ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ (24/9/2023)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Α΄ΛΟΥΚΑ
Προς Τιμόθεον Β΄, κεφάλαιο Γ΄, εδάφια 10-15
10 Σύ δέ παρηκολούθηκάς μου τῇ διδασκαλίᾳ, τῇ ἀγωγῇ, τῇ προθέσει, τῇ πίστει, τῇ μακροθυμίᾳ, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ὑπομονῇ, 11 τοῖς διωγμοῖς, τοῖς παθήμασιν, οἷά μοι ἐγένοντο ἐν ᾽Αντιοχείᾳ, ἐν ᾽Ικονίῳ, ἐν Λύστροις· οἵους διωγμοὺς ὑπήνεγκα καὶ ἐκ πάντων με ἐρρύσατο ὁ Κύριος. 12 Καὶ πάντες δὲ οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διωχθήσονται· 13 πονηροὶ δὲ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι. 14 Σὺ δὲ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης, εἰδὼς παρὰ τίνος ἔμαθες, 15 καὶ ὅτι ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενά σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ. 16 Πᾶσα γραφὴ θεόπνευστος καὶ ὠφέλιμος πρὸς διδασκαλίαν, πρὸς ἔλεγχον, πρὸς ἐπανόρθωσιν, πρὸς παιδείαν τὴν ἐν δικαιοσύνῃ, 17 ἵνα ἄρτιος ᾖ ὁ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος, πρὸς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἐξηρτισμένος.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
10 Εσύ όμως έχεις παρακολουθήσει τη διδασκαλία μου, τη γενικότερη συμπεριφορά μου, την πρόθεση και τα ελατήριά μου, τη φωτισμένη πίστη μου, τη μακροθυμία μου, την αγάπη μου, την υπομονή μου, 11 τους διωγμούς μου, τα παθήματά μου, σαν αυτά που υπέμεινα στην Αντιόχεια, στο Ικόνιο, στα Λύστρα. Τι φοβερούς διωγμούς υπέφερα! Και από όλους με γλύτωσε ο Κύριος. 12 Και όχι μόνο εγώ έπαθα και πάσχω αυτά, αλλά και όλοι όσοι θέλουν να ζουν με ευσέβεια, όπως αρμόζει στους πιστούς που είναι ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό, θα καταδιωχθούν. 13 Αντιθέτως, άνθρωποι κακοί, που καταδιώκουν και βασανίζουν τους ευσεβείς, αλλά και απατεώνες, θα προχωρούν από το κακό στο χειρότερο· θα πλανούν και θα εξαπατούν τους άλλους, αλλά και αυτοί οι ίδιοι θα πλανώνται και θα εξαπατώνται.
14 Εσύ όμως Τιμόθεε, μένε ακλόνητος σε εκείνα που έμαθες και βεβαιώθηκες για την αλήθειά τους, από την προσωπική σου πείρα, διότι ξέρεις καλά από ποιον διδάσκαλο τα έμαθες. 15 Αυτό μην το ξεχνάς ποτέ, αλλά να το διατηρείς ζωντανά στη μνήμη σου. Και ότι ακόμη από μικρό παιδί γνωρίζεις τις Άγιες Γραφές, οι οποίες μπορούν να σου μεταδώσουν την αληθινή σοφία, που οδηγεί στη σωτηρία με την πίστη στον Ιησού Χριστό. 16 Όλη η Αγία Γραφή είναι θεόπνευστη και έχει συγγραφεί με τον άμεσο φωτισμό και την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό λοιπόν είναι ωφέλιμη για να διδάσκει την αλήθεια, για να ελέγχει τις πλάνες και τις παρεκτροπές, για να διορθώνει αυτούς που αμαρτάνουν, για να διαπαιδαγωγεί σε όλες τις αρετές, 17 και έτσι ο άνθρωπος του Θεού να είναι τέλειος, καταρτισμένος σε κάθε καλό έργο.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Α΄ΛΟΥΚΑ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο Ε΄, εδάφια 1-11
1 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ τὸν ὄχλον ἐπικεῖσθαι αὐτῷ τοῦ ἀκούειν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ αὐτὸς ἦν ἑστὼς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, 2 καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. 3 Ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. 4 Ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. 5 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. 6 Καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. 7 Καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά. 8 Ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν ᾿Ιησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε· 9 θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον, 10 ὁμοίως δὲ καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ ᾿Ιωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. Καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ ᾿Ιησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν. 11 Καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
1 Κάποτε, ενώ ο Ιησούς στεκόταν στην όχθη της λίμνης Γεννησαρέτ, τα πλήθη του λαού άρχισαν να συνωστίζονται γύρω του και να τον στριμώχνουν, επειδή ήθελαν ν’ ακούν τον λόγο του Θεού. 2 Τότε είδε δύο μικρά πλοία αραγμένα στην άκρη της λίμνης˙ οι ψαράδες μάλιστα είχαν βγει απ’ αυτά στην παραλία και έπλεναν τα δίχτυα. 3 Κι αφού μπήκε σ’ ένα από τα πλοία αυτά, σε αυτό που ήταν του Σίμωνα, τον παρακάλεσε να το τραβήξει λίγο πιο μέσα, σε μικρή απόσταση από τη στεριά. Και τότε κάθισε μέσα στο πλοίο και δίδασκε από εκεί τα πλήθη του λαού που βρίσκονταν στην παραλία. 4 Κι όταν τελείωσε την ομιλία του, είπε στο Σίμωνα: «Πάρε πάλι το πλοίο στα βαθιά νερά της λίμνης και ρίξτε τα δίχτυα σας για να πιάσετε ψάρια». 5 Ο Σίμων τότε του αποκρίθηκε: «Διδάσκαλε, όλη τη νύχτα κοπιάσαμε ρίχνοντας τα δίχτυα και δεν πιάσαμε τίποτε. Αφού όμως το διατάζεις εσύ, θα ρίξω το δίχτυ έχοντας τέλεια πεποίθηση και υπακοή στον λόγο σου». 6 Κι αφού το έκαναν αυτό, έπιασαν μέσα στο δίχτυ πάρα πολλά ψάρια. Τόσα πολλά, που το δίχτυ τους άρχισε να σπάζει, επειδή δεν άντεχε στο βάρος του πλήθους των ψαριών. 7 Και με νεύματα ειδοποίησαν τους συνεταίρους τους που ήταν στο άλλο πλοίο να έλθουν και να πιάσουν μαζί με αυτούς τα δίχτυα και να τους βοηθήσουν να τα σύρουν επάνω. Εκείνοι ήλθαν και γέμισαν και τα δύο πλοία τόσο πολύ, που κινδύνευαν να βυθιστούν από το βάρος των ψαριών.
8 Όταν λοιπόν είδε ο Σίμων Πέτρος το πρωτοφανές αυτό και ανέλπιστο πλήθος των ψαριών, έπεσε κάτω στα γόνατα του Ιησού και του είπε: «Βγες από το πλοίο μου και φύγε από μένα, Κύριε, διότι είμαι άνθρωπος αμαρτωλός, και δεν είμαι άξιος να σε έχω στο πλοίο μου». 9 Και είπε αυτά τα λόγια ο Πέτρος, διότι κι αυτός κι όλοι εκείνοι που ήταν μαζί του κυριεύθηκαν από μεγάλη έκπληξη και δέος για την πρωτοφανή αλιεία τόσων ψαριών που είχαν πιάσει, και η οποία μόνο από παρέμβαση της θείας δυνάμεως μπορούσε να εξηγηθεί. 10 Παρόμοια μάλιστα κυριεύτηκαν από έκπληξη και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι γιοι του Ζεβεδαίου, οι οποίοι ήταν συνέταιροι του Σίμωνος. Τότε ο Ιησούς είπε στο Σίμωνα: «Μη φοβάσαι. Από τώρα που σε καλώ να γίνεις απόστολός μου και στο εξής, θα συνεχίσεις να ψαρεύεις, αλλά δεν θα πιάνεις ψάρια αλλά ανθρώπους ζωντανούς, που με το κήρυγμά σου θα τους οδηγείς στη σωτηρία». 11 Κι αφού επανέφεραν τα πλοία στη στεριά, άφησαν τα πάντα, και τα ψάρια δηλαδή και τα δίχτυα και τα πλοία τους, και τον ακολούθησαν.
ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ΛΟΥΚΑ[:Τιμ.Β΄3,10-15]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Σύ δέ παρηκολούθηκάς μου τῇ διδασκαλίᾳ(:Εσύ όμως έχεις παρακολουθήσει τη διδασκαλία μου)»[Β΄Τιμ.3,10]. «Ο στόχος σου ήταν να είσαι ισχυρός· δεν ήρθες απλώς, αλλά ‘’έχεις παρακολουθήσει’’». Εδώ δηλώνει ότι ο χρόνος ήταν πολύς, με το να πει «έχεις παρακολουθήσει τη διδασκαλία μου»: αυτό λέγεται για τον λόγο, την προφορική διδασκαλία του Παύλου· «τῇ ἀγωγῇ(:τη γενικότερη συμπεριφορά μου)»: αυτό λέγεται για τον βίο του· «τῇ προθέσει (:την πρόθεση και τα ελατήριά μου)»: αυτό λέγεται για την προθυμία και την καρτερικότητα της ψυχής του. «Αυτά», λέγει, «δεν τα έλεγα χωρίς να τα εφαρμόζω και ούτε φιλοσοφούσα μόνο με λόγια».
«Έχεις παρακολουθήσει επίσης, Τιμόθεε», του λέγει, «τῇ πίστει, τῇ μακροθυμίᾳ (:τη φωτισμένη πίστη μου, τη μακροθυμία μου)»· «ότι τίποτε από αυτά», λέγει, «δεν μου προκαλούσε ταραχή»· «τῇ ἀγάπῃ (:την αγάπη μου)», πράγμα που δεν το είχαν αυτοί· «τῇ ὑπομονῇ (:την υπομονή μου)», όπως ακριβώς ούτε και αυτό. «Με τη μακροθυμία μου», λέγει· προς τους αιρετικούς έδειχνα πολλή μακροθυμία. «Με την υπομονή μου» προς τους διωγμούς: «τοῖς διωγμοῖς, τοῖς παθήμασιν (:στους διωγμούς μου, στα παθήματά μου)». Γιατί δύο είναι αυτά που ταράσσουν τον δάσκαλο, το να υπάρχουν γύρω πολλοί αιρετικοί, και το να μη δείχνει υπομονή στα παθήματα. Αλλά όμως γι΄αυτούς πολλά είπε ο Παύλος, ότι και παλιά υπήρχαν και θα υπάρξουν, και κανένας χρόνος δεν είναι καθαρός απ’ αυτούς, και ότι δεν θα μπορέσουν να μας βλάψουν σε τίποτε, και ότι στον κόσμο υπάρχουν σκεύη χρυσά και αργυρά.
Βλέπεις λοιπόν αυτόν που ομιλεί για τις θλίψεις; «Οἷά μοι ἐγένοντο ἐν ᾽Αντιοχείᾳ, ἐν ᾽Ικονίῳ, ἐν Λύστροις(:Σαν αυτά που υπέμεινα στην Αντιόχεια, στο Ικόνιο, στα Λύστρα )». Γιατί άραγε αυτά μόνο είπε από τα πολλά παθήματα; Επειδή τα υπόλοιπα ήταν γνωστά στον Τιμόθεο· και ίσως αυτά τα πράγματα τα θυμάται σαν πρόσφατα, όχι τα παλιά· και δεν τα απαριθμεί κατά είδος· γιατί δεν είναι κενόδοξος ούτε φιλόδοξος, αφού το λέγει για παρηγοριά του μαθητή, όχι για επίδειξη. «Αντιόχεια» εδώ εννοεί την Αντιόχεια της Πισιδίας, και τα Λύστρα, από όπου καταγόταν ο Τιμόθεος. «Οἵους διωγμοὺς ὑπήνεγκα (:Ποιους φοβερούς διωγμούς υπέμεινα)». Και τα δύο είναι παρηγορητικά· ότι δηλαδή και εγώ έδειχνα γενναία προθυμία, και δεν εγκαταλείφτηκα, και δεν είναι δυνατό να πω ότι ο Θεός με πρόδωσε, αλλά κατέστησε λαμπρότερο το στεφάνι μου. «Οἵους διωγμοὺς ὑπήνεγκα (:Ποιους φοβερούς διωγμούς υπέμεινα)», λέγει, «καὶ ἐκ πάντων με ἐρρύσατο ὁ Κύριος (:και από όλα με γλύτωσε ο Κύριος)».
«Καὶ πάντες δὲ οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διωχθήσονται (:και όχι μόνο εγώ έπαθα και πάσχω αυτά, αλλά και όλοι όσοι θέλουν να ζουν με ευσέβεια, όπως αρμόζει στους πιστούς που είναι ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό, θα καταδιωχθούν)»[Β΄Τιμ.3,12]. «Γιατί όμως», λέγει, «ομιλώ απλώς για τον εαυτό μου; Καθένας από αυτούς που θέλει να ζει με ευσέβεια, θα διωχθεί». «Διωγμούς» εδώ εννοεί τις θλίψεις, τις οδύνες. Γιατί δεν υπάρχει άνδρας που να βαδίζει την οδό της αρετής χωρίς θλίψη, οδύνη και πειρασμούς· γιατί πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς γι΄αυτόν που βαδίζει τη στενή και θλιμμένη οδό; Γι΄αυτόν που άκουσε ότι «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε(:εφόσον είστε μέσα στον κόσμο, θα έχετε θλίψη)»;[Ιω. 16,33]. Αν εκείνο τον χρόνο έλεγε ο Ιώβ, «πειρατήριόν ἐστιν ὁ βίος ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς(:γεμάτη δοκιμασίες και πειρασμούς είναι η ζωή του ανθρώπου εδώ στη γη)»[Ιώβ, 7,1], πόσο μάλλον τότε;
«Πονηροὶ δὲ ἄνθρωποι(:Αντιθέτως, άνθρωποι κακοί, που καταδιώκουν και βασανίζουν τους ευσεβείς)», λέγει, «καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι(:αλλά και απατεώνες, θα προχωρούν από το κακό στο χειρότερο· θα πλανούν και θα εξαπατούν τους άλλους, αλλά και αυτοί οι ίδιοι θα πλανώνται και θα εξαπατώνται)»[Β΄Τιμ. 3,13]. «Τίποτε από αυτά ας μη σε θορυβεί», λέγει, «αν εκείνοι ζουν με άνεση, ενώ εσύ με πειρασμούς· τέτοια είναι η φύση του πράγματος. Από τα δικά μου μπορείς να μάθεις ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να πολεμά με τους πονηρούς και να μην είναι σε θλίψη. Δεν είναι δυνατόν αυτός που πυγμαχεί να ζει σε τρυφή, δεν είναι δυνατόν αυτός που παλεύει να ευωχεί. Κανένας λοιπόν από τους αθλητές ας μη ζητάει άνεση, κανένας ας μη βρίσκεται σε ευθυμία. Πάλι τα παρόντα είναι αγώνας, πόλεμος, θλίψη, στενοχώρια, δοκιμασία, το στάδιο των αγώνων. Άλλοι είναι οι καιροί της ανέσεως· αυτός ο καιρός είναι των ιδρώτων, αυτός είναι των πόνων. Κανένας που αποδύθηκε και αλείφτηκε δεν επιζητεί άνεση. Αν λοιπόν επιζητείς άνεση, γιατί αποδύθηκες τον αγώνα; Γιατί σήκωσες τα χέρια;». «Και πώς», λέγει, «να μην τα σηκώσω τώρα;» Όταν δεν συγκρατείς τις επιθυμίες, όταν δεν μάχεσαι ενάντια προς την ορμή της φύσεως.
«Σὺ δὲ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης, εἰδὼς παρὰ τίνος ἔμαθες καὶ ὅτι ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενά σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν (:Εσύ όμως Τιμόθεε, μένε ακλόνητος σε εκείνα που έμαθες και βεβαιώθηκες για την αλήθειά τους, από την προσωπική σου πείρα, διότι ξέρεις καλά από ποιον διδάσκαλο τα έμαθες. Αυτό μην το ξεχνάς ποτέ, αλλά να το διατηρείς ζωντανά στη μνήμη σου. Και ότι ακόμη από μικρό παιδί γνωρίζεις τις Άγιες Γραφές οι οποίες μπορούν να σου μεταδώσουν την αληθινή σοφία, που οδηγεί στη σωτηρία με την πίστη στον Ιησού Χριστό)»[Β΄Τιμ.3,14-15].
Τι σημαίνει αυτό; Όπως ακριβώς ο προφήτης Δαβίδ προέτρεψε και είπε «Μὴ παραζήλου ἐν πονηρευομένοις(:μη ζηλεύεις τη φαινομενική ευτυχία των πονηρών)»[Ψαλμ.36,1], αυτό προτρέπει και αυτός λέγοντας: «Σὺ δὲ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καὶ ἐπιστώθης(:Εσύ όμως Τιμόθεε, μένε ακλόνητος σε εκείνα που έμαθες και βεβαιώθηκες για την αλήθειά τους)». Όχι απλώς «ἔμαθες», αλλά «καὶ ἐπιστώθης», δηλαδή πίστεψες. «Ποιο λοιπόν είναι αυτό που πίστεψα;». Ότι αυτή είναι η ζωή. Και αν λοιπόν βλέπεις εδώ αντίθετα από αυτά που πίστεψες, μην ανησυχείς, γιατί και ο Αβραάμ έβλεπε αντίθετα, αλλά τίποτε δεν έπαθε· άκουσε υπόσχεση από τον Θεό: « Ἐν Ἰσαὰκ κληθήσεταί σοι σπέρμα (:Με τον Ισαάκ θα αποκτήσεις απογόνους)»[Γέν.21,12], και έπαιρνε εντολή να σφάξει τον Ισαάκ, και δεν ανησυχούσε, ούτε ταρασσόταν.
Κανένας να μη σκανδαλίζεται για τους πονηρούς· αυτό η Γραφή το είπε από παλιά. Τι λοιπόν όταν και οι αγαθοί ευφραίνονται και οι πονηροί τιμωρούνται; Το δεύτερο από αυτά είναι φυσικό να γίνεται, το άλλο όμως δεν είναι· γιατί το να τιμωρούνται οι πονηροί είναι δυνατό, το να ευφραίνονται όμως οι αγαθοί πάντοτε δεν είναι δυνατό. Κανένας δεν ήταν ίσος με τον Παύλο, αλλά όμως όλο τον χρόνο τον περνούσε με θλίψη, με δάκρυα, με στεναγμούς νύχτα και μέρα. Γιατί λέγει: «Διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον(:Γι’ αυτό να προσέχετε και να είστε άγρυπνοι, έχοντας ως παράδειγμα εμένα˙ και να θυμάστε ότι για μια τριετία συνεχώς νύχτα και μέρα δεν σταμάτησα να νουθετώ με δάκρυα τον καθένα σας ξεχωριστά)»[Πράξ. 20,31]· και πάλι· «χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπισύστασίς μου ἡ καθ᾿ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν(: και για να μην αναφέρω τόσα και τόσα άλλα, με ταλαιπωρούσε και με έριχνε σε στενοχώρια η καθημερινή πίεση και ενόχληση από εχθρούς και φίλους, όπως επίσης και η αγωνιώδης φροντίδα για τις Εκκλησίες)»[Β΄Κορ.11,28], λέγει. Δεν χαιρόταν δηλαδή σήμερα και αύριο πονούσε, αλλά καθημερινά δεν σταματούσε να πονάει.
«Πώς λοιπόν», θα αναρωτηθεί ίσως κάποιος, «πονηροὶ δὲ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον(:Αντιθέτως, άνθρωποι κακοί, που καταδιώκουν και βασανίζουν τους ευσεβείς, αλλά και απατεώνες, θα προχωρούν από το κακό στο χειρότερο)»; Δεν είπε «θα τύχουν άνεσης», αλλά «θα προχωρούν από το κακό στο χειρότερο»· η προκοπή τους αυτή θα είναι προς το χειρότερο. Δεν είπε «θα βρίσκονται σε ευπορία». Και αν πάλι τιμωρούνται, γι’ αυτό τιμωρούνται, για να μη νομίσεις ότι τα αμαρτήματα είναι ατιμώρητα. Επειδή δηλαδή η γέεννα δεν μπορεί να μας εμποδίσει από την κακία, δείχνοντας την ευσπλαχνία Του για μας, μάς αφυπνίζει και μας ανορθώνει. Αν δεν τιμωρούνταν κανένας πονηρός, κανένας δεν θα πίστευε ότι ο Θεός φροντίζει τα ανθρώπινα πράγματα· αν όλοι τιμωρούνταν, κανένας δεν θα περίμενε να γίνει ανάσταση, γιατί όλοι εδώ θα απολάμβαναν την τιμωρία.
Γι’ αυτό και τιμωρεί και δεν τιμωρεί· γι’ αυτό εδώ οι δίκαιοι θλίβονται, γιατί είναι πάροικοι, γιατί είναι ξένοι, γιατί βρίσκονται σε ξένη γη. Οι δίκαιοι λοιπόν υπομένουν αυτά για να δοκιμασθούν· γιατί άκουσε τον Θεό που λέγει στον Ιώβ: «Οἴει δέ με ἄλλως σοι κεχρηματικέναι ἢ ἵνα ἀναφανῇς δίκαιος;(:Νομίζεις ότι για κάποιον άλλο λόγο ενήργησα εγώ για εσένα, παρά για να αναδειχθείς δίκαιος)»;[Ιώβ 40,8].Οι αμαρτωλοί όμως αν κάποτε υποστούν κάτι τέτοιο, πληρώνουν για τις αμαρτίες τους. Για το καθετί λοιπόν ας ευχαριστούμε τον Θεό, είτε έτσι είτε αλλιώς· γιατί και τα δύο είναι χρήσιμα. Τίποτε δεν κάνει από μίσος ούτε αποστρεφόμενος εμάς, αλλά και τα δύο τα κάνει από φροντίδα και ενδιαφέρον για μας.
«Εἰδὼς παρὰ τίνος ἔμαθες καὶ ὅτι ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας (:Διότι ξέρεις καλά από ποιον διδάσκαλο τα έμαθες· αυτό μην το ξεχνάς ποτέ, αλλά να το διατηρείς ζωντανά στη μνήμη σου. Και ότι ακόμη από μικρό παιδί γνωρίζεις τις Άγιες Γραφές)», λέγει[Β΄Τιμ.3,14]. «Ἱερά γράμματα» ονομάζει τις θείες Γραφές. «Με αυτές ανατράφηκες, ώστε και με αυτές πρέπει η πίστη σου να είναι στερεά και καθόλου να μη βλάπτεσαι». Γιατί η ρίζα είναι βαθιά, χωρίς να τράφηκε επί πολύ χρόνο· τίποτε δεν μπορεί να την ξεριζώσει.
Αφού είπε «τὰ ἱερὰ γράμματα», πρόσθεσε: «τὰ δυνάμενά σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν (:οι οποίες θείες Γραφές μπορούν να σου μεταδώσουν την αληθινή σοφία, που οδηγεί στη σωτηρία με την πίστη στον Ιησού Χριστό)»· δηλαδή δεν σε αφήνουν να πάθεις κάτι ανόητο, πράγμα που παθαίνουν οι πολλοί. Αυτός λοιπόν που γνωρίζει τις Γραφές, όπως πρέπει να τις γνωρίζει, για κανένα από όσα συμβαίνουν δεν σκανδαλίζεται· όλα τα υπομένει γενναία· άλλα απ΄αυτά τα εμπιστεύεται στην πίστη και στο ακατάληπτο της οικονομίας του Θεού, άλλων πάλι γνωρίζει και τις αιτίες, βρίσκοντας παραδείγματα στις Γραφές. Καθόσον το να μην περιεργάζεται τα πάντα και να μη θέλει να γνωρίζει τα πάντα, είναι μεγάλη απόδειξη γνώσεως.
Και αν θέλετε θα σας το αποδείξω με παράδειγμα· ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ένας ποταμός, ή καλύτερα ότι υπάρχουν ποταμοί (δεν το λέγω κατά παραχώρηση, αλλά λέγω αυτό που είναι οι ποταμοί)· δεν έχουν όλοι το ίδιο βάθος, αλλά άλλοι έχουν ρηχό βάθος και άλλοι βαθύ και ικανό να πνίξει τον ανίδεο, και στην περίπτωση αυτή προξενούνται ίλιγγοι, ενώ στην άλλη όχι. Το να μη θέλει λοιπόν κάποιος όλα να τα επιχειρεί όμοια είναι καλό, και το να μη θέλει να γνωρίζει όλα τα βάθη, δεν είναι μικρή απόδειξη γνώσεως· γιατί αυτός που θέλει να ερευνήσει ριψοκινδυνεύοντας κάθε μέρος του ποταμού, αυτός προπάντων δεν γνωρίζει τις ιδιότητες των ποταμών, και πολλές φορές θα χαθεί επειδή τόλμησε να ερευνήσει το βάθος του ποταμού με την ίδια θρασύτητα με την οποία διάβαινε τα ρηχά νερά.
Έτσι και με τον Θεό· αυτός που θέλει να τα γνωρίζει όλα και τολμά τα πάντα, αυτός προπάντων δεν γνωρίζει τι είναι ο Θεός. Αλλά στους ποταμούς βέβαια το μεγαλύτερο μέρος είναι ασφαλές και λίγοι είναι οι στρόβιλοι και τα βάθη, στην περίπτωση όμως του Θεού τα περισσότερα είναι απόκρυφα και δεν είναι δυνατό να εξιχνιάσει κανείς τα έργα Αυτού. Γιατί λοιπόν αγωνίζεσαι να καταποντίσεις τον εαυτό σου; Αυτό μόνο γνώριζε, ότι όλα ο Θεός τα οικονομεί, ότι για όλα προνοεί, ότι είμαστε αυτεξούσιοι, ότι άλλα τα ενεργεί Αυτός, άλλα πάλι τα παραχωρεί, ότι δεν θέλει να γίνεται τίποτε πονηρό, ότι όλα δεν γίνονται από τη θέλησή Του, αλλά και από τη δική μας· όλα τα κακά γίνονται μόνο από μας, ενώ όλα τα καλά από μας και από τη βοήθειά Του, και ότι τίποτε δεν Του διαφεύγει. Γι’ αυτό όλα τα ενεργεί Αυτός.Έπειτα, γνωρίζοντας εσύ γι’ αυτό, λογάριασε ποια είναι τα αγαθά, ποια τα κακά, και ποια τα αδιάφορα· δηλαδή, αγαθό είναι η αρετή, κακό η φαυλότητα, αδιάφορα ο πλούτος, η φτώχεια, η ζωή, ο θάνατος. Αν τα γνωρίζεις αυτά, θα γνωρίσεις μαζί με αυτά ότι οι δίκαιοι γι’ αυτό θλίβονται, για να στεφανωθούν, και οι αμαρτωλοί για να πληρώσουν για τις αμαρτίες τους· όλοι όμως οι αμαρτωλοί δεν τιμωρούνται εδώ, για να μην απιστούν οι πολλοί στην ανάσταση· όπως όλοι οι δίκαιοι δεν θλίβονται, για να μην νομίσεις την κακία ότι είναι επαινετή, αλλά την αρετή. Αυτοί είναι κανόνες και όροι· αυτό που θέλεις παραλλήλισέ το με αυτούς και δεν θα αμφιβάλλεις καθόλου.
Όπως ακριβώς είναι για τους γραμματοδιδασκάλους ο αριθμός έξι χιλιάδες, και από αυτόν όλα ξεκινούν, και όλα μπορείς να τα διαιρέσεις και να τα πολλαπλασιάσεις με τον κανόνα των έξι χιλιάδων, και γύρω από αυτόν τον αριθμό όλα στρέφονται, και αυτά τα γνωρίζουν όσοι έχουν μάθει γράμματα, έτσι και τους κανόνες αυτούς, τους οποίους πάλι θα αναφέρω συντομότερα, αν κάποιος τους γνωρίζει, ποτέ δεν σκανδαλίζεται. Ποιοι λοιπόν είναι αυτοί; Ότι αγαθό είναι η αρετή· ότι φαύλο είναι η κακία· ότι αδιάφορα είναι οι αρρώστιες, η φτώχεια, οι επιβουλές, οι συκοφαντίες, και όσα παρόμοια· ότι οι δίκαιοι εδώ θλίβονται· αν όμως μερικοί ευημερούν, συμβαίνει αυτό για να μη θεωρηθεί η αρετή ότι είναι μισητή· ότι οι πονηροί ευφραίνονται, για να τιμωρηθούν εκεί· αν πάλι μερικοί τιμωρούνται, συμβαίνει αυτό για να μη θεωρηθεί ότι η κακία είναι καλό, ούτε ότι τα πράγματα μένουν ατιμώρητα· ότι δεν τιμωρούνται όλοι, για να μην αμφισβητηθεί ο καιρός της αναστάσεως· ότι υπάρχουν μερικοί και από τους αγαθούς που πράττουν έργα φαύλα και αυτά τα αποθέτουν εδώ, και από τους πονηρούς υπάρχουν μερικοί που πράττουν καλά έργα και απολαμβάνουν εδώ, για να τιμωρηθούν εκεί· ότι τα περισσότερα έργα του Θεού είναι ακατάληπτα· ότι η απόσταση ανάμεσα σε μας και σε Αυτόν είναι πολύ μεγάλη, τόσο, που δεν είναι δυνατό να περιγραφεί.
Αν τα σκεπτόμαστε αυτά, τίποτε δεν θα μπορέσει να μας θορυβήσει. Αν ακούμε συνέχεια τις Γραφές, θα βρούμε και πολλά παρόμοια παραδείγματα· «αυτές», λέγει, «που μπορούν να σου μεταδώσουν την αληθινή σοφία, ώστε να σωθείς». Καθόσον οι Γραφές διδάσκουν αυτά που πρέπει να πράττουμε και αυτά που δεν πρέπει να πράττουμε· γιατί άκουε τι λέγει αλλού αυτός ο μακάριος σε κάθε Ιουδαίο που τυφλωμένος υπερηφανεύεται για την καταγωγή του και την τήρηση του μωσαϊκού νόμου: «Πέποιθάς τε σεαυτὸν ὁδηγὸν εἶναι τυφλῶν, φῶς τῶν ἐν σκότει, παιδευτὴν ἀφρόνων, διδάσκαλον νηπίων, ἔχοντα τὴν μόρφωσιν τῆς γνώσεως καὶ τῆς ἀληθείας ἐν τῷ νόμῳ(:και έχεις για τον εαυτό σου την αλαζονική πεποίθηση ότι είναι οδηγός των τυφλών ειδωλολατρών, φως εκείνων που βρίσκονται στο σκοτάδι της άγνοιας και της ειδωλολατρικής πλάνης, παιδαγωγός ικανός να συνετίζεις τους ανόητους ανθρώπους, διδάσκαλος εκείνων που είναι σε νηπιώδη πνευματική κατάσταση, και ότι έχεις την ακριβή γνώση και αλήθεια που εμπεριέχεται στον μωσαϊκό νόμο)» [Ρωμ.2,19-20].
Βλέπεις ότι ο μωσαϊκός νόμος είναι φως αυτών που βρίσκονται στο σκοτάδι; Αν λοιπόν αυτός που δείχνει το γράμμα είναι φως, το γράμμα που σκοτώνει, τι άραγε είναι αυτός που δείχνει το Πνεύμα που ζωοποιεί; Αν η Παλαιά Διαθήκη είναι φως, τι είναι η Καινή, όπου τόσα φανερώθηκαν; Όπου τόση είναι η διαφορά, όση είναι αν κάποιος, σε εκείνους που δε γνωρίζουν τίποτε περισσότερο από τη γη, τους ανοίξει τον ουρανό και τους κάνει να τα δουν όλα; Μάθαμε για τη γέεννα, για την ουράνια βασιλεία, για την κρίση.
«Πονηροὶ δὲ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι(: Άνθρωποι κακοί, που καταδιώκουν και βασανίζουν τους ευσεβείς, αλλά και απατεώνες, θα προχωρούν από το κακό στο χειρότερο· θα πλανούν και θα εξαπατούν τους άλλους, αλλά και αυτοί οι ίδιοι θα πλανώνται και θα εξαπατώνται)» [Β΄Τιμ. 3,13]. Ας μην πιστεύουμε σε παράλογα πράγματα· όλα εκείνα είναι μαγικά πράγματα. «Γιατί τότε», θα αναρωτηθεί ίσως κάποιος, «μερικές φορές πραγματοποιείται αυτό που λέγουν;». Επειδή εσύ πιστεύεις, εφόσον βέβαια γίνεται. Σε αιχμαλώτισε, είναι κύριος πλέον της ζωής σου ο αντικείμενος, τη ρυθμίζει όπως θέλει αυτός. Πες μου, αν κάποιος λήσταρχος, που έχει στα χέρια και στην εξουσία του τον γιο του βασιλιά, που κατέφυγε σε αυτόν και επιθύμησε την ερημιά και τη συντροφιά εκείνου, θα μπορέσει να του πει αν είναι πεθαμένος ή αν ζει; Και βέβαια θα μπορέσει. Γιατί άραγε; Όχι επειδή προείδε το μέλλον, αλλά επειδή είναι κύριος και των δύο, κα του να σκοτώσει, και του να σώσει το παιδί, εφόσον εκείνο κατέστησε κύριό του τον λήσταρχο. Καθόσον και να το σκοτώσει θα μπορέσει αν θελήσει· γιατί βρίσκεται στην εξουσία εκείνου. Αν πει ότι θα είσαι πλούσιος ή φτωχός, και των δύο αυτός είναι κύριος. Οι περισσότεροι άνθρωποι του κόσμου παρέδωσαν τους εαυτούς τους στα χέρια του διαβόλου.
Και εξάλλου όταν συνηθίσει ο άνθρωπος να πιστεύει, και αυτό πολύ βοηθάει εκείνους τους απατεώνες· γιατί κανένας δεν προσέχει τις αποτυχίες στις προβλέψεις τους, αλλά μόνο αν κάπου συνέβηκε να επιτύχουν. Αν έχουν κάποια προγνωστική δύναμη, οδήγησέ τους σε μένα, τον πιστό. Δεν το λέγω καυχώμενος· γιατί το να απαλλαγείς από αυτούς δεν είναι θέμα καυχήσεως. Γιατί είμαι γεμάτος από αμαρτήματα· εξαιτίας αυτών δεν θα ήταν δυνατόν να φανώ ταπεινόφρονας· όλους αυτούς τους μάντεις και τους μάγους τους περιγελώ με τη χάρη του Θεού. Οδήγησε σε μένα τον άνδρα τον μάγο, αν έχει κάποια δύναμη προγνωστική, και ας μου πει τι θα μου συμβεί, ας μου πει αύριο τι θα μου έρθει. Αλλά δεν πρόκειται να πει· γιατί είμαι υπό την εξουσία του Βασιλιά των Ουρανών και ο μάγος αυτός δεν έχει την εξουσία μου, ούτε την υποταγή μου· βρίσκομαι μακριά από τα κρησφύγετά του και τα σπήλαιά του, είμαι στρατευμένος στην υπηρεσία του Βασιλιά.
«Αλλά ο τάδε έκλεψε», λέγει ίσως κάποιος, «και ο τάδε τον μήνυσε». Μα αυτό προπάντων δεν είναι αληθές παντού, αλλά είναι γελοίο και ψέμα· γιατί δεν γνωρίζουν τίποτε· αν γνωρίζουν κάτι, όφειλαν πολύ περισσότερο τα δικά τους να πουν, πώς έκλεψαν τα πολλά αφιερώματα των ειδώλων, πώς χάθηκε ο πολύς χρυσός. Γιατί δεν το προείπαν στους ιερείς τους; Ώστε τίποτα δεν γνωρίζουν. Ούτε για τα χρήματα μπορούσαν να πουν, όταν οι ειδωλολατρικοί ναοί τους καίγονταν και πολλοί χάνονταν μαζί. Γιατί δεν ενδιαφέρονται για τη σωτηρία τους; Αλλά επιτυχία τους θεωρείται μόνο το πράγμα, εφόσον κάπου, σε κάποια μονάχα περίπτωση, προείπαν κάτι. Υπάρχουν προφήτες σε μας που ποτέ δεν αποτυγχάνουν· δεν προλέγουν το ένα, ενώ στο άλλο διαψεύδονται, αλλά αποδεικνύονται αληθινοί σε όλα· αυτό είναι πραγματική πρόγνωση.
Σας παρακαλώ, παύσατε αυτή τη μανία κάποτε, αν βέβαια πιστεύετε στον Χριστό· αν όμως δεν πιστεύετε, γιατί κοροϊδεύετε τους εαυτούς σας, γιατί τους απατάτε; Ως πότε θα κουτσαίνετε και με τα δυο σας πόδια; Γιατί λοιπόν έρχεσαι σε αυτούς τους απατεώνες μάντεις και χρησμολόγους; Γιατί ρωτάς; Μόλις προσήλθες και μόλις ρώτησες, έκαμες τον εαυτό σου δούλο· γιατί ρωτάς επειδή πιστεύεις. «Όχι», απαντάει, «δεν πιστεύω ότι είναι αληθινά αυτά που λέγει, αλλά τον πειράζω». Ακόμα και πειράζοντάς τον αν αληθεύουν τα λεγόμενά του, δεν δείχνει άνθρωπο πεπεισμένο ότι ο μάντης ή ο μάγος αυτός ψεύδεται, αλλά άνθρωπο που ακόμη αμφιβάλλει. Για ποιο λόγο λοιπόν τον ρωτάς τι θα συμβεί; Γιατί, αν βέβαια λέγει αυτό, ότι ούτε και έτσι έπρεπε να ειδωλολατρείς, πλην όμως η ανοησία δεν θα ήταν τόση· εφόσον όμως προλέγουν τα μέλλοντα, τίποτε άλλο δεν κερδίζει αυτός που τα έμαθε, παρά λύπη περιττή· γιατί και το προλεγόμενο γεγονός δεν συνέβηκε, και τη λύπη την υπέμεινε και στενοχώρησε τον εαυτό του.
Αν μας συνέφερε αυτό, το να γνωρίζουμε δηλαδή τι θα μας συμβεί στο μέλλον, δεν θα μας το απέκρυπτε ο Θεός, δε θα απέφευγε να μας το πει Αυτός που μας αποκάλυψε τα ουράνια. Γιατί λέγει : «Οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους, ὅτι ὁ δοῦλος οὐκ οἶδε τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ κύριος· ὑμᾶς δὲ εἴρηκα φίλους, ὅτι πάντα ἃ ἤκουσα παρὰ τοῦ πατρός μου ἐγνώρισα ὑμῖν(:Δεν σας ονομάζω πλέον δούλους, διότι ο δούλος χρησιμοποιείται ως απλό όργανο από τον κύριό του και δεν γνωρίζει ποιο σκοπό και ποιο λόγο έχει αυτό που θέλει να κάνει ο κύριός του, όταν του ζητά να εκτελέσει κάποια εντολή του. Σας ονόμασα φίλους, διότι όλα όσα άκουσα από τον Πατέρα μου σας τα γνωστοποίησα· διότι σας θέλω συνεργάτες μου, για να συνεχίσετε με πλήρη επίγνωση το έργο μου)»[Ιω.15,15].
Γιατί λοιπόν δεν μας τα γνώρισε αυτά; Επειδή θέλει να μην ασχολούμαστε εμείς με αυτά. Γιατί το ότι δεν αποφεύγει να μας το γνωρίσει, στους παλαιούς φανερώνονταν αυτά, όπως και για το χαμένο γαϊδουράκι και για μερικά άλλα, επειδή ήταν σε πνευματικά νηπιώδη κατάσταση, σε μας όμως, επειδή θέλει με κανένα τρόπο να μην ασχολούμαστε με αυτά, δεν φρόντισε να μας τα γνωρίσει. Αλλά τι μαθαίνουμε; Αυτό που δεν έμαθαν εκείνοι· γιατί όλα εκείνα είναι μικρά, ενώ αυτά, που μάθαμε εμείς είναι αυτά, ότι ανασταινόμαστε, ότι θα είμαστε αθάνατοι, ότι θα είμαστε άφθαρτοι, ότι δεν έχει τέλος η ζωή, ότι όλα θα παρέλθουν, ότι θα αρπαγούμε μέσα σε σύννεφα, ότι οι πονηροί θα τιμωρηθούν, και μύρια άλλα εκτός από αυτά, και τίποτε δεν είναι ψέμα. Δεν είναι πολύ καλύτερα να γνωρίζεις αυτά, παρά ότι βρέθηκε κάποιο γαϊδουράκι μας που χάθηκε; Έστω πήρες τον όνο, έστω τον βρήκες· ποιο το κέρδος; Δεν θα τον χάσεις πάλι με άλλον τρόπο; Και αν αυτός δε σε αφήσει, εσύ θα τον αφήσεις με τον θάνατο· ενώ τα πράγματα που εγώ είπα, αν θέλουμε να τα έχουμε για πάντα, θα τα έχουμε διαρκώς.
Εκείνα λοιπόν να επιδιώκουμε, εκείνα να ακολουθούμε που μένουν, τα σίγουρα. Ας μην προσέχουμε σε μάντεις, ούτε σε χρησμολόγους, ούτε σε αγύρτες, αλλά στον Θεό που γνωρίζει τα πάντα σαφώς, που έχει τη γνώση των πάντων. Και έτσι όλα θα τα γνωρίσουμε, αυτά που πρέπει να γνωρίζουμε, και θα επιτύχουμε όλα τα αγαθά.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Τιμόθεον Β΄επιστολήν , πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 23, ομιλία Η΄, σελίδες 614-629.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 5,1-11]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ
«Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφόν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς.καὶ λέγει αὐτοῖς· δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ(:Και ενώ περπατούσε κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας, είδε δυο αδελφούς, τον Σίμωνα, τον οποίο κατόπιν ονόμασε Πέτρο, και τον Ανδρέα τον αδελφό του, οι οποίοι έριχναν δίχτυα στη θάλασσα, διότι ήταν ψαράδες. Και τους λέει: ‘’Ακολουθήστε με, και θα σας κάνω ικανούς να ψαρεύετε αντί για ψάρια ανθρώπους. Αυτούς θα ελκύετε στη βασιλεία των ουρανών με τα πνευματικά δίχτυα του κηρύγματος’’. Και αυτοί αμέσως άφησαν τα δίχτυά τους και Τον ακολούθησαν)»[Ματθ.4,18-20].
(…) Βέβαια ο ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει ότι διαφορετικά προσκλήθηκαν αυτοί οι μαθητές από τον Κύριο. Επομένως, είναι φανερό ότι η παραπάνω πρόσκληση είναι δεύτερη. Αυτό επίσης μπορεί να το διαπιστώσει κανείς από πολλά σημεία. Εκεί λοιπόν λέγει ότι προσκλήθηκαν προτού κλειστεί στη φυλακή ο Ιωάννης ο Βαπτιστής[βλ. Ιω.1,35-36: «Τῇ ἐπαύριον πάλιν εἱστήκει ὁ Ἰωάννης καὶ ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ δύο, καὶ ἐμβλέψας τῷ Ἰησοῦ περιπατοῦντι λέγει· ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ. καὶ ἤκουσαν αὐτοῦ οἱ δύο μαθηταὶ λαλοῦντος, καὶ ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ(:Την επόμενη μέρα ο Ιωάννης στεκόταν πάλι στο συνηθισμένο μέρος που κήρυττε, και μαζί του ήταν και δύο από τους μαθητές του. Κι αφού παρατήρησε με ευλάβεια τον Ιησού, που τη στιγμή εκείνη περπατούσε, είπε: “Αυτός είναι το Αρνίο που παρέδωσε ο Θεός Πατέρας Του να θυσιαστεί για χάρη μας”)»], ενώ εδώ στον Ευαγγελιστή Ματθαίο αναφέρεται ότι προσκλήθηκαν μετά τη φυλάκιση του Ιωάννη [Ματθ. 4,12: «Ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν(:Όταν άκουσε ο Ιησούς ότι ο Ιωάννης παραδόθηκε στη φυλακή απ’ τον βασιλιά Ηρώδη Αντύπα, αναχώρησε και πήγε στη Γαλιλαία)»– Ματθ. 4,18-19: «Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφόν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς. καὶ λέγει αὐτοῖς· δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων»].
Επίσης εκεί ο Ανδρέας καλεί τον Πέτρο[Ιω. 1,41-42: «Ἦν Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου εἷς ἐκ τῶν δύο τῶν ἀκουσάντων παρὰ Ἰωάννου καὶ ἀκολουθησάντων αὐτῷ. εὑρίσκει οὗτος πρῶτος τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον Σίμωνα καὶ λέγει αὐτῷ· εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν· ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον Χριστός· καὶ ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν (:Ο ένας από τους δύο αυτούς μαθητές που άκουσαν από τον Ιωάννη τα όσα είπε για τον Ιησού και Τον ακολούθησαν, ήταν ο Ανδρέας, ο αδελφός του Σίμωνος Πέτρου. πριν όμως ακόμη βρει ο άλλος μαθητής-ο Ιωάννης– τον αδελφό του-τον Ιάκωβο-, βρίσκει ο Ανδρέας πρώτος τον αδελφό του Σίμωνα και του λέει: “Βρήκαμε τον Μεσσία (όνομα που σημαίνει Χριστός)”)»], εδώ όμως και τους δύο τους καλεί ο Χριστός.
Και ο μεν Ιωάννης λέγει στο Ευαγγέλιό του ότι όταν είδε ο Ιησούς τον Σίμωνα να έρχεται προς Αυτόν του είπε: «Σὺ εἶ Σίμων ὁ υἱὸς Ἰωνᾶ, σὺ κληθήσῃ Κηφᾶς, ὃ ἑρμηνεύεται Πέτρος(:Εσύ είσαι ο Σίμων, ο γιος του Ιωνά. Εσύ, επειδή θα γίνεις στερεός στην πίστη σαν πέτρα, θα ονομαστείς Κηφάς, που σημαίνει Πέτρος)»[Ιω.1,43],ενώ ο Ματθαίος λέγει ότι έφερε ήδη το όνομα αυτό[ Ματθ. 4,18: «Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφόν αὐτοῦ»].
Όμως και από τον τόπο όπου κλήθηκαν και από πολλά άλλα σημεία μπορεί κανένας να αντιληφθεί αυτό και ακόμη από το γεγονός ότι υπάκουσαν εύκολα και πρόθυμα στην πρόσκληση και από το ότι εγκατέλειψαν τα πάντα· διότι ήδη είχαν προπαιδευτεί καλά. Επίσης στον ευαγγελιστή Ιωάννη φαίνεται ότι ο Ανδρέας ερχόταν στην οικία στην οποία διέμενε ο Ιησούς, και άκουγε πολλά από Αυτόν[πρβ. Ιω. 1,39-40: «Τί ζητεῖτε; Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ῥαββί· ὃ λέγεται ἑρμηνευόμενον διδάσκαλε· ποῦ μένεις; λέγει αὐτοῖς· ἔρχεσθε καὶ ἴδετε. ἦλθον οὖν καὶ εἶδον ποῦ μένει καὶ παρ᾿ αὐτῷ ἔμειναν τὴν ἡμέραν ἐκείνην· ὥρα ἦν ὡς δεκάτη(:”Τι θέλετε και τι ζητάτε από μένα;”. Κι εκείνοι Του είπαν: “Ραββί”, που σημαίνει: “Διδάσκαλε”· πού μένεις, για να σε επισκεφτούμε και να μιλήσουμε μαζί σου;”. Και Αυτός τους είπε: “Ελάτε τώρα και δείτε πού μένω”. Ήλθαν λοιπόν και είδαν πού μένει, και έμειναν κοντά Του την ημέρα εκείνη. Η ώρα μάλιστα που συνάντησαν τον Ιησού οι δύο μαθητές ήταν περίπου δέκα από την ανατολή του ηλίου, δηλαδή τέσσερις το απόγευμα)»], ενώ στον ευαγγελιστή Ματθαίο αναφέρεται ότι μόλις άκουσαν έναν απλό λόγο, αμέσως Τον ακολούθησαν[Ματθ.4,20: «Καὶ λέγει αὐτοῖς· δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ»].
Βέβαια ήταν φυσικό, μολονότι Τον είχαν ακολουθήσει από την αρχή, να Τον εγκαταλείψουν στη συνέχεια, όταν είδαν τον Ιωάννη να φυλακίζεται και τον Ιησού να αναχωρεί και να επανέλθουν στην εργασία τους. Έτσι, λοιπόν, τους βρήκε να ψαρεύουν. Ο Ιησούς όμως, ούτε όταν πρώτα θέλησαν να φύγουν τούς εμπόδισε, ούτε πάλι όταν έφυγαν, τους άφησε οριστικά. Υποχώρησε μεν όταν αυτοί απομακρύνθηκαν, έρχεται όμως εκ νέου για να τους κάνει πάλι δικούς Του μαθητές. Αυτός είναι ένας σπουδαιότατος τρόπος αλιείας.
Πρόσεξε επίσης την πίστη και την υπακοή τους· διότι αν και βρίσκονταν στο μέσο της εργασίας τους (γνωρίζετε βέβαια πόσο απαιτητική είναι η αλιεία), όταν άκουσαν την προτροπή του Κυρίου δεν ανέβαλαν, ούτε και το μετέθεσαν για αργότερα, ούτε είπαν: «Να επιστρέψουμε στο σπίτι και να συνεννοηθούμε με τους δικούς μας», αλλά αφού εγκατέλειψαν τα πάντα, Τον ακολούθησαν, όπως ο Ελισσαίος ακολούθησε κάποτε τον προφήτη Ηλία. Πραγματικά αυτού του είδους την υπακοή ζητεί από μας για τη μετάνοιά μας ο Χριστός, ώστε να μην αναβάλλουμε ούτε για ελάχιστο χρονικό διάστημα, ακόμα κι αν, όπως κρίνουμε, μας κατεπείγει κάτι από τα πιο απαραίτητα προς το ζην. Γι’ αυτό και κάποιον άλλον που Τον πλησίασε και ζήτησε να πάει πρώτα να θάψει τον πατέρα του, μήτε αυτό δεν τον άφησε να κάμει, δείχνοντας ότι από όλα πρέπει να προτιμούμε να Τον ακολουθήσουμε και να γίνουμε μαθητές Του [Μτθ.8,21-22: «Ἕτερος δὲ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· Κύριε, ἐπίτρεψόν μοι πρῶτον ἀπελθεῖν καὶ θάψαι τὸν πατέρα μου. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἀκολούθει μοι, καὶ ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς(:Και ένας άλλος από τους μαθητές του Του είπε: “Κύριε, δώσε μου την άδεια πρώτα να φύγω, να πάω να θάψω τον πατέρα μου, και μετά θα σε ακολουθήσω παντού”. Κι ο Ιησούς, προβλέποντας ότι η επιστροφή του μαθητή στο σπίτι του θα τον έριχνε σε σοβαρές κληρονομικές φροντίδες και διαμάχες που θα ψύχραιναν τον ζήλο του, του είπε: “Ακολούθησέ με, και άφησε τους συγγενείς σου, οι οποίοι, ενώ φαίνονται ζωντανοί, λόγω της απιστίας τους είναι πνευματικώς νεκροί, να θάψουν τους νεκρούς που είναι δικοί τους, διότι κι αυτοί πέθαναν μέσα στην απιστία”)»].
Εάν πάλι θεωρείς ότι Τον ακολούθησαν επειδή ήταν μεγάλη η υπόσχεση, και πάλι τους θαυμάζω γι’ αυτό και ακόμη περισσότερο, επειδή παρόλο που δεν είχαν δει ακόμα κανένα θαυματουργικό σημείο, πίστεψαν σε μια τόσο μεγάλη υπόσχεση και όλα τα άλλα τα έθεσαν σε δεύτερη μοίρα προκειμένου να Τον ακολουθήσουν. Πραγματικά, με όποια λόγια αλιεύτηκαν οι ίδιοι, πίστεψαν ότι με αυτά θα μπορούσαν κι άλλους να αλιεύσουν και να τους οδηγήσουν στη σωτηρία των ψυχών τους. Και σε αυτούς μεν αυτήν την υπόσχεση έδωσε, σε εκείνους όμως που ήταν μαζί με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη τίποτα παρόμοιο δεν είπε, διότι η υπακοή αυτών που πρώτους κάλεσε(δηλαδή του Ανδρέα και του Πέτρου),είχε προετοιμάσει πλέον και αυτούς. Εξάλλου πολλά είχαν ακούσει και προηγουμένως γι’ Αυτόν.
Πρόσεξε επίσης πώς κάνει σε μας σαφή υπαινιγμό και για τη φτώχεια του Ιακώβου και του Ιωάννη· τους βρήκε να διορθώνουν και να ράβουν τα δίχτυα τους[Μτθ.4,21-22: « Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῷ καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ (:Κι αφού προχώρησε πιο πέρα από εκεί, είδε άλλους δύο αδελφούς, τον Ιάκωβο, τον γιο του Ζεβεδαίου, και τον Ιωάννη τον αδελφό του, να ετοιμάζουν τα δίχτυά τους μέσα στο πλοίο μαζί με τον πατέρα τους Ζεβεδαίο. Και τους κάλεσε. Και αυτοί αμέσως άφησαν το πλοίο και τον πατέρα τους και Τον ακολούθησαν)»]. Τόσο μεγάλη ήταν η φτώχειά τους, ώστε να διορθώνουν τα χαλασμένα, επειδή δεν μπορούσαν να αγοράσουν άλλα. Δεν ήταν βέβαια κι αυτό τότε μικρή απόδειξη της αρετής τους, το ότι υπέφεραν αγόγγυστα την φτώχειά τους, το ότι αποκτούσαν την τροφή τους με τίμιο μόχθο, το είχαν μαζί τους και τον γέρο πατέρα τους και τον περιποιούνταν[βλ. παραπάνω, Ματθ. 4,21-22].
Αφού λοιπόν τους έκανε μαθητές Του, τότε αρχίζει, να θαυματουργεί ενώπιόν τους, βεβαιώνοντας με τα έργα Του ό,τι είχε πει γι’ Αυτόν ο Βαπτιστής Ιωάννης. Βρισκόταν αδιάκοπα στις συναγωγές και με την πράξη Του αυτή τους δίδασκε ότι δεν είναι κάποιος αντίθετος, ούτε πλάνος, αλλά έχει έρθει με το θέλημα του Θεού, κατόπιν κοινής Τους συμφωνίας. Και συχνάζοντας στις συναγωγές, δεν κήρυττε μόνο, αλλά και πολλά θαύματα επιτελούσε[βλ. Ματθ.23-25: «Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ. καὶ ἀπῆλθεν ἡ ἀκοὴ αὐτοῦ εἰς ὅλην τὴν Συρίαν, καὶ προσήνεγκαν αὐτῷ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας ποικίλαις νόσοις καὶ βασάνοις συνεχομένους, καὶ δαιμονιζομένους καὶ σεληνιαζομένους καὶ παραλυτικούς, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτούς· καὶ ἀπῆλθεν ἡ ἀκοὴ αὐτοῦ εἰς ὅλην τὴν Συρίαν, καὶ προσήνεγκαν αὐτῷ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας ποικίλαις νόσοις καὶ βασάνοις συνεχομένους, καὶ δαιμονιζομένους καὶ σεληνιαζομένους καὶ παραλυτικούς, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτούς· καὶ ἠκολούθησαν αὐτῷ ὄχλοι πολλοὶ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας καὶ Δεκαπόλεως καὶ Ἱεροσολύμων καὶ Ἰουδαίας καὶ πέραν τοῦ Ἰορδάνου(:Και περιόδευε ο Ιησούς όλη τη Γαλιλαία διδάσκοντας στις συναγωγές τους, όπου κάθε Σάββατο μαζεύονταν οι Εβραίοι για να ακούσουν την ανάγνωση της Αγίας Γραφής και να προσευχηθούν. Και κήρυττε εκεί το χαρμόσυνο άγγελμα ότι πλησίαζε ο χρόνος της πνευματικής βασιλείας, που θα έφερνε στους ανθρώπους την απολύτρωση και τη χαρά. Και θεράπευε κάθε είδους ασθένεια και αδιαθεσία στον λαό. Διαδόθηκε λοιπόν η φήμη Του σε όλη τη Συρία. Κι έφεραν μπροστά Του όλους όσους υπέφεραν από διάφορες αρρώστιες και κατέχονταν από βασανιστικές ασθένειες, δαιμονισμένους και σεληνιασμένους και παραλύτους, και τους θεράπευε. Τότε Τον ακολούθησαν πολλά πλήθη λαού από τη Γαλιλαία και από τις δέκα ελληνικές πόλεις που είχαν κτιστεί κυρίως στην ανατολική όχθη του Ιορδάνη, καθώς επίσης και από τα Ιεροσόλυμα και την Ιουδαία και τη χώρα που εκτείνεται πέρα από τον Ιορδάνη ποταμό)»].
Πραγματικά σε κάθε περίπτωση κατά την οποία συμβαίνει κάτι το νέο και παράδοξο και εισάγεται κάποιος νέος τρόπος ζωής, συνηθίζει ο Θεός να κάνει θαύματα, προσφέροντας εγγύηση της δυνάμεώς Του προς εκείνους που πρόκειται να δεχτούν τους νόμους Του. Έτσι λοιπόν όταν επρόκειτο να πλάσει τον άνθρωπο, δημιούργησε όλον τον κόσμο και τότε του έδωσε εκείνο τον νόμο μέσα στον παράδεισο. Και όταν επρόκειτο να νομοθετήσει στον Νώε, πάλι μεγάλα θαύματα έκαμε, με τα οποία αναδημιουργούσε όλη την πλάση και τη φοβερή εκείνη θάλασσα την έκανε να κυριαρχεί επί της γης για έναν ολόκληρο χρόνο και με όλα αυτά, μέσα σε τόσο χαλασμό διέσωσε τον δίκαιο εκείνο. Και στα χρόνια του Αβραάμ έδωσε πολλά σημεία της δυνάμεώς Του, όπως είναι η νίκη κατά τον πόλεμο, η πληγή κατά του Φαραώ, και η απαλλαγή από τους κινδύνους. Και όταν επίσης επρόκειτο να θεσπίσει τους νόμους στους Εβραίους, έδειξε πρώτα τα θαυμαστά εκείνα και μεγάλα σημεία [στο όρος Σινά] και έπειτα τους έδωσε τον Νόμο.
Έτσι λοιπόν κι εδώ θέλοντας να δώσει έναν ανώτερο τρόπο ζωής και να τους πει όσα ποτέ δεν είχαν ακούσει μέχρι εκείνη τη στιγμή, επιβεβαιώνει τους λόγους με την επιτέλεση των θαυμάτων. Επειδή δηλαδή δεν γινόταν αντιληπτή με τις αισθήσεις η κηρυττόμενη βασιλεία, αυτήν την αφανή, με τα ορατά σε όλους θαύματα την καθιστά φανερή. Και πρόσεξε την απλότητα του Ευαγγελιστή, ο οποίος δεν μας διηγείται χωριστά κάθε περίπτωση όσων θεραπεύονταν, αλλά με τρόπο συνοπτικό μας ενημερώνει για τα αναρίθμητα θαύματα. «Καὶ προσήνεγκαν αὐτῷ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας ποικίλαις νόσοις καὶ βασάνοις συνεχομένους, καὶ δαιμονιζομένους καὶ σεληνιαζομένους καὶ παραλυτικούς, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτούς»[Ματθ.4,24]. «Του έφεραν», λέει, «όλους όσοι ταλαιπωρούνταν από κάθε λογής ασθένειες και βασανίζονταν, δαιμονισμένους και σεληνιαζομένους και παραλυτικούς και τους θεράπευσε».
Αλλά γεννιέται το ακόλουθο ερώτημα: για ποιον λόγο από κανέναν από όσους θεραπεύτηκαν δεν ζήτησε την πίστη, ούτε είπε αυτό που έπειτα φανερά έλεγε: «Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;(:Πιστεύετε ότι έχω τη δύναμη να κάνω αυτό που μου ζητάτε;)» [Ματθ.9,28]; Επειδή δεν είχε δώσει ακόμα απόδειξη της δυνάμεώς Του. Εξάλλου και μόνο το γεγονός ότι προσέρχονταν μόνοι τους και έφερναν ασθενείς κοντά στον Χριστό, δεν αποδεικνύει τυχαία πίστη· διότι τους έφερναν από μακριά, πράγμα το οποίο δε θα έκαναν αν δεν πίστευαν πολύ οι ίδιοι.
Ας Τον ακολουθήσουμε λοιπόν κι εμείς. Γιατί έχουμε πολλές ασθένειες της ψυχής κι αυτές θέλει πρώτα να θεραπεύσει· διότι γι’ αυτό αποκαθιστά τις σωματικές ασθένειες, για να απομακρύνει τα ψυχικά νοσήματα από την ψυχή μας. Ας έρθουμε λοιπόν κοντά Του και τίποτα βιοτικό ας μην Του ζητήσουμε παρά μόνο συγχώρηση των αμαρτιών μας· την παραχωρεί και τώρα αν τη ζητούμε σοβαρά. Τότε βέβαια είχε φτάσει η φήμη Του ως τη Συρία [Ματθ. 4,24: «Καὶ ἀπῆλθεν ἡ ἀκοὴ αὐτοῦ εἰς ὅλην τὴν Συρίαν, καὶ προσήνεγκαν αὐτῷ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας ποικίλαις νόσοις καὶ βασάνοις συνεχομένους, καὶ δαιμονιζομένους καὶ σεληνιαζομένους καὶ παραλυτικούς, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτούς»],ενώ τώρα έχει εξαπλωθεί σε ολόκληρη την οικουμένη. Κι εκείνοι έτρεχαν προς Αυτόν, όταν άκουγαν μόνο πως θεράπευσε δαιμονισμένους· εσύ όμως που έχεις περισσότερες και μεγαλύτερες αποδείξεις για τη δύναμή Του, γιατί δεν σηκώνεσαι να τρέξεις σε Αυτόν; Κι εκείνοι άφησαν και πατρίδα και φίλους και συγγενείς· εσύ όμως δεν θέλεις μήτε το σπίτι σου να αφήσεις, για να πας κοντά Του και να λάβεις πολύ περισσότερα; Και μήτε που ζητώ αυτό από σένα. Άφησε μόνο την κακή συνήθεια και μένοντας στο σπίτι σου μαζί με τους δικούς σου θα μπορέσεις εύκολα να σωθείς.
Τώρα αν έχουμε μια σωματική πάθηση, κάνουμε τα πάντα και καταφεύγουμε σε κάθε μέσο προκειμένου να απαλλαγούμε από αυτήν. Αν όμως η ψυχή μας είναι σε κακή κατάσταση, αναβάλλουμε και βραδύνουμε να κάνουμε κάτι. Γι’ αυτό ακριβώς δεν γλυτώνουμε ούτε από τα σαρκικά παθήματα, επειδή εμείς θεωρούμε τα αναγκαία ως πάρεργα και τα πάρεργα ως αναγκαία και ενώ αφήνουμε την πηγή των κακών, θέλουμε να καθαρίσουμε τα ρυάκια· διότι το ότι βέβαια αιτία των σωματικών ασθενειών είναι η κακία της ψυχής το δήλωσε και ο παράλυτος επί τριάντα οκτώ χρόνια[βλ. Ιω.5,1], καθώς και αυτός ο παράλυτος που τον κατέβασαν από τη στέγη ενώπιον του Ιησού [βλ. Λουκ.5,17] και ο Κάιν πριν απ’ αυτούς[Γέν.4,8 κ.εξ.].Αλλά και από πολλές άλλες περιπτώσεις μπορεί ο καθένας να το διαπιστώσει αυτό. Ας αφανίσουμε λοιπόν την πηγή των κακών και τότε θα στερέψουν όλα τα ρεύματα των ασθενειών. Δεν είναι μόνο η παράλυση ασθένεια, αλλά και η αμαρτία· και η δεύτερη μάλιστα είναι πολύ πιο σοβαρή ασθένεια από την πρώτη, τόσο μάλιστα, όσο ανώτερη είναι από το σώμα η ψυχή.
Ας έρθουμε λοιπόν και τώρα κοντά Του και ας Τον παρακαλέσουμε να σφίξει την ψυχή μας που έχει παραλύσει και αφού αφήσουμε κάθε βιοτική μέριμνα, ας φροντίζουμε μόνο για τα πνευματικά. Εάν με δύναμη προσηλωθείς στα πνευματικά, τότε φρόντιζε και για τα γήινα. Μήτε πάλι ν’ αδιαφορείς για την αμαρτία σου, επειδή δεν αισθάνεσαι πόνο· γι’ αυτό ακριβώς να στενάζεις περισσότερο, επειδή δεν αισθάνεσαι οδύνη για τις αμαρτίες σου· διότι αυτό δεν συμβαίνει επειδή δεν δαγκώνει η αμαρτία, αλλά επειδή είναι αναίσθητη η ψυχή που αμαρτάνει. Σκέψου λοιπόν ότι όσοι αισθάνονται τα δικά τους αμαρτήματα στενάζουν χειρότερα από αυτούς που τους φονεύουν ή τους καίνε, πόσα κάνουν και πόσα υποφέρουν, πόσους θρήνους και οδυρμούς κάνουν, για να απαλλαγούν από την πονηρή συνείδηση που τους τύπτει. Δεν θα το έκαναν αυτό αν δεν ένιωθαν σφοδρό ψυχικό πόνο.
Εκείνο λοιπόν που είναι το καλύτερο είναι να μην αμαρτάνουμε καθόλου, ύστερα όμως απ΄ αυτό, το να συναισθανόμαστε την αμαρτία και να διορθωνόμαστε· διότι αν μας λείπει αυτό, πώς θα παρακαλέσουμε τον Θεό και θα ζήσουμε τη συγχώρηση των αμαρτιών μας, εμείς που καθόλου δεν δίνουμε καμία σημασία σε αυτά; Πραγματικά, όταν εσύ, που αμάρτησες, δεν θέλεις μήτε αυτό ν’ αναγνωρίσεις, ότι δηλαδή αμάρτησες, για ποια αμαρτήματα θα παρακαλέσεις τον Θεό; Για εκείνα που δε γνωρίζεις; Και πώς θα γνωρίσεις το μέγεθος της ευεργεσίας; Εξομολογήσου λοιπόν ξεχωριστά μία μία τις αμαρτίες σου στον πνευματικό σου πατέρα, για να μάθεις για ποιες παίρνεις συγχώρηση[για αυτές μονάχα δηλαδή που ομολογείς], για να νιώσεις ευγνωμοσύνη προς τον Ευεργέτη σου.
Εσύ όμως όταν εξοργίσεις κάποιον άνθρωπο, και φίλους και γείτονες και θυρωρούς παρακαλείς και χρήματα ξοδεύεις και χάνεις πολλές ημέρες να πηγαίνεις να τον βρίσκεις και να παρακαλείς και αν μια και δύο και αμέτρητες φορές σε αποκρούσει ο θυμωμένος, δεν ησυχάζεις, αλλά μεγαλώνει η αγωνία σου και πληθαίνεις τις παρακλήσεις. Όταν όμως προκαλούμε την οργή του Θεού των όλων, αδρανούμε και ησυχάζουμε και αδιαφορούμε και διασκεδάζουμε και μεθούμε και εκτελούμε όλες τις συνηθισμένες μας πράξεις. Πότε θα μπορέσουμε να Τον εξιλεώσουμε; Και πώς με αυτή μας την συμπεριφορά δε θα Τον εξοργίσουμε περισσότερο; Πιο πολύ από την αμαρτία Τον κάνει να αγανακτεί περισσότερο και να οργίζεται η απουσία της λύπης για την αμαρτία. Γι’ αυτό αξίζει να κατεβούμε μέσα στη γη και μήτε τον ήλιο να αντικρίζουμε μήτε να αναπνέουμε καθόλου, γιατί παρόλο που έχουμε έναν τόσο διαλλακτικό Κύριο, Τον θυμώνουμε και αφού Τον θυμώνουμε τουλάχιστο δεν μετανοούμε. Παρόλο που Εκείνος κι όταν θυμώνει, δεν μας μισεί ούτε μας αποστρέφεται, αλλά θέλει να μας επαναφέρει κοντά Του έστω και με τον τρόπο αυτό. Γιατί αν μας ευεργετούσε αδιάκοπα και εμείς Τον υβρίζαμε, περισσότερο θα Τον περιφρονούσαμε. Για να μη γίνει αυτό, μας αποστρέφεται προσωρινά, για να μας έχει κοντά Του παντοτινά.
Ας έχουμε θάρρος λοιπόν στην φιλανθρωπία Του και ας επιδείξουμε μετάνοια με ενδιαφέρον πριν φτάσει η ημέρα εκείνη του θανάτου μας κι έπειτα, που η μετάνοια δεν θα μπορεί να μας ωφελήσει πλέον. Τώρα όλα είναι στο χέρι μας· τότε όμως η απόφαση είναι μόνο στο χέρι του δικαστού. Ας προσπέσουμε λοιπόν στον φιλάνθρωπο Κύριό μας κι ας εξομολογηθούμε στον πνευματικό μας [πρβ. Ψαλμ. 94,2: « Προφθάσωμεν τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐν ἐξομολογήσει(:Χωρίς αναβολή ας σπεύσουμε ενώπιόν Του εξομολογούμενοι τις αμαρτίες μας)»], ας κλάψουμε κι ας θρηνήσουμε. Αν μπορέσουμε να καταπραΰνουμε τον δικαστή πριν από την δίκη(:την ημέρα της κρίσεως)και μας συγχωρέσει τα αμαρτήματά μας, τότε δεν θα χρειαστεί μήτε να μπούμε στο δικαστήριο.
Όπως πάλι αν δεν γίνει αυτό, θα ακούσει την απολογία μας μπροστά σε ολόκληρη την οικουμένη, που θα είναι παρούσα και δεν έχουμε καμιά ελπίδα για συγχώρηση· διότι κανένας από εκείνους που δεν πήραν άφεση για τα αμαρτήματά τους εδώ στη γη, όταν φτάσει εκεί, δεν θα μπορέσει ν’ αποφύγει τις ευθύνες του γι’ αυτά. Αλλά όπως οι φυλακισμένοι εδώ με τις αλυσίδες τους οδηγούνται στο δικαστήριο, έτσι κι όλες οι ψυχές όταν φύγουν από εδώ βεβαρημένες με όλες τις σειρές των αμαρτημάτων τους, οδηγούνται στο φοβερό βήμα. Πραγματικά η παρούσα ζωή δεν διαφέρει καθόλου από μια φυλακή. Αλλά όπως στο κτίριο της φυλακής όταν εισέλθουμε, τους βλέπουμε όλους αλυσοδεμένους, έτσι και τώρα όταν εξέλθουμε από τη φαινομενική και εισχωρήσουμε μέσα στη ζωή καθενός και μέσα στην ψυχή του, θα τη βρούμε δεμένη με αλυσίδες χειρότερες από τις σιδερένιες.
Για όλα αυτά ας παρακαλέσουμε τον Λυτρωτή των ψυχών μας, ώστε και τα δεσμά μας να σπάσει, και τον σκληρό αυτόν φύλακα να απομακρύνει και αφού μας απαλλάξει από το φορτίο των σιδερένιων αλυσίδων, ας κάμει το φρόνημά μας ελαφρότερο κι από το φτερό. Και παρακαλώντας Τον, ας Του φέρουμε και τα δικά μας δώρα, ζήλο και διάθεση καλή και προθυμία αγαθή. Έτσι θα επιτύχουμε και μάλιστα σε σύντομο χρόνο ν’ απαλλαγούμε από τα κακά που μας κατέχουν και να αντιληφθούμε σε ποια κατάσταση βρισκόμαστε προηγουμένως και να αποκτήσουμε την ελευθερία που μας αρμόζει. Αυτήν μακάρι να επιτύχουμε όλοι μας με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στον οποίο μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΙΔ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 9, σελίδες 440-459.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 64, σελ. 34-41.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ΛΟΥΚΑ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου σχετικά με την ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Α΄ Λουκά με θέμα:
«ΚΑΝΕ ΑΡΧΗ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 23-9-1990]
Η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου, την πρώτη Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, κάνει αρχή ευαγγελικών περικοπών από το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. Αλλά και το περιεχόμενο της ευαγγελικής περικοπής σήμερα αναφέρεται στην αρχή του δημοσίου έργου του Κυρίου μας και την εκλογή των πρώτων μαθητών Του. Γι’ αυτό και εμείς σαν θέμα σήμερα να έχουμε τη σημασία ενός ξεκινήματος σε οποιοδήποτε τομέα της ζωής μας. Και μάλιστα ιδιαίτατα στον τομέα της σωτηρίας μας.
Αλλά με δύο λόγια ας δούμε την ευαγγελική περικοπή για να έχουμε μία εικόνα. Ένα πρωινό, στην αμμουδιά της λίμνης Γενησαρέτ, είδε ο Κύριος δύο αραγμένα καΐκια, που οι νοικοκυραίοι τους ήταν ο Πέτρος, με τον αδελφό του τον Ανδρέα στο ένα και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης ο αδελφός του στο άλλο. Ο Κύριος ζήτησε από τον Απόστολο Πέτρο για λίγο να του παραχωρήσει το καΐκι του, επειδή ήταν πολύ το πλήθος που ήλθε να ακούσει τον λόγο Του και δεν ήταν δυνατό να μπορέσει να μιλήσει, να οράται και να ακούεται, και ζήτησε από το καΐκι να μπορέσει να μιλήσει στα πλήθη.
Μετά από την ομιλία, προέτρεψε ο Κύριος τον Πέτρο να ανοιχτεί στη θάλασσα το καΐκι για ψάρεμα. Ήταν μεσημέρι. Παρά την ακαταλληλότητα του χρόνου, ο Πέτρος υπακούει. Και σε λίγο το δίχτυ σχιζόταν από το πλήθος των ψαριών τόσο, ώστε να φωνάξουν αι τους μετόχους αυτών, το άλλο καΐκι, του Ιακώβου και του Ιωάννου για να βοηθήσουν. Και τα πλοία και τα δύο κινδύνευαν να βυθιστούν από το πλήθος, το βάρος των ψαριών. Ο απόστολος Πέτρος, όπως και οι άλλοι συγκλονίστηκαν. «Θάμβος γὰρ»,λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς,-θάμπωμα, έκπληξις- «περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ».
Και ο Κύριος λέγει στον Πέτρο, στον Σίμωνα: «Μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν (:Από τώρα και εμπρός) ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν(:ανθρώπους θα ψαρεύεις).Καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ».
Βλέπουμε λοιπόν, αγαπητοί, να ξεκινά ο Κύριος το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Είναι η αρχή του Ευαγγελίου. Όχι εκείνη η ημέρα. Εκείνες τις ημέρες. Αλλά και οι πρώτοι Του μαθητές. Αυτούς που κάλεσε. Τους τέσσερις πρώτους. Αφού και εκείνοι όλα τα άφησαν, αρχίζουν και εκείνοι το ιεραποστολικό τους έργο.
Έτσι αισθανόμαστε μία πνοή αρχής, μία πνοή ξεκινήματος, καθώς ακούμε τη σημερινή ευαγγελική περικοπή. Αλλά και ο Σεπτέμβριος είναι ο πρώτος μήνας του έτους. Ναι. Πρωτοχρονιά έχουμε την 1η Σεπτεμβρίου. Και ο πρώτος μήνας προετοιμασίας της γης για τη χειμερινή της καλλιέργεια.
Όταν στέγνωσαν τα νερά του Κατακλυσμού και κατακάθισε η Κιβωτός του Νώε, ήταν Σεπτέμβριος! Μας το λέει σαφώς η Αγία Γραφή. Και με τη διάσωση του ανθρωπίνου γένους με την Κιβωτό, οκτώ ψυχές ήσαν, ξεκίνησε πάλι την ιστορική της πορεία η ανθρωπότητα. Πότε; Τον μήνα Σεπτέμβριο. Αλλά και ο κόσμος στη δημιουργία του είχε αρχή. Γράφει ο θεόπνευστος Μωυσής: « Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν». Και βέβαια αυτό το «ἐν ἀρχῇ» δεν σημαίνει παρά χρόνο και συνεπώς ξεκίνημα. Αλλά ο χρόνος, αν το θέλετε να σας πω κάτι πιο πολύ, δεν προϋπήρχε. Αλλά εκείνη τη στιγμή που ο Θεός δημιουργεί τον χώρο, την ύλη, δημιουργείται και ο χρόνος. Ταυτόχρονα. Ταυτόχρονα. Και όπως λέγει ο Ωριγένης: «Δύναται τό τῆς ἀρχῆς ὃνομα λαμβάνεσθαι καί ἐπί τῆς τοῦ κόσμου ἀρχῆς». «Μπορεί να δοθεί», λέει, «το όνομα της αρχής, ακόμα και στη δημιουργία του κόσμου». Και θα έλεγα, προπαντός στη δημιουργία του κόσμου.
Και, όπως λέγει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, λίγο ξεφεύγω από το κύριό μου θέμα, δεν πειράζει, είναι μία όμορφη θέση του αγίου Κυρίλλου που λέγει: «Ἀρχή τοῦ κόσμου τό ὓδωρ καί ἀρχή τῶν Εὐαγγελίων ὁ Ἰορδάνης». Βλέπετε λοιπόν; Η αρχή του κόσμου είναι το νερό. Η αρχή των Ευαγγελίων, δηλαδή του κηρύγματος, είναι ο Ιορδάνης. Διότι μετά το βάπτισμά Του ο Κύριος, άρχισε να κηρύττει. Αυτό που λέγει «ἀρχή τοῦ κόσμου» ότι είναι το «ὓδωρ», πάλι επιτρέψατέ μου μία μικρή παρέκβαση από το κύριό μου θέμα, γιατί είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον σημείο.
Αν διαβάσουμε τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, θα δούμε ότι ο καθένας που αυτοί βέβαια φιλοσόφησαν με αντικείμενό τους την κοσμολογία και τη θεολογία, δηλαδή περί Θεού και περί κόσμου. Ο Σωκράτης ξεκινάει περί ανθρώπου. Ανθρωπολογία. Αν λοιπόν δούμε τους φιλοσόφους τους προσωκρατικούς, θα δούμε ότι ο καθένας αποδίδει κάποιο ή κάποια στοιχεία ξεκινήματος της δημιουργίας. Άλλος λέει το πυρ, άλλος λέγει τούτο, άλλος λέγει εκείνο. Κάποιος λέγει και το νερό, εκ των φιλοσόφων. Η Αγία Γραφή μας λέγει ότι η αρχή της Δημιουργίας είναι το νερό. Κάνει εντύπωση, γιατί μοιάζει ότι είναι χοντροκομμένο το πράγμα. Επιτρέψατέ μου να σας το δείξω αυτό, πώς το λέγει ο Απόστολος Πέτρος. Σας είπα, παρέκβαση κάνω. Να έχετε μία γνώση. Λέγει ο απόστολος Πέτρος στην 2α του επιστολή, στο 3ο κεφάλαιο, στον 5ο στίχο: «Οὐρανοὶ ἦσαν ἔκπαλαι καὶ γῆ(:Από παλιά και οι ουρανοί και η γη) ἐξ ὕδατος καὶ δι᾿ ὕδατος συνεστῶσα τῷ τοῦ Θεοῦ λόγῳ(:έγιναν με τον λόγο του Θεού εξ ύδατος και δι’ ύδατος. Από το νερό και με το νερό)». Είναι εκπληκτικό! Προσέξτε να δείτε. Ο αρχαίος κόσμος χρησιμοποιεί την Αγία Γραφή με τα δεδομένα τα γνωσιολογικά της κάθε εποχής. Δεν μπορούσε , για παράδειγμα, να ομιλεί περί οξυγόνου και υδρογόνου. Είναι πάρα πολύ φυσικό. Όταν όμως λέγει ότι «από το νερό έγινε η δημιουργία και με το νερό », λέει σαφώς ο Απόστολος Πέτρος, εννοούμε τούτο: Τι περιέχει το νερό; Υδρογόνο και οξυγόνο. Ξέρουμε πολύ καλά ότι το υδρογόνο είναι εκείνο που επαναλαμβανόμενο στον πυρήνα του, τα πρωτόνια, φτιάχνει τα στοιχεία του κόσμου. Να λοιπόν που το πρώτο στοιχείο, όντως το πρώτο στοιχείο είναι το υδρογόνο· που περιέχεται μέσα στο νερό και μάλιστα περισσότερο από το οξυγόνο. Λέμε: «Υδρογόνο δύο, οξυγόνο», λέμε ότι είναι το νερό. Εκπληκτικό! Και κατοπινά, τι διαμορφώνει την επιφάνεια της γης; Πάλι το νερό. Τα νέφη, τα νερά, οι ωκεανοί: «Ἐξ ὕδατος καὶ δι᾿ ὕδατος». Είδατε ακρίβεια της Γραφής; Από το νερό και με το νερό. Είναι εκπληκτικό. Αλλά δεν θα μείνω πιο πολύ, παρά το ενδιαφέρον του χωρίου, γιατί θα φύγει ο χρόνος μου, θα φύγει το θέμα μου.
Όλα τα κτιστά έχουν αρχή. Όλα τα κτιστά πράγματα. Και η ζωή είχε και έχει αρχή. Βεβαίως η ζωή ως φαινόμενο, είχε αρχή. Με τον Λόγο του Θεού έγιναν και το φυτικό και το ζωικό βασίλειο και ο άνθρωπος. Αλλά και κάθε φορά ο καθένας που πρέπει να έρθει στον κόσμο, να πάρω μόνο τους εαυτούς μας, έχουμε αρχή. Ο καθένας έχει αρχή της προσωπικής του υπάρξεως. Και η αρχή πάντοτε έχει μια γοητεία, μια ομορφιά. Γιατί; Γιατί μέσα της κλείνεται η ελπίδα της δημιουργίας και η επιτυχία. Γι’ αυτό γοητεύει πάντα άνθρωπο που κάνει μία αρχή στα έργα του.
Και ο Θεός, ας μου επιτραπεί να μιλήσω με μία ανθρώπινη γλώσσα, δηλαδή ανθρωπομορφικά, όπως λέγει η Σοφία του Θεού ευφραινόταν, ευφραινόταν όταν δημιουργούσε. Γιατί; Είναι η αρχή και υπάρχει αυτή η χαρά της Δημιουργίας. Και η ελπίδα το τι θα σταθεί και θα γίνει η Δημιουργία.
Η αρχή του ανθρώπου είναι ο Χριστός. «Διότι την αρχή του την έχει», όπως λέγει ο άγιος Ιουστίνος, «στην Εκείνου θέληση». Ήθελε και μας έκανε. Αλλά και την αρχή του ανθρώπινου σχήματός του ο άνθρωπος την ανάγει και αυτήν στον Χριστό. Λέγει ο Ωριγένης: «Χριστός ἀρχή τῶν κατ’ εἰκόνα γενομένων Θεοῦ». Ό,τι έγινε, απ’ ό,τι έγινε από τους ανθρώπους που αποτελούν την εικόνα του Θεού, η αρχή είναι ο Χριστός. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι το πρότυπο ή το αρχέτυπο ήταν ο μέλλων να ενανθρωπήσει Λόγος του Θεού, βάσει του οποίου έγινε ο άνθρωπος. Δεν έγινε δηλαδή ο Ιησούς Χριστός βάσει του Αδάμ. Ο Αδάμ έγινε βάσει του Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό λοιπόν όντως αρχή του ανθρώπου, της υπάρξεως, του σχήματος, αυτό που λέμε «άνθρωπος», αυτό που είμαι, αυτό που με βλέπετε, αυτό που σας βλέπω, αρχή έχει όχι τον Θεό Λόγο, αρχή έχει τον Ιησού Χριστό. Γιατί άμα λέμε Ιησούς Χριστός, εννοούμε την Ενανθρώπηση του Θεού Λόγου.
Και ο Θεός θέλει αυτή η αρχή, η κάθε αρχή να είναι αγαθή. Όπως και Εκείνος είναι Αγαθός, και ό,τι δημιουργεί είναι αγαθό. Όμως όταν έκανε αρχή ο Θεός στη δημιουργία του ανθρώπου, έκανε αρχή της ελευθερίας του ανθρώπου. Εδώ προσέξτε, γιατί εδώ μπαίνουμε σε μία περιπέτεια. Δηλαδή άφησε το ξετύλιγμα της ζωής του στην προαίρεσή του. «Πώς θέλεις εσύ να ξετυλίξεις τη ζωή σου; Να την εκτυλίσσεις; Πώς θέλεις; Αφήνω το πώς θέλεις στα χέρια τα δικά σου, ω άνθρωπε». Αυτό είναι το μυστήριο της ελευθερίας, που είναι εκπληκτικό. Εσείς συλλάβατε τι θα πει ελευθερία; Όλα μου τα χρόνια μελετώ το θέμα, από έφηβος, αγαπητοί μου, από έφηβος μελετώ το θέμα της ελευθερίας. Δεν το έχω πιάσει ακόμα. Δεν το έχω πιάσει ακόμα. Έτσι ο Θεός έβαλε στα χέρια του ανθρώπου, τι; Του έβαλε τη δυνατότητα να θέτει αρχή, στα χέρια του, να θέτει αρχή στα έργα τα δικά του. Λέμε: «Θα κτίσουμε ένα σπίτι». Λέμε: «Θα κάνουμε παιδιά». Λέμε: «Θα φυτέψουμε έναν κήπο». Και ο άνθρωπος τώρα έχει τη δικαιοδοσία, αλλά και την υποχρέωση να κάνει αρχή στη ζωή του σε όλα τα πράγματα.
Στον «Εκκλησιαστή» αναφέρεται κατά πλησμονήν: «Καιρός παντί πράγματι». Καιρός για κάθε πράγμα. Καιρός, λέει, να φυτέψεις, καιρός να ξεριζώσεις, καιρός να γκρεμίσεις, καιρός να κτίσεις κ. ο. κ. Αυτό το «καιρός παντί πράγματι» αφήνει να εννοηθεί ότι εκεί υπάρχει η αρχή του κάθε πράγματος· διότι αν λέγει περί καιρού, ομιλεί περί χρόνου. Και συνεπώς είναι η ώρα αυτό να κάνεις, είναι η ώρα εκείνο να κάνεις, είναι η ώρα εκείνο να κάνεις, αυτό να αρχίσεις, εκείνο να αρχίσεις. Και σημαίνει ότι πράγματι η αρχή ανήκει στα χέρια του ανθρώπου. Αρκεί ο άνθρωπος ό,τι κάνει, επειδή είναι δευτερογενής ύπαρξη, δεν είναι αυτογενής, ο Θεός είναι αυτογενής, ο Θεός είναι αυτοΰπαρξη, πρέπει να παίρνει την ευλογία του Θεού. Θα το πω άλλη μία φορά. Πρέπει να παίρνει την ευλογία του Θεού.
Το πρώτο, όμως, ξεκίνημα του ανθρώπου που έχει να κάνει είναι η σωτηρία του. Αυτό έθεσε και ο Θεός στον Αδάμ. Όταν του είπε να εργάζεται, ποιον του είπε να εργάζεται; Τον παράδεισο που απολάμβανε έτοιμο εκεί; Εννοούσε τον παράδεισο της ψυχής του. Και ποιους καρπούς έπρεπε να αποφέρει; Αφού μόνη της η γη ποτιζόταν, μας λέγει ο θεόπνευστος Μωυσής. Ποιους καρπούς έπρεπε να αποφέρει; Τους καρπούς των αρετών. Συνεπώς, επειδή δεν πρόσεξε και έχασε τον Παράδεισο, τώρα πρέπει να βάλει αρχή της επιστροφής του στον Παράδεισο. Πρέπει να γυρίσει πίσω.
Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο αρχίζει έτσι: «Ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ τοῦ Θεοῦ». Αρχή του Ευαγγελίου. Τι θα πει αυτό; Ότι η αρχή αυτή ετέθη εκ μέρους του Θεού. Δηλαδή να σε βοηθήσει να μετανοήσεις. Δηλαδή σου δίνει τη δυνατότητα, σε ωθεί, σε σπρώχνει σε μια άλλη αρχή, την αρχή της μετανοίας. Βάζει ο Θεός αρχή να σώσει και εσύ πρέπει να βάλεις αρχή να μετανοήσεις. Λέει ο απόστολος Παύλος στους Αθηναίους: «Τοὺς μὲν οὖν χρόνους τῆς ἀγνοίας ὑπεριδὼν ὁ Θεὸς(: Παρέβλεψε, ξεπέρασε ο Θεός τους χρόνους της αγνοίας, της ειδωλολατρίας κ.τ.λ.) τανῦν(: και τώρα) παραγγέλλει τοῖς ἀνθρώποις πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν(: και τώρα παραγγέλλει σε όλους τους ανθρώπους να μετανοούν, να γυρίσουν πίσω)».
Κάποτε λοιπόν πρέπει να βάλουμε και εμείς αρχή μετανοίας. Θα το έλεγε καλύτερα, πρέπει να βάζουμε αρχή πάντοτε μετανοίας. Οι ασκητές έλεγαν: «Ἀρχήν βάλλω(:οριστική, α΄πρόσωπο, Ενεστώτας)». Λέγεται για τον άγιο Σισώη ότι όταν πέθαινε, μαζεύτηκαν όλοι οι μαθητές του κ.λπ. στο κρεβάτι το επιθανάτιο. Τους παρεκάλεσε να τον αφήσουν λίγο μόνο του για να βάλει αρχή μετανοίας! Και μόλις λίγο απεμακρύνθησαν, απέθανε, ξεψύχησε. Και έλαμψε ολόκληρος με το άκτιστο φως και γέμισε ο χώρος από ευωδία. Ήταν αγιασμένος. Και όμως έλεγε: «Αφήσατέ με λίγο, να βάλω αρχή μετανοίας». Αυτό πρέπει να λέμε. Ποτέ μη λέμε: «είμαι φτασμένος». Όχι. Αρχή μετανοίας, αγαπητοί μου.
Κάποτε κάναμε αρχή της πνευματικής ζωής μας με το Βάπτισμα. Όμως τον χιτώνα του Βαπτίσματος τον ρυπώσαμε, τον λερώσαμε, τον βρωμίσαμε. Πρέπει να βάλουμε αρχή καθαρμού του χιτώνος του βαπτίσματος, που είναι η μετάνοια και η εξομολόγηση. Πέσαμε; Αρχή ανορθώσεως. Ξαναπέσαμε; Αρχή επανορθώσεως. Ξαναπέσαμε; Όποτε πέφτουμε, θα σηκωνόμαστε. Κάθε στιγμή. Μόνο που δεν μας συμφέρει να πέφτουμε κάθε στιγμή από αμέλειά μας. Δεν μας συμφέρει. Δεν μας συμφέρει. Πολλή προσοχή στο σημείο αυτό. Μην κανείς πονηρά και ανόητα το εκμεταλλευτεί. Και πει: «Ε, δεν πειράζει, θα ξαναπέσω, αφήνω τον εαυτό μου, δεν προσέχω». Κάποτε πάει η στάμνα στο πηγάδι και δε γυρίζει πίσω. Σπάζει. Αν σε βρει ο θάνατος; Πού ξέρεις; Ύστερα, πότε θα αποφέρεις, αδερφέ μου, καρπό; Πότε; Διότι δεν είναι η μετάνοια μόνο μία λέξις. Είναι η μετάνοια μία πράξις. Και η πράξις είναι όπως λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, που σήμερα γιορτάζουμε τη θεία του σύλληψη, είναι καρπός. «Ποιήσατε οὖν καρπούς ἀξίους της μετανοίας». Βλέπετε λοιπόν ότι δεν μας συμφέρει να πέφτουμε. Αλλά όταν πέσουμε μπορούμε να σηκωθούμε. Να λυπηθούμε, να σηκωθούμε, να κάνουμε πάλι αρχή. Ύστερα είναι ο εσωτερικός μας κόσμος, οι λογισμοί μας, τα αισθήματά μας. Να λέμε «τα αφήνω αυτά. Άστα. Μη με απασχολούν. Κάνω αρχή μετανοίας».
Όταν ο άνθρωπος ξεκινά τη ζωή του, του προβάλλεται η απόκτηση των ευαγγελικών αρετών. Μεγαλώνουμε το παιδί μας, του λέμε ότι πρέπει να ζήσει ευαγγελικά. Φαίνονται όμως πολλές οι αρετές και δύσκολες. Τι θα γίνει; Θα κάνει αρχή. Απλούστατα. Και η αρχή, είναι πασίγνωστο, είναι το ήμισυ του παντός. Έκανες αρχή; Είναι σαν να έκανες το μισό σου έργο. Αλλά ο διάβολος γνωρίζει πάρα πολύ καλά την αξία της αρχής ενός έργου. Γι’ αυτό , το παν μηχανεύεται και το παν κάνει, για να ματαιώνει αυτήν την αρχή. Ότι να, τώρα, ξέρω ΄γω, τούτο ή εκείνο. Πάντα δημιουργεί ένα πρόσχημα, ένα πρόσκομμα. Προβάλλει μπροστά στην ανθρώπινη αρχή, την ακηδία. Αυτή την πνευματική τεμπελιά. Και η ακηδία, αγαπητοί μου, πρέπει να σας το πω, πολεμάται με τη βία. Η ακηδία είναι ό,τι η αδράνεια στα σώματα, όπως μας λέγει η Φυσική, που πρέπει να καταβληθεί περισσότερη ενέργεια για την κίνησή τους. Αυτό είναι στην πνευματική μας ζωή η ακηδία. Θα πω μία μεγάλη κουβέντα. Ακούσατέ την. Έτσι, η αρχή της αρχής είναι η βία! Θα βάλουμε βία στην αρχή του κάθε μας έργου. Και αυτή η βία είναι αγαθή και αναγκαία. Γι’ αυτό λέγει ο Κύριος ότι «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται», υπόκειται σε βιασμό, «καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν».
Ακόμη ο διάβολος μετέρχεται και ένα ακόμη τέχνασμα. Έρχεται να παρουσιάσει στην αρχή του κάθε έργου, ότι αυτό είναι πελώριο και αδύνατο. Τόσο μεγάλο. «Θα εφαρμόσω εγώ τις εντολές του Ευαγγελίου;». Κάποτε ένας πατέρας έστειλε το παιδί του στο χωράφι να το σκάψει. Πήγε αυτό, είδε τη μεγάλη έκταση του χωραφιού, απογοητεύτηκε και γύρισε πίσω. «Καλά», του λέει ο πατέρας του. Την άλλη μέρα το πρωί πήγανε μαζί. Και του λέει: «Θέλω να μου σκάψεις, να, τόσο τετραγωνικά. Δεν θέλω άλλο. Και το βράδυ να έρθεις στο σπίτι». Με τον τρόπο αυτόν, με τη μέθοδο αυτή, σκάφτηκε ολόκληρο το χωράφι.
Είναι ακόμη και η αρχή της εξασκήσεως ενός ταλάντου. Το τάλαντο είναι χρυσάφι. Δεν αναλύω πιο πολύ, το ξέρετε. Νόμισμα της αρχαιότητας. Αλλά ακατέργαστο χρυσάφι. Πρέπει λοιπόν να γίνει η αρχή της κατεργασίας του. Κάνει εντύπωση αυτό που λέγει ο Θεός. «Πλάτυνον τό στόμα σου -λέγει στον 80όν Ψαλμό- καί πληρώσω αὐτό». «Άνοιξε το στόμα σου κι εγώ θα το γεμίσω». Προσέξτε, ο Θεός θα βάλει το περιεχόμενο του λόγου Του, αλλά αφού όμως εγώ θα έχω ανοίξει το στόμα μου. Και μάλιστα, χαρακτηριστικά, δεν λέγει «ἂνοιξον» αλλά λέγει «πλάτυνον»· που σημαίνει ότι θα εργαστείς οριακά. Έρχεστε να κοινωνήσετε, ανοίγετε το στόμα και σας λέμε: «Πιο πολύ το στόμα». Οριακά, όσο παίρνει. Στα όριά του θα ανοίξεις το στόμα σου. Δηλαδή οριακά θα εργαστείς το τάλαντό σου. Και τότε ο Θεός θα στο αξιοποιήσει. Το ίδιο ισχύει και για το μολύβι. Λες: «Τι να γράψω;». Πάρε χαρτί και μολύβι, ξεκίνα και θα γράψεις. Βλέπετε ότι η αξία της αρχής είναι σπουδαιότατη για όλους. Είναι για τον μαθητή, είναι για τον επιστήμονα, είναι για εκείνον ο οποίος ξεκινάει την οικογένειά του. Είναι για εκείνον που ξεκινάει ένα επάγγελμα. Είναι σπουδαιότατη η αρχή.
Πολλές αρχές βέβαια μπορεί να βάλει ο άνθρωπος και να θεμελιώσει τη ζωή του, αλλά η σημαντικότατη είναι η αρχή της αγιότητος. Ο Θεός εντέλλεται: «Ἅγιοι γίνεσθε ὃτι Ἐγώ ἃγιος εἰμί». Αλλά η αγιότητα δεν σταματά στην επιθυμία, αλλά αρχίζει με τα μικροπράγματα. Αρχή σταματήματος μικρών κακών συνηθειών. Αρχή ξεκινήματος μικρών καλών συνηθειών. Να βάλουμε αρχή και στη θέληση. Ο Απόστολος Παύλος έλεγε: «Χωρίς ἀγιασμοῦ, οὐδείς ὃψεται τόν Κύριον». «Χωρίς τον αγιασμό, κανείς δεν θα δει τον Κύριο». Πρέπει λοιπόν να βάλουμε αρχή.
Αγαπητοί, ένα πρωινό στη λίμνη Γενησαρέτ ετέθησαν κάποιες χρονικές στιγμές. Ξεκίνησε το κήρυγμα ο Κύριος. Διάλεξε τους πρώτους μαθητές Του. Κήρυξε τη μετάνοια σαν την αρχή της επιστροφής μας στον Θεό. Κήρυξε την αρχή της καινούριας μας ζωής. Κήρυξε και ήθελε με τούτο να μας υπενθυμίσει ότι και εμείς πρέπει να βάλουμε αρχή. Αρχή σε όλα. Προπαντός στην αγιότητα. Ο Κύριος χώρισε για χάρη μας τον χρόνο σε μικρά κομματάκια, για να μας βοηθήσει. Όπως έκανε ο πατέρας στο παιδί του, που χώρισε μικρά κομματάκια το χωράφι, για να το καλλιεργήσει και να μη βλέπει τον όγκο της εργασίας. Τον χώρισε σε ημερονύκτιο, με μία δύση και με μία ανατολή. Βάζω πρώτα τη δύση και μετά την ανατολή, για να δείξω το ξεκίνημα. Χώρισε τον χρόνο σε έτη, για μετράμε το μήκος της ζωής μας. Τι έκανα πέρυσι, τι κάνω φέτος, τι μπορώ να κάνω φέτος. Τον χώρισε ακόμη και σε στιγμές. Για να Τον θυμόμαστε τον Κύριο, για να επιστρέφουμε σε Αυτόν και να μετανοούμε διαρκώς. Αδελφοί μου, ας κάνουμε αρχή σε όλα. Προπαντός όμως αρχή στη μετάνοια και στην αγιότητα. Και η αρχή θα μας χαρίσει το ήμισυ του παντός, το ήμισυ του έργου. Αλλά θα μας χαρίσει όμως ολόκληρη τη χαρά.
Ας κάνουμε λοιπόν αρχή και ο Κύριος Ιησούς, που για χάρη μας έγινε αρχή και χρόνος με την Ενανθρώπησή Του, σίγουρα θα μας βοηθήσει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_483.mp3
Δοτήρας κάθε ἀγαθοῦ εἶναι ὁ Κύριος. Κι ὅλα τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ εἶναι τέλεια. Ἔχουν τέτοια τελειότητα, ποὺ κάνουν τοὺς ἀνθρώπους νὰ θαυμάζουν. Τὸ θαῦμα δὲν εἶναι τίποτ’ ἄλλο, παρὰ ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ, ἀξιοθαύμαστο. Οἱ ἄνθρωποι θαυμάζουν τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, λόγῳ τῆς τελειότητάς τους.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν μὲ τὴν ἁγνότητα καὶ τὴν ἀναμαρτησία τοῦ παραδείσου, δὲ θὰ περίμεναν ἀπό το Θεὸ ν’ ἀναστήσει νεκρούς, νὰ πολλαπλασιάσει τοὺς ἄρτους ἢ νὰ γεμίσει τὰ δίχτυα μὲ ψάρια, γιὰ νὰ ποῦν ὕστερα: «Κοιτᾶξτε τὸ θαῦμα!» Θὰ τὸ ἔλεγαν αὐτὸ γιὰ κάθε πλάσμα τοῦ Θεοῦ, κάθε στιγμὴ καὶ μὲ κάθε ἀνάσα τῆς ζωῆς τους. Καθὼς ὅμως οἱ ἄνθρωποι συνήθισαν στὴν ἁμαρτία, κάθε θαῦμα ἀπὸ τ’ ἀναρίθμητα ποὺ κάνει ὁ Θεὸς στὸν κόσμο, ἔχει γίνει γιὰ τοὺς ἀνθρώπους συνηθισμένο θέμα. Γιὰ νὰ μὴ μείνουν τὰ θέματα αὐτὰ ὅμως τελείως ἀπαρατήρητα, γιὰ νὰ μὴν ὑποβιβαστοῦν ἐντελῶς, ὁ Θεὸς μὲ τὴν εὐσπλαχνία Τοῦ πρὸς τὸν ἄρρωστο ἄνθρωπο τοῦ δίνει ἕνα ἀκόμα θαῦμα ἀπὸ τ’ ἀμέτρητα ποὺ τοῦ ἔχει δωρίσει, γιὰ νὰ τὸν ξυπνήσει ἀπὸ τὴ σκοτεινὴ καὶ ψυχοφθόρα συνήθεια νὰ μὴ βλέπει κάτι ὑπερφυσικὸ στὰ θαύματα.
Μὲ κάθε θαῦμα Του ὁ Θεὸς θέλει νὰ θυμίσει στοὺς ἀνθρώπους πρῶτο, πῶς παρακολουθεῖ τὸν κόσμο, τὸν κυβερνᾶ μὲ τὴν παντοδύναμη θέλησή Τοῦ καὶ τὴ σοφία του δεύτερο, πῶς οἱ ἄνθρωποι δὲν μποροῦν χωρὶς Ἐκεῖνον νὰ κάνουν τίποτα. Καμιὰ προσπάθεια δὲν μπορεῖ νὰ εὐοδοθεὶ χωρὶς τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Καμιὰ συγκομιδὴ ποὺ ἔγινε χωρὶς τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ δὲ φέρνει ἀποτέλεσμα. Κάθε ἀνθρώπινη σοφία ποὺ στρέφεται ἐνάντια στὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀδύνατη νὰ κάνει καλὸ ἀπὸ μόνη της ἢ νὰ προσφέρει ἔστω κι ἕνα κόκκο σινάπεως. Ἀκόμα κι ἂν φαίνεται πῶς κάνει καλὸ γιὰ κάποιο διάστημα, δὲν εἶναι ἡ ἀνθρώπινη σοφία ποὺ τὸ πραγματοποιεῖ, ἀλλὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ποῦ, ἔστω γιὰ μιὰ φορά, δὲν ἐγκαταλείπει ἀκόμα καὶ τὸν σκληρότερο ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς Του. Ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ τοὺς ἀνθρώπους, δὲν ἐκδικεῖται. Ὑπομένει τοὺς ἀνθρώπους, περιμένει τὴ μετάνοιά τους. Θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Ἀ Τιμ. β’ 4).
Ὑποταγμένος ἀπὸ συνήθεια σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, ὁ ἄνθρωπος πιστεύει μερικὲς φορὲς πῶς μπορεῖ νὰ κάνει σπουδαῖα πράγματα χωρὶς τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα κι ἀντίθετα στὸν ἴδιο καὶ στὸ Νόμο Του. Νομίζει ὁ ὑποταγμένος ἄνθρωπος πῶς μπορεῖ νὰ γίνει καλὸς ἢ πλούσιος ἢ σοφὸς ἢ διάσημος μόνο μὲ τίς δικές του προσπάθειες. Αὐτὴ ἡ ὑποταγή του ὅμως πολὺ σύντομα εἴτε τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀπόγνωση, δίνοντάς του ἔτσι τὴ σοφία γιὰ νὰ ἐπιστρέψει μὲ ἐπίγνωση στὸ Θεό, εἴτε τὸν ἀπομακρύνει, κυριευμένο ἀπὸ τὴν ἀφόρητη ἀγωνία τοῦ κόσμου, ὡσότου χάσει ἐντελῶς τὴν ἀνθρώπινη ἀξία του ἢ παραδοθεῖ κυριολεκτικὰ σὰ σκιὰ στὰ χέρια τῶν ἀόρατων πονηρῶν δυνάμεων.
Ἐκεῖνος, ἀντίθετα, ποὺ πιστεύει πῶς ὁ κόσμος αὐτὸς εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Θεοῦ, ὅπως κι ὁ ἴδιος, ἔρευνα πάντα τοὺς τρόπους τῆς θείας πρόνοιας, παρατηρῶντας μὲ δέος τὴν ἄπειρη σειρὰ τῶν θαυμάτων. Τέτοιος ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ μιλήσει ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἐγὼ ἔφύτευσα, Ἀπολλὼ ἐπότισεν, ἀλλ’ ὁ Θεὸς ηὔξανεν· ὥστε οὔτε ὁ φυτεύων ἐστὶ τί οὔτε ὁ ποτίζων, ἀλλ’ ὁ αὐξάνων Θεός» (Α ́κόρ. γ 6-7). Κάποια ἀνάλογη σκέψη ἐκφράζεται μὲ μιὰ παροιμία ποὺ ὑπάρχει σὲ πολλοὺς λαούς: «Ὁ ἄνθρωπος προτείνει, μὰ καὶ Θεὸς ρυθμίζει».
Ὁ ἄνθρωπος προτείνει σχέδια, ὁ Θεὸς τ’ ἀποδέχεται ἢ τ’ ἀπορρίπτει. Ὁ ἄνθρωπος κάνει σκέψεις, λέει λόγια καὶ πράττει ἔργα: ὁ Θεὸς εἴτε τὰ υἱοθετεῖ εἴτε ὄχι. Τί υἱοθετεῖ ὁ Θεός; Αὐτὰ ποὺ εἶναι δικά Του, ποὺ προέρχονται ἀπὸ ἐκεῖνον. “Ὅ,τι δὲν εἶναι δικό Του, δὲν προέρχεται ἀπὸ ἐκεῖνον, τὸ ἀπορρίπτει. «Ἐὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήση οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες» (Ψαλμ. ρκστ’ 1). “Ὅταν οἱ «οἰκοδομοῦντες» οἰκοδομοῦν στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, θὰ φτιάξουν παλάτι, ἀκόμα κι ἂν τὰ χέρια τους εἶναι ἀδύνατα καὶ τὰ ὑλικά τους φτωχά. “Ἄν ὅμως οἱ οἰκοδομοῦντες χτίζουν στὸ δικό τους ὄνομα, ἀδιαφορῶντας γιὰ τὸ Θεό, τὸ ἔργο τῶν χεριῶν τους θὰ πέσει, ὅπως ἔγινε μὲ τὸν πύργο τῆς Βαβέλ.
Ὁ Πύργος τῆς Βαβὲλ δὲν εἶναι τὸ μοναδικὸ κτίσμα στὴν ἱστορία ποὺ κατέπεσε. Ὑπῆρχαν καὶ πάρα πολλοὶ ἄλλοι πύργοι, ποὺ οἰκοδομήθηκαν ἀπὸ ἔγκόσμιους κυβερνῆτες, στὴν ἐπιθυμία τους νὰ μαζέψουν ὅλα τὰ ἔθνη κάτω ἀπὸ μιὰ ὀροφή – τὴ δική τους – καὶ κάτω ἀπὸ ἕνα χέρι – τὸ δικό τους. Πολλοὶ πύργοι πλούτου, δόξας καὶ μεγαλείου ποὺ οἰκοδόμησαν ἰδιῶτες, μὲ τὴν ἐπιθυμία νὰ κυβερνήσουν τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ, το λαὸ τοῦ Θεοῦ, νὰ γίνουν δηλαδὴ μικροὶ θεοί, σκορπίστηκαν κι ἔγιναν καπνός. Οἱ πύργοι ποὺ ἔχτισαν ὅμως οἱ ἀπόστολοι κι οἱ ἅγιοι, καθὼς κι ἄλλοι θεάρεστοι ἄνθρωποι, δὲν σκορπίστηκαν. Πολλὲς βασιλεῖες ποὺ δημιούργησε ἡ ματαιότητα τῶν ἀνθρώπων, ἔπεσαν καὶ διαλύθηκαν σὰν σκιά. Ἡ ἀποστολική Ἐκκλησία ὅμως ζεῖ ὼς σήμερα καὶ θὰ στέκεται ὄρθια πάνω στοὺς τάφους πολλῶν ἀπὸ τίς σημερινὲς βασιλεῖες. Τὰ παλάτια τοῦ Ρωμαίου Καίσαρα, ποὺ πολέμησε τὴν Ἐκκλησία, ἔγιναν στάχτη. Τὰ χριστιανικὰ σπήλαια κι οἱ κατακόμβες ὅμως παραμένουν μέχρι σήμερα. Ἑκατοντάδες βασιλιᾶδες κι αὐτοκράτορες κυριάρχησαν στὴ Συρία, στὴν Παλαιστίνη καὶ τὴν Αἴγυπτο. Τὰ μόνα ποὺ ἔχουν ἀπομείνει ἀπὸ τὰ μαρμάρινα παλάτια τους εἶναι μερικὲς μαρμαρένιες πλάκες σὲ μουσεῖα. Τὰ μοναστήρια καὶ τὰ ἡσυχαστήρια ὅμως ποὺ ἔχτισαν τὴν ἴδια ἐποχὴ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς καὶ ἐρημῖτες μέσα σὲ χαράδρες καὶ σὲ ἀμμουδερὲς ἐρήμους, στέκονται ὄρθια μέχρι σήμερα κι ἀναδίδουν την εὐωδία τῶν προσευχῶν καὶ τοῦ θυμιάματος ποὺ ἀνεβαίνει στὸ Θεὸ ἐδῶ καὶ δεκαέξι ἢ δεκαεπτὰ αἰῶνες. Δὲν ὑπάρχει δύναμη ἱκανὴ νὰ κατεδαφίσει τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ. Τὰ εἴδωλολατρικὰ παλάτια κι οἱ πόλεις καταστρέφονται, τὰ παραπήγματα τοῦ Θεοῦ ὅμως παραμένουν ὄρθια. Αὐτὸ ποὺ κρατᾶ τὸ δάχτυλο τοῦ Θεοῦ στέκεται πιὸ σταθερὰ ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ κρατᾶ ὁ “Ἄτλας στοὺς ὤμους του.
Ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (Α’ Κορ. ἅ’ 29). Ἡ σάρκα εἶναι ὅπως τὸ χορτάρι, ποὺ περιμένει νὰ ὁλοκληρωθοῦν οἱ μέρες του κι ἔπειτα νὰ ξεραθεῖ, νά γίνει στάχτη. Εἴθε ὁ παντοδύναμος Κύριος νὰ μᾶς φυλάξει ὅλους ἀπὸ τὴ σκέψη πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ κάνουμε κάτι καλὸ χωρὶς τὴ βοήθεια καὶ τὴν εὐλογία Του. Εἴθε ἡ σημερινὴ περικοπὴ τοῦ εὐαγγελίου νὰ λειτουργήσει σὰν μιὰ προειδοποίηση πῶς τέτοιες μάταιες σκέψεις δὲν πρέπει ποτὲ νὰ γεννηθοῦν μέσα μας. Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο μᾶς διδάσκει πῶς οἱ προσπάθειες τῶν ἀνθρώπων εἶναι μάταιες, ἂν ὁ Θεὸς δὲν βοηθήσει. Οἱ ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ψάρευαν, μὰ δὲν ἔπιαναν τίποτα. “Ὅταν ὁ Χριστὸς ὅμως τοὺς εἶπε νὰ ξαναρίξουν τὰ δίχτυα στὴ θάλασσα, ἔπιαναν τόσα ψάρια, ὥστε τὰ δίχτυα δὲν ἄντεχαν τὸ βάρος τους καὶ σκίζονταν. “Ἄς παρακολουθήσουμε τὴ διήγηση:
«Ἔγένετο δὲ ἐν τῷ τὸν ὄχλον ἐπικεῖσθαι αὐτὸ τοῦ ἀκούειν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ αὐτὸς ἢν ἐστὼς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ. καὶ εἶδε δύο πλοῖα ἔστώτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ’ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. ἐμβὰς δὲ εἰς ἔν τῶν πλοίων, ὸ ἤν του Σίμωνος, ἤρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους» (Λουκ. ἐ1-3). Αὐτὸ ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ περιστατικὰ ποὺ γίνονταν ὅταν συνάζονταν μεγάλα πλήθη γιὰ ν’ ἀκούσουν το λόγο τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ νὰ τὸν βλέπουν καὶ νὰ τὸν ἀκοῦν ὅλοι, δὲ θὰ μποροῦσε νὰ διαλέξει καλλίτερο τόπο ἀπὸ μιὰ βάρκα. Στὴν παραλία ὑπῆρχαν δύο πλοιάρια κι οἱ ψαρᾶδες ἀσχολοῦνταν μὲ τὸ πλύσιμο τῶν διχτυῶν. Τὰ πλοιάρια αὐτὰ ἦταν κλασσικὰ μικρὰ ψαροκάϊκα, σὰν κι αὐτὰ ποὺ χρησιμοποιοῦνται καὶ σήμερα στὴ λίμνη Γεννησαρέτ. Τὸ πλοιάριο ὅπου μπῆκε ὁ Κύριος ἀνῆκε στὸ Σίμωνα, τόν μετέπειτα ἀπόστολο Πέτρο. Ὁ Κύριος ζήτησε ἀπὸ τὸ Σίμωνα ν’ ἀπομακρύνει λίγο τὸ πλοιάριο ἀπὸ τὴν ἀμμουδιὰ κι ἔπειτα κάθισε ἐκεῖ κι ἄρχισε νὰ διδάσκει τὰ πλήθη.
«Ώς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὕμῶν εἰς ἄγραν» (Λουκ. ἔ’ 4). Τὴν ὥρα ποὺ ἔμπαινε στὸ πλοιάριο ὁ Κύριος στόχευε σὲ πολλοὺς στόχους. Πρῶτο, τοῦ ἦταν πιὸ εὔκολο νὰ διδάσκει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸ πλοιάριο, νὰ τοὺς βοηθήσει καὶ νὰ θρέψει τίς ψυχές τους μὲ τὴ γλυκιὰ διδαχή Του. Δεύτερο, ἤξερε πὼς οἱ ψαρᾶδες ἦταν στενοχωρημένοι κι ἀπογοητευμένοι ἐπειδὴ ὅλη τὴ νύχτα εἶχαν κοπιάσει καὶ δὲν ἔπιασαν οὔτε ἕνα ψάρι. “Ἔτσι ἤθελε νὰ τοὺς παρηγορήσει μὲ μιὰ καλὴ ψαριά, νὰ ἱκανοποιήσει τίς σωματικὲς κι ἄλλες ἀνάγκες τους, γιατί ὁ Θεὸς φροντίζει καὶ γιὰ τὸ σῶμα μας, ὅπως καὶ γιὰ τὴν ψυχή μας, εἶναι «ὁ διδοὺς τροφὴν πάσῃ σαρκί» (Ψαλμ. ρλέ’ 25). Τρίτο, ὁ Κύριος ἤθελε νὰ ἱκανοποιήσει τίς ψυχὲς τῶν ἐκλεκτῶν Του, ἐνισχύοντας τὴν πίστη τους σ’ “Ἐκεῖνον, στὴν παντοδυναμία του καὶ στὴν ἀπεριόριστη εὐσπλαχνία Του. Τελευταῖο, μὰ σπουδαιότερο, ὁ Κύριος ἤθελε νὰ κάνει ξεκάθαρο στοὺς μαθητές Του, καὶ μέσῳ αὐτῶν σ’ ὅλους ἐμᾶς, πῶς μαζὶ μ’ Ἐκεῖνον καὶ μέσῳ Ἐκείνου, ὅλα εἶναι δυνατά: πῶς ὅλοι οἱ κόποι τῶν ἀνθρώπων χωρὶς τὴ βοήθειά του εἶναι τόσο μάταιοι, ὅσο ἄδεια ἦταν καὶ τὰ δίχτυα τῶν ψαράδων ποὺ κόπιασαν ὅλη νύχτα και δεν έπιασαν ούτε ένα ψάρι. Ο Κύριος πέτυχε το πρώτο στόχο Του και τώρα προχωρούσε στο δεύτεο. Είπε λοιπόν στο Σίμωνα να πάει στα βαθιά και να ξαναρίξει τα δίχτυα.
«Και αποκριθείς ο Σίμων είπεν αυτώ επιστάτα, δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν επί δε τω ρήματά σου χαλάσω το δίκτυον, και τούτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλήθος ιχθύων πολύ διερρήγνυτο δε το δίκτυον αυτών. και κατένευσαν τους μετόχους τοίς εν τω έτέρω πλοία του ελθόντας συλλαβέσθαι αυτοίς και ήλθον και έπλησαν αμφότερα τα πλοία, ώστε βυθίζεσθαι αυτά» (Λουκ. ε’ 5-7). Ο Σίμων δέν ήξερε ακόμα ποιός ήταν ο Χριστός. Τον ονόμασε «επιστάτη», δηλαδή «κύριο», του έδειξε σεβασμό δηλαδή, όπως έκαναν και πολλοί άλλοι. Βρισκόταν μακριά όμως από του να πιστέψει το Χριστό ως Υιό του Θεού και Κύριο. Στην αρχή παραπονέθηκε πώς είχαν κοπιάσει όλη νύχτα και δέν έπιασαν ούτε ένα ψάρι, επειδή σεβόταν το Χριστό όμως ώς καλό και σοφό δάσκαλο, ήθελε να τον υπακούσει και να ξαναρίξει τα δίχτυα.
Ό Θεός δεν ανταμείβει ποτέ τούς κόπους των ανθρώπων τόσο πολύ, όσο ανταμείβει μιά υπάκουη καρδιά. Η ολοπρόθυμη υπακοή του Πέτρου αποδείχτηκε πολύ μεγάλη, από το γεγονός ότι έθεσε αμέσως σε εφαρμογή τα λόγια του Χριστού, μ’ όλο που πρέπει να ήταν κατάκοπος και άυπνος, μούσκεμα και απογοητευμένος, μετά από μια νύχτα ἄκαρπης προσπάθειας. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ὑπακοή του ἀνταμείφθηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ ἔλεος τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ὑπακοὴ τῶν ψαριῶν, ἀφοῦ Ἐκεῖνος ποὺ δημιούργησε τὰ ψάρια, τοὺς ἔδωσε ἐντολὴ μὲ τὸ πνεῦμα Του νὰ συγκεντρωθοῦν καὶ νὰ γεμίσουν τὰ δίχτυα. Τὰ ψάρια δὲν ἔχουν φωνῆ. Ὁ Κύριος ὅμως τοὺς ἔδωσε ἐντολὴ μὲ τὴ δική του φωνή,φωνῆ νὰ πᾶνε στὰ δίχτυα, ὅπως μὲ τὴ φωνή Του ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς ἀνέμους νὰ σταματήσουν καὶ στὴν ταραγμένη θάλασσα νὰ γαληνέψει.
Τὰ ψάρια δὲν ἄκουσαν τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου γιὰ νὰ συναχτοῦν μέσα στὰ δίχτυα. Τὰ “φερε ἐκεῖ ἡ δύναμή Του. Μέ το νὰ μαζευτοῦν στὰ δίχτυα τόσο πολλὰ ψάρια, ὁ Κύριος ἀντάμειψε πλούσια τὴν ὁλονύκτια προσπάθεια τῶν ψαράδων, ἐξανέμισε τίς ἀνησυχίες τους καὶ κάλυψε τίς σωματικὲς ἀνάγκες τους. “Ἔτσι τὴν ἴδια μέρα πέτυχε καὶ τὸ δεύτερο στόχο Του.
Σὰν εἶδε τόσο μεγάλο πλῆθος ἀπὸ ψάρια, ποὺ δὲν εἶχε δεῖ ποτὲ ὼς τότε στὴ ζωή του ὁ Σίμων κι ἕνας ἄλλος ποὺ ἦταν μαζί του στὴ βάρκα, ἔκανε σινιάλο στοὺς συναδέλφους του νὰ πλησιάσουν μὲ τὴ δική τους βάρκα. Καὶ δὲ γέμισε μόνο ἡ βάρκα του Σίμωνα μὲ ψάρια, μὰ κι ἡ βάρκα τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ Ἰωάννη. Καὶ γέμισαν τόσο πολύ, ὥστε ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ψαριῶν κινδύνευαν νὰ βουλιάξουν. Κι ἴσως νὰ εἶχαν βουλιάξει, ἂν δὲν ἦταν κοντά τους ὁ Κύριος.
«Ἴδῶν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοις γόνασιν Ἰησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλὸς εἶμι, Κύριε. θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τους σὺν αὐτῷ ἐπὶ τὴ ἄγρα τῶν ἰχθύων ἢ συνέλαβον. όμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἴ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι» (Λουκ. ἔ’ 8-10). Γεμᾶτος δέος ἀπὸ τὸ ἀναπάντεχο θέαμα, ὁ Πέτρος ἔπεσε γονατιστὸς στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ. Οὔτε γιὰ μιὰ στιγμὴ δὲν ἀμφέβαλε πῶς τέτοια καλὴ ψαριὰ ὀφειλόταν στὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὸ πλοιάριο κι ὄχι στὶς δικές του προσπάθειες. Τὸ περιστατικὸ αὐτὸ συγκλόνισε τὸν Σίμωνα ὼς τὰ τρίσβαθα τῆς ψυχῆς του, γι’ αὐτὸ καὶ στὴ συνέχεια δὲν ὀνόμασε πιὰ τὸν Ἰησοῦ «ἐπιστάτη», ἀλλὰ «Κύριο». Κάθε ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνει «ἐπιστάτης», «ἀφεντικό», μὰ μόνο ἕνας Κύριος ὑπάρχει. “Ὅταν ἄκουγε τὸ σοφὸ δάσκαλο νὰ διδάσκει τὰ πλήθη ἀπὸ τὸ πλοῖο ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὴν ἀκτή, ὁ Σίμων τὸν ὀνόμασε «Ἐπιστάτη» ἢ «Διδάσκαλο». Τώρα ὅμως ποὺ εἶδε τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ ἔργο του, τὸν ὁμολόγησε «Κύριο».
Προσέξτε πόσο πιὸ δυνατὰ μιλᾶνε τὰ ἔργα ἀπὸ τὰ λόγια! “Ἄν ποῦμε ἀκόμα καὶ τὰ γλυκύτερα λόγια, οἱ ἄνθρωποι θὰ μᾶς ἀποκαλέσουν διδάσκαλους τῶν ἀνθρώπων. Ἄν ὅμως τὰ λόγια μας τὰ ὑποστηρίζουμε μὲ τὰ ἔργα μας, τότε θὰ μᾶς ὀνομάσουν ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ. Ἴσως τὴν ὥρα ποὺ ἄκουγε ὁ Σίμων τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, νὰ σκεφτόταν μέσα του πόσο ὄμορφα καὶ σοφά διδάσκει. Ὁ καρδιογνώστης ποὺ τὰ ἔβλεπε όλ’ αὐτά, κάλεσε μετὰ τὸ Σίμωνα στὰ βάθη, γιὰ νὰ τοῦ ἀποδείξει πῶς πραγματοποιεῖ ὅσα λέει.
Ἄς δώσουμε προσοχὴ στὸν τρόπο ποὺ μίλησε ὁ Σίμων στὸν Κύριο. Ἀντὶ νὰ ἐκφράσει τὴν εὐγνωμοσύνη του καί το θαυμασμό του γιὰ ἕνα τόσο μεγάλο θαῦμα, ἐκεῖνος εἶπε: “Ἔξελθε ἀπ’ ἐμοῦ. Τὸ ἴδιο δὲ ζήτησαν οἱ κάτοικοι τῶν Γαδάρων ἀπὸ τὸ Χριστὸ ὅταν θεράπευσε τὸ δαιμονισμένο; Τὸ ἴδιο ζήτησαν κι ἐκεῖνοι, μὰ δὲν εἶχαν τὸ ἴδιο κίνητρο μὲ τὸν Πέτρο. Οἱ Γαδαρηνοὶ ἀπομάκρυναν τὸ Χριστὸ ἀπὸ τὸν τόπο τους ἀπὸ πλεονεξία, ἐπειδὴ οἱ δαίμονες ποὺ ἔβγαλε ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὸ δαιμονισμένο ὁδήγησαν τοὺς χοίρους στὸν πνιγμό. Ὁ Πέτρος ὅμως συνέχισε: ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλὸς εἶμι. Ὁ λόγος ποὺ ζήτησε ὁ Πέτρος ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ φύγει ἀπὸ κοντά του, ἦταν ἡ αἴσθηση τῆς ἀμαρτωλότητας καὶ τῆς ἀναξιότητάς του.
Ἡ αἴσθηση αὐτὴ τῆς ἀμαρτωλότητας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἶναι μιὰ πολύτιμη πέτρα γιὰ τὴν ψυχή. Ὁ Κύριος τὴν ἐκτιμᾶ περισσότερο ἀπ’ ὅλους τοὺς τυπικοὺς ὕμνους δοξολογίας κι εὐχαριστίας. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ψάλλει πολλοὺς τέτοιους ὕμνους στὸ Θεὸ χωρὶς τὴν αἴσθηση τῆς ἀμαρτωλότητάς του, δὲν ὠφελεῖται καθόλου. Ἡ αἴσθηση τῆς ἀμαρτωλότητας ὁδηγεῖ στὴ μετάνοια, ἡ μετάνοια ὁδηγεῖ στὸ Χριστὸ κι ὁ Χριστὸς πραγματοποιεῖ τὴν ἀναγέννηση. Ἡ αἴσθηση τῆς ἀμαρτωλότητας εἶναι τὸ ξεκίνημα στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει περιπλανηθεῖ πολὺ σὲ παραπλανητικοὺς δρόμους, δὲν ἔχει τίποτα καλλίτερο νὰ κάνει ἀπὸ τὸ νὰ βρεῖ τὸ σωστὸ δρόμο. Κι ὅταν τὸν βρεῖ, τὸ μόνο ποὺ τοῦ ἀπομένει εἶναι νὰ τὸν ἀκολουθήσει, χωρὶς νὰ κοιτάξει πρὸς τὰ δεξιὰ ἤ το ἀριστερά του. Τί ὠφέλησε τὸν Φαρισαῖο ἢ προσευχὴ ποὺ ἔκανε στὴν ἐκκλησία, ὅταν προσπαθῶντας νὰ ἐγκωμιάσει το Θεό, ἐγκωμίαζε τὸν ἑαυτό του; Δὲ δικαιώθηκε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἔκανε ὁ τελώνης ποὺ χτυποῦσε τὸ στῆθος του κι ἔκραζε: «Ό Θεός, ἰλάσθητί μοὶ τὼ ἁμαρτωλῷ!» (Λουκ. ἰη’ 13).
Αὐτὸ ἦταν τὸ ξεκίνημα τῆς μύησης τοῦ Πέτρου στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ὁλοκλήρωση ἔγινε ἀργότερα, ὅταν πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀκόλουθους τοῦ Χριστοῦ ἄρχισαν ν’ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸ Χριστό, ἐνῶ ὁ Πέτρος του εἶπε: «Κύριε, πρὸς τίνα ἀπελευσόμεθα; ρήματα ζωῆς αἰωνίου ἔχεις» (Ἰωάν. στ’ 68). Τώρα ὅμως, στὸ ξεκίνημα, κατάπληκτος ἀπὸ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, τοῦ λέει: Ἄπελθε ἀπ’ ἐμοῦ.
Ὁ Πέτρος δὲν ἦταν ὁ μοναδικὸς ποὺ καταλήφθηκε ἀπὸ δέος. Ὁ Ἰάκωβος κι ὁ Ἰωάννης, οἱ γιοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, καθὼς κι ὅλοι οἱ ἄλλοι ποὺ ἦταν μαζί τους, βρίσκονταν στὴν ἴδια κατάσταση. Ὅλοι τους ξεκίνησαν μὲ φόβο γιὰ τὸν Κύριο, καὶ τέλειωσαν μὲ ἀγάπη γιὰ Ἐκεῖνον. “Ὅπως διαβάζουμε στὶς Παροιμίες, «ἀρχὴ σοφίας, φόβος Κυρίου» (Παρ. Ἅ’ 7).
Στὸ φόβο ποὺ ἔνιωθε ὁ Πέτρος, καθὼς γονάτιζε μπροστά Του, ὸ εὔσπλαχνος καὶ πάνσοφος Κύριος ἀπάντησε: «μὴ φοβοῦ: ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔση ζωγρῶν» (Λουκ. ἔ’ 10). Ὁ κόσμος αὐτὸς εἶναι μιὰ θάλασσα γεμάτη πάθη, ἡ Ἐκκλησία Μου εἶναι πλοῖο καὶ τὸ Εὐαγγέλιό μου δίχτυ, ὅπου θ’ ἄλιεύσεις ἀνθρώπους. Χωρὶς ἐμένα δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε τίποτα. Μαζί μου ὅμως θὰ ἔχετε τόσο καλὲς ψαριές, ποὺ θὰ γεμίσουν τὰ δίχτυα σᾶς. Φτάνει νὰ εἶστε ὑπάκουοι σὲ Μένα, ὅπως κάνατε καὶ σήμερα. Καὶ τότε δὲ θὰ σᾶς φοβίζει κανένα βάθος καὶ ποτὲ δὲ θὰ γυρίσετε μὲ ἄδεια χέρια ἀπὸ τὸ ψάρεμα.
«Καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἤκολούθησαν αὐτῷ» (Λουκ. ἔ’ 11). Ἐγκατέλειψαν τὰ πλοιάρια. “Ἄς τὰ πάρουν ἄλλοι κι ἂς τὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν. Ὁ Πέτρος ἄφησε καὶ τὸ σπίτι του καὶ τὴ γυναῖκα του. Ὁ Ἰάκωβος κι ὁ Ἰωάννης ἄφησαν τὸ σπίτι καὶ τὸν πατέρα τους. Κι ὅλοι τους τὸν ἀκολούθησαν. Γιὰ ποιό λόγο νὰ στενοχωρηθοῦν; Δὲν εἶχαν ἀγωνιστεῖ ὅλη νύχτα ἄσκοπα; Ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει τὰ πάντα, θὰ μποροῦσε νὰ θρέψει κι αὐτοὺς καὶ τίς οἰκογένειές τους. Ἐκεῖνος ποὺ στολίζει τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ καὶ τὰ κάνει πιὸ θαυμαστὰ ἀκόμα κι ἀπό το βασιλιᾶ Σολομῶντα, ὁ ἴδιος θὰ φροντίσει καὶ γιὰ τὸ δικό τους ντύσιμο. Ἡ τροφὴ καὶ τὸ ντύσιμο εἶναι τὸ ἐλάχιστο ποὺ ἔχουν νὰ φροντίσουν. Ἐδῶ ὁ Κύριος τοὺς καλεῖ στὸ μέγιστο: στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. “Ὅταν μπορεῖ νὰ τοὺς δώσει τὸ μέγιστο, εἶναι δυνατὸ νὰ μὴν μπορέσει νὰ τοὺς δώσει τὸ ἐλάχιστο; Ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἔγραψε ἀργότερα: «πᾶσαν τὴν μέριμναν ὑμῶν ἐπιρρίψαντες ἐπ’ αὐτόν, ὅτι αὐτὸ μέλλει περὶ ὕμῶν» (Ἀπέτρ. ἔ’7). Τέλος, ἂν τὸν ὑπακοὺν ἀκόμα καὶ τὰ κωφάλαλα ψάρια στὸ νερό, πῶς δὲ θὰ μποροῦσαν νὰ τὸ κάνουν αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, τὰ λογικὰ ὄντα;
Όλόκληρο τὸ περιστατικὸ αὐτὸ ἔχει κι ἕνα βαθύτερο νόημα. Τὸ πλοῖο σημαίνει τὸ σῶμα. Τὰ σχισμένα δίχτυα σημαίνουν τὸ παλιὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ βάθη τῆς θάλασσας σημαίνουν τὸ βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. “Ὅταν ὁ Κύριος κατοικεῖ σ’ ἕναν ὑπάκουο ἄνθρωπο, τότε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ἀκτὴ τοῦ ὑλικοῦ κόσμου καὶ πηγαίνει ἀπὸ τίς αἰσθητικὲς σκιὲς στὰ πνευματικὰ βάθη. Στὰ βάθη αὐτὰ καὶ Κύριος τοῦ ἀποκαλύπτει τ’ ἀμέτρητα πλούτη τῶν δωρεῶν Του, γιὰ τίς ὁποῖες ἀγωνιζόταν μάταια σ’ ὁλόκληρη τὴ ζωή του. Οἱ δωρεὲς αὐτὲς εἶναι τόσο μεγάλες, ὥστε τὸ παλιὸ πνεῦμα δὲν μπορεῖ νὰ τίς ἀντέξει καὶ σχίζεται. Γι’ αὐτὸ εἶπε ὁ Κύριος πῶς δὲ βάζουν καινούργιο κρασὶ σὲ παλιὰ ἀσκιά.
“Ὅταν ὁ ὑπάκουος ἄνθρωπος βλέπει τ’ ἀρίφνητα πλούτη τῶν δωρεῶν Του, γεμίζει δέος καὶ κατάπληξη τόσο γιὰ τὴν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, ὅσο καὶ γιὰ τίς δικές του ἁμαρτίες. Θὰ ἤθελε σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση νὰ κρυφτεῖ ἀπὸ τὸ Θεό, νά φύγει ὁ Θεὸς ἀπὸ κοντά του κι ὁ ἴδιος νὰ γυρίσει στὸ παλιό του πνεῦμα καὶ στὴν παλιά του ζωή. Μόλις ὅμως ἡ λαμπρότητα τοῦ Θεοῦ κι ἡ εὐσπλαχνία Του ἀποκαλυφθοῦν στὸν ἄνθρωπο, τότε τοῦ φανερώνεται ἀκαριαῖα ἢ ἀμαρτωλότητα κι ἡ ἀναξιότητά του, ἡ ἀποξένωσή του ἀπ’ Αὐτόν.
Ὁ Θεὸς δὲ θὰ ἐγκαταλείψει τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ὁδηγήσει στὰ βάθη. Δὲ θὰ λάβει σοβαρὰ τὴν κραυγή του ἔξελθε ἀπ’ ἐμοῦ. Ξέρει ὅτι ἡ κραυγὴ αὐτὴ βγαίνει ἀπὸ ἕναν ἄρρωστο ἄνθρωπο, γι’ αὐτὸ καὶ τοῦ δίνει θάρρος καὶ τὸν παρηγορεῖ μὲ τὰ λόγια, «μὴ φοβοῦ».
Ὅταν ὁ Θεὸς χορηγεῖ σ’ ἕναν ὑπάκουο ἄνθρωπο τὰ θεϊκὰ κι ἀνεκλάλητα χαρίσματά Τοῦ, δὲ θέλει τὰ χαρίσματα αὐτὰ νὰ σταματήσουν σ’ ἐκεῖνον, ὅπως τὸ τάλαντο ποὺ ἔκρυψε ὁ πονηρὸς δοῦλος στὴ γῆ. Ὁ Θεὸς ζητάει ἀπὸ τὸν ὑπάκουο ἄνθρωπο νὰ μοιραστεῖ τὰ χαρίσματά του μὲ ἄλλους. Γι’ αὐτὸ ὁ Πέτρος κάλεσε τοὺς ἀνθρώπους τοῦ ἄλλου πλοιαρίου νὰ κάνουν χῶρο γιὰ νὰ βάλουν κι ἐκεῖ ψάρια. Μοίρασαν τὴ σοδειά τους μὲ τοὺς ἀδελφοὺς Ἰάκωβο καὶ Ἰωάννη, καθὼς καὶ μὲ τοὺς συντρόφους τους. Ὁ Ἰάκωβος, ὁ Ἰωάννης κι οἱ σύντροφοί τους κουράστηκαν κι αὐτοὶ γιὰ νὰ σύρουν τὰ δίχτυα, ν’ ἀδειάσουν τὰ ψάρια καὶ νὰ κωπηλατήσουν ὼς τὴν ἀκτή. Κάθε ὑπάκουος ἄνθρωπος ποὺ λαβαίνει τὸ δῶρο του ἀπὸ κάποιον ἄλλον, πρέπει νὰ ξέρει πῶς τὸ δῶρο αὐτὸ προέρχεται ἀπό το Θεό, ὄχι ἀπὸ ἄνθρωπο. Ἔτσι πρέπει ἀμέσως, χωρὶς χρονοτριβή, ν’ ἀρχίσει νὰ ἐργάζεται γιὰ τὴ διατήρηση, τὸν πολλαπλασιασμὸ καὶ τὴ μετάδοση τοῦ δώρου.
Τί σημαίνει τώρα τὸ γεγονὸς τῶν ὑπάκουων ψαράδων ποὺ τράβηξαν τὰ πλοιάριά τους στὴν ἀκτή, τὰ ἐγκατέλειψαν, ὅπως κι ὁτιδήποτε ἄλλο κατεῖχαν κι ἀκολούθησαν τὸ Χριστό; Πῶς ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶναι προικισμένος ἀπό το Θεό, ὅταν προχωρεῖ στὰ βαθιά, ἐγκαταλείπει τὸ σῶμα μὲ τὰ πάθη του, καθὼς καὶ κάθε ἐφάμαρτο δεσμὸ μὲ τὸ ὁποῖο ἦταν δεμένος ὼς τότε, ἐγκαταλείπει δηλαδὴ τὰ πάντα. Ἐγκαταλείπει ὄχι μόνο τὸ σῶμα καὶ τοὺς δεσμούς του, ἀλλ’ ἀκόμα καὶ τὸ παλιὸ πνεῦμα του μὲ ὅλες τίς ἰδέες του. Καὶ τότε ἀκολουθεῖ Ἐκεῖνον ποὺ ντύνει ὅσους καλεῖ μὲ τὸ νέο ἔνδυμα τῆς σωτηρίας, ποὺ καλεῖ πάντα τοὺς ὑπάκουους πιστοὺς στὰ πνευματικὰ βάθη.
Ὁ Κύριος εἶπε πῶς ὁ Πέτρος θὰ γίνει ἁλιέας ἀνθρώπων. Ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔση ζωγρῶν. Αὐτὸ σημαίνει πῶς οἱ ἀπόστολοι, οἱ ἐπίσκοποι, οἱ λοιποι κληρικοί, καθὼς καὶ ὅλοι οἱ χριστιανοί, ποῦ ὁ Θεὸς τοὺς προίκισε μὲ τὰ χαρίσματά Τοῦ, πρέπει νὰ ἐργαστοῦν μὲ ἀγάπη γιὰ νὰ ψαρέψουν – δηλαδὴ νὰ σώσουν – ὅσους περισσότερους ἀνθρώπους μποροῦν, μὲ τὴ βοήθεια τῶν χαρισμάτων τους. Ὁ καθένας θ’ ἀγωνιστεῖ ἀνάλογα μὲ τὸ χάρισμά του: Ἐκεῖνος ποὺ ἔλαβε πολλὰ χαρίσματα θά ‘χει πλουσιότερη σοδειά, ὅποιος ἔλαβε λιγότερα θά *ναὶ λιγότερο ὑπεύθυνος, ὅπως φαίνεται κι ἀπό τὴν παραβολὴ τῶν ταλάντων. Ό δοῦλος ποὺ ἔλαβε πέντε τάλαντα ἔφερε δέκα, ὁ ἄλλος ποὺ ἔλαβε δύο τάλαντα, ἔφερε τέσσερα. Κανένας ὅμως δὲν πρέπει νὰ ὑπερηφανευτεῖ γιὰ τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ σὰ νά ‘τὰν δικά του, νὰ τὰ κρύβει ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τὰ θάβει στὸν τάφο τοῦ σώματός του. Τέτοιος ἄνθρωπος θὰ κατακριθεῖ ἀπὸ μόνος του στὴ γέεννα τοῦ πυρός, ἐκεῖ ποὺ εἶναι ὁ βρυγμὸς κι ὁ τρυγμός των ὀδόντων.
Ἡ εὐαγγελικὴ αὐτὴ περικοπὴ εἶναι γεμάτη ἀπὸ διδαχὲς γιά μας, γιὰ τὴ γενιά μας, 61 καὶ ὅπως καὶ τὰ δίχτυα τῶν ψαράδων ἦταν γεμᾶτα ἀπὸ τὰ εὐλογημένα ψάρια. “Ἄς μποροῦσαν οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι νὰ πάρουν ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο τοὐλάχιστον,τουλάχιστο τὸ μάθημα τῆς ὑπακοῆς στὸ Θεό! “Ὅλες οἱ ἄλλες διδαχὲς τότε θὰ ἦταν ἀκόλουθες της κι ὅλα τὰ καλὰ ποὺ ἐπιθυμεῖ ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου θ’ ἁλιεύονταν στὰ χρυσᾶ δίχτυα τῆς εὐαγγελικῆς ὑπακοῆς.
Ἔχουμε μπροστά μας δύο παραδείγματα ὑπακοῆς: τὴν ὑπακοὴ τῶν ψαριῶν καὶ τὴν ὑπακοὴ τῶν ἀποστόλων. Ποιά ἀπὸ τίς δύο εἶναι πιὸ σπουδαῖα; Αὐτὸ εἶναι αὐταπόδεικτο. Τὰ ψάρια ὑπακοῦνε στὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου καὶ θυσιάζουν τὴ ζωή τους στὰ πόδια Του. Ὁ Κύριος τὰ δημιούργησε γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου.
Προσέξτε ὅμως πῶς τὰ ψάρια λειτουργοῦν καὶ γιὰ τὴν πνευματική του ἀνάγκη. Σ’ ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπό το Θεό, στοὺς ἐπαναστατημένους κι ἀνυπάκουους ἀνθρώπους. λειτουργοῦν ὡς παράδειγμα ὑπακοῆς στὸ Δημιουργό τους. Τὰ ψάρια αὐτὰ δὲ θὰ μποροῦσαν νὰ γίνουν περισσότερο γνωστὰ ἂν εἶχαν ἀφεθεῖ νὰ ζήσουν καὶ νὰ κολυμποῦν στὴ Λίμνη τῆς Γεννησαρέτ. Ἐξαγόρασαν τὴ ζωή τους μὲ τὴ μεγάλη τιμὴ νὰ ὑπηρετήσουν τὸ σχέδιο τοῦ Κυρίου, τοῦ Λυτρωτῆ, σὰν παράδειγμα καὶ ἐπίπληξη στὸν ἀνυπάκουο ἄνθρωπο. Τ’ ἀνεξιχνίαστο ἔλεος τοῦ Κυρίου εἶναι φανερὸ ἐδῶ: ὁ Κύριος χρησιμοποιεῖ ὅλα τὰ πλάσματά Του γιὰ νὰ ἐπαναφέρει τὸν ἄνθρωπο στὸ δρόμο ποὺ ἔχασε, νὰ τὸν ἀφυπνίσει, νὰ τὸν διεγείρει καὶ νὰ τὸν ὑψώσει πάλι στὴν προτέρα του ἀξία καὶ δόξα.
Τὸ παράδειγμα τῆς ὑπακοῆς τῶν ἀποστόλων εἶναι ἐπίσης συγκινητικό. Οἱ ἁπλοῖ ἄνθρωποι συνήθως ἔχουν πιὸ στενοὺς δεσμοὺς μὲ τὰ σπίτια καὶ τίς οἰκογένειές τους ἀπὸ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους. Οἱ κοσμικοὶ ἔχουν πολλοὺς καὶ ποικίλους δεσμοὺς μὲ τὸν κόσμο. Κι ἂν ἀκόμα χαλαρώσει ἕνας δεσμός τους, ἔχουν πολλοὺς ἄλλους. Κι ὅμως, οἱ ἁπλοῖ ψαρᾶδες τὰ ἐγκατέλειψαν ὅλα, ἔσπασαν τοὺς λίγους ἀλλὰ πολὺ δυνατοὺς δεσμούς τους μὲ τὸν κόσμο, μὲ τὰ σπίτια καὶ τίς οἰκογένειές τους καὶ ἀκολούθησαν τὸν Κύριο στὰ μεγάλα καὶ πλούσια πνευματικὰ βάθη χωρὶς νὰ πάρουν τίποτα μαζί τους, παρὰ μόνο τὸν ἑαυτό τους. Ὁ χρόνος ἔδειξε πῶς ὁ Κύριος τοὺς ἀντάμειψε πλούσια γιὰ τὴν ὑπακοή τους. Ἀναδείχτηκαν στῦλοι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ καὶ μεγάλοι ἅγιοι στὴν οὐράνια βασιλεία Του. Ἄς βιαστοῦμε λοιπὸν κι ἐμεῖς ν’ ἀκολουθήσουμε τὸ παράδειγμα τῆς ὑπακοῆς τους. Ἡ νύχτα τῆς ἐπίγειας διαδρομῆς μας τελειώνει. Ὅλοι οἱ κόποι τῆς νύχτας εἶναι ἔτσι κι ἀλλιῶς μάταιοι, τὰ δίχτυα μᾶς εἶναι ἄδεια, οἱ καρδιές μας γεμᾶτες κακία, οἱ ψυχὲς κι ὁ νοῦς μᾶς λιμοκτονοῦν, ἀφοῦ ἔχουν στερηθεῖ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Ὁ πρᾶος Κύριος στέκεται δίπλα στὸ πλοῖο τοῦ καθενός μας καὶ μᾶς καλεῖ. Ἐκεῖνος, ὁ παντογνώστης Δημιουργός, ζητάει ἀπὸ τὸν καθένα μας νὰ τὸν ἀφήσουμε νὰ μπεῖ στὸ πλοῖο καὶ νὰ ταξιδέψουμε μαζί Του μακριὰ ἀπὸ τίς σκιὲς καὶ τίς φουρτοῦνες τῆς ζωῆς, στὰ μεγάλα βάθη τῆς πνευματικῆς θάλασσας. Ἐκεῖ θὰ γεμίσουμε τὸ πλοῖο μας μὲ ὅλα τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἐπιθυμοῦμε. Ἄς τὸν ὑπακούσουμε τώρα, τὴν ὥρα ποὺ μᾶς καλεῖ, γιατί ὅταν χαράξει ἡ μέρα δὲ θὰ τὸν δοῦμε πιὰ ὼς αἰτοῦντα, ἄλλ’ ὼς Κριτή. “Ἄς μὴν ἀπορρίψουμε τὸ αἴτημὰ Τοῦ νὰ μπεῖ στὴν καρδιὰ καὶ στὴν ψυχή μας, ὅπως δὲν τὸ ἀπέρριψε ὁ Πέτρος. Δέ μας τὸ ζητάει γιὰ δικὴ Τοῦ χάρη, ἀλλὰ γιὰ δική μας. Νὰ ξέρεις πῶς δὲν εἶναι εὔκολο στὸν Πάναγνο νὰ μπεὶ κάτω ἀπὸ ἀκάθαρτη στέγη. Νὰ ξέρεις πῶς αὐτὸ ποὺ κάνει εἶναι θυσία, ποὺ τὴν κάνει ὅμως ἀπὸ ἀγάπη γιά μας. Δὲ μᾶς ζητάει νὰ μπεῖ μέσα γιὰ νὰ πάρει, ἀλλὰ γιὰ νὰ δώσει. Τὸ μόνο ποὺ θέλει, εἶναι νὰ δεχτοῦμε τὴ βοήθεια καὶ τὴ θυσία Του. Ἄδελφοί μου, ἂς ἀφουγκραστοῦμε τὴ φωνὴ ποῦ μᾶς καλεῖ, προτοῦ φτάσει στ’ αὐτιά μας ἢ φωνῆ τοῦ Κριτῆ.
Δόξα καὶ αἶνος στὸν Κύριο καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστό, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.