματαίως, χωρίς καμία αιτία, αυτοκτόνησαν.
Αλλά σε μας δεν συνέβη έτσι. Για τον λόγο αυτόν τα μεν έργα εκείνων έχουν καλυφθεί από σιγή, τα έργα των μαρτύρων του Χριστού όμως ανθούν και καθημερινά λαμπρύνονται περισσότερο. Αυτό ακριβώς έχοντας υπόψη του ο Παύλος έλεγε: «Τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί(:Το κήρυγμα του φαινομενικά ασθενούς και αδύνατου Εσταυρωμένου, που το ενεργεί ο Θεός με εμάς, είναι ισχυρότερο από τους ανθρώπους, όσο δυνατοί κι αν είναι αυτοί σε κοσμική δύναμη)»[Α΄Κορ.1,25]. Ότι το κήρυγμα είναι θείο φαίνεται και από το εξής. Πώς συνέβη, δηλαδή, να επιχειρήσουν τέτοια έργα δώδεκα άνθρωποι και μάλιστα απλοϊκοί που ζούσαν σε λίμνες, σε ποταμούς, σε ερημιές και που ποτέ ίσως δεν είχαν πάει σε πόλη ούτε σε αγορά; Πώς τους ήλθε να αντιμετωπίσουν όλη την οικουμένη; Ότι δηλαδή ήσαν δειλοί και άνανδροι το δείχνει εκείνος που έγραψε γι’ αυτούς και που δεν τα παρέλειψε ούτε θέλησε να συσκιάσει τα ελαττώματά τους, πράγμα το οποίο είναι επίσης πολύ μεγάλη απόδειξη της αλήθειας. Τι λοιπόν λέγει αυτός γι’ αυτούς; Ότι όταν συνελήφθη ο Χριστός, μετά από άπειρα θαύματα άλλοι μεν έφυγαν, αυτός δε που έμεινε, ο κορυφαίος των άλλων, τον αρνήθηκε. Πώς λοιπόν αυτοί που όταν ζούσε ο Χριστός δεν άντεξαν στην ορμή των Ιουδαίων, όταν πέθανε και ενταφιάστηκε και δεν αναστήθηκε, όπως ισχυρίζεστε, ούτε συνομίλησε μαζί τους, ούτε τους έδωσε θάρρος, πώς αυτοί αντιμετώπισαν την απέραντη οικουμένη; Δεν θα έλεγαν στους εαυτούς τους: «Τι είναι πάλι αυτό; Τον εαυτό του δεν μπόρεσε να σώσει και θα προστατέψει εμάς; Τον εαυτό του δεν υπεράσπισε όταν ζούσε, και θα βοηθήσει εμάς τώρα που πέθανε; Ζώντας ο ίδιος δεν υπέταξε ούτε ένα έθνος, και εμείς θα πείσουμε την οικουμένη όλη λέγοντας το όνομα εκείνου; Και πώς θα ήταν λογικό όχι μόνο το να κάνουμε αυτά, αλλά έστω και να τα σκεφτούμε;».
Έτσι είναι φανερό ότι, αν δεν τον έβλεπαν Αναστημένο και δεν είχαν μέγιστη απόδειξη της δυνάμεώς Του, δεν θα διακινδύνευαν τόσο πολύ. Διότι, και αν ακόμη είχαν μυρίους φίλους, δεν θα έκαναν ευθύς εξαρχής τους πάντες εχθρούς, επειδή ανέτρεπαν τις παλαιές συνήθειες και μετατόπιζαν τα πατροπαράδοτα όρια; Πράγματι, τώρα όλους τους είχαν εχθρούς τους, και τους συμπατριώτες τους και τους ξένους. Και αν ακόμη ήσαν σεβαστοί χάρις στην όλη εξωτερική εμφάνισή τους, δεν θα τους αποστρέφονταν όλοι, επειδή εισήγαν νέο τρόπο ζωής; Τώρα όμως όλοι τους εγκατέλειψαν και ήταν επόμενο για τον λόγο αυτόν να γίνουν μισητοί και να περιφρονούνται από όλους.
Ποιους, λοιπόν, θέλεις να αναφέρω; Τους Ιουδαίους; Αλλά είχαν άφατο μίσος προς αυτούς για όσα είχαν συμβεί στον Διδάσκαλο. Μήπως τους εθνικούς; Αλλά και αυτοί εξίσου με εκείνους τους απεχθάνονταν, και αυτά τα γνωρίζουν προπαντός οι εθνικοί. Ο Πλάτωνας δηλαδή που θέλησε να εισαγάγει νέο πολίτευμα, μάλλον δε ένα μέρος του πολιτεύματος, που δεν μετέβαλλε τα πατροπαράδοτα των θεών, αλλά απλώς εισήγαγε άλλες πράξεις αντί άλλων, αφού εκδιώχθηκε από την Σικελία, κινδύνευσε να φονευθεί·, και επειδή δεν συνέβη αυτό, έχασε την ίδια την ελευθερία του. Και αν κάποιος βάρβαρος δεν συνέβαινε να είναι ημερότερος από τον τύραννο της Σικελίας, τίποτε δεν θα εμπόδιζε ο φιλόσοφος να εξακολουθήσει να είναι πάντοτε δούλος σε ξένη χώρα[:Ο μέγας Έλληνας φιλόσοφος Πλάτωνας-427-348 π.Χ.- ιδίως στο έργο του ‘’Πολιτεία’’ διατύπωσε νέες πολιτειακές αντιλήψεις, για να θέσει δε σε εφαρμογή αυτές ταξίδεψε στις Συρακούσες της Σικελίας(388 π.Χ.). Εκεί προσπάθησε να μυήσει τον τύραννο Διονύσιο Α΄ στις ιδέες του, συνδέθηκε δε δια στενής φιλίας με τον γυναικάδελφο του τυράννου Δίωνα. Ο Διονύσιος ο Α΄ είδε με καχυποψία την φιλία Πλάτωνα-Δίωνα ως αρχή κάποιας συνομωσίας σε βάρος του και για τον λόγο αυτόν εκδίωξε τον Πλάτωνα. Κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα ο φιλόσοφος συνελήφθη από τους Αιγινήτες, οι οποίοι βρίσκονταν τότε σε πόλεμο με τους Αθηναίους και για τον λόγο αυτόν είχε την πρόθεση να πουλήσουν τον Πλάτωνα ως δούλο. Τον φιλόσοφο έσωσε ένας Αιγύπτιος φίλος του, ο Αννίκερις από την Κυρήνη, ο οποίος πλήρωσε και τον απελευθέρωσε].
Και όμως, ως γνωστόν, δεν είναι ίσο το να εισάγει κανείς καινοτομίες σε θέματα σχετικά με την βασιλεία με το να καινοτομεί στα περί θρησκείας, διότι αυτό προπαντός αναστατώνει και ταράσσει τους ανθρώπους· το να πει δηλαδή κανείς ο τάδε και ο τάδε να νυμφεύονται την τάδε και οι φύλακες να είναι φύλακες κατά τον τρόπο αυτόν δεν είναι ικανό να προκαλέσει μέγα θόρυβο, και μάλιστα όταν είναι γραπτά και δεν υπάρχει πολλή βιασύνη εκ μέρους του νομοθέτου να θέσει τα λεγόμενα σε εφαρμογή· το να λέγει όμως κάποιος ότι οι θεοί που λατρεύουν δεν είναι θεοί, αλλά ότι είναι δαίμονες, ότι ο Εσταυρωμένος είναι Θεός, αντιλαμβάνεστε πόση οργή άναψε, πόσες τιμωρίες δημιούργησε, πόσο πόλεμο προκάλεσε.
Ο δικός τους Πρωταγόρας[:(περίπου 485-411 π.Χ): ο μεγαλύτερος ίσως σοφιστής της αρχαιότητας, γεννηθείς στα Άβδηρα της Θράκης. Δίδαξε σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο και κυρίως στην Αθήνα. Εκεί διάβασε για πρώτη φορά το έργο του «Περί θεών», στο οποίο εξέφραζε αμφιβολίες για την ύπαρξη των θεών. Αντιμετώπισε δίκη επί ασεβεία, και για να διαφύγει τη βέβαιη καταδίκη του εγκατέλειψε την Αθήνα, ενώ τα συγγράμματά του κάηκαν] εξάλλου, επειδή τόλμησε να πει: «Δεν παραδέχομαι τους θεούς» και τόλμησε απλώς να το πει, όχι περιερχόμενος την οικουμένη και κηρύττοντας, αλλά σε μία πόλη, κινδύνεψε να καταδικαστεί σε θάνατο. Και ο Διαγόρας ο Μιλήσιος[: Καταγόταν μάλλον από το νησί Μήλος. Διθυραμβοποιός, έζησε στην Αθήνα κατά το β΄ήμισυ του 5ου αιώνος π.Χ. Οι Αθηναίοι τον καταδίκασαν σε θάνατο ως «ἀσεβῆ εἰπόντα καί δράσαντα»(415π.Χ.). Διέφυγε την εκτέλεση της ποινής αποδημώντας στην Πελοπόννησο, όπου και πέθανε] και ο Θεόδωρος ο λεγόμενος άθεος[: Φιλόσοφος από την Κυρήνη της Αιγύπτου, δίδαξε στην Αθήνα γύρω στον 3ο αιώνα π.Χ. διατυπώνοντας γενικά τολμηρές για την εποχή εκείνη φιλοσοφικές απόψεις, και κυρίως περί θεών. Εξορίστηκε από την Αθήνα και κατέφυγε στην Αίγυπτο, από όπου αφού εξορίστηκε και πάλι κατέφυγε στην Ελλάδα], αν και είχαν φίλους και πολιτική δύναμη χάρη στην ευγλωττία τους και θαυμάζονταν για την φιλοσοφία τους, αλλά όμως τίποτε από αυτά δεν τους ωφέλησε. Εξάλλου και ο μέγας Σωκράτης παρόλο που υπερείχε από όλους τους στη φιλοσοφία, ήπιε κώνειο για τον λόγο αυτόν, επειδή δηλαδή ήταν κάπως ύποπτος για νεωτερισμούς στους λόγους του περί θεών[:Η κατηγορία με την οποία εισήχθη σε δίκη ο Σωκράτης[469-399 π.Χ.] και τελικά καταδικάστηκε σε θάνατο ήταν η εξής: «Σωκράτης Σωφρονίσκου Ἀλωπεκῆθεν ἀδικεῖ, οὕς μέν ἡ πόλις νομίζει θεούς οὐ νομίζων, ἕτερα δέ καινά δαιμόνια εἰσφέρων, ἀδικεῖ δέ καί τούς νέους διαφθείρων. Τίμημα(ποινή) θάνατος»].
Εάν όμως η μόνη υποψία καινοτομίας τόσο μεγάλο κίνδυνο προκάλεσε σε άντρες φιλοσόφους και σοφούς και ανθρώπους που είχαν απολαύσει απείρων τιμών και όχι μόνο δεν πέτυχαν όσα ήθελαν, αλλά και οι ίδιοι έχασαν και την πατρίδα και τη ζωή τους, πώς δεν θαυμάζεις και δεν εκπλήττεσαι που βλέπεις ότι ο απλός ψαράς έκανε τόσο μεγάλα έργα στην οικουμένη και κατόρθωσε όσα επιδίωξε και υπερίσχυσε και των βαρβάρων και των Ελλήνων όλων; «Αλλά αυτοί», λένε, «δεν εισήγαγαν ξένους θεούς, όπως εκείνοι». Θίγεις λοιπόν αυτό που είναι για εμένα πάρα πολύ αξιοθαύμαστο, ότι δηλαδή η καινοτομία είναι διπλή, και καθαίρεση των κυριαρχούντων θεών και κήρυγμα του Εσταυρωμένου.
Πώς, λοιπόν, τους ήλθε να κηρύττουν τέτοιες νέες ιδέες; Πώς είχαν το θάρρος στο τέλος της ζωής τους; Ποιοι πριν από αυτούς είχαν κατορθώσει κάτι τέτοια και τους οποίους θα μπορούσαν να δουν; Δεν προσκυνούσαν όλοι τους δαίμονες; Δεν θεοποιούσαν όλοι τα στοιχεία της φύσεως; Δεν ήταν διαφορετικός ο τρόπος ζωής των ασεβών; Αλλά όμως επιτέθηκαν εναντίον όλων και κατέλυσαν αυτά και εντός ολίγου χρόνου διέτρεξαν όλη την οικουμένη, σαν να είχαν φτερά, χωρίς να υπολογίζουν κινδύνους, ούτε θανάτους, ούτε τη δυσκολία του πράγματος, ούτε το ότι αυτοί ήσαν ολίγοι, χωρίς να υπολογίζουν ούτε το πλήθος των εναντιουμένων, ούτε την εξουσία, ούτε τους δυνάστες, ούτε την σοφία των πολεμούντων· διότι είχαν συμμαχία μεγαλύτερη από όλα αυτά, την δύναμη του Σταυρωθέντος και Αναστάντος.
Δεν θα ήταν τόσο αξιοθαύμαστο εάν προτιμούσαν να διεξαγάγουν εναντίον της οικουμένης αισθητό πόλεμο, όπως είναι αυτός που τώρα διεξάγεται· διότι σύμφωνα με τον νόμο της μάχης θα ήταν δυνατόν να σταθούν απέναντι από τους εχθρούς και αφού λάβουν θέση αντίθετη, να παραταχθούν εναντίον των εναντιουμένων και να επιτεθούν και να συμπλακούν· εδώ όμως δεν έγινε έτσι· διότι δεν είχαν δικό τους στρατόπεδο, αλλά αναμιγνύονταν με τους ίδιους τους εχθρούς και έτσι υπερίσχυαν αυτών· και ενώ ζούσαν μεταξύ των εχθρών, διέφευγαν την σύλληψη από αυτούς και υπερίσχυαν και νικούσαν νίκη λαμπρά, η οποία πραγματοποιούσε μία προφητεία που έλεγε: «Ῥάβδον δυνάμεως ἐξαποστελεῖ σοι Κύριος ἐκ Σιών, καὶ κατακυρίευε ἐν μέσῳ τῶν ἐχθρῶν σου(: Σκήπτρο και ράβδο βασιλική και στιβαρή, ακατάβλητης δύναμης, θα σου αποστείλει ο Κύριος από την Σιών, όπου ο ιερός ναός της κατοικίας Του, και κατάβαλλε με αυτά τους εχθρούς σου, αναδεικνυόμενος θριαμβευτής και κύριος εν μέσω αυτών)» [Ψαλ.109,2].
Αυτό δηλαδή προκαλεί πολλή κατάπληξη, ότι ενώ οι εχθροί κατείχαν αυτούς και τους έριχναν σε δεσμωτήριο και σε δεσμά, όχι μόνο δεν υπερίσχυαν, αλλά κατόπιν υπέκυπταν σε αυτούς και οι ίδιοι, οι μαστιγούντες τους μαστιγουμένους, οι φυλακίζοντες στους δεσμώτες, οι διώκτες στους διωκομένους. Όλα, λοιπόν, αυτά ας τα λέμε προς τους εθνικούς, μάλλον δε και περισσότερα από αυτά, διότι έχουμε πολλή αλήθεια με το μέρος μας. Και αν παρακολουθείτε το θέμα, θα σας εκθέσω όλη την εξέλιξη της μάχης εναντίον αυτών· προηγουμένως όμως εδώ ας κρατήσουμε δύο σπουδαιότατα σημεία, δηλαδή πώς οι αδύνατοι νίκησαν τους ισχυρούς και πώς ήλθε στον νου τους, ενώ ήσαν τόσο αδύνατοι, να σκεφτούν τέτοια έργα, εάν δεν απολάμβαναν την συμμαχία του Θεού.
Και τα μεν πράγματά μας έτσι έχουν, εμείς δε στα έργα μας ας παρουσιάζουμε κατορθώματα βίου και ας καίμε άφθονο το πυρ της αρετής, διότι λέγει: «Φωστῆρες γάρ ἐστέ(: Διότι είστε φωστήρες)» φησίν, «ἐν μέσῳ τοῦ κόσμου λάμπτοντες(:που λάμπουν στον κόσμο)» [βλ. Φιλ. 2,15:«Ἵνα γένησθε ἄμεμπτοι καὶ ἀκέραιοι, τέκνα Θεοῦ ἀμώμητα ἐν μέσῳ γενεᾶς σκολιᾶς καὶ διεστραμμένης, ἐν οἷς φαίνεσθε ὡς φωστῆρες ἐν κόσμῳ(:Να τα κάνετε όλα με προθυμία, για να γίνετε άμεμπτοι στην εξωτερική σας συμπεριφορά και ειλικρινείς στα εσωτερικά σας ελατήρια και στις διαθέσεις σας, παιδιά του Θεού ελεύθερα από κάθε κηλίδα μέσα σε μια γενιά ανθρώπων κακοτρόπων και διεστραμμένων, όπως είναι οι σύγχρονοί μας άνθρωποι. Αλλά εσείς ανάμεσά σας φαίνεστε σαν φωτεινά αστέρια μέσα σε σκοτεινό κόσμο)» [Φιλ.2,15]. Και στον καθένα από εμάς ο Θεός έδωσε μεγαλύτερη χρησιμότητα από τον ήλιο, μεγαλύτερη από τον ουρανό και τη γη και την θάλασσα, και τόσο μεγαλύτερη όσο τα πνευματικά υπερέχουν από τα αισθητά. Όταν λοιπόν δούμε προς τον κύκλο του ηλίου και θαυμάσουμε το κάλλος και το σώμα και την λαμπρότητα του άστρου, ας σκεπτόμαστε πάλι ότι το φως που έχουμε μέσα μας είναι μεγαλύτερο και καλύτερο, όπως και το σκότος είναι φοβερότερο, εάν δεν προσέχουμε· διότι βαθιά νύκτα κατέχει όλη την οικουμένη.
Αυτήν λοιπόν την νύκτα ας ανατρέψουμε και ας διαλύσουμε. Νύκτα επικρατεί όχι μόνο στους αιρετικούς, ούτε μόνο στους εθνικούς, αλλά και σε πολλούς από τους δικούς μας όσον αφορά τα δόγματα και την ζωή· πολλοί δηλαδή δυσπιστούν στην Ανάσταση, πολλοί ασφαλίζουν τον εαυτό τους με συμπεράσματα κατά την γένεση, πολλοί επιδίδονται σε παρατηρήσεις των φυσικών φαινομένων και σε μαντεύσεις κατά τον κλήδονα[Κλήδονας: Είδος μαντικής παιγνιώδους μαντείας τελουμένης ιδίως από νεαρές κοπέλες κατά την διάρκεια της εορτής] και σε οιωνοσκοπίες και σε συμβολισμούς, ενώ άλλοι χρησιμοποιούν χαϊμαλιά και μαγικούς ύμνους. Αλλά και προς αυτούς θα απαντήσουμε ύστερα, όταν εξαντλήσουμε τα θέματα σχετικά με τους εθνικούς· έως τότε κρατείτε καλά όσα ειπώθηκαν, και λάβετε και εσείς μαζί μου μέρος στην μάχη έλκοντας με την ζωή σας και μεταθέτοντας αυτούς προς εμάς· αυτό ακριβώς δηλαδή πάντοτε το λέγω, εκείνος που διδάσκει φιλοσοφία προηγουμένως πρέπει να την διδάσκει στον εαυτό του και πρέπει να είναι επιθυμητός στους ακροατές του.
Ας γίνουμε λοιπόν επιθυμητοί και ας κάνουμε τους εθνικούς να διάκεινται ευνοϊκά προς εμάς. Και αυτό θα γίνει εάν είμαστε προετοιμασμένοι όχι να βλάπτουμε, αλλά ακόμη και να βλαπτόμαστε. Δεν βλέπουμε τα παιδιά όταν ενώ οι πατέρες τους τα έχουν στην αγκαλιά τους, εκείνα χτυπούν στις παρειές εκείνον που τα κρατεί, πως ο πατέρας ευχαρίστως επιτρέπει στο παιδί να χορτάσει την οργή του και χαίρεται, όταν το δει ότι ικανοποίησε τον θυμό του; Έτσι να κάνουμε και εμείς, και ας συνομιλούμε με τους εθνικούς ως πατέρες προς παιδιά, διότι όλοι οι Έλληνες[:οι ειδωλολάτρες] είναι παιδιά· και αυτό μερικοί δικοί τους το έχουν πει, ότι εκείνοι είναι πάντοτε παιδιά και κανένας Έλληνας δεν είναι γέροντας[ «Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστέ, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἐστίν» :Πλάτ. Τίμαιος 22Β]. Τα παιδιά δεν ανέχονται να φροντίζουν για τίποτε το χρήσιμο· έτσι και οι Έλληνες θέλουν πάντοτε να παίζουν και βρίσκονται χαμηλά, διότι τους ενδιαφέρουν τα χαμηλά και επιδιώκουν τα γήινα. Πολλές φορές τα παιδιά ενώ εμείς συζητούμε για τα αναγκαία στη ζωή, δεν αντιλαμβάνονται τίποτε από τα λεγόμενα, αλλά συνεχώς γελάνε· τέτοιοι είναι και οι Έλληνες· όταν μιλάμε για την Βασιλεία των Ουρανών γελούν. Και όπως ο πολύς σίελος που εξέρχεται από παιδικό στόμα πολλές φορές λερώνει τροφή και ποτό, έτσι και οι λόγοι που απορρέουν από το στόμα των Ελλήνων είναι μάταιοι και ακάθαρτοι· και αν τους δώσεις αναγκαία τροφή, λυπούν με τις βλασφημίες αυτούς που κάθε φορά τους τρέφουν και χρειάζεται να τους υπομένει κανείς μέχρι τέλους. Τα παιδιά επίσης όταν δουν ληστή να εισέρχεται στην οικία τους και να αφαιρεί τα πράγματα του σπιτιού τους, όχι μόνο δεν τον αποκρούουν, αλλά και γελούν με τον επιδρομέα· αν όμως αφαιρέσεις το καλαθάκι ή την κουδουνίστρα ή κάτι άλλο από τα παιγνίδια, δεινοπαθεί και στενοχωριέται, σπαράσσεται και κλωτσά το έδαφος.
Έτσι λοιπόν και οι εθνικοί ενώ βλέπουν μεν τον διάβολο να τους αφαιρεί όλη την πατρική περιουσία τους και όσα συνέχουν την ζωή τους, γελούν σαν να προστρέχουν σε φίλο· αν όμως κάποιος αφαιρέσει κάτι που τους ανήκει ή οτιδήποτε τέτοιο από τα παιδικά, οδύρονται, σπαράσσονται. Και όπως τα παιδιά γυμνώνονται χωρίς συναίσθηση και κοκκινίζουν, έτσι και οι εθνικοί κυλίονται μαζί με πόρνους και μοιχούς και παραβαίνουν τους νόμους της φύσεως και επινοούν παράνομες μίξεις και δεν επιστρέφουν. Χειροκροτήστε λοιπόν με δύναμη και επαινέστε· αλλά μαζί με τα χειροκροτήματα προσέξτε μήπως αυτά λέγονται και για εσάς.
Για τον λόγο αυτόν παρακαλώ όλοι να ανδρωθείτε· διότι, όταν εμείς οι ίδιοι είμαστε παιδιά, πώς θα διδάξουμε εκείνους να είναι άντρες; Πώς θα τους εμποδίσουμε από την παιδική μωρία; Ας γίνουμε λοιπόν άντρες για να φθάσουμε στην ηλικία που μας όρισε ο Χριστός και για να πετύχουμε τα μελλοντικά αγαθά με την χάρη και την φιλανθρωπία του Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-i-ad-corinthios.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Α΄προς Κορινθίους επιστολήν, ομιλία Δ΄,πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2015, τόμος 18, σελίδες 84-115.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
σύμφωνα με το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον
[Υπομνηματισμός των εδαφίων Ιω. 19, 16-35]
«Τότε οὖν παρέδωκεν αὐτὸν αὐτοῖς ἵνα σταυρωθῇ. Παρέλαβον δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤγαγον· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον, ὃς λέγεται ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ, ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν(:Τότε λοιπόν ο Πιλάτος τούς παρέδωσε τον Ιησού για να σταυρωθεί. Παρέλαβαν τότε οι στρατιώτες τον Ιησού και άρχισαν να Tον οδηγούν προς τον τόπο όπου θα Tον σταύρωναν. Και Aυτός, βαστάζοντας επάνω στον ώμο τον σταυρό Tου, βγήκε έξω από τα τείχη της πόλεως μέχρι κάποια τοποθεσία που λέγεται ‘’Κρανίου τόπος’’ και στην εβραϊκή γλώσσα λέγεται ‘’Γολγοθά’’. Εκεί Tον σταύρωσαν)»[Ιω.19,16-17].
Οι περίοδοι ευημερίας είναι ικανές να καταβάλουν και να παρασύρουν εκείνους που δεν προσέχουν· έτσι και οι Ιουδαίοι ενώ από την αρχή απολάμβαναν τη Χάρη του Θεού, επιζητούσαν τον νόμο της βασιλείας των εθνών και όχι της ουράνιας βασιλείας, καθώς επίσης και στην έρημο, μετά το μάννα με το οποίο ο Θεός καθημερινά τους έτρεφε από τον ουρανό, έφερναν νοσταλγικά στη μνήμη τους και αναπολούσαν τα κρεμμύδια που έτρωγαν ως υπόδουλοι στην Αίγυπτο· κατά τον ίδιο τρόπο λοιπόν και εδώ, αρνούμενοι τη ουράνια βασιλεία του Χριστού, επικαλούνταν για τον εαυτό τους τη βασιλεία του Καίσαρος. Και πράγματι για τον λόγο αυτό ο Κύριος έδωσε σε αυτούς βασιλέα, σύμφωνα με την θέλησή τους.
Όταν λοιπόν ο Πιλάτος άκουσε αυτά, παρέδωσε Αυτόν για να σταυρωθεί· πάρα πολύ απερίσκεπτα· διότι ενώ έπρεπε να ρωτήσει, εάν ο Χριστός πράγματι επιχείρησε να εγκαταστήσει τυραννική εξουσία, εξέδωσε την απόφαση μόνο από τον φόβο· αν και βέβαια, για να μην το πάθει αυτό ο Πιλάτος, τον προλαμβάνει ο Χριστός και του λέγει : «Ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου (:Η δική μου βασιλεία δεν προέρχεται από τον κόσμο αυτό, ούτε στηρίζεται πάνω σε κάποια ανθρώπινη θέληση ή κοσμική δύναμη)»[Ιω.18,36] .Αυτός όμως, παραδίδοντας ολοκληρωτικά τον εαυτό του στα κοσμικά πράγματα, δεν θέλησε να κάνει καμία απολύτως ανώτερη πνευματικά σκέψη· αν και βέβαια το όνειρο της γυναίκας του ήταν ικανό να του προκαλέσει κατάπληξη και φόβο. Αλλά με τίποτα από αυτά ο Πιλάτος δεν έγινε καλύτερος, ούτε έστρεψε το βλέμμα του προς τον ουρανό, αλλά παρέδωσε τον Ιησού για να Τον σταυρώσουν.
Οι Ιουδαίοι λοιπόν έθεσαν επί του Ιησού τον σταυρό, ως καταδίκου πλέον· διότι και το ξύλο αποστρέφονταν ως κακό σημείο και ούτε να το αγγίξουν δεν ήθελαν. Έτσι συνέβη και κατά την προτύπωση του πάθους· καθόσον και ο Ισαάκ κράτησε και κουβάλησε τα ξύλα που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για τη θυσία του πάνω στο βουνό. Αλλά τότε η υπόθεση σταμάτησε μέχρι τη λήψη της απόφασης από τον πατέρα του Ισαάκ, τον Αβραάμ, να θυσιάσει τον μονάκριβο υιό του, εκπληρώνοντας το θέλημα του Θεού, χωρίς όμως τελικά να γίνει η θυσία(διότι ήταν προτύπωση),τώρα όμως προχώρησε και σε υλοποίηση· διότι η σταυρική θυσία του Θεανθρώπου Ιησού αποτελούσε πλέον πραγματικότητα.
«Καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον(:και Αυτός βαστάζοντας στον ώμο Του τον σταυρό Του, βγήκε έξω από την πόλη και ήλθε σε μία τοποθεσία, που λέγεται ‘’Κρανίου τόπος’’)». Μερικοί λένε ότι στον τόπο εκείνο είχε πεθάνει και ταφεί ο Αδάμ, και ο Ιησούς, στον τόπο όπου βασίλευσε ο θάνατος, εκεί έστησε και το τρόπαιο· διότι εξερχόταν από την πόλη βαστάζοντας τον σταυρό ως τρόπαιο κατά της τυραννίδας του θανάτου· και όπως οι νικητές, έτσι και Αυτός έφερε επάνω στους ώμους Του το σύμβολο της νίκης· διότι, τι και αν οι Ιουδαίοι με άλλη πρόθεση διέταζαν να γίνουν αυτά;
Σταυρώνουν μάλιστα Αυτόν μαζί με ληστές, εκπληρώνοντας και με τον τρόπο αυτόν χωρίς να το θέλουν την προφητεία· διότι εκείνα που αυτοί έπρατταν εξυβρίζοντας τον Ιησού, αυτά συντελούσαν στην επικράτηση της αλήθειας, για να μάθεις πόση είναι η δύναμή της· διότι και τούτο εξαρχής το προείπε ο προφήτης Ησαΐας : «Καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἐλογίσθη(:Κaι κατατάχθηκε μεταξύ των παρανόμων και ως τέτοιος άνθρωπος θεωρήθηκε)» [: Ησ. 53,12].
Ήθελε βέβαια ο δαίμονας να συγκαλύψει ως προς τη σπουδαιότητά του αυτό που συνέβαινε, αλλά δεν το μπόρεσε· διότι σταυρώθηκαν μεν οι τρεις, όμως μόνο ο Ιησούς έλαμψε, για να μάθεις ότι η δύναμή Του επιτέλεσε τα πάντα. Παρά το ότι και οι τρεις ήταν καρφωμένοι πάνω στο σταυρό, όμως και έτσι τα θαύματα γίνονταν· ωστόσο κανένας δεν απέδωσε τίποτα από όσα συνέβαιναν κατά τη διάρκεια της Σταύρωσης σε κανέναν από εκείνους τους δύο ληστές, παρά μόνο στον Ιησού.
Τόσο ανίσχυρη κατέστη η επιβουλή του διαβόλου και στράφηκε εξ ολοκλήρου ενάντια στη δική του κεφαλή· διότι και από τους δύο αυτούς ληστές, ο ένας διασώθηκε [βλ. Λουκ.23,39-43: «Εἷς δὲ τῶν κρεμασθέντων κακούργων ἐβλασφήμει αὐτὸν λέγων· εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῷ λέγων· οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ; καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως· ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε. καὶ ἔλεγε τῷ Ἰησοῦ· μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου. καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ᾿ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ(:Στο μεταξύ ένας από τους κακούργους που κρεμάστηκαν στον σταυρό, Τον χλεύαζε με βλασφημίες και Του έλεγε: ‘’Εάν εσύ είσαι ο Χριστός, σώσε τον εαυτό σου και εμάς’’. Τότε ο άλλος στράφηκε προς αυτόν και Τον επέπληττε λέγοντας: ‘’Σε λίγο θα εμφανιστείς ενώπιον του Θεού. Ούτε τον Θεό δεν φοβάσαι; Ο φόβος του Θεού δεν σε συγκρατεί να μην προσθέτεις και τώρα νέες αμαρτίες στον εαυτό σου; Δεν θυμάσαι το παρελθόν σου και τα τόσα σου εγκλήματα; Διότι και εσύ υφίστασαι την ίδια καταδίκη και την ίδια ποινή του σταυρού που υφίσταται και Αυτός· και εμείς βέβαια δίκαια τιμωρούμαστε, διότι παίρνουμε αυτά που μας αξίζουν για όσα κάναμε. Αυτός όμως δεν έκανε τίποτε το άτοπο και απρεπές. Πολύ περισσότερο δεν έκανε τίποτε το εγκληματικό. Και στον Ιησού έλεγε: ‘’Θυμήσου με, Κύριε, όταν θα ξαναέλθεις με τη δόξα και τη δύναμη της βασιλείας Σου και ανάστησέ με για να την απολαύσω και εγώ’’. Ο Ιησούς τότε του απάντησε: ‘’Αληθινά σε βεβαιώνω ότι σήμερα, απ’ τη στιγμή που θα πεθάνουμε, θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο’’)»].
Όχι μόνο λοιπόν δεν έβλαψε τη δόξα του Εσταυρωμένου, αλλά και συντέλεσε πολύ υπέρ αυτής · διότι από το να κλονίσει τις πέτρες με τον σεισμό που έγινε την ώρα της Σταύρωσης, δεν ήταν καθόλου κατώτερο και ευκολότερο το να μεταβάλει τον ληστή εν ώρα σταυρώσεως και να τον εισαγάγει στον Παράδεισο.
«Ἒγραψε δὲ καὶ τίτλον ὁ Πιλᾶτος καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ ἦν δὲ γεγραμμένον· Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων (:Ο Πιλάτος διέταξε επίσης κι έγραψαν μία επιγραφή και την τοποθέτησαν στο επάνω μέρος του σταυρού. Στην επιγραφή αυτή ήταν γραμμένο το εξής: ‘’Ιησούς ο Ναζωραίος, ο βασιλεύς των Ιουδαίων’’)» [Ιω.19,19], αφενός μεν για να τιμωρήσει τους Ιουδαίους, αφετέρου όμως απολογούμενος υπέρ του Χριστού. Επειδή δηλαδή Τον παρέδωσαν ως ένα φαύλο άνθρωπο και την απόφαση αυτή επιχειρούσαν να την επιβεβαιώσουν και να την περιβάλουν με κύρος δια της θανατικής εκτέλεσής Του μαζί με δύο ληστές, για να μην μπορεί κανείς στο εξής να διατυπώνει πονηρές κατηγορίες και να Τον κατηγορεί ως κάποιο φαύλο και πονηρό άνθρωπο, φράζοντας τα στόματα αυτών και όλων εκείνων που ήθελαν να Τον κατηγορούν, και για να δείξει ότι επαναστάτησαν ενάντια του δικού τους βασιλέα, έθεσε την επιγραφή όπως ακριβώς ως κάποιο τρόπαιο, ως να άφηνε η επιγραφή αυτή περίλαμπρη φωνή και ως να δήλωνε τη νίκη και να διακήρυττε τη βασιλεία, αν και όχι ολόκληρη.
Και αυτό το δήλωσε η επιγραφή του Πιλάτου όχι με μία γλώσσα, αλλά με τρεις: «Τοῦτον οὖν τὸν τίτλον πολλοὶ ἀνέγνωσαν τῶν Ἰουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τῆς πόλεως ὁ τόπος ὅπου ἐσταυρώθη ὁ Ἰησοῦς· καὶ ἦν γεγραμμένον ἑβραϊστί, ἑλληνιστί, ῥωμαϊστί (:Αυτή λοιπόν η επιγραφή, που διεκήρυττε ότι ο Ιησούς ήταν βασιλιάς του νέου Ισραήλ της χάριτος, τη διάβασαν πολλοί απ’ τους Ιουδαίους, διότι ο τόπος που σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν κοντά στην πόλη. Το κείμενο της επιγραφής ήταν γραμμένο σε τρεις γλώσσες: στην εβραϊκή, που ήταν η εθνική γλώσσα των Εβραίων, στην ελληνική, που ήταν διεθνής γλώσσα, και στη ρωμαϊκή, που ήταν η επίσημη γλώσσα του κράτους. Έτσι δόθηκε στο περιεχόμενο της επιγραφής όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δημοσιότητα)»[Ιω.19,20].
Διότι, επειδή ήταν φυσικό να βρίσκονταν, λόγω της εορτής και πολλοί αλλόφυλοι μεταξύ των Ιουδαίων, για να μην αγνοεί κανένας την απολογία Του, στιγμάτισε την μανία των Ιουδαίων σε όλες τις γλώσσες. Διότι και ενώ είχε σταυρωθεί, πάλι Τον φθονούσαν· και όμως σε τι σας έβλαπτε αυτή η επιγραφή; Σε τίποτα· διότι αν ήταν θνητός και ανίσχυρος και επρόκειτο να εξαφανιστεί με τον θάνατό Του, για ποιον λόγο φοβάστε τα γράμματα που λένε ότι είναι βασιλεύς των Ιουδαίων;
Και τι λένε; «Μὴ γράφε, ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, ἀλλ᾿ ὅτι ἐκεῖνος εἶπε, βασιλεύς εἰμι τῶν Ἰουδαίων(:Επειδή όμως οι αρχιερείς των Ιουδαίων θεωρούσαν προσβολή και ατίμωση γι’ αυτούς να λέγεται βασιλιάς τους ένας σταυρωμένος, διαμαρτύρονταν και έλεγαν στον Πιλάτο: «Μη γράφεις: ‘’Ο βασιλεύς των Ιουδαίων’’, αλλά γράψε ότι εκείνος είπε ‘’είμαι βασιλεύς των Ιουδαίων’’»)», διότι τώρα μεν η καταδίκη Του είναι γνώμη και κοινή απόφαση, αν όμως προστεθεί στην επιγραφή ότι «εκείνος το είπε», αποδεικνύεται ότι η κατηγορία ήταν αποτέλεσμα της δικής του αυθάδειας και αλαζονείας.
Όμως ο Πιλάτος δεν άλλαξε γνώμη, αλλά έμεινε σταθερός στην προηγούμενή του γνώμη[Ιω.19,22: «Ἀπεκρίθη ὁ Πιλᾶτος· ὃ γέγραφα, γέγραφα(:Ο Πιλάτος όμως τους αποκρίθηκε: Ό,τι έγραψα, το έγραψα πλέον. Δεν το ξεγράφω)»].Και αυτού του γεγονότος η σημασία δεν είναι μικρή ως προς το σχέδιο της οικονομίας του Θεού, αλλά είναι πάρα πολύ μεγάλη· διότι, επειδή καταχώθηκε το ξύλο του σταυρού μέσα στη γη, δεν φρόντισε να το βγάλει κανένας, και εξαιτίας του φόβου που δημιουργήθηκε και εξαιτίας της φροντίδας των πιστών για άλλα κατεπείγοντα ζητήματα, επρόκειτο δε μετά από πολλά χρόνια να αναζητηθεί· φυσικό επίσης ήταν να ήταν και οι τρεις σταυροί μαζί, για να μην αγνοείται ποιος ήταν ο σταυρός του Κυρίου, αλλά έγινε γνωστός σε όλους, πρώτα μεν από το ότι αυτός βρισκόταν στο μέσο των δύο άλλων, έπειτα επίσης και από τον τίτλο που αναγραφόταν στην επιγραφή που ήταν καρφωμένη επάνω στο σταυρό του Χριστού· διότι οι σταυροί των ληστών δεν είχαν τίτλους.
Και οι στρατιώτες μοιράστηκαν μεταξύ τους τα ενδύματά Του, όχι όμως και τον χιτώνα. Πρόσεχε ότι σε κάθε περίπτωση εκπληρώνονται οι προφητείες με όλες εκείνες τις πονηρές ενέργειες που επινοούσαν και υλοποιούσαν οι Ιουδαίοι και οι Ρωμαίοι· καθόσον και αυτό είχε εξαρχής προλεχθεί[Ψαλμός 21,19: «Διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον(:Μοιράστηκαν μεταξύ τους τα ενδύματά μου και για το κυριότερο και ακριβότερο ένδυμά μου- [τον άρραφο χιτώνα]- έβαλαν κλήρο για να δουν ποιος θα το πάρει)» και Ιω.19, 23-24:«Οἱ οὖν στρατιῶται ὅτε ἐσταύρωσαν τὸν Ἰησοῦν, ἔλαβον τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ ἐποίησαν τέσσαρα μέρη, ἑκάστῳ στρατιώτῃ μέρος, καὶ τὸν χιτῶνα· ἦν δὲ ὁ χιτὼν ἄῤῥαφος, ἐκ τῶν ἄνωθεν ὑφαντὸς δι᾿ ὅλου. εἶπον οὖν πρὸς ἀλλήλους· μὴ σχίσωμεν αὐτόν, ἀλλὰ λάχωμεν περὶ αὐτοῦ τίνος ἔσται· ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ ἡ λέγουσα· διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς, καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρο (:Στο μεταξύ, όταν οι στρατιώτες σταύρωσαν τον Ιησού, πήραν τα ρούχα Του και τα μοίρασαν σε τέσσερα μερίδια, από ένα μερίδιο για κάθε στρατιώτη. Το εσωτερικό Του όμως ένδυμα, τον χιτώνα Του, το έκαναν ξεχωριστό μερίδιο. Ο χιτώνας αυτός ήταν χωρίς καμία ραφή, υφασμένος ολόκληρος από πάνω ως κάτω. Είπαν λοιπόν μεταξύ τους: ‘’Ας μην τον σχίσουμε, αλλά ας ρίξουμε κλήρο γι’ αυτόν, κι όποιος τον πάρει’’. Έτσι εκπληρώθηκε η προφητεία της Αγίας Γραφής που λέει: ‘’Μοίρασαν μεταξύ τους τα διάφορα εξωτερικά μου ενδύματα, και για το εσωτερικό μου ένδυμα έβαλαν κλήρο’’)»].
Επίσης, η λεπτομέρεια για τον χιτώνα του Κυρίου ότι ήταν «ἐκ τῶν ἄνωθεν ὑφαντὸς(:υφαντός ολόκληρος από επάνω έως κάτω)» δεν αναφέρθηκε τυχαία, αλλά άλλοι μεν λένε ότι είναι αλληγορική η σημασία του, ότι δηλαδή δεν ήταν απλώς ένας άνθρωπος Αυτός που σταυρώθηκε, αλλά και είχε τη θεότητα από τον ουρανό, μερικοί πάλι λένε ότι ο ευαγγελιστής εξιστορεί αυτό το είδος του χιτωνίσκου· διότι επειδή στην Παλαιστίνη υφαίνουν τα ιμάτια συναρμολογώντας δύο τεμάχια υφάσματος, δηλώνοντας ο Ιωάννης ότι τέτοιος ήταν ο χιτώνας, λέει: «ἐκ τῶν ἄνωθεν ὑφαντὸς». Αυτό, ωστόσο, κατά τη δική μου γνώμη, μου φαίνεται ότι το λέει ο Ευαγγελιστής υπαινισσόμενος το ευτελές των ενδυμάτων του Κυρίου, και ότι όπως ακριβώς σε όλα τα άλλα, έτσι και στην ενδυμασία Του, επιδίωκε τη λιτή περιβολή.
Και οι μεν στρατιώτες έκαναν αυτά, Αυτός όμως ενώ σταυρωνόταν, αναθέτει τη μητέρα Του στον μαθητή Του[ βλ. Ιω.19,26-27: « Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου. εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. καὶ ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια(:Ο Ιησούς τότε, όταν είδε την μητέρα Του και τον μαθητή, τον οποίο ιδιαιτέρως αγαπούσε, να στέκει εκεί κοντά, λέει στη μητέρα Του: “γυναίκα, αυτός θα είναι ο υιός σου από τώρα και πέρα” .Έπειτα λέγει στον μαθητή· “ιδού η μητέρα σου”. Και από εκείνη την ώρα πήρε αυτήν ο μαθητής στο κατάλυμά του)»], διδάσκοντάς μας ότι μέχρι την τελευταία μας πνοή πρέπει να καταβάλλουμε κάθε φροντίδα για τους γονείς μας.
Όταν βέβαια σε παράκαιρη στιγμή Τον είχε αναζητήσει η μητέρα Του και είχε ενοχληθεί γι’ αυτό, είπε: «Τί ἐμοὶ καὶ σοί, γύναι; οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου(:Τι κοινό υπάρχει, γυναίκα, ανάμεσα σε εμένα που ως Μεσσίας και Υιός του Θεού ενεργώ τώρα με τη θεϊκή μου δύναμη, και σε εσένα που με γέννησες ως άνθρωπο; Δεν ήλθε ακόμη η ώρα να επιτελέσω θαύματα μπροστά στους ανθρώπους και να αποκαλύψω δημοσίως ότι είμαι ο Μεσσίας)»[Ιω.2,4] και «Τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου;(:Ποια είναι η μητέρα μου;)»[ Ματθ.12,48], εδώ δείχνει πολλή φιλοστοργία και την αναθέτει στον μαθητή που ιδιαιτέρως τον αγαπούσε. Πάλι κρύβει τον εαυτό του ο Ιωάννης από μετριοφροσύνη· διότι εάν ήθελε να καυχηθεί, θα εξέθετε και την αιτία για την οποία τον αγαπούσε ο Κύριος· και διότι ήταν εύλογο αυτή η αιτία να είναι σπουδαία και θαυμαστή.
Γιατί όμως τίποτε άλλο δεν λέγει στον Ιωάννη, ούτε τον παρηγορεί που ήταν λυπημένος; Διότι δεν ήταν καιρός για λόγους παρηγορίας. Εξάλλου δεν ήταν μικρό πράγμα το να τιμηθεί αυτός με τέτοια τιμή και να λάβει τον μισθό της παραμονής του κοντά στον Κύριο, τη στιγμή που βρισκόταν επάνω στον Σταυρό[και ενώ οι άλλοι μαθητές φοβισμένοι είχαν είτε κρυφτεί, είτε διασκορπιστεί, είτε παρακολουθούσαν από μακριά].Εσύ όμως πρόσεχε ότι ο Ιησούς ενώ ήταν επάνω στον Σταυρό, όλα τα έκανε ατάραχος, συνομιλώντας με τον μαθητή για τη μητέρα Του, εκπληρώνοντας προφητείες και παρέχοντας καλές ελπίδες σωτηρίας στον ληστή· και όμως, τουλάχιστον πριν σταυρωθεί, φαίνεται να περιρρέεται από ιδρώτα, να αγωνιά, να φοβείται. Τι σημαίνει αυτό λοιπόν, τέλος πάντων;
Καθόλου δεν είναι απορίας άξιο, καθόλου δεν είναι ασαφές· διότι στη δεύτερη περίπτωση φάνηκε η αδυναμία της ανθρώπινης φύσεως, ενώ στην πρώτη εδώ περίπτωση γινόταν εμφανής η υπεροχή της θεϊκής δυνάμεώς Του. Εξάλλου ωστόσο και εμάς μας διδάσκει με αυτά τα δύο, και αν ακόμη θορυβούμαστε και ταρασσόμαστε μπροστά σε δεινά που μας βρίσκουν, να μην τα αποφεύγουμε, και όταν εισέλθουμε στον αγώνα ως μία δοκιμασία, όλα να τα θεωρούμε ευχερέστατα και εύκολα και με θάρρος να αναλαμβάνουμε αυτόν τον αγώνα, προτιμώντας αντί της παρούσης, τη μέλλουσα ζωή.
«Εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή»(:Εκεί όμως κοντά στο σταυρό του Ιησού στεκόταν επίσης και η μητέρα του και η αδελφή της μητέρας του, η Μαρία η γυναίκα του Κλωπά και η Μαρία τη Μαγδαληνή)»[Ιω.19,25].
Το ασθενέστερο φύλο φάνηκε τότε ανδρειότερο· τόσο πολύ πλέον μεταβάλλονταν όλα. Ο ίδιος μάλιστα ο Κύριος αναθέτοντας τη μητέρα Του στον μαθητή Του, λέγει: «Ιδού, ο υιός σου». Πω πω μέγεθος τιμής! Με πόσο μεγάλη τιμή τίμησε τον μαθητή! Διότι, επειδή ο Ίδιος έφευγε πλέον από αυτόν τον κόσμο, παρέδωσε τη φροντίδα της στον μαθητή Του, διότι επειδή όπως ήταν φυσικό ως Μητέρα Του να πονάει και να επιζητεί την προστασία, εύλογα εμπιστεύεται αυτήν σε εκείνον τον μαθητή που ιδιαιτέρως αγαπούσε. Σε αυτόν λέει: «ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου(:Να η μητέρα σου)». Και αυτά τα έλεγε, για να τους συνδέσει στην αγάπη· κάτι που βέβαια όταν το αντιλήφθηκε ο μαθητής, «ἔλαβεν αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια(:Και από εκείνη την ώρα την πήρε ο μαθητής στο κατάλυμά του)».
Γιατί όμως δεν θυμήθηκε καμία άλλη γυναίκα, παρά το ότι βέβαια και άλλη βρισκόταν εκεί; Για να μας διδάξει να απονέμουμε κάτι περισσότερο στις μητέρες μας· διότι όπως όταν οι γονείς αντιτίθενται σε πνευματικά ζητήματα, δεν πρέπει ούτε να τους γνωρίζουμε, έτσι και όταν δεν μας εμποδίζουν σε τίποτε, πρέπει να απονέμουμε σε αυτούς όλη την πρέπουσα τιμή, και απέναντι των άλλων να θέτουμε αυτούς σε πρώτη μοίρα, διότι μας γέννησαν, μας ανέθρεψαν και υπέστησαν μύρια δεινά. Έτσι και του αιρεσιάρχη Μαρκίωνα την αναισχυντία αποστομώνει[:Μεγάλος αιρετικός του 2ου αιώνος, οπαδός του Γνωστικισμού· δίδασκε, μεταξύ άλλων,ότι ο Χριστός δε γεννήθηκε πράγματι εκ της Μαρίας],διότι εάν δεν γεννήθηκε κατά σάρκα, ούτε μητέρα είχε, για ποιο λόγο δείχνει τόση πρόνοια μόνο γι’αυτήν;
«Μετὰ τοῦτο εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντα ἤδη τετέλεσται, λέγει: Διψῶ (:Ύστερα απ’ αυτό, αφού βεβαιώθηκε ο Ιησούς ότι είχαν πλέον συντελεστεί όλα όσα θα πάθαινε και είχαν τελείως εκπληρωθεί σύμφωνα με τις προφητείες, για να επαληθευτεί σε όλα και μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια η Αγία Γραφή, είπε: ’’Διψώ’’)», δηλαδή αφού βεβαιώθηκε ότι δεν απομένει τίποτε που να μην έχει εκπληρωθεί σύμφωνα με το σχέδιο της θείας οικονομίας(διότι με όλα φρόντιζε να δείξει τον θάνατο αυτόν ως κάτι το πρωτοφανές, εφόσον το παν εξαρτιόταν από την εξουσία Εκείνου που πέθαινε, και προηγουμένως δεν επερχόταν ο θάνατος στο σώμα, παρά μόνο έως ότου ήθελε Εκείνος και ήθελε να πεθάνει μετά την εκπλήρωση όλων όσων είχε ορίσει η Θεία Οικονομία.
Για τον λόγο αυτό και έλεγε: «Οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμοῦ, ἀλλ᾿ ἐγὼ τίθημι αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ· ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι αὐτήν, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν· ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔλαβον παρὰ τοῦ πατρός μου(:Κανείς δεν έχει τη δύναμη να πάρει τη ζωή μου και να με θανατώσει, εάν δεν το θελήσω εγώ. Αλλά εγώ από μόνος μου την παραδίδω. Έχω εξουσία να προσφέρω τη ζωή μου και έχω εξουσία πάλι να την πάρω πίσω. Αυτή την εντολή πήρα από τον Πατέρα μου, να θυσιάσω τη ζωή μου πάνω στον σταυρό και να την πάρω πάλι με την Ανάσταση. Έτσι θα αναδειχθώ ο αιώνιος αρχιερέας και μεσίτης για τη σωτηρία των προβάτων μου)»[Ιω.10,18]), γνωρίζοντας λοιπόν ότι τα πάντα είχαν εκπληρωθεί, λέγει: «Διψῶ», εκπληρώνοντας εδώ και πάλι μια άλλη σχετική προφητεία[ Ψαλμ. 68,22: «Καὶ ἔδωκαν εἰς τὸ βρῶμά μου χολὴν καὶ εἰς τὴν δίψαν μου ἐπότισάν με ὄξος(:Και όταν ζήτησα να φάω κάτι, αντί για φαγητό μου έδωσαν αντί χολή, και όταν δίψασα και ζήτησα κάτι να πιω, αντί για νερό μου έδωσαν να πιω ξίδι)».
Εσύ όμως σε παρακαλώ, σκέψου και την βδελυγμία των όσων παρευρίσκονταν εκεί διότι και αν ακόμη έχουμε απείρους εχθρούς και πάθαμε από αυτούς ανεπανόρθωτα κακά, βλέποντάς τους να θανατώνονται, τους λυπούμαστε, αυτοί όμως ούτε έτσι κατευνάστηκε η εμπάθειά τους για Αυτόν, ούτε ηρέμησαν κάπως με τα όσα έβλεπαν να γίνονται, αλλά εξαγριώνονταν περισσότερο και επαύξαναν την ειρωνεία και προσφέροντας σε Αυτόν ξύδι με ένα σφουγγάρι[Ιω.19,29: «Σκεῦος οὖν ἔκειτο ὄξους μεστόν· οἱ δὲ πλήσαντες σπόγγον ὄξους καὶ ὑσσώπῳ περιθέντες προσήνεγκαν αὐτοῦ τῷ στόματι(:Ήταν λοιπόν εκεί κάτω κάποιο πήλινο δοχείο γεμάτο ξίδι. Εκείνοι τότε που άκουσαν τον λόγο αυτόν του Ιησού, γέμισαν με ξίδι ένα σφουγγάρι και αφού το στήριξαν πάνω σε ένα κλωνάρι υσσώπου, το έφεραν κοντά στο στόμα Του)»], αυτό Του έδιναν να πιει, όπως το προσφέρουν αυτό στους καταδίκους, διότι και το ύσσωπο για τον σκοπό αυτό παρέχεται.
«Ὃτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ Ἰησοῦς εἶπε, τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα(:Όταν λοιπόν γεύθηκε το ξίδι ο Ιησούς είπε: ‘’Όλα πια έχουν τελειώσει. Οι προφητείες όλες ολοκληρώθηκαν, και το έργο μου πήρε αίσιο τέλος. Όλα όσα έπρεπε να πάθω τελείωσαν, και η σωτηρία των ανθρώπων εξασφαλίστηκε πλήρως’’. Και αφού άφησε μόνος Του το κεφάλι Του να γείρει προς τα κάτω, παρέδωσε εξουσιαστικά την ψυχή Του στον Πατέρα Του, όταν Αυτός θέλησε)»[Ιω.19,30].
Είδες ότι όλα τα κάνει ατάραχος και με εξουσία και κύρος; Και αυτό το φανερώνει και αυτό που ακολουθεί. Όταν δηλαδή όλα τακτοποιήθηκαν, «κλίνας τὴν κεφαλὴν»(διότι το κεφάλι δεν είχε διαπεραστεί με καρφιά, όπως το υπόλοιπο σώμα), «παρέδωκε τὸ πνεῦμα», δηλαδή εξέπνευσε. Και όμως, η τελευταία εκπνοή δεν αφήνεται μετά την κλίση της κεφαλής, εδώ όμως συνέβη το αντίθετο· διότι δεν έκλινε την κεφαλή επειδή εξέπνευσε, πράγμα που συμβαίνει με εμάς, αλλά αφού πρώτα έκλινε την κεφαλή, τότε εξέπνευσε· με όλα αυτά έδειξε ο ευαγγελιστής ότι ο Ιησούς ήταν Κύριος του παντός.
Αλλά οι Ιουδαίοι πάλι, «οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες(:που στράγγιζαν από το κρασί το κουνούπι ως ακάθαρτο σύμφωνα με τον νόμο, κατάπιναν όμως την καμήλα, που κι αυτή σύμφωνα με τον νόμο ήταν ακάθαρτη)»[Ματθ.23,24],ενώ διέπραξαν ένα τόσο μεγάλο τόλμημα, εξετάζουν με ακρίβεια το ποια ημέρα της εβδομάδας ήταν.
Πιο συγκεκριμένα: «Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι, ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ, ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν· ἦν γὰρ μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ σαββάτου· ἠρώτησαν τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη, καὶ ἀρθῶσιν. ἦλθον οὖν οἱ στρατιῶται, καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ· ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα, οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη, ἀλλ᾿ εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξε, καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ(:Στο μεταξύ οι Ιουδαίοι έπαιρναν τα μέτρα τους για να μη μείνουν πάνω στο σταυρό νεκρά τα σώματα των καταδίκων και κατά τη διάρκεια του Σαββάτου· διότι η ημέρα που έγινε η σταύρωση ήταν ημέρα έκτακτης προπαρασκευής και εξαιρετικής προετοιμασίας, καθώς η ημέρα του Σαββάτου εκείνου που θα άρχιζε από τη δύση του ηλίου ήταν μεγάλη και επίσημη· διότι, εκτός απ’ το ότι ήταν Σάββατο, συνέπιπτε ακόμη και με την πρώτη ημέρα της μεγάλης εορτής του Πάσχα. Εξάλλου απαγορευόταν ρητά στο Δευτερονόμιο να μείνουν άταφα τα σώματα τη νύχτα πάνω στον σταυρό. Παρακάλεσαν λοιπόν τον Πιλάτο να διατάξει να σπάσουν τα σκέλη των καταδίκων, για να συντομευτεί έτσι ο θάνατός τους και να τους σηκώσουν το συντομότερο από εκεί. Ήλθαν λοιπόν οι στρατιώτες για να σπάσουν τα κόκκαλα των καταδίκων˙ και έσπασαν τα σκέλη του ληστή τον οποίο πλησίασαν πρώτο, όπως και του άλλου ληστή που σταυρώθηκε μαζί με τον Ιησού. Όταν όμως ήλθαν στον Ιησού, σαν Τον είδαν ότι ήταν ήδη νεκρός, δεν του έσπασαν τα σκέλη, αλλά ένας από τους στρατιώτες, για να διαπιστώσει με μεγαλύτερη βεβαιότητα τον θάνατό Του, Του τρύπησε την πλευρά με λόγχη, κι αμέσως βγήκε από το σημείο που τρυπήθηκε αίμα και ύδωρ. Αυτό όμως ήταν ένα φαινόμενο πρωτοφανές και παράδοξο˙ διότι σε κάθε νεκρό το αίμα πήζει, και όσο κι αν τον τρυπήσει κανείς, δεν βγαίνει ποτέ καθαρό αίμα και διαυγές ύδωρ)»[Ιω.19,31-34· ερμηνευτική απόδοση Παν. Τρεμπέλα].
Βλέπεις πόσο ισχυρή είναι η αλήθεια; Με εκείνα που εκείνοι διαπράττουν, με αυτά εκπληρώνεται η προφητεία· καθόσον με αυτές τις ενέργειες εκείνων, άλλη μία προφητεία εκπληρώνεται· διότι αφού ήλθαν οι στρατιώτες, των μεν δύο ληστών έθραυσαν τα σκέλη, του Χριστού όμως όχι. Ωστόσο αυτοί, για να ευχαριστήσουν τους Ιουδαίους, τρύπησαν την πλευρά Του με τη λόγχη και, αν και νεκρό πλέον το σώμα, το εξύβριζαν. Ω, πόσο μιαρή και επικατάρατη ήταν η προαίρεσή τους!… Όμως μη θορυβηθείς, ούτε να γίνεις κατηφής από αυτό, αγαπητέ· διότι εκείνα που εκείνοι έπρατταν από την κακή τους πρόθεση, αυτά απέβαιναν προς όφελος της αλήθειας· καθόσον και γι’ αυτήν την ενέργειά τους υπήρχε προφητεία που έλεγε: «Ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν(:Θα στρέψουν τα βλέμματά τους προς εκείνον, τον οποίο λόγχισαν)»[Ζαχ.12,10].Και όχι μόνο αυτό, αλλά το τόλμημα αυτό έγινε απόδειξη ενίσχυσης της πίστεως σε εκείνους που δεν επρόκειτο να πιστέψουν, όπως δηλαδή στον Θωμά και όσους έδειξαν παρόμοια δυσπιστία.
Συγχρόνως με αυτό διενεργείτο και ένα απόρρητο μυστήριο· διότι από τη λογχισμένη πλευρά του Ιησού, «ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ». Και αυτές οι πηγές αίματος και ύδατος που ανέβλυζαν από το νεκρό σώμα του Ιησού δεν δημιουργήθηκαν απλά και ως έτυχε, αλλά επειδή από αυτά τα δύο συστήθηκε η Εκκλησία. Και γνωρίζουν όσοι μετέχουν στα μυστήριά της, ότι δια ύδατος αναγεννιούνται μέσω του Βαπτίσματος,ενώ δι’ αίματος και σαρκός του Ιησού, τρέφονται και ενισχύονται μέσω του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Από εδώ λαμβάνουν αρχή τα μυστήρια, ώστε όταν προσέρχεσαι στο φρικτό ποτήριο, να προσέρχεσαι έτσι, έχοντας δηλαδή την επίγνωση ότι πίνεις από αυτήν την ίδια τη λογχισμένη πλευρά του Κυρίου.
«Καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε. ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ. καὶ πάλιν ἑτέρα γραφὴ λέγει· ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν(:Το γεγονός όμως αυτό είναι αληθινό, και είναι πραγματικά αυτά που υποδηλώνει, δηλαδή η κάθαρση του βαπτίσματος και ο αγιασμός από το αίμα του Κυρίου. Και εκείνος που το είδε με τα μάτια του έδωσε μαρτυρία γι’ αυτό, και η μαρτυρία του είναι αληθινή. Ο ίδιος δεν έχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό, αλλά ξέρει καλά ότι λέει την αλήθεια. Και έδωσε μαρτυρία τόσο για τι γεγονός αυτό, όσο και για το ότι οι στρατιώτες δεν έσπασαν τα σκέλη του Ιησού, αλλά μόνο την πλευρά Του τρύπησαν. Και έδωσε τη μαρτυρία του αυτή, για να πιστέψετε και εσείς ότι ο Ιησούς που βρίσκεται επάνω στο σταυρό είναι ο Μεσσίας, που προκήρυξαν οι προφήτες·διότι πράγματι όλα αυτά έχουν προφητευτεί και έγιναν, και επαληθεύτηκε έτσι το χωρίο της Αγίας Γραφής που λέει: ‘’Δεν θα συντριβεί κανένα κόκαλό του’’. Και πάλι σε άλλο σημείο η Αγία Γραφή λέει: ‘’Όταν η χάρις επισκεφθεί και τους Ιουδαίους, θα δουν συντετριμμένοι και μετανοημένοι Εκείνον που τρύπησαν με τη λόγχη, όπως θα Τον δουν περίφοβοι και όσοι επέμειναν στην απιστία’’)»[Ιω.19,35-37].
«Ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε(:Εκείνος που το είδε με τα μάτια του έδωσε μαρτυρία γι’ αυτό, και η μαρτυρία του είναι αληθινή. Ο ίδιος δεν έχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό, αλλά ξέρει καλά ότι λέει την αλήθεια)»[Ιω.19,35]. Δηλαδή λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης εδώ ότι «δεν το άκουσα από άλλους, αλλά ο ίδιος το είδα με τα μάτια μου, παρευρισκόμενος εκεί, και η μαρτυρία μου είναι αληθινή». Πολύ εύλογα· διότι περιγράφει μία ύβρη που διέπραξαν απέναντι στον Κύριο· δεν περιγράφει κάτι το θαυμαστό, ώστε να σου δημιουργήσει υποψία η περιγραφή, αλλά ο ίδιος, φράζοντας τα στόματα των αιρετικών και προλέγοντας τα μελλοντικά μυστήρια και διαβλέποντας τον θησαυρό που υπάρχει σε αυτά, περιγράφει με ακρίβεια το συμβάν.
Εκπληρώνεται επίσης και εκείνη η προφητεία, ότι «ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ(:δεν θα συντριβεί κανένα από τα οστά του)»[Ψαλμ.33,21]· διότι, αν και ειπώθηκε αυτό, κατά τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης, για τον αμνό των Ιουδαίων, όμως στην πραγματικότητα ο τύπος αυτός προειπώθηκε και βρήκε εφαρμογή περισσότερο σε αυτό το γεγονός.
Για τον λόγο αυτό ανέφερε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης και τον προφήτη. Επειδή δηλαδή αναφέροντας συνεχώς τον εαυτό του, ίσως δεν φαινόταν ότι είναι αξιόπιστος, αναφέρει τον Μωυσή, λέγοντας ότι ούτε αυτό συνέβη τυχαία, αλλά προελέχθη ευθύς εξαρχής: «Ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ(:διότι πράγματι όλα αυτά έχουν προφητευτεί και έγιναν, και επαληθεύτηκε έτσι το χωρίο της Αγίας Γραφής που λέει: ‘’Δεν θα συντριβεί κανένα κόκαλό του’’)»[: Ιω.19,36].
Και πάλι στον προφήτη αποδίδει την αξιοπιστία των γεγονότων που διηγείται. «Αυτά λοιπόν τα είπα», λέγει, «για να μάθετε ότι είναι μεγάλη η σχέση του τύπου προς την αλήθεια». Βλέπεις πόση φροντίδα καταβάλλει, ώστε να γίνει πιστευτό εκείνο που θεωρείται επονείδιστο και που προξενεί ντροπή; Καθόσον και το να εξυβρίσει ο στρατιώτης το σώμα ήταν πολύ πιο χειρότερο από το να σταυρωθεί. «Αλλά όμως και αυτά, λέγει, τα είπα, και τα είπα μάλιστα με πάρα πολλή προθυμία», «ἵνα καὶ ὑμεῖς πιστεύσητε (:με σκοπό και εσείς να πιστέψετε )»[Ιω.19,35]. Κανείς λοιπόν να μην απιστεί, ούτε από ντροπή να υποτιμά όσα ανήκουν σε εμάς· διότι εκείνα που θεωρούνται τα κατεξοχήν ατιμωτικά, αυτά αποτελούν το καύχημα των δικών μας αγαθών.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλία ΠΕ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα που αφορούν την ερμηνεία της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής),πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2011, τόμος 14, σελίδες 663- 679.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 75, σελ.203-213.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π.Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά
ΣΤΟΝ ΤΙΜΙΟ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟ ΣΤΑΥΡΟ
Ο Σταυρός του Χριστού προαναγγελλόταν και προτυπωνόταν μυστικά από παλαιές γενεές, και κανείς ποτέ δεν συμφιλιώθηκε με τον Θεό χωρίς τη δύναμη του Σταυρού. Πραγματικά μετά την προγονική εκείνη παράβαση στον παράδεισο του Θεού δια του δέντρου, η μεν αμαρτία αναπτύχθηκε, εμείς δε πεθάναμε, έχοντας υποστεί και πριν από τον σωματικό θάνατο, τον θάνατο της ψυχής, όπως προκύπτει από τον χωρισμό της από τον Θεό. Όσο ζούσαμε μετά την παράβαση, ζούσαμε στην αμαρτία και τη σαρκική ζωή· η δε αμαρτία «τῷ γὰρ νόμῳ τοῦ Θεοῦ οὐχ ὑποτάσσεται· οὐδὲ γὰρ δύναται· οἱ δὲ ἐν σαρκὶ ὄντες Θεῷ ἀρέσαι οὐ δύνανται (:δεν υποτάσσεται στον νόμο του Θεού, επειδή ούτε έχει και τη δύναμη να υποταχθεί. Όσοι λοιπόν είναι παραδομένοι σε σαρκική και κοσμική ζωή δεν μπορούν να αρέσουν στον Θεό)»[Ρωμ. 8, 7-8].
Επειδή λοιπόν, όπως λέγει ο απόστολος: «Ἡ γὰρ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός· ταῦτα δὲ ἀντίκειται ἀλλήλοις, ἵνα μὴ ἃ ἂν θέλητε ταῦτα ποιῆτε(: Η κατώτερη φύση μας, που υπηρετεί τις επιθυμίες της σάρκας, επιθυμεί εναντίον της ανώτερης πνευματικής φύσεώς μας, που εμπνέεται από το Άγιο Πνεύμα. Αλλά και η ανώτερη αυτή φύση μας επιθυμεί εναντίον της κατώτερης φύσεώς μας. Και τα δύο αυτά, δηλαδή η σάρκα και το πνεύμα, αντιμάχονται το ένα το άλλο, έτσι ώστε να μην κάνετε χωρίς αντίδραση εκείνα που θέλετε. Ούτε το κακό δηλαδή χωρίς αντίδραση, διότι τότε εξεγείρεται μέσα σας η φωνή της συνειδήσεως˙ ούτε το καλό, διότι πολλές φορές πρέπει να ασκήσετε βία στον εαυτό σας για να το κάνετε. Όταν λοιπόν κυριαρχήσει μέσα σας το πνεύμα, θα υποταχθεί η σάρκα με τις επιθυμίες της, και εσείς δεν θα πραγματοποιήσετε ποτέ καμιά επιθυμία της σάρκας)» [Γαλ.5,17], ο δε Θεός είναι πνεύμα και αυτοαγαθότης και αρετή, και κατ’ εικόνα και ομοίωση Αυτού είναι το δικό μας πνεύμα, ως προς τα οποία αχρειώθηκε εξαιτίας της αμαρτίας, πώς θα ήταν δυνατό να ανανεωθεί και να συμφιλιωθεί οποιοσδήποτε με τον Θεό κατά το πνεύμα, χωρίς να καταργηθεί η αμαρτία και η ζωή κατά σάρκα; Τούτο δε είναι ο Σταυρός του Κυρίου, η κατάργηση της αμαρτίας. Γι΄αυτό, ένας από τους θεοφόρους πατέρες μας, όταν ρωτήθηκε από κάποιον άπιστο αν πιστεύει στον Εσταυρωμένο, «ναι», λέγει, «σε Αυτόν που σταύρωσε την αμαρτία». Πολλοί δε φίλοι του Θεού έχουν αποκαλυφθεί από τον ίδιο τον Θεό, και πριν από τον μωσαϊκό νόμο και μετά τον μωσαϊκό νόμο, χωρίς να έχει φανεί ακόμη ο Σταυρός. Εξάλλου ο βασιλεύς και προφήτης Δαβίδ, με τη βεβαιότητα ότι υπήρχαν οπωσδήποτε τότε φίλοι του Θεού, λέγει: «Ἐμοὶ δὲ λίαν ἐτιμήθησαν οἱ φίλοι σου, ὁ Θεός(: Από εμένα τιμήθηκαν πάρα πολύ οι φίλοι Σου, Θεέ μου)» [Ψαλμ.138,17]. Πώς λοιπόν υπάρχουν άνθρωποι που διετέλεσαν φίλοι του Θεού πριν από τη σταυρική θυσία του Χριστού, θα σας το υποδείξω εγώ, αν μου προσφέρετε φιλόθεα και φιλήκοα τα αυτιά σας.
Όπως πριν ακόμη έλθει ο άνθρωπος της αμαρτίας, ο υιός της ανομίας, ο Αντίχριστος, δηλαδή, λέγει ο αγαπημένος του Χριστού θεολόγος: «Καὶ νῦν, ἀγαπητοί, ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν (:Και τώρα, αγαπητοί, έχουν παρουσιαστεί πολλοί αιρετικοί, πρόδρομοι του αντιχρίστου)»[Α΄Ιω.2,18], έτσι και ο Σταυρός βρισκόταν στους προγενεστέρους και πριν πραγματοποιηθεί, προτού γίνει η θυσία του Θεανθρώπου μέσω αυτού. Πραγματικά ο μέγας Παύλος, διδάσκοντάς μας σαφώς πως ο Αντίχριστος είναι μεταξύ μας και χωρίς να έχει έλθει ακόμη, λέγει ότι «τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας(:δεν ήλθε όμως ακόμη ο καθορισμένος καιρός του· διότι τώρα είναι σε ενέργεια η μυστική δύναμη του κακού και της ανομίας, η οποία σε μεγάλο βαθμό παραμένει κρυμμένη και δεν φανερώθηκε ακόμη ολόκληρη)»[Β΄Θεσ. 2,7]. Έτσι λοιπόν και ο Σταυρός του Χριστού ήταν ανάμεσα στους προπάτορες και πριν πραγματοποιηθεί ακόμη, διότι ενεργείτο σε αυτούς το μυστήριό του.
Και για να αφήσω τώρα τον Άβελ, τον Σηθ, τον Ενώς, τον Ενώχ, τον Νώε, όσους ευαρέστησαν τον Θεό έως τον Νώε και εκείνους που ήσαν κοντά σε αυτούς, και να αρχίσω από τον Αβραάμ, που έγινε πατέρας πολλών εθνών, των μεν Ιουδαίων κατά τη σάρκα, εμάς δε κατά την πίστη. Για να αρχίσω λοιπόν από αυτόν τον κατά πνεύμα Πατέρα μας και από αυτήν τη σχετικά με αυτόν αγαθή αρχή και την πρώτη κλήση από τον Θεό, ποιος είναι ο πρώτος λόγος που άφησε σε αυτόν ο Θεός; «Ἒξελθε ἐκ τῆς γῆς σου καὶ ἐκ τῆς συγγενείας σου καὶ ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου καὶ δεῦρο εἰς τὴν γῆν, ἣν ἄν σοι δείξω (:Βγες, φύγε και απομακρύνσου από την πατρίδα σου και από τους συγγενείς σου και από το πατρικό σου σπίτι· άφησε όλα τα ακίνητα υποστατικά σου και πήγαινε σε χώρα, την οποία δεν γνωρίζεις και την οποία δεν σου αποκαλύπτω· ταξίδεψε σε τόπο, τον οποίο θα σου υποδείξω)»[Γέν.12,1]. Αυτός ο λόγος φέρει μέσα του το μυστήριο του Σταυρού· διότι είναι ακριβώς αυτό που λέγει ο Παύλος όταν καυχάται στον Σταυρό ότι «ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται(:με την πίστη στον θάνατό Του αυτόν έχει νεκρωθεί και έχει χάσει τη δύναμή του ο κόσμος για μένα)»[Γαλ. 6,14]. Πραγματικά γι’ αυτόν που έφυγε δίχως επιστροφή από την πατρίδα ή τον κόσμο, η κατά σάρκα πατρίδα και ο κόσμος νεκρώθηκε και καταργήθηκε· και αυτό είναι ο Σταυρός.
Αλλά προς τον Αβραάμ μεν πριν ακόμη φύγει από τη συμβίωση με τους αθέους, λέγει: «βγες από τη γη σου και έλα στη γη», όχι που θα σου δώσω, αλλά «που θα σου δείξω», με την έννοια ότι με εκείνη δείχνεται άλλη, πνευματική γη. Προς τον Μωυσή δε, όταν έφυγε από την Αίγυπτο και ανέβηκε στο όρος, τι λέγει ο πρώτος λόγος του Θεού; «Λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδῶν σου(: Μην πλησιάσεις εδώ στη βάτο. Να λύσεις και να βγάλεις τα υποδήματά σου, διότι ο τόπος στον οποίο εσύ βρίσκεσαι, είναι τόπος άγιος και καθαρός)»[Έξ.3,5]. Τούτο είναι άλλο μυστήριο του Σταυρού, που ακολουθεί φυσικά το προηγούμενο· διότι λέγει: «Και αν εξήλθες από την Αίγυπτο και άφησες την υπηρεσία στον Φαραώ και παρέβλεψες την τιμή να καλείσαι υιός της θυγατρός του Φαραώ και όσο εξαρτιόταν από εσένα ο κόσμος εκείνος της πονηρής υπηρεσίας λύθηκε και καταργήθηκε, ωστόσο πρέπει να προσθέσεις κάτι. Τι είναι αυτό; Να λύσεις το υπόδημα από τα πόδια σου, να αποθέσεις τους δερματίνους χιτώνες με τους οποίους σε έντυνε και μέσα στους οποίους ενεργεί η αμαρτία και σε αποσπά από τη αγία γη. Λύσε λοιπόν τούτο το υπόδημα από τα πόδια σου, δηλαδή να μην ζεις πλέον κατά σάρκα και στην αμαρτία, αλλά να καταργηθεί και νεκρωθεί η αντικείμενη στον Θεό ζωή»· και το φρόνημα της σαρκός και ο νόμος στα μέλη, που αντιστρατεύεται τον νόμο του νου κι αιχμαλωτίζει στον νόμο της αμαρτίας[Ρωμ.7,23: «Βλέπω δὲ ἕτερον νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστρατευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καὶ αἰχμαλωτίζοντά με ἐν τῷ νόμῳ τῆς ἁμαρτίας τῷ ὄντι ἐν τοῖς μέλεσί μου(:Βλέπω όμως να κυριαρχεί άλλος νόμος και άλλη δύναμη στα μέλη μου, ο νόμος και η δύναμη της αμαρτίας. Κι αυτός ο νόμος εναντιώνεται σε όσα ο νους μου και η συνείδησή μου αναγνωρίζουν ως νόμο σωστό, και με κάνει δούλο αιχμάλωτο στον νόμο της αμαρτίας, που κυριαρχεί στα μέλη μου)»], να μην επικρατεί πλέον μήτε να ενεργεί, νεκρούμενος με τη δύναμη της θεοπτίας. Δεν είναι τούτο άραγε ο Σταυρός; Διότι Σταυρός είναι πάλι, για να μιλήσουμε κατά τον θεσπέσιο Παύλο, το να σταυρώσει κανείς τη σάρκα «σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις(:μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες του)»[Γαλ.5,24].
«Λύσε λοιπόν», λέγει, «το υπόδημα από τα πόδια σου· διότι η γη επάνω στην οποία στάθηκες εσύ είναι γη αγία»· σήμαινε λοιπόν ο λόγος Του τον αγιασμό που επρόκειτο να συντελεστεί επάνω στη γη διά του Σταυρού μετά την επιφάνεια του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, παρατηρώντας το μεγάλο εκείνο θέαμα, τη μέσα στο πυρ δροσιζομένη βάτο· ώστε και η εν Θεώ θεωρία του Σταυρού είναι μυστήριο, μεγαλύτερο από το προηγούμενο εκείνο μυστήριο. Τόσο ο μέγας Παύλος όσο και οι θείοι πατέρες μας υπαινίσσονται ότι αυτά είναι δύο· ο μεν πρώτος όχι μόνο λέγοντας ότι «για μένα ο κόσμος έχει σταυρωθεί», αλλά προσθέτοντας ότι «και εγώ για τον κόσμο»· οι δε πατέρες παραγγέλλοντάς μας να μην σπεύδουμε να ανεβαίνουμε στον σταυρό πριν από τον Σταυρό, με την ιδέα ότι οι λόγοι και τα μυστήρια του Σταυρού είναι οπωσδήποτε δύο.
Κατά το πρώτο λοιπόν μυστήριο του Σταυρού που είναι η φυγή από τον κόσμο και η διάζευξη από τους κατά σάρκα συγγενείς, αν βέβαια εμποδίζουν προς την ευσέβεια και τον βίο κατά την ευσέβεια, και η σωματική άσκηση, που κατά τον Παύλο λίγο ωφέλιμη είναι[Α΄Τιμ.4,8: «Ἡ γὰρ σωματικὴ γυμνασία πρὸς ὀλίγον ἐστὶν ὠφέλιμος, ἡ δὲ εὐσέβεια πρὸς πάντα ὠφέλιμός ἐστιν, ἐπαγγελίαν ἔχουσα ζωῆς τῆς νῦν καὶ τῆς μελλούσης(:Και σου συνιστώ την άσκηση αυτή, διότι η σωματική εξάσκηση και εκγύμναση είναι ωφέλιμη σε μικρό βαθμό, επειδή αποβλέπει μόνο στο σώμα, το οποίο είναι φθαρτό˙ η ευσέβεια όμως είναι ωφέλιμη σε όλα, και στο σώμα δηλαδή και στην ψυχή, διότι υπόσχεται αγαθά και ανταμοιβές και για τη ζωή αυτή και για τη μελλοντική)»], κατά αυτά λοιπόν σταυρώνεται για μας ο κόσμος και η αμαρτία, όταν φύγουμε εμείς από τον κόσμο. Κατά το δεύτερο δε μυστήριο του Σταυρού, εμείς σταυρωνόμαστε για τον κόσμο και τα πάθη, που φεύγουν από μας. Δεν είναι βέβαια δυνατό να φύγουν αυτά τελείως από μας, να μην ενεργούν μέσα μας συλλογιστικά, αν δεν φτάσουμε στη θεωρία του Θεού. Όταν δηλαδή δια της πρακτικής φτάσουμε στη θεωρία και καλλιεργούμε και καθαρίζουμε τον μέσα μας άνθρωπο, αναζητώντας τον μέσα μας κρυμμένο θείο θησαυρό και εξετάζοντας τη μέσα μας ευρισκόμενη βασιλεία του Θεού, τότε εμείς σταυρωνόμαστε για τον κόσμο και τα πάθη. Διότι δια της μελέτης αυτής δημιουργείται στην καρδιά κάποια θέρμη, που καταπνίγει τους πονηρούς λογισμούς σαν μύγες, εμβάλλει στην ψυχή πνευματική ειρήνη και παράκληση και παρέχει στο σώμα τον αγιασμό κατά τον ψαλμωδό που είπε: «Ἐθερμάνθη ἡ καρδία μου ἐντός μου, καὶ ἐν τῇ μελέτῃ μου ἐκκαυθήσεται πῦρ(: Θερμάνθηκε η καρδιά μου μέσα μου και στη μελέτη μου θα ανάψει πυρ)»[Ψαλμ.38,4]. Και τούτο είναι αυτό που κάποιος από τους θεοφόρους πατέρες μας μάς δίδαξε λέγοντας: «Φρόντισε με κάθε τρόπο ώστε η εσωτερική σου εργασία να είναι κατά το θέλημα του Θεού, και θα νικήσει τα εξωτερικά πάθη»[βλ. πχ. τα αποφθέγματα Νισθερώου,3].
Εκτός από αυτό και ο μέγας Παύλος συμβουλεύοντάς μας λέγει: «Λέγω δέ, πνεύματι περιπατεῖτε καὶ ἐπιθυμίαν σαρκὸς οὐ μὴ τελέσητε(:Και με αυτά που σας λέω, εννοώ ότι πρέπει να συμπεριφέρεστε σύμφωνα με τις εμπνεύσεις του Αγίου Πνεύματος, και τότε δεν θα εκπληρώσετε την επιθυμία της σάρκας, και συνεπώς δεν θα βλάπτει ο ένας τον άλλο, ούτε θα υπάρχει μίσος μεταξύ σας)»[Γαλ.5,16]. Γι΄αυτό αλλού παραγγέλλει: «Στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ (:Σταθείτε λοιπόν στην παράταξη του αγώνα. Ζωσθείτε την αλήθεια σαν ζώνη, ώστε ο φωτισμός της αλήθειας να σας δίνει πνευματική δύναμη και ευκινησία)»[Εφ.6,14], καθόσον το θεωρητικό ενισχύει και βοηθάει το επιθυμητικό και αποσοβεί τις σαρκικές επιθυμίες· διότι ο μέγας Πέτρος μάς υποδεικνύει φανερότερα ποια είναι αυτή η «ὀσφὺς» και ποια η «ἀλήθεια». «Διὸ ἀναζωσάμενοι(:γι΄αυτό λοιπόν μαζέψτε)», λέγει, «τὰς ὀσφύας τῆς διανοίας ὑμῶν, νήφοντες, τελείως ἐλπίσατε ἐπὶ τὴν φερομένην ὑμῖν χάριν ἐν ἀποκαλύψει Ἰησοῦ Χριστοῦ (:από τη διάχυση τον νου σας και συγκεντρώστε τις σκέψεις σας ελευθερώνοντας την ψυχή σας από καθετί που την εμποδίζει να υπηρετεί τον Θεό. Και κάνοντας εγκράτεια σε όλα, ελπίστε χωρίς τον παραμικρό δισταγμό ότι θα λάβετε τη χάρη της σωτηρίας που σας φέρνει ο Ιησούς Χριστός την ημέρα της Δευτέρας μεγαλοπρεπούς αποκαλύψεως και παρουσίας Του)»[Α΄Πέτρ.1,13].
Επειδή λοιπόν δεν είναι δυνατόν να φύγουν τελείως από μας τα πονηρά πάθη και ο κόσμος της αμαρτίας και να μην ενεργούν σε μας με έλλογο τρόπο, εάν δεν φτάσουμε στη θεωρία του Θεού, γι΄αυτό μυστήριο του Θεού είναι και η θεωρία του είδους αυτού που σταυρώνει για τον κόσμο εκείνους που την αξιώθηκαν. Έτσι και η, στην περίπτωση του Μωυσή, εκείνη θεωρία της καιομένης και μη κατακαιομένης βάτου ήταν μυστήριο του Σταυρού, μεγαλύτερο και τελειότερο από το μυστήριο εκείνο τον καιρό του Αβραάμ. Άραγε λοιπόν ο μεν Μωυσής μυήθηκε το τελειότερο μυστήριο του Σταυρού, ο δε Αβραάμ όχι; Ποια λογική θα είχε τούτο; Αλλά τότε μεν κατά την ίδια την κλήση ο Αβραάμ δεν είχε μυηθεί, ύστερα όμως μετά την κλήση μυήθηκε και μία φορά και δύο και πολλές, έστω και αν δεν είναι τώρα καιρός να πούμε για όλα.
Εγώ επίσης θα σας υπενθυμίσω τη ακόμα πιο θαυμαστή θεοπτία του Αβραάμ, όταν είδε σαφώς και τον ένα τρισυπόστατο Θεό, που ακόμη δεν κηρυσσόταν έτσι: «Ὢφθη δὲ αὐτῷ ὁ Θεὸς πρὸς τῇ δρυΐ τῇ Μαμβρῇ, καθημένου αὐτοῦ ἐπὶ τῆς θύρας τῆς σκηνῆς αὐτοῦ μεσημβρίας· ἀναβλέψας δέ τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ εἶδε, καὶ ἰδοὺ τρεῖς ἄνδρες εἱστήκεισαν ἐπάνω αὐτοῦ· καὶ ἰδὼν προσέδραμεν εἰς συνάντησιν αὐτοῖς ἀπὸ τῆς θύρας τῆς σκηνῆς αὐτοῦ καὶ προσεκύνησεν ἐπὶ τὴν γῆν(:Ο Θεός παρουσιάστηκε στον Αβραάμ, ενώ ο Πατριάρχης βρισκόταν κοντά στη βελανιδιά του Μαμβρή και καθόταν μπροστά στην πόρτα της σκηνής του κατά το μεσημέρι. Καθώς λοιπόν ο Αβραάμ ύψωσε το βλέμμα του, είδε ξαφνικά τρεις άντρες να στέκονται λίγο παραπέρα απέναντί του, όρθιοι· μόλις τους είδε, χωρίς να περιμένει να τον πλησιάσουν, έτρεξε από την πόρτα της σκηνής του να τους συναντήσει. Και όταν έφτασε κοντά τους, έπεσε κάτω μέχρι το έδαφος και τους προσκύνησε ταπεινά, με φιλοφροσύνη)»[Γέν.18,1-2]. Ιδού ότι τον φανερωθέντα ένα Θεό Τον έβλεπε ως τρεις. Διότι, λέγει, φάνηκε σε αυτόν ο Θεός· και ιδού τρεις άνδρες και αφού προσέτρεξε στους τρεις, πάλι ομιλούσε σαν προς ένα, λέγοντας: «Κύριε, εἰ ἄρα εὗρον χάριν ἐναντίον σου, μὴ παρέλθῃς τὸν παῖδά σου (:Κύριε, εάν βρήκα χάρη ενώπιόν Σου, μην παραβλέψεις τη σκηνή μου και μην παραθεωρήσεις τον δούλο σου)». Και αυτοί λοιπόν οι τρεις συνομιλούν με αυτόν σαν να είναι ένας. Λέγει η Γραφή είπε προς τον Αβραάμ : «Ποῦ Σάῤῥα ἡ γυνή σου; ἐπαναστρέφων ἥξω πρὸς σὲ κατὰ τὸν καιρὸν τοῦτον εἰς ὥρας, καὶ ἕξει υἱὸν Σάῤῥα ἡ γυνή σου. Σάῤῥα δὲ ἤκουσε πρὸς τῇ θύρᾳ τῆς σκηνῆς, οὖσα ὄπισθεν αὐτοῦ(: Πού είναι η Σάρρα, η γυναίκα σου; Επιστρέφοντας θα έλθω σε σένα κατά το επόμενο έτος,την ίδια εποχή με τώρα και η γυναίκα σου θα έχει γεννήσει ένα γιο)»[Γέν.18.9-10]. Στη συνέχεια, μας λέει πάλι το κείμενο της Γραφής: «Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Ἁβραάμ· τί ὅτι ἐγέλασε Σάῤῥα ἐν ἑαυτῇ, λέγουσα· ἆρά γε ἀληθῶς τέξομαι; ἐγὼ δὲ γεγήρακα(:Είπε ο Κύριος: ‘’Γιατί γέλασε από απιστία η γυναίκα σου η Σάρρα;’’)»[Γέν.18,13] κ.λπ. Ιδού ο ένας Θεός είναι τρεις υποστάσεις και οι τρεις αυτές είναι ένας Κύριος· διότι λέγει: «Εἶπε Κύριος(:Είπε ο Κύριος)».
Έτσι λοιπόν ενεργείτο στον Αβραάμ το μυστήριο του Σταυρού. Ο δε Ισαάκ ήταν ο ίδιος τύπος Εκείνου που προσηλώθηκε σε αυτόν, αφού έγινε υπήκοος στον πατέρα του μέχρι θανάτου, όπως και ο Χριστός. Και το κριάρι που του δόθηκε ως δώρο προεδήλωνε τον αμνό του Θεού που δόθηκε σε σφαγή για χάρη μας. Και το φυτό, στο οποίο ήταν το κριάρι δεμένο, είχε το μυστήριο του τύπου του Σταυρού, γι΄αυτό και λεγόταν εβραϊκά φυτό Σαβέκ, δηλαδή φυτό αφέσεως, όπως και ο Σταυρός λεγόταν ξύλο σωτηρίας. Ενεργούσε δε το μυστήριο και ο τύπος του Σταυρού και στον Ιακώβ, τον υιό του Ισαάκ· διότι αύξησε τα ποίμνιά του με ξύλα και ύδωρ. Το ξύλο λοιπόν προτύπωνε το σταυρικό ξύλο, ενώ το ύδωρ το θείο βάπτισμα που περικλείει μέσα του το μυστήριο του Σταυρού. «Ἢ ἀγνοεῖτε ὅτι ὅσοι ἐβαπτίσθημεν εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν; (:Ή δεν ξέρετε ότι όσοι βαπτισθήκαμε με πίστη στον Ιησού Χριστό συνταυτίζοντας την ύπαρξή μας με Αυτόν, γίναμε με το βάπτισμα μέτοχοι του σταυρικού Του θανάτου, και ο παλαιός μας άνθρωπος της αμαρτίας σταυρώθηκε και πέθανε, όπως και ο Χριστός πάνω στον σταυρό;)», λέγει ο απόστολος[Ρωμ.6,3]. Και ο Χριστός επίσης πλήθυνε επάνω στη γη τα λογικά Του ποίμνια με ξύλο και ύδωρ.
Ο Ιακώβ και όταν προσκυνούσε έως το άκρο της ράβδου του[ βλ.Γέν.47,31: «Εἶπε δέ· ὄμοσόν μοι. Καὶ ὤμοσεν αὐτῷ. Καὶ προσεκύνησεν Ἰσραὴλ ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς ῥάβδου αὐτοῦ(:Ο Ιακώβ όμως επέμεινε και του είπε: ’’Ορκίσου μου ότι θα το κάνεις. Και ο Ιωσήφ ορκίστηκε στον πατέρα του. Τότε ο Ισραήλ, επειδή πίστεψε ότι ο Θεός θα βοηθούσε, ώστε να μεταφερθεί η σορός του στη Χαναάν για να ταφεί εκεί, έσκυψε και προσκύνησε τον Θεό, αφού ακούμπησε το κεφάλι του στην άκρη του ραβδιού του, στο οποίο στηριζόταν λόγω της γεροντικής αδυναμίας του. Με την προσκύνηση αυτή εξέφραζε την ευγνωμοσύνη του προς τον Θεό)»] και όταν ευλογούσε τους εγγονούς του[Γέν.48,9-20], υποδήλωνε ακόμη καθαρότερα τον τύπο του Σταυρού. Αλλά και όντας ευπειθής στους γονείς μέχρι τέλους και αγαπητός και ευλογητός γι΄αυτό, αλλά και μισητός στον Ησαύ γι’ αυτά, και υποφέροντας έτσι κάθε πειρασμό, είχε σε όλο τον βίο του το μυστήριο του Σταυρού ενεργούμενο. Γι΄αυτό και ο Θεός έλεγε: «Τὸν Ἰακὼβ ἠγάπησα, τὸν δὲ Ἠσαῦ ἐμίσησα (:Αγάπησα τον Ιακώβ και τους Ισραηλίτες που κατάγονται από αυτόν. Αντίθετα αποδοκίμασα τον Ησαύ και τους απογόνους του Ιδουμαίους)»[Ρωμ.9,13]. Κάτι τέτοιο γίνεται και με εμάς, αδελφοί. Εκείνος δηλαδή που υποτάσσεται τόσο στους κατά το πνεύμα, όσο και στους κατά το σώμα πατέρες κατά την αποστολική εντολή που λέγει: «Τὰ τέκνα ὑπακούετε τοῖς γονεῦσιν ὑμῶν ἐν Κυρίῳ (:Τα παιδιά να υπακούτε τους γονείς σας σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου· διότι αυτό είναι δίκαιο)»[Εφ.6,1], αυτός ως αφοσιωμένος κατά τούτο προς τον αγαπητό Υιό του Θεού, αγαπάται και από τον Θεό· εκείνος όμως που παρακούει, ως ξένος της ομοιώσεως προς τον Αγαπητό, μισείται και από τον Θεό. Ο σοφός Σολομών δείχνοντας ότι τούτο συμβαίνει όχι μόνο με τον Ιακώβ και τον Ησαύ, αλλά και διαπαντός και με όλους, λέγει: «Υἱὸς πανοῦργος ὑπήκοος πατρί, υἱὸς δὲ ἀνήκοος ἐν ἀπωλείᾳ(:Το έξυπνο και φρόνιμο παιδί υπακούει στον πατέρα του, ενώ το ανόητο και ανυπάκουο βαδίζει προς την καταστροφή)»[Παρ.13,1].
Αλλά ο υιός της υπακοής Ιακώβ, δεν πέτυχε τάχα και το μεγαλύτερο μυστήριο του Σταυρού, το της θεοπτίας, κατά την οποία ο άνθρωπος σταυρώνεται και αποθνήσκει τελειότερα για την αμαρτία και ζει για την αρετή; Αυτός ο ίδιος ακριβώς μαρτυρεί για τον εαυτό του και τη θεωρία και τη μαρτυρία· διότι λέγει: «Εἶδον γὰρ Θεὸν πρόσωπον πρὸς πρόσωπον, καὶ ἐσώθη μου ἡ ψυχή(: Τότε αντιλήφτηκε ο Ιακώβ Ποιος ήταν Εκείνος, με τον οποίο πάλεψε, και γεμάτος ευγνωμοσύνη δοξάζει και ευχαριστεί τον Θεό. Για τον λόγο αυτόν ονόμασε τον τόπο εκείνο: ‘’Εμφάνιση Θεού’’-Θεοφάνεια, εβραϊκά Φανουήλ-, διότι είπε: ‘’ Είδα τον Θεό πρόσωπο με πρόσωπο και όμως δεν πέθανα, αλλά εξακολουθώ να ζω! Μεγάλη η συγκατάβαση του Θεού)»[Γέν.32,30].
Πού είναι αυτοί που ακόμη συμπαρατάσσονται με τις βδελυρές φλυαρίες των κακοδόξων που εμφανίστηκαν στα χρόνια μας; Ας ακούνε ότι ο Ιακώβ είδε το πρόσωπο του Θεού· και όχι μόνο δεν έχασε τη ζωή του, αλλά, όπως λέγει ο ίδιος, και σώθηκε, εάν και ο Θεός λέγει: «Κανείς δεν θα δει το πρόσωπό μου και θα ζήσει»[ βλ. Έξ.33,20: «Καὶ εἶπεν· οὐ δυνήσῃ ἰδεῖν τὸ πρόσωπόν μου· οὐ γὰρ μὴ ἴδῃ ἄνθρωπος τὸ πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται(: Και είπε ο Θεός: ‘’Δεν θα μπορέσεις να δεις το πρόσωπό μου· διότι δεν είναι δυνατόν να δει άνθρωπος το πρόσωπό μου και να ζήσει’’)»]. Άραγε λοιπόν δύο θεοί υπάρχουν, που έχουν ο μεν ένας πρόσωπο που υποπίπτει στην όραση των αγίων, ο δε άλλος που είναι επάνω από κάθε θέα; Είναι η χειρότερη βλασφημία! Αλλά, πρόσωπο του Θεού βλεπόμενο είναι η κατά την επιφάνεια στους αξίους ενέργεια και χάρη του Θεού· του ιδίου δε πρόσωπο, που δεν φαίνεται ποτέ, λέγεται μερικές φορές, η επάνω από κάθε έκφανση και όραση φύση του Θεού· διότι κανείς δεν στάθηκε στην υπόσταση και ουσία του Κυρίου, κατά το γεγραμμένο[Ιερ.23,18: «Ὅτι τίς ἔστη ἐν ὑποστήματι Κυρίου καὶ εἶδε τὸν λόγον αὐτοῦ; τίς ἠνωτίσατο καὶ ἤκουσεν;(: Αλλά ποιος από τους ψευδοπροφήτες αυτούς πλησίασε και στάθηκε με άγιο φόβο και ειλικρίνεια μπροστά στον δικαιοκρίτη Κύριο, αναμένοντας θεία ενέργεια, και αξιώθηκε να δεχτεί φωτισμό και να γνωρίσει τον λόγο Του; Ποιος από αυτούς έβαλε αυτί, πρόσεξε και άκουσε τον λόγο του Θεού; Κανείς)»], και ή είδε ή περιέγραψε τη φύση του Θεού. Έτσι και η θεωρία κατά τον Θεό και το θείο μυστήριο του Σταυρού δεν απελαύνει μόνο τα πονηρά πάθη και τους δημιουργούς τους, τους δαίμονες, από την ψυχή, αλλά και τις κακόδοξες γνώμες, και σκεπάζει τους συνηγόρους τους και τους απωθεί από τον περίβολο της ιεράς Εκκλησίας του Χριστού. Μέσα σε αυτήν την Εκκλησία μάς χαρίστηκε τώρα να εορτάζουμε και διακηρύσσουμε τη θεία χάρη και ενέργεια του Σταυρού ανάμεσα στους προπάτορες πριν από τον Σταυρό.
Όπως λοιπόν στον μεν Αβραάμ ενεργούσε το μυστήριο του Σταυρού, ο δε υιός του ο Ισαάκ ήταν τύπος του έπειτα Σταυρωθέντος, έτσι πάλι στου Ιακώβ τον βίο ολόκληρο ενεργούσε το μυστήριο του Σταυρού, ο Ιωσήφ δε, ο υιός του Ιακώβ, ήταν τύπος και μυστήριο του Θεανθρώπου Λόγου που αργότερα επρόκειτο να σταυρωθεί· διότι από φθόνο οδηγήθηκε και αυτός προς σφαγή, και μάλιστα από τους κατά σάρκα συγγενείς, για χάρη των οποίων στάλθηκε προς αυτούς τους ίδιους από τον πατέρα τους, όπως και ο Χριστός ύστερα. Και εάν δεν σφαγιάστηκε, αλλά πωλήθηκε ο Ιωσήφ, δεν είναι αξιοπερίεργο· ούτε ο Ισαάκ άλλωστε σφαγιάστηκε· διότι αυτοί δεν ήσαν η αλήθεια, αλλά τύπος της μελλοντικής αλήθειας. Και εάν πρέπει και σε αυτούς να δίνουμε το διπλό μυστήριο του διπλού κατά την φύση Ιησού, η μεν οδήγηση προς τη σφαγή προφανέρωνε το κατά σάρκα πάθος του Θεανθρώπου, η δε αποφυγή του πάθους προφανέρωνε το απαθές της θεότητος. Το ίδιο ακριβώς θα μπορούσες να βρεις και στην περίπτωση του Ιακώβ και του Αβραάμ. Αυτοί, αν και δοκιμάστηκαν, ωστόσο νίκησαν, πράγμα που έχει γραφτεί σαφώς και για τον Χριστό. Από τους τέσσερις λοιπόν περιβόητους προ του νόμου άνδρες, οι μεν δύο, δηλαδή ο Αβραάμ και ο Ιακώβ, είχαν το μυστήριο του Σταυρού ενεργούμενο στη ζωή τους, ενώ οι άλλοι δύο, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, προκήρυξαν το μυστήριο του Σταυρού με θαυμάσιο τρόπο.
Και τι πάλι συνέβηκε με τον πρώτο που δέχθηκε από τον Θεό τον νόμο και τον μετέδωσε στους άλλους, τον Μωυσή; Δεν σώθηκε ο ίδιος προ του νόμου με ξύλο και ύδωρ, όταν εκτέθηκε στα ρεύματα του Νείλου μέσα σε ένα καλάθι[Έξ.2,3 κ.ε.], με ξύλο δε και ύδωρ έσωσε τον Ισραηλιτικό λαό[Έξ.14,15 κ.ε.], με το ξύλο προφανερώνοντας τον Σταυρό και με το ύδωρ το θείο βάπτισμα, όπως και ο Παύλος, ο επόπτης των μυστηρίων, λέγει φανερά ότι «καὶ πάντες εἰς τὸν Μωϋσῆν ἐβαπτίσαντο ἐν τῇ νεφέλῃ καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ (:και όλοι με εμπιστοσύνη ακολούθησαν τον Μωυσή και ενώθηκαν μαζί του, καθώς βαπτίσθηκαν μέσα στη νεφέλη και τη θάλασσα)»[Α΄Κορ.10,2]; Αυτός και πριν από τη θάλασσα και τη ράβδο που χρησιμοποίησε σε αυτήν μαρτυρεί ότι εκείνος υπέμεινε εκουσίως τον Σταυρό του Χριστού· διότι λέγει: «Μείζονα πλοῦτον ἡγησάμενος τῶν Αἰγύπτου θησαυρῶν τὸν ὀνειδισμὸν τοῦ Χριστοῦ· ἀπέβλεπε γὰρ εἰς τὴν μισθαποδοσίαν(:Θεώρησε μεγαλύτερο πλούτο από τους θησαυρούς και τα αγαθά της Αιγύπτου τις περιφρονήσεις που έμοιαζαν με τον ονειδισμό και την περιφρόνηση που αργότερα θα υπέμενε ο Χριστός. Κι αυτά όλα διότι είχε καρφωμένα τα μάτια του στις ουράνιες ανταμοιβές)»[Εβρ.11,26]. «Ὀνειδισμὸς τοῦ Χριστοῦ» βέβαια από τους άφρονες είναι ο Σταυρός, όπως λέγει πάλι ο ίδιος ο Παύλος περί του Χριστού, ότι υπέμεινε Σταυρόν, καταφρονώντας την καταισχύνη[Εβρ.12,2: «Ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν, ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν (:Και πουθενά αλλού ας μην στρέφουμε τα βλέμματά μας και την προσοχή μας παρά μόνο στον Ιησού, που είναι ο αρχηγός και θεμελιωτής της πίστεώς μας και μας τελειοποιεί σε αυτήν. Αυτός για τη χαρά που είχε μπροστά Του και θα δοκίμαζε όταν με το πάθημά Του θα έσωζε πολλούς, υπέμεινε σταυρικό θάνατο και περιφρόνησε την ντροπή και την ατίμωση του θανάτου αυτού. Γι’ αυτό και έχει καθίσει τώρα στα δεξιά του θρόνου του Θεού)»].
Προχωρώντας δε ο Μωυσής προανέδειξε σαφέστατα και τον τύπο ακόμη και το σχήμα του Σταυρού και τη σωτηρία δι’ αυτού του τύπου· διότι, αφού έστησε όρθια τη ράβδο, άπλωσε επάνω σε αυτήν τα χέρια και σχηματίζοντας έτσι τον εαυτό του σταυρικώς επάνω στη ράβδο, κατατρόπωσε αμέσως τον Αμαλήκ με αυτό το θέαμα και έτσι οι Ισραηλίτες νικούσαν τους Αμαληκίτες[Έξ.17,8 κ.ε.]. Αλλά επίσης τοποθετώντας τον χάλκινο όφι πλάγιο επάνω σε σημαία και έτσι αναστηλώνοντας τον τύπο του Σταυρού ελεύθερα, παρήγγειλε στους δαγκωμένους από φίδια Ιουδαίους να βλέπουν προς αυτόν, και έτσι θεράπευε τα δήγματα των όφεων[Έξ.21,8 κ.ε.].
Δεν θα μου επαρκέσει ο χρόνος να διηγούμαι περί του Ιησού του Ναυή και των έπειτα από αυτόν κριτών και προφητών, του Δαβίδ κα των έπειτα από αυτόν, οι οποίοι, ενεργούμενοι με το μυστήριο του Σταυρού, ανέκοψαν ποταμούς, σταμάτησαν τον ήλιο, κατεδάφισαν πόλεις ασεβών, έγιναν νικηφόροι στον πόλεμο, κατέστρεψαν στρατόπεδα αντιπάλων, απέφυγαν στόματα μαχαίρας, έσβησαν δύναμη πυρός, έφραξαν στόματα λεόντων, έλεγξαν βασιλείς, τέφρωσαν πεντηκοντάρχους, ανέστησαν νεκρούς, σταμάτησαν με τον λόγο τον ουρανό και πάλι τον απέλυσαν, καθιστώντας άγονα και πάλι γόνιμα τα σύννεφα σε αυτόν· διότι, αν ο Παύλος λέγει ότι αυτά τα ενήργησε η πίστη[Εβρ.11,32-40], αλλά η πίστη είναι δύναμη για τη σωτηρία· γι΄αυτό όλα είναι δυνατά σε εκείνον που πιστεύει. Τέτοιο είναι οπωσδήποτε και ο Σταυρός του Χριστού για εκείνους που πιστεύουν: «Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ(:Πράγματι λοιπόν η διάδοση του κηρύγματος αυτού οφείλεται στη θεία του δύναμη. Διότι το κήρυγμα για τον σταυρό)», για να μιλήσουμε κατά τον Παύλο: «Τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι(:Σε εκείνους βέβαια που βαδίζουν τον δρόμο της απώλειας φαίνεται μωρία και κουταμάρα˙ σε μας όμως που είμαστε στον δρόμο της σωτηρίας είναι δύναμη Θεού που σώζει)»[Α΄Κορ.1,18].
Αλλά για να αφήσουμε όλους τους πριν από τον μωσαϊκό νόμο και τους υπό τον μωσαϊκό νόμο, ο ίδιος ο Κύριος, για τον Οποίο και δια του Οποίου έγιναν τα πάντα, δεν έλεγε πριν από τον Σταυρό: «Καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος(:Και εκείνος που δεν παίρνει την απόφαση να υποστεί σταυρικό θάνατο και δεν ακολουθεί πίσω μου με την απόφαση αυτή, δεν μιμείται, δηλαδή, σε όλα το παράδειγμά μου, δεν αξίζει για μένα)»;[Ματθ. 10,38]. Βλέπετε ότι και πριν μπηχθεί, ο Σταυρός ήταν που έσωζε; Αλλά και όταν ο Κύριος προέλεγε καθαρά στους μαθητές το πάθος Του και τον θάνατο δια του Σταυρού, ο δε Πέτρος, μην υποφέροντας να τα ακούσει και γνωρίζοντας ότι Αυτός έχει εξουσία να το αποφύγει, Τον παρακαλούσε: «Ἴλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο(:Ο Θεός να σε φυλάξει απ’ αυτό, Κύριε. Δεν πρέπει να συμβεί αυτό που είπες σε Σένα, τον Μεσσία)»[Ματθ.16,22], αυτόν μεν ο Κύριος τον επιτίμησε, διότι στο θέμα αυτό συλλογιζόταν με ανθρώπινο και όχι με θείο τρόπο· αφού λοιπόν προσκάλεσε τον όχλο μαζί με τους μαθητές Του, τους είπε: «Ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, εὑρήσει αὐτήν (:διότι εκείνος που θέλει να σώσει τη ζωή του, αυτός θα χάσει την πνευματική και ευτυχισμένη αιώνια ζωή· ενώ εκείνος που θα χάσει τη ζωή του για την ομολογία του και υπακοή του σε μένα, θα τη βρει στο μελλοντικό αιώνα, όπου θα κερδίσει την αιώνια ζωή)» [Ματθ.16,25].
Προσκαλεί βέβαια και τον όχλο μαζί με τους μαθητές και τότε διακηρύττει και παραγγέλλει αυτά τα μεγάλα και υπερφυή φρονήματα, τα πραγματικά όχι ανθρώπινα αλλά θεία, για να δείξει ότι δεν απαιτεί αυτές τις προσπάθειες μόνο από τους εκλεκτούς μαθητές, αλλά και από κάθε άνθρωπο που πιστεύει σε Αυτόν. Να ακολουθεί κανείς τον Χριστό σημαίνει να ζει κατά το Ευαγγέλιό Του παρουσιάζοντας κάθε αρετή και ευσέβεια. Να απαρνείται τον εαυτό του αυτός που θέλει να ακολουθήσει και να σηκώνει τον σταυρό του, σημαίνει να μη λυπάται τον εαυτό του όταν το απαιτεί ο καιρός, αλλά να είναι έτοιμος για τον ατιμωτικό θάνατο υπέρ της αρετής και της αλήθειας των θείων δογμάτων. Τούτο δε, το να αρνηθεί κανείς τον εαυτό του και να παραδοθεί σε έσχατη ατιμία και θάνατο, αν και είναι μέγα και υπερφυές, δεν είναι παράλογο· διότι οι βασιλείς της γης δεν θα δέχονταν ποτέ, όταν μάλιστα μεταβαίνουν σε πόλεμο, να τους ακολουθήσουν άνθρωποι που δεν είναι έτοιμοι να πεθάνουν γι’ αυτούς. Πού λοιπόν είναι το αξιοθαύμαστο, εάν και ο βασιλεύς των ουρανών, αφού επεδήμησε στη γη κατά την επαγγελία Του, τέτοιους ακολούθους ζητεί προς αντιμετώπιση του κοινού εχθρού του γένους· αλλά οι μεν βασιλείς της γης δεν μπορούν να αναζωώσουν τους φονευθέντες στον πόλεμο ούτε να ανταποδώσουν κάτι ταιριαστό στους πρωταγωνιστές από αυτούς· τι θα μπορούσε τάχα να λάβει από αυτούς κάποιος που δεν ζει πλέον; Αλλά και γι’ αυτούς αν ο θάνατος είναι υπέρ ευσεβών η ελπίδα είναι στον Κύριο· έτσι δε ο Κύριος ανταποδίδει ζωή αιώνια σε αυτούς που πρωτοστάτησαν στο να Τον ακολουθούν.
Και οι μεν βασιλείς της γης ζητούν από τους ακολούθους τους να είναι έτοιμοι προς θάνατο, ο δε Κύριος τον μεν εαυτό Του έδωσε σε θάνατο για χάρη μας, σε εμάς δε, παραγγέλλει να είμαστε έτοιμοι για θάνατο όχι υπέρ Αυτού αλλά υπέρ ημών των ίδιων. Και δείχνοντας αυτό, ότι ο θάνατος είναι υπέρ των εαυτών μας, προσθέτει: «Ὅς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου οὗτος σώσει αὐτήν (:Και μη διστάσει κανείς να κάνει τις θυσίες αυτές· διότι όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα χάσει την πνευματική, ευτυχισμένη και αιώνια ζωή. Όποιος όμως χάσει και θυσιάσει τη ζωή του για την ομολογία και την υπακοή του σε μένα και το ευαγγέλιό μου, αυτός θα σώσει την ψυχή του στη μέλλουσα ζωή, όπου θα κερδίσει την αιώνια ευτυχία. Και εκείνη η σωτηρία είναι το παν· διότι τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, εάν κερδίσει όλον αυτόν τον υλικό κόσμο, και στο τέλος χάσει την ψυχή του; Διότι η ψυχή του, που είναι πνευματική και αιώνια, δεν συγκρίνεται με κανένα απ’ τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου)» [Μάρκ.8,35]. Τι σημαίνει τούτο το «όποιος θέλει να σώσει την ψυχή του, θα τη χάσει, και όποιος θα τη χάσει, θα τη σώσει»; Διπλός είναι ο άνθρωπος, ο εκτός, δηλαδή το σώμα, και ο εντός μας, δηλαδή η ψυχή. Όταν λοιπόν ο εκτός από εμάς άνθρωπος παραδώσει τον εαυτό του στον θάνατο, χάνει την ψυχή του που χωρίζεται από αυτόν· αυτός λοιπόν που την έχασε έτσι υπέρ του Χριστού και του ευαγγελίου, πραγματικά θα τη σώσει και θα την κερδίσει, προξενώντας σε αυτήν ζωή ουράνια και αιώνια και παραλαμβάνοντάς την κατά την ανάσταση σε αυτήν την κατάσταση, ενώ δι’ αυτής θα φανεί και αυτός ουράνιος και αιώνιος, ακόμη και στο σώμα. Εκείνος όμως που προτιμά αυτήν την πρόσκαιρη ζωή και που δεν είναι έτσι έτοιμος να χάσει αυτή τη ζωή, διότι αγαπά τον πρόσκαιρο αυτόν αγώνα και τα πράγματα του αιώνος τούτου, θα ζημιώσει την ψυχή του, στερώντας της την πραγματική ζωή και θα τη χάσει, παραδίδοντάς την,αλίμονο, στην αιώνια κόλαση μαζί του. Αυτόν θρηνώντας κατά κάποιον τρόπο και ο πανοικτίρμων Δεσπότης και δείχνοντας το μέγεθος του δεινού, λέγει: «Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; (:Διότι τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, εάν κερδίσει όλον αυτόν τον υλικό κόσμο, και στο τέλος χάσει την ψυχή του; Διότι η ψυχή του, που είναι πνευματική και αιώνια, δεν συγκρίνεται με κανένα απ’ τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου. Ή, εάν ένας άνθρωπος χάσει την ψυχή του, τι μπορεί να δώσει ως αντάλλαγμα για να την εξαγοράσει απ’ την αιώνια απώλεια;)»[Μάρκ.8,36-37]. Διότι δεν πρόκειται να κατέβει μαζί του η δόξα του, ούτε τίποτε άλλο από αυτά που φαίνονται πολύτιμα και τερπνά στην πρόσκαιρη αυτή ζωή, τα οποία προέκρινε από τον σωτηριώδη θάνατο. Τι δε μεταξύ αυτών θα μπορούσε να βρεθεί αντάλλαγμα της λογικής ψυχής, της οποίας δεν είναι ισάξιος όλος αυτός ο κόσμος;
Εάν λοιπόν και τον κόσμο όλον μπορούσε να κερδίσει ένας άνθρωπος, αδελφοί,τούτο δεν θα πρόσφερε σε αυτόν κανένα όφελος, εφόσον θα έχανε την ψυχή του· πόσο είναι το κακό, αφού ο καθένας μόνο ελάχιστο πολλοστημόριο από αυτόν τον κόσμο μπορεί να αποκτήσει, αν με την προσπάθεια για το ελάχιστο αυτό χάσει την ψυχή του, μην επιθυμώντας να σηκώσει τον τύπο και τον λόγο του Σταυρού και να ακολουθήσει τον δοτήρα της ζωής; Διότι σταυρός είναι και ο προσκυνητός τύπος και ο λόγος του τύπου τούτου.
Αλλά επειδή προηγήθηκε ο λόγος και το μυστήριο αυτού του τύπου, και εμείς σήμερα θα εξηγήσουμε αυτό προηγουμένως προς την αγάπη σας. Μάλλον δε πριν από μας εξήγησε και αυτό ο Παύλος· ο Παύλος που καυχάται στον Σταυρό, που φρονεί ότι δεν γνωρίζει τίποτε εκτός από τον Κύριο Ιησού, και Αυτόν Εσταυρωμένο. Τι λέγει λοιπόν εκείνος; «Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις (:Και όσοι ανήκουν πραγματικά στον Χριστό, έχουν νεκρώσει τον σαρκικό άνθρωπο με τα πάθη και τις επιθυμίες του)»[Γαλ.5,24]. Νομίζετε ότι είπε αυτό μόνο για την τρυφή και τα υπογάστρια; Πώς τότε γράφει στους Κορινθίους ότι: «Ὅπου γὰρ ἐν ὑμῖν ζῆλος καὶ ἔρις καὶ διχοστασίαι, οὐχὶ σαρκικοί ἐστε καὶ κατὰ ἄνθρωπον περιπατεῖτε; (:Διότι σας ρωτώ: Εφόσον μεταξύ σας υπάρχει φθόνος και φιλονικία και διαιρέσεις, δεν είστε άνθρωποι από σαρκικά ελατήρια και πάθη και δεν συμπεριφέρεστε με διαγωγή κοινού ανθρώπου και μη αναγεννημένου;)»;[Α΄Κορ.3,3]. Ώστε και αυτός που αγαπά δόξα ή χρήματα, ή απλώς θέλει να επιβάλει το θέλημά του και προσπαθεί έτσι να νικήσει, είναι σαρκικός και περιπατεί κατά τη σάρκα. Γι’ αυτά ακριβώς δημιουργούνται και οι έριδες, όπως λέγει και ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος: «Πόθεν πόλεμοι καὶ μάχαι ἐν ὑμῖν; οὐκ ἐντεῦθεν ἐκ τῶν ἡδονῶν ὑμῶν τῶν στρατευομένων ἐν τοῖς μέλεσιν ὑμῶν; ἐπιθυμεῖτε, καὶ οὐκ ἔχετε· φονεύετε καὶ ζηλοῦτε, καὶ οὐ δύνασθε ἐπιτυχεῖν· μάχεσθε καὶ πολεμεῖτε, καὶ οὐκ ἔχετε, διὰ τὸ μὴ αἰτεῖσθαι ὑμᾶς (:Αφού σας μίλησα για ακαταστασία, σύγχυση και ταραχή, σας θέτω τώρα και το εξής ερώτημα: Από πού προέρχονται μεταξύ σας οι έριδες και οι συγκρούσεις; Δεν προέρχονται απ’ αυτήν την αιτία, από την προσπάθεια δηλαδή που κάνετε να ικανοποιήσετε τις αμαρτωλές σας επιθυμίες, που ξεσηκώνουν εκστρατεία και πόλεμο έχοντας πλέον ως φρούριο και ορμητήριό τους τα μέλη σας; Επιθυμείτε κάτι. Και δεν έχετε εκείνο που ικανοποιεί την επιθυμία σας. Και στην προσπάθειά σας να το αποκτήσετε, κινδυνεύετε να φθάσετε μέχρι και τον φόνο. Επιθυμείτε με σφοδρότητα, και δεν μπορείτε να πετύχετε εκείνο που επιθυμείτε. Γι’ αυτό έρχεστε σε συγκρούσεις και έριδες. Και δεν το έχετε, επειδή δεν το ζητάτε από τον Θεό με την προσευχή. Έχετε θέσει ως σκοπό σας την ηδονή και ξεκόψατε τον εαυτό σας από τον Θεό)»[Ιάκ.4,1].
Τούτο λοιπόν είναι το να σταυρώσει τη σάρκα μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες, το να καταστεί ο άνθρωπος αδρανής προς καθετί που δεν αρέσει στον Θεό. Εάν δε και το σώμα τον ταλαιπωρεί και τον στενοχωρεί, πρέπει ο καθένας να το ανεβάζει εναγωνίως προς το ύψος του Σταυρού. Τι θέλω να πω; Ο Κύριος, όταν ήλθε επί της γης, έζησε βίο ακτήμονα, και δεν έζησε μόνο, αλλά και κήρυξε λέγοντας: «Οὕτως οὖν πᾶς ἐξ ὑμῶν, ὃς οὐκ ἀποτάσσεται πᾶσι τοῖς ἑαυτοῦ ὑπάρχουσιν, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής (:Έτσι λοιπόν καθένας από σας που δεν κάνει από πριν τον λογαριασμό του και δεν απαρνείται τα πάντα, όλα τα υπάρχοντά του, δηλαδή και τους φυσικούς του δεσμούς και τον πλούτο και τις απολαύσεις και την ίδια του τη ζωή, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου)»[Λουκά 14,33].
Αλλά κανείς, παρακαλώ, αδελφοί, ας μην δυσανασχετεί, όταν ακούει που διακηρύσσουμε ανόθευτο το θέλημα του Θεού, το αγαθό και ευάρεστο και τέλειο, μήτε να δυσαρεστηθεί νομίζοντας δυσκολοκατόρθωτα τα παραγγέλματα· αλλά πρώτο μεν να αντιλαμβάνεται εκείνο, ότι η Βασιλεία των Ουρανών κερδίζεται με τη βία και εκείνοι που μεταχειρίζονται σπουδή και βία πάνω στον εαυτό τους, την αρπάζουν γρήγορα, και να ακούει τον κορυφαίο των Αποστόλων του Χριστού Πέτρο, ότι «εἰς τοῦτο γὰρ ἐκλήθητε, ὅτι καὶ Χριστὸς ἔπαθεν ὑπὲρ ὑμῶν, ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμὸν ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ(:Γι’ αυτό άλλωστε σας κάλεσε ο Θεός, για να κάνετε το καλό και να ευεργετείτε, κι όταν ακόμη παραγνωρίζεστε και υποφέρετε άδικα· διότι και ο Χριστός έπαθε για χάρη σας, χωρίς να έχει φταίξει σε τίποτε, και άφησε σε σας παράδειγμα τέλειο προς μίμηση, για να ακολουθήσετε ακριβώς επάνω στα ίχνη Του)»[Α΄Πέτρ.2,21].
Έπειτα, να συλλογίζεσαι επίσης και τούτο, ότι ο καθένας, αφού κατανοήσει αληθινά πόσα οφείλει στον Δεσπότη, όταν δεν μπορεί να ανταποδώσει το παν, το ένα μέρος να το προσφέρει με μετριοφροσύνη, όσο μπορεί και προαιρείται, ως προς δε το μέρος πάλι που ελλείπει, να ταπεινώνεται μπροστά Του και ελκύοντας τη συμπάθεια μέσω της ταπείνωσης αυτού του είδους αναπληρώνει την έλλειψη. Εάν λοιπόν κανείς βλέπει τον λογισμό του να ορέγεται πλούτο και πολυκτημοσύνη, ας γνωρίζει ότι ο λογισμός αυτός είναι σαρκικός, και γι΄αυτό κινείται έτσι· αντιθέτως, ο προσηλωμένος στον Σταυρό δεν μπορεί να κινείται προς κάτι τέτοιο. Είναι γι΄αυτό ανάγκη να τον ανεβάσουμε τον λογισμό στο ύψος του Σταυρού, για να μη ρίξει ο ίδιος τον εαυτό του κάτω και χωριστεί από τον σταυρωθέντα σε αυτόν Χριστό.
Πώς λοιπόν θα αρχίσει να τον ανεβάζει στο ύψος του Σταυρού; Ελπίζοντας στον Χριστό, τον χορηγό και τροφέα του σύμπαντος, ας απόσχει από κάθε πόρο που προέρχεται από αδικία, το δε εισόδημα που έχει από δίκαιο πορισμό, χωρίς να προσκολλάται πολύ ούτε σε αυτό, ας το χρησιμοποιεί καλά, καθιστώντας όσο είναι δυνατό κοινωνούς σε αυτό τους φτωχούς. Η εντολή ορίζει να αρνείται κανείς το σώμα και να σηκώνει τον σταυρό του· και το έχουν μεν το σώμα οι φίλοι του Θεού και ζώντες κατά τον Θεό, αλλά αν δεν είναι πολύ προσδεδεμένοι σε αυτό, το χρησιμοποιούν ως συνεργό στα αναγκαία, και εάν το καλέσει ο καιρός, είναι έτοιμοι να το προδώσουν και αυτό. Το ίδιο συμβαίνει και με τα σωματικά κτήματα και μέσα· ενεργώντας κανείς κατά τον ίδιο τρόπο, αν δεν μπορεί να κάνει τίποτε μεγαλύτερο, καλά και θεάρεστα πράττει.
Βλέπει κανείς πάλι μέσα του να κινείται βιαιότερα ο λογισμός της πορνείας; Αυτός ας γνωρίζει ότι δεν έχει ακόμη σταυρώσει τον εαυτό του. Πώς λοιπόν θα τον σταυρώσει; Ας αποφεύγει τις περίεργες θέες των γυναικών, καθώς και τις αταίριαστες προς αυτές συνήθειες και τις άκαιρες συνομιλίες, ας μειώνει τις τροφές που ενισχύουν το πάθος, ας απέχει από την πολυποσία, από την οινοφλυγία, την αδηφαγία, την πολυϋπνία· ας αναμιγνύει την ταπεινοφροσύνη με αυτήν την αποχή των παθών, επικαλούμενος με συντριβή καρδίας τον Θεό κατά του πάθους· τότε θα πει και αυτός: «Εἶδον τὸν ἀσεβῆ ὑπερυψούμενον καὶ ἐπαιρόμενον ὡς τὰς κέδρους τοῦ Λιβάνου·καὶ παρῆλθον, καὶ ἰδοὺ οὐκ ἦν, καὶ ἐζήτησα αὐτόν, καὶ οὐχ εὑρέθη ὁ τόπος αὐτοῦ(:Είδα τον ασεβή να ακμάζει να υπερυψώνεται πανίσχυρος και να εξαπλώνει την επιρροή του σαν τους κέδρους του Λιβάνου. Και μόλις πρόφτασα να περάσω από εκεί, και ιδού αυτός στο μεταξύ είχε εκλείψει. Και πέρασα και πάλι και τον αναζήτησα και δεν βρέθηκε όχι μόνο αυτός, αλλά ούτε ο τόπος που βρισκόταν πρωτύτερα υψωμένος και αγέρωχος. Κάθε ίχνος του είχε χαθεί)»[Ψαλμ.36,35-36].
Πάλι, ενοχλεί ο λογισμός της φιλοδοξίας; Εσύ στη σύγκλητο και στη συνεδρίαση να ενθυμείσαι την γι΄αυτό συμβουλή του Κυρίου στα ευαγγέλια· στις συνομιλίες να μη ζητάς να υπερέχεις των άλλων, τις αρετές, αν έχεις, να τις ασκείς μόνο στα κρυφά, αποβλέποντας μόνο προς τον Θεό και από Αυτόν μόνο βλεπόμενος και ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά, θα σου το ανταποδώσει στα φανερά [Ματθ.6,6: «Σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸν ταμιεῖόν σου, καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ(:Εσύ όμως, αντίθετα, όταν πρόκειται να προσευχηθείς, μπες μέσα στο ιδιαίτερο δωμάτιό σου, κι αφού κλείσεις την πόρτα σου, κάνε την προσευχή σου στον Πατέρα σου που είναι αόρατος και κρυμμένος. Κι ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά, θα σου ανταποδώσει την αμοιβή στα φανερά)»]. Εάν δε και μετά την αποκοπή κάθε πάθους πάλι σε ενοχλεί ο εσωτερικός λογισμός, να μην φοβηθείς· διότι σου γίνεται πρόξενος στεφάνων, επειδή δεν πείθει με τις ενοχλήσεις του ούτε ενεργεί, αλλά είναι κίνημα νεκρό, νικημένο από τον αγώνα σου κατά Θεόν.
Τέτοιος είναι ο λόγος του Σταυρού, ως τέτοιος δε, όχι μόνο στους προφήτες πριν συντελεστεί, αλλά και τώρα μετά την τέλεσή του, είναι μυστήριο μέγα και πραγματικά θείο. Πώς; Διότι φαινομενικώς μεν παρουσιάζεται να προξενεί ατίμωση στον εαυτό του αυτός που εξευτελίζει τον εαυτό του και τον ταπεινώνει σε όλα, και πόνο και οδύνη αυτός που αποφεύγει τις σωματικές ηδονές, και αυτός που δίνει τα υπάρχοντα καθίσταται αίτιος πτωχείας στον εαυτό του· αλλά διά της δυνάμεως του Θεού, αυτή η πτωχεία και η οδύνη και η ατιμία γεννά δόξα αιώνια και ηδονή ανέκφραστη και πλούτο ανεξάντλητο, τόσο στον παρόντα, όσο και στον μέλλοντα εκείνον κόσμο. Εκείνους δε που δεν πιστεύουν σε Αυτόν και δεν επιδεικνύουν με έργα την πίστη, ο Παύλος τους τοποθετεί δίπλα στους αφανιζομένους, και σε αυτούς τους ειδωλολάτρες μάλιστα. Διότι λέγει: «Κηρύσσομε Χριστό Εσταυρωμένο, που είναι στους Ιουδαίους μεν σκάνδαλο λόγω της απιστίας τους προς το σωτηριώδες πάθος, στους Έλληνες δε μωρία, διότι δεν προτιμούν τίποτε άλλο εκτός από τα πρόσκαιρα λόγω της απιστίας προς τις θείες επαγγελίες οπωσδήποτε· σε εμάς δε τους προσκεκλημένους Θεού δύναμη και σοφία[Α΄Κορ.1,23-24: «Ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν(:Εμείς όμως κηρύττουμε τον Χριστό που έχει σταυρωθεί. Και ο σταυρωμένος Χριστός για τους Ιουδαίους που περιμένουν τον Μεσσία Χριστό ως επίγειο βασιλιά είναι σκάνδαλο, εμπόδιο πάνω στο οποίο σκοντάφτουν και δεν πιστεύουν. Για τους Έλληνες πάλι ο εσταυρωμένος Θεός που δεν νίκησε τους εχθρούς Του παρουσιάζεται ως ιδέα μωρή και ανόητη· σ’ αυτούς όμως που ο Θεός βρήκε άξιους να καλέσει στην σωτηρία, είτε Ιουδαίοι είναι, είτε Έλληνες, κηρύττουμε τον Χριστό ο Οποίος είναι Θεού δύναμη που αναγεννά και αγιάζει, και Θεού σοφία που φωτίζει κάθε πιστό)»].
Τούτο λοιπόν είναι η σοφία και δύναμη του Θεού, το να νικήσει μέσω ασθένειας, το να υψωθεί διά ταπεινώσεως, το να πλουτίσει δια πτωχείας. Όχι μόνο δε ο λόγος και το μυστήριο του Σταυρού, αλλά και ο τύπος είναι ιερός και προσκυνητός, διότι είναι σφραγίδα ιερή, σωστική και σεβαστή, αγιαστική και τελεστική των υπερφυών και απορρήτων αγαθών που ενεργήθηκαν στο γένος των ανθρώπων από τον Θεό, αναιρετική κατάρας και καταδίκης, καθαιρετική φθοράς και θανάτου, παρεκτική αΐδιου ζωής και ευλογίας, σωτηριώδες ξύλο, βασιλικό σκήπτρο, θείο τρόπαιο κατά ορατών και αοράτων εχθρών, έστω και αν οι οπαδοί των αιρετικών φρενοβλαβώς δυσαρεστούνται. Αυτοί οι τελευταίοι δεν πέτυχαν την αποστολική ευχή, ώστε να κατορθώσουν να καταλάβουν μαζί με όλους τους αγίους, τι είναι το πλάτος και το μήκος, το ύψος και το βάθος· ότι ο Σταυρός του Κυρίου παριστάνει όλη την οικονομία της σαρκικής παρουσίας και περικλείει όλο το κατ’αυτήν μυστήριο, εκτείνεται προς όλα τα πέρατα και περιλαμβάνει όλα, τα άνω, τα κάτω, τα γύρω, τα ενδιάμεσα. Προβάλλοντας δε κάποια πρόφαση, για την οποία έπρεπε και αυτοί, αν είχαν νου, να Τον προσκυνούν μαζί μας, αποτροπιάζονται το σύμβολο του Βασιλέως της Δόξης, το οποίο κι ο ίδιος ο Κύριος ονομάζει φανερώς ύψος και δόξα Του, όταν επρόκειτο να ανεβεί σε αυτό· κατά τη μέλλουσα δε παρουσία και επιφάνειά Του προαναγγέλλει ότι θα έλθει το σημείο αυτό του Υιού του ανθρώπου με πολλή δύναμη και δόξα.
Αλλά λέγουν: «Σε αυτό προσηλωμένος πέθανε ο Χριστός και γι΄αυτό δεν ανεχόμαστε να βλέπουμε το σχήμα και το ξύλο στο οποίο έχει θανατωθεί». Το δε εναντίον μας χρεώγραφο, που συντάχθηκε δια της παρακοής μας ως προς το ξύλο, με το άπλωμα του χεριού του προπάτορος, σε τι προσηλώθηκε και με τι πράγμα έφυγε από τη μέση και αφανίστηκε και έτσι επανήλθαμε στην ευλογία από τον Θεό; Με τι δε ο Χριστός απέβαλε και απομάκρυνε τελείως τις αρχές και τις εξουσίες των πνευμάτων της πονηρίας, οι οποίες επιβλήθηκαν στη φύση μας από το ξύλο της παρακοής, και τις κατήσχυνε θριαμβευτικά και έτσι εμείς ανακτήσαμε την ελευθερία; Με τι λύθηκε το μεσότοιχο και καταργήθηκε και θανατώθηκε η προς τον Θεό έχθρα μας και διαμέσου τίνος συνδιαλλαγήκαμε με τον Θεό και διδαχτήκαμε την προς Αυτόν ειρήνη; Όχι στον Σταυρό και δια του Σταυρού;
Ας ακούσουν τον απόστολο, που στους μεν Εφεσίους γράφει: «Αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας, τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην, καὶ ἀποκαταλλάξῃ τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ Θεῷ διὰ τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν αὐτῷ (:Πλησιάστε και τον Θεό και τις διαθήκες Του με το αίμα του Χριστού, διότι Αυτός είναι η ειρήνη μας. Αυτός έκανε και τους δύο αντιμαχόμενους κόσμους, τον Ιουδαϊσμό και τον Εθνισμό, ένα. Αυτός γκρέμισε και κατέλυσε τον τοίχο που δημιουργούσε ο φραγμός του νόμου που ορθωνόταν ανάμεσα στους δύο λαούς και τους χώριζε. Κατέλυσε δηλαδή την έχθρα των δύο λαών, αφού κατάργησε με το αίμα Του τον νόμο των εντολών, ο οποίος, ενώ περιείχε επιβλητικές προσταγές, δεν έδινε όμως και τη χάρη για την εφαρμογή και την τήρηση των προσταγμάτων αυτών. Και κατήργησε τον νόμο, έτσι ώστε ενώνοντας τους δύο λαούς με τον εαυτό Του να δημιουργήσει ένα νέο άνθρωπο, μια νέα ανθρωπότητα, κι έτσι να φέρει ειρήνη μεταξύ τους˙ και με τον σταυρικό Του θάνατο να συμφιλιώσει και τους δύο λαούς με τον Θεό, ενωμένους τώρα σε ένα σώμα, αφού προηγουμένως θα θανάτωνε την έχθρα με τον θάνατό Του)»[Εφ.2,14-16].
Προς δε τους Κολοσσαείς γράφει: «Καὶ ὑμᾶς, νεκροὺς ὄντας ἐν τοῖς παραπτώμασι καὶ τῇ ἀκροβυστίᾳ τῆς σαρκὸς ὑμῶν, συνεζωοποίησεν ὑμᾶς σὺν αὐτῷ, χαρισάμενος ἡμῖν πάντα τὰ παραπτώματα ἐξαλείψας τὸ καθ᾿ ἡμῶν χειρόγραφον τοῖς δόγμασιν ὃ ἦν ὑπεναντίον ἡμῖν, καὶ αὐτὸ ἦρεν ἐκ τοῦ μέσου προσηλώσας αὐτὸ τῷ σταυρῷ, ἀπεκδυσάμενος τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας ἐδειγμάτισεν ἐν παῤῥησίᾳ, θριαμβεύσας αὐτοὺς ἐν αὐτῷ (:Πράγματι λοιπόν ο Θεός Πατήρ μαζί με τον Χριστό ζωοποίησε κι εσάς που ήσασταν νεκροί εξαιτίας των αμαρτημάτων και της αποξένωσής σας από τον Θεό, η οποία φαινόταν με την έλλειψη σωματικής περιτομής. Κι έτσι συγχώρησε όλα τα παραπτώματα, και τα δικά σας, των εθνικών, και τα δικά μας, των Ιουδαίων. Και έσβησε ολοκληρωτικά το χρεωστικό γραμμάτιο που ήταν εις βάρος μας και είχε γίνει από τις διατάξεις του μωσαϊκού νόμου, τις οποίες ήταν αδύνατο να τηρήσουμε και γι’ αυτό είχαμε γίνει ένοχοι και χρεωφειλέτες ενώπιον του Θεού. Και το γραμμάτιο αυτό, που ήταν εναντίον μας, ο Κύριος το έβγαλε απ’ τη μέση και το κάρφωσε στον σταυρό, όπου με το αίμα Του το έσβησε. Εκεί στον σταυρό έγδυσε τις πονηρές αρχές και εξουσίες και τις διαπόμπευσε, τις καταντρόπιασε φανερά μπροστά σε όλον τον πνευματικό κόσμο και έσυρε τους δαίμονες νικημένους με θριαμβευτική πομπή. Και το πραγματοποίησε αυτό με τον σταυρό Του, ο οποίος έγινε για τον Χριστό θριαμβευτικό άρμα νικητή)» [Κολ.2,13-15].
Δεν θα τιμήσουμε λοιπόν εμείς και δεν θα χρησιμοποιήσουμε το ιερό αυτό τρόπαιο της κοινής ελευθερίας του γένους, το οποίο και μόνο με τη θέα του, τον μεν αρχέκακο όφι φυγαδεύει και διαπομπεύει και καταισχύνει, διακηρύσσοντας την ήττα και τη συντριβή του, δοξάζει δε και μεγαλύνει τον Χριστό, επιδεικνύοντας στον κόσμο τη νίκη του; Και όμως, αν ο Σταυρός είναι παραβλεπτέος, διότι σε αυτόν υπέμεινε τον θάνατο ο Χριστός, ούτε ο θάνατός Του δεν πρέπει να είναι σεβαστός και σωτήριος· πώς λοιπόν, κατά τον απόστολο, βαπτιστήκαμε στον θάνατό Του;[Ρωμ.6,3: «Ἢ ἀγνοεῖτε ὅτι ὅσοι ἐβαπτίσθημεν εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν;(:Ή δεν ξέρετε ότι όσοι βαπτιστήκαμε με πίστη στον Ιησού Χριστό συνταυτίζοντας την ύπαρξή μας με αυτόν, γίναμε με το βάπτισμα μέτοχοι του σταυρικού Του θανάτου, και ο παλαιός μας άνθρωπος της αμαρτίας σταυρώθηκε και πέθανε, όπως και ο Χριστός πάνω στον σταυρό;)» ]. Πώς δεν θα συμμετάσχουμε στην Ανάστασή Του, αν βέβαια γίναμε σύμφυτοι μετά τον θάνατό Του;[Ρωμ.6,5: «Εἰ γὰρ σύμφυτοι γεγόναμεν τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀναστάσεως ἐσόμεθα (:Ναι. Αναστηθήκαμε κι εμείς σε νέα άγια ζωή· διότι εάν, σαν τα δέντρα που είναι μαζί φυτεμένα και θρεμμένα, έχουμε γίνει ένα με τον Χριστό στο βάπτισμα, το οποίο είναι σύμβολο του θανάτου Του, κατά φυσική συνέπεια θα γίνουμε ένα και στην Ανάστασή Του)»]. Βέβαια, αν κανείς προσκυνούσε σχήμα σταυρού που δεν έφερε επιγεγραμμένο το δεσποτικό όνομα, δικαίως θα κατηγορείτο ότι πράττει κάτι ανάρμοστο. Επειδή δε «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων (:Τον υπερύψωσε, ώστε στο όνομα του Ιησού να γονατίσουν ταπεινά και να Τον προσκυνήσουν λατρευτικά και οι άγγελοι στον ουρανό και οι άνθρωποι στη γη και οι ψυχές των νεκρών στα καταχθόνια˙ αλλά κι αυτά τα δαιμονικά όντα που είναι στα καταχθόνια με τρόμο να υποκλιθούν μπροστά στο μεγαλείο Του)»[Φιλιπ.2,10], τούτο δε το προσκυνητό όνομα επιφέρει ο Σταυρός, πόσο παράφρον δεν θα ήταν να μη γονατίζουμε στον Σταυρό του Χριστού;
Αλλά εμείς, κλίνοντας μαζί με τα γόνατα και τις καρδιές, εμπρός, ας προσκυνήσουμε μαζί με τον ψαλμωδό και προφήτη Δαβίδ[Ψαλμ.131,7: «Εἰσελευσόμεθα εἰς τὰ σκηνώματα αὐτοῦ, προσκυνήσομεν εἰς τὸν τόπον, οὗ ἔστησαν οἱ πόδες αὐτοῦ(:Τώρα όμως θα εισέλθουμε στα σκηνώματα του Θεού στη Σιών και θα προσκυνήσουμε στον τόπο όπου στάθηκαν τα πόδια Του και όπου υπάρχει το υποπόδιο των ποδών Του)»], στον τόπο όπου στάθηκαν τα πόδια Του και όπου ξαπλώθηκαν τα χέρια που συνέχουν το σύμπαν και όπου τεντώθηκε για μας το ζωαρχικό Σώμα, και, προσκυνώντας και ασπαζόμενοι Αυτόν με πίστη, ας παίρνουμε πλούσιο τον από εκεί αγιασμό και ας τον φυλάττουμε. Έτσι και κατά την υπερένδοξη μέλλουσα παρουσία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, βλέποντάς τον να προηγείται λαμπρώς, θα αγαλλιάζουμε και θα χοροπηδούμε διαπαντός, διότι πετύχαμε την από τα δεξιά θέση και την υπεσχημένη μακαρία φωνή και ευλογία, σε δόξα του σαρκικώς σταυρωθέντος για μας Υιού και Θεού.
Διότι σε Αυτόν πρέπει δοξολογία, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, Ομιλίες Α΄- Κ΄, ομιλία ΙΑ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2004, τόμος 9, σελίδες 282-325.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.