Σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου πρέπει νὰ εἶνε συνεχὲς καὶ ἀδιάλειπτο. Ἡ ἐνορία καὶ ἡ ἐπισκοπὴ πρέπει νά ᾽νε σὰν μιὰ βρύσι ποὺ τρέχει μέρα – νύχτα.
Δὲν ἀρκεῖ ὅμως μόνο ν᾽ ἀκοῦμε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ· πρέπει καὶ νὰ τὸν ἐφαρμόζουμε, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ μας, ποὺ εἶπε «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. 11, 28).
Τὴν ἡμέρα τοῦ ἁγίου Νικολάου (6 Δεκεμβρίου) ψάλλονται ὡραῖα τροπάρια διδακτικώτατα καὶ γλυκύτατα. Δὲν θὰ ἐξηγήσω τώρα κάποιο ἀπὸ αὐτά· θὰ ἑρμηνεύσω πρακτικὰ μόνο μία λέξι, ποὺ ἅμα τὴν ἀκοῦνε οἱ Χριστιανοὶ κάνουν τὸ σταυρό τους· εἶνε ἡ λέξι Νικόλαος, τὸ ὄνομα δηλαδὴ τοῦ ἁγίου. Καὶ μόνο αὐτὸ φτάνει. Δι᾽ αὐτοῦ θὰ δοθῇ ἀφορμὴ καὶ σ᾽ ἐμᾶς ν᾽ ἀνακριθοῦμε, ὥστε νὰ μὴ ζοῦμε ἔτσι τυχαῖα σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο. Ἀφοῦ δηλαδὴ σᾶς ἐξηγήσω τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου, θὰ σᾶς προτρέψω, ὅταν ἡσυχάσετε στὸ σπίτι, νὰ σκεφτῆτε· Γιατί ἡ μάνα κι ὁ πατέρας μου μὲ βάπτισαν μὲ τὸ ὄνομα ποὺ ἔχω; Ἔχει σημασία τὸ ὄνομα, κάτι σημαίνει.
* * *
Νικόλαος! Τί σημαίνει Νικόλαος; Τὸ ὄνομα αὐτό, ποὺ ἔδωσαν οἱ πιστοὶ γονεῖς του στὸν ἅγιο ἐπίσκοπο τῶν Μύρων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἦταν προάγγελος, προμήνυμα, προφητεία τοῦ μέλλοντος. Πολλὰ ὀνόματα ποὺ δόθηκαν σὲ παιδιὰ ἀπέβησαν προφητικά. Καὶ ἡ ζωὴ καὶ πολιτεία τοῦ μεγάλου τούτου πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας μας ἀνταποκρίθηκε στὸ ὄνομά του. Τί σημαίνει Νικόλαος; Ὅσοι γνωρίζουν γράμματα –ἡ γλῶσσα μας εἶνε ἡ πιὸ σπουδαία στὸν κόσμο– τὸ βλέπουν· Νικόλαος σημαίνει «νίκη».
Νίκη; Ἀκούγοντας τὴ λέξι νίκη τὸ μυαλὸ πάει σὲ πόλεμο, μάχη· νομίζουμε ὅτι ἡ λέξι αὐτὴ ἁρμόζει μόνο σὲ στρατιωτικούς, ὅπως ἦταν οἱ ἅγιοι Δημήτριος, Γεώργιος, Θεόδωρος καὶ τόσοι ἄλλοι. Μὰ ὁ ἅγιος Νικόλαος, δὲν ἦταν στρατιωτικός, δὲν εἶχε γαλόνια καὶ ἀστέρια, ὅπλα καὶ φρουρά· δὲν εἶχε πάνω του οὔτε σουγιᾶ. Ἦταν ἕνας ταπεινὸς καὶ πρᾶος πιστός, καὶ μετὰ ἔγινε ἐπίσκοπος. Καὶ ὅμως αὐτὸς εἶνε νικητὴς καὶ τροπαιοῦχος.
Ποῦ νίκησε; Στὴ μεγάλη μάχη, ποὺ ἔχουμε κ᾽ ἐμεῖς νὰ δώσουμε, καὶ ἀλλοίμονο ἂν δὲν νικήσουμε. Ποιόν νίκησε, ποιός εἶνε ὁ ἐχθρός; Ὁ μεγαλύτερος ἐχθρὸς δὲν εἶνε ἔξω μακριά, εἶνε πολὺ κοντά· εἶνε ὁ κακὸς ἑαυτός μας, ὁ διεφθαρμένος ἑαυτός μας, ὁ «παλαιὸς ἄνθρωπος», ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (῾Ρωμ. 6,6. ᾿Εφ. 4,22. Κολ. 3,9)· εἶνε οἱ κακίες, τὰ πάθη, τὰ ἐλαττώματα ποὺ ἔχει καθένας μας. Νά ὁ ὑπ᾽ ἀριθμὸν ἕνα ἐχθρὸς τῆς ψυχῆς καὶ τῆς ζωῆς μας, τοῦ ἀνθρωπίνου πολιτισμοῦ. Αὐτὸν νίκησε ὁ ἅγιος Νικόλαος.
Ἂν θέλετε νὰ δῆτε τί ἀξία ἔχει ἡ νίκη αὐτή, σκεφτῆτε τὸ πάθημα τοῦ μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Ἔφτασε νικητὴς μέχρι τὶς Ἰνδίες· νίκησε τοὺς ἄλλους, μὰ τὸν ἑαυτό του δὲν μπόρεσε νὰ τὸ νικήσῃ. Σ᾽ ἕνα συμπόσιο παραδόθηκε στὸ πάθος τῆς μέθης· καὶ πάνω στὸ μεθύσι τράβηξε τὸ σπαθὶ καὶ σκότωσε ἕναν ἀδελφικό του φίλο, τὸν Κλεῖτο, ὁ ὁποῖος μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς του τοῦ εἶχε σώσει τὴ ζωὴ στὴ μάχη τοῦ Γρανικοῦ τὸ 334 π.Χ.. Ὅταν ὁ Ἀλέξανδρος συνῆλθε καὶ κατάλαβε τί εἶχε κάνει, μετάνοιωσε πικρά, μὰ ἦταν ἀργά· ἦταν ἀπαρηγόρητος.
Αὐτὰ κάνουν τὰ πάθη. Τὸν ἕνα τὸν νικάει τὸ ποτήρι (ἡ μέθη), τὸν ἄλλο τὸν νικάει τὸ χαρτί (ὁ τζόγος), τὸν ἄλλο τὸν νικάει ἡ γυναίκα (ἡ σαρκικὴ ἡδονή), τὸν ἄλλο τὸν νικάει ἡ ματαιοδοξία… Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ μὴν ἡττᾶται καὶ συντρίβεται κάτω ἀπὸ κάποιο πάθος. Αὐτὸ τὸ εἶχαν καταλάβει καὶ οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας, καὶ ἔλεγαν· «Τὸ νικᾶν ἑαυτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη» (Πλάτ., Νόμ., Α΄ 626e), ἡ ὑψίστη νίκη δηλαδὴ εἶνε νὰ νικᾷς τὸν ἑαυτό σου.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος νίκησε τὸν κακὸ ἑαυτό του, «τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον» μὲ τὰ πάθη του. Νίκησε τὴ φιλαργυρία· δὲν ἀγάπησε τὰ χρήματα· τὰ θυσίαζε γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν φτωχῶν. Νίκησε τὴν κενοδοξία· ὅ,τι ἔκανε δὲν τὸ ἔκανε πρὸς ἐπίδειξιν· νύχτα, κρυφά, σκορποῦσε τὰ ἐλέη. Νίκησε καὶ τὴν ἀκολασία· ἦταν ἐγκρατὴς ἀπὸ βρέφος, Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ δὲν θήλαζε· γι᾽ αὐτὸ ἀξιώθηκε νὰ νικήσῃ καὶ τοὺς αἱρετικοὺς ἀρειανούς, φοβεροὺς ἐχθροὺς τῆς Ἐκκλησίας. Δικαίωσε λοιπὸν τὸ ὄνομα Νικόλαος· νίκησε πολὺ λαό, πολὺ πλῆθος.
* * *
Ἂς ἔλθουμε τώρα σ᾽ ἐμᾶς. Κ᾽ ἐμεῖς ἔχουμε κάποιο ὄνομα. Σὲ λένε Ἀνάργυρο; μὴ σὲ δελεάσουν λοιπὸν τὰ ἀργύρια. Σὲ λένε Ἀναστάσιο; μὴ λείψῃ στὴ ζωή σου ἡ πίστι στὴν ἀνάστασι. Λέγεσαι Μαρία; νὰ καθρεφτίζεσαι στὴ ζωὴ τῆς Παναγίας. Λέγεσαι Αἰκατερίνη; νὰ σὲ ἐμπνέῃ ἡ σοφία καὶ ἡ ὁμολογία τῆς ἁγίας σου. Λέγεσαι Δημήτριος; νὰ εἶσαι γενναῖος καὶ ζηλωτὴς τῆς πίστεως. Λέγεσαι Χρυσόστομος; σαπρὸς λόγος μὴ βγῇ ἀπὸ τὰ χείλη σου. Λέγεσαι Γεώργιος; πάρε ἀξίνα καὶ καλλιέργησε τὴν ψυχή σου. Λέγεσαι Αὐγουστῖνος; νὰ μιμῆσαι τὸν ἅγιό σου στὴ μετάνοια καὶ τὴν προσευχή… Ὁ καθένας μας ἂς φροντίζῃ νὰ τιμᾷ τό ὄνομά του, ὅπως ἔκανε ὁ ἅγιος Νικόλαος καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι.
Γι᾽ αὐτὸ παρακαλῶ τοὺς γονεῖς νὰ δίνουν στὰ παιδιά τους ὀνόματα ὄχι κοσμικὰ – εἰδωλολατρικὰ ἀλλὰ χριστιανικά, ὀνόματα ἁγίων, μαρτύρων, ὁμολογητῶν κ.λπ.. Ὅταν τὸ 1942 πῆγα ὡς ἱεροκήρυκας στὴ Βέροια, πόλι ὅπου κήρυξε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, λυπήθηκα γιατὶ δὲν ὑπῆρχε τότε ἐκεῖ οὔτε ἕνας μὲ τὸ ὄνομα Παῦλος. Ὀνόματα μεγάλων πατέρων ὅπως Γρηγορίου Θεολόγου, Ἰωάννου Χρυσοστόμου, μεγάλου Βασιλείου καὶ ἄλλων ἁγίων, ὅταν δίδωνται στὸ βάπτισμα, ἐμπνέουν τὸ παιδὶ νὰ τοὺς μιμηθῇ καὶ ἔτσι νὰ τιμήσῃ τὸ ὄνομά του.
Μὲ τὸ βάπτισμα, κοντὰ στὸ μικρὸ προσωπικὸ ὄνομά μας (Κωνσταντῖνος, Μιχαήλ, Ἰωάννης…, Παρασκευή, Θεοδώρα, Φιλοθέη…), λάβαμε καὶ τὸ μεγάλο κοινὸ ὄνομα Χριστιανός. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερο. Λέγεσαι λοιπὸν Χριστιανός; Ζῆσε μιμούμενος τὸν Χριστό. Ἐὰν ὅλοι βαδίζαμε στὰ ἴχνη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τηρούσαμε τὴ διδασκαλία του, ἡ γῆ αὐτὴ θὰ ἦταν παράδεισος.
* * *
Τελειώνω, ἀγαπητοί μου, μ᾽ ἕνα ἀνέκδοτο ἀπὸ τὴ ζωὴ πάλι τοῦ μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Στὴ μακεδονικὴ φάλαγγά του εἶχε κ᾽ ἕνα στρατιώτη Ἀλέξανδρο. Ἀλλ᾽ ὅσο γενναῖος ἦταν αὐτός, τόσο δειλὸς ἦταν ἐκεῖνος· στὴ μάχη κρυβόταν, λούφαζε φοβισμένος καὶ ντρόπιαζε τὸ στρατηλάτη του. Τὸν κάλεσε λοιπὸν μιὰ μέρα καὶ μπροστὰ σὲ ὅλους τοῦ λέει· Ἀτιμάζεις τὸ ὄνομά μου· λοιπὸν διάλεξε ἕνα ἀπὸ τὰ δύο, ἢ θ᾽ ἀλλάξῃς ὄνομα ἢ θ᾽ ἀλλάξῃς διαγωγή!
Ἔχουμε κ᾽ ἐμεῖς μεγάλα καὶ ὑψηλὰ ὀνόματα. Τὰ τιμοῦμε; ἢ τὰ ἀτιμάζουμε καὶ κλαῖνε οἱ προστάτες μας ἅγιοι; Ἂς ἀναρωτηθοῦμε σήμερα· Ὁ ἅγιός μου εἶνε εὐχαριστημένος ἀπὸ ᾽μένα; Ἀκούγεται ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἀπὸ τοὺς τάφους ἁγίων καὶ ἡρῴων μας φωνή· Ἤ ἀλλάξτε διαγωγὴ ἢ ἀλλάξτε ὄνομα, ἕνα ἀπὸ τὰ δύο.
Παλιά, τὸ 1935 μὲ ᾽40, πῆγα στὴν Ἀκαρνανία σ᾽ ἕνα χωριὸ μὲ ὡραῖο ὄνομα, τὸ Ἀγγελόκαστρο. Ἀλλ᾽ ἐκεῖ τότε ἄλλοι μεθοῦσαν, ἄλλοι ἔβριζαν, ἄλλοι βλαστημοῦσαν, ἄλλοι σκοτώνονταν. Τοὺς κάλεσα μιὰ μέρα στὴν πλατεῖα καὶ λέω· –Λέγεστε Ἀγγελόκαστρο καὶ πρέπει νὰ ζῆτε σὰν ἄγγελοι, ὄχι σὰν δαίμονες· διαφορετικά, τί θέλετε, νὰ σᾶς ὀνομάσουν …Δαιμονόκαστρο; –Ὄχι ὄχι. –Ἀλλάξτε λοιπὸν ζωή.
Γονεῖς, δῶστε στὸ παιδί τὸν βίο τοῦ ἁγίου του, νὰ τὸν διαβάσῃ, καὶ βοηθῆστε το νὰ τὸν μιμηθῇ.
Βαδίζοντας στὰ ἴχνη τῶν ἁγίων καὶ διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Νικολάου, τοῦ «ἱεροκήρυκος Χριστοῦ» ὅπως τὸν λέει τὸ τροπάριο (στιχηρ. ἑσπ.), νὰ τιμήσουμε κ᾽ ἐμεῖς τὰ ὀνόματά μας καὶ ν᾽ ἀξιωθοῦμε τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου πόλεως Φλωρίνης τὴν 5-12-1975 ἑσπέρας)