Τὸ ζῷο ἔχει εὐπρέπεια· δὲν βγαίνει ἀπὸ τὰ φυσικὰ ὅρια ποὺ καθώρισε ὁ δημιουργός του. Ἐπιτρέψτε μου, ἀγαπητοί μου, νὰ μιλήσω κ᾽ ἐγὼ μὲ τὴ γλῶσσα τοῦ Παύλου καὶ νὰ πῶ· ἀρσενικὸ ζῷο δὲν σμίγει μὲ ἀρσενικό, θηλυκὸ δὲν σμίγει μὲ θηλυκό. Δὲν θὰ τὸ δῆτε αὐτὸ στὴν πλάσι. Εἶνε παρὰ φύσιν, εἶνε ἄγνωστο. Καὶ ὅμως στοὺς ἀνθρώπους ὑπάρχει ἡ ἁμαρτία αὐτή! Καὶ ἄλλοτε μὲν στὴν πατρίδα μας ἦταν μετρημένοι στὰ δάκτυλα οἱ ἔκφυλοι αὐτοί. Τώρα πλῆθος τοιοῦτοι… (π. Αὐγουστῖνος, «Κυριακή», ἀρ. φύλλ. 8252, 8/12/24 [2001], ἀπὸ ἑσπερινὴ ὁμιλία, Πτολεμαΐδα, 10-12-1978).