ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ Λουκά (19/1/2025)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΒ΄ΛΟΥΚΑ
Προς Κολοσσαείς, κεφάλαιο Γ΄, εδάφια 4-11
4 Ὃταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ.
5 Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, 6 δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, 7 ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· 8 νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· 9 μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ 10 καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, 11 ὅπου οὐκ ἔνι ῞Ελλην καὶ ᾿Ιουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
4 Όταν ο Χριστός φανερωθεί, ο αίτιος και χορηγός της πνευματικής αυτής ζωής μας, τότε κι εσείς μαζί με Αυτόν θα φανερωθείτε δοξασμένοι. 5 Νεκρώστε, λοιπόν, τα μέλη σας που επιθυμούν τις γήινες απολαύσεις και ηδονές. Νεκρώστε την πορνεία, την ακαθαρσία, κάθε πάθος και υποδούλωση στο κακό, κάθε κακή επιθυμία και την πλεονεξία, η οποία είναι λατρεία στο είδωλο του χρήματος. 6 Για τα αμαρτήματα αυτά έρχεται η οργή του Θεού σε αυτούς που συστηματικά και με επιμονή δεν θέλουν να πιστέψουν. 7 Στα αμαρτήματα αυτά κι εσείς κάποτε πορευθήκατε και τα υπηρετήσατε, όταν ζούσατε ανάμεσα σε αυτούς τους άπιστους ανθρώπους. 8 Τώρα όμως βγάλτε και πετάξτε από πάνω σας κι εσείς, σαν ακάθαρτο ένδυμα, όλα αυτά τα κακά, την οργή, τον θυμό, την κακία και πονηριά, την κακολογία, την αισχρολογία από το στόμα σας. 9 Μη λέτε ψέματα ο ένας στον άλλο, αφού πλέον γδυθήκατε τον παλαιό διεφθαρμένο άνθρωπο μαζί με τις πράξεις του 10 και ντυθήκατε τον νέο άνθρωπο που συνεχώς ανανεώνεται και γίνεται καινούριος, ώστε να προοδεύσει στην τέλεια γνώση του Θεού. Και γίνεται διαρκώς καινούριος με το να παίρνει την ίδια μορφή με την εικόνα του Χριστού που τον δημιούργησε. 11 Σε αυτόν τον νέο άνθρωπο δεν υπάρχει διάκριση Έλληνα και Ιουδαίου, περιτμημένου Ισραηλίτη και απερίτμητου εθνικού, βάρβαρου και Σκύθη, δούλου και ελεύθερου, αλλά και εθνικότητα και καταγωγή και αξίωμα και τα πάντα είναι ο Χριστός, όπως και μέσα σε όλους τους πιστούς πάλι είναι ο Χριστός.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΒ΄ΛΟΥΚΑ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο ΙΖ΄, εδάφια 11-19
11 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτὸν εἰς ῾Ιερουσαλὴμ καὶ αὐτὸς διήρχετο διὰ μέσου Σαμαρείας καὶ Γαλιλαίας. 12Καὶ εἰσερχομένου αὐτοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, 13καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· ᾿Ιησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς. 14Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν.
15 Εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, 16 καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. 17Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; 18Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; 19Καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.
Ερμηνευτική απόδοση Παν. Τρεμπέλα
11Καθώς ο Ιησούς πήγαινε στα Ιεροσόλυμα, περνούσε μέσα από τα σύνορα της Σαμάρειας και της Γαλιλαίας βαδίζοντας από δυτικά προς ανατολικά, προς τη χώρα που βρίσκεται πέρα από τον Ιορδάνη. 12 Και την ώρα που έμπαινε σε κάποιο χωριό, Τον συνάντησαν δέκα λεπροί άνδρες, οι οποίοι στάθηκαν από μακριά, επειδή σύμφωνα με τον νόμο κάθε λεπρός θεωρούνταν ακάθαρτος και δεν του επιτρεπόταν να πλησιάσει κανέναν. 13Και αυτοί άρχισαν να του φωνάζουν δυνατά: «Ιησού, Κύριε, σπλαχνίσου μας και θεράπευσέ μας». 14 Βλέποντάς τους Εκείνος, τους είπε: «Πηγαίνετε και δείξτε το σώμα σας στους ιερείς, για να βεβαιώσουν αν πράγματι θεραπευθήκατε, σύμφωνα με τη διάταξη του νόμου». Και καθώς αυτοί πήγαιναν να εξεταστούν από τους ιερείς, καθαρίστηκαν από τη λέπρα.
15 Ένας απ’ αυτούς, μόλις είδε ότι θεραπεύθηκε, επέστρεψε και με δυνατή φωνή εκφράζοντας τη χαρά και την ευγνωμοσύνη του δόξαζε τον Θεό που τον θεράπευσε διαμέσου του Ιησού. 16 Έπεσε τότε με το πρόσωπο κάτω στη γη κοντά στα πόδια του Ιησού και τον ευχαριστούσε. Και αυτός ήταν Σαμαρείτης, δηλαδή σχισματικός και λιγότερο φωτισμένος από τους Ιουδαίους. Συνεπώς κανείς δεν θα περίμενε να δείξει αυτός μια τέτοια ευγνωμοσύνη που δεν έδειξαν οι άλλοι εννέα, που ήταν Ισραηλίτες. 17 Τότε ο Ιησούς είπε: «Δεν καθαρίστηκαν από την λέπρα και οι δέκα; Οι άλλοι εννέα πού είναι; 18 Δεν μπορούσαν να γυρίσουν πίσω και να δοξάσουν τον Θεό, παρά μόνο ο ξένος αυτός, που δεν ανήκει στο γνήσιο ιουδαϊκό γένος;». 19 Και σε αυτόν είπε: «Σήκω και πήγαινε. Η πίστη σου σε έσωσε. Δεν θεράπευσε μόνο το σώμα σου, αλλά αποτελεί και καλή αρχή που θα σε οδηγήσει και στην πνευματική σου σωτηρία».
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ΛΟΥΚΑ[: Κολ.3,4-11]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[Υπομνηματισμός των εδαφίων Κολ.3,4-15]
«Ὃταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν(:Όταν ο Χριστός φανερωθεί ο αίτιος και χορηγός της πνευματικής αυτής ζωής μας)», τότε να ζητείτε τη δόξα, τότε τη ζωή, τότε την απόλαυση. Αυτά είναι προπαρασκευαστικά για να απομακρύνει αυτούς από τις απολαύσεις και τις ανέσεις. Έτσι συνηθίζει ο απόστολος Παύλος, ενώ ομιλεί για άλλα, μεταπηδά σε άλλα· για παράδειγμα, ομιλώντας για εκείνους που τρέχουν έγκαιρα στα δείπνα[Κολ.2.16-23], μεταπήδησε αμέσως στην παρατήρηση των μυστηρίων· διότι έχει μεγάλη δύναμη ο έλεγχος, όταν γίνει σε ανύποπτο χρόνο. «Είναι κρυμμένη», λέγει, «από εσάς». «Τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε(:Τότε κι εσείς μαζί με Αυτόν θα φανερωθείτε)». Συνεπώς τώρα δεν φαίνεστε. Πρόσεχε με ποιον τρόπο μετέθεσε αυτούς στον ουρανό. Όπως δηλαδή προανέφερα, πάντοτε προσπαθεί να δείξει ότι έχουν τα ίδια που έχει και ο Χριστός και σε όλες τις επιστολές του το ίδιο θέμα υπάρχει, να δείξει δηλαδή ότι σε όλα είναι μέτοχοι με τον Χριστό. Γι’ αυτό και κεφαλή και σώμα Τον ονομάζει και τα πάντα κάνει για να παρουσιάσει αυτό το πράγμα.
Εάν λοιπόν φανερωθούμε τότε, ας μη στενοχωρούμαστε, όταν τώρα δεν απολαμβάνουμε την τιμή. Εάν η ζωή αυτή δεν είναι ζωή, αλλά είναι κρυμμένη, οφείλουμε να ζούμε αυτή τη ζωή σαν νεκροί. «Τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ(:Τότε κι εσείς μαζί με Αυτόν θα φανερωθείτε δοξασμένοι)», λέγει. «Δοξασμένοι» είπε, όχι έτσι απλώς, αφού και το μαργαριτάρι είναι κρυμμένο, έως ότου είναι μέσα στο στρείδι. Και αν λοιπόν μας υβρίσουν, ας μη θλιβόμαστε, και αν ακόμη παθαίνουμε οτιδήποτε· διότι δεν είναι δική μας ζωή αυτή η ζωή, είμαστε ξένοι και προσωρινοί. «Διότι πεθάνατε», λέγει. Ποιος είναι τόσο ανόητος, ώστε στο νεκρό σώμα που έχει ταφεί ή δούλους να αγοράζει ή σπίτια να κτίζει ή να κάνει πολυτελή ενδύματα; Κανείς. Ας μην είστε λοιπόν ούτε και εσείς, αλλά όπως ακριβώς ένα μόνο ζητούμε, να μη γυμνωθούμε δηλαδή, έτσι και εδώ ας ζητούμε μόνο ένα.
Ενταφιάστηκε ο πρώτος μας άνθρωπος. Ενταφιάστηκε όχι μέσα στη γη, αλλά στο νερό, χωρίς να τον διαλύει ο θάνατος, αλλά αφού διέλυσε το θάνατο, ο οποίος τον θανάτωσε, όχι με τον νόμο της φύσεως, αλλά με το ισχυρότερο από τη φύση πρόσταγμα της εξουσίας του Κυρίου· διότι αυτά που από τη φύση έγιναν θα μπορέσει κάποιος και να τα διαλύσει, αυτά όμως που γίνονται με το πρόσταγμά Του όχι πια. Τίποτε δεν είναι μακαριότερο από την ταφή αυτή, για την οποία όλοι χαίρονται, και άγγελοι και άνθρωποι, και ο Κύριος των αγγέλων. Για την ταφή αυτή δεν χρειάζονται ούτε ενδύματα· ούτε λάρνακα, ούτε τίποτε άλλο από τα παρόμοια.
Θέλεις να δεις το σύμβολο; Θα σου δείξω την κολυμβήθρα, μέσα στην οποία ο ένας ενταφιάστηκε και ο άλλος αναστήθηκε[ενταφιάστηκε ο παλαιός μας άνθρωπος, ο άνθρωπος της αμαρτίας και αναστήθηκε ο νέος, ο άνθρωπος της χάριτος]. Στην Ερυθρά Θάλασσα βυθίστηκαν οι Αιγύπτιοι και ανυψώθηκαν οι Ισραηλίτες· στο ίδιο πράγμα αφενός μεν υπάρχει ταφή, αφετέρου δε γέννηση. Μην απορήσεις εάν γίνεται στο βάπτισμα γένεση και φθορά συγχρόνως. Γιατί, πες μου, η διάλυση δεν είναι αντίθετο από τη συγκόλληση; Είναι ολοφάνερο. Αυτό κάνει το πυρ, διότι διαλύει και αφανίζει το κερί, συγκολλά όμως το χώμα που περιέχει μεταλλεύματα και κάνει το χρυσάφι. Έτσι λοιπόν και εδώ, η δύναμη του πυρός αφού εξαφάνισε τον πήλινο ανδριάντα, παρουσίασε στη θέση εκείνου τον χρυσό ανδριάντα· διότι πραγματικά πριν από το λουτρό του βαπτίσματος ήμασταν πήλινοι, ύστερα όμως από αυτό γινόμαστε χρυσοί.
Από πού αποδεικνύεται αυτό; Άκουσε τον Παύλο ο οποίος λέγει: «Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἐκ γῆς χοϊκός, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ (:Ο πρώτος άνθρωπος πλάστηκε από τη γη, χωματένιος. Ο δεύτερος άνθρωπος είναι ο Κύριος, ο οποίος κατέβηκε από τον ουρανό και μαζί με τη θεία Του φύση προσέλαβε και την ανθρώπινη)» [Α΄Κορ.15,47]. Είπα λοιπόν ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά του πήλινου από τον χρυσό, βρήκα όμως πιο μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε αυτόν που κατάγεται από τον ουρανό και σε αυτόν που προέρχεται από τη γη. Και δεν είναι τόση η διαφορά πήλινου και χρυσού, όση των γήινων και των ουρανίων. Ήμασταν κέρινοι και πήλινοι πριν από την αναγέννησή μας μέσω του αγίου Βαπτίσματος, διότι η φλόγα της επιθυμίας μάς έλειωσε πολύ περισσότερο από ό,τι το πυρ λειώνει το κερί· και ο τυχαίος ο πειρασμός μάς συνέθλιψε πολύ περισσότερο από ό,τι ο λίθος τους πήλινους. […]
«Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς(:Νεκρώστε λοιπόν τα μέλη σας που επιθυμούν τις γήινες απολαύσεις και ηδονές. Νεκρώστε την πορνεία, την ακαθαρσία, κάθε πάθος και υποδούλωση στο κακό, κάθε κακή επιθυμία και την πλεονεξία, η οποία είναι λατρεία στο είδωλο του χρήματος. Για τα αμαρτήματα αυτά έρχεται η οργή του Θεού σε αυτούς που συστηματικά και με επιμονή δεν θέλουν να πιστεύουν. Στα αμαρτήματα αυτά και εσείς κάποτε πορευθήκατε και τα υπηρετήσατε, όταν ζούσατε ανάμεσα σε αυτούς, τους άπιστους ανθρώπους)»[Κολ.3,5-7].
Ακούσατε τι βροντοφώναξε πριν λίγο ο Παύλος; Τι υπάρχει χειρότερο από μία τέτοια πλεονεξία; Αυτή είναι πιο κακή από κάθε επιθυμία. Αυτό είναι πιο βαρύ από εκείνο που έλεγα, δηλαδή η μανία και η βλακεία για τα χρήματα. «Καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία(:Και την πλεονεξία η οποία είναι λατρεία στο είδωλο του χρήματος)».Βλέπετε πού τελειώνει το κακό; Μη λοιπόν δυσανασχετείτε· διότι δεν το κάνω επειδή το θέλω, ούτε απλώς θέλω να έχω εχθρούς, αλλά θα ήθελα να φτάσετε σε τέτοιο σημείο αρετής, ώστε εγώ να ακούω από εσάς τα πρέποντα. Ώστε δεν είναι αυτό αποτέλεσμα αυθεντίας, ούτε αξιώματος, αλλά οδύνης και υπερβολικού πόνου ψυχής. Συγχωρέστε με, συγχωρέστε με· δεν θέλω να ασχημονώ ομιλώντας για τέτοιου είδους πράγματα, αλλά αναγκάζομαι. Δεν λέγω αυτά επειδή θέλω να ανακουφίσω την οδύνη των φτωχών, αλλά για χάρη της δικής σας σωτηρίας. Καθόσον θα χαθούν, θα χαθούν εκείνοι που δεν έθρεψαν τον Χριστό. Διότι τι και αν τρέφεις φτωχό άνθρωπο; Ενόσο κάνεις τέτοιες σπατάλες και ζεις έτσι με απολαύσεις, όλα είναι περιττά. Διότι εκείνο που ζητείται δεν είναι να δώσεις πολλά, όχι ,όμως και το μικρότερο μέρος της περιουσίας σου· διότι αυτό είναι δείγμα ανθρώπου που εμπαίζει, που αστειεύεται.
«Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς(:Νεκρώστε λοιπόν τα μέλη σας που επιθυμούν τις γήινες απολαύσεις και ηδονές)». Τι λέγεις, Παύλε; Δεν είπες εσύ ότι ενταφιαστήκατε; Ότι ενταφιαστήκατε μαζί με τον Χριστό; Ότι περιτμηθήκατε; Ότι «γδυθήκαμε το σώμα, που δούλευε στις αμαρτίες της σάρκας»; Πώς λοιπόν λέγεις πάλι, «νεκρώστε»; Μήπως αστειεύεσαι; Σαν να είναι αυτοί ανάμεσά μας, έτσι ομιλείς; Δεν υπάρχει αντίφαση. Αλλά όπως ακριβώς, εάν κάποιος, αφού καθαρίσει εντελώς ακάθαρτο ανδριάντα, ή καλύτερα, αφού τον κατασκευάσει από την αρχή, και τον παρουσιάσει αστραφτερό πάλι, εάν μεν έλεγε ότι εξαφανίστηκε η σκουριά και έχει χαθεί, και συμβούλευε πάλι να φροντίζουμε να απομακρύνεται η σκουριά, δεν θα αντέφασκε· διότι δεν συμβουλεύει να απομακρυνθεί η σκουριά εκείνη, που καθάρισε, αλλά αυτή που εμφανίζεται ύστερα· έτσι ο Παύλος δεν εννοεί την προηγούμενη νέκρωση, ούτε εκείνες τις πορνείες, αλλά εκείνες που εμφανίζονται αργότερα. Είπε ότι δεν είναι δική μας η παρούσα ζωή, αλλά άλλη που βρίσκεται στους ουρανούς.
Πες μου λοιπόν· επειδή είπε: «Νεκρώστε λοιπόν τα μέλη σας που επιθυμούν τις γήινες απολαύσεις και ηδονές», μήπως λοιπόν και η γη έχει διαφθαρεί; Ή με το «ἐπὶ τῆς γῆς» εννοεί αυτά τα αμαρτήματα; «Την πορνεία, την ακαθαρσία», λέγει. Παράβλεψε τα πράγματα, τα οποία ούτε να τα αναφέρει θεώρησε καλό, και με την ακαθαρσία έχει δηλώσει τα πάντα. «Το πάθος», λέγει, «τις κακές επιθυμίες». Να λοιπόν γενικά είπε το καθετί· διότι όλα είναι επιθυμία κακή, δηλαδή η βασκανία, η οργή, η λύπη. «Καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας· δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας (:Και την πλεονεξία, η οποία είναι λατρεία στο είδωλο του χρήματος. Για τα αμαρτήματα αυτά έρχεται η οργή του Θεού σε αυτούς που συστηματικά και με επιμονή δεν θέλουν να πιστεύουν)», λέγει. Διότι γι’ αυτά έρχεται η οργή του Θεού σε εκείνους που απειθούν.
Με πολλούς τρόπους απομάκρυνε από αυτά· με τις ευεργεσίες που έγιναν στο παρελθόν, με τα μελλοντικά κακά από τα οποία έχουμε απαλλαγεί, ποιοι είμαστε και γιατί. Και όλα εκείνα, όπως ποιοι και σε ποια κατάσταση είμαστε, και ότι έχουμε απαλλαγεί από αυτήν, πώς και με ποιο τρόπο και γιατί, όλα αυτά ήταν αρκετά να τους οδηγήσουν μακριά από αυτά, αλλά το πιο φοβερό από όλα ήταν αυτό, δυσάρεστο μεν να το πούμε, όχι όμως ανωφελές αλλά και ωφέλιμο· «δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας(:για τα αμαρτήματα αυτά έρχεται η οργή του Θεού σε αυτούς που συστηματικά και με επιμονή δε θέλουν να πιστεύουν)», λέγει. Δεν είπε «σε σας», αλλά «ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας (:σε αυτούς που συστηματικά και με επιμονή δεν θέλουν να πιστεύουν)»· «ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς(:Στα αμαρτήματα αυτά και εσείς κάποτε πορευθήκατε και τα υπηρετήσατε, όταν ζούσατε ανάμεσα σε αυτούς, τους άπιστους ανθρώπους)». Ελέγχοντας λέγει, «όταν ζούσατε ανάμεσα σε αυτούς», και εγκωμιάζοντας, διότι τώρα δε ζουν· τότε μπορούσαν να ζουν ανάμεσά τους.
«Νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα(:Τώρα όμως βγάλτε και πετάξτε από πάνω σας κι εσείς, σαν ακάθαρτο ένδυμα, όλα αυτά τα κακά)». Πάντοτε λέγει και γενικά και ειδικά για τον καθένα. Αυτά είναι αποτέλεσμα της διαθέσεως του καθενός. «Ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους (:Την οργή, τον θυμό, την κακία και πονηριά, την κακολογία, την αισχρολογία από το στόμα σας. Μη λέτε ψέματα ο ένας στον άλλο)»· «αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν(:την αισχρολογία από το στόμα σας)», λέγει με έμφαση, διότι το λερώνει.
«ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν(:αφού πλέον γδυθήκατε τον παλαιό διεφθαρμένο άνθρωπο μαζί με τις πράξεις του και ντυθήκατε τον νέο άνθρωπο που συνεχώς ανανεώνεται και γίνεται καινούργιος, ώστε να προοδεύει στην τέλεια γνώση του Θεού. Και γίνεται διαρκώς καινούργιος με το να παίρνει την ίδια μορφή με την εικόνα του Χριστού που τον δημιούργησε)»[Κολ.3,9]. Αξίζει να εξετάσουμε εδώ, γιατί τέλος πάντων καλεί τον ανήθικο βίο ‘’μέλη’’ και ‘’άνθρωπο’’ και ‘’σώμα’’ και τον ενάρετο πάλι το ίδιο. Και εάν ο άνθρωπος είναι οι αμαρτίες, πώς λέγει «μαζί με τις πράξεις του»; Με το να πει «τον παλαιό άνθρωπο», απέδειξε ότι δεν είναι αυτό ο άνθρωπος, αλλά εκείνο. Η προαίρεση είναι πιο σημαντική από την ουσία, και αυτό είναι μάλλον ο άνθρωπος, παρά εκείνο. Διότι η ουσία δεν ωθεί στην κόλαση, ούτε εισάγει στη Βασιλεία των Ουρανών, αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι, και κανένα ούτε αγαπάμε, ούτε μισούμε όταν είναι άνθρωπος, αλλά όταν αυτός είναι καλός ή κακός άνθρωπος.
Εάν λοιπόν η μεν ουσία είναι το σώμα, αυτή δε δεν φέρει ευθύνη για κανένα από τα δύο, πώς λέγει ότι αυτό είναι κακό; Και γιατί λέγει: «σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ(:μαζί με τις πράξεις του)»; Εννοεί την προαίρεση μαζί με τα έργα. Αποκαλεί αυτόν παλαιό, επειδή θέλει να δείξει την ατιμία του και την ασχήμια τους και την αδυναμία του. Και τον αποκαλεί νέο, αντί να λέγει «μην περιμένετε ότι και αυτό θα πάθει το ίδιο, αλλά το αντίθετο· διότι όσο προχωρεί η ηλικία του, δεν προχωρεί προς τα γηρατειά, αλλά προς νεότητα, που είναι σπουδαιότερη από την πρώτη». Διότι το να τα αποκτήσει περισσότερη γνώση, αξιώνεται και μεγαλύτερα, και περισσότερο προοδεύει, γίνεται πιο δυνατός, όχι από τη νεότητά του μόνο, αλλά και από το είδος στο οποίο ανήκει. Να, «κτίσις» ονομάζεται ο άριστος τρόπος ζωής. Σύμφωνα με την εικόνα του Χριστού· διότι αυτό σημαίνει «σύμφωνα με την εικόνα Εκείνου που τον δημιούργησε», επειδή και ο Χριστός δεν πέθανε στα γηρατειά, αλλά ήταν τόσο καλός, ώστε ούτε να μπορούμε να Τον περιγράψουμε.
«Ὅπου οὐκ ἔνι ῞Ελλην καὶ ᾿Ιουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός(:Σε αυτόν τον νέο άνθρωπο δεν υπάρχει διάκριση Έλληνα και Ιουδαίου, περιτετμημένου Ισραηλίτη και απερίτμητου εθνικού, βάρβαρου και Σκύθη, δούλου και ελεύθερου, αλλά και εθνικότητα και καταγωγή και αξίωμα και τα πάντα είναι ο Χριστός, όπως και μέσα σε όλους τους πιστούς πάλι είναι ο Χριστός)»[Κολ.3,11]. Ιδού τρίτο εγκώμιο του ανδρός αυτού, όταν δεν ισχύει η διαφορά ούτε της εθνικότητας, ούτε του αξιώματος, ούτε της καταγωγής, όταν δεν έχει τίποτε από τα εκτός της πίστεως, ούτε έχει ανάγκη από αυτά· διότι τέτοια είναι όλα αυτά.
«Δεν υπάρχει διάκριση Έλληνα και Ιουδαίου, περιτετμημένου Ισραηλίτη και απερίτμητου εθνικού, βάρβαρου και Σκύθη, δούλου και ελεύθερου»· «Έλληνας», δηλαδή προσήλυτος· «και Ιουδαίος», από καταγωγή. Αν έχεις Αυτόν μόνο, θα κατορθώσεις τα ίδια με τους άλλους που τα έχουν αυτά. «Τα πάντα είναι ο Χριστός, όπως και μέσα σε όλους τους πιστούς πάλι είναι ο Χριστός», λέγει. «Όλα σε εσάς θα είναι ο Χριστός, και το αξίωμα και το γένος, και σε όλους θα είναι Αυτός ο ίδιος». Ή κάτι άλλο εννοεί, ότι «όλοι έχετε γίνει Χριστός ένας και είστε σώμα Αυτού».
«᾿Ενδύσασθε οὖν, ὡς ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ ἅγιοι καὶ ἠγαπημένοι (:Σαν εκλεκτοί λοιπόν του Θεού που είστε και αγιασμένοι και αγαπημένοι Του, αποκτήστε και ντυθείτε)». Αποδεικνύει πόσο εύκολα κατορθώνεται η αρετή, και για να την έχουμε αυτήν πάντοτε και για να την μεταχειριζόμαστε σαν το πιο μεγάλο στολίδι μας. Και μαζί με τον έπαινο γίνεται και η παραίνεση· διότι τότε έχει την πιο μεγάλη δύναμη. Διότι έγιναν άγιοι, αλλά όχι εκλεκτοί. Τώρα όμως έγιναν και εκλεκτοί και άγιοι και αγαπημένοι. «Σπλάγχνα οἰκτιρμοῦ(:Ντυθείτε καρδιά συμπονετική και ευσπλαχνική)». Δεν είπε ευσπλαχνία, αλλά εντονότερα το εξέφρασε με τις δύο λέξεις. Και δεν είπε, όπως συμβαίνει στα αδέλφια, αλλά όπως φέρονται οι πατέρες στα παιδιά. Μη λοιπόν μου πεις ότι έκανε λάθος· γι’ αυτό είπε σπλάχνα. Και δεν είπε, συμπάθεια, για να μην εξευτελίσει εκείνους , αλλά, «καρδιά συμπονετική και ευσπλαχνική».
«Χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πρᾳότητα, μακροθυμίαν, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων καὶ χαριζόμενοι ἑαυτοῖς ἐάν τις πρός τινα ἔχῃ μομφήν· καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἐχαρίσατο ὑμῖν, οὕτω καὶ ὑμεῖς(:Αγαθή και ευεργετική διάθεση, ταπεινοφροσύνη, πραότητα, μακροθυμία. Να ανέχεστε ο ένας τις αδυναμίες του άλλου και να συγχωρείτε ο ένας τον άλλο, εάν έχει κανείς παράπονο εναντίον του άλλου. Όπως και ο Χριστός σας έκανε χάρη και σας συγχώρησε, έτσι κι εσείς να συγχωρείτε ο ένας τον άλλο)». Πάλι ξεχωριστά τα αναφέρει και αυτό κάνει πάντοτε, διότι από την αγαθότητα προέρχεται η ταπεινοφροσύνη, και από αυτήν η μακροθυμία.
«Να ανέχεστε ο ένας τις αδυναμίες του άλλου», λέγει, δηλαδή, να παραδέχεστε ο ένας τον άλλο. Και πρόσεχε πώς αυτό τίποτε δε φανέρωσε, αφού το ονόμασε παράπονο και είπε «καθώς και ο Χριστός σας συγχώρησε». Είναι μεγάλο το πρότυπο, πράγμα που πάντοτε κάνει, από τον Χριστό προτρέποντας αυτούς. ‘’Παράπονο’’, λέγει. Εκεί μόνο το παρουσίασε αυτό ασήμαντο, όταν όμως ανέφερε το Πρότυπο, έπεισε ότι και αν ακόμη έχουμε μεγάλα παράπονα, πρέπει να συγχωρούμε. Διότι το «καθώς ο Χριστός», αυτό σημαίνει· και όχι μόνο αυτό, αλλά ότι πρέπει και με όλη μας την καρδιά να συγχωρούμε· και δεν φτάνει αυτό μόνο αλλά ότι πρέπει και να αγαπάμε. Διότι αφού ο Χριστός παρουσιάστηκε για παράδειγμα, παρουσιάζει στη συνέχεια όλα αυτά· και ότι πρέπει να θυσιάζουμε τη ζωή μας γι΄αυτούς, είτε είναι μεγάλα τα αδικήματα είτε δεν έχουμε αδικήσει εμείς πρώτοι, είτε εμείς μεν είμαστε μεγάλοι, εκείνοι δε μικροί, είτε πρόκειται να μας υβρίζουν και ύστερα από αυτά, διότι το, καθώς αυτά απαιτεί· και ότι δεν πρέπει να σταματήσουμε μέχρι τον θάνατο, αλλά εάν είναι δυνατό, να συνεχίσουμε και ύστερα.
«Ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις τὴν ἀγάπην, ἥτις ἐστὶ σύνδεσμος τῆς τελειότητος (:Και πάνω από όλα αυτά να ντυθείτε την αγάπη, η οποία σαν κρίκος δένει μαζί όλες τις αρετές σε τέλειο σύνολο)»[Κολ.3,11]. Βλέπεις ότι αυτό εννοεί; Επειδή δηλαδή είναι δυνατό να μην αγαπά κανείς, αν και συγχωρείται, ναι, λέγει, και να αγαπά, και δείχνει τον τρόπο, με τον οποίο είναι δυνατό να συγχωρεί κανείς. Διότι μπορεί κανείς και αγαθός να είναι και πράος και ταπεινόφρονας και μακρόθυμος και να μην επιθυμεί τα πάντα. Γι’ αυτό αρχίζοντας είπε: «σπλάγχνα οἰκτιρμοῦ(:καρδιά συμπονετική και ευσπλαχνική)», και αγάπη και ευσπλαχνία. «Και πάνω από όλα αυτά να ντυθείτε την αγάπη, η οποία σαν κρίκος δένει μαζί όλες τις αρετές σε τέλειο σύνολο». Αυτό που θέλει να πει είναι το εξής: ότι δεν υπάρχει κανένα όφελος από εκείνα, διότι όλα εκείνα διαλύονται, αν δεν γίνονται με αγάπη. Αυτή περισφίγγει όλα εκείνα· οποιοδήποτε αγαθό και αν αναφέρεις, αν δεν υπάρχει αυτή, δεν είναι τίποτε, αλλά εξαφανίζεται. Και όπως στο πλοίο, αν οι αποσκευές είναι μεγάλες, οι δε ταινίες για το δέσιμό τους είναι μικρές, δεν υπάρχει κανένα όφελος· όμοια και στο σπίτι, εάν δεν υπάρχουν οι συνδέσεις ξύλων· αλλά και στο σώμα, και αν ακόμη είναι μεγάλα τα οστά, αν οι σύνδεσμοι δεν υπάρχουν, δεν υπάρχει κανένα όφελος. Διότι οποιαδήποτε κατορθώματα και αν έχει κανείς, όλα είναι μάταια, αν δεν υπάρχει η αγάπη. Δεν είπε ότι είναι η κορυφή των αρετών αλλά εκείνο που είναι σπουδαιότερο, ‘’σύνδεσμος’’· αυτό είναι πιο αναγκαίο, παρά εκείνο· διότι η μεν κορυφή είναι αύξηση της τελειότητας, ενώ ο σύνδεσμος είναι η συνοχή εκείνων που συνιστούν την τελειότητα, σαν να είναι δηλαδή η ρίζα.
«Καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ βραβευέτω ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, εἰς ἣν καὶ ἐκλήθητε ἐν ἑνὶ σώματι· καὶ εὐχάριστοι γίνεσθε(: Και η ειρήνη που δίνει ο Θεός ας επιστατεί και ας κυριαρχεί μέσα στις καρδιές σας. Γι’ αυτήν την ειρήνη εξάλλου προσκληθήκατε, ώστε να γίνετε ένα σώμα. Προσπαθείτε ακόμη να γίνεστε και ευχάριστοι μεταξύ σας)»[Κολ.3,15]. Η ειρήνη του Θεού, η σταθερή και ασφαλής αυτή είναι. Αν εξαιτίας ανθρώπου έχεις ειρήνη, γρήγορα διαλύεται, αν όμως έχεις ειρήνη εξαιτίας του Θεού, δε διαλύεται. Αν και ανέφερε το γενικό, δηλαδή την αγάπη, όμως έρχεται πάλι στο ιδιαίτερο· διότι υπάρχει και αγάπη χωρίς μέτρο, όπως, όταν από πολλή αγάπη κατηγορεί κανείς χωρίς λόγο και φιλονικεί και δείχνει αποστροφή. «Όχι», λέγει, «δεν θέλω αυτό. Όχι όπως στο παρελθόν, αλλά όπως ο Θεός έκανε ειρήνη προς εσάς, έτσι και εσείς να κάνετε». Πώς έκανε; Επειδή Αυτός θέλησε, χωρίς να λάβει κάτι από εμάς.
Τι σημαίνει: «η ειρήνη που δίνει ο Θεός ας επιστατεί και ας κυριαρχεί μέσα στις καρδιές σας»; Εάν αντιμάχονται δύο σκέψεις, μην επιτρέψεις τον θυμό, μην επιτρέψεις την ύβρη να κατέχει το βραβείο, αλλά την ειρήνη. Για παράδειγμα, έστω ότι κάποιος υβρίστηκε άδικα. Από την ύβρη γεννήθηκαν δύο σκέψεις, η μία που προτρέπει να αμυνθεί και η άλλη να υπομείνει την ύβρη, και παλεύουν μεταξύ τους. Εάν η ειρήνη του Θεού βρίσκεται στο μέσο για να κρίνει, δίνει το βραβείο στη σκέψη που προτρέπει την υπομονή, και καταντροπιάζει την άλλη. Με ποιο τρόπο; Πείθοντας ότι ο Θεός είναι ειρήνη, ότι έκανε ειρήνη με εμάς. Δεν δείχνει μόνο μεγάλο τον αγώνα του πράγματος. «Ας μην επιστατεί και να κυριαρχεί», λέγει, «ο θυμός, ούτε η φιλονικία, ούτε η ειρήνη των ανθρώπων, διότι αυτή προέρχεται από την προσπάθεια να αμύνονται οι άνθρωποι, από το να μην παθαίνουν κανένα κακό. Αλλά δεν θέλω αυτήν την ειρήνη», λέγει, «αλλά εκείνη, την οποία και άφησε Αυτός. Έκανε στάδιο μέσα στις σκέψεις μας και αγώνα και άθληση και κριτή».
Έπειτα πάλι προτροπή: «εἰς ἣν καὶ ἐκλήθητε(:Γι’ αυτήν την ειρήνη εξάλλου προσκληθήκατε)», λέγει. Υπενθύμισε πόσων αγαθών αιτία είναι η ειρήνη. Γι’ αυτήν σε κάλεσε, σε αυτήν σε κάλεσε, ώστε να δεχτείς αξιόπιστα το βραβείο. Γιατί λοιπόν έκανε ένα σώμα; Όχι για να εξουσιάζει αυτή; Όχι για να έχουμε αφορμή για ειρήνη; Γιατί όλοι είμαστε ένα σώμα; Και πώς είμαστε ένα σώμα; Για την ειρήνη είμαστε ένα σώμα, και επειδή το σώμα είναι ένα, έχουμε ειρήνη. Γιατί όμως δεν είπε «η ειρήνη του Θεού ας νικά», αλλά «ας βραβεύει»; Έκανε περισσότερο αξιόπιστη. Δεν άφησε την πονηρή σκέψη να αγωνίζεται εναντίον της, αλλά να στέκεται πιο κάτω. Και το όνομα του βραβείου εξύψωσε τον ακροατή, διότι αν δώσει το βραβείο στην αγαθή σκέψη, όσες αναισχυντίες και αν κάνει εκείνη, δε θα προκύψει κανένα όφελος στο μέλλον. Άλλωστε και εκείνη αντιλαμβανόμενη, ότι όσα και αν κάνει, δεν θα λάβει το βραβείο όσο και αν εξαγριωθεί και επιχειρήσει να προσβάλλει πιο δυνατά, επειδή ματαιοπονεί, θα απομακρυνθεί.
Και καλώς πρόσθεσε: «καὶ εὐχάριστοι γίνεσθε(:και να προσπαθείτε να γίνεστε ευχάριστοι μεταξύ σας)». Διότι αυτό σημαίνει να είναι κανείς ευχάριστος και πάρα πολύ υποχωρητικός, το να μεταχειρίζεται τους συνανθρώπους του με όμοιο τρόπο, όπως αυτόν ο Θεός, το να υποχωρεί στον κύριό του, το να υπακούει, το να αισθάνεται ευγνωμοσύνη για όλα, είτε τον υβρίσει κανείς, είτε τον χτυπήσει· διότι εκείνος που εκφράζει ευγνωμοσύνη στον Θεό, για τα όσα έπαθε, θα υπερασπιστεί τον Δημιουργό του, καθόσον εκείνος που υπερασπίζεται τον εαυτό του, δεν αισθάνεται ευγνωμοσύνη. Αλλά ας μη γίνουμε όπως εκείνος ο δούλος που χρωστούσε τα εκατό δηνάρια, για να μην ακούσουμε το «Πονηρέ δούλε»[Ματθ.18,32: «Δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με. οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα;(:Δούλε πονηρέ, όλο το χρέος εκείνο, το τόσο μεγάλο, σου το χάρισα, επειδή με παρακάλεσες. Δεν έπρεπε και εσύ να λυπηθείς και να σπλαχνιστείς τον σύνδουλό σου, όπως και εγώ σε λυπήθηκα και σου έδειξα έλεος, αν και δεν είμαι σύνδουλός σου, αλλά κύριός σου;)»], διότι τίποτε δεν είναι χειρότερο από την αχαριστία αυτή. Ώστε αυτοί που δικαιολογούν τον εαυτό τους είναι αχάριστοι.
Γιατί όμως ανέφερε πρώτα την πορνεία; Διότι αφού είπε «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς(:Νεκρώστε λοιπόν τα μέλη σας που επιθυμούν τις γήινες απολαύσεις και ηδονές)», αμέσως λέγει «την πορνεία» και αυτό σχεδόν κάνει παντού. Επειδή αυτό το πάθος προπάντων εξουσιάζει, αφού και στην επιστολή του που έγραφε προς του Θεσσαλονικείς αυτό έκανε: «Τοῦτο γάρ ἐστι θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμὸς ὑμῶν, ἀπέχεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ τῆς πορνείας(:Αυτό είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας· δηλαδή εσείς οι Χριστιανοί να αγιάζετε τους εαυτούς σας με την αγνότητα και να απέχετε από την πορνεία)»[Α΄Θεσ. 4,3].
Και τι το παράδοξο; Γράφοντας και στον Τιμόθεο λέγει: «Χεῖρας ταχέως μηδενὶ ἐπιτίθει, μηδὲ κοινώνει ἁμαρτίαις ἀλλοτρίαις· σεαυτὸν ἁγνὸν τήρει(:Να μη θέτεις γρήγορα τα χέρια σου σε κανένα για να τον χειροτονήσεις, ούτε να γίνεσαι συμμέτοχος και συνυπεύθυνος δε ξένες αμαρτίες, τις οποίες είναι επόμενο να διαπράξει αυτός που χειροτονείται ανάξια. Να διατηρείς τον εαυτό σου καθαρό και από δικές σου αμαρτίες αλλά και από ξένες)» [Α΄Τιμ. 5,22]· και πάλι αλλού λέγει: «Εἰρήνην διώκετε μετὰ πάντων, καὶ τὸν ἁγιασμόν, οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον(:Επιδιώκετε ειρήνη με όλους. Επιδιώκετε και τον αγιασμό και την καθαρότητα της καρδιάς από κάθε πάθος· διότι χωρίς τον αγιασμό κανείς δεν θα δει τον Κύριο)» [Εβρ. 12,14].
«Νεκρώσατε οὖν (:Νεκρώστε λοιπόν)», λέγει, «τὰ μέλη ὑμῶν (:τα μέλη σας)». Γνωρίζετε πώς είναι το νεκρό, μισητό, αποτρόπαιο, αποσυντεθειμένο. Αν το νεκρώσεις δεν μένει νεκρό, αλλά φθείρεται αμέσως, όπως ακριβώς το σώμα. Σβήσε λοιπόν τη θερμότητα και τίποτε δεν μένει νεκρό. Δείχνει αυτόν να κάνει αυτό, πράγμα που ο Χριστός έκανε στην περίπτωση του βαπτίσματος. Γι’ αυτό και τα ονομάζει μέλη, σαν να παρουσιάζει κάποιον άριστο και να μεταχειρίζεται πιο μεγάλη έμφαση. Και καλώς είπε «τὰ ἐπὶ τῆς γῆς(:τα ευρισκόμενα επάνω στη γη)», διότι εδώ μένουν και εδώ φθείρονται, πολύ περισσότερο από τα μέλη αυτά. Ώστε δεν είναι τόσο το σώμα γήινο, όσο γήινη είναι η αμαρτία. Διότι αυτό φαίνεται κάποτε και καλό, εκείνα όμως ποτέ. Και τα μέλη αυτά επιθυμούν όλες τις γήινες απολαύσεις. Αν το μάτι είναι τέτοιο, δεν βλέπει τα αγαθά που βρίσκονται στους ουρανούς, αν το αυτί είναι τέτοιο, αν το χέρι ή οποιοδήποτε άλλο μέλος αναφέρεις. Το μάτι βλέπει τα σώματα, τα κάλλη και τα χρήματα, αυτά που είναι από τη γη, με αυτά ευχαριστείται· το αυτί ευχαριστείται με το ηδυπαθές μελωδικό τραγούδι, την κιθάρα και τον αυλό και την αισχρολογία. Αυτά δεν έχουν σχέση με τη γη.
Αφού λοιπόν τοποθέτησε αυτούς στον ουρανό πλησίον του θρόνου, τότε λέγει : «Νεκρώστε τα μέλη σας που βρίσκονται επάνω στη γη». «Διότι δεν είναι δυνατό να σταθείτε στον ουρανό με τα μέλη αυτά· δεν είναι δυνατό εκεί, όπου πρέπει να ενεργούν». Και το χώμα αυτό είναι χειρότερο από εκείνο. Διότι εκείνο το χώμα γίνεται χρυσός· διότι λέγει: «Δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν(:Και θα αλλάξουμε, διότι το φθαρτό αυτό σώμα πρέπει να ντυθεί αφθαρσία, και το θνητό αυτό σώμα να ντυθεί αθανασία)» [Α΄Κορ. 15,53], αυτό όμως το χώμα δεν μπορεί πια να αναχωνευτεί. Ώστε αυτά τα μέλη ανήκουν περισσότερο στη γη, παρά εκείνα.
Γι’ αυτό δεν είπε «από τη γη», αλλά «τα ευρισκόμενα επάνω στη γη», διότι μπορεί αυτά να μην είναι επάνω στη γη. Αυτά λοιπόν είναι ανάγκη να είναι επάνω στη γη, εκείνα όμως δεν είναι ανάγκη πια. Διότι όταν το αυτί δεν ακούει τίποτε από όσα λέγονται στη γη, από τα εδώ, αλλά από τους ουρανούς, δε βρίσκεται επάνω στη γη· όταν το στόμα δε λέγει τίποτε από τα εδώ, δε βρίσκεται επάνω στη γη· όταν το χέρι δεν πράττει τίποτε από τα πονηρά, δεν είναι από όσα βρίσκονται επάνω στη γη αυτά, αλλά από τα ευρισκόμενα στους ουρανούς.
Αυτό και ο Χριστός λέγει: «Εἰ δὲ ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζει σε, ἔξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμα σου βληθῇ εἰς γέενναν(: Και αν κάποιο πρόσωπο που είναι χρήσιμο, φιλικό και αγαπητό σε σένα σαν το δεξί σου μάτι σου γίνεται αφορμή εμπαθούς επιθυμίας και αμαρτίας, χωρίσου οριστικά από αυτό και πέταξέ το μακριά από εσένα· όπως θα έκανες και με το μάτι σου εάν κινδύνευε να πάθει και να βλαφτεί από αυτό όλο το σώμα σου· διότι σε συμφέρει να χαθεί ένα από τα μέλη σου και να μη ριχτεί όλο το σώμα σου στη φωτιά της κολάσεως. Σε συμφέρει να στερηθείς την φιλία και τη χρησιμότητα του προσώπου αυτού και να μη ριχτείς μαζί με εκείνο στη φωτιά της κολάσεως)»[ Ματθ.5,29], δηλαδή εάν βλέπεις με ακόλαστο τρόπο, «να το βγάλεις», δηλαδή την πονηρή σκέψη. Εγώ όμως νομίζω ότι λέγοντας «πορνεία», «ακαθαρσία», «πάθος», «επιθυμία», εννοεί το ίδιο πράγμα, δηλαδή την πορνεία, απομακρύνοντάς μας με όλα αυτά από αυτήν. Διότι στην πραγματικότητα το πάθος αυτό είναι· και όπως ακριβώς πάσχει το σώμα ή έχει πυρετό ή τραυματίζεται, έτσι και αυτό.
Και δεν είπε «εμποδίστε», αλλά «νεκρώστε», ώστε να μην αναστηθούν στο μέλλον, και «απομακρύνετε». Εκείνο που γίνεται νεκρό το απομακρύνουμε, όπως παραδείγματος χάρη, αν υπάρχουν εξογκώματα στο σώμα, το σώμα είναι νεκρό, και απομακρύνουμε αυτό. Αλλά εάν μεν το κόψεις ενώ είναι ζωντανό, προκαλεί φοβερό πόνο, εάν όμως το κόψεις όταν είναι νεκρωμένο, ούτε καν το αισθανόμαστε. Έτσι λοιπόν συμβαίνει και με τα πάθη· κάνουν ακάθαρτη την ψυχή, κάνουν την αθάνατη ψυχή να υπόκειται σε πάθη.
Πώς έχει ονομαστεί ειδωλολατρία η πλεονεξία, πολλές φορές το έχουμε πει. Διότι εκείνα που υπερβολικά τυραννούν το ανθρώπινο γένος είναι αυτά, η πλεονεξία, η ακολασία και η κακή επιθυμία. «Δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας(:Για τα αμαρτήματα αυτά έρχεται η οργή του Θεού σε αυτούς που συστηματικά και με επιμονή δεν θέλουν να πιστεύουν)», λέγει. «Υἱοὺς τῆς ἀπειθείας» τούς ονομάζει, αποστερώντας αυτούς της συγνώμης και για να δείξει ότι επειδή δεν έχουν πειστεί, είναι ανάμεσα σε αυτούς. «Ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε (:Στα αμαρτήματα αυτά και εσείς κάποτε πορευθήκατε και τα υπηρετήσατε, όταν ζούσατε ανάμεσα σε αυτούς, τους άπιστους ανθρώπους)», λέγει, και πειστήκατε. Παρουσιάζει αυτούς ακόμη και να βρίσκονται ανάμεσα σε αυτούς και τους επαινεί λέγοντας: «Νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν (:Τώρα όμως βγάλτε και πετάξτε από πάνω σας κι εσείς, σαν ακάθαρτο ένδυμα, όλα αυτά τα κακά, την οργή, τον θυμό, την κακία και πονηριά, την κακολογία, την αισχρολογία από το στόμα σας)».
Αλλά σε άλλους μεταφέρει τον λόγο. Τις ύβρεις ονομάζει «πάθη και βλασφημίες», όπως ακριβώς από το θυμό λέγει την πονηρία. Και αλλού λέγει ελέγχοντας: «Διὸ ἀποθέμενοι τὸ ψεῦδος λαλεῖτε ἀλήθειαν ἕκαστος μετὰ τοῦ πλησίον αὐτοῦ· ὅτι ἐσμὲν ἀλλήλων μέλη(: Γι’ αυτό πετάξτε από επάνω σας μια για πάντα το ψέμα, και ο καθένας σας να λέει την αλήθεια στο συνάνθρωπό του· διότι όλοι μας αποτελούμε ένα σώμα και είμαστε μεταξύ μας μέλη ο ένας του άλλου)»[Εφ.4,25]. Παρουσιάζει αυτούς σαν δημιουργούς των ανθρώπων, που άλλον τον απομακρύνουν, άλλον πάλι τον αποδέχονται. Είπε εκεί τα μέλη, εδώ λέγει τα πάντα. Ανέφερε την καρδιά αυτού, τον θυμό, το στόμα, τη βλασφημία, τα μάτια, την πορνεία, την πλεονεξία, τα χέρια και τα πόδια, το ψέμα, αυτήν τη διάνοια και τον παλαιό νου. Έχει μία βασιλική μορφή, τη μορφή του Χριστού. Νόμιζα ότι αυτοί προέρχονται μάλλον από τους εθνικούς· διότι όπως ακριβώς το χώμα που είναι άμμος, αν άλλη είναι πιο μεγάλη σε μέγεθος και άλλη πιο μικρή, έχασε πρώτα τη δική της μορφή και ύστερα γίνεται χρυσή, και όπως τα μαλλιά όποια και αν είναι δέχονται άλλη όψη και έκρυψαν την πρώτη, έτσι λοιπόν και ο πιστός.
«ἀνεχόμενοι ἀλλήλων(:Να ανέχεστε ο ένας τις αδυναμίες του άλλου)», λέγει. Έδειξε το δίκαιο, να ανέχεσαι τον άλλο και ο άλλος εσένα, πράγμα που λέγει στην «προς Γαλάτας» επιστολή του: «Ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ(:Για να προστατεύεστε λοιπόν απ΄ τον κίνδυνο να πέσετε κι εσείς, να υπομένετε ο ένας τις ενοχλήσεις του άλλου, που οφείλονται στα ελαττώματα και τις ελλείψεις του· και έτσι, με την υπομονετική αυτή ανοχή, εκπληρώστε τελείως τον νόμο του Χριστού, δηλαδή την εντολή της αγάπης. Άνθρωπος που δεν υπομένει με αγάπη την αδυναμία του άλλου, δεν συναισθάνεται ότι έχει και αυτός ελαττώματα, αλλά έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Η ιδέα του όμως αυτή είναι ψεύτικη)» [Γαλ.6,2].
«Καὶ εὐχάριστοι γίνεσθε(:Προσπαθείτε ακόμη να γίνεστε και ευγνώμονες απέναντι στον ευεργέτη Θεό)», λέγει. Διότι αυτό προπάντων επιζητεί παντού, το αποκορύφωμα των αγαθών. Ας Τον ευχαριστούμε λοιπόν για όλα, όπως και αν γίνονται, διότι αυτό είναι ευχαριστία· διότι το να κάνουμε αυτό όταν ευημερούμε, δεν είναι σπουδαίο πράγμα, διότι η ίδια η φύση των πραγμάτων μάς ωθεί σε αυτό· όταν όμως Τον ευχαριστούμε ενώ βρισκόμαστε σε κατάσταση απογνώσεως, τότε είναι αξιοθαύμαστο. Όταν λοιπόν για εκείνα, που άλλοι βλασφημούν και αποθαρρύνονται, εμείς ευχαριστούμε Αυτόν, βλέπε πόση είναι η ευσέβεια. Πρώτο, ευχαρίστησες τον Θεό· δεύτερο, καταντρόπιασες τον διάβολο· τρίτο, και αυτό που έγινε δεν το φανέρωσες· διότι συγχρόνως και εσύ ευχαριστείς και ο Θεός την στενοχώρια αφαιρεί, και ο διάβολος υποχωρεί.
Αν λοιπόν αποθαρρυνθείς, επειδή πραγματοποίησε εκείνο που ήθελε, παραμένει αυτός, και ο Θεός επειδή βλασφημήθηκε, σε εγκαταλείπει, και το κακό αυξάνει. Εάν όμως ευχαριστήσεις, επειδή αποχωρείς χωρίς κανένα όφελος, αποχωρεί και ο διάβολος, και ο Θεός, επειδή τιμήθηκε, ανταποδίδει την τιμή πλουσιότερα. Και δεν υπάρχει άνθρωπος, που ευχαριστεί για τα κακά, να αισθάνεται τα κακά. Διότι χαίρεται η ψυχή επειδή πέτυχε, αμέσως καθίσταται γελαστή η συνείδηση, λάμπει από χαρά με τους επαίνους της η ψυχή, η γελαστή ψυχή δεν είναι δυνατό να είναι σκυθρωπή. Και εκεί ενώ μαζί με τη συμφορά έρχεται και η συνείδηση ως τιμωρός, εδώ όμως στεφανώνει και αναγνωρίζει τον νικητή.
Τίποτε δεν είναι αγιότερο από τη γλώσσα εκείνη που στα κακά ευχαριστεί τον Θεό. Πράγματι, δεν υπολείπεται καθόλου της γλώσσας των μαρτύρων, όμοια και αυτή και εκείνος στεφανώνονται. Καθόσον και σε αυτήν στάθηκε ο δήμιος αναγκάζοντάς την να αρνηθεί τον Θεό με βλασφημίες, στάθηκε ο διάβολος ενοχλώντας με βασανιστικές σκέψεις, προκαλώντας σύγχυση με στενοχώριες. Αν λοιπόν υποφέρει τις θλίψεις και ευχαριστήσει τον Θεό, έλαβε τον στέφανο του μαρτυρίου.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-colossenses.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Κολοσσαείς επιστολή, επιστολές Ζ΄και Η΄(κατ΄επιλογήν), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1983, τόμος 22, σελίδες 215-219 και 240-251.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 17,12-19]
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΩΝ
«Καὶ εἰσερχομένου αὐτοῦ εἰς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· ᾿Ιησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς(: Και την ώρα που ο Ιησούς έμπαινε σε κάποιο χωριό, Τον συνάντησαν δέκα λεπροί άνδρες, οι οποίοι στάθηκαν από μακριά, επειδή, σύμφωνα με τον νόμο, κάθε λεπρός θεωρούνταν ακάθαρτος και δεν του επιτρεπόταν να πλησιάσει κανέναν. Και αυτοί άρχισαν να Του φωνάζουν δυνατά: ‘’Ιησού, Κύριε, σπλαχνίσου μας και θεράπευσέ μας’’)»[Λουκ.17,12-13].
Και πάλι μας φανερώνει την δόξα Του ο Σωτήρας και με τη θεοπρεπή μεγαλουργία με την οποία έρχεται να αλιεύσει στην πίστη, τους άκαρδους και αγνώμονες Ισραηλίτες. Αλλά ήταν και αυτής της γενιάς οι Ισραηλίτες σκληροί και απείθαρχοι, όπως και οι περισσότεροι από τους προπάτορές τους. Ποιος λοιπόν λόγος θα τους βοηθήσει την ημέρα της κρίσεως, αφού δεν ανέχτηκαν να δεχτούν τη σωτηρία που τους πρόσφερε ο Κύριος Ιησούς Χριστός, και μάλιστα μολονότι άκουσαν με τα αυτιά τους τους λόγους Του και είδαν τις παράδοξες και τις πέρα από κάθε ανθρώπινη λογική θαυματουργικές ενέργειές Του;
Και πράγματι ο Κύριος είπε γι΄αυτούς τα εξής: «Εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον· νῦν δὲ πρόφασιν οὐκ ἔχουσι περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν(:Εάν δεν είχα έλθει και δεν τους είχα μιλήσει αποδεικνύοντάς τους με τη διδασκαλία μου και με τα θαύματά μου ότι είμαι ο Μεσσίας, δεν θα είχαν αμαρτία για την απιστία που έδειξαν σε μένα. Τώρα όμως δεν έχουν καμία πρόφαση που να δικαιολογεί την αμαρτία τους. Και είναι βαριά και ασυγχώρητη η αμαρτία τους αυτή)» [Ιω.15,22]. Και πάλι: «Εἰ τὰ ἔργα μὴ ἐποίησα ἐν αὐτοῖς ἃ οὐδεὶς ἄλλος πεποίηκεν, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον· νῦν δὲ καὶ ἑωράκασι καὶ μεμισήκασι καὶ ἐμὲ καὶ τὸν πατέρα μου(:Αν δεν είχα κάνει ανάμεσά σας τα καταπληκτικά και υπερφυσικά έργα, τα οποία κανείς άλλος από τους προφήτες και απεσταλμένους του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη δεν έχει κάνει, δεν θα είχαν αμαρτία. Τώρα όμως η ενοχή για την απιστία τους είναι μεγάλη· διότι και τα θαύματά μου αυτά έχουν δει, και έχουν μισήσει και Εμένα, και στο δικό μου πρόσωπο και τον Πατέρα μου)»[Ιω.15,24].
Απόδειξη ολοφάνερη αυτών που ανέφερα πριν λίγο είναι η πλήρης θεραπεία των λεπρών. Αυτοί, σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσή, ως ακάθαρτοι διώχνονταν από πόλεις και χωριά. Οι δέκα αυτοί λεπροί όμως συναντώντας τον Σωτήρα, Τον εκλιπαρούσαν να τους απαλλάξει από το κακό, ονομάζοντάς Τον «ἐπιστάτη», δηλαδή διδάσκαλο. Κανείς τότε δεν ελεούσε αυτούς που είχαν την αρρώστια αυτήν, Αυτός όμως ήρθε στη γη γι’ αυτόν τον λόγο και έγινε άνθρωπος για να τους ελεήσει όλους, Αυτούς τους λυπήθηκε και τους ευσπλαχνίστηκε.
«Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν(:Βλέποντάς τους Εκείνος τους είπε: ‘’Πηγαίνετε και δείξτε το σώμα σας στους ιερείς, για να βεβαιώσουν αν πράγματι θεραπευθήκατε, σύμφωνα με τη διάταξη του νόμου’’. Και καθώς αυτοί πήγαιναν να εξεταστούν από τους ιερείς, καθαρίστηκαν από τη λέπρα)»[Λουκ.17,14].
Γιατί όμως δεν είπε μάλλον: «Θέλω, καθαριστείτε», όπως έκανε και σε κάποιον άλλον λεπρό[βλ. Λουκά 5,13: «Καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἥψατο αὐτοῦ εἰπών· θέλω, καθαρίσθητι(:Τότε ο Ιησούς άπλωσε το χέρι Του, τον άγγιξε και του είπε: ‘’Θέλω να καθαριστείς από τη λέπρα, καθαρίσου’’)»], αλλά τους πρόσταξε να πάνε και να δείξουν τους εαυτούς τους καθαρούς στους ιερείς, όπως όριζε ο μωσαϊκός νόμος;[Λευιτ. 14,2-3: Οὗτος ὁ νόμος τοῦ λεπροῦ, ᾗ ἂν ἡμέρᾳ καθαρισθῇ· καὶ προσαχθήσεται πρὸς τὸν ἱερέα, καὶ ἐξελεύσεται ὁ ἱερεὺς ἔξω τῆς παρεμβολῆς, καὶ ὄψεται ὁ ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ ἰᾶται ἡ ἁφὴ τῆς λέπρας ἀπὸ τοῦ λεπροῦ(:Αυτή είναι η νομική διάταξη για τον λεπρό, η οποία θα τηρηθεί κατά την ημέρα που αυτός θα έχει θεραπευτεί από τη λέπρα· θα οδηγηθεί αυτός προς τον ιερέα, ο οποίος θα εξέλθει από την κατασκήνωση προς το μέρος, στο οποίο βρίσκεται ο λεπρός. Θα τον εξετάσει και θα πειστεί ότι έχει θεραπευτεί πλέον η λέπρα)»]. Νόμος πάλι υποχρέωνε σε αυτό εκείνους που είχαν απαλλαγεί από τη λέπρα· γιατί τους πρόσταζε να δείχνουν τους εαυτούς τους στους ιερείς και να προσφέρουν θυσία για τη θεραπεία τους[Λευιτ.14,4: «Καὶ προστάξει ὁ ἱερεύς, καὶ λήψονται τῷ κεκαθαρισμένῳ δύο ὀρνίθια ζῶντα καθαρὰ καὶ ξύλον κέδρινον καὶ κεκλωσμένον κόκκινον καὶ ὕσσωπον(:Θα διατάξει κατόπιν ο ιερέας να φέρουν για τον θεραπευμένο λεπρό δύο μικρά ζωντανά πτηνά, από τα καθαρά, δηλαδή από εκείνα των οποίων επιτρέπεται η βρώση, ένα κέδρινο ξύλο, ταινία από στριμμένο κόκκινο νήμα και κλωναράκι υσσώπου)»].
Έχοντας λοιπόν θεραπευθεί τους είπε να μεταβούν και κατά κάποιον τρόπο να επιβεβαιώσουν δημόσια οι ιερείς, δηλαδή οι καθοδηγητές των Ιουδαίων, οι οποίοι φθονούσαν πάντοτε την δόξα Του, ότι παρ’ ελπίδα και κατά τρόπο παράδοξο και απροσδόκητο απαλλάχτηκαν από το κακό, αφού έδωσε τη συναίνεση για τη θεραπεία τους ο Χριστός. Δεν τους θεράπευσε προηγουμένως, αλλά τους έστειλε στους ιερείς, επειδή εκείνοι γνώριζαν τα σημάδια της λέπρας και το πότε θεραπεύεται. Τους έστειλε στους ιερείς, και μαζί στο δρόμο τους έστειλε και τη θεραπεία.
Αυτά όμως, και ποιος είναι ο νόμος της λέπρας και ποια είναι τα γνωρίσματα του καθαρισμού, και τι ζητούσε κάθε νομοθέτημα, τα αναπτύξαμε εκτενέστερα σε άλλη ομιλία μας στην αρχή των θαυμάτων του Σωτήρα που ιστορούνται από τον Λουκά, όπου είχε θεραπευθεί ο λεπρός[Λουκ. 5,12-16: «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι αὐτὸν ἐν μιᾷ τῶν πόλεων καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ πλήρης λέπρας· καὶ ἰδὼν τὸν Ἰησοῦν, πεσὼν ἐπὶ πρόσωπον ἐδεήθη αὐτοῦ λέγων· Κύριε, ἐὰν θέλῃς δύνασαί με καθαρίσαι. καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἥψατο αὐτοῦ εἰπών· θέλω, καθαρίσθητι. καὶ εὐθέως ἡ λέπρα ἀπῆλθεν ἀπ᾿ αὐτοῦ. καὶ αὐτὸς παρήγγειλεν αὐτῷ μηδενὶ εἰπεῖν, ἀλλὰ ἀπελθὼν δεῖξον σεαυτὸν τῷ ἱερεῖ καὶ προσένεγκε περὶ τοῦ καθαρισμοῦ σου καθὼς προσέταξε Μωϋσῆς εἰς μαρτύριον αὐτοῖς. Διήρχετο δὲ μᾶλλον ὁ λόγος περὶ αὐτοῦ, καὶ συνήρχοντο ὄχλοι πολλοὶ ἀκούειν καὶ θεραπεύεσθαι ὑπ᾿ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἀσθενειῶν αὐτῶν· αὐτὸς δὲ ἦν ὑποχωρῶν ἐν ταῖς ἐρήμοις καὶ προσευχόμενος(:Και ενώ βρισκόταν ο Ιησούς σε κάποια από τις πόλεις, να ένας άνθρωπος γεμάτος από εξανθήματα λέπρας. Αυτός μόλις είδε τον Ιησού, έπεσε κάτω με το πρόσωπο στη γη και Τον παρακαλούσε λέγοντας: ‘’Κύριε, εάν θέλεις, έχεις τη δύναμη να με καθαρίσεις από τις πληγές της βρωμερής αρρώστιας μου’’. Τότε ο Ιησούς άπλωσε το χέρι Του, τον άγγιξε και του είπε: ‘’Θέλω να καθαριστείς από τη λέπρα, καθαρίσου’’. Και αμέσως η λέπρα έφυγε από πάνω του. Κι ο Ιησούς του έδωσε την εντολή να μην πει σε κανέναν το θαύμα της θεραπείας, αλλά του είπε: ‘’Πήγαινε και δείξε τον εαυτό σου στον ιερέα και πρόσφερε για τον καθαρισμό σου θυσία, όπως διέταξε ο Μωυσής. Έτσι η εξέτασή σου από τον ιερέα και η προσφορά της θυσίας σου θα χρησιμεύσει ως μαρτυρία και απόδειξη στους ιερείς και το λαό ότι και εσύ πράγματι θεραπεύτηκες, και εγώ δεν ήλθα να καταλύσω το νόμο’’. Και η φήμη Του απλωνόταν όλο και περισσότερο τώρα μετά από το θαύμα αυτό, και μαζεύονταν πολλά πλήθη λαού για ν’ ακούνε τη διδασκαλία Του και για να τους θεραπεύει ο Ιησούς από τις ασθένειές τους. Αυτός όμως αποσυρόταν διαρκώς σε ερημικά μέρη και προσευχόταν)»].
Και αφού παραπέμψουμε στο υπόμνημά μας στα εδάφια αυτά όσους θέλουν να μάθουν τη σημασία όλων αυτών που αναφέρει εκεί ο ευαγγελιστής Λουκάς, ας προχωρήσουμε παρακάτω : «Εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε(:Ένας απ’ αυτούς, μόλις είδε ότι θεραπεύθηκε, επέστρεψε και με δυνατή φωνή εκφράζοντας τη χαρά και την ευγνωμοσύνη του δόξαζε τον Θεό που τον θεράπευσε διαμέσου του Ιησού. Έπεσε τότε με το πρόσωπο κάτω στη γη κοντά στα πόδια του Ιησού και Τον ευχαριστούσε. Και αυτός ήταν Σαμαρείτης, δηλαδή σχισματικός και λιγότερο φωτισμένος από τους Ιουδαίους. Συνεπώς κανείς δεν θα περίμενε να δείξει αυτός μια τέτοια ευγνωμοσύνη που δεν έδειξαν οι άλλοι εννέα, που ήταν Ισραηλίτες. Τότε ο Ιησούς είπε: ‘’Δεν καθαρίστηκαν από τη λέπρα και οι δέκα; Οι άλλοι εννέα πού είναι; Χάθηκαν να γυρίσουν πίσω και να δοξάσουν τον Θεό, παρά μόνο ο ξένος αυτός, που δεν ανήκει στο γνήσιο ιουδαϊκό γένος;’’. Και σε αυτόν είπε: ‘’Σήκω και πήγαινε. Η πίστη σου σε έσωσε. Δεν θεράπευσε μόνο το σώμα σου, αλλά αποτελεί και καλή αρχή που θα σε οδηγήσει και στην πνευματική σου σωτηρία’’)»[Λουκ.17,17-19].
Και οι άλλοι εννέα βέβαια, σαν Ιουδαίοι που ήταν, πέφτοντας σε αχάριστη λησμοσύνη, δεν επέστρεψαν για να δοξάσουν τον Θεό, πράγμα που δείχνει ότι ο Ισραηλιτικός λαός είναι άκαρδος και αγνώμονας και δεν έχει καθόλου μνήμη. Ο αλλοεθνής όμως, δηλαδή ο Σαμαρείτης, επειδή καταγόταν από την Ασσυρία και ήταν αλλογενής(γιατί λέγει όχι άσκοπα ότι περνούσε μέσα από τη Σαμάρεια και τη Γαλιλαία), επέστρεψε δοξάζοντας με δυνατή φωνή τον Θεό. Δείχνει λοιπόν ότι οι Σαμαρείτες ήταν ευγνώμονες, ενώ οι Ιουδαίοι ακόμα και όταν ευεργετούνται, δείχνουν αχαριστία.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Ἐξήγησις ὑπομνηματική εἰς τό κατά Λουκάν Εὐαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία».
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)
Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Λουκάν Β΄», κεφάλαιο 17ο, σελ. 129-131.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκ.17,11-19]
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΩΝ
Όλα όσα όριζε ο παλαιός νόμος(ο μωσαϊκός) ήταν συμβολικά και τυπικά και σκιώδη· γι’ αυτό ο μωσαϊκός νόμος θεωρούσε και τη λέπρα εφάμαρτη και μιαρή και αποτρόπαια και ονόμαζε ακάθαρτους τους λεπρούς και όσους έπασχαν από βλεννόρροια και γενικά εκείνους που τους άγγιζαν[βλ. Λευίτ. 13,15: «Καὶ ὄψεται ὁ ἱερεὺς τὸν χρῶτα τὸν ὑγιῆ, καὶ μιανεῖ αὐτὸν ὁ χρὼς ὁ ὑγιής, ὅτι ἀκάθαρτός ἐστι· λέπρα ἐστί (: Ο ιερέας θα δει τα υγιή μέρη του δέρματος σε αντιπαραβολή προς τα ασθενή και θα κηρύξει αυτόν ακάθαρτο, διότι πρόκειται περί λέπρας)», καθώς και εκείνους που άγγιζαν κάθε νεκρό σώμα [Αριθ.19,11: «Ὁ ἁπτόμενος τοῦ τεθνηκότος πάσης ψυχῆς ἀνθρώπου ἀκάθαρτος ἔσται ἑπτὰ ἡμέρας(:Εκείνος που θα αγγίξει το σώμα νεκρού ανθρώπου, θα είναι ακάθαρτος για επτά ημέρες)»], υποδεικνύοντας με γριφώδη και ασαφή τρόπο την ακαθαρσία εκείνων που αμάρταναν απέναντι στον Θεό και αυτών που συνέπρατταν με αυτούς και συναναστρέφονταν αυτούς.
Και μέσω της αποστροφής που όριζε προς τους λεπρούς, ο μωσαϊκός νόμος βέβαια υπαινισσόταν την αποστροφή προς τους ύπουλους και πανούργους, τους θυμώδεις και μνησίκακους· γιατί όπως η λέπρα καθιστά τραχύ και ποικιλόχρωμο το δέρμα του σώματος, έτσι η δολιότητα και η πονηριά και ο θυμός και η οργή καθιστούν ασταθές και τραχύ το λογιστικό μέρος της ψυχής. Μέσω των λεπρών λοιπόν υποδήλωνε τα αντίστοιχα πάθη της ψυχής που ήταν πολύ βαρύτερα από τη λέπρα· μέσω αυτού δηλαδή που έπασχε από βλεννόρροια υποδήλωνε τον ασελγή, ενώ μέσω εκείνων που άγγιζαν κάποιο νεκρό σώμα ο νόμος εκείνος ονόμαζε «ακάθαρτους» εκείνους που με οποιονδήποτε τρόπο επικοινωνούσαν ή και συναναστρέφονταν με τους αμαρτωλούς.
Αφού λοιπόν ο Κύριος φάνηκε επάνω στη γη ως άνθρωπος χάρη στο απερίγραπτο πέλαγος της ευσπλαχνίας Του, για να θεραπεύσει τις ψυχικές μας νόσους και να εξαλείψει την αμαρτία του κόσμου, θεράπευσε και αυτές τις ασθένειες, τις οποίες ο νόμος ονόμαζε «ακαθαρσίες», ώστε, αν κάποιος νομίσει ότι εκείνα τα ψυχικά νοσήματα και πάθη είναι πραγματικά ακαθαρσία και αμαρτία, να ομολογήσει τον Θεό που λυτρώνει τους ανθρώπους από αυτά, αν πάλι καλώς νομίσει ότι εκείνα είναι σύμβολα της πραγματικής ακαθαρσίας και αμαρτίας, να καταλάβει από όσα τελούνται εκ μέρους του Χριστού γύρω από αυτά τα σύμβολα, ότι αυτός ο Ίδιος είναι που και την αμαρτία του κόσμου συγχώρησε και έχει επίσης και τη δύναμη να την καθαρίσει.
Είναι δυνατό όμως να πούμε και κάτι άλλο, καλά και αληθινά, όπως εγώ νομίζω· ότι, όπως ο Κύριος παραγγέλλει σε εμάς να επιζητούμε τα πνευματικά -γιατί λέγει:« Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ(:Να ζητάτε πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα τα πνευματικά αγαθά της βασιλείας του Θεού και την απόκτηση των αρετών που ο Θεός σας ζητά ως όρο για να σας χαρίσει τα αγαθά αυτά)», και όταν εμείς ζητούμε αυτά τα ψυχωφελή και σωτήρια, Εκείνος υπόσχεται να δώσει και τα σωματικά και επίγεια, λέγοντας: «καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν (:και τότε όλα αυτά τα επίγεια θα σας δοθούν μαζί με εκείνα)»[Ματθ.6,33], έτσι και Αυτός, αφού έκλινε τους ουρανούς και κατέβηκε από τον ουρανό, όπως ευδόκησε, στη δική μας μηδαμινότητα, για να καθαρίσει τις αμαρτίες μας, χαρίζει επιπρόσθετα και την ανόρθωση των παράλυτων και την ανάβλεψη των τυφλών και την κάθαρση των λεπρών, και γενικά θεραπεύει κάθε νόσο του σώματός μας και κάθε αδυναμία, γιατί είναι πλούσιος σε ευσπλαχνία.
Όπως λοιπόν ο ευαγγελιστής Λουκάς θα πει σήμερα: «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτὸν εἰς ῾Ιερουσαλὴμ καὶ αὐτὸς διήρχετο διὰ μέσου Σαμαρείας καὶ Γαλιλαίας.καὶ εἰσερχομένου αὐτοῦ εἰς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν,καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν(:Καθώς ο Ιησούς πήγαινε στα Ιεροσόλυμα, περνούσε μέσα από τα σύνορα της Σαμάρειας και της Γαλιλαίας βαδίζοντας από δυτικά προς ανατολικά, προς τη χώρα που βρίσκεται πέρα από τον Ιορδάνη. Και την ώρα που έμπαινε σε κάποιο χωριό, Τον συνάντησαν δέκα λεπροί άνδρες, οι οποίοι στάθηκαν από μακριά, επειδή σύμφωνα με τον νόμο κάθε λεπρός θεωρούνταν ακάθαρτος και δεν του επιτρεπόταν να πλησιάσει κανέναν. Και αυτοί τότε άρχισαν να Του φωνάζουν δυνατά)»[Λουκ.7,12-13].Σωστά επισημαίνει ο ευαγγελιστής ότι οι λεπροί Τον συνάντησαν όχι όταν μπήκε, αλλά την στιγμή έμπαινε στην πόλη, γιατί οι λεπροί έπρεπε να απομακρύνονται και από τις πόλεις και από τα χωριά ως ακάθαρτοι που θεωρούνταν και έτσι ζούσαν γύρω από αυτές. Αλλά και ότι «στάθηκαν μακριά» μαρτυρεί τούτο· γιατί δεν επιτρεπόταν ούτε έξω από τις πόλεις ή τα χωριά να αναμιγνύονται αυτοί με τους υγιείς.
Ύψωσαν όμως και τη φωνή τους προς τον Ιησού, δηλαδή φώναξαν δυνατά, εξαιτίας της μεγάλης αποστάσεως μεταξύ αυτών και του Κυρίου, λέγοντας: «᾿Ιησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς (:Ιησού, Κύριε, σπλαχνίσου μας και θεράπευσέ μας)»[Λουκ.17,13]. Δηλαδή «Πρόσεξε, σε παρακαλούμε, το πάθος μας, πρόσεξε την ντροπή μας, πρόσεξε το άσχημο και βδελυρό και αφύσικο άνθος του πληγιασμένου δέρματός μας· γιατί τέτοιο είναι η λέπρα· πρόσεξε την εκτροπή της φύσεως, την αποστροφή των ανθρώπων, την απαρηγόρητη απομόνωσή μας από τους υπόλοιπους συνανθρώπους μας ,και δείχνοντας έλεος απέναντί μας, πρόσφερέ μας τη θεραπεία».
«᾿Ιησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς (:Ιησού, Κύριε, σπλαχνίσου μας και θεράπευσέ μας)». Φαίνεται βέβαια ότι η φωνή των λεπρών είναι αξιολύπητη, δεν είναι όμως χαρακτηριστική κάποιων αληθινά πιστών και συνετών ανθρώπων· διότι Τον αποκαλούν «ἐπιστάτη», πράγμα που δεν συνηθίζεται να λέγεται για πρόσωπα που έχουν απόλυτη και κυρίαρχη εξουσία και υπεροχή. Είναι όμως η δέηση ανθρώπων που ελπίζουν ότι θα δεχθούν τη θεραπεία, πράγμα που δεν είναι δείγμα ενός συνετού τρόπου σκέψης εκ μέρους τους, αν Αυτός που μπορεί, και μάλιστα από μακριά, να προσφέρει την κάθαρση σε δέκα λεπρούς, γι΄αυτούς δεν είναι Θεός.
Ο Κύριος όμως, επειδή σύμφωνα με το νόμο δεν επιτρεπόταν στους λεπρούς να συναναστρέφονται τα πλήθη που συνέρρεαν γύρω από Αυτόν, ώστε με τη διδασκαλία Του που θα άκουγαν και τα θαύματα που θα έβλεπαν τον Κύριο να επιτελεί, να οδηγηθούν προς την πίστη, τους προσφέρει το έλεος δωρεάν[:χωρίς να τους ζητεί πρώτα την πίστη, πριν από τη θαυματουργική θεραπεία τους] και τους καθαρίζει από τη λέπρα, ώστε, απαλλασσόμενοι από το νομικό κώλυμα για συναναστροφή μαζί Του, να μπορούν και να συνυπάρχουν και με τον Κύριο και με τους άλλους υγιείς ανθρώπους και να βελτιώνονται εγκολπώμενοι τη διδασκαλία Του.
Και με ποιον τρόπο τους καθαρίζει; Λέγοντάς τους: «Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι(:Πηγαίνετε και δείξτε το σώμα σας στους ιερείς, για να βεβαιώσουν αν πράγματι θεραπευθήκατε, σύμφωνα με τη διάταξη του νόμου’’. Και καθώς αυτοί πήγαιναν να εξεταστούν από τους ιερείς, καθαρίστηκαν από τη λέπρα)»[Λουκ.17,14], γιατί Εκείνος που εξουσιάζει τα πάντα με τον λόγο της δυνάμεώς Του πρόσταξε να μεταβούν στους ιερείς πριν ακόμα καθαριστούν και, επειδή υπάκουσαν, τους χορήγησε και την κάθαρση.
Όπως δηλαδή ο Δεσπότης του νόμου, εφαρμόζοντας για χάρη μας τον μωσαϊκό νόμο, δεν προσκάλεσε κοντά Του τους λεπρούς, ούτε τους άφησε να Τον αγγίξουν, έτσι και μετά που λύγισε στις αξιολύπητες φωνές εκείνων, παρέχοντάς τους τη θεραπεία, τους αποστέλλει προς τους ιερείς, πάλι σύμφωνα με τον μωσαϊκό νόμο· γιατί ο νόμος αυτός πρόσταζε να μη δίνει τη μαρτυρία μόνος του ο λεπρός που καθαρίσθηκε, αλλά να προσέρχεται στους ιερείς και να δείχνει μπροστά στα μάτια εκείνων κάθε υγιές πλέον μέλος του σώματός του και από εκείνους να παίρνει τη διαβεβαίωση, ώστε να θεωρείται στο εξής καθαρός και υγιής[ : βλ. Λευιτ. 13,6: «Καὶ ὄψεται ὁ ἱερεὺς αὐτὸν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ τὸ δεύτερον. καὶ ἰδοὺ ἀμαυρὰ ἡ ἁφή, οὐ μετέπεσεν ἡ ἁφὴ ἐν τῷ δέρματι· καὶ καθαριεῖ αὐτὸν ὁ ἱερεύς· σημασία γάρ ἐστι· καὶ πλυνάμενος τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καθαρὸς ἔσται(:Πάλι λοιπόν ο ιερέας κατά την έβδομη μέρα θα δει αυτόν για δεύτερη φορά και εάν η πληγή είναι θαμπή και όχι γυαλιστερή, και δεν έχει απλωθεί περισσότερο επάνω στο δέρμα, ο ιερέας θα τον κηρύξει καθαρό, διότι τα σημάδια πείθουν ότι δεν πρόκειται περί λέπρας. Αυτός πάλι αφού πλύνει τα ρούχα του, θα είναι καθαρός)»].
Επειδή όμως η λέπρα υπαινίσσεται την αμαρτία, η επίδειξη στους ιερείς δείχνει οπωσδήποτε τούτο, ότι δηλαδή κανείς από αυτούς που αμαρτάνουν απέναντι στον Θεό, ακόμη και αν απομακρυνθεί από την αμαρτία, ακόμη και αν την ισοσταθμίσει με τα έργα της μετάνοιας, δεν μπορεί να λάβει από τον εαυτό του τη συγχώρηση και να ζει μαζί με όσους δεν έχουν να λογοδοτήσουν για κάτι, εάν δεν μεταβεί προς εκείνον που έχει από τον Θεό την εξουσία να λύνει και να απαλλάσσει[:δηλαδή στον ιερέα-εξομολόγο] και δεν δείξει σε αυτόν την λεπρωμένη από τις αμαρτίες ψυχή του με την εξομολόγηση και δεχθεί από εκείνον την διαβεβαίωση της συγχωρήσεως. Αυτός λοιπόν που εκτελεί και τις συμβολικές πράξεις του νόμου για μας, στέλνει για τον ίδιο λόγο και τους λεπρούς στους ιερείς για να ελεγχθούν, οικονομώντας και κάτι επιπλέον ακόμα: διότι ήταν ικανό το θαύμα ν’ απαλλάξει ακόμη και τους ιερείς από την απιστία προς Αυτόν.
Πράγματι κάποτε έπαθε λέπρα και η αδελφή του Μωυσή, Μαριάμ, για αιτία που δεν είναι καιρός να την πούμε τώρα, αλλά οπωσδήποτε έπαθε την ασθένεια της λέπρας· και ο Μωυσής που δοκίμασε τρομερό πόνο από το πάθος της αυτό, ζητούσε με την προσευχή τη θεραπεία της αδελφής του από τον Θεό· και την έλαβε βέβαια, αλλά έπειτα από επτά ημέρες[Αριθμ.12,15: «Καὶ ἀφωρίσθη Μαριὰμ ἔξω τῆς παρεμβολῆς ἑπτὰ ἡμέρας· καὶ ὁ λαὸς οὐκ ἐξῇρεν, ἕως ἐκαθαρίσθη Μαριάμ (: Και χωρίστηκε η Μαριάμ και έμεινε έξω από την κατασκήνωση επτά μέρες. Και ο λαός δεν αναχώρησε από την Ασηρώθ, έως ότου καθαρίστηκε η Μαριάμ από τη λέπρα)»].
Προσέξτε λοιπόν πόση υπεροχή προσμαρτυρεί το θαύμα στον Χριστό έναντι του Μωυσή. Γιατί Αυτός, στον λεπρό που Του είπε: «Κύριε, ἐὰν θέλῃς, δύνασαί με καθαρίσαι (:Κύριε, εάν θέλεις, έχεις τη δύναμη να με καθαρίσεις από τις πληγές και τα εξανθήματα της ακάθαρτης αρρώστιας μου)»,απάντησε: «Θέλω,καθαρίσθητι(:Θέλω, καθαρίσου)»[Ματθ.8,2], και αμέσως τον απάλλαξε από τη λέπρα, ενώ εδώ έδωσε τη θεραπεία σε δέκα λεπρούς που ζήτησαν από μακριά την κάθαρση, χωρίς καν να πει τίποτε, αλλά μόνο με τη συγκατάνευσή Του. Άρα δεν είναι φανερό σε όλους όσοι έχουν νου, ότι Αυτός είναι Εκείνος στον οποίο προσευχόταν ο Μωυσής και Τον οποίο ικέτευε ως Θεό να συγκατανεύσει στην κάθαρση της αδερφής του της Μαριάμ;
Γι’ αυτό λοιπόν οι τόσοι αυτοί λεπροί που καθαρίσθηκαν με αυτόν τον τρόπο αποστέλλονταν στους ιερείς, για να γνωρίσουν και αυτοί μέσω του θαύματος τη δύναμη του Χριστού, και, αφού μάθουν από τους λεπρούς ότι ήρθαν να εκπληρώσουν τον νόμο σύμφωνα με τη γνώμη Εκείνου που έχει τόση δύναμη, να καταλάβουν ότι Εκείνου γνώμη είναι και ο δοσμένος μέσω του Μωυσή νόμος, και έτσι να πιστέψουν στον ένα αυτόν Θεό, που είναι ο Ίδιος, και του νόμου και της χάριτος, και να οδηγήσουν αυτοί τελειότερα τους καθαρισμένους λεπρούς προς την πίστη σε Αυτόν. Γιατί έτσι έπρεπε, αν και εκείνοι χωρίς σύνεση έπρατταν τα αντίθετα. Μολονότι λοιπόν εκείνοι έπρατταν τ’ αντίθετα, ο Χριστός όμως δεν παρέλειπε ποτέ τίποτε από όσα τους είλκυαν προς τη σωτηρία· γιατί έχει αδαπάνητη και ανίκητη την ανεξικακία και τη φιλανθρωπία και δεν ήταν δυνατό να νικηθεί η μακροθυμία Εκείνου με την κακία αυτών.
Αλλά, καθώς οι λεπροί, πηγαίνοντας προς τους ιερείς, θεραπεύθηκαν στον δρόμο, «εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης(:ένας από αυτούς, αφού είδε ότι θεραπεύθηκε, επέστρεψε δοξάζοντας τον Θεό μεγαλόφωνα και έπεσε με το πρόσωπο κάτω στη γη κοντά στα πόδια του Ιησού και Τον ευχαριστούσε. Και αυτός ήταν Σαμαρείτης, δηλαδή σχισματικός και λιγότερο φωτισμένος από τους Ιουδαίους. Συνεπώς κανείς δεν θα περίμενε να δείξει αυτός μια τέτοια ευγνωμοσύνη που δεν έδειξαν οι άλλοι εννέα, που ήταν Ισραηλίτες)»[Λουκ.17,15].
Σωστά είπε ο Ψαλμωδός προφήτης για τη γενιά των Ιουδαίων που ζούσαν στη δική του εποχή, ότι «Κύριος ἐκ τοῦ οὐρανοῦ διέκυψεν ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων τοῦ ἰδεῖν εἰ ἔστι συνιὼν ἢ ἐκζητῶν τὸν Θεόνπάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός· τάφος ἀνεῳγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν, ταῖς γλώσσαις αὑτῶν ἐδολιοῦσαν· ἰὸς ἀσπίδων ὑπὸ τὰ χείλη αὐτῶν, ὧν τὸ στόμα ἀρᾶς καὶ πικρίας γέμει, ὀξεῖς οἱ πόδες αὐτῶν ἐκχέαι αἷμα, σύντριμμα καὶ ταλαιπωρία ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν, καὶ ὁδὸν εἰρήνης οὐκ ἔγνωσαν· οὐκ ἔστι φόβος Θεοῦ ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν(:Ο Κύριος έσκυψε από το ύψος του ουρανού και έριξε το βλέμμα Του για να δει τους υιούς των ανθρώπων, για να δει εάν υπάρχει κανείς μεταξύ τους, που να έχει επίγνωση Θεού ή να επικαλείται με πίστη τον Θεό και να προσπαθεί να ευαρεστεί σε Αυτόν. Αλίμονο, όλοι εξετράπησαν στην ευθεία οδό. Εξαχρειώθηκαν και διεφθάρησαν. Δεν υπάρχει κανένας που να πράττει το αγαθό. Δεν υπάρχει ούτε ένας. Ο λάρυγγάς τους, σαν ανοιχτός τάφος, αναδίδει δυσώδεις αναθυμιάσεις. Με τις πονηρές τους γλώσσες επινοούν και εκφράζουν δόλια ψεύδη και φαρμακερές συκοφαντίες. Δηλητήριο φαρμακερών ασπίδων υπάρχει κάτω από τα χείλη τους. Το στόμα τους είναι γεμάτο από κατάρες εναντίον του Θεού και από δολιότητες και πικρίες εναντίον των ανθρώπων. Τα πόδια τους τρέχουν με ταχύτητα, για να χύσουν αίμα. Στους δρόμους της ζωής τους και στις πράξεις τους σπείρουν συντρίμματα και ταλαιπωρίες εναντίον αθώων. Εσωτερική ειρήνη και ειρηνική ζωή με τους άλλους εξαιτίας της αμαρτωλότητάς τους δεν γνώρισαν. Δεν υπάρχει φόβος Θεού ενώπιόν τους)»[Ψαλμ.13,2-3].
Πράγματι, αν αυτοί οι εννέα, που τόση ευεργεσία πέτυχαν από τον Χριστό και τέτοιο θαύμα είδαν επάνω τους, δεν κατάλαβαν ότι ο Ιησούς είναι Θεός, δεν επέστρεψαν για να Τον αναζητήσουν, δεν απέδωσαν τη μεγαλύτερη δοξολογία ούτε την ευχαριστία, τι είναι φυσικό να σκεφθούμε για τους άλλους; Αλλά ο Σαμαρείτης, ο Ασσύριος κατά το γένος (γιατί από αυτούς προερχόταν η σαμαρειτική αποικία)[βλ. Δ΄Βασ.17,24: «Καὶ ἤγαγε βασιλεὺς Ἀσσυρίων ἐκ Βαβυλῶνος τὸν ἐκ Χουθὰ ἀπὸ Ἀϊὰ καὶ ἀπὸ Αἰμὰθ καὶ Σεπφαρουαΐμ, καὶ κατῳκίσθησαν ἐν πόλεσι Σαμαρείας ἀντὶ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ καὶ ἐκληρονόμησαν τὴν Σαμάρειαν καὶ κατῴκισαν ἐν ταῖς πόλεσιν αὐτῆς(: Ο βασιλιάς των Ασσυρίων μετέφερε ανθρώπους από τη Βαβυλώνα, δηλαδή ειδωλολάτρες κατοίκους των πόλεων Χουθά, Αϊά, Αιμάθ και Σεπφαρουαίμ και τους εγκατέστησε στις πόλεις της Σαμάρειας αντί των Ισραηλιτών. Αυτοί λοιπόν πήραν πλέον ως κληρονομιά τους τη Σαμάρεια και εγκαταστάθηκαν στις πόλεις της)»], που ήταν ένας από αυτούς, όταν είδε το θαύμα και την ποθητή ευεργεσία που πέτυχε, κατανόησε αυτήν και τελειώθηκε ως προς την πίστη, και αφού επέστρεψε, λέγει και εκτελεί λόγια και πράξεις ευγνωμοσύνης και πίστεως, πέφτοντας δημόσια με το πρόσωπο στα πόδια του ευεργέτη και δοξάζοντας ως Θεό αληθινό Αυτόν που του χάρισε την κάθαρση από τη λέπρα του.
Και ο Κύριος λέγει προς τους παρευρισκόμενους: «Οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος;(: Δεν καθαρίστηκαν από τη λέπρα και οι δέκα; Οι άλλοι εννέα πού είναι; Χάθηκαν να γυρίσουν πίσω και να δοξάσουν τον Θεό, παρά μόνο ο ξένος αυτός, που δεν ανήκει στο γνήσιο ιουδαϊκό γένος;)», αν και βέβαια γι’ αυτό θεράπευσε και αυτούς, για να λάβουν την άδεια και τη δυνατότητα πλέον φυσιολογικά να ζουν μαζί με τους υπόλοιπους συμπατριώτες τους και με όσους παρακολουθούσαν από κοντά τη διδασκαλία του Ιησού και να κερδίσουν τη θεραπεία των ψυχών τους και να δοξάσουν τον Ιατρό και των ψυχών και των σωμάτων· εκείνοι όμως δεν σκέφθηκαν ότι πρέπει να προσφέρουν δόξα στον Θεό.
Αλλά τι πάθος αληθινά! Γιατί από αυτό μπορεί κανείς να δει να πάσχουμε και εμείς τώρα: αφού καθαρισθήκαμε από τον Χριστό απ’ εκείνη την πρώτη κατάρα, που ήταν απλωμένη πάνω μας σαν λέπρα, και πιο βλαβερή και πιο σιχαμερή από κάθε λέπρα, καθόσον το πάθος εκτός από το σώμα μετέβαινε και στην ψυχή· αφού καθαρισθήκαμε λοιπόν απ’ αυτήν μέσω του Χριστού, και λάβαμε πάλι από Εκείνον καθαρή τη φύση μας σαν από την αρχή, δεν προσκολλόμαστε σε Αυτόν με ενάρετη ζωή προσφέροντάς Του δόξα, αλλά απομακρυνόμαστε πάλι από Αυτόν με επάρατα και παράνομα έργα, όπως λέγει προς Αυτόν ο Δαβίδ: «Ὅτι οὐχὶ Θεὸς θέλων ἀνομίαν σὺ εἶ· οὐ παροικήσει σοι πονηρευόμενος(: Εσύ είσαι Θεός, που ποτέ και κατά κανέναν τρόπο δεν θέλεις την καταπάτηση του νόμου Σου και την αδικία. Για τον λόγο αυτόν ούτε και προς στιγμή δεν θα παραμείνει πλησίον Σου ως προστατευόμενός Σου κανένας ασεβής άνθρωπος, ο οποίος μηχανεύεται το κακό)»[Ψαλμ.5,5].
Γι’ αυτό πάλι ο Κύριος, ελεεινολογώντας τους ανθρώπους αυτού του είδους και θρηνώντας κατά κάποιο τρόπο εκείνους και εμάς τους έπειτα από εκείνους όμοιους με εκείνους, όπως προς τον Αδάμ, όταν εξέπεσε από τη θεία εκείνη δόξα, έλεγε: «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;(:Αδάμ, πού είσαι😉»[Γέν.3,9], έτσι έπειτα λέγει και προς αυτούς: «Οι εννέα όμως πού είναι; Δεν έκριναν αυτοί ότι πρέπει να προσφέρουν δόξα στον Θεό, παρά μόνο ο αλλοεθνής αυτός;». Λέγοντας όμως τη φράση: «εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος(:παρά μόνο ο αλλοεθνής αυτός)», δείχνει την αχαριστία και σκληροκαρδία του γένους των Ιουδαίων, και ότι τα έθνη ήταν έτοιμα για επιστροφή, ενώ οι Ιουδαίοι ήταν τελείως αμετανόητοι προς σωτηρία. Γι’ αυτό και σε αυτόν που επέστρεψε με ευγνωμοσύνη χάρισε δίκαια και την ψυχική σωτηρία, που προτυπώνει τη σωτηρία των εθνών μέσω της πίστεως, λέγοντάς του: «Ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε(:Σήκω και πήγαινε. Η πίστη σου σε έσωσε. Δεν θεράπευσε μόνο το σώμα σου, αλλά αποτελεί και καλή αρχή που θα σε οδηγήσει και στην πνευματική σου σωτηρία)», ενώ εκείνους που δεν επέστρεψαν, αφού τους κατηγόρησε μόνο για τη σιωπή τους, έδειξε ότι απέτυχαν ως προς την ψυχική σωτηρία.
Μοιάζουν βέβαια οι δέκα αυτοί λεπροί με ολόκληρο το γένος των ανθρώπων γιατί όλοι μας ήμασταν λεπρωμένοι, αφού όλοι υποπέσαμε στην αμαρτία, όπως λέγει ο θεόπνευστος Παύλος: «Πάντες γὰρ ἥμαρτον καὶ ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, δικαιούμενοι δωρεὰν τῇ αὐτοῦ χάριτι διὰ τῆς ἀπολυτρώσεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ(: Και δεν υπάρχει διάκριση, διότι όλοι ανεξαιρέτως αμάρτησαν και έχουν στερηθεί από τη δόξα, που έχει και μεταδίδει ο Θεός. Και συνεπώς γίνονται όλοι δίκαιοι και σώζονται δωρεάν με τη χάρη που δίνει σε μας τους καταδίκους ο Θεός ως πανάγαθος βασιλιάς. Μας απελευθέρωσε ο Θεός από την αμαρτία με την εξαγορά που έκανε ο Ιησούς Χριστός, με το λύτρο του αίματός Του)»[Ρωμ.3,23-24].
Όλοι λοιπόν ήμασταν έτσι πνευματικά λεπροί, αφού όμως κατέβηκε ο Κύριος από τους ουρανούς και έλαβε τη φύση μας, την ελευθέρωσε από την καταδίκη για την αμαρτία. Αλλά οι Ιουδαίοι βέβαια φάνηκαν αγνώμονες απέναντι σε αυτήν την ευεργεσία, όσοι όμως από τους εθνικούς επέστρεψαν από τον μάταιο δρόμο τους και από τα προηγούμενα πονηρά ήθη τους και πρόσφεραν δόξα στον Θεό, όχι ομολογώντας απλώς τη σωτηρία και ανακηρύσσοντας το μέγα έλεος Εκείνου που από το απέραντο πέλαγος φιλανθρωπίας κένωσε τον εαυτό Του μέχρι σε μας, αλλά και πείθονται στις εντολές Του και ζουν σύμφωνα με αυτές και με τη διαγωγή αυτή βαδίζουν προς ειρήνη, δηλαδή ειρηνεύουν προς τους εαυτούς τους και μεταξύ τους και προς τον Θεό.
Και ειρηνεύουμε προς τον Θεό, εκτελώντας τα ευάρεστα σε Αυτόν, ζώντας με σωφροσύνη, λέγοντας την αλήθεια, και πράττοντας τα δίκαια, «επιδιδόμενοι σε προσευχές και δεήσεις», και όπως προτρέπει ο απόστολος Παύλος: «Λαλοῦντες ἑαυτοῖς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ᾄδοντες καὶ ψάλλοντες ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τῷ Κυρίῳ(:Λαλώντας μεταξύ σας με ψαλμούς και ύμνους και ωδές πνευματικές, άδοντας και ψάλλοντας στον Κύριο με όλη σας την καρδιά)»[Εφ.5,19], και όχι μόνο με τα χείλη.
Προς τους εαυτούς μας ειρηνεύουμε, υποτάσσοντας τη σάρκα στο πνεύμα και ακολουθώντας τον τρόπο ζωής που μας υπαγορεύει ο έμφυτος νόμος της συνειδήσεώς μας και έχοντας τον εσωτερικό μας κόσμο των λογισμών κινούμενο με κοσμιότητα και ευγένεια· μεταξύ μας τέλος ειρηνεύουμε: «Ἀνεχόμενοι ἀλλήλων καὶ χαριζόμενοι ἑαυτοῖς ἐάν τις πρός τινα ἔχῃ μομφήν· καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἐχαρίσατο ὑμῖν, οὕτω καὶ ὑμεῖς· (:Να ανέχεστε ο ένας τις αδυναμίες του άλλου και να συγχωρείτε ο ένας τον άλλο, εάν έχει κανείς παράπονο εναντίον του άλλου, Όπως κι ο Χριστός σας έκανε χάρη και σας συγχώρησε, έτσι και εσείς να συγχωρείτε ο ένας τον άλλο)»[Κολ.3,13].
Ας ειρηνεύουμε και εμείς λοιπόν, αδελφοί, παρακαλώ, και ας δείχνουμε αυτή την ειρήνη με έργα και τρόπους ενάρετους και αγαπητούς στον Θεό· γιατί εξαιτίας αυτής της ειρήνης και εμείς ήρθαμε σε σας, στην Εκκλησία του Χριστού, έχοντας ορισθεί από αυτόν διάκονοι της κληρονομιάς και χάριτός Του, και πάνω από όλα ευαγγελιζόμαστε σ’ εσάς την ειρήνη σύμφωνα με την προς εμάς παραγγελία του Σωτήρα μας μέσω των Αποστόλων, και με αυτήν συνάγουμε τα σκορπισμένα μέλη προς τον εαυτό τους και την προκαλούμενη από το μίσος ασθένεια και καχεξία την βγάζουμε έξω από τις ψυχές μας.
Είμαστε λοιπόν μαζί σας με την χάρη του Χριστού και είμαστε πρεσβευτές του Χριστού, αφού Αυτός παρακαλεί με ενδιάμεσους εμάς: «Καταλλάγητε τῷ Θεῷ(:Συμφιλιωθείτε με τον Θεό)»[Β΄Κορ.5,20], γνωρίστε την μεταξύ σας συγγένεια που ενυπάρχει σε σας, όχι μόνο ως προς την ψυχή, αλλά και ως προς το σώμα, γιατί έτσι θα γίνετε και της ειρήνης, δηλαδή του Θεού, υιοί και κληρονόμοι. Γιατί Αυτός είναι η ειρήνη μας, που έκαμε τα δυο ένα και διέλυσε τον μεσότοιχο φράκτη και κατέλυσε με τον σταυρό την έχθρα και φύτευσε την ειρήνη μέσα στις ψυχές μας. Γιατί ολόκληρο το έργο της παρουσίας Του είναι η ειρήνη, και γι’ αυτήν έκλινε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη.
Γι’ αυτό και ο Δαβίδ προείπε γι’ Αυτόν:« Ἀνατελεῖ ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ δικαιοσύνη καὶ πλῆθος εἰρήνης(:Από την πνευματική αυτή γλυκιά άρδευση θα αναβλαστήσει και θα ανθίσει επί των ημερών Του δικαιοσύνη και ειρήνη πλούσια και ατέλειωτη)»[Ψαλμ.71,7], και σε άλλον Ψαλμό λέγει πάλι γι’ Αυτόν: «Λαλήσει εἰρήνην ἐπὶ τὸν λαὸν αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τοὺς ὁσίους αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τοὺς ἐπιστρέφοντας καρδίαν ἐπ᾿ αὐτόν(:Θα ομιλήσει ειρηνικά προς τον λαό Του, στους αφοσιωμένους προς Αυτόν Ισραηλίτες· σε όσους επιστρέφουν με όλη τους την καρδιά προς Αυτόν)»[Ψαλμ.84,9]. Δείχνει όμως και ο ύμνος που ψάλθηκε κατά τη γέννησή Του από τους αγγέλους, ότι ήρθε σ’ εμάς φέροντάς μας από τον ουρανό την ειρήνη, λέγοντας: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία(:Δοξασμένος ας είναι ο Θεός στα ύψιστα μέρη του ουρανού απ’ τους αγγέλους που κατοικούν εκεί˙ και στη γη ολόκληρη, που είναι ταραγμένη απ’ την αμαρτία και τα βίαια πάθη της, ας βασιλεύσει η θεία ειρήνη· διότι ο Θεός εκδήλωσε τώρα εξαιρετικά την εύνοια και την ευαρέσκειά Του στους ανθρώπους με την ενανθρώπηση του Υιού Του)»[Λουκ.2,14].
Και Αυτός ο Ίδιος, όταν ολοκλήρωνε ήδη την σωτηριώδη οικονομία, αντί κληρονομιάς, την ειρήνη άφησε στους μαθητές Του, λέγοντας προς αυτούς: «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν. μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδὲ δειλιάτω (:Φεύγω και σας αφήνω την ειρήνη. Σας δίνω τη δική μου αληθινή και βαθιά ειρήνη, την οποία ήλθα να φέρω στον κόσμο που συνταράζεται από την αμαρτία. Δεν σας δίνω εγώ μια ειρήνη υποκριτική, απατηλή και ασταθή, σαν αυτή που δίνει ο κόσμος. Ας μην ταράζεται η καρδιά σας από εσωτερικούς φόβους κι ας μη δειλιάζει από εξωτερικά φόβητρα και απειλές)»[Ιω.14,27]· και επίσης: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις(:Απ’ αυτό θα μάθουν όλοι ότι είστε δικοί μου μαθητές, από το αν δηλαδή έχετε αγάπη μεταξύ σας. Η αγάπη αυτή θα σας εξασφαλίσει την αναγνώριση, τον σεβασμό και την εκτίμηση των ανθρώπων περισσότερο από τη θαυματουργική σας δράση)»[Ιω,13,35]. Και η τελευταία προσευχή που έκανε για μας όταν ανέβαινε προς τον Πατέρα του στηρίζει την αναμεταξύ μας αγάπη· γιατί λέγει: «Τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς(:Πάτερ άγιε, φύλαξέ τους με την πατρική Σου προστασία και δύναμη, την οποία έδωσες και σε Εμένα˙ έτσι ώστε να παραμείνουν ενωμένοι μαζί μου και μεταξύ τους και να είναι με την αγάπη και την ομοφροσύνη ένα πνευματικό σώμα, όπως είμαστε ένα κι εμείς που έχουμε την ίδια ουσία και φύση)»[Ιω.17,11].
Να μην εκπέσουμε λοιπόν από την πατρική προσευχή, ούτε να απορρίψουμε την κληρονομιά του ουράνιου Πατέρα, ούτε τη σφραγίδα και το σημάδι της προς Αυτόν οικειότητας να πετάξουμε, για να μη χάσουμε και την υιοθεσία και την ευλογία και την προς Αυτόν μαθητεία και εκπέσουμε από την επηγγελμένη ζωή και αποκλεισθούμε από τον πνευματικό νυμφώνα του ειρηνάρχη Πατέρα, ο οποίος, για να μην πάθουμε αυτό, απέστειλε μέσω των αγίων μαθητών και Αποστόλων Του την ειρήνη σε όλον τον κόσμο.
Γι’ αυτό και αυτοί και στις ομιλίες τους και στα συγγράμματά τους αυτήν προβάλλουν στους προλόγους τους πριν από όλους τους λόγους: «Χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ(:Χάρη σε εσάς να παρέχεται και ειρήνη από τον Θεό)»[Γαλ.1,3]. Αυτήν και εμείς ως υπηρέτες της διακονίας εκείνων και τώρα ευαγγελιζόμαστε και μαζί με τον Παύλο λέμε σ’ εσάς: «Εἰρήνην διώκετε μετὰ πάντων, καὶ τὸν ἁγιασμόν, οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον(:Αγωνίζεστε και προσπαθείτε να επιδιώκετε ειρήνη με όλους καθώς και να αποκτήσετε και τον αγιασμό και την καθαρότητα της καρδιάς σας, χωρίς την οποία κανένας δεν θα δει τον Κύριο)»[Εβρ.12,14]. Από μας όμως κανένας να μην αποτύχει στο να δει τον Κύριο, ούτε να εκπέσει από τη θεία δόξα την εκπεμπόμενη από εκεί, αλλά, αφού όλοι συμφιλιωθούμε και συναχθούμε σ’ ένα με την μεταξύ μας κατά Θεόν ειρήνη και αγάπη και ομόνοια, να έχουμε στο μέσο μας σύμφωνα με τη γλυκιά παραγγελία του τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, που εξομαλύνει τις δυσκολίες του παρόντος βίου, και στον κατάλληλο καιρό χαρίζει την αιώνια ζωή και δόξα και βασιλεία.
Αυτήν είθε να επιτύχουμε όλοι εμείς με την χάρη και φιλανθρωπία του ειρηνοποιού και ειρηνοδώρου Θεού και Πατέρα μας και Κυρίου Ιησού Χριστού, στον οποίο πρέπει δόξα, δύναμη, τιμή και προσκύνηση μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες αιώνων. Γένοιτο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Αγίου Γρηγορίου Παλαμά Άπαντα τα έργα, τόμος 11, ομιλία ΞΑ΄,σελ.538-558,Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1986
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος Θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ IB΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 17, 12-19]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Η ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 17-1-1999]
(Β 390) [β΄έκδοσις]
Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας προβάλλει τη θεραπεία των δέκα λεπρών. Την διήγηση την ακούσατε από το ιερό Ευαγγέλιον. Είναι γεμάτη περιεχομένου, με πολλά διδάγματα και συμπεράσματα. Θα μείνομε ωστόσο σε ένα. Εκείνο που έκανε εντύπωση και εις Αυτόν τον Κύριον. Η αχαριστία των εννέα λεπρών, αλλά και η ευγνωμοσύνη μόνον του ενός λεπρού που εθεραπεύθη και γύρισε να πει το «ευχαριστώ» του εις τον Κύριον. Κι αν πρέπει να δούμε το πράγμα επί τοις εκατό -μας προκαλεί ο αριθμός «δέκα λεπροί»- θα λέγαμε ότι το 90% είναι αχάριστοι οι άνθρωποι μέσα σε μία κοινωνία. Και μόνον το 10% είναι ευγνώμονες. Είναι απογοητευτικό. Και φαίνεται ότι είναι μία πραγματικότητα, την οποία ομολογουμένως ζούμε. Σε κάθε εποχή. Και στην εποχή μας.
Και δικαιολογημένα, λοιπόν, ο Κύριος εξέφρασε το παράπονό Του, όταν είπε: «Οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ;». «Μπα, δεν θεραπεύτηκαν οι δέκα; Οι άλλοι εννιά πού είναι;». «Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος;». «Δεν βρέθηκε κανείς απ’ αυτούς να γυρίσουν και να δοξάσουν και να ευχαριστήσουν τον Θεό; Παρά ήρθε να επιστρέψει και να δοξάσει τον Θεό αυτός ο αλλογενής;». Διότι αυτός ήταν Σαμαρείτης. Βλέπετε, πολλές φορές η δυστυχία ενώνει τους ανθρώπους. Αλλά η ευτυχία πάλι τους χωρίζει. Αν κάποιος στην Γη αυτή ήπιε όλο το ποτήρι της αχαριστίας, Αυτός είναι ο Ενανθρωπήσας Υιός του Θεού. Και η αχαριστία εκδηλώνεται τόσο στον Θεό, όσο και εις τους συνανθρώπους μας. Ας δούμε λοιπόν το θέμα αυτό της αχαριστίας λίγο πιο κοντά· ώστε πληροφορούμενοι το τι θα πει αχαριστία, να πάψομε να είμεθα, αγαπητοί μου, αχάριστοι και εις τον Θεό και εις τους ανθρώπους.
Και πρώτα να δούμε την αχαριστία προς τον Θεό. Για να το συλλάβομε το θέμα αυτό, δεν έχομε παρά να δούμε τις ευεργεσίες του Θεού προς τους ανθρώπους, αλλά και την ανθρώπινη ανταπόκριση. Τι μας έδωσε ο Θεός; Πρώτιστα την ύπαρξιν. Αυτήν την στιγμήν δεν θα υπήρχα αν η αγάπη και η ευεργεσία του Θεού δεν με έφερε εις την ύπαρξιν. Είναι το πρώτο, το μέγιστο θέμα, το ότι υπάρχω. Ήλθα στην ύπαρξη. Μια ύπαρξη κατ΄εικόνα δική Του. Κάθομαι και βλέπω πολλές φορές τα ζουζούνια, τις μύγες, τα κουνούπια, όλα εκείνα που εδώ στο βουνό μας έχομε άφθονα από τα έντομα αυτά και λέγω: «Εγώ δεν είμαι ένα από αυτά. Εγώ είμαι κατ’ εικόνα Θεού. Ενώ αυτά υπάρχουν αλλά μετά δεν θα υπάρξουν. Ενώ εγώ υπάρχω. Υπάρχω και θα υπάρχω. Και να επιθυμούσα να επιστρέψω εις το μηδέν, δεν θα μπορούσα αυτό να το πετύχω». Ξέρετε, σχέση με το μηδέν έχει μόνον ο Θεός. Κανένα δημιούργημα, ούτε ο άνθρωπος έχει σχέση με το μηδέν. Και δεν είναι δύσκολο αυτό να το μάθομε. Όταν ξέρομε από την Φυσικήν, αν το θέλετε, ότι δεν μπορούμε να εκμηδενίσουμε τίποτα. Όταν το ζουλάμε κάτι, βγαίνει από την άλλη μεριά· αν ζουλάμε ύλη, βγαίνει από την άλλη μεριά ενέργεια. Αν ζουλάμε την ενέργεια, βγαίνει από την άλλη μεριά ύλη. Δεν μπορούμε να εκμηδενίσομε ούτε…όχι ένα μόριο, ούτε ένα υποστοιχείον του ατόμου. Δεν μπορούμε να μηδενίσουμε. Πόσο περισσότερο εγώ να λέγω: «Δεν με ενδιαφέρει, δεν θέλω να πάω στην κόλαση, αν υπάρχει κόλαση. Δεν θα μπορούσα λοιπόν να γίνω μηδέν;». Δεν μπορώ.
Έτσι, λοιπόν, ο Θεός μάς δίνει την ύπαρξη. Και είναι η εικόνα η δική Του. Και με προορισμό την αιωνιότητα. Ακόμα και την θεία μέθεξη και την υιοθεσία. Τον αρχαίο Παράδεισο, ο Θεός τον εφύτευσε για τον άνθρωπο. Μας το λέγει σαφώς η Αγία Γραφή. Δηλαδή έδειξε μία εξέχουσα και ιδιαιτέρα φροντίδα ο Θεός δια τον Παράδεισον, απ’ ό,τι σε όλα τ’ άλλα σημεία της Γης. Δεν έλειπε από εκεί τίποτε. Από τον αρχαίον Παράδεισον. Παρότι που ήταν εδώ εις την Γην. Ούτε ακόμη και η παρουσία του Θεού. Βλέπομε πως έρχεται ο Θεός να επισκεφθεί τους πρωτοπλάστους. Και αυτό ήταν μία τακτική πράξη εκ μέρους του Θεού. Και όμως οι πρωτόπλαστοι δεν εξετίμησαν την δωρεά αυτή του Θεού. Και ο Θεός παραβλέπει την αχάριστη αυτή στάση του ανθρώπου και του υπόσχεται ότι θα τον σώσει. Αφού προσωρινά έπρεπε να εγκαταλείψει τον Παράδεισον. Και την υπόσχεσή Του ο Θεός την ετήρησε. Ενηνθρώπησε και ήλθε κοντά μας. Μας είπε δια των προφητών Ποιος είναι Αυτός που θα ήρχετο. Ούτε λίγο ούτε πολύ, Αυτός ο καθαυτό Δημιουργός μας, ο Θεός Λόγος.
Και όμως όταν ήλθε, ενώ προεφώνησαν, προανεφώνησαν οι προφήται εν Πνεύματι Αγίω, όμως όταν ήλθε, ο λαός έστρεψε εις τον Κύριον του Ισραήλ που ενηνθρώπησε, γιατί Αυτός είναι, του έστρεψε τα νώτα. Λέγει ο προφήτης Ησαΐας, εκφράζει το παράπονο του Θεού: «Ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον(:Το βόδι ξέρει τον νοικοκύρη του) καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ(:και το γαϊδουράκι γνωρίζει την φάτνη του κυρίου του)· Ἰσραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω καὶ ὁ λαός με οὐ συνῆκεν(: αλλά ο Ισραήλ δεν με αναγνώρισε· ο λαός μου. Και δεν συνῆκε, δεν κατενόησε, δεν κατάλαβε)». Να το παράπονο του Θεού. Και τον λαό Του ο Θεός, εν συνεχεία, αφού τον ίδρυσε, διαλέγοντας τον Αβραάμ, τον εξήγαγε από την χώρα της δουλείας, κατά θαυμαστόν τρόπον, από την Αίγυπτο. Και όμως, ο λαός, τα αγαθά της ερήμου δεν τα εξετίμησε. Και εζήτησε να γυρίσει πίσω στην Αίγυπτο. Γιατί επεθύμησε -τι φοβερό!- τα σκόρδα και τα κρόμμυα! Τα σκόρδα και τα κρεμμύδια, λέει, επιθύμησε. Βέβαια δεν υπήρχαν σκόρδα και κρεμμύδια εις την έρημον. Είχαν, όμως, το μάννα, το οποίον κατά την «Σοφία Σολομώντος», το βιβλίον, είχε την γεύση εκείνη, βασικά σαν τηγανίτα με μέλι. Αλλά είχε επιπλέον την γεύση εκείνη, που ο καθένας επιθυμούσε να είχε φάει. Κρέας επιθυμούσες; Όταν έτρωγες το μάννα, είχε την γεύση κρέατος κ.ο.κ. Εντούτοις επεθύμησαν τα σκόρδα και τα κρομμύδια της Αιγύπτου. Δηλαδή να γυρίσουν πίσω εις την γην της αιχμαλωσίας και της δουλείας. Αυτός είναι ο άνθρωπος…
Και για να πει ο Θεός κατοπινά δια του Μωυσέως εις τον λαό Του, που ήταν στην έρημο κι έφαγε και χόρτασε και είναι προ των πυλών της Γης της Επαγγελίας, να πει ο Θεός: «Καὶ ἔφαγεν Ἰακὼβ – Ιακώβ θα πει: ο λαός του Θεού, ο Ιακώβ, οι απόγονοι του Ιακώβ- (:και έφαγε)καὶ ἐνεπλήσθη(:όχι μονον έφαγε, αλλά και χόρτασε), καὶ ἀπελάκτισεν ὁ ἠγαπημένος(:και κλώτσησε ο αγαπημένος. ‘’Ισραήλ’’ θα πει αγαπημένος. Και κλώτσησε, λέγει, ο ηγαπημένος), ἐλιπάνθη, ἐπαχύνθη, ἐπλατύνθη(: πάχυνε, πλάτυνε, έφαγε, ήπιε, κλώτσησε και εγκατέλειψε τον Θεόν που τον εδημιούργησεν)· καὶ ἐγκατέλιπε τὸν Θεὸν τὸν ποιήσαντα αὐτὸν καὶ ἀπέστη ἀπὸ Θεοῦ σωτῆρος αὐτοῦ(: και απεστάτησε από τον Θεόν, τον σωτήρα του)». Αυτά παραπονείται ο Θεός, αγαπητοί μου, δια τον Ισραήλ· ο οποίος έδειξε, πλην ορισμένων προσώπων, θαυμαστών και αγίων, σαν σύνολο έδειξε σε όλο το μέγεθος και την λαμπρότητά του την αχαριστία του.
Και τέλος, Αυτός ο Θεός Λόγος, ο Άγιος του Ισραήλ, όπως σας είπα προηγουμένως, ήλθε ανάμεσά του, ανάμεσα στον λαό Του. Και ο λαός Του δεν τον εδέχθη. Θα μου πείτε: «Τον ανεγνώρισε;». Είχε τους προφήτες. Θα μπορούσε να Τον αναγνωρίσει. Όταν λέγει ότι ο Θεός ότι… λέγει ο Βαρούχ «ότι ανάμεσά μας ήρθε να συναναστραφεί τους ανθρώπους Αυτός που ετάννυσε τον ουρανό και είπε στο φως: ‘’Πήγαινε’’. Και πήγε. Και είπε, ανακαλεί το φως και έρχεται πίσω». Να που ειδοποιείται ο λαός. Εντούτοις, λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, «εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον». «Ήρθε στο σπίτι, στο σπίτι τους. Δηλαδή στην πατρίδα τους. Και οι ίδιοι, οι δικοί Του οι άνθρωποι δεν Τον παρέλαβον», λέει στο πρώτο κεφάλαιο ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής.
Αλλά και ο λοιπός κόσμος δεν Τον ανεγνώρισε μέσα στην ιστορική Του διαδρομή. Λέει πάλι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Ἐν τῷ κόσμῳ ἦν – δηλαδή ο Θεός Λόγος· εις τον κόσμον ήτο. Πάντοτε. Πριν ενανθρωπήσει-, καὶ ὁ κόσμος δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο(:και ο κόσμος έγινε από Αυτόν), καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω(:και ο κόσμος δεν Τον ανεγνώρισε)». Και έφθασε να θυσιαστεί ο Χριστός, ο Άγιος του Ισραήλ. Και ο λαός Του Τον ενέπαιξε. Θα το υπογραμμίσω. Τον ενέπαιξε. Και Τον εμπαίζει δύο χιλιάδες τώρα χρόνια ο λαός Του αυτός μέχρι σήμερα. Μόνον ο εθνικός κόσμος, δηλαδή ο ειδωλολατρικός, τον εδέχθη, αλλά και πάλι όχι όλοι. Μας συγχωρεί με το αίμα Του. Κι εμείς δεν εξετιμήσαμε την ανεκτίμητη αυτή προσφορά Του. Δηλαδή μέγεθος αχαριστίας…
Μας έδωσε ακόμη έναν θαυμαστόν κόσμον με τόσα φυσικά αγαθά. Μας έδωσε σαν ενδιαίτημα τη Γη. Δεν ξέρομε αν άλλος πλανήτης μέσα στο αχανές σύμπαν μπορεί να είναι κατοικήσιμος ή όχι. Δεν το ξέρομε. Μυστήριον. Ένα ξέρομε. Ή τουλάχιστον οι πλανήται περί τον ήλιον, οι δικοί μας πλανήται δεν είναι κατοικήσιμοι. Το ξέρομε αυτό. Μας έδωσε μία Γη, ενδιαίτημα του ανθρώπου· καταπληκτικός κόσμος η Γη μας. Ο ήλιος και η σελήνη είναι προσφορά δική Του. Τα ωραία της Γης, όλα για μας. Μας έδωσε τις πέντε αισθήσεις και τον νουν, για να απολαμβάνομε και να συνειδητοποιούμε ό,τι μας έδωσε. Και οι άνθρωποι είπαν… είναι στη Σοφία Σολομώντος αυτό που θα σας πω, το λένε και σήμερα στην εποχή μας. Ήδη από τον περασμένο αιώνα το λένε ότι «αὐτοσχεδίως ἐγεννήθημεν». «Αὐτοσχεδίως» θα πει «συμπτωματικά». «Συμπτωματικά γεννηθήκαμε…». Εκείνο που λένε οι υλισταί, σας είπα, από τον περασμένο αιώνα, σ’ αυτό το ανακάτωμα της ύλης φθάσαμε να βρεθούμε στην ύπαρξη και δεν ξέρω πώς και γίνεται, πώς και γίνεται –ανόητα πράγματα!- να φθάσομε να έχομε τον άνθρωπο και την πολύ μεγάλη ποικιλία και των φυτών και των ζώων. «Αὐτοσχεδίως, λοιπόν, ἐγεννήθημεν …». «…Καὶ μετὰ τοῦτο(:Και μετά από αυτό) ἐσόμεθα ὡς οὐχ ὑπάρξαντες)». «Και μετά από αυτό, είναι σαν να μην υπάρξαμε».
Δεν έλεγε ο Σαρτρ, αυτός ο Γάλλος φιλόσοφος, ο υπαρξιστής, ότι μοιάζομε με έναν πίδακα, με ένα συντριβανάκι σε μία λεκάνη νερού. Πηδάει, ξαναγυρίζει πάλι στη λεκάνη και γίνεται επιφάνεια του νερού. Υπάρχομε και μετά εξαφανιζόμαστε… Και μάλιστα τους πρόλαβε ο λόγος του Θεού μ’ αυτά τα οποία λέγει: «Δεῦτε οὖν καὶ ἀπολαύσωμεν τῶν ὄντων ἀγαθῶν καὶ χρησώμεθα τῇ κτίσει ὡς ἐν νεότητι σπουδαίως». «Ελάτε λοιπόν, αφού δεν υπάρχει τίποτα παρακάτω, να απολαύσομε ό,τι υπάρχει γύρω μας. Να φάμε, να πιούμε, να αφροδισιάσομε, να κάνομε χρήση της κτίσεως σαν νέα παιδιά, σαν νέοι άνθρωποι. Με κάθε φροντίδα». «Καὶ οὐκ ἔγνωσαν μυστήρια Θεοῦ(:Και δεν γνώρισαν οι άνθρωποι τα μυστήρια του Θεού), οὐδὲ μισθὸν ἤλπισαν ὁσιότητος».
Αγαπητοί, επιπλέον ο Θεός δίδει και τις προσωπικές μας ευεργεσίες. Ας θυμηθούμε την ημέρα που βαπτιστήκαμε. Την ημέρα που γνωρίσαμε τον Θεό. Την ημέραν που επεστράφημεν εις τον Θεόν, ως μετάνοια. Μας γύρισε πίσω από τον δρόμο της απωλείας, στον δρόμο της ζωής. Ατυχήματα, αρρώστιες, οικονομικές δυσπραγίες, τούτα, εκείνα, τόσα και τόσα. Και όμως επιμένομε να μην Του λέμε ένα «ευχαριστώ». Είναι το πιο φτηνό πράγμα να πεις ένα «ευχαριστώ». Αλλά φαίνεται πως είναι και το πιο δύσκολο πράγμα. Έτσι φαίνεται. Τι το καθιστά το «ευχαριστώ» δύσκολο; Ο εγωισμός. «Γιατί να σου πω «ευχαριστώ»; «Γιατί να σου πω ‘’ευχαριστώ’’;». Και ισχυριζόμαστε ότι η ικανότητά μας ή, αν θέλετε, η τύχη πάντοτε μας διασώζει. «Η τύχη», λέει, «με έσωσε». Η τύχη σε έσωσε, αδερφέ; Αλήθεια, καμία αναγνώρισις. Ούτε ένα είπαμε, «ευχαριστώ». Κρίμα! Ούτε ένα «δόξα τῷ Θεῷ». Τίποτα…
Αντίθετα, να φθάνει ο ταλαίπωρος άνθρωπος ή ο ταλαίπωρος και φτωχός Χριστιανός να στρέφεται και εναντίον του Θεού… Φθάνει στην αθεΐα. Φθάνει στη βλασφημία. Δεν θα ξεχάσω ποτέ μου –σας το έχω ξαναπεί αυτό, αν το ενθυμείσθε- έναν ασθενή στρατιώτη στο 404 Νοσοκομείο. Στο παρ’ ημίν στρατιωτικό νοσοκομείο. Το παιδί αυτό δεν είχε μιλήσει μέχρι 14 ετών. Τον πήγε λοιπόν η μάνα του στην Τήνο, στην Παναγία, θερμά ευχαριστήθηκε(:προσευχήθηκε) κι έγινε θαύμα. Το παιδί μίλησε. Και τώρα, 20 χρονών στρατιώτης. Βλασφημούσε την Παναγία και τα θεία γενικώς. Ο ίδιος μου είπε την ιστορία. Και μάλιστα μπροστά στους άλλους συναδέλφους του μέσα σε ένα θάλαμο. «Γι’αυτό, παιδάκι μου, σου άνοιξε η Παναγία το στόμα; Για να την βλασφημάς τώρα;». Αυτή είναι η κατάστασις… Ο νέος αυτός, τώρα, άραγε, να έχει μετανοήσει; Ποιος ξέρει; Ο Θεός το ξέρει.
Αλλά ο αγνώμων και αχάριστος απέναντι στον Θεό, τίποτα δεν τον εμποδίζει να είναι αχάριστος και απέναντι στους συνανθρώπους του. Εις εκείνους που τον έχουν ευεργετήσει. Ανάμεσα στα γνωρίσματα των ανθρώπων στα έσχατα, ο Απόστολος Παύλος μάς τονίζει ιδιαιτέρως την αχαριστία. Να πώς το γράφει εις την δευτέραν, προς Τιμόθεον, επιστολή του: «Τοῦτο δὲ γίνωσκε(:Αυτό να ξέρεις), ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις(:ότι τις έσχατες μέρες της ιστορίας) ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί (:θα σταθούν δύσκολοι καιροί)». Δεν παύω να σας υπενθυμίζω, χωρίς βέβαια να το ξέρομε αυτό, αλλά το διαισθανόμεθα, ότι οι έσχατες ημέρες είναι αυτές που ζούμε. Ναι. Θα είχα και κάποια επιχειρήματα να πω. Αλλά, αγαπητοί μου, ζούμε εις τους εσχάτους καιρούς. Μάλιστα η Εκκλησία, διατηρούσα αυτήν την αίσθηση των εσχάτων, όσοι άγιοι σταθούν, όσοι άγιοι, άγιος Νεκτάριος κ.τ.λ., ξέρετε τι βάζουν μέσα στα τροπάρια αυτά; Ότι φάνηκε, φερειπείν, ο άγιος Νεκτάριος «ἐν ἐσχάτοις καιροῖς». Είναι μέσα στη συνείδηση της Εκκλησίας ότι περνούμε τους εσχάτους καιρούς. Τους εσχάτους καιρούς όχι ως προς τα γεγονότα ως προς ημάς, αλλά ως προς το τέλος της Ιστορίας. Γιατί τα παλαιά τροπάρια δεν περιέχουν αυτήν την φρασούλα «ἐν ἐσχάτοις καιροῖς»; Για ποιο λόγο;
«Τοῦτο δὲ γίνωσκε –λέγει ο Απόστολος- ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί. Ἔσονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι –η πηγή παντός κακού, η φιλαυτία-…, γονεῦσιν ἀπειθεῖς – σε καμία εποχή δεν είδαμε την απείθεια στους γονείς, όσο στην εποχή μας- ἀχάριστοι, ἀνόσιοι, ἄστοργοι» κ.λπ. κ.λπ. Είδατε; Αχάριστοι. Ξεχνούμε τους γονείς μας. Και τους κόπους των. Ξεχνούμε και τους κόπους των διδασκάλων μας. Καμία σημασία δεν δίνουμε, όταν τελειώσουμε το σχολειό εις τους παλαιούς μας διδασκάλους και καθηγητάς. Ο Μέγας Αλέξανδρος έλεγε ότι το «ζῆν» το χρεωστούσε εις τους γονείς του, αλλά το «εὖ ζῆν» το χρωστούσε εις τον διδάσκαλό του, τον Αριστοτέλη.
Ας θυμηθούμε, ακόμη, ίσως και τον γιατρό που μας εθεράπευσε. Να είμεθα στον κίνδυνο να χάσομε την ζωή μας, κι εκείνος να έβαλε όλα του τα δυνατά να μας θεραπεύσει. Εκείνους ακόμη που κατηνάλωσαν την ζωή τους να ανακαλύψουν ένα σωτήριο φάρμακο. Λέμε «πενικιλίνη». Λέμε «ετούτα», «εκείνα…». Θυμόμαστε άραγε εκείνους οι οποίοι δεν βλέπουν τον ήλιο, την ημέρα, γιατί είναι χωμένοι στα εργαστήριά τους μέσα μέρα-νύχτα (Παστέρ επί παραδείγματι κ.λπ. κ.λπ.) για να δώσουν κάτι σαν ευεργεσία στην ανθρωπότητα; Όλους αυτούς δεν τους θυμόμαστε. Γιατί μας διακρίνει η αχαριστία. Οι σκαπανείς του πολιτισμού, μάς είναι άγνωστοι. Οι εθνικοί μας ήρωες, το ίδιο. Οι άγιοι, που στάθηκαν κυματοθραύσται της ειδωλολατρίας, της αιρέσεως και της αθεΐας. Ποιος τους θυμάται; Και η λησμοσύνη είναι μία μορφή αχαριστίας.
Αγαπητοί, δεινόν η αχαριστία. Η αχαριστία εσταύρωσε και διαρκώς ανασταυρώνει τον Θεό μας. Η αχαριστία είναι δείγμα κοινωνικής παρακμής. Η αχαριστία είναι το πιο γνήσιο παιδί του εγωισμού, της υπερηφανείας, της αλαζονείας και της φιλαυτίας. Σήμερα ξεχυλίζει η αχαριστία. Κάποιες νησίδες, μόνον, υπάρχουν, ευγνωμοσύνης, από κάποιους μερικούς ευγενείς και ενθέους ανθρώπους. Όπως ο ένας από τους δέκα λεπρούς.
Αγαπητοί, δεινόν η αχαριστία. Θα ήταν προτιμότερο κανείς να ήταν και να παρέμενε λεπρός, παρά αχάριστος. Γιατί η αχαριστία είναι η λέπρα της ψυχής· που κάνει τον Θεό να εξανίσταται και τους σωστούς ανθρώπους να ελεεινολογούν την εποχή τους. Αγαπητοί, τέλος, ποτέ αχάριστοι, μα ποτέ αχάριστοι! Είναι κατάρα. Πάντοτε ευγνώμονες και στον Θεό και στους ανθρώπους.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_786.mp3
MΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΠΕΡΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ(απόσπασμα)
Ακούσατε τα λόγια του αποστόλου Παύλου με τα οποία απευθύνεται προς τους Θεσσαλονικείς, ενώ νομοθετεί για ολόκληρο τον κόσμο· διότι η διδασκαλία γινόταν γι’ αυτούς που κάθε φορά βρίσκονταν κοντά του, όμως η ωφέλεια από αυτήν διαβαίνει σε ολόκληρη τη ζωή των ανθρώπων. Λέει, λοιπόν, ο Απόστολος: «Πάντοτε χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε(:Πάντοτε να χαίρεστε, ακόμη κι όταν έχετε πειρασμούς και θλίψεις. Αδιάλειπτα και ακατάπαυστα με την προσευχή και την ευλαβική διάθεση να επικοινωνείτε με τον Θεό. Για καθετί να ευχαριστείτε τον Θεό· διότι αυτό είναι το θέλημα του Θεού, που μας το δίδαξε ο Ιησούς Χριστός για να σας το κηρύξουμε)» Α’ Θεσ. 5, 16-18]. Λοιπόν, τι σημαίνει αυτό το «να χαίρεστε» και ποια ωφέλεια μπορεί να προκύψει από αυτήν την προτροπή, το πώς μπορεί επίσης να αποκτήσει κανείς την αδιάλειπτη προσευχή και το πώς θα κατορθώσει να ευχαριστεί τον Θεό για το καθετί, θα τα αναλύσουμε, κατά το δυνατόν, λίγο αργότερα.
Τώρα βέβαια είναι ανάγκη να αρχίσουμε από αυτά που μας λένε όσοι διαφωνούν με τον λόγο του Αποστόλου και διαβάλλουν την νομοθεσία αυτή ως αδύνατη, λέγοντας τα εξής: «Τι είδους αρετή είναι αυτή που μας διδάσκει ο Απόστολος; Πώς μπορεί μια ψυχή να βρίσκεται νύχτα-μέρα σε διάχυση και να ζει με χαρούμενη διάθεση, παίρνοντας το καθετί ελαφρά; Είναι ποτέ δυνατόν να κατορθώσει κανείς να ζει με αυτόν τον τρόπο, όταν μύρια ακούσια κακά μας κυκλώνουν καθημερινά και ρίχνουν την ψυχή μας σε στενόχωρη και κακόκεφη διάθεση; Αυτά μας κόβουν κάθε χαρά και ευδιαθεσία, εκτός βέβαια αν πούμε πως δεν πονάει όποιος ψήνεται στο τηγάνι ή ότι μπορεί κανείς να παραμένει ήρεμος και χαρούμενος, όταν κατατρυπιέται από τις λόγχες»[Απηχούνται εδώ βασανιστήρια μέσα της εποχής εκείνης, στα οποία υποβάλλονταν οι πιστοί από τους διώκτες τους].
Μήπως όμως, όποιος τα λέει αυτά υποφέρει από κακούς λογισμούς και «προφασίζεται προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις» [Ψαλμ. 140,4 : «Μὴ ἐκκλίνῃς τὴν καρδίαν μου εἰς λόγους πονηρίας τοῦ προφασίζεσθαι προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις(:Μην επιτρέψεις να εκτραπεί η καρδία μου σε λόγους πονηρούς ώστε να παρασυρθώ σε ανόητες προφάσεις για να δικαιολογήσω ολοφάνερες αμαρτίες μου)»]; Μήπως, επειδή δεν έχει διάθεση από οκνηρία να ακολουθήσει τις ευαγγελικές εντολές, επιχειρεί να στρέψει τις κατηγορίες εναντίον εκείνου που μας δίνει αυτά τα παραγγέλματα και ισχυρίζεται πως ο νομοθέτης μάς προτρέπει να τηρήσουμε πράγματα δύσκολα και ακατόρθωτα; Αυτός ο άνθρωπος θα λέει, ασφαλώς, με τον λογισμό του: «Πώς είναι δυνατόν να χαίρομαι, αφού τα αίτια της χαράς δεν ρυθμίζονται από εμένα;». Γιατί, μόνο όποιος σκέπτεται έτσι, λέει πως όσα γεννούν τη χαρά και την ευδιαθεσία προέρχονται από τους άλλους και δεν έχουν την πηγή τους στον ίδιο τον άνθρωπο.
Αυτοί, με άλλα λόγια, θεωρούν ως πηγή χαράς την ύπαρξη οικογένειας και φίλων, χρημάτων, δόξας, υγείας και όλων των άλλων αγαθών αυτής της ζωής. Αυτοί θέλουν συνεχή καλοζωία, πλούσιο τραπέζι, φίλους που να γλεντοκοπούν μαζί τους, ακούσματα και θεάματα που φέρνουν ηδονή και υγεία συγγενών. Με λίγα λόγια, αυτοί επιθυμούν καθετί καλό που έχει σχέση με την εφήμερη αυτή ζωή. Γιατί λυπηρά και στενάχωρα δεν είναι μόνο αυτά που συμβαίνουν προσωπικά στον καθένα, αλλά και αυτά που βαραίνουν και λυπούν τους φίλους και τους συγγενείς του.
Αυτά όλα πρέπει να υπάρχουν, καθώς λένε, για να μπορεί να χαρεί η ψυχή και να έχει διαρκώς καλή διάθεση. Κοντά σε αυτά, προσθέτουν, θα πρέπει να υπάρχουν και άλλα, όπως η νίκη κατά των έχθρων, η καταστολή των κακών και η ανταμοιβή όσων μας ευεργετούν. Και με λίγα λόγια, θα πρέπει να συντρέχουν όλα τα καλά, ώστε να μη διαταράσσεται η ζωή μας από κάτι που μας συνέβη ή από κάτι που φοβόμαστε ότι θα μας συμβεί. Γιατί αυτοί επιμένουν και λένε: «Η ψυχή, μόνο όταν συντρέχουν όλοι αυτοί οι παράγοντες, μπορεί να είναι χαρούμενη και ειρηνική».
Αν όμως έτσι έχουν τα πράγματα, τότε πώς μπορεί κανείς να χαίρεται, όπως μας παραγγέλλει ο Απόστολος, αφού δεν εξαρτάται αυτό από εμάς, αλλά από τόσους άλλους εξωτερικούς παράγοντες; Πώς μπορεί, επιπλέον, να προσεύχεται κανείς αδιάκοπα, όταν έχουμε τόσες ανάγκες και όταν πρέπει να σκεφθούμε τόσα πράγματα που μας αφορούν άμεσα; Πώς μπορεί να τρέχει ο νους ταυτόχρονα και στην αντιμετώπιση της καθημερινότητας και στην προσευχή; «Έχω εντολή» -λέει όποιος σκέπτεται έτσι- «να ευχαριστώ τον Θεό για καθετί στη ζωή μου; Θα Τον ευχαριστήσω λοιπόν και όταν βασανίζομαι; Θα Τον δοξάσω και όταν ταλαιπωρούμαι, όταν με κακομεταχειρίζονται, όταν με βάζουν στο βασανιστικό όργανο του τροχού [Ο τροχός χρησιμοποιήθηκε από τους ειδωλολάτρες σε πολλά Μαρτύρια Αγίων, όπως του αγίου Γεωργίου και της αγίας Αικατερίνης] ή όταν μου βγάζουν τα μάτια; Θα ευχαριστήσω όταν με χτυπούν και με εξευτελίζουν οι εχθροί μου ή όταν παγώνω από το κρύο, όταν λιμοκτονώ, όταν είμαι δεμένος στο ξύλο της καταδίκης, όταν απροσδόκητα χάσω τα παιδιά μου ή τη σύζυγό μου;Θα ευχαριστήσω τον Θεό όταν πέσω στα χέρια αγρίων πειρατών ή αδίσταχτων ληστών; Θα Τον ευχαριστήσω όταν τραυματισθώ, όταν συκοφαντηθώ, όταν καταντήσω ζητιάνος και όταν φυλακισθώ;».
Αυτά και άλλα τόσα αραδιάζουν, θέλοντας να κατηγορήσουν αυτόν που μας παρήγγειλε να ευχαριστούμε πάντα τον Θεό. Πιστεύουν ότι αυτή η συκοφαντία κατά του Αποστόλου -ότι δηλαδή μας παραγγέλλει πράγματα ανεφάρμοστα- είναι ταυτόχρονα και δικαιολογία αξιοσέβαστη για το ότι δεν εφαρμόζουν αυτό το παράγγελμα στη ζωή τους.
Τι πρέπει λοιπόν να τους απαντήσουμε; Θα πρέπει ασφαλώς, να τους πούμε ότι ο Απόστολος είχε άλλες κορυφές υπ’ όψιν του και προσπαθεί να μας ανυψώσει από τα επίγεια προς το ουράνιο πολίτευμα. Πώς θα ήθελαν λοιπόν εκείνοι που αδυνατούν να προσεγγίσουν τους υψηλούς αυτούς στόχους του Αποστόλου, αυτοί που κυλιούνται σαν σκουλήκια στον βούρκο των σαρκικών παθών, να μπορέσουν να κατανοήσουν και να εφαρμόσουν όσα ο Απόστολος μάς παραγγέλλει; Γιατί ο Απόστολος προσκαλεί σ’ αυτή την ατέρμονη χαρά όχι τον οποιονδήποτε, αλλά αυτόν που ζει όπως εκείνος ο ίδιος, ο οποίος δεν ζούσε πλέον «κατά σάρκα», αλλά είχε μέσα του «τον Ζώντα Χριστό» [Γαλ. 2, 20: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ(:Με το βάπτισμα έχω σταυρωθεί κι έχω πεθάνει μαζί με τον Χριστό. Κι αφού είμαι νεκρός, δεν έχει πλέον καμία ισχύ για μένα ο μωσαϊκός νόμος. Έγινα κοινωνός του σταυρικού θανάτου του Χριστού και είμαι νεκρός. Λοιπόν δεν ζω πλέον εγώ, ο παλαιός δηλαδή άνθρωπος, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Και τη φυσική ζωή που ζω μέσα στο σώμα μου τώρα που επέστρεψα στον Χριστό, τη ζω με την έμπνευση και την κυριαρχία της πίστεως στον Υιό του Θεού, ο Οποίος με αγάπησε και παρέδωσε τον εαυτό Του για τη σωτηρία μου)»]. Ζούσε, δηλαδή, σαν άσαρκος και σαν να μην είχε καμιά σχέση και καμιά εξάρτηση από όλα αυτά τα εφήμερα, που εμποδίζουν τον άνθρωπο να ζήσει την κοινωνία του με το Ύψιστο Αγαθό, τον Θεό.
Και στην περίπτωση όμως που η σάρκα κόβεται και ξεσχίζεται, η κακοποίηση αυτή αναφέρεται μόνο στο σώμα, αφού αυτά τα βάσανα δεν είναι δυνατόν να εγγίσουν την ψυχή. Γιατί, αν ζει κανείς σύμφωνα με τις πνευματικές υποθήκες του Αποστόλου, αν έχει δηλαδή νεκρώσει τα γήινα μέλη του [ βλ. Κολ. 3, 5: «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία(:Νεκρώστε λοιπόν τα μέλη σας που επιθυμούν τις γήινες απολαύσεις και ηδονές. Νεκρώστε την πορνεία, την ακαθαρσία, κάθε πάθος και υποδούλωση στο κακό, κάθε κακή επιθυμία και την πλεονεξία, η οποία είναι λατρεία στο είδωλο του χρήματος)»] και περιφέρει στα μέλη του την νέκρωση του Χριστού [Β’ Κορ. 4, 10: «Πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ(:Διαρκώς και κάθε μέρα περιφέρουμε στις περιοδείες μας το σώμα μας κυκλωμένο από τον έσχατο κίνδυνο να πεθάνουμε, όπως πέθανε ο Κύριος Ιησούς, αλλά αυτό γίνεται για να φανερωθεί στον κόσμο με τη διάσωση του σώματός μας από τους καθημερινούς κινδύνους ότι ο Ιησούς εξακολουθεί να ζει)»], τότε οπωσδήποτε ο σωματικός τραυματισμός δεν θα προχωρήσει προς την ψυχή, η οποία έχει ήδη απελευθερωθεί από τα δεσμά της.
Έτσι η δυσφήμιση, οι ζημιές και οι θάνατοι των συγγενών δεν θα επηρεάσουν, ούτε θα μειώσουν το υψηλό φρόνημα της ψυχής, με τις εφήμερες ταλαιπωρίες και κακοπάθειες. Γιατί, αν οι άνθρωποι αυτοί αντιμετώπιζαν με γενναιότητα όλα τα δεινά που τους συμβαίνουν, δεν θα φόρτωναν τους άλλους με τα δικά τους βάσανα, αφού και αυτοί οι ίδιοι δεν θα λυπούνταν υπερβολικά και δεν θα καταβάλλονταν. Αν όμως αυτοί ζουν σύμφωνα με το σαρκικό φρόνημα [βλ. Ρωμ. 8, 13: «Εἰ γὰρ κατὰ σάρκα ζῆτε, μέλλετε ἀποθνήσκειν· εἰ δὲ Πνεύματι τὰς πράξεις τοῦ σώματος θανατοῦτε, ζήσεσθε(:Διότι, εάν ζείτε ως δούλοι των επιθυμιών της σαρκός, οπωσδήποτε πρόκειται να πεθάνετε τον αθάνατο θάνατο της αιώνιας κόλασης, τον οποίο φέρνει στον άνθρωπο ο αιώνιος χωρισμός από τον Θεό. Εάν όμως με τις αναγεννημένες από τη θεία χάρη πνευματικές σας δυνάμεις νεκρώνετε τις κακές πράξεις του σώματος, θα ζήσετε αιώνια και ευτυχισμένα)»], όχι μόνο θα βαρύνουν και θα λυπήσουν τους άλλους, αλλά επιπλέον θα είναι αξιοκατάκριτοι. Και αυτό, όχι βέβαια γιατί τους έχουν βρει δύσκολες περιστάσεις, αλλά κυρίως γιατί δεν αντιμετώπισαν τις περιστάσεις αυτές σωστά και έτσι έδειξαν ότι έχουν κακή και διεστραμμένη προαίρεση. Με λίγα λόγια, η ψυχή που έχει προσδεθεί στερεά στον πόθο των Ουρανίων και του Κτίστη της, αυτή που αρέσκεται να κοσμείται με τα ουράνια κάλλη, αυτή δεν θα αλλοιωθεί, ούτε θα χάσει την ευδιαθεσία και τη χαρά της, εξαιτίας διαφόρων εφήμερων κακοτυχιών. Αλλά, αντίθετα, όσα για τους άλλους είναι ανυπόφορα, αυτή θα τα κάνει αφορμή για μεγαλύτερη ανάπαυση και ευφροσύνη.
Ένας τέτοιος άνθρωπος θα ζει σαν τον Απόστολο, ο οποίος δεν ταραζόταν όταν αρρώσταινε ή όταν τον έβρισκαν θλίψεις, διωγμοί, και διάφορες άλλες αντίξοες περιστάσεις. Αλλά θεωρούσε ως αφορμή καύχησης τις στερήσεις του [Β’ Κορ. 12, 9-10: «Καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ. Διὸ εὐδοκῶ ἐν ἀσθενείαις, ἐν ὕβρεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν διωγμοῖς, ἐν στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι(:Αλλά ο Κύριος μού είπε: ‘’Σου είναι αρκετή η χάρις που σου δίνω. Διότι η δύναμή μου αναδεικνύεται τέλεια, όταν ο άνθρωπος είναι ασθενής και με την ενίσχυσή μου κατορθώνει μεγάλα και θαυμαστά’’. Με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση λοιπόν θα καυχιέμαι περισσότερο στις ασθένειές μου, για να κατοικήσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού. Γι’ αυτό ευφραίνομαι στις ασθένειες, στους χλευασμούς, στις ανάγκες, στους διωγμούς, στις στενοχώριες, όταν τα υποφέρω όλα αυτά για τη δόξα του Χριστού. Διότι όταν με τις θλίψεις και τις περιπέτειες φαίνομαι εξαιρετικά ασθενής, τότε είμαι δυνατός. Διότι τότε μου δίνει ο Θεός περισσότερη χάρη)»], την πείνα, την δίψα, το κρύο και την γυμνότητα, τους διωγμούς και τα βάσανα [Β’ Κορ. 11, 27: «Ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι(:Υπηρέτησα τον Κύριο με κόπο και μόχθο, με αγρυπνίες πολλές φορές, με πείνα και δίψα, όταν απομονωνόμουν σε μακρινές οδοιπορίες, με νηστείες πολλές φορές, με ψύχος και γυμνότητα, όταν με θερινά ρούχα με έπιανε αιφνιδιαστικά ο χειμώνας)»]. Για όσα οι άνθρωποι λυπούνται και αποκάμουν, γι’ αυτά ο Απόστολος χαιρόταν και τα θεωρούσε αφορμή καύχησης και ευφροσύνης.
Αυτοί λοιπόν που δεν στοιχίζονται στη γραμμή σκέψης του Αποστόλου δεν είναι δυνατόν να κατανοήσουν ότι το καθετί μπορεί να γίνει για μας προσκλητήριο, για να ζήσουμε σύμφωνα με τις ευαγγελικές εντολές.Αυτοί οι άνθρωποι τολμούν να κατηγορούν τον Απόστολο και να λένε ότι δήθεν μας δίνει ανεφάρμοστες εντολές και μας παρακινεί να επιχειρούμε ακατόρθωτα πράγματα. Θα ήταν καλό όμως, αυτοί να αναλογισθούν πόσες είναι οι μεγάλες δωρεές και ευεργεσίες του Θεού, οι οποίες είναι πηγές χαράς και αφορμή συνεχούς ευφροσύνης για τον καθένα μας. Να, δέστε, για παράδειγμα, μερικές από αυτές:
Ήλθαμε από το μηδέν στην ύπαρξη. Δημιουργηθήκαμε σύμφωνα με την εικόνα του Κτίστη μας [Γέν. 1, 26: «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν, καὶ ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ γῆς γῆς(: Και ο Θεός Πατήρ, εκφράζοντας την θεία και αγαθή βουλή και σκέψη Του προς τα άλλα δύο πρόσωπα της αγίας και αδιαιρέτου και ζωοποιού Τριάδος, τον ομοούσιο προς Αυτόν μονογενή Υιό και Λόγο Του και το ομόθρονο και συναΐδιο προς Αυτόν Παράκλητο Πνεύμα, είπε: «Ας κάνουμε μέγα και θαυμαστό δημιούργημα, το τιμιότερο από όλα τα ζωντανά κτίσματα, για το οποίο δημιουργήθηκε ο ουρανός, η γη, η θάλασσα και όλα όσα υπάρχουν σε αυτά. Ας κάνουμε άνθρωπο, άντρα και γυναίκα, και ας τον τιμήσουμε με έξοχα χαρίσματα και θείες ικανότητες· δηλαδή με ψυχή λογική και αθάνατη, με ελεύθερη βούληση, με ικανότητα γνωστική και δημιουργική και εξουσία σε όλο τον ορατό κόσμο και ας τον κάνουμε έτσι, ώστε να μπορεί, αν θέλει, να γίνει όμοιος με εμάς κατά την αρετή, την οσιότητα και αγιότητα, όσο αυτό είναι δυνατόν στο κτίσμα να ομοιάσει τον κτίστη του. Και ο άνδρας και η γυναίκα ας εξουσιάζουν ως άλλοι αντιβασιλείς τα ψάρια της θάλασσας και τα πτηνά, που διασχίζουν τους ορίζοντες και τα μεγάλα ζώα της γης, άγρια και ήμερα, και όλα τα άλλα μικρά ζώα, που κινούνται σαν να σύρονται και τα έντομα, τα οποία ζουν πάνω στη γη»)»], Έχουμε προικισθεί με νου και γνώση, που μας δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίσουμε τον Θεό. Και μπορούμε με αυτά τα χαρίσματα, που πήραμε από τον Θεό κατά τη δημιουργία μας, να ατενίζουμε το κάλλος της δημιουργίας και να διαβάζουμε, σαν να ήταν γράμματα, το βιβλίο της κτίσης. Μπορούμε έτσι να κατανοούμε την Πανσοφία και την Πρόνοια του Θεού για όλα Του τα κτίσματα [Δαν. 3, 21: «Καὶ γνώτωσαν ὅτι σὺ εἶ Κύριος Θεὸς μόνος καὶ ἔνδοξος ἐφ’ ὅλην τὴν οἰκουμένην(:Και ας γνωρίσουν ότι Εσύ είσαι ο μόνος αληθινός Κύριος και Θεός, μόνος και ένδοξος σε όλη την οικουμένη)»] .
Με αυτά τα δώρα είμαστε σε θέση να ξεχωρίσουμε το καλό από το κακό. Και το σπουδαιότερο, με αυτά οδηγούμαστε στο να επιλέγουμε το καλό και να αποφεύγουμε το κακό. Με αυτά μπορούμε να κατανοούμε ότι, ενώ εμείς αμαρτήσαμε και αποξενωθήκαμε από το καλό, Εκείνος μας ανακάλεσε κοντά Του, αφού πρώτα μας ελευθέρωσε από την ατιμωτική δουλεία μας στον διάβολο, με το Αίμα του Μονογενή Υιού Του. Ας αναλογισθούμε, τέλος, τα αγαθά που επιφυλάσσονται για μας, αγαθά που υπερβαίνουν την δύναμη κάθε διάνοιας και λογικής προσέγγισης, όπως η ελπίδα της αναστάσεως, ο συναυλισμός με τους αγίους Αγγέλους και η Ουράνια Βασιλεία.
Δεν θα ΄πρεπε αυτά να τα θεωρούμε αρκετά για να αντλούμε ατελεύτητη χαρά και διαρκή ευφροσύνη;
Μήπως έχουμε την εντύπωση ότι ο κοιλιόδουλος, εκείνος που γλεντοκοπά και όποιος κοιμάται στα μαλακά στρώματα, αυτός ζει σωστά και με τρόπο που μπορεί να τον κάνει ευτυχισμένο; Εγώ, αντίθετα, θα θεωρούσα ότι αυτούς θα πρέπει να τους κλαίμε και να μακαρίζουμε τους άλλους, όσους δηλαδή περνούν αυτή την εφήμερη ζωή με την ελπίδα του μέλλοντα αιώνα και όσους ανταλλάσσουν τα παρόντα και τα μηδαμινά με τα μελλοντικά και τα αιώνια.
Θα πρέπει να θεωρούμε, κυριολεκτικά, μακάριους αυτούς που ζουν σε κοινωνία με τον Θεό, ακόμα και αν αυτοί ζουν μέσα στο καμίνι, όπως οι άγιοι Τρεις Παίδες στη Βαβυλώνα (βλ. Δαν. 6, 15 κ. εξ.) ή είναι κλεισμένοι στα λιοντάρια ή και αν ακόμα βρίσκονται στην κοιλιά του κήτους [Ιων. 2, 1: «Καί προσέταξε Κύριος κήτει μεγάλῳ καταπιεῖν τὸν ᾿Ιωνᾶν· καὶ ἦν ᾿Ιωνᾶς ἐν τῇ κοιλίᾳ τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας(:Και διέταξε ο Κύριος μέγα κήτος να καταπιεί τον Ιωνά· και ήταν ο Ιωνάς μέσα στην κοιλία του κήτους τρεις ημέρες και τρεις νύκτες)»]. Αυτούς πρέπει να τους μακαρίζουμε και να τους θεωρούμε πραγματικά χαρούμενους και ευτυχισμένους. Επειδή αυτοί δεν θλίβονται για τα παρόντα και γήινα αγαθά, αλλά ευφραίνονται με την ελπίδα που γεννιέται από τα μέλλοντα και αιώνια.
Ο καλός πνευματικός αγωνιστής, που άρχισε να παλεύει στο στάδιο της ευσέβειας, θα πρέπει να υπομένει με γενναιότητα τα χτυπήματα των αντιπάλων του, έχοντας πάντα την ελπίδα της δόξας που θα του χαριστεί με τα ουράνια στεφάνια.
Όσοι επιδίδονται στον αθλητισμό, συνηθίζουν στους κόπους της παλαίστρας και δεν σταματούν να αγωνίζονται όταν δέχονται χτυπήματα. Αλλά παλεύουν με τους αντιπάλους τους, περιφρονώντας τους κόπους της στιγμής, γιατί παίρνουν δύναμη από τον πόθο της νίκης. Έτσι, κανένα χτύπημα δεν καταφέρνει να επισκιάσει τη χαρά του παλαιστή. Γιατί «ἡ θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται, ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει(:Και δεν καυχόμαστε μόνο για τη δόξα που ελπίζουμε, αλλά καυχόμαστε και για τις θλίψεις˙ διότι γνωρίζουμε ότι η θλίψη παράγει σιγά – σιγά ως μόνιμο και τέλειο έργο την υπομονή, η υπομονή παράγει αρετή δοκιμασμένη και τέλεια, και η δοκιμασμένη αρετή παράγει την ελπίδα στον Θεό. Και η ελπίδα αυτή δεν ντροπιάζει και δεν διαψεύδει αυτόν που την έχει, διότι η αγάπη που έδειξε σε μας ο Θεός, στον Οποίο ελπίζουμε, εκχύθηκε και πλημμύρισε τις καρδιές μας με το Άγιο Πνεύμα που μας δόθηκε ως αρραβώνας της ελπίδας μας)» [Ρωμ. 5, 3-5].
Ο ίδιος ο Απόστολος μάς έχει και άλλη φορά παραγγείλει να υπομένουμε την ώρα της θλίψης και να χαιρόμαστε, τρέφοντας την ελπίδα [Ρωμ.12,12:«Τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες(:Η ακλόνητη ελπίδα σας στα μελλοντικά αγαθά να σας γεμίζει χαρά και να σας ενισχύει για να δείχνετε υπομονή στη θλίψη. Και να επιμένετε στην προσευχή, από την οποία θα παίρνετε μεγάλη βοήθεια για όλες αυτές τις αρετές, καθώς και για τις δύσκολες περιστάσεις της ζωής)»]. Η ελπίδα λοιπόν είναι αυτή που χαρίζει την διαρκή χαρά στην ψυχή του γενναίου.
Ο απόστολος Παύλος εξάλλου, μας παραγγέλλει «να κλαίμε μαζί με αυτούς που κλαίνε» [Ρωμ. 12, 15: «Χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ κλαιόντων(:Να χαίρεστε μαζί με εκείνους που χαίρονται, και να κλαίτε μαζί με εκείνους που κλαίνε)»]. Έγραφε μάλιστα προς τους Φιλιππησίους πως ο ίδιος έκλαιγε για τους εχθρούς του Σταυρού του Χριστού [βλ. Φιλιπ. 3, 18: «Πολλοὶ γὰρ περιπατοῦσιν, οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ(:Σας λέω να παραδειγματίζεστε μόνο απ’ αυτούς που ζουν σύμφωνα με το δικό μας υπόδειγμα, διότι πολλοί παρουσιάζουν κακή συμπεριφορά. Όταν ήμουν στους Φιλίππους, πολλές φορές σας έκανα λόγο γι’ αυτούς. Τώρα όμως, επειδή στο μεταξύ χειροτέρευσαν, μιλώ κλαίγοντας γι’ αυτούς που με τη σαρκική ζωή τους αποδεικνύονται εχθροί του σταυρού του Χριστού, ο οποίος είναι σύμβολο αυτοθυσίας και πόνου)»].
Γιατί όμως πρέπει να λέμε ότι ο προφήτης Ιερεμίας θρηνεί [Ιερ. Θρήν. 1, 1 κ. εξ.] ή ότι ο προφήτης Ιεζεκιήλ γράφει θρήνους κατόπιν εντολής του Θεού [Ιεζ. 2, 10: «Καὶ ἀνείλησεν αὐτὴν ἐνώπιόν μου, καὶ ἦν ἐν αὐτῇ γεγραμμένα τὰ ἔμπροσθεν καὶ τὰ ὄπισθεν, καὶ ἐγέγραπτο ἐπ᾿ αὐτὴν θρῆνος καὶ μέλος καὶ οὐαί(:Ξεδίπλωσε δε και άνοιξε μπροστά μου το χέρι εκείνο το βιβλίο αυτό και είδα ότι ήταν γραμμένο και από μπροστά και από πίσω. Ήσαν επίσης γραμμένα σε αυτό θρήνοι, μοιρολόγια και φοβερές απειλές)» ]και ότι πολλοί από τους Αγίους θρηνούν και κλαίνε; «Αλίμονό μου, μητέρα μου», λέει ο Προφήτης, «γιατί με γέννησες» [Ιερεμ. 15, 10: «Οἴμοι ἐγὼ μῆτερ, ὡς τίνα με ἔτεκες; ἄνδρα δικαζόμενον καὶ διακρινόμενον πάσῃ τῇ γῇ· οὔτε ὠφέλησα, οὔτε ὠφέλησέ με οὐδείς· ἡ ἰσχύς μου ἐξέλιπεν ἐν τοῖς καταρωμένοις με(: Αλίμονο σε εμένα, μητέρα μου, σαν ποιου είδους άνθρωπο με γέννησες για να είμαι μεταξύ των ανθρώπων; Με γέννησες για να είμαι άνθρωπος, ο οποίος δικάζεται και διακρίνεται για τους ελέγχους, για τις επιπλήξεις, για τη διδασκαλία σε όλη τη χώρα. Εγώ ούτε κανένα ωφέλησα, αλλά ούτε και ωφέλεια έλαβα από κανένα άλλον. Η ψυχική μου αντοχή και δύναμη εξαντλήθηκαν από τις κατάρες και λοιδορίες, που δέχομαι εκ μέρους εκείνων που ακούνε τις προφητείες μου)»].
Και, πάλι, άλλος προφήτης λέει: «Οἴμοι, ψυχή, ὅτι ἀπόλωλεν εὐσεβὴς ἀπὸ τῆς γῆς καὶ κατορθῶν ἐν ἀνθρώποις οὐχ ὑπάρχει· πάντες εἰς αἵματα δικάζονται, ἕκαστος τὸν πλησίον αὐτοῦ ἐκθλίβουσιν ἐκθλιβῇ(:Αλίμονο, ψυχή μου, διότι τόση είναι η κοινωνική αποσύνθεση και διαφθορά, ώστε χάθηκε ο ευσεβής και ευλαβής άνθρωπος από την γη των Ιουδαίων δεν υπάρχει πλέον άνθρωπος δίκαιος, άνθρωπος αρετής και θεοφιλών έργων. Όλοι είναι δοσίλογοι για φόνους και αιματηρά εγκλήματα· καθένας καταπιέζει τον πλησίον του με ασπλαχνία και σκληρότητα)» [Μιχ. 7, 2]. Και αλλού πάλι λέει: «Οἴμοι, ὅτι ἐγενήθην ὡς συνάγων καλάμην ἐν ἀμήτῳ, καὶ ὡς ἐπιφυλλίδα ἐν τρυγητῷ, οὐχ ὑπάρχοντος βότρυος τοῦ φαγεῖν τὰ πρωτόγονα(:Αλίμονο επειδή κατάντησα να μοιάζω με εκείνον ο οποίος συλλέγει τα στάχυα που απέμειναν από το δρεπάνι των θεριστών, και τα τσαμπιά με τις ασθενικές και λίγες ρώγες· που απέμειναν μετά τον τρύγο, οπότε δεν υπάρχει κανένα πρώιμο καλό σταφύλι για να φάει κανείς)» [Μιχ. 7, 1].
Και αν, με λίγα λόγια, ερευνήσεις την Αγία Γραφή και αν παρατηρήσεις την πιο θλιμμένη κραυγή που αυτή περιέχει, θα αντιληφθείς πως είναι θρήνος για την άθλια και πρόσκαιρη ζωή του ανθρώπου. «Αλίμονο μου», λέει ο Ψαλμωδός, «γιατί η επίγεια διαμονή μου πήρε τόση παράταση» [Ψαλμ. 119, 5: «Οἴμοι! Ὃτι ἡ παροικία μου ἐμακρύνθη, κατεσκήνωσα μετὰ τῶν σκηνωμάτων Κηδάρ(: Αλίμονο, διότι η ξενιτιά μου μακριά από την πολυπόθητη και φιλειρηνική Σιών παρατάθηκε επί μακράν, κατασκήνωσα και έστησα την άθλια σκηνή του μετανάστη μαζί με τις σκηνές των βαρβάρων και εχθρών της ειρήνης Κηδαρινών, που περιφέρονται στην έρημο της Αραβίας)»].
Ο Απόστολος επίσης λέει ότι επιθυμούσε να φύγει από αυτήν τη ζωή και να βρεθεί μαζί με τον Χριστό [Φιλιπ. 1, 23: «Συνέχομαι δὲ ἐκ τῶν δύο, τὴν ἐπιθυμίαν ἔχων εἰς τὸ ἀναλῦσαι καὶ σὺν Χριστῷ εἶναι· πολλῷ γὰρ μᾶλλον κρεῖσσον(:Και τα δύο με συνεπαίρνουν και με συνέχουν, και η επιθυμία της ζωής και η επιθυμία του θανάτου. Και υπερισχύει η επιθυμία να φύγω απ’ την ζωή αυτή και να είμαι μαζί με τον Χριστό. Διότι αυτό είναι ασυγκρίτως καλύτερο για μένα)»] και θεωρεί εμπόδιο της χαράς του την παράταση της επίγειας διαμονής.
Ο Ψαλμωδός εξάλλου μας άφησε ένα θρήνο για τον φίλο του Ιωνάθαν, με τον οποίο θρήνησε παράλληλα και τον εχθρό του: «Πονώ για σένα», λέει, «αδελφέ μου Ιωνάθαν» [Β’ Βασ. 1, 26: «Ἀλγῶ ἐπὶ σοί, ἀδελφέ μου ᾿Ιωνάθαν· ὡραιώθης μοι σφόδρα, ἐθαυμαστώθη ἡ ἀγάπησίς σου ἐμοὶ ὑπὲρ ἀγάπησιν γυναικῶν(: Πονώ και υποφέρω για τον θάνατό σου, αδελφέ μου Ιωνάθαν· ήσουν για εμένα εξαιρετικά ωραίος· η αγάπη μου προς εσένα ήταν ανώτερη και αυτής της αγάπης των γυναικών, που είναι εκ φύσεως δυνατή)»] και «κλάψτε θυγατέρες του Ισραήλ για τον Σαούλ» [Β’ Βασ. 1, 24: «Θυγατέρες ᾿Ισραήλ, ἐπὶ Σαοὺλ κλαύσατε, τὸν ἐνδιδύσκοντα ὑμᾶς κόκκινα μετὰ κόσμου ὑμῶν, τὸν ἀναφέροντα κόσμον χρυσοῦν ἐπὶ τὰ ἐνδύματα ὑμῶν(: Κλάψτε, θυγατέρες του Ισραήλ, για τον Σαούλ, που σας έντυνε με κόκκινα ενδύματα με στολίδια, που τα έπαιρνε από τους εχθρούς και σας έφερνε χρυσά στολίδια για τα φορέματά σας)»]. Τον Ιωνάθαν, βέβαια, τον θρηνεί γιατί ήταν φίλος του. Αλλ’ όμως κλαίει και τον εχθρό του Σαούλ, γιατί αυτός πέθανε μέσα στην αμαρτία.
Τι άλλο άραγε χρειάζεται να προσθέσουμε; Ο Ίδιος ο Κύριος δάκρυσε για τον Λάζαρο [Ιω. 11, 35: «Λέγουσιν αὐτῷ· Κύριε, ἔρχου καὶ ἴδε. Ἐδάκρυσεν ὁ ᾿Ιησοῦς(:Όσοι ήταν εκεί Του είπαν: ‘’Κύριε, έλα να δεις’’. Και καθώς πήγαινε στον τάφο, δάκρυσε ο Ιησούς από συμπάθεια για την θλίψη των δύο αδελφών)»] και για την Ιερουσαλήμ [Λουκ. 19, 41: «Καὶ ὡς ἤγγισεν, ἰδὼν τὴν πόλιν ἔκλαυσεν ἐπ᾿ αὐτῇ(:Και όταν πλησίασε και είδε την πόλη Ιερουσαλήμ, τον έπιασαν λυγμοί και έχυσε άφθονα δάκρυα γι’ αυτήν)»] και μακαρίζει αυτούς που πενθούν και κλαίνε [Ματθ. 5, 4: «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακλήθησονται(:Μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν για τις αμαρτίες τους και για το κακό που επικρατεί στον κόσμο, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν από τον Θεό)»– Λουκ. 6, 21: «Μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε(:Μακάριοι είστε εσείς που κλαίτε τώρα για τα αμαρτήματά σας και τις δοκιμασίες που δέχεστε με ευγνωμοσύνη από τον Θεό, ο Οποίος με αυτές σας παιδαγωγεί, διότι θα γελάσετε και θα χαρείτε στην άλλη ζωή)»].
Μερικοί όμως διαφωνούν, λέγοντας: «Καλά είναι όλα αυτά, αλλά πώς συμβιβάζονται με το αποστολικό «Πάντοτε χαίρετε» [Φιλιπ. 4,4];» Μήπως δεν έχουν και τα δάκρυα και η χαρά την ίδια προέλευση και αιτία; Γιατί τα μεν δάκρυα και η χαρά προκαλούνται από κάποιο απροσδόκητο αιφνιδιασμό που προσβάλλει και συστέλλει την καρδιά του ανθρώπου. Η χαρά επίσης είναι ένα είδος σκιρτήματος της ψυχής που, εξαιτίας κάποιου ευχάριστου πράγματος, συμφωνεί με τις επιθυμίες της και την αναπαύει. Γι’ αυτό ακριβώς οι εκφράσεις και οι εκδηλώσεις των δύο αυτών συναισθημάτων διαφέρουν. Σ’ αυτούς που πονούν και λυπούνται η μορφή είναι χλωμή, στακτόχρωμη και παγερή, ενώ σ’ αυτούς που σκιρτούν και χαίρονται η όψη είναι ζωντανή και ροδοκόκκινη, σαν να σκιρτά η ίδια η ψυχή και ζητά να πηδήξει προς τα έξω από την πολλή χαρά της.
Εδώ θα πρέπει να συμπληρώσουμε ότι και οι θρήνοι και τα δάκρυα των Αγίων προέρχονταν από τα βαθιά αισθήματα της αγάπης τους προς τον Θεό. Οι Άγιοι βίωναν διαρκώς την παρουσία του Θεού και αυτό τους αύξανε ολοένα και περισσότερο την ευφροσύνη, ενώ συγχρόνως οικονομούσαν τις ανάγκες των συνανθρώπων τους, πενθώντας για όσους είχαν αμαρτήσει και βοηθώντας τους να λειτουργούν τη μετάνοια και την διόρθωσή τους.
Όπως ακριβώς αυτοί που στέκονται στην παραλία και ατενίζουν με πόνο εκείνους που κινδυνεύουν να βυθιστούν από την φουρτούνα -δεν διακινδυνεύουν όμως την ασφάλειά τους για να τους σώσουν, αλλά κάνουν ό,τι άλλο μπορούν για να τους βοηθήσουν– έτσι δεν χάνουν τη βαθιά χαρά τους και αυτοί που πονούν και θλίβονται για τις αμαρτίες των συνανθρώπων τους. Αντίθετα, την πολλαπλασιάζουν, συμμετέχοντας στον πόνο και στην αγωνία των συνανθρώπων τους. Και αυτό, γιατί οι Άγιοι βρίσκονται σε στενότερη κοινωνία με τον Θεό και Τον παρακαλούν για τη θλίψη και τις δοκιμασίες των άλλων. Γι’ αυτό «είναι μακάριοι αυτοί που κλαίνε και πενθούν, γιατί αυτοί θα βρουν παρηγοριά και θα γελάσουν» [ Λουκ. 6. 21: «Μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε(:Μακάριοι είστε εσείς που κλαίτε τώρα για τα αμαρτήματά σας και τις δοκιμασίες που δέχεσθε με ευγνωμοσύνη από τον Θεό, ο οποίος μ’ αυτές σας παιδαγωγεί, διότι θα γελάσετε και θα χαρείτε στην άλλη ζωή)»]. Και με την λέξη «γέλωτα» ασφαλώς ο Κύριος δεν εννοεί το ξέσπασμα που κάνει το αίμα να ανεβαίνει και να ξανάβει το πρόσωπο του ανθρώπου, αλλά την ήρεμη και καθαρή από θλίψη, την γαλήνια και γλυκιά έκφραση του προσώπου. Ο Απόστολος λοιπόν, μας προτρέπει: «Χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ κλαιόντων(: Να χαίρεστε μαζί με εκείνους που χαίρονται, και να κλαίτε μαζί με εκείνους που κλαίνε)» [Ρωμ. 12, 15]. Γιατί αυτού του είδους τα δάκρυα γίνονται σπέρμα και πρόγευση της αιώνιας χαράς.
Ανέβασε τον νου σου στον ουρανό και δες τους αγίους Αγγέλους και πες μου αν αρμόζει σε αυτούς κάποια άλλη κατάσταση, εκτός από εκείνη της διαρκούς χαράς και της βαθιάς ευφροσύνης. Γιατί αυτοί έχουν αξιωθεί να στέκονται ενώπιον του Θεού και να απολαμβάνουν το ανέκφραστο κάλλος της δόξας του Κτίστη και Δημιουργού μας.
Σε τέτοιου είδους ζωή μας παρακινεί και εμάς ο Απόστολος, όταν μας λέει «πάντοτε να χαίρεστε».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/homilia_de_gratiarum_actione.pdf
Βασιλείου του Μεγάλου, Άπαντα τα έργα, Ομιλίαι και λόγοι, ομιλία Γ΄,πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1973, τόμος 6, σελίδες 71-91.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.