ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (4/6/2023)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
Πράξεις των Αποστόλων, κεφ. Β΄, εδάφια 1-11
1 Καί ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. 2 Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι· 3 καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν, 4 καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι.
5 ῏Ησαν δὲ ἐν ῾Ιερουσαλὴμ κατοικοῦντες ᾿Ιουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· 6 γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν. 7 Ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; 8 Καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν, 9Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν ᾿Ασίαν, 10 Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι, 11 Κρῆτες καὶ ῎Αραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
1 Το πρωί της ημέρας της Πεντηκοστής (καθώς ολοκληρωνόταν η ημέρα αυτή η οποία άρχισε από το απόγευμα της παραμονής της) όλοι οι πιστοί με μια καρδιά ήταν συναγμένοι στο ίδιο μέρος. 2 Και ξαφνικά, χωρίς να το περιμένει κανείς, ήλθε από τον ουρανό μια βοή σαν φύσημα σφοδρού ανέμου, που κινείται με ορμή και βιαιότητα. Και η βοή αυτή γέμισε όλο το σπίτι όπου κάθονταν οι απόστολοι και όλοι οι μαθητές. 3 Και είδαν με τα μάτια τους να διαμοιράζονται σε αυτούς γλώσσες σαν τις φλόγες της φωτιάς, και στον καθένα απ’ αυτούς κάθισε από μία γλώσσα. 4 Όλοι τους τότε πλημμύρισαν εσωτερικά με Πνεύμα Άγιο, και άρχισαν να μιλούν ξένες γλώσσες, όπως το Πνεύμα τούς ενέπνεε και τους έδινε την ικανότητα να μιλούν και να λένε θεϊκά και ουράνια λόγια και διδασκαλίες υψηλές και θεόπνευστες.
5 Στην Ιερουσαλήμ υπήρχαν τότε Ιουδαίοι απ’ όλα τα μέρη του κόσμου και απ’ όλα τα έθνη που βρίσκονται κάτω από τον ουρανό. Αυτοί είχαν εγκατασταθεί εκεί μόνιμα, ήταν ευλαβείς και σέβονταν τον Θεό. 6Όταν λοιπόν έγινε η βοή αυτή του ανέμου, συγκεντρώθηκε πλήθος απ’ αυτούς και όλοι κυριεύθηκαν από σύγχυση και κατάπληξη˙ διότι ο καθένας τους άκουγε τους μαθητές του Ιησού Χριστού να μιλούν στη δική τους γλώσσα. 7 Έμεναν όλοι εκστατικοί και με θαυμασμό έλεγαν ο ένας στον άλλο: «Μα, όλοι αυτοί που μιλούν δεν είναι Γαλιλαίοι; 8 Πώς λοιπόν εμείς τους ακούμε ο καθένας μας να μιλούν στη δική μας μητρική γλώσσα, την οποία μάθαμε και μιλούμε από τότε που γεννηθήκαμε; 9 Όσοι είμαστε Πάρθοι και Μήδοι και Ελαμίτες, και όσοι κατοικούμε στη Μεσοποταμία και στην Ιουδαία και στην Καππαδοκία, στον Πόντο, και στη Μικρά Ασία, 10 στη Φρυγία και στην Παμφυλία, στην Αίγυπτο και στα μέρη της Λιβύης που είναι κοντά στην Κυρήνη, και οι Ρωμαίοι που διαμένουμε εδώ, τόσο αυτοί που λόγω της καταγωγής μας είμαστε Ιουδαίοι, όσο και οι εθνικοί που προσελκυστήκαμε στην ιουδαϊκή πίστη και γίναμε προσήλυτοι, 11 καθώς και όσοι καταγόμαστε από την Κρήτη και οι Άραβες, όλοι εμείς που καταγόμαστε από τα διάφορα αυτά μέρη, πώς συμβαίνει να ακούμε αυτούς να μιλούν και να διακηρύττουν στις γλώσσες μας τα μεγάλα και θαυμαστά έργα του Θεού;». Και έμειναν όλοι εκστατικοί και γεμάτοι απορία έλεγαν ο ένας στον άλλο: «Τι να σημαίνει άραγε το έκτακτο αυτό γεγονός και ποια εξήγηση μπορεί να του δώσει κανείς;».
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
Κατά Ιωάννην, κεφ. Ζ’, εδάφια 37-52 και κεφ. Η΄, εδάφιο 12
37 ᾿Εν δὲ τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς εἱστήκει ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ ἔκραξε λέγων· ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω. 38 Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. 39 Tοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα ῞Αγιον, ὅτι ᾿Ιησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη.
40 Πολλοὶ οὖν ἐκ τοῦ ὄχλου ἀκούσαντες τὸν λόγον ἔλεγον· οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης· 41 ἄλλοι ἔλεγον· οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός· ἄλλοι ἔλεγον· μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται; 42 Oὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυῒδ καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυῒδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται; 43 Σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι’ αὐτόν. 44 Τινὲς δὲ ἤθελον ἐξ αὐτῶν πιάσαι αὐτόν, ἀλλ’ οὐδεὶς ἐπέβαλεν ἐπ’ αὐτὸν τὰς χεῖρας.
45 ῏Ηλθον οὖν οἱ ὑπηρέται πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ Φαρισαίους, καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι· διατί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν; 46 Ἀπεκρίθησαν οἱ ὑπηρέται· οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος. 47 Ἀπεκρίθησαν οὖν αὐτοῖς οἱ Φαρισαῖοι· μὴ καὶ ὑμεῖς πεπλάνησθε; 48 Μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων; 49 Ἀλλ’ ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπικατάρατοί εἰσι! 50 Λέγει Νικόδημος πρὸς αὐτούς, ὁ ἐλθὼν νυκτὸς πρὸς αὐτόν, εἷς ὢν ἐξ αὐτῶν· 51 μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν μὴ ἀκούσῃ παρ’ αὐτοῦ πρότερον καὶ γνῷ τί ποιεῖ; 52 Ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; Ἐρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται.
Κεφ.Η΄ 12 Πάλιν οὖν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς ἐλάλησε λέγων· ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ’ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
37 Την τελευταία και πιο επίσημη ημέρα απ’ όλες τις άλλες ημέρες της εορτής στάθηκε όρθιος ο Ιησούς και με ζωηρή φωνή είπε: «Εάν κανείς αισθάνεται πόθο και δίψα όχι για αγαθά υλικά και φθαρτά, αλλά για την εσωτερική γαλήνη και τη μακαριότητα της θείας ζωής, ας έρχεται σε μένα με πίστη και ας πίνει ελεύθερα. Κοντά μου θα ικανοποιηθούν όλοι οι ευγενικοί πόθοι και θα βρει ανάπαυση η ψυχή του. 38 Από την καρδιά και τα βάθη της ψυχής εκείνου που πιστεύει σε μένα, σύμφωνα με τα λόγια της Αγίας Γραφής, θα αναβλύζουν ποτάμια νερού που θα είναι πάντα τρεχούμενο. Και έτσι θα ποτίζεται όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και οι άλλοι που θα έρχονται σε σχέση με αυτόν». 39 Αυτά τα λόγια τα είπε ο Κύριος για το Άγιο Πνεύμα, που θα αποκτούσαν μετά την Ανάληψή Του στους ουρανούς όσοι θα πίστευαν σε Αυτόν· διότι πρωτύτερα είχαν βέβαια δοθεί χαρίσματα προφητικά και θαυματουργικά σε ανθρώπους δικαίους και προφήτες, αλλά η χάρις του Αγίου Πνεύματος που αναγεννά τους ανθρώπους και τους μεταδίδει τη θεία και μακαρία ζωή δεν είχε δοθεί σε κανέναν. Και δεν είχε δοθεί η χάρις αυτή του Αγίου Πνεύματος, διότι ο Ιησούς δεν είχε ακόμη δοξαστεί με το Πάθος Του και την Ανάληψή Του.
40 Πολλοί λοιπόν από τον λαό, όταν άκουσαν τα λόγια αυτά που είπε ο Κύριος στη διάρκεια της εορτής, έλεγαν: «Πράγματι αυτός είναι ο προφήτης που μας προανήγγειλε ο Μωυσής». 41 Άλλοι έλεγαν: «Αυτός είναι ο Μεσσίας Χριστός». Άλλοι έλεγαν: «Δεν είναι δυνατόν να είναι ο Μεσσίας˙ διότι μήπως ο Μεσσίας είναι να έρθει από τη Γαλιλαία; 42 Δεν είπε η Αγία Γραφή ότι ο Μεσσίας Χριστός θα προέρχεται από το γένος του Δαβίδ και από το χωριό της Βηθλεέμ, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Δαβίδ;». 43 Προκλήθηκε λοιπόν διαίρεση και διαφωνία μεταξύ του λαού γι’ Aυτόν.
44 Μερικοί μάλιστα απ’ αυτούς ήθελαν να τον συλλάβουν, αλλά κανείς δεν τόλμησε ν’ απλώσει χέρι πάνω του˙διότι μια αόρατη δύναμη τους συγκρατούσε και τους παρεμπόδιζε. 45 Επειδή λοιπόν κανείς δεν μπορούσε να τον συλλάβει, γύρισαν άπρακτοι οι υπηρέτες στους αρχιερείς και τους Φαρισαίους. Κι εκείνοι τους ρώτησαν: «Γιατί δεν τον φέρατε, αφού και δημοσίως εμφανίστηκε και πολλοί απ’ το πλήθος τον άκουγαν με δυσμένεια και ήταν έτοιμοι να σας βοηθήσουν μη σας διαφύγει;». 46 Τότε οι υπηρέτες τους έδωσαν την εξής απάντηση: «Ποτέ άλλοτε δεν δίδαξε άλλος άνθρωπος με τόση σοφία και δύναμη και χάρη με όση διδάσκει ο άνθρωπος αυτός». 47 Ύστερα λοιπόν από την ανέλπιστη αυτή απάντηση των υπηρετών τους ξαναρώτησαν οι Φαρισαίοι: «Μήπως παρασυρθήκατε κι εσείς, που είστε πάντοτε κοντά μας και ακούτε τη διδασκαλία μας, και έχετε πλανηθεί απ’ αυτόν, όπως τα αμαθή πλήθη του λαού; 48 Μήπως πίστεψε σε αυτόν κανείς απ’ τους άρχοντες, που είναι οι μόνοι αρμόδιοι να κρίνουν τα θρησκευτικά ζητήματα, ή απ’ τους Φαρισαίους, που είναι άγρυπνοι φύλακες των παραδόσεων και της αληθινής πίστεως; 49 Κανείς απ’ αυτούς δεν πίστεψε, παρά μόνον αυτός ο όχλος, που δεν ξέρει το νόμο και γι’ αυτό είναι όλοι τους καταραμένοι». 50 Τους ρώτησε τότε ο Νικόδημος, εκείνος που ήλθε στον Ιησού μέσα στη νύχτα και ήταν ένας απ’ αυτούς, διότι ήταν κι αυτός μέλος του συνεδρίου: 51«Μήπως ο νόμος μας μπορεί να καταδικάσει έναν άνθρωπο, εάν προηγουμένως δεν τον ακούσει ο δικαστής που εκπροσωπεί τον νόμο και μάθει από την απολογία του τι αξιοκατάκριτο και αξιόποινο έκανε;». 52 Εκείνοι τότε του είπαν: «Μήπως είσαι κι εσύ από τη Γαλιλαία; Εξέτασε και εύκολα θα δεις και θα πειστείς από τα πράγματα ότι κανείς προφήτης από τη Γαλιλαία δεν έχει βγει έως τώρα».
Κεφ. Η΄ 12 Ο Ιησούς τούς μίλησε πάλι και τους είπε: «Εγώ είμαι το φως όχι μόνο των Ιουδαίων, αλλά όλου του κόσμου. Εκείνος που με ακολουθεί με πλήρη εμπιστοσύνη κι ελπίδα και με πρόθυμη υπακοή στα λόγια μου, δεν θα περπατήσει, ούτε θα βρεθεί ποτέ στο σκοτάδι της πλάνης και της αμαρτίας, αλλά θα έχει μέσα του το ζωηφόρο και πνευματικό φως, που προέρχεται από την αληθινή ζωή, τον Θεό».
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ [:Πράξ. 2,1-11]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Καὶ ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό (:Το πρωί της ημέρας της Πεντηκοστής –καθώς ολοκληρωνόταν η ημέρα αυτή η οποία άρχισε από το απόγευμα της παραμονής της- όλοι οι πιστοί με μια καρδιά ήταν συναγμένοι στο ίδιο μέρος)»[Πράξ. 2,1].
Ποια είναι αυτή η Πεντηκοστή; Όταν το δρεπάνι έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για την συγκομιδή από τον θερισμό· όταν έπρεπε να συναθροίζει τους καρπούς. Είδες τον τύπο; Βλέπε πάλι την αλήθεια. Όταν έπρεπε να επιβάλλει το δρεπάνι του λόγου, όταν τους καρπούς έπρεπε να συλλέγει, τότε το Πνεύμα σαν δρεπάνι κοφτερό, πετά πάνω σε αυτούς. Διότι άκουσε τον Χριστό που λέει: «Οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη (:Δεν λέτε εσείς ότι τέσσερις μήνες μένουν ακόμη και ο θερισμός έρχεται; Στην πνευματική όμως σπορά είναι δυνατόν ο λόγος του Θεού να καρποφορήσει και σε χρονικό διάστημα πολύ πιο σύντομο. Και για να πειστείτε για το θέμα αυτό που σας λέω, σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε το πλήθος αυτό των Σαμαρειτών που έρχονται. Μοιάζουν οι ψυχές τους με χωράφια, στα οποία δεν πρόφθασε να σπαρεί ο λόγος της αλήθειας, κι όμως είναι λευκά και ώριμες πλέον, έτοιμα να θεριστούν. Έτσι και σ’ όλα τα μέρη του κόσμου οι ψυχές των ανθρώπων είναι τώρα ώριμες για να δεχθούν τη σωτηρία)»[Ιω. 4,35] και πάλι τους έλεγε: «Ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι· δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμὸν αὐτοῦ(:Τα ώριμα στάχυα για θερισμό είναι πολλά, αλλά οι εργάτες που θα τα θερίσουν είναι λίγοι. Πολλοί δηλαδή είναι οι καλοδιάθετοι να δεχτούν το Ευαγγέλιο και να σωθούν, λίγοι όμως είναι οι πνευματικοί εργάτες που θα υπηρετήσουν στο πνευματικό αυτό έργο. Παρακαλέστε λοιπόν τον Θεό, που είναι ο κύριος και ο ιδιοκτήτης της έτοιμης για θερισμό σποράς, να βγάλει και να στείλει εργάτες στο θερισμό του)»[Λουκ. 10,2]. Ώστε αυτός ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε το δρεπάνι· διότι Αυτός ανέβασε στον ουρανό τις προσφορές των πρώτων καρπών, αφού προσέλαβε το ανθρώπινο ένδυμα. Γι’ αυτό και τούτο καλεί θερισμό.
«Καὶ ἐν τῷ συμπληροῦσθαι(:Και όταν έφτασε)», λέει, «τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς(: η ημέρα της Πεντηκοστής)», δηλαδή όχι προ της Πεντηκοστής, αλλά την ημέρα της Πεντηκοστής, όπως θα μπορούσε κάποιος να πει. Διότι έπρεπε να γίνουν πάλι αυτά κατά την διάρκεια εορτής, για να δουν αυτά και αυτοί, που ήταν παρόντες κατά την Σταύρωση του Χριστού. «Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας(:Και ξαφνικά, χωρίς να το περιμένει κανείς, ήλθε από τον ουρανό μια βοή σαν φύσημα σφοδρού ανέμου, που κινείται με ορμή και βιαιότητα)»[Πράξ.2,2]. Γιατί έγινε αυτό χωρίς αισθητά σημεία; Διότι μολονότι έγινε και αυτό, έλεγαν ότι «γλεύκους μεμεστωμένοι εἰσί(:είναι τελείως μεθυσμένοι με γλυκό και δυνατό κρασί, και δεν ξέρουν τι λένε)», εάν δεν γινόταν αυτό, τι δεν θα μπορούσαν να πουν; Και όχι μόνο έγινε ήχος, αλλά και «εκ του ουρανού». Και το ξαφνικό αυτού διήγειρε αυτούς. «Καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι(:Και η βοή αυτή γέμισε όλο το σπίτι όπου κάθονταν οι απόστολοι και όλοι οι μαθητές)». Αναφέρει μεγάλη ορμή του Αγίου Πνεύματος.
Πρόσεχε ότι όλους τους συγκέντρωσε εκεί, ώστε και οι παρόντες να πιστέψουν και αυτοί άξιοι να αναδειχθούν. Και όχι μόνο αυτό, αλλά προσθέτοντας και το πιο τρομερό από αυτό: «Καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός(:Και είδαν με τα μάτια τους να διαμοιράζονται σε αυτούς γλώσσες σαν τις φλόγες της φωτιάς)», λέει. Καλώς αναφέρει παντού το «ὡσεὶ(: σαν)», για να μην νομίσεις τίποτα αισθητό για το Άγιο Πνεύμα· «γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός(:σαν τις φλόγες της φωτιάς)», λέει, «ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας(:σαν φύσημα δυνατού ανέμου)». Άρα δεν ήταν απλώς άνεμος διασκορπιζόμενος στον αέρα.
Διότι όταν έπρεπε στον Ιωάννη να γνωριστεί το Άγιο Πνεύμα, σαν περιστέρι ήρθε επάνω στην κεφαλή του Χριστού: «Καὶ εὐθέως ἀναβαίνων ἀπὸ τοῦ ὕδατος εἶδε σχιζομένους τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὸ Πνεῦμα ὡς περιστερὰν καταβαῖνον ἐπ᾿ αὐτόν(:Και όταν ανέβαινε από το νερό του ποταμού, αμέσως, την ίδια στιγμή, είδε να σχίζονται οι ουρανοί και το Πνεύμα το Άγιο να κατεβαίνει σαν περιστέρι και να έρχεται επάνω Του)»[Μάρκ.1,10]· επίσης: «Καὶ καταβῆναι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον σωματικῷ εἴδει ὡσεὶ περιστερὰν ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ φωνὴν ἐξ οὐρανοῦ γενέσθαι λέγουσαν· σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ εὐδόκησα (:Και κατέβηκε επάνω Του το Άγιο Πνεύμα, το οποίο εμφανίστηκε με εξωτερικό σχήμα και μορφή περιστεριού, χωρίς όμως να είναι πραγματικό περιστέρι. Και ήλθε μια φωνή απ’ τον ουρανό, η οποία έλεγε: Εσύ είσαι ο υιός μου ο αγαπημένος σε Εσένα ευαρεστήθηκα, διότι Εσύ και ως άνθρωπος απολύτως αναμάρτητος έκανες πάντοτε το αρεστό ενώπιόν μου)»[Λουκ.3,21-22]. «Καὶ ἐμαρτύρησεν Ἰωάννης λέγων ὅτι τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ᾿ αὐτόν (:Ο Ιωάννης μάλιστα έδωσε και την εξής μαρτυρία: “Έχω δει το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι απ’ τον ουρανό και να μένει πάνω του μόνιμα και διαρκώς, και όχι όπως στους προφήτες, οι οποίοι δέχονταν εκτάκτως τη χάρη του Πνεύματος και για ειδικό σκοπό”)» [Ιω. 1,32]. Τώρα λοιπόν που έπρεπε ολόκληρο πλήθος να επιστραφεί, έκανε το Άγιο Πνεύμα έκανε την εμφάνιση Του σαν φλόγες φωτιάς.
«Ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν(:Και στον καθένα απ’ αυτούς κάθισε από μία πύρινη γλώσσα)»· δηλαδή παρέμεινε, αναπαύθηκε. Διότι το «ἐκάθισε» φανερώνει ότι εδραιώθηκε σταθερά πάνω τους και παρέμεινε μόνιμα. Τι λοιπόν; Ήρθε άραγε μόνο στους δώδεκα και όχι στους άλλους; Καθόλου· αλλά ήρθε και στους εκατόν είκοσι. Διότι δεν παρουσίαζε ο απόστολος Πέτρος λίγες στιγμές αργότερα απλώς την μαρτυρία του προφήτη Ιωήλ λέγοντας: «Καὶ ἔσται ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις, λέγει ὁ Θεός, ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα, καὶ προφητεύσουσιν οἱ υἱοὶ ὑμῶν καὶ αἱ θυγατέρες ὑμῶν, καὶ οἱ νεανίσκοι ὑμῶν ὁράσεις ὄψονται καὶ οἱ πρεσβύτεροι ὑμῶν ἐνύπνια ἐνυπνιασθήσονται (:Στην τελευταία χρονική περίοδο, που θα αρχίσει όταν έλθει ο Μεσσίας, λέει ο Θεός ότι θα συμβεί αυτό: “Θα εκχύσω τα χαρίσματα του Πνεύματός μου και θα τα διαμοιράσω σε όλους τους ανθρώπους. Κι έτσι θα προφητεύσουν οι γιοι σας και οι κόρες σας, και οι νέοι σας θα δουν υπερφυσικές οπτασίες, και οι γέροντες θα δουν στον ύπνο τους θεϊκά αποκαλυπτικά όνειρα”)»[Πράξεις 2,17]· πρβ. Ιωήλ 3,1: «Καὶ ἔσται μετὰ ταῦτα καὶ ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα, καὶ προφητεύσουσιν οἱ υἱοὶ ὑμῶν καὶ αἱ θυγατέρες ὑμῶν, καὶ οἱ πρεσβύτεροι ὑμῶν ἐνύπνια ἐνυπνιασθήσονται, καὶ οἱ νεανίσκοι ὑμῶν ὁράσεις ὄψονται (:’’Μετά από αυτά θα έλθει μία εποχή’’, λέγει ο Κύριος, ‘’κατά την οποία θα χύσω πλούσιες τις δωρεές και τα χαρίσματα του Πνεύματός μου σε κάθε άνθρωπο και θα προφητεύσουν οι υιοί σας και οι θυγατέρες σας. Οι γεροντότεροι από εσάς θα δουν και θα λάβουν αποκαλύψεις μέσω ενύπνιων οραμάτων , ενώ οι νεότεροι στην ηλικία θα δουν σε πλήρη εγρήγορση αποκαλυπτικά οράματα’’)».
Και πρόσεξε: για να μην εκπλήξει μόνο αλλά και για να χορηγήσει πλήρως την χάρη, γι’ αυτό και εμφανίστηκε «ἐν Πνεύματι ἁγίω καί πυρί»· διότι προσθέτει: «Καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι(:Όλοι τους τότε πλημμύρισαν εσωτερικά με Πνεύμα Άγιο και άρχισαν να μιλούν ξένες γλώσσες, όπως το Πνεύμα τους ενέπνεε και τους έδινε την ικανότητα να μιλούν και να λένε θεϊκά και ουράνια λόγια και διδασκαλίες υψηλές και θεόπνευστες)»[Πράξ.2,4]. Δεν λαμβάνουν άλλο σημείο, αλλά αυτό πρώτα· διότι ήταν ανάγκη και δεν παρίστατο ανάγκη άλλου σημείου.
«Ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν(:Και στον καθένα απ’ αυτούς κάθισε από μία πύρινη γλώσσα)»[Πράξ.2,3], λέγει. Βέβαια κάθισε και πάνω στον μη εκλεγέντα Ιούστο. Γι’ αυτό και καθόλου δεν λυπάται επειδή δεν εξελέγη όπως ο Ματθίας. «Καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου(:Και όλοι τους τότε πλημμύρισαν εσωτερικά με Πνεύμα Άγιο)», λέγει. Δεν έλαβαν απλώς την χάρη του αγίου Πνεύματος, αλλά πλημμύρισαν εσωτερικά από αυτήν. «Καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι(:Και άρχισαν να μιλούν ξένες γλώσσες, όπως το Πνεύμα τους ενέπνεε και τους έδινε την ικανότητα να μιλούν και να λένε θεϊκά και ουράνια λόγια και διδασκαλίες υψηλές και θεόπνευστες)». Δεν θα έλεγε «ἅπαντες(:όλοι)», ενώ ήταν εκεί και οι απόστολοι, εάν δεν μετείχαν και οι άλλοι. Άλλωστε, αφού παραπάνω είπε σε αυτούς κατ’ ιδίαν και ονομαστικά, τώρα δεν θα τους συνένωνε στο ίδιο πράγμα· διότι εάν όπου ήταν δυνατό να πει ότι ήταν παρόντες, μνημονεύει ιδιαίτερα τους αποστόλους, πολύ περισσότερο εδώ. Πρόσεχε σε παρακαλώ ότι όταν ήταν προσηλωμένοι με μια ψυχή στην δέηση, όταν έχουν αγάπη μεταξύ τους, τότε το Άγιο Πνεύμα εμφανίζεται. Και υπενθύμισε σε αυτούς και μια άλλη Του όψη λέγοντας, «σαν φλόγες φωτιάς». Διότι σαν φωτιά φάνηκε και στην βάτο.
«Καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι(:Όπως το Πνεύμα τούς ενέπνεε και τους έδινε την ικανότητα να μιλούν και να λένε θεϊκά και ουράνια λόγια και διδασκαλίες υψηλές και θεόπνευστες)»· διότι τα λεγόμενά τους ήταν αποφθέγματα σαφή, καθαρά, σύντομα και περιεκτικά.
«Ἦσαν δὲ ἐν Ἱερουσαλὴμ κατοικοῦντες Ἰουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν(:Στην Ιερουσαλήμ υπήρχαν τότε Ιουδαίοι απ’ όλα τα μέρη του κόσμου και απ’ όλα τα έθνη που βρίσκονται κάτω από τον ουρανό. Αυτοί είχαν εγκατασταθεί εκεί μόνιμα, ήταν ευλαβείς και σέβονταν τον Θεό)»[Πράξ.2,5]. Η διαμονή τους στην Ιερουσαλήμ ήταν έργο ευλάβειας. Πώς; Διότι ενώ κατάγονταν από τόσα έθνη, και αφού άφησαν και πατρίδες και οικίες και συγγενείς, κατοικούσαν εκεί· διότι λέει: «Ήταν στην Ιερουσαλήμ Ιουδαίοι άνδρες ευλαβείς, από κάθε έθνος κάτω από τον ουρανό».
«Γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν(:Όταν λοιπόν έγινε η βοή αυτή του ανέμου, συγκεντρώθηκε πλήθος απ’ αυτούς και όλοι κυριεύτηκαν από σύγχυση και κατάπληξη)»[Πράξ.2,6]. Επειδή το γεγονός συνέβηκε σε οικία, δικαιολογημένα όσοι ήταν έξω προσέτρεξαν μέσα για να δουν τι είχε γίνει. «Συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη». Τι σημαίνει «συνεχύθη τὸ πλῆθος»; Ταράχτηκε, θαύμασε. Έπειτα δηλώνοντας ότι θαύμαζαν, προσθέτει «ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν(:διότι ο καθένας τους άκουγε τους μαθητές του Ιησού Χριστού να μιλούν στη δική τους γλώσσα)».
«Ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι;(:Έμεναν όλοι εκστατικοί και με θαυμασμό έλεγαν ο ένας στον άλλο: “Μα, όλοι αυτοί που μιλούν δεν είναι Γαλιλαίοι;”)».Και έβλεπαν κατευθείαν προς τους αποστόλους. «Καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν,Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν ᾿Ασίαν, Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι, Κρῆτες καὶ ῎Αραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;(:Πώς λοιπόν εμείς τους ακούμε ο καθένας μας να μιλούν στη δική μας μητρική γλώσσα, την οποία μάθαμε και μιλούμε από τότε που γεννηθήκαμε; Όσοι είμαστε Πάρθοι και Μήδοι και Ελαμίτες, και όσοι κατοικούμε στη Μεσοποταμία και στην Ιουδαία και στην Καππαδοκία, στον Πόντο, και στη Μικρά Ασία, στη Φρυγία και στην Παμφυλία, στην Αίγυπτο και στα μέρη της Λιβύης που είναι κοντά στην Κυρήνη, και οι Ρωμαίοι που διαμένουμε εδώ, τόσο αυτοί που λόγω της καταγωγής μας είμαστε Ιουδαίοι, όσο και οι εθνικοί που προσελκυστήκαμε στην ιουδαϊκή πίστη και γίναμε προσήλυτοι, καθώς και όσοι καταγόμαστε από την Κρήτη και οι Άραβες, όλοι εμείς που καταγόμαστε από τα διάφορα αυτά μέρη, πώς συμβαίνει να ακούμε αυτούς να μιλούν και να διακηρύττουν στις γλώσσες μας τα μεγάλα και θαυμαστά έργα του Θεού; Και έμειναν όλοι εκστατικοί και γεμάτοι απορία έλεγαν ο ένας στον άλλο: “Τι να σημαίνει άραγε το έκτακτο αυτό γεγονός και ποια εξήγηση μπορεί να του δώσει κανείς;”)»[Πράξ.2,8-11]. Βλέπεις αυτούς που τρέχουν από την ανατολή μέχρι την δύση aπό ευλάβεια για να εγκατασταθούν στην Ιερουσαλήμ; «Ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ διηπόρουν, ἄλλος πρὸς ἄλλον λέγοντες· τί ἂν θέλοι τοῦτο εἶναι; (:Και έμειναν όλοι εκστατικοί και γεμάτοι απορία έλεγαν ο ένας στον άλλο: “Τι να σημαίνει άραγε το έκτακτο αυτό γεγονός και ποια εξήγηση μπορεί να του δώσει κανείς;”)»[Πράξ.2,12].
«Ἓτεροι δὲ χλευάζοντες ἔλεγον ὅτι γλεύκους μεμεστωμένοι εἰσί(:Άλλοι όμως χλεύαζαν και έλεγαν ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι τελείως μεθυσμένοι με γλυκό και δυνατό κρασί και δεν ξέρουν τι λένε)»[Πράξ.2,13].Πω, πω ανοησία! Πω, πω μέγεθος κακίας! Παρότι δεν ήταν ο καιρός αυτός κατά τον οποίο λαμβάνει χώρα ο τρυγητός στα αμπέλια· διότι ήταν Πεντηκοστή. Και το χειρότερο και φοβερότερο είναι το ότι ενώ όλοι ομολογούν ότι είναι Ρωμαίοι, ότι είναι προσήλυτοι, εκείνοι που Τον σταύρωσαν ίσως, εκείνοι μετά από τόσα γεγονότα, λένε: «έχουν πιει πολύ μούστο».
Αλλά ας δούμε από την αρχή τα λεχθέντα: «Ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον(:Γέμισε όλο το σπίτι)», λέει. Η πνοή έγινε όπως η κολυμπήθρα του ύδατος. Αυτή ήταν απόδειξη της αφθονίας και της σφοδρότητας. Πουθενά δεν έχει γίνει παρόμοιο στους προφήτες, αλλά τότε μεν κατά τον τρόπο αυτό έγινε σε εκείνους, στους προφήτες όμως διαφορετικά. Διότι στον Ιεζεκιήλ γίνεται κεφάλαιο βιβλίου, και τρώει εκείνα τα οποία επρόκειτο να κηρύττει: «Καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ χεὶρ ἐκτεταμένη πρός με, καὶ ἐν αὐτῇ κεφαλὶς βιβλίου· καὶ ἀνείλησεν αὐτὴν ἐνώπιόν μου, καὶ ἦν ἐν αὐτῇ γεγραμμένα τὰ ἔμπροσθεν καὶ τὰ ὄπισθεν, καὶ ἐγέγραπτο ἐπ᾿ αὐτὴν θρῆνος καὶ μέλος καὶ οὐαί. καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, τὸ στόμα σου φάγεται, καὶ ἡ κοιλία σου πλησθήσεται τῆς κεφαλίδος ταύτης τῆς δεδομένης εἰς σέ. καὶ ἔφαγον αὐτήν, καὶ ἐγένετο ἐν τῷ στόματί μου ὡς μέλι γλυκάζον (:Και είδα και ιδού, ένα χέρι απλωμένο προς εμένα, που κρατούσε μία μεμβράνη, τμήμα ενός βιβλίου. Ξεδίπλωσε αυτήν ενώπιόν μου και είδα ότι ήταν γραμμένη από μέσα και απέξω. Το περιεχόμενο της μεμβράνης ήσαν θρήνοι, θλιβερά μοιρολόγια και ταλανισμοί. Και μου είπε: “υιέ ανθρώπου, θα φας αυτό και η καρδιά σου και η διάνοιά σου, το εσωτερικό σου όλο, θα χορτάσει και θα γεμίσει με την μεμβράνη αυτήν, που εγώ σου δίνω”. Πράγματι έφαγα αυτήν και, καθώς έτρωγα, αισθάνθηκα στο στόμα μου γλυκύτητα σαν μέλι)»[Ιεζ. 3,3].
Άλλοτε πάλι σε κάποια άλλη χρονική στιγμή το χέρι του Θεού αγγίζει την γλώσσα και άλλου προφήτη, του Ιερεμία: «Καὶ ἐξέτεινε Κύριος τὴν χεῖρα αὐτοῦ πρός με καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου, καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἰδοὺ δέδωκα τοὺς λόγους μου εἰς τὸ στόμα σου(:Ο Κύριος άπλωσε τότε την χείρα Του προς εμένα, άγγιξε το στόμα μου και μου είπε: “ Ιδού εγώ έχω δώσει στο στόμα σου τους λόγους μου”)»[Ιερ.1,9]. Εδώ όμως κατέρχεται αυτό το ίδιο το Πνεύμα το Άγιο. Με τον τρόπο αυτό γίνεται φανερό ότι είναι ομότιμο προς τον Πατέρα και τον Υιό.
Και πάλι σε άλλο σημείο αλλιώς: «Θρῆνος καὶ μέλος καὶ οὐαί (:Το περιεχόμενο της μεμβράνης ήσαν θρήνοι, θλιβερά μοιρολόγια και ταλανισμοί)»[Ιεζ. 2,9-10]. Σε εκείνους βέβαια δικαιολογημένα δίνεται σε μορφή βιβλίου· διότι χρειάζονταν ακόμα σε αυτούς παραδείγματα. Προς ένα έθνος μόνο εκείνοι οι προφήτες είχαν να απευθύνονται και προς τους οικείους τους· αυτοί όμως πλέον προς όλη την οικουμένη, και προς εκείνους που ποτέ δεν γνώρισαν. Και ο Ελισσαίος με τη μηλωτή(:το εξωτερικό ένδυμα) του Ηλία λαμβάνει την χάρη: «Καὶ ὕψωσε τὴν μηλωτὴν Ἠλιού, ἣ ἔπεσεν ἐπάνωθεν Ἑλισαιέ, καὶ ἐπέστρεψεν Ἑλισαιὲ καὶ ἔστη ἐπὶ τοῦ χείλους τοῦ Ἰορδάνου· καὶ ἔλαβε τὴν μηλωτὴν Ἠλιού, ἣ ἔπεσεν ἐπάνωθεν αὐτοῦ, καὶ ἐπάταξε τὸ ὕδωρ καὶ οὐ διέστη· καὶ εἶπε· ποῦ ὁ Θεὸς Ἠλιοὺ ἀφφώ; καὶ ἐπάταξε τὰ ὕδατα, καὶ διεῤῥάγησαν ἔνθα καὶ ἔνθα, καὶ διέβη Ἑλισαιέ (:Ο Ελισαίος σήκωσε από κάτω τη μηλωτή του Ηλία, η οποία έπεσε από επάνω ψηλά και επέστρεφε έχοντας τη μηλωτή. Στάθηκε στην όχθη του Ιορδάνη. Πήρε τη μηλωτή του Ηλία, η οποία έπεσε σε αυτόν, χτύπησε το ύδωρ, αλλά εκείνο δεν διαιρέθηκε, όπως προηγουμένως. Ο Ελισσαίος είπε τότε: “Πού είναι ο Θεός του Ηλία, πού είναι;” Κατόπιν όμως χτύπησε πάλι τα νερά και εκείνα χωρίστηκαν στα δύο, από εδώ και από εκεί και ο Ελισαίος διέβη τον Ιορδάνη ποταμό)»[Δ’ Βασ. 2,13-14].
Άλλος πάλι κατά τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης λαμβάνει τη θεία χάρη με έλαιο, και πιο συγκεκριμένα ο Δαβίδ: «Καὶ ἔλαβε Σαμουὴλ τὸ κέρας τοῦ ἐλαίου καὶ ἔχρισεν αὐτὸ ἐν μέσῳ τῶν ἀδελφῶν αὐτοῦ, καὶ ἐφήλατο πνεῦμα Κυρίου ἐπὶ Δαυὶδ ἀπὸ τῆς ἡμέρας ἐκείνης καὶ ἐπάνω. καὶ ἀνέστη Σαμουὴλ καὶ ἀπῆλθεν εἰς Ἀρμαθαίμ (:Και ο Σαμουήλ πήρε το δοχείο με το έλαιο και από όλους τους άλλους αδελφούς, αυτόν έχρισε ως βασιλιά. Από την ημέρα εκείνη και έπειτα Πνεύμα Κυρίου πλημμύρισε τον Δαυίδ και τον καθοδηγούσε. Κατόπιν αυτών ο Σαμουήλ σηκώθηκε και αναχώρησε για την πατρίδα του την Αρμαθαίμ)»[Α’ Βασ. 16,13]. Ο Μωυσής καλείται με άλλον τρόπο, με την φωτιά της βάτου: «Ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἐν πυρὶ φλογὸς ἐκ τοῦ βάτου, καὶ ὁρᾷ ὅτι ὁ βάτος καίεται πυρί, ὁ δὲ βάτος οὐ κατεκαίετο (:Εκεί φανερώθηκε προς αυτόν άγγελος Κυρίου με μορφή φλόγας πυρός, η οποία εξερχόταν από την βάτο. Παραδόξως η βάτος εκείνη φλεγόταν αλλά δεν κατακαιγόταν)»[Έξοδ. 3,2]. Εδώ όμως όχι κατά τον ίδιο τρόπο, αλλά εδώ η ίδια η φωτιά κάθισε επάνω τους.
Και γιατί δεν φάνηκε φωτιά να γεμίζει την οικία; Διότι θα εκπλήσσονταν. Αλλά φανερώνει ότι αυτό είναι εκείνο. Διότι μην προσέχεις το λεγόμενο «και είδαν με τα μάτια τους να διαμοιράζονται σε αυτούς γλώσσες», αλλά τη φράση «σαν τις φλόγες της φωτιάς». Τέτοια φωτιά μπορεί να ανάψει άπειρη ξυλεία. Και καλά είπε «διαμεριζόμεναι(:να διαμοιράζονται)». Διότι προέρχονταν από μια ρίζα, για να μάθεις ότι είναι ενέργεια, η οποία απεστάλη από τον Παράκλητο. Και κοίταξε και εκείνους ότι αποδείχτηκαν άξιοι και τότε καταξιώθηκαν το Πνεύμα· όπως δηλαδή και ο Δαυίδ· διότι όπως φερόταν στα ποίμνια, κατά τον ίδιο τρόπο φέρθηκε και μετά την νίκη και τον θρίαμβο, για να φανερωθεί η καθαρή πίστη αυτού.
Κοίταξε πάλι τον Μωυσή και αυτός να καταφρονεί τα βασίλεια: «Καὶ εἶπε Μωυσῆς πρὸς τὸν Θεόν· τίς εἰμι ἐγώ, ὅτι πορεύσομαι πρὸς Φαραὼ βασιλέα Αἰγύπτου, καὶ ὅτι ἐξάξω τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ ἐκ γῆς Αἰγύπτου; (:Απάντησε ο Μωυσής στον Θεό: “Ποιος είμαι εγώ, Κύριε, ώστε να μεταβώ προς τον Φαραώ, τον βασιλιά της Αιγύπτου και να βγάλω τους Ισραηλίτες από την Αίγυπτο;”)»[Έξοδ. 3,11] και ύστερα από σαράντα έτη να αναλαμβάνει την καθοδήγηση του λαού. Δες επίσης τον Σαμουήλ να ανατρέφεται μέσα στον ναό «καὶ ὁ λύχνος τοῦ Θεοῦ πρὶν ἐπισκευασθῆναι, καὶ Σαμουὴλ ἐκάθευδεν ἐν τῷ ναῷ, οὗ ἡ κιβωτὸς τοῦ Θεοῦ (: και ήταν η ώρα, κατά την οποία η επτάφωτη λυχνία έκαιγε ακόμη, ενώ ο Σαμουήλ κοιμόταν σε κάποιο άκρο του ναού, εντός του οποίου υπήρχε η Κιβωτός του Θεού)»[Α’ Βασ. 3,3]· δες ακόμη τον Ελισσαίο να τα αφήνει όλα: «Καὶ κατέλιπεν Ἑλισαιὲ τὰς βόας καὶ κατέδραμεν ὀπίσω Ἠλιοὺ καὶ εἶπε· καταφιλήσω τὸν πατέρα μου καὶ ἀκολουθήσω ὀπίσω σου· καὶ εἶπεν Ἠλιού· ἀνάστρεφε, ὅτι πεποίηκά σοι. καὶ ἀνεβόησεν Ἠλιού, καὶ εἶπεν· οἴμοι, Κύριε, ὁ μάρτυς τῆς χήρας, μεθ᾿ ἧς ἐγὼ κατοικῶ μετ᾿ αὐτῆς, σὺ κεκάκωκας τοῦ θανατῶσαι τὸν υἱὸν αὐτῆς (:Και ο Ελισαίος αμέσως εγκατέλειψε τα βόδια του και έτρεξε πίσω από τον Ηλία και του είπε: “Επίτρεψέ μου να μεταβώ, για να αποχαιρετήσω και να καταφιλήσω τον πατέρα μου και έπειτα θα σε ακολουθήσω”. Και ο Ηλίας του είπε: “Πήγαινε και γύρισε πάλι, διότι σε έχω καταστήσει προφήτη”)»[Γ’ Βασ. 19,20]· πρόσεξε επίσης αντίστοιχα και τον Ιεζεκιήλ .
Και ότι έτσι συνέβαινε, είναι φανερό και από τα μετέπειτα· διότι και αυτοί εγκατέλειψαν όλα τα δικά τους. γι’ αυτό λαμβάνουν το Άγιο Πνεύμα τότε, όταν απέδειξαν την δική τους αρετή. Έμαθαν και την ανθρώπινη αδυναμία με εκείνα τα οποία έπαθαν· έμαθαν ότι δεν κατόρθωσαν αυτά τυχαία. Έτσι και ο Σαούλ αφού προηγουμένως επιβεβαιώθηκε ότι είναι αγαθός, έλαβε κατόπιν το άγιο Πνεύμα. Αλλά έτσι, όπως δηλαδή οι μαθητές έλαβαν το Άγιο Πνεύμα κανένας, ούτε ο μεγαλύτερος από τους προφήτες, ο Μωυσής δεν έλαβε το Άγιο Πνεύμα· διότι εκείνος όταν έπρεπε άλλοι να λάβουν την χάρη του αγίου Πνεύματος, ελαττωνόταν αυτός.
Εδώ όμως δεν συνέβαινε έτσι, αλλά όπως ακριβώς συμβαίνει στη φωτιά, όσους λύχνους και αν ανάψει κάποιος δεν ελαττώνει καθόλου τη φωτιά, έτσι και με τους αποστόλους συνέβαινε τότε· διότι και με την φωτιά, όχι μόνο την αφθονία της χάριτος φανέρωνε, αλλά ο καθένας λάμβανε ολόκληρη πηγή Πνεύματος· όπως ακριβώς δηλαδή και ο Χριστός είπε, ότι όσοι πιστεύουν σε Αυτόν θα έχουν πηγή ύδατος που θα αναβλύζει σε ζωή αιώνια: «Ὃς δι᾿ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον (:Εκείνος όμως που θα πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ, δεν θα διψάσει ποτέ στον αιώνα˙ αλλά το νερό που θα του δώσω θα μεταβληθεί μέσα του σε πηγή νερού που δεν θα στερεύει, αλλά θα αναβλύζει και θα αναπηδά και θα τρέχει πάντοτε για να του μεταγγίζει ζωή αιώνια)»[Ιω. 4,14].
Και πολύ λογικά. Διότι δεν απήλθαν οι μαθητές του Κυρίου για να συζητήσουν με τον Φαραώ, όπως θα έκανε ο Μωυσής, αλλά απήλθαν για να παλέψουν με τον ίδιο τον διάβολο. Και μάλιστα το πλέον θαυμαστό, ότι όταν αποστέλλονταν, δεν έφεραν αντίρρηση, ούτε είπαν ότι έχουν αδύνατη φωνή και ότι είναι βραδύγλωσσοι. Διότι ο Μωυσής σε αυτό εκπαίδευσε αυτούς. Δεν είπαν ότι είναι νεώτεροι. Διότι ό Ιερεμίας σωφρόνισε αυτούς: «Καὶ εἶπα· ὦ δέσποτα Κύριε, ἰδοὺ οὐκ ἐπίσταμαι λαλεῖν, ὅτι νεώτερος ἐγώ εἰμι (:Και εγώ είπα τότε: “Ω Δέσποτα και Κύριε, δεν είμαι ικανός για το έργο αυτό, διότι ιδού, δεν γνωρίζω να ομιλώ· είμαι άλλωστε και μικρός κατά την ηλικία”)»[Ιερ. 1,6].
Αν και άκουσαν πολλά φοβερά, και πολύ μεγαλύτερα από εκείνους ότι θα αναλάμβαναν, όμως φοβούνταν να έχουν αντιρρήσεις. Από αυτό είναι φανερό ότι και άγγελοι φωτός ήταν, και των άνω πραγμάτων υπηρέτες. Και σε εκείνους μεν κανένας από τον ουρανό δεν φαίνεται, διότι επιδιώκουν ακόμα τα γήινα· στους μαθητές όμως, επειδή ανήλθε άνθρωπος άνω[:ο Ιερός Χρυσόστομος εννοεί εδώ την με ανθρώπινο αλλά και θεωμένο ταυτόχρονα σώμα Ανάληψη του Κυρίου Ιησού Χριστού], και το Πνεύμα εκ των άνω φέρεται, «ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας(:μια βοή σαν φύσημα σφοδρού ανέμου)». Με αυτό φανερώνεται ότι τίποτα δεν θα μπορέσει να αντισταθεί σε αυτούς, αλλά όπως το χώμα διασκορπίζεται από τον άνεμο, έτσι και αυτοί θα διασκορπίσουν τους αντίθετους.
«Και γέμισε όλο το σπίτι». Το σπίτι ήταν σύμβολο του κόσμου. «Και κάθισε στον καθένα από αυτούς και συγκεντρώθηκε το πλήθος και ήταν όλοι κατάπληκτοι». Βλέπεις την ευλάβεια αυτών και πως δεν αποφαίνονται αμέσως, αλλά βρίσκονται σε απορία; Και εκείνοι οι αγνώμονες αποφαίνονται λέγοντας ότι «έχουν πιει πολύ μούστο». Επειδή επιτρεπόταν σε αυτούς να εμφανίζονται στον ναό σύμφωνα με τον νόμο τρεις φορές τον χρόνο, γι’ αυτό κατοικούσαν εκεί άνδρες ευλαβείς από όλα τα έθνη.
Πρόσεχε από εδώ τον συγγραφέα ότι δεν τους κολακεύει. Διότι δεν είπε ότι απεφάνθησαν, αλλά τι; «Όταν έγινε η βοή αυτή συγκεντρώθηκε το πλήθος και ήταν όλοι κατάπληκτοι». Δικαιολογημένα. Διότι νόμιζαν ότι η υπόθεση θα τελείωνε γι’ αυτούς με το τίμημα που επιχειρήθηκε εναντίον του Χριστού. Και εξάλλου και η θλίψη της συνείδησης συγκλόνισε τις ψυχές τους, ενώ η σφαγή βρισκόταν ακόμα στα χέρια τους και τα πάντα φόβιζαν αυτούς.
«Δεν ήταν όλοι αυτοί που μιλούν Γαλιλαίοι;». Καλά είπε έτσι· διότι ομολογούνταν ότι ήταν Γαλιλαίοι. Έτσι τρόμαζε αυτούς ο ήχος, διότι και το μεγαλύτερο μέρος της οικουμένης, αφίχθηκε εδώ. Αυτό ενδυνάμωνε τους ίδιους τους αποστόλους, διότι δεν γνώριζαν να μιλούν ποτέ πριν Παρθικά, αλλά μάθαιναν τότε από εκείνους να μιλούν. Και μνημονεύει εχθρικά σε αυτούς έθνη, Κρήτες, Άραβες, Αιγύπτιους, Πέρσες, φανερώνοντας ότι θα υπερισχύσουν σε όλους αυτούς.
Και ενώ οι Ιουδαίοι ήταν στην αιχμαλωσία, ήταν επόμενο να παρευρίσκονται μαζί με αυτούς πολλοί από διάφορα έθνη κατά εκείνο τον καιρό ή ότι και προς τα έθνη ήδη είχαν διασπαρεί οι δογματικές διδασκαλίες. Και γι’ αυτό πολλοί και από τα έθνη παραβρίσκονται εκεί, όπως τους μνημόνευσε προηγουμένως. Από παντού λοιπόν είναι αναντίρρητη η μαρτυρία από πολίτες, από τους ξένους, από τους προσήλυτους. «Ακούμε να ομιλούν στις δικές μας γλώσσες για τα μεγαλεία του Θεού». Διότι δεν μιλούσαν απλώς, αλλά έλεγαν μερικά αξιοθαύμαστα. Δικαιολογημένα λοιπόν απορούσαν. Διότι ποτέ δεν συνέβηκε κάτι παρόμοιο. Πρόσεχε την ευγνωμοσύνη των ανθρώπων.
«Και εκπλήσσονταν όλοι και απορούσαν και έλεγαν· «τι άραγε να σημαίνει αυτό; άλλοι ειρωνεύονταν και έλεγαν ότι έχουν πιει πολύ μούστο». Πω, πω αναισχυντία! Αφού γι’ αυτό ειρωνεύονταν. Και τι το θαυμαστό; Αφού βέβαια και τον ίδιο τον Κύριο, όταν έδιωχνε τους δαίμονες έλεγαν ότι έχει δαιμόνια[Ιω.8,48: «Ἀπεκρίθησαν οὖν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ εἶπον αὐτῷ· οὐ καλῶς λέγομεν ἡμεῖς ὅτι Σαμαρείτης εἶ σὺ καὶ δαιμόνιον ἔχεις;(: Ύστερα λοιπόν από τον έλεγχο που τους έκανε, Του αποκρίθηκαν οι Ιουδαίοι: “Αφού τόσο περιφρονητικά εκφράζεσαι για τους Ισραηλίτες, καλά δεν λέμε εμείς ότι είσαι Σαμαρείτης και ότι έχεις δαιμόνιο, από το οποίο εμπνέεσαι την τρελή αυτή ιδέα που έχεις για τον εαυτό σου;”)»]. Διότι όπου υπάρχει αναισχυντία, ένα μόνο ζητεί, να πει οτιδήποτε· όχι για να πει κάποιο πράγμα λογικό, αλλά απλώς να πει οτιδήποτε. «Έχουν πιει πολύ μούστο». Βεβαιότατα· διότι άνθρωποι οι οποίοι βρίσκονταν σε τόσους κινδύνους και για τα έσχατα έτρεμαν και βρίσκονταν σε τόση λύπη, τέτοια τολμούν να λένε. Και πρόσεχε· επειδή αυτό ήταν απίθανο και επειδή παραλογίζονταν με όσα άκουγαν και δεν μπορούσαν να τα ερμηνεύσουν επειδή είχαν κακή προαίρεση, και έδειχναν ότι τάχα μέθυσαν, το καθετί που λένε, με την ποιότητα το χρωματίζουν και λένε: «Έχουν πιει πολύ μούστο».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλία Δ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1983, τόμος 15, σελίδες 120-133 .
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 76, σελ. 74-81.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ [:Ιω. 7,37-52 και 8,12]
YΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Ἐν δὲ τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς εἱστήκει ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔκραξε λέγων· ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω. ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος (: Κατά την τελευταία και επισημότερη από τις άλλες ημέρες της εορτής[της Σκηνοπηγίας] στάθηκε όρθιος ο Ιησούς και με δυνατή φωνή είπε: ‘’Εάν κανείς αισθάνεται πόθο και δίψα, όχι για αγαθά υλικά και φθαρτά, αλλά για πνευματικά και αιώνια, για την εσωτερική γαλήνη και τη μακαριότητα της θείας ζωής, ας έλθει κοντά Μου μέσω της πίστεως και ας πίνει την αλήθεια που προσφέρω, για να ικανοποιηθούν έτσι οι πλέον μύχιοι και ευγενείς πόθοι του. Εκείνος που πιστεύει σε Εμένα, σύμφωνα με τους λόγους της Γραφής, θα γίνει αστείρευτη πνευματική πηγή· και από την καρδιά και τα βάθη της ψυχής του θα αναβλύζουν ποταμοί από ολόδροσο τρεχούμενο νερό, για να ξεδιψά όχι μόνο ο ίδιος αλλά και όλοι όσοι έρχονται σε επικοινωνία με αυτόν’’)»[:Ιω.7 ,37-38]·[ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτου Τρεμπέλα].
Εκείνοι οι οποίοι προσέρχονται για να ακούσουν το θείο κήρυγμα και είναι προσεκτικοί στα θέματα της πίστης, πρέπει να επιδεικνύουν τον έντονο πόθο όσων διψούν για να ξεδιψάσουν και ανάλογη επιθυμία να ανάπτουν μέσα τους, διότι έτσι θα μπορέσουν να συγκρατήσουν με ασφάλεια όσα λέγονται. Άλλωστε και οι διψασμένοι, όταν πάρουν στα χέρια τους ένα ποτήρι με νερό, το πίνουν με μεγάλη προθυμία και τότε πια σβήνουν τη δίψα τους και ησυχάζουν.
Κατά όμοιο λοιπόν τρόπο και οι ακροατές των θείων λόγων, εάν τους ακούνε και τους δέχονται με πραγματική δίψα, δεν θα κουραστούν ποτέ, μέχρις ότου μάθουν τα πάντα. Για το ότι πρέπει συνεχώς να διψάμε και να πεινάμε για τα πνευματικά λέγει ο Κύριος: «Μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται(:Μακάριοι είναι εκείνοι οι οποίοι με σφοδρό εσωτερικό πόθο σαν πεινασμένοι και διψασμένοι επιθυμούν τη δικαιοσύνη και την τελειότητα, διότι αυτοί θα χορτάσουν καθώς θα ικανοποιηθούν πλήρως οι πόθοι τους)»[Ματθ.5,6]. Και εδώ λέγει ο Χριστός: «Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω». Οι λόγοι αυτοί έχουν την ακόλουθη σημασία: «Κανέναν δεν προσελκύω αναγκαστικά και με τη βία, αλλά εάν κανείς έχει μεγάλη προθυμία, εάν φλέγεται από τον πόθο για τα αιώνια αγαθά, αυτόν προσκαλώ εγώ».
Και για ποιον λόγο επεσήμανε ο Ευαγγελιστής ότι αυτό συνέβη «κατά την τελευταία ημέρα τη μεγάλη της εορτής»; Διότι η πρώτη και η τελευταία μέρα της εορτής αυτής της Σκηνοπηγίας θεωρούνταν μεγαλύτερες σε σημασία και επισημότερες, ενώ τις ενδιάμεσες περισσότερο τις κατανάλωναν σε διασκέδαση και τρυφή.
Και γιατί ο Κύριος ομιλεί «κατά την τελευταία» ημέρα; Διότι κατ’ αυτήν ήσαν όλοι συγκεντρωμένοι. Βέβαια την πρώτη ημέρα δεν είχε παρευρεθεί ο Ιησούς στην εορτή [της Σκηνοπηγίας] και είχε πει στους αδελφούς Του την αιτία [πρβ. Ιω.7,1-9.: «Καὶ μετὰ ταῦτα περιεπάτει ὁ Ἰησοῦς ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ· οὐ γὰρ ἤθελεν ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ περιπατεῖν͵ ὅτι ἐζήτουν αὐτὸν οἱ Ἰουδαῖοι ἀποκτεῖναι. ἦν δὲ ἐγγὺς ἡ ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων ἡ σκηνοπηγία. εἶπον οὖν πρὸς αὐτὸν οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ͵ Μετάβηθι ἐντεῦθεν καὶ ὕπαγε εἰς τὴν Ἰουδαίαν͵ ἵνα καὶ οἱ μαθηταί σου θεωρήσουσιν [σοῦ] τὰ ἔργα ἃ ποιεῖς· οὐδεὶς γάρ τι ἐν κρυπτῷ ποιεῖ καὶ ζητεῖ αὐτὸς ἐν παρρησίᾳ εἶναι. εἰ ταῦτα ποιεῖς͵ φανέρωσον σεαυτὸν τῷ κόσμῳ. Οὐδὲ γὰρ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ ἐπίστευον εἰς αὐτόν. λέγει οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς͵ Ὁ καιρὸς ὁ ἐμὸς οὔπω πάρεστιν͵ ὁ δὲ καιρὸς ὁ ὑμέτερος πάντοτέ ἐστιν ἕτοιμος. οὐ δύναται ὁ κόσμος μισεῖν ὑμᾶς͵ ἐμὲ δὲ μισεῖ͵ ὅτι ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ αὐτοῦ ὅτι τὰ ἔργα αὐτοῦ πονηρά ἐστιν. ὑμεῖς ἀνάβητε εἰς τὴν ἑορτήν· ἐγὼ οὐκ ἀναβαίνω εἰς τὴν ἑορτὴν ταύτην͵ ὅτι ὁ ἐμὸς καιρὸς οὔπω πεπλήρωται. Ταῦτα δὲ εἰπὼν αὐτὸς ἔμεινεν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ (:Και ύστερα από τα γεγονότα αυτά περιόδευε ο Ιησούς στη Γαλιλαία· διότι δεν ήθελε να περιέρχεται για να κηρύττει στην Ιουδαία, επειδή ζητούσαν οι Ιουδαίοι να Τον θανατώσουν. Πλησίαζε λοιπόν τότε η εορτή των Ιουδαίων, η Σκηνοπηγία, κατά την οποία οι Ιουδαίοι για επτά ημέρες παρέμεναν στις σκηνές, σε ανάμνηση της ζωής την οποία ως σκηνίτες πέρασαν οι πρόγονοί τους στην έρημο. Είπαν λοιπόν προς Αυτόν οι θεωρούμενοι από τους άλλους ανθρώπους ως αδελφοί Του-τα τέκνα δηλαδή του Ιωσήφ και της γυναίκας που είχε, προτού αρραβωνιαστεί με τη Μαρία: ’’Φύγε από εδώ και πήγαινε στην Ιουδαία, ώστε να δουν τα θαύματα τα οποία κάνεις και οι εκεί μαθητές σου· διότι κανείς δεν κάνει τίποτε στα κρυφά και μάλιστα όταν ζητεί να γίνει φανερά γνωστός και να αναγνωριστεί η αξία του από όλους. Αφού τέτοια έργα κάνεις, φανέρωσε τον εαυτό Σου στον πολυπληθή κόσμο, που θα μαζευτεί στην Ιερουσαλήμ κατά την εορτή’’. Και Του φέρονταν έτσι οι αδελφοί Του, διότι ούτε αυτοί δεν Τον πίστευαν ως Μεσσία. Λέγει λοιπόν σε αυτούς ο Ιησούς: “Ο δικός μου καιρός, για να φανερωθώ στους Ιουδαίους ως Μεσσίας οπότε και θα σταυρωθώ, δεν ήλθε ακόμη· ο καιρός όμως ο δικός σας κατά τον οποίο πρέπει να ανεβείτε ως προσκυνητές στα Ιεροσόλυμα είναι πάντοτε έτοιμος. Εσάς δεν μπορεί και δεν έχει κανένα λόγο να σας μισεί ο κόσμος, εμένα όμως με μισεί, διότι εγώ μαρτυρώ και φανερώνω ότι τα έργα του είναι πονηρά. Εσείς να ανεβείτε στα Ιεροσόλυμα για την εορτή αυτή· εγώ δεν ανεβαίνω ακόμη φανερά και επίσημα στην εορτή αυτή, διότι δεν έχει συμπληρωθεί ακόμη ο κατάλληλος καιρός. Δεν έφτασε ακόμη η ώρα της μεγάλης θυσίας”. Αυτά λοιπόν αφού τους είπε, έμεινε στη Γαλιλαία)»].
Αλλά ούτε και κατά τη δεύτερη και την τρίτη ημέρα λέγει ο Ιησούς κάτι παρόμοιο, για να μη λησμονηθούν οι λόγοι Του, αφού αυτοί σκόπευαν να το ρίξουν στις διασκεδάσεις. Κατά την τελευταία όμως ημέρα, όταν θα αναχωρούσαν για τις οικίες τους, τους δίνει εφόδια για τη σωτηρία και φωνάζει δυνατά, αφενός μεν για να δείξει την παρρησία Του, αφετέρου δε χάριν του μεγάλου πλήθους που είχε συγκεντρωθεί, για να ακουστεί από όλους.
Για να καταστήσει όμως σαφές ότι έκανε λόγο για πνευματική πόση, προσθέτει: «Εκείνος που πιστεύει σε Εμένα, όπως είπε και η Γραφή, θα γίνει αστείρευτη πνευματική πηγή· και από την καρδιά του θα αναβλύζουν και τρέχουν ποταμοί από ολόδροσο τρεχούμενο νερό’’)». «Κοιλία» εδώ ονομάζει την καρδιά, όπως λέγει και ο Ψαλμωδός αλλού: «(Ἥκω) τοῦ ποιῆσαι τὸ θέλημά σου, ὁ Θεός μου, ἐβουλήθην καὶ τὸν νόμον σου ἐν μέσῳ τῆς κοιλίας μου(:Γι΄αυτό κι εγώ θέλησα να εφαρμόσω το θέλημά Σου, Θεέ μου, και πόθησα τον νόμο Σου τόσο πολύ ώστε να τον φέρω μέσα στα σπλάχνα μου, για να εμπνέει και να κινητοποιεί όλη μου την ύπαρξη)»[Ψαλμ.39,9].
Πού όμως είπε η Γραφή ότι «θα τρέξουν από την κοιλία του ποταμοί ύδατος ζώντος»; Πουθενά. Τι σημαίνει λοιπόν «εκείνος που πιστεύει σε Εμένα, καθώς είπε η Γραφή»; Εν προκειμένω πρέπει να χωρίσουμε με σημείο στίξεως, ώστε το «θα τρέξουν από την κοιλία του ποταμοί» να εξαρτάται από την απόφασή του. Επειδή δηλαδή έλεγαν πολλοί: «Ἴδε παῤῥησίᾳ λαλεῖ, καὶ οὐδὲν αὐτῷ λέγουσι.μήποτε ἀληθῶς ἔγνωσαν οἱ ἄρχοντες ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ Χριστός;(:Δείτε, μιλάει ελεύθερα και φανερά και δεν τον διακόπτει κανείς, ούτε του λέει κανείς τίποτε. Μήπως αληθινά αναγνώρισαν οι άρχοντες ότι αυτός είναι πράγματι ο Χριστός;)»[Ιω.7,26] και ότι «ὁ Χριστὸς ὅταν ἔλθῃ, μήτι πλείονα σημεῖα τούτων ποιήσει ὧν οὗτος ἐποίησεν;(:ο Χριστός, όταν έλθει, μήπως θα κάνει περισσότερα θαύματα από όσα έκανε αυτός;)»[Ιω.7,30] υποδεικνύει ότι πρέπει να έχουν ορθή γνώση και να μην πιστεύουν τόσο από τα θαύματα, όσο από τους λόγους της Γραφής που εκπληρώνονται όλοι. Διότι πολλοί, μολονότι Τον είδαν να θαυματουργεί, δεν Τον δέχονταν ως Μεσσία. Επρόκειτο μάλιστα να λένε: «Οὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυΐδ καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυΐδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται;(:Δεν είπε η Γραφή ότι ο Χριστός κατάγεται από το γένος του Δαυίδ και έρχεται από το χωριό Βηθλεέμ, όπου γεννήθηκε και έζησε ο Δαυίδ;)»[Ιω.7,42].Και τους λόγους τους αυτούς τούς διακήρυσσαν προς πάσα κατεύθυνση.
Επειδή λοιπόν ήθελε να τους αποδείξει ότι δεν αποφεύγει την δια της Γραφής απόδειξη της μεσσιανικής Του ιδιότητας, πάλι τους παραπέμπει στις Γραφές. Και παραπάνω άλλωστε τους έλεγε: «Ἐρευνᾶτε τὰς γραφάς(:Εσείς εξετάζετε με προσκόλληση στο εξωτερικό γράμμα τις Άγιες Γραφές, διότι νομίζετε ότι μόνο με την απλή ανάγνωση και την εξέταση αυτή θα έχετε ζωή αιώνια. Κι όμως εκείνες είναι που μαρτυρούν για Εμένα και γι΄αυτό πρέπει να τις ερευνάτε και να συλλαμβάνετε τα βαθύτερά τους νοήματα)»[Ιω. 5,39] και ότι «ἔστι γεγραμμένον ἐν τοῖς προφήταις· καὶ ἔσονται πάντες διδακτοὶ Θεοῦ. πᾶς ὁ ἀκούων παρὰ τοῦ πατρὸς καὶ μαθὼν ἔρχεται πρός με(:Κοντά μου έρχονται μόνο όσοι ελκύονται από τον Πατέρα μου. Αυτό άλλωστε έχει προφητευτεί στην Αγία Γραφή. Είναι γραμμένο στα προφητικά βιβλία το εξής: ‘’Και όλοι όσοι πιστέψουν και θα ακολουθήσουν τον Μεσσία, θα έχουν διδαχτεί από τον ίδιο τον Θεό’’. Καθένας που ακούει την εσωτερική πρόσκληση του Πατρός μου και δέχεται τον φωτισμό, ώστε να κατανοήσει αυτά που ο Πατέρας μου τον διδάσκει και μαθαίνει έτσι την αλήθεια, έρχεται σε Εμένα)»[Ιω.6,45· πρβ. Ησ.54,13: «Καὶ πάντας τοὺς υἱούς σου διδακτοὺς Θεοῦ καὶ ἐν πολλῇ εἰρήνῃ τὰ τέκνα σου(:Και όλα τα τέκνα σου θα διδαχτούν κατευθείαν από τον Θεό, θα ζουν σε αδιατάρακτη και πολλή ειρήνη)»]· και «Μὴ δοκεῖτε ὅτι ἐγὼ κατηγορήσω ὑμῶν πρὸς τὸν πατέρα· ἔστιν ὁ κατηγορῶν ὑμῶν Μωϋσῆς, εἰς ὃν ὑμεῖς ἠλπίκατε(:Μη νομίσετε ότι εγώ θα σας κατηγορήσω στον Πατέρα. Υπάρχει άλλος που σας κατηγορεί και αυτός είναι ο Μωυσής, στον οποίο εσείς έχετε στηρίξει τις ελπίδες σας)»[Ιω.5,45].
Και εδώ λέγει: «όπως είπε η Γραφή, θα τρέξουν από την κοιλία του ποταμοί», για να υποδείξει τον πλούτο και την αφθονία της θείας χάριτος. Όπως και σε άλλο σημείο λέγει: «Τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον(:Το νερό που εγώ θα του δώσω θα μεταβληθεί μέσα του σε αστείρευτη πηγή πνευματικού ύδατος, που θα αναβλύζει πάντοτε και θα του χαρίζει αιώνια ζωή)»[Ιω.4,14], δηλαδή θα έχει άφθονη τη χάρη του Θεού. Αλλού λέγει «ζωὴν αἰώνιον» και εδώ « ὕδωρ τὸ ζῶν» το αποκαλεί. «Ζῶν ὕδωρ» ονομάζει εκείνο που κινείται, τρέχει συνεχώς· διότι η χάρις του Αγίου Πνεύματος, όταν εισέλθει στην ψυχή κάποιου και εγκατασταθεί μόνιμα σε αυτήν, αναβλύζει περισσότερο από κάθε άλλη πηγή και δεν κάνει διακοπές, ούτε αδειάζει, ούτε στερεύει ποτέ.
Για να καταστήσει φανερό λοιπόν συγχρόνως και το ανελλιπές της χορηγίας και το απερίγραπτο της ενεργείας, την αποκάλεσε «πηγή» και «ποταμούς», όχι έναν ποταμό, αλλά απείρους. Και εκεί επίσης[Ιω.4,14] παρέστησε την αφθονία με διαρκή ανάβλυση, όταν χρησιμοποίησε τη λέξη «ἁλλομένου(:το οποίο θα αναπηδά)».
Και θα μπορέσει κανείς να καταλάβει καθαρά αυτόν τον λόγο, εάν λάβει υπόψη του τη σοφία του Στεφάνου και τη γλώσσα του Πέτρου και τη ρητορική δεινότητα του Παύλου. Αυτούς τίποτε δεν τους παρέσυρε, τίποτε δεν τους φόβιζε, ούτε ο θυμός του πλήθους, ούτε οι επαναστάσεις των τυράννων, ούτε οι επιβουλές των δαιμόνων, ούτε οι καθημερινές απειλές του θανάτου, αλλά ως ποταμοί, που τρέχουν ορμητικοί, έτσι πέρασαν και παρέσυραν τα πάντα.
«Τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα Ἅγιον, ὅτι Ἰησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη(:Αυτό το είπε ο Κύριος για το Άγιο Πνεύμα, το οποίο έμελλαν να λάβουν όσοι θα πίστευαν σε Αυτόν, διότι η χάρη του Αγίου Πνεύματος που αναγεννά και σώζει, δεν είχε ακόμη δοθεί σε κανένα, επειδή ο Ιησούς δεν είχε ακόμη δοξαστεί με τη μεγάλη θυσία και με την ένδοξη ανάληψή Του)»[Ιω.7,39].
Πώς λοιπόν προφήτευσαν οι προφήτες και επιτέλεσαν τόσα θαύματα; Οι απόστολοι βέβαια δεν εκδίωκαν τα δαιμόνια με το Άγιο Πνεύμα, αλλά με τη δύναμη που τους έδωσε ο Ιησούς, όπως λέγει ο Ίδιος: «Καὶ εἰ ἐγὼ ἐν Βεελζεβοὺλ ἐκβάλλω τὰ δαιμόνια, οἱ υἱοὶ ὑμῶν ἐν τίνι ἐκβαλοῦσι; διὰ τοῦτο αὐτοὶ κριταὶ ἔσονται ὑμῶν(:Και εάν εγώ βγάζω τα δαιμόνια, όπως εσείς λέγετε, με τη βοήθεια του Βεελζεβούλ, τα πνευματικά σας τέκνα με τη δύναμη τίνος τα βγάζουν; Γιατί δεν τους κατηγορείτε; Για τούτο αυτοί θα σας καταδικάσουν για τη μοχθηρία σας και την υποκρισία)» [Ματθ.12,27].Αυτό το έλεγε για να δείξει ότι δεν εκδίωκαν όλοι τα δαιμόνια με το Άγιο Πνεύμα, πριν από τη σταύρωσή Του αλλά με τη δύναμη και εξουσία που τους χορηγούσε Αυτός. Όταν όμως σκόπευε να τους αποστείλει στον κόσμο, τότε έλεγε: «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον»[Ιω. 20,22]. Και πάλι: «Ήλθε σε αυτούς το Άγιο Πνεύμα και τότε έκαναν τα θαύματα».
Όταν μάλιστα τους απέστειλε ο Ιησούς να κηρύξουν, δεν είπε ο Ευαγγελιστής: «έδωσε σε αυτούς Πνεύμα Άγιο», αλλά «ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν(:έδωσε σε αυτούς εξουσία)»[Ματθ.10,1], λέγοντάς τους τα εξής: «Ἀσθενοῦντας θεραπεύετε, λεπροὺς καθαρίζετε, νεκροὺς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε· δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε(: Σας δίδω εξουσία να θεραπεύετε ασθενείς, να καθαρίζετε λεπρούς, να ανασταίνετε νεκρούς, να διώχνετε δαιμόνια. Προσέχετε μην εμπορευτείτε ποτέ το χάρισμα αυτό· δωρεάν λάβατε, δωρεάν δώστε)»[Ματθ.10,8].
Ως προς τους προφήτες όμως κατά γενική ομολογία τούς είχε δοθεί το Άγιο Πνεύμα, αλλά η χάρις αυτή είχε συσταλεί και μετακινηθεί και είχε εγκαταλείψει τη γη από την ημέρα εκείνη κατά την οποία ειπώθηκε το εξής: «Ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος (:Ιδού, προς τιμωρία της κακίας σας και καταστροφή, σας αφήνεται έρημη και απροστάτευτη από τον Θεό η πόλις σας και ο ναός)»[Ματθ. 23,38]. Αλλά και πριν από τη ρήση αυτή είχε αρχίσει να παρουσιάζεται σπάνια το Άγιο Πνεύμα, διότι δεν υπήρχε πλέον προφήτης σε αυτούς, ούτε επόπτευε τα άγιά τους η θεία χάρις.
Επειδή λοιπόν είχε ανασταλεί η δωρεά του Αγίου Πνεύματος και επρόκειτο στο μέλλον να δοθεί με αφθονία, και αυτής της διανομής η αρχή έγινε μετά την Σταύρωση, δεν έγινε μόνο η αρχή αυτής της αφθονίας, αλλά και μεγαλύτερων χαρισμάτων(διότι πραγματικά η δωρεά ήταν περισσότερο άξια θαυμασμού, όπως όταν λέγει: «Οὐκ οἴδατε ποίου πνεύματός ἐστε ὑμεῖς(:Δεν ξέρετε ακόμη ποιων διαθέσεων και ποιας πνευματικής καταστάσεως είστε εσείς. Δεν είστε άνθρωποι του πνεύματος της οργής και της τιμωρίας, που κυριαρχούσε στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά του πνεύματος της αγάπης και της συγνώμης, που σώζει)» [Λουκ.9,55]· και πάλι: «Οὐ γὰρ ἐλάβετε Πνεῦμα δουλείας πάλιν εἰς φόβον, ἀλλ᾿ ἐλάβετε Πνεῦμα υἱοθεσίας(:Είστε λοιπόν κι εσείς υιοί του Θεού. Κι αυτό αποδεικνύεται από το ότι η διάθεση και το φρόνημα που το Άγιο Πνεύμα σάς ενέπνευσε από τη στιγμή του βαπτίσματός σας δεν είναι πάλι διάθεση δουλική και φρόνημα σκλάβου, που προκαλεί φόβο, όπως είχατε φόβο όταν ήσασταν κάτω από την κυριαρχία του μωσαϊκού νόμου. Αλλά λάβατε από το Άγιο Πνεύμα φρόνημα κι διάθεση κατά χάριν υιών του Θεού)» [Ρωμ.8,15].
Και οι παλαιοί βέβαια είχαν Άγιο Πνεύμα, αλλά δεν μπορούσαν να το δώσουν και στους άλλους. Οι απόστολοι όμως μυριάδες ανθρώπων γέμισαν με το Άγιο Πνεύμα. Επειδή λοιπόν επρόκειτο να λάβουν αυτή τη χάρη, που δεν είχε ακόμη δοθεί, γι’ αυτό λέγει: «Οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα Ἅγιον(:Διότι η χάρη του Αγίου Πνεύματος, που αναγεννά και σώζει, δεν είχε ακόμη δοθεί σε κανένα)» δηλαδή δεν είχε δοθεί, «ὅτι Ἰησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη(:επειδή ο Ιησούς δεν είχε ακόμη δοξαστεί με τη μεγάλη σταυρική θυσία και την ένδοξη ανάληψή Του)»[Ιω.7,39]. «Δόξαν» ονομάζει τον Σταυρό.
Επειδή δηλαδή ήμασταν εχθροί απέναντι στον Θεό και αμαρτωλοί και είχαμε στερηθεί τη δωρεά του Θεού και ήμασταν θεοστυγείς, ενώ η χάρις ήταν απόδειξη συμφιλιώσεως, διότι το δώρο δεν δίδεται στους εχθρούς και τους μισούμενους, αλλά στους φίλους και στους αγαπητούς, έπρεπε προηγουμένως να προσφερθεί η θυσία προς χάριν μας και να καταλυθεί η έχθρα δια της σαρκός και να γίνουμε φίλοι του Θεού και τότε να λάβουμε τη δωρεά. Διότι εάν συνέβη αυτό κατά την επαγγελία, την υπόσχεση προς τον Αβραάμ, πολύ περισσότερο θα συνέβαινε και όταν δόθηκε η χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Και ο Παύλος για να δηλώσει αυτό έλεγε: «Εἰ γὰρ οἱ ἐκ νόμου κληρονόμοι, κεκένωται ἡ πίστις καὶ κατήργηται ἡ ἐπαγγελία· ὁ γὰρ νόμος ὀργὴν κατεργάζεται· οὗ γὰρ οὐκ ἔστι νόμος, οὐδὲ παράβασις(:Διότι εάν εκείνοι που έλαβαν τον νόμο, γίνονται και δικαιωματικά με την τήρησή του κληρονόμοι του κόσμου, τότε απέβη ανώφελη και μάταιη η πίστη, και δεν πραγματοποιήθηκε αλλά καταργήθηκε η υπόσχεση του Θεού που βεβαίωνε ότι δωρεάν διαμέσου του Χριστού θα δοθεί η κληρονομιά αυτή)» [Ρωμ.4,14-15]. Ό,τι λέγει έχει την ακόλουθη σημασία: «Υποσχέθηκε ο Θεός να δώσει τη γη στον Αβραάμ και τους απογόνους του, αλλά οι απόγονοι ήσαν ανάξιοι της επαγγελίας και δεν μπορούσαν να ευχαριστήσουν τον Θεό με τα δικά τους έργα. Γι’ αυτό εισήλθε η πίστη, πράγμα εύκολο, για να προσελκύσει τη χάρη και να μην καταργηθούν οι επαγγελίες».
Και ο Παύλος στη συνέχεια λέγει: «Διὰ τοῦτο ἐκ πίστεως, ἵνα κατὰ χάριν, εἰς τὸ εἶναι βεβαίαν τὴν ἐπαγγελίαν παντὶ τῷ σπέρματι, οὐ τῷ ἐκ τοῦ νόμου μόνον, ἀλλὰ καὶ τῷ ἐκ πίστεως Ἀβραάμ, ὅς ἐστι πατὴρ πάντων ἡμῶν (: Και επειδή ο μωσαϊκός νόμος αποξενώνει από την κληρονομιά της επαγγελίας, γι’ αυτό η κληρονομιά παρέχεται διαμέσου της πίστεως. Και μας δίνεται τώρα η κληρονομιά, αυτή όχι ως ανταμοιβή για την πιστή τήρηση του νόμου, αλλά δωρεάν και κατά χάριν Θεού. Ώστε δεν υπάρχει πλέον κίνδυνος εξαιτίας των παραβάσεών μας που γίνονται από αδυναμία να καταργηθεί η επαγγελία και υπόσχεση του Θεού, αλλά αυτή πραγματοποιείται με σιγουριά και βεβαιότητα σε όλους τους απογόνους του Αβραάμ· όχι μόνο σε εκείνους που είχαν τον νόμο και ήταν εξαρτημένοι από αυτόν, αλλά και σε εκείνους που ενώ δεν είχαν τον μωσαϊκό νόμο, μιμήθηκαν την πίστη του Αβραάμ και έγιναν έτσι πνευματικά παιδιά του Αβραάμ, ο οποίος είναι πατέρας όλων όσων πιστέψαμε)» [Ρωμ.4,16]. Για τον λόγο αυτό «η υπόσχεση είναι ως δώρο της χάριτος, επειδή δεν μπόρεσαν να επιτύχουν τίποτε με τα έργα τους».
Γιατί όμως, όταν είπε: «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος(:Εκείνος που πιστεύει σε Εμένα, όπως είπε και η Γραφή, θα γίνει αστείρευτη πνευματική πηγή· και από την καρδιά και όλο τον εσωτερικό του κόσμο θα αναβλύζουν και θα τρέχουν ποταμοί από ολόδροσο τρεχούμενο νερό)» [Ιω.7,38] δεν πρόσθεσε και την μαρτυρία της Γραφής; Διότι η γνώμη τους ήταν διεφθαρμένη: Άλλοι έλεγαν: «Οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης (:Πράγματι αυτός είναι ο προφήτης που μας προανήγγειλε ο Μωυσής)» [Ιω.7,40] και «ἄλλοι ἔλεγον, οὔ, ἀλλὰ πλανᾷ τὸν ὄχλον(:Όχι, δεν είναι καλός˙ είναι λαοπλάνος και εξαπατά τον εύπιστο λαό)». [Ιω.7,12]. Επίσης, «ἄλλοι ἔλεγον· οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός· ἄλλοι ἔλεγον· μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται; οὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυΐδ καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυΐδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται;(: Άλλοι έλεγαν: “Αυτός είναι ο Μεσσίας Χριστός”. Άλλοι έλεγαν: “Δεν είναι δυνατόν να είναι ο Μεσσίας˙ διότι μήπως ο Μεσσίας είναι να έρθει από τη Γαλιλαία; Δεν είπε η Αγία Γραφή ότι ο Μεσσίας Χριστός θα προέρχεται από το γένος του Δαβίδ και από το χωριό της Βηθλεέμ, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Δαβίδ;’’)» [Ιω. 7,41-42], ενώ «ἀλλὰ τοῦτον οἴδαμεν πόθεν ἐστίν· ὁ δὲ Χριστὸς ὅταν ἔρχηται, οὐδεὶς γινώσκει πόθεν ἐστίν(:”Αλλά αυτός εδώ γνωρίζουμε από πού είναι και από ποιους κατάγεται. Ο Χριστός όμως όταν θα έλθει, κανείς δεν θα ξέρει ούτε τον χρόνο της εμφανίσεώς Του, αλλά ούτε και τον τρόπο με τον οποίο θα έλθει’’)»[Ιω.7,27].Και γενικά η γνώμη τους διέφερε, όπως συμβαίνει στα πλήθη που βρίσκονται σε αναταραχή· διότι δεν πρόσεχαν με ακρίβεια τα λεγόμενα, ούτε είχαν καμία πρόθεση να μάθουν.
Για τον λόγο αυτόν, δεν τους δίδει καμία απάντηση, αν και λέγουν: «Μήπως έρχεται από τη Γαλιλαία ο Χριστός;», ενώ τον Ναθαναήλ, που ρώτησε με τόνο σφοδρό και αυστηρό: «Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι;(:Από τη Ναζαρέτ, το κακό και άσημο αυτό χωριό, μπορεί να βγει τίποτα καλό;)» [Ιω.1,47], τον επαίνεσε ως αληθινό Ισραηλίτη: «Εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι(:Είδε ο Ιησούς τον Ναθαναήλ να έρχεται κοντά Του και λέει γι’ αυτόν: “Να ένας γνήσιος και πραγματικός Ισραηλίτης, που δεν έχει στην καρδιά του καμία πονηριά και δόλο, αλλά ποθεί με ειλικρίνεια να βρει την αλήθεια’’)»[Ιω.1,48]. Αυτοί όμως που είπαν προς τον Νικόδημο: «Μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; ἐρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται(:Μήπως είσαι κι εσύ από τη Γαλιλαία; Εξέτασε και εύκολα θα δεις και θα πειστείς από τα πράγματα ότι κανείς προφήτης από τη Γαλιλαία δεν έχει βγει έως τώρα)» [Ιω.7,52], δεν τα έλεγαν αυτά επειδή ήθελαν να μάθουν, αλλά για να ανατρέψουν απλώς τη γνώμη που υπήρχε για τον Χριστό. Εκείνος όμως[ο Νικόδημος δηλαδή] ήταν ο εραστής της αλήθειας και έλεγε αυτά, επειδή γνώριζε με ακρίβεια όλα τα παλαιά. Αυτοί όμως ένα σκοπό είχαν, να ανατρέψουν την αντίληψη ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός.
Γι’ αυτό τίποτε δεν τους αποκάλυπτε· διότι αυτοί που αντέφασκαν προς τον εαυτό τους και άλλοτε μεν έλεγαν: «Ἀλλὰ τοῦτον οἴδαμεν πόθεν ἐστίν· ὁ δὲ Χριστὸς ὅταν ἔρχηται, οὐδεὶς γινώσκει πόθεν ἐστίν(:”Αλλά αυτός εδώ γνωρίζουμε από πού είναι και από ποιους κατάγεται. Ο Χριστός όμως όταν θα έλθει, κανείς δεν θα ξέρει ούτε το χρόνο της εμφανίσεώς Του, αλλά ούτε και τον τρόπο με τον οποίο θα έλθει’’)»[Ιω.7,27], άλλοτε πάλι «από την Βηθλεέμ έρχεται», είναι ευνόητο ότι, και όταν θα μάθαιναν, πάλι θα έφεραν αντιρρήσεις. Διότι ας δεχτούμε ότι δεν γνώριζαν τον τόπο, ότι δηλαδή καταγόταν από τη Βηθλεέμ, επειδή ανατράφηκε και έζησε στην Ναζαρέτ (μολονότι και αυτή η άγνοιά τους δεν συγχωρείται, επειδή δεν γεννήθηκε εκεί), δεν γνώριζαν όμως το γένος Του, ότι καταγόταν από τον οίκο και τη γενεά του Δαυίδ; Τότε πώς έλεγαν: «Δεν έρχεται από το σπέρμα του Δαβίδ ο Χριστός;». Αλλά και αυτό ήθελαν να το συσκιάσουν και τα πάντα έλεγαν με κακή διάθεση.
Γιατί λοιπόν δεν Τον πλησίασαν για να Τον ρωτήσουν· «Επειδή ως προς όλα τα άλλα σε θαυμάζουμε, αλλά μας προτρέπεις να πιστέψουμε σε Εσένα σύμφωνα με τις Γραφές, απάντησέ μας, πώς οι Γραφές λέγουν ότι ο Χριστός πρέπει να έλθει από τη Βηθλεέμ, ενώ εσύ έχεις έλθει από τη Γαλιλαία;». Τίποτε από αυτά όμως δεν είπαν, αλλά τα πάντα τα έλεγαν με πονηρία. Το ότι βέβαια δεν αναζητούσαν, ούτε ήθελαν να μάθουν, το πρόσθεσε αμέσως ο Ευαγγελιστής, όταν είπε: «Τινὲς δὲ ἤθελον ἐξ αὐτῶν πιάσαι αὐτόν, ἀλλ᾿ οὐδεὶς ἐπέβαλεν ἐπ᾿ αὐτὸν τὰς χεῖρας(:Μερικοί μάλιστα απ’ αυτούς ήθελαν να Τον συλλάβουν, αλλά κανείς δεν τόλμησε να απλώσει χέρι πάνω Του˙ διότι μια αόρατη δύναμη τούς συγκρατούσε και τους παρεμπόδιζε)»[Ιω.7,44]. Εάν λοιπόν τίποτε άλλο δεν υπήρχε, αυτό το γεγονός ήταν αρκετό να τους οδηγήσει σε κατάνυξη. Δεν συγκινήθηκαν όμως, όπως λέγει ο Προφήτης: «Διεσχίσθησαν καὶ οὐ κατενύγησαν(:Διασκορπίστηκαν από τον Θεό και όμως δεν μετανόησαν. Δεν αισθάνθηκαν κανένα κέντημα της συνειδήσεώς τους.)»[Ψαλμ. 34,15].
«Ἦλθον οὖν οἱ ὑπηρέται πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ Φαρισαίους, καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι· διατί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν; ἀπεκρίθησαν οἱ ὑπηρέται· οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος(:Επειδή λοιπόν κανείς δεν μπορούσε να Τον συλλάβει, γύρισαν άπρακτοι οι υπηρέτες στους αρχιερείς και τους Φαρισαίους. Και εκείνοι τους ρώτησαν: “Γιατί δεν τον φέρατε, αφού και δημοσίως εμφανίστηκε και πολλοί απ’ το πλήθος τον άκουγαν με δυσμένεια και ήταν έτοιμοι να σας βοηθήσουν μη σας διαφύγει;”. Τότε οι υπηρέτες τούς έδωσαν την εξής απάντηση: “Ποτέ άλλοτε δεν δίδαξε άλλος άνθρωπος με τόση σοφία και δύναμη και χάρη με όση διδάσκει ο άνθρωπος αυτός”)» [Ιω. 7,45-46].
Τίποτε καθαρότερο δεν υπάρχει από την αλήθεια, τίποτε απλούστερο, εάν εμείς δεν φερόμαστε με κακή διάθεση και προαίρεση· όπως βεβαίως τίποτε δυσκολότερο δεν υπάρχει από το να επιδεικνύουμε δυσμενή διάθεση. Διότι ιδού: οι μεν Φαρισαίοι και οι Γραμματείς, οι οποίοι φαίνονταν δήθεν ότι είναι σοφότεροι, συναναστρέφονταν πάντοτε τον Χριστό, έχοντας όμως ως σκοπό τους να Τον επιβουλεύονται, και ενώ έβλεπαν θαύματα και διάβαζαν τις Γραφές, ουδεμία ωφέλεια συναπεκόμισαν, αλλά απεναντίας έπαθαν μεγάλη ζημία· οι υπηρέτες από την άλλη πλευρά, ενώ δεν ήσαν σε θέση τίποτε να πουν από αυτά, από μία και μόνο δημόσια ομιλία Του σαγηνεύτηκαν και ενώ έφυγαν και πήγαν εκεί που ήταν ο Ιησούς, με σκοπό να Τον δέσουν και να Τον συλλάβουν, επέστρεψαν δέσμιοι του θαυμασμού για Αυτόν.
Δεν πρέπει λοιπόν μόνο τη σύνεσή τους να θαυμάσουμε, δεδομένου ότι δεν χρειάστηκαν θαύματα, αλλά από μόνη τη διδασκαλία Του αιχμαλωτίστηκαν(διότι δεν είπαν ότι ‘’Ουδέποτε θαυματούργησε άνθρωπος με τέτοιο τρόπο’’· αλλά τι είπαν; «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος(:Ποτέ άλλοτε δεν δίδαξε άλλος άνθρωπος με τόση σοφία και δύναμη και χάρη με όση διδάσκει ο άνθρωπος αυτός)»[Ιω.7,46]· δεν πρέπει λοιπόν την σύνεσή τους μόνο να θαυμάσουμε, αλλά και το θάρρος, διότι τους λόγους αυτούς τους έλεγαν προς εκείνους, οι οποίοι είχαν τους αποστείλει για να συλλάβουν τον Ιησού, δηλαδή προς τους Φαρισαίους, προς εκείνους, οι οποίοι πολεμούσαν Αυτόν και τα πάντα έκαναν για τον σκοπό αυτό. Διότι λέγει ο Ευαγγελιστής: «Ἦλθον οὖν οἱ ὑπηρέται πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ Φαρισαίους, καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι· διατί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν; (:Επειδή λοιπόν κανείς δεν μπορούσε να τον συλλάβει, γύρισαν άπρακτοι οι υπηρέτες στους αρχιερείς και τους Φαρισαίους. Και εκείνοι τους ρώτησαν: “Γιατί δεν τον φέρατε, αφού και δημοσίως εμφανίστηκε και πολλοί απ’ το πλήθος τον άκουγαν με δυσμένεια και ήταν έτοιμοι να σας βοηθήσουν μη σας διαφύγει;)»[Ιω. 7,45].
Το ότι επέστρεψαν ήταν πολύ σπουδαιότερο από το να έμεναν. Διότι εάν παρέμεναν κοντά στον Χριστό, θα απαλλάσσονταν βέβαια από την ενόχληση των Φαρισαίων, όμως τώρα που επέστρεψαν σε εκείνους που τους είχαν αποστείλει για να Τον συλλάβουν, γίνονται κήρυκες της σοφίας του Χριστού και σε μεγαλύτερο βαθμό δείχνουν το θάρρος τους· και δεν λένε: «Δεν μπορέσαμε να Τον συλλάβουμε εξαιτίας του όχλου», δεδομένου ότι ο κόσμος πρόσεχε εκείνη τη στιγμή τη διδασκαλία Του, όπως σε προφήτη, αλλά τι λένε: «Ποτέ μέχρι τώρα δεν μίλησε κανένας όπως αυτός ο άνθρωπος».
Αν και μπορούσαν βέβαια να δώσουν εκείνη την απάντηση για να δικαιολογηθούν, ότι τάχα δηλαδή δεν μπόρεσαν να εκπληρώσουν την αποστολή τους εξαιτίας του κόσμου που παρακολουθούσε με προσοχή τότε τα λόγια του Ιησού, εντούτοις αποκαλύπτουν τη δική τους ορθή γνώμη· διότι η απάντηση αυτή, η οποία δόθηκε, είναι ανθρώπων, οι οποίοι όχι μόνο θαυμάζουν Εκείνον, αλλά και κατηγορούν τους Φαρισαίους ότι τους έστειλαν για να δέσουν και να συλλάβουν Αυτόν, τον οποίο έπρεπε να ακούνε· και όμως δεν άκουσαν βέβαια κάποια μακρά ομιλία, αλλά μία σύντομη σε διάρκεια· διότι όταν η σκέψη είναι αμερόληπτη, δεν υπάρχει ανάγκη για πολλά λόγια και μεγάλης διάρκειας ομιλίες· τέτοια είναι η δύναμη της αλήθειας.
Τι κάνουν λοιπόν οι Φαρισαίοι; Ενώ έπρεπε να έρθουν σε συναίσθηση και να κατασυντριβούν από τα λεγόμενα, κάνουν το αντίθετο, δηλαδή ανταποδίδουν κατηγορία προς τους υπηρέτες, λέγοντας: «Μὴ καὶ ὑμεῖς πεπλάνησθε;(:Μήπως παρασυρθήκατε κι εσείς, που είστε πάντοτε κοντά μας και ακούτε τη διδασκαλία μας, και έχετε πλανηθεί απ’ αυτόν, όπως τα αμαθή πλήθη του λαού;)»[Ιω.7,47]. Επιπλέον τους κολακεύουν και δεν μιλούν με απότομο ύφος και βαριές εκφράσεις, φοβούμενοι μήπως τελείως αποσχισθούν από αυτούς, αλλά εκδηλώνουν την οργή τους και ομιλούν με προσεκτική χρήση εκφράσεων, διότι ενώ έπρεπε να ρωτήσουν τι είπε και να θαυμάσουν όσα ειπώθηκαν από τον Ιησού, ούτε αυτό κάνουν(διότι γνώριζαν ότι θα ήταν δυνατόν να σαγηνευθούν και εκείνοι από τα λόγια Του), αλλά και από μια απόδειξη λίαν ανόητη ορμώμενοι διατυπώνουν προς τους υπηρέτες τον παρακάτω συλλογισμό· δηλαδή λένε: «Μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων;(:Μήπως πίστεψε σε αυτόν κανείς απ’ τους άρχοντες, που είναι οι μόνοι αρμόδιοι να κρίνουν τα θρησκευτικά ζητήματα, ή από τους Φαρισαίους, που είναι άγρυπνοι φύλακες των παραδόσεων και της αληθινής πίστεως; Κανείς απ’ αυτούς δεν πίστεψε, παρά μόνον αυτός ο όχλος, που δεν ξέρει τον μωσαϊκό νόμο και γι’ αυτό είναι όλοι τους καταραμένοι)»[Ιω.7,48].Πες μου, την κατηγορία αυτή την στρέφεις κατά του Χριστού και όχι κατά όσων δεν πίστεψαν;
«Ἀλλ᾿ ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπικατάρατοί εἰσι!(:Κανείς απ’ αυτούς δεν πίστεψε, παρά μόνον αυτός ο όχλος, που δεν ξέρει τον μωσαϊκό νόμο και γι’ αυτό είναι όλοι τους καταραμένοι)»[Ιω.7,49].Αυτή βέβαια είναι η σπουδαιότερη κατηγορία σε βάρος σας, ότι ο μεν όχλος πίστεψε, ενώ εσείς δεν πιστέψατε. Και όμως εκείνοι επιτελούσαν τα καθήκοντα όσων γνωρίζουν τον νόμο, πώς λοιπόν είναι επικατάρατοι; Εσείς βεβαίως είστε επικατάρατοι, οι οποίοι δεν τηρείτε τον νόμο· όχι εκείνοι οι οποίοι υπακούουν στον νόμο. Δεν έπρεπε λοιπόν από αυτούς που δεν πίστευαν, να κατηγορείται Εκείνος, στον οποίο δεν πίστευαν· διότι δεν είναι σωστός αυτός ο τρόπος.
«Επειδή και εσείς δεν πιστέψατε στον Θεό», όπως λέγει ο Παύλος: «Τί γὰρ εἰ ἠπίστησάν τινες; μὴ ἡ ἀπιστία αὐτῶν τὴν πίστιν τοῦ Θεοῦ καταργήσει;(:Και το προνόμιο αυτό, να κατέχουν αυτοί τις επαγγελίες και υποσχέσεις του Θεού, δεν εκμηδενίστηκε· διότι τι σημασία έχει αν μερικοί από τους Ιουδαίους έδειξαν απιστία; Μήπως η απιστία τους θα καταργήσει την αξιοπιστία και την αλήθεια του Θεού;)»[Ρωμ.3,3]· διότι και οι προφήτες τούς κατηγορούσαν πάντοτε λέγοντας: «Ἀκούσατε λόγον Κυρίου, ἄρχοντες Σοδόμων(:Ακούστε λοιπόν, τα λόγια του Κυρίου εσείς, οι άρχοντες, οι οποίοι για τις δικές σας αμαρτίες και τις αμαρτίες του λαού σας αξίζει να ονομάζεστε άρχοντες Σοδόμων)»[Ησ. 1,10] και «οἱ ἄρχοντές σου ἀπειθοῦσι(:οι άρχοντές σου είναι απειθείς απέναντι του Θεού)»[Ησ. 1,23]. Και πάλι: «Οὐχ ὑμῖν ἐστι τοῦ γνῶναι τὸ κρίμα;(:καθήκον σας δεν είναι να γνωρίζετε, να αποδίδετε και να εφαρμόζετε το δίκαιο;)» [Μιχ.3,1] και παντού με βαριές εκφράσεις τούς επιτιμούν. Τι λοιπόν; Μήπως κανείς θα κατηγορήσει γι’ αυτό ακόμη και τον Θεό; Απομάκρυνε μια τέτοια σκέψη από τον νου σου· διότι εκείνους βαρύνει η κατηγορία. Διότι ποιο άλλο σημείο θα θεωρούσε κανείς του ότι δεν γνωρίζετε εσείς τον νόμο, παρά το ότι δεν υπακούετε;
Επειδή λοιπόν οι Φαρισαίοι ισχυρίστηκαν ότι δεν πίστεψε στον Ιησού κανένας από τους άρχοντες παρά μόνο αυτοί που «δεν γνώριζαν τον νόμο», στη συνέχεια τούς ελέγχει ο Νικόδημος λέγοντας τα εξής: «Μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν μὴ ἀκούσῃ παρ᾿ αὐτοῦ πρότερον καὶ γνῷ τί ποιεῖ;(: Μήπως ο νόμος μας μπορεί να καταδικάσει έναν άνθρωπο, εάν προηγουμένως δεν τον ακούσει ο δικαστής που εκπροσωπεί τον μωσαϊκό νόμο και μάθει από την απολογία του τι αξιοκατάκριτο και αξιόποινο έκανε;)»[Ιω.7,51].Δηλαδή δείχνει ότι αυτοί ούτε γνωρίζουν τον νόμο, ούτε εφαρμόζουν τον νόμο· διότι εάν εκείνος μεν διατάσσει να μη θανατώσουν κανένα άνθρωπο, πριν να τον ακούσουν προηγουμένως να απολογείται, αυτοί όμως, πριν ακούσουν τον Ιησού, έσπευσαν για να Τον θανατώσουν, είναι παραβάτες του νόμου.
Και επειδή είπαν ότι κανένας από τους άρχοντες δεν πίστεψε σε Αυτόν, για τον λόγο αυτό σημειώνει επιπροσθέτως ο Ευαγγελιστής ότι ήταν ο Νικόδημος «εἷς ὢν ἐξ αὐτῶν(:που ήταν ένας από αυτούς, διότι ήταν και αυτός μέλος του συνεδρίου)»[Ιω.7,50], αποδεικνύοντας ότι και άρχοντες πίστεψαν σε Αυτόν· δεν έδειχναν βέβαια το απαιτούμενο θάρρος, γίνονταν όμως οπαδοί του Χριστού.
Πρόσεξε επίσης πώς και με πόση επιφυλακτικότητα και προσοχή στις εκφράσεις του κάνει τον έλεγχό του προς αυτούς ο Νικόδημος· διότι δεν είπε: «Εσείς θέλετε να θανατώσετε Αυτόν, και απλώς χωρίς καμία δίκη Τον καταδικάζετε ως πλάνο και απατεώνα», αλλά μίλησε με ηπιότερο τρόπο, θέλοντας να ανακόψει την απερίγραπτη ορμή τους, όπως επίσης και την απερισκεψία τους και την επιθυμία τους για φόνο. Για τον λόγο αυτό, στρέφει τον λόγο του σύμφωνα με τον μωσαϊκό νόμο, λέγοντας: «Ἐὰν μὴ ἀκούσῃ παρ᾿ αὐτοῦ πρότερον καὶ γνῷ τί ποιεῖ(:Μήπως ο νόμος μας μπορεί να καταδικάσει έναν άνθρωπο, εάν προηγουμένως δεν τον ακούσει ο δικαστής που εκπροσωπεί το νόμο και μάθει από την απολογία του τι αξιοκατάκριτο και αξιόποινο έκανε;)»[Ιω.7,51].Ώστε υφίσταται ανάγκη όχι απλής ακροάσεως, αλλά προσεκτικής ακροάσεως και ακριβούς εξετάσεως του προς εκδίκαση θέματος. Διότι αυτό σημαίνει η φράση «καὶ γνῷ τί ποιεῖ(:και να μάθει από την απολογία Του τι αξιοκατάκριτο και αξιόποινο έκανε)», τι θέλει και γιατί και για ποιο σκοπό και μήπως απέβλεπε στην ανατροπή της πολιτείας ως κάποιος εχθρός. Επειδή λοιπόν βρέθηκαν σε αμηχανία, καθώς είχαν πει ότι κανένας από τους άρχοντες δεν πίστεψε σε Αυτόν, ούτε με οξύτητα, ούτε με ηπιότητα δεν φέρθηκαν απέναντι στον Νικόδημο.
Πες μου λοιπόν, ποια λογική σχέση έχει, όταν ο Νικόδημος τούς είπε ότι ο νόμος τους δεν κρίνει κανένα χωρίς πρώτα να απολογηθεί, η απάντησή τους: «Μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ;(:Μήπως είσαι κι εσύ από τη Γαλιλαία;)»[Ιω.7,52]. Διότι, ενώ έπρεπε να αποδείξουν ότι έστειλαν υπηρέτες προς Αυτόν να Τον καλέσουν όχι χωρίς λόγο, ή ότι δεν πρέπει να δοθεί σε Αυτόν το δικαίωμα να ομιλήσει, με περισσότερο αγροίκο και περισσότερο οργίλο τρόπο διατυπώνουν την αντίρρηση: «Ἐρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται(:Εξέτασε και εύκολα θα δεις και θα πειστείς από τα πράγματα ότι κανείς προφήτης από τη Γαλιλαία δεν έχει βγει έως τώρα)»[Ιω.7,52].Διότι τι είπε ο άνθρωπος; Είπε ότι ο Χριστός είναι προφήτης; Είπε ότι δεν πρέπει να θανατωθεί χωρίς να δικαστεί. Αυτοί όμως κατά τρόπο προσβλητικό, απηύθυναν αυτούς τους λόγους προς αυτόν, σαν να μην είχε καμία γνώση περί των Γραφών· σαν να έλεγε δηλαδή κανείς στον Νικόδημο: «Πήγαινε και μάθε». Διότι αυτό σημαίνει η φράση «Ἐρεύνησον καὶ ἴδε».
Τι πράττει, λοιπόν, ο Χριστός; Επειδή πάντοτε ανέφεραν τη Γαλιλαία και τον προφήτη, θέλοντας να απαλλάξει όλους από αυτήν την ανάρμοστη υποψία και να αποδείξει ότι δεν είναι ένας από τους προφήτες, αλλά του κόσμου Δεσπότης, λέγει: «Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου(:Εγώ είμαι το φως όχι μόνο των Ιουδαίων αλλά ολόκληρου του κόσμου)»[Ιω.8,12]· όχι μόνο της Γαλιλαίας, όχι μόνο της Παλαιστίνης, ούτε μόνο της Ιουδαίας.
Τι απαντούν λοιπόν οι Ιουδαίοι; «Σὺ περὶ σεαυτοῦ μαρτυρεῖς· ἡ μαρτυρία σου οὐκ ἔστιν ἀληθής(:Εσύ δίνεις μαρτυρία για το πρόσωπό σου συστήνοντας εγωιστικά τον εαυτό σου. Για τη μαρτυρία σου όμως αυτή δεν εγγυάται κανείς ότι είναι αληθινή και ότι δεν προέρχεται από φιλαυτία και αυτοθαυμασμό’’)»[Ιω.8,13].Πόση ανοησία! Τους παρέπεμπε συνεχώς στις Γραφές και στην αδιάψευστη μαρτυρία τους και αυτοί λένε «Σὺ περὶ σεαυτοῦ μαρτυρεῖς». Ποια μαρτυρία έδωσε λοιπόν για τον Εαυτό Του; «Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου(:Εγώ είμαι το φως ολόκληρου του κόσμου)»[Ιω.8,12]. Μέγας είναι ο λόγος αυτός, αληθώς μέγας· αλλά δεν τους τάραξε πολύ, εφόσον ούτε εξισώνει τώρα τον εαυτό Του με τον Πατέρα, ούτε είπε ότι είναι Υιός Εκείνου, ούτε ότι είναι Θεός, αλλά είπε τότε ότι είναι Φως.
Ήθελαν μεν και αυτόν τον λόγο να ανατρέψουν· και αυτός βεβαίως ο λόγος είναι πολύ σπουδαιότερος από τον λόγο: «Ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ᾿ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς(:Εκείνος που με ακολουθεί με πλήρη εμπιστοσύνη και ελπίδα και με πρόθυμη υπακοή στα λόγια μου, δεν θα περπατήσει ούτε θα βρεθεί ποτέ στο σκοτάδι της πλάνης και της αμαρτίας, αλλά θα έχει μέσα του το ζωηφόρο και πνευματικό φως, που προέρχεται από την αληθινή ζωή, τον Θεό)»[Ιω.8,12], λέγει ο Ιησούς εννοώντας το φως και το σκοτάδι από νοητής απόψεως· δηλαδή λέγοντας αυτά εννοεί ότι ο άνθρωπος που Τον ακολουθεί, δεν παραμένει στην πλάνη.
Εδώ και τον Νικόδημο προσελκύει και παρορμά, διότι έδειξε μέγα θάρρος και τους υπηρέτες επαινεί, για αυτό που είχαν κάνει. Διότι το να φωνάξει δυνατά[βλ. Ιω.7,37: «Ἐν δὲ τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς εἱστήκει ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔκραξε λέγων· ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω(:Την τελευταία και πιο επίσημη ημέρα απ’ όλες τις άλλες ημέρες της εορτής στάθηκε όρθιος ο Ιησούς και με ζωηρή φωνή είπε: “Εάν κανείς αισθάνεται πόθο και δίψα όχι για αγαθά υλικά και φθαρτά, αλλά για την εσωτερική γαλήνη και τη μακαριότητα της θείας ζωής, ας έρχεται σε μένα με πίστη και ας πίνει ελεύθερα. Κοντά μου θα ικανοποιηθούν όλοι οι ευγενικοί πόθοι και θα βρει ανάπαυση η ψυχή του”)»] είναι γνώρισμα ανθρώπου ο οποίος θέλει με αυτόν τον τρόπο να τους προετοιμάσει ώστε να ακούσουν τα λόγια του· συγχρόνως επίσης υπαινίσσεται και αυτούς οι οποίοι εξυφαίνουν δόλια σχέδια στα κρυφά και στο σκοτάδι και στην πλάνη· αλλά δεn θα υπερισχύσουν του φωτός.
Και στον Νικόδημο υπενθυμίζει τους λόγους εκείνους, τους οποίους προηγουμένως έλεγε: «Πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ(:Διότι καθένας που επιμένει να κάνει έργα πονηρά και κακά, δεν αδιαφορεί απλώς, αλλά αποστρέφεται το φως. Και δεν έρχεται στο φως, για να μη γίνεται φανερή η ασχήμια και η ανηθικότητα των έργων του και προκληθεί έτσι η αποδοκιμασία του και η εξέγερση της συνειδήσεώς του)»[Ιω.3,20]· διότι επειδή έλεγαν ότι κανένας από τους άρχοντες δεν πίστεψε σε Αυτόν, για τον λόγο αυτό λέγει: «Πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς», αποδεικνύοντας ότι η μη προσέλευσή τους κοντά στον Ιησού δεν οφειλόταν στην αδυναμία του φωτός, αλλά στη διεστραμμένη γνώμη τη δική τους[…].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλία ΝΑ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 13α, σελίδες 426-437 και 444-453 .
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 73, σελ. 252-260 και τόμος 74, σελ.11-19.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Αγίου Ιωάννου, αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, του Χρυσοστόμου
ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ
Είναι μεγάλα, αγαπητοί, και ξεπερνούν κάθε ανθρώπινη λογική τα χαρίσματα που μας δώρισε σήμερα ο φιλάνθρωπος Θεός. Γι᾿ αυτό λοιπόν ας χαιρόμαστε όλοι μαζί και χορεύοντας από χαρά ας υμνήσουμε τον Κύριό μας. Γιατί η σημερινή ημέρα είναι για μας εορτή και πανήγυρη. Όπως δηλαδή η μία εποχή διαδέχεται την άλλη και το ένα ηλιοστάσιο το άλλο, έτσι ακριβώς και στην Εκκλησία η μία εορτή διαδέχεται την άλλη και μας πηγαίνουν από τη μία στην άλλη. Πριν από λίγες ημέρες λοιπόν εορτάσαμε τον Σταυρό, το Πάθος, την Ανάσταση, ύστερα από αυτά την Ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στον ουρανό. Σήμερα όμως συναντήσαμε την ίδια την κορυφή των αγαθών, φθάσαμε στη μητρόπολη των εορτών, βρισκόμαστε στην πραγματοποίηση της υπόσχεσης του Κυρίου: «Ἐὰν γὰρ ἐγὼ μὴ ἀπέλθω,ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς· ἐὰν δὲ πορευθῶ, πέμψω αὐτὸν πρὸς ὑμᾶς (:Σας συμφέρει να φύγω εγώ· διότι εάν δεν πεθάνω επάνω στο σταυρό και δεν φύγω, ο Παράκλητος δεν θα έλθει σε σας. Αν όμως προσφέρω πάνω στον σταυρό την εξιλαστήρια θυσία μου και φύγω από τον κόσμο αυτόν για να πάω στον Πατέρα μου, θα σας στείλω τον Παράκλητο)» [Ιω. 16, 7].
Είδατε ενδιαφέρον; Είδατε άπειρη φιλανθρωπία; Πριν από λίγες ημέρες ανέβηκε στον ουρανό, ξανακάθισε στο βασιλικό θρόνο, πήρε τη θέση στα δεξιά του Πατέρα και μας χαρίζει σήμερα την παρουσία του Αγίου Πνεύματος και έτσι μας δίνει τα άπειρα ουράνια αγαθά. Γιατί, πες μου, ποιο από αυτά που συντελούν στη δική μας σωτηρία δεν το έχει δώσει το Άγιο Πνεύμα; Αυτό μας απαλλάσσει από την πνευματική δουλεία, μας καλεί στην ελευθερία, μας οδηγεί στην υιοθεσία και, γενικά, μας ξαναγεννά από την αρχή, και μας ξεφορτώνει το βαρύ και αποκρουστικό φορτίο των αμαρτιών. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος βλέπουμε τους πολλούς ιερείς και έχουμε τα τάγματα των διδασκάλων. Από την πηγή αυτή βγήκε και το προφητικό χάρισμα και η δύναμη να θεραπεύουν ασθένειες. Και όλα τα υπόλοιπα, τα οποία στολίζουν συνήθως την Εκκλησία του Θεού, από εκεί έχουν την προέλευση.
Και φωνάζει ο Παύλος λέγοντας: «Πάντα δὲ ταῦτα ἐνεργεῖ τὸ ἓν καὶ τὸ αὐτὸ Πνεῦμα, διαιροῦν ἰδίᾳ ἑκάστῳ καθὼς βούλεται (:Και όλα αυτά τα πολλά και ποίκιλα χαρίσματα ενεργεί το ένα και το αυτό Άγιο Πνεύμα, το οποίο μοιράζει ιδιαιτέρως και χωριστά στον καθένα σύμφωνα με τη Θεία του θέληση. Και η θέληση Του αυτή δεν είναι μεροληπτική και αυθαίρετη, αλλά πάντοτε αποβλέπει από συμφέρον και εκείνου στον οποίου δίνεται χάρισμα, αλλά και όλου του σώματος της εκκλησίας)»[Α´ Κορ 12, 11]. «Όπως θέλει», λέγει, «όχι όπως διατάχθηκε»· «μοιράζει», δεν μοιράζεται. Έχει εξουσία, δεν βρίσκεται κάτω από εξουσία. Γιατί την ίδια ακριβώς εξουσία, που βεβαίωσε στον Πατέρα, αναθέτει ο Παύλος και στο Άγιο Πνεύμα. Και όπως λέγει για τον Πατέρα: «Καὶ διαιρέσεις ἐνεργημάτων εἰσίν, ὁ δὲ αὐτός ἐστι Θεός, ὁ ἐνεργῶν τὰ πάντα ἐν πᾶσιν(:Υπάρχουν και διανομές δυνάμεων, που εκδηλώνονται ως έκτακτες υπερφυσικές ενέργειες και πράξεις. Ο ίδιος όμως ο Θεός ενεργεί όλα αυτά σε εκείνους μέσα από τους οποίους ενεργούνται, όπως και σε εκείνους για των οποίων την ευεργεσία γίνονται αυτά)» [Α´ Κορ. 12, 6]. «Και όλα αυτά τα χαρίσματα», λέγει, «τα ενεργεί το ένα και μοναδικό Άγιο Πνεύμα, το οποίο τα μοιράζει χωριστά στον καθένα όπως θέλει»[βλ. παραπάνω, Α΄Κορ.12,11].
Είδες τέλεια εξουσία; Γιατί αυτά που έχουν την ίδια ουσία, είναι φανερό ότι έχουν και την ίδια εξουσία. Και αυτά που έχουν την ίδια αξία, έχουν και την ίδια δύναμη και την ίδια εξουσία. Με το Άγιο Πνεύμα επιτύχαμε την απαλλαγή από τις αμαρτίες και ξεπλύναμε κάθε ακαθαρσία. Με τη χάρη Του από άνθρωποι γίναμε άγγελοι, όσοι πλησιάσαμε τη χάρη του, χωρίς να αλλάξουμε τη φύση μας, αλλά, πράγμα που είναι πολύ πιο αξιοθαύμαστο, παραμένοντας στην ανθρώπινη φύση δείχνουμε αγγελική συμπεριφορά. Γιατί τέτοια είναι η δύναμη του αγίου Πνεύματος. Και όπως η φωτιά αυτή που βλέπουμε, όταν παραλάβει τον μαλακό πηλό, τον κάνει σκληρό κεραμίδι, έτσι ακριβώς και η φωτιά του Αγίου Πνεύματος, όταν παραλάβει μία συνετή ψυχή, και αν ακόμα τη βρει πιο μαλακή από τον πηλό, την κάνει πιο σκληρή από το σίδερο. Επίσης αυτόν που πριν από λίγο ήταν μολυσμένος από την ακαθαρσία των αμαρτιών, τον κάνει αμέσως πιο λαμπρό από τον ήλιο.
Αυτά ακριβώς θέλοντας να μας διδάξει ο μακάριος Παύλος φώναζε δυνατά λέγοντας: «Μὴ πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι (:Μην πλανάστε. Ούτε οι πόρνοι, ούτε οι ειδωλολάτρες, ούτε οι μοιχοί, ούτε οι εκθηλυμένοι και θηλυπρεπείς, ούτε οι αρσενοκοίτες, ούτε οι πλεονέκτες, ούτε οι κλέφτες, ούτε οι μέθυσοι, ούτε αυτοί που εμπαίζουν και βρίζουν τους άλλους, ούτε οι άρπαγες με κανένα τρόπο δεν θα κληρονομήσουν τη Βασιλεία του Θεού» [Α´ Κορ. 6, 9-10]. Και αφού αρίθμησε όλα, κατά κάποιο τρόπο, τα είδη της κακίας, και αφού μας δίδαξε ότι οι υπεύθυνοι τέτοιων αμαρτημάτων αποξενώνονται από τη Βασιλεία του Θεού, αμέσως πρόσθεσε: «Καὶ ταῦτά τινες ἦτε· ἀλλὰ ἀπελούσασθε, ἀλλὰ ἡγιάσθητε, ἀλλὰ ἐδικαιώθητε ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ ἐν τῷ Πνεύματι τοῦ Θεοῦ ἡμῶν (:Και μερικοί από εσάς τέτοιοι ήσασταν στο παρελθόν. Αλλά λουστήκατε από αυτά τα αμαρτήματα· αλλά αγιαστήκατε· αλλά γίνατε δίκαιοι με την επίκληση του ονόματος του Ιησού Χριστού με το βάπτισμα και με την χάρη του Πνεύματος του Θεού μας)» [Α´ Κορ. 6, 11]. Πες μου, πώς και με ποιον τρόπο; Γιατί αυτό είναι που θέλουμε να μάθουμε. «Γιατί βαπτιστήκατε στο όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού», λέγει, «και στη χάρη του Πνεύματος του Θεού μας». Είδες, αγαπητέ, τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος; είδες ότι το Άγιο Πνεύμα εξαφάνισε όλη εκείνη την κακία, και ότι εκείνους που ήταν προηγουμένως υποδουλωμένοι στις δικές τους αμαρτίες, τους ανέβασε αμέσως στην υψηλότερη τιμή;
Ποιος λοιπόν θα μπορούσε να κλάψει και να θρηνήσει, όπως αξίζει, εκείνους που επιχειρούν να μιλούν περιφρονητικά για την αξία του Αγίου Πνεύματος, εκείνους που, σαν να ήταν τρελοί, δεν κατόρθωσαν ούτε οι πολλές ευεργεσίες να τους απομακρύνουν από την αχαριστία τους, αλλά τολμούν να κάνουν τα πάντα εναντίον της σωτηρίας τους, αποστερώντας το Άγιο Πνεύμα, όσο τους είναι δυνατό, από τη θεϊκή Του αξία, και προσπαθούν να το κατεβάσουν στην κατηγορία των κτισμάτων; Εκείνους θα ήθελα να ερωτήσω. Για ποιον λόγο εσείς πολεμάτε τόσο πολύ την αξία του Αγίου Πνεύματος; Ή καλύτερα, γιατί πολεμάτε τη σωτηρία σας, και δεν θέλετε να καταλάβετε τα λόγια που είπε ο Σωτήρας στους μαθητές Του; «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος(:Λοιπόν πηγαίνετε και κάνετε μαθητές σας όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος)» [Ματθ. 28, 19]. Είδες ότι έχουν ισότιμη αξία; Είδες ότι έχουν τέλεια συμφωνία; Είδες ότι η Αγία Τριάδα είναι αδιαίρετη; Μήπως υπάρχει κάποια διαφορά ή αλλαγή ή έλλειψη; Γιατί τολμάτε να παραποιείτε τα λόγια του Κυρίου;
Ή δεν γνωρίζετε ότι και στα ανθρώπινα πράγματα, αν κάποιος επιχειρήσει ποτέ ή τολμήσει, να προσθέσει ή να αφαιρέσει κάτι στις διαταγές του βασιλιά, που είναι όμοιός μας και έχει την ίδια φύση με μας, τον τιμωρούν με τη χειρότερη τιμωρία και τίποτε δεν μπορεί να τον απαλλάξει από την τιμωρία αυτήν; Εάν στην περίπτωση του ανθρώπου υπάρχει τόσο μεγάλος κίνδυνος, πώς θα μπορούσαν να συγχωρηθούν εκείνοι που είναι τόσο απερίσκεπτοι και που προσπαθούν να παραποιήσουν τα λόγια του Σωτήρα όλων μας και που δεν θέλουν να ακούσουν ούτε τον Παύλο, ο οποίος όταν ομιλεί έχει μέσα του το Χριστό και φωνάζει με καθαρή φωνή και λέγει: «Ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν(:Αλλά συνέβη έτσι όπως έχει γραφτεί από τον Ησαΐα: “Αυτά που ετοίμασε ο Θεός γι’ αυτούς που τον αγαπούν μάτι δεν τα είδε και αυτί δεν τα άκουσε και ανθρώπινος νους δεν τα φαντάστηκε. Αυτά ήταν τα μυστηριώδη και κρυμμένα”)» [Α´ Κορ. 2, 9]; Εάν λοιπόν δεν είδε μάτι, ούτε αυτί άκουσε, ούτε ανθρώπινος νους μπόρεσε να κατανοήσει εκείνα που ο Θεός ετοίμασε γι᾿ αυτούς που τον αγαπούν, πώς θα μπορέσουμε εμείς, μακάριε Παύλε, να τα γνωρίσουμε; Περίμενε λίγο και θα ακούσεις τον Παύλο να φανερώνει και αυτό. Πρόσθεσε λοιπόν λέγοντας:« Ἡμῖν δὲ ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψε διὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ(:σε εμάς όμως ο Θεός τα φανέρωσε αυτά με το Πνεύμα Του)» [Α´ Κορ. 2, 10]. Και ούτε εδώ σταμάτησε, αλλά για να δείξει και τη μεγάλη δύναμή του, καθώς και το ότι έχει την ίδια ουσία με τον Πατέρα και τον Υιό, λέγει: « Τὸ γὰρ Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ, καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ(:Και μόνο από το Πνεύμα ήταν δυνατό να γίνει η φανέρωση αυτή· διότι το Πνεύμα ερευνά και γνωρίζει τα πάντα, και αυτά ακόμα τα βαθύτερα και μυστηριώδη ιδιώματα και σχέδια του Θεού)» [Α´ Κορ. 2, 10].
Έπειτα, θέλοντας να μας κάμει ακριβέστερη τη διδασκαλία του με παραδείγματα από την ανθρώπινη ζωή, πρόσθεσε: «Τίς γὰρ οἶδεν ἀνθρώπων τὰ τοῦ ἀνθρώπου εἰ μὴ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου τὸ ἐν αὐτῷ; οὕτω καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ(:Και το ότι το Πνεύμα ερευνά και τα βάθη του Θεού, το κατανοούμε από την πείρα μας. Διότι ποιος άλλος από τους ανθρώπους γνωρίζει τα ιδιαίτερα μυστικά του ανθρώπου, παρά μόνο η ψυχή του ανθρώπου που είναι μέσα του; Έτσι και τα μυστικά του Θεού κανείς άλλος δεν τα γνωρίζει παρά μόνο το Πνεύμα του Θεού)» [Α´ Κορ. 2, 11]. Είδες τέλεια διδασκαλία; Όπως, λέγει, δεν είναι δυνατό να γνωρίζει κανένας άλλος αυτά που είναι μέσα στη σκέψη ενός ανθρώπου, αλλά μόνος του ο καθένας γνωρίζει τα δικά του, έτσι και τα ιδιαίτερα του Θεού κανένας δε γνωρίζει, παρά μόνο το Πνεύμα του Θεού. Αυτό είναι πολύ μεγάλο και με το παραπάνω αρκετό για να αποδείξει την αξία του Αγίου Πνεύματος. Γιατί μας έφερε ένα παράδειγμα και μας λέγει καθαρά ότι δεν είναι δυνατό να μη γνωρίζει ποτέ κάποιος από τους ανθρώπους αυτά που είναι μέσα στη σκέψη του. «Όπως λοιπόν αυτό δεν είναι δυνατό να γίνει, έτσι με τόση ακρίβεια», λέγει, «το Άγιο Πνεύμα γνωρίζει και τα ιδιαίτερα του Θεού».
Αλλά δεν ξέρω πως ούτε με τα λόγια του αυτά ο μακάριος Παύλος δεν πείθει εκείνους που στρέφονται μόνοι τους εναντίον της σωτηρίας τους και κάνουν τόσο μεγάλο πόλεμο εναντίον της αξίας του Αγίου Πνεύματος, και όσο μπορούν το αποξενώνουν αυτό από τη θεϊκή του αξία και το κατεβάζουν στην ασήμαντη θέση των δημιουργημάτων. Αλλ᾿ αν και αυτοί συμπεριφέρονται εχθρικά και είναι αντίθετοι στα λεγόμενα από την Αγία Γραφή, εμείς, αφού δεχόμαστε τα θεία δόγματα σαν αποκάλυψη που κατέβηκε από τον ουρανό, ας προσφέρουμε στον Κύριο τη δοξολογία που αρμόζει, δείχνοντας μαζί με τη σωστή πίστη και το ότι τηρούμε ακριβώς την αλήθεια.
Προς αυτούς λοιπόν που επιχειρούν να διδάσκουν τα αντίθετα από εκείνα που είπε το Άγιο Πνεύμα, είναι αρκετά όσα είπαμε, είναι ανάγκη όμως να πούμε στη δική σας αγάπη, για ποιο λόγο δεν μας χάρισε ο Κύριος αμέσως μετά την άνοδό Του στον ουρανό την αιτία των τόσων αγαθών, αλλά άφησε πρώτα να περάσουν λίγες ημέρες και να μείνουν μόνοι τους οι μαθητές, και ύστερα έστειλε κάτω στη γη τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Αυτό δεν έγινε άσκοπα, ούτε τυχαία. Επειδή δηλαδή γνώριζε ότι οι άνθρωποι δεν θαυμάζουν με όμοιο τρόπο τα αγαθά που έχουν στα χέρια τους, ούτε εκτιμούν την αξία που πραγματικά έχουν εκείνα, που είναι ευχάριστα και σημαντικά, αν δεν υπάρχουν και τα αντίθετα. Εννοώ περίπου το εξής. Γιατί πρέπει να το πω σαφέστερα. Εκείνος που είναι υγιής και δυνατός στο σώμα δεν αισθάνεται, ούτε μπορεί να ξέρει καλά, πόσα αγαθά του χάριζε η υγεία, αν δεν αποκτήσει αρρωσταίνοντας πείρα και της αρρώστιας. Και εκείνος που βλέπει πάλι την ημέρα δεν θαυμάζει όπως πρέπει το φως, εάν δεν το διαδεχθεί το σκοτάδι της νύχτας. Γιατί, πραγματικά, η πείρα που έχουμε για τα αντίθετα γίνεται πάντοτε σαφής διδάσκαλος για εκείνα, που έτυχε να απολαύσουμε προηγουμένως.
Γι᾿ αυτό ακριβώς και τότε, επειδή οι μαθητές είχαν απολαύσει παρά πολλά αγαθά, όταν ήταν μαζί τους ο Κύριος, και ήταν πολύ ευτυχισμένοι επειδή Τον συναναστρέφονταν (γιατί όλοι οι κάτοικοι της Παλαιστίνης έβλεπαν στα πρόσωπά τους σαν να έβλεπαν σε κάποια αστέρια, αφού και νεκρούς ανάσταιναν, και λεπρούς καθάριζαν, και δαιμόνια έδιωχναν, και αρρώστιες θεράπευαν και έκαναν και πολλά άλλα θαύματα), επειδή λοιπόν ήταν τόσο σπουδαίοι και πασίγνωστοι, γι᾿ αυτό τους άφησε να αποχωριστούν για λίγο από τη δύναμη που τους βοηθούσε, ώστε, όταν βρεθούν μόνοι τους, να μάθουν τι τους χάριζε η παρουσία της αγαθότητας του Κυρίου, και, αφού αντιληφθούν τα αγαθά του παρελθόντος, να υποδεχθούν με μεγαλύτερη προθυμία τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Πραγματικά, ενώ ήταν στενοχωρημένοι, τους παρηγόρησε, και, ενώ ήταν σκυθρωποί και θλιμμένοι για το χωρισμό τους από τον Διδάσκαλο, τους φώτισε με το δικό Του φως, και, ενώ ήταν σχεδόν νεκροί, τους ανέστησε και σκόρπισε το σύννεφο της λύπης και τους έβγαλε από τη δύσκολη θέση.
Επειδή δηλαδή είχαν ακούσει τα λόγια του Κυρίου: «Λοιπόν πηγαίνετε και κάνετε μαθητές σας όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», και βρίσκονταν στη συνέχεια σε δύσκολη θέση και δεν ήξεραν πού πρέπει να κατευθυνθεί ο καθένας και σε ποιο μέρος της γης να κηρύξει τον λόγο του Θεού, έρχεται το Άγιο Πνεύμα με μορφή πύρινων γλωσσών και μοιράζει στον καθένα τα μέρη της γης που έπρεπε να κηρύξει και με τη γλώσσα που έδωσε, σαν με κάποιο σημείωμα, γνωρίζει στον καθένα τα όρια της εξουσίας και της διδασκαλίας που έπρεπε ν᾿ αναλάβει. Γι᾿ αυτό εμφανίστηκε το Άγιο Πνεύμα με μορφή πύρινων γλωσσών. Και όχι μόνο γι᾿ αυτό, αλλά για να μας θυμίσει και κάποια παλιά ιστορία. Επειδή δηλαδή στα παλιά χρόνια παραλογίστηκαν οι άνθρωποι και θέλησαν να κτίσουν ένα πύργο που να φθάνει ως τον ουρανό, και με τη σύγχυση των γλωσσών τούς διέλυσε ο Θεός την κακή απόφασή τους (Αναφέρεται στον πύργο της Βαβέλ· βλ. Γέν. 11, 1-9), γι᾿ αυτό και τώρα με μορφή πύρινων γλωσσών πετά σ᾿ αυτούς το Άγιο Πνεύμα, για να ενώσει μ᾿ αυτό την οικουμένη που ήταν χωρισμένη.
Και έγινε κάτι ασυνήθιστο και παράξενο. Γιατί όπως τότε στα παλιά χρόνια γλώσσες χώρισαν την οικουμένη και διέλυσαν την κακή συμφωνία, έτσι και τώρα γλώσσες ένωσαν την οικουμένη και οδήγησαν σε ομόνοια αυτά που ήταν χωρισμένα. Γι᾿ αυτό λοιπόν εμφανίσθηκε το Άγιο Πνεύμα με μορφή γλωσσών και σαν πύρινες γλώσσες για το αγκάθι της αμαρτίας που μεγάλωσε πολύ μέσα μας. Γιατί όπως η γη, όταν δεν καλλιεργείται, ενώ είναι γόνιμη και πλούσια, βγάζει πολλά αγκάθια, έτσι ακριβώς και η ανθρώπινη φύση, ενώ είναι καλή από τον δημιουργό της και κατάλληλη για τα έργα της αρετής, επειδή δεν δέχθηκε το άροτρο της ευσέβειας, ούτε το σπόρο της θεογνωσίας, βλάστησε μέσα μας την ασέβεια σαν αγκάθια και άλλα άχρηστα φυτά. Και όπως η επιφάνεια της γης πολλές φορές δεν φαίνεται από τα πολλά αγκάθια και τα άγρια χόρτα, έτσι και η ευγένεια και η αγνότητα της ψυχής μας δεν φαινόταν, μέχρις ότου ήλθε ο γεωργός της ανθρώπινης φύσης, έβαλε τη φωτιά του Αγίου Πνεύματος, την καθάρισε και την προετοίμασε να δεχθεί τον ουράνιο σπόρο.
Τόσα πολλά και ακόμη περισσότερα υπήρξαν για μας τα αγαθά από τη σημερινή ημέρα. Γι᾿ αυτό, σας παρακαλώ, ας εορτάσουμε και εμείς ανάλογα με την αξία των αγαθών που μας χάρισε ο Θεός, όχι στεφανώνοντας την πόλη, αλλά καλλωπίζοντας τις ψυχές μας, όχι στολίζοντας την αγορά με παραπετάσματα, αλλά κάνοντας χαρούμενη την ψυχή μας με τα ενδύματα της αρετής για να μπορέσουμε έτσι και τη χάρη του αγίου Πνεύματος να υποδεχθούμε και τους καρπούς που μας προσφέρει ν᾿ αποκτήσουμε. Και ποιος είναι ο καρπός του Αγίου Πνεύματος; Ας ακούσουμε τον Παύλο που λέγει. « Ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός(:Ο καρπός όμως που παράγει το Άγιο Πνεύμα, με τον φωτισμό και τη χάρη που ενεργεί στις ψυχές μας)», λέγει, «ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις (:είναι η αγάπη, η χαρά που προέρχεται από την αγαθή συνείδηση, η ειρήνη που είναι αχώριστη από αυτήν, η μακροθυμία στις αδικίες που μας κάνουν οι άλλοι, η αγαθή διάθεση και καλοσύνη, η ευεργετική διάθεση και συμπεριφορά, η πίστη και η αξιοπιστία στα λόγια και στις υποσχέσεις μας)» [Γαλ. 5, 22]. Πρόσεχε την ακρίβεια των λέξεων και τη σειρά της διδασκαλίας. Έβαλε πρώτη την αγάπη και ύστερα ανάφερε τα άλλα. Φύτεψε το δένδρο και ύστερα τον καρπό. Έβαλε τα θεμέλια και ύστερα πρόσθεσε την οικοδομή. Άρχισε από την πηγή και ύστερα έφθασε στους ποταμούς.
Πράγματι δεν μπορούμε να αισθανθούμε πρώτα τη χαρά, αν δεν θεωρήσουμε πρώτα ότι είναι δική μας η χαρά των άλλων και αν δεν λογαριάσουμε ότι είναι δικά μας τα αγαθά των συνανθρώπων μας. Και αυτά δεν είναι δυνατό ποτέ να φανούν από τίποτε άλλο, αν δε μας κυριέψει η δύναμη της αγάπης. Η αγάπη είναι η ρίζα, η πηγή και η μητέρα όλων των αγαθών. Γιατί πράγματι σαν ρίζα κάνει να βλαστήσουν άπειρα κλαδιά αρετής, σαν πηγή βγάζει πολλά νερά και σαν μητέρα σφίγγει μέσα στην αγκαλιά της εκείνους που καταφεύγουν σ᾿ αυτήν. Αυτό ακριβώς γνωρίζοντας και ο μακάριος Παύλος ονόμασε την αγάπη καρπό του Αγίου Πνεύματος. Και αλλού της χάρισε τόσο μεγάλο προτέρημα, ώστε να πει ότι η αγάπη είναι η τέλεια τήρηση και εκπλήρωση του νόμου.« Ἡ ἀγάπη τῷ πλησίον κακὸν οὐκ ἐργάζεται· πλήρωμα οὖν νόμου ἡ ἀγάπη(:Όποιος έχει αγάπη, δεν κάνει κακό στον διπλανό του. Είναι λοιπόν η αγάπη τέλεια τήρηση και εκπλήρωση του νόμου)», λέγει στην προς Ρωμαίους επιστολή του [Ρωμ. 13, 10]. Ο Κύριος των πάντων δεν θεώρησε καμιά άλλη προϋπόθεση αρκετή και απόδειξη αξιόπιστη για να φαίνονται οι μαθητές Του, παρά μόνο την αγάπη, λέγοντας: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις(:Απ’ αυτό θα μάθουν όλοι ότι είστε δικοί μου μαθητές, από το αν δηλαδή έχετε αγάπη μεταξύ σας. Η αγάπη αυτή θα σας εξασφαλίσει την αναγνώριση, τον σεβασμό και την εκτίμηση των ανθρώπων περισσότερο από τη θαυματουργική σας δράση)»[Ιω. 13, 35].
Γι᾿ αυτό, σας παρακαλώ, ας καταφύγουμε όλοι σ᾿ αυτήν, ας την αγκαλιάσουμε και μ᾿ αυτήν ας υποδεχθούμε τη σημερινή εορτή. Γιατί, όπου υπάρχει αγάπη, αδρανούν τα πάθη της ψυχής. Όπου υπάρχει αγάπη, σταματούν οι παράλογες σαρκικές επιθυμίες της ψυχής. «Ἡ ἀγάπη(:Εκείνος που έχει αγάπη)», λέγει ο Παύλος, «μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται (:είναι μεγαλόψυχος, ανεκτικός και με πλατιά καρδιά· γίνεται ευεργετικός και ωφέλιμος. Εκείνος που έχει αγάπη δεν φθονεί, δεν ξιπάζεται και δεν φέρεται με αλαζονεία και αυθάδεια· δεν φουσκώνει από οίηση και υπερηφάνεια, δεν κάνει τίποτε το άσχημο, δεν ζητά τα δικά του συμφέροντα, δεν ερεθίζεται από θυμό και οργή, δεν σκέπτεται ποτέ κακό εναντίον του άλλου, ούτε λογαριάζει το κακό που έπαθε από αυτόν)» [Α´ Κορ. 13, 4-5]. Η αγάπη δεν κάνει κακό στον συνάνθρωπο. Όπου κυβερνά η αγάπη, πουθενά δεν υπάρχει Κάιν να σκοτώσει τον αδελφό του. Βγάλε από την καρδιά σου την πηγή του φθόνου, και έβγαλες τον ποταμό όλων των κακών. Κόψε τη ρίζα, και κατέστρεψες ταυτόχρονα και τον καρπό. Και τα λέγω αυτά, γιατί λυπάμαι περισσότερο εκείνους που φθονούν, παρά εκείνους που φθονούνται, γιατί εκείνοι είναι κυρίως που ζημιώνονται πάρα πολύ και που προξενούν μεγάλη καταστροφή στον εαυτό τους. Επειδή γι᾿ αυτούς που φθονούνται ο φθόνος είναι, εάν το θελήσουν, αφορμή για βράβευση.
Και πρόσεχε, σε παρακαλώ, πώς ο δίκαιος Άβελ επαινείται και αναφέρεται καθημερινά, και η σφαγή του έγινε γι᾿ αυτόν αφορμή καλής φήμης. Και αυτός μετά τον θάνατό του ομιλεί ελεύθερα και κατηγορεί με δυνατή φωνή τον δολοφόνο του. Ο Κάιν όμως, που δήθεν έμεινε στη ζωή, πήρε την αμοιβή του ανάλογα με τα έργα του, και έζησε επάνω στη γη αναστενάζοντας και τρέμοντας. Ο Άβελ όμως που σκοτώθηκε και ξαπλώθηκε νεκρός έδειξε μετά τον θάνατό του μεγαλύτερη παρρησία. Και όπως έκαμε εκείνον η αμαρτία του να ζει πιο άθλια και από τους νεκρούς, έτσι έκαμε αυτόν η αρετή του να λάμπει περισσότερο και μετά το θάνατό του. Γι᾿ αυτό λοιπόν και εμείς, για ν᾿ αποκτήσουμε μεγαλύτερη παρρησία και σ᾿ αυτή τη ζωή και στην άλλη, για να απολαύσουμε περισσότερη χαρά που πηγάζει από την εορτή, ας καταστρέψουμε όλα τα ακάθαρτα ενδύματα της ψυχής, ας γυμνωθούμε ιδιαίτερα από το ένδυμα του φθόνου. Γιατί και αν ακόμη φανούμε ότι πετύχαμε πάρα πολλά, όλα θα τα χάσουμε, όταν μας ενοχλεί το πικρό και άγριο αυτό ελάττωμα, που μακάρι να το αποφύγουμε όλοι μας, και ιδιαίτερα αυτοί που σήμερα με τη χάρη του βαπτίσματος έβγαλαν το παλιό ένδυμα των αμαρτημάτων τους και που μπορούν να λάμπουν σαν τις ακτίνες του ήλιου.
Εσείς λοιπόν, παρακαλώ, οι οποίοι υιοθετηθήκατε σήμερα από το Θεό, οι οποίοι ντυθήκατε το λαμπρό αυτό φόρεμα, διατηρήστε με κάθε τρόπο τη χαρά, στην οποία είστε τώρα, αφού φράξετε από παντού την είσοδο στον διάβολο, ώστε να απολαύσετε αφθονότερη τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, και να μπορέσετε ν᾿ αποδώσετε καλά έργα ο ένας τριάντα, ο άλλος εξήντα, ο άλλος εκατό, και να αξιωθείτε να συναντήσετε με παρρησία τον βασιλιά των ουρανών, όταν πρόκειται να έλθει και να μοιράσει τα απερίγραπτα αγαθά σ᾿ εκείνους που έζησαν ενάρετα την παρούσα ζωή, με τη βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Ομιλίες εορταστικές και εγκωμιαστικές, Εἰς τήν Ἁγίαν Πεντηκοστήν , ομιλία Β ΄,πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1983, τόμος 36, σελίδες 334-347.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Ὅταν βάζουν ἕνα σπόρο στὴ γῆ, γιὰ ν’ ἀναπτυχθεῖ πρέπει νὰ τὸν ἀγγίξει ἡ δύναμη τῆς ζέστης, καθὼς καὶ τὸ φώς. Ὅταν φυτεύουν ἕνα δέντρο, πρέπει νὰ τὸ ἀγγίξει ἡ δύναμη τοῦ ἀνέμου, γιὰ νὰ τὸ κάνει δυνατό, νὰ ριζώσει.
Ὅταν κάποιος φτιάχνει ἕνα σπίτι, ἀναζητεῖ τὴ δύναμη τῆς προσευχῆς, γιὰ νὰ τὸ καθαγιάσει.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔσπειρε τὸν πολυτιμότερο σπόρο στὸν ἀγρὸ αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Καὶ χρειαζόταν ἡ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ τὸν ἀγγίξει, νὰ τὸν ζεστάνει καὶ νὰ τὸν φωτίσει, γιὰ ν’ ἀναπτυχθεῖ.
Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ φύτεψε τὸ Δέντρο τῆς Ζωῆς στοὺς ἄγριους κι ἀκαλλιέργητους ἀγροὺς τοῦ θανάτου. Ὁ δυνατὸς ἄνεμος τοῦ Πνεύματος ἦταν ἀναγκαῖος γιὰ νὰ πνεύσει πάνω του καὶ νὰ καθαγιάσει τὸ Δέντρο τῆς Ζωῆς.
Ἡ προαιώνια σοφία τοῦ Θεοῦ εἶχε ἑτοιμάσει τὰ κατοικητήριά Του στὶς ἐκλεκτὲς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ τὸ Πνεῦμα τῆς δύναμης καὶ τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ ἔπρεπε νὰ κατεβεῖ στὰ κατοικητήρια αὐτὰ καὶ νὰ τὰ καθαγιάσει.
Ὁ Θεῖος Νυμφίος εἶχε διαλέξει τὴ Νύμφη Του, τήν Ἐκκλησία τῶν ἁγνῶν ψυχῶν, κι ἔπρεπε νὰ κατεβεῖ τὸ Πνεῦμα τῆς αἰώνιας χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης γιὰ νὰ ἑνώσει γῆ καὶ οὐρανὸ μ’ ἕνα δαχτυλίδι, νὰ στολίσει τὴ Νύμφη μὲ γαμήλια στολή.
Ὅλα ἔγιναν ὅπως εἶχαν προφητευτεί. Ὁ Κύριος εἶχε ὑποσχεθεῖ πῶς θὰ ἔρθει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ ἦρθε. Ποιός θὰ μποροῦσε νὰ ὑποσχεθεῖ τὴν κάθοδο τοῦ παντοδύναμου Ἁγίου Πνεύματος στὴ γῆ, ἐκτὸς ἀπὸ Ἐκεῖνον ποὺ γνώριζε πῶς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ ὑπάκουε καὶ θὰ ἐρχόταν; Σὲ ποιόν θὰ ἔδειχνε τέτοια ὑπακοὴ τὸ παντοδύναμο Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, ἐκτὸς ἀπὸ ἐκεῖνον, στὸν Ὁποῖο τρέφει τέλεια ἀγάπη;
Ἀλήθεια, πόσο τέλεια εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ εἶναι πρόθυμη νὰ κάνει τέλεια ὑπακοή! Ἡ τέλεια αὐτὴ ἀγάπη δὲν μπορεῖ μὲ ἄλλον τρόπο νὰ ἐκφραστεῖ τέλεια, παρὰ μόνο μὲ τὴν τέλεια ὑπακοή. Ἡ ἀγάπη εἶναι πάντα ἄγρυπνη, πρόθυμη καὶ ἕτοιμη νὰ ὑπακούσει στὸν ἀγαπημένο. Κι ἀπὸ τὴν τέλεια ὑπακοὴ προέρχεται, σὰν ἀτμὸς ἀπὸ μέλι καὶ γάλα, ἡ τέλεια χαρά, ποὺ προσδίδει στὴν ἀγάπη ἐξαίσιο κάλλος.
Ὁ Πατέρας ἔχει τέλεια ἀγάπη πρὸς τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὁ Υἱὸς ἔχει τέλεια ἀγάπη πρὸς τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τὸ Πνεῦμα ἔχει τέλεια ἀγάπη πρὸς τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱό. Χάρη σ’ αὐτὴν τὴν τέλεια ἀγάπη ὁ Πατέρας εἶναι πρόθυμος ὑπηρέτης τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως ὁ Υἱὸς εἶναι τοῦ Πατέρα καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὸ Πνεῦμα εἶναι τοῦ Πατέρα καὶ τοῦ Υἱοῦ. Δὲν ὑπάρχει ἀγάπη στὸ δημιουργημένο κόσμο ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τὴν ἀμοιβαία ἀγάπη τῶν θείων Προσώπων, ὅπως καὶ καμιὰ ἀνθρώπινη ὑπακοὴ δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τὴν ἀμοιβαία ὑπακοή Τους.
«Τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὸ δέδωκάς μοὶ ἶνα ποιήσω» (Ἰωάν. ἴζ’ 4). «Γενηθήτω τὸ θέλημά σου» (Ματθ. στ’ 10). Δὲ δείχνουν τὰ λόγια αὐτὰ τὴν τέλεια ὑπακοὴ τοῦ Υἱοῦ στὸν Πατέρα Του;
«Πάτερ… ἐγὼ δὲ ἤδειν ὅτι πάντοτε μοῦ ἀκούεις» (Ἰωάν. ἰα’ 41,42), εἶπε ὁ Χριστὸς ὅταν ἀνάστησε τὸ Λάζαρο. Σὲ μιὰν ἄλλη περίπτωση ἀργότερα ἔκραξε: «Πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα. ἦλθεν οὔν φωνὴ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐδόξασα καὶ πάλιν δοξάσω» (Ἰωάν. ἴβ’ 28). Δὲ δείχνουν τὰ λόγια αὐτὰ τὴν τέλεια ὑπακοὴ τοῦ Πατέρα στὸν Υἱό;
«Καὶ ἐγὼ ἐρωτήσω τὸν πατέρα καὶ ἄλλον παράκλητον δώσει ὑμῖν, ἶνα μένει μεθ’ ὑμῶν εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰωάν. ἴδ’ 16): «Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὄν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ πατρός… καὶ παρὰ τοῦ πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ» (Ἰωάν. ἰε’ 26). Κι ἔτσι ἔγινε. Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ὁ Παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, κατέβηκε σ’ ἐκείνους πού εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ Υἱός. Δὲ δείχνει αὐτὸ τὴν τέλεια ὑπακοὴ τοῦ Πνεύματος στὸν Υἱό;
Νά, ποιός εἶναι ὁ σωτήριος κανόνας ποὺ συνιστᾷ ὁ ἀπόστολος Παῦλος σὲ ὅλους τοὺς πιστούς: «Τὴ τιμὴ ἀλλήλους προηγούμενοι» (Ρωμ. ἴβ’ 10). Ὁ κανόνας αὐτὸς ἐφαρμόζεται τέλεια στὰ πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδας. Κάθε Πρόσωπο προσπαθεῖ νὰ δώσει μεγαλύτερη τιμὴ στ’ ἄλλα δύο, ὄχι στὸν Ἑαυτό Του. Μέ τον ἴδιο τρόπο ἐπιθυμεῖ μὲ τὴν ὑπακοὴ νὰ εἶναι χαμηλότερα ἀπὸ τ’ ἄλλα δύο. Ἄν δὲν ὑπῆρχε αὐτὴ ἡ γλυκιὰ καὶ ἁγία προσπάθεια κάθε Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδας νὰ τιμήσει τ’ ἄλλα δύο καὶ νὰ εἶναι τὸ ἴδιο κατώτερο μὲ τὴν ὑπακοή, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀπεριόριστη ἀγάπη ποὺ διαθέτει ὁ καθένας γιὰ τοὺς ἄλλους δύο, ἡ Ἁγία Τριάδα θὰ ἦταν ἕνα ἀδιαφοροποίητο Πρόσωπο.
Μὲ τὴν ἀπεριόριστη ἀγάπη ποὺ ἔχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γιὰ τὸν Υἱό, ἔσπευσε μὲ ἀπεριόριστη ὑπακοὴ νὰ ἐκπληρώσει τὴν ἐπιθυμία τοῦ Υἱοῦ καὶ κατέβηκε τὸν ὁρισμένο χρόνο στοὺς ἀποστόλους. Ὁ Υἱὸς ἦταν βέβαιος πῶς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ ὑπάκουε, γι’ αὐτὸ κι ἔδωσε τὴ συγκεκριμένη ὑπόσχεση γιὰ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς ἀποστόλους. «Καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλὴμ ἕως οὐ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους» (Λουκ. κι’ 49), τοὺς εἶπε. Μὴ ρωτήσετε πῶς ἤξερε ὁ Κύριος ἀπὸ πρὶν ὅτι αὐτὴ ἡ δύναμις ἐξ ὕψους, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, θὰ ἤθελε νὰ κατεβεῖ στοὺς ἀποστόλους. Ὁ Κύριος δὲν ἤξερε μόνο αὐτὸ προκαταβολικά, ἀλλὰ κι ὅλα ὅσα ἐπρόκειτο νὰ γίνουν ὡς τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου, ὅπως καί μετὰ ἀπ’ αὐτήν. Ἄν ὅμως ἐμβαθύνουμε περισσότερο στὸ συγκεκριμένο περιστατικό, θὰ δοῦμε πῶς ἡ προόραση αὐτὴ κι ἡ πρόρρηση τοῦ Κυρίου γιὰ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀναφέρεται μόνο στὸ ἐξωτερικὸ φαινόμενο τῆς καθόδου αὐτῆς. Δὲν ἀγγίζει τὴ συμφωνία καὶ τὴ θέληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ κάνει τὸ θέλημα τοῦ Υἱοῦ καὶ νὰ κατεβεῖ. Προτοῦ μιλήσει ὁ Κύριος γιὰ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γνώριζε ἤδη πῶς εἶχε τὴν ἑτοιμότητα καὶ τὴν προθυμία τοῦ Πνεύματος γιὰ νὰ συγκατατεθεί. Στὴν πραγματικότητα τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μίλησε μέσα ἀπὸ τὸ Χριστὸ γιὰ τὴν κάθοδό Του. Δὲ λέει στὸ εὐαγγέλιο πῶς ὁ Χριστὸς ἦταν «πλήρης Πνεύματος Ἁγίου» (Λουκ. δ’ 1); Δὲν ὁμολόγησε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς στὴ Ναζαρὲτ πῶς σ’ Αὐτὸν εἶχε ἐκπληρωθεῖ ἡ προφητεία τοῦ Ἠσαΐα: «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ ἐμέ, οὖ εἴνεκεν ἔχρισὲ μέ, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ μέ» (Λουκ. δ’ 18); Εἶναι σαφὲς πῶς ὁ Υἱὸς βρίσκεται σὲ ἀδιάλειπτη ἐπικοινωνία μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως καὶ μὲ τὸν Πατέρα, μὲ ἀμοιβαία ἀγάπη καὶ ὑπακοή. Τὸ ἔχρισὲ μὲ σημαίνει τὴν πραγματικὴ καὶ ζωντανὴ παρουσία τοῦ Πνεύματος σὲ κάποιο πρόσωπο, ἢ ὑπόσχεται κάποια συνεργασία μὲ τὸ ἴδιο Πνεῦμα καὶ τὸ Πνεῦμα δὲν τὸ ξέρει ἀπὸ πρίν; Τὸ ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἦταν παρὸν στὸν Κύριο Ἰησοῦ, ὅπως καὶ ὅτι συμφωνοῦσε μὲ κάθε λόγο, κάθε πράξη καὶ κάθε ὑπόσχεση τοῦ Ἰησοῦ, μαρτυρεῖται ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο.
Ἕν δὲ τὴ ἐσχάτη ἡμέρα τὴ μεγάλη τῆς ἑορτῆς, εἴστηκει ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔκραζε λέγων· ἐὰν τίς διψᾷ, ἐρχέσθω πρὸς μὲ καὶ πινέτω» (Ἰωάν. ζ’ 37). Ἐδῶ ἀναφέρεται ἡ γιορτὴ τῆς Σκηνοπηγίας[1], ποὺ γιορτάζεται τὸ φθινόπωρο. Τὴ γιορτὴ αὐτὴ τὴ γιόρταζαν τὸν ἕβδομο μῆνα, σύμφωνα μὲ τὸν ὑπολογισμὸ τῶν Ἰουδαίων. Ἡ τελευταία μέρα (ἡ ἕβδομη), εἶχε μιὰ ἰδιαίτερη μεγαλοπρέπεια, τὴν ὀνόμαζαν μεγάλη.
Τότε λοιπὸν κραύγασε ὁ Κύριος πρὸς τὸ πλῆθος: ἐὰν τίς διψᾷ, ἐρχέσθω πρὸς μὲ καὶ πινέτω. Στὴν ἄνυδρη περιοχὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ ἦταν δύσκολο νὰ βρεῖ κανεὶς νερὸ ἀπὸ τίς συνηθισμένες πηγές, γιὰ νὰ καλύψει τὸ μεγάλο ὄγκο τῶν ἐπισκεπτῶν. Ἔτσι εἰδικοὶ νερουλάδες κουβαλοῦσαν νερὸ ἀπὸ τὴν πηγὴ τοῦ Σιλωάμ, γιὰ νὰ τὸ παραλάβουν οἱ νοικοκύρηδες μὲ δικά τους δοχεῖα. Τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ προκάλεσε τότε τὸν Κύριο νὰ μιλήσει γιὰ δίψα καὶ γιὰ νερό; Ἴσως οἱ ἄνθρωποι ποὺ παραπονιοῦνταν γιὰ τὴ δίψα τους. Ἴσως παρακολουθοῦσε τὸν ἀγῶνα ποὺ ἔκαναν οἱ νερουλάδες, νὰ μεταφέρουν τὸ βαρὺ φορτίο τους ἀπὸ τὸ Σιλωὰμ μέχρι τὸ λόφο, ὅπου βρισκόταν ὁ ναός. Ἴσως καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἦταν ἡ τελευταία μέρα κι ὁ Κύριος θέλησε νὰ χρησιμοποιήσει τὴν ὥρα αὐτὴ γιὰ νὰ προβάλει τὴν ἰδέα τῆς πνευματικῆς δίψας σ’ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους μὲ τίς πέτρινες καρδιὲς καὶ νὰ τοὺς προσφέρει πνευματικὸ νερό. Ὁ Κύριος εἶχε πεῖ στὴ Σαμαρείτιδα: «Ός δ’ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὐ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰωάν. δ’ 14). Καὶ τώρα, καθὼς καλεῖ κάθε διψασμένο ἄνθρωπο, στὸ νοῦ Του εἶχε αὐτὸ τὸ ἴδιο ζωοποιὸ καὶ πνευματικὸ νερό: ἐρχέσθω πρὸς μὲ καὶ πινέτω.
«Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἢ γραφῇ, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ πνεύματος οὐ,οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτὸν οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα Ἅγιον, ὅτι Ἰησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη (Ἰωάν. ζ’ 38-39). Πάνω ἀπ’ ὅλα ὁ Κύριος ἐπιδιώκει νὰ τοὺς τονίσει τὴν πίστη σ’ Ἐκεῖνον. Ὑπόσχεται ἀνταπόδοση σ’ ἐκείνους μόνο ποὺ ἔχουν ὀρθὴ πίστη. Καὶ ὀρθὴ πίστη σημαίνει μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἀναφέρεται στὶς Γραφές. Δὲ θέλει νὰ τὸν πιστέψουν οἱ ἄνθρωποι ὡς ἕνα τῶν προφητῶν, ἀφοῦ ὅλοι οἱ προφῆτες μίλησαν γιὰ Ἐκεῖνον. Οὔτε καὶ ἱκανοποιεῖται νὰ τὸν παρομοιάζουν μὲ Ἠλία τὸ δεύτερο ἢ μὲ τὸν Ἰωάννη τὸ Βαπτιστή. Ὁ Ἠλίας κι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἦταν ἁπλᾶ ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, πρόδρομοι τοῦ Κυρίου.
Ἡ Ἁγία Γραφὴ τὸν ἀναφέρει Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, γεννημένο ἀπὸ τὸν Πατέρα προαιώνια καὶ ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο ἐν χρόνῳ. Ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος ὁμολόγησε τὴν πίστη του, λέγοντας, «Σὺ εἴ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» (Ματθ. ἴστ’ 16), ὁ ἴδιος ἐγκωμίασε τὴν πίστη του. Ὅταν οἱ ἄρχοντες κι οἱ Γραμματεῖς προσπάθησαν νὰ τὸν παγιδεύσουν μὲ διάφορες πονηρὲς ἐρωτήσεις, τοὺς ἀποστόμωσε ὁ ἴδιος ἀναφέροντας λόγια ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, πῶς καὶ ἀναμενόμενος Μεσσίας δὲν ἦταν μόνο υἱὸς Δαβίδ, ἀλλὰ καὶ υἱὸς τοῦ Θεοῦ (βλ. Ματθ. κβ’ 42-45). Ἦταν θέλημά Τοῦ νὰ τὸν πιστέψουν ὡς τὴ μεγαλύτερη ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ὁποία ξεπεράστηκε κάθε ἄλλη προηγούμενη ἀποκάλυψη. Κάθε ἄλλη πίστη εἶναι μάταιη, ὅπως καὶ κάθε ἐλπίδα κάθε ἀγάπη εἶναι ἀνώφελη. Ἡ ἀληθινὴ πίστη σ’ Ἐκεῖνον ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία. Κι αὐτὸ μποροῦν νὰ τὸ βεβαιώσουν ὅσοι ἔχουν ὀρθὴ πίστη. Πῶς μπορεῖ νὰ βεβαιωθεῖ αὐτό; Ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατoς ζῶντος. Μὲ τὸ ὕδωρ ζῶν ἐδῶ ὑπονοεῖται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ εὐαγγελιστής: τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ πνεύματος. Ὅποιος λοιπὸν πιστεύει στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ θὰ ἔρθει νὰ κατοικήσει μέσα του, κι ἀπὸ τὸ σῶμα του θὰ ρεύσουν ποταμοὶ ὕδατος ζῶντος. Γιατί ὅμως λέει ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ (ἀπὸ τὸ σῶμα του); Ἐπειδὴ τὸ σῶμα τῶν ἁγίων εἶναι κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σύμφωνα μὲ τὸν ἀπόστολο: «Ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματός ἔστιν» (Α ́κόρ. στ’ 19); Αὐτὰ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς πιστούς, στοὺς ὁποίους τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶχε ἤδη κατεβεῖ ἐπειδὴ πίστευαν στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴ στενότερη ἔννοια, «σῶμα» ἐννοεῖται ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ἐπειδὴ εἶναι τὸ κέντρο τῆς φυσικῆς καὶ πνευματικῆς ζωῆς.
«Υἱέ μου, λέει ὁ Σολομῶν, πάσῃ φυλακῇ τήρει στὴν καρδίαν, ἐκ γὰρ τούτων ἔξοδοι ζωῆς» (Παρ. δ’ 23). Κι ὁ προφήτης Δαβὶδ ἀπευθυνόμενος στὸ Θεὸ λέει: «Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός. καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μοῦ» (Ψαλμ. ν’ 12). Κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει στοὺς Γαλάτες: «… ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν» (Γαλ. δ’ 6). Ἀπὸ τὴν καρδιὰ λοιπόν, σὰν ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο ναὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ρέει τὸ ζωοποιὸ πνεῦμα ὡσὰν ἀπὸ ὁλόκληρο τὸν ἄνθρωπο, σωματικὸ καὶ πνευματικό. Αὐτὸ ἔχει σὰν συνέπεια νὰ γίνει τὸ σῶμα τοῦ πιστοῦ ὅπλο τοῦ πνεύματός του καὶ τὸ πνεῦμα του νὰ γίνει ὅπλο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καθαρίζεται ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος, φωτίζεται, όχυρώνεται καὶ ἀθανατίζεται μὲ τίς ροὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κι ἔτσι ὅλα του τὰ διανοήματα, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐνέργεια κατευθύνονται πρὸς τὴν αἰώνια ζωή. Τὸ ρεῦμα αὐτῆς τῆς ζωῆς ρέει πρὸς τὴν αἰωνιότητα καὶ τὸ ρεῦμα τῆς αἰωνιότητας διαπερνᾷ τὴ ζωή του.
Ὅταν ὁ Κύριος τὰ ἔλεγε αὐτά, οὔπω γὰρ ἤν Πνεῦμα Ἅγιον, ὅτι Ἰησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη. Δηλαδὴ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶχε ἀκόμα χορηγηθεῖ στοὺς πιστούς, μολονότι συνυπῆρχε μὲ τὸν Υἱό. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, στὴν πληρότητα καὶ τὴν ἰσχύ Του, δὲν εἶχε ξεκινήσει ἀκόμα τὸ ἔργο του στὸν κόσμο. Κι αὐτὸ ἐπειδὴ ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶχε ἀκόμα δοξαστεῖ. Ἡ θυσία Του γιὰ τὸν κόσμο δὲν εἶχε ὁλοκληρωθεῖ, τὸ ἔργο Τοῦ ὡς Σωτῆρα τοῦ κόσμου δὲν εἶχε τελειώσει. Στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας ὁ Πατέρας ἀποκτᾷ ἐνεργὸ ρόλο, μὲ τὸ νὰ στείλει τὸν Υἱό Του γιὰ νὰ σώσει τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ὁ Υἱὸς εἶναι ἐνεργὸς μὲ τὸ νὰ ἐκτελέσει τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας ὡς Θεάνθρωπος. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐνεργὸ ὅταν ἱδρύει, ἁγιοποιεὶ καὶ συνεχίζει τὸ ἔργο τοῦ Υἱοῦ. Μὴ νομίσεις μ’ αὐτὰ ὅμως πῶς ὅταν ὁ Πατέρας εἶναι ἐνεργός, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶναι. Πῶς ὅταν ὁ Υἱὸς εἶναι ἐνεργός, ὁ Πατέρας καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶναι. Πῶς ὅταν εἶναι ἐνεργὸ τὸ “Ἅγιο Πνεῦμα, δὲν εἶναι ταυτόχρονα ὁ Πατέρας καὶ ὁ Υἱός.
Ὅσο ὁ Υἱὸς βρισκόταν σὲ πλήρη ἐνέργεια στὴ γῆ, ὁ Πατέρας καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐργάζονταν μαζί Του. Αὐτὸ φαίνεται στὸ βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ στὸν Ἰορδάνη. Κι ὅπως εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς, «ὁ πατὴρ μοῦ ἕως ἄρτι ἐργάζεται, κἀγὼ ἐργάζομαι» (Ἰωάν. ε’17). Ὁ Πατέρας καὶ ὁ Υἱὸς ἐργάζονται μαζὶ καὶ ταυτόχρονα. Τὸ ἴδιο κάνει καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ πῶς θὰ στείλει στοὺς μαθητές Του τὸ Πνεῦμα, τὸν Παράκλητο, ἐνῶ κι ὁ ἴδιος θὰ παραμείνει μαζί τους πάσας τὰς ἡμέρας καὶ ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ὁ τριαδικὸς Θεὸς εἶναι ὁμοούσιος καὶ ἀδιαίρετος. Γιὰ τὸ δημιουργημένο κόσμο ὅμως ὁ Θεὸς ἐκφράζει τὴν ἐνέργειά Του μερικὲς φορὲς πιὸ ἐμφατικὰ μὲ τὴ μιὰ Ὑπόστασή Του κι ἄλλες μὲ μιὰν ἄλλη. Ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς ὑποσχέθηκε στοὺς ἀποστόλους τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα συνυπῆρχε μαζί Του. Ἔτσι μποροῦμε νὰ ποῦμε πῶς ἡ ὑπόσχεση δόθηκε τόσο ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὅσο κι ἀπὸ τὸν Υἱό.
Ἄς δοῦμε τώρα πῶς ἐκπληρώθηκε ἡ ὑπόσχεση αὐτή. Πῶς ἔγινε ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ γιορτάζουμε σήμερα.
«Καὶ ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό» (Πράξ. βί). Σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ ποὺ εἶχαν λάβει ἀπὸ τὸν Κύριο, οἱ ἀπόστολοι ἔμειναν στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ περίμεναν τὴν ἐξ ὕψους δύναμιν, ποὺ θὰ τοὺς ἔλεγε τί νὰ κάνουν στὴ συνέχεια. Ἠταν ὀμόψυχοι, δοσμένοι στὴν προσευχή, ὅλοι σὰν ἕνας ἄνθρωπος, μιὰ ψυχή, μιὰ καρδιά. Τὸ περιεχόμενο τῆς ψυχῆς κάνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ διαφέρουν μεταξύ τους ἢ νὰ συμφωνοῦν. Τὸ περιεχόμενο τῆς ψυχῆς ὅλων τῶν ἀποστόλων τότε ἦταν ἕνα καὶ τὸ αὐτό: ἡ ψυχή τους ἦταν γεμάτη ἀπὸ δοξολογία στὸ Θεὸ γιὰ ὅλα ὅσα εἶχαν γίνει καὶ σὲ ἀναμονὴ γιὰ ὅσα ἔμελλε νὰ γίνουν.
«Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἔκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὐ,οὗ ἦσαν καθήμενοι καὶ ὤφθησαν αὐτοὺς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ’ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν, καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου» (Πράξ. β’2-4). Τί εἴδους ἦχος ἦταν αὐτός; Δὲν ἦταν ὁ ἦχος τῶν ἀγγελικῶν χορῶν; Δὲν ἦταν ὁ ἦχος ποὺ παράγουν τὰ φτερὰ τῶν Χερουβίμ, ἐκεῖνος ποὺ ἄκουσε ὁ προφήτης Ἰεζεκιὴλ (Ἰεζ. ἅ’ 24); Ὅ,τι καὶ νὰ ἦταν, σίγουρα δέν προερχόταν ἀπό τη γῆ, ἀλλ’ ἀπὸ τὸν οὐρανό. Δὲν προερχόταν ἀπὸ γήινα φτερά, ἀλλ’ ἀπὸ οὐράνιες δυνάμεις. Ὁ ἦχος αὐτὸς ἐπισήμανε τὴν κάθοδο τοῦ οὐράνιου Βασιλιᾶ, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ Παρακλήτου. Τὸ Πνεῦμα δὲν εἶναι φωτιά, ὅπως δὲν εἶναι καὶ περιστέρι. Φανερώθηκε στὸν Ἰορδάνη ὡσεὶ περιστερά, ὅπως τώρα φανερώθηκε μὲ γλῶσσες ὡσεὶ πυρός. Στὴν πρώτη περίπτωση πῆρε τὴ μορφὴ περιστεριοῦ γιὰ νὰ δείξει τὴν ἀθωότητα καὶ τὴν ἁγνότητα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, πάνω στὸν ὁποῖο κατέβηκε. Τώρα, στὴ δεύτερη περίπτωση, κατέβηκε σὰν φωτιά, γιὰ νὰ δείξει τὴν πύρινη δύναμη, τὴ θερμότητα καὶ τὸ φῶς, μιὰ δύναμη ποὺ κατακαίει τὴν ἁμαρτία, μιὰ θερμότητα ποὺ ζεσταίνει τὴν καρδιὰ κι ἕνα φῶς ποὺ φωτίζει το νοῦ. Τὸ Πνεῦμα εἶναι ἀσώματο, δὲ σαρκώνεται μὲ κανένα σωματικὸ εἶδος. Ἀνάλογα μὲ τίς ἀνάγκες ἀποκαλύπτεται στὴν ὑλικὴ μορφὴ ποὺ συμβολίζει καλύτερα τὸ νόημα τῆς συγκεκριμένης στιγμῆς. Γιατί σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση τὸ Ἅγιο Πνεῦμα φανερώθηκε ὡς διαμεριζόμενες γλῶσσες ὡσεὶ πυρὸς καὶ σὲ κάθε ἀπόστολο κάθισε κι ἀπὸ μιὰ γλῶσσα; Αὐτὸ τὸ κατανοοῦμε ἀμέσως ἀπὸ τὰ παρακάτω:
«Καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοὺς ἀποφθέγγεσθαι» (Πράξ. β’ 4). Τώρα ἐξηγεῖται γιὰ ποιό λόγο τὸ Πνεῦμα ἀποκαλύφτηκε μὲ τὴ μορφὴ γλωσσῶν, ποὺ μάλιστα ἦταν διαμεριζόμενες. Ἦταν ἐπειδὴ τὸ πρῶτο ἔργο Του ἦταν νὰ δώσει στοὺς ἀποστόλους δύναμη καὶ ἱκανότητα νὰ μιλοῦν ξένες γλῶσσες. Ἀπ’ αὐτὸ γίνεται φανερὸ πῶς, ἀπό τὸ ξεκίνημα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τὸ εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας ἦταν προορισμένο γιὰ ὅλους τοὺς λαοὺς τῆς γῆς, ὅπως τὸ διακήρυξε μὲ σαφήνεια ὁ Κύριος μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, ὅταν εἶπε στοὺς ἀποστόλους: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη» (Ματθ. κή’ 19). Ἀφοῦ οἱ Ἰουδαῖοι, ὁ ἐκλεκτὸς λαός, εἶχε ἀπορρίψει τὸν Κύριο καὶ τὸν σταύρωσε, ὁ ἴδιος ὁ νικητὴς Κύριος ἔκανε τὴ δική του ἐπιλογὴ ἀπ’ ὅλα τὰ ἔθνη τῆς γῆς. Ἔτσι δημιούργησε τὸ νέο ἐκλεκτὸ λαό Του ποὺ δὲν εἶχε τὴν ἴδια γλῶσσα, ἀλλὰ τὸ ἴδιο πνεῦμα. Ἦταν ὁ λαὸς ὁ ἅγιος, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Πῶς θὰ μποροῦσαν οἱ ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ νὰ πᾶνε νὰ διδάξουν ὅλα τὰ ἔθνη ἂν δὲν ἤξεραν τὴ γλῶσσα τους; Ἡ πρώτη δύναμη ἑπομένως, ποῦ χρησιμοποίησαν οἱ ἱεραπόστολοι αὐτοὶ τοῦ εὐαγγελίου, ἦταν ἡ ἱκανότητα νὰ κατανοοῦν καὶ νὰ μιλᾶνε ξένες γλῶσσες. Οἱ ἀπόστολοι ἦταν ἁπλοῖ ἄνθρωποι, ἤξεραν νὰ μιλᾶνε μόνο τὴ μητρική τους γλῶσσα, τήν Ἀραμαϊκή. Ἄν ἦταν νὰ μάθουν πολλὲς ἄλλες γλῶσσες μὲ τὸ συνηθισμένο τρόπο, πότε θὰ μποροῦσαν νὰ τὸ κάνουν;
Ἀκόμα κι ἂν ἀσχολοῦνταν ὅλη τους τὴ ζωὴ μὲ τὴν ἐκμάθηση ξένων γλωσσῶν, πάλι δὲ θὰ μποροῦσαν νὰ μάθουν τόσες πολλές, ὅσες τοὺς δίδαξε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὲ μιὰ στιγμή. Προσέξτε πόσα ἔθνη εἶχαν μαζευτεῖ τότε στὴν Ἱερουσαλήμ, ποὺ τὸ καθένα τοὺς μιλοῦσε καὶ διαφορετικὴ γλῶσσα. «Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ Ἐλαμίται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, Ἰουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν Ἀσίαν, Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ρωμαῖοι, Ἰουδαῖοι τε καὶ προσήλυτοι, Κρῆτες καὶ Ἄραβες» (Πράξ. β’ 911)!
Ὁ καθένας ἀπ’ ὅλους αὐτοὺς ἄκουγε τοὺς ἀποστόλους νὰ μιλᾶνε στὴ δική του γλῶσσα. Κι ὅλοι τους θαύμαζαν, εἶχαν μείνει ἐκστατικοί. Μπροστά τους εἶχαν ἁπλοῦς ἀνθρώπους, μὲ ἁπλῆ συμπεριφορά,συμπεριφορᾷ κι ἁπλὸ ντύσιμο. Κι ὅλοι τους ἄκουγαν νὰ δοξολογεῖται ἀπ’ αὐτοὺς ὁ Θεὸς στὴ δική του γλῶσσα ὁ καθένας! Πῶς νὰ μὴ θαυμάσουν; Πῶς νὰ μὴ μένουν κατάπληκτοι; Μερικοὶ ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ ἐξηγήσουν τὸ φαινόμενο, ἄρχισαν νὰ λένε πῶς οἱ ἀπόστολοι θά ‘πρεπε νὰ ἦταν μεθυσμένοι. Ὅπως συμβαίνει συχνὰ ὅμως, οἱ νηφάλιοι ἄνθρωποι, στοὺς μεθυσμένους φαίνονται μεθυσμένοι. Λογικοὶ ἄνθρωποι, στοὺς παρανοϊκοὺς φαίνονται παρανοϊκοί. Προσκολλημένοι στὴ γῆ, πῶς μποροῦσαν νὰ κρίνουν ἀνθρώπους ποὺ εἶχαν πληρωθῇ Πνεύματος Ἁγίου, ποὺ σὰν πνευματοφόροι ἔλεγαν ἐκεῖνα ποὺ τὸ Πνεῦμα τοὺς φώτιζε νὰ λένε;
Στοὺς ἀνθρώπους τῆς καθημερινότητας δὲν ἀρέσουν οἱ ἐκπλήξεις. Κι ὅταν ἔρθουν ἀντιμέτωποι μὲ τέτοιες ἐκπλήξεις, τότε εἴτε ἐκνευρίζονται εἴτε τίς διακωμωδοῦν. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὅμως δὲν εἶναι σὰν τὸ βίαιο ἄνθρωπο, ποὺ μπαίνει ἀπρόσκλητα στὸ ξένο σπίτι. Μπαίνει μόνο στὰ σπίτια ποὺ ἔχουν θεληματικὰ καὶ πρόθυμα τὴν πόρτα τους ἀνοιχτή, ἐκεῖ ποὺ τὸ λογαριάζουν ὡς κάτι πολὺ ἀγαπητό, σὰν ἕναν ἐπισκέπτῃ ποῦ τὸν περιμένουν ἀπὸ καιρό. Οἱ ἀπόστολοι τὸ περίμεναν μὲ ἔντονη ἐπιθυμία. Καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατέβηκε σ’ αὐτούς καὶ τοὺς ἔκανε κατοικητήριό Του. Δὲν κατέβηκε κοντά τους μὲ κάποιο ἀπειλητικὸ θόρυβο, μὰ μὲ κραυγὴ χαρᾶς.
Ἀδελφοί μου! Νὰ ξέρατε πόσο χαίρεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πόσο εὐφραίνεται μὲ ἀπερίγραπτη χαρὰ ὅταν βρίσκει ψυχὲς ἁγνές, ποὺ ἔχουν ἀνοιχτὲς τίς πόρτες τῆς ψυχῆς τους, ποὺ τὸ νοσταλγοῦν! Σ’ αὐτὲς φτιάχνει τὸ κατοικητήριό Του μὲ μιὰ κραυγὴ χαρᾶς καὶ τοὺς χαρίζει τίς πλούσιες δωρεές Του. Μπαίνει μέσα τους σὰν φωτιά, γιὰ νὰ κατακάψει καὶ τὰ τελευταῖα ὑπολείμματα τῆς ἁμαρτίας σὰν φῶς, γιὰ νὰ τοὺς φωτίσει μὲ τὸ οὐράνιο φῶς ποὺ δὲ σβήνει ποτὲ σὰν θέρμη, γιὰ νὰ τοὺς ζεστάνει μὲ τὸ θεῖο πῦρ τῆς ἀγάπης, μ’ ἐκεῖνο ποὺ θερμαίνονται κι οἱ χορεῖες τῶν ἀγγέλων στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Λέει ὁ ἅγιος Συμεῶν ὁ Νέος Θεολόγος: «Ὅπως ἕνα φανάρι μένει σκοτεινὸ ἂν δὲν τὸ ἀνάψει κανείς, ἔστω κι ἂν ἔχει λάδι καὶ φυτίλι, ἔτσι κι ἡ ψυχὴ μένει σκοτεινὴ ὡσότου τὴν ἀγγίξει τὸ φῶς τῆς χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Ὀμιλ. 59).
Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἔδωσε στοὺς ἀποστόλους τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν. Αὐτὸ ἦταν τὸ πρῶτο τους δῶρο, ποῦ τοὺς ἦταν καὶ τὸ πιὸ ἀπαραίτητο τότε. Ἀργότερα, πάλι, ἀνταποκρινόμενο στὶς ἀνάγκες τῆς ἀποστολικῆς διακονίας, τοὺς χάρισε κι ἄλλα δῶρα, ὅπως τὰ χαρίσματα τῆς θαυματουργίας, τῆς προφητείας, τῆς σοφίας, τῆς εὐγλωττίας, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ἀντοχῆς, τῆς ἐσωτερικῆς εἰρήνης, τῆς βεβαίας πίστης κι ἐλπίδας, τῆς ἀγάπης πρός το Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τους ἔδωσε όλ’ αὐτὰ τὰ χαρίσματα πλούσια, μὲ χαρά, κι ὄχι μόνο στοὺς ἀποστόλους, ἀλλὰ καὶ στοὺς διαδόχους τους, καθὼς καὶ σ’ ὅλους τοὺς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μέχρι σήμερα, ἀνάλογα μὲ τὴν ἀνάγκη τοῦ καθένα τους ἀλλὰ καὶ τὴν ἁγνότητά τους. Μὲ τὸ ἔργο του στὴ γῆ ὁ Κύριος Ἰησοῦς εὐχαρίστησε πολὺ τόσο τὸν Πατέρα ὅσο καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀπὸ τίς πρῶτες μέρες τοῦ Ἀδὰμ στὸν παράδεισο, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶχε νιώσει τέτοια χαρὰ ὅπως τώρα, τὴ μέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ποὺ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ του δημιούργησε τὴ δυνατότητα νὰ ἐνεργεῖ στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν πληρότητα τῆς δύναμής Του. Εἶναι γεγονὸς πῶς ἦταν ἀδιάλειπτα ἐνεργὸ στὸ ἀνθρώπινο γένος, ποὺ βρισκόταν ἁλυσοδεμένο ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς πτώσης τοῦ Ἀδὰμ ὡς τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐνέργειά Του ὅμως τότε ἦταν περιορισμένη, τὴν ἐμπόδιζαν οἱ ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων. Μετὰ ἄνοιξε ἕνα δρόμο στοὺς ἀνθρώπους κι ἔριξε ἀρκετὸ λάδι στὸ καντήλι τῆς ζωῆς τους, γιὰ νὰ μὴ σβήσει ὁλότελα. Ἐνεργοῦσε ἐπίσης μέσα ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς νόμους, ἀπὸ τοὺς νόμους τῶν ἀνθρώπων, ἀπὸ προφῆτες καὶ βασιλεῖς, ἀπὸ καλλιτέχνες καὶ μάγους – στὸ μέτρο ποὺ μποροῦσαν καὶ ἤθελαν νὰ παραδοθοῦν στὴν ὑπηρεσία Του. Ὅπου χύνονταν δάκρυα νοσταλγίας στὴ γῆ, γιὰ χάρη τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, αὐτὰ προέρχονταν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ θέρμαινε τίς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν ἕνας σοφὸς εἶχε κάποια ἔμπνευση γιὰ τὸν ἕνα καὶ ἀθάνατο Θεό, ἦταν ἀπὸ τὴ σπίθα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν κάποιος καλλιτέχνης τραγουδοῦσε, ζωγράφιζε ἢ ἔφτιαχνε γλυπτὰ καὶ κατὰ κάποιο τρόπο ἄνοιγε τὰ μάτια τῆς τυφλῆς ἀνθρωπότητας γιὰ νὰ δεῖ τὴ θεία ἀλήθεια, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἄγγιζε τὸ πνεῦμα τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν μὲ τὴ ζωοποιὸ πνοή Του. Ὅταν ἕνας πραγματικὰ εὐγενὴς ἄνθρωπος, μὲ πίστη στὸ Θεὸ κι αὐτοθυσία, στεκόταν μὲ παρρησία κι ὑπερασπιζόταν τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν καταπιεσμένη δικαιοσύνη, ἐκεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα παρεῖχε τὴ δύναμή Τοῦ στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ.
Όλ’ αὐτὰ ὅμως δὲ γίνονταν μὲ μεγάλη ζέση καὶ χαρά. Αὐτὰ δὲν ἦταν παρὰ ψίχουλα ποὺ ρίχνονταν στοὺς πεινασμένους δέσμιους στὴ φυλακή. Ὅταν ὅμως ὁ Κύριος Ἰησοῦς κατέστρεψε τὴ φυλακὴ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου καὶ παρουσίασε τοὺς δώδεκα ἀποστόλους μπροστὰ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὡς δώδεκα λαμπρούς, βασιλικοὺς αὐλικούς, τότε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μὲ μιᾷ κραυγῇ χαρᾶς καὶ μὲ τὴν πληρότητα τῆς ἐνέργειάς Του, τοὺς ἔκανε κατοικητήριό Του. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ ὡς τότε ἦταν λυπημένο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία τοῦ ‘Ἀδάμ, γιὰ πρώτη φορὰ ἄρχισε πάλι μὲ χαρὰ τὸ ἀπεριόριστο ἔργο τῆς ἐνίσχυσης καὶ τοῦ φωτισμοῦ τῶν ἀνθρώπων.
Γιὰ νὰ τὸ κατανοήσετε καλύτερα, θὰ σᾶς κάνω μιὰ σύγκριση, ποὺ μπορεῖ νὰ βοηθήσει: ὁ ἥλιος λάμπει το χειμῶνα καὶ τὴν ἄνοιξη. Τὸ φῶς κι ἡ θέρμη του ὅμως δὲν μποροῦν νὰ κάνουν κάτι ν’ ἀνθίσει, ὅταν βρίσκεται σκεπασμένο ἀπὸ χιόνι. Τὴν ἄνοιξη βέβαια, ὁ ἴδιος ἥλιος, μὲ τὸ ἴδιο φῶς καὶ τὴν ἴδια θέρμη, κάνει ὅλους τοὺς σπαρμένους σπόρους νὰ φυτρώσουν καὶ ν’ ἀναπτυχθοῦν. Οἱ ἐπιστήμονες μᾶς λένε πῶς τὸ κομμάτι ἐκεῖνο τῆς γῆς τὸ χειμῶνα ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν ἥλιο, πῶς οἱ χιονισμένες περιοχὲς στέκονται μακριὰ ἀπὸ τὸν ἥλιο, πῶς δέχονται τὸ φῶς τοῦ ἥλιου «ὑπὸ γωνία», οἱ ἀκτῖνες δὲν πέφτουν κάθετες. Τὴν ἄνοιξη τὸ ἴδιο αὐτὸ κομμάτι τῆς γῆς ἀρχίζει νὰ στρέφεται πρὸς τὸν ἥλιο, οἱ χιονισμένες περιοχὲς ἔρχονται πιὸ κοντὰ στὸν ἥλιο καὶ τὸ φὼς ὅπως κι οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου ἔρχονται κάθετα. Ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ ὡς τὸ Χριστὸ οἱ ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων ἦταν σάν τη γῆ το χειμῶνα. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔδινε ζωὴ καὶ ζέστη. Λόγῳ τῆς ἁμαρτωλῆς κατάστασης τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου ὅμως, καθὼς καὶ τοῦ χωρισμοῦ της ἀπό το Θεό, ἔμενε παγωμένη. Κανένας καρπὸς δὲν μποροῦσε νὰ φυτρώσει καὶ ν’ ἀναπτυχθεῖ σ’ αὐτήν. Ὁ Κύριος ἀνα-προσανατόλισε τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ἔφερε κοντὰ στὸ Θεό, τὴν καθάρισε ἀπὸ τὸ χιόνι καὶ τὸν πάγο, τὴν καλλιέργησε καὶ φύτεψε μέσα της τὸ θεῖο σπόρο. Καὶ τότε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἄρχισε, ὅπως ὁ ἥλιος τὴν ἄνοιξη, ν’ ἀναπτύσσει μὲ τὴ δύναμή Τοῦ καὶ νὰ παράγει τοὺς γλυκοὺς καὶ θαυμάσιους καρποὺς στὸν ἀγρὸ τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ χειμῶνας δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ δώσει τὰ θαυμαστὰ πράγματα, μὲ τὰ ὁποῖα στολίζει ἡ ἄνοιξη τὴ γῆ. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο κι οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι χωρισμένοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ζοῦν μὲ ψυχὲς ναρκωμένες ἀπὸ τὸν πάγο καὶ τὸ χιόνι τῆς αὐταπάτης τους, δὲν μποροῦν νὰ πιστέψουν τὰ θαυμάσια δῶρα μὲ τὰ ὁποῖα στολίζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκείνους ποὺ τὸ πλησιάζουν καὶ στέκονται ἀκριβῶς κάτω ἀπὸ τίς κάθετες ἀκτῖνες, ποὺ χαρίζουν τὴ θεϊκὴ ζέστη καὶ τὸ φῶς Του. Πῶς θὰ μποροῦσε ἕνας Ἐσκιμῶος, ποὺ γεννήθηκε καὶ πέρασε ὅλη του τὴ ζωὴ μέσα στὸν πάγο καὶ τὸ χιόνι, νά πιστέψει ἕναν ταξιδιώτη ἀπὸ τίς νοτιότερες χῶρες ποὺ θὰ τοῦ μιλοῦσε γιὰ δέντρα καὶ ἄνθη, γιὰ κοιλάδες στρωμένες μὲ πολύχρωμα λουλούδια καὶ γιὰ πράσινους λόφους;
Κανένας ἄνθρωπος ποὺ ζοῦσε εἰς χώραν μακράν, μακριὰ ἀπό το Θεό, παγωμένος καὶ σκοτισμένος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, δὲ θὰ μποροῦσε νὰ πιστέψει τοὺς ἀποστόλους ὅταν ἄρχισαν νὰ κηρύττουν τὰ χαρμόσυνα νέα γιὰ τὸ ζωντανὸ Θεὸ στὸν οὐρανὸς γιὰ τὸν Πατέρα ποὺ καλεῖ κοντά Του ὅλους ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ ὀνομάζονται γιοι Του γιὰ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐμφανίστηκε στὸν κόσμο σὰν ἄνθρωπος, ἔζησε ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, ἔπαθε γι’ αὐτούς, ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν καὶ ἀναλήφθηκε μὲ δόξα στοὺς οὐρανοὺς γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ κατέβηκε στοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς χάρισε τὰ οὐράνια δῶρα γιὰ τὴν ὀλοφώτεινη κι ἀθάνατη πατρίδα μᾶς στοὺς οὐρανούς, ἀπὸ τὴν ὁποία μᾶς χωρίζει μόνο ἡ ἁμαρτία γιὰ τὴν ἁγνότητα τῆς ζωῆς ποὺ ἀπαιτεῖται ἀπό μας, ὥστε νὰ ἐπιστρέψουμε στὴν οὐράνια πατρίδα μας καὶ νὰ γίνουμε σύντροφοι καὶ ἀδελφοὶ τῶν ἀγγέλων στὴν αἰώνια ζωή.
Μερικοὶ πίστεψαν τίς χαρμόσυνες αὐτὲς εἰδήσεις, ἄλλοι ὄχι. Ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀποστόλους ἔρρευσαν σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο ποταμοὶ ζῶντος ὕδατος. Μερικοὶ πλησίασαν τὸ νερὸ αὐτὸ καὶ ἤπιαν μέχρι πλησμονῆς, ἄλλοι ὄχι. Οἱ ἀπόστολοι κινοῦνταν ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ὡς θεοί. Ἔκαναν θαύματα, θεράπευαν ἀσθένειες, κήρυτταν μετάνοια γιὰ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Μερικοὶ τούς δέχονταν μὲ χαρά, ἄλλοι τοὺς λοιδοροῦσαν ἢ τοὺς ἔδιωχναν μὲ ὀργή. Ὅσοι τοὺς δέχονταν, ἔνιωθαν τὴν ἐπαφή τους μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ἐνέργειά Του μέσα τους. Ἔτσι ὁ λαὸς ὁ ἅγιος πλήθαινε, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ μεγάλωσε κι ἑδραιώθηκε στὸν κόσμο. Ὁ σπόρος ἄνθισε, ἔβγαλε καρπούς. Ὁ οἶκος τῆς ἀλήθειας, τοῦ ὁποίου ἀκρογωνιαῖος λίθος ἦταν ὁ Χριστός, ἐγκαινιάστηκε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κι ἁπλώθηκε στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα, στὰ τέσσερα ἄκρα τῆς γῆς. Οἱ πύργοι του ἔφτασαν ὡς τὰ μεγαλύτερα ὕψη τοῦ οὐρανοῦ.
Τελοῦμε σήμερα τὴ γιορτὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποῦ ἀπὸ ἄπειρη ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ Υἱό, μὲ ἄπειρη χαρὰ καὶ ὑπακοή, θέλησε νὰ κατεβεῖ στὴ γῆ καὶ νὰ λάβει στὰ παντοδύναμα χέρια Του τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ἄς ἐπιδοθοῦμε λοιπὸν σὲ ὕμνους δοξολογίας πρὸς τὴν Παναγία Παρθένο Μαρία, σ’ Ἐκείνην ποὺ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατέβηκε νωρίτερα ἀπ’ ὅτι στοὺς ἀποστόλους. Οἱ ἀπόστολοι δέχτηκαν τὸ Πνεῦμα ποὺ κατέβηκε σ’ αὐτοὺς ὡς Ἐκκλησία, ὡς μιὰ συντροφιὰ ἁγίων ποὺ εἶχαν ὁμοψυχία. Ἡ ἁγνὴ Παρθένος δέχτηκε τὸ Πνεῦμα ποὺ κατέβηκε σ’ αὐτὴν σὰν ἐκλεκτὸ σκεῦος. «Πνεῦμα Ἁγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις Κυρίου ἐπισκιάσει σοί» (Λουκ. ἅ’ 35), εἶπε ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ στὴν ὑπερευλογημένη Παρθένο. Κι Ἐκείνη, μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔφερε τὸν πανένδοξο καρπό, ποῦ τὸ ἄρωμά του διαπερνᾷ γῆ καὶ οὐρανὸ κι ἀπὸ τὸν ὁποῖο τρέφονται ὅλοι οἱ πιστοί, ἀπὸ τὸν πρῶτο ὡς τὸν τελευταῖο.
Ἁγία καὶ πάναγνη Μητέρα τοῦ Θεοῦ, αὐγὴ καὶ λίκνο τῆς σωτηρίας μας, ὑπόδειγμα ταπείνωσης καὶ ὑπακοῆς, προστάτρια καὶ μεσίτριά μας στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ, προσεύχου ἀδιάλειπτα γιά μας, μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους ἀποστόλους!
Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας: ἔλα κοντά μας κάνε μας κατοικητήριό Σοῦ, μεῖνε μαζί μας ὡς δύναμη, φῶς, θαλπωρή, ὡς ζωὴ καὶ χαρά μας! Καθάρισέ μας ἀπὸ κάθε ἀκαθαρσία, Ἀγαθὲ σῶσε τίς ψυχές μας! Γέμισε τίς καρδιές μας μὲ χαρά, τὴ φωνή μας μὲ ὕμνους, γιὰ νὰ Σὲ δοξολογοῦμε καὶ νὰ Σὲ μεγαλύνουμε, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱό, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
[1] Σημ. μετ. Ἡ γιορτὴ τῆς Σκηνοποιίας ἦταν ἡ τρίτη ἀπὸ τίς μεγάλες γιορτὲς τῶν Ἑβραίων. Κρατοῦσε ἑπτὰ μέρες, ἀπὸ τὴ 15η ώς την 21η τοῦ μῆνα Τισχρὶ (Ὀκτωβρίου) . Ἡ 22α τοῦ μῆνα ἦταν μέρα ἀνάπαυσης. Ἡ ὀνομασία της προέρχεται ἀπὸ τίς σκηνὲς ὅπου ἔμεναν οἱ Ἑβραῖοι στὴν ἔρημο, μετὰ τὴν ἔξοδό τους ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. “Ὅσο κρατοῦσαν οἱ τρεῖς γιορτὲς (τῶν ἀζύμων, τοῦ θερισμοῦ καὶ τῆς σκηνοπηγίας), ὅλοι οἱ ἄντρες τοῦ Ἰσραὴλ ἔπρεπε νὰ πηγαίνουν στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ νὰ παρουσιάζονται στὸ Θεό.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.