Ὡς ἐπίσκοπος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σᾶς μεταφέρω, ἀδελφοί μου, τὸ παγκόσμιο μήνυμα τῆς χαρᾶς, τὸ μήνυμα τῶν ἀγγέλων, τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἀντηχεῖ καὶ πάλι σήμερα τὸ χαρμόσυνο «Χριστὸς ἀνέστη!» – «Ἀληθῶς ἀνέστη!». Εὐδόκησε ὁ Θεὸς νὰ τὸ ἀκούσουμε πάλι, γιὰ ἕνα ἀκόμη Πάσχα. Τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴ μεγάλη αὐτὴ χάρι του.
Γνωρίζουμε ὅλοι, ὅτι ὑπῆρξαν στὸ παρελθὸν καὶ ἡμέρες ποὺ ἐχθροὶ τῆς πίστεως καὶ τῆς πατρίδος δὲν ἐπέτρεπαν στοὺς πιστοὺς νὰ λατρεύουν τὸ Θεὸ σὲ κεντρικοὺς ναούς· οἱ Χριστιανοὶ ἦταν ἀναγκασμένοι νὰ φεύγουν μακριά, σὲ σημεῖα ἀπόμερα, μέσα σὲ σπηλιὲς ἢ σὲ χαράδρες, γιὰ νὰ λατρεύσουν ἐκεῖ τὸν Κύριό τους. Ἐκεῖ μαζεύονταν οἱ ὑπόδουλοι καὶ οἱ ῥαγιᾶδες στὰ σκληρὰ χρόνια τῆς σκλαβιᾶς καὶ ὑπὸ καθεστὼς Ἀβδοὺλ Χαμὶτ (τοῦ Β᾽ 1842-1918) ὑμνοῦσαν μὲ συγκίνησι τὸ Νικητὴ τοῦ θανάτου καὶ τοῦ ᾅδου καὶ ἔψαλλαν τὸ «Χριστὸς ἀνέστη» περιμένοντας τὴ λευτεριὰ
«σὰν τῆς αὐγῆς τὸ φεγγοβόλο ἀστέρι τῆς νύχτας τὸ ξημέρωμα νὰ φέρῃ» (Ἰω. Πολέμη, Τὸ κρυφὸ σχολειό). Οἱ πλάκες ἐκείνων τῶν ναῶν εἶνε ποτισμένες μὲ τὰ δάκρυά τους.
* * *
Ἀλλὰ σήμερα τὸ «Χριστὸς ἀνέστη» δὲν δονεῖ δυστυχῶς τὴν καρδιὰ τῶν ἀνθρώπων ὅπως τὰ περασμένα χρόνια. Γιὰ τοὺς πολλοὺς σήμερα τὸ «Χριστὸς ἀνέστη» σημαίνει μόνο περιττὲς δαπάνες, φυσιολατρικὴ ἔξοδο, μανιώδη ταξίδια, γλέντι ἐν ἀκρασίᾳ, διασκέδασι, γαστρονομία, κραιπάλη, ἀπρέπειες, αἰσχρότητες, αἷμα στὴν ἄσφαλτο… Σήμερα τὸ «Χριστὸς ἀνέστη» εἶνε πολὺ διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ «Χριστὸς ἀνέστη» τῆς παλαιᾶς μας δόξης. Ἐρωτῶ καὶ πῆτε μου εἰλικρινά· τὸ Πάσχα ἀπὸ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ οἱ Χριστιανοὶ θὰ συζητήσουν καὶ θὰ μιλήσουν γιὰ χίλια δυὸ πράγματα· τὰ παιδιά τους, τὶς γυναῖκες τους, τὶς δουλειὲς καὶ τὶς ἐπιχειρήσεις τους… Ποιός ἆραγε στὸ σπίτι θ᾽ ἀνοίξῃ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ θὰ πῇ μὲ τοὺς ἀγαπητούς του δυὸ λόγια γιὰ τὸ θρίαμβο τοῦ Χριστοῦ; Τίποτα. Σὰν τὰ κοράκια πέφτουν στὰ κρέατα, γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν μόνο τὴ γαστέρα· δὲν ὑπάρχει ἄλλο ἰδανικό.
Ἄχ πατρίδα μου, ποὺ σοῦ ἔγινε ἡ μεγάλη τιμὴ νὰ ἔχῃς τὸ πρωτότυπο τοῦ Εὐαγγελίου στὴ γλῶσσα σου! Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν γράφτηκε οὔτε στὰ βουλγάρικα, οὔτε στὰ ἀλβανικά, οὔτε στὰ ῥώσικα, οὔτε στὰ ἀμερικάνικα· γράφτηκε στὰ ἑλληνικά. Καὶ ὅμως στὴν Ἑλλάδα οἱ πλεῖστοι δὲν τὸ ἔχουν γνωρίσει, δὲν τὸ ἔχουν κἂν πιάσει στὰ χέρια τους. Αὐτοὶ λοιπὸν περιμένουν ν᾽ ἀκουστῇ ἀπὸ τὸν παπᾶ τὸ «Χριστὸς ἀνέστη» καί, μόλις τ᾽ ἀκούσουν, οἱ ἐκκλησιὲς ἀδειάζουν· πᾶνε γιὰ φαγοπότι ἢ καὶ γιὰ νὰ διαπράξουν ἄλλα πράγματα ἁμαρτωλά.
Ξέρετε τί λέει ὁ προφήτης Ἠσαΐας γιὰ τὰ καμώματα αὐτά; «Τὰς ἑορτὰς ὑμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου» (Ἠσ. 1,14). Διότι ἑορτὴ τοῦ Πάσχα ἴσον λατρεία τοῦ σταυρωθέντος καὶ ἀναστάντος Χριστοῦ. Στὴν ψυχὴ τοῦ ὀρθοδόξου τί κυριαρχεῖ· ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά του εἶνε στὴ νίκη καὶ τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ!
Ἐρωτῶ· τὸ βλέπουμε αὐτὸ γύρω μας; βασιλεύει ὁ ἀναστὰς Χριστὸς στὶς ψυχὲς τῶν συνανθρώπων μας; Ὄχι δυστυχῶς. Ἀντιθέτως, ποτέ ἄλλοτε δὲν γίνονται τόσες ἁμαρτίες ὅσες τὶς ἡμέρες αὐτές. Γι᾽ αὐτὸ θὰ ἐπιτρέψῃ ὁ Θεὸς νὰ στερηθοῦμε τὸν ἑορτασμὸ αὐτόν· γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, θὰ συμβῇ ὅ,τι συνέβη σὲ ἄλλες χῶρες. Γιατὶ προτιμότερο νὰ κλείσουν οἱ ἐκκλησιὲς καὶ νὰ καταργηθοῦν τὰ πανηγύρια, παρὰ νὰ γίνωνται οἱ ἑορτὲς ἀφορμὴ γιὰ χειρότερες ἐκτροπὲς αὐτῆς τῆς βλάσφημης γενεᾶς.
Πῶς θέλετε τὰ παιδιά μας ν᾽ ἀγαπήσουν τὸν Κύριο, ὅταν οἱ γονεῖς ἀσχολῆσθε συνεχῶς γύρω ἀπὸ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα, καὶ δὲν ἔζησαν κοντά σας τὴ χάρι καὶ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστοῦ σὲ ἡμέρες ἑορτῶν;
Ἔχουν πάσχα καὶ οἱ Ἑβραῖοι, καὶ τὸ δικό τους εἶνε μικρό, μιὰ σκιὰ τοῦ ἀληθινοῦ Πάσχα τῶν Χριστιανῶν. Μαζεύονται ὅμως καὶ τὸ ἑορτάζουν μὲ τὴν ἴδια τάξι ὅπως στὸν καιρὸ τοῦ Μωυσέως· καὶ κατηχοῦν τὰ παιδιά τους, τοὺς ἐξηγοῦν ὅσα τηροῦν· διατηροῦν τὴ θρησκεία τους ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά.
Τὰ λέω ταῦτα, διότι θέλω νὰ ἐξυψωθῇ τὸ πνευματικὸ ἐπίπεδο τοῦ λαοῦ μας. Παρακαλῶ λοιπὸν συνηθίστε στὸ πασχαλινὸ τραπέζι νὰ καλλιεργῆτε τὴν πίστι στὸν ἀναστάντα Κύριο, διαβάζοντας ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, μελετώντας τὶς ἐμφανίσεις του, μιλώντας μεταξύ σας γιὰ τὴ νίκη κατὰ τοῦ θανάτου, τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ διαβόλου.
Κάποιοι μὲ ἄκουσαν· ὑπήκουσαν, καὶ σὲ πολλὰ σπίτια ὁ ἑορτασμὸς γίνεται οὐσιαστικώτερος· παρατηρεῖται κάποια πρόοδος. Χρόνια δουλεύουμε μὲ κόπο, μὲ ἀγῶνα, μὲ δάκρυα. Καὶ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ ὁ σπόρος ποὺ σπέρνουμε δὲν πέφτει ὅλος σὲ ἔδαφος σκληρό, σὲ πέτρες καὶ σὲ ἀγκάθια· πέφτει καὶ σὲ καλὴ γῆ, καὶ δόξα τῷ Θεῷ σιγὰ – σιγὰ σπάει ὁ πάγος, λυώνουν τὰ χιόνια, ῥιζώνει ὁ σπόρος, βγαίνουν ἄνθη, ἔχουμε καὶ καρποὺς μετανοίας.
Πρὸ ἐτῶν ἐλάχιστοι ἄντρες πήγαιναν νὰ ἐξομολογηθοῦν· τώρα ἀρκετοὶ πλησιάζουν στὸ μυστήριο τῆς μετανοίας καὶ μὲ δάκρυα γιὰ πρώτη φορὰ ὁμολογοῦν τ᾽ ἁμαρτήματά τους. Δόξα σοι ὁ Θεός!
Ἡ προσπάθειά μας θὰ εἶχε περισσότερα ἀποτελέσματα, ἐὰν δὲν συναντούσαμε ὡρισμένα ἐμπόδια ἀπὸ διάφορες πλευρές. Τί εἶπα; ἐμπόδια; Ἀλλὰ πότε ὁ Χριστιανισμὸς προχώρησε δίχως ἐμπόδια; Διαβάστε τὴν ἱστορία. Ὅπου κήρυγμα, ὅπου εὐαγγέλιο, ὅπου ἔλεγχος, ὅπου προσπάθεια χριστιανική, ἐκεῖ πέφτουν τὰ περισσότερα ἐμπόδια στὸ δρόμο τῆς Ἐκκλησίας. Πόσα πέρασαν οἱ ἀπόστολοι; πόσα συνάντησε ὁ ἀπόστολος Παῦλος; πόσα βρῆκε μπροστά της ἡ πρώτη Ἐκκλησία; πόσα πέρασαν οἱ σκλαβωμένοι πρόγονοί μας;
Ἐν μέσῳ ἐμποδίων βαδίζουμε κ᾽ ἐμεῖς, ἀλλὰ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ βλέπουμε ἀπὸ μέρα σὲ μέρα ψυχὲς νὰ λούζωνται στὰ θερμὰ κύματα τῆς πίστεως, τῆς ἀγάπης, τῆς ἐλπίδος. Χαίρει λοιπὸν κι ὁ ἐπίσκοπος· ὥρα χαρᾶς, συγγνώμης λυτρώσεως.
Δὲν ἔγινα, ἀγαπητοί μου, ἐπίσκοπος οὔτε γιὰ δόξα οὔτε γιὰ χρήματα οὔτε γιὰ κανέναν ἄλλο τέτοιο σκοπό· ἤθελα ἡ ἐπισκοπή μου, ἐδῶ στὸ βορρᾶ, νὰ γίνῃ πολικὸς ἀστέρας πίστεως, ἐλπίδος, ἀγάπης. Καὶ χαίρω, ποὺ προοδεύει· χαίρω, ποὺ οἱ πάγοι λυώνουν καὶ τὰ χιόνια διαλύονται· χαίρω, ποὺ οἱ ἐχθροὶ σιγὰ – σιγὰ συναισθάνονται, ὅτι δὲν εἶνε εὔκολο νὰ τὰ βάλουν μὲ τὴν Ἐκκλησία. Ὅποιος τὴν πολεμᾷ, ὅποιος πάει κόντρα μὲ τὴν Ἐκκλησία, θὰ γίνῃ στάχτη καὶ κονιορτός. Γιατὶ ἡ Ἐκκλησία εἶνε αὐτὸς ὁ Χριστός, καὶ τὸν Χριστὸ κανείς δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ τὸν νικήσῃ.
* * *
Ἀδελφοί μου, νὰ εἶστε βέβαιοι. Καὶ σήμερα καὶ αὔριο καὶ πάντοτε, ὅσο θὰ λάμπουν ἄστρα, ὅσο θὰ κυλοῦν ποταμοί, ὅσο τὸ γαλάζιο κῦμα θὰ ῥαίνῃ τὶς ἀκτές μας, ὅσο θὰ ὑπάρχουν τάφοι μαρτύρων καὶ μνημεῖα ἡρώων, ὅσο θὰ ὑπάρχῃ Ἑλλάδα καὶ κόσμος καὶ σύμπαν, μία φωνὴ θ᾽ ἀκούγεται ἀπὸ παντοῦ· «Ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε αὐτὸν εἰς τοὺς αἰῶνας» (Δαν. 3,34-65).
Δὲν ἔσβησε ἡ πίστις, δὲν σταμάτησε ἡ λατρεία. Ὁ Ἐσταυρωμένος δὲν ἔμεινε στὸν τάφο – ποιός τὸ εἶπε; Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἀπέθανε, ἐτάφη, ἀλλὰ ἀνέστη τριήμερος. Νίκησε τὸ θάνατο, τὸν διάβολο, τὸν ᾅδη, τὴν ἁμαρτία. Ζῇ καὶ βασιλεύει. Εἰς πεῖσμα λοιπὸν τῶν δαιμόνων, τῶν ἀθέων, τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους, εἰς πεῖσμα ὅλων τῶν ἐχθρῶν του, φωνάζουμε, ὅτι ὁ Χριστὸς ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας.
«Χριστὸς ἀνέστη»!
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ
Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης τὴν 26-4-1970 ἑσπέρας)