Ἀρχίζει τὸ Τριῴδιο!

ἀπὸ τὸν π. Γεώργιο Τριαντάφυλλο – ἐφημέριο τῶν Λευκῶν – Πάρου

Τί μποροῦμε νὰ ποῦμε γι᾽ αὐτὴ τὴν περίοδο;

(Μοῦ εἶπε ἕνας ἁπλοϊκὸς γέροντας Ἱερέας, ποὺ δὲν ἔχει σπουδάσει τὴν θεολογία τῶν Πανεπιστημίων ἀλλὰ τὴν θεολογία τῆς προσευχῆς, ὅπως ἀναφέρει καὶ ὁ ἴδιος)

-Παιδί μου, τὸ λέει ἡ λέξη Τριώδιο… Δηλαδὴ ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, ἐὰν ἔχουμε τρία πάθη, νὰ πολεμήσουμε νὰ τὰ κάνουμε δύο… Αὐτὸ εἶναι τὸ Τριώδιο… Ἡ πάταξη τῶν παθῶν μας, ἡ μείωση τῶν ἀδυναμιῶν μας… Μὲ λίγα λόγια νὰ διώξουμε τὰ κουσούρια ποὺ ἔχουμε… Ὅλα δὲν θὰ τὰ καταφέρουμε, ἀλλὰ ἔστω καὶ ἕνα νὰ διώξουμε ὁ Θεὸς εὐαρεστεῖται… Πρέπει νὰ προσέξουμε ὅμως, μὴν κάτσουμε καὶ τὰ κουκουλώσουμε ὅπως κάνουν οἱ γυναῖκες ὅταν βάφονται ἢ καὶ οἱ ἄνδρες ποὺ καὶ αὐτοὶ σήμερα καλλωπίζονται περισσότερο ἔχω τὴν ἐντύπωση, δηλαδὴ ἐπιφανειακά… Θέλει ξερρίζωμα ἀπὸ τὴν ρίζα τὸ πάθος, πρέπει νὰ σκάψεις βαθειὰ στὴν ψυχὴ ὥστε νὰ βρεῖς ἀπὸ ποῦ ξεκινάει καὶ ἔπειτα νὰ τὸ ξερριζώσεις ὁλάκερο. Γι᾽ αὐτὸ θέλει χρόνο, προσευχή, νηστεία, ἐξομολόγηση, μετάνοια καὶ κουβέντα… Νὰ κουβεντιάζουμε συνέχεια μὲ τὸν Θεό, μὲ τὸν Χριστό, τὴν Παναγία μας καὶ τοὺς Ἁγίους μας… Νὰ κουβεντιάζουμε μὲ τὸν πνευματικό μας, μὲ τὸ κομποσχοίνι μας, νὰ μὴ μένουμε μόνοι στὸν ἀγῶνα μας… Νὰ ζητᾶμε ἐξ ὕψους βοήθεια καὶ ἐπὶ γῆς συνεργασία… Νὰ μὴ μένουμε στὴν ἐπιφάνεια…· βλέπεις τοὺς ἀγροὺς κάθε χρόνο τοὺς ὀργώνουμε καὶ ρίχνουμε φάρμακα γιὰ τὰ χόρτα, δὲν τὸ κάνουμε μιὰ φορὰ καὶ τέλος… Κάθε φορὰ ἀνακατεύουμε τὸν ἀγρό, τὴν ψυχή, ὥστε νὰ ξερριζώνονται τὰ πάθη καὶ ἔρχεται τὸ φάρμακο τῆς προσ­ευχῆς καὶ τῆς ἐξομολόγησης καὶ τὰ κατακαίει, ἀλλὰ καὶ πάλι συνεχίζουμε μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν Θεία Κοινωνία· οὔτε ἐκεῖ ὅμως σταματᾶμε, συνεχίζουμε μὲ τίς πράξεις μας, μὲ τὴν μελέτη μας… τὰ πάθη ξεφυτρώνουν ὅταν μένεις ἀνενεργὸς καὶ τεμπέλης… Θέλει ταπείνωση, θέλει νὰ πονέσεις τὸ θέλημά σου· τὸν ἑαυτό σου κυνηγᾶς, δὲν κυνηγᾶς τὸ ἄνδρα σου, τὴν γυναῖκα σου καὶ τὸ παιδί σου, τὸ ζιζάνιο τοῦ Ἐγὼ παλεύεις…

Ἅμα μάθει ὁ ἄνθρωπος τί τεράστια δύναμη τοῦ ἔχει κρύψει ὁ Θεὸς μέσα στὴν ψυχή, θὰ φύγει ἡ θάλασσα νὰ πάει στὸ βουνὸ καὶ τὸ βουνὸ στὴ θάλασσα… Αὐτὴ τὴ νίκη περιμένει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὰ παιδιά Του… Νὰ νικήσουμε τὸ Ἐγώ μας, κατὰ τὸ παράδειγμα ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστὸς τὸ βράδυ πρὶν τὰ Πάθη Του στὴν Γεθσημανὴ ἢ στὸ Σαραντάριο Ὄρος… Δὲν πόνεσε ὁ Χριστὸς ὡς ἄνθρωπος νομίζεις; Δὲν ἔκλαψε; δὲν δάκρυσε; Γιὰ ποιόν; Γιὰ ἐμένα, γιὰ ἐσένα, γι᾽ αὐτοὺς ποὺ ἀγαπάει… Ἡ Ἀγάπη Του γιὰ ἐμᾶς προκάλεσε αὐτὰ τὰ πράγματα στὸν Κύριό μας… Ὅποιος ἀγαπᾶ ξέρει νὰ δίνει γιὰ τὴν Ἀγάπη του χωρὶς νὰ ζητᾶ τίποτε… Ἄρα κ᾽ ἐμεῖς, ἂν ἀγαπᾶμε Τὸν Χριστό, πρέπει νὰ τοῦ δώσουμε τὸν ἑαυτό μας τὸ ἴδιο καθαρὸ ὅπως μᾶς ἔστειλε στὴ Γῆ… Ὁπότε θὰ πονέσουμε, θὰ δακρύσουμε καὶ θὰ κλάψουμε, ἀλλὰ θὰ τὰ καταφέρουμε γιὰ τὴν ἀγάπη μας πρὸς Τὸν Θεό μας…

Αὐτὸ εἶναι τὸ Τριώδιο, ἄρχισε ἡ προετοιμασία τῆς καλλιέργειας τῆς ψυχῆς, ὥστε νὰ λάβουμε στὸ θερισμὸ τὸν σπόρο τῆς Ἀναστάσεως Του…

Μὲ τὴν εὐχή μου, καλὸν ἀγῶνα!

Φιλανθρωπία …μὲ τὸ ἀζημίωτο

Ἦταν ἕνας πατέρας ποὺ μεγάλωνε ἕνα ἀνάπηρο παιδί, μόνος του.

Τὸ παιδὶ ἦταν κατάκοιτο στὸ κρεβάτι.

Κάποια στιγμὴ ἔφτασε σὲ τεράστιο οἰκονομικὸ ἀδιέξοδο. Τότε ἐμφανίστηκε κάποιος ἄνθρωπος στὴν ζωή του, ποὺ ἄρχισε νὰ τὸν βοηθᾶ χρηματικὰ πρὸς χάριν τοῦ παιδιοῦ.

Τὸν βοήθαγε γιὰ πολὺ καιρό, ὥσπου κάποια στιγμὴ ὁ πατέρας τοῦ εἶπε «σοῦ χρωστάω τὴν ζωή μου».

Μόλις τὸ ἄκουσε αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος τοῦ εἶπε: «Θέλω νὰ ἔρθεις μαζί μου σὲ μιὰ συγκέντρωση».

Ἔτσι κι ἔγινε, κάποια μέρα κλείδωσαν τὸ κατάκοιτο παιδὶ στὸ σπίτι καὶ πῆγαν σὲ κάποιον χῶρο ὅπου γινόταν ἡ συγκέντρωση.

Ἐκεῖ ὁ πατέρας διαπίστωσε ὅτι ἦταν συγκέντρωση τῶν Ἰεχωβάδων.

Σκέφτηκε νὰ μείνει γιὰ νὰ μὴν τοὺς προσβάλλει.

Μόλις τελείωσε ἡ συγκέντρωση καὶ ἔφευγε ὁ κόσμος, τοῦ εἶπε ὁ “εὐεργέτης” «ἐσὺ μεῖνε».

Πῆγαν τὸν πατέρα σὲ ἕνα ἄλλο δωμάτιο, ὅπου ἦταν Χριστιανικὲς εἰκόνες πάνω στὸ πάτωμα καὶ τοῦ εἶπε:

«Μοῦ ἀνέφερες ὅτι μοῦ χρωστᾶς τὴν ζωή σου. Πάτησε λοιπὸν τίς εἰκόνες καὶ γίνε μάρτυρας τοῦ ἰεχωβά».

Ὁ πατέρας εὐθὺς ἀπάντησε: «Ἐγὼ Ὀρθόδοξος γεννήθηκα καὶ Ὀρθόδοξος θὰ πεθάνω. Τὴν ζωή μου εἶπα ὅτι σοῦ χρωστάω, ὄχι τὴν ψυχή μου».

Τότε τὸν ξυλοκόπησαν ἄγρια καὶ τὸν πέταξαν στὸν δρόμο.

Ὁ αἱμόφυρτος πατέρας πῆρε ἕνα ταξὶ καὶ παρὰ τὴν ἐπιμονὴ τοῦ ταξιτζῆ νὰ τὸν πάει στὸ νοσοκομεῖο, ἐκεῖνος πῆγε σπίτι.

Ἔξω ἀπὸ τὸ ξεκλείδωτο πλέον σπίτι του, εἶδε τὸ παιδί του νὰ τρέχει καὶ νὰ γελᾶ ὅπως ὅλα τὰ παιδάκια.

Μὲ ἔκπληξη ρώτησε τὸ παιδὶ τί ἔγινε καὶ ἐκεῖνο τοῦ εἶπε τὰ λόγια· «Ἦρθε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, μὲ σήκωσε καὶ μοῦ εἶπε: Αὐτὴ τὴν στιγμὴ ὁ πατέρας σου μαρτυράει γιὰ Ἐμένα».

[τὸ θαῦμα αὐτὸ μοῦ τὸ ἀνέφερε κάποιος μοναχὸς ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ὄρος]