Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ (7/1/2024)
Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΣΥΝΑΞΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Πράξεις Αποστόλων, κεφάλαιο ΙΘ΄, εδάφια 1-8
1Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ τὸν ᾿Απολλὼ εἶναι ἐν Κορίνθῳ Παῦλον διελθόντα τὰ ἀνωτερικὰ μέρη ἐλθεῖν εἰς ῎Εφεσον· καὶ εὑρὼν μαθητάς τινας 2 εἶπε πρὸς αὐτούς· εἰ Πνεῦμα ῞Αγιον ἐλάβετε πιστεύσαντες; Οἱ δὲ εἶπον πρὸς αὐτόν· ἀλλ᾿ οὐδὲ εἰ Πνεῦμα ῞Αγιόν ἐστιν ἠκούσαμεν. 3 Εἶπέ τε πρὸς αὐτούς· εἰς τί οὖν ἐβαπτίσθητε; Οἱ δὲ εἶπον· εἰς τὸ Ἰωάννου βάπτισμα.4 εἶπε δὲ Παῦλος· ᾿Ιωάννης μὲν ἐβάπτισε βάπτισμα μετανοίας, τῷ λαῷ λέγων εἰς τὸν ἐρχόμενον μετ᾿ αὐτὸν ἵνα πιστεύσωσι, τοῦτ᾿ ἔστιν εἰς τὸν ᾿Ιησοῦν Χριστόν. 5 Ἀκούσαντες δὲ ἐβαπτίσθησαν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ.
6 Καὶ ἐπιθέντος αὐτοῖς τοῦ Παύλου τὰς χεῖρας ἦλθε τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἐπ᾿ αὐτούς, ἐλάλουν τε γλώσσαις καὶ προεφήτευον. 7 Ἦσαν δὲ οἱ πάντες ἄνδρες ὡσεὶ δεκαδύο. 8 Εἰσελθὼν δὲ εἰς τὴν συναγωγὴν ἐπαρρησιάζετο ἐπὶ μῆνας τρεῖς διαλεγόμενος καὶ πείθων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
1Όσο χρόνο ο Απολλώς ήταν στην Κόρινθο, ο Παύλος, αφού περιόδευσε τα βορειότερα και υψηλότερα μέρη της Μικράς Ασίας, ύστερα πήγε στην Έφεσο. Κι όταν βρήκε εκεί κάποιους μαθητές, 2 τους ρώτησε: «Όταν πιστέψατε, λάβατε τα έκτακτα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος;». Κι αυτοί του απάντησαν: «Μα εμείς ούτε καν έχουμε ακούσει ακόμη εάν υπάρχει ανάμεσα στους ανθρώπους Πνεύμα Άγιο, που να ενεργεί και να μεταδίδει χαρίσματα». 3 Τότε ο Παύλος τους ρώτησε: «Τι είδους λοιπόν βάπτισμα λάβατε και σε τίνος το όνομα βαπτιστήκατε;». Κι αυτοί απάντησαν: «Λάβαμε το βάπτισμα του Ιωάννη». 4 Ο Παύλος τότε τους εξήγησε: «Ο Ιωάννης έδωσε βάπτισμα που οδηγούσε σε μετάνοια, χωρίς όμως να δίνει και την άφεση των αμαρτιών. Γι’ αυτό ο Ιωάννης προέτρεπε τον λαό να πιστέψουν σε Εκείνον που ερχόταν ύστερα απ’ αυτόν, δηλαδή στον Ιησού Χριστό, ο Οποίος θα πρόσφερε την άφεση και τη σωτηρία».
5 Όταν τα άκουσαν αυτά, βαπτίστηκαν, αφού πίστεψαν στο όνομα του Κυρίου Ιησού και στήριξαν σε Αυτόν όλη την εμπιστοσύνη και την ελπίδα τους, αναγνωρίζοντας ότι Aυτός είναι ο Μεσσίας, λυτρωτής και Κύριος. 6 Κι όταν ο Παύλος έβαλε τα χέρια του πάνω στα κεφάλια τους, ήλθε το Άγιο Πνεύμα επάνω τους και τους μετέδωσε διπλό χάρισμα˙ μιλούσαν δηλαδή σε διάφορες ξένες γλώσσες, τις οποίες πιο πριν δεν τις γνώριζαν , και συγχρόνως προφήτευαν. 7 Όλοι αυτοί ήταν περίπου δώδεκα άνδρες. 8 Στη συνέχεια, επί τρεις μήνες ο Παύλος πήγαινε στη συναγωγή και κήρυττε με θάρρος. Και συζητούσε εκεί με τους Ιουδαίους προβάλλοντάς τους πειστικές αποδείξεις για τις αλήθειες που αναφέρονταν στην Βασιλεία του Θεού, την οποία εγκαθίδρυσε πάνω στη γη και στις καρδιές των πιστών ο Κύριος Ιησούς.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΣΥΝΑΞΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Κατά Ιωάννην, κεφάλαιο Α΄, εδάφια 29-34
29 Τῇ ἐπαύριον βλέπει ὁ ᾿Ιωάννης τὸν ᾿Ιησοῦν ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει· ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. 30 Οὗτός ἐστι περὶ οὗ ἐγὼ εἶπον· ὀπίσω μου ἔρχεται ἀνὴρ ὃς ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν. 31 κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τῷ ᾿Ισραήλ, διὰ τοῦτο ἦλθον ἐγὼ ἐν τῷ ὕδατι βαπτίζων. 32 Καὶ ἐμαρτύρησεν ᾿Ιωάννης λέγων ὅτι τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ’ αὐτόν. 33 Κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ’ ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἐφ’ ὃν ἂν ἴδῃς τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ’ αὐτόν, οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ. 34 κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
29 Την άλλη μέρα είδε ο Ιωάννης τον Ιησού να έρχεται κοντά του και είπε: «Να Eκείνος που προφήτευσε ο Ησαΐας και μας τον απέστειλε ο Θεός για να θυσιασθεί ως αρνί και να σηκώσει με τη σφαγή και τη θυσία Tου ολόκληρη την αμαρτία και την ενοχή του κόσμου, και έτσι να την εξαλείψει. 30 Αυτός είναι για τον Oποίο σας είπα: “Ύστερα από μένα έρχεται κάποιος που υπήρχε πολύ πιο πριν από μένα και είναι ασυγκρίτως λαμπρότερος και ενδοξότερός μου, διότι ως Θεός υπήρχε πριν από μένα. 31 Κι εγώ ο ίδιος δεν τον ήξερα, ούτε υποπτευόμουν ποτέ ότι αυτός ήταν ο Μεσσίας. Αλλά για να γίνει γνωστός και φανερός στους Ισραηλίτες, γι’ αυτό ήλθα εγώ και βαπτίζω στα νερά αυτά του Ιορδάνη». 32 Ο Ιωάννης μάλιστα έδωσε και την εξής μαρτυρία: «Έχω δει το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι απ’ τον ουρανό και να μένει πάνω Του μόνιμα και διαρκώς, και όχι όπως στους προφήτες, οι οποίοι δέχονταν εκτάκτως τη χάρη του Πνεύματος και για ειδικό σκοπό. 33 Όπως εσείς, έτσι κι εγώ δεν γνώριζα ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας. Αλλά ο Θεός που με έστειλε να βαπτίζω με απλό νερό, Εκείνος μου είπε: “Σ’ όποιον δεις το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει και να μένει μόνιμα πάνω Tου, Aυτός είναι που βαπτίζει με Πνεύμα Άγιο και Aυτός χορηγεί τις δωρεές και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος σε όσους βαπτίζονται με το βάπτισμά Tου”. 34 Πράγματι λοιπόν εγώ είδα το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει και να μένει πάνω Του. Και έχω δώσει μαρτυρία ότι Αυτός είναι ο Υιός του Θεού που έγινε άνθρωπος».
ΣΥΝΑΞΗ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ[:Πράξ.19, 1-8]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ τὸν ᾿Απολλὼ εἶναι ἐν Κορίνθῳ Παῦλον διελθόντα τὰ ἀνωτερικὰ μέρη ἐλθεῖν εἰς ῎Εφεσον· καὶ εὑρὼν μαθητάς τινας εἶπε πρὸς αὐτούς· εἰ Πνεῦμα ῞Αγιον ἐλάβετε πιστεύσαντες; Οἱ δὲ εἶπον πρὸς αὐτόν· ἀλλ᾿ οὐδὲ εἰ Πνεῦμα ῞Αγιόν ἐστιν ἠκούσαμεν. Εἶπέ τε πρὸς αὐτούς· εἰς τί οὖν ἐβαπτίσθητε; Οἱ δὲ εἶπον· εἰς τὸ ᾿Ιωάννου βάπτισμα. Εἶπε δὲ Παῦλος· ᾿Ιωάννης μὲν ἐβάπτισε βάπτισμα μετανοίας, τῷ λαῷ λέγων εἰς τὸν ἐρχόμενον μετ᾿ αὐτὸν ἵνα πιστεύσωσι, τοῦτ᾿ ἔστιν εἰς τὸν ᾿Ιησοῦν Χριστόν. Ἀκούσαντες δὲ ἐβαπτίσθησαν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ. Καὶ ἐπιθέντος αὐτοῖς τοῦ Παύλου τὰς χεῖρας ἦλθε τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἐπ᾿ αὐτούς, ἐλάλουν τε γλώσσαις καὶ προεφήτευον. Ἦσαν δὲ οἱ πάντες ἄνδρες ὡσεὶ δεκαδύο. Εἰσελθὼν δὲ εἰς τὴν συναγωγὴν ἐπαρρησιάζετο ἐπὶ μῆνας τρεῖς διαλεγόμενος καὶ πείθων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ(:Όσο χρόνο ο Απολλώς ήταν στην Κόρινθο, ο Παύλος, αφού περιόδευσε τα βορειότερα και υψηλότερα μέρη της Μικράς Ασίας, ύστερα πήγε στην Έφεσο. Κι όταν βρήκε εκεί κάποιους μαθητές, τους ρώτησε: «Όταν πιστέψατε, λάβατε τα έκτακτα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος;». Κι αυτοί του απάντησαν: «Μα εμείς ούτε καν έχουμε ακούσει ακόμη εάν υπάρχει ανάμεσα στους ανθρώπους Πνεύμα Άγιο, που να ενεργεί και να μεταδίδει χαρίσματα». Τότε ο Παύλος τούς ρώτησε: «Τι είδους λοιπόν βάπτισμα λάβατε και σε τίνος το όνομα βαπτιστήκατε;». Κι αυτοί απάντησαν: «Λάβαμε το βάπτισμα του Ιωάννη». Ο Παύλος τότε τους εξήγησε: «Ο Ιωάννης έδωσε βάπτισμα που οδηγούσε σε μετάνοια, χωρίς όμως να δίνει και την άφεση των αμαρτιών. Γι’ αυτό ο Ιωάννης προέτρεπε τον λαό να πιστέψουν σε Εκείνον που ερχόταν ύστερα απ’ αυτόν, δηλαδή στον Ιησού Χριστό, ο Οποίος θα πρόσφερε την άφεση και τη σωτηρία». Όταν τα άκουσαν αυτά, βαπτίστηκαν, αφού πίστεψαν στο όνομα του Κυρίου Ιησού και στήριξαν σε Αυτόν όλη την εμπιστοσύνη και την ελπίδα τους, αναγνωρίζοντας ότι Aυτός είναι ο Μεσσίας, λυτρωτής και Κύριος. Κι όταν ο Παύλος έβαλε τα χέρια του πάνω στα κεφάλια τους, ήλθε το Άγιο Πνεύμα επάνω τους και τους μετέδωσε διπλό χάρισμα˙ μιλούσαν δηλαδή σε διάφορες ξένες γλώσσες, τις οποίες πιο πριν δεν τις γνώριζαν, και συγχρόνως προφήτευαν. Όλοι αυτοί ήταν περίπου δώδεκα άνδρες. Στη συνέχεια, επί τρεις μήνες ο Παύλος πήγαινε στη συναγωγή και κήρυττε με θάρρος. Και συζητούσε εκεί με τους Ιουδαίους, προβάλλοντάς τους πειστικές αποδείξεις για τις αλήθειες που αναφέρονταν στη Βασιλεία του Θεού, την οποία εγκαθίδρυσε πάνω στη γη και στις καρδιές των πιστών ο Κύριος Ιησούς)»[Πράξ.19,1-8].
«Ἐγένετο δὲ(:Συνέβη)», λέγει, «Παῦλον διελθόντα τὰ ἀνωτερικὰ μέρη ἐλθεῖν εἰς ῎Εφεσον(:τότε να περάσει ο Παύλος τα μεσόγεια μέρη και να έρθει στην Έφεσο)»[Πράξ.19,1]. Αυτά τα μέρη βέβαια είναι τα γύρω από την Καισάρεια και τα υπόλοιπα που επισκέφθηκε. «Καὶ εὑρὼν μαθητάς τινας εἶπε πρὸς αὐτούς· εἰ Πνεῦμα ῞Αγιον ἐλάβετε πιστεύσαντες;(:Κι όταν βρήκε εκεί κάποιους μαθητές, τους ρώτησε: «Όταν πιστέψατε, λάβατε τα έκτακτα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος;)»[Πράξ.19,1-2]. Το ότι αυτοί ούτε στον Χριστό πίστευαν γίνεται φανερό από αυτό που είπε: «ἵνα πιστεύσωσι εἰς τὸν ἐρχόμενον μετ᾿ αὐτὸν(: για να πιστέψουν σε Εκείνον που ερχόταν ύστερα απ’ αυτόν, δηλαδή στον Ιησού Χριστό, ο Οποίος θα πρόσφερε την άφεση και τη σωτηρία)» [Πράξ.19,4]. Και δεν είπε: «Δεν είναι τίποτε το βάπτισμα του Ιωάννη», αλλά ότι είναι ατελές. Και ούτε αυτό το πρόσθεσε έτσι στην τύχη, αλλά για να τους διδάξει και να τους πείσει να βαπτιστούν στο όνομα του Ιησού, πράγμα και που κάνουν και λαμβάνουν και το Άγιο Πνεύμα με την τοποθέτηση των χεριών του Παύλου επάνω τους· διότι λέγει: «Καὶ ἐπιθέντος αὐτοῖς τοῦ Παύλου τὰς χεῖρας ἦλθε τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἐπ᾿ αὐτούς (:Κι όταν ο Παύλος έβαλε τα χέρια του πάνω στα κεφάλια τους, ήλθε το Άγιο Πνεύμα επάνω τους)» [Πράξ.19,6]. Ώστε, σε εκείνους που τοποθετούσε πάνω τους τα χέρια του, λάμβαναν το Άγιο Πνεύμα. Φυσικό λοιπόν ήταν να έχουν μεν αυτοί το Άγιο Πνεύμα, όμως να μη φαίνεται αυτό, αλλά φανέρωναν αυτό από την ενέργεια και από τις γλώσσες που μιλούσαν.
Και από πού είναι φανερό ότι, ενώ εκείνοι ήταν στην Έφεσο, έλαβαν το βάπτισμα του Ιωάννη; Διότι, όταν ρωτήθηκαν: «Εἰς τί οὖν ἐβαπτίσθητε;(: Τι είδους λοιπόν βάπτισμα λάβατε και σε τίνος το όνομα βαπτιστήκατε;)», απαντούν: «Εἰς τὸ ᾿Ιωάννου βάπτισμα «Λάβαμε το βάπτισμα του Ιωάννη» [Πράξ.19,3]. Ίσως πήγαν τότε στα Ιεροσόλυμα και επέστρεψαν αφού βαπτίστηκαν· αλλά, αν και βαπτίστηκαν, όμως δεν γνώριζαν τον Ιησού. Και δεν λέγει σε αυτούς: «Πιστεύετε στον Ιησού;». Αλλά τι; «Λάβατε Πνεύμα Άγιο;» [Πράξ.19,2]· διότι γνώριζε ότι δεν έλαβαν. Και προτιμά να τους ρωτήσει έτσι, ώστε αφού μάθουν εκείνα που έχουν στερηθεί, να τα ζητήσουν.
«Καὶ ἐπιθέντος αὐτοῖς τοῦ Παύλου τὰς χεῖρας(:Κι όταν ο Παύλος έβαλε τα χέρια του πάνω στα κεφάλια τους)», λέγει, «ἦλθε τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἐπ᾿ αὐτούς, ἐλάλουν τε γλώσσαις καὶ προεφήτευον (:ήλθε το Άγιο Πνεύμα επάνω τους και τους μετέδωσε διπλό χάρισμα˙ μιλούσαν δηλαδή σε διάφορες ξένες γλώσσες, τις οποίες πιο πριν δεν τις γνώριζαν, και συγχρόνως προφήτευαν)» [Πράξ.19,6]. Προφητεύουν από αυτό το βάπτισμα που έλαβαν. Αυτό δεν το είχε το βάπτισμα του Ιωάννη, γι’αυτό και ήταν ατελές. Μάλλον προετοίμαζε αυτούς για να αξιωθούν να λάβουν τα χαρίσματα αυτά. Ώστε αυτό επιδίωκε ο Ιωάννης βαπτίζοντας, να πιστέψουν σε Εκείνον που ερχόταν πίσω από αυτόν. Από εδώ φανερώνεται μία μεγάλη αλήθεια, ότι δηλαδή οι βαπτιζόμενοι καθαρίζονται τελείως από τα αμαρτήματά τους· διότι, εάν δεν καθαρίζονταν, δεν θα δέχονταν αυτοί το Πνεύμα, δεν θα αξιώνονταν αμέσως να λάβουν τα χαρίσματα Αυτού. Και πρόσεχε ότι ήταν διπλό το χάρισμα, και γλώσσες μιλούσαν και προφήτευαν. Πολύ σωστά μάλιστα ονόμασε το βάπτισμα του Ιωάννη «βάπτισμα μετανοίας» και όχι «συγχωρήσεως», οδηγώντας αυτούς ψηλότερα, και πείθοντάς τους ότι εκείνο το βάπτισμα δεν είχε τη συγχώρηση· διότι η συγχώρηση των αμαρτημάτων υπήρξε έργο του βαπτίσματος που δόθηκε αργότερα.
Και πώς εκείνοι που έλαβαν το Πνεύμα δεν δίδασκαν, αλλά δίδασκε ο Απολλώς, χωρίς ακόμα να είχε λάβει το Άγιο Πνεύμα; Διότι δεν διακατέχονταν από τόση θέρμη πίστεως, ούτε ήταν κατηχημένοι· εκείνος όμως και κατηχημένος ήταν και υπερβολικά θερμή ήταν η πίστη του και ο ζήλος του. Εγώ μάλιστα νομίζω ότι ήταν και πολύ μεγάλο το θάρρος αυτού του ανθρώπου. Αλλά, αν και με ακρίβεια δίδασκε τα σχετικά με τον Ιησού, όμως είχε ανάγκη από πιο ακριβή ακόμα διδασκαλία. Έτσι, αν και βέβαια δεν τα γνώριζε όλα, έλαβε το Άγιο Πνεύμα εξαιτίας της προθυμίας του, όπως ακριβώς οι γύρω από τον Κορνήλιο[Πράξ.10,44-48].
Ίσως πολλοί ποθούν να υπήρχε και σήμερα το βάπτισμα του Ιωάννη. Αλλά πολλοί θα παραμελούσαν την ενάρετη ζωή, ή και θα νομιζόταν ότι ο καθένας γι’αυτό επιθυμεί την αρετή και όχι για την Βασιλεία των Ουρανών· άλλωστε δε θα υπήρχαν πολλοί ψευδοπροφήτες, και δεν θα διακρίνονταν πλέον οι υπερβολικά άξιοι, ούτε θα μακαρίζονταν εκείνοι που γενικά δέχθηκαν την πίστη. Όπως ακριβώς λοιπόν «Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες(:Μακάριοι και πιο ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που πιστεύουν χωρίς να με έχουν δει με τα μάτια τους, όπως με είδες εσύ. Και θα πιστέψουν έτσι όλα τα μέλη της Εκκλησίας μου στις γενιές που θα έλθουν)» [Ιω.20,29], έτσι είναι μακάριοι και εκείνοι που πιστεύουν χωρίς να δουν θαύματα. Πες μου λοιπόν δεν έλεγε ο Χριστός κατηγορώντας τους Ιουδαίους: «Ἐὰν μὴ σημεῖα καὶ τέρατα ἴδητε, οὐ μὴ πιστεύσητε(:Εάν δεν δείτε θαύματα που να δείχνουν φανερά τη δύναμη του Θεού και να προκαλούν τρόμο και κατάπληξη, δεν θα πιστέψετε)»; [Ιω.4,48].
Επομένως δεν πρόκειται να υποστούμε καμιά βλάβη, εάν θελήσομε να προσέξουμε τον εαυτό μας. Έχομε με το βάπτισμα το σπουδαιότερο από όλα τα αγαθά· λάβαμε άφεση αμαρτημάτων, αγιασμό, κοινωνία Πνεύματος, υιοθεσία, ζωή αιώνια. Τι περισσότερο θέλετε; Θαύματα; Αλλά αυτά καταργούνται. Έχεις πίστη, ελπίδα, αγάπη, που μένουν· αυτά ζήτα, αυτά είναι μεγαλύτερα από τα θαύματα. Τίποτε δεν υπάρχει ίσο με την αγάπη. «Μείζων πάντων ἡ ἀγάπη (:Μεγαλύτερο από όλα είναι η αγάπη)» [Α΄Κορ.13,13], λέγει. Σήμερα όμως η αγάπη κινδυνεύει· διότι έχει απομείνει μόνο το όνομα αυτής, ενώ πουθενά δεν υπάρχει έμπρακτη εκδήλωση αυτής, αλλά έχουμε διαιρεθεί αναμεταξύ μας.
Τι, λοιπόν, θα μπορούσε να κάνει κανείς για να μας συνενώσει; Διότι το να κατηγορήσει κάποιος είναι εύκολο, αλλά αυτό είναι το μισό. Πρέπει λοιπόν να δείξομε πως θα μπορούσε να δημιουργηθεί φιλία· διότι αυτό είναι το επιζητούμενο, το πώς δηλαδή θα συγκεντρώσομε τα διαιρημένα μέλη· διότι δεν είναι απλώς αυτό το ζητούμενο, εάν δηλαδή έχομε μία Εκκλησία, ή ένα δόγμα, αλλά το φοβερό αυτό είναι, ότι, ενώ στα άλλα συνεργαζόμαστε αναμεταξύ μας, στα αναγκαία δεν συνεργαζόμαστε, και ενώ με όλους ειρηνεύομε, αναμεταξύ μας βρισκόμαστε σε διαμάχη· διότι μη βλέπεις το εάν δεν έχομε καθημερινά διαμάχες, αλλά το ότι δεν έχομε γνήσια αγάπη και σταθερή. Χρειάζονται επίδεσμοι και λάδι. Ας σκεφθούμε ότι γνώρισμα των μαθητών του Χριστού είναι η αγάπη, ότι χωρίς αυτήν δεν έχουν τα άλλα καμία δύναμη, και ότι είναι εύκολο πράγμα αν θέλομε.
«Ναι», λέγει ίσως κάποιος, «τα γνωρίζομε αυτά, αλλά πώς θα καταστεί δυνατό να κατορθωθούν; Τι πρέπει να γίνει για να πραγματοποιηθούν; Πώς θα καταστεί δυνατό να αγαπάμε ο ένας τον άλλο;». Πρώτα πρώτα ας εξαλείψουμε αυτά που καταστρέφουν την αγάπη, και τότε θα εγκαταστήσουμε αυτήν. Κανένας ας μην είναι μνησίκακος, κανένας ας μην είναι φθονερός, κανένας χαιρέκακος· αυτά είναι τα εμπόδια, ενώ εκείνα που τη δημιουργούν είναι άλλα. Δεν αρκεί να εξαλείψομε εκείνα που την εμποδίζουν, αλλά πρέπει να παρουσιάζομε και να θέτομε σε εφαρμογή και εκείνα που την πραγματοποιούν. Ο μεν λοιπόν Σειράχ λέγει εκείνα που την καταστρέφουν, αναφέροντας την κατηγορία, τη φανέρωση μυστικού, και το χτύπημα με δόλο[Σοφία Σειράχ 22,22: «Ἐπὶ φίλον ἐὰν ἀνοίξῃς στόμα, μὴ εὐλαβηθῇς, ἔστι γὰρ διαλλαγή· πλὴν ὀνειδισμοῦ καὶ ὑπερηφανίας καὶ μυστηρίου ἀποκαλύψεως καὶ πληγῆς δολίας, ἐν τούτοις ἀποφεύξεται πᾶς φίλος(: Εάν ανοίξεις το στόμα σου καταφερόμενος και φιλονικώντας προς τον φίλο σου, μη φοβηθείς ότι ψυχράνθηκες προς αυτόν για πάντα, διότι υπάρχει ελπίδα συνδιαλλαγής και συμφιλιώσεως με αυτόν· εκτός εάν εκτραπείς σε εξευτελισμό του και σε καταφρόνησή του από υπερηφάνεια και σε φανέρωση των μυστικών του και σε δόλια προσβολή, που τον πλήγωσε ύπουλα. Εξαιτίας αυτών θα σε αποφεύγει οριστικά κάθε φίλος)»], αλλά δεν λέγει εκείνα που τη δημιουργούν.
Αλλά σε εκείνους μεν πολύ σωστά υπήρχαν αυτά, επειδή ήταν σαρκικοί, σε εμάς όμως, μη γένοιτο! Δεν σας προτρέπουμε από αυτά, αλλά από τα άλλα. Δεν μπορεί να υπάρχει σε εμάς κανένα καλό χωρίς τη φιλία. Έστω ότι υπάρχουν αμέτρητα αγαθά, ποιο όμως το όφελος; Έστω ότι υπάρχει πλούτος, έστω ότι υπάρχει απόλαυση αγαθών αλλά χωρίς φίλους, ποιο το κέρδος; Δεν υπάρχει κανένα απόκτημα καλύτερο από αυτό και στα βιοτικά πράγματα, όπως ακριβώς βέβαια δεν υπάρχει και τίποτε χειρότερο από τους εχθρούς. «Ἡ ἀγάπη καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν(:Η αγάπη θα σκεπάσει και θα συγχωρήσει τις αμαρτίες, όσο πολλές κι αν είναι, και θα ελκύσει το θείο έλεος σ’ εσάς που τη δείχνετε)»[Α΄Πέτρ.4,8], ενώ η έχθρα βλέπει ύποπτα και εκείνα που δεν υπάρχουν. Δεν αρκεί να μην είναι κάποιος εχθρός, αλλά πρέπει και να αγαπά. Σκέψου ότι ο Χριστός έδωσε την εντολή αυτή, και αρκεί αυτό.
Και η θλίψη δημιουργεί φιλίες και συνενώνει ανθρώπους. «Τι λοιπόν», λέγει, «θα κάνομε τώρα, που δεν υπάρχει θλίψη; Πες, πώς θα ενεργήσομε, για να γίνομε φίλοι;». Πες μου, δεν έχετε φίλους άλλους; Πώς είστε φίλοι αυτών; Πώς διατηρείτε τη φιλία σας; Καταρχήν κανένας να μην έχει κανένα εχθρό(δεν είναι αυτό μικρό πράγμα)· κανένας να μη φθονεί· δεν είναι δυνατό να κατηγορεί εκείνος που δεν φθονεί. Όλοι μας κατοικούμε σε μια οικουμένη, με τους ίδιους καρπούς τρεφόμαστε. Αλλά αυτά είναι ασήμαντα· με τα ίδια μυστήρια, την ίδια πνευματική τροφή απολαμβάνουμε. Αυτά ασφαλώς είναι εκείνα από τα οποία απορρέει η υποχρέωση να αγαπάμε. «Πώς λοιπόν», λέγει, «θα καταστεί θερμή η συμπεριφορά μας;». Τι είναι εκείνο που δημιουργεί έρωτα σωματικό; Η λαμπρότητα του σώματος. Ας καταστήσομε λοιπόν και τις ψυχές μας καλές και θα αγαπήσουμε ο ένας τον άλλο· διότι δεν πρέπει μόνο να αγαπάμε, αλλά και να αγαπιόμαστε. Πρώτα αυτό ας κατορθώσομε, ώστε να αγαπιόμαστε, και εκείνο θα γίνει εύκολο.
Πώς λοιπόν θα καταστεί δυνατό να αγαπιόμαστε; Ας γίνουμε καλοί, και αυτό να προσπαθούμε να κάνουμε, το να έχουμε δηλαδή πάντοτε ανθρώπους που να μας αγαπούν. Κανένας να μη φροντίζει τόσο να μην αποκτήσει χρήματα, να μην αποκτήσει δούλους, ούτε και οικίες, όσο το να αγαπιέται, όσο το να έχει όνομα καλό. «Αἱρετώτερον ὄνομα καλὸν ἢ πλοῦτος πολύς(: Είναι προτιμότερο το καλό όνομα, η καλή υπόληψη, παρά ο πλούτος ο πολύς)» [Παροιμ. 22, 1]· διότι το μεν όνομα μένει, ενώ ο πλούτος χάνεται· και το μεν ένα είναι δυνατό να το αποκτήσουμε, ενώ εκείνο αδύνατο· διότι εκείνος μεν που θα αποκτήσει κακή φήμη δύσκολα θα αποβάλει αυτήν, ενώ ο φτωχός αμέσως από το όνομά του θα είναι πλούσιος. Έστω ότι κάποιος έχει άπειρα τάλαντα, ενώ ένας άλλος εκατό φίλους· αυτός είναι πιο πλούσιος από εκείνον. Ας μη λοιπόν το κάνουμε αυτό έτσι στην τύχη, αλλά ας ενεργούμε έτσι σαν να πρόκειται για κάποιο πλούτο. «Και πώς», λέγει ίσως κάποιος, «μπορούμε;». «Λάρυγξ γλυκὺς πληθυνεῖ φίλους αὐτοῦ, καὶ γλῶσσα εὔλαλος πληθυνεῖ εὐπροσήγορα(:Ο άνθρωπος που είναι γλυκύς στα λόγια του, θα πληθύνει τους φίλους του, και η γλώσσα που ομιλεί καλά και προσεκτικά, θα πολλαπλασιάσει τα ευγενικά και χαριτωμένα λόγια της)» [Σοφ. Σειράχ 6,5]. Ας αποκτήσομε στόμα επαινετικό και τρόπους καθαρούς. Δεν είναι δυνατό να μην προσεχθεί κάποιος που συμπεριφέρεται έτσι.
Πρόσεχε πόσα μέσα φιλίας επινόησαν οι μη Χριστιανοί: συντεκνία [συντεκνία· είναι οι λεγόμενες κουμπαριές] γειτονιά, συγγένεια. Αλλά τα δικά μας είναι πολύ πιο σπουδαιότερα, η τράπεζα αυτή είναι πιο σεβαστή. Πολλοί όμως από αυτούς που προσέρχονται ούτε καν γνωρίζονται αναμεταξύ τους. «Αυτό», λέγει ίσως κάποιος, «οφείλεται στο πλήθος». Καθόλου, αλλά οφείλεται στη δική μας οκνηρία. Τρεις χιλιάδες [Πράξ.2,41: «Οἱ μὲν οὖν ἀσμένως ἀποδεξάμενοι τὸν λόγον αὐτοῦ ἐβαπτίσθησαν, καὶ προσετέθησαν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ψυχαὶ ὡσεὶ τρισχίλιαι(:Κι αυτοί δέχθηκαν ολοκάρδια και γεμάτοι χαρά το λόγο και τη διδασκαλία του Πέτρου, και βαπτίστηκαν. Κι έτσι προστέθηκαν στα μέλη της Εκκλησίας την ημέρα εκείνη περίπου τρεις χιλιάδες άνθρωποι)»] και πέντε χιλιάδες ήταν και όλοι είχαν μία ψυχή· τώρα όμως ο καθένας αγνοεί τον αδελφό του και δεν ντρέπεται, κατηγορώντας το πλήθος.
Αλλά εκείνος που έχει φίλους πολλούς είναι ανίκητος από όλους, είναι ισχυρότερος αυτός από οποιονδήποτε τύραννο. Δεν φρουρούν τόσο πολύ τον τύραννο οι σωματοφύλακές του, όσο αυτόν οι φίλοι, και αυτός είναι λαμπρότερος από εκείνον· διότι ο μεν τύραννος φρουρείται από τους δούλους του, ενώ αυτός από τους ισότιμούς του· και εκείνος μεν φυλάσσεται από ανθρώπους που το κάνουν αυτό χωρίς να το θέλουν και από φόβο, ενώ αυτός από ανθρώπους που το θέλουν και το κάνουν όχι από φόβο· και μπορεί κανείς να δει κάτι το άξιο θαυμασμού, να δει δηλαδή μέσα στους πολλούς τον ένα κα μέσα στον ένα τους πολλούς. Και όπως ακριβώς στην κιθάρα οι μεν φθόγγοι είναι διάφοροι, μία όμως η συμφωνία, ένας ο μουσικός που παίζει την κιθάρα, έτσι εδώ, κιθάρα μεν είναι η ίδια η αγάπη, φθόγγοι δε που δημιουργούν τον ήχο είναι τα φιλικά λόγια που προφέρονται με αγάπη, δημιουργώντας όλοι μαζί μία και την αυτή αρμονία και συμφωνία, ενώ ο μουσικός είναι η δύναμη της αγάπης· αυτή παράγει τη γλυκιά μελωδία.
Θα ήθελα, εάν βέβαια ήταν δυνατό, να σας οδηγήσω σε μία τέτοια πόλη, όπου θα υπήρχε μία ψυχή, και θα βλέπατε πως η εκεί συμφωνία είναι η πιο ταιριαστή από οποιαδήποτε κιθάρα και από οποιοδήποτε αυλό, χωρίς να αφήνει να ακουστεί από τις χορδές της καμία κακόηχη μελωδία. Αυτή η μελωδία ευφραίνει και τους αγγέλους και τον Κύριο των αγγέλων, τον Θεό· αυτή η μελωδία συναρπάζει όλους τους ουράνιους θεατές, αυτή και τον θυμό των δαιμόνων καταβάλλει, και υποτάσσει τις ορμές των παθών. Αυτό το μέλος όχι μόνο υποτάσσει τα πάθη, αλλά δεν τα αφήνει ούτε καν να ξεσηκωθούν και δημιουργεί μεγάλη σιγή· διότι, όπως ακριβώς στο θέατρο όλοι ακούν με σιγή τη μουσική χορωδία, και δεν υπάρχει εκεί κανένας θόρυβος, έτσι και στους φίλους, εφόσον αντηχούν οι χορδές της αγάπης, ηρεμούν όλα τα πάθη και αποκοιμίζονται, υποτασσόμενα και σαγηνευόμενα σαν ακριβώς θηρία, όπως ακριβώς πάλι όπου υπάρχει έχθρα, εκεί συμβαίνουν τα αντίθετα. Αλλά προς το παρόν ας μην πούμε τίποτε για την έχθρα, ας μιλήσουμε μόνο για τη φιλία.
Αν πεις κάτι το απερίσκεπτο, κανένας δεν σε προσβάλλει, αλλά όλοι σε συγχωρούν· αν κάνεις κάτι, κανένας δεν σε βλέπει ύποπτα, αλλά υπάρχει πολλή συγνώμη· όλοι είναι έτοιμοι να δώσουν χέρι βοηθείας σε εκείνον που πέφτει, όλοι εκείνοι που θέλουν να σταθείς όρθιος είναι πρόθυμοι για βοήθεια. Πράγματι η φιλία είναι τείχος αράγιστο, και δεν είναι δυνατό να κυριευθεί ούτε από τον διάβολο, ούτε βέβαια και από τους ανθρώπους. Δεν είναι δυνατό να περιπέσει σε κινδύνους εκείνος που έχει αποκτήσει φίλους πολλούς· δεν είναι δυνατό να του δημιουργηθεί αφορμή για οργή, αλλά είναι γεμάτος από ανέκφραστη χαρά· είναι πάντοτε χαρούμενος και ευχαριστημένος· δεν είναι δυνατό να του δημιουργηθεί αφορμή για φθόνο, δεν είναι δυνατό να του δημιουργηθεί αφορμή για μνησικακία. Πρόσεχε τον παρόμοιο άνθρωπο που κατορθώνει με ευκολία και τα πνευματικά και τα σωματικά. Τι λοιπόν θα μπορούσε να υπάρξει ίσο με αυτόν; Αυτός είναι σαν ακριβώς πόλη περιτειχισμένη από παντού, ενώ εκείνος σαν ακριβώς πόλη ατείχιστη. Είναι δείγμα μεγάλης σοφίας το να μπορεί κανείς να είναι δημιουργός φιλίας. Κατάργησε τη φιλία και όλα τα κατέστρεψες, όλα τα έκανες άνω κάτω. Εάν δε η έννοια της φιλίας έχει τόση δύναμη, η ίδια η αλήθεια πόση μεγάλη δύναμη θα μπορούσε να είναι; Ας δημιουργήσουμε λοιπόν, παρακαλώ, φίλους μας, και ο καθένας ας έχει αυτήν την τέχνη.
«Αλλά να», λέγει ίσως κάποιος, «εγώ φροντίζω, εκείνος όμως δεν φροντίζει». Περισσότερος θα είναι έτσι ο μισθός σου. «Ναι», απαντά, «αλλά το πράγμα είναι πιο δύσκολο. Πες μου, πώς;». Να, σας το διαβεβαιώνω και σας λέγω ότι, εάν μόνο δέκα συνενωθείτε και θέσετε έργο σαν αυτό, όπως ακριβώς οι Απόστολοι το κήρυγμα, και όπως ακριβώς οι προφήτες τη διδασκαλία, έτσι και σεις το να δημιουργείτε φίλους, θα είναι μεγάλος ο μισθός σας. Ας κατασκευάζομε για εμάς τους ίδιους βασιλικές εικόνες· αυτό αποτελεί γνώρισμα των μαθητών. Και πώς δεν επιτελούμε μεγαλύτερο έργο, εάν βάζαμε μέσα σε αυτούς δύναμη να ανασταίνουν νεκρούς; Το βασιλικό στέμμα και η πορφύρα δείχνουν τον βασιλιά, και αν αυτά δεν υπάρχουν, και αν ακόμα φορά χρυσά ρούχα, δεν γίνεται φανερός ο βασιλιάς. Έτσι λοιπόν και τώρα να φέρεις συ και να ασκείς το γνώρισμα της φιλίας και θα δημιουργήσεις φίλους και για τον εαυτό σου και για τους άλλους. Δεν υπάρχει κανένας που θα θελήσει να μισεί, ενώ αγαπιέται.
Ας μάθουμε τα χρώματα, με τα οποία συναρμολογείται, με τα οποία κατασκευάζεται αυτή η εικόνα· ας είμαστε καταδεκτικοί· ας μην περιμένουμε τους συνανθρώπους μας. Μην πεις: «Εάν δω κάποιον να περιμένει, γίνομαι χειρότερος από αυτόν», αλλά μάλλον όταν τον δεις, πρόλαβε και σβήσε το πάθος αυτού. Τον βλέπεις να είναι ασθενής και αυξάνεις την ασθένειά του; Αυτό προπάντων ας κατορθώσουμε, το να προηγούμαστε αναμεταξύ μας στην απόδοση τιμής· το να θεωρούμε τους άλλους στις μεταξύ μας σχέσεις ότι υπερέχουν από μας, μη νομίσεις ότι μας μειώνει. Αν λοιπόν προηγηθείς στο να αποδώσεις τιμή, τον εαυτό σου τίμησες περισσότερο, δημιουργώντας το κίνητρο για να τιμηθείς περισσότερο. Παντού τα πρωτεία να τα παραχωρούμε στους άλλους. Να μη θυμόμαστε κανένα από τα κακά που προξενήθηκαν σε μας, αλλά μόνο εάν μας έγινε κάποιο καλό. Τίποτε δεν δημιουργεί τόσο πολύ ένα φίλο, όσο η ευχάριστη γλώσσα, το επαινετικό στόμα, η γεμάτη από ταπεινοφροσύνη ψυχή, η περιφρόνηση της ματαιοδοξίας, η περιφρόνηση της τιμής.
Αν τα επιτύχουμε αυτά, θα μπορέσουμε να γίνομε απρόσβλητοι από τις παγίδες του διαβόλου, και, αφού διανύσουμε με ακρίβεια και προσοχή την αρετή, να επιτύχουμε τα αγαθά που έχει υποσχεθεί σε εκείνους που Τον αγαπούν, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο στον Πατέρα, συγχρόνως και στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………
ΟΜΙΛΙΑ ΜΑ΄[υπομνηματισμός στο εδάφιο Πράξ.19,8]
«Εἰσελθὼν δὲ εἰς τὴν συναγωγὴν ἐπαρρησιάζετο ἐπὶ μῆνας τρεῖς διαλεγόμενος καὶ πείθων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ(: Στη συνέχεια, επί τρεις μήνες ο Παύλος πήγαινε στη συναγωγή και κήρυττε με θάρρος. Και συζητούσε εκεί με τους Ιουδαίους προβάλλοντάς τους πειστικές αποδείξεις για τις αλήθειες που αναφέρονταν στη Βασιλεία του Θεού, την οποία εγκαθίδρυσε πάνω στη γη και στις καρδιές των πιστών ο Κύριος Ιησούς)»[Πράξ. 19,8].
Πρόσεχε παντού αυτόν να εισέρχεται πρώτα στις συναγωγές και από εκεί να αρχίζει το έργο του· διότι παντού απ’ αυτούς ήθελε να αρχίσει το έργο του, όπως προανέφερα· διότι έτσι και των εθνικών ο ζήλος αύξανε και με προθυμία αποδέχονταν αυτόν, και οι Ιουδαίοι, επειδή τον δέχονταν οι εθνικοί, μετανοούσαν. Ήθελε να απομακρύνει τους μαθητές από εκεί και απ’ αυτούς να λάβει την αφορμή, ώστε να μη συγκεντρώνονται· και δεν το έκανε αυτό άσκοπα. Γι’αυτό συνομιλούσε συνέχεια με αυτούς, διότι έπειθε αυτούς. Μη λοιπόν, επειδή άκουσες ότι μιλούσε με παρρησία, θεωρήσεις αυτό σκληρότητα· για καλά πράγματα συνομιλούσε μαζί τους για Ουράνια Βασιλεία, ποιος δεν θα άκουε;
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
Επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-actaapostolorum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στις Πράξεις των Αποστόλων, ομιλίες Μ’ και ΜΑ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα με βάση τη συγκεκριμένη αποστολική περικοπή),πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1984, τόμος 16α, σελίδες 477-477 και 482- 503.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
.
ΜΝΗΜΗ ΣΥΝΑΞΕΩΣ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ [: Ιω. 1,29-34]
ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Τῇ ἐπαύριον βλέπει τὸν ᾽Ιησοῦν ἐρχόμενον πρὸς αὐτόν, καὶ λέγει, ῎Ιδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου(:Την άλλη μέρα ο Ιωάννης στεκόταν πάλι στο συνηθισμένο μέρος που κήρυττε, και μαζί του ήταν και δύο από τους μαθητές του.Κι αφού παρατήρησε με ευλάβεια τον Ιησού, που τη στιγμή εκείνη περπατούσε, είπε: Αυτός είναι το Αρνίο που παρέδωσε ο Θεός Πατέρας του να θυσιασθεί για χάρη μας)»[Ιω.1,28-29].
Είναι μέγα αγαθό η παρρησία και η διακήρυξη της αλήθειας με ειλικρίνεια και με θάρρος, καθώς και το να τίθεται υπεράνω όλων η ομολογία πίστεως στον Χριστό,και όλα τα άλλα να έρχονται δεύτερα· τόσο μέγα και αξιοθαύμαστο, ώστε ο Υιός του Θεού ο Μονογενής, να ανακηρύσσει ως δικό Του εκείνον που έχει τέτοιο ηρωικό φρόνημα, ενώπιον του Πατρός Του[πρβλ. Ματθ.10,32: «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς(:Καθένας, λοιπόν, που με πίστη και θάρρος και χωρίς να φοβάται τους διωγμούς, θα με ομολογήσει σωτήρα του και Θεό του μπροστά στους ανθρώπους, θα τον ομολογήσω και εγώ μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου ως δικό μου)»], αν και βέβαια δεν είναι ίση η ανταπόδοση· διότι εσύ μεν δίνεις ομολογία επί της γης, ενώ Αυτός ομολογεί στους ουρανούς και εσύ μεν ομολογείς ενώπιον ανθρώπων, Αυτός όμως ενώπιον του Πατρός και όλων των αγγέλων.
Τέτοιος ήταν ο Ιωάννης, ο οποίος δεν λογάριασε ούτε το πλήθος, ούτε τη δόξα, ούτε τίποτε άλλο ανθρώπινο, αλλά τα περιφρόνησε αυτά όλα και με την ανάλογη παρρησία διακήρυξε μπροστά σε όλους την αλήθεια σχετικά με τον Χριστό. Γι’ αυτό άλλωστε και ο Ευαγγελιστής επισημαίνει και τον τόπο, για να δείξει την παρρησία του μεγαλόφωνου κήρυκα· διότι δεν διακήρυξε τη θαυμαστή εκείνη περί του Χριστού ομολογία του, η οποία είναι γεμάτη από τα υψηλά και μεγάλα και απόρρητα δόγματα, και το ότι δεν ήταν ικανός να λύσει ούτε το λουρί του υποδήματος του Ιησού, δεν την έκανε μέσα σε κάποιο σπίτι, ούτε σε κάποια απόμερη γωνιά, ούτε στην ερημιά, αλλά στον Ιορδάνη ενώπιον του πλήθους, ενώπιον όλων εκείνων τους οποίους βάπτιζε(διότι οι Ιουδαίοι ήλθαν καθώς βάπτιζε).
Πώς λοιπόν το δηλώνει αυτό ο Ευαγγελιστής Ιωάννης; Με το να προσθέτει και να λέει: «Ταῦτα ἐν Βηθανίᾳ ἐγένετο(:Αυτά έγιναν στην Βηθανία)». Όσα μάλιστα από τα αντίγραφα εκθέτουν ακριβέστερα τα γεγονότα, λέγουν ότι αυτά συνέβησαν «στη Βηθαβαρά»˙ διότι η Βηθανία δεν βρισκόταν πέραν του Ιορδάνου ποταμού, ούτε στην έρημο, αλλά κάπου κοντά στα Ιεροσόλυμα. Τις τοποθεσίες επίσης τις επισημαίνει και για έναν άλλο λόγο. Επειδή, δηλαδή, επρόκειτο να διηγηθεί όχι παλαιά γεγονότα, αλλά γεγονότα που συνέβησαν προ ολίγου χρόνου, επικαλείται ως μάρτυρες των λεγομένων του αυτούς, που ήσαν παρόντες σε αυτά και τα παρακολούθησαν και παρέχει κατ’ αυτόν τον τρόπο μια πρόσθετη από τις τοποθεσίες απόδειξη. Διότι επειδή ο ευαγγελιστής Ιωάννης είχε την πεποίθηση ότι τίποτε απολύτως δεν πρόσθετε από τον εαυτό του στα λεγόμενα, αλλά εξέθετε απλώς όλα τα γεγονότα όπως συνέβησαν στην πραγματικότητα, χρησιμοποιεί τη μαρτυρία των τόπων, προκειμένου να χρησιμεύσει ως απόδειξη, όπως είπα, σημαντική για την αλήθεια των λόγων του.
«Τῇ ἐπαύριον βλέπει τὸν ᾽Ιησοῦν ἐρχόμενον πρὸς αὐτόν, καὶ λέγει, ῎Ιδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου(:την άλλη μέρα βλέπει τον Ιησού να έρχεται προς αυτόν και είπε: “Να εκείνος που προφήτευσε ο Ησαΐας και μας τον απέστειλε ο Θεός για να θυσιασθεί ως αρνί και να σηκώσει με τη σφαγή και τη θυσία του ολόκληρη την αμαρτία και την ενοχή του κόσμου, και έτσι να την εξαλείψει”)»[Ιω.1,36].
Οι ευαγγελιστές διαμοίρασαν τους καιρούς. Και ο μεν Ματθαίος, αφού παραλείπει τα χρονικά γεγονότα που προηγήθηκαν της συλλήψεως και της φυλακίσεως του Βαπτιστού Ιωάννου, σπεύδει να διηγηθεί ό,τι συνέβη στη συνέχεια· ο δε ευαγγελιστής Ιωάννης όχι μόνο δεν τα παραλείπει, αλλά αντιθέτως μάλιστα ασχολείται ιδιαιτέρως με αυτά.Και ο Ματθαίος μεν μετά την επάνοδο του Ιησού από την έρημο, αφού αποσιώπησε όσα συνέβησαν ενδιαμέσως,-όπως όσα είπε ο Ιωάννης, όσα δια των απεσταλμένων τους έλεγαν οι Ιουδαίοι- και αφού συντόμευσε όλα τα άλλα, έφθασε αμέσως στο γεγονός της φυλακίσεως και του αποκεφαλισμού του Βαπτιστού, διότι λέγει: «Ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν ἐκεῖθεν ἐν πλοίῳ εἰς ἔρημον τόπον κατ᾿ ἰδίαν· καἰ ἀκούσαντες οἱ ὄχλοι ἠκολούθησαν αὐτῷ πεζῇ ἀπὸ τῶν πόλεων(:Όταν λοιπόν τα άκουσε αυτά-ότι δηλαδή παραδόθηκε ο Ιωάννης- ο Ιησούς, αναχώρησε από εκεί με πλοίο σε κάποιον ερημικό τόπο, για να μείνει μόνος Του με τους μαθητές Του)»[Ματθ.14,13].
Ο Ιωάννης από την άλλη πλευρά δεν εκθέτει τα γεγονότα με την ίδια σειρά, αλλά διαφορετικά, διότι αποσιώπησε μεν τη μετάβαση του Ιησού στην έρημο, επειδή είχε αναφερθεί από τον Ματθαίο, διηγείται όμως όσα συνέβησαν μετά την κάθοδο του Ιησού από το όρος[Ιω.3,22- 3,30] και αφού είπε πολλά, πρόσθεσε: «οὔπω γὰρ ἦν βεβλημένος εἰς τὴν φυλακὴν ὁ Ἰωάννης(:δεν είχε ακόμη συλληφθεί και φυλακισθεί από τον Ηρώδη ο Ιωάννης)»[Ιω.3,24].
«Και για ποιο λόγο», θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, «έρχεται τώρα ο Ιησούς προς τον Ιωάννη τον Βαπτιστή και μάλιστα όχι μία φορά, αλλά και δύο φορές;» Διότι ο μεν Ματθαίος λέγει ότι ο ερχομός του Ιησού για το βάπτισμα ήταν αναγκαίος, γι’ αυτό ακριβώς λέγει και ο Ιησούς ότι «Ἂφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην(:Άφησε τώρα τις αντιρρήσεις και μη φέρνεις δυσκολία να βαπτισθώ. Διότι μ’ αυτόν τον τρόπο, με τον οποίο ταπεινώνομαι, πρέπει να εκπληρώσω κάθε εντολή του Θεού, ο οποίος σου ανέθεσε ως καθήκον να βαπτίζεις)»[Ματθ.3,15]˙ ο Ιωάννης όμως ο Ευαγγελιστής λέγει ότι Αυτός πήγε και πάλι μετά το βάπτισμα και τούτο το φανέρωσε με τα ακόλουθα λόγια: «Καὶ ἐμαρτύρησεν Ἰωάννης λέγων ὅτι τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ᾿ αὐτόν(:και βεβαίωσε ο Ιωάννης λέγοντας ότι “ Έχω δει το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι απ’ τον ουρανό και να μένει πάνω Του μόνιμα και διαρκώς, και όχι όπως στους προφήτες, οι οποίοι δέχονταν εκτάκτως τη χάρη του Πνεύματος και για ειδικό σκοπό’’)»[Ιω.1,32].
Για ποιο λόγο, λοιπόν, έρχεται προς τον Ιωάννη; Διότι δεν ήλθε απλώς, αλλά πορευόταν προς αυτόν˙ διότι, λέγει, είδε τον Ιησού να έρχεται προς αυτόν. Για ποιο λόγο, λοιπόν, ερχόταν; Επειδή ο Ιωάννης βάπτισε Αυτόν μαζί με πολλούς άλλους, έσπευδε προς αυτόν, για να μη φανταστεί κανείς ότι για την ίδια αιτία για την οποία πήγαιναν και οι άλλοι, πήγε και βαπτίστηκε, δηλαδή με τον σκοπό να εξομολογηθεί τα αμαρτήματά του και να λουσθεί σε μετάνοια στον ποταμό. Γι’ αυτό λοιπόν πάλι έρχεται για να δώσει συγχρόνως την αφορμή και στον Ιωάννη να διορθώσει αυτήν ακόμη την υποψία τους˙και διότι με το να πει ο Ιωάννης: «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου»(Ιω. 1,29),αναίρεσε εξ ολοκλήρου την υποψία τους αυτή.
Εκείνος λοιπόν ο οποίος είναι τόσο καθαρός, ώστε να δύναται να συγχωρεί και τα αμαρτήματα των άλλων, είναι φανερό ότι δεν έρχεται προς τον Ιωάννη με σκοπό να εξομολογηθεί αμαρτίες, αλλά για να δώσει αφορμή σε αυτόν, τον αξιοθαύμαστο κήρυκα, να εκθέσει τα λεχθέντα εκ νέου και κατά τρόπο ακριβέστερο σε εκείνους, που είχαν ακούσει τα προηγούμενα και να προσθέσει επιπλέον και άλλα ακόμη. Το δε «ἴδε» ειπώθηκε για τη συνεχή και μετά πόθου αναζήτηση Αυτού από πολλούς, εξαιτίας όσων ειπώθηκαν γι’ Αυτόν από πολύ παλιά. Γι’ αυτό ο Ιωάννης τώρα που είναι ο Μεσσίας παρών, Τον δείχνει και λέγει: «ἴδε», αποκαλύπτοντας ότι Αυτός είναι που προ πολλού επιζητείται και αναμένεται, αυτός ο Αμνός.
Και αποκαλεί Αυτόν «Αμνό», υπενθυμίζοντας στους Ιουδαίους την προφητεία του Ησαΐα και την κατά τρόπο σκιώδη προτύπωση του Αμνού του Θεού δια του πασχαλίου εκείνου αμνού του Μωυσέως, με τον σκοπό να οδηγήσει αυτούς μάλλον από τον τύπο προς την αλήθεια. Εκείνος μεν λοιπόν, ο παλαιός αμνός κανενός απολύτως δεν αφαίρεσε αμαρτία, ενώ Αυτός απομάκρυνε την αμαρτία ολόκληρης της οικουμένης· διότι ενώ αυτή κινδύνευε να καταστραφεί, την απήλλαξε αμέσως από την οργή του Θεού.
«Οὗτός ἐστι περὶ οὗ ἐγὼ εἶπον· ὀπίσω μου ἔρχεται ἀνὴρ ὃς ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν(:Αυτός είναι, για τον οποίο σας είπα: “Ύστερα από εμένα έρχεται άνθρωπος, ο οποίος σαν αιώνιος Θεός υπάρχει πολύ πρωτύτερα από εμένα, ασύγκριτα λαμπρότερος και ενδοξότερος”)»[Ιω.1,30].Βλέπεις πώς και με τα εδώ λεγόμενα ερμηνεύει το «ἔμπροσθεν»; Διότι αφού ομίλησε περί του Αμνού και αφού είπε ότι σηκώνει και εξαλείφει την αμαρτία του κόσμου, τότε λέγει ότι «ἔμπροσθέν μου γέγονεν», με τον οποίο φανερώνει ότι αυτό ακριβώς σημαίνει το «ἔμπροσθεν»,ότι θα αναλάβει τις αμαρτίες όλου του κόσμου, ότι θα βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο. «Διότι η δική μου παρουσία δεν είχε κανένα άλλο σκοπό από το να κηρύξει τον κοινό ευεργέτη της οικουμένης και να χορηγήσει το βάπτισμα του ύδατος, ενώ η παρουσία Αυτού αποβλέπει στο να καθαρίσει ψυχικά όλους τους ανθρώπους και στο να χαρίσει την αγιαστική ενέργεια του Παρακλήτου. Αυτός «ἔμπροσθέν μου γέγονεν», δηλαδή αναδείχτηκε λαμπρότερος από εμένα, διότι υπήρχε πριν από εμένα».
Πρέπει να αισχύνονται αυτοί, που αποδέχτηκαν την παραφροσύνη του Παύλου Σαμοσατέως, αρνούμενοι την αλήθεια, η οποία είναι τόσο σαφής και φανερή. «Κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν(:Όπως εσείς, έτσι κι εγώ δεν γνώριζα ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας)»[Ιω.1,33].Κοίταξε εδώ με ποιο τρόπο παρουσιάζει τη μαρτυρία ανυπόκριτη και ανυποψίαστη, δείχνοντας ότι αυτή δεν προέρχεται από ανθρώπινη συμπάθεια, αλλά είναι έργο θείας αποκαλύψεως: «διότι και εγώ δεν γνώριζα Αυτόν προηγουμένως ότι είναι ο Μεσσίας», λέγει. Πώς λοιπόν, Ιωάννη, θα μπορούσες να είσαι αξιόπιστος μάρτυρας; Πώς θα μπορούσες να διδάξεις και άλλους εφόσον εσύ ο ίδιος αγνοούσες; Δεν είπε: «Δεν γνωρίζω Αυτόν», αλλά: «Δεν γνώριζα Αυτόν», ώστε να γίνει ακριβώς για τούτο τελείως αξιόπιστος. Γιατί κατά ποιο τρόπο θα μπορούσε να χαριστεί σε κάποιον που δεν τον γνώριζε;
«Ἀλλ᾽ ἵνα φανερωθῇ τῷ ᾽Ισραὴλ διὰ τοῦτο ἦλθον ἐγὼ ἐν ὕδατι βαπτίζων(:Αλλά για να γίνει γνωστός και φανερός στους Ισραηλίτες, γι’ αυτό ήλθα εγώ και βαπτίζω στα νερά αυτά του Ιορδάνη)»[Ιω. 1,31].Δεν είχε λοιπόν Εκείνος ανάγκη βαπτίσματος, ούτε είχε κανένα άλλο σκοπό εκείνο το λουτρό, παρά τούτο μόνο, να προετοιμάσει όλους τους άλλους στην πίστη προς τον Χριστό. Διότι δεν είπε: «για να καθαρίσω όσους βαπτίζονται», ούτε: «ήλθα για να χορηγώ βάπτισμα αφέσεως αμαρτιών», αλλά «για να γίνει γνωστός και φανερός στους Ισραηλίτες». Αλλά πες μου: χωρίς το βάπτισμα δεν ήταν δυνατόν να κηρύξει και να πείσει τα πλήθη; Ήταν αλλά όχι τόσο εύκολα. Ούτε και θα έτρεχαν τόσο πολύ όλοι, εάν το κήρυγμα γινόταν χωρίς βάπτισμα, και ούτε θα μάθαιναν την υπεροχή του χριστιανικού βαπτίσματος με τη σύγκριση.
Τα πλήθη λοιπόν προσέρχονταν, όχι για να ακούσουν αυτά που έλεγε, αλλά γιατί; Για να βαπτιστούν αφού εξομολογηθούν τις αμαρτίες τους. Όταν πήγαιναν όμως διδάσκονταν τα σχετικά με τον Χριστό και τη διαφορά του βαπτίσματος. Μολονότι αυτό το βάπτισμα ήταν περισσότερο σεβαστό από το ιουδαϊκό, γι’ αυτό άλλωστε έτρεχαν όλοι, εντούτοις και πάλι ήταν ατελές.
Πώς λοιπόν Τον γνώρισες εσύ, Ιωάννη; «Με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος», λέγει. Για να μη νομίσει όμως κανείς ότι είχε ανάγκη του Αγίου Πνεύματος, όπως εμείς, άκουσε πώς διαλύει και αυτήν την υποψία, δείχνοντας ότι η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος έγινε μόνο για να κηρύξει τον Χριστό· διότι αφού είπε: «και εγώ δεν Τον γνώριζα», πρόσθεσε: «αλλά Εκείνος που με έστειλε να βαπτίζω με ύδωρ, Εκείνος μου είπε: “Σε όποιον θα δεις να κατεβαίνει το Πνεύμα και να μένει επάνω Του, Αυτός είναι που βαπτίζει με Πνεύμα άγιο”». Βλέπεις ότι αυτό ήταν το έργο του Πνεύματος, να δείξει τον Χριστό;
Ήταν όμως και η μαρτυρία του Ιωάννη απίστευτη, και επειδή ήθελε να την κάνει πιο αξιόπιστη, την αποδίδει στον Θεό και στο Άγιο Πνεύμα. Διότι, επειδή ο Ιωάννης μαρτύρησε τόσο μεγάλο και αξιοθαύμαστο γεγονός, το οποίο ήταν ικανό να καταπλήξει όλους όσους το άκουγαν, δηλαδή ότι μόνος Αυτός σηκώνει τις αμαρτίες ολόκληρης της οικουμένης και ότι για την τόσο μεγάλη λύτρωση είναι αρκετό το μέγεθος της δωρεάς, κάνει αυτήν την αποκάλυψη. Η αποκάλυψη δε, ότι είναι Υιός του Θεού και ότι δεν έχει ανάγκη βαπτίσματος και ότι αυτή η αποκάλυψη ήταν έργο της καθόδου του αγίου Πνεύματος, έγινε μόνο για να Τον καταστήσει φανερό· διότι δεν ήταν στη δύναμη του Ιωάννη να δώσει Πνεύμα· το δηλώνουν άλλωστε αυτό και όσοι βαπτίζονται από αυτόν και λένε: «Ἀλλ᾿ οὐδὲ εἰ Πνεῦμα Ἅγιόν ἐστιν ἠκούσαμεν(:Μα εμείς ούτε καν έχουμε ακούσει ακόμη εάν υπάρχει ανάμεσα στους ανθρώπους Πνεύμα Άγιο, που να ενεργεί και να μεταδίδει χαρίσματα)» [Πράξ.19,2] .
Επομένως ο Χριστός δεν είχε ανάγκη ούτε εκείνου του βαπτίσματος ούτε κανενός άλλου, μάλλον δε το βάπτισμα είχε ανάγκη από τη δύναμη του Χριστού· διότι εκείνο που έλειπε, εκείνο ήταν το σπουδαιότερο από όλα τα αγαθά, το να λάβει ο βαπτιζόμενος το Πνεύμα. Αυτήν λοιπόν τη χορήγηση του Πνεύματος πρόσθεσε όταν ήλθε. Και ο Ιωάννης ομολόγησε: «Τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ᾿ αὐτόν.κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ᾿ ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἐφ᾿ ὃν ἂν ἴδῃς τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ᾿ αὐτόν, οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ(:έχω δει το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι απ’ τον ουρανό και να μένει πάνω Του μόνιμα και διαρκώς, και όχι όπως στους προφήτες, οι οποίοι δέχονταν εκτάκτως τη χάρη του Πνεύματος και για ειδικό σκοπό.Όπως εσείς, έτσι κι εγώ δεν γνώριζα ότι αυτός είναι ο Μεσσίας. Αλλά ο Θεός που με έστειλε να βαπτίζω με απλό νερό, Εκείνος μου είπε: “Σ’ όποιον δεις το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει και να μένει μόνιμα πάνω Tου, Aυτός είναι που βαπτίζει με Πνεύμα Άγιο και Aυτός χορηγεί τις δωρεές και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος σε όσους βαπτίζονται με το βάπτισμά Tου”. Πράγματι λοιπόν εγώ είδα το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει και να μένει πάνω του. Και έχω δώσει μαρτυρία ότι αυτός είναι ο Υιός του Θεού που έγινε άνθρωπος)»[Ιω.1,32-34].
Συνεχώς αναφέρει το «δεν Τον γνώριζα», όχι άσκοπα και όπως έτυχε, αλλά επειδή ήταν συγγενής Του κατά σάρκα· διότι «Ἰδοὺ(:ιδού)», λέγει, «Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου καὶ αὐτὴ συνειληφυῖα υἱὸν(:η συγγενής σου Ελισάβετ έχει συλλάβει κι αυτή ένα αγόρι)»[Λουκά 1,36]. Για να μη δώσει λοιπόν την εντύπωση ότι χαρίζεται εξαιτίας της συγγένειας, για τον λόγο αυτόν αναφέρει συνεχώς το «δεν Τον γνώριζα». Άλλωστε αυτό συνέβαινε και στην πραγματικότητα, διότι όλα τα χρόνια έμενε στην έρημο και μακριά από την πατρική του οικία.
Πώς όμως, εάν δεν Τον γνώριζε πριν από την κάθοδο του Πνεύματος, και εάν Τον γνώρισε τότε για πρώτη φορά, Τον παρεμπόδιζε πριν από το βάπτισμα λέγοντας: «ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; (:εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα τον αναμάρτητο, κι Εσύ έρχεσαι σε μένα για να δεχθείς το βάπτισμα;)»;[Ματθ.3,14]· διότι αυτό είναι απόδειξη ότι Τον γνώριζε πολύ καλά. Τον γνώριζε, αλλά όχι προηγουμένως και μάλιστα πριν από πολύ χρόνο, και πολύ εύλογα· διότι τα μεν θαύματα, όσα συνέβησαν ενόσω ακόμη ήταν παιδί, δηλαδή τα σχετικά με τους μάγους και τα άλλα παρόμοια, είχαν συμβεί πριν από πολύ χρόνο, όταν και ο Ιωάννης ήταν πολύ παιδί. Επειδή δε εν τω μεταξύ είχε παρέλθει πολύς χρόνος, ήταν φυσικό να είναι άγνωστος σε όλους· διότι εάν ήταν γνωστός του, δεν θα έλεγε: «Για να γίνει φανερός στον ισραηλιτικό λαό, γι’ αυτό ήλθα και βαπτίζω».
Από εδώ λοιπόν μας γίνεται φανερό, ότι και τα θαύματα εκείνα, τα οποία ισχυρίζονται ότι είναι παιδικά θαύματα του Χριστού, είναι ψεύτικα και επινοήσεις μερικών οι οποίοι τα εισάγουν εκ των υστέρων· διότι εάν άρχιζε να θαυματουργεί από την πρώτη ηλικία του, ούτε ο Ιωάννης θα το αγνοούσε, ούτε το υπόλοιπο πλήθος θα είχε ανάγκη διδασκάλου για να Τον φανερώσει. Ενώ τώρα ο ίδιος λέγει ότι για τον λόγο αυτόν ήλθε, για να γίνει φανερός στον ισραηλιτικό λαό, και για τον λόγο αυτόν επίσης έλεγε: «εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από Εσένα».
Έπειτα δε, όταν Τον γνώρισε καλύτερα, Τον κήρυσσε στα πλήθη λέγοντας: « Οὗτός ἐστι περὶ οὗ ἐγὼ εἶπον· ὀπίσω μου ἔρχεται ἀνὴρ ὃς ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν(:Αυτός είναι για τον Oποίο σας είπα: “Ύστερα από μένα έρχεται κάποιος που υπήρχε πολύ πιο πριν από μένα και είναι ασυγκρίτως λαμπρότερος και ενδοξότερός μου, διότι ως Θεός υπήρχε πριν από μένα)»[Ιω.1,30], διότι και «εκείνος που με έστειλε να βαπτίζω με ύδωρ» και ο οποίος με έστειλε και για τον λόγο αυτόν, «για να γίνει φανερός στον ισραηλιτικό λαό», Αυτός του Τον αποκάλυψε και πριν από την κάθοδο του Πνεύματος. Για τον λόγο αυτόν και πριν να έλθει, έλεγε: «Μετά από εμένα έρχεται κάποιος, που είναι ανώτερός μου».
Δεν Τον γνώριζε λοιπόν πριν να έλθει στον Ιορδάνη και να βαπτίζει τους πάντες, αλλά όταν επρόκειτο να βαπτιστεί, τότε Τον γνώρισε. Και αυτό έγινε με το να Τον αποκαλύψει ο Πατήρ Του στον προφήτη, και να Τον δείξει το Πνεύμα καθώς βαπτιζόταν στους Ιουδαίους, χάριν των οποίων έγινε και η κάθοδος του Πνεύματος. Διότι, για να μην περιφρονηθεί η μαρτυρία του Ιωάννη, ο οποίος έλεγε ότι «είναι ανώτερός μου» και ότι βαπτίζει με Πνεύμα και ότι θα κρίνει την οικουμένη, και ο Πατήρ φωνάζει διακηρύσσοντας τον Υιό, και το Πνεύμα κατέρχεται, έλκοντας τη φωνή του Πατρός επάνω στην κεφαλή του Χριστού· διότι επειδή ο μεν ένας βάπτιζε, ο δε άλλος βαπτιζόταν, για να μη νομίσει κανείς από τους παρευρισκόμενους ότι για τον Ιωάννη λεγόταν αυτό που ακουγόταν, έρχεται το Πνεύμα και αίρει αυτήν την παρεξήγηση.
Ώστε, όταν λέγει «δεν τον γνώριζα», εννοεί τον πριν από τη βάπτιση χρόνο και όχι τον κοντινό· διότι αλλιώς πώς θα τον παρεμπόδιζε λέγοντας «εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από Εσένα»; Και πώς ακόμη έλεγε τα άλλα παρόμοια περί Αυτού;
«Πώς όμως τότε δεν πίστεψαν οι Ιουδαίοι;», αναρωτιέται ίσως κάποιος· «διότι δεν είδε μόνο ο Ιωάννης το Πνεύμα υπό μορφή περιστεράς». Διότι, μολονότι το είδαν, αυτά τα πράγματα δεν χρειάζονται μόνο σωματικούς οφθαλμούς, αλλά πριν από αυτούς έχουν ανάγκη οφθαλμών της διανοίας, για να μη νομίσουν ότι το γεγονός είναι περιττή επινόηση. Όταν λοιπόν, αν και Τον έβλεπαν να θαυματουργεί και να ακουμπά με τα ίδια Του τα χέρια τους αρρώστους και τους νεκρούς και να τους επαναφέρει με τον τρόπο αυτόν στη ζωή και στην υγεία, τόσο πολύ ήσαν κυριευμένοι από το πάθος του φθόνου, ώστε να διακηρύττουν αντίθετα από αυτά που έβλεπαν, πώς με μόνη την επιφοίτηση του Πνεύματος θα αποκήρυτταν την απιστία;
Μερικοί πάλι λένε ότι δεν το είδαν όλοι εκείνοι, παρά μόνο ο Ιωάννης και όσοι διατελούσαν με περισσότερο ευγνώμονα διάθεση· διότι, μολονότι ήταν δυνατόν να Το δουν με τους αισθητούς οφθαλμούς, αφού το Πνεύμα κατερχόταν υπό μορφή περιστεράς, εντούτοις αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν αναγκαίο οπωσδήποτε να γίνει το συμβάν ολοφάνερο. Διότι και ο Ζαχαρίας πολλά είχε δει με αισθητή μορφή, και ο Δανιήλ και ο Ιεζεκιήλ, και όμως δεν είχαν κανένα άλλον που να βλέπει και αυτός. Και ο Μωυσής επίσης πολλά είχε δει και μάλιστα τέτοια που δεν είδε κανείς από τους άλλους. Αλλά και την επί του όρους Μεταμόρφωση δεν αξιώθηκαν να την δουν όλοι οι μαθητές, ούτε δε και στη θέα της Αναστάσεως έλαβαν μέρος όλοι.
Αυτό επίσης το δηλώνει σαφώς ο Λουκάς, όταν λέγει ότι «τοῦτον ὁ Θεὸς ἤγειρε τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ καὶ ἔδωκεν αὐτὸν ἐμφανῆ γενέσθαι, οὐ παντὶ τῷ λαῷ, ἀλλὰ μάρτυσι τοῖς προκεχειροτονημένοις ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, ἡμῖν, οἵτινες συνεφάγομεν καὶ συνεπίομεν αὐτῷ μετὰ τὸ ἀναστῆναι αὐτὸν ἐκ νεκρῶν(:ο Θεός όμως Τον ανέστησε την τρίτη ημέρα από τον θάνατό Του. Και επέτρεψε να γίνει ορατός και να εμφανιστεί μετά την Ανάστασή Του, όχι πλέον σε όλον το λαό. Αλλά εμφανίστηκε σε μάρτυρες που είχαν εκλεγεί από τον Θεό πολύ πριν σταυρωθεί και αναστηθεί ο Ιησούς. Και οι μάρτυρες αυτοί είμαστε εμείς οι απόστολοι, οι οποίοι φάγαμε και ήπιαμε μαζί Του μετά την Ανάστασή Του από τους νεκρούς)»[Πράξ.10,41-42].
«Κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ(:Πράγματι λοιπόν εγώ είδα το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει και να μένει πάνω Του. Και έχω δώσει μαρτυρία ότι Αυτός είναι ο Υιός του Θεού που έγινε άνθρωπος)»[Ιω.1,34]. Και πού μαρτύρησε ότι Αυτός είναι ο Υιός του Θεού; Διότι Αμνό του Θεού Τον ονόμασε και ότι πρόκειται να βαπτίζει με Πνεύμα το είπε· Υιό όμως του Θεού πουθενά δεν Τον ονόμασε. Με τη βάπτιση όμως, οι άλλοι ευαγγελιστές δεν αναφέρουν ότι είπε τίποτε, αλλά αφού παραλείπουν όλα τα ενδιάμεσα, αναφέρουν τα θαύματα του Χριστού που έγιναν μετά τη σύλληψη του Ιωάννη. Από αυτά είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι και αυτά και άλλα πολύ περισσότερα έχουν παραλειφθεί. Και αυτό το δηλώνει στο τέλος του συγγράμματός του ο ίδιος ο ευαγγελιστής[Ιω.21,25: «Ἒστι δὲ καὶ ἄλλα πολλὰ ὅσα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ᾿ ἕν, οὐδὲ αὐτὸν οἶμαι τὸν κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία. Ἀμήν(:Υπάρχουν όμως και πολλά άλλα που έκανε ο Ιησούς, τα οποία, αν γράφονταν λεπτομερειακά, ένα, ένα νομίζω ότι ούτε ολόκληρος ο κόσμος με όλες τις βιβλιοθήκες του δεν θα χωρούσε τα βιβλία που θα έπρεπε να γραφούν. Πραγματικά)»].
Διότι τόσο απέφυγαν από το να επινοήσουν κάτι σπουδαίο γι΄αυτόν, ώστε όσα μεν φαίνονται ότι είναι αξιοκατάκριτα, τα αναφέρουν όλοι ομόφωνα και με κάθε ακρίβεια, και δεν είναι δυνατόν να βρεις κανένα από αυτούς που να έχει παραλείψει τίποτε τέτοιο. Ενώ από τα θαύματα, άλλα μεν τα άφησαν σε άλλους, άλλα δε τα αποσιώπησαν όλοι. Αυτά δε δεν τα είπα στην τύχη, αλλά ως απάντηση στην αναισχυντία των Ελλήνων. Διότι αυτό είναι αρκετό δείγμα της ειλικρίνειας των ευαγγελιστών και του ότι δεν λέγουν τίποτε χαριστικώς. Και μπορείτε και από αυτά, μαζί με τα άλλα να οπλίζεστε κατά την εναντίον τους διαμάχη με επιχειρήματα. Αλλά προσέχετε· διότι είναι άτοπο, ο μεν ιατρός να αγωνίζεται με λεπτομέρεια υπέρ της τέχνης του, και ο υποδηματοποιός και ο υφαντουργός και όλοι γενικώς οι τεχνίτες· ενώ εκείνος που ισχυρίζεται ότι είναι Χριστιανός να μην μπορεί να υπερασπιστεί την πίστη του. Μολονότι εκείνα μεν εάν παραθεωρηθούν φέρουν χρηματική ζημία· ενώ αυτά όταν παραμελούνται μας καταστρέφουν την ίδια την ψυχή μας. Τόσο άθλια φερόμαστε όμως, ώστε σε εκείνα μεν να δείχνουμε κάθε προθυμία, ενώ τα απαραίτητα και εκείνα τα οποία αφορούν την υπόθεση της σωτηρίας μας τα περιφρονούμε ως ανάξια λόγου.
Αυτό δεν αφήνει τους Έλληνες να χλευάσουν γρήγορα την πλάνη τους· διότι, όταν αυτοί μεν οι οποίοι συμπράττουν με το ψεύδος, κάνουν τα πάντα ώστε να συγκαλύψουν την αισχύνη των δογμάτων τους, ενώ εμείς οι οποίοι είμαστε υπηρέτες της αλήθειας, δεν μπορούμε ούτε το στόμα μας να ανοίξουμε, πώς δεν θα μας κατηγορήσουν για μεγάλη αδυναμία της διδασκαλίας μας; Πώς δεν θα υποψιαστούν ότι τα δικά μας διδάγματα είναι απάτη και μωρία; Πώς δεν θα βλασφημήσουν τον Χριστό ως είρωνα και απατεώνα, ο οποίος καταχράστηκε τη μωρία των πολλών για να τους εξαπατήσει;
Αυτής δε της βλασφημίας αίτιοι είμαστε εμείς, οι οποίοι δεν θέλουμε να αγρυπνούμε στις ομιλίες περί της ευσεβείας, αλλά τα θεωρούμε αυτά πάρεργα και φροντίζουμε για τα γήινα. Και όταν μεν κάποιος αγαπά ένα χορευτή ή ηνίοχο ή θηριοδαμαστή, κινεί και κάνει τα πάντα, ώστε στους υπέρ αυτού αγώνες να μην αποχωρήσει νικημένος. Και πλέκουν μακρά εγκώμια όταν απολογούνται προς εκείνους που τους κατηγορούν και βάλλουν κατά των αντιθέτων με μύρια σκώμματα· ενώ όταν γίνεται λόγος περί του Χριστιανισμού, όλοι σκύβουν την κεφαλή τους κάτω και ξύνονται και χάσκουν και αφού γελοιοποιηθούν, αναχωρούν.
Και πώς να μην είναι άξια μεγάλης οργής αυτά, όταν ο Χριστός εμφανίζεται από σας πιο άτιμος και από τον χορευτή; Όταν βέβαια για μεν τα κατορθώματα εκείνων ετοιμάζετε μύριες απολογίες, αν και όλοι τους είναι αισχροί, ενώ για τα θαύματα του Χριστού, μολονότι είλκυσαν την οικουμένη, δεν ανέχεστε ούτε να εννοήσετε και να ενδιαφερθείτε κατά τι. Πιστεύουμε σε Πατέρα και Υιό και Άγιο Πνεύμα· σε ανάσταση σωμάτων, σε ζωή αιώνια. Εάν λοιπόν σας ρωτήσει κανείς από τους Έλληνες: «Τι είδους είναι αυτός ο Πατήρ; Τι είδους είναι ο Υιός; Τι είδους είναι το άγιο Πνεύμα;». Ή εάν σας ρωτήσει: «Πώς, αφού εσείς έχετε τρεις θεούς, μας κατηγορείτε για πολυθεΐα;». Τι θα πείτε; Τι θα αποκριθείτε; Πώς θα αποκρούσετε την επίθεση αυτών των λόγων;
Τι θα κάνετε δε, εάν, καθώς σιωπάτε, θέσει άλλο ζήτημα και σας ρωτήσει: «Τι είναι γενικά η Ανάσταση; Θα αναστηθούμε άραγε με αυτό το σώμα; Ή μήπως με άλλο και όχι με αυτό; Και εάν αναστηθούμε με αυτό, γιατί είναι ανάγκη να καταργηθεί;». Τι θα πείτε; Εάν πάλι σας ρωτήσει: «Γιατί ο Χριστός ήλθε τώρα και όχι κατά τους προηγούμενους χρόνους; Μήπως τώρα θεώρησε καλό να φροντίσει για τους ανθρώπους, ενώ καθ’όλον τον προηγούμενο καιρό τούς περιφρονούσε;». Ή ακόμη εάν σας ρωτήσει και άλλα περισσότερα από αυτά; Άλλωστε δεν είναι αναγκαίο να θέτουμε πολλά θέματα στη σειρά και να αποφεύγουμε τις απαντήσεις, για να μη βλάψουμε με τον τρόπο αυτόν τους περισσότερο αφελείς· διότι αρκούν και όσα λέχτηκαν για να αποτινάξουν τον ύπνο σας.
Τι θα κάνετε λοιπόν; Εάν σας ρωτούν αυτά και εσείς δεν μπορείτε να ακούσετε ούτε τα λόγια αυτά, άραγε θα υποστούμε μικρή καταδίκη, αφού γίναμε αίτιοι τόσης πλάνης σε όσους βρίσκονται στο σκότος της άγνοιας; Ήθελα, εάν βέβαια είχατε πολύ ελεύθερο χρόνο, να φέρω ενώπιόν όλων σας ένα βιβλίο κάποιου βδελυρού Έλληνα φιλοσόφου το οποίο γράφτηκε εναντίον μας, και άλλου μεγαλύτερου από αυτόν, ώστε με τον τρόπο αυτόν να σας ξυπνήσω και να σας βγάλω από αυτήν τη νωθρότητα. Διότι, εάν εκείνοι για να ομιλήσουν εναντίον μας, τόσο πολύ αγρύπνησαν, ποιας συγνώμης άξιοι θα είμαστε, όταν δεν γνωρίζουμε ούτε τις εναντίον μας επιθέσεις να αποκρούσουμε;
Άλλωστε για ποιο λόγο έχουμε παραταχθεί; Δεν ακούς τον Απόστολο ο οποίος λέγει: «Ἕτοιμοι δὲ ἀεὶ πρὸς ἀπολογίαν παντὶ τῷ αἰτοῦντι ὑμᾶς λόγον περὶ τῆς ἐν ὑμῖν ἐλπίδος(:Να είστε πάντοτε έτοιμοι να απολογηθείτε και να υπερασπιστείτε την αλήθεια του Ευαγγελίου και κάθε άνθρωπο που ζητά να του εξηγήσετε και να του αποδείξετε όσα ελπίζετε να απολαύσετε στο μέλλον)»; [Α΄Πέτρ.3,15] . Αλλά και ο Παύλος τα ίδια προτρέπει όταν λέει: «Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ἐνοικείτω ἐν ὑμῖν πλουσίως, ἐν πάσῃ σοφίᾳ διδάσκοντες καὶ νουθετοῦντες ἑαυτοὺς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ἐν χάριτι ᾄδοντες ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τῷ Κυρίῳ (:Ο λόγος και η διδασκαλία του Ιησού Χριστού ας παραμένει μέσα σας πλούσια, για να έχετε κάθε σοφία. Σ’ αυτό θα συντελέσει και το να διδάσκετε και να συμβουλεύετε ο ένας τον άλλο με ψαλμούς και ύμνους και πνευματικές ωδές, που θα ψάλλετε με την καρδιά σας στον Κύριο και θα εκφράζετε με αυτές την ευχαριστία σας στον Θεό)» [Κολ.3,16].
Αλλά τι λένε προς αυτά οι πιο παράλογοι και από τους κηφήνες; Κάθε ευλογημένη ψυχή είναι απλή· και: «Ὃς πορεύεται ἁπλῶς, πορεύεται πεποιθώς(:Εκείνος που βαδίζει απλά, με αθωότητα και ευθύτητα, βαδίζει με πεποίθηση και θάρρος, διότι δεν θα καταισχυνθεί)» [Παροιμ.10,9]. Αλλά αυτό είναι το αίτιο όλων των κακών, ότι οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν να χρησιμοποιήσουν τις μαρτυρίες των Γραφών όπως πρέπει. Διότι εδώ δεν εννοεί τον ανόητο, ούτε εκείνον που δεν γνωρίζει τίποτε, αλλά τον απονήρευτο, τον μη κακούργο, τον συνετό· διότι, εάν εννοούσε αυτό, ήταν περιττό να ακούμε: «Γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί(:Φροντίστε να είστε φρόνιμοι σαν τα φίδια, ώστε να μην εκθέτετε τον εαυτό σας σε ανωφελείς και ανόητους κινδύνους, και άκακοι κι απλοί σαν τα περιστέρια)»[Ματθ.10,16].
Αλλά γιατί τα λέω αυτά, αφού σε τίποτε το πρέπον δεν βρίσκει ανταπόκριση ο λόγος αυτός; Διότι από όσα έχουν λεχθεί, ούτε τα άλλα κατορθώσαμε, εννοώ τα ζητήματα του βίου και της ζωής μας, αλλά από παντού είμαστε άθλιοι και καταγέλαστοι και για να κατηγορήσουμε τους άλλους είμαστε πάντοτε έτοιμοι, να διορθωθούμε όμως σε εκείνα για τα οποία κατηγορούμε και μεμφόμαστε τους άλλους είμαστε οκνηροί.
Γι’ αυτό σας παρακαλώ τώρα που ήλθαμε στους εαυτούς μας, να μη σταματήσουμε μόνο μέχρι την κατηγορία, διότι αυτό δεν φθάνει για να εξιλεώσει τον Θεό, αλλά να προσπαθήσουμε να επιδείξουμε σε όλα άριστη μεταβολή, με τρόπο ώστε, αφού ζήσουμε προς δόξαν του Θεού, να απολαύσουμε και οι ίδιοι τη δόξα την οποία είθε όλοι μας να επιτύχουμε με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη αιωνίως. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Joannem.pdf
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», ΕΠΕ, εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», επιλεγμένα αποσπάσματα από την ομιλία ΙΖ΄, τόμος 13, σελ. 227-249 ,Θεσσαλονίκη 2015.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 71, σελ.254-279.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
ΣΥΝΑΞΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Ο ΑΛΗΘΙΝΑ ΜΕΓΑΛΟΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 7-1-2001]
(Β΄έκδοσις)
Μας εκπλήσσει, αγαπητοί μου, πώς ο Κύριος ομιλεί για τον Πρόδρομόν Του, τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Όταν κάποτε έφτασαν από τον φυλακισμένο Ιωάννη, που τον είχε φυλακίσει ο Ηρώδης –εγγονός εκείνου του Μεγάλου Ηρώδου ο οποίος επεχείρησε να φονεύσει τον Κύριον· και λέγεται «μεγάλος» – εγκληματίας ήταν, κακούργος ήταν, όλοι οι Ηρώδαι κακούργοι ήσαν, όλη η γενεά τους και η οικογένειά τους, αλλά επειδή είχε ανοικοδομήσει τον ναόν του Σολομώντος εκ των ερειπίων, περίπου εκ των ερειπίων, γι΄αυτό ακριβώς τον ονομάζει η Ιστορία «μεγάλον» – ωστόσο έφτασαν κάποιοι άνθρωποι, απεσταλμένοι του Ιωάννου, που ήταν ήδη στη φυλακή, να ρωτήσουν τον Κύριον: «Σύ εἶ ὁ ἐρχόμενος ἤ ἕτερον προσδοκῶμεν;». «Συ είσαι ο Μεσσίας που περιμένομε, ο ερχόμενος, ή άλλον περιμένομε;». Και όχι βέβαια ότι ο Ιωάννης αμφέβαλλε, διότι θα ήταν πολύ περίεργο –και τραγικό!- εκείνος ο οποίος είδε τα της Βαπτίσεως και έδειξε τον Μεσσίαν, πρώτα πρώτα έδειξε ως δάκτυλος Πατρός το Πνεύμα το Άγιον, αλλά και ο Ιωάννης έδειξε τον Μεσσίαν και είπε: «Αυτός είναι», τώρα να στέλνει ανθρώπους να ρωτήσουν τον ίδιον τον Ιησούν «εάν Αυτός είναι ή άλλον περιμένομε».
Μάλιστα, όταν άρχισαν να φεύγουν οι απεσταλμένοι, έπλεξε ένα καταπληκτικόν εγκώμιο ο Κύριος, ένα μοναδικό εγκώμιον εις τον Ιωάννη. Αλλά τότε γιατί; Απλούστατα. Δεν αμφέβαλλε ο Ιωάννης. Αμφέβαλλαν οι μαθητές του. Είναι εκείνο που λέμε κι εμείς στην κοινή μας γλώσσα: «Άντε πήγαινε να ρωτήσεις τον ίδιον». Κοιτάξτε τι λέμε: «Άντε πήγαινε να ρωτήσεις τον ίδιον». «Εγώ σου είπα ό,τι είχα να σου πω. Όχι ότι εγώ θα αμφέβαλλα. Αμφιβάλλουν εκείνοι που με ρώτησαν». Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πώς έχει το πράγμα. Και φυσικά δεν θα ήταν δυνατόν ο Κύριος, σε έναν αμφιβάλλοντα Πρόδρομόν Του, να πλέξει ένα τέτοιον εγκώμιον. Ακούστε τι λέγει ο Κύριος, αφού έφυγαν οι απεσταλμένοι: «Τί ἐξήλθετε εἰς τήν ἔρημον θεάσασθαι;». «Τι βγήκατε στην ερημιά να δείτε;». «Ἄνθρωπον ἐν μαλακοῖς ἱματίοις ἠμφιεσμένον;». «Άνθρωπον ο οποίος ζει μέσα σε πολυτελή και μαλακά ρούχα;». «Ἰδού οἱ τά μαλακά φοροῦντες ἐν τοῖς οἴκοις τῶν βασιλέων εἰσίν». Να, εκείνοι οι οποίοι ζουν, φορούν πολυτελή ρούχα, είναι εκείνοι οι οποίοι κατοικούν στα παλάτια. Αλλά «τί ἐξήλθετε ἰδεῖν;». «Τότε γιατί βγήκατε στην έρημο, να δείτε ποιον; Προφήτην; «Ναί λέγω ὑμῖν καί περισσότερον προφήτην». «Ναι. Και πολύ περισσότερο από προφήτη». «Οὗτος γάρ ἐστίν περί οὗ γέγραπται». Είναι αυτός περί του οποίου έχει γραφτεί. Είναι ο προφήτης που προφητεύτηκε». Κανένας προφήτης δεν προφητεύτηκε –κανένας!- είναι ο μοναδικός ο Ιωάννης ο οποίος επροφητεύτηκε από τους προφήτες, όπως φερειπείν από τον Μαλαχίαν κ.λπ. «Ἰδού ἐγώ ἀποστέλλω τόν ἄγγελόν μου πρό προσώπου σου, ὅς κατασκευάσει τήν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου»-και αναφέρεται εδώ η προφητεία η σχετική. «Ἀμήν, ἀμήν λέγω ὑμῖν», λέγει ο Κύριος, «οὐκ ἐγήγερται ἕν γεννητοίς γυναικών μείζων τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ». «Δεν γεννήθηκε, ούτε θα γεννηθεί ποτέ, από γυναίκα, άνθρωπος μεγαλύτερος από τον Ιωάννη». Αυτό είναι. Είδατε; Είναι «μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν». «Είναι μεγαλύτερος από όσους ποτέ γυναίκες θα μπορούσαν να γεννήσουν έναν μεγάλο άνδρα». Έτσι ο Κύριος αποκαλεί τον Ιωάννη, τον αποκαλεί «μέγα».
Αλλά και ο αρχάγγελος Γαβριήλ είπε εις τον πατέρα του τον Ζαχαρία, που ήταν στην ιερατική τάξη ο Ζαχαρίας -ενθυμείσθε πώς έγινε όλη αυτή η ιστορία, όταν μπήκε εις τα Άγια των Αγίων για να θυμιάσει και εκεί είδε άγγελον και του είπε ότι θα γεννήσει υιόν κ.λπ. προφήτην μέγα· εκείνος δεν είχε πιστέψει ο Ζαχαρίας. Του λέει: «Δεν με πιστεύεις. Καλά, σου παίρνω τη φωνή, θα μείνεις μουγκός και τότε θα καταλάβεις τα λόγια μου, όταν θα έλθει η ώρα». Ποιος θα είναι αυτός; «Ἒσται γάρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου»· «διότι θα είναι μέγας μπροστά εις τον Κύριον». Ώστε λοιπόν τον Ιωάννη και ο άγγελος τον ονοματίζει ότι θα είναι μεγάλος.
Και μεγάλοι ασφαλώς στάθηκαν πολλοί μέσα στην Ιστορίαν· αλλά κατά τη θεία κρίση, ο Ιωάννης είναι ο αληθινά μεγάλος. Μεγάλος εστάθη εις την κλήσιν, στο κάλεσμα. Μεγάλος εστάθη εις το κήρυγμα. Μεγάλος εστάθη και εις ολόκληρη τη ζωή του. Και εσφράγισε τη ζωή του με μαρτύριον· που τον αποκεφάλισε ο Ηρώδης.
Είναι ο μόνος προφήτης, όπως σας είπα προηγουμένως, που προφητεύεται, και αυτό έχει πολλή σημασία· κι αυτό δείχνει πόσο μεγάλος ήταν κατά την κλήση του. Ο προφήτης Ησαΐας γράφει: «Φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ». Προσέξτε: «Φωνή βοῶντος». Αντιλαμβάνεσθε μία συντακτική ανακολουθία; Τι έπρεπε να γράφει; «Φωνή βοώσης ἐν τῇ ἐρήμῳ». Θηλυκού γένους. Η φωνή, θηλυκού γένους. «Φωνή βοώσης ἐν τῇ ἐρήμῳ» Γιατί λέει «φωνή βοῶντος»; Κάτι το οποίο είπε και ο ίδιος ο Ιωάννης για τον εαυτό του. Που σημαίνει: «Είναι ένας άνθρωπος που δεν είναι άνθρωπος, δηλαδή άνθρωπος, αλλά που είναι τόσο τιποτένιος– για τον εαυτό του, ε;- ώστε σαν να μην είναι άνθρωπος παρά μόνο μία φωνή. Μόνο μια φωνή… Ποια είναι αυτή η φωνή; Μια φωνή…». « Ἰδού ἐγώ» λέγει ο Μαλαχίας που σας ανέφερα προηγουμένως, «ἀποστέλλω τόν ἄγγελόν μου πρό προσώπου σου, ὅς κατασκευάσει τήν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου».Αυτό μόνο το χωρίον να έπρεπε να αναλύσουμε, θα λέγαμε πολλά πράγματα, αγαπητοί. Ας είναι.
Και ο αρχάγγελος Γαβριήλ, όπως σας είπα προηγουμένως, κι εκείνος είπε: «Ἔσται μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου». Και όντως ο Ιωάννης ο Βαπτιστής απεδείχθη μέγας εις την αποστολή του. Και εις τον βίο του. Το κήρυγμά του ήταν κήρυγμα ζωντανό. Πρωτότυπο. Τολμηρό. Ανδρείο. Κανέναν δεν φοβήθηκε. Ούτε τον βασιλέα δεν φοβήθηκε. Να τον ελέγξει, μάλιστα, και να του πει: «Οὐκ ἔξεστί σοι»· εκείνο το περίφημο, που έμεινε μέσα εις την Ιστορία. «Οὐκ ἔξεστί σοι»· «δεν σου επιτρέπεται να συζείς με τη γυναίκα του αδερφού σου». Είδατε; Και δεν ήταν τότε οι βασιλείς, όπως μπορεί σήμερα να είναι οι Πρόεδροι Δημοκρατιών και δεν ξέρω τι, ήταν, είχαν απόλυτη εξουσία.
Ακόμη, βλέπομε ότι το κήρυγμα του Ιωάννου δεν έβλεπε σε πρόσωπα ανθρώπων, με σκοπιμότητες και με ελιγμούς, για να τα έχουν καλά με τους μεγάλους της γης, δεν ήταν κήρυγμα σχολαστικό, ούτε στηριζόταν στην πατραγαθία, αλλά στον προσωπικό μόχθο και στην προσωπική αρετή του κάθε ακροατού. Τι είναι η πατραγαθία; «Πάψτε να λέτε», έλεγε, «Πάψτε να λέτε ότι είμεθα παιδιά του Αβραάμ· όπως κι αν έχει το πράγμα, όπως κι αν έχει, εφόσον ο πρόγονός μας, ο Αβραάμ, εστάθηκε αγαθός ενώπιον του Κυρίου- αυτή είναι η πατραγαθία- εστάθηκε σπουδαίος ενώπιον του Θεού, ό,τι και να κάνομε, όσο και να παραβούμε τις εντολές του Θεού, τελικά θα είμαστε εκείνοι που θα μας σώσει ο Θεός». «Όχι, κύριοι», λέγει ο Ιωάννης, «μη στηρίζεστε σε αυτήν την πατραγαθία». Όπως και εμείς πολλές φορές λέμε: «Ξέρετε ποιοι είμαστε; Τι προγόνους είχαμε;». Μπορεί να το πεις για μια στιγμή, αλλά δεν σε σώζει αυτό. Για μας, θα λέγαμε: «Αυτοί ήταν οι πρόγονοί σου, ε; Συ ποιος είσαι; Εσύ σήμερα ποιος είσαι; Ποιος είσαι σήμερα συ που λες και προβάλλεις τους προγόνους σου;». Έτσι και ο Ιωάννης εδώ τονίζει και λέει: «Λέτε ότι είστε απόγονοι του Αβραάμ· και ότι θα σωθείτε, όπως κι αν έχει το πράγμα. Τούτο σας λέγω: Ο Θεός είναι δυνατός –και έδειξε κάποιες πέτρες- από αυτούς τους λίθους ‘’ἐγεῖραι τέκνα τοῦ Ἀβραάμ’’, δηλαδή να αναδείξει παιδιά του Αβραάμ». Και πράγματι, απεδείχθη. Εμείς οι Έλληνες, και οι εθνικοί γενικά, ειδωλολάτραι, που είμεθα ειδωλολάτραι, οι εθνικοί γενικά, δεν είχαμε προγόνους ενδόξους με την έννοια «μπροστά στα μάτια του Θεού» και αυτοί μείναν ουραγοί –οι Εβραίοι- και εμάς μας ανέδειξε εκλεκτόν του λαόν ο Θεός. Αυτό δεν λέει πολλά; Και είναι μία ιστορική, θα λέγαμε, πραγματικότης;
Και όχι μόνον αυτό, αλλά σας υποδεικνύω ότι «ἡ ἀξίνη παρά τή ρίζαν τῶν δέντρων κεῖται». «Το τσεκούρι κείται παρά τη ρίζα των δέντρων». Όταν δείτε ένα τσεκούρι κάτω από ένα δέντρο, στη ρίζα του, λέτε: «Ε, φαίνεται ότι το έχουνε για κόψιμο αυτό». Έτσι λοιπόν. Προσέξτε, «ποιήσατε οὖν καρπούς ἀξίους τῆς μετανοίας», έλεγε ο Ιωάννης, «μήπως έρθει η ώρα και κοπεί το δέντρον της υπάρξεώς σας αλλά και του λαού σας. Όχι μόνο δεν πρέπει να καυχάστε για τον πρόγονό σας τον Αβραάμ, αλλά και σας περιμένει τιμωρία. Μάλιστα είναι εκείνος ο οποίος κρατάει το φτυάρι –το πτύον- το φτυάρι, στο αλώνι μέσα- είχανε το φτυάρι, όταν εκεί τα ζώα πατούσαν τον καρπόν, και μετά εγίνετο το λίχνισμα· δηλαδή το φτυάρι εχρησίμευε για το λίχνισμα. Σήκωνε τον καρπόν μαζί με το άχυρο, το άφηνε να πέσει, ο αγρότης, έπαιρνε ο αέρας το άχυρο, και έμενε κάτω το σιτάρι- Λοιπόν, προσέξτε, λέει ο Ιωάννης εις τον λαό του, ότι το φτυάρι το κρατάει Εκείνος. Μη νομίσετε λοιπόν ότι Εκείνος είναι προσωπολήπτης. Όχι! Θα μαζέψει όποιος είναι αληθινός σίτος στις αποθήκες του, που είναι η Βασιλεία του Θεού. Το δε άχυρον; Θα το «κατακαύσει πυρί ἀσβέστῳ». Με άσβεστη φωτιά που είναι η αιωνία κόλασις. Κλπ. κλπ.
Έτσι λοιπόν το κήρυγμα του Ιωάννου ήταν πολύ σπουδαίο. Ένα κήρυγμα προπαρασκευαστικόν για την υποδοχή του Μεσσίου. Κεντρικό σημείο ήταν: «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». «Είναι πολύ κοντά η Βασιλεία των Ουρανών». Και ποια είναι η Βασιλεία των Ουρανών; Είναι ο ίδιος ο Χριστός. Εννοείται δηλαδή χρονικώς πολύ κοντά, αλλά και ως παρουσία πολύ κοντά. Πόσο κοντύτερα θα μπορούσε να είναι εάν εδώ είναι ο Ιωάννης και δίπλα του είναι ο Ιησούς τον οποίο βαπτίζει; Και χρονικώς λοιπόν είναι πολύ κοντά, και από πλευράς αποστάσεως είναι πολύ κοντά. Προσέξτε, η Βασιλεία του Θεού, που είναι ο ίδιος ο Χριστός, σας λέω τούτο, ότι… επί θύραις· μετανοείτε λοιπόν. Γι΄αυτό και ο Κύριος όταν έφυγε από το προσκήνιο της ιστορίας ο Ιωάννης που τον αποκεφάλισε ο Ηρώδης, τότε, ο Κύριος άρχισε να διδάσκει. Ξέρετε από πού ξεκίνησε; Από το κήρυγμα του Ιωάννου. Τι έλεγε; Ό,τι έλεγε ο Ιωάννης. «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Γιατί το έκανε αυτό; Όχι μόνο γιατί ήταν ουσιώδες το κήρυγμα του Ιωάννου που έπρεπε να προβληθεί από τον Ιησού Χριστόν, αλλά ήθελε και να δείξει με τον τρόπον αυτόν ο Κύριος ότι είναι μία συνέχεια του Ιωάννου. «Εκείνα που σας είπε, ήταν αυθεντικά. Και ο Ιωάννης ήταν αυθεντικός. Θέλετε να δείτε πόσο αυθεντικός; Εκείνο που σας έλεγε, σας το λέω τώρα κι εγώ: «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν».
Ακόμη ήταν το κήρυγμά του νουθετικόν. Όταν ερωτούν οι τελώναι, και οι στρατιώται, τι να πράξουν, απαντά κατάλληλα και με πολλή αγάπη και πνεύμα οικοδομής. Μας κάνει πολλή εντύπωση που κατά τάξεις οι άνθρωποι πήγαιναν και τον ρωτούσαν. Εδώ οι τελώναι. Τι τους είπε; «Μη βάζετε φορολογία περισσότερη, ούτε να εκβιάζετε τους ανθρώπους»· διότι τι έκαναν οι τελώναι; Το ξέρομε αυτό, οι τελώναι εξεβίαζαν τους ανθρώπους, μάλιστα τους εξεβίαζαν, θα πω και το σχήμα, έβαζαν το χοντρό δάχτυλο, το μεγάλο δάχτυλο εδώ στον λαιμό του φορολογουμένου και τον έπνιγαν. Υπάρχει το ρήμα «πνίγω»· είναι στην Καινή Διαθήκη. «Δώσ’ μου τόσα θέλω». Βέβαια δεν ήσαν όλα δια το κράτος, δια την πολιτεία· ήσαν και για την τσέπη τους. Καταλαβαίνετε. Όταν θα πάνε μετά στρατιώται –γιατί κι αυτοί συντελούσαν εις την συλλογή των φόρων- «μηδένα» θα τους πει, «διασείσητε». «Διασείω» ξέρετε τι θα πει; Θα πει πιάνω τον άλλο από δω, από τον ώμο, και τον κουνάω. Αυτό θα πει διασείω. Είναι κάτι που το κάνουμε κι εμείς σήμερα. Κάποιος μας χρωστάει και τον απειλούμε, τον πιάνουμε, τον κουνάμε, τον απειλούμε να τον ρίξουμε χάμω… ίδιες εικόνες. «Και κανέναν να μη συκοφαντήσετε», λέει στους στρατιώτες· «γιατί προκειμένου να πετύχετε κάτι, σίγουρα πρέπει και να συκοφαντήσετε· αυτό πρέπει να κάνετε», λέγει ο Κύριος.
Ακόμη το κήρυγμά του ήτανε παρηγορητικό. «Πολλά μέν οὖν καί ἕτερα εὐηγγελίζετο τόν λαόν», λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς. «Με πολλά άλλα ευηγγελίζετο» – «εὐαγγελίζομαι» θα πει φέρνω χαρούμενο μήνυμα· σε ποιον έφερε το χαρούμενο μήνυμα; Εις τον λαόν. Εκείνος ο λαός που θα υπεδέχετο τον Μεσσία του, εάν φυσικά επίστευε.
Το κήρυγμά του, όπως είπαμε, ήταν και ελεγκτικό. Ξέρετε εδώ με αυτά που σας λέω, παρατίθεται ένας κατάλογος τρόπου παιδαγωγίας; Εδώ μεν, ενός λαού· σεις δε, τα παιδιά σας. Και θα παρηγορήσετε, και θα βοηθήσετε, αλλά και θα ελέγξετε. Σήμερα στην Παιδαγωγική τον έλεγχο δεν τον έχουν, τον έχουνε βγάλει. «Μη» λέει, «γιατί πιέζεις, είσαι πιεστικός» κ.τ.λ. Όχι αγαπητοί μου. Θα ελέγξουμε κιόλας. Λοιπόν, το κήρυγμά του ήταν ελεγκτικό. Και μάλιστα τι έλεγε; Βαρύτατος χαρακτηρισμός. Έλεγε κυρίως τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, οι οποίοι αυτοί δεν πήγαιναν να βαφτιστούν· Ήτανε οι έξυπνοι αυτοί· που τα ‘ξεραν όλα… Ναι, τους λέει «Γεννήματα ἐχιδνῶν»· δηλαδή «είσαστε φιδάκια που τα γέννησαν οχιές. Κι εσείς είσαστε οχιές». Ξέρετε να πείτε δημοσίως μια τάξη ανθρώπων ότι είναι οχιές, δεν είναι μικρός χαρακτηρισμός… Είναι βαρύτατος. «Ποιος σας υπέδειξε ότι θα ξεφύγετε από την κρίση που έρχεται της οργής του Θεού;». «Ώστε να θέλετε να έρθετε εδώ σε μένα». Ναι. Αλλά, βαφτίστηκαν; Όχι. Βλέπουμε δε και τη μετέπειτα ιστορία των ανθρώπων αυτών. Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι άκουγαν τον Χριστόν. Ήτανε πανταχού παρόντες. Όχι για να ωφεληθούν, αλλά για να βρουν λόγο εις τον Κύριον, για να Τον κατηγορήσουν. Έτσι και ο Ιωάννης τους λέει: «Ποιος σας υπέδειξε με το να έρχεστε εδώ, αλλά να μην τελεσφορείτε, ότι θα γλυτώσετε από την οργή του Θεού;». Και ξέρετε, η οργή του Θεού ήρθε ύστερα από τριάντα χρόνια, όταν μπήκαν οι Ρωμαίοι στα Ιεροσόλυμα και τα ισοπέδωσαν. Φοβερό πράγμα. Φοβερό, φοβερό!
Έτσι λοιπόν ο Ιωάννης δεν έβλεπε σε πρόσωπο ανθρώπου. Μετήρχετο όλους τους τρόπους για να βοηθήσει τον λαό να προσεγγίσει τον Χριστόν. Ο Ιωάννης είχε και κάτι άλλο που τον έκανε πολύ μεγάλο και ασκούσε επιρροή στα πλήθη. Ήταν η ζωή του. Αχ, η ζωή του… Δεν είχε εμφανιστεί μέχρι τότε ασκητής στον βαθμό που ήταν ο Ιωάννης. Είχε ξεπεράσει και τον Ηλία και τον Ελισσαίο. Ο Ηλίας ήτανε με μία μηλωτήν. Μηλωτή θα πει προβιά – πρόβιο, προβιά από αμνόν, δηλαδή από πρόβατο. Το πετσί ήταν απέξω, όπως φορούσαν την προβιά αυτή, και το τρίχωμα ήταν από μέσα. Αλλά και ο Ιωάννης κάπως έτσι ήταν ντυμένος. Φορούσε λέει μια δερματίνη ζώνη, και έτρωγε, λέει, άγριο μέλι και ακρίδες. Οι «ακρίδες», εδώ υπάρχουν δύο ερμηνείες· η μία ερμηνεία είναι ότι όπως εμείς τρώμε τα σαλιγκάρια, ξέρετε αν μας δει κάποιος, Ευρωπαίος, να τρώμε τα σαλιγκάρια, εκφράζει στο πρόσωπό του ένα αίσθημα απαρεσκείας. Να ξεράσει δηλαδή… Και όμως, και όμως τα τρώμε τα σαλιγκάρια. Πιστεύω έχετε φάει κι εσείς. Κι εγώ έχω φάει. Και μας αρέσουνε μάλιστα πάρα πολύ τα σαλιγκάρια. Αλλά, αλλά, έτσι είχανε τότε τις ακρίδες, οι οποίες αφθονούσαν και μπορούσαν αυτές να τις πιάνουν, να τις σκοτώνουν –τις ακρίδες- να τις ξηραίνουν εις τον ήλιο, να τις τρίβουνε να τις κάνουν σαν αλεύρι και να ανακατεύουνε το αλεύρι αυτό από τις ακρίδες με μέλι και να το τρώνε. Σας είπα, μην αηδιάσομε… Απλούστατα, όπως εμείς έχομε τα σαλιγκάρια, είχανε τότε αυτό.
Αλλά, υπάρχει και μία άλλη ακόμα ερμηνεία. «Ακρίδες» λέγονται οι άκριες των φυτών. Δηλαδή να πάω να τσιμπολογήσω, πώς τσιμπολογούμε τις βρούβες και τρώμε, ξέρω ‘γω… Και καμιά φορά μάλιστα και χωρίς να βράσουμε τις βρούβες και τρώμε κάποια άλλα βλαστάρια, όπως είναι κάτι σπαράγγια που είναι πολύ ωραία, βγαίνουν την άνοιξη, πηγαίνουμε τα κορφολογούμε και τα τρώμε. Και οι δύο ερμηνείες είναι δεκτές.
Είχε ο Ιωάννης αγαπητοί μου πολύ μεγάλη ταπείνωση. Πολύ μεγάλη. Δεν οικειοποιείται τον τίτλο του Μεσσίου. Να πει: «Εγώ είμαι ο Μεσσίας». Απαπα… Αλλά δείχνει πόσο μικρός ήτανε μπροστά του. Και μας δείχνει, έλεγε στον κόσμο ότι «δεν είμαι ικανός να λύσω τον ιμάντα των υποδημάτων του. Τόσο ανίκανος και ανάξιος είμαι». Αισθάνεται πολύ μικρός· ούτε καν πρόσωπο δεν θεωρεί τον εαυτό του όπως σας είπα προηγουμένως, αλλά απλώς μία φωνή. «Φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ». Δεν λέει κάποιος που φωνάζει στην έρημο, αλλά μία φωνή. Είχε μεγάλη αυταπάρνηση. Όλη η ζωή του ήταν δοσμένη στον Θεό και στο έργο του Μεσσίου. Δεν κρατούσε για τον εαυτό του απολύτως τίποτα. Είχε υπακοή στο θέλημα του Θεού. Δεν κάνει τίποτα διαφορετικό απ’ ό,τι ο Θεός του λέγει. Τι έλεγε; «Εκείνος που μου είπε να βγω στην έρημο και να κηρύττω το κήρυγμα της μετανοίας, Αυτός μου είπε ότι θα δείξεις Αυτόν που εγώ θα σου υποδείξω» –εννοείται με το Πνεύμα το Άγιον- γιατί Αυτός είναι ο Μεσσίας. Είδατε; Ό,τι μου είπε ο Θεός, το έκανα. Το κάνω». Ο τρόπος που ζούσε. Σας ανέφερα. Θα σας το πω και πώς το λέει το κείμενο. «Ἦν ἐνδεδυμένος τρίχας καμήλου καί ζώνην δερματίνην περί τήν ὀσφύν αὐτοῦ καί ἐσθίων ἀκρίδας καί μέλι ἄγριον».Όντως θεωρείται ένας ένσαρκος άγγελος και ουράνιος άνθρωπος.
Αγαπητοί. Το τι και πώς να επαινέσουμε τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή και να δείξουμε τη μεγαλοσύνη του, αφού από Αυτόν τον Κύριο Ιησού Χριστό εγκωμιάστηκε και ονομάστηκε μέγας. Εκείνο που μπορούμε να δούμε είναι ότι ο άγιος Ιωάννης με το κήρυγμά του και η ζωή του έγινε υπόδειγμα ζωής και προσφοράς. Κάθε του κίνηση είναι μία αποκάλυψις πρωτοτυπίας και ζωντάνιας. Είναι υπόδειγμα για κάθε ομιλητή του θείου λόγου για όλες τις εποχές και όλες τις μορφές κοινωνικού βίου. Είναι υπόδειγμα λιτότητος στη βαρυφορτωμένη υλιστική εποχή μας. Είναι υπόδειγμα ελευθερίας. Δεν δεσμεύεται ούτε από την ύλη, ούτε από τους ανθρώπους, ούτε ακόμη και από αυτήν την παρούσα ζωή. Ελευθερότερος Ιωάννου δεν ξέρω ποιος άλλος μπορεί να υπήρξε. Είναι υπόδειγμα πίστεως και αφιερώσεως στον Θεό. Είναι υπόδειγμα βαθιάς αρετής και πνευματικότητος. Όντως ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής είναι ο «μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν». Οι λαμπηδόνες λοιπόν της ζωής του ας φωτίζουν και τη δική μας ζωή στη δύσκολη και σκοτεινή εποχή στην οποία ζούμε. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
απομαγνητοφώνηση, ψηφιοποίηση και επιμέλεια της ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΗ:
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/mnhmh_agivn/mnhmh_agivn_025.mp3
Please wait while flipbook is loading. For more related info, FAQs and issues please refer to DearFlip WordPress Flipbook Plugin Help documentation.