ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (6/8/2022)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ
Β΄ Πέτρου, κεφάλαιο Α΄, εδάφια 10-19
10 Διὸ μᾶλλον, ἀδελφοί, σπουδάσατε βεβαίαν ὑμῶν τὴν κλῆσιν καὶ ἐκλογὴν ποιεῖσθαι· ταῦτα γὰρ ποιοῦντες οὐ μὴ πταίσητέ ποτε. 11 Οὕτω γὰρ πλουσίως ἐπιχορηγηθήσεται ὑμῖν ἡ εἴσοδος εἰς τὴν αἰώνιον βασιλείαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. 12 Διὸ οὐκ ἀμελήσω ἀεὶ ὑμᾶς ὑπομιμνήσκειν περὶ τούτων, καίπερ εἰδότας καὶ ἐστηριγμένους ἐν τῇ παρούσῃ ἀληθείᾳ. 13 Δίκαιον δὲ ἡγοῦμαι, ἐφ᾿ ὅσον εἰμὶ ἐν τούτῳ τῷ σκηνώματι, διεγείρειν ὑμᾶς ἐν ὑπομνήσει, 14 εἰδὼς ὅτι ταχινή ἐστιν ἡ ἀπόθεσις τοῦ σκηνώματός μου, καθὼς καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς ἐδήλωσέ μοι. 15 σπουδάσω δὲ καὶ ἑκάστοτε ἔχειν ὑμᾶς μετὰ τὴν ἐμὴν ἔξοδον τὴν τούτων μνήμην ποιεῖσθαι.
16 Οὐ γὰρ σεσοφισμένοις μύθοις ἐξακολουθήσαντες ἐγνωρίσαμεν ὑμῖν τὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ δύναμιν καὶ παρουσίαν, ἀλλ᾿ ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος. 17 Λαβὼν γὰρ παρὰ Θεοῦ πατρὸς τιμὴν καὶ δόξαν φωνῆς ἐνεχθείσης αὐτῷ τοιᾶσδε ὑπὸ τῆς μεγαλοπρεποῦς δόξης, οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς ὃν ἐγὼ εὐδόκησα, 18 καὶ ταύτην τὴν φωνὴν ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐξ οὐρανοῦ ἐνεχθεῖσαν, σὺν αὐτῷ ὄντες ἐν τῷ ὄρει τῷ ἁγίῳ. 19 Καὶ ἔχομεν βεβαιότερον τὸν προφητικὸν λόγον, ᾧ καλῶς ποιεῖτε προσέχοντες ὡς λύχνῳ φαίνοντι ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ, ἕως οὗ ἡμέρα διαυγάσῃ καὶ φωσφόρος ἀνατείλῃ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
10 Γι’αυτό, αδελφοί, καταβάλετε μεγαλύτερη προσπάθεια, με περισσότερη σπουδή και επιμέλεια, ώστε αποκτώντας τις αρετές αυτές να διασφαλίσετε και να σταθεροποιήσετε την κλήση σας και την εκλογή σας· διότι, όταν ασκείτε τις αρετές αυτές, δεν θα σκοντάψετε ποτέ πάνω σε κάποιο εμπόδιο, αλλά θα φθάσετε με ασφάλεια στο τέρμα της σωτηρίας σας. 11 Δεν θα σκοντάψετε πουθενά· διότι με αυτόν τον τρόπο θα σας χορηγηθεί γενναιόδωρα το κυριότερο: η ανοιχτή και ελεύθερη είσοδος στην αιώνια βασιλεία του Κυρίου μας και Σωτήρος Ιησού Χριστού.
12 Αυτό είναι το μέσο με το οποίο θα σας ανοιχτεί διάπλατα η είσοδος στη Βασιλεία των ουρανών. Γι΄αυτό δεν θα αμελήσω, αλλά θα φροντίζω πάντοτε να σας υπενθυμίζω αυτά που σας έγραψα· αν και εσείς βέβαια τα γνωρίζετε και είστε στηριγμένοι στη χριστιανική αλήθεια που διδαχτήκατε, η οποία είναι ολοζώντανη και ολοφάνερη ανάμεσά σας. 13 Νομίζω όμως ότι είναι δίκαιο και αποτελεί καθήκον μου ως Αποστόλου να σας καθιστώ άγρυπνους και πρόθυμους, υπενθυμίζοντάς σας τις αλήθειες αυτές, για όσο ζω ακόμη και είμαι στο σώμα αυτό, που είναι προσωρινή σκηνή της ψυχής. 14 Και το καθήκον μου αυτό μου παρουσιάζεται περισσότερο επείγον, διότι γνωρίζω ότι σύντομα και πολύ γρήγορα θα πεθάνω και θα εναποθέσω το σώμα μου στον τάφο, όπως άλλωστε μου το έχει φανερώσει και ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. 15 Γι΄αυτό θα φροντίσω να είστε σε θέση να διατηρείτε στον νου σας την ανάμνηση των αληθειών αυτών και με γραπτά κείμενα κάθε φορά που η ανάγκη θα το επιβάλλει, ακόμη και μετά τον θάνατό μου.
16 Πρέπει να θυμάστε πάντοτε τις αλήθειες αυτές· διότι εγώ και οι άλλοι Απόστολοι δεν βασιστήκαμε σε μύθους φτιαγμένους με φαινομενική σοφία, αλλά σας γνωστοποιήσαμε τη δύναμη και τη μελλοντική ένδοξη παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, επειδή είδαμε με τα μάτια μας τη μεγαλειότητα Εκείνου στη Μεταμόρφωσή Του. 17 Διότι εκεί στη Μεταμόρφωση ο Κύριος πήρε από τον Θεό Πατέρα τιμή και δόξα, όταν ακούστηκε γι’ Αυτόν από την ένδοξη μεγαλοπρέπεια του Θεού Πατρός μια τέτοια φωνή: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον Οποίο Εγώ ευαρεστήθηκα». 18 Και τη φωνή αυτή εμείς την ακούσαμε να έρχεται από τον ουρανό, όταν ήμασταν μαζί Του στο όρος Θαβώρ, το οποίο αγιάστηκε με την Μεταμόρφωσή Του. 19 Και τώρα έχουμε βεβαιότερη πεποίθηση και πίστη στις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης που αναφέρονται στον Χριστό, μετά την επαλήθευσή τους από την φωνή του Πατρός. Κι εσείς καλά κάνετε και προσέχετε στους προφητικούς αυτούς λόγους, σαν να βλέπετε ένα λυχνάρι που φέγγει μέσα σε σκοτεινό τόπο, μέχρις ότου η ημέρα της δευτέρας Παρουσίας λάμψει μέσα στα σκοτάδια, και το άστρο της αυγής που φέρνει το φως, δηλαδή ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ανατείλει στις καρδιές σας και τις γεμίσει με χαρά και αγαλλίαση.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ
Κατά Ματθαίον, κεφάλαιο ΙΖ΄, εδάφια 1-13
1Καί μεθ᾿ ἡμέρας ἓξ παραλαμβάνει ὁ ᾿Ιησοῦς τὸν Πέτρον καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ ᾿Ιωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καὶ ἀναφέρει αὐτοὺς εἰς ὄρος ὑψηλὸν κατ᾿ ἰδίαν· 2 καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν, καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς. 3 Καὶ ἰδοὺ ὤφθησαν αὐτοῖς Μωσῆς καὶ ᾿Ηλίας μετ᾿ αὐτοῦ συλλαλοῦντες. 4 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος εἶπε τῷ ᾿Ιησοῦ· Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι· εἰ θέλεις, ποιήσωμεν ὧδε τρεῖς σκηνάς, σοὶ μίαν καὶ Μωσεῖ μίαν καὶ μίαν ᾿Ηλίᾳ. 5 Ἒτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ νεφέλη φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς, καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε· 6 καὶ ἀκούσαντες οἱ μαθηταὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα. 7 Καὶ προσελθὼν ὁ ᾿Ιησοῦς ἥψατο αὐτῶν καὶ εἶπεν· ἐγέρθητε καὶ μὴ φοβεῖσθε. 8 Ἐπάραντες δὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν οὐδένα εἶδον εἰ μὴ τὸν ᾿Ιησοῦν μόνον. 9 Καὶ καταβαινόντων αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ὄρους ἐνετείλατο αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· μηδενὶ εἴπητε τὸ ὅραμα ἕως οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ. 10 Καὶ ἐπηρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τί οὖν οἱ γραμματεῖς λέγουσιν ὅτι ᾿Ηλίαν δεῖ ἐλθεῖν πρῶτον; 11 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· ᾿Ηλίας μὲν ἔρχεται πρῶτον καὶ ἀποκαταστήσει πάντα· 12 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι ᾿Ηλίας ἤδη ἦλθε, καὶ οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, ἀλλ᾿ ἐποίησαν ἐν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν· οὕτω καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μέλλει πάσχειν ὑπ᾿ αὐτῶν. 13 Τότε συνῆκαν οἱ μαθηταὶ ὅτι περὶ ᾿Ιωάννου τοῦ βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
1 Ύστερα από έξι ημέρες ο Ιησούς πήρε μαζί Του τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη τον αδελφό του και τους ανέβασε σε ένα ψηλό βουνό, ιδιαιτέρως μόνο αυτούς 2 και εκεί μεταμορφώθηκε μπροστά τους˙ και έγινε το πρόσωπό Του λαμπρό σαν τον ήλιο, και τα ενδύματά Του λευκά σαν το φως. 3 Και τότε εμφανίστηκαν σε αυτούς ο Μωυσής και ο Ηλίας, οι οποίοι συνομιλούσαν μαζί Του. 4 Ο Πέτρος τότε είπε στον Ιησού: «Κύριε, είναι ωραία να μείνουμε εδώ. Αν θέλεις, ας κάνουμε εδώ τρεις σκηνές˙ μία για σένα και μία για τον Μωυσή και μία για τον Ηλία».5 Κaι ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, ξαφνικά μια νεφέλη γεμάτη φως τους σκέπασε. Και ξαφνικά ακούστηκε φωνή από τη νεφέλη που έλεγε: «Αυτός είναι ο Υιός μου, που εξαιρετικά Τον αγαπώ και στον Οποίο ευαρεστήθηκα. Να υπακούτε σε Αυτόν».6 Μόλις οι μαθητές άκουσαν τη φωνή αυτή, έπεσαν με το πρόσωπο στο χώμα και φοβήθηκαν πάρα πολύ. 7 Τότε τους πλησίασε ο Ιησούς, τους άγγιξε και τους είπε: «Σηκωθείτε και μη φοβάστε». 8 Κι όταν αυτοί σήκωσαν τα μάτια τους, δεν είδαν κανέναν άλλο παρά μόνο τον Ιησού.
9 Kαι καθώς κατέβαιναν από το βουνό, τους παρήγγειλε ο Ιησούς και τους είπε: «Μην πείτε σε κανέναν αυτό που είδατε, μέχρι να αναστηθεί ο Υιός του ανθρώπου από τους νεκρούς˙ τότε δεν θα υπάρχει κίνδυνος άκαιρων ενθουσιασμών του πλήθους, αλλά και το γεγονός αυτό θα καταστεί περισσότερο κατανοητό και πιστευτό». 10 Και οι μαθητές Του Τον ρώτησαν: «Όταν ο Ηλίας ήλθε και σε χαιρέτησε στο βουνό, έφυγε πάλι. Γιατί λοιπόν οι γραμματείς λένε ότι πριν από την έλευση του Μεσσία πρέπει να έλθει πρώτα ο Ηλίας;» 11 Και ο Ιησούς τούς αποκρίθηκε: «Ο Ηλίας βέβαια, όπως προφήτευσε ο Μαλαχίας, θα έρθει πρώτα και θα αποκαταστήσει όλες τις σχέσεις των ανθρώπων, ώστε αυτοί και να ειρηνεύσουν και να συνδεθούν περισσότερο μεταξύ τους και με τον Θεό. 12 Εγώ όμως σας λέω ότι τώρα πλέον ο Ηλίας ήλθε. Ήλθε δηλαδή ο Ιωάννης, που έμοιαζε σε όλα με τον Ηλία. Αυτός ήταν ο Πρόδρομός Μου, και αυτοί δεν τον αναγνώρισαν, αλλά του έκαναν όσα θέλησαν με τις διεστραμμένες θελήσεις τους. Έτσι και ο Υιός του ανθρώπου πρόκειται να πάθει από αυτούς». 13 Τότε οι μαθητές κατάλαβαν ότι τους μιλούσε για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή.
Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ [:Ματθ.17,1-13]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Καὶ μεθ᾿ ἡμέρας ἓξ παραλαμβάνει ὁ Ἰησοῦς τὸν Πέτρον καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην(:ύστερα από έξι ημέρες ο Ιησούς πήρε μαζί Του τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη τον αδελφό του)»[Ματθ.17,1]. Άλλος όμως ευαγγελιστής, ο Λουκάς, λέγει ότι τους παρέλαβε μετά από οκτώ ημέρες, χωρίς αυτό να έρχεται σε αντίθεση προς αυτά που λέγει ο Ματθαίος, αλλά αντιθέτως μάλιστα και συμφωνεί πάρα πολύ[βλ. Λουκά 9,28: «Ἐγένετο δὲ μετὰ τοὺς λόγους τούτους ὡσεὶ ἡμέραι ὀκτὼ καὶ παραλαβὼν τὸν Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος προσεύξασθαι(:Οκτώ περίπου ημέρες από τότε που είπε τα λόγια αυτά ο Ιησούς, πήρε μαζί Του τον Πέτρο, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο και ανέβηκε στο όρος για να προσευχηθεί)»· διότι ο μεν Λουκάς συμπεριέλαβε και την ημέρα που τους είπε τα παραπάνω λόγια και την ημέρα που τους ανέβασε στο όρος, ενώ ο Ματθαίος ανέφερε μόνο τις ενδιάμεσες ημέρες.
Αλλά εσύ, σε παρακαλώ, πρόσεξε πώς ο Ματθαίος αντιμετωπίζει πνευματικά το ζήτημα, χωρίς να αποκρύπτει εκείνους που προτιμήθηκαν αντί για αυτόν. Το ίδιο πράγμα το κάνει και ο Ιωάννης σε πολλές περιπτώσεις, περιγράφοντας με πολλή αλήθεια τους όλως ιδιαιτέρους επαίνους του Κυρίου προς τον Πέτρο· διότι η ομάδα αυτή αυτών των αγίων ανδρών ήταν απαλλαγμένη εξ ολοκλήρου από τη μοχθηρία και την κενοδοξία.
Αφού λοιπόν πήρε μαζί Του τους κορυφαίους, «ἀναφέρει αὐτοὺς εἰς ὄρος ὑψηλὸν κατ᾿ ἰδίαν·καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν, καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς καὶ ἰδοὺ ὤφθησαν αὐτοῖς Μωσῆς καὶ Ἠλίας μετ᾿ αὐτοῦ συλλαλοῦντες(:και τους ανέβασε σε ένα ψηλό βουνό, ιδιαιτέρως μόνον αυτούς, και εκεί μεταμορφώθηκε μπροστά τους˙ και έγινε το πρόσωπό Του λαμπρό σαν τον ήλιο, και τα ενδύματά Του λευκά σαν το φως· και τότε εμφανίστηκαν σε αυτούς ο Μωυσής και ο Ηλίας, οι οποίοι συνομιλούσαν μαζί Του)»[Ματθ.17,1-3].
Για ποιο λόγο πήρε μαζί Του μόνο αυτούς; Επειδή αυτοί υπερείχαν πνευματικά από τους άλλους. Και η μεν υπεροχή του Πέτρου συνίστατο στο ότι αγαπούσε πάρα πολύ τον Κύριο, του Ιωάννη στο ότι τον αγαπούσε ο Κύριος, ενώ του Ιακώβου στο ότι αποκρίθηκε και είπε, μαζί με τον αδελφό του: «δυνάμεθα(:μπορούμε να πιούμε αυτό το ποτήρι)»[βλ. Ματθ.20,20-28:«Τότε προσῆλθεν αὐτῷ ἡ μήτηρ τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου μετὰ τῶν υἱῶν αὐτῆς προσκυνοῦσα καὶ αἰτοῦσά τι παρ᾿ αὐτοῦ. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· τί θέλεις; λέγει αὐτῷ· εἰπὲ ἵνα καθίσωσιν οὗτοι οἱ δύο υἱοί μου εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου ἐν τῇ βασιλείᾳ σου. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ μέλλω πίνειν, ἢ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι; λέγουσιν αὐτῷ· δυνάμεθα. καὶ λέγει αὐτοῖς· τὸ μὲν ποτήριόν μου πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε· τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων μου οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται ὑπὸ τοῦ πατρός μου(:Τότε Τον πλησίασε η μητέρα των παιδιών του Ζεβεδαίου με τους γιους της, η οποία Τον προσκύνησε και έδειξε ότι σκόπευε να Του ζητήσει κάτι. Και Αυτός της είπε: “Τι θέλεις;” Αυτή Του λέει: “Δώσε διαταγή, όταν θα αναλάβεις τη βασιλεία σου, να καθίσουν τα δύο αυτά παιδιά μου το ένα στα δεξιά σου και το άλλο στα αριστερά σου”. Αλλά ο Ιησούς αποκρίθηκε: “Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι του θανάτου που πρόκειται εγώ σε λίγο να πιω, ή να βαπτιστείτε το βάπτισμα του μαρτυρίου που σε λίγο θα υποστώ;” Και αυτοί Του απαντούν: “Μπορούμε”. Τότε ο Ιησούς τούς λέει: “Το ποτήριο βέβαια που θα πιω εγώ θα το πιείτε και σεις, και το βάπτισμα που πρόκειται να βαπτιστώ σε λίγο μέσα στη θάλασσα των παθημάτων μου θα το βαπτιστείτε˙ διότι και εσείς θα υποστείτε διωγμούς και μαρτύριο για το ευαγγέλιο. Το να καθίσετε όμως στα δεξιά και στα αριστερά μου δεν είναι δικό μου δικαίωμα να το δώσω σε όποιον μου το ζητήσει, αλλά αυτό θα δοθεί σε εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί από τον δικαιοκρίτη Πατέρα μου. Αυτός θα δώσει τις αμοιβές και τις διακρίσεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του και την αρετή του”)»].
Και δεν υπερείχε ο Ιάκωβος μόνο εξαιτίας της απαντήσεως που έδωσε, αλλά και λόγω των έργων του και, εκτός όλων αυτών. επειδή εκπλήρωσε όλα εκείνα που είπε[ο Ιάκωβος, υιός του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης, αδερφός του ευαγγελιστού Ιωάννου, θανατώθηκε με αποκεφαλισμό κατά διαταγή του βασιλιά Ηρώδη του Αγρίππα το 44μ.Χ. και έτσι κατέστη ο πρώτος μάρτυρας μεταξύ των αποστόλων]· διότι ήταν τόσο πολύ ορμητικός και τόσο μισητός στους Ιουδαίους, ώστε και ο Ηρώδης να νομίσει ότι η μεγαλύτερη δωρεά που θα μπορούσε να κάνει προς τους Ιουδαίους δεν ήταν άλλη παρά να φονεύσει εκείνον[βλ. Πράξ.12,1-2: «Κατ᾿ ἐκεῖνον δὲ τὸν καιρὸν ἐπέβαλεν Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς τὰς χεῖρας κακῶσαί τινας τῶν ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας. ἀνεῖλε δὲ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν Ἰωάννου μαχαίρᾳ (:εκείνον τον καιρό ο βασιλιάς Ηρώδης Αγρίππας ο Α’, εγγονός του μεγάλου Ηρώδη, έβαλε χέρι σε μερικούς από τα μέλη της Εκκλησίας για να τους κακοποιήσει. Έτσι θανάτωσε με αποκεφαλισμό τον Ιάκωβο, τον αδελφό του αποστόλου και ευαγγελιστού Ιωάννου)»].
Και γιατί δεν τους ανεβάζει ευθύς αμέσως στο όρος; Για να μη συμβεί και πάθουν τίποτε το ανθρώπινο οι υπόλοιποι μαθητές Του. Για τον λόγο αυτόν άλλωστε και δεν αναφέρει τα ονόματα εκείνων που επρόκειτο να ανεβούν στο όρος· καθόσον θα καταλαμβάνονταν από μεγάλη επιθυμία να Τον ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι, εφόσον επρόκειτο να γίνουν θεατές της εικόνας εκείνης της δόξας, και θα λυπούνταν που θα αγνοούνταν. Μολονότι βέβαια αυτό ήταν δείγμα κάποιας σωματικής αδυναμίας, οπωσδήποτε όμως το πράγμα αυτό περιείχε πολλή επιθυμία. Γιατί λοιπόν τέλος πάντων τους τα προλέγει αυτά; Για να τους κάνει να κατανοήσουν καλύτερα, από όσα τους είπε, τα όσα επρόκειτο να δουν, και αφού καταληφθούν από τη μεγάλη επιθυμία κατά το διάστημα των ημερών που θα μεσολαβούσε, να προσέλθουν με απόλυτη πνευματική καθαρότητα και με προσηλωμένη τη σκέψη τους σε αυτά.
Και γιατί επίσης τους παρουσιάζει τον Μωυσή και τον Ηλία; Πολλοί είναι οι λόγοι, τους οποίους θα μπορούσε κανείς να αναφέρει. Και πρώτον μεν αυτόν, ότι δηλαδή επειδή τα πλήθη των ανθρώπων έλεγαν για τον Κύριο άλλοι μεν ότι είναι ο Ηλίας και άλλοι ο Ιερεμίας, και άλλοι τέλος ότι είναι κάποιος από τους παλαιούς προφήτες, τους παρουσιάζει τους κορυφαίους από αυτούς, ώστε και από αυτό να αντιληφθούν τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ των δούλων και του Κυρίου και ότι ορθά επαινέθηκε ο Πέτρος που ομολόγησε Αυτόν ως Υιό του Θεού.
Μετά επίσης από αυτόν τον λόγο μπορούμε και άλλον να αναφέρουμε. Επειδή δηλαδή Τον κατηγορούσαν συνεχώς ότι παρέβαινε τον νόμο και Τον θεωρούσαν ως βλάσφημο, επειδή τάχα ιδιοποιείτο τη δόξα που ανήκε στον Πατέρα και όχι σε Αυτόν, και έλεγαν: «Οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ(:αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι σταλμένος από τον Θεό, διότι δεν τηρεί την αργία του Σαββάτου)»[Ιω.9,16] και σε άλλη περίπτωση: «Περὶ καλοῦ ἔργου οὐ λιθάζομέν σε, ἀλλὰ περὶ βλασφημίας, καὶ ὅτι σὺ ἄνθρωπος ὢν ποιεῖς σεαυτὸν Θεόν(:δεν θέλουμε να σε λιθοβολήσουμε για κάποιο καλό έργο από εκείνα που λες ότι έκανες, αλλά θέλουμε να σε λιθοβολήσουμε για τη βλασφημία που ξεστόμισες, και επειδή εσύ, ενώ είσαι άνθρωπος, παρουσιάζεις τον εαυτό σου για Θεό και λες ότι είσαι ένα με τον Θεό)»[Ιω.10,33], με σκοπό να δείξει ότι οι κατηγορίες αυτές ήσαν αποτέλεσμα του φθόνου τους και ότι ήταν ανεύθυνος και για τις δύο αυτές κατηγορίες και ότι αυτό που συνέβαινε δεν αποτελούσε παράβαση του νόμου, ούτε σφετεριζόταν δόξα που δεν ανήκε σε Αυτόν με το ότι παρουσίαζε τον εαυτό Του ίσο με τον Πατέρα, παρουσιάζει αυτούς που διέλαμψαν και στις δύο αυτές περιπτώσεις. Καθόσον ο Μωυσής έδωσε τον νόμο και μπορούσαν να σκεφτούν οι Ιουδαίοι, ότι δεν ήταν δυνατόν να παρέβλεπε καταπατούμενο τον νόμο, όπως νόμιζαν αυτοί, ούτε ήταν δυνατόν να τιμούσε αυτόν που παρέβαινε τον νόμο και ήταν εχθρός εκείνου που τον έδωσε. Και ο Ηλίας που πόθησε με ζήλο την δόξα του Θεού, εάν ήταν ο Χριστός αντίθεος και ονόμαζε τον εαυτό Του Θεό, κάνοντας ίσο τον εαυτό Του με τον Πατέρα, χωρίς όμως να είναι αυτό που έλεγε και ενεργώντας κατά τρόπο αυθαίρετο και ανάρμοστο, δεν θα ήταν δυνατόν να παρευρισκόταν εκεί και να υπάκουε σε Αυτόν.
Αλλ’ όμως είναι δυνατόν μαζί με τα όσα ειπώθηκαν να αναφέρουμε και άλλη αιτία. Ποια λοιπόν είναι αυτή; Για να μάθουν ότι είναι Κύριος του θανάτου και της ζωής και ότι εξουσιάζει τα ουράνια και τα επίγεια. Και ακριβώς για τον λόγο αυτόν παρουσιάζει και εκείνον που είχε πεθάνει και εκείνον που ουδέποτε απέθανε, δηλαδή τον Ηλία. Τη δε πέμπτη αιτία (διότι αυτή είναι πέμπτη στη σειρά των λεχθέντων) τη φανέρωσε και ο ευαγγελιστής. Ποια ήταν αυτή; Ήθελε να δείξει τη δόξα του σταυρού και να παρηγορήσει τον Πέτρο και εκείνους που φοβούνταν το πάθος Του και να εξυψώσει το φρόνημά τους. Καθόσον αφού ήλθαν εκεί δεν παρέμειναν σιωπηλοί, αλλά, λέγει: «Καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο συνελάλουν αὐτῷ, οἵτινες ἦσαν Μωϋσῆς καὶ Ἠλίας, οἳ ὀφθέντες ἐν δόξῃ ἔλεγον τὴν ἔξοδον αὐτοῦ ἣν ἔμελλε πληροῦν ἐν Ἱερουσαλήμ(:και ξαφνικά, δύο άνδρες άρχισαν να μιλούν μαζί Του, και αυτοί ήταν ο Μωυσής ως ο κυριότερος αντιπρόσωπος του νόμου, και ο Ηλίας ως εκπρόσωπος των προφητών. Αυτοί εμφανίστηκαν περιβεβλημένοι με δόξα και μιλούσαν για την έξοδό Του και την αναχώρησή Του από τον κόσμο αυτό, την οποία θα εκπλήρωνε με τον σταυρικό θάνατό Του και την Ανάληψή Του στον ουρανό και θα ολοκλήρωνε στην Ιερουσαλήμ σύμφωνα με τις προτυπώσεις του νόμου και τις προρρήσεις των προφητών)»[Λουκ.9,30-31],δηλαδή το πάθος και τον σταυρό· διότι έτσι το ονομάζουν πάντοτε αυτό.
Και δεν τους προετοιμάζει αυτούς μόνο κατ’ αυτόν τον τρόπο, αλλά και με αυτήν την αρετή των ανδρών, την οποία προπάντων ζητούσε από αυτούς· διότι, επειδή είπε: «Ὃστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι(:εκείνος που θέλει να γίνει δικός μου και να με ακολουθεί ως μαθητής μου, ας διακόψει κάθε φιλία και σχέση με τον διεφθαρμένο απ’ την αμαρτία εαυτό του και ας πάρει τη σταθερή απόφαση να υποστεί για μένα όχι μόνο κάθε θλίψη και δοκιμασία, αλλά ακόμα και θάνατο σταυρικό, και τότε ας με ακολουθεί μιμούμενος το παράδειγμά μου)»[Μάρκ.8,34], παρουσιάζει εκείνους που πέθαναν άπειρες φορές χάριν των εντολών του Θεού και του λαού που τους εμπιστεύθηκε Αυτός.
Καθόσον καθένας από αυτούς, αφού έχασε τη ζωή του, έσωσε την ψυχή του. Πράγματι ο καθένας από αυτούς αντιμετώπισε με θάρρος τους τυράννους· ο μεν Μωυσής τον Αιγύπτιο[:Έξ. κεφ. 5-12], ο δε Ηλίας τον Αχαάβ [:Γ΄Βασ. 18,16 κ.ε.] και όλα αυτά χάριν ανθρώπων αγνωμόνων και απειθάρχων, και αφού μάλιστα έφτασαν στον έσχατο κίνδυνο από αυτούς τους οποίους είχαν αναλάβει να διασώσουν. Και ο καθένας από αυτούς, αν και ήταν ιδιώτης, θέλησε να τους απαλλάξει από την ειδωλολατρία· διότι ο μεν Μωυσής ήταν βραδύγλωσσος και ισχνόφωνος, ενώ ο Ηλίας ήταν και ο ίδιος πάρα πολύ άξεστος.
Και οι δύο επίσης ήσαν πλήρως ακτήμονες· διότι ούτε ο Μωυσής είχε κάτι τι, ούτε ο Ηλίας είχε κάτι επιπλέον από τη μηλωτή, και όλα αυτά κατά την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, τότε που δεν είχαν ακόμη λάβει τόση θαυματουργική δύναμη· διότι, μολονότι ο Μωυσής χώρισε στα δύο τη θάλασσα, αλλά όμως ο Πέτρος βάδισε επάνω στην υγρά θάλασσα και έλαβε τη δύναμη να μετακινεί όρη, και θεράπευε παντός είδους σωματικές ασθένειες και δαίμονες άγριους εξεδίωκε και με τη σκιά ακόμη του σώματός του ενεργούσε τα μεγάλα εκείνα και υπερφυσικά θαύματα και ολόκληρη την οικουμένη οδήγησε στον Χριστό. Και ο Ηλίας, μολονότι ανέστησε νεκρό[βλ. Γ΄Βασ. 17,17-24], αλλά όμως αυτοί ανέστησαν απείρους και όλα αυτά πριν ακόμη τους δοθεί η χάρη του αγίου Πνεύματος.
Τους παρουσιάζει λοιπόν εμπρός στους μαθητές και γι’ αυτόν τον λόγο· διότι ήθελε να τους κάνει να μιμηθούν με πολύ ζήλο την ικανότητα εκείνων να καθοδηγούν τον λαό, καθώς επίσης και τη ρωμαλεότητά τους και την ακαμψία τους, και να γίνουν επιεικείς, όπως ο Μωυσής, και ζηλωτές όπως ο Ηλίας, και προστάτες του λαού όπως εκείνοι· διότι ο μεν Ηλίας προκάλεσε πείνα τριών ετών προς χάριν του Ιουδαϊκού λαού, ενώ ο Μωυσής έλεγε: «Καὶ νῦν εἰ μὲν ἀφεῖς αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν αὐτῶν, ἄφες· εἰ δὲ μή, ἐξάλειψόν με ἐκ τῆς βίβλου σου, ἧς ἔγραψας(:Και τώρα εάν φανείς ευσπλαχνικός και συγχωρήσεις την αμαρτία τους αυτήν, συγχώρεσέ τους. Εάν όμως δεν τους συγχωρέσεις, εξάλειψε μαζί με αυτούς και εμένα από το βιβλίο σου, στο οποίο με έχεις γράψει”)»[Έξ.32,32].
Όλα αυτά λοιπόν τους τα υπενθύμιζε παρουσιάζοντας τον Μωυσή και τον Ηλία μπροστά στα μάτια τους· καθόσον παρουσίασε αυτούς περιβεβλημένους με τη δόξα τους, όχι για να αρκεστούν μόνο σε αυτά, αλλά και για να υπερπηδήσουν τα εμπόδια. Όταν λοιπόν ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης είδαν τους απεσταλμένους να γυρίζουν περιφρονημένοι και είπαν: «Κύριε, θέλεις εἴπωμεν πῦρ καταβῆναι ἀπὸ οὐρανοῦ καὶ ἀναλῶσαι αὐτούς, ὡς καὶ Ἠλίας ἐποίησε;(:Κύριε, έχουμε την άδειά σου και τη σύμφωνη γνώμη σου να πούμε να κατεβεί φωτιά απ’ τον ουρανό και να τους κατακάψει, όπως το έκανε παλιότερα και ο Ηλίας στους ανθρώπους του Οχοζία;)»[Λουκά 9,54]και ανέφεραν τον Ηλία που αυτός είχε κάνει αυτά, τους επέπληξε και είπε: «Οὐκ οἴδατε ποίου πνεύματός ἐστε ὑμεῖς(:Δεν ξέρετε ακόμη τι διαθέσεων και φρονημάτων ανθρώπους σάς κάνει η νέα πνευματική δύναμη και ζωή που μεταδίδει η διδασκαλία μου και η χάρη του Πνεύματός μου. Δεν είστε άνθρωποι και διδάσκαλοι του πνεύματος της οργής και τιμωρίας που επικρατούσε στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά του πνεύματος της πραότητας, της μακροθυμίας και της αγάπης, που δεν καταστρέφει, αλλά σώζει)»[Λουκ.9,55] προετοιμάζοντάς τους για την ανεξικακία, δια της ποικιλίας των χαρισμάτων.
Και ας μη νομίζει κανείς ότι αποδίδουμε ατέλειες στον Ηλία· δεν λέμε αυτό, καθόσον ήταν τέλειος κατά πάντα, αλλά ήταν τέλειος για τη δική του εποχή, όταν η πνευματικότητα των ανθρώπων ήταν πολύ ακόμη παιδική και χρειάζονταν αυτήν την παιδαγωγία· διότι και ο Μωυσής, σύμφωνα με αυτά, ήταν τέλειος, αλλά όμως οι απαιτήσεις από τους μαθητές πλέον είναι πολύ πιο μεγαλύτερες από ό,τι από εκείνον[βλ.Ματθ.5,20: «Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι ἐὰν μὴ περισσεύσῃ ἡ δικαιοσύνη ὑμῶν πλεῖον τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν(:διότι σας λέω ότι εάν η αρετή σας δεν υπερτερήσει και δεν ξεπεράσει κατά πολύ την επιφανειακή και τυπική αρετή των γραμματέων και Φαρισαίων, δεν θα εισέλθετε στη βασιλεία των ουρανών)»].
Πράγματι οι μαθητές του Κυρίου δεν μετέβησαν απλώς στην Αίγυπτο, αλλά σε ολόκληρη την οικουμένη, που ήταν και πολύ χειρότερη από την Αίγυπτο. Ούτε πήγαν για να συνομιλήσουν με τον Φαραώ, αλλά για να παλέψουν με τον διάβολο, αυτόν τον ίδιο τον τύραννο της κακίας· καθόσον τα έργο τους ήταν και εκείνο, να τον δέσουν και να αρπάξουν όλα τα πράγματά του. Και όλα αυτά τα έκαναν όχι χωρίζοντας στα δύο τη θάλασσα, αλλά τον βυθό της ασέβειας, που είχε πολύ πιο φοβερά κύματα, χρησιμοποιώντας τη ράβδο από τη ρίζα Ιεσσαί. Σκέψου λοιπόν πόσα ήσαν εκείνα που φόβιζαν τους ανθρώπους αυτούς, τους Αποστόλους: ο θάνατος, η πτώχεια, η ασημότητα, τα άπειρα στον αριθμό πάθη· και πολύ περισσότερο έτρεμαν γι’ αυτά, παρά οι Ιουδαίοι τότε για το πέλαγος εκείνο. Αλλά όμως ο Κύριος τους έπεισε να ριψοκινδυνεύσουν, αδιαφορώντας για όλα αυτά, και να τα διαβούν σαν δια ξηράς με απόλυτη ασφάλεια.
Με σκοπό λοιπόν να τους προετοιμάσει για όλα αυτά, τους παρουσίασε εκείνους που διέπρεψαν κατά την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης. Τι λέγει λοιπόν ο ενθουσιώδης Πέτρος; «Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι(:Κύριε, είναι ωραία εμείς να μείνουμε εδώ)»[Ματθ.17,4]· διότι, επειδή άκουσε ότι είναι ανάγκη ο Ιησούς να επιστρέψει στα Ιεροσόλυμα και να υποστεί τα πάθη Του, φοβούμενος ακόμη και τρέμοντας γι΄ Αυτόν, δεν τολμά και μετά την επιτίμηση να Τον πλησιάσει και να Του πει τα ίδια λόγια, δηλαδή να προσπαθήσει να αποτρέψει τον Διδάσκαλό του από τη μετάβαση στην Ιερουσαλήμ και το Πάθος, αλλά όμως τελικά εξαιτίας εκείνου του φόβου υπαινίσσεται τα ίδια με άλλα λόγια[ Ματθ.16,22: «Καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ λέγων· ἵλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο (:Τότε ο Πέτρος, αφού Τον πήρε ιδιαιτέρως, άρχισε ζωηρά να Τον προτρέπει και να Του λέει: “Ο Θεός να σε φυλάξει απ’ αυτό, Κύριε. Δεν πρέπει να συμβεί αυτό που είπες σε Σένα τον Μεσσία”)»].
Επειδή δηλαδή είδε όρος και μεγάλη την απόσταση από τις κατοικημένες περιοχές και μεγάλη ερημία, σκέφτηκε ότι ήταν πολύ ασφαλής ο Διδάσκαλός Του εξαιτίας του τόπου· και όχι μόνο εξαιτίας του τόπου, αλλά και με το να μην επιστρέψει ποτέ πλέον στα Ιεροσόλυμα. Θέλει δηλαδή ο Πέτρος να μείνει για πάντα εκεί και για τούτο φέρνει στη θύμησή του τις σκηνές. «Διότι», λέγει μέσα του, «εάν επρόκειτο να συμβεί αυτό, δηλαδή να μέναμε πλέον μόνιμα όλοι μας εδώ στις σκηνές αυτές, δεν θα επιστρέφαμε στα Ιεροσόλυμα· και εάν δεν επιστρέψουμε εκεί, δεν θα πεθάνει ο Διδάσκαλος· διότι εκεί είπε ότι θα Του επιτεθούν οι γραμματείς».
Ωστόσο, δεν τόλμησε βέβαια να ομιλήσει έτσι ανοιχτά στον Διδάσκαλό του· θέλοντας όμως να πραγματοποιήσει αυτά, έλεγε με ασφάλεια· «Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι· εἰ θέλεις, ποιήσωμεν ὧδε τρεῖς σκηνάς, σοὶ μίαν καὶ Μωσεῖ μίαν καὶ μίαν Ἠλίᾳ (:Κύριε, είναι ωραία εμείς να μείνουμε εδώ· αν θέλεις, ας κάνουμε εδώ τρεις σκηνές˙ μία για Εσένα και μία για τον Μωυσή και μία για τον Ηλία)»[Ματθ.17,4]. «Ο Ηλίας, που έδωσε εντολή και ρίχτηκε φωτιά από τον ουρανό, και ο Μωυσής, που μπήκε μέσα στον θείο γνόφο και συνομίλησε με τον Θεό. Έτσι κανείς δεν θα μάθει πού βρισκόμαστε».
Είδες τον ενθουσιώδη φίλο του Χριστού; Βέβαια μην εξετάζεις αυτό, το ότι δηλαδή δεν ήταν ενδεδειγμένος ο τρόπος της παρακλήσεώς του, αλλά εξέτασε το πόσο ενθουσιώδης ήταν, πώς κατακαιγόταν από ειλικρινή αγάπη για τον Χριστό· διότι το ότι αυτά δεν τα έλεγε φοβούμενος τόσο πολύ για τον εαυτό του, άκουσε τι λέγει, όταν ανακοίνωσε ο Χριστός τη σύλληψη και τον θάνατο που έμελλε να υποστεί: «Ἐάν με δέῃ συναποθανεῖν σοι, οὐ μή σε ἀπαρνήσομαι(:Εάν χρειαστεί να πεθάνω και εγώ μαζί Σου, για κανένα λόγο δεν θα Σε αρνηθώ)»[Μάρκ.14,31] και: «Κἂν δέῃ με σύν σοι ἀποθανεῖν, οὐ μή σε ἀπαρνήσομαι(:Δεν θα Σε αρνηθώ ποτέ, ακόμη και αν χρειαστεί να πεθάνω μαζί Σου)» [Ματθ.26,35]. Πρόσεξε επίσης πώς ο Πέτρος ριψοκινδύνευε, αν και βρισκόταν μέσα στους κινδύνους. Μολονότι δηλαδή ήταν περικυκλωμένος από τόσο πλήθος ανθρώπων, όχι μόνο δεν έφυγε, αλλά αφού έβγαλε το μαχαίρι, έκοψε το αυτί του δούλου του αρχιερέως. Άρα λοιπόν δεν τον ενδιέφερε για τον εαυτό του, αλλά έτρεμε για τον Διδάσκαλό του.
Στη συνέχεια λοιπόν, επειδή διακήρυξε τη γνώμη του, σταματά για λίγο την ορμή του, και σκεπτόμενος μήπως και πάλι επιτιμηθεί από τον Διδάσκαλο, λέγει: «Εἰ θέλεις, ποιήσωμεν ὧδε τρεῖς σκηνάς, σοὶ μίαν καὶ Μωσεῖ μίαν καὶ μίαν Ἠλίᾳ(:Εάν θέλεις, ας κάνουμε εδώ τρεις σκηνές, μία για Εσένα, μία για τον Μωυσή και μία για τον Ηλία)». Τι είναι αυτό που λέγεις, Πέτρε; Δεν διαχώρισες προ ολίγου τον Κύριο από τους δούλους; Πάλι Τον κατατάσσεις μεταξύ των δούλων;
Βλέπεις πόσο πολύ ατελείς ήσαν πνευματικώς πριν από τη σταύρωσή Του; Διότι μολονότι ο Πατήρ τού απεκάλυψε τα περί του Χριστού, αλλά όμως δεν κατείχε διαρκώς την αποκάλυψη, και για αυτόν τον λόγο συγκλονίστηκε από την αγωνία, όχι μόνο από αυτήν που προανέφερα, αλλά και από άλλη που οφειλόταν στο ότι είδε εκείνους. Θέλοντας λοιπόν οι άλλοι ευαγγελιστές να δηλώσουν αυτό, καθώς και ότι όλα αυτά τα έλεγε εξαιτίας της συγχύσεως της σκέψεώς του, η οποία σύγχυση οφειλόταν στην αγωνία που τον κατέλαβε, έλεγαν, ο μεν ευαγγελιστής Μάρκος, ότι «οὐ γὰρ ᾔδει τί λαλήσῃ· ἦσαν γὰρ ἔκφοβοι (:και τα είπε αυτά ο Πέτρος χωρίς να σκεφτεί ότι ούτε ήταν δυνατόν οι δύο ουράνιοι επισκέπτες να παραμείνουν μόνιμα στη γη, ούτε χρειάζονταν σκηνές αυτοί που είχαν ως κατοικία τους τον ουρανό. Αλλά ο Πέτρος τα είπε αυτά διότι δεν ήξερε τι να πει, επειδή έπαθε σύγχυση· διότι αυτός και οι δύο άλλοι μαθητές είχαν κυριευθεί από φόβο που παρέλυσε τη σκέψη τους)»[Μάρκ.9,6].
Ο ευαγγελιστής Λουκάς πάλι, αφού είπε ο Πέτρος: «Ἐπιστάτα, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι· καὶ ποιήσωμεν σκηνὰς τρεῖς, μίαν σοὶ καὶ μίαν Μωϋσεῖ καὶ μίαν Ἠλίᾳ(:Διδάσκαλε, είναι ωραία να μείνουμε εδώ. Ας κάνουμε λοιπόν τρεις σκηνές, μία για σένα, μία για τον Μωυσή και μία για τον Ηλία)», συμπλήρωσε σχολιάζοντας ότι «μὴ εἰδὼς ὃ λέγει(:και τα είπε αυτά ο Πέτρος νομίζοντας ότι ο Κύριος και οι δύο προφήτες είχαν ανάγκη σκηνών και ότι η ένδοξη Μεταμόρφωσή Του θα παρατεινόταν παντοτινά και θα προλαμβανόταν έτσι το σταυρικό Του πάθημα, ο θάνατος και η έξοδός Του. Συνεπώς ο Πέτρος δεν ήξερε τι έλεγε)»[Λουκ.9,33].
Στη συνέχεια, για να δηλώσει ότι ήταν κυριευμένος από πολύ φόβο, και αυτός και οι υπόλοιποι μαθητές, λέγει: «Ὁ δὲ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ἦσαν βεβαρημένοι ὕπνῳ· διαγρηγορήσαντες δὲ εἶδον τὴν δόξαν αὐτοῦ καὶ τοὺς δύο ἄνδρας τοὺς συνεστῶτας αὐτῷ(:Στο μεταξύ ο Πέτρος και οι σύντροφοί του είχαν κυριευτεί από βαρύ νυσταγμό. Σε λίγο όμως αποτίναξαν από πάνω τους τη νύστα και είδαν τη δόξα Του και τους δύο άνδρες που στέκονταν μαζί Του)»[Λουκ.9,32]. Στην περίπτωση αυτή «ύπνο» ονομάζει τη βαθιά νάρκη στην οποία περιέπεσαν εξαιτίας της θέας εκείνης. Όπως ακριβώς δηλαδή το μάτι θαμπώνεται από την υπερβολική λάμψη, το ίδιο ακριβώς έπαθαν τότε και αυτοί· διότι βέβαια δεν ήταν νύκτα, αλλά ημέρα, και η υπερβολική λάμψη αύξανε την αδυναμία των ματιών.
Τι λοιπόν; Ο Κύριος Ιησούς μεν δεν λέγει τίποτε, ούτε ο Μωυσής, ούτε ο Ηλίας, αλλά ομιλεί τότε ο Πατέρας, ο μεγαλύτερος από όλους και ο πιο αξιόπιστος[βλ. Ιω.14,28: «Ἠκούσατε ὅτι ἐγὼ εἶπον ὑμῖν, ὑπάγω καὶ ἔρχομαι πρὸς ὑμᾶς· εἰ ἠγαπᾶτέ με, ἐχάρητε ἂν ὅτι εἶπον, πορεύομαι πρὸς τὸν πατέρα· ὅτι ὁ πατήρ μου μείζων μού ἐστι(:Όχι μόνο δεν πρέπει να ταράζεστε, αλλά μάλλον θα πρέπει να χαίρεστε. Ακούσατε αυτό που σας είπα, ότι πηγαίνω στον Πατέρα μου, αλλά μετά από λίγο θα έλθω και πάλι κοντά σας. Εάν με αγαπούσατε, θα είχατε πλημμυρίσει από χαρά που σας είπα “πηγαίνω στον Πατέρα μου”, διότι ο Πατέρας μου είναι ανώτερος από εμένα, επειδή εγώ τώρα έχω λάβει την ανθρώπινη φύση και τη μορφή δούλου και συνεπώς ως άνθρωπος είμαι κατώτερος του Πατρός. Όταν όμως επιστρέψω στον Πατέρα μου, θα υψωθώ και θα δοξαστώ και ως άνθρωπος˙ και έτσι θα υψώσω και θα δοξάσω όλη την ανθρώπινη φύση, και συνεπώς και εσάς και όλους γενικότερα τους πιστούς. Γι’ αυτό έπρεπε να χαρείτε. Αλλά εσείς λυπηθήκατε)»] · αφήνει να ακουστεί η φωνή Του μέσα από τη νεφέλη.
Γιατί από τη νεφέλη; Επειδή με αυτόν τον τρόπο αποκαλύπτεται πάντοτε ο Θεός: «Νέφη καὶ γνόφος κύκλῳ αὐτοῦ(:απρόσιτη και ακατάληπτη είναι η τελειότητά Του, σαν νεφέλη και γνόφος απλώνεται γύρω Του)»[Ψαλμ.96,2] και: «Ἰδοὺ Κύριος κάθηται ἐπὶ νεφέλης κούφης(:ιδού, ο Κύριος κάθεται επάνω σε ελαφρά ταχυκίνητη νεφέλη)»[Ησ.19,1]· και αλλού πάλι: «Ὁ στεγάζων ἐν ὕδασι τὰ ὑπερῷα αὐτοῦ, ὁ τιθεὶς νέφη τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ(:Ο Κύριος είναι Εκείνος, ο οποίος στεγάζει τα ανώτερα στρώματα του ουρανού με ύδατα νεφών, Αυτός που επιβαίνει επάνω στα νέφη σαν σε πολυτελή ταχέα άρματα)»[Ψαλμ.103,3] και: «Καὶ ταῦτα εἰπὼν βλεπόντων αὐτῶν ἐπήρθη, καὶ νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτὸν ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν(:και αφού τα είπε αυτά, ενώ εκείνοι Τον έβλεπαν, ανυψώθηκε προς τον ουρανό, και ένα σύννεφο παρουσιάστηκε σαν όχημα κάτω απ’ Αυτόν και Τον πήρε από τα μάτια τους)»[Πράξ.1,9]· και: «Ἐθεώρουν ἐν ὁράματι τῆς νυκτὸς καὶ ἰδοὺ μετὰ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ ὡς υἱὸς ἀνθρώπου ἐρχόμενος ἦν καὶ ἕως τοῦ παλαιοῦ τῶν ἡμερῶν ἔφθασε καὶ ἐνώπιον αὐτοῦ προσηνέχθη(:έβλεπα μετά προσοχής στο όραμα της νυκτός και ιδού κάποιος, ως υιός ανθρώπου, ερχόταν επί των νεφελών του ουρανού, έφθασε εμπρός στον Παλαιό των ημερών και οδηγήθηκε προς Αυτόν υπό των αγγέλων εν δόξη)»[Δαν.7,13].
Έρχεται λοιπόν η φωνή από τη νεφέλη για να πιστέψουν ότι είναι φωνή του Θεού η φωνή που ακούγεται. Και η νεφέλη ήταν φωτεινή· διότι «ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ νεφέλη φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς, καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε (:κaι ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, ξαφνικά μια νεφέλη γεμάτη φως τους σκέπασε. Και ξαφνικά ακούστηκε φωνή από τη νεφέλη που έλεγε: “Αυτός είναι ο Υιός μου, που εξαιρετικά Τον αγαπώ και στον Οποίο ευαρεστήθηκα. Να υπακούτε σε Αυτόν”)»[Ματθ.17,5].
Ώστε λοιπόν, όταν μεν απειλεί, παρουσιάζει νεφέλη σκοτεινή, όπως ακριβώς στο όρος Σινά· διότι λέγει: «Εἰσῆλθε γὰρ εἰς τὴν νεφέλην καὶ εἰς τὸν γνόφον ὁ Μωϋσῆς, καὶ ὡς ἀτμὶς, οὕτως ἐφέρετο ὁ καπνός(:εισήλθε ο Μωυσής μέσα στη νεφέλη και τον γνόφο και ο καπνός σαν ατμός κατευθυνόταν προς τα επάνω)»[Έξ.24,18]· και ο προφήτης, ομιλώντας για την απειλή του Θεού, λέγει: «Καὶ ἔθετο σκότος ἀποκρυφὴν αὐτοῦ· κύκλῳ αὐτοῦ ἡ σκηνὴ αὐτοῦ, σκοτεινὸν ὕδωρ ἐν νεφέλαις ἀέρων(:Σκότος άπλωσε ολόγυρά Του και απέκρυψε το άπειρο μεγαλείο Του. Γύρω Του απλώθηκε η σκηνή του κατασκευασμένη όχι από υφάσματα και δέρματα, αλλά από σκοτεινά νέφη βροχής, τα οποία μεταφέρονται από τους πνέοντες ανέμους)»[Ψαλμ.17,12].
Στην περίπτωση όμως αυτήν, επειδή δεν ήθελε να τους φοβίσει, αλλά να τους διδάξει, παρουσιάζει νεφέλη φωτεινή. Και ο μεν Πέτρος έλεγε: «Ας στήσουμε τρεις σκηνές», Αυτός όμως παρουσίασε αχειροποίητη σκηνή. Για τον λόγο αυτόν στην περίπτωση εκείνη παρουσιάζεται καπνός και ατμός καμίνου, ενώ εδώ φως απερίγραπτο και ακούγεται φωνή. Στη συνέχεια για να αποδειχτεί ότι η φωνή που ακούστηκε δεν αναφερόταν για τον ένα απλώς από τους τρεις, αλλά μόνο για τον Χριστό, εκείνοι εξαφανίστηκαν· διότι οπωσδήποτε, εάν τα λόγια εκείνα αναφέρονταν απλώς για τον ένα από αυτούς, δεν θα ήταν δυνατόν να μείνει μόνος ο Χριστός και να απομακρυνθούν οι άλλοι δύο.
Τι λοιπόν; Η νεφέλη δεν σκίασε μόνο τον Χριστό, αλλά και όλους τους άλλους; Εάν σκίαζε μόνο τον Χριστό, ενδεχομένως να νομιζόταν ότι Αυτός ήταν εκείνος από τον οποίο ακούστηκε η φωνή. Για τον λόγο αυτόν και ο ευαγγελιστής προφυλάσσοντας από ένα τέτοιο ενδεχόμενο, λέγει ότι η φωνή ακούστηκε μέσα από τη νεφέλη, δηλαδή από τον Θεό. Και τι λέγει η φωνή; «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός». Εάν όμως, Πέτρε, Αυτός είναι ο αγαπητός, μη φοβάσαι. Βέβαια έπρεπε εσύ και την δύναμή Του να γνωρίζεις ήδη και να είχες πειστεί για την ανάστασή Του, επειδή όμως τα αγνοείς αυτά, πάρε θάρρος τουλάχιστον από τη φωνή του Πατρός· διότι εάν ο Θεός είναι δυνατός, όπως και είναι οπωσδήποτε δυνατός, είναι ολοφάνερο ότι είναι ομοίως και ο Υιός. Μη φοβάσαι λοιπόν τις δοκιμασίες. Εάν όμως ακόμη δεν το πιστεύεις αυτό, τουλάχιστον αναλογίσου εκείνο, ότι είναι Υιός του Θεού και αγαπάται από Αυτόν· διότι λέγει: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός». Εάν λοιπόν αγαπάται από τον Θεό-Πατέρα, μη φοβάσαι· διότι κανείς δεν εγκαταλείπει αυτόν που αγαπά. Μην ανησυχείς λοιπόν· και αν ακόμη τον αγαπάς απείρως, όμως δεν Τον αγαπάς όσο ακριβώς τον αγαπά Εκείνος που Τον γέννησε.
«ἐν ᾧ εὐδόκησα(:στον Οποίο ευαρεστήθηκα)». Βέβαια δεν Τον αγαπά μόνο επειδή Τον γέννησε, αλλά και επειδή είναι ίσος κατά πάντα και έχει την ίδια γνώμη με τον Πατέρα. Άρα είναι διπλή η αγάπη Του, ή καλύτερα και τριπλή· επειδή δηλαδή είναι Υιός, επειδή είναι αγαπητός και επειδή σε Αυτόν επέδειξε όλη την ευαρέσκειά Του. Και τι σημαίνει «ἐν ᾧ εὐδόκησα»; Είναι σαν να έλεγε «στον Οποίο αναπαύομαι, στον Οποίο νιώθω ευχαρίστηση». Για το ότι είναι απολύτως ίσος κατά πάντα προς τον Πατέρα και είναι μία η θέληση Αυτού και του Πατρός Του, και χωρίς να παύει να είναι Υιός, είναι κατά πάντα ένα προς Αυτόν που Τον γέννησε. «Αὐτοῦ ἀκούετε(:σε Αυτόν να υπακούτε)». Ώστε λοιπόν και αν ακόμη θελήσει να σταυρωθεί, δεν πρέπει να αντισταθείς.
«Καὶ ἀκούσαντες οἱ μαθηταὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα καὶ προσελθὼν ὁ Ἰησοῦς ἥψατο αὐτῶν καὶ εἶπεν· ἐγέρθητε καὶ μὴ φοβεῖσθε. ἐπάραντες δὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν οὐδένα εἶδον εἰ μὴ τὸν Ἰησοῦν μόνον (:μόλις οι μαθητές άκουσαν τη φωνή αυτή, έπεσαν με το πρόσωπο στο χώμα και φοβήθηκαν πάρα πολύ. Τότε τους πλησίασε ο Ιησούς, τους άγγιξε και τους είπε: “Σηκωθείτε και μη φοβάστε”. Και όταν αυτοί σήκωσαν τα μάτια τους, δεν είδαν κανέναν άλλο παρά μόνο τον Ιησού)» [Ματθ.17,6-8].
Γιατί καταλήφθηκαν από έκπληξη όταν τα άκουσαν αυτά; Καθόσον βέβαια και πριν από αυτά που συνέβησαν εδώ, ακούστηκε παρόμοια φωνή στον Ιορδάνη και ήταν παρόν εκεί πολύ πλήθος ανθρώπων, και όμως κανείς δεν έπαθε τότε κάτι παρόμοιο· και στη συνέχεια πάλι, όταν έλεγαν ότι έγινε βροντή [Ιω.12, 28-29: «Πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα. ἦλθεν οὖν φωνὴ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· καὶ ἐδόξασα καὶ πάλιν δοξάσω. ὁ οὖν ὄχλος ὁ ἑστὼς καὶ ἀκούσας ἔλεγε βροντὴν γεγονέναι· ἄλλοι ἔλεγον· ἄγγελος αὐτῷ λελάληκεν(:”Πάτερ, οτιδήποτε κι αν πρόκειται να πάθω, φέρε Εσύ σε αίσιο τέλος το έργο της σωτηρίας και απολυτρώσεως των ανθρώπων και δόξασε έτσι το όνομά Σου”. Τότε ήλθε ως απάντηση στην επίκληση αυτή του Ιησού μια φωνή από τον ουρανό που έλεγε: “Το όνομά μου το δόξασα με τη δράση Σου μέχρι τώρα ανάμεσα στον Ισραήλ, και θα το δοξάσω και πάλι με το ένδοξο Πάθος Σου και την Ανάστασή Σου και με την εξάπλωση του Ευαγγελίου στα έθνη”. Μετά λοιπόν από τη φωνή αυτή, ο πολύς λαός που στεκόταν εκεί και άκουσαν τον ήχο της, χωρίς όμως να ξεχωρίσουν και τα λόγια, έλεγαν ότι έγινε βροντή. Άλλοι έλεγαν ότι ένας άγγελος Τού μίλησε)»], αλλά όμως και τότε δεν έπαθαν τίποτε παρόμοιο.
Πώς λοιπόν συνέβη και έπεσαν στο όρος με το πρόσωπο κατά γης; Διότι ήταν και ερημιά και ύψος και πολλή ησυχία, και μεταμόρφωση γεμάτη από φρίκη, και φως απαστράπτον και νεφέλη μεγάλη και διαρκής, και αυτά όλα ήσαν εκείνα που τους έκαναν να νιώσουν αγωνία. Και το καθετί τους δημιουργούσε έκπληξη, και για τούτο έπεσαν κατά γης γεμάτοι από φόβο και συγχρόνως και Τον προσκύνησαν. Αλλά όμως για να μην παραμείνει επί πολύ ο φόβος μέσα τους και χάσουν τη μνήμη τους, αμέσως τους ελευθέρωσε από την αγωνία και εμφανίζεται Αυτός μόνος και τους δίνει εντολή να μην πουν σε κανένα τα όσα συνέβησαν εδώ, μέχρις ότου αναστηθεί από τους νεκρούς.
Διότι «καὶ καταβαινόντων αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ὄρους ἐνετείλατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· μηδενὶ εἴπητε τὸ ὅραμα ἕως οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ(:και καθώς κατέβαιναν από το βουνό, τους παρήγγειλε ο Ιησούς και τους είπε: Μην πείτε σε κανέναν αυτό που είδατε, μέχρι να αναστηθεί ο Υιός του ανθρώπου από τους νεκρούς˙ τότε δεν θα υπάρχει κίνδυνος άκαιρων ενθουσιασμών του πλήθους, αλλά και το γεγονός αυτό θα καταστεί περισσότερο κατανοητό και πιστευτό)»[Ματθ.17,9].Όσο δηλαδή υψηλότερα ήσαν αυτά που λέγονταν για Αυτόν, τόσο και πιο δύσκολα γίνονταν τότε αποδεκτά από τους πολλούς. Και αυτή ήταν μάλλον η αιτία το ότι το σκάνδαλο, που προερχόταν από τον σταυρό, μεγάλωνε όλο και περισσότερο. Για τον λόγο αυτόν δίνει εντολή να σιωπούν, και όχι απλώς αυτό, αλλά τους υπενθυμίζει και πάλι το πάθος Του, σαν κατά κάποιο τρόπο να τους έλεγε την αιτία για την οποία έδωσε εντολή να σιωπούν· διότι βέβαια δεν τους είπε να μην το πουν σε κανένα ποτέ, αλλά μονάχα μέχρις ότου αναστηθεί εκ νεκρών. Και αφού αποσιώπησε το δυσάρεστο, αποκαλύπτει μόνο αυτό που ήταν ωφέλιμο.
Τι λοιπόν; Μετά από αυτά επρόκειτο να μη σκανδαλίζονται; Όχι φυσικά. Αλλά εκείνο που Τον ενδιέφερε την στιγμή εκείνη ήταν ο χρόνος πριν από τη σταυρική Του θυσία· διότι μετά από όλα αυτά καταξιώθηκαν να λάβουν και το Άγιο Πνεύμα και είχαν και τα θαύματα που συνηγορούσαν για όλα αυτά, και όλα όσα έλεγαν στη συνέχεια γίνονταν εύκολα αποδεκτά, διακηρύττοντας ισχυρότερα και από σάλπιγγα τη δύναμή Του αυτά τα ίδια τα πράγματα και κανένα παρόμοιο σκάνδαλο δεν μεσολάβησε σε εκείνα που συνέβαιναν.
Κατά συνέπεια, τίποτε δεν υπήρχε πιο μακάριο από τους αποστόλους και μάλιστα από τους τρεις εκείνους που καταξιώθηκαν να παρευρεθούν μαζί με τον Κύριο μέσα στη νεφέλη. Αλλά εάν θέλουμε, θα δούμε και εμείς τον Χριστό, όχι φυσικά έτσι όπως Τον είδαν εκείνοι τότε στο όρος, αλλά πολύ πιο λαμπρότερα. Βέβαια δεν θα έλθει στο μέλλον κατά τον ίδιο τρόπο με τότε· διότι τότε μεν, φροντίζοντας για τους μαθητές Του, τόσο μόνο άφησε να φανεί από τη δόξα Του, όσο μπορούσαν να αντέξουν, ενώ κατά τη μελλοντική εμφάνισή Του θα έλθει εν μέσω της δόξης του Πατρός Του, όχι μόνο μαζί με τον Μωυσή και τον Ηλία, αλλά μαζί με την άπειρη στρατιά των αγγέλων, μαζί με τους αρχαγγέλους, μαζί με τα Χερουβίμ, μαζί με τα αμέτρητα εκείνα πλήθη· και δεν θα παρουσιαστεί τότε νεφέλη επάνω από την κεφαλή Του, αλλά και αυτός ο ουρανός θα περιορίσει το μέγεθός του και την όψη του.[…]
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….
Επιλεγμένο απόσπασμα από την ομιλία ΝΖ΄ του Ιερού Χρυσοστόμου
από το Υπόμνημά του στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον
«Καὶ ἐπηρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τί οὖν οἱ γραμματεῖς λέγουσιν ὅτι Ἠλίαν δεῖ ἐλθεῖν πρῶτον;(: και οι μαθητές Του Τον ρώτησαν: “Όταν ο Ηλίας ήλθε και σε χαιρέτησε στο βουνό, έφυγε πάλι. Γιατί λοιπόν οι γραμματείς λένε ότι πριν από την έλευση του Μεσσία πρέπει να έλθει πρώτα ο Ηλίας;”)»[Ματθ.17,10].
Άρα λοιπόν οι γραμματείς δεν το γνώριζαν αυτό από τις Γραφές, αλλά οι ίδιοι έδιναν αυτήν την ερμηνεία σε αυτούς και διαδιδόταν αυτός ο λόγος στο άπειρο πλήθος του λαού, όπως ακριβώς και στην περίπτωση του Χριστού. Για τον λόγο αυτόν και η Σαμαρείτιδα έλεγε: «Οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος Χριστός· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἡμῖν πάντα(:γνωρίζω ότι έρχεται ο Μεσσίας, όνομα που μεταφράζεται με τη λέξη Χριστός. Όταν έλθει Eκείνος, θα μας τα διδάξει όλα)» [Ιω.4,25] · οι ίδιοι επίσης οι γραμματείς ρωτούσαν τον Ιωάννη: «Τί οὖν; Ἠλίας εἶ σύ;(: Ποιος είσαι λοιπόν; Και τι σημαίνει η άρνησή σου αυτή; Είσαι ο Ηλίας, που πρόκειται να εμφανιστεί πριν από τον Μεσσία;)»[Ιω.1,21] .
Βέβαια, όπως προανέφερα, διαδιδόταν ο λόγος και περί του Χριστού και περί του Ηλία, αλλά όμως δεν ερμηνευόταν από εκείνους όπως έπρεπε· διότι οι μεν Γραφές ομιλούν για δύο παρουσίες του Χριστού· και για αυτήν η οποία πραγματοποιήθηκε και για τη μέλλουσα. Θέλοντας ο Παύλος να δηλώσει αυτές, έλεγε: «᾿Επεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι(:διότι με την ενανθρώπηση του Υιού του Θεού φανερώθηκε η χάρις του Θεού, η οποία σώζει όλους τους ανθρώπους. Και μας παιδαγωγεί η χάρις του Θεού ώστε αφού αρνηθούμε την ασέβεια και τις επιθυμίες του μάταιου και αμαρτωλού αυτού κόσμου, να ζήσουμε στη ζωή αυτή με εγκράτεια στον εαυτό μας, με δικαιοσύνη προς τους γύρω μας ανθρώπους και με ευσέβεια προς τον Θεό)» [Τίτ.2,11-12].Αυτή είναι η μία παρουσία. Άκουσε πώς ομιλεί και για την άλλη, τη Δευτέρα· διότι μετά από αυτά πρόσθεσε: «προσδεχόμενοι τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ(:και να ενισχυόμαστε στην ενάρετη ζωή περιμένοντας με χαρά τη μακαριότητα που ελπίζουμε και τη φανέρωση της δόξας του μεγάλου Θεού και σωτήρος μας, του Ιησού Χριστού)» [Τίτ.2,13].
Αλλά και οι προφήτες υπενθυμίζουν και τις δύο παρουσίες του Χριστού. Της μίας λοιπόν, δηλαδή της δεύτερης, θα είναι, λέγουν, πρόδρομος ο Ηλίας[Μαλ.4,4-5: «Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστελῶ ὑμῖν Ἠλίαν τὸν Θεσβίτην, πρὶν ἢ ἐλθεῖν τὴν ἡμέραν Κυρίου τὴν μεγάλην καὶ ἐπιφανῆ,ὃς ἀποκαταστήσει καρδίαν πατρὸς πρὸς υἱὸν καὶ καρδίαν ἀνθρώπου πρὸς τὸν πλησίον αὐτοῦ, μὴ ἐλθὼν πατάξω τὴν γῆν ἄρδην(:Ιδού, εγώ θα στείλω προς εσάς τον Ηλία τον Θεσβίτη, πριν έλθει η ημέρα εκείνη του Κυρίου, η μεγάλη και επιφανής. Αυτός θα αποκαταστήσει δεσμούς αγάπης, την καρδιά του πατέρα προς τον γιο του και την καρδιά του ανθρώπου προς τον πλησίον του, για να μην έλθω εγώ και κτυπήσω εκ θεμελίων την γη)»], διότι της μεν πρώτης πρόδρομος έγινε ο Ιωάννης, τον οποίο ο Χριστός ονόμαζε και Ηλία, όχι επειδή ήταν ο Ηλίας, αλλά επειδή πραγματοποιούσε το έργο εκείνου. Όπως ακριβώς δηλαδή εκείνος θα γίνει πρόδρομος της δευτέρας παρουσίας, έτσι και αυτός υπήρξε πρόδρομος της πρώτης.
Οι γραμματείς όμως συγχέοντας αυτά και παραπλανώντας τον λαό, έκαναν λόγο προς αυτόν μόνο για τη Δευτέρα παρουσία και έλεγαν ότι εάν αυτός είναι ο Χριστός, έπρεπε να ερχόταν πριν από αυτόν ο Ηλίας. Για τον λόγο αυτόν και οι μαθητές ρωτούν: «Πώς οι γραμματείς λένε ότι πρέπει ο Ηλίας να έλθει πρώτος;». Για τούτο και οι Φαρισαίοι αφού έστειλαν ανθρώπους τους προς τον Ιωάννη, τον ρωτούσαν: «Τί οὖν; Ἠλίας εἶ σύ;(: “Λοιπόν, ποιος είσαι; Μήπως είσαι ο Ηλίας;”)» [Ιω.1,21], χωρίς να κάνουν πουθενά λόγο για την πρώτη παρουσία.
Ποια λοιπόν είναι η απάντηση που έδωσε ο Χριστός; Ότι ο μεν Ηλίας θα έλθει τότε πριν από τη Δευτέρα παρουσία Του· και τώρα όμως ήλθε ο ‘’Ηλίας’’, ονομάζοντας έτσι τον Ιωάννη. Αυτός ο Ηλίας ήλθε. Εάν όμως θέλεις τον Θεσβίτη, θα έλθει. Για τον λόγο αυτόν και έλεγε: «Ο μεν Ηλίας θα έλθει και θα τακτοποιήσει όλα». Ποια όλα; Αυτά ακριβώς για τα οποία έλεγε ο προφήτης Μαλαχίας· διότι λέγει: «ὃς ἀποκαταστήσει καρδίαν πατρὸς πρὸς υἱὸν καὶ καρδίαν ἀνθρώπου πρὸς τὸν πλησίον αὐτοῦ, μὴ ἐλθὼν πατάξω τὴν γῆν ἄρδην(:αυτός θα αποκαταστήσει δεσμούς αγάπης, την καρδιά του πατρός προς τον υιό και την καρδιά του ανθρώπου προς τον πλησίον του, για να μην έλθω εγώ και κτυπήσω εκ θεμελίων την γη)» [Μαλ.4,5]. Βλέπεις ακρίβεια προφητικού λόγου; Διότι επειδή ο Χριστός ονόμασε τον Ιωάννη ‘’Ηλία’’, λόγω της ομοιότητας του έργου τους, για να μη νομίσεις ότι το ίδιο νόημα έχουν τώρα τα λόγια του προφήτη, πρόσθεσε και την πατρίδα του, λέγοντας, «τον Θεσβίτη»· ασφαλώς ο Ιωάννης δεν ήταν Θεσβίτης.
Μαζί επίσης με αυτό προσθέτει και άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα, λέγοντας: «για να μη συμβεί να έλθω και να καταστρέψω εκ θεμελίων τη γη», δηλώνοντας με τα λόγια αυτά τη φοβερή Δευτέρα παρουσία Του· διότι κατά την πρώτη δεν ήλθε για να πατάξει τη γη· καθόσον λέγει: «Καὶ ἐάν τίς μου ἀκούσῃ τῶν ῥημάτων καὶ μὴ πιστεύσῃ, ἐγὼ οὐ κρίνω αὐτόν· οὐ γὰρ ἦλθον ἵνα κρίνω τὸν κόσμον, ἀλλ᾿ ἵνα σώσω τὸν κόσμον(:και αν κανείς ακούσει τα λόγια μου και δεν τα πιστέψει ώστε να τα εγκολπωθεί και να τα εφαρμόσει στη ζωή του, εγώ δεν τον καταδικάζω από τώρα, ούτε θα είμαι εγώ ο κύριος αίτιος της καταδίκης του· διότι δεν ήλθα για να κατακρίνω τον κόσμο, αλλά για να σώσω τον κόσμο)»[Ιω.12,47]. Αυτό λοιπόν το είπε για να δηλώσει ότι ο Θεσβίτης θα έλθει πριν από τη Δευτέρα παρουσία Του, κατά την οποία θα γίνει η κρίση. Συγχρόνως επίσης διδάσκει και την αιτία της παρουσίας Του. Και ποια είναι η αιτία αυτή; Για να πείσει, αφού έλθει, τους Ιουδαίους να πιστέψουν στον Χριστό, ώστε να μην εξολοθρευτούν όλοι ριζικώς όταν θα έλθει ο Χριστός.
Για τούτο λοιπόν και ο Κύριος τούς υπενθυμίζει αυτό, λέγοντας «και θα τα τακτοποιήσει όλα», δηλαδή θα επαναφέρει στην ορθή πίστη τους τότε ευρισκόμενους Ιουδαίους[πρβλ. Ρωμ.11, 25-27: « Οὐ γὰρ θέλω ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, τὸ μυστήριον τοῦτο, ἵνα μὴ ἦτε παρ᾿ ἑαυτοῖς φρόνιμοι, ὅτι πώρωσις ἀπὸ μέρους τῷ Ἰσραὴλ γέγονεν ἄχρις οὗ τὸ πλήρωμα τῶν ἐθνῶν εἰσέλθῃ, καὶ οὕτω πᾶς Ἰσραὴλ σωθήσεται, καθὼς γέγραπται· ἥξει ἐκ Σιὼν ὁ ῥυόμενος καὶ ἀποστρέψει ἀσεβείας ἀπὸ Ἰακώβ·καὶ αὕτη αὐτοῖς ἡ παρ᾿ ἐμοῦ διαθήκη, ὅταν ἀφέλωμαι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν(:Σας τα λέγω αυτά, αδελφοί, διότι δεν θέλω να αγνοείτε το μυστήριο αυτό, την αλήθεια δηλαδή που μέχρι τώρα ήταν κρυμμένη και μας φανερώθηκε από τον Θεό. Είναι ωφέλιμο να μάθετε το μυστήριο αυτό, για να μη θεωρείτε οι ίδιοι τους εαυτούς σας φρόνιμους και περιφρονείτε αγέρωχα τους Ισραηλίτες. Και η αλήθεια αυτή είναι ότι έχει γίνει σκλήρυνση σε μέρος του ισραηλιτικού λαού, έως ότου εισέλθει στη βασιλεία του Χριστού ο πλήρης αριθμός των εθνικών που έχει ορίσει ο Θεός. Και έτσι, όταν εκπληρωθεί ο όρος αυτός, ολόκληρος ο ισραηλίτικος λαός ως σύνολο θα σωθεί, όπως έχει γραφεί στις προφητείες του Ησαΐα: “Θα έλθει από τη Σιών ο Eλευθερωτής και θα αποδιώξει τις ασέβειες από τους απογόνους του Ιακώβ. Και αυτή είναι η διαθήκη που θα συνάψω με αυτούς, όταν σηκώσω και εξαλείψω τις αμαρτίες τους”)»].
Για τούτο λοιπόν και το ανέφερε με πάρα πολύ μεγάλη ακρίβεια. Δεν είπε δηλαδή, ότι θα αποκαταστήσει την καρδιά του υιού προς τον πατέρα Του, αλλά «του πατρός προς τον υιό του»· διότι επειδή οι Ιουδαίοι ήσαν πατέρες των αποστόλων, λέγει αυτό, ότι θα οδηγήσει στο να πιστέψουν στις αλήθειες των υιών τους, δηλαδή των αποστόλων, τις καρδιές των πατέρων, δηλαδή τη διάνοια του Ιουδαϊκού γένους.
«Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· Ἠλίας μὲν ἔρχεται πρῶτον καὶ ἀποκαταστήσει πάντα· Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι Ἠλίας ἤδη ἦλθε, καὶ οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, ἀλλ᾿ ἐποίησαν ἐν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν· οὕτω καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μέλλει πάσχειν ὑπ᾿ αὐτῶν. τότε συνῆκαν οἱ μαθηταὶ ὅτι περὶ Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς(:Και ο Ιησούς τούς αποκρίθηκε: “Ο Ηλίας βέβαια, όπως προφήτευσε ο Μαλαχίας, θα ‘ρθει πρώτα και θα αποκαταστήσει όλες τις σχέσεις των ανθρώπων, ώστε αυτοί και να ειρηνεύσουν και να συνδεθούν περισσότερο μεταξύ τους και με τον Θεό. Εγώ όμως σας λέω ότι τώρα πλέον ο Ηλίας ήλθε. Ήλθε δηλαδή ο Ιωάννης, που έμοιαζε σε όλα με τον Ηλία. Αυτός ήταν ο Πρόδρομός Μου, και αυτοί δεν τον αναγνώρισαν, αλλά του έκαναν όσα θέλησαν με τις διεστραμμένες θελήσεις τους. Έτσι και ο Υιός του ανθρώπου πρόκειται να πάθει από αυτούς”. Τότε οι μαθητές κατάλαβαν ότι τους μιλούσε για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή)»[Ματθ.17,11-13].
Από πού όμως το αντιλήφθηκαν αυτό οι μαθητές Του; Ήδη τους είχε πει «Αυτός είναι ο Ηλίας, που πρόκειται να έλθει» ενώ τώρα τους λέγει ότι ήλθε· και πάλι· «θα έλθει ο Ηλίας, ο οποίος θα τα τακτοποιήσει όλα». Μην ανησυχήσεις όμως ούτε να σχηματίσεις τη γνώμη ότι τα λόγια αυτά αντιφάσκουν, επειδή άλλοτε μεν είπε ότι αυτός ήλθε, άλλοτε δε ότι θα έλθει. Όλα αυτά είναι αληθινά· διότι όταν μεν λέγει ότι «θα έλθει ο Ηλίας και θα αποκαταστήσει τα πάντα» εννοεί τον ίδιο τον Ηλία και την επιστροφή των Ιουδαίων που πρόκειται να γίνει τότε, όταν όμως λέγει ότι «Αυτός είναι εκείνος που πρόκειται να έλθει», ονομάζει τότε Ηλία τον Ιωάννη λόγω της ομοιότητας του έργου του. Καθόσον και οι προφήτες τον καθένα από τους διαπρέψαντες βασιλείς τον ονόμαζαν ‘’Δαβίδ’’, και τους Ιουδαίους, εξαιτίας της συμπεριφοράς τους τούς ονόμαζαν ‘’άρχοντες των Σοδόμων’’[Ησ.1,10:«Ἀκούσατε λόγον Κυρίου, ἄρχοντες Σοδόμων(:ακούσατε, λοιπόν, τα λόγια του Κυρίου εσείς, οι άρχοντες, οι οποίοι για τις δικές σας αμαρτίες και τις αμαρτίες του λαού σάς αξίζει να ονομάζεστε άρχοντες Σοδόμων)» και ‘’υιούς των Αιθιόπων’’· διότι, όπως ακριβώς εκείνος θα είναι πρόδρομος της δευτέρας παρουσίας, έτσι και αυτός υπήρξε πρόδρομος της πρώτης παρουσίας Του.
Και δεν τον ονομάζει ‘’Ηλία’’ σε κάθε περίπτωση μόνο για τον λόγο αυτόν, αλλά για να δείξει την πάρα πολύ μεγάλη συμφωνία του με την Παλαιά Διαθήκη και ότι η παρουσία αυτού γινόταν κατόπιν προφητείας. Για τον λόγο αυτό και προσθέτει πάλι, ότι «Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι Ἠλίας ἤδη ἦλθε, καὶ οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, ἀλλ᾿ ἐποίησαν ἐν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν(:Σας λέγω όμως ότι ο Ηλίας ήλθε πριν από εμένα και δεν τον αναγνώρισαν, αλλά του έκαμαν όσα κακά η διεστραμμένη τους καρδία θέλησε)». Και τι σημαίνει «όλα όσα θέλησαν»; Έκλεισαν τον Ιωάννη τον Βαπτιστή-τον οποίο ο Κύριος αποκαλεί Ηλία- στη φυλακή, τον ύβρισαν, τον φόνευσαν, και μετέφεραν την κεφαλή του επάνω σε πινάκιο φαγητού. «Οὕτω καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μέλλει πάσχειν ὑπ᾿ αὐτῶν(:έτσι και ο υιός του ανθρώπου πρόκειται να πάθει από αυτούς”)». Βλέπεις πως πάλι στην κατάλληλη στιγμή τους υπενθυμίζει το πάθος Του, προξενώντας σε αυτούς μεγάλη παρηγοριά από το πάθος του Ιωάννη; Και όχι μόνο κατ’ αυτόν τον τρόπο, αλλά και με το ότι επιτελεί ευθύς αμέσως μεγάλα θαύματα. Καθόσον κάθε φορά που συνέβαινε να ομιλεί για το πάθος Του, αμέσως θαυματουργούσε, και μετά από τους λόγους Του και πριν από τους λόγους Του και αυτό είναι δυνατόν να παρατηρήσει κανείς σε πολλές περιπτώσεις.
«Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι δεῖ αὐτὸν ἀπελθεῖν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ πολλὰ παθεῖν ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ ἀρχιερέων καὶ γραμματέων καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ τῇ τρίτη ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι(:από τότε άρχισε ο Ιησούς να διδάσκει σαφώς και ξεκάθαρα τους μαθητές Του ότι πρέπει Αυτός να πάει στα Ιεροσόλυμα και να πάθει πολλά από τους πρεσβυτέρους και αρχιερείς και γραμματείς και να θανατωθεί και την τρίτη ημέρα να αναστηθεί)»[Ματθ.16,21].Τότε· πότε; Όταν ομολογήθηκε ότι είναι ο Χριστός και ο Υιός του Θεού. Πάλι στο όρος όταν αποκάλυψε σε αυτούς τη θαυμαστή δόξα Του, και οι προφήτες μίλησαν περί της δόξης Του, τους υπενθύμισε το Πάθος Του· διότι αφού τους διηγήθηκε τα σχετικά με τον Ιωάννη, πρόσθεσε: «έτσι και ο Υιός του ανθρώπου πρόκειται να πάθει από αυτούς».
Και μετά από λίγο πάλι, όταν εξεδίωξε τον δαίμονα από τον σεληνιαζόμενο νέο, τον οποίο δαίμονα δεν είχαν καταφέρει οι μαθητές Του να τον εκδιώξουν. Καθόσον και τότε, λέγει: «Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται. καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα(:και ενώ αυτοί περιόδευαν στη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: “Ο Υιός του ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί πολύ σύντομα σε χέρια ανθρώπων, και θα Τον θανατώσουν, και την τρίτη ημέρα από τον θάνατό Του θα αναστηθεί”. Και οι μαθητές λυπήθηκαν πάρα πολύ)» [Ματθ. 17, 22-23].
Και αυτό το έκανε για να ελαττώσει με το μέγεθος των θαυμάτων Του την πάρα πολύ μεγάλη λύπη τους και για να τους παρηγορήσει με κάθε τρόπο· και ακριβώς και στην περίπτωση αυτήν υπενθυμίζοντας σε αυτούς τον θάνατο του Ιωάννη τούς έδινε μεγάλη παρηγορία. Εάν όμως τυχόν έλεγε κάποιος: «Γιατί και τώρα δεν αποστέλλει τον Ηλία, αφού τον αναστήσει, εφόσον η παρουσία του πράγματι είναι πρόξενο τόσων αγαθών;», θα του απαντήσουμε ότι και τότε, θεωρώντας τον Χριστό ως τον Ηλία, δεν πίστευαν σε Αυτόν· διότι λέγει: «Οἱ δὲ εἶπον· οἱ μὲν Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἱερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν (:Και αυτοί Του είπαν: “Άλλοι λένε ότι είσαι ο Ιωάννης ο βαπτιστής και άλλοι ο Ηλίας, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι είσαι ο Ιερεμίας ή ένας από τους παλιούς προφήτες που αναστήθηκε από τους νεκρούς”)»[Ματθ.16,14]. Μεταξύ μάλιστα του Ιωάννη και του Ηλία δεν υπήρχε καμία διαφορά, παρά μόνο ο χρόνος.
«Πώς λοιπόν τότε θα πιστέψουν;», θα πει κάποιος. Καθόσον θα αποκαταστήσει τα πάντα, όχι μόνο επειδή είναι γνωστός, αλλά και επειδή θα διαλάμψει πολύ περισσότερο μέχρι την ημέρα εκείνη η δόξα του Χριστού και σε όλους θα είναι πιο φανερή και από τον ήλιο. Όταν λοιπόν αφού διαδοθεί τόσο πολύ η φήμη και η προσδοκία περί Αυτού, θα έλθει ο Ηλίας ο Θεσβίτης κηρύττοντας τα ίδια με τον Ιωάννη και αναγγέλλοντας και αυτός τον ερχομό του Ιησού, θα δεχτούν ευκολότερα τα λόγια του. Και όταν λέγει: «δεν τον ανεγνώρισαν» είναι σαν να απολογείται και υπέρ αυτών των ίδιων. Και δεν τους παρηγορεί μόνο με αυτόν τον τρόπο, αλλά και με το ότι δείχνει ότι άδικα πάσχει από αυτούς αυτά που πάσχει και με το ότι συγκαλύπτει τα δυσάρεστα με δύο θαύματα, και με το θαύμα της Μεταμορφώσεως στο όρος και με αυτό που πρόκειται να συμβεί στο μέλλον.
Όταν λοιπόν τα άκουσαν αυτά, δεν Τον ρώτησαν πότε θα έλθει ο Ηλίας ή επειδή ήσαν κυριευμένοι από τη λύπη για το πάθος Του ή επειδή φοβούνταν· διότι σε πολλές περιπτώσεις, όταν Τον βλέπουν να μη θέλει να τους πει κάτι καθαρά, σιωπούν στην συνέχεια. Όταν λοιπόν διέμεναν στη Γαλιλαία και είπε: «Ο Υιός του ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί και θα Τον θανατώσουν», πρόσθεσε ο μεν ευαγγελιστής Μάρκος ότι «οἱ δὲ ἠγνόουν τὸ ῥῆμα, καὶ ἐφοβοῦντο αὐτὸν ἐπερωτῆσαι(:αυτοί όμως δεν καταλάβαιναν τον λόγο αυτό για την ανάσταση και απέφευγαν να Του ζητήσουν εξηγήσεις επειδή φοβούνταν μήπως ακούσουν απ’ Αυτόν κάτι άλλο πιο δυσάρεστο ή και επιτιμήσεις· διότι δεν είχαν ακόμη καταλάβει αυτό για το οποίο τους είχε μιλήσει επανειλημμένα)» [Μάρκ.9,32], ο δε ευαγγελιστής Λουκάς ότι: «Οἱ δὲ ἠγνόουν τὸ ῥῆμα τοῦτο, καὶ ἦν παρακεκαλυμμένον ἀπ᾿ αὐτῶν ἵνα μὴ αἴσθωνται αὐτό, καὶ ἐφοβοῦντο ἐρωτῆσαι αὐτὸν περὶ τοῦ ῥήματος τούτου(:αυτοί όμως δεν κατάλαβαν ποια σημασία είχαν αυτά τα λόγια Του˙ το νόημά τους παρέμενε κρυμμένο απ’ αυτούς, για να μην το κατανοήσουν· διότι δεν ήταν ακόμη καιρός να φωτίσει ο Θεός τον νου τους για να κατανοούν τις Γραφές. Εάν το κατανοούσαν παράκαιρα, ήταν επόμενο να κυριεύονται από διαρκή κατήφεια και αποθάρρυνση. Και από ευλάβεια φοβούνταν να Τον ρωτήσουν και δεν είχαν το θάρρος να Του ζητήσουν εξηγήσεις για τα λόγια Του αυτά)»[Λουκά 9,45].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΝΣΤ΄ και ΝΖ΄[κατ’επιλογήν], πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11, σελίδες 539-561 και τόμος 11Α, σελίδες 6-17.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 80-90 και σελ. 115-116.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Η Μεταμόρφωση του Κυρίου Ιησού Χριστού [:Β΄Πέτρ.1,10-19]
ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ
«Διὸ μᾶλλον, ἀδελφοί, σπουδάσατε βεβαίαν ὑμῶν τὴν κλῆσιν καὶ ἐκλογὴν ποιεῖσθαι· ταῦτα γὰρ ποιοῦντες οὐ μὴ πταίσητέ ποτε(: Γι’αυτό, αδελφοί, καταβάλλετε μεγαλύτερη προσπάθεια, με περισσότερη σπουδή και επιμέλεια, ώστε, αποκτώντας τις αρετές αυτές, να διασφαλίσετε και να σταθεροποιήσετε την κλήση σας και την εκλογή σας. Διότι όταν ασκείτε τις αρετές αυτές, δεν θα σκοντάψετε ποτέ πάνω σε κάποιο εμπόδιο, αλλά θα φθάσετε με ασφάλεια στο τέρμα της σωτηρίας σας)» [Β΄Πε.1,10].
«Γι’αυτό», λέγει, «εσείς, αδελφοί μου Χριστιανοί, φροντίστε να κάνετε βέβαιη και αμετάτρεπτη την κλήση και την εκλογή που σας έκανε ο Θεός, ο Οποίος και σας κάλεσε με την προκαταρκτική Του χάρη και τον γραπτό Νόμο, για να πιστέψετε στον Χριστό και σας διάλεξε από τους άλλους ομογενείς σας Ιουδαίους, για να κληρονομήσετε τα αιώνια αγαθά με την πίστη σας στον Χριστό [1]. Πώς όμως θα κάνετε βέβαιη αυτήν την κλήση και εκλογή του Θεού; Εάν αποκτήσετε τις παραπάνω αναφερθείσες αρετές, την πίστη δηλαδή, την αρετή, την γνώση, την εγκράτεια, την υπομονή, την ευσέβεια, την φιλαδελφία και την αγάπη, επειδή εάν αποκτήσετε τις αρετές αυτές με την πράξη και την θεωρία, σίγουρα δεν θα σφάλλετε ποτέ και έτσι δεν θα ξεπέσετε από την κλήση, δηλαδή από το κάλεσμα και από την εκλογή, δηλαδή από το διάλεγμα που σας έκανε ο Θεός».
Και, τρόπον τινά, με τα λόγια αυτά έτσι φαίνεται να λέγει ο Κορυφαίος: «Σας είπα παραπάνω, Χριστιανοί, ότι όποιος δεν έχει τις αρετές αυτές είναι τυφλός, όπως ο τυφλοπόντικας, και δεν βλέπει νοερά τα μυστήρια του Θεού. Η τύφλωση όμως αυτή δεν είναι φυσική και γι’αυτό δεν είναι αγιάτρευτη, αλλά είναι προαιρετική και γι’αυτό είναι ευκολοϊάτρευτη. Γι’αυτό, εάν εσείς με τη δική σας σπουδή και επιμέλεια γυμνάσετε τις πρακτικές δυνάμεις της ψυχής με τις πρακτικές αρετές, τις δε θεωρητικές και γνωστικές δυνάμεις, με τις θεωρητικές αρετές, θα καθαρίσετε τον οφθαλμό της πίστεως για να βλέπει τα του Θεού μυστήρια και έτσι θα τελειωθείτε στην επίγνωση και θεωρία του Θεού και με αυτά θα κάνετε την κλήση και την εκλογή σας βέβαιη, πιστούμενοι και στερεώνοντας την πίστη, στην οποία κληθήκατε και διαλεχθήκατε δια των έργων και των πράξεων»· διότι σχεδόν αναμαρτησία και δυσκινησία ή ακινησία προς το κακό ακολουθεί εκείνους που θα τελειωθούν με την πράξη και θεωρία, κατά τον ιερό Μητροφάνη.
«Οὕτω γὰρ πλουσίως ἐπιχορηγηθήσεται ὑμῖν ἡ εἴσοδος εἰς τὴν αἰώνιον βασιλείαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ(:Δεν θα σκοντάψετε πουθενά· διότι με αυτόν τον τρόπο θα σας χορηγηθεί γενναιόδωρα το κυριότερο: η ανοιχτή και ελεύθερη είσοδος στην αιώνια Βασιλεία του Κυρίου μας και Σωτήρος Ιησού Χριστού)»[Β΄Πε.1,11].
Σε εκείνους, λέγει, που διαπράττουν τις προαναφερθείσες αρετές μέχρι το τέλος, θα δοθεί πλουσίως, δηλαδή θα ανοιχθεί η θύρα της αιωνίας Βασιλείας του Κυρίου, επειδή ο μισθός των εργατών του αμπελώνος του Κυρίου στο τέλος αποδίνεται. Και αν ακόμη δουλεύει κανείς σε αυτόν από την πρώτη ώρα της ημέρας, δηλαδή από την νεότητα της ζωής του, και αν ακόμη δουλεύει από την τρίτη και έκτη ώρα, δηλαδή από το μέσο της ηλικίας του, και αν ακόμη δούλεψε την ενδεκάτη ώρα, δηλαδή στο γήρας του, κανένας από αυτούς όλους δεν παίρνει μισθό, επειδή ο Κύριος του αμπελώνος και δίκαιος Κριτής αποβλέπει στο τέλος της ημέρας, δηλαδή στο τέλος της ζωής του καθενός. Και εκείνους μεν που θα βρει τότε να εργάζονται την αρετή και το αγαθό, τους πληρώνει με τον συμφωνηθέντα μισθό· εκείνους όμως που θα βρει αργούς και που εγκατέλειψαν την εργασία του καλού από αμέλεια, αυτούς αφήνει χωρίς μισθό, μάλλον όμως και τους καταδικάζει. Έτσι αυτό αινιγματικά το φανερώνει ο Θεός με τον Ιεζεκιήλ, λέγοντας: «Δικαιοσύνη δικαίου οὐ μὴ ἐξελεῖται αὐτὸν ἐν ᾗ ἂν ἡμέρᾳ πλανηθῇ, καὶ ἀνομία ἀσεβοῦς οὐ μὴ κακώσῃ αὐτὸν ἐν ᾗ ἂν ἡμέρᾳ ἀποστρέψῃ ἀπὸ τῆς ἀνομίας αὐτοῦ(:Η δικαιοσύνη και αρετή ενός ανθρώπου, ο οποίος ήταν προηγουμένως δίκαιος και ενάρετος, δεν θα τον σώσει, ούτε θα τον αθωώσει, εάν μια ημέρα πλανηθεί και αρχίσει να ζει πλέον ζωής ασεβείας. Αντίθετα, η παρανομία και ασέβεια του ασεβούς ανθρώπου δεν πρόκειται να τον βλάψει, εάν μια ημέρα μετανοήσει και απομακρυνθεί πλέον από την προηγούμενη ζωή της παρανομίας και ασέβειάς του. Ο δίκαιος δεν μπορεί να σωθεί, εάν δεν παραμείνει έως τέλους δίκαιος)»[Ιεζ. 33,12].
«Διὸ οὐκ ἀμελήσω ἀεὶ ὑμᾶς ὑπομιμνήσκειν περὶ τούτων [2], καίπερ εἰδότας καὶ ἐστηριγμένους ἐν τῇ παρούσῃ ἀληθείᾳ(:Αυτό είναι το μέσο με το οποίο θα σας ανοιχτεί διάπλατα η είσοδος στη Βασιλεία των ουρανών. Γι΄αυτό δεν θα αμελήσω, αλλά θα φροντίζω πάντοτε να σας υπενθυμίζω αυτά που σας έγραψα· αν και εσείς βέβαια τα γνωρίζετε και είστε στηριγμένοι στην χριστιανική αλήθεια που διδαχτήκατε, η οποία είναι ολοζώντανη και ολοφάνερη ανάμεσά σας)» [Β΄Πε.1,12].
«Επειδή», λέγει, «η εργασία των αρετών που προαναφέρθηκαν οδηγεί στην Βασιλεία των Ουρανών, γι’αυτό και εγώ θα φροντίσω να σας υπενθυμίζω πάντοτε τις αρετές αυτές». Για να μη σκεφτούν, όμως, οι Χριστιανοί ακούγοντας ότι θα υπενθυμίζει συνεχώς, ότι επειδή είναι αυτοί αμελείς και αργοί, γι’αυτό έτσι τους γράφει και στη συνέχεια από αυτό λυπηθούν, γι΄αυτό προσθέτει ο απόστολος ότι εγώ θα σας τα υπενθυμίζω συνεχώς αυτά, μολονότι εσείς είστε στηριγμένοι και βέβαιοι στην αλήθεια του Ευαγγελίου και ξέρετε καλά ότι η πίστη χωρίς τα ενάρετα έργα είναι αργή και νεκρά, επειδή με την πίστη μαζί με την ενέργεια και με την κατά πράξη θεωρία και την πρόοδο στις αρετές, αξιώνει ο Θεός τους Χριστιανούς της αιώνιας Βασιλείας Του.
«Δίκαιον δὲ ἡγοῦμαι, ἐφ᾿ ὅσον εἰμὶ ἐν τούτῳ τῷ σκηνώματι, διεγείρειν ὑμᾶς ἐν ὑπομνήσει, εἰδὼς ὅτι ταχινή ἐστιν ἡ ἀπόθεσις τοῦ σκηνώματός μου, καθὼς καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς ἐδήλωσέ μοι (:Νομίζω όμως ότι είναι δίκαιο και αποτελεί καθήκον μου ως Αποστόλου να σας καθιστώ άγρυπνους και πρόθυμους, υπενθυμίζοντάς σας τις αλήθειες αυτές, για όσο ζω ακόμη και είμαι στο σώμα αυτό, που είναι προσωρινή σκηνή της ψυχής. Και το καθήκον μου αυτό μου παρουσιάζεται περισσότερο επείγον, διότι γνωρίζω ότι σύντομα και πολύ γρήγορα θα πεθάνω και θα εναποθέσω το σώμα μου στον τάφο, όπως άλλωστε μου το έχει φανερώσει και ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός)» [Β΄Πε.1,13-14].
«Μην νομίζετε», λέγει, «Χριστιανοί, ότι εγώ σας θεωρώ αμελείς και αστήρικτους και γι΄αυτό είπα ότι θα σας ενθυμίζω πάντοτε την εργασία των αρετών και από αυτό λυπείσθε. Όχι. Μην το νομίζετε έτσι. Η αιτία για την οποία είπα τούτο είναι: Πρώτον μεν διότι φοβούμαι την ασθένεια της ανθρώπινης φύσεως και την φυσική μεταβολή που πάσχει η γνώμη του ανθρώπου. Γι΄αυτό έκρινα εύλογο, όσο ευρίσκομαι στο φθαρτό τούτο σώμα, να σας ξυπνώ και να σας προθυμοποιώ με τις διδασκαλίες και υπενθυμίσεις μου. Και δεύτερον, διότι ξέρω ότι γρήγορα αποχωρίζομαι με τον θάνατο από το σώμα τούτο και στην συνέχεια χωρίζομαι και από εσάς, όπως και ο Κύριος μού το φανέρωσε αυτό με κάποια αποκάλυψη».
Δύο πράγματα, λοιπόν, πρέπει να σημειώσουμε στα λόγια αυτά του Κορυφαίου· ότι λέγει ότι πρόκειται να αποθέσει το σώμα του – σαν ένα βάρος και φορτίο και να ελευθερωθεί, για να πείσει και τους Χριστιανούς να καταφρονούν το φθαρτό τούτο σώμα και να νομίζουν τον από του σώματος χωρισμό χαρά και αγαλλίαση, χωρίς να στοχάζονται πως ο θάνατος είναι θάνατος, αλλά πως είναι μία απόθεση του φθαρτού και βαρέος σώματος για λίγο καιρό, επειδή αυτό θα το λάβουν πάλι άφθαρτο και ελαφρό και δοξασμένο με την ανάσταση, όπως αυτό το ίδιο και ο Παύλος αινιγματικά φανερώνοντας έλεγε: «Καὶ γὰρ οἱ ὄντες ἐν τῷ σκήνει στενάζομεν, βαρούμενοι ἐφ᾿ ᾧ οὐ θέλομεν ἐκδύσασθαι, ἀλλ᾿ ἐπενδύσασθαι, ἵνα καταποθῇ τὸ θνητὸν ὑπὸ τῆς ζωῆς (:Εμείς δηλαδή, όσοι είμαστε στο σώμα αυτό που μοιάζει με σκηνή, στενάζουμε σαν να πιεζόμαστε από κάποιο βαρύ φορτίο. Και στενάζουμε, όχι επειδή θέλουμε να εκδυθούμε το σώμα, αλλά επειδή θέλουμε να ενδυθούμε επάνω μας το ουράνιο σώμα, για να αναλωθεί η θνητότητα του σημερινού σώματος από την άφθαρτη ζωή του άλλου)»[Β΄Κορ.5,4].
Και ένα άλλο ακόμη πρέπει να σημειώσουμε, γιατί λέγοντας ο απόστολος πως ο Κύριος τού φανέρωσε την απόθεση του σώματός του, από αυτό μας δίδει να εννοήσουμε ότι πολλές φορές αξιωνόταν της μυστικής εμφανείας και αποκαλύψεως του Κυρίου και μάθαινε από αυτόν την γνώση των αδήλων, όπως και προηγουμένως του αποκαλύφθηκε με την «ὀθόνη» που κατέβηκε από τον ουρανό ότι δέχεται ο Θεός τα έθνη στην επίγνωσή Του[Πράξ.10,11: «Καὶ θεωρεῖ τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγμένον καὶ καταβαῖνον ἐπ᾿ αὐτὸν σκεῦός τι ὡς ὀθόνην μεγάλην, τέσσαρσιν ἀρχαῖς δεδεμένον καὶ καθιέμενον ἐπὶ τῆς γῆς(:Βλέπει τότε -ο Πέτρος- τον ουρανό να ανοίγει, και να κατεβαίνει προς το μέρος του ένα πράγμα που έμοιαζε με σεντόνι μεγάλο και ήταν δεμένο από τις τέσσερις άκρες κα κατέβαινε σιγά – σιγά πάνω στην γη)»].
«Σπουδάσω δὲ καὶ ἑκάστοτε ἔχειν ὑμᾶς μετὰ τὴν ἐμὴν ἔξοδον τὴν τούτων μνήμην ποιεῖσθαι(:Γι΄αυτό θα φροντίσω να είστε σε θέση να διατηρείτε στον νου σας την ανάμνηση των αληθειών αυτών και με γραπτά κείμενα κάθε φορά που η ανάγκη θα το επιβάλλει, ακόμη και μετά τον θάνατό μου)»[ Β΄Πε.1,15].
Το ρητό αυτό κατά τον Θεοφύλακτο και τον Οικουμένιο και τον Μητροφάνη, μερικοί με σχήμα υπερβατό αναγινώσκουν έτσι: «Σπουδάσω δέ καί μετά τήν ἐμήν ἔξοδον ἔχειν ὑμᾶς ἑκάστοτε τήν τούτων μνήμην ποιεῖσθαι». Δηλώνεται λοιπόν με αυτό ότι οι άγιοι και μετά τον θάνατο ενθυμούνται τα της παρούσης ζωής και πρεσβεύουν υπέρ των ζώντων. Επειδή, λοιπόν, παραπάνω είπε ότι «δίκαιο νομίζω εφόσον είμαι στο σώμα, να σας υπενθυμίζω», για να μην νομίσουν μερικοί ότι μετά θάνατον οι άγιοι δεν ωφελούν τους μαθητές τους, γι’ αυτόν τον λόγο, για να αναιρέσει την υπόληψη αυτή και να δείξει πως η εκεί κατάσταση των ψυχών είναι καθαρότερη και λαμπρότερη είπε ότι και μετά θάνατον θα φροντίσω να σας υπενθυμίζω εκάστοτε, δηλαδή πάντοτε, προς διαφορά της παρούσης ζωής, κατά την οποία ευρισκόμενος ο απόστολος και φροντίζοντας για τις εκκλησίες, δεν μπορούσε πάντοτε να τους υπενθυμίζει.
Είναι σαν να τους λέγει ότι μολονότι χωρίζεται η ψυχή μου από το σώμα, αβλαβής όμως και ολόκληρη θα διαφυλαχθεί η ενέργειά της· και το νοερό και οπτικό δεν θα χάσει τελείως, αλλά δραστικότερες και καθαρότερες θα έχει τις δικές της ενέργειες, επειδή ελευθερώθηκε από το παχύ σώμα, το οποίο σαν σύννεφο την εμπόδιζε από τις ακτίνες του νοητού ηλίου. Γι΄αυτό και μετά τον χωρισμό του σώματός μου με μεγαλύτερη προθυμία θα σας φροντίζω και αδιάλειπτα θα παρακαλώ τον φιλάνθρωπο Θεό να σας συνετίσει και να σας κάνει να ενθυμείσθε πάντοτε αυτές τις ψυχωφελείς μου διδασκαλίες, τις οποίες δεν έμαθα από ανθρώπινη σοφία, αλλά από αυτήν που ήλθε στην γη από επάνω και συναναστράφηκε με εμάς, την Ενυπόστατη Σοφία, τον Ιησού Χριστό[3]. Άλλοι όμως εννοούν το ρητό τούτο καθώς είναι και το ερμηνεύουν έτσι: «Εγώ θα φροντίσω, να έχετε πάντοτε και μετά τον θάνατό μου την μνήμη αυτών». Και σαν να λέγει: «Εγώ γι’αυτό συνεχώς φροντίζω να σας υπενθυμίζω αυτά, για να μπορέσω να εντυπώσω στη φαντασία σας τα λόγια μου και να τα κάνω έξη στην ψυχή σας, ώστε και μετά την αποβίωσή μου, να μένουν αυτά βέβαια και ανεξάλειπτα από την καρδιά σας».
«Οὐ γὰρ σεσοφισμένοις μύθοις ἐξακολουθήσαντες ἐγνωρίσαμεν ὑμῖν τὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ δύναμιν καὶ παρουσίαν, ἀλλ᾿ ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος(:Πρέπει να θυμάστε πάντοτε τις αλήθειες αυτές· διότι εγώ και οι άλλοι Απόστολοι δεν βασιστήκαμε σε μύθους φτιαγμένους με φαινομενική σοφία, αλλά σας γνωστοποιήσαμε την δύναμη και την μελλοντική ένδοξη παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, επειδή είδαμε με τα μάτια μας την μεγαλειότητα Εκείνου στην Μεταμόρφωσή Του)»[ Β΄Πε.1,16].
Mε τα λόγια αυτά δύο τινά επιτυγχάνει ο Κορυφαίος Απόστολος του Χριστού. Πρώτον διότι εξοστρακίζει την πολύθεη σοφία των Ελλήνων(ειδωλολατρών), η οποία αποτελείται από μύθους ψευδείς και από επίνοιες τεχνικών και ρητορικών λόγων. Και το μεν ψεύδος της το σκεπάζει αυτή με τα σοφιστικά επιχειρήματα, τους δε ανόητους και άφρονες ελκύει και εξαπατά με το κάλλος των λέξεων. Παρόμοια αποβάλλει με αυτά και την κακοδοξία των αιρετικών, που τότε άρχισαν να βλαστάνουν στον κόσμο και να πλανούν τους πολλούς με τα πλάσματα της διάνοιάς τους, όπως ήταν ο Σίμων ο μάγος και ο Σατορνίλος και ο Κήρινθος και οι οπαδοί τους. Δεύτερον διότι βεβαιώνει ως αληθέστατη και μόνη πραγματική Θεογνωσία την πίστη των Χριστιανών, με την ίδια αυτή αίσθηση των οφθαλμών, επειδή σε κάθε πράγμα πολύ πιστότερη είναι η όρασις από την ακοή και η απόδειξις που προέρχεται από την όραση είναι ασφαλέστερη και βεβαιότερη από την εξ ακοής, μολονότι και η πίστη που προέρχεται μόνον από την ακοή, προξενεί μεγαλύτερο στέφανο από αυτήν που προέρχεται από την όραση, σύμφωνα με τον παρακάτω λόγο του Κυρίου: «Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες(:Μακάριοι και πιο ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που πιστεύουν χωρίς να με έχουν δει με τα μάτια τους, όπως με είδες εσύ. Και θα πιστέψουν έτσι όλα τα μέλη της Εκκλησίας μου στις γενιές που θα έλθουν)»[Ιωάν.20,29].
Με την όραση λοιπόν παρασταίνει ο Κορυφαίος βεβαιότερη την θεϊκή δόξα και μεγαλειότητα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, την οποία έδειξε εν μέρει στο Θαβώρειο όρος, λέγοντας στους Χριστιανούς: «Εμείς, αδελφοί, δεν χρησιμοποιήσαμε μύθους σοφιστικούς και καλλωπισμένους, όπως οι Έλληνες, για να μαγέψουμε τις ακοές σας και να σας παραπλανήσουμε, αλλά χρησιμοποιήσαμε προς εσάς λόγια απλά, λόγια λιτά και λόγια αρρητόρευτα· ούτε χρησιμοποιήσαμε πλάσματα της δικής μας φαντασίας, όπως οι αιρετικοί, για να σας ελκύσουμε στην πίστη του Χριστού, αλλά χρησιμοποιήσαμε εκείνα τα πράγματα που είδαμε με τους ίδιους μας τους οφθαλμούς[4] και με τέτοια απλά λόγια και με τέτοια οφθαλμοφανή πράγματα σάς φανερώσαμε την επί γης παρουσία του Χριστού και την θεοπρεπή Του δύναμη και έτσι σας ελκύσαμε στην πίστη».
«Λαβὼν γὰρ παρὰ Θεοῦ πατρὸς τιμὴν καὶ δόξαν φωνῆς ἐνεχθείσης αὐτῷ τοιᾶσδε ὑπὸ τῆς μεγαλοπρεποῦς δόξης, οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς ὃν ἐγὼ εὐδόκησα(:Διότι εκεί στην Μεταμόρφωση ο Κύριος πήρε από τον Θεό Πατέρα τιμή και δόξα, όταν ακούστηκε γι’ Αυτόν από την ένδοξη μεγαλοπρέπεια του Θεού Πατρός μια τέτοια φωνή: ‘’Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον Οποίο Εγώ ευαρεστήθηκα’’)»[ Β΄Πε.1,17].
Το «λαβών» εδώ ευρίσκεται αντί του «ἒλαβε», επειδή η μετοχή εκλαμβάνεται αντί οριστικού κατά μετάληψιν, επειδή αλλιώς η μετοχή μένει ανανταπόδοτη, επειδή δεν υπάρχει άλλο ρήμα για να αποδοθεί, κατά τον Θεοφύλακτο και τον Οικουμένιο. Λέγει λοιπόν ο Κορυφαίος πως ο Δεσπότης Χριστός έλαβε από τον Πατέρα τιμή και δόξα, όχι καθόσον Θεός και Υιός μονογενής και συναΐδιος με τον Θεό και Πατέρα. Άπαγε! Επειδή καθόσον Θεός, απαρχής και προ των αιώνων είχε την δόξα αυτή και την τιμή. Αλλά λέγει ότι την έλαβε, καθόσον ύστερα έγινε άνθρωπος για εμάς. Αλλά και η φωνή η βροντηθείσα από την μεγαλοπρεπή δόξα, δηλαδή της θεότητος του Πατρός και η οποία είπε: «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα»[Ματθ.3,17], και αυτή λέγω, η φωνή προς τον Χριστό έγινε καθόσον ήταν άνθρωπος και όχι επειδή ήταν συναΐδιος του Πατρός και συνάναρχος Λόγος όπως ερμηνεύει ο ιερός Μητροφάνης[5], αν και η ανθρωπότης του Κυρίου, η οποία προσελήφθη από την Θεότητα καθ’ ένωσιν άρρητον υπήρχε σε μία και στην ίδια υπόσταση· διότι οι δύο φύσεις στο πρόσωπο του Χριστού παρέμειναν αχώριστες και αδιαίρετες μεταξύ τους ενωμένες στη μία και στην ίδια υπόσταση, επειδή διπλός όντας ο Χριστός κατά τις ουσίες και φύσεις, της Θεότητος δηλαδή και της ανθρωπότητος και κατά τις ουσιώδεις και φυσικές τους ιδιότητες και θελήσεις και ενέργειες, απλός είναι κατά την υπόσταση.
Υιός, λοιπόν, αγαπητός του Πατρός έγινε ύστερα και καθόσον ήταν άνθρωπος. Διότι ένας και ο αυτός είναι Υιός, ο Οποίος εγεννήθη εκ του Πατρός προ των αιώνων ως Θεός και ο Οποίος εγεννήθη εκ της Παρθένου στους έσχατους χρόνους, καθόσον ήταν και ο άνθρωπος. Όχι άλλος και άλλος. Ούτε σε δύο Υιούς διαιρούμενος. Άπαγε! Διότι αυτό το κακόδοξο φρόνημα είναι της του Νεστορίου του ανθρωπολάτρου φρενοβλάβειας.
Τι, λοιπόν, εξεφώνησε ο Πατήρ στο Θαβώριο όρος; Ότι ὁ μεταμορφωθείς καί ὑπέρ τόν ἥλιον ἀστράψας εἶναι Υἱός Του ἀγαπητός καί εἰς αὐτόν ηὐδόκησεν. «Εὐδοκία» θα πει, κατά τον της Θεσσαλονίκης μέγα Γρηγόριο, το προηγούμενο θέλημα του Θεού και Πατρός. Γι΄αυτό δείχνει με τον λόγο αυτόν ο άναρχος Πατήρ ένα μυστικότατο και βαθύτατο νόημα, δηλαδή ότι το μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας του Υιού Του ήταν το προηγούμενο θέλημα του Θεού, γι΄αυτό και προεγνώσθη αυτό και προορίστηκε προ της προγνώσεως και του προορισμού όλων των άλλων κτισμάτων, νοητών και αισθητών και ότι όλα τα άλλα κτίσματα και προεγνώσθηκαν και προορίστηκαν να δημιουργηθούν για το μέγα μυστήριο της του αγαπητού Υιού του ενανθρωπήσεως. Βεβαιώνει το νόημα τούτο και ο θεολογικότατος Μάξιμος λέγοντας στην εξηκοστή λύση των αποριών περί του μυστηρίου της θείας οικονομίας, ότι αυτός είναι ο σκοπός και το τέλος, για το οποίο και προγνωρίσθηκαν και προορίστηκαν όλα τα κτίσματα, ενώ αυτό ούτε προγνωρίσθηκε, ούτε προορίσθηκε ,ούτε έγινε για κανένα σκοπό: «Τοῦτο ἐστί τό μακάριον, δι’ ὃ τά πάντα συνέστησαν τέλος. Αυτό είναι ο προεπινοούμενος θείος σκοπός της αρχής των όντων, τον οποίον ορίζοντας λέμε ότι είναι προεπινοούμενο τέλος, εξ’ αιτίας του οποίου τα πάντα, αυτό δε εξ’ αιτίας ουδενός»[6].
Δείχνει δε ακόμη ο άναρχος Πατήρ με την λέξη Του «εὐδόκησεν» ότι ο μονογενής Του Υιός με την ευδοκία και το προηγούμενο θέλημα του Πατρός Του προσέλαβε την του δούλου μορφή και έγινε τέλειος άνθρωπος. Αυτήν την θεοπρεπή και μεγαλοπρεπή φωνή που κήρυξε ο Πατήρ περί του Υιού, προλαβαίνοντας και ο μεγαλοφωνότατος Ησαΐας φώναξε ως εκ μέρους του Θεού και Πατρός, λέγοντας περί του Αγαπητού και του αμπελώνος Αυτού: «Ἄσω δὴ τῷ ἠγαπημένῳ ἆσμα τοῦ ἀγαπητοῦ μου»[Ησ.5,1], στη συνέχεια τελευταίο λέγοντας: « Ὁ γὰρ ἀμπελῶν Κυρίου σαβαὼθ οἶκος τοῦ Ἰσραήλ ἐστι καὶ ἄνθρωπος τοῦ Ἰούδα νεόφυτον ἠγαπημένον»[Ησ.5,7]. Φανερότατο λοιπόν είναι στον καθένα ότι «ἄνθρωπον τοῦ Ἰούδα» ονομάζει τον Δεσπότη Χριστό, που γεννήθηκε κατά το ανθρώπινο από την φυλή του Ιούδα και μόνο Αυτόν ονομάζει «νεόφυτον ἠγαπημένον», επειδή γεννήθηκε από κοιλία παρθενική και έγινε καινούριος άνθρωπος και νέος Αδάμ. Και ο προφήτης Δαβίδ επέγραψε τον 44ο Ψαλμό που προφητεύει φανερά για τον Χριστό με αυτήν την επιγραφή: «Ὠδή ὑπέρ τοῦ ἀγαπητοῦ» [7]. Και αλλού: «Ὁ βασιλεύς τῶν δυνάμεων τοῦ ἀγαπητοῦ» [Ψαλμ.67,13].
«Καὶ ταύτην τὴν φωνὴν ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐξ οὐρανοῦ ἐνεχθεῖσαν, σὺν αὐτῷ ὄντες ἐν τῷ ὄρει τῷ ἁγίῳ(:Και την φωνή αυτή εμείς την ακούσαμε να έρχεται από τον ουρανό, όταν ήμασταν μαζί Του στο όρος Θαβώρ, το οποίο αγιάστηκε με την Μεταμόρφωσή Του)» [ Β΄Πε.1,18].
Αυτό έχει φανερή την εξήγηση, επειδή και οι τρεις μαζί ευαγγελιστές, ο Ματθαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς, οι οποίοι γράφοντας για την του Κυρίου Μεταμόρφωση ότι έλαμψε «το πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος καί τά ἱμάτια αὐτοῦ ἔγιναν λευκά ὡσάν τό φῶς», αυτοί, λέγω, κηρύττουν καθαρά ότι ο κορυφαίος αυτός Πέτρος και Ιάκωβος και Ιωάννης, οι υιοί του Ζεβεδαίου, αυτοί παρόντες με τον Κύριο στο Θαβώριο όρος είδαν με τους αισθητούς οφθαλμούς τους εκείνο το θείο και άκτιστο φως, το οποίο άστραψε περισσότερο από τον ήλιο από το πρόσωπο του Κυρίου και άκουσαν με τα ίδια τους τα αυτιά την βροντώδη εκείνη φωνή που εξεφώνησε ο αγέννητος Πατήρ από τους ουρανούς και είπε: «Οὗτος ἐστίν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα. Αὐτοῦ ἀκούετε». Είπα την φωνή του ανάρχου Πατρός «βροντώδη», διότι, όπως λέει ο θεόσοφος και θεοφόρος Εφραίμ, η φωνή εκείνη έγινε σαν μία φοβερή βροντή και τόσο κρότο έκανε, ώστε έσεισε όλο το Θαβώριο όρος.
Γι΄αυτό και οι μαθητές, όταν την άκουσαν, τόσο πολύ φοβήθηκαν, ώστε δεν μπόρεσαν πλέον να υποφέρουν και να σταθούν στα πόδια τους, αλλά έπεσαν από τον φόβο τους κατά πρόσωπο στην γη[8]. Διότι δεν έπεσαν κατά γης εξαιτίας του φωτός, ούτε εξαιτίας της φωτεινής νεφέλης, αλλά μόνον εξαιτίας της ουράνιας φωνής του Πατρός που ήταν εξακουστή και βροντώδης και μεγαλόηχη· διότι έτσι καθαρά ο ευαγγελιστής Ματθαίος μαρτυρεί: «Ἒτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ νεφέλη φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς, καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε·καὶ ἀκούσαντες οἱ μαθηταὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα(:Κaι ενώ αυτός -ο Πέτρος- μιλούσε ακόμη, ξαφνικά μια νεφέλη γεμάτη φως τούς σκέπασε. Και ξαφνικά ακούστηκε φωνή από την νεφέλη που έλεγε: “Αυτός είναι ο Υιός μου, που εξαιρετικά Τον αγαπώ και στον Οποίο ευαρεστήθηκα. Να υπακούτε σε Αυτόν”. Και μόλις οι μαθητές άκουσαν τη φωνή αυτή, έπεσαν με το πρόσωπο στο χώμα και φοβήθηκαν πάρα πολύ)»[Ματθ.17,5-6]· και βέβαια, αν ο Κύριος δεν πήγαινε να τους πιάσει και με τον λόγο Του να τους ενδυναμώσει και να τους σηκώσει, κινδύνευαν να πεθάνουν από τον φόβο τους εκεί που έπεσαν. Αυτό αινιγματικά ο ίδιος ευαγγελιστής το φανέρωσε λέγοντας: «Καὶ προσελθὼν ὁ ᾿Ιησοῦς ἥψατο αὐτῶν καὶ εἶπεν· ἐγέρθητε καὶ μὴ φοβεῖσθε(:Τότε τους πλησίασε ο Ιησούς, τους άγγιξε και τους είπε: “Σηκωθείτε και μη φοβάστε”)»[Ματθ.17,7] [9].
Ας μην απορεί όμως κανείς γιατί οι μεν τρεις ευαγγελιστές ομόφωνα λέγουν ότι από την φωτεινή νεφέλη βγήκε η φωνή, ο δε Πέτρος λέγει εδώ ότι βγήκε από τον ουρανό· επειδή και η φωτεινή εκείνη νεφέλη ουράνια ήταν και από τον ουρανό και όχι επίγεια και από την γη σαν τις άλλες νεφέλες. Γι΄αυτό κατά συνέπειαν και η φωνή, που ήλθε από την ουράνια νεφέλη φανερό είναι ότι ήλθε από τον ουρανό. Γιατί όμως εδώ ο Πέτρος αποσιώπησε το «Αὐτοῦ ἀκούετε» που είπε ο άναρχος Πατήρ; Ίσως διότι το είπαν οι άλλοι ευαγγελιστές ως ομολογούμενο το άφησε, επειδή εκείνο, που είπε ο ένας και ο άλλος το άφησε. Λέγομε δε και τούτο ότι επειδή ο ευαγγελιστής Μάρκος έγραψε κατ’ επιτροπήν, ή όπως άλλοι θέλουν, καθ’ υπαγόρευση αυτού του κορυφαίου Πέτρου, το δικό του Ευαγγέλιο, σε αυτό γράφει και το «Αὐτοῦ ἀκούετε» [Μάρκ.9,7]. Λοιπόν εκείνο που γράφει ο επιτραπείς Μάρκος, φανερό είναι ότι το γράφει και ο Πέτρος που τον προέτρεψε, και εκείνο που λέγει αυτός στον οποίο υπαγορεύτηκε το ευαγγέλιο, αυτό το λέγει πρώτα αυτός που υπαγόρευσε.
Πρέπει όμως να σημειώσουμε και ότι ο κορυφαίος Πέτρος και δια της ακοής και πολύ περισσότερο δια της οράσεως, γνώρισε ότι ο ένας Χριστός είχε δύο φύσεις, Θεότητα και ανθρωπότητα. Επειδή εκείνον που προηγουμένως έβλεπε ως ταπεινό και που φαινόταν ως ένας από τους ανθρώπους, Αυτόν τον ίδιο πάλι είδε μαζί με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη τον καιρό της θείας Μεταμορφώσεως ως Θεό με την μεγαλειότητα της δόξας Του και της Θεότητος. Γι΄αυτό ο Δαμασκηνός Ιωάννης θεολογικότατα ρητόρευσε: «Μεταμορφώνεται λοιπόν, όχι προσλαβόμενος εκείνο που δεν ήταν, ούτε μεταβαλλόμενος σε αυτό που δεν ήταν, αλλά εκείνο που ήταν στους δικούς Του μαθητές εκφαινόμενος, διανοίγοντας τους οφθαλμούς τους και από τυφλούς που ήταν, κάνοντάς τους να βλέπουν. Και αυτό το ‘’μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν’’, μένοντας δηλαδή Αυτός στην ταυτότητα, από ό,τι πριν εφαίνετο, τώρα φαινόταν άλλος στους μαθητές(‘’ἑωρᾶτο φαινόμενος’’)»[Λόγος στην Μεταμόρφωση].
Ας καταντροπιαστούν, λοιπόν, τόσο οι Μονοφυσίτες και Φαντασιαστές, οι οποίοι λέγουν ότι κατά φαντασίαν ενήργησε ο Χριστός το της οικονομίας μυστήριο, όσο και οι Νεστοριανοί, οι οποίοι δογματίζουν λέγοντας απλό άνθρωπο τον Δεσπότη Χριστό και λέγοντας πως άλλος είναι ο εκ του Πατρός γεννηθείς και άλλος ο εκ της Παρθένου. Μαζί με αυτούς ας ντραπούν και οι παράφρονες εικονομάχοι, οι οποίοι αρνούνται τις δύο φύσεις του Δεσπότου Χριστού και γι΄αυτό δεν θέλουν να εικονίζουν τον χαρακτήρα της περιγραπτής Του ανθρωπότητος, μη κατανοώντας οι ασύνετοι ότι η μεν Θεότης του Χριστού όντας αόρατη και απερίγραπτη και απεριόριστη, κατά συνέπειαν είναι και άγραπτη και ανεξεικόνιστη· ενώ η ανθρωπότητά Του, αντιθέτως, επειδή είναι ορατή και περιγραπτή, κατά συνέπειαν είναι και γραπτή και εικονιστή. Σημείωσε ότι τρεις φορές μαρτύρησε από τον ουρανό ο Πατήρ για τον Υιό: Στον Ιορδάνη ποταμό, στο Θαβώριο όρος και τον καιρό που πλησίαζε στο Πάθος, όταν είπε ο Υιός: «Πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα(:Πάτερ, οτιδήποτε κι αν πρόκειται να πάθω, φέρε Εσύ σε αίσιο τέλος το έργο της σωτηρίας και απολυτρώσεως των ανθρώπων και δόξασε έτσι το όνομά Σου)», ο άναρχος Πατήρ εβόησε: «Καὶ ἐδόξασα καὶ πάλιν δοξάσω(:Το όνομά μου το δόξασα με τη δράση Σου μέχρι τώρα ανάμεσα στον Ισραήλ, και θα το δοξάσω και πάλι με το ένδοξο Πάθος Σου και την Ανάστασή Σου και με την εξάπλωση του Ευαγγελίου στα έθνη)»[Ιω.12,28].
«Καὶ ἔχομεν βεβαιότερον τὸν προφητικὸν λόγον(:Και τώρα έχουμε βεβαιότερη πεποίθηση και πίστη στις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης που αναφέρονται στον Χριστό, μετά την επαλήθευσή τους από την φωνή του Πατρός)» [ Β΄Πε.1,19].
Με την αισθητή, λέγει, εποπτία, με την οποία είδαμε το υπέρ ήλιον Φως που έλαμψε από το πρόσωπο του Κυρίου, και με την αισθητή φωνή, με την οποία ακούσαμε να μαρτυρεί ο Πατήρ Υιό Του αγαπητό τον μεταμορφούμενο, με αυτά, λέγω, γνωρίσαμε τους λόγους των προφητών που κήρυτταν τον Χριστό, και μάλιστα για την Μεταμόρφωσή Του στο όρος Θαβώρ, ότι είναι βεβαιότεροι τώρα από πρώτα. Διότι ήσαν μεν αυτοί και προηγουμένως βέβαιοι και αληθείς, επειδή αυτά λέχθηκαν από την έμπνευση του Αγίου και αυταληθούς Πνεύματος, αλλά τώρα βλέποντας τους εαυτούς μας να έχουν τελειωθεί και «εἰς ἔργον ἐλθόντας» με τα πράγματα αυτά τους έχομε βεβαιότερους και αληθέστερους από ό,τι τους είχαμε προηγουμένως. Έτσι, για παράδειγμα, πρώτα είχαμε βέβαια εκείνα τα λόγια του Δαβίδ, τα οποία είπε προφητεύοντας για το θείο φως: «ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον» [Ψαλμ.103,2], αλλά τώρα βλέποντας στη θεία Μεταμόρφωση να λάμπουν τα ιμάτια του Δεσπότου Χριστού σαν το φως, δηλαδή βλέποντας τον Χριστό να αναβάλλεται, δηλαδή να ενδύεται το φως σαν ιμάτιο, έχουμε βεβαιότερο και ασφαλέστερο αυτόν τον λόγο του Δαβίδ. Όμοια ακούγοντας τον ίδιο Δαβίδ να προφητεύει για την αγαλλίαση που θα λάβουν οι απόστολοι στο Θαβώρ για το αγαπητό όνομα του Υιού που εκφώνησε ο Πατήρ: «Θαβώρ καί Ἑρμῶν ἐν τῷ ὀνόματί σου ἀγαλλιάσονται(:Το καταπράσινο από φυτείας Θαβώρ και το χιονοσκέπαστο Ερμών στο άκουσμα του ονόματός σου ανασκιρτούν αγαλλόμενα και Εσένα ως δημιουργό τους Σε επευφημούν)» [Ψαλμ.88,13], τώρα όμως εμείς ακούγοντας αυτήν την αγαπητή φωνή και χαροποιηθέντες, από αυτό έχουμε βεβαιότερο τον προφητικό αυτόν λόγο[10]. Όμοια και όλες τις άλλες προφητείες περί του Χριστού βλέποντας εκπληρωμένες τις έχουμε βεβαιότερες από πρώτα».
«ᾧ καλῶς ποιεῖτε προσέχοντες ὡς λύχνῳ φαίνοντι ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ, ἕως οὗ ἡμέρα διαυγάσῃ καὶ φωσφόρος ἀνατείλῃ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν(:Κι εσείς καλά κάνετε και προσέχετε στους προφητικούς αυτούς λόγους, σαν να βλέπετε ένα λυχνάρι που φέγγει μέσα σε σκοτεινό τόπο, μέχρις ότου η ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας λάμψει μέσα στα σκοτάδια, και το άστρο της αυγής που φέρνει το φως, δηλαδή ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ανατείλει στις καρδιές σας και τις γεμίσει με χαρά και αγαλλίαση)»[Β΄Πέτρ.1,19].
«Επειδή», λέγει, «και οι λόγοι των προφητών είναι βεβαιότεροι τώρα, γι’αυτό εσείς οι Χριστιανοί καλά θα κάμετε εάν προσέχετε στους λόγους και στις προφητείες τους, όσο καιρό είστε ακόμη αρχάριοι και ατελείς και δεν αξιωθήκατε του νοερού φωτισμού στην καρδιά. Διότι, όπως ο λύχνος λάμπει με ένα μικρό φως στον αφώτιστο και σκοτεινό τόπο, έτσι και οι λόγοι των προφητών λάμπουν λίγο τους αφώτιστους ακόμη χριστιανούς με την προκήρυξη των θαυμάτων και μυστηρίων του Χριστού · διότι τελειότεροι είναι οι λόγοι των προφητών από τον παλαιό νόμο με τις αισθήσεις του σώματος, που είναι λεπτότερες από το σώμα». Το δε Ευαγγέλιο μοιάζει με τη λογική και νοερή ψυχή, καθώς λέγει ο άγιος Μάξιμος[Κεφ.92 της α΄ εκατοντάδος των Γνωστικών], και τρόπον τινά, οι λόγοι των προφητών είναι μεταξύ του παλαιού νόμου και της νέας χάριτος του Ευαγγελίου, και από μεν τον νόμο είναι λεπτότεροι και τελειότεροι, από δε το Ευαγγέλιο είναι παχύτεροι και ατελέστεροι. Παραγγέλλει λοιπόν ο απόστολος στους τότε Χριστιανούς να προσέχουν στους λόγους των Προφητών, όχι πάντοτε και για όλη τους την ζωή, αλλά έως ότου να λάμψει η νοητή ημέρα και ο φωσφόρος, δηλαδή ο νοητός ήλιος της δικαιοσύνης Χριστός, να ανατείλει μυστικά μέσα στις καρδιές τους με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος.
Πώς όμως προξενείται αυτός ο φωτισμός στην καρδία; Άκουσε. Πρώτα προξενείται με την εργασία όλων των ζωοποιών και θεουργών του Κυρίου εντολών. Δεύτερον με την απόκτηση όλων των αρετών, τόσο των πρακτικών όλο και των θεωρητικών, ιδιαίτερα όμως και εξαιρέτως με την αδιάλειπτη και καρδιακή προσευχή, που μελετάται στην καρδιά και λέγεται με πενθική διάθεση. Με όλα αυτά λοιπόν και μάλιστα με το πένθος και τα δάκρυα καθαρίζεται η καρδία και όλος ο εσωτερικός άνθρωπος από τις προλήψεις και από τα πάθη, τόσο τα σωματικά, όπως είναι το πάθος της λαιμαργίας, της φιληδονίας, της φιλοσαρκίας και των άλλων, όσο και από τα ψυχικά, όπως είναι το πάθος της οιήσεως, της κενοδοξίας, της απιστίας, της δειλίας και των άλλων. Αφού λοιπόν καθαριστεί από τα πάθη αυτά η καρδιά, τότε φροντίζει ο άνθρωπος να αποκτήσει και την χρυσή σειρά των θεοειδών αρετών· την ειρήνη των λογισμών που είναι χωρητικό δώρο των χαρισμάτων· την ταπείνωση, που κτίζεται από το Άγιο Πνεύμα· την πραότητα, την φιλαδελφία και την κορυφή όλων των αρετών, την αγάπη.
Αφού λοιπόν ο άνθρωπος κατορθώσει όλα αυτά και ο νους του επιστρέψει, όχι μόνον αυτός στον εαυτό του με την νοερά επιστροφή στην καρδιά, αλλά και όλες τις άλλες δυνάμεις της ψυχής επιστρέψει στον εαυτό του και τις κάνει και αυτές τρόπον τινά νοερές, τότε αφού ανεβεί επάνω από κάθε κτίσμα αισθητό και νοητό και από κάθε νόημα αυτών των κτισμάτων, άλαλος και κωφός παρίσταται στον Θεό και σαν μία ύλη αδιαμόρφωτη διαμορφώνεται και μορφώνεται από την χάρη του Θεού. Και λοιπόν όταν σε τέτοια κατάσταση φθάσει ο άνθρωπος, τότε και η καρδιά φωτίζεται με φωτισμό νοερό μεν αληθινό όμως του Αγίου Πνεύματος, ο οποίος επειδή παραμένει στην καρδιά και δεν διαλύεται σαν την γνώση των νοημάτων, γι΄αυτό και ενυπόστατος ονομάζεται από τους αγίους [11] και στη συνέχεια γίνεται έμπρακτα ο λόγος αυτός που λέγει εδώ ο Κορυφαίος και η νοητή ημέρα διαυγάζει και ο νοητός φωσφόρος ανατέλλει στην καρδιά[12].
Τότε δεν χρειάζεται πλέον ο Χριστιανός που φωτίσθηκε έτσι να προσέχει στον νόμο και στους προφήτες, για να βεβαιωθεί από εκεί το κατά Χριστόν μυστήριο. Όχι. Διότι Αυτός ο του νόμου Δοτήρας και των προφητών Δεσπότης, ο Οποίος ενέπνευσε τις προφητείες στους προφήτες, Αυτός, λέγω, ενοικεί δια της χάριτος και του θείου φωτός Του μέσα στην καρδιά του και τον διδάσκει μυστικά, όσο είναι χωρητό, όχι μόνον το μυστήριο της ένσαρκης οικονομίας, αλλά και άλλα δόγματα της υψηλής Θεολογίας μυστικά και απόρρητα και τον πληροφορεί και τον κάνει βεβαιόπιστο. Και αυτό είναι εκείνο που έγραφε ο μέγας Παύλος προς τους Κορινθίους: «Ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ(:Και κηρύττουμε αποκλειστικά και μόνο για την δόξα του Χριστού, διότι ο Θεός, ο Οποίος στη δημιουργία του κόσμου διέταξε από το σκοτάδι να λάμψει το φως, Αυτός και τώρα έλαμψε στις καρδιές μας, όχι μόνο για να φωτισθούμε εμείς, αλλά και για να μεταδοθεί μέσα από μας ο φωτισμός που προέρχεται από τη γνώση της δόξας του Θεού, η οποία φανερώθηκε μέσα από το πρόσωπο του ενανθρωπήσαντος Ιησού Χριστού)»[Β΄Κορ.4,6].
ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ:
- Σημείωσε ότι η «κλήσις» και η «ἐκλογή» έχουν διαφορά μεταξύ τους. Η μεν «κλήσις» είναι καθολικότερη, ενώ η «ἐκλογή» είναι μερικότερη. Και κάθε μεν εκλογή λέγεται και κλήση, και κάθε κλήση όμως λέγεται και εκλογή. Διότι ο Θεός καλεί στην επίγνωσή Του με την λεγόμενη προκαταρκτική Του χάρη, δεν εκλέγει όμως και όλους. Όσους όμως εκλέγει, αυτούς λέγεται ότι και καλεί. Για παράδειγμα, όλους τους ανθρώπους και Ιουδαίους και εθνικούς κάλεσε ο Θεός με την προκαταρκτική χάρη και τον φυσικό νόμο στην επίγνωσή Του, αλλά μόνον οι Ιουδαίοι αυτοί εκλέχθηκαν στην Θεογνωσία από τα άλλα έθνη. Όμοια πάλι όλα τα έθνη κλήθηκαν στην πίστη του Χριστού, αλλά διαλέχθηκαν να πιστεύουν μόνον οι Χριστιανοί, οι οποίοι πίστεψαν προερχόμενοι από τους Ιουδαίους και από τα έθνη. Ώστε οι ίδιοι είναι και κλητοί, οι ίδιοι είναι και εκλεκτοί.
Ωστόσο, πρέπει να γνωρίζουμε ότι υπάρχουν διάφορες εκλογές. Υπάρχει εκλογή για την γνώση του ενός Θεού, όπως έγινε η εκλογή των Ιουδαίων από τα άλλα έθνη. Υπάρχει εκλογή για την πίστη στον Χριστό, όπως ήταν αυτή που έγινε στους Χριστιανούς που πίστεψαν προερχόμενοι από τους Ιουδαίους και από τους εθνικούς. Υπάρχουν και άλλες όμοιες μερικότερες. Υπάρχει και η τελευταία εκλογή για την αιώνια δόξα και μακαριότητα, την οποία αξιώνονται μόνον εκείνοι που θα διαμείνουν μέχρι τέλους στην χάρη και στην αρετή. Όλες λοιπόν οι άλλες εκλογές μπορούν να εκπέσουν, όταν όσοι εκλέχθηκαν δεν παραμείνουν μέχρι το τέλος στην χάρη και στην αρετή, αλλά μόνον η εκλογή, που αναφέρεται στην αιώνια δόξα δεν εκπίπτει, διότι είναι συντροφευμένη με την διαμονή στη χάρη αυτών που εκλέχθηκαν. Και οι μεν άλλες εκλογές επέχουν κλήσεως τάξη, αναφερόμενες στην ύστατη εκλογή της αιώνιας δόξης, επειδή εκπίπτουν από το ύστατο τέλος της μακαριότητος. Ενώ η εκλογή που αναφέρεται στη μακαριότητα, αυτή μόνον κυρίως λέγεται εκλογή και αυτή επισφραγίζει και τον προορισμό. Γι΄αυτό είπε ο Κύριος: «Πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί(:Διότι πολλοί είναι καλεσμένοι,λίγοι όμως είναι εκλεκτοί)»[Ματθ.20,16].
Και για να μιλήσω συντομότερα και γενικότερα, μία κλήση και μία εκλογή έκανε ο Θεός από την δική Του αγαθότητα όλων των ανθρώπων, δηλαδή για να τους κάνει κοινωνούς της αιώνιας δόξας και μακαριότητάς Του. Όσοι λοιπόν ακολουθήσουν την κλήση αυτή και εκλογή του Θεού και συμφωνήσουν με τα αγαθά έργα, σώζονται και πετυχαίνουν την μακαριότητα. Όσοι όμως δεν θέλουν να ακολουθήσουν, αυτοί εκπίπτουν και από τον σκοπό, για τον οποίο έγινε η κλήσις και εκλογή του Θεού, που είναι η αιώνια δόξα.
- Στον Μητροφάνη λέγεται «δι΄ὃ μελήσω ἀεί ὑμᾶς περί τούτων ὑπομιμνήσκειν».
- Το ότι οι άγιοι και μετά θάνατον θυμούνται τα επί γης και φροντίζουν και πρεσβεύουν στον Θεό για τους ζώντες και για τους οικείους τους μαρτυρεί το δεύτερο βιβλίο των Μακκαβαίων, κεφάλαιο ιε΄. Εκεί φαίνεται ότι ο Προφήτης Ιερεμίας και ο Ονίας, οι οποίοι πέθαναν προηγουμένως, προσεύχονταν για το γένος του Ισραήλ, που περιέπεσε σε πολλές συμφορές. Και ο προφήτης Ηλίας αναληφθείς προηγουμένως επί του βασιλέως Ιωασαφάτ, ύστερα μετά την ανάληψή του έστειλε (ίσως δι’ αγγέλου) γράμματα φοβεριστικά στον βασιλέα Ιωράμ τον υιό του, όπως αναφέρεται: «Καὶ ἦλθεν αὐτῷ (τῷ Ἰωράμ) ἐν γραφῇ παρὰ Ἠλιοὺ τοῦ προφήτου λέγων· τάδε λέγει Κύριος Θεὸς Δαυὶδ τοῦ πατρός σου(: Και έφτασε στα χέρια του Ιωράμ γραπτό κείμενο εκ μέρους του προφήτη Ηλία, το οποίο έγραφε: Αυτά λέγει ο Κύριος, ο Θεός του Δαβίδ, του προπάτορός σου» [Β΄Παραλ. 21,12].
Και ο θεϊκός Αμβρόσιος στον Επιτάφιο του Θεοδοσίου λέγει ότι ο μέγας Θεοδόσιος φροντίζει στους ουρανούς για τον Ονώριο και τον Αρκάδιο, τους υιούς του. Και ο Θεολόγος Γρηγόριος γράφει ότι ο Μέγας Βασίλειος αφού πέθανε, φαινόταν πολλές φορές και τον νουθετούσε, όταν σε κάποιο πράγμα έβγαινε έξω από το πρέπον: «ᾧ καί νῦν ἔτι νουθετοῦμαι καί σωφρονίζομαι διά νυκτερινῶν ὄψεων, εἴ ποτε τοῦ δέοντος ἔξω πέσοιμι»[Ἐγκώμιον εἰς τόν Μέγαν Βασίλειον]. Ο ίδιος πάλι στον Α΄ στηλιτευτικό λόγο του, «Κατά Ἰουλιανοῦ» λέγει: «Ἄκουε καί ἡ τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου ψυχή, εἰ τις αἴσθησις». Αλλά και στην Αποκάλυψη γράφεται: «Καὶ οἱ εἴκοσι τέσσαρες πρεσβύτεροι ἔπεσαν ἐνώπιον τοῦ ἀρνίου, ἔχοντες ἕκαστος κιθάραν καὶ φιάλας χρυσᾶς γεμούσας θυμιαμάτων, αἵ εἰσιν αἱ προσευχαὶ τῶν ἁγίων(:Και οι είκοσι τέσσερις πρεσβύτεροι έπεσαν μπροστά στο Αρνίο. Ο καθένας μάλιστα από τους πρεσβυτέρους είχε μία κιθάρα και χρυσές φιάλες γεμάτες από θυμιάματα· αυτά είναι οι προσευχές των Χριστιανών που αποτελούν όλη την Εκκλησία)»[Αποκ.5,8]. Ψάλλει δε και η Εκκλησία στην μνήμη των αγίων μαρτύρων Γουρία, Σαμωνά και Άβιβου αυτά: «Ψυχαῖς ταῖς τῶν δικαίων γάρ παρά Θεοῦ τοῦτο δέδοται, τά ἐνταῦθα γινόμενα νοερῶς ἐνοπτρίζεσθαι(: Έχει δοθεί από τον Θεό το εξής στις ψυχές των δικαίων, να μπορούν να βλέπουν νοερά όσα γίνονται στον εδώ κόσμο)».
- Σημείωσε ότι οι υλικοί και κτιστοί οφθαλμοί των αποστόλων είδαν στο Θαβώριο ότι παράδοξα άστραψε με την σάρκα του Κυρίου το άυλο και άκτιστο φως της Θεότητος, όχι απλώς με την φυσική τους δύναμη, αλλά αφού ενισχύθηκαν με την υπερφυσική χάρη και δύναμη του Θεού, όπως όλοι οι ιεροί θεολόγοι ομόφωνα ομολογούν και μάλιστα ο μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος, αλλά αρκετά και Μάρκος ο Εφέσου λέγοντας: « Εάν η όρασις μπορεί μόνο να αντιληφθεί σχήματα και χρώματα και αυτό το φως, που είναι άυλα για τον οικείο λόγο, ποιο είναι το άξιο θαυμασμού εάν και αυτό το άυλο φως, μπόρεσε κάποτε να το παραδεχθεί, βοηθούμενη από την θεία δύναμη;»[Κεφ. λζ΄ Περί θείου φωτός].
- Αλλά και ο Θεολόγος Γρηγόριος τούτο συμμαρτυρεί λέγοντας: «Τι μεγαλύτερο υπάρχει από την ταπεινότητα του ανθρώπου, ώστε να συμπλακεί με τον Θεό και να γίνει Θεός από την μίξη αυτή; Και τόσο να τον επισκεφθεί ανατολή εξ ύψους, ώστε και αυτό το άγιο που θα γεννηθεί να ονομάζεται Υιός υψίστου και να του χαριστεί όνομα το υπέρ παν όνομα; Αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά Θεός;»[Λόγος β΄ Περί Υιού]. Επειδή όμως ένας Υιός κατά την υπόσταση ο εκ του Πατρός γεννηθείς καθόσον Θεός και εκ της Παρθένου καθόσον άνθρωπος, γι’αυτό ακριβώς εξεταζόμενο το «Οὗτος ἐστίν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός» λέγεται προς τον Χριστό και καθόσον άνθρωπος και καθόσον Θεός. Διότι δηλώνει ότι ούτος, δηλαδή ο φαινόμενος ως άνθρωπος Υιός μου αγαπητός είναι καθόσον ο Θεός.
Γι΄αυτό ο Σελευκείας θεϊκός Βασίλειος ως εξής λαμπρά πανηγυρίζει στην εορτή της Μεταμορφώσεως λέγοντας: «Οὗτος ἐστίν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός. Εκείνους δούλους έκτισα, αυτόν Υιόν εκ της ουσίας εγέννησα. Δικός μου Υιός είναι και αν ακόμη για χάρη σας περιεβλήθη δούλου μορφή. Απρόσιτο έχει το φως, και αν ακόμη για χάρη σας ‘’τάς ἀκτῖνας ἐμέτρησεν’’. Μακάριοι οι οφθαλμοί, που είδαν τον Χριστό στολισμένο νυφικώς! Μακάριοι οι οφθαλμοί, που είδαν σε ήμερο σχήμα την φοβερή ημέρα της κρίσεως! Διότι εκείνα που θα ιδούν άγγελοι τρέμοντας, αυτά χαίροντες έβλεπαν». Με αυτό συμφωνεί και ο άγιος Εφραίμ λέγοντας στον λόγο στην Μεταμόρφωση: «Οὗτος ἐστίν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, όχι χωρισμένος από την δόξα της Θεότητός Του, αλλά σε ένα έκραζε Αυτόν που φαίνεται σε σώμα ευτελές και σε δόξα φοβερή».
- Επειδή κατά τους Μεταφυσικούς άλλα μεν είναι «μέσα» μόνο και όχι «τέλη», άλλα πάλι είναι και «μέσα» και «τέλη» συγχρόνως, δηλαδή προς μεν τα κατώτερα «τέλη», προς τα μέσα ανώτερα «μέσα». Άλλα πάλι είναι «τέλη» μόνο και όχι «μέσα», τα οποία και «τέλη τελών» ως ανώτερα όλων ονομάζονται. Γι’αυτό και ο θεοφόρος Μάξιμος θεολογεί εδώ, όπως νομίζω, ότι το μυστήριο της του Θεού Λόγου ενανθρωπήσεως είναι «τέλος» μόνον και όχι «μέσον» ως ανώτατο και υψηλότατο και Τέλος Τελών το κορυφαιότατο, όλων των έργων των προς τα έξω της Αγίας Τριάδος, εξαιτίας του οποίου τα πάντα, αυτό όμως «οὐδενός ἕνεκα», μολονότι και αυτό εξεταζόμενο κατά λόγον άλλον έγινε για την ανάπλαση και σωτηρία του ανθρώπου, όπως σε πολλά μέρη ως κήρυγμα τούτο δημοσιεύει η Θεία Γραφή και οι άλλοι Πατέρες.
Και για να μιλήσουμε γενικά, το Μυστήριο της Ενσάρκου Οικονομίας είναι Αρχή και Μέσον και Τέλος όλων των κτισμάτων νοητών και αισθητών και μικτών. Και αρχή είναι όλων των κτισμάτων, καθόσον η πρόγνωσις και ο προορισμός του Μυστηρίου αυτού έγινε αρχή και αιτία ώστε να προγνωσθούν και να προορισθούν και να κτισθούν όλα τα κτίσματα, σύμφωνα με το «Κύριος ἔκτισέ μέ ἀρχήν ὁδῶν αὐτοῦ εἰς ἔργα αὐτοῦ(:ο Θεός Πατήρ μου, ο Κύριος, με εγέννησε προ πάντων των αιώνων ως Υιό και Λόγο Αυτού κατά την θεότητά μου και με κατέστησε εν χρόνω δημιουργική αιτία ολόκληρης της Δημιουργίας Του)»[Παρ. 8,22]. Και το «Πρωτότοκος πάσης κτίσεως»[Κολ.1,15] για τον Υιό και Λόγο του Θεού έχει ειπωθεί, ως ανθρώπου. Γι’αυτό βλέπε τον ιεροκήρυκα Ηλία Μηνιάτη στον Β΄ λόγο προ της Χριστού Γεννήσεως, κατά το α΄μέρος.
Λέγει, ακόμη, και ο θεοφόρος Μάξιμος στην ίδια εξηκοστή ‘’λύση απορίας’’: «Για το μυστήριο κατά Χριστόν, όλοι οι αιώνες και όλα όσα περιέχουν, έχουν λάβει την αρχή και το τέλος του είναι τους. Διότι πιο πριν από τους αιώνες προϋπονοήθηκε η ένωσις του ορίου και της αοριστίας, του μέτρου και της αμετρίας, του πέρατος και της απειρίας, του δημιουργού και της δημιουργίας, της στάσεως και της κινήσεως, και η ένωση αυτή έγινε στο πρόσωπο του Χριστού, όταν φανερώθηκε στο τέλος των χρόνων και πραγματοποίησε την πρόγνωση του Θεού, ώστε να σταματήσουν γύρω στο τελείως ακίνητο κατά την ουσία, όσα κινούνται από την φύση τους».
Έγινε δε και «μέσον» το μυστήριο αυτό, καθόσον χάρισε πλήρωση στην πρόγνωση του Θεού, όπως είπε ο θεοφόρος Μάξιμος. Χάρισε ατρεψία στους αγγέλους και ακινησία στο κακό, κατά τον Θεσσαλονίκης θεϊκό Γρηγόριο(ομιλία στην Χριστού Γέννησιν)· κατά τον Νικήτα, ο οποίος σχολιάζει το ρητό του μεγάλου Γρηγορίου του Θεολόγου στο Πάσχα, που λέγει «Σήμερον σωτηρία τῷ Κόσμῳ, ὅσος τε ὁρατός, καί ὅσος ἀόρατος»· και κατά τον Βρυέννιο Ιωσήφ(Λόγος στο Γενέσιο της Θεοτόκου, τόμος Γ΄) χάρισε στους ανθρώπους λύση της προπατορικής αμαρτίας, δόση της χάριτος, αφθαρσία, αθανασία, σωτηρία, ατρεψία και άλλα μύρια αγαθά.
Είναι και «τέλος» το μυστήριο αυτό, καθόσον αυτό έγινε και σε αγγέλους και σε ανθρώπους και σε όλη την κτίση τελείωσις και θέωση και δόξα και μακαριότητα. Και καθόσον αυτό έγινε ένωση Κτίστου και κτισμάτων και δόξα του ανάρχου Πατρός δοξασθέντος όχι δια ψιλών [:δια απλών] κτισμάτων, αλλά δι’ Αυτού του κατ’ ουσίαν Υιού και Λόγου Του που ενδύθηκε την φύση των ανθρώπων. Αυτό το «τέλος» είναι το ύστατο όλων, μετά το οποίο δεν υπάρχει άλλο «τέλος» ανώτερο. «Καί οὗ ἕνεκα μέν τά πάντα, αὐτό δέ οὐδενός ἕνεκα» κατά τα λόγια του ίδιου πάλι θεϊκού Μάξιμου.
Από τα όσα λέχθηκαν λοιπόν μπορεί να συμπεράνει ο καθένας ότι απαραιτήτως έπρεπε να γίνει το μυστήριο της ενανθρωπήσεως. Κατά πρώτον και κύριο και καθαυτό λόγο, διότι το μυστήριο αυτό ήταν προηγούμενο θέλημα του Θεού, κατά τον θείον της Θεσσαλονίκης Γρηγόριο, το οποίο είχε ως πρώτιστο κινητικό αίτιο την άπειρη και ουσιώδη και υπεράγαθη αγαθότητα του Θεού. Μάλλον, όμως, αυτόν τον ενδότατο πυθμένα της πατρικής αγαθότητος, όπως είπε ο θεοφόρος Μάξιμος. Κατά δεύτερον λόγο και διότι αυτό ήταν αναγκαίο σε όλα τα κτίσματα, νοητά και αισθητά, ως αρχή αυτών και μέσον και τέλος(βλέπε και άλλες υψηλές θεολογίες του ίδιου μέγιστου Μαξίμου περί του μυστηρίου τούτου στις υποσημειώσεις του στο εδάφιο: «προεγνωσμένου μὲν πρὸ καταβολῆς κόσμου»[Α΄Πέτρ.1,20].
- Αυτήν την επιγραφή ερμηνεύοντας ο Μέγας Βασίλειος λέγει τα όντως αξιαγάπητα και αξιέραστα υπέρ του αγαπητού και όντως εραστού λόγια: «Άραγε θα δυνηθώ να σου διηγηθώ περί του Αγαπητού, όπως ακριβώς τον παρουσιάζει ο λόγος; Ή Τον γνωρίζεις καλά προτού να σου διηγηθώ, ενθυμούμενος τη φωνή του Ευαγγελίου: ‘’Οὗτος ἐστίν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός ἐν ᾧ εὐδόκησα, αὐτοῦ ἀκούετε’’»; Είναι αγαπητός στον Πατέρα, επειδή είναι Μονογενής· σε όλη την κτίση επειδή είναι φιλάνθρωπος πατήρ και αγαθός προστάτης. Έχουν την ίδια φύση το αγαπητό και το αγαθό. Γι’αυτό σωστά όρισαν μερικοί ότι (ο Αριστοτέλης δηλαδή στο Α΄ των Ηθικών) αγαθό είναι εκείνο που επιθυμούν όλοι. Δεν δύναται ο οποιοσδήποτε να φθάσει στην τελειότητα της αγάπης και να γνωρίσει τον πράγματι Αγαπητό, αλλά μόνον εκείνος που απέβαλε ήδη τον παλαιό άνθρωπο ‘’τόν φθειρόμενον κατά τῆς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης’’, και ενεδύθη τον νέον, ‘’τόν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ΄εἰκόνα τοῦ κτίσαντος’’. Εκείνος λοιπόν που αγαπά τα χρήματα και συγκινείται από το φθαρτό κάλλος των σωμάτων και υπερτιμά αυτήν την ψεύτικη δόξα, ξόδεψε την δύναμη της αγάπης σε όσα δεν έπρεπε, και κατέστη τελείως τυφλός για να δει τον πράγματι Αγαπητό».
- Τα λόγια του αγίου Εφραίμ έχουν ως εξής: «Εδώ ο Πατήρ εφώνησε τον Υιόν αυτού. Εδώ ο Ων μαρτυρεί, αποκαλύπτει το Γέννημα Αυτού. Με αυτήν την φωνή έπεσαν οι απόστολοι με το πρόσωπο στη γη· διότι ήταν φοβερή η βροντή, ώστε από την φωνή του η γη από κάτω από τα πόδια τους έτρεμε. Όμοια και αυτοί από τον φόβο έτρεμαν και έπεφταν».
- Γι΄αυτό λέγει και ο άγιος Εφραίμ: «Πλησίασε λοιπόν ο Κύριος και τους κάλεσε με την φωνή Του. Και όπως ακριβώς η φωνή του Πατρός η φοβερή τους έριξε κάτω, έτσι και η φωνή του Υιού με την δύναμή της τους ανήγειρε για την δόξα Του»[Λόγος στην Μεταμόρφωση].Σημειωτέον όμως ότι ο φόβος αυτός των αποστόλων δεν ήταν δουλικός για να μην κολασθούν, αλλά ήταν υικός και των τελείων, γι΄αυτό ήταν και με χαρά σύμμικτος. Τους συνέβη δε με φυσικό τρόπο. Πρώτον, διότι κτιστή φύσις δεν είναι δυνατό να πλησιάσει στην άπειρη δόξα και μεγαλειότητα της άκτιστης και υπερούσιας φύσεως του Θεού: «Τίς γάρ ἔστη ἕν ὑποστήματι Κυρίου καὶ εἶδε τὸν λόγον αὐτοῦ;(: Ποιος πλησίασε και στάθηκε με άγιο φόβο και ειλικρίνεια μπροστά στον δικαιοκρίτη Κύριο, αναμένοντας θεία ενέργεια, και αξιώθηκε να δεχθεί φωτισμό και να γνωρίσει τον λόγο Του;)», όπως λέγει ο Ιερεμίας [Ιερ.23,18], και δεύτερον διότι άλλη φορά δεν είδαν, ούτε άκουσαν τέτοια φοβερή θεωρία και ακοή Θεού.
Με τον φόβο λοιπόν και με την πτώση έμαθαν ότι ο Θεός είναι φύσει φοβερός και απλησίαστος και αμέθεκτος, συγκαταβαίνοντας όμως γίνεται μεθεκτός στους αξίους με κάποια απόρροια των θεϊκών του προσόντων. Βλέπε και τα περί του διττού φόβου λόγια του αγίου Μαξίμου στην υποσημείωση του εδαφίου: «Φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ(:Όποιος αγαπά δεν φοβάται τον Κριτή νιώθοντας ένοχος για τις αμαρτίες του, για τις οποίες θα δώσει λόγο)»[Α΄Ιω. 4,18]. Το ότι όμως ο φόβος, τον οποίον δέχθηκαν οι απόστολοι στο Θαβώριο όρος, δεν ήταν φόβος δούλων, αλλά φόβος των τέλειων, φανερά απέδειξε η Σύνοδος που έγινε κατά του Βαρλαάμ στην Κωνσταντινούπολη παρόντος του βασιλέως Ανδρονίκου του Παλαιολόγου. Επειδή λοιπόν ο Βαρλαάμ πρόβαλε ότι οι θείοι απόστολοι ήσαν ατελείς και σε αυτήν εκείνη την θειότατη Θεωρία της Μεταμορφώσεως από τον φόβο που δοκίμασαν· διότι λέγει ο ευαγγελιστής Λουκάς φοβήθηκαν «ἐν τῷ ἐκείνους εἰσελθεῖν εἰς τήν νεφέλην», από αυτό στη συνέχεια έβγαλε ως συμπέρασμα ότι και το ορώμενο εκείνο φως ήταν κτιστό και χαμαίζηλο και δεν ήταν άξιο για κατανόηση. Γι’αυτό η Σύνοδος λέγει ότι ο θειότατος εκείνος και σοφός και αοίδιμος βασιλεύς, από το παρόμοιο πάντως φως αφού δέχθηκε φως στον νου του, είπε, ότι υπάρχει και φόβος που δεν είναι των εισαγόμενων αλλά των τελείων… Απόδειξις του ότι τότε οι Απόστολοι δεν είχαν τον εισαγωγικό, αλλά τον τέλειο φόβο, είναι το ότι επιζητούσαν να παραμένουν για πάντα στο ανέκφραστο εκείνο θέαμα(στα προλεγόμενα του τόμου του περί αγάπης).
- Ο δε σοφός Φώτιος στο ρνδ΄ ζήτημα των «Αμφιλοχίων» του ισχυρίζεται ότι βεβαιότερος έγινε ο προφητικός αυτός λόγος, όχι στον Πέτρο, που είδε με τους ίδιους του τους οφθαλμούς την μεγαλοπρέπεια και δόξα του μονογενούς, που φάνηκε στο Θαβώρ, αλλά στους Χριστιανούς προς τους οποίους έγραφε, οι οποίοι δεν αξιώθηκαν αυτής της αυτοψίας του Δεσπότου Χριστού. Λέγει δηλαδή: «Εκείνος λέγοντας -ο Πέτρος δηλαδή- ‘’καί ταύτην τήν φωνήν ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐξ οὐρανοῦ ἐνεχθεῖσαν’’, κατόπιν συμπληρώνοντας ‘’καί ἔχομεν βεβαιότερον τόν προφητικόν λόγον’’, δεν είπε για τον εαυτό του βεβαιότερο. Άπαγε! Και μάλιστα προαναφωνώντας: ‘’ὡς ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος, ἐγνωρίσαμεν ὑμῖν τήν τούτου δύναμιν καί παρουσίαν’’. Τι βεβαιότερο θα μπορούσε να είναι από την αυτοψία και του να αναπετάσει τις ακοές του στην υποδοχή της άνωθεν φωνής και στο να φωτιστεί με την πατρική μαρτυρία; Αλλά βεβαιότερο λέγει σε εκείνους στους οποίους έγραφε, σαν να λέγει: ‘’Εάν κανείς έχει γνώμη που να αμφιβάλλει για όσα λέγομε, ας ρίξει το βλέμμα του στον προφητικό λόγο(δηλαδή και σε όλους τους περί Χριστού λόγους των Προφητών, ιδιαίτερα όμως στους παραπάνω λόγους του Δαβίδ) που είναι οπωσδήποτε βεβαιότερος για εμάς από την αμφισβήτηση των πολλών. Διότι και αυτός δεν παρέρχεται την ανθρώπινη δόξα, όπως με μεγαλύτερη ευχέρεια θα το έκαναν μερικοί για άλλους. Το ότι όμως δεν είπε με βεβαιότητα για τον εαυτό του το διδάσκει προχωρώντας παρακάτω. Διότι συμπληρώνει: ‘’ᾯ καλῶς ποιεῖτε προσέχοντες’’. Λέγει ‘’εσείς’’, όχι ‘’εγώ’’. Όπως σε λυχνάρι που φωτίζει σε σκοτεινό τόπο, ‘’ἕως οὗ ἡμέρα διαυγάσει καί φωσφόρος ἀνατείλει ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν’’».
Επειδή όμως ο λόγος εδώ είναι για την Μεταμόρφωση, σημειώνουμε χάριν των φιλολόγων περί του πότε έγινε η εορτή αυτή. Λέγομε λοιπόν ότι κατά τον Καισαρείας Ευσέβιο(στον Κορέσιο αναφέρεται) και τους περισσότερους διδασκάλους της Εκκλησίας, η Μεταμόρφωσις έγινε σαράντα ημέρες πριν από το Πάθος, και συμφωνεί σε αυτό και ο πεζογράφος Δαμασκηνός στον λόγο στην Μεταμόρφωση. Δηλαδή αυτή έγινε κατά τον Φεβρουάριο μήνα και όχι κατά τον Αύγουστο, όπως τώρα εορτάζεται. Το ότι όμως η γνώμη αυτή είναι η περισσότερο πιθανή και γενικότερη της του Χριστού Εκκλησίας βεβαιώνεται από τα επόμενα· α) Διότι ο ευαγγελιστής Ματθαίος ο αυτόπτης και αυτήκοος μαθητής και απόστολος του Κυρίου λέγει ότι ο Κύριος πριν ακόμη να μεταμορφωθεί, έλεγε προς τους μαθητές Του αυτά: «Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι δεῖ αὐτὸν ἀπελθεῖν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ πολλὰ παθεῖν ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ ἀρχιερέων καὶ γραμματέων καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ τῇ τρίτη ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι(: Aπό τότε άρχισε ο Ιησούς να διδάσκει σαφώς και ξεκάθαρα τους μαθητές Του ότι πρέπει να πάει στα Ιεροσόλυμα και να πάθει πολλά από τους πρεσβυτέρους και αρχιερείς και γραμματείς και να θανατωθεί και την Τρίτη ημέρα να αναστηθεί)»[Ματθ.16,21]. Ο δε Μάρκος προσθέτει ότι και παρρησία έλεγε τον λόγο αυτόν ότι πρόκειται να πάει στα Ιεροσόλυμα και να σταυρωθεί: «Καὶ παῤῥησίᾳ τὸν λόγον ἐλάλει (:Κι απ’ την στιγμή αυτή έλεγε φανερά και ξεκάθαρα τα λόγια αυτά για τα πάθη Του και τον θάνατό Του)»[Μάρκ.8,32]. Από τα λόγια λοιπόν αυτά συμπεραίνεται ότι κοντά στο Πάθος έγινε η Μεταμόρφωσις. β) Σύμφωνα με τη σειρά και την τάξη των κεφαλαίων του Ευαγγελιστού Ματθαίου, κοντά στο Πάθος έγινε η Μεταμόρφωσις. Επειδή διηγούμενος ο ανωτέρω Ματθαίος την θεία Μεταμόρφωση στο κεφάλαιο 17 μετά τρία μόνα κεφάλαια αμέσως αναφέρει τα Βάια, στο κεφάλαιο δηλαδή 21. γ) Διότι και περιώνυμος διδάσκαλος Ιωσήφ ο Βρυέννιος λέγει ότι την άνοιξη έγινε η Μεταμόρφωσις (σελίδα 18 του γ΄τόμου) κοντά δηλαδή στο Πάθος, που γίνεται στην εαρινή ισημερία κατά την κγ΄του Μαρτίου.
Κατά τον Φεβρουάριο λοιπόν έγινε η Μεταμόρφωσις, μετατέθηκε όμως αυτή και εορτάζεται κατά τον Αύγουστο μήνα α) διότι η Μεταμόρφωσις επειδή έγινε, όπως είπαμε, σαράντα ημέρες πριν από το Πάθος, γι΄αυτό συνέβαινε να πέφτει μέσα στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή και κατόπιν ως εορτή δηλωτική του μέλλοντος αιώνος έπρεπε να εορτάζεται οκτώ ημέρες στη σειρά. Αυτό όμως ήταν ανάρμοστο να γίνεται τον καιρό της νηστείας της Αγίας Τεσσαρακοστής, που είναι πένθιμη και δηλωτική αυτού του ταλαίπωρου και κακού βίου, β) Μετατέθηκε στον Αύγουστο και όχι σε άλλον μήνα γι’ αυτήν την αιτία. Και πρόσεξε σοφία και σύνεση των τα θεία καλώς διαταξαμένων θείων Πατέρων. Επειδή, όπως είπαμε, η Μεταμόρφωσις έγινε σαράντα ημέρες πριν από το Πάθος και τον Σταυρό, η δε Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού εορτάζεται κατά την ιδ΄του Σεπτεμβρίου και επέχει τα δίκαια του Σταυρού και του Πάθους του Κυρίου, γι΄αυτό σαράντα ημέρες πριν από την ημέρα αυτή, διέταξαν να εορτάζεται η Θεία Μεταμόρφωσις κατά την στ΄του Αυγούστου, διότι από την στ΄του Αυγούστου έως την ιδ΄του Σεπτεμβρίου σαράντα ολόκληρες ημέρες συμποσούνται και ούτε παραπάνω ούτε παρακάτω. Όρισαν λοιπόν οι αυτοί θείοι Πατέρες να ψάλλονται την εορτή της Μεταμορφώσεως και Καταβασίες, όχι οι ειρμοί της ίδιας εορτής, όπως συνηθίζεται να γίνεται στις λοιπές δεσποτικές εορτές, όπως στην Χριστού Γέννηση και στην Υπαπαντή και στην των Θεοφανείων, το να ψάλλονται δηλαδή Καταβασίες οι ειρμοί των αυτών εορτών· αλλά όρισαν να ψάλλονται σε αυτήν Καταβασίες, οι ειρμοί της Υψώσεως του Σταυρού, για να δείξουν την αναφορά και σχέση που η Μεταμόρφωσις έχει με το Πάθος και η στ΄ του Αυγούστου με την Ύψωση του Σταυρού. Γι΄αυτό και το πρώτο τροπάριο της Μεταμορφώσεως αμέσως προοιμιάζει και αναφέρει τον σταυρό λέγοντας έτσι: «Πρό τοῦ Σταυροῦ Σου, Κύριε». Το ότι όλα αυτά δεν συνέβησαν κατά τύχη και από μόνα τους, ούτε απερίεργα και απαρατήρητα, αλλά με περιέργεια και παρατήρηση, καθένας φρόνιμος θα το ομολογήσει. Διότι ποιος μπορεί να πει ότι κατά τύχη βρέθηκαν σαράντα ημέρες από την στ΄ του Αυγούστου, κατά την οποία η Μεταμόρφωσις εορτάζεται, μέχρι την ιδ΄ του Σεπτεμβρίου, κατά την οποία η Ύψωσις του Σταυρού εορτάζεται και ούτε παραπάνω ούτε παρακάτω; Βέβαια κανένας.
Γνωρίζω ότι ο Αθηνών Μελέτιος στον Α΄τόμο της «Εκκλησιαστικής Ιστορίας» λέγει πως μετεμορφώθη ο Κύριος κατά την στ΄του Αυγούστου. Αλλά έπρεπε να φέρει και κάποιον μάρτυρα των λόγων του, και όχι να μας λέγει αδέσποτα και αμάρτυρα, ότι στα μέσα, ας υποθέσουμε, του Απριλίου βάδιζε ο Ιησούς στην Γαλιλαία και στην αρχή του Μαΐου εξήλθε από την Γαλιλαία και στις τόσες του μηνός και την τάδε ημέρα της εβδομάδος έκανε εκείνο το θαύμα και την τάδε το άλλο. Πράγματα που και απόστολος και μαθητής του Κυρίου να ήταν κάποιος και αυτόπτης και αυτήκοος των θαυμάτων και λόγων του Κυρίου με τόση λεπτολογία και ακρίβεια δεν μπορούσε να τα γράψει. Γι΄αυτό απορώ πώς μπορεί αυτά να τα πιστέψει κανείς έτσι αμάρτυρα όντα και αβέβαια.
Εάν όμως κάποιος προβάλλει ως επιχείρημα το δόσιμο του δίδραχμου, το οποίο αναφέρει ο Ματθαίος μετά την Μεταμόρφωση ότι αυτό εδίδετο κατά τον μήνα Τισρί, δηλαδή τον Σεπτέμβριο και από αυτό συμπεραίνει ότι η Μεταμόρφωσις έγινε την στ΄ του Αυγούστου, απαντούμε ότι δεν ομιλεί αυτός σωστά, επειδή τα μεν βασιλικά και εξωτερικά τέλη και δοσίματα αυτά συγκεντρώνονταν κατά τον Σεπτέμβριο, που είναι αρχή εξωτερική του χρόνου· ενώ τα δίδραχμα, επειδή ήταν δόσιμο εσωτερικό και ιερατικό, γι’αυτό συγκεντρώνονταν κατά τον Μάρτιο, που είναι αρχή εσωτερική του χρόνου, σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσή. Το ότι πάλι το δίδραχμο ήταν ιερατικό δόσιμο και δινόταν στους ιερείς, το μαρτυρεί η Θεία Γραφή λέγοντας: «Καὶ ἔδωκε Μωυσῆς τὰ λύτρα τῶν πλεοναζόντων -που ήσαν τα δίδραχμα- Ἀαρὼν καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ, διὰ φωνῆς Κυρίου, ὃν τρόπον συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ(: Και ο Μωυσής παρέδωσε τα χρήματα, με τα οποία είχαν εξαγορασθεί τα 273 πρωτότοκα του Ισραήλ, που ήσαν περισσότερα σε αριθμό από τους Λευίτες, στον αρχιερέα Ααρών και τους υιούς του ιερείς, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, όπως ακριβώς είχε διατάξει ο Κύριος τον Μωυσή)»[Αριθ.3,51].
Θα μπορούσε όμως να απορήσει κανείς λέγοντας: «Γιατί καθημερινά στις ώρες λέγεται το Κοντάκιο της Μεταμορφώσεως και όχι κάποιας άλλης εορτής;». Λύνοντας λοιπόν την απορία λέγομε ότι επειδή η εορτή της Μεταμορφώσεως είναι εορτή του μέλλοντος αιώνος· διότι, όπως ακριβώς οι απόστολοι έβλεπαν την δόξα του Χριστού στην Μεταμόρφωση, έτσι και οι μακάριοι στον μέλλοντα αιώνα θα βλέπουν πάλι την ίδια δόξα του Χριστού. Γι’αυτό η Εκκλησία θέλοντας να έχουν πάντοτε οι Χριστιανοί στην μνήμη τους την δόξα εκείνη που θα απολαύσουν, όρισε να λέγουν καθημερινά το Κοντάκιο της εορτής αυτής, ώστε με την συνεχή υπόμνηση να τους παρακινήσει στον πόθο και στον έρωτα της μελλούσης δόξας· και όπως ο αθλοθέτης δείχνοντας τον στέφανο στον αθλητή χαροποιεί την καρδιά του και τον ενισχύει αυτός για να αθλήσει νόμιμα και καρτερικά, για να κερδίσει τέτοιον ωραίο και πολύτιμο στέφανο, έτσι και η του Χριστού εκκλησία προσθέτοντας τρόπον τινά και δείχνοντας στους αθλητές της ευσέβειας Χριστιανούς τον στέφανο της θείας δόξας, που θα απολαύσουν, τους χαροποιεί και τους ενδυναμώνει, για να αθλήσουν ανδρείως, για να αξιωθούν τέτοιου περικαλλέστατου και ωραιότατου στέφανου της ακήρατης μακαριότητας.
Εάν όμως κανείς απορεί και λέγει: «Πώς οι απόστολοι στη Μεταμόρφωση ανεγνώρισαν την γυμνή σώματος ψυχή του Μωυσή και τον Ηλία που ήταν με το σώμα;» τότε αποκρίνεται λύνοντας την απορία ο της Θεσσαλονίκης θείος Γρηγόριος και λέγει ότι τους αναγνώρισαν με την αποκαλυπτική δύναμη του ακτίστου φωτός εκείνου της υπερουσίου Θεότητος, καθόσον και όλοι οι Δίκαιοι με το ίδιο άκτιστο φως της Θεότητος θα γνωριστούν μεταξύ τους και όσους ποτέ σωματικά δεν γνώρισαν, κατά τον μέλλοντα αιώνα, διότι με το φως εκείνο όλων των όντων οι λόγοι αποκαλύπτονται. Τι λέγω; Και με μία μόνον ακτίνα του φωτός εκείνου. Γι’αυτό γράφει ο Διάλογος Γρηγόριος πως ο θείος Βενέδικτος βλέποντας την νύκτα φως θείο και ουράνιο έλεγε ότι «Εἶδον, καί ἰδού ὅλος ὁ κόσμος ὡς ὑπό μίαν τοῦ ἡλίου (:του θείου δηλαδή εκείνου φωτός) ἀκτῖνα συναθροισθεῖς ἦν (:Είδα και όλος ο κόσμος ήταν συγκεντρωμένος σαν μία ακτίνα του ήλιου)»(σελίδα 53 του Ευεργετινού). Με δεύτερο όμως λόγο τους ανεγνώρισαν και από τα λόγια που έλεγαν, όπως ερμηνεύει ο ιερός Θεοφύλακτος.
- Λέγει ο θεοφόρος Μάξιμος: «Ἀγένητον δέ λέγω θέωσιν τήν κατ΄εῖδος ἐνυπόστατον ἔλλαμψιν, ἥτις οὐκ ἔχει γένεσιν, ἀλλ’ ἐνεπινόητον ἐν τοῖς ἀξίοις φανέρωσιν» (στην ξα’ λύση των αποριών). Και ο Συμεών ο μεταφραστής παραφράζοντας τις πεντηκόντα ομιλίες του αγίου Μακαρίου, λέγει τα εξής: «Ἡ τελεία ἔλλαμψις τοῦ Πνεύματος, δέν εἶναι ἀποκάλυψις μόνον νοημάτων, ἀλλά βεβαία καί διηνεκής ἔλλαμψις ὑποστατικοῦ φωτός εἰς τάς ψυχάς»[κεφ.ρλή]. Ο δε Μέγας Βασίλειος λέγει τα εξής: «Έπαθλο της αρετής είναι το να γίνει κανείς Θεός και το να καταστράπτεται με το ακραιφνέστατο φως να γίνει υιός της ημέρας εκείνης ή να μη διακόπτεται από το σκότος. Άλλος γαρ ταύτην ποιεί ήλιος ο το αληθινό φως απαστράπτων»(Αυτό το ίδιο λέγει και ο Νύσσης Γρηγόριος στον στ΄ Ψαλμό περί της ογδόης). Λέγει και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Ἂβυσσος μέν πένθους παράκλησιν ἐθεάσατο. Καθαρότης δέ καρδίας ἐδέξατο ἔλλαμψιν. Ἔλλαμψις δέ εἶναι ἄρρητη ἐνέργεια ὁρωμένη ἀοράτως καί νοουμένη ἀγνώστως (: Η άβυσσος του πένθους αντικρίζει την –εκ μέρους του Θεού- παρηγορία. Και η καθαρότητα της καρδιάς δέχεται την θεία έλλαμψη. Έλλαμψις σημαίνει απερίγραπτη ενέργεια, η οποία κατανοείται χωρίς να κατανοείται και βλέπεται χωρίς να βλέπεται)» [Ιω. Σιν. Κλίμαξ Ζ΄53]. Αλλά και εκείνο που λέγει ο προφήτης Δαβίδ: «Ἐσημειώθη ἐφ’ ἡμᾶς τό φῶς τοῦ προσώπου σου(:Σε μας όμως Κύριε, που ελπίζουμε σε Σένα, εντυπώθηκε βαθιά μέσα μας η στοργή και η αγάπη και χάρη του προσώπου Σου· και έλαμψε σε όλους φανερή η πρόνοια και προστασία Σου)»[Ψαλμ.4,7] θέλει να πει ότι το θείο φως «βαθέως ἐνεσημάνθη», όπως το ερμηνεύει ο θεολόγος Γρηγόριος. Δηλαδή δεν γίνεται και απογίνεται σαν μία αστραπή, αλλά παραμένει στην ψυχή και αν και αναχωρήσει, αφήνει ίχνη και σημεία φανερά της παρουσίας Του στην καρδιά.
- Το ρητό τούτο του Κορυφαίου αναφέροντας ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος λέγει τα εξής: «Και όταν χαράξει η αυγή και ανατείλει ο ήλιος στις καρδιές μας, κατά τον κορυφαίο Απόστολο, εξέρχεται, σύμφωνα με τον προφητικό εκείνο λόγο, ο πραγματικός άνθρωπος προς την πραγματική εργασία του και χρησιμοποιώντας το φως ανεβαίνει την οδό ή ανυψώνεται προς τα αιώνια όρη και με αυτό το φως καθίσταται, ω του θαύματος, επόπτης των υπερκοσμίων πραγμάτων, χωρίς να αποχωρίζεται από την ύλη που παράχθηκε στην αρχή μαζί του ή αποχωριζόμενος, όπως γνωρίζει η οδός… και με πνευματική και άρρητη βοήθεια, ακούει τα άρρητα ρήματα και βλέπει τα αθέατα· και έτσι παραδίδεται και γίνεται ολόκληρος του θαύματος, κι αν ακόμη απουσιάζει από εκεί…»[Λόγος προς την Ξένην].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Βενεδίκτου ιερομονάχου αγιορείτου, Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Ερμηνεία στις επτά καθολικές επιστολές των αγίων και πανευφήμων Αποστόλων Ιακώβου, Πέτρου, Ιωάννου και Ιούδα, σελ. 318-338, Έκδοση συνοδίας Σπυρίδωνος ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄», Νέα Σκήτη Αγίου Όρους, 2021.
- https://apostolikidiakonia.gr/bible/bible.asp?contents=old_testament/contents.asp&main=OldTes
- https://apostolikidiakonia.gr/bible/bible.asp?contents=new_testament/contents.asp&main=
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΝ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Αὐτοῦ ἀκούετε»(Ματθ.17,5)
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 6-8-1988]
(Γ103Β)
Ο σκοπός μιας εορτής, αγαπητοί μου, είναι να ξαναζωντανέψει ένα γεγονός και να δημιουργήσει, αν τούτο βέβαια είναι δυνατόν, τα ίδια βιώματα, όπως όταν το γεγονός ελάβαινε χώρα.
Έτσι, όταν οι μαθηταί Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης είδαν το υπερφυές αυτό θαύμα της Μεταμορφώσεως του Κυρίου, εκινήθησαν ανάμεσα σε δύο ακραία αισθήματα. Αυτά που μέσα στην Ιστορία καλείται ο κάθε πιστός, όπως σας είπα, αυτός ο σκοπός των εορτών, να κινηθεί. Ήταν η γοητεία της θέας, ώστε ο Απόστολος Πέτρος να φθάσει να ζητήσει από τον Κύριο να μείνουν για πάντα στο Θαβώρ. Αλλά και ο τρομακτικός φόβος, ώστε να πέσουν πρηνείς, όπως πολύ ωραία το εκφράζει κατά δυναμικότατον τρόπον η βυζαντινή αγιογραφία, όταν άκουσαν την φωνήν του Ουρανίου Πατρός από το κέντρον της νεφέλης: «Καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε». «Και να, φωνή εκ της νεφέλης, η οποία έλεγε: Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός -δηλαδή ο Ιησούς- εις τον Οποίον αναπαύομαι· Αυτόν να ακούτε».
Ήτο η μεγάλη μαρτυρία του Πατρός υπέρ του Υιού, που χάριν αυτής της μαρτυρίας, όπως λέγαμε εχθές εις τον Εσπερινόν, εστήθη το σκηνικόν της φωτεινής νεφέλης. Η μαρτυρία του Πατρός έχει μία άπειρη βαρύτητα γιατί είναι μία άμεση αποκάλυψη.
Τίνος ήτο η φωνή; Έπρεπε να δοθεί και δια την φωνήν μία μαρτυρία, δια να εξασφαλιστεί η γνησιότητα της φωνής. Αλλά η μαρτυρία της φωνής, που θα έδιδε την μαρτυρίαν δια τον Ιησούν, εδόθη από την παρουσίαν της φωτεινής νεφέλης. Το ένα δηλαδή δίδει τη μαρτυρίαν δια το άλλο. Η νεφέλη δίδει την μαρτυρίαν της γνησιότητος της φωνής και η γνησιότητα της φωνής τη μαρτυρίαν περί του προσώπου του Υιού. Γι΄αυτό ακριβώς λέγει ένας ερμηνευτής: «Νεφέλη καί φωνή, ἳνα βεβαιωθῶσιν ὃτι φωνή Θεοῦ ἐστίν». Μαζί η φωνή με τη νεφέλη, δια να βεβαιωθούν οι μαθηταί ότι πρόκειται περί της φωνής του Θεού. Και η φωνή ήτο του Πατρός, του Ουρανίου Πατρός. Εδώ πάλι βλέπομε, όπως εις την Βάπτισιν, έχομε μία πλήρη Θεοφανία. Το κέντρον της Θεοφανίας στην Μεταμόρφωσιν κατέχει ο Υιός. Όπως και εις την Βάπτισιν το κέντρον της Θεοφανίας κατέχει πάλι ο βαπτιζόμενος Υιός. Το Πνεύμα το Άγιον, εκεί, εις την Βάπτισιν ήτο ωσεί περιστερά. Το Πνεύμα το Άγιον εδώ είναι ως νεφέλη φωτεινή. Ο Πατήρ εμφανίζεται ως φωνή και εκεί εις την Βάπτισιν και εδώ και πάντοτε με την ιδίαν μαρτυρίαν. Ότι «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός». Ακροατής εκεί εις την Βάπτισιν ήταν κυριότατα ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Εδώ ακροαταί της φωνής είναι ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης. Δεν είναι τολμηρό να πούμε και ο Μωυσής και ο Ηλίας. Θα το δούμε λίγο πιο κάτω. Έτσι έχομε άλλη μία μαρτυρία εδώ του Πατρός με φωνήν. Είναι η δεύτερη μαρτυρία μέσα εις τα Ευαγγέλια.
Έχομε όμως και μία τρίτη μαρτυρία της φωνής του Ουρανίου Πατρός. Όταν κάποτε ο Κύριος ομίλει εις τα πλήθη, έκανε μία μικράν προσευχήν εις την οποίαν εδόθη μία συγκλονιστική απάντησις: «Πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα. ἦλθεν οὖν φωνὴ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· καὶ ἐδόξασα καὶ πάλιν δοξάσω». «Ἀπεκρίθη ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ εἶπεν· οὐ δι’ ἐμὲ αὕτη ἡ φωνὴ γέγονεν, ἀλλὰ δι’ ὑμᾶς». «Πατέρα, δόξασέ μου το όνομά Σου. Ήλθε λοιπόν μία φωνή από τον ουρανό. ‘’Και εδόξασα και πάλι δοξάσω’’. Τότε απεκρίθη ο Ιησούς προς τα πλήθη και είπε: ‘’Αυτή η φωνή δεν έγινε για μένα αλλά για σας’’». Δηλαδή «να σας δοθεί μία μαρτυρία Ποιος είμαι, πού αποτείνομαι και πώς απαντά Εκείνος προς τον Οποίον Εγώ αποτείνομαι».
Έχομε λοιπόν τρεις μαρτυρίες σαν φωνή του ουρανίου Πατρός· στην Βάπτισιν, στην Μεταμόρφωσιν και τώρα εις τα πλήθη, υπέρ της ταυτότητος του Υιού. Και ποια είναι αυτή εν προκειμένω η μαρτυρία; Το είπαμε: «Οὗτος ἐστίν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός». Αυτή είναι η μαρτυρία, σπουδαιοτάτη μαρτυρία, που όπως είδαμε είναι η δευτέρα χρονολογικά.
Η μαρτυρία του Αποστόλου Πέτρου, όπως θα ενθυμείσθε, όταν ο Κύριος έθεσε εκείνη την ερώτηση στους μαθητάς: «Οἱ ἄνθρωποι τίνα με λέγουσιν εἶναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου;(:Οι άνθρωποι για μένα τι λένε; Για μένα τον Υιόν του ανθρώπου, ποιος είμαι;)». Και τότε… -γιατί υπήρχαν ποικίλες απόψεις περί του προσώπου του Ιησού. Και τότε ο Απόστολος Πέτρος, εξ ονόματος και των άλλων μαθητών είπε εκείνα τα βαρυσήμαντα λόγια: «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος(: Συ είσαι ο Μεσσίας· ο κατεξοχήν Υιός του Θεού, του Θεού του ζώντος Θεού)». Βέβαια ήτο μία μεγάλη μαρτυρία, που ο Κύριος την μαρτυρίαν αυτήν επήνεσε και είπε ότι επί της μαρτυρίας αυτής θα θεμελιωθεί η Εκκλησία. Ελέγετο Σίμων ή Κηφάς ο Πέτρος. Και τον αποκαλεί εκεί, τον μετονομάζει και τον λέγει Πέτρον, πέτρα δηλαδή, βράχον και ότι επ’ αυτού του βράχου -ποιου βράχου;- αυτής της ομολογίας -ποιας ομολογίας; : ότι ο Ιησούς είναι ο κατεξοχήν Υιός του Θεού-, θα θεμελιωθεί η Εκκλησία· της οποίας τα θεμέλια δεν θα μπορέσουν αυτές οι σκοτεινές δυνάμεις του Άδου να τα κλονίσουν μέσα εις την Ιστορίαν.
Αλλά αυτή όμως η μαρτυρία του Πέτρου ήτο μία έμμεση μαρτυρία· διότι απλώς του απεκαλύφθη. Το βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος, όταν του λέγει: «Σίμων Βαριωνᾶ (:Σίμων, παιδί του Ιωνά, αυτό που είπες δεν ήταν δικό σου) ὅτι σάρξ καὶ αἷμα –δηλαδή άνθρωπος– οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι (:Δεν σου το απεκάλυψε αυτό άνθρωπος, ότι Εγώ είμαι ο Υιός του Θεού του ζώντος), ἀλλ᾿ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Συνεπώς και εδώ έχομε και την αποκάλυψη και τη μαρτυρία του Πατρός, μόνο που γίνεται έμμεσα, δια της μαρτυρίας ενός μαθητού.
Εδώ όμως στη Μεταμόρφωση έχομε άμεσον μαρτυρίαν του Πατρός δια τον Υιόν. Αλλά αυτής της μαρτυρίας του Πατρός, προηγήθηκε μια άλλη μαρτυρία δια τον Υιόν. Ήτο η μαρτυρία του Μωυσέως· ο οποίος τη στιγμή που εδίδετο η μαρτυρία του Πατρός, ο Μωυσής ήτο παρών. Και την είχε δώσει τη μαρτυρίαν αυτή 15 περίπου αιώνες προ Χριστού.
Ακούστε πώς το λέγει ο ίδιος ο Μωυσής εις το βιβλίον του Δευτερονομίου στο 18ο κεφάλαιον, στίχος 15. Είναι η πλέον βαρυσήμαντος θέσις, όχι μόνο μέσα εις το βιβλίον του Δευτερονομίου, αλλά εις αυτήν την Πεντάτευχον, αλλά εις αυτήν ολόκληρην την Παλαιάν Διαθήκην. Τι λέγει εκεί ο Μωυσής; «Προφήτην ἐκ τῶν ἀδελφῶν σου ὡς ἐμὲ -δηλαδή «Προφήτην από τους αδελφούς σου», λέει στον λαό, «σαν εμένα», ὡς ἐμὲ, δηλαδή τι είμαι εγώ; Νομοθέτης. Προσέξτε: Υπογραμμίζω. Νομοθέτης. Θα το πω δια τρίτην φορά. Νομοθέτης- ἀναστήσει σοι Κύριος ὁ Θεός σου, αὐτοῦ ἀκούσεσθε». Θα εγείρει, θα αναστήσει, θα φέρει στην Ιστορία, έναν άλλον Νομοθέτην. Αὐτοῦ ἀκούσεσθε. Ακούστε αυτήν την φράσιν: «Αὐτοῦ ἀκούσεσθε». Αυτόν να ακούσετε. Ο Πατήρ τι είπε; «Αὐτοῦ ἀκούσεσθε». Ώστε λοιπόν είναι Αυτός ο άλλος Νομοθέτης, ο άλλος προφήτης. Και ο Θεός βεβαιώνει αυτήν την ρήσιν την προφητικήν του Μωυσέως, με τα εξής λόγια, λίγο πιο κάτω από αυτό που σας διάβασα: «Προφήτην ἀναστήσω αὐτοῖς -δηλαδή στους Εβραίους- ἐκ τῶν ἀδελφῶν αὐτῶν -δηλαδή από τον λαό τους-, ὥσπερ σε –όπως και ο Ιησούς εκ του λαού του Ισραήλ κατάγεται κατά σάρκα. Όπως κι εσένα· δηλαδή Νομοθέτην-, καὶ δώσω τὰ ῥήματα ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ(:θα του βάλω τα λόγια μου στο στόμα του), καὶ λαλήσει αὐτοῖς καθ᾿ ὅ,τι ἂν ἐντείλωμαι αὐτῷ -Ο Χριστός είπε: «Ἐγὼ ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ οὐδέν λαλῶ: Ό,τι ο Πατήρ θέλει, αυτό λαλώ-· καὶ ὁ ἄνθρωπος, -συνεχίζει ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη- ὃς ἐὰν μὴ ἀκούσῃ ὅσα ἂν λαλήσῃ ὁ προφήτης ἐκεῖνος ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου, ἐγὼ ἐκδικήσω ἐξ αὐτοῦ». «Εκείνος ο οποίος θα δείξει ανυπακοή σε Αυτόν τον νέον Νομοθέτην, Εγώ θα τον τιμωρήσω».
Και ποιο το περιεχόμενο αυτής της μαρτυρίας; Ότι «Αυτός τώρα που μεταμορφούται, όπως στην Βάπτιση, Αυτός τώρα που βαπτίζεται, ότι Αυτός που τώρα μεταμορφούται ενώπιον των τριών μαθητών, Πέτρου, Ιακώβου και Ιωάννου και ενώπιον των ουρανίων επισκεπτών, Μωυσέως και Ηλιού, Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός». Αυτό το «Οὗτος», «Οὗτος ἐστιν», αυτό το «Οὗτος» είναι δεικτικόν(Από το δείχνω) που σημαίνει ότι Αυτός είναι και όχι κάποιος άλλος. Δεν υπάρχει κανείς άλλος παρά μόνον Αυτός. Είναι εκείνο που θα γράψει αργότερα ο Απόστολος Παύλος: «Ἐν οὐδενὶ ἑτέρῳ υπάρχει η σωτηρία». Δεν υπάρχει εις κανέναν άλλον η σωτηρία, παρά μόνον εις τον Ιησούν Χριστόν.
«Οὗτος ἐστίν»· που σημαίνει, Αυτός είναι. Αυτός είναι πάντοτε. Δεν είναι σήμερα και δεν ήταν χθες. Αλλά Αυτός που είναι πάντοτε. Θα γράψει αργότερα ο Απόστολος Παύλος εις την προς Εβραίους επιστολήν του: «Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός εἰς τούς αἰῶνας». Ο Ένας, ο μοναδικός, ο αιώνιος, ο παντοτινός, ο ένας μόνος Σωτήρ. Και Αυτός που Εγώ τώρα, ως να λέγει ο Πατήρ με εκείνο το «οὗτος», όταν λέμε «οὗτος», αυτός, δείχνομε, Εγώ τώρα ο Πατήρ δακτυλοδεικτώ· Αυτός είναι ο Υιός μου. Όχι υιός μου· αλλά ο Υιός μου. Έναρθρα, με ὁ μπροστά· που δείχνει ότι είναι Υιός όχι κατ’ υιοθεσίαν ή κάποιος, όπως λεγόμεθα όλοι «Παιδιά του Θεού». Όπως και οι Εβραίοι έλεγαν…- καλώς το κατενόησαν οι Εβραίοι, ξέρετε, και πήραν λίθους να λιθοβολήσουν τον Κύριον, καλώς το κατενόησαν. «Γιατί», λέει, «με λιθοβολείτε;», ερώτησε ο Κύριος. «Επειδή κάνω καλά έργα; Για ποιο καλό έργο με λιθοβολείτε;». «-Όχι, δεν σε λιθοβολούμε για κανένα καλό έργο, αλλά γιατί είπες ότι είσαι ο Υιός του Θεού».
Δηλαδή; Κι εκείνοι δεν ήσαν υιοί του Θεού; Δεν απεκλήθησαν «Ο υιός μου ο πρωτότοκος» ολόκληρος ο Ισραήλ; Τον οποίον καλώ εξ Αιγύπτου. Άλλο ότι αυτή η προφητεία, σε δεύτερο πλάνο αφορά τον Ιησούν Χριστόν. Ναι, καλώς το κατενόησαν. «Γιατί έκανες», λέει, «τον εαυτόν σου Υιόν του Θεού;». Τι; Μοναδικόν Υιόν του Θεού. Με ιδιότητα μοναδικήν. Και όπως λέγει ο Ζιγαβηνός: «Οὐχ ἁπλῶς υἱὸς ὡς οἱ δι’ ἀρετῆς υἱοποιούμενοι μοι». «Εκείνοι οι οποίοι γίνονται παιδιά μου, επειδή αποκτούν αγιότητα». Όπως και η μαρτυρία του Πέτρου που είπε: «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς(:Συ είσαι ο Χριστός) ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» κ.τ.λ. Ενάρθρως.
Μάλιστα, όταν ο Κύριος έκανε την θάλασσα να σιγήσει, εκοιμάτο μες στο καΐκι κι έγινε ταραχή μεγάλη και Τον ξύπνησαν. «Κύριε», λέγει, «ξύπνα, γιατί χανόμαστε». Τότε σηκώθηκε ο Κύριος, είπε στον άνεμο, στη θάλασσα: «Σιώπα, πεφίμωσο», κλείσε το στόμα σου, βάλε φίμωτρο. Αμέσως γαλήνη. Ακαριαία. Και τότε πήγαν και Τον προσκύνησαν εκείνοι που ήσαν εις το καΐκι και είπαν -προσέξτε ακρίβεια- : «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἐστίν οὗτος». Είναι πράγματι αληθινός Υιός, όχι «ο υιός», υιός, δηλαδή πολύ καλός άνθρωπος, που τον ακούει ο Θεός. Γιατί; Ακόμη δεν εγνώριζαν Ποιος ήταν ο Ιησούς. Όταν όμως Τον εγνώρισαν, δεν ήταν υιός, αλλά ο Υιός, ο Ένας και ο μοναδικός. Και ο Υιός Αυτός είναι εκ της ουσίας του Πατρός, είναι αΐδιος, δηλαδή χωρίς αρχή, χωρίς τέλος, όπως και ο Πατήρ. Είναι το δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος. Είναι Εκείνος για τον οποίον εγράφη στον 2ον Ψαλμόν: «Υἱός μου εἶ σύ, ἐγώ σήμερον γεγέννηκά σε». «Συ είσαι ο Υιός μου, τον Οποίον εγώ σήμερα έχω γεννήσει». Και είναι ομοούσιος προς τον Πατέρα. Γιατί; Γιατί «Εγώ», λέει «Σε γέννησα, Εγώ, Εγώ ο Πατήρ. Συνεπώς είσαι ομοούσιος με Εμένα». Αυτό το «σήμερον» και το «γεγέννημαι» υπάρχει σε αυτά το παρόν και το παρελθόν, που εκφράζεται η προαιώνιος γέννησις του Υιού. Και ο Υιός Αυτός είναι αγαπητός. Αγαπητός ως Μονογενής, εκ της φύσεως του Πατρός. Αγαπητός και ως άνθρωπος· γιατί ευρίσκεται ενώπιον του Πατρός ως άνθρωπος, ανά πάσα στιγμή ευαρεστών. «Ἐν ᾧ εὐδόκησα»· «στον Οποίον Εγώ αναπαύομαι». Και επιμαρτυρεί ο Πατήρ.
Γι΄αυτό το «εὐδόκησα» λέει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Ὡσανί ἔλεγεν: Ἐν ᾧ ἀναπαύομαι, ᾧ ἀρέσκομαι». «Σ’ αυτόν που εγώ αναπαύομαι, σε Αυτόν που εγώ αρέσω». Και όπως λέγει ο Ζιγαβηνός: «Φιλῶ γάρ ὡς υιόν μου (:Τον αγαπώ σαν παιδί μου) καί ὡς ἀγαπητόν καί ὡς ἀναπαύοντα καί ἀρέσκοντά μοι (:και σαν υιόν, σαν αγαπητόν και σαν αναπαύοντά με, με αναπαύει, γιατί κάνει το θέλημά μου· και ακόμη είναι Εκείνος που αρέσω)».
Και συνεπώς; Συνεπώς: «Αὐτοῦ ἀκούετε». Αυτόν να ακούτε. Και τούτο διότι είναι ο άλλος προφήτης, που επροφήτευσε ο Μωυσής, όπως σας είπα, είναι ο νέος Νομοθέτης. Γιατί ο Μωυσής είπε: «Προφήτην ὡς ἐμέ». Αυτό το «προφήτην ὡς ἐμέ», το βρίσκομε εις το δεύτερον κεφάλαιον του Ησαΐου, ο οποίος λέγει το εξής καταπληκτικόν: «Ἐξελεύσεται νόμος καὶ λόγος Κυρίου ἐξ ῾Ιερουσαλήμ». Ναι, αλλά ο νόμος εξήλθε εκ Σινά. Από εκεί βγήκε ο νόμος, από το Σινά. Εδώ λέγει ο Ησαΐας, 800 χρόνια προ Χριστού, ότι θα βγει νόμος από τη Σιών, δηλαδή από την Ιερουσαλήμ. Και λόγος από τα Ιεροσόλυμα. Αλλά μόνον ο Χριστός νομοθέτησε εις τον χώρον της Παλαιστίνης. Αλλά ο Μωυσής πήρε τον νόμο εις το Σινά. Αυτό δείχνει ότι πράγματι ο Χριστός είναι ο νέος Νομοθέτης, μιας νέας τάξεως.
Και συνεπώς, όπως λέει ο Ζιγαβηνός: «Τούτῳ οὕτω πείθεσθε(εις Αυτόν να πείθεσθε) τούτῳ πιστεύετε(:εις Αυτόν να πιστεύετε) εἰ τι ἂν καί λέγῃ καί ποιῇ(:Ό,τι κι αν σας λέγει, ό,τι κι αν κάνει· εις Αυτόν να πείθεσθε και να πιστεύετε). Αὐτοῦ ἀκούετε. Πλήρωμα γάρ νόμου καί προφητῶν ὁ Χριστός(:Γιατί ο Χριστός είναι το πλήρωμα, η εκπλήρωσις και του Νόμου και των προφητών). Καί λοιπόν ἐκεῖνα πάντα συνετελέσθησαν ἂχρι τούτου μόνον ἐκτεινόμενα». «Και όλα αυτά πραγματοποιήθηκαν», λέγει, «μέχρι Τούτου μόνον, μέχρι το πρόσωπον του Ιησού Χριστού και δεν πήγαν πιο πέρα». Στο πρόσωπον όλα του Χριστού εξεπληρώθησαν, όλες οι προφητείες.
Και όπως λέγει ο Θεοφύλακτος: «Αὐτοῦ ἀκούετε· κἂν σταυρωθῆναι θέλῃ, μή ἐναντιοῦσθε αὐτῷ (:Αυτόν να ακούτε. Κι αν ακόμη θέλει να σταυρωθεί, μην έρχεστε σε αντίθεση)». Ο Απόστολος Πέτρος είπε: «Ἵλεώς σοι, Κύριε», «μη γένοιτο» δηλαδή, «έλεος σε Σένα να μη γίνει αυτό, να πας στα Ιεροσόλυμα, που λες ότι οι Εβραίοι θα σε φονεύσουν». Και ο Κύριος δέχεται αντίθεσιν από τον Πέτρον. Άκοντος, δεν το καταλάβαινε. Ήταν πίσω από τον Πέτρον ο διάβολος. Και τότε λέγει στον Πέτρον ο Κύριος: «Ὓπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ».
Το «Αὐτοῦ ἀκούετε», το «Αὐτοῦ» γιατί το ἀκούω συντάσσεται με γενική, το «Αὐτοῦ ἀκούετε» μόνον και όχι άλλου, αποτείνεται τόσο εις τους τρεις μαθητάς, όσο και εις τους Μωυσή και Ηλία, που ήδη είχαν προφητεύσει γι’ Αυτόν και τώρα βρίσκονται μπροστά εις τον προφητευόμενον. Κι εκείνοι έπρεπε να ακούν τον Κύριον. Όλοι οι άγιοι στη Γη, έχουν ανάγκη να ακούσουν και να πειθαρχήσουν στο «Αὐτοῦ ἀκούετε».
Αυτός ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, αγαπητοί μου, λέει το εξής: «Κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν(: «Εγώ λέει δεν Τον γνώριζα». Ακούτε; «Δεν Τον εγνώριζα τον Ιησούν»), ἀλλ’ ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἐφ’ ὃν ἂν ἴδῃς τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ’ αὐτόν, οὗτός ἐστιν(:Αυτός είναι. Αυτό το σημάδι)· κἀγὼ ἑώρακα, καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ(:Είδα και δίνω τη μαρτυρία μου ότι Αυτός είναι ο Υιός του Θεού)». Δεν εγνώριζε. Είχε λοιπόν και ο Ιωάννης ανάγκη αυτού του «Αὐτοῦ ἀκούετε». Και ο Αβραάμ στη Γη όσο ζούσε, αλλά και στον Άδη, αυτό το «Αὐτοῦ ἀκούετε» είχε ανάγκη. Και περίμενε τον Ιησούν. Και ηγαλλιάσατο εις τον Άδη, όταν είδε την Ενανθρώπηση του Υιού στη Γη. Πώς την είδε…-ο Κύριος το αποκαλύπτει αυτό. Ο Κύριος γνωρίζει. Όλοι οι άγιοι στην Παλαιά Διαθήκη και όλοι οι δίκαιοι και οι προφήται, Αυτού ήκουσαν. Γιατί ο Υιός επικρατεί εις την Παλαιά Διαθήκη και εδικαιώθησαν και εσώθησαν. Γιατί τον Ιησούν, προ της Ενανθρωπήσεώς Του Τον είχαν ακούσει. Οι προφήται Αυτού ήκουσαν κλπ. Όποιος λοιπόν, Αυτού, του Ιησού ακούει, θα έχει ζωήν αιώνιον. Διότι σ’ Αυτόν θα έχει πιστεύσει και τις εντολές Του θα έχει βιώσει. Όποιος Αυτού ακούει, ποτέ δεν θα αποπροσανατολιστεί στη ζωή του. Ποτέ κανένα πρόβλημα υπαρξιακόν δεν θα τον βασανίσει. Γιατί είναι Αυτός που κρατά τα κλειδιά του θανάτου και του Άδου.
Λέγει στο βιβλίον της Αποκαλύψεως, 1,18: «Καὶ ἔχω τὰς κλεῖς τοῦ θανάτου καὶ τοῦ ᾅδου». Όποιος Αυτού ακούει, αγαπητοί μου, θα έχει κοινωνίαν μετά του Θεού. Όπως σημειώνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην πρώτη του επιστολή: «Καί ἡ κοινωνία δὲ ἡ ἡμετέρα μετὰ τοῦ πατρὸς καὶ μετὰ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ ταῦτα γράφομεν ὑμῖν(:κι αυτά σας τα γράφομε), ἵνα ἡ χαρὰ ἡμῶν ᾖ πεπληρωμένη(:Για να είναι η υπερπλήρης η χαρά σας για να έχετε κι εσείς κοινωνία μετά του Πατρός και του Υιού)».
Και τέλος, όποιος Αυτού, του Ιησού ακούει, δεν ακούει του Αντιχρίστου ή των αντιχρίστων φωνών. Αν δεν θέλομε να ακούσομε τη φωνήν του Αντιχρίστου και να τον πιστέψομε, δεν έχομε παρά πάντα να ακούμε τη φωνή Εκείνου, για τον Οποίον μαρτύρησε ο Πατήρ, του Ιησού Χριστού.
Αγαπητοί, τι να πούμε και τι να περιγράψουμε για την εποχή μας, που είναι βάραθρον, μια κοιλάδα κλαυθμώνος κι ένας Άδης. Είναι τέτοια η εποχή μας, γιατί δεν ακούει τον Κύριον Ιησούν Χριστόν. Κι όχι απλώς δεν Τον ακούει αλλά Τον υβρίζει και Τον αποκηρύττει. Εμείς όμως που πιστεύομε στον Κύριον, Αυτού ακούομεν. Κι έτσι τηρούμε και την εντολήν του Ουρανίου Πατρός που είπε να Τον ακούμε. Εμείς δεν είμεθα τέκνα απειθείας και οργής. Είμεθα τέκνα φωτός και υπακοής.
Αγαπητοί μου, το υπερφυές αυτό θαύμα της Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μας δίνει το μήνυμα και της δικής μας μεταμορφώσεως που είναι η κορυφαία υπακοή εις τον Υιόν, κατά την εντολή του Πατρός. «Μεταμορφοῦσθε -γράφει στην προς Ρωμαίους ο Απόστολος Παύλος- τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοός ὑμῶν, εἰς τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- Ομιλία εις την Αγίαν Μεταμόρφωσιν, 6-8-1988, σειρά Γ103Β.
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.