ΚΥΡΙΑΚΗ ΒΑΪΩΝ (28/4/2024)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
Προς Φιλιππησίους, κεφ. Δ΄, εδάφια 4-9
4 Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε. 5 Τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις. ὁ Κύριος ἐγγύς. 6 μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ’ ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν. 7Καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ. 8 Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· 9 ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ὑμῶν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παναγιώτη Τρεμπέλα
4 Να χαίρεστε πάντοτε με τη χαρά που προέρχεται από την ένωση και την κοινωνία μας με τον Κύριο. Πάλι θα πω, να χαίρεστε. 5 Η επιείκειά σας και η υποχωρητικότητά σας ας γίνει γνωστή σε όλους τους ανθρώπους, και σε αυτούς ακόμη τους απίστους. Ο Κύριος πλησιάζει να έλθει, και Αυτός θα αποδώσει στον καθένα ό,τι του ανήκει. 6 Μην κυριεύεστε από αγωνιώδη φροντίδα για τίποτε, αλλά για καθετί που σας παρουσιάζεται, να κάνετε γνωστά τα αιτήματά σας στον Θεό με την προσευχή και τη δέηση, οι οποίες πρέπει να συνοδεύονται και με ευχαριστία για όσα ο Θεός μας έδωσε. 7 Και έτσι, όταν διώχνετε κάθε μέριμνα και εμπιστεύεστε τον εαυτό σας στη Θεία Πρόνοια, η ειρήνη που έχει ο Θεός και τη μεταδίδει στους δικούς Του, της οποίας την τελειότητα δεν μπορεί να νιώσει κανένας νους, είτε ανθρώπινος είτε αγγελικός, θα φρουρήσει τις καρδιές σας και τις σκέψεις σας, εφόσον μένετε ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό.
8 Και τώρα απομένει, αδελφοί μου, να σας απευθύνω και μία άλλη προτροπή: Όσα είναι αληθινά, όσα είναι σεμνά και σεβαστά, όσα είναι δίκαια, όσα είναι αμόλυντα και αγνά, όσα είναι προσφιλή στον Θεό και στους καλούς ανθρώπους, όσα έχουν καλή φήμη, καθώς και οποιαδήποτε άλλη αρετή και οποιοδήποτε καλό έργο που είναι άξιο επαίνου, αυτά να συλλογίζεστε και να προσέχετε, για να τα εφαρμόζετε και στη ζωή σας. 9 Αυτά που μάθατε και παραλάβατε και ακούσατε με την προφορική διδασκαλία μου, καθώς και αυτά που είδατε σε όλη τη συμπεριφορά και τη διαγωγή μου, αυτά να κάνετε. Και τότε ο Θεός, που είναι ο χορηγός της ειρήνης, θα είναι μαζί σας.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
Κατά Ιωάννην, κεφ.ΙΒ΄, εδάφια 1-18
1 Ὁ οὖν ᾿Ιησοῦς πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. 2 Ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ. 3 Ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. 4 λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ᾿Ιούδας Σίμωνος ᾿Ισκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι· 5 διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; 6 Εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ’ ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν. 7 Εἶπεν οὖν ὁ ᾿Ιησοῦς· ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. 8 Τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. 9 ῎Εγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν ᾿Ιουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν ᾿Ιησοῦν μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. 10 Ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, 11 ὅτι πολλοὶ δι’ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν ᾿Ιουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν ᾿Ιησοῦν.
12 Τῇ ἐπαύριον ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται ᾿Ιησοῦς εἰς ῾Ιεροσόλυμα, 13 ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἔκραζον· ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ ᾿Ισραήλ. 14 Εὑρὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ’ αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον· 15 μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου. 16 Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ’ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ ᾿Ιησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ. 17 ᾿Εμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ’ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν.18 Διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
1 Ο Ιησούς λοιπόν, χωρίς να εμποδιστεί από την επιβουλή αυτή των εχθρών Του, έξι ημέρες πριν από την εορτή του Πάσχα ήλθε στη Βηθανία, όπου έμενε ο Λάζαρος που είχε πεθάνει και ο Κύριος τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς. 2 Οι συγγενείς λοιπόν του Λαζάρου, επειδή αισθάνονταν μεγάλο σεβασμό και ευγνωμοσύνη προς τον Ιησού για το θαύμα που είχε επιτελέσει, Του έκαναν δείπνο εκεί, και η Μάρθα υπηρετούσε. Ο Λάζαρος μάλιστα ήταν ένας από εκείνους που κάθονταν και έτρωγαν στο τραπέζι μαζί του. 3 Στο μεταξύ η Μαρία, αφού αγόρασε γύρω στα τριακόσια είκοσι πέντε γραμμάρια μύρο κατασκευασμένο από νάρδο (είδος του αρωματικού φυτού της βαλεριάνας), μύρο γνήσιο, ανόθευτο και πάρα πολύ ακριβό, άλειψε με αυτό τα πόδια του Ιησού. Κι έπειτα, εκδηλώνοντας τη βαθιά ταπείνωσή της προς τον Κύριο, σκούπισε με τα μαλλιά της τα πόδια του. Και όλο το σπίτι τότε γέμισε από την ευωδία του μύρου. 4 Ύστερα λοιπόν από την πράξη αυτή της Μαρίας, είπε ένας από τους μαθητές Του, ο Ιούδας, ο γιος του Σίμωνος, ο Ισκαριώτης, εκείνος που σκόπευε να Τον προδώσει και να Τον παραδώσει στους σταυρωτές Του: 5 «Αντί να χυθεί και να σπαταληθεί άσκοπα το μύρο αυτό, γιατί δεν πουλήθηκε στην τιμή των τριακοσίων δηναρίων, δηλαδή τριακοσίων ημερομισθίων, και δεν δόθηκε το αντίτιμό του ελεημοσύνη στους φτωχούς;». 6 Και το είπε αυτό, όχι γιατί ενδιαφερόταν για τους φτωχούς, αλλά διότι ήταν κλέφτης˙ και καθώς διαχειριζόταν το κοινό ταμείο και είχε το κουτί των συνεισφορών, κρατούσε κρυφά για τον εαυτό του από τα χρήματα που έριχναν σ’ αυτό. 7 Όταν λοιπόν ο Ιησούς άκουσε τον Ιούδα να επικρίνει την Μαρία, του είπε: «Άφησέ την ήσυχη και μην την κατηγορείς. Η γυναίκα αυτή, σαν να προαισθανόταν ότι σε λίγες μέρες πρόκειται να ταφώ, φύλαξε το μύρο αυτό για να μου το προσφέρει, προαναγγέλλοντας έτσι συμβολικά την ετοιμασία του σώματός μου με μύρο την ημέρα της ταφής μου. 8 Μην την εμποδίζετε λοιπόν. Τους φτωχούς πάντοτε τους έχετε μαζί σας, και μπορείτε οποιαδήποτε στιγμή να τους ελεήσετε. Εμένα όμως δεν με έχετε πάντοτε˙ διότι σε λίγες μέρες θα πεθάνω».
9 Από το δείπνο λοιπόν αυτό και απ’ όσα συνέβησαν σε αυτό, πολύς λαός από τους Ιουδαίους έμαθε ότι ο Ιησούς βρισκόταν στη Βηθανία. Και ήλθαν εκεί όχι μόνο για τον Ιησού, αλλά για να δουν και τον Λάζαρο, τον οποίο είχε αναστήσει από τους νεκρούς. 10 Μετά όμως απ’ αυτό οι αρχιερείς αποφάσισαν να σκοτώσουν και τον Λάζαρο,11 διότι εξαιτίας του πολλοί από τους Ιουδαίους πήγαιναν στη Βηθανία για να βεβαιωθούν αν πραγματικά αναστήθηκε από τους νεκρούς. Κι όταν το διαπίστωναν αυτό, πίστευαν στον Ιησού.
12 Την άλλη μέρα, λαός πολύς που είχε έλθει για την εορτή, όταν άκουσαν ότι έρχεται ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα, 13πήραν στα χέρια τους κλαδιά από τις χουρμαδιές που ήταν κατά μήκος του δρόμου και βγήκαν από την πόλη για να τον υποδεχθούν. Και φώναζαν δυνατά: «Δόξα και τιμή σε Αυτόν που υποδεχόμαστε! Ευλογημένος και δοξασμένος να είναι αυτός που έρχεται απεσταλμένος από τον Κύριο ως αντιπρόσωπός Του. Αυτός είναι ο ένδοξος βασιλιάς του Ισραήλ, που τόσον καιρό περιμέναμε». 14 Ο Ιησούς μάλιστα ζήτησε και βρήκε ένα πουλαράκι και κάθισε πάνω σε αυτό, σύμφωνα με εκείνο που είναι γραμμένο στον προφήτη Ζαχαρία: 15 «Μη φοβάσαι, Ιερουσαλήμ, κόρη του όρους Σιών. Να, ο βασιλιάς σου έρχεται όχι σαν τύραννος και κατακτητής πάνω σε άλογο ή σε άρμα πολεμικό, αλλά καθισμένος πάνω σ’ ένα γαϊδουράκι». 16 Τι σημαίνουν όμως τα λόγια αυτά του Ζαχαρία δεν κατάλαβαν οι μαθητές Του από την αρχή, την ώρα της θριαμβευτικής Του αυτής εισόδου, αλλά όταν ο Ιησούς δοξάσθηκε με την Ανάσταση και την Ανάληψή Του. Τότε φωτίστηκαν από το Άγιον Πνεύμα και θυμήθηκαν ότι τα προφητικά αυτά λόγια του Ζαχαρία ήταν γι’ αυτόν γραμμένα. Και οι ίδιοι είχαν κάνει μια τέτοια υποδοχή για τον Ιησού και είχαν συνεργαστεί, χωρίς να το καταλαβαίνουν, ώστε να εκπληρωθούν ακριβώς τα προφητικά αυτά λόγια. 17 Όλοι λοιπόν εκείνοι που ήταν μαζί με τον Ιησού όταν Αυτός είχε φωνάξει απ’ τον τάφο τον Λάζαρο και τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς και τώρα ήταν στην υποδοχή αυτή, διηγούνταν και διαβεβαίωναν το θαύμα του Λαζάρου σε όσους δεν το είχαν δει. 18 Γι’ αυτό και τα πλήθη του λαού Τον προϋπάντησαν, διότι άκουσαν από τους αυτόπτες αυτούς μάρτυρες ότι Αυτός είχε κάνει το μεγάλο αυτό θαύμα.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ[: Φιλιπ.4,4-9]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε. τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις. ὁ Κύριος ἐγγύς. μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ᾿ ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν. καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ(:Να χαίρεστε πάντοτε με την χαρά που προέρχεται από την ένωση και την κοινωνία μας με τον Κύριο. Πάλι θα πω, να χαίρεστε. Η επιείκειά σας και η υποχωρητικότητά σας ας γίνει γνωστή σε όλους τους ανθρώπους, και σε αυτούς ακόμη τους απίστους. Ο Κύριος πλησιάζει να έλθει, και Αυτός θα αποδώσει στον καθένα ό,τι του ανήκει. Μην κυριεύεστε από αγωνιώδη φροντίδα για τίποτε, αλλά για καθετί που σας παρουσιάζεται, να κάνετε γνωστά τα αιτήματά σας στον Θεό με την προσευχή και τη δέηση, οι οποίες πρέπει να συνοδεύονται και με ευχαριστία για όσα ο Θεός μας έδωσε. Και έτσι, όταν διώχνετε κάθε μέριμνα και εμπιστεύεστε τον εαυτό σας στη θεία Πρόνοια, η ειρήνη που έχει ο Θεός και τη μεταδίδει στους δικούς Του, της οποίας την τελειότητα δεν μπορεί να νιώσει κανένας νους, είτε ανθρώπινος είτε αγγελικός, θα φρουρήσει τις καρδιές σας και τις σκέψεις σας, εφόσον μένετε ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό)»[Φιλιπ.4,4-7].
«Μακάριοι οἱ πενθοῦντες(:Μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν για τις αμαρτίες τους και για το κακό που επικρατεί στον κόσμο, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν από τον Θεό)» [Ματθ.5,4] και «Οὐαὶ ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι πενθήσετε καὶ κλαύσετε(:Αλίμονο σε σας που έχετε ως μοναδικό σκοπό της ζωής σας τη σαρκική χαρά και γελάτε τώρα από τις διασκεδάσεις και τις απολαύσεις του σαρκικού σας βίου, ουαί και αλίμονό σας, διότι στην άλλη ζωή θα πενθήσετε και θα κλάψετε)» [Λουκά 6,25]., λέγει ο Χριστός. Γιατί λοιπόν λέγει ο Παύλος: «Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε (:Να χαίρεστε πάντοτε με την χαρά που προέρχεται από την ένωση και την κοινωνία μας με τον Κύριο)»;
Δεν έρχεται σε αντίθεση προς τον Χριστό· μη γένοιτο να πούμε κάτι τέτοιο. Γιατί ο Χριστός είπε: «Αλίμονο σε αυτούς που γελούν», υπονοώντας το γέλιο του κόσμου τούτου, το γέλιο που προέρχεται από τις εκδηλώσεις της παρούσης ζωής, και μακάρισε αυτούς που πενθούν, όχι αυτούς που πενθούν απλώς την απώλεια των δικών τους, αλλά αυτούς που συγκινούνται υπερβολικά και πενθούν τα δικά τους κακά, αυτούς που σκέπτονται τα δικά τους αμαρτήματα ή και τα ξένα. Δεν είναι η χαρά αυτή αντίθετη προς το πένθος εκείνο, αλλά και αυτή προέρχεται από εκείνο, γιατί αυτός που πενθεί τα δικά του κακά και εξομολογείται, χαίρεται. Άλλωστε, είναι δυνατό να πενθούμε για τα δικά μας αμαρτήματα και να χαιρόμαστε για τον Χριστό. Επειδή λοιπόν στενοχωρούνταν για εκείνα τα οποία έπασχαν( «ὅτι ὑμῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ(:και είναι απόδειξη αιώνιας σωτηρίας για σας, διότι σε σας δόθηκε το χάρισμα)», λέγει, «οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν(:όχι μόνο να πιστεύετε στον Ιησού Χριστό, αλλά και να πάσχετε για χάρη του ονόματος του Χριστού)» [Φιλιπ.1,29]), γι΄αυτό λέγει: «Χαίρετε τη χαρά που προέρχεται από την ένωσή μας με τον Κύριο». Αυτά δεν σημαίνουν τίποτε άλλο, παρά: «Να κάνετε τέτοια ζωή, ώστε να χαίρετε. Όταν λοιπόν οι υποχρεώσεις σας προς τον Θεό δεν εμποδίζονται, χαίρετε». Ή λοιπόν αυτό εννοεί, ή το «ἐν» τίθεται στη θέση του «σύν», σαν να έλεγε: «Χαίρετε με τη βοήθεια του Κυρίου πάντοτε».
«Πάλιν ἐρῶ, χαίρετε(:Πάλι θα πω, να χαίρεστε)».Τούτο είναι χαρακτηριστικό ανθρώπου που έχει θάρρος και αποδεικνύει ότι εκείνος που είναι ενωμένος με τον Θεό, πάντοτε χαίρεται· είτε στενοχωρείται, είτε πάσχει οτιδήποτε, πάντοτε χαίρεται αυτός. Άκουσε για τους αποστόλους τον Λουκά που λέγει ότι «Οἱ μὲν οὖν ἐπορεύοντο χαίροντες ἀπὸ προσώπου τοῦ συνεδρίου, ὅτι ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ κατηξιώθησαν ἀτιμασθῆναι(:Ύστερα λοιπόν από τις απειλές και την κακομεταχείριση αυτή που δέχθηκαν οι απόστολοι, έφυγαν από το συνέδριο με μεγάλη χαρά, διότι αξιώθηκαν να υποστούν ατιμωτική τιμωρία για χάρη του ονόματός Του)» [Πράξ.5,41]. Εάν οι μαστιγώσεις και τα δεσμά, τα οποία φαίνεται ότι προκαλούν την πιο μεγάλη λύπη, προξενούν χαρά, ποιο από τα άλλα θα μπορέσει να μας προκαλέσει λύπη; «Πάλιν ἐρῶ, χαίρετε». Καλώς επανέλαβε τον λόγο δύο φορές. Γιατί, επειδή η κατάσταση των πραγμάτων προκαλούσε λύπη, επαναλαμβάνοντας δείχνει ότι οπωσδήποτε πρέπει να χαίρουν.
«Τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις(:Η επιείκειά σας και η υποχωρητικότητά σας ας γίνει γνωστή σε όλους τους ανθρώπους, και σε αυτούς ακόμη τους απίστους)»[Φιλιπ.4,5]. Είπε παραπάνω: «Ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν, οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες! (:Το τέλος των ανθρώπων αυτών θα είναι η καταστροφή, διότι θα καταλήξουν στην αιώνια κόλαση. Αυτοί λατρεύουν ως Θεό την κοιλιά τους και θεωρούν ως δόξα τους πράξεις που φέρνουν ντροπή. Αυτοί έχουν γήινα φρονήματα)»[Φιλιπ.3,19]. Επειδή λοιπόν ήταν φυσικό να απεχθάνονται αυτοί τους πονηρούς, τους συμβουλεύει να μην έχουν τίποτε κοινό με εκείνους, αλλά να συμπεριφέρονται με πολλή επιείκεια, όχι όμως προς τους αδελφούς μόνο, αλλά και προς τους εχθρούς και τους αντιπάλους.
«Ὁ Κύριος ἐγγύς· μηδὲν μεριμνᾶτε(:Ο Κύριος πλησιάζει να έλθει, και Αυτός θα αποδώσει στον καθένα ό,τι του ανήκει· μην κυριεύεστε από αγωνιώδη φροντίδα για τίποτε)»[Φιλιπ.4,6]. Για ποιον λόγο, λοιπόν, πες μου, αδημονείτε; Γιατί αντιστέκεστε; Μήπως γιατί βλέπετε να ζουν με απολαύσεις αυτοί; «Μηδὲν μεριμνᾶτε». Ήδη πλησίασε η κρίση, σύντομα θα δώσουν λόγο για τα έργα τους. Αλλά εσείς ζείτε μέσα σε θλίψεις και εκείνοι σε απολαύσεις; Ήδη όμως αυτά θα λάβουν τέλος. Μήπως σας επιβουλεύονται και σας απειλούν; Όμως αυτά δεν θα προχωρήσουν μέχρι τέλος. Ήδη πλησίασε η κρίση, οπότε θα συμβούν τα αντίθετα. «Μηδὲν μεριμνᾶτε». Πλησίασε ήδη ο καιρός της ανταποδόσεως. Είτε φερθείτε με επιείκεια σε εκείνους που σας προκαλούν τα κακά, είτε η πενία, είτε ο θάνατος, είτε οτιδήποτε άλλο κακό υπάρχει, τα πάντα θα απέλθουν.
«Μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ᾿ ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν (:Μην κυριεύεστε από αγωνιώδη φροντίδα για τίποτε, αλλά για καθετί που σας παρουσιάζεται, να κάνετε γνωστά τα αιτήματά σας στον Θεό με την προσευχή και τη δέηση, οι οποίες πρέπει να συνοδεύονται και με ευχαριστία για όσα ο Θεός μας έδωσε)»[Φιλιπ.4,6]. Μία λοιπόν εκείνη η προτροπή, δηλαδή το «Ὁ Κύριος ἐγγύς(:Ο Κύριος πλησιάζει να έλθει, και Αυτός θα αποδώσει στον καθένα ό,τι του ανήκει)» και εκείνο το «Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος(:Ιδού, Εγώ που έλαβα κάθε εξουσία, θα είμαι πάντα μαζί σας βοηθός και συμπαραστάτης σας, μέχρι να τελειώσει ο αιώνας αυτός, μέχρι δηλαδή τη συντέλεια του κόσμου)» [Ματθ.28,20].
Ιδού και άλλη προτροπή που ως φάρμακο ανακουφίζει και τη λύπη και τις περιστάσεις και όλα τα δυσάρεστα πράγματα. Ποιο λοιπόν είναι αυτό; Η προσευχή, η ευχαριστία για το καθετί. Ώστε οι προσευχές δεν θέλει να είναι μόνο αιτήματα, αλλά και ευχαριστίες για εκείνα τα οποία έχουμε. Γιατί πώς θα ζητήσει κανείς τα μέλλοντα, χωρίς να αναγνωρίζει ευγνωμοσύνη για τα προηγούμενα; «Αλλά για καθετί που σας παρουσιάζεται, να κάνετε γνωστά τα αιτήματά σας στον Θεό με την προσευχή και τη δέηση, οι οποίες πρέπει να συνοδεύονται και με ευχαριστία για όσα ο Θεός μας έδωσε», λέγει. Συνεπώς πρέπει να ευχαριστούμε για όλα και για εκείνα που νομίζονται ότι προκαλούν λύπη. Αυτό πράγματι είναι χαρακτηριστικό ευγνώμονος ανθρώπου. Γιατί εκείνο βέβαια το απαιτεί η φύση των πραγμάτων, αυτό όμως προέρχεται από ψυχή που είναι ευγνώμων και βρίσκεται σε στενή σχέση με τον Θεό. Αυτές τις προσευχές αναγνωρίζει ο Θεός και τις άλλες δεν γνωρίζει. Λοιπόν έτσι να προσεύχεστε, ώστε να αναγνωρίζονται οι προσευχές σας. Γιατί τα πάντα κατευθύνει προς το συμφέρον μας, έστω και αν εμείς δεν γνωρίζουμε. Και αυτό είναι απόδειξη του ότι μας συμφέρει πολύ, δηλαδή το να μη γνωρίζουμε εμείς.
«Καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ(:Κι έτσι, όταν διώχνετε κάθε μέριμνα και εμπιστεύεστε τον εαυτό σας στη θεία Πρόνοια, η ειρήνη που έχει ο Θεός και τη μεταδίδει στους δικούς Του, της οποίας την τελειότητα δεν μπορεί να νιώσει κανένας νους, είτε ανθρώπινος είτε αγγελικός, θα φρουρήσει τις καρδιές σας και τις σκέψεις σας, εφόσον μένετε ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό)». Τι σημαίνει αυτό; «Η ειρήνη του Θεού», λέγει, «την οποία έφερε στους ανθρώπους, υπερέχει κάθε νου». Ποιος λοιπόν θα περίμενε και ποιος θα ήλπιζε ότι θα υπάρξουν τόσα αγαθά; Υπερβαίνει κάθε ανθρώπινο νου, όχι μόνο λόγο. Για όφελος των εχθρών Του, για όφελος εκείνων που Τον μισούν, εκείνων που Τον αποστρέφονται, για χάρη αυτών δεν απέφυγε να παραδώσει τον μονογενή Υιό Του, προκειμένου να συνάψει ειρήνη με τους ανθρώπους. Αυτή λοιπόν η ειρήνη, δηλαδή η συμφιλίωση, η αγάπη του Θεού «να φρουρήσει τις καρδιές σας και τις σκέψεις σας».
Αυτό αρμόζει στον διδάσκαλο, όχι μόνο να δίνει παραινέσεις, αλλά και να προσεύχεται και με δεήσεις να βοηθά ώστε ούτε από τους πειρασμούς να καταβαλλόμαστε, ούτε από την απάτη να περιφερόμαστε εδώ και εκεί. Σαν να έλεγε: «Εκείνος που σας έσωσε με τέτοιον τρόπο, που ο νους δεν μπορεί να κατανοήσει, αυτός θα σας διαφυλάξει και θα σας ασφαλίσει, ώστε να μην πάθετε τίποτε». Ή λοιπόν αυτό σημαίνει, ή ότι «η ειρήνη», την οποία λέγει ο Χριστός: «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν. μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδὲ δειλιάτω(: Φεύγω και σας αφήνω την ειρήνη. Σας δίνω τη δική μου αληθινή και βαθιά ειρήνη, την οποία ήλθα να φέρω στον κόσμο που συνταράζεται από την αμαρτία. Δεν σας δίνω εγώ μια ειρήνη υποκριτική, απατηλή και ασταθή, σαν αυτή που δίνει ο κόσμος. Ας μην ταράζεται η καρδιά σας από εσωτερικούς φόβους κι ας μη δειλιάζει από εξωτερικά φόβητρα και απειλές)» [Ιω.14,27], «αυτή θα σας φρουρήσει».
Η ειρήνη λοιπόν υπερέχει κάθε ανθρώπινο νου. Και σαν ρωτάς, «με ποιον τρόπο;». Άκου. Όταν παραγγέλλει να ειρηνεύουμε προς τους εχθρούς μας, προς εκείνους που μας αδικούν, προς εκείνους που μας έχουν πολεμήσει και που μας συμπεριφέρονται με απέχθεια, πώς δεν είναι αυτό υπεράνω του ανθρώπινου νου; Καλύτερα όμως ας εξετάσουμε το πρώτο: «Ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν(:Η ειρήνη που έχει ο Θεός και τη μεταδίδει στους δικούς Του, της οποίας την τελειότητα δεν μπορεί να νιώσει κανένας νους)». Εάν όμως η ειρήνη υπερέχει κάθε νου, κατά πολύ περισσότερο ο ίδιος ο Θεός, ο Οποίος δίνει την ειρήνη, υπερέχει κάθε νου, όχι μόνο των ανθρώπων, αλλά και των αγγέλων και των ουρανίων δυνάμεων. Και τι σημαίνει: «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ»; «Με Αυτόν θα προφυλάξει», λέγει, «ώστε να μένει κανείς σταθερός στην πίστη και να μην εκπέσει από αυτήν».
«Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια(:Και τώρα απομένει, αδελφοί μου, να σας απευθύνω και μία άλλη προτροπή: Όσα είναι αληθινά, όσα είναι σεμνά και σεβαστά, όσα είναι δίκαια)»[Φιλιπ.4,8]. Τι σημαίνει το «τὸ λοιπόν»; Αντί του: «τα πάντα έχουν λεχθεί σε σας». Η λέξη σημαίνει ότι είναι επιτακτική ανάγκη να γίνει κάτι και δεν έχει καμία σχέση προς τα παρόντα. «Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε (:Και τώρα απομένει, αδελφοί μου, να σας απευθύνω και μία άλλη προτροπή: Όσα είναι αληθινά, όσα είναι σεμνά και σεβαστά, όσα είναι δίκαια, όσα είναι αμόλυντα και αγνά, όσα είναι προσφιλή στον Θεό και στους καλούς ανθρώπους, όσα έχουν καλή φήμη, καθώς και οποιαδήποτε άλλη αρετή και οποιοδήποτε καλό έργο που είναι άξιο επαίνου, αυτά να συλλογίζεστε και να προσέχετε, για να τα εφαρμόζετε και στη ζωή σας· αυτά που μάθατε και παραλάβατε και ακούσατε με την προφορική διδασκαλία μου, καθώς και αυτά που είδατε σε όλη τη συμπεριφορά και τη διαγωγή μου, αυτά να κάνετε)»[Φιλιπ.4,8-9].
Tι σημαίνει «ὅσα προσφιλῆ»; Προσφιλή στους πιστούς, προσφιλή στον Θεό. «Ὃσα ἐστὶν ἀληθῆ (:όσα είναι αληθινά)». Γιατί πράγματι αυτά είναι αληθινά, η αρετή, και ψέμα είναι η κακία, γιατί και η ηδονή αυτής είναι ψέμα και η δόξα της είναι ψέμα και όλα τα πράγματα του κόσμου τούτου είναι ψέμα. Το «όσα είναι αγνά» αντιδιαστέλλεται προς το: «έχουν φρονήματα γήινα». Το «όσα είναι σεμνά» αντιδιαστέλλεται προς το «λατρεύουν σαν Θεό τους την κοιλία». «Όσα είναι δίκαια, όσα έχουν καλή φήμη», αυτά είναι, λέγει. «Εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος(:Οποιαδήποτε αρετή και οποιοσδήποτε έπαινος)». Εδώ θέλει να φροντίζουν αυτοί και για τις σχέσεις τους προς τους ανθρώπους.
«Αυτά να συλλογίζεστε», λέγει. Βλέπεις ότι θέλει να απομακρύνει κάθε πονηρή σκέψη από τις δικές μας ψυχές; Γιατί από τις σκέψεις γίνονται οι πονηρές πράξεις. «Αυτά που μάθατε και παραλάβατε». Αυτό είναι απόδειξη της άριστης διδασκαλίας, το να παρέχει δηλαδή σε όλες τις παραινέσεις τον εαυτό του ως παράδειγμα, όπως και σε άλλο σημείο της επιστολής λέγει: «καθὼς ἔχετε τύπον ἡμᾶς(:και να προσέχετε και να παραδειγματίζεστε από εκείνους που έχουν στη ζωή τους την υποδειγματική συμπεριφορά που σας δώσαμε κι εμείς ως πρότυπο)» [Φιλιπ.3,17]. Και πάλι εδώ λέγει: «Αυτά που μάθατε και παραλάβατε», δηλαδή, διδαχτήκατε, «και ακούσατε και είδατε σε εμένα», και στα λόγια και στις πράξεις και στη συμπεριφορά μου. Βλέπεις ότι για κάθε πράγμα καθορίζει αυτά; Αφού λοιπόν δεν ήταν δυνατόν να ακριβολογεί για όλα, και για τα εισερχόμενα και για τα εξερχόμενα και για τον λόγο και για την έκφραση και τη συναναστροφή(γιατί ο Χριστιανός οφείλει να φροντίζει για όλα αυτά), είπε σύντομα και περιληπτικά: «Σε εμένα ακούσατε και είδατε», δηλαδή, «πλησίον σε εμένα». Σαν να έλεγε: «Αυτά να πράττετε». Να μη λέγετε μόνο, αλλά και να πράττετε.
«Καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ᾿ ὑμῶν(:Και τότε ο Θεός, που είναι ο χορηγός της ειρήνης, θα είναι μαζί σας)»[Φιλιπ.4,9]. Δηλαδή εάν φυλάσσετε έτσι αυτά και έχετε ειρήνη μεταξύ σας, θα ζείτε με γαλήνη και ασφάλεια μεγάλη, δεν θα πάθετε τίποτε το θλιβερό και το ανεπιθύμητο. Γιατί όταν εμείς ειρηνεύουμε προς Αυτόν-και ειρηνεύουμε με την αρετή- πολύ περισσότερο θα είναι Αυτός μαζί μας. Γιατί Αυτός που μας αγάπησε τόσο πολύ, ώστε και χωρίς να θέλουμε μας δέχεται, αν μας δει να σπεύδουμε προς Αυτόν, δεν θα επιδείξει πιο μεγάλη φιλία;
Στην φύση του ανθρώπου τίποτε δεν είναι τόσο εχθρικό, όσο η κακία. Πώς όμως η κακία είναι εχθρός μας και φίλος η αρετή είναι φανερό από πολλά σημεία. Και, εάν θέλετε, ας εξετάσουμε αυτό πρώτα από ένα αντίθετο, την πορνεία. Η πορνεία κάνει τους ανθρώπους αισχρούς, πτωχούς, γελοίους, περιφρονημένους από όλους, αφού μεταχειρίζεται αυτά που είναι χαρακτηριστικό να μεταχειρίζονται οι εχθροί. Πολλές φορές προξένησε αυτή και νοσήματα και κινδύνους· και πολλοί χάθηκαν και τραυματίστηκαν για τις πόρνες. Εάν όμως η πορνεία προξενεί αυτά, η μοιχεία πολύ περισσότερο. Μήπως και η ελεημοσύνη είναι έτσι; Καθόλου· αλλά ως φιλόστοργη μητέρα οδηγεί το παιδί της σε κοσμιότητα πολλή, σε πειθαρχία, σε δόξα αγαθή, το κάνει να καταγίνεται σε διασκεδάσεις αναγκαίες, δεν μας εγκαταλείπει, ούτε απομακρύνει τα αναγκαία, αλλά καθιστά και την ψυχή περισσότερο συνετή. Γιατί τίποτε δεν είναι περισσότερο χωρίς σύνεση από τις πόρνες.
Μήπως όμως θέλετε να δούμε την πλεονεξία; Και αυτή μας μεταχειρίζεται, όπως θα μας μεταχειριζόταν ο εχθρός. Πώς; Μας κάνει μισητούς από όλους. Μας κάνει όλους να καυχιόμαστε και αυτούς που έχουν αδικηθεί και αυτούς που δεν έχουν, σε εκείνους επειδή συμπονούν, αλλά φοβούνται για τον εαυτό τους. Όλοι μας βλέπουν ως κοινούς εχθρούς, ως θηρία, ως δαίμονες· από παντού πολλές κατηγορίες, επιβουλές, φθόνοι, πράγματα που ανήκουν στους εχθρούς. Αντίθετα όμως η δικαιοσύνη όλους τους κάνει φίλους, όλους οικείους, όλους τους καθιστά ευνοϊκούς απέναντί μας· από όλους γίνονται προσευχές για μας. Εξαιτίας τούτου όλα τα δικά μας βρίσκονται σε μεγάλη ασφάλεια, δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος, καμία υποψία, ακόμη και ο ύπνος έρχεται χωρίς φόβο, με ασφάλεια· δεν υπάρχει καμία φροντίδα, καμία στενοχώρια.
Βλέπεις ότι αυτή είναι περισσότερο πιο καλή; Πες μου, όμως, τι είναι καλύτερο; Το να φθονούμε ή το να χαιρόμαστε με τους άλλους; Ας εξετάσουμε όλα αυτά και θα διαπιστώσουμε ότι η αρετή σαν μητέρα πραγματικά φιλόστοργη μάς προφυλάσσει, ενώ η κακία μας οδηγεί σε κινδύνους, πράγμα που είναι επισφαλές και επικίνδυνο. Άκου τον προφήτη που λέει: «Κραταίωμα Κύριος τῶν φοβουμένων αὐτόν, καὶ ἡ διαθήκη αὐτοῦ δηλώσει αὐτοῖς(:Ο Κύριος γίνεται πανίσχυρος βοηθός σε όσους Τον σέβονται˙ κι αυτό το αποδεικνύει φανερά η διαθήκη που έκανε γι’ αυτούς, όπου με ρητές και αδιάψευστες υποσχέσεις ανέλαβε την προστασία τους)» [Ψαλμ.24,14]. Δεν φοβάται κανέναν εκείνος που δεν συναισθάνεται τίποτε το πονηρό. Δεν έχει θάρρος σε κανένα πάλι εκείνος που ζει μέσα στην κακία, αλλά τρέμει και τους δούλους και τους βλέπει με υποψία. Γιατί όμως λέγω τους δούλους; Δεν αντέχει το δικαστήριο της συνειδήσεως. Όχι μόνο οι έξω, αλλά και οι σκέψεις μέσα του τον χτυπούν και δεν τον αφήνουν να ηρεμήσει. «Τι λοιπόν;», λέγει ίσως κάποιος: «Πρέπει να ζει κανείς αποβλέποντας σε επαίνους;». Δεν είπε: «Πρόσεχε τον έπαινο», αλλά «και τα αξιέπαινα έργα να κάνεις και να μην αποβλέπεις μόνο στον έπαινο». «Όσα είναι αληθινά»· γιατί αυτά είναι ψέμα. «Όσα είναι σεμνά»· το σεμνό είναι έργο της έξω δυνάμεως, το δε αγνό της ψυχής.
«Να μη σκανδαλίζετε», λέγει, «ούτε να δίνετε αφορμή». Επειδή είπε: «Όσα έχουν καλή φήμη», για να μη νομίσεις ότι τα ανθρώπινα μόνο λέγει, πρόσθεσε: «Οποιαδήποτε αρετή και οποιονδήποτε έπαινο, αυτά να συλλογίζεστε, αυτά να πράττετε». Παντοτινά με αυτά θέλει να ασχολούμαστε, αυτά να φροντίζουμε, αυτά να σκεφτόμαστε. Γιατί αν συμβαίνει να έχουμε ειρήνη μεταξύ μας, και ο Θεός θα είναι μαζί μας. Αν όμως κάνουμε πόλεμο, ο Θεός της ειρήνης δεν θα είναι μαζί μας. Γιατί τίποτε δεν είναι τόσο εχθρικό στην ψυχή, όσο η κακία· και τίποτε πάλι δεν ασφαλίζει αυτήν, όσο η ειρήνη και η αρετή.
Συνεπώς εμείς πρέπει να κάνουμε την αρχή και τότε θα προσελκύσουμε τον Θεό. Δεν είναι ο Θεός του πολέμου και της μάχης. Ας καταργήσεις λοιπόν τον πόλεμο και τη μάχη, και αυτήν που κάνεις προς Αυτόν και αυτήν που κάνεις προς τον πλησίον. Να είσαι ειρηνικός προς όλους. Κατανόησε ποιους σώζει ο Θεός: «Μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί(:Μακάριοι είναι εκείνοι που έχουν μέσα τους την ειρήνη που προέρχεται από τον αγιασμό της ψυχής και τη μεταδίδουν και στους άλλους, ειρηνεύοντάς τους και με τους συνανθρώπους τους και με τον Θεό)», λέγει, «ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται (:διότι αυτοί θα αναγνωριστούν και θα ανακηρυχτούν στον ουράνιο κόσμο υιοί του Θεού)» [Ματθ.5,9]. Οι ειρηνεύοντες με όλους μιμούνται πάντοτε τον Υιό του Θεού, να μιμηθείς και εσύ Αυτόν. Να ζήσεις ειρηνικά. Όσο περισσότερο σε πολεμεί ο αδελφός, τόσο μεγαλύτερος θα είναι ο μισθός σου. Γιατί άκουε τον προφήτη που λέγει: «Μετὰ τῶν μισούντων τὴν εἰρήνην ἤμην εἰρηνικός(:Με εκείνους που μισούν την ειρήνη, ήμουν ειρηνικός)»[Ψαλμ.119,7]. Αυτό είναι αρετή, αυτό είναι ανώτερο από τον ανθρώπινο νου, αυτό συντελεί να πλησιάζει ο άνθρωπος τον Θεό.
Δεν ευχαριστεί τίποτε τόσο τον Θεό, όσο το να μην είσαι μνησίκακος. Αυτό σε συγχωρεί τα αμαρτήματά σου, αυτό σε απαλλάσσει από τις κατηγορίες. Αν όμως πολεμούμε και μαχόμαστε, απομακρυνόμαστε από τον Θεό. Γιατί από τη μάχη προέρχονται οι έχθρες, από την έχθρα οι μνησικακίες. Κόψε βαθιά τη ρίζα και δεν θα υπάρχει ο καρπός· έτσι θα μάθουμε να περιφρονούμε τα επίγεια πράγματα. Γιατί δεν υπάρχει, πράγματι δεν υπάρχει στα πνευματικά μάχη, αλλά όπου αν δεις να γίνεται ή μάχη ή φθόνος ή οτιδήποτε θα μπορούσε να πει κανείς, γίνεται εξαιτίας των επιγείων· έτσι κάθε μάχη έχει την αρχή της ή στην πλεονεξία ή στον φθόνο ή στη ματαιοδοξία. Αν λοιπόν ζήσουμε ειρηνικά, θα μάθουμε να περιφρονούμε και τα επίγεια. Έκλεψε κάποιος τα χρήματα; Δεν έκανε όμως κανένα αδίκημα, αρκεί να μην αρπάξει τον ουράνιο πλούτο, θα πει κάποιος. Εμπόδισε τη δόξα σου; Όχι όμως τη δόξα προς τον Θεό, αλλά αυτήν που δεν έχει καμία αξία, γιατί ούτε δόξα είναι αυτή, αλλά όνομα δόξας, καλύτερα όμως και κακή δόξα. Έκλεψε την τιμή σου; Όχι όμως τη δική σου, αλλά τη δική του. Όπως ακριβώς εκείνος που αδικεί, πραγματικά δεν αδικεί, αλλά αδικείται, έτσι και εκείνος που επιβουλεύεται τον πλησίον, καταστρέφει πρώτα τον εαυτό του· γιατί «ὁ ὀρύσσων βόθρον εἰς αὐτὸν ἐμπεσεῖται(:όποιος ανοίγει λάκκο για τον πλησίον του, πέφτει σε αυτόν ο ίδιος μέσα)» [Εκκλ.10,8].
Ας μην επιβουλευόμαστε, λοιπόν, τους άλλους, για να μη βλάπτουμε τον εαυτό μας. Όταν θα υπονομεύσουμε τη δόξα των άλλων, ας κατανοήσουμε ότι βλάπτουμε τους εαυτούς μας, ότι περισσότερο επιβουλευόμαστε τους εαυτούς μας. Γιατί, αν γίνουμε ισχυροί, βλάπτουμε ενδεχομένως εκείνον ενώπιον των ανθρώπων, αδικούμε όμως τους εαυτούς μας ενώπιον του Θεού, επειδή Τον παροργίζουμε. Ας μη βλάπτουμε λοιπόν τους εαυτούς μας. Γιατί όπως ακριβώς όταν αδικούμε τους πλησίον, αδικούμε τους εαυτούς μας, έτσι όταν τους ευεργετούμε, ευεργετούμε τους εαυτούς μας. Όταν λοιπόν σε βλάψει ο εχθρός σου, αφού σκεφτείς ότι σε ευεργέτησε, να μην ανταποδώσεις μόνο τα ίσα σε αυτόν, αν είσαι συνετός, αλλά και να τον ευεργετήσεις. «Αλλά το χτύπημα παραμένει αποτελεσματικό», θα πει κάποιος. Κατανόησε λοιπόν το εξής, ότι δηλαδή δεν ευεργετείς εκείνον, αλλά ότι τιμωρείς εκείνον, ευεργετείς όμως τον εαυτό σου, και γρήγορα θα τρέξεις για να ευεργετήσεις. Τι λοιπόν; «Πρέπει να ευεργετούμε», λέγει, «με τέτοιο σκοπό;» Δεν πρέπει να ενεργούμε έτσι, όταν όμως δεν το ανέχεται η καρδιά, έστω με τέτοιο σκοπό, ώθησέ την και γρήγορα θα την πείσεις να αφήσει την έχθρα και στη συνέχεια θα ευεργετήσεις ως φίλο τον εχθρό σου.
Έτσι θα επιτύχεις τα μέλλοντα αγαθά, τα οποία είθε όλοι μας να επιτύχουμε με τη βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο στον Πατέρα και στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη, η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην προς Φιλιππησίους επιστολήν, ομιλία ΙΔ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1983, τόμος 22, σελίδες 28-43.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ [:Ιω. 12,1-18]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΙΚΗ ΕΙΣΟΔΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ
«Ὁ οὖν Ἰησοῦς πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ(:Ο Ιησούς λοιπόν, χωρίς να εμποδιστεί από την επιβουλή των εχθρών Του, έξι ημέρες πριν από την εορτή του Πάσχα ήλθε στη Βηθανία, όπου έμενε ο Λάζαρος που είχε πεθάνει και ο Κύριος τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς. Οι συγγενείς λοιπόν του Λαζάρου, επειδή αισθάνονταν μεγάλο σεβασμό και ευγνωμοσύνη προς τον Ιησού για το θαύμα που είχε επιτελέσει, Του έκαναν δείπνο εκεί, και η Μάρθα υπηρετούσε. Ο Λάζαρος μάλιστα ήταν ένας από εκείνους που κάθονταν και έτρωγαν στο τραπέζι μαζί Του)»[Ιω.12,1-2].
Αυτό κυριότατα ήταν σημείο της πραγματικής του αναστάσεως, το ότι δηλαδή ο Λάζαρος μετά από πολλές ημέρες και ζει και τρώει. Εκ τούτου είναι φανερό ότι στην οικία της Μάρθας παρατέθηκε το γεύμα· διότι επειδή ήσαν φίλοι και αγαπητοί, υποδέχονται τον Ιησού. Μερικοί όμως υποστηρίζουν ότι σε ξένη οικία έλαβε χώρα αυτό το γεύμα.
Η Μαρία όμως δεν διακονούσε· διότι ήταν μαθήτρια. Πάλι εδώ αυτή ενεργεί κατά τρόπο πνευματικότερο· δηλαδή δεν διακονούσε ως προσκεκλημένη, ούτε παρέχει την υπηρεσία προς όλους, αλλά σε Αυτόν μόνον αποδίδει την τιμή, και δεν προσέρχεται σε Αυτόν ως σε άνθρωπο αλλά ως σε Θεό· διότι το μύρο γι’ αυτόν τον λόγο το έχυσε στα πόδια Του και το σφούγγισε με τις τρίχες της κεφαλής της, πράγματα τα οποία είναι χαρακτηριστικά μιας γυναίκας η οποία δεν είχε περί Αυτού την ίδια γνώμη που είχαν οι πολλοί.
Την επιτίμησε όμως ο Ιούδας, υπό το πρόσχημα δήθεν της ευλαβείας[Ιω.12,4-6: « Ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι·διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ᾿ ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν(:Ύστερα λοιπόν από την πράξη αυτή της Μαρίας είπε ένας από τους μαθητές Του, ο Ιούδας ο γιος του Σίμωνος, ο Ισκαριώτης, εκείνος που σκόπευε να Τον προδώσει και να Τον παραδώσει στους σταυρωτές Του: ‘’Αντί να χυθεί και να σπαταληθεί άσκοπα το μύρο αυτό, γιατί δεν πουλήθηκε στην τιμή των τριακοσίων δηναρίων, δηλαδή τριακοσίων ημερομισθίων, και δεν δόθηκε το αντίτιμό του ελεημοσύνη στους φτωχούς;’’. Και το είπε αυτό, όχι γιατί ενδιαφερόταν για τους φτωχούς, αλλά διότι ήταν κλέφτης˙ και καθώς διαχειριζόταν το κοινό ταμείο και είχε το κουτί των συνεισφορών, κρατούσε κρυφά για τον εαυτό του από τα χρήματα που έριχναν σε αυτό)»].
Και τι του λέγει λοιπόν ο Χριστός; «Ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό(:Άφησε αυτήν ήσυχη και μην την κατηγορείς. Η γυναίκα αυτή, σαν να προαισθανόταν ότι σε λίγες μέρες πρόκειται να ενταφιαστώ, φύλαξε το μύρο αυτό για να μου το προσφέρει, προαναγγέλλοντας έτσι συμβολικά την ετοιμασία του σώματός μου με μύρο την ημέρα της ταφής μου)»[Ιω.12,7]. Αλλά γιατί άραγε δεν έλεγξε τον μαθητή γι’ αυτό που είπε για την γυναίκα, ούτε είπε αυτό, το οποίο είπε ο Ευαγγελιστής, ότι δηλαδή λόγω της τάσεώς του να κλέβει, επιτιμούσε την γυναίκα; Ήθελε με την πολλή Του μακροθυμία να τον κάνει να αισθανθεί ντροπή· διότι γνώριζε ότι ήταν προδότης, εξαρχής έλεγξε αυτόν πολλές φορές, όταν είπε «ἀλλ᾿ εἰσὶν ἐξ ὑμῶν τινες οἳ οὐ πιστεύουσιν(:αλλά είναι μερικοί από σας που δεν πιστεύουν στα λόγια μου, και γι’ αυτό, αντί να ζωοποιούνται, σκανδαλίζονται απ’ αυτά)»[Ιω.6,64] και «ἐξ ὑμῶν εἷς διάβολός ἐστιν(:κι όμως ένας από σας, επειδή έγινε όργανο του διαβόλου, εξομοιώθηκε με τον διάβολο)»[Ιω.6,70]. Λοιπόν έδειξε μεν ότι γνωρίζει αυτόν ως προδότη, δεν τον έλεγξε όμως φανερά, αλλά φάνηκε συγκαταβατικός και τον συγχώρησε, επειδή ήθελε να τον επαναφέρει στον ορθό δρόμο.
Πώς λοιπόν άλλος Ευαγγελιστής λέγει ότι όλοι οι μαθητές είπαν τα λόγια αυτά του Ιούδα;[Ματθ.26,8-9: «Ἰδόντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠγανάκτησαν λέγοντες· εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη; ἠδύνατο γὰρ τοῦτο τὸ μύρον πραθῆναι πολλοῦ καὶ δοθῆναι τοῖς πτωχοῖς(:Όταν όμως το είδαν αυτό οι μαθητές, αγανάκτησαν κι έλεγαν: ‘’Γιατί να γίνει αυτή η άσκοπη και χαμένη σπατάλη του πολύτιμου αυτού μύρου; Διότι το μύρο αυτό μπορούσε να πουληθεί ακριβά και το αντίτιμό του να δοθεί στους φτωχούς’’)» και Μάρκ.14,3: «Ἦσαν δέ τινες ἀγανακτοῦντες πρὸς ἑαυτοὺς λέγοντες· εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη τοῦ μύρου γέγονεν; ἠδύνατο γὰρ τοῦτο τὸ μύρον πραθῆναι ἐπάνω τριακοσίων δηναρίων καὶ δοθῆναι τοῖς πτωχοῖς· καὶ ἐνεβριμῶντο αὐτῇ (:Ήταν όμως μερικοί απ’ τους μαθητές οι οποίοι ιδιαιτέρως μεταξύ τους εξέφρασαν την αγανάκτησή τους και έλεγαν: ‘’Γιατί έγινε αυτή η άσκοπη σπατάλη του πολύτιμου αυτού μύρου; Διότι θα μπορούσε το μύρο αυτό να πουληθεί περισσότερο από τριακόσια δηνάρια, και το αντίτιμό του να δοθεί στους φτωχούς’’. Και επέπλητταν τη γυναίκα αυτή)». Και όλοι είπαν τα λόγια εκείνα, και εκείνος· αλλά οι άλλοι όχι με την ίδια υστερόβουλη πρόθεση.
Εάν επίσης κανείς εξέταζε για ποιο λόγο άραγε ανέθεσε το κιβώτιο των φτωχών σε εκείνον ο οποίος ήταν κλέπτης, και τον έκανε διαχειριστή των χρημάτων αυτών, ενώ ήταν φιλάργυρος, εμείς θα μπορούσαμε εκείνο να πούμε, ότι τον μεν απόρρητο λόγο ο Θεός τον γνωρίζει, εάν όμως πρέπει να κάνουμε και εμείς κάποια σκέψη, το έκανε για να του αφαιρέσει οποιαδήποτε δικαιολογία· διότι δεν μπορούσε να πει ότι το έκανε αυτό από αγάπη προς τα χρήματα (καθόσον μπορούσε να ικανοποιήσει την επιθυμία του από το χρηματοκιβώτιο), αλλά εξαιτίας της πολλής πονηρίας του, που ήθελε ο Χριστός να την ανακόψει,επιδεικνύοντας πολλή συγκατάβαση απέναντί του. Γι’ αυτό δεν τον κατηγορούσε ότι έκλεβε, αν και βέβαια το γνώριζε αυτό, θέλοντας να καταστείλει την πονηρή του επιθυμία και να του αφαιρέσει οποιαδήποτε δικαιολογία.
«Εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς· ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό(:Όταν λοιπόν ο Ιησούς άκουσε τον Ιούδα να επικρίνει την Μαρία, του είπε: ‘’Άφησέ την ήσυχη και μην την κατηγορείς. Η γυναίκα αυτή, σαν να προαισθανόταν ότι σε λίγες μέρες πρόκειται να ταφώ, φύλαξε το μύρο αυτό για να μου το προσφέρει, προαναγγέλλοντας έτσι συμβολικά την ετοιμασία του σώματός μου με μύρο την ημέρα της ταφής μου’’)»[Ιω. 12,7].Πάλι υπενθύμισε σε αυτόν την ιδιότητα του προδότη, όταν μίλησε περί ενταφιασμού. Αλλά δεν τον συγκινεί καθόλου ο έλεγχος αυτός τον Ιούδα, ούτε τον καθιστά ηπιότερο απέναντι στον Διδάσκαλο που επρόκειτο να προδώσει και να οδηγήσει στον θάνατο, αν και ήταν αρκετός αυτός ο έλεγχος του Κυρίου που έδειχνε έτσι και ότι προγνώριζε τι επρόκειτο σε λίγο να κάνει ο Ιούδας, για να προκαλούσε σε αυτόν τον οίκτο για τον Ιησού· ήταν σαν να έλεγε ο Ιησούς: «Επαχθής είμαι για σένα και ενοχλητικός, αλλά να περιμένεις λίγο και θα φύγω από αυτόν τον κόσμο». Καθόσον αυτό εννοούσε όταν έλεγε «ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε(:εμένα δεν με έχετε πάντοτε)»[Ιω.12,8].
Αλλά όμως τίποτε από αυτά δεν έκαμψε τον θηριώδη και μαινόμενο μαθητή, αν και βέβαια από αυτά πολύ περισσότερα και είπε και έκανε και τα πόδια του τού ένιψε ο Ιησούς την ίδια νύκτα και από την τράπεζα του Μυστικού Δείπνου του έδωσε να φάγει μαζί με τους άλλους, πράγμα το οποίο συνήθως και τις ληστρικές ψυχές τις συγκρατεί (και άλλα λόγια είπε ικανά και πέτρα να μαλάκωναν) και αυτό όχι προ πολλού χρόνου, αλλά κατά την ίδια ημέρα για να μη δημιουργήσει λήθη ο χρόνος· ωστόσο, στάθηκε ασυγκίνητος από όλα ο Ιούδας.[…]
«Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ᾿ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν(:Από το δείπνο λοιπόν αυτό και απ’ όσα συνέβησαν σε αυτό, πολύς λαός από τους Ιουδαίους έμαθε ότι ο Ιησούς βρισκόταν στη Βηθανία. Και ήλθαν εκεί όχι μόνο για τον Ιησού, αλλά για να δουν και τον Λάζαρο, τον οποίο είχε αναστήσει από τους νεκρούς)»[Ιω.12,9].
Όπως ο πλούτος εκείνους, οι οποίοι δεν προσέχουν, συνήθως τους εκτραχηλίζει, έτσι και η εξουσία· διότι ο πλούτος μεν οδηγεί στην πλεονεξία, ενώ η εξουσία στην αλαζονεία. Πρόσεχε λοιπόν ότι το πλήθος των Ιουδαίων, που είναι υπό εξουσία, υγιαίνει, ενώ οι άρχοντές του έχουν διαφθαρεί. Διότι ως προς το ότι πολλοί από το πλήθος πίστευαν σε Αυτόν, το αναφέρουν συνεχώς οι Ευαγγελιστές, λέγοντας ότι «πολλοὶ δὲ ἐκ τοῦ ὄχλου ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν πίστεψαν σε Αυτόν)»[Ιω.7,31],από τους άρχοντες όμως δεν πίστευαν.
Και αυτοί οι ίδιοι οι άρχοντες λένε, όχι το πλήθος του λαού, τα εξής: «Μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν;(:Μήπως πίστεψε σε αυτόν κανείς απ’ τους άρχοντες, που είναι οι μόνοι αρμόδιοι να κρίνουν τα θρησκευτικά ζητήματα, ή απ’ τους Φαρισαίους, που είναι άγρυπνοι φύλακες των παραδόσεων και της αληθινής πίστεως😉»[Ιω.7,48]. Αλλά τι προσθέτουν; «Ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπικατάρατοί εἰσι!(:Κανείς απ’ αυτούς δεν πίστεψε, παρά μόνον αυτός ο όχλος, που δεν ξέρει τον νόμο και γι’ αυτό είναι όλοι τους καταραμένοι)»[Ιω.7,49]. Εκείνους, οι οποίοι πίστευαν, τους αποκαλούσαν «καταραμένους», ενώ τους εαυτούς τους, οι οποίοι έκαναν φόνους, «συνετούς».
Και στην περίπτωση αυτή, αφού είδαν το θαύμα, πίστευαν πολλοί, ενώ οι άρχοντες δεν αρκούνταν μόνο στα δικά τους κακά, αλλά επιχειρούσαν και τον Λάζαρο να φονεύσουν [βλ. Ιω. 12,10-11: «Ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι᾿ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν(:Μετά όμως απ’ αυτό, οι αρχιερείς αποφάσισαν να σκοτώσουν και τον Λάζαρο, διότι εξαιτίας του πολλοί από τους Ιουδαίους πήγαιναν στη Βηθανία για να βεβαιωθούν αν πραγματικά αναστήθηκε από τους νεκρούς. Κι όταν το διαπίστωναν αυτό, πίστευαν στον Ιησού)»]. Έστω: τον Χριστό ήθελαν να Τον θανατώσουν, διότι κατέλυε το Σάββατο, διότι έκαμε τον εαυτό Του ίσο με τον Πατέρα, και εξαιτίας των Ρωμαίων, κατά τους ισχυρισμούς τους, αλλά τον Λάζαρο με ποια κατηγορία, ήθελαν να τον θανατώσουν; Μήπως άραγε το ότι ευεργετήθηκε ήταν έγκλημα;
Βλέπεις πως είναι φονική η πρόθεσή τους; Και όμως πολλά θαύματα επιτέλεσε ο Ιησούς, όμως κανένα από αυτά τόσο πολύ δεν τους εξαγρίωσε, ούτε ο παράλυτος που θεραπεύθηκε, ούτε ο τυφλός που ξαναβρήκε την όρασή του· διότι αυτό και ως προς τη φύση ήταν πιο θαυμαστό και είχε γίνει μετά από πολλά άλλα, και ήταν παράδοξο να δει κανείς άνθρωπο που για τέσσερις μέρες ήταν νεκρός, να περιπατεί και να ομιλεί.
Καλά και ωραία βέβαια -δεν είναι;- της εορτής τα κατορθώματα, να αναμιγνύουν την πανήγυρη με φόνους…
Άλλωστε, στην περίπτωση εκείνη της θεραπείας του εκ γενετής τυφλού, θεωρούσαν καλό να Τον κατηγορούν για το Σάββατο, και έτσι να απομακρύνουν το πλήθος από Αυτόν, ενώ σε αυτή την περίπτωση, επειδή δεν είχαν να Τον κατηγορήσουν για τίποτα, στρέφουν την προσπάθειά τους εναντίον του ανθρώπου που θεραπεύθηκε· διότι εδώ δεν μπορούσαν να πουν ούτε και ότι αντιτίθεται στον Πατέρα· καθόσον η προσευχή τούς αποστόμωνε[βλ. Ιω. 11,41-42: «Ἦραν οὖν τὸν λίθον οὗ ἦν ὁ τεθνηκὼς κείμενος. ὁ δὲ Ἰησοῦς ἦρε τοὺς ὀφθαλμοὺς ἄνω καὶ εἶπε· πάτερ, εὐχαριστῶ σοι ὅτι ἤκουσάς μου. ἐγὼ δὲ ᾔδειν ὅτι πάντοτέ μου ἀκούεις· ἀλλὰ διὰ τὸν ὄχλον τὸν περιεστῶτα εἶπον, ἵνα πιστεύσωσιν ὅτι σύ με ἀπέστειλας(:Μετά λοιπόν από την παρατήρηση αυτή του Κυρίου έβγαλαν την πέτρα από την είσοδο του σπηλαίου, όπου βρισκόταν ο νεκρός. Ο Ιησούς τότε ύψωσε τα μάτια Του στον ουρανό και είπε: ‘’Πάτερ, είμαι βέβαιος ότι θα συντελεστεί αμέσως το θαύμα και σε ευχαριστώ που με άκουσες. Εγώ το ήξερα ότι πάντοτε με ακούς. Αλλά είπα μεγαλόφωνα το «ευχαριστώ», για να το ακούσει ο λαός που στέκεται γύρω μου. Και έτσι αφού όλοι αυτοί δουν πόση βεβαιότητα έχω ότι θα εισακουστώ, να πιστέψουν ότι Εσύ με απέστειλες, όταν ακολουθήσει το θαύμα’’)»].
Επειδή λοιπόν και η κατηγορία την οποία διατύπωναν πάντοτε, είχε γίνει εντελώς ανυπόστατη πλέον και το θαύμα ήταν καταφανές, στρέφονται προς τον φόνο. Ώστε και στον τυφλό θα μπορούσαν να κάνουν το ίδιο και να επιδίωκαν να θανατώσουν και τον θεραπευμένο τυφλό, εάν δεν είχαν να Τον κατηγορήσουν για το Σάββατο. Άλλωστε εκείνος μεν (ο τυφλός) ήταν άσημος, και τον εκδίωξαν από το ιερό, ο Λάζαρος όμως ήταν επιφανής· και τούτο γίνεται φανερό από το ότι πολλοί ήλθαν για να παρηγορήσουν τις αδελφές του· και το θαύμα συντελέστηκε παρουσία όλων, και με εντελώς παράδοξο τρόπο. Για τον λόγο αυτό έτρεχαν όλοι να δουν.
Αυτό λοιπόν τους ενοχλούσε και τους ερέθιζε, το ότι ενώ είχε αρχίσει η εορτή στα Ιεροσόλυμα, όλοι αφού την άφησαν, ήρθαν στη Βηθανία. Επιχείρησαν λοιπόν να φονεύσουν τον Λάζαρο, και δε φαίνονταν ότι τολμούν να προβούν σε σχετική ενέργεια· τόσο αιμοδιψείς ήταν. Και για τον λόγο αυτό ο νόμος από αυτή τη φράση αρχίζει: «Οὐ φονεύσεις» [Έξ. 20,13] και ο Θεός διαμέσου του προφήτη Ησαΐα, γι’ αυτό τους κατηγορεί: «Ὅταν ἐκτείνητε τὰς χεῖρας ὑμῶν πρός με, ἀποστρέψω τοὺς ὀφθαλμούς μου ἀφ᾿ ὑμῶν, καὶ ἐὰν πληθύνητε τὴν δέησιν, οὐκ εἰσακούσομαι ὑμῶν· αἱ γὰρ χεῖρες ὑμῶν αἵματος πλήρεις(:Όταν υψώνετε ικετευτικά τα χέρια σας προς Εμένα και ζητείτε την βοήθειά μου, Εγώ θα γυρίζω αλλού τα μάτια μου από σας με αποστροφή. Και εάν πολλαπλασιάσετε και παρατείνετε τις δεήσεις σας, δεν θα σας ακούσω, διότι τα χέρια σας είναι γεμάτα από αίματα αθώων)» [Ησ. 1,15].
Πώς λοιπόν ο Κύριος, ενώ δεν κυκλοφορούσε φανερά στην Ιουδαία και αναχωρούσε στην έρημο, πάλι εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα με θάρρος; Αφού έσβησε τον θυμό τους με την αναχώρησή Του, επιστρέφει πλέον αφού είχε καταπαύσει ο θυμός τους. Άλλωστε το πλήθος το οποίο βάδιζε μπροστά Του και αυτό το οποίο Τον ακολουθούσε, ήταν αρκετό για να τους δημιουργήσουν αγωνία και ανησυχία· διότι κανένα άλλο θαύμα δεν τους προσέλκυσε τόσο, όσο το θαύμα της αναστάσεως του Λαζάρου.
Και άλλος επίσης Ευαγγελιστής συμπληρώνει ότι «πορευομένου δὲ αὐτοῦ ὑπεστρώννυον τὰ ἱμάτια αὐτῶν ἐν τῇ ὁδῷ(:και καθώς ο Κύριος προχωρούσε, άλλοι μαθητές και συνοδοί Του έστρωναν κάτω στον δρόμο τα ρούχα τους, για να περάσει πάνω από αυτά)»[Λουκ. 19,36]· και ότι «καὶ εἰσελθόντος αὐτοῦ εἰς Ἱεροσόλυμα ἐσείσθη πᾶσα ἡ πόλις λέγουσα· τίς ἐστιν οὗτος;(:και όταν ο Ιησούς μπήκε στα Ιεροσόλυμα, ξεσηκώθηκαν όλοι οι κάτοικοι της πόλεως λέγοντας: ‘’Ποιος είναι αυτός;”)»[ Ματθ.21,10]· με τόση μεγάλη τιμή εισερχόταν στην πόλη της Ιερουσαλήμ.
Και το έκανε αυτό αφενός μεν προτυπώνοντας προφητεία, αφετέρου δε εκπληρώνοντας προφητεία, και το ίδιο πράγμα υπήρξε αρχή της μιας προφητείας και τέλος της άλλης· διότι το μεν «Εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών, ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον καὶ πῶλον υἱὸν ὑποζυγίου(:Πείτε στη θυγατέρα Σιών, δηλαδή την Ιερουσαλήμ: ‘’ιδού ο βασιλιάς σου, ο Μεσσίας, έρχεται σε σένα πράος και καθισμένος πάνω σε γαϊδούρι και σε πουλάρι, γέννημα ζώου που μπήκε σε ζυγό’’)»[Ματθ. 21,5] και «Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ Ἱερουσαλήμ· ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός, πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον(:Χαίρε λοιπόν παρά πολύ, κόρη μου Σιών, διαλάλησε Ιερουσαλήμ· ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται σε σένα δίκαιος, λυτρωτής και σωτήρας, πράος, καθισμένος επάνω σε ένα υποζύγιο, σε ένα νεαρό πουλάρι)»[Ζαχ.9,9] ήταν σημείο εκπληρώσεως προφητείας, το να καθίσει όμως επάνω σε όνο, ήταν πράγμα που προδιατύπωνε το μέλλον, ότι δηλαδή επρόκειτο να έχει υπό την εξουσία Του το ακάθαρτο ως τότε γένος των εθνικών[:των ειδωλολατρών].
Και πώς γίνεται να λένε οι άλλοι Ευαγγελιστές ότι έστειλε μαθητές και τους είπε «Πορεύθητε εἰς τὴν κώμην τὴν ἀπέναντι ὑμῶν, καὶ εὐθέως εὑρήσετε ὄνον δεδεμένην καὶ πῶλον μετ᾿ αὐτῆς· λύσαντες ἀγάγετέ μοι(:Πηγαίνετε στο χωριό που βλέπετε απέναντί σας, κι αμέσως θα βρείτε ένα θηλυκό γαϊδούρι δεμένο κι ένα πουλάρι μαζί του. Λύστε το και φέρτε μου και τα δύο εδώ)»[ Ματθ.21,2] και Μάρκ.11,2: «Ὑπάγετε εἰς τὴν κώμην τὴν κατέναντι ὑμῶν, καὶ εὐθέως εἰσπορευόμενοι εἰς αὐτὴν εὑρήσετε πῶλον δεδεμένον, ἐφ᾿ ὃν οὐδεὶς ἀνθρώπων κεκάθικε· λύσαντες αὐτὸν ἀγάγετε(:Πηγαίνετε στο απέναντί σας χωριό, και αμέσως μόλις θα μπαίνετε σε αυτό, θα βρείτε ένα πουλάρι δεμένο, πάνω στο οποίο δεν έχει καθίσει κανένας άνθρωπος μέχρι τώρα. Λύστε το και φέρτε το εδώ)», ενώ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν λέγει τίποτε παρόμοιο, αλλά ότι αφού βρήκε ένα μικρό γαϊδουράκι, κάθισε πάνω σε αυτό; Διότι και τα δύο ήταν δυνατόν να συμβούν, δηλαδή και να έλυσαν το γαϊδουράκι οι μαθητές, και να το οδηγούσαν, και να το βρήκε έπειτα ο Ιησούς και να κάθισε στη συνέχεια επάνω σε αυτό.
Και έλαβαν τα βάια από τους φοίνικες και τις ελιές και έστρωσαν τα ενδύματά τους , δείχνοντας ότι είχαν πλέον για Αυτόν ανώτερη γνώμη από ό,τι για προφήτη και έλεγαν: «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ(:Δόξα και τιμή σε Αυτόν που υποδεχόμαστε! Ευλογημένος και δοξασμένος να είναι αυτός που έρχεται απεσταλμένος από τον Κύριο ως αντιπρόσωπός Του. Αυτός είναι ο ένδοξος βασιλιάς του Ισραήλ, που τόσο καιρό περιμέναμε)» [Ιω. 12,13]. Βλέπεις ότι αυτό προπάντων τους κατέπνιγε τους άρχοντες των Ιουδαίων, το ότι δηλαδή είχαν πειστεί όλοι ότι ο Ιησούς δεν ήταν αντίθετος προς τον Θεό; Και τούτο κυρίως δίχαζε τον λαό, το να λέγει Αυτός ότι είχε έλθει εκ μέρους του Πατρός;
Τι σημαίνει λοιπόν η φράση από την προφητεία του Ζαχαρία: «Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών(:Να χαίρεσαι λοιπόν παρά πολύ, κόρη μου Σιών)»[Ζαχ. 9,9]; Επειδή όλοι οι βασιλείς τους ήταν κατά το πλείστον άδικοι και πλεονέκτες, και αυτούς τους υπηκόους τους είχαν παραδώσει στους εχθρούς τους και διέστρεφαν το πλήθος και τους παρέδιδαν ομήρους και υπόλογους απέναντι στους εχθρούς, λέγει ο προφήτης Ζαχαρίας : «Έχε θάρρος· Αυτός δεν είναι τέτοιος, αλλά είναι πράος και επιεικής· και αυτό καθίσταται φανερό από το γαϊδουράκι· διότι δεν μπήκε μέσα στην πόλη ακολουθούμενος από στρατό, αλλά έχοντας μονάχα ένα γαϊδουράκι».
«Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ᾿ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ᾿ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ(:Τι σημαίνουν όμως τα λόγια αυτά του Ζαχαρία δεν κατάλαβαν οι μαθητές Του από την αρχή, την ώρα της θριαμβευτικής Του αυτής εισόδου, αλλά όταν ο Ιησούς δοξάσθηκε με την Ανάστατη και την Ανάληψή Του. Τότε φωτίστηκαν από το Άγιο Πνεύμα και θυμήθηκαν ότι τα προφητικά αυτά λόγια του Ζαχαρία ήταν γι’ Αυτόν γραμμένα. Και οι ίδιοι είχαν κάνει μια τέτοια υποδοχή για τον Ιησού και είχαν συνεργαστεί, χωρίς να το καταλαβαίνουν, ώστε να εκπληρωθούν ακριβώς τα προφητικά αυτά λόγια)»[Ιω.12,16].
Βλέπεις ότι τα περισσότερα σημεία τα αγνοούσαν, επειδή ο Ίδιος δεν τα αποκάλυπτε σε αυτούς; Διότι και όταν ο Ιησούς είχε πει: «Λύσατε τὸν ναὸν τοῦτον, καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν (:Γκρεμίστε τον ναό αυτό, και σε τρεις ημέρες θα τον ξαναχτίσω μόνο με τη δύναμή μου· διότι θα αναστηθώ από τον τάφο ως ζωντανός ναός του Θεού και αθάνατη κεφαλή της Εκκλησίας μου. Και η Εκκλησία μου αυτή θα αντικαταστήσει για πάντα τον ναό σας, που θα καταστραφεί)»[Ιω.2,19], ούτε τότε αντιλήφθηκαν οι μαθητές τη σημασία των λόγων Του αυτών.
Άλλος, επίσης, Ευαγγελιστής λέγει ότι ήταν κρυμμένο σε αυτούς το βαθύτερο νόημα των λόγων Του και δεν γνώριζαν ότι πρέπει Αυτός να αναστηθεί εκ νεκρών[βλ. Μάρκ.9,9-10: «Καταβαινόντων δὲ αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ὄρους διεστείλατο αὐτοῖς ἵνα μηδενὶ διηγήσωνται ἃ εἶδον, εἰ μὴ ὅταν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ. καὶ τὸν λόγον ἐκράτησαν, πρὸς ἑαυτοὺς συζητοῦντες τί ἐστι τὸ ἐκ νεκρῶν ἀναστῆναι(:Και ενώ κατέβαιναν από το βουνό, τους πρόσταξε ο Ιησούς να μη διηγηθούν σε κανέναν αυτά που είδαν, παρά μόνο τότε, όταν ο υιός του ανθρώπου, ο Μεσσίας, αναστηθεί εκ νεκρών· διότι τότε δεν θα υπάρχει κίνδυνος άκαιρων ενθουσιασμών του πλήθους, αλλά και το γεγονός της Μεταμορφώσεως θα γίνει περισσότερο κατανοητό και πιστευτό. Και πράγματι κράτησαν μυστικό τον λόγο για τη Μεταμόρφωση. Συζητούσαν όμως μεταξύ τους τι σημασία έχει το να αναστηθεί από τους νεκρούς ο Χριστός, αφού Αυτός ως Μεσσίας ήταν ανώτερος από ανθρώπους που δεν γνώρισαν θάνατο, όπως ο Ενώχ και ο Ηλίας, και συνεπώς ούτε Αυτός θα έπρεπε να πεθάνει)» και Ματθ.17,22-23: «Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται. καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα(:Και ενώ αυτοί περιόδευαν στη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: Ο υιός του ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί πολύ σύντομα σε χέρια ανθρώπων, και θα Τον θανατώσουν, και την τρίτη ημέρα από τον θάνατό Του θα αναστηθεί. Και οι μαθητές λυπήθηκαν πάρα πολύ)»]. Όμως αυτό εύλογα κρυπτόταν· και άλλος Ευαγγελιστής λέγει ότι καθένας από τους λόγους Του που άκουγαν για την επικείμενη σύλληψη και θανάτωσή Του, τους γέμιζε με θλίψη και κατήφεια[βλ. παραπάνω,Ματθ.17,22], λόγω του ότι δεν κατανοούσαν τη σημασία του λόγου περί της Αναστάσεως που θα ακολουθούσε τα πάθη. Ωστόσο αυτό δίκαια κρυπτόταν, επειδή ήταν ανώτερο από τις πνευματικές ικανότητές τους και δεν μπορούσαν ακόμη να εννοούν τα λεγόμενα· όμως το σχετικό με την όνο, για ποιο λόγο δεν αποκαλύφθηκε σε αυτούς; Διότι και αυτό ήταν σπουδαίο.
Βλέπε φιλοσοφικότητα Ευαγγελιστού, πώς δεν εντρέπεται να αναφέρει την προηγούμενη άγνοιά τους. Ότι βεβαίως έχει γραφτεί η προφητεία, το γνώριζαν, ότι έχει γραφτεί όμως σχετικά με Αυτόν, δεν το γνώριζαν· διότι θα μπορούσε βέβαια να τους σκανδαλίσει το ότι βέβαια ενώ ήταν βασιλιάς, επρόκειτο να υποστεί τέτοια πάθη και με αυτόν τον τρόπο να παραδοθεί. Εξάλλου, δε θα μπορούσαν αμέσως να αντιληφθούν το νόημα της βασιλείας για την οποία ομιλούσε· διότι και άλλος Ευαγγελιστής λέγει ότι νόμιζαν πως ο λόγος ήταν για την επίγεια βασιλεία[Ματθ.17,25].
«Ἐμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ᾿ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν(:Όλοι λοιπόν εκείνοι που ήταν μαζί με τον Ιησού όταν αυτός είχε φωνάξει απ’ τον τάφο τον Λάζαρο και τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς και τώρα ήταν στην υποδοχή αυτή, διηγούνταν και διαβεβαίωναν το θαύμα του Λαζάρου σε όσους δεν το είχαν δει)»[Ιω.12,17]. «Διότι δεν θα μετέβαλαν», λέγει, «τόσοι πολλοί τη γνώμη τους, εάν δεν πίστευαν στο θαύμα».
«Οἱ οὖν Φαρισαῖοι εἶπον πρὸς ἑαυτούς· θεωρεῖτε ὅτι οὐκ ὠφελεῖτε οὐδέν; ἴδε ὁ κόσμος ὀπίσω αὐτοῦ ἀπῆλθεν(:Μετά λοιπόν από τον ενθουσιασμό αυτό του λαού είπαν οι Φαρισαίοι μεταξύ τους: ‘’Βλέπετε ότι δεν κερδίζετε τίποτε με το να περιμένετε και να αναβάλλετε τη σύλληψή του; Να τώρα, όλος ο λαός εγκατέλειψε εμάς και ακολούθησε αυτόν’’)»[Ιω.12,19]. Έχω την εντύπωση ότι αυτά είναι λόγια εκείνων που σκέπτονταν υγιώς μεν, δεν τολμούσαν όμως να τα εκφράσουν με θάρρος, και που αντιλαμβάνονταν από το όλο αποτέλεσμα ότι αυτοί επιχειρούν ακατόρθωτα πράγματα.
Και «κόσμο» ονομάζει εδώ πάλι το πλήθος· διότι γνωρίζει η Γραφή να ονομάζει «κόσμο» και την κτίση και αυτούς που ζουν με κακία. Και το μεν πρώτο εννοεί, όταν λέγει: «Ἀναβλέψατε εἰς ὕψος τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ἴδετε, τίς κατέδειξε ταῦτα πάντα; ὁ ἐκφέρων κατ᾿ ἀριθμὸν τὸν κόσμον αὐτοῦ πάντας ἐπ᾿ ὀνόματι καλέσει(:Σηκώστε υψηλά τα μάτια σας στον ουρανό και δείτε Ποιος δημιούργησε και κατέστησε περίλαμπρα όλα αυτά; Ο Θεός είναι Εκείνος, ο οποίος διατάσσει και βγάζει σαν μετρημένη και τακτοποιημένη στρατιά, τον κόσμο των αστέρων. Όλα τα αστέρια ονομαστικώς θα τα καλέσει)»[Ησ.40,26], ενώ τη δεύτερη σημασία έχει όταν λέγει: «Οὐ δύναται ὁ κόσμος μισεῖν ὑμᾶς· ἐμὲ δὲ μισεῖ, ὅτι ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ αὐτοῦ ὅτι τὰ ἔργα αὐτοῦ πονηρά ἐστιν (:Δεν υπάρχει λόγος να μισεί εσάς ο κόσμος, και γι’ αυτό κανείς δεν σας εμποδίζει να πάτε όποτε θέλετε στα Ιεροσόλυμα. Εμένα όμως ο κόσμος με μισεί, διότι εγώ αποκαλύπτω και καταγγέλλω ότι τα έργα του είναι πονηρά και τον ελέγχω γι’ αυτά. Όταν λοιπόν πάω στα Ιεροσόλυμα, θα με σκοτώσουν)»[Ιω.7,7]. Και πρέπει ακριβώς αυτά να γνωρίζουμε, ώστε να μην παρέχουμε λαβή στους αιρετικούς, παρεκκλίνοντας από την κανονική σημασία των λέξεων κατά τη χρήση τους.
«Ἦσαν δέ τινες Ἕλληνες ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ(:Ανάμεσα σε εκείνους που συνήθως ανέβαιναν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν κατά την εορτή του Πάσχα ήταν τότε και μερικοί Έλληνες προσήλυτοι)»[Ματθ.12,20].
Παρευρίσκονταν στην εορτή οι Έλληνες αυτοί διότι σχεδόν πλησίαζαν να γίνουν προσήλυτοι. Όταν λοιπόν διαδόθηκε η φήμη ότι ήλθε ο Ιησούς, λένε: «Θέλουμε να δούμε τον Ιησού». Ο Φίλιππος λοιπόν έρχεται πρώτος τον Ανδρέα, επειδή προηγείτο στο δρόμο από αυτόν και του το ανακοινώνει. Αλλά ούτε αυτός παίρνει από μόνος του πρωτοβουλία· διότι είχε ακούσει τον λόγο του Ιησού που έλεγε: «Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε(:Μην πάτε σε δρόμο που θα σας οδηγήσει σε χώρα που κατοικούν ειδωλολάτρες, και μην μπείτε σε πόλη που ανήκει σε Σαμαρείτες)»[Ματθ.10,5] · για τον λόγο αυτό αφού το συζήτησε με τον μαθητή, το αναφέρει στον Διδάσκαλο· διότι και οι δύο ανέφεραν το αίτημα αυτό των Ελλήνων σε Αυτόν.
Και Εκείνος τι λέγει; «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου.ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει (:Ήλθε η ώρα που όρισε ο Θεός, σύμφωνα με το προκαθορισμένο σχέδιό Του, για να δοξαστεί ο Υιός του ανθρώπου με τον θάνατό Του και την Ανάληψή Του, οπότε και θα αναγνωριστεί ως Μεσσίας και από τους εθνικούς)»[Ιω.12,23]. Τι σημαίνει «ἐλήλυθεν ἡ ὥρα»; Έλεγε: «Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε (:Μη μεταβείτε προς τους εθνικούς)», αφαιρώντας από τους Ιουδαίους κάθε πρόφαση αγνωμοσύνης και τους συγκρατούσε.
Επειδή λοιπόν οι μεν Ιουδαίοι επέμεναν στην απείθεια, ενώ οι εθνικοί ήθελαν να προσέλθουν, «καιρός είναι πλέον», λέγει, «να προχωρήσω προς το Πάθος, εφόσον όλα έχουν εκπληρωθεί». «Διότι εάν επρόκειτο στους πρώτους μεν να αφιερώνουμε το ενδιαφέρον και την φροντίδα μας, ενώ είναι ανυπάκουοι και απείθαρχοι, και την ίδια στιγμή να μη δεχόμαστε τους δεύτερους, ενώ εκείνοι εκφράζουν την επιθυμία να προσέλθουν, οι ενέργειες αυτές δεν θα ήταν αντάξιες της δικής μας κηδεμονίας». Επειδή λοιπόν επρόκειτο να αφήσει τους μαθητές Του να μεταβούν πλέον στα έθνη μετά τη σταύρωσή Του και βλέπει τους εθνικούς να προσέρχονται πριν οι μαθητές μεταβούν προς αυτούς, λέγει: «Καιρός είναι να βαδίσω προς τον σταυρό»· δεν τους άφησε δηλαδή προηγουμένως, για να αποτελεί αυτό μαρτυρία για αυτούς, διότι μέχρι τότε που Τον απομάκρυναν με τα έργα τους, μέχρι τότε που Τον σταύρωσαν, δεν είπε «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη(:Λοιπόν πηγαίνετε και κάνετε μαθητές σας όλα τα έθνη)»[Ματθ.28,19] αλλά «εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε(:σε δρόμο, που οδηγεί προς τα ειδωλολατρικά έθνη, μην πορευτείτε)»[Ματθ.10,5] και «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ(:Δεν με απέστειλε ο Πατέρας μου παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικού γένους)»[Ματθ. 15,24] και «Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις(:Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια)»[Ματθ.15,26].
Επειδή ωστόσο Τον μίσησαν και τόσο πολύ Τον μίσησαν, ώστε να Τον θανατώσουν, ήταν περιττό να φροντίζει για εκείνους εφόσον εκείνοι Τον αποστράφηκαν με τα έργα τους· εφόσον Τον αρνήθηκαν, λέγοντας: «Οὐκ ἔχομεν βασιλέα εἰ μὴ Καίσαρα(:Δεν έχουμε άλλον βασιλιά παρά μόνο τον Καίσαρα)»[Ιω.19,15].Δηλαδή τότε πλέον τους άφησε, όταν αυτοί Τον άφησαν. Για τον λόγο αυτό λέγει: «Ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε(:Πόσες φορές θέλησα να μαζέψω τα παιδιά σου με μια στοργή σαν εκείνη που έχει η όρνιθα όταν περιμαζεύει τα πουλιά της κάτω από τα φτερά της˙ και δεν θελήσατε)»[Ματθ.23,37].
Τι σημαίνει: «Ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ(:Εάν το μικρό σπυρί του σιταριού δεν πέσει στη γη και δεν σαπίσει μέσα στο χώμα;)»[Ιω.12,24]. Σημαίνει τη σταύρωσή Του. Για να μη θορυβούνται δηλαδή σκεπτόμενοι ότι τότε θανατώθηκε, όταν προσήλθαν οι Έλληνες λέγει: «Αυτό λοιπόν προπάντων θα τους κάνει να προσέλθουν και θα αυξήσει το κήρυγμά μου».
Έπειτα, επειδή με τα λόγια δεν τους έπειθε τόσο, διδάσκει αυτό με παράλληλο παράδειγμα από την πείρα όσων συμβαίνουν στη φύση, λέγοντας: «Διότι το ίδιο γίνεται και με το σιτάρι, τότε φέρει περισσότερο καρπό, όταν αποθάνει, και εάν αυτό συμβαίνει στα σπέρματα, πολύ περισσότερο θα συμβεί σε Εμένα». Αλλά οι μαθητές δεν αντιλήφτηκαν το νόημα όσων τους είπε. Για τον λόγο αυτό συνεχώς το αναφέρει ο Ευαγγελιστής, απολογούμενος για τη φυγή τους στη συνέχεια. Αυτόν τον λόγο ανέφερε και ο Παύλος, μιλώντας για την ανάσταση[Α’Κορ.15,35-36: «Ἀλλ᾿ ἐρεῖ τις· πῶς ἐγείρονται οἱ νεκροί; ποίῳ δὲ σώματι ἔρχονται; ἄφρον, σὺ ὃ σπείρεις, οὐ ζωοποιεῖται ἐὰν μὴ ἀποθάνῃ·(:Αλλά ίσως θα πει κανείς: ‘’πώς ανασταίνονται οι νεκροί και με ποιο σώμα έρχονται, με αυτό το σώμα που αποσυντέθηκε και διαλύθηκε;’’. Ανόητε και απερίσκεπτε, γιατί αμφιβάλλεις; Εκείνο το οποίο εσύ σπείρεις, δεν ζωογονείται και δεν καρποφορεί, εάν δεν αποθάνει και δεν αποσυντεθεί θαπτόμενο στη γη)»].
Ποια, λοιπόν, απολογία θα έχουν αυτοί που δεν πιστεύουν στην ανάσταση, τη στιγμή που διαπιστώνουμε να γίνεται αυτό το πράγμα καθημερινώς στα σπέρματα και στα φυτά και στη δική μας τη γέννηση; Διότι πρώτα πρέπει να καταστραφεί το σπέρμα, και τότε να γεννηθεί το νέο. Και γενικά, όταν ο Θεός κάνει κάτι, δε χρειάζονται οι συλλογισμοί· διότι πώς μας δημιούργησε εμάς από το μηδέν; Αυτά τα λέγω για τους χριστιανούς, που λένε ότι πιστεύουν στις Γραφές. Εγώ επίσης θα πω και κάτι άλλο, που αποτελεί ανθρώπινο συλλογισμό. Από τους ανθρώπους άλλοι μεν ζουν διαπράττοντας την κακία και άλλοι ασκώντας την αρετή, αλλά από αυτούς που διαπράττουν την κακία πολλοί έφθασαν σε βαθύ γήρας ευημερώντας, ενώ από αυτούς που ζουν την ενάρετη ζωή πολλοί φθάνουν σε βαθύ γήρας αφού υπέμεναν τα αντίθετα. Πότε λοιπόν ο καθένας θα λάβει αυτό που του αξίζει; Σε ποιον καιρό;
«Ναι», θα μπορούσε να απαντήσει κάποιος, «αλλά δεν υπάρχει ανάσταση σωμάτων». Δεν ακούνε τον Παύλο που λέγει: «Δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν(:Διότι πρέπει αυτό το φθαρτό σώμα να ενδυθεί αφθαρσία)»[Α΄Κορ. 15,53]. Δεν το λέει για την ψυχή(διότι δεν φθείρεται η ψυχή)· και ανάσταση λέγεται γι’ αυτό που έχει πέσει· και έπεσε το σώμα. Γιατί λοιπόν δε θέλεις να υπάρχει ανάσταση σώματος; Ποιο πράγμα δεν είναι δυνατό στον Θεό; Το να το λέει αυτό κανείς είναι δείγμα της πιο μεγάλης ανοησίας. Αλλά δεν πρέπει; Γιατί δεν πρέπει το φθαρτό σώμα, που έλαβε μέρος στους πόνους και τον θάνατο, να λάβει μέρος και στους στεφάνους; Διότι, εάν δεν έπρεπε, δεν θα δημιουργούνταν από την αρχή, και ο ίδιος ο Κύριος δε θα λάμβανε σάρκα.
Το ότι λοιπόν έλαβε σάρκα και την ανέστησε, για να βεβαιωθείς, άκουσε τι λέγει: «Ἲδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι αὐτὸς ἐγώ εἰμι· ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα(:Δείτε τα χέρια μου και τα πόδια μου ότι έχουν τα σημάδια των καρφιών, και βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος ο Διδάσκαλός σας που σταυρώθηκε. Ψηλαφήστε με με τα χέρια σας και βεβαιωθείτε ότι δεν είμαι άσαρκο πνεύμα. Διότι η ψυχή και το φάντασμα ενός νεκρού δεν έχει σώμα και οστά, όπως βλέπετε και πείθεσθε ότι έχω εγώ)»[Λουκ.24,39] και «Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός(:Έπειτα λέγει στον Θωμά: Φέρε το δάχτυλό σου εδώ. Ψηλάφισε και εξέτασε τα σημάδια των πληγών μου, και δες συγχρόνως με τα μάτια σου τα χέρια μου. Φέρε το χέρι σου κάτω από τα ενδύματά μου και βάλ’ το στην πλευρά μου που χτυπήθηκε από τη λόγχη. Και μην αφήνεις τον εαυτό σου να κυριευθεί από την απιστία, ώστε να γίνεις μόνιμα και ανεπανόρθωτα άπιστος, αλλά για να προοδεύεις και να στηρίζεσαι στην πίστη, ώστε να γίνεις αμετακίνητος και αδιάσειστος σε αυτή)»[Ιω.20,27].Γιατί λοιπόν ανέστησε τον Λάζαρο, εάν ήταν προτιμότερο να αναστηθεί χωρίς το σώμα του; Γιατί το επιτελεί αυτό σε θέση θαύματος και ευεργεσίας; Και γενικά γιατί έδωσε τροφές;
Μη, λοιπόν, αδελφοί μου, μην απατάσθε από τους αιρετικούς· καθόσον και ανάσταση υπάρχει και κρίση υπάρχει. Αυτά επίσης τα αρνούνται όσοι δεν θέλουν να λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους· διότι και πρέπει η ανάσταση να είναι τέτοια, όπως υπήρξε η ανάσταση του Χριστού· διότι Εκείνος υπήρξε η αρχή της αναστάσεως των νεκρών, ο πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς(πρβ. Προς Κολοσσαείς 1,18: «Ὅς ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν(:Και Αυτός από τον οποίο τα πάντα συγκρατούνται είναι η κεφαλή του σώματος, δηλαδή της Εκκλησίας. Αυτός είναι η αρχή της Εκκλησίας και ο ιδρυτής της, ο πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς, για να γίνει Αυτός και ως προς την ανθρώπινη φύση Του πρώτος σε όλα˙ πρώτος δηλαδή και στην Εκκλησία και στην ανάσταση)».
Εάν λοιπόν ανάσταση είναι αυτό, καθαρισμός δηλαδή της ψυχής, και απαλλαγή από τις αμαρτίες, και ο Χριστός δεν αμάρτησε, πώς ανέστη; Πώς εμείς απαλλαχτήκαμε από την κατάρα, εάν βέβαια και ο Ίδιος αμάρτησε; Πώς επίσης λέγει: «Ἔρχεται γὰρ ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων, καὶ ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν(:Δεν θα πω πλέον πολλά μαζί σας. Δεν μένει άλλωστε καιρός για να σας πω περισσότερα· διότι έρχεται ο σατανάς, που εξουσιάζει τον κόσμο που βρίσκεται μακριά από τον Θεό˙ και έρχεται για να πραγματοποιήσει την τελευταία και βιαιότερη επίθεσή του εναντίον μου. Αλλά δεν θα βρει σε μένα τίποτε το δικό του, το οποίο θα του δίνει κάποια εξουσία ή κάποιο δικαίωμα επάνω μου)»[Ιω. 14,30];Διότι αυτά είναι λόγια κάποιου που καθιστά φανερό ότι δεν έχει διαπράξει καμία αμαρτία.
Λοιπόν, σύμφωνα με τους αιρετικούς, ή δεν ανέστη ή εάν ανέστη, αμάρτησε προ της αναστάσεως. Αλλά όμως και ανέστη και δεν αμάρτησε. Ανέστη λοιπόν κατά το σώμα και αυτά τα πονηρά διδάγματα δεν είναι τίποτε άλλο, παρά προϊόντα κενοδοξίας. Ας αποφεύγουμε λοιπόν αυτό το νόσημα· διότι λέγει: «Φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί(:Μη λησμονείτε ότι οι κακές συναναστροφές διαφθείρουν τα καλά ήθη)»[Α΄Κορ.15,34].Δεν είναι αυτά διδάγματα των Αποστόλων· αυτές τις καινοτομίες τις δίδαξαν ο Μαρκίων και ο Ουαλεντίνος.
Ας τα αποφεύγουμε λοιπόν , αγαπητοί· διότι δεν ωφελεί σε τίποτε ο καθαρός βίος, εάν τα διδάγματα είναι διεφθαρμένα· όπως ακριβώς βέβαια ούτε και το αντίθετο, δεν ωφελούν τα υγιή δόγματα, εάν ο βίος είναι διεφθαρμένος. Αυτά τα γέννησαν οι Έλληνες, αυτά οι αιρετικοί τα διόγκωσαν, αφού τα πήραν από τους εθνικούς φιλοσόφους, διδάσκοντας ότι η ύλη είναι αγέννητη και πολλά παρόμοια. Όπως ακριβώς λοιπόν δίδαξαν, ότι δεν μπορεί να υπάρξει δημιουργός, αφού δεν ενυπάρχει ύλη αγέννητη, έτσι αρνήθηκαν και την ανάσταση. Αλλά ας μην τα προσέχουμε αυτά τα διδάγματα, γνωρίζοντας ότι η δύναμη του Θεού είναι πανίσχυρη· ας μην τα προσέχουμε. Προς εσάς τα λέγω αυτά· διότι εμείς δεν θα παρατήσουμε τη μάχη προς αυτούς.
Αλλά ο άοπλος και γυμνός, και αν ακόμη πέσει σε ασθενείς αντιπάλους, εύκολα θα κατανικηθεί και αν ακόμη είναι ισχυρότερος. Διότι, εάν προσέχατε τις Γραφές και ασκούσατε καθημερινά τους εαυτούς σας, δε θα σας συμβούλευα να αποφεύγετε τη μάχη προς εκείνους, αλλά θα σας συμβούλευα και να συμπλέκεστε· καθόσον η αλήθεια είναι ισχυρή. Επειδή όμως δεν μπορείτε να τις χρησιμοποιείτε, φοβούμαι τη συμπλοκή, μήπως σας συλλάβουν άοπλους και σας κατανικήσουν· διότι τίποτε δεν υπάρχει ασθενέστερο από τη βοήθεια του Πνεύματος. Επίσης, εάν χρησιμοποιούν τη μη χριστιανική σοφία, δεν πρέπει να τους θαυμάζουμε αλλά να τους καταγελούμε, διότι χρησιμοποιούν τους μωρούς διδασκάλους· διότι εκείνοι δεν μπόρεσαν να βρουν τίποτε το αληθινό ούτε περί του Θεού ούτε περί των δημιουργημάτων, αλλά, αυτά που η δική μας χήρα τα γνωρίζει πάρα πολύ καλά, αυτά ούτε ακόμη και ο Πυθαγόρας δεν τα γνώρισε· αλλά έλεγαν ότι η ψυχή γίνεται θάμνος και ιχθύς και σκύλος…!
Αυτούς, λοιπόν, πες μου, πρέπει να προσέχουμε; Και πώς θα μπορούσε αυτό να δικαιολογηθεί; Εκείνοι έχουν μακριά κόμη, τρέφουν ωραίες μπούκλες και φορούν τετριμμένα ιμάτια. Μέχρι αυτό το σημείο φθάνει η φιλοσοφία τους. Εάν όμως δεις τον εσωτερικό κόσμο τους, είναι στάχτη και σκόνη και τίποτε το υγιές, αλλά «τάφος ἀνεῳγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν , ταῖς γλώσσαις αὐτῶν ἐδολιοῦσαν(:ο λάρυγγάς τους, σαν τάφος ανοιχτός που αναδίδει μολυσματική δυσοσμία, βγάζει μόνο λόγια βλάσφημα και βρωμερές αισχρότητες. Με τις συκοφαντικές γλώσσες τους υφαίνουν δολιότητες και φαρμακερές επινοήσεις)»[Ψαλμ. 5,10]. Όλα τα διδάγματά τους είναι γεμάτα από ακαθαρσία και σαπίλα και σκουλήκια.
Ο πρώτος λοιπόν από αυτούς[:ο Θαλής ο Μιλήσιος] είπε ότι το νερό είναι θεός, ο επόμενος[:ο Ηράκλειτος] ότι η φωτιά είναι θεός, άλλος έλεγε[:ο Αναξιμένης] ότι ο αέρας είναι Θεός και όλη την αρχή του παντός στα σώματα τα υλικά την ανήγαγαν. Αυτούς λοιπόν, πες μου, πρέπει να θαυμάζουμε, που δεν συνέλαβαν στον νου τους ούτε και την ασώματη έννοια του Θεού, αν και βέβαια αργότερα συνέλαβαν αυτήν την έννοια, όταν συνανεστράφησαν τους δικούς μας στην Αίγυπτο; Αλλά για να μη σας θορυβήσουμε πάρα πολύ, ας σταματήσουμε εδώ τον λόγο. Διότι εάν αρχίσουμε να αναφέρουμε τα διδάγματα εκείνων και τι είπαν περί Θεού, τι δε περί ύλης, τι περί ψυχής και τι περί σωμάτων θα ακολουθήσει πολύ γέλιο. Και δε θα χρειασθούν ούτε την δική μας κατηγορία, διότι οι ίδιοι αντιτάχτηκαν ο ένας εναντίον του άλλου. Εκείνος λοιπόν που έγραψε εναντίον μας τον λόγο περί της ύλης, τον εαυτό του έπληξε και αφάνισε.
Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, για να μη σας απασχολήσουμε άδικα και σας απλώσουμε λαβύρινθο λόγων, αφήνοντας αυτά, εκείνο θα πούμε, προσέχετε την ανάγνωση των θείων Γραφών και μη λογομαχείτε για τίποτε το μη αναγκαίο, πράγμα που και ο Παύλος συμβουλεύει στον Τιμόθεο [Β΄Τιμ. 2,14: «Ταῦτα ὑπομίμνησκε, διαμαρτυρόμενος ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μὴ λογομαχεῖν εἰς οὐδὲν χρήσιμον, ἐπὶ καταστροφῇ τῶν ἀκουόντων(:Αυτά υπενθύμιζε, μαρτυρώντας επίσημα μπροστά στον Θεό να μη λογομαχούν, γιατί δεν είναι σε τίποτα χρήσιμο, αλλά επιφέρει καταστροφή σε αυτούς που ακούν)»], αν και ήταν πλήρης από πολλή σοφία και είχε τη δύναμη να επιτελεί θαύματα. Ας υπακούουμε λοιπόν σε Εκείνον και αφού αφήσουμε τις φλυαρίες, ας επιδοθούμε σε έργα, εννοώ τη φιλαδελφία και τη φιλοξενία και ας δείξουμε μεγάλη φροντίδα για την ελεημοσύνη, για να επιτύχουμε τα υποσχεθέντα αγαθά με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλίες ΞΕ΄ και ΞΣΤ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα που αφορούν την ερμηνεία της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2011, τόμος 14, σελίδες 257- 287.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 74, σελ. 223-225 και σελ.230-243.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
«Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι καὶ ἔπλασά σε καὶ ἔδωκά σε εἰς διαθήκην ἐθνῶν τοῦ καταστῆσαι τὴν γῆν καὶ κληρονομῆσαι κληρονομίας ἐρήμους (:Στον κατάλληλο και ευνοϊκό καιρό σε άκουσα με προσοχή και σε ημέρα που δίνεται η σωτηρία, σε βοήθησα και σε έπλασα και σε έδωσα για να συναφθεί Διαθήκη με τα έθνη, για να αποκατασταθεί η γη με τους κατοίκους της και να κληρονομήσεις ερημωμένες εκτάσεις και λαούς ως μόνιμο κτήμα κληρονομίας ηθικής)», είπε ο Θεός μέσω του Ησαΐα[Ησ. 49,8]. Καλό λοιπόν είναι να πω σήμερα το αποστολικό εκείνο προς την αγάπη σας: «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας Να λοιπόν, τώρα είναι καιρός κατάλληλος, να, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας)»[Β΄ Κορ. 6,2]· «ἡ νὺξ προέκοψεν͵ ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους͵ ἐνδυσώμεθα δὲ τὰ ὅπλα τοῦ φωτός»(:Η ζωή αυτή, που μοιάζει με νύχτα σκοτεινή, προχώρησε, ενώ η ημέρα της άλλης ζωής πλησίασε. Κι αν ακόμη δεν έλθει ο Κύριος σύντομα με την ένδοξη δευτέρα Του παρουσία, έρχεται όμως για τον καθένα μας με τον θάνατο. Πλησιάζει λοιπόν για τον καθένα μας η ημέρα της άλλης ζωής. Ας αποθέσουμε λοιπόν σαν νυκτερινά ενδύματα τα έργα της αμαρτίας, που γίνονται στο σκοτάδι, και ας ντυθούμε σαν άλλα όπλα τα φωτεινά έργα της αρετής)»[Ρωμ. 13,12].
Διότι προσεγγίζει η ανάμνηση των σωτηριωδών παθημάτων του Χριστού και το νέο και μέγα και πνευματικό Πάσχα, το βραβείο της απαθείας, το προοίμιο του μέλλοντος αιώνος. Και το προκηρύσσει ο Λάζαρος που επανήλθε από τα βάραθρα του άδη, αφού αναστήθηκε από τους νεκρούς την τετάρτη ημέρα με μόνο τον λόγο και το πρόσταγμα του Θεού, που έχει την εξουσία ζωής και θανάτου, και προανυμνούν παιδιά και πλήθη λαού άκακα, με την έμπνευση του θείου Πνεύματος, Αυτόν που λυτρώνει από τον θάνατο, που ανεβάζει τις ψυχές από τον άδη, που χαρίζει αΐδια ζωή στην ψυχή και το σώμα.
«Ὁ γὰρ θέλων ζωὴν ἀγαπᾶν καὶ ἰδεῖν ἡμέρας ἀγαθὰς παυσάτω τὴν γλῶσσαν αὐτοῦ ἀπὸ κακοῦ καὶ χείλη αὐτοῦ τοῦ μὴ λαλῆσαι δόλον(:Προσέχετε πολύ τις παρεκτροπές της γλώσσας· διότι, όπως λέει η Αγία Γραφή, εκείνος που θέλει να απολαμβάνει ζωή ακούραστη, άνετη και ειρηνική και να δει ημέρες καλές και ευτυχισμένες, ας σταματήσει τη γλώσσα του από το να λέει το κακό και ας προσέχει να μη βγαίνουν από τα χείλη του ψέματα και απάτες)»[Α΄ Πέτρ. 3,10]· ας εκκλίνει από το κακό και ας πράττει το αγαθό [Ψαλμ. 33, 13-15: «Τίς ἐστιν ἄνθρωπος ὁ θέλων ζωήν, ἀγαπῶν ἡμέρας ἰδεῖν ἀγαθάς; παῦσον τὴν γλῶσσάν σου ἀπὸ κακοῦ καὶ χείλη σου τοῦ μὴ λαλῆσαι δόλον. ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν, ζήτησον εἰρήνην καὶ δίωξον αὐτήν(:Ποιος άνθρωπος θέλει να ζήσει ζωή μακρόχρονη και ειρηνική και να απολαύσει ημέρες ανέσεως και ευτυχίας; Εσύ που ποθείς αυτό, πάψε τη γλώσσα σου από κακολογίες πικρές και κλείσε τα χείλη σου, για να μη λαλούν κατασκευάσματα δόλια και συκοφαντικές επινοήσεις με σκοπό την καταστροφή του πλησίον. Τα παρακολουθεί αλάνθαστα Αυτός που μόνος και χωρίς τη βοήθεια κανενός έπλασε τις καρδιές τους και ο Οποίος κατανοεί τα έργα τους, γνωρίζοντας και αυτά τα μυστικά ελατήρια, από τα οποία προήλθαν αυτά)» ].
Κακό, λοιπόν, είναι η γαστριμαργία, η μέθη και η ασωτία- κακό είναι η φιλαργυρία, η πλεονεξία και η αδικία· κακό είναι η κενοδοξία, η θρασύτητα και η υπερηφάνεια. Ας αποφύγει λοιπόν ο καθένας τέτοια κακά και ας επιτελεί τα αγαθά. Ποια είναι αυτά; Η εγκράτεια, η νηστεία, η σωφροσύνη, η δικαιοσύνη, η ελεημοσύνη, η μακροθυμία, η αγάπη, η ταπεινοφροσύνη. Ας επιτελούμε λοιπόν αυτά, για να μεταλάβουμε επάξια τον Αμνό του Θεού που θυσιάστηκε για χάρη μας και ας λάβουμε από Αυτόν, τον αρραβώνα της αφθαρσίας, για να τον φυλάξουμε κοντά μας, σε επιβεβαίωση της ουράνιας κληρονομίας που μας έχει υποσχεθεί.
Αλλά είναι μήπως δυσκατόρθωτο το αγαθό και οι αρετές είναι δυσκολότερες από τις κακίες; Εγώ πάντως δεν το βλέπω· διότι περισσοτέρους πόνους υφίσταται από εδώ ο μέθυσος και ο ακρατής από τον εγκρατή, ο ακόλαστος από τον σώφρονα, ο αγωνιζόμενος να πλουτίσει από αυτόν που ζει με αυτάρκεια, αυτός που επιζητεί ν’ αποκτήσει δόξα από αυτόν που περνάει τη ζωή του σε αφάνεια· αλλά επειδή λόγω της αγάπης μας προς τις ηδονές οι αρετές μάς φαίνονται δυσκολότερες, ας βιάσουμε τους εαυτούς μας· διότι ο Κύριος λέγει: «Ἀπὸ δὲ τῶν ἡμερῶν ᾽Ιωάννου τοῦ βαπτιστοῦ ἕως ἄρτι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται, καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν(:Νέοι χρόνοι ήλθαν τώρα. Άλλη η εποχή πριν από τον Ιωάννη και άλλη η σημερινή εποχή. Από την εποχή που άρχισε το κήρυγμά του ο Ιωάννης έως τώρα, η βασιλεία των ουρανών, την οποία δεν μπορούσε κανείς να αποκτήσει, κερδίζεται με τη βία, και εκείνοι που μεταχειρίζονται σπουδή και βία πάνω στον εαυτό τους, την αρπάζουν γρήγορα, πριν τους φύγει, και την κρατούν σφιχτά)»[Ματθ. 11,12].
Χρειαζόμαστε λοιπόν όλοι προσπάθεια και προσοχή, ένδοξοι και άδοξοι, άρχοντες και αρχόμενοι, πλούσιοι και πτωχοί, ώστε να απομακρύνουμε από την ψυχή μας τα πονηρά αυτά πάθη και αντί αυτών να εισαγάγουμε σε αυτήν όλη τη σειρά των αρετών. Πραγματικά ο γεωργός και ο σκυτοτόμος, ο οικοδόμος και ο ράπτης, ο υφαντής και γενικώς ο καθένας που εξασφαλίζει τη ζωή του με τους κόπους και την εργασία των χεριών του, εάν αποβάλουν από την ψυχή τους την επιθυμία του πλούτου και της δόξας και της τρυφής, θα είναι μακάριοι· διότι αυτοί είναι οι πτωχοί για τους οποίους προορίζεται η βασιλεία των ουρανών, και γι’ αυτούς είπε ο Κύριος: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»(: Μακάριοι και τρισευτυχισμένοι είναι εκείνοι που συναισθάνονται ταπεινά την πνευματική τους φτώχεια και την εξάρτηση ολόκληρου του εαυτού τους από τον Θεό, διότι είναι δική τους η βασιλεία των ουρανών)»[Ματθ. 5,3]. «Πτωχοί τῷ πνεύματι» είναι αυτοί που λόγω του ότι το πνεύμα τους, δηλαδή η ψυχή τους, δεν διέπεται από υψηλοφροσύνη και φιλοδοξία και φιληδονία, ή έχουν εκούσια και την εξωτερική πτωχεία ή την υπομένουν με γενναιότητα, έστω και αν είναι ακούσια. Αυτοί όμως που πλουτίζουν και ευημερούν και απολαμβάνουν την πρόσκαιρη δόξα και γενικά όσοι επιθυμούν αυτές τις καταστάσεις, θα περιπέσουν σε δεινότερα πάθη και θα εμπέσουν σε μεγαλύτερες, περισσότερες και δυσχερέστερες παγίδες του Διαβόλου· διότι αυτός που πλούτισε δεν αποβάλλει την επιθυμία του πλουτισμού, αλλά μάλλον την αυξάνει, επιθυμώντας με ένταση περισσότερα από προηγουμένως. Έτσι και ο φιλήδονος και ο φίλαρχος και ο άσωτος και ο ακόλαστος αυξάνουν μάλλον τις επιθυμίες τους, παρά τις αποβάλλουν. Οι δε άρχοντες και οι αξιωματούχοι προσλαμβάνουν και δύναμη, ώστε να εκτελούν αδικίες και αμαρτίες.
Γι’ αυτό είναι δύσκολο να σωθεί κάποιος που έχει την κοσμική εξουσία και να εισέλθει στη βασιλεία του Θεού κάποιος πλούσιος. «Πῶς(:Αλλά πώς)», λέγει, «δύνασθε ὑμεῖς πιστεῦσαι δόξαν παρὰ ἀλλήλων λαμβάνοντες καὶ τὴν δόξαν τὴν παρὰ τοῦ μόνου θεοῦ οὐ ζητεῖτε; (:είναι δυνατόν να πιστέψετε εσείς, αφού επιδιώκετε να παίρνετε δόξα και επαίνους ο ένας από τον άλλο και δεν ζητάτε τη δόξα που πηγάζει από τον ένα και μόνο Θεό;)» [Ιω. 5,44]. Αλλά όποιος είναι εύπορος ή αξιωματούχος ή άρχοντας, ας μην ταράσσεται· διότι μπορεί, αν θέλει, να ζητήσει τη δόξα του Θεού και να πιέσει τον εαυτό του, ώστε, ανακόπτοντάς την προς τα χειρότερα ροπή, να αναπτύξει μεγάλες αρετές και ν’ απωθήσει μεγάλες κακίες, όχι μόνο από τον εαυτό του, αλλά και από πολλούς άλλους που δεν θέλουν. Μπορεί πραγματικά όχι μόνο να δικαιοπραγεί και να σωφρονεί, αλλά και αυτούς που θέλουν να αδικούν και να επιδίδονται σε ακολασίες να τους εμποδίζει ποικιλότροπα, και όχι μόνο να παρουσιάζεται ο ίδιος ευπειθής στο ευαγγέλιο του Χριστού και στους κήρυκές Του, αλλά και όσους θέλουν να απειθαρχούν να τους φέρει σε υποταγή στην Εκκλησία του Χριστού και στους προϊσταμένους της κατά Χριστόν, όχι μόνο δια της δυνάμεως και εξουσίας που έλαβε από τον Θεό, αλλά και με το να γίνεται τύπος στους υποδεέστερους σε όλα τα αγαθά· διότι οι αρχόμενοι εξομοιώνονται με τον άρχοντα.
Χρειάζεται λοιπόν προσπάθεια και βία και προσοχή σε όλους μεν, αλλά όχι εξ ίσου. Σε αυτούς που βρίσκονται σε δόξα, πλούτο και εξουσία, καθώς και στους ασχολούμενους με τους λόγους και την απόκτηση της σοφίας, αν θα ήθελαν να σωθούν, χρειάζεται περισσότερη βία και προσπάθεια, επειδή από την φύση τους είναι δυσπειθέστεροι. Αυτό μάλιστα γίνεται καταφανές και από τα ευαγγέλια του Χριστού που αναγνώστηκαν χθες και σήμερα. Πραγματικά, με το θαύμα που τελέστηκε στον Λάζαρο και παρέστησε ολοφάνερα ότι Αυτός που το έκαμε είναι Θεός, οι μεν άνθρωποι του λαού πείστηκαν και πίστεψαν, οι δε τότε άρχοντες, δηλαδή οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, τόσο αμετάπειστοι έμειναν, ώστε να καταφέρονται με περισσότερη μανία εναντίον Του και να θέλουν λόγω φρενοβλάβειας να Τον παραδώσουν σε θάνατο, Αυτόν που και με όσα είπε και με όσα έπραξε αναφάνηκε κύριος ζωής και θανάτου.
Και δεν έχει να πει κανείς ότι το γεγονός ότι τότε ο Χριστός σήκωσε επάνω τους οφθαλμούς Του και είπε: «Πάτερ, εὐχαριστῶ σοι, ὅτι ἤκουσάς μου (:Πάτερ, είμαι βέβαιος ότι θα συντελεσθεί αμέσως το θαύμα και σε ευχαριστώ που με άκουσες)», στάθηκε εμπόδιο για το να θεωρήσουν ότι Αυτός είναι ίσος με τον Πατέρα· διότι Αυτός προσθέτει εκεί λέγοντας προς τον Πατέρα: «Ἐγὼ δὲ ᾔδειν ὅτι πάντοτέ μου ἀκούεις· ἀλλὰ διὰ τὸν ὄχλον τὸν περιεστῶτα εἶπον, ἵνα πιστεύσωσιν ὅτι σύ με ἀπέστειλας(: Εγώ το ήξερα ότι πάντοτε με ακούς. Αλλά είπα μεγαλόφωνα το ‘’ευχαριστώ’’, για να το ακούσει ο λαός που στέκεται γύρω μου. Κι έτσι αφού όλοι αυτοί δουν πόση βεβαιότητα έχω ότι θα εισακουστώ, να πιστέψουν ότι Εσύ με απέστειλες, όταν ακολουθήσει το θαύμα)»[Ιω. 11,42]. Για να γνωρίσουν δηλαδή αφενός μεν ότι είναι Θεός και έρχεται από τον Πατέρα, αφετέρου δε ότι ενεργεί τα θαύματα όχι εναντίον αλλά με συναίνεση του Πατρός, σήκωσε μεν μπροστά σε όλους τους οφθαλμούς Του προς τον Πατέρα, είπε όμως προς Αυτόν εκείνα που αποδεικνύουν ότι Αυτός που μίλησε επί γης, είναι ίσος με τον Πατέρα που βρίσκεται ψηλά στους ουρανούς. Έτσι, όπως στην αρχή, όταν επρόκειτο να πλασθεί ο άνθρωπος, προηγήθηκε συμβούλιο, έτσι και τώρα στον Λάζαρο, όταν επρόκειτο να αναπλασθεί ο άνθρωπος, προηγήθηκε συμβούλιο. Αλλά εκεί που επρόκειτο να πλασθεί ο άνθρωπος, είπε ο Πατήρ προς τον Υιό «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν(:Ας δημιουργήσουμε άνθρωπο σύμφωνα με τη δική μας εικόνα, δηλαδή ας τον τιμήσουμε με έξοχα χαρίσματα και θείες ικανότητες, όπως με ψυχή λογική και αθάνατη, με ελεύθερη βούληση, με ικανότητα γνωστική και δημιουργική και εξουσία επί όλου του ορατού κόσμου· και ας τον κάνουμε έτσι, ώστε να μπορεί, εάν θέλει, να γίνει όμοιος με εμάς κατά την αρετή, την οσιότητα και αγιότητα, όσο αυτό είναι δυνατό στο κτίσμα να ομοιάσει στον κτίστη του)»[Γέν.1,26] και ο Υιός άκουσε, και έτσι ο άνθρωπος οδηγήθηκε στην ύπαρξη· εδώ δε τώρα είπε ο Υιός και ο Πατήρ άκουσε, και έτσι ζωοποιήθηκε ο Λάζαρος.
Βλέπετε πόση είναι η ομοτιμία και η ομοβουλία; Διότι η μεν μορφή της προσευχής χρησιμοποιήθηκε για τον παρευρισκόμενο όχλο, τα δε λόγια δεν ήταν λόγια προσευχής, αλλά δεσποτείας και εξουσίας: «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω(: Λάζαρε, βγες έξω)», και αμέσως ο τετραήμερος νεκρός παρουσιάσθηκε σε Αυτόν ζωντανός· άραγε τούτο έγινε με πρόσταγμα αναζωούντος ή με προσευχή ζωοποιούντος; Και φώναξε με μεγάλη φωνή επίσης για τους παρευρισκομένους· διότι μπορούσε όχι μόνο με μέτρια σε ένταση φωνή, αλλά και με την θέληση μόνο να τον αναστήσει, όπως μπορούσε να το κάμει και από μακρινή απόσταση και με την πέτρα επάνω στον τάφο. Όμως και προσήλθε στον τάφο και είπε στους παρευρισκομένους, που σήκωσαν οι ίδιοι την πέτρα και αισθάνθηκαν τη δυσωδία, και φώναξε με δυνατή φωνή και τον κάλεσε κι έτσι τον ανέστησε, ώστε και με την όρασή τους (διότι τον έβλεπαν επάνω στον τάφο) και με την όσφρησή τους (διότι αισθάνονταν τη δυσωδία του νεκρού που ήταν ήδη στην τετάρτη ημέρα από τον θάνατό του) και με την αφή (διότι χρησιμοποιώντας τα χέρια τους κατά πρώτον σήκωσαν την πέτρα από το μνημείο, ύστερα έλυσαν το δέσιμο στο σώμα και το σουδάριο στο πρόσωπο) και με τα αυτιά τους (αφού η φωνή του Κυρίου έφθανε σε όλων τις ακοές) να καταλάβουν όλοι και να πιστέψουν, ότι Αυτός είναι που καλεί τα μη όντα σε όντα, που βαστάζει τα πάντα με τον λόγο της δυνάμεώς Του, που και στην αρχή με λόγο μόνο δημιούργησε τα όντα από μη όντα.
Ο μεν άκακος λαός λοιπόν πίστεψε σε Αυτόν με όλα αυτά, έτσι, ώστε να μην κρατεί την πίστη σιωπηρά, αλλά να γίνουν όλοι κήρυκες της θεότητός Του με έργα και λόγια. Διότι μετά την τετραήμερη έγερση του Λαζάρου ο Κύριος βρήκε ένα γαϊδουράκι, που προετοιμάστηκε από τους μαθητές, όπως λέγει ο ευαγγελιστής Ματθαίος, κάθισε επάνω σε αυτό, εισήλθε στα Ιεροσόλυμα κατά την προφητεία του Ζαχαρία που προείπε: «Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ Ἱερουσαλήμ· ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός, πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον (:Να χαίρεσαι λοιπόν πάρα πολύ, θυγατέρα Σιών· ύψωσε τη φωνή σου και διαλάλησε, θυγατέρα Ιερουσαλήμ:’’ Να, ο βασιλιάς σου, ο Μεσσίας, έρχεται σε σένα λυτρωτής, ελευθερωτής και σωτήρας· έρχεται όχι σαν τύραννος και κατακτητής επάνω σε άλλο ή άρμα πολεμικό, αλλά πράος και καθισμένος επάνω σε ένα υποζύγιο και σε ένα νεαρό πουλάρι)» [Ζαχ. 9,9]· [πρβ. Ματθ.21,5:«Εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών, ᾽Ιδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι, πραῢς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον, καὶ ἐπὶ πῶλον υἱὸν ὑποζυγίου(: Πείτε στη θυγατέρα Σιών, δηλαδή την Ιερουσαλήμ: ιδού ο βασιλιάς σου, ο Μεσσίας, έρχεται σε σένα πράος και καθισμένος πάνω σε γαϊδούρι και σε πουλάρι, γέννημα ζώου που μπήκε σε ζυγό)»]. Με τα λόγια αυτά ο προφήτης Ζαχαρίας έδειχνε ότι Αυτός είναι ο προφητευόμενος βασιλέας, που είναι ο μόνος πραγματικά βασιλέας της Σιών, «διότι», λέγει, «ο βασιλέας σου δεν είναι φοβερός στους παρατηρητές, ούτε είναι κάποιος βαρύς και κακοποιός, συνοδευόμενος από υπασπιστές και δορυφόρους, ή κάποιος που σύρει μαζί του πλήθος πεζών και ιππέων, που ζει με πλεονεξία και που απαιτεί τέλη και φόρους, δουλείες και υπηρεσίες αγενείς και επιβλαβείς· αντιθέτως σημαία Του είναι η ταπείνωση, η πτωχεία και η ευτέλεια, εφόσον εισέρχεται επάνω σε όνο χωρίς καμιά έπαρση. Γι’ αυτό Αυτός είναι ο μόνος δίκαιος βασιλέας που σώζει με δικαιοσύνη και Αυτός είναι πράος έχοντας ως ιδιότητά Του την πραότητα»· διότι ο ίδιος ο Κύριος λέγει για τον εαυτό Του: «Μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ(:Μάθετε από μένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στο φρόνημα και την εσωτερική διάθεση)»[Ματθ.11,29].
Ο μεν βασιλέας λοιπόν που ανέστησε τον Λάζαρο εισήλθε τότε στα Ιεροσόλυμα καθισμένος επάνω σε όνο· αμέσως δε όλοι οι λαοί, παιδιά, άνδρες, γέροντες, στρώνοντας τα ενδύματα και παίρνοντας Βάια από φοίνικες, που είναι σύμβολα νίκης, Τον προϋπαντούσαν ως ζωοποιό και νικητή του θανάτου, Τον προσκυνούσαν, Τον προέπεμπαν, ψάλλοντας με μια φωνή όχι μόνο έξω, αλλά και μέσα στον ιερό περίβολο: «Ὡσαννὰ τῷ υἱῷ Δαυΐδ· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις(:Δόξα στον απόγονο του Δαβίδ, που περιμέναμε έως τώρα. Δοξασμένος να είναι Αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο. Δόξα στον Θεό ας κράζουν και οι άγγελοι που βρίσκονται στα υψηλότερα μέρη του ουρανού)»[Ματθ.21,9]. Το «ὡσαννὰ» λοιπόν είναι ύμνος που αναπέμπεται προς τον Θεό και ερμηνευόμενο σημαίνει «σώσε μας λοιπόν»· η δε προσθήκη «ἐν τοῖς ὑψίστοις» δεικνύει ότι Αυτός δεν ανυμνείται μόνο επί γης, ούτε από τους ανθρώπους μόνο, αλλά και στα ύψη από τους ουράνιους αγγέλους.
Και όχι μόνο Τον ανυμνούν και Τον θεολογούν με αυτόν τον τρόπο, αλλά στη συνέχεια εναντιώνονται και στην κακόβουλη και θεομάχο γνώμη των Γραμματέων και Φαρισαίων και στις φονικές προθέσεις τους. Αυτοί μεν έλεγαν γι’ Αυτόν φρενοβλαβώς: «Τί ποιοῦμεν, ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος πολλὰ σημεῖα ποιεῖ; ἐὰν ἀφῶμεν αὐτὸν οὕτω, πάντες πιστεύσουσιν εἰς αὐτόν, καὶ ἐλεύσονται οἱ Ῥωμαῖοι καὶ ἀροῦσιν ἡμῶν καὶ τὸν τόπον καὶ τὸ ἔθνος(:Τι θα κάνουμε; Ο κίνδυνος που μας παρουσιάζεται είναι μεγάλος, διότι αυτός ο άνθρωπος κάνει πολλά θαύματα Αν τον αφήσουμε ελεύθερο, χωρίς να τον θανατώσουν, όπως Τον είχαμε μέχρι τώρα, όλοι θα πιστέψουν σε Αυτόν ότι είναι ο Μεσσίας, και είναι επόμενο να γίνει κάποια επανάσταση. Και τότε θα επέμβουν οι Ρωμαίοι και θα μας πάρουν και τον άγιο τόπο του ναού και θα καταλύσουν την ανεξαρτησία του έθνους μας)»[Ιω. 11,47].
Ο λαός, όμως, τι λέγει; «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου. εὐλογημένη ἡ ἐρχομένη βασιλεία ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ πατρὸς ἡμῶν Δαυΐδ· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις(:Ας είναι δοξασμένος και υμνολογούμενος ο απόγονος του Δαβίδ˙ ευλογημένος απ’ τον Θεό είναι αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο. Ευλογημένη και δοξασμένη να είναι του προπάτορά μας Δαβίδ η βασιλεία που έρχεται και πρόκειται μετά από λίγο να αναστηλωθεί σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, για να δοξασθεί και ο Κύριος που μας τη στέλνει. «Δόξα στον Θεό» ας κράζουν και οι άγγελοι που βρίσκονται στα υψηλότερα μέρη του ουρανού)»[Μάρκ. 11,9-10]. Με τη φράση «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου», υποδείκνυαν ότι είναι από τον Θεό και Πατέρα και ότι ήλθε στο όνομα του Πατρός, όπως λέγει και ο ίδιος ο Κύριος για τον εαυτό Του: «Ἐγὼ γὰρ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐξῆλθον καὶ ἥκω· οὐδὲ γὰρ ἀπ΄ ἐμαυτοῦ ἐλήλυθα͵ ἀλλ΄ ἐκεῖνός με ἀπέστειλεν(:Διότι Εγώ από τον Θεό έχω βγει με την ενανθρώπησή μου και έχω έλθει ανάμεσά σας. Είμαι ανάμεσά σας ως πρεσβευτής του Θεού· διότι και στον κόσμο που ήλθα, δεν έχω έλθει από μόνος μου, αλλά Εκείνος με απέστειλε)»[Ιω. 8,42].
Και με τη φράση «Εὐλογημένη ἡ ἐρχομένη βασιλεία ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ πατρὸς ἡμῶν Δαυΐδ(:Ευλογημένη και δοξασμένη να είναι του προπάτορά μας Δαβίδ η βασιλεία που έρχεται και πρόκειται μετά από λίγο να αναστηλωθεί σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, για να δοξασθεί και ο Κύριος που μας τη στέλνει)»[Μάρκ.11,10], υποδείκνυαν ότι αυτή είναι η βασιλεία στην οποία πρόκειται να πιστέψουν τα έθνη κατά την προφητεία, και μάλιστα οι Ρωμαίοι· διότι ο βασιλέας αυτός όχι μόνο είναι ελπίδα του Ισραήλ, αλλά και προσδοκία των εθνών κατά την προφητεία του Ιακώβ: « Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα καὶ ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕως ἐὰν ἔλθῃ τὰ ἀποκείμενα αὐτῷ, καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν(: Δεν θα λείψει άρχοντας και βασιλικό σκήπτρο από τη φυλή του Ιούδα και δεν θα λείψει αρχηγός από τους απογόνους της γενεάς του μέχρις ότου να έλθει Εκείνος(ο ειρηνοποιός), στον Οποίο ανήκει το βασιλικό αυτό σκήπτρο· και Αυτός θα είναι το πρόσωπο, το οποίο θα περιμένουν με ζωηρή ελπίδα και έντονη προσδοκία τα έθνη και οι λαοί της γης, δηλαδή ο Μεσσίας Χριστός) »[Γέν. 49,10], «δεσμεύων πρὸς ἄμπελον τὸν πῶλον αὐτοῦ καὶ τῇ ἕλικι τὸν πῶλον τῆς ὄνου αὐτοῦ· (:θα είναι τόση η μεγάλη ευτυχία και η μακαρία κατάσταση που θα επικρατήσει στις ημέρες της βασιλείας Του· θα είναι τόση η ευφορία της χώρας, ώστε να δένει τον όνο του κανείς στο αμπέλι και το πουλάρι στην ψαλίδα του κλήματος-ή κατ’ άλλη ερμηνεία: Αυτός, επειδή θα είναι η άμπελος η αληθινή και η διδασκαλία Του θα είναι απαλή και ήμερη, θα υποτάξει τους εθνικούς και θα τους κάνει τόσο πειθαρχικούς, όσο πειθαρχικός είναι και ο όνος, που δένεται στο αμπέλι, και το πουλάρι, που δένεται στην ψαλίδα του κλήματος)», δηλαδή δένοντας τον υποκείμενο σε Αυτόν λαό από τους Ιουδαίους, «πλυνεῖ ἐν οἴνῳ τὴν στολὴν αὐτοῦ καὶ ἐν αἵματι σταφυλῆς τὴν περιβολὴν αὐτοῦ(:και θα είναι τόση η ευημερία και η αφθονία, που θα υπάρχει στις ημέρες της βασιλείας Του, ώστε η ενδυμασία Του θα πλένεται όχι με νερό, αλλά με κρασί, και η στολή Του με το κόκκινο σαν αίμα κρασί του σταφυλιού-Ή, επειδή τα λόγια αυτά είναι προφητεία που αναφέρεται στον Μεσσία, ο Οποίος θα προέλθει από τη φυλή του Ιούδα: Το σώμα που θα φορέσει ο Κύριος κατ΄οικονομίαν για να γίνει άνθρωπος, θα σφαγεί και θα πλυθεί με το αίμα της σταυρικής λυτρωτικής του θυσίας)» [Γέν. 49,11].
Και κλαδί του κλήματος είναι οι μαθητές του Κυρίου, προς τους οποίους έλεγε: «Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα. ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν(:Εγώ είμαι η κληματαριά κι εσείς τα κλαδιά της. Εκείνος που μένει ενωμένος μαζί μου κι εγώ μένω μέσα του, αυτός αποδίδει άφθονο και εκλεκτό καρπό· διότι χωρίς εμένα και χωρίς να έχετε τη ζωτική δύναμη που πηγάζει από μένα, δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε για τον εξαγιασμό σας και τη σωτηρία σας)»[Ιω. 15,5]. Με το κλήμα λοιπόν αυτό συνέδεσε ο Κύριος προς τον εαυτό του το πουλάρι της όνου του, δηλαδή τον νέο Ισραήλ από τα έθνη, του οποίου τα μέλη έγιναν κατά χάρη υιοί του Αβραάμ. Εάν λοιπόν η βασιλεία αυτή είναι ελπίδα και των εθνών, πώς, λέγουν, «αφού πιστέψαμε σε αυτήν εμείς, θα φοβηθούμε τους Ρωμαίους»;
Έτσι λοιπόν οι νηπιάζοντες όχι στα μυαλά αλλά στην κακία, αφού έλαβαν την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, ανέπεμψαν στον Κύριο πλήρη και τέλειο ύμνο, μαρτυρώντας ότι ως Θεός ζωοποίησε τον Λάζαρο ενώ ήταν τετραήμερος νεκρός. Οι δε Γραμματείς και Φαρισαίοι, μόλις είδαν τα θαυμάσια αυτά και τα παιδιά να κράζουν στο ιερό λέγοντας: «Εὐλογημένη ἡ ἐρχομένη βασιλεία ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ πατρός ἡμῶν Δαυΐδ· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις», αγανάκτησαν και έλεγαν προς τον Κύριο: «Ἀκούεις τί οὗτοι λέγουσιν;(:Δεν ακούς τι λένε αυτά τα παιδιά;)», πράγμα που έπρεπε μάλλον ο Κύριος να πει τότε προς αυτούς, ότι δηλαδή «δεν βλέπετε και δεν ακούτε και δεν καταλαβαίνετε;». Γι’ αυτό ο Ίδιος αντικρούοντάς τους που Τον κατηγορούσαν ότι ανέχεται την υμνωδία που μόνο στον Θεό ταιριάζει, λέγει: «Λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν οὗτοι σιωπήσωσιν, οἱ λίθοι κεκράξονται (:Σας βεβαιώνω ότι κι αν αυτοί σιωπήσουν, θα κραυγάσουν οι άψυχες πέτρες)»[Λουκ. 19,40]· «Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ὅτι ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον;(: Δεν διαβάσατε ποτέ εκείνο που λέει ότι από το στόμα νηπίων και μικρών παιδιών που θηλάζουν ακόμα έφτιαξες, Θεέ, τέλειο ύμνο; Γιατί λοιπόν αγανακτείτε, σαν να ανέχομαι κάτι που δεν το προφήτευσε το Πνεύμα του Θεού;)»[Ματθ. 21,16]. Διότι και τούτο ήταν άξιο μεγάλου θαυμασμού, ότι τα αμόρφωτα και αμαθή παιδιά θεολογούσαν τελείως τον Θεό που ενανθρώπησε για μας, παίρνοντας στο στόμα τους αγγελικό ύμνο· όπως δηλαδή οι άγγελοι έψαλλαν για τη Γέννηση του Κυρίου: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία (:Δοξασμένος ας είναι ο Θεός στα ύψιστα μέρη του ουρανού απ’ τους αγγέλους που κατοικούν εκεί˙ και στη γη ολόκληρη, που είναι ταραγμένη απ’ την αμαρτία και τα βίαια πάθη της, ας βασιλεύσει η θεία ειρήνη· διότι ο Θεός εκδήλωσε τώρα εξαιρετικά την εύνοια και την ευαρέσκειά Του στους ανθρώπους με την ενανθρώπηση του Υιού του)»[Λουκ. 2,14], έτσι έψαλλαν και τα άκακα παιδιά τώρα στον Κύριο: «λέγοντες· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος βασιλεὺς ἐν ὀνόματι Κυρίου· εἰρήνη ἐν οὐρανῷ καὶ δόξα ἐν ὑψίστοις(:και έλεγαν: ‘’Ευλογημένος και δοξασμένος είναι ο βασιλιάς που έρχεται εκ μέρους του Κυρίου ως αντιπρόσωπός του. Ο Μεσσίας έρχεται να φέρει ειρήνη στον ουρανό, διότι τώρα πια συμφιλιώνονται και ειρηνεύουν οι άνθρωποι με τον ουράνιο Πατέρα και τους αγγέλους του. Αλλά και οι άγγελοι που βρίσκονται στα ύψιστα μέρη του ουρανού δοξάζουν το Θεό για την ενανθρώπηση και την έλευση του Μεσσία’’)» [Λουκ. 19, 38], έτσι και αυτά τώρα κατά την είσοδό Του αναπέμπουν τον ίδιο ύμνο, λέγοντας: «Δόξα στον Σωτήρα μας τον υιό του Δαβίδ, δόξα στον Σωτήρα μας στα ουράνια», «οἱ δὲ ὄχλοι οἱ προάγοντες καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες ἔκραζον λέγοντες· ὡσαννὰ τῷ υἱῷ Δαυΐδ· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις(:Και τα πλήθη του λαού, όσα προπορεύονταν και όσα ακολουθούσαν, με δυνατές φωνές κραύγαζαν: ‘’Δόξα στον απόγονο του Δαβίδ, που περιμέναμε έως τώρα. Δοξασμένος να είναι αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο. Δόξα στον Θεό ας κράζουν και οι άγγελοι που βρίσκονται στα υψηλότερα μέρη του ουρανού’’)»[Ματθ. 21,9].
Αλλά ας νηπιάσουμε και εμείς αδελφοί, κατά την κακία, νέοι και γέροντες, άρχοντες μαζί και αρχόμενοι, για να ενδυναμωθούμε από τον Θεό, να στήσουμε τρόπαιο και να κρατήσουμε στα χέρια μας τα σύμβολα της νίκης, όχι μόνο κατά των πονηρών παθών, αλλά και κατά των ορατών και αοράτων εχθρών, ώστε να βρούμε την χάρη του λόγου για βοήθεια εύκαιρη· διότι ο νέος πώλος, όπου καταξίωσε ο Κύριος να καθίσει για χάρη μας, αν και είναι ένας, προτύπωνε την προς Αυτόν υποταγή των εθνών, από τα οποία προερχόμαστε όλοι εμείς, άρχοντες μαζί και αρχόμενοι.
Όπως λοιπόν στον Ιησού Χριστό δεν υπάρχει αρσενικό και θηλυκό, ούτε ειδωλολάτρης ούτε Ιουδαίος, αλλά όλοι είναι ένα κατά τον θείο απόστολο [«Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ(:Δεν υπάρχουν πλέον διαφορές εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως και φύλου. Δεν υπάρχει διαφορά Ιουδαίου και Έλληνα, δεν υπάρχει διάκριση δούλου και ελεύθερου, δεν υπάρχει διάκριση άνδρα και γυναίκας. Διότι όλοι εσείς γίνατε ένας νέος άνθρωπος με την ένωσή σας με τον Ιησού Χριστό)»:Γαλ. 3,28], έτσι σε Αυτόν δεν υπάρχει άρχων και αρχόμενος, αλλά με την χάρη Του είμαστε ένα κατά την πίστη σε Αυτόν και ανήκουμε στο ένα σώμα της Εκκλησίας Του, έχοντας μία κεφαλή, αυτόν και ένα πνεύμα ποτισθήκαμε δια της παναγίας χάριτος του Πνεύματος και ένα βάπτισμα λάβαμε όλοι και μια είναι η ελπίς όλων και ένας ο Θεός μας, ο επάνω από όλους και δια μέσου όλων και μέσα σε όλους μας [Εφ. 4,6: «Εἷς Θεὸς καὶ πατὴρ πάντων, ὁ ἐπὶ πάντων, καὶ διὰ πάντων, καὶ ἐν πᾶσιν ἡμῖν(:Ένας κυριαρχεί πάνω απ’ όλους ως Δεσπότης. Η δική Του δύναμη διαχύνεται και ενεργεί διαμέσου όλων των μελών της Εκκλησίας σε ολόκληρο το σώμα της. Αυτός κατοικεί μέσα σε όλους μας)»].
Ας αγαπούμε λοιπόν ο ένας τον άλλον, ας ανεχόμαστε και ας φροντίζουμε ο ένας τον άλλον, αφού είμαστε μέλη ο ένας του άλλου, διότι το σήμα της μαθητείας μας προς Εκείνον, όπως είπε ο ίδιος ο Κύριος, είναι η αγάπη και η πατρική κληρονομία που μας άφησε, αναχωρώντας από αυτόν τον κόσμο είναι η αγάπη και η τελευταία ευχή που μας έδωσε ανεβαίνοντας προς τον Πατέρα αναφέρεται στην προς αλλήλους αγάπη μας: «Ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις(:Και σας δίνω νέα εντολή: Να αγαπάτε δηλαδή ο ένας τον άλλο. Όπως εγώ σας αγάπησα, έτσι κι εσείς να αγαπιέστε μεταξύ σας. Απ’ αυτό θα μάθουν όλοι ότι είστε δικοί μου μαθητές, από το αν δηλαδή έχετε αγάπη μεταξύ σας. Η αγάπη αυτή θα σας εξασφαλίσει την αναγνώριση, τον σεβασμό και την εκτίμηση των ανθρώπων περισσότερο από τη θαυματουργική σας δράση)»[Ιω. 13,34-35].
Ας σπεύδουμε λοιπόν να επιτύχουμε την πατρική ευχή και ας μην αποβάλλουμε την από αυτόν κληρονομία ούτε το σήμα που μας έδωσε, για να μην αποβάλλουμε και την υιοθεσία και την ευλογία και την προς Αυτόν μαθητεία, και τότε θα ξεπέσουμε από την ελπίδα που μας αναμένει και θα κλειστούμε έξω από τον πνευματικό νυμφώνα. Και όπως πριν από το σωτήριο πάθος, καθώς ο Κύριος εισερχόταν στην κάτω Ιερουσαλήμ, Του έστρωναν τα ιμάτια όχι μόνο ο λαός, αλλά και οι πραγματικοί άρχοντες των εθνών, οι Απόστολοι του Κυρίου δηλαδή, έτσι κι εμείς άρχοντες μαζί και αρχόμενοι, ας στρώσουμε τα έμφυτα ιμάτιά μας, υποτάσσοντας τη σάρκα και τα θελήματά της στο πνεύμα. Έτσι όχι μόνο θα αξιωθούμε να δούμε και να προσκυνήσουμε το σωτηριώδες πάθος του Χριστού και την Αγία Ανάσταση, αλλά και να απολαύσουμε την κοινωνία προς Αυτόν· «εἰ γὰρ (:διότι εάν)», λέγει ο απόστολος, «σύμφυτοι γεγόναμεν τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀναστάσεως ἐσόμεθα (:εάν, σαν τα δέντρα που είναι μαζί φυτεμένα και θρεμμένα, έχουμε γίνει ένα με τον Χριστό στο βάπτισμα, το οποίο είναι σύμβολο του θανάτου Του, κατά φυσική συνέπεια θα γίνουμε ένα και στην Ανάστασή Του)»[Ρωμ. 6,5].
Αυτήν την ανάσταση είθε να επιτύχουμε όλοι εμείς, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά Άπαντα τα έργα, Ομιλίες Α΄- Κ΄, ομιλία ΙΕ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2004, τόμος 9, σελίδες 398-419.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ[:Φιλιπ. 4, 4-9]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 7-4-1985]
(Β134)
Ζούμε, αγαπητοί μου, σε μία ταραγμένη εποχή. Τα πρότυπα έχουν εκλείψει. Καθετί που οι αιώνες έχουν σεβαστεί, θεωρείται πια νοσηρό και επικίνδυνο κατεστημένο και πρέπει να γκρεμιστεί… Γι΄αυτό ακριβώς και η εποχή μας έχει χάσει τον προσανατολισμό της και αναζητά. Αναζητά σε όλους τους τομείς, πώς θα ζήσει η κοινωνία καλύτερα. Πώς θα εκφραστεί ο άνθρωπος με την τέχνη καλύτερα· πώς θα φιλοσοφήσει ακριβέστερα· πώς θα χρησιμοποιήσει την επιστήμη επ’ ωφελεία. Αναζητά· παντού αναζητά. Γι’ αυτό βλέπει κανείς σε όλες αυτές τις προσπάθειες του ανθρώπου, φεύγοντας από την κλασικότητα, να είναι και η τέχνη του και η ζωή του μία καρικατούρα. Έτσι, που αν κανείς ζήσει λίγο την κλασικότητα, να αισθάνεται ότι βρίσκεται σε μία παρακμή. Αν πούμε ότι στην εποχή μας, ότι ζει αυτήν την παρακμή, θα μας απαντήσει η εποχή μας: «Όχι· δεν ζούμε την παρακμή. Αρνηθήκαμε το παρελθόν και ζητάμε κάτι. Κάτι καινούριο. Είναι μία μεταβατική περίοδος. Ζητάμε κάτι άλλο…».
Αλλά τι ζητάει η εποχή; Αγαπητοί, τι ζητάει η εποχή… Ζητά τα αληθή μέτρα που θα κάνουν τον άνθρωπο, άνθρωπο. Αλλά είναι γνωστό ότι ο άνθρωπος παλινδρομεί μέσα στη ζωή του και αυτό είναι ένα μεταπτωτικό φαινόμενο· το ότι παλινδρομεί. Εκεί που κρατάει την αλήθεια, την αφήνει, και αναζητά την αλήθεια. Οξύμωρον σχήμα. Εκεί που κρατάει την αλήθεια, την αφήνει. Και αναζητά την αλήθεια. Γιατί για μια στιγμή νομίζει ότι δεν κρατάει την αλήθεια, ή βαρέθηκε την αλήθεια ή κουράστηκε με την αλήθεια και ζητάει κάτι άλλο. Και αυτό το κάτι άλλο, θέλει να είναι η αλήθεια. Αλλά η αλήθεια δεν είναι σπασμένη, δεν είναι μοιρασμένη, δεν είναι κομματιασμένη. Γι΄αυτό ακριβώς τον λόγο ο άνθρωπος παλινδρομεί πάντα στη ζωή του. Και σαν λαοί και σαν πρόσωπα.
Αλλά, όπως κι αν το κάνουμε, κάνοντας αυτούς τους μεγάλους κύκλους ο άνθρωπος και φθάνοντας πάλι στο σημείο εκείνο απ’ όπου ξεκίνησε, απλώς μπαίνει σε μία περιπέτεια. Απλώς μπαίνει σε μία περιπέτεια που τον ταλαιπωρεί και τον ξεφτίζει. Ξαναγυρίζει στην αλήθεια, αλλά ένας λογικός άνθρωπος θα μπορούσε να πει: «Γιατί να ζω αυτήν την περιπέτεια;. Εκτός πια εάν αυτή η περιπέτεια με κάνει…–κι αυτό είναι της μόδας, είναι πολύ της μόδας- με κάνει ανήσυχον άνθρωπο, άνθρωπο τάχα, δήθεν βαθύ. Γιατί αν πρέπει να μένω σ’ αυτό που γνωρίζω ως αληθές, δεν έχω αξία, ζω σε μία επιφάνεια. Αν όμως αρνηθώ αυτό που έχω, τότε γίνομαι βαθύς γιατί ψάχνω»... Αγαπητοί μου…σνομπισμός. Αν επιτρέπεται να πω τη λέξη και τον χαρακτηρισμό. Δηλαδή με άλλα λόγια, ο άνθρωπος χάνει πραγματικά τον εαυτό του όταν αναζητά εκείνο που θέλει να βρει και χάνοντας τον εαυτό του, στο τέλος μπαίνει σε μία ταλαιπωρία. Όμως, γιατί θα έλειπε το βάθος, αν θα κρατούσαμε εκείνο που ήδη υπάρχει; Γιατί παρακαλώ θα χάναμε το βάθος, αν θα μέναμε σε εκείνο το οποίο έχουμε; Αν εγώ μένω αυτή τη στιγμή μέσα σε ένα τετραγωνικό μέτρο, γιατί θα πρέπει να κάνω παλινδρομήσεις τῇδε κἀκεῖσε, ενώ έχω ένα απεριόριστο βάθος μέσα στο οποίο μπορώ να βρίσκομαι;
Έτσι, αγαπητοί, εκείνο το οποίο προσφέρεται, πρέπει να το καλλιεργήσουμε, να το βαθύνουμε. Κι αυτό που προσφέρεται, προσφέρεται από τον ουρανό. Μια αθάνατη σελίδα, αθάνατη σελίδα τρόπου ζωής, που δεν έχει διακυμάνσεις και περιπέτειες από κείνες που ξεφτάνε τον άνθρωπο και τον κάνουν ένα ερείπιο ριγμένο στο πεζοδρόμιο με τα ναρκωτικά, με την ατημέλεια, με εκείνο το άφημα του εαυτού του, που τον κάνει η κατάσταση αυτή τον άνθρωπο αξιοθρήνητον και αξιολύπητον, θύμα των δαιμόνων, μια αθάνατη σελίδα… ακούσατέ την, αγαπητοί μου, από την επιστολή προς Φιλιππησίους, του Αποστόλου Παύλου, που σήμερα ακούστηκε στην αποστολική περικοπή:
«Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ὑμῶν»: «Το λοιπόν, αδελφοί, ως προς εκείνα που σας είπα, κάτι να σας συμπληρώσω, αδελφοί. Το λοιπόν. Ως προς τα υπόλοιπα, έχω να σας πω, όσα είναι αληθινά, όσα είναι σεμνά, όσα είναι δίκαια, όσα είναι αγνά και προσφιλή, όσα έχουν καλή φήμη, αν κάποια αρετή υπάρχει και κάτι που επαινείται, αυτά να λογίζεσθε, αυτά να έχετε στον νου σας· εκείνα που μάθατε και παραλάβατε από μένα και ακούσατε και είδατε σε μένα, αυτά να πράσσετε· και ο Θεός της ειρήνης θα είναι μαζί σας».
Καταρχάς βέβαια, αν δείτε ολόκληρο το κεφάλαιο, το 4ον από την προς Φιλιππησίους, θα δείτε να γράφει ο Απόστολος με μία ανείπωτη ειρήνη. Με μία χάρη που δεν συναντάται εδώ στη γη παρά έρχεται από τον ουρανό. Αλλά παίρνοντας αυτό το μικρό απόσπασμα, ας δούμε τι μπορεί να μας πει ο Απόστολος. Όσα, λέγει, είναι αληθή, αυτά να λογίζεσθε. Ποια είναι αληθή; Έχετε ακούσει πολλές φορές την έκφραση «έζησα μια ψεύτικη ζωή»; Υπάρχει αληθινή και ψεύτικη ζωή; Ή χαρακτηρίζουμε την ίδια τη ζωή ψεύτικη; Ή λέμε έναν άνθρωπο «αυτός ζει ψεύτικα». Όχι ότι λέγει ψέματα. Αλλά ότι αυτό που διαλέχτηκε για να βιωθεί, δεν ήτο αληθινό, δεν ήτο το σωστό, δεν ήτο αυτή αύτη η πραγματικότητα. Αν θέλετε, αυτό που ακριβώς καθορίζει τον άνθρωπο, όπως βγήκε από τα χέρια του Θεού. Αυτό που κάνει τον άνθρωπο κοινωνό του ουρανού. Αυτό, όταν λείπει, όλα είναι ψεύτικα. Έτσι ένας άνθρωπος άμα ζήσει τη ζωή της αμαρτίας, τη ζωή των ηδονών και των αισθήσεων, στο τέλος θα πει: «Ψεύτικη ζωή, πόσο γρήγορα πέρασες!». Ο Θεός κάνει ψεύτικα πράγματα, για να αναφωνήσεις τη ζωή σου, που σου τη χάρισε σαν δώρο πανάκριβο και μοναδικό, ψεύτικα πράγματα; Κάνει ο Θεός ψεύτικα πράγματα; Εσύ έζησες το ψέμα, το ψεύδος, την απάτη, εκείνο που ακριβώς θα μπορούσε να ειπεί ο σοφός Σολομών: «Ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης». Ο σοφός Σολομών το λέγει αυτό αφού δοκίμασε ό,τι μπορούσε να δοκιμάσει ένας άνθρωπος πάνω στη γη. Από τη σοφία μέχρι τις ηδονές των αισθήσεων. Τα εδοκίμασε όλα! Και έφτασε να ειπεί, βαθιά απογοητευμένος: «Ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης». Και όμως, αγαπητοί μου, ουδέν είναι μάταιον. Αντιθέτως, ο Θεός μας είπε να στρέφουμε τα μάτια μας μακριά από τη ματαιότητα. Ό,τι ο Θεός δημιουργεί, δεν είναι μάταιον. Αλλά γιατί αναφωνεί ο άνθρωπος ότι είναι όλα μάταια; Γιατί έζησε και ζει την ψεύτικη ζωή.
Λέγει λοιπόν τώρα ο Απόστολος: «Ὃσα ἐστὶν ἀληθῆ», «ό,τι είναι αληθινό, πραγματικό…». Επί παραδείγματι, ο άνθρωπος είναι… -ας μου επιτραπεί αυτός ο όρος- δεν μ’ αρέσει, γιατί δεν είναι σωστός- είναι μία «μεταφυσική ύπαρξις». Τώρα θα το πω σωστά. Ο άνθρωπος είναι μία θεολογική ύπαρξις· που σημαίνει ένα ον που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τον Θεό. Αυτό είναι η αλήθεια. Αν θα ΄θελε να ζήσει χωρίς τον Θεό, αυτό δεν είναι η αλήθεια. Αυτό είναι το ψεύδος. Αυτό ακριβώς θέλει να πει ο Απόστολος Παύλος. «Όσα εστίν αληθή, αυτά να ζείτε».
«Ὃσα σεμνά». Τι θα πει «όσα σεμνά»; Όσα σεβαστά. Ό,τι είναι σεβαστό. Εξωτερικά. Γιατί θα πει κάτι πιο κάτω που θα είναι εσωτερικό. Όσα είναι σεβαστά. Και είναι πολλά πράγματα σεβαστά εις τον κόσμον αυτόν. Εάν, αγαπητοί μου, πούμε δεν είναι τίποτα σεβαστόν εις τον κόσμον αυτόν, και τι είναι ο ηλικιωμένος άνθρωπος και τι είναι ο πρεσβύτερος και τι είναι ο ιερεύς και τι είναι ο ναός και τι είναι τούτο και τι είναι εκείνο, όλα να τα ποδοπατήσουμε, όλα να τα γκρεμίσουμε, αυτό ακριβώς δείχνει τον άνθρωπο τον παρηκμασμένο. Ο παρηκμασμένος άνθρωπος είναι δαιμονισμένος άνθρωπος. Ο διάβολος αγαπά την καταστροφή του ανθρώπου, την παρακμή του. Όταν ο άνθρωπος όμως σέβεται, οτιδήποτε σέβεται, επιτρέψατέ μου, κι ένα λουλούδι στο βουνό που περνάει, στον δρόμο, στο μονοπάτι, το σέβεται. Δεν το πατά. Αλλά και αν το κόψει, θα το κόψει και θα το περιεργαστεί. Θα το μυρίσει, θα το κοιτάξει καλά, θα δοξάσει τον Θεό, θα το βάλει στο βάζο του στο σπίτι του. Δεν θα κάνει εκείνο που κάνουμε, θα το έχετε δει πολλές φορές, σκύβουμε, κόβουμε με μίαν αναίδειαν, μέσα στην κτίση μπροστά είναι μία αναίδεια, κόβομε ένα λουλούδι, το βάζουμε στα ρουθούνια μας και με απαρέσκεια το πετάμε. Άνθρωπε, γιατί δεν σέβεσαι αυτό που όλα ο Θεός γύρω σου έχει δημιουργήσει; Ο άνθρωπος που σέβεται, σέβεται τα πάντα. Κι ένα μικρό παιδί! Όχι μόνο ένα λουλούδι· κι ένα μικρό παιδί. Μπροστά σε ένα μικρό παιδί δεν θα ασχημονήσει. Το σέβεται. Δεν έχει κριτήριο την ηλικία. Ούτε ακόμα την ποιότητα. Έχει απλώς μπροστά του κριτήριο ότι είναι κτίσματα του Θεού. Όλα τα σέβεται. Όσα λοιπόν είναι σεμνά, αυτά να λογίζεστε. Δηλαδή ό,τι είναι σεβαστό, αυτό να έχετε στον νου σας.
«Ὃσα δίκαια». Όσα δίκαια. Ό,τι ανήκει στη σχέση σου, άνθρωπε, με τον Θεό, με τον συνάνθρωπό σου και με τον εαυτό σου. Η σχέση δικαιοσύνης είναι μεγάλο πράγμα. Η σχέση δικαιοσύνης δεν είναι μεταξύ του εργοδότου και του εργαζομένου. Η δικαιοσύνη δεν περιορίζεται στο θέμα, παρακαλώ, στο θέμα του μισθού, στο θέμα των χρημάτων. Είναι πολύ περιορισμένο αυτό. Είναι και αυτό. Αλλά δεν είναι μόνον αυτό όμως. Είναι κάτι πολύ πολύ βαθύτερο, κάτι πολύ πολύ πλατύτερο. Τι ανήκει στον Θεό; Θα Του το αποδώσω. Τι ανήκει στον πλησίον μου; Και η ησυχία ακόμη που πρέπει να κάνω το μεσημέρι, είναι θέμα δικαιοσύνης. Ακούσατέ το αυτό. Είναι θέμα δικαιοσύνης, όταν αντιλαμβάνομαι ότι πρέπει να κάνω ησυχία, να μην ανησυχήσω τον άλλον άνθρωπο. Αλλά και απέναντι στον εαυτό μου δικαιοσύνη. Θα του αποδώσω ό,τι πρέπει. Όταν πολλές φορές ακούτε ανθρώπους να λένε: «Εγώ κάνω ό,τι μ’ αρέσει, αμαρτάνω κατά το δοκούν, δεν αδικώ κανέναν. Ποιον πειράζω;». Ναι, δεν αδικείς κανέναν, έστω, ας το πάρουμε κι έτσι, σε μία πρώτη φάση. Αδικείς όμως τον εαυτό σου. Και δεν πρέπει και η δικαιοσύνη να είναι και στον εαυτό σου; Δεν λέγει η εντολή: «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν»; Ποιο είναι το κριτήριο; Ο εαυτός σου. Το κριτήριον είναι ο εαυτός σου. Και στην αγάπη και στη δικαιοσύνη. Αν δεν έμαθες να αποδίδεις αγάπη στον εαυτό σου, αγάπη και δικαιοσύνη στον εαυτό σου, πώς θα αποδώσεις στον άλλον; Πώς θα αποδώσεις στον Θεό; Εάν ο εαυτός σου είναι ο πλησιέστερος πλησίον σου και τον αγνοείς και τον περιφρονείς και τον αδικείς, πώς θα μπορέσεις να αποδώσεις στον άλλον τη δικαιοσύνη; Το κριτήριο σου λείπει. Το μέτρο σου λείπει. Πώς θα μετρήσεις λοιπόν, αφού ο εαυτός σου είναι στραπατσαρισμένος;
Βλέπετε λοιπόν, αγαπητοί μου, ότι είναι μεγάλο πράγμα να είναι κανείς δίκαιος. Είναι μία από τις τέσσερις μεγάλες αρετές των αρχαίων Ελλήνων η δικαιοσύνη. Και όπως λέγουν οι Πατέρες, η δικαιοσύνη σκορπιέται, μοιράζεται, ανάμεσα στις άλλες τρεις αρετές. Δηλαδή αυτό που θα λέγαμε στην πατερική γλώσσα, είναι η διάκρισις, είναι ο τρόπος που συνδέεται η μία αρετή με την άλλη. Αυτό είναι η δικαιοσύνη. Είναι μεγάλο πράγμα. Είναι πλατύ. Είναι βαθύ πράγμα.
«Ὃσα ἀγνά». Ω, όσα αγνά! Εάν τα σεμνά είναι κάτι το εξωτερικό, τα αγνά είναι κάτι το εσωτερικό. Είναι ό,τι αναφέρεται στα ελατήρια και στις εφέσεις του ανθρώπου, που πρέπει να είναι όλα αυτά αμόλυντα, καθαρά. Λέμε: «Αυτός ο άνθρωπος είναι αγνός άνθρωπος». Τι θα πει αυτό; Έχει αγνές προθέσεις. Τα ελατήριά του είναι αγνά. Δεν είναι ο σκολιός, ο διεστραμμένος άνθρωπος. Το «ναι» του είναι «ναι» του. Το «όχι» του είναι «όχι» του. Αυτό που ο Κύριος είπε στον όρκο· το «ναι» σας, « ναι σας» και το «όχι» σας, «όχι σας». Ακριβώς αυτό είναι. Είναι ο άδολος άνθρωπος, είναι ο αγνός άνθρωπος. Πολλές φορές το λέμε αυτό για έναν άνθρωπο. «Αυτός είναι αγνός άνθρωπος, είναι αγνός πατριώτης». Τι σημαίνει αυτό; Δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία που να μπαίνουν και να επηρεάζουν τα ελατήριά του στις αποφάσεις του και στις ενέργειές του. Αγνός άνθρωπος! Ωραίο πράγμα! Αγνός άνθρωπος. Ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ. Αγνός βέβαια ἐν στενῇ ἐννοίᾳ, είναι εκείνος ο οποίος δεν κάνει ανήθικες πράξεις. Δηλαδή ο ηθικός, ἐν στενῇ ἐννοίᾳ , ο εγκρατής ἐν στενῇ ἐννοίᾳ.
«Ὃσα προσφιλῆ». Όσα είναι προσφιλή. Προσφιλές θα πει αγαπητό. Όσα λοιπόν είναι προσφιλή, αυτά να λογίζεστε. Και ποια είναι τα προσφιλή, αγαπητοί μου; Ό,τι είναι προσφιλές στον Θεό πρώτα. Αυτό που λέμε: «Αρέσει στον Θεό;». «Κύριε, αν κάνω μία πράξη, θα σου αρέσει;». Όπως ομοίως και στους ανθρώπους. Βέβαια πολλά πράγματα μπορεί να αρέσουν και να είναι βρώμικα. Άρεσε, λέγει, πολύ ο χορός της Σαλώμης, όταν χόρεψε μπροστά… εκείνο το διεφθαρμένο κορίτσι, το εντελώς διεφθαρμένο κορίτσι, το ανήθικο, όταν χόρεψε μπροστά στον πατέρα του τον Ηρώδη και εις τους επισήμους της Επαρχίας. Άρεσε. Άρεσε… Προσφιλές; Το κριτήριο του προσφιλούς, δεν είναι στους ανθρώπους μπροστά, δεν είναι από τους ανθρώπους, αλλά το κριτήριο είναι… τι αρέσει στον Θεό. Άμα αρέσει κάτι στον Θεό, οπωσδήποτε αρέσει στους ανθρώπους· αν θέλετε, στους αγνούς ανθρώπους, στους καθαρούς ανθρώπους. Θέλετε ακόμη; Και εις τους βρώμικους…Δεν είναι δυνατόν ποτέ το σεμνό, το αγαθό, το ωραίο, εκείνο που είναι προσφιλές, να μην αρέσει και στους διεφθαρμένους ανθρώπους. Θα μου πείτε: «Το κοροϊδεύουν…». Μα αυτό είναι η απόδειξη ότι τους αρέσει! Θα μου πείτε «η απόδειξη όταν κοροϊδεύουν;». Βεβαίως! Είναι η αντίδρασις. Ότι αυτό που εγώ δεν έχω, το κοροϊδεύω γιατί δεν το φτάνω. «Ὄμφακές εἰσιν». «Αγουρίδες είναι», όπως είπε η αλεπού για τα σταφύλια. Ό,τι δεν φθάνει ο άλλος, το κοροϊδεύει. Αν λοιπόν σε κοροϊδεύει ο διεφθαρμένος γιατί κάνεις προσφιλή πράγματα, είναι μία απόδειξη ότι δεν το φθάνει. Το θέλει στο βάθος. Αν είχε ταπείνωση, θα σου ‘σφιγγε το χέρι και θα σου έλεγε «μπράβο».
«Ὃσα εὒφημα». Όσα έχουν καλήν φήμην. Γιατί προφανώς υπάρχουν και πράγματα τα οποία δεν έχουν καλήν φήμην. Πρέπει λοιπόν οπωσδήποτε να ακολουθούμε πάντοτε εκείνο που έχει καλή φήμη. Όχι πάντοτε ό,τι μόνο είναι, αλλά και ό,τι φαίνεται. Προσέξατέ το αυτό. Λέει ο Απόστολος Παύλος: «Προνοούμενοι καλὰ ἐνώπιον πάντων ἀνθρώπων». Να φροντίζουμε να υπάρχει μία καλή φήμη, όχι με ελατήριο την κενοδοξίαν, αλλά με ελατήριον να δοξαστεί ο Θεός και όχι να κατηγορηθεί ο Θεός και να βλασφημηθεί. Ενώπιον πάντων ανθρώπων. Και όταν λέει «πάντων» εννοεί και τους μη χριστιανούς. Τι θα κάνω, που να μην σκανδαλίσω. Ό,τι κάνω, θα είναι εύφημο. Όχι λοιπόν ότι πιστεύω αλλά και όπως φαίνομαι. Είναι πολύ σπουδαίο. Υπάρχει ένα παλιό ρητό, γνωμικό, που έλεγε: «Η σύζυγος του αυτοκράτορος δεν πρέπει να είναι τιμία αλλά πρέπει να φαίνεται τίμια». Διότι κάποιος μπορεί να πει: «Ε, εγώ είμαι αγνός άνθρωπος, και αν κινηθώ όπως θέλω, κι αν ο άλλος βάλει στο μυαλό του κάτι πονηρό, τι με νοιάζει εμένα; Εγώ είμαι αγνός άνθρωπος». Δεν είναι αρκετό. Δεν είναι αρκετό. Πρέπει και να είσαι, πρέπει και να φαίνεσαι. Όχι να επιδεικνύεσαι. Όχι να λες: «Ξέρεις, εγώ είμαι εγώ…». Αλλά απλώς οι πράξεις σου να είναι τέτοιες που να φαίνονται και να δοξάζεται ο Θεός. Γι΄αυτό λέγει ο Κύριος, ο ίδιος ο Κύριος το λέγει αυτό: «ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Είδατε; Η δοξολογία του Θεού πρέπει να είναι στο τέλος. «Ὃσα εὒφημα, ταῦτα λογίζεσθε. Εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε». Και συγκεφαλαιωτικά πια, για να μην τραβήξει μακρύ τον κατάλογο ο Απόστολος, τι λέγει; Και τέλος πάντων, ό,τι είναι αρετή και ό,τι είναι επαινετόν, αυτό να λογίζεσθε. Σήμερα δεν είμεθα κυνηγοί των αρετών και των επαινετών πραγμάτων, αλλά των αντιστρόφων. Για να κάνουμε επίδειξη. Δεν είναι της μόδας, όπως σας είπα και στην αρχή, σήμερα να ζούμε την αρετή.
Αγαπητοί, προσέξατέ το. Είναι μία σελίδα χριστιανικής τελειότητος αυτό που μας λέει ο απόστολος Παύλος. Μία σελίδα πνευματικής ζωής. Όχι απλώς τηρηταί κάποιων εντολών. Όχι αυτό μόνον. Οι εντολές προϋποτίθενται. Αλλά τι; Αφού θα ζήσουμε τις εντολές, θα αρχίζουν οι εντολές να βγάζουν άρωμα. Αυτά λοιπόν που ανέφερε εδώ ο Απόστολος, είναι το άρωμα των εντολών. Και δεν είναι αυτές από μόνες τους οι εντολές. Αλλά το άρωμά τους. Πολλοί άνθρωποι τηρούν τις εντολές, αλλά κάνουν να μην βγαίνει άρωμα από τις εντολές. Πρέπει λοιπόν να βγαίνει άρωμα. Έτσι, ό,τι αρωματώδες, θα μπορούσαμε να ερμηνεύσουμε, ό,τι αρωματώδες από αρετές και επαινετά πράγματα, αυτά, λέει, να έχετε στο μυαλό σας και με κάθε τρόπο να προσπαθείτε με αυτά να ζήσετε και με αυτά να εμφανίζεστε.
«Ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε». Εδώ βάζει τέσσερα ζεύγη. «Εκείνα που έχετε μάθει και έχετε παραλάβει…»- από ποιον; «Από μένα. Κι εκείνα που ακούσατε και είδατε σε μένα, αυτά να πράσσετε». Πέραν από εκείνα τα οποία θεωρητικά τους είπε, αγαπητοί μου, ο Απόστολος, τώρα τους δίνει και ένα διάγραμμα πρακτικόν. Μην πείτε ότι είναι αλαζονεία εκ μέρους του Παύλου. Αυτός όλος ο στίχος είναι μία πλάτυνσις ενός άλλου στίχου, που είπε: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ». Μην πείτε ότι ο Παύλος είναι κενόδοξος, είναι υπερήφανος. Μην το πούμε αυτό. Ο Παύλος προβάλλει τον εαυτό του προς μίμησιν. Και τι λέγει; «Εκείνα που μάθατε και πήρατε, αυτά να πράσσετε». Σαν διδασκαλία. «Εκείνα που είδατε και ακούσατε σε μένα. Είδατε όσο ήμουνα στην πόλη σας, τους Φιλίππους. Και ακούσατε όσα δεν ήμουν εγώ στην πόλη σας, αλλά ακούσατε σαν φήμη, αυτά να πράσσετε». Γιατί το λέγει αυτό ο Απόστολος Παύλος, άραγε; Γιατί; Θέλει να δώσει, αγαπητοί μου, έναν τύπον ανθρώπου. Ο Παύλος είναι πολύ ταπεινός, είναι πάρα πολύ ταπεινός. Φοβείται δε όλα εκείνα τα μοντέλα, τα υποδείγματα, τα οποία προσεφέροντο στην εποχή του. Και θέλει να παρουσιάσει -πρωτοεμφανίσιμος είναι ο Χριστιανισμός στον κόσμον- να παρουσιάσει πρότυπα. Με άλλα λόγια, ομιλεί για πρότυπα. Και είναι γνωστό ότι πρότυπον δεν είναι μόνον ο Παύλος. Καθένας που ζει Χριστόν είναι ένα πρότυπο. Όλοι οι άγιοι είναι πρότυπα. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε απλά: Πέραν από τις συμβουλές, έχετε και πρότυπα. Η εποχή μας γκρεμίζει τα πρότυπα· όποια και να είναι. Εμείς πρέπει να έχουμε τα πρότυπα. Τα πρότυπα της χάριτος του Θεού. Τα καλλιτεχνήματα της σμίλης της χάριτος του Θεού. Και είναι οι άγιοι. Αυτοί θα είναι τα πρότυπά μας. Και λέγει: «Τότε, εάν έχετε τη διδασκαλίαν και πρότυπα τους αγίους και τα πράττετε όλα αυτά, τα εφαρμόζετε, τότε –ακούστε- τότε «ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ᾽ ὑμῶν(:Ο Θεός της ειρήνης θα είναι μαζί σας)». Γιατί λέγει τον Θεόν, «Θεὸν τῆς εἰρήνης»; Γιατί είναι πραγματικά Θεός της ειρήνης. Δηλαδή είναι η αληθινή ειρήνη ο Θεός. Τότε, ο Θεός της ειρήνης θα είναι μαζί σας. Θα αναπαυθείτε εσωτερικά. Τότε θα βρείτε νόημα στη ζωή. Τότε θα πείτε: «Δεν είναι τίποτα μάταιο εις τον κόσμον αυτόν». Όλα είναι εξαγιασμένα. Όλα κάτω από τη χάρη του Θεού. Μέσα σε μία ανείπωτη χαρά, μέσα σε μία ανείπωτη ειρήνη. Εκείνη που ψάχνει ο κόσμος να βρει, αλλά δεν την βρίσκει, γιατί δεν έχει τον Χριστό. Και όλα αυτά είναι οι θησαυροί του Χριστού, οι θησαυροί οι απόκρυφοι του Χριστού· που όταν κανείς πιστέψει στο πρόσωπό Του, αρχίζει έναν-έναν να τον ανακαλύπτει και να τον προσοικειούται.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_272.mp3
Ποιός μπορεῖ νὰ φέρει χαρὰ σ’ ἕνα σπίτι; Ὁ καλοδεχούμενος ἐπισκέπτης.
Ποιός μπορεῖ νὰ φέρει ἀκόμα μεγαλύτερη χαρὰ σ’ ἕνα σπίτι; Ἕνας φίλος τοῦ σπιτιοῦ.
Ποιός προκαλεῖ τὴ μέγιστη χαρὰ σ’ ἕνα σπίτι; Ὁ οἰκοδεσπότης, ὅταν γυρίζει στὸ σπίτι μετὰ ἀπὸ μακρόχρονη ἀπουσία.
Εὐτυχισμένα καὶ καλότυχα τὰ χέρια ποὺ ὑποδέχτηκαν τὸν Κύριο ὡς καλοδεχούμενο ἐπισκέπτη!
Εὐτυχισμένα καὶ καλότυχα τὰ χείλη ποὺ τὸν χαιρέτισαν ὡς φίλο!
Εὐτυχισμένες καὶ καλότυχες οἱ ψυχὲς ποὺ τὸν σεβάστηκαν καὶ τὸν ὑποδέχτηκαν ὡς οἰκοδεσπότη, μ’ ἕνα τραγούδι ὑποδοχῆς!
Ὑπάρχουν ὅμως καὶ μερικοὶ ποὺ δὲν τὸν ἀναγνώρισαν, δὲν τὸν ὑποδέχτηκαν ὡς φιλοξενούμενο, ὡς φίλο ἢ οἰκοδεσπότη. Πῆραν πέτρες στὰ χέρια τους γιὰ νὰ τίς ρίξουν καταπάνω Τοῦ μὲ τίς θνητὲς ψυχές τους μηχανεύτηκαν τὸ σωματικὸ θάνατό Του.
Ἡ θεϊκὴ φύση τοῦ Χριστοῦ ἦταν τέτοια ὥστε, ὅπου ἐμφανιζόταν – ὡς Θεὸς μὲ ἀνθρώπινη σάρκα – οἱ ἄνθρωποι χωρίζονταν. Μερικοὶ στέκονταν δεξιὰ καὶ ἄλλοι ἄριστερά Του, ὅπως θὰ χωριστοῦν καὶ ὅταν θὰ ἐμφανιστεῖ τὴν ἔσχατη μέρα τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου. Ἀλλὰ κι ὼς σήμερα, ὅταν ἡ συζήτηση σὲ κοσμικοὺς κύκλους γυρίζει στὸν Κύριο Ἰησοῦ, οἱ ἄνθρωποι χωρίζονται δεξιὰ κι ἀριστερά. Φανταστεῖτε πόσο πιὸ αὐστηρὰ ὁριοθετημένος θὰ ἦταν ὁ χωρισμὸς αὐτὸς τίς μέρες τῆς ἐνσαρκης παρουσίας του στὴ γῆ!
Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο περιγράφει δύο περιστατικά, ποὺ ἀποδείχνουν ἀκριβῶς αὐτὸν τὸν αὐστηρὰ ὁριοθετημένο χωρισμὸ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, ἀνάλογα μὲ τὴ διάθεσή τους πρὸς τὸν Κύριο. Στὸ πρῶτο, στὸ δεῖπνο στὴ Βηθανία, ὅσοι παρευρίσκονταν ἐκεῖ χωρίστηκαν ἐπίσης στὰ δύο: ἀπὸ τὴ μιὰ ἦταν οἱ ἀπόστολοι, ὁ Λάζαρος ποὺ εἶχε ἀναστηθεῖ καὶ οἱ ἀδερφὲς τοῦ Μάρθα καὶ Μαρία, ποὺ φιλοξενοῦσαν τὸν Κύριο. Ἀπὸ τὴν ἄλλη ἦταν ὁ προδότης Ἰούδας, ποὺ διαμαρτυρήθηκε ἐπειδὴ ἡ Μαρία ἄλειψε μὲ μύρο τὰ πόδια τοῦ Κυρίου.
Στὸ δεύτερο περιστατικὸ ἦταν ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ οἱ ἄνθρωποι ποὺ ὑποδέχτηκαν θριαμβευτικὰ τὸν Κύριο κατὰ τὴν εἴσοδό του στὴν Ἱερουσαλὴμ κι ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ φαρισαῖοι, οἱ γραμματεῖς κι οἱ ἀρχιερεῖς, ποὺ συνωμοτοῦσαν μεταξύ τους νὰ σκοτώσουν ὄχι μόνο τὸ Χριστό, ἀλλὰ καὶ τὸ φίλο Του Λάζαρο.
Ὁ οὔν Ἰησοῦς πρὸ ἐξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἤν,ἥν,ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὄν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν» (Ἰωάν. ἰβί). Ἕξι μέρες πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα ὁ Ἰησοῦς ἦρθε στὴ Βηθανία, ἐκεῖ ποὺ ζοῦσε ὁ Λάζαρος ποὺ εἶχε πεθάνει ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τὸν ἀνάστησε. Ποὺ βρισκόταν πρὶν ὁ Κύριος; Ἀπὸ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ προηγεῖται ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο, βλέπουμε πῶς ὁ Κύριος, ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημο, σὲ μιὰ πόλη ποὺ ὀνομαζόταν ‘Ἐφραίμ. Ἀποσύρθηκε γιὰ νὰ μὴ τὸν συλλάβουν καὶ τὸν σκοτώσουν οἱ πρεσβύτεροι τῶν Ἰουδαίων, ἐπειδὴ ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου εἶχε ξεσηκώσει τὴν ὀργή τους περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο θαῦμα ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος.
Εἶναι φανερὸ πῶς ὁ Λάζαρος ἦταν ἕνας πολὺ γνωστὸς κι ἐπιφανής,ἐπιφανῆς ἄνθρωπος. Αὐτὸ προκύπτει ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ἐπισκέπτες ποὺ εἶχε στὸ σπίτι του, τόσο ὅταν πέθανε ὅσο κι ὅταν ἀναστήθηκε. «Πολλοὶ ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐληλύθεισαν πρὸς τὰς περὶ Μάρθαν καὶ Μαρίαν ἶνα παραμυθήσονται αὐτὰς περὶ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτῶν» (Ἰωάν. ἰα19). Καὶ μετὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, πολλοι Ἰουδαῖοι πῆγαν εἰδικὰ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο, γιὰ νὰ δοῦν δηλαδὴ τὸ θαῦμα ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος. Ἐπειδὴ λοιπὸν δὲν εἶχε ἔρθει ἀκόμα ἡ ὥρα Του, ὁ Κύριος ἀποσύρθηκε μακριὰ ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ κρύφτηκε ἀπὸ τοὺς κακεντρεχεῖς ἐχθρούς Του. Κι αὐτὸ τὸ ἔκανε γιὰ χάρη μας. Πρῶτο, ὥστε ὁ θάνατός του νὰ μὴ γίνει κρυφά, ἀλλὰ μπροστὰ σὲ ἑκατοντάδες καὶ χιλιάδες μάρτυρες, ποὺ θὰ μαζεύονταν στὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ νὰ γιορτάσουν τὸ Πάσχα. Γιὰ νὰ διαπιστώσει ὅλος ὁ κόσμος πῶς πράγματικά πέθανε κι ἑπομένως ἡ Ἀνάστασή Τοῦ μετα ἦταν ἕνα ὁλοφάνερο κι ἀδιαμφισβήτητο θαῦμα. Δεύτερο, γιὰ νὰ μᾶς διδάξει τὴν ἀπόλυτη ὑποταγὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, πῶς δὲν πρέπει νὰ βιαστοῦμε νὰ πεθάνουμε γιὰ τὸν ἄλφα ἢ τὸ βῆτα λόγο, ὅπως ἐμεῖς ἀποφασίζουμε, ἀλλὰ νὰ κάνουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νά ‘μαστε ἕτοιμοι νὰ ὑποφέρουμε τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ θεικὸ θέλημα θ’ ἀποφασίσει καὶ θὰ μᾶς ἀποκαλύψει. “Ἄν δοθοῦμε ὁλοκληρωτικὰ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, οὔτε μιὰ τρίχα τοῦ κεφαλιοῦ μας δὲ θὰ πειραχτεῖ (πρβλ. Λουκ. κά18). “Ὅλα θὰ μᾶς συμβοῦν στὸν καιρό τους, ὄχι νωρίτερα ἢ ἀργότερα. “Ἄν εἴμαστε ἄξιοι νὰ λάβουμε μαρτυρικὸ θάνατο γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ εἴμαστε ἀπόλυτα ὑποταγμένοι στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐπιζητῶντας τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ κι ὄχι τὴ δική μας, τότε ὁ μαρτυρικὸς θάνατός μας θὰ ἔρθει στὸν καιρό του καὶ μὲ τρόπο ποὺ θὰ ὠφελήσει τόσο ἐμᾶς ὅσο καὶ τοὺς γνωστούς μας.
Δὲν πρέπει ἑπομένως νὰ σκεφτόμαστε πῶς ὁ Κύριος ‘Ἰησοῦς ἀπόφευγε τὸ θάνατο, μὲ τὸ νὰ κρύβεται ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς Του. Δὲν δραπέτευε, ἀλλὰ καθυστεροῦσε το θάνατό Του ὥσπου νά ‘ρθεὶ ἡ ὥρα ποὺ εἶχε ὁρίσει ὁ Πατέρας Του, ἡ ὥρα ποὺ ὁ θάνατός Τοῦ θὰ ὠφελοῦσε περισσότερο τὸν κόσμο. Τὸ ὅτι ὁ Κύριος δὲ φοβόταν τὸ πάθος καὶ τὸ θάνατο εἶναι ὁλοφάνερο ἀπὸ τὸ περιεχόμενο τοῦ εὐαγγελίου. Κάποτε ποὺ μιλοῦσε στοὺς μαθητές Του γιὰ τὸ πάθος καί το θάνατό Του κι ὁ Πέτρος εἶπε πῶς αὐτὸ δὲ θὰ γινόταν ποτέ, ὁ Κύριος ἐπιτίμησε τὸν Πέτρο μὲ τὰ σκληρότερα λόγια: «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ ὅτι οὐ,οὗ φρονεῖς τα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τα τῶν ἀνθρώπων» (Μάρκ. ἡ’ 33).
Ἕξι μέρες πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα ὁ Κύριος γύρισε στὴ Βηθανία ὅπου ζοῦσε ὁ φίλος Του Λάζαρος, αὐτὸς ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε νεκραναστήσει. Ἐκεῖ τὸν περίμενε ἕνα δεῖπνο. «Ἔποίησαν οὔν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἰς ἢν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ» (Ἰωάν. ἴβ’2). Ἐκεῖ, στὴ Βηθανία, τοῦ ἑτοίμασαν δεῖπνο καὶ ἡ Μάρθα ἦταν καταπιασμένη μὲ τὴν ἑτοιμασία. Ἕνας ἀπὸ ἐκείνους ποὺ κάθονταν κοντά Του ἦταν κι ὁ Λάζαρος. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης δὲν ἀναφέρει σὲ ποιό σπίτι του παρέθεσαν τὸ γεῦμα. Ἀπὸ μιὰ πρώτη ματιὰ φαίνεται πῶς ἦταν στὸ σπίτι τοῦ Λάζαρου. Σύμφωνα ὅμως μέ το Ματθαῖο (κστ’6) καὶ τὸ Μάρκο (ἴδ’3), ποὺ ἀναφέρουν ἐπίσης τὸ γεγονός, φαίνεται καθαρὰ πῶς ἦταν στὸ σπίτι του Σίμωνα τοῦ Λεπροῦ. Διαφορετικὰ θὰ βγαζε κανεὶς τὸ συμπέρασμα πῶς τὸ συγκεκριμένο γεγονὸς ἔγινε δυὸ φορὲς στὴ Βηθανία, μέσα σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα: μιᾷ φορᾷ στὸ σπίτι τοῦ Λαζάρου καὶ μιὰ στὸ σπίτι του Σίμωνα τοῦ Λεπροῦ, κάτι ὅμως ποὺ δὲ φαίνεται πιθανό. Ἀναμφισβήτητα ὁ Σίμων ὑποδέχτηκε τὸν Κύριο, ἐπειδή ‘Ἐκεῖνος τὸν εἶχε θεραπεύσει ἀπὸ τὴ λέπρα. Διαφορετικὰ θὰ ἦταν ἀπερίσκεπτο νὰ τὸ κάνει, ὅταν λάβει κανεὶς ὑπόψη πῶς ὁ Μωσαϊκὸς νόμος ἀπαγορεύει αὐστηρὰ τὴν ἑτοιμασία φαγητοῦ καὶ τὴν ὑποδοχὴ καλεσμένων, ἀφοῦ μαζί του δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ ἔχουν ἐπαφῇ οὔτε κι οἱ στενότεροι συγγενεῖς του.
Ὁ δὲ Λάζαρος εἰς ἢν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ. Ὁ εὐαγγελιστὴς τὸ ἐπισημαίνει μὲ ἔμφαση αὐτό, γιὰ νὰ καταδείξει τὴν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Ὁ νεκρὸς ἄνθρωπος ποὺ ἀναστήθηκε ζοῦσε κανονικὰ ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Κυκλοφοροῦσε, ἐπισκεπτόταν τοὺς ἄλλους, ἔτρωγε κι ἔπινε. Δὲν ἦταν κάποια ἄϋλη σκιὰ ποὺ ἀπὸ κάποια παραίσθηση ἐμφανίστηκε στοὺς ἀνθρώπους κι ὕστερα ἐξαφανίστηκε. Ἦταν ἕνας ζωντανός, ὑγιὴς καὶ κανονικὸς ἄνθρωπος, ὅπως ἦταν καὶ προτοῦ ἀρρωστήσει καὶ πεθάνει. Ὁ Κύριος τὸν ἀνάστησε, τοῦ χάρισε ζωὴ κι ὕστερα ἀποσύρθηκε γιὰ λίγες μέρες ἀπὸ τὴ Βηθανία στὴν πόλη Ἐφραίμ. Ὁ Λάζαρος παρέμενε ζωντανὸς ὅσο κοντά του ἦταν ὁ Χριστός, ὅπως καὶ μετά. Δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυριστεῖ κανεὶς πῶς ὁ Λάζαρος ἦταν ζωντανὸς μόνο ὅσο βρισκόταν κοντὰ στὸ Χριστό.
Προσέξτε τώρα. Ὅταν ὁ Κύριος γυρίζει στὴ Βηθανία, ὁ Λάζαρος κάθεται μαζί του στὸ τραπέζι, εἶναι καλεσμένος του Σίμωνα, ποὺ ἦταν γείτονάς του, ἴσως καὶ συγγενής του. Τί θαυμάσιο θέαμα! Ὁ Κύριος κάθεται στὸ τραπέζι μαζὶ μὲ δυὸ ἀνθρώπους στοὺς ὁποίους εἶχε χαρίσει κάτι, ποὺ δὲ θὰ μποροῦσε νὰ τοὺς δώσει ἡ οἰκουμένη ὁλόκληρη. Τὸν ἕνα εἶχε νεκραναστήσει καὶ τὸν ἄλλον εἶχε θεραπεύσει ἀπὸ τὴ λέπρα. Τὰ σώματα καὶ τῶν δυὸ εἶχαν φθαρεῖ, τοῦ ἑνὸς στὸν τάφο καὶ τοῦ ἄλλου ἀπὸ τὴ λέπρα. Μὲ τὴ θαυματουργικὴ δύναμή Του ὁ Κύριος ἔδωσε στὸν ἕνα τὴ ζωὴ καὶ στὸν ἄλλον τὴν ὑγεία. Καὶ τώρα, λίγο προτοῦ πάρει το δρόμο γιὰ τὴ σταύρωση, πῆγε νὰ τοὺς δεὶ καὶ τοὺς συνάντησε σὰν δυὸ εὐγνώμονες φίλους. “Ἄχ καὶ νὰ ξέραμε ὅλοι μας πῶς μᾶς σώζει ὁ Χριστὸς κάθε μέρα ἀπὸ τὴ φθορὰ κι ἀπὸ τὴ λέπρα αὐτῆς τῆς γῆς, ποὺ προκαλοῦνται ἀπὸ τὰ πάθη! Τότε θὰ τὸν ὑποδεχόμασταν διαρκῶς μέσα στὴν καρδιά μας καὶ δὲ θὰ τὸν ἀφήναμε ποτὲ νὰ φύγει ἀπὸ τὸν οἶκο τῆς ψυχῆς μας.
«Ἡ οὔν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικὴς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξεν ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθῃ ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου» (Ἰωάν. ἴβ’3). Ἡ Μαρία πῆρε μιὰ λίτρα πολύτιμο μύρο, φτιαγμένο ἀπὸ τὸ ἀρωματικὸ φυτὸ νάρδος, καὶ ἄλειψε τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ, κι ὕστερα τὰ σκούπισε μὲ τὰ μαλλιὰ τοῦ κεφαλιοῦ της. Τὸ σπίτι ὁλόκληρο γέμισε μὲ τὸ θαυμάσιο ἄρωμα.
Οἱ δυὸ πρῶτοι εὐαγγελιστὲς ἀναφέρουν πῶς ἡ γυναῖκα ἔριξε τὸ μύρο στὸ κεφάλι τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Μάρκος προσθέτει πῶς ἔσπασε τὸ ἀλαβάστρινο δοχεῖο καὶ ἄδειασε τὸ μύρο στὸ κεφάλι Τοῦ (Μάρκ. ἴδ’3). Τὰ ἀκριβότερα μύρα φυλάσσονταν καὶ σὲ πολύτιμες καὶ καλὰ σφραγισμένες φιάλες. Ἡ γυναῖκα ἔσπασε τὴ φιάλη καὶ ἄδειασε τὸ περιεχόμενο πρῶτα στὸ κεφάλι Του κι ὕστερα, σὲ ἔνδειξη τοῦ μεγάλου σεβασμοῦ τῆς πρὸς τὸν Κύριο, ἀλλὰ κι ἀπὸ τὴ δική της ταπείνωση, στὰ πόδια Του. Δὲν περίμενε ν’ ἀνοίξει ὑπομονετικὰ τὴ φιάλη ἀλλὰ τὴν ἔσπασε, γιὰ ν’ ἀδειάσει ὅλο τὸ περιεχόμενο στὸν Κύριο, νὰ μὴ μείνει τίποτα. Ἔτσι, ἐνῶ ἡ Μάρθα διακονοῦσε στὸ σπίτι κι ἑτοίμαζε τὸ τραπέζι, ὅπως τὸ συνήθιζε, ἡ Μαρία ἔδειξε μὲ τὸν τρόπο της το σεβασμὸ στὸ θαυματουργὸ Διδάσκαλο. Ἡ καθεμιὰ ἀπὸ τίς δυὸ ἀδερφὲς ἔδειξε μὲ τὸν δικό της τρόπο τὸ σεβασμό της στὸν Κύριο.
Σὲ μιὰν ἄλλη περίπτωση, ποὺ ἡ Μάρθα διακονοῦσε πάλι κι ἡ Μαρία καθόταν στὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἄκουγε τὴ θεϊκὴ διδασκαλία Του, ὁ Κύριος ἐγκωμίασε περισσότερο τὴ Μαρία ἀπὸ τὴ Μάρθα. «Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο» (Λουκ. ἰ’42), εἶπε. Ἤθελε ἔτσι νὰ δώσει μεγαλύτερη ἔμφαση στὸν πνευματικὸ ζῆλο ἀπὸ τὸ σωματικό.
Ἡ Μαρία εἶχε ἀγοράσει τὸ πολύτιμο αὐτὸ μύρο καί, ὅπως συνηθιζόταν στὴν Ἀνατολή, τὸ ἔχυσε στὸ κεφάλι καὶ τὰ πόδια Ἐκείνου, ποὺ μὲ τὴν ὑπερφυσικὴ καθαρότητά Τοῦ εἶχε χρίσει καὶ ἀποπλύνει τὴν ψυχή της. Σχεδὸν ὅλοι ἔμειναν ἄφωνοι. Ἡ σιωπή τους αὐτὴ ἦταν κάτι σὰν εὔλογη ἀπάντηση στὴν πράξη τῆς Μαρίας. “Ἠταν κι ἕνας ὅμως, μόνο ἕνας, ποὺ οὔτε σίγησε οὔτε ἐπιδοκίμασε τὴν πράξη της. Ὁ εὐαγγελιστής, ποὺ παρευρισκόταν κι αὐτὸς στὸ περιστατικό, περιγράφει τὴ δυσαρέσκεια τοῦ προσώπου αὐτοῦ μὲ τὰ ἑξῆς λόγια:
«Λέγει οὔν εἰς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι διατὶ τοῦτο τὸ μύρον οὔκ ἔπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθῃ πτωχοῖς; εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ’ ὅτι κλέπτης ἤν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἔβάσταζεν» (Ἰωάν. ἴβ’46). Ὁ Ἰούδας, ἕνας ἀπὸ τοὺς μαθητὲς ποὺ ἀργότερα θὰ τὸν παρέδιδε στοὺς σταυρωτές Του, εἶπε τότε: «Γιατί νὰ μὴν πουλούσαμε τὸ πολύτιμο αὐτὸ μύρο, νὰ παίρναμε τριακόσια δηνάρια καὶ νὰ τὰ δίναμε στοὺς φτωχούς;» Αὐτὸ ὅμως δὲν τὸ εἶπε γιατί ἐνδιαφερόταν γιὰ τοὺς φτωχούς, ἀλλ’ ἐπειδὴ ἦταν κλέφτης καί, καθὼς αὐτὸς κρατοῦσε τὸ κουτὶ τῶν εἰσφορῶν, κράταγε γιὰ τὸν ἑαυτό του ὅσα ἔριχναν μέσα.
Σύμφωνα μὲ τοὺς δύο πρώτους εὐαγγελιστὲς δὲν ἦταν μόνο ὁ Ἰούδας ποὺ ἔφερε ἀντίρρηση, ἀλλὰ κι οἱ ἄλλοι μαθητές, ὅπως λέει ὁ Ματθαῖος ἢ καὶ ἄλλοι ἀπὸ τοὺς παρευρισκόμενους, ὅπως λέει ὁ Μάρκος. Οἱ περισσότεροί τους ἀντέδρασαν εἴτε μυστικὰ στὴν ψυχή τους, εἴτε μουρμουρίζονας μέσ’ ἀπὸ τὰ δόντια τους. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὴν ἀπάντηση ποὺ ἔδωσε ὁ Χριστός, ὅπως ἀναφέρεται στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο: «”Ἀφες αὐτήν… τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ,οὗ πάντοτε ἔχετε» (Ἰωάν. ἴβ’7-8). Ὁ Χριστὸς χρησιμοποίησε πληθυντικό. Ὅσοι κι ἂν ἀντέδρασαν ὅμως, ὅσο φανερὴ κι ἂν ἦταν ἡ δυσαρέσκειά τους, φαίνεται πῶς ὁ Ἰούδας ἀντέδρασε πιὸ ἄγρια, πιὸ δυνατὰ κι ἦταν ὁλοφάνερα δυσαρεστημένος. Γιατί ὁ εὐαγγελιστὴς κατακρίνει μόνο αὐτόν, δίνει περισσότερη ἔμφαση σ’ αὐτόν, τὸν ἀναφέρει μὲ τ’ ὄνομὰ Τοῦ, καθὼς καὶ τὸ γεγονὸς πὼς αὐτὸς θὰ τὸν πρόδιδε; Γιὰ νὰ μὴ τὸν μπερδέψουν οἱ ἀναγνῶστες μὲ τὸν ἄλλον ἀπόστολο Ἰούδα.
Ὁ Ἰούδας διαμαρτυρήθηκε ἐπειδὴ τὸ πολύτιμο αὐτὸ μύρο χρησιμοποιήθηκε χωρὶς λόγο καὶ δὲν πουλήθηκε γιὰ νὰ δοθοῦν τὰ χρήματα στοὺς φτωχούς. Ἐκτίμησε μάλιστα καὶ τὴν ἀξία τοῦ μύρου: τριακόσια δηνάρια. Αὐτὸ ἦταν πραγματικὰ ἕνα πολὺ μεγάλο ποσὸ γιὰ μιὰ φιάλη μύρο. Αὐτὸ ὅμως ἔδειχνε τὸ μέγεθος τοῦ σεβασμοῦ τῆς Μαρίας γιὰ τὸν Κύριο Ἰησοῦ. Ποιός ξέρει πόσο καιρὸ θὰ μάζευε τὰ χρήματα αὐτά, γιὰ νὰ τὰ ξοδέψει ὅλα μεμιᾶς, δίνοντας ἔτσι αἰώνια ἔκταση στὴ στιγμὴ αὐτή; Ὁ Ἰούδας πληγώθηκε ἐπειδὴ τὰ χρήματα αὐτὰ δὲν βρῆκαν το δρόμο πρὸς τὸ ταμεῖο του. Ὁ εὐαγγελιστὴς τὸ λέει ἀνοιχτὰ πῶς ἦταν κλέφτης. Ὁ Κύριος θὰ γνώριζε πῶς ὁ Ἰούδας ἔκλεβε ἀπὸ τὸ ταμεῖο, ὅπου φύλαγαν τὰ χρήματα γιὰ τοὺς φτωχούς. Ποτὲ ὅμως δὲν κατάγγειλε τὸν Ἰούδα γιὰ κλοπή, ἴσως ἐπειδὴ ὁ ἴδιος ἀδιαφοροῦσε ἐντελῶς γιὰ τὸ χρῆμα καὶ δὲν ἤθελε νὰ μιλάει γι’ αὐτό. Ἴσως πάλι ἐπειδὴ περίμενε τὴν κατάλληλη στιγμὴ νὰ πεὶ μὲ λίγα λόγια ὅλα ὅσα ἀφοροῦσαν τὸν Ἰούδα. Τὰ φοβερὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς γιὰ τὸν Ἰούδα εἶναι τὰ ἑξῆς: «Οὐκ ἐγὼ ὑμᾶς τοὺς δώδεκα ἐξελεξάμην; Καὶ ἐξ ὑμῶν εἰς διάβολός ἐστιν» (Ἰωάν. στ’70). Γιατί νὰ ὀνομάσει κλέφτη τὸν Ἰούδα, ἀφοῦ τοῦ ἄξιζε νὰ ὀνομαστεῖ διάβολος;
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου στὶς ἀντιδράσεις τῶν ἄλλων ἦταν ἡ ἑξῆς: «Ἄφες αὐτὴν εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτὸ τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ,οὗ πάντοτε ἔχετε». Πόσο θαυμαστή, πόσο συγκινητικὴ εἶναι ἡ ἀπάντηση αὐτή! Τὰ ἴδια αὐτὰ χείλη ποὺ εἶχαν πεῖ ἔλεον θέλω καὶ οὐ,οὗ θυσίαν, καὶ στὸν πλούσιο νεανία, πώλησον τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ δὸς πτωχούς, τώρα δικαιολογοῦν τὴν πράξη τῆς Μαρίας, τὴ χρήση τοῦ πολύτιμου μύρου. Δὲν ὑπάρχει ἀντίφαση ἐδῶ; Ὄχι! Καμιὰ ἀντίφαση! Γιατί οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος.
Ἡ πράξη τῆς Μαρίας εἶναι καὶ θυσία καὶ ἔργο ἐλεημοσύνης πρὸς τὸν μεγαλύτερο Φτωχὸ ποὺ περπάτησε ποτε πάνω στὴ γῆ. Δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἦταν πάντα φτωχός, ποὺ οἱ γονεῖς καὶ οἱ παποῦδες του ἦταν φτωχοί, ἀλλὰ ὁ βασιλιᾶς ποῦ αὐτοτοποθετεῖται στὸ ἐπίπεδο τῶν φτωχῶν, γίνεται ἀληθινὰ φτωχός. Τί νὰ ποῦμε γιὰ τὸ Βασιλιᾶ τῶν βασιλιάδων, ποὺ κυβερνᾷ τὰ ἀθάνατα ἀγγελικὰ τάγματα ἀπὸ τὴν πρώτη μέρα τῆς δημιουργίας, ἐνσαρκώνεται ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος, γεννιέται σὲ μιὰ σπηλιὰ καὶ γίνεται δοῦλος ὅλων; Τὰ βόδια καὶ τὰ πρόβατα δάνεισαν τὴ σπηλιά τους στὸ Νεογέννητο βρέφος. Μετά το θάνατό του ὅμως ποιός θὰ τοῦ προσφέρει τὸ κατάλληλο μύρο γιὰ τὴν ταφή, ποὺ εἶναι μιὰ συνήθεια καὶ γιὰ τοὺς φτωχοὺς ὅταν πεθαίνουν; Καὶ τώρα βρέθηκε μία: ἡ Μαρία. “Ὁδηγημένη ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τηρεῖ προκαταβολικὰ τὴ συνήθεια τοῦ μυρώματος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ κατὰ κάποιο τρόπο τὸ προετοιμάζει γιὰ τὴν ταφή. Γι’ αὐτὴν τὸ δεῖπνο αὐτὸ εἶναι περίεργο. Κατὰ τὴ διάρκειά του ἐνεργεῖ ἕνα μυστήριο ὄχι στὸ ζωντανὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ στὸ νεκρό. Ἦταν σὰ νὰ ἤξερε πῶς ὁ μεγάλος θαυματουργός, ποὺ ἔφερε τὸν ἀδερφὸ τῆς ξανὰ στὴ ζωὴ καὶ τὸ λεπρὸ οἰκοδεσπότη τὸν ἔβαλε ἀνάμεσα στοὺς ὑγιεῖς στὸ τραπέζι του, θά ‘πεφτε σὲ δυό-τρεῖς μέρες στὰ χέρια ἄδικων ἀνθρώπων, ποὺ θὰ τὸν παράδιναν σὲ ἐπονείδιστο θάνατο. Γι’ αὐτό, ἄφες αὐτήν. “Ἀφησε την νὰ κάνει τὴν προετοιμασία γιὰ τὴν ταφὴ τοῦ σώματός μου. Τοὺς φτωχοὺς θὰ τοὺς ἔχετε πάντα μαζί σας καὶ πρέπει ν’ ἀγωνίζεστε νὰ τηρεῖτε τίς ἐντολές Μου γιὰ νὰ δίνετε ἐλεημοσύνη. “Ὅ,τι κάνετε στοὺς φτωχούς, εἶναι σὰ νὰ τὸ κάνετε σὲ Μένα. “Ὅ,τι κάνετε σὲ Μένα, νὰ τὸ κάνετε καὶ στοὺς φτωχούς. “Ὅ,τι κάνετε γιὰ Μένα, θὰ τὸ ἀνταποδώσω ἑκατοναπλασίονα σέ σας καὶ στοὺς φτωχούς σας.
Ὁ Κύριος εἶπε ἀκόμα: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅπου ἐὰν κηρυχθη τὸ εὐαγγέλιον τοῦτο εἰς ὅλον τὸν κόσμον, καὶ καὶ ἐποίησεν αὕτη λαληθήσεται εἰς μνημόσυνον αὐτῆς» (Μάρκ. ἴδ’9). “Ὅπου κι ἂν κηρυχτεῖ τὸ εὐαγγέλιό μου, σὲ ὅλον τὸν κόσμο, θ’ ἀναφερθεῖ κι αὐτὸ ποὺ ἔκανε ἡ γυναῖκα αὐτή, γιὰ νὰ μείνει ἀλησμόνητη ἡ πράξη της.
Βλέπετε πῶς ὁ βασιλιᾶς Κύριος ἀνταμείβει βασιλικὰ τὴν ὑπηρεσία ποὺ τοῦ προσφέρουν; Ἀνταποδίδει στὴν ἀγάπη ἑκατὸ φορὲς ἀγάπη, γιὰ τὰ τριακόσια δηνάρια ποὺ τόσο θρήνησε ὁ Ἰούδας, ἀνταποδίδει στὴ Μαρία αἰώνια ζωή. Γιὰ τὰ τριακόσια δηνάρια ποὺ ὁ Ἰούδας θὰ εἶχε κρύψει στὸ σκοτάδι μαζὶ μὲ τὸ ὄνομα τῆς Μαρίας, ἡ Μαρία ἀγόρασε ἕναν ἀνεκτίμητο μαργαρίτη: μιὰ σωστικὴ διδασκαλία σὲ ἑκατομμύρια ἑκατομμυρίων χριστιανούς. Μιὰ διδασκαλία γιὰ τὸν τρόπο ποὺ ἀνταμείβει βασιλικὰ ὁ Κύριος ἐκείνους πού τον ὑπηρετοῦν.
«Ἔγνω οὔν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἔστι, καὶ ἦλθον οὐ,οὗ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὄν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. ἔβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἶνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι’ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν» (Ἰωάν. ἴβ’9-11). Πολλοὶ Ἰουδαῖοι ποὺ ἔμαθαν ποὺ βρισκόταν, πῆγαν κι αὐτοὶ ἐκεῖ ὄχι μόνο γιὰ τὸν Ἰησοῦ, ἀλλὰ γιὰ νὰ δοῦν καὶ τὸν Λάζαρο, ποὺ τὸν εἶχε νεκραναστήσει. Καὶ οἱ ἀρχιερεῖς σὰν τὸ ἄκουσαν αὐτὸ ἤθελαν νὰ σκοτώσουν καὶ τὸν Λάζαρο, γιατί ὅσοι Ἰουδαῖοι πήγαιναν καὶ τὸν ἔβλεπαν ζωντανό, πίστευαν στὸν Ἰησοῦ.
Ἔχουμε κι ἐδῶ ἀνθρώπους διαιρεμένους γιὰ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Μερικοὶ πηγαίνουν γιὰ νὰ δοῦν τὸν Θαυματουργὸ καὶ τὸν Λάζαρο, τὸ θαῦμα τοῦ θαυματουργοῦ. “Ἀλλοι συνωμοτοῦν γιὰ νὰ σκοτώσουν καὶ τοὺς δύο, ὄχι μόνο τὸν Χριστὸ ἀλλὰ καὶ τὸν Λάζαρο. Γιατί τὸν Λάζαρο; Γιὰ νὰ ἐξαφανίσουν τὴ ζωντανὴ μαρτυρία τῆς θαυματουργικῆς δύναμης τοῦ Χριστοῦ. Γιατί τότε δὲ συνωμότησαν νὰ σκοτώσουν ὅλους τοὺς ἄντρες, τίς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά, στοὺς ὁποίους ὁ Χριστὸς εἶχε δείξει τὴ θεϊκή Του δύναμη, ὅλους τοὺς τυφλοὺς ποὺ εἶδαν, τοὺς κουφοὺς ποὺ ἄκουσαν, τοὺς ἄλαλους ποὺ μίλησαν, τοὺς δαιμονισμένους ποὺ ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τὰ δαιμόνια, τοὺς νεκροὺς ποὺ ἀνάστησε, τοὺς λεπροὺς ποὺ καθάρισε, τοὺς παράλυτους, τοὺς χωλοὺς καὶ τοὺς τρελοὺς ποὺ θεράπευσε… κι ὅλους ἐκείνους ποὺ τοὺς ἔκανε καλὰ θαυματουργικά; Μάρτυρες τῆς θαυματουργικῆς δύναμης τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρχαν σὲ πόλεις καὶ χωριὰ σ’ ὁλόκληρη τη γῆ τοῦ Ἰσραήλ. Γιατί οἱ πρεσβύτεροι δὲν ἀποφάσισαν νὰ σκοτώσουν ὅλους αὐτοὺς κι ὄχι μόνο τὸ Λάζαρο;
Ὁπωσδήποτε ὄχι ἐπειδὴ οἱ κακεντρεχεῖς αὐτοὶ ἄνθρωποι φοβοῦνταν νὰ χύσουν αἷμα καὶ νὰ ἐναντιωθοῦν στὸν κόσμο, ἀλλὰ ἐπειδὴ τοὺς ἦταν ἀδύνατο ἀλλὰ κι ἐπικίνδυνο γιὰ τοὺς ἴδιους νὰ φέρουν σὲ πέρας τέτοιο ἔργο. Ἤθελαν πολὺ ὅμως νὰ σκοτώσουν τὸ Λάζαρο, γιατί ἡ ἀνάστασή του εἶχε προκαλέσει στοὺς Ἰουδαίους μεγαλύτερη ἀνησυχία ἀπ’ ὁποιοδήποτε ἄλλο θαῦμα τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλ’ ὑπῆρχε κι ἕνας ἄλλος λόγος. Πολλοὶ ἄνθρωποι συνωστίζονταν γιὰ νὰ δοῦν τὸ Λάζαρο, κι ἀφοῦ τὸν ἔβλεπαν ζωντανό, πίστευαν στὸν Κύριο Ἰησοῦ. Ἴσως ὅμως κι ἐπειδὴ τὸ Πάσχα ἦταν πολὺ κοντὰ καὶ φοβοῦνταν πῶς ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ συγκεντρώνονταν στὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὴ γιορτή, θὰ πήγαιναν στὴ Βηθανία νὰ δοῦν τὸ νεκρὸ ἄνθρωπο ποὺ ἀναστήθηκε καὶ θὰ πίστευαν κι αὐτοὶ στὸ Χριστό.
“Ἔτσι παρατηρήθηκε τὸ περίεργο φαινόμενο: ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι ἐπιθυμοῦσαν νὰ σωθοῦν, οἱ πνευματικοὶ ταγοί τους προσπαθοῦσαν νὰ τοὺς ἐγκλωβίσουν καὶ νὰ τοὺς ἐμποδίσουν ἀπό το δρόμο τῆς σωτηρίας. “Ὅλες οἱ προσπάθειες τῶν πονηρῶν ἀρχόντων ὅμως γιὰ ν’ ἀφανίσουν τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ, ἦταν μάταιες. “Ὅση περισσότερη βία ἀσκοῦσαν, τόσο περισσότερο ἀναδεικνύονταν τὰ ἔργα αὐτά. Αὐτὸ ἔγινε σαφέστερο ἀργότερα, στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, καὶ κρατᾷ ὼς σήμερα. Ὁλόκληρες στρατιὲς ἔχθρῶν τῆς Ἐκκλησίας τὴν πολέμησαν, ἀπὸ μέσα καὶ ἀπ’ ἔξω. “Ὅλες οἱ ἐπιθέσεις τους ὅμως ὄχι μόνο δὲν εὐοδώθηκαν, ἀλλ’ ἀντίθετα βοήθησαν τὴν Ἐκκλησία νὰ ἑδραιωθεῖ καὶ ν’ ἁπλωθεῖ στὸν κόσμο. Τ’ ἀδύναμα ἀνθρώπινα χέρια δὲν μποροῦν νὰ κατισχύσουν στὸ Δημιουργὸ καὶ τὰ ἔργα Του. Τὸ θέλημά Τοῦ θὰ γίνει παρὰ τίς δυνάμεις ποὺ ἀντιδροῦν ἀπὸ τὴν κόλα ση ἢ ἀπὸ τὴ γῆ.
Τὸ γεγονὸς ποὺ ἀκολουθεῖ στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο, δείχνει πόσο πιὸ ἀνοιχτοὶ εἶναι οἱ ἁπλοῖ ἄνθρωποι στὴν ἀλήθεια, ἀπ’ ὅ,τι εἶναι οἱ ἄρχοντες τους: πόσο πιὸ μεγαλόκαρδοι κι εὐγνώμονες εἶναι. Καὶ τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶναι ἡ θριαμβευτικὴ εἴσοδος τοῦ Ἰησοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα.
Τὴ ἐπαύριον ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, «ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα, ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἔκραζον ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ» (Ἰωάν. ἴβ΄ 12-13). Τὴν ἑπόμενη μέρα τοῦ δείπνου τῆς Βηθανίας, ὁ Κύριος ξεκίνησε γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα, τὴν πόλη ποῦ θανάτωσε τοὺς προφῆτες.
Ἡ Ἱερουσαλὴμ δὲν ἦταν τόπος ὅπου κατοικοῦσαν μόνο οἱ στενόμυαλοι φαρισαῖοι, οἱ ἀλαζόνες γραμματεῖς κι οἱ θεομίσητοι ἀρχιερεῖς. Ἠταν καὶ μιὰ μυρμηγκοφωλιὰ τῆς ἀνθρωπότητας. Ἦταν ἕνας τεράστιος τόπος ὅπου μαζεύονταν ἀπ’ ὅλα τὰ μέρη προσκυνητές, καθὼς κι ἀφοσιωμένοι ἄνθρωποι, ἄντρες καὶ γυναῖκες. Τὴν ἐποχὴ τοῦ Πάσχα ἡ Ἱερουσαλὴμ εἶχε τόσους κατοίκους ὅσους περίπου κι ἡ Ρώμη, ποὺ τότε ἦταν πρωτεύουσα τοῦ κόσμου. Αὐτὸ τὸ τεράστιο πλῆθος ἀνθρώπων συγκεντρωνόταν στὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ νὰ πλησιάσει περισσότερο τὸ Θεό. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ εἶχαν τὴν ἀντίληψη κάποιας μυστηριώδους προσέγγισης τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ εἶδαν τὸν ἀπὸ πολλοῦ ἀναμενόμενο Βασιλιᾶ τοῦ Οἴκου Δαβίδ. Ἔτσι, σὰν εἶδαν τὸν Κύριο νὰ κατεβαίνει ἀπὸ τὸ “Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἔτρεξαν νὰ τὸν προϋπαντήσουν. Μερικοὶ ἔστρωσαν τὰ ροῦχα τους στὸ δρόμο μπροστά Του, ἄλλοι ἔκοβαν κλαδιὰ ἀπὸ τίς φοινικιὲς καὶ μ’ αὐτὰ στόλιζαν το δρόμο. “Ὅλοι τους ἔκραζαν μὲ χαρά: «Δόξα στὸν Υἱὸ τοῦ Δαβίδ: εὐλογημένος καὶ δοξασμένος νὰ εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ ἔρχεται στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου, ὁ Βασιλιᾶς τοῦ Ἰσραήλ».
Οἱ ἄνθρωποι πίστευαν πῶς ὁ Θεὸς θά ‘κανε κάποιο θαῦμα ποὺ θ’ ἄλλαζε τὴν ἀφόρητη κατάστασή τους. Κι αὐτὸ παρὰ τὴ σιδερένια γροθιὰ τῆς Ρώμης ποὺ τοὺς δυνάστευε καὶ σὲ πεῖσμα τῆς διαφθορᾶς καὶ τῆς μικροψυχίας τῶν πρεσβυτέρων. Ἔνιωθαν πῶς ἡ πηγὴ τοῦ θαύματος ἦταν ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ γι’ αὐτὸ τοῦ ἐπιφύλαξαν τέτοια ὑποδοχή. Τὸ πῶς θ’ ἀντιδροῦσε ὁ ἴδιος στὴν θεμελιακὴ αὐτὴ μεταβολὴ τῆς ροῆς τῶν γεγονότων, ὁ κόσμος δὲν τὸ ἤξερε. Εἶχαν μάθει νὰ περιμένουν ἕναν μόνο ἀποτελεσματικὸ τρόπο. Κι αὐτὸς ἦταν ἡ βοήθεια κάποιου βασιλιᾶ ἀπὸ τὸν Οἶκο Δαβίδ, ποῦ θὰ βασίλευε στὴν Ἱερουσαλήμ, στὸ θρόνο τοῦ Δαβίδ. Οἱ ἄνθρωποι εἶδαν ἔτσι τὸν Ἰησοῦ σὰν βασιλιᾶ καὶ τὸν ὑποδέχτηκαν μὲ χαρὰ κι ἐλπίδα. Πίστεψαν πῶς τώρα θὰ βασιλέψει στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ θ’ ἀντισταθεῖ τόσο στὴ Ρώμη ὅσο καὶ στὴν ἐξουσία τῆς Ἱερουσαλὴμ τῶν ἡμερῶν ἐκείνων.
Ἡ πεποίθηση αὐτὴ τῶν ἀνθρώπων ὅμως προκάλεσε φόβο στοὺς φαρισαίους. Ἡ χαρὰ τοῦ κόσμου ξεσήκωσε τὴν ὀργή τους. Μερικοὶ ἀπ’ αὐτοὺς εἰδοποίησαν τὸ Χριστὸ νὰ τοὺς σταματήσει ἀπὸ τίς ἐπευφημίες αὐτές.
Ὁ ταπεινὸς Κύριος ὅμως, ποὺ γνώριζε πῶς ἡ δύναμή Τοῦ ἦταν ἀκαταμάχητη, τοὺς ἀπάντησε: «Λέγω ὑμῖν, ὅτι ἐὰν οὗτοι σιωπήσωσιν, οἱ λίθοι κεκράξονται» (Λουκ. ἴθ’40). Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπάντηση τοῦ βασιλιᾶ τῶν βασιλιάδων, ποὺ ἦταν ντυμένος σὰν φτωχὸς ἄνθρωπος καὶ καβαλοῦσε ἕνα γαϊδουράκι, ὅπως ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστής:
«Εὑρὼν δὲ Ἰησοῦς όνάριον ἐκάθισεν ἐπ’ αὐτό. Καθὼς ἔστι γεγραμμένον μὴ φοβοῦ θύγατερ Σιῶν: ἰδοὺ καὶ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πώλου ὄνου» (Ἰωάν. ἴβ14-15). Οἱ ἄλλοι εὐαγγελιστὲς περιγράφουν μὲ λεπτομέρειες πῶς ὁ Κύριος, ποὺ ἦταν φτωχὸς καὶ δὲν εἶχε τίποτα στὴν κατοχή του, ἀπόκτησε γαϊδουράκι. Γι’ αὐτὸ κι ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης τὸ προσπερνάει αὐτό, μὲ τὴ σιγουριὰ πῶς εἶναι γνωστό, καὶ λέει μόνο πῶς βρῆκε ἕνα γαϊδουράκι. Ὁ Λουκᾶς, ποὺ εἶναι ὁ πιὸ περιγραφικὸς ἀπὸ τοὺς εὐαγγελιστές, διηγεῖται τὴ θαυματουργικὴ προορατικότητα τοῦ Χριστοῦ στὸν τρόπο ποὺ βρῆκε τὸ γαϊδουράκι: «Ὑπάγετε εἰς τὴν κατέναντι κώμην, ἕν ἢ εἰσπορευόμενοι εὑρήσετε πῶλον δεδεμένον, ἐφ’ ὄν οὐδεὶς πώποτε ἀνθρώπων ἐκάθισεν: λύσαντες αὐτὸν ἀγάγετε» (Λουκ. ἰθ. 30).
Οἱ μαθητές Του ξεκίνησαν νὰ ἐκτελέσουν τὴν ἐντολή Του καὶ τὰ βρῆκαν ὅλα ὅπως τους τὰ εἶπε. Μαζὶ μὲ τὸ όνάριο ἦταν καὶ ἡ μητέρα του. Γιατί ὁ Κύριος δὲν ἀνέβηκε στὴ μητέρα τοῦ όναρίου ἀλλὰ στὸ μικρὸ πουλάρι της, ὅπου κανένας δὲν εἶχε ἀνεβεῖ ὼς τότε; Γιατί ἡ μητέρα δὲ θ’ ἄφηνε κάποιον ν’ ἀνεβεῖ πάνω της ἢ νὰ τὴν ὁδηγήσει. Ἡ μητέρα τοῦ γαϊδάρου ἀντιπροσωπεύει τὸν ἰσραηλητικὸ λαὸ καὶ τὸ μικρὸ γαϊδουράκι τὸν εἴδωλολατρικὸ κόσμο. Αὐτὴν τὴν ἑρμηνεία δίνουν οἱ ἅγιοι πατέρες καὶ ἡ ἑρμηνεία τους εἶναι ἀναμφίβολα σωστή. Ὁ ‘Ἰσραὴλ θ’ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό, ἐνῶ οἱ εἰδωλολάτρες θὰ τὸν δεχτοῦν. Οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες θὰ γίνουν φορεῖς τοῦ Χριστοῦ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες καὶ θὰ μποὺν μαζί του στὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
«Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ’ ὅτε ἔδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἢν ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ» (Ἰωάν. ἴβ16). Γενικὰ οἱ μαθητές Του καταλάβαιναν πολὺ λίγα ἀπ’ όλ’ αὐτὰ ποὺ συνέβαιναν στὸ Διδάσκαλό τους, ὡσότου «διήνοιξεν αὐτὸν τὸν νούν» (Λουκ. κδ’45), ὡσότου τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τοὺς φώτισε μὲ τίς πύρινες γλῶσσες. Μόνο τότε κατάλαβαν καὶ θυμήθηκαν όλ’ αὐτὰ ποὺ εἶχαν γίνει.
«Ἐμαρτύρει δὲ ὁ ὄχλος ὁ ὤν μετ’ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν. διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον» (Ἰωάν. ἴβ17-18).
Ἐδῶ ἀναφέρονται δύο ὁμάδες ἀνθρώπων: ἡ μιὰ ὁμάδα ἦταν ἐκεῖνοι ποὺ βρίσκονταν μπροστὰ στὸ θαῦμα τῆς ἀνάστασης τοῦ Λαζάρου στὴ Βηθανία καί το ὁμολογοῦσαν: ἡ ἄλλη ὁμάδα ἦταν οἱ παροικοῦντες στὴν Ἱερουσαλήμ, οἱ ἐπισκέπτες, ποὺ εἶχαν ἀκούσει ἀπὸ τοὺς πρώτους τὸ θαῦμα τῆς νεκρανάστασης τοῦ Λαζάρου. Οἱ πρῶτοι ἦταν μάρτυρες τοῦ θαύματος: οἱ δεύτεροι ἦρθαν νὰ συναντήσουν τὸν Ἰησοῦ, ἐπειδὴ ἄκουσαν τὴ μαρτυρία τῶν πρώτων. Τὴν ὥρα λοιπὸν ποὺ ὁ καπνὸς ἀπὸ τίς θυσίες ἀνέβαινε ἀπό το ναὸ τοῦ Σολομῶντος τὴν ὥρα ποὺ οἱ γραμματεῖς ἔρευνούσαν ἐξονυχιστικά το νόμο τοῦ Μωυσῆ, τὴν ὥρα ποὺ οἱ ἀσυγκίνητοι ἱερεῖς ρύθμιζαν ἀλαζονικὰ τὸ πρόγραμμα τῆς γιορτῆς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ προσπαθοῦσαν μὲ κάθε τρόπο νὰ πείσουν τοὺς προσκυνητὲς πῶς ὅλο αὐτὸ τὸ μεγάλο πλῆθος εἶχε μαζευτεῖ ἐκεῖ γιὰ χάρη τους τὴν ὥρα ποὺ οἱ Λευΐτες μοίραζαν σχολαστικὰ τὸ μερίδιο τῶν θυσιῶν ποὺ τοὺς ἀνῆκε, οἱ ἁπλοῖ ἄνθρωποι ἀκολουθοῦσαν τὸ θαῦμα καὶ τὸ Θαυματουργό.
Ὑπῆρχαν μεγάλα κύματα ἀνθρώπων ἀπ’ ὅλον τὸν κόσμό ποὺ εἶχαν γυρίσει τὴν πλάτη τους στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος, στοὺς ἱερεῖς καὶ σ’ ἐκείνους ποὺ ἔκαναν τίς θυσίες, καθὼς καὶ σ’ ὁλόκληρο το μηχανισμὸ τῆς κοινωνίας ἀγορᾶς ποὺ οἱ ἴδιοι εἶχαν δημιουργήσει. “Όλ’ αὐτὰ τὰ κύματα τῶν ἀνθρώπων τους εἶχαν στρέψει τὰ νῶτα κι εἶχαν γυρίσει τὰ μάτια τοὺς πρὸς τὸ “Ὀρος τῶν ‘Ἐλαιῶν, ἀπ’ ὅπου ἐρχόταν ὁ Θαυματουργός, ὁ Μεσσίας. Τί ἄξία εἶχαν οἱ νεκροὶ πύργοι τῆς Ἱερουσαλὴμ μὲ τοὺς ζωντανοὺς νεκροὺς μέσα τους, μπροστὰ στὶς πεινασμένες καὶ διψασμένες ψυχὲς τοῦ λαοῦ ποὺ ἀναζητοῦσαν ἕνα παράθυρο στοὺς κλειστοὺς οὐρανούς, γιὰ νὰ δοῦν λίγο τὸ ζωντανὸ Θεό; Κι οἱ δυὸ ὄψεις τῆς ὑπερηφάνειας (ἐκείνης τῶν Ρωμαίων καὶ τῆς ἄλλης τῶν φαρισαίων) ποὺ εἶχαν κατακλύσει τὴν Ἱερουσαλήμ, ἦταν ἀδύνατες νὰ κάνουν ἔστω καὶ μιὰ τρίχα ἀπὸ ἄσπρη μαύρη. Καὶ νά, μπροστά τους κατέβαινε ἀπὸ τὸ “Ὄρος τῶν ‘Ἐλαιῶν Ἐκεῖνος ποὺ μὲ τὴ φωνή Του κάλεσε ἀπὸ τὸν τάφο τὸν τετραήμερο Λάζαρο, τὸν ἀνάστησε καὶ τὸν ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴ φθορὰ τοῦ θανάτου!
Ἄχ, πότε θ’ ἀπομακρύνουμε καὶ μείς το νοῦ μᾶς ἀπὸ τοὺς ὑπερήφανους καὶ ἰσχυροὺς μηχανισμοὺς αὐτοῦ τοῦ κόσμου καὶ θὰ τὸν στρέψουμε πρὸς τὸ οὐράνιο Ὄρος, πρὸς τὸ Βασιλιᾶ Χριστό; Πότε θ’ ἀναθέσουμε κάθε ἐλπίδα μᾶς σ’ Ἐκεῖνον; Ἡ ψυχή μας ἀναζητᾷ το Νικητὴ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου, προβλήματα ποὺ ἡ οἰκουμένη ὁλόκληρη δὲν μπορεῖ νὰ ξεπεράσει ἀπὸ μόνη της. Νικητὴς εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ ψυχή μας πεινάει καὶ διψάει γιὰ τὸν ταπεινὸ μὰ ἰσχυρὸ Βασιλιᾶ, ποὺ εἶναι ταπεινὸς στὴν ἰσχύ Του, ἰσχυρὸς στὴν ταπείνωσή Του. Ἡ ψυχή μας πεινάει καὶ διψάει γιὰ τὸ Βασιλιᾶ ποῦ εἶναι φίλος τοῦ καθενὸς ἀπό μας, γιά το Βασιλιᾶ ποὺ ἡ Βασιλεία Του εἶναι αἰώνια καὶ ἄπειρη, ποὺ ἡ ἀγάπη Του γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἀπροσμέτρητη. Τέτοιος Βασιλιᾶς εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός! Σ’ Ἐκεῖνον λοιπὸν κραυγάζουμε ὅλοι μᾶς: “Ὡσαννά! Ὡσαννά!
Σ’ Ἐκεῖνον πρέπει ἡ δόξα κι ὁ ὕμνος, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.