ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ (1/12/2024)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΔ΄ΛΟΥΚΑ
Προς Εφεσίους, κεφάλαιο Β΄, εδάφια 4-10
4 Ὁ δὲ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς, 5 καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ· χάριτί ἐστε σεσωσμένοι· 6 καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, 7 ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς ἐπερχομένοις τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ’ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ.
8 Τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τῆς πίστεως· καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, 9 οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. 10 Αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παναγιώτη Τρεμπέλα
4 Ο Θεός όμως που είναι πλούσιος σε έλεος, εξαιτίας της πολλής Του αγάπης με την οποία μας αγάπησε, 5 και ενώ ακόμη ήμασταν πνευματικά νεκροί εξαιτίας των παραβάσεών μας, μας ζωοποίησε πνευματικά μαζί με τον Χριστό. Με την χάρη του Θεού έχετε σωθεί, κι όχι με δικά σας κατορθώματα. 6 Και μας ανέστησε μαζί με τον Χριστό και μας έβαλε να καθίσουμε μαζί Του στα επουράνια. Και η ανάσταση και ανύψωσή μας αυτή έγινε με την ένωσή μας με τον Ιησού Χριστό. 7 Μας ευεργέτησε λοιπόν τόσο πολύ ο Θεός, για να δείξει στους ατελεύτητους αιώνες της μελλοντικής ζωής τον υπερβολικό πλούτο της χάριτός Του με την αγαθότητα που επέδειξε σε μας μέσω του Ιησού Χριστού.
8 Και είναι όντως υπερβολικός ο πλούτος της χάριτος του Θεού· διότι με τη χάρη Του έχετε σωθεί μέσω της πίστεως. Και η σωτηρία σας αυτή δια της πίστεως δεν προήλθε από σας˙ δώρο Θεού είναι αυτό. 9 Δεν σωθήκατε με τα δικά σας έργα, για να μην έχει κανείς το δικαίωμα να καυχηθεί. 10Διότι και ως άνθρωποι, αλλά προπάντων ως αναγεννημένοι Χριστιανοί, δικό Του δημιούργημα είμαστε, που δημιουργηθήκαμε για να μένουμε ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό και να κάνουμε καλά έργα, για τα οποία μας προετοίμασε ο Θεός ώστε να πορευθούμε και να ζήσουμε την υπόλοιπη ζωή μας με αυτά.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΔ΄ΛΟΥΚΑ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο ΙΗ΄, εδάφια 18-35
35 ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ ἐγγίζειν αὐτὸν εἰς ῾Ιεριχὼ τυφλός τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν· 36 ἀκούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. 37 Ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι ᾿Ιησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται. 38 καὶ ἐβόησε λέγων· ᾿Ιησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με· 39 καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ· αὐτὸς δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με. 40 Σταθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀχθῆναι πρὸς αὐτόν. ἐγγίσαντος δὲ αὐτοῦ ἐπηρώτησεν αὐτὸν 41 λέγων· τί σοι θέλεις ποιήσω; ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω. 42 Καὶ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἀνάβλεψον· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. 43 Καὶ παραχρῆμα ἀνέβλεψε, καὶ ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν· καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκεν αἶνον τῷ Θεῷ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
35 Καθώς ο Κύριος πλησίαζε στην Ιεριχώ, κάποιος τυφλός καθόταν κοντά στον δρόμο και ζητιάνευε. 36 Όταν όμως άκουσε τον θόρυβο του πλήθους που περνούσε, ρώτησε να μάθει τι να ήταν αυτά που άκουγε. 37 Του είπαν ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος περνάει από εκεί. 38 Τότε εκείνος άρχισε να φωνάζει δυνατά: «Ιησού, ένδοξε απόγονε του Δαβίδ που σε προανήγγειλαν οι προφήτες, σπλαχνίσου με, ελέησέ με». 39Τότε αυτοί που προπορεύονταν τον μάλωναν και τον ανάγκαζαν να σωπάσει, νομίζοντας ότι με τις φωνές του θα ενοχλούνταν ο Ιησούς. Αυτός όμως φώναζε πολύ περισσότερο: «Απόγονε του Δαβίδ, ελέησέ με».
40 Ο Ιησούς τότε διέκοψε την πορεία Του και διέταξε να τον φέρουν κοντά Του. Κι όταν αυτός πλησίασε, ο Κύριος τον ρώτησε 41 και του είπε: «Τι θέλεις να σου κάνω;». Τότε ο τυφλός απάντησε: «Κύριε, θέλω να αποκτήσω και πάλι το φως μου». 42 Και ο Ιησούς του είπε: «Απόκτησε το φως σου! Η πίστη που έχεις ότι είμαι ο απόγονος του Δαβίδ και ότι έχω δύναμη να σου δώσω την υγεία των ματιών σου, σε έσωσε από την αθεράπευτη τύφλωσή σου». 43 Και την ίδια στιγμή ο τυφλός απέκτησε και πάλι το φως του και ακολουθούσε τον Ιησού δοξάζοντας τον Θεό που τον θεράπευσε διαμέσου του Ιησού. Και όλο το πλήθος του λαού, όταν είδε το θαύμα, δοξολόγησε και ανύμνησε τον Θεό.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ΛΟΥΚΑ[: Εφεσ.2,4-10]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Ὁ δὲ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ(:Ο Θεός όμως που είναι πλούσιος σε έλεος, εξαιτίας της πολλής αγάπης Του, με την οποία μας αγάπησε, και ενώ ακόμη ήμασταν πνευματικά νεκροί εξαιτίας των παραβάσεών μας, μας ζωοποίησε πνευματικά μαζί με τον Χριστό)»[Εφ.2,4-5].
«Ὁ δὲ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει»: Όχι απλώς εύσπλαχνος, αλλά πλούσιος σε ευσπλαχνία, όπως λέγει και αλλού: «Εἰσάκουσόν μου, Κύριε, ὅτι χρηστὸν τὸ ἔλεός σου· κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐπίβλεψον ἐπ᾿ ἐμέ(:Άκουσε, Κύριε, και κάμε δεκτή την προσευχή μου, διότι είναι αγαθό και ευεργετικό το έλεός Σου προς όλους. Σύμφωνα με την άπειρη ευσπλαχνία Σου ρίξε ένα στοργικό βλέμμα προς εμένα)»[Ψαλμ.68,17]· και πάλι: «Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου(:Ελέησέ με, Θεέ μου, σύμφωνα προς το άπειρο έλεός Σου· και σύμφωνα με το απέραντο πλήθος των οικτιρμών Σου, σβήσε εντελώς την παρανομία μου)»[Ψαλμ.50,1].
«Διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς(:Εξαιτίας της πολλής αγάπης Του, με την οποία μας αγάπησε)». Από πού μας αγάπησε; Διότι αυτά που κάναμε δεν ήσαν άξια αγάπης, αλλά οργής και μεγίστης τιμωρίας. Και αυτό λοιπόν από πολλή ευσπλαχνία· «καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ(:και ενώ ακόμη ήμασταν πνευματικά νεκροί εξαιτίας των παραβάσεών μας, μας ζωοποίησε πνευματικά μαζί με τον Χριστό)»[Εφ.2,5]. Πάλι ο Χριστός μεσάζων, και συνεπώς είναι αξιόπιστη η πνευματική μας ανάσταση για την οποία γίνεται λόγος εδώ· διότι εφόσον ζει η Απαρχή, άρα και εμείς· ζωοποίησε και Εκείνον και εμάς.
Βλέπεις λοιπόν ότι τα πάντα έχουν ειπωθεί σχετικά με την κατά σάρκα γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού; Είδες το άπειρο μέγεθος της δυνάμεώς Του για εμάς τους πιστούς; Τους πνευματικά νεκρούς, τους υιούς της οργής, τους ζωοποίησε. Είδες πόσο μεγάλη είναι η ελπίδα της προσκλήσεως; «Καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν(:Και μας ανέστησε μαζί με τον Χριστό και μας έβαλε να καθίσουμε μαζί Του στα επουράνια. Και η ανάσταση και η ανύψωσή μας αυτή έγινε με την ένωσή μας με τον Ιησού Χριστό)». Είδες τον πλούτο της ενδόξου κληρονομίας Του; Το μεν «ανέστησε μαζί» είναι γνωστό· αλλά το «μας έβαλε να καθίσουμε μαζί με τον Χριστό στα επουράνια», πώς είναι βέβαιο; Όπως βέβαιο είναι και το «ανέστησε μαζί με τον Χριστό»· διότι κανείς δεν αναστήθηκε ποτέ, παρά μόνο αφού αναστήθηκε η Κεφαλή, αναστηθήκαμε και εμείς, όπως και στην Παλαιά Διαθήκη, αφού προσκύνησε ο Ιακώβ, προσκύνησε και η γυναίκα τον Ιωσήφ.
Λοιπόν, έτσι και ο Θεός μάς έβαλε να καθίσουμε μαζί με τον Ιησού στα επουράνια· όταν κάθεται η Κεφαλή, κάθεται και το σώμα[κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός, και σώμα είμαστε εμείς οι πιστοί]. Για αυτόν τον λόγο , λοιπόν, πρόσθεσε τη φράση «μαζί με τον Χριστό». Ή, αν όχι γι’ αυτό, τότε μας ανέστησε μαζί Του δια του λουτρού της μετανοίας και του βαπτίσματος. Πώς λοιπόν «μάς έβαλε να καθίσουμε μαζί Του;». «Εἰ ὑπομένομεν, καὶ συμβασιλεύσομεν· εἰ ἀρνούμεθα, κἀκεῖνος ἀρνήσεται ἡμᾶς(:Αν δείχνουμε υπομονή, τότε και μαζί Του θα βασιλέψουμε. Αν Τον αρνούμαστε, κι Εκείνος θα αρνηθεί εμάς)»[Β΄Τιμ.2,12],λέγει ο απόστολος Παύλος. Πράγματι υπάρχει ανάγκη του αγίου Πνεύματος και της θείας αποκαλύψεως, για να εννοήσει κανείς το βάθος αυτών των μυστηρίων.
Ύστερα, για να μην απιστήσεις, κοίταξε τι προσθέτει: «ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς ἐπερχομένοις τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ(:Και μας ευεργέτησε τόσο πολύ ο Θεός, για να δείξει κατά τους ατελεύτητους αιώνες της μελλοντικής ζωής τον υπερβολικό πλούτο της χάριτός Του με την αγαθότητα που επέδειξε σε μας μέσω του Ιησού Χριστού)»[Εφ.2,7]· διότι επειδή είπε τα σχετικά με τον Χριστό, τα οποία φαίνονταν άσχετα με μας, διότι θα μπορούσε να πει κάποιος: «Τι μας ενδιαφέρει εμάς εάν αναστήθηκε Εκείνος;», έδειξε λοιπόν ότι αυτό αφορά και εμάς, εφόσον ο Χριστός ενώθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο με εμάς· αλλά επιπλέον και για τα δικά μας ομιλεί ιδιαιτέρως: «Ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν»: Ώστε, για αυτό το οποίο είπα, να μην απιστείς, αφού λάβεις την απόδειξη και από τα προηγούμενα, και από το ότι είναι Κεφαλή του σώματος, και από το ότι θέλει να φανερώσει Αυτός την αγαθότητά Του με τον τρόπο αυτόν. Πώς λοιπόν θα τη φανερώσει εάν αυτό που αναφέρεται πιο πάνω δεν πραγματοποιηθεί; Και θα το καταστήσει φανερό στους αιώνες που μελλοντικά έρχονται; Τι; Ότι και μεγάλα ήσαν τα αγαθά και πιο αξιόπιστα από όλα· διότι αυτά μεν, τα οποία τώρα λέγονται, φαίνονται τώρα στους απίστους ως ανοησία, τότε όμως όλοι θα τα γνωρίσουν.
Θέλεις να μάθεις και πώς μας έβαλε να καθίσουμε μαζί Του στα επουράνια; Άκουσε τον ίδιο τον Χριστό, ο οποίος λέγει στους μαθητές: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ(:Σας διαβεβαιώνω ότι εσείς που με έχετε ακολουθήσει εδώ στη γη, όταν στην συντέλεια των αιώνων αναδημιουργηθεί νέος κόσμος και αναστηθούν οι νεκροί και ο υιός του ανθρώπου καθίσει επάνω σε θρόνο λαμπρό, αντάξιο της δόξας Του, τότε και εσείς θα καθίσετε επάνω σε δώδεκα θρόνους, για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ)» [Ματθ.19,28]· και πάλι: «Τὸ μὲν ποτήριόν μου πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε· τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων μου οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται ὑπὸ τοῦ πατρός μου(:Το ποτήριο βέβαια που θα πιω εγώ θα το πιείτε και σεις, και το βάπτισμα που πρόκειται να βαπτιστώ σε λίγο μέσα στη θάλασσα των παθημάτων μου θα το βαπτιστείτε˙ διότι και εσείς θα υποστείτε διωγμούς και μαρτύριο για το ευαγγέλιο. Το να καθίσετε όμως στα δεξιά και στα αριστερά μου δεν είναι δικό μου δικαίωμα να το δώσω σε όποιον μου το ζητήσει, αλλά αυτό θα δοθεί σε εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί από τον δικαιοκρίτη Πατέρα μου. Αυτός θα δώσει τις αμοιβές και τις διακρίσεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του και την αρετή του)»[Ματθ.20,23]. Επομένως έχει ετοιμαστεί.
Και καλώς είπε: «Ἐν χρηστότητι ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ(:με την αγαθότητα που επέδειξε σε μας μέσω του Ιησού Χριστού)»[Εφ.2,7]· διότι το να καθίσει κάποιος στα δεξιά του Χριστού, είναι δείγμα τιμής, η οποία είναι υπεράνω πάσης τιμής, μετά από την οποία δεν υπάρχει άλλη. Αυτό λοιπόν το λέγει, διότι και εμείς θα καθίσουμε. Πράγματι είναι άπειρος πλούτος, πράγματι είναι ανυπέρβλητο το μέγεθος της δυνάμεώς Του, το να καθίσουμε μαζί με τον Χριστό. Και αν ακόμη έχεις μυριάδες ζωές, δεν τις θυσιάζεις για τον Θεό; Εάν λοιπόν έπρεπε να πέσεις στην πυρά, δεν έπρεπε να το υπομείνεις αυτό πρόθυμα;
Και ο ίδιος επίσης λέγει πάλι: «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα(:Εκείνος που πιστεύει σε εμένα, ακόμη και αν πεθάνει σωματικώς, θα ζήσει πνευματικώς στη μακάρια ζωή· θα λάβει τότε επίσης και αναστημένο, άφθαρτο και αιώνιο το σώμα του. Και καθένας που ζει στην παρούσα ζωή και πιστεύει σε εμένα, θα αντιμετωπίσει γεμάτος αφοβία τον πρόσκαιρο θάνατο, τον οποίο τρέμουν και φοβούνται οι άνθρωποι που βρίσκονται μακριά από Εμένα. Κι επειδή θα μένει πάντοτε ενωμένος με μένα, δεν θα υποστεί ποτέ τον πνευματικό θάνατο, που είναι και ο πραγματικός και ο αιώνιος και ανεπανόρθωτος θάνατος)»[Ιω.11,26][ερμην. απόδοση Παναγιώτου Τρεμπέλα].
Εάν λοιπόν έπρεπε να κατατεμαχιζόμαστε από τους απίστους κάθε ημέρα για αυτά, δεν έπρεπε να το δεχόμαστε πρόθυμα; Αναλογίσου πού κάθισε Εκείνος. Υπεράνω από κάθε αρχή και εξουσία. Και με ποιον κάθεσαι μαζί; Με Εκείνον. Ενώ ποιος είσαι; Νεκρός και εκ φύσεως τέκνο οργής. Και τι έχεις κατορθώσει; Τίποτε. Πράγματι, τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για να αναφωνήσουμε: «Ὦ βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως Θεοῦ! Ὡς ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματα αὐτοῦ καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοὶ αὐτοῦ!(:Ω απροσμέτρητο βάθος πλούσιας αγαθότητας και σοφίας του Θεού, μέσα από την οποία όλα οδηγούνται στο άριστο τέλος τους! Ω πλούτος γνώσεως Θεού, μέσα από το οποίο προγνωρίζει το τέλος όλων! Πόσο υπερβαίνουν την ανθρώπινη έρευνα οι κρίσεις και οι αποφάσεις Του, και πόσο είναι αδύνατο στο νου του ανθρώπου να παρακολουθήσει τα ίχνη των σοφών και αγαθών Του μεθόδων, με τις οποίες σώζει τους ανθρώπους!)» [Ρωμ.11,33].
«τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τῆς πίστεως(:Και είναι όντως ασύλληπτος ο πλούτος της χάριτος του Θεού. Διότι με τη χάρη Του έχετε σωθεί μέσω της πίστεως)», λέγει[Εφ.2,8]. Για να μην σε αφήσει να υπερηφανευτείς, κοίταξε πώς σε ταπεινώνει: «τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι», λέγει, «διὰ τῆς πίστεως».
Ύστερα πάλι, για να μην καταστρέψει το αυτεξούσιο, πρόσθεσε και τη δική μας συμβολή, και πάλι αναίρεσε αυτήν και λέγει: «καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν(:και αυτό δεν προέρχεται από εμάς)». «Ούτε η πίστη», λέγει, «είναι δικό μας έργο»· διότι εάν δεν ερχόταν ο Ίδιος στη γη, εάν δεν μας προσκαλούσε, πώς θα μπορούσαμε να πιστέψουμε; Διότι «Πῶς δὲ πιστεύσουσιν (:Πώς θα πιστέψουν Εκείνον)», λέγει, «οὗ οὐκ ἤκουσαν; (:τον Οποίο δεν άκουσαν να κηρύττεται;)» [Ρωμ.10,14]. Ώστε, ούτε η πίστη είναι δικό μας κατόρθωμα. «Θεοῦ τὸ δῶρον(:δώρο Θεού είναι αυτό)», λέγει. «Αλλά μήπως ήταν αρκετή η πίστη για να σώσει;», λέγει. «Αλλά για να μη μας σώσει χωρίς καθόλου να συμπράξουμε, και να είμαστε τελείως άπρακτοι και αργοί, ζήτησε την πίστη ο Θεός», λέγει. Είπε ότι η πίστη σώζει. Επειδή ο Θεός θέλησε, για τούτο έσωσε η πίστη.
Διότι, πες μου, πού σώζει η πίστη δίχως έργα; Τούτο είναι δώρο του Θεού· «ἵνα μή τις καυχήσηται(:για να μην έχει κανείς το δικαίωμα να καυχηθεί)»[Εφ.2,9],για να μας κάνει ευγνώμονες για τη χάρη. «Τι δηλαδή;», θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος, «Αυτός εμπόδισε να δικαιωθούμε από τα έργα;». Καθόλου· αλλά «κανείς», λέγει ο απόστολος Παύλος, «δεν δικαιώθηκε από τα έργα, για να δειχτεί η χάρη και η φιλανθρωπία του Θεού». Δεν μας απομάκρυνε, ενώ είχαμε έργα, αλλά επειδή ήμασταν γυμνοί από έργα αγαθά και θεάρεστα, μας έσωσε δια της χάριτος, ώστε κανείς λοιπόν να μην μπορεί να καυχάται.
Ύστερα, για να μη γίνεις οκνηρός και δεν φροντίζεις για έργα, επειδή άκουσες ότι όχι από έργα, αλλά από την πίστη κατορθώθηκε το παν, κοίταξε τι πρόσθεσε: «Αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν(:Διότι και ως άνθρωποι, αλλά προπάντων ως αναγεννημένοι Χριστιανοί, δικό Του δημιούργημα είμαστε, που δημιουργηθήκαμε για να μένουμε ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό και για να πράττουμε έργα αγαθά, για τα οποία μας προετοίμασε ο Θεός, για να πολιτευτούμε, να πορευτούμε και να ζήσουμε την υπόλοιπη ζωή μας με αυτά)»[Εφ.2,10].Πρόσεξε τι λέγει· εδώ υπαινίσσεται την πνευματική μας αναγέννηση. Πράγματι είναι άλλη δημιουργία. Από το μη είναι οδηγηθήκαμε στο είναι. Αυτό το οποίο ήμασταν πριν, δηλαδή ο παλιός άνθρωπος, πέθανε· αυτό το οποίο γίναμε, δεν ήμασταν πριν. Άρα είναι δημιουργία αυτό το πράγμα, και πολυτιμότερη από την άλλη· διότι από εκείνη μεν λάβαμε απλώς τη ζωή, ενώ από αυτήν το να ζούμε όπως πρέπει.
«Για να πράττουμε έργα αγαθά, για τα οποία μας προπαρασκεύασε ο Θεός, για να πολιτευτούμε και να ζήσουμε τον υπόλοιπο βίο μας με αυτά». Έχουμε ανάγκη λοιπόν διαρκούς αρετής, η οποία να αναπτύσσεται και να επεκτείνεται μέχρι τον θάνατό μας. Διότι καθόλου δεν θα μας ήταν ωφέλιμο εάν είχαμε να βαδίσουμε μία οδό η οποία οδηγεί σε πόλη βασιλική και, αφού επιδεικνύαμε οκνηρία και αδυναμία, να μέναμε άπρακτοι προς το τέλος, τη στιγμή δηλαδή που είχαμε διανύσει το μεγαλύτερο μέρος αυτής. Διότι, λέγει «για να επιτελούμε έργα αγαθά». Καθόλου δεν θα μας ωφελούσε λοιπόν εάν μέναμε αργοί, χωρίς θεάρεστα έργα στη ζωή μας.
Έτσι, λοιπόν και εδώ, δεν προστάσσει να τελειώσουμε μόνο ένα έργο, αλλά όλα·διότι όπως οι αισθήσεις μας είναι πέντε, και πρέπει όλες να τις χρησιμοποιούμε όπως πρέπει, έτσι πρέπει να καλλιεργούμε και όλες τις αρετές. Εάν κάποιος φυλάττει μεν τη σωφροσύνη, αλλά είναι ανελεήμονας, ή είναι μεν ελεήμονας, αλλά συγχρόνως και πλεονέκτης, ή δεν επιθυμεί μεν τα αγαθά των άλλων, αλλά ούτε από τα δικά του δίνει, τότε όλα εις μάτην γίνονται· διότι δεν αρκεί μία αρετή για να μας κάνει να παραστούμε με παρρησία στο βήμα του Χριστού, αλλά χρειάζεται πολλή και πολυποίκιλη και από κάθε είδος και ολόκληρη η αρετή· διότι άκουσε τον ίδιο τον Κύριο ο οποίος λέγει στους μαθητές Του: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ,διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν (:Λοιπόν, πηγαίνετε τώρα και διδάξτε σε όλα τα έθνη την αλήθεια. Και αυτούς που θα πιστέψουν και θα γίνουν μαθητές σας, βαπτίστε τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντάς τους να τηρούν και να εφαρμόζουν στη ζωή τους όλα τα παραγγέλματα που σας έδωσα ως εντολές)» [Ματθ.28,19-20].
Και πάλι: «Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν(:Εκείνος λοιπόν, που θα παραβεί μία από τις εντολές αυτές, που φαίνονται μικρές και ασήμαντες, και διδάξει έτσι τους ανθρώπους, θα ονομαστεί ελάχιστος στη βασιλεία των ουρανών)» [Ματθ. 5,19].Δηλαδή όταν θα γίνει η ανάσταση των νεκρών και η τελική κρίση· διότι δεν θα εισέλθει στη βασιλεία· καθόσον γνωρίζει να ονομάζει «βασιλεία» και αυτόν τον καιρό της αναστάσεως των νεκρών. «Μία εντολή εάν παραβεί», λέγει ο Κύριος, «ελάχιστος θα ονομαστεί»· ώστε έχουμε ανάγκη από όλες τις αρετές.
Και πρόσεχε πώς δεν είναι δυνατό χωρίς ελεημοσύνη να εισέλθουμε, αλλά και αν ακόμη λείπει μόνο αυτή, θα απέλθουμε στην κόλαση. Διότι λέγει: «Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ(:Τότε θα πει και σε εκείνους, που στέκονται στα αριστερά του: “φύγετε μακριά από εμένα εσείς οι καταραμένοι και πηγαίνετε στο αιώνιο πυρ, που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους πονηρούς αγγέλους του)» [Ματθ.25,41]. Εξαιτίας τίνος και για ποιο λόγο; «Ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με(:Διότι πείνασα και δεν μου δώσατε να φάω, δίψασα και δεν μου δώσατε να πιω. Ξένος ήμουν και δεν με πήρατε στο σπίτι σας, γυμνός και δεν με ντύσατε, άρρωστος και φυλακισμένος και δεν με επισκεφθήκατε)»[Ματθ.25,42-43].
Είδες πώς ενώ δεν κατηγορήθηκαν για τίποτε άλλο, γι’ αυτό και μόνο χάθηκαν; Και οι μωρές παρθένες στην παραβολή, για τούτο μόνο εκβλήθηκαν από τον νυμφώνα, αν και είχαν σωφροσύνη, όπως λέγει ο Παύλος. «Εἰρήνην διώκετε μετὰ πάντων, καὶ τὸν ἁγιασμόν, οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον(:Αγωνίζεστε και προσπαθείτε να έχετε ειρήνη με όλους. Επιδιώκετε να αποκτήσετε και τον αγιασμό και καθαρότητα της καρδιάς από κάθε πάθος, διότι χωρίς αυτόν τον αγιασμό κανείς δεν θα δει τον Κύριο)» [Εβρ.12,14]. Σκέψου λοιπόν ότι χωρίς μεν σωφροσύνη δεν είναι δυνατό να δει κανείς τον Κύριο· αλλά και ούτε εάν έχει κανείς σωφροσύνη είναι δυνατό οπωσδήποτε να Τον δει, διότι πολλές φορές κάτι άλλο εμπόδισε σε αυτό. Και πάλι εάν κατορθώσουμε τα πάντα, αλλά δεν ωφελήσουμε τον πλησίον, ούτε έτσι θα εισέλθουμε στη βασιλεία.
Από πού φαίνεται αυτό; Από τους υπηρέτες στους οποίους εμπιστεύτηκαν τα τάλαντα· διότι εκεί όλη η αρετή ήταν πλήρης και τίποτε δεν έλειπε· αλλά επειδή έγινε οκνηρός στην εργασία, κατά φυσικό λόγο εξεβλήθη. Είναι δυνατόν και μόνο από κακολογία να εισέλθει κανείς στη γέενα. Διότι «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ῥακά, ἔνοχος ἔσται τῷ συνεδρίῳ· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ μωρέ, ἔνοχος ἔσται εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός(:Εγώ όμως σας λέγω ότι καθένας που οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς σοβαρό πνευματικό λόγο, διαπράττει έγκλημα ανάλογο με εκείνο το οποίο δικαζόταν άλλοτε από το τοπικό επταμελές δικαστήριο, που ονομαζόταν «κρίση». Και εκείνος που θα προσφωνήσει και θα πει περιφρονητικά τον αδελφό του: “ανόητε, τιποτένιε”, είναι ένοχος εγκλήματος βαρύτερου, από εκείνα που δικάζει το μεγάλο συνέδριο, το ανώτατο δηλαδή δικαστήριο των Εβραίων. Και εκείνος που με μίσος και κακία θα πει τον αδελφό του: “Ηλίθιε”, είναι βαρύτατα ένοχος και άξιος να τιμωρηθεί με την γέενα του πυρός που βρίσκεται στον Άδη)»[Ματθ.5,22], λέγει.
Και αν ακόμη τα πάντα κατορθώσει κανείς, αλλά είναι υβριστής, και πάλι δε θα εισέλθει. Και ας μην κατηγορεί κανείς για σκληρότητα τον Θεό, επειδή εκβάλλει από τη βασιλεία των ουρανών όσους έφταιξαν σε αυτό· διότι αν στους ανθρώπους, οποιανδήποτε παρανομία και αν κάνει κάποιος, γίνεται ανάξιος να αντικρύσει το πρόσωπο του βασιλέως, και αν ακόμη παραβεί ένα νόμο από τους ισχύοντες, είτε συκοφαντήσει κατηγορώντας, χάνει το αξίωμά του, είτε μοιχεύσει και κυριευτεί από πάθος, έγινε ανάξιος, και αν ακόμη έχει κατορθώσει αμέτρητα πράγματα, χάνεται· και αν κάνει φόνο και αποδειχτεί, και αυτό είναι αρκετό για να τον καταστρέψει· αν λοιπόν οι νόμοι των ανθρώπων φυλάσσονται με τόση αυστηρότητα και ακρίβεια, πολύ περισσότερο οι νόμοι του Θεού.
«Αλλά ο Θεός είναι Αγαθός και δεν θα μας τιμωρήσει», θα μπορούσε να πει κάποιος. Έως πότε θα λέμε αυτόν τον ανόητο λόγο; Ανόητο τον χαρακτήρισα τον λόγο αυτόν, όχι διότι δεν είναι Αγαθός ο Θεός, αλλά διότι νομίζουμε ότι η αγαθότητά Του είναι χρήσιμη για εμάς σε αυτά, αν και πολλές φορές έχουμε πει πάρα πολλά για τον λόγο αυτόν. Άκουε λοιπόν τη Γραφή, η οποία λέγει: «Καὶ μὴ εἴπῃς· ὁ οἰκτιρμὸς αὐτοῦ πολύς, τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μου ἐξιλάσεται· ἔλεος γὰρ καὶ ὀργὴ παρ᾿ αὐτοῦ, καὶ ἐπὶ ἁμαρτωλοὺς καταπαύσει ὁ θυμὸς αὐτοῦ(:Μην πεις: “Μέγα και πολύ είναι το έλεος του Θεού και οσονδήποτε πλήθος αμαρτιών και αν έχω διαπράξει, θα με συγχωρήσει ο Κύριος”. Μη λησμονείς όμως, ότι παρά τω Θεώ υπάρχει βεβαίως το έλεος αλλά και η οργή. Εναντίον λοιπόν εκείνων, οι οποίοι άφοβα αμαρτάνουν, θα επιπέσει η οργή του Θεού)» [Σοφ. Σειρ. 5,6].
Δεν εμποδίζει να λέμε ότι η ευσπλαχνία Του είναι μεγάλη· δεν προτρέπει σε αυτό, παρότι θέλει να λέμε συνεχώς αυτό το πράγμα, για το οποίο και ο Παύλος κινεί τα πάντα· αλλά για τον εξής λόγο. «Μην θαυμάζεις», λέγει, «τη φιλανθρωπία του Θεού για να αμαρτάνεις και να λέγεις: ‘’θα με λυτρώσει από το πλήθος των αμαρτιών μου’’»· διότι για τον λόγο αυτό λέμε τόσο πολλά για την αγαθότητα του Θεού, όχι για να πράττουμε όλα τα κακά έχοντας θάρρος σε αυτήν, διότι τότε η αγαθότητα θα γίνει αιτία να απολεστεί η σωτηρία μας, αλλά για να μην απελπιζόμαστε για τις αμαρτίες μας και για να μετανοούμε. Διότι «Τὸ χρηστὸν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιάν σε ἄγει(:Το ότι σε ευεργετεί ο Θεός, αντί να εξαπολύσει την οργή Του εναντίον σου για τις κακές πράξεις σου, πρέπει να σε παρακινεί και να σε οδηγεί σε μετάνοια)» [Ρωμ.2,4], όχι σε περισσότερη κακία. Εάν λοιπόν γίνεις κακός εξαιτίας της αγαθότητας του Θεού, τότε εσύ πολύ περισσότερο την διαβάλλεις στους ανθρώπους· διότι βλέπω πολλούς να κατηγορούν τη μακροθυμία του Θεού. Ώστε θα κατακριθείς διότι δεν χρησιμοποίησες αυτήν όπως πρέπει.
Είναι φιλάνθρωπος ο Θεός; Είναι όμως και δίκαιος κριτής. Συγχωρεί αμαρτίες; Αποδίδει όμως κιόλας στον καθένα σύμφωνα προς τα έργα του. Προσπερνά αδικίες, απαλλάσσει από το βάρος των ανομιών; Αλλά και εξετάζει. Τι λοιπόν; Δεν είναι αντίθετα αυτά; Δεν είναι αντίθετα, αν διαστείλουμε αυτά ως προς τον χρόνο πραγματοποιήσεώς τους. Απαλλάσσει από την ανομία εδώ, στην επίγεια ζωή μας, και μέσω του βαπτίσματος και μέσω της μετανοίας· εξετάζει τις πράξεις εκεί, στην άλλη ζωή, κατά τη μέλλουσα κρίση, δια πυρός και βασάνων.
«Αν λοιπόν», θα μπορούσε να πει κάποιος, «επειδή έπραξα κακά, εκβάλλομαι και εκπίπτω της βασιλείας, είτε κάνω ένα από αυτά, είτε άπειρα, γιατί να μην κάνω όλα τα κακά;». Αυτό είναι λόγος αχάριστου υπηρέτη· πλην όμως θα απαντήσουμε και σε αυτόν. Μην πράττεις τα κακά, για να ωφελήσεις τον εαυτό σου· διότι όλοι μεν ομοίως θα εκπέσουμε της βασιλείας, στη γέεννα όμως δε θα καταδικαστούμε εξίσου όλοι, αλλά ο μεν θα κολαστεί πολύ, ο δε λιγότερο. Εάν λοιπόν και εσύ και εκείνος περιφρονήσατε τον νόμο του Θεού, και εκείνος ο οποίος διέπραξε πολλές, και εκείνος ο οποίος διέπραξε λίγες αμαρτίες, ομοίως θα εκπέσετε της βασιλείας· εάν όμως δεν περιφρονήσατε ομοίως τον θείο νόμο, αλλά ο μεν περισσότερο, ο δε λιγότερο, θα αισθανθείτε τη διαφορά στη γέενα.
«Τι λοιπόν», θα έλεγε κάποιος άλλος ίσως, «ο Θεός απειλεί εκείνους οι οποίοι δεν έδωσαν ελεημοσύνη, ότι θα απέλθουν στο πυρ; Και όχι απλώς στο πυρ, αλλά σε εκείνο το οποίο ετοιμάστηκε για τον διάβολο και τους αγγέλους του; Και για ποιο λόγο;». Τίποτε δεν παροργίζει τόσο τον Θεό, αλλά από όλα τα κακά αυτά θέτει πρώτο· διότι εάν πρέπει να αγαπούμε και τους εχθρούς, εκείνος ο οποίος βλάπτει και τους φίλους και είναι ως προς τούτο χειρότερος και από τους ειδωλολάτρες, ποιας κολάσεως δε θα είναι άξιος;
Ώστε εδώ το μέγεθος του αμαρτήματος έκανε αυτόν τον ανελεήμονα και σκληρό άνθρωπο να απέλθει στη γέενα μαζί με τον διάβολο. Διότι «οὐκ ἔστιν ἀγαθὰ τῷ ἐνδελεχίζοντι εἰς κακὰ καὶ τῷ ἐλεημοσύνην μὴ χαριζομένῳ(:δεν είναι ορθό και δίκαιο να ευεργετείται άνθρωπος, ο οποίος ισχυρογνωμόνως επιμένει στο κακό· όπως επίσης και εκείνος, ο οποίος, ενώ μπορεί, δεν κάνει ποτέ ελεημοσύνη)»[Σοφ. Σειρ. 12,3]. Εάν λοιπόν τούτο ίσχυσε στην Παλαιά Διαθήκη, πολύ περισσότερο στην Καινή. Εάν εκεί όπου ήταν ανεκτή η απόκτηση χρημάτων και απόλαυση και φροντίδα γι’ αυτά, υπήρχε τόση πρόνοια για βοήθεια στους πτωχούς, πόσο μάλλον όταν λαμβάνουμε ως εντολή να απορρίπτουμε όλα τα υλικά; Διότι τι δεν έκαναν εκείνοι οι άνθρωποι της Παλαιάς Διαθήκης; Έδιναν συνεχώς το ένα δέκατο των εισοδημάτων τους σε ορφανά, χήρες, ξένους. Αλλά ίσως μου έλεγε κάποιος με θαυμασμό ότι και ο τάδε δίνει το ένα δέκατο των εισοδημάτων του. Πόση ντροπή υπάρχει σε αυτό, όταν αυτό το οποίο ούτε στους Ιουδαίους ήταν άξιο θαυμασμού, αυτό έχει γίνει αξιοθαύμαστο στους Χριστιανούς; Εάν τότε ήταν επικίνδυνο το να λησμονήσει κανείς τις δεκάτες, σκέψου πόσο μάλλον τώρα. Η μέθη πάλι δεν κληρονομεί τη βασιλεία.
Αλλά τι λέγουν οι πολλοί; Εάν λοιπόν και εγώ και εκείνος βρισκόμαστε στα ίδια αμαρτήματα, αυτό είναι μεγάλη παρηγορία. Τι λοιπόν; Είναι ορθό τούτο· διότι πράγματι δεν θα λάβετε την ίδια τιμωρία εσύ και εκείνος· άλλωστε δε ούτε παρηγορία είναι αυτό· διότι η συμμετοχή στα βάσανα τότε έχει παρηγορία, όταν οι συμφορές είναι ανάλογες των δυνάμεών μας· όταν όμως τις υπερβαίνουν και μας προξενούν τρέλα και λιποθυμία, δεν αφήνουν να λάβουμε καμία παρηγορία. Πες λοιπόν σε εκείνον τον οποίο βασανίζουν κα έχει εισέλθει στην πυρά, ότι και ο τάδε πάσχει αυτό· αλλά ούτε καν θα αισθανθεί την παρηγορία. Μήπως δεν χάθηκαν όλοι μαζί οι Ισραηλίτες; Ποια παρηγορία έφερε αυτό σε εκείνους; Μάλλον αυτό δεν ήταν εκείνο το οποίο τους λυπούσε; Για τον λόγο αυτόν και έλεγαν: «Καὶ εἶπαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ πρὸς Μωυσῆν λέγοντες· ἰδοὺ ἐξανηλώμεθα, ἀπολώλαμεν, παρανηλώμεθα(:Είπαν τότε οι Ισραηλίτες προς τον Μωυσή: “χαθήκαμε, εξοντώθηκαμε, εκδαπανήθηκαμε !)» [Αριθμ. 17,27].
Τι παρηγορία είναι λοιπόν αυτή; Άδικα παρηγορούμε τους εαυτούς μας με αυτές τις ελπίδες. Μία μόνο παρηγορία υπάρχει, το να μην πέσουμε μέσα σε εκείνο το άσβεστο πυρ· για εκείνον όμως, ο οποίος θα πέσει μέσα, δεν είναι δυνατόν να τύχει παρηγορίας εκεί όπου ο βρυγμός των οδόντων, όπου ο κλαυθμός, όπου ο σκώληξ ο ακοίμητος, όπου το άσβεστο πυρ. Πες μου, λοιπόν, σκέπτεσαι καθόλου κάποια παρηγορία, ενώ βρίσκεσαι σε θλίψη και συμφορά; Σε αυτό λοιπόν θα στηριχτείς; Μη, παρακαλώ και ικετεύω, ας μην απατάμε τους εαυτούς μας ματαίως και ας μην παρηγορούμαστε με αυτούς τους λόγους, αλλά ας πράττουμε αυτά, τα οποία θα δυνηθούν να μας σώσουν.
Μαζί με τον Χριστό πρόκειται να καθίσεις και εσύ ακριβολογείς για αυτά; Εάν λοιπόν κανένα άλλο αμάρτημα δεν υπήρχε, πόση κόλαση έπρεπε να υποστούμε, μόνο για τους λόγους αυτούς, διότι τόσο οκνηροί, τόσο άθλιοι και ράθυμοι είμαστε, ώστε, ενώ μας αναμένει τόση τιμή, να λέγουμε αυτά; Όταν, επίσης, σκεφτείς τότε εκείνους οι οποίοι κατόρθωσαν να εισέλθουν στον Παράδεισο, δε θα λειώσεις περισσότερο; Όταν δεις ανθρώπους οι οποίοι από δούλοι και από χαμηλή καταγωγή προερχόμενοι, αφού κοπίασαν λίγο εδώ, να μετέχουν εκεί στο βασιλικό θρόνο, δε θα είναι αυτά χειρότερα από την κόλασή σου; Διότι εάν τώρα όταν βλέπεις αυτούς να ευτυχούν, και ενώ δεν παθαίνεις κανένα κακό, από αυτό μόνο βασανίζεσαι περισσότερο από κάθε τιμωρία, και πενθείς τον εαυτό σου και δακρύζεις και τον κρίνεις άξιο μυρίων θανάτων, τι θα υποστείς τότε; Διότι εάν δεν υπήρχε γέενα, αυτή μόνο η ιδέα της δουλείας δεν ήταν αρκετή να σε αφανίσει και να σε καταστρέψει; Και ότι αυτό έτσι θα είναι, μπορείς να το μάθεις από την πείρα των πραγμάτων.
Ας μην παρηγορούμε λοιπόν άδικα τους εαυτούς μας με τέτοιους λόγους, αλλά ας προσέχουμε και ας φροντίζουμε για την σωτηρία μας, και ας ασκούμε την αρετή, και ας παρακινούμε τους εαυτούς μας για την πραγματοποίηση των καλών, για να αξιωθούμε να τύχουμε της άπειρης δόξης εν Χριστώ Ιησού, του Κυρίου μας, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα ανήκει δόξα, δύναμις, τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-ephesios.pdf.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Εφεσίους επιστολή, ομιλία Δ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 20, σελίδες 501-519 .
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ΛΟΥΚΑ [Λουκ. 18,35-43]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΤΥΦΛΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΙΧΟΥΣ
(από το «Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον», ομιλία ΞΣΤ΄)
«Καὶ ἐκπορευομένων αὐτῶν ἀπὸ Ἱεριχὼ ἠκολούθησεν αὐτῷ ὄχλος πολύς. καὶ ἰδοὺ δύο τυφλοὶ καθήμενοι παρὰ τὴν ὁδόν, ἀκούσαντες ὅτι Ἰησοῦς παράγει, ἔκραξαν λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, υἱὸς Δαυΐδ. ὁ δὲ ὄχλος ἐπετίμησεν αὐτοῖς ἵνα σιωπήσωσιν· οἱ δὲ μεῖζον ἔκραζον λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, υἱὸς Δαυΐδ(: Και ενώ αυτοί έβγαιναν από την Ιεριχώ, Τον ακολούθησε πλήθος λαού πολύ. Και ιδού δύο τυφλοί που κάθονταν κοντά στο δρόμο, όταν άκουσαν ότι ο Ιησούς περνά, άρχισαν να φωνάζουν και να λένε: “Ελέησέ μας, Κύριε, ένδοξε απόγονε του Δαβίδ, που για σένα μίλησαν οι προφήτες”. Το πλήθος όμως του λαού τούς μάλωσε για να σιωπήσουν, για να μην ενοχληθεί ο Ιησούς με τις φωνές τους. Αυτοί όμως πιο πολύ φώναζαν και έλεγαν: “Ελέησέ μας, Κύριε, απόγονε του Δαβίδ”)»[Ματθ.20,29-34].
Ας ακούσουμε, αδελφοί μου, τους τυφλούς αυτούς που ήταν ανώτεροι από πολλούς που βλέπουν. Πραγματικά, αν και δεν είχαν κανένα για να τους οδηγήσει, ούτε μπορούσαν να δουν τον Ιησού, εντούτοις είχαν μεγάλη προθυμία να έλθουν κοντά Του και άρχισαν να φωνάζουν με δυνατή φωνή και όσο τους εμπόδιζαν, τόσο περισσότερο φώναζαν. Έτσι είναι η καρτερική ψυχή. Ανυψώνεται από τα εμπόδια. Και ο Χριστός επέτρεπε να τους παρεμποδίζουν από το να φωνάζουν, για να αποκαλύπτεται σε μεγαλύτερο βαθμό η προθυμία τους και για να μάθεις ότι επάξια απόλαυσε τη θεραπεία του. Γι’ αυτό και ο Κύριος δεν τους ρωτά: «Πιστεύεις;», όπως ακριβώς είχε κάνει σε πολλούς άλλους, διότι η κραυγή και ο ερχομός τους εκεί, ήταν αρκετά για να αποκαλύψουν σε όλους την πίστη τους.
Από την περίπτωση αυτή μάθε, αγαπητέ, ότι κι αν ακόμη είμαστε πολύ ασήμαντοι και περιφρονημένοι, όταν με προθυμία πλησιάζουμε τον Θεό, θα μπορέσουμε και μόνοι μας να επιτύχουμε ό,τι ζητούμε. Κοίταξε, λοιπόν, και αυτοί, χωρίς να έχουν κανένα από τους αποστόλους ως συνήγορο, αλλά αντίθετα, πολλοί τους εμπόδιζαν να φωνάζουν, κατόρθωσαν όμως να υπερνικήσουν τα εμπόδια και να φθάσουν στον ίδιο τον Ιησού. Μολονότι ο ευαγγελιστής δεν μαρτυρεί καμία ενάρετη και αξιέπαινη πράξη που να έδινε στους τυφλούς αυτούς παρρησία και θάρρος ενώπιον του Ιησού, εντούτοις αντί όλων αυτών ήταν αρκετή απλά και μόνο η προθυμία τους.
Αυτούς λοιπόν κι εμείς ας μιμηθούμε. Κι αν ακόμη ο Θεός αναβάλλει να μας δώσει αυτό που Του ζητούμε, κι αν ακόμη είναι πολλοί εκείνοι που προσπαθούν να μας απομακρύνουν από κοντά Του, ας μη σταματήσουμε να ζητούμε· διότι έτσι προπάντων θα αποσπάσουμε τη βοήθεια του Θεού. Πρόσεξε, άλλωστε, και στο παρόν περιστατικό κατά ποιο τρόπο ούτε η φτώχεια, ούτε η τύφλωση, ούτε το ενδεχόμενο να μην εισακουστούν, ούτε η επιτίμηση του όχλου, ούτε τίποτε άλλο δεν παρεμπόδισε τη μεγάλη τους προθυμία. Τέτοια είναι η ψυχή που κατακαίγεται από τη θερμή πίστη και δεν αποφεύγει τους κόπους και τις δυσκολίες.
Τι κάνει λοιπόν ο Χριστός; «Καὶ στὰς ὁ Ἰησοῦς ἐφώνησεν αὐτοὺς καὶ εἶπε· τί θέλετε ποιήσω ὑμῖν;(:Τότε στάθηκε ο Ιησούς, τους κάλεσε και τους είπε: ‘’Τι θέλετε να σας κάνω;’’)». Του απαντούν: «Κύριε, ἵνα ἀνοιχθῶσιν ἡμῶν οἱ ὀφθαλμοί (:Κύριε, θέλουμε να ανοιχθούν τα μάτια μας)». Για ποιον λόγο τούς ρωτάει; Για να μη νομίσει κανείς ότι αυτοί μεν άλλα θέλουν να λάβουν, ενώ ο Ιησούς τους δίνει άλλα· καθόσον ο Κύριος συνηθίζει κάθε φορά στην αρχή να καθιστά ολοφάνερη την αρετή αυτών που θεραπεύονται και να την αποκαλύπτει σε όλους και έπειτα να παρέχει τη θεραπεία, αφενός μεν για να οδηγήσει και τους άλλους ανθρώπους στη μίμησή τους, αφετέρου δε για να αποδείξει ότι επάξια απολαμβάνουν τη δωρεά.
Το ίδιο έκανε και στη Χαναναία γυναίκα[Ματθ.15,21-28], το ίδιο και στον εκατόνταρχο[Ματθ.8,5-13], το ίδιο και στην αιμορροούσα, μάλλον όμως η θαυμάσια εκείνη γυναίκα πρόφθασε την ερώτηση του Κυρίου και άγγιξε το κράσπεδο του ιματίου Του αναζητώντας τη θεραπεία της πριν τη ζητήσει με λόγια[Ματθ.18,19-26]. Αλλά όμως, παρά το γεγονός αυτό, ο Ιησούς δεν την άφησε να περάσει απαρατήρητη, αλλά και ύστερα από τη θεραπεία την αποκαλύπτει σε όλους. Έτσι απέδιδε μεγάλη σημασία στο να διακηρύσσει τα κατορθώματα εκείνων που Τον πλησίαζαν και να τα παρουσιάζει μεγαλύτερα από ό,τι ήταν. Το ίδιο, λοιπόν, κάνει και εδώ.
Έπειτα, αφού του είπαν οι τυφλοί τι ακριβώς ήθελαν, τους λυπήθηκε και άγγιξε τα μάτια τους[ Ματθ.20,34: «Σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, καὶ εὐθέως ἀνέβλεψαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί, καὶ ἠκολούθησαν αὐτῷ(:Και ο Ιησούς τούς σπλαχνίστηκε και τους άγγιξε τα μάτια. Και αμέσως τα μάτια τους απέκτησαν και πάλι το φως τους και από ευγνωμοσύνη Τον ακολούθησαν και οι δύο)»]. Το άγγιγμα αυτό βέβαια είναι η μόνη αιτία της θεραπείας για την οποία και ήλθε στον κόσμο. Μολονότι όμως η θεραπεία αυτή ήταν έλεος και χάρις, εντούτοις ζητεί να βρει εκείνους που αξίζουν να την λάβουν. Επίσης το ότι οι τυφλοί αυτοί ήταν άξιοι γι’ αυτήν, αποδεικνύεται από το ότι φώναξε δυνατά και από το γεγονός ότι, όταν θεραπεύθηκαν, δεν απομακρύνθηκαν από τον Κύριο, όπως κάνουν πολλοί άλλοι, που ύστερα από τις ευεργεσίες φέρονται με αγνωμοσύνη. Αυτοί, όμως, δεν ήταν τέτοιοι άνθρωποι, αλλά και πριν από τη δωρεά ήταν καρτερικοί και ύστερα από τη θεραπεία ευγνώμονες. Πραγματικά, από τότε και οι δύο ακολούθησαν τον Ιησού.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΞΣΤ΄, σελίδες 307-311.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 68, σελ. 35- 37(ή: 14 -15 του PDF)
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην απλή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκ. 18,35-43]
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΙΧΟΥΣ
«Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με (:Ιησού, υιέ του Δαβίδ, ελέησέ με)»[Λουκ.18,38].
Προσήλθε, λοιπόν, αυτός ο τυφλός με την πεποίθηση ότι προσερχόταν στον Θεό που είναι σε όλα ισχυρός· και αποκαλεί τον Ιησού «υἱόν Δαυΐδ», διότι έχοντας ανατραφεί μέσα στον ιουδαϊσμό και έχοντας γεννηθεί εκεί ως εντόπιος, δεν αγνόησε όσα είχαν ειπωθεί εκ των προτέρων γι’ Αυτόν μέσω του νόμου βέβαια και των αγίων προφητών και ότι κατά σάρκα προερχόταν από τη γενιά του Δαβίδ. Επομένως, επειδή ήδη είχε πιστέψει ότι, όντας Θεός ο Λόγος, υπέμεινε με τη θέλησή Του την κατά σάρκα γέννησή Του, εννοώ από την αγία Παρθένο, πλησιάζει τον Ιησού ως Θεό, λέγοντάς Του: «Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Πράγματι, μια πρόσθετη μαρτυρία ότι απηύθυνε αυτήν την ικεσία στον Κύριο, έχοντας αυτήν την πεποίθηση, αποτελούν τα ίδια τα λόγια του Χριστού: «Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε(:Η πίστη σου σε έχει σώσει)».
Ας τον μιμηθούν, λοιπόν, αυτόν που ήταν ασθενής στους οφθαλμούς, όσοι διαιρούν στα δύο τον ένα Κύριο Ιησού Χριστό, καθώς ο τυφλός πλησιάζει τον Σωτήρα των πάντων Χριστό ως Θεό και Τον ονομάζει και Κύριο και υιό του Δαβίδ. Μαρτυρεί επίσης τη δόξα Του, με το να επιζητεί από Αυτόν μια ενέργεια που ταιριάζει απόλυτα στον Θεό. Ας θαυμάζουν επίσης το σθένος της ομολογίας του˙ μερικοί πράγματι τον επιτιμούσαν, επειδή ομολογούσε την πίστη του, αυτός όμως δεν υποχωρούσε, ούτε και μειωνόταν η παρρησία του από όσους τον εμπόδιζαν. Ήξερε ότι η πίστη μάχεται με τα πάντα και τα πάντα νικάει˙ για τον λόγο αυτό τον επιτιμούσαν, αλλά αυτός, πιστός, δεν υποχωρούσε, αλλά ακολουθούσε τον Δεσπότη, γνωρίζοντας ότι είναι καλή η υπέρ της ευσεβείας «αναίδεια»˙ γιατί αν για τα χρήματα υπάρχουν πολλοί αναιδείς, για τη σωτηρία της ψυχής δεν χρειάζεται να ενδύεται κανείς την καλή αναίδεια;
Σταματάει τον Κύριο η φωνή εκείνου που Τον επικαλείται με πίστη˙ και έχει δίκαια τιμηθεί από τον Χριστό ο τυφλός˙ διότι έχει κληθεί από Αυτόν και έχει δεχθεί εντολή να έρθει κοντά, με σκοπό αυτός που Τον προσέγγισε προηγουμένως με την πίστη του, να Τον πλησιάσει και με το σώμα του˙ και εμάς λοιπόν η πίστη μάς παρουσιάζει και μας φέρνει κοντά στον Χριστό, ώστε να αξιωθούμε και λόγια που να προέρχονται από Αυτόν. Διότι αφού έφεραν κοντά Του τον τυφλό, τον ρωτούσε λέγοντας: «Τί σοί θέλεις ποιήσω; (:Τι θέλεις να κάνω για σένα;)». Άραγε λοιπόν αγνοούσε ο Κύριος το αίτημα που θα υπέβαλε ο τυφλός; Και πώς θα μπορούσε να εξηγηθεί αυτό; Ρωτούσε λοιπόν κατ’ οικονομίαν, για να μάθαιναν ιδιαίτερα οι παριστάμενοι, δηλαδή όσοι βάδιζαν μαζί του, ότι όχι για χρήματα μάλλον Τον παρακαλεί, αλλά για μια ενέργεια θεϊκή που μπορεί να προέλθει από τον Θεό. Άρα λοιπόν απαλλασσόταν βέβαια από το να νοσεί ο τυφλός, παραμελούσε όμως εντελώς το να είναι φίλος του Χριστού; Με κανέναν τρόπο· αλλά αποδείκνυε την ευγνωμοσύνη του με τα έργα του. Και απελευθερώθηκε από μια διπλή τυφλότητα, και τη σωματική, και την τυφλότητα του νου και της καρδιάς· διότι δεν θα Τον δόξαζε ως Θεό, εάν όντως δεν είχε αποκτήσει την όρασή του. Και επίσης έχει γίνει και για άλλους λογική αιτία για να Τον δοξάζουν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Αγίου Κυρίλλου αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία»:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf,σελ. 138
Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον»,Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Β΄», σελ. 163-165
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 18, 35-43]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΕΝΑ ΚΟΡΥΦΑΙΟΝ ΑΙΤΗΜΑ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 23-1-1994]
[Β 291]
Εκπληκτικό, όντως, αγαπητοί μου, το θαύμα της θεραπείας του τυφλού της Ιεριχούς. Και η έκπληξις προέρχεται τόσο από τον Κύριον, όσο και από τον τυφλόν. Και οι δύο πλευρές εκπλήσσουν. Παρατηρούμε τον Κύριον, με πόσην ευκολία δίδει αυτό που του ζητείται. Λέγει ένας ερμηνευτής: «Ὅρα τήν ἐξουσίαν». «Δες», λέγει, «την εξουσίαν». «’’Ἀνάβλεψον’’. Τίς γάρ τῶν προφητῶν οὕτως ἐθεράπευσεν, ἐν τοσαύτῃ, φημί, ἐξουσίᾳ;». Τι είπε; «Ἀνάβλεψον». Δηλαδή «Να δεις». «Ποιος», λέγει, «από τους προφήτας ποτέ εθεράπευσε με τόσην εξουσίαν;».
Αλλά και ο τυφλός υπήρξε εκπληκτικός. Με τα μάτια του, δεν είδε κανένα θαύμα του Χριστού. Μόνο άκουσε. Επιμένει όμως στο αίτημά του, γιατί πιστεύει ότι θα μπορέσει να δει. Και το σημαντικότατον, ότι κάθε του εκφώνησις προς τον Κύριον, είναι και ένας –προσέξατε- κολοσσός θεολογίας. Τον απεκάλεσε «υἱόν Δαυΐδ». «Υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». «Ἰησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Τον απεκάλεσε λοιπόν «υἱόν Δαυΐδ» ·που είναι ταυτόσημον με το «Μεσσίας», με το «Χριστός». Τον απεκάλεσε «Κύριον». «Κύριε Ἰησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με»· που «Κύριος» είναι ταυτόσημον με το «Θεός». Του είπε και το όνομα Ιησούς. Το όνομα της ανθρωπίνης Του φύσεως. Και τι είπε; «Ἐλέησόν με». Αν ό,τι εξεφώνησε, το θέσομε σε μία παράταξη, τότε τούτο βγάζομε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Να λοιπόν που ο τυφλός αυτός ήδη διετύπωσε αυτήν την μονολόγιστον ευχήν, που έχει σαφώς την κατάθεσή της μέσα εις αυτήν την Αγίαν Γραφήν. Δεν επενοήθη αυτή η ευχή του Ιησού: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», δεν επενοήθη από τους, έστω, εκκλησιαστικούς. Δεν θα πείραζε. Αλλά όμως δεν επενοήθη, αλλά ήδη είναι κατατεθειμένη μέσα εις την Καινή Διαθήκη.
Έτσι αποδεικνύεται ο τυφλός της Ιεριχούς, τρανός θεολόγος. Γιατί; Διότι, όταν είπε «Κύριε», εννοούσε την θεότητα του Χριστού. Όταν είπε «Ἰησοῦ», εννοούσε την ανθρωπίνη φύση του Χριστού, κι όταν είπε «Κύριε Ιησού Χριστέ, υιέ Δαυίδ», το ίδιο είναι, ομολογούσε τη μεσσιανικότητα του Ιησού. Συνεπώς εδώ έχομε στα τρία αυτά ονόματα, όλην την θεολογικήν πληρότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού. Ότι είναι Θεός, ότι είναι άνθρωπος, συνεπώς Θεάνθρωπος, κι έχει ένα έργον, το μοναδικό έργο, του ότι είναι Χριστός, δηλαδή χρισμένος, κεχρισμένος για έναν σκοπό. Κι αυτός ο σκοπός είναι η σωτηρία του ανθρώπου. Να γιατί αυτός ο τυφλός -ο τυφλός!- αποδεικνύεται τρανός, όπως σας είπα, θεολόγος. Κι αν λογαριάσομε την επαινεθείσα πίστη του, που του είπε ο Κύριος: «Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε», τότε μένομε αληθινά έκπληκτοι με την παρουσία και το πρόσωπο αυτού του τυφλού της Ιεριχούς.
Μας κατέπληξε λοιπόν τόσον ο Κύριος, όσο και ο τυφλός. Ας δούμε όμως καταρχάς το αίτημα του τυφλού. «Τι θέλεις;», του είπε ο Κύριος. «Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω». «Κύριε, τι θέλω; Να δω. Είμαι τυφλός. Να δω». Αλήθεια, υπάρχει πιο κορυφαίον αίτημα, τουλάχιστον από τα φυσικά προσόντα ενός ανθρώπου από την όραση; Που λέγεται μάλιστα και βασιλική αίσθησις;
Αλλά δεν είναι η όρασις μόνον των ματιών. Είναι και η όρασις της ψυχής. Συνεπώς μια όραση τόσο αισθητή, όσο και πνευματική. Και του σώματος και της ψυχής. Εκείνο όμως που μας καταπλήσσει ακόμα είναι ότι αυτός ο τυφλός, τα μάτια της ψυχής του τα είχε ορθάνοιχτα. Όλο εκείνο το πλήθος που ηκολούθει τον Χριστόν, πηγαίνοντας εις την Ιεριχώ, δεν είχε τα μάτια του ανοιχτά· αν και ήσαν ανοιχτομάτηδες. Αλλά δεν είχε τα μάτια του ανοιχτά, της ψυχής τα μάτια. Μάλιστα εκεί οι Φαρισαίοι γόγγυζαν. «Μπα», λέει, «τι, και να μείνει στο σπίτι ενός αμαρτωλού;». Τίνος; Του Ζακχαίου. Δεν είχαν τα μάτια τους ανοιχτά. Δεν έβλεπαν. Και να βλέπει αυτός ο τυφλός! Μα είναι καταπληκτικό!
Γιατί, αλήθεια, όμως, ο Κύριος άνοιγε τα των τυφλών; Τα μάτια των τυφλών και του σώματος και της ψυχής. Για να δουν -να δουν!- με τα μάτια του σώματος, αλλά και της ψυχής, τον Θεόν Λόγον που ενηνθρώπησε. Λέγει ο Ωριγένης, σχολιάζοντας το προοίμιον του Ευαγγελίου του Λουκά ότι «Τον Ιησούν όλοι τον είδαν, τον Λόγον μόνον όσοι επίστεψαν». Διότι για να δεις τον Λόγον, που είναι ο Ιησούς, έπρεπε να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά. Τα μάτια της ψυχής. Ο Κύριος λοιπόν άνοιγε και τα μάτια του σώματος και τα μάτια της ψυχής.
Στη Βασιλεία του Θεού, μετά την ανάσταση των νεκρών και με τα μάτια του σώματος και με τα μάτια της ψυχής, θα βλέπομε εις το διηνεκές το πρόσωπον του Χριστού· εις το διηνεκές. Μας το βεβαιώνει η Αγία Γραφή. Μας λέγει ο Ευαγγελιστής- Αποκάλυψις, 22,4: «Καί οἱ δοῦλοι αὐτοῦ λατρεύσουσιν αὐτῷ καί ὄψονται τό πρόσωπον αὐτοῦ(:Και θα ίδουν το πρόσωπον αυτού) καί τό ὄνομα αὐτοῦ ἐπί τῶν μετώπων αὐτῶν». Για να πει ο αυτός Ευαγγελιστής στην πρώτη του επιστολή ότι «Τεκνία», λέει, « παιδάκια, δεν έχομε ακόμα φθάσει να δούμε τι θα απογίνομε· ξέρομε όμως ότι ὀψόμεθα αὐτόν καθώς ἐστίν». «Θα τον δούμε όπως είναι». Είναι καταπληκτικό. Και η θεωρία του προσώπου του Χριστού, είναι το ύψιστον αγαθόν. Επειδή από κει, από τη θεωρία του προσώπου Του, απορρέει η υψίστη μακαριότης. Γι΄αυτό ύψιστον αίτημα είναι η όρασις και η σωματική και η πνευματική.
Πρέπει όμως από την παρούσα ζωή να δει κανείς το πρόσωπον του Χριστού! Όταν το πρωτοδιάβασα, εις τον άγιον Συμεών τον Νέο Θεολόγο, τρόμαξα. «Γιατί», λέγει, «αν δεν Τον δεις εδώ στη Γη, μην περιμένεις, ούτε στον ουρανό δεν θα Τον δεις τον Χριστόν». Και ποιος δεν θα δει το πρόσωπον του Χριστού; Μόνο οι κολασμένοι. Είναι φοβερό. Αλλά πώς μπορούμε να το πούμε αυτό; Τι θα πει «βλέπω τον Χριστόν από την παρούσα ζωή;». Πρέπει από δω να Τον αναγνωρίσεις ότι είναι ο Ιησούς Χριστός ο Κύριος· ότι είναι ο Θεός που έγινε άνθρωπος. Με τα μάτια της ψυχής. Δηλαδή με την πίστη. Αυτό θα πει «αν δεν δεις από την παρούσα ζωή τον Ιησούν Χριστόν, δεν Τον αναγνωρίσεις, ούτε εκεί θα Τον αναγνωρίσεις, στον ουρανό, μετά θάνατον, μετά την ανάσταση των νεκρών». Δηλαδή πρέπει να αναγνωρισθεί η ταυτότητα του Ιησού Χριστού.
Όταν ο Κύριος ερωτούσε: «Τίνα με λέγουσιν εἶναι τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου;», έλεγε στους μαθητάς Του. «Οι άνθρωποι για μένα τι λένε;». Ο Απόστολος Πέτρος απήντησε: «Σύ εἶ ὁ Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Ενώ οι άλλοι όλοι έλεγαν: «Μπορεί να είναι ο προφήτης Ιερεμίας»· «μπορεί να είναι ο Ηλίας»· «μπορεί…»· «μπορεί…». Δεν τον είχαν αναγνωρίσει. Ο Πέτρος τον αναγνωρίζει. Και λέγει: «Συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος». Και εμακαρίσθη ο Πέτρος. Συνεπώς ο Πέτρος είδε τον Ιησούν. Τι είδε; Τον Θεόν Λόγον. Ο Ηρώδης είδε τον Ιησούν; Ο Πιλάτος είδε τον Ιησούν; Ο Άννας, ο Καϊάφας, οι άρχοντες, οι Φαρισαίοι, είδαν τον Ιησούν ως Λόγον Θεού; Ως Ιησούν άνθρωπον, ναι. Ως Λόγον όχι. Αυτό θα πει αν δεν δεις από την παρούσα ζωή τον Ιησούν Χριστόν, δεν Τον αναγνωρίσεις, ούτε εκεί θα τον δεις. Και εμακαρίσθη ο Πέτρος.
Έτσι, αγαπητοί, και στον κάθε πιστό, στον κάθε πιστό. Λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Ὅθεν καί φῶς τῷ κάμνοντι γέγονεν ἡ φωνή, ἐκ φωτός τοῦ ἀληθινοῦ προϊοῦσα». Δηλαδή, ότι εις τον ασθενή, εις τον κάμνοντα, εις τον τυφλόν δηλαδή, η φωνή εκείνη του Χριστού, έγινε φως. Και αυτό το φως ήτο εκ Φωτός του αληθινού. Από εκεί προήλθε. «Προϊούσα». Από εκεί προήλθε. Προσέξτε: Η φωνή έγινε φως. Είναι η ιδία φωνή που είπε κάποτε, ως φωνή: «Γενηθήτω φῶς· καί ἐγένετο φῶς». Αυτό είναι μεγαλειώδες. Η φωνή έγινε φως. Τότε και τώρα εις τον τυφλόν, η φωνή του Χριστού γίνεται φως στα μάτια Του και φως στην ψυχή Του. Άρα λοιπόν, ποιος είναι ο Ιησούς, που με τόσο απλό τρόπο, τόσο εύκολα λέγει στον τυφλόν, που του είπε «ἵνα ἀναβλέψω»: «Να αναβλέψεις!». Τόσο απλά. Τόσο εύκολα. Ποιος είναι; Είναι ο Θεός Λόγος· που εδημιούργησε το φως. Είναι ο ίδιος που τώρα ανοίγει τα μάτια του τυφλού και του δίδει το φως. Είναι εκπληκτικό, αγαπητοί μου! Αυτό θα πει ανά πάσα στιγμή να αναγνωρίζεις δια των Γραφών και δια της εμπειρίας, να αναγνωρίζεις Ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός. Δηλαδή, να Τον δεις από την παρούσα ζωή.
Και με τα μάτια της ψυχής κυριότατα, τι μπορείς να βλέπεις; Να βλέπεις τα όντως όντα. Να βλέπεις εκείνα που πράγματι υπάρχουν. Αυτό είναι τώρα μία συνέπεια του πράγματος. Είναι ένας καρπός. Γιατί αν δεις τον Χριστόν, τότε βλέπεις και τα όντως όντα. Δηλαδή εκείνα που πράγματι υπάρχουν. Ότι τα κτιστά, όλα τα κτιστά, δεν είναι όντως όντα. Είναι απλώς όντα. Δηλαδή δεν είναι πραγματικώς πράγματα, αλλά είναι απλώς πράγματα. Τι πράγματα; Εικόνες των όντων. Εικόνες, όντως, των όντων. Εικόνες. Τι είναι; Εκείνο που λέμε στις κηδείες: «Σκιᾶς ὄναρ ὁ βίος»! «Σκιᾶς ὄναρ ὁ βίος». «Είναι ένα όνειρο, μια σκιά ο βίος. Τι είναι; Έφαγα, ήπια, γλέντησα, πλούτισα. Πού είναι αυτά; Πού», λέει, «ο πλούτος; Πού ετούτο; Πού εκείνο;». Λέει πάλι ένα τροπάριο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, στις κηδείες: «Δεν συνοδεύει τίποτε απ’ αυτά». Άρα, αυτά όλα δεν είναι όντως όντα. Είναι απλώς όντα.
Δεν αρνούμεθα την ύπαρξιν του σύμπαντος. Προσέξτε. Γιατί υπήρξαν φιλόσοφοι που αρνήθηκαν και την ύπαρξιν του σύμπαντος. Όχι. Ή την ύπαρξιν της ύλης. Όχι. Γιατί «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο», πραγματικά. Αλλά ότι τα όντα δεν είναι όντως όντα. Τι είναι; Αντίτυπα των αληθινών, που λέγει ο Απόστολος Παύλος εις την προς Εβραίους επιστολή του, 9, 24. Εκεί, που βλέπουν οι άγιοι και προσδοκούν και επιθυμούν. Αυτά είναι τα όντως όντα. Αγαπούν και την κτίσιν, βεβαίως. Δεν την αρνούνται. Σαν έργα των δαχτύλων του Θεού, του Θεού Λόγου. Κυριότατα όμως αγαπούν και θέλουν τα αόρατα του Θεού, Αυτόν τον Ίδιον τον Θεόν, τον Θεόν Λόγον. Έτσι, κανείς άγιος δεν είναι ειδωλολάτρης. Γιατί δεν κόλλησε επάνω εις τα όντα. Τα ξεπέρασε κάθε άγιος, φθάνοντας εις τα όντως όντα. Μην σας μπερδεύει η έκφρασις. Διαμέσου δε της κτίσεως κάθε άγιος βλέπει τον Κτίστην. Και σε Αυτόν μένει. Και Αυτόν λατρεύει. Όλα είναι στη χρήση μας. Αλλά δεν είναι ο προορισμός μας. Όλα. Και το σπίτι μας και τα χρήματα και η συζυγία και τα παιδιά. Όλα είναι στην χρήση μας. Αλλά δεν σταματάμε σε αυτά.
Ακόμη ο πιστός που έχει μάτια, μάτια, μάτια της ψυχής, βλέπει και τους λόγους των όντων. Γιατί υπάρχουν όλα αυτά; Γιατί υπάρχει το σύμπαν; Γιατί υπάρχει ετούτο ή εκείνο ή εκείνο; Γιατί υπάρχω εγώ; Λέγει ο άγιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: «Τούς λόγους τῶν ὄντων – προσέξατέ το, είναι πολύ ωραίο. «Οἱ λόγοι τῶν ὄντων». Δηλαδή για ποιον λόγο υπάρχουν τα όντα. Ποια είναι η αιτία που υπάρχουν τα όντα- δηλαδή, λέγει ο ίδιος «τόν σκοπόν, δι’ ὄν ἐγένετο ἕκαστον πρᾶγμα, πρός τό φωτίζειν τόν νοῦν – για να φωτίζεται ο νους- εἰς τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ (:Να φθάσω δια των όντων εις την αγάπην του Θεού. Γιατί έκανε ο Θεός τούτο, εκείνο, εκείνο, εκείνο, τα πουλιά, τα φυτά, τα κρινάκια, τον ουρανό, την θάλασσα, τις πέτρες, τα κοχύλια, τα πετραδάκια, τα κοχυλάκια… Απ’ αυτά, διαμέσου αυτών να φθάσω στον Κτίστην. Εκεί είναι οι λόγοι των όντων συγκεντρωμένοι· στον Χριστόν, στον Δημιουργόν) καί γινώσκειν τήν μεγαλωσύνην αὐτοῦ καί τήν ἀνέκφραστον αὐτοῦ σοφίαν, καί πρόνοιαν (:πώς φροντίζει) ἐκ τῆς ἐπιμελείας αὐτοῦ περί τῶν κτισμάτων(:με την φροντίδα Του για τα κτίσματα) ἵνα ἐκ τῆς γνώσεως ταύτης(:ώστε από την γνώση αυτή) φοβῆται τήν παράβασιν τῶν ἐντολῶν αὐτοῦ καί τήν ἰδίαν ἀσθένειαν καί ἀγνωσίαν καταγινώσκει (:βλέπει την αγνωσία Του, βλέπει την ασθένειά Του. Αδύναμος εγώ ο άνθρωπος. Δεν μπορώ όμως να αμαρτάνω, όταν καταλάβω τους λόγους των όντων), κἀντεῦθεν(:κι από δω) ταπεινοφρονεῖ καί ἀγαπᾶ τόν Θεόν καί οὐ καταφρονεῖ τῶν ἐντολῶν Αὐτοῦ». Είναι ωραιότατο απόσπασμα. Να σας βοηθήσω, Πέτρου Δαμασκηνού, 3ος τόμος της Φιλοκαλίας στη σελίδα 164.
Μόνον έτσι είναι ο άνθρωπος κυριολεκτικά βασιλιάς της Δημιουργίας μέσα στην οποία καθρεπτίζεται το πρόσωπο του Θεού και το πρόσωπο το δικό Του. Αν κατακτήσει την κτίση για να κάνει κατάχρηση, τότε έγινε δούλος της κτίσεως και όχι αφεντικό της Δημιουργίας. Έτσι «ἄβυσσος ἄβυσσον ἐπικαλεῖται», όπως λέγει ο Ψαλμωδός. Και η μία άβυσσος είναι ο Θεός, το πρωτότυπον. Η δευτέρα άβυσσος(άβυσσος θα πει κάτι που δεν έχει τέρμα, δεν έχει βυθόν) είναι ο άνθρωπος, η εικόνα του Θεού. Έτσι επικαλείται η μία άβυσσος την άλλην άβυσσον. Και λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος ότι «Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἐστίν τό ποιοῦν ἑτέρους ὀφθαλμούς». «Το Πνεύμα το Άγιον είναι εκείνον το οποίον», λέει, «κάνει τα άλλα μάτια». Αυτά τα άλλα μάτια, τα μάτια της ψυχής, βλέπουν τα όντως συμφέροντα. Όταν οι άνθρωποι συζητούν και διαπληκτίζονται και χωρίζουν μεταξύ των για πράγματα, για χωράφια, για χρήματα, για κληρονομιές, που τα βλέπουν βεβαίως σπουδαία και συμφέροντα, αυτά όλα, τα μάτια του πιστού, τα βλέπει τιποτένια. Αυτό θα πει να έχεις τα μάτια του Αγίου Πνεύματος. Θα περάσουν. Αξίζει να μαλώσω με τον αδελφό μου; Θα περάσουν αυτά…
Ποτέ δεν μπορείς να περιφρονήσεις αυτόν τον κόσμον και να σταθείς πιο πάνω από τον κόσμον -εκείνη η υπερφρόνησις…-, αν δεν έχεις δει τα αγαθά κάποιου άλλου κόσμου. Και τα βλέπεις με σιγουριά. Γιατί αλλιώτικα δεν δίδεις, αγαπητέ, τη ζωή σου, για πράγματα που δεν βλέπεις. Βλέπεις ότι ετοίμασε ο Θεός, εκείνο που λέγει ο Απόστολος Παύλος, «ὅ,τι ἑτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν». Εκείνους που Τον αγαπούν. Αν δεν έβλεπε έτσι ο Παύλος, δεν θα έγραφε: «Λογίζομαι –λογαριάζω- γάρ ὅτι οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ – Τι παθαίνομε; Μας κυνηγούν οι άνθρωποι, πάσχομε, πληγές, τόσα, κ.λπ. παθήματα. Δεν είναι σπουδαία πράγματα- πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς». «Μπροστά σε εκείνα που θα αποτελέσουν την αληθινή δόξα, όταν θα μας αποκαλυφθεί».
Ακόμη δεν θα έγραφε ο Παύλος: «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν». «Δεν έχομε εδώ πατρίδα μόνιμη. Την μελλοντική επιζητούμε». Το ίδιο και ο Μωυσής. Αυτά τα μάτια διέθετε ο Μωυσής. Ναι. Για να προτιμά 15 αιώνες προ Χριστού, για να προτιμά τα αληθώς συμφέροντα. Μας το σημειώνει ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους 11,24, όταν λέγει εκείνον τον μυστηριώδη λόγον, ο οποίος είναι πρωθύστερος. Δηλαδή μιλάει για τον Μωυσή και τον Χριστό, που ο Χριστός ήρθε 15 αιώνες μετά. Και λέγει: «Μωυσῆς ἠρνήσατο(:αρνήθηκε) λέγεσθαι υἱός θυγατρός Φαραώ(:να ονομάζεται, να ονοματίζεται: ο γιος της θυγατρός του Φαραώ) μᾶλλον ἐλόμενος (:μάλλον προτιμών) συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ(:να συγκακουχείται με τον λαό του Θεού) ἤ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν(:παρά να έχει την πρόσκαιρη απόλαυση της αμαρτίας) μείζονα πλοῦτον ἠγησάμενος(: «θεωρών», λέει, «μέγιστον πλούτον· ακούστε) τῶν Αἰγύπτου θησαυρῶν(:από τους θησαυρούς της Αιγύπτου· μια μέρα ο Μωυσής θα εγίνετο βασιλιάς, αφού ήταν ο γιος της θυγατρός του Φαραώ. Τι προτίμησε; Ακούστε, ακούστε) τόν ὀνειδισμόν τοῦ Χριστοῦ(:έβλεπε την σταύρωση του Χριστού, έβλεπε τον Χριστό στον Σταυρό. Και προτίμησε τον Χριστό επάνω στον Σταυρό)· ἀπέβλεπε γάρ εἰς τήν μισθαποδοσίαν». Και ποια είναι η «μισθαποδοσία»; Η Βασιλεία του Θεού. Τα ίδια μάτια διαθέτει, αγαπητοί, και ο κάθε πιστός, μέσα στους αιώνες. Ότι προτιμά να είναι σωστός και ακέραιος Χριστιανός, από τα θέλγητρα του κόσμου τούτου. Και οι μάρτυρες αυτά τα μάτια είχαν. Αλλιώς; Δεν μπορούσαν να μαρτυρήσουν.
Με τα μάτια αυτά που σου άνοιξε Εκείνος, που είπε να γίνει φως και έγινε φως, βλέπεις και τα μυστήρια του Θεού. Γι΄αυτό ο Κύριος είπε: «Ὑμῖν δέδοται(:Σε σας εδόθη) γνῶναι τά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἐκείνοις δέν τοῖς ἔξω(:τους άλλους, τους απέξω, τους κοσμικούς) ἵνα βλέποντες βλέπωσι καί μή ἴδωσι(:να βλέπουν, αλλά να μη βλέπουν, να μην καταλαβαίνουν). Ὑμῶν δέ μακάριοι οἱ ὀφθαλμοί ὅτι βλέπουσι». «Για σας; Είσαστε ευτυχείς, γιατί τα μάτια σας βλέπουν».
Aυτά τα μάτια σήμερα στερείται ο κόσμος, αγαπητοί. Και δεν μπορεί να ιδεί τον Δημιουργό του και σωτήρα του, τον Ιησούν Χριστόν. Γι΄αυτό δεν πιστεύουν οι άνθρωποι στον Χριστόν. Δεν έχουν τα μάτια αυτά. Και αυτά τα μάτια ανοίγουν, όχι δημιουργούνται, γιατί υπάρχουν, ανοίγουν με την πίστη. Γι΄αυτό και ο Κύριος είπε στον τυφλό… τι του είπε; «Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε». «Εκείνη που σε έσωσε είναι η πίστις σου». Κι ο κόσμος, δεν πιστεύει. «Οὐ γάρ πάντων ἡ πίστις», θα σημειώσει ο Απόστολος σε μια του επιστολή. Ο κόσμος με τα πάθη του σκοτίζει και τυφλώνει και καθιστά ανυπόπτους τους ανθρώπους δια τα ωραία του Θεού. Γι΄αυτό συνιστά ο Κύριος στον άγγελο της Λαοδικείας στην Αποκάλυψη, και του λέγει: «Καί οὐκ οἴδας ὅτι σύ εἶ ὁ ταλαίπωρος(:και δεν γνωρίζεις ότι συ είσαι ο ταλαίπωρος) καί ὁ ἐλεεινός καί πτωχός καί τυφλός καί γυμνός, συμβουλεύω σοί (:σε συμβουλεύω) ἀγοράσαι παρ’ ἐμοῦ(:να αγοράσεις από μένα) κολλύριον – είναι το φάρμακον των ματιών – ἵνα ἐγχρίσῃ τούς ὀφθαλμούς σου ἵνα βλέπῃς». «Να βάλεις στα μάτια σου για να βλέπεις». Και ποιο είναι αυτό το κολλύριον; Είναι το Πνεύμα το Άγιον, που δίδει μόνον ο Χριστός. Γι’ αυτό λέγει «ἀγοράσαι παρ’ ἐμοῦ». «Να το αγοράσεις από μένα». Και το οποίον, Πνεύμα Άγιον, «ποιεῖ(:κάνει) ἑτέρους ὀφθαλμούς(:άλλα μάτια)».
Αγαπητοί, σήμερα οι άνθρωποι δεν έχουν το Πνεύμα το Άγιον. Ή το λυπούν ή το αφήνουν ανενέργητο με τα πάθη των, αφού το πήραμε κατά το βάπτισμά μας. Το αφήνουν όμως ανενέργητο. Γι΄αυτό μένουν τυφλοί. Και δεν μπορούν να ιδούν τα του Θεού. Πολλά μπορούμε να ζητάμε από τον Κύριο. Πολλά μπορούμε. Αλλά το κορυφαίον που έχομε να ζητήσομε είναι η πνευματική όρασις. Γι΄αυτό να λέμε: «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, δός μοί του ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα», κλπ. κλπ. Δώσ’ μου να βλέπω, να βλέπω. Να έχω τα μάτια της ψυχής, να βλέπω καλά τον εαυτό μου. Να έχω επίγνωση του εαυτού μου. Να βλέπω τους λόγους των όντων και να Σε αγαπώ. Να βλέπω τα μυστήρια της βασιλείας Σου και να ελπίζω. Να βλέπω το Θεανθρώπινο πρόσωπό Σου και να χαίρομαι. Προπαντός το Θεανθρώπινο πρόσωπό Σου, που είναι για μένα το φως, η αληθινή μακαριότητα.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_587.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.