ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ (1/10/2023)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Β΄ ΛΟΥΚΑ
Β΄ προς Κορινθίους, κεφ. ΙΣΤ΄, εδάφια 16-18 και κεφ. ΙΖ΄εδάφιο 1
Κεφ. ΙΣΤ’ 16Τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός. 17Διὸ ἐξέλθατε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, 18 καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ.
Κεφ.ΙΖ΄ 1Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
Κεφ.ΙΣΤ΄ 16 Και πώς μπορεί να βρίσκονται μαζί στον ίδιο τόπο ο ναός του Θεού και τα είδωλα; Ναι˙ δεν έχουν καμία θέση τα είδωλα σε σας. Διότι εσείς είστε ναός του ζωντανού Θεού, όπως είπε στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός ότι ‘’Θα κατοικήσω μέσα τους και θα περπατήσω ανάμεσά τους, και θα είμαι Θεός δικός τους κι αυτοί θα είναι λαός μου. 17 Γι’ αυτό βγείτε και φύγετε μακριά από τους απίστους και ξεχωρίστε απ’ αυτούς’’, λέει ο Κύριος, ‘’και μην αγγίζετε οτιδήποτε ακάθαρτο. Και τότε Εγώ θα σας δεχθώ με πατρική στοργή. 18 Και θα γίνω πατέρας σας, κι εσείς θα είστε παιδιά μου και κόρες μου’’, λέει ο Κύριος ο Παντοκράτωρ.
Κεφ. ΙΖ΄ 1Αφού λοιπόν έχουμε αυτές τις υποσχέσεις, αγαπητοί, ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας από καθετί που μολύνει το σώμα και το πνεύμα μας, κι ας τελειοποιούμαστε στην αγιοσύνη με τον φόβο του Θεού.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Β΄ΛΟΥΚΑ
Κατά Λουκάν, κεφάλαιο ΣΤ΄, εδάφια 31-36
31Καὶ καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. 32 Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. 33 Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. 34 Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. 35 Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. 36 Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
31 Και με λίγες λέξεις, όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται και να σας κάνουν οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σε αυτούς και να τους κάνετε τα ίδια. 32Διότι εάν αγαπάτε μόνο εκείνους που σας αγαπούν, ποια εύνοια και ποια αμοιβή σάς ανήκει από τον Θεό; Καμία. Διότι και οι αμαρτωλοί αγαπούν εκείνους που τους αγαπούν. 33 Κι αν κάνετε το καλό σε εκείνους που σας ευεργετούν, ποια εύνοια και χάρη και ανταμοιβή σάς ανήκει από τον Θεό; Καμία. Διότι και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν. 34 Κι αν δανείζετε σε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να πάρετε πίσω αυτά που δανείσατε, ποια χάρη και ανταπόδοση από τον Θεό σάς ανήκει; Καμία· διότι και οι αμαρτωλοί δανείζουν σε άλλους αμαρτωλούς για να πάρουν πίσω ολόκληρο το ποσό που δάνεισαν ή και σε ώρα ανάγκης να πάρουν και αυτοί ίσα οφέλη και δάνεια από εκείνους στους οποίους δάνεισαν.
35 Εσείς όμως να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να τους ευεργετείτε και να τους δανείζετε χωρίς να ελπίζετε σε καμία ανταπόδοση απ’ αυτούς. Και θα είναι πολύς ο μισθός σας και μεγάλη η ανταμοιβή σας από τον Θεό. Και θα είστε στη Βασιλεία των ουρανών κατά χάριν παιδιά του Υψίστου Θεού, με τον Οποίο θα μοιάζετε πνευματικώς. Διότι κι Αυτός είναι ευεργετικός και ωφέλιμος στους ανθρώπους που δείχνουν αχαριστία στις τόσες ευεργεσίες Του και που δεν έχουν καλή διάθεση και προαίρεση, αλλά είναι πονηροί. 36Να γίνεστε λοιπόν σπλαχνικοί προς τον συνάνθρωπό σας και συμπονετικοί στις δυστυχίες του και στις ανάγκες του, όπως και ο ουράνιος Πατέρας σας είναι σπλαχνικός σε όλους.
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΛΟΥΚΑ [:Β΄Κορ. 6,16-7,1]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
(Υπομνηματισμός των εδαφίων Β΄Κορ. 6,14-7,1)
«Μὴ γίνεσθε ἐτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; Τίς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; Τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; Ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; (:Μη συνάπτετε στενό σύνδεσμο προς τους απίστους, με τους οποίους δεν μπορείτε να αποτελέσετε ταιριαστό ζευγάρι, ώστε να μπαίνετε στον ίδιο ζυγό μαζί τους· διότι ποια συνάφεια και ανάμειξη μπορεί να υπάρχει μεταξύ της δικαιοσύνης και της παρανομίας; Και ποια επικοινωνία μεταξύ φωτός και σκότους; Και ποια συμφωνία μπορεί να γίνει μεταξύ του Χριστού και του Σατανά; Ή ποιο μερίδιο δύναται να έχει ένας πιστός με έναν άπιστο;)»[Β΄Κορ.16,14-15].
Είδες πώς χρησιμοποιεί τις λέξεις αυτές καθ’ εαυτές και που είναι ικανές να αποτρέψουν από σφάλματα; Δεν είπε δηλαδή: «παρανομία», που είναι πιο έντονη, ούτε είπε: «με τους ανθρώπους του σκότους και τους ανθρώπους του φωτός», αλλά χρησιμοποιεί τις ακριβώς αντιφατικές έννοιες, το φως και το σκοτάδι. Ούτε είπε: «ανάμεσα στους ανθρώπους του Χριστού και στους ανθρώπους του διαβόλου», αλλά λέξεις που είναι πολύ πιο αντίθετες, «του Χριστού και του Βελίαρ», με την εβραϊκή αυτή λέξη ονομάζοντας τον αποστάτη.
« Ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου;(: Ή ποιο μερίδιο δύναται να έχει ένας πιστός με έναν άπιστο;)»[Β΄Κορ.6,15]. Εδώ λοιπόν, για να μη θεωρηθεί ότι κατηγορεί αόριστα την κακία και επαινεί την αρετή, αναφέρει και πρόσωπα χωρίς να τα ονομάζει. Και δεν είπε: «κοινωνία», αλλά ανέφερε τα έπαθλα, λέγοντας: «μερίδα». «Τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; Ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἔστε ζῶντος (:Και πώς μπορεί να βρίσκονται μαζί στον ίδιο τόπο ο ναός του Θεού και τα είδωλα; Ναι· δεν έχουν καμία θέση τα είδωλα σε σας. Διότι εσείς είστε ναός του ζώντος Θεού)»[Β΄Κορ.6,16]. Με αυτά εννοεί το εξής: «Ούτε ο βασιλιάς σας έχει τίποτα το κοινό με τον διάβολο(γιατί “ποια συμφωνία υπάρχει μεταξύ του Χριστού και του Βελίαρ;”), ούτε τα ίδια τα πράγματα· γιατί “τι κοινό μπορεί να έχει το φως με το σκοτάδι;”. Επομένως ούτε εσείς δεν πρέπει να έχετε». Πρώτα αναφέρει τον βασιλιά και έπειτα αυτούς, πράγμα με το οποίο προπάντων τους ξεχωρίζει.
Στη συνέχεια, λέγοντας: «ο ναός του Θεού με τον ναό των ειδώλων», και διακηρύσσοντας ότι «εσείς είστε ναός του ζωντανού Θεού», κατ’ ανάγκη προσθέτει και τη μαρτυρία, δείχνοντας ότι το πράγμα δεν είναι κολακεία. Ποια είναι λοιπόν η μαρτυρία; «Ἐνοικήσω(:Θα κατοικήσω)», λέγει, «ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω (:μέσα τους και θα περιπατήσω ανάμεσά τους)», δείχνοντας τον μεγάλο Του δεσμό μαζί τους· «καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός(:και θα είμαι Εγώ ο δικός τους Θεός και αυτοί θα είναι λαός μου)» [Β΄Κορ. 6,16· βλ. και Λευιτικόν 26,11-12: «Καὶ θήσω τὴν σκηνήν μου ἐν ὑμῖν, καὶ οὐ βδελύξεται ἡ ψυχή μου ὑμᾶς, καὶ ἐμπεριπατήσω ἐν ὑμῖν·καὶ ἔσομαι ὑμῶν Θεός, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι λαός(:Θα εγκαταστήσω επίσης την ιερή σκηνή της κατοικίας μου μέσα στον τόπο, όπου θα διαμένετε και δεν θα σας σιχαθεί η ψυχή μου παρ’ όλες τις αδυναμίες σας. Και θα περιπατώ ανάμεσά σας και θα είμαι ο Θεός σας και εσείς θα είστε ο λαός μου)»]. «Τι;», λέγει, «Έχεις τον Θεό μέσα σου και τρέχεις προς τους απίστους; Τον Θεό που δεν έχει τίποτα το κοινό με αυτούς; Και πώς είναι δυνατόν να σου συγχωρεθεί αυτό; Σκέψου καλά Ποιος περιπατεί, Ποιος κατοικεί μέσα σου».
«Διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς,(: Γι΄αυτό εξέλθετε ανάμεσα από τους απίστους και ξεχωριστείτε από αυτούς, λέγει ο Κύριος, και μην εγγίζετε οτιδήποτε ακάθαρτο. Και εγώ θα σας δεχθώ με στοργή πατρική)»[Β΄Κορ.6,17]. Και δεν είπε: «Μην κάνετε αμαρτίες», αλλά θέλοντας να μιλήσει με περισσότερη ακρίβεια, «ούτε να τους εγγίζετε», λέγει, «ούτε να τους πλησιάζετε». Αλλά ποιος είναι ο «μολυσμός του σώματος»; Είναι η μοιχεία, η πορνεία, η ασέλγεια. Και ποιος είναι ο «μολυσμός της ψυχής»; Οι ακάθαρτες σκέψεις, όπως τα αισχρά κοιτάγματα, η μνησικακία, ο δόλος και όλα τα παρόμοια. Θέλει λοιπόν να είμαστε καθαροί και στα δύο. Είδες πόσο μεγάλη θα είναι η αμοιβή; Θα απαλλαχθούμε από τα κακά, θα ενωθούμε με τον Θεό. Άκουσε και τη συνέχεια: «καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ(: και θα είμαι για σας Πατέρας και εσείς θα είστε για μένα γιοι και θυγατέρες’’, λέγει ο Κύριος ο Παντοκράτωρ)»[Β΄Κορ.6,18]. Είδες ο προφήτης προαναγγέλλει από την αρχή την τωρινή ευγένεια, την αναγέννησή μας με τη χάρη του Θεού;
«Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί(:Αφού λοιπόν έχουμε τις υποσχέσεις αυτές, αγαπητοί)». Ποιες υποσχέσεις; Ότι είμαστε ναοί του Θεού, υιοί Του και θυγατέρες Του, ότι κατοικεί μέσα μας και περιπατεί μεταξύ μας, ότι είμαστε λαός Του, ότι Τον έχουμε Θεό και Πατέρα μας, «καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ(:ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας από καθετί, που μολύνει το σώμα και το πνεύμα μας και ας τελειοποιούμαστε σε αγιοσύνη με τον φόβο του Θεού)»[Β΄Κορ.7,1]. Ας μην εγγίζουμε ακάθαρτους, γιατί έτσι μολύνουμε το πνεύμα μας. Και δεν σταματάει σε αυτά μόνο, αλλά προσθέτει, «τελειοποιηθείτε στην αγνότητα με φόβο Θεού». Γιατί δεν αρκεί να μην εγγίζουμε ακάθαρτο για να είμαστε καθαροί, αλλά μας χρειάζεται και κάτι άλλο, προσπάθεια, προσοχή, ευλάβεια, για να γίνουμε αγνοί.
Και σωστά είπε: «με φόβο Θεού». Γιατί είναι δυνατό να ενεργεί κανείς φρόνιμα όχι από φόβο Θεού, αλλά από ματαιοδοξία. Εκτός από αυτό και άλλο υπαινίσσεται, λέγοντας τη φράση: «με φόβο Θεού», τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο θα επιτύχουμε την αγνότητα. Γιατί, αν και είναι τυραννική η δύναμη της επιθυμίας, θα εξαφανίσεις τη μανία της, αν περιτειχιστείς με τον φόβο του Θεού. Εδώ ονομάζει «αγιοσύνη» όχι μόνο τη σωφροσύνη, αλλά την απαλλαγή από κάθε αμαρτία. Γιατί «άγιος» είναι ο καθαρός. Καθαρός θα μπορούσε να γίνει κανείς όχι αν αποφύγει μόνο την πορνεία, αλλά και την πλεονεξία και τον φθόνο και τον παραλογισμό και τη ματαιοδοξία, και προπάντων τη ματαιοδοξία, που πρέπει να την αποφεύγουμε πάντοτε βέβαια, αλλά πολύ περισσότερο όταν δίνουμε ελεημοσύνη. Γιατί, αν έχει αυτήν την αρρώστια, δεν είναι ελεημοσύνη, αλλά επίδειξη και σκληρότητα. Πραγματικά, όταν δεν ελεείς, αλλά εξευτελίζεις, αυτό όχι μόνο δεν είναι ελεημοσύνη, αλλά είναι και προσβολή· γιατί διέσυρες τον αδελφό.
Δεν είναι λοιπόν ελεημοσύνη το να δίνεις χρήματα, αλλά το να τα δίνεις από συμπόνια. Γιατί και στα θέατρα δίνουν και στα παιδιά που χρησιμοποιούν για πορνεία και σε όσους βγαίνουν στη σκηνή, αλλά αυτό δεν είναι ελεημοσύνη. Και εκείνοι που ασχημονούν στα σώματα των γυναικών που πορνεύουν δίνουν, αυτό όμως δεν είναι φιλανθρωπία, αλλά αισχρότητα. Με αυτόν μοιάζει και ο ματαιόδοξος. Όπως δηλαδή εκείνος μεταχειρίζεται αισχρά το σώμα της πόρνης και γι΄αυτό την πληρώνει, έτσι και εσύ ζητάς να πληρωθείς από τον άνθρωπο που εξευτελίζεις και να περιβάλλεις με κακή φήμη και τον εαυτό σου και εκείνον.
Και μαζί με αυτά και η ζημία είναι απερίγραπτη. Γιατί η ύπουλη αυτή αρρώστια και αυτή η απανθρωπιά αρπάζει τις αρετές μας σαν θηρίο και σαν ορμητικό και λυσσασμένο σκυλί. Γιατί η πλεονεξία είναι απανθρωπιά και σκληρότητα ή καλύτερα χειρότερη κι απ’ αυτό. Γιατί ο σκληρός δεν ελεεί τον φτωχό, ενώ εσύ κάνεις κάτι χειρότερο· εμποδίζεις να ελεήσουν εκείνοι που θέλουν. Πραγματικά, όταν διαπομπεύεις την ελεημοσύνη, και την υπόληψη του φτωχού καταστρέφεις και αποτρέπεις εκείνον που θέλει να ελεήσει, αν είναι αδιάφορος. Γιατί όχι μόνο δεν πρόκειται να τον ξαναελεήσει, επειδή θα πιστεύει ότι ελεήθηκε και δεν έχει ανάγκη, αλλά και θα τον επικρίνει πολύ, αν ξαναπάει να ζητήσει και θα τον θεωρήσει αδιάντροπο.
Τι ελεημοσύνη είναι λοιπόν αυτή, όταν και τον εαυτό σου προσβάλλεις και εκείνον που την έλαβε κι εκείνον που την όρισε και μάλιστα διπλά· γιατί, αν και έχεις αυτόν θεατή της ελεημοσύνης, επιζητάς μετά από αυτόν και τα βλέμματα των συνανθρώπων σου και ακόμα παραβαίνεις τον νόμο που απαγορεύει αυτό, αν και νομοθετήθηκε από αυτόν. Είχα σκοπό να εξετάσω και τα άλλα, τη νηστεία και την προσευχή, και να δείξω πόση ζημιά κάνει και εκεί η ματαιοδοξία, αλλά θυμήθηκα, ότι δεν ολοκλήρωσα κάτι σπουδαίο στην προηγούμενη ομιλία μου[βλ. ομιλία ΙΒ΄, παράγραφος 4]. Ποιο ήταν αυτό; Όταν μιλούσα για την υγεία και τις απολαύσεις, έλεγα πως ως προς τα επίγεια αγαθά οι φτωχοί βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση από τους πλούσιους, και το απέδειξα καθαρά. Εμπρός λοιπόν, σήμερα ας δείξουμε και κάτι άλλο, ότι όχι μόνο στα επίγεια, αλλά και στα ουράνια αγαθά πλεονεκτούν αυτοί.
Πραγματικά τι μας οδηγεί στη βασιλεία των ουρανών, ο πλούτος ή η φτώχεια; Ας ακούσουμε τα λόγια του ίδιου του Κυρίου των ουρανών, που λέγει για τους πλουσίους: «Εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ραφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν(: Είναι να περάσει μια καμήλα από την τρύπα που ανοίγει η βελόνα, παρά ο πλούσιος να μπει στη βασιλεία του Θεού)»[Ματθ.19,24], ενώ για τους φτωχούς το αντίθετο: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἔξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι (:Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς. Κι έλα να με ακολουθήσεις)» [Ματθ.19,21].
Αν θέλετε, ας εξετάσουμε το λεγόμενο και από τις δύο πλευρές. «Στενός είναι», λέει, «και γεμάτος πίκρες ο δρόμος εκείνος που οδηγεί στη ζωή». Ποιος βαδίζει λοιπόν στον στενό δρόμο, εκείνος που ζει στις απολαύσεις ή εκείνος που ζει με στερήσεις; Εκείνος που είναι απερίσπαστος ή εκείνος που σηκώνει χίλια φορτία; Ο τεμπέλης και ο αδιάφορος ή ο γεμάτος φροντίδες και ενδιαφέροντα; Αλλά τι χρειάζονται οι συλλογισμοί μας, τη στιγμή που μπορούμε να μεταφέρουμε τον λόγο μας στα ίδια τα πρόσωπα; Φτωχός ήταν ο Λάζαρος και μάλιστα πάρα πολύ φτωχός. Πλούσιος ήταν εκείνος που τον περιφρονούσε, όταν ήταν ξαπλωμένος στην είσοδο του σπιτιού του. Ποιος μπήκε όμως στη βασιλεία των ουρανών και χαιρόταν στους κόλπους του Αβραάμ; Ποιος ψηνόταν στο τηγάνι και δεν είχε ούτε σταγόνα νερού; Μα και πολλοί φτωχοί θα πάνε στην κόλαση και πολλοί πλούσιοι θα απολαύσουν τα απερίγραπτα εκείνα αγαθά. Είναι όμως φανερό ότι γίνεται το αντίθετο. Οι πλούσιοι που σώζονται είναι λίγοι, ενώ οι φτωχοί είναι πολύ περισσότεροι.
Σκέψου με ακρίβεια, εξετάζοντας τα εμπόδια του πλούτου και τα αρνητικά στοιχεία της φτώχειας. Ή καλύτερα ούτε του πλούτου ούτε της φτώχειας, αλλά και τα δύο έχουν τα κακά τους. Ας δούμε λοιπόν ποιο από τα δύο αντιμετωπίζεται καλύτερα. Τι μειονεκτήματα λοιπόν πιστεύετε ότι έχει η φτώχεια; Το ψεύδος. Και τι ο πλούτος; Τον εγωισμό, τη μητέρα των κακών, που και τον διάβολο έκαμε διάβολο, ενώ πιο μπροστά δεν ήταν. Πάλι «Ρίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία(: Όλων των κακών ρίζα είναι η φιλαργυρία)»[Α΄Τιμ.6,10]. Ποιος βρίσκεται λοιπόν κοντά σε αυτήν τη ρίζα, ο πλούσιος ή ο φτωχός; Δεν είναι ολοφάνερο πως βρίσκεται ο πλούσιος; Γιατί, όσο πιο πολλά αποκτά κανείς, τόσο πιο πολλά θέλει.
Η ματαιοδοξία επίσης καταστρέφει χιλιάδες κατορθώματα. Αλλά και κοντά σε αυτήν έχει στήσει τη σκηνή του ο πλούσιος. «Αλλά», λέγει ίσως κάποιος, «τα μειονεκτήματα της φτώχειας, τις θλίψεις και τις δυσκολίες, δεν τα λες;». Μα αυτά τα έχουν και οι πλούσιοι και μάλιστα πιο πολύ από τους φτωχούς. Τα κακά επομένως, που νομίζουμε ότι έχει μόνο η φτώχεια, τα έχουν και οι δύο. Εκείνα όμως που έχει ο πλούτος, είναι μόνο δικά του. Μα τι να πούμε, όταν ο φτωχός κάνει μεγάλα κακά από έλλειψη των απαραιτήτων; Αλλά κανένας φτωχός, κανένας δεν κάνει τόσα κακά από τη φτώχεια του, όσα οι πλούσιοι για να αποκτήσουν περισσότερα και να μη χάσουν όσα έχουν· γιατί ο φτωχός δεν επιθυμεί τόσο τα αναγκαία, όσο ο πλούσιος τα περίσσια. Αφού λοιπόν και θέλει και έχει τη δύναμη να αποκτήσει περισσότερα είναι φανερό ότι θα κάνει περισσότερα.
Ούτε βέβαια ο φτωχός φοβάται τόσο πολύ την πείνα, όσο ο πλούσιος τρέμει και στενοχωριέται να μη χάσει την περιουσία του και δεν μπορέσει να πάρει όλα τα υπάρχοντα των άλλων. Όταν λοιπόν τον κυβερνά και η ματαιοδοξία και ο εγωισμός και η φιλαργυρία, αυτή η ρίζα όλων των κακών, ποια ελπίδα σωτηρίας θα έχει, αν δεν τον χαρακτηρίζει βαθιά πίστη; Πώς θα βαδίσει στο στενό δρόμο; Ας μην αναμασούμε λοιπόν τις απόψεις των πολλών, αλλά ας μελετάμε τα πράγματα. Γιατί, πώς δεν είναι παράλογο να μην πιστεύουμε σε άλλους όταν πρόκειται για χρήματα, αλλά να τα μετρούμε και να τα λογαριάζουμε και όταν παίρνουμε αποφάσεις για ουσιαστικά θέματα να παρασυρόμαστε εύκολα από τις γνώμες των άλλων, αν και έχουμε αλάνθαστη ζυγαριά και γνώμονα και κανόνα τις παραγγελίες των θείων νόμων;
Γι΄αυτό σας παρακαλώ όλους και σας ικετεύω, αδιαφορώντας για τις γνώμες του ενός και του άλλου, να αντλείτε για όλα αυτά πληροφορίες από τις Γραφές και αφού μάθουμε ποιος είναι ο αληθινός πλούτος, αυτόν ας επιδιώκουμε, για να κερδίσουμε όλοι μας, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο, μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ii-ad-corinthios.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στη δευτέρα προς Κορινθίους επιστολήν, ομιλία ΙΓ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 19, σελίδες
369-381.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Τ.19,369-381.
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΛΟΥΚΑ [: Λουκ. 6,31-36]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΟΛΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ
«Ἠκούσατε ὅτι ἐῤῥέθη, ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος·Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ· ἀλλ᾿ ὅστις σε ῥαπίσει ἐπὶ τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην·καὶ τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνά σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον(:Ακούσατε ότι έχει λεχθεί: ‘’Εκείνος που πλήγωσε και τραυμάτισε κάποιον, πρέπει να δώσει ένα μάτι του για το μάτι που έβλαψε, και ένα δόντι του για το δόντι που έσπασε ή πέταξε έξω με το χτύπημά του’’. Εγώ όμως σας λέω να μην προβάλετε αντίσταση στον Πονηρό, που χρησιμοποιεί ως όργανό του εκείνον που σας βλάπτει. Αλλά όποιος σε ραπίσει στο σαγόνι σου από το δεξιό μέρος, στρέψε σε αυτόν και το άλλο μέρος, για να το ραπίσει κι αυτό. Και σε εκείνον που θέλει να κάνει δίκη μαζί σου και να σου πάρει το πουκάμισο, άφησέ του και το πανωφόρι σου)»[Ματθ.5,38-40].
Βλέπεις ότι δεν εννοούσε τον ίδιο τον οφθαλμό μας προηγουμένως, όταν νομοθετούσε να βγάζουμε τον οφθαλμό που μας σκανδαλίζει[Ματθ. 5,29: «Εἰ δὲ ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζει σε, ἔξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμα σου βληθῇ εἰς γέενναν(:Και αν κάποιο πρόσωπο που είναι χρήσιμο, φιλικό και αγαπητό σε σένα σαν το δεξί σου μάτι, σου γίνεται αφορμή εμπαθούς επιθυμίας και αμαρτίας, χωρίσου οριστικά απ’ αυτό και πέταξέ το μακριά από σένα˙ όπως θα έκανες και με το μάτι σου, εάν κινδύνευε να πάθει και να βλαφτεί απ’ αυτό όλο το σώμα σου· διότι σε συμφέρει να χαθεί ένα από τα μέλη σου και να μη ριχτεί όλο το σώμα σου στη φωτιά της κολάσεως. Σε συμφέρει να στερηθείς τη φιλία και τη χρησιμότητα του προσώπου αυτού και να μη ριχτείς μαζί με εκείνο στη φωτιά της κολάσεως)»], αλλά έκανε λόγο για εκείνους που μας βλάπτουν με τη φιλία τους και μας ρίπτουν στο βάραθρο της απώλειας. Πραγματικά, Αυτός που τονίζει εδώ με τόση έμφαση και δεν επιτρέπει να αφαιρεί ως ανταπόδοση κάποιος τον οφθαλμό ακόμα και εκείνου που του βγάζει τον δικό του, πώς είναι δυνατόν να νομοθέτησε να βγάζουμε τον δικό μας οφθαλμό;
Εάν, τώρα, κάποιος κατηγορεί τον παλαιό νόμο[τον μωσαϊκό],επειδή διέτασσε να αμυνόμαστε με αυτόν τον τρόπο, μου φαίνεται ότι είναι πολύ άπειρος από τη σοφία που ταιριάζει σε έναν νομοθέτη και ότι αγνοεί τη δύναμη των περιστάσεων κάθε εποχής και το κέρδος της συγκαταβάσεως· διότι, εάν σκεφτεί ποιοι ήσαν τότε οι ακροατές των εντολών αυτών του μωσαϊκού νόμου, σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκονταν και πότε δέχτηκαν τη νομοθεσία αυτή, τότε θα παραδεχτεί απολύτως τη σοφία του νομοθέτη, και θα αντιληφτεί ότι ο ίδιος Νομοθέτης έθεσε και εκείνους και τους παρόντες νόμους και ακόμη, ότι κάθε μία νομοθεσία υπήρξε πολύ ωφέλιμη και δόθηκε στον κατάλληλο καιρό. Πραγματικά, εάν έδινε από την αρχή τις υψηλές και δύσκολες αυτές εντολές, ασφαλώς, ούτε αυτές θα δέχονταν οι Ιουδαίοι εκείνη την εποχή, ούτε βέβαια εκείνες τις παλαιές. Τώρα όμως, αφού έδωσε την κάθε νομοθεσία στην κατάλληλη στιγμή, διόρθωσε την οικουμένη ολόκληρη διαμέσου των δύο διαθηκών[της Παλαιάς και της Καινής].
Εξάλλου, έδωσε την εντολή αυτήν τότε όχι για να βγάζουμε ο ένας τα μάτια του άλλου, αλλά για να μην απλώνουμε τα χέρια μας ο ένας εναντίον του άλλου και να τα συγκρατούμε· διότι η απειλή να πάθουμε κάτι, εμποδίζει την ορμή που οδηγεί στη βιαιοπραγία εκ μέρους μας. Και έτσι, όμως, ρίπτει σιγά-σιγά άφθονα τα σπέρματα της φιλοσοφίας, με το να ορίζει αρχικά ότι ο παθών μπορεί να αμύνεται, ανταποδίδοντας το ίδιο πάθημα· μολονότι, βέβαια, εκείνος που αρχίζει την παρανομία αυτήν είναι άξιος μεγαλύτερης τιμωρίας, πράγμα το οποίο απαιτεί και η δικαιοσύνη. Αλλά, επειδή ήθελε να αποδίδεται το δίκαιο επί τη βάσει της φιλανθρωπίας, καταδικάζει σε μικρότερη τιμωρία εκείνον που έφταιξε περισσότερο, για να μας διδάξει ότι, ακόμη και όταν πάσχουμε, πρέπει να είμαστε πολύ επιεικείς.
Αφού ανέφερε, λοιπόν, τον παλαιό νόμο και τον ανέγνωσε ολόκληρο, δείχνει και πάλι ότι δεν είναι ο αδελφός που κάνει αυτές τις ενέργειες, αλλά ο πονηρός. Γι’ αυτό και πρόσθεσε: «Εγώ όμως σας λέω να μην προβάλετε αντίσταση στον πονηρό». Δεν είπε: «Να μην προβάλλετε αντίσταση στον αδελφό», αλλά «στον πονηρό», αποδεικνύοντας ότι με την υποκίνηση αυτού αποτολμώνται αυτές οι πράξεις. Έτσι, μετριάζει και παύει την υπερβολική οργή εναντίον αυτού που διέπραξε το αδίκημα, με το να μεταθέτει την αιτία του κακού σε άλλον.
«Τι λοιπόν; Δεν πρέπει να αντιστεκόμαστε στον πονηρό;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Πρέπει, βέβαια, αλλά όχι με αυτόν τον τρόπο, αλλά όπως ο ίδιος ο Ιησούς υπέδειξε με την εντολή αυτή, δηλαδή, με το να προσφέρουμε τον εαυτό μας στο πάθος, στο να κακοποιηθεί, διότι μόνο έτσι θα υπερνικήσουμε το κακό. Πραγματικά, η φωτιά δεν σβήνει με τη φωτιά, αλλά η φωτιά σβήνει με το νερό. Για να αντιληφτείς, όμως, ότι και στον παλαιό νόμο νικητής ήταν αυτός που έπαθε από τον άλλο και ότι αυτός στεφανώνεται, εξέτασε το γεγονός καθ’ εαυτό και θα δεις ότι μεγάλη είναι η δική του υπεροχή· διότι αυτός που άρχισε την αδικία, αυτός θα είναι και η αιτία της τυφλώσεως και των δύο οφθαλμών, δηλαδή και του πλησίον του και του δικού του. Γι’ αυτό και μισείται δίκαια από όλους και αναρίθμητες κατηγορίες διατυπώνονται σε βάρος του· ενώ ο αδικημένος και μετά την άμυνα δια της ανταποδόσεως των ίσων, δεν θα έχει διαπράξει τίποτε το φοβερό. Γι’ αυτό και πολλοί συμπάσχουν μαζί του, επειδή είναι καθαρός και μετά τη διάπραξη του πλημμελήματος αυτού.
Και η μεν συμφορά είναι ίση και στους δύο, ενώ η δόξα δεν είναι η ίδια, ούτε ενώπιον του Θεού, ούτε ενώπιον των ανθρώπων. Γι’ αυτό, λοιπόν, και η συμφορά δεν είναι η αδικία. Πραγματικά, έλεγε λοιπόν στην αρχή : «Ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ῥακά, ἔνοχος ἔσται τῷ συνεδρίῳ· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ μωρέ, ἔνοχος ἔσται εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός(:Εγώ όμως σας λέω ότι καθένας που οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς σοβαρό πνευματικό λόγο, διαπράττει έγκλημα ανάλογο με εκείνο το οποίο δικαζόταν άλλοτε από το τοπικό επταμελές δικαστήριο, την «κρίση». Και εκείνος που θα πει περιφρονητικά στον αδελφό του «Ανόητε», είναι ένοχος βαρύτερου εγκλήματος, σαν εκείνα που δικάζουν από το ανώτατο δικαστήριο των Ιουδαίων, το Συνέδριο. Κι εκείνος που με μίσος και κακία θα πει στον αδελφό του «Ηλίθιε», θα είναι ένοχος εγκλήματος που πρέπει να τιμωρηθεί με τη γέεννα του πυρός που βρίσκεται στον Άδη)»[Ματθ.5,22], στην προκειμένη περίπτωση, όμως, απαιτεί μεγαλύτερη πνευματικότητα, διότι δεν προστάζει τον πάσχοντα, απλώς και μόνο να μην αντιδρά και να παραμένει ατάραχος χωρίς καμία ανταπόδοση, αλλά να αντιπαραθέτει μεγαλύτερη φιλοτιμία, με το να προσφέρει και την άλλη σιαγόνα.
Και δεν τα λέγει αυτά μόνο αναφορικά με το πάθημα αυτό, αλλά για να μας διδάξει την ανεξικακία για όλες εν γένει τις σε βάρος μας αδικίες. Όπως δηλαδή, όταν λέγει ότι «όποιος ονομάζει τον αδελφό του μωρό είναι ένοχος στη γέενα», δεν ομιλεί μόνο για τη λέξη «μωρός», αλλά αναφέρεται σε κάθε είδους ύβρη, κατά όμοιο τρόπο και εδώ δεν θέτει νόμο μόνο για να φερόμαστε με γενναιότητα, όταν μας ραπίζουν, αλλά και για να μην ταρασσόμαστε, οτιδήποτε και αν παθαίνουμε. Γι’ αυτό και εκεί διάλεξε τη βαρύτερη ύβρη και εδώ ανέφερε το κτύπημα που θεωρείται πιο ταπεινωτικό και περικλείει μεγάλη προσβολή, δηλαδή, το ράπισμα στη σιαγόνα.
Και δίνει την εντολή αυτήν και προς το συμφέρον αυτού που χτυπάει και προς το συμφέρον αυτού που δέχεται το χτύπημα ή την ύβρη. Πραγματικά, και αυτός που υπέστη την προσβολή δεν θα νομίσει ότι παθαίνει κάτι κακό, όταν έχει συνηθίσει να φιλοσοφεί έτσι τα πράγματα(διότι δεν θα αισθανθεί καν την προσβολή, επειδή μάλλον θα αγωνίζεται παρά θα αντιλαμβάνεται τα χτυπήματα), αλλά και αυτός που αδικεί θα νιώσει ντροπή και δεν θα δώσει πλέον δεύτερο χτύπημα, έστω και αν είναι σκληρότερος και από το κάθε θηρίο, μα θα κατηγορήσει πολύ τον εαυτό του και για το πρώτο που έδωσε· διότι τίποτε δε συγκρατεί τόσο αυτούς που αδικούν όσο το να υποφέρουν με επιείκεια τις αδικίες αυτοί που αδικούνται.
Και δεν τους συγκρατεί μόνο την ορμή να συνεχίσουν, αλλά και τους προετοιμάζει να μετανοήσουν και για όσα έπραξαν και φεύγουν γεμάτοι από θαυμασμό για την ανεξικακία αυτών που αδικούνταν, και έτσι τους καθιστά πιο οικείους και όχι μόνο φίλους μας, αλλά και δούλους μας ακόμη τους κάνει. Όπως πάλι, η αντίσταση προκαλεί ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα· δηλαδή ντροπιάζει και τους δύο και τους κάνει χειρότερους και ανάπτει μεγαλύτερη τη φλόγα της οργής. Πολλές φορές μάλιστα τους οδηγεί και στον θάνατο, όταν το κακό προχωρήσει πολύ. Γι’ αυτό, όχι μόνο όταν ραπίζεσαι, διέταξε να μην οργίζεσαι, αλλά επιπλέον έδωσε εντολή να ικανοποιείς την επιθυμία αυτού που αδικοπραγεί εις βάρος σου, για να μη δώσεις την εντύπωση ότι υπέστης το αρχικό χτύπημα χωρίς τη θέλησή σου· διότι έτσι, και αν ακόμη είναι αναίσχυντος, θα κατορθώσεις να του δώσεις καίριο χτύπημα, παρά εάν τον χτυπούσες με το χέρι σου, και ενώ είναι αναιδής, θα τον καταστήσεις πιο επιεική.
«Καὶ τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνά σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον(:Και σε εκείνον που θέλει να σε οδηγήσει στα δικαστήρια, για να σου πάρει το πουκάμισο, άφησέ του και το επανωφόρι σου)». Δεν θέλει, όμως, στα χτυπήματα μόνο, αλλά και στα χρήματα να έχουμε την ανεξικακία αυτού του είδους. Γι’ αυτό και εδώ χρησιμοποιεί την ίδια υπερβολή. Πραγματικά, όπως ακριβώς εκεί διατάσσει να νικάμε με το να πάσχουμε, έτσι και εδώ, με το να χάνουμε περισσότερα από όσα περίμενε ο πλεονέκτης. Αλλά και την εντολή αυτήν δεν την έθεσε έτσι απλή, μα με την ανάλογη προσθήκη· διότι δεν είπε: «Να δώσεις το πανωφόρι σου σε εκείνον που το ζητεί», αλλά «σε εκείνον που θέλει να κάνει δίκη εναντίον σου», δηλαδή, εάν σε σύρει στο δικαστήριο και σου προξενεί ενοχλήσεις. Και όπως, όταν είπε να μην ονομάζουμε τον συνάνθρωπό μας μωρό, ούτε να οργιζόμαστε χωρίς λόγο εναντίον του, αφού προχώρησε, απαίτησε περισσότερα, με το να διατάξει να δίνουμε και τη δεξιά σιαγόνα, έτσι και εδώ, αφού είπε να φερόμαστε με συμφιλιωτική διάθεση προς τον αντίδικο, πάλι επιτείνει την εντολή. Δηλαδή, δεν ορίζει να δώσουμε μόνο όσα θέλει να πάρει ο αντίδικός μας, αλλά να δείξουμε και μεγαλύτερη μεγαλοδωρία.
«Τι λοιπόν; Γυμνός πρόκειται να γυρίζω;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Δεν θα είμαστε γυμνοί, εάν υπακούμε με ακρίβεια στους λόγους αυτούς, αλλά θα είμαστε ενδεδυμένοι πολύ καλύτερα από όλους· διότι, κατά πρώτον, κανένας δεν θα μας έκανε επίθεση, εάν είχαμε το φρόνημα αυτό. Δεύτερον, εάν υπήρχε κανένας τόσο άγριος και ανήμερος, ώστε να φτάσει μέχρις αυτού του σημείου, τότε, ασφαλώς, θα φανούν πολλοί περισσότεροι, οι οποίοι όχι μόνο με ενδύματα, αλλά και με τη σάρκα τους θα καλύψουν, εάν ήταν δυνατό, εκείνον που έδειξε τόση πνευματικότητα και ανεξικακία.
Αλλά και αν ακόμη ήταν ανάγκη να περιφέρεσαι γυμνός εξαιτίας της φιλόσοφης στάσης αυτού του είδους, και πάλι δε θα ήταν ντροπή αυτό· διότι και ο Αδάμ[ πρβλ. Γέν. 2,25: « Καὶ ἦσαν οἱ δύο γυμνοί, ὅ τε Ἀδὰμ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ, καὶ οὐκ ᾐσχύνοντο(:Ήσαν δε και οι δύο γυμνοί, ο Αδάμ και η γυναίκα αυτού, και δεν ντρέπονταν ο ένας τον άλλον, διότι ήσαν αγνοί και αθώοι)»] στον παράδεισο ήταν γυμνός, αλλά δεν ένιωθε ντροπή. Και ο Ησαΐας[ Ησ. 20.3: «Καὶ εἶπε Κύριος· ὃν τρόπον πεπόρευται ὁ παῖς μου Ἡσαΐας γυμνὸς καὶ ἀνυπόδετος τρία ἔτη, τρία ἔτη ἔσται εἰς σημεῖα καὶ τέρατα τοῖς Αἰγυπτίοις καὶ Αἰθίοψιν(:Κατόπιν ο Κύριος προσέθεσε και είπε: “Όπως έχει πορευτεί ο δούλος μου ο Ησαΐας, γυμνός δηλαδή και ανυπόδητος επί τρία έτη, έτσι επί τρία έτη θα γίνουν σημεία και τέρατα στους Αιγυπτίους και τους Αιθίοπες)»] ήταν γυμνός και ανυπόδητος και όμως ήταν πιο ένδοξος από όλους τους Ιουδαίους. Και ο Ιωσήφ(βλ. Γέν. 39,1 κ.ε.) επίσης όταν έμεινε γυμνός, τότε έλαμψε περισσότερο. Πραγματικά δεν είναι κακό να παραμένει κανείς γυμνός υπό τις συνθήκες αυτές, αλλά να ενδύεται δια του τρόπου αυτού, όπως ακριβώς τώρα εμείς με πολυτελή ενδύματα, αυτό είναι αισχρό και καταγέλαστο. Γι’ αυτό, βέβαια, και ο Θεός επαινεί αυτούς που ανήκουν στην πρώτη κατηγορία και καταδικάζει τους άλλους διαμέσου των προφητών και των αποστόλων.
Συνεπώς, ας μη νομίζουμε ότι οι εντολές είναι δύσκολο να εφαρμοστούν· διότι, εκτός του ότι μας συμφέρουν, είναι πολύ εύκολες, εάν αγρυπνούμε. Και περικλείουν τόσο μεγαλύτερη ωφέλεια, διότι όχι μόνο εμάς, αλλά και εκείνους, που μας αδικούν, τα μέγιστα ωφελούν. Και το εξαιρετικό είναι τούτο σε αυτές, ότι δηλαδή, ενώ πείθουν εμάς να υποφέρουμε, συγχρόνως διδάσκουν να φιλοσοφούν και εκείνους που μας αδικούν· διότι όταν εκείνος θεωρεί κατόρθωμα μεγάλο το να αρπάζει τα πράγματα των άλλων, και εσύ του αποδείξεις ότι για εσένα είναι μικρό το να του δίνεις και εκείνα που δεν σου ζητεί, και εισάγεις ως αντιστάθμισμα της πνευματικής πτωχείας εκείνου τη μεγαλοδωρία τη δική σου και τη φιλοσοφία στην πλεονεξία του, σκέψου πόσο θα διδαχτεί, όχι με λόγια, αλλά με τα ίδια τα έργα αυτά, διδασκόμενος να καταφρονεί την κακία και να επιθυμεί την αρετή· διότι ο Θεός δεν θέλει να είμαστε χρήσιμοι και ωφέλιμοι μόνο στους εαυτούς μας, αλλά και στους πλησίον μας όλους.
Αν λοιπόν, υποχωρήσεις και δεν διεξαχθεί η δίκη, τότε επεδίωξες το δικό σου συμφέρον μόνο. Αν όμως, δώσεις και κάτι επιπλέον, τότε θα αφήσεις αυτόν να φύγει για το σπίτι του, αφού τον έχεις κάνει καλύτερο. Αυτό είναι το αλάτι [Ματθ.5,13: «Ὑμεῖς ἐστε τὸ ἅλας τῆς γῆς· ἐὰν δὲ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι ἁλισθήσεται; εἰς οὐδὲν ἰσχύει ἔτι εἰ μὴ βληθῆναι ἔξω καὶ καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων(:Εσείς οι μαθητές μου είστε το πνευματικό αλάτι των ανθρώπων της γης, επειδή έχετε προορισμό να προλαβαίνετε την ηθική σαπίλα. Αλλά εάν το αλάτι χάσει τη δύναμή του, με τι θα αλατιστεί, ώστε να αποκτήσει πάλι τη δύναμη που έχασε; Δεν χρησιμεύει πλέον σε τίποτε, παρά να πεταχτεί έξω στους δρόμους και να καταπατείται από τους ανθρώπους. Εάν λοιπόν κι εσείς χάσετε την ηθική σας δύναμη, δεν θα γίνετε μόνο άχρηστοι, αλλά και θα περιφρονηθείτε από τους ανθρώπους)»], που ο Χριστός θέλει να είναι αυτοί. Διότι το αλάτι και τον εαυτό του και τα άλλα σώματα, με τα οποία έρχεται σε επαφή, συντηρεί.
Τέτοιο είναι και το φως[Ματθ.5,14: «Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη(:Εσείς είστε το φως του κόσμου, διότι έχετε προορισμό με το φωτεινό σας παράδειγμα και με τα λόγια σας που μεταδίδουν το φως της αλήθειας να φωτίζετε τους ανθρώπους που βρίσκονται στο σκοτάδι της αμαρτίας και της πλάνης. Μια πόλη που βρίσκεται πάνω σε βουνό δεν είναι δυνατόν να κρυφτεί. Έτσι και η δική σας ζωή θα γίνεται αντιληπτή απ’ όλους)»]· διότι και στον εαυτό του και στους άλλους φέγγει. Αφού λοιπόν σε παρομοίασε με τα στοιχεία αυτά, δώσε την ωφέλειά σου και σε εκείνον που κάθεται στο σκοτάδι, δίδαξέ τον ότι ούτε τα πρώτα αγαθά σου έλαβε δια της βίας, αλλά και να τον πείσεις ότι δεν σε έβλαψε. Πραγματικά, έτσι και εσύ θα αποδειχτείς περισσότερο άξιος τιμής και σεβασμού, εάν αποδείξεις ότι τα χάρισες αυτά που άδικα απαιτεί από εσένα και δεν έπεσες θύμα αρπαγής. Δηλαδή, με την επιείκειά σου μετάβαλε την αμαρτία εκείνου σε δική σου μεγαλοδωρία.
Εάν όμως θεωρείς ότι αυτό είναι μεγάλο πράγμα, περίμενε και θα δεις καθαρά ότι δεν έφτασες ακόμη στην τελειότητα· διότι δεν σταματά εδώ Αυτός που θέτει τους νόμους για την ανεξικακία, αλλά προχωρεί πιο πέρα, ομιλώντας ως εξής: «Καὶ ὅστις σε ἀγγαρεύσει μίλιον ἕν, ὕπαγε μετ᾿ αὐτοῦ δύο(:Και εκείνον που θέλει να σε αγγαρεύσει για να τον συνοδεύσεις ένα μίλι, πήγαινε μαζί του δύο μίλια[:να φανείς δηλαδή υποχωρητικός και να αποφύγεις έτσι φιλονικίες και διαπληκτισμούς]»[Ματθ.5,41]. Είδες υπερβολή φιλοσοφίας και αυταπαρνήσεως; Μετά την εντολή να δίνουμε το πουκάμισο και επανωφόρι μας, δεν πρέπει, λέγει, και έτσι να εμποδίσουμε αυτόν, εάν ακόμη και με γυμνό το σώμα μας, θέλει να μας επιβάλει σε ταλαιπωρίες και κόπους· διότι ο Κύριος θέλει να έχουμε τα πάντα κοινά, και τα σώματα και τα χρήματα, και με τους πτωχούς και με τους άρπαγες· διότι το τελευταίο είναι απόδειξη ανδρείας, ενώ το πρώτο απόδειξη φιλανθρωπίας.
Γι’ αυτό και έλεγε: «Όποιος σου επιβάλλει αγγαρεία ενός μιλίου, πήγαινε μαζί του δύο μίλια», οδηγώντας εσένα υψηλότερα, πάλι, και προτρέποντας να επιδεικνύεις την ίδια μεγαλοδωρία. Πραγματικά, εάν όσα έλεγε στην αρχή της ομιλίας του ο Ιησούς, που ήσαν πολύ κατώτερα από αυτά εδώ, ήσαν άξια τόσων μακαρισμών, σκέψου ποια τύχη περιμένει εκείνους, που εφαρμόζουν αυτά, και σε ποια τελειότητα φτάνουν αυτοί προ της απονομής των επάθλων, αφού επιτυγχάνουν την τέλεια απάθεια με το ευπαθές ανθρώπινο σώμα. Πραγματικά, όταν δεν τους στενοχωρούν ούτε οι ύβρεις και τα χτυπήματα, ούτε η αρπαγή των χρημάτων, ούτε υποχωρούν μπροστά σε κανένα παρόμοιο πάθημα, αλλά και αποκτούν μεγαλύτερη δύναμη με το πάθος, συλλογίσου πόσο ισχυρή γίνεται η ψυχή τους. Γι’ αυτό λοιπόν, ό,τι είπε για τα χτυπήματα και τα χρήματα, το ίδιο και εδώ διέταξε να κάνουμε. «Τι εννοώ», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, « προσβολή και χρήματα;». Και αν ακόμη επιθυμεί να χρησιμοποιήσει το σώμα σου για την εκτέλεση κοπιαστικής και βαριάς εργασίας, και αυτό αδίκως, πάλι να νικήσεις και να υποσκελίσεις την άδικη επιθυμία εκείνου· διότι αυτήν τη σημασία έχει το ρήμα ‘’αγγαρεύω’’, δηλαδή, το να σε σύρουν άδικα και χωρίς καμία αιτία και να σε βλάψουν. Αλλά όμως να είσαι προετοιμασμένος και γι’ αυτό, ώστε να υποστείς περισσότερα από όσα εκείνος θέλει.
«Τῷ αἰτοῦντί σε δίδου καὶ τὸν θέλοντα ἀπὸ σοῦ δανείσασθαι μὴ ἀποστραφῇς(:Σε εκείνον που σου ζητά ελεημοσύνη δίνε, αλλά πάντοτε με διάκριση που θα την διαπνέει η ειλικρινής αγάπη. Και μην περιφρονήσεις εκείνον που σου ζητά δανεικά χωρίς τόκο)»[Ματθ.5,42]. Η εντολή αυτή είναι ευκολότερη από τις προηγούμενες. Αλλά μην σε παραξενεύει αυτό· διότι αυτό συνηθίζει να το κάνει συνέχεια, δηλαδή, να αναμειγνύει τις μικρές εντολές στις μεγάλες. Εάν όμως αυτά είναι μικρά σε σύγκριση προς εκείνα, ας τα ακούσουν όσοι αρπάζουν τα αγαθά των άλλων και σκορπίζουν τα δικά τους στις πόρνες και έτσι ανάπτουν διπλή φωτιά για τους εαυτούς τους, αφενός μεν με τα άδικα έσοδα, αφετέρου δε με την ολέθρια δαπάνη.
Και όταν μιλάει για δανεισμό στην παρούσα εντολή, δεν εννοεί τη σύναψη συμβολαίου, που καθορίζει και τον τόκο, αλλά την απλή άτοκη χρήση των χρημάτων. Σε άλλη, πάλι, περίπτωση επιτείνει την εντολή, όταν λέγει να δίδουμε σε εκείνους από τους οποίους δεν ελπίζουμε να τα ξαναπάρουμε[πρβ. Λουκ.6,34: «Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα(:Και αν δανείζετε σε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να πάρετε πίσω αυτά που δανείσατε, ποια χάρη και ανταπόδοση από τον Θεό σάς ανήκει; Καμία· διότι και οι αμαρτωλοί δανείζουν σε άλλους αμαρτωλούς για να πάρουν πίσω ολόκληρο το ποσό που δάνεισαν ή και σε ώρα ανάγκης να πάρουν και αυτοί ίσα οφέλη και δάνεια από εκείνους στους οποίους δάνεισαν)»].
«Ἠκούσατε ὅτι ἐῤῥέθη, ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου καὶ μισήσεις τὸν ἐχθρόν σου. Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς. ὅπως γένησθε υἱοὶ τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς, ὅτι τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους. (:Ακούσατε ότι έχει δοθεί η εντολή: ‘’Να αγαπάς τον πλησίον σου και να μισείς τον εχθρό σου”. Εγώ όμως σας λέω να αγαπάτε τους εχθρούς σας, να εύχεστε στον Θεό το καλό γι’ αυτούς που σας καταριούνται, να ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν και να προσεύχεστε για χάρη εκείνων που σας μεταχειρίζονται υβριστικά και περιφρονητικά και σας καταδιώκουν άδικα, ακόμη κι όταν ο διωγμός τους αυτός σας γίνεται για τις θρησκευτικές σας πεποιθήσεις. Για να μοιάσετε έτσι και να γίνετε παιδιά του Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς· διότι και Αυτός τον ήλιο, που είναι δικός Του, τον ανατέλλει χωρίς διακρίσεις σε πονηρούς και καλούς, και βρέχει τη βροχή Του σε δικαίους και αδίκους)»[Ματθ. 5,45].
Πρόσεξε ότι την κορωνίδα των αγαθών την άφησε τελευταία. Γι’ αυτό και μας διδάσκει όχι μόνο να συγκρατείται κανείς όταν ραπίζεται, αλλά να δίνει και τη δεξιά του σιαγόνα· κι όχι μόνο να δίνουμε μαζί με τον χιτώνα και το ιμάτιο, αλλά και να ακολουθούμε δύο μίλια όποιον μας αγγαρεύει για ένα, για να δεχτούμε με κάθε ευκολία την εντολή που είναι ανώτερη από αυτές. «Και τι είναι ανώτερο απ’ αυτές;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Το να μην θεωρείς ούτε εχθρό σου όποιον κάνει όλα αυτά εις βάρος σου· ή μάλλον και κάτι άλλο ανώτερο από αυτό: διότι δεν είπε: «Να μη μισήσεις», αλλά «Να αγαπήσεις». Δεν είπε: «Να μην αδικήσεις», αλλά «Να ευεργετήσεις».
Εάν όμως εξετάσει κανένας με προσοχή αυτά που ειπώθηκαν παραπάνω, θα βρει και σε αυτά τα ίδια να υπάρχει μια προσθήκη πολύ ανώτερή τους· γιατί δεν έδωσε εντολή απλά να αγαπούμε, αλλά και να προσευχόμαστε για τους εχθρούς μας. Είδατε πόσα σκαλοπάτια ανέβηκε και πώς μας έστησε στην ίδια την κορυφή της αρετής; Πρόσεξε τώρα μετρώντας προς τα άνω. Πρώτο σκαλί, να μην κάμεις αρχή στην αδικία· δεύτερο, μετά την αρχή της αδικίας από τον άλλο, να μην ανταποδώσεις το ίδιο· τρίτο, να μην προξενήσεις ό,τι ο ίδιος έπαθες αλλά να μείνεις ήσυχος, συγκρατώντας την οργή σου· τέταρτο, να προσφέρεις τον εαυτό σου με την θέλησή σου στην αδικία· πέμπτο, να προσφέρεις πολύ περισσότερα από όσα θέλει αυτός που σε αδικεί· έκτο, να μην μισήσεις αυτόν που σε έβλαψε· έβδομο, να τον αγαπήσεις κιόλας· όγδοο, και να τον ευεργετήσεις· ένατο το και να παρακαλείς συνάμα για χάρη του τον Θεό.
Βλέπετε ύψος πνευματικότητας; Γι’ αυτό κι έχει λαμπρό έπαθλο. Επειδή η εντολή ήταν μεγάλη και χρειαζόταν γενναία ψυχή και πολλή προθυμία, γι΄αυτό και ορίζει μισθό αυτής τέτοιο, που για καμία από τις προηγούμενες εντολές Του δεν όρισε. Πραγματικά ούτε τη γη αναφέρει εδώ, όπως όταν μιλάει (στους μακαρισμούς) για τους πράους, ούτε την παρηγοριά κι ευσπλαχνία, όπως στην περίπτωση εκείνων που πενθούν ή εκείνων που ελεούν, ούτε τη Βασιλεία των Ουρανών, αλλά αναφέρει αυτό που ήταν το φρικτότερο απ’ όλα αυτά, να γίνουμε όμοιοι με τον Θεό, όπως είναι φυσικό να γίνουν οι άνθρωποι. «Για να γίνετε», λέει, «όμοιοι με τον Πατέρα σας στον ουρανό». Εσείς προσέξετε πως μήτε εδώ, μήτε και προηγουμένως δεν Τον αποκαλεί Πατέρα Του· αλλά εκεί τον ονομάζει Θεό και Μεγάλο Βασιλέα, όταν μιλούσε για τους όρκους· εδώ τον αποκαλεί δικό τους Πατέρα. Αυτό το κάνει φυλάσσοντας την εξήγηση για την κατάλληλη ώρα.
Έπειτα, και παρουσιάζοντας την ομοιότητα που πρέπει να έχουν οι άνθρωποι με τον Θεό Πατέρα, λέει ότι Εκείνος ανατέλλει τον ήλιο και για τους πονηρούς και τους αγαθούς και ρίχνει την βροχή Του και για τους δίκαιους και για τους άδικους. «Γιατί Αυτός όχι μόνο», λέει, «δεν μισεί, αλλά και ευεργετεί όσους Τον υβρίζουν». Μολονότι βέβαια σε καμία περίπτωση δεν είναι ίδια η ενέργεια αυτή, όχι μόνο για την υπερβολή της ευεργεσίας, αλλά και για την υπεροχή της αξίας · συ περιφρονείσαι από τον όμοιο με σένα δούλο, ενώ Εκείνος από τον δούλο Του, που τον έχει άπειρα ευεργετήσει. Εσύ μεν λόγια προσφέρεις, όταν προσεύχεσαι για κάποιον, ενώ Αυτός προσφέρει πράγματα πολύ μεγάλα και αξιοθαύμαστα, με το να ανάβει τον ήλιο και να δίνει τις βροχές σε όλη τη διάρκεια του έτους. Κι όμως, παρά τις διαφορές αυτές, δέχομαι πως είσαι ίσος του, όσο μπορεί να είναι ο άνθρωπος.
Μην μισείς λοιπόν όποιον σου κάνει κακό, αφού γίνεται η αιτία να αποκτήσεις τόσα αγαθά και σε οδηγεί σε τόσο μεγάλη τιμή. Μην καταριέσαι αυτόν που σε βλάπτει, γιατί και τον πόνο της αδικίας υποφέρεις και τον καρπό δεν κερδίζεις· και τη ζημία θα υποστείς, αλλά και την αμοιβή σου θα χάσεις. Αυτό είναι το αποκορύφωμα της ανοησίας, να υπομένουμε δηλαδή το βαρύτερο και να μην δεχόμαστε το ελαφρότερο από αυτό. Και πώς είναι δυνατό να γίνει αυτό; Αφού είδες τον Θεό να γίνεται άνθρωπος και να δείχνει τόση συγκατάβαση και να παθαίνει τόσα για σένα, ρωτάς ακόμα κι αμφιβάλλεις για το πώς γίνεται να μη λογαριάσεις στους ομοδούλους σου τις αδικίες που σου κάνουν; Δεν Τον ακούς από τον Σταυρό που σου παραγγέλλει με το παράδειγμά Του: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι(:Πατέρα, συγχώρεσέ τους· δεν γνωρίζουν τι κάνουν)»[Λουκά,23,34]; Δεν ακούς τον Παύλο που λέει: «Χριστὸς ὁ ἀποθανών, μᾶλλον δὲ καὶ ἐγερθείς, ὃς καί ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, ὃς καὶ ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν(:Ο Χριστός και όχι κανείς άλλος πέθανε για μας. Και όχι μόνον αυτό, αλλά πολύ περισσότερο και αναστήθηκε από τους νεκρούς για μας. Αυτός και είναι ενθρονισμένος στα δεξιά του Θεού και μεσιτεύει στον Πατέρα Του για χάρη μας)»[Ρωμ.8,34]; Δεν βλέπεις ότι και μετά τη Σταύρωση και μετά την Ανάληψη έστελνε στους Ιουδαίους, που Τον φόνευσαν, τους αποστόλους, για να τους φέρουν αναρίθμητα αγαθά και μάλιστα ενώ τους έμελλε να υποστούν απ’ αυτούς μύρια δεινά;
Αλλά μήπως υπέστης μεγάλες αδικίες; Και τι παρόμοιο κακό έπαθες εσύ προς όσα υπέφερε ο Δεσπότης σου; Εκείνος φυλακίστηκε, μαστιγώθηκε, δέχτηκε ραπίσματα και από τους υπηρέτες εμπτυσμούς, υπέμεινε θάνατο, και μάλιστα τον πιο ατιμωτικό από όλους τους θανάτους, ύστερα από τόσες ευεργεσίες που έκανε. Αν πάλι έχεις πραγματικά πολύ αδικηθεί, γι’ αυτό ακριβώς να ευεργετείς περισσότερο, ώστε και για τον εαυτό σου να ετοιμάσεις λαμπρότερο στεφάνι και τον αδελφό σου ν’ απαλλάξεις από την έσχατη ασθένεια. Γιατί και οι γιατροί, όταν δέχονται τα λακτίσματα και τις βρισιές από τους τρελούς, τότε περισσότερο τους λυπούνται κι ενδιαφέρονται για την αποκατάσταση της υγείας τους, επειδή γνωρίζουν ότι η άπρεπη συμπεριφορά προέρχεται από τον παροξυσμό της αρρώστιας τους.
Έτσι να σκέφτεσαι κι εσύ γι’ αυτούς που σε καταδιώκουν κι έτσι να μεταχειρίζεσαι όσους σε αδικούν· διότι εκείνοι είναι πιο πολύ οι άρρωστοι κι αυτοί υφίστανται ολόκληρη την βίαιη δύναμη της αρρώστιας τους. Ελευθέρωσέ τον λοιπόν από τη βαριά αυτή επίδραση και δώσε του την ευκαιρία να αφήσει την οργή και να γλυτώσει από φοβερό δαίμονα, δηλαδή τον θυμό. Γιατί αν δούμε δαιμονισμένους δακρύζουμε, γι΄αυτό και δν σπεύδουμε να δαιμονίζουμε κι εμείς τους άλλους με την δική μας αντεπίθεση. Αυτό ας κάνουμε τώρα και στην περίπτωση αυτών που οργίζονται· γιατί μοιάζουν με τους δαιμονισμένους όσοι θυμώνουν· μάλλον είναι αθλιότεροι απ’ αυτούς, επειδή παραφέρονται, έχοντας συναίσθηση της κατάστασής τους. Γι’ αυτό και η παραφροσύνη τους είναι ασυγχώρητη.
Μην ποδοπατείς, λοιπόν, αυτόν που έπεσε, αλλά να τον ελεείς· γιατί αν δούμε κάποιον που τον πειράζει η χολή του, έχει σκοτοδίνη και προσπαθεί επειγόντως να αποβάλει με τον εμετό αυτό το κακό υγρό, απλώνουμε το χέρι μας και τον κρατούμε μέσα στους σπασμούς του, και ακόμη κι αν λερώνουμε το ρούχο μας, δεν απομακρυνόμαστε, αλλά επιδιώκουμε ένα μονάχα, με κάθε τρόπο να τον ελευθερώσουμε από τη φοβερά δύσκολη αυτή και στενάχωρη θέση του. Τούτο λοιπόν ας κάνουμε και σε αυτούς, κι ας τους κρατούμε, όταν κάνουν εμετό ή όταν σπαράζουν. Ούτε πρωτύτερα να τους αφήσουμε, παρά έως να απαλλαγούν απ’ όλη την πικρία. Και τότε θα σου αναγνωρίσει πολύ μεγάλη ευγνωμοσύνη, όταν του περάσει, τότε θα καταλάβει από πόση ταραχή τον ελευθέρωσες. Και γιατί αναφέρω την ευγνωμοσύνη από μέρους εκείνου, τη στιγμή που ο ίδιος ο Θεός ευθύς θα σε στεφανώσει και με μύρια αγαθά θα σε ανταμείψει, επειδή ελευθέρωσες τον αδελφό σου από βαρύ νόσημα; Αλλά κι ο αδελφός σου αυτός σαν κύριό του θα σε τιμήσει, ενθυμούμενος διαρκώς την επιείκεια και την καλοσύνη με την οποία τον αντιμετώπισες.
Εάν όμως οι εντολές αυτές σου φαίνονται δύσκολες, σκέψου ότι γι’ αυτό ήρθε κοντά μας ο Χριστός· για να τις φυτέψει μέσα στη δική μας τη διάνοια και να μας καταστήσει ωφέλιμους και στους εχθρούς μας και στους φίλους μας. Γι’ αυτό και μας προτρέπει να φροντίζουμε και για τους δύο· για μεν τους αδελφούς μας μάς διδάσκει όταν λέει «κι αν προσφέρεις το δώρο σου», ενώ για τους εχθρούς, όταν νομοθετεί να τους αγαπούμε και να προσευχόμαστε γι’ αυτούς.
Και δεν μας οδηγεί προς τη διαγωγή αυτή με το παράδειγμα του Θεού μόνο, αλλά και με το αντίθετο παράδειγμα. «Αν αγαπήσετε», λέει, «όσους σας αγαπούν, τι μισθό θα λάβετε; Το ίδιο δεν κάνουν κι οι τελώνες;». Αν λοιπόν εφαρμόζεις αυτά, τότε στέκεσαι κοντά στον Θεό· αν τα παραμελείς, κατατάσσεσαι στην ίδια παράταξη με τους τελώνες.
Είδες πως η απόσταση μεταξύ των εντολών δεν είναι τόσο μεγάλη, όση η διαφορά μεταξύ των προσώπων; Ας μην σκεπτόμαστε λοιπόν ότι είναι βαριά η εντολή, αλλά ας λογαριάσουμε και το έπαθλο, κι ας στοχαστούμε με Ποιον γινόμαστε όμοιοι, όταν τηρήσουμε τις εντολές, και με Ποιον εξισωνόμαστε, όταν τις παραμελήσουμε. Με τον αδελφό μας, μάς προτρέπει να συμφιλιωνόμαστε και να μην τον αφήνουμε, προτού διαλύσουμε τελείως την έχθρα μας. Όταν όμως ομιλεί για όλους, δεν μας δεσμεύει πια με αυτή την υποχρέωση, αλλά ζητεί μόνο ό,τι εξαρτάται από μας και κάνει πιο εύκολη την τήρηση του νόμου μ’ αυτό τον τρόπο. Επειδή δηλαδή είπε ότι «Οὕτω γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν(:Να χαίρεστε και να εκδηλώνετε ζωηρά τη χαρά σας, διότι θα είναι μεγάλη η ανταμοιβή σας στους ουρανούς. Έτσι εξάλλου καταδίωξαν και τους προφήτες που έστειλε ο Θεός πριν από σας)»[Ματθ.5,12], για να μη νιώσουν απέχθεια απέναντί τους γι’ αυτό, προστάζει όχι μόνο να τους δείχνουν ανοχή, όταν φέρονται έτσι, αλλά και να τους αγαπούν.
Βλέπεις με ποιον τρόπο ξεριζώνει τελείως τον θυμό και αφανίζει τελείως την επιθυμία για τις σαρκικές απολαύσεις, για τα χρήματα, για τη δόξα, τα πράγματα της παρούσας ζωής; Αυτό βέβαια το έκαμε από την αρχή της ομιλίας Του, αλλά τώρα πολύ περισσότερο το καθόρισε. Πραγματικά, και ο φτωχός και ο πράος και ο πενθών αδειάζει απ’ την ψυχή του τον θυμό. Ο δίκαιος και ο ελεήμονας αδειάζει την ψυχή του από την επιθυμία των χρημάτων. Όποιος έχει καθαρή καρδιά, ελευθερώνεται από την πονηρή επιθυμία. Όποιος καταδιώκεται και κακολογείται και υπομένει τις ύβρεις, επιτυγχάνει ακέραια την περιφρόνηση των πραγμάτων της ζωής αυτής και είναι καθαρός από υπερηφάνεια και κενοδοξία.
Αφού ελευθέρωσε λοιπόν από τα δεσμά αυτά τον ακροατή Του και τον προετοίμασε για τους αγώνες, πάλι με άλλο τρόπο ξεριζώνει τα πάθη αυτά και μάλιστα με μεγαλύτερη ακρίβεια. Δηλαδή αφού άρχισε από την οργή κι αφού από παντού έκοψε τα νεύρα του πάθους αυτού, είπε: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ῥακά, ἔνοχος ἔσται τῷ συνεδρίῳ· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ μωρέ, ἔνοχος ἔσται εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός. Ἐὰν οὖν προσφέρῃς τὸ δῶρόν σου ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κἀκεῖ μνησθῇς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατὰ σοῦ, ἄφες ἐκεῖ τὸ δῶρόν σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου, καὶ ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, καὶ τότε ἐλθὼν πρόσφερε τὸ δῶρόν σου(:Εγώ όμως σας λέω ότι καθένας που οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς σοβαρό πνευματικό λόγο, διαπράττει έγκλημα ανάλογο με εκείνο το οποίο δικαζόταν άλλοτε από το τοπικό επταμελές δικαστήριο, την «κρίση». Κι εκείνος που θα πει περιφρονητικά στον αδελφό του «ανόητε», είναι ένοχος βαρύτερου εγκλήματος, σαν εκείνα που δικάζουν από το ανώτατο δικαστήριο των Ιουδαίων, το Συνέδριο. Κι εκείνος που με μίσος και κακία θα πει στον αδελφό του «ηλίθιε», θα είναι ένοχος εγκλήματος που πρέπει να τιμωρηθεί με τη γέεννα του πυρός που βρίσκεται στον Άδη. Κάθε προσβολή λοιπόν εναντίον των αδελφών μας είναι αξιόποινη. Γι’ αυτό, εάν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο κι εκεί θυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίον σου για κάποια αδικία που του έκανες, άφησε εκεί το δώρο σου μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε πρώτα και συμφιλιώσου με τον αδελφό σου, και τότε, αφού συνδιαλλαγείς, έλα και πρόσφερε το δώρο σου, διότι μόνο τότε αυτό θα γίνει δεκτό από τον Θεό)»[Ματθ. 5, 22-24].
Περνά αμέσως στην επιθυμία και λέει: «Όποιος παρατηρεί γυναίκα με ακόλαστο βλέμμα, να τιμωρείται ως μοιχός· Όποιος σκανδαλίζεται από γυναίκα ακόλαστη ή από άνδρα ή κάποιον από τους φίλους του, όλους αυτούς ας τους απομακρύνει. Όποιος έχει νόμιμη σύζυγο, ας μην τη διώχνει ποτέ, κι ας μη ρίχνει τα βλέμματά του σε άλλη». Με όλα αυτά αποσπά τις ρίζες της πονηρής επιθυμίας. Έπειτα περιορίζει την επιθυμία για τα χρήματα, προτρέποντας μήτε να ορκιζόμαστε, μήτε να ψευδόμαστε, μήτε να κρατούμε το πουκάμισο που τυχαίνει να φοράμε, αλλά και το επανωφόρι μας να παρέχουμε σε όποιον το ζητεί, καθώς και να προσφέρουμε εθελοντικώς τη σωματική μας δύναμη για τη διακονία του πλησίον, αφανίζοντας έτσι εξ ολοκλήρου τον πόθο για τα χρήματα.
Τότε, έπειτα από όλα αυτά, προσθέτει και τον πλουμιστό στέφανο όλων αυτών των εντολών λέγοντας: «Προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς(:Προσεύχεσθε για εκείνους, οι οποίοι σας υβρίζουν και σας συκοφαντούν και σας καταδιώκουν αδίκως)». Μας οδηγεί έτσι στην ίδια την υψηλότερη κορυφή της πνευματικότητας. Όπως δηλαδή από του να είναι κανείς πράος, είναι ανώτερο να ανέχεται να ραπίζεται, και από του να είναι κανείς ελεήμονας, είναι ανώτερο να αφήνει το επανωφόρι μαζί με το πουκάμισο, και από του να είναι δίκαιος, είναι ανώτερο το να υπομένει όταν αδικείται, και από του να είναι κανείς ειρηνοποιός, είναι ανώτερο το να ακολουθεί όταν τον ραπίζουν και τον αγγαρεύουν, έτσι είναι ανώτερος από αυτόν που καταδιώκεται, αυτός που ενώ τον καταδιώκουν, ευλογεί.
Βλέπεις ότι σιγά σιγά μας ανυψώνει στις ίδιες τις αψίδες του Ουρανού; Ποια είναι λοιπόν η αξία μας, εμάς που ενώ έχουμε εντολή να γίνουμε όμοιοι με τον Θεό, δεν κατορθώνουμε να γίνουμε όμοιοι ούτε με τους τελώνες; Διότι εάν το να αγαπάμε αυτούς που μας αγαπούν, είναι γνώρισμα των τελωνών, των αμαρτωλών και των ειδωλολατρών, όταν ούτε αυτό δεν το κάνουμε (πραγματικά δεν κάνουμε αυτό, όταν φθονούμε τους συνανθρώπους μας που ευδοκιμούν), ποια τιμωρία δε θα μας αξίζει, όταν, παρ΄όλη την εντολή να φανούμε ανώτεροι από τους γραμματείς, αποδεικνυόμαστε κατώτεροι και από τους ειδωλολάτρες; Πώς λοιπόν θα δούμε τη Βασιλεία των Ουρανών, πες μου; Πώς θα φτάσουμε στα ιερά εκείνα πρόθυρα, αφού δεν υπερβαίνει η αρετή μας εκείνη των τελωνών; Για τούτο κάνει υπαινιγμό, όταν λέει: «Οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι τὸ αὐτὸ ποιοῦσι; (:Μήπως και οι τελώνες το ίδιο δεν κάνουν😉».
Επίσης και τούτο είναι το πιο αξιοθαύμαστο σημείο της διδασκαλίας Του, ότι δηλαδή σε κάθε περίπτωση αναφέρει με αφθονία τα έπαθλα της αρετής,(όπως είναι ότι θα βλέπουμε τον Θεό, ότι θα κληρονομήσουμε την βασιλεία των ουρανών, ότι θα λάβουμε την υιοθεσία του Θεού, ότι θα ομοιάσουμε με τον Θεό, ότι θα ελεηθούμε, ότι θα παρηγορηθούμε και θα λάβουμε μεγάλη αμοιβή) εντούτοις, όπου ήταν ανάγκη να αναφέρει και τις τιμωρίες, το κάνει σε χαμηλούς τόνους, αφού σε τόσο πολλούς λόγους μόνο μια φορά ανέφερε το όνομα της γεένης.
Και σε άλλους πάλι λόγους με ήπιο ύφος, και περισσότερο με προτρεπτικούς παρά απειλητικούς λόγους, θέλει να διορθώσει τον ακροατή, λέγοντας: «Μήπως το ίδιο δεν κάνουν κι οι τελώνες;» , «εάν το αλάτι μωρανθεί»· και «ελάχιστος θα ονομαστεί μέσα στη βασιλεία των Ουρανών». Σε μερικές περιπτώσεις αναφέρει το αμάρτημα αντί της τιμωρίας για να κάνει τον ακροατή να αντιληφθεί το βάρος της τιμωρίας, όπως όταν λέγει· «όποιος εκδιώκει την γυναίκα του, την παρωθεί προς την μοιχεία» και ακόμη ότι «το επιπλέον του ναι και του όχι προέρχεται από τον πονηρό». Γιατί όσους έχουν νου, φτάνει να τους σωφρονίσει και μόνο με το μέγεθος της αμαρτίας, χωρίς την απαγγελία της τιμωρίας.
Γι’ αυτό και στην περίπτωσή μας, αναφέρει τους ειδωλολάτρες και τους τελώνες, θέλοντας με το ποιόν των προσώπων αυτών να προκαλέσει ντροπή στον μαθητή. Το ίδιο έκαμε κι ο Παύλος όταν έλεγε: «Οὐ θέλομεν δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, περὶ τῶν κεκοιμημένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα(:Ας έλθουμε τώρα και σ’ ένα άλλο σοβαρό ζήτημα. Δεν θέλουμε, αδελφοί μου, να έχετε άγνοια σχετικά με αυτούς που έχουν πεθάνει, για να μη λυπάστε όπως λυπούνται και οι υπόλοιποι που δεν έχουν ελπίδα αναστάσεως)»[Α΄Θεσ.4,13].
Και για να αποδείξει ότι δεν ζητεί τίποτε υπερβολικό, αλλά λίγο περισσότερο από το συνηθισμένο, προσθέτει: «Μήπως και οι ειδωλολάτρες δεν κάνουν το ίδιο;» Δεν διακόπτει όμως στο σημείο αυτό τον λόγο, αλλά τον ολοκληρώνει με τα έπαθλα και τις αγαθές ελπίδες, λέγοντας· «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν(:Πρέπει λοιπόν να γίνετε τέλειοι με την αγάπη προς όλους, όπως είναι τέλειος και ο ουράνιος Πατέρας σας, ο οποίος είναι αγάπη)»[Ματθ.5,48]. Και συνεχώς αναφέρει στους λόγους Του τη λέξη ‘’ουρανός’’, θέλοντας να αναπτερώσει το φρόνημά τους, καθώς και με την υπόμνηση του τόπου· διότι ως τότε ήσαν πνευματικά πιο αδύνατοι και περισσότερο προσκολλημένοι στα υλικά.
Ας εννοήσουμε, λοιπόν, καλά όλα όσα ειπώθηκαν παραπάνω, ας δείξουμε μεγάλη αγάπη προς τους εχθρούς μας κι ας αποβάλουμε επίσης την γελοία εκείνη συνήθεια, την οποία έχουν πολύ ανόητοι άνθρωποι, να περιμένουν, δηλαδή, να τους χαιρετίσουν πρώτοι οι άλλοι με τους οποίους συναντιούνται. Δεν ζηλεύουν αυτό που προξενεί πολύ μακαρισμό, αλλά επιδιώκουν αυτό που είναι ολότελα γελοίο. Γιατί δεν χαιρετάς πρώτος; «Επειδή αυτό περιμένει ο άλλος», απαντά. Μα ακριβώς γι’ αυτό έπρεπε να τρέξεις να τον χαιρετήσεις, για να πάρεις εσύ τον στέφανο. «Όχι», λέει, «επειδή αυτό επιζητεί εκείνος». Υπάρχει χειρότερη ανοησία; Επειδή ο άλλος θέλει να γίνει σε μένα πρόξενος αμοιβής, λέγει, δεν επιθυμώ να επωφεληθώ από το πράγμα αυτό. Αν λοιπόν σε χαιρετήσει πρώτος αυτός, δεν κερδίζεις τίποτε και αν αντιχαιρετήσεις. Ενώ αν προηγηθείς στον χαιρετισμό, εμπορεύεσαι την υπερηφάνεια εκείνου και τρυγάς άφθονο κέρδος από την ανοησία εκείνου. Πώς λοιπόν δεν μαρτυρεί εσχάτη ανοησία, ενώ τόσα πολλά πρόκειται να κερδίσεις πό κενές λέξεις, να εγκαταλείπεις το κέρδος και ενώ κατηγορείς τους άλλους, να περιπίπτεις στο ίδιο σφάλμα; Αν κατηγορείς κάποιον επειδή περιμένει να τον χαιρετήσουν, για ποιο λόγο ζηλεύεις αυτό που κατηγορείς; Και βιάζεσαι να μιμηθείς ως αγαθό, αυτό που είπες ότι είναι κακό; Βλέπεις ότι δεν υπάρχει τίποτε πιο ανόητο από έναν άνθρωπο που ζει μέσα στην κακία;
Για αυτόν τον λόγο σας παρακαλώ να αποφύγουμε την κακή αυτή και γελοία συνήθεια. Αμέτρητες φιλίες διέσπασε αυτή η ασθένεια και προκάλεσε πολλές εχθρότητες. Για τον λόγο αυτό εμείς τους προλαβαίνουμε εκείνους. Εμείς που έχουμε διαταγή να δεχόμαστε ραπίσματα, αγγαρείες, γυμνώσεις από τους εχθρούς μας και να υπομένουμε, ποιας συγνώμης θα μπορούσαμε να είμαστε άξιοι, αν δείχνουμε τόση εριστικότητα για ένα κούφιο χαιρετισμό; «Περιφρονούμαστε και γελοιοποιούμαστε», απαντά, «όταν του κάνουμε αυτήν τη χάρη». Και για να μη σε περιφρονήσει ο μαινόμενος σύνδουλός σου, περιφρονείς τον Κύριό σου, που τόσες ευεργεσίες σου έκαμε; Διότι, αν είναι άτοπο να καταφρονείς τον ισότιμό σου άνθρωπο, είναι, οπωσδήποτε πολύ πιο άτοπο είναι να καταφρονείς εσύ τον Θεό που σε δημιούργησε. Ύστερα από αυτά, σκέψου και τούτο, ότι όταν σε καταφρονήσει κάποιος, τότε γίνεται αιτία να λάβεις μεγαλύτερο μισθό, διότι αυτό το υπέμεινες χάριν του Θεού, επειδή υπάκουσες και πειθάρχησες στους νόμους Του. Και η υπακοή αυτή ποια τιμή δεν αξίζει, πόσα διαδήματα δεν της πρέπουν; Μακάρι εγώ και εξευτελισμούς και περιφρόνηση να δεχόμουνα για χάρη του Θεού, παρά να δεχόμουν τιμές από όλους τους βασιλιάδες· διότι τίποτα δεν είναι ίσο με τη δόξα αυτή, τίποτα.
Αυτήν την δόξα λοιπόν ας επιδιώκουμε, όπως Αυτός διέταξε, αλλά έχοντας ορθή πνευματικότητα σε όλες τις περιστάσεις, με αυτήν την ακριβή φιλοσοφία ας συμμορφώνουμε την ζωή μας· διότι πραγματικά, θα αποκτήσουμε διαμέσου αυτής τα αγαθά των ουρανών και τους εκεί στεφάνους, βαδίζοντας ως άγγελοι μεταξύ των ανθρώπων, περιφερόμενοι στη γη, όπως οι αγγελικές δυνάμεις, παραμένοντας ξένοι προς κάθε επιθυμία και ταραχή. Μαζί λοιπόν με αυτά θα αποκτήσουμε και τα απόρρητα αγαθά, τα οποία είθε να τα επιτύχουμε όλοι μας με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος και η προσκύνηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα και το Άγιο και Αγαθό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια υλικού: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in–matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΙH΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 9, σελίδες 620-651.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 64, τόμος 64, σελ. 132 – 150.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκά 6,31-36]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου σχετικά με την ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Β΄ Λουκά με θέμα:
«Γίνεσθε οἰκτίρμονες»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 1-10-2000]
(Β 423), έκδοσις Β΄
Η ευαγγελική διδασκαλία του πνευματικού βίου, αγαπητοί μου, είναι ανύποπτα ανωτέρα από κάθε άλλη ανθρώπινη διδασκαλία, κυρίως φιλοσοφική διδασκαλία, που θέλει να διορθώσει τον πνευματικό βίο του ανθρώπου. Έτσι, ο Χριστός, ο Κύριός μας, για να μας υπενθυμίσει το «κατ’ εἰκόνα» και να ανορθώσει το «καθ’ ὁμοίωσιν», μας έδωσε και την ηθικήν διδασκαλίαν. Διακρίνομε δηλαδή τόσο την δογματικήν διδασκαλίαν, όσο και την ηθικήν διδασκαλίαν. Γιατί αυτό συνιστά τον σκοπό της ανθρωπίνης υπάρξεως· η ηθική διδασκαλία. Είναι ο δρόμος. Δεν είναι το τέρμα. Είναι ο δρόμος που θα μας οδηγήσει εις το να δεχθούμε, ό,τι ο Θεός έχει ετοιμάσει για μας. Και κυρίως είναι η θέωσις.
Έτσι ο Κύριος εισάγει την έννοια της φιλανθρωπίας, με την κυριολεκτική, θα λέγαμε, σημασία και μας προτρέπει: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες».
Αυτά ακούσαμε, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί μου. Αδιάφορον της ηθικής στάθμης του άλλου, όποιος και να είναι αυτός, οφείλεις συ να τον αγαπάς και να τον φροντίζεις με κάθε τρόπο. Αυτές οι ηθικές θέσεις ήταν άγνωστες, αγαπητοί, εις τον αρχαίον κόσμον, που στο βάθος ήταν άσπλαχνος και σκληρός. Κανένα φιλανθρωπικόν ίδρυμα δεν υπήρχε στην αρχαιότητα. Αυτό που σήμερα λέμε Γηροκομείον, Βρεφοκομείον, Νοσοκομείον… Δεν υπήρχε τίποτα από όλα αυτά. Όλα αυτά είναι έργα του Χριστιανισμού. Ρίξτε μια ματιά σε καμία αρχαία πόλη, εννοείται προ Χριστού, είτε ελληνική και λεγομένη «πολιτισμένη», είτε βάρβαρη πόλη, δεν θα βρείτε πουθενά τέτοια ιδρύματα να υπάρχουν. Η πρόνοια η κοινωνική ήταν ανύπαρκτη, τελείως ανύπαρκτη. Η φιλανθρωπία ήταν άγνωστη. Και το σπουδαίον είναι ότι αυτός ο πνευματικός βίος, δεν έχει φιλοσοφικήν προέλευσιν ή εξάρτησιν. Παρ’ ότι φιλοτίμως βέβαια προ Χριστού, δικαιολογημένα, μπορούσαν οι φιλόσοφοι να λέγουν ηθικούς κανόνες, για να βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής των ανθρώπων. Όπως λέει κάποιος ξένος ότι ο Σωκράτης δεν κατάφερε να διορθώσει ούτε τους ανθρώπους της γειτονιάς του. Βέβαια σπουδαία ήταν αυτά τα οποία έλεγαν, αλλά όλα αυτά δεν είχαν γνώμονα τον Θεόν. Ούτε εκ του Θεού εξηρτώντο. Συνεπώς ήτανε, θα λέγαμε, μία φιλοσοφία ανθρωπιστική, που ξεκινούσε από τον άνθρωπο, και προ Χριστού δικαιολογημένα, γιατί δεν υπήρχε η Αποκάλυψις, και φιλότιμη μάλιστα, αλλά ξεκινούσε από τον άνθρωπο για να φθάσει εις τον άνθρωπο και με τον τρόπο αυτόν δεν υπήρχε εξάρτηση από τον Θεό, εις τρόπον ώστε οι άνθρωποι να έχουν αυθεντία εις τον τρόπο του βιώματός των. Γιατί ο Θεός είναι βεβαίως Αυθεντία, έχει το κύρος.
Έτσι ο Κύριος είπε, συμπερασματικά απ’ όλα εκείνα τα οποία προηγουμένως ανέφερε, δηλαδή «Δανείζετε», λέει, «μηδέν ἀπελπίζοντες»· είναι και στην Παλαιά Διαθήκη αυτό, το «να δανείζετε». «Ἀπελπίζω» θα πει: «ελπίζω από». Δεν έχει την έννοια του «απελπίζουμε» στη σύγχρονη έννοια του όρου, αλλά «ελπίζω από». Δηλαδή δεν θα πάρετε τόκον. Δεν θα έχετε ελπίδα ότι θα δώσω μεν αυτά αλλά θα πάρω τον τόκο, θα πάρω περισσότερα από το κεφάλαιον το οποίον εδάνεισα. Και όταν λέμε «δανείζω», σημαίνει, προϋποθέτει το ρήμα ότι θα πάρω πίσω το κεφάλαιο. Βέβαια εκείνος που δανείζει, ας το ξέρομε, να είναι έτοιμος κάποτε να μην του επιστραφεί ούτε το κεφάλαιον. Να είμεθα έτοιμοι γι΄αυτό, σας το είπα. Θα δώσομε όμως χρήματα, ό,τι χρειαστεί ο άλλος. Δεν πειράζει αν δεν είναι σε θέση να μας επιστρέψει. Εξάλλου δεν θα δώσουμε καμία ολόκληρη περιουσία. Ούτε ακόμη- έμεινα σ’ αυτό το «δανείζω»- ούτε ακόμη θα δανείζουμε εις τρόπον ώστε ο άλλος να κάνει βιομηχανίες, εταιρείες…όχι. Όχι. Ας πάει να βρει απ’ όπου θέλει χρήματα, αυτός που θέλει να κάνει περιουσία και να αυξήσει τα αγαθά του. Όχι. Θα δανείσομε σε εκείνον ο οποίος έχει ανάγκη. Και που δεν μπορεί να πάρει ίσως-ίσως ούτε το ψωμί του. «Μηδέν ἀπελπίζοντες».
Και μάλιστα η Παλαιά Διαθήκη λέγει το εξής: «Αν σου αφήσει ενέχυρον», λέει, «το παλτό του», δηλαδή το ιμάτιό του, το οποίο ήταν, θα λέγαμε, δίκην παλτού το ιμάτιον, το εξωτερικό αυτό κάλυμμα που είχε ο άνθρωπος, «πρόσεξε» –επειδή χρησιμοποιείτο αυτό και σαν κουβέρτα τη νύχτα σε πολλούς ανθρώπους, φτωχούς ανθρώπους, το ιμάτιον, «πρόσεξε, θα το κρατήσεις ενέχυρο μέχρι το βράδυ. Μετά θα το επιστρέψεις. Γιατί όταν ο άνθρωπος δεν έχει να σκεπαστεί και γογγύσει, αυτό δεν θα είναι εις βάρος σου;». Είδατε φιλανθρωπία; Από τον Θεό πάντοτε.
Ωστόσο, το συμπέρασμα σε όλα αυτά που είπε, να αγαπάμε τους εχθρούς μας, τούτο ή εκείνο, το συμπέρασμα: «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί». «Τοῦτο ἐστίν ὃ λέγει, ἐξισοῦται πῶς δυνάμεθα τῷ Θεῷ», λέγει εδώ ο Ιερός Χρυσόστομος, «τό ἐλεεῖν καί οἰκτίρειν. Οὐκ εἶπεν, ἐάν νηστεύσητε, ὃμοιοι ἐστέ τῷ Πατρί ὑμῶν, οὐκ εἶπεν ἐάν παρθενεύσητε, οὐδέ εἶπεν ἐάν εὒχησθε, ὃμοιοι ἐστέ τῷ Πατρί ὑμῶν» . Αλλά τι; «Γίνεσθε οἰκτίρμονες». «Δεν θα ομοιάσεις», λέει, «του Θεού, εάν παρθενεύσεις, εάν νηστεύσεις, εάν, τέλος πάντων, αλλάξει η διαγωγή σου απέναντι στον Θεό. Αλλά τι είπε;», λέει ο Ιερός Χρυσόστομος· «Αυτό που θα σε κάνει ίσον με τον Πατέρα, εννοείται στην ποιότητα. Τι; Γίνεσθε οικτίρμονες». Εάν γίνομε οικτίρμονες προς πάντας, άνευ διακρίσεως, όπως σας είπα στην αρχή, τότε εξισούμεθα κατά κάποιον τρόπο με τον Θεόν, γιατί Εκείνος είναι οικτίρμων, προς τους ανθρώπους και μάλιστα προς τους αχαρίστους ακόμη. Μπορεί να βρέξει ο Θεός και να μην πούμε ένα ευχαριστώ εις τον Θεόν. «Α», λέμε, «α, έβρεξε, α…ωραία, το χωράφι μου, α, καλά». Άνθρωπε, σήκωσε το κεφάλι σου προς τον ουρανό και πες εις τον Θεόν ένα ευχαριστώ. «Γιατί λέει ο Θεός», λέει ο Κύριος, «ανατέλλει τον ήλιόν Του και βρέχει και για τα χωράφια των πονηρών ανθρώπων και για τα χωράφια των ευχαρίστων ανθρώπων, των ανθρώπων που είναι ευχάριστοι, δηλαδή δεν είναι αχάριστοι».
Αλλά τι θα πει οικτίρμων; Αυτός που έχει αισθήματα οίκτου ή συμπαθείας ή ελέους ή λύπης προς τον άλλον άνθρωπο, ξαναλέγω δια τρίτην φοράν, ανεξάρτητα από κάθε ιδιοτέλεια προς τον άλλον άνθρωπον. Αυτόν τον συμπαθώ, τον βοηθώ· τον άλλον δεν τον συμπαθώ, δεν τον βοηθώ. Δηλαδή σε όποια ηθική κατάσταση και ποιότητα μπορεί να βρίσκεται ο άλλος άνθρωπος. Έτσι, «οἰκτίρμων», λέει ο Απόστολος Παύλος, «σπλάχνα οἰκτιρμῶν». Διότι εθεωρείτο ότι εδώ εις τα σπλάχνα του ανθρώπου, όπου είναι η καρδιά, όπου είναι τα ευγενή, θα λέγαμε, όργανα, μέσ’ τον άνθρωπο, είναι εκείνα τα οποία, πραγματικά στρέφονται προς τον άλλον άνθρωπο. Κι εκεί φωλιάζει το να είσαι οικτίρμων άνθρωπος.
Έτσι οικτίρμων είναι ο Θεός ως ελεήμων, και ως πλήρους ελέους προς τα δημιουργήματά Του· και που αποτελεί για τους ανθρώπους ένα αρχέτυπον μιμήσεως. Διότι αν πούμε αυτός ο άνθρωπος για μένα είναι αρχέτυπον, άνθρωπος είναι. Θα υστερεί. Μπορώ βέβαια να πάρω παραδείγματα κι από ανθρώπους που έχουνε σπλάχνα οικτιρμών. Αλλά κυρίως θα πάρω από τον Θεόν. Γιατί, ξαναλέγω, οι άνθρωποι είναι άνθρωποι και κάπου μπορούν να υστερούν· ενώ ο Θεός βεβαίως δεν υστερεί.
Για να εκτιμήσομε και για να συνειδητοποιήσομε τι σημαίνει ότι ο Θεός είναι οικτίρμων, ώστε να Τον μιμηθούμε, κατά την προτροπήν του Κυρίου μας, «όπως», λέει, «ο Πατήρ σας είναι οικτίρμων», θα αναλύσομε κάποιες θέσεις από τον 102ον Ψαλμόν, που εμφανίζει τον Θεόν πράγματι οικτίρμονα. Θα δούμε τον Ψαλμόν αυτόν. Μερικές μόνο θέσεις θα πάρομε.
«Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος», λέγει ο Ψαλμός, «μακρόθυμος καὶ πολυέλεος». Ότι ο Κύριος είναι ἐλεήμων, οἰκτίρμων, λυπάται τον άνθρωπο που είναι δυστυχής. Και είναι και μακρόθυμος. Δηλαδή αναβάλλει την οργή Του. Γιατί βέβαια μην ξεχνάμε μία θέση βασικοτάτη, βασικοτάτη. Είναι η εξής: Ο Θεός είναι και αγάπη, αλλά είναι και τιμωρός. Είναι δίκαιος. Έχει αγάπη, αλλά είναι και δίκαιος. Και η μία ιδιότητά Του δεν αναιρεί την άλλη ιδιότητά Του. Αλλά αναβάλλει όμως να τιμωρήσει, για να έρθουν σε συναίσθηση οι άνθρωποι και να μετανοήσουν. Αυτό θα πει «μακρόθυμος». «Αναβάλλω την τιμωρία εις τον άνθρωπο, μήπως μετανοήσει ο άνθρωπος αυτός». Και πολυέλεος. Δηλαδή έχει μέσα Του σε έναν μεγάλο αριθμό, σε ένα πλήθος και ποιότητα και αριθμό, το έλεός Του, το οποίον δίδει στους ανθρώπους.
Ανάλυσις λοιπόν του «οἰκτίρμων» είναι αυτός ο στίχος του 102ου ψαλμού. Και είναι, όπως σας είπα, οι χαρακτηρισμοί, αν αναλύσομε, εννοείται, «ἐλεήμων», «μακρόθυμος», «πολυέλεος». Αυτά είναι επιμέρους αναλυόμενα στοιχεία των οικτιρμών. Και αυτά γράφονται στην Παλαιά Διαθήκη, σημειώσατέ το· που είναι παιδαγωγός εις Χριστόν η Παλαιά Διαθήκη. Διότι η διάστασις του πολυελέου του Θεού είναι η Ενανθρώπησις. Το μέγα έλεός Του, το κορυφαίον, είναι η Ενανθρώπησις. Να πώς το λέγει αυτό και το γράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον –τόσο, λέει, πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμον–, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον». Όλα τα άλλα, να βρέξει ο Θεός, να βγάλει τον ήλιο Του, να σου δώσει να φας, είναι μικρά και επιμέρους στοιχεία του ότι είναι πολυέλεος. Αλλά το κορυφαίο, ποιο είναι; Ότι έστειλε τον Υιόν Του να σώσει τον κόσμο.
Ποίες είναι οι πτυχές των οικτιρμών του Κυρίου; Ακούστε. Συνέχεια: «Οὐκ εἰς τέλος ὀργισθήσεται, οὐδὲ εἰς τὸν αἰῶνα μηνιεῖ». Τι θα πει αυτό; Ο Θεός μπορεί να εξοργιστεί μαζί μας. Και να προβεί και σε τιμωρία. Αλλά δεν θα το κρατήσει έως το τέλος αυτό. Δηλαδή θα είναι πάντοτε εκείνο που σας είπα προηγουμένως· ότι θα είναι μακρόθυμος. Θα περιμένει. Μήπως επιστρέψει ο αμαρτωλός. Και δεν μας συμφέρει, αγαπητοί μου, να υποβάλομε την μακροθυμίαν του Θεού, ας το πούμε, ας το πούμε, πώς να το πούμε, σε πειρασμό. Να εξαντλήσομε, δηλαδή, τη μακροθυμία του Θεού. Να το προσέξομε. Μη λέμε «Α, ο Θεός είναι αγαθός κι εγώ μπορώ να αμαρτάνω και να αναβάλω διαρκώς τη διόρθωσή μου». Όχι.
«Οὐδὲ εἰς τὸν αἰῶνα μηνιεῖ». Τι θα πει αυτό; Θα πει ότι δεν θα μείνει με μῆνιν, δηλαδή με οργή ως το τέλος. Όχι. Είναι φιλάνθρωπος ο Κύριος. Και θα μας λυπηθεί. Έτσι αναβάλλει διαρκώς, θα λέγαμε, την οργή Του. Κι όπως λέγει ο Μέγας Αθανάσιος ότι έστειλε τον μονογενή Υιόν Του δια να αθετήσει την φθοράν. Όταν ο Χριστός λέει «Δεν ήρθα να κρίνω τον κόσμον, αλλά ίνα σώσω τον κόσμον», κι όμως ο Ίδιος είπε ότι «θα έρθω να κρίνω τον κόσμον». Πότε; Εις το τέλος. Εις το τέλος. Ας το προσέξομε αυτό. Μακροθυμεί, είπαμε ο Κύριος. Ούτε εις τον αιώνα· ούτε στον παρόντα, εννοείται, αιώνα. Ο παρών· γιατί εδώ είναι το προσκήνιον κάθε δοκιμασίας μας. Μηνιεῖ. Θα μείνει με μῆνιν, με οργήν εναντίον μας. Αλλά μας συγχωρεί. Τούτο μόνο να θυμηθούμε, αγαπητοί. Ό,τι να έχομε διαπράξει, όταν προσέλθομε εις τον πνευματικόν και ζητήσομε συγχώρεση από τον Θεό, διά του πνευματικού, δεν συγχωρεί ο Θεός; Αρκεί να έχομε πράγματι μετάνοια. Αρκεί να μην κρυβόμαστε, να μην ψευδόμεθα. Θα μου πείτε «Είναι δυνατόν στην εξομολόγηση να ψευδόμεθα;». Πολλές φορές, για να δημιουργήσουμε μίαν καλήν εντύπωσιν εις τον πνευματικόν, μπορούμε κι αυτό να το μετέλθουμε. «Αλλά άνθρωποι, άνθρωποι», θα λέγαμε, «ο πνευματικός είναι άνθρωπος. Μπορεί να ξέρει το εσωτερικό σου; Το βλέπει μόνον ο Θεός. Κι αν έχεις ειλικρίνειαν, ποτέ δεν θα φθάσεις να θέλεις να δικαιολογείσαι ή να ψεύδεσαι και εις αυτήν την Εξομολόγησιν. Αλίμονό σου. Καλύτερα να μην εξομολογηθείς, παρά να θέλεις να ψευσθείς εις τον Θεόν». «Θεός», λέγει η Αγία Γραφή, «οὐ μυκτηρίζεται». Μυκτηρίζω θα πει εμπαίζω. Ήταν ένας τρόπος κοροϊδίας των αρχαίων Εβραίων να πιάνουν τα ρουθούνια τους. Τα δικά μας τα παιδιά βγάζουν τη γλώσσα τους. Και κοροϊδεύουν. Εδώ να πιάνεις τα ρουθούνια σου και να μιλάς, να μονολογείς και ακόμη να κάνεις φσου, φσου, απ’ τη μύτη σου. Αυτό θα πει μυκτηρίζω. «Ο Θεός», λέγει, «δεν μυκτηρίζεται, δεν εμπαίζεται ο Θεός». Έχεις πολύ λανθασμένη, αδελφέ μου, αντίληψη περί του Θεού.
Και συνεχίζει ο Ψαλμός: « Οὐ κατὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν ἐποίησεν ἡμῖν, οὐδὲ κατὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν, ὅτι κατὰ τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τῆς γῆς ἐκραταίωσε Κύριος τὸ ἔλεος αὐτοῦ ἐπὶ τοὺς φοβουμένους αὐτόν· καθόσον ἀπέχουσιν ἀνατολαὶ ἀπὸ δυσμῶν, ἐμάκρυνεν ἀφ᾿ ἡμῶν τὰς ἀνομίας ἡμῶν».
Παίρνει δύο μέτρα, δύο αποστάσεις. Ο Θεός, λέει, είναι τόσο οικτίρμων, μας συγχωρεί, όσο απέχει η ανατολή από τη δύση. Μία εικόνα. Δεύτερη εικόνα: Όσο απέχει η γη από τον ουρανό. Είναι εκείνο το χαριτωμένο χαριτωμένο που λέμε σε ένα μικρό παιδάκι: «Με αγαπάς;(πολύ μικρό παιδάκι). Με αγαπάς;». «Σε αγαπώ». «Πόσο;». Και ανοίγει τα χέρια του και λέει: «Τόσο σε αγαπάω». Ε, αυτό το «τόσο» εις τον Θεόν είναι η ανατολή με την δύση, η γη με τον ουρανόν.
Έτσι ο Κύριος, δεν μετρά τα ελέη Του με το βάρος των αμαρτιών μας. Εννοείται, εάν μετανοήσουμε. Βέβαια να σας πω εδώ τι έκανε ο αρχαίος κόσμος για να εξιλεωθεί έναντι, αν το θέλετε, ψευδών θεών; Έκανε θυσίες. Έκανε ακόμη και ανθρωποθυσίες. Ναι, ναι. Θυμηθείτε την Ιφιγένεια. Για να πάει καλός καιρός, να ταξιδέψουν εις την Τροία κ.λπ. Ακόμη, έκανε εκατόμβες. Τι ήταν η εκατόμβη; Άνοιγαν ένα μεγάλο τετράγωνο λάκκο, έβαζαν επάνω δοκάρια κι επάνω εκεί στα δοκάρια έσφαζαν εκατό βόδια! Εκατό βόδια; Ολόκληρη περιουσία. Κι εκείνος που ήθελε να εξιλεωθεί ήταν κάτω από τα δοκάρια και το αίμα των βοών, των βοδιών έπεφτε επάνω στην κεφαλή του. Ακούτε; Λέει ο Απόστολος Παύλος: «Ούτε το αίμα τράγων και βοών κ.λπ. ωφελεί τίποτα». Ήταν τύπος της θυσίας του Χριστού. Πολύ απλά, έχυσε ο Κύριος το αίμα Του. Μετενόησες; Εξομολογήθηκες; Θα πας να κοινωνήσεις. Τι ωραίο! Ούτε εκατόμβες, ούτε ανθρωποθυσίες, ούτε απολύτως τίποτε.
Σημειώσατε, όποτε εξέκλιναν σε ειδωλολατρία οι Εβραίοι, θυσίαζαν ακόμη και τα παιδιά τους! Ακούσατε; Τα παιδιά τους. Τι ήταν, παρακαλώ, ο Βάαλ; Ήταν ένα τενεκεδένιο άγαλμα, τενεκεδένιο, σιδηρούν, και είχε σαν καμινάδα ήτανε κι έβγαινε ο καπνός από πάνω, από κάτω η φωτιά, είχε τις αγκάλες του ανοιχτές ο Βάαλ, κι εκεί έριχναν τα μικρά παιδιά τους, τα οποία όταν έβλεπαν τι γίνεται, το ένα παιδί με το άλλο, ξέρετε, συνεννοείται, επικοινωνεί, τσίριζαν, κυριολεκτικά τσίριζαν τα παιδιά… Και ρίχναν τα μικρά παιδιά στην αγκαλιά του αγάλματος του σιδερένιου, του πυρακτωμένου, για να καούν. Σου ζητάει ο Θεός τέτοια πράγματα; Ο ίδιος ο Θεός δεν είναι Εκείνος ο Οποίος εστηλίτευσε αυτήν την κατάσταση; Τι; Θα μετανοήσεις και θα αλλάξει η ζωή σου. Αυτό είναι όλο.
Ακόμα, λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, λέει το εξής: «Εάν οι αμαρτίες σου είναι πολλές– έρχονται πολλοί και λένε: ‘’Έχω πάρα πολλές αμαρτίες’’– ξέρεις πώς μοιάζει το έλεος του Θεού; Με έναν ωκεανόν. Ξέρεις πώς μοιάζουν οι αμαρτίες σου; Μοιάζουν με μερικές σπίθες φωτιάς. Τι λες, αν πέσουν οι σπίθες μέσα στον ωκεανό, δεν θα σβήσει αυτή η φωτιά;». Και λέει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Τι λέγω, ωκεανός; Ο ωκεανός έχει όρια». Πάρτε από την Ευρώπη, φερ’ ειπείν, τον Ατλαντικό ωκεανό. Πού τερματίζει; Τερματίζει στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Ο ωκεανός», λέει, «έχει όρια. Το έλεος του Θεού δεν έχει όρια». Αυτά μας λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, αγαπητοί. Έτσι, θα πρέπει να προσέξομε πολύ.
Λέει ακόμα ένα σημείο: «Τὸν λυτρούμενον ἐκ φθορᾶς τὴν ζωήν σου». Ναι. Από τη φθοράν του σώματος και την φθοράν της ψυχής. Όπως είναι τα δυστυχήματα. Όπως είναι οι συντυχούσες αμαρτίες. Όπως είναι, όπως είναι η εμπερίστατος αμαρτία· η οποία πραγματικά φθείρει, λιώνει τον άνθρωπο και στην ψυχή και στο σώμα. «Τὸν στεφανοῦντά σε», λέει άλλο σημείο, «ἐν ἐλέει καὶ οἰκτιρμοῖς». Είναι ο στέφανος της Βασιλείας του Θεού. Αφού προηγουμένως εδώ στη Γη στεφανώθηκες με την προαίρεσή σου την αγαθή. Και θα ‘ρθει η ώρα που ο Θεός θα σου δώσει τη Βασιλεία Του. Και τι μπορεί να συγκριθεί με τη Βασιλεία του Θεού;
Τέλος, αν υπάρχει τέλος, «τὸν ἐμπιπλῶντα ἐν ἀγαθοῖς τὴν ἐπιθυμίαν σου». «Αυτός», λέει, «ο Οποίος χορηγεί, χορταίνει, γεμίζει με αγαθά εκείνο που επιθυμείς». Και «ἀνακαινισθήσεται ὡς ἀετοῦ ἡ νεότης σου». Αυτό που το λέει τόσο ωραία ο Δαβίδ. «Θα γίνεις καινούριος σαν τον αετό». «Ο αετός», λέγει, «ανακαινίζεται, ανανεώνεται ο αετός, έτσι η νεότητά σου θα ανακαινισθεί, θα γίνει καινούρια και καινούρια». Και μάλιστα, επιτραπείτω μοι να σας πω και τούτο, γιατί μερικοί, όταν είναι νέοι άνθρωποι, νομίζουν ότι θα κερδίσουνε τον κόσμον αυτόν, αν τον απολαύσουν. «Τώρα», λέει, «που είμαι νέος. Άμα γεράσω, πάει πια». Ξέρετε τι λέει ο Δαβίδ πάνω σ’αυτό; Λέει: «Τόν εὐφραίνοντά μου τήν νεότητα». «Αυτός που ευφραίνει τη νεότητά μου». Παλικάρι μου, κοπέλα μου, μην πας σ’ αυτά τα βαλτονέρια για να βρεις την ευχαρίστηση και τη χαρά. Εκείνος που ευφραίνει τη νεότητά σου, είσαι έφηβος, είσαι νέος, είναι μόνον ο Θεός. Τίποτε άλλο. Μόνον ο Θεός. Όλα τ’ άλλα είναι πραγματικά μία απάτη.
Αγαπητοί, «οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος». Γι΄αυτό θέλει τα γνήσια παιδιά Του να είναι κι αυτοί οικτίρμονες στους συνανθρώπους των. Ν’ αγαπούν τους συνανθρώπους των, όπως και να είναι. Ο Κύριος μάς είπε: «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν». Και αυτή η τελειότης βεβαίως είναι στα μέτρα του ανθρώπου, όσο τούτο είναι δυνατόν. Άλλο είναι η τελειότητα του Θεού και άλλο η τελειότητα του ανθρώπου. Οφείλει όμως, οφείλει να αντιγράφει τον Θεόν ως Πατέρα Του, να είναι τέλειος και οικτίρμων. Τι είναι λοιπόν τελειότης, που μας καλεί ο Κύριος να επιτύχομε; Τι είναι η τελειότης; Να γίνομε οικτίρμονες. Είναι η αγάπη που θα έχει κάνει καινούρια, ολόκληρη τη ζωή μας. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_851.mp3
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 6,31-36]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου σχετικά με την ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Β΄ Λουκά με θέμα:
«Η ΧΡΗΣΤΟΤΗΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 1-10-1989]
(Β224)
Ακούσαμε, σήμερα, αγαπητοί μου, στην ευαγγελική περικοπή, που είναι ένα απόσπασμα από την επί του Όρους ομιλία του Κυρίου μας, τον χρυσό κανόνα συμπεριφοράς προς τον πλησίον.
Είπε ο Κύριος: «Καὶ καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως». Πώς θέλετε να σας συμπεριφέρονται; Κατά τον ίδιο τρόπο και εσείς να συμπεριφέρεστε προς τους άλλους ανθρώπους. Και όπως ερμηνεύει ο Θεοφύλακτος: «Ὃ ἐάν θέλῃς σύ ἐπί σεαυτοῦ, τοῦτο ἒνδειξε καί τοῖς ἑτέροις». Ό,τι θέλεις να συμβεί στον εαυτό σου, αυτό να δείξεις και στους άλλους. Και συμπληρώνει ο αυτός πατήρ: «Ὁρᾶς νόμον ἒμφυτον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἐγγεγραμμένον;». «Βλέπεις», λέγει, «έμφυτο νόμο στις καρδιές μας;»
Γιατί; Γιατί το κριτήριο του πώς να σταθείς απέναντι στους άλλους, είναι ο εαυτός σου. Δεν θέλω να μου το κάνουν αυτό. Δεν θα το κάνω κι εγώ. Θέλω να μου κάνουν αυτό. Να μ’ αγαπούν· θα αγαπώ και εγώ. Δεν θέλω να με κουτσομπολεύουν· δεν θα κουτσομπολεύω και εγώ. Δηλαδή βλέπει κανείς μία λογική και φυσική συνέπεια, ηθική συνέπεια. Δηλαδή με άλλα λόγια κριτήριο είναι ο εαυτός μας. Όπως ακόμα και εκείνη η λεγομένη δευτέρα εντολή, που μαζί με την πρώτη: «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου» κ.λπ. και που λέγει αυτή η δευτέρα «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» κι εδώ έχομε το κριτήριο του εαυτού μας. Τι λέγει; Θα αγαπήσεις τον πλησίον σου, όπως αγαπάς τον εαυτό σου. Οπότε, εάν δεν αγαπάς τον εαυτό σου, δεν μπορείς να αγαπάς τον άλλον. Εάν αγαπάς τον εαυτό σου νοσηρά, τότε νοσηρά θα αγαπάς και τον άλλον. Εάν αγαπάς τον εαυτό σου ορθά και υγιώς, σωστά, όπως πρέπει, τότε θα αγαπάς όπως πρέπει και τον αδελφό σου, και τον πλησίον σου. Μ’ άλλα λόγια, αντιλαμβάνεστε ότι ακραία περίπτωση, ακροτάτη και κορυφαία περίπτωση είναι να θέλω να σωθώ, τη σωτηρία μου. Άρα, τι θα πει «αγαπώ τον πλησίον μου»; Αφού εγώ επιθυμώ να σωθώ, τότε θα πρέπει να αγαπώ τον άλλον στον βαθμό να σωθεί. Θα ήθελα να δείτε δηλαδή ότι εδώ έχομε το κριτήριο του εαυτού μας. Γι’ αυτό θα πρέπει ο εαυτός μας να είναι σε καλή κατάσταση, για να αποτελεί ένα σωστό κριτήριο.
Όμως, θα λέγαμε ακόμα ότι για τον Χριστιανό υπάρχει μία υπέρβαση αυτής της εντολής· για την οποία υπέρβαση, ο ίδιος ο Κύριος μάς ομίλησε ευθύς παρακάτω· διότι όταν ο άλλος δεν ανταποκρίνεται, εσύ θες μεν να δείξεις εκείνο που πρέπει να δείξεις, γιατί έτσι πρέπει· όταν όμως ο άλλος όμως δεν ανταποκρίνεται, τότε τι θα κάνεις εσύ; Ποια θα πρέπει να είναι η συμπεριφορά σου; Αν ο Κύριος είπε στη συνέχεια: «αν αγαπάς αυτούς που σε αγαπούν, τότε τι κέρδος έχεις; Τι χάρη έχεις;». Αν αγαθοποιείς εκείνους που σε αγαθοποιούν ή δανείζεις εκεί από τους οποίους θα πάρεις πίσω ή τόκο ή κάποια οφέλη, τότε ποια είναι η χάρις που έχεις;
Γι’ αυτό τι μας είπε ο Κύριος; Κάτι που είναι μία υπέρβαση του εαυτού μας. «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν». Να αγαπάτε τους εχθρούς σας. Να αγαθοποιείτε, χωρίς να ζητάτε απολαβή όταν δανείζετε. Με άλλα λόγια, αυτό δεν είναι πια παρά μία υπέρβαση του εαυτού μας. Δεν με ενδιαφέρει πώς ο άλλος θα μου συμπεριφερθεί. Με ενδιαφέρει πώς θα συμπεριφερθώ εγώ. Κι αυτό είναι η υπέρβασις του εγώ μου.
Μας καλεί ο Κύριος να γίνουμε μάλιστα οικτίρμονες, που αυτό κρύβει ή μάλλον περιέχει όλα αυτά που λέμε, δηλαδή να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να αγαθοποιείτε κ.τ.λ., κατά το μέτρο του ουρανίου Πατρός. Έτσι πια το μέτρο δεν είναι ο εαυτός μας, αλλά το μέτρο είναι ο ουράνιος Πατήρ. Γιατί; «Ὃτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς»· γιατί Αυτός είναι ευεργετικός και για τους αχάριστους και για τους πονηρούς.
Ώστε λοιπόν, αγαπητοί μου, ο Πατέρας μας ο ουράνιος είναι το μέτρο. Εκεί θα βλέπουμε πια· διότι ποιος με πληροφορεί εμένα ότι μπορώ να έχω υγιή αντίληψη για τον εαυτό μου; Ένας ο οποίος καπνίζει, φθείρει τον εαυτό του; Είναι δυνατόν ποτέ να έχει καλή αντίληψη περί του εαυτού του και να αγαπά τον εαυτό του; Λέγει κάπου ένας ψαλμικός στίχος: «Εκείνος που κατακρίνει, κουτσομπολεύει, δεν αγαπά την ψυχή του» κ.ο.κ. Έχουμε χάσει το μέτρο. Το μέτρο λοιπόν τώρα τίθεται ο Θεός. Ο Πατέρας μας λοιπόν είναι χρηστός. Τι θα πει «αλήθεια»; Τι σημαίνει «χρηστότης»; Τι σημαίνει; Χρηστότης είναι η ευεργετικότης. Είναι η χρησιμότης. Είναι η ωφελιμότης. Συνεπώς ο Θεός είναι χρηστός(από το «χρήσιμος» και όχι από το «χρισμένος», που θα πει «χρίω», που παράγεται από το επίθετο «Χριστός», Ιησούς Χριστός. Όχι. Το «χρη» με ήτα). Είναι ο ευεργετικός, είναι ο χρήσιμος, είναι ο ωφέλιμος. Πράγματι, αγαπητοί μου, ο Θεός είναι ο ευεργετικός και ο χρήσιμος και ωφέλιμος σε μας.
Πολλές φορές λέμε: Αυτός ο άνθρωπος- γιατί σ’ αυτό το σημείο θα μείνουμε, στο θέμα της χρηστότητος- πολλές φορές λέμε: «αυτός ο άνθρωπος είναι άχρηστος»· που σημαίνει το αντίθετο του χρησίμου. Καταλαβαίνετε τι θα πει «άχρηστος άνθρωπος»; Για να αντιληφτείτε τι θα πει χρήσιμος άνθρωπος: στην αρχαιότητα έδιναν στους δούλους το όνομα «Χρήστος». Το όνομα «Χρήστος» με ήτα. Κακώς γράφουν μερικοί το όνομα Χρήστος, που έχουμε σήμερα, κακώς το γράφουν με γιώτα. Κακώς. Δεν είναι σωστή η γραφή. Γράφεται με ήτα· που θα πει χρήσιμος. Και έδιναν το όνομα αυτό στους δούλους, για να εκφράσουν ότι αυτός ο δούλος είναι χρήσιμος. Όπως ομοίως έδιναν και το όνομα Ονήσιμος· που θα πει ωφέλιμος, θα πει χρήσιμος.
Το βλέπομε αυτό στην επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς τον Φιλήμονα, που λογοπαίζει εκεί ο Απόστολος και γράφει στον Φιλήμονα· λογοπαίζει, παίζει με το όνομα: «Ὁνήσιμον τόν ποτέ σοι ἄχρηστον, νυνί δέ σοί καί ἐμοί εὔχρηστον». Δηλαδή επειδή ο Ονήσιμος είχε κλέψει το αφεντικό του, δραπέτευσε από τη Μ. Ασία που έμενε το αφεντικό του, ήρθε στη Ρώμη, που ήταν ο Παύλος δέσμιος και κάποια στιγμή μετανόησε, σκέφτηκε καλύτερα και πήγε και βρήκε και τον Παύλο στη φυλακή. Τον είδε ο Παύλος, κ.λπ., οπότε τον δίδαξε, τον έκανε Χριστιανό, διότι δεν ήταν Χριστιανός, και τον στέλνει πίσω στο αφεντικό του, τον Φιλήμονα· και του λέγει: «Σε παρακαλώ να δεχτείς τον Ονήσιμο(Ονήσιμος θα πει εύχρηστος, χρήσιμος, ωφέλιμος), τόν ποτέ σοι ἄχρηστον(που κάποτε στάθηκε για σένα άχρηστος) νυνί δέ σοί καί ἐμοί εὔχρηστον». Τώρα όμως και για μένα και για σένα χρήσιμο. Λογοπαίζει με το όνομα Ονήσιμος.
Ποιος είναι λοιπόν ο χρηστός άνθρωπος; Πάντα ξαναλέγω, το χρη με ήτα. Είναι ο άνθρωπος εκείνος ο ευλογημένος άνθρωπος, που ό,τι πιάσει, τελεσφορεί στα χέρια του. Είναι χρήσιμος. Ο Ιωσήφ, όπως θα ενθυμείσθε, όταν πουλήθηκε από τα αδέλφια του στην Αίγυπτο, τότε, αγαπητοί μου, έδειξε όλη του τη χρηστότητα στο σπίτι του Πετεφρή. Και ξέρετε, με τον τρόπο αυτόν επέσυρε την ευλογία του Θεού στο σπίτι του Πετεφρή. Ώστε να του πει ο Πετεφρής, ο Πετεφρής ο ειδωλολάτρης, να του πει: «Παιδί μου», του λέγει, «από τον καιρό που ήρθες στο σπίτι μου, ο Θεός σου μου ευλόγησε όλα τα αγαθά μου, μου ευλόγησε το σπιτικό μου».
Ακόμα «χρηστός» είναι εκείνος ο άνθρωπος που ευεργετεί καθ’ οιονδήποτε τρόπον, είτε πλούσιος, είτε φτωχός. Έχεις χρήματα; Ευεργετείς. Δεν είναι όμως τα χρήματα. Μπορείς να ευεργετείς και ως φτωχός. Όταν πεις μία καλή κουβέντα, μία καλή συμβουλή, μία οδηγία, μία διευκόλυνση, μία εξυπηρέτηση. Έτσι που στον πλαϊνό σου να είσαι χρήσιμος άνθρωπος, ωραίος άνθρωπος.
Η χρηστότητα, αγαπητοί μου, είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. Λέγει ο Απόστολος Παύλος, γράφει στους Γαλάτες: «Ὁ δέ καρπός τοῦ Πνεύματος ἐστίν -Ένας καρπός. Και δεν είναι κομματιασμένος. Ένας.- ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθοσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια». Βλέπετε λοιπόν ότι ανάμεσα στα εννιά επιμέρους σημεία του καρπού του Αγίου Πνεύματος είναι και η χρηστότητα. Είναι κάτι που το αποκτά κανείς, όταν αποκτήσει το Πνεύμα του Θεού που έρχεται να δώσει αυτόν τον βότρυν, το τσαμπί το σταφύλι, που είναι ο καρπός του Αγίου Πνεύματος, που οι ρώγες το είναι οι επιμέρους αρετές και τα επιμέρους χαρίσματα.
Ακόμη η χρηστότητα είναι μία κοινωνική αρετή· που δίδει μία ανακούφιση στο περιβάλλον. Όταν ένας τέτοιος άνθρωπος υπάρχει στο περιβάλλον, ξεκουράζει εκείνους οι οποίοι είναι γύρω του. Γι’ αυτό ο χρηστός άνθρωπος είναι αξιαγάπητος, είναι συμπαθής. Γράφει ο απόστολος Παύλος στους Κορινθίους στη Β΄ του επιστολή: «… Μηδεμίαν ἐν μηδενί διδόντες προσκοπήν, ἳνα μή μωμηθῇ ἡ διακονία, ἀλλ’ ἐν παντί συνιστῶντες ἑαυτούς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν χρηστότητι». Προσπαθούμε να μη δώσουμε πουθενά καμία αφορμή να κατηγορηθεί το Ευαγγέλιο. Αλλά παντού συνιστούμε τον εαυτό μας σαν διακόνους του Θεού και υπηρετούμε το έργο του Θεού ἐν χρηστότητι. Δηλαδή να είμεθα ευεργετικοί.
Θα μπορούσαμε να πούμε, αγαπητοί μου, ότι οι άγιοι Απόστολοι είναι οι κορυφαίοι ἐν χρηστότητι, γιατί αυτοί στάθηκαν οι φορείς εκείνοι που με τον κόπο τους μετέφεραν το Ευαγγέλιο και συνεπώς τη σωτηρία στα πέρατα της Οικουμένης. Υπήρξαν ποτέ στην Ιστορία πιο ευεργετικοί άνθρωποι από τους Αποστόλους; Ασφαλώς όχι. Αλλά και σε πρακτικά πράγματα. Θα σας θυμίσω γιατί δεν μπορεί να ασχολείται η Αγία Γραφή με καθημερινότητες, αλλά ένα είναι πολύ ενδεικτικό, που αναφέρεται στον Απόστολο Παύλο. Δέσμιος, με αλυσίδες, πηγαίνει στη Ρώμη, με άλλους φυλακισμένους. Και το καράβι είναι γεμάτο από επιβάτες, αλλά και από σιτάρι, από φορτίο. Έπιασε φοβερή τρικυμία. Αφού βεβαίως είπε τη γνώμη του, να μη φύγουν από την Κρήτη, αλλά να ξεχειμωνιάσουν εκεί και την άνοιξη να πάνε στη Ρώμη. Γιατί πήγαινε ο Παύλος να δικαστεί από τον Καίσαρα. Δεν τον άκουσε όμως ο καπετάνιος. Συνεννοήθηκε με τον εκατόνταρχο που είχε τους κρατουμένους και ξεκίνησαν. Στον δρόμο, τι ήταν; «Δεκατέσσερις ημέρες», λέει, «δεν είδαμε ούτε άστρο ούτε ήλιο. Συννεφιά, τρικυμία φοβερή». Και τότε 14 ημέρες οι άνθρωποι δεν είχαν φάει τίποτα, ήσαν νηστικοί. Εμφανίζεται ο Κύριος στον Παύλο, άγγελος Κυρίου και του είπε: «Για χάρη σου, δεν θα πνιγεί το πλοίο». Το πρωί λέει σε όλους μέσα στο καράβι: «Ακούσατέ μου, αδελφοί, ο Κύριος τον Οποίον υπηρετώ, μου αποκάλυψε ότι κανείς δεν θα χαθεί. Μη λοιπόν λυπάστε, μη φοβάστε. Και σας παρακαλώ, 14 μέρες δεν βάλατε μπουκιά στο στόμα. Πρέπει να φάτε». Ποιος να φάει; Τότε εκείνος έκανε την προσευχή του και ενώπιον πάντων άρχισε να τρώγει. Ακούτε: «Καί τά νῦν ἀδελφοί, εὐθυμεῖτε!». Και τώρα, αδελφοί, να ευθυμείτε. Μέσα σε εκείνη τη φοβερή κατάσταση να λέει κάποιος να ευθυμούν; Δεν είναι ευεργετικός; «Γιατί», λέει, «πώς θα μπορέσουμε να βγούμε από το πλοίο κολυμπώντας(τους το προφητεύει) γιατί το πλοίο θα χαθεί, αν είμαστε νηστικοί και δεν μπορούμε να κολυμπήσουμε;».
Ακόμη, όταν έφθασαν στη Μελίτη, στη Μάλτα, δεν πήγε να πει «πω πω, κρυώνω». Στη θάλασσα είχαν πέσει, ήταν βρεγμένος, χειμώνας ήταν. Ξέρετε τι έκανε; Ο ευλογημένος Απόστολος… Σε ένα υπόστεγο τους έβαλαν. Και πήγε να μαζέψει φρύγανα για να βάλει φωτιά να στεγνώσουν. Δεν περιμένει κάποιους να τους στεγνώσουν. Πάει και μαζεύει φρύγανα, για να βάλει φωτιά για να στεγνώσουν όλοι. Βλέπετε πόσο ευεργετικός; Πόσο ωραίος, πόσο ωφέλιμος. Κι εκεί πετάχτηκε μια οχιά και του δάγκωσε το χέρι κ.λπ. κ.λπ. διαβάστε τα, είναι στα τελευταία κεφάλαια των Πράξεων των Αποστόλων. Αυτό θα πει ευεργετικός άνθρωπος, αγαπητοί μου, αυτό θα πει.
Έτσι, ένας εκπαιδευτικός, όταν έχει το Πνεύμα του Θεού, μπορεί να γίνει χρηστός άνθρωπος. Ένας ιερεύς, στο ποιμαντικό του έργο, που αγαπά το ποίμνιό του, μπορεί να γίνει ένας χρηστός άνθρωπος. Μία αδελφή νοσοκόμος, ένας γιατρός, ένας οποιοσδήποτε που έχει κοινωνικό έργο, μπορεί να γίνει ένας χρηστός άνθρωπος. Καθένας μπορεί να προσεύχεται για τους άλλους. Και να γίνει ένας χρηστός άνθρωπος· δηλαδή ένας χρήσιμος άνθρωπος. Όλοι πρέπει να είμεθα εύχρηστοι. Εὔχρηστοι ἐν Κυρίῳ. Όργανα χρήσιμα στα χέρια του Θεού. Και να ευεργετούμε τους άλλους. Κανείς δεν πρέπει να είναι άχρηστος. Αν κανείς φιλοτιμείται, έτσι πρέπει να αισθάνεται. Δεν πρέπει κανείς ποτέ να είναι άχρηστος.
Σημειώστε, αγαπητοί μου, ότι ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος μάς αναφέρει για τον άγιο Αντώνιο ότι: «οὐδέποτε ἒκρινε καθεαυτόν ποιῆσαι τι· ὠφελοῦν αὐτόν πλέον τοῦ πλησίον αὐτοῦ, ὃτι εἲχε τήν ἐλπίδα ταύτην, ὃτι τό κέρδος τοῦ πλησίον αὐτοῦ ἐστί αὐτῷ ἐργασίαν ἀρίστην». Πώς, λέει, μπορώ να έχω ωφέλεια; Όταν κοιτάζω μόνο τον εαυτό μου; Όταν θα κοιτάξω και τον άλλον. Τότε αυτό είναι ωφέλεια δική μου· γιατί αποκτώ την αρετή της χρηστότητας. Αναφέρεται μάλιστα στον αββά Αγάθωνα, που λέγει ότι: «Πόσο θα ήθελα να έβρισκα έναν λεπρό, να του πάρω τη λέπρα και να του δώσω το δικό μου υγιές σώμα!». Ποιος το λέει αυτό; Το λέει κανείς μας; Ακόμη ο ίδιος αναφέρει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος ότι πάντα ήθελε να αναπαύει τον αδελφό. Να είναι χρήσιμος πάντοτε. Μπήκε κάποτε ένας μοναχός στο κελί του και είδε μία σμίλη. «Α», του λέει, «πόσο ωραία και πόσο χρήσιμη είναι!». «Πάρτην», του λέει ο αββάς Αγάθων. «Μα, πώς θα την πάρω, αφού είναι δική σου;». «Πάρτην», του λέει. Αυτό σημαίνει το πραγματικά ευεργετικός άνθρωπος.
Αλλά ακόμη η χρηστότητα, αγαπητοί, είναι ενέργεια του Θεού. Αυτό πρέπει να το ξέρουμε. Είναι ενέργεια του Θεού, ιδιότητα του Θεού. Γι’ αυτό ακριβώς και ο Κύριος αναφέρει ότι πρότυπο είναι ο Θεός, προς τον Οποίον πρέπει να προσβλέπουμε· «ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς»· Γιατί είναι χρηστός, λέγει, επί τους αχάριστους και πονηρούς· «ὅτι τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους». Βγάζει τον ήλιο Του για όλους. Πονηρούς και αγαθούς. Δίνει τη βροχή Του για όλους, πονηρούς και καλούς. Βλέπετε; Είναι χρήσιμος.
Αλλά αυτή η χρηστότητα του Θεού, είναι πολύ προσιτή στους νεοφώτιστους. Σε εκείνους που πρωτοεγγίζουν τον Κύριο. Λέγει ο απόστολος Πέτρος κάτι πολύ χαριτωμένο: «Ἀποθέμενοι οῦν πᾶσαν κακίαν-αφού αποθέσουμε κάθε κακία-ὡς ἀρτιγέννητα βρέφη[:σαν νεογέννητα βρέφη] τό λογικόν ἄδολον γάλα ἐπιποθήσατε[:να επιποθήσετε το άδολο και λογικό, νοερό, πνευματικό γάλα] ἳνα ἐν αὐτῷ αὐξηθεῖτε εἰς σωτηρίαν [:για να αυξηθείτε στη σωτηρία με αυτό το άδολο γάλα] εἲπερ ἐγεύσασθε ὃτι χρηστός ὁ Κύριος». Εάν βέβαια έχετε γευτεί ότι ο Κύριος είναι χρηστός, χρήσιμος, αγαθός, ωραίος, μπορείς να Τον προσεγγίσεις.
Ο Θεός, αγαπητοί μου, ακόμη προβάλλει τη χρηστότητά Του και για τη μετάνοια των ανθρώπων. Λέγει ο απόστολος Παύλος στους Ρωμαίους: «Ἤ τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος αὐτοῦ καταφρονεῖς, ἀγνοῶν ὃτι τό χρηστόν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιάν σε ἄγει;». Ή ακόμα, λέγει, αγνοείς «τό χρηστόν τοῦ Θεοῦ», ότι ο Θεός είναι χρηστός και αυτό το κάνει ακριβώς για να σε οδηγήσει στη μετάνοια. Οπότε εδώ το θέμα «χρηστότης» παίρνει και την έννοια «μακροθυμία». Είναι εκείνο που πολλές φορές λέμε: «κάνω-επιτρέψατέ μου να πω- τον Καραγκιόζη μπροστά σε κάποιον που είναι θυμωμένος, που είναι στριμμένος, που είναι δύσκολος, κάνω τον Καραγκιόζη μπροστά του, δηλαδή παίζω έναν ρόλο, τρόπον τινά, για να τον βοηθήσω, να τον καταπραΰνω». Αυτό είναι μία χρηστότης.
Ακόμη, από τη μια προβάλλεται η χρηστότητα του Θεού στην Αγία Γραφή και από την άλλη προβάλλεται η μη χρηστότητα του ανθρώπου. Λέγει πάλι ο Απόστολος Παύλος: «Οὐκ ἔστιν ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός». Εμείς; Άχρηστοι είμαστε. Ο Θεός είναι χρηστός. Ε, λοιπόν, τι πρέπει τώρα να κάνουμε; Πρέπει να Τον μιμηθούμε. «Καὶ ἔσεσθε», λέει ο Κύριος, «υἱοὶ ὑψίστου [:παιδιά του Υψίστου Κυρίου] ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς». Πρέπει να γίνουμε λοιπόν και εμείς χρηστοί επί τους αχάριστους και πονηρούς, μιμούμενοι τον ουράνιο Πατέρα μας.
Αγαπητοί, η χρηστότης είναι μία αρετή. Είναι μία αρετή που στολίζει μία αρετή. Είναι μία αρετή που στολίζει τον άνθρωπο και τον αποδεικνύει πνευματικό άνθρωπο· διότι για να έχεις αυτόν τον καρπό του Αγίου Πνεύματος, έχεις το Πνεύμα το Άγιο. Τόσο πολύ πρέπει να φανερώνει αυτήν τη χρηστότητα κάθε μας εκδήλωση, ώστε φθάνει ο Απόστολος Παύλος να παρομοιάσει την χρηστότητα με ένα πουκάμισο, με ένα ένδυμα, με ένα ρούχο. Και τι λέει τώρα παρακαλώ στους Κολοσσαείς; «Ἐνδύσασθε οὖν ὡς ἐκλεκτός τοῦ Θεού ἃγιοι καί ἠγαπημένοι, χρηστότητα»· «Ντυθείτε», λέγει, «τη χρηστότητα». Βγαίνουμε γυμνοί ποτέ έξω; Όχι. Είμεθα πάντα ντυμένοι· που σημαίνει πάντα θα έχεις χρηστότητα. Ἐν παντί τόπῳ καί χρόνῳ. Τόσο πολύ, σαν να είναι ρούχο σου, σαν να είναι πουκάμισό σου, σαν να έχει γίνει κύτταρό σου, πρέπει παντού και πάντα να είσαι ο χρήσιμος άνθρωπος, ο ωφέλιμος, ο ευεργετικός προς όλους.
Ακόμη παρακαλεί ο Απόστολος Παύλος τους Εφεσίους στην επιστολή του και τους λέγει: «Γίνεσθε εἰς ἀλλήλους χρηστοί». Τους παρακαλεί. «Ο ένας με τον άλλον να γίνεστε χρήσιμοι, εις αλλήλους, μεταξύ σας». Να είσαστε οι χρήσιμοι άνθρωποι. Εκείνοι οι οποίοι δεν θα δώσετε ποτέ αφορμή να σας κουτσομπολέψουν, γιατί δεν κουτσομπολεύετε, να σας βρίσουν γιατί δεν βρίζετε, να σας κατηγορήσουν, γιατί δεν κατηγορείτε. Εσείς που τρέχετε ανά πάσα στιγμή να βοηθήσετε οπουδήποτε. Ακούσατε στη γειτονιά σας για κάποιον άρρωστο, που δεν έχει αλλού ανθρώπους, μια άρρωστη γυναίκα ηλικιωμένη, τρέχετε να βοηθήσετε, να σκουπίσετε, να θεραπεύσετε, να φωνάξετε έναν γιατρό. Τρέχετε να εξυπηρετήσετε με κάθε τρόπο, να πείτε μια καλή κουβέντα, οπουδήποτε, στο νέο παιδί, στο παλικάρι, στην κοπέλα, παντού· που δεν ξέρουν ακόμη, δεν έχουν την πείρα της ζωής. Αυτό θα πει ο ένας με τον άλλον, μεταξύ σας, να είσαστε άνθρωποι ευεργετικοί, άνθρωποι χρηστοί.
Αν αυτήν, αγαπητοί μου, την τελευταία παραγγελία εφαρμόσουμε, που λέγει ο ίδιος ο Κύριος, τότε αντιλαμβάνεστε ότι δημιουργούμε μια θαυμάσια κοινωνία που μας καθιστά αληθινά ομοιώματα του Θεού στη Γη. Πραγματώνουμε εκείνο το «καθ’ ομοίωσιν Θεού» και ακόμη μεταβάλλει τον κόσμο τούτο σε έναν ωραίο Παράδεισο. Επαναφέρομε τον Παράδεισο πάνω σε αυτή τη Γη όταν έχουμε χρηστότητα, όταν είμαστε χρηστοί. Θα επαναλάβουμε το του Αποστόλου Παύλου: «Ἀγαπητοί, γίνεσθε εἰς ἀλλήλους χρηστοί».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_453.mp3
Ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν παντοτινὴ ἐπίγνωση τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτούς, θὰ εἶναι φιλάνθρωποι κι ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον. Δὲν ὑπάρχει τίποτ’ ἄλλο ποὺ νὰ κάνει τοὺς ἀνθρώπους ἄσπλαχνους πρὸς τοὺς ἄλλους, ὅσο ἡ πεποίθηση πῶς κανένας δὲ θέλει νὰ δώσει καὶ στοὺς ἴδιους. Κανένας; Καὶ ποῦ εἶναι ὁ Θεὸς τότε; Δὲ μᾶς ἀποζημιώνει κάθε μέρα καὶ κάθε νύχτα ὁ Θεὸς μὲ τὴν εὐσπλαχνία Του, σὲ ἀντίθεση μ’ ἐμᾶς ποὺ εἴμαστε ἄσπλαχνοι; Δὲν εἶναι πιὸ σπουδαῖο γιά μας νὰ μᾶς εὐεργετήσει ὁ Βασιλιᾶς στὴν αὐλή του μὲ τὴν εὐσπλαχνία Του, ἀντὶ νὰ μᾶς εὐεργετοῦν οἱ δοῦλοι Του; Τί μᾶς ὠφελεῖ ἂν μᾶς εὐεργετοῦν ὅλοι οἱ δοῦλοι Του, ἀλλὰ ὁ Βασιλιᾶς εἶναι συγκρατημένος ἀπέναντί μας;
Οἱ ἄνθρωποι γίνονται ἀνελεήμονες ὅταν περιμένουν ἀπὸ τοὺς ἄλλους νὰ τοὺς ἐλεήσουν, ἐνῶ οἱ ἄλλοι περιμένουν τὸ ἴδιο ἀπ’ αὐτούς. Σ’ αὐτὴν τὴν ἀμοιβαία ἀναμονή, στὸ νὰ περιμένει δηλαδὴ ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον νὰ τὸν ἐλεήσει, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, σὰν ἕνας γενικὸς κανόνας, γίνονται ἄσπλαχνοι κι ἀνελεήμονες. Ἡ ἐλεημοσύνη ὅμως δὲν εἶναι παθητικὴ ἀρετή, ἀλλὰ ἐνεργητική. Πῶς θὰ γνώριζαν οἱ ἄνθρωποι τὴ φιλανθρωπία, ἂν καὶ Θεὸς δὲν τὴν εἶχε πρῶτος ἀσκήσει σ’ αὐτούς; Ἢ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ ἀπαιτεῖ τὴ φιλανθρωπία τῶν ἀνθρώπων. Ἄν ὁ Θεὸς δὲν εἶχε πρῶτος δείξει τῇ φιλανθρωπίᾳ Του, ὁ κόσμος δὲ θὰ ἤξερε τί ἦταν.
Ἐκεῖνος ποὺ κατανοεῖ πῶς η φιλανθρωπία εἶναι ἐνεργητικὴ ἀρετὴ κι ὄχι παθητική, κι ἀρχίσει νὰ τὴν ἐφαρμόζει μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, σύντομα θὰ διαπιστώσει πῶς ὁ οὐρανὸς κι ἡ γῆ ἀποκαλύπτονται μπροστά του μὲ νέα χρώματα. Σύντομα θὰ κατανοήσει τόσο τοῦ Θεοῦ τὴ φιλανθρωπία ὅσο καὶ τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ φιλανθρωπία εἶναι ὅπως ἡ θραύση πέτρας μὲ πέτρα, ποὺ πάντα παράγει σπινθῆρα. Αὐτὸς ποὺ παράγει το σπινθῆρα αὐτὸν κι ὁ ἄλλος ποὺ τὸν δέχεται, νιώθουν κι οἱ δυό τους τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη νιώθουν τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ νὰ θωπεύει τίς καρδιές τους. Γι’ αὐτὸ εἶπε ὁ Κύριος: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» (Ματθ. ἔ’ 7).
Ἡ εὐσπλαχνία εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ συμπόνια, ποὺ οἱ ἰνδουϊστὲς θεωροῦν ὼς τὴ μεγαλύτερη ἀρετή. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ νιώσει συμπόνια γιὰ ἕναν ἐπαίτη, ἀλλὰ καὶ νὰ τὸν προσπεράσει. Ὁ φιλάνθρωπος ὅμως θὰ νιώσει συμπάθεια γιὰ τὸν ἐπαίτη καὶ θὰ τὸν βοηθήσει. Τὸ νὰ δείξεις φιλανθρωπία στὸν ἐπαίτη δὲν εἶναι οὔτε τὸ πιὸ δύσκολο οὔτε τὸ ἀνώτερο πρᾶγμα στὸ Νόμο τοῦ Χριστοῦ. Μεγάλο πρᾶγμα εἶναι νὰ δείξεις ἀγάπη στοὺς ἐχθρούς σου. Η ἐλεημοσύνη εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ συχώρεση τῶν προσβολῶν. Ἡ συχώρεση τῶν προσβολῶν εἶναι τὸ πρῶτο μισὸ τοῦ δρόμου πρὸς τὸ Θεό. Ἢ τέλεση ἔργων ἀγάπης εἶναι τὸ δεύτερο μισό.
Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ τὸ ποῦμε πῶς ἡ ἀγάπη εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴν κοσμικὴ δικαιοσύνη; Ἄν δὲν ὑπῆρχε ἡ ἀγάπη, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θὰ ἦταν θύματα τῆς κοσμικῆς νομικῆς δικαιοσύνης. Χωρὶς ἀγάπη καὶ νόμος δὲν μπορεῖ νὰ περιφρουρήσει αὐτὸ ποὺ ἤδη ὑπάρχει. Ἡ ἀγάπη ὅμως δημιουργεῖ καινούργια καὶ μεγάλα ἔργα στὸν κόσμο. Όλόκληρο τὸν κόσμο τὸν δημιούργησε ἡ ἀγάπη. Γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι καλλίτερο στοὺς ἀνθρώπους ν’ ἀσκοῦνται ἀπὸ τὴ παιδική τους ἡλικία στὴ γνώση τῆς γλυκύτητας ποὺ προσφέρει ἡ ἀγάπη κι ἡ φιλανθρωπία, παρὰ νὰ μάθουν τὴ σκληρότητα τοῦ νόμου. Τὸ νόμο τὸν μαθαίνει κανεὶς ὁποτεδήποτε. Ὅταν ὅμως ἡ καρδιὰ σκληρυνθεῖ, εἶναι δύσκολο νὰ ξαναγυρίσει καὶ νὰ γίνει σπλαχνική. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἐλεήμονες δὲ θ’ ἁμαρτήσουν ἐνάντια στὸ νόμο. Ὅταν ὅμως τηροῦν το νόμο ἀλλὰ τοὺς λείπει η φιλανθρωπία, διακινδυνεύουν νὰ χάσουν τὸ στεφάνι τῆς δόξας ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος στοὺς φιλάνθρωπους.
Το σημερινὸ εὐαγγέλιο μιλάει γιὰ τὴν ὕψιστη μορφὴ ἀγάπης: τὴν ἀγάπη γιὰ τοὺς ἐχθρούς. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἔδωσε τὴν ἐντολή – ὄχι συμβουλὴ ἀλλὰ ἐντολή – ν’ ἀγαπᾶμε τοὺς ἐχθρούς μας. Ἡ ἐντολή Του αὐτὴ δὲν εἶναι περιστασιακὴ καὶ σποραδική, ὅπως εἶχε γίνει πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευσή Του σὲ κάποιες σπάνιες περιπτώσεις. Η ἐντολὴ τῆς ἀγάπης γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας τοποθετεῖται στὴν ὕψιστη θέση στὸ εὐαγγέλιο.
Εἶπε ὁ Κύριος: «Καὶ καθὼς θέλετε ἕνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὕμεὶς ποιεῖτε αὐτοῖς όμοίως» (Λουκ. στ’31). Αὐτὰ εἶναι τὰ λόγια τοῦ σημερινου εὐαγγελίου ποὺ μᾶς εἰσάγουν στὴν ἀγάπη γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας. Ἄν δὲ θέλετε νὰ γίνουν ἐχθροί σας οἱ ἄνθρωποι, πρώτ’ ἀπ’ ὅλα φροντίστε νὰ μὴ γίνετε ἐσεῖς ἐχθροί τους. Ἄν εἶναι ἀλήθεια πῶς κάθε ἄνθρωπος σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο ἔχει ἐχθρούς, αὐτὸ σημαίνει πῶς εἶσαι ἐχθρὸς κάποιου. Πῶς τότε ἀπαιτεῖς ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο νὰ γίνει φίλος σου, ἀφοῦ εἶσαι ἐχθρός του; Πρῶτα λοιπὸν ξερίζωσε τὴν ἔχθρα ἀπὸ τὴν καρδιά σου κι ὕστερα νὰ μετρήσεις τοὺς ἐχθρούς σου στὸν κόσμο. Στὸ μέτρο ποὺ θὰ ξεριζώσεις ἀπὸ τὴν καρδιά σου τὴν πονηρὴ αὐτὴ ρίζα κι ἀποκόψεις ὅλα τὰ κλαδάκια ποὺ πετοῦν ἀπ’ αὐτήν, θὰ βρεῖς καὶ λιγότερους ἐχθροὺς νὰ μετρήσεις. Ἄν μετὰ θελήσεις νὰ γίνουν φίλοι σου οἱ ἄνθρωποι, πρέπει ἐσὺ πρῶτα νὰ πάψεις νὰ εἶσαι ἐχθρός τους καὶ νὰ γίνεις φίλος τους. Ὅσο γίνεσαι φίλος μὲ τοὺς ἄλλους, τόσο ὁ ἀριθμὸς τῶν ἐχθρῶν σοῦ θὰ μειώνεται καὶ στὸ τέλος θὰ μηδενιστεῖ.
Αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι τὸ κύριο θέμα. Τὸ κύριο θέμα εἶναι πῶς σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση θὰ ἔχεις φίλο σου τὸ Θεό. Εἶναι πολὺ πιὸ σπουδαῖο γιὰ τὴ σωτηρία σοῦ νὰ μὴν εἶσαι ἐχθρὸς κανενός, νὰ μὴν ἔχεις καθόλου ἐχθρούς. Ἄν εἶσαι ἐχθρὸς ἄλλων, τόσο ἐσὺ ὅσο καὶ οἱ ἄλλοι εἶστε ἐμπόδια στὴ σωτηρία σου. Ὅταν εἶσαι φίλος μὲ τοὺς ἄλλους, τότε οἱ ἐχθροί σου, ἔστω καὶ ἀσυνείδητα, βοηθοῦν στὴ σωτηρία σου. Ἄς σκεφτόταν ἀλήθεια κάθε ἄνθρωπος τὸν ἀριθμὸ τῶν ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους ἐχθρεύεται ὁ ἴδιος, κι ὄχι ἐκείνους ποὺ εἶναι ἐχθροί του. Τότε τὸ σκοτεινὸ πρόσωπο αὐτοῦ τοῦ κόσμου θὰ ἄστραφτε μέσα σὲ μιὰ μέρα σὰν τὸν ἥλιο.
Ἢ ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ πῶς πρέπει νὰ κάνουμε στοὺς ἄλλους αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε κι ἐμεῖς ἀπ’ αὐτοὺς εἶναι τόσο φυσικὴ καὶ τόσο σαφὴς καὶ καλή, ποὺ εἶναι νὰ θαυμάζει καὶ ν’ ἀπορεῖ κανείς πὼς δὲν ἔχει γίνει ἀπὸ παλιὰ μιὰ καθημερινὴ συνήθεια στοὺς ἀνθρώπους. Κανένας ἄνθρωπος δὲ θέλει νὰ τὸν βλάψουν οἱ ἄλλοι. Ἑπομένως ἂς μὴ βλάψει κι αὐτὸς τοὺς ἄλλους. Κάθε ἄνθρωπος θέλει νὰ τοῦ φέρονται καλά. Ἑπομένως ἂς φέρεται κι αὐτὸς καλὰ στοὺς ἄλλους. Κάθε ἄνθρωπος θέλει νὰ τοῦ συχωροὺν τίς ἁμαρτίες του. “Ἄς συχωρεὶ κι αὐτὸς τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Κάθε ἄνθρωπος θέλει νὰ συμπάσχουν οἱ ἄλλοι στὶς λῦπες του καὶ νὰ χαίρονται στὴ χαρά του. “Ἄς συμπάσχει κι αὐτὸς μὲ τίς λῦπες τῶν ἄλλων κι ἂς χαίρεται μὲ τίς χαρές τους. Κάθε ἄνθρωπος θέλει ν’ ἀκούει καλὰ λόγια ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Θέλει νὰ τὸν τιμοῦν, νὰ τὸν ταΐζουν ὅταν πεινάει, νὰ τὸν ἐπισκέπτονται ὅταν εἶναι ἄρρωστος καὶ νὰ τὸν προστατεύουν ὅταν τὸν κυνηγοῦν. Ἄς κάνει κι τὰ ἴδια στοὺς ἄλλους.
Αὐτὸ ἰσχύει τόσο γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἀτομικά, ὅσο καὶ γιὰ ὁμάδες ἀνθρώπων, γειτονικὲς φυλές, ἔθνη καὶ κράτη. “Ἄν τὴν ἐντολὴ αὐτὴ τὴν υἱοθετοῦσαν σὰν κανόνα ὅλες οἱ τάξεις, τὰ ἔθνη καὶ τὰ κράτη, θὰ ἔπαυε ἀμέσως κάθε κακία καὶ σύγκρουση ἀνάμεσά τους, θὰ ἐξαλειφόταν κάθε ἔχθρα καὶ πόλεμος. Αὐτὸ εἶναι τὸ φάρμακο γιὰ κάθε παρόμοια ἀρρώστια, δὲν ὑπάρχει κανένα ἄλλο.
Καὶ συνεχίζει ὁ Κύριος: «Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστὶς καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοί τους ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Και ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιούντας ὑμᾶς, ποῖα ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. καὶ ἐὰν δανείζητε παρ’ ὤν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία,ποῖα ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἶνα,ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα» (Λουκ. στ’ 32-34). Αὐτὸ πάει νὰ πεί: Ἄν περιμένετε ἀπὸ τοὺς ἄλλους νὰ σᾶς κάνουν καλὸ καὶ τὴν καλοσύνη αὐτὴ νὰ τὴν ἀνταμείψετε καὶ σεὶς μὲ καλό, δὲν κάνετε κάτι ἐπαινετό. Περιμένει ὁ Θεὸς ἀνταμοιβὴ γιὰ τὴ θερμότητα τοῦ ἡλίου, γιὰ νὰ δώσει ἐντολὴ στὸν ἥλιο νὰ λάμψει; Ἢ μήπως ἐνεργεῖ ἀπὸ εὐσπλαχνία κι ἀγάπῃ; Τὸ ξαναλέμε πῶς ἢ εὐσπλαχνία εἶναι ἐνεργητικὴ ἀρετή, ὄχι παθητική. Αὐτὸ τὸ ἔκανε σαφὲς ὸ Θεὸς ἀπὸ τότε ποὺ δημιούργησε τὸν κόσμο. Μέρα μὲ τὴ μέρα ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου ὁ Κύριος μοίραζε ἁπλόχερα τὰ πλούσια τὰ δῶρα Τοῦ σ’ ὅλα τὰ πλάσματα Τοῦ. Ἄν περίμενε πρῶτα ἀπὸ τὰ πλάσματά Τοῦ νὰ τοῦ ἀνταποδώσουν κάτι, οὔτε ὁ κόσμος οὔτε ἕνα μοναδικὸ πλάσμα δὲ θὰ ὑπῆρχε σ’ αὐτόν. Ἄν ἀγαπᾶμε μόνο αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἀγαπᾶνε, εἴμαστε ἔμποροι καὶ κάνουμε ἀνταλλαγές. Ἄν κάνουμε τὸ καλὸ μόνο στοὺς εὐεργέτες μας, εἴμαστε ὀφειλέτες καὶ ἐπιστρέφουμε τὸ χρέος μας. Ἡ εὐσπλαχνία δὲν εἶναι κάποια ἀρετὴ ποὺ ἁπλᾶ ἀποπληρώνει τίς ὀφειλές της, ἀλλὰ ποὺ πάντα δανείζει. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἀρετὴ ποὺ δανείζει συνέχεια χωρὶς νὰ ἐλπίζει σὲ ἐπιστροφὴ τῆς ὀφειλῆς. Ἄν δανείζουμε ἐκείνους ποὺ ἐλπίζουμε πῶς θά μας τὰ ἐπιστρέψουν, ποῖα ἡμῖν χάρις ἐστί; Τί καλὸ κάνουμε; Μεταφέρουμε τὰ χρήματά μας ἀπὸ μιὰ κάσα σὲ μιὰν ἄλλη, ἀφοῦ αὐτὸ ποὺ δανείζουμε τὸ θεωροῦμε δικό μας, ὅπως κι ὅταν ἦταν στὰ δικά μας χέρια.
Θὰ ἦταν παραφροσύνη νὰ σκεφτοῦμε πῶς μὲ τὰ παραπάνω λόγια ὁ Θεός μας διδάσκει νὰ μὴν ἀγαπᾶμε ἐκείνους ποὺ μᾶς ἀγαπᾶνε, νὰ μὴν κάνουμε τὸ καλὸ σ’ αὐτοὺς ποῦ μᾶς εὐεργετοῦν. Θεὸς φυλάξοι! Αὐτὸ ποὺ θέλει νὰ πεί, εἶναι πῶς αὐτὴ εἶναι μιὰ κατώτερη ἀρετή, ποὺ μποροῦν νὰ τὴν ἀσκήσουν ἀκόμα κι οἱ ἁμαρτωλοί. Εἶναι τὸ ἐλάχιστο μέτρο τοῦ καλοῦ, ποῦ φτωχαίνει τὸν κόσμο αὐτὸν καὶ περιορίζει τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς κάνει στενόμυαλους. Ὁ Θεὸς θέλει ν’ ἀναβιβάσει τὸν ἄνθρωπο στὰ ἀνώτερα ὕψη τῶν ἀρετῶν, ἀπ’ ὅπου θεωρεῖ κανεὶς ὅλα τ’ ἀγαθὰ τοῦ Θεοῦ, ὅλους τοὺς κόσμους Του, ἐκεῖ ποὺ ἡ τρομοκρατημένη καὶ περιορισμένη καρδιὰ τοῦ δούλου γίνεται ἀπεριόριστη κι ἐλεύθερη καρδιὰ τοῦ υἱοῦ καὶ κληρονόμου. Ἡ ἀγάπη πρὸς αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἀγαπᾶνε εἶναι μόνο τὸ πρῶτο μάθημα στὸ ἀπέραντο βασίλειο τῆς ἀγάπης. Ἢ ἀνταπόδοση τοῦ καλοῦ σ’ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἀγαπᾶνε, εἶναι μόνο τὸ στοιχειῶδες σχολεῖο, μπροστὰ στὴ μακρὰ σειρὰ σπουδῶν στὰ καλὰ ἔργα. Ὁ δανεισμὸς σ’ ἐκείνους ποὺ θὰ ξεπληρώσουν τὸ χρέος τους δὲν εἶναι οὔτε καλὸ οὔτε κακό. Εἶναι μόνο τὸ πρῶτο δειλὸ βῆμα πρὸς τὸ μέγιστο καλό, ποὺ δίνει χωρὶς νὰ περιμένει ἐπιστροφή.
Ποιοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἐδῶ ἀποκαλεῖ ἀμαρτωλοὺς ὁ Θεός; Πρῶτα εἶναι οἱ εἰδωλολάτρες. στοὺς ὁποίους δὲν ἔχει ἀποκαλυφθεῖ ἡ πληρότητα τοῦ μυστηρίου τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἁμαρτωλοὶ ἐπειδὴ ἀποστράφηκαν τὴν πρωταρχικὴ ἀλήθεια καὶ τὴν ἀγάπη Του. Ἐπειδὴ στὴ θέση τοῦ Θεοῦ ἔχουν προσλάβει ὼς νομοθέτη αὐτὸν τὸν κόσμο, ποὺ τοὺς διδάσκει πῶς πρέπει ν’ ἀνταποδίδουν ἀγάπη μόνο σ’ αὐτοὺς ποὺ τοὺς ἀγαπᾶνε, νὰ εὐεργετοῦν μόνο ἐκείνους ἀπὸ τοὺς ὁποίους δέχονται τὸ καλό. Τὸ μέγα μυστήριο τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται μέσῳ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τώρα μάλιστα μὲ πολὺ μεγαλύτερη ἐνέργεια καὶ λαμπρότητα ἀπ’ ὅτι στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας. Ἀρχικὰ ἀποκαλύφθηκε μέσῳ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ. Ἀπ’ αὐτούς, ἂν κι ὄχι μόνο γι’ αὐτούς, ἀλλὰ γιὰ ὅλους τοὺς λαοὺς τῆς γῆς.
Ὅπως ὁ Θεὸς προετοίμασε τοὺς Ἰουδαίους χιλιάδες χρόνια γιὰ νὰ κατανοήσουν καὶ νὰ δεχτοῦν τὴν πλήρη ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου, μέ το Νόμο καὶ τοὺς προφῆτες Του, ἔτσι κι ὁ Κύριος χρησιμοποιεῖ ἐδῶ τὴ λέξη «ἁμαρτωλοὶ» γιὰ ἄλλους λαούς, ποὺ ἔχουν βυθιστεῖ στὴν εἰδωλολατρεία. Μὲ τὴν λέξη «ἁμαρτωλοὶ» ὅμως καὶ μάλιστα μεγαλύτεροι ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. ἐννοεῖ κι ὅλους ἐκείνους στοὺς ὁποίους ἀποκαλύφθηκε τὸ μέγα μυστήριο τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ἀγάπης ἀλλὰ δὲν ἔμειναν πιστοὶ σ’ αὐτό, παρὰ ξαναγύρισαν στὸ κατώτερο ἐπίπεδο τοῦ ἀγαθοῦ, «ὥσπερ κύων ἐπιστρέψας ἐπὶ τὸ ἴδιον ἐξέραμα» (Β’ Πέτρ. β’ 22). Κι ὑπάρχουν πολλοὶ τέτοιοι ἀνάμεσά μας. χριστιανοὶ κατ’ ὄνομα, ποὺ μὲ τὰ ἔργα τους φανερώνονται οἱ πιὸ πρωτόγονοι εἰδωλολάτρες.
Τί ὄφελος ἔχουμε ἂν ἀγαπᾶμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἀγαποῦν καὶ κάνουμε τὸ καλὸ σ’ ἐκείνους ποὺ μᾶς εὐεργετοῦν; Δὲν ἐπιστρέφουμε στὴ θέση του αὐτὸ ποὺ λάβαμε; Τὴν ἀνταπόδοσή μας τὴν λάβαμε. Ἔπαινος ἀξίζει στὰ ἔργα ποῦ, σὲ μικρὴ κλίμακα, μοιάζουν στὰ ἔργα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
«Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὕμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε ὑίοι ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστὸς ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες. καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί» (Λουκ. στ’35-36). Αὐτὰ εἶναι τὰ ὕψη στὰ ὁποῖα θέλει ὁ Θεὸς νὰ ἐξυψώσει τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὴ ἦταν μιὰ διδαχὴ ἀνήκουστη πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευσή Του. Αὐτὸ εἶναι τὸ ὕψος τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ οὔτε κι ὁ μεγαλύτερος σοφὸς στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου δὲν εἶχε ὀνειρευτεῖ ὼς τότε. Κι αὐτὴ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ποῦ ἀλλοιώνει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν μετατρέπει σὲ ποταμὸ δακρύων.
Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὕμῶν. Δὲ λέει «μὴν ἀνταποδίδετε κακὸ στὸ κακό». Αὐτὸ δὲν εἶναι σπουδαῖο πρᾶγμα. Αὐτὸ εἶναι ἁπλᾶ ἀνοχή. Οὔτε καὶ λέει «ἀγαπᾶτε ἐκείνους ποὺ σᾶς ἀγαποῦν».
Αὐτὴ εἶναι μόνο παθητικὴ ἀγάπη. Ὁ Χριστὸς λέει ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν. Ὄχι ἁπλᾶ νὰ τοὺς ἀνέχεστε, ὄχι νὰ εἶστε παθητικοί, ἀλλὰ νὰ τοὺς ἀγαπᾶτε. Τὸ ξαναλέμε καὶ πάλι, πῶς ἡ ἀγάπη εἶναι ἐνεργητικὴ ἀρετή.
Ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς ἐχθροὺς δὲν εἶναι ἀφύσικη; Η ἀντίρρηση αὐτὴ προβάλλεται πολὺ ἔντονα ἀπὸ τοὺς μὴ χριστιανούς. Δὲ βλέπουμε πῶς πουθενὰ στὴ φύση δὲν ὑπάρχει παράδειγμα ἀγάπης γιὰ τοὺς ἐχθρούς, παρὰ μόνο ἀγάπης γιὰ τοὺς φίλους; Αὐτὴ εἶναι λοιπὸν αἰτία ἀμφισβήτησης. Τί ἔχουμε ν’ ἀπαντήσουμε σ’ αὐτό;
Πρώτ’ ἀπ’ ὅλα ἡ πίστη μας ἀναγνωρίζει δύο φύσεις: μία ἄφθαρτη, φωτεινὴ καὶ ἄτρεπτη στὸ κακὸ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, σὰν κι αὐτὴν ποὺ εἶχε ὁ Ἀδὰμ στὸν παράδεισος κι ἄλλῃ μιᾷ διεστραμμένῃ. σκοτεινὴ κι ἐπιρρεπῆ στὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία, σὰν κι αὐτὴν ποὺ ἀντιμετωπίζουμε διαρκῶς σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο.
Στὸν κύκλο τῆς πρώτης φύσης, ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς ἐχθροὺς εἶναι ἀπόλυτα φυσική. Στὴ φύση αὐτὴ ἡ ἀγάπη εἶναι σὰν τὸν ἀέρα ποὺ ἀνασαίνουν ὅλα τὰ πλάσματα καὶ ζοῦν. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινὴ φύση ποὺ δημιούργησε ὁ Θεός. Ἀπ’ αὐτὴν ἢ θεϊκὴ ἀγάπη λάμπει στὴ φύση μας ὅπως οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου μέσα ἀπὸ τὰ σύννεφα. Ὁτιδήποτε στὴ γῆ ἔχει ἀληθινὴ ἀγάπη, προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη αὐτή.
Στὸν κύκλο τῆς δεύτερης, τῆς ἐπίγειας φύσης, ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς ἐχθροὺς εἶναι σπάνια καὶ θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθεῖ ἀφύσικη. Δὲν εἶναι πραγματικὰ ἀφύσικη. Σὲ σχέση μὲ τὴν ἐπίγεια φύση μας εἶναι στὴν οὐσία ὑπερφυσικὴ ἤ, καλύτερα, πρό-φυσική, καθὼς ἡ ἀγάπη φτάνει στὴν ἁμαρτωλὴ φύση μᾶς ἀπὸ τὴν πρωταρχική, ἀναμάρτητη κι ἀθάνατη φύση ποὺ προϋπῆρχε τῆς δικῆς μας.
Ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς ἐχθροὺς εἶναι τόσο σπάνια ὥστε θὰ μποροῦσε νὰ κληθεῖ ἀφύσικη, λένε ἄλλοι ἀντιρρησίες. Ἄν τὰ πράγματα εἶναι ἔτσι, τότε καὶ τὸ μαργαριτάρι εἶναι ἀφύσικο, ὅπως καὶ τὸ διαμάντι κι ὁ χρυσός. Αὐτὰ εἶναι ὅλα σπάνια ἀντικείμενα. Ποιός ὅμως μπορεῖ νὰ τὰ ὀνομάσει ἀφύσικα; Ὅπως ὑπάρχουν φυτὰ ποὺ εὐδοκιμοῦν μόνο σὲ μία περιοχή, ἔτσι γίνεται καὶ μὲ τὸ σπάνιο αὐτὸ φυτό, τὴ σπάνια αὐτὴ ἀγάπη. Φυτρώνει κι ἀναπτύσσεται μόνο στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ νὰ πειστεῖ κάποιος ἀπὸ τὰ πολυάριθμα παραδείγματα τοῦ φυτοῦ αὐτοῦ καὶ τοῦ κάλλους του, πρέπει νὰ διαβάσει τοὺς βίους τῶν ἀποστόλων τοῦ Χριστοῦ, τῶν πατέρων καὶ τῶν ὁμολογητῶν τῆς χριστιανικῆς πίστης, τῶν μαρτύρων τῆς μεγάλης ἀλήθειας κι ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.
Μιὰ τρίτη ὁμάδα ἀντιρρησιῶν ἰσχυρίζεται πῶς ἂν δὲν εἶναι ἀδύνατη, ἡ ἀγάπη αὐτὴ εἶναι τοὐλάχιστον,τουλάχιστο ἐξαιρετικὰ δύσκολη. Εἶναι ἀλήθεια πῶς δὲν εἶναι εὔκολη, κυρίως γιὰ ἐκεῖνον ποὺ διδάσκεται τὴν ἀγάπη μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεό, ἀπὸ τὸν Ὁποῖο ἐνισχύεται καὶ τροφοδοτεῖται ἡ ἀγάπη αὐτή. Πῶς ὅμως δὲν μποροῦμε ν’ ἀγαπήσουμε αὐτοὺς ποὺ ἀγαπάει ὁ Θεός; Ό Θεὸς δὲν ἀγαπᾶ περισσότερο ἐμᾶς ἀπ’ ὅσο ἀγαπᾶ τοὺς ἐχθρούς μας καὶ μάλιστα ὅταν εἴμαστε ἐχθροὶ ἄλλων. Ποιός ἀπὸ μᾶς μπορεῖ νὰ ἰσχυριστεῖ πῶς δὲν ὑπάρχει κανένας στὸν κόσμο ποὺ νὰ τὸν ἀποκαλεῖ ἐχθρὸ τοῦ; Ἄν ὁ ἥλιος τοῦ Θεοῦ ζέσταινε κι ἡ βροχὴ ἔπεφτε μόνο σ’ ἐκείνους ποὺ κανένας δὲν τοὺς λογάριαζε ἐχθρούς του, δύσκολα θὰ φτανε κάποια ἀκτῖνα στὴ γῆ ἢ θά ‘πεφτε κάποια σταγόνα βροχῆς στὸ χῶμα. Ὁ ἄνθρωπος φορτώνεται ἀπὸ μόνος του μεγάλο φορτίο ἔχθρας. Ἡ ἁμαρτία δημιουργεῖ φόβο στὸν ἄνθρωπο. Κι ὁ φόβος αὐτὸς μὲ τὴ σειρά του τὸν κάνει νὰ ὑποπτεύεται ἐχθροὺς σ’ ὅλα τὰ πλάσματα γύρῳ του. Ό Θεὸς ὅμως εἶναι ἀναμάρτητος κι ἄφοβος κι ἑπομένως δὲν ὑποπτεύεται κανέναν, ἀλλὰ τοὺς ἀγαπᾶ ὅλους. Μᾶς ἀγαπᾶ τόσο πολὺ ὥστε, ὅταν μᾶς κυκλώνουν ἐχθροὶ χωρὶς νὰ φταῖμε σὲ τίποτα, πρέπει νὰ πιστεύουμε πῶς αὐτὸ γίνεται σὲ γνώση του καὶ γιὰ τὸ καλό μας.
Ἄς εἴμαστε δίκαιοι. Ἄς ὁμολογήσουμε πῶς οἱ ἐχθροί μας μᾶς βοηθοῦν πολὺ στὴν πνευματική μας πορεία. Ἄν δὲν ὑπῆρχε ἔχθρα στοὺς ἀνθρώπους, πάρα πολλοὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ εὐαρέστησαν στὸ Θεὸ δὲ θὰ εἶχαν γίνει φίλοι Του. Ἀκόμα κι ἢ ἔχθρα τοῦ σατανᾶ μπορεῖ νὰ βοηθήσει ἐκείνους ποῦ εἶναι ζηλωτὲς τῶν ἱερῶν πραγμάτων τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ψυχικῆς τους σωτηρίας. Ποιός ἦταν περισσότερο ζηλωτὴς τῶν ἱερῶν τοῦ Θεοῦ πραγμάτων ἢ εἶχε μεγαλύτερη ἀγάπη γιὰ τὸ Χριστὸ ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο; Ὁ ἴδιος ἀπόστολος ὅμως λέει πῶς ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς στὸ διάβολο νὰ τὸν πειράξει, ὅταν τοῦ ἀποκαλύφθηκαν πολλὰ μυστήρια: «Καὶ τὴ ὑπερβολὴ τῶν ἀποκαλύψεων ἶνα μὴ ὑπεραίρομαι, ἐδόθη μοὶ σκόλοψ τη σαρκί, ἄγγελος σατάν, ἶνα μὲ κολαφίζη ἶνα μὴ ὑπεραίρομαι» (Βκορ. ἴβ’ 7).
Ὅταν ὁ διάβολος ὁ ἴδιος χωρὶς νὰ τὸ θέλει βοηθάει τὸν ἄνθρωπο, πῶς δὲν μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ βοηθοῦν το συνάνθρωπό τους, ποὺ εἶναι ὁπωσδήποτε λιγότερο ἐχθρὸς ἀπὸ τοὺς δαίμονες; Θὰ τολμοῦσε νὰ πεῖ κανεὶς πῶς οἱ φίλοι τοῦ ἀνθρώπου ζημιώνουν περισσότερο τὴν ψυχὴ τοῦ ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε πῶς «ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτου» (Ματθ. ἰ’ 36). Ἐκεῖνοι ποὺ ζοῦν κάτω ἀπὸ τὴν ἴδια στέγη μαζί μας, ποὺ ἐνδιαφέρονται πολὺ γιὰ τίς σωματικὲς ἀνάγκες καὶ τίς ἀνέσεις μας, συχνὰ γίνονται ἐχθροὶ τῆς σωτηρίας μας. Ἡ ἀγάπη κι ἡ φροντίδα τους δὲ στοχεύει στὴν ψυχὴ ἀλλὰ στὸ σῶμα μας. Πόσοι γονεῖς δὲν ἔχουν κάνει ἀνυπολόγιστη ζημιὰ στὶς ψυχὲς τῶν γιων τους κι ἀδέρφια στ’ ἀδέρφια τους, καθὼς καὶ σύζυγοι στοὺς συζύγους τους; Κι όλ’ αὐτὰ ἀπὸ ἀγάπη!
Ἡ πραγματικότητα αὐτὴ ποὺ διαπιστώνεται καθημερινὰ εἶναι μιὰ ἀκόμα αἰτία γιὰ νὰ μᾶς κάνει νὰ μὴ δοθουμε ὁλοκληρωτικὰ στὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς συγγενεῖς καὶ τοὺς φίλους μας, οὔτε καί νὰ μειώσουμε τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς ἐχθρούς μας. Εἶναι ἀνάγκη νὰ τὸ ξαναποῦμε, πῶς συχνά, πολὺ συχνά, οἱ ἐχθροί μας εἶναι στὴν οὐσία πραγματικοὶ φίλοι; Οἱ τρόποι ποὺ χρησιμοποιοῦν γιὰ νὰ μᾶς ἀναστατώσουν, μᾶς βοηθοῦν. Οἱ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους μᾶς ἀπορρίπτουν, ὑπηρετοῦν τὴ σωτηρία μας. Οἱ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους πιέζουν τὴν ἐξωτερική, τὴ φυσικὴ ζωή μας, μᾶς ὠθεῖ ν’ ἀποσυρθοῦμε μέσα μας, στὸν ἑαυτό μας, νὰ βροῦμε τὴν ψυχή μας καὶ νὰ ζητήσουμε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ τοὺς σώσει. Οἱ ἐχθροί μας εἶναι πραγματικὰ ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς σώζουν ἀπὸ τὴν καταστροφὴ ποὺ μᾶς ἑτοιμάζουν ἀθέλητα οἱ οἰκεῖοι μας, ποὺ φροντίζουν τὸ σῶμα μας σὲ βάρος τῆς ψυχῆς μας καὶ χαλαρώνουν το χαρακτῆρα μας.
Ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, λέει ὁ Κύριος. Ἀγαθοποιεῖτε, κάνετε τὸ καλὸ σ’ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἀδιάκριτα, εἴτε σᾶς ἀγαποῦν εἴτε ὄχι. Ἀκολουθῆστε τὸ παράδειγμα τοῦ Θεοῦ ποῦ τοὺς εὐεργετεῖ ὅλους, εἴτε φανερὰ εἴτε κρυφά. Ἄν ἡ εὐεργεσία σας δὲ θεραπεύει τὸ μῖσος τοῦ ἐχθροῦ σας, πολὺ λιγότερο θὰ τὸ θεραπεύσει η ἔχθρα σας. Γι’ αὐτὸ κάνετε τὸ καλὸ ἀκόμα καὶ σὲ κείνους ποὺ οὔτε τὸ ζητοῦν οὔτε τὸ περιμένουν ἀπὸ σᾶς. Δανείζετε ὅλους ἐκείνους ποὺ σᾶς ζητοῦν. Δανείζετε ὅμως σὰ νὰ δίνετε, σὰ νὰ ἐπιστρέφετε κάτι ποὺ ἀνήκει σὲ ἄλλον, ὄχι κάτι δικό σας. Λέει ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός: «Ἐλεήμων ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος πού δίνει χαρὰ στοὺς ἄλλους μ’ αὐτὰ ποὺ ὁ ἴδιος ἔλαβε ἀπὸ τὸ Θεό: ψωμί, φαγητό, ἐξουσία, ἕνα λόγο προσευχῆς ποῦ λογαριάζει τὸν ἑαυτό του ὀφειλέτη, ἀφοῦ ἔλαβε παραπάνω ἀπ’ ὅσα χρειάζεται. Μέσῳ τοῦ ἀδελφοῦ του εἶναι σὰ νὰ τοῦ ζητάει ὁ Θεὸς καὶ γίνεται ἔτσι ὀφειλέτης του».
Ἄν ὁ ἐχθρὸς δὲ δεχτεῖ τὴν εὐεργεσία σου, δὲ σ’ ἐμποδίζει μ’ αὐτὸ ἀπὸ τὸ νὰ συνεχίσεις νὰ τοῦ δίνεις. Ὁ Κύριος εἶπε, «προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς» (Ματθ. ἔ’ 44). Κάνε καὶ σὺ λοιπὸν προσευχὴ γιὰ τοὺς ἐχθρούς σου, εὐεργέτησέ τους. “Ἄν ὁ ἐχθρός σου δὲ δεχτεῖ κάποιο εἶδος καλοσύνης ἢ ἐξυπηρέτησης ἀπὸ μέρους σου, ὁ Θεὸς θὰ δεχτεῖ τὴν προσευχὴ ποῦ θὰ κάνεις γι’ αὐτόν. Ὁ Θεὸς θὰ μαλακώσει τὴν καρδιά του καὶ θ’ ἀλλάξει τὴ διάθεσή του γιὰ σένα. Δὲν εἶναι τόσο δύσκολο στὸ Θεὸ νὰ κάνει ἕναν ἐχθρὸ φίλο, ὅσο φαίνεται στοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὸ εἶναι ἴσως ἀδύνατο στοὺς ἀνθρώπους, μὰ δυνατὸ στὸ Θεό. Ἐκεῖνος ποὺ ξανακάνει τὴν παγωμένη γῆ εὔφορη κοιλάδα, ὅπου ἀναπτύσσονται πανέμορφα λουλούδια, μπορεῖ νὰ λιώσει καὶ τὸν πάγο τῆς ἔχθρας τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς καὶ νὰ κάνει νὰ εὐδοκιμήσουν σ’ αὐτὴν τὰ εὐωδιαστὰ λουλούδια τῆς φιλίας.
Βέβαια, τὸ σπουδαιότερο πρᾶγμα δὲν εἶναι νὰ γυρίσει ὁ ἐχθρός σου καὶ νὰ γίνει φίλος σοῦ χάρη στὴν καλοσύνη σου, ἀλλὰ νὰ μὴ χάσει τὴν ψυχή του λόγῳ τοῦ μίσους του γιὰ σένα. Περισσότερο πρέπει νὰ προσεύχεται κανεὶς γι’ αὐτὸ τὸ τελευταῖο, παρὰ γιὰ τὸ πρῶτο. Γιὰ τὴ δική σου σωτηρία δὲν παίζει κανένα ρόλο ἂν σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἔχεις περισσότερους φίλους ἢ ἐχθρούς. Παίζει πολὺ σπουδαῖο ρόλο ὅμως τὸ νὰ μὴν εἶσαι ἐχθρὸς κανενός, ἀλλὰ νὰ εἶσαι φίλος μὲ ὅλους μὲ τὴν καρδιά σου, μὲ τίς προσευχὲς καὶ τίς σκέψεις σου.
Ἄν τὸ κάνεις αὐτό, ἡ ἀνταπόδοσή σου θὰ εἶναι μεγάλη. Ἀπὸ ποιόν; Σὲ κάποιο βαθμὸ ἴσως ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, κυρίως ὅμως ἀπό το Θεό. Τί εἴδους ἀνταπόδοση θὰ ἔχεις; «Ἔσεσθε υἱοὶ τοῦ Ὑψίστου», θ’ ἀξιωθεῖτε ν’ ἀποκαλέσετε τὸ Θεὸ «Πατέρα», «καὶ ὁ πατήρ σου καὶ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ, ἀποδώσει σοὶ ἐν τῷ φανερῶ» (Ματθ. στ’ 6). Ἄν δὲ γίνει σήμερα αὐτό, θὰ γίνει αὔριο. “Ἄν ὄχι αὔριο, τότε στὸ τέλος τοῦ κόσμου, ἐνώπιον ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων. Ποιά μεγαλύτερη ἀνταπόδοση θὰ μπορούσαμε νὰ περιμένουμε ἀπὸ τὸ νὰ κληθοῦμε παιδιὰ τοῦ Ὑψίστου, νὰ ὀνομάζουμε τὸν Ὕψιστο Πατέρα μας;
Προσέξτε. Ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς Υἱὸς τοῦ Ὑψίστου εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς. “Ώς τώρα μόνο Αὐτὸς ὀνόμαζε το Θεὸ Πατέρα Του. Καὶ τώρα τὴν ἴδια τιμὴ ὑποσχέθηκε ὁ Θεὸς σ’ ἐμᾶς, τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ παραστρατημένους. Τί σημαίνει ἡ τιμὴ αὐτὴ γιά μας; Πῶς θὰ εἴμαστε μαζί Του στὴν αἰωνιότητα (βλ. Ἰωάν. ἴδ’ 3), κοντὰ στὴ δική Του δόξα, ὅπου βασιλεύει χαρὰ χωρὶς τέλος. Σημαίνει πῶς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατέρα θὰ εἶναι πάντα μαζί μας. Ἀκόμα κι ὅταν διερχόμαστε ὅλες τίς δοκιμασίες καὶ τίς δυσκολίες σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, ὅλα θ’ ἀντιστραφοῦν καὶ θὰ καταλήξουν στὸ καλό μας. Σημαίνει πὼς ὅταν πεθάνουμε δὲ θὰ παραμείνουμε στὸν τάφο, ἀλλὰ θ’ ἀναστηθοῦμε, ὅπως Ἐκεῖνος ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν. Σημαίνει πῶς σ’ αὐτὴ τὴ γῆ τοποθετηθήκαμε προσωρινά. Στὸ σπίτι τοῦ οὐράνιου Πατέρα μας ὅμως μᾶς περιμένει κάλλος ἀθάνατο, τιμὴ καὶ δόξα.
Θὰ μπορούσαμε ν’ ἀπαριθμήσουμε ὅλα τ’ ἀγαθὰ ποὺ περιμένουν ἕναν ὀρφανὸ ἂν τὸν υἱοθετήσει κάποιος ἐπίγειος βασιλιᾶς; Εἶναι ἀρκετὸ νὰ ποῦμε πῶς τὸ ὀρφανὸ αὐτὸ τὸ υἱοθέτησε ἕνας βασιλιᾶς κι ὅλοι θὰ καταλάβουν πόσα ἀγαθὰ θ’ ἀπολαύσει τὸ ὀρφανὸ αὐτό. Ἡ δική μας υἱοθεσία δὲν ἔγινε ἀπὸ ἀνθρώπους ἀλλ’ ἀπό το Θεό, ἀφοῦ θὰ γίνουμε υἱοὶ τοῦ Ὑψίστου, τοῦ ὁποίου Υἱὸς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Θὰ γίνουμε υἱοὶ τοῦ ἀθάνατου Βασιλιᾶ, τοῦ Βασιλιᾶ τῶν βασιλιάδων. Μᾶς υἱοθετεῖ ὁ Θεὸς ὄχι γιὰ χάρη μας, ἀλλὰ γιὰ χάρη τοῦ Μονογενοῦς Του Υἱοῦ, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος: «Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. γ ́ 26) Ὁ Χριστός μας ὑποδέχεται σὰν ἀδελφούς Του. Ὁ Θεὸς Πατέρας ἑπομένως μᾶς δέχεται σὰν ὑίούς Του.
Στὴν πραγματικότητα δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ μᾶς ἀξίζει νὰ λεγόμαστε «υἱοὶ τοῦ ζῶντος Θεοῦ». Εἶναι ἀστεῖο καὶ νὰ σκεφτοῦμε ἀκόμα πῶς θὰ μπορούσαμε μὲ ὁποιοδήποτε ἔργο μας, ἀκόμα κι ἂν ἀσκούσαμε τὴ μεγαλύτερη ἀγάπη γιὰ τὸν ἐχθρό μας, ν’ ἀξίζαμε ν’ ἀνταμειφθοῦμε μὲ αὐτὸ ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος Ἰησοῦς στοὺς πιστοὺς δούλους Του. Ἄν δίναμε ὅλα τὰ ὑπάρχοντά μας στοὺς φτωχούς. ἂν νηστεύαμε ὅλες τίς μέρες τῆς ζωῆς μας κι ἂν στεκόμασταν στὴν προσευχὴ σὰν ἀναμμένες λαμπάδες ὼς τὸ τέλος τοῦ χρόνου ἂν χωρίζαμε πνευματικὰ τὸ πνεῦμα ἀπὸ τὸ σῶμα μας, σὰ νά ‘τὰν ψυχρὴ πέτρα κι ἂν ἡ ψυχή μας ἦταν ἀπαθὴς πρὸς τὸν ὑλικὸ κόσμο: ἂν ἀφήναμε τὸν ἑαυτό μας νὰ τὸν φτύνουν καὶ νὰ τὸν ποδοπατοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἢ ἀκόμα κι ἂν παραδινόμασταν τροφὴ στὰ πεινασμένα θηρία ἀκόμα κι ἂν τὰ κάναμε όλ’ αὐτά, δὲ θὰ ἦταν παρὰ μιά ἀπειροελάχιστη τιμὴ γιὰ ὅλα τ’ ἀγαθά, τὴ δόξα καὶ τὴν ἀνέκφραστη εὐφροσύνη ποὺ συνοδεύουν τὴν υἱοθεσία τοῦ Θεοῦ. Δὲν ὑπάρχει εὐσπλαχνία στὴ γῆ οὔτε ἀγάπη στὸ θνητὸ ἄνθρωπο ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ τὸν ἀξιώσει νὰ γίνει «υἱὸς Θεοῦ». ἀθάνατος πολίτης τῆς οὐράνιας Βασιλείας. Η ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ὅμως ἀναπληρώνει αὐτὸ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος. Ἄς μὴν ἰσχυριστεῖ κανένας μας πῶς μπορεῖ μὲ τὴ δική του ἀγάπη νὰ σωθεῖ, μὲ τὴ δική του ἀξία ν’ ἀνοίξει τίς πύλες τοῦ παραδείσου γιὰ νὰ μπεῖ μέσα.
Ἡ ἐντολὴ τῆς ἀγάπης γιὰ τὸν πλησίον ἑπομένως, ὅσο μεγάλη καὶ δύσκολη κι ἂν μᾶς φαίνεται, εἶναι μόλις ἕνα μικρὸ νόμισμα ποὺ ζητάει ὁ Θεὸς ἀπὸ μᾶς γιὰ νὰ μᾶς φέρει πιὸ κοντά Του στὴν ὑπέροχη καὶ πανένδοξη βασιλεία Του. Δὲ μᾶς ζητάει νὰ τηρήσουμε τὴν ἐντολὴ αὐτὴ γιὰ νὰ κερδίσουμε μὲ τὴν ἀξία μας τὴ Βασιλεία καὶ τὴν υἱοθεσία Του, ἀλλὰ μόνο νὰ ἐπιθυμήσουμε πάνω ἀπ’ ὅλα τὴ Βασιλεία καὶ τὴν υἱοθεσία Του. Ἀπὸ μᾶς ζητάει μόνο νὰ πιστεύουμε τὰ λόγια Του καὶ νὰ ὑπακοῦμε τὸν Κύριο Ἰησοῦ.
Ἀπὸ ποιά ἄποψη ὁ Ἀδὰμ ἦταν ἄξιος γιὰ τὸν Παράδεισο; Ἀπὸ καμία. Ὁ Παράδεισος τοῦ δόθηκε ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Τί ἔκανε τὸν Ἀδὰμ νὰ παραμείνει στὸν Παράδεισο ὼς τὴν πτώση του; Ἢ ὑπακοή του στὸ Θεό, μόνο ἡ ὑπακοή του. Ὅταν ὅμως ὁ ἴδιος καὶ ἡ σύζυγός του ἄρχισαν ν’ ἀμφισβητοῦν τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ μόνο ἡ ἀμφισβήτηση αὐτὴ παραβίασε τὴν ἐντολὴ κι ἔπεσε στὴ θανάσιμη ἁμαρτία τῆς παρακοῆς.
Στὴ Νέα Κτίση ὁ Κύριος Ἰησοῦς ζητάει ἀπό μας τὸ ἴδιο πρᾶγμα ποὺ ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα στὸν Παράδεισο: πίστη καὶ ὑπακοή. Πίστη πῶς κάθε ἐντολὴ ποὺ μᾶς ἔδωσε, εἶναι γιὰ τὴ σωτηρία μᾶς ἀπροϋπόθετη ὕπακοὴ σὲ κάθε μία ἀπὸ τίς ἐντολές Του. Μᾶς ἔδωσε ὅλες τίς ἐντολές, μαζὶ κι αὐτὴν γιὰ ν’ ἀγαπᾶμε τοὺς ἐχθρούς μας, γιὰ νά ‘χουμε πίστη στὰ λόγια Τοῦ καὶ ὑπακοή. Ἄν κάποια ἀπὸ τίς ἐντολές Του δὲν ἦταν καλὴ καὶ δὲν ὑπηρετοῦσε τὴ σωτηρία μας, δὲ θά μας τὴν ἔδινε. Ἐκεῖνος ἤξερε πολὺ καλύτερα ἂν ἢ ἐντολὴ αὐτὴ ἦταν φυσικὴ ἢ ἀφύσικη. δυνατὴ ἢ ἀδύνατη. Τὸ πιὸ σπουδαῖο πρᾶγμα γιὰ μᾶς εἶναι πῶς ὁ Θεός μας ἔδωσε τὴν ἐντολὴ αὐτὴ κι ἐμεῖς, ἂν θέλουμε τὸ καλό μας, πρέπει νὰ τὴν τηρήσουμε. Ὅπως ὁ ἄρρωστος παίρνει τὸ φάρμακο ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ γιατροῦ μὲ πίστη καὶ κάνει ὑπακοή, εἴτε τὸ φάρμακο εἶναι γλυκὸ εἴτε πικρό. ἔτσι κι ἐμεῖς, ἀδύναμοι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ μὲ σκοτισμένο νοῦ, πρέπει νὰ τηροῦμε μὲ πίστη κι ὑπακοὴ ὅλες τίς ἐντολὲς ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ καλὸς Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν μας καὶ Κύριος τῆς ζωῆς μας. Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος.
Σ’ Ἐκεῖνον πρέπει δόξα καὶ αἶνος, μαζί με τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.