Η ΑΓΙΑ & ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ - Μ. ΤΡΙΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ (16/4/2025)
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ
[Υπομνηματισμός των εδαφίων: Ματθ.25,1-13]
«Τότε ὁμοιωθήσεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἵτινες λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας αὐτῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου(:Τότε, όταν δηλαδή έλθει ο Μεσσίας κατά τη δευτέρα Του παρουσία, η έλευση αυτής της ουράνιας βασιλείας Του και όσα θα συμβούν τότε, θα μοιάζουν με ό,τι έγινε σε δέκα παρθένες. Αυτές λοιπόν, αφού πήραν τα λυχνάρια τους, βγήκαν να υποδεχτούν τον γαμπρό, που θα ερχόταν τη νύχτα να παραλάβει τη νύφη)».πέντε δὲ ἦσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι καὶ αἱ πέντε μωραί(:πέντε όμως απ’ αυτές ήταν φρόνιμες και μυαλωμένες, ενώ οι πέντε άλλες ήταν ασυλλόγιστες και ανόητες),αἵτινες μωραὶ λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν οὐκ ἔλαβον μεθ᾿ ἑαυτῶν ἔλαιον(:και οι ανόητες αυτές, όταν πήραν τα λυχνάρια τους, δεν πήραν μαζί τους και λάδι)·αἱ δὲ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν μετὰ τῶν λαμπάδων αὐτῶν(:οι φρόνιμες όμως μαζί με τα αναμμένα λυχνάρια τους πήραν και λάδι στα ειδικά δοχεία τους)». Χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον(:επειδή όμως αργούσε τη νύχτα να έλθει ο γαμπρός, νύσταξαν όλες και κοιμούνταν)»[Ματθ.25,1-5].
Οι παραβολές αυτές μοιάζουν με την προηγούμενη, την παραβολή του έμπιστου δούλου και του αχάριστου, ο οποίος κατέφαγε την περιουσία του δεσπότη. Διότι τέσσερεις είναι όλες οι παραβολές, που μας προτρέπουν για τα ίδια πράγματα με τρόπο διαφορετικό. εννοώ δηλαδή τη φροντίδα της ελεημοσύνης και της ωφέλειας του πλησίον με κάθε πρόσφορο μέσο και τρόπο που μπορούμε να μετέλθουμε, διότι δεν είναι δυνατό να σωθούμε με άλλο τρόπο.
Στην παραβολή των ταλάντων ομιλεί γενικότερα για κάθε ωφέλεια που πρέπει να επιδιώκουμε προς τον πλησίον. Στην παραβολή όμως των παρθένων μιλάει ειδικά για την ελεημοσύνη, η οποία γίνεται με χρήματα, και μάλιστα με περισσότερη έμφαση από ό,τι η προηγούμενη παραβολή του πιστού και του κακού και αχάριστου δούλου. Διότι σε εκείνη μεν τιμωρεί εκείνον που κτυπά και μεθά και σκορπίζει και σπαταλά την περιουσία του δεσπότη του, ενώ εδώ τιμωρεί και εκείνον ο οποίος δεν ωφελεί, ούτε δίνει με αφθονία στους φτωχούς όσα έχει· διότι οι ασύνετες παρθένες είχαν λάδι, αλλά όχι άφθονο και γι΄ αυτό τιμωρούνται.
Για ποιο λόγο όμως παρουσιάζει την παραβολή αυτή υπό το πρόσωπο των παρθένων και δεν υπονοείται απλώς οποιοδήποτε πρόσωπο; Είχε εξάρει πολύ την παρθενία όταν είπε «εἰσὶ γὰρ εὐνοῦχοι οἵτινες ἐκ κοιλίας μητρὸς ἐγεννήθησαν οὕτω. καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι οἵτινες εὐνουχίσθησαν ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι οἵτινες εὐνούχισαν ἑαυτοὺς διὰ τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω(:λέω ότι μόνον εκείνοι εγκολπώνονται τον λόγο όσοι έλαβαν την αγαμία ως χάρισμα, διότι υπάρχουν ευνούχοι που γεννήθηκαν έτσι από την κοιλιά της μητέρας τους, και συνεπώς είναι από τη φύση τους ανίκανοι να έλθουν σε γάμο˙ και υπάρχουν ευνούχοι που ευνουχίστηκαν απ΄ τους ανθρώπους και έγιναν απ’ τους ανθρώπους ανίκανοι για γάμο˙ και είναι άλλοι ευνούχοι, που με τον σωφρονισμένο λογισμό επιβλήθηκαν στον εαυτό τους και ευνούχισαν τον εαυτό τους με αυτοπροαίρετη αποχή απ’ τον γάμο και αυστηρή εγκράτεια. Αυτοί παραμένουν άγαμοι και παρθένοι, για να εργασθούν χωρίς κανένα περισπασμό για τη βασιλεία των ουρανών και για να την κερδίσουν ευκολότερα. Όποιος μπορεί να νιώσει και να βάλει σε εφαρμογή τον λόγο αυτό, ας τον νιώσει και ας τον εφαρμόσει)»[Ματθ. 19,12].
Γνώριζε εξάλλου και πολλούς από τους ανθρώπους οι οποίοι είχαν μεγάλη ιδέα γι’αυτήν. Και είναι εκ φύσεως το πράγμα σπουδαίο και αποδεικνύεται και εκ του ότι ούτε στην Παλαιά Διαθήκη επιβλήθηκε ως νόμος υποχρεωτικός. Διότι δεν το διέταξε, αλλά το άφησε στην προαίρεση των ακροατών Του. Γι΄ αυτό και ο Παύλος λέει «Περὶ δὲ τῶν παρθένων ἐπιταγὴν Κυρίου οὐχ ἔχω, γνώμην δὲ δίδωμι ὡς ἠλεημένος ὑπὸ Κυρίου πιστὸς εἶναι(:όσο τώρα για τα ανύπαντρα κορίτσια δεν έχω εντολή ρητή του Κυρίου· δίνω όμως γνώμη ως άνθρωπος που έχω ελεηθεί από τον Κύριο, προκειμένου να είμαι δάσκαλός σας και σύμβουλος άξιος της εμπιστοσύνης σας)»[Α΄Κορ. 7,25]. «Επαινώ βεβαίως εκείνον που την κατορθώνει την παρθενία, αλλά δεν εξαναγκάζω εκείνον που δεν θέλει, ούτε κάνω τούτο το πράγμα διαταγή».
Επειδή λοιπόν και το πράγμα αυτό ήταν σπουδαίο, αλλά και θαυμαζόταν πολύ από τους περισσότερους, για να μην επαναπαύεται όποιος το κατορθώνει αυτό, με την εντύπωση ότι έχει κατορθώσει το παν και παραμελεί τα υπόλοιπα, αναφέρει αυτή την παραβολή, η οποία είναι αρκετή να πείσει ότι η παρθενία, και αν ακόμα έχει όλα τα άλλα, αν δεν κοσμείται με τα καλά έργα της ελεημοσύνης, απορρίπτεται μαζί με τους πόρνους, και τοποθετεί τον απάνθρωπο και ανελεήμονα μαζί με αυτούς.
Και πολύ ορθώς διότι ο μεν πόρνος νικήθηκε από τον έρωτα των σωμάτων, ο δε παρθένος από τον έρωτα των χρημάτων. Και δεν είναι ίσος ο έρωτας του σώματος και ο έρωτας των χρημάτων, αλλά ο έρωτας των σωμάτων είναι ισχυρότερος και κατά πολύ τυραννικότερος. Όσο λοιπόν πιο αδύνατος είναι ο ανταγωνιστής, τόσο πιο ασυγχώρητοι είναι εκείνοι που νικήθηκαν. Γι΄ αυτό και τις αποκαλεί «μωρές», δηλαδή ασύνετες τις παρθένες εκείνες που δεν είχαν προνοήσει από την επίγεια ζωή τους να κάνουν ενάρετες πράξεις φιλανθρωπίας, διότι ενώ άντεξαν στο μεγαλύτερο πόνο, πρόδωσαν τα πάντα εξαιτίας του μικρότερου, της αποστέρησης δηλαδή των χρημάτων τους για να τα δώσουν στους φτωχούς και ανήμπορους που έβλεπαν δίπλα τους όσο ζούσαν. Και «λαμπάδες(:λυχνάρια)» εδώ ονομάζει το χάρισμα της παρθενίας, την καθαρότητα της αγιοσύνης, και «λάδι» την φιλανθρωπία, την ελεημοσύνη, την βοήθεια προς τους φτωχούς.
«Χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον(:επειδή όμως αργούσε τη νύχτα να έλθει ο γαμπρός, νύσταξαν όλες και κοιμούνταν)».Με αυτά τα λόγια δείχνει πάλι ότι δεν θα είναι μικρό το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί, για να αποτρέψει τους μαθητές από το να αναμένουν να φανεί η βασιλεία Του αμέσως· διότι αυτό έλπιζαν. Για τον λόγο αυτόν και συνεχώς τους συγκρατεί και τους απομακρύνει από αυτήν την ελπίδα. Μετά επίσης από αυτό, φανερώνει και τούτο, ότι ο θάνατος είναι ύπνος· διότι λέγει ότι «ἐκάθευδον(:κοιμούνταν)».
«Μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ(:κατά τα μεσάνυχτα όμως ακούστηκε φωνή μεγάλη: ‘’Ιδού, ο γαμπρός έρχεται˙ βγείτε να τον προϋπαντήσετε’’)»[Ματθ.23,6].Εδώ ή παρέμεινε στην παραβολή, ή πάλι θέλει να δείξει ότι η ανάσταση θα γίνει κατά τη διάρκεια της νύχτας. Την κραυγή μάλιστα την αναφέρει και ο Παύλος, όταν λέγει: «αὐτὸς ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καὶ ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ᾿ οὐρανοῦ(:ο ίδιος ο Κύριος με πρόσταγμα, με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού θα κατεβεί από τον ουρανό)»[Α΄ Θεσ. 4,16]. Και τι χρειάζονται οι σάλπιγγες; Τι λέει η κραυγή; «ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ(:Ιδού, ο γαμπρός έρχεται˙ βγείτε να τον προϋπαντήσετε’’).Τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι ἐκεῖναι καὶ ἐκόσμησαν τὰς λαμπάδας αὐτῶν(:Τότε σηκώθηκαν όλες οι παρθένες εκείνες και ετοίμασαν και τακτοποίησαν τα λυχνάρια τους)».
«Αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται(:οι ανόητες όμως είπαν στις φρόνιμες: ‘’Δώστε μας από το λάδι σας, διότι τα λυχνάρια μας σβήνουν’’). Πάλι τις αποκαλεί «μωράς(:ανόητες)», για να δείξει ότι τίποτε δεν είναι περισσότερο ανόητο από εκείνους οι οποίοι αποκτούν περιουσίες εδώ, θησαυρίζουν εδώ και φεύγουν γυμνοί στην άλλη ζωή, όπου κατεξοχήν μας χρειάζεται φιλανθρωπία και πολύ λάδι ευσπλαχνίας που να είχαμε δείξει στους συνανθρώπους μας όσο βρισκόμασταν στην επίγεια ζωή μας. Και δεν είναι μόνο για αυτό ανόητες αλλά και για το ότι περίμεναν ότι θα λάβουν λάδι από εκεί, και ότι δεν το ζήτησαν στον καιρό που έπρεπε. Αν και τίποτε δεν ήταν περισσότερο φιλάνθρωπο από εκείνες τις συνετές παρθένους, οι οποίες γι’ αυτό ακριβώς διακρίθηκαν.
Και δεν ζητούν όλο το λάδι, διότι λένε: «δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν(:Δώστε μας μέρος από το λάδι σας)», για να φανερώσει τη μεγάλη τους ανάγκη: «ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται(:διότι τα λυχνάριά μας σβήνουν)», λένε. Αλλά και έτσι απέτυχαν. Και ούτε η φιλανθρωπία εκείνων από τις οποίες ζήτησαν, ούτε το ότι ήταν εύκολη η ικανοποίηση των αιτημάτων τους, ούτε η άμεση ανάγκη και η χρησιμότητα αυτού του οποίου ζητούσαν συνετέλεσαν στο να πετύχουν ώστε να ικανοποιηθεί το αίτημά τους αυτό.
Τι διδασκόμαστε λοιπόν από αυτό; Ότι εκεί κανείς από εμάς οι οποίοι προδοθήκαμε από τα έργα μας, δεν θα μπορέσουμε να σταθούμε με παρρησία ενώπιον του Θεού. Όχι διότι δεν θέλει, αλλά επειδή δεν μπορεί. Διότι και οι συνετές παρθένοι επικαλούνται την αδυναμία ικανοποίησης του αιτήματος των ανοήτων. Την αδυναμία αυτή επικαλέστηκε και ο μακάριος Αβραάμ όταν είπε ότι «ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν(:κι εκτός απ’ όλα αυτά, υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σας μεγάλο χάσμα, ώστε πολλοί που θέλουν να διαβούν από εδώ σε σας να μην μπορούν, αλλά ούτε κι όσοι είναι από εκεί να μπορούν να περάσουν απέναντι σε μας)»[Λουκά 16,26].
«μήποτε οὐκ ἀρκέσει ἡμῖν καὶ ὑμῖν· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράσατε ἑαυταῖς(:αλλά οι φρόνιμες αποκρίθηκαν: ‘’Δεν μπορούμε να σας δώσουμε, διότι υπάρχει φόβος να μη φθάσει το λάδι και για μας και για σας. Πηγαίνετε καλύτερα σε εκείνους που πουλούν και αγοράστε για τα λυχνάρια σας’’)». Και ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι πωλούν; Οι φτωχοί. Και πού βρίσκονται αυτοί; Εδώ. Έπρεπε λοιπόν να ζητήσουν το λάδι αυτό τότε, κατά την επίγεια ζωή τους, όχι την ώρα εκείνη.
Βλέπεις πόσο μεγάλη πρέπει να είναι η φροντίδα μας για τους φτωχούς; Και αν καταργήσεις αυτούς και καθόλου δεν τους δίνεις σημασία για να τους βοηθήσεις όσο ζεις, κατάργησες τη μεγαλύτερη ελπίδα της σωτηρίας σου. Γι’ αυτό πρέπει να αποθηκεύουμε «λάδι» έργων φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης, για να μας φανεί χρήσιμο όταν μας καλέσει η ώρα. Διότι ο καιρός της συλλογής δεν είναι εκείνος, αλλά αυτός εδώ. Μην καταναλώνεις λοιπόν άδικα αυτά που έχεις εδώ σε απολαύσεις και ματαιοδοξίες· διότι τότε θα έχεις μεγάλη ανάγκη από πολύ από αυτό το «λάδι».
Όταν άκουσαν αυτά οι ανόητες παρθένοι αναχώρησαν, αλλά τίποτα δεν αγόρασαν. Και το λέγει αυτό ο Κύριος ή για να συνεχίσει την παραβολή και να την ολοκληρώσει, ή για να δείξει με αυτά, ότι ακόμα και αν γίνουμε φιλάνθρωποι μετά τον θάνατό μας, δεν θα κερδίσουμε τίποτα από αυτό ώστε να διαφύγουμε. Άρα ούτε σε αυτές υπήρξε αρκετή η προθυμία, διότι δεν πήγαν εδώ, στην επίγεια ζωή, προς εκείνους οι οποίοι πουλούσαν, αλλά εκεί, στην ουράνια μετά από τον θάνατό τους, ούτε στον πλούσιο, όταν έγινε τόσο φιλάνθρωπος μετά τον θάνατό του, ώστε να φροντίζει και για τους οικείους του να μην πάθουν τα ίδια με την ασπλαχνία που επίσης επιδείκνυαν απέναντι στους φτωχούς.
Διότι εκείνος που περιφρονούσε εκείνον που βρισκόταν πάμφτωχος και εξαθλιωμένος μπροστά στην πύλη του σπιτιού του, βιάζεται να γλυτώσει από τους κινδύνους και την γέενα του πυρός, αυτούς, που ούτε καν βλέπει πλέον, και παρακαλεί να σταλούν μερικοί για να τους γνωστοποιήσουν αυτά[ βλ. Λουκά 16,27-28: «εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου(:είπε πάλι ο πλούσιος: ‘’Αφού κάθε άνθρωπος που έμεινε αμετανόητος στην επίγεια ζωή του, μετά τον θάνατό του δεν έχει πλέον καμία ελπίδα, σε παρακαλώ λοιπόν, πάτερ Αβραάμ, στείλε τον Λάζαρο στο σπίτι του πατέρα μου, διότι έχω πέντε αδελφούς. Στείλε τον να τους βεβαιώσει ως αυτόπτης μάρτυρας για όσα συμβαίνουν εδώ, για να μην έλθουν κι αυτοί στον τόπο αυτόν της τιμωρίας και των βασάνων που βρίσκομαι εγώ)»].
Αλλά όμως τίποτε και αυτός δεν κέρδισε με αυτό το αίτημά του, όπως άλλωστε ούτε και εκείνες οι «μωρές» παρθένες. Διότι μόλις αναχώρησαν όταν άκουσαν αυτά, ήρθε ο νυμφίος· και οι μεν έτοιμες παρθένες εισήλθαν μαζί Του, ενώ αυτές αποκλείστηκαν: «ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα(:όταν όμως αυτές πήγαιναν να αγοράσουν, ήλθε ο γαμπρός. Και έτσι οι συνετές παρθένες μπήκαν μαζί του στην αίθουσα του γάμου κι έκλεισε η θύρα).ὕστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι· κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν(:ύστερα όμως φθάνουν και οι υπόλοιπες παρθένες και άρχισαν να λένε: ‘’Κύριε, κύριε, άνοιξέ μας’’).ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς(:Αυτός όμως τους αποκρίθηκε: ‘’Αληθινά σας λέω, δεν σας γνωρίζω’’)».
Μετά από τόσους κόπους, μετά από άπειρους ιδρώτες και μετά από την ανυπόφορη εκείνη προσπάθεια και τα τρόπαια, τα οποία ύψωσαν εναντίον της μανιασμένης φύσεως τους, καταντροπιασμένες και με σβησμένες τις λαμπάδες, αναχώρησαν με σκυμμένο το κεφάλι. Διότι δεν υπάρχει τίποτε πιο σκοτεινό από την παρθενία που δεν συνοδεύεται από ελεημοσύνη. Έτσι και οι περισσότεροι συνηθίζουν να ονομάζουν τους άσπλαχνους και ανελεήμονες ανθρώπους, «σκοτεινούς».
Πού είναι λοιπόν το όφελος της παρθενίας, αφού ούτε τον νυμφίο είδαν, ούτε και όταν έκρουσαν την θύρα ωφελήθηκαν, αλλά άκουσαν την φοβερή εκείνη απάντηση «Φύγετε, δεν σας γνωρίζω»; Και όταν ο Κύριος λέγει αυτό, δεν απομένει τίποτα άλλο παρά μόνο γέενα του πυρός και ανυπόφορη κόλαση. Η απάντηση αυτή βέβαια είναι χειρότερη και από την γέενα του πυρός. Και την απάντηση αυτή την έδωσε και για εκείνους που εργάζονται την ανομία.
«Γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται(:το συμπέρασμα λοιπόν της παραβολής είναι ότι πρέπει να είστε προνοητικοί, με την ψυχή σας πάντοτε να λάμπει από το φως της αρετής και εφοδιασμένοι με το λάδι της εσωτερικής θερμότητας και δυνάμεως. Αυτό θα σας το προμηθεύει η σταθερή επικοινωνία σας με τον Θεό. Κι έτσι να περιμένετε τον ερχομό του υιού του ανθρώπου του Νυμφίου της Εκκλησίας Χριστού, άγρυπνοι και έτοιμοι πάντοτε. Διότι δεν ξέρετε την ημέρα, ούτε την ώρα που θα έλθει, για να εισέλθετε μαζί Του στην ευφροσύνη, την ευτυχία και τη χαρά των γάμων Του)»[Ματθ.25,13].Βλέπεις ότι συνεχώς το επαναλαμβάνει για να δείξει ότι είναι ωφέλιμη η άγνοια της εξόδου από την εδώ ζωή;
Πού είναι λοιπόν εκείνοι που σε όλη τους την ζωή είναι ράθυμοι, και όταν κατηγορούνται από εμάς, λέγουν ότι «στον καιρό του θανάτου θα τα αφήσω τα υπάρχοντά μου στους φτωχούς»; Ας ακούσουμε τα λόγια αυτά και ας διορθωθούμε. Διότι και σε εκείνη την ώρα πολλοί έπεσαν έξω, αφού αρπάχτηκαν αιφνιδιαστικά και πέθαναν απροσδόκητα και δεν είχαν την ευκαιρία ούτε για τους οικείους τους να σκεφτούν αυτά που ήθελαν.
Αυτή μεν λοιπόν η παραβολή ειπώθηκε για την ελεημοσύνη με χρήματα. Η άλλη όμως μετά από αυτήν, η παραβολή δηλαδή των ταλάντων, ειπώθηκε προς εκείνους οι οποίοι όχι μόνο δεν θέλουν να ωφελήσουν τους πλησίον με χρήματα ή με λόγο ή με προστασία ή με οτιδήποτε άλλο, αλλά και αποκρύπτουν τα πάντα. Και γιατί τέλος πάντων η παραβολή των ταλάντων αναφέρει βασιλέα, ενώ εκείνη νυμφίο; Για να μάθεις πόσο φιλικά διάκειται ο Χριστός προς τους παρθένους, οι οποίοι απαρνούνται τα υπάρχοντά τους και Τον ακολουθούν· αυτό άλλωστε είναι και παρθενία. Γι΄ αυτό και ο Παύλος ορίζει την εξής προϋπόθεση αυτής: «Θέλω δὲ ὑμᾶς ἀμερίμνους εἶναι. ὁ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τοῦ Κυρίου, πῶς ἀρέσει τῷ Κυρίῳ(:θέλω λοιπόν να είστε αμέριμνοι από φροντίδες που ζαλίζουν και σας ρίχνουν σε μεγάλη ανησυχία. Ο άγαμος στρέφει όλη την προσοχή και τη φροντίδα του σε όσα παραγγέλλει ο Κύριος· φροντίζει πολύ πώς να αρέσει στον Κύριο)»[Α΄ Κορ.7.32]· και: «Τοῦτο δὲ πρὸς τὸ ὑμῶν αὐτῶν συμφέρον λέγω, οὐχ ἵνα βρόχον ὑμῖν ἐπιβάλω, ἀλλὰ πρὸς τὸ εὔσχημον καὶ εὐπάρεδρον τῷ Κυρίῳ ἀπερισπάστως(: λέω λοιπόν αυτά σχετικά με την αγαμία, μόνο και μόνο για το συμφέρον σας. Όχι για να σας βάλω θηλιά στο λαιμό και να σας εξαναγκάσω να μείνετε άγαμοι, αλλά για να εξασφαλίσω μία συμπεριφορά σεμνή και μία θέση τιμημένη κοντά στον Κύριο, χωρίς περισπασμούς και βασανιστικές βιοτικές φροντίδες)»[Α΄Κορ.7,35]. «Αυτά σας συμβουλεύουμε», λέγει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΟΗ΄,Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 78 -89.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ. 11-18.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ
[Υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.25,14-30]
Εάν στον ευαγγελιστή Λουκά εκτίθεται με άλλον τρόπο η παραβολή των ταλάντων[Λουκ. 19,12-21], πρέπει να λεχθεί ως απάντηση το εξής, ότι άλλη είναι η παραβολή αυτή και άλλη εκείνη· διότι σε εκείνη μεν από το ίδιο κεφάλαιο προήλθαν διάφορα έσοδα· διότι από ένα χρυσό νόμισμα των εκατό δραχμών(μία «μνᾶ») ο μεν ένας παρουσίασε πέντε, ενώ ο άλλος δέκα, και γι’ αυτό και δεν αμείφτηκαν κατά τον ίδιο τρόπο. Εδώ όμως συνέβη το αντίθετο, γι’ αυτό και η βράβευση ήταν ίση· διότι εκείνος που έλαβε δύο τάλαντα, έδωσε δύο, και εκείνος που έλαβε τα πέντε τάλαντα πάλι το ίδιο. Ενώ εκεί, επειδή υπό τις ίδιες προϋποθέσεις ο μεν ένας παρουσίασε περισσότερα, ενώ ο άλλος λιγότερα έσοδα, ορθώς και στα έπαθλα δεν τιμώνται και οι δύο εξίσου.
Πρόσεξε επίσης ότι παντού δεν απαιτεί αμέσως αυτά που τους εμπιστεύθηκε. Διότι στην παραβολή του αμπελώνα[βλ. Ματθ.21,33: «Ἄλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν(:άλλη παραβολή ακούστε: Ήταν κάποιος νοικοκύρης (:ο Θεός δηλαδή), ο οποίος φύτεψε αμπέλι(:δηλαδή το ιουδαϊκό έθνος). Κι έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα γι’ αυτό. Έβαλε δηλαδή τριγύρω του φράκτη κι έσκαψε μέσα σε αυτό πατητήρι, έκτισε πύργο για να μένουν οι φύλακες και εργάτες, και το εμπιστεύθηκε σε γεωργούς (:στους αρχιερείς και στους άρχοντες του λαού), και αναχώρησε σε άλλη χώρα)»], αφού τον παρέδωσε στους γεωργούς, αποδήμησε· και στη σημερινή παραβολή των ταλάντων εμπιστεύθηκε τα τάλαντα και αποδήμησε, για να μάθεις τη μακροθυμία Του.
Εγώ πάλι νομίζω ότι λέγοντας αυτά υπαινίσσεται και την Ανάσταση. Μόνο που εδώ δεν αναφέρονται πλέον γεωργοί και αμπελώνας, αλλά όλοι είναι εργάτες· διότι δεν αναφέρεται μόνο στους άρχοντες, ούτε στους Ιουδαίους, αλλά σε όλους. Και εκείνοι μεν που προσφέρουν, ομολογούν με ευγνωμοσύνη και τα δικά τους αλλά και όσα τους έδωσε ο δεσπότης. Έτσι ο μεν ένας λέγει: «Κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας(:Κύριε, πέντε τάλαντα μου παρέδωσες)»,ο δε άλλος λέγει:«Κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας(:‘’Κύριε, δύο τάλαντα μου παρέδωσες)», δείχνοντας ότι από Εκείνον έλαβαν το κεφάλαιο της εργασίας τους και Του αναγνωρίζουν μεγάλη χάρη και αποδίδουν το παν σε Αυτόν. Τι λέγει λοιπόν ο δεσπότης; «Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ!(:Πολύ καλά, δούλε καλέ και πιστέ!)»-διότι αυτό είναι γνώρισμα του αγαθού, το να βλέπει στον πλησίον– «ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου (:σε λίγα ήσουν πιστός, σε πολλά θα σε εγκαταστήσω. Μπες μέσα για να απολαύσεις την ίδια χαρά με τον κύριό σου. Αφού φάνηκες πιστός στα πέντε τάλαντα, έλα να γίνεις συγκυρίαρχος στη μεγάλη περιουσία μου. Έλα να απολαύσεις την απεριόριστη μακαριότητα του ουρανού)»[Ματθ.25,23], δηλώνοντας με την απάντηση αυτήν όλη τη μακαριότητα.
Δεν ομιλεί όμως και ο άλλος έτσι, αλλά πώς; «Κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἀνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ·ἴδε ἔχεις τὸ σόν(:Κύριε, σε κατάλαβα ότι είσαι άνθρωπος σκληρός· διότι θερίζεις εκεί που δεν έσπειρες και μαζεύεις στην αποθήκη σου από εκεί που δεν σκόρπισες και δεν λίχνισες τον αλωνισμένο καρπό. Και επειδή φοβήθηκα, πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου μέσα στη γη. Ορίστε, έχεις το χρήμα σου)»[Ματθ.25,24-25]. Τι του απαντά λοιπόν ο δεσπότης; «Ἒδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις (:έπρεπε λοιπόν εσύ να καταθέσεις το χρήμα μου στους τραπεζίτες)», δηλαδή, έπρεπε να ομιλήσει, να παραινέσει, να συμβουλεύσει. Αλλά δεν πείθονται όσοι ακούνε αυτά που τους συμβουλεύεις; Αυτό δεν αφορά εσένα. Τι θα μπορούσε να γίνει περισσότερο λογικό από αυτό;
Οι άνθρωποι όμως δεν κάνουν έτσι, αλλά καθιστούν υπεύθυνο του απαιτούμενου εισοδήματος τον ίδιο τον δανειστή τους. Αυτός όμως δεν ενεργεί έτσι, αλλά λέγει ότι «εσύ έπρεπε να πληρώσεις και να μου επιστρέψεις το απαιτούμενο κέρδος». «Καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ(:κι όταν θα ερχόμουν εγώ, θα έπαιρνα με τόκο αυτό που μου ανήκει)»· ως «τόκο» εννοεί την επίδειξη των έργων. «Εσύ έπρεπε να κάνεις το ευκολότερο και να αφήσεις το δυσκολότερο σε εμένα». Επειδή λοιπόν δεν έκανε αυτό, λέγει: «ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα. τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ(:Πάρτε λοιπόν απ’ αυτόν το τάλαντο και δώστε το σε εκείνον που έχει τα δέκα τάλαντα· διότι σε καθέναν που έχει και αύξησε με επιμέλεια και ζήλο εκείνο που του δόθηκε, θα του δοθούν κι άλλα και θα έχει και περίσσευμα. Από εκείνον όμως που του δόθηκαν χαρίσματα αλλά τα παραμέλησε και δεν τα εργάστηκε ώστε να έχει κι αυτός κάτι με τη δική του εργασία, θα του πάρουν κι αυτό το λίγο που του δόθηκε και το άφησε ακαλλιέργητο)»[Ματθ.25,28-29].
Τι σημαίνει λοιπόν αυτό; Εκείνος που έχει το χάρισμα του λόγου και της διδασκαλίας για να ωφελεί και δεν χρησιμοποιεί το χάρισμά του, θα χάσει και το χάρισμα· ενώ εκείνος που καταβάλλει προσπάθεια, θα δεχθεί περισσότερη δωρεά· όπως εκείνος που χάνει και αυτό που έχει λάβει. Δεν περιορίζεται όμως μόνο μέχρι εδώ η ζημία για εκείνον ο οποίος δεν εργάζεται, αλλά τον αναμένει και ανυπόφορη τιμωρία και μαζί με την τιμωρία και η απόφαση η οποία είναι γεμάτη με βαριά κατηγορία. Διότι λέγει: «καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων(:και τον άχρηστο δούλο βγάλτε τον από εδώ και ρίξτε τον στο πιο απομακρυσμένο από τη βασιλεία μου και απομονωμένο σκοτάδι. Εκεί οι άνθρωποι θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους)»[Ματθ.25,30]. Είδες ότι δεν τιμωρείται μόνο εκείνος που αρπάζει και είναι πλεονέκτης, ούτε εκείνος που προκαλεί κακά, αλλά τιμωρείται με την εσχάτη τιμωρία και εκείνος που δεν κάνει αγαθές πράξεις.
Ας ακούσουμε λοιπόν τα λόγια αυτά. Όσο είναι καιρός ας επιληφθούμε τη σωτηρία μας, ας πάρουμε λάδι στις λαμπάδες, ας καλλιεργήσουμε το τάλαντο· διότι εάν ολιγωρήσουμε και εάν διερχόμαστε τον χρόνο μας εδώ χωρίς να εργαζόμαστε, δεν θα μας ελεήσει κανείς εκεί, έστω και αν χύσουμε μύρια δάκρυα. Κατηγόρησε τον εαυτό του και εκείνος που είχε βρωμερά ενδύματα, αλλά δεν ωφέλησε τίποτε. Επέστρεψε και ό,τι του εμπιστεύθηκε και εκείνος που έλαβε το ένα τάλαντο, και όμως καταδικάστηκε. Παρακάλεσαν και οι πέντε μωρές παρθένοι και προσήλθαν και έκρουσαν τη θύρα αλλά όμως όλα απέβησαν μάταια .
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας προσφέρουμε και χρήματα και προθυμία και προστασία και όλα για την ωφέλεια του πλησίον· διότι ως «τάλαντα» εδώ εννοείται η δύναμη του καθενός, είτε σε προστασία, είτε σε χρήματα, είτε σε διδασκαλία, είτε σε οποιοδήποτε παρόμοιο πράγμα. Ας μην προφασίζεται κανείς ότι «ένα μόνο τάλαντο έχω και δεν μπορώ να κάνω τίποτε»· διότι μπορείς και με ένα να προκόψεις. Διότι δεν είσαι πτωχότερος από εκείνη τη χήρα[Μαρκ.12,42: «καὶ πολλοὶ πλούσιοι ἔβαλλον πολλά· καὶ ἐλθοῦσα μία χήρα πτωχὴ ἔβαλε λεπτὰ δύο, ὅ ἐστι κοδράντης καὶ προσκαλεσάμενος τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πάντων ἔβαλε τῶν βαλλόντων εἰς τὸ γαζοφυλάκιον· πάντες γὰρ ἐκ τοῦ περισσεύοντος αὐτοῖς ἔβαλον· αὕτη δὲ ἐκ τῆς ὑστερήσεως αὐτῆς πάντα ὅσα εἶχεν ἔβαλεν, ὅλον τὸν βίον αὐτῆς (:και πολλοί πλούσιοι έριχναν πολλά χρήματα στο ειδικό κουτί για τους φτωχούς. Ήλθε και μια φτωχή χήρα και έριξε δύο λεπτά, δηλαδή έναν κοδράντη. Κάλεσε τότε ο Ιησούς τους μαθητές Του και τους είπε: ‘’Αληθινά σας λέω ότι η φτωχή αυτή χήρα έριξε περισσότερα απ’ όλους αυτούς που ρίχνουν χρήματα στο θησαυροφυλάκιο· διότι όλοι αυτοί έριξαν απ’ το περίσσευμά τους. Αυτή όμως έριξε από το υστέρημά της και από την τέλεια φτώχειά της όλα όσα είχε, όλη την περιουσία της’’)»].
Ούτε είσαι περισσότερο φτωχός και ακαλλιέργητος από τον Πέτρο και τον Ιωάννη[βλ. Πράξ.3,6: «εἶπε δὲ Πέτρος· ἀργύριον καὶ χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι· ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι· ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγειρε καὶ περιπάτει(:αλλά ο Πέτρος του είπε: ‘’Ούτε ασημένια ούτε χρυσά νομίσματα έχω. Εκείνο όμως που έχω, αυτό και σου δίνω. Με τη δύναμη που δίνει η επίκληση με πίστη του ονόματος του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω όρθιος και περπάτα’’)»], οι οποίοι και άπειροι ήσαν και αγράμματοι, αλλά όμως επειδή έδειξαν προθυμία και έκαναν τα πάντα για το κοινό συμφέρον, κέρδισαν τους ουρανούς· διότι τίποτε δεν αγαπά ο Θεός τόσο, όσο το να ζούμε εξυπηρετώντας τους πάντες.
Γι’ αυτό μας έδωσε ο Θεός τον λόγο και τα χέρια και τα πόδια και τη σωματική δύναμη και τον νου και τη φρόνηση, για να τα χρησιμοποιήσουμε όλα αυτά και για τη δική μας σωτηρία, αλλά και για την ωφέλεια του πλησίον· διότι ο λόγος δεν είναι χρήσιμος μόνο για να υμνούμε και να ευχαριστούμε, αλλά είναι χρήσιμος και στο να διδάσκουμε και να παραινούμε. Και εάν μεν τον χρησιμοποιήσουμε για αυτόν τον σκοπό, μιμούμαστε τον Δεσπότη· εάν όμως για τα αντίθετα, τότε μιμούμαστε τον διάβολο.
Διότι και ο Πέτρος, όταν μεν ομολόγησε τον Χριστό, μακαρίστηκε επειδή ομολόγησε τα λόγια του Πατρός[Ματθ.16,16-18: «Ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σάρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ᾿ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς(:Ο Σίμων Πέτρος τότε του αποκρίθηκε: ‘’Εσύ είσαι ο Χριστός, ο φυσικός και μονογενής Υιός του Θεού, που δεν είναι νεκρός όπως τα είδωλα, αλλά ζει παντοτινά”. Τότε του αποκρίθηκε ο Ιησούς: “Μακάριος και ευτυχισμένος είσαι, Σίμων, γιε του Ιωνά, διότι την αλήθεια αυτή της ορθής πίστεως δεν σου τη φανέρωσε κανείς άνθρωπος, αλλά ο Πατέρας μου που είναι στους ουρανούς. Κι εγώ λοιπόν σου λέω ότι εσύ είσαι Πέτρος, και επάνω στο βράχο της αληθινής πίστεως που ομολόγησες, κι έγινες με την ομολογία σου αυτή ο πρώτος λίθος της πνευματικής μου οικοδομής, θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου. Και ο θάνατος και οι οργανωμένες δυνάμεις του κακού δεν θα υπερισχύσουν και δεν θα νικήσουν την Εκκλησία, η οποία θα είναι αιώνια και αθάνατη”)»].
Αντίθετα, όταν παρακαλούσε τον Κύριο να αποφύγει τη σταύρωση, επιτιμήθηκε πολύ, διότι φρονούσε εκείνα που αρέσουν στον διάβολο[Ματθ.16,22-23:«καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ λέγων· ἵλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο. ὁ δὲ στραφεὶς εἶπε τῷ Πέτρῳ· ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων(:Τότε ο Πέτρος, αφού Τον πήρε ιδιαιτέρως, άρχισε ζωηρά να Τον προτρέπει και να Του λέει: ‘’Ο Θεός να σε φυλάξει απ’ αυτό, Κύριε. Δεν πρέπει να συμβεί αυτό που είπες σε σένα τον Μεσσία”. Ο Κύριος όμως στράφηκε στον Πέτρο και του είπε: ‘’Πήγαινε πίσω μου και φύγε από μπροστά μου, σατανά˙ μου είσαι εμπόδιο στο δρόμο του καθήκοντός μου και πειρασμός. Διότι δεν φρονείς εκείνα που αρέσουν στον Θεό, αλλά εκείνα που αρέσουν στους ανθρώπους’’)»]. Και εάν στην περίπτωση εκείνη, που αυτό που ειπώθηκε από τον Πέτρο ήταν συνέπεια άγνοιας, τόση ήταν η κατηγορία, ποια συγνώμη θα έχουμε, όταν αμαρτάνουμε τόσο πολύ με τη θέλησή μας;
Ας ομιλούμε λοιπόν έτσι, ώστε από την ομιλία μας να γίνονται φανερά τα λόγια του Χριστού. Διότι δεν λέγω τα λόγια του Χριστού εάν πω μονάχα: «Ἀργύριον καὶ χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι· ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι· ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγειρε καὶ περιπάτει(:ούτε ασημένια ούτε χρυσά νομίσματα έχω. Εκείνο όμως που έχω, αυτό και σου δίνω. Με τη δύναμη που δίνει η επίκληση με πίστη του ονόματος του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω όρθιος και περπάτα’’)»[Πράξ.3,6], ούτε αν πω «Ταβιθά, ἀνάστηθι(:Ταβιθά, σήκω)»[Πράξ.9,40]. Αλλά πολύ περισσότερο, όταν ενώ υβρίζομαι, ευλογώ, ενώ απειλούμαι, προσεύχομαι υπέρ εκείνου που με απειλεί[Ματθ.5,44: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς(:Εγώ όμως σας λέω να αγαπάτε τους εχθρούς σας, να εύχεσθε στο Θεό το καλό γι’ αυτούς που σας καταριούνται, να ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν και να προσεύχεσθε για χάρη εκείνων που σας μεταχειρίζονται υβριστικά και περιφρονητικά και σας καταδιώκουν άδικα, ακόμη κι όταν ο διωγμός τους αυτός σας γίνεται για τις θρησκευτικές σας πεποιθήσεις)»].
Άλλοτε μεν λοιπόν έλεγα ότι η γλώσσα μας είναι χέρι το οποίο ψαύει τα πόδια του Θεού· τώρα όμως με πολλή επίταση λέγω ότι η γλώσσα μας είναι γλώσσα, η οποία μιμείται τη γλώσσα του Χριστού, όταν επιδεικνύει την πρέπουσα προσοχή, όταν ομιλούμε όσα Εκείνος θέλει. Ποια λοιπόν είναι αυτά που Εκείνος θέλει να ομιλούμε; Είναι τα γεμάτα επιείκεια και πραότητα λόγια. Όπως λοιπόν ομιλούσε και Εκείνος, λέγοντας προς όσους Τον ύβριζαν: «ἦλθε γὰρ Ἰωάννης μήτε ἐσθίων μήτε πίνων, καὶ λέγουσι· δαιμόνιον ἔχει ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐσθίων καὶ πίνων, καὶ λέγουσιν· ἰδοὺ ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης, τελωνῶν φίλος καὶ ἁμαρτωλῶν. καὶ ἐδικαιώθη ἡ σοφία ἀπὸ τῶν τέκνων αὐτῆς! (: Οι άνθρωποι της γενιάς αυτής είναι δύστροποι και δεν μπορεί κανείς να τους βρει πουθενά. Διότι ήλθε ο Ιωάννης, ο οποίος ούτε έτρωγε ούτε έπινε όπως οι άλλοι άνθρωποι, αλλά ζούσε ασκητικά, και είπαν γι’ αυτόν: ‘’Είναι ακοινώνητος και μελαγχολικός και έχει μέσα του δαιμόνιο’’. Ήλθε ο υιός του ανθρώπου, που τρώει και πίνει ως εγκρατής αλλά κοινωνικός άνθρωπος, και λένε: ‘’Να ένας άνθρωπος φαγάς και οινοπότης, φίλος των τελωνών και των αμαρτωλών’’. Κι έτσι θαυμάσθηκε η θεία σοφία επειδή είναι δίκαιη και εργάσθηκε σοφά για τη σωτηρία των ανθρώπων όχι από όλους, όπως θα έπρεπε, αλλά μόνο απ’ τους ανθρώπους που είναι πραγματικά συνετοί κι έχουν πνεύμα σοφίας)»[Ματθ.11,18-19], και αλλού: ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περὶ τοῦ κακοῦ· εἰ δὲ καλῶς, τί με δέρεις;(:Του αποκρίθηκε ο Ιησούς: ’’Εάν είπα κάτι κακό, απόδειξε ενώπιον του δικαστηρίου με κανονική μαρτυρία ποιο ήταν αυτό το κακό. Εάν όμως μίλησα καλά, γιατί με χτυπάς;’’)» [Ιω.18,23], εάν έτσι ομιλείς και εσύ, εάν ομιλείς αποβλέποντας στη διόρθωση του πλησίον, έχεις γλώσσα η οποία ομοιάζει προς Εκείνη.
Και αυτά τα λέγει ο ίδιος ο Θεός· διότι λέγει: «διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἐὰν ἐπιστρέψῃς, καὶ ἀποκαταστήσω σε, καὶ πρὸ προσώπου μου στήσῃ· καὶ ἐὰν ἐξαγάγῃς τίμιον ἀπὸ ἀναξίου, ὡς τὸ στόμα μου ἔσῃ· καὶ ἀναστρέψουσιν αὐτοὶ πρὸς σέ, καὶ σὺ οὐκ ἀναστρέψεις πρός αὐτούς(:για τον λόγο αυτόν αυτά λέει ο Κύριος προς τον προφήτη: ’’Εάν επιστρέψεις προς εμένα με πίστη και ειλικρίνεια, θα σε αποκαταστήσω στην πρότερη θέση σου και θα σου δώσω το δικαίωμα με θάρρος να στέκεις ενώπιόν μου. Εάν ξεχωρίσεις τον αληθινό και τίμιο λόγο μου από τον ανάξιο και ψευδή, θα είσαι εσύ σαν το δικό μου στόμα, και τότε θα επιστρέψουν οι άλλοι προς εσένα, εσύ όμως δε θα επιστρέψεις προς αυτούς’’)»[Ιερ.15,19].
Όταν λοιπόν η γλώσσα σου είναι όπως η γλώσσα του Χριστού, και το στόμα σου γίνει στόμα του Πατρός, και είσαι ναός του Αγίου Πνεύματος, ποια τιμή θα μπορούσε να γίνει ισάξια προς αυτήν; Διότι ούτε εάν το στόμα σου ήταν κατασκευασμένο από χρυσάφι, ούτε αν ήταν από πολύτιμους λίθους, θα έλαμπε τόσο, όπως τώρα, φωτιζόμενο από τον κόσμο της επιείκειας. Διότι, τι είναι πιο ποθητό από ένα στόμα που δεν ξέρει να υβρίζει, αλλά έχει μάθει να ευλογεί και ομιλεί χρηστά; Εάν όμως δεν ανέχεσαι να ευλογείς εκείνον που σε καταριέται, σώπα, και αυτό κάνε το στην αρχή. Έπειτα βαδίζοντας στην οδό και προσέχοντας όπως πρέπει, θα φτάσεις και σε εκείνο και θα αποκτήσεις στόμα τέτοιο που είπαμε.
Και μη νομίσεις πως είναι τολμηρό αυτό που είπα· διότι ο Δεσπότης είναι φιλάνθρωπος και αυτό θα σου δοθεί σαν δώρο της αγαθότητάς Του. Τολμηρό είναι να έχει στόμα που να ομοιάζει τον διάβολο, να έχει γλώσσα όμοια προς πονηρό δαίμονα, ιδιαίτερα μάλιστα εκείνος ο οποίος συμμετέχει σε τόσο μεγάλα μυστήρια και κοινωνεί την ίδια τη σάρκα του Δεσπότου. Αναλογιζόμενος λοιπόν αυτά, γίνε όπως ταιριάζει σε Εκείνον όσο μπορείς. Όταν λοιπόν γίνεις τέτοιος, δε θα μπορέσει ο διάβολος πλέον να σε δει κατά πρόσωπο. Διότι διακρίνει τον χαρακτήρα τον βασιλικό· γνωρίζει τα όπλα του Χριστού, με τα οποία ηττήθηκε. Και ποια είναι αυτά; Η επιείκεια και η πραότητα· διότι όταν κατά τους πειρασμούς τον ξέσχισε ο Κύριος στο όρος και τον εξέπληξε[βλ.Ματθ.4,1-11], δεν ήταν γνωστό ότι ήταν Χριστός, αλλά τον έδιωξε με τα λόγια μόνο, τον νίκησε με την επιείκεια, τον κατατρόπωσε με την πραότητα.
Αυτό κάνε και εσύ. Όταν δεις άνθρωπο ο οποίος έγινε διάβολος και σε πλησιάζει, έτσι νίκησέ τον και εσύ. Σου έδωσε ο Χριστός τη δύναμη να του μοιάσεις όσο εξαρτάται από εσένα. Μη φοβηθείς ακούγοντας αυτό. Φόβος είναι να μη γίνεις όπως Εκείνος. Μίλα λοιπόν όπως Εκείνος και έγινες ως προς αυτό τέτοιος που είναι Εκείνος, όσο μπορεί κανένας άνθρωπος να γίνει. Για τον λόγο αυτόν είναι ανώτερος εκείνος που ομιλεί έτσι, δηλαδή με επιείκεια και πραότητα απέναντι σε όλους, παρά εκείνος που προφητεύει. Διότι η μεν προφητεία ολόκληρη είναι χάρισμα· εδώ όμως χρειάζεται και κόπος δικός σου και ιδρώτας. Δίδαξε την ψυχή σου να σου διαπλάσει το στόμα έτσι που να μοιάζει το στόμα του Χριστού. Διότι μπορεί να δημιουργήσει τέτοια, εάν θέλει. Γνωρίζει τον τρόπο, εάν ο άνθρωπος αυτός δεν είναι ράθυμος. «Και πώς διαπλάθεται ένα τέτοιο στόμα;», ίσως ρωτήσει κάποιος. «Με ποια χρώματα; Με ποιο υλικό;». Με κανένα υλικό βέβαια και χρώμα, παρά μόνο με αρετή και επιείκεια και ταπεινοφροσύνη.
Ας δούμε πώς διαπλάθεται και το στόμα του διαβόλου, για να μην κατασκευάσουμε ποτέ εκείνο. Πώς πλάσσεται λοιπόν; Με κατάρες, με ύβρεις, με βασκανίες, με επιορκίες· διότι όταν κάποιος χρησιμοποιεί τα δικά λόγια του αντικείμενου, λαμβάνει και τη γλώσσα του. Ποια λοιπόν συγχώρηση θα έχουμε, ή μάλλον ποια τιμωρία δε θα υποστούμε, όταν επιτρέπουμε στη γλώσσα, με την οποία αξιωθήκαμε να γευθούμε τη σάρκα του Δεσπότη, να χρησιμοποιεί λόγια του διαβόλου; Ας μην της επιτρέψουμε λοιπόν, αλλά ας καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια να την εκπαιδεύσουμε να μιμείται τον Δεσπότη της· διότι αν την διδάξουμε αυτό, με πολλή παρρησία θα μας τοποθετήσει στο βήμα του Χριστού. Εάν κανείς δεν γνωρίζει να ομιλεί έτσι, ούτε ο δικαστής θα τον ακούσει· διότι όπως, όταν συμβεί να είναι Ρωμαίος ο δικαστής, δε θα ακούσει εκείνον που απολογείται και δεν γνωρίζει να ομιλεί ρωμαϊκά, έτσι και ο Χριστός, αν δεν ομιλείς με τον δικό Του τρόπο, δεν θα σε ακούσει, ούτε θα σε προσέξει.
Ας μάθουμε λοιπόν να ομιλούμε έτσι, όπως συνήθισε να ακούει ο βασιλιάς ο δικός μας· ας προσπαθήσουμε να μιμούμαστε τη γλώσσα εκείνη. Και αν βρεθείς σε πένθος, πρόσεχε να μη σου διαστρεβλώσει το στόμα η μεγάλη λύπη, αλλά να ομιλήσεις όπως ο Χριστός· διότι πένθησε και Αυτός τον Λάζαρο[Ιω.11,33-35: «Ἰησοῦς οὖν ὡς εἶδεν αὐτὴν κλαίουσαν καὶ τοὺς συνελθόντας αὐτῇ Ἰουδαίους κλαίοντας, ἐνεβριμήσατο τῷ πνεύματι καὶ ἐτάραξεν ἑαυτόν, καὶ εἶπε· ποῦ τεθείκατε αὐτόν; λέγουσιν αὐτῷ· Κύριε, ἔρχου καὶ ἴδε. ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς(:ο Ιησούς λοιπόν, όταν την είδε να κλαίει, και μαζί της να κλαίνε και οι Ιουδαίοι που είχαν έλθει πίσω της, συγκράτησε με δριμύτητα το συναίσθημα της βαθιάς λύπης μέσα στην ψυχή Του και αντέδρασε έντονα για να επιβληθεί σε αυτό. Και με φωνή ήρεμη, που δεν διακοπτόταν από λυγμούς, είπε: ‘’Πού τον έχετε βάλει;’’. Όσοι ήταν εκεί του είπαν: ‘’Κύριε, έλα να δεις’’. Και καθώς πήγαινε στον τάφο, δάκρυσε ο Ιησούς από συμπάθεια για τη θλίψη των δύο αδελφών)»] και τον Ιούδα.
Αν βρεθείς σε φόβο, φρόντισε πάλι να ομιλήσεις όπως Εκείνος· διότι βρέθηκε και Αυτός σε φόβο για εσένα κατ’ οικονομίαν. Πες και εσύ: «πάτερ, εἰ βούλει παρενεγκεῖν τοῦτο τὸ ποτήριον ἀπ᾿ ἐμοῦ· πλὴν μὴ τὸ θέλημά μου, ἀλλὰ τὸ σὸν γινέσθω(:Πάτερ, εάν είναι θέλημά Σου να απομακρύνεις το ποτήριο αυτό του θανάτου από Εμένα, απομάκρυνέ το. Ας μη γίνει όμως αυτό που θέλει η ανθρώπινη φύση μου λόγω της φυσικής της αποστροφής προς το θάνατο, αλλά αυτό που θέλεις Εσύ)»[Λουκ.22,42]. Και όταν κλαις, δάκρυσε ήρεμα όπως Εκείνος. Και όταν βρεθείς σε σκευωρίες και λύπη, και αυτά αντιμετώπισέ τα όπως ο Χριστός· διότι και μηχανορραφίες αντιμετώπισε και λυπήθηκε, αλλά είπε: «Περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· μείνατε ὧδε καὶ γρηγορεῖτε μετ᾿ ἐμοῦ(:η ψυχή μου είναι τόσο πολύ λυπημένη, ώστε να κινδυνεύω να πεθάνω απ’ τη λύπη. Μείνετε εδώ άγρυπνοι μαζί μου)»[Ματθ.26,38].
Και σου παρείχε όλα τα υποδείγματα, για να τηρείς αυτά ως μέτρο και να μην καταστρατηγείς τους κανόνες που σου έχουν δοθεί. Έτσι θα μπορέσεις να έχεις στόμα, όμοιο με το στόμα Εκείνου. Έτσι, ενώ θα βαδίζεις επάνω στη γη, θα επιδεικνύεις σε μας γλώσσα όμοια προς τη γλώσσα Εκείνου που κάθεται στον ουρανό, διατηρώντας το μέτρο στη λύπη, στην οργή, στο πένθος, στην αγωνία. Πόσοι από σας είναι εκείνοι που επιθυμούν να δουν τη μορφή Του;
Να λοιπόν, ότι είναι δυνατό όχι μόνο να Τον δούμε, αλλά και να γίνουμε σαν Αυτόν, εάν προσπαθήσουμε. Ας μην αναβάλλουμε λοιπόν· διότι δεν αγαπά τόσο το στόμα των προφητών, όσο εκείνο των επιεικών και πράων ανθρώπων. «Πολλοὶ(:Πολλοί)», λέγει, «ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλὰς ἐποιήσαμεν; (:θα μου πουν εκείνη την ημέρα της κρίσεως: “Κύριε, Κύριε, στο όνομά σου δεν προφητεύσαμε, πιστεύοντας ότι είσαι ο Μεσσίας και Υιός του Θεού; και πιστεύοντας σε σένα δεν βγάλαμε δαιμόνια; Και πιστεύοντας σε σένα δεν κάναμε πολλά θαύματα; Και τώρα λοιπόν δεν θα μπούμε στη βασιλεία σου;”)»[Ματθ.7,22].
Το στόμα επίσης του Μωυσή, επειδή ήταν πολύ επιεικής και πράος(διότι λέγει η Γραφή: «καὶ ὁ ἄνθρωπος Μωυσῆς πραΰς σφόδρα παρὰ πάντας τοὺς ἀνθρώπους τοὺς ὄντας ἐπὶ τῆς γῆς(:ο Μωυσής όμως ήταν άνθρωπος πολύ πράος, πραότερος από όλους τους ανθρώπους που βρίσκονταν στη γη, και δε θύμωσε για όσα έλεγαν εναντίον του οι αδελφοί του)» [Αριθμ.12,3], τόσο πολύ το ποθούσε και το αγαπούσε, ώστε να πει: «Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν ἐνώπιος ἐνωπίῳ, ὡς εἴ τις λαλήσει πρὸς τὸν ἑαυτοῦ φίλον. καὶ ἀπελύετο εἰς τὴν παρεμβολήν, ὁ δὲ θεράπων Ἰησοῦς υἱὸς Ναυῆ νέος οὐκ ἐξεπορεύετο ἐκ τῆς σκηνῆς(:εκεί μίλησε ο Κύριος προς τον Μωυσή κατά τρόπο προσωπικό και οικείο, όπως ομιλεί κανείς προς τον φίλο του. Όταν ο Μωυσής, αναχωρώντας από τη σκηνή του, επισκεπτόταν το στρατόπεδο, ο Ιησούς, ο υιός του Ναυή, νέος που τον υπηρετούσε, δεν έβγαινε από τη σκηνή, αλλά έμενε μέσα σε αυτήν)» [Εξ.33,11]· βλ. και Αριθμ. 12,8: «Στόμα κατὰ στόμα λαλήσω αὐτῷ, ἐν εἴδει καὶ οὐ δι᾿ αἰνιγμάτων, καὶ τὴν δόξαν Κυρίου εἶδε· καὶ διατί οὐκ ἐφοβήθητε καταλαλῆσαι κατὰ τοῦ θεράποντός μου Μωυσῆ;(: στόμα με στόμα μίλησα προς αυτόν, κατά πρόσωπο και όχι με παραβολές και σύμβολα. Αυτός είδε τη δόξα του Κυρίου. Εσείς γιατί δεν φοβηθήκατε να καταλαλήσετε ένα τέτοιον υπηρέτη μου, όπως είναι ο Μωυσής;’’)»].
Δεν θα διατάσσεις τους δαίμονες τώρα, αλλά θα διατάσσεις τότε το πυρ της γεένης, εάν έχεις το στόμα σου όμοιο προς το στόμα του Χριστού. Θα διατάσσεις την άβυσσο του πυρός και θα λέγεις: «σιώπα, πεφίμωσο(:σώπα, φιμώσου)»[Μάρκ.4,39] και με πολλή παρρησία θα ανεβείς στους ουρανούς και θα απολαύσεις τη βασιλεία, την οποία είθε να επιτύχουμε όλοι εμείς, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει, μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα, η δόξα, η δύναμη, η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ),εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 12, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΟΗ΄, σελίδες 89-103.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ. 18-27 (ή: 6 – 10 του PDF) .
[https:drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLa01IYjNYZEZ3YUk/view]
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΟΡΘΡΟΣ Μ. ΔΕΥΤΕΡΑΣ, Μ.ΤΡΙΤΗΣ και Μ. ΤΕΤΑΡΤΗΣ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 27-4-1986]
Κεντρικόν σημείον, αγαπητοί μου, των τριών πρώτων ημερών της Μεγάλης Εβδομάδος είναι το τροπάριον «Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός καί μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα·ἀνάξιος δέ πάλιν, ὅν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μή τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μή τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καί τῆς Βασιλείας ἔξω κλεισθῇς· ἀλλά ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶ ὁ Θεός ἡμῶν» κ.λπ. Το τροπάριον αυτό πραγματικά έρχεται να δώσει έναν τόνον εις τους πιστούς μιας εντόνου προετοιμασίας δια την υποδοχή του Πάσχοντος Κυρίου Ιησού Χριστού, ώστε να προπαρασκευαστεί ο λαός και για την Ανάσταση. Μια πάρα πολύ σύντομη ανάλυσή του θα μπορούσε να μας βοηθήσει.
«Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός». Ολόκληρη αυτή η φράσις είναι παρμένη από την παραβολή των δέκα παρθένων. Όταν ο ίδιος ο Κύριος μίλησε και είπε ότι μοιάζει η Βασιλεία του Θεού με ένα γάμο. Γι’αυτό και αποκαλεί τον Νυμφίον, ή μάλλον, τον εαυτόν Του, με Νυμφίον και τους πιστούς, την Εκκλησία, με νύμφη. Ο γάμος αυτός είναι άγνωστον σε ποια στιγμή θα λάβει χώρα. Γι’αυτό λέγει: «Να, ο Νυμφίος έρχεται κάπου την νύκτα», «ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός». Αυτό σημαίνει ότι ο Νυμφίος Χριστός ήρθε εις τον κόσμον αυτόν ο οποίος είναι περίοδος νύκτας. Η παρούσα ζωή, ο προ-χρόνος μέσα στον οποίο ευρισκόμεθα, είναι χρόνος νυκτός, σκοταδιού. Δεν είμεθα πλέον εις τον Παράδεισον, όπως ήτο ο Αδάμ. Είμεθα εἰς τὴν «κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος». Και λέγεται η ζωή αυτή «νύκτα», γιατί εχάσαμε τον Θεό από τον ορίζοντα τον οπτικό μας. Γι’αυτό τον λόγο, ο πιστός όταν φεύγει από τον παρόντα κόσμο, φεύγει από το σκότος και έρχεται εις το φως.
Είναι χαρακτηριστική εδώ η πρόσκλησις «Ιδού!», που σημαίνει «Να!», «Προσέξτε, ιδού, να, ο Νυμφίος έρχεται μέσα σε αυτόν τον σκοτεινό μας κόσμο – σκοτεινός γιατί υπάρχει η αγνωσία του Θεού· και όταν υπάρχει η αγνωσία του Θεού, υπάρχει σκότος στις ψυχές. Υπάρχει σκότος στα μάτια της ψυχής. Και σ’ αυτό το σκοτάδι μας έρχεται ο Υιός του Θεού, αφού ενηνθρώπησε. Και λέγεται «Νυμφίος» γιατί έρχεται να δημιουργήσει σύζευξη του λαού Του με τον εαυτό Του. Και αυτή η σύζευξις, αυτή η ζεύξις λαού και Θεού ενανθρωπήσαντος λέγεται «γάμος». Αν το θέλετε, ο γάμος αποτελεί έναν τύπο – ο γάμος, ο γνωστός γάμος που γίνεται μεταξύ δύο ανθρώπων, ενός ανδρός και μιας γυναικός- αυτός ο γάμος αποτελεί ένα τύπο, τον τύπο ενώσεως του Θεού, συγκεκριμένα, του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού μετά του λαού Του, που είναι η Εκκλησία. Γι’αυτό η Εκκλησία λέγεται «νύμφη» και Εκείνος λέγεται «Νυμφίος».
Συνεπώς, ήρθε ο καιρός, ως να λέγεται ήρθε ο καιρός αυτής της ζεύξεως: «Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται». Η παραβολή λέγει: «Ἐξέρχεσθε πρὸς ὑπάντησιν», «βγείτε να Τον προϋπαντήσετε». Και έρχεται «ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός». «Καί μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα». «Ευτυχισμένος εκείνος ο δούλος που θα τον βρει να είναι ξυπνητός». Πάλι στην παραβολή των δέκα παρθένων: «Ἀναμένουσαι αἱ δέκα παρθένοι τὸν Νυμφίον, ἐνύσταξαν», λέγει, «ἅπασαι», λέγει η παραβολή. Νύσταξαν όλες· διότι αργούσε ο Νυμφίος να έρθει και έπεσαν να κοιμηθούν.
Δέκα παρθένοι. Είναι ο θάνατος του κάθε πιστού. Κοιτάξτε, κοινή ιδιότης. Είναι και αι δέκα παρθένοι. Σε λίγο θα αποδειχθούν ότι αι πέντε είναι φρόνιμοι και αι πέντε είναι μωραί, ανόητοι, άμυαλοι. Όμως, αυτό δείχνει την κοινή ιδιότητα των Χριστιανών, ότι και εκείνοι οι οποίοι επιμελούνται τη σωτηρία τους και εκείνοι οι οποίοι δεν επιμελούνται την σωτηρία τους, έχουν κοινή ιδιότητα: την ιδιότητα του Χριστιανού. Όλοι είμεθα βαφτισμένοι. Αλλά όλοι δεν θα σωθούμε. Κατά δυστυχίαν. Όλοι φέρομε το όνομα Χριστιανός, αλλά όλοι δεν είμεθα άξιοι της κλήσεως που κληθήκαμε από τον Χριστόν.
Συνεπώς, ευτυχισμένος εκείνος ο οποίος μένει «γρηγορῶν»· εκείνος ο οποίος μένει ξυπνητός. Όταν, στην παραβολή των δέκα παρθένων, ακούστηκε η φωνή «Ἰδού ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε πρός ἀπάντησιν –εις υπάντησιν-αὐτοῦ», τότε ξύπνησαν και αι δέκα παρθένοι. Είναι η ανάστασις των νεκρών. Δεν μπορούμε να περιμένουμε, αγαπητοί μου, πότε θα έρθει ο Χριστός, θα νυστάξομε, θα πεθάνομε. Και δείτε δε πώς ο θάνατος παρομοιάζεται. Παρομοιάζεται με ύπνον. «Νύσταξαν», λέγει, «και ἐκάθευδον», έπεσαν και κοιμήθηκαν. Όταν ακούστηκε η φωνή, η φωνή του αρχαγγέλου, όπως μας λέγει ο Κύριος, σαλπίζει ο άγγελος και τότε οι νεκροί εγείρονται, τότε οι νεκροί ανασταίνονται- σηκώθηκαν και αι δέκα παρθένοι. Δηλαδή ανεστήθησαν. Όλοι θα αναστηθούν. Ευσεβείς και ασεβείς. Γρηγορούντες και ράθυμοι. Όλοι θα αναστηθούν. Και τότε θα προϋπαντήσουν όλοι τον Κύριον. Ή καλύτερα, «τότε», λέγει εδώ το τροπάριον, «ευτυχισμένος εκείνος που στάθηκε γρηγορών», «ευτυχισμένος εκείνος που στάθηκε ξύπνιος». Μα πώς; Αφού όλοι νυστάζουν, αφού όλοι πέφτουν εις τον ύπνον του θανάτου;
Η εγρήγορσις δεν αναφέρεται εις αυτόν τον βιολογικόν ύπνον. Δηλαδή στο να είμαι ξυπνητός. Απόψε, ας πούμε, δεν θα πάμε να κοιμηθούμε. Και αύριο βράδυ δεν θα κοιμηθούμε. Και μεθαύριο βράδυ δεν θα κοιμηθούμε. Δεν πρόκειται περί αυτού. Γιατί ο Κύριος μάς έκανε, από πλευράς δομής μας, όλα τα βιολογικά όντα να κοιμούνται. Όλοι κοιμούμεθα. Γίνεται η ανταλλαγή, θα λέγαμε, της ύλης μέσα στον οργανισμό μας. Δεν πρόκειται περί αυτού. Αλλά πρόκειται για την εγρήγορση την πνευματική. Δεν πέφτω δηλαδή εις τον ύπνο της αδιαφορίας. Εις τον ύπνο του να πω: «Ε, χρονίζει ο Κύριος. Και ύστερα –ποιος ξέρει;- μπορεί και να μην έρθει!». Μπορεί να πέσω και στην απιστία. Και τότε, όταν μπει το σπέρμα της απιστίας μέσα εις την καρδιά μου, τότε μπορώ να λέγω: «Δεν βαριέσαι, ποιος τα είδε αυτά και ποιος τα ξέρει…». Και τότε επόμενο είναι τα πονηρά δόγματα, όπως λέγουν οι Πατέρες, να γεννήσουν πονηρόν βίον. Και τι γίνεται; Αρχίζω να ζω την ζωή της αμαρτίας. Και την ζωή των παθών. Δεν είμαι ξύπνιος πάνω στον εαυτόν μου. Αφήνω τον εαυτόν μου να παρασύρεται. Από τα πάθη της σαρκός, από τα πάθη της ψυχής. Και τότε συμφύρομαι μέσα σ’ αυτό που λέγεται «κόσμος».
Πρέπει να είμαι «γρηγορῶν». Ο Κύριος είπε: «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν». Βέβαια, ζήτησε κάποια στιγμή ο Κύριος από τους μαθητάς Του, όταν είπε εκείνο το «Γρηγορεῖτε» να ανταποκριθεί εις την βιολογία του ανθρώπου. Θυμηθείτε τους εννέα μαθητάς και πιο πέρα τους τρεις μαθητάς, που ο Κύριος παραλαμβάνει στον κήπο της Γεσθημανής, στο όρος των Ελαιών. Και λέγει: «Δεν ισχύσατε, δεν μπορέσατε να μείνετε λίγο ξύπνιοι;». «Γρηγορεῖτε», λέγει, «καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν». Εκεί το λέγει με την βιολογική έννοια. Δηλαδή, «Μην κοιμόσαστε. Απόψε θα συμβούν συνταρακτικά πράγματα. Και συνεπώς, μην κοιμόσαστε. Αλλά προσεύχεστε, γιατί θα πέσετε σε πειρασμό»– Ποιος ήταν ο πειρασμός; Ο πειρασμός της απιστίας– «Διότι θα με δείτε σε λίγο, παρότι σας είπα το Πάθος μου και σας ειδοποίησα ότι έτσι θα συμβούν και συνεπώς, όταν ξέρετε το Πάθος που θα υποστώ, μετά ακριβείας, θα πείτε ότι ήταν εκούσιο το Πάθος και συνεπώς δεν θα πρέπει να σκανδαλιστείτε. Όμως παρά ταύτα δεν καταλαβαίνετε αυτά που σας λέγω. Προσεύχεστε, γιατί θα πείτε: ‘’Ποιος ήταν ο διδάσκαλός μας που ακολουθήσαμε τρία ολόκληρα χρόνια; Δεν ήτο λοιπόν εκείνος που μας είπε: ‘’Θα δείτε τον Υιόν του ανθρώπου να κατεβαίνουν και να ανεβαίνουν οι άγγελοι του ουρανού’’; Να, τώρα συλλαμβάνεται, απόψε, συλλαμβάνεται σαν κοινός κακούργος. Τότε πλανηθήκαμε. Τότε τρία χρόνια ποιον ακολουθήσαμε;’’. Και θα πέσετε, λοιπόν, στον πειρασμόν της απιστίας: ‘’Μπορεί να παραδοθεί, αν είναι εκείνος που είναι, μπορεί να παραδοθεί σε ανθρώπινα χέρια;’’. Δεν μπορείτε, όμως, να κατανοήσετε ότι το Πάθος είναι εκούσιον, θεληματικόν. Γι’αυτό προσεύχεστε, για να μην μπείτε στον πειρασμό αυτόν. Στον πειρασμόν της απιστίας. Εξάλλου είναι γραμμένο: ‘’Απόψε θα πατάξω τον ποιμένα και τα πρόβατα θα διασκορπιστούν’’, λέγει η προφητεία. ‘’Θα χτυπήσω τον ποιμένα –δηλαδή θα συλληφθεί κ.λπ. κ.λπ.– και τα πρόβατα θα σκορπιστούν’’. Λοιπόν, προσεύχεστε, μένετε γρηγορούντες, διότι υπάρχει ο κίνδυνος να μπει κανείς στον πειρασμό».
Αγαπητοί μου, σήμερα, χάσαμε πάλι από τον οπτικό μας ορίζοντα τον ερχομό του Χριστού. Μιλάμε για ερχομό του Αντιχρίστου. Μιλάμε για πολλά σημάδια. Επίσης, πίσω από όλα αυτά δεν μας κόβει το μυαλό μας να σκεφτούμε ότι έρχεται ο Κύριος. Τρέμομε και φοβόμαστε την παρουσία του Αντιχρίστου, αλλά δεν ευελπιστούμε εις την παρουσία του Χριστού. Έχει φύγει από τον οπτικό μας ορίζοντα ότι «ο Κύριος έρχεται». Και δεν είμεθα γρηγορούντες. Ας το προσέξομε.
«Ἀνάξιος δέ πάλιν, ὅν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα». «Ανάξιος», λέει, «πάλι εκείνος τον οποίο ο Κύριος θα βρει να ραθυμεί, να μένει εις την αναμελιά, στην ακηδία, στην ολιγωρία, και να λέγει: ‘’Δεν βαριέσαι’’». Και τότε, ο ιερός υμνογράφος, τους συνθέτει αυτό το ωραιότατο ποίημα, το τροπάριον, έχοντας, όπως σας είπα, υπόψιν του ανά πάσα στιγμή την παραβολή των δέκα παρθένων, στρέφεται ο ιερός συντάκτης αυτού του τροπαρίου προς τον εαυτό του, όπως και ο κάθε ακροατής του τροπαρίου στρέφεται προς τον εαυτό του και λέγει: «Βλέπε οὖν ψυχή μου, μή τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μή τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καί τῆς Βασιλείας ἔξω κλεισθῇς». «Πρόσεχε, ψυχή μου». Κάνει προσκλητήριο της ψυχής του. Όπως ακριβώς, όταν κάνομε προσκλητήριο στον στρατό, ζητούμε να δούμε τους παρόντες. «Είσαι παρούσα, ψυχή μου; Είσαι ξυπνητή, ψυχή μου; Είσαι σε εγρήγορση, ψυχή μου; Ή είσαι σε αμέλεια; Ή δεν φροντίζεις την σωτηρία σου; Σε ποια κατάσταση είσαι, ψυχή μου; Βλέπε οὖν, ψυχή μου, πρόσεχε λοιπόν, ψυχή μου». Ο Κύριος ειδοποίησε. Με την παραβολή που μας είπε. Αλλά και την πραγματικότητα την βλέπομε. Μέσα σε κάθε γενεά. Και στην γενεά μας το βλέπομε αυτό, πόσοι άνθρωποι φεύγουν μακριά από τη σωτηρία και αδιαφορούν ολότελα. «Βλέπε οὖν ψυχή μου, μή τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς– κατανεχθείς από τον ύπνο· ποιον ύπνο; Τον ύπνο της αμαρτίας. Ύπνος είναι η αμαρτία και υπνώττει τον άνθρωπο. Και τον κάνει να μην κοιμάται. Ποιος είναι εκείνος που κοιμίζει; Ο διάβολος.
Ξέρετε, σήμερα οι λωποδύται, όταν θέλουν να κλέψουν ένα σπίτι, οι ένοικοι όμως είναι μέσα, έχω ακούσει ότι από κάποια τρύπα του σπιτιού, από την κλειδαρότρυπα, με ένα σπρέι ρίχνουν μέσα στο σπίτι υπνωτικό. Και τότε οι ένοικοι κοιμώνται βαθιά. Αυτό κάνει ο διάβολος. Γυρίζει με ένα σπρέι στο κάθε σπίτι και από την κλειδαριά των αισθήσεων, από τις τρύπες των αισθήσεων- τα μάτια, τα αφτιά, Τι θα δούμε; Τηλεόραση, ξέρω γω… Τι θα ακούσουμε; Τι μουσικές και βρωμιές θα ακούσουμε; Από την γεύση. Τι θα φάμε; Από την αφή. Τι θα πιάσομε και τι θα απολαύσομε; Μέσω αυτών των οπών έρχεται και βάζει το «σπρέι» του ο διάβολος και μας υπνώνει. Και μας λέει: «Κοιμήσου, βλακουδάκι μου! Κοιμήσου, εδώ θα σ’ έχω! Κοιμήσου!». Και κοιμάται ο ανόητος άνθρωπος, η εικόνα του Θεού… Κοιμάται…!
«Βλέπε οὖν ψυχή μου, μή τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς», «Πρόσεχε, ψυχή μου, μην κοιμηθείς αυτόν τον ύπνο της αμαρτίας. Πρόσεξε!», «ἵνα μή τῷ θανάτῳ παραδοθῇς», «για να μην παραδοθείς εις τον θάνατον, τον αιώνιον θάνατον, εκεί που δεν υπάρχει πια παρά μόνο ο χωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό. Αυτός είναι ο αιώνιος θάνατος. Αλλά τι; Πρόσεξε! Και φτάσεις να χάσεις την Βασιλεία του Θεού».
«Καί τῆς Βασιλείας ἔξω κλεισθῇς». Θυμάται πάλι την παραβολή των δέκα παρθένων ο ιερός συντάκτης. Και λέγει: «Όταν έφθασε ο Νυμφίος, αι πέντε παρθένοι δεν είχαν λάδι. Αμέλησαν». Ποιο είναι το «λάδι»; Είναι οι καλές πράξεις. Και ποια είναι η θρυαλλίδα; Το φυτίλι που ανάβει μέσα στο λυχνάρι είναι το Πνεύμα το Άγιον. Το Πνεύμα το Άγιον επαναπαύεται επάνω στις αγαθές πράξεις. Όταν τελειώσει το λάδι, τότε σβήνει η θρυαλλίδα, το φυτίλι. Τι θα πει «σβήνει»; Όταν δεν έχει ο άνθρωπος πράξεις καλές, τότε πλέον το Πνεύμα του Θεού δεν αναπαύεται εις αυτόν. Γι’αυτό λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Τὸ πνεῦμα μὴ σβέννυτε». «Το Άγιο Πνεύμα μην το σβήνετε». Πότε σβήνει; Θα το πω άλλη μία φορά, όταν δεν υπάρχει το λάδι των καλών πράξεων. Όταν δεν υπάρχει το λάδι της προθυμίας, το λάδι της αγάπης, το λάδι της μετανοίας, το λάδι της πίστεως, όταν δεν υπάρχει, τότε το πνεύμα του Θεού απέρχεται, φεύγει, δεν υπάρχει σε μας.
Λοιπόν. Καταφθάνουν οι πέντε παρθένοι. Βέβαια δεν λέει η παραβολή αν βρήκαν ή δεν βρήκαν λάδι. Πήγαν να γυρεύουν τα μεσάνυχτα λάδι. Είναι η τελευταία στιγμή που πεθαίνουμε, αγαπητοί μου… Και τρέχομε, τι τρέχομε; Για καλές πράξεις. Μα δεν υπάρχει πια ο χρόνος. Πότε; Λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Όταν τρέχομε, εκεί, όταν πεθαίνομε», λέγει, «δεν είναι ο καιρός –που πλησιάζει ο θάνατος- ο καιρός των μυστηρίων». Τότε, στην εποχή του, έσπευδαν να βαφτιστούν την ώρα που πέθαιναν. Τάχα, δήθεν, για να είναι καθαροί την ώρα που θα φύγουν από τον κόσμον αυτόν. Σήμερα εμείς σπεύδουμε να κοινωνήσουμε ενώ μια ζωή ολόκληρη δεν κοινωνούσαμε, ή κοινωνούσαμε ατελώς, ή κοινωνούσαμε και αναξίως! Και σπεύδουμε να κοινωνήσουμε– δυστυχώς, ούτε αυτό το ζητάμε εμείς, οι συγγενείς μας το φροντίζουν γιατί απ’ το μυαλό μας καν δεν πέρασε η ιδέα ότι πρέπει να φροντίσουμε γι’αυτό το θέμα. Πώς να φροντίσεις, αδελφέ μου, τελευταία στιγμή, αν σε όλη σου την ζωή δεν εφρόντισες γι’ αυτό το θέμα; Δεν ήσουνα ο κοινωνών, δεν ήσουνα μέσα στον γάμο του Χριστού– αυτό θα πει «κοινωνώ», συζευγνύομαι, ενώνομαι με τον Νυμφίον Χριστόν, γίνομαι ένα. Πώς γυρεύεις τώρα; Τι γυρεύεις τώρα; Γι’αυτό πολλές φορές έρχεται ο θάνατος και δεν προλαβαίνομε τίποτα. Λέγει, λοιπόν, ο Ιερός Χρυσόστομος: «Δεν είναι ο καιρός των μυστηρίων τότε, όταν πεθαίνεις. Είναι ο καιρός των διαθηκών…». Τότε κάνουμε την διαθήκη μας.
Και όπως λέγει εκείνο το πολύ απογοητευτικόν, αλλά αληθές: Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης λέγει: «Εκείνοι που τελευταία στιγμή ζητούν να κοινωνήσουν, ενώ στην ζωή τους δεν κοινωνούσαν και φρόντισαν οι συγγενείς– και μάλιστα δε πολλές φορές και οι συγγενείς γίνονται εμπόδιο, όταν λέγουν: «Α, μην του το πούμε, και πει ότι θα πεθάνει…». Ή: «Μην μας δει ο κόσμος ότι έρχεται ο ιερέας στο σπίτι μας και πουν: «Να, ετοιμοθάνατος υπάρχει στο σπίτι». Βλέπετε μέχρι τελευταία στιγμή η ανθρωπαρέσκεια! Τι θα πει ο κόσμος… Και αφήνομε τον άνθρωπό μας να πεθάνει έτσι…- Όμως», λέγει, «πηγαίνομε και κοινωνούμε αυτούς τους ανθρώπους, γιατί μας το ζήτησαν. Αλλά δεν είμεθα βέβαιοι αν αυτοί θα σωθούν…». Βλέπετε, αγαπητοί μου;
Γι’αυτό λέγει τώρα εδώ: «Βλέπε οὖν ψυχή μου, μή τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μή τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καί τῆς Βασιλείας ἔξω κλεισθῇς». «Ἀμήν, ἀμήν, λέγω ὑμῖν, οὐκ οἴδα ὑμᾶς!». «Κύριε, Κύριε, ἄνοιξον ὑμῖν!». «Σας βεβαιώνω, δεν σας γνωρίζω». Έκλεισε η πύλη. Και κλείνει η πύλη με τον θάνατο. Και είναι οριστικά πλέον κλεισμένη η πύλη της σωτηρίας. Και της μετανοίας. Δεν υπάρχει πια…
Συνεπώς, ο ιερός συντάκτης, μια τελευταία κραυγή προς τον Χριστόν: «ἀλλά ἀνάνηψον κράζουσα», «Ψυχή μου, έλα να ανανήψεις και να κραυγάσεις: Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶ ὁ Θεός ἡμῶν» κ.λπ. «Έλα να ανανήψεις». Η ανάνηψις. Έλα να καθαρθείς. Νήψις –το «νη» με ήτα- από το νήφω, σημαίνει είμαι σε κατάσταση πολύ καλής φόρμας μου. Διότι, εκείνος που μεθά, φυσικά δεν είναι σε νήψη. Το ρήμα «νήφω» αναφέρεται σε εκείνον ο οποίος δεν μεθά. Είναι το αντίθετον του «μεθώ», το «νήφω», και συνεπώς έχω διαύγεια του νου. Άρα καθαρότητα του νου. Εδώ μεταφορικά στην πνευματική ζωή, νήψις θα πει καθαρότητα καρδίας.
«Ἀνάνηψον, ψυχή μου»… Αν μέχρι τώρα στάθηκες μέσα στην μέθη των μεριμνών του βίου τούτου, μέσα στην μέθη της αμαρτίας και των παθών, ε, έλα τώρα να ανανήψεις! Έλα τώρα να καθαρίσεις τον εαυτόν σου, για να μπορέσεις να γίνεις κατοικητήριον του Θεού. Γιατί ο Κύριος είπε: «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». «Ευτυχισμένοι εκείνοι που έχουν καθαρή καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό». Και «καθαρή καρδιά» θα πει «νήφουσα καρδιά». Καρδιά, η οποία είναι καθαρή, η οποία είναι σε εγρήγορση, η οποία είναι αναμένουσα τον Κύριον, καρδιά η οποία είναι αφιερωμένη στον Κύριον, κατάλληλη για να συζευχθεί μαζί Του.
Αυτό, αγαπητοί μου, είναι το τροπάριον «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός»… Και βέβαια, μια φορά τον χρόνο, η Εκκλησία μας, μας το υπενθυμίζει. Μας υπενθυμίζει αυτές τις θέσεις. Εκείνοι που κάνουν το Μεσονυκτικό, το θυμούνται και κάθε μέρα, γιατί είναι ένα τροπάριο καθημερινό, εις το Μεσονυκτικόν, «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος…» κ.τ.λ. Όμως, αγαπητοί μου, προσέξτε, όχι να το θυμόμαστε κάθε χρόνο, κάθε μέρα να το θυμόμαστε. Κάθε στιγμή να το θυμόμαστε! Και να νήφομε. Λέει ο απόστολος Παύλος στον Τιμόθεο: «Σὺ δέ, ὦ ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ, νῆφε ἐν πᾶσι». «Να ‘χεις νήψη σε όλα, και να είσαι πάντοτε ὁ γρηγορῶν». Τι άλλο θα θέλαμε, αγαπητοί μου, παρά να γίνουμε εκείνοι που θα προσδοκούμε τον ερχομό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του Νυμφίου της Εκκλησίας μας.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
απομαγνητοφώνηση και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΗ:
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/megalh_ebdomada/megalh_ebdomada_009.mp3