ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ Ματθαίου (3/9/2023)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΓ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Α΄ προς Κορινθίους, κεφάλαιο ΙΣΤ΄, εδάφια 13-24
13 Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε. 14 Πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω. 15 Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί· οἴδατε τὴν οἰκίαν Στεφανᾶ, ὅτι ἐστὶν ἀπαρχὴ τῆς ᾿Αχαΐας καὶ εἰς διακονίαν τοῖς ἁγίοις ἔταξαν ἑαυτούς· 16 ἵνα καὶ ὑμεῖς ὑποτάσσησθε τοῖς τοιούτοις καὶ παντὶ τῷ συνεργοῦντι καὶ κοπιῶντι. 17 Χαίρω δὲ ἐπὶ τῇ παρουσίᾳ Στεφανᾶ καὶ Φουρτουνάτου καὶ ᾿Αχαϊκοῦ, ὅτι τὸ ὑμῶν ὑστέρημα οὗτοι ἀνεπλήρωσαν· 18 ἀνέπαυσαν γὰρ τὸ ἐμὸν πνεῦμα καὶ τὸ ὑμῶν. ᾿Επιγινώσκετε οὖν τοὺς τοιούτους. 19᾿Ασπάζονται ὑμᾶς αἱ ἐκκλησίαι τῆς ᾿Ασίας. Ἀσπάζονται ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ πολλὰ ᾿Ακύλας καὶ Πρίσκιλλα σὺν τῇ κατ᾿ οἶκον αὐτῶν ἐκκλησίᾳ. 20 Ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἀδελφοὶ πάντες. Ἀσπάσασθε ἀλλήλους ἐν φιλήματι ἁγίῳ. 21 ῾Ο ἀσπασμὸς τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου. 22 Εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, ἤτω ἀνάθεμα. Μαρὰν ἀθᾶ. 23 ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μεθ᾿ ὑμῶν. 24 Ἡ ἀγάπη μου μετὰ πάντων ὑμῶν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ· ἀμήν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
13 Προσέχετε σαν άγρυπνοι φρουροί. Μένετε στερεοί και όρθιοι στην πίστη. Να αγωνίζεστε σαν άνδρες γενναίοι. Πάρτε δύναμη και θάρρος. 14 Όλα όσα κάνετε, ας γίνονται με αγάπη. 15 Σας απευθύνω τώρα και μια άλλη παράκληση, αδελφοί. Γνωρίζετε το σπιτικό του Στεφανά, ότι είναι η οικογένεια που πρώτη στην Αχαΐα πίστεψε στον Χριστό, και αφιέρωσαν τον εαυτό τους στο να υπηρετούν τους Χριστιανούς. 16 Σας παρακαλώ λοιπόν να υποτάσσεστε κι εσείς σε τέτοιους διακεκριμένους Χριστιανούς, όπως και σε κάθε άλλον που συνεργάζεται και κοπιάζει σε μία τόσο θεάρεστη διακονία. 17 Χαίρομαι πάντως, διότι είναι παρόντες εδώ ο Στεφανάς και ο Φουρτουνάτος και ο Αχαϊκός. Διότι αυτοί αναπλήρωσαν το κενό που αισθάνομαι, επειδή δεν σας έχω κοντά μου. 18 Διότι με τις πληροφορίες και τις ειδήσεις τους ανέπαυσαν τα βάθη της ψυχής μου, και με την επιστολή μου αυτή που θα σας φέρουν, είμαι βέβαιος ότι θα αναπαύσουν και τα βάθη της δικής σας ψυχής. Τέτοιους Χριστιανούς λοιπόν να τους εκτιμάτε και να αναγνωρίζετε την αξία τους.
19 Σας στέλνουν εγκάρδιους χαιρετισμούς οι Εκκλησίες της Ασίας. Σας στέλνουν πολλούς χαιρετισμούς εν Κυρίω ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα μαζί με τους Χριστιανούς που συνάζονται στο σπίτι τους. 20 Σας στέλνουν εγκάρδιους χαιρετισμούς όλοι οι αδελφοί. Ασπασθείτε ο ένας τον άλλον με φίλημα άγιο. 21 Ο χαιρετισμός αυτός γράφηκε από μένα τον Παύλο με το ίδιο μου το χέρι. 22 Εάν κανείς δεν αγαπά με την καρδιά του τον Κύριο Ιησού Χριστό, ας είναι χωρισμένος από το σώμα της Εκκλησίας. Ο Κύριος θα έλθει και θα καταδικάσει κάθε αναθεματισμένο.
23 Σας εύχομαι η χάρις του Κυρίου μας Ιησού Χριστού να είναι μαζί σας. 24 Η εν Χριστώ αγάπη μου ας είναι με όλους σας. Αμήν.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΓ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Κατά Ματθαίον, κεφάλαιο ΚΑ΄, εδάφια 33-46
33 ῎Αλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν. 34 Ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ.
35 Καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὃν μὲν ἔδειραν, ὃν δὲ ἀπέκτειναν, ὃν δὲ ἐλιθοβόλησαν. 36 Πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως. 37 Ὑστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου. 38 Οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ. 39 Καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ ἀπέκτειναν.
40 ῞Οταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις; 41 Λέγουσιν αὐτῷ· κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν. 42 Λέγει αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν; 43 Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν ὅτι ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς· 44 καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν. 45 Καὶ ἀκούσαντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τὰς παραβολὰς αὐτοῦ ἔγνωσαν ὅτι περὶ αὐτῶν λέγει· 46 καὶ ζητοῦντες αὐτὸν κρατῆσαι ἐφοβήθησαν τοὺς ὄχλους, ἐπειδὴ ὡς προφήτην αὐτὸν εἶχον.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παναγιώτη Τρεμπέλα
33 Άλλη παραβολή ακούστε. Ήταν κάποιος νοικοκύρης (ο Θεός δηλαδή), ο οποίος φύτεψε αμπέλι (δηλαδή το ιουδαϊκό έθνος). Κι έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα γι’ αυτό. Έβαλε δηλαδή τριγύρω του φράκτη κι έσκαψε μέσα σε αυτό ένα πατητήρι, έκτισε πύργο για να μένουν οι φύλακες και εργάτες, και το εμπιστεύτηκε σε γεωργούς (στους αρχιερείς και στους άρχοντες του λαού), και αναχώρησε σε άλλη χώρα. 34 Όταν πλησίασε ο καιρός της σοδειάς, απέστειλε τους δούλους του (:τους προφήτες), στους γεωργούς για να παραλάβουν τους καρπούς του (για να διαπιστώσουν δηλαδή την αφοσίωσή τους στον Θεό και τα έργα της αρετής που όφειλε ο λαός αυτός ύστερα από την τόση εύνοια και πρόνοια του Θεού να καρποφορήσει σαν ένα καλλιεργημένο πνευματικό αμπέλι). 35 Όμως οι γεωργοί, οι άρχοντες δηλαδή του Ισραήλ, αφού συνέλαβαν τους δούλους του, άλλον τον έδειραν, άλλον τον σκότωσαν κι άλλον τον λιθοβόλησαν.
36 Ξανάστειλε ο ιδιοκτήτης του αμπελιού άλλους δούλους περισσότερους απ’ τους πρώτους, κι έκαναν και σ’ αυτούς τα ίδια. 37 Ύστερα απέστειλε σε αυτούς τον γιο του λέγοντας: «Πρέπει τουλάχιστον οι άνθρωποι αυτοί να ντραπούν τον γιο μου». 38 Οι γεωργοί όμως, όταν είδαν τον γιο, τον Ιησού Χριστό δηλαδή, τον ενανθρωπήσαντα υιό του Θεού, είπαν μεταξύ τους: «Αυτός είναι ο κληρονόμος˙ ελάτε, ας τον σκοτώσουμε κι ας αρπάξουμε την κληρονομιά του, για να γίνουμε έτσι ανενόχλητοι πλέον κύριοι και εκμεταλλευτές της ιουδαϊκής συναγωγής». 39 Κι αφού τον έπιασαν, τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι και τον σκότωσαν.
40 Όταν λοιπόν έλθει ο κύριος του αμπελιού, τι είναι δίκαιο να κάνει στους καλλιεργητές εκείνους; 41 Του απαντούν: «Θα εξολοθρεύσει με τον χειρότερο θάνατο αυτούς που είναι τόσο κακοί. Και το αμπέλι θα το νοικιάσει σε άλλους γεωργούς, οι οποίοι θα του δώσουν τους οφειλόμενους καρπούς στην κατάλληλη εποχή»(Πράγματι λοιπόν, αφού εξολόθρευσε τους Ιουδαίους και κατέστρεψε με τους Ρωμαίους την Ιερουσαλήμ, παρέδωσε το αμπέλι του, δηλαδή τον νέο Ισραήλ της χάριτος, στους Αποστόλους και τους διαδόχους τους για να το καλλιεργούν καρποφόρα. 42 Τους λέει ο Ιησούς: «Δεν διαβάσατε ποτέ στις Γραφές: ‘’Λίθο τον οποίο απέρριψαν ως ακατάλληλο οι κτίστες, αυτός έγινε κεφαλή όλης της οικοδομής και ακρογωνιαίος λίθος. Ο Κύριος το έκανε αυτό, και είναι θαυμαστό στα μάτια μας, στα μάτια των πιστών’’. Δηλαδή, ενώ αυτοί που με τη διδασκαλία τους έχουν ως έργο και καθήκον να σας οικοδομούν με απέρριψαν ως ακατάλληλο λίθο στην οικοδομή του Θεού, Εγώ έγινα κεφαλή της όλης οικοδομής και συνένωσα τους λαούς σε μία Εκκλησία. Το θαυμαστό αυτό γεγονός μπροστά στα μάτια όλων των πιστών το έκανε ο Κύριος. 43Γι’ αυτό σας λέω ότι θα αφαιρεθεί από σας η Βασιλεία και η ιδιαίτερη προστασία του Θεού, και θα δοθεί σε έθνος το οποίο θα παράγει τα αγαθά έργα, που είναι οι καρποί της Βασιλείας αυτής. 44 Και εκείνος που θα πέσει με εχθρικές διαθέσεις πάνω στον λίθο αυτόν τον ακρογωνιαίο θα τσακιστεί˙ επιπλέον, σε όποιον πέσει βαρύς ο λίθος αυτός θα τον κομματιάσει και θα τον σκορπίσει σαν σκόνη. Όποιος, δηλαδή, πολεμήσει τον Χριστό, θα αντικρίσει την οργή Του και θα καταλήξει στον όλεθρο και τον αφανισμό.
45 Κι όταν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι άκουσαν τις παραβολές Του, κατάλαβαν ότι γι’ αυτούς μιλάει και σε αυτούς αναφέρεται. 46 Κι ενώ ζητούσαν να Τον συλλάβουν, φοβήθηκαν τα πλήθη του λαού, επειδή ο λαός Τον θεωρούσε προφήτη και Τον τιμούσε.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Α΄Κορ.16,13-24]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
Στη συνέχεια ο απόστολος Παύλος, για να δείξει ότι όχι στους διδασκάλους, αλλά και στους εαυτούς τους πρέπει να έχουν τις ελπίδες της σωτηρίας τους, λέγει: «Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει (:Προσέχετε σαν άγρυπνοι φρουροί. Μένετε σταθεροί και όρθιοι στην πίστη)»· στην πίστη, όχι στην κοσμική σοφία· διότι δεν είναι δυνατόν στη διαρκώς μεταβαλλόμενη κοσμική σοφία να μένει σταθερός κανείς, αλλά διαρκώς περιφέρεται· όπως ακριβώς βέβαια, αντιθέτως, στην πίστη μπορεί να μένει σταθερός. «Ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε. πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω (:Να αγωνίζεστε σαν άντρες γενναίοι. Πάρτε δύναμη και θάρρος. Όλα όσα κάνετε, ας γίνονται με αγάπη)»[Α΄Κορ.16,13-14].
Με το να λέγει λοιπόν αυτά φαίνεται μεν ότι παροτρύνει, αλλά όμως στην πραγματικότητα κατηγορεί τους Κορινθίους ως ράθυμους. Γι’ αυτό λέγει: «Μένετε άγρυπνοι και προσεκτικοί», σαν να κοιμούνται· «σταθείτε στερεοί και ακλόνητοι στην πίστη», σαν να κλονίζονται· «Να είστε ανδρείοι και δυνατοί», σαν να έχουν χαυνωθεί· «όλα όσα λέτε και κάνετε ας γίνονται με αγάπη», σαν να βρίσκονταν σε έχθρα. Και την μεν προτροπή «Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει (:Μένετε άγρυπνοι και προσεκτικοί. Σταθείτε στερεοί και ακλόνητοι στην πίστη)» τη λέγει σχετικά με αυτούς που τους εξαπατούν, ενώ την προτροπή «ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε (:να είστε ανδρείοι και δυνατοί)» τη λέγει σχετικά με εκείνους που τους επιβουλεύονται, την δε «πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω(: ό,τι λέτε και κάνετε να γίνεται με αγάπη)», πράγμα που είναι σύνδεσμος τελειότητας και ρίζα και πηγή των αγαθών, σχετικά με εκείνους που προκαλούσαν ταραχές και προσπαθούσαν να τους διασπάσουν.
Και τι σημαίνει η φράση: «Όλα ας γίνονται με αγάπη»; «Είτε επιπλήττει κανείς», λέγει, «είτε εξουσιάζει, είτε εξουσιάζεται, είτε είναι μαθητής, είτε ο ίδιος διδάσκει, όλα να γίνονται με αγάπη· επειδή και όλα όσα αναφέρθηκαν, όλα προήλθαν από το ότι παραμελήθηκε η αγάπη»· διότι εάν δεν είχε παραμεληθεί αυτή, δεν θα έπεφταν σε υπερηφάνεια, δεν θα έλεγαν: «Ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ Ἀπολλώ(:Εγώ μεν είμαι του Παύλου, εγώ δε του Απολλώ)»[Α΄Κορ.1,12]· εάν η αγάπη υπήρχε, δεν θα δικάζονταν σε κοσμικά δικαστήρια, ή μάλλον ούτε καν θα δικάζονταν [Α΄Κορ.6,1-11]· εάν υπήρχε η αγάπη, ούτε εκείνος ο Κορίνθιος θα συζούσε αναιδώς με τη γυναίκα του πατέρα του[βλ. Α΄Κορ.5,1-13], δεν θα καταφρονούσαν τους πτωχούς αδελφούς, δεν θα είχαν διαιρεθεί μεταξύ τους, δεν θα είχαν πέσει σε ματαιοδοξία για τα χαρίσματα. Γι’ αυτό λέγει : «Όλα να γίνονται με αγάπη».
«Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί· οἴδατε τὴν οἰκίαν Στεφανᾶ, ὅτι ἐστὶν ἀπαρχὴ τῆς Ἀχαΐας καὶ εἰς διακονίαν τοῖς ἁγίοις ἔταξαν ἑαυτούς(:Σας απευθύνω τώρα και μία άλλη παράκληση, αδελφοί. Γνωρίζετε το σπιτικό του Στεφανά, ότι είναι η οικογένεια που πρώτη στην Αχαΐα πίστεψε στον Χριστό και τα μέλη της αφιέρωσαν τον εαυτό τους στο να υπηρετούν τους Χριστιανούς)»[Α΄Κορ.16,15]. Και στην αρχή αυτής της επιστολής του μνημονεύει τον Στεφανά, όταν λέγει: «Ἐβάπτισα δὲ καὶ τὸν Στεφανᾶ οἶκον(:Βάπτισα ακόμη και την οικογένεια του Στεφανά)»[ Α΄Κορ.1,16]· και τώρα λέγει αυτόν πρώτο όχι μόνο στην Κόρινθο, αλλά και σε όλη την Ελλάδα. Και δεν είναι και μικρός έπαινος και αυτός, το να προσέλθει κανείς πρώτος στον Χριστό. Γι’ αυτό και στην προς Ρωμαίους επιστολή του, όταν επαινεί μερικούς γι’ αυτό, λέγει: «Οἳ καὶ πρὸ ἐμοῦ γεγόνασιν ἐν Χριστῷ(:Οι οποίοι μάλιστα Ανδρόνικος και Ιουνία έχουν προσέλθει στον Χριστό πριν από εμένα)»[: Ρωμ. 16,7]. Και δεν είπε ότι απλώς πίστεψαν πρώτοι, αλλά ότι έγιναν πρώτοι, «απαρχή», για να δείξει ότι μαζί με την πίστη επέδειξαν και άψογη ως προς την αρετή ζωή, όπως και στους καρπούς προσφέρουμε θυσία τους καλύτερους, με το να προσφέρουν τους εαυτούς τους άξιους από κάθε πλευρά· διότι η «απαρχή» πρέπει να είναι καλύτερη από τους υπόλοιπους καρπούς των οποίων είναι απαρχή· πράγμα το οποίο βεβαίωσε γι΄αυτούς με αυτούς τους λόγους ο Παύλος. Καθόσον όχι μόνο πίστεψαν γνησίως όπως είπαν, αλλά επέδειξαν και πολλή ευλάβεια και μεγίστη αρετή και γενναιοδωρία στις ελεημοσύνες.
Όχι μόνο από αυτά όμως, αλλά και από αλλού δείχνει την ευλάβειά τους, δηλαδή και από το ότι ολόκληρη η οικογένεια του Στεφανά ήταν ευσεβής· ότι επίσης φρόντιζαν και για αγαθά έργα, το δηλώνει με τα λόγια: «καὶ εἰς διακονίαν τοῖς ἁγίοις ἔταξαν ἑαυτούς(:και αφιέρωσαν τον εαυτό τους στην υπηρεσία των Χριστιανών)»· διότι δεν είπε: «υπηρετούν», αλλά «αφιέρωσαν τον εαυτό τους στην υπηρεσία αυτή»· αυτήν τη ζωή επιθυμούσαν συνεχώς, αυτή τη φροντίδα δείχνουν.
«ἵνα καὶ ὑμεῖς ὑποτάσσησθε τοῖς τοιούτοις(:σας παρακαλώ, λοιπόν, να υποτάσσεστε και εσείς σε τέτοιους εκλεκτούς Χριστιανούς)». Δηλαδή, «να συμβοηθείτε και σε χρηματική δαπάνη και σε σωματικό κόπο, να συμμετέχετε στα έργα τους». Διότι και σε εκείνους ο κόπος θα είναι ελαφρός, όταν έχουν συμμάχους και τα έργα της ευεργεσίας, θα μοιραστούν σε περισσότερους. Και δεν είπε απλώς «συνεργάζεστε», αλλά «και σε όσα σας παραγγέλλουν να πείθεστε», για να δείξει εντόνως και σαφώς την υπακοή. Και για να μη φανεί ότι έχει προσωπικούς λόγους για να προτιμά αυτούς, πρόσθεσε: «καὶ παντὶ τῷ συνεργοῦντι καὶ κοπιῶντι (: όπως και σε κάθε άλλον που συνεργάζεται και κοπιάζει σε μία τόσο θεάρεστη διακονία)»[Α΄Κορ.16,16]. «Ας είναι κοινός για όλους», λέγει, «αυτός ο νόμος· διότι δεν λέγω ιδιαιτέρως για εκείνους αλλά εάν κανείς είναι όπως εκείνοι, ας απολαμβάνει και αυτός της ίδιας τιμής». Για αυτό και όταν αρχίζει να τους συστήνει, καλεί μάρτυρες τους ίδιους, με τα λόγια: « Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί· οἴδατε τὴν οἰκίαν Στεφανᾶ(:Σας παρακαλώ επίσης, αδελφοί, και για το εξής ακόμη· γνωρίζετε την οικογένεια του Στεφανά)»· «γνωρίζετε δηλαδή», λέγει, «και εσείς πώς κοπιάζουν και δεν έχετε ανάγκη να μάθετε από εμάς».
«Χαίρω δὲ ἐπὶ τῇ παρουσίᾳ Στεφανᾶ καὶ Φουρτουνάτου καὶ Ἀχαϊκοῦ, ὅτι τὸ ὑμῶν ὑστέρημα οὗτοι ἀνεπλήρωσαν·ἀνέπαυσαν γὰρ τὸ ἐμὸν πνεῦμα καὶ τὸ ὑμῶν(:Χαίρομαι πάντως, διότι είναι παρόντες εδώ ο Στεφανάς και ο Φουρτουνάτος και ο Αχαϊκός· διότι αυτοί αναπλήρωσαν το κενό που αισθάνομαι, επειδή δεν σας έχω κοντά μου· διότι με τις πληροφορίες και τις ειδήσεις τους ανέπαυσαν τα βάθη της ψυχής μου, και με την επιστολή αυτή που θα σας φέρουν, είμαι βέβαιος ότι θα αναπαύσουν και τα βάθη της δικής σας ψυχής.)»[Α΄Κορ.16,18]. Επειδή λοιπόν ήταν πιθανόν να εξαγριωθούν οι Κορίνθιοι εναντίον αυτών, διότι αυτοί ήταν που ήλθαν και ανέφεραν στον Παύλο τα σχετικά με τη διχόνοια που επικρατούσε μεταξύ των Κορινθίων, διαμέσου αυτών μάλιστα και έγραψαν πώς τους καταπράυνε, αφού στην αρχή μεν της επιστολής: «Πληροφορήθηκα για εσάς από τους ανθρώπους της Χλόης» και τους έκρυψε και εμφάνισε εκείνους, διότι έπρεπε να αναφερθεί σε εκείνους διαμέσου αυτών· εδώ πάλι: «Τὸ ὑμῶν ὑστέρημα οὗτοι ἀνεπλήρωσαν· ἀνέπαυσαν γὰρ τὸ ἐμὸν πνεῦμα καὶ τὸ ὑμῶν(:Αναπλήρωσαν σε αρκετό βαθμό τη στέρηση της δικής σας παρουσίας· διότι ανέπαυσαν το πνεύμα μου με τις πληροφορίες που μου έφεραν, και πιστεύω ότι θα αναπαύσουν και το δικό σας πνεύμα με την επιστολή, που θα σας φέρουν)», για να εμφανίσει αυτούς ότι ήλθαν ως εκπρόσωποι όλων και ότι θέλησαν να κάνουν τόσο μεγάλο ταξίδι χάριν αυτών.
Πώς όμως να γίνει κοινό αυτό που είναι προσωπικό; «Εάν μετριάσετε το υστέρημα με την αγάπη σας προς αυτούς· εάν τους τιμήσετε, εάν τους δεχτείτε, εάν συμμετάσχετε στα καλά έργα τους». Γι΄ αυτό λέγει: «Ἐπιγινώσκετε οὖν τοὺς τοιούτους(:Τέτοιους Χριστιανούς λοιπόν να τους εκτιμάτε και να αναγνωρίζετε την αξία τους)», «διότι για εσάς εγκατέλειψαν πατρίδα και οικία». Είδες σύνεση; Πώς δείχνει ότι όχι για τον Παύλο, αλλά για τους ίδιους τους Κορίνθιους έκαναν ό,τι έκαναν, με το να δείχνει ότι από αυτούς εκπροσωπείται όλη η πόλη· πράγμα το οποίο και αυτούς τους έκανε αξιόπιστους και τους Κορίνθιους δεν τους άφηνε να αποχωρίζονται από αυτούς, αφού αντί αυτών παρουσιάστηκαν στον Παύλο.
« Ἀσπάζονται ὑμᾶς αἱ ἐκκλησίαι τῆς Ἀσίας(:Σας στέλνουν εγκάρδιους αδελφικούς χαιρετισμούς οι Εκκλησίες της Ασίας)»[Α΄Κορ.16,19]. Πάντοτε συγκεντρώνει και συνενώνει τα μέλη της εκκλησίας δια του ασπασμού. «Ἀσπάζονται ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ πολλὰ Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα σὺν τῇ κατ᾿ οἶκον αὐτῶν ἐκκλησίᾳ(:Σας στέλνουν πολλούς χαιρετισμούς εν Κυρίω ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα μαζί με τους πιστούς, οι οποίοι συναθροίζονται στο σπίτι τους)»· επειδή σε αυτούς έμενε ως σκηνοποιός. «Ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἀδελφοὶ πάντες. ἀσπάζεσθε ἀλλήλους ἐν φιλήματι ἁγίῳ(:Σας στέλνουν εγκάρδιους χαιρετισμούς όλοι οι αδελφοί. Ασπαστείτε ο ένας τον άλλον με το άγιο φίλημα της αγάπης)»[Α΄Κορ.16,20]. Αυτήν την προσθήκη για το άγιο φίλημα, μόνο σε αυτήν την επιστολή τη θέτει. Γιατί άραγε; Διότι είχαν έλθει σε διάσταση και μεγάλη ψυχρότητα μεταξύ τους οι Κορίνθιοι με το να λέγουν: «Ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ Ἀπολλώ (:Εγώ μεν είμαι του Παύλου, εγώ δε του Απολλώ)»[Α΄Κορ.1,12]. Επειδή άλλος πεινά, άλλος μεθάει· επειδή έχουν πολέμους και ζηλοτυπίες και δικαστήρια. Και από τα χαρίσματά τους είχαν πέσει σε πολύ φθόνο και μεγάλη υπερηφάνεια. Αφού λοιπόν τους συνέδεσε με την παραίνεση, ορθώς προτρέπει να συμφιλιωθούν και με το άγιο φίλημα· διότι αυτό ενώνει και γεννά ένα σώμα· αυτό το φίλημα είναι άγιο, το οποίο δεν δίδεται με δόλο και υποκρισία. «Ὁ ἀσπασμὸς τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου(:Ο χαιρετισμός αυτός γράφτηκε από μένα τον Παύλο, με το ίδιο μου το χέρι)»[Α΄Κορ.16,21]. Δείχνει ότι με πολλή επιμέλεια και ενδιαφέρον γράφτηκε η επιστολή· γι’ αυτό και πρόσθεσε αυτό.
«Εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἤτω ἀνάθεμα(:Εάν κανείς δεν αγαπά με όλη του την ψυχή και την δύναμη τον Κύριο Ιησού, ας είναι χωρισμένος από το σώμα της Εκκλησίας)»[Α΄Κορ.16,22]. Με αυτόν τον ένα λόγο όλους τους φόβισε, αυτούς που κάνουν τα μέλη τους, μέλη πόρνης, αυτούς που σκανδαλίζουν τους αδελφούς με τα ειδωλόθυτα, αυτούς που δοξάζονται από ανθρώπους, αυτούς που δεν πιστεύουν στην ανάσταση. Δεν φόβισε μόνο όμως, αλλά και έδειξε την οδό της αρετής και την πηγή της κακίας· διότι όπως ακριβώς όταν η αγάπη για τον Χριστό γίνεται πολύ δυνατή, εξαφανίζει και διώκει έξω από τον άνθρωπο κάθε είδος αμαρτίας, έτσι όταν είναι ασθενέστερη, κάνει αυτά να βλαστάνουν.
«Μαρὰν ἀθᾶ(:Ο Κύριος θα έλθει και θα καταδικάσει κάθε αναθεματισμένο)»[Α΄Κορ.16,22]. Γιατί το είπε αυτό; Και γιατί στην εβραϊκή γλώσσα; Επειδή αίτιος όλων των κακών ήταν τη υπερηφάνεια, και αυτήν την υπερηφάνεια την προκαλούσε η κοσμική σοφία και αυτό ήταν η κορωνίδα των κακών, το οποίο κυρίως διέσπασε την Κόρινθο, προκειμένου να την ταπεινώσει, δεν χρησιμοποιεί την ελληνική γλώσσα, αλλά την εβραϊκή, και δείχνει έτσι ότι, όχι μόνο δεν ντρέπεται να είναι απλοϊκός και απαίδευτος στην ειδωλολατρική ελληνική σοφία, αλλά και ασπάζεται την απλοϊκή ιδιωτική του ζωή και με πολλή θερμότητα. Και τι σημαίνει «Μαρὰν ἀθᾶ»; : «Ο Κύριός μας ήλθε». Γιατί λοιπόν το λέγει αυτό; Για να βεβαιώσει το κήρυγμα για την οικονομία, από εκείνα από τα οποία κυρίως συνέθεσε τους καρπούς της αναστάσεως, όχι μάλιστα μόνο γι’ αυτό, αλλά και για να τους ντροπιάσει, σαν να έλεγε: «ο κοινός Κύριος και δεσπότης όλων, μάς τίμησε με το να κατεβεί τόσο, και εσείς είστε ακόμη στα ίδια και επιμένετε να αμαρτάνετε και δεν φρίττετε για την υπερβολή της αγάπης, το αποκορύφωμα των αγαθών;». «Διότι σκέψου αυτό μόνο», λέγει, «και θα σου είναι αρκετό για να προκόψεις σε κάθε αρετή κα θα μπορέσεις να εξαφανίσεις τελείως κάθε αμαρτία».
« Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ μεθ᾿ ὑμῶν (:Σας εύχομαι η χάρις του Κυρίου Ιησού Χριστού να είναι μαζί σας πάντοτε)»[Α΄Κορ.16,23]. Αυτό είναι έργο διδασκάλου, το να βοηθεί όχι μόνο με συμβουλές, αλλά και με ευχές. « Ἡ ἀγάπη μου μετὰ πάντων ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ἀμήν (:Η αγάπη μου, η εν Χριστώ Ιησού, είναι και θα είναι με όλους σας. Αμήν)». Τίποτε ανθρώπινο δεν έχει δηλαδή, ούτε σαρκικό, αλλά πνευματική είναι· γι’ αυτό και είναι απολύτως γνήσια· διότι αυτοί ήσαν λόγοι ανθρώπου που αγαπά πολύ. Διότι επειδή βρισκόταν μακριά, σαν κατά κάποιο τρόπο με την έκταση του δεξιού του χεριού, τους αγκαλιάζει όταν λέγει: «Η αγάπη μου μαζί σας», σαν να έλεγε, «μαζί με όλους σας εγώ». Με αυτά δείχνει ότι όσα γράφτηκαν δεν ήσαν λόγοι θυμού ούτε οργής, αλλά πατρικής φροντίδας, αφού βέβαια μετά από τόσες κατηγορίες δεν τους αποστρέφεται, αλλά και τους αγαπά και τους εγκολπώνεται, ενώ βρίσκονται μακριά, αφού τους αγκάλιασε με αυτά τα γραφόμενα και τις επιστολές. Έτσι λοιπόν πρέπει να κάνει αυτός που διορθώνει· διότι αυτός που μόνο με οργή επιχειρεί να διορθώσει, επιδιώκει να ικανοποιήσει το πάθος του· ενώ αυτός που μετά τη διόρθωση εκείνου που αμαρτάνει, δείχνει και την αγάπη, αποδεικνύει ότι και οι λόγοι που έλεγε, όταν επέπληττε, ήσαν αποτέλεσμα πατρικής αγάπης.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-i-ad-corinthios.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Α΄προς Κορινθίους επιστολήν, ομιλία ΜΔ΄[επιλεγμένα αποσπάσματα], πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1980, τόμος 18Α, σελίδες 745-755.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Liddell & Scott, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007),
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ [: Ματθ.21,33-46]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΤΗΣ
«Ἄλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν(:Ακούστε και άλλη παραβολή: Ένας άνθρωπος οικοδεσπότης φύτεψε αμπέλι και ύψωσε γύρω από αυτό ένα φράκτη και έσκαψε μέσα σε αυτό ένα πατητήρι και μία δεξαμενή και έκτισε πύργο, για να μένουν οι εργάτες και οι φύλακες· εμπιστεύτηκε αυτό σε κάποιους γεωργούς και αναχώρησε σε άλλη χώρα).
Ὃτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ(:Όταν λοιπόν πλησίασε ο καιρός του τρυγητού, έστειλε τους δούλους του στους γεωργούς, για να πάρουν τους καρπούς που αυτός δικαιούνταν). Καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὃν μὲν ἔδειραν, ὃν δὲ ἀπέκτειναν, ὃν δὲ ἐλιθοβόλησαν(:Οι γεωργοί, όμως, όντας μοχθηροί και άπληστοι, συνέλαβαν τους δούλους και άλλον έδειραν, άλλον φόνευσαν, άλλον λιθοβόλησαν). πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως(:Πάλι ο οικοδεσπότης έστειλε άλλους δούλους, περισσοτέρους από τους πρώτους και έκαμαν και σε αυτούς τα ίδια). Ὑστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου(:Ύστερα πάλι έστειλε προς αυτούς τον υιό του λέγοντας: ‘’Οι άνθρωποι αυτοί θα ντραπούν τουλάχιστον το παιδί μου’’). Οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ(:Οι γεωργοί όμως, όταν είδαν τον υιό, είπαν μεταξύ τους: ‘’Αυτός είναι ο κληρονόμος· ελάτε, ας τον φονεύσουμε και ας καταλάβουμε οριστικά πλέον εμείς την κληρονομία του). Καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ ἀπέκτειναν(:Και αφού τον συνέλαβαν, τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι και εκεί τον φόνευσαν).
Ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις;(: Μετά από τη διήγηση της παραβολής ρώτησε ο Χριστός τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους του λαού: “Όταν λοιπόν έλθει ο κύριος του αμπελώνα, τι θα κάμει στους γεωργούς εκείνους;”). Λέγουσιν αὐτῷ· κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν(:Και αυτοί του απάντησαν: “τόσο κακοί που υπήρξαν, με τον χειρότερο θάνατο θα τους εξολοθρεύσει και θα εμπιστευτεί σε άλλους γεωργούς τον αμπελώνα, οι οποίοι θα δώσουν σε αυτόν τους οφειλόμενους καρπούς στην κατάλληλη εποχή”).
Λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;(:Λέγει σε αυτούς ο Ιησούς: “Ουδέποτε λοιπόν διαβάσατε στις Γραφές: «Λίθο, [δηλαδή Εμένα], τον οποίο απέρριψαν ως ακατάλληλο οι χτίστες, [εσείς, δηλαδή, οι οικοδόμοι του λαού], έγινε ακρογωνιαίος λίθος στην πνευματική οικοδομή του Θεού, [δηλαδή στην Εκκλησία] η οποία έγινε παρά του Θεού και είναι αξιοθαύμαστη στους οφθαλμούς μας;»).Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν ὅτι ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς(:Για τούτο σας λέγω ότι θα αφαιρεθεί από σας η βασιλεία [και η ιδιαίτερη προστασία] του Θεού και θα δοθεί σε έθνος, που θα παράγει καρπούς [δηλαδή έργα αγαθά, που είναι οι καρποί της βασιλείας αυτής])· καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν(:Και εκείνος, ο οποίος θα πέσει με εχθρικές διαθέσεις εναντίον του ακρογωνιαίου αυτού λίθου, θα κατατσακιστεί. Και σε όποιον πέσει επάνω ο βαρύς αυτός λίθος, θα τον κάμει συντρίμμια και σκόνη[Όποιος δηλαδή πολεμήσει τον Χριστό, θα αντικρίσει την οργή Του και θα καταλήξει στον όλεθρο και τον αφανισμό]).
Καὶ ἀκούσαντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τὰς παραβολὰς αὐτοῦ ἔγνωσαν ὅτι περὶ αὐτῶν λέγει· καὶ ζητοῦντες αὐτὸν κρατῆσαι ἐφοβήθησαν τοὺς ὄχλους ἐπειδὴ ὡς προφήτην αὐτὸν εἶχον(:Και όταν άκουσαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι τις παραβολές Του, εννόησαν πλέον ότι γι’ αυτούς ομιλεί και σε αυτούς αναφέρεται. Και παρόλο που ζητούσαν να τον συλλάβουν, δεν τόλμησαν, επειδή φοβήθηκαν τον λαό, ο οποίος Τον θεωρούσε προφήτη και Τον τιμούσε)»[Ματθ.21,33-46], [ερμηνεία Παναγιώτου Τρεμπέλα].
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….
Πολλά υπαινίσσεται με την παραπάνω παραβολή ο Κύριος· την πρόνοια του Θεού που έδειξε προς τους Ιουδαίους από ψηλά, τη φονική διάθεση που είχαν από την αρχή οι Ιουδαίοι, το ότι δεν παραλείφθηκε τίποτε από όσα έπρεπε για τη φροντίδα τους, το ότι όχι μόνο δεν τους αποστράφηκε ο Θεός και όταν ακόμη φόνευσαν τους προφήτες, αλλά απέστειλε ακόμη και τον Υιό του για να τους βοηθήσει να σωθούν· το ότι ένας και ο αυτός είναι ο Θεός της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, το ότι θα επιτύχει με τον θάνατό Του πολλά, το ότι οι Ιουδαίοι υφίστανται τη βαριά τιμωρία για τη σταύρωση και το τόλμημά τους εκείνο· την πρόσκληση των εθνών και την έκπτωση των Ιουδαίων. Γι’ αυτό και τοποθετεί την παραβολή αυτή στη σειρά αμέσως μετά από αυτήν που είχε προηγηθεί(: η παραβολή των δύο γιων, που ο ένας αρχικά είπε ότι θα έκανε το θέλημα του πατέρα του και δεν το έκανε, ενώ ο δεύτερος ήταν αυτός που μολονότι αρχικά αρνήθηκε, έπειτα μετανόησε και το έκανε: Ματθ.21,28-32), για να δείξει ότι το έγκλημα των Ιουδαίων είναι πολύ μεγάλο και δύσκολα συγχωρείται.
Πώς και με ποιο τρόπο επιτυγχάνει να το δείξει αυτό; Διότι, ενώ τόσο πολύ τους φρόντισε ο Θεός, εντούτοις τους υποσκέλισαν οι πόρνες και οι τελώνες και μάλιστα τους υποσκέλισαν σε πολύ μεγάλο βαθμό. Πρόσεχε όμως και του Θεού τη μεγάλη πρόνοια γι΄αυτούς και την απερίγραπτη αδράνειά τους. Πραγματικά, αυτά που ήσαν έργο και αποστολή των γεωργών, τα ανέλαβε και τα έκανε ο Ίδιος· τοποθέτησε δηλαδή τον φράκτη, φύτεψε την άμπελο και όλα τα άλλα που έκανε· σε αυτούς άφησε ένα μικρό έργο, το να φροντίζουν για την άμπελο και να διαφυλάξουν αυτά που τους εμπιστεύτηκε· διότι τίποτε δεν παραλείφθηκε, αλλά τα πάντα έγιναν στην εντέλεια. Και όμως ούτε και έτσι κέρδισαν τίποτε, και όλα αυτά παρά τις τόσες ευεργεσίες και την τόση φροντίδα και επιμέλεια εκ μέρους του Θεού γι’ αυτούς· διότι, όταν εξήλθαν από την Αίγυπτο, και νόμο τούς έδωσε, και πόλη τούς έκτισε, και ναό τούς οικοδόμησε, και θυσιαστήριο τούς κατασκεύασε. «Καὶ ἀπεδήμησεν (:Και έφυγε για άλλη χώρα)», δηλαδή έδειξε μακροθυμία, δεν τους τιμωρούσε πάντοτε αμέσως μετά τη διάπραξη των αμαρτιών· δηλαδή «αποδημία» αποκαλεί τη μεγάλη μακροθυμία Του.
Και «ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ (:απέστειλε τους δούλους του)», δηλαδή τους προφήτες, «λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ(:για να παραλάβουν τους καρπούς που του ανήκαν)», δηλαδή την υπακοή που θα αποδεικνυόταν με τα αγαθά έργα τους. Οι Ιουδαίοι όμως και στην περίπτωση αυτή έδειξαν την κακία τους, όχι μόνο διότι δεν απέδωσαν τους καρπούς, αν και έτυχαν τόσης μεγάλης φροντίδας εκ μέρους του Θεού, πράγμα που αποδεικνύει την αδιαφορία τους, αλλά και με το ότι φέρθηκαν με σκληρότητα προς τους απεσταλμένους Το· διότι εκείνοι που δεν είχαν να δώσουν καρπούς, μολονότι ήσαν οφειλέτες, δεν έπρεπε να αγανακτούν, ούτε να επιδεικνύουν σκληρότητα και αγριότητα, αλλά να παρακαλούν για έλεος. Αυτοί όμως, όχι μόνο αγανάκτησαν, αλλά και γέμισαν τα χέρια τους με αίμα, και, αν και έπρεπε οι ίδιοι ως ένοχοι να τιμωρηθούν, ζήτησαν αυτοί να γίνουν τιμωροί. Για τούτο έστειλε και δεύτερους και τρίτους απεσταλμένους, για να αποδειχθεί και η κακία τους και η φιλανθρωπία του Θεού.
Και γιατί δεν έστειλε από την αρχή τον Υιό Του, για να έλθουν σε επίγνωση του εαυτού τους από όσα έκαναν εις βάρος των απεσταλμένων Του και αφού αφήσουν την οργή τους, να ντραπούν Αυτόν, όταν θα ερχόταν; Υπάρχουν βέβαια και άλλοι λόγοι, αλλά τώρα επί του παρόντος ας προχωρήσουμε στη συνέχεια της παραβολής. Τι σημαίνει λοιπόν η φράση: «Ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου(:Ίσως να ντραπούν τον Υιό μου)»; Δεν σημαίνει ότι είχε άγνοια ο Θεός για το πώς επρόκειτο οι Ιουδαίοι να συμπεριφερθούν και στον ίδιο του τον Υιό, μη γένοιτο, αλλά θέλει να δείξει με τον τρόπο αυτό ότι το αμάρτημα είναι μεγάλο και στερείται κάθε απολογίας· διότι Αυτός Τον έστειλε, αν και γνώριζε ότι θα Τον φονεύσουν.
Και λέει ότι «ίσως να ντραπούν», για να δείξει τι έπρεπε να γίνει, ότι δηλαδή έπρεπε να ντραπούν. Διότι σε άλλη περίπτωση,[και, πιο συγκεκριμένα, στον προφήτη Ιεζεκιήλ] λέγει: «Ἐὰν ἄρα ἀκούσωσιν ἢ πτοηθῶσι -διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί- καὶ γνώσονται ὅτι προφήτης εἶ σὺ ἐν μέσῳ αὐτῶν(:Μήπως και θελήσουν να υπακούσουν στα λόγια μου ή απλώς να καταπτοηθούν, διότι είναι γένος και λαός, που πάντοτε με παραπικραίνει με τις παραβάσεις των εντολών μου και οπωσδήποτε θα μάθουν ότι ανάμεσά τους υπάρχει ένας προφήτης, ο οποίος είσαι εσύ)»[Ιεζ.2,5]· ούτε και εκεί δείχνει άγνοια, αλλά για να μη λέγουν ορισμένοι αγνώμονες ότι η πρόρρησή Του έγινε αναγκαστική αιτία της παρακοής τους, για τούτο ομιλεί κατά αυτόν τον τρόπο και χρησιμοποιεί αυτές τις φράσεις και λέγει· «μην τυχόν» και «ίσως»· διότι και αν ακόμη φάνηκαν αχάριστοι προς τους δούλους[δηλαδή τους προφήτες], έπρεπε να σεβασθούν το αξίωμα του Υιού.
Τι έκαναν όμως οι Ιουδαίοι; Ενώ έπρεπε να τρέξουν και να πέσουν στα πόδια Του, ενώ έπρεπε να ζητήσουν συγνώμη για τα αμαρτήματά τους, αυτοί αγωνίζονται να υπερβούν τα προηγούμενα εγκλήματά τους, εκδύονται και ανακατεύονται με τα μιάσματα και διαρκώς με τα νέα πλημμελήματά τους καλύπτουν τα προηγούμενα. Αυτό το δήλωσε και ο Κύριος όταν έλεγε: «ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας. καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν(:Ώστε εσείς οι ίδιοι βεβαιώνετε ότι είστε γνήσιοι και αντάξιοι απόγονοι εκείνων, που φόνευσαν τους προφήτες.Λοιπόν, ολοκληρώστε και εσείς το έργο των πατέρων σας, κάμετε όσα εκείνοι δεν έκαμαν, φονεύσετε τον Μεσσία, για να φθάσετε έτσι στο έσχατο όριο της κακίας)»[Ματθ.23,31-32].
Εξάλλου και οι προφήτες τούς κατηγορούσαν από παλιά για αυτά και τους έλεγαν: «Αἱ γὰρ χεῖρες ὑμῶν αἵματος πλήρεις(:Τα χέρια σας είναι γεμάτα από αίματα αθώων)»[Ησ.1,15] και: «Ἀρὰ καὶ ψεῦδος καὶ φόνος καὶ κλοπὴ καὶ μοιχεία κέχυται ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ αἵματα ἀφ᾿ αἵμασι μίσγουσι (:Έχουν χυθεί και πλημμυρίσει τη χώρα σας κατάρες, ψεύδη, φόνοι, κλοπές, μοιχείες, ενώ τα αίματα στη χώρα σας χύνονται συνεχώς και ανακατεύονται το ένα με το άλλο)»[Ωσ.4,2] και: «Οἱ οἰκοδομοῦντες Σιὼν ἐν αἵμασι καὶ Ἱερουσαλὴμ ἐν ἀδικίαις(:Eσείς, οι οποίοι οικοδομείτε τα σπίτια σας στη Σιών με το αίμα των φτωχών και των αδυνάτων και τις κατοικίες σας στην Ιερουσαλήμ τις οικοδομείτε με τις αδικίες εναντίον των αδελφών σας)»[Μιχ.3,10]. Όμως, δεν σωφρονίζονταν αυτοί, αν και αυτήν την εντολή έλαβαν πρώτη, το «Οὐ φονεύσεις»[Έξ.20,15], δηλαδή, και συγχρόνως διατάχθηκαν να αποφεύγουν πολλά άλλα με την τήρηση αυτής της μεγάλης εντολής και με πολλούς και ποικίλους τρόπους οδηγούνταν στο να αποφεύγουν την παράβαση της εντολής αυτής.
Όμως δεν εγκατέλειψαν την πονηρή εκείνη συνήθειά τους. Αλλά τι λέγουν όταν Τον είδαν; «Δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν(:Ελάτε, ας Τον φονεύσουμε)». Με ποιον σκοπό και γιατί να το κάνετε αυτό; Ποια τέλος πάντων μικρή ή μεγάλη κατηγορία είχατε να Του αποδώσετε; Το ότι σας τίμησε και, αν και ήταν Θεός, έγινε άνθρωπος προς χάρη σας και έκανε τα αμέτρητα εκείνα θαύματα; Ή επειδή συγχωρούσε τα αμαρτήματα; Ή επειδή σας καλούσε στη Βασιλεία; Πρόσεξε, όμως, εκτός από την ασέβειά τους και την μεγάλη αφροσύνη τους, και την αιτία της σφαγής, που ήταν τελείως βλακώδης και γεμάτη από μεγάλη παραφροσύνη: «Δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν(:Ελάτε, ας τον φονεύσουμε)», λέγει, «καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ(:και θα γίνει έτσι η άμπελος δική μας κληρονομία)»[Ματθ.21,38].
Και πού σκέφτονται να τον φονεύσουν; Έξω από την άμπελο. Είδες πώς προφητεύει και τον τόπο, στον οποίο επρόκειτο να θανατωθεί; «Καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ ἀπέκτειναν(:Και αφού τον έβγαλαν έξω από την άμπελο, τον φόνευσαν)»[Ματθ.21,39].
Και ο μεν ευαγγελιστής Λουκάς λέγει ότι ο ίδιος ο Κύριος είπε αυτό που έπρεπε να πάθουν αυτοί και εκείνοι απάντησαν: «Μή γένοιτο»[Λουκ.20,16: «Τί οὖν ποιήσει αὐτοῖς ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος; ἐλεύσεται καὶ ἀπολέσει τοὺς γεωργοὺς τούτους, καὶ δώσει τὸν ἀμπελῶνα ἄλλοις. ἀκούσαντες δὲ εἶπον· μὴ γένοιτο(:Τι λοιπόν θα κάμει εναντίον αυτών ο κύριος του αμπελιού; Θα έλθει ο ίδιος και θα εξολοθρεύσει τους γεωργούς αυτούς και θα δώσει το αμπέλι σε άλλους. Μερικοί μάλιστα από τους Φαρισαίους, που ήσαν εκεί, όταν άκουσαν την παραβολή και εννόησαν τη σημασία της, είπαν: “Μη γένοιτο!’’)» και κατόπιν πρόσθεσε ο Ιησούς τη μαρτυρία της Γραφής· διότι λέγει παρακάτω ο ευαγγελιστής Λουκάς (Λουκ.20,17-18): «Ὁ δὲ ἐμβλέψας αὐτοῖς εἶπε· τί οὖν ἐστι τὸ γεγραμμένον τοῦτο, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας;(: Εκείνος τους κοίταξε κατάματα και τους είπε: “Τι σημαίνει λοιπόν αυτό που έχει γραφεί από τους προφήτες :”Λίθο, που τον απέρριψαν ως ακατάλληλο οι οικοδόμοι, αυτός έγινε κεφαλή και ακρογωνιαίος λίθος για όλη την οικοδομή, και ο καθένας που θα προσκόψει επάνω στον λίθο αυτόν, θα κατακομματιαστεί”;”)»].
Ο ευαγγελιστής Ματθαίος, ωστόσο, λέγει ότι οι ίδιοι διετύπωσαν την απόφαση [Ματθ.21,40-41] : «Ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις; λέγουσιν αὐτῷ· κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν(:Μετά τη διήγηση της παραβολής, ρώτησε τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους του λαού ο Χριστός: “Όταν λοιπόν έλθει ο κύριος του αμπελώνα, τι θα κάμει στους γεωργούς εκείνους;”. Και αυτοί του απάντησαν: “Τόσο κακοί που υπήρξαν, κακώς θα τους εξολοθρεύσει και θα εμπιστευτεί σε άλλους γεωργούς τον αμπελώνα, οι οποίοι θα δώσουν σε αυτόν τους οφειλόμενους καρπούς στην κατάλληλη εποχή”)». Όμως αυτό δεν αποτελεί αντίφαση μεταξύ των δύο ευαγγελιστών, διότι συνέβησαν και τα δύο· δηλαδή και οι ίδιοι μέσα τους έβγαλαν την απόφαση αυτή, αλλά και όταν πάλι αντιλήφθηκαν τη σημασία των λόγων Του είπαν: «Μή γένοιτο»· και ακόμη τους ανέφερε και τη μαρτυρία του προφήτη Δαβίδ [Ψαλμ.117,22: «Λίθον, ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας(:Εγώ ο Ισραήλ, προτυπώνοντας και τον Μεσσία, είμαι ο λίθος, τον οποίο απέρριψαν οι χτίστες, όσοι ρυθμίζουν με τη σπάθη και τις συμμαχίες τους τις τύχες των ασημότερων λαών. Αλλά ο λίθος αυτός έγινε της όλης οικοδομής κεφαλή και ακρογωνιαίος λίθος. Έτσι και ο Χριστός, μολονότι απορρίφτηκε ως άχρηστος από τους οικοδόμους της συναγωγής, συνένωσε τους δύο λαούς, Ιουδαίους και εθνικούς, σε μία Εκκλησία και έγινε αυτής αρχηγός και κεφαλή και ποιμένας)»], πείθοντάς τους ότι οπωσδήποτε θα συμβεί αυτό και έτσι θα γίνουν τα πράγματα.
Αλλά παρά ταύτα ούτε και έτσι τους απεκάλυπτε καθαρά τους εθνικούς, ώστε να μην τους δώσει καμίαν αφορμή κατηγορίας και δυσαρέσκειας, αλλά απλώς έκανε έναν υπαινιγμό με τα λόγια: «θα παραδώσει την άμπελο σε άλλους». Για τον λόγο αυτό βέβαια τους ομίλησε με παραβολή, ώστε αυτοί οι ίδιοι να βγάλουν την απόφαση, πράγμα το οποίο συνέβη και στην περίπτωση του Δαβίδ, όταν έκρινε την παραβολή του προφήτη Νάθαν[Β΄Βασ.12,5: «Καὶ ἐθυμώθη ὀργῇ Δαυὶδ σφόδρα τῷ ἀνδρί, καὶ εἶπε Δαυὶδ πρὸς Νάθαν· ζῇ Κύριος, ὅτι υἱὸς θανάτου ὁ ἀνὴρ ὁ ποιήσας τοῦτο(:Ο Δαυίδ κυριεύτηκε από μεγάλη οργή εναντίον του ανθρώπου εκείνου που έλεγε η παραβολή του προφήτη Νάθαν ότι, παρά τα δικά του πλούτη, άρπαξε τη μοναδική προβατίνα ενός φτωχού ανθρώπου και είπε προς τον Νάθαν: “ορκίζομαι ενώπιον του ζώντος Κυρίου, ότι αυτός ο άνθρωπος, που έκαμε τούτο, είναι οπωσδήποτε άξιος θανάτου και θα πρέπει να θανατωθεί)»]. Εσύ όμως σε παρακαλώ πρόσεχε και στην περίπτωση αυτή [της παραβολής των κακών γεωργών] πόσο δίκαιη είναι η απόφαση της τιμωρίας, τη στιγμή που και οι ίδιοι, που επρόκειτο να τιμωρηθούν, καταδικάζουν τους εαυτούς τους.
Ακολούθως, για να αντιληφθούν ότι όχι μόνο η φύση του δικαίου απαιτούσε αυτήν την ποινή, αλλά ότι και η χάρη του Πνεύματος εκ του ουρανού προέλεγε αυτό και ότι αυτή ήταν η απόφαση του Θεού, πρόσθεσε και τη μαρτυρία του προφήτου και τους επιτιμά κατά τρόπο που να νιώσουν ντροπή, λέγοντας τα εξής: «Δεν αναγνώσατε ποτέ στις Γραφάς, ότι τον λίθο, που τον απέρριψαν ως ακατάλληλο οι οικοδόμοι, αυτός έγινε ο ακρογωνιαίος λίθος που στήριξε ολόκληρη την οικοδομή; Αυτή η οικοδομή έγινε από τον Κύριο και είναι θαυμαστή ενώπιον των οφθαλμών μας», δείχνοντας με όλα αυτά ότι αυτοί μεν επρόκειτο να εκδιωχθούν εξαιτίας της απιστίας τους, οι εθνικοί όμως που ως τότε ειδωλολατρούσαν, καθώς δεν γνώριζαν τον αληθινό Θεό, θα εισάγονταν στη Βασιλεία. Τον ίδιο υπαινιγμό έκανε με τη Χαναναία[βλ. Ματθ.15,21-28], το ίδιο με τον όνο, το ίδιο με τον εκατόνταρχο και με πολλές άλλες παραβολές. Για τούτο και πρόσθεσε: «Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν (:Αυτό έγινε από τον Κύριο και είναι θαυμαστό στα μάτια μας)», φανερώνοντας εκ των προτέρων ότι οι εθνικοί που θα πιστέψουν, και από τους Ιουδαίους όσοι τυχόν πιστέψουν, θα αποτελέσουν ένα σώμα, αν και τόση απόσταση και τόση διαφορά υπήρχε προηγουμένως μεταξύ τους.
Στη συνέχεια, για να αντιληφθούν ότι τίποτε από όσα συμβαίνουν δεν ήταν αντίθετο προς την θέληση του Θεού, αλλά ότι Του ήταν και πολύ αρεστό αυτό που συνέβαινε και συγχρόνως ήταν και παράδοξο και προκαλούσε κατάπληξη στον καθένα που το έβλεπε(καθόσον ήταν θαύμα σε μεγάλο βαθμό απερίγραπτο),πρόσθεσε: «Αυτό έγινε από τον Κύριο». «Λίθο» ονομάζει τον εαυτό Του και «οικοδόμους» τους διδασκάλους των Ιουδαίων, πράγμα που το κάνει και ο προφήτης Ιεζεκιήλ: «Ἀνθ᾿ ὧν ἐπλάνησαν τὸν λαόν μου λέγοντες· εἰρήνη εἰρήνη, καὶ οὐκ ἔστιν εἰρήνη, καὶ οὗτος οἰκοδομεῖ τοῖχον, καὶ αὐτοὶ ἀλείφουσιν αὐτόν, εἰ πεσεῖται (:Θα τιμωρηθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο, διότι παραπλάνησαν τον λαό μου τον ισραηλιτικό λέγοντας: “Ειρήνη, ειρήνη επικρατεί και θα επικρατεί”. Αλλά δεν είναι πλέον καιρός ειρήνης. Οι Ισραηλίτες όμως θα τους πιστέψουν και θα οικοδομούν τις οικίες τους και θα τις ασβεστώνουν, διότι παραπλανημένοι από τους ψευδοπροφήτες θα έχουν πιστέψει, ότι δεν θα πέσουν ούτε αυτές, ούτε αυτοί, από τους εχθρούς που οικοδομούν τον τοίχο και αλείφουν χωρίς τάξη)»(Ιεζ. 13,10).
Και πώς Τον αποδοκίμασαν οι Ιουδαίοι; Λέγοντας: «Οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ(:Αυτός ο άνθρωπος δεν εστάλη από τον Θεό)»· «οὗτος πλανᾷ τὸν ὄχλον(:αυτός πλανά τον λαό)»(Ιω.7,12)·και πάλι: «Οὐ καλῶς λέγομεν ἡμεῖς ὅτι Σαμαρείτης εἶ σὺ καὶ δαιμόνιον ἔχεις;(:Καλά δεν λέμε εμείς, ότι είσαι Σαμαρείτης, [δηλαδή εχθρός των Ιουδαίων], και ότι έχεις δαιμόνιο, που σε κινεί να λες αυτές τις ύβρεις εναντίον μας;)»[Ιω. 8,48].
Έπειτα, για να κατανοήσουν ότι η ζημία τους δεν περιορίζεται μόνο στην έξωσή τους από τη βασιλεία, πρόσθεσε και τις τιμωρίες, λέγοντας: «Ο καθένας που θα προσκόψει επάνω στον λίθο αυτόν θα κατακομματιαστεί· και σε εκείνον που θα πέσει πάνω του ο λίθος αυτός, θα τον συνθλίψει και θα τον διασκορπίσει σαν σκόνη». Δύο απώλειες αναφέρει εδώ· η μία προέρχεται από το ότι θα σκοντάψουν σε Αυτόν και θα σκανδαλισθούν· διότι αυτό σημαίνει το «αυτός που θα προσκόψει στον λίθο αυτόν».
Η άλλη επίσης είναι η απώλεια που θα προέλθει από την άλωση, τη συμφορά και την πανωλεθρία τους, την οποία προείπε καθαρά με τα λόγια: «λικμήσει αὐτόν». Με τους λόγους αυτούς υπαινίχθηκε και την Ανάστασή Του[πρβ. Γ΄Βασ.9,7: «Καὶ ἐξαρῶ τὸν Ἰσραὴλ ἀπὸ τῆς γῆς ἣν ἔδωκα αὐτοῖς, καὶ τὸν οἶκον τοῦτον, ὃν ἡγίασα τῷ ὀνόματί μου, ἀποῤῥίψω ἐκ προσώπου μου, καὶ ἔσται Ἰσραὴλ εἰς ἀφανισμὸν καὶ εἰς λάλημα εἰς πάντας τοὺς λαούς(:Και θα ξεριζώσω τον ισραηλιτικό λαό από τη γη, την οποία έχω δώσει σε αυτούς· και τον ναό, τον οποίο αφιέρωσα στο όνομά μου, θα τον απορρίψω από το πρόσωπό μου. Ο ισραηλιτικός λαός θα εξαφανιστεί από την πατρίδα του και θα γίνει περίγελως μεταξύ όλων των λαών της γης)»· και Ιεζ.34,10,για τους κακούς ποιμένες: «Τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπὶ τοὺς ποιμένας καὶ ἐκζητήσω τὰ πρόβατά μου ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν καὶ ἀποστρέψω αὐτοὺς τοῦ μὴ ποιμαίνειν τὰ πρόβατά μου, καὶ οὐ βοσκήσουσιν ἔτι οἱ ποιμένες αὐτά· καὶ ἐξελοῦμαι τὰ πρόβατά μου ἐκ τοῦ στόματος αὐτῶν. καὶ οὐκ ἔσονται αὐτοῖς ἔτι εἰς κατάβρωμα(:Αυτά λέγει ο Κύριος Κύριος· “Θα επέλθω εγώ τιμωρός εναντίον των άστοργων ποιμένων και θα ζητήσω τα πρόβατά μου από τα χέρια τoυς, θα τους καθαιρέσω και θα τους εκδιώξω, ώστε να μην ποιμαίνουν πλέον τα πρόβατά μου και οι κακοί αυτοί ποιμένες δεν θα τα βοσκήσουν. Θα αποσπάσω τα πρόβατά μου από την εκμετάλλευσή τους και δεν θα τα κατατρώγουν πλέον αυτοί”)»].
Ο μεν προφήτης Ησαΐας λέγει ότι ο Κύριος κατηγορεί τον αμπελώνα, δηλαδή τον λαό των Ιουδαίων, ενώ εδώ κατηγορεί και τους άρχοντες του λαού. Και εκεί μεν λέγει: «Τί ποιήσω ἔτι τῷ ἀμπελῶνί μου καὶ οὐκ ἐποίησα αὐτῷ; διότι ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι σταφυλήν, ἐποίησε δὲ ἀκάνθας(:Τι υπολείπεται να κάμω ακόμη για την άμπελό μου αυτήν και τι έως τώρα δεν έκαμα γι’ αυτήν; Έκαμα τα πάντα, για να καρποφορήσει αυτή σταφύλια. Εκείνη όμως έκανε αγκάθια!)»[Ησ. 5,4]. Και σε άλλο σημείο λέγει πάλι: «Τί εὕροσαν οἱ πατέρες ὑμῶν ἐν ἐμοὶ πλημμέλημα, ὅτι μακρὰν ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ ἐπορεύθησαν ὀπίσω τῶν ματαίων καὶ ἐματαιώθησαν;(: Ποια, έστω και μικρή, έλλειψη βρήκαν σε Εμένα οι προγονοί σας και έφυγαν μακριά από Εμένα, ενώ πορεύθηκαν και ακολούθησαν τα μάταια είδωλα, για να γίνουν έτσι και αυτοί μηδαμινοί και τιποτένιοι;)»[Ιερ.2,5]. Και πάλι: «Λαός μου, τί ἐποίησά σοι ἢ τί ἐλύπησά σε;(:Λαέ μου, τι κακό σου έκανα, ή σε τι σε λύπησα;)»[ Μιχ.6,3], για να δείξει την αχαριστία τους και ότι, αν και απολάμβαναν τα πάντα, ανταπέδιδαν σε αυτά τα αντίθετα· στην προκειμένη περίπτωση όμως παρουσιάζει την αγνωμοσύνη τους με μεγαλύτερη υπερβολή.
Πραγματικά, δεν εκφράζει ο ίδιος την άποψή Του και δεν λέγει: «Τι έπρεπε να κάνω και δεν το έκανα;», αλλά παρουσιάζει τους ίδιους να βεβαιώνουν ότι δεν τους έλειπε τίποτε και έτσι να καταδικάζουν τους εαυτούς τους· διότι όταν λέγουν ότι: «Κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν(:Τόσο κακοί που υπήρξαν, θα τους εξολοθρεύσει με τον χειρότερο θάνατο και θα εμπιστευτεί σε άλλους γεωργούς τον αμπελώνα, οι οποίοι θα δώσουν σε αυτόν τους οφειλόμενους καρπούς στην κατάλληλη εποχή)»[Ματθ.21,41], δεν λένε τίποτε άλλο από την καταδίκη τους, και μάλιστα με ιδιαίτερα κατηγορηματικό τρόπο εκφέρουν την απόφαση αυτή.
Την ίδια κατηγορία, επίσης, τους αποδίδει και ο Στέφανος[βλ. Πράξ. κεφ.6-7 και ειδικότερα στα χωρία 7,51-53: «Σκληροτράχηλοι καὶ ἀπερίτμητοι τῇ καρδίᾳ καὶ τοῖς ὠσίν, ὑμεῖς ἀεὶ τῷ Πνεύματι τῷ Ἁγίῳ ἀντιπίπτετε, ὡς οἱ πατέρες ὑμῶν καὶ ὑμεῖς. τίνα τῶν προφητῶν οὐκ ἐδίωξαν οἱ πατέρες ὑμῶν;καὶ ἀπέκτειναν τοὺς προκαταγγείλαντας περὶ τῆς ἐλεύσεως τοῦ δικαίου, οὗ νῦν ὑμεῖς προδόται καὶ φονεῖς γεγένησθε· οἵτινες ἐλάβετε τὸν νόμον εἰς διαταγὰς ἀγγέλων, καὶ οὐκ ἐφυλάξατε(:Είστε σκληροτράχηλοι και άκαμπτοι, και δεν υποτάσσεστε στο Θεό. Δεν έχετε περικόψει τη σκληρότητα και την αναισθησία της καρδιάς σας και δεν θελήσατε να απαλλαγείτε από την πνευματική σας βαρηκοΐα, για να ακούτε με καλή και ευπειθή διάθεση την αλήθεια. Γι’ αυτό πάντοτε εναντιώνεσθε στο Πνεύμα το Άγιο. Όπως απειθούσαν και εναντιώνονταν οι πατέρες σας, έτσι και σήμερα εναντιώνεστε και σεις. Ποιον από τους προφήτες δεν καταδίωξαν οι πρόγονοί σας; Και σκότωσαν εκείνους που προανήγγειλαν τον ερχομό του Μεσσία, ο οποίος υπήρξε ο απολύτως αναμάρτητος και κατ’ εξοχήν δίκαιος. Αλλά και σεις τώρα έχετε γίνει προδότες και φονιάδες Του. Εσείς πήρατε τον νόμο τον οποίο διέταξε ο Θεός διαμέσου αγγέλων, και δεν τον τηρήσατε, αλλά τον παραβήκατε”)»], πράγμα που τους πείραξε περισσότερο, ότι δηλαδή, αν και μεγάλη φροντίδα είχε δείξει για αυτούς ο Θεός, εντούτοις αυτοί ανταπέδιδαν τα αντίθετα στον Ευεργέτη. Και αυτό ήταν απόδειξη μεγάλη ότι αίτιος της τιμωρίας που τους επιβαλλόταν δεν ήταν ο τιμωρός, αλλά οι ίδιοι οι τιμωρούμενοι.
Αυτό λοιπόν αποδεικνύεται και εδώ με την παραβολή και με την προφητεία που τους υπενθυμίζει στη συνέχεια. Διότι δεν αρκέστηκε στην παραβολή μόνο, αλλά πρόσθεσε και διπλή προφητεία, μία του Δαβίδ[:Ψαλμ.117,22:«Λίθον,ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας», και μία δική Του [Ματθ.21,43-44: «Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν ὅτι ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς(:Γι’ αυτό σας λέω ότι θα αφαιρεθεί από σας η βασιλεία και η ιδιαίτερη προστασία του Θεού, και θα δοθεί σε έθνος το οποίο θα παράγει τα αγαθά έργα, που είναι οι καρποί της βασιλείας αυτής)· καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν(:και εκείνος που θα πέσει με εχθρικές διαθέσεις πάνω στον λίθο αυτό τον ακρογωνιαίο θα τσακιστεί˙ επιπλέον, σε όποιον πέσει βαρύς ο λίθος αυτός θα τον κομματιάσει και θα τον σκορπίσει σαν σκόνη. [Όποιος δηλαδή πολεμήσει τον Χριστό, θα αντικρίσει την οργή Του και θα καταλήξει στον όλεθρο και τον αφανισμό])».
Τι έπρεπε λοιπόν να κάνουν όταν άκουσαν αυτά; Δεν έπρεπε να Τον προσκυνήσουν; Δεν έπρεπε να θαυμάσουν το ενδιαφέρον και την φροντίδα Του γι’ αυτούς και παλαιότερα και τώρα; Εάν όμως με κανένα από αυτά δεν έγιναν καλύτεροι, δεν έπρεπε τουλάχιστον να γίνουν φρονιμότεροι από τον φόβο της κολάσεως; Δεν έγιναν όμως, ωστόσο. Και τι έκαναν, αντιθέτως, ύστερα από αυτά; : «Καὶ ἀκούσαντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τὰς παραβολὰς αὐτοῦ(:Και όταν άκουσαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι τις παραβολές Του)», λέγει, «ἔγνωσαν ὅτι περὶ αὐτῶν λέγει· καὶ ζητοῦντες αὐτὸν κρατῆσαι ἐφοβήθησαν τοὺς ὄχλους ἐπειδὴ ὡς προφήτην αὐτὸν εἶχον(:όταν άκουσαν αυτά, εννόησαν πλέον ότι γι’ αυτούς ομιλεί. Και παρόλο που ζητούσαν να Τον συλλάβουν, δεν τόλμησαν, επειδή φοβήθηκαν τον λαό, ο οποίος Τον σεβόταν και Τον τιμούσε ως προφήτη)»[Ματθ.21,45-46]· διότι αντιλαμβάνονταν πλέον ότι υπαινισσόταν αυτούς.
Και άλλοτε μεν, ενώ βρίσκεται ανάμεσά τους, φεύγει διαμέσου αυτών και δεν Τον βλέπουν, και άλλοτε πάλι, ενώ Τον βλέπουν και επιθυμούν σφόδρα να Τον συλλάβουν, συγκρατεί την επιθυμία τους αυτή, πράγμα για το οποίο Τον θαύμαζαν και έλεγαν: «Οὐχ οὗτός ἐστιν ὃν ζητοῦσιν ἀποκτεῖναι; καὶ ἴδε παῤῥησίᾳ λαλεῖ, καὶ οὐδὲν αὐτῷ λέγουσι. μήποτε ἀληθῶς ἔγνωσαν οἱ ἄρχοντες ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ Χριστός;(:Δεν είναι αυτός, που οι άρχοντες ζητούν να Τον φονεύσουν; Και ιδού, ομιλεί άφοβα και φανερά και τίποτε δεν αντιλέγουν σε Αυτόν. Μήπως πραγματικά κατάλαβαν οι άρχοντες ότι Αυτός αληθώς είναι ο Χριστός;)»[Ιω.7,25-26].
Στην περίπτωση αυτή, όμως,[αφού δηλαδή κατανόησαν το βαθύτερο νόημα της παραβολής των κακών γεωργών],επειδή συγκρατούνταν από τον φόβο του πλήθους, και αρκείται σε αυτόν τους τον φόβο ο Ιησούς και δεν ενεργεί κάποιο θαύμα, όπως είχε κάνει κάποια προηγούμενη φορά που αναχώρησε από ανάμεσά τους και δεν Τον έβλεπαν· διότι δεν ήθελε πάντοτε να ενεργεί με υπεράνθρωπη δύναμη, για να γίνει πιστευτή η οικονομία της σαρκώσεως. Αυτοί, όμως, ούτε από το πλήθος σωφρονίζονταν, ούτε από τους λόγους Του, ούτε την μαρτυρία των προφητών σέβονταν, ούτε τη δική τους την κρίση, ούτε τη γνώμη των πολλών. Τόσο πολύ τους τύφλωσε άπαξ διαπαντός η φιλαρχία και ο έρως της κενοδοξίας και η επιδίωξη των πρόσκαιρων πραγμάτων.
Πράγματι, τίποτα δεν προκαλεί τόση παραφροσύνη και δεν οδηγεί στον γκρεμό, τίποτε δεν συντελεί τόσο στην απώλεια των μελλοντικών αγαθών, όσο η προσήλωση σε αυτά τα φθαρτά. Τίποτε δεν συντελεί στο να απολαμβάνει κανείς και τα εδώ αγαθά και τα εκεί, όσο η προτίμηση των ουρανίων από καθετί το κοσμικό και πρόσκαιρο. Διότι τι λέγει ο ίδιος ο Χριστός; : «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν(:Να ζητάτε πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα τα πνευματικά αγαθά της βασιλείας του Θεού και την απόκτηση των αρετών που ο Θεός σας ζητά ως όρο για να σας χαρίσει τα αγαθά αυτά. Και τότε αυτά τα επίγεια θα σας δοθούν μαζί με εκείνα)»[Ματθ.6,33]. Καθόσον βέβαια εάν δεν υπήρχε δυνατότητα αποκτήσεως των ουρανίων αγαθών, δεν έπρεπε τότε ούτε τα επίγεια να επιθυμεί κανείς. Τώρα όμως, εάν λάβει εκείνα, είναι δυνατόν να αποκτήσει και τα επίγεια· και όμως ορισμένοι ούτε και έτσι πείθονται, αλλά ομοιάζουν με αναίσθητους λίθους και επιδιώκουν τις σκιές της ηδονής.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ),εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, επιλογές από την ομιλία ΞΗ΄, σελίδες 366-381.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 68, σελ. 72- 80.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[: Α΄Κορ. 16,13-20]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΑΦΥΠΝΙΣΕΩΣ, ΕΔΡΑΙΩΣΕΩΣ, ΑΝΔΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΟΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 28-8-1988]
[Β201]
Τελειώνοντας, αγαπητοί μου, την Α΄ του επιστολή στους Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος τούς γράφει: «Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε». Με τα τέσσερα αυτά δυνατά ρήματα, σε τόνο προστακτικής και συνεπώς εντολής, θέλει να αφυπνίσει τους Κορινθίους από τον πνευματικόν λήθαργον και την επιπολαιότητά των, τόσον εις την πίστιν, όσο και εις την πνευματικήν ζωήν. Και φυσικά αυτές οι προστακτικές, δηλαδή εντολές, αποτείνονται προς όλους τους Χριστιανούς, όλων των εποχών και συνεπώς και της εποχής μας.
Γρηγορείτε. Μένετε ξύπνιοι. «Γρηγορέω-γρηγορῶ», μένω ξύπνιος. Πρόκειται για ένα εγερτήριο σάλπισμα από τον πνευματικόν ύπνον και πνευματικόν λήθαργον. Ο Χριστιανός και κάποτε ολόκληρη η τοπική Εκκλησία, μπορεί να καταληφθεί από μια νωχέλεια, από μια ακηδία, από μια πνευματική ανεμελιά, που να θυμίζει ύπνο. Και μία εικόνα αυτής της υπνηλίας, αν και σωματικής, όμως εικόνα της πνευματικής υπνηλίας, είναι εκείνος ο κάρος, δηλαδή εκείνος ο νυσταγμός, εκείνη η νάρκη που είχε καταλάβει τους ένδεκα μαθητάς στον κήπο της Γεθσημανή. Όταν ο Κύριος τους είπε : «Οὕτως οὐκ ἰσχύσατε μίαν ὥραν γρηγορῆσαι μετ’ ἐμοῦ! (: Έτσι λοιπόν; Ούτε μια ώρα δεν μπορέσατε να μείνετε ξυπνητοί μαζί μου;). Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν (:Μένετε ξυπνητοί. -Κι εδώ βεβαίως εννοεί το ξύπνημα το σωματικό· ενώ φυσικά εξυπακούεται και το ξύπνημα το πνευματικό. Γι’αυτό λέγει: «Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε». Γιατί; «Διότι υπάρχει κίνδυνος, τώρα, σε λιγάκι, να μπείτε σε φοβερό πειρασμό για το πρόσωπό μου, όταν θα με δείτε να παραδίδομαι στα χέρια των αμαρτωλών. Συνεπώς γρηγορείτε και προσεύχεσθε, για να μην μπείτε στον πειρασμόν».
Είπαμε ότι εις τον πνευματικόν αυτόν ύπνο μπορεί να πέσει μία ολόκληρη τοπική Εκκλησία. Γι’αυτό ο Κύριος παραγγέλλει εις τον επίσκοπον της Εκκλησίας των Σάρδεων, της Μικράς Ασίας, που είναι γραμμένο στην Αποκάλυψη, είναι μία από τις επτά -της Αποκαλύψεως, επτά, γιατί φυσικά περισσότερες ήσαν- μια από τις επτά της Αποκαλύψεως Εκκλησίες: «Γίνου γρηγορῶν(:Ξύπνα!). Ἐάν οὔν μή γρηγορήσῃς, ἤξω ἐπί σέ ὡς κλέπτῃς, καί οὐ μή γνώσῃ ποίαν ὥραν ἤξω ἐπί σέ». «Ξύπνα! Γιατί αν δεν ξυπνήσεις, θα έρθω σαν τον κλέφτη, που έρχεται να κλέψει το σπίτι που κοιμάται ο νοικοκύρης. Και δεν θα γνωρίζεις την ώρα που θα έρθω σε σένα. Να σε κρίνω δηλαδή».
Συνήθως ο Κύριος, αγαπητοί μου, συνόδευε την διδασκαλία Του, συνήθως σας είπα, με το «Γρηγορεῖτε», «Μένετε ξυπνητοί». Είναι ένα πολύ συνηθισμένο μήνυμα, σύνθημα του Κυρίου. «Περί δέ τῆς ἡμέρας ἐκείνης», λέγει, «ἢ τῆς ὥρας οὐδείς οἶδεν». Πότε; Όταν θα ξανάρθει ο Κύριος. «Βλέπετε, ἀγρυπνεῖτε καί προσεύχεσθε». Βλέπετε θα πει προσέχετε. Μένετε ξύπνιοι. Προσεύχεσθε. «Οὐκ οἴδατε γὰρ πότε ὁ καιρός ἐστιν». «Δεν ξέρετε πότε είναι ο καιρός που θα έλθω εγώ, ή που θα φύγετε εσείς από τον κόσμον αυτόν». «Γρηγορεῖτε οὖν (:Λοιπόν, μένετε ξύπνιοι), οὐκ οἴδατε γάρ πότε ὁ κύριος τῆς οἰκίας ἔρχεται». – Ο «κύριος τῆς οἰκίας» είναι ο Θεός. Η «οἰκία» είναι η Βασιλεία του Θεού, είναι η Εκκλησία– «ὀψὲ ἢ μεσονυκτίου ἢ ἀλεκτοροφωνίας ἢ πρωΐ (:αν θα είναι αργά το βράδυ ή θα είναι μεσάνυχτα ή θα είναι η ώρα που κάπου εκεί λαλούν τα κοκόρια ή θα είναι πρωί. Δεν ξέρετε πότε θα έλθει) μὴ ἐλθὼν ἐξαίφνης εὕρῃ ὑμᾶς καθεύδοντας». «Μήπως έρθει ξαφνικά και θα σας βρει να κοιμάστε». «Ἃ δὲ ὑμῖν λέγω, πᾶσι λέγω· γρηγορεῖτε (:Εκείνα που λέγω, τα λέγω για όλους σας. Γρηγορείτε, μένετε ξυπνητοί)».
Αλλά γιατί αυτός ο τονισμός από τον Κύριον, του «γρηγορεῖτε»; Γιατί απλούστατα μένει άγρυπνος, αγαπητοί μου, ο διάβολος και ποτέ δεν ησυχάζει, έως ότου καταστρέψει τον άνθρωπον. Πρέπει να αποκτήσομε «γρήγορον» πνεύμα. Δηλαδή πνεύμα ξυπνητό. Αυτό που λέμε «ἔξυπνος». Αυτός που δεν είναι στον ύπνο. Δηλαδή αυτός που έχει νουν εύστροφον. Αυτός που το μυαλό του γυρίζει, είναι ξυπνητός. Κάτι που πρέπει, αυτό το γρήγορον πνεύμα, πρέπει να διαποτίζει ολόκληρη την ύπαρξή μας, είτε ενσυνείδητα, είτε ασυνείδητα. Δηλαδή είτε ευρισκόμεθα σε κατάσταση συνειδητήν, είτε σε κατάσταση ασυνείδητον. Δηλαδή, είτε έχομε… αυτή την στιγμή ας πούμε εσείς ακούτε αυτόν τον λόγον και έχετε μίαν εγρήγορσιν· γιατί ακούτε. Κάποια στιγμή ασχολούμεθα με κάτι άλλο. Ή αν θέλετε ακόμα και κοιμόμαστε τον βιολογικόν ύπνον. Όταν το πνεύμα το γρήγορον, δηλαδή το ξυπνητόν, μπει μέσα στην ύπαρξή μας, μπει μέσα σ’ αυτό το κύτταρό μας, τότε προσέχομε και αν ακόμα κοιμόμαστε τον βιολογικόν ύπνον ή με οτιδήποτε άλλο ασχολούμεθα. Είναι αυτό που είχαν οι άγιοι πάντοτε. Δεν πιανόντουσαν στον ύπνο ποτέ. Είχαν αυτήν την παντοτινή μέρα-νύχτα εγρήγορσιν. Γι΄αυτό γράφει ο άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας στον άγιο Πολύκαρπο: «Γρηγόρει, ἀκοίμητον πνεῦμα κεκτημένος». «Να μένεις ξυπνητός, συ που έχεις αποκτήσει αυτό το ακοίμητον πνεύμα». Προσέξτε: ακοίμητον· που δεν κοιμάται ποτέ. Εάν έχομε εγρήγορση, αγαπητοί, επαγρύπνηση, τότε δεν χρειαζόμαστε πια την βοήθεια των άλλων. Γιατί απλούστατα δεν κινδυνεύομε. Αφού προσέχομε εμείς, δεν μας προσέχουν οι άλλοι. Γι’αυτό λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος ότι: «Ἄν γρηγορῶμεν, οὐ δεησόμεθα τῆς ἑτέρων βοηθείας». «Εάν είμεθα ξυπνητοί, δεν έχομε ανάγκη την βοήθεια των άλλων».
Αλλά σε τι να αγρυπνούμε; Πρώτον, εις τον ερχομό του Χριστού. Ακούσατε προηγουμένως τι είπε ο Κύριος. Αλλά, σας διαβάζω, όχι τώρα από το Ευαγγέλιον, από ένα πολύ πολύ παλιό βιβλίο, γραμμένο μετά τα Ευαγγέλια θα λέγαμε, μετά την Καινή Διαθήκη, που λέγεται «Βιβλίον Διδαχής των δώδεκα Αποστόλων». Πανάρχαιο βιβλίο. Λέγει εκεί: «Γρηγορεῖτε ὑπέρ τῆς ζωῆς ὑμῶν(:Μένετε ξύπνιοι)· οἱ λύχνοι ὑμῶν μή σβεσθήτωσαν (:τα λυχνάρια σας να μη σβήσουν) –Αυτό μας θυμίζει και την παραβολή των δέκα παρθένων, που ο Κύριος ήθελε να υπάρχουν αναμμένα τα λυχνάρια ή να υπάρχει το έλαιον, που ανά πάσα στιγμή μπορεί να ανάψει) καί αἱ ὀσφύες ὑμῶν μή ἐκλυέσθωσαν (:και οι μέσες σας να μην αποκάμνουν) -Αυτό μας θυμίζει όταν οι Εβραίοι έφευγαν από την Αίγυπτο, που έπρεπε να ζωστούν με μία ζώνη, να είναι έτοιμοι· στο δεξί χέρι έπρεπε να κρατούν το ραβδί και στο αριστερό χέρι έπρεπε να κρατούν τα παπούτσια τους! Διότι και αυτά θα τους εμπόδιζαν να περπατήσουν. Και η ζώνη που θα φορούσαν, θα έπρεπε να σηκώνει τον χιτώνα προς τα πάνω, ψηλά, για να μην μπερδεύονται τα πόδια στο περπάτημα. Αυτό θα πει λοιπόν, όπως το παίρνει εδώ ο ιερός συντάκτης: «αἱ ὀσφύες ὑμῶν μή ἐκλυέσθωσαν, ἀλλά γίνεσθε ἕτοιμοι· οὐ γάρ οἴδατε τήν ὥραν, ἐν ᾗ ὁ κύριος ἔρχεται(:Γιατί δεν ξέρετε την ώρα που ο Κύριος έρχεται)». Πρέπει λοιπόν να έχομε εγρήγορση, να είμεθα έτοιμοι για να υπαντήσομε τον Κύριον ερχόμενον από τον ουρανό επί των νεφελών.
Δεύτερον. Πρέπει να έχομε εγρήγορση στον ερχομό του πλάνου, δηλαδή του Αντιχρίστου. Και πάλι παίρνω από την Διδαχήν, το βιβλίο «Διδαχή». Διότι: «Ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις πληθυνθήσονται οἱ ψευδοπροφῆται -Μην ξεχνάτε δε ότι αυτά τα βιβλία και τα πατερικά γενικά, απηχούν την Αγίαν Γραφήν. Γι’ αυτό βλέπετε, σχεδόν κείμενον Καινής Διαθήκης-«Ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις πληθυνθήσονται οἱ ψευδοπροφῆται (:Θα πληθύνουν οι ψευδοπροφήται) καί οἱ φθορεῖς (:εκείνοι οι οποίοι καταστρέφουν την Εκκλησία του Χριστού) –Ποιοι είναι; Όχι να καταστρέψουν τα ντουβάρια. Από εκείνους που καταστρέφουν τα ντουβάρια, δηλαδή γκρεμίζουν Εκκλησίες ή εμποδίζουν να κτιστούν Εκκλησίες, μέχρι εκείνοι που φθείρουν το πνεύμα της Εκκλησίας– καί στραφήσονται τά πρόβατα εἰς λύκους(:και θα γίνουν τα πρόβατα σε λύκους) – Γιατί αυτοί που θα γκρεμούν, αυτοί που θα γίνονται διώκται, τι νομίζετε; Θα είναι βαφτισμένοι Χριστιανοί! Ο αιώνας μας το έχει δείξει καταφάνερα. Βαφτισμένοι Χριστιανοί είναι εκείνοι που στρέφονται εναντίον της Εκκλησίας- καί ἡ ἀγάπη στραφήσεται εἰς μῖσος (:αντί να έχομε αγάπη, θα έχομε μίσος)· αὐξανούσης γάρ της ἀνομίας μισήσουσιν ἀλλήλους καί διώξουσι καί παραδώσουσι, καί τότε φανήσεται ὁ κοσμοπλανής (:και τότε θα φανεί αυτός που πλανά τον κόσμον – Κοσμοπλανής. Είναι ο Αντίχριστος. Είναι ένα άλλο του όνομα) ὡς υἱός Θεοῦ(:Θα ‘ρθει σαν υιός Θεού) καί ποιήσει σημεῖα καί τέρατα(:θα κάνει θαύματα) καί ἡ γῆ παραδοθήσεται εἰς χεῖρας αὐτοῦ -Η γη ολόκληρη. Θα γίνει παγκόσμιος κυβερνήτης!- καί ποιήσει ἀθέμιτα ἃ οὐδέποτε γέγονεν ἐξ αἰῶνος (:και θα νομοθετήσει πράγματα τόσο αθέμιτα, τόσο άσχημα, που ποτέ δεν νομοθετήθηκαν τέτοιοι νόμοι από αρχής κτίσεως ανθρώπου)». Βλέπετε; Πώς μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι ο νόμος των αμβλώσεων, των εκτρώσεων, ο νόμος της μοιχείας, δηλαδή η αμνήστευση της μοιχείας κ.λπ., πέστε μου, θα μπορούμε να λέμε, θα μπορούμε να λέμε αν έχομε εγρήγορση ότι αυτοί οι νόμοι είναι καλοί; Αν δεν έχομε εγρήγορση, θα λέμε: «Επιτέλους απελευθερόμεθα από την νόμιμον σύζυγό μας ή από τον νόμιμον σύζυγό μας και ακόμη μπορούμε να κρατήσομε όσα παιδιά θέλομε, κατ’ επιλογήν· τα υπόλοιπα τα στέλνομε στον βόθρον τον βιολογικόν». Έτσι βλέπετε τι σημαίνει «έχω εγρήγορσιν»;
Τρίτον. Χρειάζεται εγρήγορσις στην παρουσία των αιρέσεων. Η αίρεσις δεν είναι η καλή προϋπόθεσις μιας αληθινής λατρείας του Θεού. Θυμηθείτε, ο Κύριος που είπε εκεί στην διδασκαλία Του στη Σαμαρείτιδα γυναίκα ότι πρέπει να προσκυνούμε τον Θεό «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ». Όχι ««ἐν πνεύματι». «Ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ»! Γιατί αν δεν υπάρχει η αλήθεια, η δογματική αλήθεια, τότε αυτό δεν είναι λατρεία αληθινή. Η αίρεσις ακόμα δεν είναι η καλή προϋπόθεσις και της όλης πνευματικότητος. Η αίρεσις έχει σαν καρπό την λανθασμένη πνευματική ζωή, με την οποία δεν ευαρεστούμε στον Θεό. Η αίρεσις ακόμη είναι μία βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος. Η αίρεσις είναι μία διαβολική επινόησις. Στηρίζεται δε στον ανθρώπινο λόγο, στην ανθρωπίνη λογική. Και είναι μία επανάληψις του προπατορικού αμαρτήματος. Για όλους αυτούς τους λόγους, που η αίρεσις δεν μας εισαγάγει δηλαδή εις την Βασιλείαν του Θεού, πρέπει να έχομε επαγρύπνησιν. Να αγρυπνούμε επί της ορθοδόξου πίστεώς μας και ορθοδόξου πνευματικότητός μας.
Τέταρτον. Επαγρύπνησις και σ’ αυτήν την πνευματική μας πορεία, τόσο την προσωπική, όσο και την πορεία των κοντινών μας, της μάνας μου, του πατέρα μου, της γυναίκας μου, του ανδρός μου, του παιδιού μου, του γείτονά μου, του φίλου μου. Πρέπει να έχουμε μία επαγρύπνηση. Ακόμη είναι ανάγκη να έχομε μία διαρκή αυτοκριτική: «Πηγαίνω καλά; Ή μήπως δεν πηγαίνω καλά;». Μια επαγρύπνηση μίας αυτοτελματώσεως. «Μήπως βούλιαξα;». «Πού βρίσκομαι;». Γιατί πολλές φορές όταν κατεβαίνομε, βυθιζόμεθα, αυτοτελματούμεθα, δεν παίρνομε είδηση. Και αυτό είναι πολύ κακό. Αν η γλώσσα μας είναι σωστή, αν η φαντασία μας έχει σωστούς, καθαρούς λογισμούς, αν η καρδιά μας στον συναισθηματικό της χώρο είναι εκείνη που έχει αγαθά αισθήματα, αν ο νους μας σκέφτεται καλά, υγιά, βαθιά και όχι ρηχά, αν ζούμε κοσμικά ή πνευματικά, όλα αυτά, για να μπορούμε να τα δούμε, χρειαζόμαστε εγρήγορση. Λοιπόν, γρηγορεῖτε, λέει ο Κύριος.
Είπε όμως και «στήκετε ἐν τῇ πίστει» όπως σημειώνει το Πνεύμα του Θεού, δια γραφίδος Αποστόλου Παύλου. Τι θα πει «στήκετε ἐν τῇ πίστει»; «Να στέκεστε», λέει, «επάνω στην πίστη». Η πίστις, είναι, αγαπητοί μου, το θεμέλιο της σωτηρίας μας. Πρέπει να έχομε εδραιωθεί πάνω εις την πίστη. Εδραιώνομαι θα πει σιγουρεύω την ύπαρξή μου, τα βήματά μου, την στάση μου επάνω στο αντικείμενον που λέγεται «πίστις». Γι’αυτό λέγει ο Απόστολος Παύλος «Στήκετε ἐν τῇ πίστει». «Να στέκεστε». Τι θα πει: «Να στέκεστε;». Όπως λέγει ένας Εκκλησιαστικός συγγραφεύς, «Στήκετε, μὴ σαλεύεστε, ἀλλὰ βέβαιοι γίνεσθε». «Βέβαιος» θα πει σίγουρος. «Μη σαλεύεστε, μη κουνιόσαστε, μην είσαστε έτοιμοι να ανατραπείτε ή να βγείτε από τον αντικείμενον της πίστεως, από τον χώρο της πίστεως». Αυτό το σχήμα δε της σωτηρίας, ο Απόστολος Παύλος το σημειώνει ως εξής -είναι από την Α΄ Κορ. 15,1. Λέγει: «Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν(:Σας κάνω γνωστό το Ευαγγέλιον), ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε, δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε». Τι είπε; Πρώτον: «παρελάβετε». Δηλαδή, καταρχάς, το ακούσατε. «Εγώ το ευαγγελίστηκα σε σας το Ευαγγέλιο, εσείς το ακούσατε». Είναι η ακρόασις του Ευαγγελίου. Μετά «παρελάβετε», δηλαδή το αποδεχθήκατε, συμφωνήσατε. «Ναι. Το αποδέχομαι». Κατόπιν τι λέει; «Ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε». «Επάνω στο οποίον Ευαγγέλιο έχετε στηριχθεί, δηλαδή αρχίζετε να εφαρμόζετε»· «δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε(: δια του οποίου Ευαγγελίου και σώζεστε)» . Βλέπετε, παρακαλώ, αυτό το σχήμα της σωτηρίας πώς κινείται; «Ακούω το Ευαγγέλιο, το αποδέχομαι, στηρίζομαι, σώζομαι».
Ώστε λοιπόν βλέπομε ότι αυτό το «στήκετε ἐν τῇ πίστει» είναι θεμελιώδους σημασίας. Τι όμως σημαίνει «στήκετε»; Τι θα πει «στέκεστε»; Το «μή σαλεύεσθε». Δηλαδή, μην κουνιόσαστε. Σάλος και σαλεύω. Σαλεύομαι, σαλεύω, σάλος. Σάλος θα πει κάτι που κουνιέται. Λέμε… η θάλασσα έχει σάλον. Δηλαδή η επιφάνειά της έχει κύμα. Είναι εκείνο που λέγει ο 120 Ψαλμός: «Μή δῴης εἰς σάλον τόν πόδα σου». «Το πόδι σου», λέει, «μην το δώσεις σε κάτι που κουνάει, σε κάτι που γλυστράει». Κι αυτό δεν είναι παρά το ολισθηρόν έδαφος των βιοτικών μεριμνών, των σαρκικών επιθυμιών και των ποικίλων αιωριών της απιστίας και της αποστασίας. Εκεί μην πάνε τα πόδια σου. Θα είσαι επί του Ευαγγελίου, δεν θα είσαι άστατος άνθρωπος, θα είσαι στερεωμένος επάνω στο Ευαγγέλιον και αυτό για σένα θα είναι το θεμέλιό σου. Δεν θα μετακινηθείς ποτέ από κει. Πέστε μου, όταν βάλαμε θεμέλια για να κτίσουμε το σπίτι μας, τα ντουβάρια πάνε κατὰ τὸ δοκοῦν, τῆδε κακεῖσε, από δω και από κει και χοροπηδούν; Ή είναι πάντα στερεωμένα στα θεμέλια που βάλαμε στο σπίτι μας; Και σημειώνει ο Απόστολος Παύλος: «Ώστε, αδελφοί μου αγαπητοί», λέει στους Κορινθίους, πιο μπροστά το λέει, στο 15 κεφάλαιο: «Ἑδραῖοι γίνεσθε». Τι θα πει «ἑδραῖος»; Από το «ἕδρα», στήριγμα, «στηρίζομαι, πλατιά-πλατιά», επιτρέψατέ μου να πω: «ανοίγω τα πόδια μου να στερεωθώ καλά». Όταν πρόκειται να αντιμετωπίσουμε κάποιον άνθρωπο, έναν εχθρό, θέλομε να παλέψομε μαζί του, δεν στεκόμεθα με ενωμένα τα πόδια. Ανοίγομε τα πόδια για να αποκτήσομε μιαν εδραίωσιν, μία στερέωση του σώματός μας. Αυτό θα πει λοιπόν «Ἑδραῖοι γίνεσθε». Αμετακίνητοι. Όχι να σαλεύεστε. «Εἰδότες ὅτι ὁ κόπος ὑμῶν οὐκ ἔστι κενός ἐν Κυρίῳ». «Γνωρίζοντες ότι ο κόπος σας δεν θα πάει χαμένος».
Είναι όμως και ένα τρίτο που παραγγέλλει το Πνεύμα του Θεού. Είναι το «ἀνδρίζεσθε». Γίνεσθε ανδρείοι. Και άνδρες. Παρότι το «ἀνδρεῖος» θα λέγαμε έχει κάποια σχέση με το «άνδρας» γιατί υποτίθεται ότι ο άνδρας έχει ανδρεία, όχι, ἀνδρίζεσθε· άνδρες, γυναίκες, παιδιά. Η ανδρεία, αγαπητοί μου, είναι μία θεμελιακή και αφετηριακή αρετή. Λέγω «αφετηριακή» γιατί μαζί με τις άλλες τρεις, «φρόνησις, σωφροσύνη και δικαιοσύνη» απ’ αυτές τις τέσσερις, ξεκινούν όλες οι άλλες αρετές. Η ανδρεία για τον Χριστιανό είναι κορυφαία αρετή. Γιατί μ’ αυτήν, προσέξτε, θα σηκώσει τον σταυρό του. Σώζεσαι, αδελφέ μου, χωρίς να σηκώσεις τον σταυρό σου; Όχι. Για να σηκώσεις λοιπόν τον σταυρό σου πρέπει να έχεις ανδρεία. Δηλαδή θα αντιμετωπίσεις έναν αντιτιθέμενον κόσμον και θα έλθεις μαζί του σε σύγκρουση. Τι χρειάζεσαι; Δεν χρειάζεσαι ανδρεία; Από το φρόνημα της ανδρείας, από το ανδρείον φρόνημα γεννιέται η επιμονή, σας είπα, είναι αφετηριακές αυτές οι αρετές, η επιμονή και η υπομονή. Και η υπομονή και η επιμονή είναι οι αρετές με τις οποίες θα σωθούμε. Αμφιβάλλετε; «Ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος –λέει ο Κύριος-οὗτος σωθήσεται». «Αυτός που θα υπομείνει μέχρι το τέλος της ζωής του, αυτός θα σωθεί». Αμφιβάλλετε; «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν», λέγει ο Κύριος. «Με την υπομονή σας κτήσασθε, κερδίστε τις ψυχές σας». Ώστε λοιπόν κερδίζω την ψυχή μου με την υπομονή μου; Ναι. Η ανδρεία και την πίστιν διατηρεί, γιατί δεν την χάνω όταν έχω ανδρεία, δεν σαλεύομαι, δεν σκανδαλίζομαι, αλλά και την πνευματική ζωή ολοκληρώνει. Όταν δω τους άλλους πώς ζουν και οι άλλοι με ειρωνεύονται κι έχω ανδρεία και λέγω «Όχι· έτσι πρέπει να ζήσω», τότε δεν ολοκληρώνει την πνευματική μου ζωή η υπομονή και η ανδρεία; Στην εποχή μας, αγαπητοί μου, η ανδρεία λείπει. Εννοώ από τους Χριστιανούς μας. Σε απελπιστικόν βαθμόν λείπει η ανδρεία. Έτσι και μας αφαιρούν τα αγαθά μας, τα προδίδομε όλα. Για να πάρετε μια πρόγευση, τι θα κάνομε όταν θα έλθει ο Αντίχριστος. Πόσο εύκολα θα παραδοθούμε. Χρειαζόμαστε ανδρεία, φρόνημα ανδρείας, όσο τίποτε άλλο αυτό στην εποχή μας.
Και το τελευταίο. Το Πνεύμα του Θεού μάς σημειώνει: «Κραταιοῦσθε». Δηλαδή λέει ένας Εκκλησιαστικός συγγραφεύς: «Οἷον ἀναλάβετε τήν ἰσχύν». Δηλαδή «να έχετε δύναμιν». Και ισχύς είναι η δύναμις που παρέχεται από το Πνεύμα το Άγιον. Χωρίς αυτήν την ισχύν, την δύναμη, μοιάζομε σαν παράλυτοι. Κι αυτή η ισχύς χρειάζεται για να μπορέσομε να φέρομε εις πέρας την ανοικοδόμηση του πύργου της πνευματικής μας ζωής, όπως λέγει ο Κύριος στην παραβολή εκείνου του κάποιου ανθρώπου που ανέλαβε να κτίσει, να οικοδομήσει πύργον. «Τοῦ οἰκοδομοῦντος τόν πύργον». Τι σημειώνει εκεί ο Κύριος; Ακούστε τι σημειώνει: «Καί μή ἰσχύσαντος ἐκτελέσαι -Έβαλε θεμέλια, απλώθηκε, οικοδομή μεγάλη. Καί μή ἰσχύσαντος ἐκτελέσαι (:Και μη δυναμένου πια, δεν μπόρεσε να το φέρει εις πέρας το οικοδόμημα) πάντες οἱ θεωροῦντες ἄρξωνται αὐτῶ ἐμπαίζειν(:όλοι αρχίζουν, που βλέπουν, να τον κοροϊδεύουν) λέγοντες ὅτι ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἤρξατο οἰκοδομεῖν καί οὐκ ἴσχυσεν ἐκτελέσαι (:Ξεκίνησε να κτίζει· δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει)». Ξεκινάς, αδελφέ μου, την πνευματική σου ζωή, ενθουσιάστηκες από ένα κήρυγμα, μέσα σου γεννήθηκε ένα αίσθημα αγάπης και εμπιστοσύνης και πίστεως, αλλά δεν είδες πόσο δύναμη έχεις και δεν επεκαλέσθης το Πνεύμα το Άγιον, για να σου δώσει την δύναμη να μπορέσεις να φέρεις εις πέρας τη σωτηρία σου, το οικοδόμημα της σωτηρίας σου.
Αγαπητοί μου, το Πνεύμα του Θεού μάς παραγγέλλει να γρηγορούμε. Γιατί οι καιροί είναι χαλεποί. Μας εντέλλεται το Πνεύμα το Άγιον να στεκόμαστε στην πίστη, γιατί πολλοί είναι εκείνοι που την προσβάλλουν. Προπαντός δε, προσβάλλουν το θεανθρώπινο πρόσωπον του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Μας λέγει ακόμα να έχομε ανδρεία. Γιατί δεν είμαστε, όπως σημειώνει στην προς Εβραίους ο Απόστολος Παύλος «τέκνα ὑποστολῆς», μαζέματος. Υποστέλλω τη σημαία. Να μαζευτώ, όταν ο άλλος μου βάζει μια φωνή, να μαζευτώ στο καβουκάκι μου. «Όχι», λέει ο Απόστολος Παύλος, «δεν είμαστε τέκνα υποστολής εις απώλειαν· που οδηγούμεθα στην καταστροφήν». «Ἀλλά δυνάμεως καί ἀγάπης καί σωφρονισμοῦ». «Ο Θεός», λέγει, «δεν μας έδωσε πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως». Μας έδωσε δύναμιν, μας έδωσε ισχύν· τέλος, θα λέγαμε, την ισχύν του Αγίου Πνεύματος. Και όλα αυτά, προσέξτε, είναι εντολές. Προσέξτε, όλα αυτά, αγαπητοί μου, είναι εντολές. Κι εκείνος που τηρεί τις εντολές του Θεού έχει ζωήν αιώνιον.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_407.mp3
Στὸν κόσμο αὐτὸν δὲν ὑπάρχει τίποτα χειρότερο ἀπὸ τὴν ἀγνωμοσύνη. Τίποτ’ ἄλλο δὲν εἶναι πιὸ προσβλητικὸ καὶ πιὸ ὀλέθριο. Τί χειρότερο μπορεῖ νὰ ὑπάρχει ἀπὸ τὸ νὰ ἀποσιωπᾶ καὶ νὰ κρύβει ὁ ἄνθρωπος ἕνα καλὸ ἔργο ποὺ δέχτηκε; Τί χειρότερο μπορεῖ νὰ ὑπάρχει ἀπὸ τὸ ν’ ἀνταμείβει ὁ ἄνθρωπος τὸ ἔλεος μὲ τὴν ἀσπλαγχνία, τὴν πίστη μὲ τὴν ἀπιστία, τὴν τιμὴ μέ την ἀτιμία καὶ τὸ ἀγαθὸ ἔργο μὲ τὸν ἐμπαιγμό; Τέτοια ἀγνωμοσύνη δημιουργεῖ ἕνα μαῦρο κι ἀδιαπέραστο σύννεφο ἀνάμεσα στὸν ἀγνώμονα ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ καὶ καὶ τὸ ἁγνὸ μάτι τοῦ οὐρανοῦ – δηλαδὴ τὸ καθαρὸ φῶς χωρὶς πρόσμιξη μὲ τό σκοτάδι, τὴν καλοσύνη χωρὶς τὴν πρόσμιξη μὲ τὸ κακό – ἀπὸ τὴν ἄλλη.
Οἱ ἄνθρωποι ἐκνευρίζονται μὲ τὰ ἀγνώμονα ζῶα, ἂν κι αὐτὰ μερικὲς φορὲς ντροπιάζουν μὲ τὴν εὐγνωμοσύνη καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη τοὺς τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὰ ποὺ κάνουν οἱ ἄνθρωποι στὰ ζῶα, τὰ κάνουν γιὰ νὰ δεχτοῦν τὴν εὐγνωμοσύνη τους; Ὄχι βέβαια. Τὰ κάνουν ὅλα μὲ τὸν ὑπολογισμὸ πῶς θὰ δώσουν λίγα γιὰ νὰ λάβουν πολλά. Καὶ παρὰ τὴ δεκαπλάσια ἀπόδοση ποὺ ἔχουν τὰ ζῶα γιὰ τὸν ἄνθρωπο, οἱ ἄνθρωποι περιμένουν εὐγνωμοσύνη ἀπ’ αὐτὰ γιὰ τὴν περιποίηση ποὺ τοὺς προσφέρουν.
Οἱ ἄνθρωποι ἐκνευρίζονται πολὺ περισσότερο μὲ τὸν ἀγνώμονα ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ προσφέρει πολὺ μεγαλύτερη ἐξυπηρέτηση σ’ ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο ἀπ’ ὅ,τι προσφέρει ἕνα ζῶο. Μπορεῖ ὅμως νὰ δεχτεῖ καὶ ἀσύγκριτα μεγαλύτερη αγνωμοσύνη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους παρὰ ἀπὸ τὰ ζῶα. Στὸν κόσμο αὐτὸν ἡ εὐγνωμοσύνη ἔχει μιᾷ ἀληθινῇ καὶ θεϊκῇ ἀκτινοβολίᾳ, ἐνῶ ἡ ἀγνωμοσύνη στιγματίζεται, ἀποπνέει μιὰ ὀλέθρια κακία. Κι αὐτὰ συμβαίνουν μόνο στὸν ἄνθρωπο, στὴν ἀνθρώπινη φύση. Κανένα ἄλλο πλάσμα στὸν κόσμο δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιδείξει τέτοια εὐγνωμοσύνη ἢ αγνωμοσύνη, παρὰ μόνο ὁ ἄνθρωπος. Ὅσο μεγαλύτερη εὐγνωμοσύνη νιώθει ὁ ἄνθρωπος, τόσο πιὸ κοντὰ βρίσκεται στὴν τελειότητα. Ἡ εὐγνωμοσύνη τοῦ πρὸς ὅλα τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ γύρω του, τὸν κάνει νὰ φαίνεται ὁ πιὸ ἄριστος κι ἐξευγενισμένος πολίτης στὸ σύμπαν. Ἡ εὐγνωμοσύνη τοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους τὸν ἀναβιβάζει στὴ θέση τοῦ πρώτου πολίτη τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας. Ἡ εὐγνωμοσύνη του πρός το Δημιουργὸ τοῦ σύμπαντος καὶ τοὺς ἀνθρώπους, τὸν κάνει ἄξιο πολίτη τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ποιὲς ὅμως εἶναι ὅλες οἱ δωρεὲς τοῦ σύμπαντος κι ὅλων τῶν ἀνθρώπων στὴ γῆ ποὺ μπορεῖ νὰ δεχτεῖ ἕνας θνητὸς ἄνθρωπος, σὲ σχέση μὲ τίς ἀσύγκριτες κι ἀπειράριθμες δωρεὲς ποὺ λαβαίνει μέρα καὶ νύχτα ἀπό το Θεό; Τί εἶναι ὁλόκληρη ἡ εὐγνωμοσύνη ποὺ ὀφείλουμε σὲ ἀνθρώπους καὶ ζῶα, ἂν τὴ συγκρίνουμε μὲ τὴν ἄπειρη εὐγνωμοσύνη ποὺ ὀφείλουμε στὸ Θεό; Προσέξτε! Ὅλα τὰ καλὰ δῶρα ποῦ λαβαίνουμε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὸν κόσμο, στὴν πραγματικότητα τὰ παίρνουμε ἀπό το Θεό, μὲ ὄργανα τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὸν κόσμο. Ἐκτὸς ἀπ’ αὐτὰ ὅμως, πόσα ἄλλα δῶρα μας δίνει ἄμεσα ὁ Θεός, τὰ μεταδίδει στὸ πνεῦμα μᾶς χωρὶς ἐνδιάμεσο, κι αὐτὰ ἀπὸ τὴ γέννησή μας ἢ καὶ πρὶν ἀπ’ αὐτὴν ὡς το θάνατό μας; Πόσες δωρεὲς χορηγεῖ ὁ Θεὸς στὶς ψυχὲς ποὺ βαπτίζονται, πόσες πνευματικὲς εὐλογίες, πόση εὐλογημένη δύναμη; Ἄν εἴμαστε ἀγνώμονες σ’ όλ’ αὐτά, σημαίνει πῶς ὄχι μόνο ἔχουμε χάσει τὴν ἀνθρώπινη ἀξία μας, ἀλλὰ πῶς ξεπέσαμε πιὸ χαμηλὰ κι ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα κι ἀπὸ κάθε ἄλλο πλάσμα στὸ ἀχανὲς σύμπαν.
Γιὰ νὰ γλιτώσει ὁ Κύριος Ἰησοῦς τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τέτοια ταπείνωση, πολὺ συχνὰ ἔδινε δημόσια εὐχαριστία καὶ ὕμνο στὸ Θεὸ (βλ. Ματθ. ἰα’ 25), ἴδ’ 19, κστ’ 26-27). Τὸ ἴδιο ἔκαναν κι οἱ ἀπόστολοι, ποὺ ὑμνοῦσαν καὶ δοξολογοῦσαν συνέχεια το Θεὸ (Πράξ. β’ 47), ὄχι μόνο γιὰ τίς εὐεργεσίες Τοῦ πρὸς τοὺς ἴδιους, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους. «Οὐ παύομαι εὐχαριστῶν ὑπὲρ ὑμῶν», ἔγραφε ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς πιστοὺς τῆς Ἐφέσου (α΄ 16). Τοὺς δίδασκε ἔτσι ταυτόχρονα νὰ παραμένουν «εὐχαριστοῦντες πάντοτε ὑπὲρ πάντων ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Εφ. ε’ 20). Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ ἀκολουθεῖ τὸ παράδειγμα τῶν ἀποστόλων καὶ προβαίνει συνέχεια σὲ εὐχαριστίες καὶ δοξολογίες στὸ Θεό. Ἔτσι θυμίζει καὶ στοὺς πιστοὺς πῶς δὲν πρέπει νὰ ξεχνοῦν, ἀλλὰ νὰ δοξολογοῦν διαρκῶς το Θεὸ γιὰ ὅλα τ’ ἀγαθὰ ποὺ τοὺς στέλνει. Δὲν ὑπάρχει ἐκκλησιαστικὴ ἀκολουθία ποὺ νὰ μὴν ἀρχίζει μὲ τὰ λόγια: «Εὐλογητὸς ὁ Θεός…» ἢ «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ…»…. Δὲν ὑπάρχει ἐπίσης ἀκολουθία ποῦ νὰ μὴν τελειώνει μὲ τὰ λόγια: «Δόξα σοί, Χριστὲ ὁ Θεός, ἡ ἐλπὶς ἡμῶν δόξα σοί!».
Ἡ Ἐκκλησία τὸ κάνει αὐτὸ ὥστε νὰ χαραχτοῦν βαθιὰ στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν σκέψεις, ὕμνοι κι εὐχὲς εὐχαριστίας στὸ Θεό. Ἔτσι θὰ μπορέσει ὁ καθένας μας νὰ πεῖ μαζὶ μὲ τὸν Ψαλμωδό: «Διαπαντὸς ἢ αἴνεσις αὐτοῦ ἐν τῷ στόματί μου» (Ψαλμ. Λγ ́ 1).
Ἀπ’ ὅλα τὰ παραδείγματα ἀγνωμοσύνης τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ Θεό, τὸ πιὸ χαρακτηριστικὸ καὶ πιὸ φοβερὸ εἶναι ἐκεῖνο τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ πρὸς τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Τὸ παράδειγμα αὐτὸ τὸ ἐπικαλεῖται ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, μὲ τὴ μορφὴ μιᾶς προφητικῆς παραβολῆς: τῆς παραβολῆς τοῦ οἰκοδεσπότου καὶ τῶν ἀγνωμόνων γεωργῶν.
«Ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτὸ περιέθηκε καὶ ὤρυξε ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοὺς καὶ ἀπεδήμησεν» (Ματθ. κά’ 33). Σὲ ἄλλη περίπτωση ὁ Χριστὸς μίλησε γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἦταν βασιλιᾶς. Ἐδῶ μιλάει γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποῦ ἢν οἰκοδεσπότης. Σίγουρα ἐννοεῖ κάποιον καλὸ οἰκοδεσπότη ἤ το Θεό. Ὅσο ἀβοήθητος καὶ ταπεινωμένος κι ἂν εἶναι ὁ ἄνθρωπος σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, ὁ Θεὸς δὲν ντρέπεται νὰ παρομοιάσει τὸν Ἑαυτὸ Τοῦ μαζί του. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ τελειότερο καὶ πολυτιμότερο πλάσμα τῆς δημιουργίας. Ὁ Θεὸς ἑπομένως καλεῖ τὸν Ἑαυτό Του ἄνθρωπο, γιὰ νὰ δείξει τὴν ὑπεροχὴ τοῦ ἀνθρώπου πάνω σ’ ὅλα τὰ πλάσματα στὸν κόσμο, καθὼς καὶ τὴ μεγαλοσύνη τῆς ἀγάπης Του γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Μόνο τὰ σκοτισμένα μυαλὰ τῶν εἰδωλολατρῶν ἔδωσαν στὸ Θεὸ ὀνόματα ποὺ προέρχονται ἀπὸ φυσικὰ φαινόμενα καὶ ἀντικείμενα, ὅπως φωτιά, ἥλιος, ἄνεμος, νερό, πέτρες, ξύλα καὶ ζῶα. Ποτὲ ὅμως καὶ κανένας δὲν τὸν ὀνόμασε ἄνθρωπο. Μόνο ἡ χριστιανικὴ πίστη ἀνύψωσε τὸν ἄνθρωπο ψηλά, πάνω ἀπὸ τὴ δημιουργημένη φύση, σὲ τέτοιο σημεῖο, ὥστε ὁ Ὕψιστος νὰ χρησιμοποιήσει τὸ ὄνομά του.
Ὁ ἀμπελῶνας ὑποδηλώνει τὸν Ἰσραηλιτικὸ λαό, ποὺ ὁ Θεὸς τὸν διάλεξε γιὰ νὰ γίνει φορέας τῆς σωτηρίας γιὰ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἀποκαλεῖ τοὺς Ἰσραηλῖτες ἀμπελῶνα Τοῦ (Ἠσ. ε’ 1-7). Ὁ φραγμὸς γύρω ἀπὸ τὸν ἀμπελῶνα, ὁ φράχτης, σημαίνει τοὺς νόμους ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὸν ἐκλεκτὸ λαό Του καὶ τοὺς ξεχώρισε ἔτσι ἀπὸ τ’ ἄλλα ἔθνη. «Καὶ νόμον ἔθετο ἕν Ἰσραήλ, ὅσα ἐνετείλατο τοῖς πατράσιν ἡμῶν τοῦ γνωρίσαι αὐτὰ τοῖς υἱοὺς αὐτῶν» (Ψαλμ. όζ’ 5). Ὁ ληνός, τὸ πατητήρι, ὑποδηλώνει τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία, τὸν ἀληθινὸ Σωτῆρα τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Μὲ τὴν ἐπαγγελία αὐτὴ τοῦ ἀναμενόμενου Μεσσία καὶ περιούσιος λαὸς ἔσβηνε ἀνὰ τοὺς αἰῶνες τὴ δίψα του μὲ ὕδωρ ζῶν. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἔβλεπε τὸν Ἑαυτὸ Τοῦ σὰν τὸ ζωοποιὸ αὐτὸ νερό, γι’ αὐτὸ κι ἔλεγε: «Ἐάν τίς διψᾶ, ἐρχέσθω πρὸς μὲ καὶ πινέτω» (Ἰωάν. ζ’ 37). Κι ἀλλοῦ πάλι: «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ,οὗ μὴ διψήση πώποτε» (Ἰωάν. στ’ 35). Μὲ τὸν πύργο ὑποδηλώνεται ὁ παλαιὸς ναός, ὁ πρόδρομος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἱδρύθηκε μετὰ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος (Ματθ. ἴστ’ 18, κά’ 42), καθὼς κι οἱ ἀπόστολοι (Ἔφ. β’ 20), παρομοίαζαν τὴν Ἐκκλησία μὲ οἶκο. Γεωργοὺς ὀνόμασε τοὺς πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ, τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς διδασκάλους.
Τί σημαίνουν τὰ λόγια καὶ ἀπεδήμησεν; Μπορεῖ ὁ Θεὸς ν’ ἀπομακρυνθεῖ ἀπό το λαό Του; Τὸ ἀπεδήμησεν σημαίνει ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ πῶς ὁ Θεός, ἀφοῦ προνόησε νὰ κάνει ὅλα ὅσα ἦταν ἀπαραίτητα γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, τὸν ἄφησε νὰ διαλέξει μὲ τὴν ἐλεύθερη βούλησή του ὅλα ὅσα τοῦ χρειάζονταν γιὰ νὰ σωθεῖ. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ σημαίνει τὴν ὑπομονὴ ποὺ δείχνει ὁ Θεὸς στὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων καὶ στὴν ἀφροσύνη τους νὰ ἐργάζονται ἐνάντια στὴ σωτηρία τους. Ἡ ὑπομονὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι καρτερική, ξεπερνάει τὴν ἀνθρώπινη λογικὴ καὶ ἀντίληψη.
«Ὅτε δὲ ἤγγικεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ» (Ματθ. κά’ 34). Ὅπως κάθε συνηθισμένος οἰκοδεσπότης στέλνει τοὺς ὑπηρέτες του ὅταν ἔρθει ὁ καιρὸς γιὰ νὰ λάβουν τοὺς καρποὺς ἀπὸ τοὺς γεωργούς, ἔτσι ἔκανε κι ὁ Θεός. Ἔστειλε τοὺς ὑπηρέτες Του, τοὺς ἐκλεκτούς Του, στοὺς Ἰσραηλῖτες, νὰ ζητήσουν τοὺς πνευματικοὺς καρποὺς γιὰ ὅλα ὅσα εἶχε δώσει ὁ Θεὸς στὸ λαὸ αὐτό. Ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ ἦταν οἱ προφῆτες. Καρποὶ τοῦ ἀμπελῶνα ἦταν ὅλα τὰ καλὰ ἔργα ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ στὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργούς. Τοὺς ἔστειλε πρῶτα στοὺς πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ, στοὺς ἱερεῖς, στοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς διδασκάλους, σὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ εἶχαν κληθεῖ νὰ διδάξουν το λαὸ μὲ λόγια καὶ ἔργα τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἦταν ὑπεύθυνοι στὸ Θεὸ τόσο γιὰ τὸν ἑαυτό τους ὅσο καὶ γιὰ τὸ λαό. Σὲ κείνους εἶχε δοθεῖ μεγαλύτερη αὐθεντία καὶ περισσότερη σοφία. Καὶ σὲ ὅποιον δίνονται πολλά, ζητοῦνται ἐπίσης πολλά. Οἱ πρεσβύτεροι καὶ οἱ ἄρχοντες τοῦ λαοῦ ἔπρεπε λοιπόν, ἂν ὄχι γιὰ κάποιον ἄλλο λόγο, τουλάχιστο ἀπὸ εὐγνωμοσύνη στὸ Θεό, νὰ ὑποδεχτοῦν τοὺς ἀπεσταλμένους μὲ σεβασμὸ καὶ ἀγάπη, σὰ νὰ ὑποδέχονται τὸν ἴδιο τὸ Θεό. Τί ἔκαμαν ἐκεῖνοι ὅμως;
«Καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὄν μὲν ἔδειραν, ὄν δὲ ἀπέκτειναν, ὄν δὲ ἐλιθοβόλησαν» (Ματθ. καὶ 35). Προσέξτε με ποιόν τρόπο ἔμπειροι ἄνθρωποι ἀνταποδίδουν κακὸ στὸ καλό! Σημειῶστε τὴν ἀγνωμοσύνη τῶν ἀνθρώπων! Οἱ προφῆτες ὑπενθύμισαν στοὺς πρεσβύτερους το Νόμο τοῦ Θεοῦ, τὸ θέλημά Του, τις εὐεργεσίες Του. Τόνισαν τὴν εὐεργετικὴ καὶ σωστικὴ φύση, τὸ κάλλος καὶ τὴ γλυκύτητα τοῦ Νόμου, ἀπαιτοῦσαν τὴν τήρησή του στὴ ζωὴ κάθε ἔθνους, κάθε ἀνθρώπου ξεχωριστά. Ζήτησαν στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ τοὺς καρποὺς τοῦ Νόμου Του, δηλαδὴ τὰ καλά τους ἔργα. Καλὰ ἔργα δὲ βρῆκαν ὅμως. Ἔμειναν σὰν τοὺς ἐργάτες ἐκείνους ποὺ πῆγαν στὸ ἀμπέλι νὰ μαζέψουν σταφύλια, μὰ δὲ βρῆκαν οὔτε τσαμπί. Οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ δὲν περιορίστηκαν νὰ τοὺς διώξουν, γιὰ νὰ φύγουν μὲ ἄδεια χέρια, ἀλλὰ τοὺς ἔπιασαν, τοὺς μυκτήρισαν, ἕναν ἔδειραν, ἄλλον σκότωσαν κι ἕναν τρίτο τὸν λιθοβόλησαν. Τὸ ἴδιο εἶχαν κάνει καὶ στοὺς προφῆτες: τὸν προφήτη Μιχαία τὸν ἔδειραν, τὸν Ζαχαρία τὸν σκότωσαν μπροστὰ στὸ θυσιαστήριο, τὸν Ἰερεμία τὸν λιθοβόλησαν, τὸν Ἠσαΐα τὸν πριόνισαν καὶ τὸν Τίμιο Πρόδρομο τὸν ἀποκεφάλισαν μὲ ξίφος.
«Πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους, πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως» (Ματθ. καὶ 36). Οἱ ἄλλοι δοῦλοι ἦταν κι αὐτοὶ προφῆτες. Ὅσο περισσότερο διαφθείρονταν ὁ ἐκλεκτὸς λαὸς κι ὅσο ἀπομακρύνονταν ἀπὸ τό Θεό, τόσο περισσότερους προφῆτες ἔστελνε ὁ πανάγαθος Θεὸς γιὰ νὰ προειδοποιήσει το λαὸ καὶ νὰ ἐπιτιμήσει τοὺς πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ, ὥστε νὰ μὴ χαθοῦν ὅλοι ὅπως τὰ ἄκαρπα κλήματα ποὺ τὰ κόβουν καὶ τὰ ρίχνουν στὴ φωτιά. Κι ἡ δεύτερη αὐτὴ ὁμάδα τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Θεοῦ ὅμως, εἶχε τὴν ἴδια τύχη μὲ τὴν πρώτη. Κι αὐτοὺς οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ, οἱ ἱερεῖς, οἱ γραμματεῖς κι οἱ διδάσκαλοι, τοὺς ἔδειραν, τοὺς σκότωσαν, τοὺς λιθοβόλησαν. Ὅσο περισσότερο παρέτεινε ὁ Θεὸς τὴν ὑπομονή Του, τόσο μεγαλύτερη ἦταν ἡ αγνωμοσύνη τοῦ λαοῦ πρὸς τὸ Θεό.
«Ὕστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱὸν μοῦ» (Ματθ. κά’ 37). Τοὺς ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ τοὺς μεταχειρίστηκαν πολὺ ἄσχημα. Ὅλες οἱ προειδοποιήσεις τοῦ Θεοῦ ἀπορρίφτηκαν. Οἱ εὐεργεσίες Του περιφρονήθηκαν. Σὲ τέτοιες περιπτώσεις ἡ ὑπομονὴ τοῦ ἀνθρώπου σίγουρα θὰ εἶχε ἐξαντληθεῖ. Ἡ ὑπομονὴ τοῦ Θεοῦ ὅμως εἶναι μεγαλύτερη κι ἀπὸ ἐκείνης ποὺ ἔχει ὁ πιὸ υπὁμονητικὸς γιατρός, ποῦ προσπαθεῖ νὰ θεραπεύσει ἕναν παράφρονα. Καὶ στὸ ἕνα δέκατο τέτοιας ἀγνωμοσύνης, οἱ ἄνθρωποι θὰ εἶχαν ἀπαντήσει μὲ σιδερένια γροθιά. Προσέξτε ὅμως τί ἔκανε ὁ πανάγαθος Θεός: ἀντὶ νὰ τοὺς τιμωρήσει μὲ σιδερένια γροθιά, τοὺς στέλνει τον Μονογενῆ Του Υἱό.
Πόσο ἀνεξάντλητη εἶναι ἀλήθεια ἡ καλοσύνη τοῦ Θεοῦ! Οὔτε ἡ πιὸ στοργικὴ μητέρα δὲ θὰ ’δειχνε τόση εὐσπλαχνία καὶ ὑπομονὴ πρὸς τὸ παιδί της, ὅση ἔδειξε ὁ Θεὸς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, τὰ πλάσματά Του. «Ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ», μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Γαλ. δ’ 4). Ὅταν ἔφτασε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, δηλαδὴ ὅταν συμπληρώθηκε ὁ χρόνος ποὺ περίμενε ὁ Θεὸς τοὺς Ἰσραηλῖτες γιὰ ν’ ἀποδώσουν καρπό: στὸ τέλος τοῦ χρόνου τῆς κακίας καὶ τῆς ἀνομίας τῶν πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ, ὅταν τέλειωσε ἡ περίοδος ὑπομονῆς τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ ἀμπελῶνας εἶχε φθαρεῖ ἀπὸ τὰ σκουλήκια κι ὁ φράχτης εἶχε πέσει, ὅταν ὁ κατακλυσμὸς τῆς εἰδωλολατρείας εἶχε εἰσχωρήσει στὸν ἀμπελῶνα καὶ τὸ πατητήρι εἶχε στεγνώσει, ὅταν ὁ πύργος εἶχε γίνει σπήλαιο λῃστῶν, τότε ὁ Υἱὸς τοῦ οἰκοδεσπότη, ὁ Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἦρθε ἀπροειδοποίητα στὸν ἀμπελῶνα.
Ὁ Θεὸς γνώριζε προκαταβολικὰ πῶς οἱ γεωργοὶ δὲ θὰ δίσταζαν καθόλου νὰ κάνουν καὶ στὸ γιο Του αὐτὰ ποὺ ἔκαναν στοὺς ὑπηρέτες. Τότε γιατί εἶπε, ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου; Γιὰ νὰ ντροπιαστοῦμε ἐμεῖς, ποὺ μέχρι σήμερα δὲ δεχόμαστε τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ μέ το σεβασμὸ καὶ τὴν ἀγάπη ποὺ πρέπει. Ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ δείξει το βαθμὸ τῆς ἀγνωμοσύνης τοῦ περιούσιου λαοῦ, ποὺ τόσο πλούσια εἶχε δεχτεῖ τίς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ. Δέστε λοιπὸν σὲ ποιό βαθμὸ κατάπτωσης ἔφτασαν μὲ τὴν ἐπονείδιστη ἀχαριστία τους καὶ τὸ μῖσος ποὺ ἔτρεφαν γιὰ ἐκεῖνον.
«Οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς οὗτος ἔστιν ὁ κληρονόμος δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ. καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καὶ ἀπέκτειναν» (Ματθ. καὶ 38,39). Αὐτὴ εἶναι μιὰ τέλεια εἰκόνα ὅσων ἔμελλε πολὺ σύντομα νὰ ὑποστεῖ ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Ὅπως οἱ κακοὶ γεωργοὶ σκότωσαν το γιὸ τοῦ οἰκοδεσπότη γιὰ νὰ κατάσχουν τὸν ἀμπελῶνα καὶ νὰ τὸν κάνουν δικό τους, ἔτσι ἔκαναν κι οἱ Ἰουδαῖοι ἄρχιερείς, οἱ Φαρισαῖοι κι οἱ γραμματεῖς. Σκότωσαν τὸν Κύριο Ἰησοῦ γιὰ νὰ ἐπιβάλουν τὴν ἐξουσία καὶ τίς ὀρέξεις τους στὸ λαό. «Ἐὰν ἀφῶμεν αὐτὸν οὕτῳ, πάντες πιστεύσουσιν εἰς αὐτόν» (Ἰωάν. ἰα’ 48), ἔλεγαν οἱ Ἰουδαῖοι μεταξύ τους. Κι ἔτσι μὲ πρόταση τοῦ Καϊάφα, ἀποφάσισαν νὰ τὸν σκοτώσουν. Ἀγνόησαν τὴ χιλιόχρονη ἐμπειρία τους, πῶς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ δὲν πρέπει νὰ σκοτώνεται, γιατί τότε ζεῖ πιὸ ὁλοκληρωμένα, προειδοποιεῖ πιὸ ἔντονα καὶ ἀσκεῖ μεγαλύτερη πίεση στὴ συνείδηση. Οἱ προπάτορές τους εἶχαν σκοτώσει πολλοὺς προφῆτες τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα ὅμως ἀναγκάστηκαν νὰ στήσουν μνημεῖα γι’ αὐτούς, ἐπειδὴ οἱ προφῆτες ἦταν μεγαλύτερη ἀπειλὴ τώρα ποὺ ἦταν νεκροί, ἀπ’ ὅσο ὅταν ἦταν ζωντανοί. Εἶχαν μάτια, μὰ δὲν μποροῦσαν νὰ δοῦν. Εἶχαν νοῦ, μὰ δὲν μποροῦσαν νὰ κατανοήσουν αὐτὰ ποὺ γίνονταν ἐδῶ καὶ χίλια χρόνια τόσο στοὺς νεκροὺς ὅσο καὶ στοὺς δολοφόνους τους. Οὔτε νὰ καταλάβουν μποροῦσαν οὔτε καὶ νὰ θυμηθοῦν.
Δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτόν. Αὐτὴ εἶναι ἡ πιὸ πρόχειρη ἀνθρώπινη λύση ἀλλὰ κι ἡ λιγότερο ἐπιτυχής, ἀναποτελεσματική. Κι αὐτὸ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Κάϊν ὡς τὸν Καϊάφα κι ἀπὸ τὸν Καϊάφα ὡς τὸν τελευταῖο δολοφόνο στὴ γῆ. Τὸ νὰ σκοτώσεις ἕναν ὅσιο ἄνθρωπο, σημαίνει νὰ τὸν στείλεις πίσω στὸ Θεὸ ἀπὸ τὸν ὁποῖο προέρχεται. Σημαίνει ἐπίσης νὰ τὸν τοποθετήσεις σὲ μιὰ ἀπόρθητη θέση στὴ μάχη, νὰ τὸν ὁπλίσεις μὲ ἀκαταμάχητα ὅπλα καὶ νὰ τὸν κάνεις χίλιες φορὲς πιὸ δυνατὸ ἀπ’ ὅσο ἦταν ὅταν βάδιζε σωματικὰ στὴ γῆ. Τὸ νὰ σκοτώσεις ἕναν ὅσιο καὶ δίκαιο ἄνθρωπο σημαίνει αὐτὸν μὲν νὰ τὸν βοηθήσεις νὰ νικήσει, τὸν ἑαυτό σου δὲ νὰ τὸν καταδικάσεις στὴν τελικὴ κρίση. Τί γνώριζε ὁ Καϊάφας, ὁ ἀρχιερέας τῶν Ἰουδαίων, ἂν δὲν τὸ ἤξερε αὐτό; Γνώριζε λιγότερα κι ἀπὸ τὸ τίποτα. Ἄν αὐτὸ ποὺ γνώριζε ἦταν ἁπλᾶ τὸ τίποτα, δὲ θά ‘χὲ ἀποφασίσει νὰ θανατώσει τὸ Χριστὸ κι ἔτσι νὰ καταδικάσει τὸν ἑαυτό του σὲ αἰώνιο θάνατο.
Δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτόν, γιατί ὁ περισσότερος κόσμος τὸν ἀκολουθεῖ. «Μείναμε μόνοι μας, ἔλεγαν. Χωρὶς εξουσία, χωρὶς τιμή, χωρὶς χρήματα. Ποιός θὰ μᾶς ὑπηρετεῖ; Ποιός θὰ μᾶς ἐγκωμιάζει; Ποιόν θὰ ἀπατοῦμε; Ποιόν θὰ γδάρουμε; Ἄς τὸν σκοτώσουμε λοιπόν, γιὰ νὰ κληρονομήσουμε ἐκεῖνα ποὺ βλέπουμε ὅτι θὰ κληρονομήσει ἐκεῖνος.
Ὁ λαός, ὁ ἀμπελῶνας μας, ποὺ ὡς τώρα βρίσκεται στὰ χέρια μας καὶ ποὺ οἱ καρποί του μᾶς ἀνήκουν, εἶναι ἡ ἀπόλαυσή μας».
Οἱ κακοὶ γεωργοὶ ἐκτέλεσαν γρήγορα το στόχο τους. Τὸν συνέλαβαν, ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καὶ ἀπέκτειναν. Προσέξτε με πόσες λεπτομέρειες περιγράφει ὁ Χριστὸς ὅσα τοῦ ἔμελλαν νὰ πάθει. Ὅλοι οἱ εὐαγγελιστὲς λένε πῶς οἱ Ἰουδαῖοι ὁδήγησαν τὸ Χριστὸ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, στὸ Γολγοθᾶ, στὸν Κρανίου Τόπον, ποὺ βρισκόταν ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς Ἱερουσαλήμ. Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῶν λόγων ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος. Τὰ λόγια αὐτὰ ὅμως σημαίνουν πῶς οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων θὰ ἀπέρριπταν τὸ Χριστό, θὰ τὸν ἀπόκοβαν ἀπὸ τὸν Ἰσραηλιτικὸ λαό, θὰ τὸν ἀρνοῦνταν ὡς Ἰσραηλίτη, θὰ τὸν ἔβγαζαν ἀπὸ τὰ ὅρια τοῦ ἔθνους τους καὶ θὰ τὸν μεταχειρίζονταν ὡς ξένο. Τελικὰ θὰ τὸν παρέδιδαν στὰ χέρια τῶν Ρωμαίων, γιὰ νὰ τὸν δικάσουν ἐκεῖνοι.
«Ὅταν οὖν ἔλθη ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοὺς γεωργοὺς ἐκείνους;» (Ματθ. καὶ 40). Αὐτὴ τὴν ἐρώτηση ἔκανε ὁ Κύριος Ἰησοῦς στοὺς πρεσβυτέρους τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ. Ὅταν οὖν ἔλθη ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος εἶπε, ἐπειδὴ στὴν ἀρχὴ τῆς διήγησης τῆς παραβολῆς εἶχε ἀναφέρει πῶς ἀπεδήμησεν. Ὅταν οὖν ἔλθη ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, σημαίνει ὅταν θὰ ἐξαντληθεῖ ἡ ὑπομονὴ τοῦ Κυρίου καὶ θ’ ἀρχίσει νὰ ἐμφανίζεται ἡ ὀργή Του. Ποιόν βλέπει ὅμως ἐδῶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς ὡς οἰκοδεσπότη, τὸν ἴδιον ἢ τὸν Πατέρα Του; Δὲν ἔχει καμιὰ σημασία. «Ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν», εἶχε πεῖ ὁ ἴδιος. Αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία εἶναι πῶς τόσο ἡ ὑπομονὴ τοῦ Θεοῦ ὅσο καὶ ἢ ἀπείθεια τῶν γεωργῶν θὰ τελειώσουν σύντομα μετὰ τὴ θανάτωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Τί θὰ κάνει ὁ οἰκοδεσπότης στοὺς κακοὺς γεωργούς; Ποιός καὶ σὲ ποιούς κάνει τὴν ἐρώτηση αὐτή; Ρωτάει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τοὺς κακοὺς γεωργούς. Αὐτὸς ποὺ καταδικάστηκε σὲ θάνατο ρωτάει τοὺς δικαστὲς καὶ δολοφόνους Του. Τί τρομερὴ συνομιλία ἀνάμεσα σ’ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἀντιμέτωπος μέ το θάνατο καὶ τοὺς ἄλλους ποὺ ἀντιμετωπίζουν τὴν κακία τους! Ἐκεῖνοι ποὺ ἀντιμετωπίζουν το θάνατο συνήθως βρίσκονται σὲ σύγχυση, δὲν ξέρουν τί λένε, ἐνῶ οἱ δικαστές τους – ἂν εἶναι δίκαιοι – εἶναι ἤρεμοι. Ἐδῶ τὰ πράγματα ἐξελίσσονται διαμετρικὰ ἀντίθετα. Ὁ Χριστός, ποῦ γνώριζε τὴ μυστικὴ ἀπόφαση τῶν πρεσβυτέρων νὰ τὸν δολοφονήσουν, εἶναι ἤρεμος. Γνωρίζει τί λέει. Οἱ ἄδικοι δικαστές του ὅμως βρίσκονται σὲ σύγχυση, δὲν ξέρουν τί λένε. Κάθε ἄδικη πράξη ἀφαιρεῖ δυὸ πράγματα ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο: τὸ θάρρος καὶ τὴ λογική. Προσέξτε πῶς ἀπαντοῦν στὸ Χριστό:
«Λέγουσιν αὐτῷ κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλους γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἕν τοῖς καιροὺς αὐτῶν» (Ματθ. κά’ 41).
Βλέπετε πῶς δὲν ξέρουν τί λένε; Αὐτὸ ποὺ κάνουν, εἶναι ὅτι ἀναγγέλλουν τὴν καταδίκη τους. Σύμφωνα μὲ τὸ Μάρκο καί το Λουκᾶ, φαίνεται πῶς τὰ λόγια αὐτὰ τὰ εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Ὁ Ματθαῖος ξεκαθαρίζει ὅμως πῶς ὁ Κύριος τοὺς ρώτησε νὰ τοῦ ἀπαντήσουν ἐκεῖνοι τί θὰ γινόταν. Καθὼς δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἀντίφαση ἀνάμεσα στοὺς εὐαγγελιστές, τὸ πιθανότερο εἶναι νὰ εἶπε ἀρχικὰ ὁ Κύριος τί θὰ ἔκανε ὁ οἰκοδεσπότης στοὺς κακοὺς γεωργοὺς κι ἔπειτα τοὺς ρώτησε τί σκέφτονταν ἐκεῖνοι. Αὐτοὶ στὴν ἀρχὴ ἐπανέλαβαν ὅσα εἶπε ὁ Κύριος καὶ μὲ τὰ ὁποῖα συμφωνοῦσαν. Ἔπειτα συνειδητοποίησαν πῶς ἡ διήγηση ἀφοροῦσε σ’ αὐτοὺς κι ἀναφώνησαν, σύμφωνα μὲ τὸν εὐαγγελιστὴ: «Μὴ γένοιτο» (Λουκ. κ’ 16).
Ἀπ’ αὐτὸ μπορεῖτε νὰ συμπεράνετε τὴ σύγχυση καὶ τὴν ἀνακολουθία τους. Ποιοὶ εἶναι ὅμως οἱ ἄλλοι γεωργοί, ἐκεῖνοι ποὺ ὁ Κύριος θὰ τοὺς δώσει τὸν ἀμπελῶνα; Θὰ πρέπει νὰ ξεκαθαρίσουμε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ πῶς ὁ ἀμπελῶνας αὐτὸς θὰ εἶναι καινούργιος, ὅπως κι οἱ γεωργοὶ θὰ εἶναι καινούργιοι. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς ἔλευσης τοῦ Χριστου, ὁ ἀμπελῶνας τοῦ Θεοῦ θὰ μεγαλώσει, γιὰ νὰ συμπεριλάβει ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Δὲ θ’ ἀνήκει μόνο στοὺς Ἰσραηλῖτες, μὰ σὲ ὅλα τὰ ἔθνη τῆς γῆς. Ὁ νέος ἀμπελῶνας θὰ κληθεῖ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Ἐργάτες καὶ γεωργοὶ θὰ εἶναι οἱ ἀπόστολοι, οἱ ἅγιοι, οἱ πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, μάρτυρες κι ὁμολογητές, ἐπίσκοποι καὶ ἱερεῖς, ἀφοσιωμένοι καὶ θεοφιλεῖς βασιλιᾶδες καὶ βασίλισσες κι ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ διακονοῦν στὸν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖνοι ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροὺς αὐτῶν. Μετὰ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ θὰ γίνουν γένος ἐκλεκτό, ἔθνος ἅγιο, βασίλειο ἰεράτευμα (βλ. Α Πέτρ. β’ 9). Μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ ἡ θέση τῶν Ἰσραηλιτῶν ὡς ἐκλεκτοῦ λαοῦ παύει καὶ μεταφέρεται τώρα σ’ ὅλους ἐκείνους ποὺ πιστεύουν στὸ Χριστό, σ’ ὁποιοδήποτε ἔθνος τῆς γῆς κι ἂν ἀνήκουν.
Μὴ γένοιτο! Αὐτὸ εἶπαν στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ οἱ κακοὶ γεωργοὶ ὅταν συνειδητοποίησαν πῶς ἡ φοβερὴ παραβολὴ ἀπευθυνόταν σ’ ἐκείνους. Ἄν δὲν ὑπῆρχαν τὰ λόγια αὐτά, ποὺ μᾶς δίνει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, θὰ ὑπῆρχε κάποιο κενὸ στὴ διήγηση τοῦ Ματθαίου. Δὲ θά ‘ταν ἀπόλυτα κατανοητὰ ἐκεῖνα ποὺ εἶπε ὁ Κύριος στὴ συνέχεια. Μετὰ τὰ λόγια αὐτὰ τῶν πρεσβυτέρων των Ἰουδαίων, τὰ ἑπόμενα λόγια τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἀπόλυτα κατανοητά: «Λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς: οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὄν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστή ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;» (Ματθ. κά’ 42). Ὁ λίθος εἶναι ὁπωσδήποτε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Οἰκοδομοῦντες εἶναι οἱ πρεσβύτεροι τῶν Ἰουδαίων, ἱερεῖς κι οἱ γραμματεῖς. Γωνία εἶναι ὁ σύνδεσμος ἀνάμεσα στὸν Ἰσραὴλ καί την εἰδωλολατρεία, ἀνάμεσα στὸν πρώην ἐκλεκτὸ λαὸ καὶ τὸν τωρινό, ἀνάμεσα στὸν παλαιὸ ναὸ καὶ τὴ νέα Ἐκκλησία. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος, στὸ τέλος τοῦ παλιοῦ καὶ στὴν ἀρχὴ τοῦ καινούργιου. Στὴ βασιλεία Τοῦ τοὺς καλεῖ ὅλους μὲ τὴν ἴδια ἀγάπη, τόσο τοὺς Ἰσραηλῖτες ὅσο καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἀφοῦ καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δὲ κατὰ τὴν ἔλευσὴ Τοῦ ἦταν ἄκαρπα δέντρα. Αὐτὸ ἰσχύει ἰδιαίτερα γιὰ τοὺς Ἰσραηλῖτες, γιατί τὸν εἶχαν ἀπορρίψει, ὅπως ἀπορρίπτουν οἱ οἰκοδόμοι τίς ἄχρηστες πέτρες. Πόσο ἀπατήθηκαν οἱ οἰκοδόμοι αὐτοί! Ἀπέρριψαν τὸ θεμέλιο λίθο τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, τῆς ἱστορίας ὁλόκληρου τοῦ δημιουργημένου κόσμου. Στὴν πραγματικότητα δὲν τὸν ἀπέρριψαν, ἀλλὰ στὴν προσπάθειά τους νὰ τὸν ἀπορρίψουν ἀπορρίφθηκαν οἱ ἴδιοι, ἐνῶ ἐκεῖνος ἔγινε ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος τῆς νέας οἰκοδομῆς, τῆς Νέας Κτίσης.
«Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν» (Ψαλμ. ριζ’ 23). Τίποτα δὲ θὰ μποροῦσε νὰ γίνει πιὸ σοφὸ καὶ πιὸ δίκαιο. Αὐτὸ σημαίνει: “Ὅταν διαβάζετε τὴν Ἁγία Γραφὴ ἐσεῖς οἱ Ἰουδαῖοι νομίζετε πῶς αὐτὸ ποὺ εἶναι θαυμαστὸ παρὰ Κυρίου, εἶναι θαυμαστὸ γιά σας. Κι αὐτὸ ἐπειδὴ δὲ γνωρίζετε σὲ ποιόν ἀναφέρονται τὰ λόγια αὐτά. Δὲν ξέρετε πῶς ὁ λίθος αὐτὸς εἶναι φοβερὸς καὶ «ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται ἐφ’ ὄν δ’ ἂν πέση, λικμήσει αὐτόν» (Ματθ. καὶ 44). Ὅποιος πέσει πάνω στήν πέτρα αὐτὴ θὰ συντριβεῖ καὶ σ’ ἐκεῖνον ποὺ θὰ πέσει πάνω του, θὰ γίνει σκόνη. Οἱ ἐπίμονοι κι ἐνοχλητικοὶ Ἰουδαῖοι ἔπεσαν πραγματικὰ πάνω στὴν πέτρα αὐτὴν καὶ συντρίφτηκαν, ἔγιναν σκόνη. Σκόνταψαν πάνω της ὅπως πάνω σὲ «λίθο προσκόμματος», ἐνόσῳ ὁ Κύριος Ἰησοῦς ζοῦσε ἀκόμα στὴ γῆ σωματικά. Ἀργότερα, μετὰ τὴ Σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάσταση, ὁ λίθος αὐτὸς ἔπεσε πάνω τους καὶ τοὺς συντριψε, τοὺς ἔκανε κομμάτια. Λίγο χρόνο ἀργότερα, ἀφότου οἱ κακοὶ γεωργοὶ θανάτωσαν τὸν Υἱὸ τοῦ Οἰκοδεσπότη, ὁ Ρωμαϊκὸς στρατός, ὁδηγούμενος ἀπὸ τὸν Τίτο, ἐπιτέθηκε στὴν Ἱερουσαλήμ, τὴν ἰσοπέδωσε κι ἔδιωξε ἀπὸ τὴν πόλη τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ σκορπίστηκαν σ’ ὅλον τὸν κόσμο.
Οἱ Ἰουδαῖοι βασανίστηκαν περισσότερο κι ἔπαθαν χειρότερα ἀπ’ ὅσα ἔπαθαν ἄλλοι λαοὶ ποὺ ἁμάρτησαν καὶ πέθαναν στὴν ἁμαρτία τους, ὅπως οἱ Ἀσσύριοι, οἱ Βαβυλώνιοι, οἱ Φοίνικες, οἱ Αἰγύπτιοι κ. α. Οἱ Ἰουδαῖοι ἔπαθαν κάτι παρόμοιο μ’ αὐτὸ ποὺ εἶχε πάθει ὁ Κάϊν. Ὁ Θεὸς δὲν ἐπέτρεψε σὲ κανέναν ἄνθρωπο νὰ σκοτώσει τὸν Κάϊν, ἀλλὰ τὸν σφράγισε μὲ τὸ σημάδι τοῦ δολοφόνου καὶ τὸν ἄφησε νὰ περιπλανιέται στὴ γῆ. Ὁ Κάϊν τιμωρήθηκε ἀμέσως μετὰ τὸ ἔγκλημά του, ἡ τιμωρία τῶν Ἰουδαίων ὅμως ἄργησε. Λιθοβόλησαν καὶ θανάτωσαν τὸν ἕνα μετὰ τὸν ἄλλον τοὺς προφῆτες τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος ὅμως ἦταν υπὁμονητικός, καθυστεροῦσε τὴν τιμωρία περιμένοντας τὴ μετάνοιά τους. Γι’ αὐτὸ τοὺς ἔστελνε ὅλο καὶ περισσότερους προφῆτες. Μόνο ὅταν θανάτωσαν τὸν Σωτῆρα τοὺς παράλαβε ἡ δίκαιη τιμωρία. Μερικὲς φορὲς ὁ Θεὸς στέλνει μιὰ ἄμεση τιμωρία γιὰ τὴν ἀνομία. Ἄλλες φορὲς ἀλλάζει τὴν τιμωρία, ὁπότε οἱ ἄνθρωποι νομίζουν πῶς θὰ γλιτώσουν, πῶς ἡ τιμωρία δὲ θά ‘ρθεὶ ποτέ. Ὅταν ἡ Μαριάμ, ἡ ἀδερφὴ τοῦ Μωυσῆ, μίλησε ἐνάντια στὸν ἀδερφὸ τῆς, «ἰδοὺ Μαριὰμ λεπρῶσα ὡσεὶ χιῶν» (Ἀριθ. ιβ’ 10). Ὅταν ὁ Δαβὰν κι ὁ Αβειρὼν κατέκριναν τοὺς πρεσβυτέρους, «ηνοίχθη ἡ γῆ καὶ κατέπιεν αὐτούς» (Ἀριθ. ἴστ’ 32). Ὁ Ἀνανίας κι ἡ Σαπφείρα πούλησαν τὸ κτῆμα τους καὶ κράτησαν κάτι γιὰ τὸν ἑαυτό τους, ἀμέσως μετὰ ὅμως ἦρθε ὁ θάνατος (βλ. Πράξ. ἔ’ 5).
Ὁ Θεὸς δὲν τιμωρεῖ ἀμέσως κάθε ἁμαρτωλό. Τὸ ἀντίθετο μάλιστα. Ὁ μεγαλύτερος ἀριθμὸς τῶν κριμάτων καὶ τῶν ἁμαρτημάτων δὲν τιμωροῦνται τὴ στιγμὴ ποὺ διαπράττονται ἀλλ’ ἀργότερα. Μερικὲς φορὲς πολὺ ἀργότερα, ἴσως ἀκόμα καὶ μετά το θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ.
Ἡ τιμωρία τῆς ἁμαρτίας ἔρχεται σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο σύμφωνα μὲ τὴν πάνσοφη πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὁ Θεὸς δὲν τιμωροῦσε ποτὲ ἄμεσα μετὰ τὴ διάπραξη τῆς ἁμαρτίας, θὰ μᾶς ἔπιανε ἀπόγνωση στὴν ἀναμονὴ τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὁ Θεὸς δὲ διαφοροποιοῦσε υπὁμονητικά την τιμωρία ἄλλων ἁμαρτωλῶν, πῶς θὰ μαθαίναμε νὰ ὑπομένουμε ἐκείνους ποὺ μᾶς πρόσβαλαν; Καὶ τελικά, τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεὸς μερικὲς φορὲς δὲν τιμωρεῖ κάποιους ἁμαρτωλοὺς ποὺ ἐμμένουν στὴν ἁμαρτία, ἐνισχύει τὴν πίστη μας στὴν τελικὴ κρίση τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴν ὁποία δὲ θὰ γλιτώσουν οἱ ἁμαρτωλοὶ ποῦ δὲν τοὺς πρόλαβε ἡ τιμωρία στὴ διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς τους. Ἀλίμονο σ’ ἐκείνους ποὺ οἱ ἁμαρτίες τους ἔμειναν ἀτιμώρητες ὡς το θάνατό τους! Μὴν τοὺς ζηλεύεις. Ἐκεῖνοι ἔλαβαν ὅ,τι θέλησαν σ’ αὐτὴ τὴ ζωή. Ἔτσι στὴ μέλλουσα ζωὴ δὲν ἔχουν τίποτ’ ἄλλο νὰ λάβουν, παρὰ νὰ δεχτοῦν τὴν καταδίκη τους. – Ὅταν ὁ ἀναμάρτητος Κύριός μας ὑπόφερε καὶ βασανίστηκε τόσο πολύ, πῶς ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, ποὺ μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Θεός, δὲ δεχόμαστε νὰ ὑποφέρουμε; Ὅποιος ἁμαρτάνει πολὺ καὶ δὲν ὑποφέρει μὲ κανένα τρόπο, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει κάτι κοινὸ μὲ τὸ Χριστό, οὔτε καὶ θὰ ἔχει θέση μαζί Του στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἄς προσέξουμε, μήπως ἡ ζωή μας ὁλόκληρη περάσει χωρὶς βάσανα καὶ δοκιμασίες, κι ἐμεῖς παραμένουμε ἀμετανόητοι στὶς πολλὲς ἁμαρτίες μας. Ὅταν ὑπομένουμε δοκιμασίες καὶ βάσανα ἂς χαιρόμαστε, πολὺ περισσότερο μάλιστα ὅταν μετανοήσαμε γιὰ τίς ἁμαρτίες μας καὶ βάλαμε τὰ πόδια μας νὰ βαδίσουν στὸ σωστὸ δρόμο. Ἄς μὴ σκεφτεῖ κι ἂς μὴν πεῖ κανείς: «Ὁ Θεὸς ὑπομένει, ἂς ἀναβάλω τὴ μετάνοιά μου. Ὅταν ὑπόμενε τοὺς Ἰσραηλῖτες τόσο πολύ, θὰ ὑπομείνει καὶ μένα γιὰ λίγα χρόνια».
Ἄς μὴν αὐταπατώμεθα. Ὁ Θεὸς μὲ τὴν πρόνοια Τοῦ μπορεῖ νὰ ὑπομένει καὶ νὰ μᾶς ἀνέχεται γιὰ μερικὰ χρόνια ἀκόμα ἀμετανόητους. Μπορεῖ ὅμως σὲ κάθε στιγμὴ νὰ νιώσεις πάνω σου τὸ βαρὺ χέρι Του. Ἡ ἀναβολὴ τῆς μετάνοιας δυσκολεύει πολὺ τὰ πράγματα, γιατί τότε ἡ συνήθεια τῆς ἁμαρτίας ριζώνει ὅλο καὶ βαθύτερα μέσα μας, σκοτίζει περισσότερο το νοῦ μας καὶ νεκρώνει τὴν καρδιά μας. Καὶ τότε προχωροῦμε ἀπὸ τίς βαριὲς στὶς πιὸ βαριὲς ἁμαρτίες ὅπως οἱ κακοὶ γεωργοί, ποῦ πρῶτα σκότωσαν τοὺς προφῆτες καὶ τελικὰ ἔφτασαν στὸ σημεῖο νὰ θανατώσουν τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Τί ἄλλο περισσότερο μποροῦμε νὰ περιμένουμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας τότε, ἐκτὸς ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ περίμενε τοὺς κακοὺς γεωργούς; Ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος ποὺ ἑτοίμαζε ὁ Θεὸς γιὰ τὴν οἰκοδομὴ τῆς σωτηρίας μας, θὰ πέσει στὸ κεφάλι μας καὶ θὰ μᾶς συντρίψει. Ὁ Θεὸς εἶναι «πλούσιος ἐν ἐλέει», μὰ εἶναι καὶ δυνατὸς στὴ δικαιοσύνη Του. Ἄς βιαστοῦμε λοιπόν, ας χρησιμοποιήσουμε τὸ ἔλεὸς Τοῦ, ὅσο αὐτὸ μᾶς προσφέρεται. Ἄς μὴν ἀναβάλουμε τὴ μετάνοιά μας, γιὰ νὰ μὴν ἀποσυρθεῖ τὸ χέρι τοῦ ἐλέους καὶ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὸ χέρι τῆς δικαιοσύνης.
Ἄς μὴν ἀναβάλουμε τὴν προετοιμασία τῶν καρπῶν στὸν ἀμπελῶνα τῆς ψυχῆς μας. Ἄς εἴμαστε ἕτοιμοι, ὥστε ὅταν ἔρθουν οἱ ὑπηρέτες του οἰκοδεσπότη, νὰ τοὺς παραδώσουμε τοὺς καρποὺς ποὺ προετοιμάσαμε καὶ συνάξαμε. Κάθε μέρα ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ θερίζουν ψυχὲς ἀνθρώπων καὶ τίς μεταφέρουν ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸν σὰν σταφύλια ποὺ μαζεύτηκαν ἀπὸ τὸν ἀμπελῶνα. Ἡ σειρά μας εἶναι κοντά, θὰ ἔρθει ὁπωσδήποτε. Ἄς εὐχόμαστε ὥστε ὁ καρπὸς μᾶς νὰ μὴν ἔχει σαπίσει. Εἴθε οἱ ψυχές μας νὰ μὴ βρεθοῦν ἀπροετοίμαστες, ἐλλειπείς.
Φύλακα ἄγγελέ μας! Ξύπνησε τὴ συνείδησή μας, κράτησέ μας καὶ βοήθησέ μας προτοῦ ἔρθει ἡ ἔσχατη ὥρα! Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησέ μας! Σὲ Σένα πρέπει ὕμνος καὶ δόξα, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.