Γενέσιον του Αγίου Ιωάννου Τιμίου Προδρόμου (24/6/2022)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΓΕΝΕΣΙΟΥ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Προς Ρωμαίους, κεφ.ΙΓ΄, εδάφια 11-14 και κεφ. ΙΔ΄, εδάφια 1-4
Κεφ. ΙΓ΄ 11 Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. 12 ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. 13 ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, 14 ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας.
Κεφ. ΙΔ΄ 1Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. 2 ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. 3 ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. 4 σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
Κεφ. ΙΔ΄ 11 Ας κάνουμε λοιπόν τα έργα αυτά της αγάπης, ακούραστοι και χωρίς αναβολή, γνωρίζοντας σε ποιον καιρό ζούμε. Ζούμε σε εποχή που απαιτεί επειγόντως την άσκηση της αρετής· διότι είναι πλέον ώρα να σηκωθούμε από τον ύπνο της αμέλειας, που μας κάνει δυσκολοκίνητους στο καλό. Διότι τώρα η ημέρα της δευτέρας παρουσίας που θα σημάνει την πλήρη απολύτρωση των πιστών, είναι πλησιέστερη σε μας παρά τότε που πιστέψαμε. Εάν λοιπόν τότε δείξαμε ζήλο και δραστηριότητα, πολύ περισσότερο πρέπει να το δείξουμε και τώρα. 12 Η ζωή αυτή, που μοιάζει με νύχτα σκοτεινή, προχώρησε, ενώ η ημέρα της άλλης ζωής πλησίασε. Και αν ακόμη δεν έλθει ο Κύριος σύντομα με την ένδοξη Δευτέρα Του παρουσία, έρχεται όμως για τον καθένα μας με τον θάνατο. Πλησιάζει λοιπόν για τον καθένα μας η ημέρα της άλλης ζωής. Ας αποθέσουμε λοιπόν σαν νυκτερινά ενδύματα τα έργα της αμαρτίας, που γίνονται στο σκοτάδι, και ας ντυθούμε σαν άλλα όπλα τα φωτεινά έργα της αρετής. 13 Όπως συμπεριφέρεται κανείς την ημέρα, που τα βλέμματα πολλών τον παρακολουθούν, έτσι και εμείς ας συμπεριφερθούμε με ευπρέπεια και σεμνότητα· όχι με άσεμνα φαγοπότια και μεθύσια, ούτε με πράξεις αισχρότητας και ασέλγειας, ούτε με φιλονικίες και ζηλοτυπίες. 14 Αλλά φορέστε σαν ένδυμα της ψυχής σας τον Κύριο Ιησού Χριστό, ώστε στην όλη ζωή σας να μοιάσετε με Αυτόν. Και μη φροντίζετε για τη σάρκα πώς να ικανοποιείτε τις παράνομες επιθυμίες της. Τέτοια πρέπει να είναι η συμπεριφορά σας μέσα στην κοινωνία που ζείτε.
Κεφ.ΙΔ΄ 1Υπάρχουν όμως και μερικοί Χριστιανοί αδύνατοι στην πίστη. Να λοιπόν ποια πρέπει να είναι και προς αυτούς η συμπεριφορά σας. Να δέχεστε με καλοσύνη εκείνον που είναι αδύνατος στην πίστη και εξαρτά τη σωτηρία του και από τη διάκριση των φαγητών και των ημερών, χωρίς να συζητάτε και να επικρίνετε τις ιδέες του. 2 Άλλος βέβαια πιστεύει ότι δεν απαγορεύεται να φάει όλα τα φαγητά. Ενώ ο αδύνατος στην πίστη τρώει λαχανικά και αποφεύγει τα άλλα φαγητά από τον φόβο μήπως μολυνθεί από αυτά. 3Εκείνος που λόγω της ισχυρότερης πίστης του τρώει από όλα τα φαγητά, ας μην περιφρονεί ως στενοκέφαλο εκείνον που δεν τρώει από όλα. Και αυτός που δεν τρώει από όλα, ας μην κατακρίνει εκείνον που τρώει· διότι και αυτόν που τρώει από όλα ο Θεός τον προσέλαβε στην Εκκλησία Του. 4 Ποιος είσαι εσύ που κατακρίνεις ξένο δούλο; Αυτός δεν έχει εσένα Κύριο, αλλά τον Θεό. Σε σχέση με τον Κύριό του στέκεται ή πέφτει πνευματικά. Μάθε λοιπόν ότι ενώ εσύ τον κατακρίνεις, αυτός θα σταθεί στερεός στην πίστη· διότι ο Θεός έχει τη δύναμη να τον ανορθώσει και να τον στερεώσει.
ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ [:Ρωμ. 13, 11 έως 14,4]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν(:Και αυτά θα τα πράττουμε, έχοντας υπόψη μας την προσωρινότητα και τη βραχύτητα της παρούσας ζωής· και ότι ακόμη είναι πλέον ώρα να ξυπνήσουμε από τον ύπνο της πνευματικής ραθυμίας που μας κάνει νωθρούς για τα καλά έργα· διότι τώρα είναι πιο κοντά η ημέρα της σωτηρίας και απολυτρώσεώς μας, παρά όσο ήταν τότε που πιστέψαμε)»[Ρωμ. 13,11].
Αφού ο απόστολος Παύλος ανέθεσε ως καθήκοντα στους Ρωμαίους όλα όσα ήταν αναγκαίο να πράττουν, τους παρακινεί πάλι προς την επιτέλεση των αγαθών πράξεων, αφορμώμενος τώρα από το επιχείρημα του κατεπείγοντος. «Γιατί ο καιρός της κρίσεως», λέγει, «είναι πολύ κοντά», όπως ακριβώς έγραφε και στους Κορινθίους, ότι «ὁ καιρὸς συνεσταλμένος τὸ λοιπόν ἐστιν (:ο καιρός πλέον είναι λίγος και περιορισμένος)»[Α΄Κορ.7,29] · και στους Εβραίους πάλι: « Ἒτι γὰρ μικρὸν ὅσον ὅσον, ὁ ἐρχόμενος ἥξει καὶ οὐ χρονιεῖ(:Καλλιεργείστε και τονώστε την υπομονή σας, διότι πολύ λίγος χρόνος απομένει, και ο Κύριος, ο ερχόμενος για να κρίνει ζώντες και νεκρούς, θα έλθει πάλι και δε θα αργήσει)»[Εβρ. 10,37]. Αλλά εκεί τα έλεγε αυτά για να τονώσει εκείνους που κοπίαζαν και για να τους παρηγορήσει για τους ιδρώτες των διαδοχικών πειρασμών, ενώ εδώ για να αφυπνίσει εκείνους που κοιμούνταν· και πράγματι αυτός ο λόγος μάς είναι χρήσιμος και για τα δύο[και για παρηγοριά δηλαδή και για αφύπνιση από τη νάρκη των καθημερινών μεριμνών για την παρούσα ζωή].
Τι όμως σημαίνει αυτό που λέγει «ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι (:είναι ώρα να σηκωθούμε από τον ύπνο)»[Ρωμ.13,11]; Δηλαδή, κοντά είναι η ανάσταση, κοντά η φοβερή κρίση, κοντά η ημέρα που καίγεται ως κλίβανος, και πρέπει πλέον να απαλλαγούμε από τη ραθυμία και την αδιαφορία. «Νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν (:Γιατί τώρα είναι πιο κοντά η σωτηρία μας, παρά τότε που πιστέψαμε)». Βλέπεις πώς παρουσιάζει σε αυτούς τώρα την ανάσταση; «Γιατί καθώς περνάει ο χρόνος», λέγει, «ξοδεύεται ο καιρός της παρούσας ζωής, ενώ έρχεται πιο κοντά ο καιρός της μέλλουσας ζωής». Εάν λοιπόν είσαι προετοιμασμένος και έχεις κάνει όλα όσα σε έδωσε ως εντολές ο Κύριος, η ημέρα γίνεται για σένα σωτηρία, εάν όμως συμβαίνει το αντίθετο, δεν είναι ακόμη σωτηρία για σένα.
Στην αρχή όμως δεν προτρέπει από τα λυπηρά, αλλά από τα αγαθά, για να τους απαλλάξει και με αυτόν τον τρόπο από τη συμπάθεια για τα παρόντα. Στη συνέχεια, επειδή ήταν φυσικό να δείχνουν περισσότερη προθυμία στην αρχή και στο ξεκίνημα, αφού ήταν σφοδρός ο πόθος τους, αλλά με το πέρασμα του χρόνου να σβήσει εντελώς κάθε ζήλος, λέγει ότι πρέπει να κάνουν το αντίθετο, να μη χαλαρώνουν όσο περνάει ο καιρός, αλλά να εντείνουν περισσότερο την προσπάθειά τους. Γιατί όσο πλησιάζει ο βασιλιάς, τόσο περισσότερο πρέπει να προετοιμαζόμαστε· όσο πιο κοντά είναι το βραβείο, τόσο περισσότερο πρέπει να μεγαλώνει η προθυμία μας για τους αγώνες. Γιατί και οι δρομείς αυτό κάνουν· όταν φθάνουν κοντά στο τέλος του δρόμου και στην παραλαβή του βραβείου, τότε εντείνουν περισσότερο την προσπάθεια. Γι’ αυτό έλεγε: «τώρα είναι πιο κοντά η σωτηρία μας, παρά τότε που πιστέψαμε».
«Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν(:Η νύχτα, δηλαδή η παρούσα ζωή, που ομοιάζει με νύχτα, έχει πλέον προχωρήσει· η ημέρα όμως της μελλούσης ζωής και της εκδημίας μας προς τον ουρανό πλησίασε)»[Ρωμ.13,12]. Εάν λοιπόν η παρούσα ζωή τελειώνει, η μέλλουσα όμως πλησιάζει· ας κάνουμε πλέον τα έργα της μελλοντικής και ατελεύτητης ζωής και όχι τα έργα του πρόσκαιρου αυτού βίου. Αντιστοίχως πράγματι και στα βιοτικά θέματα αυτό συμβαίνει. Όταν δούμε ότι η νύχτα τρέχει προς το χάραμα και ακούσουμε να κελαηδεί το χελιδόνι, ο καθένας μας ξυπνάει τον πλησίον του, αν και βέβαια είναι ακόμη νύχτα. Αλλά επειδή ήδη φεύγει, βιαζόμαστε λέγοντας ο ένας στον άλλο ότι ξημέρωσε και κάνουμε όλα όσα ανήκουν στην ημέρα, δηλαδή ντυνόμαστε και λυτρωνόμαστε από τα όνειρα και απομακρύνουμε από εμάς τον ύπνο, για να μας βρει προετοιμασμένους η ημέρα και για να μην αρχίσουμε τότε να σηκωνόμαστε από το κρεβάτι και να τεντωνόμαστε, όταν ανατέλλει ο ήλιος. Αυτά λοιπόν που κάνουμε εκεί, ας τα κάνουμε και εδώ. Ας αποβάλουμε τις φαντασίες, ας απαλλαγούμε από τα όνειρα της παρούσας ζωής, ας αποθέσουμε τον βαθύ ύπνο και ας ντυθούμε αντί για ρούχα την αρετή. Για να δηλώσει λοιπόν όλα αυτά έλεγε «ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός(: Ας αποθέσουμε λοιπόν και ας πετάξουμε από την ψυχή μας και τη ζωή μας τα έργα του σκότους και ας ντυθούμε, σαν φωτεινά όπλα, τα έργα της αρετής)»[Ρωμ.13,12]· καθόσον η μέρα μάς καλεί για παράταξη και για μάχη.
Αλλά μη φοβηθείς, ακούγοντας για παράταξη και μάχη. Γιατί στην υλική πανοπλία το να οπλίζεται κανείς είναι βαρύ και ανεπιθύμητο, ενώ εδώ ποθητό και άξιο ευχής, γιατί τα όπλα είναι του φωτός. Γι’ αυτό και σε φανερώνουν πιο λαμπρό από την ακτίνα του ηλίου, επειδή εκπέμπουν πολλή λάμψη, και σε ασφαλίζουν, γιατί είναι όπλα, και σε κάνουν να λάμπεις πάρα πολύ, γιατί είναι όπλα του φωτός. Τι λοιπόν; Δεν χρειάζεται να πολεμούμε; Χρειάζεται να πολεμούμε, όμως όχι βέβαια να ταλαιπωρούμαστε και να κοπιάζουμε, γιατί ούτε πόλεμος είναι αυτός, αλλά χορός και πανηγύρι. Τέτοια είναι η φύση των όπλων, τέτοια η δύναμη του στρατηγού. Και όπως ο γαμπρός στολίζεται και βγαίνει από το νυφικό δωμάτιο, έτσι και εκείνος που είναι ενισχυμένος με τα όπλα αυτά· καθόσον είναι μαζί και στρατιώτης και γαμπρός.
Αφού είπε όμως ότι η ημέρα πλησίασε, δεν την αφήνει να είναι κοντά, αλλά την παρουσιάζει αμέσως· γιατί λέγει «ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν(:ας ζούμε και ας φερόμαστε με ευπρέπεια και σεμνότητα, όπως εκείνος, που περιπατεί κατά το διάστημα της ημέρας και τον βλέπουν οι άνθρωποι)»[Ρωμ.13,13].Τώρα λοιπόν φθάνει η ημέρα. Και από εκείνα που προτρέπονται προπάντων οι πολλοί, από αυτά προσελκύει και αυτούς, δηλαδή τη σεμνότητα. Γιατί γινόταν πολύς λόγος σε αυτούς για τη δόξα από τους πολλούς. Και δεν είπε «να συμπεριφέρεστε», αλλά «ας συμπεριφερθούμε», για να κάνει ανενόχλητη την παραίνεση και ελαφριά την επίπληξη.
«Μὴ κώμοις καὶ μέθαις(: Όχι με αμαρτωλά φαγοπότια και μεθύσια)»· αναφέρει αυτή τη φράση όχι για να εμποδίσει το να πίνει κανείς, αλλά το να πίνει υπερβολικά· όχι το να απολαμβάνει το κρασί, αλλά το να το απολαμβάνει με κραιπάλη, όπως ακριβώς και το επόμενο αναφέρει με το ίδιο μέτρο λέγοντας: «μὴ κοίτας καὶ ἀσελγείαις(:όχι με πράξεις αισχρές και εξευτελιστικές)»· και βέβαια δεν καταργεί εδώ τη σαρκική μείξη με τις συζύγους, αλλά την πορνεία. «Μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ(:όχι με φιλονικίες και ζηλοφθονίες)»: και ούτε εδώ σταμάτησε, αλλά αφού μας έβγαλε από τα πονηρά ιμάτια, άκουσε πώς μας στολίζει στη συνέχεια λέγοντας: «ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν (:αλλά ντυθείτε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό)»[Ρωμ.13,13]. Δεν ανέφερε πια έργα, αλλά τους παρότρυνε σε μεγαλύτερο βαθμό. Γιατί, όταν τους μιλούσε για την κακία, ανέφερε έργα, αλλά όταν μιλούσε για την αρετή, δεν ανέφερε πια έργα, αλλά όπλα, δείχνοντας ότι η αρετή οδηγεί σε κάθε ασφάλεια εκείνον που την έχει και σε κάθε λαμπρότητα. Και ούτε εδώ σταμάτησε, αλλά οδηγώντας τον λόγο στο μεγαλύτερο, που ήταν πολύ πιο τρομερό, μας δίνει τον ίδιο τον Κύριο ως ένδυμα, τον ίδιο τον βασιλιά. Γιατί εκείνος που είναι ντυμένος με Αυτόν, έχει ολόκληρη την αρετή.
Όταν όμως λέγει «ντυθείτε» προστάζει να ντυνόμαστε με Αυτόν από παντού, όπως ακριβώς λέγει αλλού: «Εἰ δὲ Χριστὸς ἐν ὑμῖν(:Εάν όμως ο Χριστός κατοικεί μέσα σας)»[Ρωμ. 8,10]· και πάλι: «Εἰς τὸν ἔσω ἄνθρωπον, κατοικῆσαι τὸν Χριστὸν(:Στον εσωτερικό μας άνθρωπο να κατοικήσει ο Χριστός)»[Εφ.3,16-17]. Καθόσον θέλει να είναι η ψυχή μας κατοικία γι’ Αυτόν και να Τον φορούμε γύρω μας σαν ρούχο, για να είναι Αυτός σε εμάς τα πάντα από μέσα και από έξω. Γιατί Αυτός είναι το συμπλήρωμά μας, αφού εμείς, η Εκκλησία είμαστε «τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου(:το σώμα Του, το συμπλήρωμα του Χριστού, ως ανθρώπου και ως κεφαλής της Εκκλησίας· του Χριστού, ο οποίος ως άπειρος Θεός γεμίζει τα πάντα με την πανάγαθη παρουσία Του και χορηγεί τα πάντα σε όλα τα δημιουργήματά Του)»[Εφ.1,23]· και οδός και άντρας και γαμπρός, αφού, λέγει: «ἡρμοσάμην γὰρ ὑμᾶς ἑνὶ ἀνδρί, παρθένον ἁγνὴν παραστῆσαι τῷ Χριστῷ(: και τούτο, διότι σας έχω ενώσει με δεσμούς αρραβώνα προς ένα άντρα, δηλαδή τον Χριστό, για να παρουσιάσω την ψυχή σας αγνή και καθαρή προς Αυτόν, ως παρθένο και πνευματική νύφη)»[Β΄Κορ.11,2]· και ρίζα και ποτό και τροφή και ζωή εφόσον «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ(:ζω λοιπόν όχι πια εγώ)», λέγει, «ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός(:αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός)»[Γαλ. 2,20]· και απόστολος και αρχιερέας και διδάσκαλος και πατέρας και αδελφός και συγκληρονόμος και μέτοχος του τάφου και του σταυρού μας, διότι «συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον(:ενταφιαστήκαμε λοιπόν μαζί με Αυτόν δια του βαπτίσματος και γίναμε μέτοχοι στον θάνατό Του)», λέγει, και «σύμφυτοι γεγόναμεν τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου αὐτοῦ(:σαν δύο δέντρα αδιάσπαστα ενωμένα σε ένα γίναμε ένα σώμα με τον Χριστό μέσω του βαπτίσματος, που είναι ομοίωμα του σταυρικού Του θανάτου)»[Ρωμ.6,4-5]· και ικέτης, «ὑπὲρ Χριστοῦ οὖν πρεσβεύομεν(:επειδή εμείς οι Απόστολοι είμαστε πρεσβευτές του Χριστού προς τους άλλους ανθρώπους)»[Β΄Κορ.5,20] και συνήγορός μας στον Πατέρα, «καὶ ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν(: και μεσιτεύει προς τον Πατέρα για εμάς)»[Ρωμ.8,34], και σπίτι και κάτοικος, γιατί όπως ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός λέγει: «ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ(:μένει μέσα σε Εμένα και Εγώ μένω μέσα σε αυτόν και τον μεταβάλλω σε κατοικητήριο της θεότητας)»[Ιω.6,56]· και φίλος, γιατί «ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν(:εσείς όμως, για τους οποίους εγώ θυσιάζομαι, είστε φίλοι μου και θα είστε πάντοτε φίλοι μου, εάν πράττετε όσα εγώ σας παραγγέλλω)»[Ιω.15,14]· και θεμέλιος και ακρογωνιαίος λίθος, και εμείς είμαστε μέλη Του και χωράφι και οικοδομή και κλήματα και συνεργάτες Του.
Και τι δεν θέλει να είναι από μας, για να μας συνδέει και να μας ενώνει μαζί Του με κάθε τρόπο; Και αυτό φυσικά είναι γνώρισμα εκείνου που αγαπάει πάρα πολύ. Να υπακούς λοιπόν, και αφού σηκωθείς από τον ύπνο να ντυθείς το Χριστό, και αφού Τον ντυθείς, να παρέχεις υπάκουη τη σάρκα σου σε Αυτόν. Γιατί αυτό υπαινίχθηκε λέγοντας «καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας(:και να μη φροντίζετε για την ικανοποίηση των ατάκτων και παρανόμων επιθυμιών της σάρκας)»[Ρωμ.13,14].Γιατί, όπως ακριβώς δεν εμπόδισε το ποτό αλλά το μεθύσι, ούτε τον γάμο αλλά την ασέλγεια, έτσι δεν εμπόδισε τη φροντίδα για τη σάρκα, αλλά τη φροντίδα προς ικανοποίηση των επιθυμιών της, δηλαδή την υπέρβαση της ανάγκης. Γιατί, ως απόδειξη για το ότι μας προτρέπει βέβαια να φροντίζουμε και για το σώμα μας, άκουσε τι λέγει στον Τιμόθεο: «Οἴνῳ ὀλίγῳ χρῶ διὰ τὸν στόμαχόν σου καὶ τὰς πυκνάς σου ἀσθενείας(: Να χρησιμοποιείς λίγο κρασί για το στομάχι σου και για τις συχνές σου ασθένειες)»[Α΄Τιμ.5,23]. Έτσι λοιπόν κι εδώ να τη φροντίζεις τη σάρκα σου, αλλά για την υγεία της και όχι για ασέλγεια. Γιατί δεν μπορεί να αποτελεί αυτό πλέον φροντίδα, όταν ανάβεις τη φλόγα, όταν κάνεις φοβερό το καμίνι.
Για να μάθετε όμως και πιο καλά, τι τέλος πάντων σημαίνει το να φροντίζει κανείς για τη σάρκα προς ικανοποίηση των επιθυμιών της και να αποφύγετε μια τέτοια φροντίδα, σκεφθείτε τους μεθυσμένους, τους κοιλιόδουλους, εκείνους που καμαρώνουν για τα ρούχα τους, τους ακόλαστους, εκείνους που ζουν ζωή φιλήδονη και γεμάτη απολαύσεις, και θα καταλάβετε αυτό που λέχθηκε. Γιατί εκείνοι τα κάνουν όλα, όχι για να υγιαίνουν, αλλά για να σκιρτούν, για να ανάβουν και να ικανοποιούν συνεχώς την ακόρεστη επιθυμία. Εσύ όμως που είσαι ντυμένος τον Χριστό, αφού περικόψεις όλα εκείνα, ένα μόνο να ζητάς, πώς να έχεις υγιή τη σάρκα σου. Και μέχρι τόσο φρόντιζε γι’ αυτήν και όχι πιο πέρα, αλλά όλη την προθυμία σου να την αφιερώνεις στη φροντίδα των πνευματικών αγαθών. Έτσι λοιπόν θα μπορέσεις και από τον ύπνο αυτόν να σηκωθείς, χωρίς να αισθάνεσαι βάρος από τις ποικίλες αυτές επιθυμίες. Καθόσον ύπνος είναι η παρούσα ζωή και δε διαφέρουν καθόλου από τα όνειρα όσα συμβαίνουν σε αυτήν. Και όπως ακριβώς εκείνοι που κοιμούνται και παραμιλούν και δεν βλέπουν πολλές φορές τίποτε υγιές, έτσι και εμείς, ή μάλλον πολύ χειρότερα. Γιατί εκείνος που έκαμε κάποιες αισχρές πράξεις ή διηγήθηκε ένα όνειρο, αφού απαλλάχτηκε από τον ύπνο και από την ντροπή έχει απαλλαχθεί και δεν τιμωρείται· εδώ όμως δεν συμβαίνει το ίδιο, αλλά και η ντροπή και η τιμωρία είναι αθάνατη. Πάλι, όσοι γίνονται πλούσιοι στο όνειρο, όταν ξημερώσει ελέγχονται γιατί πλούτισαν τυχαία, ενώ εδώ και πριν έρθει η ημέρα ακολουθεί πολλές φορές ο έλεγχος, και πριν μεταβούμε εκεί, τα όνειρα αυτά πέταξαν.
Ας αποτινάξουμε λοιπόν τον πονηρό αυτόν ύπνο· γιατί, αν η ημέρα μας πιάσει να κοιμόμαστε, θα ακολουθήσει θάνατος αιώνιος. Αλλά και πριν από την ημέρα εκείνη θα είμαστε ευάλωτοι σε όλους τους εχθρούς που προέρχονται από εδώ, και στους ανθρώπους και στους δαίμονες· και αν θελήσουν να μας εξοντώσουν, δεν υπάρχει κανείς που θα τους εμποδίσει. Γιατί, αν ήταν πολλοί αυτοί που θα επαγρυπνούσαν, δεν θα ήταν τόσο μεγάλος ο κίνδυνος, επειδή όμως ένας μονάχα και ίσως και ένας δεύτερος, έχει ανάψει λυχνάρι και μένει άγρυπνος, ενώ οι άλλοι κοιμούνται όπως ακριβώς στα βαθιά μεσάνυχτα, γι’ αυτό επιβάλλεται σε μας πολλή επαγρύπνηση και πολλή ασφάλεια, για να μην πάθουμε ανεπανόρθωτα κακά. Δεν φαίνεται τώρα πως είναι φωτεινή η ημέρα; Δεν νομίζουμε όλοι ότι έχουμε ξυπνήσει και είμαστε νηφάλιοι; Αλλά όμως(ίσως και να περιγελάσετε τον λόγο, εγώ όμως θα τον πω), μοιάζουμε όλοι με εκείνους που κοιμούνται μέσα στη βαθειά νύχτα και ροχαλίζουν. Και αν υπήρχε δυνατότητα να δούμε ουσία ασώματη, θα σας έδειχνα πως οι περισσότεροι ροχαλίζουν, ενώ ο διάβολος τρυπάει τους τοίχους και κατασφάζει όσους κοιμούνται και αφαιρεί αυτά που υπάρχουν μέσα, κάνοντας όλα με ασφάλεια σαν μέσα σε βαθύ σκοτάδι. Ή καλύτερα, επειδή και στα μάτια αυτό είναι αδύνατο να το δουν , ας το περιγράψουμε με τον λόγο και ας σκεφθούμε πόσοι έχουν ενοχληθεί από κακές επιθυμίες, πόσοι κατέχονται από τη φοβερή νάρκη της ασέλγειας και πόσοι σβήνουν εντελώς το φως του Πνεύματος· γι’ αυτό λοιπόν βλέπουν άλλα αντί άλλων, ακούνε άλλα αντί άλλων και δεν προσέχουν σε τίποτε από τα λεγόμενα εδώ.
Αλλά αν εγώ ψεύδομαι λέγοντας αυτά και στάθηκες ξυπνητός, πες μου, τι έγινε εδώ σήμερα, αν δεν άκουσες αυτά σαν σε όνειρο; Και ξέρω βέβαια ότι θα το πουν μερικοί, γιατί δεν τα λέγω αυτά εναντίον όλων. Αλλά εσύ που είσαι ένοχος για τα προηγούμενα, που μπήκες εδώ ανώφελα, πες, ποιος προφήτης, ποιος απόστολος μάς μίλησε σήμερα, και για ποια πράγματα. Αλλά δεν μπορείς να πεις γιατί ασφαλώς πολλά μίλησες εδώ σαν σε όνειρο, χωρίς να ακούσεις τα αληθινά πράγματα. Αυτά όμως ας τα πω και στις γυναίκες, καθόσον και σε εκείνες είναι πολύς ο ύπνος και είθε να είναι ύπνος· γιατί όποιος κοιμάται ούτε κακό λέγει ούτε καλό, ενώ όποιος είναι ξυπνητός έτσι όπως εσείς, λέγει πολλά και για δικό του κακό, μετρώντας τόκους, κάνοντας υπολογισμούς δανείων, φέρνοντας στη μνήμη του αναίσχυντο εμπόριο, φυτεύοντας πυκνά τα αγκάθια στη δική του ψυχή, μην αφήνοντας ποτέ τον σπόρο ούτε για λίγο να βγει. Αλλά ξύπνησε τελείως, και κατάστρεψε από τη ρίζα τα αγκάθια αυτά και αποτίναξε τη μέθη· γιατί και από εδώ προέρχεται ο ύπνος. Μέθη όμως δεν εννοώ μόνο του κρασιού, αλλά και των βιοτικών φροντίδων, και μαζί με αυτούς και τη μέθη που προέρχεται από το κρασί.
Και αυτά τα συμβουλεύω όχι μόνο στους πλουσίους, αλλά και στους φτωχούς και ιδιαίτερα σε εκείνους που κάνουν τα φιλικά συμπόσια· γιατί δεν είναι αυτό απόλαυση ούτε ανάπαυση, αλλά ποινή και τιμωρία. Γιατί απόλαυση δεν είναι να πούμε αισχρά λόγια, αλλά να μιλήσουμε σεμνά, να χορτάσουμε, όχι να σκάσουμε. Εάν όμως το νομίζεις αυτό ηδονή, δείξε μου το βράδυ την ηδονή. Αλλά δεν μπορείς να τη δείξεις. Και δε λέγω ακόμη τις βλάβες που προέρχονται από εδώ, αλλά πρώτα σου μιλάω για την ηδονή που μαραίνεται αμέσως. Γιατί συγχρόνως και το συμπόσιο διαλύεται και η χαρά εξαφανίζεται. Αλλά όταν αναφέρω και τον εμετό και τους πονοκεφάλους και τις άπειρες αρρώστιες και την αιχμαλωσία της ψυχής, τι θα πεις σε αυτά; Μήπως λοιπόν, επειδή είμαστε φτωχοί, πρέπει να φερόμαστε και άσεμνα; Και τα λέγω αυτά όχι για να εμποδίσω να συγκεντρώνεστε, ούτε να κάνετε κοινά δείπνα, αλλά για να εμποδίσω να φέρεστε άσεμνα, και γιατί θέλω η απόλαυση να είναι πραγματική απόλαυση, και να μην είναι ποινή ούτε τιμωρία και μέθη και διασκέδαση.
Ας πληροφορηθούν οι εθνικοί ότι οι Χριστιανοί προπάντων ξέρουν να διασκεδάζουν, και να διασκεδάζουν με σεμνότητα. «Δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ καὶ ἀγαλλιᾶσθε αὐτῷ ἐν τρόμῳ(: υπηρετείστε τον Κύριο με φόβο, για να δοκιμάσετε στην καρδιά σας την αγαλλίαση, που φέρει η ευλάβεια προς τον Θεό και ο φόβος, μήπως τυχόν Τον παροργίσετε με κάποια αμαρτία σας)», λέγει ο Ψαλμωδός[Ψαλμ.2,11]. Και πώς είναι δυνατό να χαιρόμαστε; Λέγοντας ύμνους, κάνοντας προσευχές, εισάγοντας ψαλμούς στη θέση των αισχρών εκείνων ασμάτων.
Έτσι και ο Χριστός θα παραβρεθεί στο τραπέζι και θα γεμίσει με ευλογία όλη την ευωχία, όταν προσεύχεσαι, όταν τραγουδάς πνευματικά, όταν προσκαλείς φτωχούς στη συμμετοχή των προσφερόμενων φαγητών, όταν επιβάλλεις μεγάλη πειθαρχία και σεμνότητα στο συμπόσιο. Έτσι και εκκλησία θα κάνεις το φαγοπότι, υμνώντας τον Κύριο όλων, στη θέση των άκαιρων κραυγών και επαίνων. Και μη μου λέγεις ότι επικράτησε άλλος νόμος, αλλά διόρθωνε όσα βρίσκονται σε κακή κατάσταση. «Εἴτε οὖν ἐσθίετε εἴτε πίνετε εἴτε τι ποιεῖτε, πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε(: Είτε λοιπόν τρώτε, είτε πίνετε, είτε οτιδήποτε άλλο πράττετε, όλα να τα κάνετε προς δόξαν Θεού)», λέγει σε άλλη του επιστολή ο απόστολος Παύλος[Α΄Κορ.10,31]. Καθόσον από τέτοια τραπέζια προέρχονται σε σας οι κακές επιθυμίες, από εδώ οι ασέλγειες, από εδώ οι γυναίκες σας είναι μεν σε περιφρόνηση, ενώ οι πόρνες σε τιμή από μέρους σας· από εδώ η διάλυση στις οικογένειες, και τα άπειρα κακά, και όλα έγιναν άνω-κάτω, και αφού αφήσατε την καθαρή πηγή, τρέχετε στο αυλάκι του βούρκου.Το ότι βέβαια το σώμα της πόρνης είναι βούρκος, δεν ερωτώ κανέναν άλλο αλλά εσένα τον ίδιο που κυλιέσαι στο βούρκο, αν δεν ντρέπεσαι τον εαυτό σου, αν δε νομίζεις πως είσαι ακάθαρτος μετά την αμαρτία.
Γι’ αυτό, σας παρακαλώ, αποφεύγετε την πορνεία και τη μητέρα της, τη μέθη. Γιατί σπέρνεις όπου δεν είναι δυνατό να θερίσεις ή μάλλον, και αν ακόμη θερίσεις, σου φέρνει πολλή ντροπή ο καρπός; Γιατί και αν ακόμη γεννηθεί παιδί από αυτή την επαίσχυντη σαρκική μίξη, και σένα ντρόπιασε και αυτό έχει αδικηθεί εξαιτίας σου, αφού γεννιέται νόθο και με κακή καταγωγή. Και αν ακόμη του αφήσεις άπειρα χρήματα, περιφρονημένος στο σπίτι, περιφρονημένος στην πόλη, περιφρονημένος στο δικαστήριο είναι και εκείνος που γεννιέται από πόρνη και εκείνος που γεννιέται από δούλη και μη νόμιμη σύζυγο. Αλλά και εσύ πάλι περιφρονημένος είσαι, και όταν ζεις και όταν έχεις πεθάνει· γιατί, και αν κόμη πεθάνεις, μένουν οι αναμνήσεις της αισχρής πράξεώς σου. Γιατί λοιπόν τα καταντροπιάζεις όλα; Γιατί σπέρνεις όπου η γη προσπαθεί να καταστρέψει τον καρπό; Όπου είναι πολλά τα άγονα μέρη; Όπου πριν από τη γέννηση υπάρχει φόνος; Καθόσον και την πόρνη δεν την αφήνεις να παραμείνει πόρνη μόνο, αλλά την κάνεις και δολοφόνο. Είδες πορνεία από τη μέθη, μοιχεία από την πορνεία, φόνο από τη μοιχεία; Ή μάλλον και κάτι χειρότερο από το φόνο, γιατί δεν μπορώ πώς να το ονομάσω αυτό. Γιατί δεν το σκοτώνει αφού γεννηθεί, αλλά και να γεννηθεί το εμποδίζει. Γιατί λοιπόν περιφρονείς και τη δωρεά του Θεού, και πολεμάς τους νόμους Του, και αυτό που είναι κατάρα, το επιδιώκεις εσύ σαν ευλογία και το ταμείο της γεννήσεως το κάνεις ταμείο σφαγής και τη γυναίκα που δόθηκε σε σένα για τη γέννηση παιδιών, την προετοιμάζεις για φόνο; Γιατί για να είναι πάντοτε στους εραστές ευχάριστη και ποθητή και για να συγκεντρώσει περισσότερα χρήματα ούτε αυτό δεν αποφεύγει να κάνει, μαζεύοντας από εδώ πολλή φωτιά πάνω στο κεφάλι σου. Γιατί αν και το τόλμημα είναι δικό της, όμως η αιτία γίνεται δική σου.
Από εδώ προέρχονται και ειδωλολατρίες. Γιατί πολλές, για να γίνουν θελκτικές, επινοούν και ξόρκια και σπουδές και μαγικά ερωτικά μέσα και άπειρα άλλα. Αλλά όμως ύστερα από τόσο μεγάλη ασχημοσύνη, ύστερα από φόνους, ύστερα από ειδωλολατρίες, στους πολλούς το πράγμα φαίνεται πως είναι αδιάφορο, μολονότι πολλοί έχουν και γυναίκες. Εδώ είναι και περισσότερο το μέγεθος των κακών. Γιατί και μαγείες προκαλούνται στη συνέχεια, όχι στην κοιλιά της πόρνης, αλλά στην αδικημένη γυναίκα, και χίλιες επιβουλές, και επικλήσεις δαιμόνων, και νεκρομαντείες, και καθημερινοί πόλεμοι, και άγριες μάχες, και καθημερινές φιλονικίες. Γι’ αυτό και ο Παύλος, αφού είπε «όχι με ακολασίες και ασέλγειες», πρόσθεσε «όχι με έριδες και ζηλοτυπίες», επειδή γνώριζε τους πολέμους που προέρχονται από εδώ, τη διάλυση των οικογενειών, τις αδικίες των ευγενών παιδιών, τα άπειρα κακά. Για να αποφύγουμε λοιπόν όλα αυτά, ας ντυθούμε τον Χριστό και ας είμαστε παντοτινά μαζί Του. Επειδή και αυτό σημαίνει ντύσιμο, το να μην Τον εγκαταλείψουμε ποτέ, το να φαίνεται από παντού Αυτός μέσα μας με την αγιοσύνη μας, με την αγαθότητά μας. Έτσι και στους φίλους λέμε, ο τάδε ντύθηκε τον τάδε, εννοώντας τη μεγάλη αγάπη κα την αδιάκοπη συναναστροφή. Γιατί εκείνος που ντύθηκε, φαίνεται εκείνο, το οποίο ακριβώς που έχει ντυθεί.
Ας φαίνεται λοιπόν από παντού μέσα μας ο Χριστός. Και πώς θα φαίνεται; Εάν κάνεις τα δικά Του. Και τι έκαμε Εκείνος; «Αἱ ἀλώπεκες φωλεοὺς ἔχουσι καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ(:Οι αλεπούδες έχουν τις φωλιές τους και τα πτηνά του ουρανού τις κούρνιες τους, ο δε Υιός του ανθρώπου δεν έχει πού να κλίνει την κεφαλή, και κάθε ένας που με ακολουθεί θα υποβληθεί, όπως και εγώ, σε στερήσεις και θυσίες)»[Λουκ,9,58],λέγει. Αυτό και εσύ να μιμηθείς. Έπρεπε να ζει απολαμβάνοντας φαγητό, όμως έτρωγε κριθαρένια ψωμιά. Χρειαζόταν να ταξιδέψει, και πουθενά δεν υπήρχαν άλογα και υποζύγια, αλλά τόσο πολύ βάδιζε, ώστε και να κουραστεί. Χρειαζόταν να κοιμηθεί, και σε προσκέφαλο ξάπλωνε πάνω στην πλώρη του πλοίου. Χρειαζόταν να καθίσουν για φαγητό, και διέτασσε να ξαπλώσουν επάνω στο χορτάρι. Αλλά και τα ρούχα Του ήταν ευτελή· και σε πολλές περιπτώσεις έμενε μόνος Του, χωρίς να φέρνει κανένα μαζί Του. Και αφού μάθεις όλα όσα έγιναν στον σταυρό και τις ύβρεις και γενικά όλα, να τα μιμηθείς. Και έτσι ντύθηκες τον Χριστό, αν δε φροντίζεις για τη σάρκα προς ικανοποίηση των επιθυμιών της. Γιατί ούτε ευχαρίστηση έχει το πράγμα. Καθόσον οι επιθυμίες αυτές γεννούν πάλι άλλες δριμύτερες, και ποτέ δε θα χορτάσεις, αλλά θα προκαλέσεις μεγάλη δοκιμασία στον εαυτό σου. Γιατί όπως ακριβώς εκείνος που διψάει διαρκώς, και αν ακόμη έχει κοντά Του άπειρες πηγές, τίποτε δεν κερδίζει από εδώ, αφού δεν μπορεί να σβήσει το πάθος του, έτσι και εκείνος που ζει διαρκώς με επιθυμίες.
Εάν όμως βρίσκεσαι μέσα στη στέρηση, ποτέ δε θα δεχθείς αυτόν τον πυρετό, αλλά όλα εκείνα θα φύγουν και η μέθη και οι ασέλγειες. Τόσο λοιπόν να τρως, όσο να σταματήσεις την πείνα, τόσο να ντύνεσαι, όσο να σκεπάζεσαι μόνο, και να μη στολίζεις με ρούχα τη σάρκα, για να μην την καταστρέψεις. Καθόσον και πιο αδύνατη την κάνεις και την υγεία της βλάπτεις, αφού την αδυνατίζεις με την πολλή ανοησία. Για να την έχεις λοιπόν καλό όχημα της ψυχής, για να κάθεται με ασφάλεια ο κυβερνήτης στο τιμόνι και για να μεταχειρίζεται με ευκολία ο στρατιώτης τα όπλα, κάνε τα όλα όπως πρέπει. Γιατί δε μας κάνει ακατανίκητους το να έχουμε πολλά, αλλά το να χρειαζόμαστε λίγα. Γιατί εκείνος, και αν ακόμη δεν αδικηθεί, φοβάται, ενώ αυτός, και αν ακόμη αδικηθεί, θα είναι σε καλύτερη κατάσταση από εκείνους που δεν έχουν αδικηθεί, και γι’ αυτό θα βρίσκεται και σε περισσότερη ευθυμία. Ας μην επιζητούμε λοιπόν αυτό, πώς δηλαδή να μη μας βλάψει κανείς, αλλά πώς, και αν ακόμη θέλει να μας βλάπτει, να μην μπορεί. Και αυτό από πουθενά αλλού δε θα συμβεί, παρά μόνο από το να ανεχόμαστε τη στέρηση και να μην επιθυμούμε περισσότερα. Γιατί έτσι και εδώ θα μπορέσουμε να ζήσουμε μία ζωή γεμάτη απολαύσεις, και τα μελλοντικά αγαθά θα επιτύχουμε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μέσω του οποίου και μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….
Απόσπασμα από την ομιλία ΚΣΤ΄από το Υπόμνημα του Ιερού Χρυσοστόμου
στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον
[υπομνηματισμός των χωρίων: Ρωμ.14,1-4]
«Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει(: Εκείνον τον αδελφό, που είναι αδύνατος στην πίστη (και προσέχει περισσότερο τους εξωτερικούς τύπους, όπως είναι π.χ. η διάκριση των φαγητών σύμφωνα με τον μωσαϊκό Νόμο) πρέπει να τον δέχεστε και να τον αγκαλιάζετε με στοργή, χωρίς να συζητείτε και να επικρίνετε τις αντιλήψεις του. Άλλος μεν πιστεύει ότι έχει το δικαίωμα να τρώει όλα τα φαγητά· ο ασθενής όμως κατά την πίστη τρώει λάχανα, διότι φοβάται μήπως μολυνθεί από τα άλλα φαγητά και χάσει την ψυχή του)»[Ρωμ.14,1-2].
Γνωρίζω ότι αυτό που ειπώθηκε δεν είναι εύκολα κατανοητό στους πολλούς. Γι’ αυτό πρέπει πρώτα να πω την υπόθεση όλου του χωρίου αυτού και τι θέλοντας να διορθώσει τα γράφει αυτά. Τι λοιπόν θέλει να διορθώσει; Υπήρχαν πολλοί από τους πιστούς που προέρχονταν από τους Ιουδαίους, οι οποίοι προσκολλημένοι στη συνείδηση του μωσαϊκού νόμου και ύστερα από την πίστη στο Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού φύλαγαν ακόμη τη διάκριση των φαγητών, χωρίς να τολμούν ακόμη να απομακρυνθούν οριστικά από τον νόμο. Έπειτα, για να μη γίνουν αντιληπτοί, αποφεύγοντας μόνο το χοιρινό κρέας, απέφευγαν στο εξής όλα τα κρέατα και έτρωγαν μόνο λάχανα, ώστε να φανεί αυτό που γίνονταν ότι είναι μάλλον νηστεία, αλλά όχι τήρηση του νόμου. Άλλοι πάλι ήταν τελειότεροι· χωρίς να κάνουν κάποια παρόμοια διάκριση, αυτοί γίνονταν ενοχλητικοί και δυσάρεστοι σε εκείνους που τηρούσαν αυτά, επιτιμώντας, κατηγορώντας, προκαλώντας στενοχώρια.
Φοβούμενος λοιπόν ο μακάριος Παύλος μήπως, θέλοντας να κατορθώσουν κάτι μικρό, ανατρέψουν το παν, και προσπαθώντας να οδηγήσουν τους άλλους αδερφούς τους στην αδιαφορία για τα φαγητά, τους κάνουν να χάσουν και την πίστη τους, και σπεύδοντας να διορθώσουν το παν πριν από τον κατάλληλο καιρό, προκαλέσουν ζημία στα καίρια, κλονίζοντας αυτούς από την ομολογία στον Χριστό με το να τους επιτιμούν συνέχεια, και μείνουν έτσι αδιόρθωτοι και στα δύο, βλέπε πόση σύνεση χρησιμοποιεί και πώς φροντίζει και για τα δύο μέρη με τη συνηθισμένη σε αυτόν σοφία. Γιατί ούτε τολμάει να πει , σε εκείνους που επιτιμούσαν τους αδελφούς τους, ότι ενεργείτε κακώς, για να μη φανεί ότι υποστηρίζει εκείνους στην τήρηση του νόμου, ούτε πάλι ότι κάνετε καλά, για να μην κάνει πιο σφοδρούς τους κατηγόρους, αλλά επιτιμάει με σύνεση. Και φαίνεται βέβαια ότι επιτιμάει τους πιο δυνατούς πνευματικά, αλλά όμως το παν του λόγου του προς αυτούς το στρέφει προς εκείνους. Γιατί αυτή η διόρθωση προπάντων ενοχλεί λιγότερο, όταν κάποιος στρέφοντας σε άλλον τον λόγο, χτυπάει άλλον. Γιατί ούτε εκείνον που επιτιμάται τον αφήνει να φθάσει σε θυμό, και παράλληλα, χωρίς να γίνεται αντιληπτό, ρίχνει το φάρμακο της διορθώσεως.
Πρόσεχε λοιπόν πώς το κάνει αυτό με σύνεση και στην κατάλληλη στιγμή. Γιατί, αφού είπε: «Τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας(:Μη φροντίζετε τις ικανοποιήσεις των ατάκτων και παρανόμων επιθυμιών της σάρκας)»[Ρωμ.13,14], και τότε φέρει τον λόγο σε αυτούς, για να μη φανεί ότι μιλάει υπερασπίζοντας εκείνους που επιτιμούν και προτρέπουν να τρώγουν όλα τα φαγητά. Καθόσον το αδύνατο μέρος πάντοτε χρειάζεται περισσότερη φροντίδα. Γι’ αυτό και προς το ισχυρό μέρος αμέσως απευθύνεται, λέγοντας αυτό: «Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει(:Εκείνον όμως που είναι αδύνατος στην πίστη)». Είδες το πρώτο χτύπημα που δόθηκε αμέσως σε εκείνον; Γιατί λέγοντας «εκείνον που είναι αδύνατος», έδειξε πως αυτός είναι άρρωστος. Έπειτα προσθέτει δεύτερο χτύπημα λέγοντας, «να τον δέχεστε». Δείχνει λοιπόν πάλι πως χρειάζεται πολλή φροντίδα, πράγμα που είναι δείγματα της πιο χειρότερης αρρώστιας. «Μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν(:Χωρίς να συζητείτε και να επικρίνετε τις αντιλήψεις του)»[Ρωμ.14,1]. Να, και τρίτο χτύπημα πρόσθεσε. Γιατί από εδώ φανερώνει ότι τέτοιο είναι το αμάρτημά του, ώστε να διακρίνονται και εκείνοι που δεν κάνουν τα ίδια αμαρτήματα με αυτόν, αλλά που είναι όμως φίλοι με αυτόν και δέχονται τη θεραπεία του. Είδες πώς δίνει την εντύπωση ότι μιλάει σε αυτούς, στην πραγματικότητα όμως πώς επιτιμάει εκείνους, χωρίς να γίνεται αντιληπτό και χωρίς να ενοχλεί; Έπειτα, αφού ανέφερε και τους δύο παράλληλα, αναφέρει τον ένα με επαίνους, ενώ τον άλλο με κατηγορίες. Γιατί προσθέτει και λέγει: «Ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα(:Ο ένας πιστεύει ότι επιτρέπεται να τρώει όλα τα φαγητά)», ανακηρύσσοντας αυτόν από την πίστη, «ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει(:ενώ ο αδύνατος στην πίστη τρώει λάχανα)», κακίζοντας και αυτόν πάλι από την αδυναμία του.
Στη συνέχεια, επειδή έδωσε καίριο το χτύπημα, παρηγορεί πάλι αυτόν, λέγοντας αυτά: «Ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω(:Εκείνος που έχει φωτισμένη πίστη και τρώγει από όλα, ας μην κατακρίνει τον άλλο)». Δεν είπε «ας αφήνει», δεν είπε «ας μην κατηγορεί», δεν είπε «ας μη διορθώνει», αλλά «ας μην τον κατακρίνει», «ας μην τον περιφρονεί», για να δείξει ότι έκαναν πράγμα άξιο πολλού γέλωτος. Σε αυτόν όμως δεν λέγει έτσι, αλλά πώς; «Καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω(: Εκείνος που δεν τρώει ας μην κατακρίνει εκείνος που τρώει)». Γιατί, όπως ακριβώς οι πιο τέλειοι στην πίστη τους υποτιμούσαν σαν ολιγόπιστους και ύπουλους και νόθους και ιουδαΐζοντες ακόμη, έτσι εκείνοι έκριναν αυτούς σαν παράνομους ή σαν λαίμαργους· από αυτούς πολλοί ήταν φυσικό να είναι και από τους εθνικούς. Γι’ αυτό και πρόσθεσε: «Ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο(:διότι και αυτόν ο Θεός τον έχει δεχτεί και προσλάβει στην Εκκλησία Του)»[Ρωμ.14,3]. Σε εκείνον όμως δεν το είπε αυτό. Αν και βέβαια η περιφρόνηση ανήκε σε εκείνον που έτρωγε, επειδή ήταν λαίμαργος, ενώ η κατάκριση σε εκείνον που δεν έτρωγε, επειδή ήταν ολιγόπιστος. Αλλά αντάλλαξε αυτά, για να δείξει ότι όχι μόνο δεν είναι άξιος περιφρονήσεως, αλλά και μπορεί να κατηγορεί. Αλλά, λέγει, και εγώ τον κατακρίνω; Καθόλου. Γιατί γι’ αυτό πρόσθεσε ότι «ο Θεός τον δέχτηκε».
Γιατί λοιπόν κατακρίνεις αυτόν για τον νόμο ότι τάχα τον παραβαίνει; « Γιατί ο Θεός τον δέχτηκε». Δηλαδή, έδειξε γι’ αυτόν την απερίγραπτη χάρη Του και τον απάλλαξε από όλες τις κατηγορίες. Έπειτα πάλι προς τον ισχυρό λέγει: «Σύ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;(: Ποιος είσαι εσύ που κατακρίνεις ξένο υπηρέτη;)». Επομένως, είναι φανερό, ότι και εκείνοι τους κατέκριναν, και όχι μόνο τους περιφρονούσαν. «Τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει(:εάν στέκεται ή αν πέφτει, είναι υπεύθυνος απέναντι του Κυρίου του)»[Ρωμ.14,4].Να πάλι άλλο πλήγμα. Και φαίνεται βέβαια ότι η αγανάκτηση είναι εναντίον του ισχυρού, αλλά απευθύνεται προς εκείνον. Γιατί όταν λέγει «θα σταθεί όμως», δείχνει ότι κλονίζεται ακόμη και ότι χρειάζεται πολλή προσοχή και τόσο μεγάλη φροντίδα ώστε να καλεί και τον Θεό ιατρό σε αυτά· « γιατί ο Θεός έχει τη δύναμη» λέγει «να τον κάνει να σταθεί», πράγμα που το λέμε για εκείνους που είναι υπερβολικά απελπισμένοι. Στη συνέχεια, για να μην απελπιστεί, τον αποκαλεί και υπηρέτη παρόλο που είναι αδύνατος, λέγοντας: «Ποιος είσαι εσύ που κατακρίνεις ξένο υπηρέτη;». Και εδώ πάλι αυτόν επιτιμά κρυφά. Όχι γιατί κάνει πράγματα άξια μη κατακρίσεως, και γι’ αυτό προτρέπω να μην κατακρίνεται, αλλά γιατί είναι ξένος υπηρέτης, δηλαδή, δεν είναι δικός σου, αλλά του Θεού.
Στη συνέχεια παρηγορώντας αυτόν πάλι, δεν είπε «ότι πέφτει», αλλά τι; «Στέκεται ή πέφτει». Είτε συμβαίνει το ένα είτε το άλλο, τον Κύριο ενδιαφέρουν και τα δύο· καθόσον και η ζημία εκεί πηγαίνει, όταν πέσει, όπως ακριβώς βέβαια και ο πλούτος, όταν στέκεται. Αυτά βέβαια, αν δεν κατανοήσουμε το σκοπό πάλι του Παύλου, που θέλει να μην επιτιμούνται αυτοί πριν από τον κατάλληλο καιρό, είναι πάρα πολύ ανάξια για τη φροντίδα που ταιριάζει στους Χριστιανούς. Αλλά, πράγμα που πάντοτε λέγω, πρέπει να εξετάζουμε την πρόθεση με την οποία λέγονται, και την αφορμή για την οποία λέγονται, και τι προσπαθώντας να επιτύχει τα λέγει. Και δεν επέπληξε λίγο λέγοντας αυτό. Γιατί αν ο Θεός, λέγει, που υφίσταται τη ζημία, δεν κάνει τίποτε πρώτα, πώς δεν θα ήσουν άκαιρος εσύ και περισσότερο από το μέτρο περίεργος, στενοχωρώντας και ενοχλώντας αυτόν; […]
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-romanos.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην προς Ρωμαίους επιστολή, επιλεγμένα αποσπάσματα από τις ομιλίες ΚΕ΄ και ΚΣΤ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1985, τόμος 17, σελίδες 529-555.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή Νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
ΤΟ ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου από την ερμηνεία του στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, κεφ.Α΄, εδάφια 13-17
«Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος· μὴ φοβοῦ, Ζαχαρία· διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καὶ ἡ γυνή σου Ἐλισάβετ γεννήσει υἱόν σοι, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰωάννην». Ήταν επόμενο ο Ζαχαρίας να ταραχθεί με την παρουσία του αγγέλου όπως ελέγαμε την περασμένη φορά· διότι όταν ο άνθρωπος έρχεται σε επαφή με ουράνια όντα, αισθάνεται πολύ άσχημα. Αυτό που μερικοί άνθρωποι παρακαλούν να δουν αγγέλους –άσε δε ότι είναι μία απόλυτος κενοδοξία κι έτσι συνεπώς ουδέποτε πρόκειται να δουν αγγέλους- είναι όμως κάτι το οποίο δεν ξέρουν τι ζητούν. Ο άνθρωπος όντως ταράσσεται και αισθάνεται μέσα του πολύ άσχημα. Υπήρχε δε και η αντίληψις εις την Παλαιά Διαθήκη ότι εκείνος ο οποίος θα έβλεπε άγγελον, τούτο σήμαινε ότι θα απέθνησκε, ότι ο άγγελος ήτο προάγγελος κακών πραγμάτων, κακών μηνυμάτων. Εδώ όμως τώρα όταν εμφανίζεται ο άγγελος λέγει εις τον Ζαχαρία: «Μὴ φοβοῦ», «Μη φοβάσαι».
Είναι πράγματι το πρώτο ουράνιο μήνυμα κατά την ανατολήν αυτής της Καινής Διαθήκης. Ο Αδάμ εφοβήθη εις τον Παράδεισον και εκρύβη όταν ήκουσε την φωνή του Θεού. Τι ωραία μας το αποδίδει το τροπάριο της Κασσιανής που είναι το δοξαστικό της Μεγάλης Τρίτης… Εκρύβη, διότι ήτο ένοχος· και όταν ο Θεός τον καλεί, πού ήτο, λέγει: «Τῆς φωνῆς σου ἤκουσα καί ἐφοβήθην». «Γιατί εφοβήθης;»· διότι ακριβώς ήτο, όπως σας ανέφερα, η ενοχή του Αδάμ έναντι του Θεού. Αλλά τώρα όμως η φωνή του ουρανού προς έναν απόγονο του Αδάμ δεν είναι πλέον μία κλήσις δια να αφήσει τον παράδεισο και να φύγει, αλλά αντιθέτως είναι μία κλήσις να επανέλθει εις τον Παράδεισον. Και φυσικά ο άγγελος θα έδιδε ένα χαρούμενο μήνυμα. Δεν είναι κομιστής θλιβερού μηνύματος, δεν είναι κομιστής μηνύματος εξορίας, αλλά επιστροφής. Ω αυτή η επιστροφή… Και βεβαίως, ο Ζαχαρίας- ήτο προφήτης, προεφήτευσε όταν εγεννήθη το παιδί του, ο Ιωάννης, προεφήτευσε και προφητεύων, μπορούσε να αισθάνεται ότι το παιδί του θα ήταν ο πρόδρομος Εκείνου ο οποίος θα επανέφερε την ανθρωπότητα εις τον απολεσθέντα Παράδεισον. Αλλά τώρα όμως δεν παύει ο Ζαχαρίας να είναι ο απόγονος του Αδάμ, ο έχων την ενοχήν, και φοβείται. Πρέπει συνεπώς ο άγγελος πρώτα να βγάλει τον φόβον από τον Ζαχαρία και κατόπιν να του αναφέρει το χαρούμενο μήνυμα. Γι΄αυτό του λέγει: «Μή φοβεῖσαι». Λέγει ένας πατήρ ότι όπως μία επιφάνεια νερού, όταν ταράσσεται, δεν μπορεί να αποδώσει το εικονιζόμενον αντικείμενον, έτσι και μία ψυχή ταραγμένη δεν μπορεί να παρακολουθήσει εκείνο το οποίον της ανακοινούται.
Αλλά, λέγει ο άγγελος, μετά από την ειδοποίηση να μη φοβηθεί, ότι «εἰσηκούσθη», λέγει, «ἡ δέησίς σου», «εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καὶ ἡ γυνή σου Ἐλισάβετ γεννήσει υἱόν σοι, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰωάννην». «Έχει η δέησίς σου ακουστεί». Πότε εισηκούσθη η δέησις του Ζαχαρίου; Μήπως όταν ήταν ήδη ενήλιξ; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ακόμη ο Ζαχαρίας ζητούσε παιδί; Όχι προφανώς. Όχι διότι απλούστατα, όταν του είπε ο άγγελος ότι θα γεννήσει παιδί, εδυσπίστησε και έφερε την αντίρρηση ότι «και εγώ πια πέρασε η ηλικία μου, αλλά και της γυναικός μου η ηλικία παρήλθε και δεν κάνει παιδιά εκτός του ότι ήτο και στείρα· πολλῷ μᾶλλον, τώρα, πώς θα αποκτήσει παιδί;». Εάν αυτό είχε κατά νουν ο Ζαχαρίας, πώς είναι δυνατόν να προσηύχετο μέχρι τότε να του δώσει ο Θεός παιδί; Αποκλείεται λοιπόν. Δεν προσηύχετο ο Ζαχαρίας να του δώσει ο Θεός παιδί τότε. Πότε όμως προσευχήθη; Όταν ήτανε νέος κι αυτός και η γυναίκα του. Είχανε προσευχηθεί πολύ ζωντανά, πολύ θερμά εις τον Θεόν να τους εκπληρώσει το αίτημά τους. Ο Θεός δεν τους το εξεπλήρωσε, αλλά, προσέξτε, το αίτημά τους κατετέθη εις την τράπεζα του ουρανού. Κι όπως ακριβώς εις τις κοσμικές τράπεζες όταν καταθέτομε τα χρήματά μας, αισθανόμεθα την ασφάλειαν από πάσης πλευράς, πόσο περισσότερο εις την τράπεζα του Ουρανού, όπου ούτε σκουριά υπάρχει, ούτε σκουλήκι να καταστρέψει, ούτε κλέπται να τρυπήσουν τους τοίχους και να υπεξαιρέσουν τις καταθέσεις μας. Η τράπεζα του ουρανού είναι απολύτως ασφαλής και το σημαντικότερον, ο Θεός γνωρίζει τον κατατεθέντα λογαριασμό μας. Οι προσευχές, οι κάποτε προσευχές μας και τα κάποτε αιτήματά μας, έρχεται ώρα που ο Θεός τα ικανοποιεί.
Μπορεί να παύσαμε να ζητούμε εκείνο που θέλαμε. Ο Θεός όμως δεν το ξεχνά. Πόσο παρήγορο είναι αυτό; Μόλις και ανάγκη να το πούμε. Πόσες φορές, όταν προσευχόμεθα για ένα πρόσωπο, για το παιδί σας, εάν είναι νέος, και ίσως η ζωή του, η συμπεριφορά του δεν είναι καλή, παίρνει τον δρόμο τον κακό, και προσεύχεται η μητέρα και ο πατέρας και νηστεύουν και κάνουν παρακλήσεις και δάκρυα πολλά και βλέπουν ότι το παιδί δεν αλλάζει από την πορεία του… Μπορεί κάποτε οι γονείς να σταματήσουν να προσεύχονται. Αν θέλετε; Μπορεί και να πεθάνουν. Δεν έχει σημασία. Όπως ακριβώς, μένει ο λογαριασμός εις την τράπεζα, έστω κι αν το πρόσωπο που κατέθεσε τα χρήματά του, απήλθε του κόσμου τούτου, είναι στο όνομά του και έχουν δικαιώματα οι κληρονόμοι, έτσι και εδώ, ο Θεός θα δώσει το αίτημα, αν το κρίνει, έστω και μετά θάνατον, που το πρόσωπο αυτό ζητούσε ό,τι ζητούσε. Μπορεί να μη δείτε το παιδί σας στον δρόμο του Θεού και να φύγετε από τον κόσμον αυτόν· αλλά αυτό δεν έχει σημασία, να το δείτε εις την Βασιλεία του Θεού μια ημέρα… Πόσες φορές, ο Θεός απαντά ύστερα από πενήντα χρόνια. Γι΄αυτό ο Κύριος συνεβούλευσε να μην αποκάμνομε εις τις προσευχές μας. Είναι τόσο παρήγορο αυτό…
Και τώρα βλέπει κανείς ότι έρχεται ο άγγελος και λέγει εις τον Ζαχαρία ότι «εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου» και «ότι η γυναίκα σου θα γεννήσει παιδί». «Θα γεννήσει παιδί… Και το όνομά του θα είναι Ιωάννης». «Ιωάννης» –δίνει το όνομα ο άγγελος· δίνει το όνομα γιατί στους Εβραίους το όνομα είχε πάντοτε κάποια σημασία. Όλα τα ονόματα τα εβραϊκά, κατά κανόνα, αν τα ετυμολογήσουμε, θα βγάλουμε νόημα. Ο Εβραίος δεν έδιδε ποτέ όνομα, που να είναι σαν κι αυτά που δίδομε σήμερα τα πολύ χαϊδευτικά στα παιδιά μας και που κάποτε τα δίνουμε στα σκυλάκια και τις γάτες· όχι, αγαπητοί μου, Βιβή, Κοκό, Φιφί, Ριρί, Λουλού, τι πράγματα είναι αυτά, ε; Δεν είναι ονόματα αυτά. Δεν είναι ονόματα, τα οποία πράγματι, πράγματι, να εκφράζουν νόημα.
Το Ιωάννης, εξελληνισμένο, λέγεται εβραϊκά Ιεχοχανάν. Ιεχοχανάν. Και σημαίνει δώρο του Γιαχβέ, του Ιεχωβά, του Γιαχβέ, δώρο του Γιαχβέ, του Ιεχωβά, δηλαδή του Κυρίου, του Θεού, δώρο του Θεού. Και πράγματι ήταν δώρο του Θεού. Θα το λέγαμε το όνομα αυτό εις την ελληνική, μεταφράζοντας ως προς την ετυμολογία του ονόματος, Θεοδώρητος· ή Θεόδωρος ή Θεοδώρητος. Αυτός ο οποίος είναι δώρον του Θεού. Και πράγματι, ήτο δώρο του Θεού ο Ιωάννης, εις τους γονείς του οι οποίοι στα νεανικά τους χρόνια είχαν ζητήσει παιδί.
«Καὶ ἔσται χαρά σοι καὶ ἀγαλλίασις –στίχος 14- καὶ πολλοὶ ἐπὶ τῇ γεννήσει αὐτοῦ χαρήσονται». Προσέξτε: «και θα είναι χαρά σε σένα», «ἔσται χαρά σοι», «αλλά εκτός από σένα θα είναι χαρά και σε πολλούς άλλους». Λέγει «χαρά καὶ ἀγαλλίασις». Η «ἀγαλλίασις» είναι μία τονισμένη χαρά. «Χαίρετε καί ἀγαλλιᾶσθε». Δηλαδή να έχετε όχι μόνο χαρά, αλλά να έχετε κάτι παραπάνω από χαρά. Πράγματι, όταν γεννιέται ένα παιδί, οι γονείς έχουν χαρά. Ο Κύριος μάλιστα επειδή είναι πολύ φυσιολογικό αυτό, πολύ φυσιολογικό, και πολύ ψυχολογικό, να χαίρει ο άνθρωπος ηδονής, να χαίρει άμα ήρθε παιδί στον κόσμο, ο Κύριος το χρησιμοποιεί ως παράδειγμα και λέγει ότι –παράδειγμα για άλλο θέμα- και λέγει ότι όταν η γυναίκα πρόκειται να φέρει παιδί στον κόσμο, άνθρωπο στον κόσμον, πονά και αισθάνεται άσχημα. Όταν όμως γεννήσει, τότε ξεχνά τον πόνον και έχει χαρά γιατί ήρθε άνθρωπος εις τον κόσμον.
Αυτό όμως που λέμε ότι «ήρθε παιδί στον κόσμο και ότι αυτό θα δώσει τη χαρά», πράγματι οι γονείς έχουν πάντα την χαράν, όταν γεννιέται ένα παιδί; Πρέπει εδώ να σταματήσουμε λίγο και να σημειώσουμε ότι υπάρχουν γονείς, ιδίως πατεράδες, και μάλιστα κάποτε το σόι γύρω, κυρίως οι παππούδες, που, άμα δεν γεννηθεί αγόρι ας πούμε, έχουνε πολλή λύπη, πενθούν, γιατί δεν γεννήθηκε αγόρι, που το ΄θελαν αγόρι! Φθάνουν ενίοτε και σε έγκλημα. Προ ολίγων ετών, πρόπερσι θα ήταν, προ του ’60, στην Πελοπόννησο, κάποιος άνθρωπος σκότωσε τη γυναίκα του επειδή είχε γεννήσει κορίτσι. Τρομερό πράγμα! Που θα ΄πρεπε να χαρεί. Αν το θέλετε, εν παρόδω σας το λέγω, ότι επιτέλους επιτέλους αν θα γεννηθεί αγόρι ή κορίτσι δεν οφείλεται εις την γυναίκα, αλλά οφείλεται εις τον άντρα. Αυτό είναι ένα επιστημονικό δεδομένο. Αλλά βλέπετε πού φθάνουν οι άνθρωποι αντί να έχουν χαρά, αντί να πουν αυτό που λέει και ο λαός μας ότι «γεννήθηκε γερό» κ.λπ. κ.λπ. αλλά στενοχωρούνται πρώτα πρώτα γιατί γεννήθηκε παιδί· ενίοτε λυπούνται γιατί γεννήθηκε ένα τρίτο παιδί ή ένα τέταρτο παιδί, λυπούνται. Και μετά, αν είναι αγόρι ή κορίτσι, έχουν τις προτιμήσεις. Δεν είναι σωστά πράγματα αυτά. Είτε αγόρι είτε κορίτσι είναι, είναι άνθρωπος, είναι παιδί του Θεού. Πού το ξέρεις αν αυτό το κορίτσι που νομίζεις ότι θα επιβαρυνθείς για να έχεις να το προικίσεις και ό,τι άλλο, αν αυτό το κορίτσι δεν σε μαζέψει εσένα και σε γηροκομήσει, και σε βοηθήσει στη ζωή σου. Πού το ξέρεις;
Αλλά είναι και κάτι άλλο, όμως. Εδώ λέει: «Χαρά σε σένα». «Ἒσται σοι χαρά σοι καὶ ἀγαλλίασις», λέει ο άγγελος στον Ζαχαρία, γιατί γεννήθηκε παιδί. Τίθεται όμως ένα ερώτημα: Για κάθε άνθρωπο που γεννιέται, μπορούμε να ξέρομε αυτός ο άνθρωπος τι θα γίνει, ώστε να έχομε χαρά; Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι, θα ήταν η παρουσία τους στον κόσμον αυτόν μία κατάρα; Έτσι που θα λέγαμε «να μην είχε γεννηθεί ο άνθρωπος αυτός»; Και θα ‘πρεπε οι γονείς τότε να λυπούνται γιατί γεννήθηκε άνθρωπος; Υπάρχει, αγαπητοί μου. Και έχουμε μάλιστα και δυο περιπτώσεις αγιογραφικής μαρτυρίας. Για τη χαρά, να τη μαρτυρία του αγίου Ιωάννου. Για τη λύπη; Είπε αυτό που είπε ο Κύριος: «Αλίμονο» -για τον Ιούδα! Για τον Ιούδα, ο οποίος έχει πια σταθερή την απόφαση να παραδώσει τον Κύριον, και λέγει στο κατά Ματθαίον ο Κύριος: «Καλόν ἦν αὐτῷ», ήταν καλό εις αυτόν, «εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος». «Θα ήτανε καλό», λέγει, «να μην είχε γεννηθεί ο άνθρωπος αυτός». Γιατί; Διότι, επιτέλους, εάν δεν εγεννάτο θα ήτο ανύπαρκτος. Τώρα έχει μία ύπαρξη εις την αιωνίαν κόλασιν. Και είναι ένα στίγμα μέσα εις την ιστορία του Θεού.
Γι΄αυτό, πάντα πρέπει να κάνομε μία σκέψη, όταν έρχεται ένας άνθρωπος καινούργιος στον κόσμο: «Το παιδί αυτό, τι θα γίνει; Τι θα βγει;». Μέχρις ενός βαθμού το τι θα γίνει το παιδί αυτό, πρέπει να πούμε ότι οι γονείς έχουνε κάποιο μερίδιο. Ο παράγων κληρονομικότης, επί παραδείγματι, είναι σημαντικό στοιχείο. Εάν κατά την σύλληψη, όπως θα πούμε μερικά πράγματα στην αυριανή ομιλία, πρώτα ο Θεός, εάν κατά την σύλληψη οι γονείς, ήσαν σε κατάσταση νηφαλιότητος –δεν ήταν μεθυσμένοι-, εάν κατά την κύηση η μητέρα ήτο σε κατάσταση ειρηνική –μήπως είχε αγωνίες, ανησυχίες, άγχος ή άλλες καταστάσεις, μίσος κ.λπ. κ.λπ., υπερβολική κόπωση ή ό,τι άλλα πράγματα, ό,τι άλλα στοιχεία θα μπορούσαν να επηρεάσουν και να προσβάλουν το έμβρυο, αυτό το παιδί που καμαρώνετε εις την κούνια, το καινούργιο σας παιδί, ξέρετε ότι κατά ένα μεγάλο σημαντικό ποσοστό έχει στοιχεία μελλοντικά που του τα έχετε καταθέσει εσείς; Και αυτό έχει πάρα πολλή, σας ξαναλέγω, αξία και σημασία; Και ότι οι γονείς πρέπει να προσέχουν πολύ όταν πρόκειται να γεννήσουν, να τεκνοποιήσουν, να κάνουν παιδιά; Αλλά, θα πρέπει μου φαίνεται σε τελευταία ανάλυση να ζητούμε το παιδί αυτό να γίνει ένας καλός Χριστιανός. Παρά τις καταβολές που του καταθέσαμε, τις κληρονομικές, παρά την αγωγή που ενδεχομένως να είναι ελλιπής –άλλος παράγων η αγωγή, ε;- να ΄χει τη χάρη του Θεού, να προσευχόμαστε στον Θεό να βοηθήσει το παιδί αυτό να γίνει καλός Χριστιανός και να κερδίσει την Βασιλεία του Θεού. Όσες φορές έχω παρευρεθεί σε βάπτιση, εύχομαι, όταν τελειώσει το μυστήριο, – μ’ έχουν καλέσει, κάπου και πού, μπορεί να βρεθώ- και τελειώσει το μυστήριο – έστω σαν επισκέπτης να λαμβάνω μέρος πολλές φορές, σχεδόν μόνο στα κατηχούμενα- όταν τελειώσει πηγαίνω μέσα στο ιερό και προσεύχομαι, δύο λόγια, προ της Αγίας Τραπέζης το παιδί που βαφτίστηκε, να γίνει καλός Χριστιανός, να υπηρετήσει τον Θεόν, κατ’ οποιονδήποτε τρόπο. Δεν είναι μόνο η ιεροσύνη, είναι κατεξοχήν υπηρεσία η ιεροσύνη, αλλά δεν είναι μόνο η ιεροσύνη, να υπηρετήσει τον Θεόν κατ’ οποιονδήποτε τρόπον, και να γίνει μέλος της Βασιλείας του Θεού. Τι άλλο θα μπορούσε κανείς να ευχηθεί, και να προσευχηθεί, αυτό να ζητάτε και εκεί ακριβώς να είναι ο στόχος σας όταν είμαστε μπροστά στην παρουσία ενός νέου ανθρώπου.
Ο Ζαχαρίας όμως είχε κάθε λόγο να χαίρεται, διότι ο άγγελος του προφητεύει ποίος θα είναι αυτός. Και τι του είπε; Είναι τώρα το χωρίον 15, 16, 17, θα τα πω όλα μαζί και θα πάρω επιμέρους σημεία μετά: «Ἒσται γὰρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καὶ οἶνον καὶ σίκερα οὐ μὴ πίῃ καὶ Πνεύματος ῾Αγίου πλησθήσεται ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ,καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν· καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι καὶ δυνάμει ᾿Ηλιού, ἐπιστρέψαι καρδίας πατέρων ἐπὶ τέκνα καὶ ἀπειθεῖς ἐν φρονήσει δικαίων, ἑτοιμάσαι Κυρίῳ λαὸν κατεσκευασμένον». Αυτά τα τρία χωρία, αγαπητοί μου, περιέχουν όλα τα χαρακτηριστικά του παιδιού που θα εγεννάτο. Δηλαδή ο άγγελος περιγράφει τι θα είναι το παιδί αυτό. Αν επί παραδείγματι μπορούσαν να μας πουν ότι το παιδί που θα γεννηθεί, θα γίνει επιστήμων, ότι θα δοξασθεί, ότι θα κάνει μια μεγάλη εφεύρεση, ότι…κατόπιν θα πάρει, ξέρω ‘γω, το βραβείο Νομπέλ και δεν ξέρω τι· να μας δώσουν τα χαρακτηριστικά. Αυτό τώρα κάνει ο άγγελος. Δίδει τα χαρακτηριστικά του υιού του Ζαχαρίου· εκείνου που θα ονομάζετο Ιωάννης.
Πρώτο χαρακτηριστικό: Μέγας. «Ἒσται γὰρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου». Πωπω… «Θα είναι μέγας ενώπιον του Θεού». Λέγει ο Ωριγένης: « Το να πει ο άγγελος ότι θα γίνει μεγάλος, τούτο δείχνει το μέγεθος της ψυχής του Ιωάννου, μέγεθος βλεπόμενον υπό μόνο του Θεού· διότι κάτι το μεγάλο ή κάτι το μικρό, μόνο ο Θεός μπορεί να το δει. Κάποτε να είναι κρυμμένος ένας άνθρωπος από τα μάτια των ανθρώπων, αλλά καθόλου κρυμμένος από τα μάτια του Θεού».
Πού ήτο ο Ιωάννης τριάντα χρόνια; Τριάντα χρόνια. Μάλιστα κατά μίαν παράδοσιν, εκκλησιαστική φυσικά παράδοση, ο πατέρας του ο Ζαχαρίας εθανατώθηκε από τους Ιουδαίους. Λέγεται, γιατί ο Κύριος, χρησιμοποιεί την περίπτωση αυτή, ο ίδιος ο Χριστός, λέει: «Θα ζητηθεί το αίμα Άβελ του δικαίου έως Ζαχαρία του προφήτου, που τον εφονεύσατε μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου». Μέσα στην αυλή δηλαδή. Γιατί ο ναός, όταν λέμε «ναός», κυρίως ήτανε τα Ἅγια και τα Ἅγια τῶν Ἁγίων. Αυτό κυρίως ελέγετο ναός. Ο κυρίως ναός. Και φυσικά ολόκληρο το οικοδόμημα, οι αυλές, οι αποθήκες, μέχρι και το τείχος που υπήρχε γύρω γύρω και οι φρουρές και οι πύργοι και όλα, όλα οπωσδήποτε αποτελούσαν το συγκρότημα του ναού. Αλλά ο κυρίως ναός είναι αυτό που σας ανέφερα, που έχουμε πει μία περασμένη φορά. Το θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων ήταν στην αυλή. «Μεταξύ», λοιπόν, «του θυσιαστηρίου και του ναού εφονεύσατε τον Ζαχαρία». Δεν ξέρομε όμως, αυτός ο Ζαχαρίας είναι, ή ο Ζαχαρίας ο προφήτης ο άλλος, ο παλαιός, δεν γνωρίζουμε γιατί δεν αναφέρεται τίποτα για τον παλαιό Ζαχαρία. Οι γνώμες διίστανται. Η εκκλησιαστική παράδοση διασώζει ότι πρόκειται περί του Ζαχαρίου, του πατρός του Ιωάννου. Αν θέλετε να προχωρήσω για την παράδοση ότι εισήγαγε εις τα άγια των Αγίων την Θεοτόκον. Δεν το γνωρίζω. Το γεγονός είναι ότι υπάρχει ακόμη η παράδοσις ότι ο Ηρώδης εζήτησε να φονευθεί και το νήπιον Ιωάννης –μην ξεχνάμε ότι η διαφορά της ηλικίας των ήτο μόνο έξι μήνες. Μόνο έξι μήνες. Πολύ μικρή διαφορά. Και εζήτησε να φονεύσει και το νήπιον Ιωάννης· το οποίο παρέλαβε η μητέρα Ελισάβετ και κατέφυγε εις την έρημον. Ό,τι σας είπα τώρα, δεν είναι τίποτα γραμμένο στο Ευαγγέλιο. Είναι μία παράδοση της Εκκλησίας μας. Και ότι ο Ιωάννης παρέμεινε εις την έρημο από νήπιο. Πάντως, το γεγονός είναι, έτσι φαίνεται, ότι ο Ιωάννης ήτο από νεαροτάτης ηλικίας εις την έρημον. Και εις την έρημο τριάντα χρόνια έμεινε. Και τούτο διότι έπρεπε το τριακοστόν έτος της ηλικίας του να βγει στο δημόσιο κήρυγμα, επειδή τότε ήτο η νόμιμος ηλικία στους Εβραίους.
Τριάντα χρόνια ποιος τον έβλεπε εις την έρημο; Και αν υποτεθεί ότι ένας άνθρωπος, ή όπως ακριβώς η γέννησή του ήταν θαυμαστή, εκείνοι που την παρακολούθησαν, είδαν παρακάτω το φαινόμενον της αφωνίας, θα δούμε παρακάτω το φαινόμενον της αφωνίας του Ζαχαρίου, του πατέρα του κ.λπ. κ.λπ. Γιατί τα ξέχασαν οι άνθρωποι. Πέρασαν τριάντα χρόνια. Ποιος έβλεπε τον Ιωάννη στην έρημο; Οι άνθρωποι όχι. Ο Θεός ναι. Και για τον Θεόν λοιπόν ήτο μέγας. Γι΄αυτό, η έννοια του «μεγάλου» ή του «μικρού» δεν πρέπει να ληφθεί ποτέ υπόψη σε σχέση με τους ανθρώπους, αλλά σε σχέση με τον Θεό. Ο ίδιος είπε ο Κύριος, μας είπε ότι εκείνος ο οποίος είναι υπηρέτης όλων, αυτός είναι ο μεγαλύτερος από όλους. Βλέπετε ότι η έννοια του μεγάλου είναι πολύ διάφορος της εννοίας που έχουν οι άνθρωποι;
Αλλά, τι είναι εκείνο που αναδεικνύει έναν άνθρωπον μεγάλον εις τον κόσμον αυτόν; Προφανώς είναι τρία πράγματα. Η ευγενής καταγωγή, το τζάκι, η σκούφια, η ευγενής καταγωγή, είναι τα χρήματα, ο πλούτος, και τα ταλέντα, τα τάλαντα, τα ταλέντα, τα προσόντα που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος, εξυπνάδα ή ό,τι άλλο. Και τα τρία αυτά, που είναι ικανά να καταστήσουν έναν άνθρωπο μεγάλο ενώπιον των ανθρώπων, και τα τρία, αγαπητοί μου, δεν έχουν καμία αξία μπροστά στα μάτια του Θεού.
Ο Ιωάννης ήτο μεν ευγενούς καταγωγής, λευιτικής καταγωγής, αλλά Λευίται ήσαν και άλλοι πολλοί. Πλούσιος ο πατέρας του δεν ήταν. Άλλα ταλέντα να είχε, μόρφωση ή ό,τι άλλο, ξέρω ΄γω εξυπνάδα ή ό,τι άλλο, δεν μπορούμε να ξέρουμε. Το γεγονός είναι ότι κατά κόσμον δεν ήταν μεγάλος. Εδώ όμως τίθεται ένα θέμα: Εάν έχω ένα ταλέντο, αυτό το πράγμα δεν με κάνει μεγάλον στα μάτια του Θεού; Εάν ο ίδιος ο Θεός μού έχει δώσει το ταλέντο αυτό; Εάν επί παραδείγματι έχω ευφυΐα, έχω ευγλωττία, έχω θαυματουργικότητα, το χάρισμα του θαυματουργεῖν, αυτό δεν είναι μεγάλο, αυτό εμένα δεν μπορεί να με δοξάσει; Στα μάτια των ανθρώπων οπωσδήποτε ναι. Στα μάτια του Θεού, όχι. Μάρτυς η Γραφή. Όταν οι εβδομήκοντα απόστολοι εγύρισαν και τους έστειλε ο Κύριος στο όνομά Του να φυγαδεύσουν τους δαίμονες και να ευαγγελιστούν την Βασιλεία του Θεού και να θεραπεύσουν αρρώστους, γύρισαν με χαρά μεγάλη και ανήγγειλαν ότι στο όνομά Του πράγματι οι δαίμονες φεύγουν. Κι ο Κύριος χάρηκε που χάρηκαν οι μαθηταί Του. Και ο Ίδιος τους λέγει: «Μη χαίρεστε όμως γιατί στο όνομά μου μπορείτε να φυγαδεύετε τους δαίμονες, γιατί σας έδωσα το προνόμιο, γιατί σας έδωσα το ταλέντο, το προσόν ή το χάρισμα να φυγαδεύετε τους δαίμονες, αλλά γιατί τα ονόματά σας έχουν γραφεί στον ουρανό». Εδώ ο Κύριος αντιδιαστέλλει τα προσόντα που δίνει ο ίδιος ο Θεός για την οικοδομή της Εκκλησίας Του. Τα αντιδιαστέλλει με τα προσωπικά στοιχεία του κάθε ανθρώπου, τα οποία, επιτέλους, αυτά θα σταθούν το κριτήριο για την σωτηρία του.
Αν έχω προφητικό χάρισμα, αυτό δεν με σώζει. Θα ακούσουμε τη φωνή του Κυρίου– ω μη γένοιτο-: «Κύριε, στο όνομά Σου δεν προφητεύσαμε; Κύριε, στο όνομά Σου δεν διδάξαμε;». Θα μας πει: «Οὐκ οἴδα ὑμᾶς. Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοί Κύριε, Κύριε εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». «Φύγετε», λέει, «από μένα οι εργάται της ανομίας και της αδικίας». Το θέμα της σωτηρίας διαφορετικό. Το λέγω, γιατί πολλοί παραπονούνται γιατί δεν έχουν προσόντα, γιατί ο Θεός έδωσε σε εκείνον προσόντα πολλά, ενώ στον άλλον δεν έδωσε. Αυτά τα προσόντα δεν είναι για να… ούτε να σωθείς ούτε τίποτε, είναι για την οικοδομή της Εκκλησίας. Τίποτε άλλο. Σου έδωσε όμως τη δυνατότητα να σωθείς. Ο Ιωάννης –ανοίξτε την Γραφή, θα το δείτε- δεν έκανε ούτε ένα θαύμα. Το έχετε υπόψη σας αυτό; Ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής δεν έκανε ούτε ένα θαύμα. Ο Ιούδας έκανε θαύματα. Ο προδότης! Διότι πριν προδώσει τον Χριστό, που απεστάλη με…, και οι Εβδομήκοντα, και οι Δώδεκα πήγαν σε χωριά και πόλεις κ.λπ. και κήρυξαν και θεράπευσαν – κι ο Ιούδας έκανε θαύματα! Ύστερα και από τα χέρια του Ιούδα δεν πολλαπλασιάζονταν τα ψωμιά όταν τα μοίραζε από το κοφίνι του και τα ‘δινε εις τον κόσμον, στους πεντακισχιλίους; Δια των χειρών του Ιούδα εγίνοντο θαύματα! Δεν σώθηκε όμως. Ο Ιωάννης δεν έκανε κανένα θαύμα. Είναι μέγας. Γιατί; Πού έγκειται ακριβώς η μεγαλοσύνη του Ιωάννου; Βρίσκεται εις την υπακοή εις το θέλημα του Θεού. Εις την υπακοή εις το θέλημα του Θεού. Εσύρθη ενωρίς εις την έρημον και ετέθη απολύτως εις την υπηρεσία του Θεού. Θα ήτο πλέον το πρόσωπον του σχεδίου του Θεού. Κάτι ανάλογο συνέβη και με την Θεοτόκο. Η Θεοτόκος έδωσε απολύτως τον εαυτό της εις το σχέδιον του Θεού. Εκεί είναι το μεγάλο θέμα. Εκεί. Η υπακοή. Αυτή η τόσο δύσκολη… Κι αν το θέλετε; Η υπακοή είναι το αληθινό μας κτήμα· διότι όλα τα άλλα τα ταλέντα τα δίδει ο Θεός, είναι δώρα· ενώ η υπακοή δεν είναι δώρο από τον Θεό, είναι προσωπικός κόπος, μόχθος. Για να γίνεις ο υπάκουος εις το θέλημα του Θεού, θέλει οπωσδήποτε πολλή δουλειά.
Αλλά ακόμη μεγάλος θα ήτο ο Ιωάννης και για ένα άλλο θέμα· διότι ο Ιωάννης δεν θα εσκανδαλίζετο εις το πρόσωπο του Χριστού. Λέγει ο Ωριγένης ότι «εκείνος που σκανδαλίζεται εις το πρόσωπον του Χριστού, είναι μικρός. Εκείνος που δεν σκανδαλίζεται, αυτός είναι μεγάλος». Άλλο κριτήριο τώρα του «μεγάλου» και του «μικρού». Πέραν δηλαδή της αρετής. Είναι το κριτήριον της πίστεως. Τι θα πει σκανδαλίζομαι και τι είναι το πρόσωπον του Χριστού; Είναι ο Ενανθρωπήσας Θεός. Πώς Τον βλέπεις εις την ιστορία μέσα; Πώς θα Τον αποδεχθείς; Θα πιστέψεις ότι είναι ο Θεός; Ο ενανθρωπήσας; Θα Τον πιστέψεις απολύτως; Μήπως σκοντάψεις πουθενά; Μήπως πεις: «Μα…». Μήπως; Μήπως; Αν σκοντάψεις, σκανδαλίστηκες. Δηλαδή στάθηκε το πρόσωπο του Κυρίου σκάνδαλο, παλούκι. Σκόνταψες κι έπεσες. Και σημαίνει: «Είσαι μικρός στην ψυχή έναντι του Θεού». Δεν σκανδαλίστηκες; Είσαι μέγας.
Βλέπομε ότι ο Ιωάννης ήτο στη φυλακή και στέλνει δύο μαθητάς του να ρωτήσουν τον Χριστό –πολύ μετά την Βάπτιση: «Εσύ είσαι ο Μεσσίας ἤ ἕτερον προσδοκῶμεν;». «Ή άλλον περιμένουμε;». Εκ πρώτης όψεως δίδεται η εντύπωσις ότι ο Ιωάννης εσκανδαλίσθη εις το πρόσωπον του Χριστού. Ο ίδιος δεν είπε ότι «είδα τους ουρανούς ανεωγμένους και Εκείνος ο Οποίος μου είπε να βαπτίζω, Αυτός μου είπε ’’Σε Εκείνον που θα δεις το Πνεύμα το Άγιο σαν περιστέρι να κατέρχεται, Αυτός είναι ο Μεσσίας’’» και του οποίου δεν ήταν ικανός τον ιμάντα των υποδημάτων Του να λύσει; Εκείνος ο Οποίος αν και ο Ιωάννης ήτο χρονικώς έμπροσθέν Του –κι από πλευράς φήμης-, όμως στάθηκε πίσω του και ήτο εκείνος ο λύχνος και ο Άλλος ο ήλιος; Και ήτο ο Μεσσίας, ο Νυμφίος και ο Ιωάννης ο φίλος του Νυμφίου; Και πολύ παραπάνω χαίρει ο Νυμφίος από τον φίλο του Νυμφίου, χαίρει και ο φίλος, αλλά δεν χαίρει όπως ο Νυμφίος. Όλα αυτά δεν είχανε νόημα; Όταν ήλθαν οι δύο απεσταλμένοι και του είπαν του Κυρίου: «το και το», την ώρα εκείνη ο Κύριος εθεράπευε αρρώστους· άνοιγε μάτια τυφλών και αυτιά κουφών· και ανόρθωνε παραλυτικούς και φυγάδευε δαίμονες. Η απάντησις ήτο: «Πείτε στον Ιωάννη αυτά που βλέπετε· ότι τυφλοί βλέπουν, κουφοί ακούν, παραλυτικοί στέκονται».
Μόλις έφυγαν οι δύο απεσταλμένοι, ο Κύριος πλέκει το εγκώμιο του Ιωάννου. Και μεταξύ των άλλων, λέγει το εξής: «Μείζων ἕν γεννητοῖς γυναικῶν οὐκ ἐγήγερται Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ». «Γυναίκα που ποτέ γέννησε άνθρωπο, μεγαλύτερον από τον Ιωάννη, δεν υπήρξε κανένας ποτέ». Ποτέ δεν υπήρξε κανένας μεγαλύτερος του Ιωάννου. Εάν εσκανδαλίζετο ο Ιωάννης, θα έπλεκε ευθύς αμέσως, μετά την αναχώρηση των απεσταλμένων μαθητών του Ιωάννου, θα έπλεκε ο Κύριος το εγκώμιον; Όχι. Γιατί λοιπόν τον κάνει μέγαν; Ότι δεν γεννήθηκε μεγαλύτερος από τον Ιωάννη; Δεν έγινε, δεν γεννήθηκε. Απλούστατα διότι δεν ήτο ο σκανδαλισμός εις τον Ιωάννη. Ήτο εις τους μαθητάς του. Και είπε εις τους μαθητάς του: «Πηγαίνετε να του πείτε ‘’Συ είσαι ο Μεσσίας;’’»· δηλαδή: «Εγώ σας είπα ότι είναι ο Μεσσίας». Δεν έδειξε ο Ιωάννης και είπε «Ἴδε ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου;». «Εσείς, όμως, ακόμη δυσπιστείτε, οι μαθηταί μου. Δυσπιστείτε. Και δεν μπορείτε ακόμη να αντιληφτείτε αυτό που εγώ σας υπέδειξα. Λοιπόν. Πηγαίνετε να Τον ρωτήσετε». Όπως τίθεται όμως και είναι γραμμένο στην Αγία Γραφή, δίδεται η εντύπωσις ότι ο Ιωάννης σκανδαλίζεται. Να για μια ακόμη φορά που ο Κύριος βρίσκει την ευκαιρία να αποκαλέσει τώρα πλέον, ο Ιωάννης μεγάλος, όχι ότι θα εγεννάτο και θα ήτο μέγας, ότι πράγματι είναι μέγας. Γιατί; Γιατί δεν είχε σκανδαλιστεί.
Το ξέρετε αγαπητοί μου, μεγάλοι και τρανοί της γης, μεγάλοι και τρανοί, έχουν αξιώματα, έχουν πλούτο, έχουν καταγωγή, έχουν ευφυΐα, έχουν, τα πάντα έχουν, να δύνανται να θεωρούνται ακόμη και ευεργέται της ανθρωπότητος, αν όμως σταθούν έναντι του Κυρίου άπιστοι, σκοντάψουν, η πίστις τους δεν είναι η πίστη ενός απλού ανθρώπου που μπορεί να δέχεται απολύτως τη θεότητα του Χριστού, είναι μικροί στα μάτια του Θεού.
Και συμπληρώνει ένα δεύτερο χαρακτηριστικό ο άγγελος: «καὶ οἶνον καὶ σίκερα οὐ μὴ πίῃ». «Οἶνον», κρασί, «καί σίκερα» –είναι ο σίκερα, είναι η σίκερα, ό,τι θέλετε πάρτε το- ας πούμε ότι είναι η σίκερα, της σίκερα· ή τα σίκερα· άκλιτο είναι, είναι εβραϊκή λέξις. Δεν μεταφράζουν οι Εβδομήκοντα, δεν μεταφράζει και ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Δεν υπάρχει αντίστοιχος ελληνική. Μονολεκτικώς τουλάχιστον. Είναι κάθε μεθυστικόν ποτόν που μπορεί να παράγεται από οποιοδήποτε προϊόν έξω της αμπέλου. Μάλιστα στην περιοχή και πολύ μάλιστα μεθυστικό ποτό ήτο αυτό που παρήγαγαν από τους χουρμάδες, τους φοινικοκαρπούς. Ήτο πολύ μεθυστικό ποτόν. Συνεπώς, με το να πει «οἶνον» εννοεί τα προϊόντα της αμπέλου και «σίκερα», προϊόντα μη αμπέλου, αλλά μεθυστικά. Με άλλα λόγια: «Οινοπνευματώδη ποτά στο στόμα του δεν θα βάλει ποτέ». Τι σημαίνει αυτό και γιατί; Στην Παλαιά Διαθήκη, στο βιβλίο των Αριθμών, στο έκτο κεφάλαιο, συναντούμε έναν τύπο αφιερώσεως, ο οποίος ήτο προσωρινός για τους ανθρώπους και σπανιότατα ισόβιος. Εάν, λέγει, κανείς είχε ένα τάμα, ένα τάμα, τότε είχε τα εξής χαρακτηριστικά: Όσο καιρό κρατούσε το τάμα του, αφιέρωσε τη ζωή του στον Θεό, δεν έπινε κανένα οινοπνευματώδες ποτόν. Όχι μόνο αυτό, αλλά δεν έτρωγε και φρέσκα σταφύλια, μέχρι και τα κουκούτσια των σταφυλιών. Τίποτε απολύτως. Ό,τι παράγεται από το σταφύλι, είτε φρέσκο, είτε κατόπιν ζυμώσεως, απολύτως τίποτε. Δεύτερον. Άφηνε μαλλιά, δεν εκούρευε τα μαλλιά του, «ξυρός», «ξυρός» το ξυ- με ύψιλον, που θα πει «ξυράφι», «ξυρός» δεν ανέβαινε στο κεφάλι, ούτε στα γένια, πουθενά τίποτε, και τρίτον, εάν απέθνησκε κάποιο πρόσωπο του σπιτιού του, δεν παρίστατο καθόλου εις την κηδεία, ούτε έβλεπε καν το πρόσωπο αυτό το οποίο είχε πεθάνει· έστω κι αν ήτο ο πατέρας του ή η μάνα του. Αυτό ήτο το τάμα, η αφιέρωση που είχαν οι Εβραίοι. Αν θέλετε πιο πολλά, μπορείτε να διαβάσετε στο βιβλίο των Αριθμών, είναι ενδιαφέρουσα η περίπτωση, από τον στίχο 1 έως 21, έχει και περιπτώσεις ειδικές εκεί. Όταν τελείωνε το τάμα, έκοβε τα μαλλιά του, προσέφερε θυσία, όπως εκαίετο ολοκαύτωμα η θυσία, εκαίετο μέσα εις το θυσιαστήριο, έβαζαν και τα μαλλιά του μέσα εκεί και εκαίοντο, και κατόπιν μπορούσε να πιει κρασί κ.λπ. Ήταν λοιπόν ορισμένη αυτή η αφιέρωσις για τρεις μήνες, ένα χρόνο, πέντε χρόνια, όσο ήθελε κανείς. Ισόβιον αφιέρωσιν, ισόβιον, δεν είχαν παρά ελάχιστα πρόσωπα. Συγκεκριμένα, έχομε μόνον τον Σαμψών και τον Σαμουήλ τον προφήτη, τον Κριτή. Ο Σαμψών και ο Σαμουήλ είναι ισοβίως αφιερωμένοι. «Αφιερώνω», «ναζίρ», «αφιερωμένος, ναζιραίος» ήτο συνεπώς τώρα και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Με άλλα λόγια, αυτό που λέγει ο άγγελος στον Ζαχαρία ότι κρασί και οινοπνευματώδη ποτά δεν θα πιει, σήμαινε δε επιπλέον ότι δεν θα κουρευτεί, δεν θα ξυρίσει ποτέ τα μαλλιά του και τα γένια του -ποτέ! Δεν θα βγάλει ούτε μία τρίχα από τα μαλλιά του. Άλλο το τι πέφτει, ο ίδιος δεν θα κόψει τίποτε- σήμαινε ότι ήτο ο Ιωάννης ισοβίως Ναζιραίος· όχι Ναζωραίος, Ναζιραίος, το -ζι- με γιώτα, δηλαδή ισοβίως αφιερωμένος εις τον Θεόν.
Μια μικρά παρατήρησις. Θα γνωρίζετε ότι ο Σαμψών ήταν ένας γίγας. Γίγας, γίγας φοβερός. Αν διαβάσετε στους Κριτάς, θα δείτε ότι έκλεισαν κάποτε την πόλη οι Φιλισταίοι, τα τείχη, συγνώμη, την πύλη των τειχών, σιδερένια, μεγάλη, πορτάρα…- τι πόρτες είχανε τα τείχη τότε…- την κλείσανε για να τον πιάσουνε μέσα εις την πόλη· και όταν έφτασε μπροστά στην πόλη, στην πύλη, με τα δυο του χέρια την έπιασε και την έβγαλε από τους μεντεσέδες… Την έβαλε στην πλάτη του – την σιδερένια πύλη της πόλεως!- την έβαλε στην πλάτη του και την πήγε σε ένα βουνό και την πέταξε εκεί πέρα… Τρόμαξαν οι Φιλισταίοι, πραγματικά. Τρόμαξαν! Δύναμις φοβερή. Θα ξέρετε, από το σχολείο κ.λπ. ότι η δύναμίς του ήτο στα μαλλιά του και ότι η Δαλιδά τού έκοψε μια τρίχα λέει και…, δεν ήτανε μια τρίχα· απλώς του έκοψε τα μαλλιά. Τι σήμαινε «του έκοψε τα μαλλιά»; Η δύναμίς του ήτο εις το γεγονός της αφιερώσεως. Όχι εις αυτά τούτα τα μαλλιά αλλά εις το γεγονός της αφιερώσεως, ήτο άνθρωπος του Θεού. Και μόλις εκόπησαν τα μαλλιά του, έπαψε η αφιέρωσις και ο Θεός τον εγκατέλειψε τρόπον τινά, τον εγκατέλειψε και σταμάτησε η δύναμίς του.
Πού ήτο λοιπόν η δύναμις; Στην αφιέρωση. Γιατί επιμένω; Γιατί κι εμείς όταν βαπτιζόμεθα, κόβουμε τα μαλλιά μας και τα ρίχνομε εις την κολυμπήθρα. Είναι αφιέρωσις. Ισοβία. Όχι ότι δεν θα πιούμε πια κρασί, είναι της Καινής Διαθήκης αφιέρωση πια. Σημαίνει: «βαπτίστηκα, αποθέτω τα μαλλιά μου εις την κολυμπήθρα μέσα, έχω ισόβιον αφιέρωσιν και ανήκω πάντα εις τον Θεόν». Πού βρίσκεται τώρα η δύναμίς μου ως Χριστιανού; Εις το βάπτισμά μου ότι ανήκω εις τον Θεόν. Όταν αρνηθώ τον Χριστόν, αυτομάτως δεν έχω πλέον τη δύναμη του Θεού, ούτε ο Θεός πλέον με δέχεται δικό του άνθρωπο. Βλέπετε ότι έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία και αξία. Τώρα βεβαίως αυτή η αφιέρωσις ως προς τα οινοπνευματώδη ποτά, δια τον πιστόν της Καινής Διαθήκης δεν είναι παρά η προσπάθεια νεκρώσεως των ηδονών εις τας αισθήσεις· διότι τα οινοπνευματώδη ποτά είναι ηδύποτα, πιοτά τα οποία δημιουργούν ευχαρίστηση. Εδώ μεταφορικώς θα λέγαμε ότι είναι η νέκρωση των ηδονών που εδράζουν εις τας αισθήσεις μας και συνεπώς εις την Καινή Διαθήκη – δυνάμεθα να πιούμε κρασί, θα το πούμε αύριο, σας είπα το θέμα αυτό- αλλά εισάγεται ισοβίως η ασκητικότης. Η αγωνιστικότης, η ασκητικότης, η άσκησις. Σ΄όλη του τη ζωή ο Χριστιανός οφείλει να έχει την άσκηση. Γι΄αυτό λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος ότι «Ο καιρός της νηστείας δεν είναι πάντα, αλλά ο καιρός της εγκρατείας είναι πάντα». Και το μεν θέμα της νηστείας είναι ότι τώρα νηστεύομε, αύριο δεν θα νηστεύομε, αυτό ποικίλλει, αλλά ότι δεν πρέπει να πέσει στην γαστριμαργία, δηλαδή ασκητικότης, αυτό είναι πάντοτε, είτε νηστεύεις, είτε καταλύεις, όπως και αν έχει το πράγμα, αν τρως κρέας ή πιεις κρασί, δεν πρέπει να πέσεις στη γαστριμαργία ούτε εις την μέθην. Συνεπώς ο καιρός της εγκρατείας, ήτοι της ασκητικότητος, είναι πάντοτε.
Τρίτο στοιχείο: «καὶ πλησθήσεται Πνεύματος ῾Αγίου». Αυτό το «καὶ Πνεύματος ῾Αγίου πλησθήσεται ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ» είναι αντιθετικό ως προς το προηγούμενο στοιχείο ότι δεν θα πιει οινοπνευματώδη ποτά. Δηλαδή «δεν θα μεθύσει μεν από το οινόπνευμα, αλλά θα μεθύσει όμως από Πνεύμα Άγιον». Γι΄αυτό βάζει το «πλησθήσεται», θα γεμίσει. Μάλιστα, να χρησιμοποιήσω την Παλαιά Διαθήκη, το «μεθῶ» χρησιμοποιείται πολύ μεταφορικώς. «Ἐμέθυσας», έπεσε, λέει, βροχή, πολλή βροχή, -σαν την προχθεσινή βροχή, που ήταν, πιστεύω κι εδώ να έβρεξε, στο Στόμιο, φοβερή βροχή, ποταμός! Φοβερή βροχή στο βουνό επάνω. Βλέποντας την πεδιάδα του Στομίου να έχει γεμίσει νερά μετά από την βροχή, την άλλη μέρα, γεμάτη από νερά, θα λέγαμε ότι ο Θεός «ἐμέθυσε τά πεδία», το πε- με έψιλον. Υπάρχει αντίστοιχο μέσα εις τους Ψαλμούς: «Ἐμέθυσας τους αὔλακας τῆς γῆς»· δηλαδή «έβρεξες τόσο πολύ που τα αυλάκια γεμίσαν νερό»· αλλά δεν λέει «γεμίσαν», λέει «μεθύσαν» από νερό, μέθυσαν. Συνεπώς, είτε γεμίζω, είτε μεθώ είναι συνώνυμα στη φιλολογία την εβραϊκή. Έτσι κι εδώ τώρα.
Αντιθετικώς λέγει. Ναι μεν όχι με τα οινοπνευματώδη ποτά, αλλά θα μεθάει όμως από Πνεύμα Άγιον. Μεγάλο πράγμα… Θα μεθάει από Πνεύμα Άγιον, από πότε; Ενώ ακόμη θα είναι εις την εμβρυική ηλικία. Θα είναι έμβρυο. Από την κοιλία της μητέρας ακόμη, από τα σπλάχνα της μητέρας, θα έχει Πνεύμα Άγιον. Και ότι πραγματικά θα ήτο θεόπνευστος ο άγιος Ιωάννης από την κοιλία της μητέρας του, το βλέπουμε από το εξής χαρακτηριστικό στοιχείο: Ο Χριστός έκανε θαύματα. Οι άνθρωποι επίστεψαν άλλοι μεν κι άλλοι όχι. Ποιοι πίστεψαν; Εκείνοι οι οποίοι είχαν Πνεύμα Θεού. Και φυσικά είχαν Πνεύμα Θεού όσοι είχαν την προαίρεση και τη δυνατότητα να έχουν Πνεύμα Θεού. Οι άλλοι; Δεν είχαν Πνεύμα Θεού, δεν επίστεψαν. Έτσι βλέπομε ότι οι Ιουδαίοι βλέπουν θαύματα και δεν πιστεύουν. Ο Ιωάννης, δεν είχε δει ακόμα τον Χριστόν, ενώ ήτο ακόμη έμβρυον, όταν η Θεοτόκος επεσκέφθη την Ελισάβετ, την μητέρα του, η ιδία η Ελισάβετ εγέμισε από Πνεύμα Άγιο και προφητεύει και λέγει: «Το παιδί που έχω στην κοιλιά μου, εσκίρτησε, χοροπήδησε όταν είδε αυτό που έχεις εσύ στην δική σου κοιλία». Ώστε γιατί χάρηκε ο Ιωάννης και εσκίρτησε; Από έμβρυο είχε γεμίσει Πνεύμα Άγιον και απεδέχθη –δεν σκανδαλίστηκε από έμβρυο δηλαδή, αν επιτρέπεται να το πούμε έτσι. Τι αν επιτρέπεται; Το λέει η Αγία Γραφή- και απεδέχθη τον Χριστόν και επίστεψε και Τον προσεκύνησε και εχάρηκε για τον Μεσσία. Πριν ο Μεσσίας δει το φως του κόσμου σαν άνθρωπος και πριν ο Πρόδρομός του δει το φως του κόσμου σαν άνθρωπος. Αυτή είναι η δύναμις του Αγίου Πνεύματος όταν κανείς πραγματικά γεμίσει από αυτό.
Τέταρτο στοιχείο του Ιωάννου. Βλέπετε δεν λέει ούτε εξυπνάδες, ούτε εφευρέσεις, ούτε τίποτε. Αν μπορούσαμε κάποτε να αξιολογήσουμε τα ελλιπή προσόντα, τα μένοντα, και όχι εκείνα τα οποία γεμίζουν πολλάκις εις τα μάτια των ανθρώπων… Τέταρτο στοιχείο: «Καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν». Και πολλούς από τους Ισραηλίτας θα τους γυρίσει πίσω εις τον Θεόν. Δηλαδή τι σημαίνει «θα τους επέστρεφε»; Είναι εκείνο που μας λέγει το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, κατά την προφητεία: «Ἑτοιμάσατε τήν ὁδόν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τάς τρίβους αὐτοῦ». Τι θα πει «ετοιμάζω τον δρόμο του Θεού»; «Και κάνω ίσια τα μονοπάτια Του»; Τάς τρίβους αὐτοῦ; Τα μονοπάτια Του; Αυτή η ευθύτης της οδού δεν είναι ότι κάπου εκεί είναι ο Μεσσίας, κάπου εδώ είμαι εγώ και να κάνω έναν ίσιο δρόμο,γιατί λέει «εὐθείας ποιεῖτε», «ετοιμάζω την οδό Κυρίου και κάνω ίσια τα μονοπάτια Του». Ετοιμάζω και κάνω ίσια. Και το ένα και το άλλο. Δύο είναι. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει προπαρασκευάζω την καρδιά μου. Κάνω ευθεία την καρδία μου. «Καί πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου», λέμε εις τον πεντηκοστόν Ψαλμόν. Είναι η ευθύτης. Τι σημαίνει ευθύτης; Είναι το άδολον, η αδολότης, εκείνο που είπε ο Κύριος βλέποντας τον Ναθαναήλ: «Να», λέγει, «ένας γνήσιος Ισραηλίτης». Δηλαδή; Η απουσία του σκανδαλισμού. Και η παραδοχή, η αποδοχή του λόγου του Θεού. Η απουσία του ορθολογισμού. Να μην πεις: «Μα, πώς, τι, ίσως». Τίποτα. Ακούς το κήρυγμα ότι έρχεται ο Μεσσίας; Δέξου το. Και τώρα περίμενε. Μόλις ακούσεις τον Μεσσία, να πεις: «Να, τον βρήκαμε τον Μεσσία», όπως το είπε ο Φίλιππος. «Εὑρήκαμε», λέει, «τον Μεσσία». Τον Ιησού, τον από Ναζαρέτ. «Εὑρήκαμεν». Τι σήμαινε αυτό; Ευθύτης. Σήμαινε ότι οι καρδιές των Ισραηλιτών θα προετοιμάζοντο από τον Ιωάννη. Ήτο έργο μικρόν; Ήτο τεράστιο έργο, αγαπητοί μου, Και από πλευράς ποιότητος, και από πλευράς ποσότητος. Ήτο δε δυσχερέστατο έργον, δυσκολότατο έργον. Κι άλλα είχε ο Ιωάννης που θα επαινεθεί, όταν θα γεννηθεί πλέον, και όταν ο Κύριος θα μπαίνει εις τον δημόσιον βίον του. Αλλά όταν θα φτάσουμε εκεί, θα τα δούμε τα άλλα του στοιχεία.
Ας συνεχίσουμε τι άλλα ο άγγελος έχει να πει. Πέμπτον στοιχείον. «Καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ». Μην πει κάποιος ότι αυτά τα στοιχεία αφορούν εις τον Ιωάννην και εμάς δεν μας αφορούν. Και τον Ιωάννη μόνο να αφορούσαν, αγαπητοί μου, πάλι θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει, αγαπητοί μου, εφόσον γνωρίζουμε την ιστορία την ιερή μας, την ιερά μας ιστορία. Αλλά, βλέπετε πώς γίνεται η αναφορά του θέματος; Ότι τα αυτά πρέπει και εμείς να έχουμε. Κι ότι αυτά πρέπει να είναι και για μας τα χαρακτηριστικά. Και φυσικά ίσως όχι όλα. Μερικά να είναι ιδιάζοντα για τον άγιο Ιωάννη. Αλλά λίγο ή πολύ δεν νομίζετε ότι μπορούμε να έχουμε κάποια χαρακτηριστικά του;
«Και αυτός θα έρθει», λέγει, «προ του Μεσσίου», «προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ», θα έρθει μπροστά από τον Μεσσία. Δηλαδή Πρόδρομος. Προσέξτε εδώ ένα σημείο που είναι πολύ σημαντικό. «Καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ». Για, να πάρω τον προηγούμενο στίχο: «καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ ἐπιστρέψει –προσέξτε- ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν». Εβραϊκά «Κύριος» λέγεται «Γιαχβέ», «Ιεχωβά», παρακαλώ προσέξτε. «Καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ». Η αντωνυμία «αὐτοῦ» προφανέστατα αναφέρεται εις το κύριο όνομα του προηγουμένου στίχου. Ποίου «αὐτοῦ»; Του Κυρίου, του Θεού. Ώστε λοιπόν. Όταν λέγει ότι θα έρθει πιο μπροστά από Αυτόν, αναφέρεται εις τον Κύριον και Θεόν. Αλλά ο Κύριος και Θεός είναι ο Γιαχβέ, ο Ιεχωβά. Ξέρομε όμως ότι ομιλεί ο άγγελος ότι θα σταθεί ο Ιωάννης πρόδρομος του Μεσσίου. Άρα λοιπόν ποίος είναι ο Μεσσίας; Είναι ο επιφανείς Γιαχβέ, Ιεχωβά. Δηλαδή; Δηλαδή ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Ιεχωβά. Δηλαδή ο Κύριος. Ας το ακούσουν οι Χιλιαστές που λέγουν ότι ο Ιησούς Χριστός δεν είναι ο Γιαχβέ, αλλά είναι κτίσμα… Και φλυαρούν βλάσφημα επί βλασφήμων. Βλέπει δηλαδή κανείς καθαρά, σαφέστατα εδώ την περίπτωση ότι ο Ιησούς είναι ο Γιαχβέ, ο Κύριος, ο Θεός.
Αλλά και ένα άλλο ακόμη. Ο προφήτης Μαλαχίας λέγει την εξής προφητεία: «Ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τόν ἄγγελόν μου –προσέξτε- πρό προσώπου μου». «Μου». «Πρό προσώπου μου». Προσέξτε αυτήν την αντωνυμία: «μου». Ποιος το λέει αυτό τώρα; Ο Γιαχβέ, ο Κύριος, της Παλαιάς Διαθήκης, ο Θεός. «Στέλνω», λέει, «τον αγγελιοφόρο μου, τον άγγελό μου, προ προσώπου μου», δηλαδή «μπροστά μου». «Μπροστά μου». Όταν παίρνει την προφητεία αυτή του Μαλαχίου ο Ευαγγελιστής Μάρκος, ακούστε πώς τη διατυπώνει, είναι στο πρώτο κεφάλαιο: «Ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τόν ἄγγελό μου πρό προσώπου Σου». Γιατί βάζει τώρα «Σου»; Απλούστατα, γιατί το «Σου» το λέγει ο Γιαχβέ-Λόγος, ο Κύριος-Λόγος, ο Γιαχβέ- Λόγος, το δεύτερον πρόσωπον για λογαριασμό Του. Τώρα, στην παράθεση της προφητείας, που κάνει ο Μάρκος, αναφέρεται πάλι εις τον Λόγον, αλλά από τον Πατέρα. Δηλαδή ο Πατέρας λέγει, ο Πατήρ- Γιαχβέ, λέγει εις τον Λόγο- Γιαχβέ: «προ προσώπου Σου» κατά το «Κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἄν θῶ τούς ἐχθρούς Σου» κ.ο.κ. Είναι αυτός ο διάλογος μεταξύ Πατρός και Υιού· αλλά αφού στην Παλαιά Διαθήκη έχει το «μου», αλλά ο Γιαχβέ, εάν υποτεθεί ότι ο Πατέρας έγινε άνθρωπος, πώς έγινε άνθρωπος; Άρα λοιπόν Αυτός που ήρθε είναι ο Γιαχβέ. Άρα ο Χριστός είναι ο Γιαχβέ, ο Ιεχωβά.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
απομαγνητοφώνηση και ψηφιοποίηση της ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΗ:
Μακαριστού αρχιμανδρίτου Αθανασίου Μυτιληναίου, Ομιλίες εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, ομιλία 1η.