ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ (15/12/2024)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ
Β΄ προς Τιμόθεον, κεφάλαιο 1, εδάφια 8-18
8 Μὴ οὖν ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, 9 τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ’ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, 10 φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου, 11 εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν. 12 Δι’ ἣν αἰτίαν καὶ ταῦτα πάσχω, ἀλλ’ οὐκ ἐπαισχύνομαι· οἶδα γὰρ ᾧ πεπίστευκα, καὶ πέπεισμαι ὅτι δυνατός ἐστι τὴν παραθήκην μου φυλάξαι εἰς ἐκείνην τὴν ἡμέραν. 13 Ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ’ ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ τῇ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ·14 τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος ῾Αγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν.
15 Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ ῾Ερμογένης. 16 Δῴη ἔλεος ὁ Κύριος τῷ ᾿Ονησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπαισχύνθη, 17 ἀλλὰ γενόμενος ἐν Ρώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· 18 δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν ᾿Εφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παναγιώτη Τρεμπέλα
8 Αφού λοιπόν ο Θεός μάς έδωσε χάρισμα ανδρείας και δυνάμεως, μην ντραπείς να ομολογείς τη μαρτυρία για τον Κύριό μας, τον Εσταυρωμένο Χριστό. Μην ντραπείς ακόμη ούτε για μένα που έχω φυλακιστεί για τον όνομά Του, αλλά κακοπάθησε μαζί μου για χάρη του Ευαγγελίου με τη δύναμη που δίνει ο Θεός. 9 Αυτός μας έσωσε και μας κάλεσε με ιερή κλήση που μας αγιάζει. Μας έσωσε και μας κάλεσε όχι για τα έργα μας, αλλά γιατί ο Ίδιος είχε την αγαθή θέληση και μας πρόσφερε τη χάρη Του λόγω της σχέσεώς μας με τον Ιησού Χριστό. Μας έδωσε λοιπόν τη χάρη Του και μας πρόσφερε τη σωτηρία αυτή προτού δημιουργηθούν όσα έγιναν μέσα στον χρόνο, επειδή την είχε αποφασίσει προαιώνια 10 Φανερώθηκε όμως τώρα η χάρις και η σωτηρία αυτή με την ενανθρώπηση και εμφάνιση του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, ο Οποίος κατήργησε τον θάνατο και έφερε στο φως τη ζωή και την αφθαρσία με το κήρυγμα του Ευαγγελίου.
11 Για το Ευαγγέλιο αυτό αναδείχτηκα εγώ από τον Θεό κήρυκας και απόστολος και διδάσκαλος των εθνικών. 12 Και επειδή είμαι κήρυκας και απόστολος των εθνικών, γι’ αυτό και υποφέρω αυτά τα παθήματα. Αλλά δεν ντρέπομαι γι’ αυτά· διότι γνωρίζω ποιος είναι Αυτός στον Οποίο έχω στηρίξει την εμπιστοσύνη μου. Και είμαι βέβαιος ότι έχει τη δύναμη να φυλάξει όλο το έργο που μου εμπιστεύθηκε και επετέλεσα, όπως και την ανταμοιβή μου γι’ αυτό, μέχρι την ημέρα εκείνη της Δευτέρας Του Παρουσίας. 13 Ως υπόδειγμα και τύπο υγιούς διδασκαλίας, απαλλαγμένης από την αρρώστια της πλάνης, να κρατάς γερά τους λόγους που άκουσες από μένα. Αυτοί οι λόγοι αναφέρονται στην πίστη και την αγάπη που αποκτούμε οι πιστοί όταν είμαστε ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό. 14 Τον καλό και πολύτιμο θησαυρό της ευαγγελικής διδασκαλίας που σου εμπιστεύθηκε ο Θεός, φύλαξέ τον με την ενίσχυση και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, το Οποίο κατοικεί μέσα μας.
15 Μη μιμείσαι αυτούς που με εγκατέλειψαν. Γνωρίζεις ότι με εγκατέλειψαν και με αποστράφηκαν όλοι αυτοί που τώρα είναι στην Ασία, ανάμεσα στους οποίους είναι και ο Φύγελλος και ο Ερμογένης. 16 Ο Κύριος να δώσει το έλεός Του στην οικογένεια του Ονησιφόρου, διότι πολλές φορές μου έδωσε αναψυχή και ανακούφιση και δεν ντράπηκε την αλυσίδα με την οποία είμαι δεμένος, 17 αλλά ήλθε ο ίδιος στη Ρώμη και με μεγάλο ενδιαφέρον και προθυμία με αναζήτησε και με βρήκε. 18 Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός να του δώσει να βρει έλεος από τον Κύριο και Πατέρα την ημέρα εκείνη της Δευτέρας Παρουσίας. Αλλά και πόσο μας βοήθησε και μας υπηρέτησε στην Έφεσο, εσύ το ξέρεις καλύτερα.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο ΙΔ΄, εδάφια 15-24
15᾿Ακούσας δέ τις τῶν συνανακειμένων ταῦτα εἶπεν αὐτῷ· μακάριος ὃς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ. 16 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· 17 καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. 18 Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. Ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. 19 Καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. 20 Καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν.
21 Καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. Τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. 22 Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. 23 Καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος μου. 24 Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
15 Όταν τα άκουσε αυτά κάποιος από εκείνους που κάθονταν στο τραπέζι μαζί με τον Κύριο, Του είπε: «Μακάριος είναι εκείνος που θα πάρει μέρος στο τραπέζι της βασιλείας του Θεού μαζί με τον Μεσσία και τους Πατριάρχες και τους άλλους δικαίους». 16 Ο Ιησούς τότε, προκειμένου να διδάξει ποιες αρετές πρέπει να έχει κανείς για να συμμετάσχει στην αιώνια ευφροσύνη της βασιλείας του Θεού, του είπε: «Κάποιος άνθρωπος έκανε μεγάλο βραδινό συμπόσιο και κάλεσε πολλούς. 17 Και την ώρα του δείπνου έστειλε τον δούλο του για να πει στους καλεσμένους: «Ελάτε και μην αναβάλλετε, διότι είναι πλέον όλα έτοιμα». 18 Τότε άρχισαν μεμιάς όλοι οι καλεσμένοι, ο ένας μετά τον άλλον, σαν να ήταν συνεννοημένοι, να δικαιολογούν την απουσία τους από το δείπνο. Ο πρώτος του είπε: «Έχω αγοράσει κάποιο χωράφι και πρέπει να βγω έξω και να το δω. Σε παρακαλώ, θεώρησέ με δικαιολογημένο και απαλλαγμένο από την υποχρέωση να έλθω». 19 Άλλος πάλι του είπε: «Έχω αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια και πηγαίνω να τα δοκιμάσω. Σε παρακαλώ, συγχώρησε τη δικαιολογημένη απουσία μου». 20 Κι ένας άλλος του είπε: «Είμαι νιόπαντρος και γι’ αυτό δεν μπορώ να έλθω».
21 Όταν λοιπόν γύρισε ο δούλος εκείνος, διηγήθηκε στον κύριό του τα όσα του είπαν οι καλεσμένοι. Τότε ο νοικοκύρης θύμωσε και είπε στον δούλο του: «Βγες γρήγορα στις πλατείες και στα στενά της πόλεως και φέρε εδώ μέσα τους φτωχούς, τους σακάτηδες, τους χωλούς και τους τυφλούς που θα βρεις εκεί». 22 Ύστερα από λίγο επέστρεψε πάλι ο δούλος και είπε: «Κύριε, έγινε όπως διέταξες, και υπάρχει ακόμη τόπος αδειανός στο σπίτι για να προσκληθούν κι άλλοι». 23 Τότε είπε ο κύριος στον δούλο: «Βγες έξω απ’ την πόλη στους δρόμους και στους φράχτες των κτημάτων, όπου συνήθως μαζεύονται οι περιπλανώμενοι, που δεν έχουν σπίτι και μόνιμη κατοικία. Κι επειδή αυτοί θα διστάζουν από συστολή να πάρουν μέρος στο δείπνο μου, παρακίνησέ τους επίμονα να μπουν εδώ, για να γεμίσει το σπίτι μου.24 Διότι σας βεβαιώνω ότι κανένας από τους ανθρώπους εκείνους που κάλεσα όχι μόνο δεν θα καθίσει, αλλά ούτε καν θα γευτεί το δείπνο μου».
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ [: Β΄Τιμ.1, 8-18]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Μὴ οὖν ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ,(:Αφού λοιπόν ο Θεός μάς έδωσε χάρισμα ανδρείας και δυνάμεως, μην ντραπείς να ομολογείς τη μαρτυρία για τον Κύριό μας, τον Εσταυρωμένο Χριστό. Μην ντραπείς ακόμη ούτε για μένα που έχω φυλακιστεί για τον όνομά Του, αλλά κακοπάθησε μαζί μου για χάρη του Ευαγγελίου με τη δύναμη που δίνει ο Θεός), τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ’ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, (:Αυτός μας έσωσε και μας κάλεσε με ιερή κλήση που μας αγιάζει. Μας έσωσε και μας κάλεσε όχι για τα έργα μας, αλλά γιατί ο Ίδιος είχε την αγαθή θέληση και μας πρόσφερε τη χάρη Του λόγω της σχέσεώς μας με τον Ιησού Χριστό. Μας έδωσε, λοιπόν, τη χάρη Του και μας πρόσφερε τη σωτηρία αυτή προτού δημιουργηθούν όσα έγιναν μέσα στον χρόνο, επειδή την είχε αποφασίσει προαιώνια),φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου(:Φανερώθηκε όμως τώρα η χάρις και η σωτηρία αυτή με την Ενανθρώπηση και εμφάνιση του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, ο Οποίος κατήργησε τον θάνατο και έφερε στο φως τη ζωή και την αφθαρσία με το κήρυγμα του Ευαγγελίου)»[Β΄Τιμ.1,8-18].
Τίποτε δεν υπάρχει χειρότερο από το να κρίνει κανείς και να μετρά τα θεία πράγματα με ανθρώπινους λογισμούς· γιατί έτσι θα πέσει πολύ μακριά από την πέτρα εκείνη και θα στερηθεί το Φως. Εάν λοιπόν αυτός που θέλει να καταλάβει τις ακτίνες του ήλιου με τα ανθρώπινα μάτια, όχι μόνο δεν θα τις καταλάβει, ούτε και θα αντέξει τον ήλιο, αλλά και θα πέσει και θα πάθει μεγάλη βλάβη, πολύ περισσότερο αυτός που θέλει να ατενίσει προς εκείνο το Φως με τους λογισμούς του θα πάθει αυτό, και υβρίζει τη δωρεά του Θεού. Πρόσεχε, λοιπόν, τον Μαρκίωνα και τον Μάνη και τον Ουαλεντίνο και όλους εκείνους που εισήγαγαν τις υπόλοιπες αιρέσεις και τα ολέθρια δόγματα στην Εκκλησία του Θεού, πόσο καταντροπιάστηκαν από το μυστήριο της θείας οικονομίας, γιατί μέτρησαν με ανθρώπινους λογισμούς τα μυστήρια του Θεού. Αν και βέβαια δεν είναι άξια ντροπής, αλλά πολλής καυχήσεως, εννοώ τον Σταυρό του Χριστού.
Πράγματι τίποτε δεν είναι τόσο μεγάλη απόδειξη της φιλανθρωπίας Αυτού, ούτε ο ουρανός, ούτε η θάλασσα, ούτε η γη, ούτε το ότι από το μηδέν δημιούργησε τα πάντα, ούτε όλα τα άλλα, όσο είναι ο σταυρός. Γι’ αυτό και ο Παύλος γι’ αυτόν καυχιέται, λέγοντας: «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ(:Ποτέ να μη συμβεί εγώ να καυχηθώ για τίποτε άλλο, παρά όνο για το ότι ο Ιησούς Χριστός για χάρη μου πήρε μορφή δούλου και σταυρώθηκε για τη σωτηρία μου. Μόνο καύχημά μου είναι ο σταυρικός θάνατος του Κυρίου. Και με την πίστη στον θάνατό Του αυτόν έχει νεκρωθεί και έχει χάσει τη δύναμή του ο κόσμος για μένα· αλλά και εγώ έχω νεκρωθεί για τον κόσμο)»[Γαλ.6,14]. Αλλά οι ψυχικοί από τους ανθρώπους και εκείνοι που δεν αποδίδουν στον Θεό τίποτε επιπλέον, καταπίπτουν και καταντροπιάζονται.
Γι’ αυτό από την αρχή συμβούλευε στον μαθητή του λέγοντας μέσω εκείνου και προς όλους: «Μὴ οὖν ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν(:Αφού λοιπόν ο Θεός μάς έδωσε χάρισμα ανδρείας και δυνάμεως, μην ντραπείς να ομολογείς τη μαρτυρία για τον Κύριό μας, τον Εσταυρωμένο Χριστό)»[Β΄Τιμ.1,8]. Δηλαδή «να μην ντρέπεσαι να κηρύττεις τον Εσταυρωμένο, αλλά και να νιώθεις υπερηφάνεια». Βέβαια αυτά καθ’ εαυτά, ο θάνατος δηλαδή και οι φυλακίσεις και τα δεσμά, είναι άξια ντροπής και ονειδισμού, αλλά αν κανείς προσθέσει την αιτία και γνωρίσει καλά το μυστήριο, θα βρει το καθένα απ’ αυτά να είναι άξιο πολλής καυχήσεως, πολλής σεμνότητας. Γιατί εκείνος ο θάνατος έσωσε τη χαμένη ανθρωπότητα· εκείνος ο θάνατος ένωσε τη γη με τον ουρανό· εκείνος ο θάνατος κατέλυσε την τυραννία του διαβόλου και έκανε τους ανθρώπους αγγέλους και υιούς του Θεού· εκείνος ο θάνατος οδήγησε τη φύση μας στον βασιλικό θρόνο· αυτά τα δεσμά πολλούς μετέστρεψαν.
«Μὴ οὖν ἐπαισχυνθῇς(:Αφού λοιπόν ο Θεός μάς έδωσε χάρισμα ανδρείας και δυνάμεως, μην ντραπείς)», λέγει, «τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ,(:να ομολογείς τη μαρτυρία για τον Κύριό μας, τον Εσταυρωμένο Χριστό. Μην ντραπείς ακόμη ούτε για μένα που έχω φυλακιστεί για τον όνομά Του, αλλά κακοπάθησε μαζί μου για χάρη του Ευαγγελίου με τη δύναμη που δίνει ο Θεός)»[Β΄Τιμ.1,8]. Δηλαδή «κι αν ακόμη πάθεις εσύ ο ίδιος αυτά, μην ντραπείς». Το ότι βέβαια υπαινίχθηκε αυτό γίνεται φανερό και από αυτά που λέχθηκαν παραπάνω, με αυτό που είπε: «Οὐ γὰρ ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεὸς Πνεῦμα δειλίας, ἀλλὰ δυνάμεως καὶ ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ(:Να διατηρείς αναμμένο το χάρισμα αυτό που σε κάνει άφοβο και θαρραλέο στο κήρυγμα του Ευαγγελίου· διότι ο Θεός δεν μας έδωσε πνεύμα δειλίας, ώστε να μας φοβίζουν οι απειλές και οι διωγμοί, αλλά μας έδωσε πνεύμα και χάρισμα δυνάμεως για να αντέχουμε στους πειρασμούς, μας έδωσε και πνεύμα αγάπης και πνεύμα που μας σωφρονίζει, ώστε να κυβερνούμε συνετά και τον εαυτό μας και τους άλλους)» [Β΄Τιμ.1,7] και με αυτά που λέγει πάλι.
«Ἀλλὰ συγκακοπάθησον(:Αλλά κακοπάθησε μαζί μου)», λέγει· δηλαδή «όχι απλώς μην ντραπείς, αλλά να μην ντραπείς και δοκιμάζοντας αυτά εσύ ο ίδιος». Και δεν είπε «μη φοβηθείς, μην τρομάξεις», αλλά για να τον ενθαρρύνει περισσότερο λέγει: «μην ντραπείς», σαν να μην υπάρχει πλέον κίνδυνος, αν κάποιος ξεπεράσει την ντροπή. Γιατί αυτό μόνο είναι το βαρύ που έχει η ντροπή, το να νικιέται κανείς απ΄αυτήν. «Μην ντραπείς λοιπόν αν εγώ, που ανασταίνω νεκρούς, που κάνω μύρια θαύματα, που περιέτρεξα την οικουμένη, τώρα είμαι φυλακισμένος· γιατί δεν είμαι φυλακισμένος σαν κακούργος, αλλά εξαιτίας Εκείνου που σταυρώθηκε. Αν ο Κύριός μου δεν ντράπηκε τον σταυρό, ούτε εγώ ντρέπομαι τα δεσμά».
Και πολύ σωστά, προτρέποντάς τον να μην ντραπεί, του υπενθύμισε προηγουμένως τον σταυρό. «Εάν δεν ντραπείς τον σταυρό», λέγει, «ούτε τα δεσμά θα ντραπείς· αν ο Δεσπότης μας και Διδάσκαλος υπέμεινε σταυρό, πολύ περισσότερο πρέπει εμείς να υπομείνουμε τα δεσμά. Αυτός που ντρέπεται αυτά που υπέμεινε εκείνος, ντρέπεται και Εκείνον που σταυρώθηκε». «Αυτά τα δεσμά», λέγει, «τα υπομένω όχι για τον εαυτό μου. Μην πάθεις λοιπόν τίποτε ανθρώπινο, αλλά λάβε μέρος στα ίδια παθήματα».
«Ἀλλὰ συγκακοπάθησον (:Αλλά κακοπάθησε μαζί μου)», λέγει, «τῷ εὐαγγελίῳ(:για χάρη του Ευαγγελίου)»· όχι ότι κακοπαθεί το Ευαγγέλιο, αλλά διεγείρει τον μαθητή που πάσχει για το Ευαγγέλιο· «κατὰ δύναμιν Θεοῦ,», λέγει, «τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ’ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων(:με τη δύναμη που δίνει ο Θεός · Αυτός μας έσωσε και μας κάλεσε με ιερή κλήση που μας αγιάζει. Μας έσωσε και μας κάλεσε όχι για τα έργα μας, αλλά γιατί ο Ίδιος είχε την αγαθή θέληση και μας πρόσφερε τη χάρη Του λόγω της σχέσεώς μας με τον Ιησού Χριστό. Μας έδωσε, λοιπόν, τη χάρη Του και μας πρόσφερε τη σωτηρία αυτή προτού δημιουργηθούν όσα έγιναν μέσα στον χρόνο, επειδή την είχε αποφασίσει προαιώνια)»[Β΄Τιμ.1,9]. Άλλωστε, επειδή ήταν βαρύ να πει «κακοπάθησε», τον παρηγορεί πάλι λέγοντας: «όχι ανάλογα με τα έργα μας»· δηλαδή «μη σκέπτεσαι ότι γίνονται αυτά με τη δική σου δύναμη, αλλά με του Θεού, που δίνει αυτά· δικό σου έργο είναι το να προτιμήσεις αυτά και να δείξεις προθυμία, ενώ έργο του Θεού είναι να τα ανακουφίσει και να τα καταπαύσει».
Έπειτα παρουσιάζει και τις αποδείξεις της δυνάμεώς Του. «Σκέψου πώς σώθηκες, πώς κλήθηκες»·όπως ακριβώς λέγει αλλού: «κατὰ τὴν δύναμιν τὴν ἐνεργουμένην ἐν ἡμῖν(:σύμφωνα με τη δύναμη που ενεργεί μέσα μας για τον αγιασμό και τη σωτηρία μας)»[Εφ.3,20]. Έτσι από το να δημιουργήσει τον ουρανό, αυτή ήταν μεγαλύτερη, το να πείσει δηλαδή την οικουμένη. «Πώς λοιπόν κλήθηκε ο Τιμόθεος», αναρωτιέται ίσως κάποιος, «με ιερή κλήση που αγιάζει»; Δηλαδή, τους έκανε αγίους ενώ ήταν αμαρτωλοί και εχθροί· κι αυτά δεν έγιναν από μας, το δώρο είναι του Θεού. Αν λοιπόν είναι δυνατός στο να καλέσει, και αγαθός στο να το κάνει αυτό κατά χάρη και όχι σαν οφειλή, δεν πρέπει να φοβόμαστε· γιατί Αυτός που μας έσωσε κατά χάρη, όταν έπρεπε να μας σώσει, αν και ήμασταν εχθροί, όταν μας δει και να κοπιάζουμε, δεν θα μας βοηθήσει πολύ περισσότερο; «Όχι ανάλογα με τα έργα μας», λέγει, «αλλά σύμφωνα με τη δική Του αγαθή θέληση». Δηλαδή, χωρίς κανείς να Τον ανάγκαζε, χωρίς κανείς να Τον συμβούλευε, αλλά από δική Του αγαθή θέληση μας έσωσε, ορμώμενος από τη δική Του αγαθότητα· γιατί αυτό σημαίνει το «από δική Του πρόθεση».
«Καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων(:Και μας πρόσφερε τη χάρη Του λόγω της σχέσεώς μας με τον Ιησού Χριστό. Μας έδωσε, λοιπόν, τη χάρη Του και μας πρόσφερε τη σωτηρία αυτή προτού δημιουργηθούν όσα έγιναν μέσα στον χρόνο, επειδή την είχε αποφασίσει προαιώνια)». Δηλαδή αυτά είχαν καθοριστεί να γίνουν ανάρχως μέσω του Ιησού Χριστού. Δεν είναι μικρό και αυτό, το να θέλει ο Θεός τη σωτηρία μας από την αρχή· άρα δεν είναι η σωτηρία μας αποτέλεσμα μετάνοιας. Πώς δηλαδή; Ο Υιός δεν είναι αιώνιος; Καθόσον και Αυτός αυτά τα ήθελε από την αρχή.
«Φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου(:Φανερώθηκε όμως τώρα η χάρις και η σωτηρία αυτή με την ενανθρώπηση και εμφάνιση του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, ο Οποίος κατήργησε τον θάνατο και έφερε στο φως τη ζωή και την αφθαρσία με το κήρυγμα του Ευαγγελίου)»[Β΄Τιμ.1,10]. Είδες δύναμη, είδες δωρεά που μας δόθηκε όχι με τα έργα, αλλά με το Ευαγγέλιο; Αυτά βέβαια ελπίζουμε να πραγματοποιηθούν. Γιατί και τα δύο αυτά πραγματοποιήθηκαν στο σώμα του, ενώ στο δικό μας πρόκειται στο μέλλον να πραγματοποιηθούν.
Πώς πραγματοποιήθηκαν στο σώμα του Παύλου; Με το Ευαγγέλιο: «Εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν(:Για το Ευαγγέλιο αυτό αναδείχτηκα εγώ από τον Θεό κήρυκας και απόστολος και διδάσκαλος των εθνικών)»[Β΄Τιμ.1,11]. Γιατί άραγε λέγει συνέχεια αυτό, ονομάζοντας τον εαυτό του «διδάσκαλον ἐθνῶν(:διδάσκαλο των εθνικών)»; Επειδή θέλει να πείσει, όπως είπα, ότι πρέπει να πλησιάζει και τους εθνικούς. «Μη χάσεις λοιπόν το θάρρος σου εξαιτίας των παθημάτων μου· τα νεύρα του θανάτου έχουν καταβληθεί. Αυτά δεν τα υπομένω σαν κακούργος, αλλά για τη διδασκαλία των εθνών». Συγχρόνως κάνει τον λόγο και αξιόπιστο.
«δι’ ἣν αἰτίαν(:γι’ αυτήν την αιτία, δηλαδή επειδή είμαι κήρυκας και απόστολος των εθνικών)», λέγει, «καὶ ταῦτα πάσχω, ἀλλ’ οὐκ ἐπαισχύνομαι(:γι’ αυτό και υποφέρω αυτά τα παθήματα. Όμως δεν ντρέπομαι γι’ αυτά· διότι γνωρίζω Ποιος είναι Αυτός στον Οποίο έχω στηρίξει την εμπιστοσύνη μου. Και είμαι βέβαιος ότι έχει τη δύναμη να φυλάξει όλο το έργο που μου εμπιστεύθηκε και επετέλεσα, όπως και την ανταμοιβή μου γι’ αυτό, μέχρι την ημέρα εκείνη της Δευτέρας Του Παρουσίας)»[Β΄Τιμ.1,12]. «Αλλά δεν ντρέπομαι», λέγει. Δηλαδή πες μου, τα δεσμά είναι για ντροπή; Τα πάθη είναι για ντροπή; Μην ντραπείς λοιπόν. Βλέπεις ότι παρουσιάζει τη διδασκαλία με τα έργα; «Αυτά παθαίνω», λέγει· ρίχτηκα στη φυλακή, σέρνομαι εδώ κι εκεί· «γιατί γνωρίζω και είμαι πεπεισμένος, ότι Αυτός στον οποίο έχω πιστέψει είναι δυνατός να φυλάξει την παρακαταθήκη μου μέχρι εκείνη την ημέρα».
Τι σημαίνει «παρακαταθήκη»; Η πίστη, το κήρυγμα. «Αυτό», λέγει, «Αυτός, στον οποίο το εμπιστεύτηκα για φύλαξη, θα το φυλάξει ακέραιο. Κάνω το παν για να μη συληθεί ο θησαυρός· δεν ντρέπομαι γι’ αυτά, όσο αυτή σώζεται ακέραια». Ή ονομάζει «παρακαταθήκη» τους πιστούς που ο Θεός εμπιστεύτηκε σε αυτόν ή αυτός στον Θεό. Γιατί και τώρα λέγει: «Ιδού, σας εμπιστεύομαι στον Κύριο· δηλαδή αυτά δεν θα μου είναι ανώφελα. Και ο Τιμόθεος μου δείχνει τον καρπό της παρακαταθήκης». Βλέπεις που ο Παύλος δεν αισθάνεται τα κακά εξαιτίας της ελπίδας για τους μαθητές του;
Τέτοιος πρέπει να είναι ο δάσκαλος, έτσι να φροντίζει για τους μαθητές, αυτοί να προηγούνται από όλα· «Ὃτι νῦν ζῶμεν(:Παρηγορηθήκαμε, διότι ο στηριγμός σας στην πίστη είναι για μας ζωή. Και τώρα ζούμε)», λέγει, «ἐὰν ὑμεῖς στήκετε ἐν Κυρίῳ (:εφόσον εσείς μένετε σταθεροί στη σχέση και κοινωνία σας με τον Κύριο)» [Α΄Θεσ. 3,8]· και πάλι: «Τίς γὰρ ἡμῶν ἐλπὶς ἢ χαρὰ ἢ στέφανος καυχήσεως ἢ οὐχὶ καὶ ὑμεῖς ἔμπροσθεν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ αὐτοῦ παρουσίᾳ; (:Επιθυμήσαμε να έλθουμε να σας συναντήσουμε, διότι ποιος άλλος είναι η ελπίδα μας ή η χαρά μας ή το στεφάνι μας, για το οποίο μπορούμε να καυχόμαστε, παρά εσείς μαζί με όλους τους άλλους στους οποίους κηρύξαμε; Για σας ελπίζουμε να βρούμε έλεος και δόξα ενώπιον του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στη Δευτέρα Του παρουσία)»[Α΄Θεσ. 2,19].
Βλέπεις αυτόν να μεριμνά γι’ αυτά, δηλαδή για τα προβλήματα των μαθητών του περισσότερο παρά για τα δικά του; Γιατί πρέπει να υπερέχουν των φυσικών πατέρων, πρέπει να είναι θερμότεροι. Αλλά πρέπει και τα παιδιά να είναι φιλόστοργα απέναντί τους. Γιατί λέγει: «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες· ἵνα μετὰ χαρᾶς τοῦτο ποιῶσι καὶ μὴ στενάζοντες· ἀλυσιτελὲς γὰρ ὑμῖν τοῦτο(:Να υπακούετε στους πνευματικούς προϊσταμένους σας και να υποτάσσεστε τελείως σε αυτούς· διότι αυτοί αγρυπνούν για τη σωτηρία των ψυχών σας, καθώς θα δώσουν λόγο στον Χριστό για τις ψυχές σας. Να τους υπακούτε, για να ενθαρρύνονται με την υπακοή σας, ώστε να επιτελούν το έργο τους αυτό με χαρά και όχι με στεναγμούς. Άλλωστε δεν σας συμφέρει να στενάζουν εξαιτίας σας οι πνευματικοί σας προεστοί, επειδή ο Θεός θα σας τιμωρήσει γι’ αυτό)»[Εβρ.13,17].
Πες μου λοιπόν, αυτός βρίσκεται σε τόσο μεγάλο κίνδυνο, και εσύ δεν θέλεις ούτε να υπακούσεις σε αυτόν, κι αυτά ενώ πρόκειται για το συμφέρον σου; Γιατί, και αν ακόμη ρυθμίσει καλά τα δικά του, όσο τα δικά σου δεν πάνε καλά, βρίσκεται σε αγωνία, γιατί θα δώσει διπλό λόγο. Σκέψου πόσο δύσκολο είναι να φροντίζει και να αγωνιά για τον καθένα από αυτούς που ποιμαίνει. Πόση τιμή θέλεις να του προσφέρεις; Πόση υπηρεσία, σαν αντίρροπο γι΄αυτούς τους κινδύνους; Αλλά δεν θα πεις τίποτε ισάξιο· γιατί εσύ δεν έδωσες ακόμη την ψυχή σου, ενώ αυτός για σένα θυσιάζει την ψυχή του. Κι αν δεν τη θυσιάσει εδώ όταν το καλεί η ανάγκη, θα τη χάσει εκεί· εσύ όμως δεν θέλεις να υποταχθείς ούτε με λόγο. Αυτό είναι αιτία όλων των κακών, το ότι χάθηκαν τα οφειλόμενα στους άρχοντες· καμία ντροπή, κανένας φόβος.
«Να υπακούετε», λέγει, «στους προϊσταμένους σας και να υποτάσσεστε»· τώρα όμως όλα καταστράφηκαν και έγιναν άνω κάτω. Αυτά δεν τα λέγω προς χάρη των προϊσταμένων· γιατί σε τι θα ωφεληθούν από τη δική μας τιμή, παρά τόσο μόνο, όσο το ότι θα μας έχουν υπάκουους; Αλλά τα λέγω για το συμφέρον σας. Γιατί αυτοί κι αν ακόμη τιμηθούν, δεν έχουν να ωφεληθούν σε τίποτε στο μέλλον, αλλά μεγαλύτερη θα είναι γι΄αυτούς η κατάκριση· κι αν ακόμη υβριστούν, δεν έπαθαν κανένα κακό στο μέλλον, αλλά και μεγαλύτερη θα είναι η απολογία τους. Αλλά όλα θέλω να γίνουν για χάρη σας.
Πράγματι, όταν τιμώνται οι προϊστάμενοι από τους αρχόμενους, κι αυτό προσφέρεται σε αυτούς· όπως έλεγε στον Ηλί: «Καὶ ἐξελεξάμην τὸν οἶκον τοῦ πατρός σου ἐκ πάντων τῶν σκήπτρων Ἰσραὴλ ἐμοὶ ἱερατεύειν καὶ ἀναβαίνειν ἐπὶ θυσιαστήριόν μου(:Και μεταξύ όλου του Ισραηλιτικού λαού επέλεξα από τη δική σου φυλή τους ιερείς, οι οποίοι θα έπρεπε να με υπηρετούν και έτσι να έχουν το δικαίωμα να ανέρχονται τις βαθμίδες του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων)»[Α΄Βασ.2,28]· όταν πάλι υβρίζονται, όπως στην περίπτωση του Σαμουήλ, «οὐ σὲ ἐξουθενήκασιν(:δεν περιφρονούν εσένα)», λέγει, «ἀλλ᾿ ἢ ἐμὲ ἐξουθενήκασι τοῦ μὴ βασιλεύειν ἐπ᾿ αὐτῶν(:αλλά Εμένα περιφρονούν, επειδή δεν θέλουν να βασιλεύω Εγώ σε αυτούς)»[Α΄Βασ.8,7]. Ώστε η ύβρις είναι γι΄αυτούς κέρδος, ενώ η τιμή βάρος.
Αυτά λοιπόν δεν τα λέγω γι΄αυτούς, αλλά για σας. Αυτός που δεν τιμά τον ιερέα, καθώς προχωράει, θα περιφρονήσει κάποτε και τον Θεό. «Ὁ δεχόμενος ὑμᾶς ἐμὲ δέχεται, καὶ ὁ ἐμὲ δεχόμενος δέχεται τὸν ἀποστείλαντά με(:Και οι μεγάλες αυτές αμοιβές δεν είναι μόνο για σας που θα κηρύττετε το ευαγγέλιο. Αλλά κι εκείνος που σας υποδέχεται για φιλοξενία ως διακόνους του ευαγγελίου μου, υποδέχεται όχι εσάς αλλά εμένα. Κι εκείνος που υποδέχεται εμένα, υποδέχεται τον ίδιο τον Θεό Πατέρα, που με απέστειλε στον κόσμο)», λέγει ο ίδιος ο Κύριος[Ματθ.10,40]. · και «τους ιερείς αυτού», λέγει, «τίμα τους» Από εδώ έμαθαν οι Ιουδαίοι να περιφρονούν τον Θεό, γιατί περιφρόνησαν τον Μωυσή, γιατί τον λιθοβολούσαν. Όταν κάποιος δείχνει ευλάβεια απέναντι στον ιερέα, πολύ περισσότερο θα δείξει προς τον Θεό. Κι αν ο ιερέας είναι φαύλος, ο Θεός, βλέποντας ότι εξαιτίας της τιμής προς Αυτόν, εκτιμάς και τον ιερέα τον ανάξιο τιμής, θα σου αποδώσει και Αυτός την αμοιβή.
Εάν, λοιπόν, «ὁ δεχόμενος προφήτην λήψεται(:εκείνος που υποδέχεται και υποστηρίζει και βοηθά έναν προφήτη)», λέγει, «εἰς ὄνομα προφήτου, μισθὸν προφήτου λήψεται(:επειδή είναι προφήτης, θα πάρει την ίδια ανταμοιβή που θα πάρει κι ο προφήτης)»[Ματθ.10,41], είναι φανερό ότι θα λάβει μισθό και αυτός που τιμά και υπακούει και υποτάσσεται στον ιερέα. «Αν δηλαδή εκεί, όπου γίνεται λόγος για φιλοξενία, εκεί που δεν γνωρίζεις εκείνον που φιλοξενείς, λαμβάνεις τόσο μεγάλο μισθό, πολύ περισσότερο θα λάβεις αν υποταγείς σε αυτόν που διατάσσει να υποτάσσεσαι».
«ἐπὶ τῆς Μωσέως καθέδρας(:πάνω στη διδασκαλική έδρα του Μωυσή)», λέγει, «ἐκάθισαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι(:κάθισαν οι νομοδιδάσκαλοι και οι Φαρισαίοι). Πάντα οὖν ὅσα ἐὰν εἴπωσιν ὑμῖν τηρεῖν, τηρεῖτε καὶ ποιεῖτε, κατὰ δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε· λέγουσι γάρ, καὶ οὐ ποιοῦσι(:Όλα λοιπόν όσα με βάση το νόμο θα σας πουν αυτοί να τα τηρείτε, να τα τηρείτε και να τα κάνετε. Μην κάνετε όμως σύμφωνα με τα έργα τους και το παράδειγμά τους· διότι λένε βέβαια και διδάσκουν την αλήθεια του νόμου, δεν πράττουν όμως σύμφωνα με αυτήν)» [Ματθ.23,2-3].
Δεν ξέρεις τι είναι ο ιερέας; Είναι άγγελος του Κυρίου. Μήπως λέγει τα δικά του; Αν τον περιφρονείς, δεν περιφρονείς αυτόν, αλλά τον Θεό που τον χειροτόνησε. «Και από πού», αναρωτιέται ίσως κάποιος, «είναι φανερό ότι τον χειροτόνησε ο Θεός;» Λοιπόν, αν δεν έχεις αυτή τη γνώμη, η ελπίδα σου έχει χαθεί. Αν ο Θεός τίποτε δεν ενεργεί μέσω αυτού, ούτε το βάπτισμα έχεις, ούτε στα μυστήρια μετέχεις, ούτε απολαμβάνεις ευλογίες· άρα δεν είσαι Χριστιανός.
«Τι λοιπόν;» λέγει κάποιος· «όλους ο Θεός τους χειροτονεί, ακόμη και τους ανάξιους;» Όλους βέβαια δεν τους χειροτονεί ο Θεός, μέσω όλων όμως Αυτός ενεργεί, και αν ακόμη συμβαίνει να είναι ανάξιοι, για να σωθεί ο λαός. Γιατί, αν κάποτε μίλησε μέσω του όνου, και μέσω του Βαλαάμ, μέσω ανθρώπου μιαρού, για χάρη του λαού, πολύ περισσότερο ομιλεί μέσω του ιερέως. Γιατί τι είναι αυτό που δεν το κάνει ο Θεός για τη σωτηρία μας; Τι είναι αυτό που δεν το λέει; Μέσω ποιου δεν ενεργεί; Αν ενέργησε μέσω του Ιούδα, και μέσω αυτών που προφητεύουν, στους οποίους λέγει: «Καὶ τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν (:Και τότε θα διακηρύξω ξεκάθαρα σε αυτούς ότι ποτέ δεν σας αναγνώρισα ως δικούς μου. Φύγετε μακριά μου εσείς που εργαζόσασταν την ανομία, διότι τα χαρίσματά μου τα χρησιμοποιήσατε όχι για τη δική μου δόξα, αλλά σύμφωνα με τα δικά σας θελήματα και τους εγωιστικούς σας σκοπούς)» [Ματθ.7,23], και άλλοι και δαίμονες έβγαλαν, πολύ περισσότερο θα ενεργήσει μέσω των ιερέων.
Γιατί αν πρόκειται να ερευνούμε τη ζωή των προϊσταμένων, τότε εμείς οι ίδιοι θα χειροτονήσουμε τους δασκάλους, και όλα θα γίνουν άνω κάτω, τα πόδια θα βρεθούν επάνω και το κεφάλι κάτω. Άκου τον Παύλο που λέγει: «Ἐμοὶ δὲ εἰς ἐλάχιστόν ἐστιν ἵνα ὑφ᾿ ὑμῶν ἀνακριθῶ ἢ ὑπὸ ἀνθρωπίνης ἡμέρας· ἀλλ᾿ οὐδὲ ἐμαυτὸν ἀνακρίνω(:Είμαι λοιπόν εγώ υπεύθυνος και υπόλογος του Θεού που μου ανέθεσε την διαχείριση αυτή. Γι’ αυτό πολύ λίγο λογαριάζω να κριθώ από εσάς ή από ανθρώπινο δικαστήριο που είναι πρόσκαιρο και για λίγο καιρό ισχύουν οι αποφάσεις του. Αλλά ούτε και για εμένα τον ίδιο θεωρώ υπεύθυνο για να κρίνω τον εαυτό μου)»[Α΄Κορ.4,3]· και πάλι: «Σὺ δὲ τί κρίνεις τὸν ἀδελφόν σου; (:Εσύ λοιπόν γιατί κρίνεις τον αδελφό σου;)» [Ρωμ.14,10]. Αν δεν πρέπει να κρίνεις τον αδελφό σου, πολύ περισσότερο δεν πρέπει να κρίνεις τον δάσκαλο. Γιατί, αν αυτό το διέταξε ο Θεός, καλά κάνεις, και αν δεν το κάνεις, αμαρτάνεις· αν όμως διέταξε το αντίθετο, μην τολμάς και μην επιχειρείς πέρα από τα εσκαμμένα. Μετά την κατασκευή του μοσχαριού ξεσηκώθηκαν εναντίον του Ααρών οι γύρω από τον Κορέ και Δαθάν και Αβειρών[Αριθ. κεφ.16]. Τι λοιπόν; Δεν χάθηκαν;
Ο καθένας ας μεριμνά για τα δικά του. Αν έχει όμως ο ιερέας δόγμα διεστραμμένο, κι αν ακόμα είναι άγγελος, μην υπακούς σε αυτόν· αν διδάσκει ορθά, μην κοιτάς τη ζωή του, αλλά τα λόγια του. Έχεις τον Παύλο που σε καθοδηγεί προς το σωστό και με τα έργα και με τα λόγια. «Αλλά», λέγει ίσως κάποιος, «δεν δίνει στους φτωχούς και ούτε διοικεί καλά». Από πού το αντιλήφθηκες αυτό; Πριν μάθεις, μην κατηγορείς· να φοβάσαι τις ευθύνες. Πολλές κρίσεις γίνονται με βάση την υποψία.
Μιμήσου τον Δεσπότη σου· άκουε Αυτόν που λέγει: «Καταβὰς οὖν ὄψομαι, εἰ κατὰ τὴν κραυγὴν αὐτῶν τὴν ἐρχομένην πρός με συντελοῦνται, εἰ δὲ μή, ἵνα γνῶ (:Αφού κατεβώ, θα δω αν γίνονται σύμφωνα με τις κραυγές που ανέρχονται προς Εμένα ή όχι· οπωσδήποτε θέλω να μάθω)» [Γέν.18,21]. Αν όμως έμαθες και εξέτασες και είδες, περίμενε τον κριτή· μην προαρπάξεις τη θέση του Χριστού. Εκείνου έργο είναι να εξετάζει αυτά, όχι δικό σου. Εσύ είσαι έσχατος δούλος, όχι Δεσπότης. Εσύ είσαι πρόβατο· μην εξετάζεις τον ποιμένα, για να μη δώσεις λόγο και γι’ αυτά για τα οποία κατηγορείς εκείνον. «Και πώς», λέγει ίσως κάποιος, «εμένα μου λέγει ο ιερέας να κάνω πράξεις αγαθές, ενώ αυτός δεν κάνει;» Δεν σου το λέγει αυτός· αν πείθεσαι σε αυτόν, δεν έχεις μισθό· ο Χριστός σου τα παραγγέλλει αυτά. Και τι λέγω; Ούτε στον Παύλο πρέπει να υπακούς, αν λέγει κάτι δικό του, αν λέγει κάτι ανθρώπινο, αλλά στον απόστολο που έχει μέσα του τον Χριστό που ομιλεί μέσω αυτού.
Ας μην κρίνουμε τα ξένα, αλλά καθένας τα δικά του· εξέτασε τη ζωή σου. «Αλλά», λέγει ίσως κάποιος, «εκείνος οφείλει να είναι καλύτερος από εμένα». Γιατί; Γιατί είναι ιερέας. Και τι δεν έχει περισσότερο από εσένα; Δεν έχει τους μόχθους; Δεν έχει τους κινδύνους; Δεν έχει την αγωνία; Δεν έχει την ταλαιπωρία; Έχοντας λοιπόν αυτά, πώς δεν είναι καλύτερος από σένα; Κι αν δεν είναι καλύτερος, πες μου, άραγε πρέπει εσύ να καταστρέψεις τον εαυτό σου; Αυτά τα λόγια είναι ανόητα. Από πού έβγαλες το συμπέρασμα ότι δεν είναι καλύτερος από σένα; «Αν κλέβει», λέγει, «ιεροσυλεί». Από πού το γνωρίζεις, άνθρωπε; Γιατί σπρώχνεις τον εαυτό σου στον γκρεμό;
Κι εσύ βέβαια, αν σου πει κάποιος ότι ο τάδε έχει πορφύρα, και αν ακόμη το γνωρίζεις, κλείνεις τα αυτιά σου, και αν είσαι σε θέση να τον ελέγξεις, αμέσως το υπερπηδάς και προσποιείσαι ότι δεν γνωρίζεις, μη θέλοντας να φορτωθείς περιττό κίνδυνο· εδώ όμως όχι μόνο δεν το υπερπηδάς, αλλά και φορτώνεσαι περιττό κίνδυνο. Αυτά τα λόγια δεν είναι κάτι για το οποίο δεν θα ζητηθεί ευθύνη κατά την ημέρα της Κρίσεως· γιατί άκουε τον Χριστό που λέγει: «Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πᾶν ῥῆμα ἀργὸν ὃ ἐὰν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσι περὶ αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως(:Για να καταλάβετε λοιπόν πόσο αυστηρά θα κριθείτε για τα βλάσφημα και συκοφαντικά σας λόγια, σας λέω ότι για κάθε λόγο περιττό και ανώφελο που τυχόν θα πουν οι άνθρωποι, θα δώσουν λόγο γι’ αυτόν την ημέρα της κρίσεως)»[Ματθ.12,36].
Πράγματι λοιπόν νομίζεις ότι είσαι καλύτερος από κάποιον και δεν στενάζεις, ούτε χτυπάς το στήθος σου, ούτε σκύβεις κάτω, ούτε μιμείσαι τον τελώνη; Λοιπόν έχασες τον εαυτό σου, και αν ακόμη είσαι καλύτερος. Είσαι καλύτερος; Σιώπα, για να μένεις καλύτερος· αν όμως μιλήσεις, έχασες το παν. Αν νομίσεις ότι είσαι καλύτερος, δεν είσαι, αν δεν νομίσεις, πολύ πρόσθεσες. Αν δηλαδή εκείνος ο τελώνης που ήταν αμαρτωλός, επειδή το ομολόγησε, κατέβηκε από τον ναό δικαιωμένος, αυτός που δεν είναι πολύ αμαρτωλός, αλλά είναι πεπεισμένος ότι είναι τέτοιος, τι δεν θα κερδίσει;
Εξέτασε τη ζωή σου. Δεν κλέβεις, αλλά αρπάζεις, αλλά βιάζεις, αλλά μύρια άλλα τέτοια κάνεις. Αναφέρω την κλοπή όχι επαινώντας την, μακριά μια τέτοια σκέψη, αλλά είναι άξιος και πολλών δακρύων αν τυχόν κάποιος είναι τέτοιος· γιατί δεν πείθομαι. Το πόσο κακό είναι η ιεροσυλία, δεν είναι δυνατό να το πω· αλλά σέβομαι εσάς· γιατί δεν θέλω να μειώνεται η δική σας αρετή με το να κατηγορώ άλλους. Πες μου τι υπάρχει χειρότερο από τον τελώνη; Ήταν αλήθεια ότι και τελώνης ήταν και ένοχος μυρίων κακών· και όμως· και μόνο με το να πει ο Φαρισαίος ότι «ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης(:Σε ευχαριστώ, Θεέ μου, διότι δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους, που είναι άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και σαν αυτόν εκεί τον τελώνη. Ενώ δηλαδή όλοι οι άλλοι είναι ένοχοι και αξιοκατάκριτοι, εγώ είμαι ο μόνος ανένοχος. Σε ευχαριστώ, λοιπόν, διότι δεν βλέπω στον εαυτό μου τις τόσες κακίες που έχουν οι άλλοι)» [Λουκ.18,11], έχασε τα πάντα.
Εσύ λες για τον ιερέα ότι «δεν είμαι όπως αυτός ο ιερόσυλος» και δεν χάνεις τα πάντα; Αναγκάζομαι να τα λέγω αυτά και να εξετάζω αυτό το θέμα, όχι επειδή με ενδιαφέρει τόσο για εκείνους, αλλά επειδή φοβάμαι για σας, μην τυχόν χάσετε την αρετή σας με αυτήν την καύχηση, με την κατάκριση. Γιατί άκουε τον Παύλο που προτρέπει και λέγει: «Τὸ δὲ ἔργον ἑαυτοῦ δοκιμαζέτω ἕκαστος, καὶ τότε εἰς ἑαυτὸν μόνον τὸ καύχημα ἕξει καὶ οὐκ εἰς τὸν ἕτερον (:Για να μην καταντά λοιπόν κανείς σε τέτοιο απατηλό και ψεύτικο φρόνημα για τον εαυτό του, ας εξετάζει καλά ο καθένας τα έργα του αν είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, και τότε όταν τα βρει πράγματι θεάρεστα, θα έχει τον λόγο της καυχήσεώς του μόνο στον εαυτό του και όχι στις ελλείψεις του άλλου)»[Γαλ.6,4].
Πες μου, αν πας σε ιατρείο έχοντας τραύμα, δεν αφήνεις να σου βάλει φάρμακο και να θεραπεύσει την πληγή ο γιατρός, αλλά εξετάζεις αν αυτός έχει πληγή ή δεν έχει; Κι αν έχει, φροντίζεις για τη δική σου την πληγή; Ή επειδή εκείνος έχει πληγή, δεν θεραπεύεις τη δική σου και λες «έπρεπε αυτό, αφού είναι γιατρός, να είναι υγιής, επειδή όμως δεν είναι αυτός υγιής, ενώ είναι γιατρός, αφήνω και εγώ την πληγή μου αθεράπευτη»; Μήπως λοιπόν αν ο ιερέας είναι κακός, θα είναι αυτό παρηγοριά για τον αρχόμενο; Καθόλου, αλλά εκείνος βέβαια θα υποστεί την ορισμένη τιμωρία, θα υποστείς όμως και εσύ την οφειλόμενη και πρέπουσα· καθόσον ο δάσκαλος αναπληρώνει μόνο τη θέση. Γιατί λέγει: «Ἒστι γεγραμμένον ἐν τοῖς προφήταις· καὶ ἔσονται πάντες διδακτοὶ Θεοῦ. πᾶς ὁ ἀκούων παρὰ τοῦ πατρὸς καὶ μαθὼν ἔρχεται πρός με(:Κοντά μου έρχονται μόνο εκείνοι που ελκύονται από τον Πατέρα μου. Αυτό άλλωστε έχει προφητευθεί στην Αγία Γραφή. Είναι γραμμένο στα προφητικά βιβλία το εξής: “Όλοι όσοι θα ακολουθήσουν τον Μεσσία θα έχουν διδαχθεί από τον ίδιο τον Θεό”. Καθένας που ακούει την εσωτερική πρόσκληση του Πατρός μου και δέχεται τον φωτισμό ώστε να κατανοήσει αυτά που ο Πατέρας μου τον διδάσκει, έρχεται κοντά μου)» [Ιω.6,45, Ησ. 54,13 , Ιερ.31,34]. Για ποιο λόγο λοιπόν; λέγει, κάθεται μπροστά από όλους; Για ποιο λόγο προΐσταται; Ας μην κακολογούμε, παρακαλώ, τους δασκάλους, ούτε να τους εξετάζουμε σχολαστικά, για να μη βλάψουμε τους εαυτούς μας. Ας εξετάζουμε τα δικά μας κι ας μην πούμε κακό για κανέναν.
Ας σεβαστούμε εκείνη την ημέρα κατά την οποία μας φώτισε. Αν έχει κάποιος πατέρα, κι αν ακόμα αυτός έχει μύρια κακά, όλα τα καλύπτει. Γιατί λέγει «Μὴ δοξάζου ἐν ἀτιμίᾳ πατρός σου, οὐ γάρ ἐστί σοι δόξα πατρὸς ἀτιμία (:Μην επιδιώκεις να δοξαστείς με τη δυσφήμηση του πατρός σου· διότι δεν είναι δυνατόν η ανυποληψία του πατρός σου να είναι δική σου δόξα)»[Σοφ. Σειρ.3,10]. Κι αν του λείπει η σύνεση, συγχώρα τον. Αν λοιπόν για τους σαρκικούς μας πατέρες πρέπει να τα λέμε αυτά, πολύ περισσότερο για τους πνευματικούς. Σεβάσου το ότι καθημερινά σε υπηρετεί· σε οδηγεί στην ανάγνωση των Γραφών· για σένα στολίζει τον οίκο του Θεού· για σένα αγρυπνεί· για σένα προσεύχεται· για σένα στέκεται και παρακαλεί τον Θεό· για σένα κάνει ολονύκτιες παρακλήσεις· για σένα είναι σε αυτόν όλη η θρησκεία. Σεβάσου όλα αυτά· σκέψου αυτά· πλησίασε με κάθε ευλάβεια.
Πες μου, είναι φαύλος; Και τι με αυτό; Μήπως αυτός που δεν είναι φαύλος αυτός σου χαρίζει τα μεγάλα αγαθά; Καθόλου. Το παν γίνεται ανάλογα με τη δική σου πίστη. Ούτε ο δίκαιος θα σε ωφελήσει σε κάτι, εφόσον εσύ δεν είσαι πιστός, ούτε ο φαύλος θα σε βλάψει σε κάτι, εφόσον εσύ είσαι πιστός. Μέσω των βοδιών ενέργησε ο Θεός στην κιβωτό, όταν ήθελε να σώσει τον λαό. Μήπως δηλαδή η ζωή του ιερέα, μήπως η αρετή του συμβάλλει τόσο πολύ; Αυτά που χαρίζει ο Θεός δεν είναι τέτοια, ώστε να συντελούνται από την αρετή του ιερέα· το παν οφείλεται στη χάρη του Θεού· αυτού έργο είναι να ανοίξει μόνο το στόμα, το παν όμως ο Θεός το εργάζεται· αυτός γίνεται μόνο το σύμβολο.
Σκέψου πόση είναι η απόσταση του Ιωάννη και του Ιησού· άκουε τον Ιωάννη που λέγει: «Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναιι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; (:Εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από σένα τον αναμάρτητο, κι Εσύ έρχεσαι σε μένα για να δεχθείς το βάπτισμα;)» [Ματθ.3,14] και: «αὐτός ἐστιν ὁ ὀπίσω μου ἐρχόμενος, ὃς ἔμπροσθέν μου γέγονεν, οὗ ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἄξιος ἵνα λύσω αὐτοῦ τὸν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος(:Αυτός έρχεται και θα εμφανιστεί στη δημόσια δράση ύστερα από εμένα˙ αλλά είναι ασυγκρίτως λαμπρότερος και ενδοξότερος και υπήρχε πολύ πιο πριν από μένα ως προαιώνιος Λόγος του Θεού. Αυτόν έβλεπαν και προεκήρυτταν οι πατριάρχες και οι προφήτες. Μπροστά Του εγώ δεν είμαι άξιος ούτε ως ο τελευταίος δούλος να λύσω το λουρί από το υπόδημά Του)» [Ιω.1,27].
Αλλά όμως αν και ήταν τόσο μεγάλη η απόσταση, και Πνεύμα κατέβηκε, που δεν το είχε ο Ιωάννης. Γιατί λέγει: «Καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν, καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος (:Από τον ανεξάντλητο πλούτο της τελειότητας και των δωρεών Του πήραμε όλοι εμείς. Πήραμε τη μία χάρη πάνω στην άλλη. Μετά τη χάρη της αφέσεως των αμαρτιών μας λάβαμε και τη χάρη της υιοθεσίας και της μακαρίας ζωής. Και ολοένα δεχόμαστε νέα υπεράφθονη χάρη πάνω σε εκείνη που προηγουμένως λάβαμε)» [Ιω.1,16]. Αλλά όμως, προτού βαπτιστεί, δεν κατέβηκε το Πνεύμα· ούτε δηλαδή ο Ιωάννης έκανε αυτό να κατεβεί. Γιατί λοιπόν γίνεται αυτό; Για να μάθεις ότι ο ιερέας είναι απλώς σύμβολο. Κανένας από τους ανθρώπους δεν βρίσκεται σε τόσο μεγάλη απόσταση από άνθρωπο, όσο ο Ιωάννης από τον Ιησού· αλλά όμως το Πνεύμα κατήλθε σε αυτόν, για να μάθεις ότι το παν ο Θεός το εργάζεται, ότι το παν ο Θεός το κάνει.
Θέλω κάτι παράξενο να σας πω· μην απορήσετε, ούτε να ταραχτείτε. Ποιο είναι λοιπόν αυτό; Η προσφορά είναι η ίδια, είτε την προσφέρει ο τυχών, είτε ο Παύλος, είτε ο Πέτρος· είναι η ίδια εκείνη που ο Χριστός έδωσε στους μαθητές Του, και αυτήν την ίδια προσφέρουν οι σημερινοί ιερείς· αυτή δεν είναι καθόλου κατώτερη εκείνης, γιατί και αυτήν δεν την αγιάζουν άνθρωποι, αλλά εκείνος που αγίασε και εκείνην. Όπως ακριβώς τα λόγια που είπε ο Θεός είναι τα ίδια με αυτά που και σήμερα λέγει ο ιερέας, έτσι και η προσφορά είναι η ίδια, και το βάπτισμα που μας παρέδωσε. Έτσι το παν είναι της πίστεως. Χορηγήθηκε αμέσως το Πνεύμα στον Κορνήλιο, επειδή προηγουμένως πρόσφερε όσα εξαρτιόνταν από αυτόν και μαζί πρόσφερε και την πίστη του. Και αυτό λοιπόν σώμα είναι και εκείνο· αυτός που νομίζει ότι αυτό είναι κατώτερο από εκείνο, δεν γνωρίζει ότι ο Χριστός είναι και τώρα παρών και ότι και τώρα ενεργεί.
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά(καθόσον όλα αυτά δεν σας τα είπαμε άσκοπα, αλλά για να διορθώσουμε τη γνώμη σας και να σας κάνουμε πιο ασφαλείς στο εξής), φυλάξτε καλά αυτά που λέχτηκαν. Αν όμως πάντα ακούμε, ποτέ όμως δεν πράττουμε αυτά που ακούμε, δεν θα έχουμε κανένα όφελος από τα λεγόμενα. Ας προσέχουμε λοιπόν αυτά με ακρίβεια, ας προσέχουμε με επιμέλεια αυτά που λέχτηκαν· ας τα καταγράψουμε στο μυαλό μας, ας τα έχουμε παντού χαραγμένα στη συνείδησή μας, και ας δοξάζουμε διαρκώς τον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….
ΟΜΙΛΙΑ Γ΄ [υπομνηματισμός των εδαφίων Β΄Τιμ.1,13-18]
«Ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ’ ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ τῇ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ(:Ως υπόδειγμα και τύπο υγιούς διδασκαλίας, απαλλαγμένης από την αρρώστια της πλάνης, να κρατάς γερά τους λόγους που άκουσες από εμένα. Αυτοί οι λόγοι αναφέρονται στην πίστη και την αγάπη που αποκτούμε οι πιστοί όταν είμαστε ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό).Τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος ῾Αγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν(:Τον καλό και πολύτιμο θησαυρό της ευαγγελικής διδασκαλίας που σου εμπιστεύθηκε ο Θεός, φύλαξέ τον με την ενίσχυση και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, το Οποίο κατοικεί μέσα μας).Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ ῾Ερμογένης(:Μη μιμείσαι αυτούς που με εγκατέλειψαν. Γνωρίζεις ότι με εγκατέλειψαν και με αποστράφηκαν όλοι αυτοί που τώρα είναι στην Ασία, ανάμεσα στους οποίους είναι και ο Φύγελλος και ο Ερμογένης).Δῴη ἔλεος ὁ Κύριος τῷ ᾿Ονησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπαισχύνθη, (:Ο Κύριος να δώσει το έλεός Του στην οικογένεια του Ονησιφόρου, διότι πολλές φορές μου έδωσε αναψυχή και ανακούφιση και δεν ντράπηκε την αλυσίδα με την οποία είμαι δεμένος), ἀλλὰ γενόμενος ἐν Ῥώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· (:αλλά ήλθε ο ίδιος στη Ρώμη και με μεγάλο ενδιαφέρον και προθυμία με αναζήτησε και με βρήκε)δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν ᾿Εφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις (:ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός να του δώσει να βρει έλεος από τον Κύριο και Πατέρα την ημέρα εκείνη της Δευτέρας Παρουσίας. Αλλά και πόσο μας βοήθησε και μας υπηρέτησε στην Έφεσο, εσύ το ξέρεις καλύτερα)»[Β΄Τιμ.1,13-18].
Όχι μόνο με τα γράμματα ο Παύλος δείχνει στον μαθητή του τον Τιμόθεο αυτά που πρέπει να πράττει, αλλά ακόμα και με τα λόγια. Κι αυτό και αλλού σε πολλά σημεία το δήλωσε, λέγοντας: «῎Αρα οὖν, ἀδελφοί, στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι’ ἐπιστολῆς ἡμῶν(:Άρα λοιπόν, αδελφοί, σύμφωνα με όσα σας είπαμε, να μένετε αμετακίνητοι και να κρατάτε τις παραδόσεις που διδαχθήκατε είτε με τον προφορικό μας λόγο είτε με επιστολή μας)»[Β΄Θεσ.2,15], πολύ περισσότερο όμως εδώ. Μη λοιπόν νομίσουμε ότι η διδασκαλία τού παραδόθηκε ελλιπής· γιατί πολλά του τα παρέδωσε και άγραφα· και αυτά λοιπόν υπενθυμίζοντάς του έλεγε: «Ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ’ ἐμοῦ ἤκουσας(:Ως υπόδειγμα και τύπο υγιούς διδασκαλίας, απαλλαγμένης από την αρρώστια της πλάνης, να κρατάς γερά τους λόγους που άκουσες από εμένα)»[Β΄Τιμ.1,13].
Τι σημαίνει όμως αυτό που λέγει; «Όπως ακριβώς συμβαίνει με τους ζωγράφους, λέγει, «σου εντύπωσα την εικόνα της αρετής και όλων εκείνων που είναι αρεστά στον Θεό, βάζοντάς τα μέσα στην ψυχή σου σαν κάποιο κανόνα και αρχέτυπο και όρους. Αυτά λοιπόν φύλαγε· κι αν χρειαστεί να αποφασίσεις κάτι είτε περί πίστεως είτε περί αγάπης είτε περί σωφροσύνης, παίρνε από εκεί τα παραδείγματα· δεν θα σου χρειαστεί να αναζητήσεις εικόνα από άλλους· εκεί όλα βρίσκονται».
«Τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον(:Τον καλό και πολύτιμο θησαυρό της ευαγγελικής διδασκαλίας που σου εμπιστεύθηκε ο Θεός φύλαξέ τον)». Πώς; «Διὰ Πνεύματος ῾Αγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν(:Με την ενίσχυση και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, το οποίο κατοικεί μέσα μας)»[Β΄Τιμ.1,14]. Γιατί δεν είναι έργο ανθρώπινης ψυχής, ούτε δυνάμεως, ώστε να μπορέσει να φυλάξει τα τόσα που του εμπιστεύθηκε. Γιατί; Γιατί οι ληστές είναι πολλοί, το σκότος είναι βαθύ· ο διάβολος ακόμη στέκεται άγρυπνος και στήνει παγίδες. Δεν γνωρίζουμε ποια ώρα και ποιον καιρό επιτίθεται. «Πώς λοιπόν», αναρωτιέται ίσως κάποιος, «θα μπορέσουμε να επαρκέσουμε για τη φύλαξή της;».
Με τη βοήθεια του αγίου Πνεύματος, δηλαδή εάν έχουμε μέσα μας το Πνεύμα· αν δεν διώξουμε τη χάρη, θα μένει μέσα μας. Γιατί, «ἐὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες· ἐὰν μὴ Κύριος φυλάξῃ πόλιν, εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων(:εάν ο ίδιος ο Κύριος δεν οικοδομήσει και δεν ευδοκήσει στην ανοικοδόμηση ενός οίκου, ματαίως κοπίασαν όσοι τον οικοδομούσαν. Εάν ο ίδιος ο Κύριος δεν φυλάξει μία πόλη, ματαίως αγρύπνησαν οι φρουροί της)» [Ψαλμ.126,1]. Αυτό είναι για μας τείχος, Αυτό φρούριο, Αυτό καταφύγιο. Αν λοιπόν κατοικεί μέσα μας Αυτό και μας φυλάσσει, ποια ανάγκη υπάρχει εντολής; «Για να Το κατέχουμε», λέγει, «για να Το φυλάσσουμε και να μην Το διώχνουμε με τις φαύλες πράξεις μας».
Έπειτα αναφέρει τους πειρασμούς, όχι με σκοπό να καταβάλει τον μαθητή, αλλά να τον διεγείρει, ώστε, αν κάποτε και αυτός περιπέσει σε αυτούς, να μην ξαφνιαστεί, έχοντας στραμμένα τα μάτια του στον δάσκαλο και ενθυμούμενος όλα όσα συνέβησαν σε αυτόν.Τι λοιπόν λέγει; Επειδή ήταν φυσικό όταν τον συνέλαβαν να εγκαταλειφτεί και να μην απολαύσει καμία φιλανθρωπία, ούτε ενίσχυση ούτε βοήθεια, αλλά να προδοθεί και από αυτούς ακόμη τους πιστούς και φίλους, άκου τι λέγει: «Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ(:Μη μιμείσαι αυτούς που με εγκατέλειψαν. Γνωρίζεις ότι με εγκατέλειψαν και με αποστράφηκαν όλοι αυτοί που τώρα είναι στην Ασία)»[Β΄Τιμ.1,15]. Ήταν φυσικό να υπήρχαν τότε στη Ρώμη πολλοί από τα μέρη της Ασίας· «αλλά κανένας δεν μου παραστάθηκε», λέγει, «κανένας δεν με γνώρισε, όλοι αποξενώθηκαν».
Και πρόσεχε τη φιλόσοφη ψυχή του. Ανάφερε μόνο το γεγονός, δεν τους καταράστηκε· αλλά αυτόν που έπραξε αυτό και τον επαίνεσε και ευχήθηκε γι΄αυτόν μύρια αγαθά, όμως εκείνους δεν τους καταράστηκε, αλλά τι λέγει: «Ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ ῾Ερμογένης (:Ανάμεσα στους οποίους είναι και ο Φύγελλος και ο Ερμογένης). Δῴη ἔλεος ὁ Κύριος τῷ ᾿Ονησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπαισχύνθη, (:Ο Κύριος να δώσει το έλεός Του στην οικογένεια του Ονησιφόρου, διότι πολλές φορές μου έδωσε αναψυχή και ανακούφιση και δεν ντράπηκε την αλυσίδα με την οποία είμαι δεμένος), ἀλλὰ γενόμενος ἐν Ρώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· (:αλλά ήλθε ο ίδιος στη Ρώμη και με μεγάλο ενδιαφέρον και προθυμία με αναζήτησε και με βρήκε)», λέγει. Βλέπε πως παντού αναφέρει την ντροπή, όχι τον κίνδυνο, ώστε να μη φοβηθεί ο Τιμόθεος, αν και το πράγμα ήταν γεμάτο από κινδύνους· γιατί προσέκρουσε τότε στον Νέρωνα, επειδή σχετίστηκε με κάποιον του περιβάλλοντός του. «Αλλά όταν ήρθε στη Ρώμη», λέγει, «όχι μόνον δεν απέφυγε τη συνάντησή μου, αλλά και «με αναζήτησε και με βρήκε». «Δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν ᾿Εφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις (:Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός να του δώσει να βρει έλεος από τον Κύριο και Πατέρα την ημέρα εκείνη της Δευτέρας Παρουσίας. Αλλά και πόσο μας βοήθησε και μας υπηρέτησε στην Έφεσο, εσύ το ξέρεις καλύτερα)»[Β΄Τιμ.1,18].
Τέτοιοι πρέπει να είναι οι πιστοί· ούτε από φόβο να εμποδίζονται, ούτε από απειλή, ούτε από ντροπή, αλλά να βοηθιούνται μεταξύ τους, όπως στον πόλεμο συμπαρίστανται και βοηθούν ο ένας τον άλλο. Γιατί δεν προσφέρουν χάρη τόσο σε αυτούς που κινδυνεύουν, όσο στους εαυτούς τους, κάνοντας τους εαυτούς τους κοινωνούς στα στεφάνια που οφείλονται σε εκείνους, με το να τους συμπαρίστανται στις δυσκολίες τους. Για παράδειγμα: Περιήλθε κάποιος από τους αφιερωμένους στον Θεό σε θλίψη, υποφέροντας πολλά δεινά και αγωνιζόμενος με πολλή καρτερία. Εσύ δεν ελκύστηκες ακόμη σε αυτόν τον αγώνα· σου είναι δυνατόν αν θα ήθελες, και χωρίς να μπεις στο στάδιο να γίνεις μέτοχος στα στεφάνια που του επιφυλάσσονται, ερχόμενος κοντά του, παροτρύνοντάς τον, προτρέποντάς τον και ενισχύοντάς τον.
Και ότι αυτό έτσι έχει, άκουσε τι λέγει αλλού γράφοντας: «Πλὴν καλῶς ἐποιήσατε συγκοινωνήσαντές μου τῇ θλίψει(:Ενώ όμως γνωρίζω να υποφέρω τη στέρηση, εσείς κάνατε πράξη καλή και αξιέπαινη που μου συμπαρασταθήκατε και γίνατε συμμέτοχοι στη θλίψη μου)» [Φιλιπ.4,14] · και πάλι: «ὅτι καὶ ἐν Θεσσαλονίκῃ καὶ ἅπαξ καὶ δὶς εἰς τὴν χρείαν μοι ἐπέμψατε(: διότι ακόμη και στη Θεσσαλονίκη και μία και δύο φορές, μου στείλατε βοηθήματα για τις ανάγκες μου)»[Φιλιπ.4,16]. Και πώς οι απόντες συμμετείχαν στη θλίψη εκείνου που δεν ήταν παρών; Πώς; «Γιατί μου στείλατε», λέγει, «μία και δύο φορές βοήθεια στις ανάγκες μου». Και μιλώντας πάλι για τον Επαφρόδιτο λέγει: «Ὃτι διὰ τὸ ἔργον τοῦ Χριστοῦ μέχρι θανάτου ἤγγισε, παραβουλευσάμενος τῇ ψυχῇ, ἵνα ἀναπληρώσῃ τὸ ὑμῶν ὑστέρημα τῆς πρός με λειτουργίας(: Και είναι πράγματι ο Επαφρόδιτος άξιος τιμής, διότι για το έργο του Χριστού έφτασε κοντά στον θάνατο και εξέθεσε στον έσχατο κίνδυνο τη ζωή του , για να αναπληρώσει εκείνο που δεν μπορούσατε να κάνετε εσείς· διότι όταν εσείς δεν μπορούσατε να με υπηρετήσετε, σας αντιπροσώπευσε αυτός και έφερε εκ μέρους σας στη Ρώμη την δωρεά σας, η οποία ήταν θυσία ιερή προς τον Θεό)»[Φιλιπ.2,30].
Όπως ακριβώς δηλαδή στην περίπτωση των βασιλέων τιμώνται όχι μόνο όσοι πολεμούν, αλλά και εκείνοι που φυλάγουν τις στρατιωτικές αποσκευές, και όχι απλώς τιμώνται, αλλά πολλές φορές απόλαυσαν και τα ίδια δώρα, αν και βέβαια δεν μάτωσαν ούτε τα χέρια τους ούτε ζώστηκαν όπλα, αλλά ούτε είδαν καθόλου την εχθρική παράταξη, πολύ περισσότερο αυτό συμβαίνει σε αυτές τις θλίψεις. Γιατί αυτός που βοηθάει τον αθλητή που λιώνει από την πείνα, αυτός που προσφέρει όλη την άλλη υπηρεσία, τιμάται εξίσου με τον αθλητή.
Μη μου σκεφτείς σαν αθλητή τον Παύλο, τον ακαταμάχητο και ακαταγώνιστο, αλλά κάποιον άλλον από τους πολλούς, που δεν θα παρατασσόταν, δεν θα αγωνιζόταν αν δεν συνέβαινε να έχει μεγάλη παρηγοριά, μεγάλη παράκληση. Ώστε αυτοί που ήταν έξω από τον αγώνα και έγιναν αίτιοι της νίκης γι΄ αυτόν που μπήκε στους αγώνες, αυτοί θα μπορούσαν να γίνουν μέτοχοι των στεφάνων που επιφυλάσσονται για τη νίκη. Και τι το θαυμαστό εάν κάποιος αξιώνεται τα ίδια, συμμετέχοντας στους αγώνες με εκείνους που ακόμη ζουν και αγωνίζονται; Καθόσον βέβαια είναι δυνατό να επικοινωνείς και μετά τον θάνατό τους με αυτούς που απήλθαν που ήδη είναι πεθαμένοι, που είναι στεφανωμένοι και που δεν έχουν καμία ανάγκη· γιατί άκουε τον Παύλο που λέγει: «να συμμετέχουμε στις μνήμες των αγίων». «Και πώς», αναρωτιέται ίσως κάποιος, «μπορούμε να συμμετέχουμε;» Όταν θαυμάσεις τον άντρα, όταν κάνεις κάτι από αυτά για τα οποία εκείνος στεφανώθηκε, είναι φανερό ότι έλαβες μέρος μαζί με αυτόν στα αθλήματα και τα στεφάνια.
«Δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ (:Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός να του δώσει να βρει έλεος από τον Κύριο και Πατέρα την ημέρα εκείνη της δευτέρας παρουσίας)», λέγει[Β΄Τιμ.1,18]. «Με ελέησε», λέγει· λοιπόν θα έχει την ανταπόδοση κατά τη φοβερή εκείνη και φρικτή ημέρα, οπότε θα έχουμε ανάγκη από πολύ έλεος. «Είθε να αξιώσει», λέγει, «ο Κύριος σε αυτόν να βρει έλεος από τον Κύριο». Δύο Κύριοι υπάρχουν; Καθόλου, αλλά σε μας ένας Κύριος Ιησούς Χριστός υπάρχει και ένας Θεός. Εδώ εκείνοι που πάσχουν από την αρρώστια του Μαρκίωνα επιτίθενται εναντίον αυτού που λέχθηκε. Αλλά ας μάθουν ότι αυτό συνηθίζεται στη Γραφή, και σε πολλά σημεία είναι δυνατό να βρεις να χρησιμοποιεί αυτή τη συνήθεια η Γραφή, όπως όταν λέγει: «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου· κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου(:Είπε ο Κύριος και Θεός μου προς τον Κύριο και Θεό μου, προς τον Μεσσία: “Κάθισε στα δεξιά του θρόνου μου και εγώ θα θέσω όλους τους εχθρούς σου ως υποπόδιο των ποδών σου”)» [Ψαλμ.109,1]· και πάλι: «Εἶπα τῷ Κυρίῳ· Κύριός μου εἶ σύ, ὅτι τῶν ἀγαθῶν μου οὐ χρείαν ἔχεις(:Είπα μέσω της προσευχής προς Εσένα τον Κύριο· “Εσύ είσαι ο Κύριός μου και Εσύ ως ανενδεής, που είσαι, δεν έχεις ανάγκη από τα δικά μου υλικά αγαθά”)»[Ψαλμ. 15,2]· και αλλού: [Γέν.19,24: «Καὶ Κύριος ἔβρεξεν ἐπὶ Σόδομα καὶ Γόμοῤῥα θεῖον, καὶ πῦρ παρὰ Κυρίου ἐξ οὐρανοῦ(:Και τότε ο Κύριος έβρεξε επάνω στα Σόδομα και Γόμορρα θειάφι και έριξε από τον ουρανό φωτιά από τον Κύριο)»]. Αυτό εκφράζει πρόσωπα ομοούσια, χωρίς να διαιρεί τη φύση· αυτό το λέγει όχι για να σκεφτούμε δύο ουσίες που διαφέρουν μεταξύ τους, αλλά δύο πρόσωπα που είναι της ίδιας ουσίας το καθένα.
Πρόσεχε όμως και πώς είπε: «Είθε να δώσει σε αυτόν ο Κύριος». Ποιο είναι αυτό; Όχι άλλο, αλλά το έλεος. Επειδή αυτός βρήκε έλεος από τον Ονησιφόρο, εύχεται και αυτός να βρει το ίδιο από τον Θεό. Αν λοιπόν ο Ονησιφόρος που ρίχνει τον εαυτό του στους κινδύνους σώζεται από το έλεος, πολύ περισσότερο εμείς. Γιατί είναι φοβερές οι ευθύνες, φοβερές και έχουν ανάγκη από πολλή φιλανθρωπία, ώστε να μην ακούσουμε εκείνον τον φρικτό λόγο: «Ἀποχωρεῖτε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν (:Φύγετε μακριά μου εσείς που εργαζόσασταν την ανομία, διότι τα χαρίσματά μου τα χρησιμοποιήσατε όχι για τη δική μου δόξα, αλλά σύμφωνα με τα δικά σας θελήματα και τους εγωιστικούς σας σκοπούς)» [Ματθ.7,23]· ώστε να μην ακούσουμε πάλι εκείνο το φοβερό: «Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ(:Εσείς που από τα έργα σας γίνατε καταραμένοι, φύγετε μακριά από μένα στο πυρ το αιώνιο, που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους αγγέλους του)» [Ματθ.25,41]· ώστε να μην ακούσουμε: «Καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν(:Κι εκτός απ’ όλα αυτά υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σας μεγάλο χάσμα, ώστε πολλοί που θέλουν να διαβούν από εδώ σε σας να μην μπορούν, αλλά ούτε κι όσοι είναι από εκεί να μπορούν να περάσουν απέναντι σε μας)» [Λουκά 16,26]· ώστε να μην ακούσουμε εκείνο που είναι γεμάτο από φρίκη: «Ἄρατε αὐτὸν καὶ ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων(:Δέστε τα χέρια και τα πόδια του και πάρτε τον και ρίξτε τον έξω, στο πιο βαθύ σκοτάδι, που είναι μακριά από την Βασιλεία του Θεού. Εκεί οι άνθρωποι θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους)»[Ματθ.22,13]· ώστε να μην ακούσουμε εκείνο που είναι γεμάτο από πολύ φόβο: «Πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ!(:Κακέ και τεμπέλη δούλε!)»[Ματθ.25,26].
Πράγματι το δικαστήριο εκείνο είναι πολύ φρικτό και φοβερό, αν και ο Θεός είναι ήμερος, αν και είναι πράος. Γιατί ονομάζεται «πατὴρ τῶν οἰκτιρμῶν καὶ Θεὸς πάσης παρακλήσεως(:Πατέρας και πηγή ελέους και ευσπλαχνίας και Θεός που χορηγεί κάθε παρηγοριά)» [Β΄Κορ.1,3], και είναι αγαθός όσο κανείς αγαθός, και είναι χρηστός και επιεικής και πολυέλεος και δεν θέλει τον θάνατο του αμαρτωλού ώσπου να επιστρέψει και να ζήσει αυτός [Ιεζ.18,23: «Μὴ θελήσει θελήσω τὸν θάνατον τοῦ ἀνόμου, λέγει Κύριος, ὡς τὸ ἀποστρέψαι αὐτὸν ἐκ τῆς ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆν αὐτόν;(: Μήπως τάχα Εγώ θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού, λέγει ο Κύριος, όπως και όσο θέλω και επιθυμώ να απαρνηθεί αυτός τον αμαρτωλό τρόπο της ζωής, να επιστρέψει σε μετάνοια προς Εμένα, για να ζήσει επί μακρόν;)»].
Από πού λοιπόν, από πού είναι γεμάτη με τόση αγωνία εκείνη η ημέρα; Πύρινος ποταμός κυλάει μπροστά από το πρόσωπό του· βιβλία των πράξεών μας ανοίγονται· αυτή η ημέρα είναι σαν κλίβανος που καίει· άγγελοι περιτρέχουν και καμίνια πολλά τοποθετούνται. Πώς λοιπόν είναι φιλάνθρωπος; Πώς ελεήμονας; Πώς αγαθός; Φιλάνθρωπος βέβαια είναι και έτσι και μάλιστα από αυτά φαίνεται το μέγεθος της φιλανθρωπίας Του. Γιατί γι’ αυτό τόσο πολύ επισείει τον φόβο, για να διεγερθούμε κάποτε προς τον πόθο της βασιλείας του παρακινούμενοι έστω και από αυτά.
Πρόσεχε όμως, σε παρακαλώ, πως δεν αναφέρει απλώς τον Ονησίφορο, αλλά λέγει: «Πολλάκις με ἀνέψυξε(:Πολλές φορές μου έδωσε αναψυχή και ανακούφιση)».Σαν ακριβώς κάποιον αθλητή που πιέζεται από αδυναμία και από θλίψεις τον αναγέννησε, λέγει, και τον ξαναζωντάνεψε. «Καὶ ὅσα ἐν ᾿Εφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις (:Αλλά και πόσο μας βοήθησε και μας υπηρέτησε στην Έφεσο, εσύ το ξέρεις καλύτερα)».
«Όχι μόνο στην Έφεσο», λέγει, «αλλά και εδώ». Τέτοιος πρέπει να είναι αυτός που επαγρυπνά και βρίσκεται σε συνεχή επαγρύπνηση· δεν πρέπει να εργάζεται μία φορά, ούτε δεύτερη, ούτε τρίτη, αλλά σε όλη τη ζωή του. Γιατί, όπως ακριβώς το σώμα μας δεν διατηρείται στη ζωή δεχόμενο τροφή μία φορά, αλλά έχει ανάγκη από καθημερινή τροφή, έτσι και εδώ στην περίπτωση της ευσέβειας καθημερινά έχουμε ανάγκη από τη βοήθεια των έργων. Έχουμε ανάγκη από πολύ έλεος· άλλωστε για τα αμαρτήματά μας και ο φιλάνθρωπος Θεός κάνει όλα εκείνα, από τα οποία Αυτός δεν έχει καθόλου ανάγκη, αλλά όλα τα κάνει για μας. Γι’ αυτό όλα μας τα είπε και τα διηγήθηκε, και όχι μόνο μας τα διηγήθηκε, αλλά και με έργα τα επιβεβαιώνει.
Ήταν βέβαια αξιόπιστος μόνο και από τους λόγους, αλλά για να μη νομίσει κανείς ότι οι λόγοι Του είναι υπερβολικοί και απειλητικοί μόνο, προσθέτει και την επιβεβαίωση με τα έργα. Πώς; Στέλνοντας τις τιμωρίες κατ’ ιδίαν και ομαδικά. Και για να μάθεις από αυτά τα έργα πώς άλλοτε τιμώρησε τον Φαραώ, άλλοτε πάλι έστειλε τον κατακλυσμό των υδάτων προξενώντας εκείνη την καταστροφή, και άλλοτε πάλι προξένησε την καταστροφή εκείνη με φωτιά. Αλλά και τώρα βλέπουμε πολλούς από τους πονηρούς να τιμωρούνται και να πληρώνουν την ποινή τους, πράγματα που είναι υποδείγματα της γέενας.
Για να μην είμαστε λοιπόν βυθισμένοι στον ύπνο, ούτε να δείχνουμε αδιαφορία, ούτε και να ξεχνούμε τους λόγους του, μας τους υπενθυμίζει με τα έργα του και μας διεγείρει, δείχνοντας εδώ κριτήρια, δικαστήρια, ευθύνες. Έπειτα από τους ανθρώπους βέβαια καταβάλλεται τόση φροντίδα για το δίκαιο, ενώ από μέρους του Θεού που και νομοθέτησε αυτά έπρεπε να μη γίνεται κανένας λόγος γι’ αυτά; Μα πώς τότε θα ήταν δυνατό να γίνουν αυτά πιστευτά; Γιατί και στην οικία και στην αγορά και παντού είναι δυνατό να δει κανείς δικαστήρια. Στην οικία ο κύριος κάθε μέρα δικάζει τους δούλους και ζητεί λόγο για τα σφάλματά τους, και απ’ αυτά άλλα τα τιμωρεί, ενώ άλλα τα συγχωρεί. Στους αγρούς πάλι ο γεωργός και η γυναίκα δικάζονται καθημερινά· στα πλοία δικάζει ο κυβερνήτης· στα στρατόπεδα ο στρατηγός τους στρατιώτες· και πολλά θα μπορούσε κανείς να βρει δικαστήρια· στα επαγγέλματα ο δάσκαλος δικάζει τον μαθητή. Και κατ’ ιδίαν λοιπόν και δημόσια όλοι δικάζονται αναμεταξύ τους και πουθενά δεν μπορεί να δει κανείς να παραμελείται η δικαιοσύνη, αλλά όλοι παντού λογοδοτούν.
Έπειτα εδώ βέβαια η αναζήτηση της δικαιοσύνης είναι σπαρμένη και στην πόλη και στις οικίες και στον καθένα, ενώ εκεί, «ἓνθα δικαιοσύνης πλήρης ἡ δεξιά τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ δικαιοσύνη Αὐτοῦ ὡς ὄρη Θεοῦ(:όπου η δεξιά του Θεού είναι γεμάτη δικαιοσύνη και η δικαιοσύνη Του είναι σαν όρη του Θεού)» [Ψαλμ.35,7], εκεί έπρεπε να μη γίνεται κανένας λόγος για δικαιοσύνη; Και πώς ο Θεός ο κριτής και δίκαιος και ισχυρός και μακρόθυμος ανέχεται και δεν απαιτεί τις τιμωρίες; Εδώ βρίσκεται η αιτία· μακρόθυμος, λέγει, είναι· μακροθυμεί, προσελκύοντας εσένα σε μετάνοια· αν όμως επιμένεις, «κατὰ δὲ τὴν σκληρότητά σου καὶ ἀμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτῷ ὀργὴν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς καὶ ἀποκαλύψεως καὶ δικαιοκρισίας τοῦ Θεοῦ(:και σύμφωνα με τη σκληρότητά σου και την αμετανόητη καρδιά σου, που δεν συγκινείται από την τόση καλοσύνη του Θεού, μαζεύεις εναντίον του εαυτού σου θησαυρούς οργής, που θα εξαπολυθούν εναντίον σου την ημέρα που θα ξεσπάσει η θεία οργή και θα αποκαλυφτεί η δίκαιη κρίση του Θεού)» [Ρωμ.2,5].
Αν λοιπόν είναι δίκαιος, αποδίδει κατά την αξία και δεν παραβλέπει αυτούς που υποφέρουν χωρίς να τιμωρήσει· γιατί αυτό είναι γνώρισμα του δικαίου. Αν είναι ισχυρός, ανταποδίδει και μετά θάνατο και κατά την ανάσταση· γιατί αυτό είναι το γνώρισμα του ισχυρού. Αν δεν ανέχεται επειδή είναι μακρόθυμος, ας μην ταραχτούμε ούτε να λέμε: «Γιατί δεν τιμωρεί εδώ;». Γιατί, αν γινόταν αυτό, θα εξαφανιζόταν προ πολλού το ανθρώπινο γένος, εάν κάθε μέρα μας τιμωρούσε για τα αμαρτήματά μας. Γιατί δεν υπάρχει, δεν υπάρχει ημέρα καθαρή από αμαρτήματα, αλλά διαπράττουμε ή κάποιο μεγάλο ή κάποιο μικρό αμάρτημα. Ώστε δεν θα προλαβαίναμε να γίνουμε ούτε είκοσι ετών ο καθένας, αν δεν ήταν μεγάλη η μακροθυμία και η αγαθότητά Του, δίνοντάς μας μεγάλη προθεσμία για μετάνοια, ώστε να απαλλαγούμε από τις αμαρτίες μας.
Ο καθένας λοιπόν με ορθή συνείδηση, ελέγχοντας τις πράξεις του και στήνοντας στη μέση όλη τη ζωή του, ας εξετάζει αν δεν είναι άξιος για μύριες τιμωρίες και κολασμούς και όταν αγανακτεί και λέγει «Γιατί δεν τιμωρείται ο τάδε που διαπράττει άπειρα κακά;», ας σκέπτεται τα δικά του και θα σταματήσει η αγανάκτησή του. Γιατί εκείνα φαίνονται μεγάλα επειδή γίνονται σε μεγάλα και φανερά· αν εξετάσει όμως τα δικά του, ίσως τα βρει περισσότερα.
Γιατί το να αρπάζει κανείς και να είναι πλεονέκτης είναι όμοιο είτε γίνεται για το χρυσάφι, είτε για τον άργυρο· γιατί και τα δύο γεννιούνται από την ίδια διάνοια, κι αυτός που αφαιρεί το μικρό, δεν θα παραιτηθεί να αφαιρέσει και μεγάλο· αν όμως δεν συνέβηκε αυτό, έγινε αυτό όχι εξαιτίας εκείνου, αλλά από σύμπτωση. Ο φτωχός που αδικεί τον φτωχότερο, δεν θα παρέβλεπε να αδικήσει, αν βέβαια μπορούσε, και τον πλούσιο, και επομένως αυτό γίνεται από αδυναμία του και όχι από την αγαθή προαίρεσή του. «Ο τάδε», λέγει ίσως κάποιος, «άρχει και αρπάζει τα πράγματα των αρχομένων». Πες μου όμως εσύ δεν άρπαξες; Μη μου πεις ότι εκείνος αρπάζει τάλαντα χρυσού, ενώ εσύ δέκα οβολούς· γιατί και στην ελεημοσύνη οι άλλοι έβαλαν χρυσό, ενώ εκείνη δύο λεπτά, και δεν πρόσφερε τίποτε λιγότερο από εκείνους. Γιατί; Γιατί κρίνεται η προαίρεση και όχι το πόσο δίνεις.
Έπειτα σχετικά με την ελεημοσύνη έχεις την αξίωση έτσι να δικάζει ο Θεός, ώστε να μη σε θεωρήσει κατώτερο, εάν καταβάλλεις δύο λεπτά εξαιτίας της φτώχειάς σου, από εκείνους που κατέβαλαν μύρια τάλαντα χρυσού, για την πλεονεξία όμως να μη δικάζει έτσι; Και πώς θα μπορούσε αυτό να δικαιολογηθεί; Όπως εκείνη, ενώ κατέβαλε δύο λεπτά ως προς τη διάθεση δεν προσέφερε τίποτε λιγότερο, έτσι και εσύ αφαιρώντας δύο λεπτά δεν βρίσκεσαι σε καλύτερη θέση από εκείνους, αλλά αν πρέπει να πω και κάτι το άξιο θαυμασμού, είσαι περισσότερο πλεονέκτης από αυτούς. Όπως ακριβώς το ίδιο είναι μοιχός κάποιος, είτε μοιχεύσει τη γυναίκα του βασιλιά είτε τη γυναίκα του φτωχού, είτε τη γυναίκα του δούλου, γιατί το αμάρτημα κρίνεται όχι από τη διαφορά των προσώπων, αλλά από τη μοχθηρία της προαιρέσεως εκείνου που διέπραξε το τόλμημα. Έτσι λοιπόν και εδώ. Και μάλιστα εγώ θα έλεγα μοιχό πολύ περισσότερο αυτόν που μοιχεύει την τυχούσα, παρά εκείνον που μοιχεύει την ίδια τη βασίλισσα· γιατί εκεί ο πλούτος, η ωραιότητα και πολλά άλλα ήταν αυτά που τον παρέσυραν, ενώ εδώ τίποτε· ώστε αυτός θα ήταν περισσότερο μοιχός. Πάλι θα μπορούσα να ονομάσω μέθυσο περισσότερο εκείνον που χρησιμοποιεί το άνοστο κρασί· έτσι και πλεονέκτη θα μπορούσα να ονομάσω αυτόν που δεν περιφρονεί ούτε τα μικρά. Γιατί εκείνος που αρπάζει τα πολλά ίσως δείξει αδιαφορία για τα μικρά, ενώ αυτός που αφαιρεί τα μικρά, καθόλου δεν θα περιφρονήσει τα μεγάλα· ώστε αυτός είναι περισσότερο κλέφτης. Γιατί αυτός που δεν περιφρονεί τον άργυρο, πώς θα ήταν δυνατόν να περιφρονήσει το χρυσάφι;
Ώστε, όταν κατηγορούμε τους άρχοντες, ας σκεφτόμαστε τα δικά μας και θα βρούμε τους εαυτούς μας και κλέφτες και πλεονέκτες και πολύ περισσότερο από εκείνους, αν τα κρίνουμε αυτά όχι από την πράξη, αλλά από την προαίρεση, όπως βέβαια και είναι δίκαιο να κρίνουμε. Γιατί πες μου, αν οδηγηθούν στο δικαστήριο κάποιος που πήρε τα πράγματα του φτωχού και άλλος που πήρε τα πράγματα του πλουσίου, και οι δυο δεν θα υποστούν την ίδια τιμωρία; Τι λοιπόν; Ο φονιάς δεν είναι φονιάς το ίδιο είτε σκοτώσει ανάπηρο και φτωχό είτε πλούσιο και αρτιμελή; Όταν λοιπόν πούμε ότι «ο τάδε άρπαξε το χωράφι του τάδε», ας σκεφτούμε τα δικά μας, και έτσι ούτε τους άλλους θα κατακρίνουμε και τον Θεό θα θαυμάσουμε για τη μακροθυμία Του και δεν θα αγανακτήσουμε για το ότι η κρίση Του δεν έρχεται επάνω τους, αλλά και εμείς οι ίδιοι θα γίνουμε λιγότερο πρόθυμοι για την εκτέλεση του κακού. Γιατί όταν δούμε ότι και εμείς οι ίδιοι είμαστε υπόλογοι για τα ίδια, καθόλου δεν θα δυσανασχετήσουμε πλέον, αλλά θα απομακρυνθούμε από τα αμαρτήματά μας και θα επιτύχουμε τα μέλλοντα αγαθά με τη βοήθεια του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, στον Οποίο μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια : Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ii-ad-timotheum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Β΄προς Τιμόθεον επιστολή, ομιλίες Β΄και Γ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 23,σελίδες 480-500 και 501-519.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 14,16-24]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ ΓΑΜΩΝ[:Ματθ.22,1-14]
Αντιλήφθηκες και στην προηγούμενη παραβολή του υιού του νοικοκύρη εκείνου που, εκτός από τους απεσταλμένους δούλους του για τη συγκομιδή τω καρπών στο αμπέλι που τους εμπιστεύτηκε να καλλιεργούν, θανάτωσαν οι κακοί γεωργοί[βλ. Ματθ.21,33-46]και σε αυτήν εδώ την παραβολή του υιού και των απεσταλμένων δούλων, το ενδιάμεσο κεντρικό νόημα; Αντιλήφθηκες ότι υπάρχει βέβαια μεγάλη συγγένεια ανάμεσα στις δύο αυτές παραβολές, αλλά και πολύ μεγάλη διαφορά ταυτόχρονα; Καθόσον και αυτή δείχνει και του Θεού τη μεγάλη μακροθυμία και την πρόνοια, αλλά και την ιουδαϊκή αγνωμοσύνη.
Αυτή όμως η παραβολή, η παραβολή των βασιλικών γάμων, έχει και κάτι επιπλέον από την παραβολή των κακών γεωργών· διότι προλέγει βέβαια και την έκπτωση των Ιουδαίων ως περιούσιου λαού του Θεού και την κλήση των εθνικών, αλλά μαζί με αυτά δείχνει και την ορθότητα του βίου και πόση τιμωρία επιφυλάσσεται για εκείνους που θα επιδείξουν αδιαφορία. Και πολύ ορθά αυτή η παραβολή αναφέρεται μετά από εκείνη των κακών γεωργών· διότι, επειδή μετά από εκείνη την παραβολή τούς είπε ότι «ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς(: θα αφαιρεθεί από εσάς η βασιλεία και η ιδιαίτερη προστασία του Θεού, και θα δοθεί σε έθνος το οποίο θα παράγει τα αγαθά έργα, που είναι οι καρποί της βασιλείας αυτής)»[Ματθ.21,43], αποκαλύπτει λοιπόν εδώ και σε ποιο έθνος θα δοθεί.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά δείχνει και πάλι την απερίγραπτη πρόνοια του Θεού προς τους Ιουδαίους· διότι σε εκείνη μεν την παραβολή φαίνεται να τους καλεί πριν από την σταύρωση Του, ενώ σε αυτήν και μετά τη σφαγή Του φροντίζει να τους προσκαλεί κοντά Του. Και τότε που έπρεπε αυτοί να υποστούν την πιο φοβερή τιμωρία, ακριβώς τότε και στους γάμους τούς προσκαλεί και τους τιμά με την ανωτάτη τιμή. Και πρόσεχε ότι και στην παραβολή των κακών γεωργών δεν προσκαλεί πρώτα τους εθνικούς, αλλά τους Ιουδαίους για να Του αποδώσουν τους καρπούς του αμπελώνα και να τους ανταμείψει, το ίδιο επίσης κάνει και εδώ με την πρόσκληση στους βασιλικούς γάμους πρώτα σε αυτούς. Αλλά όπως ακριβώς εκεί τότε έδωσε τον αμπελώνα στους άλλους, όταν δεν θέλησαν να Τον δεχθούν αλλά και Τον σφαγίασαν όταν ήλθε, έτσι και εδώ, τότε κάλεσε άλλους στους γάμους, όταν δεν θέλησαν αυτοί να έλθουν. Τι λοιπόν θα μπορούσε να θεωρηθεί μεγαλύτερο από αυτήν την αχαριστία τους, από τη στιγμή που αποσκιρτούν την ώρα που προσκαλούνται στους γάμους; Διότι ποιος δεν θα προτιμούσε να έλθει σε γάμους βασιλέως και μάλιστα σε γάμους του υιού του βασιλέως;
«Και γιατί», θα πει κάποιος, «ονομάστηκε το γεγονός αυτό ‘’γάμος’’»; Για να γνωρίσεις τη φροντίδα του Θεού, τη μεγάλη αγάπη Του προς εμάς, το χαρμόσυνο του γεγονότος, διότι τίποτε το λυπηρό δεν υπάρχει εκεί ούτε δυσάρεστο, αλλά όλα είναι γεμάτα από πνευματική χαρά. Για τον λόγο αυτό και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής τον Κύριο Τον ονομάζει «νυμφίον»[Ιω.3,29: «Ὁ ἔχων τὴν νύμφην νυμφίος ἐστίν· ὁ δὲ φίλος τοῦ νυμφίου, ὁ ἑστηκὼς καὶ ἀκούων αὐτοῦ, χαρᾷ χαίρει διὰ τὴν φωνὴν τοῦ νυμφίου. αὕτη οὖν ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ πεπλήρωται(:Μην παραξενεύεστε εάν όλοι πηγαίνουν σε Αυτόν και Τον ακολουθούν. Γαμπρός είναι Εκείνος που τον ακολουθεί η νύφη και πηγαίνει κοντά Του ως δική Του. Και ο φίλος του γαμπρού, ο παράνυμφος και κουμπάρος που μεσίτευσε για το γάμο αυτό και στέκεται κοντά Του στο γάμο και Τον ακούει, χαίρεται υπερβολικά να ακούει τη φωνή του γαμπρού να εκδηλώνει την αγάπη του προς τη νύφη και την ευχαρίστησή του για το γάμο του με αυτήν. Χαίρομαι λοιπόν και εγώ ως φίλος του ουρανίου νυμφίου, στον οποίο πηγαίνουν τώρα όλοι όσοι μετά από λίγο θα αποτελέσουν τη νύφη Του, την Εκκλησία. Αυτή είναι η δική μου χαρά και την αισθάνομαι πλήρη και τέλεια· διότι πέτυχε ο πνευματικός αυτός γάμος, στον οποίο μεσίτευσα)»].
Για τον ίδιο λόγο αυτό επίσης και ο Παύλος λέγει: «Ἡρμοσάμην γὰρ ὑμᾶς ἑνὶ ἀνδρί, παρθένον ἁγνὴν παραστῆσαι τῷ Χριστῷ(:Σας έχω ενώσει με δεσμούς αρραβώνα προς ένα άνδρα, δηλαδή τον Χριστό, για να παρουσιάσω τον καθένα σας ως παρθένο αγνή σε Αυτόν· δηλαδή να παρουσιάσω τις ψυχές σας αγνές και καθαρές από κάθε πλάνη και αμαρτία, ενωμένες με την πίστη και την αγάπη σε μία πνευματική νύμφη, οποίας νυμφίος είναι ο Χριστός)»[: Β΄Κορ.11,2]· και αλλού πάλι λέγει: «Τὸ μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστίν, ἐγὼ δὲ λέγω εἰς Χριστὸν καὶ εἰς τὴν ἐκκλησίαν(: Και η αλήθεια αυτή για την Εκκλησία είναι ένα μυστήριο μεγάλης σημασίας, το οποίο, ενώ ήταν άγνωστο μέχρι τώρα μας αποκαλύφθηκε από τον Θεό. Και το μεγάλο αυτό μυστήριο αναφέρεται στην πνευματική ένωση του Χριστού και της Εκκλησίας. Ό,τι δηλαδή είπε ο Θεός στην αρχή της δημιουργίας για τον άνδρα και τη γυναίκα, το ίδιο εκπληρώθηκε και πραγματοποιήθηκε με τη μυστική ένωση του Χριστού και της Εκκλησίας)»[Εφ.5,32]. Γιατί λοιπόν η νύμφη-Εκκλησία δεν αρραβωνίζεται με τον Πατέρα, αλλά με τον Υιό; Διότι η νύμφη που αρραβωνιάζεται με τον Υιό, συνδέεται και με τον Πατέρα. Καθόσον η Γραφή αναφέρει αυτό ή εκείνο χωρίς καμία διάκριση, διότι ο Υιός είναι ομοούσιος του Πατέρα.
Με αυτήν επίσης την παραβολή προείπε και την ανάσταση. Επειδή δηλαδή προηγουμένως μίλησε για τον θάνατό Του, δείχνει τώρα ότι και μετά τον θάνατο, τότε θα γίνουν οι γάμοι, τότε θα έλθει ο νυμφίος. Αλλά όμως ούτε και έτσι γίνονται οι Ιουδαίοι καλύτεροι, ούτε ημερότεροι· τι θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερο από αυτό; Και αυτό είναι η τρίτη κατηγορία. Η πρώτη είναι ότι φόνευσαν τους προφήτες· η δεύτερη ότι φόνευσαν και τον Υιό· στη συνέχεια, αν και φόνευσαν τον Υιό, και καλούνται στους γάμους του φονευθέντος Υιού από τον ίδιο τον φονευθέντα, δεν προσέρχονται, αλλά προβάλλουν δικαιολογίες, «ζεύγη βοδιών», «αγρούς» και «γυναίκες»[Λουκ.14,18-20:«Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν»]. Μολονότι βέβαια οι προφάσεις δείχνουν ευλογοφανείς, όμως από εδώ διδασκόμαστε ότι και αν ακόμη είναι αναγκαίες οι βιοτικές ενασχολήσεις μας, πρέπει από καθετί άλλο να προηγείται η εκτέλεση των πνευματικών καθηκόντων μας.
Και η πρόσκληση δεν γίνεται την τελευταία στιγμή, αλλά έχει γίνει πριν από πολύ χρόνο· διότι λέγει: «Εἴπατε τοῖς κεκλημένοις(:Πείτε σε αυτούς που έχουν προσκληθεί)»[Ματθ.22,4]· και πάλι: «καλέσαι τοὺς κεκλημένους(:να καλέσουν αυτούς που έχουν προσκληθεί)»[Ματθ.22,3], πράγμα που έκανε μεγαλύτερη την κατηγορία. Και πότε καλέστηκαν; Αρχικά με όλους τους προφήτες και έπειτα με τον Ιωάννη τον Πρόδρομο· διότι προς τον Χριστό τούς παρέπεμπε όλους, λέγοντας: «Ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι(:Σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, που με απέστειλε, Εκείνος πρέπει να αυξάνει σε επιρροή και δόξα, κι εγώ να μικραίνω· για να μην ακολουθούν πλέον εμένα οι άνθρωποι, αλλά Εκείνον)» [Ιω.3,30]. Αλλά και με τον ίδιο τον Υιό Του έχουν προσκληθεί· διότι λέγει: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς(:Ελάτε κοντά μου όλοι όσοι μοχθείτε και κοπιάζετε και είστε φορτωμένοι από το βάρος των αμαρτιών και των θλίψεων και των πλανών και εγώ θα σας αναπαύσω και θα σας ξεκουράσω)»[Ματθ.11,28]·και πάλι: «Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω(:Εάν κάποιος διψά, ας έλθει προς εμένα και ας πιει)»[Ιω.7,37].
Και δεν τους καλούσε μόνο με λόγια, αλλά και με έργα και μετά την Ανάληψη μέσω του Πέτρου και των συνεργατών του: «Ὁ γὰρ ἐνεργήσας Πέτρῳ(:διότι αυτός που ενήργησε στον Πέτρο)», λέγει, «εἰς ἀποστολὴν τῆς περιτομῆς ἐνήργησε καὶ ἐμοὶ εἰς τὰ ἔθνη(:ώστε να γίνει απόστολος των περιτμημένων, ενήργησε και εμένα, ώστε να γίνω απόστολος στα έθνη)»[Γαλ.2,8]· διότι επειδή οργίσθηκαν μόλις είδαν τον Υιό και Τον φόνευσαν, στη συνέχεια τούς προσκαλεί δια των δούλων. Και για ποιο πράγμα τους καλεί; Για μόχθους και κόπους και ιδρώτες; Όχι, αλλά για απόλαυση· διότι λέγει: «Ἰδοὺ τὸ ἄριστόν μου ἡτοίμασα, οἱ ταῦροί μου καὶ τὰ σιτιστὰ τεθυμένα, καὶ πάντα ἕτοιμα· δεῦτε εἰς τοὺς γάμους(:Οι ταύροι μου και τα καλοθρεμμένα θρεφτάρια έχουν σφαγεί)»[Ματθ.22,4]. Πρόσεχε πόσο πολύ πλούσιο είναι το συμπόσιο, πόσο μεγάλη η τιμή που τους γίνεται. Και όμως ούτε και έτσι φιλοτιμήθηκαν, αλλά όσο μεγαλύτερη μακροθυμία έδειχνε, τόσο μεγάλωνε η σκληρότητά τους. Και δεν ήλθαν όχι επειδή ήταν απασχολημένοι, αλλά από αδιαφορία.
Πώς λοιπόν άλλοι μεν προβάλλουν ως δικαιολογία γάμους και άλλοι ζεύγη βοδιών; Ασφαλώς αυτά είναι βιοτική απασχόληση. Δεν είναι καθόλου απασχόληση· διότι όταν υπάρχει πρόσκληση για πνευματικά πράγματα, δεν είναι αναγκαία καμία άλλη απασχόληση. Έχω την εντύπωση ότι χρησιμοποίησαν αυτές τις προφάσεις για να τις προβάλουν ως προκαλύμματα της αδιαφορίας τους. Και δεν είναι μόνο αυτό το φοβερό, το ότι δεν ήλθαν δηλαδή, αλλά το πιο φοβερό και το μεγαλύτερο δείγμα της παραφροσύνης τους είναι το ότι έδειραν χωρίς κανένα οίκτο αυτούς που ήλθαν, τους κακοποίησαν και τους φόνευσαν· αυτό ήταν χειρότερο από το προηγούμενο· διότι εκείνοι μεν [:οι υπηρέτες του γαιοκτήμονα που θανάτωσαν οι κακοί γεωργοί στην προηγούμενη παραβολή] ήλθαν για να ζητήσουν τη σοδειά και τους καρπούς και σφαγιάστηκαν, ενώ αυτοί καλώντας αυτούς στους γάμους αυτού που σφαγιάστηκε μέσω της σταυρικής Του θυσίας από αυτούς, φονεύονται και αυτοί. Τι μπορεί να εξισωθεί με αυτή τη μανία; Γι’ αυτό το πράγμα κατηγορώντας τους ο Παύλος, έλεγε: «Τῶν καὶ τὸν Κύριον ἀποκτεινάντων Ἰησοῦν καὶ τοὺς ἰδίους προφήτας, καὶ ἡμᾶς ἐκδιωξάντων(:Αυτοί οι οποίοι και τον Κύριο φόνευσαν και τους ίδιους τους προφήτες και κατεδίωξαν κι εμάς σκληρά)»[Α΄Θεσ.2,15].
Έπειτα για να μη λένε ότι «είναι αντίθεος και για τούτο δεν προσερχόμαστε», άκουσε τι λένε αυτοί που τους προσκαλούν: «Ο Πατήρ είναι αυτός που κάνει τους γάμους και ο Ίδιος τους προσκαλεί». Τι ακολουθεί στη συνέχεια μετά από την άρνηση αυτή των Ιουδαίων; Επειδή δεν θέλησαν να έλθουν, αλλά και φόνευσαν αυτούς που ήλθαν να τους καλέσουν, κατακαίει τις πόλεις τους, και αφού απέστειλε στρατό, τους εξολόθρευσε. Και αυτά τα λέγει, προλέγοντας τα όσα συνέβησαν επί Βεσπασιανού και επί Τίτου[:οι καταστροφές της Ιερουσαλήμ έγιναν η πρώτη το 71 μ. Χ. και η δεύτερη το 134 μ. Χ.], και ότι και τον Πατέρα εξόργισαν, επειδή δεν πίστεψαν σε Αυτόν· διότι Αυτός είναι εκείνος που επέτρεψε την καταστροφή τους. Για τον λόγο αυτόν και η άλωση της Ιερουσαλήμ δεν έγινε αμέσως μετά την σταύρωση του Χριστού, αλλά μετά σαράντα χρόνια, για να δείξει την μακροθυμία Του· η καταστροφή έγινε αφού φόνευσαν τον Στέφανο, αφού φόνευσαν τον Ιάκωβο, αφού κακοποίησαν τους αποστόλους. Είδες πραγματοποίηση προφητειών και ταχύτητα πραγματοποιήσεως αυτών; Διότι αυτά συνέβησαν ενώ ζούσε ακόμη ο Ιωάννης ο ευαγγελιστής και πολλοί άλλοι από αυτούς που συναναστράφηκαν τον Χριστό και ήσαν μάρτυρες των όσων συνέβησαν αυτοί που τα άκουσαν αυτά.
Πρόσεχε λοιπόν απερίγραπτη κηδεμονία. Φύτεψε αμπελώνα και όλα τα έκανε και τα τακτοποίησε· και μολονότι φονεύθηκαν οι δούλοι, έστειλε άλλους δούλους· και όταν και εκείνοι σφαγιάστηκαν, έστειλε τον Υιό Του· και όταν και Εκείνος φονεύτηκε επάνω στον Σταυρό, τους καλεί και πάλι στους γάμους· αλλά δεν θέλησαν να έλθουν. Στη συνέχεια αποστέλλει άλλους δούλους· αυτοί όμως και αυτούς τους φόνευσαν. Τότε λοιπόν πια τους καταστρέφει, επειδή ήταν αθεράπευτη η ασθένειά τους. Το ότι βέβαια ήταν αθεράπευτη η ασθένειά τους, το απέδειξαν όχι μόνο τα όσα συνέβησαν, αλλά και το ότι, αν και πίστευαν και οι πόρνες ακόμη και οι τελώνες, αυτοί διέπραξαν όλα αυτά. Ώστε κατακρίνονται όχι μόνο από όσα διέπραξαν οι ίδιοι, αλλά και από όσα κατόρθωσαν οι άλλοι.
Εάν όμως κάποιος ήθελε να πει ότι δεν κλήθηκαν τότε οι εθνικοί, όταν δηλαδή μαστιγώθηκαν οι απόστολοι και έπαθαν τόσα πολλά, αλλά αμέσως μετά την ανάσταση( διότι τότε λέγει σε αυτούς: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη(:πηγαίνετε και κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη)»[Ματθ.28,19]),θα μπορούσαμε να του πούμε, ότι και πριν από τη σταύρωσή Του και μετά από αυτήν με αυτούς εξαρχής είχε συνδιαλλαγές. Καθόσον πριν από την σταύρωσή Του λέγει προς αυτούς: «Πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ(:Πηγαίνετε προς τα πρόβατα τα χαμένα που κατάγονται από το γένος του Ισραήλ)»[Ματθ.10,6]· και μετά από τον σταυρό δεν τους εμπόδισε, αλλά έδωσε εντολή προς αυτούς να κηρύσσουν το ευαγγέλιο.
Μολονότι βέβαια είπε, «κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη», όταν όμως επρόκειτο να ανεβεί στον ουρανό, είπε σε εκείνους να κηρύξουν πρώτα. Διότι λέγει: «Λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς(:Θα λάβετε όμως ενίσχυση και δύναμη, όταν θα έλθει το άγιο Πνεύμα σε εσάς, και θα γίνετε μάρτυρές μου και στην Ιερουσαλήμ και σε όλη την Ιουδαία και μέχρι το τελευταίο και το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης)»[Πράξ. 1,8].Και ο Παύλος πάλι: «Ὁ γὰρ ἐνεργήσας Πέτρῳ εἰς ἀποστολὴν τῆς περιτομῆς ἐνήργησε καὶ ἐμοὶ εἰς τὰ ἔθνη(: Διότι ο ίδιος Κύριος που ενήργησε στον Πέτρο, στέλνοντάς τον σε αποστολή γι’ αυτούς που έχουν την περιτομή, ενήργησε και σε εμένα στέλνοντάς με στους εθνικούς)»[Γαλ. 2,8].Για τούτο και οι απόστολοι αρχικά μετέβησαν προς τους Ιουδαίους και αφού διέμειναν επί πολύ χρόνο στην Ιερουσαλήμ, στη συνέχεια, αφού εκδιώχθηκαν από αυτούς, τότε διασκορπίσθηκαν στα έθνη.
Εσύ λοιπόν πρόσεχε και στην περίπτωση αυτή την φιλοτιμία του Κυρίου: «Ὃσους ἐὰν εὕρητε(:Όσους θα βρείτε)», λέγει, «καλέσατε εἰς τοὺς γάμους(:καλέστε τους στους γάμους)»· διότι πριν από αυτό που προανέφερα, κήρυτταν και προς τους Ιουδαίους και προς τους εθνικούς, και περνούσαν τον περισσότερο χρόνο τους διαμένοντας στην Ιουδαία, επειδή όμως επέμεναν οι Ιουδαίοι να τους επιβουλεύονται, άκουσε τον Παύλο που ερμηνεύει αυτή την παραβολή και λέγει τα εξής: «Ὑμῖν ἦν ἀναγκαῖον πρῶτον λαληθῆναι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. ἐπειδὴ δὲ ἀπωθεῖσθε αὐτὸν καὶ οὐκ ἀξίους κρίνετε ἑαυτοὺς τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἰδοὺ στρεφόμεθα εἰς τὰ ἔθνη(:Σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, ο οποίος κάλεσε στη σωτηρία τον Ισραήλ πριν από όλους τους άλλους λαούς, ήταν αναγκαίο και επιβεβλημένο να κηρυχθεί ο λόγος του Θεού πρώτα σε σας τους Ιουδαίους. Αφού όμως τον αποδιώχνετε και δεν τον δέχεστε και αφού εσείς οι ίδιοι βγάζετε για τους εαυτούς σας την απόφαση ότι δεν είστε άξιοι της αιώνιας ζωής, ιδού στρεφόμαστε πλέον στους εθνικούς)»[Πράξ.13,46].
Για τον λόγο αυτό λέγει και ο Δεσπότης: «Ο μεν γάμος είναι έτοιμος, οι καλεσμένοι όμως δεν ήσαν άξιοι ». Βέβαια αυτό το γνώριζε και πριν να συμβεί, αλλά όμως για να μην τους αφήσει καμία πρόφαση αναίσχυντης αντιλογίας, μολονότι τα γνώριζε, προς αυτούς πρώτα και ο ίδιος ήλθε, και άλλους απέστειλε στη συνέχεια και αποστομώνοντας έτσι εκείνους και διδάσκοντάς μας να κάνουμε ό,τι εξαρτάται από μας, και αν ακόμη πρόκειται κανείς να μην κερδίσει τίποτε από αυτό.
Επειδή λοιπόν δεν ήσαν άξιοι, «Πηγαίνετε», λέγει, «όπου βγάζουν οι δρόμοι και καλέστε όσους θα βρείτε» και αυτούς που θα βρίσκονται εκεί κατά τύχη και τους περιφρονημένους. Επειδή δηλαδή συνεχώς έλεγε ότι «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ(:οι τελώνες και οι πόρνες, οι οποίες στην αρχή έδειξαν απείθεια στον νόμο του Θεού, πηγαίνουν πριν από σας τους Φαρισαίους και γραμματείς στην Βασιλεία του Θεού. Διότι εσείς με λόγια μόνο δείξατε υπακοή στον Θεό, στην πραγματικότητα όμως υπήρξατε απειθείς και άπιστοι)» [Ματθ.21,31] και «Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ ἔσχατοι πρῶτοι(:Οι πρώτοι θα γίνουν τελευταίοι και οι τελευταίοι πρώτοι)»[Ματθ.19,30] αποδεικνύει ότι αυτά δικαίως γίνονται, πράγμα που κατεξοχήν ενοχλούσε τους Ιουδαίους και τους πείραζε πολύ φοβερότερα αυτό και από την κατακρήμνιση του ναού, το να βλέπουν δηλαδή να εισάγονται οι εθνικοί και μάλιστα πολύ περισσότερο στη θέση εκείνη που ανήκε σε αυτούς.
Στη συνέχεια για να μην επαναπαυθούν και αυτοί απλώς και μόνο στην πίστη, τους ομιλεί και περί της κρίσεως για τις πονηρές πράξεις, των μεν απίστων για το ότι δεν προσήλθαν ακόμη στην πίστη, των δε πιστών για την ανάλογη φροντίδα που έδειξαν στη ζωή τους· διότι στην περίπτωση αυτή «ένδυμα» είναι ο τρόπος ζωής και οι πράξεις. Και βέβαια η κλήση είναι έργο της χάριτος. Γιατί όμως ομιλεί με τόση ακρίβεια; Για το ότι η μεν κλήση και η κάθαρση είναι έργο της χάριτος, το να παραμείνει όμως κανείς από αυτούς που κλήθηκαν και ενδύθηκαν καθαρά ενδύματα με τέτοια ενδύματα, οφείλεται στη φροντίδα αυτών που εκλήθησαν. Η κλήση δεν έγινε εξαιτίας της αξίας τους, αλλά κατά θεία χάρη. Έπρεπε λοιπόν η χάρις να αμείψει αυτόν που υπάκουσε και να μη δείξει ο τιμημένος τόση κακία μετά την τιμή που του έγινε.
«Αλλά», θα πει κάποιος, «δεν απήλαυσα αυτά που απήλαυσαν οι Ιουδαίοι». Και όμως απήλαυσες πολύ περισσότερα αγαθά. Διότι αυτά που ετοιμάζονταν για εκείνους, αυτά τα έλαβες εσύ. Για τον λόγο αυτό και ο Παύλος λέγει: «Τὰ δὲ ἔθνη ὑπὲρ ἐλέους δοξάσαι τὸν Θεόν, καθὼς γέγραπται· διὰ τοῦτο ἐξομολογήσομαί σοι ἐν ἔθνεσι, Κύριε, καὶ τῷ ὀνόματί σου ψαλῶ(:και συγχρόνως και οι εθνικοί, που συμμετέχουν στη σωτηρία αυτή, να δοξάσουν τον Θεό για το έλεος που έδειξε σε αυτούς σύμφωνα με εκείνο που είναι γραμμένο στους ψαλμούς, όπου ο Χριστός λέει στον Πατέρα Του: ‘’Γι αυτό θα Σε δοξάσω ανάμεσα στα έθνη και θα ψάλω ύμνο στο όνομά Σου’’)»[Ρωμ.15,9]· διότι αυτά που προετοιμάζονταν για εκείνους σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, αυτά εσύ τα έλαβες σε μία στιγμή χωρίς να είσαι άξιος. Για τον λόγο αυτό και αναμένει μεγάλη τιμωρία εκείνους που θα δείξουν αδιαφορία. Καθόσον, όπως ακριβώς εκείνοι τον προσέβαλαν που δεν προσήλθαν, έτσι και εσύ Τον προσβάλλεις με το να καθίσεις στην τράπεζα με τέτοιο διεφθαρμένο βίο. Διότι αυτό σημαίνει η είσοδος με ρυπαρά ενδύματα το να φύγει δηλαδή κανείς από αυτήν τη ζωή με βίο ακάθαρτο και ακριβώς για τον λόγο αυτό και «αυτός που δεν φορούσε ένδυμα γάμου» σιωπούσε, όντας αναπολόγητος.
Βλέπεις πως αν και είναι τόσο ολοφάνερο το πράγμα, δεν τιμωρεί από την αρχή, προτού ο ίδιος ο αμαρτωλός γίνει αίτιος της καταδίκης του; Διότι, με το να μην έχει να πει τίποτε, κατέκρινε τον εαυτό του και έτσι οδηγείται προς τις απερίγραπτες τιμωρίες. Μη νομίσεις όμως ακούγοντας τη φράση «σκότος το πυκνότατο» ότι αυτός τιμωρείται κατ’ αυτόν τον τρόπο, οδηγούμενος δηλαδή απλώς και μόνο οδηγούμενος σε σκοτεινό μέρος, αλλά οδηγείται εκεί όπου είναι το κλάμα και ο τριγμός των δοντιών. Αυτό λοιπόν το λέγει για να δείξει τα ανυπόφορα βάσανα.
Ακούστε όσοι απολαύσατε των μυστηρίων και περιβάλλετε την ψυχή σας με ρυπαρές πράξεις, αν και προσήλθατε στους γάμους. Ακούσατε από πού προσκληθήκατε. Από τα σταυροδρόμια. Τι ήσαστε προηγουμένως; Χωλοί και ψυχικά ανάπηροι, πράγμα που είναι κατά πολύ χειρότερο από τον ακρωτηριασμό του σώματος. Σεβασθείτε την φιλανθρωπία Αυτού που σας κάλεσε και κανείς ας μη συνεχίσει να μένει με ρυπαρά ενδύματα, αλλά ο καθένας ας φροντίζει για την στολή της ψυχής του. Ακούστε, γυναίκες· ακούστε, άνδρες. Δεν χρειαζόμαστε αυτά τα χρυσοΰφαντα ενδύματα, που μας στολίζουν εξωτερικά, αλλά εκείνα που μας στολίζουν εσωτερικά. Ενόσο θα έχουμε αυτά, είναι δύσκολο να ενδυθούμε εκείνα. Δεν είναι δυνατόν να καλλωπίζουμε συγχρόνως και την ψυχή και το σώμα. Δεν είναι δυνατό και στον μαμωνά να δουλεύεις και στον Χριστό να υπακούς όπως πρέπει.
Ας εκδιώξουμε λοιπόν από πάνω μας αυτή τη φοβερή τυραννίδα· διότι ούτε θα το ανεχόσουν με ευχαρίστηση εάν κάποιος την μεν οικία του την στόλιζε κοσμώντας την με χρυσά παραπετάσματα, εσένα όμως σε προσκαλούσε να καθίσεις στο τραπέζι του κουρελιάρη και γυμνό. Αλλά να, τώρα εσύ το κάνεις αυτό στον εαυτό σου την μεν οικία της ψυχής σου, δηλαδή το σώμα, το καλλωπίζεις με άπειρα παραπετάσματα, την δε ψυχή σου την αφήνεις να κάθεται μέσα σε αυτό με κουρέλια. Δεν γνωρίζεις ότι ο βασιλεύς της πόλεως πρέπει προπάντων να στολίζεται; Και ακριβώς για τον λόγο αυτόν για μεν την πόλη έχουν κατασκευαστεί παραπετάσματα από λινό, για δε τον βασιλέα αλουργίδα και στέμμα. Έτσι και εσύ, το μεν σώμα ντύσε το με πολύ ασήμαντη στολή, τον δε νου ένδυσέ τον με αλουργίδα και βάλε επάνω σε αυτόν στεφάνι και βάλε τον να καθίσει επάνω σε όχημα υψηλό και περίλαμπρο. Τώρα όμως κάνεις το αντίθετο την μεν πόλη την καλλωπίζεις ποικιλοτρόπως, τον βασιλέα όμως νου τον αφήνεις να σύρεται δεμένος οπίσω από τα παράλογα πάθη. Δεν σκέπτεσαι ότι κλήθηκες σε γάμο και μάλιστα γάμο Θεού; Δεν αναλογίζεσαι πώς πρέπει να εισέρχεται σε αυτούς τους νυφικούς θαλάμους η καλεσμένη ψυχή, ενδεδυμένη δηλαδή με χρυσά κροσσωτά και καλλωπισμένη;
Θέλεις να σου δείξω αυτούς που είναι έτσι στολισμένοι; Αυτοί που έχουν ένδυμα γάμου; Ενθυμήσου εκείνους τους αγίους, τους ασκητές, περί των οποίων σας μίλησα παλαιότερα, που φορούν τρίχινα ενδύματα και κατοικούν στις ερήμους. Αυτοί κατεξοχήν είναι εκείνοι που φορούν τα ενδύματα εκείνων των γάμων· και αυτό γίνεται φανερό από το εξής· όσα δηλαδή βασιλικά ενδύματα και αν τους δώσεις, δεν θα προτιμούσαν να τα λάβουν· αλλά όπως ακριβώς ένας βασιλιάς, εάν κάποιος αφού λάμβανε το κουρελιασμένα ενδύματα του πτωχού, προέτρεπε αυτόν να ενδυθεί αυτά, θα βδελυσσόταν την στολή, έτσι και εκείνοι σιχαίνονται την βασιλική στολή. Και συμβαίνει αυτό σε αυτούς όχι για κάποια άλλη αιτία, αλλά για το ότι γνωρίζουν το κάλλος της δικής τους στολής. Για τον λόγο αυτό και το βασιλικό εκείνο ένδυμα το περιφρονούν σαν αράχνη. Και όλα αυτά βέβαια τους τα δίδαξε ο σάκος που φορούν· καθόσον είναι πολύ υψηλότεροι και λαμπρότεροι και από αυτόν τον ίδιο τον βασιλέα. Και αν μπορέσεις να ανοίξεις τις πύλες του νου τους και να εξετάσεις την ψυχή τους και όλο τον εσωτερικό τους κόσμο και αν ακόμη καταπέσεις στη γη, δε θα μπορέσεις να αντέξεις τη λαμπρότητα της ομορφιάς τους και τη λάμψη των ενδυμάτων εκείνων και την απαστράπτουσα συνείδησή τους.
[…]Τι λοιπόν; Δεν θα προσφύγουμε προς μία τόσο μεγάλη μακαριότητα; Δεν θα φορέσουμε καθαρά ενδύματα για να ακολουθήσουμε τους γάμους αυτούς, αλλά θα παραμείνουμε επαίτες, χωρίς να βρισκόμαστε σε καλύτερη μοίρα από τους ζητιάνους των δρόμων, μάλλον δε σε πολύ χειρότερη και αθλιότερη κατάσταση; Καθόσον είναι πολύ χειρότεροι από εκείνους όσοι πλουτίζουν παράνομα, και είναι προτιμότερο να ζητιανεύει κανείς, παρά να αρπάζει διότι το μεν πρώτον είναι δυνατόν να συγχωρηθεί, το δεύτερο όμως είναι άξιο κατηγορίας και ο μεν ζητιάνος καθόλου δεν αντιστρατεύεται προς τον Θεό, αυτός που πλουτίζει αρπάζοντας τα αγαθά των άλλων όμως, παρανομεί και έναντι των ανθρώπων και έναντι του Θεού· και τους μεν κόπους της αρπαγής τούς υφίσταται, την ευχαρίστηση όμως της αρπαγής πολλές φορές την καρπώθηκαν ολόκληρη άλλοι.
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά και απορρίπτοντας την πλεονεξία εξ ολοκλήρου, ας προσπαθούμε να συγκεντρώνουμε περισσότερο ουράνιο πλούτο, αρπάζοντας με πολλή προθυμία την ουράνια βασιλεία. Διότι δεν είναι δυνατόν, δεν είναι δυνατόν κάποιος που είναι ράθυμος να εισέλθει σε αυτήν. Είθε, λοιπόν, αφού όλοι γίνουν πρόθυμοι και επάγρυπνοι να επιτύχουν αυτήν, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμις στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΞΘ΄, σελίδες 401-419 και σελ. 431.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 68, σελ. 90-104 και σελ. 110-111.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκ. 14,16-24]
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΕΙΠΝΟΥ
«Ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα (:Κάποιος άνθρωπος έκανε μεγάλο βραδινό συμπόσιο και κάλεσε πολλούς. Και την ώρα του δείπνου έστειλε το δούλο του για να πει στους καλεσμένους: “Ελάτε και μην αναβάλλετε, διότι είναι πλέον όλα έτοιμα”)»[Λουκ.14,16-17].
Ας εξετάσουμε με λεπτομέρεια πριν από τα άλλα, ποια ακριβώς ήταν η αιτία, ώστε να μην καλεί σε γεύμα μάλλον, αλλά σε δείπνο πολλούς και μάλλον πριν από αυτό, ποιος άνθρωπος μπορεί να εννοηθεί από εμάς ο οποίος έστειλε τον υπηρέτη του να καλέσει για το δείπνο και ποιος είναι εκείνος που κάλεσε στο δείπνο, και ποιοι είναι γενικά εκείνοι που κλήθηκαν βέβαια, αλλά περιφρόνησαν την πρόσκληση.
Λοιπόν ως οικοδεσπότης «άνθρωπος» μπορεί να εννοηθεί ο Θεός και Πατέρας, γιατί οι εικόνες στην παραβολή πλάθονται βέβαια να ομοιάζουν προς την πραγματικότητα, αλλά οπωσδήποτε δεν είναι αυτές η ίδια η αλήθεια. Ο ίδιος λοιπόν ο Δημιουργός και Πατέρας της δόξας παρέθεσε δείπνο μεγάλο, δηλαδή ετοίμασε οικουμενική πανήγυρη, φυσικά προς τιμήν του Χριστού, κατά τους εσχάτους καιρούς του αιώνα, όταν ήρθε σε εμάς ο Υιός, τότε και που υπέστη τον θάνατο για εμάς, και μας έδωσε να φάμε την σάρκα Του, επειδή είναι άρτος από τον ουρανό και δίνει ζωή στον κόσμο. Κατά το βράδυ όμως και κάτω από το φως των λύχνων σφαζόταν επίσης αμνός, σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσή. «Δείπνο» λοιπόν εύλογα ονομάσθηκε η κλήση στον Χριστό.
Έπειτα ποιος είναι ο απεσταλμένος, ο οποίος λέγει ότι είναι και δούλος; Ο ίδιος ασφαλώς ο Χριστός· γιατί, ενώ ήταν Θεός από τη φύση Του και αληθινός Υιός του Θεού και Πατέρα, ταπείνωσε τον εαυτό Του, παίρνοντας μορφή δούλου. Είναι λοιπόν Κύριος βέβαια των όλων, ως Θεός που γεννήθηκε από Θεό, την ονομασία όμως του «δούλου» θα μπορούσε κανείς να την εφαρμόσει εύλογα στα μέτρα της ανθρώπινης φύσης Του.
Πότε όμως στάλθηκε; «Κατά την ώρα του δείπνου», λέγει· γιατί δεν ήρθε στις αρχές τούτου του αιώνα ο μονογενής Λόγος του Πατέρα και έλαβε τη μορφή τη δική μας, αλλά σε καιρούς που θέλησε ο Εξουσιαστής, δηλαδή τους εσχάτους, όπως είπαμε παραπάνω. Και ποιος ήταν ο λόγος εκείνου που τους κάλεσε; «Ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα(:Ελάτε και μην αναβάλλετε, διότι είναι πλέον όλα έτοιμα)». Γιατί ο Θεός και Πατέρας ετοίμασε για τους ανθρώπους στη γη με τον Χριστό τα αγαθά που έχουν δωριστεί στον κόσμο, την άφεση των αμαρτιών, την κοινωνία του αγίου Πνεύματος, τη λαμπρότητα της υιοθεσίας, τη βασιλεία των ουρανών. Σε αυτά κάλεσε ο Χριστός με τις ευαγγελικές εντολές, και πριν από τους άλλους, τον Ισραήλ.
«Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν»(:Και άρχισαν όλοι οι καλεσμένοι, ο ένας μετά τον άλλον, μεμιάς , σαν να ήταν συνεννοημένοι, να δικαιολογούν την απουσία τους από το δείπνο. Ο πρώτος του είπε: ‘’Έχω αγοράσει κάποιο χωράφι και πρέπει να βγω έξω και να το δω. Σε παρακαλώ, θεώρησέ με δικαιολογημένο και απαλλαγμένο από την υποχρέωση να έλθω’’. Άλλος πάλι του είπε: ‘’Έχω αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια και πηγαίνω να τα δοκιμάσω. Σε παρακαλώ, συγχώρησε τη δικαιολογημένη απουσία μου’’. Κι ένας άλλος του είπε: ‘’Είμαι νιόπαντρος και γι’ αυτό δεν μπορώ να έλθω’’. Δηλαδή οι προσκεκλημένοι όλοι απορροφήθηκαν από τις βιοτικές και τις σαρκικές τους μέριμνες και αδιαφόρησαν για την πρόσκληση του Θεού, ο οποίος τους καλούσε να γίνουν μέτοχοι και κληρονόμοι της βασιλείας Του)»[Λουκ.14,18-20].
Μήπως λοιπόν σκέφθηκαν κάτι χρήσιμο για τον εαυτό τους; Μήπως θαύμασαν την αγαθότητα Εκείνου που τους κάλεσε, τη φροντίδα Του με την πρόσκληση του δούλου Του; Όχι, βέβαια, αλλά περιφρόνησαν και Αυτόν που τους καλούσε, και Εκείνον που έστειλε να τους καλέσει, και άρχισαν ένας ένας να παραιτούνται όλοι, δηλαδή με ένα σχεδόν σύνθημα.
Βλέπεις ότι έχοντας συγκατανεύσει απερίσκεπτα προς τα πλέον γήινα, δεν βλέπουν τα νοητά και δεν κάνουν κανένα λόγο για τα προσδοκώμενα από τον Θεό. Έπειτα, ποιοι πρέπει να θεωρηθούν αυτοί που παραιτήθηκαν εξαιτίας των χωραφιών και της γεωργικής εργασίας και της σαρκικής τεκνογονίας, παρά οι προϊστάμενοι της ιουδαϊκής Συναγωγής; Άνθρωποι με γεμάτα βαλάντια, που είναι κυριευμένοι από τη φιλοκέρδεια και συγκεντρώνουν όλη τη φροντίδα τους σε αυτό· γιατί από όλη τη θεόπνευστη Γραφή, όπως φαίνεται, μπορούμε να δούμε γι’ αυτά ακριβώς να κατηγορούνται.
Και όταν ακούσεις ότι έστειλε αυτός που παρέθετε το δείπνο τον δούλο του, να σκέφτεσαι την ένσαρκη οικονομία και τη δουλεία και την αποστολή. Και τι λοιπόν στάλθηκε να πει στους Ιουδαίους που προσκλήθηκαν με τον νόμο; «Ελάτε, ήδη όλα είναι έτοιμα». Εκείνοι όμως προβάλλοντας ο καθένας από κάποια δικαιολογία, αρνήθηκαν την πρόσκληση αυτή.
«Καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. Τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε(:Όταν λοιπόν γύρισε ο δούλος εκείνος, διηγήθηκε στον κύριό του τα όσα του είπαν οι καλεσμένοι. Τότε οργίστηκε ο οικοδεσπότης εναντίον των ανάξιων προσκαλεσμένων και είπε στον δούλο του: ‘’Βγες γρήγορα στις πλατείες και τους δρόμους της πόλεως και φέρε εδώ μέσα τους πτωχούς και τους αναπήρους και τους χωλούς και τους τυφλούς που θα βρεις εκεί. Κάλεσε δηλαδή όσους είναι περιφρονημένοι μεταξύ των Ισραηλιτών, αφού οι επίσημοι άρχοντες του Ισραήλ αρνούνται να δεχτούν τη σωτηρία που τους προσφέρει ο Μεσσίας’’)»[Λουκ. 14,21].
Επειδή όμως λοιπόν οι άρχοντες των Ιουδαίων απέρριψαν την πρόσκληση, καθώς έλεγαν οι ίδιοι: «Μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων;(:μήπως πίστεψε σε Αυτόν κάποιος από τους άρχοντες, που είναι οι μόνοι αρμόδιοι να κρίνουν τα θρησκευτικά ζητήματα, ή από τους Φαρισαίους, που είναι άγρυπνοι φύλακες των παραδόσεων και της αληθινής πίστεως;)»[Ιω.7,48], οργίσθηκε ο οικοδεσπότης, επειδή ήταν άξιοι να υποστούν τις συνέπειες του θυμού και της οργής Του. Τότε δηλαδή οργίστηκε ο οικοδεσπότης εναντίον των Ιουδαίων αρχόντων επειδή περιφρόνησαν το μεγάλο δείπνο, και έτσι αντί για εκείνους κλήθηκαν εκείνοι από το πλήθος των Ιουδαίων που βρίσκονταν στις πλατείες και στα σοκάκια, και είχαν ασθενή και ταπεινό τον νου, χωρίς πνευματική διαύγεια και αρτιότητα. Γιατί αυτοί θα μπορούσαν να θεωρηθούν τυφλοί και χωλοί, αλλά όμως έγιναν δυνατοί και υγιείς με τον Χριστό, διδάχθηκαν να ορθοποδούν και δέχθηκαν στον νου τους το θείο φως.
Ότι όμως επίστεψαν όχι και λίγοι από τους Ιουδαίους, μπορεί να το μάθει κανείς διαβάζοντας τις Πράξεις των αγίων Αποστόλων. Γιατί σε αυτές λέγεται ότι όταν μίλησε ο Πέτρος μπροστά στο λαό, πίστεψαν στην αρχή τρεις χιλιάδες, και ύστερα πολύ πλήθος. Αλλά από τη μια διδάσκοντας αυτά και από την άλλη θαυματουργώντας, οδηγούσαν το άδολο πλήθος στον Χριστό και πολλοί από τους Ιουδαίους πίστεψαν σε Αυτόν, τους οποίους μάλιστα οι Φαρισαίοι τους ονόμαζαν και «καταραμένους», απλά και μόνο επειδή πίστευαν στον Χριστό. Γιατί έλεγαν: «μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων; ἀλλ᾿ ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπικατάρατοί εἰσι!(:Μήπως πίστεψε κάποιος από άρχοντες ή τους Φαρισαίους σ’ Αυτόν; (Κανείς δεν πίστεψε, διότι αυτοί τάχα μόνοι γνωρίζουν την αλήθεια και έχουν ορθή κρίση…).Αλλά πίστεψε αυτός ο αγράμματος όχλος, που δεν γνωρίζει τον νόμο και γι’ αυτό είναι όλοι τους καταραμένοι)»[Ιω. 7,48-49]. Εδώ γίνονται φανερά και τα δύο, και ότι οι άρχοντες δεν πίστεψαν, και ότι πολλοί από το πλήθος πίστεψαν, τα οποία και τα δύο υπαινίχθηκε η παραβολή, παρουσιάζοντας τους πρώτους να παραιτούνται, και τους άλλους να καλούνται και να υπακούουν.
«Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος μου. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου(:Ύστερα από λίγο επέστρεψε πάλι ο δούλος και είπε: ‘’Κύριε, έγινε όπως διέταξες, και υπάρχει ακόμη τόπος αδειανός στο σπίτι για να προσκληθούν κι άλλοι’’. Τότε είπε ο κύριος στον δούλο: ‘’Βγες έξω από την πόλη στους δρόμους και στους φράχτες των κτημάτων, όπου συνήθως μαζεύονται οι περιπλανώμενοι που δεν έχουν σπίτι και μόνιμη κατοικία. Κι επειδή αυτοί θα διστάζουν από συστολή να πάρουν μέρος στο δείπνο μου, παρακίνησέ τους επίμονα να μπουν εδώ για να γεμίσει το σπίτι μου. Προσκάλεσε δηλαδή και τους εθνικούς να πάρουν μέρος στα αγαθά της Βασιλείας μου· διότι σας βεβαιώνω ότι κανένας από τους ανθρώπους εκείνους που κάλεσα και αρνήθηκαν την πρόσκλησή μου δε θα καθίσει, αλλά ούτε και θα γευθεί το δείπνο μου’’)»[Λουκ.14,22-24].
Εδώ πρόσεχε σε παρακαλώ την κλήση των εθνικών, οι οποίοι έχουν εισέλθει με την πίστη μετά από τους εξ αίματος Ισραηλίτες. Γιατί παλαιότερα οι εθνικοί ήταν ακαλλιέργητοι στο μυαλό, εξαγριωμένοι στον νου και ζούσαν κατά κάποιο τρόπο έξω από την πόλη, επειδή δεν ζούσαν σύμφωνα με τις εντολές του νόμου, αλλά μάλλον με τρόπο κτηνώδη και με πολλή απερισκεψία, γι’ αυτό και εκείνος που προσκαλούσε στο δείπνο στάλθηκε και σε εκείνους που βρίσκονταν στους αγρούς και στους φράκτες έξω από την πόλη.
Διατάχθηκε όμως από εκείνον που τον έστειλε, όχι απλώς να τους καλέσει αλλά ακόμη και να τους αναγκάσει. Κι όμως εφόσον βέβαια η πίστη είναι σε όλους προαιρετική και είναι δεκτό αυτό από τον Θεό, τότε γιατί αναγκάζονται κάποιοι; Ναι, και αυτό έγινε κατ’ οικονομία. Γιατί έπρεπε, ναι έπρεπε, επειδή οι εθνικοί ήταν υποδουλωμένοι στην ανυπόφορη πλεονεξία και βρίσκονταν κάτω από τον διαβολικό ζυγό, και κατά κάποιο τρόπο ήταν δεμένοι με τις αδιάσπαστες αλυσίδες των αμαρτημάτων τους και δεν γνώριζαν τον από τη φύση Του και αληθινό Θεό των όλων, χρειάζονταν εντονότερη πρόσκληση που έμοιαζε με εξαναγκασμό, για να μπορέσουν να αναβλέψουν προς τον Θεό και να γευθούν τα ιερά μαθήματα, ώστε να απομακρυνθούν από την αρχαία απάτη και να ξεφύγουν κατά κάποιο τρόπο από το χέρι του διαβόλου.
Και πράγματι είπε ο Χριστός: «Οὐδεὶς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐὰν μὴ ὁ πατὴρ ὁ πέμψας με ἑλκύσῃ αὐτόν, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ(:Κανείς δεν μπορεί να έλθει σε μένα πιστεύοντας στη θεϊκή μου προέλευση και αποστολή, εάν ο πατέρας μου, που με έστειλε στον κόσμο, δε μεταβάλει την ψυχή του και δεν τον ελκύσει με τη θεϊκή του δύναμη και χάρη. Και όταν αυτός ελκυστεί προς εμένα, εγώ θα ολοκληρώσω το έργο της σωτηρίας του και θα τον αναστήσω την έσχατη ημέρα της Κρίσεως)»[Ιω.6,44]. Αλλά και η λέξη γενικά εμφανίζει την κλήση ως έργο δύναμης που ταιριάζει στον Θεό.
Κάτι τέτοιο βρίσκουμε να λέγει και ο Δαβίδ στον Θεό γι’ αυτούς: «Μὴ γίνεσθε ὡς ἵππος καὶ ἡμίονος, οἷς οὐκ ἔστι σύνεσις, ἐν κημῷ καὶ χαλινῷ τὰς σιαγόνας αὐτῶν ἄγξαις τῶν μὴ ἐγγιζόντων πρὸς σέ(:και όπως με σιδερένιο φίμωτρο και χαλινάρι συσφίγγονται οι σιαγόνες των αγρίων ζώων, έτσι και Εσύ, Κύριε, ας σφίξεις με χαλινάρι και ας περιορίσεις τους αμαρτωλούς, οι οποίοι μένουν αμετανόητοι και δεν θέλουν να πλησιάσουν προς Εσένα)»[Ψαλμ.31,9]. Βλέπεις ότι σαν με κάποιο χαλινάρι επιστρέφει προς τον εαυτό Του ο Θεός των όλων, εκείνους που αποσκίρτησαν με τρόπο άγριο; Γιατί είναι αγαθός και φιλάνθρωπος ο Θεός, «ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν(:ο Οποίος θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και με την πίστη να γνωρίσουν βαθύτερα και πληρέστερα την αλήθεια)» [Α΄Τιμ. 2,4].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία».
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)
Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Β΄», κεφάλαιο 14ο, τόμος 26, σελ. 59-67.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 14, 16-24]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Ο ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΟΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 16-12-2001]
(Β 449) Έκδοσις Β΄
Κάποτε ο Κύριος, αγαπητοί μου, εκλήθη σε ένα δείπνο από κάποιον Φαρισαίον. Κατά τη διάρκεια του δείπνου, ο Κύριος είπε στον οικοδεσπότη να μην καλεί φίλους και συγγενείς στο τραπέζι του, αλλά αναγκεμένους ανθρώπους, που δεν θα είχαν τη δυνατότητα να του ανταποδώσουν την ευεργεσία. Μάλιστα προσέθεσε ο Κύριος: «Ἀνταποδοθήσεται γάρ σοι ἐν τῇ ἀναστάσει τῶν δικαίων». Δηλαδή «Θα έχεις την αμοιβή σου κατά την ανάσταση των νεκρών. Τώρα μην περιμένεις αμοιβή, γιατί το κάλεσμα συγγενών και φίλων δεν θα είναι τίποτε άλλο, παρά γεμάτο επαίνους: ‘’Ήταν ωραίο το φαγητό. Σε ευχαριστούμε που μας κάλεσες’’» και άλλα τέτοια. Κάποιος ανακείμενος ενθουσιάστηκε και είπε εις τον Κύριον: «Μακάριος ὃς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ». Δηλαδή είναι ευτυχισμένος εκείνος ο οποίος θα καθίσει στο τραπέζι της Βασιλείας του Θεού. Και τότε ο Κύριος, σαν απάντηση και εις επήκοον, μάλιστα, πάντων, είπε την παραβολή του Μεγάλου Δείπνου, που σήμερα ακούσαμε σαν ευαγγελική περικοπή.
Λέγει: «Ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα…». Βέβαια δεν θα επαναλάβουμε την περικοπή, γιατί θα μας καταναλώσει χρόνον. Πιστεύω την προσέξατε την παραβολήν.
Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που ἐποίησεν, έκανε δείπνον μέγα, μεγάλο δείπνο; Ο άνθρωπος της παραβολής, αγαπητοί μου, είναι ο Θεός· που στρώνει το μεγάλο δείπνο στη γη και που είναι η Βασιλεία Του. Είδατε, λέμε «Αγία Τράπεζα», «Σώμα και Αίμα Χριστού», «τά παρατιθέμενα ἐπί τῆς ἁγίας τραπέζης». Πραγματικά είναι ένα δείπνον.
Και ο «παρατιθέμενος μόσχος» που λέγει, ποιος είναι; Ή ο αμνός; Είναι η θυσία του Υιού Του, που με αυτήν βέβαια στρώνεται το τραπέζι. Είναι το δείπνον μέγα, γιατί μεγάλος είναι Εκείνος που το παραθέτει. Είπαμε, ο Θεός. Μεγάλα δε και τα παρατιθέμενα. Όπως είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Αλλά και όλα τα άλλα· η Θεία Χάρις, η άφεσις των αμαρτιών, η υιοθεσία, τα μυστήρια της Εκκλησίας, όλα που απορρέουν από αυτήν την τράπεζα, όλα είναι μεγάλα και φοβερά.
Αλλά είναι μεγάλο το δείπνο ακόμη γιατί είναι και οικουμενικό, είναι και παγκόσμιον. Μην το ξεχνούμε αυτό. «Ἀεί παρατιθέμενον»· το οποίον παρατίθεται πάντοτε. Βλέπετε; Έως ότου έλθει ο Κύριος ξανά εις τον κόσμον αυτόν, το δείπνο αυτό θα παρατίθεται. Και πάντα θα είναι εκείνο που χορταίνει και ευφραίνει και αιωνίζει όποιον σε αυτό το τραπέζι όντως καθίσει.
«Και το δείπνον ετοιμάστηκε», όπως μας λέγει η παραβολή. Και εδώ αρχίζει τώρα το δεύτερο μέρος. Αυτά, το πρώτο μέρος, όσον αφορά τον οικοδεσπότη· τώρα εδώ, στο κάλεσμα των συνδαιτυμόνων. Εδώ έχομε μία περίεργη, αγαπητοί μου, συμπεριφορά, όπως θα δούμε και θα εκπλαγούμε πραγματικά.
«Ἢρξαντο», λέγει η παραβολή, «ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες». «Απ’ την πρώτη στιγμή, οι καλεσμένοι άρχισαν να παραιτούνται». Δηλαδή να ζητούν να μη μετέχουν εις το τραπέζι αυτό. Η αιτία; Λέγει ο πρώτος καλεσμένος: «Ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον». Λέγει: «Αγόρασα ένα χωράφι και έχω ανάγκη να βγω να πάω να το δω το χωράφι αυτό. Γι΄αυτό, σε παρακαλώ, άφησέ με. Δεν θα μπορέσω να έλθω εις το δείπνον που με καλείς». Ο δεύτερος απήντησε εις τον δούλον εκείνον που έστειλε ο οικοδεσπότης βέβαια για το κάλεσμα. Και εκείνος με ανάλογο τρόπο απήντησε ότι είχε να κάνει κάτι αγορές ζώων. Ήθελε με τον τρόπον αυτόν να πάει να τα δοκιμάσει τα βόδια του, ας το πούμε, αν είναι καλά, γερά το όργωμα κ.λπ. Και ο τρίτος; Και ο τρίτος, ο ταλαίπωρος ο τρίτος, έκανε καινούρια οικογένεια και τώρα είχε πολλές βιοτικές ανάγκες τις οποίες έπρεπε να καλύπτει και φυσικά δεν είχε καιρό, δεν είχε δυνατότητα να ανταποκριθεί εις το μεγάλο αυτό δείπνο…
Πάντως, έτσι, δειγματοληπτικά, αναφερομένη η παραβολή, όλοι δεν ανταποκρίθηκαν εις αυτήν την πρόσκλησιν. Ας προσέξομε τη διατύπωση, γιατί πάνω στην διατύπωση μιας προτασούλας θα μείνομε και θα αναλύσομε το θέμα μας σήμερα, αγαπητοί μου.
«Ἒχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν»· που θα πει: «Έχω ανάγκη να βγω». Ο πρώτος. «Να πάω να δω το χωράφι που θα αγοράσω». Ο δεύτερος: «Να πάω να δω τα ζώα». Ο τρίτος: «Να πάω να δουλέψω, γιατί πώς θα ζήσω την καινούρια μου οικογένεια;». «Ἀνάγκη ἐξελθεῖν». Αυτό το «έχω ανάγκη» μας θυμίζει έναν εξαναγκασμό ακούσιον· που μας ωθεί να πραγματοποιήσομε κάτι. Και αυτό είναι κάθε μέρα, όλη τη μέρα. Είναι κάθε μέρα όλη τη μέρα. Ένας εξαναγκασμός μέσα εις την καθημερινότητα, που κάπου μας θυμίζει την καταναγκαστική ψύχωση. Έχετε ακούσει περί καταναγκαστικής ψυχώσεως;
Η καταναγκαστική ψύχωσις είναι μία ψυχική αρρώστια πολύ βασανιστική. Αυτός που πάσχει από την αρρώστια αυτή, δεν είναι σίγουρος για τις ενέργειές του και διαρκώς επιθεωρεί τις ενέργειές του κατά έναν βασανιστικό τρόπο. Αυτό είναι η καταναγκαστική ψύχωσις. Π.χ. «Έκλεισα το πετρογκάζ;». Πάμε να κοιμηθούμε. «Έκλεισα το πετρογκάζ; Μπας και το άφησα ανοιχτό; Και τότε κάπου καμία διαρροή και πεθάνομε;». «Κλείδωσα την πόρτα; Μη καμιά φορά ξεχάσομε την πόρτα του σπιτιού μας ανοιχτή και μπει κάποιος κλέφτης;»· κ.ο.κ. Όλα αυτά μας βασανίζουν. Αυτό λέγεται «καταναγκαστική ψύχωσις». Έτσι και ο άνθρωπος της πολλής μερίμνης, σαν να πάσχει από καταναγκαστική ψύχωση, κινείται όλη την ημέρα στις βιοτικές του μέριμνες, κατά έναν βασανιστικό τρόπο. Βέβαια, η εργασία είναι νόμος πνευματικός και βιολογικός, αν το θέλετε. Και εδόθη στον άνθρωπο μέσα εις τον Παράδεισον. Αυτό το «ἐδόθη» είναι σύμφωνο βέβαια με τη δομή του ανθρώπου να εργάζεται.
Υπάρχει όμως και ένα αλλά. Είπε μεν ο Θεός εις τον Παράδεισον εις τους πρωτοπλάστους: «Ἐργάζεσθαι καί φυλάσσειν τόν Παράδεισον». Και ο Χριστός είπε: «Ὁ Πατήρ μοῦ ἕως ἄρτι ἐργάζεται κἀγώ ἐργάζομαι». Όμως δεν πρόκειται για την εργασία καθ’ εαυτήν. Αλλά για έναν ανόητο και επικίνδυνο καταναγκασμό στην εργασία. Είναι γνωστό ότι μετά την απώλεια του Παραδείσου, η εργασία έγινε δουλεία. Γι΄αυτό και το λέμε στη νεοελληνική μας γλώσσα· λέμε: «Έχω δουλειά». Δηλαδή είμαι δούλος σε μία υπόθεση. Αυτό θα πει δουλειά. Είμαι στη δουλεία. Πάω στο χωράφι, πάω στο κατάστημα, πάω οπουδήποτε, από έναν εξαναγκασμόν. Αυτή η δουλεία στην εργασία, γίνεται στον άνθρωπο μία τρόπον τινά και πρέπει να το πούμε, καταναγκαστική ψύχωση. Όχι ότι θα είχαμε τόση προθυμία να δουλέψομε, αλλά γιατί κάτι μας σπρώχνει. Σημαίνει ότι ο κύριος της εργασίας δεν είναι ο άνθρωπος. Αντίστροφα. Η εργασία είναι η αφεντικίνα και ο άνθρωπος είναι δούλος· που θα πάει τώρα σε αυτή τη δουλεία, σε αυτή τη δουλειά. Πώς αλλιώτικα θα μπορούσε να ερμηνευθεί η συμπεριφορά και των τριών καλεσμένων στον δείπνο που έβαλαν πιο πάνω από το σπουδαίο δείπνο, την εργασία που ο καθένας είχε; Πώς αλλιώτικα μπορεί αυτό να εξηγηθεί; Σαν ένας νόμος να αναγκάζει τον άνθρωπο να μένει μόνον στη μέριμνα του βίου και να μην ατενίζει στον ουρανό, να μη βλέπει την σωτηρία Του.
Και αυτός ο παράσιτος νόμος είναι η πλεονεξία στον πλουτισμό. Είδατε τι ακούσαμε σήμερα στην αποστολική περικοπή που λέει ο Απόστολος Παύλος, Κολοσσαείς, ότι η πλεονεξία είναι ειδωλολατρία. Και δεν μπορείς, όταν είσαι πλεονέκτης και φυσικά αποδεικνύεσαι ότι είσαι ειδωλολάτρης, να μπορείς να εκτιμήσεις τα πνευματικά αγαθά. Δεν είναι δυνατόν.
Είναι ακόμη και η προσκόλληση στην ικανοποίηση των αισθήσεων. Όπως λέμε «Πάω να δω, να δοκιμάσω τα βόδια μου». Οι Πατέρες ερμηνεύουν ότι είναι η υπηρεσία που κάνει ο άνθρωπος στις πέντε του αισθήσεις. Να ικανοποιεί τις πέντε του αισθήσεις. Αλλά και η ειδωλοποίηση της οικογενείας. «Α, οικογένεια» σου λέει. «Ιερόν πράγμα». Ιερό πράγμα κάνουν και την εργασία, όλα ιερά σαν δικαιολογία, να μην κοιτάξουν, να μην ατενίσουν τίποτε απ’ ό,τι ανήκει εις τον ουρανόν και την σωτηρία.
Η εργασία, αγαπητοί μου, είναι νόμιμος. Αρκεί να μένει στα όριά της. Εκεί που πρέπει να μένει. Στους όρους της, χωρίς να γίνεται σκοπός της ζωής. Το καταλάβαμε; Δεν είναι σκοπός της ζωής η εργασία. Η εργασία είναι ένα μέσον για να υπάρχομε. Είτε βιολογικά, είτε ακόμη και πνευματικά. Και όταν επιτελείται η εργασία, θα γίνεται βεβαίως πάντοτε με την μνήμη του Θεού. Λέμε: «Μπορείς να εργάζεσαι οτιδήποτε. Διανοητική ή χειρονακτική εργασία και να λες την μονολόγιστη ευχή: ‘’Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με’’»; Ή να έχεις την μνήμη του Θεού διαρκώς. Όταν μάλιστα μας λένε οι Πατέρες λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ότι «πιο συχνότερο πρέπει να είναι η μνήμη του Θεού από την αναπνοή!».Τότε βεβαίως δεν παραδοθήκαμε στην εργασία.
Είναι αξιοπρόσεκτο ότι δεν ομιλεί εδώ η παραβολή περί γεύματος. Προσέξτε κάτι. Μια λεπτομέρεια είναι. Αλλά περί δείπνου. Γεύμα στην ελληνική γλώσσα λέμε το τραπέζι που στρώνεται για το μεσημέρι. Δείπνο λέμε το τραπέζι που στρώνεται για το βραδινό φαγητό. Εδώ λέει ότι έκανε δείπνο μέγα. Άρα λοιπόν η τράπεζα εδώ είναι βραδινή. Προσέξτε, είναι βραδινή. Όταν εσύ λες: «Πάω να δω το χωράφι μου, πάω να δω τα βόδια μου», άνθρωπε, το βράδυ θα πας γι’ αυτά; Το βράδυ θα πας γι’ αυτά; Αφού υποτίθεται ότι έχει τελειώσει η εργασία η ημερινή, για να βρεθείς σε ένα δείπνο. Αυτό σημαίνει μας έχει πάρει ο στρόβιλος της μερίμνης και έχομε παραθεωρήσει το δείπνο της Βασιλείας του Θεού. Ο Κύριος μάς παρήγγειλε: «Προσέχετε ἑαυτοῖς(:Προσέχετε τους εαυτούς σας) μήποτε (:μήπως) βαρυνθῶσιν ὑμῶν αἱ καρδίαι ἐκ κραιπάλει καί μέθη καί μερίμναις βιοτικαῖς». «Προσέξτε», λέει, «μη βαρύνουν οι καρδιές σας με την κραιπάλη και τη μέθη». Πράγματι γίνεται μία μέθη η βιοτική φροντίδα και μέριμνα, που ο άνθρωπος δεν μπορεί από εκεί να ξεκολλήσει.
Πρέπει ακόμη να αναφέρομε και μερικές περιπτώσεις που μας εξαναγκάζουν ή αν θέλετε, καταναγκάζουν, ώστε να μην έχομε ούτε καιρό ούτε διάθεση για πνευματική ζωή. Και πρώτα είναι ο βιοπορισμός αυτός καθ’ εαυτόν. Έχομε την εντύπωση ότι δεν μας φθάνουν τα χρήματα του μισθού και πρέπει να κάνομε και μία δεύτερη δουλειά. Ακόμη… ω, πω, πω, να βγει και η γυναίκα έξω να δουλέψει. Και ναι μεν η γυναίκα βγήκε στο χωράφι μαζί με τον άνδρα της για να βοηθήσει. Τώρα η γυναίκα δεν είναι πια στο χωράφι με τον σύζυγον. Ή στο κατάστημα να βοηθήσει. Αλλά είναι σε ξεχωριστή δουλειά, με ξεχωριστή σύνταξη. Να, αυτές τις μέρες λογαριαζόταν… αν , λέει, ο άνδρας παίρνει σύνταξη, η γυναίκα θα πρέπει να παίρνει κι αυτή; Και το Συμβούλιο της Επικρατείας είπε: «Βεβαίως». Και πολύ σωστά. Διότι είναι ξεχωριστόν πρόσωπον και πρέπει να πάρει ξεχωριστή σύνταξη. Βλέπετε λοιπόν τι γίνεται εδώ; Ο βιοπορισμός. Κι όμως αν ήξεραν, το ζεύγος, να οργανώνουν τη ζωή τους από πλευράς οικονομικής, δεν θα χρειαζόταν η γυναίκα να βγει έξω να δουλέψει. Πάντως, το ότι βγαίνει και η γυναίκα έξω, εδώ υπάρχει μία δικαιολογία αποφυγής της πνευματικής ζωής. «Δεν έχω καιρό», σου λέει. «Να πάω στην εκκλησία δεν έχω καιρό. Να ακούσω λόγο Θεού δεν έχω καιρό». Κ.λπ. κλπ.
Μετά είναι η μόρφωσίς μας και η μόρφωση των παιδιών μας. Εκεί δα υπάρχει ένας κυριολεκτικά πυρετός. Φροντιστήρια, μουσικές.. «Το παιδί να μην πάρει και μουσικήν κατάρτισιν, να μην πάει στο Ωδείον;». Μετά, γυμναστικές επιδόσεις, ξένες γλώσσες και βάλε και βάλε και βάλε. Όλα αυτά δεν αφήνουν χρόνον ούτε για μας ούτε για τα παιδιά μας. Κι αυτά, δεν νομίζετε ότι αποτελούν μία καταναγκαστικήν ψύχωσιν, ένα φαύλο κύκλο, από τον οποίον δεν μπορούμε να ξεφύγομε για κάτι το πνευματικόν; Εκείνο που μου κάνει εντύπωση πολλές φορές, παίρνει τηλέφωνο, ας πούμε, κάποιος, πατέρας ή μητέρα, για να ‘ρθει το παιδί για εξομολόγηση, να το δούμε εμείς ιδιαιτέρως…· γιατί το παιδί την ημέρα που έχομε εξομολόγηση έχει φροντιστήριο, έχει ξένες γλώσσες, έχει να πάει στο Γυμναστήριο. Α, δηλαδή εγώ, που είμαι πνευματικός, να υποβληθώ εις τον κόπον να δεχθώ το παιδί σου μία άλλη μέρα και μία άλλη ώρα, μόνο και μόνο για να μην χάσει το …φροντιστήριό του. Βλέπετε παρακαλώ; Κι αν πω εγώ –είναι πολύ φυσικό- «Δεν μπορώ άλλη μέρα», τότε το παιδί θα μείνει χωρίς εξομολόγηση. Φταίω εγώ που είπα: «Δεν μπορώ;». Ή φταις εσύ που δεν θυσιάζεις το φροντιστήριο του παιδιού σου, μόνο και μόνο για να μην το χάσει;
Μετά, οι κοσμικές ενασχολήσεις. Εκεί δα, τελειωμό δεν υπάρχουν. Και οι ψυχαγωγίες. Έχομε να πάμε εδώ, έχομε να πάμε εκεί, ταξίδια, και δεν μπορούμε να σκεφθούμε καν για θέματα πνευματικής ζωής και σωτηρίας.
Μετά, η ικανοποίηση των αισθήσεων. «Πολύ ωραίο έργο προβάλλει ο κινηματογράφος, πρέπει να το δούμε, να πάμε να δούμε». Κι εκείνο, κι εκείνο. «Η τηλεόραση προβάλλει τούτο, πρέπει κι εκεί να το δούμε». Και δεν έχομε χρόνο να κοιτάξομε την πνευματική μας ζωή.
Βέβαια η άρνηση των καλεσμένων δεν σημαίνει και ματαίωσις του δείπνου. Δεν σημαίνει επειδή κάποιοι αρνούνται και τον δείπνο του Θεού, μπορεί αυτό να ματαιωθεί. Αν είναι δυνατόν αυτό ποτέ. Γιατί; Απλούστατα υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι οι οποίοι περιμένουν την κλήσιν. Δεν είναι όλοι οι οποίοι θα πουν το «όχι». Με μύριες δικαιολογίες «όχι». Υπάρχουν κι εκείνοι που μπορούν και ανταποκρίνονται. Και αυτό είναι βέβαια ένα ευτυχές γεγονός. Είναι οι αποδεχόμενοι λοιπόν το δείπνον της Βασιλείας του Θεού. Και παρακάθηνται εις αυτό το δείπνο. Είναι η μυστηριακή ζωή. Είναι ο εκκλησιασμός. Είναι η μελέτη του λόγου του Θεού. Είναι η άσκησις. Κι αυτοί δουλεύουνε. Δεν είναι τεμπέληδες. Κι αυτοί έχουν οικογένεια. Κι αυτοί έχουν επάγγελμα. Αλλά σου λέει: «Άλλο αυτό, άλλο εκείνο· όλα με τη σειρά τους. Θα πάω και στο μαγαζί, θα πάω και στο χωράφι, αλλά θα πάω και στην Εκκλησία».
Μάλιστα το θέμα της αργίας είναι πάρα πολύ σημαντικό. Η Εκκλησία μας έχει αρκετές αργίες μέσα εις το έτος. Το κάνει αυτό, για να σου δώσει την ευκαιρία να αφήσεις τις ενασχολήσεις σου τις βιοτικές και να πας στην Εκκλησία. Και να ακούσεις τον λόγο του Θεού. Θυμούμαι, στη Λάρισα, είχα πει κάποτε στα παιδιά του Κατηχητικού σχολείου.. ένα παιδί το εφήρμοσε, ένα παιδί· ήταν στο Λύκειο. Τι έκανε; Σε μία αργία… σχολείο βέβαια είχαν, γιατί και οι αργίες έχουν δυστυχώς καταργηθεί. Στην εποχή μου είχαμε πολλές αργίες. Αγίου Δημητρίου, να είναι το σχολείο ανοιχτό; Αγίου Αντωνίου; Μπα! Είχαμε αργία. Τι λοιπόν; Το παιδί, όπως του είχα πει…-είχα πει σε όλα τα παιδιά, ένα το εφήρμοσε- τι έκανε το παιδί αυτό; Έπαιρνε τη σάκα του, έτρωγε πρωινό, ερχότανε στην Εκκλησία, όταν έχομε μία αργία, και δεν είναι αργία που να ‘ναι κλειστά όλα, δυστυχώς εκεί βλέπετε, δεν πανηγυρίζει ο ναός, εκεί τελειώνομε και γρήγορα, 9 η ώρα έχει τελειώσει η Εκκλησία. Ε, τότε, τι; Ερχότανε με τη σάκα του το πρωί, εκκλησιαζόταν το παιδί, ευθύς μετά έφευγε και πήγαινε στο σχολείο. Έχανε μόνο μία ώρα. Το πρωί. Μόνο μία ώρα. Ελάτε να μου πείτε τώρα, που καταργήσαμε τις αργίες…-γιατί ξέρετε τι λένε οι εχθροί του Θεού; Είναι στο Ψαλτήρι γραμμένο. «Δεῦτε καταργήσωμεν τὰς ἑορτὰς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τῆς γῆς». «Δεῦτε καταργήσωμεν τὰς ἑορτὰς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τῆς γῆς»! Δεν μου λέτε, πόσες ώρες τα παιδιά σήμερα είναι εκτός σχολείου; Πάρα πολλές… Δεκάδες ώρες χάνουν. Γιατί; Γιατί θυσιάζουν αυτές τις πέντε ώρες να πάνε στην Εκκλησία. Και έτσι, από άλλο μέρος πληρώνομε τα σπασμένα. Αγαπητοί μου, έτσι είναι. Καταργείς εκείνο που θεσμοθετεί ο Θεός; Αλίμονό σου…
Αγαπητοί, σε λίγες ημέρες θα γιορτάσομε το μεγάλο γεγονός, το μεγαλύτερο γεγονός που είναι η Ενανθρώπησις του Θεού Λόγου. Εκείνος που δημιούργησε τα πάντα, τώρα θα γίνει άνθρωπος. Και θα ΄ρθει ανάμεσά μας. Η παρουσία Του στη γη είναι το δείπνον της Βασιλείας του Θεού. Ορατόν σημείον της Βασιλείας του Θεού στη γη επάνω είναι η Εκκλησία. Και μάλιστα η τέλεσις του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Πόσοι όμως από μας γνωρίζουμε το νόημα της Ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου; Πόσοι από μας έχομε δημιουργήσει προϋποθέσεις υποδοχής, όπως είναι μία Τεσσαρακοστή, όπως τώρα που διερχόμεθα; Πόσοι από μας ετοιμάσαμε την οδόν Κυρίου και κάναμε «εὐθείας τάς τρίβους αὐτοῦ», όπως ειδοποιεί ο Βαπτιστής, ο Πρόδρομος; Μη νομίσομε ότι Χριστούγεννα σημαίνει φαγοπότι και ευκαιρίες ταξιδίων και δώρων και ψυχαγωγίας. Χριστούγεννα σημαίνει ότι κατανοήσαμε Ποιος ήλθε ανάμεσά μας. Αυτό θα πει Χριστούγεννα. Και βέβαια και Τον δεχθήκαμε. Να μη μείνομε λοιπόν σε εκείνο το μελαγχολικό και απογοητευτικό, που καταγράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, στο Α΄ του κεφάλαιο: «Εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον». «Ήλθε ανάμεσά μας, ήλθε στο σπίτι μας, ήλθε στη γη μας και εμείς δεν Τον παραλάβαμε. Του γυρίσαμε την πλάτη».
Αδελφοί, Χριστούγεννα, και το τραπέζι της Βασιλείας στρώθηκε. Μη χάνομε καιρό. Οι βιοτικές μέριμνες ποτέ δεν τελειώνουν· γιατί είναι ένας φαύλος κύκλος. Η ζωή μας είναι μία ευθεία. Από τη γη στον ουρανό. Όλες οι συστροφές είναι εκ του πονηρού. Και τώρα μας δίδεται η ευκαιρία. Ο Θεός Πατήρ έστρωσε Μέγα Δείπνον και εκάλεσε πολλούς. Ανάμεσα στους πολλούς, να σπεύσομε και εμείς. Ίσως αύριο, κατόπιν μιας αναβολής, να είναι πολύ αργά. Ίσως τελεσίδικα αργά… Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_904.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.