Στὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽60 ἕνας δεκαεννιάχρονος ἑλληνοαυστραλός, ὁ Θεμιστοκλῆς Ἀδαμόπουλος, μαζὶ μὲ μερικοὺς φίλους του ἔφτιαξαν ἕνα συγκρότημα ρὸκ μουσικῆς, τοὺς Φλάϊς (Flies).
Τὸ συγκρότημα ταχύτατα ἔγινε διάσημο ἀνὰ τὸν κόσμο.
Διηγεῖται ὁ Θεμιστοκλῆς:
«Τότε ἦταν πολὺ τῆς μόδας τὰ διάσημα μέλη τῶν ρὸκ συγκροτημάτων νὰ ἐπισκέπτονται στὴν Ἰνδία κάποιον γκουροὺ (= διδάσκαλο γιὰ μύηση στὸν Βουδδισμὸ) γιὰ συμβουλὲς καὶ πνευματικὴ καθοδήγηση!
Ἄρχισα, λοιπόν, νὰ πηγαίνω καὶ ἐγώ.
Σὲ ἕνα τέτοιο ταξίδι μου, ὁ γκουροὺ ἀκουμποῦσε τὸ χέρι του στὸ κεφάλι τοῦ κάθε ἐπισκέπτη λέγοντας:
“Σοῦ μεταδίδω γνώση”.
Ὅταν ἦρθε ἡ σειρά μου, σταμάτησε καὶ μοῦ εἶπε:
–“Βγάλε τὸν σταυρό σου”(!)
Ἦταν ἐπίσης τῆς μόδας, τότε, γιὰ μᾶς, νὰ φορᾶμε σταυρό.
Ὄχι πὼς πιστεύαμε, ἀλλὰ τὸν φορούσαμε ὡς διακοσμητικό, μᾶλλον, στοιχεῖο.
Ἐξεπλάγην ἀπὸ τὴν προτροπὴ τοῦ γκουροὺ καὶ τοῦ εἶπα:
–“Γιατί;”.
Ἀπάντησε ὁ γκουρού:
–“Δὲν μπορῶ νὰ σοῦ μεταδώσω γνώση.
Λοιπόν, θὰ τὸν βγάλεις;”.
Ἀπάντησα:
–“Ὄχι”.
Καὶ ἔφυγα, συγκλονισμένος ἀπὸ τὸ γεγονός.
Γιατί δὲν μποροῦσε νὰ δράσει ὁ γκουρού (εἰδωλολάτρης!) ἐνώπιον τοῦ Σταυροῦ;
Τί εἶναι, ἐπὶ τέλους, ὁ Σταυρός;
Ἄρχισα νὰ διαβάζω μὲ πάθος τὸ Εὐαγγέλιο.
Ἔτσι ἀνακάλυψα τὴν πίστη στὸν Χριστό.
Τὰ παράτησα ὅλα.
Ἔγινα ὀρθόδοξος χριστιανός.
Ἔκανα θεολογικὲς σπουδὲς καὶ ἀφιέρωσα τὴν ζωή μου στὸν Χριστό, γενόμενος μοναχός».
Ὁ ἄλλοτε μουσικὸς τῆς ρὸκ εἶναι σήμερα ὁ ἐπίσκοπος π. Θεμιστοκλῆς.
Ἐπὶ εἴκοσι χρόνια ἱεραπόστολος στὴ Σιέρρα Λεόνε τῆς Ἀφρικῆς.
Ἐκεῖ, μὲ ἀπόλυτη αὐταπάρνηση καὶ κάτω ἀπὸ τρομακτικὰ δύσκολες συνθῆκες, μεταδίδει τὴν πίστη στοὺς ἀφρικανοὺς ἀδελφούς μας. Φροντίζοντας, ὅσο μπορεῖ, καὶ τὶς τεράστιες ὑλικές τους ἀνάγκες.
Διεθνῶς εἶναι γνωστὸς ὡς ὁ «ἅγιος τῆς Ἀφρικῆς»!
Ὅταν, λοιπὸν φορᾶμε τὸν Σταυρό μας ἢ κάνουμε τὸν Σταυρό μας μὲ ἀκλόνητη πίστη καὶ ἐμπιστοσύνη στὸ Χριστό, εἶναι σὰν νὰ ἀκουμπᾶ πάνω μας ὁ ἴδιος ὁ τίμιος Σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
«Σταυρός, ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης.
Σταυρός, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων τὸ κραταίωμα.
Σταυρός, πιστῶν τὸ στήριγμα.
Σταυρός, ἀγγέλων ἡ δόξα
καὶ τῶν δαιμόνων τὸ τραῦμα».
π. Νίκων Κουτσίδης
[πηγή: περ. «Λυχνία Νικοπόλεως»
9/2018]