ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ (24/11/2024)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΓ΄ΛΟΥΚΑ
Προς Γαλάτας, κεφάλαιο ΣΤ΄, εδάφια 11-18
11῎Ιδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί. 12Ὃσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. 13Οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. 14 Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. 15 Ἐν γὰρ Χριστῷ ᾿Ιησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις. 16 Καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ’ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν ᾿Ισραὴλ τοῦ Θεοῦ.17 Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. 18 ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παναγιώτη Τρεμπέλα
11 Δείτε με πόσο μεγάλα γράμματα σας έγραψα με το ίδιο μου το χέρι. 12 Όσοι θέλουν να κάνουν καλή εντύπωση και να αρέσουν στους ανθρώπους για πράγματα που αναφέρονται στη σάρκα, αυτοί σας παρακινούν και σας παρασύρουν να περιτέμνεσθε, μόνο και μόνο για να μην καταδιώκονται απ’ τους Ιουδαίους για το κήρυγμα που αναφέρεται στον σταυρό του Χριστού. 13 Γι’ αυτό και μόνο σας αναγκάζουν να περιτέμνεσθε. Κι αυτό αποδεικνύεται από το ότι ούτε κι αυτοί που έχουν περιτμηθεί τηρούν τις τελετουργικές διατάξεις του νόμου, τις καθάρσεις δηλαδή και τις ζωοθυσίες˙ αλλά θέλουν να περιτέμνεσθε εσείς για να καυχηθούν αυτοί για τη δική σας σάρκα. Θέλουν δηλαδή να καυχηθούν ότι σας έπεισαν να δεχθείτε την περιτομή.
14 Εγώ, όμως, δεν κινούμαι από τέτοια αμαρτωλά ελατήρια. Ποτέ να μη συμβεί εγώ να καυχηθώ για τίποτε άλλο παρά μόνο για το ότι ο Ιησούς Χριστός για χάρη μου πήρε μορφή δούλου και σταυρώθηκε για την σωτηρία μου. Μόνο καύχημά μου είναι ο σταυρικός θάνατος του Κυρίου. Και με την πίστη στον θάνατό του αυτόν έχει νεκρωθεί και έχει χάσει την δύναμή του ο κόσμος για μένα. Αλλά κι εγώ έχω νεκρωθεί για τον κόσμο. 15 Είμαι νεκρωμένος για τον κόσμο, και τίποτε απ’ αυτόν δεν με δελεάζει, ούτε με φοβίζει. Διότι στην κοινωνία και την ένωση με τον Χριστό ούτε η περιτομή έχει καμία αξία ούτε η ακροβυστία, αλλά ισχύει νέα κτίση και δημιουργία. Η καινή αυτή κτίση είναι η αναγέννηση που δίνει ο Χριστός σε κάθε πιστό με την δύναμη της απολυτρωτικής Του σταυρικής θυσίας. 16 Και όσοι θα ακολουθήσουν τη διδασκαλία αυτή για τη νέα κτίση και θα την έχουν ως μέτρο και υπόδειγμα για να συμμορφώσουν τη ζωή τους με αυτή, ας έχουν επάνω τους την ειρήνη και το έλεος˙ αλλά και γενικότερα όλος ο νέος Ισραήλ της χάριτος, ο νέος λαός που με την πίστη έγινε εκλεκτός στον Θεό και αντικατέστησε τον παλαιό κατά σάρκα Ισραήλ.
17 Στο εξής ας μη μου δημιουργεί κανείς κόπους και ενοχλήσεις, ζητώντας από μένα να απολογούμαι για όσα κάνω· διότι εγώ βαστάζω στο σώμα μου τα σημάδια των πληγών που δέχτηκα για τον Κύριο Ιησού. Και οι πληγές μου αυτές είναι η απολογία μου. 18 Σας εύχομαι, αδελφοί, η χάρις του Κυρίου μας Ιησού Χριστού να ενισχύει και να ενδυναμώνει τις πνευματικές σας δυνάμεις, ώστε να διατηρείτε πάντοτε τον αγιασμό που σας έδωσε το Άγιο Πνεύμα. Αμήν.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΓ΄ΛΟΥΚΑ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο ΙΗ΄, εδάφια 18-27
18Καὶ ἐπηρώτησέ τις αὐτὸν ἄρχων λέγων· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; 19 Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· τί με λέγεις ἀγαθόν; Οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. 20 Τὰς ἐντολὰς οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου. 21 Ὁ δὲ εἶπε· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. 22 Ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. 23 Ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα. 24 Ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ! 25 Εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. 26Εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· καὶ τίς δύναται σωθῆναι; 27 Ὁ δὲ εἶπε· τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
18 Κάποιος άρχοντας της συναγωγής Τον ρώτησε τα εξής: «Διδάσκαλε αγαθέ, τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;». 19Του είπε τότε ο Ιησούς: «Αφού απευθύνεσαι σε εμένα νομίζοντας ότι είμαι ένας απλός άνθρωπος, γιατί με ονομάζεις αγαθό; Κανείς δεν είναι από μόνος του απολύτως αγαθός, παρά μόνο ένας, ο Θεός. 20 Γνωρίζεις τις εντολές: Να μη μοιχεύσεις, να μη σκοτώσεις, να μην κλέψεις, να μην ψευδομαρτυρήσεις, να τιμάς τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». 21 Και εκείνος είπε: «Όλα αυτά τα φύλαξα από την παιδική μου ηλικία».22 Όταν λοιπόν άκουσε τα λόγια αυτά ο Ιησούς, του είπε: «Ένα ακόμη σου λείπει. Πούλησε όλα όσα έχεις και μοίρασέ τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό, και έλα να με ακολουθήσεις ως μαθητής μου, υπακούοντας πάντοτε σε όσα θα σε διδάσκει το παράδειγμά μου και η διδασκαλία μου». 23 Αυτός όμως όταν άκουσε τα λόγια αυτά, λυπήθηκε πάρα πολύ˙ διότι ήταν πάμπλουτος και δεν ήθελε να αποχωριστεί τα πλούτη του.24 Όταν λοιπόν ο Ιησούς τον είδε τόσο πολύ στενοχωρημένο, είπε: «Πόσο δύσκολα θα μπουν στη Βασιλεία του Θεού αυτοί που έχουν τα χρήματα! 25 Πράγματι, πολύ δύσκολα· διότι είναι ευκολότερο μία καμήλα να περάσει από τη μικρή τρύπα που ανοίγει η βελόνα, παρά να μπει ένας πλούσιος στη Βασιλεία του Θεού».26 Εκείνοι που τα άκουσαν αυτά, είπαν τότε: «Και ποιος μπορεί να σωθεί, αφού είναι τόσο πολύ δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, να σωθούν οι πλούσιοι, στους οποίους ο Θεός έδωσε τα επίγεια αγαθά Του;». 27 Τότε ο Κύριος τούς απάντησε: «Εκείνα που είναι αδύνατο να γίνουν με την ασθενική δύναμη του ανθρώπου, είναι κατορθωτά και δυνατά με τη χάρη και τη δύναμη του Θεού· διότι μόνο ο Θεός μπορεί να λύσει τα δεσμά της καρδιάς κάθε καλοπροαίρετου πλουσίου προς το χρήμα και να τον καταστήσει άξιο της σωτηρίας».
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ΛΟΥΚΑ[:Γαλ.6,11-18]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«῎Ιδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί(:Δείτε με πόσο μεγάλα γράμματα σας έγραψα με το ίδιο μου το χέρι)»[Γαλ.6,11].
Σκέψου πόση οδύνη κατέχει τη μακάρια εκείνη ψυχή· διότι, όπως ακριβώς εκείνοι οι οποίοι περιπίπτουν σε πένθος και αφού απώλεσαν κάποιον από τους οικείους τους ή υπομένοντας κάτι από τα απροσδόκητα, ούτε τη νύκτα ησυχάζουν, ούτε την ημέρα, επειδή πολιορκεί την ψυχή τους το πένθος· έτσι και ο μακάριος Παύλος, αφού είπε λίγο για τα ήθη, πάλι επανέρχεται στα προηγούμενα, τα οποία περισσότερο τάρασσαν την ψυχή του, λέγοντας τα εξής λόγια: «Κοιτάξτε με πόσο μεγάλα γράμματα σας έγραψα».
Εδώ τίποτε άλλο δεν υπαινίσσεται παρά το ότι αυτός ο ίδιος έγραψε την επιστολή ολόκληρη· πράγμα το οποίο ήταν σημείο απόλυτης γνησιότητας· διότι σε μεν τις άλλες υπαγόρευε αυτός και έγραφε άλλος· και τούτο είναι φανερό από την προς Ρωμαίους επιστολή· διότι προς το τέλος λέγει: «Ἀσπάζομαι ὑμᾶς ἐγὼ Τέρτιος ὁ γράψας τὴν ἐπιστολὴν ἐν Κυρίῳ(:Σας χαιρετώ εν Κυρίω εγώ ο Τέρτιος, που έγραψα με την υπαγόρευση του Παύλου αυτήν την επιστολή)»[Ρωμ.16,22]· εδώ όμως ο ίδιος ο Παύλος έγραψε όλη την επιστολή προς τους Γαλάτες. Και έκανε αυτό εδώ και από ανάγκη, όχι μόνο από αγάπη, αλλά και για να αναιρέσει κάθε πονηρή υπόνοια· διότι, επειδή διαβαλλόταν για πράγματα με τα οποία δεν είχε σχέση, και λεγόταν ότι κηρύττει την περιτομή και υποκρίνεται ότι δεν την κηρύττει, για τούτο αναγκάστηκε να γράψει ιδιοχείρως την επιστολή, δίνοντας εκ των προτέρων έγγραφη μαρτυρία. Όσο για τη φράση «με πόσο μεγάλα» νομίζω ότι αναφέρεται όχι στο μέγεθος, αλλά στη δυσμορφία των γραμμάτων λέγοντας ότι: «Ενώ δεν γνωρίζω να γράφω πολύ καλά, αναγκάστηκα να γράψω ο ίδιος, ώστε να φράξω το στόμα των συκοφαντών».
«Ὃσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται (:Όσοι θέλουν να κάνουν καλή εντύπωση και να αρέσουν σε ανθρώπους για πράγματα που αναφέρονται στη σάρκα, αυτοί σας παρακινούν και σας παρασύρουν να κάνετε περιτομή, μόνο και μόνο για να μην καταδιώκονται από τους Ιουδαίους, για το κήρυγμα που αναφέρεται στον σταυρό του Χριστού. Γι’ αυτό και μόνο σας αναγκάζουν να περιτέμνεστε. Και αυτό αποδεικνύεται από το ότι ούτε και αυτοί που έχουν περιτμηθεί τηρούν τις τελετουργικές διατάξεις του νόμου, τις καθάρσεις δηλαδή και τις ζωοθυσίες, αλλά θέλουν να περιτέμνεστε εσείς, για να καυχηθούν αυτοί για τη δική σας σάρκα. Θέλουν δηλαδή να καυχηθούν ότι σας έπεισαν να δεχθείτε την περιτομή)»[Γαλ. 6,12-13].
Εδώ δείχνει αυτούς ότι υπομένουν αυτό, όχι με τη θέλησή τους, αλλά ότι αναγκάζονται, δίνοντάς τους αφορμή να αναχωρήσουν, και σχεδόν απολογούμενος υπέρ αυτών και προτρέποντας να φύγουν ταχέως. Και τι σημαίνει ότι «θέλουν να φανούν ευάρεστοι με εξωτερικά μέσα»; Σημαίνει ότι θέλουν να δοξάζονται από τους ανθρώπους. Επειδή δηλαδή κατηγορούνταν από τους Ιουδαίους ότι αποστάτησαν από τα πάτρια έθη, «για να μην κατηγορούνται για αυτά», λέγει, «θέλουν να σας καταστρέψουν, απολογούμενοι στους Ιουδαίους μέσω της δικής σας της σάρκας». Και αυτά τα έλεγε, για να δείξει ότι δεν έπρατταν αυτά για τον Θεό. Σαν να έλεγε ότι δεν είναι υπόθεση ευσεβείας αυτό το οποίο γίνεται· για ανθρώπινη ματαιοδοξία γίνονται όλα αυτά, χάριν αρεσκείας στους απίστους- διότι οι πιστοί κατασφάττονται και περιτέμνουν τους εαυτούς τους- και προτιμούν να προσβάλλουν τον Θεό για να αρέσουν στους ανθρώπους.
Ύστερα, δείχνοντας ότι και από αλλού είναι στερημένοι από κάθε συγνώμη, ελέγχει πάλι αυτούς, όχι μόνο για το ότι θέλουν να αρέσουν σε άλλους, αλλά και διότι παραγγέλλουν αυτό από δική τους κενοδοξία. Για τον λόγο αυτόν και πρόσθεσε: « για να καυχηθούν για τη συμμόρφωσή σας σε έναν εξωτερικό τύπο», σαν να έχουν μαθητές και να είναι διδάσκαλοι. Και ποια η απόδειξη για αυτά; «Διότι ούτε αυτοί φυλάσσουν τον νόμο», λέγει. Αλλά και εάν τον φύλασσαν, και πάλι θα ήσαν άξιοι κατηγορίας· τώρα όμως και ο σκοπός τους είναι διεφθαρμένος.
«Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ(:Εγώ όμως δεν κινούμαι από τέτοια αμαρτωλά ελατήρια. Ποτέ να μη συμβεί εγώ να καυχηθώ για τίποτε άλλο παρά μόνο για το ότι ο Ιησούς Χριστός για χάρη μου πήρε μορφή δούλου και σταυρώθηκε για τη σωτηρία μου. Μόνο καύχημα μου είναι ο σταυρικός θάνατος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού)»[Γαλ.6,14]. Και βεβαίως το πράγμα φαίνεται ότι είναι επονείδιστο, αλλά για τους κοσμικούς και τους απίστους· ενώ στους ουρανούς και στους πιστούς είναι δόξα, και μάλιστα η μεγίστη· διότι και η πτωχεία είναι πράγμα επονείδιστο, αλλά για εμάς είναι καύχημα. Και δεν είπε «εγώ δεν καυχώμαι» ή «εγώ δεν θέλω να καυχώμαι», αλλά «σε εμένα μη γένοιτο»· απευχήθηκε αυτό σαν κάτι άτοπο, και ζήτησε τη συμμαχία του Θεού για να το κατορθώσει αυτό.
Και τι είναι το καύχημα του σταυρού; Ότι ο Χριστός έλαβε τη μορφή δούλου για εμένα, και έπαθε όσα έπαθε για εμένα τον δούλο, τον εχθρό Του, τον αχάριστο· αλλά τόσο με αγάπησε, ώστε και τον εαυτό Του να παραδώσει σε κατάρα. Είναι δυνατόν να γίνει τίποτε ισάξιο προς αυτό; Διότι εάν οι δούλοι, όταν απλώς επαινούνται από τους κυρίους τους, και τούτο παρά το ότι ανήκουν στο ίδιο γένος, στο ανθρώπινο, υψηλοφρονούν, πώς δεν πρέπει να καυχόμαστε, όταν ο Δεσπότης, ο αληθινός Θεός, δεν ντρέπεται τον σταυρό για χάρη μας; Ας μην ντρεπόμαστε λοιπόν ούτε εμείς την απερίγραπτη φροντίδα Του. Αυτός δεν ντράπηκε να σταυρωθεί για εσένα, και εσύ ντρέπεσαι την άπειρο φροντίδα Του; Όπως ακριβώς εάν κάποιος δεσμώτης χωρίς να ντρέπεται τον βασιλιά, όταν ήλθε στη φυλακή και τον ελευθέρωσε από τα δεσμά δια του εαυτού του, ντρέπεται αυτόν γι’ αυτό. Αλλά αυτά είναι εσχάτης παραφροσύνης· διότι για τούτο μάλιστα πρέπει να καυχόμαστε.
«Δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ(:Και με την πίστη στον θάνατό Του αυτόν, έχει νεκρωθεί και έχει χάσει τη δύναμή του ο κόσμος για μένα. Αλλά και εγώ έχω νεκρωθεί για τον κόσμο)»[Γαλ. 6, 14]. «Κόσμο» ονομάζει τώρα, όχι τον ουρανό, ούτε τη γη, αλλά τα βιοτικά πράγματα, τον έπαινο των ανθρώπων, την ακολουθία, τη δόξα, τον πλούτο, όλα αυτά τα οποία φαίνονται λαμπρά. Αυτά λοιπόν έχουν νεκρωθεί για εμένα. Τέτοιος πρέπει να είναι ο Χριστιανός, αυτά τα φωναχτά λόγια του Παύλου πάντοτε να φέρει παντού μέσα του. Δεν αρκέστηκε λοιπόν μόνο στον προηγούμενο τρόπο της νεκρώσεως, αλλά και άλλο πρόσθεσε λέγοντας: «και εγώ για τον κόσμο», εννοώντας ότι είναι διπλή η νέκρωση και λέγοντας ότι και εκείνα είναι για εμένα νεκρά, και εγώ για εκείνα, και ούτε μπορούν αυτά να με κυριεύσουν και να με υποδουλώσουν· διότι είναι νεκρά άπαξ δια παντός· και διότι είμαι νεκρός και εγώ για αυτά. Τίποτε μακαριότερο δεν υπάρχει από αυτήν την νέκρωση· διότι αυτή είναι η βάση της μακαρίας ζωής.
«Ἐν γὰρ Χριστῷ ᾿Ιησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις· καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ’ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν ᾿Ισραὴλ τοῦ Θεοῦ(:Είμαι νεκρωμένος για τον κόσμο, και τίποτε από αυτόν δεν με δελεάζει ούτε με φοβίζει· διότι στην κοινωνία και την ένωση με τον Χριστό ούτε η περιτομή έχει καμία αξία, ούτε η ακροβυστία, αλλά ισχύει νέα κτίση και δημιουργία. Η καινή αυτή κτίση είναι η αναγέννηση που δίνει ο Χριστός σε κάθε πιστό με τη δύναμη της απολυτρωτικής Του σταυρικής θυσίας. Και όσοι θα ακολουθήσουν τη διδασκαλία αυτή για τη νέα κτίση και θα την έχουν ως μέτρο και υπόδειγμα για να συμμορφώσουν τη ζωή τους με αυτή, ας έχουν επάνω τους την ειρήνη και το έλεος· αλλά και γενικότερα όλος ο νέος Ισραήλ της χάριτος, ο νέος λαός που με την πίστη έγινε εκλεκτός στον Θεό και αντικατέστησε τον παλαιό κατά σάρκα Ισραήλ)»[Γαλ.6,15-16].
Είδες σε πόσο ύψος τον ανέβασε η δύναμη του Θεού; Διότι, όχι μόνο νέκρωσε στον εαυτό του όλα τα πράγματα του κόσμου, αλλά τον κατέστησε και από τον παλαιό τρόπο ζωής πολύ ανώτερο. Τι είναι ίσο προς αυτήν τη δύναμη; Διότι αυτόν ο οποίος ήταν πρόθυμος και να σφαγεί ακόμη, και άλλους να σφάζει υπέρ αυτής της περιτομής, αυτόν έπεισε ο σταυρός, αφού θεωρήσει ίση την ακροβυστία προς αυτήν, να επιζητεί πράγματα ξένα και παράδοξα και τα υπεράνω των ουρανών ευρισκόμενα. «Νέα δημιουργία», λοιπόν, ονομάζει τον δικό μας χριστιανικό τρόπο ζωής, και για όσα έχουν γίνει, και για όσα πρόκειται να γίνουν· για τα όσα μεν έχουν γίνει, διότι η ψυχή μας, έχοντας παλαιωθεί από το γήρας της αμαρτίας, αμέσως ανανεώθηκε δια του βαπτίσματος, σαν να δημιουργήθηκε από την αρχή, γι’ αυτό νέο και ουράνιο τρόπο ζωής επιζητούμε· για όσα επίσης πρόκειται να γίνουν, διότι και ο ουρανός και η γη και ολόκληρη η δημιουργία, θα οδηγηθεί σε αφθαρσία μαζί με τα δικά μας σώματα.
«Μη λοιπόν μου ομιλείς για περιτομή», λέγει, «η οποία τίποτε πλέον δεν μπορεί να επιτύχει»· διότι πώς θα φανεί αυτή, όταν όλα τόσο έχουν μεταβληθεί; Αλλά να επιζητείς τα νέα πράγματα της χάριτος· διότι αυτοί οι οποίοι επιδιώκουν αυτά, αυτοί θα απολαύσουν και ειρήνη και φιλανθρωπία, και αξίως θα ονομάζονται με το όνομα του Ισραήλ· όπως βεβαίως εκείνοι οι οποίοι φρονούν τα αντίθετα, ακόμη και αν κατάγονται από εκείνο και φέρουν την ονομασία του, έχουν εκπέσει από όλα αυτά, και από τη συγγένεια και από την επωνυμία αυτή· διότι οι κυρίως Ισραηλίτες είναι αυτοί οι οποίοι δύνανται να τηρούν αυτόν τον κανόνα, δηλαδή να απέχουν από τα παλαιά και να επιδιώκουν τα της χάριτος.
«Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω(:Στο εξής ας μη μου δημιουργεί κανείς κόπους και ενοχλήσεις, ζητώντας από εμένα να απολογούμαι για όσα κάνω)»[Γαλ.6,17]. Εδώ όχι από κόπωση, ούτε από κακία τα λέγει αυτά· διότι αυτός ο οποίος είναι πρόθυμος τα πάντα και να κάνει και να πάθει για τους μαθητές, πώς θα διαλυόταν και θα έπεφτε τώρα; Εκείνος ο οποίος λέγει: «Ἐπίστηθι εὐκαίρως ἀκαίρως(:Στάσου επιτηρητής και επίμονος καθοδηγητής στους ακροατές σου όχι μόνο σε περιστάσεις κατάλληλες αλλά και σε εκείνες που φαίνονται ακατάλληλες)» [Β΄Τιμ.4,2] και «Μήποτε δῷ αὐτοῖς ὁ Θεὸς μετάνοιαν εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας, καὶ ἀνανήψωσιν ἐκ τῆς τοῦ διαβόλου παγίδος(:Να παιδαγωγεί και να συνετίζει με πραότητα εκείνους που έχουν αντίθετα φρονήματα. Ποιος ξέρει μήπως καμιά φορά τους δώσει ο Θεός μετάνοια, και οδηγηθούν στην πλήρη και ορθή γνώση της αλήθειας και συνέλθουν από τη μέθη όπου τους έχει φέρει η παγίδα της πλάνης, στην οποία τους έπιασε ο διάβολος, και τους συλλάβει τώρα ως αιχμαλώτους ο δούλος του Θεού, έτσι ώστε να εφαρμόζουν το θέλημα Εκείνου)»[Β΄Τιμ. 2, 25-26], για ποιο λόγο τα λέγει αυτά; Για να αναστείλει τη ράθυμη προαίρεσή τους, και να τους εμβάλει περισσότερο φόβο και να τους στερεώσει στους νόμους τους οποίους έθεσε ο ίδιος και να μην επιτρέψει αυτούς συνεχώς να τους ταράσσουν.
«Ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω(:Διότι εγώ βαστάζω στο σώμα μου τα σημάδια των πληγών που δέχτηκα για τον Κύριο Ιησού. Και οι πληγές μου αυτές είναι η απολογία μου)»[Γαλ.6,17]. Δεν είπε «έχω», αλλά «βαστάζω», όπως κανείς καυχιέται για τρόπαια ή βασιλικά σημάδια· αν και φαίνεται και αυτό πάλι ότι είναι εντροπή. Αλλά αυτός για τα τραύματα καυχιέται· και όπως οι σημαιοφόροι από τους στρατιώτες, έτσι και αυτός αγάλλεται να φέρει τραύματα. Γιατί όμως λέγει αυτό; «Λαμπρότερο από κάθε λόγο, από κάθε φωνή απολογούμαι μέσω αυτών», λέγει· διότι αυτά εκβάλλουν φωνή ισχυρότερη από τη φωνή της σάλπιγγας προς εκείνους οι οποίοι αντιλέγουν και λέγουν ότι «υποκρίνομαι ως προς την πίστη και ότι λέγω κάτι για να αρέσω στους ανθρώπους»· διότι ούτε εάν κανείς έβλεπε στρατιώτη να εξέρχεται της παρατάξεως ματωμένος και να έχει αμέτρητα τραύματα θα ανεχόταν να κατηγορεί αυτόν ως δειλό και προδότη ενώ φέρει στο σώμα του την απόδειξη της ανδραγαθίας.
«Και από εμένα λοιπόν, αυτές τις αποδείξεις να έχετε», λέγει. «Και εάν κανείς θέλει να ακούσει την απολογία μου και να μάθει τη γνώμη μου, ας βλέπει τα τραύματα, τα οποία δίδουν μεγαλύτερη απόδειξη των όσων ειπώθηκαν και γράφτηκαν εδώ». Αρχίζοντας την επιστολή, από την άμεση μεταστροφή του, έδειξε σαφώς την ανυπόκριτη πρόθεσή του· τελειώνοντας επίσης την απέδειξε από τους κινδύνους που προήλθαν από αυτή τη μεταστροφή του από τον ιουδαϊσμό στον Χριστιανισμό· διότι, για να μη λέγει κανείς ότι μεταστράφηκε μεν από ορθή σκέψη, αλλά δεν παρέμεινε στην ίδια καλή προαίρεση, για το ότι και παρέμεινε σε αυτήν, φέρει μάρτυρες τους πειρασμούς, τους κινδύνους, τις πληγές.
Ύστερα, αφού απολογήθηκε σαφώς για όλα, και αφού έδειξε ότι τίποτε δεν είπε από θυμό και μίσος, αλλά ότι έχει αμετακίνητη την αγάπη προς αυτούς, πάλι αποδεικνύει αυτό, κλείνοντας τον λόγο του με μια ευχή η οποία είναι πλήρης μυρίων αγαθών και λέγοντας: «Η χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν(:Σας εύχομαι, αδελφοί, η χάρις του Κυρίου μας Ιησού Χριστού να ενισχύει και να ενδυναμώνει τις πνευματικές σας δυνάμεις, ώστε να διατηρείτε πάντοτε τον αγιασμό που σας έδωσε το Άγιο Πνεύμα)»[Γαλ.6,18]. Με τον τελευταίο αυτόν λόγο επισφράγισε όλα τα μέχρι τώρα· διότι δεν είπε απλώς: «μαζί σας», όπως στις άλλες επιστολές, αλλά: «με το πνεύμα σας», απομακρύνοντάς τους από τα σαρκικά, και δείχνοντας παντού την ευεργεσία του Θεού, και υπενθυμίζοντας τη χάρη την οποία απόλαυσαν, δια της οποίας ήταν ικανός να τους απομακρύνει από κάθε ιουδαϊκή πλάνη· διότι, αφού έλαβαν το Πνεύμα, δεν βρίσκονταν πλέον στην πτωχεία του νόμου, αλλά στη δικαίωση την προερχόμενη από την πίστη· και το ότι διατηρήθηκαν σε αυτήν, όχι από την περιτομή, αλλά από τη χάρη έγινε πάλι. Για τον λόγο αυτόν έκλεισε την παραίνεση με ευχή, και αφού προηγουμένως τους θύμισε τη χάρη και το Πνεύμα, και συγχρόνως τους είπε αδελφούς, και παρακάλεσε τον Θεό να απολαμβάνουν αυτά στο διηνεκές και ασφάλισε τους ανθρώπους με διπλό τρόπο· διότι το ίδιο και ευχή και ολόκληρη διδασκαλία ήταν των όσων ειπώθηκαν, η οποία έγινε γι΄αυτούς σαν διπλό τείχος· διότι και η διδασκαλία, υπενθυμίζοντας σε αυτούς όσα αγαθά απόλαυσαν, περισσότερο τους στερέωνε τα δόγματα της εκκλησίας· και η ευχή επικαλούμενη τη χάρη και πείθοντάς τους να παραμένουν, δεν άφηνε το πνεύμα τους να μετατεθεί. Και εφόσον Αυτό υπήρχε σε αυτούς, ολόκληρη η πλάνη αποδιωκόταν σαν σκόνη.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-galatas-commentarius.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Γαλάτας επιστολήν, ομιλία Γ΄[επιλεγμένα αποσπάσματα], πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 20, σελίδες 397-409.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Liddell & Scott, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007),
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ΛΟΥΚΑ [: Λουκ.18,18-27]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΟΥΣΙΟ ΝΕΑΝΙΣΚΟ ΠΟΥ ΕΠΙΘΥΜΟΥΣΕ ΝΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ [Ματθ.19,16-26]
«Καὶ ἰδοὺ εἷς προσελθὼν εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον;(:Και ιδού Τον πλησίασε κάποιος και Του είπε: “Διδάσκαλε αγαθέ, τι καλό να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;’’)»[Ματθ.19,16].
Ορισμένοι κατηγορούν τον νέο αυτόν ως ύπουλο και πονηρό με τη σκέψη ότι πλησίασε τον Ιησού με σκοπό να Τον πειράξει· εγώ όμως δεν θα μπορούσα να αρνηθώ ότι ήταν φιλάργυρος και δούλος των χρημάτων, επειδή και ο Χριστός τον έλεγξε ως άνθρωπο αυτού του είδους, ύπουλο όμως δεν θα μπορούσα να τον ονομάσω με κανένα τρόπο, και διότι δεν είναι ασφαλές το να επιχειρεί κανείς να κρίνει τα άγνωστα πράγματα και ιδίως όταν πρόκειται για κατηγορίες, και για τον πρόσθετο λόγο ότι ο ευαγγελιστής Μάρκος έχει αναιρέσει αυτήν την υποψία· καθόσον λέγει ότι «Καὶ ἐκπορευομένου αὐτοῦ εἰς ὁδὸν προσδραμὼν εἷς καὶ γονυπετήσας αὐτὸν ἐπηρώτα αὐτόν(:Και ενώ έβγαινε ο Ιησούς από το σπίτι στον δρόμο, έτρεξε κοντά Του ένας άνθρωπος και αφού γονάτισε μπροστά Του, Τού έθετε ερωτήσεις)»[Μάρκ.10,17] και ότι «ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐμβλέψας αὐτῷ ἠγάπησεν αὐτὸν(:ο Ιησούς τότε τον κοίταξε με πολλή αγάπη και ενδιαφέρον και τον συμπάθησε)»[Μάρκ.10,21].
Είναι, ωστόσο, μεγάλη και τυραννική η δύναμη των χρημάτων και αυτό γίνεται φανερό και από την περίπτωση αυτή· διότι και αν ακόμη είμαστε ως προς τα άλλα ενάρετοι, αυτή τα καταστρέφει όλα τα άλλα. Δικαίως λοιπόν και ο απόστολος Παύλος την ονόμασε ρίζα όλων γενικώς των κακών[βλ. Α΄Τιμ.6,9-10: «Οἱ δὲ βουλόμενοι πλουτεῖν ἐμπίπτουσιν εἰς πειρασμὸν καὶ παγίδα καὶ ἐπιθυμίας πολλὰς ἀνοήτους καὶ βλαβεράς, αἵτινες βυθίζουσι τοὺς ἀνθρώπους εἰς ὄλεθρον καὶ ἀπώλειαν. ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία, ἧς τινες ὀρεγόμενοι ἀπεπλανήθησαν ἀπὸ τῆς πίστεως καὶ ἑαυτοὺς περιέπειραν ὀδύναις πολλαῖς(:Όσοι έχουν προσκόλληση στο χρήμα και θέλουν να γίνουν πλούσιοι, πέφτουν σε πειρασμό και παγίδα και σε πολλές επιθυμίες ανόητες και βλαβερές, οι οποίες βυθίζουν τους ανθρώπους στην καταστροφή και στην απώλεια. Πέφτουν σε πειρασμό και καταστρεπτική παγίδα διότι ρίζα όλων των κακών είναι η φιλαργυρία. Μερικοί μάλιστα λόγω της φιλαργυρίας τους κυριεύτηκαν από σφοδρή και ακόρεστη επιθυμία για το χρήμα και γι’ αυτό αποπλανήθηκαν από την πίστη και έμπηξαν γύρω από τον εαυτό τους σαν καρφιά πολλούς πόνους και αγωνίες)»].
Για ποιο λόγο λοιπόν ο Χριστός έδωσε τέτοιου είδους απάντηση, λέγοντας ότι «κανείς δεν είναι αγαθός»; Επειδή το νεαρό εκείνο αρχοντόπουλο Τον πλησίασε σαν να ήταν κάποιος απλός άνθρωπος και ένας από τους πολλούς και δάσκαλος των Ιουδαίων· για τούτο λοιπόν και ως άνθρωπος συζητεί μαζί του. Καθόσον σε πολλές περιπτώσεις δίνει απάντηση στις σκέψεις εκείνων που Τον πλησιάζουν, όπως όταν λέγει: «Ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ οἴδαμεν(:Εμείς οι Ιουδαίοι προσκυνούμε εκείνο που γνωρίζουμε περισσότερο από κάθε άλλον)»[Ιω.4,22] και «Ἐὰν ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ ἐμαυτοῦ, ἡ μαρτυρία μου οὐκ ἔστιν ἀληθής(: Ίσως μου πείτε: “Εμείς δεν πιστεύουμε σε αυτά που λες για τον εαυτό σου, διότι στηρίζονται στη δική σου εγωιστική μαρτυρία”. Πράγματι. Εάν εγώ ο ίδιος από μόνος μου έδινα μαρτυρία για τον εαυτό μου, η μαρτυρία μου θα μπορούσε να μην είναι αξιόπιστη)»[Ιω.5,31].
Όταν λοιπόν λέγει ότι «κανείς δεν είναι αγαθός», δεν το λέγει αυτό με σκοπό να αποκλείσει τον εαυτό Του από το ότι είναι αγαθός, μη σκεφθείς κάτι τέτοιο· διότι δεν είπε, «για ποιον λόγο με ονομάζεις αγαθό; Δεν είμαι αγαθός», αλλά ότι «κανείς δεν είναι αγαθός»· δηλαδή κανείς από τους ανθρώπους. Αλλά και αυτό ακόμη όταν το λέγει, δεν το λέγει για να αποκλείσει τους ανθρώπους από την αγαθότητα, αλλά το λέγει εν συγκρίσει προς την αγαθότητα του Θεού. Για τον λόγο αυτό και πρόσθεσε: «Εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός (:παρά μόνο ένας, ο Θεός)». Και δεν είπε «παρά μόνο ο Πατήρ μου» για να μάθεις ότι δεν φανέρωσε τον εαυτό Του στον νεανίσκο.
Κατά τον ίδιο τρόπο και προηγουμένως αποκαλούσε τους ανθρώπους «πονηρούς», λέγοντας: «Εἰ οὗν ὑμεῖς, πονηροὶ ὄντες, οἴδατε δόματα ἀγαθὰ διδόναι τοῖς τέκνοις ὑμῶν, πόσῳ μᾶλλον ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς δώσει ἀγαθὰ τοῖς αἰτοῦσιν αὐτόν;(:Εάν όμως εσείς, ενώ είστε ατελείς και διεφθαρμένοι από το προπατορικό αμάρτημα, γνωρίζετε να δίδετε ωφέλιμα πράγματα στα τέκνα σας, πόσο περισσότερο ο ουράνιος Πατέρας σας, που είναι γεμάτος αγαθότητα, θα δώσει καλά και ωφέλιμα σε εκείνους που το ζητούν;)»[Ματθ.7,11]. Καθόσον και στην περίπτωση εκείνη τους ονόμασε «πονηρούς», θεωρώντας όχι όλη την ανθρώπινη φύση πονηρή (διότι το «εσείς» δεν σημαίνει όλοι εσείς οι άνθρωποι),αλλά τους ονόμασε έτσι συγκρίνοντας την αγαθότητα των ανθρώπων προς την αγαθότητα του Θεού· για τούτον τον λόγο και πρόσθεσε: «πόσο περισσότερο ο ουράνιος Πατέρας σας, που είναι γεμάτος αγαθότητα, θα δώσει καλά και ωφέλιμα σε εκείνους που το ζητούν;»
Αλλά θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος: «ποια ανάγκη υπήρχε ή ποια ωφέλεια, ώστε να δώσει αυτήν την απάντηση;». Ανεβάζει τον πλούσιο αυτό νέο πνευματικά ολίγον κατ΄ολίγον και τον διδάσκει να απαλλαγεί εξ ολοκλήρου από την κολακεία, αποσπώντας τον από τα επίγεια πράγματα και προσηλώνοντάς τον στον Θεό, και τον πείθει να ζητεί τα ουράνια αγαθά και να γνωρίσει Αυτόν που πράγματι είναι αγαθός και ρίζα και πηγή όλων των αγαθών και σε Αυτόν να αποδίδει τις τιμές· διότι και όταν λέγει: «Ὑμεῖς δὲ μὴ κληθῆτε ῥαββί· εἷς γὰρ ὑμῶν ἐστιν ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός· πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοί ἐστε(: Εσείς όμως να μη δεχθείτε να σας ονομάσουν οι άνθρωποι ‘’ραββί’’, δηλαδή ‘’διδάσκαλε’’· διότι ένας είναι ο Διδάσκαλός σας, ο Χριστός· όλοι εσείς είστε αδελφοί)»[Ματθ.23,8], το λέγει εν συγκρίσει προς τον εαυτό Του και για να γνωρίσουν οι άνθρωποι ποια είναι η πρώτη αρχή όλων γενικώς των όντων. Ούτε βέβαια ήταν μικρή η προθυμία που έδειξε ο νεανίσκος τότε, καθόσον κατελήφθη από τέτοια έντονη επιθυμία για τα πνευματικά αγαθά, τη στιγμή μάλιστα που άλλοι μεν πείραζαν τον Κύριο, άλλοι Τον πλησίασαν μόνο για να θεραπεύσει τις ασθένειές τους ή τις ασθένειες των συγγενών τους ή των ξένων, αυτός όμως και Τον πλησίασε με κάθε ειλικρίνεια και συζητούσε με πραγματικό ενδιαφέρον για την αιώνια ζωή· διότι ήταν μεν η ψυχή του εύφορη και πλούσια, αλλά όμως το πλήθος των ακανθών κατέπνιγε τον σπόρο.
Πρόσεχε λοιπόν πώς ήταν την στιγμή εκείνη προετοιμασμένος για την υπακοή των προσταγμάτων· διότι λέγει: «Τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;(:Τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή😉»[Λουκ.18,18].Έτσι ήταν προετοιμασμένος προς εφαρμογή των όσων θα του έλεγε. Εάν όμως Τον πλησίασε με σκοπό να τον πειράξει, θα μας το έλεγε οπωσδήποτε ο ευαγγελιστής και αυτό, πράγμα που το κάνει και στις άλλες περιπτώσεις, όπως δηλαδή στην περίπτωση του Φαρισαίου εκείνου νομοδιδάσκαλου που προσπαθούσε να παγιδεύσει τον Ιησού με τις ερωτήσεις που Του υπέβαλλε [βλ.Ματθ.22,34-36:«Οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἀκούσαντες ὅτι ἐφίμωσε τοὺς Σαδδουκαίους, συνήχθησαν ἐπὶ τὸ αὐτό, καὶ ἐπηρώτησεν εἷς ἐξ αὐτῶν, νομικός, πειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, ποία ἐντολὴ μεγάλη ἐν τῷ νόμῳ;(:Οι Φαρισαίοι όταν άκουσαν ότι ο Ιησούς αποστόμωσε τους Σαδδουκαίους, μαζεύτηκαν στο ίδιο μέρος όπου ήταν και Εκείνος μαζί με τους Σαδδουκαίους και ένας από αυτούς, νομοδιδάσκαλος, Τον ρώτησε δοκιμάζοντάς Τον, για να δει ποια απόκριση θα έδινε και Του είπε: ‘’Διδάσκαλε, ποια είναι η πιο μεγάλη εντολή στον νόμο;)»].
Εάν όμως υποθέσουμε ότι και ο ευαγγελιστής το αποσιώπησε, ο Χριστός δεν θα ήταν δυνατόν να Τον αφήσει απαρατήρητο, αλλά θα Τον ήλεγχε κατά τρόπο φανερό ή και θα έκανε κάποιον υπαινιγμό, ώστε να μη σχηματισθεί η εντύπωση ότι πλανήθηκε και διέφυγε την προσοχή του και ζημιωθεί έτσι περισσότερο. Εάν επίσης Τον είχε πλησιάσει με σκοπό να Τον πειράξει, δεν θα έφευγε λυπημένος για όσα άκουσε· διότι αυτό κανείς ποτέ από τους Φαρισαίους δεν το έπαθε, αλλά εξαγριώνονταν όταν τους έκλεινε τα στόματα. Όμως δεν συνέβη αυτό στον νέο, αλλά φεύγει καταλυπημένος, πράγμα που αποτελεί όχι μικρή απόδειξη ότι δεν Τον πλησίασε με πονηρή διάθεση, αλλά με εξασθενημένη, και επιθυμεί μεν την αιώνια ζωή, αλλ΄ όμως είναι κατακυριευμένος από άλλο φοβερότατο πάθος.
Όταν λοιπόν ο Χριστός του είπε: «Εἰ θέλεις εἰς τὴν ζωὴν εἰσελθεῖν, τήρησον τὰς ἐντολάς(:Εάν θέλεις να εισέλθεις στην αιώνια και μακάρια ζωή, τήρησε σε όλη τη ζωή σου τις εντολές)», ο νέος ρωτάει: «Ποίας;(:Ποιες εντολές😉» όχι με σκοπό να Τον πειράξει, μη γένοιτο, αλλά επειδή νόμιζε ότι άλλες είναι εκείνες οι εντολές, εκτός από τις εντολές του νόμου, που θα του χάριζαν την αιώνια ζωή, πράγμα που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που είναι κυριευμένος από σφοδρή επιθυμία. Έπειτα, επειδή ο Ιησούς του είπε να φυλάττει τις εντολές του νόμου, απαντά: «Διδάσκαλε ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου(:Διδάσκαλε, όλα αυτά τα τήρησα από τα παιδικά μου χρόνια)»[Μάρκ.1,20]. Και δεν σταμάτησε μέχρι εδώ, αλλά πάλι ερωτά· «Τί ἔτι ὑστερῶ; (:Τι άλλο μου λείπει ακόμη;)»[Ματθ.19,20], πράγμα που αποδείκνυε και αυτό την μεγάλη επιθυμία του. Αλλά και δεν ήταν μικρό πράγμα το ότι νόμιζε ότι υστερεί σε κάτι, και το ότι θεωρούσε ανεπαρκείς τις εντολές του Νόμου για να επιτύχει αυτά που επιθυμούσε.
Τι κάνει λοιπόν ο Χριστός; Επειδή επρόκειτο να δώσει κάποια μεγάλη εντολή, προσθέτει τα έπαθλα και λέγει: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς τοῖς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανοῖς, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι (:Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς· και τότε έλα και ακολούθησέ με)»[Ματθ.19.21].
Είδες πόσα βραβεία και πόσους στεφάνους ορίζει γι΄ αυτόν τον αγώνα; Εάν όμως τον πείραζε, δεν θα του έλεγε αυτά. Τώρα όμως και το λέγει, και για να τον προσελκύσει, του φανερώνει ότι είναι πολύ μεγάλος ο μισθός, και αφήνει το παν στη διάθεσή του, επικαλύπτοντας με όλα όσα λέγει την εντύπωση ότι είναι βαριά η παραίνεση. Για το λόγο αυτόν και πριν πει το αγώνισμα και τον κόπο, του φανερώνει το βραβείο, λέγοντας: «εάν θέλεις να είσαι τέλειος», και τότε του λέγει: «πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους πτωχούς» και αμέσως πάλι αναφέρει τα βραβεία: «και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς· και τότε έλα και ακολούθησέ με». Καθόσον το να ακολουθεί Αυτόν, ήταν πολύ μεγάλη ανταμοιβή.
«Και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς». Επειδή δηλαδή ο λόγος ήταν για τα χρήματα και τον συμβούλευε να απαλλαχθεί από όλα, για να δείξει ότι δεν του αφαιρεί αυτά που έχει, αλλά ότι του προσθέτει και άλλα σε αυτά που έχει, του έδωσε περισσότερα από αυτά που του είπε να δώσει· και όχι μόνο περισσότερα, αλλά και τόσο σπουδαιότερα, όσον είναι ο ουρανός από τη γη και ακόμη περισσότερο. Θησαυρό ονόμασε την μεγαλοδωρία της ανταμοιβής, με σκοπό να δείξει τη μονιμότητα και την ασφάλειά της, όπως δηλαδή ήταν δυνατόν να οδηγήσει τον νέο στη γνώση, χρησιμοποιώντας ανθρώπινα παραδείγματα.
Επομένως, δεν αρκεί να περιφρονεί κανείς τα χρήματα, αλλά πρέπει να δώσει τροφή στους πτωχούς και πριν από όλα, να ακολουθεί τον Χριστό, δηλαδή να πράττει όλες τις εντολές του και να είναι έτοιμος ακόμη και για σφαγή χάριν Αυτού και για καθημερινό θάνατο· διότι: «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καθ᾿ ἡμέραν καὶ ἀκολουθείτω μοι(:Εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει, να απαρνηθεί τον εαυτό του, να λάβει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί)»[Λουκά 9,23]. Ώστε είναι πολύ πιο ανώτερη η εντολή αυτή το να θυσιάζει κανείς την ζωή του από το να περιφρονήσει τα χρήματα, και δεν είναι μικρή η συμβολή της απαλλαγής από τα χρήματα στην εφαρμογή της εντολής αυτής.
«Ἀκούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθεν λυπούμενος(:Αφού όμως άκουσε ο νεανίσκος αυτά, έφυγε λυπημένος)». Και στη συνέχεια για να δείξει ο ευαγγελιστής ότι δεν ήταν αυτό που έπαθε κάτι το φυσικό, λέγει: «Ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά (:διότι είχε πολλά χρήματα)». Δεν είναι δηλαδή κυριευμένοι από το ίδιο πάθος αυτοί που έχουν ολίγα και αυτοί που έχουν πάρα πολύ μεγάλη περιουσία· διότι τότε γίνεται πιο τυραννικός ο πόθος τους για τα χρήματα. Συμβαίνει δηλαδή αυτό που δεν θα πάψω να το λέγω, ότι η προσθήκη των εκάστοτε αποκτωμένων χρημάτων ανάπτει κατά πολύ περισσότερο την φλόγα και κάνει πιο πτωχούς αυτούς που τα αποκτούν, καθόσον εμβάλλει σε αυτούς μεγαλύτερη επιθυμία γι΄ αυτά και τους κάνει να αισθάνονται πολύ περισσότερο την φτώχειά τους.
Και πρόσεχε λοιπόν και στην περίπτωση αυτή ποια δύναμη παρουσίασε το πάθος αυτό· διότι εκείνον που ήλθε προς τον Κύριο με χαρά και προθυμία, επειδή ο Χριστός τον προέτρεψε να απαρνηθεί τα χρήματα, τόσο πολύ τον εξουθένωσε και κατέβαλε τις δυνάμεις του, ώστε δεν τον άφησε ούτε καν να απαντήσει σε όσα του είπε, αλλά έφυγε σιωπηλός, σκυθρωπός και καταλυπημένος.
Τι λέγει λοιπόν ο Χριστός; «Πλούσιος δυσκόλως εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν(: Δύσκολα θα εισέλθουν οι πλούσιοι στη Βασιλεία των ουρανών)», κατηγορώντας όχι τα χρήματα, αλλά αυτούς που είναι δούλοι σε αυτά. Εάν όμως θα εισέλθει δύσκολα ο πλούσιος στη Βασιλεία των ουρανών, πολύ πιο δύσκολα θα εισέλθει ο πλεονέκτης· διότι εάν αποτελεί εμπόδιο για την Βασιλεία των Ουρανών το να μη δίδει κανείς, σκέψου πόση φωτιά επισωρεύει το να παίρνει και τα πράγματα των άλλων. Αλλά με ποιο σκοπό έλεγε στους μαθητές Του ότι δύσκολα θα εισέλθει ο πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών, εφόσον ήσαν φτωχοί και δεν είχαν τίποτε; Με σκοπό να τους διδάξει να μην ντρέπονται την φτώχεια και απολογούμενος κατά κάποιο τρόπο προς αυτούς για το ότι δε θα τους επέτρεπε να έχουν τίποτε.
Αφού λοιπόν τους είπε ότι είναι δύσκολο, εν συνεχεία τονίζει ότι είναι και αδύνατο, και όχι απλώς αδύνατο, αλλά αδύνατο σε υπερβολικό βαθμό, πράγμα που το φανέρωσε με το παράδειγμα της καμήλου και της βελόνης. Διότι λέγει: «Εὐκοπώτερόν ἐστιν κάμηλον διὰ τρυπήματος ῥαφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ (:Ευκολότερο είναι να περάσει μία καμήλα από την τρύπα που ανοίγει η βελόνα, παρά ο πλούσιος να μπει στη βασιλεία του Θεού)». Αποδεικνύεται λοιπόν εξ αυτού ότι δεν θα είναι τυχαία η αμοιβή εκείνων που είναι πλούσιοι και μπορούν να ζουν με ευσέβεια. Για τον λόγο αυτό και είπε ότι αυτό είναι έργο του Θεού, το να δείξει δηλαδή, ότι χρειάζεται πολλή χάρη από μέρους του Θεού εκείνος που πρόκειται να το κατορθώσει αυτό. Επειδή λοιπόν ταράχθηκαν οι μαθητές του είπε: «Παρὰ ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστιν, παρὰ δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστιν(:Στους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατο, στο Θεό όμως όλα είναι δυνατά)»[Ματθ. 19,26].
Και για ποιον λόγο οι μαθητές ταράσσονται, κατά την στιγμή που ήσαν φτωχοί οι ίδιοι και μάλιστα πάρα πολύ φτωχοί; Για ποια αιτία λοιπόν ανησυχούν; Επειδή πονούσαν για τη σωτηρία των άλλων και έτρεφαν μεγάλη στοργή προς όλους και θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως διδασκάλους τους. Για τον λόγο αυτόν λοιπόν έτρεμαν και είχαν κυριευτεί από φόβο για ολόκληρη την οικουμένη, εξαιτίας αυτής της αποφάσεως, και συνεπώς είχαν ανάγκη από πολλή παρηγοριά. Για τον λόγο αυτόν, αφού πρώτα τους κοίταξε, είπε: «Αυτά που είναι αδύνατα για τους ανθρώπους είναι δυνατά για τον Θεό». Αφού λοιπόν με το ήμερο και πράο βλέμμα Του παρηγόρησε τη γεμάτη από ταραχή σκέψη τους και διέλυσε την αγωνία τους(διότι αυτό το έκανε φανερό ο ευαγγελιστής με τη λέξη «ἐμβλέψας»), στη συνέχεια τους καθησυχάζει και με τα λόγια του, αφού παρουσίασε τη δύναμη του Θεού, και έτσι τους γέμισε με θάρρος. Αλλά εάν θέλεις να μάθεις και τον τρόπο και πώς θα μπορούσε το αδύνατο να γίνει δυνατό, άκου· διότι δεν είπε με τον σκοπό αυτόν τους λόγους «αυτά που είναι αδύνατα για τους ανθρώπους είναι δυνατά για τον Θεό», για να μην απελπιστείς δηλαδή και να παραιτηθείς με τη σκέψη ότι είναι αδύνατα, αλλά τα είπε με σκοπό ώστε αφού κατανοήσεις το μέγεθος του κατορθώματος, να σπεύσεις με ευκολία στον αγώνα και επικαλούμενος και τη βοήθεια του Θεού στους καλούς αυτούς αγώνες σου, να επιτύχεις την αιώνια ζωή.
Πώς λοιπόν θα μπορούσε να επιτευχθεί η αιώνια ζωή για έναν άνθρωπο που είναι πλούσιος; Αν απαρνηθεί τα υπάρχοντά του, αν μοιράσει τα χρήματά του, αν απαλλαγεί από την πονηρή επιθυμία του. Το ότι λοιπόν αυτό δεν είναι έργο μόνο του Θεού, αλλά το είπε αυτό με σκοπό να δείξει το μέγεθος του κατορθώματος, άκουσε τα όσα λέγει στην συνέχεια.
Διότι όταν ο Πέτρος είπε: «Ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι· ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι(:Να εμείς εγκαταλείψαμε τα πάντα και σε ακολουθήσαμε)»[Ματθ.19,27] και ρώτησε «τί ἄρα ἔσται ἡμῖν;(:τι άραγε θα μας δοθεί ως αμοιβή;)», ορίζοντας τον μισθό για εκείνους, πρόσθεσε: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ. καὶ πᾶς ὃς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει(:Αληθινά σας λέω ότι εσείς που με ακολουθήσατε όταν ξαναγεννηθεί ο κόσμος και θα έχει συντελεστεί η ανάσταση των νεκρών, οπότε θα καθίσει ο υιός του ανθρώπου σε θρόνο λαμπρό, αντάξιο της δόξας Του, θα καθίσετε και εσείς σε δώδεκα θρόνους δικάζοντας τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Και ο καθένας που εγκατάλειψε σπίτια, αδελφούς, αδελφές, πατέρα ή μητέρα, για να μένει ενωμένος και να μη χωριστεί με εμένα, θα λάβει εκατονταπλάσια σε αυτήν τη ζωή και θα κληρονομήσει και την αιώνια ζωή)»[Ματθ. 19,28-29].
Έτσι το αδύνατο γίνεται δυνατό. Αλλά θα πει κάποιος: «Πώς αυτό θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί; Πώς είναι δυνατό αυτός που κατακυριεύτηκε μία φορά από την επιθυμία αυτού του είδους να απαρνηθεί τα χρήματά του;». Αν αρχίσει να μοιράζει τα υπάρχοντά του και να περικόπτει τα περιττά πράγματα· διότι έτσι θα προχωρήσει και πιο πέρα και θα προχωρήσει στο εξής ευκολότερα.
Μη ζητήσεις, λοιπόν, να ανεβείς αμέσως, εάν σου φαίνεται δύσκολο το δια μιας ανέβασμα, αλλά ανέβαινε ήρεμα και σιγά σιγά την κλίμακα αυτήν που σε οδηγεί στον ουρανό· διότι, όπως ακριβώς αυτοί που υποφέρουν από πυρετό, έχοντας μέσα τους ευκολοερέθιστη και πλεονάζουσα χολή, όταν προσθέσουν τροφές και ποτά, όχι μόνο δεν σβήνουν τη δίψα τους, αλλά και ανάπτουν τη φλόγα, έτσι και οι φιλοχρήματοι, όταν προσθέτουν τα χρήματα στην πονηρή αυτήν επιθυμία, που είναι πολύ πιο ευκολοερέθιστη από εκείνη τη χολή, την ανάπτουν ακόμη περισσότερο. Τίποτε λοιπόν δεν καθησυχάζει αυτή τη φιλοχρηματία τόσο, όσο η απομάκρυνση κατ’ αρχήν της επιθυμίας του κέρδους, όπως ακριβώς βέβαια και την ευκολοερέθιστη χολή το λίγο φαγητό και η αποβολή. «Αλλά», θα μπορούσε να πει κάποιος, «πώς θα γίνει αυτό;». Εάν κατανοήσεις, ότι όσο μεν αυξάνονται τα πλούτη σου, ποτέ δε θα σταματήσει η δίψα σου γι’ αυτά και να βασανίζεσαι από την επιθυμία του περισσότερου, όταν όμως απαλλαγείς από τα υπάρχοντά σου, θα μπορέσεις και την ασθένεια αυτήν να την καθησυχάσεις.
Μην περιβάλλεσαι λοιπόν από περισσότερα, για να μην επιδιώκεις ακατόρθωτα πράγματα και υποφέρεις αθεράπευτα και να γίνεσαι έτσι, από την επίδραση αυτής της λύσσας, ελεεινότερος από όλους. Διότι πες μου: Ποιος θα μπορούσαμε να πούμε βασανίζεται και υποφέρει, αυτός που επιθυμεί πολυτελή φαγητά και ποτά και δεν μπορεί να τα απολαύσει όπως θέλει ή αυτός που δεν είναι κυριευμένος από τέτοια επιθυμία; Είναι ολοφάνερο ότι βασανίζεται αυτός που έχει μεν αυτήν την επιθυμία, αλλά δεν μπορεί να απολαύσει αυτά που επιθυμεί. Τόσο δηλαδή οδυνηρό είναι αυτό, το να διψά και να μην πίνει, ώστε, θέλοντας ο Χριστός αν μας παρουσιάσει με παράδειγμα την γέενα, με αυτόν τον τρόπο να την περιγράψει και να παρουσιάσει τον πλούσιο να κατακαίεται έτσι[πρβ. Λουκά 16,19-31]· τιμωρούνταν δηλαδή με το ότι επιθυμούσε μία σταγόνα νερού και δεν μπορούσε να την απολαύσει.
Εκείνος, λοιπόν, που περιφρονεί τα χρήματα κατάπαυσε την επιθυμία αυτήν, ενώ αυτός που επιθυμεί να πλουτεί και να αποκτήσει περισσότερα, την άναψε περισσότερο την επιθυμία του και ουδέποτε αρκείται σε αυτά που έχει· αλλά και αν ακόμη αποκτήσει άπειρα τάλαντα, επιθυμεί άλλα τόσα· και αν τα αποκτήσει και αυτά, επιθυμεί και πάλι άλλα διπλάσια από αυτά, και προχωρώντας, εύχεται και τα όρη και η γη και η θάλασσα και όλα γενικώς να γίνουν προς χάριν του χρυσός, κατεχόμενος από μία νέα μορφή φοβερής μανίας, που δεν μπορεί έτσι να σβήσει ποτέ. Και για να μάθεις ότι το κακό αυτό δεν σταματά με την προσθήκη, αλλά με την αφαίρεση, πρόσεξε το εξής: Εάν κάποτε σου γεννιόταν η παράλογη επιθυμία να πετάξεις και να μεταβείς κάπου δια του αέρος, πώς θα μπορούσες να σβήσεις αυτήν την παράλογη επιθυμία σου; Με το να κάνεις φτερά και να κατασκευάσεις άλλα όργανα ή με το να πείσεις τον λογισμό σου ότι επιθυμεί ακατόρθωτα πράγματα και ότι δεν πρέπει να επιχειρεί κανένα από αυτά; Ολοφάνερο είναι με το να πείσεις τον λογισμό σου ότι η επιθυμία σου αυτή δεν έχει καμία λογική βάση και δεν μπορεί να υλοποιηθεί.
«Αλλά», θα πει κάποιος, «το να πετάξει κανείς μέσω του αέρα είναι αδύνατο». Όμως και αυτό είναι πιο ακατόρθωτο, το να βρεις δηλαδή τέρμα για την ακόρεστη επιθυμία σου. Καθόσον είναι ευκολότερο, αν και είμαστε άνθρωποι, να πετάξουμε, παρά με την προσθήκη του επιπλέον να σταματήσουμε τη σφοδρή αυτήν επιθυμία· διότι όταν είναι κατορθωτά αυτά που επιθυμούμε, είναι δυνατόν να παρηγορηθεί κανείς και με την απόλαυση, όταν όμως είναι ακατόρθωτα, μία πρέπει να είναι τότε η φροντίδα μας, πώς να απομακρυνθούμε από αυτήν την επιθυμία μας, διότι δεν είναι δυνατό κατά άλλο τρόπο να ξανακερδίσουμε την ψυχή μας.
Επομένως για να μη στενοχωριόμαστε για περιττά πράγματα, αφού αποβάλουμε την σφοδρή επιθυμία για τα χρήματα, που συνεχώς μας λυπεί και ουδέποτε ανέχεται να σταματήσει, ας στραφούμε προς μια άλλη, που μας κάνει μακαρίους και είναι πολύ εύκολη, και ας επιθυμήσουμε τους θησαυρούς των ουρανών· διότι προς την κατεύθυνση αυτήν δεν υπάρχει ούτε κόπος τόσο μεγάλος, το δε κέρδος είναι απερίγραπτο, και δεν είναι δυνατόν να αποτύχει εκείνος που κατά κάποιον τρόπον επαγρυπνεί, φροντίζει και περιφρονεί τα παρόντα· ενώ αντιθέτως αυτός που είναι δούλος των υλικών πραγμάτων και έχει δώσει εξ ολοκλήρου τον εαυτό του σε αυτά άπαξ και διά παντός, οπωσδήποτε αυτός θα αναγκαστεί κάποτε να τα αποχωριστεί.
Αναλογιζόμενος όλα αυτά, βγάλε από μέσα σου την πονηρή επιθυμία της διαρκούς απόκτησης χρημάτων. Βέβαια ούτε και αυτό μπορείς να μου πεις ότι σου δίνει μεν αυτή τα παρόντα, αλλά όμως σου στερεί τα μέλλοντα· και αν ακόμη βέβαια συνέβαινε αυτό, θα ήταν χειρότερη κόλαση και τιμωρία. Τώρα όμως ούτε αυτό είναι δυνατό· διότι μαζί με τη γέενα και πριν από τη γέενα εκείνη, και στην εδώ ζωή σου γίνεται πρόξενος χειρότερης κολάσεως. Καθόσον η επιθυμία αυτή πολλές οικίες κατέστρεψε και φοβερούς πολέμους υποκίνησε και οδήγησε κατ’ ανάγκη τη ζωή σε βίαιο θάνατο· και πριν από τους κινδύνους μάλιστα αυτούς καταστρέφει την ευγένεια της ψυχής και κατέστησε πολλές φορές, αυτόν που διακατέχεται από αυτήν, δειλό, άνανδρο, θρασύ, ψεύτη, συκοφάντη, άρπαγα, πλεονέκτη και οτιδήποτε άλλο χειρότερο.
Αλλά μήπως καταγοητεύεσαι, όταν βλέπεις τη λάμψη των χρημάτων και το πλήθος των υπηρετών και το κάλλος των οικοδομημάτων και τις τιμές όταν διέρχεσαι από την αγορά; Ποια λοιπόν θεραπεία θα μπορέσει να βρεθεί για το πονηρό αυτό τραύμα; Αν σκεφτείς, πώς καταντούν όλα αυτά την ψυχή σου, πώς την καθιστούν σκοτεινή, έρημη, αισχρή και άσχημη· αν αναλογιστείς με τη βοήθεια πόσων κακών αποκτήθηκαν αυτά, με πόσους κόπους φυλάσσονται μέχρι τέλους, αλλά και όταν ακόμη αποφύγει κανείς όλων τις αρπαγές, όταν έλθει ο θάνατος, πολλές φορές οδηγεί αυτά στα χέρια των εχθρών σου, ενώ εσένα σε παίρνει γυμνό από όλα και φεύγει, χωρίς να σύρεις από πίσω σου τίποτε από όλα αυτά, παρά μόνο τα τραύματα και τις πληγές, τα οποία πήρε από όλα αυτά η ψυχή και φεύγει.
Όταν λοιπόν δεις κάποιον να λάμπει εξωτερικά από τα ενδύματά του και τη μεγάλη ακολουθία του, ανάλυσε λεπτομερώς τη συνείδησή του, και θα βρεις μέσα της πολλή πονηρία και θα δεις να υπάρχει μέσα της πολλή σκόνη. Αναλογίσου τον Παύλο, τον Πέτρο· σκέψου τον Ιωάννη, τον Ηλία· ή, καλύτερα, σκέψου τον Υιό του Θεού, που δεν είχε πού να κλείνει την κεφαλή Του. Γίνε μιμητής Εκείνου και των δούλων Εκείνου και να φέρεις στη φαντασία σου τον απερίγραπτο πλούτο αυτών. Εάν όμως για μία στιγμή ρίξεις το βλέμμα σου προς τα χρήματα και σκοτιστεί και πάλι το μυαλό σου, όπως ακριβώς στην περίπτωση κάποιου ναυαγίου τη στιγμή που έρχεται η καταιγίδα, άκουσε την απόφαση του Χριστού που λέγει ότι είναι αδύνατο ο πλούσιος να εισέλθει στη βασιλεία των ουρανών. Και απέναντι από την απόφαση αυτήν θέσε τα όρη, τη γη και την θάλασσα και κάνε τα όλα αυτά, εάν θέλεις, με τη σκέψη σου χρυσό· θα διαπιστώσεις λοιπόν τότε ότι τίποτε δεν μπορεί να εξισωθεί με τη ζημία που προέρχεται από αυτά.
Και εσύ μεν σκέπτεσαι τόσα και τόσα στρέμματα γης, και τις δέκα ή είκοσι οικίες ή και περισσότερες, και τα τόσο πολλά ιδιωτικά λουτρά και τους χίλιους δούλους ή τις δύο χιλιάδες αυτών, και τα αργυροστόλιστα και χρυσοστόλιστα οχήματα, εγώ όμως σου λέγω το εξής: Εάν ο καθένας από σας τους πλουσίους, εγκατέλειπε αυτήν την πτωχεία (διότι αυτά είναι πτωχεία εν συγκρίσει με εκείνα που πρόκειται να σας πω), και αποκτούσε ολόκληρο κόσμο και ο καθένας από αυτούς είχε τόσους πολλούς ανθρώπους, όσοι τώρα κατοικούν σε όλα τα μέρη της γης και της θάλασσας, και είχε ο καθένας όλη την οικουμένη, και τη γη και τη θάλασσα, και παντού είχε οικοδομήματα και πόλεις και έθνη, και από παντού έρρεε προς χάριν του αντί ύδατος, αντί πηγών, χρυσός, δεν θα μπορούσα να πω ότι αυτοί που έχουν αυτά τα τόσα πλούτη ότι αξίζουν τρεις οβολούς, εάν επρόκειτο να αποκλειστεί από τη βασιλεία των ουρανών· διότι εάν τώρα, επιθυμώντας να αποκτήσουν χρήματα, βασανίζονται όταν δεν επιτύχουν στην προσπάθειά τους αυτή, εάν επρόκειτο να λάβει γνώση των απορρήτων εκείνων αγαθών, τι θα αρκούσε τότε για να τους παρηγορήσει; Δεν υπάρχει τίποτε.
Μη μου προβάλλεις λοιπόν την αφθονία των χρημάτων, αλλά να σκέπτεσαι πόσο μεγάλη είναι η ζημία που υφίστανται οι εραστές αυτής, οι οποίοι αντί τούτων χάνουν τη βασιλεία των ουρανών, και παθαίνουν το ίδιο πράγμα που παθαίνει κάποιος, εάν επρόκειτο να συμβεί να εκπέσει από την τιμητική του θέση στα ανάκτορα, που θεωρεί πολύ σπουδαίο πράγμα τη μία σωρό κοπριά που έχει. Καθόσον ως προς τίποτε δεν διαφέρει η συγκέντρωση των χρημάτων από εκείνη, αλλά μάλλον είναι και καλύτερη· διότι η μεν κοπριά είναι χρήσιμη και για τη γεωργία και για τη θέρμανση του λουτρού και για άλλα παρόμοια, ο κρυμμένος όμως μέσα στην γη χρυσός δεν είναι χρήσιμος για κανένα από αυτά. Και μακάρι να ήταν μόνο άχρηστος· όμως τώρα ανάπτει και πολλές καμίνους σε εκείνον που τον έχει, εάν συμβεί να μην τον χρησιμοποιεί όπως πρέπει· διότι τα περισσότερα κακά προέρχονται από αυτόν. Για τον λόγο αυτόν οι μεν ειδωλολάτρες αποκαλούσαν τη φιλαργυρία ‘’ακρόπολη των κακών’’, ο δε μακάριος Παύλος τη χαρακτήρισε κατά τρόπο καλύτερο και παραστατικότερο, ονομάζοντας αυτήν ‘’ρίζα όλων των κακών’’.
Έχοντας λοιπόν υπόψη όλα αυτά, ας μάθουμε να είμαστε μιμητές των πραγμάτων εκείνων που είναι άξια μιμήσεως. Όχι τις λαμπρές οικοδομές, ούτε τους πλούσιους αγρούς, αλλά τους άνδρες εκείνους που έχουν πολλή παρρησία ενώπιον του Θεού, εκείνους που είναι πλούσιοι στον ουρανό, τους κυρίους των θησαυρών εκείνων, τους πραγματικά πλουσίους, τους πτωχούς χάριν του ονόματος του Χριστού, ώστε και των αιωνίων αγαθών να επιτύχουμε με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μετά του οποίου στον Πατέρα μαζί με το Άγιο Πνεύμα ανήκει δόξα, δύναμις και τιμή, τώρα κα πάντοτε και εις τους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίον, ομιλία ΞΓ΄, σελίδες 209-233.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 195- 207.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην απλή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π. Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκ. 13,10-17]
ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΚΥΡΙΛΛΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
«Καὶ ἐπηρώτησέν τις αὐτὸν ἄρχων λέγων, Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;(:Κάποιος άρχοντας της συναγωγής Τον ρώτησε το εξής: “Διδάσκαλε αγαθέ, τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;”)·εἶπεν δὲ αὐτῷ ὁ ᾽Ιησοῦς, Τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός(:του είπε τότε ο Ιησούς: “Αφού απευθύνεσαι σε εμένα νομίζοντας ότι είμαι ένας απλός άνθρωπος, γιατί με ονομάζεις ‘’αγαθό’’; Κανείς δεν είναι από μόνος του απολύτως αγαθός παρά μόνο ένας, ο Θεός”)»[Λουκ.18,18-19].
Ο αναφερόμενος εδώ άρχοντας που υπονοείται ότι είναι κάποιος συγκεκριμένος, νόμισε ότι μπορεί να ελέγξει τον Χριστό, ότι τάχα ο Ιησούς περιφρονεί την εντολή που δόθηκε μέσω του Μωυσή και εισάγει δικού του νόμους. Πλησιάζει λοιπόν και προσποιείται ότι ηθικολογεί, γιατί Τον αποκαλεί διδάσκαλο και Τον ονομάζει αγαθό και λέγει ότι θέλει να μάθει. Επειδή όμως ρωτούσε με σκοπό να Τον πειράξει, εύλογα Αυτός που συλλαμβάνει τους σοφούς πάνω στην πανουργία τους[Ιώβ, 5,13: «Ὁ καταλαμβάνων σοφοὺς ἐν τῇ φρονήσει, βουλὴν δὲ πολυπλόκων ἐξέστησεν(:Αυτός, που συλλαμβάνει τους καυχώμενους για τη σοφία τους, ματαιώνει όμως τα σχέδια και τις αποφάσεις των πονηρών ανθρώπων)»], λέγει προς αυτόν: «Εάν δεν έχεις πιστέψει ότι είμαι Θεός, γιατί μου αποδίδεις αυτά που ταιριάζουν μόνο στην ανώτατη φύση και με ονομάζεις αγαθό, εμένα που νομίζεις ότι είμαι άνθρωπος σαν εσένα; Γιατί ο Θεός από τη φύση Του είναι αγαθός, και ιδιαίτερο και ουσιώδες φυσικό και εξαίρετο αξίωμά Του είναι το ότι είναι αγαθός και κατά συμμετοχή οι άγγελοι και εμείς».
Και αυτός βέβαια υπήρξε ο σκοπός του λόγου αυτού για τον Χριστό, δεν θα ανεχθεί όμως ίσως την ορθότητα των εννοιών ο μέτοχος της ασέβειας του Αρείου λέγοντας: «Να, καθαρά αρνήθηκε ότι είναι αγαθός και αυτό το αποδίδει στον μόνο που πρέπει, τον Θεό και Πατέρα. Αλλά εάν ήταν», θα έλεγε αυτός ο αιρετικός, «ομοούσιος με Αυτόν και προερχόταν από Αυτόν κατά φύση, δεν θα ήταν και αυτός ως Θεός αγαθός;».
Πρέπει λοιπόν να λεχθεί σε αυτούς το εξής: Επειδή κάθε λόγος ορθός και ακριβής γνωρίζει ότι ο υιός είναι ομοούσιος με τον Πατέρα, πώς δεν είναι αγαθός και ο Υιός, όντας Θεός; Γιατί δεν μπορεί δένδρο αγαθό να κάνει καρπούς πονηρούς, ούτε από πηγή γλυκιά τρέχει ποταμός όχι γλυκός. Άρα, αφού ο Θεός είναι αγαθός, καρπός αγαθός είναι ο Υιός, και σαν εικόνα Του δείχνει στη δική Του φύση την ωραιότητα Εκείνου που Τον γέννησε. Αλλά αυτά βέβαια είναι αρκετά σε σχέση με τα παρόντα.
Όμως και στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο έχει λεχθεί: Ενώ ο άρχοντας περίμενε να ακούσει τον Χριστό να λέγει «Απομακρύνσου από τα γραμμένα του Μωυσή και ασπάσου τις δικές μου εντολές», αυτό βέβαια δεν το είπε, επειδή ως Θεός έβλεπε τον σκοπό εκείνου που τον πείραζε και επειδή δεν υπήρχαν άλλες εντολές, εκτός μόνο από εκείνες του Μωυσή, παραπέμπει τον άνθρωπο σε αυτές και λέγει: «Τὰς ἐντολὰς οἶδας· Μὴ μοιχεύσῃς, Μὴ φονεύσῃς, Μὴ κλέψῃς, Μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα.ὁ δὲ εἶπεν, Ταῦτα πάντα ἐφύλαξα ἐκ νεότητος.ἀκούσας δὲ ὁ ᾽Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ, ῎Ετι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι(:Γνωρίζεις τις εντολές: “Να μη μοιχεύσεις, να μη σκοτώσεις, να μην κλέψεις, να μην ψευδομαρτυρήσεις, να τιμάς τον πατέρα σου και τη μητέρα σου”. Και εκείνος είπε: “Όλα αυτά τα φύλαξα από την παιδική μου ηλικία”. Όταν λοιπόν άκουσε τα λόγια αυτά ο Ιησούς, του είπε: “Ένα ακόμη σου λείπει: πούλησε όλα όσα έχεις και μοίρασέ τα στους φτωχούς και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό, και έλα να με ακολουθήσεις ως μαθητής μου, υπακούοντας πάντοτε σε όσα θα σε διδάσκει το παράδειγμά μου και η διδασκαλία μου”)»[Λουκ.18,22].
Ο μωσαϊκός νόμος λοιπόν απαγορεύει κάθε είδος κακίας και καταδικάζει τους τρόπους της ασέβειας. Γιατί λέγει : «Να μη μοιχεύσεις, να μη φονεύσεις» και απαγορεύει και τα άλλα ολοκάθαρα, δηλαδή το ότι πρέπει να μη φονεύει κανείς, ούτε να ποθεί παράφορα ξένους γάμους, και καταδικάζει επίσης και την κλοπή, και την επιορκία, και την ψευδομαρτυρία, και ορίζει ποινές γι’ αυτούς που διαπράττουν τα πλημμελήματα αυτά. Έπειτα προστάζει να φροντίζουν για τον σεβασμό προς τους γονείς, ορίζοντας και αξιόλογα βραβεία για εκείνους που θέλουν να ευδοκιμήσουν, γιατί λέγει: «Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται, καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς, ἧς Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσί σοι (:Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, για να ευημερήσεις και γίνεις μακροχρόνιος στην πλούσια και εύφορη χώρα, την οποία θα σου δώσει ο Κύριος)»[Έξ. 20,12]. Νόμισε ο κακότροπος και φοβερός σε δολιότητες αυτός άρχοντας, αν και ο ερωτώμενος ήταν Θεός, ότι θα τον πάρει εύκολα με το μέρος του, δίνοντας απάντηση σύμφωνη με αυτά που πίστευε αυτός, ο Χριστός όμως, αν και ήταν πονηρός ο άρχοντας αυτός που Τον ρωτούσε, δεν τον έδιωξε.
«Ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγενήθη, ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα(:Αυτός όμως όταν άκουσε τα λόγια αυτά, λυπήθηκε πάρα πολύ· διότι ήταν πάμπλουτος και δεν ήθελε να αποχωριστεί τα πλούτη του)»[Λουκ.18,22].Ο άρχοντας της Συναγωγής των Ιουδαίων δεν χώρεσε τον νέο οίνο, όντας ασκός παλαιός, αλλά σχίστηκε και αχρηστεύτηκε. Γιατί λυπήθηκε, αν και πήρε μάθημα πρόξενο της αιώνιας ζωής.
«᾽Ιδὼν δὲ αὐτὸν ὁ ᾽Ιησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπεν, Πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσπορεύονται· εὐκοπώτερον γάρ ἐστιν κάμηλον διὰ τρήματος βελόνης διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν(:Αυτός όμως όταν άκουσε τα λόγια αυτά, λυπήθηκε πάρα πολύ· διότι ήταν πάμπλουτος και δεν ήθελε να αποχωριστεί τα πλούτη του. Όταν τον είδε λοιπόν ο Ιησούς τόσο πολύ στενοχωρημένο, είπε: Πόσο δύσκολα θα μπουν στη βασιλεία του Θεού αυτοί που έχουν τα χρήματα! Πράγματι, πολύ δύσκολα. Διότι είναι ευκολότερο μία καμήλα να περάσει από τη μικρή τρύπα που ανοίγει η βελόνα, παρά να μπει ένας πλούσιος στη βασιλεία του Θεού)»[Λουκ.18,24].
«Καμήλα» εδώ δεν εννοεί το ζώο, αλλά το χοντρό σχοινί στα πλοία· γιατί είναι δυνατόν σε αυτούς εάν δεν προτιμήσουν να απομακρυνθούν μια για πάντα από όλα τα υπάρχοντά τους, να ευδοκιμήσουν με άλλο τρόπο, κάνοντας φίλους από τον άδικο μαμωνά, ώστε όταν θα φύγουν από την εδώ ζωή να τους δεχτούν στις αιώνιες σκηνές[Λουκά 16,9-10 : «Κἀγὼ ὑμῖν λέγω· ποιήσατε ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας, ἵνα, ὅταν ἐκλίπητε, δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς. ὁ πιστὸς ἐν ἐλαχίστῳ καὶ ἐν πολλῷ πιστός ἐστι, καὶ ὁ ἐν ἐλαχίστῳ ἄδικος καὶ ἐν πολλῷ ἄδικός ἐστιν (:Κι εγώ σας λέω το εξής: Όπως ο άδικος αυτός διαχειριστής της παραβολής φρόντισε εγκαίρως να εξασφαλίσει τη φιλία των οφειλετών του κυρίου του, έτσι κι εσείς φροντίστε να κάνετε για το καλό σας φίλους από τον πλούτο που είναι άδικος· διότι οι μεγάλες περιουσίες με αδικία συνήθως συγκεντρώνονται· αλλά και όποιος κρατά τα πλούτη μόνο για τον εαυτό του διαπράττει μεγάλη αδικία. Κάντε λοιπόν κι εσείς φίλους από τον άδικο πλούτο, ευεργετώντας με φιλανθρωπίες τους συνανθρώπους σας, ώστε, όταν πεθάνετε, να σας υποδεχθούν οι φίλοι σας αυτοί στις αιώνιες σκηνές του παραδείσου. Εσείς μοιράζοντας τα πλούτη σας σε αγαθοεργίες, δεν θα μοιάζετε με τον οικονόμο της αδικίας, ο οποίος προνόησε να κάνει φίλους με κλοπές και καταχρήσεις σε βάρος του κυρίου του·διότι εσείς σκορπίζοντας ευεργετικά τον πλούτο θα αποδειχθείτε τίμιοι και αξιόπιστοι διαχειριστές και οικονόμοι του Θεού, που σας εμπιστεύτηκε τα υλικά πλούτη. Κι εκείνος που είναι αξιόπιστος στα υλικά πλούτη, τα οποία σε σύγκριση με τα ουράνια αγαθά είναι κάτι ελάχιστο και τιποτένιο, αυτός είναι πιστός και στα ουράνια πλούτη, τα οποία είναι πολλά και ανεκτίμητα. Κι εκείνος που είναι άδικος στα ελάχιστα, θα είναι άδικος και ανάξιος εμπιστοσύνης και στα πολλά και ανεκτίμητα πλούτη)»].
«Εἶπε δὲ ὁ Πέτρος· ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι(:Και είπε ο Πέτρος: Ιδού εμείς αφήσαμε τα πάντα και Σε ακολουθήσαμε)»[Λουκ.18,28]. Και προσθέτει ο Ματθαίος: «Τί ἄρα ἔσται ἡμῖν;(:Τι άραγε θα μας δοθεί ως αμοιβή;)»[Ματθ.19,27]. Στο ερώτημα αυτό θα μπορούσε κανείς να πει: «Τι άφησαν γενικά οι μαθητές ή ποιων πραγμάτων την ανταπόδοση ζητούν από τον Χριστό;». Τι θα πούμε λοιπόν σε αυτά; Και βέβαια εξαιτίας αυτού του πράγματος έκαναν πάρα πολύ αναγκαία την ερώτηση. Επειδή δηλαδή δεν είχαν τίποτε, εκτός από κάποια μικρά και ασήμαντα πράγματα, θέλουν να μάθουν με ποιο τρόπο θα τους αμείψει ο Θεός, αυτούς που εγκατέλειψαν και τα ελάχιστα πράγματα για την Βασιλεία του Θεού, δηλαδή επειδή επιθυμούσαν να κερδίσουν την βασιλεία των ουρανών, εξαιτίας της αγάπης τους προς Αυτόν· γιατί εύλογα ο πλούσιος που περιφρόνησε πολλά θα περιμένει τις αμοιβές, αυτός όμως που έχει λίγα και αποχωριστεί αυτά, ποιες ελπίδες θα έχει, πώς δεν έπρεπε να το μάθει;
Έπειτα, εκτός από αυτά είναι ανάγκη να πούμε και τούτο: Το ότι δηλαδή έχασαν πολλά ή λίγα θα μπορούσε σύμφωνα με τον ορθό λόγο, να είναι ισοδύναμο για εκείνους που το έπαθαν· γιατί, όσον αφορά την υπακοή και την πρόθεση, θα μπορούσαν να καταλογιστούν σε ίση μοίρα με εκείνους που έχουν πολλά αυτοί οι οποίοι δεν είναι βέβαια σαν αυτούς, αλλά δείχνουν ίσες προθυμίες, και υπομένουν με τη θέλησή τους την απάρνηση των υπαρχόντων τους.
Και τι απαντά ο Χριστός σε αυτούς; : «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ. καὶ πᾶς ὃς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει(:Αληθινά σας λέω ότι εσείς που με ακολουθήσατε όταν ξαναγεννηθεί ο κόσμος και θα έχει συντελεστεί η ανάσταση των νεκρών, οπότε θα καθίσει ο υιός του ανθρώπου σε θρόνο λαμπρό, αντάξιο της δόξας Του, θα καθίσετε κι εσείς σε δώδεκα θρόνους δικάζοντας τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Και ο καθένας που εγκατάλειψε σπίτια, αδελφούς, αδελφές, πατέρα ή μητέρα, για να μένει ενωμένος και να μη χωριστεί με εμένα, θα λάβει εκατονταπλάσια σε αυτήν τη ζωή και θα κληρονομήσει και την αιώνια ζωή)»[Ματθ. 19,28-29].
Τα λεγόμενα είναι τέτοια που πρέπουν στον Θεό και η απόφαση αγία, γιατί ανεβάζει στην ασφαλή ελπίδα όλους, όσους την ακούν και συνοδεύει με όρκο την υπόσχεση, προτάσσοντας πριν από τον λόγο το «ἀμὴν λέγω ὑμῖν (:αλήθεια σας λέγω)», που κατά κάποιο τρόπο αναπληρώνει την ανάγκη του όρκου. Πρέπει όμως να εξετάσουμε ποιοι μπορεί να είναι αυτοί που άφησαν πατέρα ή μητέρα, γυναίκα και αδελφούς και σπίτια, και μετά να εξετάσουμε με λεπτομέρεια, πώς αυτοί θα μπορέσουν να λάβουν περισσότερα στον παρόντα κόσμο. Πράγματι εγκαταλείπουν κάποιοι τον πατέρα τους και αδιαφορούν πολλές φορές για τη φιλοστοργία προς όλο το γένος, εξαιτίας της αγάπης προς τον Χριστό, και με ποιο τρόπο, θα μας το διδάξει Αυτός λέγοντας: «Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος(:Εκείνος που αγαπά τον πατέρα του ή τη μητέρα του περισσότερο από μένα, και με αρνιέται για να μη χωριστεί από τους γονείς του, δεν αξίζει για μένα. Και εκείνος που αγαπά τον γιο του ή την κόρη του περισσότερο από μένα, δεν είναι άξιος να λέγεται μαθητής μου)» [Ματθ.10,37] και: «Ἦλθον γὰρ διχάσαι ἄνθρωπον κατὰ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ θυγατέρα κατὰ τῆς μητρὸς αὐτῆς καὶ νύμφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς(:Ήλθα να χωρίσω τον πιστό και ευθύ άνθρωπο από τον άπιστο και διεστραμμένο πατέρα του, και την κόρη από τη μητέρα της, και τη νύφη από την πεθερά της)» [Ματθ.10,35], και τα παρακάτω.
Γιατί σαγηνεύοντας στην δική Του πίστη του θείου κηρύγματος την υφήλιο, θέλουν βέβαια κάποιοι να προσέλθουν σε αυτό, αλλά βλέπουν ίσως τους πατέρες και τις μητέρες, που είναι άπιστοι και πονηροί, και πολλές φορές οι πατέρες δεν ανέχονται να στενοχωρήσουν τα παιδιά τους, με την προσέλευσή τους στην πίστη. Ο ίδιος επίσης λόγος θα μπορούσε να γίνει και για τους αδελφούς προς τους αδελφούς τους, και τη νύφη προς την πεθερά της και την πεθερά προς τη νύφη. Όμως εκείνοι που είναι σταθεροί στην πίστη δεν προτάσσουν τίποτε από την αγάπη του Χριστού, μην υπολογίζοντας καθόλου το κατά σάρκα γένος τους.
Πρέπει λοιπόν να εξετάσουμε πώς μπορεί κάποιος, αφήνοντας αυτούς, να αποκτήσει πολλαπλάσια στην εδώ ζωή. Μήπως δηλαδή θα γίνει άνδρας πολλών γυναικών, ή θα βρει αντί για έναν πολλούς πατέρες επάνω στη γη και θα πολλαπλασιασθεί έτσι το σαρκικό γένος; Δεν λέμε αυτό, αλλά ότι, αφού εγκαταλείψει τα σαρκικά και τα πρόσκαιρα, θα απολαύσει τα πολύ πιο ανώτερα, και κατά κάποιο τρόπο περισσότερα από αυτά που θα περιφρονήσει. Άλλωστε και οι απόστολοι, εγκαταλείποντας λίγα, γέμισαν από το άγιο Πνεύμα και αξιώθηκαν να λάβουν πολλά χαρίσματα, και έγιναν παντού σε όλους επίλεκτοι και αείμνηστοι. Όλοι λοιπόν όσοι πιστέψαμε στον Χριστό και αγαπήσαμε το όνομά Του θα γίνουμε σαν εκείνους. Και αν απομακρυνθεί από τους αδελφούς του, θα τον παραλάβει ο Χριστός σε αδελφό Του. Όταν αφήσει τη σύντροφο γυναίκα του, θα βρει την ουράνια και κοντά στον Θεό Σοφία, από την οποία θα γεννήσει καρπούς καλούς. Και αν αφήσει τη μητέρα του, θα βρει την επουράνια, τη μητέρα όλων των Χριστιανών: «Ἡ δὲ ἄνω ῾Ιερουσαλὴμ ἐλευθέρα ἐστίν, ἥτις ἐστὶ μήτηρ πάντων ἡμῶν(:ενώ η επουράνια Ιερουσαλήμ είναι ελεύθερη· είναι η θριαμβεύουσα Εκκλησία, που βρίσκεται στους ουρανούς, και η στρατευομένη, που είναι βέβαια επίγεια, αλλά καταλήγει στους ουρανούς. Αυτή είναι η μητέρα όλων μας, όλων των Χριστιανών)» [Γαλ.4,26].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία».
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)
Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Β΄», κεφάλαιο 18ο, σελ. 153-161.
Παν. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, εκδ. Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 18,18-27]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΝΕΟΙ ΚΑΙ ΙΔΑΝΙΚΑ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 27-11-1994]
(Β 308)
Η παρουσία του πλουσίου νεανίσκου, αγαπητοί μου, που ζητά από τον Κύριον τι να πράξει για να κερδίσει την αιώνιον ζωήν, όντως μας συγκινεί. Ενώ το ερώτημα είναι ένα τεράστιον θέμα, «τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;», η απάντησις του Κυρίου μοιάζει ότι είναι πολύ πεζή. Τι του είπε; «Τήρησε τις εντολές». Πολύ απλά. «Τήρησε τις εντολές». Και ο νεανίσκος ίσως νόμισε περί μεγάλων και εκτάκτων και αγνώστων εντολών. Γι΄αυτό ερωτά: «Ποιες είναι αυτές;». Και ο Κύριος τού απαριθμεί εντολές από τον δεκάλογον, πολύ γνωστές.
Έτσι, πολλοί σύγχρονοί μας, περιφρονούν, αγαπητοί μου, τις δέκα εντολές σαν πολύ γνωστές. Είναι ένα ίδιον του ανθρώπου να θέλει κάτι το γνωστό να το περιφρονεί. Πάντοτε. Ομιλητής είναι; Εντολές είναι; Λειτουργία είναι; Αισθάνεται την ανάγκη να απωθήσει, να περιφρονήσει. Γιατί; «Ε, τα ξέρομε αυτά, είναι γνωστά». Δεν υπάρχει μέσα στον άνθρωπο εκείνη η διαρκής, γιατί εκεί μέσα είναι όλη η δουλειά, η διαρκής ανανέωσις, που να δημιουργεί παρθενικότητα ματιών. Να μπορείς να βλέπεις το ίδιο πράγμα κάθε φορά καινούριο! Αυτό είναι μία μεγάλη-μεγάλη υπόθεση. Και δεν είναι στην περίπτωση μόνο όσων πνευματικών πραγμάτων. Είναι και εις την γύρω μας φύση. Θέλετε; Και εις τα γύρω μας πρόσωπα. Πόσες φορές βαριόμαστε τα ίδια πρόσωπα, που τα έχουμε δει, τα έχομε ξαναδεί. Κάποτε η γυναίκα μας, ο άνδρας μας, τα παιδιά μας. Ναι, ναι. Οι φίλοι μας. Κάποτε τους βαριόμαστε. Τον πνευματικό μας, τα πνευματικά μας παιδιά. Τα βαριόμαστε. Λέμε: «Ε…». Ενώ έχομε ένα ενδιαφέρον πάντοτε για κάτι καινούριο. Το περιβάλλον, τα βουνά, τα δένδρα, η θάλασσα, τα πάντα. «Ε, τα ξέρομε, τι είναι αυτά;». Δεν βλέπομε με αυτά τα ανανεωμένα μάτια. Να αισθανόμεθα ότι τα βλέπομε για πρώτη φορά. Το θέμα πού βρίσκεται; Μέσα μας. Μόνο μέσα μας. Έτσι λοιπόν και οι δέκα εντολές. «Α, τις ξέρω». Τι είπε ο νεαρός; «Τις ετήρησα», λέει, «εκ νεότητός μου». Από μικρό μου παιδάκι τις ετήρησα τις εντολές. Και όμως η οδός των εντολών είναι εκείνη που οδηγεί εις την αιώνιον ζωήν. Εάν τηρούσε τις εντολές όντως, τότε δεν ήταν ανάγκη να ερωτήσει τον Κύριον· διότι θα ήξερε ότι οι εντολές είναι ο δρόμος, η οδός, ο τρόπος για να φθάσουμε εις την αιώνιον ζωήν.
Εκεί όμως είναι και το λάθος του νεανίσκου. Και η αποτυχία του. Στις εντολές; Ναι, νεανίσκε μου, υπάρχουν πράγματα που δεν παλιώνουν ποτέ. Οι εντολές του Χριστού. Δεν παλιώνουν. Είναι διαχρονικές. Είναι πάντοτε οι ίδιες. Κι αν θέλετε, ως προς την Καινή Διαθήκη και ως προς το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, «Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας», λέει ο Απόστολος Παύλος. Ο Ίδιος και χθες και σήμερα και αύριο και αιωνίως. Λοιπόν; Λοιπόν. Οι δέκα εντολές πρέπει να βιωθούν.
Ωστόσο υπάρχει και η υπέρβασις των εντολών. Και ο νεανίσκος εζήτησε αυτήν την υπέρβασιν. Και ο Κύριος του είπε: «Ένα σου λείπει». «Τι, Κύριε;». «Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ(:Όλα όσα έχεις πούλησέ τα, αφού επιθυμείς να είσαι πιο πάνω και από τις εντολές, πιο πέρα δηλαδή, και τότε θα έχεις θησαυρό στον ουρανό), καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι». «Και έλα να με ακολουθήσεις».
Το βάρος της προτάσεως πέφτει πού; Όχι στον πλούτο, όχι στο «διάδος πτωχοῖς». Γιατί μπορούσε να ήταν κάποιος και να μην είχε πλούτον. Οπότε να μην έπρεπε, να μην είχε τη δυνατότητα να πουλήσει τα υπάρχοντά του και να τα δώσει εις τους πτωχούς. Πού πέφτει το βάρος; Στο «Δεῦρο ἀκολούθει μοι». «Έλα να με ακολουθήσεις». Η περιουσία του πλουσίου νεανίσκου ήταν απλώς ένα εμπόδιον. Κι έπρεπε να φύγει από τη μέση για να ακολουθήσει τον Χριστόν. Τι είναι αυτό; «Έλα να με ακολουθήσεις;». Είναι η αφιέρωσις· που ξεπερνά την τήρηση των εντολών. Δεν είναι πια τι θα τηρήσω, αλλά ποιος θα έχω γίνει. Θα το ξαναπώ. Δεν είναι πια τι θα τηρήσω. Αν τήρησα, δεν τήρησα τις εντολές και πόσο τις τήρησα. Αλλά εκ της τηρήσεως των εντολών, εγώ ποιος έχω γίνει, πώς διαμορφώθηκα, πώς φτιάχτηκα.
Ο νεανίσκος όμως έμενε στο τι θα τηρήσει. Δεν μπορούσε να ξεπεράσει τον εαυτόν του και τα χρήματά του. Γι΄αυτό ο Κύριος τού είπε να πουλήσει ό,τι έχει, όχι για τίποτε άλλο, αλλά για να ελευθερωθεί από το «ἔχειν» και να περάσει στο «εἶναι». Πάντως, πέραν των αν ο πλούσιος νεανίσκος αστόχησε, εκείνο που συγκινεί σε αυτόν τον νέον είναι η αναζήτησις ενός ιδανικού. Αυτό έχει πολλή σημασία. Κι αυτό είναι η αιώνιος ζωή. «Τι να κάνω για να κερδίσω την αιώνιον ζωήν». Και ο Κύριος, όπως μας πληροφορεί το κατά Μάρκον Ευαγγέλιον, γιατί το θέμα το περιγράφει και ο Ματθαίος και ο Μάρκος, εκεί λέγει ότι ο Κύριος τον συνεπάθησεν τον νέον αυτόν. «Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐμβλέψας αὐτῷ ἠγάπησεν αὐτὸν». Ήταν συμπαθής νέος. Πού ήτο συμπαθής; Στο ότι ζητούσε ένα ιδανικό. Και μάλιστα ακραίον, ύψιστον ιδανικόν. Την αιώνιον ζωήν.
Τι είναι τα ιδανικά; Είναι οι αξίες. Είναι όλα εκείνα που έλκουν τον άνθρωπο προς τα άνω. Τον αποσπούν από την πεζότητα της ζωής και του δείχνουν το «εὖ ζῆν» με την πνευματική σημασία του όρου. Γιατί «εὖ ζῆν» δύναται να λογαριαστεί και το να έχω να τρώω και να πίνω καλά. Αλλά με την πνευματική σημασία. Να γίνω πνευματικότερος άνθρωπος, υψηλότερος άνθρωπος. Και τα ιδανικά είναι εκείνα που αξιοποιούν το κατ΄εικόνα, που το έχομε όλοι αναγκαστικά -«κατ΄εικόνα» θα πει «άνθρωπος πια, θέλω δεν θέλω, είμαι άνθρωπος, δεν μπορώ να είμαι κάτι το διαφορετικό»- αξιοποιούν λοιπόν τα ιδανικά, οι αξίες αξιοποιούν το κατ΄εικόνα και το μεταβιβάζουν, το περνούν εις το καθ’ ομοίωσιν. Να φθάσω να μιμηθώ τον Θεόν.
Τα ιδανικά, οι αξίες, κάνουν τον άνθρωπο να είναι αυτό που πρέπει να είναι. Είναι εκείνο που έλεγε ο Πίνδαρος: «Γένοιο οἷος ἔσῃ». «Να γίνεις αυτό που η δομή σου, από τη δομή σου είσαι». Να γίνεις αυτό που είσαι. Δηλαδή να γίνεις άνθρωπος. «Γένοιο οἷος ἔσῃ». Είθε να γίνεις. Και τα ιδανικά, οι αξίες, είναι πολλά. Η θρησκεία, η πατρίδα, η οικογένεια, η μάθησις, η κοινωνικότης, η εντιμότης, η εργασία. Όλα είναι αξίες αυτά τα πράγματα. Ο Απόστολος Παύλος γράφει εις τους Φιλιππησίους κάτι θαυμάσιον. Δείχνοντας και εκθέτοντας αυτές τις αξίες. Λέγει: «Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα(:έχουν καλή φήμη), εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος(: ό,τι είναι κάτι που να αφορά την αρετή, οτιδήποτε είναι που αποσπά τον έπαινον), ταῦτα λογίζεσθε(:αυτά να έχετε στον νου σας),ταῦτα πράσσετε». «Αυτά να εφαρμόζετε». Ακόμη θα γράψει στην ίδια επιστολή: «Ἡμῶν τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει». «Το πολίτευμά μας είναι στον ουρανό. Ζούμε στη Γη, αλλά στον ουρανό πολιτευόμεθα». Δηλαδή; Δηλαδή, η ακρότης των ιδανικών είναι ο ουρανός. Η ακρότης των ιδανικών, των αξιών είναι η Βασιλεία του Θεού, η αιώνιος ζωή.
Όλα αυτά σαν αξίες τις έχομε είτε εξ αποκαλύψεως, ό,τι μας αποκαλύπτει ο λόγος του Θεού, είτε δυνάμει της ἐν ἡμῖν εικόνος του Θεού. Ως άνθρωποι, που έχομε την εικόνα του Θεού, έχομε λογικό και σκεφτόμαστε και έτσι μπορούμε να έχομε μίαν ωραίαν δέσμη αξιών και ιδανικών. Πώς φιλοσοφούσαν οι αρχαίοι; Οι αρχαίοι Έλληνες. Πώς είχε πει αυτό ο Πίνδαρος, «Γένοιο οἷος ἔσῃ», «είθε να γίνεις οἷος ἔσῃ»,κλπ. κλπ. Δεν είναι εξ αποκαλύψεως, αλλά είναι δυνάμει της ἐν ἡμῖν εικόνος του Θεού.
Και θέτομε το ερώτημα: Οι σύγχρονοι νέοι,μια που ο λόγος περί νεανίσκου στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, οι σύγχρονοι νέοι έχουν ιδανικά; Τι ιδανικά έχουν; Την εποχή μας, είναι γνωστό, τη χαρακτηρίζει μία πολιτιστική ή πνευματική καθίζηση. Έχομε κάτι που κατεβαίνει διαρκώς. Και το αποτέλεσμα είναι να έχομε έντονα σημάδια κοινωνικής, ανθρωπιστικής παρακμής. Βαθιά σημάδια. Εκτός βέβαια εξαιρέσεων, οι σύγχρονοι νέοι μας, δεν έχουν ιδανικά. Ή ακριβέστερα, τα ιδανικά τους είναι απαξίες, όχι αξίες. Απαξίες. Δείχνουν την προτίμησή τους σε πράγματα που σε άλλη εποχή θα ησθάνοντο ντροπή οι άνθρωποι. Είναι αυτό που γράφει ο Απόστολος Παύλος στους Φιλιππησίους: «ὧν(: των οποίων) ὁ Θεὸς ἡ κοιλία– «Ό,τι αφορά την ικανοποίηση των αισθήσεων, αυτό είναι ο Θεός μας. Τι θα φάω, τι θα πιω, πώς θα αφροδισιάσω. Αυτό είναι ο Θεός μου»- καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν(: η δόξα τους, ο έπαινός τους, είναι σε πράγματα που θα έπρεπε να ντρέπονται), οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες». Αυτοί που φρονούν τα επίγεια. Αυτά είναι τα ιδανικά, σήμερα, των νέων μας.
Ακόμη ο Παύλος περιγράφει τον αρχαίο κόσμο και το ήθος του· που σήμερα το ήθος του αρχαίου κόσμου, οι Χριστιανοί μας, το ξεπέρασαν. Γράφει στην προς Ρωμαίους επιστολή του στο Α΄ κεφάλαιο. Δεν θα το ερμηνεύσω. Θα διαβάσω: «Ἐματαιώθησαν ἐν τοῖς διαλογισμοῖς αὐτῶν, καὶ ἐσκοτίσθη ἡ ἀσύνετος αὐτῶν καρδία· φάσκοντες εἶναι σοφοὶ ἐμωράνθησαν(:Ισχυριζόμενοι ότι είναι σοφοί, αποκαλύπτονται μωροί, ανόητοι). Διὸ(:Γι΄αυτόν τον λόγο) καὶ παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῶν καρδιῶν αὐτῶν εἰς ἀκαθαρσίαν τοῦ ἀτιμάζεσθαι τὰ σώματα αὐτῶν ἐν αὐτοῖς». Αναφέρεται εις την ομοφυλοφιλία ο Απόστολος Παύλος. «Δεν θέλετε, ε; Σας αφήνω στον εαυτό σας. Να πού φθάνετε». «Καὶ καθὼς οὐκ ἐδοκίμασαν τὸν Θεὸν ἔχειν ἐν ἐπιγνώσει, παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς ἀδόκιμον νοῦν –Ω, αυτός ο αδόκιμος νους, αγαπητοί. Ο αδόκιμος νους. Ο αδοκίμαστος, ο παιδαριώδης νους– ποιεῖν τὰ μὴ καθήκοντα(:Να πράττουν εκείνα που δεν πρέπει), πεπληρωμένους πάσῃ ἀδικίᾳ, πορνείᾳ πονηρίᾳ πλεονεξίᾳ κακίᾳ, μεστοὺς φθόνου, φόνου, ἔριδος, δόλου, κακοηθείας, ψιθυριστάς, καταλάλους, θεοστυγεῖς, ὑβριστάς, ὑπερηφάνους, ἀλαζόνας, ἐφευρέτας κακῶν, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀσυνέτους, ἀσυνθέτους, ἀστόργους, ἀσπόνδους, ἀνελεήμονας».
Μακρύς ο κατάλογος. Αυτά είναι απαξίες. Οι νέοι μας μένουν σε αυτές τις απαξίες. Τι; Να τιμήσουν τους γονείς; «Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». Είναι η εντολή η πέμπτη και που την ακούσαμε σήμερα. Ποιους γονείς να σεβαστούν;… Για να προσθέσομε ότι τα ιδανικά των σύγχρονων νέων μας, πάντοτε απαξίες είναι μία συστηματοποιημένη και οργανωμένη οκνηρία, ακηδία. Είναι το αμάρτημα του δευτέρου ημίσεος του 20ου αιώνος. Η ακηδία. Η τεμπελιά. Η τεμπελιά. Η ανερμάτιστη, ανελέητη τεμπελιά· που απλώνεται σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Ρίξτε μια ματιά στις πλατείες, κατά τις 10 το πρωί. Χειμώνας είναι, καλοκαίρι είναι, να δείτε στην πόλη μας, στη Λάρισα. Νέοι και νέες. Βγαίνουν…κάαααθονται, κάαααθονται. Μη μου πείτε ότι «υπάρχει ανεργία γι΄αυτό κάθονται». Μη μου το πείτε αυτό. Κάαααθονται. Άπραγοι. Περισσότερον άπραγοι από βατράχους. Ώστε να φαίνονται στην ήσσονα προσπάθεια· ό,τι είναι δυνατόν το λιγότερα να κάνουν. Ταυτόχρονα ζητούν χρήματα. Βέβαια από πού; Από τους γονείς. Ή κλέπτουν. Γι΄αυτό σήμερα η κλοπή είναι πολύ, πολύ, σε μεγάλο δείκτη. Γιατί; Για την σπατάλη στις ηδονές. Ηδονές πάσης μορφής. Το τσιγάρο, τα ναρκωτικά, τα σκληρά οινοπνευματώδη, οι ατέλειωτες χαμένες ώρες στις καφετέριες, στην ντίσκο, στην τηλεόραση, στους χορούς και τα τραγούδια· που έχουν δαιμονικό περιεχόμενο, αλλά και δαιμονικό σχήμα, το ατημέλητον, το ατσούμπαλο, το αλήτικο, με το επίτηδες για τ’ αγόρια ξεφτισμένο παντελόνι. Με το ύφος εκείνο που μόνο σοβαρούς νέους δεν προδίδει και κοπέλες. Με το ύφος εκείνο που μόνο σοβαρούς νέους δεν προδίδει και κοπέλες. Με σκουλαρίκια τ’ αγόρια. Τ’ αγόρια με σκουλαρίκια. Με δαχτυλίδια και μακριά μαλλιά. Με μιαν ηθελημένη αεργία. Όχι ανεργία. Α-εργία. Θεληματική, δηλαδή, τεμπελιά. Δεν θέλουν να δουλέψουν. Όλα αυτά συνθέτουν τις απαξίες που σήμερα οι νέοι μας επιθυμούν να χορτάσουν την ψυχή τους. Είναι κρίμα. Είναι πολύ κρίμα.
Αλλά πώς έφθασαν όμως οι νέοι μας σε αυτές τις απαξίες; Τι φταίει; Πολλά. Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι του αιώνος μας. Οι κοινωνικές ακαταστασίες και ανακατατάξεις. Η ανάπτυξις ενός ακράτου ατομισμού· που φθάνει εις τα όρια της αναρχίας, όπως σήμερα τη ζούμε και τη γνωρίζουμε την αναρχία. Ο Θεός, ο Θεός, ο Θεός, η θρησκεία, η οικογένεια, η πατρίδα, θεωρήθηκαν άχρηστο κατεστημένο. Και «όπου ο Θεός απουσιάζει, τότε όλα επιτρέπονται», λέγει ο Ντοστογιέφσκι. Ναι. Λείπει ο Θεός; Όλα μου επιτρέπονται.
Έτσι έχομε ένα γενικό κλίμα βαθιάς παρακμής, που οι νέοι πλέον δεν έχουν ιδανικά. Μάλλον κυνηγούν τις απαξίες. Η οικογένεια δεν μπορεί να βοηθήσει. Γιατί κι αυτή δυστυχώς είναι μπολιασμένη με ιδέες χαλασμένες. Πλην, βεβαίως, εξαιρέσεων. Αλλά και τα παιδιά καλών, χριστιανικών, αν θέλετε, οικογενειών, βρισκόμενα σε αυτό το γενικό, κακό κλίμα, που κατακλύζει τα πάντα, και αυτά υφίστανται φθορά. Το παιδί θα βγει στον δρόμο, θα βγει στην κοινωνία, θα πάει στο σχολειό και εκεί θα πάθει πολύ κακό.
Τι μπορούμε να κάνουμε; Κάποτε, αγαπητοί, για ένα δαιμονισμένο παιδί είπε ο Κύριος ότι «τό γένος τοῦτο τῶν δαιμόνων οὐκ ἐκπορεύεται παρά μόνον μέ προσευχή καί νηστεία». «Κύριε», λέει, «γιατί δεν μπορέσαμε να θεραπεύσομε εμείς το παιδί;», είπαν οι μαθηταί. «Το γένος τοῦτο τῶν δαιμόνων οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ». Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι οι άνθρωποι της εποχής μας είναι λεία του διαβόλου. Γι΄αυτό, εκείνοι που καταλαβαίνουν, εκείνοι που πονούν, εκείνοι που ακόμη διατηρούν μέσα τους υγείαν πνευματικήν, ας το κάνουν αυτό. Να νηστεύουν και να προσεύχονται. Μην παραμελούμε τις Τετάρτες και τις Παρασκευές, και τις Σαρακοστές. Να νηστεύομε. Και να παρακαλούμε τον Κύριον να απαλλάξει από τα δαιμόνια που επέπεσαν στην ανθρωπότητα και ιδιαίτερα εις τους νέους μας ανθρώπους. Ακόμη χρειάζεται μαρτυρία προς κάθε κατεύθυνση. Να πούμε, να διασαφήσομε, να διαφωτίσομε. Η παιδεία μας μάλιστα σήμερα όπως προσφέρεται, είναι ένας -και ποιος το αρνείται;- ένας μεγάλος παράλυτος. Δεν μπορεί τίποτε να κάνει η παιδεία. Φοβάμαι μήπως και αρνητικά προσφέρεται. Όσοι όμως εκπαιδευτικοί, που με ακούτε, έχετε μέσα σας μια πνευματική υγεία, τότε να προτάξετε αντίσταση. Να πείτε στα παιδιά, στους μαθητάς σας, μα Δημοτικό, μα Γυμνάσιο, μα Λύκειο, να πείτε το σωστό. Θα κάνομε ό,τι μπορούμε ωστόσο. Έχομε φθάσει, και το βλέπομε, σε οριακές τιμές, στο μη περαιτέρω…
Αγαπητοί, χαιρόμαστε βέβαια τον νεανίσκον του Ευαγγελίου, που ζήτησε να κατακτήσει την αιώνιον ζωήν. Βέβαια δεν μπόρεσε. Δεν μπόρεσε γιατί η καρδιά του ήταν αιχμάλωτη στο πάθος της φιλαργυρίας. Όμως είχε ενατενίσεις ο πλούσιος νεανίσκος. Είχε ενατενίσεις. Έβλεπε και ποθούσε ιδανικά. Και ανάμεσά μας βέβαια υπάρχουν ακόμη νέοι με ωραία ιδανικά, με υψηλό φρόνημα, με αγάπη εις τον Χριστόν. Δόξα τω Θεώ, υπάρχουν. Αυτούς τους νέους να τους φυλάξομε, να τους προστατεύσομε, να τους επαινέσομε, να τους δώσομε θάρρος, σε αυτήν την εποχή που τόσο απογοητεύει. Επιτέλους θα κάνομε ό,τι μπορούμε. Ο καθένας όπως καταλαβαίνει, ό,τι καταλαβαίνει, ό,τι μπορούμε να περισώσομε. Θα κάνομε ό,τι μπορούμε. Έστω να δώσουμε την μαρτυρία μας. Και ας μην μας προσέχει κανείς. Να δώσομε όμως τη μαρτυρία μας. Κάποιοι πάντα θα βρίσκονται, θα είναι το λείμμα, θα είναι ο λαός του Θεού. Θα είναι «το μικρό ποίμνιον», που είπε ο Κύριος. Αυτό θα προσέξει. Αυτό θα ωφεληθεί. Και ο Θεός, αγαπητοί, ας λυπηθεί την νέα γενεά και ας την ελεήσει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_622.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 18, 18-27]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ ΤΙΣ ΕΝΤΟΛΕΣ;»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 26-11-1989]
[Β 228]
Σήμερα, αγαπητοί μου, μας διηγείται ο ιερός Ευαγγελιστής Λουκάς το περιστατικό που κάποιος νεαρός, άρχων και πλούσιος, ερώτησε τον Κύριον λέγοντάς Του: «Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;». Και ο Κύριος τού υπέδειξε την οδόν των αρετών. «Τὰς ἐντολὰς οἶδας», του λέγει, «τις εντολές τις γνωρίζεις». Δηλαδή η οδός κατακτήσεως της αιωνίου ζωής είναι πάρα πολύ γνωστή. Είναι η οδός της τηρήσεως των εντολών.
Στον νεανίσκο, όμως, αυτόν η απάντησις αυτή ήταν απροσδόκητη· γιατί περίμενε κάτι άλλο. Επερίμενε κάτι το υπερέχον, κάτι το εκπληκτικόν. Κι όμως ο Κύριος ανέφερε την πεπατημένη εκείνη οδό, την πολύ γνωστή, της τηρήσεως των εντολών. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν πετάγματα υψηλά και νομίζουν ότι πρέπει να ανακαλύψουν ή να τους προσφερθεί όχι πια κάτι το τετριμμένο, αλλά κάτι το άλλο, κάτι το διαφορετικό, για να κατακτήσουν εκείνα που ποθεί η ψυχή των.
Εμείς όμως, αυτήν την βεβαιωτικήν απάντησιν του Κυρίου, που του είπε: «Τὰς ἐντολὰς οἶδας», δηλαδή «Τις εντολές τις γνωρίζεις», θα την μετατρέψουμε σε ερωτηματική: «Οἶδας τὰς ἐντολὰς;». «Γνωρίζεις τις εντολές;». Γιατί πρέπει να πούμε ότι εμείς οι Χριστιανοί έχομε άγνοια των εντολών του Θεού. Και δεν θα μπορούσε να μας πει ο Κύριος: «Τις εντολές τις γνωρίζεις». Αλλά τίθεται σε μας κατά ερωτηματικόν τρόπον. Γνωρίζομε τις εντολές; Αυτό το θέμα ακριβώς θα διερευνήσομε σήμερα, αγαπητοί μου, στην αγάπη σας, να ιδούμε, γνωρίζομε όντως τις εντολές;
Τι είναι οι εντολές; Εκείνα που εντέλλεται ο Θεός, εκείνα που παραγγέλλει. Εκείνα επί των οποίων ευχαριστείται ο Θεός, όταν εφαρμόζονται από τον άνθρωπο. Εκείνα που συνιστούν τις καλές σχέσεις του ανθρώπου με τον Θεό. Αυτό είναι οι εντολές. Γι’ αυτό γράφει και ο Απόστολος Παύλος εις την προς Ρωμαίους επιστολή του: «Καὶ μὴ συσχηματίζεσθαι τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλὰ μεταμορφοῦσθαι τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοὸς ὑμῶν, εἰς τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον». Ας προσέξομε τι γράφει ο Απόστολος Παύλος εδώ, αγαπητοί μου, εις τους Ρωμαίους. Καταρχάς, κατά έναν αρνητικόν τρόπον, συνιστά και λέγει εις τους Χριστιανούς της Ρώμης να μην συσχηματίζονται με τον κόσμον. Μην παίρνουν το ίδιο σχήμα που έχει ο κόσμος. Ο κόσμος είναι ένα σχήμα. Ένα σχήμα βέβαια του παρόντος αιώνος. Μέσα εις αυτό το σχήμα έρχονται πολλοί Χριστιανοί να τοποθετηθούν. «Σχήμα» θα πει «καλούπι», θα πει «φόρμα». Μέσα στο οποίο καλούπι έρχονται τώρα να καλουπιαστούν και να πάρουν την αυτήν μορφήν οι Χριστιανοί. Τι λέγει λοιπόν ο Απόστολος; «Όχι. Μη συσχηματίζεσθε», λέγει, «με τον κόσμον αυτόν». Αυτό αποτελεί μία βασική προϋπόθεση για να δημιουργηθεί μια, θα λέγαμε, μεταμόρφωση του νου μας, μια μεταμόρφωση της νοοτροπίας μας. Τι είπε; «Ἀλλὰ μεταμορφοῦσθαι τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοὸς ὑμῶν». «Αλλά εις το να μεταμορφώνεσθε, στο να αλλάζετε, η νοοτροπία σας, ο νους σας, και τούτο θα αποτελεί το κριτήριον με το οποίον θα μπορείτε να δείτε ποιες είναι οι εντολές του Θεού, ποιο είναι το θέλημα του Θεού». Στο να μπορέσομε δηλαδή να δοκιμάσομε, «εἰς τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς». Εις το να μπορέσομε να δοκιμάσομε, δηλαδή να μάθομε, να εξακριβώσομε με εμπειρικόν τρόπον το θέλημα του Θεού, τις εντολές του Θεού· οι οποίες, κατά τον Απόστολο Παύλο, όπως είδαμε εδώ, οι εντολές του Θεού εμφανίζονται με τρία γνωρίσματα.
Πρώτα πρώτα είναι το ότι η εντολή του Θεού ή το θέλημα του Θεού – το ίδιο είναι- ότι είναι αγαθόν. Πρώτον λοιπόν ότι το θέλημα του Θεού είναι αγαθόν. Όχι κακόν. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός δεν επιθυμεί, ούτε θέτει βεβαίως εντολές που οδηγούν στο κακό τον άνθρωπον. Δεν ζηλεύει τον άνθρωπο, όπως είπαν διάφοροι ερμηνευταί μέσα στους αιώνες. Όχι. Ο Θεός δεν θέτει παγίδα εις τον άνθρωπον. Δεν θέτει εντολή που να δημιουργήσει και αποφέρει το κακό, ούτε την βλάβη· γιατί απλούστατα ο άνθρωπος είναι κτίσμα του Θεού, είναι Πατέρας μας και δεν μπορεί παρά να μας αγαπά. Κάποτε είπε ότι «Εσείς, πονηροί όντες, ξέρετε στα παιδιά σας να δίνετε αγαθά πράγματα. Όταν σας ζητήσουν», λέγει, «ψωμί δεν δίνετε πέτρα. Όταν σας ζητήσουν ένα αβγό, δεν τους δίνετε έναν σκορπιό. Άμα σας ζητήσουν ψάρι, δεν τους δίνετε ένα φίδι. Σεις λοιπόν, παρότι είσαστε πονηροί άνθρωποι, ξέρετε να δίνετε στα παιδιά σας καλά πράγματα. Ο Πατέρας σας ο ουράνιος, πόσο περισσότερο θα δώσει το αγαθόν;». Η εντολή λοιπόν που θα δώσει είναι αγαθή. Και σκοπόν έχει να περιφρουρήσει τον άνθρωπον. Με τρόπον που να τον οδηγήσει τελικά και εις το αγαθόν.
Σήμερα δυστυχώς, αγαπητοί μου, καταστρατηγούμε τις εντολές του Θεού, όπως είναι η νηστεία, όπως είναι η σωφροσύνη, δηλαδή η εγκράτεια, η αγνότητα, με την στενή σημασία της λέξεως «σωφροσύνη». Γιατί; Γιατί νομίζομε ότι όταν ο Θεός εντέλλεται την νηστείαν ή την σωφροσύνη, δηλαδή να μείνεις αγνός μέχρι τον γάμο σου, και το αγόρι και το κορίτσι, ότι αυτό θα έχει αντίκτυπο εις την υγεία μας, ότι θα αρρωστήσουμε, θα πάθουμε κάτι κακό. Και συνεπώς οι εντολές που θέτει ο Θεός είναι βλαβερές και επικίνδυνες. Είναι δυνατόν ποτέ; Ο Θεός είναι ο κατασκευαστής μας. Και δεν γνωρίζει τι είναι εκείνο που εντελλόμενος σε μας θα μας βοηθήσει και θα μας ευεργετήσει και θα μας περιφρουρήσει; Είναι δυνατόν ποτέ; Το θέλημα λοιπόν του Θεού φέρεται ως αγαθόν. Οι εντολές δηλαδή.
Δεύτερον. Το θέλημα του Θεού φέρεται ως ευάρεστον. Δηλαδή εκείνο που θα αρέσει εις τον Θεόν, όταν ο άνθρωπος το εφαρμόσει. Λέγει επί παραδείγματι ο Απόστολος Παύλος, γράφει στους Κολοσσαείς: «Τὰ τέκνα ὑπακούετε τοῖς γονεῦσι κατὰ πάντα – Αυτό τι αποτελεί; Μια εντολή. Ποια εντολή; «Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου…». Τα παιδιά λοιπόν να υπακούουν κατά πάντα εις τους γονείς των-· τοῦτο γάρ ἐστιν εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ». «Γιατί αυτό», λέγει, «είναι ευάρεστο εις τον Κύριον». Ακόμη λέγει ότι πρέπει τα παιδιά να αποδίδουν τιμάς εις τους προγόνους· όπως είναι, όχι μόνο οι γονείς, αλλά όπως είναι ο παππούς και η γιαγιά. Να αποδώσουν –κοιτάξτε- τιμάς εις τους προγόνους. Να τους τιμήσουν. Πάλι κι εκεί λέγει ο Απόστολος Παύλος, γιατί αυτό είναι ευάρεστον εις τον Θεόν. Βλέπετε λοιπόν αγαπητοί μου, ότι εκείνο που ο Θεός εντέλλεται, στο τέλος απολήγει το να είναι ευάρεστο εις Αυτόν. Εάν ο άνθρωπος το εφαρμόσει.
Βλέπομε τον Άβελ· με την θυσία του ο Άβελ ευηρέστησε εις τον Θεόν. Ο Ενώχ, επειδή, λέγει, ευηρέστησε εις τον Θεόν, μετετέθη. Δηλαδή δεν δοκίμασε θάνατον. Αλλά μετετέθη. Πού; Όπου και ο προφήτης Ηλίας. Ακόμη ο Νώε, επειδή ευηρέστησε εις τον Θεόν, και ευηρέστησε, ξέρετε, δια της πίστεως, γι’ αυτό ακριβώς και δεν επνίγη εις τον κατακλυσμόν ο Νώε. Ο Αβραάμ το ίδιο. Ο Ιακώβ, που του λέει ο Θεός «Εγώ θα σε προστατεύω». Γιατί; Διότι ο Ιακώβ ευηρέστησε εις τον Θεόν. Ο Ιωσήφ, το ενδέκατο παιδί του Ιακώβ, ο Μωυσής, οι προφήται, ο Δανιήλ, ο οποίος ονομάστηκε από τον Θεό «ἀνήρ ἐπιθυμιῶν», δηλαδή «άνδρας αγαπητός, άνδρας που μπαίνει μες στην καρδιά». Και άλλοι πολλοί και πολλοί και πολλοί ευηρέστησαν εις τον Θεόν. Γράφει ο Απόστολος Παύλος: «Διὸ φιλοτιμούμεθα, εἴτε ἐνδημοῦντες εἴτε ἐκδημοῦντες, εὐάρεστοι τῷ Κυρίῳ εἶναι». Είδατε; «Φιλοτιμούμεθα», λέγει. Βλέπετε ότι το φιλότιμο εις τον άνθρωπον είναι μια λειτουργία πάρα πολύ σπουδαία. Φιλοτιμούμεθα, λοιπόν, είτε ζούμε στην ζωή αυτή, είτε δεν ζούμε εις την ζωήν αυτήν, όπου κι αν βρισκόμεθα, να κάνομε το ευάρεστον εις τον Κύριον. Εκείνο που Του αρέσει. Θα λέγαμε, ο Θεός ευαρεστείται σήμερα να είμεθα εις τον ναό Του, να Τον λατρεύομε; Ασφαλώς ναι. Κ.ο.κ.
Ακόμη, τρίτον, το θέλημα του Θεού είναι τέλειον. Τι θα πει αυτό; Σημαίνει ότι δεν μπορείς να διορθώσεις το θέλημα του Θεού ή να κάνεις κριτική στο θέλημα του Θεού, στις εντολές του Θεού. Όταν ο Χριστιανός, αγαπητοί μου, συνειδητοποιήσει ότι το θέλημα του Θεού είναι τέλειον και δεν χωράει τίποτε να διορθώσει, τότε έχει εμπιστοσύνη εις τον Θεόν, τότε ο λογισμός του αναπαύεται. Μιλάμε πολλές φορές για ειρήνη. Πώς είναι η ειρήνη; Και πώς έρχεται η ειρήνη; Δείξε εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού, πες ότι οι εντολές του Κυρίου είναι αληθείς, είναι τέλειες και τότε ο λογισμός σου θα αναπαυθεί: «Ο Κύριος το είπε, ο Κύριος ξέρει». Τι ωραίο πράγμα είναι αυτό!
Αν ερωτήσετε, πόσες είναι οι εντολές του Θεού, σίγουρα θα σπεύσουν κάποιοι να μας πουν ότι οι εντολές του Θεού είναι δέκα. Αγαπητοί μου, αυτές οι δέκα εντολές δεν είναι, παρά, θα λέγαμε, μία συνισταμένη όλων των εντολών που προσφέρει ο Θεός. Και πού είναι αυτές οι εντολές; Ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη και ολόκληρη η Καινή Διαθήκη είναι εντολές. Εκφράζει ολόκληρη η Αγία Γραφή, σε κάθε της θέση, σε κάθε της σημείο, την εντολή του Θεού, το θέλημα του Θεού.
Οι πρώτες εντολές που δόθηκαν εις τον άνθρωπο, πιστεύω το γνωρίζετε, ήσαν τρεις. Ήταν η εργασία στον Παράδεισον, εντολή, «Να εργάζεσθε», λέει, «στον Παράδεισο», το δεύτερον η φυλακή του Παραδείσου, δηλαδή το φύλαγμα, «Να φυλάτε τον Παράδεισον» και η τρίτη εντολή ήταν η νηστεία: «Δεν θα φάτε από τον καρπόν αυτόν. Από τα άλλα φάτε, από τον καρπόν αυτόν όχι». Όπως λέμε: Θα φας ψάρι τώρα την Σαρακοστή που έχομε των Χριστουγέννων, δεν θα φας κρέας και τα παράγωγα του κρέατος, γάλα και τυρί κ.τ.λ. Αυτό μπορείς, εκείνο δεν μπορείς. Βλέπετε λοιπόν ότι οι πρώτες εντολές που δόθηκαν εις τον άνθρωπο ήσαν αυτές, στον Αδάμ και την Εύα. Και δόθηκαν μέσα εις τον Παράδεισον. Ακριβώς για να μην χάσουν τον Παράδεισον.
Όταν ο Κύριος είπε ακόμη στις Μυροφόρες γυναίκες εκείνο το «Χαίρετε», το μυαλό μας δεν πάει παρά μόνον ότι είναι ένας χαιρετισμός. Δηλαδή πώς λέμε: «Χαίρετε, καλημέρα σας, χαίρετε!». Κι όμως δεν ήταν παρά μία εντολή. Το σκεφτήκατε; Ποια εντολή; Να έχουν χαρά. «Χαίρετε». «Να έχετε χαρά». Γιατί; Γιατί η παράβαση της εντολής θα ήταν να μην αντιληφθούν την Ανάσταση του Χριστού και να λυπώνται. Γιατί λοιπόν να λυπάσαι; Εγώ σου δίνω την εντολή να έχεις χαρά. Θα μου πείτε, γιατί η εντολή, η χαρά φθάνει στο σημείο να εντέλλεται; Δηλαδή να γίνεται εντολή; Ναι. Γιατί ο άνθρωπος, αγαπητοί μου, με τον λογισμό του διαστρέφει τα πράγματα. Ή έχει μία νωθρότητα. Γι’αυτό πρέπει… όπως και η αγάπη, λέμε είναι εντολή, τι θα πει η αγάπη είναι εντολή; Δηλαδή μου δίνεις την εντολή να σε αγαπώ; Φερειπείν ποιος άνδρας θα έλεγε στη γυναίκα του: «Σου δίνω την εντολή να με αγαπάς»; Κατανοείτε αυτό; Αυτό δείχνει ένα κατάντημα· που δείχνει μία νωθρότητα. Όταν πράγματα που θα έπρεπε να ήσαν αυθόρμητα, γίνονται εντολή. Πράγματι ο άνθρωπος με την πτώση του παρουσιάζει αυτήν την νωθρότητα, αυτήν την αδράνεια. Και πρέπει για να δραστηριοποιηθεί, εκείνα που θα ήσαν αυτονόητα, πηγαία, να γίνουν εντολές. Βέβαια περιττόν να σας πω ότι όταν ο άνθρωπος ωριμάσει, τότε πια δεν τηρεί τις εντολές· τις ξεπερνά. Όπως…η τροχαία σου λέγει: «Θα περάσεις μέσα από τα καρφιά, θα περάσεις από δω εκεί», σου λέει, για τους πεζούς εννοείται. Αυτό, θες δεν θες, θα το κάνεις. Όταν όμως συνειδητοποιήσεις μέσα σου μία εύρυθμη κυκλοφορία στην πόλη, δεν είναι ανάγκη να σου το πει αυτό η τροχαία. Ούτε ακόμη είναι ανάγκη να σε παρακολουθεί. Ακόμη και κανείς να μην υπάρχει στον δρόμο, να είσαι μόνος σου στον δρόμο, θα κάνεις εκείνο που πρέπει. Γιατί; Γιατί συνειδητοποίησες, ξεπέρασες την εντολή. Και πια αυτά έρχονται αυθορμήτως από μέσα.
Aκόμη ο Απόστολος Παύλος για την χαρά που σας είπα, γράφει στους Φιλιππησίους στο 4ο κεφάλαιο: «Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε(:Να έχετε πάντοτε την χαρά του Κυρίου)· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε(:Θα σας το ξαναπώ: να έχετε χαρά)». Λέμε πολλές φορές σε έναν που πενθεί: «Ε, όχι να λυπάσαι έτσι». Για να καταλάβετε ότι είναι εντολή. «Μα, δεν μπορώ». «Είναι αμαρτία να λυπάσαι. Να έχεις χαρά». «Μα πέθανε ο άνθρωπός μου, έπαθα δυστύχημα ή ό,τι άλλο». «Πρόσεξε, δεν θέλομε να σου πούμε να μην πενθήσεις· αλλά με το μέτρο. Άκου την εντολή του Θεού». Να πώς μπαίνει η εντολή. Γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να ξεπεράσει την λύπη του. Να έχεις χαρά. Το φαντάζεστε αυτό; Συνεχίζει ο Απόστολος και λέει στους Φιλιππησίους: «Τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις. Ὁ Κύριος ἐγγύς». Θα λέγατε: «Τι εντολές υπάρχουν;». Ακούστε πόσες εντολές υπάρχουν σε αυτό το χωρίο. Πρώτα πρώτα είναι η εντολή της χαράς. «Θα έχετε χαρά». Χριστιανός που δεν έχει χαρά εις τον παρόντα κόσμο κάτι δεν πάει καλά στη ζωή του για να μην έχει χαρά. Δεύτερον: «Πρέπει να γίνει γνωστή στους ανθρώπους η επιείκειά σας». Να είσαστε επιεικείς. Εντολή είναι αυτό. Ακόμη, τρίτον: «Πρέπει να αναθέσετε τα πάντα, μηδέν μεριμνάτε, στην πρόνοια και την αγάπη του Θεού». Εντολή είναι αυτό. Ο Κύριος δεν είπε: «Μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε» κ.τ.λ; Εντολή είναι αυτό. Κι ακόμη, αν θέλετε, και μία δογματική γνώσις· που κι αυτό είναι εντολή να το μάθομε. Ποια είναι αυτή η δογματική γνώσις; «Ὁ Κύριος ἐγγύς». Πώς ἐγγύς; Εγγύς, θα λέγαμε, τροπικά; Βεβαίως ο Κύριος είναι εγγύς τροπικά. Χρονικά είναι εγγύς ο Κύριος. Είναι κοντά, είναι πλησίον. Ο Κύριος έρχεται. Αν πεις «ο Κύριος χρονίζει» είναι παράβασις. Βλέπετε λοιπόν ότι μέσα σε αυτόν τον στίχον βρίσκομε τέσσερις εντολές που δίδει ο λόγος του Θεού;
Ο Κύριος είπε στους μαθητάς Του… για να ιδείτε μερικά ακόμα, μετά την Ανάστασή Του: «Περιμένετε λίγες μέρες εδώ εις τα Ιεροσόλυμα, μην απομακρυνθείτε, για να πάρετε την επαγγελία του Πατρός μου, δηλαδή το Άγιον Πνεύμα». Τι ήτο αυτό; Εντολή. Ακόμη τι είπε ο Κύριος: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἒθνη». Τι είναι αυτό; Εντολή. Όταν ανεστήθη, όπως ξέρετε, τους είπε, παρήγγειλε, με τις γυναίκες τις Μυροφόρες, τους παρήγγειλε ότι θα συναντηθούν εις την Γαλιλαία. Οι μαθηταί δεν πήγαν στην Γαλιλαία. Ήταν εντολή. Τι έκαναν εδώ οι μαθηταί; Παρέβησαν την εντολή του Χριστού.
Ώστε βλέπομε ότι κάθε λόγος του Θεού, τόσο στην Παλαιά Διαθήκη, όσο και εις την Καινή Διαθήκη, είναι το θέλημα το αμετάθετον του Θεού. Χωρίς να κάνομε καμιά κριτική. Ο Κύριος είπε: «Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων – δηλαδή δεν εφαρμόσει μία από αυτές τις εντολές τις νομιζόμενες μικρές, νομιζόμενες, δεν υπάρχουν μεγάλες και μικρές εντολές. Φερειπείν πολλοί λένε: «Και τι είναι η νηστεία; Μικρή εντολή» – ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν». «Ἐλάχιστος» θα πει τιποτένιος. Εσύ κρίνεις τις εντολές του Θεού ότι είναι τιποτένιες; Ε, τιποτένιος κι εσύ θα κληθείς, όταν θα έρθει η ημέρα εκείνη της κρίσεως.
Συνεπώς βλέπομε εδώ ότι η γνώσις των εντολών του Θεού, αγαπητοί μου, δεν είναι αυτονόητη. Απλούστατα χρειάζεται διαρκής μελέτη των Γραφών, διαρκής ακρόασις του λόγου του Θεού, των Γραφών, για να μάθομε ποιες είναι οι εντολές του Θεού, δηλαδή το θέλημα του Θεού. Γι’ αυτό τον λόγο οι άνθρωποι, επειδή δεν έχουν μελέτη και ούτε ακρόαση, παραβαίνουν τις εντολές του Θεού, αλλά τις παραβαίνουν από άγνοια. Αλλά η άγνοια είναι γνωστό ότι δεν επιτρέπεται.
Οι εντολές του Θεού ακόμη, αγαπητοί μου, έχουν και αρνητικόν και θετικόν χαρακτήρα. Εντελλόμεθα τι δεν πρέπει να κάνομε. Τι είπε εις τον νεανίσκον; «Οὐ μοιχεύσεις». Εντελλόμεθα τι πρέπει να κάνομε. Θετικός χαρακτήρας. «Τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου». Συνεπώς πρέπει να τηρούμε τις εντολές, όσες, όπως προσφέρονται, αρνητικές και θετικές, χωρίς να κάνομε καμία επιλογή ή να είμεθα στις εντολές του Θεού εκλεκτικοί. Να πούμε: «Α, αυτή καλή είναι, την εφαρμόζω. Την άλλη, ε, όχι, δεν πειράζει, την απορρίπτω». Είτε θεωρητικώς, είτε πρακτικώς. Λέγει ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος: «Ὃστις γὰρ ὅλον τὸν νόμον τηρήσῃ, πταίσῃ δὲ ἐν ἑνί –«Να εφαρμόσεις όλες τις εντολές, αλλά πταίσεις σε μία εντολή»-, γέγονε πάντων ἔνοχος – «Αυτός», λέγει, έχει γίνει ένοχος όλων των εντολών»- ὁ γὰρ εἰπὼν μὴ μοιχεύσῃς, εἶπε καὶ μὴ φονεύσῃς· εἰ δὲ οὐ μοιχεύσεις, φονεύσεις δέ, γέγονας παραβάτης νόμου». «Γιατί Εκείνος που είπε μη μοιχεύσεις, είπε και μη φονεύσεις. Αν δεν μοιχεύσεις, αλλά φονεύσεις, τότε έγινες παραβάτης όλου του νόμου». Δεν είναι δύσκολο να το καταλάβουμε, αγαπητοί μου. Μπορεί να είσαι σπουδαίος άνθρωπος… κάνεις μια κλοπή· έντιμος, κάνεις μια κλοπή. Σε πάνε στη φυλακή. Δεν σου λένε ότι… «Ξέρεις επειδή είσαι έντιμος, ε, τέλος πάντων, μια κλοπή έκανες, δεν είναι και τίποτα σπουδαίο πράγμα». Πας στην φυλακή. Είσαι παραβάτης ενός νόμου. Πας στην φυλακή. Για να το καταλάβομε τι θα πει είμαι ένοχος απέναντι στον Θεό, έστω κι αν έχω παραβεί μία εντολή.
Εξάλλου, η απόδειξις ότι πιστεύομε είναι η τήρησις των εντολών. Λένε μερικοί: «Πιστεύω στον Θεό». Δεν πάνε στην Εκκλησία. Μα εάν πιστεύεις, τότε θα πρέπει να πας στην Εκκλησία. Λένε μερικοί: «Αγαπώ την μάνα μου και τον πατέρα μου». Δεν τους δίνουν όμως σημασία στην μάνα τους και τον πατέρα τους. Μα πώς αγαπάς την μάνα σου και τον πατέρα σου; Εάν δεν δίνεις σημασία ή δεν τους φέρνεις τα πρέποντα, τα δέοντα, για να τραφούν κ.λπ. κ.λπ. Έτσι υπάρχει μία αντίφασις εδώ. «Τί τὸ ὄφελος, ἀδελφοί μου, – λέγει ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος- ἐὰν πίστιν λέγῃ τις ἔχειν, ἔργα δὲ μὴ ἔχῃ;». Λες ότι πιστεύεις; Πρέπει να υπάρξει μία προσαρμογή της πίστεως με τα έργα. Έχεις έργα; Πρέπει να έχεις και πίστη.
Πράγματι, οι εντολές του Θεού, αγαπητοί μου, επεκτείνονται σε όλους τους τομείς των σχέσεων του ανθρώπου προς τον Θεό, τον εαυτόν του και τον πλησίον. Γι’αυτό και οι εντολές στον 118 Ψαλμό έχουν δέκα ονόματα. Ή καλύτερα, αν θέλετε, ο λόγος του Θεού παίρνει δέκα ονόματα που είναι εντολές. Ακούσατε. Γιατί η λέξις «εντολή» είναι ένα από τα δέκα ονόματα. Λέγει, λέγονται: «Μαρτύρια», «ἐντολαί», «δικαιώματα», «κρίματα», «κρίσεις», «λόγοι», «ὁδοί», «ἀλήθεια», «διάταξις», «νόμος». Δέκα ονόματα. Θα σας πω ένα… εκεί που λέει «δικαιώματα». Είναι εντολές. Ποιες είναι; Εκείνες που αφορούν στην λατρεία του Θεού, στα δικαιώματα του Θεού. Έχομε την εντολή να λατρεύσουμε τον Θεό. Η Θεία Λειτουργία ως λατρεία ανήκει στα δικαιώματα του Θεού. Δηλαδή στις εντολές εκείνες που αφορούν στην λατρεία του Θεού. Πρέπει κάθε Κυριακή και μεγάλη γιορτή να τελέσουμε την Θεία Λειτουργία. Οφείλομε δε αφού τελέσουμε την Θεία Λειτουργία και να εκκλησιαζόμεθα. Είναι εντολή του Θεού. Γιατί αφορά, σας είπα, στα δικαιώματα του Θεού.
Ακόμη η τήρησις των εντολών είναι η οδός γνώσεως του Θεού. Είναι η ἐπίβασις ή ἀνάβασις, κατά τους πατέρες, της θεωρίας. Δεν θα φθάσεις στην θεωρία αν δεν ανεβείς επάνω εις την πράξιν. Όταν ο Κύριος πρόβαλε στον νεανίσκο την τήρησιν των εντολών, πίσω από αυτές εκρύπτετο ο Ίδιος. Αυτό είναι σημαντικό, προσέξατέ το. Κι όταν ο νεανίσκος βεβαίωνε ότι ετήρησε τις εντολές, ο Κύριος τού είπε: «Έλα από πίσω μου». Δηλαδή «Δεῦρο ἀκολούθει μοι». «Έλα από πίσω μου. Έλα μαζί μου». Δηλαδή «Οι εντολές που είπες τήρησες, τώρα σε οδηγούν σε Εκείνον που σου έδωσε τις εντολές. Δηλαδή είμαι Εγώ. Εγώ είμαι Εκείνος που κρύπτομαι πίσω από τις εντολές». Συνεπώς οι εντολές μάς οδηγούν εις τον Κύριον. Ο Κύριος δεν θα προσμετρήσει αν τηρήσαμε τούτη ή εκείνη την εντολή κατά νομικιστικόν τρόπον και χαρακτήρα, αλλά αν με τις εντολές γινήκαμε κατάλληλοι να ζήσομε μαζί Του στην Βασιλεία του Θεού. Έτσι, δεν πρέπει να βλέπομε τι τηρήσαμε ή δεν τηρήσαμε, αλλά τι γινήκαμε ή ακόμα υστερούμε. Φτιάχτηκα; Έγινα;
Αγαπητοί, μάθαμε ότι εκείνος ο νεανίσκος, παρότι ετήρησε τις εντολές, απέτυχε στον τελικό σκοπό της τηρήσεως των εντολών. Έχασε τον Κύριον. Λυπήθηκε και έφυγε. Είχε κάνει σκοπό της πνευματικής του ζωής την τήρηση των εντολών και όχι τον νομοθέτην, τον Ιησούν Χριστόν. Κάποια μέρα οι εντολές θα καταργηθούν· γιατί δεν θα χρειάζονται. Λέει ο Απόστολος: «Ὃταν δὲ ἔλθῃ τὸ τέλειον, τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται». Τότε θα έχομε γνωρίσει τον Κύριον. Ο νεανίσκος γύρισε την πλάτη του, σας είπα, γιατί δεν έβλεπε πίσω από τις εντολές τον Κύριον.
Αγαπητοί, να τηρούμε τις εντολές. Να μην λησμονούμε ότι μ’ αυτές πρέπει να μεταμορφωθούμε. Να γίνομε καινούριοι άνθρωποι, καινοί – το «και-» με άλφα γιώτα. Για να μπορούμε να δούμε το πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. «Ὃτι ὀψόμεθα αὐτὸν –λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης- καθώς ἐστι. Καὶ πᾶς ὁ ἔχων τὴν ἐλπίδα ταύτην ἐπ᾿ αὐτῷ ἁγνίζει ἑαυτόν». Τηρεί τις εντολές, καθαρίζεται, μεταμορφώνεται, γιατί έχει την ελπίδα να δει το πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_461.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.