Ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα

(Γράφει εἰδικὸς συνεργάτης)

Εἶναι ἐκπεφρασμένη καὶ δεδηλωμένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου νὰ προβεῖ σὲ ἐνέργειες γιὰ νὰ ἀλλάξουμε τὸν ἑορτασμὸ τοῦ ὀρ­θόδοξου Πάσχα ἔτσι ὥστε νὰ ἑορτάζεται τὴν ἴδια ἡμερομηνία μὲ τοὺς καθολικοὺς καὶ ἔτσι ὅλοι οἱ χριστιανοὶ νὰ ἑορτάζουν, νὰ συνεορτάζουν, ὅλοι μαζὶ τὴν μεγαλύτερη χριστιανικὴ ἑορτὴ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας.

Προφανῶς γιὰ κάποιον ποὺ ἔχει συνηθίσει νὰ συμπροσεύχεται μὲ τοὺς καθολικοὺς καὶ νὰ καλεῖ τὸν πάπα σὲ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα νὰ συμμετέχει στὴν ὀρ­θόδοξη λειτουργία ἐνεργὰ ἀπαγγέλλοντας τὸ Πάτερ ἡμῶν μετὰ τὸν καθαγιασμὸ τῶν Τιμίων Δώρων καὶ λίγο πρὶν κοινωνήσουν οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί, ὁ συνεορτα­σμὸς τοῦ Πάσχα μαζὶ μὲ τοὺς καθολικοὺς δὲν θὰ πρέπει νὰ θεωρεῖται πρόβλημα· ἀντιθέτως θὰ πρέπει νὰ θεωρεῖται ὡς κάτι εὔλογο καὶ θεμιτό, ἴσως καὶ ἀναγκαῖο.

Ὁ καθένας μπορεῖ νὰ καταλάβει ὅτι πρόκειται ξεκάθαρα γιὰ μία ἐπὶ μέρους τακτικὴ κίνηση στὸν ὅλο σχεδιασμὸ τῆς ἕνωσης τῶν ὀρθοδόξων μὲ τοὺς καθολικούς. Δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε λοιπὸν πολλὰ πράγματα, διότι γιὰ κάποιον ποὺ θεωρεῖ τοὺς καθολικοὺς ὡς αἵρεση, ὅ­πως καὶ εἶναι δηλαδή, εἶναι τελείως ἀδι­ανόητη καὶ ἀπαράδεκτη μιὰ τέτοια κίνηση. Κάποιος πάλι ποὺ δὲν βλέπει τοὺς καθολικοὺς ὡς αἱρετικοὺς καὶ ἐμφορεῖ­ται ἀπὸ τὸ κοσμικὸ πνεῦμα, πῶς θὰ μποροῦσε νὰ πειστεῖ ὅτι εἶναι λάθος καὶ ἀντικανονικὸ νὰ συνεορτάζουν οἱ ὀρθόδοξοι μὲ τοὺς καθολικούς; Ἂν δὲν καταλαβαίνει τὸ μεῖζον, θὰ καταλάβει τὸ ἔλασσον; Ἔχει κανένα νόημα νὰ προσπαθήσει νὰ τὸν πείσει κάποιος γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα, ὅταν εἶναι δεδομένο στὴ σκέψη του ὅτι οἱ χριστιανοὶ θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἑνωμένοι μεταξύ τους καὶ ὄχι διαιρεμένοι; Ἡ συζήτηση λοιπὸν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ὄχι ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα, ἀλλὰ τὸ γιατί δὲν μποροῦν οἱ ὀρθόδοξοι νὰ εἶναι ἑνωμένοι μὲ κανέναν τρόπο μὲ τοὺς καθολικούς. Διότι ἂν μιλήσεις μὲ ἀνθρώπους ἀκατήχητους, οἱ ὁποῖοι πάνε δύο φορὲς τὸν χρόνο στὴν ἐκκλησία καὶ τῶν ὁποίων ὁ τρόπος σκέψης εἶναι γαλουχημένος καὶ διαμορφωμένος ἀπὸ τὴν τηλεόραση, θὰ σοῦ ποῦν ὅτι εἶναι καὶ ἀντιχριστιανικὸ νὰ μὴν γιορτάζουμε ὅλοι μαζί, διότι ὁ Χριστὸς εἶναι ἀγάπη, ὅπως λέγανε, καὶ ὅτι ἀντιχριστιανικὸ εἶναι τὸ νὰ μὴν ἐπιτρέπουμε στοὺς ὁμοφυλόφιλους νὰ παντρεύονται καὶ νὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν. Ὅταν λοιπὸν ἡ κοινωνία μας ἔχει φτάσει σὲ τέτοιο βαθμὸ ἀνατροπῆς τοῦ εὐαγγελίου, τὸ νὰ μιλήσεις γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα σ᾽ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, ἀκούγεται στ᾽ αὐτιά τους ὡς κάτι τελείως παρωχημένο, ἀναχρονιστικό, φα­νατικό, σκοταδιστικὸ κλπ.

Θὰ πεῖ κάποιος: ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία μπορεῖ νὰ περνάει ὁ λόγος ὅλων αὐτῶν καὶ νὰ διαλύουν τὴν κοινωνία μέρα μὲ τὴ μέρα ὅλο καὶ περισσότερο. Τοὐλάχιστον ὅμως μέσα στὴν ἐκκλησία δὲν μποροῦν νὰ ἐπιβάλλουν τὴ γνώμη τους. Εἶναι καθαρὰ θέμα ἐκκλησιαστικό. Ἀλλὰ καὶ μέσα στὴν ἐκκλησία. Πῶς μπορεῖς νὰ πείσεις ἀνθρώπους ποὺ ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ οἰκουμενισμοῦ γιὰ τὸ θέμα τοῦ ἑορτασμοῦ; Εἶναι σὰν νὰ προσπαθεῖς νὰ πείσεις τὴν μηλιὰ νὰ μὴν βγάζει μῆλα ἀλλὰ νὰ βγάζει ἀχλάδια. Τὸ πρόβλημα λοιπὸν δὲν εἶναι στὸ συμβεβηκὸς ἀλλὰ στὴν οὐσία τοῦ τρόπου σκέψης καὶ στάσης ζωῆς καὶ πίστης αὐτῶν τῶν ἀν­θρώπων. Καὶ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ τὰ συνοδικὰ ὄργανα δὲν κινοῦνται πρὸς τὴν ἐπίλυση αὐτῶν τῶν αἱρετικῶν τρόπων σκέψης καταδικάζοντάς τους καὶ ἀποβάλλοντάς τους ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, ἀλλὰ ἀν­τί­θετα ἔχουν τὴν ὑποστήριξη τῶν ἰσχυ­ρῶν ποὺ κυβερνοῦν καὶ ἐνισχύονται στὸ ἔργο τους, τὰ πράγματα θὰ βαδίζουν ὁ­λοένα καὶ περισσότερο σ᾽ αὐτὴν τὴν κατεύθυνση, χωρὶς νὰ μπορεῖ κάποιος νὰ τοὺς πείσει μὲ ἐπιχειρήματα.

Αὐτὸ ὅμως ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ ἐξ­ετάσουμε εἶναι τὸ ἑξῆς: ὑπάρχουν ἄν­θρω­ποι ποὺ ἐκκλησιάζονται οἱ ὁποῖοι οὔτε οἰκουμενιστὲς εἶναι, οὔτε τελείως ἐκ­κοσμικευμένοι εἶναι, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἐπηρεάζονται εὔκολα. «Γιὰ νὰ τὸ λέει ὁ ἐπίσκοπος ἔτσι θὰ εἶναι. Γιὰ νὰ τὸ λένε καὶ στὶς εἰδήσεις, ὁπωσδήποτε θὰ ἔχουν δίκιο». Ἂν λοιπὸν ληφθεῖ ἡ ἀπόφαση ἀ­πὸ τὰ ἀνώτερα κλιμάκια καὶ προωθηθεῖ στὸν κόσμο μὲ τὰ κατάλληλα ἐπιχειρήματα (θεολογικὰ καὶ μή), εἶναι ἐπιρρεπεῖς πολλοὶ ἄνθρωποι νὰ ἀκολουθήσουν ἀπὸ πίσω. Εἰδικὰ ἀπὸ τὴ στι­γμὴ ποὺ δὲν μιλᾶ­με γιὰ μία ἄμεση ἕνωση μὲ τοὺς καθολικούς.

Γι᾽ αὐτὸ καὶ εἶναι πολὺ πιὸ ἐπικίνδυνη αὐτὴ ἡ κίνηση, διότι ἂν ἀποφασίζανε καὶ ἀνακοινώνανε τὴν ἕνωση μὲ τοὺς καθολικούς, τότε τὰ πράγματα θὰ ἦταν ἐμφα­νῆ καὶ πολλοὶ ποὺ ἔχουν ἀκόμα κάποιο ὀρθόδοξο αἰσθητήριο ζωντανό, θὰ καταλαβαίνανε τὸ ἄτοπο καὶ θὰ ἀντιδρούσανε, δὲν θὰ τὸ δεχόντουσαν. Ἐνῶ μὲ αὐτὴν τὴν κίνηση τοῦ ἑορτασμοῦ, ποὺ ἀκολουθεῖ τὴν τακτικὴ τοῦ σαλαμιοῦ, λίγο-λίγο, οἱ περισσότεροι δὲν θὰ ἀντιδράσουν. Δι­ότι γιὰ πολλοὺς ἡ κόκκινη γραμμὴ εἶναι τὸ κοινὸ ποτήριο. Ὅλα τὰ ὑπόλοιπα θὰ τὰ δεχθοῦν. Καὶ θὰ ἀρχίσουν καὶ πάλι οἱ συζητήσεις καὶ θὰ ἐμφανιστοῦν καὶ πάλι οἱ «ψύχραιμες» αὐτὲς φωνὲς ποὺ θὰ λένε ὅτι δὲν εἶναι δογματικὸ ζήτημα τὸ θέμα τοῦ πότε θὰ ἑορτάσουμε μία ἑορτὴ καὶ θὰ ἀνασύρουν ἀπὸ τὴν ἱστορία τὰ γεγονότα καὶ θὰ λένε: ὁρίστε, παλιότερα ἄλλη ἡμερομηνία γιόρταζαν τὸ Πάσχα, ἄρα δὲν εἶναι κάτι ποὺ δὲν ἀλλάζει. Καὶ ἔτσι, μπροστὰ στοὺς εἰδήμονες καὶ γιὰ χάριν τῆς ὑπακοῆς πολλοὶ θὰ ὑποχωρήσουν καὶ θὰ τὸ δεχθοῦν καὶ αὐτὸ ἀδιαμαρτύρητα, ὅπως καὶ τόσα ἄλλα. Τὸ πείραμα ἄλλωστε ἔχει ἤδη γίνει καὶ ἦταν ἐπιτυχημένο. Μὲ τὴν ἴδια συνταγὴ θὰ πιά­σει καὶ πάλι.

Ὄντως λοιπόν, ὅπως λέει καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: ὁ Θεὸς ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴ φύλαξη ὁρισμένων ἡμερῶν. Ὅταν στὸ εὐαγγέλιο κρίνει τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς κρίνει γιατὶ δὲν ἦταν ἐλεήμονες καὶ φιλεύσπλαχνοι, γιατὶ εἶχαν μνησικακία, γιατὶ ἦταν ἀκάθαρτοι ἀπὸ τὸ σαρκικὸ ἁμάρτημα τῆς πορνείας, ἀλλὰ κανέναν δὲν ἔκρινε ἐπειδὴ τέλεσε τὸ Πάσχα αὐτὸν ἢ τὸν ἄλλο μῆνα. Πόσο μᾶλ­λον ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ κάθε νομικὴ ὑποχρέωση καὶ τὸ πολίτευμά μας βρίσκεται ἐπάνω στοὺς οὐρανοὺς ὅ­που δὲν ὑπάρχουν μῆνες καὶ ἥλιος καὶ σελήνη καὶ οἱ κύκλοι τους.

Ἂς δεχθοῦμε λοιπὸν ὅτι δὲν εἶναι θέμα ἀκρίβειας χρόνου καὶ ἡμερῶν, ὁπότε μπο­ρεῖ νὰ ἀλλάξει ἡ ἡμερομηνία. Ἂν ἀ­κο­λουθήσουμε ὅμως τὸν ὑπολογισμὸ τῶν καθολικῶν, τότε τὸ Πάσχα θὰ πέφτει πολλὲς φορὲς εἴτε μαζί, εἴτε πρὶν ἀπὸ τὸ ἑβραϊκὸ Πάσχα καὶ ἔτσι θὰ ἀντιβαίνουμε στὸν κανόνα τῆς Α΄ Οἰκ. Συνόδου ποὺ ἀ­παγορεύει κάτι τέτοιο. Βέβαια τέτοιου εἴδους κανόνες καὶ τέτοιου εἴδους λεπτομέρειες τὶς ἔχουμε ξεπεράσει ἤδη μὲ τὸ νὰ θέλουμε νὰ συνεορτάσουμε μὲ τοὺς καθολικούς. Θὰ μᾶς πειράξει ἂν ἑορτάζουν μαζὶ καὶ οἱ Ἑβραῖοι;

Οἱ πατέρες ὅμως λένε ὅτι πρέπει πρῶ­τα νὰ προηγεῖται τὸ ἑβραϊκὸ Πάσχα, ποὺ εἶναι ὁ τύπος τοῦ δικοῦ μας Πάσχα, καὶ ἔ­πειτα νὰ ἀκολουθεῖ τὸ τυπούμενο. Πρῶ­τα πρέπει νὰ προηγεῖται ἡ σφαγὴ τοῦ ἀμνοῦ καὶ ἔπειτα νὰ ἀκολουθεῖ ὁ θάνατος καὶ ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Καὶ ἄλ­λωστε αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ τάξη τῶν πραγμάτων ὅπως ἔγινε στὴν πραγματικότητα. Πρῶτα γιόρτασαν οἱ Ἰουδαῖοι τὸ δικό τους Πάσχα καὶ μετὰ ἔγινε ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Προφανῶς ὅμως καὶ αὐτὰ εἶναι δευτερεύοντα. Ἐδῶ δὲν διστάσαμε νὰ κάνουμε Ἀνάσταση ἀπόγευμα πρὸς βράδυ Σαββάτου, θὰ μᾶς πειράξει ἂν κάνουμε Πάσχα πρὶν τοὺς Ἑβραίους; Ἄλ­λωσ­τε ἂν καταλαβαίνω καλά, τὸ «νομι­κὸν φάσκα» τῶν Ἑβραίων, ποὺ ἀναγράφεται στὰ Ὡρολόγιά μας καὶ στὰ Τυπικά μας, πέφτει μετὰ τῶν καθολικῶν πολλὲς φορὲς διότι αὐτὸ εἶναι ὑπολογισμένο μὲ τοὺς ἀρχαίους ὑπολογισμοὺς μὲ τοὺς ὁ­ποίους ὑπολόγιζαν τὴν ἀρχαία νομικὴ ἑορτὴ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Πάσχα. Τοὺς ἴδιους ὑπολογισμοὺς δηλαδὴ ποὺ κάνουμε καὶ ἐμεῖς γιὰ νὰ προσδιορίσουμε τὸ δικό μας Πάσχα. Κατόπιν ὅμως οἱ Ἑβραῖοι εἶδαν τὸ ἀστρονομικὸ σφάλμα ποὺ ὑπάρχει στοὺς ὑπολογισμοὺς αὐτοὺς καὶ ἐν μέρει διόρθωσαν τοὺς ὑπολογισμούς τους. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τὸ 2021 γιὰ παράδειγμα ποὺ εἶχε προκύψει τὸ ζήτημα μὲ τὴν ἀλλαγὴ τῆς ὥρας, τὰ δικά μας βιβλία ἔγραφαν ὅτι τὸ «νομικὸ φάσκα» πέφτει τὴν 1η Μαΐου, ἀλ­λὰ στὴν πραγματικότητα οἱ Ἑβραῖοι εἶχαν ἑορτάσει τὸ Πάσχα τοὺς ἀπὸ 27/3 ἕως 4/4, ἄρα ἀκολουθοῦν ἄλλους ὑπολογισμοὺς ἀ­πὸ αὐτοὺς ποὺ ἀκολουθοῦμε ἐμεῖς. Παρ᾽ ὅλ᾽ αὐτὰ ὅμως ἐξακολουθοῦν νὰ ἔχουν κάποια σφάλματα στοὺς ὑπολογισμούς τους, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὑπάρχουν περιπτώσεις κατὰ τὶς ὁποῖες τὸ ἑβραϊκὸ Πάσχα δὲν συμπίπτει μὲ τὴν πρώτη ἐαρινὴ πανσέληνο ἀλλὰ μὲ τὴν δεύτερη. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκ­κλησία ἐξακολουθεῖ νὰ λαμβάνει ὑπ᾽ ὄψιν της τὸ «Νομικὸ Φάσκα», ὥστε νὰ μὴν παραβιάζεται ὁ ὅρος τῆς Α΄ Οἰκ. Συνόδου σὲ σχέση μὲ τὸ ἑβραϊκὸ Πάσχα. Θὰ μποροῦσε βέβαια νὰ ὑπάρξει μία μέση λύση καὶ νὰ ἀλλάξουμε τὸ Πάσχα μόνο ὅπου τὸ ἔχουν διορθώσει καὶ οἱ Ἑβραῖοι ἢ εἶναι ἱκανοὶ νὰ ἔρθουν σὲ συνεννόηση καὶ μὲ τοὺς Ἑβραίους οὕτως ὥστε νὰ τὸ διορθώσουν καὶ αὐτοὶ περαιτέρω καὶ ἔτσι νὰ συγχρονίσουμε ὅλοι τοὺς ἑορτασμούς μας μὲ τὴν κανονικὴ πρώτη ἐαρινὴ πανσέληνο. Καὶ ἔτσι θὰ μποροῦσαν νὰ ἐπιχειρηματολογήσουν κάποιοι ὅτι δὲν φεύγουμε ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῶν πατέρων τῆς Α΄ Οἰκ. Συνόδου.

Τὸ νὰ ἐμμένουμε σὲ ξεκάθαρα ἐσφαλμένους τρόπους ὑπολογισμοῦ μιᾶς ἡμερομηνίας μὲ τὴν δικαιολογία ὅτι ἀλλιῶς θὰ προσβάλλουμε τὴν θεοπνευστία τῶν πατέρων, εἶναι ἂν μή τι ἄλλο σκοταδισμός. Δηλαδὴ πρέπει νὰ στρουθοκαμηλίζουμε καὶ νὰ μὴν βλέπουμε τὸ σφάλμα ποὺ εἶναι μπροστά μας γιὰ νὰ μὴν προσβάλλουμε τὴν θεοπνευστία; Μὰ ἔτσι εἶναι ποὺ προσ­βάλλουμε τὴν θεοπνευστία, ὅταν ἰσχυριζόμαστε ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔδωσε λάθος ὑπολογισμοὺς ποὺ δὲν συμφωνοῦν μὲ τοὺς ἡλιακοὺς καὶ τοὺς σεληνιακοὺς κύκλους. Ἡ θεοπνευστία τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου δὲν ἔγκειται στοὺς ἀστρονομικοὺς ὑπολογισμούς. Οἱ ἐν λόγῳ ὑπολογισμοὶ προέκυψαν ἀπὸ τοὺς ὑπολογισμοὺς ποὺ ἔκαναν οἱ ἀστρονόμοι ἐκείνης τῆς ἐ­ποχῆς. Τοὺς χρησιμοποίησαν δηλαδὴ λαμβάνοντάς τους ἀπὸ τοὺς ἐπιστήμονες τῆς ἐποχῆς, δὲν τοὺς συνέθεσαν οἱ ἴδιοι μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸ ἂς γίνει μάθημα σὲ πολλοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐμπιστεύονται τὰ ἐπιστημονικὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς τους μὲ ἀ­κλό­νητη πίστη. Τὸ νὰ ἐμμένουμε λοιπὸν στοὺς ὑπολογισμοὺς αὐτοὺς ὡς ὀρθοὺς εἶναι σὰν νὰ ἐμμένουμε στὸ ὅτι ἡ γῆ εἶναι ἐπίπεδη ἐπειδὴ κάποιοι πατέρες στὰ συγγράμματά τους εἶχαν αὐτὴ τὴν ἀντίληψη διότι αὐτὴ ἦταν ἡ ἀντίληψη τῆς ἐποχῆς τους. Ἄλλο πρᾶγμα λοιπὸν εἶναι ἡ θεοπνευστία τῶν πατέρων καὶ ἄλλο πρᾶγμα ἡ χρήση τῶν ἐπιστημονικῶν δεδομένων τῆς ἐποχῆς τους. Ἔτσι δηλαδή, ὅσοι δὲν ἀκολουθήσουν τὴν ἀλλαγὴ θὰ παρουσιαστοῦν καὶ ὡς σκοταδιστές.

Ὅπως βλέπουμε λοιπόν, ὅταν κάποιος μπεῖ στὴν λογικὴ αὐτὴ νὰ ἀποδομεῖ ὅ,τι μπορεῖ νὰ ἀποδομηθεῖ καὶ νὰ ἀλλάζει ὅ,τι δὲν εἶναι δογματικό, μὲ τὴν στενὴ ἔννοια τοῦ ὅρου, εἶναι δύσκολο νὰ φανταστοῦμε ποῦ θὰ μποροῦσε νὰ σταματήσει. Θὰ μποροῦσε κάλλιστα νὰ ἀφαιρέσει τὰ πάντα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία καὶ θὰ μποροῦσε νὰ δι­αμορφώσει μία ἐκκλησία ὅμοια μὲ τὴν καθολικὴ καὶ ἁπλῶς νὰ διατηρήσει τὸ Πιστεύω τὸ ἴδιο καὶ τὴν μνημόνευση τοῦ ὀρ­θόδοξου μητροπολίτου καὶ νὰ λέει ὅτι αὐ­τὸ τὸ πρᾶγμα ποὺ ἔφτιαξε εἶναι ὀρθόδοξο. Νὰ κάνει δηλαδὴ μία Οὐνία ἀπὸ τὴν ἀνάποδη πλευρά. Ἡ πραγματικότητα βέβαια εἶναι ὅτι ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ μπῆκε στὴ λογικὴ αὐτὴ τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ στὴ λογικὴ αὐτὴ τοῦ νὰ κρίνει ὅ,τι παρέλαβε, τὴν παρακαταθήκη ποὺ παρέλαβε ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, καὶ νὰ τὴν ἀλλάζει κατὰ τὸ δοκοῦν, ἔχει μπεῖ ἤδη στὸ φάσμα τῆς αἵρεσης καὶ στὴ λογικὴ τῆς αἵρεσης. Ἂς θυμηθοῦμε τὸν ἅγιο Νικόδημο ποὺ κάθισε καὶ ἔγραψε ἕνα πόνημα ποὺ τὸ ὀνόμασε «Ὁ­μο­λογία Πίστεως» καὶ μέσα ἐκεῖ, μεταξὺ ἄλλων, ἀναλύει τὸ θέμα τῶν κολλύβων καὶ τῶν μνημοσύνων. Αὐτὸ καὶ μόνο μᾶς δείχνει ὅτι δὲν ἔχουμε καταλάβει καλὰ τί εἶναι θέμα πίστης καὶ τί δὲν εἶναι καὶ μὲ μεγάλη εὐκολία λέμε συνεχῶς: δὲν εἶναι δογματικὸ τὸ ἕνα καὶ δὲν εἶναι δογματικὸ τὸ ἄλλο καὶ τὰ ἀλλάζουμε ὅλα κατὰ τὸ δοκοῦν. Λὲς καὶ κάνουμε ἀνακαίνιση στὸ σπί­τι μας καὶ κάνουμε ὅ,τι θέλουμε.

Τὸ πρόβλημα λοιπὸν δὲν εἶναι νὰ εἴμαστε σωστοὶ ἀστρονομικά. Ὅπως λέει καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία δὲν ξέρει χρόνων ἀκρίβεια καὶ ἡμερῶν παρατήρηση. Τὸ ὅτι ἦταν λάθος ἀστρονομικὰ ὁ ὑπολογισμός, τὸ ἤξεραν οἱ πατέρες ὅπως λέει καὶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, δὲν ἦταν ὅτι δὲν τὸ ἤ­ξεραν καὶ τὸ ἀνακαλύψαμε ἐμεῖς τώρα, τὸ ἤξεραν ἀλλὰ ἤξεραν ἐπίσης ὅτι δὲν εἶναι αὐτὸ τὸ θέμα. Καὶ ποιό εἶναι τὸ βασικὸ θέμα; Νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι μὲ τὴν ἐκκλησία. Ἑορτάζοντας τὴν συγκεκριμένη ἡμερομηνία τὸ Πάσχα τιμοῦμε τοὺς πατέρες ποὺ συνάχθηκαν στὴν πρώτη οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ διόρισαν πότε νὰ γίνεται τὸ Πάσχα. Τιμῶσα ἡ Ἐκκλησία πανταχοῦ τὴν συμ­φωνία καὶ τὴν ἕνωση, δέχθηκε τὸν δι­ορισμὸ ποὺ ἐκεῖνοι ἔκαναν. Ἔτσι λοιπόν, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος, ἔπρεπε καὶ οἱ Λατῖνοι νὰ τιμήσουν τὴν συμφωνία καὶ τὴν ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας περισσότερο πα­ρὰ τὴν παρατήρηση τῶν χρόνων. Καὶ ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: κι ἂν ἀκόμα ἡ Ἐκκλησία διέπραττε σφάλμα, δὲν θὰ ἦταν τὸ κατόρθωμα ἀπὸ τὴν ἀκριβῆ τήρηση τῶν χρόνων τόσο μεγάλο, ὅσο εἶναι τὸ ἔγκλημα ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴ διαίρεση καὶ τὸ σχίσμα. Δὲν ἀποτελεῖ ἔγκλημα τὸ πότε ἑορτάζουμε τὸ Πάσχα, ἀλλὰ ἔγκλημα καὶ μάλιστα ἀσυγχώρητο καὶ ἄξιο καταδίκης καὶ πρόξενο μεγάλης τιμωρίας εἶναι ἡ διαίρεση τῆς ἐκκλησίας.

Αὐτὸ λοιπὸν πρέπει νὰ ἐξετάσουμε καὶ νὰ δοῦμε τί εἶναι ἡ διαίρεση τῆς ἐκκλησίας καὶ τί εἶναι ἡ ἑνότητα τῆς ἐκκλησίας. Κατ᾽ ἀρχὰς νομίζω ὅτι εἶναι εὐκόλως κατανο­ητὸ στὸν καθένα ὅτι μιὰ ἀλλαγὴ στὴν ἑ­ορτὴ τοῦ Πάσχα θὰ προκαλέσει σίγουρα τὴν ἀπόσχι­ση ἑνὸς τμήματος τῆς ἐκκλησί­ας, μᾶλλον σημαντικοῦ. Οἱ διοικοῦντες τὴν ἐκκλησία ὅμως ποὺ θὰ κάνουν τὴν ἀλ­λαγὴ θὰ ρίξουν τὸ βάρος τοῦ σχίσματος σὲ αὐτοὺς ποὺ θὰ ἀποσχιστοῦν. Θὰ παρουσιάσουν τοὺς ἑαυτούς τους ὡς ἔχοντες τὸ δικαίωμα νὰ κάνουν τὴν ἀλλαγὴ ποὺ ἔκαναν καὶ τὸν πιστὸ λαὸ ὡς ὑποχρεωμένο νὰ συμμορφωθεῖ. Σὲ περίπτωση ποὺ δὲν συμ­μορφωθεῖ θὰ εἶναι αὐτὸς ὁ ὑπαίτιος τοῦ σχίσματος. Τὸ ἴδιο ἀ­κριβῶς δηλαδὴ ποὺ ἔγινε καὶ στὴν Οὐκρανία, ὅπου πήγαν καὶ ἔκαναν ὅ,τι ἔκαναν καὶ μετὰ δημιουργήθηκε μέγα σχίσμα μέσα στὴν ἐκκλησία γιὰ τὸ ὁποῖο παρουσιάζον­ται ἀδιάφοροι καὶ κατηγοροῦν αὐτοὺς ποὺ δὲν συμφωνοῦν μὲ τὶς ἐνέργειές τους ὡς τοὺς ὑπεύθυνους τοῦ σχίσματος. Στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία ὅμως ποτέ ὁ πιστὸς λαὸς δὲν ἦταν ἄ­βουλα ρομποτάκια ποὺ δὲν ἀντιδρᾶνε σὲ τίποτα. Ἴσα-ἴσα ποὺ ἐνίοτε ἐξέφραζε καὶ πολὺ ἔντονα τὶς ἀντιρρήσεις του. Γι᾽ αὐτὸ ἄλλωστε καὶ τὸ 1848 οἱ ὀρθόδοξοι πατρι­άρχες διετράνωσαν τὴν ἀλήθεια ὅτι ὁ ἴδι­ος ὁ λαὸς εἶναι ὁ θεματοφύλακας τῆς ὀρ­θόδοξης πίστης.

Δὲν βρίσκεται λοιπὸν ἐκτὸς παραδόσεως ὁ λαὸς ὅταν ἀντιδράει. Ἐκτὸς παραδόσεως βρίσκονται οἱ διοικοῦντες τὴν ἐκκλησία, ὅταν δὲν λαμβάνουν ὑπ᾽ ὄψιν τους τὴν ἀντίδραση τοῦ λαοῦ καὶ δὲν λαμβάνουν ἀ­ποφάσεις μὲ σκοπὸ τὴν ἑνότητα, ἀλ­λὰ ἀν­τιθέτως λαμβάνουν ἀποφάσεις ἀδιαφο­ρών­­­τας γιὰ τὰ ἀποτελέσματά τους στὴν ἑ­νό­τη­τα τῆς ἐκκλησίας. Ἐδῶ λοιπὸν ἔγκειται ἡ δι­αφορά. Οἱ πατέρες τῆς Α΄ Οἰκ. Συνόδου καθόρισαν τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα μὲ σκο­πὸ νὰ ἐπιφέρουν ἑνότητα στὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα τῆς ἐκκλησίας. Γι᾽ αὐ­τὸ καὶ οἱ ἀποφάσεις τους ἐντάχθηκαν στὴν παράδοση τῆς ἐκκλησίας καὶ τὸ πλήρωμα τῆς ἐκκλη­σίας δέχθηκε τὶς ἀποφάσεις τους, τιμώντας τὴν συμφωνία καὶ τὴν ἕνωση. Πῶς λοιπὸν περιμένουν κάποιοι νὰ γίνουν δεκτὲς οἱ ἀποφάσεις τους ὅταν ἐκ τῶν προτέρων ξέρουμε ὅτι θὰ ἐπιφέρουν σχίσματα καὶ διαιρέσεις;

Ἡ ἑνότητα τῆς ἐκκλησίας ὅμως εἶναι κάτι ἀκόμα βαθύτερο, τὸ ὁποῖο μᾶς δείχνει καὶ τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ ἐκκλησία. Ἡ ἑνότητα δὲν περιορίζεται μόνο στὸ παρὸν ἀλλὰ ἐκ­τείνεται καὶ στὸ παρελθὸν καὶ φτάνει καὶ μέχρι τὰ ἔσχατα. Πρῶτ᾽ ἀπ᾽ ὅλα ἡ ἑνότητα τῆς ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἑνότητά μας μὲ τοὺς ἁγίους. Ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς, ὁ πιστὸς δὲν σώζεται μόνος του. Μόνο «σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις» μπορεῖ νὰ γνωρί­σει τὸν Χριστό. Τὴν ἁγία ζωὴ δὲν μποροῦ­με νὰ τὴ ζοῦμε μόνοι μας, ἀλλὰ πάντοτε «σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις». Αὐτὸ εἶναι ἕνα βαθὺ μυστήριο τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας. Πρέπει λοιπὸν ὁπωσδήποτε νὰ μένουμε ἑ­νωμένοι μὲ τοὺς ἁγίους μας. Ὅ­ταν λέμε πα­ράδοση τῆς ἐκκλησίας, στὴν πραγματικότητα εἶναι οἱ ἅγιοι τῆς ἐκκλησίας. Γι᾽ αὐτὸ λοιπὸν εἶναι τόσο σημαντικὸ νὰ διατηροῦ­­με ὅ,τι παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς ἁγίους καὶ νὰ θέτουμε τὸν ἑαυτό μας στὴν συνέχεια αὐτῆς τῆς ἁλυσίδας καὶ σὲ καμμία περίπτω­ση νὰ μὴν διασπᾶμε αὐτὴν τὴν ἁλυσίδα. Τὸν σημαντικότατο αὐτὸ καὶ ζωτικῆς σημασίας ρόλο παίζει καὶ ἡ πιστότητά μας στὸν Πασχάλιο Κανόνα ποὺ μᾶς παρέδωσαν οἱ πατέρες τῆς Α΄ Οἰκ. Συνόδου, κι ἂς μὴν εἶναι καὶ σωστὸς ἀστρονομικά. Γι᾽ αὐτὸ καὶ βλέπουμε ἁγίους, ὅπως τὸν ἅγιο Δανιὴλ τὸν Κατουνακιώτη νὰ θεωρεῖ ἀπαράδεκτο ἀκόμα καὶ ἀπὸ μία παν­ορθόδοξη σύνοδο (πόσο μᾶλλον τὴν ἀπόφαση ἑνὸς πατριάρχη), νὰ μεταβάλει τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, λέγοντας ὅτι κάτι τέτοιο θὰ ἦταν σὰν νὰ καθίζαμε στὸ σκαμνὶ τὴν Α´ Οἰκ. Σύνοδο γιὰ νὰ τὴν δικάσουμε. Δείχνει ἀσέβεια κάτι τέτοιο ὄχι μόνο πρὸς τοὺς πατέρες τῆς Α΄ Οἰκ. Συνόδου ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἑπόμενους θεοφόρους πατέρες οἱ ὁποῖοι καὶ αὐτοὶ παρέβλεψαν ἐν γνώσει τους τὸ ζήτημα τῆς διορθώσεως τῆς ἰσημερίας ὡς ἀζήμιον γιὰ νὰ διατηρήσουν τὴν οὐσία.

Καὶ ἡ οὐσία βέβαια εἶναι ἡ ἑνότητα τῆς ἐκκλησίας, ὅπου ἑνότητα εἶναι καὶ ἡ ἑνότητά μας μὲ τοὺς ἁγίους καὶ θεοφόρους πατέρες. Ἐδῶ κάτι ἁπλὸ σοῦ ἀφήνει ὁ πατέρας σου ἢ ἡ μητέρα σου καὶ δὲν τὸ πετᾶς καὶ τὸ κρατᾶς γιὰ νὰ σοῦ θυμίζει τὴν παρουσία του, ἀκόμα κι ἂν δὲν ταιριάζει μὲ τὰ ὑπόλοιπα πράγματα ποὺ ἔχεις στὸ σπίτι σου, διότι εἶναι σημαντικότερο νὰ διατηρήσεις αὐτὸ ποὺ σοῦ ἔδωσε ὁ πατέρας σου παρὰ νὰ πετύχεις τὴν καλύτερη καὶ ἁρμονικότερη διακόσμηση τοῦ σπιτιοῦ σου. Πόσο μᾶλλον ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὴν ἐκ­κλησία καὶ γιὰ τοὺς θεοφόρους πατέρες ποὺ συνέστησαν τὶς οἰκουμενικὲς συνόδους.

Καὶ ἡ οὐσία βέβαια εἶναι τὸ νὰ μὴν συν­εορτάζουμε καὶ νὰ μὴν συμφυρόμαστε μὲ οἱονδήποτε τρόπο μὲ τοὺς αἱρετικούς. Αὐ­τὸ εἶναι θέμα πίστης. Ὅταν λοιπὸν αὐτὸς ἀκριβῶς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο θέλουμε νὰ ἀλλάξουμε τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, γιὰ νὰ συνεορτάσουμε μὲ τοὺς αἱρετικούς, τότε αὐτὴ ἡ ἀλλαγὴ εἶναι θέμα πίστης. Ὅταν στοὺς κόλπους τῆς ἐκκλησίας ὑπάρχουν ἤδη δύο ἐνεργὰ μεγάλα σχίσματα, ὅπως αὐτὸ τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου καὶ αὐτὸ τοῦ οὐκρανικοῦ, καὶ δὲν καταβάλλεται καμμία προσπάθεια γιὰ νὰ ἐ­πιλυθεῖ κανένα ἀπὸ τὰ δύο, ἀντιθέτως λοι­δοροῦν­ται καὶ ἀποδιώχνονται μὲ κάθε τρόπο ὅσο πιὸ μακριὰ γίνεται αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ἀποσχισθεῖ καὶ ὑπάρχει ἀδιαφορία γιὰ τὸ ἂν θὰ μπορέσει νὰ ὑπάρξει ἐπανένωση ὅλων μας, δείχνοντας δηλαδὴ ὅτι ὑ­πάρχει ἡ διάθεση νὰ παγιωθοῦν αὐτὰ τὰ σχίσματα, καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ ἐκφράζεται τέτοια μέριμνα καὶ τέτοια φρον­τίδα γιὰ νὰ ἑορτάσουμε τὸ Πάσχα μαζὶ μὲ τοὺς καθολικοὺς καὶ τὸ ἀ­πο­τέλεσμα αὐτοῦ τοῦ συν­εορτασμοῦ θὰ εἶναι σίγουρα κατ᾽ ἀρχὰς νὰ διασπαστεῖ ὁ συνεορτασμὸς ποὺ ὑπάρχει ἤδη μὲ τοὺς παλαιοημερολογίτες, οἱ ὁ­ποῖοι εἶναι μὲν σχισματικοὶ ἀλλὰ ὀρθόδοξοι, καὶ ἐπίσης εἶναι σίγουρο ὅτι θὰ ἐπιφέρει καὶ ἕνα τρίτο μεγάλο σχίσμα στοὺς κόλπους τῆς ἐκ­κλησίας (καὶ ἀπὸ τὶς ἀντιδράσεις ποὺ θὰ ὑπάρξουν στοὺς πιστοὺς τοῦ νέου ἡμερολογίου ἀλλὰ καὶ στὶς σλαβικὲς ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες, ἀφοῦ δὲν ἔ­χουν ἀλλάξει ἀκόμα τὸ παλαιὸ ἡμερολόγιο, θὰ ἀλλάξουν τὸ πα­σχάλιο;), τότε τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι θέμα πίστης. Ὅπως θέμα πίστης εἶναι καὶ τὸ νὰ ὁμολογοῦμε τὴν συμφωνία μας καὶ τὴν ἑνότητά μας μὲ τοὺς ἁγίους Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

Καὶ τὸ ὅτι εἶναι θέμα πίστης φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ ἑξῆς: οἱ δυτικόφιλοι οὐκρανοὶ γιὰ νὰ διαφοροποιηθοῦν ἀπὸ τοὺς Ρώσους ὀρθοδόξους ἄλλαξαν τὸ ἡμερολόγιο τους καὶ ἀπὸ τὸ παλιὸ ποὺ ἀκολουθοῦσαν παραδοσιακά, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ Σλάβοι, ἐ­πέλεξαν νὰ ἀκολουθοῦν πλέον τὸ νέο ἡ­μερολόγιο ποὺ ἀκολουθοῦν οἱ Εὐρωπαῖοι. Ἀπὸ αὐτὸ τὸ παράδειγμα λοιπὸν φαίνεται ξεκάθαρα ὅτι τέτοιου εἴδους ἔθιμα δὲν εἶ­ναι ἁπλὰ ἔθιμα ἀλλὰ ἔχουν βαθύτατη συμ­βολικὴ σημασία καὶ ἐκφράζουν τὴν πίστη ἑνὸς λαοῦ. Αἰσθητοποιοῦν θὰ λέγαμε τὴν πίστη. Ἀνήκουμε δηλαδὴ ψυχικὰ καὶ ἰδεολογικὰ στὴν Δύση καὶ αὐτὸ τὸ αἰσθητοποι­οῦμε καὶ τὸ ἐκφράζουμε στὴν καθημερινότητά μας μὲ τὸ νέο ἡ­μερολόγιο. Τὸ ἡμερολόγιο λοιπὸν στὴν περίπτωση αὐτὴ δὲν εἶναι κάτι οὐδέτερο καὶ ἀδιάφορο ἀλλὰ γίνεται ἕνα σύμβολο πίστης, ἕνα σύμβολο ποὺ δείχνει ποῦ ἀνήκουμε, γι᾽ αὐ­τὸ καὶ δημιουργεῖ, καλλιεργεῖ καὶ συντηρεῖ συνειδήσεις στὸν ἁπλὸ λαό. Ἔτσι λοιπὸν ἕνα ἁπλὸ καὶ ἀδιάφορο κατὰ τ᾽ ἄλ­λα πρᾶγμα γίνεται θέμα ὁμολογίας πίστης. Κάνοντας τὸν σταυρό μου ὀρθόδοξα δὲν κάνω μόνο τὸ σταυρό μου ἀλλὰ παράλληλα ὁμολογῶ καὶ τὴν πίστη μου. Ὅ­ταν μὲ δεῖ κάποιος θὰ καταλάβει ὅτι εἶμαι ὀρθόδοξος. Αὐτὰ τὰ ἁπλὰ πράγματα καλλιεργοῦν καὶ διαμορφώνουν τὶς συνειδήσεις τοῦ ἁπλοῦ λαοῦ. Τὸ νὰ ἀλλάξουμε λοιπὸν τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα γιὰ νὰ τὴν κάνουμε ἴδια μὲ αὐτὴ τῶν καθολικῶν εἶναι σὰν νὰ κάνουμε μία δημόσια ὁμολογία πίστης στὴν ἕνωσή μας μὲ τοὺς καθολικοὺς καὶ καλλιεργοῦμε τὶς συνειδήσεις τοῦ ἁπλοῦ λαοῦ γιὰ αὐτὴν τὴν ἕνωση. Ἂν δὲν εἶναι λοιπὸν αὐτὸ θέμα πίστης, τότε ποιό εἶναι;

Γι᾽ αὐτὸ λοιπὸν πολὺ σοφὰ οἱ ἀποστολικοὶ πατέρες καὶ οἱ πατέρες τῶν συνόδων ἀπαγόρευαν νὰ συνεορτάζουμε μὲ τοὺς αἱ­ρετικούς, γιὰ νὰ προστατεύσουν τὸν πι­στὸ λαὸ ἀπὸ τὸ νὰ ἐπηρεαστεῖ ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Καὶ νὰ τύχαινε νὰ συμπέσει ἡ ἑορτή, ἐμεῖς τὴν ἀλλάζαμε γιὰ νὰ μὴν συν­εορτάσουμε (αὐτὸ ἀκριβῶς κάνουμε μὲ τὸ Πάσχα τῶν Ἑβραίων), ἔτσι ὥστε νὰ μὴν δώσουμε στὸν ἁπλὸ λαὸ τὸ λάθος μήνυμα ὅτι εἴμαστε τὸ ἴδιο μὲ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ καλλιεργηθεῖ αὐτὴ ἡ συνείδηση στὸν ἁπλὸ λαό. Εἶναι λοιπὸν καὶ θέμα πίστης καὶ θέμα βαρύτατου σκανδαλισμοῦ τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

ΚΑΠΠΑΔΟΚΗΣ